Professional Documents
Culture Documents
Αεροδρόμιο και πράσινη ανάπτυξη στην Κρήτη
Αεροδρόμιο και πράσινη ανάπτυξη στην Κρήτη
Swot analysis
Σε ένα πρόγραμμα της δεκαετίας του 1960 του
Πανεπιστημίου του Στάνφορντ (Καλιφόρνια ΗΠΑ), οφείλουμε μια
μέθοδο στρατηγικού σχεδιασμού, που περιλαμβάνει την αξιολόγηση
των δυνατοτήτων, αδυναμιών, Ευκαιριών και απειλών, γνωστή και
ως “swot analysis”.
Φέρουσα ικανότητα
Το δομημένο περιβάλλον διευθετείται, σχεδιάζεται και
προστατεύεται κυρίως σύμφωνα με τους νόμους και τις αρχές, που
οι δικαστικές αρχές κατ’ ερμηνεία των νόμων διαμορφώνουν. Η
διαμόρφωση του οικιστικού περιβάλλοντος υπάγεται στην
προστασία του άρθρου 24 § 1 Σ (ΣτΕ 1876/1980), ενώ για την
επίτευξη της αποτελεσματικότερης περιβαλλοντικής προστασίας
ψηφίσθηκε ο ν. 2508/97 (ΦΕΚ 124 Α/11-6-1997) για τη «βιώσιμη
οικιστική ανάπτυξη των οικισμών της χώρας και άλλες διατάξεις»,
με τον οποίο καθορίζονται οι κατευθυντήριες αρχές, οι όροι και οι
διαδικασίες για τον πολεοδομικό σχεδιασμό και τη βιώσιμη
οικιστική ανάπτυξη των περιοχών, πόλεων και οικισμών της χώρας.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 50/1993), η
έννοια της φέρουσας ικανότητας αναφέρεται στον «… αριθμό των
ειδών, ή μονάδων είδους, που μπορούν να συντηρηθούν επ’ άπειρο
από ένα οικοσύστημα χωρίς την υποβάθμισή του …».
Υπό το πρίσμα της φέρουσας ικανότητας πρέπει να τίθενται,
πριν το σχεδιασμό, ή την υλοποίηση ενός σχεδίου, ή την αξιοποίηση
ενός φυσικού πόρου, μεταξύ άλλων τα εξής:
• τα κριτήρια και το καθεστώς χωροθέτησης υποδομών
(ενέργειας, μεταφορών, διαχείρισης απορριμμάτων κλπ.) και
οι ενεργειακές τους,
• οι δραστηριότητες στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον
και η οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας και παρόχθιας ζώνης,
• η ζωνοποίηση των περιοχών του δικτύου NATURA 2000, LIFE,
CORINE και
• το καθεστώς της εκτός σχεδίου δόμησης.
Συμπεράσματα
Ο συγκεντρωτισμός υποδομών και δραστηριοτήτων στο
Ηράκλειο Κρήτης, δίχως μελέτη της φέρουσας ικανότητας του
νομού, ανοίγει το θέμα της βιωσιμότητας των υφιστάμενων
αναπτυξιακών επιλογών. Η μονοκαλλιέργεια, η έλλειψη κοινωνικά
ισόνομης και περιβαλλοντικά ισόρροπης ανάπτυξης, η ανύπαρκτη
πολιτική αποκέντρωσης, ταυτόχρονα τροφοδοτεί μια διαρκή
αντιπαλότητα και ναρκοθετεί τη σχέση των νομών. Το κοινωνικό
αυτό κόστος καταβάλλεται κυρίως από τους επαγγελματικούς
κλάδους της μεγαλονήσου, που δίχως κοινό όραμα, συνοχή και
εποπτεία των πραγματικών υπευθύνων αναλώνονται σε ένα
μαραθώνιο άδοξης σύγκρουσης συμφερόντων.
Για το σχεδιασμό μιας βιώσιμης στρατηγικής για το
περιβάλλον και τον άνθρωπο, για τη σύζευξη των οικονομικών και
των οικολογικών δυνάμεων, υπάρχουν ήδη μέθοδοι από το 1960.
Ενώ οι νόμοι επαρκούν για τη δημιουργία ενός
μεταρρυθμιστικού θεσμικού πλαισίου βιώσιμης ανάπτυξης, η
πληροφόρηση μάλλον υπολείπεται και πρέπει να αναζητείται κάθε
φορά ατομικά (άλλωστε έχουμε ήδη έχει παραπεμφθεί στο ΔΕΚ για
τη μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του Καν 1210/90 [καταγραφή,
διάχυση περιβαλλοντικών πληροφοριών προς εξασφάλιση
ενημέρωσης για κατάσταση περιβάλλοντος]).
Από την παρατήρηση της περιβαλλοντικής αφενός και
διοικητικής αφετέρου κατάστασης, μπορεί κανείς να εξάγει
συμπεράσματα, για το είδος (ή το χρώμα) της ανάπτυξης. Έτσι θα
γίνει δεδομένη η δυνατότητα αξιολόγησης των προτεινόμενων
αναπτυξιακών μοντέλων, ή όσων τυχόν στο μέλλον προταθούν.
Το παρόν άρθρο δεν επιδιώκει να προάγει κάποια
συγκεκριμένη αναπτυξιακή προοπτική ως βέλτιστη. Αποσκοπεί στην
παροχή ενός (μεταξύ πολλών) μεθοδολογικού εργαλείου
αξιολόγησης.
***