Professional Documents
Culture Documents
ἀρχαιότητος
[ ΤΑ ΕΠΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ]
2010
Τά ἑπτά θαύματα τῆς ἀρχαιότητος 2010
http://www.facebook.com/group.php?gid=67886743477#!/profile.php?id=1459010
056
«Η Φάρος είναι ένα μακρόστενο νησί, πάρα πολύ κοντά στην ξηρά και
σχηματίζει μ αυτήν λιμάνι με δύο στόμια» στον βορειοδυτικό βραχίονα του
Αιγυπτιακού Δέλτα, μας λεει ο Στράβων.
Η ονομασία του νησιού, Φάρος, είναι πιθανόν να χάρισε στους Φαραώ,
το όνομά τους. Στο νησί αυτό, κατά την μυθολογία, κατοικούσε ο Πρωτέας.
Η πρώτη λιμενική εγκατάσταση εκεί διαμορφώθηκε από τον Τούθμωση Γ΄
γύρω στο 1460 π.Χ. για να εξυπηρετήσει το εμπόριο με την Κρήτη. Αργότερα
στα χρόνια του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου κτίσθηκε λίθινη γέφυρα, το
Επταστάδιον, που ονομάστηκε έτσι επειδή το μήκος της ήταν επτά στάδια
(1300 μ. περίπου) και ένωνε το νησί με την παραλία της Αλεξάνδρειας.
«…στο άκρο του νησιού» συνεχίζει ο Στράβων «υπάρχει ένας βράχος,
που περιβρέχεται από την θάλασσα. Πάνω στο βράχο βρίσκεται ένας
πύργος πολυώροφος χτισμένος θαυμαστά από άσπρο μάρμαρο που φέρει
το ίδιο όνομα με το νησί.» Ο πύργος αυτός, έφερε σε κάποιο διαμέρισμά του
πυρ και φτιάχτηκε για την σωτηρία των πλοίων κυρίως κατά την νυχτερινή
πλοήγησή τους. Από τότε η λέξη «φάρος» δηλώνει κάθε θαλάσσιο ευκρινή
πυρσοφόρο πύργο που τα βράδια φωτίζει, οδηγεί και κυρίως προειδοποιεί
τους ναύτες και τα καράβια τους να μην πέσουν σε κακοτοπιές, όπως ξέρες
ή αβαθή νερά, όπως με περιγράφει ο Στράβων την νήσο Φάρο, ή σε
υφάλους, σε ύπουλους σκοπέλους κλπ.
Η κατασκευή του πολυώροφου κτιρίου, του φάρου, πιθανότατα άρχισε
το 297 π.Χ. στα χρόνια του Πτολεμαίου Ά του Σωτήρος (305-282 π.Χ.), ή το
283/2 π.Χ σύμφωνα με τον μεταγενέστερο χρονικογράφο Ευσέβιο,
επίσκοπο της Καισαρείας, και τελείωσε στα χρόνια του Πτολεμαίου Β΄, του
Φιλάδελφου (284-246 π.Χ.).
Αρχαίοι συγγραφείς, όπως οι Στράβων, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος,
Ποσείδιππος και Λουκιανός από τα Σαμόσατα (115-180 μ.Χ.) μας
πληροφορούν ότι η κατασκευή του φάρου ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα
και μηχανικό, ισάξιο του Αρχιμήδους, τον Σώστρατο του Δεξιφάνους από
την Κνίδο (πόλη της Καρίας και έδρα της δωρικής Εξάπολης), ο οποίος ήταν
και φίλος των βασιλέων Πτολεμαίου Α και Β. Στον Σώστρατο αποδίδονται οι
στοές του ναού της Αφροδίτης στην Κνίδο, το «κρεμαστό περιπατητήριον»,
καθώς και η υποταγή της Μέμφιδος χωρίς πολιορκία, αλλά με απλή
εκτροπή των υδάτων του Νείλου!
Σύμφωνα με τον Λουκιανό, ο Σώστρατος, αφού οικοδόμησε το κτίριο,
έγραψε το όνομά του επ’ αυτού, καθώς και το όνομα του βασιλεύοντος.
Ο Σώστρατος που αναφέρουν, ενδεχομένως να ταυτίζεται με έναν
πρέσβη του Πτολεμαίου Β΄, του Φιλάδελφου, στη Δήλο. Ωστόσο δεν υπάρχει
κάποια σχετική ένδειξη.
Σε ένα χρόνο, περίπου, το 2004, τελούνται στην Ελλάδα για δεύτερη φορά
μετά από σχεδόν 100 χρόνια, οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, οι οποίοι
βέβαια, στο σύνολό τους, καμία σχέση δεν έχουν με τους π.Χ. που
πρωτοέγιναν το 776 π.Χ. – ή και παλιότερα κατά άλλες εκτιμήσεις. Μόνο κατ
όνομα είναι Ολυμπιακοί οι αγώνες αυτοί, καθώς ούτε ως προς το πνεύμα,
ούτε προς τα αθλήματα, ούτε ως προς την διάρκειά τους, ούτε ως προς την
καταγωγή των συμμετεχόντων, ούτε ως προς το ότι δεν είναι αφιερωμένα
σε κάποια θεότητα, ούτε ως προς κάτι άλλο, έχουν κάποια συγγένεια με
αυτούς της αρχαίας εποχής.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες διεξάγονταν προς τιμή του θεού Δία, το άγαλμα
του οποίου, στην αρχαία Ολυμπία, συγκαταλέγεται στα 7 Θαύματα του
Κόσμου.
Η Ολυμπία, όπως η Δωδώνη, οι Δελφοί, κλπ ήταν τόπος λατρείας και
«περιείχε» το μεγαλοπρεπέστερο όλων των κτιρίων, τον ναό τον
αφιερωμένο στον ίδιο τον Δία, θεό θεών και ανθρώπων. Αρχιτέκτονας του
ναού ήταν ο Λίβων (α΄ μισό ε΄ αιώνα π.Χ.) από την γειτονική πόλη Ήλιδα, ο
κράτιστος των Ελλήνων αρχιτεκτόνων της ακμής του δωρικού ρυθμού. Ο
ναός κτίστηκε μεταξύ των ετών 466 και 456 π.Χ.
Μέσα του στέγαζε ένα από τα επιβλητικότερα και καλλιεπέστερα
λατρευτικά αγάλματα που φιλοτεχνήθηκαν ποτέ. Πρόκειται για ένα
δημιούργημα που μέσα του και σε όλη του την εμφάνιση μπορούσε να
ενσαρκώνει το ιδεώδες και την φύση του θεού των θεών. Το σπουδαίο αυτό
είδωλο καλλιτέχνησε ένας πολίτης των Αθηνών, ο πολύ γνωστός σε όλους
μας Φειδίας, γιος του Χαρμίδη, ο οποίος είχε ήδη χαρίσει στην πόλη του δύο
εκπληκτικά ομοιώματα της θεάς Αθηνάς, εξαίσιας τέχνης και τεχνικής.
Κατ αρχήν το άγαλμα, που βρισκόταν στο δυτικό άκρο του ναού, ήταν
τεράστιου μεγέθους, όπως μας ο λεει ο Στράβων. Ήταν τόσο μεγάλο σε
σχέση με τον ναό που θα μπορούσαμε άνετα να κατηγορήσουμε τον
γλύπτη, ότι δεν εκτίμησε τις σωστές αναλογίες. Σύμφωνα με ένα ποίημα του
Καλλίμαχου (305 – 240 π.Χ) πρέπει να είχε ύψος περίπου όσο ένα τριώροφο
σπίτι, έφτανε δηλαδή τα 13μ. Οι ανασκαφές μας δίνουν τις διαστάσεις της
βάσης περίπου στα εξήμιση επί δέκα μέτρα και ύψος πάνω από 1μ.
Η απεικόνιση παρουσίαζε τον Δία καθιστό, αν και το κεφάλι του σχεδόν
άγγιζε την οροφή του ναού ώστε μας έδινε την εντύπωση πως αν ο Δίας
σηκωνόταν, θα τρύπαγε την στέγη του ναού και θα τον άφηνε άσκεπο.
Σύμφωνα με τον Παυσανία στο κεφάλι του είχε στεφάνι με απομίμηση
κλωναριών ελιάς. Στο δεξί του χέρι κρατούσε την Νίκη η οποία ήταν
φτιαγμένη από ελεφαντόδοντο και χρυσό, ενώ με το άλλο κρατούσε
σκήπτρο που ήταν στολισμένο με πολλά διαφορετικά μέταλλα και πάνω
H Έφεσος ήταν από τις σημαντικότερες ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
Κατοικήθηκε κατά την προϊστορική εποχή από τις Αμαζόνες, οι οποίες
λέγεται πως εισήγαγαν και την λατρεία της Αρτέμιδος, μίας Αρτέμιδος λίγο
διαφορετικής από την Ελληνίδα θεότητα. Πολλές από τις πόλεις που
κατέκτησαν, απέκτησαν ονόματα των ηρωικότερων Αμαζόνων, όπως
Σμύρνη, Κύμη, Μύρινα, Σινώπη, Έφεσος, κλπ.
Ως πρώτοι κάτοικοι αναφέρονται, επίσης, οι Λέλεγες, οι Κάρες και οι
Πελασγοί. Σε μία επιγραφή το όνομα Πελασγεύς αναφέρεται ως κύριο. Κατά
την παράδοση, τον 17ο π.Χ. αιώνα έφτασε ο Άνδροκλος, γιος του βασιλιά
της Αθήνας Κόδρου, με Ίωνες αποίκους της Αττικής.
Περί το τέλος του 8ου π.Χ. αιώνα ιδρύεται μικρός σηκός (θησιαστήριο), ο
οποίος πλουτίστηκε με πολλά και λαμπρά αφιερώματα ελληνικής
χειροτεχνίας. Μετά την επιδρομή των Κιμερίων ο σηκός επανιδρύθηκε και
επεκτάθηκε η πλατεία που τον περιέβαλε. Τον 7ο π.Χ. κτίσθηκε ναός
περιβαλλόμενος από κίονες.
Περί τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα ο βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος έδιωξε
τον γιο του Μέλανου, τον τύραννο Πίνδαρο από την Έφεσο και επέτρεψε να
αναδιοργανωθεί η πολιτεία. Συνέβαλλε στην ανέγερση του μνημειώδους
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βιτρούβιου, Αρχιτεκτονική, εκδόσεις Πλέθρον,
Διόδωρου Σικελιώτη, Ιστορική Βιβλιοθήκη
Ηροδότου, Ιστορίαι
Ιώσηπος, Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου
Ιώσηπος, Κατά Απίωνος
Κουίντους Κούρτιους Ρούφους, Αλεξάνδρου Ιστορία
Μανέθωνος, Αιγυπτιακά, εκδόσεις Γεωργιάδη,
Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις
Πλίνιου Πρεσβύτερου, Φυσική Ιστορία
Στράβωνος, Γεωγραφικά
Φίλωνος Βυζάντιου, Περί των επτά θαυμάτων
Μαρίνη Παναγιώτη, Ο προκατακλυσμιαίος πολιτισμός, Νέα Θέσις, 1998
Μανιά Θεοφάνη, Το ελληνικό πνεύμα στις πυραμίδες της Αιγύπτου, Πύρινος
Κόσμος
Μακρή Σπύρου, Οικοδύναμη το αρχαιοελληνικό Φενγκ Σούι, Αρχέτυπο, 2003
Εγκυκλοπαίδεια Πυρσός
Εγκυκλοπαίδεια Ήλιος