You are on page 1of 24

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2009-2010

Η ΦΥΣΗ ΣΤΙΣ ΙΔΕΑΤΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ

ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: Φύση και Αρχιτεκτονική

ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Α.Αγγελιδάκης

Παπακωνσταντίνου Ειρήνη- Αικατερίνη, α.μ.:813

Εισαγωγή
Από την εποχή της αρχαιότητας, η φύση του ανθρώπου υποκινείται από την
ανάγκη της προόδου, της ανάπτυξης και της ευημερίας, έννοιες που τον έκαναν να
οραματίζεται σε όλη τη μακρά περίοδο της Ιστορίας τη μέγιστη δυνατή ευτυχία και
αρμονία που μπορεί να επιτευχθεί. Τα οράματα αυτά συνιστούν τον όρο
1
Utopia(ουτοπία) όπως τον παρουσίασε ο Thomas More το 1516 στο ομώνυμο
έργο του. Ο όρος σημαίνει μη τόπο ή τόπο ευημερίας, όρος που χρησιμοποιήθηκε
κατά κόρον στην ιστορία του αστικού σχεδιασμού, και συγκεκριμένα των ιδεατών
πόλεων . Πρόκειται για σχέδια που αναζητούν τα βέλτιστα πρότυπα και πλαίσια
ζωής, τέτοια που να μην επιδέχονται περαιτέρω βελτίωση και που η θεϊκή αρμονία
είναι ευκταία, αν όχι απαραίτητη, μέσα από την κοινωνική αναδιάρθρωση και/ή την
επιστημονική πρόοδο. Είναι συνήθως αστικά (ή προαστιακά) και ορίζονται πάνω σε
γεωμετρικές γραμμές, που υποδεικνύουν την ορθολογική κυριαρχία της
ανθρωπότητας στις χαοτικές δυνάμεις της φύσης. Συχνά παρουσιάζονται ως
απόλυτες λύσεις, πανάκειες, που μπορούν να εφαρμοστούν οπουδήποτε στον
κόσμο, ανεξάρτητα από γεωγραφικούς, ιστορικούς, πολιτιστικούς ή άλλους
παράγοντες, γι’ αυτό και η έννοια του tabula rasa είναι πολλές φορές
συνυφασμένη με αυτές. Η ακραία φύση των ιδεατών πόλεων, αποτέλεσε
πρόσφορο έδαφος για την σύγκρουση δίπολων όπως: πόλη- φύση, οικουμενισμός-
τοπικισμός, τέχνη- επιστήμη, δομή- μορφή, τυποποίηση- αυθεντικότητα,
κουλτούρα- πολιτισμός, ηθική- τεχνολογία, ουτοπία- δυστοπία κ.α.. Σύγκρουση
αναπόφευκτη, αν αναλογιστεί κανείς τον διττό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής
(τέχνη και επιστήμη) των ιδεατών πόλεων και/ή γενικότερα, γεγονός που
καταδεικνύει την απολυτότητα των έως τώρα προτεινόμενων ιδεατών πόλεων, κάτι
που πολλές φορές συνιστά και την κύρια αιτία της αναποτελεσματικότητας τους ή
της μη εφαρμογής τους. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να τονιστεί πως η κινητήρια
δύναμη των ιδεατών πόλεων, από την αρχαιότητα έως και σήμερα, είναι ένα
κοινωνικό-ουμανιστικό αίτημα: η δημιουργία συμβολικών και νοηματοδοτημένων
χώρων ζωής που να ικανοποιούν τις ψυχολογικές, ηθικές και πολιτισμικές
προσδοκίες για αρμονία, ισορροπία και αλληλεγγύη.
Κρίνοντας κανείς, λοιπόν, από τα ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα που
προκύπτουν στις παγκόσμιες πόλεις (global cities), τον τύπο πόλεων που φαίνεται
να κυριαρχεί στην σύγχρονη εποχή και στις οποίες το παραπάνω αίτημα δε βρίσκει
αντίκρισμα, καθώς οι αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες τείνουν να μετατρέψουν
τις παγκόσμιες πόλεις σε παραγκουπόλεις, όπου η φύση περιορίζεται στους
υπολειμματικούς χώρους του αστικού ιστού- τόσο μακριά από την έννοια της
ιδεατής πόλης-, είναι σκόπιμο να διερευνήσει κανείς τις ιδεατές πόλεις του 20ου
αιώνα και το ρόλο της φύσης σε αυτές, ώστε να γίνει μια προσπάθεια κατανόησης
της παγκόσμιας αστικής πραγματικότητας. Σε αυτήν την προσπάθεια, είναι
απαραίτητη και η αναφορά στις ιδεατές πόλεις από την αρχαιότητα μέχρι και τον
19ο αιώνα, όπου και τέθηκαν οι απαρχές της οικολογικής συνείδησης, ώστε να
υπάρχει μια πλήρης εικόνα του υπόβαθρου πάνω στο οποίο δημιουργήθηκαν τα
οράματα για τέτοιες πόλεις και τις βάσεις που τέθηκαν από τους αρχιτέκτονες-
οραματιστές. Μια τέτοια ανάλυση μπορεί να προσεγγίσει την σύγχρονη
προβληματική για το μέλλον τον πόλεων και το βαθμό στον οποίο η αρχιτεκτονική
σκέψη για τις ιδεατές πόλεις μπορεί να προφητεύσει ένα κόσμο που έρχεται. Στο
παρελθόν, τουλάχιστον, ήδη από τον L.E.Boulleé και τον C.N.Ledoux
σκιαγραφήθηκαν, έστω και μέσω συνειδητών ουτοπιών, αρχιτεκτονικές μορφές
του σήμερα, επομένως, μέσα από την ενδελεχή εξέταση του πνεύματος της εποχής
του 20ου αιώνα, μπορεί να οραματιστεί κανείς μια ουτοπία τόσο του σήμερα, όσο
και του αύριο και το βαθμό επιρροής της από τον παράγοντα φύση.

Από την αρχαιότητα στον 19ο αιώνα

1 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ.16-17
Οι απαρχές για τις ιδεατές πόλεις τέθηκαν στην αρχαιότητα, στη βάση της
ανωτερότητας του ανθρώπου σε σχέση με τη φύση και τα υπόλοιπα όντα, ήδη από
τον Πλάτωνα, 2ο οποίος οραματιζόταν μια πόλη-κράτος διαφορετική από την
εκφυλισμένη κατά την άποψη του Αθήνα της εποχής του. Αυτή η πόλη-κράτος
είναι η σύλληψη μιας ελίτ φιλοσόφων, όπως ο Πλάτωνας, που είναι σε θέση να
συντονίσουν την κοινωνία στους συμπαντικούς ρυθμούς και έτσι να εισάγουν μια
έλλογη τάξη και αρμονία σε ένα χαοτικό κόσμο. Αυτή η πίστη σε μια
αυτοαποκαλούμενη ελίτ που θα πραγματώσει την ιδεατή πόλη συναντάται και στα
επόμενα χρόνια της ιστορίας. Συχνά, η μοναστική και η στρατιωτική ζωή ήταν στο
επίκεντρο των ουτοπικών σχεδίων. Οι ουτοπίες, σε αναλογία με την Εδέμ και/ή τον
παράδεισο, σχεδιάζονται με τρόπο που εκφράζει τη θεϊκότητα του ανθρώπου και
την ενδόμυχη ελπίδα του για την επαναπροσέγγιση του Θεού από αυτόν. Στα μέσα
του 15ου αιώνα ο Filarete σχεδιάζει την Sforzinda, που θεωρείται η πρώτη ιδεατή
πόλη της Αναγέννησης στην ιταλική χερσόνησο. 3Στα χρόνια που θα
ακολουθήσουν, και μετά την δημοσίευση του Utopia του Thomas More, που
οραματίστηκε 54 πανομοιότυπες πόλεις σε ισοτροπική διάταξη, που κατά το
πλατωνικό πρότυπο η όποια απόκλιση από το προτεινόμενο μοντέλο θα ήταν
επιβλαβής, διαφαίνεται μια επικίνδυνη τάση των επόμενων γενεών ουτοπιστών και
των σχεδιαστών των ιδεατών πόλεων για παγκόσμια ομοιομορφία, ανεξάρτητα
από τις ιδιαιτερότητες κάθε τόπου. Σε αυτά τα σχέδια, το κατεξοχήν κοινό και
παγκόσμιο μοτίβο, είναι ο κάνναβος και το ορθογωνικό σχέδιο με τους
παράλληλους δρόμους και τις ορθές γωνίες, ένας αντικατοπτρισμός του νόμου και
της τάξης.
Το τέλος του 15ου αιώνα, με την μελέτη του Leonardo da Vinci, βρίσκει τον
άνθρωπο, στο κέντρο του κόσμου, να ενσωματώνει τις τέλειες αναλογίες, τις
αρχές του σύμπαντος και της φυσικής τάξης. Αυτό που είχε εκφράσει ο
4
Πρωταγόρας: «ο άνθρωπος είναι το μέσο και το μέτρο των πάντων», χρόνια πριν,
εκφράζει τώρα την πεποίθηση της ανθρωπότητας ότι μπορεί να ανταγωνιστεί τον
Θεό και οδηγεί στην ανάπτυξη ενός πολύπλευρου ανθρώπου που μπορεί να είναι
5
«ταυτόχρονα λόγιος, στρατιωτικός, τραπεζίτης και ποιητής». Έτσι, ο σχεδιασμός
των πόλεων από τους ουμανιστές αρχιτέκτονες στοχεύει στην κοσμική αρμονία
μέσα από σχέδια με βάση μαθηματικούς κανόνες, αντίστοιχους με εκείνους που
διέπουν το ανθρώπινο σώμα. Αξιοπρόσεχτα σχέδια των επόμενων χρόνων στον
ευρωπαϊκό χώρο είναι η ποταμίσια πόλη, η πόλη σε διάφορα επίπεδα του Leonardo
da Vinci, η οχυρωμένη πόλη του Vauban, η Freudenstadt του Heinrich
Schickhardt, η Christianapolis του Johann Valentin Andreae και η Palma Nova του
Giulio Savorgnano και του Scamozzi, πιθανώς. Η Palma Nova, που
κατασκευάσθηκε εξ’ ολοκλήρου, παρά την ποιοτική και αισθητική της αποτυχία, με
το παχύ, σχεδόν άφθαρτο τοιχίο, εκπληρώνει ένα τυπολογικό ουτοπικό κριτήριο:
την προστασία από τον εξωτερικό κόσμο και τις επιδράσεις του, και έναν βαθμό
ερμητισμού δεδομένου του χρόνου και του τόπου.6 Ταυτόχρονα με τα παραπάνω

2 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ.14

3 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ.63-71

4 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ. 47

5 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ. 212

6 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ.78-97
έργα, τα υπερατλαντικά ταξίδια των ανήσυχων και φιλόδοξων Ευρωπαίων οδηγούν
στην ανακάλυψη του Νέου Κόσμου, που όπως προδίδει και η ονομασία του,
γινόταν αντιληπτός ως ένας τόπος όπου το πέρασμα του χρόνου μπορούσε να
διακοπεί, ένας tabula rasa όπου οι ουτοπικές επιθυμίες μπορούσαν να
εκπληρωθούν, ένας παράδεισος φτιαγμένος από τις θεϊκές δυνάμεις, όπου οι
δυνάμεις του ανθρώπινου μυαλού, πλέον, μπορούσαν να εμφυτευθούν. Σε αυτόν
τον τόπο μπορούσε οι Ευρώπη να αναπτύξει τα ιδανικά της και τα ουτοπικά όνειρά
της, αντιτιθέμενη στον διεφθαρμένο και παρηκμασμένο Παλιό Κόσμο. Η κυρίαρχη
αστική έκφραση του αποικισμού εκδηλώθηκε και στην νέα ήπειρο με τον αυστηρό
κάνναβο με σχέδια για την πόλη του Μεξικού, της Παραγουάης, και κυρίως της
βόρειας Αμερικής. Πρέπει, ωστόσο να σημειωθεί, πως σε αντίθεση με τις
ευρωπαϊκές βλέψεις για την επικράτηση στον χώρο των ιδεών του Νέου Κόσμου, ο
τελευταίος κατάφερε να παράγει και να διαδώσει τα δικά του ιδανικά.
Η περίοδος του Διαφωτισμού σηματοδοτεί μια νέα εποχή επιστημονικής
επανάστασης, που διεύρυνε του ορίζοντες της γνώσης και εδραίωσε την υπόσχεση
πως η πρόοδος θα αποτελέσει το κλειδί μιας καλύτερης ζωής. 7Στο φωτισμένο
μυαλό, η επιστήμη και η λογική εμφανίζονται ικανές να ξεδιαλύνουν τα
δυσκολότερα αινίγματα, να χειραφετήσουν την ανθρωπότητα ώστε να βελτιώσει
την κατάσταση της και να ελέγξει το πεπρωμένο της, ανοίγοντας το δρόμο για
περισσότερα και πιο μεγαλεπήβολα σχέδια ιδεατών πόλεων. Η πεποίθηση του
Διαφωτισμού ότι θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας νέος και ιδανικός κόσμος,
συνοψίζεται χαρακτηριστικά στα λόγια του 8Piranesi: «Νιώθω την ανάγκη να
παράγω μεγάλες ιδέες και πιστεύω πως αν μου ανέθεταν να σχεδιάσω ένα
καινούριο σύμπαν, θα ήμουν αρκετά τρελός ώστε να το επιχειρήσω». Ένα δυνατό
ρεύμα δημιουργείται και απαιτεί νέες προτάσεις και λύσεις, ρεαλιστικές ή
ουτοπικές, αναζητώντας τη φυγή και τη λύτρωση σε ιδανικούς περασμένους
κόσμους, που σύμφωνα με τον 9J.J.Rousseau μπορεί να ξαναβρεθεί με την
«επιστροφή στη φύση». Από την «πρώτη» καλύβα του ανθρώπου του M.A.Laugier
περνάμε στους γάλλους αρχιτέκτονες L.E.Boulleé και τον C.N.Ledoux, που
συλλαμβάνουν τα μηνύματα της εποχής και προφητεύουν τον κόσμο που έρχεται,
μέσα από ουτοπικές μελέτες που θα αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για τους
πρωτοποριακούς αρχιτέκτονες του 20ου αιώνα. 10Το μνημείο του Νεύτωνα και τα
σχέδια για μια νεκρόπολη του Boulleé, και τα σχέδια για την πόλη και το
νεκροταφείο της Chaux του Ledoux εκφράζουν με ριζοσπαστική μνημειακότητα τη
μεγαλομανή τους διάθεση και τάση, ενώ η αυστηρή γεωμετρία των όγκων (χρήση
κανονικών γεωμετρικών σωμάτων σφαίρες, κύβοι, κύλινδροι κ.τ.λ.), η λιτότητα
και η ψυχρότητα τους, είναι φορτισμένα με ένα συμβολισμό σχετικά με τη διάθεση
επιστροφής σε πρωτογενείς μορφές, σηματοδοτώντας, έτσι, ένα νέο ξεκίνημα.
11
Διαφαίνεται εδώ το όραμα τους για μια αρχιτεκτονική που αντιμετωπίζεται ως
εργαλείο μιας ισοκρατικής κοινωνικής μεταρρύθμισης, που εκφράζεται με μια
αλληγορία, η οποία χρησιμοποιώντας τη ρουσσωική γλώσσα, παρουσιάζει τους
κοινωνικούς και ηθικούς στοχασμούς της εποχής. Το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο που
χρησιμοποιείται στις ουτοπικές αυτές μελέτες είναι η εμφανής απουσία περιττού

7 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson Ltd.,
2002, σ.σ.102-103

8 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.368

9 Γ.Π. ΛΑΒΒΑΣ, 19ος- 20ος αιώνας, ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, Θεσσαλονίκη, University
Studio Press, 1996, σ.σ.25-27

10 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.407

11 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.409-409
διακόσμου και η υπέρμετρη κλίμακα όλων των μερών, που φανερώνει το μεγαλείο
της αρχιτεκτονικής τους φαντασίας, αλλά και ταυτόχρονα τον παροδικό χαρακτήρα
των υπόλοιπων αρχιτεκτονικών απόψεων. 12Ειδικά τα έργα του Ledoux φέρουν
λειτουργικές πληροφορίες και σκοπίμως προκαλούν αισθήματα- επιβεβαιώνοντας
την πεποίθηση του για την ικανότητα επιρροής της ανθρώπινης συμπεριφοράς από
την αρχιτεκτονική-, με τρόπο που η πραγματική ουσία και ο σκοπός κάθε
αρχιτεκτονήματος να αποκαλύπτεται με ειλικρίνεια και αξιοπρέπεια, δίχως τις
ψευδαισθήσεις και τα προσωπεία του έως τότε κόσμου.
Ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από τη μία πλευρά, από την εδραίωση του
13
δεκαδικού συστήματος μέτρησης, που μετατοπίζει την αναφορά από τον
άνθρωπο σε ένα αφηρημένο μέγεθος ( με τη μονοσήμαντη και άτεγκτη ακρίβεια
ενός σταθερού μέτρου) και από την άλλη, από τη βιομηχανική επανάσταση που
όξυνε τις κοινωνικές ανισότητες και συγκρούσεις, γεγονότα που οδήγησαν σε μια
νέα αντίληψη για την κλίμακα και την έννοια του χώρου. Η τελευταία 14« σε
οργανική συνέχεια του Βολταιρικού ουτοπικού ιδανικού του Διαφωτισμού
[…]οδηγεί στην διατύπωση μοντέλων δομής του κοινωνικού-πολιτικού χώρου που
θα επηρεάσουν αποφασιστικά […] την πολεοδομική λογική του 19ου και 20ου
αιώνα..». Επηρεασμένοι από τα ουτοπικά σοσιαλιστικά ιδεώδη των κειμένων των
S.Simon και C.Fourier διατυπώθηκαν από τους Ruskin, Morris και Ebenezer
Howard μοντέλα πόλεων που προωθούσαν τις ζωογόνες ιδιότητες της
αρχιτεκτονικής, 15«διαπλάθοντας τη μορφή και το χαρακτήρα της με βάση ηθικά
και κοινωνικά ιδεώδη», στη βάση μιας δικαιότερης διανομής γης ανάμεσα στην
αστική και εργατική τάξη, που αναγνωρίζει και σέβεται τη φύση και τη
σπουδαιότητα της στον αστικό σχεδιασμό. Το ριζοσπαστικό όραμα του «νέου
βιομηχανικού κόσμου» του Fourier προτείνει μια φιλελεύθερη 16κοινωνία
βασισμένη σε ιδανικές κοινότητες(φάλαγγες), στεγασμένες σε φαλανστήρια, όπου
οι ανθρώπινες σχέσεις λειτουργούν, όπως είχε ορίσει ο Fourier, σύμφωνα με την
ψυχολογική αρχή της «παγκόσμιας έλξης» και το οποίο αποτέλεσε πηγή
έμπνευσης για το φαλανστήριο του A.Godin. 17Ο 19ος αιώνας κλείνει με δύο
εναλλακτικά πρότυπα ιδεατής πόλης, την κηπούπολη, στην αξονική δομή της
ισπανικής γραμμικής κηπούπολης του A.S.Mata και στην αγγλική συγκεντρωτική
κηπούπολη του Howard, ο οποίος με κατεύθυνση την κοινωνική, δημογραφική και
λειτουργική μεταρρύθμιση, 18δημιουργεί μια κοινότητα οικονομικά αυτάρκη,
βασισμένη στην αλληλοβοήθεια και με παραγωγή που δε θα ξεπερνούσε παρά
ελάχιστα τις δικές τις ανάγκες- ένα μοντέλο κηπούπολης που θα επηρεάσει τις
ιδεατές πόλεις του 20ου αιώνα. Η δορυφορική κηπούπολη του Howard,
συνδυάζοντας τα πλεονεκτήματα της πόλης και της υπαίθρου, φέρνοντας την πόλη

12 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.116-117

13 Γ.Π. ΛΑΒΒΑΣ, 19ος- 20ος αιώνας, ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, Θεσσαλονίκη, University
Studio Press, 1996, σ.σ.18-19

14 Νικόλαος- Ίων Τερζόγλου, ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟ ΑΙΩΝΑ, Αθήνα, νήσος, 2009, σ.σ.132-
133

15 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.444

16 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.31

17 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.35

18 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.147-151
στη φύση ή και αντίθετα, αν και δεν καθιερώθηκε ως πρότυπο σχεδιασμού
πόλεων, έδειξε πως η αρχιτεκτονική ανάπτυξη των αστικών και μη αστικών
περιοχών είναι αλληλένδετα προβλήματα στη σύγχρονη εποχή.

Palma Nova, Giulio Savorgnano, Scamozzi


H «πρώτη» καλύβα του ανθρώπου, M.A.Laugier

Το μνημείο του Νεύτωνα, Boulleé

Σχέδια από την πόλη της Chaux, Ledoux


Garden City, Howard

Οι ιδεατές πόλεις στον 20ο αιώνα

Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα σημειώνονται σε όλα τα επίπεδα δράσης του
ανθρώπου ρηξικέλευθες αλλαγές, που υποκινούνται από την οξυμένη αίσθηση
καινοτομίας στο χώρο των επιστημών και της τεχνολογίας, από τις κοινωνικές
αναζητήσεις που προέκυψαν από τις επαναστάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο και από
τις απαιτήσεις της νέας πραγματικότητας, που δημιούργησε η βιομηχανική
επανάσταση. Η εδραίωση των ουρανοξυστών ως κύρια κτιριακή τυπολογία των
πόλεων, έθεσε νέα υψομετρικά όρια και την αίσθηση μιας παγκόσμιας
μητροπολιτικής κλίμακας, που σε συνδυασμό με τη δημογραφική έκρηξη, το
μαζικό φαινόμενο της αστικοποίησης και την εισαγωγή του αυτοκινήτου στη δομή
της πόλης, έθεσαν στο επίκεντρο του αστικού σχεδιασμού την επιτακτική ανάγκη
για μια νέα χωρική αντίληψη, ικανή να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα. Σε όλα
αυτά τα νέα δεδομένα, ο παράγοντας φύση άλλοτε υποβαθμίστηκε σημαντικά, στη
βάση της παραδοχής της αναπόφευκτης εκβιομηχάνισης όλων των εκφάνσεων της
ζωής, και άλλοτε βρέθηκε στο επίκεντρο του σχεδιασμού , στη βάση της
αναγκαιότητας της οικολογικής συνείδησης ή της σπουδαιότητα της φύσης, με
μορφές δανεισμένες από αυτήν. Πράγματι, ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα ο
φιλόσοφος M.Foucault εύστοχα προβλέπει πως «ο 20ος αιώνας, θα είναι η εποχή
του χώρου, όπως ο 19ος αιώνας υπήρξε η εποχή της ιστορίας», γεγονός που
αντικατοπτρίζεται και στο χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, όπου τα
κινήματα που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια του(Art Nouveau, μοντερνισμός,
φουνξιοναλισμός, πουρισμός, φουτουρισμός, μεταβολισμός, κ.α.) επέφεραν μια
ριζική αλλαγή στις ιδέες του χώρου, θεμελιώνοντας μια καινούρια κατασκευαστική
σκέψη και τη χρήση νέων υλικών, επιδρώντας σημαντικά στη διαμόρφωση του
σύγχρονου ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Στη διάρκεια της πραγμάτωσης των
χωρικών αυτών αλλαγών, πολλές φορές η αξία του 19locus του A.Rossi, «τη
μοναδική και οικουμενική σχέση που υπάρχει ανάμεσα σ’ ένα συγκεκριμένο τόπο
και τις κατασκευές που υπάρχουν σ’ αυτό τον τόπο», υποβαθμίστηκε δραματικά,
στο πλαίσιο του δίπολου του ιστορισμού και της νέας βιομηχανοποιημένης
αισθητικής. Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε τις προσπάθειες των αρχιτεκτόνων, όπως
αυτές πραγματοποιήθηκαν μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, που κινούνται μεταξύ της
άρνησης συνομιλίας με το παρελθόν και της τάσης προς την ανεξαρτησία, την
αναζήτηση και τον πειραματισμό, και της ενδοστρεφούς ερμητικής ατμόσφαιρας
που αποστρέφεται τη σύγχρονη βιομηχανική πόλη.
Η ιστορία των ιδεατών πόλεων του 20ου αιώνα εισάγεται με την Cité
Industrielle του T.Garnier στη Λυών, όπου συνοπτικά διατυπώνονται οι βασικές
οικονομικές και τεχνικές αρχές της ίδρυσης και οργάνωσης της σύγχρονης ιδεατής
πόλης. Πρόκειται για μία σοσιαλιστική πόλη 20«χωρίς τείχη και ατομική ιδιοκτησία,
χωρίς εκκλησίες και στρατώνες, χωρίς αστυνομία και δικαστήρια», μια πόλη
35.000 κατοίκων, με ένα τοπικό κέντρο μεσαίου μεγέθους, κτισμένη στην όχθη
ενός ποταμού σε ορεινή περιοχή, η οποία οργανώνεται σε προγραμματικές
λειτουργικές ζώνες, μια οργάνωση που αποτέλεσε τον πρόδρομο των αρχών που
έθεσε η Χάρτα των Αθηνών των CIAM, λίγο αργότερα το 1933, στην οποία οι
ελεύθερες επιφάνειες λειτουργούν σαν δημόσια πάρκα. Είναι η πρώτη φορά μετά
από την ιδανική πόλη της Chaux του Ledoux ,που μια ιδανική πόλη περιγράφεται
με τόση συνεκτικότητα, σαφήνεια και πληρότητα -σε αντίθεση με την κηπούπολη
του Howard που αποτέλεσε ουσιαστικά ένα δοκιμαστικό πρότυπο πόλης-, με τέτοιο
τρόπο ώστε να διακηρύσσεται η κυριαρχία της ως εκπολιτιστική δύναμη, κάτω από
το 21κλασικό βουκολικό πρότυπο ζωής του Garnier, που υμνεί τη φύση και τα
προτερήματα της ζωής μέσα σε αυτήν. Λίγα χρόνια αργότερα, ο L.Hilberseimer
σχεδιάζει με ορθολογιστικό τρόπο δύο ιδεατές πόλεις, μία οικιστική δορυφορική
πόλη γύρω από ένα αυτόνομο και αυτάρκες διοικητικό, οικονομικό, πολιτιστικό και
βιομηχανικό κέντρο και μία «πολυώροφη» πόλη με οικιστικούς πύργους
κατοίκησης 15 ορόφων πάνω από μια φαρδύτερη πενταόροφη επιχειρηματική
περιοχή, στις οποίες η φύση παραγκωνίζεται χάρη στην εκβιομηχανοποίηση και τις
αρχές που αυτή επιβάλλει, τις οποίες απέρριψε ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα, με
αναπάντεχη αυτοκριτική, θεωρώντας ότι, κινούμενες στη σφαίρα της δυστοπίας,
συμβολίζουν περισσότερο μια νεκρόπολη απ’ ότι μια μητρόπολη, όντας
απάνθρωπες από κάθε άποψη στο αμιγώς στείρο ασφαλτικό τους τοπίο.
Την ίδια περίπου εποχή, οι Ιταλοί φουτουριστές συνέβαλαν σημαντικά στην
ιστορία των ιδεατών πόλεων με την 22εισαγωγή της τέταρτης διάστασης, του
χρόνου, τοποθετώντας τον στο επίκεντρο του σχεδιασμού τους, που εκθείαζε τον
πόλεμο, την επίθεση, το μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, την ταχύτητα, την
τεχνολογία, τη μαζικότητα και γενικά την μεταμόρφωση της πόλης. Με αρχή την
tabula rasa οι φουτουριστές θεωρούσαν ότι κάθε γενιά θα έπρεπε να καταστρέφει
τις υπάρχουσες πόλεις, αδιαφορώντας για τις οικολογικές συνέπειες και να κτίζει
εκ νέου τις δικές τις καινούριες πόλεις, αρχή που εκφράστηκε και μέσα από την
προτεινόμενη Città Nuova του Α.S.Elia, η οποία θα πραγματώσει τη μηχανική

19 Aldo Rossi, Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 1991,
μετάφραση: Βασιλική Πετρίδου,σ.σ.145

20 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.98-101

21 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.196-198

22 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.179-182
ουσία του σύγχρονου κόσμου που οραματίστηκε, με έναν επιθετικό αστικό κόσμο,
μέσα από την μαζική κατεδάφιση εκτάσεων αστικών παραγκουπόλεων, 23στη θέση
των οποίων θα ανεγερθούν πολυώροφες πολυκατοικίες με βαθμιδωτή υποχώρηση,
ενώ ουρανοξύστες θα συνδέονται με ένα πολυδαίδαλο σύστημα διαδρόμων
προσγείωσης αεροπλάνων και αυτοκινητοδρόμων σε διάφορα επίπεδα, και στην
οποία η επικοινωνία θα έχει εξέχουσα θέση. Στην ίδια λογική του άγραφου πίνακα,
βασίστηκε και το φιλόδοξο σχέδιο του προοδευτικού, κατά Choay, πολεοδόμου και
αρχιτέκτονα Le Corbusier στο σχέδιο του Plan Voisin για το Παρίσι, όπου πρότεινε
το ξήλωμα μεγάλου μέρους του ιστορικού κέντρου της πόλης και την
αντικατάσταση του από μια ομάδα 18 ουρανοξυστών με σταυροειδή κάτοψη, το
μοτίβο της οποίας θα υλοποιήσει μετά από μερικές δεκαετίες στην πόλη
Τσάντιγκαρ στην Ινδία, με αξονικά τοποθετημένους ουρανοξύστες, που
συνδέονταν μεταξύ τους με γιγάντιους αυτοκινητοδρόμους ταχείας κυκλοφορίας.
Θερμός υποστηρικτής της πεποίθησης πως 24«μια πόλη φτιαγμένη για την
ταχύτητα είναι μια πόλη προορισμένη να πετύχει» και εξέχων μέλος των CIAM,
που με ακραίο και δογματικό τρόπο στο κείμενο τους 25η Χάρτα των Αθηνών
υποστήριζαν την πολεοδομική σπουδαιότητα του διαχωρισμού των πόλεων σε
προγραμματικές, λειτουργικές ζώνες με κτίρια κατοίκησης μεγάλου υψομέτρου σε
απόσταση μεταξύ τους, έπλασε μια δελεαστική οπτική εικονοπλασία, η οποία
ακόμη και σήμερα διακρίνεται στα μεγάλα αστικά κέντρα. 26Παρά την αντίληψη
του πως ο ρόλος του αρχιτέκτονα στο βιομηχανικό κόσμο είναι να ερμηνεύει τις
θεμελιώδεις αλήθειες της εποχής ώστε να προσδώσει μια νέα παγκόσμια αρμονία,
αποτρέποντας την επανάσταση που εγκυμονούσε να ξεσπάσει από την έλλειψη
συντονισμού μεταξύ της κοινωνίας και του φυσικού περιβάλλοντος
-αναδεικνύοντας, έτσι, την αρχιτεκτονική ως μια αγνή πράξη δημιουργίας, η οποία
συντονίζει την ανθρωπότητα με το σύμπαν, του οποίου τους νόμους αναγνωρίζει,
σέβεται και στους οποίους υπακούει- 27είχε την παράδοξη άποψη ότι παρ’ όλο που
το αυτοκίνητο κατέστρεψε τη δομή της πόλης, «θα μπορούσε πια να
χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για τη σωτηρία της».
Περισσότερη προσκείμενη στα κουμμουνιστικά ιδεώδη του διακήρυττε το
ομώνυμο μανιφέστο του 1848, ήταν η Broadacre City, η ιδεατή πόλη του
F.L.Wright, την ιδέα της οποίας συνέλαβε λίγα χρόνια αργότερα από το Plan
Voisin. Αποστρεφόμενος τη σύγχρονη βιομηχανική πόλη σε αντίθεση με τον Le
Corbusier, αλλά θεωρώντας και αυτός το αυτοκίνητο ως ένα δημοκρατικό
μεταφορικό μέσο και εργαλείο, που σαν από μηχανής θεός θα αντιμαχόταν το
αστικό μοντέλο, και σύμφωνα με μια οργανική κατ’ αυτόν αρχιτεκτονική του (ο
ρόλος της φύσης μοιάζει να περιορίστηκε σε μορφές δανεισμένες από αυτήν σε
έργα μικρότερης κλίμακας, π.χ. στο Johnson Wax Administration Building με το
«δάσος» από τις νουφαροειδείς κολώνες στην κεντρική αίθουσα γραφείων),
οραματίστηκε αυτήν την ιδεατή πόλη, η οποία θεσμοποιούσε –ένα ήδη υπάρχον-
ρεύμα προς τα απρόσωπα προάστια, στην αγροτική περιφέρεια των οποίων θα
ανακατανέμονταν οι συγκεντρωτικές λειτουργίες της πόλης του 19ου αιώνα καθώς

23 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.632

24 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.144

25 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.618

26 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.200-201

27 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.145
και οι εκτάσεις γης μεταξύ των κατοίκων, 28ώστε να πετύχει «τη σταδιακή
εξαφάνιση κάθε διάκρισης ανάμεσα στη πόλη και την ύπαιθρο, με την περισσότερο
ομοιόμορφη κατανομή του πληθυσμού σε ολόκληρη τη χώρα». Σύμφωνα με
αυτόν, η πόλη του μέλλοντος θα βρίσκεται παντού και πουθενά και θα είναι τόσο
διαφορετική από την αρχαία πόλη, σε τέτοιο σημείο που να μην είναι καν
αναγνωρίσιμη, καταλήγοντας προς το τέλος της ζωής του σε μια νέα εκδοχή της
ιδεατής πόλης την Living City φαίνεται να συμφιλιώνεται ως ένα βαθμό με τη
βιομηχανοποιημένη ζωή της πόλης. 29«Τα θαύματα των τεχνικών εφευρέσεων, που
άλλωστε δεν είναι οι υπαίτιοι του ‘ετοιμοθάνατου και αβοήθητου πολιτισμού’ –
εκτός από τις περιπτώσεις της κατάχρησης ή της κακής χρήσης τους- είναι οι νέες
δυνάμεις που πρέπει να εκτιμήσει κάθε αυτόχθονος πολιτισμός», έγραφε,
φανερώνοντας, έτσι, το δίλλημα του δίπολου του ρόλου της μηχανής στην
πολεοδομική ανάπτυξη και του ενδεχομένου εκφυλισμού των πόλεων από αυτήν.
Ο τελευταίος ουτοπικός πολεοδομικός οραματισμός, πριν από την έναρξη του
Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος αποδείχτηκε λιγότερο εξωπραγματικός από τους
αντίστοιχους προηγούμενους, 30αφορούσε τη πόλη του Μανχάταν, η οποία κατά τη
σκέψη του H.Ferriss στο βιβλίο του The Metropolis of Tomorrow, θα εξελισσόταν
σε μια νέα Βαβυλωνία, καθώς με περισσή επιστημονική φαντασία και
σκηνογραφική και θεατρική διάθεση, απέδωσε μια εικόνα με πληθώρα
ουρανοξυστών ζιγκουράτ, η οποία θα γεννιόταν «μέσα από την ευφορία, τις αξίες
της γης και τις οδοντωτές τομές των κτιρίων, όπως επέβαλλε ο οικοδομικός
κανονισμός της Νέας Υόρκης το 1916» με εξέχον στοιχείο το Rockefeller Center.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον πόλεμο, η πίστη της κοινωνίας στις
ιδεολογίες και το ρόλο των αρχών κλονίστηκε σημαντικά και μέχρι την δεκαετία
του 60’ , 31όπου και μαρτυρείται μια χωρίς προηγούμενο έκρηξη αυτο-έκφρασης
και αντίδρασης ενάντια στο κατεστημένο, γίνεται μια προσπάθεια αυτό-
επαναπροσδιορισμού της και επανάκτησης της θέσης της στο περιβάλλον. Η πορεία
αυτών των αναζητήσεων ανέδειξε την καλλιεργούμενη αντίδραση που αφορούσε
το χώρο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, λόγω της απουσίας αναφορών στην
κλασσική γλώσσα και στις ιστορικές παραδόσεις και στην αξία της φύσης, έστω και
αν τα στοιχεία αυτά δεν την εμπόδισαν να εκφραστεί με αμέριστη φαντασία για
ολόκληρες χιλιετίες. 32Με τη συνειδητοποίηση, επομένως, της σφοδρότητας του
μοντέρνου κινήματος ενάντια στη μνήμη, που προκάλεσαν τα έργα ακόμα και των
πιο χαρισματικών προσωπικοτήτων της αρχιτεκτονικής σκηνής του διεθνούς στυλ,
και του κινδύνου της απώλειας της αξιοπρέπειας και της ταυτότητας του
ανθρώπου, εμφανίστηκαν νέα κινήματα στο πεδίο του πολεοδομικού σχεδιασμού
και των ιδεατών πόλεων, τα οποία δε δίστασαν να εκφραστούν ακόμα και με την
αναβίωση του κλασικισμού στους κόλπους της αρχιτεκτονικής.
Η πρώτη εκδήλωση της μεταστροφής της αρχιτεκτονικής ιδεολογίας από το
μοντέρνο κίνημα, σε ένα καινούριο που δεν εκμηδενίζει την έννοια και την αξία
της μνήμης, γίνεται από τους κατεξοχήν εκφραστές της λειτουργικής πόλης, την
ομάδα CIAM, η οποία επιδιώκει να ξεπεράσει τη στειρότητα των προηγούμενων

28 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.172

29 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.174

30 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.200-201

31 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.217

32 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.662
πολεοδομικών της προτάσεων, δηλώνοντας ότι 33«σκοπός των CIAM είναι να
εργαστούν για τη δημιουργία ενός φυσικού περιβάλλοντος, που θα ικανοποιεί τις
συναισθηματικές και υλικές ανάγκες του ανθρώπου» - το εύρος, όμως, του πεδίου
των νέων αναζητήσεων τους , θα επιφέρει μετά από λίγα χρόνια και το οριστικό
τους σχίσμα-, δηλώνοντας μια γενική πρόθεση, 34στο πλαίσιο της αδήριτης
ανάγκης, που προέκυψε μετά τον πόλεμο, για ταχεία και οικονομική ανοικοδόμηση
σε πρωτοφανή κλίμακα. Ένα από τα μέλη της νεοσύστατης ομάδας Team X, που
δημιουργήθηκε από τους αποσχισθέντες CIAM, 35ο Aldo van Eyck εξέφρασε τη
δυσαρέσκεια της γενιάς του σχετικά με την ανία της οργάνωσης και της
αποστείρωσης των πόλεων, στο πλαίσιο του αποκλεισμού της ενόχλησης και της
σύγχυσης, άποψη που θα προκαλέσει περαιτέρω αναζητήσεις, πολλές φορές
τοποθετημένες σε ένα περιβαλλοντικό πλαίσιο βιώσιμης ανάπτυξης ή της high-tech
αρχιτεκτονικής, όπου πλέον η ιδέα του tabula rasa είναι – προσωρινά
τουλάχιστον- απορριπτέα. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκε και η ομάδα
Archigram, 36η οποία προέβαλε νέο-φουτουριστικές απόψεις συνδυασμένες με
υποδομές που στηρίζονταν στη χρήση υψηλής τεχνολογίας και ελαφρών
κατασκευών, προτείνοντας λύσεις που κινούνταν περισσότερο στη σφαίρα της
επιστημονικής φαντασίας με ειρωνικές εκδοχές, παρά σε πραγματικές,
εφαρμόσιμες και αφομοιώσιμες λύσεις. 37Ωστόσο, οι μελέτες τους Living City, Plug
in City και Walking City, με όραμα ζωντανές, ελεύθερες, ευέλικτες, πλωτές,
προσαρμόσιμες κατασκευές με εφήμερες χωρικές δομές, προέβαλαν έναν
βιολογικό φουνξιοναλισμό, που αποτέλεσε, εν μέρει, πηγή έμπνευσης για
ανάλογες μελέτες, περισσότερο ή λιγότερο ουτοπικές. 38Τέτοιες ήταν και οι μελέτες
των μεταβολιστών, οι οποίοι πρότειναν μεγακατασκευές με δομές προερχόμενες
από τον χώρο της βιολογίας, καθώς και φιλόδοξα σχέδια ιδεατών πόλεων που
συνιστούσαν μια εικόνα σύνθεσης της πλασματικής διαστημικής αρχιτεκτονικής και
των βιολογικών οργανισμών, 39στη βάση της θεώρησης της κοινωνίας ως μιας
ζωντανής διαδικασίας, όπου θα μπορούσε να βρεθεί ένα σύστημα στο οποίο ο
άνθρωπος διατηρεί τον έλεγχο της τεχνολογίας. Ανάμεσα στα έργα των
Γιαπωνέζων μεταβολιστών, ξεχωρίζει αυτό του K.Kurokawa που πρότεινε μια
εναλλακτική ουτοπική πόλη (Helicoids) που δανείζεται τη μορφή της διπλής έλικας
του DNA, 40στην κατεύθυνση μιας πόλης που μπορεί να εγγυηθεί μεγαλύτερη
προσωπική ελευθερία -από τα προπολεμικά πρότυπα πόλεων. Όμως, κατά τις
τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα τα έργα του κινήματος παρήκμασαν, καθώς
λειτουργούσαν ολοένα και περισσότερο ως εικόνες της μόδας μιας τεχνολογικής
κοινωνίας. Παράλληλα με τους μεταβολιστές, παρουσιάζεται στην κατηγορία των

33 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.242

34 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.217-218

35 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.218

36 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.516-
521

37 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.250-251

38 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ.218-219

39 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.522
40 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ. 219-220
μεγακατασκευών μια 41ιδεατή πόλη με μορφή εξαέδρου (Hexahedron) του
P.Soleri, η οποία, όμως, συνδυάζει μια ισχυρή οικολογική συνείδηση σε μια
κατασκευή που μπορεί να φιλοξενήσει από 500.000 έως 8 εκατομμύρια κατοίκους
και στοχεύει στην εξάλειψη της εγκληματικότητας και των εθνικών και φυλετικών
διαχωρισμών, αφού υποστήριζε ότι «ένα κοινωνικό πρότυπο επηρεάζεται, αν όχι
κατευθύνεται, από τα φυσικά πρότυπα που το περικλείουν». Άλλες αναζητήσεις
στο χώρο των ιδεατών πόλεων που έγιναν κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20 ου
αιώνα, οι οποίες εκφράστηκαν περισσότερο με εννοιολογικούς συμβολισμούς και
λιγότερο με αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο, 42ήταν η New Babylon του Constant
Nieuwenhuys, μια μεγακατασκευή που χαρακτηρίζεται από πυκνότητα, πολλαπλά
επίπεδα και ικανότητα τροποποίησης, ώστε να ενθαρρύνει την κοινωνική
αλληλεπίδραση, η No Stop City των Archizoom και οι Continuous Monument και
Ton City των Superstudio, οι οποίες στράφηκαν με έκδηλο ειρωνικό τρόπο
εναντίον των μεγακατασκευών, μέσα από πιο ελεύθερες, λιγότερο επιτηδευμένες
λύσεις.
Καθώς πλησιάζουμε στη νέα χιλιετία, με την εντεινόμενη αγωνία της κοινωνίας,
στην προσπάθεια της να οραματιστεί την ιδανική πόλη του μέλλοντος,
παρουσιάζεται η τελευταία σημαντική, συστηματική προσπάθεια του 20 ου αιώνα,
προσέγγισης του αστικού μοντέλου του αύριο από τον R.Koolhaas, μέσα από
σχέδια και, κυρίως, θεωρητικά κείμενα που έχουν 43σκοπό να ανακαλύψουν
εφαρμόσιμες στρατηγικές και λύσεις σε παγκόσμια κλίμακα, δίνοντας έναν νέο
ορισμό στη μορφή και τη λειτουργία της σύγχρονης μητροπολιτικής ανάπτυξης. Τα
μοντέλα του, όπως το 44Exodus, για την εξέλιξη των μητροπολιτικών δομών
βασίζονται πάνω σε μια νέα προσέγγιση της πρόσφατης μοντέρνας λειτουργικής
ανάλυσης για μία σύγχρονη κοινωνία μαζικής κατανάλωσης και ολοένα ταχύτερης
επικοινωνίας. 45Στο θεωρητικό του έργο Delirious New York: A Retroactive
Manifesto for Manhattan, -ως ένα ύστερο μανιφέστο για μια συγκεκριμένη αστική
κουλτούρα που προσέδιδε στο Μανχάταν- υποστηρίζει πως η υπέρθεση
διαφορετικών τρόπων ζωής, ιδεολογιών και λειτουργιών μέσα σε ένα στενό,
πεπερασμένο χώρο, προσδιορίζει το χαρακτήρα του περιβάλλοντος της πόλης, 46«
την κουλτούρα της συμφόρησης». Σύμφωνα με τον Koolhaas, η μεγάλη
πυκνότητα είναι το αποτέλεσμα ενός ουδέτερου ορθοκανονικού συστήματος
σχεδίασης, το οποίο είναι το στοιχείο που χαρακτηρίζει το Μανχάταν σε μεγάλη
κλίμακα και το οποίο είναι προαπαιτούμενο για τον διαχρονικό και ευέλικτο αστικό
σχεδιασμό. 47Η ουδετερότητα αυτή του καννάβου, από τη μία πλευρά αιτιολογεί
την απουσία ιστορικών δεσμεύσεων και από την άλλη, δημιουργεί τις συνθήκες
οριοθέτησης και ατομικότητας, παρουσιάζοντας τους ουρανοξύστες του Μανχάταν,
σε μια αλληγορία, ως ένα αρχιπέλαγος δυνατοτήτων που υπόκειται σε διαρκείς
αλλαγές, στη βάση της πεποίθησης του Koolhaas ότι μπορεί να δημιουργήσει ένα
πρότυπο σχεδιασμού που ανταποκρίνεται στην ταχύτητα, την ευελιξία και την

41 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ. 219-220

42 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ. 226-234

43 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.556

44 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ. 234-235

45 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.556

46 Rem Koolhaas, « ‘Life in the Metropolis’ or ‘The Culture of Congestion,’», Architectural Design 47,
αρ. 5 (Αύγουστος 1977), Μετάφραση: Γιάννης Αίσωπος

47 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.558
προσαρμοστικότητα του σύγχρονου πολιτισμού. 48Σε ένα μεταγενέστερο
θεωρητικό του κείμενο, την Γενική Πόλη (The Generic City), περιγράφει με
χαρακτηριστική τολμηρότητα και «αυθάδεια» την ιδεατή πόλη της παγκόσμιας
κοινωνίας, όπως την οραματίστηκε, μια πόλη χωρίς ατομικά χαρακτηριστικά, που
είναι το αποτέλεσμα της απελευθέρωσης από ιστορικά πρότυπα ταυτότητας, μια
πόλη χωρίς περιορισμούς, διαθέσιμη και ανοιχτή. Πρόκειται για μια πόλη που
ανάγεται σε μεγάλους κόμβους υποδομής, και συγκεκριμένα σε μεγαλεπήβολα
αστικά σχέδια σαν γιγαντιαία αεροδρόμια και σιδηροδρομικούς σταθμούς,
προορισμένους για διεθνείς αμαξοστοιχίες υψηλής ταχύτητας, που παρουσιάζεται
ως εκδήλωση της ταυτότητας της παγκόσμιας κοινωνίας. Σε αυτήν ούτε η φύση
ούτε η αρχιτεκτονική βρίσκονται στο επίκεντρο του σχεδιασμού, απλά
συνυπάρχουν με εύκαμπτες σχέσεις, φαινομενικά χωρίς λογική, 49«μερικές φορές
δεν βλέπεις κανένα κτίριο, μόνο φύση· τότε, εξίσου απρόβλεπτα, περιβάλλεσαι
μόνο από το κτισμένο». 50Η πραγματική ουσία, ωστόσο, της Γενικής Πόλης , πίσω
από το πλέγμα της ριζοσπαστικής και κυνικής πολεμικής της θεωρίας της, με την
χαρακτηριστική νιτσεϊκή, μηδενιστική φράση «Η πόλη δεν υπάρχει πια. Μπορούμε
τώρα να φύγουμε από την αίθουσα…», είναι η εκδήλωση της ταυτότητας της
παγκόσμιας κοινωνίας, η οποία αποτελεί ακόμα και σήμερα μια σύγχρονη
σχεδιαστική προβληματική των πολεοδόμων και των αρχιτεκτόνων.

Cité Industrielle, T.Garnier

48 Rem Koolhaas, ‘The Generic City’, S, M, L, XL(Rotterdam: 010 Publishers, 1995), Μετάφραση:
Γιάννης Αίσωπος

49 Rem Koolhaas, ‘The Generic City’, S, M, L, XL(Rotterdam: 010 Publishers, 1995), Μετάφραση:
Γιάννης Αίσωπος, κεφ. 6.10

50 Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China, Taschen,2006,σ.σ.559
Πολυώροφη πόλη, L.Hilberseimer
Plan Voisin, Le Corbusier
Broadacre City, Frank Lloyd Wright

Νέα Βαβυλωνία, H.Ferriss


Walking City, Archigram

Plug in City, Archigram


Helix City, K.Kurokawa

Hexahedron, P.Soleri

New Babylon, Constant Nieuwenhuys


No Stop City, Archizoom
Superstudio

Θεωρήσεις για τον 21ο αιώνα

Ο καινούριος αιώνας εγκαινιάστηκε με μια, ενδεχομένως δυσοίωνη,


προβληματική για τις ιδεατές πόλεις του μέλλοντος, η οποία αναφέρεται, κυρίως,
όχι στα ανεφάρμοστα ή, πολλές φορές, ανεπιτυχή ουτοπικά σχέδια και τις
καταστροφικές συνέπειες τους στον πραγματικό κόσμο, αλλά στην έλλειψη τους
στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία και στα συμπεράσματα που εξάγονται
από την έλλειψη αυτή, καθώς σύμφωνα με τον L.Mumford στο έργο του The Story
of Utopias, «Ένα χάρτη του κόσμου που δεν περιλαμβάνει την ουτοπία, δεν αξίζει
καν να τον αντικρίζει κανείς». Είναι κοινή αλήθεια πως η 51δυσκολία της αντοχής
και αφομοίωσης του σύγχρονου πολιτισμού από οποιαδήποτε κουλτούρα είναι
σχεδόν ανυπέρβλητη, σε βαθμό που έχει καταστήσει τον αστικό σχεδιασμό ανίκανο
να ανταποκριθεί στα δεδομένα της παγκόσμιας πόλης. Η πολυπλοκότητα του
δίπολου του παγκόσμιου(global) με το τοπικό (local) οδήγησε, σύμφωνα με την
52
πολιτισμική θεωρία, από τη μία στην ομογενοποίηση των μεσαίων κοινωνικών
στρωμάτων του δυτικού κόσμου και από την άλλη στη δημιουργία υβριδικών
μορφών που προκύπτουν από τη μείξη πολιτισμών και τρόπων ζωής των
κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Μέσα σε αυτό το συγκεχυμένο πολιτισμικό
πλαίσιο, πραγματοποιούνται περαιτέρω βαθύτατες δομικές αλλαγές σε κοινωνικό,
περιβαλλοντικό, τεχνολογικό και ιδεολογικό επίπεδο σε παγκόσμια κλίμακα, που σε
συνδυασμό με την εκρηκτική τεχνολογική ανάπτυξη, ειδικά στον τομέα των
μεταφορών, αλλοτρίωσαν σημαντικά την πόλη, σε τέτοιο βαθμό που κινδύνευσε
και η ύπαρξη της ίδιας της έννοιας της πόλης με την έκλειψη του δημόσιου χώρου
και που επέφερε καθολική ριζοσπαστική διαφοροποίηση της καθημερινής
πραγματικότητας των αστικών κέντρων.

51 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.277

52 Philip Smith, Πολιτισμική Θεωρία, Μια Εισαγωγή, Αθήνα, Εκδόσεις Κριτική, 2006, μετάφραση:
Αθανάσιος Κατσίκερος,σ.σ.352-353
Ωστόσο, παρά την έκρυθμη αυτή κατάσταση που, αναπόφευκτα, εκδηλώθηκε
και σε αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό επίπεδο, αλλά και με την συνειδητοποίηση
της αναγκαιότητας του βιοκλιματικού σχεδιασμού και της διατήρησης των φυσικών
πόρων του πλανήτη σε οικολογικό επίπεδο, φαίνεται πως υπάρχουν ορισμένες
53
κατευθύνσεις μέσα στις οποίες θα κινηθεί ο αστικός σχεδιασμός και, ίσως, και ο
σχεδιασμός ιδεατών πόλεων, στις επόμενες δεκαετίες. Μία επιλογή είναι ο
μεταμοντερνισμός ή η εξέλιξη αυτού και άλλων αποδομιστικών θεωρήσεων, που
θα συνεχίζουν να αναπτύσσονται ως προστιθέμενη εμπορική συσκευασία με το
φιγουράτο διάκοσμο τους ή θα ακολουθήσουν μια πιο μινιμαλιστική, απλή και
οικολογική κατεύθυνση. Με παρόμοιο τρόπο, μπορεί να εξελιχθεί και η high-tech
αρχιτεκτονική, κάτω από ένα γενικότερο πλαίσιο επιστημονικής φαντασίας που
παράγει, αναπόδραστα, η συνεχής έκθεση τεχνολογίας, στο πλαίσιο, όμως,
συνθηκών λιγότερο ή περισσότερο προσκείμενων στην ανθρώπινη φύση. Η
τελευταία επιλογή είναι η παραδοσιακή αρχιτεκτονική, με ρίζες σε μια διαχρονική
γλώσσα, ανώνυμη και κλασική, που θα αμφιταλαντευτεί μεταξύ της στείρας
αρχιτεκτονικής απομίμησης και αυτήν της επιστροφής στην παράδοση, με τρόπο
που να εκφράζει την πρόοδο και το καινούριο. Και στις τρεις αυτές κατευθύνσεις,
κοινός παρονομαστής είναι η αναζήτηση μιας περιβαλλοντικά βιώσιμης
αρχιτεκτονικής, αφήνοντας πίσω την αέναη προσπάθεια, όπως, άλλωστε, έδειξε
και η ιστορία των ιδεατών πόλεων, του ανθρώπου για κυριαρχία στο χάος του
φυσικού κόσμου, καθώς αυτή προκάλεσε σε τελική ανάλυση μονάχα την ολοένα
και μεγαλύτερη αποξένωση του από τη φύση, απορρίπτοντας, επομένως, τη λογική
του tabula rasa στο σχεδιασμό των ιδεατών πόλεων. Έτσι, προκύπτει μια άλλη
αναγκαιότητα για τον αστικό σχεδιασμό, αυτή της συνειδητοποίησης της
ευαισθησίας της τοπικότητας, η έλλειψη της οποίας προκάλεσε την απώλεια
προσανατολισμού και την αποξένωση, την καταστροφή ή την μετάθεση του
δημόσιου χώρου και της υπαίθρου και την απουσία κοινοτικού αισθήματος. 54Η
ουτοπική φιλοδοξία, αν και μπορεί να λειτουργήσει μέσα σε παγκόσμιες
κατευθυντήριες γραμμές ορισμένων αρχών -στην περίπτωση της σύγχρονης
εποχής τις αρχές που είναι απαραίτητες για μια βιώσιμη και αειφόρο ανάπτυξη-
πρέπει να αποκτήσει, όμως, μια νέα σεμνότητα, ανταποκρινόμενη ειδικά στις
τοπικές συνθήκες, δημιουργώντας μια συλλογή από ετερογενείς, σεβόμενες το
γενικό πλαίσιο μελέτες που υπερβαίνουν ένα πλήθος πραγματικοτήτων.
Η αλήθεια των παραπάνω θεωρήσεων δε μπορεί, παρ’ όλα αυτά, να
χαρακτηρισθεί ως αντικειμενική, καθώς η συστηματική και ξεκάθαρη ιστορική
προσέγγιση τους, θα δοθεί μονάχα μέσα από τη χρονική απόσταση, καθώς δεν
αποτελούν ιστορία με την αυστηρή αντίληψη της έννοιας. Παραμένουμε, λοιπόν,
σε ένα θολό τοπίο στον χώρο του αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, που
δημιουργείται στη σφαίρα του δίπολου της διατήρησης μιας κουλτούρας
αναλλοίωτης και της ένταξης της στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο χώρο, όπου το
αστικό-τεχνολογικό-καλλιτεχνικό τοπίο και το φυσικό-οικολογικό τοπίο θα
μπορούσαν να γίνουν οι νέοι πόλοι μιας νέας, διαλεκτικής σύλληψης της σχέσης
ανθρώπου, τεχνολογίας και φύσης, τα οποία μόνο με το πέρασμα του χρόνου θα
μπορούσαν να ξεδιαλύνουν και να αποδειχτούν, αντίστοιχα. Συνοψίζοντας, ο
55
P.Ricoeur στο έργο του Universal Civilization and National Cultures, εύστοχα
παρατηρεί: «Κανείς δε μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί όταν ο πολιτισμός μας
έρθει πραγματικά αντιμέτωπος με διαφορετικούς πολιτισμούς, χωρίς όμως τους
όρους της κατάκτησης και της κυριαρχίας. Πρέπει, ωστόσο, να παραδεχτούμε πως

53 David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος, σ.σ.670-681

54 Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London, Thames & Hudson
Ltd., 2002, σ.σ. 239-241

55 Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’ έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο,
1999, , μετάφραση: Θόδωρος Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου, σ.σ.277
η σύγκρουση αυτή δεν έχει ακόμη συμβεί στο επίπεδο ενός γνήσιου διαλόγου. Γι’
αυτό, ακριβώς, βρισκόμαστε σε ένα στάδιο ανάπαυλας ή παύσης, χωρίς πια να
μπορούμε να προβάλουμε τον δογματισμό μιας και μοναδικής αλήθειας, αλλά και
χωρίς να είμαστε ικανοί να υπερνικήσουμε τον σκεπτικισμό που μας διακατέχει.
Είμαστε μέσα σε ένα τούνελ, στη δύση του δογματισμού και την απαρχή ενός
πραγματικού διαλόγου».

Βιβλιογραφία:

1. David Watkin, Ιστορία της δυτικής Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα


Εθνικής Τραπέζης, 2005, μετάφραση: Κώστας Κουρεμένος
2. Kenneth Frampton, ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ, Ιστορία και Κριτική, β’
έκδοση, Αθήνα, Θεμέλιο, 1999, 61-63/171-173, μετάφραση: Θόδωρος
Κούρκουλας, Μαρία Παγκάλου
3. Taschen, Architectural Theory from the Renaissance to the Present, China,
Taschen,2006
4. Ruth Eaton, Ideal Cities, Utopianism and the (Un)Built Environment, London,
Thames & Hudson Ltd., 2002
5. Ουμπέρτο Έκο, Ιστορία της ομορφιάς, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2006,
μετάφραση: Δήμητρα Δότση-Χρίστος Ρομποτής
6. Rem Koolhaas, ‘The Generic City’, S, M, L, XL(Rotterdam: 010 Publishers,
1995), Μετάφραση: Γιάννης Αίσωπος, Πρόγραμμα 10.3, 10.4
7. Rem Koolhaas, « ‘Life in the Metropolis’ or ‘The Culture of Congestion,’»,
Architectural Design 47, αρ. 5 (Αύγουστος 1977), Μετάφραση: Γιάννης
Αίσωπος, Downtown Athletic Club
8. Philip Smith, Πολιτισμική Θεωρία, Μια Εισαγωγή, Αθήνα, Εκδόσεις Κριτική,
2006, μετάφραση: Αθανάσιος Κατσίκερος
9. Aldo Rossi, Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, Θεσσαλονίκη, University Studio
Press, 1991, μετάφραση: Βασιλική Πετρίδου
10. Γ.Π. ΛΑΒΒΑΣ, 19ος- 20ος αιώνας, ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ,
Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 1996
11. Νικόλαος- Ίων Τερζόγλου, ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟ ΑΙΩΝΑ, Αθήνα,
νήσος, 2009
12. Νικόλαος- Ίων Τερζόγλου, ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ 2,
Σημειώσεις Μαθήματος, Επιλογή Κειμένων, Αθήνα, 2008

Διαδίκτυο:

• http://www.the-utopian.org/
• http://www.cd.gov.bc.ca/lgd/intergov_relations/library/wuf_the_ideal
_city.pdf
• http://en.wikipedia.org/wiki/Main_Page

You might also like