Professional Documents
Culture Documents
Εισαγωγή
Η προσέγγιση µιας νέας γνώσης1 από ένα άτοµο απαιτεί την κινητοποίηση όλων των
σχετικών µε αυτήν αποκτηµένων ήδη γνωστικών σχηµάτων και την παραγωγή νέων
σχηµάτων που είναι απαραίτητα για να καλύψουν το εννοιολογικό πεδίο της.
Πολύ συχνά παρατηρείται στα παιδιά αυθόρµητη αρνητική αντίδραση του τύπου "Μα
δεν έχουµε κάνει κάτι τέτοιο!" όταν αναγνωρίζουν κάτι ως άγνωστο. Θεωρούµε ότι η
αντίδραση αυτή απέναντι στο άγνωστο αποτελεί έκφραση της στάσης των παιδιών
απέναντι στα Μαθηµατικά και τη µαθηµατική γνώση. Η στάση αυτή επηρεάζει τον
τρόπο εµπλοκής τους στη διαδικασία µάθησης και επιδρά καθοριστικά στην
ανάπτυξη της µαθηµατικής γνώσης τους, ενώ µακροπρόθεσµα διαµορφώνει τα
µεταγνωστικά και επιστηµολογικά χαρακτηριστικά τους (Kaldrimidou & Ikonomou,
1998).
Στην περίπτωσή µας, στη διδασκαλία και µάθηση Μαθηµατικών, η νέα γνώση
συνήθως εµφανίζεται στη διαπραγµάτευση νέων εννοιών. Στο άρθρο αυτό θα
ασχοληθούµε µε τη µελέτη εισαγωγής νέων εννοιών στα βιβλία Μαθηµατικών του
∆ηµοτικού Σχολείου. Πιο συγκεκριµένα θα µελετήσουµε τους τρόπους µε τους
οποίους τα σχολικά εγχειρίδια εισάγουν και διαπραγµατεύονται τις νέες έννοιες.
1
Όταν αναφερόµαστε σε νέα γνώση εννοούµε ότι το προς διαπραγµάτευση θέµα είναι
πραγµατικά νέο, ως έννοια ή διαδικασία, και όχι επέκταση ή εµπλουτισµός προηγούµενων
γνώσεων. Π.χ. η έννοια της επιφάνειας και της µέτρησής της όταν γίνεται αντικείµενο
διαπραγµάτευσης για πρώτη φορά στα ορθογώνια είναι νέα γνώση, ενώ όταν αυτό
επαναλαµβάνεται στα τετράγωνα ή τα τρίγωνα δεν είναι.
1. Θεωρητικό πλαίσιο.
Το πώς δηµιουργείται µια νέα γνώση αποτελεί τον πυρήνα των θεωριών µάθησης.
Στην θεωρία οικοδόµησης της γνώσης προϋπόθεση για τη δηµιουργία νέων
σχηµάτων είναι η ύπαρξη κατάλληλου περιβάλλοντος µάθησης, το οποίο οδηγεί σε
γνωστική σύγκρουση. Για τη λύση της σύγκρουσης αυτής το άτοµο κινητοποιεί τους
απαραίτητους γνωστικούς µηχανισµούς του, αλληλεπιδρά µε το µαθησιακό
περιβάλλον και δηµιουργεί νέα γνώση. Η νέα γνώση δεν µεταφέρεται από τον
εκπαιδευτικό στον µαθητή αλλά "συλλαµβάνεται" ενδοψυχικά από τον µαθητή (Von
Glasersfeld, 1995, Sierpinska, 1998). Στην κοινωνικογνωστική θεωρία έχουµε
κοινωνικογνωστική σύγκρουση, δηλαδή, έχουµε καταρχήν και επιπλέον
αλληλεπίδραση του γνωστικού υποκειµένου µε τα άλλα µέλη της κοινότητας, στην
περίπτωσή µας, τους συµµαθητές και τον διδάσκοντα. Έτσι, η γνώση προκύπτει ως
αποτέλεσµα µιας διαψυχικής (intermental) διεργασίας µε όλα τα πολιτιστικά
χαρακτηριστικά της κοινότητας, η οποία διεργασία µεταφέρεται, στη συνέχεια, και
ολοκληρώνεται ενδοψυχικά (intramental) (Vygotsky, 1962).
Επιπλέον, για την περιγραφή, ανάλυση και κατανόηση της οργάνωσης του
περιεχοµένου των µαθηµατικών και των σχολικών µαθηµατικών καθώς και της
µαθηµατικής δραστηριότητας στην τάξη και την επίδρασή τους στη µαθηµατική
γνώση των µαθητών, ο Steinbring εισήγαγε τις έννοιες του επιστηµολογικού κύκλου
και του άλµατος στη σχέση αντικειµένου-συµβόλου (Steinbring, 1995, 1999,
Bromme & Steinbring, 1994).
αντικείµενο σύµβολο
έννοια
2. Γενικά χαρακτηριστικά της δοµής και οργάνωσης των σχολικών βιβλίων των
Μαθηµατικών του ∆ηµοτικού Σχολείου.
Η ύλη του Αναλυτικού Προγράµµατος στο διάστηµα των έξι χρόνων διαρθρώνεται
και αναπτύσσεται σπειροειδώς, δηλαδή, κάθε χρονιά από κάθε θέµα εµφανίζονται
κάποια στοιχεία, στην επόµενη τάξη εµπλουτίζονται κ.ο.κ. Ειδικά στις µικρές τάξεις,
το µεγαλύτερο τµήµα του πρώτου τόµου αποτελεί επανάληψη της ύλης της
προηγούµενης χρονιάς.
Όλα τα βιβλία ακολουθούν την ίδια δοµή. Τα κεφάλαια και τα θέµατα είναι
ανεξάρτητα, δεν υπάρχει σπειροειδής ανέλιξη και οργάνωση µε ανα-οικοδοµητικό
τρόπο του υλικού που παρουσιάζεται στο πρόγραµµα της ίδιας τάξης.
Τα κεφάλαια που διαπραγµατεύονται το ίδιο θέµα σε διαφορετικές τάξεις το κάνουν
µε την ίδια δοµή οργάνωσης του περιεχοµένου, όπως στην περίπτωση των διψήφιων,
τριψήφιων, τετραψήφιων αριθµών.
Η δοµή κάθε µαθήµατος είναι ενιαία και περιλαµβάνει3:
• Παράδειγµα (κατάσταση - πρόβληµα)
• Συζήτηση - Ονοµασία. Εδώ, µε τον τίτλο "σκεφτόµαστε" εµφανίζονται οι όροι, οι
ορισµοί και οι κανόνες (ιδιότητες ή θεωρήµατα), χωρίς βέβαια να έχουν την
ονοµασία και την αναγνώριση ως τέτοια.
• Εργασίες.
• Ασκήσεις.
Με το κλείσιµο κάθε ενότητας υπάρχουν µαθήµατα µε τίτλο:
• "Ανακεφαλαίωση, επέκταση", που περιέχουν ασκήσεις, και
2
Τα σχολικά εγχειρίδια του ∆ηµοτικού τα οποία εξετάζονται είναι οι εκδόσεις των βιβλίων "τα
µαθηµατικά µου", του ΟΕ∆Β, των ετών 1993 έως 1998.
3
Σε παλιότερες εκδόσεις η ίδια δοµή υπήρχε σε όλες τις τάξεις. Από το 1997 παρατηρούµε
ότι στις τρεις πρώτες τάξεις δεν εµφανίζεται ο διαχωρισµός του τµήµατος "σκεφτόµαστε". Στη
θέση του υπάρχουν ασκήσεις και προβλήµατα που καλούνται οι µαθητές να αντιµετωπίσουν
στην τάξη.
• "Πώς φτιάχνουµε το αντίστροφο πρόβληµα" όπου µε τη δοµή του βασικού
µαθήµατος συνδέονται αντίθετες πράξεις, διαδικασίες, κ.λπ.
Στο πλαίσιο αυτής της παρουσίασης δεν είναι δυνατή η εξαντλητική παρουσίαση
όλων των κεφαλαίων όπου εισάγονται νέες έννοιες. Επιλέξαµε, και παρουσιάζουµε
στη συνέχεια, ορισµένες από αυτές που αφενός καλύπτουν όλους τους τύπους
διαπραγµάτευσης που εντοπίσαµε στα σχολικά βιβλία και αφετέρου αφορούν θέµατα
µε έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον λόγω των δυσκολιών που αντιµετωπίζουν οι
µαθητές στην εννοιολογική σύλληψή τους.
Στην τρίτη τάξη του ∆ηµοτικού ύστερα από την αναγνώριση βασικών γεωµετρικών
σχηµάτων και στερεών υπάρχει ένα µάθηµα για το τετραγωνικό µέτρο που
περιλαµβάνει έξι ασκήσεις µέτρησης ορθογώνιων επιφανειών µε κάλυψη. Η µέτρησή
τους γίνεται µε καταµέτρηση των τετραγώνων στα οποία είναι ήδη χωρισµένες ή
δείχνεται πως να χωριστούν (σ. 125-126, Β΄ µέρος, έκδοση ΙΑ', 1993).
Στην τετάρτη τάξη του ∆ηµοτικού (σ. 32-36, Α΄ µέρος, έκδοση Ι', 1995) υπάρχει το
κεφάλαιο "Μετρούµε επιφάνειες", όπου µε µονάδα τώρα το τετραγωνικό εκατοστό
έχουµε αρχικά δύο ασκήσεις µέτρησης επιφάνειας ορθογωνίου µε καταµέτρηση των
σχεδιασµένων τετραγωνικών εκατοστών. Ακολουθεί τρίτη άσκηση που αποσκοπεί
στη γενίκευση και στον κανόνα - τυπική διαδικασία υπολογισµού του εµβαδού (;)
της επιφάνειας ενός ορθογωνίου. Στο τέλος της άσκησης αυτής δίνεται ρητά
διατυπωµένος ο κανόνας: "Για να βρούµε το εµβαδό της επιφάνειας ενός
ορθογωνίου, πολλαπλασιάζουµε το µήκος µε το πλάτος του".
Στην πέµπτη τάξη του ∆ηµοτικού (σ. 92-100, Β΄ µέρος, έκδοση ΙΒ', 1995), για τη
µέτρηση του εµβαδού των υπόλοιπων γεωµετρικών σχηµάτων, η διαδικασία
παραµένει ή ίδια, δηλαδή, από ένα ή δύο παραδείγµατα εξάγεται το γενικό
συµπέρασµα, το οποίο στη συνέχεια είναι διατυπωµένο ρητά στη γενική του
µορφή.
Στην έκτη ∆ηµοτικού έχουµε τρία µαθήµατα (σ. 102-114, Β΄ µέρος, έκδοση ΙΓ',
1997) όπου γίνεται εισαγωγή στον υπολογισµό της επιφάνειας του κύβου, του
ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και του κυλίνδρου αντίστοιχα. Σε κάθε ένα από αυτά
η παρουσίαση γίνεται µε τον ίδιο τρόπο. Στην αρχή, µέσα σε πλαίσιο µε τίτλο
"Εισαγωγικά", γίνεται διάκριση µεταξύ παράπλευρης και ολικής επιφάνειας µε τη
βοήθεια του αναπτύγµατος. "Η παράπλευρη επιφάνεια του κύβου αποτελείται από
την επιφάνεια 4 ίσων τετραγώνων, τα οποία σχηµατίζουν ένα ορθογώνιο
παραλληλόγραµµο µε µήκος την περίµετρο της βάσης του κύβου (4 . 15 = 60 εκ.) και
ύψος την ακµή του κύβου (15 εκ.). Η ολική επιφάνεια του κύβου αποτελείται από την
επιφάνεια 6 ίσων τετραγώνων. Τα 4 από αυτά σχηµατίζουν την παράπλευρη
επιφάνεια του κύβου και τα άλλα δύο είναι οι βάσεις του."
Στη συνέχεια τίθεται ένα πρόβληµα υπολογισµού του εµβαδού της παράπλευρης
επιφάνειας και της ολικής επιφάνειας ενός περιστερώνα (δωµατίου και υδραγωγείου
στο παραλληλεπίπεδο και στον κύλινδρο αντίστοιχα). Για τη λύση του προβλήµατος,
στην παράγραφο "Σκεφτόµαστε", σχεδιάζεται το ανάπτυγµα της παράπλευρης
επιφάνειας του περιστερώνα και ακολουθεί ο υπολογισµός της: "Από το σχήµα
φαίνεται:
Εµβαδό παράπλευρης επιφάνειας = άθροισµα εµβαδών 4 ίσων τετραγώνων
= 1,5 • 1,5 +1,5 • 1,5 +1,5 • 1,5 +1,5 • 1,5
= 2,25 + 2,25 + 2,25 + 2,25
= 4 • 2,25
= 9 τ.µ.
ή αλλιώς
Εµβαδό παράπλευρης επιφάνειας = εµβαδό ορθογωνίου
= (1,5 + 1,5 + 1,5 + 1,5) • 1,5
(περίµετρος βάσης) • (ύψος)
= 6 • 1,5
= 9 τ.µ.
Το ανάπτυγµα της ολικής επιφάνειας του περιστερώνα είναι:
3.3. Κλάσµατα.
Πρόκειται για ένα βασικό κεφάλαιο που διατρέχει όλες τις τάξεις του ∆ηµοτικού και
εκτείνεται σε µεγάλο αριθµό σελίδων.
'Έτσι, το πέρασµα από τις συγκεκριµένες ποσότητες στους αριθµούς γίνεται απότοµα
(Ε΄ ∆ηµοτικού, Α΄ µέρος, σ. 48, έκδοση ΙΕ', 1998). Ύστερα από πέντε ασκήσεις µε
αναφορά σε σχήµατα και αναπαραστάσεις υλικών αντικειµένων έχουµε δύο ασκήσεις
σύγκρισης κλασµατικών µονάδων οι οποίες δεν αναφέρονται πια σε ποσότητες αλλά
σε καθαρούς αριθµούς. Επισηµαίνουµε, επίσης, ότι στις ασκήσεις που προηγήθηκαν
υπάρχουν αντιφάσεις που σχετίζονται µε τα µεγέθη των συγκεκριµένων καταστάσεων
- σχηµάτων που χρησιµοποιούνται για τις κλασµατικές µονάδες, όπως π.χ. στην
άσκηση 3 (σελ. 47, Ε΄ ∆ηµοτικού, Α΄ µέρος, έκδοση ΙΕ', 1998) όπου το 1/12 ενός
ορθογωνίου για παράδειγµα είναι µεγαλύτερο από το 1/9 ενός τριγώνου.
= 1/… =1/…
= 1/… = 1/…
Αν εξετάσουµε λίγο περισσότερο την προσέγγιση της µέτρησης επιφανειών και των
κλασµατικών αριθµών, που παραδειγµατικά παρουσιάσαµε στην προηγούµενη
παράγραφο παρατηρούµε τα εξής:
1. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ένας µικρός αριθµός ασκήσεων (2 για τις
επιφάνειες και 5 για τα κλάσµατα) συγκεκριµένων καταστάσεων, όπου οι µαθητές
µπορούν να απαντήσουν χρησιµοποιώντας διαδικασίες καταµέτρησης, χωρίς να
χρειαστεί να επεξεργαστούν τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά της αντίστοιχης
έννοιας.
2. Στο επόµενο βήµα καλούνται οι µαθητές να "περάσουν" στη γενική µορφή της
αντίστοιχης έννοιας, γενικός πολλαπλασιαστικός τύπος για το εµβαδόν και
κλάσµα-αριθµός για τα κλάσµατα.
3. Το "πέρασµα" αυτό γίνεται απότοµα, χωρίς να υπάρχει ανάλυση της σχέσης που
συνδέει το αντικείµενο (συγκεκριµένη κατάσταση) µε το σύµβολο (µαθηµατικό
αντικείµενο).
4. Η απουσία αυτής της σχέσης µπορεί να οφείλεται είτε στο γεγονός ότι θεωρείται
πως οι µαθητές µπορούν να κάνουν µόνοι τους τις συσχετίσεις και ότι για αυτό
αρκούν οι προηγούµενες καταστάσεις που επεξεργάστηκαν, είτε στο γεγονός ότι
θεωρείται πως δεν υπάρχει διαφορά µεταξύ µαθηµατικών εννοιών και
συγκεκριµένων καταστάσεων.
3. Η µόνη χρησιµότητα της διαδικασίας αυτής είναι ότι µε τον τρόπο αυτό υπάρχει
οµοιοµορφία στην παρουσίαση των τριών στερών, οι µαθητές "βλέπουν" µια
διαδικασία σε γνωστές καταστάσεις, εξοικειώνονται µε αυτήν (τη συνηθίζουν θα
ήταν πιο δόκιµος όρος) και την εφαρµόζουν κατ’ αναλογία στην περίπτωση του
κυλίνδρου. Αποφεύγεται µε αυτόν τον τρόπο η επεξεργασία της προβληµατικής
κατάστασης που θα δηµιουργούσε ο κύλινδρος και αποφεύγεται έτσι κάθε
γνωστική σύγκρουση.
Είναι λοιπόν σαφές ότι η οργάνωση του περιεχοµένου όχι µόνον χαρακτηρίζεται από
επιστηµολογικό κύκλο, δηλαδή πλήρη αναγωγή στην προηγούµενη γνώση στη
διαπραγµάτευση των µαθηµατικών εννοιών, αλλά πολλές φορές η προηγούµενη
γνώση οργανώνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η αναγωγή στο
προηγούµενο. Η οργάνωση του περιεχοµένου γίνεται λοιπόν έτσι ώστε το
προηγούµενο να επιτρέπει τη αναγωγή του εποµένου στην προηγούµενη γνώση.
5. Συζήτηση - Συµπεράσµατα
Μια τέτοια οργάνωση του περιεχοµένου προκαλεί δυσκολίες στη διαδικασία µάθησης
των µαθηµατικών. Για να µπορέσουν οι µαθητές να προσεγγίσουν σωστά τις
µαθηµατικές έννοιες και να κατασκευάσουν σωστές εννοιολογικές αντιλήψεις πρέπει
να έχουν την ικανότητα να χρησιµοποιήσουν τις κατάλληλες γνωστικές διαδικασίες.
Να µπορούν π.χ. να αναλύουν τις αναπαραστάσεις και τις συγκεκριµένες
καταστάσεις, να γενικεύουν µε το σωστό τρόπο, άλλοτε κρατώντας τα ειδικά
χαρακτηριστικά των καταστάσεων, όπως στην περίπτωση της πρόσθεσης οµώνυµων
κλασµάτων, και άλλοτε αγνοώντας τα ειδικά χαρακτηριστικά, όπως στην περίπτωση
σύγκρισης κλασµατικών µονάδων ή κλασµατικών αριθµών.
Βιβλιογραφία
Bromme R. and Steinbring H., 1994, Interactive development of subject matter in the
mathematics classroom, Educational Studies in Mathematics, 27: 217-248.
Laborde C., 1994. Working in small groups, In Biehler R., Scholtz R. Strasser R. W.,
and Winkelmann B. (Eds), Didactics of Mathematics as a scientific discipline.
Dordrecht: Kluwer Ac. Publ. 147-158.
Von Glasersfeld E., 1995, A constructivist approach to teaching, In Steffe L. P., and
Gale J. (Eds), Constructivism in Education, Hillsdale, N. J. : Lawrence Erlbaum Ass.,
3-16.
Vygotsky L., S., 1962. Thought and Language. Cambridge: M.I.T. Press.