Professional Documents
Culture Documents
Ας υποθέσουµε ότι πέφτει στα χέρια σας ο αναλυτικός λογαριασµός του τηλεφώνου κάποιου
τρίτου, κάποιου που σας ενδιαφέρει. Ή καλύτερα, βρίσκετε τους αναλυτικούς λογαριασµούς
ενός ή δυο χρόνων του ίδιου προσώπου. Υποθέτω, ότι οι λογαριασµοί αυτοί είναι και σε
ψηφιακή µορφή, για να µπορείτε µε άνεση να τους επεξεργαστείτε στο Excel.
Επιπλέον υποθέστε ότι, εκτός από τη λίστα των τηλεφωνηµάτων του, ξέρετε και σε ποιους
έστειλε e-mail στο ίδιο διάστηµα, αφού όλως τυχαίως πέφτει στα χέρια σας και το αρχείο των
εισερχοµένων του. Ή, και το ιστορικό των επισκέψεών του στο Ίντερνετ και οι κλήσεις που
έκανε από το κινητό του στο ίδιο διάστηµα.
Αρκετά στοιχεία, αναµφισβήτητα αρκετά για να καταλάβετε πολλά, ακόµα και αν δεν ξέρετε
το περιεχόµενο των e-mail που έστειλε ή τι είπε από τηλεφώνου.
Πόσα συµπεράσµατα µπορείτε να βγάλετε για τη ζωή του, για τις συνήθειες, τους φίλους και
τις σχέσεις του, για τις ώρες που ήταν ή όχι στο σπίτι, για τη συχνότητα των επαφών του µε
ορισµένους, µε την οικογένεια ή τους συναδέλφους του;
Τώρα, ας αντιστρέψουµε τους ρόλους. Κάποιος τρίτος έχει στη διάθεσή του τα δικά σας
«δεδοµένα κίνησης». Παίζει, αναζητώντας τη συχνότητα των επαφών σας µε κάποιους µέσω
σταθερού ή κινητού τηλεφώνου και µέσω διαδικτύου. Αστειεύεται µαζί σας αφού ξέρει πότε
είσαστε στο σπίτι και από πού καλέσατε για να πάρετε τα µηνύµατα από τον προσωπικό σας
τηλεφωνητή.
«Πυρ και µανία», «εκτός εαυτού», «µε κρατάγανε τρεις» επιλέξτε µια από αυτές τις φράσεις
ή αν προτιµάτε, περιγράψτε µε το δικό σας τρόπο σε τι κατάσταση θα σας έφερνε η
διαπίστωση ότι κάποιος ψαχουλεύει τα προσωπικά σας, ακόµα κι αν δεν είχατε τίποτα να
κρύψετε από τον συγκεκριµένο τρίτο.
Θα κάνει το RAM ταινία το «1984»; Τον Σεπτέµβριο σας πληροφορούσε το περιοδικό ότι
επίκειται η ψήφιση οδηγίας της ΕΕ που θα επιβάλλει τη φύλαξη των δεδοµένων κίνησης
όλων µας. Προληπτικά, για ένα ή δυο χρόνια, µήπως χρειαστούν για να µπορούν οι διωκτικές
αρχές να κάνουν τη δουλειά τους.
1
«περιορισµένο χρονικό διάστηµα». Το διάστηµα αυτό θα το αποφασίσουν τα κράτη-µέλη και
η επεξεργασία των δεδοµένων θα επιτρέπεται για τα εγκλήµατα που θα ορίσουν αυτά -πέραν
32 που ορίζει η πρόταση-πλαίσιο (τροµοκρατία, παιδεραστία, ξέπλυµα χρήµατος κ.ά.).
Μέχρι τώρα, η εθνική µας νοµοθεσία αλλά και οι οδηγίες που έχει εκδώσει η ΕΕ προβλέπουν
ότι τα δεδοµένα κίνησης (και θέσης) πρέπει να απαλείφονται ή να καθίστανται ανώνυµα κατά
τη λήξη της κλήσης. Η επεξεργασία επιτρέπεται για τη χρέωση των συνδροµητών και την
πληρωµή των διασυνδέσεων, µόνο έως το τέλος της περιόδου εντός της οποίας µπορεί να
αµφισβητηθεί νοµίµως ο λογαριασµός ή να επιδιωχθεί η πληρωµή.
Σε αυτό, οι Αρχές ρωτήθηκαν εάν υπάρχει σχετική νοµοθεσία στη χώρα που να προβλέπει τη
αρχειοθέτηση των δεδοµένων κίνησης και αν εκπονείται τέτοια για λόγους άλλους πλην της
τιµολόγησης, όπως για λόγους ασφάλειας.
Αναφερόµενο στις εµπειρίες των Αρχών, το Συµβούλιο ρωτούσε αν η απουσία αρχείων έχει
σταθεί εµπόδιο στην έρευνα των αρχών επιβολής του νόµου και υπό ποιες συνθήκες µπορούν
αυτές να ζητήσουν από τους ISP να τους αποκαλύψουν τα δεδοµένα κίνησης συνδροµητών
τους.
Επικίνδυνα πράγµατα. Οι Reporters sans frontiers (Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα) είναι µια
ανεξάρτητη οµάδα δηµοσιογράφων. Συστάθηκε το 1985 στη Γαλλία, µε σκοπό να
υπερασπιστεί την ελευθερία του Τύπου. Πρόσφατα και µε αφορµή την προαναφερόµενη
αµφιλεγόµενη, όπως αντιλαµβάνεστε, πρόταση δηµοσίευσαν έκθεση υπό τον τίτλο «11
September 2001 - 11 September 2002, Internet on Probation» («Το Internet υπό αστυνοµική
επιτήρηση»). Σε αυτήν, διαµαρτύρονται για τον ακρωτηριασµό που όπως διαπιστώνουν,
υπόκεινται οι ελευθερίες και τα δικαιώµατα των Ευρωπαίων (και όχι µόνον) πολιτών στο
διαδίκτυο ένα χρόνο µετά την ιστορική 11η Σεπτεµβρίου.
Τέλος, η Παγκόσµια Καµπάνια για την Ελευθερία στο ∆ιαδίκτυο, GILC, ένας συνασπισµός
60 οµάδων προστασίας των δικαιωµάτων των πολιτών, οργάνωσαν διαµαρτυρία για το ίδιο
θέµα. Έστειλαν ανοικτή επιστολή σε όλα τα µέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τους
επικεφαλής όλων των ιδρυµάτων της ΕΕ, αφού η επιστολή αυτή συνυπογράφτηκε από 16.000
άτοµα σε 73 χώρες µέσα σε µια µόλις εβδοµάδα. Όλοι τους υποστηρίζουν ότι η φύλαξη των
2
δεδοµένων κίνησης για λόγους άλλους, πλην της τιµολόγησης, έρχεται σε αντίθεση µε
κατοχυρωµένες συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώµατα.
Στις καταγγελίες τους προσθέτονται καθηµερινά νέες, µε πιο πρόσφατες αυτές της ∆ιεθνούς
Αµνηστίας και της ∆ιεθνούς Οµοσπονδίας Οργανώσεων Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων.
Μήπως όµως, είναι ήδη αργά; Στη Γερµανία στα τέλη του 2001 επιτρέπεται στην
αστυνοµία και στις υπηρεσίες πληροφοριών η πρόσβαση στα δεδοµένα κίνησης και στο
περιεχόµενο των µηνυµάτων των πολιτών, χάρη στα αντιτροµοκρατικά µέτρα που πρότεινε ο
υπουργός Eσωτερικών Όττο Σίλι (Otto Schily) και ενέκρινε µε ψήφισµα του το κοινοβούλιο.
H αυστηρή επιτήρηση του διαδικτύου και των e-mail αποτέλεσαν τον πυρήνα του
αντιτροµοκρατικού νόµου C-36 στον Καναδά που πέρασε τον περασµένο ∆εκέµβριο. Με τις
διατάξεις του διευκολύνει την αστυνοµία να πάρει άδεια για την εγκατάσταση συσκευών
παρακολούθησης των τηλεφωνικών δικτύων και των δικτύων υπολογιστών.
Στη ∆ανία από την 31η Μάη νόµος προβλέπει τη µονοετή φύλαξη των δεδοµένων κίνησης
για τις διαδικτυακές περιηγήσεις των πολιτών και για την ηλεκτρονική αλληλογραφία τους. Η
πρόσβαση σε αυτά από την αστυνοµία και τις υπηρεσίες πληροφοριών επιτρέπεται, χωρίς
προηγούµενη δικαστική εντολή. Η αστυνοµία µπορεί επίσης να εγκαταστήσει εξοπλισµό
παρόµοιο µε αυτόν του αµερικανικού, διαβόητου «σαρκοβόρου» (Carnivore) στις
εγκαταστάσεις των εταιρειών παροχής υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για την
παρακολούθηση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας των συνδροµητών τους.
Στην Ισπανία στις 27 Ιουνίου ψηφίστηκε νόµος που επιβάλλει στους ISP την υποχρέωση να
κρατούν για ένα χρόνο λεπτοµέρειες για τις διαδικτυακές επισκέψεις και τα e-mail των
συνδροµητών τους. Οι αντιδράσεις οδήγησαν στην προσθήκη µιας διάταξης µε την οποία
απαγορεύεται στην αστυνοµία και τις υπηρεσίες πληροφοριών να χρησιµοποιήσουν τα
στοιχεία αυτά χωρίς την άδεια δικαστηρίου.
Στη Γαλλία, ο νόµος για την Καθηµερινή Ασφάλεια (LSQ) που ψηφίστηκε στις 15 Νοέµβρη
επέκτεινε στον έναν χρόνο την περίοδο που θα πρέπει να παραµένουν αποθηκευµένα τα
δεδοµένα κίνησης από τους ISP. Επέτρεψε επίσης τη χρήση µυστικών µέτρων από την
πολιτεία, δικαιολογηµένων για λόγους εθνικής ασφάλειας, να αποκωδικοποιούν e-mail και
απαίτησε την αποκάλυψη των αλγορίθµων αποκρυπτογράφησης στις Αρχές. Στις 31 Ιουλίου
ψηφίστηκε ο νόµος Internet Security Guidance and Planning Law (LOPSI). Με αυτόν,
επιτρέπεται στις Αρχές η εξ αποστάσεως αναζήτηση στα αρχεία των ISP και τις βάσεις
δεδοµένων µε τα στοιχεία της κίνησης και των e-mail των συνδροµητών τους, κατόπιν
έγκρισης δικαστηρίου.
Στη Μ.Βρετανία το ∆εκέµβριο του 2001 ψηφίστηκε η νοµοθετική πράξη για την
καταπολέµηση της τροµοκρατίας και την ασφάλεια (Anti-Terrorism, Crime and Security
Act), που υποχρεώνει τους ISP να κρατούν λεπτοµέρειες για τις ιντερνετικές επισκέψεις των
συνδροµητών τους για έναν χρόνο. Αρκεί δε, η έγκριση του υπουργού Εσωτερικών για να
παρακολουθούν τις οικονοµικές συναλλαγές µέσω διαδικτύου και τα e-mail.
Στην Ιταλία, νέος νόµος αύξησε τον αριθµό των αξιωµατούχων της αστυνοµίας και των
υπηρεσιών ασφαλείας που έχουν το δικαίωµα παρακολούθησης υπόπτων, έδωσε το πράσινο
3
φως για την υποκλοπή e-mail και τη διατήρηση των στοιχείων για την ιντερνετική
δραστηριότητα τους.
Στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής δύο µόλις ηµέρες µετά τις τροµοκρατικές επιθέσεις
ψηφίστηκε η νοµοθετική πράξη για την πάταξη της τροµοκρατίας που επέτρεψε στις
υπηρεσίες πληροφοριών να χρησιµοποιούν το Carnivore χωρίς έγκριση δικαστή.
Την ίδια ηµέρα ο ρεπουµπλικάνος γερουσιαστής Judd Gregg ζητούσε από το σώµα της
Γερουσίας την απαγόρευση όλων των προγραµµάτων κρυπτογράφησης εταιρειών που δεν
έχουν αποκαλύψει στις Αρχές τους αλγόριθµους αποκρυπτογράφησης. Το κακό προηγούµενο
στήριξε την πρόταση του γερουσιαστή. Το 1993, µετά την πρώτη επίθεση στο Παγκόσµιο
Κέντρο Εµπορίου, το FBI χρειάστηκε 10 µήνες για να αποκωδικοποιήσει αρχεία στον
υπολογιστή εκείνου που θεωρήθηκε βασικός υπεύθυνος για την επίθεση.
Το Φεβρουάριο του 2002 σε άρθρο στους Τάιµς της Νέας Υόρκης αποκαλύπτεται ότι η
νεοσύστατη Υπηρεσία Στρατηγικής Επιρροής του αµερικανικού υπουργείου Άµυνας είχε
προτείνει την παραπληροφόρηση των ξένων µέσων ενηµέρωσης. Θα καθοδηγούσε, δηλαδή,
την παγκόσµια κοινή γνώµη υπέρ του πολέµου κατά της τροµοκρατίας, µε τη δηµοσίευση
ευνοϊκών προς αυτό το σκοπό ψευδών ειδήσεων κυρίως στο διαδίκτυο.
Μετά το δηµοσίευµα αυτό, υπουργοί Άµυνας και ∆ικαιοσύνης ανακοίνωσαν ότι το γραφείο
θα κλείσει, αν και αρνήθηκαν τα όσα του αποδίδονταν. Ο υπουργός ∆ικαιοσύνης,
Ντ.Ράµσφελντ, απάντησε προκλητικά στις επίµονες ερωτήσεις των δηµοσιογράφων «It’s
closed. What do you want? Blood?» («Έκλεισε, τί άλλο θέλετε; Αίµα;»)
Σε εφαρµογή του νόµου αυτού, η Σοµαλία αποκόπηκε για δύο µήνες από το ∆ίκτυο τον
περασµένο Νοέµβριο. Κι αυτό καθώς ο µοναδικός ISP στη χώρα, η εταιρεία Somalia Internet
και ο βασικός φορέας τηλεπικοινωνιών Bakarat έκλεισαν αφού κατηγορήθηκαν ότι
χρηµατοδοτούσαν το δίκτυο Αλ Κάιντα. Αργότερα, ένας νέος ISP, η NetXchange, άνοιξε τις
πόρτες του διαδικτύου στους Σοµαλούς (για πόσο ακόµη;).
Επίσης, σύµφωνα µε δηµοσίευµα του περιοδικού Wired, λίγες ηµέρες µετά το τροµοκρατικό
χτύπηµα στις ΗΠΑ πράκτορες του FBI επισκέφτηκαν τους µεγαλύτερους ISP (AOL,
Hotmail, Earthlink) και ζήτησαν να εγκαταστήσουν το Carnivore (που αργότερα ονοµάστηκε
DCS 1000). Απαίτησαν και πήραν υλικό από συγκεκριµένους λογαριασµούς ηλεκτρονικού
ταχυδροµείου των συνδροµητών τους, ιδίως εκείνων που το όνοµά τους άρχιζε µε τη λέξη
«Allah» (!).
Η πρόταση για την Ευρώπη. Στις 30 Μαΐου 2002, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε για
την οδηγία περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα. Με µια
εντυπωσιακή µεταστροφή των αρχικών θέσεων τους, τα µέλη ψήφισαν να επιτραπεί σε κάθε
κυβέρνηση της ΕΕ να θεσπίσει νόµους για τη φύλαξη των δεδοµένων κίνησης όλων των
πολιτών που χρησιµοποιούν κινητά τηλέφωνα, SMS, σταθερή τηλεφωνία, φαξ, e-mail,
δωµάτια συζητήσεων, το Ίντερνετ ή άλλα µέσα επικοινωνίας.
Η νέα οδηγία αντιστρέφει προηγούµενη οδηγία του 1997, αφού επιτρέπει στις χώρες µέλη να
εξαναγκάσουν τους πάροχους ιντερνετικών υπηρεσιών και τους τηλεπικοινωνιακούς
4
οργανισµούς να καταγράφουν, να κρατούν καταλόγους και να αποθηκεύουν τα στοιχεία
επικοινωνίας των συνδροµητών τους, δηλαδή τα δεδοµένα κίνησης και θέσης (όχι όµως το
περιεχόµενο). Αυτά όµως επιτρέπονται χωρίς δικαστική εξουσιοδότηση για διάφορους
λόγους, από λόγους εθνικής ασφάλειας έως έρευνες για την διάπραξη εγκληµάτων και την
αποτροπή τους, την παραποµπή στη δικαιοσύνη εγκληµατικών πράξεων.
Η διάταξη αυτή (άρθρο 19, παρ.1) έχει θέση «εξαίρεσης» στους γενικούς κανόνες της
οδηγίας για την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. Ωστόσο, δίνει τη
δυνατότητα στις κυβερνήσεις να υποχρεώσουν τους ISP να κρατούν τα στοιχεία αυτά για το
σύνολο των συνδροµητών τους. Πώς, λοιπόν, συνιστά εξαίρεση;
Όµως, η εφαρµογή της προτεινόµενης οδηγίας ίσως συναντήσει συνταγµατικά εµπόδια στην
εφαρµογή της σε διάφορες κράτη µέλη. Ιδιαίτερα σε εκείνες που το Σύνταγµά τους απαιτεί
σεβασµό σε θεµελιώδη δικαιώµατα όπως το νόµιµο τεκµήριο της αθωότητας, το δικαίωµα
στην ιδιωτική ζωή, την εµπιστευτικότητα των επικοινωνιών ή την ελευθερία της έκφρασης.
(αυτό συνέβη στην περίπτωση της Ισπανίας, για την οποία µπορείτε να διαβάσετε
περισσότερα αν ξέρετε ισπανικά στη διεύθυνση www.kriptopolis.com/net/tc.php).
Εκτός βέβαια, εάν διαπιστώσουµε εκ των υστέρων και µε την ανοχή µας ότι, στον αγώνα
κατά της τροµοκρατίας το κράτος δεν δεσµεύεται από την ίδια του τη νοµιµότητα.
Εκπλαγήκατε; Μια µατιά στις συνθήκες που επικρατούν ήδη στον κόσµο µας, δείχνει ότι
δεν θα έπρεπε. Στις Ηνωµένες Πολιτείες 14 εκατοµµύρια υπάλληλοι γραφείου
παρακολουθούνται στο χώρο εργασίας τους (έρευνα του Privacy Foundation). Οι εργοδότες
τους µπορούν να παρακολουθούν την ηλεκτρονική τους αλληλογραφία επιλέγοντας ανάµεσά
τους τυχαία ή όχι, ή φιλτράροντας εκείνα τα µηνύµατα που περιέχουν λέξεις-κλειδιά της
επιλογής τους. Η δικαιολογία για τα αδικαιολόγητα είναι η αποτροπή της µείωσης στην
παραγωγικότητα, η προστασία των εµπορικών µυστικών κ.ά. Το να χρησιµοποιεί όµως ένας
υπάλληλος την πρόσβασή του στο διαδίκτυο από το γραφείο και για προσωπικούς σκοπούς
είναι πολύ πιο εύκολο από το να στείλει προσωπική επιστολή σε φάκελο µε το λογότυπο της
εταιρείας. Είναι ανθρώπινο και φυσικά δικαιολογηµένο και σαφώς δεν συνιστά λόγο
παρακολούθησης. Αυτά όµως δεν είναι αρκετά για ορισµένους.
Τα δύο τρίτα των αµερικανικών επιχειρήσεων επιβάλλουν πειθαρχεία των υπαλλήλων τους
για κατάχρηση e-mail και Internet και 27% απολύουν για αυτούς τους λόγους (έρευνα της
American Management Association, 2001, www.amanet.org/research/pdfs/emsfu_short.pdf).
Το 2000, η Dow Chemical Company απέλυσε 50 υπαλλήλους και απείλησε ότι θα θέσει σε
διαθεσιµότητα 200 ακόµη, αφότου βρέθηκε προσβλητικό υλικό στην ηλεκτρονική
ταχυδροµική τους θυρίδα. Η εταιρεία είχε ανοίξει 7000 τέτοιες. Οµοίως, η New York Times
απέλυσε 23 υπαλλήλους το 1999 επειδή έστελναν άσεµνα µηνύµατα.
Επίσης, φαινόµενο των ψηφιακών καιρών είναι και οι λεγόµενες υποθέσεις "John Doe".
Αφορούν στην παρακολούθηση των δωµατίων συζήτησης στο διαδίκτυο από τις επιχειρήσεις.
Όταν εντοπίσουν ότι κάποιος ανώνυµα κατακρίνει την επιχείρηση ή φαίνεται να γνωρίζει
πολλά τότε στρέφονται στον πάροχο της υπηρεσίας και ζητούν κατόπιν δικαστικής αδείας,
την αποκάλυψη της ταυτότητας του χρήστη. Αν και απαιτείται να προειδοποιηθεί ο χρήστης,
αυτό συχνά παραλείπεται.
5
Στον Καναδά, ο επίτροπος Πληροφόρησης, John Reid έστειλε επιστολή στην πρόεδρο
της Οµοσπονδιακής Επιτροπής ∆ικαιοσύνης της Γερουσίας Joyce Fairburn, µε την
οποία κατήγγειλε τον ακρωτηριασµό της ανεξαρτησίας της Αρχής Προστασίας των
∆ικαιωµάτων των Πολιτών στην οποία προεδρεύει και συνακόλουθα της δυνατότητάς
της να προστατεύσει το δικαίωµα των πολιτών στο ιδιωτικό τους απόρρητο.
Στις ΗΠΑ εκδηλώθηκαν αντιδράσεις για τη χρήση του Carnivore. Κατόπιν, οι Αρχές
υποχρεώθηκαν να έχουν στα χέρια τους δικαστικό ένταλµα για να το
χρησιµοποιήσουν, η απαίτηση αυτή όµως έπαψε να υπάρχει µετά την ψήφιση του
αντιτροµοκρατικού νόµου που ενέκρινε µε τη διαδικασία του επείγοντος η Γερουσία
στις 13 Σεπτεµβρίου 2001.
Τι πρέπει να γίνει; Το κακό, εν ολίγοις, είναι ότι δεν υπάρχουν σαφείς περιορισµοί
στα µέτρα που προτίθενται να λάβουν οι κυβερνήσεις.
Τα ερωτήµατα όλων όσων αντιτίθενται είναι πολλά, µεταξύ των οποίων και τα
παρακάτω:
∆ιασφαλίζεται από την πρόταση το δικαίωµα άρνησης εκτέλεσης της απαίτησης για
τη φύλαξη των δεδοµένων, εάν κάτι τέτοιο αντιβαίνει µε τους κανόνες για τα
ανθρώπινα δικαιώµατα;
Ποιά δεδοµένα µπορούν να δώσουν οι Αρχές µιας χώρας σε αυτές µιας άλλης, όταν
σε ορισµένες χώρες επιτρέπεται η φύλαξη δεδοµένων για όλα τα εγκλήµατα, πέραν
των 32 που προβλέπει η πρόταση;
Ποιός θα εποπτεύει τις Αρχές που θα αποκτούν πρόσβαση στα στοιχεία αυτά;
6
Έχει το δικαίωµα ο συνδροµητής να ζητήσει τη διόρθωση, τη διαγραφή ή το
µπλοκάρισµα δεδοµένων ή να αξιώσει αποζηµίωση σε περίπτωση κατάχρησης
εξουσίας;
Υπάρχει µέριµνα για να µην γίνει αντιγραφή των επίµαχων δεδοµένων, πριν αυτά
καταστραφούν;
Υπάρχουν κανόνες για τον έλεγχο της επεξεργασίας και της αναζήτησης στα
δεδοµένα αυτά;
∆εν ξέρω αν τους στίχους µε τους οποίους ξεκίνησα τους έγραψε ο Μπόρχες, ο
Μπρασσέν ή ο Θηβαίος. Ξέρω όµως ότι, όποιος και να 'ναι, θα ήθελα να του σφίξω το
χέρι.
ΑΝΘΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ
Το ανεξάρτητο κέντρο ερευνών Pew διαπιστώνει ότι οι Αµερικανοί εγκρίνουν την απόσυρση
πληροφοριών για τις κρατικές τους υπηρεσίες από το ∆ιαδίκτυο. Οι απόψεις όµως για την
αστυνόµευση του µέσου, ως µέτρο για την πάταξη της τροµοκρατίας, διίστανται.
Η δηµοσιοποίηση πληροφοριών από τις κρατικές υπηρεσίες στο Ίντερνετ απειλεί την εθνική
ασφάλεια; Έχουν οι κυβερνήσεις, στην προσπάθειά τους να πατάξουν την τροµοκρατία, το
δικαίωµα να επιτηρούν τις δραστηριότητες όσων χρησιµοποιούν το διαδίκτυο; Οι
Αµερικανοί, ένα σχεδόν χρόνο µετά την 11η Σεπτεµβρίου, διχάζονται.
Το φετινό καλοκαίρι, λίγο πριν συµπληρωθεί ο χρόνος για την πρώτη µαύρη επέτειο, το
ερευνητικό κέντρο Pew, στο πλαίσιο του µη κερδοσκοπικού έργου, Pew Internet and
American Life Project τηλεφώνησε σε 2.500 ενήλικους Αµερικανούς. Με τηλεφωνικές
συνεντεύξεις επιχειρούσε να συµπεράνει εάν η αµερικανική κοινή γνώµη θέλει το Ίντερνετ
ενταγµένο στα σχέδια της αµερικανικής κυβέρνησης για καλύτερη θωράκιση των ΗΠΑ
απέναντι σε τροµοκρατικές εισβολές.
Μετά την 11η Σεπτεµβρίου, οµοσπονδιακές και πολιτειακές κρατικές υπηρεσίες αποφάσισαν
να κλείσουν τις «ψηφιακές τους πόρτες» στο κοινό, να αφαιρέσουν δηλαδή, τη δυνατότητα
πρόσβασης µέσω διαδικτύου σε έγγραφα, χάρτες και άλλες πληροφορίες για τις
δραστηριότητές τους.
Συγκεκριµένα απέσυραν από τους σέρβερ τους έγγραφα για έργα κοινής ωφέλειας, λογισµικό
για την γραφική απεικόνιση της τηλεπικοινωνιακής υποδοµής ορισµένων πολιτειών, όπως
στην Πενσυλβάνια, για τα δίκτυα ύδρευσης και για τους αγωγούς φυσικού αερίου, τις
περιβαλλοντικές µελέτες για εργοστάσια χηµικών και τα σχέδια αντιµετώπισης περιστατικών
εκτάκτου ανάγκης σε περιπτώσεις ατυχηµάτων.
7
Η έρευνα της Pew έδειξε ότι οι περισσότεροι Αµερικανοί (67%) πιστεύουν ότι καλώς
αποσύρθηκαν κάποιες πληροφορίες από το διαδίκτυο, αν και ήταν µάλλον χρήσιµες στο
κοινό, αφού η ελεύθερη πρόσβαση σε αυτές θα µπορούσε ίσως να βοηθήσει το έργο επίδοξων
τροµοκρατών -χωρίς ακόµα να γνωρίζουµε, πέραν πάσας αµφιβολίας, αν συνέβη κάτι τέτοιο
για να πραγµατοποιηθεί το χτύπηµα της 11ης Σεπτεµβρίου. Μόνο το 23% (µε τους
υπόλοιπους να δηλώνουν ουδετερότητα) των Αµερικανών εξέφρασε την άποψη ότι δεν
έπρεπε προληπτικά να κλείσουν οι διαδικτυακές πόρτες στους πολίτες.
Όµως, συνολικά, το 47% των Αµερικανών θεωρεί ότι η απόσυρση των όποιων πληροφοριών
για τις κυβερνητικές υπηρεσίες από το διαδίκτυο δεν συµβάλει στην πάταξη του φαινοµένου
της τροµοκρατίας, ενώ το 41% το αντίθετο. Ακόµα και εκείνοι, οι περισσότεροι δηλαδή, που
πιστεύουν ότι καλώς σταµατά η πρόσβαση µέσω διαδικτύου σε κάποιες πληροφορίες
δηµοσίου ενδιαφέροντος δεν φαίνεται να θεωρούν ότι έτσι αποθαρρύνονται επίδοξοι
τροµοκράτες. Από την άλλη, σηµαντικό είναι και το ποσοστό των Αµερικανών που πιστεύει
ότι µε αυτό το µέτρο τουλάχιστον παρεµποδίζονται οι ενέργειές τους. Επιπλέον, την άποψη
αυτή τείνουν να αποδεχτούν και οι περισσότεροι από εκείνους που δεν συµφωνούσαν µε την
επιστροφή στο ως επί το πλείστον οffline δηµόσιο. Όταν ρωτήθηκαν αν θα την ενέκριναν εάν
η κυβέρνηση τούς έλεγε ότι οι πληροφορίες που θέλουν δηµοσιευµένες στο διαδίκτυο είναι
δυνάµει χρήσιµες στους τροµοκράτες, οι περισσότεροι απάντησαν θετικά.
Οι απόψεις στις ΗΠΑ διίστανται. Το 45% των Αµερικανών υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση δεν
θα πρέπει να έχει το δικαίωµα της παρακολούθησης της ιντερνετικής κίνησης. Ένα µικρό
ποσοστό παραπάνω -δύο τοις εκατό περισσότεροι (47%)-, εγκρίνουν την παραχώρηση της
εξουσίας αυτής στην κυβέρνησή τους. Αισθητή είναι η διαφορά των απόψεων στο θέµα αυτό
µεταξύ χρηστών του διαδικτύου και µη. Οι χρήστες του διαδικτύου που δεν εγκρίνουν την
ύπαρξη του αόρατου µατιού της κυβέρνησης αντιπροσωπεύουν το 52% του συνόλου των
Αµερικανών χρηστών (µε 43% να το δέχονται και 5% να δηλώνουν αναποφάσιστοι). Εκείνοι
όµως που δεν χρησιµοποιούν το µέσο εγκρίνουν στην πλειονότητά τους (49%), την
κυβερνητική παρακολούθηση του µέσου, το 39% λέει όχι και 12% δεν εκφράζει γνώµη.
♦ Η έρευνα του Ερευνητικού Ερευνών Pew για τις απόψεις των Αµερικανών
περί αστυνόµευσης του διαδικτύου
One year later: September 11 and the Internet
http://www.pewinternet.org/reports/toc.asp?Report=69
8
♦ Η έρευνα του Κέντρου Πληροφόρησης για το Ηλεκτρονικό Απόρρητο και της
Privacy International για τη νοµοθεσία περί προστασίας των προσωπικών
δεδοµένων σε 50 χώρες (και στην Ελλάδα στις σελίδες 190-196) ένα χρόνο
µετά την 11η Σεπτεµβρίου
Privacy and Human Rights 2002
http://www.privacyinternational.org/survey/phr2002/
Draft Framework Decision on the retention of traffic data and on access to this
data in connection with criminal investigations and prosecutions
http://www.statewatch.org/news/2002/aug/05datafd.htm
♦ To άγρυπνο µάτι
RAM, Σεπτέµβριος 2002, σελ. 242, Στο Επίκεντρο των Εξελίξεων,