You are on page 1of 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11

ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Χρήμα : είναι καθετί που γίνεται γενικά αποδεκτό ως μέσο ανταλλαγής των αγαθών και ως
μέτρο προσδιορισμού της αξίας τους.

ΜΟΡΦΕΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ


Στη σύγχρονη οικονομία εφαρμόζεται το σύστημα της
αναγκαστικής κυκλοφορίας του χαρτονομίσματος.
Νομισματικό σύστημα είναι το σύνολο των κανόνων που
καθορίζουν τη νομισματική μονάδα.
Οι κυριότερες μορφές χρήματος είναι:
1. Τα χαρτονομίσματα ( μεγαλύτερος όγκος )
2. Τα κέρματα
3. Οι επιταγές – Τραπεζικό ή Λογιστικό χρήμα.
Άλλες μορφές τραπεζικού χρήματος είναι:
I. Οι τραπεζικές επιταγές
II. Οι τραπεζικές εντολές
III. Το άνοιγμα ενέγγυων πιστώσεων
IV. Οι πιστωτικές κάρτες - Πλαστικό χρήμα
Το σύνολο των χαρτονομισμάτων, των κερμάτων και των επιταγών αποτελεί την
προσφορά ή ποσότητα χρήματος.

ΑΓΟΡΑΣΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ


► Είναι η ιδιότητα που έχει το χρήμα να ανταλλάσσεται με αγαθά και υπηρεσίες, δηλαδή
είναι η ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών που μπορεί να αγοράσει ένα χρηματικό
ποσό σε μια δεδομένη χρονική στιγμή.

► ↑ Τιμών ⇒ ↓ αγοραστικής αξίας του χρήματος.


► ↓ Τιμών ⇒ ↑ αγοραστικής αξίας του χρήματος.

Τιμάριθμος : είναι ο δείκτης που δείχνει τις μεταβολές του γενικού επιπέδου των τιμών και
κατ’ επέκταση την αγοραστική αξία του χρήματος.

Τιμάριθμος καλείται: ο λόγος των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών ενός έτους προς τις
τιμές που είχαν τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες σε ένα προηγούμενο έτος, που λήφθηκε ως
βάση.

Κόστος Καλαθιού τρέχοντος έτους


Δείκτης Τιμών = ×100
Κόστος Καλαθιού έτους βάσης

1
Ρυθμός Πληθωρισμού: μας δείχνει τη μεταβολή του επιπέδου τιμών μεταξύ δύο διαδοχικών
ετών.
Αν για τον υπολογισμό του Τιμαρίθμου (Δείκτη Τιμών) χρησιμοποιηθούν οι τιμές λιανικής
πώλησης των αγαθών και υπηρεσιών, τότε ο δείκτης τιμών λέγεται Δείκτης Τιμών
Καταναλωτή.

Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή υπολογίζεται από το Τμήμα Στατιστικής και Ερευνών και
χρησιμεύει για τον αποπληθωρισμό της αξίας του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ)
και την εφαρμογή της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ).

ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ


Οι κλασικοί Οικονομολόγοι υποστήριξαν ότι η σχέση μεταξύ της ποσότητος του χρήματος και
του γενικού επιπέδου των τιμών είναι αναλογική.
Η ποσοτική θεωρία συμπληρώθηκε από τον Fisher και ονομάστηκε εξίσωση συναλλαγών
Fisher.
Οι συνολικές πωλήσεις (ΡΤ) που γίνονται σε μια χρονική περίοδο είναι ίσες με τις συνολικές
εισπράξεις (ΜV).
ή
MV = PT
Όπου:
Μ = Ποσότητα χρήματος στην οικονομία ( Money )
V = Ταχύτητα κυκλοφορίας χρήματος (Velocity)
P = Επίπεδο τιμών (Price)
T = Όγκος συναλλαγών (Transactions)

Κυκλοφοριακή ταχύτητα του χρήματος (V): Βραχυχρόνια είναι ένα μέγεθος σταθερό γιατί
εξαρτάται από τις συνήθειες πληρωμών του κοινού που δύσκολα μεταβάλλονται.

Εκφράζει πόσες φορές κατά μέσο όρο χρησιμοποιήθηκε μια νομισματική μονάδα στις
PT
συναλλαγές σε μια χρονική περίοδο. V =
M

Π.χ. αν η ποσότητα του χρήματος (Μ) στην οικονομία είναι €300 εκ. και η αξία του συνολικού
προϊόντος (ΡΤ) που πωλείται είναι €1.200 εκ. τότε :
PT 1200
V = ⇒V = = 4 φορές
M 300
Τα χρήματα «άλλαξαν χέρια», με την διενέργεια συναλλαγών, 4 φορές.

Όγκος των συναλλαγών (Τ): Θεωρείται μέγεθος σταθερό στη βραχυχρόνια περίοδο, γιατί
σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους η οικονομία ισορροπεί στην κατάσταση πλήρους
απασχόλησης και επομένως δεν μπορεί εύκολα να μεταβληθεί η ποσότητα παραγωγής.

2
Ποσότητα του χρήματος (Μ) είναι μέγεθος που καθορίζεται από τις Νομισματικές Αρχές
της Κεντρικής Τράπεζας μέσα στα πλαίσια άσκησης της νομισματικής πολιτικής.
MV
MV = PT ⇒ P=
T
Μ = Ποσότητα χρήματος στην οικονομία ( Money )
V = Ταχύτητα κυκλοφορίας χρήματος (Velocity)
P = Επίπεδο τιμών (Price)
T = Όγκος συναλλαγών (Transactions)
όπου
V = σταθερό
Τ = σταθερό γιατί υπάρχει πλήρης απασχόληση.

Άρα υπάρχει μια αναλογική σχέση μεταξύ της ποσότητας του χρήματος και του επιπέδου
των τιμών και κατ’ επέκταση της αξίας του χρήματος.

Κάθε αύξηση της Ποσότητας του χρήματος (Μ) αυξάνει τη Ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών
και οδηγεί σε ανάλογη αύξηση των τιμών και κατ’ επέκταση σε ανάλογη μείωση της αξίας
του χρήματος, γιατί προσκρούει στην πλήρη απασχόληση των συντελεστών παραγωγής.

Αντίστροφα, κάθε μείωση της ποσότητας του χρήματος (Μ) μειώνει την Ζήτηση και τις
τιμές και αυξάνει ανάλογα την αξία του χρήματος.

Κεϋνσιανοί και Μονεταριστές υποστηρίζουν ότι κάθε αύξηση του επιπέδου τιμών που
προέρχεται από αύξηση της ποσότητας του χρήματος δεν είναι ανάλογη για δύο λόγους :

1) Αύξηση της ποσότητας του χρήματος(Μ) δεν μετατρέπεται όλη σε ζήτηση για αγαθά και
υπηρεσίες, αλλά ένα μέρος φυλάσσεται από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για σκοπούς
πρόνοιας και σκοπούς κερδοσκοπίας.
MV
P=
T
2) Η οικονομία μπορεί να ισορροπήσει και σε επίπεδα υποαπασχόλησης και συνεπώς η
αύξηση της Ζήτησης ενδέχεται να προκαλέσει και αύξηση της ποσότητας παραγωγής εφ’ όσον
υπάρχουν υποαπασχολούμενοι συντελεστές παραγωγής.

MV=PT χωρίς η οικονομία να βρίσκεται σε πλήρη απασχόληση π.χ ( Στασιμοπληθωρισμός)

Συμπέρασμα :
Οποιαδήποτε αύξηση της ποσότητας του χρήματος (Μ) (για τους πιο πάνω λόγους) έχει
ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών ( άρα μείωση της αγοραστικής αξίας του χρήματος
) ΟΧΙ όμως ανάλογη.

You might also like