You are on page 1of 4

ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ

Α. 1.

Β.

1. tÕ g¦r kakÕn toà ¢pe…rou, æj oƒ PuqagÒreioi e‡kazon,


tÕ d' ¢gaqÕn toà peperasmšnou: Ορισμένοι Πυθαγόρειοι, όπως
αναφέρει ο ίδιος ο Αριστοτέλης, θεωρούσαν δέκα τις αρχές των
όντων, που τις παρουσίαζαν ζευγαρωτά και κατ’ αντίθεση: «›teroi
d tîn aÙtîn toÚtwn t¦j ¢rc¦j dška lšgousin enai t¦j
kat¦ sustoic…an legomšnaj, pšraj [kaˆ] ¥peiron, perittÕn
[kaˆ] ¥rtion, ›n [kaˆ] plÁqoj, dexiÕn [kaˆ] ¢risterÒn, ¥rren
[kaˆ] qÁlu, ºremoàn [kaˆ] kinoÚmenon, eÙqÝ [kaˆ] kampÚlon,
fîj [kaˆ] skÒtoj, ¢gaqÕn [kaˆ] kakÒn, tetr£gwnon [kaˆ]
˜terÒmhkej». Σχηματικά:

pšraj ¥peiron
perittÕn ¥rtion
›n plÁqoj
dexiÕn ¢risterÒn
¥rren qÁlu
ºremoàn kinoÚmenon
eÙqÝ kampÚlon
fîj skÒtoj
¢gaqÕn kakÒn
tetr£gwnon ˜terÒmhkej

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι το ‘καλό’ βρίσκεται στην ίδια στήλη


με το ‘πεπερασμένο’, ενώ το ‘κακό’ με το ‘άπειρο’. Γενικότερα,
όλες οι έννοιες που βρίσκονται στην ίδια στήλη με το ¢gaqÕn
είναι σύστοιχες με αυτό, δηλαδή έχουν ιδιότητες σαν τις δικές του,
όπως σύστοιχες με το kakÒn είναι οι έννοιες που βρίσκονται στην
ίδια μ’ αυτό στήλη. Έτσι και το ›n πάει μαζί με το ¢gaqÕn (η
σωστή πράξη μπορεί να γίνει με έναν μόνο τρόπο), ενώ τα πολλά
(το plÁqoj) με το kakÒn (το σφάλμα μπορεί να γίνει με πολλούς
τρόπους).
Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι στην πρώτη παράγραφο
του αποσπάσματος που μας δίνεται, ο Αριστοτέλης καταλήγει στο
συμπέρασμα ότι η αρετή είναι μεσότης, ενώ αμέσως μετά
αποδεικνύει ότι η μεσότης ανήκει στην αρετή· έτσι προκύπτει η
απόλυτη ταύτιση αρετής-μεσότητας, αφού πια κανείς δε θα
μπορούσε να αντιτείνει ότι και η κακία μπορεί να είναι μεσότης.
Το ίδιο ισχύει και για την κακία στη σχέση της με την υπερβολή
και την έλλειψη.
Το επιχείρημα είναι: Το σφάλμα μπορεί να γίνει με
πολλούς τρόπους, ενώ το σωστό μόνο με έναν. Αυτή η θέση
υποστηρίζεται άμεσα με την άποψη των πυθαγορείων ότι το κακό
πάει μαζί με το άπειρο, ενώ το καλό με το πεπερασμένο. Επίσης
ενισχύεται και με τον άγνωστης προέλευσης στίχο που
παρατίθεται. Ξέροντας, λοιπόν, ότι το σε σχέση με μας μέσον είναι
μόνο ένα για τον καθένα, και ξέροντας επίσης ότι η αρετή
επιδιώκει το μέσον, βγάζουμε το συμπέρασμα ότι το ένα, δηλαδή
το σωστό, δηλαδή το μέσον και άρα η μεσότης, ανήκει στην αρετή.
Και αντίστοιχα, ότι τα πολλά, δηλαδή το λάθος, δηλαδή η
υπερβολή και η έλλειψη, ανήκουν στην κακία.

2. ›xij: συμπεριφορά που έχει παγιωθεί μέσα από τον εθισμό και
αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό ενός ανθρώπου. Ο εθισμός προϋποθέτει
τη διαρκή επανάληψη της ίδιας πράξης.
proairetik» : Αυτό σημαίνει ότι η έξη αυτή α) αφορά σε
πράγματα που η έκβασή τους εξαρτάται από τον άνθρωπο, β) αφορά σε
πράγματα που επιδέχονται επιλογή, που μπορούν δηλαδή να γίνουν με τον
άλφα τρόπο ή με τον βήτα, και όχι πράγματα που η κατάστασή τους είναι
δεδομένη, γ) αφορά σε πράγματα που είναι εφικτά, δ) δεν υπάρχει εκ
φύσεως (όπως π.χ. η συνήθεια να αναπνέουμε), ε) δεν είναι αποτέλεσμα
εξαναγκασμού, στ) προκύπτει μετά από ορθή σκέψη.
™n mesÒthti oâsa tÍ prÕj ¹m©j : Οι έξεις φανερώνονται σε
συγκεκριμένες εκδηλώσεις συναισθημάτων και πράξεων. Άρα, όπως εκεί,
έτσι κι εδώ τίθεται το ζήτημα της υπερβολής και της έλλειψης, απ’ τη μια,
της μεσότητας, από την άλλη. Οι έξεις που έχουν παγιωθεί μέσα από τον
εθισμό σε κάτι κακό (είτε λόγω υπερβολής είτε λόγω έλλειψης) δεν είναι
της αρετής. Αντίθετα, οι έξεις που αντιστοιχούν στην αρετή
χαρακτηρίζονται από την μεσότητα την σε σχέση με μας.
ærismšnV lÒgJ: η μεσότης σε κάθε περίσταση δεν είναι εξ ορισμού
δεδομένη ούτε προκύπτει αυθόρμητα και συναισθηματικά, αλλά
καθορίζεται από τη λογική. Στα επόμενα (Ηθ. Νικ. 1114b, 29), ο
Αριστοτέλης μιλάει ακόμη πιο συγκεκριμένα: …kaˆ oÛtwj æj ¨n Ð ÑrqÕj
lÒgoj prost£xV. Στις προηγούμενες ενότητες η αναφορά στον ορθό λόγο
ήταν σαφής αλλά υπαινικτική (πρβλ. τη χρήση των ρημάτων ¡mart£netai
και katorqoàtai και τον αντίστοιχο σχολιασμό στην 9η ενότητα). Η
προσθήκη αυτή του ορθού λόγου είναι σύμφωνη με την, κατά τον
Αριστοτέλη, τριμερή ‘διαίρεση’ της ψυχής: το τρίτο μέρος της ψυχής (το
επιθυμητικόν), το οποίο έχει σχέση με τις αρετές, μετέχει και του αλόγου
και του λόγον έχοντος μέρους της.
kaˆ ú ¨n Ð frÒnimoj Ðr…seien: προσδιορίζεται ο φορέας του
ορθού λόγου. Αυτός είναι ο κανόνας και το μέτρο για τον προσδιορισμό
της μεσότητας. Στις προηγούμενες ενότητες υπήρξαν υπαινιγμοί για την
αναγκαιότητα ενός ειδικού: α) στην 3η ενότητα «e„ g¦r m¾ oÛtwj ecen,
oÙdn ¨n œdei toà did£xontoj, ¢ll¦ p£ntej ¨n ™g…nonto ¢gaqoˆ À
kako…», β) στην 7η « oÛtw d¾ p©j ™pist»mwn…». Σε άλλο έργο του
(«Πολιτικός»), ο Αριστοτέλης λέει: «Η ανομοιομορφία των ανθρώπων και
των πράξεών τους και η σχεδόν χωρίς εξαίρεση αστάθεια όλων των
ανθρωπίνων δεν επιτρέπουν ώστε για οποιαδήποτε ανθρώπινη δεξιότητα
οποιουδήποτε τομέα να τεθεί ένας απλός κανόνας εφαρμόσιμος σε όλες τις
περιπτώσεις και σε όλες τις εποχές, και να διατυπωθεί γραπτά. Μόνο η
κριτική δύναμη του συνετού ανθρώπου ο οποίος απέκτησε αληθινή και
σταθερά θεμελιωμένη άποψη για το ωραίο, το δίκαιο και το αγαθό,
καθώς και για τα αντίθετά τους, και ο οποίος αίρεται έτσι στη θεϊκή
σφαίρα, μπορεί να αποφασίζει κατά περίπτωση. Ο συνετός άνθρωπος
γνωρίζει ότι σε κάθε ανθρώπινη δεξιότητα το πλεόνασμα και η έλλειψη δε
μετριούνται μόνο ως προς την αμοιβαία σχέση τους, αλλά και σε σχέση με
το ορθό μέτρο που πρέπει να επιδιώκουμε».
Η προσθήκη ærismšnV lÒgJ kaˆ ú ¨n Ð frÒnimoj Ðr…seien συνδέει
άρρηκτα την ηθική με τη διανοητική αρετή, και μόνο χάρη και στις δύο ο
άνθρωπος κατορθώνει την ευδαιμονία.

3. Στο σχολικό βιβλίο, σελ. 147-149: «Η παράδοση λέει…στο τέλος του


Σωκράτη».

4. σχέση: ›xij
ανόρθωση: katorqoàtai
καθαίρεση: proairetik»
απάθεια: p£qh
υπόλοιπο: œlleiyij
διαβλητός: Øperb£llein
εικαστικός: e‡kazon
ουσία: oâsa
πρακτική: pr£xesi
ραστώνη: ·®dion

Γ.

1. Όμως, αν θα ζήσω περισσότερο χρόνο, ίσως θα είναι αναπόφευκτο να


υφίσταμαι τα βάρη του γήρατος και να βλέπω και ν’ ακούω λιγότερο και
να σκέπτομαι χειρότερα και να μαθαίνω πιο δύσκολα και να γίνομαι πιο
ξεχασιάρης, κι απ’ όσους πριν ήμουν καλύτερος, από αυτούς να γίνομαι
χειρότερος· αλλά όμως, αν αυτά δεν τα αντιλαμβανόμουν η ζωή μου δεν θα
άξιζε να τη ζω, αφού όμως τα αντιλαμβάνομαι, πώς δεν είναι αναπόφευκτο
να ζω χειρότερα και λιγότερο ευχάριστα; Ωστόσο, αν βέβαια πεθάνω
άδικα, αυτό θα ήταν αισχρό για όσους άδικα με θανατώσουν· γιατί, αν είναι
αισχρό το να αδικείς, πώς δεν είναι αισχρό και το να κάνεις άδικα
οτιδήποτε;

2. pollo‹j, g»rv, dusmaqÁ, toÚtouj, Ømîn, ˜èra, ¢pÒbhqi, geno…meqa,


Ésqhntai, ¢dikÁsai.

3α. ™pitele‹sqai: τελικό απαρέμφατο, υποκείμενο στην απρόσωπη έκφραση


¢nagka‹on œstai.
prÒteron: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα Ãn.
toÚtwn: η αναφορική πρόταση που προηγείται («ïn prÒteron belt…wn
Ãn») λειτουργεί ως γενική συγκριτική στο επίθετο συγκριτικού βαθμού
ce…rw. Η γενική toÚtwn είναι συνοπτική επανάληψη της γενικής
συγκριτικής για έμφαση.
¢b…wtoj: κατηγορούμενο στο υποκείμενο Ð b…oj του ρήματος ¨n e‡h.
™m: αντικείμενο της μετοχής to‹j ¢pokte…nasin.
Ðtioàn: σύστοιχο αντικείμενο στο έναρθρο απαρέμφατο tÕ poie‹n.

3β. Η μετοχή m¾ a„sqanomšnJ είναι υποθετική, έχει υποκείμενό της το


εννοούμενο ™mo…, που συγχρόνως είναι και δοτική προσωπική του
ενεργούντος προσώπου από το ρηματικό επίθετο ¢b…wtoj. Επομένως η
μετοχή είναι συνημμένη. Αναλύεται σε ισοδύναμη δευτερεύουσα
υποθετική πρόταση: ε„ m¾ a„sqano…mhn (ε„ + ευκτική της απλής σκέψης)
και με δεδομένο ότι η απόδοση του υποθετικού λόγου είναι ¢b…wtoj ¨n
e‡h Ð b…oj (δυνητική ευκτική), το είδος του υποθετικού είναι η απλή
σκέψη του λέγοντος.

You might also like