Professional Documents
Culture Documents
ΜΕ ΕΙΚΟΝΕΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΙΣΑΒΕΤ
Τον καιρό του Ηρώδη, βασιλιά της Ιουδαίας, ζούσε ένας ιερέας που λεγόταν Ζαχαρίας, ο
οποίος είχε γυναίκα την Ελισάβετ. Και οι δυο ήσαν δίκαιοι ενώπιον του Θεού και τηρούσαν
πιστά τους νόμους και τις εντολές του Κυρίου. Αλλά δεν είχαν παιδιά, επειδή η Ελισάβετ ήταν
στείρα και ήταν και οι δυο σε προχωρημένη ηλικία. Μια μέρα ενώ ο Ζαχαρίας ασκούσε τα
ιερατικά του καθήκοντα, μπήκε μέσα στον ναό για να προσφέρει θυμίαμα. Όλος ο λαός ήταν
έξω και προσευχόταν.
Τότε ένας άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε όρθιος, δεξιά από το θυσιαστήριο, και του
είπε: «Μη φοβάσαι καθόλου, Ζαχαρία. Επειδή εισακούστηκε η προσευχή σου, η γυναίκα σου
Ελισάβετ θα γεννήσει ένα γιο στον οποίο θα δώσεις το όνομα Ιωάννης. Θα είναι για σένα
μεγάλη χαρά και αγαλλίαση και πολλοί θα χαρούν για τη γέννησή του, επειδή θα είναι μεγάλος
μπροστά στον Κύριο. Θα του δοθούν πλούσια τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, πριν ακόμα
γεννηθεί και θα οδηγήσει πολλούς ανθρώπους κοντά στον Θεό. Θα βαδίσει και θα προχωρήσει
με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία, για να οδηγήσει τις καρδιές των πατέρων προς τα παιδιά
τους και τους απειθείς στη σοφία των δικαίων, ώστε να ετοιμάσουν στον Κύριο ένα λαό με καλή
διάθεση, για να δεχτεί τον Σωτήρα του».
Αλλά ο Ζαχαρίας είπε στον άγγελο: «Μα πώς μπορεί να γίνει αυτό, αφού είμαι γέρος και
η γυναίκα μου είναι σε προχωρημένη ηλικία;» ο άγγελος του απάντησε: «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ,
αυτός που στέκεται μπροστά στον Θεό και έχω σταλεί για να σου μιλήσω και για να σου
ανακοινώσω αυτή την ευχάριστη είδηση. Και εσύ θα μείνεις μουγγός και δε θα μπορείς να μιλάς
μέχρι τη μέρα που θα γίνουν αυτά, επειδή δεν πίστεψες στα λόγια μου, τα οποία θα
επαληθευτούν στον καιρό τους».
Στο μεταξύ ο λαός περίμενε τον Ζαχαρία και όλοι απορούσαν για ποιο λόγο έμενε τόση
ώρα μέσα στον Ναό εκείνη τη μέρα. Όταν ο ιερέας βγήκε, δεν μπορούσε να μιλήσει. Έκανε
σημάδια και νοήματα, αλλά έμενε μουγγός. Και αυτοί κατάλαβαν ότι είχε δει κάποιο όραμα
μέσα στον Ναό. Όταν τελείωσε η υπηρεσία του στον Ναό, ο Ζαχαρίας γύρισε στο σπίτι του.
Λίγο καιρό μετά η Ελισάβετ, η γυναίκα του, έμεινε έγκυος. Και αυτή σκεπτόταν: «Ο Κύριος
έριξε το βλέμμα Του με καλοσύνη σ’ εμένα για να αφαιρέσει τη ντροπή της ατεκνίας μου
ανάμεσα στους ανθρώπους».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 1
παιδί που θα γεννηθεί από σένα θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου. Να, η Ελισάβετ η συγγενής
σου θα γεννήσει και αυτή ένα γιο στα γεράματά της, επειδή τίποτα δεν είναι αδύνατο για τον
Θεό». Η Μαρία είπε τότε: «Είμαι η δούλη του Κυρίου, ας γίνει το θέλημα του Θεού».
Λίγο μετά απ’ αυτό το γεγονός, δηλαδή τον Ευαγγελισμό, η Μαρία πήγε βιαστικά σε μια
ορεινή πόλη της Ιουδαίας όπου έμεναν ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ. Μπήκε στο σπίτι του
Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ, η οποία, από την ώρα που άκουσε τον χαιρετισμό της
Μαρίας, αισθάνθηκε το παιδί να σκιρτάει στα σπλάχνα της. Τότε τη φώτισε το Άγιο Πνεύμα και
φώναξε με χαρά: «Ευλογημένη να είσαι ανάμεσα στις γυναίκες και ευλογημένος ο καρπός της
κοιλίας σου! Και πώς ήταν αυτό να έρθει να με βρει η μητέρα του Κυρίου μου;» Η Μαρία είπε
τότε:
«Η ψυχή μου υμνεί τον Κύριο Με το παντοδύναμο δεξί του χέρι
και το πνεύμα μου χαίρεται για τον Θεό, διασκόρπισε αυτούς που είχαν
τον Σωτήρα μου, μέσα στην καρδιά τους
επειδή έστρεψε το σπλαχνικό του βλέμμα υπερήφανες σκέψεις.
στην ταπεινότητα της δούλης του, Κατέβασε τους ισχυρούς
ώστε, από τώρα και μετά, όλες οι γενιές από τους θρόνους τους
θα με μακαρίζουν, και εξύψωσε τους ταπεινούς.
επειδή ο Παντοδύναμος έκανε Γέμισε με αγαθά αυτούς που πεινούσαν
θαυμαστά πράγματα για μένα, και άφησε τους πλούσιους με άδεια χέρια.
που το όνομά του είναι άγιο. Βοήθησε τον Ισραηλιτικό λαό
Το έλεός του απλώνεται από γενιά σε γενιά, και τον ελέησε για πάντα,
σε αυτούς που τον φοβούνται. όπως είχε πει στους πατέρες μας,
στον Αβραάμ και τους απογόνους του.
Η Μαρία έμεινε στο σπίτι της Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες. Μετά ξαναγύρισε στο σπίτι
της.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 2
Ενώ βρισκόταν εκεί ήρθε η
ώρα να γεννήσει η Μαρία. Έτσι
έφερε στον κόσμο τον πρωτότοκο
γιο της, που τον τύλιξε σε σπάργα-
να και τον έβαλε να ξαπλώσει μέ-
σα στη φάτνη των ζώων κάποιου
στάβλου, επειδή δεν είχαν βρει στα
πανδοχεία κανένα μέρος για να
μείνουν.
Στην περιοχή εκείνη υπήρ-
χαν βοσκοί, που περνούσαν τη νύ-
χτα μέσα στους αγρούς για να φυ-
λάνε τα κοπάδια τους.
Ένας άγγελος Κυρίου φα-
νερώθηκε ανάμεσά τους. Η δόξα
του Κυρίου άστραψε επάνω τους
και φοβήθηκαν πολύ. Αλλά ο
άγγελος τους είπε: «Μη φοβάστε
καθόλου, σας αναγγέλλω ένα καλό
νέο, το οποίο θα είναι για όλο τον
λαό μια μεγάλη χαρά: σήμερα
στην πόλη του Δαβίδ γεννήθηκε
για σας ένας σωτήρας, ο οποίος
είναι ο Μεσσίας, ο Κύριος. Και να
από ποιο σημάδι θα τον
αναγνωρίσετε: Θα βρείτε ένα
μωρό σπαργανωμένο μέσα σε μια
φάτνη».
Και τη στιγμή εκείνη ένα πλήθος αγγέλων παρουσιάστηκαν και δοξολογούσαν τον Θεό
ψάλλοντας: «Δόξα στον Ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γη και θεία ευλογία στους ανθρώπους».
Όταν οι άγγελοι έφυγαν για να επιστρέψουν στους ουρανούς, οι βοσκοί είπαν μεταξύ
τους: «Ας πάμε μέχρι τη Βηθλεέμ να δούμε αυτό το μεγάλο γεγονός, το οποίο μας γνωστοποίησε
ο Κύριος με το στόμα των αγγέλων».
Έτσι πήγαν εκεί γρήγορα και βρήκαν τη Μαρία, τον Ιωσήφ και το μικρό παιδί που ήταν
ξαπλωμένο στη φάτνη των ζώων.
Αφού έφυγαν από τον στάβλο, διηγήθηκαν όσα είχαν δει και ακούσει.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 3
τα μάτια μου είδαν με θαυμασμό τον
Σωτήρα όλου του κόσμου, ο οποίος
θα είναι πνευματικό φως που θα
φωτίζει τα έθνη και δόξα στον λαό
του Ισραήλ».
Οι γονείς του παιδιού
θαύμασαν γι’ αυτά που είπε. Ο
Συμεών αφού τους ευλόγησε, είπε
στη Μαρία: «Αυτό το παιδί είναι
προορισμένο να γίνει αιτία πτώσεως
και αναστάσεως πολλών στο
Ισραήλ, θα γίνει αυτός σημείο
αντιλογίας μεταξύ των ανθρώπων.
Και εσένα ένα σπαθί θα σου
διαπεράσει την καρδιά, για να
φανερωθούν έτσι οι σκέψεις και οι
πόθοι πολλών καρδιών».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 4
Η ΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ
Όταν οι Μάγοι αναχώρησαν,
ένας άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε
σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε:
«Σήκω, πάρε το παιδί και τη μητέρα
του και φύγε στην Αίγυπτο και μείνε
εκεί μέχρι να σε ειδοποιήσω, επειδή ο
Ηρώδης ψάχνει να βρει το παιδί για να
το σκοτώσει». Έτσι ο Ιωσήφ
σηκώθηκε, πήρε το μικρό παιδί και τη
μητέρα του και έφυγε στην Αίγυπτο,
όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του
Ηρώδη. Έτσι επαληθεύτηκε αυτό που
είχε λεχθεί από τον Κύριο μέσω του
Προφήτη Ιερεμία: «Από την Αίγυπτο
εκάλεσα τον υιό μου».
Όταν ο Ηρώδης κατάλαβε ότι
οι Μάγοι τον κορόιδεψαν, διέταξε να
σκοτώσουν όλα τα παιδιά από δύο
χρόνων και κάτω, όσα ζούσαν στη
Βηθλεέμ και στα περίχωρά της.
Τότε επαληθεύτηκε αυτό που
είχε προφητεύσει ο προφήτης Ιερε-
μίας:
«Φωνή ακούστηκε στη Ραμά,
θρήνος και κλάματα πολλά. Η Ραχήλ
έκλαιγε τα παιδιά της και δεν μπορού-
σε να παρηγορηθεί, επειδή αυτά δεν
υπήρχαν πια».
Όταν ο Ηρώδης πέθανε, ο
άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε πάλι
σε όνειρο στον Ιωσήφ στην Αίγυπτο
και του είπε:
«Σήκω, πάρε το παιδί και τη
μητέρα του και γύρισε στη χώρα του
Ισραήλ, επειδή αυτοί που ήθελαν τη
ζωή του πέθαναν».
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ
ΣΤΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία τελείωσαν όλα όσα ο Νόμος του Θεού όριζε, ξαναγύρισαν
στη Γαλιλαία, στη Ναζαρέτ, την πόλη τους. Ο Ιησούς μεγάλωνε και δυνάμωνε, γεμάτος από
σοφία και η χάρη του Θεού ήταν μαζί του.
Κάθε χρόνο οι γονείς του πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ για τη γιορτή του Πάσχα. Όταν ο
Ιησούς έγινε δώδεκα χρόνων πήγαν στην Ιερουσαλήμ για τρεις μέρες, σύμφωνα με το έθιμο.
Άμα τελείωσε ο χρόνος της εκεί παραμονής τους κι έφτασε η ώρα της επιστροφής, ο μικρός
Ιησούς έμεινε στην Ιερουσαλήμ, αλλά οι γονείς του δεν τον πήραν είδηση. Νόμιζαν ότι
βρισκόταν ανάμεσα στη συντροφιά των άλλων προσκυνητών. Είχαν προχωρήσει μιας μέρας
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 5
δρόμο πριν αντιληφθούν την απουσία του. Τότε τον αναζήτησαν ανάμεσα στους γνωστούς του,
αλλά επειδή δεν τον έβρισκαν, γύρισαν πίσω στην Ιερουσαλήμ και τον έψαχναν παντού.
Μετά τρεις μέρες βρήκαν τον Ιησού στον Ναό, να κάθεται ανάμεσα στους διδασκάλους
του Νόμου, που τους άκουγε με προσοχή και τους ρωτούσε για θέματα ασυνήθιστα στην παιδική
του ηλικία.
Όταν οι γονείς του τον είδαν, απόρησαν και η μητέρα του τού είπε: «Ω παιδί μου, γιατί
μας το έκανες αυτό; Κοίταξε τον πατέρα σου και εμένα πόσο ανησυχήσαμε και σε
αναζητούσαμε».
Και αυτός απάντησε: «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρετε ότι πρέπει να βρίσκομαι στον
οίκο του Πατέρα μου;»
Αλλά ο Ιωσήφ και η Μαρία δεν κατάλαβαν αυτά τα λόγια.
Μετά κατέβηκε μαζί τους και γύρισαν στη Ναζαρέτ. Ο Χριστός ήταν πάντα υπάκουος
στους γονείς του. Η δε μητέρα του διατηρούσε αυτά τα λόγια στην καρδιά της. Στο μεταξύ ο
Χριστός μεγάλωνε και προόδευε σε σοφία και σε χάρη, που του έδινε ο Θεός.
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Τον δέκατο πέμπτο χρόνο της βασιλείας του αυτοκράτορα Τιβερίου, όταν ο Πόντιος
Πιλάτος ήταν κυβερνήτης της Ιουδαίας, ο Ηρώδης τετράρχης της Γαλιλαίας, ο αδελφός του
Φίλιππος τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδας χώρας και ο Λυσανίας τετράρχης της
Αβιληνής και τον καιρό των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, ο Θεός διέταξε τον Ιωάννη, τον γιο
του Ζαχαρία, που έμενε στην έρημο. Και ο Ιωάννης ήλθε σ’ όλη τη χώρα γύρω από τον Ιορδάνη
κηρύσσοντας το βάπτισμα της μετάνοιας για να λάβουν άφεση των αμαρτιών, σύμφωνα με όσα
ήταν γραμμένα στο βιβλίο των προφητειών του Ησαΐα:
«Είναι η φωνή εκείνου που φωνάζει μέσα στην έρημο. Ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου,
κάντε ίσιους και ομαλούς τους δρόμους του. Κάθε φαράγγι να γεμίσει, κάθε βουνό και λόφος να
χαμηλώσει και να ισοπεδωθεί. Τα στραβά μονοπάτια θα ισιώσουν και οι πετρώδεις δρόμοι θα
γίνουν παντού ομαλοί. Τότε όλοι θα βρουν τη σωτηρία που στέλνει ο Θεός».
Και ο Ιωάννης έλεγε σε όλο το πλήθος του λαού που πήγαινε να βαπτιστεί από αυτόν:
«Γεννήματα φαρμακερών οχιών, ποιος σας είπε ότι μπορείτε να σωθείτε από την οργή
που έρχεται; Κάμετε, λοιπόν, έργα άξια της αληθινής μετάνοιας σας και μη νομίζετε ότι
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 6
μπορείτε να λέτε μεταξύ σας: έχουμε τον Αβραάμ πατέρα. Επειδή εγώ σας δηλώνω ότι και από
αυτές τις πέτρες ο Θεός μπορεί να δημιουργήσει απογόνους στον Αβραάμ. Το τσεκούρι είναι
ήδη τοποθετημένο στη ρίζα των δέντρων. Κάθε δέντρο, λοιπόν, που δε θα παράγει καλό καρπό
θα κόβεται και θα ρίχνεται στη φωτιά».
Το πλήθος τον ρωτούσε λέγοντας: «Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε για να σωθούμε από
την οργή του Θεού;»
Και αυτός τους απάντησε:
«Αυτός που έχει δυο χιτώνες να δίνει τον ένα σε αυτόν που δεν έχει και αυτός που έχει
τροφές, να κάνει το ίδιο».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 7
Τότε ο Ιωάννης δεν έφερε πια αντίρρηση. Αφού ο Ιησούς βαπτίστηκε, βγήκε από το
νερό. Και να, άνοιξαν οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού κατέβηκε με τη μορφή περιστεριού
και ήρθε πάνω από τον Χριστό. Τότε μια φωνή από τον ουρανό είπε αυτά τα λόγια: «Αυτός είναι
ο γιος μου ο αγαπητός, τον οποίο ευλόγησα και αγαπώ πολύ».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 8
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Στο μεταξύ ο βασιλιάς Ηρώδης είχε συλλάβει τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον
κρατούσε φυλακισμένο, επειδή είχε κατηγορήσει τον γάμο του με την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του
αδελφού του, Φιλίππου.
Όταν ο Ιησούς το έμαθε αυτό έφυγε από την Ιουδαία και πήγε στη Γαλιλαία.
Εγκατέλειψε τη Ναζαρέτ και πήγε να μείνει στην Καπερναούμ, η οποία βρίσκεται κοντά στη
λίμνη της Γεννησαρέτ, στα σύνορα των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλίμ.
Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να κηρύσσει και να λέει: «Μετανοείτε επειδή πλησιάζει η
βασιλεία του Θεού». Ήταν περίπου
τριάντα ετών, όταν άρχισε τη
δημόσια ζωή του.
Καθώς περπατούσε κατά
μήκος της όχθης της λίμνης της Γεν-
νησαρέτ και το πλήθος συνωστιζό-
ταν δίπλα του για να ακούσουν τον
λόγο του Θεού, ο Ιησούς είδε τον
Σίμωνα (τον λεγόμενο Πέτρο) και
τον Ανδρέα, τον αδελφό του, οι
οποίοι ήταν ψαράδες, να πλένουν τα
δίχτυα τους στην ακρογιαλιά. Ο
Ιησούς ανέβηκε σε μια βάρκα, στην
οποία βρισκόταν ο Πέτρος και τον
παρακάλεσε ν’ απομακρυνθεί λίγο
από την όχθη. Μετά κάθισε και από
τη βάρκα δίδασκε το πλήθος.
Όταν σταμάτησε να μιλάει, ο
Ιησούς είπε στον Πέτρο: «Πήγαινε
τη βάρκα στα βαθιά και ρίξε τα
δίκτυα για να ψαρέψεις». Ο Πέτρος του απάντησε: «Θα ρίξω τα δίκτυα επειδή το διέταξες εσύ,
αν και δουλεύαμε όλη τη νύχτα χωρίς να πιάσουμε ούτε ένα ψάρι». Μόλις οι ψαράδες έριξαν τα
δίκτυα, αυτά γέμισαν ψάρια τόσο πολύ, που κινδύνευαν να σχιστούν.
Αφού τράβηξαν τα δίκτυα τους, φώναξαν τους συντρόφους τους που ήταν σε άλλη
βάρκα για να τους βοηθήσουν. Αυτοί ήρθαν και γέμισαν τις δυο βάρκες τόσο, που κινδύνευαν
να βουλιάξουν. Ο Πέτρος έκπληκτος γονάτισε στα πόδια του Κυρίου λέγοντας: «Κύριε, έβγα
από τη βάρκα μου, επειδή είμαι αμαρτωλός!». Τα είπε δε αυτά επειδή φοβήθηκε και αυτός και
όσοι ήταν μαζί του από τα άφθονα ψάρια που είχαν πιάσει.
Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Ακολουθήστε με και από τώρα θα γίνετε ψαράδες
ανθρώπων». Τότε έβγαλαν τις βάρκες στη στεριά, τα άφησαν όλα και τον ακολούθησαν.
Λίγο πιο μακριά ο Ιησούς είδε επάνω σε μια βάρκα τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου
και τον αδελφό του Ιωάννη να επιδιορθώνουν τα δίκτυά τους. Τους κάλεσε και εκείνοι,
αφήνοντας στη βάρκα τον πατέρα τους Ζεβεδαίο και τους εργάτες, τον ακολούθησαν.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 9
Υπήρχαν εκεί έξι πέτρινες στάμνες, που προορίζονταν για τον συνηθισμένο καθαρισμό
των Ιουδαίων. Ο Ιησούς είπε στους
υπηρέτες: «Γεμίστε αυτές τις στάμνες με
νερό». Και αυτοί τις γέμισαν μέχρι επάνω.
Τότε ο Ιησούς πρόσθεσε: «Πάρτε
τώρα από τις στάμνες και πηγαίνετέ το στον
αρχικεραστή του γεύματος». Και αυτοί
έκαναν όπως τους είχε πει. Όταν ο
αρχικεραστής δοκίμασε το νερό που είχε
γίνει κρασί -μη ξέροντας από πού
προερχόταν το κρασί, ενώ οι υπηρέτες που
είχαν βάλει το νερό το ήξεραν- πήρε κατά
μέρος τον γαμπρό και του είπε: «Όλοι
σερβίρουν πρώτα το καλό κρασί και μετά το
λιγότερο καλό, όταν οι καλεσμένοι έχουν
ήδη πιει πολύ. Εσύ φύλαξες το καλό κρασί
για το τέλος». Έτσι έγινε το πρώτο θαύμα
του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου
φανέρωσε τη δόξα του και πίστεψαν σε
αυτόν οι μαθητές του.
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ
ΤΗΝ ΠΕΘΕΡΑ ΤΟΥ
ΠΕΤΡΟΥ
Μόλις βγήκε από τη συναγωγή ο
Ιησούς, πήγε με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη στο
σπίτι του Πέτρου και του Ανδρέα. Η πεθερά του
Πέτρου ήταν κατάκοιτη με πυρετό. Αμέσως
μίλησαν γι’ αυτή στον Ιησού. Εκείνος τότε
πλησιάζοντας το κρεβάτι, της έπιασε το χέρι και
ο πυρετός της έπεσε. Και την ίδια στιγμή
σηκώθηκε και τους υπηρετούσε.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 10
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ
ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ
Με τη δύση του ηλίου αυτοί που είχαν γονείς οι οποίοι υπέφεραν από διάφορες
αρρώστιες, τους οδήγησαν στον Ιησού. Όλη η πόλη μαζεύτηκε μπροστά στην πόρτα του σπιτιού
του Πέτρου.
Και ο Ιησούς τους θεράπευσε αγγίζοντάς τους με τα χέρια. Και δεν θεράπευσε μόνο τις
αρρώστιες, αλλά και έβγαλε επίσης πολλά δαιμόνια, που βγαίνοντας ούρλιαζαν: «Είσαι ο Υιός
του Θεού!».
Αλλά ο Ιησούς δεν τους επέτρεψε να μιλάνε επειδή αυτά ήξεραν ότι βρίσκονταν
μπροστά στον Χριστό, που δεν ήθελε τη μαρτυρία τους.
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΥΡΕΤΑΙ
ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙ
Την επομένη το πρωί, πριν ακόμα ξημερώσει, ο Ιησούς σηκώθηκε και βγήκε από το σπίτι
για να πάει σ’ ένα έρημο μέρος για να προσευχηθεί.
Αλλά ο Πέτρος και αυτοί που ήταν μαζί του άρχισαν να τον αναζητούν. Όταν τον
βρήκαν του είπαν: «Όλοι σε ψάχνουν». Και αυτός τους απάντησε: «Ας πάμε αλλού σε γειτονικά
χωριά για να κηρύξω και εκεί. Διότι γι’ αυτό τον σκοπό έχω έρθει».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 11
Αλλά ο άνθρωπος αυτός, όταν έφυγε άρχισε να διαδίδει σε όλους το περιστατικό και να
το διαφημίζει, με αποτέλεσμα να μην μπορεί πια να μπει ο Ιησούς φανερά σε μια πόλη, αλλά να
πρέπει να μένει έξω σε απόμερα μέρη. Παρ’ όλα αυτά, οι άνθρωποι έρχονταν σε αυτόν από όλα
τα μέρη.
Μια μέρα ο Ιησούς καθόταν και δίδασκε. Οι Φαρισαίοι και οι διδάσκαλοι του Νόμου,
που είχαν έρθει από την Ιερουσαλήμ και από όλα τα μέρη της Γαλιλαίας και της Ιουδαίας,
κάθονταν μαζί του. Η δε δύναμη του Κυρίου τον έκανε να θεραπεύει τις αρρώστιες. Και να,
κάποιοι άντρες του έφεραν ένα παραλυτικό πάνω σ’ ένα κρεβάτι. Και επειδή δεν μπορούσαν να
τον περάσουν από την πόρτα λόγω του πλήθους που στριμωχνόταν μπροστά, έβγαλαν τα
κεραμίδια από τη πλευρά της σκεπής που βρισκόταν ο Ιησούς και κατέβασαν από το άνοιγμα το
κρεβάτι.
Βλέποντας την πίστη τους ο Ιησούς, είπε στον παραλυτικό: «Παιδί μου, οι αμαρτίες σου
συγχωρούνται».
Τότε οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι
άρχισαν να συζητάνε και να λένε: «Γιατί
αυτός ο άνθρωπος μιλάει έτσι; Βλασφημεί!
Ποιος μπορεί να συγχωρήσει αμαρτίες, εκτός
από τον Θεό;»
Αλλά ο Ιησούς γνωρίζοντας τις
σκέψεις τους είπε: «Γιατί σκέπτεστε αυτά τα
πράγματα; Τι είναι πιο εύκολο να πω στον
παραλυτικό: ‘‘Συγχωρήθηκαν οι αμαρτίες
σου’’ ή ‘‘σήκω επάνω, πάρε το κρεβάτι σου
και περπάτησε;’’ Τώρα για να καταλάβετε ότι
ο Υιός του Ανθρώπου έχει επί της γης τη
δύναμη να συγχωρεί τις αμαρτίες, σε διατάζω
-είπε στον παραλυτικό- σήκω επάνω, πάρε το
κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου».
Και αυτός σηκώθηκε, πήρε το κρεβάτι
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 12
του και έφυγε. Όλοι θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό λέγοντας: «Ποτέ δεν ξαναείδαμε τέτοιο
πράγμα».
Μετά από αυτό ο Ιησούς βγήκε και είδε ένα τελώνη, που ονομαζόταν Λευΐς ή Ματθαίος,
ο οποίος καθόταν στο γραφείο της είσπραξης των φόρων και του είπε: «Ακολούθησα με!» Ο
Ματθαίος σηκώθηκε και τον ακολούθησε.
Καθώς ο Ιησούς βρισκόταν στο τραπέζι του σπιτιού του Ματθαίου, πολλοί τελώνες και
άλλοι άνθρωποι κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με τον Ιησού και τους μαθητές του. Τότε οι
Φαρισαίοι, βλέποντάς τον να τρώει με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς, ρώτησαν τους μαθη-
τές του: «Γιατί τρώει και πίνει με αυτούς τους ανθρώπους;» Ο Ιησούς, ο οποίος τους άκουσε,
τους είπε: «Οι άρρωστοι έχουν ανάγκη γιατρού και όχι οι υγιείς. Δεν ήρθα για να καλέσω
δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια».
Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
Μια μέρα που ήταν Σάββατο ο Ιησούς διέσχιζε με τους μαθητές του χωράφια με σιτάρι
και ανοίγοντας δρόμο οι μαθητές του έκοβαν στάχυα για να φάνε τον καρπό, αφού πρώτα τα
έτριβαν μέσα στα χέρια τους.
Τότε μερικοί Φαρισαίοι τους είπαν: «Γιατί κάνετε ό,τι δεν επιτρέπεται να κάνετε κατά τη
διάρκεια του Σαββάτου;» Ο Ιησούς τους απάντησε: «Δεν έχετε διαβάσει τι έκανε ο Δαβίδ και
αυτοί που ήταν μαζί του, όταν πεινούσαν και βρέθηκαν στην ανάγκη να φάνε; Ο Δαβίδ μπήκε
στον οίκο του Θεού και έφαγε τα ψωμιά που ήταν στο θυσιαστήριο, αν και δεν επιτρεπόταν σε
κανένα να τα φάει, εκτός από τους ιερείς και έδωσε ακόμα και σε όλους όσους ήταν μαζί του».
Μετά πρόσθεσε για να τους πληροφορήσει: «Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο, όχι ο
άνθρωπος για το Σάββατο. Γι’ αυτό τον λόγο ο Υιός του Ανθρώπου είναι κύριος και του
Σαββάτου».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 13
κάποιος άλλος προλαβαίνει να μπει μπροστά από εμένα».
Τότε ο Ιησούς τον διέταξε να πάρει το κρεβάτι του και να περπατήσει και αμέσως ο
παράλυτος έκανε ό,τι του είχε πει ο Χριστός. Οι Ιουδαίοι αγανακτισμένοι είπαν τότε στον
παραλυτικό: «Είναι Σάββατο, δεν σου επιτρέπεται να μεταφέρεις το κρεβάτι σου». Αλλά εκείνος
απάντησε: «Αυτός που με έκανε καλά, με διάταξε να το κάνω». Οι Ιουδαίοι τον ρώτησαν τότε
ποιος ήταν αυτός που τον θεράπευσε, αλλά αυτός δεν ήξερε να τους απαντήσει.
Αργότερα ο Ιησούς ξαναβρήκε μέσα στον Ναό αυτόν που είχε θεραπεύσει και του είπε:
«Να που θεραπεύτηκες. Μην αμαρτάνεις πια, από φόβο μήπως πάθεις κάτι χειρότερο».Τότε
αυτός πήγε και είπε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς ήταν αυτός που τον θεράπευσε. Και οι
Ιουδαίοι άρχισαν να κατηγορούν τον Ιησού, επειδή έκανε αυτά τα πράγματα τη μέρα του
Σαββάτου. Αλλά ο Ιησούς τους απάντησε: «Ο Πατέρας μου δεν σταμάτησε ποτέ να εργάζεται
μέχρι τώρα, το ίδιο και εγώ».
Και εξ αιτίας αυτού ήθελαν οι Ιουδαίοι ακόμα πιο πολύ να τον θανατώσουν, όχι μόνο
επειδή παραβίαζε το Σάββατο, αλλά επειδή έλεγε ότι ο Θεός ήταν ο πατέρας του, κάνοντας έτσι
τον εαυτό του ίσο με τον Θεό.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 14
ύψωμα, κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ. Το ύψωμα αυτό δεν είχε όνομα. Το έλεγαν, απλά, βουνό,
όρος. Αλλά αυτή η ημέρα αυτό το άσημο όρος το έκανε ξακουστό. Το έκανε τεράστιο μαγνήτη,
που μαγνητίζει από τότε την ανθρωπότητα.
Ο Ιησούς κάθισε, και κάλεσε τους μαθητές του και μαζί με αυτούς και όλους τους
άλλους που ακολουθούσαν. Όταν έγινε ησυχία, με σοβαρότητα και θείο κύρος άρχισε να
διδάσκει. Η ομιλία του αυτή ονομάστηκε «Επί του Όρους ομιλία». Και όλοι παρακολουθούσαν
με προσοχή. Τους δίδαξε λοιπόν ο Κύριος:
«Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα, επειδή η βασιλεία των ουρανών είναι δική τους».
Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι οι ταπεινοί, αυτοί που δεν έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό
τους. Σε αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών.
«Μακάριοι οι πενθούντες, επειδή αυτοί θα παρηγορηθούν». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι
εκείνοι που λυπούνται πολύ -πενθούν- για τις αμαρτίες τους και για το κακό που υπάρχει
στον κόσμο. Αυτούς θα τους παρηγορήσει και θα τους ενισχύσει ο ίδιος ο Θεός.
«Μακάριοι οι πράοι και ήσυχοι, επειδή αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη». Δηλαδή:
Ευτυχισμένοι είναι οι άνθρωποι οι ήσυχοι και υπομονετικοί, οι πράοι. Αυτοί θα
κληρονομήσουν την γη της επαγγελίας, δηλαδή την Βασιλεία των Ουρανών.
«Μακάριοι αυτοί που πεινούν και διψούν για δικαιοσύνη, επειδή αυτοί θα χορτάσουν».
Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που επιθυμούν πολύ, όπως ο πεινασμένος για ψωμί και ο
διψασμένος για νερό, την δικαιοσύνη και την αρετή. Η επιθυμία τους αυτή θα ικανοποιηθεί.
Και ο πόθος τους για αρετή και τελειότητα θα εκπληρωθεί απόλυτα.
«Μακάριοι οι ελεήμονες και σπλαχνικοί, επειδή αυτοί θα ελεηθούν». Δηλαδή:
Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που συμπονούν αυτούς που δυστυχούν και έχουν ανάγκη και τους
βοηθούν και τους ευεργετούν. Αυτοί θα ελεηθούν από τον Θεό.
«Μακάριοι αυτοί που έχουν καθαρή καρδιά, επειδή αυτοί θα δουν τον Θεό». Δηλαδή:
Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας.
Γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 15
«Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, επειδή αυτοί θα ανακηρυχτούν γιοι του Θεού». Δηλαδή:
Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που μέσα στην καρδιά τους έχουν την ειρήνη του Θεού και την
μεταδίδουν στους άλλους. Αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού.
«Μακάριοι αυτοί που διώκονται για τη δικαιοσύνη, επειδή σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία
των ουρανών». Δηλαδή: Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που αντιμετώπισαν διωγμούς, επειδή
αγαπούσαν την δικαιοσύνη και την αρετή. Σε αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.
«Μακάριοι θα είστε όταν σας προσβάλουν, σας κατηγορήσουν και ψευδομαρτυρήσουν
εναντίον σας εξ αιτίας μου».
Συνεχίζοντας ανάφερε και τα παρακάτω:
«Να χαίρεστε και να αγαλλιάστε επειδή η ανταμοιβή σας βρίσκεται στον ουρανό. Είστε
το αλάτι της γης. Αν όμως το αλάτι χάσει τη γεύση του, με τι θα την ξαναβρεί; Δεν χρησιμεύει
πια σε τίποτα, αλλά πετάγεται έξω για να πατηθεί από τους ανθρώπους. Είστε το φως του κό-
σμου. Μια πόλη η οποία βρίσκεται πάνω σε ένα βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί και δεν ανάβουμε
μια λάμπα για να την κρύψουμε κάτω από ένα κάδο, αλλά τη βάζουμε στον λυχνοστάτη, για να
φωτίσει όλους όσους είναι μέσα στο σπίτι. Ας λάμψει έτσι και το φως το δικό σας μπροστά
στους ανθρώπους, ώστε βλέποντας τα καλά σας έργα, να δοξάζουν τον πατέρα σας που είναι
στους ουρανούς».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 16
Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
«Όταν προσεύχεστε, κάντε το μυστικά και
ο Πατέρας σας που βλέπει τα κρυφά θα σας
ανταμείψει. Να πώς πρέπει να προσεύχεστε:
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς,
ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ
βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου,
ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς τὸν ἄρτον
ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμίν σήμερον·
καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς
καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ημών·
καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν,
ἀλλά ῥύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.
Αν συγχωρείτε στους ανθρώπους τις
αμαρτίες τους, ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα
συγχωρήσει και εσάς. Αλλά αν δεν συγχωρείτε
τους ανθρώπους, ούτε ο Πατέρας σας θα σας
συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 17
διαβεβαιώνω ότι ούτε ο ίδιος ο Σολομών μέσα σε όλη του
τη δόξα δεν είχε ντυθεί ποτέ, όσο ένα από αυτά. Και ο
Θεός ο οποίος ντύνει έτσι τα λουλούδια των αγρών, που
σήμερα υπάρχουν και αύριο θα πεταχτούν στη φωτιά, δε
θα ντύσει καλύτερα εσάς, ολιγόπιστοι;
Μην ανησυχείτε, λοιπόν, καθόλου και μη λέτε: τι
θα φάμε; τι θα πιούμε; με τι θα ντυθούμε; Ο ουράνιος
Πατέρας σας γνωρίζει ότι έχετε ανάγκη από όλα αυτά τα
πράγματα. Να ζητάτε πρώτα από όλα τη βασιλεία του
Θεού και τη δικαιοσύνη του και αυτά τα αγαθά θα σας
δοθούν. Μη στενοχωριέστε για το αύριο, επειδή το αύριο θα φροντίσει μόνο του. Αρκούν για
την κάθε μέρα τα δικά της βάσανα».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 18
την ομιλία του ο Ιησούς, το πλήθος εντυπωσιάστηκε από τη διδασκαλία του, επειδή δίδασκε σαν
κάποιος που είχε εξουσία και όχι σαν τους γραμματείς».
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΥ
Αφού τελείωσε την ομιλία αυτή μπροστά στον λαό που τον άκουγε, ο Ιησούς μπήκε στην
Καπερναούμ. Εκεί έμενε ένας εκατόνταρχος ο οποίος είχε ένα δούλο, τον οποίο αγαπούσε πολύ
και ο οποίος ήταν άρρωστος από μια σοβαρή ασθένεια.
Έχοντας ακούσει τον Ιησού να μιλάει, ο εκατόνταρχος έστειλε μερικούς πρεσβύτερους
των Ιουδαίων για να τον παρακαλέσουν να έρθει να θεραπεύσει τον δούλο του. Όταν εκείνοι τον
βρήκαν, τον παρακάλεσαν θερμά λέγοντες: «Αξίζει να τον βοηθήσεις σ’ αυτό που ζητά, επειδή
αγαπά τον λαό μας και αυτός είναι που έχτισε τη συναγωγή μας». Ο Ιησούς πήγε μαζί τους.
Είχαν σχεδόν φτάσει στο σπίτι, όταν ο εκατόνταρχος έστειλε κάποιους δικούς του να του
μεταφέρουν αυτά: «Κύριε μην μπαίνεις στον κόπο, επειδή δεν είμαι άξιος να σε δεχτώ κάτω από
τη στέγη μου και για τον λόγο αυτό δεν τολμάω να παρουσιαστώ μπροστά σου. Αλλά πες μόνο
ένα λόγο και ο δούλος μου θα γίνει καλά. Διότι και εγώ έχω κάτω από την εξουσία μου
στρατιώτες και όταν λέω στον ένα ‘‘πήγαινε!’’, πηγαίνει και στον άλλο ‘‘έλα!’’ και έρχεται, και
στον δούλο μου ‘‘κάνε αυτό’’ και το κάνει».
Όταν ο Ιησούς άκουσε αυτά τα λόγια θαύμασε τον εκατόνταρχο και γυρνώντας προς το
πλήθος, που τον ακολουθούσε, είπε: «Εγώ σας λέω, ότι ακόμα και στους Ισραηλίτες δε βρήκα
τόσο μεγάλη πίστη!» Γυρίζοντας στο σπίτι, οι άνθρωποι τους οποίους είχε στείλει ο εκατό-
νταρχος βρήκαν τον δούλο που ήταν άρρωστος να έχει γίνει καλά.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 19
Όλοι τότε φοβήθηκαν και δόξασαν τον Θεό λέγοντας: «Ένας μεγάλος προφήτης παρουσιάστηκε
ανάμεσα μας! Ο Θεός επισκέφθηκε τον λαό του!»
Η είδηση αυτού του θαύματος διαδόθηκε σε όλη την Ιουδαία και σε όλες τις γειτονικές
χώρες.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 20
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΙ
ΜΙΑ ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
Ένας από τους Φαρισαίους, παρακάλεσε τον
Ιησού να φάει μαζί του. Και ο Ιησούς μπήκε στο
σπίτι του Φαρισαίου και κάθισε στο τραπέζι. Τότε
υπήρχε μέσα στην πόλη μια γυναίκα, μια κοινή
αμαρτωλή, η οποία μαθαίνοντας ότι ο Ιησούς ήταν
στο τραπέζι του σπιτιού του Φαρισαίου, έφερε ένα
μικρό αλαβάστρινο βάζο με μύρο και κάθισε κοντά
στα πόδια του. Έκλαιγε και σύντομα τα μούσκεψε
με τα δάκρυα της. Μετά τα σκούπισε με τα μαλλιά
της, τα φίλησε και τα άλειψε με μύρο. Βλέποντας
αυτό ο Φαρισαίος, που είχε προσκαλέσει τον Ιησού,
σκέφτηκε: «Αν αυτός ο άνθρωπος ήταν προφήτης
θα γνώριζε τι είδους γυναίκα είναι αυτή που τον
άγγιξε και, θα ήξερε ότι είναι μια αμαρτωλή».
Ο Ιησούς είπε τότε: «Έχω κάτι να σου πω».
«Μίλησε», του απάντησε ο άλλος.
«Ήταν ένας δανειστής που είχε δυο
χρεοφειλέτες: ο ένας του χρωστούσε πεντακόσια
δηνάρια και ο άλλος πενήντα. Επειδή δεν είχαν να
πληρώσουν, χάρισε και στους δυο το χρέος. Ποιος
από τους δυο θα τον αγαπήσει περισσότερο;» Ο
Σίμωνας απάντησε: «Φαντάζομαι αυτός που του
χρωστούσε περισσότερα». Ο Ιησούς του είπε:
«Καλά έκρινες». Μετά κοιτάζοντας τη γυναίκα είπε
στον Σίμωνα: «Βλέπεις αυτή τη γυναίκα; Μπήκα
στο σπίτι και δε μου έδωσες νερό να πλύνω τα πό-
δια μου. Αυτή όμως τα έπλυνε με τα δάκρυα της
και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Δε με φίλησες
καθόλου σαν χαιρετισμό, αλλά αυτή από τότε που
μπήκα δεν έχει σταματήσει καθόλου να μου φιλάει
τα πόδια. Δε μου έριξες καθόλου λάδι στο κεφάλι
μου, αλλά αυτή η γυναίκα άλειψε τα πόδια μου με
μύρο. Γι’ αυτό σου λέω, ότι θα συγχωρεθούν οι
αμαρτίες της, επειδή με αγάπησε πολύ». Μετά είπε στη γυναίκα: «Οι αμαρτίες σου
συγχωρέθηκαν».
Τότε αυτοί, που παρακάθονταν μαζί του στο τραπέζι άρχισαν να λένε μεταξύ τους:
«Ποιος είναι αυτός ο οποίος συγχωρεί ακόμα και τις αμαρτίες;» Αλλά ο Ιησούς είπε στη
γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε στο καλό».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 21
του Σαββάτου!» Τότε ο Ιησούς απευθύνθηκε στον άνθρωπο και του είπε: «Άπλωσε το χέρι
σου!». Αυτός το άπλωσε και το χέρι του έγινε γερό σαν το άλλο.
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ
ΕΝΑΝ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟ
Τότε του έφεραν
ένα δαιμονισμένο, που
ήταν τυφλός και κωφάλα-
λος. Ο Ιησούς τον θεράπευ-
σε τόσο καλά, που ο αν-
τρας αυτός μπορούσε και
να μιλάει και να βλέπει.
Το πλήθος γεμάτο
θαυμασμό έλεγε: «Μήπως
αυτός εδώ είναι ο Χριστός,
ο απόγονος του Δαβίδ;»
Αλλά οι Φαρισαίοι ακούγο-
ντας αυτό, είπαν: «Αυτός ο
άνθρωπος βγάζει τα δαιμό-
νια με τη βοήθεια του
Βεελζεβούλ, του άρχοντα
των δαιμονίων». Επειδή ο
Ιησούς κατάλαβε τις σκέψεις τους, τους απάντησε: «Κάθε βασίλειο, το οποίο χωρίζεται σε
αντιμαχόμενες παρατάξεις, είναι καταδικασμένο να ερημωθεί και κάθε πόλη ή οικογένεια που
έχει κομματιασθεί σε φατρίες δεν μπορεί να σταθεί. Αν λοιπόν ο σατανάς κυνηγήσει τον
σατανά, τότε το βασίλειο του έχει διαιρεθεί σε αντιμαχόμενα κόμματα. Πώς λοιπόν είναι
δυνατόν να σταθεί το βασίλειο του; Αν λοιπόν βγάλω τα δαιμόνια μέσω του Βεελζεβούλ, τα
πνευματικά σας παιδιά με τη δύναμη ποιου τα βγάζουν; Γιατί δεν τα κατηγορείτε; Γι’ αυτό το
λόγο αυτά θα σας κρίνουν. Αλλά, αν είναι στο όνομα του Αγίου Πνεύματος του Θεού που βγάζω
τα δαιμόνια, τότε η βασιλεία του Θεού έχει έρθει ανάμεσα σας. Πώς μπορεί κάποιος να μπει στο
σπίτι ενός δυνατού ανθρώπου και να αρπάξει τα υπάρχοντα του, χωρίς να τον έχει δέσει πριν;
Τότε μόνο θα μπορέσει να λεηλατήσει το σπίτι. Αυτός που δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου
και αυτός που δε μαζεύει μαζί μου, σκορπίζει. Εγώ σας λέω τούτο: κάθε αμαρτία και κάθε
βλασφημία θα συγχωρεθεί στους ανθρώπους, αλλά βλασφημία εναντίον του Αγίου Πνεύματος
δε θα συγχωρεθεί ποτέ. Οποιοσδήποτε μιλήσει ενάντια στον Υιό του Ανθρώπου, θα συγχωρεθεί,
διότι πιθανόν να μετανοήσει, αλλά αυτός που θα μιλήσει ενάντια στο Άγιο Πνεύμα, δε θα
συγχωρεθεί ούτε σε αυτή τη ζωή, ούτε στη μέλλουσα. Τη μέρα της Κρίσεως οι άνθρωποι θα
λογοδοτήσουν για κάθε περιττό και μάταιο λόγο που θα έχουν προφέρει. Επειδή ο καθένας θα
δικαιωθεί ή θα καταδικαστεί ανάλογα με τα λόγια του».
Ορισμένοι από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, απευθύνθηκαν προς αυτόν:
«Δάσκαλε, θα θέλαμε να δούμε κάποιο σημάδι η θαύμα από εσένα». Αλλά ο Ιησούς
αγανακτισμένος τους απάντησε: «Γενιά πονηρή και άπιστη, ζητάτε ένα σημάδι, αλλά δε θα σας
δοθεί άλλο από αυτό του προφήτη Ιωνά: Όπως ο Ιωνάς έμεινε στην κοιλιά του κήτους τρεις
μέρες και τρεις νύχτες, έτσι και ο Υιός του Ανθρώπου θα μείνει τρεις μέρες και τρεις νύχτες στα
σπλάχνα της γης».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 22
και μερικές γυναίκες που είχαν θεραπευτεί από ασθένειες και πονηρά πνεύματα, καθώς και
πολλές άλλες που τον υπηρετούσαν. Ένα μεγάλο πλήθος είχε μαζευτεί γύρω από τον Ιησού στην
άκρη της θάλασσας. Τότε Εκείνος μπήκε σε μια βάρκα και απευθύνθηκε στους ανθρώπους, που
τον άκουγαν από την παραλία. Τους είπε πολλά πράγματα με μορφή παραβολών.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 23
Οι δούλοι πήγαν και είπαν στον κύριο τους: «Κύριε, δε φύτεψες καλό σπόρο στο χωράφι
σου; Από που προήλθαν αυτά τα ζιζάνια;» Αυτός τους απάντησε ότι ο εχθρός το έκανε αυτό».
Και εκείνοι είπαν: «Θέλεις να πάμε να τα ξεριζώσουμε;» Και ο κύριος τους απάντησε: «Όχι, μη
τυχόν βγάζοντας τα ζιζάνια ξεριζώσετε και το σιτάρι. Αφήστε τα να μεγαλώσουν μαζί μέχρι την
εποχή του θερισμού και τότε θα πω στους θεριστές: Κόψτε πρώτα τα ζιζάνια και δέστε τα σε
δεμάτια και κάψτε τα. Μετά κόψτε το σιτάρι και βάλτε το στην αποθήκη μου».
Μετά ο Ιησούς άφησε τα πλήθη και επέστρεψε στο σπίτι του. Οι μαθητές του τον
πλησίασαν και του είπαν: «Εξήγησε μας την παραβολή των ζιζανίων στο χωράφι». Αυτός
απάντησε: «Αυτός που σπέρνει τον καλό σπόρο είναι ο Υιός του Ανθρώπου. Το χωράφι είναι ο
κόσμος. Ο καλός σπόρος είναι αυτοί που ακολουθούν τη βασιλεία των ουρανών, ενώ τα ζιζάνια
είναι αυτοί που ακολουθούν τον διάβολο. Ο εχθρός που τα έσπειρε είναι ο διάβολος. Ο θερισμός
είναι το τέλος του κόσμου και οι θεριστές είναι οι άγγελοι. Όπως κόβονται τα ζιζάνια και
καίγονται, το ίδιο θα γίνει και στη συντέλεια του κόσμου. Ο Υιός του Ανθρώπου θα στείλει τους
αγγέλους, οι οποίοι, αφού ξεριζώσουν από τη βασιλεία του όλους εκείνους που βάζουν
σκάνδαλα και εκείνους οι οποίοι έχουν κάνει παρανομίες, θα τους ρίξουν στην αιώνια Κόλαση,
όπου εκεί θα είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Τότε οι δίκαιοι θα φωτοβολούν, όπως ο
ήλιος μέσα στο βασίλειο του Πατέρα τους».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 24
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΤΑΠΑΥΕΙ ΤΗΝ ΤΡΙΚΥΜΙΑ
Μια μέρα ο Ιησούς
ανέβηκε σε μια βάρκα μαζί με τους
μαθητές του και τους είπε: «Ας
περάσουμε στην απέναντι όχθη της
λίμνης». Και έφυγαν. Εκεί, ενώ
αυτοί οδηγούσαν το σκάφος, ο
Ιησούς κοιμήθηκε. Τότε φύσηξε
ένας δυνατός άνεμος στη λίμνη,
τόσο βίαιος που τα κύματα
γέμισαν τη βάρκα με νερά. Ο
Ιησούς καθισμένος στην πρύμνη
κοιμόταν ήσυχα.
Τότε οι μαθητές του τον
ξύπνησαν και του είπαν: «Δάσκα-
λε, δεν βλέπεις ότι χανόμαστε;»
Όταν ξύπνησε, διέταξε τον
άνεμο και είπε στη θάλασσα:
«Σταμάτα, ηρέμησε!» Και ο άνε-
μος κόπασε και απλώθηκε μεγάλη
γαλήνη. Τότε αυτός τους είπε:
«Γιατί φοβάστε τόσο πολύ; Δεν έ-
χετε καθόλου πίστη;» Αυτοί
φοβήθηκαν τόσο πολύ και έλεγαν
μεταξύ τους: «Ποιος είναι λοιπόν
αυτός που δίνει διαταγές στον
άνεμο και στη θάλασσα και τον
υπακούουν;»
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 25
Και δεν επέτρεψε σε κανένα να τον
συνοδέψει, παρά μόνο στον Πέτρο, τον
Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον αδελφό του
Ιάκωβου. Όταν έφτασαν στο σπίτι του
αρχηγού της συναγωγής, ο Ιησούς άκουσε ένα
μεγάλο θόρυβο και ανθρώπους που έκλαιγαν
και φώναζαν. Μπήκε στο σπίτι και τους είπε:
«Γιατί τόσος θρήνος και δάκρυα; Το παιδί δεν
έχει πεθάνει, αλλά κοιμάται». Και εκείνοι τον
κορόιδεψαν, επειδή ήξεραν καλά ότι η κόρη
ήταν νεκρή. Τότε ο Ιησούς τους έδιωξε από το
σπίτι και πήρε μαζί του τον πατέρα και τη
μητέρα του παιδιού, όπως επίσης και τους
τρεις μαθητές του οι οποίοι τον είχαν
συνοδέψει και μπήκε στο δωμάτιο που ήταν
το παιδί. Την πήρε από το χέρι και της είπε:
«ταλιθά κούμ!» που σημαίνει: «κοριτσάκι,
εγώ σου λέω, σήκω!» Αμέσως το κοριτσάκι
σηκώθηκε και άρχισε να περπατάει. Ήταν
δώδεκα χρόνων. Όλοι όσοι ήταν παρόντες,
φοβήθηκαν πάρα πολύ, ενώ ο Ιησούς τους
είπε να μην πουν τίποτα σε κανένα. Και είπε
να δώσουν στο παιδί να φάει.
ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ
ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΗ
Ο Τετράρχης Ηρώδης έμαθε όλα αυτά
τα πράγματα που έλεγαν για τον Ιησού και
δεν ήξερε τι να υποθέσει. Ορισμένοι έλεγαν
ότι ο Ιησούς ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που
είχε αναστηθεί και γι’ αυτό μπορούσε να
κάνει αυτά τα θαύματα. Άλλοι πάλι έλεγαν ότι
ήταν ο Ηλίας και άλλοι ότι ήταν ένας από
τους παλιούς προφήτες. Αλλά ο Ηρώδης
αναρωτιόταν: «Εγώ ο ίδιος αποκεφάλισα τον
Ιωάννη, λοιπόν ποιος είναι αυτός;»
Πραγματικά ο Ηρώδης ήταν εκείνος
που είχε φυλακίσει τον Ιωάννη τον Βαπτιστή
εξ αιτίας της Ηρωδιάδας, της γυναίκας του
αδελφού του Φιλίππου, την οποία είχε
παντρευτεί. Η Ηρωδιάδα ήθελε να σκοτώσει
τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, επειδή αυτός είχε
πει στον Ηρώδη: «Δεν επιτρέπεται να
παντρευτείς τη γυναίκα του αδελφού σου».
Για τον λόγο αυτό ο Ηρώδης κράτησε το
μίσος στην καρδιά του και ήθελε ευχαρίστως
να τον σκοτώσει, αλλά φοβόταν τον λαό, ο
οποίος θεωρούσε τον Ιωάννη προφήτη. Και
αυτός ο ίδιος φοβόταν τον Ιωάννη αναγνωρί-
ζοντας τον σαν δίκαιο και άγιο άνθρωπο.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 26
Όταν τον άκουγε συχνά ένιωθε αμηχανία, αλλά τον άκουγε ευχαρίστως.
Στο μεταξύ ήρθε η κατάλληλη ευκαιρία. Τη μέρα των γενεθλίων του, ο Ηρώδης
παρέθεσε μια γιορτή στους άρχοντες της αυλής του, στους αξιωματικούς και στους προύχοντες
της Γαλιλαίας. Η κόρη της Ηρωδιάδας, η Σαλώμη, χόρεψε μπροστά στους καλεσμένους και
άρεσε τόσο πολύ στον Ηρώδη, ώστε ορκίστηκε να της προσφέρει ό,τι θα του ζητούσε: «Ζήτησε
μου ό,τι θα ήθελες και θα σου το δώσω ακόμα και το μισό μου βασίλειο». Η νεαρή κοπέλα πήγε
και βρήκε τη μητέρα της και της είπε: «Τι να ζητήσω;» Η Ηρωδιάδα της απάντησε: «Το κεφάλι
του Ιωάννη του Βαπτιστή». Η Σαλώμη γύρισε βιαστικά στον βασιλιά και του είπε: «Θέλω να
μου δώσεις αμέσως, επάνω σε ένα πιάτο το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή!»
Ο βασιλιάς καταστενοχωρήθηκε, αλλά εξ αιτίας του όρκου του δεν ήθελε να της αρνηθεί
αυτό που του ζήτησε. Τότε έστειλε στη φυλακή ένα φρουρό με διαταγή να αποκεφαλίσει τον
Ιωάννη. Κι αυτός αφού πήγε και βρήκε τον Ιωάννη, τον αποκεφάλισε και έφερε το κεφάλι του σ’
ένα πιάτο. Το έδωσε στη νεαρή κοπέλα και εκείνη το πήγε στη μητέρα της.
Οι μαθητές του Ιωάννη όταν το έμαθαν, πήγαν και πήραν το σώμα του και το έθαψαν σε
ένα μνημείο. Μετά πήγαν και διηγήθηκαν αυτό το περιστατικό στον Ιησού. Αφού το έμαθε
εκείνος μπήκε σε μια βάρκα για να πάει σ’ ένα έρημο μέρος και οι μαθητές του τον ακολούθη-
σαν.
αυτούς που καθόντουσαν. Το ίδιο έκανε και με τα ψάρια. Τελικά έφαγαν όλοι και χόρτασαν.
Ήσαν δε όλοι αυτοί που έφαγαν πέντε χιλιάδες, εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά. Όταν
τελείωσαν ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Μαζέψτε τα περισσεύματα για να μη χαθεί
τίποτα». Τα μάζεψαν και γέμισαν δώδεκα κοφίνια.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 27
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΑΔΙΖΕΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΚΥΜΑΤΑ
Αφού διάλυσε το πλήθη του κόσμου ο Ιησούς διέταξε τους μαθητές του να μπουν σε μια
βάρκα και να περάσουν στην απέναντι όχθη, προς την Καπερναούμ. Και αυτός ανέβηκε επάνω
στο βουνό για να προσευχηθεί. Και ήρθε το βράδυ και ήταν ακόμα τελείως μόνος. Στο μεταξύ η
βάρκα είχε απομακρυνθεί πολύ από την ακτή και τη χτυπούσαν τα κύματα, επειδή ο αέρας ήταν
ενάντιος. Κατά τις τελευταίες ώρες της νύχτας, βλέποντας ότι οι μαθητές του βασανίζονταν πολύ
λόγω της τρικυμίας, ο Ιησούς πήγε προς αυτούς, περπατώντας επάνω στα νερά.
Όταν τον είδαν να περπατάει επάνω στη λίμνη, τρομοκρατήθηκαν επειδή νόμιζαν ότι
ήταν φάντασμα και άρχισαν να φωνάζουν τρομαγμένοι. Αλλά αμέσως ο Ιησούς τους είπε: «Εγώ
είμαι, μη φοβάστε!» Και ο Πέτρος του
απάντησε: «Εσύ είσαι Κύριε; Εάν είσαι
εσύ, διάταξε ώστε να έρθω προς εσένα
περπατώντας επάνω στο νερό!»
Και ο Ιησούς του είπε: «Έλα!»
Αφού κατέβηκε από τη βάρκα, ο
Πέτρος άρχισε να περπατάει επάνω στο
νερό για να πάει προς τον Ιησού. Αλλά
βλέποντας ότι ο άνεμος ήταν δυνατός
φοβήθηκε και άρχισε να βυθίζεται. Τότε
φώναξε: «Κύριε, σώσε με!»
Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το
χέρι του, τον έπιασε και του είπε:
«Ολιγόπιστε, γιατί δείλιασες;»
Μόλις ανέβηκαν στη βάρκα ο
αέρας σταμάτησε. Οι μαθητές του που
ήταν στη βάρκα έπεσαν στα πόδια του
λέγοντας: «Πραγματικά είσαι ο Υιός του
Θεού!»
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 28
Αφήστε τους, αυτοί είναι τυφλοί που οδηγούν τυφλούς. Και αν τυφλός οδηγεί τυφλό θα πέσουν
και οι δυο στο χαντάκι.» Ο Πέτρος του ζήτησε να τους εξηγήσει αυτή την παραβολή. Και ο
Ιησούς είπε: «Και εσείς ακόμα είστε ανίκανοι να καταλάβετε; Δεν καταλαβαίνετε πως ό,τι
μπαίνει μέσα στο στόμα πηγαίνει στο στομάχι και μετά αποβάλλεται; Αλλά ό,τι βγαίνει από το
στόμα προέρχεται από την καρδιά και αυτό είναι που μολύνει τον άνθρωπο. Επειδή από την
καρδιά προέρχονται οι κακές σκέψεις, οι αποφάσεις, οι μοιχείες, οι πορνείες, οι φόνοι, οι
ψευδομαρτυρίες και οι βλασφημίες. Αυτά είναι τα πράγματα που μολύνουν τον άνθρωπο και όχι
το να τρώει με ακάθαρτα χέρια».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 29
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΓΓΕΛΛΕΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ
Από τότε άρχισε να λέει ο Ιησούς ανοιχτά στους μαθητές του ότι επρόκειτο να πάει στην
Ιερουσαλήμ και να πάθει πολλά από τους πρεσβυτέρους, τους αρχιερείς και τους γραμματείς και
να πεθάνει και να αναστηθεί την τρίτη μέρα.
Αλλά ο Πέτρος τον πήρε ιδιαιτέρως και άρχισε με ζωηρότητα να συνιστά και να του
λέει:
«Ο Θεός να σε φυλάξει, ω Κύριε! Να μη συμβεί αυτό». Αλλά ο Ιησούς γύρισε και του
απάντησε:
«Ύπαγε πίσω μου σατανά! Οι σκέψεις σου δεν είναι σκέψεις του Θεού, αλλά των
ανθρώπων και γι’ αυτό με βάζεις σε πειρασμό». Μετά είπε στους μαθητές του:
«Αν κάποιος πραγματικά είναι οπαδός μου και θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί
τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθήσει. Επειδή αυτός που θέλει
να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει, αλλά αυτός που θα τη χάσει εξ αιτίας μου θα τη βρει. Και τι
θα ωφελήσει τον άνθρωπο, αν κερδίσει τον κόσμο όλο, αλλά χάσει την ψυχή του; Ποια τιμή
μπορεί να πληρώσει ο άνθρωπος για να ξαναγοράσει την ψυχή του; Επειδή ο Υιός του
Ανθρώπου θα έρθει με τους αγγέλους του και θα αποδώσει στον καθένα ανάλογα με τα έργα
του.
Αλήθεια σας λέω, υπάρχουν μερικοί που είναι εδώ παρόντες και που δεν θα πεθάνουν,
πριν να δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται μέσα στη Βασιλεία του», (δηλαδή, να ιδρύει με
την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος την Εκκλησία του).
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 30
«Γιατί λοιπόν οι γραμματείς λένε ότι πρέπει να έρθει πρώτα ο Ηλίας;»
Ο Ιησούς απάντησε:
«Είναι αλήθεια ότι ο Ηλίας θα έρθει για να αποκαταστήσει τα πράγματα. Αλλά εγώ σας
λέω ότι ο Ηλίας έχει έρθει ήδη και αυτοί δεν τον αναγνώρισαν και του φέρθηκαν όπως ήθελαν.
Το ίδιο και ο Υιός του Ανθρώπου θα υποφέρει πολλά από αυτούς». Και αυτοί κατάλαβαν τότε
ότι τους μιλούσε για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή.
Ο ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΟΣ
Την άλλη μέρα όταν κατέβη-
καν από το βουνό, ένα μεγάλο πλήθος
ήρθε να συναντήσει τον Ιησού. Στο
μέσο του πλήθους ένας άντρας άρχισε
να φωνάζει: «Δάσκαλε, σε παρακαλώ,
ρίξε ένα σπλαχνικό βλέμμα στον γιο
μου, που είναι μοναχοπαίδι μου! Ένα
πνεύμα τον καταλαμβάνει ξαφνικά,
βγάζει δυνατές κραυγές, τον κάνει να
έχει βίαιους σπασμούς και να βγάζει
αφρούς από το στόμα και δύσκολα
φεύγει από αυτόν, αφού τον συντρίψει
τελείως. Παρακάλεσα τους μαθητές
σου να το διώξουν, αλλά δεν μπόρε-
σαν». Ο Ιησούς απάντησε: «Ω γενιά
άπιστη και διεστραμμένη, μέχρι πότε πρέπει να είμαι μαζί σας και να σας βοηθάω; Φέρε μου
εδώ τον γιο σου». Όταν ο νεαρός πλησίασε, το πονηρό πνεύμα τον έριξε κάτω και τον τάραζε με
σπασμούς.
Ο Ιησούς ρώτησε τον πατέρα: «Από πότε συμβαίνει αυτό;» Ο πατέρας απάντησε: «Από
την παιδική του ηλικία και συχνά το πνεύμα τον έχει ρίξει στη φωτιά και στο νερό για να τον
σκοτώσει. Αλλά εσύ, αν μπορείς να κάνεις κάτι, λυπήσου μας και βοήθησε μας!» Τότε ο Ιησούς
του είπε: «Αν μπορείς συ να πιστεύεις, τότε όλα είναι δυνατά για εκείνον που πιστεύει». Ο
πατέρας του παιδιού απάντησε: «Πιστεύω! Βοήθησε με!» Ο Ιησούς βλέποντας το πλήθος να
έρχεται διέταξε το ακάθαρτο πνεύμα: «Πνεύμα άλαλο και κουφό, σε διατάζω να βγεις από αυτό
το παιδί και μην ξαναμπείς ποτέ!» Το παιδί έβγαλε κραυγές και τραντάχτηκε με σπασμούς για
πολύ. Το πνεύμα έφυγε και το παιδί έμεινε σαν νεκρό για πολλή ώρα, ώστε πολλοί νόμισαν ότι
πέθανε. Αλλά ο Ιησούς το πήρε από το χέρι και το βοήθησε να σηκωθεί και να σταθεί όρθιο.
Αργότερα οι μαθητές του τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να διώξουμε αυτό το
πνεύμα;» Και ο Ιησούς τους απάντησε: «Επειδή είστε ολιγόπιστοι. Πραγματικά σας λέω, εάν
έχετε πίστη όσο ένας σπόρος από σινάπι, θα μπορείτε να πείτε σε αυτό το βουνό: πήγαινε από
εδώ και αυτό θα πηγαίνει και όλα θα είναι δυνατά για σας. Αλλά αυτό το είδος του δαιμονίου
δεν βγαίνει, παρά μόνο με την προσευχή και τη νηστεία».
Μετά έφυγαν από εκεί και διέσχισαν μαζί τη Γαλιλαία. Όμως ο Ιησούς δεν ήθελε να
γνωρίζουν την παρουσία του, επειδή είχε αφιερωθεί στη διδασκαλία των μαθητών του. Τους
έλεγε τα εξής: «Ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων και αυτοί θα τον
σκοτώσουν, αλλά την τρίτη μέρα θα αναστηθεί». Αλλά οι μαθητές δεν καταλάβαιναν τη
σημασία των λόγων του και φοβόντουσαν να ζητήσουν εξηγήσεις.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 31
Τότε ο Ιησούς αφού κάθισε, κάλεσε τους
δώδεκα μαθητές και τους είπε: «Αν κάποιος θέλει να
είναι πρώτος, πρέπει να γίνει τελευταίος από όλους και
υπηρέτης όλων». Αφού δε φώναξε ένα παιδί, το έβαλε
στη μέση των μαθητών, μετά το πήρε στα γόνατα του
και τους είπε: «Οποιοσδήποτε δεχτεί ένα παιδί σαν
αυτό εδώ στο όνομα μου, δέχεται εμένα τον ίδιο. Και
όποιος δέχεται εμένα, δέχεται Αυτόν που με έστειλε».
Ο Ιωάννης πήρε τον λόγο και είπε: «Δάσκαλε,
είδαμε ένα άνθρωπο που δεν ανήκει στην ομάδα μας να
διώχνει τα δαιμόνια στο όνομα σου και θέλαμε να τον
εμποδίσουμε».
Και ο Ιησούς απάντησε: «Μην τον εμποδίσετε,
επειδή αυτό που κάνει είναι ένα θαύμα στο όνομα μου.
Μετά, δεν μπορεί ξαφνικά να μιλήσει άσχημα για μένα.
Επειδή αυτός που δεν είναι εναντίον μας, είναι μαζί μας. Και αυτός που θα σας δώσει να πιείτε
ένα ποτήρι νερό, επειδή είστε μαθητές του Χριστού, αλήθεια σας το λέω, δε θα χάσει την αντα-
μοιβή του. Αλλά αν κάποιος σκανδαλίσει έναν από αυτούς τους μικρούς που πιστεύουν σ’
εμένα, θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν να έβαζε στο λαιμό του μια μεγάλη μυλόπετρα και να έπεφτε
στη θάλασσα. Επί πλέον, αν ο αδελφός σου σε έχει προσβάλει, επίπληξε τον ιδιαιτέρως. Αν σε
ακούσει, κέρδισες τον αδελφό σου. Αν δεν σε ακούσει, φώναξε ένα ή δυο άτομα, ώστε όλη η
υπόθεση να βεβαιωθεί με τον λόγο δυο ή τριών μαρτύρων. Αν αρνηθεί ν’ ακούσει και αυτούς,
πες το αδίκημα στην Εκκλησία και αν αρνηθεί να ακούσει και την Εκκλησία, θεώρησε τον σαν
ειδωλολάτρη και σαν τον αμετανόητο τελώνη. Επί πλέον σας λέγω ακόμα αληθινά, ότι αν δυο
από σας μαζευτείτε για να ζητήσετε κάτι, θα σας δοθεί με τη βοήθεια του Πατέρα μου που είναι
στον Ουρανό. Επειδή εκεί όπου συγκεντρώνονται δυο ή τρεις στο όνομα μου, εγώ είμαι στο
μέσο τους».
Τότε ο Πέτρος τον πλησίασε και του είπε: «Κύριε, πόσες φορές θα πρέπει να συγχωρήσω
τον αδελφό μου, όταν μου κάνει κάτι; Μέχρι επτά φορές;» Και ο Ιησούς του απάντησε: «Εγώ
σου λέω όχι μέχρι επτά φορές, αλλά μέχρι εβδομήντα φορές το επτά».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 32
αυτά. Σας διαβεβαιώνω πως όποιος δε δεχτεί τη Βασιλεία του Θεού σαν παιδί δε θα μπει σ’
αυτήν». Τότε πήρε τα παιδιά στην αγκαλιά του και τα ευλογούσε βάζοντας τα χέρια του πάνω
τους.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 33
κιόλας, που όσοι πραγματικά λατρεύουν, θα λατρέψουν τον Πατέρα πνευματικά και αληθινά·
γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που
τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με την δύναμη του Πνεύματος που φανερώνει την
αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν
έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ, που σου μιλάω
αυτή τη στιγμή».
Εκείνη τη στιγμή ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα.
Βέβαια, κανείς δεν είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» Τότε η γυναίκα άφησε τη
στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που
μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως είναι αυτός ο Μεσσίας;» Βγήκαν, λοιπόν, από
την πόλη κι έρχονταν σ’ αυτόν.
Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν κι έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». Αυτός
όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Κι οι μαθητές έλεγαν
μεταξύ τους: «Μήπως του ’φερε κανείς να φάει;» Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή
είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς
συνηθίζετε να λέτε "τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός". Εγώ σας λέω: σηκώστε τα
μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για
το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι
ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η
παροιμία "άλλος είναι που σπέρνει, άλλος που θερίζει". Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που
γι’ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους
κόπο».
Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ’ αυτόν, εξαιτίας της
μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες
ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. Έτσι,
πίστεψαν πολύ περισσότεροι ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε
στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως
πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 34
Όταν ήταν στον δρόμο, ένας άνθρωπος του είπε: «Κύριε, θα σε ακολουθήσω παντού,
όπου και αν πας». Αλλά ο Ιησούς του απάντησε: «Οι αλεπούδες έχουν τις τρύπες τους και τα
πουλιά του ουρανού τις φωλιές τους, ο δε Υιός του Ανθρώπου δεν έχει που να ακουμπήσει το
κεφάλι του». Μετά είπε σε έναν άλλο: «Ακολούθησε με» αλλά ο άνθρωπος απάντησε: «Κύριε,
επίτρεψέ μου να πάω πρώτα να θάψω τον πατέρα μου». Αλλά ο Ιησούς του είπε: «Άσε τους
πνευματικά νεκρούς που δεν πιστεύουν, να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς και εσύ πήγαινε να
αναγγείλεις τη Βασιλεία του Θεού». Ένας άλλος του είπε «Θα σε ακολουθήσω, Κύριε, αλλά
επίτρεψέ μου να πάω πρώτα να αποχαιρετήσω εκείνους που είναι στο σπίτι μου». Και ο Ιησούς
του απάντησε: «Όποιος βάλει το χέρι του στο αλέτρι και κοιτάζει πίσω, δεν είναι κατάλληλος
για τη Βασιλεία του Θεού».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 35
Ο Ιησούς έστρεψε ολόγυρα τη ματιά του και είπε στους μαθητές του: «Πολύ δύσκολα
αυτοί που έχουν τα χρήματα θα μπουν στη Βασιλεία του Θεού». Οι μαθητές ταράχτηκαν από τα
λόγια του. Ο Ιησούς όμως τους είπε ακόμη: «Παιδιά μου, πολύ δύσκολο είναι να μπουν στη
Βασιλεία του Θεού όσοι έχουν στηρίξει τις ελπίδες τους στα χρήματα». Είναι πιο εύκολο να
περάσει καμήλα από τη βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού». Οι
μαθητές ένιωσαν ακόμη πιο μεγάλη κατάπληξη κι έλεγαν μεταξύ τους: «Τότε ποιος μπορεί να
σωθεί;» Ο Ιησούς τους κοίταξε και τους είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, όχι
όμως και για το Θεό· γιατί όλα είναι δυνατά για το Θεό».
ΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ
«Η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με τον οικοδεσπότη ενός σπιτιού που βγήκε το
χάραμα για να μισθώσει εργάτες για το αμπέλι του. Αφού συμφώνησε μαζί τους για τον μισθό
που ήταν ένα δηνάριο τη μέρα, τους έστειλε για δουλειά.
Στις 9 η ώρα το πρωί βγήκε και είδε άλλους που βρισκόντουσαν στην πλατεία χωρίς να
κάνουν τίποτα. Και τους είπε: «Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι και θα σας δώσω ότι είναι
δίκαιο». Και εκείνοι πήγαν εκεί. Βγήκε πάλι το μεσημέρι και μετά στις 3 και έκανε το ίδιο. Όταν
ξαναβγήκε στις 5 βρήκε άλλους οι οποίοι δεν έκαναν τίποτα και τους ρώτησε: «Γιατί κάθεστε
όλη μέρα χωρίς να κάνετε τίποτα;» Και εκείνοι απάντησαν: «Κανείς δε μας μίσθωσε το πρωί».
«Πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι», τους είπε.
Το βράδυ ο ιδιοκτήτης του αμπελώνα είπε στον επιστάτη του: «Φώναξε τους εργάτες και
πλήρωσε το μισθό τους αρχίζοντας από τους τελευταίους προς τους πρώτους».
Αυτοί που προσλήφθηκαν στις 5 παρουσιάστηκαν πρώτοι, και πήραν ο καθένας από ένα
δηνάριο. Εκείνοι που προσλήφθηκαν πρώτοι σκέφτηκαν ότι θα πληρωνόντουσαν πιο πολύ, αλλά
όταν είδαν ότι και αυτοί επίσης πήραν ένα δηνάριο, μουρμούριζαν κατά του ιδιοκτήτη του
αμπελιού λέγοντας: «Αυτοί οι τελευταίοι εργάστηκαν μόνο μια ώρα και αυτός τους πλήρωσε
όσο και εμάς, που εργαστήκαμε όλη την ημέρα».
Ο ιδιοκτήτης απάντησε σ’ έναν από αυτούς: «Φίλε μου, δεν σε αδίκησα. Δεν
συμφωνήσαμε ότι θα πάρεις ένα δηνάριο; Πάρε ό,τι σου ανήκει και πήγαινε. Θέλω να δώσω
στον τελευταίο όσα έδωσα και σ’ εσένα. Δεν έχω το δικαίωμα να κάνω τα λεφτά μου ό,τι θέλω;
Ή βλέπεις τη γενναιοδωρία μου αυτή με άσχημο μάτι; Έτσι, οι τελευταίοι θα γίνουν πρώτοι και
οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 36
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ
Είπε δε ακόμη και αυτή την παραβολή
«Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους. Ο νεότερος είπε
στον πατέρα του: «Πατέρα μου, δώσε μου το μέρος
της περιουσίας που μου ανήκει!» Και ο πατέρας
τους μοίρασε την περιουσία του. Λίγες μέρες μετά
ο νεότερος γιος, έχοντας συγκεντρώσει όλη την
περιουσία του, έφυγε σε μακρινή χώρα, όπου
σπατάλησε την περιουσία του ζώντας στην ασωτία.
Όταν ξόδεψε ό,τι είχε, έπεσε μεγάλη πείνα στη
χώρα εκείνη και βρέθηκε σε μεγάλη φτώχεια. Πήγε
τότε υπηρέτης σ’ ένα από τους κατοίκους της
χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια να
φυλάει γουρούνια. Για να ικανοποιήσει δε την
πείνα του έτρωγε από τα χαρούπια που έτρωγαν τα
γουρούνια. Κάποιαν όμως μέρα συνήλθε και είπε
μέσα του: «Πόσοι δούλοι του πατέρα μου έχουν
άφθονο ψωμί, ενώ εγώ πεθαίνω από την πείνα! Θα
σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του
πω: Πατέρα μου, αμάρτησα ενώπιον του Θεού και
ενώπιον σου. Δεν έχω πια το δικαίωμα να είμαι γιος
σου, κάνε με σαν ένα από τους δούλους σου».
Έφυγε λοιπόν και ξαναγύρισε στον πάτερα του. Αυτός βλέποντας τον από μακριά τον
λυπήθηκε και έτρεξε να τον συναντήσει. Έβαλε τα χέρια του γύρω από το λαιμό του παιδιού του
και τον αγκάλιασε τρυφερά. Τότε αυτός του είπε: «Πατέρα μου, αμάρτησα ενώπιον του
Ουρανού και ενώπιον, σου. Δεν έχω το δικαίωμα να είμαι γιος σου». Αλλά ο πατέρας του
διέταξε τους δούλους του: «Φέρτε γρήγορα την πιο καλή φορεσιά και ντύστε τον. Βάλτε του ένα
δαχτυλίδι στο δάχτυλο και σανδάλια στα πόδια. Σφάξτε το πιο παχύ μοσχάρι και οργανώστε μια
γιορτή, επειδή ο γιος μου ήταν πεθαμένος και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και ξαναβρέθηκε». Και
άρχισαν να διασκεδάζουν.
Αλλά ο μεγαλύτερος γιος ήταν στα χωράφια και όταν γυρίζοντας έφτασε κοντά στο
σπίτι, άκουσε τραγούδια και χορούς. Φώναξε έναν από τους δούλους και τον ρώτησε τι σήμαινε
αυτή η γιορτή. Και εκείνος απάντησε: «Ο αδερφός σου γύρισε και επειδή είναι γερός ο πατέρας
σου έσφαξε το πιο παχύ μοσχάρι».
Τότε αυτός θύμωσε και δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. Αλλά ο πατέρας του βγήκε και τον
παρακάλεσε να μπει μέσα. Αυτός όμως του απάντησε: «Σε υπηρέτησα τόσα χρόνια, ποτέ δεν
παράκουσα καμιά διαταγή σου και παρ’ όλα αυτά ποτέ δε μου έδωσες ένα κατσίκι για να χαρώ
με τους φίλους μου. Ενώ μόλις γύρισε ο αδελφός μου, αυτός που σπατάλησε όλη την περιουσία,
εσύ έσφαξες γι’ αυτόν το πιο παχύ μοσχάρι».
Ο πατέρας του απάντησε: «Παιδί μου, εσύ είσαι πάντα μαζί μου και ό,τι έχω είναι δικό
σου. Έπρεπε να κάνω τη γιορτή και να διασκεδάσουμε, γιατί ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και
αναστήθηκε, ήταν χαμένος και ξαναβρέθηκε».
Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ
«Ένας άνθρωπος, ο οποίος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, έπεσε σ’ ενέδρα
ληστών, οι οποίοι αφού τον πλήγωσαν και τον λήστεψαν, τον άφησαν μισοπεθαμένο κι έφυγαν.
Ένας ιερέας, ο οποίος κατά τύχη κατέβαινε από τον ίδιο δρόμο, τον είδε, τον προσπέρασε και
συνέχισε τον δρόμο του. Σε λίγο πέρασε από εκεί και ένας Λευίτης, τον είδε και τον προσπέρασε
κι αυτός. Αλλά ένας Σαμαρείτης, ο οποίος ταξίδευε, τον λυπήθηκε όταν πέρασε δίπλα του. Τον
πλησίασε, έπλυνε τις πληγές του με λάδι και κρασί και τις έδεσε. Μετά τον ανέβασε στο ζώο
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 37
του, τον οδήγησε σε ένα
πανδοχείο και τον φρόντισε.
Την άλλη μέρα έδωσε δυο
δηνάρια στον ξενοδόχο και του
είπε: «Φρόντισε τον και αν
ξοδέψεις περισσότερα, θα σου
τα δώσω όταν επιστρέψω».
Ποιος από αυτούς τους τρεις
σας φαίνεται ότι ήταν πλησίον
αυτού, που έπεσε στην ενέδρα
των ληστών». «Είναι αυτός
που τον λυπήθηκε», είπε ο
νομομαθής. Και ο Ιησούς του
είπε: «Πήγαινε και κάνε το
ίδιο».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 38
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ
ΟΙ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΟΙ
Ενώ ο Ιησούς βάδιζε προς την Ιερουσαλήμ ο Ιησούς διάσχισε τη Γαλιλαία και τη
Σαμάρεια. Όταν μπήκε μέσα σε ένα χωριό, δέκα λεπροί ήρθαν να τον συναντήσουν. Στάθηκαν
μπροστά του και άρχισαν να φωνάζουν δυνατά: «Ιησού, Κύριε, λυπήσου μας!» Μόλις τους είδε
ο Ιησούς τους διέταξε: «Πηγαίνετε να δείξετε τους εαυτούς σας στους ιερείς». Και όταν αυτοί
πήγαν εκεί ένιωσαν ότι είχαν θεραπευτεί. Ένας από αυτούς βλέποντας ότι είχε θεραπευτεί
επέστρεψε δοξάζοντας τον Θεό με μεγάλη φωνή. Έπεσε στα πόδια του Ιησού με το πρόσωπο
στη γη και τον ευχαρίστησε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης. Τότε ο Ιησούς είπε: «Που είναι οι
άλλοι εννέα; Δεν βρέθηκε κανένας άλλος εκτός από αυτόν τον ξένο να έρθει και να δοξάσει τον
Θεό;» Και γυρίζοντας προς τον Σαμαρείτη του είπε: «Σήκω και πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε».
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ
ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Ο Ιησούς διηγήθηκε σε ορισμένους ανθρώπους, οι
οποίοι είχαν την πεποίθηση ότι ήταν δίκαιοι και κατηγορούσαν
τους άλλους, αυτή την παραβολή.
«Δυο άνθρωποι πήγαν στον Ναό για να προσευχηθούν:
ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος με
ψηλά το κεφάλι προσευχόταν έτσι: «Ω Θεέ, σε ευχαριστώ που
δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, οι οποίοι είναι άρπαγες,
μοιχοί, άδικοι ή ακόμα και σαν αυτόν τον τελώνη. Νηστεύω
δυο φορές την εβδομάδα και δίνω το ένα δέκατο από όσα
έχω».
Αντίθετα ο Τελώνης ήταν σκυμμένος και δεν τολμούσε
να σηκώσει τα μάτια στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του
και έλεγε: «Ω Θεέ λυπήσου με τον αμαρτωλό!»
Εγώ σας βεβαιώνω ότι αυτός ήταν που συγχωρέθηκε,
(δηλαδή ο τελώνης) αντίθετα με τον άλλο. Επειδή όποιος
υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί και όποιος τον ταπεινώ-
νει, θα υψωθεί».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 39
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΜΑΡΘΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΡΙΑ
Ενώ ο Ιησούς συνέχιζε τον δρόμο μπήκε σε μια πόλη που λεγόταν Βηθανία. Εκεί μια
γυναίκα, η Μάρθα, τον δέχτηκε στο σπίτι της. Αυτή είχε μια αδελφή που την έλεγαν Μαρία η
οποία είχε καθίσει στα πόδια του Κυρίου και άκουγε το λόγο του. Η Μάρθα ήταν απασχολημένη
με τις διάφορες οικιακές δουλειές. Πλησίασε τον Ιησού και του είπε: «Κύριε δεν σε ενοχλεί που
η αδελφή μου με αφήνει μόνη να ετοιμάσω το φαγητό; Πες της, λοιπόν, να με βοηθήσει».
Αλλά ο Ιησούς απάντησε: «Μάρθα, Μάρθα, ανησυχείς και ασχολείσαι με άλλα
πράγματα, ενώ ένα μόνο είναι απαραίτητο. Η Μαρία διάλεξε την πιο καλή μερίδα, την
πνευματική, η οποία δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 40
Ιουδαίοι έλεγαν: «Κοίτα πόσο τον αγαπούσε!» Αλλά μερικοί είπαν: «Αυτός που άνοιξε τα μάτια
του εκ γενετής τυφλού δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να μην πεθάνει αυτός ο άνθρωπος;» Ο
Ιησούς πολύ συγκινημένος έφτασε στο μνήμα. Αυτό ήταν μια σπηλιά κλεισμένη με μια πέτρα.
Και είπε: «Βγάλτε την πέτρα». Η Μάρθα απάντησε: «Κύριε, πια θα μυρίζει άσχημα, επειδή είναι
τέσσερις μέρες στο μνήμα». Αλλά ο Ιησούς της είπε: «Δε σου έχω πει ότι, αν πιστέψεις, θα δεις
τη δύναμη του Θεού;»
Μετακίνησαν λοιπόν την πέτρα. Και ο Ιησούς σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε:
«Πατέρα, σε ευχαριστώ γιατί με άκουσες. Ήξερα ότι με ακούς πάντα, αλλά εγώ το είπα ώστε το
πλήθος που με περιτριγυρίζει να πιστέψει ότι εσύ είσαι που με έχεις στείλει». Αφού είπε αυτό,
φώναξε με δυνατή φωνή: «Λάζαρε βγες έξω!» Και ο Λάζαρος βγήκε με τα χέρια και τα πόδια
τυλιγμένα με επιδέσμους και το πρόσωπο σκεπασμένο με ένα μαντήλι. Ο Ιησούς τους είπε:
«Λύστε τον και αφήστε τον μόνο να πάει στο σπίτι».
Τότε όταν είδαν το θαύμα που έκανε ο Ιησούς, πολλοί Ιουδαίοι που ήταν παρόντες
πίστεψαν σε αυτόν, αλλά ορισμένοι πήγαν και βρήκαν τους Φαρισαίους και τους διηγήθηκαν τι
είχε κάνει ο Ιησούς.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 41
Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ
Όταν πλησίασε στη Βηθσφαγή και στη Βηθανία κοντά στο όρος των Ελαιών, ο Ιησούς
είπε σε δυο μαθητές του. «Πηγαίνετε στο χωριό που είναι απέναντι. Όταν θα μπείτε θα βρείτε
ένα πουλάρι γάιδαρου δεμένο. Λύστε το και οδηγείστε το εδώ. Αν κάποιος σας ρωτήσει «γιατί»,
θα απαντήσετε ότι ο Κύριος το χρειάζεται». Οι δυο μαθητές βρήκαν τα πράγματα όπως τους τα
είχε πει ο Ιησούς και οδήγησαν σε αυτόν το πουλάρι. Κατόπιν έβαλαν τα ρούχα τους πάνω στο
πουλάρι και ανέβασαν τον Ιησού. Ενώ ο Ιησούς πορευόταν καβάλα στο πουλάρι, έβγαιναν οι
άνθρωποι και έστρωναν τα ενδύματα
τους επάνω στον δρόμο. Όταν έφτα-
σε κοντά στην πλαγιά του Όρους
των Ελαιών, όλοι οι μαθητές γεμάτοι
χαρά δόξαζαν τον Θεό με μεγάλη
φωνή: «Ευλογημένος ο ερχόμενος
Βασιλέας στο όνομα του Κυρίου!
Ειρήνη στον Ουρανό και δόξα από
τους αγγέλους που βρίσκονται στα
ύψη!» Αλλά ορισμένοι Φαρισαίοι
είπαν στον Ιησού: «Κύριε, επίπληξε
τους μαθητές σου». Και εκείνος τους
απάντησε: «Εγώ σας λέω ότι και
αυτοί αν σωπάσουν, θα φωνάξουν οι
πέτρες!» Καθώς πλησίαζαν την Ιε-
ρουσαλήμ έκλαψε γι’ αυτή λέγο-
ντας: «Ω, αν εσύ γνώριζες αυτή τη
μέρα τα πράγματα που θα σου χάρι-
ζαν την ειρήνη και την ασφάλεια
σου, θα σωζόσουν από την τρομερή
καταστροφή που σε περιμένει. Αλλά
τώρα αυτά έχουν κρυφτεί από τα μάτια σου που είναι σκοτισμένα. Θα έρθουν σ’ εσένα μέρες,
που οι εχθροί σου θα σε περιβάλουν με τάφρους, και θα σε πολιορκήσουν απ’ όλα τα μέρη. Θα
καταστρέψουν εσένα και τα παιδιά σου και δε θ’ αφήσουν πέτρα πάνω σε πέτρα, επειδή εσύ δε
θέλησες να καταλάβεις, τον καιρό που ο Θεός σ’ επισκέφτηκε για να σε σώσει».
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΚΔΙΩΚΕΙ
ΤΟΥΣ ΒΕΒΗΛΩΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 42
Η ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΣΥΚΙΑ
Την άλλη μέρα το πρωί γυρίζοντας στην πόλη πείνασε. Βλέποντας μια συκιά στην άκρη
του δρόμου, την πλησίασε, αλλά όταν δε βρήκε παρά μόνο φύλλα, είπε: «Να μη βγει ποτέ πια
καρπός από εσένα» και στη στιγμή ξεράθηκε η συκιά. Οι μαθητές του βλέποντας αυτό
ξαφνιασμένοι φώναξαν: «Πως ξεράθηκε μέσα σε μια στιγμή η συκιά;» Και ο Ιησούς τους
απάντησε: «Αλήθεια σας λέγω, αν έχετε πίστη και δεν αμφιβάλλετε καθόλου, όχι μόνο θα
κάνετε αυτό που συνέβη στη συκιά, αλλά θα λέτε σε αυτό το βουνό: «Σήκω και πέσε στη
θάλασσα» και αυτό θα γίνεται. Ό,τι θα ζητάτε με πίστη μέσω της προσευχής, θα το αποκτάτε».
ΟΙ ΚΑΚΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ
Ο Ιησούς γύρισε στον Ναό και ενώ δίδασκε, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού
τον πλησίασαν και τον ρώτησαν: «Με ποια εξουσία κάνεις αυτά τα πράγματα; Ποιος σου έδωσε
αυτή τη δύναμη;» Ο Ιησούς δεν ήθελε ν’ απαντήσει σ’ εκείνη την ερώτηση και άρχισε να μιλάει
με παραβολές λέγοντας: «Υπήρχε κάποτε ένας άνθρωπος, ιδιοκτήτης, ο οποίος φύτεψε ένα
αμπέλι. Του έβαλε φράκτη γύρω-γύρω, έφτιαξε πατητήρι και έχτισε πύργο. Μετά το ενοικίασε
σε αμπελουργούς και έφυγε. Όταν έφτασε ο καιρός του τρυγητού έστειλε τους δούλους του
στους αμπελουργούς για να πάρει το μερίδιο του από τους καρπούς του αμπελιού. Αλλά οι
αμπελουργοί, αφού έπιασαν τους δούλους, άλλον έδειραν, άλλον σκότωσαν και άλλον
λιθοβόλησαν. Ο Κύριος έστειλε άλλους δούλους, περισσότερους από τους πρώτους, αλλά οι
αμπελουργοί φέρθηκαν και σ’ αυτούς κατά τον ίδιο τρόπο. Τέλος τους έστειλε τον γιο του, με τη
σκέψη πως θα τον σεβαστούν. Αλλά όταν οι αμπελουργοί είδαν τον γιο σκέφτηκαν: «Να ο
κληρονόμος! Ελάτε να τον σκοτώσουμε για να πάρουμε την κληρονομιά του». Και αφού τον
έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν. Τώρα, όταν ο ιδιοκτήτης του
αμπελιού θα έρθει, τι θα κάνει σε αυτούς τους αμπελουργούς κατά τη γνώμη σας; Εκείνοι του
απάντησαν: «Τόσον κακοί που υπήρξαν, θα τους καταστρέψει κακώς και θα νοικιάσει το αμπέλι
σε άλλους αμπελουργούς που θα του δώσουν το μερίδιο του στην κατάλληλη ώρα». Όταν αυτοί
το άκουσαν φώναξαν: «Ο Θεός να φυλάξει!»
Τότε ο Ιησούς γύρισε προς αυτούς και τους είπε: «Η Βασιλεία του Θεού θα σας
αφαιρεθεί και θα δοθεί σε άλλους που ξέρουν να παράγουν καρπούς, δηλαδή, έργα αγαθά».
Αφού άκουσαν αυτά τα λόγια οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς
μιλούσε ο Ιησούς και έψαχναν αφορμή να τον πιάσουν, αλλά δεν έκαναν τίποτα, επειδή
φοβούνταν τον λαό, που νόμιζε τον Ιησού προφήτη.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 43
Ο ΟΒΟΛΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ
Ενώ κοίταξε γύρω του ο Ιησούς είδε τους πλούσιους που έριχναν τις προσφορές τους
μέσα στο θησαυροφυλάκιο. Τότε είδε μια φτωχή χήρα, η οποία έδινε την προσφορά της που
ήταν ένας κοδράντης (δυο λεπτά) και είπε: «Αλήθεια σας λέω αυτή η φτωχή χήρα έδωσε
περισσότερα από τους άλλους, επειδή όλοι οι άλλοι έδωσαν από εκείνο που τους περίσσευε, ενώ
αυτή έδωσε από εκείνο που είχε για να ζήσει».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 44
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΘΗ
ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Όταν ο Ιησούς έβγαινε από τον Ναό, οι μαθητές του τον πλησίασαν και του είπαν να
παρατηρήσει τα ωραία οικοδομήματα του Ναού. Αλλά αυτός τους είπε: «Τα βλέπετε όλα αυτά;
Αλήθεια σας λέω, δε θα μείνει από αυτά πέτρα πάνω σε πέτρα».
Μετά ενώ κάθονταν στο Όρος των Ελαιών, οι μαθητές του τον πλησίασαν και τον
ρώτησαν ιδιαιτέρως: «Πες μας, πότε θα συμβεί αυτό; Ποιο θα είναι το σημείο του ερχομού σου
και το τέλος του κόσμου;» Ο Ιησούς τους απάντησε: «Προσέξτε να μην παρασυρθείτε, επειδή
πολλοί θα έλθουν στο όνομά μου λέγοντας: «Εγώ είμαι ο Χριστός» και πολλοί θα
παραπλανηθούν. Θα ακούσετε επίσης να μιλούν για πολέμους και φήμες για πολέμους. Μην
ταραχτείτε καθόλου, επειδή πρέπει να συμβούν όλα αυτά, αλλά δε θα είναι ακόμα το τέλος. Θα
σας προσβάλουν, θα σας καταδιώξουν, θα σας σύρουν σε φυλακές, θα σας οδηγήσουν μπροστά
σε βασιλείς και κυβερνήτες εξ αιτίας του ονόματός μου. Και πολλοί θα κλονισθούν στην πίστη
τους και θα προδοθούν και θα μισηθούν. Πολλοί ψευδοπροφήτες θα φανούν και θα
παραπλανήσουν πολλούς ανθρώπους. Και μόνο αυτός που θ’ αντέξει μέχρι το τέλος θα σωθεί.
Αυτή η καλή είδηση της Βασιλείας θα πρέπει να κηρυχθεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Τότε θα
έρθει το τέλος».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 45
άμυαλες είπαν τότε στις συνετές: "Δώστε μας από το λάδι σας, γιατί τα λυχνάρια μας σβήνουν".
Οι συνετές όμως τους απάντησαν: "Όχι, γιατί δε θα φτάσει και για μας και για σας - καλύτερα,
πηγαίνετε στους πωλητές ν’ αγοράσετε για τον εαυτό σας". Αλλά ενώ πήγαιναν ν’ αγοράσουν
λάδι, ήρθε ο γαμπρός, κι οι έτοιμες μπήκαν μαζί του στη γιορτή του γάμου, κι η πόρτα έκλεισε.
Ύστερα από λίγο φτάνουν και οι υπόλοιπες κοπέλες και λένε: "Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας".
Αυτός όμως τους αποκρίθηκε: "Σας βεβαιώνω πως δε σας ξέρω". Αγρυπνάτε λοιπόν, γιατί δεν
ξέρετε ούτε την ημέρα ούτε την ώρα που θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 46
ετοιμαστεί από τον διάβολο και τους αγγέλους του. Επειδή πείνασα και δε μου δώσατε να φάω.
Δίψασα και δε μου δώσατε να πιω. Ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε. Ήμουν γυμνός και δε
με ντύσατε. Ήμουν άρρωστος και δε με επισκεφθήκατε. Ήμουν στη φυλακή και δεν ήρθατε να
με βρείτε». Και αυτοί θα του απαντήσουν επίσης: «Κύριε, πότε σε είδαμε νηστικό και δε σου
δώσαμε τροφή, διψασμένο και δε σε ξεδιψάσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστο και στη φυλακή και
δε Σε επισκεφθήκαμε;» Αλλά αυτός θα τους απαντήσει: «Αλήθεια σας λέω, αφού δεν κάνατε
τίποτε απ’ όλα αυτά σ’ ένα από τους πιο μικρούς αδελφούς μου, ήταν σαν να μη το κάνατε σ’
εμένα». Και αυτοί θα πάνε σε αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι σε αιώνια ζωή».
Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΜΑΘΗΤΗΣ
Τότε οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού
συγκεντρώθηκαν στην αυλή του αρχιερέα ο οποίος ονομαζόταν
Καϊάφας και έκαναν σύσκεψη με ποιο τρόπο θα συλλάβουν τον
Ιησού με δόλο για να Τον θανατώσουν. Ένας από τους δώδεκα
μαθητές, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πήγε στους αρχιερείς και τους
είπε: «Τι θα μου δώσετε αν σας παραδώσω τον Ιησού;» Αυτοί του
υποσχέθηκαν τριάντα αργύρια (ασημένια δηνάρια). Και από τότε
αναζητούσε ευκαιρία για να μπορέσει να παραδώσει τον Χριστό
στα χέρια τους.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 47
Αφού μίλησε έτσι ο
Ιησούς ταράχτηκε και τους
αποκάλυψε: «Αλήθεια σας λέω,
ένας από εσάς θα με προδώσει».
Οι μαθητές ταραγμένοι άρχισαν
να τον ρωτούν μη γνωρίζοντας
για ποιον είχε κάνει αυτό τον
υπαινιγμό: Ένας από τους
μαθητές του, που ο Ιησούς τον
αγαπούσε, ήταν γερμένος στο
τραπέζι κοντά στο στήθος του
Ιησού. Κάνει, λοιπόν, νόημα σ’
αυτόν ο Σίμων Πέτρος να μάθει
ποιος ήταν αυτός για τον οποίο
μιλούσε. Έγειρε τότε εκείνος
κοντά στο στήθος του Ιησού και
τον ρώτησε: «Κύριε, ποιος
είναι;» Αποκρίνεται ο Ιησούς:
Είναι εκείνος, στον οποίο θα
δώσω ένα κομμάτι ψωμί, αφού
το βουτήξω στο πιάτο». Παίρνει τότε ένα κομμάτι ψωμί, το βουτάει στο πιάτο και το δίνει στον
Ιούδα, το γιο του Σίμωνα του Ισκαριώτη. Κι όταν πήρε το ψωμί, τότε μπήκε ο σατανάς μέσα
του. Του λέει, λοιπόν, ο Ιησούς: «Ό,τι έχεις να κάνεις κάνε το γρήγορα». Αυτό κανείς απ’ όσους
έτρωγαν μαζί δεν κατέλαβε γιατί του το είπε· επειδή μάλιστα ο Ιούδας είχε τη διαχείριση του
ταμείου, μερικοί νόμιζαν πως ο Ιησούς του είπε, «αγόρασε ό,τι μας χρειάζεται για τη γιορτή» ή
να δώσει κάτι στους φτωχούς. Εκείνος, αφού πήρε το ψωμί, βγήκε αμέσως έξω. Και ήταν νύχτα.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 48
κλονιστεί, η δική μου ποτέ!» Ο Ιησούς του απάντησε: «Αλήθεια σου λέω, αυτή την ίδια νύχτα
πριν λαλήσει ο κόκορας, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Και ο Πέτρος απάντησε: «Κι αν ακόμα
χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δε θα σε απαρνηθώ». Και οι άλλοι μαθητές έλεγαν το ίδιο. Τότε
ο Ιησούς πήγε μαζί τους σε ένα μέρος, που βρισκόταν από την άλλη μεριά του χειμάρρου των
Κέδρων, όπου βρισκόταν ένας κήπος που ονομαζόταν Γεθσημανή και τους είπε: «Σεις μείνετε
εδώ. Εγώ θα πάω λίγο πιο μακριά για να προσευχηθώ εκεί». Πήρε μαζί του τον Πέτρο και τους
δυο γιους του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Γεμάτος αγωνία και θλίψη τους είπε: «Η
ψυχή μου είναι τόσο λυπημένη, που μου φαίνεται πως θα πεθάνω. Μείνετε εδώ και ξαγρυπνήστε
μαζί μου».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 49
λόγο είσαι εδώ;» Τότε οι άνθρωποι που
ακολουθούσαν τον Ιούδα πλησίασαν και
έπιασαν τον Ιησού.
Εκείνη τη στιγμή ο Πέτρος
τράβηξε το μαχαίρι του και έκοψε το
αυτί ενός από τους δούλους του
αρχιερέα. Τότε ο Ιησούς του είπε:
«Βάλε το μαχαίρι στη θήκη, επειδή όσοι
χρησιμοποιούν μαχαίρι, θα πεθάνουν
από μαχαίρι. Ή μήπως νόμισες ότι δεν
μπορώ να παρακαλέσω τον Πατέρα μου,
ο οποίος θα μου στείλει αμέσως
περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες
αγγέλων; Αλλά πώς θα επαληθευτούν
τότε οι Γραφές που λένε ότι πρέπει έτσι
να γίνει;» Τότε όλοι οι μαθητές του τον
άφησαν και έφυγαν.
ΣΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ
Αυτοί που συνέλαβαν τον Ιησού, τον οδήγησαν στον αρχιερέα Καϊάφα, όπου είχαν
συγκεντρωθεί όλοι οι Γραμματείς και οι πρεσβύτεροι. Ο Πέτρος είχε ακολουθήσει τον Ιησού
από μακριά μέχρι την αυλή του αρχιερέα. Μπήκε μέσα και κάθισε με τους υπηρέτες, για να δει
ποιο θα ήταν το τέλος. Οι αρχιερείς και όλο το συνέδριο έψαχναν να βρουν ψευδομάρτυρες κατά
του Ιησού, για να μπορέσουν να τον καταδικάσουν σε θάνατο, αλλά δεν έβρισκαν τίποτα, παρά
το γεγονός ότι παρουσιάστηκαν πολλοί για να καταθέσουν ψεύτικες μαρτυρίες. Τελικά ήρθαν
δυο, οι οποίοι δήλωσαν ότι ο Χριστός
είπε: «Μπορώ να γκρεμίσω τον Ναό του
Θεού και να τον ξαναχτίσω σε τρεις
μέρες». Πάλι ο αρχιερέας σηκώθηκε και
είπε στον Ιησού: «Δεν απαντάς σε αυτούς
που σε κατηγορούν;» Αλλά ο Ιησούς δε
μιλούσε. Τότε ο αρχιερέας ξαναείπε: «Σε
εξορκίζω στο όνομα του Θεού ο οποίος
ζει και υπάρχει, να μας πεις αν είσαι
πραγματικά ο Χριστός, ο Υιός του Θεού».
Ο Ιησούς του απάντησε: «Εσύ το είπες.
Ακόμα σας δηλώνω ότι από τώρα θα δείτε
τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα
δεξιά του Παντοδύναμου και να έρχεται
πάνω στα σύννεφα του ουρανού». Τότε ο
αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του λέγοντας:
«Βλασφήμησε! Τι ανάγκη έχουμε από
μάρτυρες; Όλοι σας ακούσατε τη
βλασφημία του με τα αυτιά σας. Τι γνώμη
έχετε;» Και αυτοί απάντησαν: «Είναι
άξιος θανάτου!» Τότε τον έφτυσαν στο
πρόσωπο και του χτυπούσαν τον τράχηλο
λέγοντάς του: «Μάντεψε, Χριστέ, ποιος
σε χτύπησε.»
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 50
Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Στο μεταξύ ο Πέτρος καθόταν έξω
κοντά στην πόρτα. Μια υπηρέτρια τον
πλησίασε λέγοντάς του: «Εσύ δεν είσαι ένας
από τους μαθητές αυτού του ανθρώπου;»
Αυτός απάντησε: «Δεν ξέρω τι λες». Επειδή
έκανε κρύο, οι δούλοι και οι φρουροί είχαν
ανάψει φωτιά και στέκονταν όρθιοι για να
ζεσταθούν. Ενώ ο Πέτρος ζεσταινόταν μαζί
τους, τον ρώτησαν: «Δεν είσαι εσύ ένας από
τους μαθητές του Ιησού του Γαλιλαίου;»
Αυτός αρνήθηκε λέγοντας: «Δεν είμαι εγώ».
Αλλά ένας από τους δούλους του αρχιερέα,
συγγενής αυτού του οποίου είχε κόψει το αυτί
ο Πέτρος, είπε: «Δεν ήσουν μαζί Του στον
κήπο της Γεθσημανής;» Και ο Πέτρος το
αρνήθηκε πάλι. Και αμέσως ακούστηκε το
λάλημα του κόκορα. Τότε ο Ιησούς γύρισε και
κοίταξε τον Πέτρο και ο Πέτρος θυμήθηκε τα
λόγια Του που του είχε πει: «Πριν λαλήσει ο
κόκορας θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Και
βγήκε έξω και έκλαψε πικρά, μετανιωμένος.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 51
Τότε ο Πιλάτος
μπήκε στο πραιτόριο,
φώναξε τον Ιησού και
τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο
Βασιλιάς των Ιουδαίων;»
Ο Ιησούς απάντησε: «Το
βασίλειό μου δεν είναι σε
αυτό τον κόσμο. Αν ήταν
η βασιλεία μου απ’ αυτό
τον κόσμο, οι φρουροί
μου θα έδιναν μάχη για
μένα, για να μην παραδο-
θώ στους Ιουδαίους. Αλ-
λά το βασίλειό μου δεν
είναι εδώ». «Είσαι λοιπόν
βασιλιάς;» τον ρώτησε ο
Πιλάτος. Ο Ιησούς απά-
ντησε: «Εσύ το είπες,
είμαι βασιλιάς. Γεννήθη-
κα και ήρθα στον κόσμο
αυτόν, για ν’ αποκαλύψω
την αλήθεια. Και όποιος
είναι με το μέρος της
αλήθειας, ακούει τη φω-
νή μου». «Τι είναι αλή-
θεια;» τον ρώτησε ο Πι-
λάτος. Αφού είπε αυτό βγήκε πάλι και πήγε προς το μέρος των Ιουδαίων για να τους πει: «Δε
βρίσκω καμία ενοχή σε αυτόν. Αλλά επειδή υπάρχει ένα έθιμο σε σας, σύμφωνα με το οποίο
πρέπει να ελευθερώσω ένα φυλακισμένο για τη γιορτή του Πάσχα, θέλετε ν’ αφήσω ελεύθερο
τον Ιησού;» Αλλά οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τον λαό να ζητήσει να ελευθερωθεί ο
Βαραββάς, ένας ληστής και δολοφόνος και να θανατωθεί ο Ιησούς. Έτσι όλοι φώναξαν: «Όχι
αυτόν, αλλά τον Βαραββά». Ενώ ο Πιλάτος καθόταν στη δικαστική του έδρα, η γυναίκα του του
έστειλε ένα μήνυμα: «Μην κάνεις τίποτα σε αυτόν τον δίκαιο άνθρωπο, διότι πολύ υπέφερα
σήμερα στον ύπνο μου εξ αιτίας Του». Ο Πιλάτος ρώτησε και πάλι αυτούς που ήταν μαζεμένοι
εκεί: «Ποιον θέλετε να ελευθερώσω: τον Βαραββά ή τον Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό;» Γιατί
ήξερε ότι μόνο από φθόνο του είχαν παραδώσει τον Ιησού. Και εκείνοι φώναζαν: «τον
Βαραββά».
Τότε τους λέγει ο Πιλάτος: «Τι, λοιπόν, να κάμω τον Ιησού;» Αυτοί απάντησαν: «Να
σταυρωθεί!» Ο Πιλάτος τους ρώτησε: «Μα τι κακό σας έκανε;» Και αυτοί φώναξαν ακόμα πιο
δυνατά: «Να σταυρωθεί!» Τότε ο Πιλάτος βλέποντας ότι δεν κατάφερνε τίποτα, αλλά αντίθετα
μεγάλωνε η οργή του πλήθους, διέταξε και έφεραν νερό και αφού έπλυνε τα χέρια του μπροστά
στο πλήθος είπε: «Είμαι αθώος από το αίμα αυτού του δίκαιου ανθρώπου. Σε σας θα πέσει η
ευθύνη και το κρίμα». Και όλος ο λαός απάντησε με δυνατή φωνή: «Το αίμα του να πέσει επάνω
μας και επάνω στα παιδιά μας!» Μετά ο Πιλάτος ελευθέρωσε τον Βαραββά, τον δε Ιησού, αφού
διέταξε να τον μαστιγώσουν, τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Τότε οι στρατιώτες του
κυβερνήτη οδήγησαν τον Ιησού στο πραιτόριο και μάζεψαν γύρω του όλη τη φρουρά. Του
έβγαλαν τα ρούχα και του φόρεσαν ένα κόκκινο χιτώνα, έβαλαν στο κεφάλι του για κορώνα ένα
αγκάθινο στεφάνι και του έδωσαν να κρατάει στο δεξί του χέρι ένα καλάμι. Και άρχισαν να τον
κοροϊδεύουν: «Χαίρε, ω βασιλιά των Ιουδαίων!» Και τον έφτυναν, του πήραν το καλάμι και τον
χτυπούσαν στο κεφάλι και γονάτιζαν μπροστά του τάχα για να τον προσκυνήσουν. Αφού τον
κορόιδευαν έτσι, του έβγαλαν τον χιτώνα και του ξαναφόρεσαν τα ρούχα. Μετά τον παρέδωσαν
για να σταυρωθεί.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 52
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ
ΓΟΛΓΟΘΑ
Οι στρατιώτες οδήγησαν τον Ιησού έξω για να
σταυρωθεί και υποχρέωσαν έναν περαστικό, τον
Σίμωνα τον Κυρηναίο, να μεταφέρει τον σταυρό του
Ιησού. Ένα μεγάλο πλήθος ακολουθούσε τον Ιησού
και οι γυναίκες χτυπούσαν το στήθος τους και
θρηνούσαν γι’ αυτόν. Ταυτόχρονα οδηγούνταν μαζί με
τον Ιησού και άλλοι δυο κακούργοι, που θα
σταυρώνονταν μαζί του.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 53
ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ
ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αφού σταύρωσαν τον Ιησού, οι στρατιώτες πήραν τα ρούχα του και τα μοίρασαν σε
τέσσερα μέρη, ένα για κάθε στρατιώτη. Πήραν επίσης τον χιτώνα του, αλλά επειδή ήταν ένα
κομμάτι, χωρίς καμία ραφή, είπαν μεταξύ τους: «Να μην τον σκίσουμε, αλλά να βάλουμε κλήρο
για να δούμε ποιος θα τον πάρει». Έτσι εκπληρώθηκε η Γραφή που έλεγε: «Διαμοίρασαν τα
ρούχα μου και για τον χιτώνα μου έβαλαν κλήρο». Τότε κοντά στο σταυρό στεκόταν η μητέρα
του, η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία, η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο
Ιησούς βλέποντας τη μητέρα του και δίπλα της τον μαθητή του Ιωάννη, τον οποίο αγαπούσε
ιδιαίτερα, είπε στη μητέρα του: «Γυναίκα, αυτός θα είναι ο γιος σου απ’ εδώ και πέρα». Μετά
είπε στον μαθητή: «Να η μητέρα σου!» Και από εκείνη τη στιγμή ο Ιωάννης πήρε την Παναγία
στο σπίτι του.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 54
Ο ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ
Ήταν ημέρα Παρασκευή που σταυρώθηκε ο
Χριστός. Την επόμενη μέρα, Σάββατο, οι Ιουδαίοι θα
γιόρταζαν το Πάσχα τους. Έτσι για να μη μείνουν τα
σώματα πάνω στον σταυρό, ζήτησαν από τον Πιλάτο να
σπάσουν τα πόδια των σταυρωμένων για να πεθάνουν το
γρηγορότερο. Ήρθαν, λοιπόν, οι στρατιώτες και έσπασαν
τα πόδια του πρώτου ληστή και του δευτέρου που είχαν
σταυρωθεί με τον Ιησού. Όταν όμως ήλθαν στον Ιησού,
επειδή είδαν ότι είχε πια πεθάνει, δεν του έσπασαν τα
πόδια, αλλά ένας από τους στρατιώτες τού τρύπησε τα
πλευρά με την λόγχη, οπότε βγήκε νερό και αίμα. Αυτό
έγινε για να πληρωθεί η Γραφή: «Δε θα σπάσει κανένα
από τα οστά του. Αυτοί θα δουν εκείνον που λόγχισαν».
Όταν βράδιασε ένας άντρας καλός και δίκαιος, ο
Ιωσήφ καταγόμενος από την Αριμαθαία, ο οποίος επίσης
ήταν ένας από τους μαθητές του Ιησού, αλλά παρέμενε
κρυμμένος για τον φόβο των Ιουδαίων, πήγε στον Πιλάτο
και του ζήτησε το σώμα του Ιησού για να το θάψει. Ο
Πιλάτος διέταξε να του το δώσουν. Όταν το πήρε, μαζί
με τον Νικόδημο, ένα άλλο κρυφό μαθητή του Χριστού,
το τύλιξαν μέσα σε σεντόνια, αφού το άλειψαν με αρώματα σύμφωνα με το έθιμο ταφής των
Ιουδαίων. Υπήρχε εκεί ένας κήπος, όχι
μακριά από το μέρος που είχε σταυρωθεί
ο Ιησούς και μέσα σε αυτόν τον κήπο ένα
καινούργιο μνημείο στο οποίο δεν είχε
ταφεί κανένας. Εξ αιτίας της
προετοιμασίας των Ιουδαίων και επειδή
το μνημείο ήταν πολύ κοντά κι επειδή
βιάζονταν να τελειώσουν το γρηγορότερο,
έβαλαν τον Ιησού μέσα σ’ αυτό. Αφού
σήκωσαν μια μεγάλη πέτρα, την έβαλαν
στην είσοδο του μνημείου και έφυγαν.
Οι γυναίκες, που είχαν έρθει με
τον Ιησού από τη Γαλιλαία, είχαν
ακολουθήσει τον Ιωσήφ και είδαν τον
τρόπο με τον οποίο είχε ταφεί το σώμα
του Κυρίου. Στο μεταξύ οι αρχιερείς και
οι Φαρισαίοι πήγαν να δουν τον Πιλάτο
και του είπαν: «Θυμηθήκαμε ότι αυτός ο
πλάνος είχε πει όταν ακόμα ζούσε, ότι
μετά από τρεις μέρες θα αναστηθεί. Εμείς,
λοιπόν, σου ζητάμε να φυλάσσεται το
μνημείο μέχρι την τρίτη μέρα, μήπως
πάνε οι μαθητές Του και κλέψουν το
σώμα Του και πουν ύστερα στο λαό πως
αναστήθηκε εκ νεκρών!» Ο Πιλάτος τους
είπε: «Πάρτε φρουρά να τον ασφαλίσετε,
όπως εσείς ξέρετε». Τότε αυτοί πήγαν και
ασφάλισαν τον τάφο σφραγίζοντας την
πέτρα και άφησαν στρατιώτες για να τον
φρουρούν.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 55
Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Πολύ αργά τη νύχτα του Σαββάτου, όταν γλυκοχάραζε η πρώτη μέρα της εβδομάδας, η
Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα
του Ιακώβου και η Σαλώμη πήγαν στον τάφο
για ν’ αλείψουν το σώμα του Ιησού με
αρώματα που είχαν αγοράσει. Εκείνη τη
στιγμή έγινε μεγάλος σεισμός, επειδή ένας
άγγελος Κυρίου, που κατέβηκε από τον
ουρανό, κύλησε την πέτρα που έκλεινε τα
μνημείο και κάθισε επάνω. Έλαμπε δε σαν
αστραπή και ήταν κατάλευκος σαν το χιόνι.
Με το θέαμα αυτό οι φρουροί φοβήθηκαν
πάρα πολύ και έγιναν σαν πεθαμένοι. Ο
άγγελος είπε στις γυναίκες: «Σεις μη φοβάστε
τίποτα, επειδή εγώ ξέρω ότι ψάχνετε για τον
Ιησού, ο οποίος σταυρώθηκε. Δεν είναι εδώ!
Αναστήθηκε, όπως σας είχε πει. Να, ο τόπος
που τον είχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα να πείτε
στους μαθητές του και στον Πέτρο ότι
αναστήθηκε και ότι πηγαίνει στη Γαλιλαία,
όπου εκεί θα τον δουν. Αυτά είχα να σας πω».
Τότε αυτές έφυγαν βιαστικά από το μνημείο,
επειδή είχαν φοβηθεί από το όραμα και
έτρεξαν να πουν τα νέο στους μαθητές.
Και να που ο Ιησούς ήρθε σε συνά-
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 56
ντησή τους και είπε: «Χαίρετε!»
Και εκείνες τον πλησίασαν, του αγκάλιασαν τα πόδια και τον προσκύνησαν. Τότε ο
Ιησούς τους είπε: «Μη φοβάστε, πηγαίνετε να πείτε στους αδελφούς μου να πάνε στη Γαλιλαία,
επειδή εκεί θα με δουν».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 57
γυναίκες του κύκλου μας, μάς έκαναν να ελπίζουμε, γιατί πήγαν πολύ πρωί στον τάφο του, και
μη βρίσκοντας το σώμα Του, ήρθαν και μας είπαν ότι άγγελοι παρουσιάστηκαν και τους
ανάγγειλαν ότι ήταν ζωντανός. Τότε ορισμένοι από εμάς πήγαν στον τάφο και διαπίστωσαν ότι
οι γυναίκες είχαν πει την αλήθεια, αλλά εκείνον δεν τον είδαν καθόλου». Τότε ο Ιησούς τους
είπε: «Ω άνθρωποι ανόητοι, που η καρδιά σας αργεί να πιστέψει εκείνα που είπαν οι προφήτες!
Δεν έχει γραφτεί ότι ο Χριστός έπρεπε να υποφέρει όλα αυτά για να δοξαστεί;» Και αρχίζοντας
από τον Μωυσή και τους προφήτες, τους εξήγησε ό,τι τον αφορούσε μέσα από τις Γραφές.
Όταν έφτασαν κοντά στο χωριό όπου πήγαιναν, ο Ιησούς προσποιήθηκε ότι θα πήγαινε
πιο μακριά, αλλά αυτοί Τον πίεσαν λέγοντας: «Μείνε μαζί μας, γιατί ο ήλιος πάει να δύσει και
πλησιάζει η νύχτα.» Έτσι μπήκε στο σπίτι για να μείνει μαζί τους. Ενώ λοιπόν έτρωγαν, ο
Ιησούς πήρε το ψωμί, το ευλόγησε, και αφού το έκοψε, τους το έδωσε. Τότε άνοιξαν τα μάτια
τους και τον αναγνώρισαν, αλλά αυτός εξαφανίστηκε από μπροστά τους. Τότε εκείνοι είπαν ο
ένας στον άλλο: «Γιατί δεν αισθανόμαστε την καρδιά μας να καίγεται μέσα μας όταν μας
μιλούσε στον δρόμο και μας εξηγούσε τις Γραφές;» Και σηκώθηκαν αμέσως και γύρισαν πίσω
στην Ιερουσαλήμ, όπου βρήκαν τους ένδεκα μαθητές μαζεμένους μαζί με αυτούς που τους
συνόδευαν. Όλοι δε έλεγαν ότι αναστήθηκε πραγματικά ο Κύριος και ότι εμφανίστηκε στον
Πέτρο. Και αυτοί διηγήθηκαν τι τους συνέβη στον δρόμο και πως είχαν αναγνωρίσει τον Ιησού
τη στιγμή που έκοβε το ψωμί.
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ
ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ
Ενώ λοιπόν αυτοί συνομι-
λούσαν, ξαφνικά ο ίδιος ο Ιησούς
εμφανίστηκε ανάμεσά τους και τους
είπε: «Ειρήνη σε σας». Αλλά
εκείνοι φοβισμένοι και έκθαμβοι,
νόμιζαν ότι έβλεπαν ένα φάντασμα.
Τότε εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε
τόσο φοβισμένοι και γιατί τόσες
αμφιβολίες υπάρχουν στις καρδιές
σας; Κοιτάξτε τα χέρια και τα πόδια
μου. Είμαι εγώ ο ίδιος». Και
λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια
και τα πόδια του.
Μετά τους είπε: «Οι Γραφές
βεβαιώνουν ότι ο Χριστός έπρεπε να
πάθει και ν’ αναστηθεί εκ νεκρών
την τρίτη μέρα, και ότι η μετάνοια
και η άφεση των αμαρτιών θα
κηρυχθούν στο όνομά Του σε όλα τα
έθνη ξεκινώντας από την
Ιερουσαλήμ. Είστε μάρτυρες αυτών
των γεγονότων. Και θα στείλω σε
σας αυτό που υποσχέθηκε ο Πατέρας
μου, το Άγιο Πνεύμα. Αλλά εσείς
μείνετε στην πόλη μέχρι να λάβετε
τη δύναμη από τον ουρανό».
Ο Θωμάς, ένας από τους
Δώδεκα Μαθητές, δεν ήταν μαζί
τους όταν ήρθε ο Ιησούς. Κατά την
επιστροφή του, οι άλλοι του είπαν:
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 58
«Είδαμε τον Κύριο!» Αλλά αυτός τους απάντησε: «Αν δε δω μέσα στα χέρια του το σημάδι των
καρφιών και αν δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα το πιστέψω!» Οκτώ μέρες μετά,
ο Θωμάς βρισκόταν με τους άλλους μαθητές μέσα στο σπίτι. Και ο Ιησούς ήρθε, αν και οι
πόρτες ήταν κλειστές, και στάθηκε ανάμεσά τους και είπε: «Ειρήνη σε σας!» Κατόπιν
προχώρησε προς τον Θωμά και του είπε: «Βάλε εδώ τα δάχτυλά σου και δες τα χέρια μου.
Προχώρησε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου και μην είσαι άπιστος αλλά πιστός!» Και ο
Θωμάς φώναξε: «Ω Κύριέ μου και Θεέ μου!» Ο Ιησούς του είπε: «Ω Θωμά, επειδή με βλέπεις,
πιστεύεις. Ευτυχείς όσοι δεν είδαν και πίστεψαν!»
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 59
Η ΑΝΑΛΗΨΗ
Ο Ιησούς παρουσιαζόταν στους μαθητές Του μετά την Ανάστασή Του, επί σαράντα
μέρες και τους μιλούσε για αλήθειες, που αφορούσαν τη Βασιλεία του Θεού. Τους έδωσε εντολή
να μην απομακρυνθούν από την Ιερουσαλήμ, αλλά να περιμένουν να εκπληρωθεί η υπόσχεση
του Πατέρα, αυτή που τους είχε ανακοινώσει: «Ο Ιωάννης βάπτιζε με νερό, αλλά εσείς θα
βαπτίζετε με Άγιο Πνεύμα». Και πρόσθεσε: «Με τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος θα δεχτείτε
μια τέτοια δύναμη που θα γίνετε μάρτυρές μου στην Ιερουσαλήμ, σε όλη την Ιουδαία και μέχρι
τα πιο μακρινά σημεία της γης».
Αφού είπε αυτά ανυψώθηκε στον ουρανό και ενώ αυτοί κοιτούσαν, ένα σύννεφο Τον
έκρυψε από τα μάτια τους. Και καθώς είχαν καρφωμένα τα μάτια προς τον ουρανό, ενώ εκείνος
έφευγε, δυο άντρες ντυμένοι στα λευκά παρουσιάστηκαν σε αυτούς και τους είπαν: «Άντρες
Γαλιλαίοι, γιατί συνεχίζετε να κοιτάτε τον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς που ανελήφθη στους
ουρανούς, φεύγοντας από κοντά σας θα ξαναγυρίσει κατά τον ίδιο τρόπο που Τον είδατε ν’
ανεβαίνει στον ουρανό». Τότε αυτοί χαρούμενοι γύρισαν στην Ιερουσαλήμ από το όρος των
Ελαιών, που βρίσκεται κοντά στην Ιερουσαλήμ.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 60
ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Η ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
Τη μέρα της Πεντηκοστής οι
μαθητές του Χριστού ήταν συγκεν-
τρωμένοι στο ίδιο μέρος, στο γνωστό
εκείνο υπερώον της Ιερουσαλήμ, όπου
συναντιόνταν και έμεναν μαζί. Ξαφνι-
κά ένας θόρυβος, σαν βοή δυνατού
ανέμου, γέμισε το σπίτι στο οποίο
ήταν συγκεντρωμένοι. Μετά, γλώσ-
σες, όμοιες με γλώσσες φωτιάς, πα-
ρουσιάστηκαν μπροστά τους, χωρί-
στηκαν, και η κάθε μια πήγε πάνω από
τον καθένα από αυτούς. Και όλοι τους
γέμισαν από Άγιο Πνεύμα και άρχισαν
να μιλάνε ξένες γλώσσες.
Υπήρχαν εκείνη την εποχή
στην Ιερουσαλήμ άνθρωποι ευσεβείς
από όλα τα έθνη της γης. Όταν έγινε
αυτό το θαύμα, από τον θόρυβο που
προκλήθηκε, πολλοί άνθρωποι έτρε-
ξαν μπροστά στο σπίτι των Αποστό-
λων. Και όλοι έμειναν έκπληκτοι,
επειδή άκουγαν τους Αποστόλους να
μιλάνε στον καθένα στη γλώσσα του.
Και θαύμαζαν και έλεγαν: «Αυτοί οι
άνθρωποι δεν είναι όλοι τους Γαλι-
λαίοι; Πώς λοιπόν γίνεται να τους
ακούμε να μιλάνε ο καθένας από
αυτούς στη μητρική μας γλώσσα;»
Ήταν κατάπληκτοι και δεν ήξεραν τι
να σκεφτούν και έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι μπορούμε να πούμε γι’ αυτό εδώ;»
Τότε ο Πέτρος παρουσιάστηκε μπροστά τους και είπε με δυνατή φωνή: «Άνδρες του
Ισραήλ, ακούστε αυτά τα λόγια. Ο Ιησούς ο Ναζωραίος σάς ελευθέρωσε και εσείς τον
σταυρώσατε. Αλλά ο Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών και εμείς όλοι μας είμαστε μάρτυρες αυτού
του γεγονότος. Ανέβηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Θεού. Αφού έλαβε από τον
Πατέρα το Άγιο Πνεύμα, όπως του το είχε υποσχεθεί, μας το έστειλε σ’ εμάς, όπως μπορείτε να
δείτε και να ακούσετε και μόνοι σας. Και να γνωρίζει με βεβαιότητα όλη η φυλή του Ισραήλ ότι
αυτόν τον Ιησού, που εσείς σταυρώσατε, ο Θεός τον έκανε Κύριο και Χριστό!»
Με αυτά τα λόγια συγκινήθηκαν αυτοί και είπαν στον Πέτρο και στους άλλους
Αποστόλους: «Αδελφοί τι πρέπει να κάνουμε;» Και ο Πέτρος τούς είπε: «Να μετανοήσετε όλοι
και να βαπτιστείτε στο όνομα του Ιησού Χριστού για την άφεση των αμαρτιών σας, και θα
λάβετε τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος.» Και αυτοί δέχτηκαν τη διδασκαλία του Πέτρου,
βαπτίστηκαν και αποτέλεσαν την πρώτη Εκκλησία του Χριστού. Ήταν περίπου τρεις χιλιάδες
ψυχές. Όλοι όσοι πίστεψαν ήταν ενωμένοι μεταξύ τους και είχαν όλα τα πράγματά τους κοινά.
Πουλούσαν ό,τι είχαν και διαμοίραζαν τα χρήματα σε όλους, ανάλογα με τις ανάγκες του
καθενός. Κάθε μέρα σύχναζαν στον Ναό όλοι μαζί και μοίραζαν ψωμί από σπίτι σε σπίτι, και
έτρωγαν το φαγητό τους με χαρά και απλότητα καρδιάς, δοξάζοντας τον Θεό και έχοντας την
εκτίμηση όλου του λαού.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 61
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΝΟΣ ΧΩΛΟΥ
Μια μέρα, περί την ένατη ώρα, ο Πέτρος και ο Ιωάννης ανέβαιναν μαζί στον Ναό για να
προσευχηθούν. Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος χωλός από τη γέννησή του, τον οποίο μετέφεραν
κάθε μέρα στην πύλη του Ναού, την ονομαζόμενη «Ωραία», για να ζητιανεύει από τους
ανθρώπους που έμπαιναν. Αυτός ο χωλός άνθρωπος, βλέποντας τον Πέτρο και τον Ιωάννη, οι
οποίοι ετοιμάζονταν να μπουν, τους ζήτησε ελεημοσύνη.
Αλλά ο Πέτρος τού είπε: «Δεν έχω ούτε χρυσάφι, ούτε ασήμι, αλλά ό,τι έχω σου το δίνω:
Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζαρινού, σήκω και περπάτα!» Και πιάνοντάς τον από το
δεξί χέρι, τον βοήθησε να σηκωθεί. Αμέσως, λοιπόν, στερεώθηκαν τα πέλματα και οι
αστράγαλοί του και μ’ ένα πήδημα σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει. Μπήκε μαζί τους
μέσα στο ιερό και πηδώντας από χαρά δόξαζε τον Θεό. Όλος ο λαός τον είδε να περπατάει και
να δοξάζει τον Θεό και τον αναγνώρισε, ότι αυτός ήταν που καθόταν στην πύλη του Ναού για να
ζητιανεύει και έμειναν όλοι κατάπληκτοι από το μεγάλο αυτό συμβάν.
ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΦΥΛΑΚΙΖΟΝΤΑΙ
Ενώ οι Απόστολοι μιλούσαν στον λαό, ήλθαν ιερείς, ο φρούραρχος του Ναού και οι
Σαδδουκαίοι δυσαρεστημένοι, επειδή οι Απόστολοι κήρυσσαν στον λαό και ανάγγειλαν την
ανάσταση των νεκρών στο όνομα του Ιησού. Τότε τους έπιασαν και τους έριξαν στη φυλακή για
να τους δικάσουν την άλλη μέρα, επειδή ήταν ήδη βράδυ.
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί από εκείνους που είχαν ακούσει τα λόγια των Αποστόλων,
πίστεψαν, και ο αριθμός των Χριστιανών έφτασε στις πέντε χιλιάδες. Την επόμενη μέρα, οι
αρχηγοί του λαού, οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς, συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ, με τον
Άννα τον αρχιερέα, τον Καϊάφα, τον Ιωνάθαν, τον Αλέξανδρο και όλα τα μέλη των
αρχιερατικών οικογενειών. Αφού συσκέφθηκαν, στο τέλος είπαν μεταξύ τους: «Τι θα κάνουμε
με αυτούς τους ανθρώπους; Επειδή έγινε φανερό σε όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ ότι
έγινε ένα θαύμα και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Αλλά για να μη διαδοθεί αυτό περισσότερο
ανάμεσα στον λαό, ας τους απειλήσουμε, για να μη μιλήσουν πια σε κανέναν στο όνομα του
Ιησού». Έτσι, αφού τους κάλεσαν, τους απαγόρευσαν να διδάσκουν και να μιλάνε στο όνομα
του Χριστού.
Αλλά ο Πέτρος και ο Ιωάννης τους απάντησαν: «Κρίνετε μόνοι σας ενώπιον του Θεού,
αν είναι σωστό να υπακούσουμε εσάς και όχι Εκείνον! Δεν μπορούμε να μη μιλάμε γι’ αυτά που
είδαμε και ακούσαμε». Τότε αφού ανανέωσαν τις απειλές τους, τους ελευθέρωσαν, επειδή δεν
είχαν κάποιο σοβαρό λόγο για να τους τιμωρήσουν, και φοβόντουσαν και την αντίδραση του
λαού.
Μετά οι Απόστολοι έκαναν πολλά θαύματα στον λαό και ο αριθμός των ανθρώπων που
πίστευαν μεγάλωνε όλο και πιο πολύ. Οι άρρωστοι μεταφέρονταν έξω, στη μέση του δρόμου,
πάνω σε στρώματα, ώστε όταν ο Πέτρος περνούσε από εκεί, ο ίσκιος του τουλάχιστον να
σκεπάζει κάποιον από αυτούς. Οι άρρωστοι και οι δαιμονισμένοι έτρεχαν επίσης από γειτονικές
πόλεις στην Ιερουσαλήμ και θεραπεύονταν. Για τον λόγο αυτό οι αρχιερείς και όλοι όσοι ήταν
με το μέρος τους, όπως η αίρεση των Σαδδουκαίων, κυριεύθηκαν από φθόνο και έβαλαν πάλι
στη φυλακή τους Αποστόλους.
ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΝΤΑΙ
Αλλά ένας άγγελος Κυρίου, αφού άνοιξε τις πόρτες της φυλακής κατά τη διάρκεια της
νύχτας, τους ελευθέρωσε και τους είπε: «Πηγαίνετε και σταθείτε μέσα στον Ναό και κηρύξτε
στον λαό όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, που σας έφερε ο Ιησούς». Τότε οι Απόστολοι,
υπακούοντας στα λόγια του αγγέλου, μπήκαν στον Ναό και άρχισαν να κηρύσσουν. Ο αρχιερέας
με τους δικούς του έφτασαν και συγκάλεσαν το Συνέδριο και όλους τους πρεσβυτέρους του
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 62
Ισραήλ. Μετά έστειλαν φρουρούς να βρουν τους Αποστόλους. Οι φρουροί έφτασαν στη φυλακή,
αλλά δε βρήκαν κανένα και γύρισαν πίσω λέγοντας: «Βρήκαμε τη φυλακή καλά κλεισμένη και
τους φρουρούς μπροστά στην πόρτα, αλλά όταν την ανοίξαμε δε βρήκαμε κανένα μέσα». Οι
επιστάτες του Ναού και οι αρχιερείς δεν ήξεραν τι να σκεφτούν και τι μπορούσε να είχε συμβεί,
αλλά τότε ένας άντρας ήρθε για να τους πει: «Οι άνθρωποι που βάλατε στη φυλακή είναι μέσα
στον Ναό και διδάσκουν το πλήθος».
Τότε οι επιστάτες γύρισαν στον Ναό μαζί με τους φρουρούς. Έβγαλαν τους Αποστόλους
και τους οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο. Ο αρχιερέας τους ρώτησε με αυτά τα λόγια: «Δεν
σας απαγόρευσα να διδάσκετε στο όνομα του Ιησού; Και να που έχετε γεμίσει την Ιερουσαλήμ
με τη διδασκαλία σας και θέλετε να πέσει επάνω μας η ευθύνη για το αίμα του Χριστού!» Τότε ο
Πέτρος και οι άλλοι Απόστολοι απάντησαν: «Πρέπει να υπακούσουμε στον Θεό, παρά στους
ανθρώπους. Ο Θεός των πατέρων μας ανάστησε τον Ιησού, τον οποίο εσείς σταυρώσατε. Ο
Θεός τον ανέστησε και τον έβαλε στα δεξιά του στον ουρανό, κάνοντάς τον αρχηγό και σωτήρα,
για να δίδει στον Ισραήλ τη μετάνοια και τη συγχώρεση των αμαρτιών. Και είμαστε μάρτυρες
αυτών όλων, όπως μαρτυρεί και το Άγιο Πνεύμα, το οποίο ο Θεός έδωσε σε αυτούς που τον
υπακούουν». Ακούγοντας αυτά τα λόγια, οι ιερείς ήθελαν να τους σκοτώσουν.
Τότε ένας Φαρισαίος, που τον έλεγαν Γαμαλιήλ, άντρας νομομαθής, που τον εκτιμούσε
όλος ο λαός, σηκώθηκε στο Συνέδριο και είπε: «Μην κρατάτε αυτούς τους ανθρώπους και
αφήστε τους να φύγουν. Αν η διδασκαλία τους ή η δραστηριότητά τους έχει ανθρώπινη
προέλευση, θα διαλυθεί από μόνη της. Αλλά, αν προέρχεται από τον Θεό δε θα μπορέσετε να
την καταστρέψετε. Μη διακινδυνεύετε να γίνετε και θεομάχοι». Πείστηκαν στα λόγια του, και,
αφού φώναξαν τους Αποστόλους, τους έδειραν και τους απαγόρευσαν να συνεχίσουν να μιλάνε
στο όνομα του Ιησού. Μετά τους άφησαν να φύγουν.
Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Καθώς αύξανε ο αριθμός των πιστών και
αυξάνονταν τα καθήκοντα των Αποστόλων, αυτοί
διάλεξαν επτά άντρες για να τους βοηθούν στις
καθημερινές ασχολίες τους. Ανάμεσά σε αυτούς τους
άντρες ήταν και ο Στέφανος, γεμάτος πίστη και
φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα. Αυτός έκανε πολλά
και μεγάλα θαύματα στον λαό. Για τον λόγο αυτό
μερικά μέλη της συναγωγής άρχισαν να συζητάνε μαζί
του, αλλά δεν μπόρεσαν να αντισταθούνε στην
εμπνευσμένη σοφία με την οποία μιλούσε.
Τότε αυτοί υποκίνησαν ανθρώπους οι οποίοι
έλεγαν: «Ακούσαμε τον Στέφανο να λέει βλάσφημα
λόγια κατά του Μωυσή και του Θεού». Τότε
ξεσήκωσαν τον λαό εναντίον του Στεφάνου, και οι
γραμματείς και οι πρεσβύτεροι, αφού τον έπιασαν, τον
οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο. Έφεραν μετά
ψευδομάρτυρες οι οποίο είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν
σταματάει να λέει λόγια κατά του Ναού και του
Νόμου. Τον ακούσαμε να λέει ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος θα καταστρέψει αυτό το χώρο και θα
αλλάξει τους Νόμους που μας παρέδωσε ο Μωυσής». Και εκείνοι που βρίσκονταν στο Συνέδριο,
όταν τον κοίταξαν, είδαν το πρόσωπό του να είναι όμοιο με αγγέλου.
Ο Στέφανος γεμάτος από το Άγιο Πνεύμα, με το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό, είδε
τον Ιησού όρθιο στα δεξιά του Θεού και του είπε: «Ιδού, εγώ βλέπω τους ουρανούς ανοιχτούς
και τον Υιό του Ανθρώπου όρθιο στα δεξιά του Θεού». Αυτοί άρχισαν τότε να φωνάζουν
δυνατά, έκλεισαν τα αυτιά και ορμώντας όλοι εναντίον του Στέφανου, τον έβγαλαν από την
πόλη και τον λιθοβόλησαν. Οι εχθροί έβαλαν τα ρούχα του να τα φυλάει κάποιος νέος άντρας,
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 63
που λεγόταν Σαούλ. Ενώ τον λιθοβολούσαν, ο Στέφανος προσευχόταν και έλεγε: «Κύριε Ιησού,
δέξου το πνεύμα μου». Μετά έπεσε στα γόνατα και με δυνατή φωνή φώναξε: «Κύριε, μην τους
καταλογίσεις αυτή την αμαρτία». Και μετά από αυτό ξεψύχησε.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 64
φυγάδεψαν για την Ταρσό. Η Εκκλησία, λοιπόν, σε όλη την Ιουδαία απολάμβανε ειρήνη όπως
και στη Γαλιλαία και στη Σαμάρεια. Μεγάλωνε και προόδευε με φόβο Κυρίου, γεμάτη από τη
χάρη του Αγίου Πνεύματος.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 65
ο Πέτρος δεμένος με αλυσίδες κοιμόταν στο μέσο δυο στρατιωτών, ήρθε ένας άγγελος Κυρίου ο
οποίος τον ξύπνησε λέγοντας του: «Σήκω γρήγορα!» Αμέσως οι αλυσίδες έπεσαν από τα χέρια
του Πέτρου, ο οποίος ακολούθησε τον άγγελο, μη γνωρίζοντας αν ονειρευόταν ή αν ήταν
πραγματικότητα. Όταν φτάσανε στη σιδερένια πόρτα που έβγαζε στην πόλη, αυτή άνοιξε από
μόνη της μπροστά τους. Μόλις βγήκαν ο άγγελος εξαφανίστηκε. Ο Πέτρος συνήλθε και είπε:
«Καταλαβαίνω τώρα με βεβαιότητα ότι ο Κύριος μου έστειλε τον άγγελο του για να με
ελευθερώσει από τα χέρια του Ηρώδη».
Αφού ο Πέτρος κατάλαβε που βρισκόταν, κατευθύνθηκε προς το σπίτι της Μαρίας,
μητέρας του Ιωάννη, ο οποίος ονομαζόταν επίσης και Μάρκος, όπου είχαν μαζευτεί πολλοί
χριστιανοί για να προσευχηθούν. Χτύπησε την πόρτα και ένα νέο κορίτσι, που ονομαζόταν
Ρόδη, πήγε ν’ ανοίξει. Αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου και μέσα στη χαρά της, αντί να του
ανοίξει έτρεξε να αναγγείλει την άφιξη του στους άλλους. Αλλά αυτοί της είπαν: «Είσαι τρελή;»
Στο μεταξύ ο Πέτρος συνέχιζε να χτυπάει και όταν άνοιξαν την πόρτα είδαν ότι
πραγματικά ήταν αυτός και έμειναν κατάπληκτοι. Τότε ο Πέτρος αφού τους έκανε με το χέρι
νόημα να σωπάσουν, τους εξήγησε πως ο Κύριος τον είχε βγάλει από τη φυλακή. Μετά έφυγε
και πήγε σε άλλο μέρος.
Όταν ξημέρωσε έγινε μεγάλη ταραχή ανάμεσα στους στρατιώτες, επειδή δεν μπορούσαν
να εξηγήσουν πως είχε κατορθώσει να δραπετεύσει ο Πέτρος. Ο Ηρώδης έψαξε παντού και μη
βρίσκοντας τον Πέτρο έπιασε τους στρατιώτες και διέταξε να τους βασανίσουν.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 66
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Αφού κήρυξε τον λόγο του Θεού στο νησί της Κύπρου, ο Παύλος και ο Βαρνάβας
απέπλευσαν και ήρθαν στην Πέργη της Παμφυλίας και στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Στην
Αντιόχεια έφτασαν Σάββατο, μπήκαν στη συναγωγή και κάθισαν. Μετά την ανάγνωση του
Νόμου και των Προφητών ο Παύλος μίλησε στον λαό για τον Ιησού, για τον θάνατο και την
ανάστασή του. Το επόμενο Σάββατο σχεδόν όλη η πόλη ήρθε να ακούσει τον Παύλο και τον
Βαρνάβα. Αλλά οι εχθροί τους κατάφεραν να ξεσηκώσουν εναντίον τους τους προεστούς της
πόλης και τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την Αντιόχεια.
Δίδασκαν στις συναγωγές και στους δρόμους μεταφέροντας τον λόγο του Θεού στους
Ιουδαίους αλλά και στους ειδωλολάτρες λέγοντας αυτό που ο Κύριος είπε: «Σας διάλεξα για να
είστε το φως των ανθρώπων, για να μεταφέρετε τη σωτηρία μέχρι την άκρη της γης». Όταν
έφτασαν στο Ικόνιο ο Παύλος και ο Βαρνάβας πήγαν να προσευχηθούν στη συναγωγή και
πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί πίστεψαν. Αλλά οι Ιουδαίοι οι οποίοι παρέμειναν άπιστοι,
ξεσήκωσαν τους εθνικούς και ερέθισαν τα πνεύματα ενάντια στους Αποστόλους. Έτσι ο
πληθυσμός της πόλεως χωρίστηκε, ώστε οι μεν ήταν με τους Ιουδαίους, οι δε υποστήριζαν τους
Αποστόλους. Αφού το πλήθος αποπειράθηκε να τους λιθοβολήσει, ο Παύλος και ο Βαρνάβας
κατέφυγαν στα Λύστρα και στη Δέρβη, πόλη της Λυκαονίας, όπου και άρχισαν να κηρύσσουν.
Αφού κήρυξαν και σε αυτή την πόλη και απέκτησαν έναν ορισμένο αριθμό πιστών, ξαναγύρισαν
στα Λύστρα, μετά στο Ικόνιο και τέλος στην Αντιόχεια. Διέσχισαν την Πισιδία και έφτασαν
στην Παμφυλία. Αφού κήρυξαν εκεί, κατέβηκαν στην Αττάλεια, από όπου απέπλευσαν για την
Αντιόχεια της Κιλικίας, όπου έμειναν για ένα διάστημα.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 67
Παύλος του φώναξε: «Μην κάνεις κακό στον εαυτό σου, είμαστε όλοι εδώ!» Τότε αυτός αφού
ζήτησε φως έτρεξε μέσα στη φυλακή και έπεσε τρέμοντας ολόκληρος στα πόδια του Παύλου και
του Σίλα. Μετά τους άφησε να βγουν και είπε: «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;» Αυτοί
απάντησαν: «Πίστευε στον Κύριο Ιησού Χριστό και θα σωθείς και εσύ και η οικογένεια σου».
Τότε αυτός τους πήρε κοντά του, τους έπλυνε τις πληγές και αμέσως βαπτίστηκε και αυτός και
όλοι οι δικοί του. Μετά τους οδήγησε στο σπίτι του, τους έβαλε να φάνε και χαιρόταν μαζί με
όλη την οικογένεια του, επειδή είχαν πιστέψει στον Θεό.
Όταν ξημέρωσε οι άρχοντες έστειλαν τους φρουρούς να πουν στον δεσμοφύλακα:
«Ελευθέρωσε αυτούς τους ανθρώπους, επειδή είναι ρωμαίοι πολίτες».
Όταν βγήκαν από τη φυλακή ο Παύλος και ο Σίλας έφυγαν για την Αμφίπολη και την
Απολλωνία.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 68
Όταν αυτοί τον άκουσαν να μιλάει για ανάσταση εκ νεκρών, άλλοι τον κορόιδευαν και
άλλοι έλεγαν: «Θα σε ξανακούσουμε μια άλλη φορά για το θέμα αυτό».
Ο Παύλος έφυγε αλλά μερικοί πίστεψαν και τον ακολούθησαν. Μεταξύ δε αυτών ήταν
και ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης, ο πολιούχος Άγιος των Αθηνών.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 69
γραμματέας της Εφέσου, που ήρθε για να ησυχάσει το πλήθος, είπε: «Ω Εφέσιοι, ποιος είναι
αυτός που δε γνωρίζει ότι η πόλη της Εφέσου είναι φρουρός του Ναού της Αρτέμιδος και του
αγάλματός της, που έπεσε από τον ουρανό; Αφού αυτό είναι βέβαιο, πρέπει να είστε ήσυχοι και
να μην κάνετε τίποτα το απερίσκεπτο. Γιατί οδηγήσατε αυτούς τους άντρες μέσα στον ναό, που
δεν ευθύνονται ούτε για ιεροσυλία ούτε για βλασφημία ενάντια στη θεά σας; Αν, λοιπόν, ο
Δημήτριος και οι εργάτες του έχουν να κατηγορήσουν κάποιον, ας τον οδηγήσουν στα
δικαστήρια. Και αν εσείς έχετε άλλες υποθέσεις να συζητήσετε, αυτές θα μπορέσουν να
ρυθμιστούν στην τακτική συνέλευση».
Με αυτά τα λόγια διέλυσε τη συνέλευση του λαού. Αφού σταμάτησε ο θόρυβος, ο
Παύλος συγκέντρωσε τους μαθητές του και αφού τους ενθάρρυνε, πήρε την άδειά τους και
έφυγε για τη Μακεδονία, όπου ενίσχυσε τους πιστούς.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 70
Τότε ο χιλίαρχος πλησίασε και έδεσε τον Παύλο με αλυσίδες. Μετά τον ρώτησε ποιος
ήταν και τι έκανε.
Αλλά από το πλήθος άλλοι φώναζαν άλλα πράγματα και άλλοι διαφορετικά. Μη
μπορώντας, λοιπόν, να μάθει τίποτα το συγκεκριμένο εξ αιτίας του θορύβου, διέταξε να
μεταφερθεί ο Παύλος στο στρατόπεδο του φρουρίου. Όταν έφτασαν στα σκαλοπάτια του κτιρίου
ο Παύλος χρειάστηκε να μεταφερθεί από τους στρατιώτες, λόγω της βιαιότητας του πλήθους
που τον έσπρωχναν φωνάζοντας: «Θάνατος!».
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΕΙΤΑΙ
Τη στιγμή που έμπαιναν στο φρούριο ο Παύλος είπε στον χιλίαρχο: «Μπορώ να
μιλήσω;» Και ο Παύλος είπε: «Είμαι Ιουδαίος από την Ταρσό της Κιλικίας, πολίτης μιας αρκετά
σημαντικής πόλης. Επιτρέψτε μου σας παρακαλώ να μιλήσω στον λαό». Ο χιλίαρχος του έδωσε
την άδεια και ο Παύλος όρθιος πάνω στα σκαλιά έκανε νόημα με το χέρι στον λαό να σωπάσει
και άρχισε να ομιλεί στην εβραϊκή γλώσσα τους, λέγοντας: «Αδελφοί, πατέρες, ακούστε την
απολογία που έχω να πω σε εσάς!» Όταν άκουσαν ότι μιλούσε στα Εβραϊκά, έκαναν
περισσότερη ησυχία. Και αυτός συνέχισε: «Είμαι Ιουδαίος γεννημένος στην Ταρσό της Κιλικίας,
αλλά μεγάλωσα σε αυτή την πόλη και σπούδασα στη σχολή του Γαμαλιήλ την ακριβή γνώση
του Νόμου των πατέρων μας, γεμάτος ζήλο για τον Θεό, όπως όλοι εσείς σήμερα. Ξεκίνησα
καταδιώκοντας μέχρι θανάτου τη διδασκαλία που κηρύσσω σήμερα, δένοντας με αλυσίδες και
φυλακίζοντας άντρες και γυναίκες. Ο αρχιερέας και όλοι οι πρεσβύτεροι είναι μάρτυρές μου σε
αυτό. Είχα επίσης λάβει από αυτούς την άδεια να καταδιώξω τους χριστιανούς της Δαμασκού
για να τιμωρηθούν. Κατά την επιστροφή μου στην Ιερουσαλήμ, ενώ προσευχόμουν στον Ναό,
περιήλθα σε έκσταση και είδα τον Κύριο ο οποίος μου έλεγε: «Βιάσου και φύγε γρήγορα από
την Ιερουσαλήμ, επειδή δεν θα παραδεχτούν τη μαρτυρία που δίνεις για εμέ».
Αυτοί τον άκουσαν μέχρι αυτό το σημείο, αλλά τότε άρχισαν να ουρλιάζουν:
«Εξαφανίστε τον από τη γη, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν αξίζει να ζει!» Και επειδή η αναταραχή
δυνάμωνε, ο χιλίαρχος διέταξε να βάλουν τον Παύλο γρήγορα μέσα στο κτίριο, να τον ανακρί-
νουν, και να τον μαστιγώσουν, για να μάθουν για ποιο λόγο ήταν αυτοί τόσο οργισμένοι
εναντίον του.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 71
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ ΦΗΛΙΚΑ
Μετά από πέντε μέρες ο αρχιερέας Ανανίας μαζί με μερικούς πρεσβύτερους και ένα
δικηγόρο που ονομαζόταν Τέρτυλλος, παρουσιάστηκαν για να καταθέσουν εναντίον του
Παύλου. Ο Φήλιξ, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά τις περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, ανέβαλε τη
συζήτηση λέγοντας: «Θα εξετάσω την υπόθεσή σας όταν έλθει ο χιλίαρχος Λυσίας». Μετά
διέταξε τον εκατόνταρχο να φυλάει τον Παύλο, αφήνοντάς του πάντως μια ορισμένη ελευθερία
και επιτρέποντας στους δικούς του να τον επισκέπτονται. Και ο Φήλιξ συχνά έστελνε να
φέρνουν τον Παύλο για να τον ακούει να μιλάει για την πίστη στο Χριστό. Πέρασαν δυο χρόνια
έτσι. Ο Πόρκιος Φήστος διαδέχτηκε τον Φήλικα, αλλά από επιθυμία να ευχαριστήσει τους
Ιουδαίους, άφησε τον Παύλο στη φυλακή.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 72
Για πολλές μέρες δεν είδαν ούτε ήλιο ούτε άστρα και η καταιγίδα ήταν τόσο δυνατή που
έχασαν κάθε ελπίδα ότι θα σωθούν. Δεν είχαν φάει για πολλές μέρες, όταν ο Παύλος τους είπε:
«Έπρεπε να με ακούσετε και να μη φύγουμε από την Κρήτη. Αλλά τώρα σας προτρέπω να
πάρετε θάρρος, επειδή δεν θα χάσει κανείς τη ζωή του, αλλά μόνο το πλοίο θα χαθεί. Αυτή τη
νύχτα ένας άγγελος του Θεού μού παρουσιάστηκε και μου είπε: «Παύλο, μη φοβάσαι. Πρέπει να
εμφανιστείς μπροστά στον Καίσαρα και κατά συνέπεια ο Θεός σου έχει χαρίσει και όσους
ταξιδεύουν μαζί σου να σωθείτε όλοι». Γι’ αυτό πάρτε θάρρος. Πιστεύω ότι θα γίνει ό,τι μου
είπε, θα προσαράξουμε σε ένα νησί».
Στο τέλος της δέκατης τέταρτης νύχτας από τότε που έφυγαν από την πορεία τους, κατά
τα μεσάνυχτα, οι ναύτες αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζαν σε κάποια ξηρά. Αφού έριξαν βολίδα
βρήκαν βάθος διακόσιες οργιές. Λίγο μετά έριξαν πάλι και βρήκαν βάθος δεκαπέντε οργιές. Και
επειδή φοβόντουσαν μήπως χτυπήσουν σε σκοπέλους, έριξαν τέσσερις άγκυρες από την πρύμνη
και περίμεναν με αγωνία να ξημερώσει.
Περιμένοντας να φανεί η μέρα, ο Παύλος τους προέτρεπε να φάνε, επειδή ήταν η δέκατη
τέταρτη μέρα που ήταν νηστικοί, λέγοντας: «Σας παρακαλώ να φάτε, επειδή αυτό είναι
απαραίτητο για την υγεία σας. Και δε θα χαθεί ούτε τρίχα από το κεφάλι κανενός». Λέγοντας
έτσι πήρε ψωμί, ευχαρίστησε τον Θεό μπροστά σε όλους, το έκοψε και άρχισε να τρώει. Όλοι
ένιωσαν να παίρνουν θάρρος και άρχισαν να τρώνε και αυτοί. Υπήρχαν διακόσια-εβδομήντα-έξι
άτομα επάνω στο πλοίο.
Όταν ξημέρωσε, είδαν κάποιον κόλπο και αποφάσισαν να οδηγήσουν εκεί το πλοίο.
Έριξαν τις άγκυρες στη θάλασσα και έλυσαν τα σκοινιά των πηδαλίων. Μετά σήκωσαν το μικρό
πανί της πλώρης στον άνεμο που φυσούσε και κατευθύνονταν προς την παραλία. Εκεί
συνάντησαν μια λωρίδα γης περιτριγυρισμένη από νερό από τις δυο πλευρές και το πλοίο
προσάραξε. Η πλώρη έμεινε ακίνητη, ενώ η πρύμνη διαλύθηκε από τη σφοδρότητα των
κυμάτων. Ο εκατόνταρχος διέταξε αυτούς που ήξεραν να κολυμπάνε να πέσουν στη θάλασσα
και στους άλλους να σωθούν πάνω σε σανίδες και στα συντρίμμια του πλοίου. Και όλοι έφτασαν
στην ξηρά χωρίς να πάθουν τίποτα.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 73
Στη Ρώμη επέτρεψαν στον Παύλο να μένει μόνος του με ένα στρατιώτη για να τον
φυλάει. Οι άλλοι φυλακισμένοι παραδόθηκαν στον αρχηγό του στρατοπέδου.
Μετά από τρεις μέρες, ο Παύλος κάλεσε τους προκρίτους των Ιουδαίων και τους είπε:
«Αδελφοί δεν έχω κάνει τίποτα εναντίον του λαού μου, ούτε εναντίον των εθίμων των
πατέρων μας, αλλά παρ’ όλα αυτά φυλακίστηκα στην Ιερουσαλήμ και μετά παραδόθηκα στα
χέρια των Ρωμαίων. Αυτοί, αφού με ανέκριναν ήθελαν να με ελευθερώσουν, διότι δεν είχαν βρει
τίποτα σ’ εμένα που να αξίζει την ποινή του θανάτου. Αλλά οι Ιουδαίοι συνέχισαν να αντιλέγουν
και τότε αναγκάστηκα να επικαλεστώ τον Καίσαρα, χωρίς με αυτό να θέλω να κατηγορήσω τον
λαό μου. Να γιατί ζήτησα να σας δω και να σας μιλήσω. Εξ αιτίας της ελπίδας του Ισραήλ για
τον ερχομό του λυτρωτή Μεσσία είμαι αλυσοδεμένος».
Εκείνοι του απάντησαν: «Μας φαίνεται χρήσιμο να μαθαίνουμε από εσένα τι σκέπτεσαι,
διότι γνωρίζουμε ότι το χριστιανικό κίνημα συναντάει παντού αντιρρήσεις».
Του όρισαν μια μέρα συνάντησης και ήρθαν πάρα πολλοί να τον βρουν στο σπίτι του.
Από το πρωί μέχρι το βράδυ τους παρουσίαζε με μεγάλη σαφήνεια τη Βασιλεία του Θεού,
φέρνοντας και αναζητώντας μαρτυρίες από τον νόμο του Μωυσή και τους Προφήτες, για να
τους πείσει περί του προσώπου του Ιησού.
Ορισμένοι πείστηκαν από όσα έλεγε, αλλά αρνήθηκαν να πιστέψουν και έφυγαν
διαφωνούντες μεταξύ τους.
Ο Παύλος έμεινε δυο ολόκληρα χρόνια στο σπίτι που είχε νοικιάσει και δεχόταν όλους
όσους πήγαιναν να τον βρουν, αναγγέλλοντας τη Βασιλεία του Θεού και διδάσκοντας ό,τι
αφορούσε στον Κύριο Ιησού Χριστό άφοβα και χωρίς εμπόδια.
Έδειξε ότι ο Θεός καλεί όλους τους ανθρώπους σε σωτηρία, Ιουδαίους και εθνικούς με
την ίδια προϋπόθεση, που δεν ήταν η τήρηση του Νόμου του Μωυσή αλλά η πίστη στον Ιησού,
τον Σωτήρα του κόσμου. Και μιλούσε κυρίως για την αγάπη προς όλους ακόμα και προς τους
εχθρούς, λέγοντας: «Η αγάπη, η ευσπλαχνία, είναι η εκπλήρωση του Νόμου».
Λίγη ιστορία
Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τι συνέβη στον Παύλο μετά τα δυο πρώτα χρόνια από τη
σύλληψη του στη Ρώμη. Η Βίβλος τελειώνει με την αναμονή της δίκης του. Γενικά πιστεύεται ότι
ήταν φυλακισμένος στη διάρκεια των διωγμών του Νέρωνα και ότι αποκεφαλίστηκε με διαταγή του
ίδιου του Νέρωνα. Στη δεύτερη επιστολή του προς Τιμόθεο, ο Παύλος μιλάει στον αγαπημένο του
μαθητή για τον θάνατο του σαν μια κοντινή βεβαιότητα.
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 74
Ντυθείτε με την ταπεινοφροσύνη, επειδή ο Θεός αντιστέκεται στους υπερήφανους, ενώ
δίνει χάρη στους ταπεινούς. Ταπεινωθείτε, λοιπόν, κάτω από το ισχυρό χέρι του Θεού, για να
σας εξυψώσει την κατάλληλη στιγμή. Και αναθέστε σ’ εκείνον κάθε φροντίδα σας, διότι αυτός
φροντίζει για σας.
Να είστε εγκρατείς. Επαγρυπνείτε. Διότι ο αντίδικός σας, ο διάβολος, περιπλανάται σαν
λιοντάρι που βρυχάται, ψάχνοντας για να βρει ποιον θα κατασπαράξει. Αντισταθείτε του με μια
πίστη στερεά, ξέροντας ότι τα σκορπισμένα σε όλο τον κόσμο αδέλφια σας υποφέρουν όπως και
εσείς.
Είναι ένα πράγμα, αγαπητοί, που δεν πρέπει να σας διαφεύγει: Ότι μπροστά στον Κύριο
μια μέρα είναι όπως χίλια χρόνια και χίλια χρόνια είναι όπως μια μέρα. Ο Κύριος δεν
καθυστερεί την εκπλήρωση της υπόσχεσης του, όπως μερικοί το νομίζουν. Αλλά μακροθυμεί
προς εσάς μη θέλοντας να χαθεί κανένας, αλλά όλοι να φτάσουν στη μετάνοια.
Η μέρα του Κυρίου θα έρθει όπως ο κλέφτης τη νύχτα. Τότε οι ουρανοί θα σκιστούν με
θόρυβο, τα υλικά στοιχεία του ουρανού θα καούν και θα διαλυθούν και όλη η γη θα
καταστραφεί. Αλλά εμείς, σύμφωνα με την υπόσχεση, περιμένουμε καινούργιους ουρανούς και
μια καινούργια γη, όπου θα κατοικεί διαρκώς η δικαιοσύνη. Γι’ αυτό, αγαπητοί, περιμένοντας
αυτά τα πράγματα προσέξτε να είστε αγνοί και καθαροί ψυχικά μπροστά στον Θεό.
Πιστέψτε ότι η μακροθυμία του είναι η σωτηρία σας, όπως ο αγαπητός σας αδελφός
Παύλος σας το έγραψε, σύμφωνα με τη σοφία που του δόθηκε. Αυτό κάνει σε όλες τις επιστολές
του στις οποίες μιλάει γι’ αυτά τα πράγματα.
Αυξάνεστε, λοιπόν, στη χάρη και στη γνώση του Κυρίου μας και Σωτήρα Ιησού Χριστού».
ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ
«Εγώ ο Ιωάννης, αδερφός και σύντροφός σας στις θλίψεις και στη Βασιλεία που θ’
απολαύσουμε για την πίστη μας στον Ιησού, βρισκόμουν στη νήσο που ονομάζεται Πάτμος, εξ
αιτίας του λόγου του Θεού και για τη μαρτυρία που δίδω για τον Ιησού Χριστό. Βρισκόμουν σε
έκσταση την Κυριακή και άκουσα πίσω μου μια δυνατή φωνή σαν ήχο από μια σάλπιγγα η
οποία μου έλεγε:
«Ό,τι βλέπεις, γράψε το μέσα σε ένα βιβλίο και στείλε το στις Εκκλησίες». Μετά είδα να
κατεβαίνει από τον ουρανό ένας άγγελος με μεγάλη εξουσία και η γη φωτιζόταν από τη δόξα
του. Φώναξε με μεγάλη φωνή: «Η μεγάλη Βαβυλών έπεσε και έγινε φωλιά δαιμόνων και
καταφύγιο κάθε ακαθάρτου πνεύματος, μια φυλακή κάθε μισητού ορνέου». Και άκουσα από τον
ουρανό μια άλλη φωνή που έλεγε: «Φύγε από τη Βαβυλώνα, λαέ μου, για να μη γίνετε
συμμέτοχοι στις αμαρτίες της και να μη λάβετε μέρος στις τιμωρίες της. Επειδή οι αμαρτίες της
μαζεύτηκαν μέχρι τον ουρανό και ο Θεός θυμήθηκε τα αδικήματα της». Και οι βασιλείς της γης
όταν θα δουν τον καπνό από τη φωτιά της, θα κρατηθούν σε απόσταση γεμάτοι φόβο εξ αιτίας
του βασανισμού της και θα πουν: «Δυστυχία! Δυστυχία! Πόλη απέραντη, μέσα σε μια ώρα ήρθε
η καταδίκη και η τιμωρία σου».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 75
ΕΝΑΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ
ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ
«Και είδα έναν καινούργιο ουρανό και μια καινούργια γη, διότι ο πρώτος ουρανός και η
πρώτη γη είχαν εξαφανιστεί και η θάλασσα δεν υπήρχε πια. Είδα επίσης να κατεβαίνει από τον
ουρανό, κοντά στον Θεό, η αγία πόλη, η Ιερουσαλήμ, έτοιμη σαν μια νύφη που έχει στολιστεί
για τον άντρα της.
Και άκουσα μια φωνή δυνατή που έλεγε: «Να η κατοικία του Θεού με τους δίκαιους
ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους και θα είναι ο λαός του. Θα σκουπίσει κάθε δάκρυ από τα
μάτια τους και δεν θα υπάρχει πια ούτε θάνατος, ούτε πένθος, ούτε κλάμα, ούτε πόνος, διότι οι
προηγούμενες καταστάσεις πέρασαν».
Με μετέφερε πνευματικά πάνω σε ένα μεγάλο και ψηλό βουνό και μου έδειξε την ιερή
πόλη, την Ιερουσαλήμ, η οποία κατέβαινε από τον Ουρανό.
Η λάμψη της ήταν όμοια με ενός πολύτιμου λίθου, μιας πέτρας από διαμάντι, διαφανής
όπως το κρύσταλλο. Και ήταν περιζωσμένη από ένα ψηλό τείχος και είχε δώδεκα πύλες. Το
τείχος είχε δώδεκα θεμέλια, και πάνω σε αυτά, τα δώδεκα ονόματα των Αποστόλων του Αρνιού.
Δεν είδα κανένα ναό μέσα στην πόλη, διότι ο Κύριος ο Θεός, ο Παντοδύναμος και το
Αρνίον, ήταν ο ναός της. Η πόλη δεν είχε ανάγκη ούτε από ήλιο, ούτε από φεγγάρι για να τη
φωτίζουν, επειδή τη φώτιζε η δόξα του Θεού και το Αρνίον ήταν η λυχνία της. Και τα έθνη που
θα σωθούν θα προχωρήσουν στο φως της και οι βασιλείς της γης θα φέρουν τη δόξα και την
τιμή τους σε αυτή. Και οι πύλες της δεν θα κλείνουν ποτέ την ημέρα, επειδή δεν θα υπάρχει πια
νύχτα.
Εγώ ο Ιωάννης, είδα και άκουσα αυτά τα πράγματα. Μετά άκουσα μια φωνή που έλεγε:
«Εγώ είμαι ο Πρώτος και ο Τελευταίος, η αρχή και το τέλος. Εγώ ο Ιησούς, έστειλα τον άγγελο
μου για να σας βεβαιώσει όλα αυτά τα πράγματα μέσα στην Εκκλησία. Εγώ είμαι η ρίζα και το
γένος του Δαβίδ, ο αστέρας ο λαμπρός ο πρωινός». Το Πνεύμα και η νύφη (η Εκκλησία) λένε:
«Έλα!» Και αυτός που ακούει επαναλαμβάνει: «Έλα!» Και αυτός που διψάει έρχεται. Και αυτός
που το επιθυμεί λαμβάνει το νερό της ζωής δωρεάν.
Λέει αυτός που βεβαιώνει αυτά τα πράγματα: «Ναι, έρχομαι γρήγορα!» Αμήν, έλα Κύριε
Ιησού!
Είθε η χάρη του Κυρίου Ιησού να είναι μαζί σας! Αμήν!»
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 76
ΤΑ ΙΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΣ
Τα Ιστορικά γεγονότα της ζωής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στη γη, η θεία
Διδασκαλία Του, οι θαυμάσιες Παραβολές Του, τα αμέτρητα εκπληκτικά Θαύματα Του, όλα
υπάρχουν σαν πολύτιμος και ανεκτίμητος θησαυρός στις σελίδες των Ιερών Ευαγγελίων, που
αποτελούν μέρος της Καινής Διαθήκης. Τα Ιερά Ευαγγέλια είναι τέσσερα. Και οι Ιεροί
Ευαγγελιστές επίσης τέσσερις: Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ
Ονομαζόταν Λευίς και καταγόταν από την
Καπερναούμ. Ήταν τελώνης στο επάγγελμα.
Κάποια ήμερα που ήταν στο τραπέζι της εργασίας
του, η οποία ήταν μισητή στους Ιουδαίους που θεωρούσαν
τους τελώνες αμαρτωλούς, πέρασε ο Κύριος με τους
Μαθητές Του. Τον είδε που ήταν στο τελώνιο, αλλά τον
είδε και στο βάθος της ψυχής του. Και τον κάλεσε κοντά
Του. Του είπε: Ακολουθεί μοι (ακολούθησέ με). Ο Λευίς/
Ματθαίος δέχθηκε αμέσως το κάλεσμα του Χριστού και
από εκείνη την ώρα άφησε τα πάντα και έγινε μαθητής
Του. Έτσι είχε την πολύτιμη ευκαιρία να ζήσει πολύ κοντά
στον Χριστό και προσωπικά ο ίδιος να γνωρίσει τα όσα
είπε και έπραξε ό Θεάνθρωπος Κύριος. Και τα κατέγραψε
στο Ιερό Ευαγγέλιό του σαν αυτόπτης και αυτήκοος.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ
O Ευαγγελιστής Μάρκος (το άνομά του ήταν
Ιωάννης) είχε ευσεβή μητέρα την Μαρία, στο σπίτι της
οποίας συναθροίζονταν στα Ιεροσόλυμα και λάτρευαν
τον Θεό οι πρώτοι Χριστιανοί. Εκεί γνωρίσθηκε με
πολλούς από τούς πρώτους Μαθητές του Κυρίου και
ιδιαιτέρως με τον απόστολο Πέτρο, από τον όποιον, όπως
φαίνεται, διδάχθηκε τη Χριστιανική Πίστη. Γι’ αυτό και
ο απόστολος Πέτρος τον ονομάζει «υἱόν» του, παιδί του.
Έτσι ό Ευαγγελιστής Μάρκος γνώρισε τα γεγονότα της
ζωής του Κυρίου έχοντας πρώτη πηγή αυτόν τον τόσο
θερμό μαθητή του Ιησού, που πολλά θα είχε συγκρατήσει
με συγκίνηση στη μνήμη του, από όσα θαυμαστά είχε
ζήσει και είχε μάθει κοντά στον αγαπημένο του
Διδάσκαλο.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ
Δεν ήταν Ιουδαίος, όπως οι άλλοι Ευαγγελιστές, αλλά εθνικός (ειδωλολάτρης), από την
Αντιόχεια της Συρίας. Ο Λουκάς - γιατρός, ιστορικός, ζωγράφος - αφού γνώρισε τη Χριστιανική
πίστη, έγινε από τους πιο στενούς και τους πιο αγαπητούς συνεργάτες του αποστόλου Παύλου,
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 77
τον οποίο συνόδευε στις αποστολικές περιοδείες του. Έτσι, όταν ο απόστολος Παύλος ήρθε στα
Ιεροσόλυμα, ο Λουκάς είχε την ευκαιρία να γνωρίσει πρόσωπα που είχαν γνωρίσει άμεσα τον
Κύριο και τα γεγονότα της ζωής Του. Και κυρίως είχε την
εξαιρετική ευκαιρία να γνωρίσει την Παναγία Μητέρα του
Κυρίου, από την οποία και πληροφορήθηκε ιδιαίτερα τα
γεγονότα της παιδικής ηλικίας του Κυρίου. Στη μητρική
καρδιά της και στο νου της αυτά είχαν εντυπωθεί πολύ
καλά. Γι’ αυτό και τα όσα αναφέρει στο Ευαγγέλιό του ο
Λουκάς έχουν τη σφραγίδα της διηγήσεως της Θεοτόκου,
των «συγγενών» του Κυρίου και των Μαθητών Του.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς έγραψε και ένα άλλο πολύ
σημαντικό βιβλίο, τις «Πράξεις των Αποστόλων». Μέσα
σ’ αυτό μάς δίνει πολλές ιστορικές πληροφορίες για την
ίδρυση της Εκκλησίας την ημέρα της Πεντηκοστής και τη
ζωή των πρώτων Χριστιανών.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
Ήταν ένας από τους τέσσερις αλιείς (ψαράδες),
που κάλεσε πρώτους στο αποστολικό αξίωμα ο ίδιος ο
Κύριος. Τόσο ο πατέρας του Ζεβεδαίος, όσο και η μητέρα
του Σαλώμη ήσαν ευσεβείς άνθρωποι και αυτή τους την
ευσέβεια την είχαν μεταδώσει και στα παιδιά τους. Τα δύο
αδέλφια - Ιάκωβος και Ιωάννης - ήσαν αρχικά μαθητές του
Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος και τους έδειξε τον
Ιησού. Μετά από θερμή υπόδειξη του Προδρόμου
ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό και έγιναν πιστοί
ακόλουθοί Του. Ο Κύριος τους αποκαλούσε «βοανεργές»,
που σημαίνει «υιοί βροντής», γιατί είχαν πολύ ζήλο και
αυθορμητισμό.
Ο Ιωάννης μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον
Πέτρο ήσαν οι τρεις Μαθητές που έπαιρνε μαζί Του ο
Κύριος στα πολύ σημαντικά γεγονότα, δείχνοντας τους
ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, αφού κι εκείνοι Του έδειχναν ιδιαίτερη αφοσίωση.
Ο Ιωάννης μάλιστα ήταν και ο μόνος που ακολούθησε τον Κύριο έως το Σταυρό Του και
σ’ αυτόν εμπιστεύθηκε ο Κύριος την Παναγία Μητέρα Του.
Έτσι το Ευαγγέλιό του περιέχει όλες τις υψηλές και εξαιρετικές διδασκαλίες που άκουσε
από τον Κύριο και όλα τα ιδιαίτερα εκείνα γεγονότα που ο ίδιος έζησε κοντά στον αγαπημένο
τους Διδάσκαλο. Ήταν ο Μαθητής «ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» (που αγαπούσε ο Ιησούς). Το
Ευαγγέλιό του είναι το περισσότερο θεολογικό.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης έγραψε ακόμη και Επιστολές, τρεις επιστολές, που ονομάζονται
«καθολικές», επειδή αναφέρονται γενικά προς όλους τους πιστούς. Επίσης έγραψε και το
τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, που λέγεται «Ἀποκάλυψις».
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 78
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. ΓΕΔΕΩΝ, ΕΥΓΕΝΙΑ Η Βίβλος Εικονογραφημένη. Εκδόσεις Καρακοτσώγλου: Αθήνα,
2000.
2. ΙΟΡΔΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΑΛΛΙΟΠΗ Ο Θεός στη Γη μας. Η Ζωή του Χριστού για Παιδιά.
Εκδόσεις Αδελφότητος Θεολόγων "Ο Σωτήρ": Αθήνα, 2006.
3. Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ (το πρωτότυπο κείμενο με μετάφραση στη δημοτική των Γεωργίου
Γαλίτη, Ιωάννη Καραβιδόπολου, Ιωάννη Γαλάνη και Πέτρου Βασιλειάδη). Εκδόσεις
Βιβλικής Εταιρείας: Αθήνα, 1989.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΗΣ
ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΠΡΟΪΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝ ΤΟΥΣ ΚΑΙ
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 79
61. Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΗ 108.Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ
ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΣΣΑ…………………………..33 ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ…………………………..58
62. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΧΡΕΩΜΕΝΩΝ 109.Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΧΘΗ
ΔΟΥΛΩΝ…………………………………..34 ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΙΒΕΡΙΑΔΟΣ……………..59
63. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΣΤΕΛΛΕΙ ΤΟΥΣ 110.Η ΑΝΑΛΗΨΗ……………………………...60
ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΝΑ ΚΗΡΥΞΟΥΝ…………35 111.ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ..61
64. Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ………….35 112.Η ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
65. ΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ……………………….36 ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ - Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ………61
66. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ 113.Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΝΟΣ ΧΩΛΟΥ……………62
ΠΡΟΒΑΤΟ…………………………………36 114.ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΦΥΛΑΚΙΖΟΝΤΑΙ……...62
67. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ…...37 115.ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΝΤΑΙ….62
68. Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ………………...37 116.Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ……..63
69. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ 117.Η ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΣΑΥΛΟΥ…………………64
ΛΑΖΑΡΟΥ…………………………………38 118.Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ………….65
70. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ - ΟΙ 119.Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ…...65
ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΟΙ………………………….....39 120.Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ…………….65
71. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ 121.ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ…………….66
ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ……………………………….39 122.Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ
72. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΖΑΚΧΑΙΟΣ………….39 ΚΥΠΡΟ…………………………………….66
73. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΜΑΡΘΑ ΚΑΙ ΤΗ 123.ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……..67
ΜΑΡΙΑ……………………………………..40 124.ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ….67
74. Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ…………40 125.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΙΛΑΣ ΣΤΗ
75. ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ…………………………..68
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ…..41 126.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ...68
76. ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ ΣΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ……………..41 127.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΟ……………69
77. Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ………42 128.ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……....69
78. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΚΔΙΩΚΕΙ ΤΟΥΣ 129.Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΧΡΥΣΟΧΟΩΝ………69
ΒΕΒΗΛΩΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ………………..42 130.Ο ΕΥΤΥΧΟΣ ΠΕΦΤΕΙ ΑΠΟ ΤΟ
79. Η ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΣΥΚΙΑ………………..43 ΠΑΡΑΘΥΡΟ……………………………….70
80. ΟΙ ΚΑΚΟΙ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΙ……………...43 131.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΒΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ
81. ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΣΑΡΑΣ……………………43 ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ…………………….70
82. Ο ΟΒΟΛΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ…………………44 132.Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ……………70
83. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ 133.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΕΙΤΑΙ……………..71
ΓΑΜΩΝ…………………………………….44 134.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.71
84. ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ 135.ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………..45 ΣΥΝΩΜΟΤΟΥΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ………71
85. Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.45 136.ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ
86. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ.45 ΦΗΛΙΚΑ…………………………………...72
87. Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ………46 137.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΟΝ
88. Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ………………...46 ΚΑΙΣΑΡΑ…………………………………..72
89. Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΜΑΘΗΤΗΣ……………….47 138.ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΗ...72
90. Ο ΝΙΠΤΗΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ 139.Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΗ ΜΑΛΤΑ……………..73
ΔΕΙΠΝΟΣ…………………………………..47 140.ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ
91. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΠΑΥΛΟΥ…………………………………..73
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ…………………………….48 141.ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ…………..74
92. Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ.48 142.Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ………...75
93. Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΓΕΘΣΗΜΑΝΗΣ…………48 143.ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ……...75
94. Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………...49 144.ΕΝΑΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ
95. Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ………………49 ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ…………………………76
96. ΣΤΟΝ ΚΑΪΑΦΑ……………………………50 145.ΤΑ ΙΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - ΟΙ ΙΕΡΟΙ
97. Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ……………….51 ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΣ…………………………..77
98. Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ…………..51 146.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ…………...77
99. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΠΙΛΑΤΟ...51 147.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ………………77
100.ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ……...53 148.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ………………77
101.Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………...53 149.ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ……………..78
102.ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ 150.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ…………………………...79
ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………………..54 151.ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ…………………………..79
103.ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΤΟΝ
ΧΡΙΣΤΟ…………………………………….54
104.ΑΓΩΝΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ54
105.Ο ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ………………………..55
106.Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ…………..56
107.Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΤΟΥΣ ΕΜΜΑΟΥΣ……...57
ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ 80