Professional Documents
Culture Documents
gr
Peter F. Drucker
Είναι άκρως σημαντικό η εταιρεία να επιλέξει μόνο μία από τις παραπάνω
θέσεις. Πολλές εταιρείες αποτυγχάνουν σε αυτό με αποτέλεσμα, όπως λέγεται, να
“κολλάνε στη μέση” (”stuck in the middle”). Αυτή η σημαντική επισήμανση είναι
κάτι που επαναλαμβάνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια ο διάσημος αμερικανός
καθηγητής του μάνατζμεντ Michael E. Porter. [2]
Αναφορικά με το ποια ανταγωνιστική στρατηγική μάρκετινγκ (competitive marketing
strategy) πρέπει να επιλέξει η εταιρεία αυτό εξαρτάται από τη θέση της στην αγορά,
τους στόχους της, τις ευκαιρίες και τους πόρους της. Ειδικότερα, εξαρτάται από το
εάν είναι ηγέτης της αγοράς (market leader), διεκδικητής (challenger), ακόλουθος
(follower) ή nicher (χμ, πώς αποδίδεται αυτό στα ελληνικά άραγε;).
Ο ηγέτης της αγοράς (market leader) μπορεί να διευρύνει την συνολική αγορά και
να προστατεύσει / αυξήσει το μερίδιό του. Η διεύρυνση της συνολικής αγοράς είναι
φυσικό να ωφελήσει περισσότερο από όλους τον ηγέτη της αγοράς.
Ο διεκδικητής της αγοράς (market challenger) έχει ως στόχο της αύξηση του
μεριδίου αγοράς του επιτιθέμενος στον ηγέτη της αγοράς, σε άλλους διεκδικητές και
μικρότερους ανταγωνιστές. Για να πετύχει τον στόχο του, ο διεκδικητής μπορεί να
εφαρμόσει διάφορες επιθετικές στρατηγικές (attack strategies). Επιγραμματικά αυτές
είναι:
Ο ακόλουθος της αγοράς (market follower), όπως προδίδει και η ονομασία του,
ακολουθεί τον ηγέτη της αγοράς και δεν διακινδυνεύει να προσελκύσει τα πυρά του.
Ο στόχος του είναι, με προσεκτικές, “αθόρυβες” κινήσεις χαμηλής έντασης να
αυξάνει σιγά-σιγά το μερίδιο αγοράς του. Ένας ακόλουθος με πετυχημένη στρατηγική
ενδέχεται μερικές φορές να έχει μεγαλύτερο ROI ακόμη και από τον ηγέτη της
αγοράς.
Τέλος, ο nicher είναι μια μικρή μεγέθους εταιρεία που στοχεύει σε κάποια
“νησίδα” (niche) της αγοράς -σε ένα πολύ μικρό κομμάτι της δηλαδή- και
εξειδικεύεται σε αυτό ούτως ώστε να το εξυπηρετήσει όσο το δυνατόν καλύτερα. Οι
νησίδες είναι μάλλον απίθανο να προσελκύσουν την προσοχή των μεγαλύτερων
ανταγωνιστών.
_____________________________________________________________________
[1] Kotler P., Ravi S. (Winter 1981), “Marketing Warfare in the 1980s”, Journal of Business
Strategy, pp. 30-41. Ries A., Trout J. (1978) “Study Classics to Avoid Checkmate in Business
War”, Marketing Times, May-June, pp. 17-20.
Όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο post, ο ηγέτης της αγοράς μπορεί να
διευρύνει την συνολική αγορά με το:
Επιπλέον, ο ηγέτης της αγοράς μπορεί να δημιουργήσει νέες χρήσεις για το προϊόν
του. Για παράδειγμα, το γνωστό σε όλους μας nylon της εταιρείας DuPont στην
αρχή χρησίμευε στην κατασκευή αλεξίπτωτων, έπειτα προωθήθηκε για την
κατασκευή γυναικείων καλσόν κι άλλων ειδών ένδυσης, αργότερα ως συστατικό για
τα λάστιχα αυτοκινήτων κ.ο.κ.
Άλλο, κλασικό παράδειγμα, είναι η μαγειρική σόδα Arm & Hammer. Μόλις η
εταιρεία ανακάλυψε ότι πολλοί καταναλωτές χρησιμοποιούσαν το προϊόν της ως
αποσμητικό για το ψυγείο τους, δημιούργησε μια διαφημιστική εκστρατεία που
προωθούσε αυτήν ακριβώς τη χρήση. Η εκστρατεία είχε θεαματικά αποτελέσματα
και, στην συνέχεια, η εταιρεία προώθησε το προϊόν της ως οδοντόκρεμα,
απορρυπαντικό κ.λπ.
Τέλος, ο ηγέτης της αγοράς μπορεί να αυξήσει τη χρήση του προϊόντος πείθοντας
τους καταναλωτές να το χρησιμοποιούν συχνότερα ή να χρησιμοποιούν περισσότερο
ανά χρήση.
Από την άλλη πλευρά, ο ηγέτης της αγοράς μπορεί να προστατεύσει το μερίδιο της
αγοράς του έναντι των αντωγωνιστών του εφαρμόζοντας διάφορες αμυντικές
στρατηγικές (defence strategies). Αυτές είναι:
Ο ηγέτης της αγοράς πρέπει να υπερασπίζεται τη θέση του μεν, αλλά πρέπει επίσης
να προσέχει τα αδύναμα σημεία του, τα πλευρά του. Άλλωστε, αυτά είναι τα σημεία
στα οποία επιλέγουν να επιτεθούν συχνότερα οι ανταγωνιστές.
Για παράδειγμα, όταν η βότκα Smirnoff, η οποία κατείχε το 23% της αγοράς στις
Η.Π.Α., δέχτηκε την επίθεση της low-priced βότκας Wolfschmidt, αντέδρασε
αυξάνοντας την τιμή της και διέθεσε τα παραπάνω έσοδα στη διαφήμιση.
Παράλληλα, εισήγαγε στην αγορά την εξίσου low-priced βότκα Relska, ένα flank
brand δηλαδή, για να ανταγωνιστεί την Wolfschmidt καθώς και την Popov, μία
φθηνότερη από την Wolfschmidt βότκα. Με αυτόν τον τρόπο, αφενός προστάτευσε τα
πλευρά της και αφετέρου επιτέθηκε στον ανταγωνιστή της.
Η προληπτική άμυνα βασίζεται στο ότι η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία.
Κατά την προληπτική άμυνα, η εταιρεία επιτίθεται στους ανταγωνιστές της πριν της
επιτεθούν αυτοί. Η προληπτική άμυνα μπορεί να ευοδωθεί με διάφορους τρόπους: με
πόλεμο τιμών (price war), ανταρτοπόλεμο (guerrilla warfare) κ.λπ.
Πολλές φορές η προληπτική άμυνα παίρνει τη μορφή ανακοινώσεων προς την αγορά
ότι η εταιρεία σχεδιάζει να εισαγάγει το x προϊόν στην αγορά, να προβεί στη x
επιχειρηματική κίνηση κ.λπ. Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία στέλνει συγκεκριμένα,
αποτρεπτικά σήματα προς τους ανταγωνιστές της.
Για παράδειγμα, εάν η Google δηλώσει ότι πρόκειται να ασχοληθεί με την ανάπτυξη
του x προϊόντος, αυτό θα λειτουργήσει αποτρεπτικά για τους ανταγωνιστές της.
Ειδικά, μάλιστα, στον χώρο της υψηλής τεχνολογίας κάποιες εταιρείες έχουν
εφαρμόσει ένα “ιδιαίτερο” τρόπο προληπτικής άμυνας που συνίσταται στο να
προβαίνουν σε ανακοινώσεις για νέα προϊόντα τα οποία είτε αργούν χαρακτηριστικά
να εισαχθούν στην αγορά είτε δεν εισάγονται ποτέ. Αυτό ονομάζεται vaporware.
Σε αυτήν την περίπτωση, η εταιρεία που δέχεται επίθεση αντιδρά με αντεπίθεση που
μπορεί να πάρει διάφορες μορφές (π.χ., μείωση τιμών, βελτίωση προϊόντος,
εντονότερη διαφήμιση κ.λπ.). Το νόημα της άμυνας με αντεπίθεση είναι να στρέψει
τον επιτιθέμενο σε υποχώρηση στα δικά του “εδάφη”.
Για παράδειγμα, όταν η UPS επιτέθηκε στην FedEx και ειδικότερα στον τομέα των
αερομεταφορών, η αντίδραση της τελευταίας ήταν να επενδύσει σημαντικά ποσά στις
επίγειες μεταφορές, ώστε να οδηγήσει την πρώτη σε υποχώρηση προκειμένου να
υπερασπιστεί τις επίγειες μεταφορές που ήταν ο βασικός τομέας δραστηριοποίησής
της.
Κατά την κινητή άμυνα, η εταιρεία υπερασπίζεται μεν τη θέση της, αλλά συγχρόνως
αυξάνει τις προσπάθειές της να κερδίσει νέα “εδάφη” τα οποία μπορούν μελλοντικά
να λειτουργήσουν ως θέσεις άμυνας / επίθεσης. Για παράδειγμα, οι πετρελαϊκές
εταιρείες γίνονται εταιρείες ενέργειας.
Ένα άλλο παράδειγμα, αποτελεί η Philip Morris που, υπό το βάρος της εντονότατης
αντικαπνιστικής εκστρατείας στις Η.Π.Α., αποφάσισε να παραιτηθεί λίγο-πολύ από
την υπεράσπιση της θέσης της (position defence) και να στραφεί σε νέες βιομηχανίες
όπως είναι τα τρόφιμα, οι μπύρες κ.λπ.
Έρχεται κάποια στιγμή που η εταιρεία δεν μπορεί να υπερασπισθεί πλήρως τη θέση
της κι αποφασίζει να αμυνθεί αναδιπλούμενη. Σε αυτήν την περίπτωση, παραιτείται
από κάποια “εδάφη” της και επικεντρώνει τους πόρους της σε κάποια άλλα.
Παράδειγμα αποτελεί η Diageo η οποία εξαγόρασε τα περισσότερα από τα brands της
Seagram και πούλησε άλλα όπως ήταν η Pillsbury και τα Burger King, ώστε να
επικεντρωθεί στα οινοπνευματώδη ποτά.
_____________________________________________________________________
Kotler, P., Keller, K. (2006) Marketing Management, 12th edition, Chapter 11, pp. 350-354,
Pearson Prentice Hall.
Kotler, P., Wong, V., Saunders, J., Armstrong, G. (2005) Principles of Marketing, 4th
european edition, Chapter 12, pp. 506-514, Pearson Education Limited.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει ένας διεκδικητής της αγοράς (market
challenger) είναι να θέσει τον στρατηγικό του στόχο. Ο διεκδικητής της αγοράς
μπορεί να επιτεθεί στον ηγέτη εφόσον έχει ικανούς πόρους και ξεκάθαρο
ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (π.χ. πλεονέκτημα κόστους, υψηλότερο value κ.λπ.).
Άλλως, μπορεί να επιτεθεί σε άλλες εταιρείες του μεγέθους του ή σε μικρότερες.
Αφότου ξεκαθαρίσει σε ποιον θα επιτεθεί και ποιος είναι ο στρατηγικός του στόχος, ο
διεκδικητής της αγοράς μπορεί να εφαρμόσει τις παρακάτω πέντε γενικές επιθετικές
στρατηγικές (attack strategies).
Όπως φανερώνει και η ονομασία, ο διεκδικητής επιτίθεται κατά μέτωπο, στα ισχυρά
δηλαδή σημεία του ανταγωνιστή αντιπαραθέτοντας τις δυνάμεις του σε επίπεδο
προϊόντος, τιμής, διανομής, προώθησης κ.λπ. Αυτή η επιθετική στρατηγική
προαπαιτεί ισχυρότατους πόρους, επιμονή και υπομονή.
Κατά μέτωπο επιθέσεις γίνονται συχνά σε διάφορες βιομηχανίες όπως είναι, π.χ., η
βιομηχανία αναψυκτικών. Η Pepsi έχει επιτεθεί κατά μέτωπο στην Coca-Cola ουκ
ολίγες φορές.
Όσο ισχυρό μέτωπο κι αν έχει μια εταιρεία, πάντοτε τα πλευρά της είναι σαφώς πιο
αδύναμα. Η πλευρική επίθεση ενδείκνυται ιδιαίτερα όταν ο διεκδικητής υπολείπεται
σε πόρους από τον αμυνόμενο. Η πλευρική επίθεση μπορεί να γίνει σε δύο επίπεδα:
γεωγραφικό ή, συχνότερα, τμηματικό (segmental).
Ωστόσο, σε διάστημα λίγων ετών από την δραστηριοποίηση ευρωπαϊκών και, κυρίως,
γιαπωνέζικων αυτοκινητοβιομηχανιών στις Η.Π.Α. οι “big three” άρχισαν να βλέπουν
τα μερίδιά τους να συρρικνώνονται συνεχώς και γρήγορα. Οι ανταγωνιστές τους δεν
τους είχαν επιτεθεί κατά μέτωπο (φτιάχνοντας παρόμοια αυτοκίνητα με αυτούς
δηλαδή), αλλά πλευρικά, κατασκευάζοντας μικρά και οικονομικά αυτοκίνητα. Μετά
την επιτυχία της πλευρικής αυτής επίθεσης, άρχισαν να τους επιτίθενται και κατά
μέτωπο.
_____________________________________________________________________
Kotler, P., Keller, K. (2006) Marketing Management, 12th edition, Chapter 11, pp. 356-358,
Pearson Prentice Hall.
Kotler, P., Wong, V., Saunders, J., Armstrong, G. (2005) Principles of Marketing, 4th
european edition, Chapter 12, pp. 516-518, Pearson Education Limited.