You are on page 1of 9

Ὁ Εὐάγγελος Στ.

Πονηρός Καθηγητής Θεολόγος τῆς Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης καί μέλος τῆς ΠΕΘ
ἀπαντᾶ σέ βασικά θέματα γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν στή Μέση Ἐκπαίδευση.

Εὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ. , Μ.Φ.

Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία ὑπερβαίνει τεχνητές κρίσεις καί τεχνητά ἀδιέξοδα

«Ἄγγλος ἤ Γερμανός ἤ Γάλλος δύναται νά εἶναι κοσμοπολίτης ἤ ἀναρχικός ἤ ἄθεος ἤ ὁτιδήποτε. Ἔκαμε
τό πατριωτικόν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπαγγέλλεται χάριν πολυτελείας
τήν ἀπιστίαν καί τήν ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλά ὁ Γραικύλος τῆς σήμερον ὅστις θέλει νά κάμῃ δημοσίᾳ τόν ἄθεον
ἤ τόν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μέ νάνον ἀνορθούμενον ἐπ΄ ἄκρων ὀνύχων καί τανυόμενον νά φθάσῃ εἰς ὕψος
καί φανῇ καί αὐτός γίγας. Τό ἑλληνικόν ἔθνος, τό δοῦλον, ἀλλ΄ οὐδέν ἦττον καί τό ἐλεύθερον ἔχει καί θά
ἔχει διά παντός ἀνάγκην τῆς θρησκείας του.»
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης
(Ἀπόσπασμα ἀπό τό διήγημα «Λαμπριάτικος ψάλτης»)

Α΄) Τό τεχνητό πρόβλημα

Οἱ Ἕλληνες ὀρθόδοξοι θεολόγοι καθηγητές διδάσκουν τήν ἐν Χριστῷ παιδεία, καταβάλλουν κόπους
ἐπί σειρά ἐτῶν καί δέν ἀντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα ἀποδοχῆς τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῶν
πατέρων καί τῆς διδασκαλίας τους, κανένα πρόβλημα ἀποδοχῆς τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου τους ἤ τῆς ἰδιότη-
τός τους ὡς ἐκπαιδευτικῶν στό χῶρο τοῦ σχολείου τους.
Κι ὅμως κάποιοι ἄνθρωποι εὐρισκόμενοι ἐκτός σχολείου καί γενικά ἐκτός παιδείας δημιουργοῦν προ-
βλήματα. Ἐπιχειροῦν νά δημιουργήσουν θόρυβο, ἡ πολυαγαπημένη τους τακτική, ἐπιχειροῦν νά ἐπιβληθοῦν
μέ προπαγανδιστικούς τρόπους, τακτική ἀπαράδεκτη μέσα σέ δημοκρατούμενη κοινωνία, ἐπιχειροῦν νά ἐπη-
ρεάσουν κυβερνήσεις ἐρήμην τοῦ λαοῦ. Καθαρά ἑλληνικό τό πρόβλημα, καθαρά ἑλληνικές καί οἱ ἀντιδη-
μοκρατικές αὐτές τακτικές τῶν ὁποίων ἡ ἐφαρμογή ἐπιχειρεῖται στήν πατρίδα τῆς δημοκρατίας Ἑλλάδα. Ἡ
μειοψηφία τῶν Γραικύλων ἡ ὁποία ἀντιδροῦσε καί κατά τήν ἐποχή τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη καί τόν
ἀνάγκασε νά τήν κατακεραυνώσει στό διήγημά του «λαμπριάτικος ψάλτης», ἔχει καί σήμερα πνευματικούς
ἀπογόνους, λίγους, ἐπίμονους, θορυβώδεις.
Ποιά ἡ ἐπιδίωξη ὅσων θορυβοῦν εἰς βάρος τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς παιδείας; Ἡ ἀπαγόρευση διδα-
σκαλίας τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας στά σχολεῖα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Ἡ μείωση τῶν δικαιω-
μάτων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν καί γονέων, Ἑλλήνων καί μή: ἐπιδιώκεται νά μή ἔχουν πλέον οἱ
ὀρθόδοξοι χριστιανοί τό δικαίωμα νά ἀπολαμβάνουν στά σχολεῖα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους τήν ὀρθόδοξη
χριστιανική παιδεία.
Ἡ ἐπιδίωξη αὐτή ἀποτελεῖ μέρος μιᾶς γενικότερης ἐπιδιώξεως ἡ ὁποία φέρει τόν γενικό χαρακτηρισμό
«χωρισμός τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν πολιτεία». Ἡ ξενόφερτη αὐτή ἐπιδίωξη ξεκινᾶ ἀπό τό 1830, ὁπότε ἐπρό-
κειτο νά ὑπογραφεῖ τό πρωτόκολλο τοῦ Λονδίνου περί συστάσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους .
Ἐάν κάποτε ἐπιβληθεῖ, θά σημάνει γενικά τήν μείωση τῶν δικαιωμάτων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μέσα
στήν Ἑλλάδα στό κράτος τό ὁποῖο τό 1822 ἱδρύθηκε ἀπό τούς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες ὡς χριστιανικό
κράτος. Οἱ ἐπαναστατημένοι πρόγονοί μας, οἱ ἱδρυτές τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους κατά τήν Α΄ Ἐθνική Συ-
νέλευση τοῦ 1822 ὅρισαν στό πρῶτο Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, ὅτι «Ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας
τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν, εἰσίν Ἑλληνες» , ἔθεσαν δηλαδή ὡς βάση δημιουργίας τοῦ κράτους
αὐτοῦ τήν εἰς Χριστόν πίστη. Ἡ πίστη αὐτή ἐξακολουθεῖ νά ἐπιζῆ καί νά γεμίζει τίς ψυχές τῶν Ἑλλήνων ἐδῶ
καί δύο χιλιάδες χρόνια στήν ἱστορική ἑλληνική γῆ. Γι΄ αὐτό καί κανένας Ἕλληνας δέν θά δεχθεῖ τήν ἐπι-
χειρούμενη ἀπό μία ἠχηρή μειοψηφία ἐπιβολή ἀπαγορεύσεως τῆς χριστιανικῆς παιδείας ἀπό τά ἑλληνικά
κρατικά σχολεῖα.
Τώρα τελευταῖα, ἐπειδή οἱ διάφορες παλιές προφάσεις ἔχουν ἤδη ξεφτίσει, προβάλλεται ὡς πρόφαση γιά
τήν ἀπαγόρευση τῆς διδασκαλίας τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς παιδείας καί τό γεγονός ὅτι στά ἑλληνικά
σχολεῖα φοιτοῦν καί τέκνα ἀλλοδαπῶν ἀλλοθρήσκων ἐργαζομένων. Ὡς πρός αὐτό τό σημεῖο ἰσχύουν οἱ ἑξῆς
τέσσερεις διαπιστώσεις: 1) Τά ἀλλοδαπά παιδιά δέν εἶναι ὅλα ἀλλόθρησκα, αὐτό ἀποκρύπτεται συστημα-
τικά ἀπό πολλούς. 2) Ὁρισμένα ἀπό τά ἀλλόθρησκα παιδιά παρακολουθοῦν κανονικά τό μάθημα καί βαθ-
μολογοῦνται ἐπειδή καί τά ἴδια καί οἱ γονεῖς τους ἐπιθυμοῦν νά ἐνημερωθοῦν γιά τήν ἐπικρατοῦσα θρησκεία
τῆς χώρας ὅπου ζοῦν καί ἐργάζονται. 3) Κανένας ἀλλόθρησκος δέν ἀρθρογράφησε ποτέ εἰς βάρος τοῦ ὀρθο-
δόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν, αὐτό τό πράττει πάντοτε μία μικρή μειοψηφία ἡμεδαπῶν. 4)
Καμμία χώρα τῆς ὑφηλίου δέν ἄλλαξε ποτέ τό σύστημα παιδείας τῶν δικῶν τῆς παιδιῶν, δέν ἀποτόλμησε νά
τούς στερήσει τήν πατροπαράδοτη παιδεία, ἐπειδή δέχθηκε στήν ἐπικράτειά της τόν ὁποιοδήποτε ἀριθμό
ἀλλοδαπῶν ἐργαζομένων, κάτι τέτοιο οὔτε στήν Ἑλλάδα θά συμβεῖ.

Β΄) Ἡ νομοθετική κατοχύρωση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν.

Ἡ διδασκαλία τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας στά σχολεῖα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους προστατεύεται
ἀπό τό ἄρθρο 16, παράγραφος 2 τοῦ ἑλληνικοῦ συντάγματος, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο: «Η παιδεία αποτελεί βα-
σική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελ-
λήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και
υπεύθυνους πολίτες.» Τό σύνταγμα εἶναι σαφέστατο, ἀναφέρει «ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συ-
νείδησης», δέν ἀναφέρει «δημιουργία», δέν ἀναφέρει καί δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναφέρει «παραποίηση»,
«διαστρέβλωση» ἤ «βιασμό» τῆς συνειδήσεως. Τόσο ἡ ἐθνική, ὅσο καί ἡ θρησκευτική συνείδηση ὑπάρχουν
ἤδη, τό παιδί εἶναι ἤδη Ἕλληνας καί τό γνωρίζει, εἶναι ἤδη χριστιανός ὀρθόδοξος καί τό γνωρίζει καί ἡ
βάσει τοῦ συντάγματος κρατική παιδεία, ἀποσκοπεῖ νά ἀναπτύξει τήν συνείδησή του αὐτή, δέν τήν δημι-
ουργεῖ.
Παραποίηση τῆς ἀρχῆς αὐτῆς τοῦ Συντάγματος, καθώς καί ἀφαίρεση τῆς ἐπικλήσεως στήν Ἁγία Τριάδα,
ὅπως καί ἀπάλειψη ὁποιασδήποτε ἄλλης διατάξεως ἀφοροῦσε στήν ἐπικρατοῦσα θρησκεία τῆς Ἑλλάδος
εἶχε ἐπιχειρηθεῖ ἐξ ὑφαρπαγῆς στό πρῶτο σχέδιο τοῦ συντάγματος τοῦ 1975, ὅμως χάρη στήν ἀντίσταση τοῦ
ἑλληνικοῦ λαοῦ ἀποφεύχθηκαν οἱ ἀντιλαϊκές αὐτές ἐξελίξεις .
Ἡ συνταγματικότητα τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἔχει κατοχυρωθεῖ καί
ἀπό τίς ἀποφάσεις 3356/1995 καί 2176/1998 τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη ἀπό αὐτές
τίς ἀποφάσεις, τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικό γιά τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς μαθητές
καί δέν παραβιάζεται ἡ θρησκευτική τους ἐλευθερία, διότι δέν τούς μεταβάλλει κατά τίποτε τό θρησκευ-
τικό τους πιστεύω . Ἡ δεύτερη ἀπό τίς ἀποφάσεις αὐτές ἀκυρώνει πράξη τοῦ ὑπουργοῦ παιδείας ἡ ὁποία μεί-
ωνε τίς ὧρες διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν καί ὁρίζει ὅτι τό μάθημα αὐτό πρέπει νά
διδάσκεται σέ ἰκανό ἀριθμό ὡρῶν ἑβδομαδιαίως. Ἡ διδασκαλία τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος
θρησκευτικῶν μόνο σέ μία ὥρα ἑβδομαδιαίως στήν τρίτη λυκείου γίνεται κατά παράβαση τῆς παραγράφου
14 τῆς ὡς ἄνω ἀποφάσεως τοῦ 2176/1998 τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας.
Ἡ διεθνής Σύμβαση τῆς Ρώμης τῆς 4ης Νοεμβρίου 1950 «περί προασπίσεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώ-
που καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν», τήν ὁποία ἔχει ἐπικυρώσει ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία διά τοῦ νόμου
2329/1953 καί διά τοῦ Ν.Δ. 53/1974 κατοχυρώνει διά τοῦ 9ου ἄρθρου της τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς θρη-
σκευτικῆς ἐλευθερίας. Στό δέ ἄρθρο 2 τοῦ Α προσθέτου πρωτοκόλλου της ὁρίζει ὅτι: «οὐδείς δύναται νά
στερηθεῖ τοῦ δικαιώματος ὅπως ἐκπαιδευθῇ. Πᾶν Κράτος ἐν τῇ ἀσκήσει τῶν ἀναλαμβανομένων ὑπ΄ αὐτοῦ
καθηκόντων ἐπί τοῦ πεδίου τῆς μορφώσεως καί τῆς ἐκπαιδεύσεως θά σέβεται τό δικαίωμα τῶν γονέων ὅπως
ἐξασφαλίζωσιν τήν μόρφωσιν καί ἐκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως πρός τάς ἰδίας αὐτῶν θρησκευτικάς καί φι-
λοσοφικάς πεποιθήσεις». Τό ἄρθρο αὐτό δύναται νά ἐπικαλεῖται ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος ὥστε νά ἀπολαμ-
βάνει τό παιδί του στό ἑλληνικό δημόσιο σχολεῖο τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία.
Ἡ Σύμβαση γιά τά Δικαιώματα τοῦ Παιδιοῦ ἡ ὁποία υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Γενική Συνέλευση τοῦ Ὀργα-
νισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν στίς 20-11-1989 καί ἐπικυρώθηκε ἀπό τήν Ἑλληνική Δημοκρατία στίς 2-12-1992
ὁρίζει διά τοῦ ὑπ΄ ἀριθμόν 14 ἄρθρου της:
«1. Τά Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται τό δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ γιά ἐλευθερία σκέψης, συνείδησης καί
θρησκείας.
2. Τά Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται τό δικαίωμα καί τό καθῆκον τῶν γονέων ἤ, κατά περίπτωση, τῶν
νομίμων ἐκπροσώπων τοῦ παιδιοῦ, νά τό καθοδηγήσουν στήν ἄσκηση τοῦ παραπάνω δικαιώματος κατά τρόπο
πού νά ἀνταποκρίνεται στήν ἀνάπτυξη τῶν ἰκανοτήτων του.
3. Ἡ ἐλευθερία τῆς δήλωσης τῆς θρησκείας του ἤ τῶν πεποιθήσεών του μπορεῖ νά ὑπόκειται μόνο στούς
περιορισμούς πού ὁρίζονται ἀπό τό νόμο καί πού εἶναι ἀναγκαῖοι γιά τή διαφύλαξη τῆς δημόσιας ἀσφά-
λειας, τῆς δημόσιας τάξης, τῆς δημόσιας ὑγείας καί τῶν δημοσίων ἠθῶν, ἤ τῶν ἐλευθεριῶν τῶν θεμελιωδῶν
δικαιωμάτων τῶν ἄλλων.»
Ἡ πρώτη καί ἡ δεύτερη παράγραφος τοῦ ὡς ἄνω ἄρθρου κατοχυρώνουν ὡς ἀναφαίρετο τό δικαίωμα μα-
θητῶν καί γονέων νά ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία στά ἑλληνικά κρατικά σχολεῖα.
Ἐάν στά ἑλληνικά κρατικά σχολεῖα ἀπαγορευθεῖ ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία, τότε παραβιάζεται ἡ
«ἐλευθερία σκέψης, συνείδησης καί θρησκείας» τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν. Πιθανή ἀπαγόρευση
τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας ἀπό τά ἑλληνικά κρατικά σχολεῖα συνιστᾶ παραβίαση καί τῆς τρίτης
παραγράφου τοῦ ὡς ἄνω ἄρθρου. Διότι τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν προϋποθέτει ὀρθο-
δόξους χριστιανούς καθηγητές καί μαθητές, ἄρα δηλώνεται ἐλευθέρως ἡ θρησκεία τῶν διδασκόντων καί τῶν
μετεχόντων σέ αὐτό, ὅμως κατά τήν δήλωση αὐτή δέν παραβιάζεται νόμος ὁ ὁποῖος ἀφορᾶ στήν «διαφύλαξη
τῆς δημόσιας ἀσφάλειας, τῆς δημόσιας τάξης, τῆς δημόσιας ὑγείας καί τῶν δημοσίων ἠθῶν, ἤ τῶν ἐλευθε-
ριῶν τῶν θεμελιωδῶν δικαιωμάτων τῶν ἄλλων». Δέν διαπράττουν οἱ ὀρθὀδοξοι χριστιανοί καθηγητές καί
μαθητές φόνους, κλοπές, καί ὁτιδήποτε ἄλλο παράνομο κατά τή διάρκεια τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μα-
θήματος καί γιά τόν λόγο αὐτό δέν εἶναι δυνατόν νά τούς ἀπαγορευθεῖ τό δικαίωμα νά ἔχουν τό μάθημα
αὐτό.
Ἐπειδή δέ τό ὅλο θέμα συνδέθηκε καί μέ τό ζήτημα τῆς ἀποκαλύψεως ἤ μή εὐαίσθητων προσωπικῶν δε-
δομένων, διευκρινίζουμε ὅτι ἡ συμμετοχή σέ θρησκεία δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποτελέσει τέτοιου εἴδους δε-
δομένο, διότι παγκοσμίως ὅλες ἀνεξαιρέτως οἱ θρησκεῖες ἔχουν τό κοινό χαρακτηριστικό τῆς δημόσιας
λατρείας, χαρακτηριστικό τό ὁποῖο δέν εἶναι δυνατό νά ἀφαιρεθεῖ ἤ νά ἀλλοιωθεῖ διά τοῦ ὁποιουδήποτε
νόμου. Οὔτε εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζεται κάποιος ὁ ὁποῖος μετέχει στήν ὁποιαδήποτε θρησκεία, ὅτι ἀρνεῖται
τήν δημόσια λατρεία της καί δέν μετέχει ποτέ σέ αὐτήν. Εἶναι τό ἴδιο σάν νά λέγει κάποιος, ὅτι ἀγαπᾶ τήν
οἰκογένειά του, ἀλλά δέν θέλει ποτέ νά τήν βλέπει. Εἴδαμε ἄλλωστε στήν «Σύμβαση γιά τά Δικαιώματα τοῦ
Παιδιοῦ» πότε περιορίζεται ἡ ἐλευθερία δηλώσεως τῆς θρησκείας. Ἐάν λοιπόν ἡ δήλωση τῆς θρησκείας δέν
συνεπάγεται παράβαση τῶν διατάξεων τοῦ νόμου τίς διατάξεις τοῦ ὁποίου ἡ σύμβαση σαφῶς περιγράφει, τότε
ἡ ἀπαγόρευση τῆς δηλώσεως αὐτῆς συνιστᾶ παραβίαση τῆς ὡς ἄνω διεθνοῦς συμβάσεως.
Ἡ ἐμμονή μιᾶς μειοψηφίας νά ἀφαιρέσει ἀπό τό ἑλληνικό σύνταγμα τά δικαιώματα τῶν ὀρθοδόξων χρι-
στιανῶν συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ὅμως, ἀκόμη καί ἄν κατορθωθεῖ νά ἀφαιρεθοῦν τά δικαιώματα τῶν
ὀρθοδόξων χριστιανῶν ἀπό τό σύνταγμα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, δικαιώματα τά ὁποῖα προέρχονται τόσο
ἀπό τήν ἱστορία ὅσο καί ἀπό τήν ζῶσα πραγματικότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀκόμη καί τότε θά καταστεῖ
ἀδύνατο νά παραγραφεῖ τό δικαίωμα τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν νά ἀπολαμβάνουν τήν ὀρθόδοξη χριστια-
νική παιδεία στά ἑλληνικά σχολεῖα. Διότι τό δικαίωμα αὐτό κατοχυρώνεται ἀπό τή διεθνῆ σύμβαση τῆς
Ρώμης «περί προασπίσεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν» καί τή διεθνῆ
«Σύμβαση γιά τά Δικαιώματα τοῦ Παιδιοῦ», τίς ὁποῖες ἔχει καί ἡ Ἑλλάδα ἐπικυρώσει καί τίς ὁποῖες δύνα-
ται ὁ ὁποιοσδήποτε ὀρθόδοξος χριστιανός νά ἐπικαλεσθεῖ στά δικαστήρια προκειμένου νά ἀπολαμβάνει τό
παιδί του τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία στά ἑλληνικά κρατικά σχολεῖα.

Γ΄) Ἀνασκευή ἐσφαλμένων χαρακτηρισμῶν τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν

Τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν χαρακτήρισαν διάφοροι «ὁμολογιακό». Ὁ χαρακτηρι-


σμός αὐτός πρέπει νά ἀπορριφθεῖ γιά τούς ἑξῆς λόγους: α) δέν εἶναι δόκιμος θεολογικός ὅρος, β) εἶναι δυ-
νατόν νά ὁδηγήσει στήν παρεξήγηση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἁπλῶς μία ἀπό τίς
λεγόμενες «χριστιανικές ὁμολογίες» γ) εἰσάγει τό ὀρθόδοξο μάθημα σέ μία εὐρύτερη ὁμάδα ρωμαιοκαθο-
λικῶν καί προτεσταντικῶν μαθημάτων μέ τά ὁποῖα οὔτε ὡς πρός τίς μεθόδους οὔτε ὡς πρός τό περιεχόμενο
ταυτίζεται, δ) εἶναι δυνατόν νά δημιουργήσει τήν παρεξήγηση, ὅτι διά τοῦ μαθήματος ἐπιβάλλεται ἤ ὑπο-
κλέπτεται ὀρθόδοξη χριστιανική ὁμολογία πίστεως τῶν μαθητῶν καί τῶν γονέων, ἐνῷ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ
ὁμολογία πίστεως προηγεῖται χρονολογικῶς τοῦ μαθήματος διά τοῦ βαπτίσματος τῶν μαθητῶν καί συμβα-
δίζει χρονολογικῶς μέ τό μάθημα διά τῆς συμμετοχῆς τῶν μαθητῶν καί τῶν οἰκογενειῶν τους στήν θεία
εὐχαριστία καί στά λοιπά μυστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Δέν ἀπορρίπτουμε τούς ὅρους «ὁμολογεῖν» καί ὁμολογία πίστεως, οἱ ὁποῖοι εἶναι βασικοί ὅροι πίστεως καί
ζωῆς τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί πρέπει νά παραμείνουν ἀδιάβλητοι, ἀλλά μόνο τόν ὅρο «ὁμολογιακό μά-
θημα», ὁ ὁποῖος ὅρος εἶναι δυνατόν ἀκόμη καί νά γίνει αἰτία διαβολῆς εἰς βάρος τῶν ὡς ἄνω δύο ὅρων.
Τό ἰσχύον ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα χαρακτηρίσθηκε «γνωσιολογικό» σέ ἀντιδιαστολή πρός τό
«ὁμολογιακό-κατηχητικό» μάθημα . Πρέπει νά τονίσουμε ὅτι αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ θεωρίες δέν ἀντιστοιχοῦν
πρός τήν ταυτότητα τοῦ ἰσχύοντος ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν. Διότι τό μάθημα,
ὅπως ἔχει τώρα δέν ἀντιτίθεται πρός τήν κατήχηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐάν τό μάθημα καταντήσει
νά ἀντιτίθεται πρός τήν κατήχηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τότε αὐτομάτως παύει νά εἶναι ὀρθόδοξο χρι-
στιανικό. Ἐάν παύσει νά εἶναι ὀρθόδοξο χριστιανικό, τότε ἀποκτοῦν δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό αὐτό ὅλοι οἱ
ὀρθόδοξοι χριστιανοί μαθητές.
Δ΄) Ἀνεδαφικές προτάσεις ἀλλαγῆς τοῦ περιεχομένου τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος τῶν θρη-
σκευτικῶν

Ὅλες οἱ προτάσεις ἀλλαγῆς τοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στά ἑλληνικά σχολεῖα τίς
ὁποῖες ἀκολούθως ἀναφέρουμε ἔχουν τό κοινό χαρακτηριστικό ὅτι συνεπάγονται τόσο τήν παραβίαση τοῦ
ἑλληνικοῦ συντάγματος ὅσο καί τῶν δύο διεθνῶν συμβάσεων τίς ὁποῖες ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει. Ἀπό μερικές
ἐλλείπουν μάλιστα οἱ ὁποιεσδήποτε ἀναφορές στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό καί στό μυστικό σῶμα αὐτοῦ
τήν Ἐκκλησία. Ἡ ἐπιβολή ἀπό τό κράτος ὁποιουδήποτε μαθήματος δέν θά χαρακτηρίζεται ὀρθόδοξο χρι-
στιανικό, θά συνεπάγεται καί ἄμεσο δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό αὐτό ὅλων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν.
Τό λεγόμενο θρησκειολογικό μάθημα παραθέτει μέ ἀπόλυτα οὐδέτερο τρόπο ἱστορικά στοιχεῖα γιά ὅλες
τίς θρησκεῖες. Τό μάθημα αὐτό δέν ἀναπτύσσει κατά κανένα τρόπο τήν ἤδη ὑπάρχουσα θρησκευτική συ-
νείδηση τοῦ παιδιοῦ, ἀντίθετα ἐνέχει τόν κίνδυνο διασαλεύσεώς της μέσῳ παραθέσεως πληθώρας στατι-
στικῶν στοιχείων ξένων πρός τή ζωή καί τή συνείδησή του καί γι΄ αὐτό οἱ πρῶτοι οἱ ὁποῖοι θά ἔχουν δικαίωμα
ἀπαλλαγῆς ἀπό αὐτό θά εἶναι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί μαθητές.
Ἡ πείρα ἔχει ἐξ ἄλλου ἀποδείξει, ὅτι οἱ μαθητές ἐλάχιστα ἐνδιαφέρονται γιά ἕνα τέτοιου εἴδους μάθημα.
Τό πρόγραμμα τῶν μαθημάτων τῆς Β΄ λυκείου περιλαμβάνει καί θρησκειολογικά μαθήματα, τά ὁποῖα, ἐφ΄
ὅσον διδαχθοῦν ὅλα, καλύπτουν σχεδόν μισή σχολική χρονιά. Κι ὅμως προξενοῦν στούς μαθητές κόπωση καί
δυσανασχέτηση, διότι περιέχουν στοιχεῖα τελείως ξένα πρός τή ζωή καί τήν ἐμπειρία τους. Μετά ἀπό τρεῖς
διδακτικές ὧρες ἐρωτοῦν ἐπιμόνως: «κύριε, πότε θά ἐπιστρέψουμε στά δικά μας;»
Ἕνα τέτοιο μάθημα, ἐπειδή δέν θά καλλιεργοῦσε τήν ἤδη ὑπάρχουσα θρησκευτική ἐμπειρία τῶν μα-
θητῶν καί θά φόρτωνε τό μυαλό τους μέ στοιχεῖα ξένα πρός τή ζωή τους, θά καταντοῦσε καθαρά ἐγκεφα-
λικό καί θά ἔπαυε νά εἶναι βιωματικό. Κατά συνέπεια θά ἔπαυε καί ἡ μοναδικότητα τῆς σχέσεως τοῦ
θεολόγου καθηγητῆ μέ τούς μαθητές του. Πολύ συχνά ὁ θεολόγος καθηγητής γίνεται ὁ ἄτυπος, πλήν ὅμως
οὐσιαστικός σύμβουλος καθηγητής τῶν μαθητῶν, γιά διάφορα προβλήματα τά ὁποῖα ἔχουν καί τούς βαρύ-
νουν. Τόν ἐμπιστεύονται καί τόν προσεγγίζουν, διότι ἡ ψυχή τους ἀποζητεῖ κάποιο στήριγμα . Τό ὀρθόδοξο
χριστιανικό μάθημα καλλιεργεῖ τή σχέση αὐτή. Ἄν τό μάθημα καταστραφεῖ, θά παύσει καί αὐτή ἡ σχέση
ἐμπιστοσύνης νά ὑπάρχει .
Τά αὐτά ἀποτελέσματα θά ἔχουν καί τό προτεινόμενο μεικτό ὀρθόδοξο καί θρησκειολογικό μάθημα,
ὅπως καί τό προτεινόμενο μάθημα σέ τρεῖς κύκλους: ὀρθόδοξο, ρωμαιοκαθολικό – προτεσταντικό, θρησκει-
ολογικό . Σέ αὐτούς τούς τύπους μαθημάτων, μέ τήν ἀπατηλή προσδοκία νά καταστεῖ τό μάθημα ὑποχρεω-
τικό γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς μαθητές, θά μειωθεῖ δραστικά ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία, καί παρ΄
ὅλα αὐτά τό μάθημα δέν θά παραμείνει ὑποχρεωτικό γιά ὅλους, ὁ καθένας θά ἀπαλλάσσεται γιά δικούς
του λόγους, ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός ἐπειδή τό μάθημα δέν θά εἶναι πιά ὀρθόδοξο χριστιανικό, ὁ ρωμαιοκα-
θολικός ἐπειδή παρ΄ ὅλα αὐτά τό μάθημα δέν θά ἔχει γίνει ρωμαιοκαθολικό, ὁ μουσουλμάνος ἐπειδή τό μά-
θημα δέν θά εἶναι μουσουλμανικό κ.ο.κ.
Ἡ ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή ἀποτελεῖ δισχιλιετῆ ἱστορία τῶν Ἑλλήνων καί τῆς Ἑλλάδος. Αὐτός εἶναι ἕνας
λόγος, ὥστε νά διδάσκεται ὡς πολιτιστική ἱστορία ἀκόμη καί ἄν παύσει νά ἀποτελεῖ ζῶσα πίστη τῶν Ἑλλή-
νων. Δέν εἶναι ὅμως δυνατόν νά ἀποτελέσει δικαιολογία, ὥστε νά συμβεῖ αὐτό σήμερα, διότι ὁ ἑλληνικός λαός
δέν ἔχει παύσει νά πιστεύει στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Τό προτεινόμενο «πολιτιστικό» μάθημα θά πα-
ρουσιάζει τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησία ὄχι ὡς ζῶσα πίστη, ὡς ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς ζωῆς τῆς πλειοψηφίας τοῦ
ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀλλά σάν κάτι τό ὁποῖο ἀναφέρεται στό παρελθόν καί στό περιβάλλον, σχετίζεται δηλαδή
μέ τήν ἱστορία καί μέ τά μνημεῖα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, γραπτά καί καλλιτεχνικά. Τέτοιο μάθημα δέν θά συμ-
βάλλει στήν «ἀνακαίνωσι» τοῦ «ἔσωθεν ἄνθρωπο», ὅπως ἔχει ὡς σκοπό της ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία
. Θά διδάσκει τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή σάν νεκρή θρησκεία, ὅπως περίπου διδάσκουμε σήμερα τήν
ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία τοῦ δωδεκαθέου.
Ὑποστηρίχθηκε ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν θά πρέπει νά «ἔχει ὡς κύριο περιεχόμενο τά χαρακτη-
ριστικά τῆς χριστιανικῆς πίστης ὄχι ὡς θρησκείας ἀλλ΄ ὡς συστατικοῦ τῆς ὀρθόδοξης κληρονομιᾶς καί πα-
ράδοσης.» Ἀπόπειρα ἐφαρμογῆς τῆς ὡς ἄνω προτάσεως θά κατέληγε σέ διχοτόμηση τῆς ὀρθόδοξης
ἐκκλησιαστικῆς πίστεως σέ «θρησκεία» καί «κληρονομιά». Ποιά στοιχεῖα θά θεωροῦνται «θρησκεία» καί
ποιά «κληρονομιά»; Ἐάν θεωρηθοῦν «θρησκεία» τά ἑπτά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, θά ἀπαγορευθεῖ νά τά
διδάσκουμε; Θά ἀπαγορευθεῖ νά διδάσκουμε ἀκόμη καί τήν κυριακή προσευχή, τό γνωστό σέ ὅλους μας ὡς
«πάτερ ἡμῶν», ἀφοῦ θά θεωρεῖται «θρησκεία»; Τέτοιου εἴδους διχοτόμηση, εἶναι φανερό, ὅτι δέν στέκει καί
θά ὁδηγήσει σέ κακοδοξία.
Διατυπώθηκε ὁ ἰσχυρισμός, ὅτι «κάθε παιδί πού τελειώνει τήν ἐγκύκλια ἐκπαίδευση σέ ἑλληνικό σχολεῖο
ὀφείλει νά γνωρίζει ποιά μεταφυσική γέννησε τόν Παρθενώνα, τό ἄγαλμα, τήν τραγωδία καί ποιά μεταφυ-
σική γέννησε τήν Ἁγιά-Σοφιά, τή βυζαντινή Εἰκόνα, τή βυζαντινή λειτουργία» . Ὀφείλουμε νά παρατηρή-
σουμε ὅτι διά τῶν ὡς ἄνω ἰσχυρισμῶν ἐπιχειρεῖται ἡ μετατροπή τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας σέ με-
ταφυσική, σέ ἕναν κλάδο φιλοσοφίας ὁ ὁποῖος δέν εἶναι κἄν ἀποδεκτός ἀπό ὅλους τούς φιλοσόφους. Ὅπως
εἶναι εὐρύτερα γνωστό, ὁ Ντέϊβιντ Χιούμ, ὁ Ἰμμάνουελ Κάντ, καθώς καί οἱ φιλόσοφοι του Κύκλου τῆς Βιέν-
νης (1922-1938) ἀρνήθηκαν κάθε ἐγκυρότητα τῆς λεγομένης μεταφυσικῆς.
Ἐπειδή εἴδαμε καί πρόταση σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ θεολόγος πρέπει νά διδάσκει τήν Ἁγία Γραφή «ὅπως
ἀκριβῶς διδάσκει καί ὁ καλός φιλόλογος τόν «Ἐπιτάφιο» τοῦ Περικλῆ, τήν Ἀντιγόνη ἤ τόν σολωμικό Πόρ-
φυρα» , ὀφείλουμε νά τονίσουμε ὅτι ἄλλη εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ πῶς πρέ-
πει νά προσεγγίζουμε τήν Ἁγία Γραφή. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «Μήν πλησιάσεις στά λόγια τῶν
μυστηρίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἄν πρῶτα δέν προσευχηθεῖς καί δέν ζητήσεις τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, λέγοντας:
«Κύριε, ἀξίωσέ με νά ἀντιληφθῶ τή δύναμη πού ἔχουν». Γιατί πρέπει νά ξέρεις, πώς ἡ προσευχή εἶναι τό
κλειδί τῶν ἀληθινῶν νοημάτων, πού εἶναι κρυμμένα μέσα στίς θεῖες Γραφές.» Αὐτό τόν τρόπο προσεγγίσεως
ἀναγνωρίζει ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλιῶς ἡ Ἁγία Γραφή θά προσεγγίζεται σάν ἕνα ἁπλό βιβλίο, τακτική
ἡ ὁποία θά ἀποβεῖ καί ἐπιζήμια γιά ὅλους μας.
Ὅλες ὡς ἄνω προτάσεις ναί μέν διατυπώθηκαν καλόπιστα, ἀλλά δέν θά ἔχουν καλά ἀποτελέσματα, ἐάν
ἐφαρμοσθοῦν. Θά καταστραφεῖ ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία ἡ ὁποία παρέχεται στά βεβαπτισμένα ἤ
μέλλοντα νά βαπτισθοῦν ὀρθόδοξα παιδιά, ἑλληνόπουλα ἤ μή, καί ταυτόχρονα δέν θά ὑπάρξει κανένα ἀπο-
λύτως κέρδος. Κανένα ἀπό τά «ἀντισταθμιστικά ὀφέλη» , τά ὁποῖα ἐπαγγέλλονται κάποιοι δέν θά ὑπάρξει.
Διότι τό μάθημα οὔτως ἤ ἄλλως δέν θά καταστεῖ ὑποχρεωτικό γιά ὅλους τούς μαθητές, οὔτε γιά τούς ἀλλο-
θρήσκους, πολύ δέ περισσότερο γιά τούς ὀρθοδόξους.

Ε΄) Οἱ ὅροι «κατηχεῖν» καί «κατήχησις»

Οἱ θεμελιώδεις θεολογικοί ὅροι «κατήχησις» καί «κατηχεῖν» πρέπει νά παραμείνουν ἀδιάβλητοι. Τό ρῆμα
«κατηχεῖν», ἀπό τό ὁποῖο παράγεται τό οὐσιαστικό «κατήχησις», προέρχεται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καί
τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ . Ὅπως δέ ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς, ἡ κατήχηση προηγήθηκε τῆς συγγραφῆς τοῦ Εὐαγγε-
λίου . Ὁ ὅρος δηλώνει τήν χριστιανική παιδεία ἐν γένει, ἡ ὁποία ἀπό τή φύση της δέν εἶναι κάτι τό περιορι-
σμένο καί στατικό, ἀλλά προσαρμόζει τόν τρόπο προσφορᾶς τοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ
στίς ἀνάγκες κάθε ἐποχῆς καί κάθε ἡλικίας ἀνθρώπων. Ἀπευθύνεται σέ ἀνηλίκους, ἀλλά καί σέ ἐνηλίκους,
ἀνάλογα μέ τήν ἀντιληπτικότητα τοῦ καθενός . Ἀπευθύνεται σέ προτιθέμενους νά βαπτισθοῦν, ἀλλά καί σέ
ἤδη βεβαπτισμένους ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τοῦ καθενός, προσφέρεται τόσο μέ πεζό καί ἔμμετρο λόγο, ὅσο
καί μέ εἰκόνα. Χαρακτηρίζεται ἀπό εὑρύτητα πνεύματος, γι΄ αὐτό καί ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν αὐτογνωσία.
Ἄς δοῦμε πῶς ξεκινᾶ ὁ Κύριλλος Ἱεροσολύμων τήν ΙΗ΄ ἀπό τίς τῶν Φωτιζομένων κατηχήσεις του : «Μετά δέ
τήν γνῶσιν τῆς σεμνῆς καί ἐνδόξου ταύτης καί παναγίας πίστεως, καί σεαυτόν γνῶθι λοιπόν ὅστις εἶ» . Ὁ ἅγιος
Κύριλλος Ἱεροσολύμων χρησιμοποιεῖ τό γνωστό ρητό «γνῶθι σαυτόν» τοῦ Χίλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου, ἀπο-
σκοπώντας διά τῆς διδασκαλίας νά ὁδηγήσει σέ αὐτογνωσία τόν ἄνθρωπο.
Ἐάν ἀποδεχθοῦμε διαβολές εἰς βάρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς κατηχήσεως, τότε διαβάλλεται ὁλόκληρη ἡ χρι-
στιανική παιδεία, σέ ὅλες τίς μορφές της: πατερικά συγγράμματα, σύγχρονη ἐνοριακή κατήχηση, κήρυγμα,
ἐξομολόγηση, ὑμνογραφία, μουσική, εἰκονογραφία.
Ἐπειδή δέ ὑποστηρίχθηκε ὅτι τό σχολεῖο «δέν μπορεῖ νά ἀσκεῖ κατήχηση μέσα στό μάθημα τῶν θρη-
σκευτικῶν. Τήν ἴδια ὅμως στιγμή ὀφείλει νά σέβεται τίς θρησκευτικές ἤ/ καί φιλοσοφικές πεποιθήσεις ὅλων
του τῶν μαθητῶν.» , ὀφείλουμε νά παρατηρήσουμε ὅτι τά δύο σκέλη τῆς δηλώσεως αὐτῆς ἀντιφάσκουν πρός
ἄλληλα. Διότι ἐάν τό σχολεῖο δέν θά μπορεῖ νά ἀσκεῖ κατήχηση, τότε πῶς θά εἶναι δυνατόν νά σέβεται ταυ-
τοχρόνως τήν πίστη τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν του, ἡ ὁποία ἐδῶ καί εἴκοσι αἰῶνες καλλιεργεῖται
καί ἀναπτύσσεται διά τῆς κατηχήσεως; Ἑπομένως ἐάν ἀπαγορευθεῖ ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική κατήχηση ἀπό
τά σχολεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας ἤ τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας θά ἔχουμε κατάλυση τῶν θεμελιωδῶν
ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν. Ὑποστηρίχθηκε ἐπίσης «ἕνα σχολεῖο τό
ὁποῖο θά κάνει πράξη τό πρότυπο τῆς πολυπολιτισμικότητας ὡς ἀγαθό» . Ἐρωτοῦμε: ἐάν ὁ μαθητής καί ἡ
οἰκογένειά του δέν ἔχουν ὡς πρότυπο καί ὡς ἀγαθό τήν πολυπολιτισμικότητα, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, θά τούς ἐπιβάλλει τό σχολεῖο νά ἀποβάλουν τό πρότυπο αὐτό καί θά τούς ἀναγκάσει
νά υἱοθετήσουν τήν πολυπολιτισμικότητα; Θά εἶναι ἤ δέν θά εἶναι αὐτό ἀπόπειρα βιασμοῦ τῆς συνειδή-
σεώς τους ἡ ὁποία ἀπόπειρα θά συνεπάγεται δικαστικές προσφυγές ἀπό μέρους τῶν παθόντων καί καταδί-
κες καί κυρώσεις εἰς βάρος τῶν δραστῶν;
Στ΄) Πρέπει κάτι νά ἀλλάξει στό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν;

Τά διδακτικά βιβλία τοῦ μαθήματος πρέπει ὁπωσδήποτε νά τύχουν μεγαλύτερης προσοχῆς καί ἐπιμέ-
λειας. Ἔτσι θά ἔχουμε στό ἐγγύς μέλλον βιβλία μέ πλούσια ὀρθόδοξη χριστιανική ὕλη. «Πλούσια» δέν ση-
μαίνει φλύαρη, ὀγκώδης καί κουραστική γιά τούς μαθητές. Σημαίνει ὅτι θά περιλαμβάνει περισσότερα καί
σημαντικότερα θέματα ἀπό τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη, παράδοση, ζωή προσφερόμενα μέ τόν κατάλ-
ληλο, λιτό, παιδαγωγικό τρόπο ὁ ὁποῖος καί τόν συναισθηματικό κόσμο τοῦ μαθητῆ θά κινεῖ, καί θά τούς
δίνει ἐναύσματα γιά τή ζωή τους, διότι γενικά ἡ διδασκόμενη ὕλη δέν θά ἔχει ἐγκεφαλικό, ἀλλά ἐφαρμόσιμο
χαρακτήρα. Δέν θά παραλείπονται σημαντικά γεγονότα καί πρόσωπα τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς ἐκκλη-
σιαστικῆς ἱστορίας. Διδάσκονται σήμερα τά παιδιά μας ἐπίσημα τίποτε γιά τόν ὅσιο Σάββα τόν ἡγιασμένο
ἤ γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν ἐλεήμονα; Πῶς θά ἦταν δυνατόν κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ἔχει ἤδη ἀφαιρεθεῖ ἀπό τά
σχολικά βιβλία ἡ ζωή καί τό ἔργο τῶν ἁγίων Γεωργίου τοῦ τροπαιοφόρου, Δημητρίου τοῦ μυροβλήτου, Γρη-
γορίου τοῦ θεολόγου, Ἰωάννου τοῦ χρυσοστόμου;

Ζ΄) Ὁ τρόπος διορισμοῦ τῶν θεολόγων καθηγητῶν, ἡ βαθμολογία τοῦ μαθήματος καί ἡ συμμετοχή σέ αὐτό

Ὁ τρόπος διορισμοῦ τῶν θεολόγων καθηγητῶν δέν ὑπάρχει λόγος νά ἀλλάξει. Ἐπί ἐκατόν ὀγδόντα ἔτη διο-
ρίζονταν οἱ θεολόγοι καθηγητές ἀπό τό κράτος βάσει τοῦ πτυχίου τους καί δέν προέκυψε πρόβλημα εἰς βάρος
τοῦ κράτους ἤ εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ θεολόγος καθηγητής φέρει τό ὀρθόδοξο βάπτισμα καί δέν χρειά-
ζεται ἄλλη πιστοποίηση ὅτι ἀνήκει στήν Ἐκκλησία, ἄλλως αὐτό τό ἴδιο τό βάπτισμα θά ἀμφισβητεῖται. Ὡς
ἐπιστημονική δέ πιστοποίηση ἀρκοῦν τό πτυχίο του καί οἱ ἐξετάσεις τοῦ Α.Σ.Ε.Π. Σύσταση πρός διορισμό ἤ
διορισμός τῶν θεολόγων ἀπό μητροπολίτη ἤ ἀπό συνοδική ἐπιτροπή παραπέμπει σέ μή ὀρθόδοξα συγκε-
ντρωτικά ἐκκλησιαστικά πρότυπα.
Γνωμοδότηση συνοδικῶν ἐπιτροπῶν ἐπί τῆς καταλληλότητος τῶν σχολικῶν ἐγχειριδίων ἤ ἐπί τοῦ ἀριθ-
μοῦ τῶν διοριστέων ὀρθοδόξων θεολόγων δέν συνεπάγεται συγκεντρωτισμό, ἀλλά συνιστᾶ πολύτιμη βοήθεια
πρός τίς ὑπηρεσίες τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ὥστε νά διαπιστωθοῦν τυχόν σφάλματα στά ἐγχειρίδια καί
τυχόν κενά στούς διορισμούς.
Τό μάθημα, ὅπως καί ἄλλα μαθήματα τά ὁποῖα δέν ἐμπίπτουν σέ ἐμπορικούς ἀνταγωνισμούς, καλό εἶναι
νά συνεχίσει νά βαθμολογεῖται, διότι ἡ βαθμολόγηση δέν γίνεται ἄγχος γιά τόν μαθητή, ὅπως γίνεται σέ
ἄλλα μαθήματα, τόν βοηθεῖ νά συμπληρώσει τήν γενική βαθμολογία του καί τοῦ γίνεται κίνητρο γιά νά
μάθει, διότι, ἄς μή ξεχνοῦμε ὅτι δέν ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε ἐνηλίκους ἀλλά παιδιά καί ἐφήβους οἱ
ὁποῖοι χρειάζονται καί κάποια ἐξωτερικά κίνητρα γιά μάθηση.
Ἀπό μάθημα τό ὁποῖο θά ὀνομάζεται καί θά εἶναι «ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία» δέν θά εἶναι ποτέ δυ-
νατό νά ἐξαιροῦνται ὀρθόδοξοι χριστιανοί μαθητές, διότι τό μάθημα αὐτό ταυτίζεται μέ τήν πίστη στήν
ὁποία τούς ἔχει εἰσαγάγει ἡ οἰκογένειά τους. Ἄλλος σημαντικότατος λόγος μή ἐξαιρέσεως ὀρθοδόξων χρι-
στιανῶν μαθητῶν εἶναι ὅτι τέτοιες ἀπόπειρες ἐξαιρέσεως ἔφεραν τά παιδιά σέ κατάσταση ἐσωτερικῆς συ-
γκρούσεως, ἡ ὁποία εἶναι δυνατό νά ὁδηγήσει σέ σύγχυση καί σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα, τά παιδιά
δέν εἶναι πειραματόζωα.

Η΄) Ποιόν βλάπτει τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματός μας;

Σκεφθήκαμε πολλές φορές, ἀλήθεια ποιόν βλάπτει τό «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» , ποιόν βλάπτει τό «ἀγαπᾶτε
τούς ἐχθρούς ὑμῶν» , ποιόν βλάπτει τό «οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους … ὑμᾶς δέ εἴρηκα φίλους» , ποιόν βλά-
πτει τό «σύ δέ αὐτόν … προσλαβοῦ … οὐκέτι ὡς δοῦλον, ἀλλ΄ ὑπέρ δοῦλον, ἀδελφόν ἀγαπητόν» , ποιόν βλά-
πτει τό «ἔκβαλε πρῶτον τήν δοκόν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καί τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τό κάρφος ἐκ τοῦ
ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου» , ποιόν βλάπτει τό «εἰ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καί πάντων
διάκονος» , ποιόν ἐνοχλεῖ τό «μηδένα συκοφαντήσητε μηδέ διασείσητε, καί ἀρκεῖσθε τοῖς ὀψωνίοις ὑμῶν» ;
Στ΄ ἀλήθεια, ὅσοι μάχονται τό μάθημα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας, μάχονται αὐτές τίς ἀρχές.
Ἀπορρίπτουν αὐτούς τούς κανόνες ζωῆς, τούς ὁποίους δίδαξε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, οἱ ἀπόστολοι
καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Προφανῶς ἐπιδιώκουν ὁτιδήποτε ἀντίθετο πρός τίς ἀρχές αὐτές, πλήν ὅμως
δέν θά κατορθώσουν, καί νά τό ἐπιβάλουν στόν ἑλληνικό λαό.
Κάποιοι παλαιότερα ἐπιχειρώντας νά χτυπήσουν τό κύρος τοῦ μαθήματος διατύπωσαν καί τό ἑξῆς σόφι-
σμα, καί μάλιστα μέ ἐπιστημονικοφάνεια: «τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι δογματικό καί δέν μποροῦν
οἱ μαθητές νά ἐλέγξουν τήν ἀλήθεια τῶν διδασκαλιῶν τῆς πίστεως, ἄρα πρέπει νά ἀπαγορευθεῖ».
Τό σόφισμα ὅμως ἀποδεικνύεται τελείως σαθρό, διότι ὁ μαθητής εἶναι σέ θέση νά διαπιστώσει μέσα στόν
ἴδιο του τόν ἑαυτό, στήν βελτίωση τῆς ψυχῆς του καί ὁλόκληρης τῆς ζωῆς του τά ἀποτελέσματα τῆς εἰς Χρι-
στόν πίστεως, τήν ὁποία καλλιεργεῖ τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Ὅσα ἑπομένως δι-
δάσκει τό μάθημα, ὁ μαθητής τά βιώνει καί ὠφελεῖται, αὐτός εἶναι καί ὁ ἔλεγχος καί ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀλήθειας
τῶν διδασκαλιῶν τῆς πίστεως. Δογματικός καταντᾶ ἐν τέλει ὅποιος κλείνει μάτια καί αὐτιά ὅταν ἀντιμετω-
πίζει τήν ἀλήθεια αὐτή. Εἶναι ἐν τέλει σαφές ὅτι οὔτε οἱ ψευδοεπιστημονικοί, οὔτε οἱ νομικιστικοί ἰσχυρι-
σμοί εἶναι ἰκανοί νά βλάψουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία.

Θ΄) Ἀντιχριστιανικό σχολεῖο στήν Ἑλλάδα ἴσον σχολεῖο ἀντιλαϊκό

Ἴσως ὀνειρεύονται κάποιοι νά μετατρέψουν τό ἑλληνικό σχολεῖο σέ «λαϊκό» σχολεῖο (Ecole laïque) στό
ὁποῖο θά ἀπαγορεύεται ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία, θά ἀπαγορεύεται ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική προ-
σευχή, θά ἀπαγορεύεται ὁ ἁγιασμός τῆς ἐνάρξεως τῶν μαθημάτων, θά ἀπαγορεύεται ἡ ἐξομολόγηση, θά
ἀπαγορεύονται οἱ χριστιανικές διακοπές τῶν χριστουγέννων, θά ἀπαγορεύονται οἱ χριστιανικές διακοπές
τοῦ Πάσχα, θά ἀπαγορεύονται γενικά οἱ χριστιανικές ἀργίες (πχ. καθαρῆς Δευτέρας, πολιούχου ἁγίου), οἱ
ὁποῖες ἔχουν θεσμοθετηθεῖ γιά χριστιανικά σχολεῖα καί δέν θά ἔχουν καμμία θέση στά ἀντιχριστιανικά. Τέ-
τοιο σχολεῖο ὅμως δέν θά εἶναι λαϊκό, ἀλλά ἀντιλαϊκό, στήν ἐπιβολή τέτοιου εἴδους σχολείου θά ἀντιδρά-
σει ὁ ἑλληνικός λαός. Θά ἀντιδράσει καί θά ἀντισταθεῖ, διότι τέτοιο σχολεῖο θά τοῦ διαστρεβλώνει τήν
ταυτότητα τῶν παιδιῶν του.

Ἐπίλογος

Ὁποιοδήποτε μάθημα θρησκευτικῶν δέν θά ὁρίζεται ὡς χριστιανικό ὀρθόδοξο καί θά εἶναι ὑποχρεωτικό
γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς μαθητές, θά εἶναι δυνατόν νά διεκδικηθεῖ δικαστικῶς ἀπό τόν ὁποιονδήποτε καί
νά κερδιθεῖ ἀπό τόν ὁποιονδήποτε, ἀκόμη καί ἀπό ἱεροδιδασκάλους ἄλλων θρησκειῶν, καί νά διδάσκεται
κατά τόν ὁποιονδήποτε τρόπο. Θά καταστεῖ ὅμως σύν τῷ χρόνῳ ἐπίσης ἀδύνατο νά παραμείνει καί ὑποχρε-
ωτικό γιά ὅλους τούς μαθητές, διότι ὁ καθένας γονέας, ἐπίσης καί ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος, θά προσφεύγει
στά δικαστήρια, ὥστε νά ἀπαλλαγεῖ τό παιδί του ἀπό τό μάθημα αὐτό, αἰτιολογώντας τήν προσφυγή διά τοῦ
ὅτι ἡ θρησκεία του δέν διδάσκεται στό παιδί του κατά τόν τρόπο τόν ὁποῖο ἡ ἴδια ἔχει ἐπιλέξει καί μέ τήν
ἔκταση τήν ὁποία ὁ ἴδιος θά ἤθελε.
Ἑπομένως μόνη νόμιμη καί ταυτοχρόνως βιώσιμη λύση τῶν τεχνητῶν κρίσεων εἶναι νά διατηρηθεῖ τό
μάθημα ὀρθόδοξο χριστιανικό, νά ὀνομάζεται ἐπίσημα «ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία», νά ἀπευθύνεται,
χωρίς νά ἐκδιώκονται οἱ ἀλλόθρησκοι, σέ ὀρθοδόξους χριστιανούς, βεβαπτισμένους ἤ μέλλοντες νά βαπτι-
σθοῦν, νά ἐξακολουθοῦν νά τό διδάσκουν ὀρθόδοξοι χριστιανοί θεολόγοι πτυχιοῦχοι ὀρθοδόξων χριστια-
νικῶν θεολογικῶν σχολῶν, καί νά ἐμπλουτισθοῦν κάποια φτωχά σχολικά βιβλία μέ τούς θησαυρούς τῆς
ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, τούς ὁποίους δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφαιροῦμε μέ αὐθαίρετες, ἀντιορ-
θόδοξες καί ἀντιλαϊκές ἐνέργειες. Ἔτσι δέν θά καταντήσει ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία φοῦρνος τοῦ
Νασρεντίν Χότζα τῶν ἀνατολίτικων θρύλων, καί δέν θά τήν μεταβάλλει κατά τό δοκοῦν ὁ ὁποιοσδήποτε,
«σχετικός» ἤ ἄσχετος.
Εἴμαστε ἐν τέλει βέβαιοι ὅτι δέν θά ὑπάρξει θεολόγος καιροσκόπος, ὁ ὁποῖος θά ἐπιχειρεῖ νά ἐπωφελη-
θεῖ ἀπό τίς τεχνητές εἰς βάρος τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας κρίσεις. Γνωρίζουν ὅλοι οἱ θεολόγοι, ὅτι
κάποιοι εἶχαν καταφέρει στή ληστρική σύνοδο τῆς Ἐφέσου (449) καί στήν εἰκονομαχική τῆς Ἱερείας (754) νά
ἐπικρατήσουν μέ τεχνητές πλειοψηφίες καί μέ πολιτικά μέσα καί νά ἐπισημοποιήσουν τίς κακοδοξίες τους.
Ὅμως ἐπικράτησαν μόνο προσωρινά. Ἐν τέλει ἀποκόμισαν τό αἰώνιο ἀνάθεμα τῆς ἱστορίας καί τῆς Ἐκκλη-
σίας. Ὅμοιο ἀνάθεμα θά ἀποκομίσουν τυχόν σύγχρονοι μιμητές τους, ἄν ποτέ ἐμφανισθοῦν .

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Ἀξίζει νά ἀπολαύσουμε μερικά ἀκόμη ἀποσπάσματα ἀπό τό ἀριστούργημα αὐτό, τό ὁποῖο ὅταν τό ἀντι-
κρύζουν ὅσοι πολεμοῦν τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή, νέοι Γραικύλοι νάνοι, σιωποῦν ντροπιασμένοι. Ἔλε-
γαν κατά Παπαδιαμάντη οἱ τότε Γραικύλοι: ««Μή θρησκευτικά πρός Θεοῦ!» Τό Ἑλληνικόν Ἔθνος δέν εἶναι
Βυζαντινοί, ἐννοήσατε; Οἱ σημερινοί Ἕλληνες δέν εἶναι κατευθείαν διάδοχοι τῶν ἀρχαίων. Ἔπειτα ἐπολι-
τίσθησαν, προόδευσαν καί αὐτοί. Συμβαδίζουν μέ τά ἄλλα ἔθνη. Ποίαν ποίησιν ἔχει τό νά γράψῃς, ὅτι ὁ
Χριστός «δέχεται τήν λατρείαν τοῦ πτωχοῦ λαοῦ;»» Τέτοια καί ἄλλα παρόμοια ξεστόμιζαν οἱ τότε Γραικύ-
λοι νάνοι, ἀλλ΄ ὁ Παπαδιαμάντης, ὁ ἅγιος τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων, ἐπέμενε: «Τό ἐπ΄ ἐμοί ἐν ὅσῳ ζῶ καί
ἀναπνέω καί σωφρονῶ, δέν θά παύσω πάντοτε, ἰδίως δέ κατά τάς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νά ὑμνῶ
μετά λατρείας τόν Χριστόν μου, νά περιγράφω μετ΄ ἔρωτος τήν φύσιν, καί νά ζωγραφῶ μετά στοργῆς τά γνή-
σια Ἑλληνικά ἔθη. «Ἐάν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλώσσα μου
τῷ λάρυγγί μου, ἐάν μή σου μνησθῶ.»»
2. Ἔχει πρό πολλοῦ διαπιστωθεῖ προσφυῶς, ὅτι ἐάν ἡ ἐπιδίωξη αὐτή πραγματοποιηθεῖ, θά ἀποτελέσει
«καίριο πλῆγμα κατά τοῦ Ἑλληνισμοῦ» (Κωνσταντίνος Δωρ. Μουρατίδης, Χωρισμός ἤ συμπόρευση Ἐκκλη-
σίας καί πολιτείας; Κοινωνία ἔτος Μ΄, Ἰαν.-Ἰούν. 1988, τεῦχ. 1-2, σ. 7.)
3. Κείμενα πίστεως καί Ἐλευθερίας, (αὐθεντικαί μαρτυρίαι ἐπωνύμων καί ἀνωνύμων Ἑλλήνων περί τῆς
Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821), Ἐπιμέλεια Ἠλ. Β. Οἰκονόμου, ἔκδ. Περιοδικοῦ «Ἐκκλησία», Ἀθῆναι 1985, σ. 97.
4. πρβλ Ἀναστάσιος Ν. Μαρίνος, Ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν κατά τό Σύνταγμα,
Θρησκευτική παιδεία καί σύγχρονη κοινωνία, ἐκδ. ἐν πλῷ, Ἀθήνα 2006, σ. 112-114, πρβλ τοῦ αὐτοῦ, Σύντο-
μες ἀναδρομές στήν ἐπικαιρότητα, τόμ. Α΄, Ἀθῆναι 2009, σ. 200, 201.
5. πρβλ Γεώργιος Κρίππας, Γνωμοδότηση περί δυνατότητος ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευ-
τικῶν, πηγή: www.im-glyfadas.gr , Βλ. τοῦ αὐτοῦ, Ἡ συνταγματική κατοχύρωση τοῦ μαθήματος τῶν θρη-
σκευτικῶν, Ἀθήνα 2001.
6. Ἤ στά ἰδιωτικά σχολεῖα τά λειτουργοῦντα μέ ἰσοδύναμο μέ τά κρατικά σχολεῖα πρόγραμμα καί χο-
ρηγοῦντα ἰσότιμα μέ ἐκεῖνα ἀπολυτήρια.
7. Τήν ἀλήθεια γιά τόν ὅρο «ὁμολογιακό» μάθημα ἔχουμε ἐπαρκῶς ἀποσαφηνίσει. Στούς ὅρους «κατηχεῖν»
καί «κατήχησις» θά ἀναφερθοῦμε παρακάτω.
8. Γι΄ αὐτό θά πρέπει οἱ θεολόγοι νά ἔχουν προτεραιότητα στήν ὁποιαδήποτε ἐκπαίδευση ὁδηγεῖ στήν
εἰδίκευση τοῦ συμβουλευτικοῦ παιδαγωγοῦ.
9. Ἐάν κάποιος ἔχει λάβει πτυχίο ὀρθόδοξης χριστιανικῆς θεολογίας καί παρ΄ ὅλα αὐτά ἀρέσκεται νά
αὐτοαποκαλεῖται «θρησκειολόγος» ἤ «θρησκειοπαιδαγωγός», πρέπει νά συνειδητοποιήσει, ὅτι ὀφείλει νά
πραγματοποιήσει ὁπωσδήποτε τέσσερα ἐπιπλέον ἑξάμηνα σπουδῶν, ὥστε νά λάβει καί αὐτή τήν εἰδικότητα.
Ἔτσι λοιπόν, ἐάν μετατραπεῖ τό μάθημα σέ θρησκειολογικό, ἡ ἀμεσότατη συνέπεια θά εἶναι ὅτι σχεδόν ὅλοι
οἱ πτυχιοῦχοι ὀρθόδοξης θεολογίας θά κριθοῦν ἀνεπαρκεῖς γιά τήν διδασκαλία τοῦ μαθήματος αὐτοῦ καί
θά κληθοῦν νά συνεχίσουν τίς σπουδές τους, ὥστε νά κατοχυρώσουν τά ἐργασιακά τους δικαιώματα.
10. Θά εἴχαμε καί ἐδῶ πολλά στοιχεῖα τά ὁποῖα θά ὁδηγοῦσαν σέ μάθημα καθαρά ἐγκεφαλικό, ἀποκομ-
μένο ἀπό τήν ἐμπειρία.
11. Πρβλ Β΄ Κορ. 4,16, Ἐφεσ. 3,14-17.
12. Σέ ὑπόμνημα μέ τίτλο «Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν (τό πρόβλημα καί ἡ λύση του)» ὑπογεγραμμένο
ἀπό τούς κ.κ. Νικήτα Ἀλιπράντη, Τερέζα Βαλαλᾶ-Πεντζοπούλου, Μαριάνο Καράση, Ἰωάννη-Σεραφείμ Μαρ-
καντώνη, Ἰωάννη Πανούση, Ἐμμανουήλ Σαρρῆ, Μερόπη Σπυροπούλου. Τό ἐν λόγῳ ὑπόμνημα διαβιβάσθηκε
πρός ΥΠ.Ε.Π.Θ. στίς 3-6-2009.
13. Χ. Γιανναρᾶς, Καθημερινή 7-9-2008.
14. Σταῦρος Ζουμπουλάκης, Τά θρησκευτικά ὡς βιβλικό μάθημα, Θρησκευτική Παιδεία καί σύγχρονη
κοινωνία, Θέσεις καί Ἀντιθέσεις, ἐκδ. ἐν πλῷ, Ἀθήνα 2006, σ. 240.
15. Μικρός Εὐεργετινός, ἔκδοση 2η, Ἱερά Μονή Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς, 1999, σ. 496.
16. Ἄν εἶναι δυνατόν ποτέ νά ὁμιλοῦμε γιά … «ἀντισταθμιστικά ὀφέλη» ὡς ἀποτέλεσμα τῆς καταστροφῆς
τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας στά ἑλληνικά σχολεῖα! Θά μοιάσουμε μέ ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος φαντάζε-
ται πώς θά ἔχει «ἀντισταθμιστικά ὀφέλη» ἄν κόψει τά δυό του χέρια ἤ ἄν βγάλει τά δυό του μάτια!
17. Ρω. 2,18, Α΄ Κορ. 14,19, Γαλ. 6,6. Στήν πρώτη ἀπό τίς τρεῖς περιπτώσεις δηλώνεται ἡ ἰουδαϊκή καί ὄχι
ἡ χριστιανική κατήχηση.
18. Λκ 1,4, Πρ. 18,25, 21,21, 21,24. Στίς δύο τελευταῖες περιπτώσεις δέν δηλώνεται ἡ διδασκαλία τῆς χρι-
στιανικῆς πίστεως, ἀλλά ἰουδαϊκές διαβολές εἰς βάρος τοῦ ἀποστόλου Παύλου.
19. Λκ 1, 3-4: «ἔδοξε κἀμοί, παρηκολουθηκότι ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς, καθεξῆς σοι γράψαι, κράτιστε Θε-
όφιλε, ἵνα ἐπιγνῷς περί ὧν κατηχήθης λόγων τήν ἀσφάλειαν.»
20. Α΄ Κορ. 3,1-2: «Καί ἐγώ, ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην λαλῆσαι ὑμῖν ὡς πνευματικοῖς, ἀλλ΄ ὡς σαρκικοῖς,
ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καί οὐ βρῶμα· οὔπω γάρ ἠδύνασθε, ἀλλ΄ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε·»
21. Βλ. π.χ. τούς τριαντατέσσερεις κατηχητικούς λόγους τοῦ Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, τούς ὁποίους
ἀπηύθυνε ὡς ἡγούμενος στούς μοναχούς του.
22. «Κατά γάρ τό εἶδος τῆς νόσου καί τόν τρόπον τῆς θεραπείας προσαρμοστέον.» Γρηγορίου Νύσσης,
Λόγος Κατηχητικός ὁ Μέγας, Πρόλ. 1, ἅπαντα τά ἔργα, τόμ. 1ος, Πατερικαί ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»,
Θεσσαλονίκη 1979, σ. 386.
23. Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμ. 39ος, σ. 72.
24. Ἄποψη κας Λήδας Κουρσουμπᾶ, πηγή: http//aktines.blogspot.com/2010/blog-post_5205.html
25. Ἐρωτοῦμε: δέν θά μπορεῖ ἐπειδή δέν θά εἶναι ἰκανό, ἤ ἐπειδή θά ἀπαγορεύεται νά παράσχει τήν πα-
τροπαράδοτη χριστιανική κατήχηση;
26. Ἄποψη κας Λήδας Κουρσουμπᾶ, ἔνθ΄ ἀνωτέρω.
27. Βλ. καί ἔγγραφο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 27ης-11-2006, ἀρ. πρωτ. 5080,
διεκπ. 2782, πρός ΥΠ.Ε.Π.Θ., ὅπου ἐπισημαίνονται σοβαρά λάθη τῶν σχολικῶν ἐγχειριδίων τοῦ γυμνασίου
τά ὁποῖα τέθηκαν σέ ἰσχύ τό 2006 καί τονίζεται τό σύμφωνο μέ τόν καταστατικό χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος (ν. 590/1977), δικαίωμα τῆς ποιμαινούσης Ἐκκλησίας νά παρακολουθεῖ τό δογματικό περιεχόμενο
τῶν διδακτικῶν βιβλίων τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν.
28. Ἰω. 15,17.
29. Μτ 5,44.
30. Ἰω. 15,15.
31. Φιλήμ. στίχοι 12, 16.
32. Μτ 7,5.
33. Μρ 9,35.
34. Λκ 3,14.
35. Σύσταση: Πλήρη ἀνάπτυξη τοῦ θέματος ἔχουν οἱ ἀναγνῶστες μας τή δυνατότητα νά μελετήσουν στήν
ἰστοσελίδα τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων (Π.Ε.Θ.), www.petheol.gr , στήλη: «ἀνακοινώσεις», θέμα:
«7-5-2010 χριστιανική παιδεία». Ὅμως, τό παρόν κείμενο, δέν εἶναι ἁπλῆ περίληψη ἐκείνου, ἀλλά περιέχει
καί περαιτέρω ἐπιχειρήματα. Ἡ σύντμηση τήν ὁποία ἐπιφέραμε σέ ὅσα ἐκεῖ ἀναφέρουμε, δέν ὑποδηλώνει
κατά κανένα τρόπο τήν ὁποιαδήποτε ὑπαναχώρηση ἀπό τίς θέσεις μας, ἀλλά συνέβη ὥστε νά εἶναι τό παρόν
δημοσίευμα, ὅσο τό δυνατό, πιό εὐσύνοπτο καί πιό εὔχρηστο ἀκόμη καί ἀπό μή εἰδικούς.

You might also like