You are on page 1of 12

Αικατερίνη Μ.

Ρεβάνογλου
Σχολική Σύµβουλος Φιλολόγων

Εισαγωγική επιµόρφωση
εκπαιδευτικών

∆ιδακτική της Ιστορίας


Σχέδιο µαθήµατος

ΠΕΚ ΚΟΖΑΝΗΣ

1
δρ. Αικατερίνη Μ. Ρεβάνογλου
Σχολική Σύµβουλος Φιλολόγων

∆ιδακτική της ιστορίας:


1. Προετοιµασία της διδασκαλίας
Ο διδάσκων πρέπει να προετοιµάσει σωστά τη διδακτική ενότητα. Τούτο
επιτυγχάνεται µε τον καθορισµό των ειδικών διδακτικών στόχων, την επιλογή των
µεθόδων και τεχνικών που θα χρησιµοποιηθούν για την παρουσίαση της ενότητας και
των εποπτικών µέσων διδασκαλίας :

● Καθορισµός των ειδικών διδακτικών στόχων της ενότητας. Η γνωστοποίηση


στους µαθητές των διδακτικών στόχων της ενότητας είναι αρκετές φορές ικανή να
προκαλέσει το µαθησιακό ενδιαφέρον και να κινητοποιήσει τη µαθητική προσοχή.

● Επιλογή διδακτικών µεθόδων και τεχνικών:


α) Όσον αφορά την επιλογή µεθόδων επεξεργασίας της διδακτικής ενότητας
µπορούµε να επιλέξουµε την αφήγηση και τον (κατευθυνόµενο ή ελεύθερο) διάλογο.
Αφήγηση: ο διδάσκων µπορεί να παράσχει µε ακρίβεια τις απαραίτητες ιστορικές
πληροφορίες. Μέσα από την αφήγηση, η οποία πρέπει να χαρακτηρίζεται από
ζωντάνια και ποικιλία, επιδιώκει να κινήσει το ενδιαφέρον των µαθητών.
∆ιάλογος: ο διδάσκων µε το διάλογο µπορεί να ενεργοποιήσει το σύνολο της τάξης
και να κάνει όλους συµµέτοχους στη µαθησιακή διαδικασία. Αξιοποιεί γνώσεις και
εµπειρίες των µαθητών, την επικαιρότητα, συγκρίνει γεγονότα ήδη γνωστά µε τα
διδασκόµενα, συνδυάζει στοιχεία από άλλα µαθήµατα.
Συνίσταται επίσης η διερευνητική διαδικασία, η οποία είναι δυνατό να επιτευχθεί µε
τη µελέτη και αξιοποίηση των εικόνων και των παραθεµάτων του σχολικού βιβλίου ή
άλλων που θα επιλέξει ο διδάσκων.
* Ο συνδυασµός όλων των µεθόδων συµβάλλει στη συµµετοχή των µαθητών στη
µαθησιακή διαδικασία και υπηρετεί καλύτερα τους σκοπούς (γενικούς και ειδικούς)
της διδασκαλίας της Ιστορίας.

β) επιλογή τεχνικών επεξεργασίας της διδακτικής ενότητας:


Κατά τη διάρκεια του µαθήµατος χρησιµοποιούµε το σχολικό εγχειρίδιο της
ιστορίας. Παράλληλα µε την ερµηνευτική προσέγγιση της ενότητας µπορούµε να
καταγράψουµε το περιεχόµενό της στον πίνακα µε τη µορφή διαγράµµατος.
Μπορούµε επίσης να καταγράψουµε στον πίνακα µόνο έννοιες – κλειδιά της
ενότητας.
γ) επιλογή εποπτικών µέσων διδασκαλίας:
Επιλέγουµε τα εποπτικά µέσα διδασκαλίας, τα οποία στοχεύουν στην
κατανόηση και την εµπέδωση της διδασκαλίας. Χρησιµοποιούµε χάρτες,
διαγράµµατα, χρονολογικούς πίνακες και εικόνες του βιβλίου. Ο διδάσκων µπορεί να
χρησιµοποιήσει και µέσα δικής του επιλογής, όπως διαφάνειες, CD-ROM, που
συνήθως προσθέτουν ποικιλία και ζωντάνια στο µάθηµα. (η χρήση κάθε είδους
εποπτικού και ακουστικού υλικού υπάγεται στις αισθητηριακές τεχνικές
προσέλκυσης της µαθητικής προσοχής).
2. Πραγµατοποίηση της διδασκαλίας
α. Σύνδεση της ενότητας µε τα προηγούµενα. Αφόρµηση για τη διδασκαλία µπορεί
να αποτελέσει µια προηγούµενη διδακτική ενότητα, οικεία προς τους µαθητές. (Ο

2
συνδυασµός άγνωστων και γνωστών αποτελεί παράγοντα που δραστηριοποιεί τα
κίνητρα µάθησης).

β. Επεξεργασία της νέας ενότητας. Παρουσιάζουµε µε τη µορφή διαγράµµατος τα


βασικότερα σηµεία της νέας ενότητας.

γ. Θέτουµε στους µαθητές προβλήµατα-ερωτήσεις προς διερεύνηση. Τα προβλήµατα


θα απαντηθούν µέσα από το διάλογο, µε την ενθάρρυνσή µας και µε την παροχή
επιπλέον πληροφοριών. (οι ερωτήσεις έχουν θετική επίπτωση στη διατήρηση της
µαθητικής προσοχής και ελέγχουν το βαθµό προσοχής).

δ. Επεξεργασία του υποστηρικτικού υλικού που µπορεί να είναι:


▫ Ιστορικά παραθέµατα (δηµοσιεύµατα, αφηγηµατικές πηγές, διπλωµατικά έγραφα,
λογοτεχνικά έργα κ.ά.).
▫ Πίνακες που παρουσιάζουν την εξέλιξη διαφόρων µεγεθών (οικονοµικών,
δηµογραφικών κ.ά.).
▫ Εικόνες και φωτογραφίες (ζωγραφικοί πίνακες που αποδίδουν ιστορικά γεγονότα,
εικόνες αρχαιολογικών ευρηµάτων, προσωπογραφίες ιστορικών προσώπων, χάρτες).
* Η επεξεργασία του υποστηρικτικού υλικού συµβάλλει στη διεύρυνση της
συµµετοχής των µαθητών στη διδακτική διαδικασία.

ε. Αξιολόγηση της διδακτικής διαδικασίας. Η αξιολόγηση είναι η τελευταία φάση της


διδακτικής διαδικασίας, κατά την οποία ο διδάσκων εκτός από τις ερωτήσεις του
βιβλίου µπορεί να διατυπώσει και δικά του ερωτήµατα, στα οποία να εµπλέκεται και
το υποστηρικτικό υλικό του βιβλίου ή και άλλο. Μέσα αξιολόγησης είναι ο
προφορικός έλεγχος, η γραπτή δοκιµασία και οι εργασίες για το σπίτι.
Είδος ερωτήσεων:
▫ ερωτήσεις ελεύθερης απάντησης (ανοιχτού τύπου)
▫ ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής
▫ ερωτήσεις συµπλήρωσης κενού µε επιλογή λέξεων που δίνονται
▫ ερωτήσεις σωστού λάθους
▫ ερωτήσεις σύζευξης ή αντιστοίχισης
▫ Μπορούµε βέβαια να κάνουµε συνδυασµό των ειδών: για παράδειγµα σε ερωτήσεις
κλειστού τύπου ζητάµε σύντοµη δικαιολόγηση της απάντησης. Με τον τρόπο αυτό
περιορίζουµε τις περιπτώσεις αντιγραφής ή την πιθανότητα τυχαίας επιλογής της
απάντησης.
Η τελική αξιολόγηση του µαθήµατος για τις τρεις τάξεις του Γυµνασίου
γίνεται σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα από το άρθρο 4 του Π.∆. 319/2001: ∆ίνονται
δύο οµάδες ερωτήσεων Α και Β. Η οµάδα Α περιλαµβάνει 5 ερωτήσεις και οι
µαθητές επιλέγουν τις 3. Η οµάδα Β περιλαµβάνει 4 ερωτήσεις και οι µαθητές
επιλέγουν τις 2. Οι ερωτήσεις µπορούν να αναλύονται σε δύο ισοδύναµα
υποερωτήµατα. Κάθε ερώτηση βαθµολογείται µε 4 µονάδες (4Χ5=20). Η οµάδα Α
περιλαµβάνει ερωτήσεις που ελέγχουν τη γνώση και την κατανόηση της ενότητας που
διδάχτηκαν οι µαθητές (ερµηνεία όρων, περιγραφή ή ταξινόµηση ιστορικών
γεγονότων, κατανόηση ή συνοπτική απόδοση του περιεχοµένου µιας γραπτής ή
εικαστικής πηγής, περιγραφή των σχέσεων ανάµεσα σε διαφορετικά ιστορικά
γεγονότα). Η οµάδα Β περιλαµβάνει ερωτήσεις που ελέγχουν την ικανότητα των
µαθητών να αναλύουν στοιχεία και σχέσεις, να αξιολογούν τη δράση προσώπων και
οµάδων µε βάση συγκεκριµένο κριτήριο, να συνθέτουν ιστορικά δεδοµένα. Και στις

3
δύο οµάδες ερωτήσεων µπορεί να δίνεται στους µαθητές φωτοτυπηµένο ιστορικό
υλικό προς επεξεργασία.(δεν είναι υποχρεωτικό να προέρχεται από το βιβλίο).
Η τελική αξιολόγηση του µαθήµατος για τις τρεις τάξεις του Λυκείου γίνεται
σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα από το άρθρο 15 του 86/2001 Π.∆. (Φ.Ε.Κ. 73 Α΄/12-
2-2001): ∆ίνονται δύο οµάδες ερωτήσεων Α και Β. Στην Α οµάδα περιλαµβάνονται 2
θέµατα που αναλύονται σε ερωτήσεις, µε τις οποίες ελέγχονται οι ιστορικές γνώσεις
των µαθητών και η κατανόησή τους. Στη Β οµάδα περιλαµβάνονται 2 τουλάχιστον
θέµατα που απαιτούν σύνθεση ιστορικών γνώσεων και κριτική ικανότητα. Στις
ερωτήσεις αυτές αξιοποιούµε ιστορικό υλικό που δίνεται στους µαθητές σε
φωτοτυπία (πηγές, εικαστικά έργα, χάρτες, διαγράµµατα). Η βαθµολογία κατανέµεται
κατά 50% σε καθεµία από τις δύο οµάδες.

∆ιδακτική αξιοποίηση των γραπτών ιστορικών πηγών στο µάθηµα


της Ιστορίας του Γυµνασίου και του Λυκείου
Η διδακτική αξιοποίηση των ιστορικών πηγών1 είναι ιδιαίτερα χρήσιµη στο
µάθηµα της Ιστορίας, γιατί συµβάλλει στην κατανόηση των ιστορικών ζητηµάτων και
στην καλλιέργεια της ιστορικής σκέψης. Αναπτύσσει επίσης το κριτικό πνεύµα και
την ικανότητα σύνθεσης των ιστορικών γεγονότων. Παρέχει ακόµη τη δυνατότητα
στους µαθητές να αυτενεργούν και να δραστηριοποιούνται.
Για να είναι αποδοτική η χρήση των πηγών κατά τη διδασκαλία της Ιστορίας
απαιτείται η τήρηση βασικών προϋποθέσεων, όπως η προσεκτική επιλογή τους, η
ποικιλία τους, η γνώση των ιστορικών συµφραζοµένων, η υποβολή κατάλληλων
ερωτήσεων διατυπωµένων µε σαφήνεια και η ένταξη των πηγών στο σχεδιασµό και
την οργάνωση της διδασκαλίας.
Η συνήθης κατηγοριοποίηση των ιστορικών πηγών είναι:
α) γραπτές πηγές (π.χ. αφηγηµατικές πηγές, επίσηµα κρατικά έγγραφα,
ιδιωτικά έγγραφα, εφηµερίδες, περιοδικά)
β) παραστατικές πηγές (π.χ. εικόνες, σκίτσα, χάρτες, διαγράµµατα)
γ) απτικές πηγές (π.χ. νοµίσµατα, σφραγίδες, όπλα, κτίρια, τείχη)

►Πότε αξιοποιούµε τις ιστορικές πηγές;


● Στην αρχή της νέας διδακτικής ενότητας ως ερέθισµα ή προβληµατισµό: δίνονται
οι πηγές και µέσω αυτών καλούνται οι µαθητές να συγκεντρώσουν τις ιστορικές
πληροφορίες και να οδηγηθούν σε εξαγωγή συµπερασµάτων (διερευνητικό διδακτικό
µοντέλο).
● Ενδιάµεσα, µέσα στη ροή του µαθήµατος, για εµπέδωση της ιστορικής αφήγησης
(παραγωγική µέθοδος) ή για προβληµατισµό, ανάλυση, έρευνα και εντοπισµό

1
Στην ιστορική έρευνα βασική θεωρείται η διάκριση ανάµεσα στις πηγές, που είναι γραπτά τεκµήρια
της εποχής των ιστορικών γεγονότων, τα οποία γράφηκαν από σύγχρονους ή λίγο µεταγενέστερους
συγγραφείς, και στα βοηθήµατα, που είναι µεταγενέστερα γραπτά τεκµήρια από συγγραφείς που µε
βάση τις πηγές έχουν ερευνήσει µία ιστορική περίοδο. Στα βιβλία όµως του ΚΕΕ ή στα θέµατα
εξετάσεων χρησιµοποιείται συλλήβδην ο όρος «πηγή» - «παράθεµα», ο οποίος ακυρώνει την ουσιώδη
διάκριση µεταξύ πηγών και βοηθηµάτων.
Οι πηγές της ιστορίας διακρίνονται σε άµεσες και έµµεσες. Άµεσες είναι αυτούσια κατάλοιπα
του παρελθόντος, όπως κείµενα συνθηκών, νοµοθεσίες, έγγραφα, νοµίσµατα, σφραγίδες, ανασκαφικά
ευρήµατα, πρακτικά συνόδων κ.ά. Έµµεσες είναι οι πηγές , οι οποίες είτε εκ προθέσεως, (όπως είναι τα
ιστοριογραφικά έργα), είτε ως προϊόντα του πνευµατικού βίου µίας εποχής παρέχουν ειδήσεις περί
αυτής. Οι πηγές αυτές εκφράζουν υποκειµενική γνώµη του συγγραφέα: π.χ. χρονογραφίες,
ιστοριογραφίες, αποµνηµονεύµατα, λογοτεχνικά κείµενα, ρητορικοί λόγοι.

4
ιστορικών στοιχείων (επαγωγική και ερευνητική µέθοδος) (παραδοσιακό διδακτικό
µοντέλο).
● Στο τέλος ως εµπέδωση της διδακτικής ενότητας, αξιοποιώντας και τις ερωτήσεις
του εγχειριδίου. Κάποιες πηγές τις αναθέτουµε ως εργασίες για το σπίτι, τις οποίες
όµως συζητάµε απαραίτητα την επόµενη διδακτική ώρα. Για να επεξεργαστούµε όσο
γίνεται περισσότερες εργασίες χωρίζουµε τους µαθητές της τάξης σε 3-4 οµάδες και
αναθέτουµε σε κάθε οµάδα και από µία διαφορετική εργασία.
Όπως και να ξεκινήσει κανείς είναι κατανοητό ότι οι πηγές δεν καλύπτουν
όλη την ιστορική ύλη και χρειάζεται ο διδάσκων να συµπληρώσει την ιστορική
αφήγηση µε άλλες πηγές, γεγονός ανέφικτο λόγω του περιορισµένου διδακτικού
χρόνου!

► Τα ζητούµενα των ιστορικών παραθεµάτων:


Α. Άλλοτε ζητείται να λάβουµε υπόψη την ιστορική αφήγηση και το σχετικό
παράθεµα και να απαντήσουµε σε συγκεκριµένη ερώτηση διδακτικής προσέγγισης ή
αξιολόγησης. Αυτό σηµαίνει ότι το παράθεµα παρέχει ορισµένες ειδικότερες
πληροφορίες για το ιστορικό γεγονός. Εποµένως για να δώσουµε µια πιο
ολοκληρωµένη εικόνα για το ζητούµενο θα πρέπει να λάβουµε υπόψη i) την ιστορική
αφήγηση και ii) τις πληροφορίες που παρέχει το παράθεµα.
Β. Άλλοτε ζητείται, λαµβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες ενός παραθέµατος, να
απαντήσουµε σε µια ερώτηση. Στην περίπτωση αυτή το παράθεµα περιλαµβάνει
συνήθως πληροφορίες που δεν περιέχονται στην ιστορική αφήγηση.
Γ. Άλλοτε ζητείται η σύγκριση και εξαγωγή πληροφοριών και συµπερασµάτων από
δύο πηγές-παραθέµατα. Συνήθως τα παραθέµατα αυτά περιέχουν διαφορετικές
πληροφορίες και γι’ αυτό θα πρέπει να είµαστε σε θέση να συγκρίνουµε τις
διαφορετικές πληροφορίες, έχοντας υπόψη την ιστορική αφήγηση και να συνθέσουµε
την απάντησή µας, η οποία αξιοποιεί τις πληροφορίες του βιβλίου και τα δεδοµένα
του παραθέµατος. Η συγκριτική µελέτη των πηγών συµβάλλει στην ανάπτυξη της
κριτικής σκέψης.
∆. Άλλοτε ζητείται ο σχολιασµός ενός παραθέµατος. Συχνά εντοπίζονται κάποια
γεγονότα, πράξεις, πρόσωπα και κίνητρα και ζητείται η αξιολόγησή τους. Η
αξιολόγηση αυτή γίνεται µε βάση τις ιστορικές γνώσεις των µαθητών.

►Επεξεργασία των γραπτών πηγών – παραθεµάτων:


Οι τρόποι και οι τεχνικές αξιοποίησης των πηγών στο µάθηµα της ιστορίας
εξαρτώνται κυρίως από τους διδακτικούς στόχους που θέτουµε, το περιεχόµενο της
διδασκαλίας και κυρίως από τις ικανότητες των µαθητών. Είναι πλεονέκτηµα η πηγή
να έχει µικρή έκταση, κυρίως στο Γυµνάσιο. Θα µπορούσε η ανάλυση και η ερµηνεία
των γραπτών πηγών να ακολουθήσει τα εξής βήµατα:

Α. Ανάγνωση – γλωσσική εξοµάλυνση:


● Φωναχτή ανάγνωση των πηγών από µαθητές µέσα στην τάξη: ενισχύεται η
αναγνωστική αυτοπεποίθηση, εξακριβώνουµε το βαθµό κατανόησης του
περιεχοµένου.
● Λεξιλογική εξοµάλυνση, πραγµατολογικά στοιχεία, διευκρίνιση ιστορικών
όρων, ορολογία: διατρέχουµε την πηγή και υπογραµµίζουµε σηµεία που δεν
κατανοούνται εύκολα. Για τη διευκρίνιση όρων καταφεύγουµε στο γλωσσάριο
του βιβλίου ή σε λεξικά - εγκυκλοπαίδειες.

5
Β. Προσέγγιση της πηγής:
● Συµφραζόµενα: αναγνώριση της ταυτότητας της ιστορικής πηγής:
εξετάζουµε σε τι είδος ανήκει το απόσπασµα (ιστορικό, ποιητικό, ρητορικό
κλπ.), ποιος είναι ο δηµιουργός του, το χρόνο (πηγή σύγχρονη ή
µεταγενέστερη), το σκοπό της συγγραφής, ποιες είναι οι συνθήκες κάτω από
τις οποίες γράφηκε η πηγή. Ένταξη της πηγής στο ιστορικό πλαίσιο.
● Εξέταση του βαθµού αξιοπιστίας της πηγής: επισηµαίνονται η σχέση του
συγγραφέα µε τα ιστορούµενα γεγονότα, η προέλευση πληροφοριών,
παραλείψεις, αναζήτηση κινήτρων και προθέσεων του δηµιουργού
(προθετικότητα του συντάκτη), διάκριση σχολίων-γεγονότων.
● Συγκέντρωση των πληροφοριών – δεδοµένων της πηγής, οι οποίες
σχετίζονται µε την ιστορική περίσταση και µπορούν να αξιοποιηθούν στην
απάντησή µας (µπορούµε να υπογραµµίζουµε στο παράθεµα τις πληροφορίες
που θα αξιοποιήσουµε).
Γ. Ερµηνεία – σύνδεση πηγής µε την αφήγηση του βιβλίου – απάντηση σε
ερωτήσεις:
● Ερµηνεία της πηγής µε βάση τη διατύπωση συγκεκριµένων ερωτηµάτων, τα
οποία θέτουµε. Ενθάρρυνση των µαθητών να διατυπώνουν δικά τους
ερωτήµατα. Αναδιήγηση και σύνδεση της πηγής µε την ιστορική αφήγηση. Η
σύνδεση αυτή µπορεί να γίνει µε διάφορους τρόπους: είτε παραγωγικά,
ξεκινώντας από τα στοιχεία της ιστορικής αφήγησης και καταλήγοντας στην
πηγή, είτε επαγωγικά, ξεκινώντας από τα στοιχεία της πηγής και
καταλήγοντας στην ιστορική αφήγηση.
● Σύγκριση πηγών που προσεγγίζουν το θέµα από διαφορετικές οπτικές,
εντοπισµός οµοιοτήτων και διαφορών, εξαγωγή ιστορικών συµπερασµάτων
(σε περίπτωση που ζητάµε συγκριτική µελέτη πηγών).
● Απάντηση σε ερωτήσεις. (∆ιαβάζουµε προσεκτικά το ερώτηµα ή τα
ερωτήµατα για να κατανοήσουµε ποιο ή ποια είναι τα ζητούµενα).

► Για να απαντήσουµε γραπτά σε ερώτηση που σχετίζεται µε ένα παράθεµα:


Ακολουθούµε τις βασικές αρχές παραγωγής γραπτού λόγου. (Οι απαιτήσεις µας είναι
πιο αυξηµένες στο Λύκειο):
Στην αρχή, στον πρόλογο, κάνουµε µια σύντοµη αναφορά στο είδος του
παραθέµατος (δηµοσίευµα τύπου, ιστοριογραφία, επίσηµο έγγραφο) και µια σύντοµη
εισαγωγή στο γεγονός µε το οποίο θα ασχοληθούµε. Ο πρόλογος προετοιµάζει την
κυρίως απάντηση. Ακολουθεί η κυρίως απάντηση, στην οποία συνδυάζουµε
δηµιουργικά το σχολικό εγχειρίδιο και το παράθεµα, το οποίο λειτουργεί είτε
παραπληρωµατικά είτε συµπληρωµατικά στην αφήγηση του εγχειριδίου.
Επισηµαίνουµε στους µαθητές ότι σε καµία περίπτωση η απάντησή µας δεν αποτελεί
το νόηµα της πηγής‼ Έχουµε υπόψη µας ότι η πηγή τεκµηριώνει την ιστορική
αφήγηση του βιβλίου και όχι το αντίστροφο. Η απάντησή µας ολοκληρώνεται µε έναν
επίλογο, στον οποίο καταγράφουµε κάποιες γενικότερες εκτιµήσεις και
συµπεράσµατα σχετικά µε το θέµα που αναπτύξαµε στην κυρίως απάντηση.
Μπορούµε επίσης να κάνουµε σύντοµη αναφορά στις µετέπειτα εξελίξεις που
αφορούν το συγκεκριµένο θέµα µε βάση τις ιστορικές µας γνώσεις.
Για να είναι άρτια και ορθή η αξιοποίηση των πηγών θα πρέπει να δίνεται
ιδιαίτερη σηµασία στις βασικές αρχές παραγωγής γραπτού λόγου: προσέχουµε το
περιεχόµενο, την έκφραση και τη δοµή:

6
Περιεχόµενο: Η διατύπωση είναι ακριβής και σαφής. Αποφεύγουµε να
µεταφέρουµε στην απάντησή µας αυτούσια αποσπάσµατα από την πηγή
(χρησιµοποιούµε µόνο τους ιστορικούς όρους - ορολογία). Προσπαθούµε πάντα να
γενικεύουµε τις πληροφορίες που µας δίνει η πηγή ακολουθώντας την επαγωγική
µέθοδο.
Έκφραση: σωστή χρήση των γραµµατικών και συντακτικών κανόνων.
Αποφεύγουµε το λογοτεχνικό ύφος, το µακροπερίοδο λόγο.
∆οµή: ο λόγος µας δοµείται σε πρόλογο, κύριο θέµα, επίλογο. Φυσικά
ακολουθούµε βασικές αρχές παραγραφοποίησης.

 Για να δίνονται σωστές απαντήσεις από τους µαθητές πρέπει να δίνονται


κατάλληλες και σαφείς ερωτήσεις για την αξιοποίηση των πηγών.

Εφαρµογή: (βιβλίο Ιστορίας Β΄ Γυµνασίου σ. 34 και Β΄ Λυκείου σ. 22)


«Οι εικόνες αναπληρώνουν τα είδωλα και άρα αυτοί που τις προσκυνούν
είναι ειδωλολάτρες […]. Όµως δεν πρέπει να προσκυνούµε κατασκευάσµατα των
ανθρώπινων χεριών και κάθε είδους οµοίωµα […]. Πληροφόρησέ µε ποιος µας
κληροδότησε αυτή την παράδοση, δηλαδή να σεβόµαστε και να προσκυνούµε
κατασκευάσµατα χεριών, ενώ ο Θεός απαγορεύει την προσκύνηση, και εγώ θα
συµφωνήσω ότι αυτό είναι νόµος του Θεού».
[Από επιστολή του Λέοντος Γ΄ στον πάπα Γρηγόριο Β΄, ΤΜ 3 (1968) 279].
– Ερώτηση: Με βάση την παραπάνω πηγή ποια η στάση του αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄
σχετικά µε το θέµα των εικόνων;

Α. Ανάγνωση της πηγής – γλωσσική εξοµάλυνση


Β. Προσέγγιση της πηγής:
1. Συµφραζόµενα: συντάκτης: ο αυτοκράτορας Λέων Γ΄(717-741), πηγή
πρωτογενής (άµεση), σύγχρονη των γεγονότων.
2. Έλεγχος βαθµού αξιοπιστίας: Κίνητρα συντάκτη: είναι ο εισηγητής της
εικονοµαχίας, οι θέσεις του δεν είναι αντικειµενικές, ενώ διατυπώνονται
προσωπικά σχόλια και κρίσεις.
3. Συγκέντρωση πληροφοριών: α) Οι εικόνες αναπληρώνουν τα είδωλα, β)
αυτοί που τις προσκυνούν είναι ειδωλολάτρες, γ) δεν πρέπει να προσκυνάµε
ανθρώπινα έργα, δ) κανείς δεν άφησε ως κληρονοµιά αυτή την παράδοση
στην Εκκλησία, ε) η προσκύνηση απαγορεύεται από το Θεό – είναι νόµος.
Γ. Ερµηνεία – αναδιήγηση και σύνδεση µε την αφήγηση του εγχειριδίου –
απάντηση στην ερώτηση:
Πρόλογος: Το κείµενο αποτελεί επιστολή του αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ προς τον
πάπα Γρηγόριο Β΄ και απηχεί τα επιχειρήµατα των εικονοκλαστών. Ο Λέων Γ΄
ήταν ο εισηγητής της εικονοµαχίας (726), ενός κινήµατος που συντάραξε το Βυζάντιο
για περισσότερο από έναν αιώνα.
Κύριο θέµα: Σύµφωνα µε το συντάκτη της επιστολής η προσκύνηση ανθρώπινων
κατασκευασµάτων, δηλαδή των εικόνων, συνιστά ειδωλολατρία, καθώς η παράδοση
δεν υπαγορεύει κάτι τέτοιο, γιατί κατά τους πρώτους αποστολικούς χρόνους δεν
αναφέρεται προσκύνηση εικόνων (αναδιήγηση των επιχειρηµάτων του παραθέµατος).
Με τις αντιλήψεις αυτές ο Λέων προσπαθεί να υπεραµυνθεί την εικονοµαχική του
πολιτική. ∆ιατυπώνει προσωπικά σχόλια και κρίσεις, οι οποίες απηχούν προσωπικές
του αντιλήψεις, ενώ οι θέσεις που εκφράζονται στην επιστολή δεν είναι
αντικειµενικές.

7
Επίλογος: Τα επιχειρήµατα του Λέοντα Γ΄ προς τον πάπα δεν στάθηκαν όµως ικανά
να αποτρέψουν τις ολέθριες συνέπειες της εικονοµαχικής πολιτικής του Βυζαντίου
στη εξωτερική πολιτική, διότι ο δυσαρεστηµένος πάπας στράφηκε αργότερα προς
τους Φράγκους και συνδέθηκε στενά µε τους ηγεµόνες τους.(η εκτίµηση αυτή υπάρχει
στο σχολικό εγχειρίδιο Ιστορία Β΄ Γυµνασίου, σ. 35 και Β΄ Λυκείου, σ. 22).

* Μπορούµε επίσης να αξιοποιήσουµε και το απόσπασµα από το λόγο του Ιωάννη


∆αµασκηνού (Ιστορία Β΄ Γυµνασίου σ. 34), που απηχεί τα επιχειρήµατα των
εικονολατρών. Σε αυτή την περίπτωση οι µαθητές θα κάνουν συγκριτική µελέτη των
πηγών.

Ενδεικτική βιβλιογραφία για τη διδακτική αξιοποίηση των πηγών στο µάθηµα της
Ιστορίας:
Ε. Αβδελά, Ιστορία και σχολείο, Αθήνα 1998.
Κ. Αγγελάκος – Γ. Κόκκινος [επιµ.], Η διαθεµατικότητα στο σύγχρονο σχολείο και η
διδασκαλία της Ιστορίας µε τη χρήση πηγών, Αθήνα 2004.
John Fines, Reading Historical Documents. A Manual for Students, Oxford 1989.
Μ. Κουτσός, ∆ιδακτική ιστορικών πηγών των σχολικών εγχειριδίων, Θεσσαλονίκη 2004.
Ιω. Καραγιαννόπουλος, Εισαγωγή στην τεχνική της επιστηµονικής ιστορικής εργασίας, Γ΄
ανατύπωση, Θεσσαλονίκη 1993.
∆. Κ. Μαυροσκούφης, Αναζητώντας το ίχνη της ιστορίας. Ιστοριογραφία, διδακτική
µεθοδολογία και ιστορικές πηγές, Θεσσαλονίκη 2005.
Α. Πρασσά, Η αξιοποίηση από τους µαθητές των ιστορικών πηγών µέσα από τη διαδικασία
του µαθήµατος της Ιστορίας, ΠΕΦ – Σεµινάριο τχ. 21 (1999) σσ. 34-42.
Β. Σακκά, Η προσέγγιση των πηγών και η διδασκαλία της Ιστορίας. Το πρόβληµα της
αξιολόγησης, Φιλολογική τχ. 82 (2003) σσ. 22-29.

Ενδεικτικό σχέδιο µαθήµατος:


Ιστορία του Μεσαιωνικού και Νεότερου Κόσµου (565-1815), Β΄ Ενιαίου
Λυκείου, ΟΕ∆Β, Αθήνα 2004.
Κεφάλαιο Πρώτο: Από το θάνατο του Ιουστινιανού ως την αποκατάσταση των εικόνων
και τη συνθήκη του Βερντέν (565-843).
7. Σλάβοι και Βούλγαροι: σ.σ. 26-28.
Προτεινόµενος χρόνος διδασκαλίας 1 διδακτική ώρα.

Με βάση το περιεχόµενο του βιβλίου του µαθητή και τις επισηµάνσεις και υποδείξεις
που δίνονται στο βιβλίο του καθηγητή η πορεία της διδασκαλίας µπορεί να είναι η
ακόλουθη:

Α. ∆ιδακτικοί στόχοι
►Να γνωρίσουν οι µαθητές βασικά στοιχεία της πολιτικής και της κοινωνικής
οργάνωσης των Σλάβων στα βορειοδυτικά της Χερσονήσου του Αίµου και στη νότια
Βαλκανική.
►Να κατανοήσουν τους λόγους ίδρυσης του Πρώτου Βουλγαρικού κράτους
►Να ενηµερωθούν για τις µεταβολές που έλαβαν χώρα στις βυζαντινοβουλγαρικές
σχέσεις από τον 6ο αι. έως και τον 9ο και να κατανοήσουν τη βυζαντινή εξωτερική
πολιτική απέναντι στους λαούς αυτούς.
►Να γνωρίσουν τη σηµασία των µεταβολών που συντελέστηκαν στο εσωτερικό του
Βουλγαρικού κράτους στη διάρκεια του 9ου αι.
►Να ασκηθούν στην προσέγγιση και ερµηνεία βυζαντινών πηγών και παραθεµάτων.

8
Β. Σύνδεση της ενότητας µε τα προηγούµενα
(Ι. 1. Οι διάδοχοι του Ιουστινιανού και η κρίση της Αυτοκρατορίας (565-610).
Από την ενότητα αυτή οι µαθητές θα πρέπει να ανακαλέσουν στη µνήµη τους την
εµφάνιση των Σλάβων τον 6ο αι. στα βόρεια του ∆ούναβη και τις πρώτες επιδροµές
τους εναντίον της αυτοκρατορίας επί Ιουστινιανού Α΄ (527-565). Στην επόµενη
ενότητα (Ι. 2. Η βασιλεία του Ηρακλείου (610-641). Αποφασιστικοί αγώνες και
µεταρρυθµίσεις) γίνεται λόγος για τη νέα κατάσταση που δηµιουργείται µε τις
επιδροµές των Αβαροσλάβων, µε κορύφωση τις πολιορκίες της Θεσσαλονίκης (597,
614, 676-678) και την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (626).

Γ. Επεξεργασία της νέας ενότητας


1. Η ενότητα χωρίζεται σε τέσσερις επιµέρους υποενότητες:
α. Σκλαβηνίες
β. Η ίδρυση του κράτους των Βουλγάρων
γ. Η Βουλγαρία υπό τον Κρούµο
δ. Η οργάνωση του Βουλγαρικού Κράτους.

2. Κύρια σηµεία των υποενοτήτων:


α. Σκλαβηνίες
▪ ο όρος σκλαβηνίες και η διαφοροποίηση της εξέλιξής του ανάλογα µε το
χώρο:
i) στη βόρεια Βαλκανική οι σκλαβηνίες διαµόρφωσαν τα πρώτα κρατίδια
των Σέρβων και Κροατών.
ii) στη νότια Βαλκανική ενσωµατώθηκαν στη θεµατική διοίκηση του
Βυζαντινού κράτους. (Σχολιάζουµε από τα πρόσθετα παραθέµατα το 1)

β. Η ίδρυση του κράτους των Βουλγάρων


▪ αίτια της ίδρυσης του Πρώτου Βουλγαρικού κράτους επί Κωνσταντίνου ∆΄
(681). (για τη γεωγραφική του θέση προτείνουµε στους µαθητές να δουν το
χάρτη σελ. 27 και να διαβάσουν το υπόµνηµα. Επιπλέον για να σχολιάσουµε
το γεωγραφικό χώρο του κράτους των Βουλγάρων αξιοποιούµε από τα
πρόσθετα παραθέµατα το 2 ).
▪ οι βυζαντινοβουλγαρικές σχέσεις µέχρι τον Λέοντα Γ΄(717-741).
▪ οι εκστρατείες του Κωνσταντίνου Ε΄(741-775) εναντίον των Βουλγάρων.
(∆ιαβάζουµε και σχολιάζουµε το αντίστοιχο παράθεµα του σχολικού βιβλίου
σελ. 27).
▪ Αίτια εξασθένησης των Βουλγάρων.
γ. Η Βουλγαρία υπό τον Κρούµο
▪ αρχές 9ου αι. : ισχυροποίηση Βουλγαρίας και αρχή εχθροπραξιών µε τους
Βυζαντινούς από τον χάνο Κρούµο.
▪ εκστρατεία και ήττα του Νικηφόρου Α΄ (802-811) από τους Βούλγαρους.
(∆ιαβάζουµε και σχολιάζουµε από τα πρόσθετα παραθέµατα τα 3α και 3β).
▪ αντεπίθεση του Κρούµου και προέλασή του στην Κωνσταντινούπολη.
▪ θάνατος του Κρούµου (814) και υπογραφή 30ετούς ειρήνης από το διάδοχό
του Οµουρτάγ.
δ. Η οργάνωση του Βουλγαρικού Κράτους
Η δοµή του κράτους έως τον 9ο αι.:
▪ ύπαρξη δύο φυλετικών στοιχείων στους Βούλγαρους (∆υαρχία):
α) οι Πρωτοβούλγαροι που καθορίζουν την κρατική πολιτική.

9
β) σλαβικά φύλα εγκατεστηµένα στην επικράτεια των Βουλγάρων µε
αυτονοµία και µικρή συµµετοχή στη διοίκηση.
Η δοµή του κράτους τον 9ο αι.:
▪ πολιτική υποταγή των Σλάβων στην πρωτοβουλγαρική αριστοκρατία.
▪ εθνολογική αφοµοίωση των Βουλγάρων από τους Σλάβους, λόγω της
αριθµητικής υπεροχής των δεύτερων.
(Για τις εσωτερικές ταραχές στη Βουλγαρία σχολιάζουµε το οµώνυµο παράθεµα
του βιβλίου σελ. 26 σε συνδυασµό µε την ερώτηση 1. του βιβλίου).

3. Αξιοποίηση παραθεµάτων
Κατά τη διαδικασία της διδασκαλίας θα πρέπει να αξιοποιηθεί όλο το
υποστηρικτικό υλικό του βιβλίου του µαθητή, που περιλαµβάνει δύο αποσπάσµατα
από τη Χρονογραφία του Θεοφάνη (το πρώτο αναφέρεται στους τρόπους άσκησης
της εξωτερικής πολιτικής του Βυζαντίου και το δεύτερο στις εσωτερικές ταραχές στη
Βουλγαρία κατά το 763). Επιπλέον στο βιβλίο του καθηγητή υπάρχει ένα ακόµη
παράθεµα από τη Χρονογραφία του Θεοφάνη, που αναφέρεται στη
βυζαντινοβουλγαρική συνθήκη του 812 και τους όρους της.
Κατά τη διδακτική επεξεργασία θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι δύο ερωτήσεις
του βιβλίου που υπάρχουν στο τέλος της ενότητας και αφορούν κυρίως τα δύο
αποσπάσµατα από τον Θεοφάνη. Πρόκειται συγκεκριµένα για τις εξής ερωτήσεις:
1. Ποιο ήταν το µεγαλύτερο εσωτερικό πρόβληµα που αντιµετώπιζε το Πρώτο
Βουλγαρικό Κράτος; Πότε και πώς λύθηκε το πρόβληµα αυτό;
2. Εκτός από τον πόλεµο και την επίσηµη διπλωµατία, µε ποιους άλλους τρόπους
ασκούσε το Βυζαντινό κράτος την εξωτερική πολιτική του;

► Πρόσθετα παραθέµατα-ασκήσεις
Εκτός από το πρόσθετο παράθεµα που υπάρχει στο βιβλίο του καθηγητή, ο διδάσκων
µπορεί να αξιοποιήσει και άλλα, που κατά κρίση του θα συµβάλουν στην καλύτερη
επεξεργασία της ενότητας. Ενδεικτικά αναφέρουµε τα εξής:

1. Προκόπιος, Υπέρ των πολέµων λόγοι, VII, 14, έκδ. J. Haury, Procopii Caesariensis
opera omnia I, Lipsiae 1905. (Editio stereotypa correctior. Addenda et corrigenda
adiecit G. Wirth, Leipzig 1963): «∆ιαµένουν σε οικτρές καλύβες, οι οποίες είναι
διασκορπισµένες µεταξύ τους και συχνά αλλάζουν τόπο κατοικίας, µετακινούµενοι
από το ένα µέρος στο άλλο. Στις µάχες πολεµούν πεζοί έχοντας στα χέρια ασπίδα και
ακόντια, χωρίς όµως θώρακα. Μερικοί δεν φορούν χιτώνα ή πανωφόρι αλλά µόνο
περισκελίδες ως τη µέση τους, και έτσι (ηµίγυµνοι) ρίχνονται εναντίον των εχθρών.
Έχουν επίσης κοινή γλώσσα εντελώς βάρβαρη. ∆εν διαφέρουν µεταξύ τους και ως
προς τα φυσικά τους χαρακτηριστικά είναι µεγαλόσωµοι και ρωµαλέοι, ενώ ως προς
το χρώµα του δέρµατος και των µαλλιών δεν είναι λευκοί και ξανθοί ή µελαψοί αλλά
εντελώς κοκκινωποί».
Ερώτηση:
- Σύµφωνα µε την Εθνογραφία η διαφορετικότητα ενός λαού από το κυρίαρχο
πολιτισµικό µοντέλο καθορίζει και το βαθµό βαρβαρότητάς του. Με βάση το
παραπάνω απόσπασµα του Προκοπίου να βρείτε σε τι διέφεραν οι Σλάβοι από
το βυζαντινό πολίτη. Τι νοµίζετε ότι προκαλούσε η εικόνα τους στους
Βυζαντινούς;

10
2. Θεοφάνης, Χρονογραφία, 359. C. De Boor, Theophanis Chronographia 1-2, Lipsiae
1883, 1885 (ανατ. Hildesheim1963) : «Και αφού (ενν. οι Βούλγαροι) καταδίωξαν
τους Ρωµαίους (το 680 µ.Χ.) µέχρι τον ∆ούναβη, τον πέρασαν και έφτασαν στην
λεγόµενη Βάρνα, κοντά στην Οδησσό και την ενδοχώρα της. Εκεί είδαν ότι ο τόπος
ήταν πολύ ασφαλής, αφού προστατευόταν βόρεια από τον ∆ούναβη και νότια και στα
πλάγια από τις κλεισούρες και τη θάλασσα του Πόντου. Οι Βούλγαροι κυρίευσαν τα
γειτονικά σλαβικά φύλα […] Έτσι αφού µεγάλωσε η δύναµή τους έδειξαν έπαρση
και άρχισαν να κυριεύουν τα κάστρα που ανήκαν στο Ρωµαϊκό κράτος. Γι’ αυτό ο
αυτοκράτορας (ενν. ο Κωνσταντίνος ∆΄) αναγκάστηκε να συνάψει ειρήνη µαζί τους
και συµφώνησε να παρέχει επαίσχυντο για τους Ρωµαίους ετήσιο φόρο».
Ερώτηση:
- Ποιος ήταν ο χώρος εγκατάστασης των Πρώτων Βουλγάρων και ποια τα
πλεονεκτήµατά του.
* Το παράθεµα µπορεί να εξεταστεί σε συνδυασµό µε το χάρτη που υπάρχει στο
σχολικό βιβλίο, σελ. 27, έτσι ώστε να υπάρξει σαφής εικόνα του γεωγραφικού
στοιχείου.

3. α) Θεοφάνης, Χρονογραφία, 491. 1-15: «Τη νύχτα του Σαββάτου η παθητική


αναµονή (για τρεις µέρες) των ετοιµοπόλεµων στρατιωτών του Νικηφόρου οδήγησε
σε εκνευρισµό όλες τις παρατάξεις του. Πριν χαράξει επιτέθηκαν οι Βούλγαροι
εναντίον της σκηνής του Νικηφόρου και των στρατηγών του. Τον φόνευσαν κατά
τρόπο φρικτό µαζί µε πολλούς στρατηγούς του, µεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται
οι πατρίκιοι Αέτιος, Πέτρος […] και πολλοί στρατηγοί των θεµάτων µε αµέτρητο
στρατό. Κατ’ αυτό τον τρόπο
« 
     ».

β) Ανώνυµο χρονικό του 811 (ο ανώνυµος συγγραφέας του χρονικού υπήρξε µάλλον
αυτόπτης µάρτυς των γεγονότων), έκδ. Dujčev, La chronique Byzantine de l’an 811,
TM 1 (1965) 205-216, 212.41-50: «Οι Βούλγαροι έλαβαν την ευκαιρία και όταν είδαν
από τα όρη τους Βυζαντινούς να περιφέρονται περιπλανώµενοι, µίσθωσαν Αβάρους
και τους γειτονικούς Σλάβους, εξόπλισαν και τις γυναίκες τους και στις 23 Ιουλίου,
χαράµατα Σαββάτου, επιτέθηκαν σε αυτούς (ενν. τους Βυζαντινούς), τη στιγµή που
κοιµόνταν. Αυτοί σηκώθηκαν, πήραν βιαστικά τα όπλα και άρχισαν τη µάχη. Επειδή
όµως οι θεµατικοί στρατοί είχαν κατασκηνώσει µακριά, δεν αντιλήφθηκαν αµέσως το
συµβάν. Οι Βούλγαροι επιτέθηκαν µόνο στον αυτοκρατορικό στρατό, ο οποίος
αντιστάθηκε για λίγο και, καθώς αδυνατούσε να υπερισχύσει, κατεσφάγη, ενώ οι
υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή».
Ερώτηση:
- Να µελετήσετε τις δύο πηγές και αξιοποιώντας την ιστορική αφήγηση να
βρείτε α) σε ποιο γεγονός αναφέρονται. β) ποιες οµοιότητες και ποιες διαφορές
εντοπίζετε µεταξύ τους όσον αφορά τις πληροφορίες που µας δίνουν;
* Η δραστηριότητα αυτή µπορεί να γίνει εργασία για το σπίτι και απαιτεί
συγκριτική µελέτη των πηγών.

11
5. Ενδεικτική βιβλιογραφία της ενότητας:

R. Browning, Byzantium and Bulgaria. A Comparative Study Across the Early Medieval
Frontier, Berkeley and Los Angeles 1975.
Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία Β1 (610-867)2, Αθήναι 1993.
K. Hopf, Οι Σλάβοι εν Ελλάδι, (µετάφρ. Φραγκίσκου Ζαµβάλδη), Εν Βενετία 1872.
Ι. Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντινού κράτους, τ. Β΄ (565-1081), Θεσσαλονίκη 1981.
E. Κ. Κυριάκης, Βυζάντιο και Βούλγαροι (7ος-10ος αι.). Συµβολή στην εξωτερική πολιτική του
Βυζαντίου, Αθήνα 1993.
D. M. Lang, The Bulgarians from Pagan Times to the Ottoman Conquest, London 1976.
Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Οι Βαλκανικοί λαοί κατά τους µέσους χρόνους, Θεσσαλονίκη
1992.
Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Σλαβικές εγκαταστάσεις στη Μεσαιωνική Ελλάδα, Ίδρυµα
Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1995.
G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους Ι, Αθήνα 1978 (ελλην. µεταφρ. Ι.
Παναγόπουλου εκ της γ΄ γερµανική έκδ., München 1963).
Αικ. Ρεβάνογλου, Γεωγραφικά και Εθνογραφικά στοιχεία στο έργο του Προκοπίου
Καισαρείας, (ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑΙ αρ. 39), ΚΒΕ, Θεσσαλονίκη 2005.
Αικ. Ρεβάνογλου, «Η Θεσσαλονίκη και οι Σλάβοι από τον 6ο έως τον 9ο αι.», Εκπαιδευτικοί
Ορίζοντες, τεύχος 2 (2008) σελίδες 69-81.
Β. Παπούλια, Το πρόβληµα της ειρηνικής διεισδύσεως των Σλάβων στην Ελλάδα, Πρακτικά
∆ιεθνούς Συµποσίου «Βυζαντινή Μακεδονία 324-1430», Οκτώβριος 1992, ΕΜΣ,
[Μακεδονική Βιβλιοθήκη αριθµ. 82], Θεσσαλονίκη 1995, 255-265.
S. Runciman, A History of the First Bulgarian Empire, London 1930.
A. Stavridou-Zafraka, Slav Invasions and the Theme Organization in the Balkan Peninsula,
Βυζαντιακά 12 (1992) 165-179.
M. Vasmer, Die Slaven in Griechenland, Berlin 1941.

12

You might also like