You are on page 1of 30

πηγή: http://anavaseis.blogspot.

com/

Αρχιµ. Σαράντης Σαράντος, Ἡ ἀνοµία τῶν λειτουργικῶν µεταφράσεων


καί ἡ διαστροφή τῆς ὀρθοδόξου Λατρείας.
Ὅσα ἀκολουθοῦν δέν ἔχουν σκοπό τήν ἀναίρεση τῶν ἐπιχειρηµάτων τῶν ἐπιδόξων
µεταρρυθµιστῶν τῆς ὀρθοδόξου Λατρείας καί δή τῶν ὑπερµάχων τῆς µεταφράσεως
τῶν κειµένων της. Αὐτό ἔχει γίνει πρό πολλοῦ µέ τή δηµοσίευση εἰσηγήσεων καί
κειµένων τῶν καθηγητῶν Πανεπιστηµίου π. Θεοδώρου Ζήση, κ. Σταύρου Κουρούση
καί τοῦ δόκτορος Φιλοσοφίας κ. Φώτη Σχοινᾶ. Ὁ τελευταῖος εἰδικά ἐπέφερε
συντριπτικά κατάγµατα στήν ἀναγεννησιακή µανία «διορθώσεως» τῶν
µεταρρυθµιστῶν µέ τή βοήθεια πάσης ἀνθρωπιστικῆς ἐπιστήµης δηλ. µέ
γλωσσολογικά, φιλολογικά, θεολογικά, φιλοσοφικά, ψυχολογικά καί λογικά
ἐπιχειρήµατα καί τήν παράθεση πλουσιωτάτης ἑλληνικῆς καί ξένης βιβλιογραφίας[1].
Στόχος τῶν παρακάτω σκέψεων εἶναι ἡ µέσω παραδειγµάτων παρουσίαση τῶν
ἁπτῶν συνεπειῶν µιᾶς συγκεκριµένης πειραµατικῆς ἐφαρµογῆς, δηλαδή
µεταφράσεων κειµένων τῆς ἀµωµήτου ὀρθοδόξου λατρείας οἱ ὁποῖες ἐπεβλήθησαν
ὑπό συγκεκριµένου Μητροπολίτου στούς ἱερεῖς πρός χρῆσιν στήν καθ’ ἡµέραν
Λατρεία

«Τίς δώσει κεφαλῇ µου ὕδωρ καί ὀφθαλµοῖς µου πηγήν δακρύων
καί κλαύσοµαι τόν λαόν τοῦτον; ... βολίς τιτρώσκουσα ἡ γλῶσσα
αὐτῶν, δόλια τά ρήµατα αὐτῶν... Ἡ σκηνή µου ἐταλαιπώρησεν,
ὤλετο, καί πᾶσαι αἱ δέρρεις µου διεσπάσθησαν... οἱ ποιµένες
ἠφρονεύσαντο... Οὐκ ἐκάθισα ἐν συνεδρίῳ αὐτῶν παιζόντων»
( Ἱερεµ. 8, 23· 9, 7· 10, 20-21· 15, 17) .

Μέ λύπη παρατηροῦµε ὅτι τά τελευταῖα χρόνια ἡ ἁγιωτάτη, Ὀρθόδοξη Λατρεία


καί ὅ,τι σχετίζεται µέ αὐτήν ὑπόκειται σέ µιά δῆθεν ἐπιστηµονική κριτική, ἐνῷ
στήν πραγµατικότητα πολεµεῖται καί ἀλλοιώνεται. Ἡ τυπική Tάξις
καταπατεῖται στό βωµό µιᾶς δῆθεν ποιµαντικῆς· οἱ µυστικές εὐχές θεατρίζονται
χάριν µιᾶς προτεσταντικοῦ εἴδους συµµετοχῆς· καινούργιες ἀκολουθίες καί
καινούργιες εὐχές ἐφευρίσκονται· τελοῦνται δύο ἤ καί τρεῖς λειτουργίες τήν
ἴδια ἡµέρα, γίνονται λειτουργίες τό ἀπόγευµα ἤ οἱ λειτουργοί κατά τήν
προσφορά τῆς Θ. Εὐχαριστίας στρέφονται πρός δυσµάς δῆθεν «κατενώπιον τοῦ
λαοῦ», παρά πᾶσαν ἀρχαία ἐκκλησιαστική παράδοση. Κάποιοι κατέβασαν
χαµηλά τό ἱερό τέµπλο ἤ τό κατήργησαν. Τό κακό εἶναι ὅτι ἐπί ἀρχιεπισκοπείας
Χριστοδούλου αὐτή ἡ ἐπίθεσις κατά τῆς λατρείας ἐνδύθηκε ἐπίσηµο
µανδύα µέ τήν λεγοµένη «Ἐπιτροπή Λειτουργικῆς ἀναγεννήσεως»,
ἡ ὁποία ἀποπειράθηκε δι’ Εγκυκλίου νά ἐπιβάλει τήν ἀνάγνωση
τοῦ Ἀποστόλου καί τοῦ Εὐαγγελίου στή δηµοτική. Στήν ἴδια
Ἐγκύκλιο προετοιµάζονταν οἱ χριστιανοί νά δεχθοῦν στή λατρεία
καί καινούργιους ὕµνους στή δηµοτική. Ἄν καί αὐτό τό
«πιλοτικό» πρόγραµµα κατέρρευσε, τό κακό προηγούµενο βρῆκε
τούς µιµητές καί συνεχιστές του.
Ι. Οἱ κακές παραφράσεις τοῦ Μητροπολίτου Μελετίου

Μεταξύ αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι µετέρχονται ποικίλες ἀντιπαραδοσιακές


«ποιµαντικές» εἶναι ὁ µητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ.
Μελέτιος, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει στούς ἱερεῖς τῆς Μητροπόλεώς του
α) νά τελοῦν τή Θ. Λειτουργία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόµου ἀπό ∆ΙΚΗ
ΤΟΥ φυλλάδα στήν ὁποία οἱ µυστικές εὐχές, γραµµένες στή
δηµοτική πρέπει νά διαβάζονται ἐκφώνως. β) νά τελοῦν τά Ἱ.
Μυστήρια καί νά διαβάζουν τίς ποικίλες ἱερατικές εὐχές στή
δηµοτική γλώσσα ἀπό ∆ΙΚΟ ΤΟΥ εὐχολόγιο. Σ’ αὐτό τό
«εὐχολόγιο» περιέλαβε τήν Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασµοῦ, τοῦ
Ἁγιασµοῦ στά Σχολεῖα τίς εὐχές τῆς πρώτης, ὀγδόης καί
τεσσαρακοστῆς ἡµέρας ἀπό τῆς γεννήσεως τοῦ παιδίου, εὐχή στήν
γυναῖκα ὅταν ἀποβάληται, Τήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσµατος, τοῦ
Εὐχελαίου, τοῦ Γάµου καί διάφορες εὐχές ὑπέρ ὑγείας, εἰς
βασκανίαν κλπ.[2]
γ) νά διαβάζουν σέ ∆ΙΚΗΣ ΤΟΥ ἐµπνεύσεως λαϊκή µετάφραση τίς
εὐχές τοῦ Μ. Ἁγιασµοῦ καί τῆς Γονυκλισίας κατά τίς ἑορτές τῶν
Θεοφανείων καί τῆς Πεντηκοστῆς ἀντιστοίχως.

[1]
ΦΩΤΗ ΣΧΟΙΝΑ, Λειτουργική γλῶσσα (δοκίµια προβληµατισµοῦ), Ἐκδόσεις ΤΗΝΟΣ,
Ἀθήνα 2006

Χάριν τοῦ ....λαοῦ πάντοτε, τό ὑποτιθέµενο εὐχολόγιο είναι γραµµένο στή


[2]

µονοτονική γραφή!

ΙΙ. Καινοτοµίες σέ ὅλα τά πεδία

Σέ σχέση µέ τήν ἀπ’ αἰῶνος λειτουργική πράξη τῆς Ἐκκλησίας οἱ


ἐνέργειες αὐτές τοῦ Σεβασµιωτάτου ἀποτελοῦν ἀνεπίτρεπτες
καινοτοµίες, στήν οὐσία ἀλλοιώσεις, οἱ ὁποῖες διαστρέφουν στό
πνευµατικό αἰσθητήριο, τό ὀρθόδοξο φρόνηµα τῶν χριστιανῶν καί
τήν πλήρη ἐµπιστοσύνη τους στήν Ἁγία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία.
Οἱ ἀλλοιώσεις αὐτές πραγµατοποιοῦνται στά ἑξῆς πεδία : α) στό
γλωσσικό (λεκτικό-ἐκφραστικό) β) στό ποιητικό γ) στό θεολογικό
δ) στό ἑρµηνευτικό ε) στό ἐπίπεδο τῆς τυπικῆς Τάξεως καί στ) στό
επίπεδο τοῦ οὐσιώδους περιεχοµένου τῶν εὐχῶν.

α) Στό γλωσσικό (λεκτικό - ἐκφραστικό) πεδίο. Οἱ µεταφράσεις-


παραφράσεις, στήν ἀγχώδη προσπάθεια τοῦ µεταφραστοῦ νά δώσει
στόν λαό κατανοητά, «µασηµένα» τά ὑψηλά νοήµατα τῆς λατρείας
καταντοῦν πρόχειρες καί λαϊκιστικές. Κι αὐτό γιατί ἐκλαϊκευµένη
µετάφραση τῶν κειµένων τῆς θείας λατρείας εἶναι ἀδύνατον νά
γίνει χωρίς ἀλλοίωση τοῦ περιεχοµένου γιά παρά πολλούς λόγους,
π.χ. λόγῳ τοῦ ὑψηλοῦ λατρευτικοῦ ὕφους ἤ τῶν ὑψηλῶν νοηµάτων
πού περικλείονται στίς εὐχές ἤ λόγῳ τῶν ποιητικῶν σχηµάτων πού
δέν µεταφράζονται.

Παραδείγµατα[1]
ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
1. Κλῖνον, Κύριε, τό οὗς σου Σκύψε, Κύριε, γύρισε τ’ αὐτί σου.
2. Μή ἀποστρέψεις τό πρόσωπόν Μήν αποστρέψεις τό πρόσωπό
σου ἀπ’ ἐµοῦ καί ὁµοιωθήσοµαι σου από µένα καί καταντήσω
τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. πεθαµένος!
3. Σήµερον ὁ ∆εσπότης πρός τό Σήµερα ὁ ∆εσπότης τρέχει στό
βάπτισµα ἐπείγεται Βάπτισµα.

Οἱ µεταφράσεις αὐτές στεροῦνται σοβαρότητος καί προκαλοῦν


θυµηδία.
Ἡ προχειρότητα ἐπίσης, ὁ λαϊκισµός καί ἡ ποιµαντική «ἀγωνία»
ὁδηγεῖ σέ φοβερές ἀνακρίβειες πού «στεγνώνουν» τούς
πνευµατικούς χυµούς τῶν εὐχῶν καί τίς µεταµορφώνουν σέ
πρόχειρες, αὐτοσχέδιες προσευχές.

Παραδείγµατα

ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ


1...καί ἐπίστρεψον τήν 1Ἀπάλλαξέ µας ἀπό τήν
αἰχµαλωσίαν τῶν ψυχῶν ἡµῶν, αἰχµαλωσία τῶν ψυχῶν µας, Σύ
τήν οἰκείαν συµπάθειαν ἔχων πού πονᾶς τόσο γιά µᾶς.
ὑπέρ ἡµῶν πρεσβεύουσαν.
2..καί πρόσχες ἡµῖν ἐν εὐµενείᾳ 2) Ρίξε µας µιά σπλαχνική µατιά!
καί χάριτι

Ἄλλη γλωσσική συνέπεια τῶν µεταφράσεων εἶναι ἡ ἀφαίρεση ἀπό


τό λεξιλόγιο τῶν χριστιανῶν ποικίλων λέξεων τῆς ἑλληνικῆς
γλώσσας πού εἶναι φορτισµένες µέ µοναδικό περεχόµενο καί εἶναι
συνδεδεµένες µέ τήν Ἁγία Γραφή καί τήν θεολογική και ἀσκητική
Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων. Αὐτό σηµαίνει παντελῆ
ἀποξένωση τῶν πιστῶν ἀπό τά ἐµπεριεχόµενα στίς λέξεις αὐτές
σωτηριώδη νοήµατα καί πλήρη ἀποκοπή τους ἀπό τό πρωτότυπο
κείµενο τῆς ἁγίας Γραφῆς, τά κείµενα καί τή θεολογία τῶν Ἁγίων
Πατέρων.
Παράδειγµα

ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ


Αδελφοί ὑπόδειγµα λάβετε τῆς Αδελφοί µου πάρτε για
κακοπαθείας καί τῆς παράδειγµα καρτερικότητας στις
µακροθυµίας τούς θλίψεις τους προφήτες.
Προφήτας ( Ἰακ. 5, 10)

Οἱ λέξεις «ὑπόδειγµα», «κακοπάθεια», «µακροθυµία» ἐξορίζονται


ἀπό τόν πνευµατικό-µορφωτικό ὁρίζοντα τῶν πιστῶν. Οἱ
Χριστιανοί κατατάσσονται στούς ἠλιθίους, ἀµορφώτους, καί
ἀνίκανους νά κατανοήσουν τί σηµαίνουν οἱ λέξεις αὐτές.
Ταυτόχρονα ἀποµακρύνονται ἀπό τό νόηµα τῆς «κακοπαθείας»,
ὅπως ὁρίζεται αὐτή στά ἀσκητικά κείµενα. Τό ἴδιο συµβαίνει καί µέ
τόν ὅρο «µακροθυµία» πού ἔχει εὐρύτερο καί δυναµικώτερο
περιεχόµενο ἀπό τή λέξη καρτερία καί τά παράγωγά της καί
χρησιµοποιεῖται πολύ συχνά γιά νά ἐκφράσει τή....µακροθυµία ( πῶς
ἀλλιῶς νά τή µεταφράσουµε ;) τοῦ ∆εσπότου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ[2].

β) Στό ποιητικό πεδίο. Οἱ µεταφράσεις τοῦ Μητροπολίτου


ἀποτελοῦν ἀληθῆ καταστροφή τοῦ ποιητικοῦ λόγου καί τοῦ
ρυθµοῦ.

Παραδείγµατα:

ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ


Εὐλογητός Κύριος ὁ Θεός ἡµῶν ὁ Ευλογητός είσαι Κύριε και Θεέ
τοῦ µυστικοῦ γάµου ἱερουργός µας που είσαι ιερουργός του
καί τοῦ σωµατικοῦ νοµοθέτης ὁ µυστικού γάµου των ψυχών µας
τῆς ἀφθαρσίας φύλαξ µαζί Σου, και νοµοθέτης του
καί τῶν βιωτικῶν σωµατικού γάµου. Σύ που είσαι
ἀγαθός οἰκονόµος φύλακας της πνευµατικής
ακεραιότητας και ρυθµιστής
καλός των βιωτικών αναγκών.

Ἄν καί ἡ ποιητική τῶν εὐχῶν εἶναι εὐκολότερα αἰσθητή ἀπό τόν


ἀναγινώσκοντα ἱερέα, ὅµως καί οἱ ἀκροατές πιστοί δέν εἶναι
ἄµοιροι αἰσθήσεως τοῦ κάλλους τῶν εὐχῶν. Κάθε εἰλικρινής
ἀναγνώστης µπορεῖ νά δεῖ ἀπό τή µιά τό ζωηρό κείµενο µέ τίς
µετρηµένες συλλαβές, τόν προσεκτικό τονισµό καί τίς ἐπιλεγµένες
λέξεις στήν κατάλληλη σειρά, κι από τήν ἄλλη τήν καταλογάδην
µετάφραση · νά συγκρίνει τό ἄψογο από πάσης πλευρᾶς τῆς εὐχῆς[3]
µέ τήν πεζότητα τῆς δῆθεν ἠθικοπλαστικῆς µεταφράσεως. Ἄς µή
µᾶς πεῖ κανείς ὅτι αὐτά δέν ἔχουν σηµασία! ∆ηλαδή σηµασία ἔχει
µόνο νά ἐπιβάλλουµε στανικῶς τό θέληµά µας στήν Ἐκκλησία;
Ἐπιτρέπεται νά θυσιάζουµε κυριολεκτικῶς τά πάντα
στό βωµό τῆς κατανοήσεως καί µάλιστα κατανοήσεως ἀπό τούς
πιστούς τῆς δικῆς µας ἐρµηνείας τῶν εὐχῶν; Ἠ µήπως θά
φροντίσουµε νά κάνουµε καλλίτερες, ποιητικότερες µεταφράσεις;
Οἱ νοῦν ἔχοντες ἀντιλαµβάνονται ὅτι αὐτό εἶναι αδύνατον.

γ) Στό θεολογικό πεδίο. Κατά τήν παράφραση τῶν εὐχῶν,


ψαλµῶν καί ἀναγνωσµάτων φαίνεται ὅτι µαζί µέ τόν ὑπέρµετρο
λαϊκισµό συµβαδίζει ἡ ἐπιπόλαιη θεώρηση τῶν θεολογικῶν
νοηµάτων τῶν ἱερῶν κειµένων.

Παραδείγµατα
ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
1) Τριάς ὑπερούσιε, ὑπεράγαθε, 1) Ἁγία τριάς, ὑπερούσια,
ὑπέρθεε, παντοδύναµε, παντεπί- ὑπεράγαθη, παντοδύναµη,
σκοπε, ἀόρατε, ἀκατάληπτε... ἀόρατη, ἀκατάληπτη...
(Ἀπό τήν εὐχή τοῦ Ἁγίου
Σωφρονίου-Θεοφάνεια).
2) Σήµερον ὁ ἄκτιστος ὑπό τοῦ 2) Σήµερα ὁ ἄκτιστος καί
ἰδίου πλάσµατος βουλῇ δηµιουργός Θεός, τό θέλησε, καί
χειροθετεῖται ( Ὡς ἄνω) δέχθηκε ἑκούσια, νά βάλει τό
χέρι του ἐπάνω στό κεφάλι Του
ἕνα πλάσµα του, γιά νά Τοῦ
δώσει εὐλογία!
3) Σήµερον ρείθροις µυστικοῖς 3)Σήµερα τό ἁγιασµένο αὐτό
πᾶσα ἡ κτίσις ἀρδεύεται ( Ὡς νερό, τό παίρνει καί τό πίνει ὁ
ἄνω). κόσµος ὅλος

4) Σήµερον λαµπαδοφεγγεῖ πᾶσα 4)Σήµερα ὁλόκληρος ὁ ἄνω


ἡ κτίσις ἄνωθεν ( Ὠς ἄνω) κόσµος πανηγυρίζει, σκιρτάει
ἀπό χαρά, κρατάει κεριά!
5) Ἄχραντε, ἀµίαντε....φῶς οἰκῶν 5)Ἄχραντε ἀµίαντε..τό φῶς τό
ἀπρόσιτον (Α΄εὐχή ἀπρόσιτον
γονυκλισίας) 6) και καταξίωσέ την δια των
6)Καί καταξίωσον αὐτήν διά ευχών των πρεσβυτέρων της
τῶν εὐχῶν τοῦ τιµίου Εκκλησίας Σου, να καταφύγει
πρεσβυτερίου καταφυγεῖν ἐν τῇ στην αγία Σου Ἐκκλησία.
ἀγίᾳ σου καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ..»
(Β΄ Εὐχή τοῦ ἐκκλησιασµοῦ)

Σχόλια στίς παραπάνω θεολογικές ἀστοχίες

1) Στήν πρώτη περίπτωση ἀπουσιάζουν ἀπό τή µετάφραση τά


ἐπίθετα «ὑπέρθεε» καί «παντεπίσκοπε». Γιατί; Εἶναι κατά τή γνώµη
τοῦ µεταφραστοῦ περιττά ἤ στή βιασύνη του τά λησµόνησε; Σέ
κάθε περίπτωση φανερώνεται ἐλλιπής σεβασµός πρός τήν ἀκρίβεια
τῆς ἁγιαστικῆς εὐχῆς.
2) Στή δεύτερη περίπτωση, ἐκτός ἀπό τίς ἀναλυτικές ἑρµηνευτικές
παρεµβάσεις ὁ µεταφραστής µᾶς λέγει κάτι παράδοξο · ὅτι ὁ
Χριστός δέχεται «εὐλογία» ἀπό τόν Πρόδροµο! Ἴσα -ἴσα ὁ
ὑµνογράφος στόν προεόρτιο Οἷκο τῆς 5ης Ἰανουαρίου θέτει στό
στόµα τοῦ Κυρίου τήν ἑξῆς προτροπή πρός τόν Πρόδροµο : «µόνον
βάπτισόν µε σ ι ω π ῶ ν καί προσδοκῶν τά ἀπό τοῦ Βαπτίσµατος».
Ἐκεῖνο πού διαβάζουµε στήν Εὐχή εἶναι ὅτι ὁ Κύριος
«χειροθετεῖται» ἀπό τόν Τίµιο Πρόδροµο καί οὐδέν ἄλλο.
3) Στήν τρίτη περίπτωση τά «µυστικά ρεῖθρα» πού ἀρδεύουν τήν
κτίση εἶναι εἶναι οἱ θεῖες ἄκτιστες ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἁπλοῦνται σέ
ὅλη τή δηµιουργία διά τοῦ ἁγιασµοῦ τῶν ὑδάτων. Πάντως δέν
εἶναι ἁπλῶς «τὀ ἁγιασµένο νερό πού τό παίρνει καί τό πίνει ὁ
κόσµος ὅλος».
4) Στήν τετάρτη περίπτωση ἡ µετάφραση δέν ἀποτελεῖ ἁπλή
ἀστοχία, ἀλλά ὀλισθαίνει πρός τόν εὐτελισµό τοῦ θεολογικοῦ
νοήµατος : «Σήµερα ὁλόκληρος ὁ ἄνω κόσµος πανηγυρίζει,
σκιρτάει ἀπό χαρά, κρατάει κεριά»!!! Έδῶ ὁ ἅγιος ποιητής
τῆς εὐχῆς ὁµιλεῖ γιά τήν ἄκτιστο θεοποιό χάρη, τό ἄκτιστο φῶς διά
τοῦ ὁποίου καταλάµπονται τά ἀγγελικά τάγµατα κατά τήν βάπτιση
τοῦ Κυρίου. Μέσα ἀπό τήν Παρακλητική γίνεται συνεχῶς λόγος
περί τῆς ἐλλάµψεως τῶν ἀγγέλων. Ἕνα ἀπό τά ἀπειράριθµα
παραδείγµατα: «Φωτί θεουργῷ τά Σεραφείµ ἀµέσως πλησιάζοντα
καί πολλάχῶς αὐτῷ ἐµπιπλάµενα, ταῖς πρωτοδότοις σαφῶς
ἐλλάµψεσι, πρωτουργῶς λαµπρύνονται...» (Παρακλητική Ἦχος α΄ ,
∆ευτέρα, Κανών Ἀσωµάτων Ὠδή γ΄ α΄τροπ.). Τό νά ποῦµε ὅτι οἱ
Ἄγγελοι «κρατούν κεριά» δέν ἀποτελεῖ φθηνή καί ρηχή
παράφραση τοῦ ἱεροῦ νοήµατος; Κι ἔπειτα ποῦ βρῆκε ὁ
µεταφραστής ὅλες αὐτές τίς λέξεις πανηγυρίζει, σκιρτάει ἀπό χαρά;
Στήν πέµπτη περίπτωση τόν θεολογικό ὅρο «φῶς οἰκῶν
ἀπρόσιτον», µέ τόν ὁποῖο ἀπευθύνεται ἡ Ἐκκλησία πρός τόν
Πατέρα, κατά τήν Α ΄ Εὐχή τῆς Γονυκλισίας, ὁ µεταφραστής τόν
ἀποδίδει ὡς «φῶς ἀπρόσιτον». Ὅµως ὁ ὅρος «φῶς οἰκῶν
ἀπρόσιτον» εἶναι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ( Α΄Τιµ. 6, 16) καί ἔχει
βαθύτατο θεολογικό περιεχόµενο. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες (π.χ. ὁ Μ.
Βασίλειος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ Ἅγιος ∆ιονύσιος ὁ
Ἀρεοπαγίτης) δίδουν βαθύτατη ἑρµηνεία στήν µετοχή «οἰκῶν».
Ἐξηγοῦν ποιός εἶναι ὁ «οἰκῶν» καί ποιό εἶναι τό «ἀπρόσιτον φῶς».
Γι’ αὐτό δέν ἐπιτρέπεται νά ἰσοπεδωθεῖ ἡ θεολογική αὐτή φράση µέ
τήν παράλειψη τῆς µετοχῆς, ὅπως συµβαίνει µέ τήν δεδοµένη
µετάφραση.
Στήν ἕκτη περίπτωση παραλείπει τό ἐπίθετο «Καθολική» πού
χαρακτηρίζει τήν Ἐκκλησία. Τοῦ ἀρκεῖ ἴσως τό «ἁγία» ; ἤ φοβᾶται
ὅτι ἀκούγοντας οἱ πιστοί τή µετάφρασή του θά νοµίσουν ὅτι
πρόκειται γιά τή λεγοµένη ρωµαικαθολική ἐκκλησία; Ὅπως κι ἄν
ἔχει τό πρᾶγµα ἡ παράλειψη εἶναι σοβαρή ἀφοῦ ἡ Εὐχή ἀπαιτεῖ νά
γίνει λόγος γιά τήν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας καί γιά τήν
«καταφυγή» τῆς µητέρας καί τοῦ ἐκκλησιαζοµένου βρέφους, ὄχι σέ
ὀποιαδήποτε «ἐκκλησία», ἀλλά στήν ἁγία Καθολική, δηλαδή τήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
δ) Στό ἑρµηνευτικό πεδίο. Ὁ µεταφραστής στήν προσπάθειά του
νά κάµει κατανοητά τά κείµενα καταφεύγει σέ ποικίλες ἑρµηνεῖες
µέ τίς ὁποῖες εἴτε ὑποκαθιστᾶ τό κείµενο τῶν ψαλµῶν ἤ τῶν εὐχῶν
εἴτε τίς παρεµβάλλει στή µετάφρασή του ὡς συµπλήρωµα κατά τό
δοκοῦν.

Παραδείγµατα
ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Ἀπό τόν Ν΄ Ψαλµό) Μέσα στόν κύκλο τῆς
Ἰδού γάρ ἐν ἀνοµίαις παράβασης καί τῆς φθορᾶς
συνελήφθην. ἄρχισε καί ἡ δική µου ἡ ζωή
Θά καθαρίσεις την ψυχή µου µε
Ραντιεῖς µε ὑσσώπῳ καί το Πνεύµα Σου τό άγιο και µε το
καθαρισθήσοµαι, πλυνεῖς µε καί Βάπτισµα λευκότερο από το
ὑπέρ χιόνα λευκανθήσοµαι χιόνι θα µε κάνεις.

Εἶναι φανερό ὅτι δέν εἶναι ἐπιτρεπτό νά παρεµβάλλουµε µέσα στό


κείµενο τοῦ Προφητάνακτος τήν ὁποιαδήποτε ἑρµηνεία. Εἶναι
ἄλλο νά ἑρµηνεύουµε τά ἱερά κείµενα στό πλαίσιο ἑνός κηρύγµατος
ἤ µιᾶς συγγραφῆς καί ἄλλο µέσα στή λατρεία νά παρεισάγουµε
δικές µας ἑρµηνεῖες κατά τήν ἀνάγνωση τῶν Ψαλµῶν ἤ τῶν λοιπῶν
ἁγιογραφικῶν ἀναγνωσµάτων. Παύει πλέον π.χ. στή συγκεκριµένη
περίπτωση ὁ ψαλµός νά εἶναι ὁ Ν΄ Ψαλµός τοῦ ∆αυΐδ. Μπροστά
µας ἔχουµε ἕνα ἀλλόκοτο µίγµα µεταφράσεως καί ἑρµηνείας τοῦ
Ψαλµοῦ.
Αὐτή ἡ διαρκής προσπάθεια, ὁ πειρασµός τοῦ µεταφραστοῦ
νά ἑρµηνεύει, ἔχει συνέπειες καί στά ἄλλα ἐπίπεδα ἀλλοιώσεως.

ε) Στό ἐπίπεδο τῆς Τάξεως ἤ ἀλλιῶς τοῦ Τυπικοῦ τῶν Ἱερῶν


ἀκολουθιῶν. Οἱ Ἀκολουθίες τελοῦνται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
πάντοτε κατά τήν Τάξη πού ὥρισαν οἱ θεοφόροι Πατέρες. ∆έν
ἐπιτρέπονται οἱ αὐτοσχεδιασµοί κατά τήν κρίση τοῦ κάθε ἱερέως,
ἀρχιερέως, ἤ καί µιᾶς Συνόδου ἀκόµη, τοὐλάχιστον ὅσον ἀφορᾶ
στήν βασική δοµή τῶν Ἀκολουθιῶν καί τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων, τίς
συγκεκριµένες εὐχές καί τά ἀναγνώσµατα πού εἶναι θησαυρισµένα
στό λειτουργικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας µας. Ἄν ἡ ἐκκλησιατική
τυπική τάξις καταφρονεῖται, σύντοµα θά φτάσουµε στήν
προτεσταντική καί πεντηκοστιανή ἀταξία, ἀναρχία καί σύγχυση.
Στήν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου Πρεβέζης ἔγιναν πολύ
«τολµηρά», γιά νά µή χαρακτηρισθοῦν ἀλλιῶς, βήµατα εἰς βάρος τῆς
τάξεως.
Στό Εὐχολόγιο ΤΟΥ ὁ Μητροπολίτης δίπλα στήν καινοτοµία τῆς
µεταφράσεως ὅλων τῶν εὐχῶν διέπραξε καί τά ἀκόλουθα
ἀτοπήµατα :
1) Στήν Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασµοῦ κατήργησε τήν µεγάλη,
ὑπέροχη εὐχή : «Κύριε ὁ Θεός ἡµῶν, ὁ µέγας τῇ βουλῇ καί
θαυµαστός τοῖς ἔργοις...» καί τήν ὑποκατέστησε µέ µία µικρή εὐχή-
τίς οἶδεν ἀπό ποῦ τήν ἀνέσυρε- κι αὐτή αγνώριστη ἀπό τήν κακή
µετάφρασή της. (Λείπουν καί ὁ Ν΄ Ψαλµός τό «Θεός Κύριος» καί
τά µετ’ αὐτό τροπάρια, τά τροπάρια πρό τοῦ τρισαγίου και τό
Εὐαγγέλιο καί ὁ Ἀπόστολος. Πιστεύουµε ὅτι παραλείπονται ὡς
ἀναγινωσκόµενα ἀπό τό κανονικό εὐχολόγιο).
2) Κατήργησε πλήρως τίς τρεῖς εὐχές πού διαβάζονται τήν πρώτη
ἡµέρα γεννήσεως τοῦ παιδιοῦ καί τίς ὑποκατέστησε µέ κάποια εὐχή
πού δέν µπορεῖς λόγῳ τῆς µεταφράσεως νά ἀναγνωρίσεις ἄν εἶναι
παλαιά πού ἔχει περιπέσει σέ ἀχρησία ἤ εἶναι εὐχή δικῆς του
ἐπινοήσεως.
3) Ἀπό τίς εὐχές τοῦ ἐκκλησιασµοῦ τῶν παιδιῶν (σαραντισµοῦ)
κατήργησε τήν εὐχή «Ὁ Θεός, ὁ Πατήρ, ὁ Παντοκράτωρ» καί
διέστρεψε καί σφαγίασε τήν εὐχή «Κύριε ὁ Θεός ἡµῶν, ὁ διά τῆς
ἐνανθρωπήσεως», ἡ ὁποία κανονικά ἀπευθύνεται στόν Πατέρα. Τήν
«κουτσoύρεψε» καί τήν ἀπευθύνει στόν Χριστό.
4) Ἀπό τήν Τάξη τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου κρατεῖ
µόνο τό Τρισάγιο, τόν Πεντηκοστό ψαλµό, τά Εἰρηνικά, τήν πρώτη
εὐχή «Κύριε ὁ ἐν τῷ ἐλέει καί τοῖς οἰκτιρµοῖς», τρία τροπάρια, τόν
Α΄ Ἀπόστολο καί τό Α΄ Εὐαγγέλιο, τήν αἴτηση «Ἐλέησον ἡµᾶς»,
τίς εὐχές «Βασιλεῦ ἅγιε, εὔσπλαχνε», «Ἄναρχε, αδιάδοχε» καί
«Πάτερ ἅγιε ἰατρέ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωµάτων» µετά ἀπό τίς
ὁποῖες τελειώνει µέ τό «∆ι’ εὐχῶν» ἄνευ ἀπολύσεως. Παραλείπει
πλήν τοῦ Κανόνος, 6 Εὐαγγέλια, ἕξη Ἀποστόλους καί 6 εὐχές!
5) Κατήργησε πλήρως τήν ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβῶνος.
6) Μέσα στήν Ἀκολουθία τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάµου µετέφερε τήν
α΄ εὐχή τοῦ Ἀρραβῶνος «Ὁ Θεός ὁ αἰώνιος» (ἐννοεῖται
µεταφρασµένη). Μετά ἀπ’ αὐτήν γράφει : «καί θέτει [ ἐνν. ὁ ἱερεύς]
τά δαχτυλίδια στά χέρια τους, χωρίς νά λέγει κάτι». Μέ τόν τρόπο
αὐτό προκλητικά ἀρνεῖται τόν ἀρραβῶνα ( «ἀρραβωνίζεται ὁ
δοῦλος τοῦ Θεοῦ.... ) ὅπως τόν ἔχει θεσπίσει ἡ Ἐκκλησία. Ἐπίσης
καταργεῖ τήν Α΄ Εὐχή τοῦ γάµου «Ὁ Θεός ὁ ἄχραντος» καί τήν
εὐχή «Ὁ Θεός, ὁ Θεός ἡµῶν ὁ παραγενόµενος ἐν Κανᾷ τῆς
Γαλιλαίας».

στ) Στό ἐπίπεδο τοῦ περιεχοµένου τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λατρείας.
Ὁµιλοῦµε ἐδῶ γιά «διόρθωση» τῶν εὐχῶν, δηλαδή «διόρθωση» τῶν
Ἁγίων Πατέρων, κατ’ ἐπέκτασιν «διόρθωση» τῆς Ἐκκλησίας.
Παραθέτουµε τίς κυριώτερες περιπτώσεις ἀλλοιώσεως τοῦ
περιεχοµένου τῶν εὐχῶν :
1) ∆ιαφωνεῖ εὐθέως µέ τό περιεχόµενο τῶν εὐχῶν «Εἰς
γυναῖκα λεχώ» πού διαβάζονται τήν πρώτη ηµέρα τῆς γεννἠσεως
τοῦ παιδιοῦ. Τόν ἐνοχλεῖ, ὡς φαίνεται, τό γεγονός ὅτι, ὅπως
ἀναφέρει ἡ α΄ Εὐχή «κατά τόν τοῦ προφήτου ∆αυΐδ λόγον, ἐν
ἀνοµίαις συνελήφθηµεν καί διά ρύπου πάντες ἐσµέν ἐνώπιόν σου».
Τόν ἐνοχλεῖ ἡ ἱκεσία τοῦ ἱερέως γιά τή λεχώνα : «τοῦ ρύπου
κάθαρον ... καί καθάρισον αὐτήν ἀπό τοῦ σωµατικοῦ ρύπου...»( β΄
Εὐχή). Τόν ἐνοχλεῖ καί ἡ γ΄ συγχωρητική Εὐχή «συγχώρησον τῇ
δούλῃ σου...καί τοῖς ἁψαµένοις....». Ἀδιαφορεῖ γιά τήν παλαιοτάτη
παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Καταργεῖ τίς εὐχές αὐτές πού δέν
συνάδουν µέ τό ἐκσυγχρονιστικό, φεµινιστικό πνεῦµα µέ τό πνεῦµα
τῆς ἑωσφορικῆς ἀνταρσίας κατά τῆς Παραδόσεως καί τήν
ψευδοεπιστηµονική νοοτροπία τῶν ποικίλων «λειτουργιολόγων».
∆ιαφωνεῖ µέ τό πνεῦµα τῶν ἁγίων Πατέρων. Μέ τήν εἰσαγωγή µιᾶς
ἄλλης εὐχῆς στή δηµοτική, αλλοιώνει τό πλῆρες περιεχόµενο καί
νόηµα τῶν εὐχῶν τῆς πρώτης ἡµέρας. Καί ἐκτός ἀπό τά «ἐπίµαχα»
σηµεῖα πού προαναφέραµε, παραλείπει καί ὅλα τά ἄλλα πού
περιλαµβάνονται στίς εὐχές καί στερεῖ ἀπό τίς λεχῶνες τήν
ἰαµατική χάρη καί τήν θεία προστασία πού προσφέρονται σ’ αὐτές
(τίς λεχῶνες) µέ τίς ἅγιες εὐχές τῆς Ἐκκλησίας µας. Ἀντί ὅλων ὅσων
ἀναφέρουν οἱ εὐχές, ἀποκλειστικά γιά τή µητέρα, γράφει ὁ
Μητροπολίτης περιληπτικά στήν «εὐχή» του ( σέ µονοτονική,
βέβαια, γραφή): «Την δούλη Σου (....) προστάτευσέ την και
απάλλαξέ την από κάθε πόνο και ανάγκη, και περιέθαλψέ την[4] µε
αγγέλους σου φαιδρούς[5] και φωτεινούς».
2) Ἐξ αἰτίας τοῦ ἰδίου πνεύµατος σφαγιάζει τήν α΄ Εὐχή καί
καταργεῖ τήν γ΄ Εὐχή τοῦ ἐκκλησιασµοῦ (σαραντισµοῦ). ∆ιότι,
κατά τήν Εὐχή αὐτή, ὁ µέν Κύριος ἡµῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἄν καί
συνελήφθη ἀσπόρως «µετά τήν ἐκπλήρωσιν τῶν ἡµερῶν τοῦ
καθαρισµοῦ τῷ Ἱερῷ προσαχθῆναι ἠνέσχετο», ὁ δέ Μητροπολίτης
Μελέτιος δέν ἀνέχεται νά µνηµονεύσει «καθαρισµό» τῶν γυναικῶν!
3) Ἀπό τήν Εὐχή «εἰς γυναῖκα ὅταν ἀποβάληται» στήν
κακοποιηµένη παράφρασή της ἐκτός πολλῶν ἄλλων
διαστρεβλώσεων, ἀφαιρεῖ τή φράση «τήν σήµερον ἐν ἁµαρτίαις εἰς
φόνον περιπεσοῦσαν ἑκουσίως ἤ ἀκουσίως». Ἡ φράση αὐτή
περιλαµβάνεται δύο φορές στήν Εὐχή γιά νά τονίσει ἡ Ἐκκλησία τή
σηµασία τῆς ἀποβολῆς τοῦ ἐµβρύου, ὅτι πρόκειται δηλαδή γιά φόνο
ἑκούσιο ἤ ἀκούσιο ἀνάλογα µέ τήν διάθεση τῆς ἐγκύου. Καί ἔτσι
νά καλύψει διά τῆς συγχωρήσεως πλήρως ἀκόµη καί τήν πιθανή
ἐνδόµυχη, ὁµολογηµένη ἤ ὄχι ἐπιθυµία τῆς ἐγκύου γυναίκας νά
«ξεφορτωθεῖ» τό συλληφθέν. Ἀποβάλλει λοιπόν ὁ µητροπολίτης τή
φράση αὐτή καί µαζί της τή χάρη τῆς συγχωρήσεως πρός τήν
ταλαιπωρηµένη διά τῆς ἀποβολῆς γυναῖκα.
4) Στήν παραφρασµένη καί κατακρεουργηµένη Εὐχή τοῦ
Γάµου « Εὐλογητός Κύριε ὁ Θεός ἡµῶν»[6] παρερµηνεύει τή φράση
πού ἀκολουθεῖ :

ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ


«Αὐτός καί νῦν ∆έσποτα, Κύριε Σύ λοιπόν και τώρα, ∆έσποτα
ὁ Θεός ἡµῶν, κατάπεµψον τήν Κύριε ο Θεός, ευλόγησε τους
χάριν σου τήν ἐπουράνιον ἐπί δούλους σου τούτους...και κάνε
τούς δούλους σου τούτους...καί την κοπέλα αὐτή να αγαπά και
δός τῇ παιδίσκῃ ταύτῃ ἐν πᾶσιν να υποτάσσεται στον άνδρα της,
ὑποταγῆναι τῷ ἀνδρί καί τόν και ο δούλος σου τούτος να είναι
δοῦλον σου τοῦτον εἰς κεφαλήν κεφαλή της ενώσεώς τους...
τῆς γυναικός...»

α) Θεωρεῖ περιττή τήν δωρεά τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ πρός τούς
µελλονύµφους ; Ἀλλιῶς πῶς τήν ὑποκαθιστᾶ µέ τήν εὐλογία
(«ευλόγησε τους δούλους σου») ἡ ὁποία σύµφωνα µέ τήν Εὐχή
προσφέρεται ἐπανειληµµένως στούς µελλονύµφους, µ ε τ ά ὅµως
τήν ἐπίκληση τῆς «ἐπουρανίου Χάριτος»;
β) ∆ιά τῆς Εὐχῆς παρακαλεῖται ὁ Θεός νά δώσει τή Χάρη Του ὥστε
ἡ γυναῖκα νά ὑποταχθεῖ καθ’ ὅλα στόν ἄνδρα της ( «ἐν πᾶσιν
ὑποταγῆναι τῷἀνδρί»). Πρόκειται γιά ἕνα δύσκολο κατόρθωµα, τό
ὁποῖο γιά νά ἐπιτευχθεῖ, χρειάζεται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ
µεταφραστής σέ µιά πιό ἀποδεκτή ἀπό τό σύγχρονο
ἐκκοσµικευµένο πνεῦµα ἐκδοχή παρακαλεῖ «νά ἀγαπᾶ καί νά
ὑποτάσσεται στόν ἄνδρα της» µειώνοντας τόν σταυρό τῆς
ὑπακοῆς.
γ) Ἐπίσης ὁ ποιητής τῆς Εὐχῆς ζητεῖ ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ νά
διακονήσει τήν ἕνωση ἀνδρός καί γυναικός δίδοντας στόν ἄνδρα τή
θέση τῆς κεφαλῆς τῆς γυναικός. Ὅσα λέγει ἡ Εὐχή εἶναι ἁπλῶς
ἐπανάληψη τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου «ὁ ἀνήρ εστί κεφαλή τῆς
γυναικός, ὡς καί ὁ Χριστός κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας». Εἶναι
ἐπανάληψη πλήρης ὅµως Χάριτος διά τῆς προσφεροµένης ἱερατικῆς
εὐλογίας.
«∆ιορθώνοντας» τόν Ἀπόστολο ὁ µεταφραστής ἐµφανίζει τόν
ἄνδρα «κεφαλή της ενώσεως» ἀνδρός καί γυναικός. Πρόκειται γιά
τραγελαφική ἐρµηνεία. Σύµφωνα µ’ αὐτήν ὑπόκειται ἡ ἕνωση
ἀνδρός καί γυναικός καί πάνω ἀπό τήν ἕνωση αὐτή βρίσκεται πάλι
ὁ ἄνδρας!
Ὅλες οἱ µεταφραστικές καινοτοµίες πού ἐπιφέρουν αλλοιώσεις τῶν
εὐχῶν, ἔχουν ἕνα κοινό παρανοµαστή : τό φεµινιστικό σύνδροµο,
τόν τρόµο µήπως παρεξηγηθοῦµε ἀπό τίς φεµινίστριες ὡς
Ἐκκλησία ἐφαρµόζοντες τήν ἁγιογραφική καί Πατερική
διδασκαλία!

ΙΙΙ. Λειτουργική ἀνοµία

Τό σύνολο τῶν ἀλλοιώσεων πού προαναφέραµε συνιστοῦν λ ε ι τ


ο υ ρ γ ι κ ή ἀ ν ο µ ί α, ἀθέτηση δηλαδή καί καταφρόνηση τῆς
καθιερωθείσης καί καθαγιασθείσης Όρθοδόξου λατρείας. Καί
πρέπει νά ἐξηγήσουµε τί ἐννοοῦµε:
α) Ὁ Μητροπολίτης Μελέτιος ἐνεργεῖ ἀθέσµως
ἐκκλησιολογικά 1) διότι ἡ πρωτοβουλία του εἶναι ἀντίθετη ἀπό τήν
πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας 2) διότι - ἄν ἀληθεύουν οἱ
πληροφορίες µας - ἐξαναγκάζει τό πρεσβυτέριο, τό ὁποῖο
ἐκκλησιολογικά εἶναι ἁρµοσµένο µ’ αὐτόν ὡς χορδαί ἐν κιθάρᾳ καί
τό ὁποῖο παρακάθηται µαζί του στό σύνθρονο, νά ἀκολουθεῖ τίς
καινοτοµίες του 3) διότι ἀδιαφορεῖ γιά τήν κατακραυγή τοῦ λαοῦ
τοῦ Θεοῦ πού ὑποχρεώνεται νά µετέχει στά Ἱερά Μυστήρια πού
τελοῦνται µέ κακοποιηµένες καί ἐν πολλοῖς γελοιοποιηµένες τίς
ἅγιες εὐχές. Μέ ὅλα αὐτά φαίνεται νά ἀπαιτεῖ παρά πάντων,
κλήρου καί λαοῦ, µιά ἀπροϋπόθετη, πέραν ὁποιωνδήποτε
ὀρθοδόξων ἐκκλησιαστικῶν προδιαγραφῶν, «ὑπακοή».

β) Ἐνεργεῖ ἀσεβῶς ὡς πρός τήν Παράδοση τῆς


Ἐκκλησίας, ὡς πρός τό περιεχόµενο καί τό νόηµά της, ὡς ἐάν νά
µήν ἔχει ἀνάγκη νά παραλαµβάνει ὑπό τῆς Ἐκκλησίας καί νά
παραδίδει στούς ἀδελφούς του συµπρεσβυτέρους, τόν λαό καί τά
πνευµατικά του τέκνα ὅ, τι ἡ Ἐκκλησία κέκτηται ὡς πολύτιµο
θησαυρό καί παρακαταθήκη διά µέσου τῶν αἰώνων.
γ) Ἐνεργεῖ καταφρονητικῶς ἔναντι τῶν Ἁγίων
Πατέρων ἐπωνύµων καί ἀνωνύµων τῶν συνταξάντων τίς Ἱερές
Ἀκολουθίες καί τίς φρικτές εὐχές διά τῶν ὁποίων τελοῦνται τά
Μυστήρια, θεοῦνται καί ἁγιάζονται οἱ πιστοί, ἁγιάζεται ὅλη ἡ
δηµιουργία καί ἡ ζωή τῶν χριστιανῶν. Τό ἴδιο διαπράττει καί
ἔναντι τῶν µετ’ αὐτούς ἁγίων Πατέρων, ἐπωνύµων καί ἀνωνύµων,
οἱ ὁποῖοι παρέλαβαν «τῇ χαρᾷ καί τῷ φόβῳ» τήν ἱερά
παρακαταθήκη τῆς Λατρείας, καί ὅπως εἶπε εὐλαβέστατος
ἐπίσκοπος, «ἐχρύσωσαν» τά θεία λόγια τῶν Ἀκολουθιῶν µέ τά
ἁγιασµένα χείλη τους.

IV. ∆ύο καταλυτικές µαρτυρίες

Στό σηµεῖο αὐτό εἶναι, φρονοῦµε, χρήσιµο νά παραθέσουµε


δύο µαρτυρίες βαρυτίµου ἀξίας γιά τό θέµα µας.

α ΄ µαρτυρία
Ἡ µαρτυρία αὐτή εἶναι τοῦ Μ. Ἀθανασίου, ὁ ὁποῖος στήν
εἰσαγωγή του στήν Ἑρµηνεία τῶν Ψαλµῶν[7] παραθέτει τή γνώµη
ἑνός ἀνωνύµου ἁγίου Γέροντος, ὡς γνώµη πού ἐκφράζει τήν
ἐµπειρία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀρνεῖται λοιπόν ὁ ἅγιος Γέρων καί
βεβαίως ὁ Μ. Ἀθανάσιος ὁποιαδήποτε ἀλλαγή λέξεων, διόρθωση
καί παρέµβαση µέσα στό κείµενο τῶν Ψαλµῶν ἐξηγώντας καί τήν
αἰτία τῆς ἀρνήσεώς του.

ΚΕΙΜΕΝΟ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
«...Μή περιβαλλέτω µέντοι τις Λοιπόν ἄς µήν ντύνει κανείς
αὐτά τοῖς ἔξωθεν πιθανοῖς αὐτά (δηλ. τά λόγια τῶν
ρήµασι, µηδέ πειραζέτω τάς Ψαλµῶν) µέ λέξεις κοσµικές καί
λέξεις µεταποιεῖν ἤ ὅλως ἑλκυστικές. Οὔτε νά
ἐναλλάσσειν· ἀλλ’ οὕτως ἀτεχνῶς ἀποπειραθεῖ νά µεταποιήσει τίς
τά γεγραµµένα λεγέτω καί λέξεις τῶν Ψαλµῶν ἤ νά τίς
ψαλλέτω, ὥσπερ εἴρηται, ὑπέρ ἀλλάξει διόλου. Ἀλλά, ὅπως
τοῦ καί τούς διακονήσαντας ἔχει εἰπωθεῖ, ἔτσι ὅπως εἶναι
ἀνθρώπους αὐτά ἄτεχνα γραµµένα ἄς τά λέγει κι
ἐπιγινώσκοντας τό ἑαυτῶν ἄς τά ψάλλει, ὥστε καί ἐκεῖνοι
συνεύχεσθαι ἡµῖν· µᾶλλον δέ ἵνα πού διακόνησαν στή συγγραφή
καί τό Πνεῦµα τό λαλῆσαν ἐν τους δηλ ὁ Ἅγιοι) νά τά
τοῖς ἁγίοις θεωροῦν τούς παρ’ ἀναγνωρίζουν ὡς ἰδικά τους καί
αὐτοῦ λόγους ἐνηχηθέντας νά προσεύχονται µαζί µας·
ἐκείνοις, συναντιλαµβάνηται µᾶλλον γιά νά βλέπει καί τό
ἡµῖν. Ἅγιο Πνεῦµα, τό ὁποῖο ὁµίλησε
στούς Ἁγίους, τούς ἴδιους λόγους
πού τούς ἐνέπνευσε καί νά νά
γίνεται συνεργός καί βοηθός µας.
Θά µποροῦσε δικαίως νά
Ὅσῳ γάρ τῶν ἁγίων ὁ βίος εἰπεῖ κάποιος ὅτι ὅσο καλλίτερος
βελτίων τῶν ἄλλων ἐστί, εἶναι ὁ βίος τῶν Ἁγίων ἀπό τόν
τοσούτῳ καί τά παρ’ αὐτῶν βίο τῶν ἄλλων, τόσο καί τά
ρήµατα τῶν παρ’ ἡµῶν λόγια τους εἶναι καλλίτερα καί
συντιθεµένων βελτίονα καί ἰσχυρότερα ἀπό ἐκεῖνα πού
ἰσχυρότερα ἄν τις εἴποι συνθέτουµε ἐµεῖς....
δικαίως... Γι’ αὐτό ἔλεγε ( ὁ Γέρων) ὅτι
εἶναι ἄξιοι κάθε ἐπικρίσεως
Ὅθεν καί καταγνώσεως πάσης αὐτοί πού ἀφήνουν αὐτά ( αὐτά
ἀξίους εἶναι ἔλεγε τούς ταῦτα τά ἴδια τά λόγια τῶν Ψαλµῶν),
µέν ἀφιέντας, συντιθέντας δέ συνθέτουν δέ ἰδικά τους µέ
ἑαυτοῖς ἔξωθεν πιθανά ρήµατα, κοσµικές ἑλκυστικές λέξεις καί µ’
καί ἐν τούτοις εξορκιστάς αὐτά τά κατασκευάσµατά τους
ὀνοµάζοντας...Ταῦτα µέν γάρ αὐτο-αποκαλοῦνται ἐξορκιστές.
ἀκούοντες παρά τῶν τοιούτων Ὅταν οἱ δαίµονες ἀκοῦνε ἀπ’
οἱ δαίµονες παί-ζουσι· τά δέ τῶν αὐτούς τά λόγια τοῦτα,
ἁγίων ρήµατα φοβοῦ-νται, ἤ καί κοροϊδεύουν. Τούς λόγους ὅµως
φέρειν αὐτά οὐ δύνανται». τῶν ἁγίων τούς φοβοῦνται καί
δέν µποροῦν νά τούς ἀντέξουν.

Εἶναι βεβαίως καταλυτική ἡ µαρτυρία τοῦ ἁγίου


Ἀθανασίου. Οἱ Ἅγιοι εἴτε τῆς Παλαιᾶς εἴτε τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης
πόρρω ἀπέχουν ἀπό τη δική µας πνευµατική κατάσταση καί οἱ
Εὐχές τους σέ µιά ἀκατάλυτη ἐνότητα µέ τό Ἅγιο Πνεῦµα, ὅπως
λέγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ἔχουν φοβερή δύναµη σωστική, ἰαµατική καί
φωτιστική. Μέ τίς δικές µας προσευχοῦλες ἤ τήν «ἐναλλαγή» καί
«µεταποίηση» τῶν λέξεων τῶν Ἁγίων οἱ δαίµονες-ἔτσι λέει ὁ ἅγιος –
κοροϊδεύουν καί χορεύουν («παίζουσιν»)! Καί µιᾶς καί γίνεται
λόγος ἀπό τόν ἅγιο Ἀθανάσιο γιά ἐξορκισµούς µέ λόγια
διαφορετικά ἀπό τά λόγια τῶν Ἁγίων, παραθέτουµε ἀντικρυστά
µέρος τοῦ κειµένου τῶν Ἐξορκισµῶν καί λίγη ἀπό τήν
«µεταποίηση» πού τόλµησε νά κάµει ὁ Μητροπολίτης Νικοπόλεως
στίς λέξεις τῶν ἐξορκισµῶν πού τελοῦνται πρό τοῦ ἁγίου
Βαπτίσµατος :

ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΕΛΕΤΙΟΥ


1) «...καί σέ, καί τήν συνεργόν Καί σένα καί κάθε συνεργάτη
σου δύναµιν, κολάσει εἰς τήν σου· θά σᾶς στείλει σστήν
γέενναν τοῦ πυρός, παραδούς εἰς κόλαση· στή γέενα τοῦ πυρός· θά
τό σκότος τό ἐξώτερον, ὅπου ὁ σᾶς παραδώσει στό σκότος τό
σκώληξ ὁ ἀκοίµητος καί τό πῦρ ἐξώτερο· ἐκεῖ πού η ταλαιπωρία
οὐ σβέννυται» (Β΄ Εύχή εἶναι µόνιµη.
ἀφορκισµῶν)

2) Ἀποτάσσῃ τῷ Σατανᾷ; Καί Ἀποτάσσεσαι τόν σατανά ; καί


πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ; καί πᾶσι τά ἔργα του; καί τούς ὑπηρέτες
τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ; καί πάσῃ του ; καί κάθε τι πού ἔχει σχέση
τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ; καί πάσῃ τῇ µαζί του;
ποµπῇ αὐτοῦ; »[8]

Ἀλήθεια, τί ἀπέγιναν κατά τήν µετάφραση στήν πρώτη περίπτωση


ἡ φράση «ὅπου ὁ σκώληξ ὁ ἀκοίµητος καί τό πῦρ οὐ σβέννυται» καί
στή δεύτερη ἡ «λατρεία» καί ἡ «ποµπή» τοῦ ∆ιαβόλου; Ἀσφαλῶς θά
χαίρεται καί θά «παίζει» ὁ διάβολος γι’ αυτή τήν παράλειψη τῶν
λέξεων τῶν Ἁγίων καί τήν «ἐναλλαγή» τους στήν µέν πρώτη
περίπτωση µέ τή φράση «ἐκεῖ πού ἡ ταλαιπωρία εἶναι µόνιµη»[9]
στή δέ δεύτερη µέ τήν ἀόριστη φράση «κάθε τι πού ἔχει σχέση µαζί
του».

β΄ µαρτυρία

Ἡ µαρτυρία αὐτή ἀνήκει στόν Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ :

«Ἔχοντες ὑπ’ ὄψιν τήν <ἐξηρτηµένην-ἀντανακλαστικήν> ἐνέργειαν


τῶν λόγων, ὀφείλοµεν ἰδιαιτέρως νά δώσωµεν προσοχήν εἰς τήν
λειτουργικήν γλῶσσαν, ἥτις σκοπόν ἔχει νά γεννήσῃ ἐν τῷ νοΐ καί
τῇ καρδίᾳ τῶν προσευχοµένων τήν αἴσθησιν ἄλλου κόσµου, τοῦ
ὑψίστου. Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται διά τῆς παρουσίας ὀνοµάτων καί
ἐννοιῶν ἀνηκόντων ἀπόκλειστικῶς εἰς τό θεῖον ἐπίπεδον, ὡς καί διά
τῆς χρήσεως µικροῦ ἀριθµοῦ εἰδικῶν µορφῶν ἐκφράσεως.
Οἱ Ἕλληνες διά τῆς φιλοσοφίας ἔφθασαν εἰς τά ὑψηλότερα
δυνατά ὅρια ἀναπτύξεως τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύµατος καί διά τῆς
γλώσσης παρουσίασαν τήν τελειοτέραν δυνατήν µορφήν ἐκφράσεως
τοῦ ἀνθρωπίνου λόγου. Τήν µορφήν ταύτην τῆς ἐκφράσεως
προσέλαβε καί ἐχρησιµοποίησε κατά Πρόνοιαν Θεοῦ εἰς τήν
λατρείαν ἐπί δύο χιλιετίας ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Λειτουργία ὡς τό κορυφαῖον µέσον ἀναφορᾶς τοῦ
ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν, εἶναι φυσικόν νά ἔχῃ ὡς ἐκφραστικόν
ὄργανον τήν κατά τό δυνατόν τελειοτέραν γλῶσσαν...
Ἡ ἐπί τοσοῦτον χρόνον χρησιµοποιηθεῖσα καί
καθαγιασθεῖσα γλῶσσα τῆς Θείας Λειτουργίας, ἥτις δύναται νά
χαρακτηρισθῇ καί ὡς κατηγόρηµα τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, εἶναι
ἀδύνατον νά ἀντικατασταθῇ ἄνευ οὐσιώδους βλάβης αὐτῆς ταύτης
τῆς λατρείας.
( Ὑποσηµ. τοῦ π. Σωφρονίου: «∆ιαφωτιστική ἴσως ἐνταῦθα
δύναται νά θεωρηθῇ καί ἡ πεῖρα ἐκ τῆς ἀλλαγῆς τῆς λειτουργικῆς
γλώσσης ἐν τῇ Ἀγγλικανικῇ ἐκκλησίᾳ. Οὕτως, ἡ εἰσαγωγή
ἁπλουστέρας λειτουργικῆς γλώσσης εἰς τήν λατρείαν τῆς ἐν λόγῳ
ἐκκλησίας ἤµβλυνε τήν λατρευτικήν διάθεσιν τῶν πιστῶν καί
ἐζηµίωσε τάς λατρευτικάς συνάξεις»).
∆ιά τούς λόγους τούτους εἴµεθα κατηγορηµατικῶς
πεπεισµένοι ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ χρῆσις τῆς παραδεδοµένης
Λειτουργικῆς γλώσσης ἐν ταῖς ἐκκλησιαστικαῖς ἀκολουθίαις·
οὐδόλως ὑπάρχει ἀνάγκη ἀντικαταστάσεως αὐτῆς ὑπό τῆς γλώσσης
τῆς καθ’ ἡµέραν ζωῆς, πρᾶγµα ὅπερ ἀναποφεύκτως θά καταβιβάσῃ
τό πνευµατικόν ἐπίπεδον καί θά προξενήσῃ οὕτως ἀνυπολόγιστον
ζηµίαν. Εἶναι ἄτοποι οἱ ἰσχυρισµοί περί τοῦ δῆθεν ἀκατανοήτου
διά πολλούς συγχρόνους ἀνθρώπους τῆς παλαιᾶς ἐκκλησιαστικῆς
γλώσσης, µάλιστα δέ δι’ ἀνθρώπους ἐγγραµµάτους καί
πεπαιδευµένους εἰσέτι...Πάντες ἀνεξαιρέτως καταβάλλουν
τεραστίας προσπαθείας διά τήν ἀφοµοίωσιν πολυπλόκων
ὁρολογιῶν διαφόρων τοµέων τῆς ἐπιστηµονικῆς ἤ τῆς τεχνικῆς
γνώσεως, τῆς πολιτικῆς, τῆς νοµικῆς καί τῶν κοινωνικῶν
ἐπιστηµῶν...γλώσσης φιλοσοφικῆς ἤ ποιητικῆς καί τά παρόµοια.
∆ιατί λοιπόν ἀναγκάζοµεν τήν Ἐκκλησίαν νά ἀπολέσῃ γλῶσσαν
ἀπαραίτητον διά τήν ἔκφρασιν ὑψίστων µορφῶν τῆς θεολογίας καί
τῶν πνευµατικῶν βιωµάτων;
Πάντες ὅσοι εἰλικρινῶς ἐπιθυµοῦν νά γίνουν κοινωνοί τῆς
αἰωνοβίου παραδόσεως τοῦ Πνεύµατος, εὐκόλως θά ἀνεύρουν τήν
δυνατότητα νά ἐξοικειωθοῦν µετά τοῦ ἀτιµήτου θησαυροῦ τῆς
ἱερᾶς λειτουργικῆς γλώσσης, ἥτις κατά τρόπον ὑπέροχον
προσιδιάζει εἰς τά µεγάλα µυστήρια τῆς λατρείας...
Οἱ λόγοι τῆς Λειτουργίας, καί ἐν γένει τῶν προσευχῶν, δέν
εἶναι µόνον ἀνθρώπινοι, ἀλλά καί Ἄνωθεν δεδοµένοι»[10] .

V. Ὀλέθριες οἱ συνέπειες τῆς διαστροφῆς τῆς θείας Λατρείας.

∆ι’ ὅλου αὐτοῦ τοῦ φρονήµατος τῆς καινοτοµίας καί τῶν ἐπί
µέρους ἀλλοιώσεων προκύπτει διαστροφή τῆς Ὀρθοδόξου
Λατρείας. Ἡ «ἐναλλαγή» καί «µεταποίηση» τῶν λόγων τῶν Ἁγίων
συνεπάγεται, κατά τόν Μ. Ἀθανάσιο, τήν ἀποστασιοποίηση τῶν
πιστῶν ἀπό τήν ἐνεργό παρουσία καί «συναντίληψιν» τοῦ Ἁγίου
Πνεύµατος. Ἡ ἀντικατάσταση «τῆς παραδεδοµένης Λειτουργικῆς
γλώσσης... ὑπό τῆς γλώσσης τῆς καθ’ ἡµέραν ζωῆς», ὅπως γράφει
προφητικῶς ὁ Γέρων Σωφρόνιος «θά καταβιβάσῃ τό πνευµατικόν
ἐπίπεδον καί θά προξενήσῃ οὕτως ἀνυπολόγιστον ζηµίαν». Σ’ αὐτό
συνίσταται καί ἡ διαστροφή τῆς Λατρείας. Μέ τίς φοβερές
ἀλλοιώσεις πού προαναφέραµε δέν µπορεῖ νά ἐπιτελέσει τό
ἀναγωγικό της ἔργο, τήν ἁγιαστική της λειτουργία, τή φανέρωση
τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καθηλώνει καί ἐγκλωβίζει τούς
χριστιανούς στήν επίπεδη πεζότητα, τήν ὁποία ἐνδύει µέ εὐτελές
θρησκευτικό ἔνδυµα.
Στή συνάφεια αὐτή θά πρέπει νά τονίσουµε ὅτι ὁ
µεταφραστής διά τῶν µεταφράσεών του ἐνεργεῖ ἀδιαφόρως,
προχείρως, ἀκαλλῶς καί ἀκόµψως, ἔναντι τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς
γλώσσας ἑνός θησαυρίσµατος πολυτίµου καί ἀναγκαίου διά τήν
διατήρηση καλλιέργεια καί ἐπιβίωση τοῦ ἑλληνισµοῦ, ἑνός
ἀµυθήτου ἀξίας µέσου ἐκφράσεως ποικίλων νοηµάτων καί πρό
πάντων τῶν ὀρθοδόξων δογµάτων, ἐργαλείου σκέψεως, ποιήσεως
καί πολιτισµοῦ. ∆ιά τῶν µεταφράσεών του εὐτελίζει τήν ἀρχαία
ἑλληνική γλῶσσα, ὑποβαθµίζει τήν ἀξία της, ἰσοπεδώνει καί
διαστρεβλώνει τά νοήµατά της, ἐνῷ δίνει καί χαριστικές βολές κατά
τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας µέ τή µονοτονική ἔκδοση τοῦ
«εὐχολογίου» του.

Ἄν θά θέλαµε τώρα νά ἀναφέρουµε τίς ἁπτές συνέπειες τῆς


διαστροφῆς τῆς Λατρείας , τήν «ἀνυπολόγιστον ζηµίαν» θά τίς
συγκεφαλαιώναµε ὡς ἑξῆς:
Α) Ἀπώλεια ἐκ τῆς συνειδήσεως τῶν πιστῶν τῆς ἱερότητος, τῆς
µοναδικότητος τῆς Λατρείας· τῶν ὑψηλῶν νοηµάτων καί τοῦ
ὑπερφυοῦς περιεχοµένου τους. Εἶναι αὐτό πού ὀνοµάζει ὁ Γέρων
Σωφρόνιος καταβίβασις «τοῦ πνευµατικοῦ ἐπιπέδου». Θά
ἀπωλεσθεῖ ἡ σαφής δογµατική τους συνείδηση ὅταν βιώνουν µέσα
στούς ναούς τελούµενη τή λατρεία σ’ αὐτή τήν τετριµµένη γλῶσσα.
Ἐξ αὐτοῦ θά ψυχρανθεῖ τό ἐνδιαφέρον τους καί ἡ ἀγάπη γιά τόν
Θεό καί τή σωτηρία τους.
Β) Χάνοντας τή δογµατική συνείδησή τους καί µή
µπορώντας νά διακρίνουν τήν ἀλλοιωµένη ὀρθόδοξη ὑµνολογία
ἀπό τούς ὕµνους τῶν αἱρετικῶν θά ἀποτελοῦν εὔκολη λεία τῶν
αἱρετικῶν. Καί έξηγούµεθα. Οἱ χριστιανοί λόγῳ τῆς συµµετοχῆς
τους στή Θεία Λατρεία εἶναι ἐξοικειωµένοι µέ τό πρωτότυπο
κείµενο τῶν Ἁγίων Γραφῶν καί γνωρίζουν ἀπό µνήµης παρά πολλά
χωρία κρίσιµα γιά τήν πίστη καί τή ἐν Χριστῷ ζωή. Ἄν µέ τίς
εὐτελεῖς µεταφράσεις ἀποσυνδεθοῦν ἀπό τό διά τῶν χειρῶν τῶν
Ἀποστόλων παραδοθέν κείµενο τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, θά
ἀναγκάζονται νά διαλέγονται µέ τούς αἱρετικούς ἐπί ἴσοις ὅροις,
χωρίς ἀναφορά στό ἱερό κείµενο. Αὐτό ἐξυπηρετεῖ τούς
τελευταίους, οἱ ὁποῖοι ἀποφεύγουν, ὡς καιόµενοι, τίς συζητήσεις ἐπί
τῇ βάσει τοῦ πρωτοτύπου κειµένου. Αν µάλιστα πραγµατοποιηθεῖ -
Θεός φυλάξοι! – καί τό ἄλλο σκέλος τῶν µεταρρυθµίσεων δηλ. ἡ
µετάφραση τῆς Ὑµνολογίας στή ∆ηµοτική ἤ ἡ δηµιουργία νέων
ὕµνων τότε οἱ διαφορές Ὀρθοδοξίας -αἱρέσεων θά εἶναι
δυσδιάκριτες καί ἡ σύγχυση τῶν πιστῶν δέν θά ἔχει προηγούµενο.

Γ) Μετά τήν καθιέρωση τῆς ἀναγνώσεως στή ∆ηµοτική τῶν


εὐχῶν θά ἀκολουθήσει εἰσροή µέσα στή Λατρεία καί ἄλλων εὐχῶν,
καί σταδιακά ἄλλων ὕµνων κατά τήν αὐθαίρετη κρίση τῶν
λειτουργῶν. Ἤδη οἱ «εὐχές» τοῦ µακαριστοῦ ἀρχιεπισκόπου
Χριστοδούλου, γιά τό Μετρό, γιά τίς πυρκαϊές καί τό Ἀεροδρόµιο
σκόρπισαν νότες θυµηδίας ἀλλά καί σκέψεις ἀνησυχίας γιά τό
λειτουργικό µας µέλλον.
∆) Ἀπεριόριστες σέ ποικιλία καινοτοµίες θά
ἀκολουθήσουν µέσα στή λατρεία µέ τήν κατάργηση τῆς
ἐκκλησιαστικῆς βυζαντινῆς µουσικῆς, τοῦ Ἱεροῦ Τέµπλου, τή
µεταφορά τῆς ἁγίας Τραπέζης στό µέσον τοῦ Ναοῦ, µέ τήν
ὐποχρεωτική καθιέρωση µικτῶν χορωδιῶν καί µέ κάθε ἄλλη
ψευδοποιµαντική πρακτική πού θά ἐφευρίσκουν οἱ καινοτοµοῦντες
κληρικοί.
Ε) Ἡ θεία λατρεία θά γίνει πεδίο πειραµατισµοῦ, πεδίο
διακινήσεως ποικίλων ἰδεῶν «εὐγενῶν» καί µή, σύµφωνα µέ τήν
ὄρεξη καί τίς ἰδεοληψίες τῶν µοντερνιστῶν καί µεταµοντερνιστῶν
κληρικῶν. Καθώς θά αὐξάνονται σάν ἀκατάσχετη πληµµύρα οἱ
αὐθαίρετες καινοτοµίες, τίποτε δέν θά µπορέσει νά τίς συγκρατήσει
νά τίς ἐλέγξει καί νά τίς ἐκλογικεύσει µέ θεσµικό τρόπο (µέ
ἐγκυκλίους κλπ)[11]. Τό ἀποτέλεσµα θά εἶναι µιά ἀταξία καί σέ
µικρό χρόνο σύγχυση καί λειτουργική καί ἐκκλησιολογική ἀναρχία.
ΣΤ) Μέσα στό εὐρύτερο πλαίσιο οἱ καινοτοµίες θά
συνεισφέρουν στήν γενικώτερη ἀλλοίωση τοῦ ὀρθοδόξου
φρονήµατος, στόν συγχρωτισµό µέ τούς αἱρετικούς καί σέ διάχυτες
παντοῦ συµπροσευχές µέ ἑτεροδόξους καί ἐτεροθρήσκους.

Ὑπάρχει µήπως τίποτε χειρότερο;

VI. Ἡ διαστροφή τῆς ὀρθοδόξου Λατρείας τό «βδέλυγµα τῆς


ἐρηµώσεως ἑστώς ἐν τόπῳ ἀγίω»;

Ὁ Κύριος µας µᾶς προειδοποιεῖ ὅτι θά δοῦµε κάποια στιγµή «τό


βδέλυγµα τῆς ἐρηµώσεως», τόν Ἀντίχριστο, «ἑστώς ἐν τόπῳ ἀγίῳ»
(Ματθ. 24, 15).
Στή Β΄ Ἐπιστολή πρός Θεσσαλονικεῖς διαβάζουµε ἐπίσης ὅτι «ὁ υἱός
τῆς ἀπωλείας» δηλ. ὁ Ἀντίχριστος «ὁ ὑπεραιρόµενος ἐπί πάντα
λεγόµενον Θεόν ἤ σέβασµα, ὥστε αὐτόν εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ
καθίσαι, ἀποδεικνύοντα ἑαυτόν ὅτι ἐστί Θεός». Θά θελήσει
ἑποµένως νά καθίσει στό ναό καί νά λατρεύεται ὡς Θεός. Ὁ ἱερός
Χρυσόστοµος ἑρµηνεύοντας τό παραπάνω χωρίο λέγει ὅτι ὁ
ἀντίχριστος «καθεσθήσεται εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, οὐ τόν ἐν
Ἱεροσολύµοις µόνον, ἀλλά καί εἰς τάς πανταχοῦ Ἐκκλησίας» (P.G.
62, 482). Πῶς θά καθίσει ὁ Ἀντίχριστος σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίες;
Ἀσφαλῶς µέσω τῆς λατρείας του ἐντός τῶν ναῶν. Θά ἐπέλθει
τέτοια ἀλλοίωση στήν τέλεση τῆς λατρείας, ὥστε µέ φυσικότητα θά
ἔλθει νά «δέσει» ἡ λατρεία αὐτοῦ τοῦ ὑπερόχου πράου εἰρηνικοῦ
βασιλέως, ὅπως περιγράφει τό Ἀντίχριστο ὁ Ὅσιος Ἐφραίµ ὀ
Σύρος, στήν ὁµιλία τοῦ περί τῆς δευτέρας παρουσίας. Πῶς µπορεῖ
νά γίνει αὐτό;
Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ µέσῳ τῶν λαϊκῶν µεταφράσεων τῶν εὐχῶν καί
τῶν καινούργιων ὕµνων πού θά ἐπενδυθοῦν µέ καινούργια µουσική
θά ὑποστεῖ σταδιακά τίς φοβερές ἀλλοιώσεις πού προαναφέραµε.
Εὔκολα στή συνέχεια µπορεῖ νά ἀποβάλει τά δογµατικά της
στοιχεῖα, χριστολογικά τριαδολογικά, εσχατολογικά,
σωτηριολογικά. Ἔπειτα µπορεῖ µέσω τῆς καθηµερινῆς γλώσσας καί
στά πλαίσια τῆς «προσλήψεως καί µεταµορφώσεως τοῦ κόσµου»,
ὅπως τήν ἐννοεῖ ἡ ψευδοθεολογία τοῦ Σµέµαν καί τῆς «Συνάξεως»
νά προσλάβει ἡ λατρεία «προσευχές» πχ ὑπέρ τοῦ περιβάλλοντος,
κατά τῆς τροµοκρατίας, ὑπέρ τῆς εἰρήνης, κατά τοῦ ρατσισµοῦ κλπ.
καί νά µεταµορφωθεῖ ἔτσι σέ λατρεία τοῦ Ἀντιχρίστου.
Μήπως ὅλα αὐτά µοιάζουν µέ ἐφιαλτικό σενάριο; Μήπως καί ἡ
διαστροφή τῆς Λατρείας πού πραγµατώνεται µέσω τῆς
Μητροπόλεως Πρεβέζης σέ ὅλα τά πεδία πού προαναφέραµε, δέν
µοιάζει µέ ἐφιαλτικό ὄνειρο; Καί ὅµως αὐτή τή στιγµή αὐτό τό
«ὄνειρο» ἔγινε γιά τούς χριστιανούς τῆς Πρεβέζης µιά ἐφιαλτική
πραγµατικότητα.

VII. Ἀκαινοτόµητη ἡ Θεία Λατρεία

Γιά ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους δηλ. τήν ἀπροσµέτρητη πνευµατική


βλάβη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία προκύπτει ἀπό τή δ ι α σ τ ρ ο φ
ή τ ῆ ς Ὀ ρ θ ο δ ό ξ ο υ Λ α τ ρ ε ί α ς ἐναντιούµεθα σφοδρῶς
στήν καινοτοµία τῶν µεταφράσεων ὄχι µόνον τοῦ Μητροπολίτου
Πρεβέζης ἀλλά καί ὁποιουδήποτε ἄλλου διαπράττει τήν ἱεροσυλία
τῆς εἰσαγωγῆς µέσα στό ἄβατο τῆς Λατρείας µεταφράσεων τῶν
ἱερῶν ἀναγνωσµάτων καί εὐχῶν · δηλαδή ὁποιουδήποτε ἐπιχειρεῖ
ὑποκατάσταση, ἑρµηνεία καί συµπλήρωση τῶν λόγων τοῦ Κυρίου,
τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων µέ δικά του ἐγωϊστικά καί εὐτελῆ
λόγια, ἀπό τά ὁποία κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου
ἀπουσιάζει ἡ Χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύµατος.
Ἑπόµενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι φρονοῦµε ὅτι µόνο µιά λατρεία
θεόπνευστη, ὀρθόδοξη, ἀκαινοτόµητη εἶναι ὁ φραγµός διά τοῦ
ὁποίου ὁ Χριστός περιφράττει τήν Ἐκκλησία Του. Λέγει ὁ ἴδιος :
«...καί φραγµόν αὐτῷ [δηλ. τῷ ἀµπελῶνι] περιέθηκε» (Ματθ. 21,
33). Ἑποµένως ἡ ὀρθόδοξη λατρεία, ὁ ὀρθός, θεοπαράδοτος,
ἀποστολοπαράδοτος καί πατροπαράδοτος τρόπος τῆς λατρείας τοῦ
Χριστοῦ µᾶς ἐνώνει µέ τόν Κύριο µας Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Ἁγία
Τριάδα καί µᾶς ἀσφαλίζει ἀπό τήν πλάνη καί τό ὀλίσθηµα σέ
ψευδοχριστιανικές λατρεῖες, πού τελικά θά συγκλίνουν στή λατρεία
τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἐφόσον πιστεύουµε ὅτι ἔτσι ἔχουν τά πράγµατα θά πρέπει ὅλοι
µας, κληρικοί καί λαϊκοί νά παραµένουµε ἑδραῖοι καί ἀµετακίνητοι
στήν ἐκκλησιαστική παράδοση τῆς λατρείας µας, ἀποφεύγοντας ὄχι
µόνο εἰσαγωγή ξένων ἀντιεκκλησιαστικῶν πρακτικῶν, ἀλλά καί
δικῶν µας ἐφευρηµάτων πού θά τραυµατίσουν τή Λατρεία µας. Νά
µήν ἀνεχόµεθα µέσα στούς ναούς µας κληρικοί καί λαϊκοί
λατρευτικές αὐθαιρεσίες καί καινοτοµίες γιατί αὐτές ἀντιτίθενται
στήν Παράδοση τῶν ἁγίων πατέρων. Νά µήν τείνοµε εὐήκοον οὗς
σέ ψευδο-επιστηµονικές θεωρίες καί προτάσεις περί
«ἀναγεννήσεως» τῆς Λατρείας, οἱ ὁποῖες ἐµβάλλουν στήν καρδιά
µας ἀµφιβολίες γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Τυπικοῦ, τό ὁποῖο µέ φόβο
καί τρόµο καί κατόπιν πολλῆς δοκιµασίας ἐθέσπισαν οἱ ἅγιοί µας.
Νά µήν δεχόµεθα θεωρίες περί «σκουριᾶς» πού ἐπεσώρευσαν οἱ
αἰῶνες στή Λατρεία µας. Νά ἀποκτήσουµε τήν αἴσθηση ὅτι εἴµαστε
κληρονόµοι ὅλης αὐτῆς τῆς πλουσίας θεολογικῆς, ὑµνολογικῆς καί
µουσικῆς παραδόσεως τῶν Ἁγίων γιά τή φύλαξη καί τή διάδοση τῆς
ὁποίαςθά κριθοῦµε ἀπό τόν Χριστό, πρό πάντων οἱ κληρικοί ἄν
φανήκαµε πιστοί καί φρόνιµοι ἤ ἄπιστοι καί ἄφρονες οἰκονόµοι.
Τέλος θά πρέπει νά ἐνθυµούµεθα τούς λόγους τοῦ ἱεροῦ
∆αµασκηνοῦ πρός τό Σῶµα τῆς Ἐκκλησίας :
«∆ιό δυσωπῶ τόν τοῦ Θεοῦ λαόν, τό ἔθνος τό ἅγιον, τῶν
ἐκκλησιαστικῶν ἀνθέξεσθαι παραδόσεων· ἡ γάρ κατά µικρόν τῶν
παραδεδοµένων ἀφαίρεσις ὡς ἐξ οίκοδοµῆς λίθων θᾶττον ἅπασαν
τήν οίκοδοµήν καταρρήγνυσιν. Εἴη δέ ἡµᾶς ἑδραίους, ἀκαµπεῖς,
ἀκλονήτους διαµένειν, ἐπί πέτραν ὀχυράν ἐστηριγµένους, ἥτις ἐστίν
ὁ Χριστός, ᾧ πρέπει δόξα, τιµή καί προσκύνησις σύν τῷ πατρί καί
τῷ Πνεύµατι, νῦν τε καί ἀεί καί εἰς τούς ἀπεράντους αἰῶνας τῶν
αἰώνων. Ἀµήν[12].

Τίς θέσεις του κειµένου ὑπογράφουν οἱ κάτωθι πατέρες :

Ἀρχιµ. Σαράντης Σαράντος ἐφηµ. Ἱ. Ν. Κοιµ. Θεοτόκου Ἀµαρουσίου


Π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, εφηµ. Ἱ. Ν. Ἁγ. Παρασκευῆς Ἀττικῆς
Π. Ἀθανάσιος Μηνᾶς, πρώην εφηµ. Ἱ. Ν. Ἁγ. Ελευθερίου Ἄρεως
Π. Γεώργιος ∆ιαµαντόπουλος ἐφηµ. Ἱ. Ν. Ἁγ. Ἀνδρέου Λαυρίου
Π. Βασίλειος Κοκολάκης ἐφηµ. Ἱ. Ν. ‘Υψώσεως Τ. Σταυροῦ
Χολαργοῦ
Π. Σταῦρος Τρικαλιώτης, ἐφηµ. Ἱ.Ν. Ἁγ. Παρασκευῆς Ἀττικῆς
Π. Ἀντώνιος Μπουσδέκης, ἐφηµ. Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Νικαίας
Π. Γεώργιος Παπαδάκης ἐφηµ. Ἱ.Ν. Ἁγ. Νικολάου Ἀµαρουσίου
Π. Νικόλαος Πουρσανίδης ἐφηµ. Ἱ.Ν. Παµµ. Ταξιαρχῶν Ἀχαρνῶν
Π. Γεώργιος Χρόνης, ἐφηµ. Ἱ.Ν. Ἁγίου Ἀνδρέου Παιανίας
Π. Ἰωάννης Χατζηθανάσης ἐφηµ. Ἰ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς
Π. Εὐθύµιος Μουζακίτης, ἐφηµ. Ἱ. Ν. Ἁγ. Κοσµᾶ Αἰτ. Ἀµαρουσίου
Π. Χρῆστος Κατσούλης, ἐφηµ. Παναγίας Βλαχερνῶν Ἀµαρουσίου
[1]
Κατά τήν ἀνάλυση τῶν µεταφράσεων δέν χρησιµοποιήσαµε καθόλου τίς εὐχές τῆς
Θ.Λειτουργίας σέ ἀντιπαράθεση µέ τή µετάφρασή τους λόγῳ τῆς εἰδικῆς τους ἱερότητος.
[2]
Ἀλήθεια, ἡ γνωστή δοξολογική κατακλεῖδα µετά τήν ἀνάγνωση καθενός ἀπό τά 12
Εὐαγγέλια τῆς Μ. Πέµπτης τό «∆όξα τῇ µακροθυµίᾳ σου, Κύριε δόξα σοι», πῶς θά µεταφρασθεῖ;
Μήπως, «∆όξα στήν ...καρτερικότητά σου Κύριε; »
[3]
Ὁ µακαρίτης καθηγητής Ἰω. Φουντούλης τή χαρακτήριζε ὑποτιµητικά «λαϊκότροπη»!
[4]
Ώραιότατη προστακτική !!
[5]
Τό ἐπίθετο «φαιδρός», τό ὀποῖο ἀφήνει ὁ µεταφραστής ἀµετάφραστο ἔχει βέβαια τή
σηµασία ἄστεῖος στή Ν. Ἐλληνική.
[6]
Μέσα στό πλαίσιο τῆς κακοποιηµένης καί κακοποιούσης µεταφράσεως ὁ µεταφραστής
παραλείπει τίς φράσεις «∆ιαφύλαξον αὐτούς Κύριε ὁ Θεός ἡµῶν ὡς διεφύλαξας τόν Νῶε ἐν τῇ
κιβωτῷ» «ὕψωσον αὐτούς ὠς τάς κέδρους τοῦ Λιβάνου», «ὠς ἄµπελον εὐκληµατοῦσαν», «ὡς
νεόφυτα ἐλαιῶν», «λάµψωσιν ὡς φωστῆρες ἐν οὐρανῷ», πιθανόν ὡς εἰκόνες µιᾶς ἄλλης ἐποχῆς καί
ἄρα ὡς περιττά! Ἴσως στά πλαίσια τοῦ µεταµοντέρνου θά µποροῦσε πχ ἠ φράση «ὕψωσον αὐτούς ὡς
τάς κέδρους τοῦ Λιβάνου» νά ὑποκατασταθεῖ µέ τή φράση «ὕψωσέ τους σάν τούς οὐρανοξύστες τῆς
Ν. Ὑόρκης»!
[7]
ΕΠΕ 32,λα΄-λγ΄ σ. 28-29
[8]
Ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ ἀπόταξις τοῦ Σατανᾶ µ’ αὐτά τά συγκεκριµένα λόγια αὐτά ἔχει
ἀρχαιότατες, πρωτοχριστιανικές ρίζες, αφοῦ ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύµων (313-386) ἑρµηνεύει στίς
Μυσταγωγικές Κατηχήσεις του κάθε λέξη τῆς αποτάξεως. Μεταξύ αὐτῶν ἑρµηνεύει λεπτοµερῶς καί
τίς λέξεις «λατρεία» καί «ποµπή» τοῦ Σατανᾶ. ( P.G.33 1069C – 1073B)
[9]
Ἡ φράση «ὅπου ὁ σκώληξ ὁ ἀκοίµητος καί τό πῦρ οὐ σβέννυται» δέν εἶναι δηµιούργηµα
τοῦ ἁγίου συντάκτου τοῦ Ἀφορκισµοῦ, άλλά µικρή παραλλαγή τῶν ἰδίων τῶν λόγων τοῦ Κυρίου
«ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾶ καί τό πῦρ οὐ σβέννυται» ( Μαρκ. 9, 44· 46· 49·), τούς ὁποίους ὁ
Κύριος ἐπαναλαµβάνει τρεῖς φορές. Εἶναι ἀσήµαντη ἡ διαστροφή τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ πού
ἐπιτελεῖται µέ τή µετάφραση «ἐκεῖ πού ἡ ταλαιπωρία εἶναι µόνιµη», ὡσάν ἡ κόλαση νά εἶναι µιά
ταλαιπωρία παρόµοια πχ µέ τή µόνιµη ταλαιπωρία τῆς ἀναµονῆς τοῦ λεωφορείου ἤ µέ τή µόνιµη
ταλαιπωρία στίς δηµόσιες ὑπηρεσίες;
[10]
ΑΡΧΙΜ. ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ, Ὀψόµεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, Ἱ. Μονή Τιµίου
Προδρόµου Ἔσσεξ Ἀγγλίας 1993, σ. 374-376.
[11]
Ὠς τώρα δέν εἴδαµε συνοδική βούληση καί ἀποφασιστικότητα νά παύσουν καινοτοµίες
ὅπως πχ τῶν «παπαροκάδων» καί ποικίλων ἄλλων αντιχριστιανικῶν κακοδιδασκαλιῶν, ὅπως τῶν
δηµοσίων διακηρύξεων κληρικῶν ὑπέρ τῆς ὁµοφυλοφιλίας.
[12]
ΙΩΑΝΝΟΥ ∆ΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Περί εἰκόνων Λόγος Α΄ ΕΠΕ 3 σ. 104, 68

Π. ∆ανιήλ Αεράκης, Ὄχι καί ἄκυρα τά µυστήρια!


Καλός κληρικός ὁ π. Σαράντης Σαράντος. Πολλοί τόν
συµπαθοῦν καί γιά τόν ἀγῶνα του µετά τήν ἀποδηµία τῆς
καλῆς του πρεσβυτέρας. Κι ἄλλοι γιά τήν προσφορά του ὡς
καθηγητοῦ στή Ριζάρειο καί ἐξοµολόγου. Ἐκπλαγήκαµε, ὅµως
ὅταν στό περιοδικό «Θεοδροµία» (Ὀκτωβρ. – ∆εκ. 2009, σελ.
499-523) διαβάσαµε κείµενό του, πού περιέχει µεταξύ ἄλλων
καί τίς παρακάτω φράσεις:
«Οἱ ἐνέργειες τοῦ Σεβασµιωτάτου διαστρέφουν τό
ὀρθόδοξο φρόνηµα τῶν χριστιανῶν».
«Ἐνεργεῖ ἀθέσµως ἐκκλησιολογικά».
«Ἐνεργεῖ ἀσεβῶς ὡς πρός τήν Παράδοση τῆς
Ἐκκλησίας».
«Ἐνεργεῖ καταφρονητικῶς ἔναντι τῶν Ἁγίων
Πατέρων».
«Ἐνεργεῖ διαστροφή τῆς Ὀρθοδόξου Λατρείας»
«Προκαλεῖ ἀπροσµέτρητη πνευµατική βλάβη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία
προκύπτει ἀπό τή διαστροφή τῆς Ὀρθοδόξου Λατρείας».
«∆ιαπράττει ἱεροσυλία».
«Συµπληρώνει τούς λόγους τοῦ Κυρίου µέ δικά του ἐγωιστικά καί
εὐτελῆ λόγια».
«Μήπως πρέπει νά διερωτηθοῦµε κατά πόσον µέ τίς αὐθαίρετες
ἀλλοιώσεις του ἐνεργεῖ ἡ θεία Χάρις κατά τήν τέλεση τῶν Μυστηρίων;».(ἐδῶ
ἀµφισβητεῖται ἡ ἐγκυρότητα τῶν µυστηρίων τοῦ Σεβασµιωτάτου!).
«Ὅσα ἐνεργεῖ ὁ Σεβασµιώτατος συγκλίνουν στή λατρεία τοῦ
Ἀντιχρίστου»!
Οἱ παραπάνω ἐκφράσεις ἀναφέρονται ἀπό τόν π. Σαράντη γιά τόν ἐπίσκοπο
Μελέτιο,
Μητροπολίτη Νικοπόλεως!
Ὅλοι γνωρίζουν τό ἦθος καί τή θεολογική κατάρτισι τοῦ ἐπισκόπου Μελετίου.
Ὅλοι συµφωνοῦν, ὅτι εἶναι διάκονος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, µέ
συνέπεια ζωῆς καί καρπούς πνευµατικούς.
Μπορεῖ ὁ πατήρ Σαράντης νά διαφωνῆ µέ ποιµαντικές ἐνέργειες τοῦ σοφοῦ
Μητροπολίτου. Γιατί ὅµως νά µήν ἐκφράζη τή διαφωνία του µέ βάσι τήν Ἀγία Γραφή
καί τούς ἱερούς Κανόνες;
Ἡ λατρεία µας ὁπωσδήποτε εἶναι ὑπέροχη, ὄχι ὅµως καί … θεόπνευστη! Ὁ
π. Σαράντης γράφει σχετικά: «Μιά λατρεία θεόπνευστη… εἶναι ὁ φραγµός διά τοῦ
ὁποίου περιφράττει ὁ Χριστός τήν Ἐκκλησία Του».
Φρονοῦµε, ὅτι τό κείµενο τοῦ π. Σαράντη στή «Θεοδροµία» δηµιουργεῖ
ἐκκλησιολογικά προβλήµατα. Τό νά θέτη ἕνας πρεσβύτερος ὑπό ἀµφισβήτησι τήν
ἐγκυρότητα τῶν µυστηρίων, πού τελεῖ ἕνας κανονικός ἐπίσκοπος, καί µάλιστα τοῦ
ἤθους καί τῆς ἁγιότητας τοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου, αὐτό ἀποτελεῖ
ἐκκλησιαστικό παράπτωµα καί βλασφηµία τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος.
Φτάνουµε στό σηµεῖο νά λέµε γιά Ἐπίσκοπο, ὅτι λατρεύει τόν Ἀντίχριστο κι ὅτι τά
µυστήριά του εἶναι ἄκυρα;

από το περιοδικό ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ, τεῦχος Ἀπριλίου 2010, σελίδα 61

π. Σαράντης Σαράντος, Ἀνοικτή ἐπιστολή πρός τόν


πανοσιολογιώτατον Ἀρχιµανδρίτην π. ∆ανιήλ Ἀεράκη.

Ἐξ αἰτίας τοῦ ἄρθρου µου πού


δηµοσιεύθηκε στό περιοδικό Θεοδροµία -
Ὀκτώβριος ∆εκέµβριος 2009 – µέ τίτλο «Η
ΑΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ ΚΑΙ Η ∆ΙΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ
ΟΡΘΟ∆ΟΞΟΥ ΘΕΙΑΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ», ἦρθε στό
φῶς τῆς δηµοσιότητος κριτική Σας,
δηµοσιευµένη στό περιοδικό ΙΩΑΝΝΗΣ Ο
ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ, τεῦχος Ἀπριλίου 2010, σελίδα 61.
Στό πρῶτο µέρος τῆς κριτικῆς Σας µέ µαῦρα (Bold) γράµµατα,
ἐπαναλαµβάνετε χτυπητές ἐκφράσεις τοῦ ἄρθρου, πού
χαρακτηρίζουν τό πρωτοφανές, ἄηθες καί ἀντιπατερικό πνεῦµα τῶν
µεταγλωττίσεων τοῦ Σεβασµιωτάτου Μελετίου, Μητροπολίτου
Νικοπόλεως καί Πρεβέζης, πού ἐπιχειρεῖ κατά τῆς Ὀρθοδόξου
πλουσίας θεοπνεύστου λατρείας µας.
Ἀσφαλῶς καί δέν διεκδικοῦµε τό παπικό ἀλάθητο. Ὅµως
ὅλες αὐτές οἱ φράσεις µας καί οἱ αὐστηροί χαρακτηρισµοί τοῦ
ἀποδοµητικοῦ κατά τῆς λατρείας µας ἔργου τοῦ Σεβασµιωτάτου
Μελετίου, εἶναι ἀποτέλεσµα ἔκπληξης καί ἀπορίας.
Γιατί θά πρέπει νά θεωρεῖται ἀπηρχαιωµένη ἡ τόσο ζωντανή
καί ρέουσα λατρεία µας, τήν ὁποία ἐκτιµοῦν καί θαυµάζουν ἀκόµα
καί ἑτερόδοξοι ἤ ἀκόµα καί ἀλλόδοξοι, ὅταν κάπου τήν ἀνακα-
λύπτουν;
Ὡς γνωστό, οἱ ∆υτικοί, ἰδιαίτερα οἱ παπικοί, µετά τήν Β΄
Βατικάνειο Σύνοδο ψαλίδισαν καί «ἐκσυγχρόνισαν» τή λατρεία
τους µέ σκοπό νά γίνει πιό προσιτή στό νεωτερικό ἤ πιό σύγχρονα
µετανεωτερικό ἄνθρωπο. Κόµπλεξ ἐκσυγχρονιστικό πού ὄχι µόνο
δέν ἔφερε πλήθη νέων στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί κόστισε τήν
ἀποµάκρυνση τῶν νέων ἤ καί τῶν µεγαλυτέρων συντηρητικῶν.
Καρδινάλιοι καλοπροαίρετοι ὁµολογοῦν σήµερα, ὅτι ἡ ἐκσυγχρονι-
στική τους βατικάνεια λατρευτική µεταρρύθµιση ἀπέτυχε.
Ἔχοντες συνολική εἰκόνα τῶν µεταγλωττίσεων τοῦ Σεβ.
Μελετίου καί τῶν διαφόρων παρεµβάσεων στή θεόπνευστη λατρεία µας,
καί πάλι διερωτώµεθα, ἄν εἶναι ἔγκυρα αὐτά τά λατρευτικά κατασκευάσµατα πού
τελοῦνται ἤ πάσχει ἡ ἐγκυρότητά τους.
Βέβαια δέν κρύβει τήν ἀπαρέσκειά του ὁ Σεβ. Μελέτιος γιά τά
δηµιουργήµατα τῶν ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἁγίων Ὑµνογράφων -
ἐµεῖς τά ὀνοµάζουµε θεόπνευστα ἀριστουργήµατα - ὅπως τοῦ ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ ἁγίου Ἰωάννου ∆αµασκηνοῦ.
Ἐξηγεῖ µάλιστα ὅτι οἱ ἅγιοι αὐτοί ἔγραψαν στόν ἀρχαῖο Ἑλληνικό
λόγο γιά νά τή «σπάσουν» στούς αἱρετικούς, πού γιά νά δείξουν
τούς πολύξερους πιέστηκαν νά ἐπιδείξουν τίς γνώσεις τους στήν
ἀρχαία Ἑλληνική. Παραθέτουµε στόν ἀναγνώστη τό τµῆµα τοῦ
δηµοσιεύµατος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νικοπόλεως στό περιοδικό
«Σύναξη» γιά νά διαπιστωθεῖ ἀπό τόν ἀναγνώστη, ὅτι ὁ
Σεβασµιώτατος ἔχει ἀνώτερη ἔγνοια γιά τή σωτηρία τῶν πιστῶν
ἀπό τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας µας.
«Ὑπῆρξα ἱεροκήρυκας 55 ὁλόκληρα χρόνια τώρα. Καί σάν
ἱερέας, κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, προτιµῶ κάθε φορά νά
ἐκβαρβαρώνοµαι ἐγώ, παρά νά γίνοµαι γιά τόν ἀκούοντα
ἀλλογενής καί βάρβαρος. Προτιµῶ νά ἀκολουθῶ τόν ἀντίθετο
δρόµο ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν ἅγιο Ἰωάννη τό
∆αµασκηνό!
Ἐκεῖνοι λόγιοι κολοσσοί, γιά ἕνα πεῖσµα, νά δείξουν στούς
εἰδωλολάτρες λογίους καί σέ κάποιους νοσηρά ἑλληνολάτρες
βυζαντινούς, ὅτι ξέρουν καί αὐτοί ἑλληνικά, ἔφτιαξαν τά περίφηµα
ἀρχαιοελληνικοῦ τύπου ποιήµατα καί ἄσµατά τους. Ποῖος ἀπό τό
ἐκκλησιαστικό κοινό µπόρεσε χωρίς λεξικά καί ἰδιαίτερες σπουδές
νά καταλάβει ἀπό αὐτά κάτι;». (Ἀπό τό δηµοσίευµα στό περιοδικό
Σύναξη, τ. 112, σελ. 101). Χρειάζεται ἐδῶ νά γίνει κάποιος
χαρακτηρισµός ἐκ µέρους µας τοῦ Σεβασµιωτάτου πού ὁ ἴδιος
θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἀνώτερο ἀπό τούς Ἁγίους; Πάντως ἐδῶ ὁ
Σεβασµιώτατος ἀναφέρεται στό κήρυγµα καί ὄχι στή γλώσσα τῆς
θείας Λατρείας. Οὐδείς τῶν συγχρόνων ἱεροκηρύκων µιλάει στήν
ἀρχαία Ἑλληνική ἤ στήν καθαρεύουσα.
Μποροῦµε νά συµφωνήσουµε µέ τήν ἀήθη, ἀντιπαραδοσιακή
τακτική τοῦ Σεβασµιωτάτου; Μποροῦµε νά µένουµε ἀπαθεῖς
µπροστά σέ τέτοια ρήγµατα πού δηµιουργοῦνται στό πανακήρατο
Σῶµα τῆς θείας Λατρείας;
Οἱ πνευµατικοί πατέρες, παρά τούς πόδας τῶν ὁποίων
ἐµαθητεύσαµε, δέν εἶχαν τέτοια νοοτροπία ἀκυρώσεως οὐδενός τῶν
ἐγνωσµένων µεγάλων Ἁγίων Πατέρων διδασκάλων καί ὑµνο-
γράφων, γιαυτό ξαφνιαζόµαστε καί ἀποροῦµε. Πῶς εἶναι δυνατόν
νά µήν «ἑπώµεθα τοῖς Ἁγίοις Πατράσι»;
Ὁ π. Πορφύριος, ὁ π. Ἰάκωβος, ὁ π. Παΐσιος δέ διανοήθηκαν
ποτέ µιά τέτοια τοµή στή θεία Λατρεία. ∆έν τόλµησαν νά ἀγγίξουν
παρεµβατικά τή θεία λατρεία µας. Ἴσως, ἐπειδή ἦταν ἀµόρφωτοι;
Ἴσως, ἐπειδή δέν εἶχαν διδακτορικά; Ἦταν ἁπλοῖ σ’ ὅλο τόν
ψυχισµό τους, σ’ ὅλη τή σκέψη καί νοοτροπία τους καί σ’ ὅλη τή
ζωή τους. ∆έν εἶχε µολυνθεῖ ὁ ἡγεµών νοῦς τους ἀπό τήν οἴηση τοῦ
µορφωµένου, πεφυσιωµένου ἐν τῇ γνώσει ἀνθρώπου.
Ἀλλά καί σέ περιόδους δύσκολες γιά τό ἔθνος µας, ὅπως π.χ.
κατά τήν Τουρκοκρατία, οἱ σεµνοί καί ἅγιοι πνευµατικοί Πατέρες
τοῦ γένους µας, διαποτισµένοι καί πεπληρωµένοι ἀπό τίς ἐν Χριστῷ
λατρευτικές ἐµπειρίες δέν διανοήθηκαν νά ἀλλάξουν ἰῶτα ἕν ἤ µία
κεραία ἀπό τήν τέλεια λατρεία µας, πού κατά τόν Ἅγιο ∆ιονύσιο
τόν Ἀρεοπαγίτη, ἀποτελεῖ εἰκόνα τῆς οὐρανίου θείας Λατρείας,
τελουµένης ἐν τῇ θριαµβευούσῃ Ἐκκλησίᾳ. Τή θεανθρώπινη
ἁγιοπνευµατική ἐµπειρία τοῦ ὡς ἄνω Πατρός εἶχαν σέ τέλεια
πληρότητα οἱ δύο µεγάλοι συγγραφεῖς πατέρες, ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστοµος καί ὁ οὐρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος καθώς καί τό
σύνολο τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας µας (consensus patrum).
Τοιουτοτρόπως στρατευοµένη Ἐκκλησία καί θριαµβεύουσα µυστι-
κῶς, χαρισµατικῶς καί θαυµατουργικῶς ἀλληλοπεριχωροῦνται
κατά τήν τέλεση τῆς αὐτῆς, µιᾶς Λατρείας τῆς Ἐκκλησίας µας.
Ἡ περίπτωση τοῦ Σεβ. Μελετίου παρασύρει καί πλειάδα
κληρικῶν τῆς µητροπόλεώς Του γιά εὐνοήτους λόγους, ἐπίσης καί
ἐλαχίστους κληρικούς κοντινῶν του µητροπόλεων. Κληρικοί µέ
κοσµική νοοτροπία, µέ ἐκσυγχρονιστικά ἐλατήρια µεταγλωττίζουν
ἤ παρεµβαίνουν αὐθαίρετα µέ καλή ἴσως ποιµαντική πρόθεση ἤ,
φεῦ, καί µέ αὐτόνοµα ἐγωκεντρικά (µή ἐκκλησιαστικά) ἐλατήρια.
Τό ἀποτέλεσµα τῶν µεταγλωττίσεων εἶναι τά ξύλινα ἄχαρα
κατασκευάσµατα.
Πρό ἑνός ἔτους περίπου ἔλαβα προσκλητήριο γιά τό Γάµο
ἑνός ζεύγους, τέκνων πολύ φίλου καί ἀγαπητοῦ ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ
κληρικοῦ καί πανεπιστηµιακοῦ διδασκάλου. Τόσο τό ζεῦγος τῶν
µελλονύµφων ὅσο καί οἱ γονεῖς, καθώς ἐπίσης καί ἅπαντες οἱ
προσκεκληµένοι ἀνῆκαν στούς χριστιανούς µέ πανεπιστηµιακή
µόρφωση. Ὡστόσο ὁ ὑπεύθυνος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πρεβέζης -
ἀσθενοῦντος τοῦ Σεβασµιωτάτου – εἶχε τήν ἐπιµονή νά τελέσει τό
µυστήριο τοῦ Γάµου καί τῆς συνηµµένης θείας Λειτουργίας στή
∆ηµοτική γλῶσσα. Προσωπικά εἶχα ἐξηγήσει ὅτι, ἄν τελεσθεῖ τό
µυστήριο στή δηµοτική, θά φύγω. Προτίµησα νά µή συµµετάσχω
καθόλου γιά νά µή προσβάλω τούς µελλονύµφους καί τούς γονεῖς.
Ἄλλος φίλος ἱερέας µέ πολλαπλῆ πανεπιστηµιακή παιδεία παρέστη
στή µισή διαδικασία. ∆έν ἄντεξε τήν ξεραΐλα τῆς δηµοτικῆς καί τῆς
παραποίησης καί ἔφυγε ἀγανακτισµένος ἀπό τή βάναυση
καταστροφή τῆς µοναδικῆς σέ ἀξία λατρείας µας, χωρίς νά ὑπάρχει
κανένας ποιµαντικός λόγος.
∆υό τρεῖς ἄλλοι φίλοι λαϊκοί µοῦ ἀνέφεραν, ὅτι κατά τήν
περίοδο τῶν διακοπῶν τους παρευρέθηκαν στήν ὡς ἄνω ἱερά
Μητρόπολη Πρεβέζης, σέ ἐξόδια ἱερά Ἀκολουθία καί δέν
καταλάβαιναν τί γινόταν, τί λεγόταν, τί ἐτελεῖτο λειτουργικά.
Νόµιζαν πώς κατά λάθος βρέθηκαν σέ συνάθροιση Ἰεχωβάδων ἤ
Προτεσταντῶν. Ἡ λύπη τους γι’ αὐτή τήν κατάντια τῆς θείας
λατρείας µας ἦταν ἀπερίγραπτη.
Εἶναι πρόφαση ὅτι οἱ πιστοί δέν καταλαβαίνουν τή γλῶσσα
καί γιαυτό εἰσάγονται οἱ µεταφράσεις. ∆υστυχῶς ἔχουν φθάσει στό
σηµεῖο οἱ κληρικοί τοῦ Σεβασµιωτάτου νά διαβάζουν τίς εὐχές τοῦ
Μεγάλου Ἁγιασµοῦ, στίς ἕξι Ἰανουαρίου, κατά τή ∆εσποτική ἑορτή
τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στή δηµοτική. Οἱ
εὐχές ἀποτελοῦν ἀριστουργήµατα τοῦ Σωφρονίου Πατριάρχου
Ἱεροσολύµων, µοναδικά σέ πλούσια ἄκτιστη Χάρη, µνηµεῖα
ἀσυναγώνιστα ζωντανοῦ ρέοντος ἀρχαιοελληνικοῦ λόγου, γεµάτα
ἀπό τή θεολογία, ἀνθρωπολογία, ἐκκλησιολογία, κοσµολογία,
φιλανθρωπία καί φιλοθεΐα τῆς Ἐκκλησίας µας. Στό κείµενο πού
δηµοσιεύσαµε στή Θεοδροµία παραθέτουµε ἐνδεικτικά, ἐπίµαχα
ἀποσπάσµατα τῶν ἐξαιρετικῶν εὐχῶν τοῦ ἁγίου Σωφρονίου,
παράλληλα τοποθετηµένα τό ἀρχαῖο κείµενο καί ἡ µετάφραση, γιά
νά διαπιστώσει ἄµεσα ὁ ἀναγνώστης τόν εὐτελισµό καί τή
διαστροφή, ἤ µᾶλλον καταστροφή τοῦ θεοπνεύστου κειµένου τῆς
µεγάλης ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων.
Κάθε χρόνο τελοῦµε τήν Ἱερά Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου
Ἁγιασµοῦ καί διαβάζουµε τίς Εὐχές φυσικά στό πρωτότυπο ἀρχαῖο
κείµενο, σέ µιά λιµνούλα, ἑκατό µέτρα µακρύτερα ἀπό τό Ναό τῆς
ἐνορίας µας. Συγκεντρώνονται περίπου δύο χιλιάδες πιστοί µέ τά
µικρά παιδάκια τους µέσα στό καταχείµωνο καί παρακολουθοῦν µέ
ὑποδειγµατική προσοχή καί κοσµιότητα. Πῶς µποροῦν καί πα-
ρακολουθοῦν τό ἀρχαῖο κείµενο; Τί τούς σαγηνεύει; Προφανῶς ἡ
ἄκτιστη θεία Χάρις καί ἡ ἀπίστευτη ὀµορφιά τοῦ σπανίου σέ ἀξία
ἕλληνος πάµπλουτου λόγου τοῦ Σωφρονίου Πατριάρχου Ἱεροσολύ-
µων, ἐγνωσµένου γιά τή µόρφωση, ἁγιότητα, ποιµαντική ἐντιµό-
τητα, ἀπαλλαγµένου ἀπό κάθε µεταπτωτική ἐνδοκοσµική
σκοπιµότητα ἁγίου Ἀνδρός. Τόσο χαµηλοῦ µορφωτικοῦ ἐπιπέδου
θεωροῦνται οἱ Πρεβεζιάνοι πού δέν τούς ἀξίζει νά ἀκοῦνε τά ἴδια
θεόπνευστα ἀριστουργήµατα;
Τρεῖς ἔγκριτοι ἐπώνυµοι Ἁγιορεῖτες ἱεροµόναχοι πατέρες:
α. Ἱεροµόναχος Γρηγόριος, γέροντας Ἱεροῦ Κελλίου Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Καρυῶν,
β. Ἱεροµόναχος Ἀρσένιος, γέροντας Ἱεροῦ Κελλίου Γεννεσίου
τῆς Θεοτόκου «Παναγούδας»,
γ. Ἱεροµόναχος Εὐθύµιος, γέροντας Ἱερᾶς Καλύβης
Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Καψάλας,
µετά τῶν συνοδειῶν τους καταθέτουν γραπτῶς στό περιοδικό
«Παρακαταθήκη» 70ο τεῦχος τήν κρυστάλλινη ἄποψή τους γιά τό
θέµα τῶν µεταγλωττίσεων τῶν λειτουργικῶν κειµένων. Μέ
ἐπικεφαλίδα «Περί µεταφράσεων τῶν λειτουργικῶν κειµένων»
δηλώνουν τήν ἀντίθεσή τους στίς µεταφράσεις-µεταγλωττίσεις πού
γίνονται αὐθαίρετα σέ κάποια Ἱερά Μητρόπολη τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος. Ἡ ἐµπειρία τους προκύπτει ἀπό τήν ἐπαφή τους καί ἀπό
τίς ἱερές ἐξοµολογήσεις πολλῶν προσκυνητῶν στό Περιβόλι τῆς
Παναγίας. Ἰδιαίτερα τονίζουν ὅτι δέν φταίει τό ἀρχαιοπρεπές
γλωσσικό ἰδίωµα γιά τή συµµετοχή στή θεία Λατρεία, ὅσο ἡ
συχνότητα, ἡ ἐπαφή καί ἡ ἐξοικείωση µέ τό λειτουργικό χῶρο καί
χρόνο.
Εἶναι πολύ ἐνδιαφέρον καί ἄξιο µεγίστης ἀπορίας ταυτο-
χρόνως, πῶς ἡ Ἱερά Μονή Προφήτου Ἠλιοῦ Πρεβέζης ἐξέδωκε
βιβλίο τοῦ µακαριστοῦ πλέον Ἐπισκόπου Σηλυβρίας Αἰµιλιανοῦ
Τιµιάδου, µέ τίτλο «Ἡ θεία εὐχαριστία στή ζωή τῆς ἐνορίας». Σέ
δύο ἤ τρεῖς σελίδες ὁ ὡς ἄνω Ἐπίσκοπος ἐπιχειρηµατολογεῖ λεπτο-
µερῶς, γιά τό ὅτι δέν ἐπιτρέπονται γιά πολλούς λόγους οἱ
µεταφράσεις τῶν Λειτουργικῶν κειµένων. Ἐνδεικτικά
παραθέτουµε µικρό ἀπόσπασµα ἀπό τό ἀναφερόµενο βιβλίο:
«Ἄς µή παραξενευθοῦν µερικοί ἐάν συγκαταλέγουµε καί τήν
γλῶσσα τήν λειτουργική στήν κατηγορία τοῦ µυστηρίου. Τό
µυστήριο τῆς γλώσσας ἀποκτᾶ σπουδαιότητα ὅταν σκεφθοῦµε, ὅτι
ἡ Ἐκκλησία ἀποκτᾶ τήν αὐτοσυνειδησία της ἀπό τόν Λόγο. Ὅταν
ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο. Στή συνέχεια, ἐµπιστεύεται σ’ αὐτήν τήν
Ἐκκλησία του νά διακηρύξει αὐτόν τόν Λόγο στά πέρατα τῆς
οἰκουµένης. Ἑποµένως ἡ λειτουργική γλῶσσα δέν εἶναι ἕνα ἀπό τά
πρακτικά δευτερευούσης σηµασίας θέµατα, ὅπως τῆς καθηµερινῆς
ἐπικοινωνίας µεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Οὔτε µᾶς ἐπιτρέπεται µέ
προχειρότητα νά συζητοῦµε γιά ἀλλαγές λειτουργικῆς γλώσσας,
ἁπλοποίηση, ἐκσυγχρονισµό της» (σελ. 391).
Ἄς σηµειώσουµε καί τοῦτο πού ἴσως δέν εἶναι γνωστό στούς
πολλούς. Τά λαϊκότροπα ὑπάρχοντα Συναξάρια ὁ ἅγιος Συµεών ὁ
Μεταφραστής, κατά τό τέλος τοῦ δεκάτου καί ἀρχές τοῦ ἑνδεκάτου
αἰώνα τά µετέφερε σέ ἀρχαιοπρεπέστερη γλῶσσα καί τά παρέδωσε
στήν Ἐκκλησία, ὥστε νά ἐνταχθοῦν στήν ἴδια γλωσσική ἐκφορά
τῶν Μηναίων, καί νά ἀποτελέσουν σπουδαῖο λειτουργικό πλοῦτο
µαζί µέ τή λοιπή θεία Λατρεία.
Ὑπάρχει καί πιό σοβαρό θέµα µέ τό Σεβασµιώτατο Ἅγιο
Πρεβέζης. Ὄχι µόνο ἐχειροτόνησε εἰς πρεσβύτερον τόν πολιό
αἰδεσιµολογιώτατο π. Κωνσταντῖνο Μπέη, ἀλλά καί εὐνοεῖ τήν
αὐθαιρεσία καί τήν ἀταξία στό ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου διαµορφούµενο
«τυπικό» τῆς θείας Λειτουργίας. Βάρβαρη καί ξύλινη ἡ λειτουργία
αὐτή, τῆς νέας Ἐποχῆς, ξενίζει, σκανδαλίζει, µπερδεύει καί εὐτελίζει
ὅ,τι ἱερότερο, ὅ,τι πιό κορυφαῖο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία µας, τή
θεία Λειτουργία, µέ τήν ὁποία ἔχουν τραφεῖ γενιές καί γενιές
πιστῶν εἴκοσι αἰώνων.
Στήν κριτική Σας, π. ∆ανιήλ, κάνετε µιά εὐθεῖα τοποθέτηση.
Μόνο ἡ Ἁγία Γραφή, λέτε, εἶναι θεόπνευστη. Ἡ θεία Λειτουργία
τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόµου καί τοῦ Μ. Βασιλείου δέν εἶναι
θεόπνευστες; Ἡ θεία Λατρεία πού προηγεῖται καί προετοιµάζει τό
πλήρωµα τῶν πιστῶν πρός τή µετοχή τοῦ Σώµατος καί τοῦ Αἵµατος
τοῦ Κυρίου δέν εἶναι θεόπνευστη; Χιλιάδες ἤ µᾶλλον ἑκατοµµύρια
πιστοί ἀνά τούς αἰῶνες τράφηκαν, ἀναπτύχθηκαν καί ἔζησαν τήν ἐν
Χριστῷ πνευµατική ζωή µέσα στή στρατευοµένη µας Ἐκκλησία.
Κατευοδώθηκαν πρός τή θριαµβεύουσα µέ αὐτή τή θεόπνευστη
λατρεία πού ὁριοθετεῖται ἀνάµεσα στή θεόπνευστη Παλαιά
∆ιαθήκη καί στή θεόπνευστη Καινή. Ὅλο αὐτό τό Σῶµα τῆς
Ἐκκλησίας ἔκανε λάθος; Παραπλανήθηκε πού τήν ἐχρησιµοποίησε
ὡς ἱερό ὄχηµα γιά νά φθάσουν οἱ πιστοί στήν ἐν Χριστῷ θέωση;
Μήπως πρέπει νά ἐπιµείνουµε ἐρωτῶντες; Σέ κάθε ἱερά
Ἀκολουθία µόνο τό Εὐαγγελικό Κείµενο εἶναι θεόπνευστο, ἐνῷ τά
πρότερα ἀλλά καί τά ὕστερα τροπάρια εἶναι ἐλλειµµατικά ὡς πρός
τή θεοπνευστία τους; Οἱ στίχοι τῆς Παλαιᾶς ∆ιαθήκης ἤ οἱ ἱεροί
Ψαλµοί της µήπως καί αὐτοί παρουσιάζουν κάποια ἐλλείµµατα
θεοπνευστίας, ἐπειδή ἐγκατασπείρονται µέσα σ’ ὅλο τό λατρευτικό
Σῶµα τῆς κάθε ἱερᾶς Ἀκολουθίας; Ἔτσι δέν ἐξοµοιωνόµαστε µέ
τούς προτεστάντες πού δέχονται τή θεοπνευστία µόνο τῆς Ἁγίας
Γραφῆς, ἐνῷ δέν δέχονται τή θεοπνευστία τῶν ἄλλων προσευχῶν;
∆έν δέχονται τήν ἁγιότητα τῶν Ἁγίων οὔτε τή θεοµητορικότητα τῆς
Παναγίας µας. Τή θεωροῦν µόνο µιά πάρα πολύ καλή γυναίκα.
Ἐπίσης, π. ∆ανιήλ, µοῦ προσάπτετε µοµφή στήν ὁµαδική
συνυπογραφή ἄλλων δώδεκα κληρικῶν πού συµφωνοῦν µέ τά
γραφόµενά µου. Οἱ συνυπογράφοντες αὐτοπροαιρέτως θέλησαν νά
συνυπογράψουν, γιατί καί αὐτοί, ὅπως καί πολλοί ἄλλοι ἀντιδροῦν
στήν ἀποδόµηση τῆς Λατρείας µας. Ἄλλωστε τά κείµενα πού
συνήθως συνυπογράφουν καί ἄλλοι πατέρες, ἀποτελοῦν προϊόντα
συνεργασίας. Προσφέρουν τήν ἐπιστηµονική, θεολογική,
ποιµαντική καί ἱερατική ἐµπειρία τους ἀπό τήν διακονία στόν
ἀπέραντο χῶρο τῶν ἐνοριῶν τους. Θά µποροῦσα νά προτείνω
προσωπικά νά συνυπογράψουν καί νά ὑποστηρίξουν τίς θέσεις τοῦ
ἄρθρου πολλοί περισσότεροι κληρικοί πού πέρασαν ἀπό τή
Ριζάρειο Ἐκκλησιαστική Σχολή ἤ ἄλλοι πού εἶναι πνευµατικά
τέκνα µου. ∆έ συνηθίζω νά πιέζω ἤ νά ἐκβιάζω νά ὑπογράψουν σέ
λευκή ἤ σέ γραµµένη κόλλα γιά δηµιουργία ἐντυπώσεων.
Ἐνδεικτική συµφωνία καί προσφορά δηλώνουν οἱ ὑπογρα-
φές καί ἄλλων κληρικῶν καί ὄχι ὁµαδοποίηση. Αὐτό τό ἀποδεικνύ-
ουν καί προγενέστερες ἔγγραφες διαφωνίες, ἤ τοποθετήσεις σέ
διάφορα ἐκκλησιαστικά θέµατα.
Ὁµολογῶ ὅτι ποτέ δέν θά ἤθελα νά ἀντιλογήσω στό
Σεβασµιώτατο Ἅγιο Πρεβέζης, τοῦ ὁποίου τό ἦθος καί οἱ καρποί,
ὅπως διατείνεσθε, πανοσιολογιώτατε, εἶναι ἐγνωσµένοι. Οὔτε
βέβαια καί µπορεῖ νά γίνει σύγκριση µέ περιπτώσεις ρόζ
σκανδάλων.
Πράγµατι π. ∆ανιήλ, δέν ἀσχολήθηκα ποτέ µέ ρόζ σκάνδαλα,
Ἐπισκόπων ἤ κληρικῶν. Φρονῶ ὅτι µόνο ἡ τακτική ἐκκλησιαστική
δικαιοσύνη ἤ ἡ κοσµική δικαιοσύνη µπορεῖ θεσµικά νά ἀσχοληθεῖ
καί χρησιµοποιώντας τά ἔννοµα κριτήριά της νά ἀθωώσει, ἤ νά
καταδικάσει χαµηλόβαθµους ἤ ὑψηλοῦ βαθµοῦ κληρικούς.
Θά ἤθελα νά τελειώσω παραθέτοντας ἕνα ἀπόσπασµα ἀπό
τήν ὁµιλία τοῦ αἰδεσιµολογιωτάτου πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου
Ζήση: Νεοβαρλααµισµός ἡ «Λειτουργική Ἀναγέννηση», µέ τό
περιεχόµενο τῆς ὁποίας συµφωνοῦµε ἀπόλυτα καί γιαυτό εἶναι τοῖς
πᾶσι γνωστό, ὅτι ἀντιπαρατεθήκαµε µέ σθένος στή Λειτουργική
Ἀνανέωση τοῦ προηγουµένου διοικητικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καθε-
στῶτος. Συγκεκριµένα γράφει ὁ π. Θεόδωρος:
«Γιά νά γίνουµε ὅµως πιό πρακτικοί καί συγκεκριµένοι· ποιές
εἶναι οἱ λειτουργικές ἀλλαγές πού προτείνονται ἀπό τούς
ἀνανεωτές καί ἐκσυγχρονιστές; Θά ἀναφερθοῦµε στά
σηµαντικώτερα καί πάλιν ζητήµατα, λεπτοµερῆ ἀνάλυση τῶν
ὁποίων εὑρίσκει κανείς στό µνηµονευθέν µνηµειῶδες τεῦχος τῆς
«Θεοδροµίας» πού καταλαµβάνει τετρακόσιες πενήντα σελίδες
(450). Προτείνονται λοιπόν ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ χρησιµοποιούµενου
σήµερα µοναστικοῦ τυπικοῦ καί ἡ υἱοθέτηση τοῦ ἐγκαταλειφθέντος
ἀσµατικοῦ τυπικοῦ, ἡ συντόµευση τοῦ χρόνου τῶν ἀκολουθιῶν πού
θεωροῦνται µακρές καί κουραστικές, ἡ µεταφορά τοῦ χρόνου
ἐνάρξεώς τους ἀργότερα, ὥστε νά ξεκουράζονται τό πρωί οἱ πιστοί
πού θέλουν νά τίς παρακολουθήσουν, ἡ προτίµηση ὄχι ἀργῶν ἀλλά
σύντοµων βυζαντινῶν µελῶν, ἡ τέλεση δεύτερης λειτουργίας τήν
ἴδια ἡµέρα ἀπό τόν ἴδιο ἱερέα, ἡ µετάφραση τῶν λειτουργικῶν
κειµένων, ὥστε νά γίνονται κατανοητά ἀπό τό λαό, ἡ ἐκφώνηση
τῶν εὐχῶν καί ὄχι ἡ µυστική ἀνάγνωσή τους, ἡ συµψαλµωδία τοῦ
ἐκκλησιάσµατος, ἡ κατάργηση τῶν ὑψηλῶν τέµπλων, ἡ συµµετοχή
γυναικῶν στούς χορούς τῶν ἱεροψαλτῶν, ἡ χρήση µουσικῶν
ὀργάνων µέσα στίς ἐκκλησίες, ἡ τετράφωνη ἀπόδοση τῶν
ἐκκλησιαστικῶν ὕµνων, ἡ σύνταξη νέων ἀκολουθιῶν γιά τόν
ἀρραβώνα καί τό γάµο, ὡς καί νέων εὐχῶν γιά τίς γυναῖκες µετά
τόν τοκετό κατά τή διάρκεια τῆς λοχείας, ἡ µόνιµη στροφή τοῦ
ἱερέως πρός τόν λαό κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, ἡ
κήδευση τῶν ἀβαπτίστων νηπίων καί τῶν αὐτοκτονούντων, ἡ
κατάργηση τοῦ ράσου, ἡ ἔµµεση ὑποκατάσταση τοῦ µυστηρίου τῆς
µετανοίας καί ἐξοµολογήσεως ἀπό ψυχιάτρους καί ψυχολόγους καί
πολλά ἄλλα».
Τά παραπάνω χαρακτηρίζονται ἀπό τόν π. Θεόδωρο ὡς
σύνδροµο νεοβαρλααµικό, τό ὁποῖο ὀδηγεῖ στήν παραποίηση τῆς
Ὀρθοδόξου Λατρείας καί στόν εὐκολότερο συσχηµατισµό της µέ τή
λατρεία τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Πανοσιολογιώτατε πάτερ ∆ανιήλ, βάζω ὅσες µετάνοιες
χρειάζονται καί σέ Σᾶς καί στόν Ἅγιο Πρεβέζης καθώς ἐπίσης καί
στόν π. Κωνσταντῖνο Μπέη. Χίλια, χίλια συγγνώµη. Εἰλικρινά δέν
διακατέχοµαι ἀπό κάτι ἀπέναντί Σας. Ἡ διαφορά µας δέν εἶναι σέ
προσωπικό ἐπίπεδο. Πιστεύω ὅµως ὅτι ἡ Νέα Ἐποχή, ἡ πανίσχυρη
αἵρεση τοῦ ∆ιαβόλου δέ ζητάει νά κλείσουν οἱ Ἐκκλησίες, ὅπως
ζητοῦσαν παλαιά τά ὁλοκληρωτικά καθεστῶτα, ἀλλά νά ἀλλοτριω-
θεῖ ἡ µοναδικότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς µας καί ἡ τέλεια
Ὀρθόδοξη Λατρεία µας. Ἡ ἀλλοίωση τῆς θείας Λατρείας εὐνοεῖ
τήν ἀλλοτρίωση τοῦ Τριαδολογικοῦ καί Χριστολογικοῦ δόγµατος,
καί τῆς ἐν γένει ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας µέ συνέπεια τήν
ἐνσωµάτωσή µας στήν πανθρησκεία µέσα στό συναρµολογούµενο
κράτος τοῦ Ἀντιχρίστου.

Ἀρχιµ. Σαράντης Σαράντος


ἐφηµέριος τοῦ Ἱ. Ν. Κοιµήσεως Θεοτόκου Ἀµαρουσίου.

You might also like