You are on page 1of 14

Εισαγωγικό σημείωμα

... Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!


Έτσι τελειώνουν τα αγαπημένα μας παραμύθια που τα
ξέρουμε από μικρά παιδιά. Μεγαλώνοντας όμως
αναρωτιόμαστε: «ζήσαν πραγματικά καλά;» Μήπως
παρουσιάστηκαν απρόσμενα γεγονότα στη ζωή των γνωστών
μας ηρώων;
Αφήσαμε τη φαντασία μας ελεύθερη και γράψαμε τη
συνέχεια τριών γνωστών παραμυθιών. Μια ομαδική
διαδικασία που μας διασκέδασε πολύ.
Ευχόμαστε να απολαύσετε κι εσείς, όσο κι εμείς, τη
δουλειά μας...

Συγγραφείς – Εικονογράφοι

Αθανασίου Αφροδίτη
Αναγνώστου Κωνσταντίνος
Βλάχου Όλγα
Γεωργίου Αθανάσιος
Μιχαηλίδης Αναστάσιος
Μπαμπούλης Βασίλειος
Ντίσιου Βασιλική
Ντόντα Νικόλαος
Σεργιαννίδου Χρυσή
Σιώμου Αναστασία
Τσαλουκίδου Κυριακή
Φώτης Ζήσης
Η Χιονάτη
Μέρος Β΄

Αφού παντρεύτηκαν η
Χιονάτη και ο πρίγκιπας που
την έσωσε – το όνομά του
ήταν Νατηλίκος, ζούσαν σε
ένα παλάτι ευτυχισμένοι.
Την επόμενη μέρα του
γάμου ο πρίγκιπας Νατηλίκος
άφησε τη Χιονάτη έγκυο σε
δυο δίδυμα, ένα αγόρι κι ένα
κορίτσι.
Μετά από εννέα μήνες η Χιονάτη γέννησε και δουλειά
της ήταν να προσέχει τα παιδιά. Ο Νατηλίκος όμως άρχισε
να έχει πολλές απαιτήσεις. Κάθε πρωί φώναζε:
- Γυναίκα, φέρε μου
καφέ!!!
Άλλες φορές της έλεγε:
- Άντε, πήγαινε στα
μωρά, κλαίνε!
Ή κάποιες φορές που
πεινούσε:
- Φέρε μου να φάω κανά
χαβιάρι!!! Η Χιονάτη
ενοχλούνταν πολύ. Στενοχωριόταν, γιατί πίστευε ότι ο
Νατηλίκος θα τη στήριζε σε όλη τους τη ζωή.
Έπειτα από ένα χρόνο η Χιονάτη έμεινε πάλι έγκυος.
Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης όμως, η Χιονάτη είχε
λιγούρες και του έλεγε:
- Άντρα, μου μυρίζονται
θαλασσινά.
Την άλλη στιγμή απαιτούσε:
- Θέλω μπιφτέκια.
Και μετά από λίγο:
- Φέρε μου σοκολάτες.
Ο Νατηλίκος δεν ήξερε τι
να κάνει και την πήγε σε ένα
εστιατόριο.

Σ’ εκείνο το εστιατόριο υπήρχε ένα φαγητό που


λεγόταν «Άλλη γυναίκα» κι ο πρίγκιπας είπε στο σερβιτόρο:
- Θέλω μια «Άλλη γυναίκα».
- Τι είπες, μωρέ; ρώτησε η
Χιονάτη.
- Όχι, παρεξήγηση. Δε
θέλω άλλη γυναίκα, φαγητό
παραγγέλνω, της απάντησε
αυτός.
- Άσε τις δικαιολογίες,
επέμεινε η Χιονάτη.
- Μα την αλήθεια σου λέω,
είπε ο Νατηλίκος και η
Χιονάτη του φώναξε:
- Φτάνει πια, χωρίζουμε!
Έφυγαν όπως όπως από το εστιατόριο και μετά από
μερικές μέρες ο Νατηλίκος πήγε στο δικηγόρο του και του
είπε:
- Θέλω να πάρω διαζύγιο. Δεν αντέχω άλλο τη γκρίνια της.
- Μα πώς; Εσείς, που ήσασταν το πιο ευτυχισμένο ζευγάρι,
χωρίζετε; τον ρώτησε εκείνος.
Ο Νατηλίκος μόλις του είπε ο δικηγόρος του αυτά τα
λόγια άρχισε να ξανασκέφτεται αν θα πάρει διαζύγιο.
Σκέφτηκε να πάει να μιλήσει στη Χιονάτη. Αυτή όμως δεν
ήθελε να τον δει ούτε να του μιλήσει. Του έκλεισε την πόρτα
κατάμουτρα κι άρχισε να κλαίει.
Την επόμενη μέρα ο πρίγκιπας ξαναπήγε στο παλάτι
τους. Η Χιονάτη τού άνοιξε αλλά αυτός άρχισε να φωνάζει:

- Έχουμε παιδιά!!! Γιατί θέλεις να χωρίσουμε; Είσαι τρελή!


Χαζή! Η Χιονάτη θύμωσε και του έκλεισε ξανά την πόρτα.
Ο Νατηλίκος ξαναπροσπάθησε και αυτή τη φορά ήταν
ψύχραιμος. Η Χιονάτη τον άκουσε και του ζήτησε συγγνώμη
που δεν τον άκουσε από την αρχή. Της ζήτησε και αυτός
συγγνώμη και της υποσχέθηκε ότι από δω και πέρα θα τη
βοηθάει.
Έτσι τα ξαναβρήκαν κι έζησαν ευτυχισμένοι με τα τρία
τους παιδάκια...

Ομάδα : Ακούραστα αρκούδια


Θανάσης Γεωργίου, Αφροδίτη Αθανασίου, Βασιλική
Ντίσιου και Νίκος Ντόντα.

Σημ. Καταλαβαίνετε τώρα γιατί ονομάσαμε έτσι τον


πρίγκιπα. Έπρεπε να έχει ένα όνομα κι αυτός. Νομίζουμε ότι
είναι αδικία να ξέρουμε πάντα μόνο τα ονόματα των ηρωίδων
των παραμυθιών και οι πρίγκιπες να είναι απλά οι
πρίγκιπες...
Tα εφτά κατσικάκια
Η συνέχεια...
Όπως όλοι ξέρουμε η μαμά κατσίκα, για να προστατέψει
τα παιδάκια της, σκότωσε το λύκο και τον πέταξε στο
ποτάμι. Ένιωθε όμως σα δολοφόνος και αναρωτιόταν αν έχει
γυναίκα και
παιδιά.
Άρχισε,
λοιπόν, να
ψάχνει μαζί με
τα ντετεκτιβάκια
- κατσικάκια πού
να έμενε ο κακός
λύκος με τα
σχιζοφρενή
σαγόνια του. Έβαλαν τα κατσικάκια τις μάσκες τους για τη
θάλασσα και βούτηξαν στο ποτάμι για να βγάλουν έξω το
λύκο και να πάρουν αποτυπώματα. Δεν μπορούσαν όμως να
τον τραβήξουν, επειδή ήταν διακόσια κιλά...
Βγήκαν έξω
από το ποτάμι και
φώναξαν τον κυρ
αστυνόμο Κουνάβι
και τον κυρ
αστυνόμο Αετό για
να τους βοηθήσουν
να βγάλουν το λύκο
από το ποτάμι. Οι
αστυνομικοί ρώτησαν
αν ήξεραν ποιος είχε κάνει το έγκλημα. Η μαμά κατσίκα
κοκκίνισε από τη ντροπή της και τα κατσικάκια άλλαξαν
δεκαπέντε χρώματα. Έγιναν παρδαλά... Ευτυχώς οι
αστυνομικοί δε ρώτησαν γιατί άλλαξαν χρώμα και πήγαν να
βγάλουν το λύκο. Μόλις τον έβγαλαν τα κατσικάκια τούς
ζήτησαν να φύγουν και αφού έφυγαν, ξαναπήραν το κανονικό
τους χρώμα!
Η οικογένεια «Ντετέκτιβ – Κατσικιών» άρχισε να
παίρνει αποτυπώματα από το λύκο μήπως και βρουν πού
έμενε.
- Μαμά, κάτι βρήκα μέσα στο τρίχωμα του λύκου!!! φώναξε
ένα κατσικάκι.
- Τι βρήκες; το ρώτησε η κατσίκα.
- Μια φωτογραφία που δείχνει το λύκο, μια λύκαινα και δυο
λυκάκια ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Όλοι κάθονται σε μια
πισίνα, απάντησε αυτό.
- Φέρ’ την εδώ να τη δω! είπε η μαμά του.
Το κατσικάκι πήγε τη φωτογραφία στην κατσίκα με γρήγορα
βήματα.
- Ωχ! Αυτή τη βίλα την ξέρω. Είναι κοντά στο αστυνομικό
τμήμα. Ας πάμε από κοντά
για να ερευνήσουμε. Πάμε!!!
είπε η κατσίκα.
Η οικογένεια των
κατσικιών πήγε στη βίλα
της φωτογραφίας και βρήκε
τη γυναίκα του λύκου. Η
μαμά - κατσίκα τής έδειξε
τη φωτογραφία που
κρατούσε στα χέρια της.
- Είναι αυτός ο σύζυγός σας
ο λύκος; ρώτησε τη λύκαινα.
- Ναι, γιατί; ρώτησε νευριασμένη εκείνη.
- Έτσι... ρωτάω..., είπε η κατσίκα σιγανά και διστακτικά.
- Μίλα! Αλλιώς θα σας φάω όλους με πατάτες στο φούρνο
και μπόλικη κέτσαπ!!! διέταξε η λύκαινα.
- Να... ο άντρας σας... ψόφησε... είπε φοβισμένα η μαμά
κατσίκα.
- Αμήν! Καιρός ήταν να ξεκουμπιστεί αυτό το σάπιο,
μουχλιασμένο κρέας, γιατί τα χρήματα τα σπαταλούσε στα
CASINO, είπε στο τσακίρ – κέφι η λύκαινα.
Μετά από αυτά τα λόγια η κατσίκα και τα παιδάκια της
έτρεξαν μακριά φοβισμένα μην τα φάει η λύκαινα. Με το που
έφυγε η κατσίκα, η λύκαινα έβγαλε το τρελιάρικο κινητό της
και πήρε τηλέφωνο τον εφοπλιστή Σάκη για να του ζητήσει
ραντεβού.
Την επόμενη μέρα έγινε η κηδεία του λύκου. Σ’ αυτή
παραβρέθηκαν η γυναίκα του και τα παιδιά του, η κατσίκα με
τα εφτά κατσικάκια της, τα τρία γουρουνάκια και η
Κοκκινοσκουφίτσα.

Η γυναίκα του με τα άσπρα ρούχα της έκανε ότι ήταν


στενοχωρημένη αλλά μέσα της ένιωθε σα να ήταν στο λιβάδι
και να παίζει. Τα παιδιά του ήταν λυπημένα. Έκλαιγαν μόνο η
κατσίκα, γιατί ένιωθε ενοχές και η Κοκκινοσκουφίτσα, γιατί
τώρα ποιος θα την κυνηγούσε στο δάσος;
Μετά το τέλος της κηδείας η λύκαινα – για το καλό που
της έκαναν – προσκάλεσε τη μαμά κατσίκα και τα κατσικάκια
να πάνε κρουαζιέρα με τον εφοπλιστή Σάκη στην Ιταλία, στη

Γαλλία και στις Σεϋχέλλες, όπου πέρασαν όλοι μαζί


φανταστικά...

Ομάδα : Παρδαλά κατσίκια


Αναστασία Σιώμου, Βασίλης Μπαμπούλης,
Όλγα Βλάχου και Τάσος Μιχαηλίδης

Σημ. Το όνομα της ομάδας μας ουδεμία σχέση έχει με το


παραμύθι μας
Tα τρία γουρουνάκια
Part II
Αφού τα γουρουνάκια έδιωξαν το λύκο ζούσαν ήσυχα
στο τούβλινο σπιτάκι που είχαν φτιάξει. Τα χρόνια
περνούσαν...
Μια μέρα το
μεγαλύτερο από τα τρία
γουρουνάκια κατάλαβε ότι
είχε παχύνει πολύ και
αποφάσισε να αδυνατίσει
πηγαίνοντας στα
LODYBINE. Όταν έφτασε
εκεί, μπήκε μέσα και,
βλέποντας αυτούς που
γυμνάζονταν, είπε:
- Ωωω!!! κι εγώ τέτοιο κορμί θέλω να κάνω. Έτσι άρχισε να
κάνει βαράκια, διάδρομο και ποδήλατο. Συνέχισε να πηγαίνει
και κατάφερε να κάνει κι αυτό ένα ωραίο σώμα.
Το μεσαίο γουρουνάκι ήθελε να έχει λεία επιδερμίδα.
Έτσι αποφάσισε να πάει στο FIDL για να πάρει μια μηχανή
αποτρίχωσης που τις είχε προσφορά. Όλο χαρά πήγε στο
σπιτάκι τους πήρε τη μηχανή, έβγαλε μερικές τρίχες αλλά
πόνεσε πάρα πολύ. Αυτός ο πόνος τον έκανε να μετανιώσει
κι έτσι άφησε το όνειρό του απραγματοποίητο.
Το μικρότερο από τα τρία
γουρουνάκια αποφάσισε να αγοράσει ένα
μηχανάκι. Μετά από λίγες μέρες όμως
τσούγκρισε σε μια κολόνα και πήγε στο
νοσοκομείο. Εκεί γνώρισε μια νοσοκόμα –
γουρουνίτσα, στρουμπουλή στρουμπουλή!
Την ερωτεύτηκε στη στιγμή και
αργότερα παντρεύτηκαν. Μετά
από λίγο καιρό έκαναν τα δικά
τους παιδάκια - γουρουνάκια και
τα βάφτισαν. Το πρώτο
ονομάστηκε Τσαπατσούλης, το
δεύτερο Ταινίας και το τρίτο
Στράικ.
Στα χρόνια αυτά που πέρασαν και ο λύκος, που
προσπαθούσε να ρίξει το σπιτάκι των γουρουνιών,
παντρεύτηκε κι έκανε κι αυτός τρία λυκάκια. Τα λυκάκια
αυτά έγιναν φίλοι με τον
Τσαπατσούλη, τον Ταινία
και τον Στράικ. Έπαιζαν
μαζί, πήγαιναν βόλτες και
διασκέδαζαν. Όμως ο
μπαμπάς - λύκος ήθελε να
φάει τα τρία μικρά
γουρουνάκια.
Τα μικρά λυκάκια
ήθελαν να πείσουν τον
πατέρα τους να μην το κάνει. Σκέφτηκαν, σκέφτηκαν και το
πιο μικρό είπε στα άλλα δύο:
- Μπορούμε να προτείνουμε στο μπαμπά να συνεργαστεί με
το μπαμπά των φίλων μας. Έτσι δε θα τους λιγουρεύεται
άλλο.
- Πολύ καλή ιδέα αλλά τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό;
ρώτησε το μεγαλύτερο.
- Ο μπαμπάς και οι θείοι των φίλων μας είναι πολλοί καλοί
στο χτίσιμο. Θυμάστε πόσο γερό είχαν φτιάξει το σπίτι τους
και δεν μπορούσε ο μπαμπάς να το ρίξει; είπε πάλι το μικρό.
- Το βρήκα είπε το μεσαίο. Μπορούμε να πείσουμε το
μπαμπά να ιδρύσει μαζί με την οικογένεια των γουρουνιών
μια εταιρεία κατασκευής σπιτιών. Έτσι και ο μπαμπάς μας θα
βγάλει χρήματα – σ’ αυτή τη δύσκολη οικονομική κατάσταση
που βρισκόμαστε – και θα γίνει φίλος με τους φίλους μας.
Και τα τρία συμφώνησαν να προσκαλέσουν τη δική τους
οικογένεια και την οικογένεια των γουρουνιών για Βarbeque
στην αυλή του σπιτιού τους, για να συζητήσουν το θέμα.

Αφού μαζεύτηκαν όλοι, ήπιαν κι έφαγαν τα πάντα ψητά


στα κάρβουνα - εκτός από χοιρινό - ήρθε η ώρα να
συζητήσουν. Τα λυκάκια είπαν την ιδέα τους σε όλους, που
τους άκουγαν προσεκτικά.
Το γουρουνάκι που ήθελε να συνεχίσει να παραμένει
αδύνατο, είπε:
- Συμφωνώ απολύτως με την ιδέα, γιατί κι εγώ μπορώ να
επωφεληθώ μ’ αυτή την εργασία. Κουβαλώντας τούβλα και
δουλεύοντας σκληρά θα γυμνάζομαι περισσότερο και δε θα
χρειάζεται να ξοδεύω πια χρήματα στα LODYBINE. Το
γουρουνάκι που ήθελε να κάνει αποτρίχωση είπε κι αυτό:
- Ωραία ιδέα. Αν δουλεύω στις οικοδομές, θα μαυρίσω κι
έτσι δε θα φαίνονται πολύ οι τρίχες μου.
Αλλά και ο μπαμπάς των γουρουνιών συμφώνησε με την
ιδέα, γιατί σκέφτηκε ότι, κερδίζοντας χρήματα, θα τα βγάζει
ευκολότερα πέρα.
Ήρθε η σειρά να μιλήσει ο μπαμπάς – λύκος:
-Αν και στην αρχή δε συμφωνούσα, τώρα που το
ξανασκέφτομαι θυμάμαι ότι είστε πολύ καλοί χτίστες. θα
μπορούσαμε να συνεργαστούμε και να φτιάξουμε μαζί την
κατασκευαστική εταιρεία. Αλλά πώς θα την ονομάσουμε;

- Δ.Ε.Λ.Γ.Ε.Δ είπαν μαζί τα λυκάκια και τα γουρουνάκια.


- Τι σημαίνει αυτό; ρώτησαν με μια φωνή οι δυο μπαμπάδες.
Και τα μικρά απάντησαν:
- Δυνατά, Έξυπνα, Λυκάκια, Γουρουνάκια, Εν Δράσει...

Ομάδα : Φαντασιόπληκτοι
Ζήσης Φώτης, Κυριακή Τσαλουκίδου,
Κωνσταντίνος Αναγνώστου, Χρυσή Σεργιαννίδου

You might also like