You are on page 1of 5

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΡΤΕΜΙΟΥ

ΚΑΙ ΤΩΝ ΧΩΡΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΠΟΥ ΧΕΙΡΟΤΟΝΗΣΕ

1. Ἀντικανονικές ἐνέργειες τοῦ ἐπισκόπου Ἀρτεμίου

Μετά τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης εὐάριθμοι κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί
προχωρήσαμε στήν προβλεπόμενη ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες Ἀποτείχιση, στήν διακοπή
δηλαδή κοινωνίας πρός ὅσους ἐπισκόπους ὑπέγραψαν τά κείμενα τῆς «Συνόδου» ἤ
στηρίζουν τίς ἀποφάσεις της. Τήν διακοπή τῆς κοινωνίας πρός τούς οἰκείους ἐπισκόπους
λειτουργικά τἠν φανερώσαμε μέ τήν διακοπή μνημόνευσης τοῦ ὀνόματός τους κατά τίς
ἱερές ἀκολουθίες.
Σχεδόν ὅλοι οἱ ἀποτειχισθέντες, μεταξύ αὐτῶν καί οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες,
ἐδηλώσαμε ἐξ ἀρχῆς, ὅτι δέν θά προκαλέσουμε σχίσμα προχωρώντας σέ σχισματικές
παλαιοημερολογιτικές παρατάξεις ἤ μνημονεύοντας τό ὄνομα ἄλλου ἐπισκόπου, ἀλλά θά
περιμένουμε τήν συνοδική ἐπίλυση τοῦ προβλήματος μέ τήν καταδίκη τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης.
Δυστυχῶς ὑπάρχει παρέκκλιση ἀπό αὐτήν τήν γραμμή, διότι πληροφορούμαστε ὅτι
κάποιοι - ἐλάχιστοι εὐτυχῶς - Ἁγιορεῖτες, πού δέν ἐκφράζουν πλέον οὔτε
ἀντιπροσωπεύουν τήν πλειονότητα τῶν ἀποτειχισμένων Ἁγιορειτῶν, εὑρίσκονται σέ
κοινωνία μέ τόν ἐπίσκοπο Ἀρτέμιο, τόν ἀδίκως καί ἀντικανονικῶς διωχθέντα καί
καθαιρεθέντα ἀπό τήν Σερβική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά στήν ἱστορία
τῆς Ἐκκλησίας πού διώκονται ἀδίκως καί ἀντικανονικῶς ὁμολογητές καί ἀγωνιστές τῆς
Ὀρθοδοξίας. Πολλοί ἐκ τῶν Ἁγίων ὑπέστησαν διώξεις τίς ὁποῖες ὑπέμειναν, χωρίς νά
προκαλέσουν σχίσματα καί διαιρέσεις, ἀναμένοντας τήν ἐν καιρῷ ἀποκατάστασή τους, ἡ
ὁποία πολλές φορές, πρός ἐπαύξηση τῆς ἁγιότητός των, δέν ἐπετεύχθη ἐπί τῆς γῆς, ἀλλ’
ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Τήν διαβεβαίωση ὅτι δέν θά προκαλέσει σχίσμα εἶχε δώσει καί ὁ
ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος πρό τῆς καθαιρέσεώς του, εἰπών ἐπί λέξει τά ἑξῆς: «Οἱ διῶκτες μου,
μποροῦν νά μοῦ στερήσουν τόν ἐπισκοπικό θρόνο, ἀκόμη καί τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα ...
μποροῦν νά κάνουν καί πολλές ἄλλες παρανομίες, τίς ὁποῖες οὔτε μπορῶ νά φανταστῶ.
Ὅλα θά τά ἀντέξω μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Παρ’ ὅλα αὐτά δέν μποροῦν νά μέ
ἀναγκάσουν νά κάνω τό σχίσμα καί νά διασπάσω τόν ἁγιοσαββιτικό χιτῶνα τῆς Σερβικῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» 1.
Τήν ἄδικη καί ἀντικανονική δίωξη τοῦ ἐπισκόπου Ἀρτεμίου ἐπικρίναμε πολλοί,
ἀκόμη καί ἐπίσκοποι τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Ἐξακολουθήσαμε νά τόν θεωροῦμε
κανονικό ἐπίσκοπο Ράσκας καί Πριζρένης καί εἴχαμε πολλάκις συναντήσεις μαζί του τό
προεδρεῖο τῆς «Συνάξεως Κληρικῶν καί Μοναχῶν», προβληματιζόμενοι ἀπό κοινοῦ γιά
τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας. Τόν έκαλέσαμε μάλιστα καί μᾶς ὡμίλησε στήν ὁλομέλεια τῆς
«Συνάξεως» καί εὐλόγησε ὡς ἐπίσκοπος τήν παρατεθεῖσα μοναστηριακή τράπεζα.
Οὐδέποτε μᾶς ἀπεκάλυψε καί οὐδέποτε ζήτησε τήν γμώμη μας γιά τήν, ὅπως φαίνεται,
μελετώμενη ἀπό τόν ἴδιο σχισματική ἐνέργεια, νά χειροτονήσει μόνος του ἐπισκόπους,
χωρίς τήν συνοδική κάλυψη, ὥστε νά συγκροτήσει δική του σύνοδο, ὁλοφάνερα
σχισματική. Ἤμασταν στίς συναντήσεις αὐτές τρεῖς πανεπιστημιακοί καθηγητές, ὁ π.
Γεώργιος Μεταλληνός, ὁ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης καί ὁ γράφων, γνωμοδοτήσαντες ἐπί
πληθώρας θεολογικῶν καί κανονικῶν θεμάτων, ἐπί τῶν ὁποίων μᾶς ἐζητεῖτο ἡ γνώμη.
1
. Βλ. Θεοδρομία ΙΒ΄ (2010) 55
Προφανῶς, ἀντελήφθη ἀπό τίς συζητήσεις τήν ἀρνητική μας θέση καί ἐπροχώρησε στήν
πλήρως ἀντικανονική καί σχισματική ἐνέργεια νά χειροτονήσει μόνος του ἐπισκόπους,
πού παραπλανητικά ὀνόμασε «χωρεπισκόπους», ὥστε γι΄ αὐτούς νά μήν ἀπαιτεῖται
δῆθεν συνοδική κάλυψη ἤ χειροτονία ὑπό δύο ἤ τριῶν ἐπισκόπων, ὅπως ὁρίζει ἡ
Ἱεροκανονική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Μετά τήν ἀντικανονική αὐτή ἐνέργεια διακόψαμε κάθε κοινωνία μαζί του, καί στίς
ἀρχές τοῦ 2015 ἡ «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν» συντάξαμε καί
δημοσιεύσαμε κείμενο μέ τίτλο «Ἀποσχιστική ἐνέργεια τοῦ ἐπισκόπου Ἀρτεμίου τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας»2 στό ὁποῖο ἐξηγοῦμε τήν λύπη μας γιά τήν ἐνέργεια
αὐτή, παρακαλοῦμε τόν ἐπίσκοπο Ἀρτέμιο νά μή προχωρήσει σέ ἄλλες ἀντικανονικές
ἐνέργειες, κάνουμε δέ ἔκκληση πρός τόν προκαθήμενο τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας καί τούς
συνοδικούς ἀρχιερεῖς νά ἀναψηλαφήσουν κανονικῷ τῷ τρόπῳ τό θέμα τοῦ ἐπισκόπου
Ἀρτεμίου, γιά νά μή σχισθεῖ περισσότερο ὁ ἁγιοσαββϊτικός χιτώνας τῆς Ὀρθοδόξου
Σερβικῆς Ἐκκλησίας. Τό κείμενο αὐτό ὑπογράφουν τά μέλη τοῦ προεδρείου τῆς
«Συνάξεως Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν», δηλαδή οἱ Ἀρχιμανδρῖτες Ἀθανάσιος
Ἀναστασίου, Σαράντης Σαράντος, Γρηγόριος Χατζηνικολάου, ὁ Γέρων Ἱερομόναχος
Εὐστράτιος Λαυριώτης, οἱ Πρωτοπρεσβύτεροι Καθηγητές Γεώργιος Μεταλληνός καί
Θεόδωρος Ζήσης καί ὁ Καθηγητής Δημήτριος Τσελεγγίδης. Ἀξιοπαρατήρητο εἶναι ὅτι τό
κείμενο ὑπογράφει καί ὁ Γέρων Ἱερομόναχος Εὐστράτιος Λαυριώτης, πού ἐκφράζει καί
τούς Ἁγιορεῖτες πού τώρα ἔχουν κοινωνία μέ τόν ἐπίσκοπο Ἀρτέμιο, ἡ ὁποία κοινωνία
σημαίνει τώρα ὅτι συμφωνοῦν μέ τήν σχισματική πορεία τοῦ ἐπισκόπου Ἀρτεμίου.
Ἡ χειροτονία τῶν ὀνομασθέντων «χωρεπισκόπων» ἔγινε χωρίς συνοδική κάλυψη
ἐκ μέρους τῆς αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία παρά τά λάθη κάποιων
ἱεραρχῶν της ἐξακολουθεῖ νά εἶναι κανονικά συνδεδεμένη μέ τίς λοιπές ὀρθόδοξες
ἐκκλησίες πού συναποτελοῦν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Ἡ
πλειοψηφία μάλιστα τῶν ἐπισκόπων τῆς ἀντιπροσωπείας της στό Κολυμπάρι, δηλαδή
δεκαεπτά (17) ἀπό τούς εἴκοσι πέντε (25) δέν ὑπέγραψαν τό ἐπίμαχο κείμενο τῆς
«Συνόδου» πού ἀναγνωρίζει τίς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες. Ἡ ὑπερόρια ἐπισκοπική
δραστηριότητα τοῦ ἐπισκόπου Ἀρτεμίου δέν ἔχει κανονικό ἔρεισμα. Μποροῦσε ὡς
ἀδίκως καί ἀντικανονικῶς καθῃρημένος νά παραμείνει ἐντός τῶν ὁρίων τῆς ἐπαρχίας του
σέ πνευματική ἐπικοινωνία μέ τό ποίμνιό του, καί νά ἀναμένει τήν ἄρση τῆς εἰς βάρος του
ἀποφάσεως, καί ὄχι νά δημιουργεῖ ποίμνιο καί νά κτίζει ἐκκλησίες καί «κατακόμβες» σέ
ξένες ἐπαρχίες. Δέν τόν ἐξεδίωξε οὔτε τόν ἐξόρισε κανείς βιαίως ἀπό τήν ἐπαρχία του,
ἔστω καί ἄν ἀντικανονικῶς ἐτοποθέτησαν στήν θέση του ἄλλον ἐπίσκοπο· ἄν δέν
προέβαινε καί αὐτός σέ ὑπερόρια ἀντικανονική δραστηριότητα, θά παρέμενε ὡς ὁ
κανονικός ἐπίσκοπος καί ποιμήν τῆς ἐπαρχίας Ράσκας καί Πριζρένης καί στήν συνείδηση
τοῦ ποιμνίου του, ἀλλά καί στήν συνείδηση ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι ἐγνώριζαν
τόν ἄδικο διωγμό ἐναντίον του. Ἀκόμη καί ἄν τόν ἐξεδίωκαν διά τῆς βίας καί τόν ἐξόριζαν,
ὅπως τόν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο, θά βρισκόταν κάποιος ἐπίσκοπος νά τόν φιλοξενήσει,
ὅπως ἔκανε ὁ ἐπίσκοπος τῆς Κουκουσοῦ γιά τόν ἐξόριστο Ἅγιο, ὁ ὁποῖος πάντως οὔτε σέ
χειροτονίες ἐπισκόπων ἤ χωρεπισκόπων προέβη, οὔτε συγκρότησε ἰδική του «σύνοδο» 3, ἡ
δέ θριαμβευτική ἀποκατάστασή του ἔγινε μετά τόν θάνατό του. Πῶς θά μποροῦσε

2
. Βλ. τό κείμενο εἰς Θεοδρομία ΙΒ΄ (2015) 51-53
3
. Οἱ λεγόμενοι Ἰωαννίτες ἐπίσκοποι δέν χειροτονήθηκαν ἀπό τόν ἴδιο μετά τήν καθαίρεσή του, ἀλλά
χειροτονημένοι ἐνωρίτερα δέν δέχθηκαν τήν καθαίρεσή του καί τόν ἀκολουθοῦσαν.
ἄλλωστε νά προχωρήσει ὁ μέγας Χρυσορρόας Πατήρ σέ σχίσμα, ἀφοῦ ἐδίδασκε πάλιν καί
πολλάκις ὅτι «τό σχίσαι τήν Ἐκκλησίαν χεῖρον τοῦ εἰς αἵρεσιν ἐμπεσεῖν;».

2. Οἱ χωρεπίσκοποι δέν ἐξαιροῦνται τῆς κανονικῆς ἀρχῆς νά χειροτονοῦνται ὑπό τριῶν


ἐπισκόπων

Ὡς πρός τούς «χωρεπισκόπους» τοῦ Ἀρτεμίου, τούς ὁποίους ἀντικανονικῶς


ἐχειροτόνησε, ἡ θεολογική ἔρευνα ἔχει καταλήξει εἰς τό ὅτι ἦταν ἕνας πρόσκαιρος
θεσμός, πού ἴσχυσε ἀπό τά μέσα τοῦ β΄ αἰῶνος μέχρι τό τέλος τοῦ δ΄ αἰῶνος, γιά νά
ἀντιμετωπισθεῖ ἕνα καιρικό πρόβλημα, τό ὁποῖο σήμερα δέν ὑπάρχει. Καί ἡ ἀνάγκη αὐτή
προερχόταν ἀπό τήν διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τίς πόλεις, ὅπου ἀρχικά ἦταν
περιορισμένος, στήν ὕπαιθρο, «ἐν ταῖς κώμαις καί ταῖς χώραις». Ὁ ὅρος «χωρεπίσκοπος»
σημαίνει τόν ἐπίσκοπο τῆς «χώρας», τῶν χωρίων, τῆς ὑπαίθρου. Ἐπειδή λοιπόν, λόγῳ καί
τῶν τότε συγκοινωνιακῶν δυσκολιῶν, ὁ ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῆς περιοχῆς ἦταν
δύσκολο νά ἐπιστατεῖ καί νά ποιμαίνει καί τούς πιστούς τῶν κωμοπόλεων καί τῶν
χωρίων, ἐχειροτονοῦντο οἱ «χωρεπίσκοποι», οἱ ὁποῖοι εἶχαν πλήρη ἀρχιερωσύνη, ἦσαν
δηλαδή κανονικοί ἐπίσκοποι μέ συγκεκριμένη τοπική δικαιοδοσία, ἐξηρτῶντο ὅμως
ἀμέσως ἀπό τόν ἐπίσκοπο τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν ποιμαντική εὐθύνη ὅλης τῆς
ἐπαρχίας, καί ἔπρεπε νά ἀσκοῦν τά τῆς ἀρχιερωσύνης σέ συμφωνία μετ΄ αὐτοῦ.Σιγά σιγά
πάντως μέ πλῆθος συνοδικῶν ἀποφάσεων πού περιόριζαν ἤ καθόριζαν τά δικαιώματα
τῶν χωρεπισκόπων ὁ θεσμός περιῆλθε βαθμηδόν σέ παρακμή καί ὁδηγήθηκε τελικῶς
περί τό τέλος τοῦ δ΄ αἰῶνος σέ ἀχρήστευση καί ἐξαφάνιση. Σχετικοί κανόνες τοῦ δ΄
αἰῶνος, πού ἀναφέρονται στούς χωρεπισκόπους κατά χρονολογική σειρά τῶν συνόδων
εἶναι οἱ ἑξῆς: ὁ 13ος τῆς Ἀγκύρας (314), ὁ 14ος τῆς Νεοκαισαρείας (314-319), ὁ 8ος τῆς ἐ
Νικαίᾳ Α΄Οἰκουμενικῆς (325), ὁ 8 ος καί 10ος τῆς Ἀντιοχείας (341), ὁ 6 ος τῆς Σαρδικῆς (343),
ὁ 57ος τῆς Λαοδικείας (περί τό 360), καί ἡ «Πρός τούς χωρεπισκόπους» κανονική ἐπιστολή
τοῦ Μ. Βασιλείου (370-378), πού ἀναγνωρίστηκε ἐπίσημα ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική
Σύνοδο ὡς κανών τῆς Ἐκκλησίας (89 ος κανών Μ. Βασιλείου). Ὁ πρῶτος χρονολογικά κανών
τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ Συνόδου ἀναγνωρίζει σαφῶς ὅτι οἱ χωρεπίσκοποι ἀνήκουν εἰς τόν βαθμό
τοῦ ἐπισκόπου· «εἰ καί χειροθεσίαν ἐπισκόπου εἶεν εἰληφότες». Οἱ δύο τελευταῖες
φανερώνουν ὅτι ἄρχισε ἡ ἀπαξίωση τοῦ θεσμοῦ, πού ὁδήγησε τελικῶς στήν πλήρη
ἀχρήστευσή του. Ὁ 6ος τῆς Σαρδικῆς μεταξύ ἄλλων διαλαμβάνει ὅτι: «Μή ἐξεῖναι δέ
ἁπλῶς καθιστᾶν ἐπίσκοπον κώμῃ τινί ἤ βραχείᾳ πόλει ᾗτινι καί εἷς μόνος πρεσβύτερος
ἐπαρκεῖ. Οὐκ ἀναγκαῖον γάρ ἐπισκόπους ἐκεῖσε καθίστασθαι, ἵνα μή κατευτελίζεται τό
τοῦ ἐπισκόπου ὄνομα καί ἡ αὐθεντία». Καί ἡ τελευταία χρονικά Σύνοδος τῆς Λαοδικείας
(381) προχωρεῖ στήν ἀπαγόρευση καί στήν πλήρη κατάργηση τοῦ θεμσμοῦ· «Οὐ δεῖ ἐν
ταῖς χώραις καθίστασθαι ἐπισκόπους» (57ος κανών). Λείψανα, βέβαια, τοῦ θεσμοῦ
παρέμειναν ἐλάχιστα κατά τούς ἑπομένους αἰῶνες, τόν 12 ο πάντως αἰῶνα ὁ θεσμός εἶχε
λησμονηθῆ, γιατί ἐνωρίτερα εἶχε ἐκλείψει παντελῶς, ὅπως πληροφορούμεθα ἀπό τόν
μεγάλο κανονολόγο Θεόδωρο Βαλσαμῶνα, ὁ ὁποῖος ἑρμηνεύοντας τόν 13 ο κανόνα τῆς ἐν
Ἀγκύρᾳ Συνόδου (314) πού ἀναφέρεται στούς χωρεπισκόπους λέγει ὅτι εἶναι μάταιος
κόπος νά ἀσχοληθεῖ κανείς μέ αὐτούς, διότι ὁ θεσμός ἐξέλιπε παντελῶς: «Ἐπεί δέ ὁ τῶν
χωρεπισκόπων βαθμός παντελῶς ἠπράκτησεν, οὐδέ ἡμεῖς ματαιοπονῆσαι ἠθελήσαμεν» 4.
Ἡ χρήση τοῦ ὅρου χωρεπίσκοπος κατά τήν Τουρκοκρατία σέ ἐλάχιστες περιπτώσεις καί
στούς καιρούς μας ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου πού ἀφορᾷ τιτουλαρίους ἤ βοηθούς
ἐπισκόπους εἶναι ἀτυχής, διότι οἱ ἐν λόγῳ ἐπίσκοποι δέν ἔχουν σχέση μέ τόν ἀρχαῖο
συνοδικό θεσμό τῶν χωρεπισκόπων5.
Εἶναι διά τοῦτο ἀπορίας ἄξιον γιατί ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος ἀναβίωσε ἕνα θεσμό πού
ἔχει ἐκλείψει ἐδῶ καί 1600 χρόνια. Ἐρμήνευσε μᾶλλον λανθασμένα τόν 10 ο κανόνα τῆς
Συνόδου τῆς Ἀντιοχείας, ὁ ὁποῖος λέγει «χωρεπίσκοπον δέ γίνεσθαι ὑπό τοῦ τῆς πόλεως ᾗ
ὑπόκειται ἐπισκόπου». Προφανῶς θέωρησε ὅτι τό «γίνεσθαι» σημαίνει καί
«χειροτονεῖσθαι», ὁπότε κατά τήν ἰδική του ἐρμηνεία ἠμπορεῖ καί ἕνας ἐπίσκοπος νά
χειροτονήσει χωρεπίσκοπο. Κατά ὁμόφωνη ὅμως τῶν Ἱερῶν Κανόνων ρύθμιση
ἀπαγορεύεται ἡ χειροτονία ὑπό ἑνός μόνον ἐπισκόπου· πρέπει νά γίνεται αὐτή ἀπό
τοὐλάχιστον δύο ἤ τρεῖς κανονικούς ἐπισκόπους ὅπως ὁρίζει ὁ 1 ος κανών τῶν Ἁγίων
Ἀποστόλων: «Ἐπίσκοπος χειροτονείσθω ὑπό ἐπισκόπων δύω ἤ τριῶν». Ἀκόμη καί ἡ
ἐκλογή κατά τόν 4ο κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πρέπει νά γίνεται ἀπό ὅλους
τούς ἐπισκόπους τῆς τοπικῆς ἐκκλησίας, ἄν δέ αὐτό εἶναι δύσκολο ἤ ἀδύνατο γιά
κάποιους λόγους, οἱ ἀπόντες πρέπει διά γραμμάτων νά γίνονται σύμψηφοι, νά
συμφωνούν, ὥστε στή συνέχεια νά γίνεται ἡ χειροτονία. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου
στόν 4ο κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναφέρεται στήν λέξη τοῦ κανόνος
«καθίστασθαι»: «Ἐπίσκοπον προσήκει μάλιστα μέν ὑπό πάντων τῶν ἐν τῇ ἐπαρχίᾳ
καθίστασθαι». Ἀναφέρεται στήν διαφορετική ἑρμηνεία κάποιων κανονολόγων, ἀπό τούς
ὁποίους ἄλλοι ἑρμηνεύουν τό «καθίστασθαι» ὡς «ψηφίζεσθαι», ἐκλέγεσθαι δηλαδή, καί
ἄλλοι ὡς «χειροτονεῖσθαι». Ὁ Ἅγιος Νικόδημος στό «Πηδάλιο» συμπεραίνει ὅτι ἔχει καί
τίς δύο σημασίες· ψηφίζεται ὑπό πάντων καί χειροτονεῖται ὑπό τριῶν: «Ὥστε ὁποῦ τό
καθίστασθαι ἔχει καί τά δύω σημαινόμενα καθώς καί τό γίγνεσθαι· σημαίνει γάρ καί τό
ψηφίζεσθαι, σημαίνει καί τό χειροτονεῖσθαι· τό μέν γάρ ὑπό πάντων, τό δέ ὑπό τριῶν, καί
κατά τόν παρόντα καί κατά τόν α΄ Ἀποστολικόν· αὐτή σχεδόν εἶναι ἐξήγησις τῆς Ζ΄
Οἰκουμενικῆς ἐν τῷ ἑαυτῆς γ΄. Καί ὅταν γάρ τρεῖς μόνοι χειροτονῶσιν, ὑπό πάντων
πρότερον ψηφίζεται, συμψήφων τῶν ἀπόντων γινομένων δι΄ ἐπιστολῶν».

4
. Βλ. Γ. Ράλλη-Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων, Ἀθῆναι 1853, τόμ. Γ΄, σελ. 47.
5
. Βλ. σχετικῶς Παύλου Μενεβίσογλου, Μητροπολίτου Σουηδίας καί πάσης Σκανδιναβίας, «Οἱ
ἐπισκοπικοί τίτλοι ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ», εἰς Ξενία Ἰακώβῳ Ἁρχιεπισκόπῳ Βορείου καί Νοτίου
Ἀμερικῆς· ἐπί τῇ 25ετηρίδι τῆς ἀρχιεπισκοπείας αὐτοῦ, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 182 ἑ. Ἡ ἱστορική και
κανονική παρουσίαση τῆς ἐν λόγῳ μελέτης τοῦ Μητροπολίτου Παύλου εἶναι ἡ πληρέστερη καί καλύτερη.
Χρήσιμες εἶναι καί οἱ μελέτες Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου, Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐν τῇ
Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1989, ἔκδ. β΄, σελ. 38-40.
Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου Ζηζιούλα, Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ καί τῷ
Ἐπισκόπῳ κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνας, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθῆναι 1990, ἔκδ. β΄, σελ. 73-76. Νικολάου
Τωμαδάκη, Ἐκ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ὁρολογίας
(epub.lib.uoa.gr/index.php/epetirisphil/article/download/1072/1238),σελ. 324-327. Ἔρικ Σεργίου,
Ὀργανωτικά Ζητήματα στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου Γ΄ (1916-1933), διατριβή
ἐπί διδακτορίᾳ, Λευκωσία 2013, σελ. 93-112. Πληρέστατη, ὅπως ὅλες οἱ μελέτες του, εἶναι ἐπίσης ἡ εἰδική
μελέτη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, «Περί Χωρεπισκόπων καί Τιτουλαρίων
Ἀρχιερέων εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν», εἰς Ἐκκλησία 13 (1935) 57-60, 65-66, 73-75.
Ἐπίλογος

Σέ κανένα κανόνα δέν μπορεῖ νά στηριχθεῖ ἡ χειροτονία ἐπισκόπου - ἐπίσκοπος εἶναι


καί ὁ χωρεπίσκοπος - ἀπό ἕνα μόνον ἐπίσκοπο καί χωρίς τήν γνώμη καί τό σύμψηφο τῶν
ἄλλων ἐπισκόπων τῆς ἐπαρχίας. Δυστυχῶς τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά δέν ἐτήρησε ὁ ἐπίσκοπος
Ἀρτέμιος. Ἀναβίωσε ἕνα θεσμό πού ἔχει καταργηθεῖ ἐδῶ καί 1600 χρόνια, χωρίς νά
ὑπάρχει λόγος, ἀφοῦ στίς κωμοπόλεις καί στά χωριά τοποθετοῦνται πλέον πρεσβύτεροι,
ὥστε νά μήν ὑπάρχουν δύο ἐπίσκοποι στόν ἴδιο τόπο. Ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος δέν εἶναι
πλέον ἐπίσκοπος κάποιας πόλεως, ὥστε νά ὑπάρχει ἀνάγκη στήν ὕπαιθρο, στά χωριά τῆς
πόλεως, νά ἐγκαταστήσει χωρεπισκόπους. Ἡ ὑπερόρια δραστηριότητά του προϋποθέτει
ὅτι δέν ὑφίσταται πλέον ἡ Σερβική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μετ΄ αὐτῆς δέ καί ἡ Καθολική
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας κανονικό μέλος εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, καί ὅτι οἱ
μόνοι Ὀρθόδοξοι πού ἀπέμειναν, εἶναι αὐτός καί ἡ συνοδεία του, τώρα δέ καί οἱ
κοινωνοῦντες μέ αὐτόν ὀλίγοι Ἁγιορεῖτες Πατέρες. Ἐλπίζουμε καί εὐχόμαστε νά ἐπανέλθει
εἰς τήν ὀρθόδοξη θέση πού εἶχε προηγουμένως διατυπώσει, ὅτι ὅσους διωγμούς καί
θλίψεις καί ἄν ὐποστεῖ, δέν θά τόν ἀναγκάσουν νά προχωρήσει σέ σχίσμα «καί νά
διασπάσει τόν ἁγιοσαββιτικό χιτῶνα τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Τώρα
προχωρεῖ καί σέ ἐξαγωγή, σέ ἐπέκταση τοῦ σχίσματος στίς Ἐκκλησίες τῆς Ἑλλάδος καί τῆς
Ρουμανίας, ὅπως πληροφορούμαστε. Μακάρι νά διαψευσθοῦμε.

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης


Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

You might also like