You are on page 1of 16

ΟΙ ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΥ

 πού : τοπικό ερωτηματικό επίρρημα


προσοχή : τονίζεται

Δπζείεο εξσηήζεηο π.ρ. Πνύ πήγεο ρζεο; Πιάγηεο εξσηήζεηο π.ρ. Με ξώηεζε πνύ πήγα ρζεο.

 που : αναφορική αντωνυμία ή


αναφορικό επίρρημα (= ο οποίος-α-ο / όπου)

π.ρ. Δθείλνο πνπ καο θνηηάδεη είλαη ν θαζεγεηήο κνπ. π.ρ. Πέηαμαλ ηα ξνδάθηλα πνπ ζάπηζαλ. π.ρ. Ο ρώξνο πνπ βξηζθόκαζηε είλαη όκνξθνο.

 που : ειδικός σύνδεσμος


(=ότι, πως)
> καθημερινή, προφορική χρήση

π.ρ. Μνπ είπε πνπ βξήθε ην ζεζαπξό. π.ρ. Θπκάζαη πνπ πεγαίλακε καδί ζρνιείν; π.ρ. Δίδεο πνπ ηα θαηάθεξα; π.ρ. Μνπ αξέζεη πνπ είζαη ηόζν αλεθηηθόο.

αναφορικο – αιτιολογικός σύνδεσμος (=επειδή)


> προηγείται ρήμα ή λέξη ψυχικού πάθους

 που : αιτιολογικός ή

π.ρ. Λππάκαη πνπ ζε μύπλεζα. π.ρ. Δίκαη πνιύ ραξνύκελε πνπ ζα έξζεηο καδί κνπ π.ρ. Σπγγλώκε πνπ δελ ζνπ ηειεθώλεζα. π.ρ. Αγαπάκε ηα θαιά βηβιία, πνπ καο πξνζθέξνπλ ηόζεο ζπγθηλήζεηο
 Φξάζε : ζαλ (π.ρ. έμππλνο άλζξσπνο) πνπ είζαη

 που : συμπερασματικός ή
αναφορικο-συμπερασματικός σύνδεσμος (=ώστε)

> συνήθως προηγούνται λέξεις όπως : τόσος, τέτοιος….που

π.ρ. Άθνπζα ηόζα πνπ ηα μέραζα. π.ρ. Έθαγα ηόζν πνπ έζθαζα. π.ρ. Γελ είλαη ηέηνηνο πνπ λα κπνξεί λα ην θάλεη. π.ρ. Φηηάρλεη κηα πίηα πνπ λα γιείθεηο θαη ηα δάρηπιά ζνπ.

που : εναντιωματικός σύνδεσμος

π.ρ. Καη πνπ ηνλ πξνζθάιεζαλ, πάιη δελ πήγε. π.ρ. Καη πνπ ηα είπεο, πνηνο, λνκίδεηο, ζε άθνπζε;

που : παραχωρητικός σύνδεσμος

π.ρ. Δγώ δελ πάσ, πνπ λα ραιάζεη ν θόζκνο. π.ρ. Γελ ηνπ ην μαλαδίλσ, πνπ λα κε παξαθαιάεη. π.ρ. Γελ πξόθεηηαη λα ππνρσξήζσ, πνπ λ’αλνίμεη ε γε θαη λα κε θαηαπηεί.

που : σε αντιθετική πρόταση

π.ρ. Δγώ κηιώ, αιιά πνπ λα αθνύζνπλ ηα παηδηά.

που : χρονικός σύνδεσμος

π.ρ. Έρνπλ ζπκπιεξσζεί δύν ρξόληα, πνπ έθπγε γηα


ηελ Ακεξηθή. π.ρ. Έρσ δέθα ρξόληα πνπ δνπιεύσ εδώ.

που : ενσωματωμένος σε χρονικές εισαγωγικές εκφράσεις : ηε ζηηγκή πνπ / ηελ ώξα πνπ, κε ην πνπ, όζν πνπ (λα), θάζε (θνξά) πνπ, κόιηο πνπ / ίζα πνπ, εθεί πνπ, ό,ηη (πνπ) / πάλσ πνπ

π.ρ. Με ην πνπ κε είδε, έηξεμε ακέζσο λα κε θηιήζεη. π.ρ. Μόιηο πνπ / ίζα πνπ πξνιαβαίλεηο λα ληπζείο. π.ρ. Δθεί πνπ θαζόκνπλ, άθνπζα έλαλ ππξνβνιηζκό. π.ρ. Καιώο ηνλ Γηάλλε! Πάλσ πνπ ζε ζθεθηόκνπλ.

που : ευχετικό / επιφωνηματικό μόριο

π.ρ. Ωξαία πνπ’ λαη ε δσή! π.ρ. Δπηπρώο βξέζεθε απηόο ν θαιόο άλζξσπνο, πνπ ν ζεόο λα ηνπ ην αληαπνδώζεη, θαη κε βνήζεζε! π.ρ. Τη σξαία πνπ ηξαγνπδάεη! π.ρ. Βξε, θαθό πνπ καο βξήθε! π.ρ. Πνπ λα κε ζώζσ λα μεκεξσζώ, αλ ιέσ ςέκαηα! (θαηάξα) π.ρ. Πνπ λα πάξεη ν δηάνινο! (πβξηζηηθό)

 που : άλλες χρήσεις

 αλάκεζα ζε ξήκαηα πνπ επαλαιακβάλνληαη


π.ρ. έθπγεο πνπ έθπγεο, δελ καο ιεο θαη πνύ πήγεο;

 Παξελζεηηθή θξάζε : πνπ ιεο (ζε αθήγεζε)


π.ρ. Αλνίγσ, πνπ ιεο, ηελ πόξηα θαη ηη λα δσ;

 εκτός που : εισάγει πρόταση που


δηλώνει εξαίρεση

π.ρ. Δθηόο πνπ είλαη καθξηά, είλαη θαη αλεθόξα

 εκεί που θα = αντί να

π.ρ. Δθεί πνπ ζα δεκησζώ εγώ, αο δεκησζεί απηόο.

Σχηματικά

εξση. επρ./ επηθ. αλθ.

ρξνλ.
ελαλη./ πξρ./ αλη.

ΠΟΥ

εηδ.

αηη. ζπκπ.

You might also like