Professional Documents
Culture Documents
DISSERTATION
Student
Konstantinos Tompoulidis
6333
Supervisor
Georgios Panagopoulos
Civil Engineer MSc
Applications Professor (corr. Lecturer)
Scope of this dissertation is the design of reinforced concrete beams for bending
according to EKOS 2000 (Greek Regulation for Reinforced Concrete 2000) and
Eurocode 2. After the first introductory chapter, information about the materials and
their deformations according to the regulations is presented, followed by the third
chapter where the forces acting on and, as will be shown later, carried by the materials
in the form of resultants of stresses developed due to deformation. The procedure of
design for rectangular cross section is presented in the fourth chapter with the starting
point being the equilibrium of the cross section. The method is analyzed both in terms
of normalized and physical values, for single or double reinforcement and the
economy of double reinforcement solutions is investigated. In the firth chapter, T-
beams are examined and the proposed method of numeric solution of equilibrium
equations for the calculation of deformation is outlined, as well as the algorithm for
numeric evaluation of the most economical solution. The accompanying software RC-
Beam, that was developed for the purpose of this dissertation, is presented in the sixth
chapter, where two comparative examples, putting the results of RC-Beam against pi-
design software results, are included, while in chapter seven parametric analysis
results with the aforementioned software are presented. Follows the epilogue with the
confusions that this dissertation lead to and proposals for further study.
i
ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ
ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΣΕΡΡΕΣ
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Σπουδαστής
Τομπουλίδης Κωνσταντίνος
6333
Επιβλέπων
Παναγόπουλος Γεώργιος
Πολιτικός Μηχανικός MSc
Καθηγητής Εφαρμογών
i
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ευχαριστώ όλους όσους με στήριξαν στις σπουδές μου, οικογένεια, φίλους και
καθηγητές. Θα ήθελα όμως να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως ορισμένους ανθρώπους, η
συμβολή των οποίων ήταν καθοριστική για την περάτωση της εργασίας, ξεκινώντας
από τον καθηγητή του Τ.Ε.Ι. Κεντρικής Μακεδονίας και φίλο μου κ. Παναγόπουλο
Γεώργιο, για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε αναθέτοντάς μου αυτήν την εργασία,
όσο και για την πολύτιμη βοήθεια και συνεργασία του τόσο για την εκπόνησή της
όσο και κατά τη διάρκεια της πρακτικής μου άσκησης στο Τ.Ε.Ι. Συνεχίζοντας θα
ήθελα να ευχαριστήσω τον Δρ. Βασίλη Κουκουλογιάννη, καθηγητή και φίλο μου, για
τις συμβουλές του για τις αριθμητικές επιλύσεις αλλά και για τη στήριξή του
γενικότερα, καθώς και την κ. Στέλλα Παπαϊωάννου, συμφοιτήτρια και φίλη μου, για
το σχεδιασμό και την επιμέλεια του εξώφυλλου. Τέλος, ευχαριστώ την εταιρία
τεχνικού λογισμικού π-systems και τον πρόεδρό της κ. Κωνσταντινίδη Απόστολο για
την παραχώρηση εκπαιδευτικής άδειας χρήσης του λογισμικού pi-design.
ii
ΛΙΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ i
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ii
Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή 1
3.5.1 Περιοχή 1 32
3.5.2 Περιοχή 2α 33
3.5.3 Περιοχή 2β 36
3.5.4 Περιοχή 3 41
3.5.5 Περιοχή 4 42
3.5.6 Περιοχή 5 43
iii
4.4.1 Επίλυση με φυσικά μεγέθη 56
4.4.2.1 Περιοχή 2α 63
4.4.2.2 Περιοχή 2β 65
4.4.2.3 Περιοχή 3 66
4.4.2.4 Περιοχή 4 67
Κεφάλαιο 5: Πλακοδοκοί 89
5.3.1 Περιοχή 2α 92
5.3.2 Περιοχή 2β 95
5.3.2.1 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου
95
στον κορμό
5.3.2.2 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου
97
στην πλάκα
iv
6.2.2 Παραγωγή πινάκων 122
7.6 Διαφορά οικονομικού και απλού οπλισμού κατά ΕΚΟΣ & EC2 147
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 153
v
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Εισαγωγή
Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω γίνεται απολύτως κατανοητό ότι η πολυπλοκότητα
του αντικειμένου απαιτεί τη χρήση Η/Υ για την αυτοματοποίηση της όλης
διαδικασίας και την περαιτέρω διερεύνηση της επιρροής των επιμέρους παραμέτρων
που υπεισέρχονται στη διαδικασία. Επιχειρήθηκε η ανάπτυξη ειδικού λογισμικού σε
περιβάλλον Visual Basic .NET, με τη βοήθεια του οποίου επιτυγχάνεται αυτή η
αυτοματοποίηση, χρησιμοποιώντας αναλυτικές λύσεις, όταν αυτό είναι εφικτό, ενώ
σε ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες η αναλυτική διαδικασία προκύπτει ιδιαίτερα
δυσχερής, ακολουθείται αριθμητική προσέγγιση. Η χρήση του λογισμικού επιτρέπει
επιπλέον την γρήγορη επίλυση μεγάλου αριθμού παραδειγμάτων, αφενός για την
παραγωγή πινάκων και διαγραμμάτων με τα οποία είναι εξοικειωμένος ο μηχανικός
και αφετέρου την εκτέλεση παραμετρικών επιλύσεων για περαιτέρω διερεύνηση.
1
2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Επιτρεπτές παραμορφώσεις
Όταν μια διατομή είναι πλήρως ορισμένη, δηλαδή με συγκεκριμένες διαστάσεις και
ποιότητες σκυροδέματος και οπλισμού, τότε υπό δεδομένη καταπόνηση θα υποστεί
μια συγκεκριμένη παραμόρφωση η οποία είναι μονοσήμαντα ορισμένη. Το παραπάνω
σημείο είναι ιδιαίτερα κρίσιμο καθώς όπως θα φανεί στη συνέχεια, κατά την
διαστασιολόγηση μιας διατομής οπλισμένου σκυροδέματος δεν είναι γνωστή η
παραμόρφωση της διατομής, καθώς η ποσότητα του οπλισμού είναι στα ζητούμενα
και όχι στα δεδομένα.
Αν η καταπόνηση είναι από μεγέθη ορθής έντασης (καμπτικές ροπές και αξονικές
δυνάμεις) τότε και οι τάσεις που αναπτύσσονται στα επιμέρους υλικά της διατομής,
χάλυβα και σκυρόδεμα, είναι επίσης ορθές. Δηλαδή κάθε σημείο της διατομής είτε
εφελκύεται είτε θλίβεται, με αποτέλεσμα να παραμορφώνεται αξονικά.
Η κατανομή των παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής εξαρτάται από την
καταπόνηση, ποιοτικά και ποσοτικά, αλλά και από τη διατομή και τα επιμέρους
υλικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως γίνεται η θεώρηση ότι η κατανομή της είναι
γραμμική καθ’ ύψος της διατομής, ως απόρροια της αρχής Bernulli, σύμφωνα με την
οποία οι επίπεδες διατομές που είναι κάθετες στον άξονα ενός μέλους, παραμένουν
επίπεδες και κάθετες στον παραμορφωμένο άξονα του μέλους μετά την
παραμόρφωση.
Συνεπώς η διατομή δεν μπορεί παρά μόνο είτε να εφελκύεται ολόκληρη ομοιόμορφα
(Σχ. 2.1α) ή ανομοιόμορφα (Σχ. 2.1β & 2.1γ), είτε να θλίβεται ολόκληρη ομοιόμορφα
(Σχ. 2.1η) ή ανομοιόμορφα (Σχ. 2.1στ & 2.1ζ) είτε κατά ένα μέρος να θλίβεται και
στο υπόλοιπο να εφελκύεται (Σχ. 2.1δ & 2.1ε).
3
(α) (β) (γ) (δ)
Σύμφωνα και με τους δυο κανονισμούς (ΕΚΟΣ & EC2) η εικόνα της
παραμορφωμένης διατομής είναι ποιοτικά προσδιορισμένη από τους κανονισμούς και
γίνεται σαφές πως μια παραμόρφωση είναι επιτρεπτή μόνο όταν εξασφαλίζει οριακή
παραμόρφωση για τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά, χάλυβα και σκυρόδεμα.
Δηλαδή επιδιώκεται τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά να εξαντλεί την οριακή του
παραμόρφωση. Oι τιμές των επιτρεπόμενων οριακών παραμορφώσεων του χάλυβα
διαφέρουν στους δυο κανονισμούς, ωστόσο για τις συνήθεις ποιότητες σκυροδέματος
(μέχρι C50) είναι ίδιες.
4
Και στις δυο περιπτώσεις προβλέπονται οι εξής οριακές παραμορφώσεις:
5
εc2 = εsu εsu > εc2 > 0 εc2 = 0
d2
As2 εs2 εs2 εs2
Md
d h
Nd
0 < |εc2| < |εcu| |εc2| = |εcu| |εc2| = |εcu| |εc2| = |εcu|
εs2 εs2 εs2 εs2
ε=εcc
6
2.3 Γενικευμένο Διάγραμμα Παραμορφώσεων
7
0 εcc εcu
B
d2 εsu εy
As2 1β
2α 2β
3 Γ
Md 1α 2 3α
d 3β
h
Nd
1
5
As1 4
A
d1 εsu εy
εcc
8
2.4 Περιοχές του Γενικευμένου Διαγράμματος Παραμορφώσεων
Για την καλύτερη όμως οργάνωση του προβλήματος και της λύσης του, καθώς και
για λόγους ευκολότερης μαθηματικής επεξεργασίας και προγραμματιστικής
σύνταξης, κρίνεται σκόπιμο να χωριστεί το Γ.Δ.Π. σε «περιοχές» (Σχ. 2.3). Να
σημειωθεί πως οι περιοχές αυτές δεν συμβαδίζουν ακριβώς με τον τρόπο που αυτές
ορίζονται στο διάγραμμα του Ε.Κ.Ο.Σ.
Στην περιοχή 1 εφελκύεται το σύνολο της διατομής συνεπώς και οι δυο οπλισμοί
(άνω και κάτω). Περιλαμβάνονται όλες αυτές τις παραμορφώσεις για τις οποίες η
παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι σταθερά οριακή και η παραμόρφωση της
ακραίας άνω ίνας σκυροδέματος είναι επίσης εφελκυστική, με μέγιστη τιμή ίση με τη
οριακή παραμόρφωση του χάλυβα και ελάχιστη το μηδέν. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το Α, για τις οποίες 0<εc2<εsu. Το διάγραμμα
τάσεων παραμορφώσεων του χάλυβα αποτελείται από δυο κλάδους (ελαστική και
πλαστική περιοχή). Σύμφωνα με αυτό, η περιοχή 1 χωρίζεται στην υποπεριοχή 1α
στην οποία ανήκουν οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο άνω οπλισμός έχει διαρρεύσει
και στην 1β στην οποία ανήκουν αυτές με τον άνω οπλισμό στην ελαστική περιοχή.
Η περιοχή 2 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 1 και σε αυτήν το ανώτερο τμήμα της
διατομής θλίβεται, ενώ το κάτω εφελκύεται. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις
παραμορφώσεις για τις οποίες ο κάτω οπλισμός εφελκύεται σταθερά με οριακή
παραμόρφωση, ενώ η παραμόρφωση της ακραίας άνω ίνας σκυροδέματος είναι
θλιπτική, με ελάχιστη τιμή το μηδέν (το τέλος της περιοχής 1) και μέγιστη τιμή
(αρνητική) την οριακή παραμόρφωση του σκυροδέματος. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το Α (δηλαδή εs1=εsu) για τις οποίες
0<|εc2|<|εcu|. Το διάγραμμα τάσεων παραμορφώσεων του σκυροδέματος αποτελείται
από δυο κλάδους (καμπύλο και ευθύγραμμο τμήμα). Σύμφωνα με αυτό, η περιοχή 2
χωρίζεται σε δυο τμήματα και αν η παραμόρφωση της άνω ακραίας ίνας αντιστοιχεί
στον πρώτο κλάδο (καμπύλο τμήμα) τότε η παραμόρφωση της διατομής ανήκει στην
υποπεριοχή 2α, ενώ αν αντιστοιχεί στο δεύτερο κλάδο (οριζόντιο τμήμα) ανήκει στη
2β.
Η περιοχή 3 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 2 και όπως και στην προηγούμενη, το
ανώτερο τμήμα της διατομής θλίβεται, ενώ το υπόλοιπό εφελκύεται. Η διαφορά με
την περιοχή 2 είναι ότι δεν εξαντλείται η οριακή παραμόρφωση του χάλυβα, αλλά
9
του σκυροδέματος. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις παραμορφώσεις για τις οποίες η
παραμόρφωση της ακραίας άνω θλιβόμενης ίνας σκυροδέματος είναι σταθερά οριακή
και η παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι εφελκυστική με μέγιστη τιμή την
οριακή παραμόρφωση του χάλυβα και ελάχιστη το μηδέν. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το B για τις οποίες εsu<εs1<0. Η περιοχή 3
χωρίζεται σε 3α και 3β βάσει της παραμόρφωσης του κάτω οπλισμού (ομοίως με την
περιοχή 1). Στην 3α ανήκουν οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο κάτω οπλισμός έχει
ξεπεράσει το όριο διαρροής, ενώ στην 3β αυτές για τις οποίες είναι στην ελαστική
περιοχή.
Η περιοχή 4 αρχίζει το τέλος της περιοχής 3, το σημείο δηλαδή που ο κάτω οπλισμός
έχει μηδενική παραμόρφωση και όπως και στην περιοχή 3, το άνω τμήμα της
διατομής θλίβεται και το υπόλοιπο εφελκύεται. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις
παραμορφώσεις για τις οποίες η ακραία άνω ίνα σκυροδέματος θλίβεται σταθερά με
οριακή παραμόρφωση και η παραμόρφωση του χάλυβα είναι επίσης θλιπτική με
ελάχιστη τιμή το μηδέν και μέγιστη (αρνητική) αυτή που αντιστοιχεί σε μηδενική
παραμόρφωση της κάτω ακραίας ίνας σκυροδέματος. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π. μια
δέσμη ευθειών που διέρχονται από το B για τις οποίες εs1<0 και εc1>0.
Η περιοχή 5 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 4 και χαρακτηρίζεται από θλίψη
ολόκληρης της διατομής. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π. μια δέσμη ευθειών που διέρχονται
από το Γ για τις οποίες θλίβεται το σύνολο της διατομής. Σε αντίθεση με τα σημεία Α
& Β, η θέση του σημείου Γ δεν είναι άμεση απαίτηση του κανονισμού για τα υλικά,
αλλά προκύπτει έμμεσα με γεωμετρικό τρόπο από τα όρια παραμορφώσεων του
σκυροδέματος για κάμψη και ομοιόμορφη θλίψη. Υπολογίζεται εύκολα από τα όμοια
τρίγωνα που σχηματίζονται από την παραμόρφωση στο τέλος της περιοχής 4 και την
παραμόρφωση με ομοιόμορφη θλίψη (Σχ. 2.4).
s
εcu εcu εcc
εcu εcc
s
εcu
10
εcu
εcc
Γ
h
Έχει ήδη αναφερθεί η παραδοχή της επιπεδότητας των διατομών πριν και μετά την
παραμόρφωση (αρχή Bernulli) από την οποία απορρέει η ομοιόμορφη κατανομή των
τάσεων στη διατομή, που αντικατοπτρίζεται στις ευθείες παραμορφώσεων του Γ.Δ.Π.
οι οποίες είναι στην ουσία προβολές της διατομής στο επίπεδο σχεδίασης. Ως εκ
τούτου, με τον όρο παραμόρφωση ενός σημείου, εννοείται η παραμόρφωση
ολόκληρης της ίνας του στοιχείου, το σύνολο δηλαδή των σημείων στο επίπεδο της
διατομής που έχουν την ίδια παραμόρφωση.
Δηλαδή εκτός από τον απαιτούμενο οπλισμό (ένας άγνωστος) είναι άγνωστη και η
παραμόρφωση της διατομής η οποία για να οριστεί απαιτούνται τρία στοιχεία (τρεις
11
άγνωστοι), τα οποία είναι η κλίση του ουδέτερου άξονα της διατομής καθώς και οι
ακραίες τιμές στην ευθεία κατανομής των παραμορφώσεων της διατομής.
Εναλλακτικά, αντί της κάθε ακραίας τιμής, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν η
καμπυλότητα (γωνία της ευθείας της κατανομής των παραμορφώσεων) ή το ύψος της
θλιβόμενης ζώνης, μετρούμενο κάθετα στον ουδέτερο άξονα. Βέβαια μέσω των
σχέσεων που συνδέουν τα παραπάνω μεγέθη, εύκολα αποδεικνύεται ότι οι άγνωστοι
για την παραμόρφωση σε κάθε περίπτωση παραμένουν τρεις. Συνεπώς ο υπολογισμός
του απαιτούμενου οπλισμού είναι ένα πρόβλημα τεσσάρων αγνώστων με τρεις
εξισώσεις.
Με την μέθοδο όμως των οριακών καταστάσεων και τη δέσμευση από το Γ.Δ.Π. ότι
τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά πρέπει να εξαντλεί την οριακή του παραμόρφωση,
ο ένας άγνωστος που ορίζει την ευθεία της κατανομής των παραμορφώσεων, χωρίς
να είναι προδιαγεγραμμένο ποιος, έχει προκαθορισμένη τιμή. Σε κάθε περίπτωση
είναι γνωστό ένα σημείο της ευθείας που παριστά την παραμόρφωση της διατομής
(Α, Β ή Γ). Δοκιμάζοντας δηλαδή με δεδομένη την οριακή παραμόρφωση του
χάλυβα (η ευθεία διέρχεται από το Α), αν προκύψει λύση αυτή θα είναι μοναδική,
ενώ αν δεν προκύπτει λύση, τότε θα προκύπτει με δεδομένη την οριακή
παραμόρφωση του σκυροδέματος (η ευθεία διέρχεται είτε από το Β είτε από το Γ) και
θα είναι επίσης μοναδική. Σε κάθε δοκιμή πάντως η μια μεταβλητή θα είναι γνωστή.
Το στοιχείο αυτό, φαινομενικά όχι και τόσο σημαντικό, περιορίζει τις άπειρες λύσεις
σε μια και αφαιρεί κατά τον υπολογισμό της παραμόρφωσης και του απαιτούμενου
οπλισμού τη δυνατότητα επιλογής. Έχοντας αυτό το στοιχείο και με την προϋπόθεση
ότι έχει επιλογή η σωστή περιοχή, αρκεί να βρεθεί η παραμόρφωση και ο οπλισμός
έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι συνθήκες ισορροπίας εντός της διατομής. Σε
διαφορετική περίπτωση, αν δεν υπήρχε απαίτηση η ευθεία της παραμόρφωσης να
διέρχεται από τουλάχιστον ένα από τα σημεία Α, Β ή Γ, το Γ.Δ.Π. δεν θα έδινε
κάποιο άμεσα αξιοποιήσιμο δεδομένο αλλά θα εκφυλιζόταν σε μια γενική περίπτωση
με δυνατές παραμορφώσεις διατομών από μεγέθη ορθής έντασης όπως το σχήμα 2.1.
12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Αναπτυσσόμενες τάσεις
c
c αcc
γc
όπου:
13
Σχ. 3.1: Εξιδανικευμένο παραβολικό-ορθογωνικό διάγραμμα σ-ε σκυροδέματος και διάγραμμα
σχεδιασμού κατά ΕΚΟΣ
Παράδειγμα
30
1000 ( 0.0018) (250 ( 0.0018) 1) 0.85 = 16.83M a
1.5
c 0 εc εc2
σc { εc n
c [1 (1 )] εc2 εc εcu2
εc2
c
c αcc
γc
14
όπου:
αcc συντελεστής που συνεκτιμά μακροχρόνιες επιδράσεις στη θλιπτική αντοχή και
δυσμενείς επιρροές που προκύπτουν από τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλεται
το φορτίο. Η τιμή δίνεται στο εθνικό προσάρτημα κάθε χώρας. Για την
Ελλάδα η συνιστώμενη τιμή είναι 1.
Για ποιότητες σκυροδέματος έως και C50 οι συντελεστές εc2, εcu2 & n είναι:
εc2 2‰
εcu2 3.5‰
n 2
15
Με αυτές τις τιμές η εξίσωση γίνεται:
c 0 εc 2
σc = { εc 2
c [1 (1 )] 2 εc 3.5
2
Παράδειγμα
εc 2 30 1.2 2
σc = c [1 (1 ) ] = (1 ) [1 (1 ) ] 16.8M a
2 1.5 2
Στον ΕΚΟΣ η αντοχή σχεδιασμού εισάγεται με μειωμένη τιμή στην εξίσωση της
τάσης ως 0.85fcd, όπου ο συντελεστής 0.85 λαμβάνει υπ’ όψη του τη μείωση της
θλιπτικής αντοχής που οφείλεται στη μακροχρόνια και επαναλαμβανόμενη δράση
των φορτίων και δεν έχει το ρόλο του συντελεστή ασφαλείας.
c
0.85 c 0.85
γc
Για αποφυγή σύγχυσης κατά την ανάπτυξη των εξισώσεων ο συντελεστής αυτός θα
συμβολίζεται στο εξής ως αgr:
c
α r c α r
γc
16
Στον Ευρωκώδικα 2, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, δίνεται η δυνατότητα να ληφθεί υπ’
όψιν ο αντίστοιχος συντελεστής (αcc), όμως η διαφορά με τον ΕΚΟΣ είναι ότι η τάση
σχεδιασμού λαμβάνεται ίση με fcd, δηλαδή ο συντελεστής έχει ήδη ενσωματωθεί κατά
τον υπολογισμό του fcd.
c
c αcc
γc
Η αντοχή θα είναι:
c
α r c αcc
γc
α r 1
Για να εισάγεται η παραμόρφωση στην εξίσωση με την τιμή θετική επί τοις χιλίοις ως
απόλυτο μέγεθος (πχ 1, 1.5, 2 κτλ) και για να προκύπτει θετική τάση, η εξίσωση του
β΄ κλάδου τροποποιείται ως εξής:
| |
| |
εc εc εc αr
σc 1000 ( 250 1) α r c εc ( 1) α r c c εc (4 εc )
1000 1000 4 4
17
Έτσι η σχέση τάσεων-παραμορφώσεων του σκυροδέματος είναι:
α r c 0 εc 2
σc {α r
c εc (4 εc ) 2 εc 3.5
4
c
c αcc
γc
α r c 0 εc 2
σc {α r
c εc (4 εc ) 2 εc εcu
4
c
c αcc
γc
Παράδειγμα
Κατά ΕΚΟΣ
α r 0.85
αcc 1
c 30
c acc 1 20M a
γc 1.5
α r c 0.85 20
σc εc (4 εc ) 1.6(4 1.6) 16.32M a
4 4
Κατά Ευρωκώδικα 2
α r 1
αcc 1
c 30
c αcc 1 20M a
γc 1.5
α r c 1 20
σc εc (4 εc )= 1.6(4 1.6) 1 .2M a
4 4
18
3.2 Τάση χάλυβα
Κατά τον ΕΚΟΣ η σχέση σ-ε του χάλυβα για εφελκυσμό και θλίψη είναι:
ε εs 0.0200
σs Es εs 0 |εs | ε
{ ε εs 0.0035
γs
όπου:
19
20‰ η μέγιστη εφελκυστική παραμόρφωση του χάλυβα
Σχ. 3.3: Εξιδανικευμένο διάγραμμα σ-ε και διάγραμμα σχεδιασμού χάλυβα κατά EΚΟΣ
Παράδειγμα
500/1.15
ε 0.00217 2.17‰
Es 200 103
εs 1.2‰ ε
Το πρώτο είναι δι-γραμμικό και μοιάζει με αυτό του ΕΚΟΣ, δηλαδή έχει τον πρώτο
κλάδο κεκλιμένο μέχρι το όριο διαρροής και το δεύτερο κλάδο οριζόντιο. Θεωρείται
πως τα όρια αναλογίας και ελαστικότητας συμπίπτουν με το όριο διαρροής. Στον
πρώτο κλάδο η συμπεριφορά είναι ελαστική, ενώ στο δεύτερο κλάδο είναι απολύτως
πλαστική. Η αντοχή θεωρείται ίδια σε θλίψη και εφελκυσμό. Η διαφορά με τον
ΕΚΟΣ είναι ότι όταν επιλέγεται αυτό το διάγραμμα, στο δεύτερο κλάδος δεν
ελέγχεται το όριο παραμόρφωσης.
Το δεύτερο διάγραμμα είναι επίσης δι-γραμμικό και ο πρώτος κλάδος είναι ακριβώς
όπως και στο πρώτο διάγραμμα, μέχρι το όριο διαρροής, ωστόσο ο β΄ κλάδος είναι
κεκλιμένος αντί για οριζόντιος, δηλαδή ο χάλυβας παρουσιάζει κράτυνση. Ο
20
κεκλιμένος κλάδος εκτείνεται μέχρι τη μέγιστη παραμόρφωση σχεδιασμού (εud), η
οποία είναι ποσοστό της χαρακτηριστικής παραμόρφωσης του οπλισμού στο μέγιστο
φορτίο (εuk) και συνήθως λαμβάνεται 0. εuk. Η κλίση του δεύτερου κλάδου δίνεται
μέσω της τάσης σχεδιασμού που θα αντιστοιχούσε (ο κλάδος δεν φτάνει μέχρι αυτήν
την τιμή) στη χαρακτηριστική παραμόρφωση του χάλυβα στο μέγιστο φορτίο (εuk). Η
μέγιστη τιμή αυτή της τάσης προκύπτει ως γινόμενο του δείκτη πλαστιμότητας (k)
και της τάσης διαρροής σχεδιασμού (fyd). Ο συντελεστής πλαστιμότητας (k) είναι το
πηλίκο της χαρακτηριστικής αντοχής (ft,k) και της χαρακτηριστικής τάσης διαρροής
(fy,k).
Κατά τον EC2 η σχέση σ-ε του χάλυβα για εφελκυσμό και θλίψη είναι:
με οριζόντιο β΄ κλάδο
εs ε
σs Es εs | | ε
{ εs ε
γs
με κεκλιμένο β΄ κλάδο
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε
γs
όπου:
21
fyd η αντοχή διαρροής σχεδιασμού
Σχ. 3.4: Εξιδανικευμένο διάγραμμα σ-ε & διάγραμμα σχεδιασμού χάλυβα κατά EC2
Παράδειγμα 1
500
434.78M a
γs 1.15
500/1.15
ε 0.00217 2.17‰
Es 200 103
εs 1.2‰ ε
22
Παράδειγμα 2
Με οριζόντιο β΄ κλάδο:
εs 1.2‰ ε
σs 434.78M a
Με κεκλιμένο β΄ κλάδο:
εu 0. εu 0. 75‰ 67.5‰
ε εs εu
εs ε
σs ( 1)
εu ε
Η εξίσωση της τάσης καθ’ αυτή δεν υπεισέρχεται στην κατάστρωση των εξισώσεων
κατά τη μαθηματική επεξεργασία παρά μόνο η τιμή αυτής και μάλιστα στα τελευταία
βήματα των υπολογισμών. Συνεπώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν και τα δυο
εξιδανικευμένα μοντέλα τάσεων-παραμορφώσεων, ήτοι με οριζόντιο ή με κεκλιμένο
β΄ κλάδο. Οι σχέσεις που θα χρησιμοποιηθούν στους υπολογισμούς που ακολουθούν
θα είναι αυτές του EC2 καθώς το διάγραμμα του ΕΚΟΣ είναι στην ουσία μια
υποπερίπτωση του πρώτου μοντέλου του Ευρωκώδικα. Στις σχέσεις η παραμόρφωση
θα εισάγεται με τιμή ανηγμένη επί τοις χιλίοις ως απόλυτο μέγεθος (πχ 1, 2 , 20 κτλ)
και οι παράμετροι εuk, εud, k θα είναι δυνατό να ορίζονται ξεχωριστά, σύμφωνα πάντα
με τις οδηγίες του πίνακα C.1 από το Παράρτημα C του Ευρωκώδικα 2. Στις
εξισώσεις παρακάτω, για το εud έχει χρησιμοποιηθεί ο συμβολισμός εsu (steel-
ultimate) κατ’ αντιστοιχία του εcu (concrete-ultimate).
23
3.3 Οι δυνάμεις των υλικών ως αποτέλεσμα της παραμόρφωσης
Όταν λοιπόν θα γίνεται αναφορά σε μια συγκεκριμένη και αποδεκτή από τον
κανονισμό παραμόρφωση, θα είναι σαφώς ορισμένη η ευθεία που παριστά την
κατανομή των παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής και συνεπώς θα είναι
γνωστή η τιμή της παραμόρφωσης (εφελκυστικής ή θλιπτικής) κάθε ενδιάμεσου
σημείου της διατομής τόσο του σκυροδέματος όσο και του χάλυβα.
Η τάση αυτή είναι που προκάλεσε την παραμόρφωση κάθε σημείου του υλικού υπό
την έννοια της καταπόνησης, αλλά και η τάση που παραλαμβάνει το υλικό
αντιστεκόμενο στην παραμόρφωση, υπό την έννοια της αντίδρασης στην
καταπόνηση.
Η τάση ορίζεται ως η δύναμη ανά μονάδα επιφάνειας. Μια δύναμη (F) που ασκείται
σε μια επιφάνεια, προκαλεί τάση (σ) της οποίας το μέτρο ισούται με το πηλίκο του
μέτρου της δύναμης (F) προς το εμβαδόν (Α) της επιφάνειας και η κατεύθυνσή είναι
ίδια με της δύναμης.
σ
A
24
αποτέλεσμα της παραμόρφωσης κατά την καταπόνησή του είναι το άθροισμα των
στοιχειωδών δυνάμεων όλων των σημείων του. Το άθροισμα αυτό εκφράζεται μέσω
ολοκληρώματος με τόπο ολοκλήρωσης την επιφάνεια της διατομής του κάθε υλικού.
∫σ Α
Α
εc2
d2 εs2
As2
Md
d
h
Nd
As1 εs1
d1
εc1
25
Συνεπώς η κατανομή των παραμορφώσεων είναι γραμμική καθ’ ύψος και της
διατομής του οπλισμού (Σχ. 3.6α).
Οι δοκοί που εξετάζονται είναι συμμετρικές ως τον κεντροβαρικό τους άξονα που
είναι κάθετος στον άξονα της κάμψης με αποτέλεσμα η παραμόρφωση να είναι ενιαία
για όλα τα σημεία που ανήκουν στην ίδια ίνα της διατομής σε όλο το πλάτος της
δοκού. Γι’ αυτό άλλωστε και ο ουδέτερος άξονας της διατομής να είναι παράλληλος
στον άξονα της κάμψης. Συνεπώς για την παραμόρφωση όλης της ίνας μπορεί να
χρησιμοποιείται μια αντιπροσωπευτική προβολή της στο επίπεδο.
Έτσι διακρίνονται τέσσερεις περιπτώσεις με βάση την εικόνα της κατανομής των
τάσεων:
η παραμόρφωση όλων των σημείων του οπλισμού είναι μικρότερη (ή ίση) της
παραμόρφωσης διαρροής σχεδιασμού εy (Σχ. 3.6β)
Fs Fs
Fs
Fs
σs,m σs,m σs,m
f yd
26
Η δύναμή που αναλαμβάνει ο οπλισμός υπολογίζεται από το ολοκλήρωμα
s ∫ σs Α
Αs
Η θέση της δύναμης του χάλυβα είναι στο μέσον του πλάτους της διατομής του
οπλισμού και σε ύψος το οποίο μπορεί εύκολα να υπολογιστεί από το γεωμετρικό
κέντρο του διαγράμματος της κατανομής των τάσεων καθ’ ύψος της διατομής του
χάλυβα (Σχ. 3.6).
s ∫ σs, Α Αs σs,
Αs
Στην περίπτωση β του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm ταυτίζεται με την τάση στο
μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής, όχι όμως η θέσης της. Όσο πιο
τριγωνική η κατανομή τόσο πιο απομακρυσμένη είναι η Fs.
Στην περίπτωση γ του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm ταυτίζεται με την τάση στο
μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής και η θέση της είναι στο μέσον.
Στην περίπτωση δ του σχήματος 3.6, ομοίως με την περίπτωση β, η μέση τάση σsm
ταυτίζεται με την τάση στο μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής, όχι
όμως η θέσης της.
Τέλος στην περίπτωση ε του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm δεν ταυτίζεται με την
τάση στο μέσον σs,m και ούτε ο υπολογισμός της Fs είναι απόλυτα ορθός ούτε και η
θέση της είναι στο μέσον.
Για τους υπολογισμούς στο εξής η Fs θα λαμβάνεται στο κέντρο βάρους του
οπλισμού και σαν μέση τάση θα λαμβάνεται η τάση που αντιστοιχεί στην
παραμόρφωση του σημείου αυτού. Η παραδοχή αυτή παρέχει ικανοποιητική ακρίβεια
και δεν οδηγεί σε σημαντικό λάθος.
27
3.5 Η δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα
Κοινή παραδοχή των δύο κανονισμών είναι ότι το σκυρόδεμα δεν παραλαμβάνει
εφελκυστικές τάσεις, συνεπώς δεν έχει νόημα να συμπεριλαμβάνεται στον τόπο
ολοκλήρωσης η εφελκυόμενη ζώνη.
Σε αντίθεση με τον οπλισμό, η διατομή του σκυροδέματος έχει ήδη επιλεχθεί, οπότε
για κάθε συγκεκριμένη παραμόρφωση μπορεί να υπολογιστεί η δύναμη που
αναλαμβάνει.
Επαναλαμβάνεται σε αυτό το σημείο ότι η παραμόρφωση είναι ενιαία σε κάθε ίνα της
διατομής του σκυροδέματος, συνεπώς και η αναπτυσσόμενη τάση και μπορεί να
αντιπροσωπεύεται από την προβολή της στο επίπεδο σχεδίασης.
εcy
εc2
d2 εs2
As2
x
Md
d
h
Nd
As1 εs1
d1
εc1
28
σκυροδέματος είναι το άθροισμα των στοιχειωδών δυνάμεων όλου του εμβαδού της
θλιβόμενης ζώνης και εκφράζεται με τη βοήθεια ολοκληρώματος:
c ∫ σc Ε|
θλιβόμενη ζώνη
Στη θλιβόμενη ζώνη της διατομής, της οποίας το ύψος μετρούμενο από τον ουδέτερο
άξονα είναι x, η ακραία άνω ίνα, ήτοι η άνω παρειά της διατομής έχει παραμόρφωση
εc2. Μια ενδιάμεση ίνα σε απόσταση y από τον ουδέτερο άξονα έχει παραμόρφωση
εcy η οποία υπολογίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν (Σχ. 3.8):
εc2 εc
εc εc2
εcy
εc2
εs2
a
Fc
x σc(y)
d
y
εs1
d1
εc1
29
Για παραμορφώσεις που ανήκουν στον α΄ κλάδο της σχέσης τάσεων-
παραμορφώσεων του σκυροδέματος, η τάση ενός σημείου σε απόσταση y από τον
ουδέτερο άξονα με παραμόρφωση εcy θα είναι σc(y) = σc(εcy) :
αr αr
σc ( ) σc (εc ) c εc (4 εc ) c εc2 (4 εc2 )
4 4
c ∫ σc ( ) Ε
0
Η ροπή κάθε λωρίδας ως προς την άνω παρειά είναι η στοιχειώδης δύναμή της
(σc∙dΕ) επί την απόστασής της (x-y) από την άνω παρειά, οπότε η το άθροισμα των
στοιχειωδών ροπών είναι:
∫ σc ( ) ( ) Ε
0
Έστω z η απόσταση της δύναμης Fc από την άνω παρειά της διατομής. Η ροπή της Fc
ως προς την ακραία θλιβόμενη ίνα θα πρέπει να ισούται με το άθροισμα των
στοιχειωδών ροπών των όλων των λωρίδων:
c a ∫ σc ( ) ( ) Ε
0
Οπότε μπορεί να υπολογιστεί η απόσταση a της Fc από την άνω παρειά της διατομής:
∫ σc ( )( ) E ∫ σc ( )( ) E
0 0
a
c
∫ σc ( ) E
0
30
Στις δοκούς που εξετάζονται στην παρούσα εργασία η θλιβόμενη ζώνη είναι
ορθογωνική (ή μπορεί να αναλυθεί σε ορθογωνικά τμήματα σε περίπτωση
πλακοδοκού) οπότε οι λωρίδες απειροστού πάχους dy στις οποίες χωρίζεται η
θλιβόμενη ζώνη, έχουν σταθερό πλάτος b και το εμβαδόν καθεμιάς είναι:
c ∫ σc ( ) Ε ∫ σc ( ) ∫ σc ( )
0 0 0
Η απόστασή της δύναμης του σκυροδέματος από την άνω παρειά σε ορθογωνικές
δοκούς είναι:
∫ σc ( )( ) E ∫ σc ( )( ) ∫ σc ( )( )
0 0 0
a
∫ σc ( ) E ∫ σc ( ) ∫ σc ( )
0 0 0
Λόγω της αλλαγής του κλάδου στη σχέση τάσεων παραμορφώσεων, μια γενική
αναλυτική λύση που να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις δεν θα είναι εύχρηστη. Γι’
αυτό άλλωστε και η διαίρεση του Γ.Δ.Π. έγινε με βασικό γνώμονα τους δυο κλάδους
της σχέσης τάσεων παραμορφώσεων του σκυροδέματος. Έτσι, τα ολοκληρώματα για
τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος και της θέση της θα υπολογισθούν
με αναλυτικό τρόπο ξεχωριστά για κάθε περιοχή. Οι υπολογισμοί που ακολουθούν
αναφέρονται σε ορθογωνικές δοκούς. Οι υπολογισμοί για τις πλακοδοκούς θα γίνουν
σε ξεχωριστό κεφάλαιο, αφού θα έχει πρώτα παρουσιαστεί όλη η πορεία της
διαστασιολόγησης, καθώς δεν αλλάζει κάτι επί τοις ουσίας παρά μόνο τα όρια της
ολοκλήρωσης και κατά συνέπεια οι εξισώσεις των Fc και a.
31
3.5.1 Περιοχή 1
εc2>0
εs2
εs1= εsu
d1
εc1
32
3.5.2 Περιοχή 2α
Στην περιοχή 2α το κάτω μέρος της διατομής εφελκύεται και το υπόλοιπο θλίβεται. Ο
κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή παραμόρφωσης (εsu)
ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από 0 έως −2‰ (Σχ.
3.10). Συνεπώς η κατανομή των τάσεων αντιστοιχεί στον πρώτο κλάδο του
σκυροδέματος.
αr αr εc2
c ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) c ∫ (4 εc2 )
4 4
0 0 0
3 3
c εc2 2
εc2 c εc2 2
εc2
α r ∫ (2 ) α r [2 ]
4 3 4 3 0
0
c εc2 2
εc2 3
2 εc2 03 c εc2 2
εc2 2
α r [(2 ) (2 0 )] α r (2 )
4 3 3 4 3
c εc2 2
εc2 εc2 6 εc2 εc2 (6 εc2 )
α r (2 ) α r c ( ) α r c
4 3 4 3 12
εcy
|εc2|<2‰
εs2 a Fc
x σc(y)
y
εs1= εsu
d1
εc1
33
Η ροπή της c ως προς την άνω παρειά είναι:
αr
a c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
0 0
αr εc2
c ∫ (4 εc2 ) ( )
4
0
αr 3
εc2 2 2
c ∫ (4 4 εc2 εc2 )
4
0
αr 3 3 4
εc2 2
c ∫ (2 4 εc2 εc2 )
4 3 3 4
0
αr 3 3 4
εc2 2
c [2 4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4 0
3 3
αr εc2 3
εc2 4
c [(2 4 εc2 ) 0]
4 3 3 4
3 3
αr εc2 3
εc2 3
c (2 4 εc2 )
4 3 3 4
αr εc2 3
4 εc2 εc2 αr 2
24 16 4εc2 3εc2
c (2 ) c εc2 ( )
4 3 3 4 4 12
αr 2
24 16 4εc2 3εc2 αr 2
8 εc2
c εc2 ( ) c εc2 ( )
4 12 4 12
2
εc2 (8 εc2 )
α r c 48
∫ σc ( ) ( ) 2 εc2 (8 εc2 )
α r 12 (8 εc2 ) (8 εc2 )
a 0 c 48
c εc2 (6 εc2 ) 48(6 εc2 ) 4(6 εc2 )
α r c 12
34
Ορίζονται οι συντελεστές α και ka ως:
εc2 (6 εc2 )
α
12
(8 εc2 )
a
4(6 εc2 )
c α α r c
a a
H φυσική ερμηνεία του συντελεστή ka είναι ότι εκφράζει την απόσταση της δύναμης
Fc από την άνω παρειά της διατομής, σαν ποσοστό του ύψους της θλιβόμενης ζώνης.
Είναι αδιάστατο μέγεθος και στη βιβλιογραφία συναντάται ως «συντελεστής θέσης».
Η φυσική ερμηνεία του συντελεστή α είναι ότι εκφράζει τη δύναμη της διατομής του
σκυροδέματος σαν ποσοστό της δύναμης που θα είχε το σκυρόδεμα αν όλη θλιβόμενη
ζώνη λειτουργούσε υπό πλήρη τάση αgrfcd. Πράγματι η θλιβόμενη ζώνη έχει
διαστάσεις b,x και αν θεωρηθεί ότι όλη η θλιβόμενη διατομή έχει σταθερή τάση αgrfcd
τότε η δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα είναι αgrfcdbx. Ο συντελεστής αυτός
είναι αδιάστατο μέγεθος και στη βιβλιογραφία συναντάται ως «συντελεστής
πλήρωσης».
35
3.5.3 Περιοχή 2β
Στην περιοχή 2β το κάτω μέρος της διατομής εφελκύεται και το υπόλοιπο θλίβεται. Ο
κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή παραμόρφωσης (εsu)
ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από 2‰ έως την οριακή
τιμή παραμόρφωσης του σκυροδέματος σε κάμψη (Σχ.3.11). Συνεπώς η κατανομή
των τάσεων στη διατομή του σκυροδέματος περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους. Για
τον υπολογισμό της Fc και της θέσης της, η θλιβόμενη ζώνη θα χωριστεί σε δυο
τμήματα. Το πρώτο θα περιλαμβάνει το τμήμα από τον ουδέτερο άξονα μέχρι το
σημείο όπου η παραμόρφωση είναι 2‰, ενώ το δεύτερο θα είναι η υπόλοιπη
θλιβόμενη ζώνη με εύρος παραμορφώσεων από 2‰ έως εcu. Οι παραμορφώσεις του
πρώτου τμήματος θα αντιστοιχούν στον α΄ κλάδο του σκυροδέματος, ενώ του
δεύτερου στο β΄ κλάδο με πλήρη τάση. Η συνολική δύναμη του σκυροδέματος θα
είναι το άθροισμα των δυνάμεων των δυο επιμέρους τμημάτων ενώ η θέση της θα
βρεθεί από την ισορροπία των ροπών. Αν y2 η απόσταση του σημείου του οποίου η
παραμόρφωση (εcy2) είναι 2‰, τότε το πρώτο τμήμα έχει ύψος y2 ενώ το δεύτερο έχει
ύψος (x−y2).
εc2 εc 2 2
εc 2
εc2 εc2
εcy2
εcy
2<|εc2|<|εcu|
εs2
a1
a Fc2
Fc a2
x σc(y2) σc(y2)
Fc1
d
y2 σc(y) σc(y)
y
d1 εs1= εsu
εc1
36
Υπολογισμός της Fc1:
2 2
αr
c ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 )
4
0 0
2 2
αr εc2 c εc2
c ∫ (4 εc2 ) α r ∫ (4 εc2 )
4 4
0 0
2 2
3
c εc2 εc2 2 c εc2 2
εc2
α r ∫ (4 ) α r ∫ (2 )
4 4 3
0 0
3
c εc2 2
εc2 2
α r [2 ]
4 3 0
c εc2 2
εc2 2
2 2 εc2 03
α r [(2 2
) (2 0 )]
4 3 3
c εc2 8 2 8 c εc2 16 4
α r ( 2 ) α r ( ) α r c
4 εc2 3εc2 4 3εc2 3εc2
2
c2 ∫ σc ( ) ∫α r c α r c ( 2
) α r c ( )
εc2
2 2
εc2 2
α r c ( )
εc2
4 εc2 2 3εc2 2
c c1 c2 α r c α r c ( ) α r c ( )
3εc2 εc2 3εc2
37
Η ροπή της Fc1 ως προς την άνω παρειά είναι:
2 2
αr
a1 c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
0 0
2
αr εc2
c ∫ (4 εc2 ) ( )
4
0
2
αr 3
εc2 2 2
c ∫ (4 4 εc2 εc2 )
4
0
2
αr 3 3 4
εc2 2
c ∫ (2 4 εc2 εc2 )
4 3 3 4
0
αr 3 3 4
εc2 2
2
c [2 4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4 0
3 3 4
αr εc2 2 2 2 2
c [(2 2
4 εc2 εc2 ) 0]
4 3 3 4
3 3 4
αr εc2 2 2 2 2
c [2 2
4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4
αr εc2 8 3 32 3
8 3
4 3
c ( 2 )
4 εc2 3ε3c2 3ε2c2 ε3c2
αr εc2 4 3 2 8 2 1 2
4 5
c ( ) α r c ( )
4 εc2 εc2 3ε2c2 3εc2 ε2c2 3εc2 3ε2c2
2
4εc2 5
α r c ( )
3ε2c2
38
H απόσταση της Fc1 από την άνω παρειά υπολογίζεται:
2
2 4εc2 5 4εc2 5
∫ σc ( )( ) α r c ( )
0 3ε2c2 3ε2c2
a1
c1 4 4
α r c 3ε
c2 3εc2
Η Fc2 δρα στο μέσο του δεύτερου τμήματος της θλιβόμενης ζώνης:
2
2 εc2 εc2 2
a2
2 2 2εc2
a a1 c a2 c
2
4εc2 5 εc2 2 εc2 2
α r c ( ) α r c ( )
3ε2c2 2εc2 εc2
2
4εc2 5 2
εc2 2 εc2 2
α r c ( ) α r c ( )( )
3ε2c2 εc2 2εc2
2
4εc2 5 2
(εc2 2)2
α r c ( ) α r c ( )
3ε2c2 2ε2c2
2
4εc2 5 (εc2 2)2
α r c ( )
3ε2c2 2ε2c2
2
2(4εc2 5) 3(εc2 2)2
α r c ( )
6ε2c2
2
8εc2 10 3ε2c2 12εc2 12
α r c ( )
6ε2c2
2
3ε2c2 4εc2 2
α r c ( )
6ε2c2
39
H απόσταση της Fc από την άνω παρειά υπολογίζεται:
2 3ε2c2 4εc2 2
α r c ( )
a1 c a2 c 6ε2c2 3εc2 (3ε2c2 4εc2 2)
a
3εc2 2 6ε2c2 (3εc2 2)
c α r c ( 3ε )
c2
Κατά τον ίδιο τρόπο που ορίστηκαν οι συντελεστές α και ka στην περιοχή 2α, εδώ
γίνονται:
3εc2 2
α
3εc2
εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 2)
c α α r c
a a
40
3.5.4 Περιοχή 3
Στην περιοχή 3 το μόνο που αλλάζει σε σχέση με την περιοχή 2β είναι ότι η άνω
ακραία ίνα της διατομής είναι σταθερά θλιβόμενη με τιμή παραμόρφωσης τη μέγιστη
παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κάμψη (εcu) ενώ ο κάτω οπλισμός εφελκύεται με
παραμορφώσεις (εs1) από εsu έως 0 (Σχ. 3.12). Όσον αφορά δηλαδή στην κατανομή
των τάσεων του σκυροδέματος δεν διαφέρει σε κάτι ριζικά, συνεπώς οι εξισώσεις της
περιοχής 2β, για τη δύναμη του σκυροδέματος και τη θέση της, ισχύουν και στην
περιοχή 3.
εcy2
εcy
εc2=εcu
εs2
a1
a Fc2
Fc a2
x σc(y2) σc(y2)
Fc1
d
y2 σc(y) σc(y)
y
0<εs1<εsu
d1
εc1
41
3.5.5 Περιοχή 4
Στην περιοχή 4, όπως και στην περιοχή 3, η άνω ακραία ίνα της διατομής είναι
σταθερά θλιβόμενη με τιμή παραμόρφωσης τη μέγιστη παραμόρφωση του
σκυροδέματος σε κάμψη (εcu) με τη διαφορά ότι ο κάτω οπλισμός θλίβεται (Σχ. 3.13).
Η κατανομή των παραμορφώσεων περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους όπως και στις
περιοχές 2β και 3, συνεπώς οι εξισώσεις της 2β ισχύουν και στην περιοχή 4.
εcy
εcy2
εc2=εcu
εs2
a a1
Fc2
Fc
a2
d x σc(y2) σc(y2)
Fc1
σc(y)
y2
y
εs1<0
d1
εc1
42
3.5.6 Περιοχή 5
Στην περιοχή 5 το σύνολο της διατομής θλίβεται και αυτό αντιστοιχεί σε περιπτώσεις
καθαρής θλίψης και θλίψης μεγάλης εκκεντρότητας, ήτοι κάμψη με θλιπτική αξονική
δύναμη με τον ουδέτερο άξονα εκτός διατομής. Τέτοιου είδους καταπονήσεις
παρουσιάζονται συνήθως σε υποστυλώματα οπότε δεν θα εξεταστεί καθόλου αυτή η
περιοχή παρακάτω. Ωστόσο χάριν πληρότητας δίνεται το ολοκλήρωμα που πρέπει να
υπολογιστεί, χωρίς τη λύση του. Λόγω της ιδιαιτερότητας αυτής της περιοχής θα
τροποποιηθούν κάποιοι ορισμοί.
Το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι ίσο με το ύψος της διατομής (h), αφού η διατομή
θλίβεται εξολοκλήρου (Σχ. 3.14).
Ο ιδεατός ουδέτερος άξονας βρίσκεται εκτός διατομής και η απόστασή του (e) από
την κάτω παρειά υπολογίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν:
εc2 εc 2 2
εc 2
εc2 εc2
43
Η κατανομή των τάσεων περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους του σκυροδέματος
οπότε θα χωριστεί η διατομή σε δυο τμήματα. Το πρώτο τμήμα είναι το κάτω μέρος
της διατομής έως το σημείο Γ όπου η παραμόρφωση είναι 2‰ και οι τάσεις
αντιστοιχούν στον α΄ κλάδο του σκυροδέματος, ενώ δεύτερο τμήμα είναι το υπόλοιπο
από το Γ και πάνω όπου το σκυρόδεμα είναι υπό πλήρη τάση.
2 2
αr
c1 ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 )
4
e e
c2 ∫ σc ( ) ∫α r c α r c [ 2
] α r c
2 2
c c1 c2
2 2
αr
a1 c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
e e
Αν και δεν είναι απαραίτητο να υπολογιστεί, η απόσταση της Fc1 από την άνω παρειά
είναι:
2 2 αr
∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
e e
4
a1
c1 c1
Η Fc2 δρα στο μέσο του δεύτερου τμήματος της θλιβόμενης ζώνης:
s εcu εcc
a2
2 2εcu
a c a1 c1 a2 c2
44
H απόσταση της Fc από την άνω παρειά υπολογίζεται:
a1 c a2 c
a
c
εcy
|εc2|>2
εs2
a1
Fc2
s a
Fc a2
|εcΓ|=2
d Γ σc(y2) σc(y2)
h
Fc1
x σc(y) σc(y)
h-s
y2 εs1
d1
y
εc1
Στις περιπτώσεις που υπάρχει οπλισμός μέσα στη θλιβόμενη ζώνη (πχ άνω οπλισμός
σε τμήμα των περιοχών 2 & 3, ή άνω και κάτω οπλισμός στις περιοχές 4 & 5), ο
χώρος που καταλαμβάνει ο οπλισμός και που συνεπώς δεν υπάρχει σκυρόδεμα, δεν
εξαιρέθηκε από τον τόπο ολοκλήρωσης. Ωστόσο κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει
διότι δεν είναι γνωστή η ποσότητα του οπλισμού κατά τη διαστασιολόγηση. Μπορεί
ωστόσο να γίνεται έλεγχος της επιρροής του οπλισμού κατόπιν.
45
3.5.8 Εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της δύναμης του σκυροδέματος
Εκτός από τον αναλυτικό τρόπο υπολογισμού της εξίσωσης Fc με ολοκλήρωση των
τάσεων ξεχωριστά για κάθε περιοχή, θα μπορούσε ο υπολογισμός της Fc να γίνεται
πολύ απλούστερα με αριθμητική ολοκλήρωση.
Η απόσταση yi του κέντρου βάρους κάθε λωρίδας από την κάτω παρειά είναι:
i
(i 1 0.5) (i 0.5)
Για μια δεδομένη παραμόρφωση έχοντας γνωστά τα εc2 & εs1, μπορεί να υπολογιστεί
η παραμόρφωση οποιοδήποτε άλλου σημείου μέσω της κλίσης της ευθείας της
κατανομής των παραμορφώσεων και των προσήμων των εc2 & εs1. Η παραμόρφωση
εκφράζεται με το πρόσημό της σαν απόλυτο μέγεθος επί τοις χιλίοις (πχ −3.5‰,
−2‰, 20‰ κτλ)
α r c εc,i 0
αr
σc,i c |εc,i |(4 |εc,i |) εcu εc,i
4
{0 εc,i 0
c
c αcc
γc
c,i σc,i i
c,i σc,i i ( i
) σc,i i [ (i 0.5) ]
c ∑ c ∑ σc i i
i 1 i 1
46
Ισορροπία των ροπών ως προς την άνω παρειά:
n
a c ∑ c
i 1
Ο τρόπος αυτός είναι πιο γενικός και μπορεί πολύ εύκολα να τροποποιηθεί για να
καλύπτει τραπεζοειδείς διατομές, ταυ, διπλό ταυ κ.α.
Είναι προφανές ότι σε όσο περισσότερες λωρίδες χωρίζεται η διατομή, δηλαδή όσο
μεγαλύτερο το n, τόσο μεγαλύτερη η ακρίβεια του αποτελέσματος. Στην περίπτωση
διαξονικής κάμψης, όπου ο ουδέτερος άξονας είναι κεκλιμένος, είναι ευκολότερο
αντί για λωρίδες, να χρησιμοποιηθούν ορθογώνια απειροστών διαστάσεων.
εc2
d2 As2 n εs2
n-1 Fc
n-2
Md ...
d
h i εc,i σc,i
Nd
...
yi 3
As1 2 εs1
d1 t 1
εc1
47
48
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Οι δυνάμεις των υλικών μπορούν να εξετάζονται από την πλευρά της καταπόνησης,
δηλαδή ως δρώσες δυνάμεις (Σχ. 4.1 αριστερά), ή από την πλευρά της από την
πλευρά της αντίστασης του υλικού, δηλαδή ως δυνάμεις αντίδρασης (Σχ. 4.1 δεξιά).
Στο προηγούμενο κεφάλαιο οι δυνάμεις του σκυροδέματος σχεδιάστηκαν ως
δυνάμεις καταπόνησης, ωστόσο αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο κατά τη διατύπωση των
εξισώσεων τους.
εcy
εc2
d2 εs2 Fs2 Fs2
a
As2 Fc Fc
x σc(y) σc(y)
Md
d
h y
Nd
Σχ. 4.1: Οι δυνάμεις των υλικών ως δρώσες δυνάμεις και ως δυνάμεις αντίδρασης του υλικού
Το γεγονός ότι το Γ.Δ.Π. έχει το θετικό ημιάξονα των x προς τα αριστερά έρχεται σε
αντίθεση με τη συνήθη πρακτική όπου ο τα θετικά x είναι προς τα δεξιά. Ωστόσο
όλες οι πληροφορίες που δίνει το Γ.Δ.Π. έχουν ενσωματωθεί στις εξισώσεις των
δυνάμεων και συνεπώς δεν είναι απαραίτητο πλέον. Γι’ αυτό το λόγο στο εξής οι
θετικές παραμορφώσεις θα σχεδιάζονται προς τα δεξιά και οι αρνητικές προς τα
αριστερά. Θα σχεδιάζεται το τμήμα της δοκού δεξιά από τη διατομή που εξετάζεται,
ενώ οι δυνάμεις των υλικών θα θεωρούνται ως δρώσες δυνάμεις (Σχ. 4.2 αριστερά)
49
ώστε να μπορεί να τηρηθεί η σύμβαση των εφελκυστικών δυνάμεων προς τα δεξιά
και των θλιπτικών προς τα αριστερά (Σχ. 4.2).
εcy
εc2
d2 εs2 Fs2 Fs2
a
As2 Fc Fc
x σc(y) σc(y)
Md
d
h y
Nd
Σχ. 4.2: Οι δυνάμεις των υλικών ως δρώσες δυνάμεις και ως δυνάμεις αντίδρασης του υλικού σύμφωνα
με τη συμβατική φορά των θετικών & αρνητικών παραμορφώσεων
Σύμφωνα με την σύμβαση των εφελκυστικών δυνάμεων προς τα δεξιά και των
θλιπτικών προς τα αριστερά, η δύναμη του σκυροδέματος Fc όπως είναι σχεδιασμένη
προς τα αριστερά έχει θετικό πρόσημο, ενώ οι θλιπτικές δυνάμεις συνηθίζεται να
θεωρούνται αρνητικές. Αν όμως σχεδιαστούν οι δρώσες δυνάμεις προς τα δεξιά, τότε
όταν μια δύναμη προκύπτει θετική, αυτό θα σημαίνει ότι όντως η φορά της είναι προς
τα δεξιά, άρα θα είναι εφελκυστική, ενώ όταν θα προκύπτει αρνητική, η φορά της θα
είναι προς τα αριστερά (αντίθετη αυτής που σχεδιάστηκε) και κατά συνέπεια θα είναι
θλιπτική (Σχ. 4.3).
50
εcy
εc2
εs2 Fs2
Fc
x σc(y)
Md
Nd y
εs1 Fs1
εc1
Ως ορθή ένταση εννοείται η ένταση που προκαλεί ορθές τάσεις στη διατομή. Ορθές
τάσεις προκαλούνται από αξονικές δυνάμεις και καμπτικές ροπές. Γενικά γίνεται η
θεώρηση πως οι δυνάμεις ακολουθούν την καμπύλωση του δομικού στοιχείου κατά
την παραμόρφωση και είναι συνεχώς κάθετες στη διατομή.
51
Για τις δυνάμεις αυτές θα πρέπει να ισχύουν τα εξής:
Οι δυνάμεις των οπλισμών Fs1 και Fs2 θα ασκούνται στα κέντρα βάρους των
οπλισμών.
Οι δυνάμεις Fs1 και Fs2 μπορούν να είναι είτε θλιπτικές είτε εφελκυστικές
ανάλογα με την παραμόρφωση εs στο κέντρο βάρους του κάθε οπλισμού,
θεωρώντας πως ο οπλισμός υφίσταται τις ίδιες παραμορφώσεις με το
περιβάλλον αυτού σκυρόδεμα.
Fs2
Fc
Md
=
Fs1
Σχ. 4.4: Ανάλυση της ροπής καταπόνησης σε επιμέρους δυνάμεις στα υλικά της διατομής
Είναι προφανές ότι οι δυνάμεις στις οποίες αναλύθηκε η καταπόνηση, δεν μπορούν
να είναι διαφορετικές από της δυνάμεις που αναλαμβάνουν τα υλικά με την
παραμόρφωσή τους (Σχ. 4.4).
52
4.3 Η δύναμη του σκυροδέματος συναρτήσει της παραμόρφωσης
Η δύναμη του σκυροδέματος και η απόστασή της από την άνω παρειά της διατομής
έχουν υπολογιστεί στο προηγούμενο κεφάλαιο:
c α α r c
a a
Όπου:
Αν z η απόσταση της δύναμης του σκυροδέματος από τη θέση του κάτω οπλισμού,
είναι:
εc2 εc2
a ( a ) ( a ) (1 a )
εc2 εs1 εc2 εs1
53
εc2
Fs2 εs2
a
Fc
x
d
Fs1 εs1
d1
εc1
Σχ. 4.5: Αποστάσεις της δύναμης σκυροδέματος & κατανομή των παραμορφώσεων
Στην περίπτωση του απλού οπλισμού η ροπή αναλύεται με μοναδικό τρόπο στη
δύναμη του σκυροδέματος και στη δύναμη του κάτω οπλισμού, διότι είναι
συγκεκριμένη κάθε φορά η μεταξύ τους απόσταση (Σχ. 4.6).
| c| c
a
Fc |Fc|
Md
d
= =
z
Fs1 Fs1
d1
54
Για την ισοδυναμία της καταπόνησης, η ισορροπία των δυνάμεων και των ροπών στη
θέση του κάτω οπλισμού είναι:
0 s1 | c| s1 | c|
M | c| M | c|
Ορίζεται ως Mc η ροπή της δύναμης του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό η
οποία είναι αριστερόστροφη (άρα θετική):
Mc | c|
M Mc | c|
Η δύναμη του σκυροδέματος καθώς και η θέση της, για δεδομένη διατομή και υλικά,
εξαρτάται μόνο από την παραμόρφωση και όπως έχει αναφερθεί υπάρχει
αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία μεταξύ της παραμόρφωσης και της δύναμης του
σκυροδέματος (και της θέσης αυτής). Επομένως και η ροπή Mc της δύναμης Fc ως
προς τον κάτω οπλισμό είναι συγκεκριμένη για κάθε παραμόρφωση. Πρέπει λοιπόν
να βρεθεί η παραμόρφωση της διατομής, για την οποία η ροπή της δύναμης του
σκυροδέματος ως προς τη θέση του κάτω οπλισμού ισούται με τη ροπή καταπόνησης.
Η ζητούμενη παραμόρφωση θα υπολογιστεί από την επίλυση της εξίσωσης:
M | c|
55
πρόβλημα με απλό οπλισμό, διότι στην περίπτωση του απλού οπλισμού όλη η
θλιπτική καταπόνηση παραλαμβάνεται από το σκυρόδεμα. Η λύση με απλό οπλισμό
θα είναι εφικτή με αύξηση της διατομής ή και της ποιότητας του σκυροδέματος.
Για την επίλυση της εξίσωσης πρέπει να είναι γνωστή η περιοχή του Γ.Δ.Π. στην
οποία θα ανήκει η παραμόρφωση, διότι αλλάζει το τυπολόγιο για τη δύναμη του
σκυροδέματος και τη θέση της. Αν υπολογιστεί η τιμή της Fc και η θέση αυτής z
(άρα και η ροπή αυτής ως προς τον κάτω οπλισμό) στην αρχή και στο τέλος κάθε
περιοχής, μπορεί να προβλεφθεί σε ποια περιοχή του Γ.Δ.Π. θα ανήκει η ζητούμενη
παραμόρφωση. Συνεπώς με γνωστή την περιοχή και το τυπολόγιο που ισχύει σε
αυτήν μπορεί να λυθεί η εξίσωση. Υπενθυμίζεται πως σε κάθε περιοχή η μια
παραμόρφωση είναι γνωστή, δηλαδή στην περιοχή 2 είναι εs1=εsu και απομένει να
βρεθεί η εcu, ενώ στην περιοχή 3 είναι εc2=εcu και απομένει βρεθεί η εs1. Η εξίσωση
μπορεί να λυθεί είτε αναλυτικά είτε αριθμητικά, ωστόσο προτιμάται η αριθμητική
επίλυση όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν φυσικά μεγέθη. Για διατομή που δεν
είναι ορθογωνική, ο αριθμητικός υπολογισμός της Fc και της θέσης της, όπως
περιγράφηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, είναι αρκετά πιο εύκολος από τον
αναλυτικό, συνεπώς η αναλυτική επίλυση της εξίσωσης δεν μπορεί να γίνει διότι δεν
υπάρχει τυπολόγιο σε αυτήν την περίπτωση. Ακόμη, υπέρ της αριθμητικής επίλυσης
συντελεί το ότι η λύση ανήκει σε γνωστό εύρος τιμών κάθε φορά, δηλαδή στην
περιοχή 2α το ζητούμενο εc2 θα είναι από 0 έως 2, στην περιοχή 2β το εc2 θα είναι από
2 έως εcu, ενώ στη περιοχή 3 το εs1 θα είναι από 0 έως εsu.
| c| α α r c
a a
εc2
εc2 εs1
εc2
(1 a )
εc2 εs1
Όπου
56
εc2 (6 εc2 ) (8 εc2 )
εc2 2 (Περ. 2α)
12 4(6 εc2 )
Η εξίσωση γίνεται:
M | c|
εc2
M (α α r c ) (1 a )
εc2 εs1
εc2 εc2
M (α α r c ) (1 a )
εc2 εs1 εc2 εs1
Από τη λύση της εξίσωσης έχει βρεθεί η παραμόρφωση (είτε αριθμητικά είναι
αναλυτικά) για την οποία η ροπή Mc είναι ίση με τη Md. Έτσι μπορεί να υπολογιστεί
και η τάση του οπλισμού:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε
Από την ισορροπία κατά x, αποδείχτηκε ότι οι δυνάμεις Fc και Fs1 είναι ίσες κατά
απόλυτη τιμή, οπότε:
M s1 ( Mc | c| )
M Mc
s1 ( | c |)
σs 1
s1 σs 1 As1
M Mc | c|
As1 ( )
σs 1 σs 1 σs 1
57
4.4.2 Επίλυση με ανηγμένα μεγέθη
| c| α α r c
a a
εc2
εc2 εs1
εc2
(1 a )
εc2 εs1
Όπου
Ορίζεται:
εc2
ξ
εc2 εs1
εc2
ζ 1 a 1 aξ
εc2 εs1
οπότε είναι
58
ζ
| c| α ξ α r c
Παρατηρείται ότι ενώ τα μεγέθη a, z και x εξαρτώνται από την παραμόρφωση και τη
γεωμετρία της διατομής, τα ανηγμένα μεγέθη ka, ζ και ξ εξαρτώνται μόνο από την
παραμόρφωση της διατομής και για κάθε επιτρεπτή παραμόρφωση από τους
κανονισμούς είναι συγκεκριμένα (ισχύει και το αντίστροφο), ανεξαρτήτως διατομής.
Τα ξ & ζ εκφράζουν τα x & z αντίστοιχα, ως ποσοστά του στατικού ύψους d.
Η εξίσωση που η λύση της θα δώσει την παραμόρφωση που ικανοποιεί την ισορροπία
είναι:
M | c| ( Mc )
M α ξ α r c ζ ( Mc )
2
M αξζ α r c ( Mc )
M Mc
2 αξζα r ( 2 )
c c
Ορίζεται:
μc αξζα r
οπότε είναι
Mc | c|
μc 2 ( 2 )
c c
59
παραμόρφωσης με το μέγεθος μc, στο εξής η παραμόρφωση που αντιστοιχεί σε ένα
συγκεκριμένο μc θα αναφέρεται καταχρηστικά και ως παραμόρφωση μc.
M
μs 2
c
Το μsd είναι μέγεθος της καταπόνησης, ενώ το μc είναι μέγεθος της παραμόρφωσης. Ο
παρονομαστής bd2fcd γράφεται ως [(bd)fcd]d. Τα b και d είναι διαστάσεις και το
γινόμενό τους είμαι εμβαδόν. Πολλαπλασιαζόμενα με fcd, δηλαδή τάση, το
αποτέλεσμα είναι δύναμη. Η δύναμη (bd)fcd επί το d, το οποίο είναι απόσταση, δίνει
σαν αποτέλεσμα ροπή [(bd)fcd]d.
Στο τέλος της περιοχής 3, είναι η παραμόρφωση για την οποία η διατομή έχει το
μέγιστο ύψος θλιβόμενης ζώνης, για παραμορφώσεις που αντιστοιχούν σε απλή
κάμψη και ισούται με το στατικό ύψος d. Αν θεωρηθεί ότι το σκυρόδεμα αναπτύσσει
πλήρη τάση fcd (χωρίς το μειωτικό συντελεστή αgr) στην ενεργό διατομή του στο
τέλος της περιοχής 3, ήτοι στη θλιβόμενη ζώνη διαστάσεων b∙d, τότε δύναμη που
αναλαμβάνει το σκυρόδεμα είναι (bd)fcd. Η δύναμη αυτή με μοχλοβραχίονα την
απόσταση d της άνω παρειάς από τον οπλισμό δίνει ένα οριακό μέγεθος ροπής, το
οποίο έχει μόνο λογιστική χρήση και η φυσική του ερμηνεία είναι ότι εκφράζει μια
οριακή ικανότητα της συγκεκριμένης διατομής για τη συγκεκριμένη ποιότητα
σκυροδέματος. Στο εξής θα αναφέρονται ως δύναμη και ροπή αναγωγής αντίστοιχα.
Συνεπώς τα μsd και μc είναι η ροπή καταπόνησης και η ροπή της δύναμης του
σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό αντίστοιχα, ανηγμένες στην εν λόγω ροπή
αναγωγής.
| c| α ξ α r c
| c|
αξα r
c
Ορίζεται:
ρc αξα r
60
Οπότε είναι
| c|
ρc
c
Το ρc είναι συνάρτηση των ανηγμένων μεγεθών α και ξ συνεπώς είναι και αυτό
μέγεθος της παραμόρφωσης, θετικό και αδιάστατο, με την οποία το συνδέει
αμφιμονοσήμαντη σχέση. Ο παρονομαστής bdfcd είναι η οριακή δύναμη της διατομής
του σκυροδέματος όπως περιγράφηκε προηγουμένως. Το ρc είναι απόλυτη τιμή τη
δύναμης του σκυροδέματος ανηγμένη στην δύναμη αναγωγής.
Mc | c|
Mc
| c|
2
μc c
ρc c
ζ
μc
ρc
ζ
μc ρc ζ
Ορίζεται:
s1
ρ1
c
Το ρ1 κατά αντιστοιχία με το ρc, είναι η δύναμη του οπλισμού ανηγμένη στην δύναμη
αναγωγής (bd)fcd και έχει πρόσημο ίδιο με τη δύναμη Fs1.
M Mc μs 2
c μc 2
c
μs μc
} }
s1 | c| ρ1 c ρc c
ρ1 ρc
μc αξζα r
61
Όπου
μc μs
Από την επίλυση της εξίσωσης υπολογίζεται η παραμόρφωση για την οποία η
ανηγμένη ροπή του σκυροδέματος μc είναι ίση με την ανηγμένη ροπή της
καταπόνησης. Έτσι μπορεί να υπολογιστεί και η τάση του οπλισμού:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε
Για κάμψη με απλό οπλισμό η ανηγμένη δύναμη του οπλισμού είναι ίση με την
ανηγμένη δύναμη του σκυροδέματος:
ρ1 ρc
ρ1 αξα r
s1 σs 1 As1
ρ1 c σs 1 As1
c
As1 ρ1
σs 1
62
Ο ισοδύναμος οπλισμός που με τάση σsd1 παραλαμβάνει δύναμη που είναι ίση κατά
μέτρο με την δύναμη αναγωγής είναι:
σs 1 Aισοδ.
s1 c
c
Aισοδ.
s1
σs 1
4.4.2.1 Περιοχή 2α
εs1 εsu
εc2 2
εc2 (6 εc2 )
α
12
(8 εc2 )
a
4(6 εc2 )
εc2
ξ
εc2 εs1
(8 εc2 ) εc2
ζ 1 aξ 1
4(6 εc2 ) εc2 εs1
μc αξζα r
48 48 48
3ε4c2 ( εs1 16)ε3c2 ( μ 24εs1 ) ε2c2 (2 μ 24εs1 ) εc2 μ ε2
αr c αr c α r c s1
63
Η 4βάθμια εξίσωσης έχει αρκετά πολύπλοκες λύσεις. Γι’ αυτό θα εφαρμοστεί
αριθμητική επίλυση με τη μέθοδο Newton-Raphson. Σε αυτήν τη μέθοδο προβλέπεται
μια αρχική προσέγγιση της λύσης. Έστω ότι η αρχική προσέγγιση είναι η τιμή της
παραμόρφωσης στο μεσοδιάστημα (0 , 2) του εύρους της λύσης, δηλαδή εc2,A =1.
Για την αρχική προσέγγιση που έγινε υπολογίζεται η τιμή του πολυωνύμου f(εc2,A)
και της παραγώγου του f΄(εc2,A).
48 48
12ε3c2 ( εs1 16)εc2 ( μc 24εs1 ) εc2 (2 μ 24εs1 )
αr αr c
(εc2 )
εc2 εc2
(εc2 )
n εc2 εc2
64
4.4.2.2 Περιοχή 2β
εs1 εsu
2 εc2 εcu
3εc2 2
α
3εc2
εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 )
εc2
ξ
εc2 εs1
μc αξζα r
6 12 6
(3 μ ) ε2 (6 μ )ε ε (2 4εs1 μ ε2 )
α r c c2 α r c s1 c2 α r c s1
Η λύση του τριωνύμου έχει δυο λύσεις, και αποδεκτή είναι μόνο αυτή που ανήκει στο
διάστημα (2, εcu):
12
(6 α r μc ) εs1 √Δ
εc2
6
2 (3 α μc )
r
Όπου
12 6 6
Δ (6 μ ) ε2s1 4 (3 μ ) (2 4εs1 μ ε2 )
αr c αr c α r c s1
65
4.4.2.3 Περιοχή 3
εc2 εcu
0 εs1 εsu
Τα ανηγμένα μεγέθη της παραμόρφωσης είναι όπως και στην περιοχή 2β:
3εc2 2
α
3εc2
εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 )
εc2
ξ
εc2 εs1
μc αξζα r
6 12 6
( μ ) ε2 (4 με 6εc2 ) εs1 (2 μ ε2 3 ε2c2 )
α r c s1 α r c c2 α r c c2
Η λύση του τριωνύμου έχει δυο λύσεις, και αποδεκτή είναι μόνο αυτή που ανήκει στο
διάστημα (0, εsu):
12
(4 α r μc εc2 6εc2 ) √Δ
εs1
6
2 (α μc )
r
Όπου
12 6 6
Δ (4 με 6εc2 ) 4 ( μc ) (2 μ ε2 3 ε2c2 )
α r c c2 αr α r c c2
66
4.4.2.4 Περιοχή 4
Τα ανηγμένα μεγέθη απαλλάσσονται από τις διαστάσεις της διατομής, τις ποιότητες
των υλικών και το μέγεθος της καταπόνησης. Μπορούν να έχουν γενική εφαρμογή
στο πρόβλημα της διαστασιολόγησης και με διαθέσιμες όλες τις εξισώσεις μπορούν
να σχεδιαστούν διαγράμματα και να συνταχθούν πίνακες διαστασιολόγησης. Κάτι
τέτοιο θα ήταν αδύνατο με τα φυσικά μεγέθη. Τέτοιου είδους πίνακες παρατίθενται
στο κεφάλαιο 6, ενώ αντίστοιχα διαγράμματα διαστασιολόγησης παρατίθενται στο
κεφάλαιο 7.
67
4.5 Ισορροπία της διατομής για κάμψη με διπλό οπλισμό
Στο πρόβλημα της απλής κάμψης με διπλό οπλισμό, ο κάτω οπλισμός εφελκύεται ενώ
ο άνω οπλισμός, ανάλογα με την παραμόρφωση και την απόσταση του από την άνω
παρειά της διατομής, είναι δυνατόν να θλίβεται ή να εφελκύεται. Οι λύσεις με τον
άνω οπλισμό να εφελκύεται είναι δυνατές όμως είναι αντιοικονομικές σε σχέση με
αυτές που προκύπτουν όταν θλίβεται. Το εύρος των παραμορφώσεων για τις οποίες ο
άνω οπλισμός εφελκύεται έχει αφετηρία την αρχή της περιοχής 2α και είναι δυνατό
να καλύπτει μέρος της περιοχής 2 ή ακόμη και τμήμα της περιοχής 3 (Σχ. 4.7). Οι
λύσεις θα αναζητηθούν στις περιοχές 2 και 3 με εξαίρεση το τμήμα για το οποίο
προκύπτει εφελκυόμενος άνω οπλισμός.
0 εcc εcu
B
d2 εsu
2α 2β
2 3
3α
Md 3β
d
Nd
A
d1 εsu εy
Σχ. 4.7: Διάφορες θέσεις του άνω οπλισμού στο Γενικευμένο Διάγραμμα Παραμορφώσεων
68
Αρχικά υπολογίζεται η παραμόρφωση του άνω οπλισμού συναρτήσει των άλλων δυο
παραμορφώσεων (εc2 και εs1). Καθώς το σκυρόδεμα συμμετέχει μόνο στην παραλαβή
θλιπτικών τάσεων, οι οποίες προκαλούνται από θλιπτικές (αρνητικές)
παραμορφώσεις, έχει γίνει η σύμβαση από το προηγούμενο κεφάλαιο ακόμη ότι θα
εισάγεται σε όλες τις εξισώσεις με θετικό πρόσημο. Με το ίδιο σκεπτικό θα
αναπτυχθεί και η εξίσωση για το εs2, ώστε να προκύπτει θετικό, καθώς μόνο οι
περιπτώσεις θλιβόμενου άνω οπλισμού θα εξεταστούν. Από τα όμοια τρίγωνα (Σχ.
4.8) είναι:
εc2 εs2 2 ξ 2
εs2 εc2 εs2 εc2
2 ξ
ξ 2
εs2 εc2
ξ
εs2 εs1 2 ξ 2
εs2 εs1 εs2 εs1
2 ξ
ξ 2
εs2 εs1
1 ξ
( 2) ( 2)
εs2 εc2 εs1 ( 1)
( 2) 2 2
εs2 εc2 εs1 (1 1)
2 2
εs2 εc2 (1 ) εs1
Το ξ εκφράζει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) ως ποσοστό του στατικού ύψους (d).
Στην αρχή της περιοχής 2α (εc2=0) το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μηδενικό,
συνεπώς η πρώτη εξίσωση παρουσιάζει αοριστία, αν και στη λύση με θλιβόμενο άνω
69
οπλισμό η παραμόρφωση αυτή ανήκει στις μη αποδεκτές. Στο τέλος της περιοχής 3
θα δυο αυτά μήκη (x και d) είναι ίσα οπότε το ξ ισούται με τη μονάδα και η δεύτερη
εξίσωση του εs2 θα οδηγήσει σε αοριστία λόγω του παρονομαστή (1−ξ). Γι’ αυτό το
λόγο προτιμήθηκε η τρίτη εξίσωση στην οποία δεν υπεισέρχεται το ξ.
εc2
εs2 d2
x
d
εs1
d1
εc1
Για την ανάλυση της ροπής σε δυο δυνάμεις οι άγνωστοι είναι τρεις, ήτοι οι δυνάμεις
F1, F2 και η μεταξύ τους απόσταση α, ενώ οι εξισώσεις είναι δυο, η ισορροπία των
δυνάμεων και η ισορροπία των ροπών. Συνεπώς ένας από τους τρεις αγνώστους
πρέπει να επιλεγεί για να λυθεί το πρόβλημα και να υπολογιστούν οι άλλοι δυο.
Στο πρόβλημα της κάμψης με απλό οπλισμό, η ροπή αναλύθηκε στις δυνάμεις Fc και
Fs1 με απόσταση z. Όμως οι άγνωστοι Fc και z συνδέονται μέσω της παραμόρφωσης,
οπότε στην ουσία το πρόβλημα είχε δυο αγνώστους, την παραμόρφωση και την Fs1
και έτσι με τις δυο εξισώσεις ισορροπίας προέκυψε μονοσήμαντα μια λύση. Ωστόσο
στο πρόβλημα με διπλό οπλισμό, η ροπή πρέπει να αναλυθεί στις δυνάμεις Fc, Fs1, Fs3
με τις δυο μεταξύ τους αποστάσεις. Ακόμη όμως και με τη σχέση της Fc και της
θέσης της με την παραμόρφωση, καθώς και τις δεδομένες θέσεις των οπλισμών το
σύστημα είναι αόριστο, διότι οι άγνωστοι είναι τρεις (Fs1,Fs2 και παραμόρφωση) ενώ
οι εξισώσεις δυο. Συνεπώς πρέπει ένα από τα δεδομένα να επιλεγεί.
70
Η ροπή καταπόνησης αναλύεται σε τρεις δυνάμεις Fc, Fs2 και Fs1 (Σχ. 4. ). Οι Fc και
Fs2 είναι αρνητικές (θλιπτικές) και η πραγματική τους φορά είναι προς τα αριστερά,
οπότε:
| c| c
| s2 | s2
Για την ισοδυναμία της καταπόνησης, η ισορροπία των δυνάμεων και των ροπών στη
θέση του κάτω οπλισμού είναι:
0 s1 | c| | s2 | s1 | c| | s2 |
M | c| | s2 | ( 2) M | c| | s2 | ( 2)
d2 Fs2 |Fs2|
a
Fc |Fc|
Md
d
= =
z
Fs1 Fs1
Σχ. 4.9: Πραγματική κατεύθυνση των Fc και s2 και ισοδυναμία της καταπόνησης
Η ροπή της δύναμης του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό είναι
αριστερόστροφη (άρα θετική):
Mc | c|
71
Συνεπώς πρέπει όχι όλη, αλλά ένα μέρος της ροπής καταπόνησης θα παραληφθεί από
το σκυρόδεμα:
M Mc | s2 | ( 2)
| s2 | ( 2) M Mc
M Mc
| s2 |
2
Η δύναμη του κάτω οπλισμού θα είναι σύμφωνα με την ισορροπία των δυνάμεων:
s1 | c| | s2 |
s σs As
Mc | c|
72
Η παραμόρφωση του άνω οπλισμού είναι θλιπτική, συνεπώς και η τάση του θα είναι
αρνητική λόγω της αρνητικής Fs2:
σs 2 0 |σs 2 | σs 2
M Mc
| s2 |
2
M Mc
|σs 2 |As2
2
1 M Mc
As2
|σs 2 | ( 2)
s1 | c| | s2 |
Mc M Mc
s1
2
Mc M Mc
|σs 1 |As1
2
1 Mc M Mc
As1 [ ]
σs 1 ( 2)
Από τις εξισώσεις γίνεται κατανοητό πως κάθε παραμόρφωση οδηγεί και σε
διαφορετική λύση οπλισμών. Η ροπή του σκυροδέματος που θα επιλεγεί πρέπει να
αντιστοιχεί σε παραμόρφωση των περιοχών 2 ή 3, για την οποία ο άνω οπλισμός
θλίβεται. Για να είναι μέσα στις περιοχές 2 ή 3 η ροπή θα έχει κατώτατο όριο την
τιμή στην αρχή της 2α (Μc,2α=0) και ανώτατο όριο την τιμή στο τέλος της 3β (Μc,3β).
Όμως για να θλίβεται ο άνω οπλισμός πρέπει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) να
είναι μεγαλύτερο από την επικάλυψη d2, δηλαδή:
73
εc2
2
εc2 εs1
Στην περιοχή 2 είναι εs1=εsu και εc2 από 0 έως εcu, ενώ στην περιοχή 3 είναι εc2=εcu και
εs1 από 0 έως εsu. Η ανίσωση λύνεται και στις δυο περιοχές, αλλά μόνο η μία λύση θα
είναι αποδεκτή (εντός εύρους).
Στην περιοχή 2:
2
εc2 εs1
2
Στην περιοχή 3:
2
εs1 εc2
2
M Mc
| s2 |
( 2)
Στην οριακή περίπτωση που επιλογή ροπή σκυροδέματος επιλεχθεί (εφόσον αυτό
είναι συμβατό) ίση με τη ροπή καταπόνησης οι εξισώσεις ταυτίζονται με αυτές του
απλού οπλισμού. Πράγματι:
Αν Mc = Md η Fs2 θα είναι:
M Mc
| s2 | 0
( 2)
Mc M Mc Mc | c|
s1
2
74
Ο κάτω οπλισμός υπολογίζεται:
1 Mc M Mc 1 Mc 1
As1 [ ] | |
σs 1 ( 2) σs 1 σs 1 c
s1 | c| | s2 |
M Mc | s2 | ( 2)
Κατά αντιστοιχία με την ανηγμένη δύναμη του κάτω οπλισμού (ρ1), ορίζεται και η
s2
ρ2
c
Η δύναμη Fs2 είναι θλιπτική και έχει αρνητικό πρόσημο, συνεπώς και η ανηγμένη
τιμή της είναι αρνητική:
ρ2 0 |ρ2 | ρ2
Ανάγονται οι δυνάμεις και οι ροπές στη δύναμη και στη ροπή αναγωγής της
διατομής:
s1 | c| | s2 |
ρ1 ρc |ρ2 |
c c c
M Mc | s2 | ( 2)
( 2)
μs μc |ρ2 |
2
c
2
c
2
c } }
ρ1 ρc ρ2 ρ1 ρc ρ2
} μc μs
μs μc ρ2 (1 ) ρ2
2 (1 2 )
75
Συνεπώς οι ανηγμένες εξισώσεις ισορροπίας είναι:
μc μs
ρ2
(1 2 )
μc μc μ s
ρ1
ζ (1 2 )
s1 σs 1 As1
ρ1
c c
s2 σs 2 As2
ρ2
c c
Η παραμόρφωση του άνω οπλισμού είναι θλιπτική, συνεπώς και η τάση του θα είναι
αρνητική λόγω της αρνητικής Fs2:
σs 2 0 σs 2 |σs 2 |
c μc μs c μs μc c
As2 ρ2
σs 2 (1 2 ) σs 2 (1 2 ) |σs 2 |
c μc μc μs c μc μs μc c
As1 ρ1 [ ] [ ]
σs 1 ζ (1 2 ) σs 1 ζ (1 2 ) σs 1
76
(μc,3β). Όμως για να θλίβεται ο άνω οπλισμός πρέπει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης
(x) να είναι μεγαλύτερο από την επικάλυψη d2, δηλαδή:
2 ξ 2
Όπως αποδείχθηκε και στην επίλυση με φυσικά μεγέθη, στην οριακή περίπτωση που
η ανηγμένη ροπή σκυροδέματος επιλεχθεί ίση με την ανηγμένη ροπή καταπόνησης
(εφόσον αυτό είναι συμβατό), τότε η εξισώσεις εκφυλίζονται σε αυτές του απλού
οπλισμού.
Στην κάμψη με απλό οπλισμό, το σκυρόδεμα παραλαμβάνει όλες τις θλιπτικές τάσεις
ενώ ο οπλισμός όλες τις εφελκυστικές και λόγω τις ισορροπίας οι δυνάμεις των δυο
υλικών είναι ίσες κατά μέτρο. Στην κάμψη με διπλό οπλισμό όπου ο άνω οπλισμός
θλίβεται, ο κάτω οπλισμός εξακολουθεί να παραλαμβάνει όλες τις εφελκυστικές
τάσεις, όμως από τις εξισώσεις ισορροπίας είτε των φυσικών, είτε των ανηγμένων
μεγεθών γίνεται φανερό ότι ένα μέρος των θλιπτικών τάσεων παραλαμβάνεται από το
σκυρόδεμα βάση της επιλογής της παραμόρφωσης, ενώ το υπόλοιπο από τον άνω
οπλισμό. Ο επιμερισμός της θλιπτικής καταπόνησης στο σκυρόδεμα και τον άνω
οπλισμό μπορεί να είναι οποιοσδήποτε αρκεί να αντιστοιχεί σε αποδεκτή
παραμόρφωση σύμφωνα με τα όρια που έχουν τεθεί. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε και
προηγουμένως κάθε επιλογή οδηγεί σε διαφορετική λύση οπλισμών.
77
Ακόμη, στα προβλήματα απλού οπλισμού η λύση είναι μονοσήμαντα προσδιορισμένη
ενώ στον διπλό οπλισμό οποιαδήποτε παραμόρφωση, εντός των ορίων που έχουν
τεθεί, είναι αποδεκτή.
Στον απλό οπλισμό η ροπή καταπόνησης εφόσον πρέπει να είναι ίση με τη ροπή
σκυροδέματος, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από αυτήν που αντιστοιχεί στο τέλος
της περιοχής 3β. Αν η ροπή καταπόνησης είναι μεγαλύτερη το πρόβλημα δεν μπορεί
να λυθεί. Στο διπλό οπλισμό, το πρόβλημα μπορεί να λυθεί και για ροπές
καταπόνησης μεγαλύτερες από αυτήν που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα στο τέλος της
περιοχής 3β, καθώς την υπόλοιπη ροπή αναλαμβάνει ο άνω οπλισμός.
Τέλος, είναι δυνατόν ένα πρόβλημα διπλού οπλισμού να μην έχει λύση στην
περίπτωση που η ροπή καταπόνησης μsd είναι μικρότερη από το κάτω όριο των
αποδεκτών σκυροδέματος μc. Αυτό συμβαίνει διότι έχει επιλεχθεί πολύ μεγάλη
διατομή για τη συγκεκριμένη ροπή καταπόνησης με αποτέλεσμα η ανηγμένη ροπή να
προκύπτει αρκετά μικρή.
Παράδειγμα
Οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο άνω οπλισμός θλίβεται προσδιορίζονται από την
επίλυση της ανίσωσης x > d2 στις περιοχές 2 & 3:
Στην περιοχή 2:
2 2 0.05
εc2 εs1 εsu 20 2.22
2 2 0.5 0.05
εc2 2.22
78
Στην περιοχή 3:
2 0.5 0.05
εs1 εc2 3.5 31.5
2 0.05
εs1 31.5
Από από την επίλυση των ανισώσεων μόνο η πρώτη έχει λύση εντός αποδεκτού
εύρους. Για να θλίβεται λοιπόν ο άνω οπλισμός πρέπει η παραμόρφωση του
σκυροδέματος να είναι μεγαλύτερη από 2.22, πράγμα που σημαίνει ότι η
παραμόρφωση αυτή βρίσκεται στην περιοχή 2β. Η οριακή περίπτωση για την οποία ο
άνω οπλισμός έχει μηδενική παραμόρφωση είναι για εs1=εsu=20 και εc2=2.22 ενώ η
αντίστοιχη ανηγμένη ροπή σκυροδέματος υπολογίζεται σύμφωνα με το τυπολόγιο της
περιοχής 2β:
45781
μc,εs2=0 0.0572
800000
Ακόμη στο τέλος της περιοχής 3β είναι εs1=0 και εc2=εcu=3.5 ενώ η αντίστοιχη
ανηγμένη ροπή σκυροδέματος είναι:
2363
μc,3β=0 0.401
5880
α)
M 350
μs 0.28
2 30
c 0.25 0.52 103
1.5
β)
M 475
μs 0.38
2 30
c 0.25 0.52 1.5 103
79
Συνεπώς η επιλογή της ανηγμένης παραμόρφωσης ροπής σκυροδέματος πρέπει να
κυμαίνεται στο εύρος:
α)
0.0572 μc 0.28
β)
0.0572 μc 0.38
Κάθε επιλογή της παραμόρφωσης περιορίζει τις δυνατές λύσεις σε μια και οι δυνατές
περιπτώσεις λύσεων είναι οι εξής:
Μια λύση για συγκεκριμένη αναλογία Αs2/As1, όπου μπορεί ο άνω οπλισμός
να είναι περισσότερος, λιγότερος, ή ίσος (συμμετρικός οπλισμός) με τον
κάτω.
80
Οι διαφορετικές λύσεις οφείλονται στο ότι η δύναμη που αναλαμβάνει μια
συγκεκριμένη διατομή σκυροδέματος δεν είναι μια, αλλά εξαρτάται από την
παραμόρφωση αυτής, η οποία εξαρτάται και από τους οπλισμούς.
81
Πίνακας 4.1: Αποτελέσματα διαστασιολόγησης διπλού οπλισμού για ανηγμένη ροπή καταπόνσης μsd=0.28
82
Πίνακας 4.2: Αποτελέσματα διαστασιολόγησης διπλού οπλισμού για ανηγμένη ροπή καταπόνσης μ sd=0.38
83
4.5.4 Οικονομικός οπλισμός
Μια μόνο επιλογή ανηγμένης ροπής σκυροδέματος δίνει τον λιγότερο συνολικό
οπλισμό. Αν επιλεγεί το πρόβλημα να λύνεται κάθε φορά με κριτήριο την
οικονομικότητα, τότε οι θεωρητικά άπειρες αποδεκτές λύσεις περιορίζονται σε μια.
Αξίζει όμως να γίνουν μερικές επισημάνσεις για τη διακύμανση των τιμών των
μεγεθών που υπεισέρχονται στον υπολογισμό των οπλισμών, συναρτήσει της
μεταβολής της τιμής της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος:
Από την αρχή της περιοχής 2 προς το τέλος αυτής αλλά και μέχρι το τέλος της
3 αυξάνεται το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) και η παραμόρφωση της άνω
παρειάς στην περιοχή 2 αυξάνεται ενώ στην περιοχή 3 είναι σταθερή. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται η δύναμη σκυροδέματος. Συνεπώς σε
μεγαλύτερο μc αντιστοιχεί μεγαλύτερη δύναμη σκυροδέματος c που σημαίνει
καλύτερη εκμετάλλευση του σκυροδέματος.
84
Από τις δυο προηγούμενες παρατηρήσεις συμπεραίνεται πως όσο μεγαλύτερο
το μc, απαιτείται λιγότερος οπλισμός άνω καθώς αφενός βελτιώνεται η
εκμετάλλευση του σκυροδέματος αυξάνοντας την Fc και μειώνοντας την
απαίτηση για την Fs2 και αφετέρου αυξάνεται η τάση του άνω οπλισμού.
Η αύξηση του μc μειώνει την Fs2 η οποία έχει σταθερό σημείο εφαρμογής και
αυξάνει την Fc μετατοπίζοντας το σημείο εφαρμογής της προς τα κάτω,
συνεπώς και η συνισταμένη των θλιπτικών δυνάμεων μετατοπίζεται προς τα
κάτω λόγω της Fc, και το μέτρο τα αυξάνεται καθώς η ροπή της είναι σταθερή
ως προς τη θέση του κάτω οπλισμού και ίση με Md. Εφόσον ο κάτω οπλισμός
παραλαμβάνει όλη την εφελκυστική καταπόνηση, η δύναμή του Fs1 μεγαλώνει
για να ισορροπήσει την αυξανόμενη θλιπτική καταπόνηση ως συνέπεια της
αύξησης του μc.
85
του μc για την οποία προκύπτει λύση με απλό οπλισμό, η οποία είναι και η
οικονομικότερη λύση, ενώ στο δεύτερο παράδειγμα η αύξηση του μc οδηγεί σε
μείωση του συνολικού απαιτούμενου οπλισμού μέχρι ενός σημείου, όπου προκύπτει
λύση για τον οικονομικότερο οπλισμό, ενώ για μεγαλύτερες τιμές του μc η αύξηση
του κάτω οπλισμού γίνεται με μεγαλύτερο ρυθμό μεταβολής από το ρυθμό μείωσης
του άνω οπλισμού με αποτέλεσμα ο συνολικός οπλισμός να αυξάνεται. Δηλαδή η
αύξηση του μc έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού οπλισμού, μέχρι της
οριακής τιμής, η οποία στη βιβλιογραφία συναντάται ως μlim, για την οποία προκύπτει
ο οικονομικότερος οπλισμός, ενώ περαιτέρω αύξηση του μc συνεπάγεται την αύξηση
του οπλισμού. Σε κάθε περίπτωση όμως εξακολουθεί να υπάρχει ο περιορισμός:
Στην πρώτη περίπτωση μsd < μlim δεν μπορεί να επιλεγεί η τιμή μlim καθώς υπάρχει ο
περιορισμός μc < μsd. Η πιο οικονομική λύση προκύπτει για τη μέγιστη τιμή του μc
που μπορεί να επιλεγεί, ήτοι μc = μsd η οποία είναι η λύση του απλού οπλισμό.
Στην περίπτωση που μlim < μsd μπορεί να επιλεχθούν τιμές έως και μsd όμως κάθε
επιλογή μεγαλύτερη από το μlim έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του συνολικού
οπλισμού. Συνεπώς η πιο οικονομική λύση προκύπτει για μc=μlim.
Συνεπώς η οριακή τιμή μlim, εκτός από το να είναι αυτή που αντιστοιχεί στην
οικονομικότερη λύση για τα προβλήματα διπλού οπλισμού, χωρίζει τα προβλήματα
σε αυτά που οικονομικότερη είναι η λύση του απλού οπλισμού (μc=μsd) και σε αυτά
που η οικονομικότερη λύση είναι με διπλό οπλισμό και μάλιστα για την τιμή μc=μlim.
Ο προσδιορισμός του μlim, μπορεί να γίνει με αναλυτικό ή αριθμητικό τρόπο. Για λίγο
πιο σύνθετες διατομές από αυτήν της ορθογωνικής, όπως είναι οι πλακοδοκοί, ο
αναλυτικός υπολογισμός γίνεται σημαντικά δυσκολότερος όμως μπορεί να γίνει
αριθμητικός υπολογισμός με τη χρήση υπολογιστή. Για τον αναλυτικό προσδιορισμό
του μlim πρέπει να γίνει μελέτη της συνάρτησης του αθροίσματος των οπλισμών,
ξεχωριστά για κάθε περιοχή του Γ.Δ.Π. και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις περιπτώσεις
που διαρρέει ή όχι ο άνω και ο κάτω οπλισμός. Σε κάθε περίπτωση το μ lim εξαρτάται
86
από την ποιότητα του χάλυβα καθώς αυτή επηρεάζει την παραμόρφωση διαρροής
αλλά και από τη θέση του άνω οπλισμού η οποία εκφράζεται από το λόγο d2/d.
Η συνάρτηση είναι:
μc μs μc c μs μc c
As1 As2 [ ]
ζ (1 2 ) σs 1 (1 2 ) |σs 2 |
μc μs μc 1 μs μc 1
[ ]
ζ (1 2 ) σs 1 (1 2 ) |σs 2 |
Mc M Mc 1 M Mc 1
[ ]
( 2 ) σs 1 ( 2 ) |σs 2 |
Η διαδικασία για τον αριθμητικό προσδιορισμό του μlim παρουσιάζεται στο κεφάλαιο
των πλακοδοκών.
Ο αναλυτικός υπολογισμός του μlim έχει μεγάλη έκταση και ξεφεύγει από το σκοπό
της παρούσας πτυχιακής, γι’ αυτό το λόγο παρατίθεται η εξίσωση υπολογισμού χωρίς
απόδειξη. Για ορθογωνικές διατομές ο αναλυτικός τύπος είναι:
87
μc,3β εs1 ε (τέλος 3β)
88
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Πλακοδοκοί
89
(α) (β) (γ)
Η ισορροπία των δυνάμεων που αναπτύσσονται στη διατομή δεν διαφέρει στην
περίπτωση της πλακοδοκού. Η διαδικασία της διαστασιολόγησης είναι ίδια, ωστόσο
οι εξισώσεις για τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος είναι διαφορετικές,
καθώς αλλάζει η γεωμετρία της θλιβόμενης ζώνης. Σε αυτήν την περίπτωση είναι
προτιμότερο να γίνονται οι υπολογισμοί με φυσικά μεγέθη, όπως περιγράφηκαν στο
προηγούμενο κεφάλαιο και στο τέλος να υπολογίζονται τα αντίστοιχα ανηγμένα.
Ακόμη, ο υπολογισμός του μlim θα γίνεται αριθμητικά καθώς η ανάπτυξη αναλυτικού
τυπολογίου είναι αρκετά επίπονη διαδικασία.
90
5.3 Υπολογισμός της δύναμης του σκυροδέματος
| |
Το yh χρειάζεται στους υπολογισμούς μόνο όταν το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι
μεγαλύτερο από το πάχος της πλάκας (x>hf). Όπως θα φανεί παρακάτω υπάρχουν
διαφορετικές υποπεριπτώσεις για τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος και
της θέσης αυτής. Χάριν περιορισμού και γενίκευσης του τυπολογίου όπου αυτό είναι
δυνατό, το yh θα οριστεί ως εξής:
{ όταν
Ο περιορισμός του τυπολογίου είναι επιθυμητός και για την περίπτωση που
επιλέγεται αριθμητική ολοκλήρωση καθώς τα ίδια ολοκληρώματα θα μπορούν να
χρησιμοποιηθούν σε διαφορετικές υποπεριπτώσεις.
91
5.3.1 Περιοχή 2α
Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.3):
εcy
|εc2|<2‰
d2 εs2 a Fc
hf
As2 x σc(y)
yh y
d
h
d1
εc1
c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0
3 2
α r c εc2 εc2 2
1 εc2
[( e )( ) e ( )]
12 2 2 12
92
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που
υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος
στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( )
0
a
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0
3
εc2 εc2 4 2 2 3
8 ε
( ) ( 12 4
( 48 c2 )
e 16 2 3 ) e
εc2 3 2
3 (6 εc2
( e )( ) e )
12 2 12
Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μικρότερο από το πάχος
της πλάκας (Σχ. 5.4):
εcy
|εc2|<2‰
d2 a σc(y)
x εs2 Fc
hf As2 y
d
h
d1
εc1
93
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:
εc2 (6 εc2 )
c ∫ σc ( ) e α r c e
12
0
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται μέσω της ισορροπίας του
∫ σc ( ) e ( )
0 (8 εc2 )
a
4(6 εc2 )
∫ σc ( ) e
0
Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί το τυπολόγιο για την περίπτωση που x > hf αρκεί
να ληφθεί yh= 0.
c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0
3 2
α r c εc2 εc2 2
1 εc2 εc2 (6 εc2 )
[( e )( ) e ( )] α r c e
12 2 2 12 12
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( )
0
a
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0
3
εc2 εc2 4 2 2 3
8 ε
( )( 4
( 48 c2 )
e 12 16 2 3 ) e
(8 εc2 )
εc2 3 2
3 (6 εc2 4(6 εc2 )
( )(
e 12 2 ) e 12 )
94
5.3.2 Περιοχή 2β
2
εc2
5.3.2.1 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου στον
κορμό
Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.5):
εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2
hf a
As2 εs2
Fc
x σc(y2)
yh y2 σc(y)
d
h y
As1
d1 εs1= εsu
εc1
Σχ. 5.5: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 < yh
95
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:
c ∫ σc ( ) ∫α r c ∫α r c e
0 2
2
ε
2 c2
ε2c2 3
2
α r c [ ( 2 2
) e ( )]
2 12
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που
υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος
στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:
2
∫ σc ( ) ( ) ∫ α r c ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ α r c ∫ α r c e
0 2
2 2 3
εc2 εc2 42 3 2 2 2 2
εc2 ( 2 2 2 2 2 2 2
3 ) ( ) e (2 )
12 16 2 2 2
εc2 2
2
ε2c2 32
( 2 2)
e
2( )
2 12 2
96
5.3.2.3 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου στην
πλάκα
Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.6):
εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2 a σc(y2)
hf
As2 x εs2 Fc
y2 σc(y)
yh y
d
h
d1
εc1
Σχ. 5.6: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 > yh
97
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:
c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫α r c e
0 2
3 2 2
α r c εc2 εc2 2
εc2 32
[( e )( ) e ( )] α r c e ( 2
)
12 2 2 12
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της
ισορροπίας του αθροίσματος στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:
2
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2
3 2 2
εc2 εc2 4 3 2 2
εc2 3
εc2 42 3 2 2
εc2 ( )( ( 22 2 2 2
( 22
3 ) 3 ) 2)
e εc2 e e
12 2 16 12 16 2
εc2 3 2 2 εc2 32
εc2 ( )( ( 22
2 ) 12 )
εc2 2( )
e 12 e e 2
98
5.3.2.4 Θλίβεται τμήμα της πλάκας
Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μικρότερο από το πάχος
της πλάκας (Σχ. 5.7):
εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2 a σc(y2)
As2 x εs2 Fc
hf y2 σc(y)
y
d
h
d1
εc1
Σχ. 5.7: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 > yh
2
3εc2 2
c ∫ σc ( ) e ∫α r c e α r e c ( )
3εc2
0 2
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που
υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος
2
∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
εc2 (3εc2 4) 2
a 2 2εc2 (3εc2 2)
∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2
Παρατηρείται πως οι εξισώσεις μοιάζουν με της ορθογωνικής δοκού στην περιοχή 2β,
όμως αντί για b, το πλάτος είναι beff.
99
Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί το τυπολόγιο για την περίπτωση που x > hf & y2 > yh αρκεί να ληφθεί yh= 0.
c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫α r c e
0 2
3 2 2
α r c εc2 εc2 2
εc2 32 3εc2 2
[( e )( ) e ( )] α r c e ( 2
) α r e c ( )
12 2 2 12 3εc2
2
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2
3 2 2
εc2 εc2 4 3 2 2
εc2 3
εc2 42 3 2 2
εc2 ( )( ( 22 2 2 2
( 22
3 ) 3 ) 2)
e εc2 e e
12 2 16 12 16 2 εc2 (3εc2 4) 2
εc2 3 2 2 εc2 32 2εc2 (3εc2 2)
εc2 ( )( ( 22
2 ) 12 )
εc2 2( )
e 12 e e 2
100
5.3.3 Περιοχή 3 & 4
Οι εξισώσεις που αναπτύχθηκαν για τις τρεις περιπτώσεις τις περιοχής 2β μπορούν να
χρησιμοποιηθούν και στις περιοχές 3 & 4, όπως φάνηκε και στο κεφάλαιο για τις
ορθογωνικές δοκούς.
Στην περιοχή 3 θα πρέπει να ληφθεί εc2=εcu και εsu < εs1 <0 ενώ η περιοχή 4 δεν θα
εξεταστεί καθώς όπως έχει αναφερθεί δεν αντιστοιχεί σε προβλήματα καθαρής
κάμψης.
Η απόσταση z υπολογίζεται:
όπου d = h − d1
Έτσι υπολογίζεται η ροπή του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό στα όρια
κάθε περιοχής:
Mc c∙
Mc M
101
Στο διπλό οπλισμό μπορεί να επιλεχθεί είτε η ροπή του σκυροδέματος ως φυσικό
μέγεθος, ή μπορεί να εισαχθεί μια ανηγμένη τιμή. Σε κάθε περίπτωση παραμόρφωση
και ροπή έχουν αντιστοίχιση 1-1. Στην περίπτωση που επιλεχθεί ανηγμένη τιμή, αυτή
ορίζεται ως:
Mc | c|
μc 2 ( 2 )
e c e c
Mc c∙
Περιοχή 2α:
εs1 εsu
εc2 (0 , 2]
Περιοχή 2β:
εs1 εsu
εc2 [2 , εcu ]
Περιοχή 3:
εc2 εcu
εs1 (0 , εsu ]
102
β) Το διάστημα αυτό διαιρείται σε n τμήματα πλάτους s:
1 0
s
n
γ) Γίνεται επαναληπτική διαδικασία n+1 φορές (0...n) όπου υπολογίζεται κάθε φορά η
τιμή της παράστασης
Mc c∙
ε 0 n∙s
δ) Έστω εmin η παραμόρφωση για την ελάχιστη τιμή της παράστασης. Το εύρος που
θα αναζητηθεί η λύση περιορίζεται σε
[ 0 1]
όπου:
0 ε in s
1 ε in s
ήτοι:
|Mc c∙ |
103
Υπολογίζεται η δύναμη του εφελκυόμενου και του θλιβόμενου οπλισμού:
M Mc
| s2 |
2
Mc M Mc
s1
2
1 Mc M Mc
As1 [ ]
σs 1 ( 2)
1 M Mc
As2
|σs 2 | ( 2)
Στην περίπτωση του απλού οπλισμού όπου Mc=Md εύκολα αποδεικνύεται ότι
Fs2=As2=0
Mc
μc 2
e c
c
ρc
e c
μc μs s1
ρ2
(1 2 ) e c
μc μc μs s2
ρ1
ζ (1 2 ) e c
e c μc μs e c μs μc e c
As2 ρ2
σs 2 (1 2 ) σs 2 (1 2 ) |σs 2 |
e c μc μc μs e c μc μs μc e c
As1 ρ1 [ ] [ ]
σs 1 ζ (1 2 ) σs 1 ζ (1 2 ) σs 1
104
5.5 Προσδιορισμός του οικονομικού οπλισμού
Η ζητούμενη αυτή παραμόρφωση ανήκει στην περιοχή 3 στο εύρος (x0 , x1) όπου:
0 0
1 εsu
1 0
s
n
β) Γίνεται επαναληπτική διαδικασία n+1 φορές (0...n) όπου υπολογίζεται κάθε φορά
η τιμή της παράστασης
Mc M Mc 1 M Mc 1
[ ]
( 2 ) σs 1 ( 2 ) |σs 2 |
εs1 0 n∙s
δ) Έστω εmin η παραμόρφωση για την ελάχιστη τιμή Kmin της παράστασης. Το εύρος
που θα αναζητηθεί η λύση περιορίζεται σε
[ 0 1]
όπου:
0 ε in s
1 ε in s
105
εs1 =20 εs1=20 εs1 =2.174 εs1=0
εc2 =-2 εc2=-3.5 εc2 =-3.5 εc2=-3.5
μc=0.0498 μc=0.0961 εs =15 εs =10 εs =5 μc=0.3155 μc=0.4019
As,tot εs1
(cm2 ) (‰)
25
100 20
15
50 10
2.174
0 0
0 0.1 0.2 0.3 0.4 μc
As,tot εs1 εy
Διαγρ. 5.8: Απεικόνιση επαναληπτικής διαδικασίας για τον υπολογισμό του μ lim σε ορθογωνική διατομή κατά ΕΚΟΣ
106
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
107
Πίνακας 6.1 : Αριθμητικοί και αναλυτικοί υπολογισμοί του προγράμματος
Περιοχή 2α 2β 3 2α 2β 3
δύναμη
Αναλυτικά Αναλυτικά
σκυροδέματος
παραμόρφωση Αριθμητικά Αναλυτικά Αριθμητικά
Αριθμητικά
μlim & Αριθμητικά
Αναλυτικά
Οι παραδοχές που έγιναν κατά την ανάπτυξη των εξισώσεων υιοθετούνται και στο
πρόγραμμα. Συγκεκριμένα, μπορούν να διαστασιολογηθούν ορθογωνικές διατομές ή
πλακοδοκοί με απλό οπλισμό, διπλό οπλισμό ή με την οικονομικότερη λύση και
καλύπτονται σκυροδέματα ποιότητας έως και C50 καθώς στα σκυροδέματα
μεγαλύτερης αντοχής ο πρώτος κλάδος του νόμου σ-ε είναι καμπύλη γ΄ βαθμού, ενώ
ο χάλυβας των οπλισμών μπορεί να έχει κράτυνση ή όχι και οι τιμές των παραμέτρων
είναι οι προτεινόμενες από τον εκάστοτε κανονισμό, με δυνατότητα τροποποίησης
τους.
6.2.1 Διαστασιολόγηση
108
Εικόνα 6.1: Ενεργοποίηση λειτουργίας διαστασιολόγησης
Στο παράθυρο που ανοίγει στο πεδίο «Διατομή» επιλέγεται ο τύπος της διατομής
«Ορθογωνική» ή «Πλακοδοκός» και εμφανίζεται η αντίστοιχη εικόνα δεξιά, για την
επεξήγηση των συμβόλων (Εικόνες 6.2 & 6.3).
109
Η εισαγωγή των διαστάσεων b, h, d1, d2 γίνεται πληκτρολογώντας την τιμή τους σε m
στα πλαίσια κειμένου κάτω από την επιλογή της διατομής. Όταν είναι επιλεγμένη η
πλακοδοκός εμφανίζονται επιπλέον τα hf και beff .
Η ροπή καταπόνησης η οποία πρέπει να έχει θετική τιμή σε kNm εισάγεται στο
πλαίσιο Md.
Η διαστασιολόγηση μπορεί να γίνει κατά ΕΚΟΣ 2000, Ευρωκώδικα 2 είτε για γενική
περίπτωση με όλες τις διαθέσιμες παραμέτρους. Η επιλογή γίνεται στο πεδίο
«Κανονισμός» (Εικόνα 6.4)
Η επιλογή του ΕΚΟΣ εμφανίζει στο πεδίο «σκυρόδεμα» το πλαίσιο του συντελεστή
αgr με προεπιλεγμένη τιμή 0.85 σύμφωνα με τον κανονισμό, ενώ η επιλογή του
Ευρωκώδικα 2 εμφανίζει το πλαίσιο αcc με προεπιλεγμένη τιμή 1 όπως συνιστάται.
(Εικόνες 6.4 & 6.5)
110
Εικόνα 6.5: Ευρωκώδικας 2
Η επιλογή της γενικής περίπτωσης εμφανίζει και τους δυο συντελεστές αgr και αcc με
προεπιλεγμένη τιμή 1. Οι τιμές των αgr και αcc στις περιπτώσεις όπου εμφανίζονται
μπορούν να τροποποιηθούν (Εικόνα 6.6).
111
κανονισμούς. Η χαρακτηριστική θλιπτική αντοχή του σκυροδέματος (σε MPa) και ο
συντελεστή ασφαλείας του εισάγονται στα πλαίσια fck και γc αντίστοιχα. Η θλιπτική
αντοχή σχεδιασμού εμφανίζεται στο πλαίσιο fcd και επαναϋπολογίζεται αυτόματα σε
κάθε μεταβολή των fcd, γc, αcc (Εικόνα 6.7)
Η χαρακτηριστική αντοχή διαρροής του χάλυβα (σε MPa), η οποία θεωρείται ίση σε
θλίψη και εφελκυσμό και στους δυο κανονισμούς και ο συντελεστής ασφαλείας του
εισάγονται στα πλαίσια fyk και γs αντίστοιχα. Το μέτρο ελαστικότητας Εs λαμβάνεται
ίσο με 200 GPa και στους δυο κανονισμούς, ωστόσο μπορεί να τροποποιηθεί. Η
αντοχή διαρροής σχεδιασμού καθώς και η αντίστοιχη παραμόρφωση διαρροής
σχεδιασμού εμφανίζονται στα πλαίσια fyd και εyd και επαναϋπολογίζονται αυτόματα
σε κάθε μεταβολή των fyk, γs και Εs (Εικόνα 6.8)
112
Εικόνα 6.9: Χάλυβας στον ΕΚΟΣ 2000
113
Εικόνα 6.10: Ευρωκώδικας 2 Χάλυβας με κεκλιμένο β΄ κλάδο
114
Εικόνα 6.12: Ευρωκώδικας 2 Χάλυβας με οριζόντιο β΄ κλάδο
Το πεδίο «Τρόπος επίλυσης» έχει τρεις επιλογές απλός, οικονομικός και διπλός
οπλισμός. Επιλέγοντας απλό οπλισμό, η διατομή θα διαστασιολογηθεί μόνο με
εφελκυόμενο οπλισμό.
115
Αν επιλεχθεί διπλός οπλισμός, όπως φάνηκε και στο κεφάλαιο της διαστασιολόγησης,
πρέπει να επιλεχθεί μια παραμόρφωση, διαφορετικά οι αποδεκτές λύσεις είναι
άπειρες. Σε αυτήν την περίπτωση η επιλογή της παραμόρφωσης της διατομής γίνεται
μέσω της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος μc καθώς συνδέονται μεταξύ τους με
αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία.
116
Εικόνα 6.15: Επίλυση για οικονομικό οπλισμό
Με επιλεγμένη τη διατομή και την καταπόνηση, τον κανονισμό, τα υλικά και τον
τρόπο επίλυσης, η επίλυση γίνεται με απλό κλικ το κουμπί «Run». Αν δεν έχει γίνει
κάποια λάθος επιλογή, εμφανίζεται το μlim στο πεδίο της διατομής (Εικόνα 6.16), το
πεδίο των αποτελεσμάτων (Εικόνες 6.17 & 6.18), το πλαίσιο εμπλουτισμένου
κειμένου (Εικόνα 6.19) και το σκαρίφημα της διατομής που δίνει την έκταση της
θλιβόμενης ζώνης και την κατανομή των παραμορφώσεων στη διατομή (Εικόνα
6.20).
117
Εικόνα 6.17: Πεδίο αποτελεσμάτων χωρίς άνω οπλισμό
118
ζ απόσταση της δύναμης σκυροδέματος από τον εφελκυόμενο οπλισμό
ανηγμένη στο στατικό ύψος d1 (αδιάστατο)
119
Στο πλαίσιο εμπλουτισμένου κειμένου είναι συγκεντρωμένα τα δεδομένα και τα
αποτελέσματα της επίλυσης και μπορούν να επιλεχθούν και να αντιγραφούν όλα μαζί
για να μεταφερθούν σε πρόγραμμα κειμενογράφου.
Τέλος το σκαρίφημα της διατομής με τη θλιβόμενης ζώνη δίνει μια πιο παραστατική
εικόνα της παραμόρφωσης.
120
Ωστόσο υπάρχει πιθανότητα να μην εμφανιστούν τα αποτελέσματα αλλά κάποιο
προειδοποιητικό μήνυμα.
Στην περίπτωση του απλού οπλισμού αν η ροπή καταπόνησης ξεπερνάει τη ροπή που
μπορεί να παραλάβει η διατομή (στο τέλος της περιοχής 3) τότε η επίλυση δεν μπορεί
να γίνει και εμφανίζεται το αντίστοιχο μήνυμα (Εικόνα 6.21). Για να μπορέσει να
γίνει η διαστασιολόγηση πρέπει υπάρχουν οι εξής επιλογές:
121
6.2.2 Παραγωγή πινάκων
Στο παράθυρο που ανοίγει το πεδίο διατομή έχει μόνο το λόγο d2/d και εδώ
διαφαίνεται η χρησιμότητα των ανηγμένων μεγεθών, καθώς απαλλάσσουν το
πρόβλημα από τις φυσικές διαστάσεις και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σύνταξη
βοηθημάτων γενικής εφαρμογής. Στην περίπτωση πλακοδοκού προστίθενται και τα
πλαίσια των λόγων hf/d και beff/b (Εικόνες 6.24 & 6.25)
Όσον αφορά στα υλικά και τους κανονισμούς ισχύει η ίδια περιγραφή που έγινε και
για τη λειτουργία της διαστασιολόγησης. Η μόνο διαφορά είναι πως δεν δίνεται η
επιλογή της «Γενικής περίπτωσης» και της επίλυσης για διπλό οπλισμό. Η επίλυση
γίνεται με απλό κλικ το κουμπί «Generate Table».
122
Εικόνα 6.24: Ορθογωνική διατομή
123
Στην περίπτωση του απλού οπλισμού γίνονται διαδοχικές επιλύσεις για ανηγμένες
ροπές καταπόνησης μsd από 0.01 μέχρι την οριακή ικανότητα της διατομής σε κάμψη,
ήτοι στο τέλος της περιοχής 3β, με βήμα 0.01. Οι επιλύσεις για τιμές στα όρια των
περιοχών 2α-2β, 2β-3α, 3α-3β καθώς η επίλυση για τιμή καταπόνησης ίση με μlim
βρίσκονται συγκεντρωμένες στο τέλος του πίνακα είναι ώστε να διακρίνονται
ευκολότερα (Εικόνα 6.26). Ωστόσο τα αποτελέσματα μπορούν να ταξινομηθούν
κάνοντας κλικ πάνω στον τίτλο της στήλης μsd (Εικόνα 6.27). Σε αρκετές περιπτώσεις
το όριο της περιοχής 3α-3β συμπίπτει με το μlim (Εικόνα 6.27).
124
Εικόνα 6.26 Αποτελέσματα για απλό οπλισμό
125
Εικόνα 6.27: Ταξινόμηση των αποτελεσμάτων
126
Εικόνα 6.28 Αποτελέσματα για οικονομικό οπλισμό
127
6.3 Επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του RC-Beam
128
6.3.1 Παράδειγμα για ΕΚΟΣ 2000
129
6.3.2 Παράδειγμα για Ευρωκώδικα 2
130
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Παραμετρικές επιλύσεις
131
συναρτήσει της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος μc. Στην περίπτωση απλού οπλισμού
η ανηγμένη ροπή καταπόνησης μsd ισούται με αυτήν του σκυροδέματος και το
μηχανικό ποσοστό οπλισμού ισούται με την ανηγμένη δύναμη σκυροδέματος ρc. Με
γνωστό το τυπολόγιο μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί ο απαιτούμενος οπλισμός. Τα
ίδια διαγράμματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για διπλό οπλισμό με το ανάλογο
τυπολόγιο. Σημειώνεται πως τα διαγράμματα έχουν σχεδιαστεί για οπλισμό με
χαρακτηριστική αντοχή διαρροής fyk=500 MPa και παραμόρφωση διαρροής
σχεδιασμού εyd=2.174‰.
Τα δυο πρώτα διαγράμματα είναι για τον ΕΚΟΣ, το πρώτο με την κανονική τιμή του
συντελεστή αgr (Διαγρ. 7.1 & 7.2). Το τρίτο διάγραμμα είναι για τον Ευρωκώδικα με
την προτεινόμενη τιμή του αντίστοιχου συντελεστή αcc=1 (Διαγρ. 7.3).
Γίνεται φανερό πως η διαφορά του μηχανικού ποσοστού οπλισμού μεταξύ των
κανονισμών για τις συνήθεις τιμές ανηγμένης ροπής είναι αμελητέα. Από μόνο τους
όμως αυτό το συγκριτικό διάγραμμα δεν μπορεί να παρέχει πλήρη εικόνα καθώς στον
υπολογισμό του οπλισμού υπεισέρχεται και η τάση.
132
εs1 =20 εs1 =20 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
μc=0.0498 μc=0.0961 μc=0.3155 μc=0.4019
εs1
α , ka , ρc , ξ , ζ εc2
(‰)
1.1 110
1.0 100
0.9 90
0.8 80
0.7 70
0.6 60
0.5 50
0.4 40
0.3 30
0.2 20
0.1 10
2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1
133
εs1 =20 εs1 =20 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
α , ka , ρc , ξ , ζ μc=0.0585 μc=0.1131 μc=0.3712 μc=0.4728 εs1
εc2
(‰)
1.1 110
1.0 100
0.9 90
0.8 80
0.7 70
0.6 60
0.5 50
0.4 40
0.3 30
0.2 20
0.1 10
2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1
134
εs1 =67.5 εs1 =67.5 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
μc=0.0190 μc=0.0391 μc=0.3712 μc=0.4728
εs1
α , ka , ρc εc2
ξ,ζ (‰)
1.1 110
1.0 100
0.9 90
0.8 80
0.7 70
0.6 60
0.5 50
0.4 40
0.3 30
0.2 20
0.1 10
2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1
135
εs1=67.5 εs1=20 εs1=20 εs1=2.174 εs1=2.174 εs1=0 εs1=0
εc2=-2 εc2=-2 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5
μc=0.0190 μc=0.0498 μc=0.0961 μc=0.3155 μc=0.3712 μc=0.4019 μc=0.4728
ρc
0.8
0.7
0.6
0.5
0.4
0.3
0.2
0.1
0
0 εs1=67.5 0.1 0.2 0.3 0.4 0.5 μc
εc2=-3.5 ΕΚΟΣ 2000 Eurocode 2
μc=0.0391
Διαγρ. 7.4: Συγκριτικό διάγραμμα μc-ρc για EC2 (αcc=1.00) & ΕΚΩΣ (αgr=0.85)
136
7.3 Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος
Ακόμη, για σταθερή ροπή, η αύξηση της ποιότητας του σκυροδέματος μετά από ένα
σημείο κι έπειτα δεν έχει σημαντική διαφορά στον οπλισμό.
137
M d=350 KNm
As,tot
(cm2 )
30
25
20
15
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.5: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=350kNm
138
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )
14
12
10
8
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.6: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d= Μd=200kNm
139
M d=100 KNm
As,tot
(cm2 )
5.5
4.5
4
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.7: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=100kNm
140
7.4 Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα
Το πρώτο διάγραμμα είναι για ροπή 350kNm, το δεύτερο για 200 N και το τρίτο
για 100kNm.
Παρατηρείται πως η αύξηση της αντοχής του χάλυβα προκαλεί σημαντική μείωση
του απαιτούμενου οπλισμού, ειδικά στη μεγάλη ροπή. Ωστόσο η κράτυνση δεν
προκαλεί καθόλου μείωση των οπλισμών στη μεγάλη ροπή, ενώ μια μικρή διαφορά
υπάρχει στην μικρότερη ροπή. Αυτό ερμηνεύεται εύκολα από το ότι όταν η
καταπόνηση βρίσκεται αρκετά κοντά στην αρχή της περιοχής 3α, η παραμόρφωση
του χάλυβα έχει μόλις αρχίσει να μειώνεται από τη μέγιστη τιμή της, συνεπώς η τάση
του οπλισμού έχει τη μεγαλύτερη δυνατή διαφορά από την τάση διαρροής
σχεδιασμού, με την οποία γίνεται ίση όταν η καταπόνηση βρίσκεται προς το τέλος
της περιοχής 3α.
141
M d=350 KNm
As,tot
(cm2 )
30
25
20
15
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.8: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μd=350kNm
142
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )
14
12
10
6
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.9: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=200kNm
143
M d=100 KNm
As,tot
(cm2 )
3
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.10: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=100kNm
144
7.5 Επιρροή του συνεργαζόμενου πλάτους των πλακοδοκών
Όπως έχει αναφερθεί και στο κεφάλαιο των πλακοδοκών, όταν η δοκός βρίσκεται σε
στάθμη όπου υπάρχει πλάκα, οι κανονισμοί δίνουν τη δυνατότητα να ληφθεί υπ’ όψιν
η συμμετοχή της πλάκας στην παραλαβή των θλιπτικών τάσεων της δοκού. Σε αυτήν
την ανάλυση εξετάζεται η επιρροή της τιμής του συνεργαζόμενου πλάτους πλάκας
δοκού. Θεωρήθηκε μια τυπική ορθογωνική διατομή διαστάσεων b=0.2m, h=0.5m
επικάλυψης d1=d2=0.05m με ροπής καταπόνησης Μd=200kNm. Οι επιλύσεις έγιναν
για οικονομικό οπλισμό με χάλυβα χαρακτηριστικής αντοχής διαρροής fyk=500MPa
(για τον ΕC2 δεν λήφθηκε υπ’ όψιν η κράτυνση του χάλυβα).
145
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )
12
11
10
9
0.2 0.4 0.6 0.8 1.0 1.2 1.4 1.6 1.8 2.0 beff (m)
ΕΚΟΣ EC2 αcc=1
Διαγρ. 7.11: Επιρροή του συνεργαζόμενου πλάτους στην ποσότητα του οπλισμού
146
7.6 Διαφορά οικονομικού και απλού οπλισμού κατά ΕΚΟΣ & EC2
Στο πρώτο διάγραμμα παρίσταται η ποσότητα του απλού και του οικονομικού
οπλισμού συναρτήσει της ροπής καταπόνησης. Στον Ευρωκώδικα η επιρροή της
κράτυνσης εκφράζεται με την ποσοστιαία μείωση που προκαλεί στην ποσότητα του
οικονομικού οπλισμού, καθώς η διαφορά σε απόλυτα μεγέθη είναι τόσο μικρή, που
γραφικά είναι αρκετά δύσκολο να παρασταθεί. Παρατηρείται πως μετά το όριο της
οικονομικότητας το οποίο για τη συγκεκριμένη διατομή και ποιότητα χάλυβα
συμπίπτει με το τέλος της περιοχής 3α, οι καμπύλες απλού και οικονομικού οπλισμού
διαχωρίζονται καθώς η τοποθέτηση και θλιβόμενου οπλισμού είναι πλέον η
οικονομικότερη λύση.
147
2α-2β 2α-2β 2β-3α 3α-3β 3α-3β Τέλος 3β Τέλος 3β
Μ d =20 Μ d =52 Μ d =100 Μ d =329 Μ d =387 Μ d =419 Μ d =493
As,tot
(cm2 ) (%)
22
40 20
18
16
30
14
12
20 10
6
10
4
0 0
0 2β-3α 100 200 300 400 500 Μ d (kNm)
Μ d =41 As,tot EC2 As EC2 As,tot ΕΚΟΣ As ΕΚΟΣ Ποσοστό μείωσης με κράτυνση
148
2α-2β 2α-2β 2β-3α 3α-3β 3α-3β Τέλος 3β Τέλος 3β
Μ d =20 Μ d =52 Μ d =100 Μ d =329 Μ d =387 Μ d =419 Μ d =493
As,tot
(cm2 )
30
20
10
0
0 2β-3α 100 200 300 400 500 M d (kNm)
Μ d =41 As1 EC2 As2 EC2 As1 ΕΚΟΣ As2 ΕΚΟΣ
Διαγρ. 7.13: Επιρροή της ροπής στην ποσότητα του εφελκυόμενου και θλιβόμενου οπλισμού
149
150
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Συμπεράσματα
Η κατανόηση των μεθόδων και των λειτουργιών που διέπουν τη λύση του
προβλήματος της διαστασιολόγησης δοκών οπλισμένου σκυροδέματος σε κάμψη,
είναι μια διαδικασία πολύ πιο απαιτητική από την απλή χρήση πινάκων και
τυπολογίων από τεχνικά εγχειρίδια για την επίλυση του ίδιου προβλήματος. Σε καμία
περίπτωση δεν υπονοείται πως είναι λανθασμένη η δεύτερη προσέγγιση ούτε και
γίνεται ο ισχυρισμός πως η πρώτη υπερτερεί της δεύτερης. Αντιθέτως, οι δυο
προσεγγίσεις λειτουργούν συμπληρωματικά η μια στην άλλη, καθώς η
ολοκληρωμένη γνώση των παραμέτρων του προβλήματος και της λύσης του δίνει
άλλη αξία στα προαναφερθέντα βοηθήματα. Ο μελετητής καθίσταται ικανός να
αντλήσει όλη την πληροφόρηση που του παρέχουν τα βοηθήματα αυτά, μπορεί να
ελίσσεται καλύτερα και να βρίσκει τη βέλτιστη λύση, αφού πλέον γνωρίζει όλες τις
επιλογές που έχει και είναι σε θέση να εκτιμήσει τη χρησιμότητα των πινάκων καθώς
αντιλαμβάνεται τον υπολογιστικό φόρτο από τον οποίο απαλλάσσεται, ειδικά όταν
δεν είναι δυνατή η χρήση Η/Υ.
Η εργασίας αυτή αποτελεί μια απλή εισαγωγή καθώς είναι το απλούστερη, αλλά
σημαντική για την κατανόηση, περίπτωση διαστασιολόγησης σε κάμψη. Ως συνέχειά
προτείνονται τα εξής θέματα:
151
Σύγκριση της μεθόδου και τον αποτελεσμάτων των νέων κανονισμών με τη
μέθοδο των επιτρεπόμενων τάσεων.
152
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σέξτος Αν. & Κατσάνος Ευάγγ. (2009), «Τεχνικές Προγραμματισμού και χρήσης
λογισμικού Η/Υ στις κατασκευές», Εκδόσεις Αϊβαζή, Θεσσαλονίκη
Foxxal J. (2010), «Teach yourself Visual Basic 2010 in 24 hours», Sams Publishing,
Indianapolis U.S.A.
Narayanan R.S. & Beeby A. (2005), «Desi ners’ Gui e o EN 1 2-1-1 and EN
1992-1-2 Eurocode 2: Design of Concrete Structures. General rules and rules for
buildings and structural fire design», Thomas Telford Ltd, London
153
154