You are on page 1of 164

DEPARTMENT OF CIVIL ENGINEERING

& SURVEYING ENGINEERING & GEOINFORMATICS


FACULTY OF APPLIED TECHNOLOGY
TECHNOLOGICAL EDUCATIONAL INSTITUTE OF
CENTRAL MACEDONIA
SERRES

DISSERTATION

R/C Beam Section Design for Bending

Analytical Calculation and Accompanying


Software Development

Student: Konstantinos Tompoulidis


Supervisor: Georgios Panagopoulos

SERRES OCTOBER 2013


R/C Beam Section Design for Bending
Analytical Calculation and
Accompanying Software Development

Student

Konstantinos Tompoulidis
6333

Supervisor

Georgios Panagopoulos
Civil Engineer MSc
Applications Professor (corr. Lecturer)

DEPARTMENT OF CIVIL ENGINEERING


& SURVEYING ENGINEERING & GEOINFORMATICS
FACULTY OF APPLIED TECHNOLOGY
TECHNOLOGICAL EDUCATIONAL INSTITUTE OF
CENTRAL MACEDONIA
SERRES
October 2013
ABSTRACT

Scope of this dissertation is the design of reinforced concrete beams for bending
according to EKOS 2000 (Greek Regulation for Reinforced Concrete 2000) and
Eurocode 2. After the first introductory chapter, information about the materials and
their deformations according to the regulations is presented, followed by the third
chapter where the forces acting on and, as will be shown later, carried by the materials
in the form of resultants of stresses developed due to deformation. The procedure of
design for rectangular cross section is presented in the fourth chapter with the starting
point being the equilibrium of the cross section. The method is analyzed both in terms
of normalized and physical values, for single or double reinforcement and the
economy of double reinforcement solutions is investigated. In the firth chapter, T-
beams are examined and the proposed method of numeric solution of equilibrium
equations for the calculation of deformation is outlined, as well as the algorithm for
numeric evaluation of the most economical solution. The accompanying software RC-
Beam, that was developed for the purpose of this dissertation, is presented in the sixth
chapter, where two comparative examples, putting the results of RC-Beam against pi-
design software results, are included, while in chapter seven parametric analysis
results with the aforementioned software are presented. Follows the epilogue with the
confusions that this dissertation lead to and proposals for further study.

Keywords: reinforced, concrete, beam, bending, reinforcement, design

i
ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ
ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΣΕΡΡΕΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Διαστασιολόγηση σε κάμψη δοκών Ο/Σ

Αναλυτικός υπολογισμός και ανάπτυξη


βοηθητικού λογισμικού

Σπουδαστής: Τομπουλίδης Κωνσταντίνος


Επιβλέπων: Παναγόπουλος Γεώργιος

ΣΕΡΡΕΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2013


Διαστασιολόγηση σε κάμψη δοκών Ο/Σ
Αναλυτικός υπολογισμός και ανάπτυξη
βοηθητικού λογισμικού

Σπουδαστής

Τομπουλίδης Κωνσταντίνος
6333

Επιβλέπων

Παναγόπουλος Γεώργιος
Πολιτικός Μηχανικός MSc
Καθηγητής Εφαρμογών

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ


ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΣΕΡΡΕΣ
Οκτώβριος 2013
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Αντικείμενο της εργασίας αυτής είναι η διαστασιολόγηση δοκών οπλισμένου


σκυροδέματος σε κάμψη σύμφωνα με τον ΕΚΩΣ 2000 και τον Ευρωκώδικα 2. Μετά
το πρώτο κεφάλαιο που αποτελεί την εισαγωγή, παρουσιάζονται τα δεδομένα των
κανονισμών σε ό,τι αφορά τα υλικά και τις παραμορφώσεις αυτών και ακολουθεί το
τρίτο κεφάλαιο όπου υπολογίζονται οι δυνάμεις που καταπονούν τα υλικά και όπως
θα φανεί, παραλαμβάνονται από αυτά, ως συνισταμένες των τάσεων που
αναπτύσσονται λόγω της παραμόρφωσης. Η πορεία της διαστασιολόγησης για
ορθογωνική διατομή παρουσιάζεται στο τέταρτο κεφάλαιο με αφετηρία την
ισορροπία της διατομής. Αναλύεται η διαδικασία με ανηγμένα και φυσικά μεγέθη, για
απλό και διπλό οπλισμό και στη συνέχεια γίνεται διερεύνηση της οικονομικότητας
των λύσεων διπλού οπλισμού. Στο πέμπτο κεφάλαιο εξετάζονται οι πλακοδοκοί και
περιγράφεται η προτεινόμενη διαδικασία αριθμητικής επίλυσης των εξισώσεων
ισορροπίας για τον υπολογισμό της παραμόρφωσης καθώς και ο τρόπος αριθμητικού
προσδιορισμού της οικονομικής λύσης. Η παρουσίαση του βοηθητικού λογισμικού
RC-Beam, που αναπτύχθηκε στα πλαίσια αυτής της εργασίας, γίνεται στο έκτο
κεφάλαιο, όπου περιλαμβάνονται και δυο συγκριτικά παραδείγματα, στα οποία
γίνεται αντιπαραβολή των αποτελεσμάτων του RC-Beam με αυτά του λογισμικού pi-
design, ενώ στο έβδομο κεφάλαιο παρατίθενται τα αποτελέσματα παραμετρικών
επιλύσεων με το εν λόγω λογισμικό. Ακολουθεί ο επίλογος με τα συμπεράσματα στα
οποία οδήγησε η παρούσα εργασία καθώς επίσης και προτάσεις για συνέχεια.

Λέξεις κλειδιά: οπλισμένο, σκυρόδεμα, δοκός, κάμψη, οπλισμός, διαστασιολόγηση

i
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Ευχαριστώ όλους όσους με στήριξαν στις σπουδές μου, οικογένεια, φίλους και
καθηγητές. Θα ήθελα όμως να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως ορισμένους ανθρώπους, η
συμβολή των οποίων ήταν καθοριστική για την περάτωση της εργασίας, ξεκινώντας
από τον καθηγητή του Τ.Ε.Ι. Κεντρικής Μακεδονίας και φίλο μου κ. Παναγόπουλο
Γεώργιο, για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε αναθέτοντάς μου αυτήν την εργασία,
όσο και για την πολύτιμη βοήθεια και συνεργασία του τόσο για την εκπόνησή της
όσο και κατά τη διάρκεια της πρακτικής μου άσκησης στο Τ.Ε.Ι. Συνεχίζοντας θα
ήθελα να ευχαριστήσω τον Δρ. Βασίλη Κουκουλογιάννη, καθηγητή και φίλο μου, για
τις συμβουλές του για τις αριθμητικές επιλύσεις αλλά και για τη στήριξή του
γενικότερα, καθώς και την κ. Στέλλα Παπαϊωάννου, συμφοιτήτρια και φίλη μου, για
το σχεδιασμό και την επιμέλεια του εξώφυλλου. Τέλος, ευχαριστώ την εταιρία
τεχνικού λογισμικού π-systems και τον πρόεδρό της κ. Κωνσταντινίδη Απόστολο για
την παραχώρηση εκπαιδευτικής άδειας χρήσης του λογισμικού pi-design.

ii
ΛΙΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ i

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ii

ΛΙΣΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ iii

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή 1

Κεφάλαιο 2: Επιτρεπόμενες παραμορφώσεις 3

2.1 Δυνατές παραμορφώσεις διατομής υπό ορθή καταπόνηση 3

2.2 Επιτρεπτές παραμορφώσεις από τους κανονισμούς 4

2.3 Γενικευμένο Διάγραμμα Παραμορφώσεων 7

2.4 Περιοχές του Γενικευμένου Διαγράμματος Παραμορφώσεων 9

2.5 Περιορισμός των λύσεων 11

Κεφάλαιο 3: Αναπτυσσόμενες τάσεις 13

3.1 Τάση σκυροδέματος 13

3.2 Τάση χάλυβα 19

3.3 Οι δυνάμεις των υλικών ως αποτέλεσμα της παραμόρφωσης 24

3.4 Η δύναμη που αναλαμβάνει ο οπλισμός 25

3.5 Η δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα 28

3.5.1 Περιοχή 1 32

3.5.2 Περιοχή 2α 33

3.5.3 Περιοχή 2β 36

3.5.4 Περιοχή 3 41

3.5.5 Περιοχή 4 42

3.5.6 Περιοχή 5 43

3.5.7 Επιρροή της ύπαρξης οπλισμού στη θλιβόμενη ζώνη 45

3.5.8 Εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της δύναμης του σκυροδέματος 46

Κεφάλαιο 4: Ισορροπία της διατομή 49

4.1 Σύμβαση προσήμων και θετικής φοράς 49

4.2 Ανάλυση της καταπόνησης 51

4.3 Η δύναμη του σκυροδέματος συναρτήσει της παραμόρφωσης 53

4.4 Ισορροπία της διατομής για κάμψη με απλό οπλισμό 54

iii
4.4.1 Επίλυση με φυσικά μεγέθη 56

4.4.2 Επίλυση με ανηγμένα μεγέθη 58

4.4.2.1 Περιοχή 2α 63

4.4.2.2 Περιοχή 2β 65

4.4.2.3 Περιοχή 3 66

4.4.2.4 Περιοχή 4 67

4.4.2.5 Διαγράμματα και πίνακες διαστασιολόγησης με ανηγμένα μεγέθη 67

4.5 Ισορροπία της διατομής για κάμψη με διπλό οπλισμό 68

4.5.1 Επίλυση με φυσικά μεγέθη 69

4.5.2 Επίλυση με ανηγμένα μεγέθη 75

4.5.3 Η επιλογή της παραμόρφωσης 77

4.5.4 Οικονομικός οπλισμός 84

Κεφάλαιο 5: Πλακοδοκοί 89

5.1 Η έννοια του συνεργαζόμενου πλάτους 89

5.2 Ισορροπία της διατομής 90

5.3 Υπολογισμός της δύναμης σκυροδέματος 91

5.3.1 Περιοχή 2α 92

5.3.1.1 Θλίβεται ολόκληρη η πλάκα και τμήμα του κορμού 92

5.3.1.2 Θλίβεται τμήμα της πλάκας 93

5.3.2 Περιοχή 2β 95

5.3.2.1 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου
95
στον κορμό

5.3.2.2 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου
97
στην πλάκα

5.3.2.3 Θλίβεται τμήμα της πλάκας 99

5.3.3 Περιοχή 3 & 4 101

5.4 Πορεία της διαστασιολόγησης 101

5.5 Προσδιορισμός του οικονομικού οπλισμού 105

Κεφάλαιο 6: Παρουσίαση του λογισμικού RC-Beam 107

6.1 Σκοπός, παραδοχές και περιορισμοί του προγράμματος 107

6.2 Λειτουργίες του λογισμικού 108

6.2.1 Διαστασιολόγηση 108

iv
6.2.2 Παραγωγή πινάκων 122

6.3 Επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του RC-Beam 128

6.3.1 Παράδειγμα για ΕΚΟΣ 2000 129

6.3.2 Παραγωγή για Ευρωκώδικα 2 130

Κεφάλαιο 7: Παραμετρικές επιλύσεις 131

7.1 Σκοπός των παραμετρικών επιλύσεων 131

7.2 Σύγκριση μηχανικού ποσοστού οπλισμού ΕΚΩΣ & EC2 131

7.3 Επιρροή ποιότητας του σκυροδέματος 137

7.4 Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα 141

7.5 Επιρροή του συνεργαζόμενου πλάτους των πλακοδοκών 145

7.6 Διαφορά οικονομικού και απλού οπλισμού κατά ΕΚΟΣ & EC2 147

Κεφάλαιο 8: Συμπεράσματα 151

8.1 Συμπεράσματα από την εκπόνηση της εργασίας 151

8.2 Προτάσεις για συνέχεια 151

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 153

v
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εισαγωγή

Η διαστασιολόγηση σε κάμψη δομικών στοιχείων από οπλισμένο σκυρόδεμα είναι


ένα αντικείμενο που απασχολεί τον μελετητή μηχανικό στο σχεδιασμό κάθε έργου. Η
συνήθης πρακτική για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η χρήση πινάκων και
διαγραμμάτων που έχουν υπολογιστεί στο παρελθόν και αποτελούν τμήμα των
σχετικών βιβλίων και τεχνικών εγχειριδίων. Η ανάγκη αυτή προκύπτει καθώς η
διαδικασία που προβλέπεται από τους σύγχρονους κανονισμούς οπλισμένου
σκυροδέματος (ΕΚΩΣ2000, EC2) είναι ιδιαίτερα σύνθετη, τόσο στην πλήρη
κατανόησή της, όσο και κατ’ επέκταση στην πρακτική εφαρμογή της, ώστε η
ενσωμάτωσή της στην καθημερινότητα ενός τεχνικού γραφείου να είναι ανέφικτη.

Στο πλαίσιο της πτυχιακής εργασίας, επιχειρείται η σε βάθος διερεύνηση του


αντικειμένου της κάμψης διατομών δοκών Ο/Σ, με σαφή αναγνώριση των επιμέρους
υποπεριπτώσεων που προκύπτουν εφαρμόζοντας τη μεθοδολογία των κανονισμών
(περιοχές) και η παρουσίαση των σχέσεων υπολογισμού που προκύπτουν σε κάθε μία
από αυτές. Επιπλέον, διερευνώνται εναλλακτικοί τρόποι υπολογισμού του
απαιτούμενου οπλισμού, όταν είναι αυτό εφικτό, είτε χρησιμοποιώντας οπλισμό μόνο
στην εφελκυόμενη περιοχή (απλός οπλισμός), είτε και στη θλιβόμενη περιοχή (διπλός
οπλισμός) με παράλληλη αναγνώριση της οικονομικότερης λύσης. Γίνεται εφαρμογή
σε δοκούς με ορθογωνική διατομή αλλά και μορφής αμφίπλευρης πλακοδοκού.

Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω γίνεται απολύτως κατανοητό ότι η πολυπλοκότητα
του αντικειμένου απαιτεί τη χρήση Η/Υ για την αυτοματοποίηση της όλης
διαδικασίας και την περαιτέρω διερεύνηση της επιρροής των επιμέρους παραμέτρων
που υπεισέρχονται στη διαδικασία. Επιχειρήθηκε η ανάπτυξη ειδικού λογισμικού σε
περιβάλλον Visual Basic .NET, με τη βοήθεια του οποίου επιτυγχάνεται αυτή η
αυτοματοποίηση, χρησιμοποιώντας αναλυτικές λύσεις, όταν αυτό είναι εφικτό, ενώ
σε ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες η αναλυτική διαδικασία προκύπτει ιδιαίτερα
δυσχερής, ακολουθείται αριθμητική προσέγγιση. Η χρήση του λογισμικού επιτρέπει
επιπλέον την γρήγορη επίλυση μεγάλου αριθμού παραδειγμάτων, αφενός για την
παραγωγή πινάκων και διαγραμμάτων με τα οποία είναι εξοικειωμένος ο μηχανικός
και αφετέρου την εκτέλεση παραμετρικών επιλύσεων για περαιτέρω διερεύνηση.

1
2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Επιτρεπτές παραμορφώσεις

2.1 Δυνατές παραμορφώσεις διατομής υπό ορθή καταπόνηση

Όταν μια διατομή είναι πλήρως ορισμένη, δηλαδή με συγκεκριμένες διαστάσεις και
ποιότητες σκυροδέματος και οπλισμού, τότε υπό δεδομένη καταπόνηση θα υποστεί
μια συγκεκριμένη παραμόρφωση η οποία είναι μονοσήμαντα ορισμένη. Το παραπάνω
σημείο είναι ιδιαίτερα κρίσιμο καθώς όπως θα φανεί στη συνέχεια, κατά την
διαστασιολόγηση μιας διατομής οπλισμένου σκυροδέματος δεν είναι γνωστή η
παραμόρφωση της διατομής, καθώς η ποσότητα του οπλισμού είναι στα ζητούμενα
και όχι στα δεδομένα.

Αν η καταπόνηση είναι από μεγέθη ορθής έντασης (καμπτικές ροπές και αξονικές
δυνάμεις) τότε και οι τάσεις που αναπτύσσονται στα επιμέρους υλικά της διατομής,
χάλυβα και σκυρόδεμα, είναι επίσης ορθές. Δηλαδή κάθε σημείο της διατομής είτε
εφελκύεται είτε θλίβεται, με αποτέλεσμα να παραμορφώνεται αξονικά.

Η κατανομή των παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής εξαρτάται από την
καταπόνηση, ποιοτικά και ποσοτικά, αλλά και από τη διατομή και τα επιμέρους
υλικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως γίνεται η θεώρηση ότι η κατανομή της είναι
γραμμική καθ’ ύψος της διατομής, ως απόρροια της αρχής Bernulli, σύμφωνα με την
οποία οι επίπεδες διατομές που είναι κάθετες στον άξονα ενός μέλους, παραμένουν
επίπεδες και κάθετες στον παραμορφωμένο άξονα του μέλους μετά την
παραμόρφωση.

Συνεπώς η διατομή δεν μπορεί παρά μόνο είτε να εφελκύεται ολόκληρη ομοιόμορφα
(Σχ. 2.1α) ή ανομοιόμορφα (Σχ. 2.1β & 2.1γ), είτε να θλίβεται ολόκληρη ομοιόμορφα
(Σχ. 2.1η) ή ανομοιόμορφα (Σχ. 2.1στ & 2.1ζ) είτε κατά ένα μέρος να θλίβεται και
στο υπόλοιπο να εφελκύεται (Σχ. 2.1δ & 2.1ε).

3
(α) (β) (γ) (δ)

(ε) (στ) (ζ) (η)

Σχ. 2.1: Δυνατές παραμορφώσεις από ορθή καταπόνηση

2.2 Επιτρεπτές παραμορφώσεις από τους κανονισμούς

Σύμφωνα και με τους δυο κανονισμούς (ΕΚΟΣ & EC2) η εικόνα της
παραμορφωμένης διατομής είναι ποιοτικά προσδιορισμένη από τους κανονισμούς και
γίνεται σαφές πως μια παραμόρφωση είναι επιτρεπτή μόνο όταν εξασφαλίζει οριακή
παραμόρφωση για τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά, χάλυβα και σκυρόδεμα.
Δηλαδή επιδιώκεται τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά να εξαντλεί την οριακή του
παραμόρφωση. Oι τιμές των επιτρεπόμενων οριακών παραμορφώσεων του χάλυβα
διαφέρουν στους δυο κανονισμούς, ωστόσο για τις συνήθεις ποιότητες σκυροδέματος
(μέχρι C50) είναι ίδιες.

4
Και στις δυο περιπτώσεις προβλέπονται οι εξής οριακές παραμορφώσεις:

 η οριακή θλιπτική παραμόρφωση του σκυροδέματος για κάμψη (εcu)

 η οριακή παραμόρφωση του οπλισμού (εsu)

 η οριακή παραμόρφωση του σκυροδέματος για κεντρική θλίψη (εcc)

Για λόγους συμβατότητας των διαγραμμάτων των κανονισμών, ως προς τα πρόσημα


και τις θετικές φορές, με τις γνωστές από την αντοχή υλικών θεωρήσεις των
διατομών, θεωρείται ότι η εξεταζόμενη διατομή είναι έτσι προσανατολισμένη ώστε
το κάτω μέρος να εφελκύεται και το πάνω μέρος να θλίβεται (θετική ροπή), είτε το
κάτω μέρος να είναι περισσότερο εφελκυόμενο από το πάνω (στην περίπτωση που
όλη διατομή είναι ολόκληρη υπό εφελκυσμό), είτε το πάνω μέρος να είναι
περισσότερο θλιβόμενο από το κάτω (στην περίπτωση που όλη η διατομή είναι υπό
θλίψη). Ως προς τη φορά σχεδίασης των παραμορφώσεων, μπορεί να θεωρηθεί ότι
αναπαριστάται το τμήμα του στοιχείου, δεξιά της διατομής που εξετάζεται. Για να
ακολουθηθεί η συνήθης πρακτική, δηλαδή οι εφελκυστικές δυνάμεις κατά το θετικό
ημιάξονα των x και οι θλιπτικές κατά τον αρνητικό, προκύπτει μια αντινομία στα
σχέδια όπου οι παραμορφώσεις είναι αντίθετα σχεδιασμένες απ’ ότι θα έπρεπε βάσει
των δυνάμεων που τις προκαλούν, ωστόσο όπως θα φανεί και στη μαθηματική
επεξεργασία, η φορά σχεδίασης των παραμορφώσεων δεν υπεισέρχεται στους
υπολογισμούς. Οι δείκτες 1 & 2 υποδηλώνουν την κάτω και άνω παρειά αντίστοιχα,
ενώ οι δείκτες s και c αναφέρονται στον οπλισμό (steel) και σκυρόδεμα (concrete).
Για παράδειγμα, η παραμόρφωση εs2 αναφέρεται στον άνω οπλισμό.

5
εc2 = εsu εsu > εc2 > 0 εc2 = 0
d2
As2 εs2 εs2 εs2
Md
d h
Nd

As1 εs1 = εsu εs1 = εsu εs1 = εsu


d1
εc1 εc1 εc1
(α) (β) (γ)

0 < |εc2| < |εcu| |εc2| = |εcu| |εc2| = |εcu| |εc2| = |εcu|
εs2 εs2 εs2 εs2

εs1 = εsu εs1 = εsu


εs1 = 0
εc1 εc1 εc1 εc1
(δ) (ε) (στ) (ζ)

|εc2| = |εcu| |εcc| < |εc2| < |εcu| |εc2| = |εcc|

εs2 εs2 εs2


h(εcu-εcc)/εcu

ε=εcc

εs1 εs1 εs1


εc1 = 0 εc1 |εc1| = |εcc|
(η) (θ) (ι)

Σχ. 2.2: Επιτρεπτές παραμορφώσεις

6
2.3 Γενικευμένο Διάγραμμα Παραμορφώσεων

Οι επιτρεπτές παραμορφώσεις δίνονται σχηματικά από τους κανονισμούς μέσω του


Γενικευμένου Διαγράμματος Παραμορφώσεων, το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο παρά
η σύνθεση των πιθανών περιπτώσεων του σχήματος 2.2. Στο διάγραμμα διακρίνονται
τρία χαρακτηριστικά σημεία Α, Β & Γ με τα οποία περιγράφονται δέσμες ευθειών
που παριστάνουν τις επιτρεπτές από τους κανονισμούς κατανομές των
παραμορφώσεων (Σχ. 2.3).

Σε παραμόρφωση που διέρχεται από το A ο κάτω οπλισμός εφελκύεται και εξαντλεί


την οριακή παραμόρφωση του, ενώ σε παραμόρφωση που διέρχεται από το Β, η άνω
ακραία ίνα της διατομής θλίβεται και εξαντλεί την οριακή παραμόρφωση του
σκυροδέματος.

Στο σημείο Γ, η συγκεκριμένη ίνα, η οποία προσδιορίζεται έμμεσα, θλίβεται


εξαντλώντας την οριακή παραμόρφωση του σκυροδέματος σε ομοιόμορφη θλίψη.

Η ευθεία που παριστάνει την κατανομή των παραμορφώσεων η οποία καταχρηστικά


θα αναφέρεται ως παραμόρφωση της διατομής στο εξής, πρέπει να διέρχεται από
τουλάχιστον ένα από τα χαρακτηριστικά σημεία Α, Β & Γ για να είναι επιτρεπτή από
τον κανονισμό.

Οποιαδήποτε παραμόρφωση η οποία υπερβαίνει τα όρια αυτά δεν είναι δυνατή εξ


ορισμού, ενώ μια παραμόρφωση η οποία είναι εντός των ορίων των υλικών αλλά
χωρίς να εξαντλεί την οριακή παραμόρφωση τουλάχιστον ενός εκ των δυο υλικών
(δηλαδή δεν διέρχεται από κανένα από τα σημεία Α, Β, ή Γ) θεωρητικά είναι υπέρ της
ασφαλείας διότι τα υλικά έχουν περιθώριο να παραμορφωθούν, αλλά δεν είναι
επιτρεπτή από τους κανονισμούς, υπό την έννοια του σχεδιασμού στην οριακή
κατάσταση αστοχίας και αυτή ακριβώς είναι μια από τις ουσιαστικές διαφορές της
μεθόδου των οριακών καταστάσεων από την μέθοδο των επιτρεπόμενων τάσεων που
χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν.

7
0 εcc εcu
B
d2 εsu εy
As2 1β
2α 2β

3 Γ
Md 1α 2 3α
d 3β
h
Nd

1
5
As1 4
A
d1 εsu εy

εcc

Σχ. 2.3: Γενικευμένο Διάγραμμα παραμορφώσεων

8
2.4 Περιοχές του Γενικευμένου Διαγράμματος Παραμορφώσεων

Για την καλύτερη όμως οργάνωση του προβλήματος και της λύσης του, καθώς και
για λόγους ευκολότερης μαθηματικής επεξεργασίας και προγραμματιστικής
σύνταξης, κρίνεται σκόπιμο να χωριστεί το Γ.Δ.Π. σε «περιοχές» (Σχ. 2.3). Να
σημειωθεί πως οι περιοχές αυτές δεν συμβαδίζουν ακριβώς με τον τρόπο που αυτές
ορίζονται στο διάγραμμα του Ε.Κ.Ο.Σ.

Στην περιοχή 1 εφελκύεται το σύνολο της διατομής συνεπώς και οι δυο οπλισμοί
(άνω και κάτω). Περιλαμβάνονται όλες αυτές τις παραμορφώσεις για τις οποίες η
παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι σταθερά οριακή και η παραμόρφωση της
ακραίας άνω ίνας σκυροδέματος είναι επίσης εφελκυστική, με μέγιστη τιμή ίση με τη
οριακή παραμόρφωση του χάλυβα και ελάχιστη το μηδέν. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το Α, για τις οποίες 0<εc2<εsu. Το διάγραμμα
τάσεων παραμορφώσεων του χάλυβα αποτελείται από δυο κλάδους (ελαστική και
πλαστική περιοχή). Σύμφωνα με αυτό, η περιοχή 1 χωρίζεται στην υποπεριοχή 1α
στην οποία ανήκουν οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο άνω οπλισμός έχει διαρρεύσει
και στην 1β στην οποία ανήκουν αυτές με τον άνω οπλισμό στην ελαστική περιοχή.

Η περιοχή 2 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 1 και σε αυτήν το ανώτερο τμήμα της
διατομής θλίβεται, ενώ το κάτω εφελκύεται. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις
παραμορφώσεις για τις οποίες ο κάτω οπλισμός εφελκύεται σταθερά με οριακή
παραμόρφωση, ενώ η παραμόρφωση της ακραίας άνω ίνας σκυροδέματος είναι
θλιπτική, με ελάχιστη τιμή το μηδέν (το τέλος της περιοχής 1) και μέγιστη τιμή
(αρνητική) την οριακή παραμόρφωση του σκυροδέματος. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το Α (δηλαδή εs1=εsu) για τις οποίες
0<|εc2|<|εcu|. Το διάγραμμα τάσεων παραμορφώσεων του σκυροδέματος αποτελείται
από δυο κλάδους (καμπύλο και ευθύγραμμο τμήμα). Σύμφωνα με αυτό, η περιοχή 2
χωρίζεται σε δυο τμήματα και αν η παραμόρφωση της άνω ακραίας ίνας αντιστοιχεί
στον πρώτο κλάδο (καμπύλο τμήμα) τότε η παραμόρφωση της διατομής ανήκει στην
υποπεριοχή 2α, ενώ αν αντιστοιχεί στο δεύτερο κλάδο (οριζόντιο τμήμα) ανήκει στη
2β.

Η περιοχή 3 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 2 και όπως και στην προηγούμενη, το
ανώτερο τμήμα της διατομής θλίβεται, ενώ το υπόλοιπό εφελκύεται. Η διαφορά με
την περιοχή 2 είναι ότι δεν εξαντλείται η οριακή παραμόρφωση του χάλυβα, αλλά

9
του σκυροδέματος. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις παραμορφώσεις για τις οποίες η
παραμόρφωση της ακραίας άνω θλιβόμενης ίνας σκυροδέματος είναι σταθερά οριακή
και η παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι εφελκυστική με μέγιστη τιμή την
οριακή παραμόρφωση του χάλυβα και ελάχιστη το μηδέν. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π.
μια δέσμη ευθειών που διέρχονται από το B για τις οποίες εsu<εs1<0. Η περιοχή 3
χωρίζεται σε 3α και 3β βάσει της παραμόρφωσης του κάτω οπλισμού (ομοίως με την
περιοχή 1). Στην 3α ανήκουν οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο κάτω οπλισμός έχει
ξεπεράσει το όριο διαρροής, ενώ στην 3β αυτές για τις οποίες είναι στην ελαστική
περιοχή.

Η περιοχή 4 αρχίζει το τέλος της περιοχής 3, το σημείο δηλαδή που ο κάτω οπλισμός
έχει μηδενική παραμόρφωση και όπως και στην περιοχή 3, το άνω τμήμα της
διατομής θλίβεται και το υπόλοιπο εφελκύεται. Περιλαμβάνει όλες αυτές τις
παραμορφώσεις για τις οποίες η ακραία άνω ίνα σκυροδέματος θλίβεται σταθερά με
οριακή παραμόρφωση και η παραμόρφωση του χάλυβα είναι επίσης θλιπτική με
ελάχιστη τιμή το μηδέν και μέγιστη (αρνητική) αυτή που αντιστοιχεί σε μηδενική
παραμόρφωση της κάτω ακραίας ίνας σκυροδέματος. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π. μια
δέσμη ευθειών που διέρχονται από το B για τις οποίες εs1<0 και εc1>0.

Η περιοχή 5 αρχίζει στο τέλος της περιοχής 4 και χαρακτηρίζεται από θλίψη
ολόκληρης της διατομής. Είναι δηλαδή στο Γ.Δ.Π. μια δέσμη ευθειών που διέρχονται
από το Γ για τις οποίες θλίβεται το σύνολο της διατομής. Σε αντίθεση με τα σημεία Α
& Β, η θέση του σημείου Γ δεν είναι άμεση απαίτηση του κανονισμού για τα υλικά,
αλλά προκύπτει έμμεσα με γεωμετρικό τρόπο από τα όρια παραμορφώσεων του
σκυροδέματος για κάμψη και ομοιόμορφη θλίψη. Υπολογίζεται εύκολα από τα όμοια
τρίγωνα που σχηματίζονται από την παραμόρφωση στο τέλος της περιοχής 4 και την
παραμόρφωση με ομοιόμορφη θλίψη (Σχ. 2.4).

s
εcu εcu εcc
εcu εcc
s
εcu

10
εcu
εcc

Γ
h

Σχ. 2.4: Θέση σημείου Γ

2.5 Περιορισμός των λύσεων

Έχει ήδη αναφερθεί η παραδοχή της επιπεδότητας των διατομών πριν και μετά την
παραμόρφωση (αρχή Bernulli) από την οποία απορρέει η ομοιόμορφη κατανομή των
τάσεων στη διατομή, που αντικατοπτρίζεται στις ευθείες παραμορφώσεων του Γ.Δ.Π.
οι οποίες είναι στην ουσία προβολές της διατομής στο επίπεδο σχεδίασης. Ως εκ
τούτου, με τον όρο παραμόρφωση ενός σημείου, εννοείται η παραμόρφωση
ολόκληρης της ίνας του στοιχείου, το σύνολο δηλαδή των σημείων στο επίπεδο της
διατομής που έχουν την ίδια παραμόρφωση.

Ο σχεδιασμός ενός δομικού στοιχείου από οπλισμένο σκυρόδεμα συνίσταται τόσο


στην επιλογή της γεωμετρίας της διατομής (μορφή και διαστάσεις) όσο και στον
υπολογισμό του οπλισμού, έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στην καταπόνηση
που υφίσταται. Με δεδομένη λοιπόν τη διατομή και την επιθυμητή διάταξη του
οπλισμού, στη γενική περίπτωση σχεδιασμού για ορθή καταπόνηση, ήτοι διαξονική
κάμψη με ορθή δύναμη σε μη συμμετρική διατομή, το τελικό ζητούμενο είναι η
ποσότητα του οπλισμού για την οποία οι δυνάμεις που αναλαμβάνουν τα υλικά
(χάλυβας και σκυρόδεμα), ως συνισταμένες των τάσεων που αναπτύσσονται σε αυτά
από την παραμόρφωση της διατομής, ικανοποιούν τις συνθήκες ισορροπίας των
δυνάμεων που δρουν κάθετα στο επίπεδο της διατομής, αλλά και των ροπών στις δυο
κύριες διευθύνσεις της καταπόνησης.

Δηλαδή εκτός από τον απαιτούμενο οπλισμό (ένας άγνωστος) είναι άγνωστη και η
παραμόρφωση της διατομής η οποία για να οριστεί απαιτούνται τρία στοιχεία (τρεις

11
άγνωστοι), τα οποία είναι η κλίση του ουδέτερου άξονα της διατομής καθώς και οι
ακραίες τιμές στην ευθεία κατανομής των παραμορφώσεων της διατομής.
Εναλλακτικά, αντί της κάθε ακραίας τιμής, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν η
καμπυλότητα (γωνία της ευθείας της κατανομής των παραμορφώσεων) ή το ύψος της
θλιβόμενης ζώνης, μετρούμενο κάθετα στον ουδέτερο άξονα. Βέβαια μέσω των
σχέσεων που συνδέουν τα παραπάνω μεγέθη, εύκολα αποδεικνύεται ότι οι άγνωστοι
για την παραμόρφωση σε κάθε περίπτωση παραμένουν τρεις. Συνεπώς ο υπολογισμός
του απαιτούμενου οπλισμού είναι ένα πρόβλημα τεσσάρων αγνώστων με τρεις
εξισώσεις.

Για να μπορέσει να λυθεί το πρόβλημα, πρέπει ένα από τα άγνωστα στοιχεία να


προεπιλεγεί. Κάθε επιλογή που μπορεί να εξασφαλίσει την ισορροπία της διατομής,
με την προϋπόθεση ότι η μέγιστη παραμόρφωση του κάθε υλικού αντιστοιχεί σε τάση
μικρότερη ή ίση της επιτρεπόμενης, είναι και μια αποδεκτή λύση. Θεωρητικά λοιπόν
οι λύσεις είναι άπειρες.

Με την μέθοδο όμως των οριακών καταστάσεων και τη δέσμευση από το Γ.Δ.Π. ότι
τουλάχιστον ένα από τα δυο υλικά πρέπει να εξαντλεί την οριακή του παραμόρφωση,
ο ένας άγνωστος που ορίζει την ευθεία της κατανομής των παραμορφώσεων, χωρίς
να είναι προδιαγεγραμμένο ποιος, έχει προκαθορισμένη τιμή. Σε κάθε περίπτωση
είναι γνωστό ένα σημείο της ευθείας που παριστά την παραμόρφωση της διατομής
(Α, Β ή Γ). Δοκιμάζοντας δηλαδή με δεδομένη την οριακή παραμόρφωση του
χάλυβα (η ευθεία διέρχεται από το Α), αν προκύψει λύση αυτή θα είναι μοναδική,
ενώ αν δεν προκύπτει λύση, τότε θα προκύπτει με δεδομένη την οριακή
παραμόρφωση του σκυροδέματος (η ευθεία διέρχεται είτε από το Β είτε από το Γ) και
θα είναι επίσης μοναδική. Σε κάθε δοκιμή πάντως η μια μεταβλητή θα είναι γνωστή.

Το στοιχείο αυτό, φαινομενικά όχι και τόσο σημαντικό, περιορίζει τις άπειρες λύσεις
σε μια και αφαιρεί κατά τον υπολογισμό της παραμόρφωσης και του απαιτούμενου
οπλισμού τη δυνατότητα επιλογής. Έχοντας αυτό το στοιχείο και με την προϋπόθεση
ότι έχει επιλογή η σωστή περιοχή, αρκεί να βρεθεί η παραμόρφωση και ο οπλισμός
έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι συνθήκες ισορροπίας εντός της διατομής. Σε
διαφορετική περίπτωση, αν δεν υπήρχε απαίτηση η ευθεία της παραμόρφωσης να
διέρχεται από τουλάχιστον ένα από τα σημεία Α, Β ή Γ, το Γ.Δ.Π. δεν θα έδινε
κάποιο άμεσα αξιοποιήσιμο δεδομένο αλλά θα εκφυλιζόταν σε μια γενική περίπτωση
με δυνατές παραμορφώσεις διατομών από μεγέθη ορθής έντασης όπως το σχήμα 2.1.

12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Αναπτυσσόμενες τάσεις

3.1 Τάση σκυροδέματος

Για το σκυρόδεμα γίνεται η παραδοχή ότι παραλαμβάνει μόνο θλιπτική καταπόνηση,


ενώ στην εφελκυόμενη ζώνη της διατομής του σκυροδέματος δεν αναπτύσσονται
τάσεις καθώς θεωρείται ότι έχει ρηγματωθεί. Το μοντέλο τάσεων-παραμορφώσεων
που προτείνεται από τους δυο κανονισμούς είναι το ίδιο. Για τις ανάγκες του
σχεδιασμού όμως χρησιμοποιείται μια πιο ομαλοποιημένη καμπύλη η οποία για
ποιότητες σκυροδέματος έως και C50 είναι ίδια μεταξύ των κανονισμών. Πρόκειται
για το ίδιο ακριβώς παραβολικό-ορθογωνικό διάγραμμα διατυπωμένο με λίγο
διαφορετικές εξισώσεις. Επίσης δίνεται η δυνατότητα χρήσης απλουστευμένων δι-
γραμμικών, είτε ορθογωνικών διαγραμμάτων, πιο συντηρητικών ως προς τη
διαστασιολόγηση. Στην παρούσα εργασία προτιμήθηκε το παραβολικό-ορθογωνικό
μοντέλο με τη μαθηματική διατύπωση του ΕΚΟΣ.

Κατά τον ΕΚΟΣ η σχέση σ-ε του σκυροδέματος είναι:

0.85 c 0.002 εc 0.0035


σc {
1000εc (250εc 1)0.85 c 0 εc 0.002

c
c αcc
γc

όπου:

fcd η θλιπτική αντοχή σχεδιασμού

fck η χαρακτηριστική θλιπτική αντοχή

γc ο συντελεστής ασφαλείας του σκυροδέματος (συνήθως 1.5)

−2‰ η μέγιστη θλιπτική παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κεντρική θλίψη

−3.5‰ η μέγιστη θλιπτική παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κάμψη

13
Σχ. 3.1: Εξιδανικευμένο παραβολικό-ορθογωνικό διάγραμμα σ-ε σκυροδέματος και διάγραμμα
σχεδιασμού κατά ΕΚΟΣ

Ο α΄ κλάδος (καμπύλο τμήμα) είναι τμήμα παραβολής (εξίσωση β΄ βαθμού) και η


τάση αυξάνει μαζί με την παραμόρφωση μέχρι την οριακή τιμή παραμόρφωσης
σκυροδέματος για διατομή υπό κεντρική θλίψη της οποίας η τιμή είναι −2‰.

Ο β΄ κλάδος (ευθύγραμμο τμήμα) είναι τμήμα οριζόντιας ευθείας, με αρχή το τέλος


του κλάδου α΄ και τέλος την οριακή τιμή παραμόρφωσης σκυροδέματος για διατομή
υπό προέχουσα κάμψη της οποίας η τιμή είναι −3.5‰.

Η τάση σχεδιασμού εισάγεται στην εξίσωση με θετικό πρόσημο, ενώ η


παραμόρφωση με αρνητικό πρόσημο και τιμή ανηγμένη στην μονάδα και η τάση που
προκύπτει έχει αρνητικό πρόσημο.

Παράδειγμα

για C30 & εc= − 0.0018 η τάση υπολογίζεται:

σc 1000εc (250εc 1)0.85 c =

30
1000 ( 0.0018) (250 ( 0.0018) 1) 0.85 = 16.83M a
1.5

Κατά τον Ευρωκώδικα η σχέση σ-ε του σκυροδέματος είναι:

c 0 εc εc2
σc { εc n
c [1 (1 )] εc2 εc εcu2
εc2
c
c αcc
γc

14
όπου:

fcd η θλιπτική αντοχή σχεδιασμού

fck η χαρακτηριστική θλιπτική αντοχή

γc ο συντελεστής ασφαλείας του σκυροδέματος (συνήθως 1.5)

αcc συντελεστής που συνεκτιμά μακροχρόνιες επιδράσεις στη θλιπτική αντοχή και
δυσμενείς επιρροές που προκύπτουν από τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλεται
το φορτίο. Η τιμή δίνεται στο εθνικό προσάρτημα κάθε χώρας. Για την
Ελλάδα η συνιστώμενη τιμή είναι 1.

εc2 η παραμόρφωση που αντιστοιχεί στη μέγιστη αντοχή

εcu η παραμόρφωση αστοχίας

n ο βαθμός του πολυωνύμου του πρώτου κλάδου

Σχ. 3.2: Εξιδανικευμένο παραβολικό-ορθογωνικό διάγραμμα σ-ε σκυροδέματος και διάγραμμα


σχεδιασμού κατά EC2

Για ποιότητες σκυροδέματος έως και C50 οι συντελεστές εc2, εcu2 & n είναι:

εc2 2‰

εcu2 3.5‰

n 2

15
Με αυτές τις τιμές η εξίσωση γίνεται:

c 0 εc 2
σc = { εc 2
c [1 (1 )] 2 εc 3.5
2

Για αυτές τις ποιότητες σκυροδέματος, το διάγραμμα έχει τα ίδια ακριβώς

χαρακτηριστικά με του ΕΚΟΣ.

Η τάση σχεδιασμού εισάγεται στην εξίσωση με θετικό πρόσημο, η παραμόρφωση με


θετικό πρόσημο και τιμή επί τοις χιλίοις ως απόλυτο μέγεθος και έτσι η τάση που
προκύπτει έχει θετικό πρόσημο.

Παράδειγμα

για C30, εc= − 0.0012 & αcc=1 η τάση υπολογίζεται:

εc 2 30 1.2 2
σc = c [1 (1 ) ] = (1 ) [1 (1 ) ] 16.8M a
2 1.5 2

Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται μια διαφοροποίηση στους δυο κανονισμούς:

Στον ΕΚΟΣ η αντοχή σχεδιασμού εισάγεται με μειωμένη τιμή στην εξίσωση της
τάσης ως 0.85fcd, όπου ο συντελεστής 0.85 λαμβάνει υπ’ όψη του τη μείωση της
θλιπτικής αντοχής που οφείλεται στη μακροχρόνια και επαναλαμβανόμενη δράση
των φορτίων και δεν έχει το ρόλο του συντελεστή ασφαλείας.

c
0.85 c 0.85
γc

Για αποφυγή σύγχυσης κατά την ανάπτυξη των εξισώσεων ο συντελεστής αυτός θα
συμβολίζεται στο εξής ως αgr:

c
α r c α r
γc

16
Στον Ευρωκώδικα 2, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, δίνεται η δυνατότητα να ληφθεί υπ’
όψιν ο αντίστοιχος συντελεστής (αcc), όμως η διαφορά με τον ΕΚΟΣ είναι ότι η τάση
σχεδιασμού λαμβάνεται ίση με fcd, δηλαδή ο συντελεστής έχει ήδη ενσωματωθεί κατά
τον υπολογισμό του fcd.

c
c αcc
γc

Η σχέση που θα χρησιμοποιηθεί στους υπολογισμούς που ακολουθούν θα είναι αυτή


του ΕΚΟΣ κατάλληλα τροποποιημένη έτσι ώστε τα μεγέθη να εισάγονται όπως στη
σχέση του Ευρωκώδικα και η τάση που προκύπτει να είναι θετική, χάριν ευκολότερης
επεξεργασίας, καθώς επίσης και για να ληφθεί υπ’ όψιν η διαφοροποίηση της αντοχής
σχεδιασμού των μεταξύ των δυο κανονισμών.

Η αντοχή θα είναι:
c
α r c αcc
γc

Για διαστασιολόγηση κατά ΕΚΟΣ οι συντελεστές θα είναι :

α r 0.85 & αcc 1

ενώ για διαστασιολόγηση κατά Ευρωκώδικα:

α r 1

αcc από το εθνικό προσάρτημα

Για να εισάγεται η παραμόρφωση στην εξίσωση με την τιμή θετική επί τοις χιλίοις ως
απόλυτο μέγεθος (πχ 1, 1.5, 2 κτλ) και για να προκύπτει θετική τάση, η εξίσωση του
β΄ κλάδου τροποποιείται ως εξής:

| |

| |

εc εc εc αr
σc 1000 ( 250 1) α r c εc ( 1) α r c c εc (4 εc )
1000 1000 4 4

17
Έτσι η σχέση τάσεων-παραμορφώσεων του σκυροδέματος είναι:

α r c 0 εc 2
σc {α r
c εc (4 εc ) 2 εc 3.5
4

c
c αcc
γc

Για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα παραμετροποίησης του άνω ορίου του β΄ κλάδου


κατά τη διαστασιολόγηση, ορίζεται ως εcu (concrete-ultimate) η μέγιστη θλιπτική
παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κάμψη. Έτσι η σχέση τάσεων παραμορφώσεων
παίρνει την τελική της μορφή:

α r c 0 εc 2
σc {α r
c εc (4 εc ) 2 εc εcu
4
c
c αcc
γc

Παράδειγμα

για C30 και εc= − 0.0016

 Κατά ΕΚΟΣ

α r 0.85
αcc 1
c 30
c acc 1 20M a
γc 1.5
α r c 0.85 20
σc εc (4 εc ) 1.6(4 1.6) 16.32M a
4 4

 Κατά Ευρωκώδικα 2

α r 1
αcc 1
c 30
c αcc 1 20M a
γc 1.5
α r c 1 20
σc εc (4 εc )= 1.6(4 1.6) 1 .2M a
4 4

18
3.2 Τάση χάλυβα

Ο χάλυβας σε αντίθεση με το σκυρόδεμα, μπορεί να παραλάβει και εφελκυσμό και


θλίψη και γίνεται η θεώρηση και από τους δυο κανονισμούς ότι η συμπεριφορά του
όσον αφορά στη σχέση τάσεων-παραμορφώσεων είναι ίδια σε θλίψη και εφελκυσμό.
Τα ακριβή μοντέλα των χαλύβων γενικά αποτελούνται από αρκετές καμπύλες και η
χρήση των διαγραμμάτων αυτών είναι πιο δύσκολη, ενώ πολλές φορές δεν είναι καν
διαθέσιμα. Γι’ αυτό και για το σχεδιασμό οι κανονισμοί επιτρέπουν τη χρήση
εξιδανικευμένων και αρκετά απλούστερων στη χρήση, αλλά προς τη μεριά της
ασφάλειας, διαγραμμάτων.

Στον ΕΚΟΣ το προτεινόμενο διάγραμμα είναι δι-γραμμικό, με τον πρώτο κλάδο


κεκλιμένο μέχρι το όριο διαρροής και το δεύτερο κλάδο οριζόντιο. Θεωρείται πως τα
όρια αναλογίας και ελαστικότητας συμπίπτουν με το όριο διαρροής. Στον πρώτο
κλάδο η συμπεριφορά είναι ελαστική, ενώ στο δεύτερο κλάδο είναι τελείως
πλαστική. Η αντοχή θεωρείται ίδια σε θλίψη και εφελκυσμό, το ίδιο και η μέγιστη
παραμόρφωση, ωστόσο το διάγραμμα δεν φτάνει μέχρι τέλους στη θλίψη διότι
υπάρχει ο περιορισμός του θλιβόμενου σκυροδέματος (-3.5‰).

Κατά τον ΕΚΟΣ η σχέση σ-ε του χάλυβα για εφελκυσμό και θλίψη είναι:

ε εs 0.0200

σs Es εs 0 |εs | ε

{ ε εs 0.0035

γs

όπου:

Εs το μέτρο ελαστικότητας του χάλυβα (200 GPa)

fyd η αντοχή διαρροής σχεδιασμού

fyk η χαρακτηριστική αντοχή διαρροής

γs ο συντελεστής ασφαλείας του σκυροδέματος (συνήθως 1.15)

εy η παραμόρφωση διαρροής σχεδιασμού του χάλυβα, εy =fyd/Es

19
20‰ η μέγιστη εφελκυστική παραμόρφωση του χάλυβα

−3.5‰ η μέγιστη θλιπτική παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κάμψη

Σχ. 3.3: Εξιδανικευμένο διάγραμμα σ-ε και διάγραμμα σχεδιασμού χάλυβα κατά EΚΟΣ

Παράδειγμα

για S500 & εs=0.0012 η τάση υπολογίζεται:

500/1.15
ε 0.00217 2.17‰
Es 200 103

εs 1.2‰ ε

σs Es εs 200 103 0.0012 240M a

Στον Ευρωκώδικα προτείνονται δυο μοντέλα σχεδιασμού για τους χάλυβες.

Το πρώτο είναι δι-γραμμικό και μοιάζει με αυτό του ΕΚΟΣ, δηλαδή έχει τον πρώτο
κλάδο κεκλιμένο μέχρι το όριο διαρροής και το δεύτερο κλάδο οριζόντιο. Θεωρείται
πως τα όρια αναλογίας και ελαστικότητας συμπίπτουν με το όριο διαρροής. Στον
πρώτο κλάδο η συμπεριφορά είναι ελαστική, ενώ στο δεύτερο κλάδο είναι απολύτως
πλαστική. Η αντοχή θεωρείται ίδια σε θλίψη και εφελκυσμό. Η διαφορά με τον
ΕΚΟΣ είναι ότι όταν επιλέγεται αυτό το διάγραμμα, στο δεύτερο κλάδος δεν
ελέγχεται το όριο παραμόρφωσης.

Το δεύτερο διάγραμμα είναι επίσης δι-γραμμικό και ο πρώτος κλάδος είναι ακριβώς
όπως και στο πρώτο διάγραμμα, μέχρι το όριο διαρροής, ωστόσο ο β΄ κλάδος είναι
κεκλιμένος αντί για οριζόντιος, δηλαδή ο χάλυβας παρουσιάζει κράτυνση. Ο

20
κεκλιμένος κλάδος εκτείνεται μέχρι τη μέγιστη παραμόρφωση σχεδιασμού (εud), η
οποία είναι ποσοστό της χαρακτηριστικής παραμόρφωσης του οπλισμού στο μέγιστο
φορτίο (εuk) και συνήθως λαμβάνεται 0. εuk. Η κλίση του δεύτερου κλάδου δίνεται
μέσω της τάσης σχεδιασμού που θα αντιστοιχούσε (ο κλάδος δεν φτάνει μέχρι αυτήν
την τιμή) στη χαρακτηριστική παραμόρφωση του χάλυβα στο μέγιστο φορτίο (εuk). Η
μέγιστη τιμή αυτή της τάσης προκύπτει ως γινόμενο του δείκτη πλαστιμότητας (k)
και της τάσης διαρροής σχεδιασμού (fyd). Ο συντελεστής πλαστιμότητας (k) είναι το
πηλίκο της χαρακτηριστικής αντοχής (ft,k) και της χαρακτηριστικής τάσης διαρροής
(fy,k).

Οι αποδεκτές τιμές για τη χαρακτηριστική αντοχή διαρροής (fy,k) και τη


χαρακτηριστική ανηγμένη παραμόρφωση στη μέγιστη δύναμη (εuk) για κάθε
κατηγορία ολκιμότητας χάλυβα (A,B,C) δίνονται στον πίνακα C.1 του παραρτήματος
C στον EC2.

Κατά τον EC2 η σχέση σ-ε του χάλυβα για εφελκυσμό και θλίψη είναι:

 με οριζόντιο β΄ κλάδο

εs ε

σs Es εs | | ε

{ εs ε

γs

 με κεκλιμένο β΄ κλάδο
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

γs

όπου:

Εs το μέτρο ελαστικότητας του χάλυβα (200 GPa)

21
fyd η αντοχή διαρροής σχεδιασμού

fyk η χαρακτηριστική τιμή αντοχής διαρροής

ft η εφελκυστική αντοχή του οπλισμού

ftk η χαρακτηριστική τιμή της εφελκυστικής αντοχή του οπλισμού

k ο δείκτης πλαστιμότητας του οπλισμού, k=(ft/fy)k

γs ο συντελεστής ασφαλείας του σκυροδέματος (συνήθως 1.15)

εy η παραμόρφωση διαρροής σχεδιασμού του χάλυβα, εy=fyd/Es

εuk η χαρακτηριστική παραμόρφωση στον οπλισμό στο μέγιστο φορτίο

εud η τιμή σχεδιασμού παραμόρφωσης στον οπλισμό στο μέγιστο φορτίο


(συνήθως λαμβάνεται εud=0. εuk)

Σχ. 3.4: Εξιδανικευμένο διάγραμμα σ-ε & διάγραμμα σχεδιασμού χάλυβα κατά EC2

Παράδειγμα 1

για Β500C, & εs=0.0012 η τάση υπολογίζεται:

500
434.78M a
γs 1.15

500/1.15
ε 0.00217 2.17‰
Es 200 103

εs 1.2‰ ε

σs Es εs =200 103 0.0012=240M a

22
Παράδειγμα 2

για Β500C, & εs=0.010 η τάση υπολογίζεται:

 Με οριζόντιο β΄ κλάδο:

εs 1.2‰ ε

σs 434.78M a

 Με κεκλιμένο β΄ κλάδο:

Έστω εuk=75‰ και k=1.15 (EC2 Παράρτημα C)

εu 0. εu 0. 75‰ 67.5‰

ε εs εu

εs ε
σs ( 1)
εu ε

500 500 10 2.17


(1.15 1) 441.7 M a
1.15 1.15 75 2.17

Η εξίσωση της τάσης καθ’ αυτή δεν υπεισέρχεται στην κατάστρωση των εξισώσεων
κατά τη μαθηματική επεξεργασία παρά μόνο η τιμή αυτής και μάλιστα στα τελευταία
βήματα των υπολογισμών. Συνεπώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν και τα δυο
εξιδανικευμένα μοντέλα τάσεων-παραμορφώσεων, ήτοι με οριζόντιο ή με κεκλιμένο
β΄ κλάδο. Οι σχέσεις που θα χρησιμοποιηθούν στους υπολογισμούς που ακολουθούν
θα είναι αυτές του EC2 καθώς το διάγραμμα του ΕΚΟΣ είναι στην ουσία μια
υποπερίπτωση του πρώτου μοντέλου του Ευρωκώδικα. Στις σχέσεις η παραμόρφωση
θα εισάγεται με τιμή ανηγμένη επί τοις χιλίοις ως απόλυτο μέγεθος (πχ 1, 2 , 20 κτλ)
και οι παράμετροι εuk, εud, k θα είναι δυνατό να ορίζονται ξεχωριστά, σύμφωνα πάντα
με τις οδηγίες του πίνακα C.1 από το Παράρτημα C του Ευρωκώδικα 2. Στις
εξισώσεις παρακάτω, για το εud έχει χρησιμοποιηθεί ο συμβολισμός εsu (steel-
ultimate) κατ’ αντιστοιχία του εcu (concrete-ultimate).

23
3.3 Οι δυνάμεις των υλικών ως αποτέλεσμα της παραμόρφωσης

Στο προηγούμενο κεφάλαιο, έγινε σαφές ότι οι αποδεκτές παραμορφώσεις ορίζονται


μέσω του Γ.Δ.Π. του κάθε κανονισμού. Για να οριστεί μια παραμόρφωση στις
περιπτώσεις που εξετάζονται στην παρούσα εργασία, ήτοι δοκοί υπό μονοαξονική
κάμψη με διατομή συμμετρική ως προς άξονα κάθετο σε αυτόν της κάμψης, άρα με
ουδέτερο άξονα παράλληλο στον άξονα της κάμψης, χρειάζονται δυο δεδομένα. Αυτά
μπορεί να είναι η παραμόρφωση της άνω ακραίας ίνας σκυροδέματος (εc2) και η
παραμόρφωσης του κάτω οπλισμού (εs1). Συνήθως όμως προτιμάται σαν δεύτερο
δεδομένο, αντί ενός εκ των δυο αυτών μεγεθών, το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x).

Όταν λοιπόν θα γίνεται αναφορά σε μια συγκεκριμένη και αποδεκτή από τον
κανονισμό παραμόρφωση, θα είναι σαφώς ορισμένη η ευθεία που παριστά την
κατανομή των παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής και συνεπώς θα είναι
γνωστή η τιμή της παραμόρφωσης (εφελκυστικής ή θλιπτικής) κάθε ενδιάμεσου
σημείου της διατομής τόσο του σκυροδέματος όσο και του χάλυβα.

Λόγω της παραμόρφωσής κάθε σημείου, αντιστοιχεί σε αυτό τάση η οποία


προσδιορίζεται μέσω την διαγραμμάτων τάσεων-παραμορφώσεων για το κάθε υλικό.
Οπότε με γνωστή την κατανομή των παραμορφώσεων μπορεί να προκύψει και η
κατανομή των τάσεων για το σκυρόδεμα και το χάλυβα.

Η τάση αυτή είναι που προκάλεσε την παραμόρφωση κάθε σημείου του υλικού υπό
την έννοια της καταπόνησης, αλλά και η τάση που παραλαμβάνει το υλικό
αντιστεκόμενο στην παραμόρφωση, υπό την έννοια της αντίδρασης στην
καταπόνηση.

Η τάση ορίζεται ως η δύναμη ανά μονάδα επιφάνειας. Μια δύναμη (F) που ασκείται
σε μια επιφάνεια, προκαλεί τάση (σ) της οποίας το μέτρο ισούται με το πηλίκο του
μέτρου της δύναμης (F) προς το εμβαδόν (Α) της επιφάνειας και η κατεύθυνσή είναι
ίδια με της δύναμης.

σ
A

Σε κάθε στοιχειώδες εμβαδόν dA με τάση σ, η στοιχειώδης δύναμη είναι σ∙dA.


Ακολουθώντας την αντίστροφη διαδικασία και εξετάζοντας τις τάσεις και τη διατομή
πιο συνολικά, η συνολική δύναμη (F) που παραλαμβάνει καθένα από τα δυο υλικά ως

24
αποτέλεσμα της παραμόρφωσης κατά την καταπόνησή του είναι το άθροισμα των
στοιχειωδών δυνάμεων όλων των σημείων του. Το άθροισμα αυτό εκφράζεται μέσω
ολοκληρώματος με τόπο ολοκλήρωσης την επιφάνεια της διατομής του κάθε υλικού.

∫σ Α
Α

3.4 Η δύναμη που αναλαμβάνει ο οπλισμός

Στο πρόβλημα της διαστασιολόγησης η ποσότητα του οπλισμού ανήκει στα


ζητούμενα. Συνεπώς δεν είναι γνωστή και η διατομή των ράβδων οπλισμού. Γενικά
όμως γίνεται η θεώρηση ότι ο απαιτούμενος οπλισμός θα τοποθετηθεί ομοιόμορφα
κατανεμημένος σε μια ισοπαχή στρώση και είναι γνωστή η θέση του κέντρου βάρους
της.

Στους δύο κανονισμούς γίνεται η παραδοχή ο οπλισμός υφίσταται τις ίδιες


παραμορφώσεις με το περιβάλλον αυτού σκυρόδεμα και τυχόν φαινόμενα ολίσθησης
του οπλισμού, ήτοι σχετικής μετατόπισης ράβδων οπλισμού και σκυροδέματος,
αγνοούνται. Υπέρ αυτής της παραδοχής συντελεί η καλή συνάφεια του οπλισμού με
το σκυρόδεμα και η αγκύρωσή του.

εc2
d2 εs2
As2

Md
d
h
Nd

As1 εs1

d1
εc1

Σχ. 3.5: Γραμμική κατανομή παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής

25
Συνεπώς η κατανομή των παραμορφώσεων είναι γραμμική καθ’ ύψος και της
διατομής του οπλισμού (Σχ. 3.6α).

Οι δοκοί που εξετάζονται είναι συμμετρικές ως τον κεντροβαρικό τους άξονα που
είναι κάθετος στον άξονα της κάμψης με αποτέλεσμα η παραμόρφωση να είναι ενιαία
για όλα τα σημεία που ανήκουν στην ίδια ίνα της διατομής σε όλο το πλάτος της
δοκού. Γι’ αυτό άλλωστε και ο ουδέτερος άξονας της διατομής να είναι παράλληλος
στον άξονα της κάμψης. Συνεπώς για την παραμόρφωση όλης της ίνας μπορεί να
χρησιμοποιείται μια αντιπροσωπευτική προβολή της στο επίπεδο.

Έτσι διακρίνονται τέσσερεις περιπτώσεις με βάση την εικόνα της κατανομής των
τάσεων:

 η παραμόρφωση όλων των σημείων του οπλισμού είναι μικρότερη (ή ίση) της
παραμόρφωσης διαρροής σχεδιασμού εy (Σχ. 3.6β)

 η παραμόρφωση όλων των σημείων του οπλισμού έχει ξεπεράσει την


παραμόρφωση διαρροής σχεδιασμού εy και ο β΄ κλάδος του χάλυβα είναι
οριζόντιος (Σχ. 3.6γ)

 η παραμόρφωση όλων των σημείων του οπλισμού έχει ξεπεράσει την


παραμόρφωση διαρροής σχεδιασμού εy και ο β΄ κλάδος του χάλυβα είναι
κεκλιμένος (Σχ. 3.6δ)

 οι παραμορφώσεις ενός τμήματος του οπλισμού είναι μικρότερες της


παραμόρφωσης διαρροής σχεδιασμού εy ενώ στο υπόλοιπο τμήμα έχει
ξεπεραστεί, είτε με οριζόντιο, είτε με κεκλιμένο β΄ κλάδο χάλυβα (Σχ. 3.6ε)

εs,t< εy εs,t > εy εs,t > εy εs,t > εy


εs,t σs,t < f yd σs,t = f yd σs,t > f yd σs,t > f yd

Fs Fs
Fs
Fs
σs,m σs,m σs,m

f yd

εs,b σs,b< f yd σs,b= f yd σs,b> f yd σs,b< f yd


εs,b< εy εs,b > εy εs,b > εy εs,b < εy

(α) (β) (γ) (δ) (ε)

Σχ. 3.6: Γραμμική κατανομή παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής

26
Η δύναμή που αναλαμβάνει ο οπλισμός υπολογίζεται από το ολοκλήρωμα

s ∫ σs Α
Αs

Η θέση της δύναμης του χάλυβα είναι στο μέσον του πλάτους της διατομής του
οπλισμού και σε ύψος το οποίο μπορεί εύκολα να υπολογιστεί από το γεωμετρικό
κέντρο του διαγράμματος της κατανομής των τάσεων καθ’ ύψος της διατομής του
χάλυβα (Σχ. 3.6).

Παρόλα για τους υπολογισμούς θεωρείται ότι ο οπλισμός είναι συγκεντρωμένος σε


μια ίνα χωρίς πάχος η οποία όταν προβάλλεται στο επίπεδο σχεδίασης αντιστοιχεί σε
σημείο. Το σημείο αυτό είναι το κέντρο βάρους της πραγματικής διατομής του
οπλισμού και για στους υπολογισμούς χρησιμοποιείται η τάση που αναπτύσσεται στο
σημείο αυτό, δηλαδή στο μέσον (σs,m).

Οπότε το ολοκλήρωμα απλοποιείται και γίνεται:

s ∫ σs, Α Αs σs,
Αs

Στην περίπτωση β του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm ταυτίζεται με την τάση στο
μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής, όχι όμως η θέσης της. Όσο πιο
τριγωνική η κατανομή τόσο πιο απομακρυσμένη είναι η Fs.

Στην περίπτωση γ του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm ταυτίζεται με την τάση στο
μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής και η θέση της είναι στο μέσον.

Στην περίπτωση δ του σχήματος 3.6, ομοίως με την περίπτωση β, η μέση τάση σsm
ταυτίζεται με την τάση στο μέσον σs,m οπότε ο υπολογισμός της Fs είναι ακριβής, όχι
όμως η θέσης της.

Τέλος στην περίπτωση ε του σχήματος 3.6 η μέση τάση σsm δεν ταυτίζεται με την
τάση στο μέσον σs,m και ούτε ο υπολογισμός της Fs είναι απόλυτα ορθός ούτε και η
θέση της είναι στο μέσον.

Για τους υπολογισμούς στο εξής η Fs θα λαμβάνεται στο κέντρο βάρους του
οπλισμού και σαν μέση τάση θα λαμβάνεται η τάση που αντιστοιχεί στην
παραμόρφωση του σημείου αυτού. Η παραδοχή αυτή παρέχει ικανοποιητική ακρίβεια
και δεν οδηγεί σε σημαντικό λάθος.

27
3.5 Η δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα

Κοινή παραδοχή των δύο κανονισμών είναι ότι το σκυρόδεμα δεν παραλαμβάνει
εφελκυστικές τάσεις, συνεπώς δεν έχει νόημα να συμπεριλαμβάνεται στον τόπο
ολοκλήρωσης η εφελκυόμενη ζώνη.

Σε αντίθεση με τον οπλισμό, η διατομή του σκυροδέματος έχει ήδη επιλεχθεί, οπότε
για κάθε συγκεκριμένη παραμόρφωση μπορεί να υπολογιστεί η δύναμη που
αναλαμβάνει.

Επαναλαμβάνεται σε αυτό το σημείο ότι η παραμόρφωση είναι ενιαία σε κάθε ίνα της
διατομής του σκυροδέματος, συνεπώς και η αναπτυσσόμενη τάση και μπορεί να
αντιπροσωπεύεται από την προβολή της στο επίπεδο σχεδίασης.

εcy

εc2
d2 εs2
As2

x
Md
d
h
Nd

As1 εs1

d1
εc1

Σχ. 3.7: Γραμμική κατανομή παραμορφώσεων καθ’ ύψος της διατομής

Για συγκεκριμένη λοιπόν παραμόρφωση της διατομής, θα είναι γνωστή η


παραμόρφωση κάθε σημείου της και η τάση σε κάθε σημείο μπορεί να υπολογιστεί
συναρτήσει της παραμόρφωσης. Αν dΕ ένα στοιχειώδες εμβαδό και σc η τάση στο
μέσον αυτού, η οποία λόγω της παραδοχής απειροστών διαστάσεων μπορεί να
θεωρηθεί σταθερή σε όλο το εμβαδόν του, τότε η στοιχειώδης δύναμη που
αναλαμβάνει το σκυρόδεμα σε αυτό το εμβαδόν είναι σc∙dΕ. Η συνολική δύναμη του

28
σκυροδέματος είναι το άθροισμα των στοιχειωδών δυνάμεων όλου του εμβαδού της
θλιβόμενης ζώνης και εκφράζεται με τη βοήθεια ολοκληρώματος:

c ∫ σc Ε|
θλιβόμενη ζώνη

Για μια συγκεκριμένη κατανομή των παραμορφώσεων η κατανομή των τάσεων θα


είναι και αυτή συγκεκριμένη, αλλά ισχύει και το αντίστροφο. Για να μπορεί να
παρασταθεί ευκολότερα η κατανομή των τάσεων καθ’ ύψος της διατομής, η σχέση
τάσεων παραμορφώσεων του σκυροδέματος μετασχηματίζεται ώστε η τάση να γίνει
συνάρτηση της απόστασης y από τον ουδέτερο άξονα.

Στη θλιβόμενη ζώνη της διατομής, της οποίας το ύψος μετρούμενο από τον ουδέτερο
άξονα είναι x, η ακραία άνω ίνα, ήτοι η άνω παρειά της διατομής έχει παραμόρφωση
εc2. Μια ενδιάμεση ίνα σε απόσταση y από τον ουδέτερο άξονα έχει παραμόρφωση
εcy η οποία υπολογίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν (Σχ. 3.8):
εc2 εc

εc εc2

εcy

εc2
εs2
a
Fc

x σc(y)

d
y

εs1

d1
εc1

Σχ. 3.8: Κατανομή των τάσεων καθ’ ύψος της διατομής

29
Για παραμορφώσεις που ανήκουν στον α΄ κλάδο της σχέσης τάσεων-
παραμορφώσεων του σκυροδέματος, η τάση ενός σημείου σε απόσταση y από τον
ουδέτερο άξονα με παραμόρφωση εcy θα είναι σc(y) = σc(εcy) :
αr αr
σc ( ) σc (εc ) c εc (4 εc ) c εc2 (4 εc2 )
4 4

Το ολοκλήρωμα που δίνει την Fc θα υπολογιστεί χωρίζοντας τη θλιβόμενη ζώνη


ύψους x σε λωρίδες απειροστού πάχους dy, με απειροστό εμβαδό dΕ, που καθεμιά
απέχει απόσταση y από τον ουδέτερο άξονα και η τάση της είναι σc(y). Η συνολική
δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα είναι το άθροισμα των στοιχειωδών
δυνάμεων σc(y)∙dΕ όλων των λωρίδων:

c ∫ σc ( ) Ε
0

Η ροπή κάθε λωρίδας ως προς την άνω παρειά είναι η στοιχειώδης δύναμή της
(σc∙dΕ) επί την απόστασής της (x-y) από την άνω παρειά, οπότε η το άθροισμα των
στοιχειωδών ροπών είναι:

∫ σc ( ) ( ) Ε
0

Έστω z η απόσταση της δύναμης Fc από την άνω παρειά της διατομής. Η ροπή της Fc
ως προς την ακραία θλιβόμενη ίνα θα πρέπει να ισούται με το άθροισμα των
στοιχειωδών ροπών των όλων των λωρίδων:

c a ∫ σc ( ) ( ) Ε
0

Οπότε μπορεί να υπολογιστεί η απόσταση a της Fc από την άνω παρειά της διατομής:

∫ σc ( )( ) E ∫ σc ( )( ) E
0 0
a
c
∫ σc ( ) E
0

30
Στις δοκούς που εξετάζονται στην παρούσα εργασία η θλιβόμενη ζώνη είναι
ορθογωνική (ή μπορεί να αναλυθεί σε ορθογωνικά τμήματα σε περίπτωση
πλακοδοκού) οπότε οι λωρίδες απειροστού πάχους dy στις οποίες χωρίζεται η
θλιβόμενη ζώνη, έχουν σταθερό πλάτος b και το εμβαδόν καθεμιάς είναι:

Σε ορθογωνικές δοκούς η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

c ∫ σc ( ) Ε ∫ σc ( ) ∫ σc ( )
0 0 0

Η απόστασή της δύναμης του σκυροδέματος από την άνω παρειά σε ορθογωνικές
δοκούς είναι:

∫ σc ( )( ) E ∫ σc ( )( ) ∫ σc ( )( )
0 0 0
a
∫ σc ( ) E ∫ σc ( ) ∫ σc ( )
0 0 0

Λόγω της αλλαγής του κλάδου στη σχέση τάσεων παραμορφώσεων, μια γενική
αναλυτική λύση που να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις δεν θα είναι εύχρηστη. Γι’
αυτό άλλωστε και η διαίρεση του Γ.Δ.Π. έγινε με βασικό γνώμονα τους δυο κλάδους
της σχέσης τάσεων παραμορφώσεων του σκυροδέματος. Έτσι, τα ολοκληρώματα για
τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος και της θέση της θα υπολογισθούν
με αναλυτικό τρόπο ξεχωριστά για κάθε περιοχή. Οι υπολογισμοί που ακολουθούν
αναφέρονται σε ορθογωνικές δοκούς. Οι υπολογισμοί για τις πλακοδοκούς θα γίνουν
σε ξεχωριστό κεφάλαιο, αφού θα έχει πρώτα παρουσιαστεί όλη η πορεία της
διαστασιολόγησης, καθώς δεν αλλάζει κάτι επί τοις ουσίας παρά μόνο τα όρια της
ολοκλήρωσης και κατά συνέπεια οι εξισώσεις των Fc και a.

31
3.5.1 Περιοχή 1

Στην περιοχή 1 το σύνολο της διατομής εφελκύεται συνεπώς το σκυρόδεμα δεν


αναπτύσσει καμία τάση (Σχ. 3. ). Η περιοχή 1 αντιστοιχεί σε περιπτώσεις καθαρού
εφελκυσμού και εφελκυσμού μεγάλης εκκεντρότητας, ήτοι κάμψη με εφελκυστική
αξονική δύναμη με τον ουδέτερο άξονα εκτός διατομής.

εc2>0
εs2

εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 3.9: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 1

32
3.5.2 Περιοχή 2α

Στην περιοχή 2α το κάτω μέρος της διατομής εφελκύεται και το υπόλοιπο θλίβεται. Ο
κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή παραμόρφωσης (εsu)
ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από 0 έως −2‰ (Σχ.
3.10). Συνεπώς η κατανομή των τάσεων αντιστοιχεί στον πρώτο κλάδο του
σκυροδέματος.

Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

αr αr εc2
c ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) c ∫ (4 εc2 )
4 4
0 0 0

c εc2 c εc2 εc2 2


α r ∫ (4 εc2 ) α r ∫ (4 )
4 4
0 0

3 3
c εc2 2
εc2 c εc2 2
εc2
α r ∫ (2 ) α r [2 ]
4 3 4 3 0
0

c εc2 2
εc2 3
2 εc2 03 c εc2 2
εc2 2
α r [(2 ) (2 0 )] α r (2 )
4 3 3 4 3

c εc2 2
εc2 εc2 6 εc2 εc2 (6 εc2 )
α r (2 ) α r c ( ) α r c
4 3 4 3 12

εcy
|εc2|<2‰
εs2 a Fc

x σc(y)
y

εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 3.10: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2α

33
Η ροπή της c ως προς την άνω παρειά είναι:

αr
a c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
0 0

αr εc2
c ∫ (4 εc2 ) ( )
4
0

αr 3
εc2 2 2
c ∫ (4 4 εc2 εc2 )
4
0

αr 3 3 4
εc2 2
c ∫ (2 4 εc2 εc2 )
4 3 3 4
0

αr 3 3 4
εc2 2
c [2 4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4 0

3 3
αr εc2 3
εc2 4
c [(2 4 εc2 ) 0]
4 3 3 4

3 3
αr εc2 3
εc2 3
c (2 4 εc2 )
4 3 3 4

αr εc2 3
4 εc2 εc2 αr 2
24 16 4εc2 3εc2
c (2 ) c εc2 ( )
4 3 3 4 4 12
αr 2
24 16 4εc2 3εc2 αr 2
8 εc2
c εc2 ( ) c εc2 ( )
4 12 4 12

2
εc2 (8 εc2 )
α r c 48

H απόσταση της δύναμης Fc από την άνω παρειά υπολογίζεται:

∫ σc ( ) ( ) 2 εc2 (8 εc2 )
α r 12 (8 εc2 ) (8 εc2 )
a 0 c 48
c εc2 (6 εc2 ) 48(6 εc2 ) 4(6 εc2 )
α r c 12

34
Ορίζονται οι συντελεστές α και ka ως:

εc2 (6 εc2 )
α
12

(8 εc2 )
a
4(6 εc2 )

Έτσι η δύναμη Fc και η απόστασή της a διατυπώνονται με απλούστερο τρόπο

c α α r c

a a

H φυσική ερμηνεία του συντελεστή ka είναι ότι εκφράζει την απόσταση της δύναμης
Fc από την άνω παρειά της διατομής, σαν ποσοστό του ύψους της θλιβόμενης ζώνης.
Είναι αδιάστατο μέγεθος και στη βιβλιογραφία συναντάται ως «συντελεστής θέσης».

Η φυσική ερμηνεία του συντελεστή α είναι ότι εκφράζει τη δύναμη της διατομής του
σκυροδέματος σαν ποσοστό της δύναμης που θα είχε το σκυρόδεμα αν όλη θλιβόμενη
ζώνη λειτουργούσε υπό πλήρη τάση αgrfcd. Πράγματι η θλιβόμενη ζώνη έχει
διαστάσεις b,x και αν θεωρηθεί ότι όλη η θλιβόμενη διατομή έχει σταθερή τάση αgrfcd
τότε η δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα είναι αgrfcdbx. Ο συντελεστής αυτός
είναι αδιάστατο μέγεθος και στη βιβλιογραφία συναντάται ως «συντελεστής
πλήρωσης».

Οι δυο αυτοί συντελεστές δεν πρέπει να συγχέονται με τους ανάλογους συντελεστές


που επιβάλλουν οι κανονισμοί όταν επιλέγεται να χρησιμοποιηθεί απλουστευτικά το
ορθογωνικό διάγραμμα κατανομής των τάσεων στη θλιβόμενη ζώνη.

35
3.5.3 Περιοχή 2β

Στην περιοχή 2β το κάτω μέρος της διατομής εφελκύεται και το υπόλοιπο θλίβεται. Ο
κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή παραμόρφωσης (εsu)
ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από 2‰ έως την οριακή
τιμή παραμόρφωσης του σκυροδέματος σε κάμψη (Σχ.3.11). Συνεπώς η κατανομή
των τάσεων στη διατομή του σκυροδέματος περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους. Για
τον υπολογισμό της Fc και της θέσης της, η θλιβόμενη ζώνη θα χωριστεί σε δυο
τμήματα. Το πρώτο θα περιλαμβάνει το τμήμα από τον ουδέτερο άξονα μέχρι το
σημείο όπου η παραμόρφωση είναι 2‰, ενώ το δεύτερο θα είναι η υπόλοιπη
θλιβόμενη ζώνη με εύρος παραμορφώσεων από 2‰ έως εcu. Οι παραμορφώσεις του
πρώτου τμήματος θα αντιστοιχούν στον α΄ κλάδο του σκυροδέματος, ενώ του
δεύτερου στο β΄ κλάδο με πλήρη τάση. Η συνολική δύναμη του σκυροδέματος θα
είναι το άθροισμα των δυνάμεων των δυο επιμέρους τμημάτων ενώ η θέση της θα
βρεθεί από την ισορροπία των ροπών. Αν y2 η απόσταση του σημείου του οποίου η
παραμόρφωση (εcy2) είναι 2‰, τότε το πρώτο τμήμα έχει ύψος y2 ενώ το δεύτερο έχει
ύψος (x−y2).

Η απόσταση y2 προσδιορίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν:

εc2 εc 2 2
εc 2
εc2 εc2

εcy2
εcy
2<|εc2|<|εcu|
εs2
a1
a Fc2

Fc a2
x σc(y2) σc(y2)
Fc1
d
y2 σc(y) σc(y)
y

d1 εs1= εsu
εc1

Σχ. 3.11: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β

36
Υπολογισμός της Fc1:

2 2
αr
c ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 )
4
0 0

2 2
αr εc2 c εc2
c ∫ (4 εc2 ) α r ∫ (4 εc2 )
4 4
0 0

2 2
3
c εc2 εc2 2 c εc2 2
εc2
α r ∫ (4 ) α r ∫ (2 )
4 4 3
0 0

3
c εc2 2
εc2 2
α r [2 ]
4 3 0

c εc2 2
εc2 2
2 2 εc2 03
α r [(2 2
) (2 0 )]
4 3 3

c εc2 2 2 εc2 2 3 c εc2 4 2 εc2 8 3


α r [2 ( ) ( )] α r [2 2 ]
4 εc2 3 εc2 4 εc2 3 εc2

c εc2 8 2 8 c εc2 16 4
α r ( 2 ) α r ( ) α r c
4 εc2 3εc2 4 3εc2 3εc2

Υπολογισμός της Fc2:

2
c2 ∫ σc ( ) ∫α r c α r c ( 2
) α r c ( )
εc2
2 2

εc2 2
α r c ( )
εc2

Η δύναμη του σκυροδέματος είναι:

4 εc2 2 3εc2 2
c c1 c2 α r c α r c ( ) α r c ( )
3εc2 εc2 3εc2

37
Η ροπή της Fc1 ως προς την άνω παρειά είναι:

2 2
αr
a1 c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
0 0

2
αr εc2
c ∫ (4 εc2 ) ( )
4
0

2
αr 3
εc2 2 2
c ∫ (4 4 εc2 εc2 )
4
0

2
αr 3 3 4
εc2 2
c ∫ (2 4 εc2 εc2 )
4 3 3 4
0

αr 3 3 4
εc2 2
2

c [2 4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4 0

3 3 4
αr εc2 2 2 2 2
c [(2 2
4 εc2 εc2 ) 0]
4 3 3 4

3 3 4
αr εc2 2 2 2 2
c [2 2
4 εc2 εc2 ]
4 3 3 4

αr εc2 2 2 4 2 3 εc2 2 3 εc2 2 4


c [2 ( ) ( ) ( ) ( )]
4 εc2 3 εc2 3 εc2 4 εc2

αr εc2 4 2 48 3 εc2 8 3 εc2 16 4


c [2 ]
4 ε2c2 3 ε3c2 3 ε3c2 4 ε4c2

αr εc2 8 3 32 3
8 3
4 3
c ( 2 )
4 εc2 3ε3c2 3ε2c2 ε3c2

αr εc2 4 3 2 8 2 1 2
4 5
c ( ) α r c ( )
4 εc2 εc2 3ε2c2 3εc2 ε2c2 3εc2 3ε2c2

2
4εc2 5
α r c ( )
3ε2c2

38
H απόσταση της Fc1 από την άνω παρειά υπολογίζεται:

2
2 4εc2 5 4εc2 5
∫ σc ( )( ) α r c ( )
0 3ε2c2 3ε2c2
a1
c1 4 4
α r c 3ε
c2 3εc2

3εc2 (4εc2 5) 4εc2 5


4 3ε2c2 4εc2

Η Fc2 δρα στο μέσο του δεύτερου τμήματος της θλιβόμενης ζώνης:

2
2 εc2 εc2 2
a2
2 2 2εc2

Η ροπή της Fc ως προς την άνω παρειά είναι:

a a1 c a2 c

2
4εc2 5 εc2 2 εc2 2
α r c ( ) α r c ( )
3ε2c2 2εc2 εc2

2
4εc2 5 2
εc2 2 εc2 2
α r c ( ) α r c ( )( )
3ε2c2 εc2 2εc2

2
4εc2 5 2
(εc2 2)2
α r c ( ) α r c ( )
3ε2c2 2ε2c2

2
4εc2 5 (εc2 2)2
α r c ( )
3ε2c2 2ε2c2

2
2(4εc2 5) 3(εc2 2)2
α r c ( )
6ε2c2

2
8εc2 10 3ε2c2 12εc2 12
α r c ( )
6ε2c2

2
3ε2c2 4εc2 2
α r c ( )
6ε2c2

39
H απόσταση της Fc από την άνω παρειά υπολογίζεται:

2 3ε2c2 4εc2 2
α r c ( )
a1 c a2 c 6ε2c2 3εc2 (3ε2c2 4εc2 2)
a
3εc2 2 6ε2c2 (3εc2 2)
c α r c ( 3ε )
c2

3ε2c2 4εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


2εc2 (3εc2 2) 2εc2 (3εc2 2)

Κατά τον ίδιο τρόπο που ορίστηκαν οι συντελεστές α και ka στην περιοχή 2α, εδώ
γίνονται:

3εc2 2
α
3εc2

εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 2)

Έτσι η δύναμη Fc και η απόστασή της a διατυπώνονται με απλούστερο τρόπο

c α α r c

a a

40
3.5.4 Περιοχή 3

Στην περιοχή 3 το μόνο που αλλάζει σε σχέση με την περιοχή 2β είναι ότι η άνω
ακραία ίνα της διατομής είναι σταθερά θλιβόμενη με τιμή παραμόρφωσης τη μέγιστη
παραμόρφωση του σκυροδέματος σε κάμψη (εcu) ενώ ο κάτω οπλισμός εφελκύεται με
παραμορφώσεις (εs1) από εsu έως 0 (Σχ. 3.12). Όσον αφορά δηλαδή στην κατανομή
των τάσεων του σκυροδέματος δεν διαφέρει σε κάτι ριζικά, συνεπώς οι εξισώσεις της
περιοχής 2β, για τη δύναμη του σκυροδέματος και τη θέση της, ισχύουν και στην
περιοχή 3.

εcy2
εcy

εc2=εcu
εs2
a1
a Fc2

Fc a2
x σc(y2) σc(y2)
Fc1
d
y2 σc(y) σc(y)
y

0<εs1<εsu
d1
εc1

Σχ. 3.12: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 3

41
3.5.5 Περιοχή 4

Στην περιοχή 4, όπως και στην περιοχή 3, η άνω ακραία ίνα της διατομής είναι
σταθερά θλιβόμενη με τιμή παραμόρφωσης τη μέγιστη παραμόρφωση του
σκυροδέματος σε κάμψη (εcu) με τη διαφορά ότι ο κάτω οπλισμός θλίβεται (Σχ. 3.13).
Η κατανομή των παραμορφώσεων περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους όπως και στις
περιοχές 2β και 3, συνεπώς οι εξισώσεις της 2β ισχύουν και στην περιοχή 4.

εcy

εcy2

εc2=εcu
εs2
a a1
Fc2
Fc
a2

d x σc(y2) σc(y2)
Fc1
σc(y)
y2
y
εs1<0
d1
εc1

Σχ. 3.13: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 4

42
3.5.6 Περιοχή 5

Στην περιοχή 5 το σύνολο της διατομής θλίβεται και αυτό αντιστοιχεί σε περιπτώσεις
καθαρής θλίψης και θλίψης μεγάλης εκκεντρότητας, ήτοι κάμψη με θλιπτική αξονική
δύναμη με τον ουδέτερο άξονα εκτός διατομής. Τέτοιου είδους καταπονήσεις
παρουσιάζονται συνήθως σε υποστυλώματα οπότε δεν θα εξεταστεί καθόλου αυτή η
περιοχή παρακάτω. Ωστόσο χάριν πληρότητας δίνεται το ολοκλήρωμα που πρέπει να
υπολογιστεί, χωρίς τη λύση του. Λόγω της ιδιαιτερότητας αυτής της περιοχής θα
τροποποιηθούν κάποιοι ορισμοί.

Το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι ίσο με το ύψος της διατομής (h), αφού η διατομή
θλίβεται εξολοκλήρου (Σχ. 3.14).

Η θέση του σημείου Γ έχει προσδιοριστεί σε προηγούμενη παράγραφο και η


απόστασή του (s) από την άνω παρειά της διατομής είναι:
εcu εcc
s
εcu

Ο ιδεατός ουδέτερος άξονας βρίσκεται εκτός διατομής και η απόστασή του (e) από
την κάτω παρειά υπολογίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν:

e s εc2 (εcu εcc )


e
εc2 εc2 εcc εcu (εc2 εcc )

Για να μη χρειαστεί να τροποποιηθεί εκ νέου η εξίσωση της τάσης σc(y), οι


διαστάσεις x & y θα έχουν για αρχή το σημείο που βρίσκεται ο ιδεατός ουδέτερος
άξονας, οπότε θα είναι:

Η απόσταση y2 προσδιορίζεται από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν:

εc2 εc 2 2
εc 2
εc2 εc2

Επίσης για το y2 ισχύει:

43
Η κατανομή των τάσεων περιλαμβάνει και τους δυο κλάδους του σκυροδέματος
οπότε θα χωριστεί η διατομή σε δυο τμήματα. Το πρώτο τμήμα είναι το κάτω μέρος
της διατομής έως το σημείο Γ όπου η παραμόρφωση είναι 2‰ και οι τάσεις
αντιστοιχούν στον α΄ κλάδο του σκυροδέματος, ενώ δεύτερο τμήμα είναι το υπόλοιπο
από το Γ και πάνω όπου το σκυρόδεμα είναι υπό πλήρη τάση.

Υπολογισμός της Fc1:

2 2
αr
c1 ∫ σc ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 )
4
e e

Υπολογισμός της Fc2:

c2 ∫ σc ( ) ∫α r c α r c [ 2
] α r c

2 2

Η συνολική δύναμη του σκυροδέματος είναι:

c c1 c2

Η ροπή στης Fc1 ως προς την άνω παρειά είναι:

2 2
αr
a1 c ∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
4
e e

Αν και δεν είναι απαραίτητο να υπολογιστεί, η απόσταση της Fc1 από την άνω παρειά
είναι:

2 2 αr
∫ σc ( ) ( ) ∫ c εc2 (4 εc2 ) ( )
e e
4
a1
c1 c1

Η Fc2 δρα στο μέσο του δεύτερου τμήματος της θλιβόμενης ζώνης:
s εcu εcc
a2
2 2εcu

Η ροπή της Fc ως προς την άνω παρειά είναι:

a c a1 c1 a2 c2

44
H απόσταση της Fc από την άνω παρειά υπολογίζεται:

a1 c a2 c
a
c

εcy

|εc2|>2
εs2
a1
Fc2
s a

Fc a2
|εcΓ|=2
d Γ σc(y2) σc(y2)
h
Fc1
x σc(y) σc(y)
h-s

y2 εs1

d1
y
εc1

Σχ. 3.14: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 5

3.5.7 Επιρροή της ύπαρξης οπλισμού στη θλιβόμενη ζώνη

Στις περιπτώσεις που υπάρχει οπλισμός μέσα στη θλιβόμενη ζώνη (πχ άνω οπλισμός
σε τμήμα των περιοχών 2 & 3, ή άνω και κάτω οπλισμός στις περιοχές 4 & 5), ο
χώρος που καταλαμβάνει ο οπλισμός και που συνεπώς δεν υπάρχει σκυρόδεμα, δεν
εξαιρέθηκε από τον τόπο ολοκλήρωσης. Ωστόσο κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει
διότι δεν είναι γνωστή η ποσότητα του οπλισμού κατά τη διαστασιολόγηση. Μπορεί
ωστόσο να γίνεται έλεγχος της επιρροής του οπλισμού κατόπιν.

45
3.5.8 Εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της δύναμης του σκυροδέματος

Εκτός από τον αναλυτικό τρόπο υπολογισμού της εξίσωσης Fc με ολοκλήρωση των
τάσεων ξεχωριστά για κάθε περιοχή, θα μπορούσε ο υπολογισμός της Fc να γίνεται
πολύ απλούστερα με αριθμητική ολοκλήρωση.

Η διατομή χωρίζεται σε n λωρίδες (Σχ. 3.15) πάχους t:

Η απόσταση yi του κέντρου βάρους κάθε λωρίδας από την κάτω παρειά είναι:

i
(i 1 0.5) (i 0.5)

Για μια δεδομένη παραμόρφωση έχοντας γνωστά τα εc2 & εs1, μπορεί να υπολογιστεί
η παραμόρφωση οποιοδήποτε άλλου σημείου μέσω της κλίσης της ευθείας της
κατανομής των παραμορφώσεων και των προσήμων των εc2 & εs1. Η παραμόρφωση
εκφράζεται με το πρόσημό της σαν απόλυτο μέγεθος επί τοις χιλίοις (πχ −3.5‰,
−2‰, 20‰ κτλ)

Η τάση σc,i στο κέντρο κάθε λωρίδας θα είναι:

α r c εc,i 0
αr
σc,i c |εc,i |(4 |εc,i |) εcu εc,i
4
{0 εc,i 0

c
c αcc
γc

Η δύναμη fc,i που αναλαμβάνει κάθε λωρίδα σκυροδέματος είναι:

c,i σc,i i

Η ροπή mc,i κάθε λωρίδας ως προς την κάτω παρειά είναι:

c,i σc,i i ( i
) σc,i i [ (i 0.5) ]

Η συνολική δύναμη του σκυροδέματος είναι:


n n

c ∑ c ∑ σc i i
i 1 i 1

46
Ισορροπία των ροπών ως προς την άνω παρειά:
n

a c ∑ c
i 1

Η απόσταση της δύναμης Fc από την άνω παρειά είναι:


n n
∑ c,i ∑ [σc,i i [ (i 0.5) ]]
i 1 i 1
a
c c

Ο τρόπος αυτός είναι πιο γενικός και μπορεί πολύ εύκολα να τροποποιηθεί για να
καλύπτει τραπεζοειδείς διατομές, ταυ, διπλό ταυ κ.α.

Είναι προφανές ότι σε όσο περισσότερες λωρίδες χωρίζεται η διατομή, δηλαδή όσο
μεγαλύτερο το n, τόσο μεγαλύτερη η ακρίβεια του αποτελέσματος. Στην περίπτωση
διαξονικής κάμψης, όπου ο ουδέτερος άξονας είναι κεκλιμένος, είναι ευκολότερο
αντί για λωρίδες, να χρησιμοποιηθούν ορθογώνια απειροστών διαστάσεων.

εc2
d2 As2 n εs2
n-1 Fc
n-2

Md ...
d
h i εc,i σc,i
Nd
...

yi 3
As1 2 εs1

d1 t 1
εc1

Σχ. 3.15: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 5

47
48
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ισορροπία της διατομής

4.1 Σύμβαση προσήμων και θετικής φοράς

Στο προηγούμενο κεφάλαιο αναπτύχθηκαν οι εξισώσεις για τον υπολογισμό των


δυνάμεων των υλικών. Η δύναμη που ασκείται στο υλικό για να προκαλέσει την
παραμόρφωσή του, είναι ταυτόχρονα και η δύναμη με την οποία αντιδρά το υλικό
στην παραμόρφωση αυτή ως αποτέλεσμα δράσης και αντίδρασης.

Οι δυνάμεις των υλικών μπορούν να εξετάζονται από την πλευρά της καταπόνησης,
δηλαδή ως δρώσες δυνάμεις (Σχ. 4.1 αριστερά), ή από την πλευρά της από την
πλευρά της αντίστασης του υλικού, δηλαδή ως δυνάμεις αντίδρασης (Σχ. 4.1 δεξιά).
Στο προηγούμενο κεφάλαιο οι δυνάμεις του σκυροδέματος σχεδιάστηκαν ως
δυνάμεις καταπόνησης, ωστόσο αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο κατά τη διατύπωση των
εξισώσεων τους.

εcy

εc2
d2 εs2 Fs2 Fs2
a
As2 Fc Fc

x σc(y) σc(y)
Md
d
h y
Nd

As1 εs1 Fs1 Fs1


d1
εc1

Σχ. 4.1: Οι δυνάμεις των υλικών ως δρώσες δυνάμεις και ως δυνάμεις αντίδρασης του υλικού

Το γεγονός ότι το Γ.Δ.Π. έχει το θετικό ημιάξονα των x προς τα αριστερά έρχεται σε
αντίθεση με τη συνήθη πρακτική όπου ο τα θετικά x είναι προς τα δεξιά. Ωστόσο
όλες οι πληροφορίες που δίνει το Γ.Δ.Π. έχουν ενσωματωθεί στις εξισώσεις των
δυνάμεων και συνεπώς δεν είναι απαραίτητο πλέον. Γι’ αυτό το λόγο στο εξής οι
θετικές παραμορφώσεις θα σχεδιάζονται προς τα δεξιά και οι αρνητικές προς τα
αριστερά. Θα σχεδιάζεται το τμήμα της δοκού δεξιά από τη διατομή που εξετάζεται,
ενώ οι δυνάμεις των υλικών θα θεωρούνται ως δρώσες δυνάμεις (Σχ. 4.2 αριστερά)

49
ώστε να μπορεί να τηρηθεί η σύμβαση των εφελκυστικών δυνάμεων προς τα δεξιά
και των θλιπτικών προς τα αριστερά (Σχ. 4.2).

εcy

εc2
d2 εs2 Fs2 Fs2
a
As2 Fc Fc

x σc(y) σc(y)
Md
d
h y
Nd

As1 εs1 Fs1 Fs1


d1
εc1

Σχ. 4.2: Οι δυνάμεις των υλικών ως δρώσες δυνάμεις και ως δυνάμεις αντίδρασης του υλικού σύμφωνα
με τη συμβατική φορά των θετικών & αρνητικών παραμορφώσεων

Σύμφωνα με την σύμβαση των εφελκυστικών δυνάμεων προς τα δεξιά και των
θλιπτικών προς τα αριστερά, η δύναμη του σκυροδέματος Fc όπως είναι σχεδιασμένη
προς τα αριστερά έχει θετικό πρόσημο, ενώ οι θλιπτικές δυνάμεις συνηθίζεται να
θεωρούνται αρνητικές. Αν όμως σχεδιαστούν οι δρώσες δυνάμεις προς τα δεξιά, τότε
όταν μια δύναμη προκύπτει θετική, αυτό θα σημαίνει ότι όντως η φορά της είναι προς
τα δεξιά, άρα θα είναι εφελκυστική, ενώ όταν θα προκύπτει αρνητική, η φορά της θα
είναι προς τα αριστερά (αντίθετη αυτής που σχεδιάστηκε) και κατά συνέπεια θα είναι
θλιπτική (Σχ. 4.3).

Συνοψίζοντας ως δυνάμεις των υλικών θα νοούνται οι δρώσες δυνάμεις (δυνάμεις ως


καταπόνησης) και οι εφελκυστικές δυνάμεις θα είναι οι θετικές, ενώ θλιπτικές θα
είναι οι αρνητικές και όλες θα σχεδιάζονται κατά τη θετική φορά (προς τα δεξιά). Οι
παραμορφώσεις θα σχεδιάζονται και θεωρώντας τις θετικές τιμές προς τα δεξιά και
τις αρνητικές προς τα αριστερά (Σχ. 4.3). Θετικές ροπές θεωρούνται οι
αριστερόστροφες.

50
εcy

εc2
εs2 Fs2
Fc

x σc(y)
Md

Nd y

εs1 Fs1

εc1

Σχ. 4.3: Οι δυνάμεις των υλικών ως δρώσες δυνάμεις με τη σύμβαση αρνητικές/θλιπτικές


θετικές/εφελκυστικές

4.2 Ανάλυση της καταπόνησης

Ως ορθή ένταση εννοείται η ένταση που προκαλεί ορθές τάσεις στη διατομή. Ορθές
τάσεις προκαλούνται από αξονικές δυνάμεις και καμπτικές ροπές. Γενικά γίνεται η
θεώρηση πως οι δυνάμεις ακολουθούν την καμπύλωση του δομικού στοιχείου κατά
την παραμόρφωση και είναι συνεχώς κάθετες στη διατομή.

Η καταπόνηση με ροπή Md και αξονική δύναμη Nd η οποία ασκείται στο κέντρο


βάρους της διατομής, μπορεί να αναλυθεί σε διάφορες ισοδύναμες μορφές ανάλογα
με το πρόβλημα και την εντατική περιοχή. Η παρούσα εργασία εξετάζει περιπτώσεις
απλής κάμψης χωρίς αξονική δύναμη. Συνεπώς θα αναλυθεί μόνο η ροπή Md και οι
περιοχές του Γ.Δ.Π. στις οποίες αντιστοιχεί αυτού του είδους η καταπόνηση είναι οι 2
και 3.

Οι δυνάμεις των υλικών σχεδιάστηκαν ως δρώσες δυνάμεις που καταπονούν τα υλικά


ώστε να προκληθεί η παραμόρφωση της διατομής. Την παραμόρφωση όμως προκαλεί
η Md ως καταπόνηση, συνεπώς η Md θα αναλυθεί σε δυνάμεις που καταπονούν τα
υλικά σκυρόδεμα και χάλυβα (το ίδιο όμως ισχύει και στην περίπτωση που Nd≠0). Η
Μd ως αριστερόστροφη θεωρείται θετική διότι προκαλεί εφελκυσμό στο κάτω τμήμα
της διατομής.

51
Για τις δυνάμεις αυτές θα πρέπει να ισχύουν τα εξής:

 Οι δυνάμεις των οπλισμών Fs1 και Fs2 θα ασκούνται στα κέντρα βάρους των
οπλισμών.

 Η δύναμη του σκυροδέματος θα είναι πάντα θλιπτική και θα πρέπει να


αντιστοιχεί σε κάποια από τις αποδεκτές παραμορφώσεις των κανονισμών.

 Οι δυνάμεις Fs1 και Fs2 μπορούν να είναι είτε θλιπτικές είτε εφελκυστικές
ανάλογα με την παραμόρφωση εs στο κέντρο βάρους του κάθε οπλισμού,
θεωρώντας πως ο οπλισμός υφίσταται τις ίδιες παραμορφώσεις με το
περιβάλλον αυτού σκυρόδεμα.

Fs2

Fc

Md
=

Fs1

Σχ. 4.4: Ανάλυση της ροπής καταπόνησης σε επιμέρους δυνάμεις στα υλικά της διατομής

Είναι προφανές ότι οι δυνάμεις στις οποίες αναλύθηκε η καταπόνηση, δεν μπορούν
να είναι διαφορετικές από της δυνάμεις που αναλαμβάνουν τα υλικά με την
παραμόρφωσή τους (Σχ. 4.4).

52
4.3 Η δύναμη του σκυροδέματος συναρτήσει της παραμόρφωσης

Η δύναμη του σκυροδέματος και η απόστασή της από την άνω παρειά της διατομής
έχουν υπολογιστεί στο προηγούμενο κεφάλαιο:

c α α r c

a a

Όπου:

εc2 (6 εc2 ) (8 εc2 )


εc2 2 (Περ. 2α)
12 4(6 εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


α a για 2 εc2 εcu (Περ. 2β)
3εc2 2εc2 (3εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


εc2 εcu (Περ. )
{ 3εc2 { 2εc2 (3εc2 )

Το ύψος της θλιβόμενης ζώνης x μπορεί να εκφραστεί ως ποσοστό του στατικού


ύψους d. Από τα όμοια τρίγωνα που προκύπτουν (Σχ. 4.5):
εc2 εs1 εc2
εc2 εs1

Αν z η απόσταση της δύναμης του σκυροδέματος από τη θέση του κάτω οπλισμού,
είναι:
εc2 εc2
a ( a ) ( a ) (1 a )
εc2 εs1 εc2 εs1

53
εc2
Fs2 εs2
a
Fc
x
d

Fs1 εs1

d1
εc1

Σχ. 4.5: Αποστάσεις της δύναμης σκυροδέματος & κατανομή των παραμορφώσεων

4.4 Ισορροπία της διατομής για κάμψη με απλό οπλισμό

Στην περίπτωση του απλού οπλισμού η ροπή αναλύεται με μοναδικό τρόπο στη
δύναμη του σκυροδέματος και στη δύναμη του κάτω οπλισμού, διότι είναι
συγκεκριμένη κάθε φορά η μεταξύ τους απόσταση (Σχ. 4.6).

Η Fc είναι θλιπτική (η πραγματική της κατεύθυνση είναι προς τα αριστερά) οπότε:

| c| c

a
Fc |Fc|

Md
d
= =
z

Fs1 Fs1
d1

Σχ. 4.6: Πραγματική κατεύθυνση της Fc και ισοδυναμία της καταπόνησης

54
Για την ισοδυναμία της καταπόνησης, η ισορροπία των δυνάμεων και των ροπών στη
θέση του κάτω οπλισμού είναι:

0 s1 | c| s1 | c|

M | c| M | c|

Ορίζεται ως Mc η ροπή της δύναμης του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό η
οποία είναι αριστερόστροφη (άρα θετική):

Mc | c|

Συνεπώς πρέπει όλη η ροπή να παραληφθεί από το σκυρόδεμα:

M Mc | c|

Η δύναμη του σκυροδέματος καθώς και η θέση της, για δεδομένη διατομή και υλικά,
εξαρτάται μόνο από την παραμόρφωση και όπως έχει αναφερθεί υπάρχει
αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία μεταξύ της παραμόρφωσης και της δύναμης του
σκυροδέματος (και της θέσης αυτής). Επομένως και η ροπή Mc της δύναμης Fc ως
προς τον κάτω οπλισμό είναι συγκεκριμένη για κάθε παραμόρφωση. Πρέπει λοιπόν
να βρεθεί η παραμόρφωση της διατομής, για την οποία η ροπή της δύναμης του
σκυροδέματος ως προς τη θέση του κάτω οπλισμού ισούται με τη ροπή καταπόνησης.
Η ζητούμενη παραμόρφωση θα υπολογιστεί από την επίλυση της εξίσωσης:

M | c|

Καταρχάς διευκρινίζεται ότι λόγω της αμφιμονοσήμαντης αντιστοιχίας


παραμόρφωσης και Fc, (άρα και Mc) είναι λογικό να αναμένεται το πολύ μια λύση,
καθώς δεν μπορεί να υπάρχει δεύτερη παραμόρφωση επιτρεπτή από τους
κανονισμούς που να μπορεί να δώσεις την ίδια Fc. Εξετάζοντας τις περιοχές 2α, 2β
και 3 που αφορούν την απλή κάμψη, παρατηρείται ότι από τη μια περιοχή στην άλλη
ή και μέσα σε κάθε περιοχή, είτε αυξάνεται η παραμόρφωση του σκυροδέματος στην
άνω παρειά, είτε το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είτε και τα δυο. Οπότε η δύναμη του
σκυροδέματος αυξάνεται μεταξύ των περιοχών, αλλά και από την αρχή της μιας
περιοχής προς το τέλος αυτής. Η μέγιστη τιμή που μπορεί να πάρει η Fc καθώς και η
ροπή αυτής βρίσκεται στο τέλος της περιοχής 3. Αν η ροπή καταπόνησης είναι
μεγαλύτερη από αυτήν την ροπή στο τέλος της περιοχής 3τότε δεν μπορεί να λυθεί το

55
πρόβλημα με απλό οπλισμό, διότι στην περίπτωση του απλού οπλισμού όλη η
θλιπτική καταπόνηση παραλαμβάνεται από το σκυρόδεμα. Η λύση με απλό οπλισμό
θα είναι εφικτή με αύξηση της διατομής ή και της ποιότητας του σκυροδέματος.

4.4.1 Επίλυση με φυσικά μεγέθη

Για την επίλυση της εξίσωσης πρέπει να είναι γνωστή η περιοχή του Γ.Δ.Π. στην
οποία θα ανήκει η παραμόρφωση, διότι αλλάζει το τυπολόγιο για τη δύναμη του
σκυροδέματος και τη θέση της. Αν υπολογιστεί η τιμή της Fc και η θέση αυτής z
(άρα και η ροπή αυτής ως προς τον κάτω οπλισμό) στην αρχή και στο τέλος κάθε
περιοχής, μπορεί να προβλεφθεί σε ποια περιοχή του Γ.Δ.Π. θα ανήκει η ζητούμενη
παραμόρφωση. Συνεπώς με γνωστή την περιοχή και το τυπολόγιο που ισχύει σε
αυτήν μπορεί να λυθεί η εξίσωση. Υπενθυμίζεται πως σε κάθε περιοχή η μια
παραμόρφωση είναι γνωστή, δηλαδή στην περιοχή 2 είναι εs1=εsu και απομένει να
βρεθεί η εcu, ενώ στην περιοχή 3 είναι εc2=εcu και απομένει βρεθεί η εs1. Η εξίσωση
μπορεί να λυθεί είτε αναλυτικά είτε αριθμητικά, ωστόσο προτιμάται η αριθμητική
επίλυση όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν φυσικά μεγέθη. Για διατομή που δεν
είναι ορθογωνική, ο αριθμητικός υπολογισμός της Fc και της θέσης της, όπως
περιγράφηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, είναι αρκετά πιο εύκολος από τον
αναλυτικό, συνεπώς η αναλυτική επίλυση της εξίσωσης δεν μπορεί να γίνει διότι δεν
υπάρχει τυπολόγιο σε αυτήν την περίπτωση. Ακόμη, υπέρ της αριθμητικής επίλυσης
συντελεί το ότι η λύση ανήκει σε γνωστό εύρος τιμών κάθε φορά, δηλαδή στην
περιοχή 2α το ζητούμενο εc2 θα είναι από 0 έως 2, στην περιοχή 2β το εc2 θα είναι από
2 έως εcu, ενώ στη περιοχή 3 το εs1 θα είναι από 0 έως εsu.

Για την αναλυτική επίλυση ορθογωνικής δοκού, αντικαθιστώνται στην εξίσωση η


δύναμη Fc και η απόσταση z:

| c| α α r c

a a

εc2
εc2 εs1

εc2
(1 a )
εc2 εs1

Όπου

56
εc2 (6 εc2 ) (8 εc2 )
εc2 2 (Περ. 2α)
12 4(6 εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


α a για 2 εc2 εcu (Περ. 2β)
3εc2 2εc2 (3εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


εc2 εcu (Περ. )
{ 3εc2 { 2εc2 (3εc2 )

Η εξίσωση γίνεται:

M | c|

εc2
M (α α r c ) (1 a )
εc2 εs1

εc2 εc2
M (α α r c ) (1 a )
εc2 εs1 εc2 εs1

Από τη λύση της εξίσωσης έχει βρεθεί η παραμόρφωση (είτε αριθμητικά είναι
αναλυτικά) για την οποία η ροπή Mc είναι ίση με τη Md. Έτσι μπορεί να υπολογιστεί
και η τάση του οπλισμού:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

Από την ισορροπία κατά x, αποδείχτηκε ότι οι δυνάμεις Fc και Fs1 είναι ίσες κατά
απόλυτη τιμή, οπότε:

M s1 ( Mc | c| )

M Mc
s1 ( | c |)
σs 1

Η δύναμη του οπλισμού είναι:

s1 σs 1 As1

Τελικά προκύπτει ο απαιτούμενος οπλισμός:

M Mc | c|
As1 ( )
σs 1 σs 1 σs 1

57
4.4.2 Επίλυση με ανηγμένα μεγέθη

Τα ανηγμένα μεγέθη έχουν το πλεονέκτημα ότι απαλλάσσουν το πρόβλημα από της


διαστάσεις της διατομής αλλά και από τις ποιότητες των υλικών. Συνεπώς μπορεί τα
τυποποιηθεί η επίλυση και να συνταχθούν διαγράμματα και πίνακες για τη
διαστασιολόγηση που απλοποιούν τη διαδικασία και παρέχουν μια πιο εποπτική
εικόνα της διατομής. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίλυση με ανηγμένα μεγέθη
είναι να υπάρχει διαθέσιμο τυπολόγιο για τη δύναμη του σκυροδέματος και τη θέση
της. Διαφορετικά (π.χ. αριθμητικός υπολογισμός της Fc), η επίλυση γίνεται με τα
φυσικά μεγέθη και στη συνέχεια υπολογίζονται τα ανηγμένα.

Σύμφωνα με το τυπολόγιο που αναπτύχθηκε για ορθογωνική δοκό είναι:

| c| α α r c

a a

εc2
εc2 εs1

εc2
(1 a )
εc2 εs1

Όπου

εc2 (6 εc2 ) (8 εc2 )


εc2 2 (Περ. 2α)
12 4(6 εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


α a για 2 εc2 εcu (Περ. 2β)
3εc2 2εc2 (3εc2 )

3εc2 2 εc2 (3εc2 4) 2


εc2 εcu (Περ. )
{ 3εc2 { 2εc2 (3εc2 )

Ορίζεται:
εc2
ξ
εc2 εs1
εc2
ζ 1 a 1 aξ
εc2 εs1

οπότε είναι

58
ζ

και η δύναμη Fc γίνεται:

| c| α ξ α r c

Παρατηρείται ότι ενώ τα μεγέθη a, z και x εξαρτώνται από την παραμόρφωση και τη
γεωμετρία της διατομής, τα ανηγμένα μεγέθη ka, ζ και ξ εξαρτώνται μόνο από την
παραμόρφωση της διατομής και για κάθε επιτρεπτή παραμόρφωση από τους
κανονισμούς είναι συγκεκριμένα (ισχύει και το αντίστροφο), ανεξαρτήτως διατομής.
Τα ξ & ζ εκφράζουν τα x & z αντίστοιχα, ως ποσοστά του στατικού ύψους d.

Η εξίσωση που η λύση της θα δώσει την παραμόρφωση που ικανοποιεί την ισορροπία
είναι:

M | c| ( Mc )

Με αντικατάσταση των Fc και z η εξίσωση γίνεται:

M α ξ α r c ζ ( Mc )

2
M αξζ α r c ( Mc )

Οι συντελεστές α, ξ, ζ εξαρτώνται μόνο από την παραμόρφωση και τίποτα άλλο. Αν


απομονωθούν στο ένα μέλος της εξίσωσης, τότε είναι:

M Mc
2 αξζα r ( 2 )
c c

Ορίζεται:

μc αξζα r

οπότε είναι

Mc | c|
μc 2 ( 2 )
c c

Το μc είναι συνάρτηση των ανηγμένων μεγεθών α, ξ, ζ συνεπώς είναι και αυτό


μέγεθος της παραμόρφωσης, θετικό και αδιάστατο, με την οποία το συνδέει
αμφιμονοσήμαντη σχέση. Λόγω της αμφιμονοσήμαντης αντιστοιχίας της

59
παραμόρφωσης με το μέγεθος μc, στο εξής η παραμόρφωση που αντιστοιχεί σε ένα
συγκεκριμένο μc θα αναφέρεται καταχρηστικά και ως παραμόρφωση μc.

Κατά τον ίδιο τρόπο ορίζεται:

M
μs 2
c

Το μsd είναι μέγεθος της καταπόνησης, ενώ το μc είναι μέγεθος της παραμόρφωσης. Ο
παρονομαστής bd2fcd γράφεται ως [(bd)fcd]d. Τα b και d είναι διαστάσεις και το
γινόμενό τους είμαι εμβαδόν. Πολλαπλασιαζόμενα με fcd, δηλαδή τάση, το
αποτέλεσμα είναι δύναμη. Η δύναμη (bd)fcd επί το d, το οποίο είναι απόσταση, δίνει
σαν αποτέλεσμα ροπή [(bd)fcd]d.

Στο τέλος της περιοχής 3, είναι η παραμόρφωση για την οποία η διατομή έχει το
μέγιστο ύψος θλιβόμενης ζώνης, για παραμορφώσεις που αντιστοιχούν σε απλή
κάμψη και ισούται με το στατικό ύψος d. Αν θεωρηθεί ότι το σκυρόδεμα αναπτύσσει
πλήρη τάση fcd (χωρίς το μειωτικό συντελεστή αgr) στην ενεργό διατομή του στο
τέλος της περιοχής 3, ήτοι στη θλιβόμενη ζώνη διαστάσεων b∙d, τότε δύναμη που
αναλαμβάνει το σκυρόδεμα είναι (bd)fcd. Η δύναμη αυτή με μοχλοβραχίονα την
απόσταση d της άνω παρειάς από τον οπλισμό δίνει ένα οριακό μέγεθος ροπής, το
οποίο έχει μόνο λογιστική χρήση και η φυσική του ερμηνεία είναι ότι εκφράζει μια
οριακή ικανότητα της συγκεκριμένης διατομής για τη συγκεκριμένη ποιότητα
σκυροδέματος. Στο εξής θα αναφέρονται ως δύναμη και ροπή αναγωγής αντίστοιχα.

Συνεπώς τα μsd και μc είναι η ροπή καταπόνησης και η ροπή της δύναμης του
σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό αντίστοιχα, ανηγμένες στην εν λόγω ροπή
αναγωγής.

Στην εξίσωση της δύναμης του σκυροδέματος, απομονώνονται τα μεγέθη της


παραμόρφωσης:

| c| α ξ α r c

| c|
αξα r
c

Ορίζεται:

ρc αξα r

60
Οπότε είναι

| c|
ρc
c

Το ρc είναι συνάρτηση των ανηγμένων μεγεθών α και ξ συνεπώς είναι και αυτό
μέγεθος της παραμόρφωσης, θετικό και αδιάστατο, με την οποία το συνδέει
αμφιμονοσήμαντη σχέση. Ο παρονομαστής bdfcd είναι η οριακή δύναμη της διατομής
του σκυροδέματος όπως περιγράφηκε προηγουμένως. Το ρc είναι απόλυτη τιμή τη
δύναμης του σκυροδέματος ανηγμένη στην δύναμη αναγωγής.

Η ροπή του σκυροδέματος ως προς τη θέση του κάτω οπλισμού ορίστηκε:

Mc | c|

Mc
| c|

2
μc c
ρc c
ζ
μc
ρc
ζ

μc ρc ζ

Ορίζεται:

s1
ρ1
c

Το ρ1 κατά αντιστοιχία με το ρc, είναι η δύναμη του οπλισμού ανηγμένη στην δύναμη
αναγωγής (bd)fcd και έχει πρόσημο ίδιο με τη δύναμη Fs1.

Οι εξισώσεις ισορροπίας γίνονται:

M Mc μs 2
c μc 2
c
μs μc
} }
s1 | c| ρ1 c ρc c
ρ1 ρc

Συνεπώς στην περίπτωση της κάμψης με απλό οπλισμό, η παραμόρφωση που θα


ικανοποιεί την ισορροπία θα υπολογιστεί από την εξίσωση:

μc αξζα r

61
Όπου
μc μs

Για μια συγκεκριμένη παραμόρφωση μπορεί να υπολογιστεί και η ανηγμένη ροπή μ c


μέσω των α, ξ και ζ. Εφόσον οι παραμορφώσεις είναι γνωστές στα όρια κάθε
περιοχής του Γ.Δ.Π. υπολογίζεται το μc στην αρχή και το τέλος καθεμιάς, οπότε
προσδιορίζεται η περιοχή στην οποία θα αναζητηθεί η λύση. Η εξίσωση όμως θα
πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να μπορεί να υπολογίζεται η παραμόρφωση για
συγκεκριμένη ανηγμένη ροπή. Λόγω της διαφοροποίησης του τυπολογίου, θα γίνει
ξεχωριστή επεξεργασία για κάθε περιοχή του Γ.Δ.Π. Η εξίσωση και οι λύσεις κάθε
περιοχής παρατίθενται στις αμέσως επόμενες παραγράφους.

Από την επίλυση της εξίσωσης υπολογίζεται η παραμόρφωση για την οποία η
ανηγμένη ροπή του σκυροδέματος μc είναι ίση με την ανηγμένη ροπή της
καταπόνησης. Έτσι μπορεί να υπολογιστεί και η τάση του οπλισμού:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

Για κάμψη με απλό οπλισμό η ανηγμένη δύναμη του οπλισμού είναι ίση με την
ανηγμένη δύναμη του σκυροδέματος:

ρ1 ρc

ρ1 αξα r

Η δύναμη του οπλισμού είναι:

s1 σs 1 As1

ρ1 c σs 1 As1

Τελικά προκύπτει ο απαιτούμενος οπλισμός:

c
As1 ρ1
σs 1

62
Ο ισοδύναμος οπλισμός που με τάση σsd1 παραλαμβάνει δύναμη που είναι ίση κατά
μέτρο με την δύναμη αναγωγής είναι:

σs 1 Aισοδ.
s1 c

c
Aισοδ.
s1
σs 1

Συνεπώς το μέγεθος ρ1 αφενός εκφράζει τη δύναμη του οπλισμού ως ποσοστό της


δύναμης αναγωγής, αλλά είναι και ο απαιτούμενος οπλισμός As1 ανηγμένος στον
ισοδύναμο οπλισμό.

4.4.2.1 Περιοχή 2α

Η παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι:

εs1 εsu

Η παραμόρφωση της άνω παρειάς του σκυροδέματος θα πρέπει να είναι:

εc2 2

Τα ανηγμένα μεγέθη της παραμόρφωσης είναι:

εc2 (6 εc2 )
α
12

(8 εc2 )
a
4(6 εc2 )
εc2
ξ
εc2 εs1

(8 εc2 ) εc2
ζ 1 aξ 1
4(6 εc2 ) εc2 εs1

Η εξίσωση της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος γίνεται:

μc αξζα r

εc2 (6 εc2 ) εc2 (8 εc2 ) εc2


μc (1 )α r
12 εc2 εs1 4(6 εc2 ) εc2 εs1

48 48 48
3ε4c2 ( εs1 16)ε3c2 ( μ 24εs1 ) ε2c2 (2 μ 24εs1 ) εc2 μ ε2
αr c αr c α r c s1

63
Η 4βάθμια εξίσωσης έχει αρκετά πολύπλοκες λύσεις. Γι’ αυτό θα εφαρμοστεί
αριθμητική επίλυση με τη μέθοδο Newton-Raphson. Σε αυτήν τη μέθοδο προβλέπεται
μια αρχική προσέγγιση της λύσης. Έστω ότι η αρχική προσέγγιση είναι η τιμή της
παραμόρφωσης στο μεσοδιάστημα (0 , 2) του εύρους της λύσης, δηλαδή εc2,A =1.

Για την αρχική προσέγγιση που έγινε υπολογίζεται η τιμή του πολυωνύμου f(εc2,A)
και της παραγώγου του f΄(εc2,A).

Η παράγωγος του παραπάνω πολυωνύμου είναι:

48 48
12ε3c2 ( εs1 16)εc2 ( μc 24εs1 ) εc2 (2 μ 24εs1 )
αr αr c

Υπολογίζεται η επόμενη προσέγγιση εc2,B από τη σχέση:

(εc2 )
εc2 εc2
(εc2 )

Υπολογίζεται η διαφορά n της νέας προσέγγισης από την προηγούμενη:

n εc2 εc2

Επαναλαμβάνεται η διαδικασία μέχρι η διαφορά n να είναι μικρότερη από την


απαιτούμενη ακρίβεια. Η μέθοδος έχει γρήγορη σύγκλιση, ελλοχεύει όμως ο κίνδυνος
να οδηγήσει σε λύση εκτός του αποδεκτού εύρους. Σε αυτήν τη περίπτωση αρκεί να
επιλεγεί μια πιο κατάλληλη αρχική προσέγγιση.

64
4.4.2.2 Περιοχή 2β

Η παραμόρφωση του κάτω οπλισμού είναι:

εs1 εsu

Η παραμόρφωση της άνω παρειάς του σκυροδέματος θα πρέπει να είναι:

2 εc2 εcu

Τα ανηγμένα μεγέθη της παραμόρφωσης είναι:

3εc2 2
α
3εc2

εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 )

εc2
ξ
εc2 εs1

εc2 (3εc2 4) 2 εc2


ζ 1 aξ 1
2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

Η εξίσωση της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος γίνεται:

μc αξζα r

3εc2 2 εc2 εc2 (3εc2 4) 2 εc2


μc (1 )α r
3εc2 εc2 εs1 2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

6 12 6
(3 μ ) ε2 (6 μ )ε ε (2 4εs1 μ ε2 )
α r c c2 α r c s1 c2 α r c s1

Η λύση του τριωνύμου έχει δυο λύσεις, και αποδεκτή είναι μόνο αυτή που ανήκει στο
διάστημα (2, εcu):

12
(6 α r μc ) εs1 √Δ
εc2
6
2 (3 α μc )
r

Όπου

12 6 6
Δ (6 μ ) ε2s1 4 (3 μ ) (2 4εs1 μ ε2 )
αr c αr c α r c s1

65
4.4.2.3 Περιοχή 3

Η παραμόρφωση της άνω παρειάς του σκυροδέματος είναι:

εc2 εcu

Η παραμόρφωση του κάτω οπλισμού θα πρέπει να είναι:

0 εs1 εsu

Τα ανηγμένα μεγέθη της παραμόρφωσης είναι όπως και στην περιοχή 2β:

3εc2 2
α
3εc2

εc2 (3εc2 4) 2
a
2εc2 (3εc2 )

εc2
ξ
εc2 εs1

εc2 (3εc2 4) 2 εc2


ζ 1 aξ 1
2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

Η εξίσωση της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος γίνεται:

μc αξζα r

3εc2 2 εc2 εc2 (3εc2 4) 2 εc2


μc (1 )α r
3εc2 εc2 εs1 2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

6 12 6
( μ ) ε2 (4 με 6εc2 ) εs1 (2 μ ε2 3 ε2c2 )
α r c s1 α r c c2 α r c c2

Η λύση του τριωνύμου έχει δυο λύσεις, και αποδεκτή είναι μόνο αυτή που ανήκει στο
διάστημα (0, εsu):

12
(4 α r μc εc2 6εc2 ) √Δ
εs1
6
2 (α μc )
r

Όπου

12 6 6
Δ (4 με 6εc2 ) 4 ( μc ) (2 μ ε2 3 ε2c2 )
α r c c2 αr α r c c2

66
4.4.2.4 Περιοχή 4

Παρόλο που οι παραμορφώσεις της περιοχής 4 φαινομενικά αντιστοιχούν σε κάμψη,


καθώς ένα μέρος της διατομής εφελκύεται και το υπόλοιπο θλίβεται, η περιοχή αυτή
αποκλείεται καθώς το σκυρόδεμα δεν μπορεί να παραλάβει εφελκυστική τάση και
εφόσον δεν υπάρχει οπλισμός στο εφελκυόμενο τμήμα της διατομής που να μπορεί να
παραλάβει δύναμη αντίθετης φοράς απ’ ότι η υπόλοιπη διατομή που θλίβεται, δεν
ικανοποιείται η ισορροπία.

4.4.2.5 Διαγράμματα και πίνακες διαστασιολόγησης με ανηγμένα μεγέθη

Τα ανηγμένα μεγέθη απαλλάσσονται από τις διαστάσεις της διατομής, τις ποιότητες
των υλικών και το μέγεθος της καταπόνησης. Μπορούν να έχουν γενική εφαρμογή
στο πρόβλημα της διαστασιολόγησης και με διαθέσιμες όλες τις εξισώσεις μπορούν
να σχεδιαστούν διαγράμματα και να συνταχθούν πίνακες διαστασιολόγησης. Κάτι
τέτοιο θα ήταν αδύνατο με τα φυσικά μεγέθη. Τέτοιου είδους πίνακες παρατίθενται
στο κεφάλαιο 6, ενώ αντίστοιχα διαγράμματα διαστασιολόγησης παρατίθενται στο
κεφάλαιο 7.

67
4.5 Ισορροπία της διατομής για κάμψη με διπλό οπλισμό

Στο πρόβλημα της απλής κάμψης με διπλό οπλισμό, ο κάτω οπλισμός εφελκύεται ενώ
ο άνω οπλισμός, ανάλογα με την παραμόρφωση και την απόσταση του από την άνω
παρειά της διατομής, είναι δυνατόν να θλίβεται ή να εφελκύεται. Οι λύσεις με τον
άνω οπλισμό να εφελκύεται είναι δυνατές όμως είναι αντιοικονομικές σε σχέση με
αυτές που προκύπτουν όταν θλίβεται. Το εύρος των παραμορφώσεων για τις οποίες ο
άνω οπλισμός εφελκύεται έχει αφετηρία την αρχή της περιοχής 2α και είναι δυνατό
να καλύπτει μέρος της περιοχής 2 ή ακόμη και τμήμα της περιοχής 3 (Σχ. 4.7). Οι
λύσεις θα αναζητηθούν στις περιοχές 2 και 3 με εξαίρεση το τμήμα για το οποίο
προκύπτει εφελκυόμενος άνω οπλισμός.

0 εcc εcu
B
d2 εsu
2α 2β

2 3

Md 3β

d
Nd

A
d1 εsu εy

Σχ. 4.7: Διάφορες θέσεις του άνω οπλισμού στο Γενικευμένο Διάγραμμα Παραμορφώσεων

Στις περιοχές που θα αναζητείται η λύση με θλιβόμενο άνω οπλισμό η παραμόρφωση


της άνω παρειάς της διατομής (εc2) και του άνω οπλισμού (εs2) θα είναι αρνητική
(θλιπτική) ενώ του κάτω οπλισμού θετική (εφελκυστική).

εc2 |εc2 | εc2


εs2 |εs2 | εs2
εs1 |εs1 | εs1

68
Αρχικά υπολογίζεται η παραμόρφωση του άνω οπλισμού συναρτήσει των άλλων δυο
παραμορφώσεων (εc2 και εs1). Καθώς το σκυρόδεμα συμμετέχει μόνο στην παραλαβή
θλιπτικών τάσεων, οι οποίες προκαλούνται από θλιπτικές (αρνητικές)
παραμορφώσεις, έχει γίνει η σύμβαση από το προηγούμενο κεφάλαιο ακόμη ότι θα
εισάγεται σε όλες τις εξισώσεις με θετικό πρόσημο. Με το ίδιο σκεπτικό θα
αναπτυχθεί και η εξίσωση για το εs2, ώστε να προκύπτει θετικό, καθώς μόνο οι
περιπτώσεις θλιβόμενου άνω οπλισμού θα εξεταστούν. Από τα όμοια τρίγωνα (Σχ.
4.8) είναι:

 Συναρτήσει του εc2

εc2 εs2 2 ξ 2
εs2 εc2 εs2 εc2
2 ξ

ξ 2
εs2 εc2
ξ

 Συναρτήσει του εs1

εs2 εs1 2 ξ 2
εs2 εs1 εs2 εs1
2 ξ

ξ 2
εs2 εs1
1 ξ

 Συναρτήσει των εs1 και εc2

εs1 εs2 εs1 εc2 ( 2)


εs2 (εs1 εc2 ) εs1
2

( 2) ( 2)
εs2 εc2 εs1 ( 1)

( 2) 2 2
εs2 εc2 εs1 (1 1)

2 2
εs2 εc2 (1 ) εs1

Το ξ εκφράζει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) ως ποσοστό του στατικού ύψους (d).
Στην αρχή της περιοχής 2α (εc2=0) το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μηδενικό,
συνεπώς η πρώτη εξίσωση παρουσιάζει αοριστία, αν και στη λύση με θλιβόμενο άνω

69
οπλισμό η παραμόρφωση αυτή ανήκει στις μη αποδεκτές. Στο τέλος της περιοχής 3
θα δυο αυτά μήκη (x και d) είναι ίσα οπότε το ξ ισούται με τη μονάδα και η δεύτερη
εξίσωση του εs2 θα οδηγήσει σε αοριστία λόγω του παρονομαστή (1−ξ). Γι’ αυτό το
λόγο προτιμήθηκε η τρίτη εξίσωση στην οποία δεν υπεισέρχεται το ξ.

εc2
εs2 d2

x
d

εs1

d1
εc1

Σχ. 4.8: Παραμόρφωση του άνω οπλισμού

Για την ανάλυση της ροπής σε δυο δυνάμεις οι άγνωστοι είναι τρεις, ήτοι οι δυνάμεις
F1, F2 και η μεταξύ τους απόσταση α, ενώ οι εξισώσεις είναι δυο, η ισορροπία των
δυνάμεων και η ισορροπία των ροπών. Συνεπώς ένας από τους τρεις αγνώστους
πρέπει να επιλεγεί για να λυθεί το πρόβλημα και να υπολογιστούν οι άλλοι δυο.

Στο πρόβλημα της κάμψης με απλό οπλισμό, η ροπή αναλύθηκε στις δυνάμεις Fc και
Fs1 με απόσταση z. Όμως οι άγνωστοι Fc και z συνδέονται μέσω της παραμόρφωσης,
οπότε στην ουσία το πρόβλημα είχε δυο αγνώστους, την παραμόρφωση και την Fs1
και έτσι με τις δυο εξισώσεις ισορροπίας προέκυψε μονοσήμαντα μια λύση. Ωστόσο
στο πρόβλημα με διπλό οπλισμό, η ροπή πρέπει να αναλυθεί στις δυνάμεις Fc, Fs1, Fs3
με τις δυο μεταξύ τους αποστάσεις. Ακόμη όμως και με τη σχέση της Fc και της
θέσης της με την παραμόρφωση, καθώς και τις δεδομένες θέσεις των οπλισμών το
σύστημα είναι αόριστο, διότι οι άγνωστοι είναι τρεις (Fs1,Fs2 και παραμόρφωση) ενώ
οι εξισώσεις δυο. Συνεπώς πρέπει ένα από τα δεδομένα να επιλεγεί.

70
Η ροπή καταπόνησης αναλύεται σε τρεις δυνάμεις Fc, Fs2 και Fs1 (Σχ. 4. ). Οι Fc και
Fs2 είναι αρνητικές (θλιπτικές) και η πραγματική τους φορά είναι προς τα αριστερά,
οπότε:

| c| c

| s2 | s2

Για την ισοδυναμία της καταπόνησης, η ισορροπία των δυνάμεων και των ροπών στη
θέση του κάτω οπλισμού είναι:

0 s1 | c| | s2 | s1 | c| | s2 |

M | c| | s2 | ( 2) M | c| | s2 | ( 2)

d2 Fs2 |Fs2|
a
Fc |Fc|

Md
d
= =
z

Fs1 Fs1

Σχ. 4.9: Πραγματική κατεύθυνση των Fc και s2 και ισοδυναμία της καταπόνησης

4.5.1 Επίλυση με φυσικά μεγέθη

Η ροπή της δύναμης του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό είναι
αριστερόστροφη (άρα θετική):

Mc | c|

71
Συνεπώς πρέπει όχι όλη, αλλά ένα μέρος της ροπής καταπόνησης θα παραληφθεί από
το σκυρόδεμα:

M Mc | s2 | ( 2)

Ο άνω οπλισμός θα παραλάβει την υπόλοιπη ροπή καταπόνησης:

| s2 | ( 2) M Mc

Η δύναμη του άνω οπλισμού θα είναι:

M Mc
| s2 |
2

Η δύναμη του κάτω οπλισμού θα είναι σύμφωνα με την ισορροπία των δυνάμεων:

s1 | c| | s2 |

Η σχέση που συνδέει τους οπλισμούς με τις δυνάμεις είναι:

s σs As

Ωστόσο για να υπολογιστούν οι οπλισμοί πρέπει να είναι γνωστές οι δυνάμεις αλλά


και οι τάσεις. Κάθε συγκεκριμένη παραμόρφωση αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη Mc και
αντίστροφα. Αν επιλεχθεί μια παραμόρφωση ή μια ροπή σκυροδέματος το πρόβλημα
μπορεί να λυθεί. Πράγματι, επιλέγεται μια παραμόρφωση και υπολογίζεται η ροπή
Mc, η δύναμη Fc και η απόσταση z σύμφωνα με το τυπολόγιο κάθε περιοχής:

Mc | c|

Διαφορετικά επιλέγεται μια ροπή σκυροδέματος και υπολογίζεται η παραμόρφωση


και τα υπόλοιπα μεγέθη. Με γνωστή την παραμόρφωση υπολογίζεται η τάση του άνω
και κάτω οπλισμού:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

72
Η παραμόρφωση του άνω οπλισμού είναι θλιπτική, συνεπώς και η τάση του θα είναι
αρνητική λόγω της αρνητικής Fs2:

σs 2 0 |σs 2 | σs 2

Υπολογίζεται η δύναμη του άνω οπλισμού:

M Mc
| s2 |
2

M Mc
|σs 2 |As2
2

Ο απαιτούμενος άνω οπλισμός είναι:

1 M Mc
As2
|σs 2 | ( 2)

Υπολογίζεται η δύναμη του κάτω οπλισμού:

s1 | c| | s2 |

Mc M Mc
s1
2

Mc M Mc
|σs 1 |As1
2

Ο απαιτούμενος κάτω οπλισμός είναι:

1 Mc M Mc
As1 [ ]
σs 1 ( 2)

Από τις εξισώσεις γίνεται κατανοητό πως κάθε παραμόρφωση οδηγεί και σε
διαφορετική λύση οπλισμών. Η ροπή του σκυροδέματος που θα επιλεγεί πρέπει να
αντιστοιχεί σε παραμόρφωση των περιοχών 2 ή 3, για την οποία ο άνω οπλισμός
θλίβεται. Για να είναι μέσα στις περιοχές 2 ή 3 η ροπή θα έχει κατώτατο όριο την
τιμή στην αρχή της 2α (Μc,2α=0) και ανώτατο όριο την τιμή στο τέλος της 3β (Μc,3β).
Όμως για να θλίβεται ο άνω οπλισμός πρέπει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) να
είναι μεγαλύτερο από την επικάλυψη d2, δηλαδή:

73
εc2
2
εc2 εs1

Στην περιοχή 2 είναι εs1=εsu και εc2 από 0 έως εcu, ενώ στην περιοχή 3 είναι εc2=εcu και
εs1 από 0 έως εsu. Η ανίσωση λύνεται και στις δυο περιοχές, αλλά μόνο η μία λύση θα
είναι αποδεκτή (εντός εύρους).

Στην περιοχή 2:

2
εc2 εs1
2

Στην περιοχή 3:

2
εs1 εc2
2

Η Mc θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από τη ροπή που αντιστοιχεί σε παραμόρφωση


στο όριο της ανίσωσης, έτσι ώστε ο άνω οπλισμός να ανήκει στη θλιβόμενη ζώνη.
Ακόμη στη σχέση υπολογισμού της απόλυτης τιμής της Fs2 ο παρονομαστής (d-d2)
είναι πάντα θετικός, συνεπώς για προκύπτει θετικό όλο το κλάσμα πρέπει η Mc να
είναι μικρότερο της Md:

M Mc
| s2 |
( 2)

Συνεπώς οι αποδεκτές τιμές για τη ροπή Mc είναι:

Mc,εs2=0 c in(M Mc,3β )

Στην οριακή περίπτωση που επιλογή ροπή σκυροδέματος επιλεχθεί (εφόσον αυτό
είναι συμβατό) ίση με τη ροπή καταπόνησης οι εξισώσεις ταυτίζονται με αυτές του
απλού οπλισμού. Πράγματι:

Αν Mc = Md η Fs2 θα είναι:

M Mc
| s2 | 0
( 2)

Ενώ η Fs1 θα είναι:

Mc M Mc Mc | c|
s1
2

74
Ο κάτω οπλισμός υπολογίζεται:

1 Mc M Mc 1 Mc 1
As1 [ ] | |
σs 1 ( 2) σs 1 σs 1 c

4.5.2 Επίλυση με ανηγμένα μεγέθη

Οι εξισώσεις ισορροπίας είναι:

s1 | c| | s2 |

M Mc | s2 | ( 2)

Κατά αντιστοιχία με την ανηγμένη δύναμη του κάτω οπλισμού (ρ1), ορίζεται και η

ανηγμένη δύναμη του άνω οπλισμού:

s2
ρ2
c

Η δύναμη Fs2 είναι θλιπτική και έχει αρνητικό πρόσημο, συνεπώς και η ανηγμένη
τιμή της είναι αρνητική:

ρ2 0 |ρ2 | ρ2

Ανάγονται οι δυνάμεις και οι ροπές στη δύναμη και στη ροπή αναγωγής της

διατομής:

s1 | c| | s2 |
ρ1 ρc |ρ2 |
c c c

M Mc | s2 | ( 2)
( 2)
μs μc |ρ2 |
2
c
2
c
2
c } }

ρ1 ρc ρ2 ρ1 ρc ρ2
} μc μs
μs μc ρ2 (1 ) ρ2
2 (1 2 )

Από τα ανηγμένα μεγέθη της παραμόρφωσης είναι:


μc
ρc
ζ

75
Συνεπώς οι ανηγμένες εξισώσεις ισορροπίας είναι:
μc μs
ρ2
(1 2 )
μc μc μ s
ρ1
ζ (1 2 )

Από τον ορισμό των ανηγμένων δυνάμεων των οπλισμών είναι:

s1 σs 1 As1
ρ1
c c
s2 σs 2 As2
ρ2
c c

Για να υπολογιστούν οι οπλισμοί επιλέγεται μια παραμόρφωση και υπολογίζεται το


αντίστοιχο μc σύμφωνα με το τυπολόγιο κάθε περιοχής, ή αντιστρόφως. Με γνωστή
πλέον την παραμόρφωση υπολογίζονται οι τάσεις των οπλισμών:
εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

Η παραμόρφωση του άνω οπλισμού είναι θλιπτική, συνεπώς και η τάση του θα είναι
αρνητική λόγω της αρνητικής Fs2:

σs 2 0 σs 2 |σs 2 |

Οπότε υπολογίζονται οι απαιτούμενοι οπλισμοί:

c μc μs c μs μc c
As2 ρ2
σs 2 (1 2 ) σs 2 (1 2 ) |σs 2 |

c μc μc μs c μc μs μc c
As1 ρ1 [ ] [ ]
σs 1 ζ (1 2 ) σs 1 ζ (1 2 ) σs 1

Η επιλογή του μc πρέπει να εξασφαλίζει ότι αντιστοιχεί σε παραμόρφωση των


περιοχών 2 ή 3 για την οποία ο άνω οπλισμός θλίβεται και τηρείται η συμβατότητα
των εξισώσεων. Για να είναι μέσα στις περιοχές 2 ή 3 το μc θα έχει κατώτατο όριο
την τιμή στην αρχή της 2α (μc,2α=0) και ανώτατο όριο την τιμή στο τέλος της 3β

76
(μc,3β). Όμως για να θλίβεται ο άνω οπλισμός πρέπει το ύψος της θλιβόμενης ζώνης
(x) να είναι μεγαλύτερο από την επικάλυψη d2, δηλαδή:

2 ξ 2

To μc πρέπει να είναι μεγαλύτερο από τo μc που αντιστοιχεί σε παραμόρφωση στο


όριο της ανίσωσης (μc,εs2=0). Ακόμη, το ρ2 είναι αρνητικό λόγω του θλιβόμενου
οπλισμού σύμφωνα με τη σύμβαση των προσήμων. Στη σχέση υπολογισμού του ρ2, ο
παρονομαστής (1-d2/d) είναι πάντα θετικός, συνεπώς για προκύπτει αρνητικό το
κλάσμα πρέπει το μc να είναι μικρότερο του μsd:
μc μs
ρ2
(1 2 )

Συνεπώς οι αποδεκτές τιμές για το μc είναι:

μc,εs2=0 μc in(μs μc,3β )

Όπως αποδείχθηκε και στην επίλυση με φυσικά μεγέθη, στην οριακή περίπτωση που
η ανηγμένη ροπή σκυροδέματος επιλεχθεί ίση με την ανηγμένη ροπή καταπόνησης
(εφόσον αυτό είναι συμβατό), τότε η εξισώσεις εκφυλίζονται σε αυτές του απλού
οπλισμού.

4.5.3 Η επιλογή της παραμόρφωσης

Στην κάμψη με απλό οπλισμό, το σκυρόδεμα παραλαμβάνει όλες τις θλιπτικές τάσεις
ενώ ο οπλισμός όλες τις εφελκυστικές και λόγω τις ισορροπίας οι δυνάμεις των δυο
υλικών είναι ίσες κατά μέτρο. Στην κάμψη με διπλό οπλισμό όπου ο άνω οπλισμός
θλίβεται, ο κάτω οπλισμός εξακολουθεί να παραλαμβάνει όλες τις εφελκυστικές
τάσεις, όμως από τις εξισώσεις ισορροπίας είτε των φυσικών, είτε των ανηγμένων
μεγεθών γίνεται φανερό ότι ένα μέρος των θλιπτικών τάσεων παραλαμβάνεται από το
σκυρόδεμα βάση της επιλογής της παραμόρφωσης, ενώ το υπόλοιπο από τον άνω
οπλισμό. Ο επιμερισμός της θλιπτικής καταπόνησης στο σκυρόδεμα και τον άνω
οπλισμό μπορεί να είναι οποιοσδήποτε αρκεί να αντιστοιχεί σε αποδεκτή
παραμόρφωση σύμφωνα με τα όρια που έχουν τεθεί. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε και
προηγουμένως κάθε επιλογή οδηγεί σε διαφορετική λύση οπλισμών.

77
Ακόμη, στα προβλήματα απλού οπλισμού η λύση είναι μονοσήμαντα προσδιορισμένη
ενώ στον διπλό οπλισμό οποιαδήποτε παραμόρφωση, εντός των ορίων που έχουν
τεθεί, είναι αποδεκτή.

Στον απλό οπλισμό η ροπή καταπόνησης εφόσον πρέπει να είναι ίση με τη ροπή
σκυροδέματος, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από αυτήν που αντιστοιχεί στο τέλος
της περιοχής 3β. Αν η ροπή καταπόνησης είναι μεγαλύτερη το πρόβλημα δεν μπορεί
να λυθεί. Στο διπλό οπλισμό, το πρόβλημα μπορεί να λυθεί και για ροπές
καταπόνησης μεγαλύτερες από αυτήν που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα στο τέλος της
περιοχής 3β, καθώς την υπόλοιπη ροπή αναλαμβάνει ο άνω οπλισμός.

Τέλος, είναι δυνατόν ένα πρόβλημα διπλού οπλισμού να μην έχει λύση στην
περίπτωση που η ροπή καταπόνησης μsd είναι μικρότερη από το κάτω όριο των
αποδεκτών σκυροδέματος μc. Αυτό συμβαίνει διότι έχει επιλεχθεί πολύ μεγάλη
διατομή για τη συγκεκριμένη ροπή καταπόνησης με αποτέλεσμα η ανηγμένη ροπή να
προκύπτει αρκετά μικρή.

Στα παραδείγματα που ακολουθούν θα υπολογιστεί ο απαιτούμενος συνολικός


οπλισμός δοκού για διάφορες επιλογές παραμόρφωσης, χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν οι
ελάχιστες και μέγιστες απαιτήσεις του κανονισμού.

Παράδειγμα

Υπολογισμός απαιτούμενου οπλισμού δοκού οπλισμένου σκυροδέματος με διπλό


οπλισμό κατά ΕΚΟΣ για διάφορες τιμές παραμόρφωσης. Ορθογωνική διατομή
b/h=25/55 cm, επικάλυψη 5 cm, υλικά C30 & S500 . Ροπή καταπόνησης α) Μd = 350
kN & β) Μd = 475 kN

Υπολογίζεται το στατικό ύψος d:

1 0.55 0.05 0.5

Οι παραμορφώσεις για τις οποίες ο άνω οπλισμός θλίβεται προσδιορίζονται από την
επίλυση της ανίσωσης x > d2 στις περιοχές 2 & 3:

 Στην περιοχή 2:

2 2 0.05
εc2 εs1 εsu 20 2.22
2 2 0.5 0.05

εc2 2.22

78
 Στην περιοχή 3:

2 0.5 0.05
εs1 εc2 3.5 31.5
2 0.05

εs1 31.5

Από από την επίλυση των ανισώσεων μόνο η πρώτη έχει λύση εντός αποδεκτού
εύρους. Για να θλίβεται λοιπόν ο άνω οπλισμός πρέπει η παραμόρφωση του
σκυροδέματος να είναι μεγαλύτερη από 2.22, πράγμα που σημαίνει ότι η
παραμόρφωση αυτή βρίσκεται στην περιοχή 2β. Η οριακή περίπτωση για την οποία ο
άνω οπλισμός έχει μηδενική παραμόρφωση είναι για εs1=εsu=20 και εc2=2.22 ενώ η
αντίστοιχη ανηγμένη ροπή σκυροδέματος υπολογίζεται σύμφωνα με το τυπολόγιο της
περιοχής 2β:

3εc2 2 εc2 εc2 (3εc2 4) 2 εc2


μc,εs2=0 αξζα r (1 ) 0.85
3εc2 εc2 εs1 2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

45781
μc,εs2=0 0.0572
800000

Ακόμη στο τέλος της περιοχής 3β είναι εs1=0 και εc2=εcu=3.5 ενώ η αντίστοιχη
ανηγμένη ροπή σκυροδέματος είναι:

3εc2 2 εc2 εc2 (3εc2 4) 2 εc2


μc,3β=0 αξζα r (1 ) 0.85
3εc2 εc2 εs1 2εc2 (3εc2 ) εc2 εs1

2363
μc,3β=0 0.401
5880

Υπολογίζεται η ανηγμένη ροπή καταπόνησης:

α)

M 350
μs 0.28
2 30
c 0.25 0.52 103
1.5

β)

M 475
μs 0.38
2 30
c 0.25 0.52 1.5 103

79
Συνεπώς η επιλογή της ανηγμένης παραμόρφωσης ροπής σκυροδέματος πρέπει να
κυμαίνεται στο εύρος:

α)

μc,εs2=0 μc in (μs μc,3β )

0.0572 μc in(0.28 0.401 )

0.0572 μc 0.28

β)

μc,εs2=0 μc in (μs μc,3β )

0.0572 μc in(0.38 0.401 )

0.0572 μc 0.38

Στους πίνακες που ακολουθούν παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της


διαστασιολόγησης για διάφορες τιμές παραμόρφωσης. Στον πίνακα 4.1 παρατηρείται
πως η επιλογή ολοένα και μεγαλύτερης ανηγμένης ροπής σκυροδέματος έχει ως
αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού οπλισμού και τελικά η πιο οικονομική λύση
είναι αυτή για μc=μsd δηλαδή με απλό οπλισμό. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο και στη
δεύτερη περίπτωση όπως φαίνεται και στον πίνακα 4.2 όπου η αύξηση της μc οδηγεί
σε λύση με λιγότερο συνολικό οπλισμό μέχρι ενός σημείου, όπου αυτός
ελαχιστοποιείται, ωστόσο η περαιτέρω αύξηση της παραμόρφωσης συνεπάγεται και
αύξηση του οπλισμού.

Κάθε επιλογή της παραμόρφωσης περιορίζει τις δυνατές λύσεις σε μια και οι δυνατές
περιπτώσεις λύσεων είναι οι εξής:

 Μια λύση για συγκεκριμένη αναλογία Αs2/As1, όπου μπορεί ο άνω οπλισμός
να είναι περισσότερος, λιγότερος, ή ίσος (συμμετρικός οπλισμός) με τον
κάτω.

 Μια λύση με τον οικονομικότερο οπλισμό (Αs1 + As2)min

 Μια λύση με απλό οπλισμό (Αs2 = 0)

80
Οι διαφορετικές λύσεις οφείλονται στο ότι η δύναμη που αναλαμβάνει μια
συγκεκριμένη διατομή σκυροδέματος δεν είναι μια, αλλά εξαρτάται από την
παραμόρφωση αυτής, η οποία εξαρτάται και από τους οπλισμούς.

81
Πίνακας 4.1: Αποτελέσματα διαστασιολόγησης διπλού οπλισμού για ανηγμένη ροπή καταπόνσης μsd=0.28

μc As1 As2 As,tot σsd1 σsd2 σcd2 εs1 εs2 εc2 ρ1 ρ2 ρc ζ ξ


0.06 17.65 402.85 420.49 434.78 15.17 17.0 20.0 0.08 2.31 0.3069 0.2444 0.0625 0.9602 0.1034
0.08 17.63 42.76 60.39 434.78 129.91 17.0 20.0 0.65 2.94 0.3066 0.2222 0.0844 0.9482 0.1283
0.10 17.65 20.04 37.69 434.78 249.46 17.0 19.03 1.25 3.5 0.3069 0.2000 0.1069 0.9354 0.1554
0.1055 17.66 17.66 35.32 434.78 274.53 17.0 17.77 1.37 3.5 0.3071 0.1939 0.1132 0.9316 0.1645
0.12 17.71 13.46 31.17 434.78 330.22 17.0 14.99 1.65 3.5 0.3080 0.1778 0.1303 0.9213 0.1893
0.14 17.82 10.02 27.84 434.78 388.07 17.0 12.1 1.94 3.5 0.3100 0.1556 0.1544 0.9067 0.2244
0.16 17.99 7.72 25.71 434.78 431.62 17.0 9.92 2.16 3.5 0.3128 0.1333 0.1795 0.8915 0.2608
0.18 18.21 6.39 24.60 434.78 434.78 17.0 8.22 2.33 3.5 0.3166 0.1111 0.2055 0.8757 0.2987
0.20 18.49 5.11 23.61 434.78 434.78 17.0 6.85 2.47 3.5 0.3216 0.0889 0.2327 0.8593 0.3382
0.22 18.86 3.83 22.69 434.78 434.78 17.0 5.72 2.58 3.5 0.3279 0.0667 0.2613 0.8421 0.3797
0.24 19.31 2.56 21.86 434.78 434.78 17.0 4.77 2.67 3.5 0.3357 0.0444 0.2913 0.8239 0.4233
0.26 19.86 1.28 21.13 434.78 434.78 17.0 3.95 2.75 3.5 0.3453 0.0222 0.3231 0.8047 0.4696
0.28 20.53 0 20.53 434.78 434.78 17.0 3.24 2.83 3.5 0.3571 0 0.3571 0.7841 0.5189

82
Πίνακας 4.2: Αποτελέσματα διαστασιολόγησης διπλού οπλισμού για ανηγμένη ροπή καταπόνσης μ sd=0.38

μc As1 As2 As,tot σsd1 σsd2 σcd2 εs1 εs2 εc2 ρ1 ρ2 ρc ζ ξ


0.06 24.04 585.96 609.99 434.78 15.17 17.0 20.0 0.08 2.31 0.4180 0.3556 0.0625 0.9602 0.1034
0.08 24.02 64.15 88.16 434.78 129.91 17.0 20.0 0.65 2.94 0.4177 0.3333 0.0844 0.9482 0.1283
0.10 24.04 31.18 55.21 434.78 249.46 17.0 19.03 1.25 3.5 0.4180 0.3111 0.1069 0.9354 0.1554
0.1136 24.08 24.08 48.15 434.78 307.39 17.0 16.13 1.54 3.5 0.4187 0.2960 0.1227 0.9258 0.1783
0.12 24.10 21.87 45.97 434.78 330.22 17.0 14.99 1.65 3.5 0.4191 0.2889 0.1303 0.9213 0.1893
0.14 24.21 17.18 41.39 434.78 388.07 17.0 12.1 1.94 3.5 0.4211 0.2667 0.1544 0.9067 0.2244
0.16 24.38 14.16 38.53 434.78 431.62 17.0 9.92 2.16 3.5 0.4239 0.2444 0.1795 0.8915 0.2608
0.18 24.60 12.78 37.37 434.78 434.78 17.0 8.22 2.33 3.5 0.4278 0.2222 0.2055 0.8757 0.2987
0.20 24.88 11.50 36.38 434.78 434.78 17.0 6.85 2.47 3.5 0.4327 0.2000 0.2327 0.8593 0.3382
0.22 25.24 10.22 35.47 434.78 434.78 17.0 5.72 2.58 3.5 0.4390 0.1778 0.2613 0.8421 0.3797
0.24 25.69 8.94 34.64 434.78 434.78 17.0 4.77 2.67 3.5 0.4469 0.1556 0.2913 0.8239 0.4233
0.26 26.25 7.67 33.91 434.78 434.78 17.0 3.95 2.75 3.5 0.4564 0.1333 0.3231 0.8047 0.4696
0.28 26.92 6.39 33.31 434.78 434.78 17.0 3.24 2.83 3.5 0.4682 0.1111 0.3571 0.7841 0.5189
0.30 27.75 5.11 32.86 434.78 434.78 17.0 2.62 2.89 3.5 0.4826 0.0889 0.3937 0.7620 0.5722
0.32 30.47 3.83 34.30 410.56 434.78 17.0 2.05 2.94 3.5 0.5004 0.0667 0.4337 0.7378 0.6303
0.34 42.56 2.56 45.12 307.06 434.78 17.0 1.54 3.0 3.5 0.5227 0.0444 0.4783 0.7109 0.6951
0.36 65.77 1.28 67.04 209.72 434.78 17.0 1.05 3.05 3.5 0.5517 0.0222 0.5295 0.6799 0.7695
0.38 129.39 0 129.39 114.29 434.78 17.0 0.57 3.09 3.5 0.5915 0.0000 0.5915 0.6424 0.8596

83
4.5.4 Οικονομικός οπλισμός

Μια μόνο επιλογή ανηγμένης ροπής σκυροδέματος δίνει τον λιγότερο συνολικό
οπλισμό. Αν επιλεγεί το πρόβλημα να λύνεται κάθε φορά με κριτήριο την
οικονομικότητα, τότε οι θεωρητικά άπειρες αποδεκτές λύσεις περιορίζονται σε μια.

Αξίζει όμως να γίνουν μερικές επισημάνσεις για τη διακύμανση των τιμών των
μεγεθών που υπεισέρχονται στον υπολογισμό των οπλισμών, συναρτήσει της
μεταβολής της τιμής της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος:

 Από το διάγραμμα με τις καμπύλες των διαφόρων μεγεθών της


παραμόρφωσης γίνεται φανερό πως μεταβαίνοντας από την αρχή της περιοχής
2, προς το τέλος αυτής και στη συνέχεια στο τέλος της 3β, η ανηγμένη ροπή
σκυροδέματος μc αυξάνεται.

 Όσο μεγαλύτερη δύναμη αναλαμβάνει το σκυρόδεμα λόγω της επιλεγμένης


παραμόρφωσης, τόσο μεγαλύτερο μέρος της θλιπτικής καταπόνησης
επιμερίζεται σε αυτό και συνεπώς λιγότερο στον άνω οπλισμό, συνεπώς
μικραίνει η s2.

 Από την αρχή της περιοχής 2 προς το τέλος αυτής αλλά και μέχρι το τέλος της
3 αυξάνεται το ύψος της θλιβόμενης ζώνης (x) και η παραμόρφωση της άνω
παρειάς στην περιοχή 2 αυξάνεται ενώ στην περιοχή 3 είναι σταθερή. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται η δύναμη σκυροδέματος. Συνεπώς σε
μεγαλύτερο μc αντιστοιχεί μεγαλύτερη δύναμη σκυροδέματος c που σημαίνει
καλύτερη εκμετάλλευση του σκυροδέματος.

 Όσο αυξάνεται το μc, αυξάνεται και η θλιπτική παραμόρφωση του άνω


οπλισμού εs2 (για παραμορφώσεις μc > μc,εs2=0) και κατά συνέπεια αυξάνεται
και η τάση αυτού. Για την ακρίβεια η τάση θα αυξάνεται συνεχώς αν ο β΄
κλάδος του χάλυβα είναι κεκλιμένος, διαφορετικά θα αυξάνεται μέχρι την
παραμόρφωση για την οποία ο άνω οπλισμός διαρρέει εs2 = εy , εφόσον βέβαια
αυτή η παραμόρφωση είναι εντός των περιοχών 2 ή 3. Αυτό έχει ως
αποτέλεσμα την καλύτερη εκμετάλλευση του άνω οπλισμού, καθώς για
δεδομένη ποσότητα οπλισμού Αs2, σε μεγαλύτερη τάση σsd2 αντιστοιχεί
μεγαλύτερη δύναμη Fs2.

84
 Από τις δυο προηγούμενες παρατηρήσεις συμπεραίνεται πως όσο μεγαλύτερο
το μc, απαιτείται λιγότερος οπλισμός άνω καθώς αφενός βελτιώνεται η
εκμετάλλευση του σκυροδέματος αυξάνοντας την Fc και μειώνοντας την
απαίτηση για την Fs2 και αφετέρου αυξάνεται η τάση του άνω οπλισμού.

 Η αύξηση του μc μειώνει την Fs2 η οποία έχει σταθερό σημείο εφαρμογής και
αυξάνει την Fc μετατοπίζοντας το σημείο εφαρμογής της προς τα κάτω,
συνεπώς και η συνισταμένη των θλιπτικών δυνάμεων μετατοπίζεται προς τα
κάτω λόγω της Fc, και το μέτρο τα αυξάνεται καθώς η ροπή της είναι σταθερή
ως προς τη θέση του κάτω οπλισμού και ίση με Md. Εφόσον ο κάτω οπλισμός
παραλαμβάνει όλη την εφελκυστική καταπόνηση, η δύναμή του Fs1 μεγαλώνει
για να ισορροπήσει την αυξανόμενη θλιπτική καταπόνηση ως συνέπεια της
αύξησης του μc.

 Το μc στην περιοχή 2 αντιστοιχεί σε σταθερή παραμόρφωση του κάτω


οπλισμού ο οποίος λειτουργεί υπό πλήρη τάση, ωστόσο στην περιοχή 3α η
αύξηση του μc αντιστοιχεί σε ολοένα και μικρότερες παραμορφώσεις για τον
κάτω οπλισμό, μεγαλύτερες όμως από την παραμόρφωση διαρροής
σχεδιασμού εy, με αποτέλεσμα να μειώνεται η τάση στην περίπτωση
κεκλιμένου β΄ κλάδου στη σχέση σs-εs, ή να παραμένει σταθερή και ίση με τη
μέγιστη τάση fyd στην περίπτωση οριζόντιου β΄ κλάδου. Στην περιοχή 3β οι
παραμορφώσεις του χάλυβα αντιστοιχούν στον ελαστικό κλάδο που σημαίνει
ότι όσο μικραίνει η παραμόρφωση του χάλυβα, μικραίνει και η τάση. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα την χειρότερη εκμετάλλευση του κάτω οπλισμού, καθώς
για δεδομένη ποσότητα οπλισμού Αs1, σε μικρότερη τάση σsd1 αντιστοιχεί
μεγαλύτερη δύναμη Fs1.

 Από το συνδυασμό των δυο προηγούμενων παρατηρήσεων συμπεραίνεται


πως η αύξηση του μc στην περιοχή 3β οδηγεί σε μεγαλύτερη απαίτηση κάτω
οπλισμού καθώς αυξάνεται η Fs1 ενώ η τάση σsd1 μειώνεται.

Συνεπώς όσο μεγαλώνει το μc, μεγαλώνει η εκμετάλλευση του σκυροδέματος,


μειώνεται ο άνω οπλισμός και αυξάνεται ο κάτω. Από το προηγούμενο παράδειγμα
φαίνεται πως στην αρχή η μείωση του άνω οπλισμού είναι μεγαλύτερη από την
αύξηση που αναλογεί στον κάτω οπλισμό. Συνεπώς για μεγαλύτεροo μc απαιτείται
λιγότερος συνολικός οπλισμός. Στο πρώτο παράδειγμα αυτό συμβαίνει μέχρι την τιμή

85
του μc για την οποία προκύπτει λύση με απλό οπλισμό, η οποία είναι και η
οικονομικότερη λύση, ενώ στο δεύτερο παράδειγμα η αύξηση του μc οδηγεί σε
μείωση του συνολικού απαιτούμενου οπλισμού μέχρι ενός σημείου, όπου προκύπτει
λύση για τον οικονομικότερο οπλισμό, ενώ για μεγαλύτερες τιμές του μc η αύξηση
του κάτω οπλισμού γίνεται με μεγαλύτερο ρυθμό μεταβολής από το ρυθμό μείωσης
του άνω οπλισμού με αποτέλεσμα ο συνολικός οπλισμός να αυξάνεται. Δηλαδή η
αύξηση του μc έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού οπλισμού, μέχρι της
οριακής τιμής, η οποία στη βιβλιογραφία συναντάται ως μlim, για την οποία προκύπτει
ο οικονομικότερος οπλισμός, ενώ περαιτέρω αύξηση του μc συνεπάγεται την αύξηση
του οπλισμού. Σε κάθε περίπτωση όμως εξακολουθεί να υπάρχει ο περιορισμός:

μc,εs2=0 μc in (μs μc,3β )

Βάση όμως του προηγούμενου περιορισμού διακρίνονται δυο περιπτώσεις:

μs μli και μs μli

Στην πρώτη περίπτωση μsd < μlim δεν μπορεί να επιλεγεί η τιμή μlim καθώς υπάρχει ο
περιορισμός μc < μsd. Η πιο οικονομική λύση προκύπτει για τη μέγιστη τιμή του μc
που μπορεί να επιλεγεί, ήτοι μc = μsd η οποία είναι η λύση του απλού οπλισμό.

Στην περίπτωση που μlim < μsd μπορεί να επιλεχθούν τιμές έως και μsd όμως κάθε
επιλογή μεγαλύτερη από το μlim έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του συνολικού
οπλισμού. Συνεπώς η πιο οικονομική λύση προκύπτει για μc=μlim.

Συνεπώς η οριακή τιμή μlim, εκτός από το να είναι αυτή που αντιστοιχεί στην
οικονομικότερη λύση για τα προβλήματα διπλού οπλισμού, χωρίζει τα προβλήματα
σε αυτά που οικονομικότερη είναι η λύση του απλού οπλισμού (μc=μsd) και σε αυτά
που η οικονομικότερη λύση είναι με διπλό οπλισμό και μάλιστα για την τιμή μc=μlim.

Ο προσδιορισμός του μlim, μπορεί να γίνει με αναλυτικό ή αριθμητικό τρόπο. Για λίγο
πιο σύνθετες διατομές από αυτήν της ορθογωνικής, όπως είναι οι πλακοδοκοί, ο
αναλυτικός υπολογισμός γίνεται σημαντικά δυσκολότερος όμως μπορεί να γίνει
αριθμητικός υπολογισμός με τη χρήση υπολογιστή. Για τον αναλυτικό προσδιορισμό
του μlim πρέπει να γίνει μελέτη της συνάρτησης του αθροίσματος των οπλισμών,
ξεχωριστά για κάθε περιοχή του Γ.Δ.Π. και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις περιπτώσεις
που διαρρέει ή όχι ο άνω και ο κάτω οπλισμός. Σε κάθε περίπτωση το μ lim εξαρτάται

86
από την ποιότητα του χάλυβα καθώς αυτή επηρεάζει την παραμόρφωση διαρροής
αλλά και από τη θέση του άνω οπλισμού η οποία εκφράζεται από το λόγο d2/d.

Η συνάρτηση είναι:

μc μs μc c μs μc c
As1 As2 [ ]
ζ (1 2 ) σs 1 (1 2 ) |σs 2 |

Το γινόμενο bdfcd μπορεί να απομονωθεί διότι ως σταθερός αριθμός δεν επηρεάζει το


αποτέλεσμα:

μc μs μc 1 μs μc 1
[ ]
ζ (1 2 ) σs 1 (1 2 ) |σs 2 |

Η αντίστοιχη συνάρτηση με φυσικά μεγέθη είναι:

Mc M Mc 1 M Mc 1
[ ]
( 2 ) σs 1 ( 2 ) |σs 2 |

Η διαδικασία για τον αριθμητικό προσδιορισμό του μlim παρουσιάζεται στο κεφάλαιο
των πλακοδοκών.

Από τις προηγούμενες παρατηρήσεις μπορεί να εξαχθεί με ασφάλεια το συμπέρασμα


πως η οριακή τιμή μlim αναμένεται εντός της περιοχής 3. Στις περισσότερες
περιπτώσεις και για τις συνήθεις τιμές του λόγου d2/d (0.05 έως 0.2) τo μlim θα
αντιστοιχεί στην παραμόρφωση του τέλους της περιοχής 3α ή λίγο πριν το τέλος
αυτής. Υπάρχει και το ενδεχόμενο η παραμόρφωση αυτή να βρίσκεται λίγο μετά την
αρχή της περιοχής 3β, ωστόσο αυτό είναι πολύ ιδιαίτερη περίπτωση η οποία δεν θα
εξεταστεί. Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμητικός προσδιορισμός του μlim είναι πιο
ασφαλής και γενικός, υπό την έννοια του ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για
διαφορετικές διατομές σκυροδέματος (πχ πλακοδοκοί), ενώ ο αναλυτικός τύπος που
θα δοθεί αφορά μόνο ορθογωνικές δοκούς και στην πλειονότητα των περιπτώσεων
(όχι πάντα).

Ο αναλυτικός υπολογισμός του μlim έχει μεγάλη έκταση και ξεφεύγει από το σκοπό
της παρούσας πτυχιακής, γι’ αυτό το λόγο παρατίθεται η εξίσωση υπολογισμού χωρίς
απόδειξη. Για ορθογωνικές διατομές ο αναλυτικός τύπος είναι:

87
μc,3β εs1 ε (τέλος 3β)

μli in για όπου εc2 εcu


6ε2c2 8εc2 4
μc εs1 εc2
{ (3εc2 2)(1 2 )

Όπως αναφέρθηκε η επιλογή της παραμόρφωσης για διαστασιολόγηση με διπλό


οπλισμό επαφίεται στην κρίση του μηχανικού. Αν και συνήθως το κριτήριο είναι η
οικονομικότητα της λύσης, η επιλογή θα μπορούσε να γίνει με μια μικρή παραβίαση
της οικονομικότητας. Για παράδειγμα μπορεί να λαμβάνεται το μlim με τιμή
μικρότερη την αυστηρά οικονομική, έτσι ώστε μικρότερες καταπονήσεις να οδηγούν
σε λύση με διπλό οπλισμό, ενώ κανονικά θα οδηγούσαν σε λύση με απλό οπλισμό.
Αυτό αποσκοπεί στο να γίνει διαφορετικός επιμερισμός της θλιπτικής καταπόνησης,
καθώς ο χάλυβας του οπλισμού, ως καθαρά βιομηχανοποιημένο προϊόν παρουσιάζει
χαρακτηριστικά με πολύ μικρή απόκλιση από τις προδιαγραφές του, σε αντίθεση με
το σκυρόδεμα και δη το εργοταξιακό, το οποίο λόγω φύσεως και διαδικασίας
παραγωγής παρουσιάζει μεγαλύτερη αβεβαιότητα ως προς τα μηχανικά
χαρακτηριστικά του. Έτσι ακόμη και αν το σκυρόδεμα δεν πληροί τις προδιαγραφές
και απαιτήσεις του σχεδιασμού, θα υπάρχει οπλισμός για να παραλάβει τη θλιπτική
καταπόνηση σε περίπτωση αστοχίας του σκυροδέματος.

88
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Πλακοδοκοί

5.1 Η έννοια του συνεργαζόμενου πλάτους

Στους φέροντες οργανισμούς από οπλισμένο σκυρόδεμα, λόγω της μονολιθικότητας


του υλικού και της γεωμετρίας δομικών στοιχείων που συντρέχουν στους κόμβους,
δεν είναι απολύτως σαφή τα όρια των επιμέρους στοιχείων. Ωστόσο για τις ανάγκες
της ανάλυσης πρωτίστως, αλλά και της διαστασιολόγησης, προηγείται
διακριτοποίηση του φορέα, δηλαδή το μηχανικό και υπολογιστικό προσομοίωμα
αποτελείται στοιχεία με σαφή όρια και γεωμετρία. Για παράδειγμα στο σημείο που
συναντιούνται η πλάκα και η δοκός, το όριο που τις διαχωρίζει δεν είναι σαφώς
ορισμένο. Υπάρχει μια ζώνη στην οποία το σκυρόδεμα της πλάκας συμμετέχει στην
παραλαβή θλιπτικών τάσεων από την καταπόνηση της δοκού, δίνοντας έτσι
μεγαλύτερη φέρουσα ικανότητα στη δοκό (Σχ. 5.1). Αυτό αναγνωρίζεται από τους
κανονισμούς και δίνεται η δυνατότητα να ληφθεί υπ’ όψιν κατά τη διαστασιολόγηση,
όταν κάτι τέτοιο υφίσταται, εισάγοντας την έννοια του συνεργαζόμενου πλάτους
δοκού-πλάκας. Ο τρόπος υπολογισμού του συνεργαζόμενου πλάτους καθορίζεται από
τον κάθε κανονισμό.

Σχ. 5.1: Συνεργασία πλάκας-δοκού για την παραλαβή θλιπτικών τάσεων

89
(α) (β) (γ)

(δ) (ε) (στ)

Σχ. 5.2: Αμφίπλευρες, μονόπλευρες, κανονικές και ανεστραμμένες πλακοδοκοί

Με το συνεργαζόμενο πλάτος μια ορθογωνική δοκός μπορεί να διαστασιολογηθεί ως


αμφίπλευρη ή μονόπλευρη πλακοδοκός, κανονική ή ανεστραμμένη (Σχήμα 5.2). Στην
παρούσα εργασία θα εξεταστούν μόνο αμφίπλευρες και συμμετρικές πλακοδοκοί με
διατομή τύπου Τ, καθώς όπως έχει αναφερθεί και σε προηγούμενο κεφάλαιο, ο
ουδέτερος άξονας είναι παράλληλος στο διάνυσμα της ροπής, ενώ σε μη-συμμετρικές
διατομές είναι κεκλιμένος. Ωστόσο οι εξισώσεις που θα αναπτυχθούν μπορούν να
χρησιμοποιούνται καταχρηστικά και για μονόπλευρες πλακοδοκούς με διατομή τύπου
Γ (Σχήμα 6.2 β & γ), για μια αρχική εκτίμηση στα πλαίσια της προδιαστασιολόγησης.

5.2 Ισορροπία της διατομής

Η ισορροπία των δυνάμεων που αναπτύσσονται στη διατομή δεν διαφέρει στην
περίπτωση της πλακοδοκού. Η διαδικασία της διαστασιολόγησης είναι ίδια, ωστόσο
οι εξισώσεις για τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος είναι διαφορετικές,
καθώς αλλάζει η γεωμετρία της θλιβόμενης ζώνης. Σε αυτήν την περίπτωση είναι
προτιμότερο να γίνονται οι υπολογισμοί με φυσικά μεγέθη, όπως περιγράφηκαν στο
προηγούμενο κεφάλαιο και στο τέλος να υπολογίζονται τα αντίστοιχα ανηγμένα.
Ακόμη, ο υπολογισμός του μlim θα γίνεται αριθμητικά καθώς η ανάπτυξη αναλυτικού
τυπολογίου είναι αρκετά επίπονη διαδικασία.

90
5.3 Υπολογισμός της δύναμης του σκυροδέματος

Το Γ.Δ.Π έχει καθολική ισχύ συνεπώς οι παραμορφώσεις της πλακοδοκού


καθορίζονται από αυτό. Ομοίως με το συλλογισμό που έγινε στις ορθογωνικές
δοκούς, η παραμόρφωση κάθε σημείου αντιστοιχεί σε τάση και η ολοκλήρωση των
τάσεων σε όλη τη θλιβόμενη ζώνη δίνει την δύναμη που αναλαμβάνει το σκυρόδεμα.
Ο υπολογισμός της δύναμης του σκυροδέματος θα γίνει ξεχωριστά για την κάθε
περιοχή του Γ.Δ.Π που αντιστοιχεί σε απλή κάμψη.

Το ύψος της θλιβόμενης ζώνης έχει υπολογιστεί:


εc2
εc2 εs1

Για παραμορφώσεις που ανήκουν στον α΄ κλάδο της σχέσης τάσεων-


παραμορφώσεων του σκυροδέματος, η τάση ενός σημείου σε απόσταση y από τον
ουδέτερο άξονα με παραμόρφωση εcy θα έχει υπολογιστεί σc(y) = σc(εcy) :
αr
σc ( ) c εc2 (4 εc2 )
4

Επιπλέον ορίζεται το συνεργαζόμενο πλάτος beff , το πάχος της πλάκας hf και το


μέγεθος yh που είναι η απόσταση του ουδέτερου άξονα από το κάτω μέρος της
πλάκας.

| |

Το yh χρειάζεται στους υπολογισμούς μόνο όταν το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι
μεγαλύτερο από το πάχος της πλάκας (x>hf). Όπως θα φανεί παρακάτω υπάρχουν
διαφορετικές υποπεριπτώσεις για τον υπολογισμό της δύναμης του σκυροδέματος και
της θέσης αυτής. Χάριν περιορισμού και γενίκευσης του τυπολογίου όπου αυτό είναι
δυνατό, το yh θα οριστεί ως εξής:

{ όταν

Ο περιορισμός του τυπολογίου είναι επιθυμητός και για την περίπτωση που
επιλέγεται αριθμητική ολοκλήρωση καθώς τα ίδια ολοκληρώματα θα μπορούν να
χρησιμοποιηθούν σε διαφορετικές υποπεριπτώσεις.

91
5.3.1 Περιοχή 2α

Στην περιοχή 2α ο κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή


παραμόρφωσης (εsu) ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από
0 έως −2‰. Συνεπώς η κατανομή των τάσεων αντιστοιχεί στον πρώτο κλάδο του
σκυροδέματος και η θλιβόμενη ζώνη είναι δυνατόν να καταλαμβάνει μόνο τμήμα της
πλάκας ή και τμήμα της δοκού κάτω από την πλάκα.

5.3.1.1 Θλίβεται ολόκληρη η πλάκα και τμήμα του κορμού

Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.3):

εcy
|εc2|<2‰
d2 εs2 a Fc
hf
As2 x σc(y)
yh y

d
h

As1 εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 5.3: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2α όταν x > hf

Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0

3 2
α r c εc2 εc2 2
1 εc2
[( e )( ) e ( )]
12 2 2 12

92
H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που
υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος
στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:

∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( )
0
a
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0

3
εc2 εc2 4 2 2 3
8 ε
( ) ( 12 4
( 48 c2 )
e 16 2 3 ) e

εc2 3 2
3 (6 εc2
( e )( ) e )
12 2 12

5.3.1.2 Θλίβεται τμήμα της πλάκας

Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μικρότερο από το πάχος
της πλάκας (Σχ. 5.4):

εcy
|εc2|<2‰
d2 a σc(y)
x εs2 Fc
hf As2 y

d
h

As1 εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 5.4: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2α όταν x < hf

93
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

εc2 (6 εc2 )
c ∫ σc ( ) e α r c e
12
0

H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται μέσω της ισορροπίας του

αθροίσματος στοιχειωδών ροπών με την ροπή c∙a:

∫ σc ( ) e ( )
0 (8 εc2 )
a
4(6 εc2 )
∫ σc ( ) e
0

Παρατηρείται πως οι εξισώσεις μοιάζουν με της ορθογωνικής δοκού στην περιοχή


2α, όμως αντί για b, το πλάτος είναι beff.

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί το τυπολόγιο για την περίπτωση που x > hf αρκεί
να ληφθεί yh= 0.

c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0

3 2
α r c εc2 εc2 2
1 εc2 εc2 (6 εc2 )
[( e )( ) e ( )] α r c e
12 2 2 12 12

∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( )
0
a
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e
0

3
εc2 εc2 4 2 2 3
8 ε
( )( 4
( 48 c2 )
e 12 16 2 3 ) e
(8 εc2 )
εc2 3 2
3 (6 εc2 4(6 εc2 )
( )(
e 12 2 ) e 12 )

94
5.3.2 Περιοχή 2β

Στην περιοχή 2β ο κάτω οπλισμός είναι σταθερά εφελκυόμενος με τη μέγιστη τιμή


παραμόρφωσης (εsu) ενώ η άνω παρειά έχει θλιπτική παραμόρφωση (εc2) με τιμή από
2‰ έως την οριακή τιμή παραμόρφωσης του σκυροδέματος σε κάμψη. Συνεπώς η
κατανομή των τάσεων στη διατομή του σκυροδέματος περιλαμβάνει και τους δυο
κλάδους. Είναι δυνατόν η θλιβόμενη ζώνη να καταλαμβάνει μόνο τμήμα της πλάκας
ή ολόκληρη την πλάκα και τμήμα του κορμού της δοκού και σε αυτήν την περίπτωση
η αλλαγή του κλάδου του σκυροδέματος μπορεί να συμβαίνει είτε στο τμήμα της
πλάκας είτε της δοκού. Η απόσταση y2 του σημείου του οποίου η παραμόρφωση
(εcy2) είναι 2‰ από τον ουδέτερο άξονα έχει υπολογιστεί:

2
εc2

5.3.2.1 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου στον
κορμό

Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.5):

εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2
hf a
As2 εs2
Fc
x σc(y2)
yh y2 σc(y)
d
h y

As1
d1 εs1= εsu
εc1

Σχ. 5.5: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 < yh

95
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

c ∫ σc ( ) ∫α r c ∫α r c e
0 2

2
ε
2 c2
ε2c2 3
2
α r c [ ( 2 2
) e ( )]
2 12

H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που
υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος
στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:

2
∫ σc ( ) ( ) ∫ α r c ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ α r c ∫ α r c e
0 2

2 2 3
εc2 εc2 42 3 2 2 2 2
εc2 ( 2 2 2 2 2 2 2
3 ) ( ) e (2 )
12 16 2 2 2

εc2 2
2
ε2c2 32
( 2 2)
e
2( )
2 12 2

96
5.3.2.3 Θλίβεται όλη η πλάκα και τμήμα του κορμού – αλλαγή κλάδου στην
πλάκα

Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μεγαλύτερο από το
πάχος της πλάκας (Σχ. 5.6):

εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2 a σc(y2)
hf
As2 x εs2 Fc
y2 σc(y)
yh y

d
h

As1 εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 5.6: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 > yh

97
Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫α r c e
0 2

3 2 2
α r c εc2 εc2 2
εc2 32
[( e )( ) e ( )] α r c e ( 2
)
12 2 2 12

H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της
ισορροπίας του αθροίσματος στοιχειωδών ροπών με την ροπή Fc∙a:

2
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2

3 2 2
εc2 εc2 4 3 2 2
εc2 3
εc2 42 3 2 2
εc2 ( )( ( 22 2 2 2
( 22
3 ) 3 ) 2)
e εc2 e e
12 2 16 12 16 2

εc2 3 2 2 εc2 32
εc2 ( )( ( 22
2 ) 12 )
εc2 2( )
e 12 e e 2

98
5.3.2.4 Θλίβεται τμήμα της πλάκας

Σε αυτήν την περίπτωση το ύψος της θλιβόμενης ζώνης είναι μικρότερο από το πάχος
της πλάκας (Σχ. 5.7):

εcy2
εcy
|εc2|>2‰
d2 a σc(y2)

As2 x εs2 Fc
hf y2 σc(y)
y

d
h

As1 εs1= εsu

d1
εc1

Σχ. 5.7: Δύναμη σκυροδέματος στην περιοχή 2β όταν x > hf & y2 > yh

Η δύναμη του σκυροδέματος υπολογίζεται:

2
3εc2 2
c ∫ σc ( ) e ∫α r c e α r e c ( )
3εc2
0 2

H απόσταση της δύναμης από την άνω παρειά υπολογίζεται ομοίως με τον τρόπο που

υπολογίστηκε και στις ορθογωνικές δοκούς, μέσω της ισορροπίας του αθροίσματος

στοιχειωδών ροπών με την ροπή c∙a:

2
∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
εc2 (3εc2 4) 2
a 2 2εc2 (3εc2 2)
∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2

Παρατηρείται πως οι εξισώσεις μοιάζουν με της ορθογωνικής δοκού στην περιοχή 2β,
όμως αντί για b, το πλάτος είναι beff.

99
Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί το τυπολόγιο για την περίπτωση που x > hf & y2 > yh αρκεί να ληφθεί yh= 0.

c ∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫α r c e
0 2

3 2 2
α r c εc2 εc2 2
εc2 32 3εc2 2
[( e )( ) e ( )] α r c e ( 2
) α r e c ( )
12 2 2 12 3εc2

2
∫ σc ( ) ( ) ∫ σc ( ) e ( ) ∫ α r c e ( )
0 2
a 2
∫ σc ( ) ∫ σc ( ) e ∫ α r c e
0 2

3 2 2
εc2 εc2 4 3 2 2
εc2 3
εc2 42 3 2 2
εc2 ( )( ( 22 2 2 2
( 22
3 ) 3 ) 2)
e εc2 e e
12 2 16 12 16 2 εc2 (3εc2 4) 2
εc2 3 2 2 εc2 32 2εc2 (3εc2 2)
εc2 ( )( ( 22
2 ) 12 )
εc2 2( )
e 12 e e 2

100
5.3.3 Περιοχή 3 & 4

Οι εξισώσεις που αναπτύχθηκαν για τις τρεις περιπτώσεις τις περιοχής 2β μπορούν να
χρησιμοποιηθούν και στις περιοχές 3 & 4, όπως φάνηκε και στο κεφάλαιο για τις
ορθογωνικές δοκούς.

Στην περιοχή 3 θα πρέπει να ληφθεί εc2=εcu και εsu < εs1 <0 ενώ η περιοχή 4 δεν θα
εξεταστεί καθώς όπως έχει αναφερθεί δεν αντιστοιχεί σε προβλήματα καθαρής
κάμψης.

5.4 Πορεία της διαστασιολόγησης

Όπως αναφέρθηκε, η εξίσωση είναι αρκετά πολύπλοκη για να αναζητηθεί αναλυτικός


τύπος, συνεπώς η αριθμητική επίλυση είναι μονόδρομος.

Αρχικά γίνεται προσδιορισμός των χαρακτηριστικών τιμών της ροπής του


σκυροδέματος στα όρια κάθε περιοχής. Οι παραμορφώσεις στα όρια μεταξύ των
περιοχών είναι γνωστές, καθώς βάσει των παραμορφώσεων έγινε η διαίρεση του
Γ.Π.Δ. σε περιοχές. Συνεπώς μπορεί να προσδιοριστεί η δύναμη Fc και η απόσταση
της από την άνω παρειά a βάση του τυπολογίου της προηγούμενης παραγράφου.

Η απόσταση z υπολογίζεται:

όπου d = h − d1

Έτσι υπολογίζεται η ροπή του σκυροδέματος ως προς τον κάτω οπλισμό στα όρια
κάθε περιοχής:

Mc c∙

Αν η επίλυση θα γίνει για απλό οπλισμό τότε η ζητούμενη ροπή σκυροδέματος θα


πρέπει να είναι ίση με τη ροπή καταπόνησης, διαφορετικά επιλέγεται μια
παραμόρφωση της διατομής.

Στον απλό οπλισμό:

Mc M

101
Στο διπλό οπλισμό μπορεί να επιλεχθεί είτε η ροπή του σκυροδέματος ως φυσικό
μέγεθος, ή μπορεί να εισαχθεί μια ανηγμένη τιμή. Σε κάθε περίπτωση παραμόρφωση
και ροπή έχουν αντιστοίχιση 1-1. Στην περίπτωση που επιλεχθεί ανηγμένη τιμή, αυτή
ορίζεται ως:

Mc | c|
μc 2 ( 2 )
e c e c

Το αντίστοιχο φυσικό μέγεθος υπολογίζεται:


2
Mc μc e c

Με γνωστή τη ροπή του σκυροδέματος στα όρια κάθε περιοχής προσδιορίζεται


εύκολα σε ποιά περιοχή θα πρέπει να αναζητηθεί η λύση.

Η ζητούμενη παραμόρφωση υπολογίζεται από την επίλυση της εξίσωσης:

Mc c∙

Για τον υπολογισμό της λύσης προτείνεται η ακόλουθη διαδικασία:

α) Εφόσον έχει προσδιοριστεί σε ποιά περιοχή βρίσκεται η λύση και οι


παραμορφώσεις στα όρια της περιοχής είναι γνωστές (η μια παράμετρος της
παραμόρφωσης είναι πάντα γνωστή και δεδομένη από τον κανονισμό) ορίζεται το
διάστημα του εύρους της λύσης (x0 , x1).

Περιοχή 2α:

εs1 εsu

εc2 (0 , 2]

Περιοχή 2β:

εs1 εsu

εc2 [2 , εcu ]

Περιοχή 3:

εc2 εcu

εs1 (0 , εsu ]

102
β) Το διάστημα αυτό διαιρείται σε n τμήματα πλάτους s:

1 0
s
n

γ) Γίνεται επαναληπτική διαδικασία n+1 φορές (0...n) όπου υπολογίζεται κάθε φορά η
τιμή της παράστασης

Mc c∙

για τιμή της ζητούμενης παραμόρφωσης

ε 0 n∙s

δ) Έστω εmin η παραμόρφωση για την ελάχιστη τιμή της παράστασης. Το εύρος που
θα αναζητηθεί η λύση περιορίζεται σε

[ 0 1]

όπου:

0 ε in s

1 ε in s

ε) Επαναλαμβάνονται τα βήματα β, γ & δ έως ότου επιτευχθεί η ζητούμενη ακρίβεια,

ήτοι:

|Mc c∙ |

όπου ν η ζητούμενη ακρίβεια

Με την παραμόρφωση προσδιορισμένη, επαναϋπολογίζονται η δύναμη του


σκυροδέματος, η θέση της και η ροπή της ως προς τον κάτω οπλισμό σύμφωνα με το
τυπολόγιο της περιοχής στην οποία είναι η λύση.

Στη συνέχεια υπολογίζονται οι τάσεις των οπλισμών από τη σχέση σs-εs:


εs ε
( 1) εs ε
εu ε
σs Es εs |εs | ε
|εs | ε
( 1) εs ε
{ εu ε

103
Υπολογίζεται η δύναμη του εφελκυόμενου και του θλιβόμενου οπλισμού:

M Mc
| s2 |
2

Mc M Mc
s1
2

Οι απαιτούμενοι οπλισμοί είναι:

1 Mc M Mc
As1 [ ]
σs 1 ( 2)

1 M Mc
As2
|σs 2 | ( 2)

Στην περίπτωση του απλού οπλισμού όπου Mc=Md εύκολα αποδεικνύεται ότι
Fs2=As2=0

Με υπολογισμένα τα φυσικά μεγέθη μπορούν να υπολογιστούν και τα ανηγμένα τα


οποία παρέχουν μια πιο εποπτική εικόνα της παραμόρφωσης. Ωστόσο για την
πλακοδοκό ορίζονται συναρτήσει του beff αντί του b όπως στις ορθογωνικές
διατομές:

Mc
μc 2
e c

c
ρc
e c

μc μs s1
ρ2
(1 2 ) e c
μc μc μs s2
ρ1
ζ (1 2 ) e c

e c μc μs e c μs μc e c
As2 ρ2
σs 2 (1 2 ) σs 2 (1 2 ) |σs 2 |

e c μc μc μs e c μc μs μc e c
As1 ρ1 [ ] [ ]
σs 1 ζ (1 2 ) σs 1 ζ (1 2 ) σs 1

104
5.5 Προσδιορισμός του οικονομικού οπλισμού

Από τη διερεύνηση που έγινε στο κεφάλαιο των ορθογωνικών δοκών, η


παραμόρφωση για το όριο του οικονομικού οπλισμού αναμένεται στην περιοχή 3. Για
τον προσδιορισμό του μπορεί να ακολουθηθεί αριθμητική διαδικασία παρόμοια με
αυτή που προτείνεται για τον υπολογισμό της παραμόρφωσης που περιγράφηκε στην
προηγούμενη παράγραφο.

Η ζητούμενη αυτή παραμόρφωση ανήκει στην περιοχή 3 στο εύρος (x0 , x1) όπου:

0 0

1 εsu

α) Το διάστημα αυτό διαιρείται σε n τμήματα πλάτους s:

1 0
s
n

β) Γίνεται επαναληπτική διαδικασία n+1 φορές (0...n) όπου υπολογίζεται κάθε φορά
η τιμή της παράστασης

Mc M Mc 1 M Mc 1
[ ]
( 2 ) σs 1 ( 2 ) |σs 2 |

για τιμή της ζητούμενης παραμόρφωσης

εs1 0 n∙s

δ) Έστω εmin η παραμόρφωση για την ελάχιστη τιμή Kmin της παράστασης. Το εύρος
που θα αναζητηθεί η λύση περιορίζεται σε

[ 0 1]

όπου:

0 ε in s

1 ε in s

ε) Επαναλαμβάνονται τα βήματα β, γ & δ έως ότου επιτευχθεί η ζητούμενη ακρίβεια.

Η παραπάνω διαδικασία φαίνεται σχηματικά στο παρακάτω διάγραμμα (Διάγραμμα.


5.8) και μπορεί να εφαρμοστεί και σε ορθογωνικές διατομές.

105
εs1 =20 εs1=20 εs1 =2.174 εs1=0
εc2 =-2 εc2=-3.5 εc2 =-3.5 εc2=-3.5
μc=0.0498 μc=0.0961 εs =15 εs =10 εs =5 μc=0.3155 μc=0.4019
As,tot εs1
(cm2 ) (‰)

εs =3.75 εs=2.5 εs=1.25

25

100 20

15

50 10

2.174

0 0
0 0.1 0.2 0.3 0.4 μc
As,tot εs1 εy

Διαγρ. 5.8: Απεικόνιση επαναληπτικής διαδικασίας για τον υπολογισμό του μ lim σε ορθογωνική διατομή κατά ΕΚΟΣ

106
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Παρουσίαση του λογισμικού RC-Beam

6.1 Σκοπός, παραδοχές και περιορισμοί του προγράμματος

Το πρόγραμμα RC-Beam είναι ένα πρόγραμμα διαστασιολόγησης δοκών οπλισμένου


σκυροδέματος υπό μονοαξονική κάμψη, το οποίο αναπτύχθηκε στα πλαίσια της
παρούσας εργασίας. Έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα και απευθύνεται σε σπουδαστές.

Η υλοποίησή προγράμματος του έγινε με τη γλώσσα προγραμματισμού Visual Basic


.NET 2010 στο περιβάλλον εργασίας του Microsoft Visual Studio. Για τις υπο-
ρουτίνες του προγράμματος χρησιμοποιήθηκαν οι εξισώσεις που αναπτύχθηκαν στα
προηγούμενα κεφάλαια ενώ η επιβεβαίωση της ορθότητας των αποτελεσμάτων έγινε
με χρήση υπολογιστικών φύλλων excel και συγκρίσεις με πίνακες και διαγράμματα
αναγνωρισμένων συγγραμμάτων (Ζαράρης, Nara anan) καθώς και του εμπορικού
προγράμματος pi-design της εταιρίας π-systems.

Αν και θα ήταν αρκετά απλούστερο να χρησιμοποιηθούν αριθμητικές μέθοδοι κατά


τις οποίες η ολοκλήρωση των τάσεων γίνεται χωρίζοντας τη διατομή σε ίνες
απειροστού πάχους, ενώ η λύση βρίσκεται με επαναληπτική διαδικασία που
συγκλίνει στην παραμόρφωση για την οποία επέρχεται ισορροπία, κρίθηκε σκόπιμο
να ακολουθηθεί η αναλυτική διαδικασία όπου αυτό είναι δυνατό καθώς είναι
ταχύτερη. Έτσι, ο υπολογισμός της δύναμης σκυροδέματος και της θέσης αυτής
γίνεται παντού αναλυτικά, η επίλυση της εξίσωσης για τον υπολογισμό της
παραμόρφωσης γίνεται για τις μεν ορθογωνικές δοκούς αναλυτικά (με εξαίρεση την
περιοχή 2α όπου για την 4βάθμια εξίσωση χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος New on-
Rap son), ενώ για τις πλακοδοκούς αριθμητικά. Ο υπολογισμός του μlim γίνεται
παντού αριθμητικά και στην περίπτωση των ορθογωνικών δοκών συγκρίνεται με τον
αναλυτικό τύπο όπου αν προκύψει διαφορά, χρησιμοποιείται η αριθμητικά
προσδιορισμένη τιμή. Στον πίνακα 7.1 φαίνονται συνοπτικά τα σημεία στα οποία
γίνονται αναλυτικοί ή αριθμητικοί υπολογισμοί και επιλύσεις.

107
Πίνακας 6.1 : Αριθμητικοί και αναλυτικοί υπολογισμοί του προγράμματος

Διατομή Ορθογωνική Διατομή Πλακοδοκός

Περιοχή 2α 2β 3 2α 2β 3
δύναμη
Αναλυτικά Αναλυτικά
σκυροδέματος
παραμόρφωση Αριθμητικά Αναλυτικά Αριθμητικά
Αριθμητικά
μlim & Αριθμητικά
Αναλυτικά

Οι παραδοχές που έγιναν κατά την ανάπτυξη των εξισώσεων υιοθετούνται και στο
πρόγραμμα. Συγκεκριμένα, μπορούν να διαστασιολογηθούν ορθογωνικές διατομές ή
πλακοδοκοί με απλό οπλισμό, διπλό οπλισμό ή με την οικονομικότερη λύση και
καλύπτονται σκυροδέματα ποιότητας έως και C50 καθώς στα σκυροδέματα
μεγαλύτερης αντοχής ο πρώτος κλάδος του νόμου σ-ε είναι καμπύλη γ΄ βαθμού, ενώ
ο χάλυβας των οπλισμών μπορεί να έχει κράτυνση ή όχι και οι τιμές των παραμέτρων
είναι οι προτεινόμενες από τον εκάστοτε κανονισμό, με δυνατότητα τροποποίησης
τους.

Οι διατάξεις των κανονισμών περί γεωμετρικών απαιτήσεων, ελαχίστων και μέγιστων


διαστάσεων διατομής και ποσοτήτων οπλισμού δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν από το
πρόγραμμα και οι οπλισμοί που υπολογίζονται πρέπει να συγκρίνονται με τα όρια που
θέτουν οι κανονισμοί.

6.2 Λειτουργίες του λογισμικού

Το RC-Beam υπολογίζει τον απαιτούμενο οπλισμό για δεδομένες ποιότητες υλικών,


διατομή και καταπόνηση αλλά δίνεται και τη δυνατότητα παραγωγής πινάκων-
βοηθημάτων διαστασιολόγησης.

6.2.1 Διαστασιολόγηση

Η λειτουργία της διαστασιολόγησης ενεργοποιείται επιλέγοντας «design


reinforcement» από το μενού της καρτέλας «design-tools» (Εικόνα 6.1).

108
Εικόνα 6.1: Ενεργοποίηση λειτουργίας διαστασιολόγησης
Στο παράθυρο που ανοίγει στο πεδίο «Διατομή» επιλέγεται ο τύπος της διατομής
«Ορθογωνική» ή «Πλακοδοκός» και εμφανίζεται η αντίστοιχη εικόνα δεξιά, για την
επεξήγηση των συμβόλων (Εικόνες 6.2 & 6.3).

Εικόνα 6.2: Ορθογωνική δοκός

Εικόνα 6.3: Πλακοδοκός

109
Η εισαγωγή των διαστάσεων b, h, d1, d2 γίνεται πληκτρολογώντας την τιμή τους σε m
στα πλαίσια κειμένου κάτω από την επιλογή της διατομής. Όταν είναι επιλεγμένη η
πλακοδοκός εμφανίζονται επιπλέον τα hf και beff .

Η ροπή καταπόνησης η οποία πρέπει να έχει θετική τιμή σε kNm εισάγεται στο
πλαίσιο Md.

Από αυτά τα δεδομένα υπολογίζονται αυτόματα η ανηγμένη ροπή μsd, το στατικό


ύψος d (σε m), ο λόγος d2/d και στην περίπτωση της πλακοδοκού οι λόγοι hf/d και
beff/d.

Η διαστασιολόγηση μπορεί να γίνει κατά ΕΚΟΣ 2000, Ευρωκώδικα 2 είτε για γενική
περίπτωση με όλες τις διαθέσιμες παραμέτρους. Η επιλογή γίνεται στο πεδίο
«Κανονισμός» (Εικόνα 6.4)

Εικόνα 6.4: ΕΚΟΣ 2000

Η επιλογή του ΕΚΟΣ εμφανίζει στο πεδίο «σκυρόδεμα» το πλαίσιο του συντελεστή
αgr με προεπιλεγμένη τιμή 0.85 σύμφωνα με τον κανονισμό, ενώ η επιλογή του
Ευρωκώδικα 2 εμφανίζει το πλαίσιο αcc με προεπιλεγμένη τιμή 1 όπως συνιστάται.
(Εικόνες 6.4 & 6.5)

110
Εικόνα 6.5: Ευρωκώδικας 2
Η επιλογή της γενικής περίπτωσης εμφανίζει και τους δυο συντελεστές αgr και αcc με
προεπιλεγμένη τιμή 1. Οι τιμές των αgr και αcc στις περιπτώσεις όπου εμφανίζονται
μπορούν να τροποποιηθούν (Εικόνα 6.6).

Εικόνα 6.6: Γενική περίπτωση

Η τιμή της μέγιστης θλιπτικής παραμόρφωσης του σκυροδέματος σε κάμψη εισάγεται


στο πλαίσιο εcu και ως προεπιλογή είναι 3.5‰ όπως προβλέπεται και στους δυο

111
κανονισμούς. Η χαρακτηριστική θλιπτική αντοχή του σκυροδέματος (σε MPa) και ο
συντελεστή ασφαλείας του εισάγονται στα πλαίσια fck και γc αντίστοιχα. Η θλιπτική
αντοχή σχεδιασμού εμφανίζεται στο πλαίσιο fcd και επαναϋπολογίζεται αυτόματα σε
κάθε μεταβολή των fcd, γc, αcc (Εικόνα 6.7)

Εικόνα 6.7: Σκυρόδεμα

Εικόνα 6.8: Χάλυβας

Η χαρακτηριστική αντοχή διαρροής του χάλυβα (σε MPa), η οποία θεωρείται ίση σε
θλίψη και εφελκυσμό και στους δυο κανονισμούς και ο συντελεστής ασφαλείας του
εισάγονται στα πλαίσια fyk και γs αντίστοιχα. Το μέτρο ελαστικότητας Εs λαμβάνεται
ίσο με 200 GPa και στους δυο κανονισμούς, ωστόσο μπορεί να τροποποιηθεί. Η
αντοχή διαρροής σχεδιασμού καθώς και η αντίστοιχη παραμόρφωση διαρροής
σχεδιασμού εμφανίζονται στα πλαίσια fyd και εyd και επαναϋπολογίζονται αυτόματα
σε κάθε μεταβολή των fyk, γs και Εs (Εικόνα 6.8)

112
Εικόνα 6.9: Χάλυβας στον ΕΚΟΣ 2000

Ο χάλυβας κατά τον ελληνικό κανονισμό έχει μέγιστη παραμόρφωση σχεδιασμού


20‰ και οριζόντιο β΄ κλάδο στο διάγραμμα σ-ε (Εικόνα 6.9). Ο Ευρωκώδικας δίνει
την επιλογή για οριζόντιο ή κεκλιμένο β΄ κλάδο, δηλαδή μπορεί να ληφθεί υπ’ όψιν η
κράτυνση του χάλυβα. Για να ληφθεί υπ’ όψιν η κράτυνση πρέπει να επιλεχθεί ο
κεκλιμένος β΄ κλάδος (Εικόνα 6.10). Σε αυτήν την περίπτωση επιλέγεται κατηγορία
ολκιμότητας (A,B,C) από το αναδυόμενο μενού (Εικόνα 6.11). Για κάθε επιλογή
ολκιμότητας τροποποιούνται η προεπιλεγμένη τιμή του λόγου κράτυνσης k και της
χαρακτηριστικής μέγιστης παραμόρφωσης εuk, σύμφωνα τιμές του πίνακα C.1 του
παραρτήματος C του Ευρωκώδικα 2. Η μέγιστη παραμόρφωση σχεδιασμού εud
υπολογίζεται έμμεσα ως ποσοστό της μέγιστης χαρακτηριστικής παραμόρφωσης ε uk.
Η συνιστώμενη τιμή αυτού του ποσοστού στον κανονισμό είναι 0. και μπορεί να
τροποποιηθεί στο πλαίσιο εud/εuk.

113
Εικόνα 6.10: Ευρωκώδικας 2 Χάλυβας με κεκλιμένο β΄ κλάδο

Εικόνα 6.11: Επιλογή ολκιμότητας χάλυβα

Στην περίπτωση οριζόντιου β΄ κλάδου η τιμή της μέγιστης παραμόρφωσης εισάγεται


κατευθείαν στο πλαίσιο εud και ο κεκλιμένος β΄ κλάδος είναι από-επιλεγμένος. Η
προεπιλεγμένη τιμή είναι 67.5‰ και είναι ίση με 0. εuk όπου το εuk λαμβάνεται 75‰
για κατηγορία ολκιμότητας C (Εικόνα 6.12).

114
Εικόνα 6.12: Ευρωκώδικας 2 Χάλυβας με οριζόντιο β΄ κλάδο

Στη Γενική περίπτωση διαστασιολόγησης, για το χάλυβα τα δεδομένα δίνονται όπως


και στον Ευρωκώδικα.

Το πεδίο «Τρόπος επίλυσης» έχει τρεις επιλογές απλός, οικονομικός και διπλός
οπλισμός. Επιλέγοντας απλό οπλισμό, η διατομή θα διαστασιολογηθεί μόνο με
εφελκυόμενο οπλισμό.

Εικόνα 6.13: Επίλυση για απλό οπλισμό

115
Αν επιλεχθεί διπλός οπλισμός, όπως φάνηκε και στο κεφάλαιο της διαστασιολόγησης,
πρέπει να επιλεχθεί μια παραμόρφωση, διαφορετικά οι αποδεκτές λύσεις είναι
άπειρες. Σε αυτήν την περίπτωση η επιλογή της παραμόρφωσης της διατομής γίνεται
μέσω της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος μc καθώς συνδέονται μεταξύ τους με
αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία.

Εικόνα 6.14: Επίλυση για διπλό οπλισμό

Η επιλογή του οικονομικού οπλισμού, θα αναζητήσει την οικονομικότερη λύση.


Υπολογίζεται από το πρόγραμμα η οριακή τιμή της παραμόρφωσης μlim η οποία
χωρίζει τα προβλήματα σε αυτά που επιλύνονται οικονομικότερα με απλό οπλισμό
και σε αυτά που επιλύονται οικονομικότερα με διπλό οπλισμό. Αν η ανηγμένη ροπή
καταπόνησης μsd προκύψει μικρότερη από την τιμή μlim, τότε η διαστασιολόγηση
γίνεται για απλό οπλισμό. Διαφορετικά η διαστασιολόγηση γίνεται για διπλό οπλισμό
και για την παραμόρφωσης που αντιστοιχεί σε ανηγμένη ροπή σκυροδέματος μ c ίση
με μlim.

116
Εικόνα 6.15: Επίλυση για οικονομικό οπλισμό

Με επιλεγμένη τη διατομή και την καταπόνηση, τον κανονισμό, τα υλικά και τον
τρόπο επίλυσης, η επίλυση γίνεται με απλό κλικ το κουμπί «Run». Αν δεν έχει γίνει
κάποια λάθος επιλογή, εμφανίζεται το μlim στο πεδίο της διατομής (Εικόνα 6.16), το
πεδίο των αποτελεσμάτων (Εικόνες 6.17 & 6.18), το πλαίσιο εμπλουτισμένου
κειμένου (Εικόνα 6.19) και το σκαρίφημα της διατομής που δίνει την έκταση της
θλιβόμενης ζώνης και την κατανομή των παραμορφώσεων στη διατομή (Εικόνα
6.20).

Εικόνα 6.16: Όριο οικονομικότητας απλού-διπλού οπλισμού μlim

117
Εικόνα 6.17: Πεδίο αποτελεσμάτων χωρίς άνω οπλισμό

Στο πεδίο των αποτελεσμάτων εμφανίζονται οι παραμορφώσεις των οπλισμών και


του σκυροδέματος καθώς και οι αντίστοιχες τάσεις με το πραγματικό τους πρόσημο.
Ακολουθούν τα μεγέθη (ανηγμένα και φυσικά) που συνδέονται με την παραμόρφωση
της διατομής και στο τέλος είναι οι οπλισμοί. Αναλυτικά:

εs1 παραμόρφωση εφελκυόμενου οπλισμού (‰)

εs2 παραμόρφωση θλιβόμενου οπλισμού (‰)

εc2 παραμόρφωση σκυροδέματος στη θλιβόμενη (άνω) παρειά (‰)

σsd1 τάση εφελκυόμενου οπλισμού (MPa)

σsd2 τάση θλιβόμενου οπλισμού (MPa)

σcd2 τάση σκυροδέματος στη θλιβόμενη (άνω) παρειά (MPa)

x ύψος θλιβόμενης ζώνης μετρούμενο κάθετα στον ουδέτερο άξονα της


διατομής (m)

ξ ύψος θλιβόμενης ζώνης ανηγμένο στο στατικό ύψος d1 (αδιάστατο)

z απόσταση της δύναμης σκυροδέματος από τον εφελκυόμενο οπλισμό (m)

118
ζ απόσταση της δύναμης σκυροδέματος από τον εφελκυόμενο οπλισμό
ανηγμένη στο στατικό ύψος d1 (αδιάστατο)

a απόσταση της δύναμης σκυροδέματος από την άνω παρειά (m)

α, ka συντελεστές που έχουν να κάνουν με την έκφραση της δύναμης σκυροδέματος


και τη θέση αυτής (βλ. κεφάλαιο 3)

ρc ανηγμένη δύναμη σκυροδέματος (αδιάστατο)

Fc δύναμη σκυροδέματος (kN)

μc ανηγμένη ροπή σκυροδέματος (αδιάστατο)

Mc ροπή σκυροδέματος (kNm)

ρ1 ανηγμένη δύναμη εφελκυόμενου οπλισμού – μηχανικό ποσοστό


εφελκυόμενου οπλισμού (αδιάστατο)

ρ2 ανηγμένη δύναμη θλιβόμενου οπλισμού – μηχανικό ποσοστό θλιβόμενου


οπλισμού (αδιάστατο)

As1 εμβαδόν εφελκυόμενου οπλισμού (cm2)

As2 εμβαδόν θλιβόμενου οπλισμού (cm2)

Εικόνα 6.18: Πεδίο αποτελεσμάτων με άνω οπλισμό

119
Στο πλαίσιο εμπλουτισμένου κειμένου είναι συγκεντρωμένα τα δεδομένα και τα
αποτελέσματα της επίλυσης και μπορούν να επιλεχθούν και να αντιγραφούν όλα μαζί
για να μεταφερθούν σε πρόγραμμα κειμενογράφου.

Εικόνα 6.19: Πλαίσιο εμπλουτισμένου κειμένου

Τέλος το σκαρίφημα της διατομής με τη θλιβόμενης ζώνη δίνει μια πιο παραστατική
εικόνα της παραμόρφωσης.

Εικόνα 6.20: Σκαρίφημα διατομής και κατανομή των παραμορφώσεων

120
Ωστόσο υπάρχει πιθανότητα να μην εμφανιστούν τα αποτελέσματα αλλά κάποιο
προειδοποιητικό μήνυμα.

Στην περίπτωση του απλού οπλισμού αν η ροπή καταπόνησης ξεπερνάει τη ροπή που
μπορεί να παραλάβει η διατομή (στο τέλος της περιοχής 3) τότε η επίλυση δεν μπορεί
να γίνει και εμφανίζεται το αντίστοιχο μήνυμα (Εικόνα 6.21). Για να μπορέσει να
γίνει η διαστασιολόγηση πρέπει υπάρχουν οι εξής επιλογές:

α) Αύξηση μεγέθους της διατομής ή/και της ποιότητας του σκυροδέματος

β) Επίλυση για διπλό οπλισμό (η επιλογή «οικονομικός οπλισμός οδηγεί σε λύση


διπλού οπλισμού)

Εικόνα 6.21: Η επίλυση με απλό οπλισμό είναι αδύνατη

Στην περίπτωση του διπλού οπλισμού αν η επιλεγμένη ανηγμένη ροπή σκυροδέματος


είναι μικρότερη από την ανηγμένη ροπή καταπόνησης ή αν δεν εξασφαλίζει ότι ο άνω
οπλισμός θλίβεται τότε εμφανίζεται μήνυμα λάθους και η διαστασιολόγηση δεν
γίνεται (Εικόνα 6.22).

Εικόνα 6.22: Άστοχη επιλογή ανηγμένης ροπής σκυροδέματος

121
6.2.2 Παραγωγή πινάκων

Η λειτουργία της παραγωγής πινάκων ενεργοποιείται επιλέγοντας «Rectangular


Beam» ή «T-section Beam» για ορθογωνική διατομή ή πλακοδοκό αντίστοιχα
reinforcement» από το μενού της καρτέλας «Tables» (Εικόνα 6.23).

Εικόνα 6.23: Ενεργοποίηση λειτουργίας παραγωγής πινάκων

Στο παράθυρο που ανοίγει το πεδίο διατομή έχει μόνο το λόγο d2/d και εδώ
διαφαίνεται η χρησιμότητα των ανηγμένων μεγεθών, καθώς απαλλάσσουν το
πρόβλημα από τις φυσικές διαστάσεις και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σύνταξη
βοηθημάτων γενικής εφαρμογής. Στην περίπτωση πλακοδοκού προστίθενται και τα
πλαίσια των λόγων hf/d και beff/b (Εικόνες 6.24 & 6.25)

Όσον αφορά στα υλικά και τους κανονισμούς ισχύει η ίδια περιγραφή που έγινε και
για τη λειτουργία της διαστασιολόγησης. Η μόνο διαφορά είναι πως δεν δίνεται η
επιλογή της «Γενικής περίπτωσης» και της επίλυσης για διπλό οπλισμό. Η επίλυση
γίνεται με απλό κλικ το κουμπί «Generate Table».

122
Εικόνα 6.24: Ορθογωνική διατομή

Εικόνα 6.25: Πλακοδοκός

123
Στην περίπτωση του απλού οπλισμού γίνονται διαδοχικές επιλύσεις για ανηγμένες
ροπές καταπόνησης μsd από 0.01 μέχρι την οριακή ικανότητα της διατομής σε κάμψη,
ήτοι στο τέλος της περιοχής 3β, με βήμα 0.01. Οι επιλύσεις για τιμές στα όρια των
περιοχών 2α-2β, 2β-3α, 3α-3β καθώς η επίλυση για τιμή καταπόνησης ίση με μlim
βρίσκονται συγκεντρωμένες στο τέλος του πίνακα είναι ώστε να διακρίνονται
ευκολότερα (Εικόνα 6.26). Ωστόσο τα αποτελέσματα μπορούν να ταξινομηθούν
κάνοντας κλικ πάνω στον τίτλο της στήλης μsd (Εικόνα 6.27). Σε αρκετές περιπτώσεις
το όριο της περιοχής 3α-3β συμπίπτει με το μlim (Εικόνα 6.27).

Όταν επιλέγεται οικονομικός οπλισμός οι διαδοχικές οι λύσεις, αν και θα μπορούσαν


να συνεχίζουν, σταματούν στο ίδιο σημείο που τελειώνουν και οι λύσεις του απλού
οπλισμού, διότι γενικά αποφεύγονται στην πράξη τόσο μεγάλες τιμές ανηγμένης
ροπής λόγω οικονομίας και στα δυο υλικά. Για τιμές μικρότερες του μlim οι λύσεις
είναι με απλό οπλισμό ενώ στην αντίθετη περίπτωση είναι με διπλό και για μ c=μlim
(Εικόνα 6.28).

Τα αποτελέσματα που προκύπτουν έχουν αρκετά δεκαδικά ψηφία, μπορούν όμως να


μεταφερθούν με αντιγραφή και επικόλληση σε υπολογιστικά φύλλα (excel) για
περεταίρω επεξεργασία και μορφοποίηση.

124
Εικόνα 6.26 Αποτελέσματα για απλό οπλισμό

125
Εικόνα 6.27: Ταξινόμηση των αποτελεσμάτων

126
Εικόνα 6.28 Αποτελέσματα για οικονομικό οπλισμό

127
6.3 Επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του RC-Beam

Η επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του RC-Beam έγινε συγκρίνοντάς τα με


διαγράμματα ή/και πίνακες διαστασιολόγησης αναγνωρισμένων συγγραμμάτων
καθώς με το λογισμικό pi-design της π-systems.

Για τις συγκρίσεις χρησιμοποιήθηκαν τα εξής συγγράμματα:

 Εφαρμογές Οπλισμένου Σκυροδέματος σύμφωνα με τον νέο κανονισμό


σκυροδέματος – Πίνακες, Απόστολος Κωνσταντινίδης (1994)

 Μέθοδοι Υπολογισμού Σιδηροπαγούς Σκυροδέματος, Πρόδρομος Ζαράρης


(2002).

 Desi ners’ Gui e o EN 1 2-1-1 and EN 1992-1-2 Eurocode 2: Design of


Concrete Structures. General rules and rules for buildings and structural fire
design, R.S. Narayanan & A.Beeby (2005)

Ακολουθούν δυο ενδεικτικά παραδείγματα σύγκρισης αποτελεσμάτων με το pi-


design.

128
6.3.1 Παράδειγμα για ΕΚΟΣ 2000

Δίνεται δοκός διαστάσεων b=0.25m, h=0.55m με επικάλυψη d1=d2=0.05m. Να


υπολογιστεί ο οικονομικότερος απαιτούμενος οπλισμός κατά ΕΚΟΣ για την
παραλαβή ροπής Μ=300 kNm με υλικά C20 και S500.

Τα αποτελέσματα της επίλυσης παρουσιάζονται στον πίνακα 6.2.

Πίνακας 6.2 : Αποτελέσματα RC-Beam & pi-design

Αποτελέσματα RC-Beam pi-design

Αs1 (cm2) 18.164 18.163


Αs2 (cm2) 1.893 1.893
Αstot (cm2) 20.058 20.056
εs1 (‰) 2.174 2.175
εs2 (‰) -2.933 -2.933
εc2 (‰) -3.500 -3.500
x (m) 0.3084 0.3804
σsd1 (MPa) 434.78 434.78
σsd2 (MPa) -434.78 -434.78
σcd2 (MPa) -11.33 -11.33
Fc (kN) 707.43 707.35
z (m) 0.3717 0.3717
Mc (kNm) 262.95 262.92
Mrd (kNm) 300.00 299.98

Εικόνα 6.29 Γράφημα κατανομής τάσεων και παραμορφώσεων από το pi-design

129
6.3.2 Παράδειγμα για Ευρωκώδικα 2

Δίνεται δοκός διαστάσεων b=0.2m h=0.5m με επικάλυψη d1=d2=0.05m. Να


υπολογιστεί ο οικονομικότερος απαιτούμενος οπλισμός κατά Ευρωκώδικα για την
παραλαβή ροπής Μ=300 kNm με υλικά C20 (αcc=1.0) και Β500C λαμβάνοντας υπ’
όψιν η κράτυνση του χάλυβα (εuk=75‰ , εud=0.9εuk , k=1.15). Στο άνω τμήμα της
δοκού υπάρχει πλάκα πάχους hf=0.10 m με συνεργαζόμενο πλάτος beff=0.8m

Τα αποτελέσματα της επίλυσης παρουσιάζονται στον πίνακα 6.2.

Πίνακας 6.2 : Αποτελέσματα RC-Beam & pi-design

Αποτελέσματα RC-Beam pi-design

Αs1 (cm2) 18.709 18.709


Αs2 (cm2) 0 0
Αstot (cm2) 18.709 18.709
εs1 (‰) 16.789 16.788
εc2 (‰) -3.500 -3.500
x (m) 0.0776 0.0776
σsd1 (MPa) 447.87 447.87
σcd2 (MPa) 16.67 16.67
Fc (kN) 837.90 837.91
z (m) 0.4177 0.4177
Mc (kNm) 350 350
Mrd (kNm) 350 350

Εικόνα 6.30 Γράφημα κατανομής τάσεων και παραμορφώσεων από το pi-design

130
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Παραμετρικές επιλύσεις

7.1 Σκοπός των παραμετρικών επιλύσεων

Στα προβλήματα διαστασιολόγησης συνήθως βασική επιδίωξη είναι η


οικονομικότερη λύση για την οποία εξασφαλίζεται η απαιτούμενη αντοχή. Λόγω
όμως της πληθώρας των παραμέτρων όσων αφορά στα υλικά, σε ορισμένες
περιπτώσεις δεν είναι προφανές το πώς ή σε τί βαθμό επηρεάζει μια παράμετρος την
οικονομικότητα της λύσης. Ωστόσο, ακόμη και όταν βρεθεί η «χρυσή τομή» για τη
μέγιστη οικονομικότητα, δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορεί να εφαρμοστεί η λύση,
καθώς οι κανονισμοί θέτουν περιορισμούς προβλέποντας ελάχιστα και μέγιστα όρια
για τις διαστάσεις της διατομής και την ποσότητα των οπλισμών. Παρά ταύτα, σε
αυτό το κεφάλαιο θα επιχειρηθεί μια σειρά από παραμετρικές επιλύσεις, άλλοτε για
τον έναν κανονισμό, άλλοτε και για τους δυο. Προτιμήθηκε να εξεταστούν διατομές
με τις συνήθεις διαστάσεις που χρησιμοποιούνται στην πράξη, ενώ οι επιλύσεις
έγιναν για τον οικονομικότερο οπλισμό (εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε κάποιο
σημείο) με σκοπό να εξεταστεί η επιρροή των διαφόρων παραμέτρων στην ποσότητα
του οπλισμού όπως αυτός προκύπτει από τους υπολογισμούς, χωρίς να. λαμβάνονται
υπ’ όψιν οι περιορισμοί των κανονισμών.

Ο μειωτικός συντελεστής αcc στον Ευρωκώδικα έχει συνιστώμενη τιμή ίση με τη


μονάδα, ενώ ο αντίστοιχος συντελεστής στον ΕΚΟΣ λαμβάνεται 0.85. Σε ορισμένες
περιπτώσεις θα δίνονται δυο διαγράμματα για κάθε κανονισμό, με ή χωρίς μειωτικό
συντελεστή. Αυτό γίνεται στην προσπάθεια να εστιαστεί η σύγκριση των δυο
κανονισμών στη μεταβολή εξεταζόμενης κάθε φορά παραμέτρου απαλλαγμένη από
τη διαφορά της τιμής του συντελεστή μεταξύ των κανονισμών.

7.2 Σύγκριση μηχανικού ποσοστού οπλισμού ΕΚΩΣ & EC2

Στα παρακάτω διαγράμματα, τα οποία στη βιβλιογραφία αναφέρονται ως


διαγράμματα διαστασιολόγησης σε κάμψη, αναπαριστάται για τον κάθε κανονισμό η
μεταβολή των ανηγμένων μεγεθών α, ka, ρc, ξ, ζ, εs1, εc2, εs2 της παραμόρφωσης

131
συναρτήσει της ανηγμένης ροπής σκυροδέματος μc. Στην περίπτωση απλού οπλισμού
η ανηγμένη ροπή καταπόνησης μsd ισούται με αυτήν του σκυροδέματος και το
μηχανικό ποσοστό οπλισμού ισούται με την ανηγμένη δύναμη σκυροδέματος ρc. Με
γνωστό το τυπολόγιο μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί ο απαιτούμενος οπλισμός. Τα
ίδια διαγράμματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για διπλό οπλισμό με το ανάλογο
τυπολόγιο. Σημειώνεται πως τα διαγράμματα έχουν σχεδιαστεί για οπλισμό με
χαρακτηριστική αντοχή διαρροής fyk=500 MPa και παραμόρφωση διαρροής
σχεδιασμού εyd=2.174‰.

Τα δυο πρώτα διαγράμματα είναι για τον ΕΚΟΣ, το πρώτο με την κανονική τιμή του
συντελεστή αgr (Διαγρ. 7.1 & 7.2). Το τρίτο διάγραμμα είναι για τον Ευρωκώδικα με
την προτεινόμενη τιμή του αντίστοιχου συντελεστή αcc=1 (Διαγρ. 7.3).

Στο τέταρτο διάγραμμα γίνεται σύγκριση των μηχανικών ποσοστών οπλισμού ως


προς την ανηγμένη ροπή σκυροδέματος μεταξύ των δυο κανονισμών, για τις τιμές
συντελεστή αcc που προβλέπονται (Διαγρ. 7.4).

Γίνεται φανερό πως η διαφορά του μηχανικού ποσοστού οπλισμού μεταξύ των
κανονισμών για τις συνήθεις τιμές ανηγμένης ροπής είναι αμελητέα. Από μόνο τους
όμως αυτό το συγκριτικό διάγραμμα δεν μπορεί να παρέχει πλήρη εικόνα καθώς στον
υπολογισμό του οπλισμού υπεισέρχεται και η τάση.

132
εs1 =20 εs1 =20 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
μc=0.0498 μc=0.0961 μc=0.3155 μc=0.4019
εs1
α , ka , ρc , ξ , ζ εc2
(‰)
1.1 110

1.0 100

0.9 90

0.8 80

0.7 70

0.6 60

0.5 50

0.4 40

0.3 30

0.2 20

0.1 10

2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1

Διαγρ. 7.1: Διάγραμμα ανηγμένων μεγεθών για ΕΚΟΣ (αgr=0.85)

133
εs1 =20 εs1 =20 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
α , ka , ρc , ξ , ζ μc=0.0585 μc=0.1131 μc=0.3712 μc=0.4728 εs1
εc2
(‰)
1.1 110

1.0 100

0.9 90

0.8 80

0.7 70

0.6 60

0.5 50

0.4 40

0.3 30

0.2 20

0.1 10

2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1

Διαγρ. 7.2: Διάγραμμα ανηγμένων μεγεθών για ΕΚΟΣ (αgr=1.00)

134
εs1 =67.5 εs1 =67.5 εs1 =2.174 εs1 =0
εc2 =-2 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5 εc2 =-3.5
μc=0.0190 μc=0.0391 μc=0.3712 μc=0.4728
εs1
α , ka , ρc εc2
ξ,ζ (‰)
1.1 110

1.0 100

0.9 90

0.8 80

0.7 70

0.6 60

0.5 50

0.4 40

0.3 30

0.2 20

0.1 10

2.174
0 0
-2.174
μc
-0.1 -10
0.05 0.1 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45
α ka ζ ξ ρc εs1 εc2 εs2 d2/d=0.1

Διαγρ. 7.3: Διάγραμμα ανηγμένων μεγεθών για EC2 (αcc=1.00)

135
εs1=67.5 εs1=20 εs1=20 εs1=2.174 εs1=2.174 εs1=0 εs1=0
εc2=-2 εc2=-2 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5 εc2=-3.5
μc=0.0190 μc=0.0498 μc=0.0961 μc=0.3155 μc=0.3712 μc=0.4019 μc=0.4728
ρc

0.8

0.7

0.6

0.5

0.4

0.3

0.2

0.1

0
0 εs1=67.5 0.1 0.2 0.3 0.4 0.5 μc
εc2=-3.5 ΕΚΟΣ 2000 Eurocode 2
μc=0.0391

Διαγρ. 7.4: Συγκριτικό διάγραμμα μc-ρc για EC2 (αcc=1.00) & ΕΚΩΣ (αgr=0.85)

136
7.3 Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος

Σε αυτήν την ανάλυση εξετάζεται επιρροή της ποιότητας σκυροδέματος στην


ποσότητα του οπλισμού. Θεωρήθηκε μια τυπική ορθογωνική διατομή διαστάσεων
b=0.25m, h=0.55m επικάλυψης d1=d2=0.05m για τρεις τιμές ροπής καταπόνησης Μd.
Οι επιλύσεις έγιναν για οικονομικό οπλισμό με χάλυβα χαρακτηριστικής αντοχής
διαρροής fyk=500MPa (για τον ΕC2 δεν λήφθηκε υπ’ όψιν η κράτυνση του χάλυβα).

Στο πρώτο διάγραμμα παρουσιάζεται ο συνολικός οπλισμός, για τιμή ροπής


Μd=350KNm, ενώ στο δεύτερο και τρίτο διάγραμμα για Μd=200 N και
Μd=100kNm αντίστοιχα.

Παρατηρείται πως στη μεγαλύτερη ροπή, η μεταβολή του σκυροδέματος προκαλεί


σημαντικότερη μείωση του απαιτούμενου οπλισμού, απ’ ό,τι στις μικρότερες.

Ακόμη, για σταθερή ροπή, η αύξηση της ποιότητας του σκυροδέματος μετά από ένα
σημείο κι έπειτα δεν έχει σημαντική διαφορά στον οπλισμό.

137
M d=350 KNm
As,tot
(cm2 )
30

25

20

15
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.5: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=350kNm

138
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )
14

12

10

8
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.6: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d= Μd=200kNm

139
M d=100 KNm
As,tot
(cm2 )

5.5

4.5

4
C12 C16 C20 C25 C30 C35 C40 C45 C50 fck (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.7: Επιρροή της ποιότητας του σκυροδέματος στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=100kNm

140
7.4 Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα

Ο χάλυβας στους δυο κανονισμούς έχει σημαντική διαφορά στη μέγιστη


παραμόρφωση σχεδιασμού. Για τον ΕΚΟΣ είναι 20‰ ενώ για τον Ευρωκώδικα η
τιμή που λαμβάνεται είναι συνήθως 0. ∙75‰=67.5‰. Επιπλέον στον Ευρωκώδικα
δίνεται η δυνατότητα να ληφθεί υπ’ όψιν η κράτυνση του χάλυβα (συντελεστής k).

Η ίδια διατομή (b=0.25m, h=0.55m, d1=d2=0.05m) από σκυρόδεμα C20 επιλύεται με


οικονομικό οπλισμό για ροπές 350kNm, 200kNm & 100kNm για διάφορες ποιότητες
χάλυβα με ή χωρίς κράτυνση.

Το πρώτο διάγραμμα είναι για ροπή 350kNm, το δεύτερο για 200 N και το τρίτο
για 100kNm.

Παρατηρείται πως η αύξηση της αντοχής του χάλυβα προκαλεί σημαντική μείωση
του απαιτούμενου οπλισμού, ειδικά στη μεγάλη ροπή. Ωστόσο η κράτυνση δεν
προκαλεί καθόλου μείωση των οπλισμών στη μεγάλη ροπή, ενώ μια μικρή διαφορά
υπάρχει στην μικρότερη ροπή. Αυτό ερμηνεύεται εύκολα από το ότι όταν η
καταπόνηση βρίσκεται αρκετά κοντά στην αρχή της περιοχής 3α, η παραμόρφωση
του χάλυβα έχει μόλις αρχίσει να μειώνεται από τη μέγιστη τιμή της, συνεπώς η τάση
του οπλισμού έχει τη μεγαλύτερη δυνατή διαφορά από την τάση διαρροής
σχεδιασμού, με την οποία γίνεται ίση όταν η καταπόνηση βρίσκεται προς το τέλος
της περιοχής 3α.

141
M d=350 KNm
As,tot
(cm2 )
30

25

20

15
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.8: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μd=350kNm

142
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )

14

12

10

6
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.9: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=200kNm

143
M d=100 KNm
As,tot
(cm2 )

3
400MPa 400MPa k=1.15 500MPa 500MPa k=1.15 600MPa 600MPa k=1.15 fyd (MPa)
ΕΚΟΣ αgr=0.85 EC2 αcc=0.85 ΕΚΟΣ αgr=1 EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.10: Επιρροή της ποιότητας του χάλυβα στην ποσότητα του οπλισμού για ροπή Μ d=100kNm

144
7.5 Επιρροή του συνεργαζόμενου πλάτους των πλακοδοκών

Όπως έχει αναφερθεί και στο κεφάλαιο των πλακοδοκών, όταν η δοκός βρίσκεται σε
στάθμη όπου υπάρχει πλάκα, οι κανονισμοί δίνουν τη δυνατότητα να ληφθεί υπ’ όψιν
η συμμετοχή της πλάκας στην παραλαβή των θλιπτικών τάσεων της δοκού. Σε αυτήν
την ανάλυση εξετάζεται η επιρροή της τιμής του συνεργαζόμενου πλάτους πλάκας
δοκού. Θεωρήθηκε μια τυπική ορθογωνική διατομή διαστάσεων b=0.2m, h=0.5m
επικάλυψης d1=d2=0.05m με ροπής καταπόνησης Μd=200kNm. Οι επιλύσεις έγιναν
για οικονομικό οπλισμό με χάλυβα χαρακτηριστικής αντοχής διαρροής fyk=500MPa
(για τον ΕC2 δεν λήφθηκε υπ’ όψιν η κράτυνση του χάλυβα).

Παρατηρείται στο διάγραμμα πως η θεώρηση της συνεργασίας πλάκας δοκού


προκαλεί μια μικρή μείωση του οπλισμού σε σχέση με την θεώρηση ορθογωνικής
διατομής (πρώτη στήλη διαγράμματος) ωστόσο η αύξηση του συνεργαζόμενο
πλάτους beff δεν συνοδεύεται από έντονη μεταβολή του οπλισμού.

145
M d=200 KNm
As,tot
(cm2 )

12

11

10

9
0.2 0.4 0.6 0.8 1.0 1.2 1.4 1.6 1.8 2.0 beff (m)
ΕΚΟΣ EC2 αcc=1

Διαγρ. 7.11: Επιρροή του συνεργαζόμενου πλάτους στην ποσότητα του οπλισμού

146
7.6 Διαφορά οικονομικού και απλού οπλισμού κατά ΕΚΟΣ & EC2

Η οικονομικότητα είναι πολύ σημαντικός παράγοντας, ωστόσο δεν μπορεί να


αποτυπωθεί πλήρως στα διαγράμματα των ανηγμένων μεγεθών. Για το σκοπό αυτό
θεωρήθηκε μια τυπική ορθογωνική διατομή διαστάσεων b=0.2m, h=0.5m επικάλυψης
d1=d2=0.05m από σκυρόδεμα C25 και οπλισμό με χαρακτηριστική αντοχή
σχεδιασμού fyk=500MPa. Έγιναν επιλύσεις και με τους δυο κανονισμούς, για απλό
και οικονομικό οπλισμό, σε όλο το εύρος καταπόνησης που μπορεί να παραλάβει μια
διατομή υπό κάμψη με απλό οπλισμό, ήτοι από την αρχή της περιοχής 2α μέχρι το
τέλος της περιοχής 3β.

Στο πρώτο διάγραμμα παρίσταται η ποσότητα του απλού και του οικονομικού
οπλισμού συναρτήσει της ροπής καταπόνησης. Στον Ευρωκώδικα η επιρροή της
κράτυνσης εκφράζεται με την ποσοστιαία μείωση που προκαλεί στην ποσότητα του
οικονομικού οπλισμού, καθώς η διαφορά σε απόλυτα μεγέθη είναι τόσο μικρή, που
γραφικά είναι αρκετά δύσκολο να παρασταθεί. Παρατηρείται πως μετά το όριο της
οικονομικότητας το οποίο για τη συγκεκριμένη διατομή και ποιότητα χάλυβα
συμπίπτει με το τέλος της περιοχής 3α, οι καμπύλες απλού και οικονομικού οπλισμού
διαχωρίζονται καθώς η τοποθέτηση και θλιβόμενου οπλισμού είναι πλέον η
οικονομικότερη λύση.

Στο δεύτερο διάγραμμα παρίστανται η ποσότητα του εφελκυόμενου και θλιβόμενου


οπλισμού. Και σε αυτό το σημείο φαίνεται ότι η τοποθέτηση θλιβόμενου οπλισμού
ξεκινά στο όριο της οικονομικότητας.

147
2α-2β 2α-2β 2β-3α 3α-3β 3α-3β Τέλος 3β Τέλος 3β
Μ d =20 Μ d =52 Μ d =100 Μ d =329 Μ d =387 Μ d =419 Μ d =493
As,tot
(cm2 ) (%)
22

40 20

18

16
30
14

12

20 10

6
10
4

0 0
0 2β-3α 100 200 300 400 500 Μ d (kNm)
Μ d =41 As,tot EC2 As EC2 As,tot ΕΚΟΣ As ΕΚΟΣ Ποσοστό μείωσης με κράτυνση

Διαγρ. 7.12: Επιρροή της ροπής στην ποσότητα του οπλισμού

148
2α-2β 2α-2β 2β-3α 3α-3β 3α-3β Τέλος 3β Τέλος 3β
Μ d =20 Μ d =52 Μ d =100 Μ d =329 Μ d =387 Μ d =419 Μ d =493
As,tot
(cm2 )

30

20

10

0
0 2β-3α 100 200 300 400 500 M d (kNm)
Μ d =41 As1 EC2 As2 EC2 As1 ΕΚΟΣ As2 ΕΚΟΣ

Διαγρ. 7.13: Επιρροή της ροπής στην ποσότητα του εφελκυόμενου και θλιβόμενου οπλισμού

149
150
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Συμπεράσματα

8.1 Συμπεράσματα από την εκπόνηση της εργασίας

Η κατανόηση των μεθόδων και των λειτουργιών που διέπουν τη λύση του
προβλήματος της διαστασιολόγησης δοκών οπλισμένου σκυροδέματος σε κάμψη,
είναι μια διαδικασία πολύ πιο απαιτητική από την απλή χρήση πινάκων και
τυπολογίων από τεχνικά εγχειρίδια για την επίλυση του ίδιου προβλήματος. Σε καμία
περίπτωση δεν υπονοείται πως είναι λανθασμένη η δεύτερη προσέγγιση ούτε και
γίνεται ο ισχυρισμός πως η πρώτη υπερτερεί της δεύτερης. Αντιθέτως, οι δυο
προσεγγίσεις λειτουργούν συμπληρωματικά η μια στην άλλη, καθώς η
ολοκληρωμένη γνώση των παραμέτρων του προβλήματος και της λύσης του δίνει
άλλη αξία στα προαναφερθέντα βοηθήματα. Ο μελετητής καθίσταται ικανός να
αντλήσει όλη την πληροφόρηση που του παρέχουν τα βοηθήματα αυτά, μπορεί να
ελίσσεται καλύτερα και να βρίσκει τη βέλτιστη λύση, αφού πλέον γνωρίζει όλες τις
επιλογές που έχει και είναι σε θέση να εκτιμήσει τη χρησιμότητα των πινάκων καθώς
αντιλαμβάνεται τον υπολογιστικό φόρτο από τον οποίο απαλλάσσεται, ειδικά όταν
δεν είναι δυνατή η χρήση Η/Υ.

8.2 Προτάσεις για συνέχεια

Η εργασίας αυτή αποτελεί μια απλή εισαγωγή καθώς είναι το απλούστερη, αλλά
σημαντική για την κατανόηση, περίπτωση διαστασιολόγησης σε κάμψη. Ως συνέχειά
προτείνονται τα εξής θέματα:

 Λεπτομερέστερες παραμετρικές αναλύσεις οι οποίες να συγκρίνουν τα


αποτελέσματά τους με τις ελάχιστες και μέγιστες τιμές που επιτρέπουν οι
κανονισμοί.

 Σύγκρισή αποτελεσμάτων με την περίπτωση χρησιμοποίησης ορθογωνικού ή


δι-γραμμικού μοντέλου για το σκυρόδεμα.

151
 Σύγκριση της μεθόδου και τον αποτελεσμάτων των νέων κανονισμών με τη
μέθοδο των επιτρεπόμενων τάσεων.

 Υπολογισμός αντοχής δοκού για συγκεκριμένους οπλισμούς και παραγωγή


διαγραμμάτων και παραγωγή διαγραμμάτων ροπής-καμπυλότητας.

 Επέκτασή της μεθόδου και του τυπολογίου σε διατομές μη-συμμετρικές (π.χ.


μονόπλευρη πλακοδοκός), διαξονική κάμψη κτλ.

152
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνικός Κανονισμός Οπλισμένου Σκυροδέματος (ΕΚΩΣ 2000), ΦΕΚ Β΄132 /6-


11-00, Αθήνα

Ευρωκώδικας 2 Μέρος 1-1 (ΕΛΟΤ EN 1 2-1-1:2005): Σχεδιασμός κατασκευών από


σκυρόδεμα, Μέρος 1-1 Γενικοί κανόνες και κανόνες για κτίρια, ΕΛΟΤ, Αθήνα

Ζάγκλης Π. & Ζάγκλης Αρ. (1 6), «Διαστασιολόγηση φορέων από οπλισμένο


σκυρόδεμα. Θεωρία – Προγράμματα Η/Υ. Τεύχος 1Α»

Ζάγκλης Π. & Ζάγκλης Αρ. (1 6), «Διαστασιολόγηση φορέων από οπλισμένο


σκυρόδεμα. Θεωρία – Προγράμματα Η/Υ. Τεύχος 1Β»

Ζαράρης Πρ. (2002), «Μέθοδοι Υπολογισμού Σιδηροπαγούς Σκυροδέματος», Αφοί


Κυριακίδη, Θεσ/νίκη

Κωνσταντινίδης Απ. (1 4), «Εφαρμογές Οπλισμένου Σκυροδέματος σύμφωνα με


τον νέο κανονισμό σκυροδέματος – Πίνακες», Εκδόσεις π-systems International
Α.Ε.Β.Ε.Λ., Αθήνα

Κωνσταντινίδης Απ. (200 ), «Επιστημονική τεκμηρίωση λογισμικού


διαστασιολόγησης σε κάμψη κατά EC2», π-systems International S.A. , Αθήνα

Παναγόπουλος Γ. & Κίρτας Εμμ. (2005), «Κατασκευές οπλισμένου σκυροδέματος Ι»,


Τ.Ε.Ι. Σερρών, Σέρρες

Παπαϊωάννου Στ. (2008), «Διδακτικές σημειώσεις για το μάθημα της αριθμητικής


ανάλυσης», Τ.Ε.Ι. Σερρών, Σέρρες

Σέξτος Αν. & Κατσάνος Ευάγγ. (2009), «Τεχνικές Προγραμματισμού και χρήσης
λογισμικού Η/Υ στις κατασκευές», Εκδόσεις Αϊβαζή, Θεσσαλονίκη

Foxxal J. (2010), «Teach yourself Visual Basic 2010 in 24 hours», Sams Publishing,
Indianapolis U.S.A.

Narayanan R.S. & Beeby A. (2005), «Desi ners’ Gui e o EN 1 2-1-1 and EN
1992-1-2 Eurocode 2: Design of Concrete Structures. General rules and rules for
buildings and structural fire design», Thomas Telford Ltd, London

153
154

You might also like