You are on page 1of 10

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

1η Αφηγήτρια /της
Τα βαριά σύννεφα του πολέμου έχουν από καρό τυλίξει την Ευρώπη. Πολλοί
ευρωπαϊκοί λαοί, με πλούσια ιστορία και πολιτισμό, στενάζουν κάτω από τη βάρβαρη μπότα
του φασιστικού άξονα.
Η μικρή Ελλάδα στέκεται με δέος μπροστά σ’ αυτή την κοσμοχαλασιά. Προτιμά να
αποφύγει τη θεομηνία του πολέμου, αν και ο θρασύδειλος τορπιλισμός της Έλλης
από τους Ιταλούς δεν της αφήνει και πολλά περιθώρια.
Κι έτσι, στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο πρώτος από τους δυο συνεταίρους, ο Ιταλός Μουσολίνι,
δοκίμασε να βάλει το πόδι του στα ιερά ελληνικά χώματα.

Ακούστε το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν:


(1ο ΗΧΗΤΙΚΟ 1ο πολεμικό ανακοινωθέν Ρ.Σ.Αθηνών)
«Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από τις 5.30΄ π.μ. σήμερον τα ημέτερα
στρατεύματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται
του πάτριου εδάφους.»

2ος Αφηγήτρια /της


Μερικές ώρες νωρίτερα ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα ζήτησε από τον τότε
πρωθυπουργό της χώρας Ιωάννη Μεταξά την παράδοση της Ελλάδας. Η απάντηση όλων των
Ελλήνων ήταν ΟΧΙ!
Ωστόσο το ελληνικό επιτελείο στρατού και ο πρωθυπουργός δεν ήταν καθόλου
σίγουροι για την έκβαση του πολέμου.

1η Αφηγήτρια /της
Πάντως η παρέλαση που σχεδίαζε να κάνει ο Μουσολίνι, καταλαμβάνοντας την
Ελλάδα, σκόνταψε πάνω στην λαχτάρα του Έλληνα για λευτεριά.
Να τι έγραψε ο δημοσιογράφος Παύλος Παλαιολόγος στο «Ελεύθερο Βήμα» για την
κήρυξη του πολέμου:

2ος Αφηγήτρια /της


«Σειρήνες και κωδωνοκρουσίες. Δευτεριάτικο πρωινό. Ανήσυχες μορφές στα παράθυρα.
Κοιτάζονται οι γείτονες, συνεννοούνται με το βλέμμα, και μένουν σύμφωνοι. Τα πάντα για την
τιμή. Δεν είναι η μανία του πολέμου που τους εμπνέει, δεν είναι το πάθος της περιπέτειας. Είναι
η συναίσθηση της αξιοπρέπειας. Όταν αυτή είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους, τότε το τροπάριο
της ειρηνοφιλίας διακόπτεται.
Όχι από αγάπη προς τον πόλεμο. Από αγάπη προς αυτή την ειρήνη. Γιατί, τίποτα δεν εξυπηρετεί
την ειρήνη χειρότερα από την καλοπροαίρετη διάθεση των λαών να δέχονται ραπίσματα.
Κακός είναι ο πόλεμος. Αλλά δεν υπάρχει κάτι πιο απαίσιο κι απ’ αυτόν ακόμα, η λάσπη που
πέφτει και κηλιδώνει τις υπολήψεις των λαών, όταν θελήσουν να την αποφύγουν με θυσία την
τιμή τους. Τέτοιες κηλίδες τίποτα δεν είναι ικανό να τις καθαρίσει. Ούτε το σβήσιμο της γενεάς
που τις έχει προκαλέσει.
Οι γενεές φεύγουν, αλλά μένουν οι σελίδες της ιστορίας, για να θυμίζουν την ντροπή.
Μένουν οι μεταγενέστεροι, και ζητούν ευθύνες, από τη στάχτη μας …»

1η Αφηγήτρια /της
Κι έτσι, η μικρή Ελλάδα βρέθηκε μέσα στη θύελλα του παγκόσμιου πολέμου
«ΟΧΙ» - 28η Οκτωβρίου 1940

Παρακαλούνε τη γιαγιά τα εγγονάκια πάλι


- Το παραμύθι μας, καλή! Κι αρχίζει εκείνη αγάλι:
- Ψηλά πάνω στα σύνορα – πέρασαν χρόνια τώρα –
φουσάτα σιδερόφρακτα πλακώσανε τη χώρα

Κι είπανε στην Ελλάδα μας: «Τη χώρα σου ζητάμε.


Σκέψου καλά το τι θα πεις! Τι δίνεις; Σε ρωτάμε.
Σε άρνησή σου, ξέρε το, θε να μιλήσει η λόγχη!».
Κι η Ελλάδα βροντοφώναξε απ’ άκρη σ’ άκρη «ΟΧΙ»

Και να! Χτυπούν οι βάρβαροι! Βουίζουνε οι λόγκοι!


Θεριεύει η Πίνδος! Θάνατος, αντάρα, αίμα, βόγκοι!
Κανόνια, τανκς, καπνός, φωτιά, κραυγή, κατάρα, ρόγχοι.
Μα πάνω απ’ όλα αντιλαλεί περίτρανα το «ΟΧΙ»

Πολέμησαν οι Διγενείς! Δοξάσαν την Ελλάδα


και χάρισαν στη λευτεριά παγκόσμια λαμπράδα!
Νίκησε η ελληνική ψυχή! Νίκησε πέρα ως πέρα,
με το τσαρούχι του τσολιά και με τη λέξη «ΑΕΡΑ»!

Είκοσι οκτώ ‘ναι σήμερα, μη χάσετε τη μέρα!


Κάποτε αυτή συγκλόνισε ολόκληρη τη σφαίρα!
Χαράξτε στην ψυχούλα σας πως η Ελλάδα το ‘χει
να πέφτει για τη λευτεριά και ν’ απαντάει «ΟΧΙ»

Αυτό ‘ν’ το παραμύθι μου! Θέλω να το θυμάστε!


Και, σας ορκίζω στα ιερά, ποτέ μη το ξεχάστε!
Κάθε χρονιά παιδάκια μου, που ‘ρθει το πρωτοβρόχι
να σας θεριεύει την καρδιά τ’ οκτωβριανό το «ΟΧΙ»

1η Αφηγήτρια /της
Η κήρυξη του πολέμου σκόρπισε ένα φοβερό ενθουσιασμό στον ελληνικό λαό. Σαν
βουερό κύμα πλημμύρισαν τους δρόμους τα πλήθη, λες και ήταν μέρα γιορτής. Πηγαίνοντας
να καταταχθούν στο στρατό σκαρφάλωναν στα τραμ, στα λεωφορεία, και κρέμονταν σαν
τσαμπιά σταφύλια, ενώ η ιαχή δονούσε την ατμόσφαιρα, ΟΧΙ, ΟΧΙ!

Ακούστε το πρώτο ανακοινωθέν του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών


(2ο ΗΧΗΤΙΚΟ 2ο πολεμικό ανακοινωθέν Ρ.Σ.Αθηνών)

2ος Αφηγήτρια /της


Κι έτσι, η μικρή Ελλάδα βρέθηκε μέσα στη θύελλα του παγκόσμιου πολέμου
Απόσπασμα από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου, «Κύριο Άρθρο για την εφημερίδα της Γης»:
(3ο ΗΧΗΤΙΚΟ 0.24΄΄ ΟΡΧΗΣΤΡΙΚΟ - χαμηλά)

1η Αφηγήτρια /της
Κι έτσι, η μικρή Ελλάδα βρέθηκε μέσα στη θύελλα του παγκόσμιου πολέμου
Από τις πρώτες κιόλας μέρες φάνηκε ότι, για μια ακόμη φορά, στη ζυγαριά του πολέμου, το
ακατάβλητο φρόνημα του Έλληνα θα βάραινε πιο πολύ από τις λόγχες και τις πολεμικές
μηχανές, που τόσο άφθονα είχε ο αντίπαλος.

«Ποτέ στην πολεμική ιστορία των λαών δεν ωφείλοντο τόσα πολλά, από τόσους πολλούς, προς
τόσο ολίγους.»

2ος Αφηγήτρια /της


Τα λόγια αυτά, του τότε πρωθυπουργού της Αγγλίας, ταίριασαν απόλυτα για τους άλλους
«ολίγους», την φούχτα των Ελλήνων φαντάρων που τόλμησαν να αψηφήσουν τον πανίσχυρο
Άξονα, την ώρα που η Ευρώπη ήταν βυθισμένη στην απόγνωση και τον τρόμο, αλλάζοντας
την έκβαση του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

(Χορωδία - το τραγούδι: «ΗΡΩΕΣ»)

1η Αφηγήτρια /της
Θα γράψει ο Γιάννης Ρίτσος:
«Ολόρθοι στάθηκαν, πλάι πλάι, στρατός και λαός αδερφωμένοι, απέναντι στο μαύρο
μηχανοκίνητο θεριό. Οι γυναίκες των χωριών της Ηπείρου υποδέχονταν τους ταλαιπωρημένους
από τις κακουχίες φαντάρους μας με πίτες, πορτοκάλια, γλυκά, ρακί και δάφνες του βουνού. Να
είστε ευλογημένοι τους έλεγαν».
ΠΟΙΗΜΑ
«Οι γυναίκες της Πίνδου»
Στις Πίνδου τις τραχιές πλαγιές
- γη κι ουρανό να ορίζουν –
βλέπω τις Ηπειρώτισσες
ψηλά ν’ ανηφορίζουν.

Πρώτες στο μέγα κάλεσμα


και στο μεγάλο χρέος .
Με τα φυσέκια στην ποδιά,
με τα’ άρματα στην πλάτη…
Για τ’ άπαρτα, τ’ απάτητα
της λευτεριάς τα κάστρα

Στους επικούς ορίζοντες


λάμπουνε σαν τ’ άστρα
ος
2 Αφηγήτρια /της
Είναι συγκλονιστικό το ποίημα που έγραψε ο Νικηφόρος Βρεττάκος για τις γυναίκες της
Πίνδου:
ΠΟΙΗΜΑ
ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΓΙΟΣ (1940)
Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της
μπρούντζος, χιόνι και σίδερο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος
σα να ‘χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χόρευαν οι πέτρες
κι όλα φώναζαν: «Ίτε παίδες Ελλήνων…»
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές, σταύρωναν στον ορίζοντα
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.

Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ’ ανέβαιναν.


Με την ευκή στον ώμο τους κατά το γιο πηγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
μ’ αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα
κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα
χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ’ την άλλη.

1η Αφηγήτρια /της
Κι ύστερα από το πρώτο ξάφνιασμα άρχισε το θαύμα.
Από την ημερήσια διαταγή της 8ης Μεραρχίας, στις 30 Οκτωβρίου 1940:

«Λήξαντος του προκαλυπτικού αγώνος, από σήμερον η μεραρχία κατέχει την ωργανωμένην
τοποθεσία δι’ όλων των δυνάμεών της. Επί της τοποθεσίας αυτής θα δοθεί ο αποφασιστικός
αγών προς τον εχθρόν. Ο αγών θα διεξαχθεί μετά πείσματος κι επιμονής. Ουδεμία ιδέα εις
ουδένα να υπάρχει περί υποχωρήσεως».

2ος Αφηγήτρια /της


Οι φαντάροι μας τράβαγαν για την πρώτη γραμμή, να πυκνώσουν τις ανέτοιμες γραμμές μας,
μέσα σε φοβερές κακουχίες.
Ας δούμε πώς περιγράφει ο ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης την πορεία στο μέτωπο.

(4ο ΗΧΗΤΙΚΟ η φωνή του Μ. Κατράκη από το Άξιον Εστί)


Ξημερώνοντας του Άι-Γιαννιού με την αύριο των Φώτων
λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι
μπροστά για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σχόλες.
…Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα
ένας πίσω απ’ τον άλλο ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας
το ποδάρι από τη λάσπη όπου φορές εκαταβούλιαζε
ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά

ψιχάλιζε στους δρόμους έξω καθώς μες στην ψυχή μας.


Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε,
μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχα σοβαροί κι αμίλητοι,
φέγγοντας μ’ ένα μικρό δαδί, μία-μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα…
Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα
και ξυνόμασταν με λύσσα, ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα.
Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό,
κι ήταν αυτό πιο κι απ’ την κούραση ανυπόφερτο.
Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά
η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε,
και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά
να κερδίσουμε το δρόμο,
πρωτού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τα’ αεροπλάνα.
Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια,
κι όπως το’ χει συνήθιο του,
στην ίδια πάντοτε ώρα, ξημέρωνε το φως.

Τότε, χωμένοι μες στις ρεματιές,


γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ,
όπου δεν βγαίνουνε όνειρα.
Και τα πουλιά μας θύμωναν,
που δεν δίναμε τάχα σημασία στα λόγια τους
– ίσως και που ασκημίζαμε
χωρίς αιτία την πλάση…
(5ο ΗΧΗΤΙΚΟ ΟΡΧΗΣΤΡΙΚΟ – χαμηλά)
«4 Νοεμβρίου 1940. Κάπου στο μέτωπο …»
«Αγαπημένοι μου,
Περπατώ και σας σκέφτομαι, σας σκέφτομαι και περπατώ. Μέρες τώρα περπατάμε για να
φτάσουμε στα σύνορα. Που να φανταζόμουν τι πεζοπορία με περίμενε, όταν
άπλωνα τις αρίδες μου στην πολυθρόνα του σαλονιού.
Έχω να βγάλω τις μπότες μου από τότε που τις έβαλα στην Αθήνα. Δε βρίσκω τον καιρό.
Μόλις καθίσω ή γείρω λιγάκι το κορμί μου, με παίρνει ο ύπνος από την κούραση. Η
μεγαλύτερη επιθυμία μου αυτή τη στιγμή που σας γράφω είναι να μπορούσα να κάνω ένα
ζεστό ποδόλουτρο, μα ποιος ξέρει πότε θα έχω την τιμή…

Αχ, πόσο μου λείπουν τα χάδια σας και ιδίως εκείνες οι μεσημεριάτικες φωνές σας, όταν
χτυπούσα το κουδούνι κι άκουγα από μέσα τον οικογενειακό συναγερμό: «Ο μπαμπάς! Ήρθε
ο μπαμπάς!»
Μακάρι να δώσει ο θεός να γυρίσω γρήγορα. Να χτυπήσω το κουδούνι και πάλι, να μ’
ακούσει όλη η γειτονιά: «Ανοίξτε! Ήρθε ο μπαμπάς!». Να με ρωτήσετε: «Μπαμπά, τι μας
έφερες;» Και να σας αποκριθώ: «Σας έφερα τη Νίκη!»

1η Αφηγήτρια /της
Το αίμα του ελληνικού λαού, που πότισε τα βουνά της Πίνδου, δεν άργησε να φέρει τα πρώτα
μηνύματα της νίκης.
Από την ημερήσια διαταγή της 8ης Μεραρχίας:
«Ήρθεν η ευλογημένη υπό του Θεού ημέρα, κατά την οποίαν θα εκδιώξωμεν τον εχθρόν εκ του
πατρίου εδάφους, εις το οποίον εισήλθεν ούτος άνευ κηρύξεως πολέμου.
Ήδη ολόκληρος η μεραρχία αναλαμβάνει από σήμερον γενικήν αντεπίθεσιν εφ’ ολοκλήρου του
μετώπου της και δι’ όλων σχεδόν των δυνάμεών της.»

(Χορωδία - το τραγούδι: «Πήραμε το Αργυρόκαστρο»)


2ος Αφηγήτρια /της
Η κατάληψη της Κορυτσάς, την 26η μέρα από την αρχή του πολέμου, ήταν η απαρχή
μιας θριαμβευτικής πορείας. Σχεδόν κάθε δυο-τρεις μέρες, ένα ορόσημο λεβεντιάς. Κορυτσά,
Μοσχόπολις, Πόγραδετς, Πρεμετή, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο, Χιμάρα.
Το ίδιο θαύμα έγινε για μια άλλη φορά στον ίδιο τόπο, απ’ τον ίδιο λαό. 1821-1940.

1η Αφηγήτρια /της
Αλλά η Κορυτσά δεν ήταν μόνο η νίκη, ο θρίαμβος.
Ήταν η πρώτη νίκη της παράταξης των ελεύθερων εθνών. Με το δικό μας
παράδειγμα, αναθάρρησαν οι λαοί της γης. Το χαρμόσυνο άγγελμα της νίκης των ελληνικών
όπλων θέρμανε την ελπίδα στα στήθη των φιλελεύθερων ανθρώπων και διέλυσε την πλάνη
για το αήττητο του περίφημου Άξονα.
Ελεύθεροι και σκλάβοι έστρεψαν τα βλέμματα στον ορίζοντα της Ελλάδας, για ν’
αντικρίσουν το ουράνιο φως της απολύτρωσης, για ν’ αντλήσουν θάρρος από τη μικρή σε
έκταση, μα μεγάλη σε κατορθώματα Ελλάδα.
2ος Αφηγήτρια /της
Η 27η Οκτωβρίου 1940 – επισημαίνεται σε ένα σύγχρονο αμερικανικό ιστορικό έργο
– ήταν η τελευταία μέρα της φάσης νίκης του Άξονα. Από την επομένη, με την κήρυξη του
ελληνοϊταλικού πολέμου, η ποιοτική μοναδικότητα της αντίστασης των Ελλήνων επηρέασε
αποφασιστικά την πορεία της παγκόσμιας σύρραξης.
Οι ηγέτες των μεγάλων κρατών εκφράζονται με λόγια θαυμασμού για την χώρα μας
και υπόσχονται αναγνώριση και δικαίωση για τις θυσίες της.
Τα ραδιόφωνα και ο παγκόσμιος Τύπος υμνούν την Ελλάδα. Ο ηρωικός τσολιάς μας γίνεται
θρύλος στη φαντασία εκατομμυρίων ανθρώπων, και οι γυναίκες της Ηπείρου γίνονται το
αντικείμενο του παγκόσμιου θαυμασμού. Ουδέποτε λαός έφτασε σε τέτοιο μεσουράνημα
δόξας.
1η Αφηγήτρια
Το ευθυμογράφημα και η γελοιογραφία που κυριάρχησαν στον Τύπο της εποχής του
Σαράντα, αποτελούν στοιχεία αναντίρρητης ιστορικής αξίας. Από τις πρώτες μέρες της
ελληνικής αντεπίθεσης, στον Τύπο κυριάρχησε ο τσολιάς, το τσαρούχι, το Αέρα, οι
μακαρονάδες και ο κολονέλος, οι καρικατούρες του δικτάτορα Μουσολίνι. Κι όχι μονάχα
στον Τύπο αλλά και στο θέατρο, όπου επικράτησε η εύθυμη επιθεώρηση, παράγωγο κι αυτή
του πολέμου πια.
Ήταν φανερό ότι οι μεγαλόστομες υποσχέσεις του Μουσολίνι στον Ιταλικό λαό και στο
γερμανό συνέταιρό του για θριαμβευτικές νίκες είχαν πέσει στο κενό. Η πολυδιαφημισμένη
ιταλική πολεμική μηχανή είχε αποτύχει και ο ίδιος ο ιταλός δικτάτορας είχε γελοιοποιηθεί.
1η Αφηγήτρια /της
Όλες όμως οι απόπειρες ήταν μάταιες και οι νίκες της μικρής μας Ελλάδας γίνηκαν οι πρώτες
ακτίνες που γλίστρησαν στα πυκνά μαύρα σύννεφα, για να δώσουν μια σταλιά ελπίδα στη
γονατισμένη ανθρωπότητα. Τούτη τη νίκη τραγούδησε στο τελευταίο του ποίημα ο Κωστής
Παλαμάς
ΠΟΙΗΜΑ
Η ΝΙΚΗ
Παιδιά μου, ο πόλεμος για σας περνάει θριαμβευτής
των αδίκων ο πόλεμος δεν ειν’ εκδικητής
είναι ο θυμός της άνοιξης και της δημιουργίας.
Η Ελλάδα είναι αβασίλευτη με δάφνες και με κρίνα της νίκης.
Παντοδύναμος την έπλασε τεχνίτης.
Η δόξα, το καμάρι της, η αλήθεια είναι δική της.
Και αν είναι και στον πόλεμο μέσα η ζωή θυσία,
ο τάφος είναι πέρασμα προς την Αθανασία.
2ος Αφηγήτρια /της
Όπως ο πόλεμος δυστυχώς δεν τελείωσε με τη νίκη αυτή.

Υπήρχε κι άλλος εχθρός φοβερότερος, η Ναζιστική Γερμανία, που βιάστηκε να σώσει το


ντροπιασμένο σύμμαχό της.
Ήτανε τούτο, τάχα, κάτι που δεν το περίμενε η Ελλάδα; Και τότε γιατί ρίχτηκε στον πόλεμο,
σίγουρη ότι είχε να παλέψει με δυο κολοσσούς; Την απάντηση μας τη δίνει ο ποιητής
Καφάβης:

ΠΟΙΗΜΑ
«Θερμοπύλες»
Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωήν των
ώρισαν να φυλάγουν Θερμοπύλες…
Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν - και πολλοί προβλέπουν –
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος
κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε…

1η Αφηγήτρια /της
Τούτο το στερνό πάλεμα, το ψυχορράγημα της Ελλάδας στο Ρούπελ, ανάγκασε τους
Γερμανούς να καθυστερήσουν τη μεγάλη τους επίθεση εναντίον της Ρωσίας.
Όλοι μας ξέρουμε πως αυτός ο πολύτιμος χρόνος που χάθηκε, έθαψε για πάντα τα όνειρα του
Χίτλερ στην παγωμένη στέπα.
Στις 27 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα. Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών
κάνει την τελευταία του εκπομπή.

[7ο ΗΧΗΤΙΚΟ – Ανακοινωθέν Ρ.Σ.Αθηνών: «Προς τον ελληνικό λαό»]


2ος Αφηγήτρια /της
Κι ήρθαν τα μαύρα χρόνια της Κατοχής…

1η Αφηγήτρια
[8ο ΗΧΗΤΙΚΟ 1.42΄΄ – Τραγούδι: « Το ακορντεόν»]
Αλλά και τότε ακόμη, το έθνος γονατισμένο δεν έσκυψε το κεφάλι, αντιστάθηκε στον
κατακτητή με νύχια και δόντια και πλήρωσε βαρύ το τίμημα της λευτεριάς του.
Η ελληνική αντίσταση με τις οργανώσεις της δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τις αντιστάσεις
άλλων λαών.

2ος Αφηγήτρια /της


Ο λαός μας αντιστάθηκε αποφασιστικά. Υποφέρει καρτερικά τις διώξεις, τις φυλακίσεις, την
εξορία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τη λεηλασία των χωριών, τα βασανιστήρια, τις
θανατικές εκτελέσεις… Υπομένει την πείνα και τις στερήσεις. Η ολοκληρωτική καταστροφή
στο Δίστομο, τα Καλάβρυτα, στο Χορτιάτη και στα Ανώγεια της Κρήτης, δε λυγίζουν τη
θέλησή του.
Αγωνίζεται εναντίον του κατακτητή. Ανατινάζει αποθήκες πυρομαχικών, αεροδρόμια, πλοία,
γέφυρες με κορυφαία στιγμή την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Ακόμη και τα
μικρά παιδιά αντιστέκονται.

1η Αφηγήτρια /της
Οι αγωνιστές μας επικοινωνούν με τις δυνάμεις των ελεύθερων χωρών έξω από τα σύνορά
μας. Μεταδίδουν πληροφορίες, ανατρέπουν τα σχέδια του κατακτητή, του προξενούν
σημαντικές καταστροφές και τον φέρνουν σε σύγχυση και αμηχανία. Κι αυτά μέχρι την
ημέρα που αρχίζει να εγκαταλείπει τα εδάφη μας.
Η ελευθερία ξαναγυρίζει στην Πατρίδα της.
Η σημαία του αγκυλωτού σταυρού υποστέλλεται, και στον ιερό βράχο της Ακρόπολης
κυματίζει η Γαλανόλευκη. Επιτέλους! Οι σημαίες οι φοβερές ξεδιπλώθηκαν στης λευτεριάς
τον αέρα.
[9ο ΗΧΗΤΙΚΟ – Απαγγελία Ρίτσου: «Ο ελληνικός λαός»]
2ος Αφηγήτρια /της
Τα χρόνια πέρασαν. Κοντά 60 χρόνια. Πολλοί ξέχασαν. Όμως κοιμήσου ήσυχος. Ήρωα της
Αλβανίας, κοιμήσου χαροκαμένη μάνα και συ, μικρό, πεινασμένο παιδί της Κατοχής. Εμείς
δε ξεχνάμε!
Για σας υπάρχει πάντα μια ζεστή γωνιά στην καρδιά μας, ένα φρέσκο λουλούδι στον τάφο
σας και μια υπόσχεση: Να φυλάξουμε ό,τι ακριβό κληρονομήσουμε από σας, τη λευτεριά
μας!
[ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ]
[ΛΗΞΗ]

You might also like