You are on page 1of 6

1

КУРСОВА РАБОТА

По Новогръцка литература

Веселка Младенова Минкова


Новогръцка филология
4 Курс,90332

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
(1909-1990)

Януари 2010
2

Τεράστιο σε ποσότητα και πολύ σημαντικό σε ποιότητα είναι το έργο του μεγάλου ποιητή
Γιάννη Ρίτσου. Θεωρείται ένας από τους καλύτερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής
ποίησης. Πάνω από εκατό ποητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα πεζογραφήματα
(μυθιστορήματα τα ονομάζει), τέσσερα θεατρικά, όπως και μελέτες για ομοτέχνους
συγκροτούν το κύριο σώμα του έργου του. Πολυάριθμες μεταφράσεις , χρονογραφήματα και
άλλα δημοσιεύματα συμπληρώνουν την εικόνα δου δημιουγρού.

Έργα και ημέρες


Την Πρωτομαγιά (14 Μαϊού με το νέο ημερολόγιο) γεννιέται ο Γιάννης Ρίτσος. Είναι το
τελευταίο παιδί μιας εύπορης οικογένειας: ο πατέρας Ελευθέριος Ρίτσος (1875-1938),
Μονεμβασιώτης μεγαλοκτηματίας; η μητέρα, Ελευθερία Βουζουναρά (1879- 1921), κόρη
επίσης πλούσιο εμπόρου βελανιδών, από το Γύθειο. Τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια ήταν η
Νίνα (Άννα), ο Μίμης και η Λούλα (Σταυρούλα).
Το σπίτι όπου μεγάλωσε ο ποιητής ήταν χτισμένο πάνω στο ενετικό κάστρο. Ο γυμνός
βράχος, ανοιχτός στο πέλαγος φορτωμένος ιστορικές μνήμες και θρύλους, θα στοιχειώσει την
ποίησή του, θα είναι «το πέτρινο καράβι του», όπως έλεγε, που θα τον ταξιδεύει στον χώρο
και στον χρόνο, με την τραγική μοίρα που της επιφύλαξε η ζωή, θα γίνει αστείρευτη πηγή
μιας πολύτροπης δημιουργίας.
Τα πρώτα παιδικά του χρόνια περνάει στη Μονεμβασιά, και τα καλοκαίρια στα εξοχικά τους
κτήματα – στις Βελιές, στα Τάλαντα, στον Αϊ-Γιάννη. Η επαφή του με τη φύση, τον αγροτικό
χώρο και τους ανθρώπους του παίζει επίσης αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του
ψυχισμού του – ένας κόσμος που θα ανακαλείται σε ολόκληρο το έργο του ως ζωοποιός
μνήμη.
Άγγελος παράστασης, η τρυφερή μητέρα του, στον αντίποδα του αυταρχικού πατέρα.
Καλλιεργημένη γυναίκα – διαβάζει λογοτεχνία, παίζει πιάνο – του εμπνέει την αγάπνη για
την τέχνη. Αυτή τον ενθαρρύνει, οδηγεί το χέρι του για να ζωγραφίσει και για να γράψει.
Πίστευε πως θα γίνει διάδοχος του Παλαμά. Τον εγγράφει μάλιστα συνδρομητή στη
Διάπλαση των Παίδων.
Αλλά στο μεταξύ, η πλούσια οικογένεια έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά
προβλήματα, που οξύνονται συνεχώς.Κυρίως το χαρτοπαικτικό πάθος και οι ατασθαλίες του
πατέρα θα την οδηγήσουν τα επόμενα χρόνια σε πλήρη κατάρρευση.
Στις 11/24 Νοεμβρίου 1921 πεθάνει η Ελευθερία Ρίτσου. Η απώλεια της μητέρας θα
σφραγίζει τη ζωή του δωδεκαετούς ποιητή. Η μορφή της θα αναδύεται συνεχώς, θα`ρθει να
λαμπρίνει τον λόγο του ως τραγική ηρωίδα του μύθου στις αρχαιόθεμες συνθέσεις της
ωρημότητας. «Σβήνουν οι λέξεις με τα χρόνια.Η λέξη «μάνα» μένει» είπε δύο χρόνια πριν
από τον θάνατό του.
Ο Γιάννης και η Λούλα σπουδάζουν μαζί στο γυμνάσιο και σ`όλη αυτή τη διάρκεια τα παιδιά
θα ζήσουν με μεγάλες στερήσεις σε σπίτια συγγενών ή γνωστών. Τελειώνωντας το γυμνάσιο
φτάνουν στην Αθήνα για σπουδές. Αφοσιώνεται στο γράψιμο, γρήγορα όμως θα χρειαστεί να
δουλέψει; Δακτυλογράφος σε δικηγορικό γραφείο στην αρχή, και λίγο αργότερα αντιγραφέας
στη συμβολαιογραφική υπηρεσία της Εθνικής Τρέπεζας.
Στις αρχές του 1926 εκδηλώνεται η φυματίωση. Εν τω μεταξύ ο πατέρας του έχει
χρεοκοπήσει οικονομικά και ψυχικά ασθενής κλείνεται στο ψυχιατρείο του Δαφνίου.
Γρήγορα η ασθένειά του επιδεινώνεται και στις 22 Φεβρουαρίου ο Γιώργος εισάγεται στο
σανατόριο Σωτηρία. Νοσηλεύεται στην τρίτη θέση, ως άπορος, όπου θα γνωρίσει πολλούς
κομμουνιστές που τον μυούν στον μαρξισμό.Οι ιδεολογικοί του προσανατολισμοί πολύ
γρήγορα θα αποτυπωθούν στα ποήματά του: «Απ`την πληγή μου κοίταξα του κόσμου την
πληγή». Στη Σωτηρία γνωρίζει τη Μαρία Πολυδούρη, που νοσηλεύεται στην πρώτη θέση.
Συνδέονται με τρυφερή φιλιά, ανταλλάσσουν βιβλία, διαβάζουν ο ένας στον άλλο τα
3

ποίηματά τους. Στο σανατόριο θα γνωρίσει και τον πρώτο του πραγματικό έρωτα, τη
Ρουμπήνη, κόρη της προϊσταμένης νοσοκόμας.
Στις 10 Μαϊου 1930 ο Ριτσος, αν και δεν έχει αποθεραπευθεί, παίρνει υποχρεωτικό εξιτήριο
από τη Σωτηρία, εφόσον έχει εξαντήσει το επιτρπτό όριο παραμονής. Νοσηλεύεται για λίγους
μήνες στο Στρατιώτικό Νοσοκομείο. Στις 2 Σεπτεμβρίου μεταφέρεται στο Άσυλο Φυματικών
Καψαλώνας, ένα ερειπωμένο ελαιοτριβείο κοντά στα Χανιά. Όλες οι πηγές μαρτυρούν ότι το
«άσυλο» ήταν προθάλαμος θανάτου.
Το 1931 επιστρέφει στην Αθήνα επειδή η ασθένειά του βρίσκεται σε ύφεση. Οργανώνεται
στην κίνηση της Αριστεράς Πρωτοπόροι – πολιτιστική δραστηριότητα του ομώνυμου
περιοδικού – και κατόπιν συνεργάζεται με τους Νέους Πρωτοπόρους (μετονομασία του ίδιου
εντύπου). Συμμετέχει στις εκδηλώσεις της Εργατικής Λέσχης και διευθύνει το καλλητεχνικό
τους τμήμα. Λαμβάνει μέρος σε θεατρικές παραστάσεις, απαγγέλλει ποιήματά του και
αργότερα σκηνοθετεί και παίζει σε διάφορα θέατρα.
Το 1934 προσχωρεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος. Αρχίζει να γράφει στον
Ριζοσπάστη με το ψευδώνυμο Γ.Σοστίρ. Εκεί δημοσιεύει το πρώτο βιβλίο ποιημάτων του με
τον τίτλο «Τρακτέρ». Το επόμενο έτος αρχίζει να γράφει σε ελεύθερο στίχο και κυκλοφορεί η
συλλογή του «Πυραμίδες».Οι δύο πρώτες του συλλογές δεν θα περάσουν απαρατήρητες. Ο
24χρονος ποιητής βρίσκεται στο στόχαστρο και της Δεξιάς και της Αριστεράς. Αυστηρές εως
επιθετικές, κακοπροάιρετες ή δογματικές, οι περισσότερες κριτικές αφορούν είτε την
κοσμοαντίληψή του (κομμουνισμός) είτε την απαισιοδοξία του (τον «καρυωτακισμό» του)
είτε τη γραφή του, που κάνει την ποίησή του «απρόσιτη στις πλατιές μάζες», πολύ λιγότερο
το ίδιο το ποιητικό αποτέλεσμα. Προσλαμβάνεται ως διορθώτης και επιμελητής κειμένων
από τον εκδοτικό οίκο Γκοβόστι, ενώ συνεχίζει να δουλεύει και στο θέατρο.
Το 1936 γράφει και εκδίδει τον «Επιτάφιο» συγκλονισμένος από τα θύματα της μεγάλης
καπνεργατικής απεργίας του 9 Μαϊου στη Θεσσαλονική. Ο «Επιτάφιος» κυκλοφορεί σε
10.000 αντίτυπα. Τον Φεβρουάριο 1937 η Λούλα εισάγεται κι αυτή στο Δημόσιο
Ψυχιατρείο. Η ασθένεια της αγαπημένης του αδελφής ισοδυναμεί για τον Ρίτσο με έναν
ακόμα θάνατο στην οικογένεια: «Ό,τι αγάπησα / μου το πήρε ο θάνατος / κι η τρέλα».
Συντετριμμένος, συνθέτει το ελεγειακό «Τραγούδι της αδελφής μου». Το φθινόπωρο, η
φυματίωσή του έχει υποτροπιάσει και νοσηλεύεται στο σανατόριο της Πάρνηθας. Το
Νοέμβριο γίνεται μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτέχνων.
Το 1938 βγαίνει από το σανατόριο. Προσλαμβάνεται στο Βασιλικό Θέατρο (σημερινό
Εθνικό), όπου θα εμφανίζεται τις περισσότερες φορές με το ψευδώνυμο Ι.ή Γ. Βάμβας. Στις 5
Νοεμβρίου πεθάνει στο ψυχιατρείο ο πατέρας του, Ελευθέριος Ρίτσος.
Το 1939 η Λούλα βγαίνει από το ψυχιατρείο και το 1940 ο Γιάννης συνεχίζει να εργάζεται
στο Βασιλικό Θέατρο και, ως χορευτής, στη Λυρική Σκηνή, νεοδημιουργηθέν παράρτημα του
θεάτρου.
Τον Σεπτέμβριο 1941 ιδρύεται το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ).Ο Γιάννης
εντάσσεται στο Μορφωτικό του Τμήμα. Το δωμάτιό του έχει μετατραπεί σε «γιάφκα» όπου
συχνάζουν σημαίνοντες αντιστασιακοί, ανάμεσά τους η μαρτυρική Ηλέκτρα Αποστόλου. Η
μεγαλή πείνα του `42-`42 ήρθε να επιδεινώνει την κατάσταση της υγείας του. Η οικογένεια
πεινούσε, όπως όλοι. Με αφορμή επιστολή του Στέλιου Βόκοβιτς που περιγράφει την
απελπιστική κατάσταση της υγείας του ποιητή, ο Αλέκος Λιδωρίκης από τη στήλη του στην
εφημερίδα Ακρόπολης κάνει έκκληση για τη σωρηρία του προτείνοντας διεξαγωγή εράνου. Ο
Ρίτσος, με επιστολή του, αρνείται τη διάκρηση και αντιπροτείνει το ποσόν που θα
συγκεντρωθεί να μοιραστεί σε όλους τους δεινοπαθούντες λογοτέχνες.
Το 1945 υστέρα από τις συγκρούσεις του Δεκέμβρη εγκαταλείπει την Αθήνα μαζί με άλλους
ΕΑΜίτες συναγωνιστές, ακολουθώντας τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ που υποχωρούν προς
Θεσσαλία και Βόρεια Ελλάδα. Η πορεία ήταν μια σκληρή δοκιμασία. Ωστόσο, σε κάποιους
σταθμούς, πιθανώς ανάμεσα στον Βόλο και στα Τρίκαλα, αρχίζει να γράφει το θεατρικό
4

μονόπρακτο «Η Αθήνα στ`άρματα», που το ολοκληρώνει στην Κοζάνη. Το έργο,


σκηνοθετημένο από τον Γιαννούλη Σαραντίδη, παίζεται εκεί με εξαιρετική επιτυχία από το
Θέατρο του Λαού της Αθήνας, θίασο που συγκροτήθηκε από σημαντικούς καλλιτέχνες, οι
οποίοι είχαν ακολουθήσει τον ΕΛΑΣ. Στις 12 Φεβρουαρίου υπογράφεται η Συμφωνία της
Βάρκιζας. Η ένοπλη σύγκρουση τελειώενει και ο Ρίτσος επιτρέφεται στην Αθήνα. Ο ποιητής
βρίσκεται μνπροστά σε μια καταστροφή. Τα χειρόγραφα και ολόκλητο το αρχείο του, ό,τι πιο
πολύτιμο είχε θελήσει να διασώσει, έχουν κάει. Το υψηλά υστάμενο πρόσωπο, υπεράνω
πάσης υποψίας, στο οποίο είχε εμπιστευθεί τη φύλαξή τους κάποια στιγμή έκαψε τα πάντα
από φόβο. Αυτή την περίοδο συνεργάζεται με το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα και
σποραδικά με τον Ριζοσπάστη και τη Νέα Γενιά. Ασχολείται σπίσης με το καλλιτεχνικό
τμήμα της ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων), μεταλαμπαδεύοντας την ποιητική
του εμπειρία στους νέους λογοτέχνες.
Το 1948 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στο Κοντοπούλι της Λήμνου, όπου θα μένει για έναν
χρόνο. Στη Λήμνο, όπως και σε όλες τις επόμενες εξορίες του, καταφυγή του είναι, εκτός από
την ποίηση, η ζωγραφική. Στη Λήμνο γράφει το «Καπνισμένο τσουκάλι», ένα από τα πιο
αντιπροσωπευτικά έργα της εποχής, λίγους μήνες πριν από την ήττα της Αριστεράς.
Τον Αύγουστο συνδέεται με την ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) και εκλέγεται στη
Διοικούσα Επιτροπή. Συνεργάζεται με την εφημερίδα «Η Αυγή» και δουλεύει πάλι στον
εκδοτικό οίκο Γκοβόστη, ως απιμελητής εκδόσεων.
Παντρεύεται το 1954 τη γιατρό Φαλίτσα (Γαρυφαλιώ) Γεωργιάδου από τη Σάμο. Στους
συνεξόριστούς του την ονόμαζε «η αρραβωνιαστικά μου». Το επάγγελμα της γυναίκας του
την κρατά στο νησί και μετά τον γάμο. Εκεί θα περνά κι αυτός ενά μεγάλο μέρος του χρόνου
του και η Σάμος θα γίνει, μετά τη Μονεμβασιά, η πλούσια πηγή από όπου θα αντλήσει
πολλές από τις ωριμότερες συνθέσεις του.Το 1955 γεννιέται και η μονάκριβη κόρη του
Ελευθερία.
Το 1956 με την εμβλιματική «Σονάτα του σεληνόφωτος» εγκαινιάζεται η σειρά της Τέταρτης
διάστασης. Πρόκειται για δεκαετία ποιητικές συνηθέσεις, οι περισσότερες θεατρόμορφοι
μονόλογοι, που σφράγισαν τη συγχρονή ποίηση με την καινοτόμο γραφή τους και την
ιχνηλάτηση ανεξερευνήτων περιοχών του ψυχικού και κοινωνικού βίου. Το έργο του
μεταφράστηκε σε 20 γλώσσες και ο Ρίτσος τιμάται με το Πρώτο βραβείο Ποίησης. Το ίδιο
χρόνο ο ποιητής επισκέπτεται τη Σοβιετική Ένωση μαζί με διανοούμενους και
δημοσιογράφους. Από το 1958 έως το 1963 ταξιδεύει πολύ στη Ρουμανία, Βουλγαρία,
Τσεχοσλοβάκια, Ουγγαρία και στην Ανατολική Γερμανία. Στην Πράγα συναντά για πρώτη
φορά τον Τούρκο ποιητή Ναζίμ Μικμέτ. Επίσης κυκλοφορεί σε μουσική του Μίκη
Θεοδωράκη ο «Επιτάφιος» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ο «Επιτάφιος» θα έχει μια λαμπρή
σταδιοδρομία και θα φέρει την ποίηση στο στόμα ενός λαού διψασμένου για ελευθερία και
δημοκρατία.
Στις εκλογές του 1964 ο Ρίτσος είναι υποψήφιος βουλευτής της ΕΔΑ.
Μετά από ένα ταξίδι στο Κούβα όπου γνωρίζεται με τον ποιητή Νικόλας Γκιλλιέν στις 21
Απριλίου 1967 επιβάλλεται στρατιωτική δικτατορία.Ο Ρίτσος συλλαμβάνεται στο σπίτι του
αρνούμενος να κρυφτεί. Μεταφέρεται στον Ιππόδρομο και εξορίζεται στη Γύαρο. Η
κυκλοφορία των έργων του απαγορεύεται.Ξεκινούν διεθνές κινητοποιήσεις για την
απελευθέρωσή του. Μετά έως το 1970 ο ποιητής εξορίζεται και στη Λέρο και Σάμο. Λίγο
μετά ο Ρίτσος καλείται σε διεθνές συνέδριο ποίησης στην Αγγλία. Όταν φτνάνει στην Αθήνα,
ο υπουργός της χούντας Στυλιανός Παττακός θέτει ως όρο, προκειμένου να του δοθεί
διαβατήριο, να μην προβεί στο εξωτερικό σε δηλώσεις εναντίον του καθεστώτος. Ο ποιητής,
φυσικά, ανρείται και το ταξίδι ματαιώνεται. Τον αφήνουν να παραμένει στην Αθήνα και
μόλις λήγει το συνέδριο, τον συλλαμβάνουν και τον στέλνουν ξανά στη Σάμο.
5

Το 1972 του απονέμεται το Μεγάλο Διεθνές Βραβείο Ποίησης της Μπιενάλε του Knokke-le-
Zout (Βέλγιο). Τον Μάρτιο εκδίδονται «Πέτρες Επαναλήψεις Κιγκλίδωμα» και «Η Ελένη».
Είναι τα πρώτα βιβλία του που τυπώνονται στην Ελλάδα μετά την 21η Απριλίου.
Τον Νοέμβριο 1973 γίνεται εξέγερση στο Πολυτεχνείο με εισβολή των τάνκς. Γράφει το
«Ημερολόγιο μιας βδομάδας», όπου αποτυπώνει μέρα τη μέρα τον συγκλονισμό του και την
αδυναμία του λόγου απέναντι στη βία. Θα συνέχίζει την κατάθεσή του για το Πολυτεχνείο
και με άλλα μικρά ποιήματα, καθώς και με τη σύνθεση «Η Πύλη».
Το 1975 ταξιδεύει στη Σόφια όπου του απονέμεται το Διεθνές Βραβείο «Γκεόργκι
Δημητρόφ». Την ίδια εποχή του απονέμεται και το Μέγα Γαλλικό Βραβείο Ποίησης
«Αλφρέντ ντε Βινύ» και προτείνεται ακόμη μια φορά για το Νομπέλ.
Το 1976 κάνει το πρώτο ταξίδι του στην Ιταλία για να παραλάβει το Βραβείο «Αίτνα-
Ταορμίνα», για την «Κύρα των Αμπελιών», μεταφρασμένη από τον Νικόλα Κροτσέττι.
Τον Μάιο 1977 του απονέμεται το Διεθνές Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη και τη Φιλία των
Λαών, που ήταν η ύψιστη διάκρηση στις σοσιαλιστικές χώρες. Ο ποιητής το δέχεται με
ανείπωτη συγκίνηση.
Το 1978 ταξιδεύει στο Μπέρμιγχαμ, όπου αναγορεύεται επίτιμος διδάκτορας από το
πανεπιστήμιο της πόλης. Παραμένει για λίγες μέρες και στο Λονδίνο.Του απονέμεται το
Διεθνές Βραβείο Ποίησης «Mondello» στην Ιταλία το ίδιο χρόνο.
Το 1984 ταξιδεύει στη Μόσχα μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη για το Διεθνές Φεστιβάλ
Μουσικής. Μετά συνεχίζουν το ταξίδι τους περνώντας από τη Δρέσδη και τη Λειψία, όπου ο
Ρίτσος ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Καρλ Μαρξ, και γυρίζουν
στη Μόσχα.
Το 1990 του απονέμεται το μετάλλιο «Ζολιό-Κιουρί», ανώτατη διάκρηση του Παγκόσμοιυ
Συμβουλίου Ειρήνης. Ο Γιάννης Ρίτσος πεθάνει στις 11 Νοεμβρίου.Ενταφιάζεται στη
Μονεμβασία.

Λίγα λόγια για το έργο «Η σονάτα του σελλνόφωτος»


Σε μορφή εξομολόγησης η «Σονάτα του σεληνόφωτος» μας οδηγεί ευθύς από τους πρώτους
στίχους στην ατμόσφαιρα, που θα κυριαρχήσει σ`ολόκληρο το ποίημα. Αρχίζει με μια
απεγνωσμένη επίκληση φυγής, που όσο το ποίημα προχωρεί, γίνεται και δραματικότερη,
υιατί τόσο και περισσότερο συνειδητοποιείο αναγνώστης το αναπόφευκτο του οριστικού
θανάτου που πλησιάζει: «Άφησέ με νά`ρθω μαζί σου» είναι η τραγική επωδός, που
επαναλαμβάνεται σαν ύστατη και δειλή αντίδραση του τελευταίου ίχνους ζωής, που
παραμένει ακόμη μέσα στο νεκρό αυτό τοπίο.
Συμβολικό ή αλληγορικό το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου κατορθώνει εντούτοις να μεταδώσει
στον αναγνώστη την αίσθηση της φθοράς, του ψυχικού κενού και της εγκατάλειψης, που
συνοδεύουν έναν κόσμο στη δύση του. Κάποιοι υπαινιγμοί του ποιητή δεν αφήνουν καμιά
αμφιβολία για τις προθέσεις του. Τούτη η «Γυναίκα με τα μαύρα», με τις δυο τρεις
ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής (η σημείωση είναι αποκαλυπτική),
που ο απελπισμένος μονόλογός της εξαντλεί το ποίημα, έχει όλα τα γνωρίσματα του
αφηρημένου συμβόλου. Ο ποιητής φρόντισε να αφαιρέσει από το ποίημα καθετί που θα
μπορούσε να οδηγήσει τη φαντασία του αναγνώστη έξω από το χώρο, που ο ίδιος έχει
προκαθορίσει. Δεν είναι η φθόρα της ίδιας της της ζωής , της ανθρώπινης ζωής, που
παρακολουθούμε στις σελίδες της «Σονάτας του σεληνόφωτος», αλλά του κόσμου, που την
περιβάλλει. Ο αργός και ήρεμος αυτός θάνατος, που απλώνεται παντού με την αδήριτη
αναγκαιότητα του αναπόφευκτου, το σάβανο του σεληνόφοτος, που καλύπτει σιγά σιγά όλα
μέσα στο στοιμόρροπο σπίτι, προκαθορίζοντας τη μοιραία κατάρρευσή του, δεν αφήνουν
ωστόσο ασυγκίνητο τον ποιητή. Διακρινές μιαν αδόρατη θλίψη, μια σκιά μελαγχολίας στο
πολύστιχο αυτό ποίημα, που μας κάνει να υποπτεύουμαι ότι ο κόσμος, που τη μοιραία του
πτώση ευαγγελίζεται ο ποιητής, δεν του είναι ολότελα ξένος.
6

Τα μεγάλα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσο δημιούργησαν μια νέα κατεύθυνση στη σύγχρονη
ευρωπαϊκη ποίηση και σ`αυτό ακριβώς το γεγονός εδράζεται η άποψη πολλών σοβαρών
Ευρωπαίων κριτικών ότι ο Ρίτσος είναι μια από τους μεγάλες ποιητικές φωνές για τη
παγκόσμια ποίηση του 20ό αιώνα. Το ίδιο μαρτυρούν και οι εκατοντάδες μεταφράσεις του
έργου του σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως επίσης τα δεκάδες ανεβάσματα των μεγάλων του
ποιητικών μονολόγων στο ευρωπαϊκό κυρίως θέατρο.

You might also like