You are on page 1of 120

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ «ΒΙΩΣΙΜΟ ΖΕΦΥΡΙ»

ΒΙΩΣΙΜΟ ΖΕΦΥΡΙ:
ΟΡΑΜΑ ή ΟΥΤΟΠΙΑ;
Δοκίμια και συμβολές για το Ζεφύρι
Δημήτρης Μπουρίκος

2010

«ΒΙΩΣΙΜΟ ΖΕΦΥΡΙ»
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ .......................................................................................................................... 5
1. ΖΕΦΥΡΙ: ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΒΙΩΣΙΜΗ ΠΟΛΗ. ............................................ 9
1.1. Ζεφύρι: Σύντομη επισκόπηση της διοικητικής εξέλιξης και των βασικών
πληθυσμιακών χαρακτηριστικών................................................................................. 9
1.2. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ανατρέποντας τα στερεότυπα....... 9
1.3. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ένα σχέδιο κοινωνικής
αλληλεγγύης για τους Τσιγγάνους............................................................................. 12
1.5. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ρέματα: «Προβληματικοί χώροι» ή
ευκαιρία ποιότητας ζωής; .......................................................................................... 18
1.6. «Η αλλεργία στις ιδέες. Παθογένεια τοπικών πολιτικών συστημάτων στη
Δυτική Αττική».......................................................................................................... 22
1.7. Επιχειρησιακά προγράμματα των Δήμων της Δυτικής Αττικής: Παράδοξα και
ελλείμματα. ................................................................................................................ 26
2. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΦΤΩΧΕΙΑ...................................................... 30
2.1. ΠΕΠ Αττικής 2007-2013. «Αναπαραγωγή» ανισοτήτων για τη Δυτική Αττική;
.................................................................................................................................... 30
2.2. Φτώχεια και ανισότητες: Ποιο μέλλον για τη Δυτική Αττική;........................... 34
2.3. Το 2010 Ευρωπαϊκό Έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας: Ιδέες και
προτάσεις για τη Δυτική Αττική. ............................................................................... 35
3. ΝΕΟΛΑΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. ..................................................................................... 38
3.1. Μαθητική διαρροή στη Δυτική Αττική: Κόλαφος! ............................................ 38
3.2. Εκπαιδευτικές ανισότητες και Δυτική Αττική: Τάση περαιτέρω όξυνσης! ....... 41
3.3. Παγκόσμια ημέρα νεότητας: Και η Δυτική Αττική «σπαταλά» τα παιδιά της! . 45
3.4. Οι νέοι των φτωχογειτονιών: στερεότυπα και στρατηγικές παρέμβασης. ......... 47
4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ. ........................... 51
4.1. Τοπική αυτοδιοίκηση και Κοινωνικές Υπηρεσίες: Ασυμβίβαστα και
ελλείμματα. ................................................................................................................ 51
4.2. Διεθνής ημέρα κοινωνικής εργασίας: Επισημάνσεις για τη Δυτική Αττική. .. 53
4.3. Δυτική Αττική και ανθρώπινα δικαιώματα: Επισημάνσεις με αφορμή
πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ....................................................................................... 55
5. ΡΟΜΑ & ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ........................................................................................... 60
5.1. Παγκόσμια ημέρα κατά του Ρατσισμού και Δυτική Αττική. .......................... 60
5.2. Ένα σχέδιο κοινωνικής αλληλεγγύης για τους Τσιγγάνους. ........................... 61
5.3. Ρατσιστικές και ξενοφοβικές στάσεις και πρακτικές: Η ελληνική
πραγματικότητα. ........................................................................................................ 64
6. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ . ........................................................................... 79
6.1. Ζεφύρι και περιβάλλον: Ψευτοδιλήμματα και πραγματικά προβλήματα. ...... 79
6.2. Ρέματα: «Προβληματικοί χώροι» ή ευκαιρία ποιότητας ζωής;....................... 82
6.3. Ρέμα Εσχατιάς-Ζεφύρι. ................................................................................... 85
6.4. Πάρκο Λιάρου στο Ζεφύρι: «Τσιμεντοποίηση», «Παραππληροφόρηση» ή
πεδίο ανάδειξης των διαρθρωτικών προβλημάτων μας;............................................ 89
6.5. Πάρκο Λιάρου στο Ζεφύρι: Επιτέλους δημόσιος διάλογος!........................... 92
6.6. Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνη Τρίτση»: Ενδιαφέρει
και το Ζεφύρι!............................................................................................................ 94
6.7. Πυρκαγιά Κιθαιρώνα-Πόρτο Γερμενό: Εξοργιστική σπατάλη φυσικών πόρων!
(Αύγουστος 2009)...................................................................................................... 96

2
7. ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΑΝΟΜΙΑ & ΤΑΡΑΧΕΣ. .................................................... 98
7.1. Στρατηγικές πρόληψης της παραβατικότητας σε τοπικό επίπεδο: Μεταξύ
αστυνομικής και κοινωνικής πρόληψης. ................................................................... 98
7.2. Τοπικό Συμβούλιο Πρόληψης της Παραβατικότητας στο Ζεφύρι: Μερικές
επισημάνσεις. ........................................................................................................... 100
7.3. Παραβατικότητα και Δυτική Αττική: Αποσαφηνίσεις και ερωτήματα......... 103
7.4. Ταραχές στο Ζεφύρι: Προσεγγίσεις και προκλήσεις..................................... 107
ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ – ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ............................................................. 115
Α) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΡΕΥΝΕΣ ................................................ 115
Β) ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ-ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ-ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ .......... 118
Γ) ΠΗΓΕΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ ...................................................................................... 120
Βιογραφικό σημείωμα συγγραφέα..................................................................................121

3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το ανά χείρας πόνημα αποτελεί ουσιαστικά μια προσπάθεια περιγραφής,
κατανόησης και - εν μέρει- ερμηνείας μιας σειράς κοινωνικών φαινομένων και
προβλημάτων στο τοπικό επίπεδο. Πεδίο αναφοράς μας είναι ο Δήμος Ζεφυρίου: Ο
περιορισμένος χωρικά και πληθυσμιακά χαρακτήρας του (για πολλούς αυτό σημαίνει ένα
σοβαρό μειονέκτημα ανταγωνιστικότητας) το καθιστά ένα «εργαστήρι» για τη μελέτη
των ποικίλων κοινωνικών φαινομένων, όπως η παραβατικότητα, η διαιώνιση των
ανισοτήτων (κοινωνικών, οικονομικών και χωρικών), η αναπτυξιακή υστέρηση, η
περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Τμήμα της τοπικής κοινωνίας αλλά και της ευρύτερης «κοινής γνώμης» πιστεύει
ότι το Ζεφύρι αποτελεί μια «μαύρη τρύπα», «αποθήκη ναρκωτικών», «περιθωριακή
κοινότητα», «γειτονιά μαφιόζων» κ.ά. Αυτές οι πεποιθήσεις στηρίζονται σε μεγάλο
βαθμό- αν όχι αποκλειστικά- στην ύπαρξη μιας σημαντικής πληθυσμιακά ομάδας Ρομ.
Με άλλα λόγια, η περιθωριοποίηση και η όποια υποβάθμιση ταυτίζεται με μια διαίσθηση
περί αυξημένης εγκληματικότητας και παραβατικότητας των Ρομ. Αυτή η γραμμική
συσχέτιση (Ρομ = περιθωροποίηση και εγκληματικότητα) υπήρξε το έναυσμα της
επιστημονικής μου περιέργειας για τη μελέτη των κοινωνικών φαινομένων στο Ζεφύρι. Η
απόκτηση της ιδιότητας του κατοίκου της περιοχής από το 2006 ήρθε να κάνει ακόμα πιο
ζωηρό και άμεσο το ενδιαφέρον μου για την εν λόγω έρευνα, αλλά και πιο εύκολη την
καθημερινή παρατήρηση συμπεριφορών, δράσεων και αντιδράσεων.
Είναι «αλήθεια» το Ζεφύρι μια «περιθωριακή» κοινότητα; Είναι «αλήθεια» το
Ζεφύρι «κέντρο ναρκωτικών και εγκληματικότητας»; Τα συγκεκριμένα ερωτήματα είναι
«αξιολογικά ουδέτερα» στον τοπικό πολιτικό διάλογο ή αποτελούν συνιστώσες ενός
συγκεκριμένου πλαισίου πολιτικής διαχείρισης και διαπραγμάτευσης με συγκεκριμένους
«κερδισμένους» και «ζημιωμένους»; Σε ποιο βαθμό τα παραπάνω ερωτήματα
αντανακλούν τη γενική διαίσθηση ομάδων του πληθυσμού και πώς αυτά επηρεάζουν τη
διαδικασία λήψης αποφάσεων σε τοπικό επίπεδο; Τα ίδια και παρόμοια ερωτήματα
εμφανίζονται και στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Αττικής (όπου ανήκει διοικητικά το
Ζεφύρι) και φιλοδοξούμε οι συμβολές του παρόντος πονήματος να διευκολύνουν την
έρευνα τόσο στο Ζεφύρι, στην ευρύτερη περιοχή όσο και σε περιοχές ανά την Ελλάδα με
όμοια κοινωνικά χαρακτηριστικά.
Οποιαδήποτε ορθολογική εξέταση των παραπάνω ερωτημάτων προϋποθέτει τη
συλλογή στοιχείων και δεδομένων (στατιστικών, ποιοτικών, προφορικών μαρτυριών,
αρχειακών τεκμηρίων) αλλά και τη βιωματική συμμετοχή σε ποικίλες τοπικές δράσεις και
δραστηριότητες. Η μέχρι σήμερα έρευνα μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η δυναμική της
περιοχής εγκλωβίζεται από επτά παράγοντες («οι επτά πληγές του Ζεφυρίου»):

5
Οι πληγές του Ζεφυρίου

1) Η αναπαραγωγή στερεοτύπων για την ταυτότητα του Ζεφυρίου. Τα


στερεότυπα αναφέρονται τόσο σε αποκρυσταλλωμένες απόψεις των ίδιων των κατοίκων
(αυτο-αντίληψη) όσο και για γενικευμένες προκαταλήψεις της κοινής γνώμης για το
Ζεφύρι. Και στις δυο περιπτώσεις, λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενες προφητείες που
διαστρεβλώνουν τόσο τη διάγνωση των προβλημάτων και την επιλογή δεδομένων,
παρατηρήσεων και μεθόδων ανάλυσης, όσο και την αξιολόγηση των προτεινόμενων
δράσεων και παρεμβάσεων. Ακόμα περισσότερο, στερεότυπα όπως αυτό του
περιθωριακού Ζεφυρίου δημιουργεί και ενισχύει μια ιδεολογία στο πλαίσιο της οποίας η
περιθωριοποίηση τείνει να θεωρείται «η φυσική κατάσταση των Ρομά και των υλικά,
κοινωνικά και πολιτισμικά αποστερημένων κατοίκων χαμηλού κοινωνικο-οικονομικού
επιπέδου».

2) Η μίμηση αναχρονιστικών και παρωχημένων προτύπων αστικής


ανάπτυξης (πολεοδομικά, χωροταξικά, περιβαλλοντικά). Είναι πραγματικά θλιβερό αλλά
και συνάμα αποκαλυπτικό το γεγονός ότι μια νέα αστική περιοχή (όπως το Ζεφύρι)
αναπτύσσεται κατά τρόπο όμοιο και απαράλλαχτο με αυτό της πρώτης μεταπολεμικής
Αθήνας, δηλαδή με μηδαμινή πρόνοια για τις κοινόχρηστες και κοινωφελείς χρήσεις, την
πρόβλεψη χώρων πρασίνου για όλους, την εξυπηρέτηση ποικίλων αναγκών ομάδων με
αυξημένες απαιτήσεις πρόσβασης στο δημόσιο χώρο (πχ. παιδιά, ηλικιωμένοι,
οικογένειες, ΑΜΕΑ), σεβασμό στη χωροταξική και πολεοδομική νομιμότητα κ.ά. Αν η
τερατώδης πολεοδομική ανάπτυξη της Αθήνας «δικαιολογήθηκε» στη βάση άμεσων και
πιεστικών αναγκών στέγασης προσφύγων και εσωτερικών μεταναστών, ποια άραγε
μπορεί να είναι η «δικαιολογία» για την διαφαινόμενη τερατώδη πολεοδομική ανάπτυξη
του Ζεφυρίου;

3) Η στρεβλή λειτουργία του τοπικού πολιτικού συστήματος. Παρατηρείται


«χάσμα» με τις τοπικές και ευρύτερες κοινωνικές και πληθυσμιακές καταστάσεις που
βρίσκονται σε δυναμικό μετασχηματισμό (πχ. νέοι κάτοικοι, ιδιαίτερα νεαρός πληθυσμός,
πολυπολιτισμικότητα). Για παράδειγμα, η ομάδα των Ρομά δεν έχει καμία
αντιπροσώπευση στο δημοτικό συμβούλιο (ή μηδαμινή κατά καιρούς) με αποτέλεσμα η
λήψη των αποφάσεων να μην αντανακλά και τις δικές τους προτιμήσεις και ιδέες. Επίσης,
η συμμετοχή των Ρομά στο υπαλληλικό προσωπικό των τοπικών δημοτικών δημόσιων
υπηρεσιών είναι μηδαμινή (αν όχι ανύπαρκτη). Επίσης, η σύνθεση του δημοτικού
συμβουλίου δεν αντανακλά την ηλικιακή σύνθεση του τοπικού πληθυσμού με
αποτέλεσμα να παρουσιάζεται μια παραμέληση των αναγκών νεαρότερων ομάδων του
πληθυσμού.

6
4) Η «άγρια» ανισότητα όσον αφορά την πρόσβαση της περιοχής σε
κοινωνικούς και αναπτυξιακούς πόρους. Επεξεργασία στοιχείων για την κατανομή των
συγχρηματοδοτούμενων πόρων στην Περιφέρεια Αττικής και στη Νομαρχιακή
Αυτοδιοίκηση Δυτικής Αττικής με κριτήρια την πληθυσμιακή βαρύτητα και τις
αυξημένες κοινωνικές ανάγκες (πχ. ανεργία) καταδεικνύει τη συστηματική
υποχρηματοδότηση του Ζεφυρίου τόσο στο επίπεδο της Περιφέρειας όσο και στο επίπεδο
της Νομαρχίας. Η ανισότητα αυτή εντείνει τις ήδη υπάρχουσες διαρθρωτικές αποκλίσεις
της τοπικής κοινωνίας (υψηλή ανεργία και υποαπασχόληση, μη πρόσβαση στην κοινωνία
της πληροφορίας, έλλειψη κοινωνικών υπηρεσιών) και διαιωνίζει το φαύλο κύκλο της
αποστέρησης.

5) Η ασθενής τοπική κοινωνία των πολιτών. Η αυτό-οργάνωση των πολιτών


και η σύμπραξή τους σε συλλόγους και άτυπες συσσωματώσεις θεωρείται σήμερα μια
από τις βασικές συνιστώσες της ποιότητας της δημοκρατίας και της προσπάθειας για
κοινωνική ανέλιξη. Αν και η ποσότητα των τοπικών συλλόγων δεν είναι μικρή δεδομένου
του τοπικού πληθυσμού, ωστόσο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτών των συλλόγων
(κυριαρχία παραδοσιακών συσσωματώσεων, σύλλογοι τοπικιστικού ενδιαφέροντος ή
σύλλογοι ιερών ναών) αντανακλούν προτεραιότητας άλλων κοινωνικών συνθηκών και
όχι τις σημερινές πιεστικές ανάγκες για οριζόντιες δράσεις, έμφαση στα ανθρώπινα και
κοινωνικά δικαιώματα, δραστηριοποίηση της νεολαίας σε οριζόντια μη ιεραρχικά
σχήματα, ανάδειξη νέων κοινωνικών και τοπικών ζητημάτων.

6) Η «άγρια» κοινωνική, οικονομική και χωρική ανισότητα εντός του ίδιου


του Ζεφυρίου. Το Ζεφύρι φαίνεται να έχει όλα εκείνα τα στοιχεία των
κατακερματισμένων και διαιρεμένων κοινοτήτων. Καταγράφεται ένα τριπλό χάσμα στην
ίδια την περιοχή του. Το χάσμα αυτό είναι χωρικό, κοινωνικό-οικονομικό και
πολιτισμικό, αντιπροσωπεύει δε σε μεγάλο βαθμό το χάσμα μεταξύ Ρομά και μη Ρομά. Η
περιοχή διακρίνεται σε δυο τομείς (με διαχωριστικό όριο την Αττική οδό): Η βόρεια
περιοχή κατοικείται πλειοψηφικά από Ρομά, απολαμβάνει μηδαμινής πρόσβασης σε
δημοτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, ενώ η περιβαλλοντική της
υποβάθμισης είναι έντονη. Η νότια περιοχή συγκεντρώνει σχεδόν όλες τις δημοτικές
υπηρεσίες, κατοικείται σχεδόν εξολοκλήρου από μη Ρομά και απολαμβάνει ποιοτικών
κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων. Η όποια δε οικονομική δραστηριότητα
συγκεντρώνεται σε αυτή την περιοχή.
7) Η «άγρια» σπατάλη των τοπικών ανθρωπίνων πόρων. Η αναπαραγωγή των
στερεοτύπων σε συνδυασμό με την ανισότιμη μεταχείριση του Ζεφυρίου αλλά και τις
εσωτερικές χωρικές-κοινωνικές-οικονομικές ανισότητες ουσιαστικά αποδυναμώνουν τη
δυναμική ανέλιξης και συμμετοχής των νέων ανθρώπων τόσο στα τοπικά όσο και
ευρύτερα δρώμενα. Η τοπική νέα γενιά είτε εγκλωβίζεται σε μια αμυντική και εσωστρεφή
στάση, είτε υιοθετούν ως στόχο της ζωής τους τη φυγή τους σε κάποια άλλη περιοχή της
Αττικής. Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο οι νέοι της περιοχής να ντρέπονται που
μένουν εδώ και συχνά, όταν ερωτούνται για τον τόπο κατοικία τους, αναφέρουν
γειτονικούς δήμους.

7
Οι παραπάνω επτά πληγές δεν αποτελούν μεμονωμένους και ανεξάρτητους
παράγοντες. Αντιθέτως, αποτελούν δυνάμεις που αλληλεπιδρούν, επηρεάζουν η μια την
άλλη και συμβάλλουν στη δημιουργία και αναπαραγωγή ενός τοπικού φαύλου
κύκλου. Πρόκειται για το φαύλο κύκλο της κοινωνικής, οικονομικής και
περιβαλλοντικής υστέρησης. Είναι ο φαύλος κύκλος που υπονομεύει την αξιοπρεπή και
βιώσιμη (αξιοβίωτη) ανάπτυξη.
Ακριβώς στην κατάδειξη αυτού του φαύλου κύκλου φιλοδοξεί το παρόν πόνημα
στη βάση ενός ερωτήματος όμως που προσανατολίζεται στο μέλλον και όχι στο
παρελθόν: Μπορεί το Ζεφύρι να εξελιχθεί σε μια βιώσιμη κοινότητα ή είναι
καταδικασμένο να «δικαιώσει» όσους του «χαρίζουν» την εικόνα του περιθωρίου;
Μπορεί το Ζεφύρι να εξελιχθεί σε μια πράσινη (οικολογική) και πολύχρωμη
(πολυπολιτισμική, ανοιχτή) νησίδα ποιότητας ή είναι «καταδικασμένο να δικαιώσει τη
μοίρα μιας περιθωριακής κοινότητας»;

Το παρόν πόνημα συγκεντρώνει σειρά κειμένων και άρθρων (κάποια δημοσιευμένα


στην εφημερίδα ΘΡΙΑΣΙΟ της Δυτικής Αττικής) για σειρά θεμάτων για το Ζεφύρι και τη
Δυτική Αττική. Τα κείμενα αυτά κατατάσσονται σε έξι επιμέρους θεματικές ενότητες.

1. Κοινωνικές ανισότητες και φτώχεια.


2. Νεολαία, εκπαίδευση και ανθρώπινα δικαιώματα.
3. Κοινωνικές υπηρεσίες και προγράμματα.
4. Ρομά και ρατσισμός.
5. Περιβάλλον και χωροταξία.
6. Παραβατικότητα, ανομία και ταραχές.

Η κατάταξη αυτή προκρίθηκε με γνώμονα τη συστηματική παρουσίαση των


βασικότερων θεμάτων/προβλημάτων που θα έπρεπε να κυριαρχούν στην ημερήσια
διάταξη του τοπικού πολιτικού συστήματος, αλλά και την παροχή δυνατότητας στον
αναγνώστη να οργανώσει τη δική του έρευνα και μελέτη με βάση τις ομάδες θεμάτων
που τον ενδιαφέρουν περισσότερο.

8
1. ΖΕΦΥΡΙ: ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΒΙΩΣΙΜΗ ΠΟΛΗ.

Σε αυτή τη θεματική ενότητα παρέχεται μια σύντομη περιγραφή της διοικητικής


εξέλιξης του Ζεφυρίου και κείμενα για τα βασικά-κομβικά εμπόδια που πρέπει να
υπερβούμε προκειμένου να οικοδομήσουμε μια βιώσιμη πόλη στο Ζεφύρι. Τα εμπόδια
αυτά αναφέρονται στην υπέρβαση καθιερωμένων στερεοτύπων που εμποδίζουν την
εφαρμογή των αρχών της κοινωνικής ενσωμάτωσης και ισότιμης συμμετοχής των
πολιτών στα δημοτικά δρώμενα, τη μη ενσωμάτωση των Ρομά στην τοπική κοινωνία, την
πολλές φορές ανορθολογική και υποφέρουσα από το σύνδρομο των τοπικών πελατειακών
σχέσεων και του βραχυπροθεσμισμού τοπικής διαδικασίας λήψης των αποφάσεων, την
υποβάθμιση της περιβαλλοντικής διάστασης της τοπικής υστέρησης, καθώς και της
έλλειψης διάθεσης και εργαλείων κριτικής αξιολόγησης του τοπικού πολιτικού
συστήματος.

1.1. Ζεφύρι: Σύντομη επισκόπηση της διοικητικής εξέλιξης και των


βασικών πληθυσμιακών χαρακτηριστικών.

1.2. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ανατρέποντας τα


στερεότυπα.1
Πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ασχολείται με το ρόλο των πόλεων
στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, καθώς και στην ευρύτερη ποιότητα ζωής των
πολιτών. Έμφαση δίνεται στην οικοδόμηση βιώσιμων πόλεων. Τι σημαίνει όμως βιώσιμη
πόλη; Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της; Πως οικοδομείται η ελκυστικότητα της
πόλης και ποια η σημασία των στερεοτύπων;
Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα βασικά χαρακτηριστικά
της βιώσιμης πόλης είναι τα εξής: ανεκτικότητα-ενσωμάτωση-ασφάλεια, αποτελεσματική
διακυβέρνηση (συμμετοχικότητα και τοπική ηγεσία), πρόσβαση σε δημόσιες μεταφορές
και κοινωνία της πληροφορίας, κατάλληλες και προσβάσιμες υπηρεσίες (δημόσιες,
ιδιωτικές, κοινοτικές και εθελοντικές), ιδανικό περιβάλλον, ευημερούσα και καινοτόμο
τοπική οικονομία, ποιότητα σχεδιασμού και δικαιοσύνη (έναντι των άλλων και των
μελλοντικών γενεών). Η επιδίωξη εμπέδωσης και διατήρησης των παραπάνω ιδιοτήτων
είναι υπόθεση όλων μας και όλων των επιπέδων διοίκησης.

1
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 918, 22 Οκτωβρίου 2007, σελ. 8.

9
Η οικοδόμηση μιας βιώσιμης πόλης απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό, κατάλληλο
θεσμικό μηχανισμό και διαρκή αξιολόγηση. Βασικό εμπόδιο όλων των παραπάνω
αναδεικνύεται πολλές φορές η ύπαρξη συγκεκριμένων αρνητικών στερεοτύπων. Ως
στερεότυπα ορίζουμε γενικευμένες αξιολογικές κρίσεις για ομάδες και κοινότητες, μη
επιδεχόμενες εμπειρικής τεκμηρίωσης και ορθολογικής επεξεργασίας. Τα στερεότυπα
είναι αρκετά ελκυστικά επειδή παρουσιάζουν την «πραγματικότητα» αρκετά απλή στην
ερμηνεία και κατανόησή της (πχ., οι Αρβανίτες είναι άγριοι, τα παιδιά χωρισμένων
γονέων είναι προβληματικά, οι μετανάστες είναι συνήθως παραβάτες), ενώ προσφέρουν
και ψυχολογική άμυνα σε πληθυσμούς που νιώθουν ευάλωτοι λόγω οικονομικών και
κοινωνικών αλλαγών. Επιπρόσθετα, η δύναμη των στερεοτύπων μπορεί να οδηγήσει στην
υιοθέτησή τους ακόμα και από τα ίδια τα «θύματά τους», αναπαράγοντας έτσι έναν
προβλεπόμενο κοινωνικό ρόλο (πχ., ο κοινωνικός ρόλος του παραβάτη-περιθωριακού).
Τα στερεότυπα αναφέρονται σε άτομα, ομάδες πληθυσμού, κοινότητες ή ακόμα
σε ολόκληρες εθνότητες. Το Ζεφύρι είναι χαρακτηριστική περίπτωση πόλης / κοινότητας
«θύματος» στερεοτύπων. Η πόλη είναι ταυτισμένη για ένα ευρύ τμήμα της κοινής γνώμης
και των συμπολιτών μας στο Λεκανοπέδιο της Αττικής με φαινόμενα και
χαρακτηριστικά, όπως «εγκληματικότητα», «βία», «ναρκωτικά», «φτώχεια», «κοινωνικός
αποκλεισμός» και «ρατσισμός». Διενεργώντας μια έρευνα ανάλυσης περιεχομένου σε
δημοσιεύματα του καθημερινού τύπου (Ελευθεροτυπία, ΤΑ ΝΕΑ, Ριζοσπάστης, ΑΥΓΗ),
βάσεις δεδομένων (www.google.com ) και πρακτικά των συζητήσεων στο Κοινοβούλιο
(www.parliament.gr), διαπιστώνουμε και εμπειρικά ότι οι αναφορές στο Ζεφύρι κατά
90% είναι αρνητικές. Αναλυτικότερα, σε σύνολο 491 αναφορών, το 59,3% (291
αναφορές) αναφέρεται στα ναρκωτικά, το 15,5% (76 αναφορές) στη φτώχεια, το 12,9%
(63 αναφορές) στο ρατσισμό και το 12,3% (61 αναφορές) στην εγκληματικότητα.
Οι περισσότερες αναφορές βουλευτών (Πρακτικά συζητήσεων Κοινοβουλίου)
αναφέρονται επίσης στην εγκληματικότητα, την εμπλοκή των τσιγγάνων της περιοχής σε
εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, το ιδιότυπο γκέτο, τους άσκοπους πυροβολισμούς κ.ά.
Ακόμα και αν εξετάσουμε σύγχρονες επιστημονικές έρευνες στα πεδία της κοινωνικής
πολιτικής, της εκπαίδευσης, της οικονομίας και της χωροταξίας, το Ζεφύρι αναφέρεται
μεταξύ των «αρνητικών» παραδειγμάτων. Σταχυολογώντας αναφέρουμε έρευνες για τη
σχολική διαρροή και αποτυχία, την εκλογική συμπεριφορά περιοχών υψηλού κοινωνικού
αποκλεισμού, τη συγκέντρωση επαγγελμάτων και δραστηριοτήτων ανειδίκευτης
εργασίας, τη μη πρόσβαση σε ευρύτερα συγκοινωνιακά δίκτυα, τα χωροταξικά

10
προβλήματα, καθώς και την έλλειψη κοινωνικού κεφαλαίου (δεσμοί εμπιστοσύνης και
αλληλεγγύης).
Στερεοτυπικά η πόλη του Ζεφυρίου αναφέρεται ως «απαγορευμένη πόλη», «πόλη
σε ομηρία», «πόλη των παρανόμων», «πόλη μετανάστης», «βασίλειο των ναρκωτικών»,
«γκέτο», «χώρος και φωλιά κάθε είδους κακοποιών», «εγκαταλε-λειμμένη πόλη» κ.ά. Η
περιγραφή και ανάδειξη των προβλημάτων της πόλης αποτελεί σημαντική αρχή για την
κινητοποίηση ανθρώπων, πόρων και μηχανισμών προκειμένου να επιτευχθεί κοινωνική
και οικονομική πρόοδος. Όμοια όμως προβλήματα υπάρχουν σε πολλές πόλεις της χώρας
μας και του κόσμου, ίδιας ή και μεγαλύτερης έντασης. Αυτό που διαφοροποιεί τις πόλεις
και τις κοινότητες που κατάφεραν να δώσουν βιώσιμες λύσεις σε σχέση με αυτές που
έμειναν κατακερματισμένες και βραδυπορούσες ήταν η αποδόμηση των στερεοτύπων, η
ανάδειξη σημαντικών θετικών πρωτοβουλιών και η κινητοποίηση ανθρώπων, τόσο της
ίδιας της κοινότητας όσο και εκτός της κοινότητας. Ήταν με άλλα λόγια η ανάπτυξη
πρωτοβουλιών προσαρμογής στο σύγχρονο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον και η
κατανίκηση των δυνάμεων εσωστρέφειας.
Πως όμως επιτυγχάνεται η αποδόμηση των στερεοτύπων; Ποια εργαλεία μπορούν
να χρησιμοποιηθούν; Μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν. Η ελληνική και διεθνής εμπειρία
μας εφοδιάζει με συγκεκριμένα παραδείγματα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν (μετά
από αναγκαία προσαρμογή) και στην περίπτωση του Ζεφυρίου. Αναλυτικότερα, πόλεις
με ανάλογα προβλήματα «στιγματισμού» ενεργοποίησαν μηχανισμούς διάγνωσης της
γένεσης και διαιώνισης των εις βάρος τους στερεοτύπων. Διερευνήθηκαν ακόμα και
συμπεριφορές της ίδιας της κοινότητας στην ανάδειξη συγκεκριμένων στερεοτύπων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Περιφέρεια της Καλαβρίας στη Νότια Ιταλία. Η
συγκεκριμένη περιφέρεια στερεοτυπικά ταυτίζεται από μεγάλο μέρος της ιταλικής και
ευρωπαϊκής κοινής γνώμης με τη μαφία, την τεμπελιά, τη βία, την αναξιοπιστία, την
τρομοκρατία και τον υπόκοσμο. Πρόσφατα οι αρχές της ιταλικής Περιφέρειας
δημοσιοποίησαν μια ευρεία επικοινωνιακή δράση με σύνθημα «Χωριάτες; Απατεώνες;
Απολίτιστοι; Τρομοκράτες; Μάλιστα, είμαστε Καλαβρέζοι. Και οι τελευταίοι έσονται
πρώτοι» με σκοπό την κινητοποίηση ανθρώπων και πόρων στην προσπάθεια κοινωνικής
και οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής.
Από την ελληνική πραγματικότητα επίσης δεν λείπουν τα παραδείγματα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Δήμος Αγίας Βαρβάρας. Η πόλη για μεγάλο
διάστημα ήταν ταυτισμένη με στερεότυπα ανάλογα με αυτά του Ζεφυρίου. Η στρατηγική
αντίληψη για την επίλυση των προβλημάτων της πόλης βασίστηκε σε τρεις βασικούς
11
άξονες: α) αναγνώριση και εμπέδωση του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα της πόλης, β)
συνεργασίες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, γ) προώθηση στοχευμένων κοινωνικών
δράσεων, όπως η λειτουργία Κέντρου Πληροφόρησης και Υποστήριξης Τσιγγάνων.
Αξιομνημόνευτο επίσης είναι το παράδειγμα του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Ο Δήμος
αυτός πρόσφατα έγινε μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου για την Αστική Ασφάλεια με
στόχο τη μελέτη και εφαρμογή δράσεων αντεγκληματικής πολιτικής. Κοινό
χαρακτηριστικό όλων των παραπάνω δράσεων είναι η έμφαση στην κοινωνική πρόληψη
της παραβατικότητας και τη συμμετοχή όλων των τοπικών φορέων στην οικοδόμηση μιας
κοινότητας αλληλεγγύης και ασφάλειας.
Καταληκτικά οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η αντιμετώπιση των στερεοτύπων
και η οικοδόμηση ενός Ζεφυρίου με «καλό όνομα» απαιτεί στρατηγική: διάγνωση,
υιοθέτηση συγκεκριμένων στόχων, εργαλεία παρέμβασης και ορθολογικές μεθόδους. Η
αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της υιοθετούμενης στρατηγικής είναι εκ των ουκ
άνευ της όλης προσπάθειας. Η πρόσφατη σύσταση Τοπικού Συμβουλίου Πρόληψης της
Παραβατικότητας θα μπορούσε να αποτελέσει το κατάλληλο μηχανισμό για το
σχεδιασμό και την εφαρμογή μιας ανάλογης στρατηγικής με πολλαπλά οφέλη για την
τοπική κοινότητα στον τομέα της αντιμετώπισης στερεοτύπων και εμπέδωσης της
ασφάλειας.

1.3. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ένα σχέδιο κοινωνικής


αλληλεγγύης για τους Τσιγγάνους.2
Η Δυτική Αττική και οι δήμοι της αποτελούν περιοχή συγκέντρωσης και
διαβίωσης Τσιγγάνων, γεγονός άλλωστε που έχει συμβάλλει στην αναπαραγωγή
στερεοτύπων και αρνητικών στιγμάτων. Παρά την ύπαρξη υποχρεώσεων της Πολιτείας
για την εξασφάλιση των όρων αξιοπρεπούς διαβίωσης των Τσιγγάνων (και άλλων βέβαια
κοινωνικά ευπαθών ομάδων του πληθυσμού), δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα ένα
αποτελεσματικό Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Το Ζεφύρι, παρά το μικρό μέγεθος και τον
περιορισμένο προϋπολογισμό του, θα μπορούσε να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα
Τοπικό Σχέδιο Δράσης για τους Τσιγγάνους της περιοχής του με στρατηγικό σκοπό
τόσο την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Τσιγγάνων όσο και την
αντιμετώπιση των αρνητικών στερεοτύπων που βαραίνουν την περιοχή. Αναλυτικότερα:

2
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 937, 16 Νοεμβρίου 2007, σελ. 8.

12
1ον . Αρχές και αξίες του Σχεδίου. Σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
κοινωνική λογοδοσία, συμμετοχικότητα, κινητοποίηση όλων των ανθρωπίνων πόρων,
κοινωνική πρόληψη της παραβατικότητας και αποφυγή στερεοτύπων, μεταφορά και
εφαρμογή καλών πρακτικών τόσο από τον εθνικό όσο και από τον ευρωπαϊκό χώρο.

2ον. Άξονες δράσεων του Σχεδίου. Το Τοπικό Σχέδιο Δράσης θα μπορούσε να


διαρθρωθεί στη βάση τριών αξόνων: α) κοινωνική ένταξη, β) οικονομική ένταξη, γ)
πολιτισμική όσμωση και δ) δημοσιοποίηση. Ο άξονας της κοινωνικής ένταξης
αναφέρεται σε δράσεις και μέτρα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, ικανών να βοηθήσουν
στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης και κοινωνικής
λειτουργικότητας. Υπάρχουσες κοινωνικές δομές (πχ., Γραφείο Κοινωνικών
Υποστηρικτικών Δομών) και νέες δομές (πχ., Γραφείο Πληροφόρησης) θα μπορούσαν να
ενδυναμώσουν τους Τσιγγάνους στη χρήση των κοινωνικών δικαιωμάτων τους. Ο άξονας
της οικονομικής ένταξης αναφέρεται στην χρήση ευκαιριών και επιχορηγήσεων για την
ανάπτυξη νόμιμης επιχειρηματικής δραστηριότητας και απασχόλησης Τσιγγάνων σε
συνεταιρισμούς, ΜΚΟ και κοινωνικές δομές. Ο άξονας της πολιτισμικής όσμωσης
περιλαμβάνει δράσεις ανάδειξης της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας με ταυτόχρονο σεβασμό
και αποδοχή γενικών και καθολικών αρχών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πολιτισμικές
ιδιαιτερότητες δεν καταγράφονται μόνο στην ομάδα των Τσιγγάνων αλλά και σε ομάδες
μη Τσιγγάνων σε πολλές περιοχές της χώρας (πχ., οπλοφορία στην Κρήτη).

3ον . Πόροι και χρηματοδότηση του Σχεδίου. Η νέα προγραμματική περίοδος


2007-2013 προσφέρει ευκαιρίες υποβολής προτάσεων και άντλησης πόρων για τη
χρηματοδότηση σχετικών δράσεων. Χρηματοδοτήσεις μπορούν να αντληθούν από τα
Επιχειρησιακά Προγράμματα της Ανταγωνιστικότητας, της Διοικητικής Αναβάθμισης και
του Ανθρωπίνου Δυναμικού. Πόροι επίσης μπορούν να αντληθούν από το Υπ. Υγείας και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης και το Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής (υπό σύσταση) με
την υποβολή ολοκληρωμένων προγραμμάτων. Τέλος η συμμετοχή σε αναπτυξιακές
συμπράξεις και η εκμετάλλευση της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης θα μπορούσαν να
αποτελέσουν πηγές χρηματοδότησης.

3ον . Θεσμικά εργαλεία στήριξης του Σχεδίου. Το Σχέδιο Δράσης θα μπορούσε να


σχεδιαστεί και υλοποιηθεί αρχικά από το Τοπικό Συμβούλιο Πρόληψης της
Παραβατικότητας και τις Κοινωνικές Δομές του Δήμου στη βάση μιας προγραμματικής
13
συμφωνίας. Ο νέος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων αποτελεί το απαραίτητο νομικό
πλαίσιο ενεργοποίησης τέτοιων πρωτοβουλιών. Θα ήταν σκόπιμη η συνεργασία με
σχετικούς ερευνητικούς φορείς της χώρας ή Δήμους με ανάλογα ενδιαφέροντα. Οι
δράσεις δημοσιοποίησης απαιτούνται να λειτουργήσουν σε άμεση συνέργεια με τους
υπόλοιπους άξονες (κοινωνικός, οικονομικός, πολιτισμικός) έτσι ώστε να υπάρξει η
μεγαλύτερη δυνατή αναγνωρισιμότητα των αποτελεσμάτων και κατ’ επέκταση μείωση
των αρνητικών στερεοτύπων.

4ον . Τοπική ηγεσία και κοινωνία. Η αναγνώριση και αποδοχή της τοπικής
κοινότητας για την αξία και χρησιμότητα του Σχεδίου Δράσης αποτελεί σημαντική
προϋπόθεση για την άντληση της μέγιστης δυνατής ωφέλειας. Το Σχέδιο απαιτεί
ενεργοποίηση σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Σε εθνικό επίπεδο (κεντρική
διοίκηση) απαιτείται ενεργοποίηση των αρμόδιων δημόσιων αρχών (πχ., Γενική
Γραμματεία Νέας Γενιάς) και οργανισμών. Σε περιφερειακό επίπεδο απαιτείται
συνεργασία με νομαρχιακούς φορείς (πχ., Δ/νση Κοινωνικής Πρόνοιας) και σχετικές
ΜΚΟ. Σε τοπικό επίπεδο απαιτείται η ενεργοποίηση φορέων, ΜΚΟ και εθελοντών.

Μέχρι σήμερα έχουν γίνει σημαντικά βήματα στη δημιουργία προϋποθέσεων


σχεδιασμού και εφαρμογής ενός Τοπικού Σχεδίου Δράσης. Μεταξύ αυτών
περιλαμβάνονται οι σχετικές ενέργειες της Δημοτικής Αρχής σε κεντρικό και
περιφερειακό επίπεδο (πχ., συναντήσεις Δημάρχου με Προέδρους Οργανισμών και
ανάδειξη σχετικών θεμάτων στην ΤΕΔΚΝΑ), η δημιουργία του Τοπικού Συμβουλίου
Πρόληψης της Παραβατικότητας και η δρομολόγηση δράσεων αστικής ανάπλασης της
βόρειας περιοχής του Ζεφυρίου. Απαιτείται ωστόσο η εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου
Σχεδίου Δράσης α) για την βιώσιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων
στιγματισμού του Δήμου και β) της ενίσχυσης της τοπικής κοινωνικής συνοχής μέσω της
βελτίωσης ποιότητας ζωής των Τσιγγάνων.

14
1.4. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Η σημασία της καταγραφής,
ανάλυσης και αξιοποίησης των σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων.3
Μια από τις σημαντικότερες δυσκολίες στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και της
αξιολόγηση των δημοσίων πολιτικών είναι η διαιώνιση ατεκμηρίωτων αντιλήψεων για
ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και κοινωνικών φαινομένων. Πολλές τοπικές κοινωνικές
και ηγεσίες πάσχουν από το λεγόμενο «σύνδρομο της εννοιολογικής αδράνειας»:
προσδιορίζουν και αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους με όρους που δεν
ανταποκρίνονται πλέον στις συνθήκες του περιβάλλοντος (οικονομικού, κοινωνικού,
θεσμικού). Αποθεώνεται ο εμπειρισμός, ο τοπικισμός και ο ναρκισσισμός. Δεν υπάρχει
καμία επαφή με τα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα και την αναστοχαστική εξέταση των
προβλημάτων.
Οι Δήμοι της χώρας μας συχνά κατηγορούνται από τους πολίτες για ανικανότητα,
αναποτελεσματικότητα και ανεπάρκεια (βλ. και εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη). Οι
Δήμοι ανταπαντούν πολλές φορές ότι η μεταβίβαση αρκετών αρμοδιοτήτων από το
κεντρικό κράτος προς αυτούς δεν συνοδεύτηκε και με ανάλογη μεταβίβαση πόρων.
Ωστόσο, το πρόβλημα διοικητικής αστοχίας τους δεν είναι μόνο ζήτημα πόρων. Είναι σε
μεγάλο βαθμό ζήτημα εσωστρέφειας και έλλειψης διαύλων επικοινωνίας με φορείς της
ευρύτερης κοινωνίας (ερευνητικούς φορείς, ΜΚΟ).
Πολλοί Δήμοι στην Ευρώπη και κάποιοι Δήμοι στην Ελλάδα έχουν αντιληφθεί ότι
οι ευκαιρίες είναι πολύ περισσότερες από τις απειλές. Βασικό εργαλείο πολιτικής τους
είναι η εξωστρέφεια μέσω των συνεργασιών, συμπράξεων και προγραμματικών
συνεργασιών με δίκτυα πολιτικής, δίκτυα πόλεων σε συγκεκριμένες θεματικές (πχ.,
πολιτισμός, παραβατικότητα) και ερευνητικούς φορείς. Μέσω των παραπάνω δικτύων
αντλούνται αξιόλογες προτάσεις πολιτικής, διερευνώνται δυνατότητες χρηματοδότησης
και αξιολογούνται κατεστημένες πρακτικές. Σε ποιες αρχές στηρίζονται οι παραπάνω
συνεργασίες; Υπάρχουν εφαρμόσιμα ελληνικά και ευρωπαϊκά παραδείγματα; Πώς θα
μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από το Ζεφύρι και τους Δήμους της Δυτικής Αθήνας και
Αττικής;
Οι παραπάνω συνεργασίες στηρίζονται σε σειρά αρχών και παραδοχών. Πρώτον,
αναγνωρίζεται η πολυπαραγοντική ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων, ιδιαίτερα σε

3
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 965, 2 Ιανουαρίου 2008, σελ. 8.

15
συνθήκες μετάβασης και αβεβαιότητας. Οποιαδήποτε μονοσήμαντη ερμηνεία στενεύει
εξαιρετικά την αναζήτηση συνεργασιών και καλών πρακτικών και συμβάλλει στη
διαιώνιση στερεοτύπων. Δεύτερον, υιοθετείται το πρότυπο της ανοικτής και
συμμετοχικής κοινωνίας. Αντιλήψεις περί αυτάρκειας και αναπαραγωγής ναρκισσιστικών
ταυτοτήτων οδηγούν σε πόλεις και κοινότητες «οχυρά». Οι κοινότητες-οχυρά
δημιουργούν συνθήκες εσωστρέφειας, άμυνας και αντιπαλότητας, μαχόμενες με σκιές και
φαντάσματα, συχνά τοποθετημένα σε σχήματα «καθαρότητας» και «ανωτερότητας».
Τρίτον, προωθείται η ορθολογική διαχείριση των τοπικών προβλημάτων. Η ορθολογική
διαχείριση στηρίζεται στο τετράπτυχο «ανάλυση υφιστάμενης κατάστασης-διάγνωση-
εναλλακτικές προτάσεις-επιλογή πρότασης με συγκεκριμένα κριτήρια-αξιολόγηση και
τροποποίηση πολιτικής». Στην καρδιά και των τριών παραπάνω αρχών-παραδοχών
βρίσκεται η σημασία των επιστημονικών δεδομένων στο σχεδιασμό και την άσκηση
δημόσιων πολιτικών.
Η ευρωπαϊκή και ελληνική εμπειρία προσφέρουν συγκεκριμένα παραδείγματα
αξιοποίησης των επιστημονικών δεδομένων και της ορθολογικής άσκησης δημόσιων
πολιτικών. Στην Ιταλία, Δήμοι και περιφέρειες δημιουργούν «εργαλεία» και θεσμούς,
όπως το Παρατηρητήριο Κοινωνικής Συνοχής. Το Παρατηρητήριο αυτό παρακολουθεί
κάθε νέο επιστημονικό δεδομένο για τα ζητήματα κοινωνικής πολιτικής, αντλώντας
στοιχεία και δεδομένα από εγχώρια και ευρωπαϊκά ερευνητικά κέντρα, απογραφές
πληθυσμού, επιστημονικές εργασίες, μελέτες κ.ά. Τα ανακτώμενα δεδομένα
καταγράφονται τακτικά, αναλύονται και παρουσιάζονται τους τοπικούς φορείς δημόσιας
εξουσίας. Πολλά από αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση των
διαστάσεων τοπικών κοινωνικών προβλημάτων και φαινομένων (πχ., μακροχρόνια
ανεργία, σχολική διαρροή, ενδοοικογενειακή βία, συμμορίες ανηλίκων), το σχεδιασμό
κατάλληλων πολιτικών, την τεκμηρίωση προτάσεων χρηματοδότησης σχεδίων από
κεντρικές δημόσιες υπηρεσίες, την υλοποίηση κοινωνικών προγραμμάτων και σχεδίων
δράσης, καθώς και την αξιολόγηση δημόσιων πολιτικών.
Η ελληνική εμπειρία έχει αξιόλογα παραδείγματα ανάλογων πρωτοβουλιών σε
επίπεδο Δήμων. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τη συμμετοχή του Δήμου Αγίας Βαρβάρας
σε ερευνητικά προγράμματα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) για τη
φτώχεια, την προώθηση από το Δήμο Αγίων Αναργύρων ενεργειών δικτύωσης ΟΤΑ,
επιστημονικών συλλόγων και ΜΚΟ σε ζητήματα κοινωνικής ευαισθητοποίησης (πχ.,
ρατσισμός, ισότητα φύλων) και του Δήμου Μεγαρέων στο πεδίο των ευρωπαϊκών
συνεργασιών για ζητήματα νεολαίας.
16
Αναλυτικότερα, ο Δήμος Αγίας Βαρβάρας αξιοποιεί την τεχνογνωσία του ΕΚΚΕ
στη διερεύνηση των κοινωνικών προβλημάτων. Η αξιοποίηση αυτή επιτυγχάνεται μέσω
της παρεχόμενης συνεργασίας του Δήμου στην υλοποίηση κοινωνικών ερευνών για τη
φτώχεια. Με αυτό τον τρόπο ο Δήμος μπορεί να έχει «χαρτογράφηση» του φαινομένου
σε τοπική κλίμακα, διερεύνηση αιτιών και χαρακτηριστικών και απαραίτητο υλικό για
την εκπόνηση προγραμμάτων και σχεδίων δράσεων που θα μπορούσαν να
χρηματοδοτηθούν από εγχώριες και ευρωπαϊκές αρχές. Ο Δήμος σχεδιάζει ένα
Ολοκληρωμένο Πρόγραμμα Κοινωνικής Υποστήριξης, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι
φτωχοί δύσκολα κάνουν χρήση σειράς υπηρεσιών λόγω κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο Δήμος Αγίων Αναργύρων διοργάνωσε το 1ο Φεστιβάλ Κοινωνικής
Ευαισθητοποίησης (23.9.2007) στο Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης με
σκοπό την ευαισθητοποίηση της κοινότητας σε ζητήματα ισότητας των φύλων,
ρατσισμού, ξενοφοβίας και ευπαθών ομάδων του πληθυσμού. Ενθαρρύνθηκε η
συμμετοχή ομάδων του πληθυσμού που υφίστανται δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης και
διακρίσεων, επιστημονικών ενώσεων (πχ., Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος)
και ΜΚΟ. Χρησιμοποιήθηκαν «εργαλεία» παρέμβασης, όπως εκθέσεις, βιωματικές
ομάδες, μουσικά γεγονότα, εργαστήρια κ.ά.
Ο Δήμος Μεγαρέων αποτελεί ένα καλό παράδειγμα χρησιμοποίησης ευκαιριών
των ευρωπαϊκών προγραμμάτων για την υιοθέτηση καλών πρακτικών σε ζητήματα
νεολαίας και ρατσισμού. Συγκεκριμένα ο Δήμος συμμετείχε στο πρόγραμμα «Νέα Γενιά
σε Δράση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντλώντας χρηματοδότηση για τη διοργάνωση
ευρωπαϊκού σεμιναρίου κατάρτισης με συμμετοχή εκπροσώπων φορέων και συλλόγων
από εννέα χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Βουλγαρία, Πολωνία, Τουρκία, Αίγυπτος, Μαρόκο,
Τυνησία, Λίβανος). Μέσω της παραπάνω δράσης ενθαρρύνθηκε η διαπολιτισμική
προσέγγιση, η ευρωπαϊκή ταυτότητα των συμμετεχόντων, η ενεργός συμμετοχή, η
δημιουργικότητα των νέων και η καταπολέμηση κάθε είδους προκατάληψης ή
ρατσισμού. Επιπλέον, ο Δήμος Μεγάρων σχεδιάζει τη λειτουργία «Λαϊκού
Πανεπιστημίου» για το 2008, σημαντικού «εργαλείου» για την επιμόρφωση των
κατοίκων και την ενθάρρυνση των σύγχρονων επιστημονικών και ερευνητικών
δεδομένων στην τοπική κοινωνία.
Τα παραπάνω παραδείγματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν οδηγό και για το
Δήμο του Ζεφυρίου στην προσπάθεια διαχείρισης τοπικών κοινωνικών προβλημάτων.
Η δημιουργία ενός Παρατηρητηρίου για την παρακολούθηση και αξιοποίηση των
επιστημονικών και κοινωνικών δεδομένων, η προγραμματική σύμπραξη με ερευνητικούς
17
φορείς και η συμμετοχή σε ευρωπαϊκά θεματικά δίκτυα είναι μερικές από τις
προτεινόμενες επιλογές. Η απόφαση για την ενεργοποίηση κάποιας εκ των άνω επιλογών
απαιτεί ξεκάθαρο πλαίσιο αρχών και παραδοχών: υπέρβαση της λογικής των
στερεοτύπων, συμμετοχικότητα, ορθολογική διαχείριση πολιτικών, συνεργατικότητα, η
ανάγνωση των απειλών ως ευκαιριών για δράση και καινοτομία, εγκατάλειψη αμυντικών
και φοβικών συνδρόμων.
Εν κατακλείδι, η προώθηση ενεργειών και δράσεων αξιοποίησης των
επιστημονικών δεδομένων και μεθόδων απαιτεί το μετασχηματισμό της τοπικής
κοινότητας σε «μανθάνων οργανισμό» (learning organization): οργανισμό δηλ. που δεν
φοβάται να αμφισβητήσει τις σημερινές αντιλήψεις και στάσεις με στόχο να μάθει
κριτικά τα νέα «εργαλεία» παρέμβασης και διαχείρισης πολιτικών, οργανισμό που
αντιλαμβάνεται ότι η δυναμική εξέλιξης της τοπικής αυτοδιοίκησης θα οδηγήσει ακόμα
σε πιο έντονες ανισότητες και αποκλίσεις μεταξύ των Δήμων της Αττικής. Κάποιοι Δήμοι
και οι τοπικές κοινότητές τους θα επιτύχουν υψηλότερη ποιότητα ζωής….κάποιοι άλλοι
θα παραμείνουν στάσιμοι… το μόνο «όπλο» τους («ο μειονεκτικός χαρακτήρας τους»)
θα αποδεχτεί εντελώς αναποτελεσματικό στο νέο τοπίο αυτοδιοίκησης….θα παραμείνει
όμως αποτελεσματικό στη διαιώνιση των αρνητικών στερεοτύπων για την τοπική
κοινότητα…

1.5. Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ρέματα:


«Προβληματικοί χώροι» ή ευκαιρία ποιότητας ζωής; 4

Ένα από τα σύγχρονα θέματα ζωτικής σημασίας για την ποιότητα ζωής των
πόλεών μας είναι η διαχείριση του τοπίου και των υδάτινων πόρων. Τόσο το τοπίο όσο
και οι υδάτινοι πόροι έχουν παραμεριστεί από την ανάγκη κάλυψης οικιστικών και
οικονομικών αναγκών στο πλαίσιο μιας κοντόφθαλμης και επιδερμικής πολιτικής
αντίληψης για την έννοια των αναγκών και της ανάπτυξης. Τοπίο και υδάτινοι πόροι
(υδατορέματα) όχι απλώς δεν αποτελούν δημόσια αγαθά προστασίας αλλά θεωρούνται
και εμπόδια στην κυρίαρχη αντίληψη περί ανάπτυξης. Η σημασία αυτών των δυο πόρων
αναδεικνύεται σήμερα ακόμα περισσότερο στις παρυφές της μητροπολιτικής Αθήνας. Οι
περιοχές αυτές γνωρίζουν έκρηξη του δομημένου χώρου τους με αρνητικές συνέπειες για
τα διακριτά τοπία τους (συμπεριλαμβανομένων των ρεμάτων) και τη φυσιογνωμία τους.

4
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1292, 13 Μαΐου 2009, σελ. 7 & 9.

18
Προς αυτή την κατεύθυνση συγκλίνει και η επίδραση των «μεγάλων έργων» (π.χ. Αττική
Οδός, Προαστιακός σιδηρόδρομος) που επιβάλλουν τη δική τους λογική (βλέπε Πολύζος,
1997, περιοδικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, σελ. 54-57). Η έντονη οικοδομική δραστηριότητα
των τελευταίων ετών αποτελεί μια καλή ευκαιρία να συζητήσουμε για το ρόλο και την
αξία που διαδραματίζουν το τοπίο και τα ρέματα στη δημιουργία των αξιοβίωτων
πόλεων, των πόλεων δηλαδή που θα προσφέρουν τις απαραίτητες ποιότητες για μια άξια
ζωή και όχι απλώς επιβίωση (βλέπε για τη φιλοσοφία της αξιοβίωτης ανάπτυξης, Ρόκος:
2001, ΕΜΠ).
Αναλυτικότερα, Δήμοι της περιοχής μας (Άνω Λιόσια, Καματερό, Αχαρνές)
έχουν «εγκλωβιστεί» σε μια φυσιογνωμία πόλης που αντανακλάται και στο φυσικό και
δομημένο περιβάλλον. Η συνολική αντίληψη, η συναισθηματική και ιδεολογική εικόνα
που ένας τόπος προσφέρει μπορεί να συμπυκνωθεί στην έννοια του τοπίου και της
προκύπτουσας φυσιογνωμίας (Στεφάνου, 2005, περιοδικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, σελ. 61-
63). Η φυσιογνωμία των τριών Δήμων όχι μόνο είναι αρνητική και ταυτισμένη με
αποκρουστικές ιδιότητες (πχ., περιοχές εγκληματικότητας, «λαϊκές ναρκωτικών»,
«βρωμότοποι», βούρκοι, υποβαθμισμένοι, υπανάπτυκτοι) αλλά φαίνεται να παγιώνεται
ως τέτοια από την κυρίαρχη πολιτική αντίληψη. Με άλλα λόγια, η παγιωμένη πλέον
αναφορά από τα ίδια τα τοπικά πολιτικά συστήματα σε «πόλεις-γκέτο» δεν βοηθά προς
την κατεύθυνση λύσης των όποιων προβλημάτων, τουναντίον ενισχύει την αρνητική
φυσιογνωμία τους και τα κυρίαρχα στερεότυπα («οι περιοχές μας αντιμετωπίζονται
συλλήβδην ως ετεροτοπίες, δηλαδή ως τόποι με μη φυσιολογικά και ακανόνιστα
χαρακτηριστικά- είναι ετεροτοπίες απόκλισης»). Σε ένα τέτοιο πλαίσιο αντιλήψεων,
νοηματοδοτήσεων και προτεραιοτήτων, το ιδιαίτερο τοπίο των Δήμων μας συνθλίβεται,
τεμαχίζεται και διευθετείται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκτήσει την «κανονικότητα» του
υπόλοιπου δομημένου χώρου της μητροπολιτικής Αθήνας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
αποτελεί ο λόγος και η πρακτική για τη διαχείριση των ρεμάτων της περιοχής.
Η περιοχή ως γειτνιάζουσα με ορεινούς όγκους αποτελεί χώρο διαδρομής και
υποδοχής νερών (υδατορέματα) με πιο χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις των ρεμάτων
Ευπηρίδων και Εσχατιάς. Το πρώτο θεωρείται «διευθετημένο» και ως εκ τούτου δεν
απασχολεί πλέον τις τοπικές κοινωνίες, ενώ το δεύτερο αποτελεί κατά καιρούς πεδίο
αιτημάτων «διευθέτησής» του λόγω πλημμύρων. Ακόμα και η σημαντική προσπάθεια του
Αναπτυξιακού Συνδέσμου Δυτικής Αθήνας το 2007 για την ανάδειξη του θέματος των
ρεμάτων της Δυτικής Αθήνας περιορίστηκε στο ζήτημα της «διευθέτησης». Τι σημαίνει
όμως «διευθέτηση» ενός ρέματος; Ποια η σημασία του ρέματος και γιατί θεωρείται τόσο
19
«καταστροφικό» από τις τοπικές κοινωνίες; Αν και τα ρέματα έχουν αναγνωριστεί
νομολογιακά από το ΣτΕ (1801/1995, 2656/1999, 2128/2000, 2621/2001, 319/202,
453/2003, 262/2003) ως συνταγματικά προστατευμένο τμήμα του φυσικού
περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντάγματος)- ζωτικής σημασίας για την ισορροπία του
περιβάλλοντος, εντούτοις αποτελούν «παράπλευρη απώλεια» της οικιστικής και
οικονομικής επέκτασης. Όχι μόνο δεν γίνεται σεβαστή η συνταγματική προστασία τους
(όπως φαίνεται από τις καταγγελίες παραβιάσεων στο Συνήγορο του Πολίτη) αλλά
αποτελούν στη νεοελληνική πραγματικότητα «μήλον της έριδος» στα τοπικά πολιτικά
συστήματα προς αλίευση ψήφων και ικανοποίησης της τοπικής εκλογικής πελατείας.
Παράνομα κτίσματα, επιχωματώσεις, ρίψεις μπαζών, ρίψη αποβλήτων κ.ά. αποτελούν
καθημερινές δραστηριότητες «σεβασμού» των ρεμάτων, ενώ τμήμα των τοπικών
πληθυσμών αποζητά απελπισμένα τη «τελική διευθέτηση» των ρεμάτων. Τι όμως
εννοούν;
Τεχνικά, η διευθέτηση περιλαμβάνει ενέργειες για την εξασφάλιση της ομαλής
και ανεμπόδιστης ροής των νερών (πχ. στήριξη πρανών). Στην καθημερινή πρακτική
όμως η διευθέτηση συχνά ταυτίζεται με το «κλείσιμο» των ρεμάτων με σκοπό την
«αξιοποίηση» του παρακείμενου και υπερκείμενου χώρου (πχ., θέσεις στάθμευσης).
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σε σχετική έρευνα για το Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας (Σ.
Στυλιανός, Β. Γιαλιά, Ι. Μπάστα το 2007, ΕΜΠ) αναδεικνύεται ως βασική στάση των
κατοίκων η θεώρηση του ρέματος ως επικίνδυνου στοιχείου που χρήζει ακόμα και
μπαζώματος! Μάλιστα, το μπάζωμα του ρέματος προτείνεται ως πανάκεια και για τη
λύση του κυκλοφοριακού προβλήματος της εν λόγω περιοχής! Η ίδια ακριβώς
«στρατηγική αντίληψη» περί ρεμάτων φαίνεται να έχει ερείσματα και στις δικές μας
περιοχές.
Η όποια συζήτηση εξαντλείται στα αρνητικά χαρακτηριστικά, αποκομμένα από
οποιαδήποτε γενικότερη θεώρηση για το ρόλο των ρεμάτων στη διαμόρφωση του τοπίου
και της φυσιογνωμίας των περιοχών μας. Ένα ρέμα μπορεί να είναι εστία προβλημάτων
(ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων παρεμβάσεων) αλλά και μέσο βελτίωσης της ποιότητας
ζωής ενός τόπου. Ένα ρέμα μπορεί να μπαζωθεί ή να «διευθετηθεί» προκειμένου να μην
πλημμυρίζουν παρακείμενα παράνομα κτίσματα κάθε είδους αλλά μπορεί να αποτελέσει
το βασικό κορμό ενός δικτύου διαδρομών με εναλλακτικά μέσα (πχ. ποδήλατο,
πεζοπορία) και κατάλληλες παραρεμάτιες παρεμβάσεις. Ένα ρέμα μπορεί να
αντιμετωπίζεται ως «δαίμονας» και εστία προβλημάτων αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί
και ως ένας τοπικός φυσικός πόρος ανεκτίμητης αξίας. Ένα ρέμα μπορεί να
20
αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία ανάδειξης και ικανοποίησης ιδιωτικών προτιμήσεων (πχ.,
επέκταση χώρου- καταπάτηση, στάθμευση, ρίψη μπαζών) αλλά και ως συλλογικό αγαθό
που χρήζει δημόσιας προστασίας και ανάδειξης.

Ποιο πρότυπο στρατηγικής αντίληψης υιοθετούν οι Δήμοι της περιοχής μας για το
τοπίο και τα ρέματα; Σε ποιο βαθμό αναγνωρίζουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη
υπόστασή τους, την αναμφισβήτητη οικολογική αξία τους και το ρόλο που μπορούν να
διαδραματίσουν στην προώθηση εναλλακτικών μορφών κίνησης στις πόλεις μας;
Πρόσφατες παρατηρήσεις δεν αποτελούν σημάδια αισιοδοξίας. Πρώτον, αναζητώντας
κατάλληλο τόπο για οργάνωση δεξίωσης, σκέφτηκα να βρω κάτι στην περιοχή μας. Μετά
από αναζητήσεις, ανακάλυψα μια τεράστια έκταση που έχει εμφανώς μπαζωθεί και
οικοδομηθεί στις παρυφές της Πάρνηθας στο ΒΔ τμήμα των Άνω Λιοσίων – Φυλής. Η
αλλοίωση τόσο της μορφολογίας των εδαφικών εξάρσεων όσο και η καταπάτηση κάθε
έννοιας νομιμότητας δεν είναι μόνο προκλητική αλλά και επικίνδυνη για την ευρύτερη
κοινότητα. Το παράδοξο δε είναι ότι η εν λόγω επιχείρηση διαφημίζεται ως αποθέωση
της «οικολογικής δεξίωσης», όταν η ίδια στηρίζεται σε τόνους μπετόν και αλλοιώσεις του
τοπίου! Δεύτερον, η διευθέτηση τμημάτων του ρέματος Εσχατιάς πρακτικά σημαίνει την
οικοδόμηση μεγάλων τσιμεντένιων στηριγμάτων (βλέπε π.χ. τμήμα διευθέτησης στο
Καματερό) που «κρύβουν» το ρέμα και θυμίζουν τοίχους φυλακών (πραγματικά
«φυλακίζουν» την αισθητική αξία του ρέματος και το δημόσιο χαρακτήρα του). Τρίτον,
στα σύνορα Ζεφυρίου-Αχαρνών, το ρέμα Εσχατιάς θυμίζει «διευθετημένο» αφοδευτήριο,
όπου φυσική ροή, οριογραμμή, ευρύτερο περιβάλλον αποτελούν ένα αποκρουστικό
σκηνικό, κατάλληλο μόνο για γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών με θέμα τον
υπόκοσμο ή ντοκιμαντέρ για την απαξίωση των υδάτινων πόρων στις πόλεις.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το τμήμα του ρέματος Εσχατιάς στο Δήμο
Ζεφυρίου είναι εμφανώς σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Μήπως θα μπορούσε να
αποτελέσει την «αφορμή» και τον άξονα μιας ολοκληρωμένης παρέμβασης για την
ανάδειξή του σε συλλογικό αγαθό, διαμορφώνοντας παρακείμενες διαδρομές
εναλλακτικού τρόπου κίνησης; Μήπως θα μπορούσε το ρέμα να ενταχθεί σε ένα
συνολικότερο σχέδιο εναλλακτικών διαδρομών στην περιοχή μας έτσι ώστε να
περιορίσουμε την «αυτοκρατορία των αυτοκινήτων» και να αναδείξουμε ένα άλλο τοπίο
στο Ζεφύρι, κατ΄επέκταση και μια άλλη φυσιογνωμία της πόλης μας; Το Ζεφύρι, τα Άνω
Λιόσια, οι Αχαρνές και οι υπόλοιπες περιοχές της Δυτικής Αθήνας και Αττικής δεν είναι

21
για τα μπάζα…. Αν κάποιοι θεωρούν τα μπάζα και το μπάζωμα ως τη μόνη λύση για τα
ζητήματα ποιότητας ζωής, τότε η στρατηγική τους αντίληψή είναι μάλλον «μπαζωμένη».

1.6. «Η αλλεργία στις ιδέες. Παθογένεια τοπικών πολιτικών συστημάτων


στη Δυτική Αττική».
Θεωρούμε σκόπιμο να θίξουμε μια οριζόντια παθογένεια των τοπικών πολιτικών
συστημάτων στην περιοχή μας που θα μπορούσε να κωδικοποιηθεί στη φράση «η
αλλεργία στις ιδέες».
Η αλλεργία στις ιδέες δεν είναι τίποτα άλλο παρά η τεχνηέντως αμυντική στάση
έναντι ιδεών και προτάσεων που καταδεικνύουν εναλλακτικές πολιτικές, οι οποίες
εκπορεύονται από μη ελεγχόμενα πεδία και κανάλια παραγωγής ιδεών. Συχνά η αλλεργία
αυτή αναφύεται όταν στο πλαίσιο ενός διαλόγου ή διαβούλευσης, προκύπτουν μη
αναμενόμενες ιδέες ή δεν ελέγχεται η διατύπωση των επιθυμητών/προτιμόμενων
απόψεων. Συχνά επίσης οι ιδέες «καταγγέλλονται» στο πλαίσιο ενός πολιτικού διαλόγου
που επιζητά τεχνοκρατική τεκμηρίωση («χρειαζόμαστε συγκεκριμένες πράξεις και δράσεις,
όχι ιδέες» συχνά αναφωνούν δημοτικοί άρχοντες, πολιτικοί, πολιτευτές κ.ά.)!
Με αφορμή την πρόσφατη διαβούλευση στο Δήμο Ζεφυρίου για το τεχνικό
πρόγραμμα 2010 αλλά και την διαδικασία κατάρτισης ετήσιων προγραμμάτων δράσης
και προϋπολογισμών, επαναδιατυπώνουμε την άποψή μας ότι διαρθρωτικό πρόβλημα των
περιοχών μας παραμένει ο τρόπος που αυτοπροσδιοριζόμαστε, η έλλειψη ιδεών για την
οριοθέτηση των ζητημάτων που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες και τα αιρετά
συμβούλια, καθώς η έλλειψη νέων σχημάτων διάγνωσης των προβλημάτων και
προτάσεων για την αντιμετώπισή τους.
Γιατί όμως οι ΙΔΕΕΣ όμως δημιουργούν «αλλεργικά συμπτώματα» στα τοπικά
πολιτικά συστήματα; Για παράδειγμα, γιατί Δήμοι της περιοχής μας «αγανακτούν» όταν
ο Συνήγορος του Πολίτη επισημαίνει την ανάγκη σεβασμού της διαφορετικότητας, των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισονομίας; Γιατί πολλοί τοπικές άρχοντες στη Δυτική
Αττική «δεν κοκκινίζουν» όταν ο Συνήγορος του Πολίτη επισημαίνει παράνομες και
αντισυνταγματικές ενέργειές τους στο πεδίο της περιβαλλοντικής προστασίας; Γιατί
πολλοί Δήμαρχοι και δημοτικοί σύμβουλοι «κωφεύουν» στην ιδέα της ηλεκτρονικής
δημοκρατίας, ιδιαίτερα δε στη δημοσίευση πρακτικών, προγραμμάτων, προϋπολογισμών
και πράξεων της δημοτικής αρχής; Γιατί ένα τμήμα των τοπικών πολιτικών συστημάτων

22
νιώθει άβολα με την ιδέα της λογοδοσίας και αξιολόγησης των δράσεων των τοπικών
πολιτικών;
Εάν οι ιδέες ήταν απλώς αερολογία, δεν θα δημιουργούσαν «αλλεργικά
συμπτώματα» στα τοπικά πολιτικά συστήματα. Τουναντίον, οι ιδέες συνιστούν πολύτιμα
εργαλεία στη διαδικασία της πολιτικής συμμετοχής και οδηγούν σε αξιολόγηση, σύγκριση
και αναθεώρηση σκοπών και στόχων. Η πλατωνική προσέγγιση της ιδέας είναι
αποκαλυπτική: Η ιδέα μπορεί να προσεγγιστεί ως αξία και αξιολογικό κριτήριο.
Η ιδέα ως αξία αποτελεί ανώτατο σκοπό, οδηγό των πρωτοβουλιών και των
δράσεων μας. Η αξία της ευημερίας χωρίς αποκλεισμούς, η αξία του σεβασμού της
ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι μερικές από τις αξίες που υπηρετούν άνθρωποι στην
τοπική αυτοδιοίκηση με πολύ μεγάλο κόπο και κόστος. Οι τοπικές κοινότητες που
ευτύχησαν να έχουν τέτοιους δημοτικούς ηγήτορες κατάφεραν να επανακαθορίσουν την
ταυτότητα της περιοχής τους, να εξέλθουν του περιθωρίου και να διεκδικήσουν την
αξιοπρέπειά τους. Η προώθηση της τοπικής αυτοδιοίκησης στη χώρας μας (και αλλού)
ακριβώς σε μια ιδέα-αξία στηρίχθηκε και στηρίζεται: στην ιδέα/αξία της εμβάθυνσης της
δημοκρατίας!
Η ιδέα ως αξιολογικό κριτήριο προσφέρει το κατάλληλο σταθερό μέτρο για να
συγκρίνουμε. Πώς θα συγκρίνουμε τα πολιτικά προγράμματα και τις πολιτικές δημοτικών
παρατάξεων εάν δεν καθορίσουμε συγκεκριμένα μέτρα; Η κρίση για το δίκαιο και το
άδικο, το ωφέλιμο και το βλαβερό, το άξιο και το ανάξιο, προϋποθέτει ένα αξιολογικό
αντικειμενικό μέτρο. Για παράδειγμα, η ιδέα της χωρικής ισότητας μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση των τεχνικών προγραμμάτων των δήμων. Η ιδέα της
περιβαλλοντικής βιωσιμότητας ή αειφορίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για μια
ανάλογη αξιολόγηση.
Η ιδέα ως αξιολογικό εργαλείο μας βοηθά επίσης να διαγνώσουμε τις «μη
αποφάσεις» των τοπικών πολιτικών συστημάτων. Με άλλα λόγια, τα τοπικά πολιτικά
συστήματα δρουν και παράγουν συνέπειες όχι μόνο μέσω των αποφάσεων αλλά και των
μη αποφάσεων, της μη ανάληψης πρωτοβουλιών, της μη ανάδειξης συγκεκριμένων
θεμάτων ή της μη ανάδειξης των εναλλακτικών προσεγγίσεων. Ελλείψει ιδεών-αξιών
και αξιολογικών κριτηρίων, τα τοπικά πολιτικά συστήματα μπορούν να επιβάλουν τη
δική τους θεματολογία στην πολιτική συζήτηση, να ορίσουν τις δικές τους
επιλογές/προτάσεις ως τις μόνες αποδεκτές, χρήσιμες και ρεαλιστικές, να διαιωνίζουν την
ηγεμονία τους για το πώς προσδιορίζεται και νοηματοδοτείται η ταυτότητα των τοπικών
κοινωνιών, να αναιρούν τη δυνατότητα των πολιτών να μετατρέπουν τη διάχυτη
23
δυσαρέσκεια σε αρθρωμένα αιτήματα, να «επιβάλλουν» μια επιλεκτική αντίληψη των
κοινωνικών προβλημάτων και συγκρούσεων, να «φωτίζουν» τις πλευρές των πραγμάτων
που «βολεύουν» κ.ά.
Η μελέτη υλικού που σχετίζεται με την καθημερινή πολιτική δράση στη Δυτική
Αττική μας οδηγεί στη διαπίστωση για την ύπαρξη συγκεκριμένων ιδεών που
δημιουργούν αλλεργικά συμπτώματα και έντονες αντιδράσεις. Ενδεικτικά, κάποιες εξ
αυτών είναι οι εξής:
α) Η ιδέα της πολυπολιτισμικότητας. Παρατηρείται το φαινόμενο της μη
διάκρισης μεταξύ δικαιωμάτων των κατοίκων και των πολιτών και των ορίων που αυτά
επιβάλλουν στις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Καταγράφεται π.χ. η άποψη Δημοτικών
Συμβούλων για «εκδίωξη» πληθυσμιακών ομάδων, για διαχωρισμό μαθητών ανάλογα με
τα ειδικά ή πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ενώ πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη
αξιολογούν αρνητικά την τοπική αυτοδιοίκηση στην εμπέδωση των αξιών της ισότιμης
μεταχείρισης κατοίκων και δημοτών.
β) Η ιδέα της λογοδοσίας. Παρατηρείται είτε έλλειψη της ανάγκης και
υποχρέωσης λογοδοσίας είτε η στρεβλή προσέγγισή της ως διαδικασίας μονολόγων και
χειροκροτημάτων σε «ελεγχόμενα» ακροατήρια. Πολλές φορέας μάλιστα κάποιοι
διατυπώνουν και το παροιμιώδες «εμείς δίνουμε λόγο σε αυτούς που μας ψήφισαν»! και σε
κανέναν άλλο (ακόμα και όταν αυτός ο άλλος τυγχάνει να είναι μια ανεξάρτητη αρχή ή
ένα δικαστήριο). Η αντίληψη αυτή εξηγεί σε κάποιο βαθμό και τη μεγάλη διστακτικότητα
των Δήμων να προχωρήσουν σε δράσεις ηλεκτρονικής δημοκρατίας (πχ. δημοσίευση
πρακτικών στο διαδίκτυο, δημοσίευση προγραμμάτων, οικονομικών στοιχείων,
προϋπολογισμών).
γ) Η ιδέα της επιστημονικής τεκμηρίωσης στη λήψη αποφάσεων. Για πολλούς
το γεγονός ότι ψηφίστηκαν αποτελεί το πρωταρχικό και ύψιστο κριτήριο νομιμοποίησης
και αξιολόγησης των αποφάσεων και δράσεών τους. Η ορθολογικότητα που πρεσβεύουν
είναι η ορθολογικότητα των εντολέων τους: η ορθολογικότητα δηλαδή μιας λαϊκιστικής
έκφανσης δημοκρατίας όπου νόμιμο, επιθυμητό και δικαιολογημένο είναι η επιθυμία
κάποιας πλειοψηφίας ψηφοφόρων. Με αυτά τα «δομικά υλικά», δικαιολογούνται
παραβάσεις και παραβιάσεις στην προστασία συνταγματικά κατοχυρωμένων αγαθών (πχ.
αξιοκρατία, περιβάλλον) και οδηγούνται τοπικές κοινότητες προς την αντιμετώπιση των
προκλήσεων της σύγχρονης εποχής! Το συγκριτικό πλεονέκτημα της επιστημονικής
τεκμηρίωσης (τόσο στο στάδιο της διάγνωσης όσο και της εκπόνησης στρατηγικής) που
παρέχεται από τμήματα της κοινωνίας των πολιτών (ακόμα και δωρεάν μέσω του
24
διαδικτύου) παραγνωρίζεται προς όφελος βραχυπρόθεσμων ικανοποιήσεων της εκλογικής
πελατείας.
δ) Η ιδέα της ποιοτικής αξιολόγησης. Η αξιολόγηση των τοπικών πολιτικών με
κριτήρια άμεσων και έμμεσων συνεπειών στις επόμενες γενιές (ιδέα της διαγενεακής
δικαιοσύνης) θεωρείται από κάποιους «εξωπραγματική». Ωστόσο, είναι οι ίδιοι
συνδημότες μας που εξεγείρονται για τη μη επάρκεια σειράς αγαθών σήμερα που θα
έπρεπε να προβλεφθούν εχθές! Οι ίδιοι συνδημότες μας «παραπονιούνται» για την τοπική
κλιματική αλλαγή, αλλά επικροτούν τις πολιτικές ανάπτυξης του οδικού δικτύου σε
βάρος ρεμάτων και ελεύθερων πράσινων χώρων στην τοπική κλίμακα! Οι ίδιοι
συνδημότες που «παραπονιούνται» για το «ρίξιμο» της Δυτικής Αττικής από την
κεντρική εξουσία (πχ. συγκέντρωση οχλουσών δραστηριοτήτων) εμφανίζουν
συμπτώματα αλλεργίας στην προσπάθεια αντιμετώπισης των χωρικών και κοινωνικών
ανισοτήτων στους κατά τόπους Δήμους! Οι ίδιοι που είναι αμείλικτοι επικριτές των
παθογενειών του κεντρικού τοπικού πολιτικού συστήματος (πχ. αναξιοκρατία), οι ίδιοι
δείχνουν αδράνεια στην προώθηση της τοπικής λογοδοσίας και της προσβασιμότητας
όλων στις τοπικές υπηρεσίες!
Καταληκτικά, και επειδή η ελαχιστότητά μας δύσκολα θα προβληματίσει τα
τοπικά πολιτικά συστήματα, παραθέτουμε και κάποιες σκέψεις επιφανών προσώπων
(«αυθεντία») σχετικά με τη σημασία και το ρόλο των ιδεών. Ίσως αυτοί οι επιφανείς
καταφέρουν να συγκινήσουν τα τοπικά πολιτικά συστήματα: Αρκεί μόνο να τους
προβληματίσουν για το ποιες ιδέες υπηρετούν και ποιες ιδέες αντιμάχονται. Αυτό θα
είναι ένα πρώτο καλό βήμα για να πορευθούμε όλοι μαζί κάποια βήματα έξω από το
σπήλαιο της απατηλής γνώσης που μας προσφέρει ο καλά περιφραγμένος μικρόκοσμός
μας.

«Δίκαιο, λοιπόν, είναι να χρωστάμε χάρη όχι μόνο σε εκείνους των οποίων συμμεριζόμαστε
τις απόψεις, αλλά και σε όσους διατύπωσαν πιο επιπόλαιες απόψεις, δεδομένου ότι και
αυτοί συνέβαλαν σε κάτι, αφού άσκησαν πριν από εμάς την ικανότητα της σκέψης»
[Αριστοτέλης]

«Γι’ αυτούς που θέλουν να ξεκαθαρίσουν τις απορίες τους χρήσιμο είναι να θέτουν σωστά
τις απορίες, καθότι η μετέπειτα απρόσκοπτη πορεία της σκέψης εξαρτάται από τη λύση των
προηγούμενων αποριών» [Αριστοτέλης]

«Στην περιοχή του γνωστού η ιδέα του αγαθού είναι τελευταία και μετά βίας
διακρίνεται…μέσα στο νοητό κόσμο αυτή είναι που διευθύνει και παρέχει την αλήθεια και

25
τον νου και πως πρέπει να την ατενίσει οπωσδήποτε αυτός που εννοεί να ενεργήσει φρόνιμα
και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή» [Πλάτωνας]

«Αργά ή γρήγορα είναι οι ιδέες αυτές που προξενούν τα καλά ή τα κακά πράγματα στη
ζωή» [John Meynard Keynes]

«Το μεγάλο μας πρόβλημα δεν είναι τόσο η έλλειψη των αγαθών ή του χρήματος, όσο η
αδυναμία μας να εντοπίσουμε και να αξιοποιήσουμε το ρεπερτόριο των κατάλληλων
εννοιών και ιδεών» [Paul Krugman]

1.7. Επιχειρησιακά προγράμματα των Δήμων της Δυτικής Αττικής:


Παράδοξα και ελλείμματα.5
Πολλοί Δήμοι της χώρας μας έχουν ήδη εκπονήσει και δημοσιεύσει τα
επιβαλλόμενα από το νέο Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων επιχειρησιακά προγράμματα.
Τα κείμενα αυτά δεν αποτελούν παρά μια ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης των
Δήμων σε οικονομικό, κοινωνικό και θεσμικό επίπεδο και ένα σχέδιο αναγνώρισης
ευκαιριών, κινδύνων, αδυναμιών και προτερημάτων ενόψει των αυξημένων απαιτήσεων
διοικητικής αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας και λογοδοσίας. Δεν είναι άλλωστε
τυχαίο ότι ο υπό διαμόρφωση «Καποδίστριας ΙΙ» φιλοδοξεί να αγγίξει και τις ευρύτερες
μητροπολιτικές περιοχές της χώρας με σκοπό τη δημιουργία νέων οργανισμών τοπικής
αυτοδιοίκησης, ικανών να αποτελέσουν τελικούς δικαιούχους της νέας προγραμματικής
περιόδου 2007-2013 (ΕΣΠΑ).
Έχοντας στη διάθεσή μας αρκετά επιχειρησιακά προγράμματα Δήμων από όλες
τις γεωγραφικές περιφέρειες της χώρας, το ερώτημα που ανακύπτει για τη Δυτική Αττική
είναι σε ποιο βαθμό οι Δήμοι της αντιλαμβάνονται το νέο περιβάλλον και ποιες
στρατηγικές επιλογές προκρίνουν για το άμεσο μέλλον. Τα επιχειρησιακά προγράμματα
των Δήμων Ζεφυρίου, Ελευσίνας, Ασπροπύργου και Άνω Λιοσίων αποτελούν ένα καλό
δείγμα της ευρύτερης Δυτικής Αττικής, η επεξεργασία των οποίων μπορεί να μας
βοηθήσει να κάνουμε κάποιες πρώτες διαπιστώσεις. Αναλυτικότερα, θα διερευνήσουμε
δυο βασικές πτυχές: α) Σε ποιο βαθμό ενσωματώνεται η κοινωνική διάσταση (κοινωνικά
προβλήματα) στα εν λόγω προγράμματα και, β) σε ποιο βαθμό τα εν λόγω προγράμματα
ενσωματώνουν αρχές της χρηστής διακυβέρνησης (διαφάνεια, συμμετοχή).

5
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1140, 26 Σεπτεμβρίου 2008, σελ. 3 & 6.

26
Όσον αφορά το ζήτημα της κοινωνικής διάστασης, η μελέτη των εν λόγω
επιχειρησιακών προγραμμάτων τείνει στο συμπέρασμα της ύπαρξης μιας σειράς
«παραδόξων». Το ζήτημα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού θίγεται
ελάχιστα και στα τέσσερα προγράμματα, στοιχείο παραδοξότητας σε Δήμους με
κοινωνικές εντάσεις (πχ., διαχείριση προβλημάτων της ομάδας των Ρομ), μεγάλα
ποσοστά φτώχειας και χαμηλή ποιότητας ζωής. Αν και η παραβατικότητα θεωρείται ένα
από τα σημαντικότερα προβλήματα στον Ασπρόπυργο και το Ζεφύρι, η ανάλυση της
υφιστάμενης κατάστασης σχεδόν τα παραβλέπει, ενώ και οι προτεινόμενες στρατηγικές
δεν αγγίζουν τις εν λόγω θεματικές. Φαίνεται επίσης ότι δεν υπάρχουν ή δεν
αξιοποιούνται κοινωνικές έρευνες (πχ., στο πλαίσιο της κοινοτικής πρωτοβουλίας Equal)
για τα κοινωνικά ζητήματα της περιοχής, ενώ η επένδυση σε νέα θεσμικά εργαλεία (πχ.,
Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης της Παραβατικότητας) είναι ανύπαρκτη. Μάλιστα, στο
επιχειρησιακό πρόγραμμα της Ελευσίνας αναγνωρίζεται «…η απουσία στατιστικών
στοιχείων και κοινωνικής έρευνας για την κοινωνική σύνθεση του Δήμου Ελευσίνας έτσι
ώστε να εντοπιστούν οι κοινωνικές ομάδες με ειδικά προβλήματα από τη μια πλευρά και
να αναδιαμορφωθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες από την άλλη…», τονίζεται δε ακόμα ότι
«…η μέχρι τώρα υλοποίηση των προγραμμάτων και των θεσμών γίνεται με βάση τους
διαθέσιμους χρηματοδοτικούς πόρους, τις προτάσεις των εκλεγμένων και των στελεχών
και όχι με βάση τις ολοκληρωμένες ανάγκες της περιοχής μετά από συστηματική έρευνα
πεδίου…». Στην περίπτωση του Ασπροπύργου, η κοινωνική συνοχή ταυτίζεται με τα
όποια ζητήματα τίθενται από την παρουσία αλλοδαπών, ενώ οι προτεινόμενες
στρατηγικές κάνουν λόγο για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας (θέμα που δεν
θίγεται και δεν αναλύεται στην υφιστάμενη κατάσταση!). Εντύπωση προκαλεί ότι στην
ανάλυση ευκαιριών στον τομέα της κοινωνικής συνοχής γίνεται λόγος για τη δυνατότητα
της τοπικής αυτοδιοίκησης να αξιοποιήσει όλες τις δράσεις του Δ΄ΚΠΣ (ΕΣΠΑ 2007-
2013) αφού μέγιστη πολιτική προτεραιότητα και κατεύθυνση του ΕΣΠΑ είναι η
καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού! Βέβαια, η
πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική: το ΕΣΠΑ θα αφιερώσει ένα πολύ μικρό τμήμα
του στην κοινωνική συνοχή (μόλις το 9,1% των επιχορηγήσεων του Ευρωπαϊκού
Κοινωνικού Ταμείου αφορά τη βελτίωση της κοινωνικής ένταξης των μειονεκτικών
ομάδων του πληθυσμού και μόλις το 8,9% των επιχορηγήσεων του Ευρωπαϊκού Ταμείου
Περιφερειακής Ανάπτυξης σε επενδύσεις σε κοινωνικές υποδομές), ενώ η Περιφέρεια της
Αττικής βρίσκεται σε καθεστώς μεταβατικής στήριξης, γεγονός που σημαίνει ολοένα και
μικρότερες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και ελάχιστες στον κοινωνικό τομέα. Με άλλα
27
λόγια, το ΕΣΠΑ και η νέα πολιτική συνοχής μάλλον αποτελούν «κίνδυνο» παρά
«ευκαιρία». Παρόμοια «παράδοξα» παρουσιάζονται και στο επιχειρησιακό πρόγραμμα
του Δήμου Άνω Λιοσίων. Συγκεκριμένα, η ανάλυση για την κοινωνική συνοχή και σε
αυτή την περίπτωση ταυτίζεται με την παρουσία των αλλοδαπών, το ΕΣΠΑ θεωρείται ότι
έχει ως μέγιστη προτεραιότητα την καταπολέμηση της φτώχειας (!), ενώ ένας εκ των
γενικών στόχων στο πεδίο της κοινωνικής συνοχής είναι ο «έλεγχος και η καταστολή της
παραβατικότητας», φαινόμενο που δεν θίγεται στην ανάλυση της υφιστάμενης
κατάστασης.
Όσον αφορά το ζήτημα της χρηστής διακυβέρνησης, οι διαρθρωτικές αδυναμίες
των Δήμων είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς. Η γνήσια συμμετοχική διαδικασία δεν
περιορίζεται σε μια εκ των υστέρων διαβούλευση αλλά εμπεριέχει θεσμικές διαδικασίες
συμμετοχής από τα πρώτα στάδια του σχεδιασμού. Ομάδες πολιτών, μη κυβερνητικές
οργανώσεις, κοινωνία των πολιτών και πολιτικές παρατάξεις αποτελούν εταίρους στη
διαδικασία του τοπικού σχεδιασμού, ενώ οι ανοιχτές δημόσιες συζητήσεις μπορούν και
πρέπει να ενθαρρύνονται. Ακόμα περισσότερο, πρέπει να ενθαρρύνεται η διατύπωση
προτάσεων και προβληματισμών όσων βρίσκονται σε αδυναμία παρέμβασης (πχ., νέοι,
μαθητές, ευπαθείς κοινωνικές ομάδες). Σε κανένα από τα τέσσερα επιχειρησιακά
προγράμματα δεν καταγράφεται ένας ανάλογος προβληματισμός, πόσο μάλλον η
πρόβλεψη διαδικασιών συμμετοχής των κοινωνικών ομάδων. Άλλο σημαντικό ζήτημα
είναι η πληρότητα των στοιχείων που αφορούν την οικονομική διαχείριση των Δήμων.
Χαρακτηριστικό προς τούτο είναι το γεγονός ότι στο επιχειρησιακό πρόγραμμα των Άνω
Λιοσίων (όπως δημοσιεύτηκε στο www.dimosliosion.gr ) δεν υπάρχει σχετική ανάλυση
για τα οικονομικά του Δήμου! Σε άλλα δε προγράμματα (πχ., Ζεφύρι, Ασπρόπυργος), η
οικονομική ανάλυση περιορίζεται σε ένα ή δυο έτη (2005-2006). Επιπρόσθετα, κείμενα
500-600 σελίδων δεν περιλαμβάνουν κατάλογο πηγών και βιβλιογραφίας: θετικό
παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα της Ελευσίνας που περιλαμβάνει ευρύ κατάλογο
πηγών τεκμηρίωσης. Τέλος, ο όποιος στρατηγικός προγραμματισμός οφείλει να υιοθετεί
συγκεκριμένους δείκτες έτσι ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγησή του από τους πολίτες.
Χωρίς τους ανάλογους δείκτες αποτελεσμάτων, η όποια στρατηγική παραμένει στο πεδίο
της επικοινωνιακής διαχείρισης και της δημιουργίας εντυπώσεων, εις βάρος της
διαφάνειας και της λογοδοσίας.
Τα γενικά συμπεράσματα από τη συνοπτική ανάλυση που προηγήθηκε μπορούν
να διατυπωθούν ως εξής: Πρώτον, οι Δήμοι παρουσιάζουν ευρύ έλλειμμα επιστημονικής
γνώσης για τα κοινωνικά προβλήματα των περιοχών τους και αρέσκονται σε
28
«επικοινωνιακή» διαχείριση παρά σε χάραξη συγκεκριμένης κοινωνικής πολιτικής.
Δεύτερον, οι Δήμοι παρουσιάζουν ένα σημαντικό έλλειμμα «χρηστής διακυβέρνησης» με
χαμηλές επιδόσεις σε ζητήματα διαφάνειας, λογοδοσίας και συμμετοχής. Και τα δυο αυτά
ελλείμματα αποδυναμώνουν το δημοκρατικό και σχεδιαστικό τους ρόλο, ενισχύουν την
κοινωνική απάθεια και τελικά συμβάλλουν στην αναποτελεσματικότητα των επιλογών
τους. Στο νέο αναπτυξιακό περιβάλλον μάλλον αυτά τα στοιχεία θα δυσκολέψουν ακόμα
περισσότερο τους Δήμους να υπερασπιστούν το θεσμικό ρόλος τους, ακόμα και την
αυτόνομη διοικητική ύπαρξή τους!

29
2. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΦΤΩΧΕΙΑ.
2.1. ΠΕΠ Αττικής 2007-2013. «Αναπαραγωγή» ανισοτήτων για τη
Δυτική Αττική;6
Είμαστε ήδη στην πρώτη χρονιά της 4ης προγραμματικής περιόδου της
Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υλοποίηση της περιφερειακής και διαρθρωτικής πολιτικής
(η συνέχεια δηλαδή των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης) και το ερώτημα που γεννάται,
ειδικά για τους πολίτες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δυτικής Αττικής είναι τι μέλει
γενέσθαι. Ποιες είναι οι νέες ευκαιρίες για τους Δήμους της Δυτικής Αττικής; Ποια
προγράμματα μπορούν να ενταχθούν στην κοινοτική χρηματοδότηση; Σε ποιο βαθμό
υπάρχουν δράσεις για την κοινωνική συνοχή και τον κοινωνικό αποκλεισμό;
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέταση του Περιφερειακού Επιχειρη-σιακού
Προγράμματος για την Αττική (ΠΕΠ Αττικής 2007-2013). Το ΠΕΠ Αττικής
συγκεντρώνει συνολική χρηματοδότηση 2,4 δις ευρώ, ποσοστό 15% του συνολικού
ΕΣΠΑ 2007-2013 και είναι χρηματοδοτικά το δεύτερο μεγαλύτερο επιχειρησιακό
πρόγραμμα της χώρας μετά από εκείνο του ΠΕΠ Μακεδονίας-Θράκης (συνολικά
υπάρχουν οκτώ τομεακά επιχειρησιακά προγράμματα και πέντε περιφερειακά, βλέπε
αναλυτικά για την προγραμματική περίοδο 2007-2013 και τα κείμενα των προγραμμάτων
στο: www.hellaskps.gr/2007-2001.htm ). Το νέο πρόγραμμα για την Αττική
επαναβεβαιώνει το στρατηγικό όραμα για την Αττική: να καταστεί ευρωπαϊκή
μητρόπολη στο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Το όραμα αυτό
διαρθρώνεται σε πέντε άξονες προτεραιοτήτων με γενικούς και ειδικούς στόχους.
Ο πρώτος άξονας προτεραιοτήτων αναφέρεται στην ενίσχυση των υποδομών
προσπελασιμότητας και ενέργειας με ειδικούς στόχους την ανάπτυξη και αναβάθμιση
των αστικών μεταφορών, τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών και ενέργειας, την
ολοκλήρωση και τον εκσυγχρονισμό του ηλεκτρικού δικτύου, την ανάπτυξη
συνδυασμένων μεταφορών και την επέκταση των περιφερειακών οδικών αξόνων. Αυτός
ο άξονας προτεραιοτήτων συγκεντρώνει συνολική χρηματοδότηση 844.000.000 ευρώ,
ποσό που αντιστοιχεί στο 27,6% της συνολικής χρηματοδότησης του ΠΕΠ Αττικής. Με
άλλα λόγια, περισσότερα από ένα στα τέσσερα ευρώ χρηματοδότησης θα δοθούν για
υποδομές μεταφορών και ενέργειας.
Ο δεύτερο άξονας προτεραιοτήτων αναφέρεται στην αειφόρο ανάπτυξη και τη
βελτίωση της ποιότητας ζωής με ειδικούς στόχους στη διαχείριση υδάτινων πόρων,
6
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1117, 11 Αυγούστου 2008, σελ. 5.

30
προώθηση της βιοποικιλότητας και αναβάθμιση σειράς υποδομών- υγείας, κοινωνικών,
πολιτιστικών, τουριστικών και εκπαιδευτικών. Αυτός ο άξονας συγκεντρώνει συνολική
χρηματοδότηση 1.284.000.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 43% του συνολικού ΠΕΠ,
σχεδόν δηλαδή τη μισή χρηματοδότηση. Ο τρίτος άξονας προτεραιοτήτων αναφέρεται
στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας και της ψηφιακής
σύγκλισης με ειδικούς στόχους την προώθηση χρήσης τεχνολογίας πληροφορικής και
επικοινωνίας, μετατροπή της γνώσης σε καινοτομία, επενδύσεις σε επιχειρήσεις για
σύνδεση με έρευνα και τεχνολογία, ενίσχυση δικτύωσης των μικρομεσαίων
επιχειρήσεων, ενίσχυση πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε σύγχρονα
χρηματοοικονομικά εργαλεία, χωροταξική διευθέτηση βιομηχανίας και πράσινη
επιχειρηματικότητα, αναβάθμιση τουριστικών υπηρεσιών και προώθηση των
ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτός ο άξονας συγκεντρώνει συνολική χρηματοδότηση
718.000.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 23,5% του συνολικού ΠΕΠ. Ο τέταρτος
άξονας προτεραιοτήτων αναφέρεται στην αναζωογόνηση αστικών περιοχών
(πολεοδομική, κοινωνική, οικονομική) με έμφαση στην ενίσχυση του αστικού πρασίνου
και την ανάπτυξη ποικίλων δραστηριοτήτων (πολιτιστικών, τουριστικών,
επιχειρηματικών). Ο άξονας αυτός συγκεντρώνει μόλις 188.000.000 ευρώ, ποσοστό
δηλαδή 6,1% του συνολικού ΠΕΠ. Τέλος, ένα ποσό 17.000.000 ευρώ, περίπου το 0,5%
του ΠΕΠ θα δαπανηθεί στην τεχνική υποστήριξη του προγράμματος.
Η σύγκριση του ΠΕΠ Αττικής 2007-2013 με το προηγούμενο της περιόδου 2000-
2006 σε συνδυασμό με τη συνολική φιλοσοφία της ελληνικής περιφερειακής πολιτικής,
τις αλλαγές στην ευρωπαϊκή περιφερειακή πολιτική και τις σημερινές συνθήκες στους
ΟΤΑ της χώρας μας οδηγεί στην αναγνώριση «απειλών» για την κοινωνική ανάπτυξη της
Δυτικής Αττικής και των Δήμων της:
α) Η κυριαρχία των επενδύσεων στις υποδομές μπορεί να είναι αναγκαία
προϋπόθεση οικονομικής ανάπτυξης αλλά όχι και επαρκής. Η μέχρι σήμερα εμπειρία
στην Ελλάδα δείχνει δύσκολα διαχέονται αναπτυξιακά οφέλη σε βραδυπορούσες
περιοχές με προβλήματα κοινωνικού αποκλεισμού. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε επίσης και
την τεράστια περιβαλλοντική επίπτωση των έργων υποδομών (μεταφορών και ενέργειας).
Σύμφωνα με την ίδια την Αρχή Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η έμφαση
στις υποδομές για κάποιες περιοχές σημαίνει συσσώρευση περιβαλλοντικής υποβάθμισης
και γενικότερης υποβάθμισης της ποιότητας ζωής (EEA, “Transport and environment: on
the way to an new common transport policy”, EEA Report 1/2007. EEA, Copenhagen
2007).
31
β) Η υποβάθμιση της σημασίας των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων. Το
προηγούμενο ΠΕΠ Αττικής καθόριζε τη μείωση των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων με
έμφαση στις δυτικές περιοχές ως άξονα προτεραιότητας με ειδικές δράσεις για τις
ολοκληρωμένες παρεμβάσεις αστικής ανάπτυξης, μετεγκατάσταση οχλουσών
δραστηριοτήτων, εκσυγχρονισμό και διαφοροποίηση της φυτικής παραγωγής και βασικές
υποδομές στον πρωτογενή τομέα. Το νέο ΠΕΠ 2007-2013, αν και αναγνωρίζει τις
ενδοπεριφερειακές ανισότητες της Αττικής (χάσμα Δυτικής και Ανατολικής Αττικής), δεν
δίνει καμία σχετική προτεραιότητα.
γ) Η δράση για την αναζωογόνηση των αστικών περιοχών στο ΠΕΠ Αττικής
2007-2013 δεν καθορίζει εκ των προτέρων περιοχές προτεραιότητας, δηλαδή δεν δίνει
προτεραιότητα στις περιοχές με τα πιο έντονα χωρικά και κοινωνικά προβλήματα, όπως η
Δυτική Αττική. Ο κατάλογος των περιοχών που θα επιλεγούν για θέματα ανάπτυξης
αστικών περιοχών θα προκύψει μετά από ανοιχτή πρόσκληση και διαβούλευσης με τους
φορείς, τους κοινωνικούς εταίρους και τους πολίτες. Η υλοποίηση των σχετικών
προγραμμάτων θα γίνει μέσω των Πρότυπων Καινοτόμων Σχεδίων Ανάπτυξης που
απαιτούν δημιουργία εταιρικών σχημάτων σε δημοτικό, διαδημοτικό ή διανομαρχιακό ή
διαπεριφερειακό επίπεδο.
δ) Η ολοένα και μεγαλύτερη «εξάρτηση» της ευρωπαϊκής περιφερειακής
πολιτικής από τη στρατηγική της Λισαβόνας συνεπάγεται μια υποβάθμιση των δράσεων
κοινωνικής συνοχής. Ένα σημαντικό ποσοστό των δράσεων θα πρέπει να
επικεντρώνονται στους στόχους της Λισαβόνας («λισαβονοποίηση» της ευρωπαϊκής
περιφερειακής πολιτικής). Επίσης, η Περιφέρεια της Αττικής είναι μια από τις τρεις
ελληνικές περιφέρειες σταδιακής σύγκλισης (phasing-out) και ως τέτοια, μαζί με τις
αντίστοιχες της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας βρίσκονται σε μεταβατικό καθεστώς
φθίνουσας στήριξης.
ε) Η χρηματοδότηση των Νομαρχιών και των Δήμων στο ευρύτερο πλαίσιο της
Περιφέρειας φαίνεται να λειτουργεί στη βάση μιας αντίστροφης προοδευτικότητας: οι
περισσότεροι και φτωχότεροι λαμβάνουν μικρότερη στήριξη σε σχέση με τους λίγους και
ευπορότερους. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η ΚΕΔΚΕ για το σύνολο των
ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων των Δήμων της χώρας την περίοδο 2000-2006, μπορούμε
να δούμε την κατανομή μεταξύ των Δήμων της χώρας και αλλά και της Νομαρχιακής
Αυτοδιοίκησης Δυτικής Αττικής και να εντοπίσουμε παράδοξα και κοινωνικές αδικίες.
Μια πρώτη ανάλυση των στοιχείων με βάση κριτήρια πληθυσμιακά (ποσοστό
Δήμων στο συνολικό πληθυσμό της Νομαρχίας τους) και χρηματοδοτικά (ποσοστό
32
Δήμων στη συνολική χρηματοδότηση της Νομαρχίας τους) καταδεικνύεται ότι ο Δήμος
Ζεφυρίου βρίσκεται στη 49η θέση σε σύνολο 55 Δήμων και Κοινοτήτων της Περιφέρειας
Αττικής, λαμβάνοντας 143 ευρώ ανά κάτοικο έναντι 398 ευρώ στην Εκάλη, 648 ευρώ
στο Διόνυσο, 966 ευρώ στην Πεντέλη, 426 ευρώ στη Βούλα. Είναι χαρακτηριστικό ότι
έχει σχεδόν την ίδια ανά κάτοικο χρηματοδότηση με την Κηφισιά (140 ευρώ). Ιδιαίτερα
ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι το Ζεφύρι έρχεται σχεδόν τελευταίο και μεταξύ των
Δήμων και Κοινοτήτων της Ν.Α. Δυτικής Αττικής (σε χειρότερη θέση είναι μόνο ο Δήμος
Μάνδρας και η Κοινότητας Οινόης).
Αν συγκρίνουμε την πληθυσμιακή βαρύτητα κάθε Δήμου σε επίπεδο Νομαρχίας
και τη χρηματοδοτική βαρύτητα στο σύνολο των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων της
οικείας Νομαρχίας, αποκαλύπτονται οι τεράστιες διαφοροποιήσεις και ανισότητες. Οι
πλέον ευνοημένοι Δήμοι στη Ν.Α. Δυτικής Αττικής είναι αυτοί των Άνω Λιοσίων, της
Φυλής και των Βιλίων που απολαμβάνουν χρηματοδοτήσεων από 1,5 έως 3,5 φορές πάνω
από αυτό που θα δικαιολογούσε το πληθυσμιακό κριτήριο, ενώ το Ζεφύρι συγκεντρώνει
μόνο το 12% όσων θα του αναλογούσαν με πληθυσμιακά κριτήρια. Πολύ χαμηλά
ποσοστά καταγράφονται και στην Ελευσίνα, τη Μαγούλα, την Νέα Πέραμο και τις
Ερυθρές.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό της ανισοκατανομής στο εσωτερικό της Δυτικής
Αττικής ότι ανάλογου μεγέθους ανισότητες είναι πιο περιορισμένες μεταξύ των Δήμων
και Κοινοτήτων της Ανατολικής Αττικής. Στην Ανατολική Αττική, σχεδόν το 90% των
ΟΤΑ απολαμβάνει χρηματοδότησης όχι κάτω από το 50% που θα του αναλογούσε με
βάση το πληθυσμιακό κριτήριο. Οι παραπάνω ανισότητες αποδεικνύονται ακόμα
μεγαλύτερες αν σταθμίζουμε τη χρηματοδοτική βαρύτητα κάθε Δήμου (πόσα δηλαδή
χρήματα λαμβάνει στο σύνολο της οικείας Νομαρχίας) με άλλα κοινωνικο-οικονομικά
κριτήρια, όπως η μακροχρόνια ανεργία, ο κίνδυνος φτώχειας, ο χωρικός αποκλεισμό, η
έλλειψη υποδομών προσπελασιμότητας, η περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Το παραπάνω παράδοξο των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων (οι φτωχοί να
παίρνουν λιγότερα και οι πλουσιότεροι περισσότερα) συνιστά σημαντικό εμπόδιο στην
προσπάθεια σύγκλισης των πιο μειονεκτικών ΟΤΑ. Προς τούτο απαιτείται
ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης των ΟΤΑ για την κατάδειξη του προβλήματος και την
αναζήτηση λύσεων. Απαιτείται, κατά τη γνώμη μας, η πίεση των ΟΤΑ και των τοπικών
κοινωνιών για τη δημιουργία Δημόσιου Προγράμματος Ενίσχυσης των Μειονεκτικών
Περιοχών της Περιφέρειας Αττικής με παρεμβάσεις στον οικονομικό και κοινωνικό
τομέα. Η πλούσια Αττική και κάθε πλούσια Περιφέρεια έχει στο εσωτερικό της νησίδες
33
απόκλισης και διαιωνιζόμενου κοινωνικού αποκλεισμού που κινδυνεύουν να ξεχαστούν
λόγω των εξελίξεων της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής, της υποχώρησης του
κράτους από την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και την αντικατάσταση των κοινωνικών
δικαιωμάτων από τη θολή, ασαφή και ευμετάβλητη έννοια της επιλεξιμότητας. Η
τελευταία επιτρέπει την αναπαραγωγή πελατειακών και πατερναλιστικών μεθόδων
πολιτικής συμμετοχής που συμβάλλουν στην υποβάθμιση της ποιότητας της (τοπικής)
δημοκρατίας, στην υπονόμευση της κοινωνικής ιδιότητας του πολίτη και, εν τέλει, στην
κρίση νομιμοποίησης και εμπιστοσύνης, αναγκαίες συνθήκες για κάθε οικονομική,
αναπτυξιακή και κοινωνική προσπάθεια.

2.2. Φτώχεια και ανισότητες: Ποιο μέλλον για τη Δυτική Αττική;


Πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΣΥΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης
στη χώρα μας (περίοδος αναφοράς το 2006) επιβεβαιώνει την πολύ υψηλή σχετική
φτώχεια στη χώρα μας (20% του πληθυσμού), την πολύ υψηλή εισοδηματική ανισότητα
(το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού απολαμβάνει εξαπλάσιο εισόδημα σε σχέση με το
φτωχότερο 20% του πληθυσμού) και την πολύ υψηλή φτώχεια των παιδιών (23% για
παιδιά 0-17 ετών). Δεδομένης της παγκόσμιας αλλά και εθνικής οικονομικής κρίσης
(μείωση μεγέθυνσης, αύξηση ανεργίας), αναμένεται τα αντίστοιχα ποσοστά για την
περίοδο 2007-2009 να είναι ακόμα πιο αρνητικά.
Ωστόσο, τα γενικά στοιχεία για το σύνολο του πληθυσμού «κρύβουν» σε μεγάλο
βαθμό την ακόμα πιο τραγική (οικονομικά-κοινωνικά-εργασιακά) κατάσταση
συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού. Η κοινωνική και οικονομική σύνθεση του
πληθυσμού της Δυτικής Αττικής (εργατικά και χαμηλά-μεσαία υπαλληλικά στρώματα,
μειονοτικές ομάδες) σε συνδυασμό με τη διαχρονικά και συστηματικά εμπεδωμένη
υποχρηματοδότηση κοινωνικών υποδομών συμβάλλουν στην ολοένα και ενισχυόμενη
περιθωριοποίηση τμημάτων των συμπολιτών μας. Η γενική αναπτυξιακή στρατηγική των
ισχυρών μητροπολιτικών περιφερειών «αρνείται» να ενσωματώσει τις διαστάσεις της
κοινωνικής και περιβαλλοντικής αειφορίας και δικαιοσύνης στον όποιο σχεδιασμό με
ποικίλες αρνητικές συνέπειες (πχ. μη πρόσβαση σε υπηρεσίες και αγαθά, «αποβολή» από
δημόσιους χώρους που προορίζονται για εμπορική εκμετάλλευση, στιγματισμός
κοινωνικών ομάδων).

Η Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι πιστεύει ότι μόνο μέσω της
επιστημονικής μελέτης και ανάδειξης των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων-

34
στη βάση οριζόντιων αρχών και αξιών (πχ. χωρική και κοινωνική δικαιοσύνη)- είναι
εφικτή οποιαδήποτε διάγνωση και αντιμετώπιση των τοπικών ζητημάτων. Η
επιστημονική μελέτη αυτή δεν είναι «εργαστηριακή», «εσωστρεφής», «οχυρωμένη».
Είναι μελέτη ανοικτή στο κοινό, είναι μελέτη που συνδιαμορφώνεται από τους ίδιους
τους πολίτες και τις οργανώσεις τους, είναι ένα ανοικτό πεδίο συνεισφοράς και διαλόγου
μέσω του οποίου επιχειρείται η οικοδόμηση μιας άλλης αφήγησης για το παρελθόν, το
παρόν και το μέλλον των τοπικών κοινωνιών μας.
Με άξονα αυτές τις αρχές και αξίες, ενθαρρύνουμε τους δημότες, κατοίκους,
επαγγελματίες και ενεργούς φορείς της πόλης μας και γενικά της Δυτικής Αττικής να
συμμετέχουν με τις δυνάμεις τους για τη διάχυση πληροφορίας, να ενθαρρύνουν
πρωτοβουλίες παρέμβασης, να ενισχύσουν προσπάθειες συμμετοχικών και διερευνητικών
δραστηριοτήτων. Ιδιαίτερα στο πεδίο της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων,
καλούμε τους συντοπίτες μας να σκεφτούν τους δομικούς λόγους και μηχανισμούς
γένεσης των φαινομένων αυτών και να αξιολογήσουν τις παρεμβάσεις των τοπικών
αρχών (Δήμοι, Νομαρχία, Κεντρικές Υπηρεσίες) με κριτήριο την κοινωνική δικαιοσύνη.

Δεν αρκεί απλώς οι Δήμοι να καταγγέλλουν την έλλειψη κοινωνικής πολιτικής


από μέρους της Πολιτείας. Απαιτείται οι Δήμοι να αναδείξουν το δικό τους κοινωνικό
πρόσωπο μέσω αντίστοιχων προτεραιοτήτων στους προϋπολογισμούς και τις δράσεις
τους. Δυστυχώς, τα πρόσφατα δημοσιευθέντα επιχειρησιακά προγράμματα των Δήμων
της περιοχής μας δεν ενσωματώνουν τις αρχές της κοινωνικής και περιβαλλοντικής
αειφορίας, απλώς αποτελούν κακέκτυπα εταιρικών επιχειρησιακών σχεδίων και
ουσιαστικά απαρνούνται την ποικίλη φύση τους ως πολιτικών και κοινωνικών
οργανισμών. Η φτώχεια και οι κοινωνικές ανισότητες είναι πρωτίστως ζήτημα
πολιτικό. Χωρίς όμως ουσιαστικούς τοπικούς πολιτικούς οργανισμούς, ποιο το
μέλλον;

2.3. Το 2010 Ευρωπαϊκό Έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας: Ιδέες και
προτάσεις για τη Δυτική Αττική.
Η Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι εύχεται χρόνια πολλά και καλή χρονιά
σε όλους όσους συστηματικά συμβάλλουν στην ανάδειξη νέων ζητημάτων στον τοπικό
δημόσιο διάλογο ή στην προώθηση νέων προσεγγίσεων και παραδειγμάτων στη
διάγνωση και αντιμετώπιση αναγνωρισμένων προβλημάτων.

35
Πολύ φοβούμαστε ότι η αβεβαιότητα όσον αφορά το διοικητικό χάρτη της
τοπικής αυτοδιοίκησης (Καποδίστριας ΙΙ) αλλά και οι επερχόμενες εκλογές για την
ανάδειξη αιρετών συμβουλίων στους ΟΤΑ θα οδηγήσει είτε σε αδράνεια των τοπικών
πολιτικών συστημάτων είτε σε ανάδειξη όλων των γνωστών στερεοτύπων που
κυριαρχούν στις τοπικές εκλογές (πχ. εγκληματικότητα, κλείσιμο ρεμάτων, αύξηση
χρηματοδότησης).
Με την ευκαιρία της ανάδειξης του 2010 ως «Ευρωπαϊκού Έτους για την
καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού» και την κατάρτιση
εθνικού προγράμματος και με σκοπό να αναδειχθεί το θέμα της φτώχειας και της
περιθωριοποίησης ως μείζον θέμα στις τοπικές πολιτικές ημερήσιες διατάξεις,
προτείνουμε τα ακόλουθα:
α) Εκπόνηση και δημοσίευση απολογισμών των Δήμων της Δυτικής Αττικής για
τα κοινωνικά προγράμματα και τις κοινωνικές δράσεις τους με αναφορά σε δείκτες
αποτελεσμάτων και επιπτώσεων. Στους απολογισμούς αυτούς θα ήταν χρήσιμο να
περιλαμβάνεται καταγραφή και ανάλυση των κοινωνικών παρεμβάσεων των Δήμων,
ποσοτική τεκμηρίωση (πχ. πόσοι Δημότες υποστηρίχθηκαν με κοινωνικά βοηθήματα),
κριτήρια για την ανάληψη των όποιων δράσεων ή της παροχής αρωγής, καθώς και
αξιολόγηση των όποιων αποτελεσμάτων. Ο κοινωνικός απολογισμός αυτού του είδους θα
συμβάλλει στην εμπέδωση της τοπικής δημοκρατίας και λογοδοσίας, ενώ θα
λειτουργήσει και ως βάση δεδομένων για την τεκμηρίωση των ελλείψεων κοινωνικών
υποδομών και προγραμμάτων σε συνάρτηση με τα οξυμμένα κοινωνικά προβλήματα των
Δήμων της περιοχής μας.
β) Δέσμευση των Δήμων για την υιοθέτηση οριζόντιας αρχής κοινωνικής
ενσωμάτωσης στην κατάρτιση των ετήσιων προγραμμάτων δράσης, των προϋπολογισμών
και των τεχνικών προγραμμάτων. Με άλλα λόγια, η αρχή της κοινωνικής ενσωμάτωσης
δεσμεύει τα τοπικά πολιτικά συστήματα στη διάθεση των πόρων τους αλλά και των
δράσεων που αναλαμβάνουν με υποχρέωση λογοδοσίας για την εκτίμηση των
κοινωνικών επιπτώσεων. Για παράδειγμα, ποιο είναι το ποσοστό επί των δαπανών των
Δήμων που αφιερώνεται στις πολιτικές κοινωνικής ενσωμάτωσης και αλληλεγγύης; Σε
ποιο βαθμό τα τεχνικά προγράμματα συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των χωρικών και
κοινωνικών ανισοτήτων; Σε ποιο βαθμό τα επιχειρησιακά προγράμματα αξιοποιούν τα
διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής;

36
γ) Πρωτοβουλία των Δήμων για την ανάδειξη της πολυδιάστατης φύσης του
ζητήματος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού στις τοπικές κοινωνίες μέσα από
δράσεις ενημέρωσης, επικοινωνίας, διαβούλευσης κ.ά. Οι συνέργειες με ερευνητικά
κέντρα και ΜΚΟ θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην οικοδόμηση δικτύων για την
ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών αλλά και των δημόσιων αρχών που σχεδιάζουν
και εφαρμόζουν μέτρα κοινωνικής πολιτικής.
δ) Ενεργητική εμπλοκή των Δήμων στην εκπόνηση ερευνών και μελετών, αλλά
και ενσωμάτωσης των ερευνητικών πορισμάτων στη λήψη αποφάσεων, ιδιαίτερα μέσω:
- δημιουργίας βάσης δεδομένων με τα διαθέσιμα στοιχεία των εθνικών
ερευνητικών κέντρων (πχ. ΕΚΚΕ),
- συμμετοχής σε έρευνες και μελέτες στο συγκεκριμένο θεματικό πεδίο (η δράση
αυτή χρηματοδοτείται και από το εθνικό πρόγραμμα για το 2010), και
- τεκμηρίωσης των τοπικών δράσεων κοινωνικής αλληλεγγύης στη βάση των
ερευνητικών δεδομένων.
Καταληκτικά, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι οι Δήμοι διαδραμα-τίζουν ή
δύνανται να διαδραματίσουν έναν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στο σχεδιασμό και
την υλοποίηση δράσεων κοινωνικής πολιτικής μέσω των ευκαιριών χρηματοδότησης της
ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής αλλά και χρηματοδότησης από εθνικούς πόρους
(ΠΔΕ, Θησέας). Στη βάση όλων αυτών οικοδομούνται «τοπικά συστήματα πρόνοιας /
κοινωνικής αλληλεγγύης» που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των φαινομένων
κοινωνικού αποκλεισμού και περιθωριοποίησης.
Οι Δήμοι της Δυτικής Αττικής καλούνται, μεταξύ άλλων, να εργαστούν για την
οικοδόμηση τέτοιων τοπικών συστημάτων στη βάση των αρχών της αναγνώρισης
δικαιωμάτων, της κοινής ευθύνης και συμμετοχής, της κοινωνικής συνοχής και της
δέσμευσης για συγκεκριμένες δράσεις ενδυνάμωσης των πλέον ευάλωτων πληθυσμιακών
ομάδων. Το 2010 θα είναι μια καλή ευκαιρία αξιολόγησης των τοπικών πολιτικών
συστημάτων όσον αφορά τα συγκεκριμένα ζητήματα.

37
3. ΝΕΟΛΑΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.
3.1. Μαθητική διαρροή στη Δυτική Αττική: Κόλαφος!7
Συχνά στον τοπικό δημόσιο διάλογο γίνεται λόγος για την υποβάθμιση των
περιοχών της Δυτικής Αττικής, την εκτεταμένη παραβατικότητα και την αρνητική
συμβολή ορισμένων κοινωνικών ομάδων. Ωστόσο, μια εξωστρεφής, συμμετοχική και
κοινωνικά ευαισθητοποιημένη κοινότητα οφείλει να συγκεντρώνει τα διαθέσιμα
επιστημονικά δεδομένα και να τα ενσωματώνει τόσο στις τοπικές δράσεις αναπτυξιακού
χαρακτήρα όσο και στο «πλέγμα διεκδικήσεων» έναντι της κεντρικής Διοίκησης.
Αφορμή για το σημερινό άρθρο μας είναι πρόσφατη έρευνα του Παιδαγωγικού
Ινστιτούτου για τη σχολική διαρροή στις εκπαιδευτικές μονάδες της χώρας μας και
βασικό ερώτημά μας ποια η έκταση του σχετικού φαινομένου στη Δυτική Αττική.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας (www.pi-schools.gr ) για τη γενιά μαθητών
του Γυμνασίου 2003-2004, η Δυτική Αττική εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό
μαθητικής διαρροής (15,09%) και ακολουθεί η Ανατολική Αττική με 9,81%, η Α΄
Αθήνας με 9,11%, ο Πειραιάς με 8,5%, η Γ΄ Αθήνας με 7,14% , η Δ΄ Αθήνας με 4,37%
και τέλος, η Β΄ Αθήνας με 3,86%. Με άλλα λόγια, η Δυτική Αττική, όχι μόνο έχει το
υψηλότερο ποσοστό μαθητικής διαρροής αλλά και συγκριτικά με τις άλλες εκπαιδευτικές
περιφέρειες αποκλίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό (δεν υπάρχει άλλη περιφέρεια με
αντίστοιχο ποσοστό άνω του 10%!).
Τα στοιχεία για τη Δυτική Αττική είναι ακόμα πιο απαισιόδοξα και αρνητικά, αν
δούμε τη διαχρονική εξέλιξη του φαινομένου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μαθητικής
διαρροής (Γυμνάσιο) για τις γενιές μαθητών 1997-1998, 2000-2001 και 2003-2004, η
Δυτική Αττική ήταν η περιφέρεια με το μεγαλύτερο ποσοστό και στις τρείς γενιές
μαθητών, ωστόσο το ποσοστό αυτό εμφάνισε μείωση από 10,2% για τη γενιά 1997-1998
στο 9,2% για τη γενιά 2000-2001, για να καταλήξει στο τραγικό 15,09% στη γενιά 2003-
2004! Μεταξύ των Γυμνασίων (γενιά 2003-2004) με τα υψηλότερα ποσοστά μαθητικής
διαρροής στη χώρα βρίσκονται το 3ο Αχαρνών, Ζεφυρίου, 3ο Ασπροπύργου, 2ο και 3ο
Άνω Λιοσίων.
Λίγο καλύτερη ήταν η σχετική κατάσταση της Δυτικής Αττικής στη μαθητική
διαρροή σε επίπεδο Ενιαίων Λυκείων, αλλά και αυτή ανατράπηκε με τα τελευταία
στοιχεία: από 3,7% για τη γενιά 2000-2001 αυξήθηκε στο 4,9% για τη γενιά 2003-2004,

7
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1175, 19 Νοεμβρίου 2008, σελ. 4&8.

38
κατατάσσοντας τη Δυτική Αττική και πάλι στην κορυφή της μαθητικής διαρροής.
Μεταξύ των Ενιαίων Λυκείων της χώρας με τα μεγαλύτερα ποσοστά μαθητικής διαρροής
είναι το 3ο Άνω Λιοσίων, Ασπροπύργου και Νέας Περάμου. Τέλος, και τα στοιχεία για τη
μαθητική διαρροή είναι εξίσου αποθαρρυντικά για τη Δυτική Αττική, καθώς η σχετική
διαρροή παραμένει σταθερά γύρω στο 20% με το ΤΕΕ Άνω Λιοσίων να κατατάσσεται
μεταξύ των ΤΕΕ με τα υψηλότερα ποσοστά διαρροής στη χώρα.
Τα παραπάνω στοιχεία για τη Δυτική Αττική μπορούν να χρησιμεύσουν τόσο για
την ανάδειξη κοινωνικών προβλημάτων όσο και για την ανάγκη σχεδιασμού, υλοποίησης
και αξιολόγησης κατάλληλων δράσεων. Ειδικότερα, μπορούν να λεχθούν τα εξής:
α) Η σταθερή αρνητική πρωτιά της Δυτικής Αττικής (ειδικότερα των Άνω
Λιοσίων, του Ζεφυρίου και του Ασπροπύργου) στη μαθητική διαρροή και μάλιστα
ενισχυόμενη διαχρονικά καταδεικνύει την ύπαρξη παγιωμένων κοινωνικών ανισοτήτων
(που αντανακλώνται και στην εκπαίδευση). Σημαντική μερίδα της νεολαίας της περιοχής
μας εγκαταλείπει το σχολείο με αρνητικές συνέπειες τόσο για τους ίδιους προσωπικά όσο
και για την ευρύτερη κοινότητά μας. Σε προσωπικό επίπεδο, τα παιδιά αυτά στερούνται
μορφωτικού και εργασιακού κεφαλαίου με αποτέλεσμα την αύξηση της πιθανότητας
ανεργίας και κοινωνικού αποκλεισμού. Σε επίπεδο κοινότητας, το χαμηλό απόθεμα
μόρφωσης και δεξιοτήτων θα συμβάλει αρνητικά στην οικονομική και κοινωνική
ανάπτυξή της.
β) Η μαθητική διαρροή είναι ένα πολυπαραγοντικό κοινωνικό φαινόμενο. Η
έρευνα, ωστόσο, διακρίνει δυο βασικές κατηγορίες παραγόντων: τους παράγοντες που
συνδέονται με την οικογένεια των μαθητών (πχ., χαμηλή κοινωνική και οικονομική
κατάσταση, διαφορετική φυλή, έλλειψη στήριξης από γονείς, αρνητική στάση γονέων
έναντι σχολείου, αστάθεια οικογενειακού περιβάλλοντος, ανεργία) και τους παράγοντες
που σχετίζονται με το σχολείο και την εμπειρία των μαθητών (πχ., συγκρούσεις με
συμμαθητές, κακή σχολική επίδοση, αρνητική αντιμετώπιση μαθητών με πολιτισμικές
διαφοροποιήσεις, «μη ελκυστικό» σχολείο).
γ) Η αντιμετώπιση του φαινομένου της μαθητικής διαρροής απαιτεί εμπλοκή και
ενεργοποίηση ποικίλων παραγόντων: σχολικών μονάδων (ΥΠΕΠΘ), εκπαιδευτικών,
τοπικών κοινωνιών, δομών πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Βασική διαπίστωσή
μας είναι ότι τα σχολεία δεν διαθέτουν κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό για την
αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων που αναδύονται στην καθημερινή
λειτουργία τους. Απόδειξη προς τούτο αποτελεί η συμμετοχή και κατανομή ειδικού
επιστημονικού προσωπικού στις σχολικές μονάδες όλων των επιπέδων της χώρας μας.
39
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (2005-2006), η
παρουσία ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στις σχολικές μονάδες είναι από
ανύπαρκτη ως ελάχιστη. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι κοινωνικό λειτουργό διαθέτει
το 0,1% του συνόλου των σχολείων της χώρας και αναλυτικότερα το 0% των
Νηπιαγωγείων, το 0,1% των Δημοτικών, το 0,3% των Γυμνασίων, το 0,6% των Λυκείων
και το 0,2% των ΤΕΕ! Είναι εμφανές ότι η αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων
εντός των σχολείων συγκεντρώνει ελάχιστη μέριμνα εκ μέρους τόσο των φορέων της
Κεντρικής Διοίκησης όσο και των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι εκπαιδευτικοί
καλούνται σε καθημερινή βάση να αναλάβουν το ρόλο των ψυχολόγων, των κοινωνικών
λειτουργών και των στελεχών κοινοτικής ανάπτυξης με σίγουρα επιβαρυντικά
αποτελέσματα για τους ίδιους (πχ., ψυχολογική φθορά), αβέβαια αποτελέσματα για την
αντιμετώπιση των ίδιων των προβλημάτων και σίγουρα αρνητικά αποτελέσματα για την
εικόνα του σχολείου έναντι σημαντικής μερίδας των μαθητών.
δ) Η εφαρμογή προγραμμάτων ειδικά για τη σχολική διαρροή των Ρομ έχει
αναδείξει τη σημασία των κοινωνικών και θεσμικών παραγόντων στη δημιουργία και
διαιώνιση του προβλήματος. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Παπακωνσταντίνου
(«Εκπαιδευτικές ανισότητες και κοινωνικό περιθώριο», Ιωάννινα: 2007) και στη βάση
εμπειρικών στοιχείων για την ένταξη των παιδιών Ρομ στα σχολεία της χώρας «…τοπικές
αρχές, σύλλογοι ή ομάδες γονέων και εκπαιδευτικών, κάθε είδους ‘κοινωνικοί
παράγοντες’, διοικητικά στελέχη της εκπαίδευσης, διευθυντές σχολικών μονάδων και
εκπαιδευτικοί ενεργοποιούνται και αντιστέκονται ‘με τον τρόπο τους’, μέσα και έξω από
το σχολείο, ώστε οι πόρτες των σχολείων να είναι και να παραμείνουν κλειστές ή με άλλα
λόγια να μην αλωθούν από τους ‘διαφορετικούς’…».
ε) Η μαθητική διαρροή δεν αφορά μόνο τα παιδιά των πληθυσμιακών ομάδων με
πολιτισμικές ιδιαιτερότητες (Ρομ, μουσουλμάνοι Θράκης). Αφορά και τα παιδιά φτωχών
και αποστερημένων οικογενειών, τα παιδιά με αναπηρίες, τα παιδιά με παραβατική
συμπεριφορά, τα παιδιά- θύματα ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης. Αφορά ακόμα
και τα παιδιά οικογενειών που πιστεύουν ότι η πρόσκαιρη εισοδηματική άνεση (πχ.,
τουριστικές περιοχές της χώρας) είναι αρκετή για έναν αξιοπρεπή βίο, ενώ η
εκπαιδευτική προσπάθεια απαιτεί πολύ χρόνο και βαρύνεται με αβέβαια επαγγελματικά
αποτελέσματα.
στ) Κάποιοι ΟΤΑ της χώρας έχουν εισάγει κάποιου είδους κοινωνικά
προγράμματα για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων εντός του σχολείου ή
με αφορμή ο σχολείο. Ωστόσο, τα προγράμματα αυτά είναι ποσοτικά και γεωγραφικά
40
ανεπαρκή (συχνά δε λειτουργούν σε Δήμους με μεσαίο και υψηλό κοινωνικοοικονομικό
προφίλ, όπως η Κηφισιά, και το Μαρούσι). Είναι ανησυχητικό ότι στα επιχειρησιακά
προγράμματα των Δήμων με αυξημένα ποσοστά μαθητικής διαρροής δεν υπάρχει
αντίστοιχος προβληματισμός!
Με βάση όλα τα παραπάνω, θα μπορούσαμε ίσως να δούμε πιο σφαιρικά την
ύπαρξη σχολικών μονάδων που μετατρέπονται σε μονάδες αποκλειστικά παιδιών Ρομ με
αρνητικές συνέπειες για την κοινωνική ενσωμάτωσή τους. Αν σε ένα βαθμό η εξέλιξη
αυτή αποκαλύπτει την ύπαρξη φαινομένων κοινωνικού και θεσμικού ρατσισμού, άλλο
τόσο αποκαλύπτει και την ανυπαρξία κοινωνικών δομών εντός του σχολείου και της
κοινότητας για το διαπολιτισμικό διάλογο και την εκπαίδευση με βάση τα ανθρώπινα
δικαιώματα. Με άλλα λόγια, πρεσβεύω ότι ένα σημαντικό τμήμα των γονέων που
απομακρύνουν τα παιδιά τους από τα σχολεία στα οποία φοιτούν παιδιά Ρομ δεν είναι
κινούνται από ρατσιστική διάθεση αλλά φόβο έναντι της ανυπαρξίας δομών για τη
διαχείριση του πολυπολιτισμικού περιβάλλοντος εντός των σχολείων. Και ασφαλώς η
διαχείριση αυτού του περιβάλλοντος δεν γίνεται με πατερναλιστικό τρόπο, ηθολογικού
χαρακτήρα παραινέσεις, στιγματισμό και ‘ασκήσεις πειθαρχίας’ σε μαθητές του
Δημοτικού. Μάλλον η αποδοχή, η κατανόηση, η παροχή κινήτρων, και πρωτίστως, το
προσωπικό μας παράδειγμα μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία γεφυριών
επικοινωνίας, συνεργασίας και αλληλεγγύης.

3.2. Εκπαιδευτικές ανισότητες και Δυτική Αττική: Τάση περαιτέρω όξυνσης!


Σε συνέχεια άρθρου μας για τη σχολική διαρροή στη Δυτική Αττική (βλέπε
ΘΡΙΑΣΙΟ, φ.1175, 19-11-2008, σελ. 4 & 8) και δεδομένης της μη ανάδειξης του θέματος στα
τοπικά πολιτικά συστήματα (είτε γιατί θεωρούν ότι το θέμα αφορά μόνο την Κεντρική
Διοίκηση είτε γιατί δεν θεωρούν ότι είναι σημαντικό θέμα είτε γιατί θεωρούν ότι υπάρχει
βελτίωση!), επανερχόμαστε με τα ευρήματα νεότερης έρευνας για τις κοινωνικές
ανισότητες στην Ελλάδα (στοιχεία σε επίπεδο νομαρχιών) που εκπονήθηκε από το
Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ. Τα νεότερα στοιχεία
αφορούν την περίοδο 2004-2007 και προσφέρουν συγκριτικά στοιχεία για τις επιδόσεις
των νομαρχιών.
Όπως και στο προηγούμενο άρθρο μας για την περίοδο 1997-2004, έτσι και τώρα
η Δυτική Αττική παρουσιάζει μια από τις χειρότερες θέσεις στο πεδίο της συγκράτησης
του μαθητικού πληθυσμού στο σχολείο (ή στην αποτροπή της σχολικής διαρροής).
Συγκεκριμένα, όσον αφορά την εκπαίδευση στο Δημοτικό, ο δείκτης συγκράτησης

41
μαθητικού πληθυσμού στη Δυτική Αττική παρουσιάζει τη χαμηλότερη τιμή στην Ελλάδα
(2006-2007) αλλά και τη μεγαλύτερη αρνητική εξέλιξη την περίοδο 2004-2007 (-12,9%).
Με άλλα λόγια, η Δυτική Αττική όχι μόνο καταλαμβάνει τη χειρότερη θέση μεταξύ των
νομαρχιών της χώρας (ακολουθούν οι νομαρχίες Ξάνθης, Ροδόπης, Ηλείας, Τρικάλων,
Βοιωτίας, Λακωνίας, Ημαθίας) αλλά γνωρίζει και διαχρονική υστέρηση. Η αξιολόγηση της
κατάστασης είναι ακόμα πιο ζοφερή αν αναλογιστούμε ότι δείκτης συγκράτησης του
μαθητικού πληθυσμού του δημοτικού στο σύνολο της χώρας παρουσίασε αύξηση
(βελτίωση) κατά 1,2% την τριετία 2005-2007, ενώ η Δυτική Αττική συνεχίζει να
αποκλίνει!
Όσον αφορά την εκπαίδευση στο Γυμνάσιο, ο δείκτης συγκράτησης μαθητικού
πληθυσμού στη Δυτική Αττική παρουσιάζει τη χαμηλότερη τιμή στην Ελλάδα (2006-
2007) αλλά και τη μεγαλύτερη αρνητική εξέλιξη την περίοδο 2004-2007 (-19,1%). Με
άλλα λόγια, η Δυτική Αττική όχι μόνο καταλαμβάνει τη χειρότερη θέση μεταξύ των
νομαρχιών της χώρας (ακολουθούν οι νομαρχίες Ροδόπης, Ηρακλείου, Λευκάδος,
Ξάνθης, Κέρκυρας, Λασιθίου) αλλά γνωρίζει και διαχρονική υστέρηση. Η αξιολόγηση της
κατάστασης είναι ακόμα πιο ζοφερή αν αναλογιστούμε ότι δείκτης συγκράτησης του
μαθητικού πληθυσμού του δημοτικού στο σύνολο της χώρας παρουσίασε αύξηση
(βελτίωση) κατά 2,8% την τριετία 2005-2007, ενώ η Δυτική Αττική συνεχίζει να
αποκλίνει!
Όσον αφορά την εκπαίδευση στο Λύκειο, ο δείκτης συγκράτησης μαθητικού
πληθυσμού στη Δυτική Αττική παρουσιάζει μια από τις χαμηλότερες τιμές στην Ελλάδα
(2006-2007). Στο επίπεδο του μαθητικού πληθυσμού Λυκείου, η Δυτική Αττική ακολουθεί
τη γενικότερη υστέρηση του δείκτη συγκράτησης αφού αυτός γνώρισε μείωση κατά 13,2%
στο σύνολο της χώρας τη περίοδο 2005-2007.
Η αξιολόγηση της κατάστασης είναι ακόμα πιο ζοφερή αν αναλογιστούμε ότι
δείκτης συγκράτησης του μαθητικού πληθυσμού του Λυκείου στο σύνολο της χώρας
παρουσίασε αύξηση (βελτίωση) κατά 2,8% την τριετία 2005-2007, ενώ η Δυτική Αττική
συνεχίζει να αποκλίνει! Ο δείκτης πρόσβασης των αποφοίτων Ενιαίου Λυκείου στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση στη Δυτική Αττική παρουσιάζει μια από τις χαμηλότερες τιμές
στην Ελλάδα (2006-2007) αλλά και σημαντική αρνητική εξέλιξη την περίοδο 2004-2007.
Μεταξύ των νομών που υπολείπονται περιλαμβάνονται αυτοί της Σάμου, της Ροδόπης,
των Κυκλάδων και της Κέρκυρας.
Και ενώ θα περίμενε ο παρατηρητής στη βάση των προαναφερομένων ευρημάτων
ότι η Δυτική Αττική (και νομαρχίες με παρόμοια χαρακτηριστικά) θα υποστηρίζονται
42
χρηματοδοτικά στο πλαίσιο της κεντρικής εκπαιδευτικής πολιτικής με περισσότερους
πόρους ανά μαθητή, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο! Ο δείκτης χρηματοδότησης της
πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (πραγματοποιηθείσες δαπάνες
τακτικού προϋπολογισμού ΥΠΕΠΘ ανά μαθητή) παρουσιάζει στη Δυτική Αττική τιμές
κάτω του μέσου όρου της χώρας (14,4 ευρώ το 2004-2005 έναντι 16,4 στο σύνολο της
χώρας). Ακόμα χειρότερα, αυτός ο χαμηλός δείκτης καταγράφει αρνητική εξέλιξη την
περίοδο 2006-2007 της τάξης του 54,8% (!). Με άλλα λόγια, αντί της έντασης της
χρηματοδοτικής υποστήριξης, καταγράφεται απόσυρση και περαιτέρω υποβάθμιση. Η
εξέλιξη αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση και με τη γενική τάση αύξησης του εν λόγω
δείκτη στο σύνολο της χώρας: από 16,4 το 2005 στο 27,6 το 2007 (αύξηση κατά 68,2%).
Η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων στον εκπαιδευτικό τομέα γίνεται ακόμα πιο
εμφανής αν αναλογιστούμε την αύξηση των ιδιωτικών δαπανών των νοικοκυριών για
την εκπαίδευση ανά νομαρχία. Η Δυτική Αττική κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις
σε σχέση με το μέσο όρο της χώρας, καταγράφοντας μάλιστα και αυξητική πορεία την
περίοδο 2004-2007!
Ο συνολικός εκπαιδευτικός δείκτης (μέση τομή δεικτών υλικοτεχνικής
υποδομής, προσωπικού, επίδοσης και συγκράτησης μαθητικού πληθυσμού) μας δίνει μια
πιο σφαιρική εικόνα για την κατάσταση στη Δυτική Αττική. Στη δημοτική εκπαίδευση, η
Δυτική Αττική καταγράφει την τρίτη χειρότερη τιμή (48,4 έναντι 70,1 της χώρας την
περίοδο 2006-2007, με χειρότερες τιμές μόνο στις νομαρχίες Ξάνθης και Ηλείας) χωρίς
αξιόλογα σημάδια βελτίωσης από το 2004. Είναι χαρακτηριστικό των ανισοτήτων στην
Περιφέρεια της Αττικής ότι οι αντίστοιχες τιμές του δείκτη στην Ανατολική Αττική, στην
Αθήνα και στον Πειραιά είναι διπλάσιες αυτών στη Δυτική Αττική! Στη γυμνασιακή
εκπαίδευση, η Δυτική Αττική καταγράφει τη δεύτερη χειρότερη τιμή του δείκτη (33,9
έναντι 63,7 στη χώρα) με τάση υποβάθμισης από χρόνο σε χρόνο (το 2004 ήταν 36,5).
Στη λυκειακή εκπαίδευση, επίσης η Δυτική Αττική κατέχει μια από τις χειρότερες θέσεις
(45,6 το 2007 έναντι 57,4 στη χώρα) και με τάση μάλιστα υποβάθμισης (-9,6 μεταξύ
2005-2006 και 2006-2007).

Τόσο η δυσμενής θέση της Δυτικής Αττικής συγκριτικά με τις άλλες νομαρχίες
της χώρας, όσο και η διαχρονική χειροτέρευση που καταγράφει σε σειρά εκπαιδευτικών
δεικτών (πχ. συγκράτηση μαθητών στο σχολείο, χρηματοδότηση) αντανακλά
διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της εκπαιδευτικής πολιτικής αλλά και δομικές αδυναμίες
των τοπικών πολιτικών συστημάτων. Αναλυτικότερα, η εκπαιδευτική πολιτική της χώρας
43
φαίνεται να ενισχύει τις ήδη υφιστάμενες εκπαιδευτικές (=κοινωνικές) ανισότητες αφού
υποχρηματοδοτεί συστηματικά τις εκπαιδευτικές μονάδες της Δυτικής Αττικής.
Επιπλέον, η ανυπαρξία δημόσιων κοινωνικών υποστηρικτικών δομών και προγραμμάτων
για τη στήριξη (οικονομική, κοινωνική, μορφωτική) των μαθητών της Δυτικής Αττικής
(και κάθε περιοχής με οξυμμένα κοινωνικά προβλήματα) απλώς συμβάλλει στην
αναπαραγωγή των ανισοτήτων και στη διαιώνιση του φαύλου κύκλου «φτώχεια-
αναλφαβητισμός/ χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο- εργασιακή ανασφάλεια-φτώχεια-
περιορισμένοι πόροι για εκπαίδευση». Είναι χαρακτηριστικό επίσης του τοπικού φαύλου
κύκλου ότι καταγράφεται σημαντική μείωση των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στην
περιοχή και είναι κάτοχοι μεταπτυχιακών ή διδακτορικών τίτλων σπουδών.
Στη διαιώνιση του φαύλου κύκλου φαίνεται όμως ότι συμβάλλουν και τα τοπικά
πολιτικά συστήματα! Πρώτον, το θέμα της εκπαίδευσης και αναβάθμισής της βρίσκεται
είτε υποβαθμισμένο στην πολιτική ημερήσια διάταξη ή εντελώς στρεβλά τιθέμενο.
Συνήθως, οι όποιες πρωτοβουλίες εξαντλούνται σε κάποια κτιριακά προβλήματα ή στην
ύπαρξη των κακών Ρομά και Αλβανών που εμποδίζουν την εκπαιδευτική και μορφωτική
πρόοδο των παιδιών μας! Τέτοια στρέβλωση ή τέτοια παραπλάνηση. Οι αποδιοπομπαίοι
τράγοι δυστυχώς δεν μπορούν να αμυνθούν ούτε να καταδείξουν με σαφήνεια τις αιτίες
των τοπικών φαύλων κύκλων υπο-εκπαίδευσης.
Δεύτερον, τα τοπικά πολιτικά συστήματα θεωρούν ότι δεν έχουν μερίδιο ευθύνης
για την εκπαιδευτική πολιτική. Σωστά, στο βαθμό που η εκπαίδευση ταυτίζεται με τη
σχολική εκπαίδευση. Ωστόσο, στην κοινωνία της δια βίου μάθησης, ποικίλες
πρωτοβουλίες και δομές εγκαινιάζονται για την διάδοση και την προώθηση της
κατάρτισης, της συμμετοχής στην έρευνα κ.ά. Επιπρόσθετα, οι κοινωνικές
υποστηρικτικές υπηρεσίες αναπτύσσονται σε τοπικό επίπεδο και θα μπορούσαν να
ασχοληθούν με το θέμα της σχολικής διαρροής (διάγνωση προβλήματος, στήριξη
μαθητών και οικογενειών).
Τρίτον, τα τοπικά πολιτικά συστήματα συχνά επικαλούνται την έλλειψη πόρων
για την ανάληψη παρόμοιων πρωτοβουλιών. Είμαστε ιδιαίτερα «καχύποπτοι» με το
επιχείρημα δεδομένου ότι δεν υφίσταται αξιολόγηση των δαπανών των τοπικών
πολιτικών συστημάτων. Για παράδειγμα, οι ετήσιες επιχορηγήσεις των Δήμων σε
αθλητικά σωματεία και διάφορους συλλόγους αρκούν (έστω και ένα τμήμα τους) για τη
συγκρότηση σχολικής Κοινωνικής Υπηρεσίας για την παροχή κοινωνικών
υποστηρικτικών υπηρεσιών στους μαθητές της περιοχής τους.

44
Τέταρτον, τα τοπικά πολιτικά συστήματα πάσχουν από το σύνδρομο του
βραχυπροθεσμισμού. Με άλλα λόγια, πολιτικές για την κοινωνική στήριξη μαθητών με
σκοπό τη βελτίωση των εκπαιδευτικών σταδιοδρομιών απαιτούν χρόνο, σχέδιο,
φαντασία, συνεργασίες και κινητοποίηση πόρων (ανθρώπινων και υλικών) με
μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Τα τοπικά πολιτικά συστήματα
απαιτούν όμως άμεσα και απτά αποτελέσματα, ικανά να μεταφραστούν σε ψήφους
(βραχυπρόθεσμα οφέλη). Οι πιο «πονηροί» δε από εμάς σκέπτονται και το άλλο: μήπως
τέτοιου είδους πολιτικές ευνοούν πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι Ρομά; Μήπως τέτοιες
πολιτικές καταλήξουν «μπούμερανγκ» για όσους τις υιοθετούν δεδομένης της μάζας
συνδημοτών που υποστηρίζουν πολιτικές προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση (πχ.
διαχωρισμός των Ρομά);
Πέμπτον, τα τοπικά πολιτικά συστήματα παρουσιάζουν σύνδρομο περιχαράκωσης.
Αναπτύσσουν λογικές οχύρωσης σε στερεότυπα και πρακτικές εσωστρέφειας, αρνούνται
την ύπαρξη προβλημάτων ή τους προσδίνουν μια επιφανειακή διάσταση (πχ. φταίνε οι
πολλοί αλλοδαποί μαθητές), δεν συμβιβάζονται με την ιδέα συνεργασίας με ΜΚΟ,
Ανεξάρτητες Αρχές, ομάδες εκπαιδευτικών με εναλλακτικές προσεγγίσεις, ενώ
«βολεύονται» στην έμφαση σε ζητήματα σχολικής παραβατικότητας. Για παράδειγμα,
Δήμαρχοι εμφανίζονται να πρωτοστατούν για την ομαλοποίηση της σχολικής ζωής όταν
αυτή διαταράσσεται από κάποιο συμβάν βίας, αλλά κωφεύουν στις εκκλήσεις που
αφορούν την ανυπαρξία κοινωνικών δομών, υποστηρικτικών προγραμμάτων, και την
ανάγκη στήριξης οικογενειών που απειλούνται με αποκλεισμό κ.ά.
Καταληκτικά, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η Δυτική Αττική, παρά τα
συγκριτικά πλεονεκτήματά της, βιώνει έναν διαχρονικό «ρατσισμό» σε όλα τα επίπεδα:
κοινωνικό, οικονομικό, εκπαιδευτικό, περιβαλλοντικό και χωροταξικό. Η υποβάθμιση
είναι πολυδιάστατη, καλά εμπεδωμένη και βαθιά ριζωμένη. Τόσο τα σύγχρονα
ερευνητικά δεδομένα όσο και η μελέτη της λειτουργίας των τοπικών πολιτικών
συστημάτων ενισχύουν τη διαπίστωση περί ύπαρξης τάσης περαιτέρω υποβάθμισης. Οι
τοπικές κοινωνίες οφείλουν να ανακαλύψουν τρόπους απεγκλωβισμού από τον τοπικό
φαύλο κύκλο, εάν επιθυμούν σοβαρά ένα βιώσιμο και αξιοβίωτο αύριο.

3.3. Παγκόσμια ημέρα νεότητας: Και η Δυτική Αττική «σπαταλά» τα παιδιά


της!
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας για τη Νεότητα και δεδομένης της
τρέχουσας κοινωνικής κρίσης στις περιοχές της Δυτικής Αττικής (ανεργία,

45
υποαπασχόληση, σχολική διαρροή, κοινωνικός αποκλεισμός), νιώθουμε την ανάγκη να
επισημάνουμε την έλλειψη πολιτικής για τη νεολαία και αντίστοιχων υπηρεσιών και
προγραμμάτων στην περιοχή μας . Η έλλειψη αυτή συνιστά ένα διττό παράδοξο αν
αναλογιστούμε ότι: α) σε συνθήκες δημογραφικής γήρανσης οι Δήμοι της Δυτικής
Αττικής παρουσιάζουν μια «θετική απόκλιση» με υψηλό ποσοστό νέων και β)
αναγνωρίζεται ότι η νέα γενιά αποτελεί την κοινωνική επένδυση για την αυριανή πρόοδο
και ευημερία. Φαίνεται ότι τα προβλήματα και οι προοπτικές της νεολαίας μας δεν
αποτελούν προτεραιότητα των τοπικών πολιτικών συστημάτων.
Τα τέσσερα βασικά προβλήματα
1. Οι νέοι της Δυτικής Αττικής αντιμετωπίζουν αρνητικά εις βάρος τους
στερεότυπα που συνδέονται με τις περιοχές μας. «Η αποθήκη ναρκωτικών- Ζεφύρι», «το
μαφιόζικο Μενίδι», «η γυφτούπολη- Άνω Λιόσια» και πολλά άλλα αποτελούν ένα
ενδεικτικό κατάλογο των εν λόγω στερεοτύπων που συμβάλλουν στην αναπαραγωγή
ρατσιστικών λόγων και πρακτικών.
2. Οι νέοι της Δυτικής Αττικής αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά σχολικής
διαρροής. Με άλλο λόγια, ένα σημαντικό ποσοστό νέων ανθρώπων δεν καταφέρνει να
ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του. Ως αποτέλεσμα, εισέρχονται στον οικονομικό
και κοινωνικό στίβο με μειονεκτήματα και με περιορισμένες πιθανότητες
κοινωνικοοικονομικής ανόδου. Το συνολικό «κοινωνικό κεφάλαιο» της περιοχής και η
οικοδόμηση κοινοτήτων εμπιστοσύνης παραμένουν ζητούμενα.
3. Οι νέοι της Δυτικής Αττικής αντιμετωπίζουν μια αξιοσημείωτη
ανεπάρκεια κοινωνικών υποδομών. Ανυπαρξία Κέντρων Νεότητας, ανυπαρξία
οριζόντιων δράσεων για την ενθάρρυνση και συμμετοχή των νέων στην τοπική
κοινότητα, ανυπαρξία προγραμμάτων ενίσχυσης της έρευνας, της καινοτομίας και των
δεξιοτήτων. Οι Δήμοι «βουλιάζουν» από υποδομές για την εξυπηρέτηση άλλων
πληθυσμιακών ομάδων και την ικανοποίηση κάθε είδους προτίμησης (πχ. παροχή
έκτασης για οικοδόμηση ιερών ναών) αλλά δεν διαθέτουν υποδομές και κέντρα για την
ικανοποίηση των αναγκών και των προβλημάτων των νέων (πχ. κέντρα υποστήριξης
νέων, προγράμματα παροχής νομικής βοήθειας, προγράμματα εργασιακής
σταδιοδρομίας).
4. Οι νέοι της Δυτικής Αττικής επιβαρύνονται δυσανάλογα από το
περιβαλλοντικό κόστος της συγκέντρωσης οχλουσών οικονομικών και άλλων
δραστηριοτήτων (πχ. χωματερές). Αναφέρονται συχνά στον τύπο ευρήματα ερευνητών

46
για αυξημένες πιθανότητες συγκεκριμένων νοσημάτων, ενώ η συνολική περιβαλλοντική
υποβάθμιση αποτελεί αρνητικό δείκτη για την τοπική ποιότητα ζωής.
Τα τέσσερα αυτά βασικά προβλήματα – στενά συνδεδεμένα- συνιστούν έναν
φαύλο κύκλο που δυναμιτίζει την τοπική κοινωνική συνοχή. Ωστόσο, τα αυτά
προβλήματα- «θέματα» δεν αποτελούν προτεραιότητα των τοπικών πολιτικών
συστημάτων. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, τα τοπικά πολιτικά συστήματα φαίνεται να
επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Για παράδειγμα, Δήμοι δεν
«ενδιαφέρονται» ή «δεν μπορούν» να παρακολουθήσουν τις ευκαιρίες για σχεδιασμό και
υλοποίηση προγραμμάτων υπέρ της νεολαίας. Δήμοι δεν έχουν αναπτύξει κανένα
πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας αλλά και της
παραβατικότητας με θύματα τους νέους (πχ. ενδοοικογενειακή βία). Δήμοι
αναπαραγάγουν τα αρνητικά στερεότυπα για τις περιοχές μας επιβαρύνοντας και
στιγματίζοντας τους νέους μας. Δήμοι δεν δέχονται ότι οι νέοι άνθρωποι διεκδικούν με
αξιοπρέπεια και αρνούνται να συμμετέχουν στο δημόσιο διάλογο μέσα από «δοτούς και
περιορισμένους διαμεσολαβητές». Δήμοι και παράγοντες αυτών νομίζουν ότι πίσω από
το «φάντασμα των κακών άλλων» μπορούν να κρύβουν εσαεί σκοπιμότητές, ανεπάρκειες
και έλλειψη ιδεών.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνέχιση της άγνοιας και παραμέλησης των αναγκών
των νέων στις περιοχές μας αποτελεί αρνητικό οιωνό για τις προσπάθειες τοπικής
κοινωνικής και οικονομικής προόδου, καλούμε τα τοπικά πολιτικά συστήματα:
 να δώσουν προτεραιότητα στα ζητήματα της νεολαίας και των προβλημάτων της,
 να εισάγουν ανάλογα προγράμματα και να δημιουργήσουν αντίστοιχες υπηρεσίες,
 να αξιολογήσουν τις μέχρι σήμερα πολιτικές τους με κριτήριο των αντίκτυπό τους
στη νεολαία,
 να σκεφτούν τις αρνητικές συνέπειες από την αναπαραγωγή των στερεοτύπων,
και
 να αγκαλιάσουν το σύνολο των νέων τους.

3.4. Οι νέοι των φτωχογειτονιών: στερεότυπα και στρατηγικές παρέμβασης.


Οι πρόσφατες ταραχές στα προάστια του Παρισιού (Οκτώβριος 2005) και σε
άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναδεικνύουν την ανάγκη εξέτασης ειδικά των νεανικών
πληθυσμών σε γειτονιές χαμηλών εισοδημάτων, πολλαπλών στερήσεων και ανεπαρκών
ευκαιριών ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Η ύπαρξη θυλάκων ακραίας φτώχειας και

47
αποκλεισμών στην Ελλάδα συσχετίζεται συνήθως με την γκετοποίηση των Ρομά σε
συγκεκριμένες αστικές περιοχές (π.χ., Άνω Λιόσια, Ζεφύρι) και την χωρική κατανομή
παλιννοστούντων ομογενών (κυρίως από την πρώην ΕΣΔΔ (πχ., Αχαρναί, Ασπρόπυργος).
Οι παραπάνω περιοχές συνολικά και οι νεανικοί πληθυσμοί τους ειδικότερα
έρχονται αντιμέτωποι με τον διάχυτο κοινωνικό ρατσισμό αλλά και με φαινόμενα
θεσμικού ρατσισμού. Ο στιγματισμός τους είναι διαδεδομένος τόσο μεταξύ κατοίκων των
ευρύτερων αστικών κέντρων στα οποία διαβιούν όσο και μεταξύ του γενικού πληθυσμού
της χώρας. Χαρακτηριστικές αναφορές κάνουν λόγο για: «απαγορευμένη πόλη», «πόλη
σε ομηρία», «γκέτο», «χώρος και φωλιά κάθε είδους κακοποιών», «βασίλειο των
ναρκωτικών», «εγκαταλελειμμένη πόλη», «Το Μενίδι έγινε ρωσική βάση» κ.ά.8 Το πιο
διαδεδομένο στερεότυπο αναφέρεται στην ταύτιση των νέων των παραπάνω περιοχών με
τη βία και την εγκληματικότητα.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης μέσω του Τμήματος για την ανάπτυξη της κοινωνικής
συνοχής προσφέρει μια καλή πρακτική για την αποδόμηση των παραπάνω στερεοτύπων,
την αποσαφήνιση των φαινόμενων, την κατανόηση των αναγκών των νέων στις
φτωχογειτονιές, την ανάδειξη του χάσματος μεταξύ των αναγκών των νέων και της
ικανότητας και ανταπόκρισης της κοινωνίας στις ανάγκες τους, καθώς και την πρόταση
κατάλληλων στρατηγικών και προσεγγίσεων στις πολιτικές για τους νέους.9
Η προτεινόμενη στρατηγική του Συμβουλίου της Ευρώπης θα μπορούσε να
ακολουθηθεί από τις Κοινωνικές Υπηρεσίες και τα κοινωνικά προγράμματα όλων των
επιπέδων διοίκησης (δημοτικό-κοινοτικό, νομαρχιακό, περιφερειακό, εθνικό), καθώς και
από ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο χώρο. Η στρατηγική αυτή
επικεντρώνεται στην ανάλυση και αποδόμηση των στερεοτύπων για τους νέους των
παραπάνω περιοχών ως βασικό εργαλείο οικοδόμησης μιας ολιστικής προσέγγισης
πρόληψης.
Η αποδόμηση των στερεοτύπων αποτελεί, σύμφωνα με το Συμβούλιο της
Ευρώπης, απαραίτητο στοιχείο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας δυναμικής
κοινωνικής πολιτικής για τους νέους, βασικοί πυλώνες της οποίας είναι η εταιρικότητα
και η συμμετοχικότητα όλων των επιπέδων και κλάδων (τοπικών και εθνικών, δημοσίων
και ιδιωτικών), η συμμετοχή των παιδιών και των εφήβων στη διαδικασία λήψης

8
Οι αναφορές αυτές έχουν αντληθεί από δημοσιεύματα του τύπου και σχετικές συζητήσεις στη Βουλή των
Ελλήνων. Βλέπε χαρακτηριστικά Μπουρίκος Δ., «Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη. Ανατρέποντας
τα στερεότυπα (α), Θριάσιο, 918, 22/10/2007, σελ.8.
9
Council of Europe, “Young people from lower-income neighborhoods”. Guide to new policy approaches,
Council of Europe, Belgium, 2007.

48
αποφάσεων και την ανάπτυξη πολιτικών, τα μέτρα και τις πολιτικές για την υποστήριξη
των γονέων και των οικογενειών, την προώθηση της επίσημης και άτυπης εκπαίδευσης,
την υποστήριξη των νέων στη μετάβαση από το σχολείο στην απασχόληση, τον
εμπλουτισμό της ελεύθερης ώρας, τη συμπερίληψη των θεμάτων φύλου και των
ζητημάτων βελτίωσης των συνθηκών για τα «παιδιά του δρόμου».10
Η ανάλυση, αποδόμηση και τελικά η υπέρβαση των στερεοτύπων για τη
συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα είναι σημαντική ως εργαλείο «απονομιμοποίησης»
των ιδεολογικών εμποδίων που καθιστούν δύσκολη την προσπάθεια κατανόησης των
αιτιών των κοινωνικών προβλημάτων (πχ., παραβατική συμπεριφορά) και την
αναγνώριση των αλλαγών που απαιτούνται.
Τα στερεότυπα γενικά αναλύονται στη βάση των τεσσάρων διαστάσεων της
ευημερίας (σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης): ισοτιμία στο σεβασμό των
δικαιωμάτων, αξιοπρέπεια και αναγνώριση, αυτονομία και προσωπική, οικογενειακή και
επαγγελματική πραγμάτωση, καθώς και συμμετοχή.11 Τα γενικά στερεότυπα για ευάλωτες
ομάδες του πληθυσμού αναφέρονται και στις τέσσερις διαστάσεις της ευημερίας και
καταλήγουν στη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου και μιας αλυσίδας επάλληλων
στερεοτύπων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα στερεοτύπων είναι τα εξής : «αυτοί (ενν. οι
ευάλωτες ομάδες, πχ., νέοι, Ρομά) εκμεταλλεύονται το σύστημα» (διάσταση ισοτιμίας
δικαιωμάτων), «αυτοί δεν σέβονται τίποτα και δεν έχουν αξίες» (διάσταση αξιοπρέπειας
και αναγνώρισης), «αυτοί είναι τεμπέληδες και δεν κάνουν καμία προσπάθεια» (διάσταση
αυτονομίας και προσωπικής ανάπτυξης), «αυτοί είναι ανεύθυνοι και δεν νοιάζονται
καθόλου» (διάσταση συμμετοχής).
Τα συγκεκριμένα στερεότυπα προσλαμβάνουν μια γενικότερη μορφή και
αποτελούν βάση για ανάλογα επιχειρήματα, συμπεράσματα για την δικαιολογία επιβολής
κυρωτικών / τιμωρητικών μέτρων και τη δικαιολογία της ανάγκης για την επιβολή
τέτοιων μέτρων.12 Στην περίπτωση των νέων στις φτωχογειτονιές, αναγνωρίζεται ως
γενικότερο στερεότυπο ότι «αυτοί δεν έχουν σεβασμό για τίποτα και δεν έχουν αξίες» που
παίρνει πιο συγκεκριμένη μορφή ως «αυτοί δεν έχουν καμία έγνοια για τους κοινωνικούς
κανόνες». Το επιχείρημα στήριξης των παραπάνω στερεοτύπων αναφέρεται στο ότι «οι
νέοι αυτοί καταλαμβάνουν τους δημόσιους χώρους» ενώ δικαιολογητική βάση για τη
10
Council of Europe, Young people from lower-income neighbourhoods. Guide to new policy approaches,
Council of Europe, 2007, 66-67.
11
Βλέπε αναλυτικότερα Council of Europe, Concerted development of social cohesion indicators.
Methodological guide, Council of Europe, 2005.
12
Council of Europe, Young people from lower-income neighbourhoods. Guide to new policy approaches,
Council of Europe, 2007, 74-75.

49
δικαιολογία θέσπισης τιμωρητικών μέτρων είναι ότι «αυτοί καθιστούν τους δημόσιους
χώρους ανασφαλείς και επικίνδυνους». Η διαπίστωση ότι «η αστυνομία δεν μπορεί να
εισέλθει στους παραπάνω χώρους» ενδυναμώνει ακόμα περισσότερο την ανάγκη για τη
λήψη κατασταλτικών μέτρων.13
Η στρατηγική «αλλαγής παραδείγματος», δηλαδή υπέρβασης των στερεοτύπων,
προωθείται μέσω ενός ανοιχτού διαλόγου για την κοινωνική ευημερία των διαφόρων
ομάδων και της κοινότητας συνολικά, της αποκωδικοποίησης των υπαρχόντων
στερεοτύπων, της αποδόμησης των υπαρχόντων στερεοτύπων και της εισαγωγής νέων
προοπτικών λαμβάνοντας υπόψη τις ικανότητες των συμμετεχόντων στην προώθηση ενός
κοινού σχεδίου. Η αποκωδικοποίηση και αποδόμηση των στερεοτύπων αναφέρεται
κυρίως στην εξέταση της εγκυρότητάς τους και την αποσαφήνιση των αιτιών δημιουργίας
τους.
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα των νέων, το στερεότυπο ότι «εκμεταλλεύονται το
σύστημα» συναντά ως κριτήριο εγκυρότητας την ερώτηση «Ποιος ωφελείται από ποιόν»
και η αναζήτηση των αιτιών κινείται γύρω από την ιδέα ότι «η έλλειψη ισοτιμίας
συνεπάγεται έλλειψη πόρων και ευκαιριών». Το στερεότυπο ότι «δεν έχουν σεβασμό για
τίποτα και αξίες» συναντά ως κριτήριο εγκυρότητας την ερώτηση «Δεν έχουν αξίες ή
έχουν άλλες αξίες ή οι αξίες τους είναι καταπιεσμένες;», ενώ η αναζήτηση των αιτιών
μπορεί να οργανωθεί γύρω από την άποψη ότι «η έλλειψη δυνατοτήτων για υποστήριξη
της ταυτότητας κάποιου μπορεί να οδηγήσει είτε σε απόρριψη της ταυτότητάς του και
των συμβόλων της είτε σε μορφές αναγνώρισης των πιο απτών / επιφανειακών όψεών
της». Το στερεότυπο ότι «αυτοί είναι τεμπέληδες» μπορεί να ελεγχθεί ως προς την
εγκυρότητά του στη βάση της ερώτησης «Μη θέληση (τεμπελιά) ή μη προοπτικές;» και
να αναζητηθούν οι αιτίες στη βάση του ότι οι αρχικές άνισες ευκαιρίες και οι διάφορες
μορφές διακρίσεων καθιστούν την κοινωνική πρόοδο δυσχερή, αν όχι αδύνατη.14

13
Ο.π., Table 5, σελ. 76.
14
Ο.π., Table 7, σελ. 78.

50
4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ.
4.1. Τοπική αυτοδιοίκηση και Κοινωνικές Υπηρεσίες: Ασυμβίβαστα
και ελλείμματα.15
Συχνά στις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά κανάλια αναδεικνύονται κοινωνικά
προβλήματα και θέματα με αναφορές στην έλλειψη, την ανεπάρκεια και την
αναποτελεσματικότητα των Κοινωνικών Υπηρεσιών. Οι αναφορές κάνουν λόγο για την
«αποξένωση» των κοινωνικών λειτουργών από τα προβλήματα της κοινότητας, άγνοια
για τα τοπικά κοινωνικά προβλήματα, «επιφανειακή» αντιμετώπιση των οικογενειών σε
ανάγκη κ.ά. Ωστόσο, ο σχετικός δημόσιος διάλογος βρίθει συγχύσεων και ανακριβειών
για τις Κοινωνικές Υπηρεσίες. Τι σημαίνει Κοινωνική Υπηρεσία Δήμου; Το «Βοήθεια
στο Σπίτι» είναι Κοινωνική Υπηρεσία; Για ποιο λόγο οι κοινωνικές υπηρεσίες και τα
κοινωνικά προγράμματα παρουσιάζονται ως αναποτελεσματικά; Ποιες είναι οι αρχές και
οι αξίες των κοινωνικών λειτουργών, βασικών στελεχών των παραπάνω υπηρεσιών και
προγραμμάτων; Σε ποιο βαθμό οι αρχές αυτές είναι συμβατές με την υπάρχουσα
κατάσταση στη λειτουργία των Δήμων;
Με στόχο την αποσαφήνιση των πραγμάτων, οφείλουμε να σημειώσουμε τα εξής:
1. Η Κοινωνική Υπηρεσία των Δήμων αναφέρεται σε μια οργανωμένη και
δομημένη θεσμικά οργάνωση με σαφείς στόχους, παραδεκτούς μηχανισμούς παρέμβασης
στη βάση της δεοντολογίας των κοινωνικών λειτουργών και αναγκαίες υποδομές
στελεχών (κοινωνικοί επιστήμονες). Τα διάφορα προγράμματα κοινωνικού χαρακτήρα
(π.χ., Βοήθεια στο Σπίτι) αποτελούν απλώς κοινωνικά προγράμματα και όχι κοινωνικές
υπηρεσίες. Λειτουργούν συνήθως στο πλαίσιο κάποιας Δημοτικής Επιχείρησης,
στελεχωμένα με αδιαφανή κριτήρια και με προβλήματα οικονομικής βιωσιμότητας.
2. Τα διάφορα κοινωνικά προγράμματα των Δήμων (π.χ., Γραφεία
Κοινωνικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών) γίνονται πεδίο για την άσκηση πελατειακών
σχέσεων και αύξησης της εκλογικής πελατείας. Η κατεύθυνση αυτή σε συνδυασμό με την
«εξάρτηση» των εργαζομένων σε αυτά από τους πολιτικούς πάτρωνές τους δεν εγγυώνται
την τήρηση επαγγελματικής δεοντολογίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι συνεντεύξεις
στελεχών τέτοιων προγραμμάτων στα τηλεοπτικά μέσα με δημοσιοποίηση αυστηρά
προσωπικών δεδομένων των εξυπηρετούμενων (π.χ., αναφορές σε ψυχιατρικό ιστορικό).
3. Ανισότητες στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και προγραμμάτων.
Δήμοι με αναγνωρισμένα κοινωνικά προβλήματα δεν διαθέτουν οργανωμένες κοινωνικές

15
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 866, 26 Ιουλίου 2007, σελ. 8.

51
υπηρεσίες και σπάνια εξασφαλίζουν κάποιο κοινοτικό πρόγραμμα χρηματοδότησης
κοινωνικών παρεμβάσεων. Δήμοι με υψηλό επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής συνοχής
διαθέτουν κεντρικές κοινωνικές υπηρεσίες και πλειάδα λοιπών κοινωνικών υπηρεσιών
(π.χ., Κέντρα Νεότητας), ενώ εξασφαλίζουν σταθερά κοινοτική χρηματοδότηση. Επίσης,
παρατηρείται το φαινόμενο της «υποκατάστασης» δομημένων και οργανικά ενταγμένων
στους Δήμους κοινωνικών υπηρεσιών από κοινωνικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα
από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τακτική αυτή ενισχύει το εφήμερο και μετέωρο της
τοπικής κοινωνικής πολιτικής, ενώ αποτελεί και παραβίαση βασικών αρχών της
ευρωπαϊκής διαρθρωτικής πολιτικής, όπως η αρχή της προσθετικότητας των πόρων.
4. Το πλεονέκτημα της εγγύτητας που διαθέτουν οι Δήμοι στην αντιμετώπιση
των τοπικών κοινωνικών προβλημάτων αποδεικνύεται πολλές φορές μειονέκτημα: οι
αλληλεξαρτήσεις της τοπικής κλειστής κοινωνίας δυσχεραίνουν την εφαρμογή της
κοινωνικής εργασίας και τη λήψη αποφάσεων που πιθανώς εκλαμβάνονται από τον
κοινωνικό περίγυρο ως «στιγματισμός». Η εγγύτητα είναι πλεονέκτημα υπό ορισμένες
συνθήκες: ύπαρξη οργανωμένης κοινωνικής υπηρεσίας, τήρηση της επαγγελματικής
δεοντολογίας, διαχωρισμός της κοινωνικής υπηρεσίας από «ερασιτέχνες» κοινωνικούς
λειτουργούς και ύπαρξη υπεύθυνων κοινωνικών στελεχών που δεν διστάζουν να
συγκρουστούν με την τοπική πολιτική ηγεσία όταν η τελευταία επιδιώκει τη
«χειραγώγηση» των κοινωνικών υπηρεσιών.
Η σημερινή λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών και των κοινωνικών
προγραμμάτων στην τοπική αυτοδιοίκηση πάσχει από το γενικότερο έλλειμμα
διακυβέρνησης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης: ευκαιριακές επιλογές, ad hoc
κοινωνικές παρεμβάσεις, αδιαφάνεια και αναξιοκρατία στις προσλήψεις, έλλειψη
κουλτούρας αξιολόγησης, έλλειψη κατάρτισης και αναβάθμισης δεξιοτήτων του
προσωπικού.
Η έλλειψη επίσης ενός καθολικού προγράμματος ελάχιστου εγγυημένου
βιοτικού επιπέδου καθιστά τις όποιες κοινωνικές υπηρεσίες επιπρόσθετες
γραφειοκρατικές μονάδες, «παγιδευμένες» στις ανάγκες της τοπικής πολιτικής
ηγεσίας. Τοποθέτηση ανέργων σε προγράμματα κατάρτισης, προώθηση αιτημάτων για
επιδόματα, διευκόλυνση για αιτήματα προς Υπουργεία και κεντρικούς προνοιακούς
φορείς αποτελούν «προνόμια» που μπορούν να προσφέρουν πολλές κοινωνικές
υπηρεσίες.
Η πρόσβαση σε αυτά τα «προνόμια» επιφυλάσσεται για τους «εκλεκτούς»
εξυπηρετούμενους των κοινωνικών υπηρεσιών, καταστρατηγώντας κάθε έννοια
52
δεοντολογίας ( Αρχές Δεοντολογίας των Κοινωνικών Λειτουργών, άρθρο Δ2: «ο
κοινωνικός λειτουργός υποχρεούται να αντιστέκεται σε επιρροές και πιέσεις που
παρεμβάλλονται στην άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας και αμερόληπτης
κρίσης, ώστε να εκπληρώνει τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις με συνέπεια, εντιμότητα
και αντικειμενικότητα» και άρθρο Θ1: «ο κοινωνικός λειτουργός υποχρεούται να σέβεται
την ιδιωτική ζωή των εξυπηρετούμενων και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των
πληροφοριών που περιέχονται σε γνώση του στα πλαίσια άσκησης του επαγγέλματός του»,
βλ. www.skle.gr και άρθρο 6, ΠΔ 23/1992, ΦΕΚ 6Α, 30.1.1992).
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός δικτύου κοινωνικών υπηρεσιών όλων
των Δήμων αποτελεί άμεση προτεραιότητα. Ταυτόχρονα, απαιτείται η αναβάθμιση
γνώσεων και δεξιοτήτων των κοινωνικών στελεχών, η διαφανής και αξιοκρατική
πρόσληψή τους, καθώς και η αξιολόγηση του έργου τους. Ο Σύνδεσμος Κοινωνικών
Λειτουργών Ελλάδας και τα τοπικά παραρτήματά του θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν
προς αυτή την κατεύθυνση, καταδεικνύοντας τα ασυμβίβαστα της «πελατειακής» λογικής
των Δήμων με τις αρχές των κοινωνικών υπηρεσιών. Η προώθηση και εμπέδωση της
δεοντολογίας των κοινωνικών λειτουργών στην καθημερινή επαγγελματική πρακτική των
κοινωνικών υπηρεσιών αποτελεί μείζον προαπαιτούμενο τόσο για την αποτελεσματική
δράση των κοινωνικών προγραμμάτων όσο και για την οικοδόμηση της κοινωνικής
δικαιοσύνης και αλληλεγγύης.

4.2. Διεθνής ημέρα κοινωνικής εργασίας: Επισημάνσεις για τη Δυτική


Αττική.
Με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα για την Κοινωνική Εργασία (27.03.2009), η
«Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι» νιώθει την ανάγκη να επισημάνει τα εξής:
α) Οι Κοινωνικές Υπηρεσίες είναι (ή πρέπει να είναι) θεσμικά οργανωμένες και
ενταγμένες σε ένα ευρύτερο οργανωτικό πλαίσιο (πχ., ΟΤΑ α ή β βαθμού). Τα ποικίλα
«κοινωνικά προγράμματα» σε επίπεδο ΟΤΑ είναι εφήμερου χαρακτήρα, ευκαιριακώς
σχεδιασμένα και ανεπαρκώς στελεχωμένα με αποτέλεσμα την έμμεση ενίσχυση των
κοινωνικών ανισοτήτων εντός της Αττικής. Παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο Δήμοι
με αυξημένο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο να διαθέτουν σειρά οργανωμένων
Κοινωνικών Υπηρεσιών και Κέντρων Κοινωνικής Πολιτικής, ενώ Δήμοι της Δυτικής
Αττικής να στηρίζονται σε «κοινωνικά προγράμματα». Κάθε Δήμος της Δυτικής Αττικής
έχει ανάγκη μιας Κεντρικής Κοινωνικής Υπηρεσίας, στελεχωμένης αξιοκρατικά (ΑΣΕΠ)

53
και με διάθεση πόρων από τους δημοτικούς και νομαρχιακούς προϋπολογισμούς, καθώς
και από ετήσια χρηματοδότηση των καθ’ ύλη αρμοδίων Υπουργείων Υγείας-Κοινωνικής
Αλληλεγγύης και Απασχόλησης-Κοινωνικής Προστασίας.
β) Η Κοινωνική Εργασία είναι εφαρμοσμένη κοινωνική επιστήμη. Στηρίζεται σε
επιστημονικά δεδομένα και πορίσματα, χρησιμοποιεί επιστημονικές μεθόδους για την
κοινωνική παρέμβαση και αξιολογεί τα αποτελέσματά της. Οι κοινωνικοί λειτουργοί
εργάζονται και λειτουργούν στη βάση συγκεκριμένων αξιών και αρχών (δεοντολογία):
προσήλωση στα ιδεώδη της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, πίστη στην αξία της
ανθρώπινης ύπαρξης και των δυνατοτήτων της, εναντίωση σε κάθε μορφής διάκριση,
αποφυγή σχέσεων ή δεσμεύσεων που είναι ασυμβίβαστες με τα συμφέροντα των
εξυπηρετούμενών τους.
γ) Η δεοντολογία των κοινωνικών λειτουργών αλλά και ο ευρύτερος θεσμικός
ρόλος τους δεν επιτρέπει την από μέρους τους αποδοχή (παθητική ή αρνητική)
κοινωνικών στερεοτύπων και πρακτικών διάκρισης. Η αξιοκρατική επιλογή και συνεχής
επιμόρφωση των στελεχών των Κοινωνικών Υπηρεσιών σε συνδυασμό με την
οργανωτική και λειτουργική επάρκεια των τελευταίων μπορούν να συμβάλουν σε
αποτελεσματικές δράσεις για την αντιμετώπιση των διακρίσεων.
Δεδομένων όλων των παραπάνω:
Καλούμε τα στελέχη των Κοινωνικών Υπηρεσιών του Ζεφυρίου και της Δυτικής
Αττικής να αναλάβουν δράση για την ανάδειξη, επισήμανση και αντιμετώπιση των λόγων
και πρακτικών διακρίσεων στις τοπικές κοινωνίες με στόχο την εμπέδωση της αρχής του
σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Καλούμε τις Κοινωνικές Υπηρεσίες να βγουν στους δρόμους και να κάνουν
αισθητή την παρουσία τους σε «τόπους περιθωρίου», «εγκληματικότητας», «γκέτο» κ.ά.,
συμβάλλοντας έτσι τόσο στην ανάδειξη του προβλήματος όσο και στη γεφύρωση του
χάσματος μεταξύ πληθυσμιακών ομάδων. Η εμπεδωμένη φιλολογία για ύπαρξη «γκέτο»
δεν οδηγεί παρά μόνο στην αναπαραγωγή των χωρικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Καλούμε τις Κοινωνικές Υπηρεσίες και τις δημοτικές αρχές να συμμετέχουν σε
δίκτυα ΜΚΟ ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, επιστημονικών και ερευνητικών
φορέων με στόχο τη συστηματική αξιολόγηση των κοινωνικών ζητημάτων στην περιοχή
της Δυτικής Αττικής. Η βελτίωση της ποιότητας ζωής μέσω της διάχυσης καλών
πρακτικών στο πεδίο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταπολέμησης των
διακρίσεων δεν είναι ουτοπία για τη Δυτική Αττική: είναι ανάγκη και αίτημα.

54
Καλούμε τα στελέχη των Κοινωνικών Υπηρεσιών να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα
στο καθήκον του εντοπισμού και εξάλειψης των διακρίσεων σε βάρος κάθε ανθρώπου
ή ομάδας, λόγω φυλής, χρώματος, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, ηλικίας,
θρησκείας, εθνοτικής καταγωγής, οικογενειακής κατάστασης, πολιτικών πεποιθήσεων,
πνευματικής ή σωματικής αναπηρίας ή άλλης προτίμησης ή προσωπικού
χαρακτηριστικού, ιδιότητας ή καθεστώτος (ΣΚΛΕ, Δεοντολογία Κοινωνικών Λειτουργών
Ελλάδας, VI.2).

4.3. Δυτική Αττική και ανθρώπινα δικαιώματα: Επισημάνσεις με αφορμή


πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ.

«Ποιος θέλει το ψωμί της ορφανής;


Κανείς-κανείς-κανείς.
Ποιος πήρε το παιδί της διπλανής;
Κανείς-κανείς-κανείς.
Ποιος διώχνει τα καράβια, να μου πεις.
Κανείς-κανείς-κανείς.

Ναι, κάποιοι φταίνε όμως, κάποιος φταίει.


Εύκολο είναι να το βρεις:
Γύφτοι θα’ ναι ή Εβραίοι
ή ο κύριος Κανείς»
«Ο Κύριος Κανείς» της Σώτιας Τσώτου
Άραγε τι σχέση έχουν οι παραπάνω στίχοι της Τσώτου (μελοποιημένοι και
τραγουδισμένοι από τον εξαιρετικό Κώστα Χατζή) με τη Δυτική Αττική, τα ανθρώπινα
δικαιώματα και τον ΟΗΕ; Αφορμή για το σημερινό άρθρο στάθηκε η πρόσφατα
υποβληθείσα έκθεση εμπειρογνώμονα του ΟΗΕ (Gay McDougall) σχετικά με τα
μειονοτικά θέματα στη χώρα μας (“Report of the independent expert on minority issues”,
Mission to Greece, 8-16 September 2008). Η έκθεση αυτή υποβλήθηκε στο Συμβούλιο
Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και θα αποτελέσει μια από τις πολλές και ποικίλες συμβολές
(εμπειρογνωμόνων, ΜΚΟ, κυβερνητικών φορέων) για την επισκόπηση και αξιολόγηση
της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα μας στα μέσα του 2011.

Η συγκεκριμένη έκθεση αντιμετωπίζει πολλές αντιδράσεις στη χώρα μας λόγω


των απόψεων που εκφέρει σχετικά με το μειονοτικό θέμα στη Θράκη και στις

55
προσπάθειες αναγνώρισης μειονότητας («μακεδονικής») στη Δυτική Μακεδονία. Στη
Δυτική Αττική αρχίζει να αποκτά κάποια δημοσιότητα λόγω των αναφορών της στην
κατάσταση των Ρομά, ιδιαίτερα στο Δήμο Ασπροπύργου. Αναλυτικότερα, ο Δήμος
Ασπροπύργου θεώρησε ότι θίγεται και συκοφαντείται από την εν λόγω έκθεση,
τονίζοντας μάλιστα ότι η έκθεση είναι ανυπόστατη, προϊόν οργανωμένου σχεδίου,
προβοκατόρικη, σκοπεύει στη βαλκανοποίηση ακόμα και της Αττικής, ανθελληνική κ.ά.
Μάλιστα, κάνει λόγο για «άρτι βαπτισθέντες ως Ρομά, που όχι μόνο δεν κατοικούν επί
35ετία στον Ασπρόπυργο, αλλά ‘αποστέλλονται’- τα τελευταία έξι χρόνια- βάσει
οργανωμένου σχεδίου, στην περιοχή μας, με τον ολοφάνερο στόχο, να δημιουργήσουν έναν
‘ισχυρό μειονοτικό θύλακα’ στο έδαφος της Δυτικής Αττικής!...». Ωστόσο, τι ακριβώς
πρεσβεύει η έκθεση της McDougal, ποια η θεσμική βαρύτητά της και σε ποιό συνολική
διαδικασία συμμετέχει; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα φωτίσουν σε κάποιο
βαθμό και το ρόλο της συγκεκριμένης έκθεσης, θέτοντας ταυτόχρονα σε αμφισβήτηση
την ευκολία με την οποία αντιμετωπίζεται από τοπικά πολιτικά συστήματα με αρνητικές-
ίσως- συνέπειες για τη θέση της χώρας στο διεθνές σύστημα προστασίας των ανθρώπινων
δικαιωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε να τονίσουμε τα εξής:
Πρώτον, η έκθεση McDougall είναι ένα από τα κείμενα που θα χρησιμοποιηθούν
ως υλικό για την αξιολόγηση της χώρας από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το
2011. Δεν είναι το μόνο και αποκλειστικό κείμενο. Υποβάλλονται κείμενα από δημόσιες
αρχές, ΜΚΟ, κινήσεις πολιτών και άλλα διεθνή και περιφερειακά όργανα. Η πρόσβαση
σε αυτά τα κείμενα είναι ανοιχτή για όλους στο http://ap.ohchr.org/documents).
Δεύτερον, στα μέχρι σήμερα κείμενα που έχουν υποβληθεί περιλαμβάνεται και η
έκθεση της Ελληνικής Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα όσον αφορά την
κατάσταση και τα δικαιώματα των Ρομά στην Ελλάδα (Ιανουάριος 2009, www.nchr.gr).
Στην έκθεση αυτή γίνεται λόγος για τη μη εφαρμογή πολλών δεσμεύσεων της χώρας μας
όσον αφορά τα δικαιώματα των Ρομά, τις καταδικαστικές αποφάσεις από Δικαστήρια για
παραβίαση δικαιωμάτων των Ρομά, καθώς και τα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη.
Τρίτον, η έκθεση δεν κάνει λόγο μόνο για τους Ρομά στον Ασπρόπυργο αλλά και
για τους Ρομά κοντά στα Σπάτα και στην Αγία Βαρβάρα. Στην ίδια έκθεση που γίνεται
λόγος για τις δυσκολίες και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι Ρομά στον Ασπρόπυργο
(παράγραφοι 56-57), ακριβώς λίγο παρακάτω (παράγραφος 59) γίνεται λόγος για την
Αγία Βαρβάρα ως θετικό παράδειγμα ενσωμάτωσης και σεβασμού των δικαιωμάτων των
Ρομά!

56
Τέταρτον, η έκθεση αναφέρεται και στην επίσημη άποψη των αρμόδιων
ελληνικών αρχών για θέματα κοινωνικού αποκλεισμού, στέγασης, εκπαίδευσης,
πρόσβασης της δικαιοσύνης κ.ά. Όπως γνωρίζουμε (και αναφέρει και η έκθεση),
ελληνικές αρχές, όπως το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας αναγνωρίζουν ως υπαρκτά πολλά
από τα εμπόδια και τις θεσμικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι Ρομά σε τοπικό
επίπεδο!
Πέμπτον, η έννοια «μειονότητα» στη συγκεκριμένη έκθεση αλλά και στο διεθνές
στερέωμα πλέον δεν αναφέρεται μόνο στην εθνική/ εθνοτική διάσταση αλλά σε κάθε
ομάδα και κοινότητα συνανθρώπων μας που για κάποιο λόγο αισθάνονται ή
αντιμετωπίζονται ως μειονότητα (πχ., σεξουαλικός προσανατολισμός, αισθήματα
αλληλεγγύης, πολιτισμικές συνθήκες). Επίσης, η όποια μειονότητα στο έδαφος μιας
χώρας δεν αποτελεί ‘ξένο’ και ‘επείσακτο’ στοιχείο αλλά οργανικό κομμάτι της
συγκεκριμένης Πολιτείας.
Έκτον, η έκθεση κάνει λόγο για ένα ζήτημα μείζονος- κατά τη γνώμη μας-
σημασίας. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην πρόοδο της νομοθεσίας και των κυβερνητικών
πρωτοβουλιών στο πεδίο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την
«υπονόμευση» μέρους αυτής της προόδου από τα κατώτερα επίπεδα διοίκησης και
αυτοδιοίκησης. Η επισήμανση αυτή αναδεικνύει το ρόλο και τη σημασία της τοπικής
αυτοδιοίκησης στην εμπέδωση και υλοποίηση συνταγματικών και διεθνών καταστατικών
αρχών όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα που στην ελληνική περίπτωση μάλλον
«υποχωρούν» μπροστά στην «επίκληση των πενιχρών διαθέσιμων πόρων της
αυτοδιοίκησης για υποδομές», «την ευθύνη της κυβέρνησης» κ.ά. Ωστόσο, ο ρόλος της
τοπικής αυτοδιοίκησης στο πεδίο αυτό είναι πρωτίστως ζήτημα τοπικής διακυβέρνησης
και δευτερευόντως πόρων. Με άλλα λόγια, η εφαρμογή των αρχών της μη διάκρισης και
της συμπερίληψης στην καθημερινή λειτουργία ενός Δήμου είναι θέμα τοπικής
κουλτούρας διακυβέρνησης και όχι θέμα πόρων! Για παράδειγμα, όταν ένας Δήμος ή μια
δημόσια αρχή αναδεικνύει ως πρώτιστο θέμα ενός καταυλισμού Ρομά τη γειτνίασή του
με αρχαιολογικό ή χώρο αισθητικής αξίας, απαιτώντας την απομάκρυνσή τους και όχι το
ζήτημα της τήρησης στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (πχ., στέγαση, διαβίωση,
υγειονομική κάλυψη)…ε, αυτό δεν είναι ζήτημα πόρων αλλά προτεραιοτήτων και τρόπου
αντίληψης των προβλημάτων! Και σε αυτό το σημείο, η έκθεση της McDougal μας
προσφέρει ένα σημαντικό στοιχείο: Η ίδια η εννοιολόγηση, ο τρόπος δηλαδή που
προσεγγίζουμε το ζήτημα κάθε μειονότητας ή πληθυσμιακής ομάδας είναι κατεξοχήν
«προβληματικός» και μη συμβατός με τις δεσμεύσεις μας σε διεθνές πλαίσιο.
57
Δεδομένων όλων των παραπάνω, αναρωτιέται κανείς εύλογα ποιους εννοεί η
ανακοίνωση του Δήμου Ασπροπύργου όταν αναφέρεται σε «οργανωμένα σχέδια
ανθελληνικών κύκλων» και άλλα παρόμοια. Αναφέρεται άραγε στην Ελληνική Επιτροπή
για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα; Μα η Επιτροπή αυτή είναι όργανο της Ελληνικής
Πολιτείας, υπάγεται στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης και διορίζεται από τον
πρωθυπουργό της χώρας (νόμος 2667/1998, ΦΕΚ 281Α, 18-12-1998) και μέλη-
εκπροσώπους θεσμικών οργάνων, όπως ο Πρόεδρος της Ειδικής Κοινοβουλευτικής
Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων (για την περίοδο 2006-2009
είναι ο κ. Απόστολος Σταύρου, βουλευτής Αττικής). Μήπως αναφέρεται στον Πρόεδρο
της Δημοκρατίας (Κ. Παπούλιας) αφού έχει δηλώσει (μήνυμα 24ης Μαρτίου 2005) ότι «…
η δημοκρατία δεν κινδυνεύει. Ο αγώνας όμως για την ποιότητα της δημοκρατίας είναι
διαρκής και δύσκολος…η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των προσωπικών
ελευθεριών, χωρίς διακρίσεις, και η ομαλή ένταξη των μεταναστών, είναι σοβαρές
προκλήσεις για τη σύγχρονη Ελλάδα…»;
Μήπως αναφέρεται στο Συνήγορο του Πολίτη και στα σημαντικά Πορίσματά του
για την κατάσταση των Ρομά σε πολλές περιοχές της χώρας μας, μεταξύ των οποίων και
στον Ασπρόπυργο; Μα ο Συνήγορος του Πολίτη είναι Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή της
Ελληνικής Πολιτείας μας και όχι όργανο κάποιας αλλοδαπής ή άλλης μυστικής αρχής!
Λειτουργεί ως σύμβουλος της Πολιτείας για τα θέματα της αρμοδιότητάς του με σκοπό
να συμβάλει στην ενίσχυση της ποιότητας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου μας.
Μήπως όμως αναφέρεται και σε ελληνικές ΜΚΟ που ασχολούνται με θέματα
ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής αλληλεγγύης ευάλωτων κοινωνικών ομάδων
και μειονοτήτων; Μα αυτές ακριβώς οι οργανώσεις είναι που «διασώζουν» σε μεγάλο
βαθμό την όποια προσπάθεια σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στο τοπικό
επίπεδο, ενώ πολλάκις καλούνται από φορείς και κατοίκους των ίδιων των περιοχών
προκειμένου να αναδείξουν τα θέματα και να προωθηθούν στρατηγικές διαχείρισης.
Μήπως αναφέρεται στον ίδιο τον ΟΗΕ και τα όργανά του; Μα σε αυτό το
Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η Ελλάδα είχε υποβάλει υποψηφιότητα για να
εκλεγεί το 2006 διακηρύσσοντας την πίστη και την ελπίδα της στο σπουδαίο έργο του
νέου Συμβουλίου (Aide-Memoire on the candidature of Greece to the Human Rights
Council). Μα για το ίδιο ακριβώς Συμβούλιο έχει ήδη η χώρα μας έχει υποβάλει
υποψηφιότητα για την περίοδο 2012-2015 (βλέπε ανακοίνωση της Μόνιμης
Αντιπροσωπείας της χώρας στον ΟΗΕ: www.greeceun.org). Μα το ίδιο αυτό Συμβούλιο
δεν είναι που τον Ιανουάριο του 2008 καταδίκασε (παρά την αρνητική στάση των ΗΠΑ
58
και άλλων χωρών) την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα και την παραβίαση των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων; Μα το ίδιο αυτό Συμβούλιο δεν είναι που μόλις πριν ένα μήνα (4-2-2009)
δημοσιοποίησε έκθεση για την παραβίαση των δικαιωμάτων όσων κατηγορούνται και
κρατούνται για θέματα τρομοκρατίας στο Ηνωμένο Βασίλειο και αλλού (έκθεση Martin
Scheinin, A/HRC/10/3); Επιπρόσθετα, στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων ανάλογες εκθέσεις έχουν εκπονηθεί και εκπονούνται για όλα τα κράτη μέλη
του ΟΗΕ. Ανάλογες εκθέσεις με συγκεκριμένες αρνητικές αναφορές στο πεδίο των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων δημοσιοποιούνται καθημερινά για χώρες, όπως η Ιταλία, το
Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Ισπανία και η Δανία. Μήπως και αυτές οι χώρες είναι
«θύματα» κάποιων «μυστικών δυνάμεων» που επιβουλεύονται την εδαφική τους
ακεραιότητα και θέλουν να της «βαλκανοποιήσουν»; Στις χώρες αυτές πάντως η
αντίδραση στις όποιες εκθέσεις είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση σε σύγκριση με τα εν
Ελλάδι δρώμενα: η «στρατηγική της αναζήτησης κέντρων συνωμοσίας» έχει
παραχωρήσει τη θέση της σε μια στρατηγική αναστοχασμού, αυτοαξιολόγησης και
ορθολογικής διαχείρισης των όποιων προβλημάτων.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι οι αντιδράσεις των θεσμικών και μη μερών σε
αυτή τη συνολική αξιολόγηση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κράτη
μέλη του ΟΗΕ αποτελούν και οι ίδιες μέρος της αξιολόγησης! Άλλο να κάνεις λόγο για
ανυπόστατους ισχυρισμούς, ανεπαρκές εμπειρικό υλικό, σύγχυση, λάθη και μεροληψία
στη διαδικασία της έρευνας και άλλο να μιλάς για «προβοκάτορες», «ανθελληνικούς
κύκλους» και τα παρόμοια. Βέβαια τα τελευταία μπορεί και να έχουν κάποια συμβολή
στο τοπικό πολιτικό παιχνίδι….πάντως συμβολή- και μάλιστα θετική- στην προώθηση
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο τοπικό επίπεδο αλλά και στη οικοδόμηση μιας πιο
σεβαστής νεοελληνικής πραγματικότητας μάλλον δεν έχουν! Από την άλλη, όπως λέει
και η ποιήτρια «Κάποιοι φταίνε όμως, κάποιος φταίει. Εύκολο είναι να το βρεις: Γύφτοι
θα’ ναι ή Εβραίοι ή ο κύριος Κανείς»!

59
5. ΡΟΜΑ & ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ .
5.1. Παγκόσμια ημέρα κατά του Ρατσισμού και Δυτική Αττική.
Με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα κατά του Ρατσισμού, η «Πρωτοβουλία για ένα
Βιώσιμο Ζεφύρι» νιώθει την ανάγκη να επισημάνει τα εξής:
α) Παρά την ύπαρξη στοιχείων για κρούσματα κοινωνικού και θεσμικού
ρατσισμού στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Αττικής και σε ποικίλα πεδία (πχ.,
εκπαίδευση, κοινωνικές υπηρεσίες, πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, στεγαστική
αποκατάσταση, δημόσιος λόγος), αλλά και την εμπεδωμένη αντίληψη πλέον των πολιτών
για φαινόμενα διακρίσεων (βλ. Έκθεση Ευρωβαρόμετρου 2008), μέρος των τοπικών
πολιτικών συστημάτων και δυνάμεων αντιστρατεύεται κάθε προσπάθεια διάγνωσης και
αντιμετώπισης αυτού του πολύπλοκου κοινωνικού φαινομένου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι
εκθέσεις διεθνών οργανισμών και οργάνων προσεγγίζονται ως «προβοκατόρικες»,
«σκοτεινές», «ανθελληνικές» κ.ά., ενισχύοντας έτσι ακόμα περισσότερο την αρνητική
θέση της χώρας μας στο διεθνή χάρτη προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
β) Το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ- πηγή των
«προβοκατόρικων» εκθέσεων- είναι εκείνο το διεθνές όργανο για το οποίο η Ελλάδα είχε
θέσει υποψηφιότητα το 2006 (αλλά δεν τα κατάφερε) και θα θέσει πάλι υποψηφιότητα
για την περίοδο 2010-2015! Επίσης, είναι το ίδιο Συμβούλιο που δημοσιοποιεί εκθέσεις
για όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων χωρών, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η
Ιταλία, αναδεικνύοντας σημαντικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (πχ.,
παράνομες συλλήψεις υπόπτων για τρομοκρατία). Η αντιμετώπιση των εκθέσεων των
διεθνών οργανισμών από μέρος εκπροσώπων της περιοχής μας όχι μόνο δεν μας τιμά
αλλά ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας
και συμμετοχής της στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων!
γ) Οι εκθέσεις των διεθνών οργανισμών – και αυτό αποκρύπτεται συστηματικά-
δεν «καταδικάζουν» συλλήβδην τη χώρα μας στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Καταδικάζουν» συγκεκριμένες πρακτικές, συγκεκριμένες υπηρεσίες και συγκεκριμένες
δημοτικές αρχές. Την ίδια στιγμή που αναγνωρίζουν περιπτώσεις έλλειψης σεβασμού των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Αττική και αλλού, την ίδια στιγμή αναγνωρίζουν
την πρόοδο Δήμων της χώρας μας και συγκεκριμένων προγραμμάτων πολιτικής, όπως οι
Δήμοι Αγίας Βαρβάρας και Βόλου, το πρόγραμμα εκπαίδευσης των παιδιών με
μουσουλμανικό θρήσκευμα στη Θράκη.

60
Δεδομένων όλων των παραπάνω:
α) Καλούμε κινήσεις πολιτών, δημόσιες αρχές και ενεργούς πολίτες της Δυτικής
Αττικής να κινητοποιηθούν προς την κατεύθυνση συστηματικής παρατήρησης,
αξιολόγησης και αντιμετώπισης των φαινομένων διάκρισης εις βάρος συμπολιτών και
συγκατοίκων μας και να αντισταθούν σε στερεότυπα και προκαταλήψεις.

β) Καλούμε ΜΚΟ ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επιστημονικούς και ερευνητικούς


φορείς να ασχοληθούν συστηματικά με την περιοχή της Δυτικής Αττικής με στόχο τη
βελτίωση της ποιότητας ζωής μέσω της διάχυσης καλών πρακτικών στο πεδίο
προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταπολέμησης των διακρίσεων.
γ) Καλούμε τις κεντρικές, περιφερειακές, νομαρχιακές και δημοτικές αρχές να
ενθαρρύνουν πολιτικές και προγράμματα εκπαίδευσης στελεχών τους στα ανθρώπινα
δικαιώματα και την προώθηση της συμμετοχής των Ρομά στα τοπικά πολιτικά δρώμενα.
Επισημαίνεται η δυνατότητα συμμετοχής των ΟΤΑ της περιοχής μας σε προγράμματα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης στο πεδίο των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, καθώς και η ανάγκη συνεργασίας με ανεξάρτητες διοικητικές αρχές,
έμπειρους επιστημονικούς φορείς και ΜΚΟ (Συνήγορος του Πολίτη, Δίκτυο Αντιγόνη,
Εθνική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Ελληνικό Παρατηρητήριο των
Συμφωνιών του Ελσίνκι κ.ά.).
δ) Εφιστούμε την προσοχή όλων σε ένα αυξανόμενο κύμα αθιγγανοφοβίας με
στόχο την κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων για σειρά κοινωνικών προβλημάτων των
περιοχών μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ταύτιση της ομάδας των Ρομά με την
παραβατικότητα, όταν μάλιστα δεν διαθέτουμε καν ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία για
τη συμμετοχή της εν λόγω ομάδας. Κατανοούμε πλήρως την ανάγκη για εύρεση
υπευθύνων της οικονομικής και περιβαλλοντικής κρίσης της περιοχής μας (και όχι
μόνο)….αλλά ας προσπαθήσουμε να μην υποκύψουμε στη συνήθη «παγίδα», όπως
μοναδικά έχει αποτυπωθεί ποιητικά και τραγουδιστικά:
«Κάποιοι φταίνε όμως, κάποιος φταίει. Εύκολο είναι να το βρεις: Γύφτοι θα’
ναι ή Εβραίοι ή ο κύριος Κανείς»!

5.2. Ένα σχέδιο κοινωνικής αλληλεγγύης για τους Τσιγγάνους.


Η Δυτική Αττική και οι δήμοι της αποτελούν περιοχή συγκέντρωσης και
διαβίωσης Τσιγγάνων, γεγονός άλλωστε που έχει συμβάλλει στην αναπαραγωγή
στερεοτύπων και αρνητικών στιγμάτων. Παρά την ύπαρξη υποχρεώσεων της Πολιτείας

61
για την εξασφάλιση των όρων αξιοπρεπούς διαβίωσης των Τσιγγάνων (και άλλων βέβαια
κοινωνικά ευπαθών ομάδων του πληθυσμού), δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα ένα
αποτελεσματικό Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Το Ζεφύρι, παρά το μικρό μέγεθος και τον
περιορισμένο προϋπολογισμό του, θα μπορούσε να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα
Τοπικό Σχέδιο Δράσης για τους Τσιγγάνους της περιοχής του με στρατηγικό σκοπό
τόσο την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Τσιγγάνων όσο και την
αντιμετώπιση των αρνητικών στερεοτύπων που βαραίνουν την περιοχή. Αναλυτικότερα:
1ον . Αρχές και αξίες του Σχεδίου. Σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
κοινωνική λογοδοσία, συμμετοχικότητα, κινητοποίηση όλων των ανθρωπίνων πόρων,
κοινωνική πρόληψη της παραβατικότητας και αποφυγή στερεοτύπων, μεταφορά και
εφαρμογή καλών πρακτικών τόσο από τον εθνικό όσο και από τον ευρωπαϊκό χώρο.
2ον. Άξονες δράσεων του Σχεδίου. Το Τοπικό Σχέδιο Δράσης θα μπορούσε να
διαρθρωθεί στη βάση τριών αξόνων: α) κοινωνική ένταξη, β) οικονομική ένταξη, γ)
πολιτισμική όσμωση και δ) δημοσιοποίηση. Ο άξονας της κοινωνικής ένταξης
αναφέρεται σε δράσεις και μέτρα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, ικανών να βοηθήσουν
στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης και κοινωνικής
λειτουργικότητας. Υπάρχουσες κοινωνικές δομές (πχ., Γραφείο Κοινωνικών
Υποστηρικτικών Δομών) και νέες δομές (πχ., Γραφείο Πληροφόρησης) θα μπορούσαν να
ενδυναμώσουν τους Τσιγγάνους στη χρήση των κοινωνικών δικαιωμάτων τους. Ο άξονας
της οικονομικής ένταξης αναφέρεται στην χρήση ευκαιριών και επιχορηγήσεων για την
ανάπτυξη νόμιμης επιχειρηματικής δραστηριότητας και απασχόλησης Τσιγγάνων σε
συνεταιρισμούς, ΜΚΟ και κοινωνικές δομές. Ο άξονας της πολιτισμικής όσμωσης
περιλαμβάνει δράσεις ανάδειξης της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας με ταυτόχρονο σεβασμό
και αποδοχή γενικών και καθολικών αρχών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πολιτισμικές
ιδιαιτερότητες δεν καταγράφονται μόνο στην ομάδα των Τσιγγάνων αλλά και σε ομάδες
μη Τσιγγάνων σε πολλές περιοχές της χώρας (πχ., οπλοφορία στην Κρήτη).
3ον . Πόροι και χρηματοδότηση του Σχεδίου. Η νέα προγραμματική περίοδος
2007-2013 προσφέρει ευκαιρίες υποβολής προτάσεων και άντλησης πόρων για τη
χρηματοδότηση σχετικών δράσεων. Χρηματοδοτήσεις μπορούν να αντληθούν από τα
Επιχειρησιακά Προγράμματα της Ανταγωνιστικότητας, της Διοικητικής Αναβάθμισης και
του Ανθρωπίνου Δυναμικού. Πόροι επίσης μπορούν να αντληθούν από το Υπ. Υγείας και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης και το Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής (υπό σύσταση) με
την υποβολή ολοκληρωμένων προγραμμάτων. Τέλος η συμμετοχή σε αναπτυξιακές

62
συμπράξεις και η εκμετάλλευση της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης θα μπορούσαν να
αποτελέσουν πηγές χρηματοδότησης.
3ον . Θεσμικά εργαλεία στήριξης του Σχεδίου. Το Σχέδιο Δράσης θα μπορούσε να
σχεδιαστεί και υλοποιηθεί αρχικά από το Τοπικό Συμβούλιο Πρόληψης της
Παραβατικότητας και τις Κοινωνικές Δομές του Δήμου στη βάση μιας προγραμματικής
συμφωνίας. Ο νέος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων αποτελεί το απαραίτητο νομικό
πλαίσιο ενεργοποίησης τέτοιων πρωτοβουλιών. Θα ήταν σκόπιμη η συνεργασία με
σχετικούς ερευνητικούς φορείς της χώρας ή Δήμους με ανάλογα ενδιαφέροντα. Οι
δράσεις δημοσιοποίησης απαιτούνται να λειτουργήσουν σε άμεση συνέργεια με τους
υπόλοιπους άξονες (κοινωνικός, οικονομικός, πολιτισμικός) έτσι ώστε να υπάρξει η
μεγαλύτερη δυνατή αναγνωρισιμότητα των αποτελεσμάτων και κατ’ επέκταση μείωση
των αρνητικών στερεοτύπων.
4ον . Τοπική ηγεσία και κοινωνία. Η αναγνώριση και αποδοχή της τοπικής
κοινότητας για την αξία και χρησιμότητα του Σχεδίου Δράσης αποτελεί σημαντική
προϋπόθεση για την άντληση της μέγιστης δυνατής ωφέλειας. Το Σχέδιο απαιτεί
ενεργοποίηση σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Σε εθνικό επίπεδο (κεντρική
διοίκηση) απαιτείται ενεργοποίηση των αρμόδιων δημόσιων αρχών (πχ., Γενική
Γραμματεία Νέας Γενιάς) και οργανισμών. Σε περιφερειακό επίπεδο απαιτείται
συνεργασία με νομαρχιακούς φορείς (πχ., Δ/νση Κοινωνικής Πρόνοιας) και σχετικές
ΜΚΟ. Σε τοπικό επίπεδο απαιτείται η ενεργοποίηση φορέων, ΜΚΟ και εθελοντών.
Μέχρι σήμερα έχουν γίνει σημαντικά βήματα στη δημιουργία προϋποθέσεων
σχεδιασμού και εφαρμογής ενός Τοπικού Σχεδίου Δράσης. Μεταξύ αυτών
περιλαμβάνονται οι σχετικές ενέργειες της Δημοτικής Αρχής σε κεντρικό και
περιφερειακό επίπεδο (πχ., συναντήσεις Δημάρχου με Προέδρους Οργανισμών και
ανάδειξη σχετικών θεμάτων στην ΤΕΔΚΝΑ), η δημιουργία του Τοπικού Συμβουλίου
Πρόληψης της Παραβατικότητας και η δρομολόγηση δράσεων αστικής ανάπλασης της
βόρειας περιοχής του Ζεφυρίου. Απαιτείται ωστόσο η εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου
Σχεδίου Δράσης α) για την βιώσιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων
στιγματισμού του Δήμου και β) της ενίσχυσης της τοπικής κοινωνικής συνοχής μέσω της
βελτίωσης ποιότητας ζωής των Τσιγγάνων.

63
5.3. Ρατσιστικές και ξενοφοβικές στάσεις και πρακτικές: Η ελληνική
πραγματικότητα.

Στοιχεία για το γενικό πληθυσμό


Σύμφωνα με την τελευταία διαθέσιμη έρευνα κοινής γνώμης του Ευρωβαρόμετρου
(Eurobarometer)16 για τις διακρίσεις στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνεται
να τεκμηριώνεται η ύπαρξη στερεοτύπων και ρατσιστικών πρακτικών σε ένα σημαντικά
μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, όπως άλλωστε διαπιστώνεται και για το σύνολο
των κρατών μελών της ΕΕ («ο ρατσισμός δεν είναι ένα ιδιαίτερο ελληνικό φαινόμενο»).
Η ελληνική κοινωνία έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θετικής άποψης για τη
συμβολή των αλλοδαπών στην εθνική κουλτούρα: 53% στην Ελλάδα έναντι 65% στην
ΕΕ25, άποψη που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και τη μικρή υποστήριξη που συγκεντρώνει η
ιδέα για την ανάγκη μεγαλύτερης εκπροσώπησης των αλλοδαπών στα εθνικά
κοινοβούλια (συμφωνεί μόλις το 23% των Ελλήνων έναντι του 44% της ΕΕ25).
Μεταξύ των πιο διαδεδομένων διακρίσεων, οι Έλληνες αναγνωρίζουν την εθνική
καταγωγή (76% έναντι 64% στην ΕΕ25), τον σεξουαλικό προσανατολισμό (68% έναντι
50% στην ΕΕ25) και την αναπηρία (56% έναντι 53% στην ΕΕ25). Μικρότερα ποσοστά
συγκεντρώνουν οι διακρίσεις λόγω ηλικίας (47% έναντι 46% στην ΕΕ25), θρησκείας ή
πεποιθήσεων (43% έναντι 44% στην ΕΕ25) και φύλου (41% έναντι 40% στην ΕΕ25).
Ειδικότερα, σχετικά την αντιμετώπιση ανθρώπων διαφορετικής εθνικής
καταγωγής από την αστυνομία, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων (75% έναντι
55% στην ΕΕ25) πιστεύει ότι η αστυνομική έρευνα (έλεγχος στοιχείων) διενεργείται πιο
συχνά σε ανθρώπους διαφορετικής εθνικής προέλευσης συγκριτικά με τον υπόλοιπο
πληθυσμό. Επίσης, η αίσθηση στο σύνολο της ΕΕ25 ότι η ομάδα των Ρομ είναι η πλέον
ευάλωτη (βρίσκεται σε δυσμενή θέση) στις εθνικές κοινωνίες συναντά την αποδοχή του
77%, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΕΕ25.
Μια δεύτερη πηγή στοιχείων για τις απόψεις και στάσεις του γενικού πληθυσμού
είναι η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα.17 Διερευνάται ειδικότερα η άποψη των
ερωτώμενων για την παρουσία μεταναστών και μειονοτικών ομάδων στην ιδανική
περιοχή κατοικίας.18 Σύμφωνα με αυτήν, η Ελλάδα εμφανίζει το δεύτερο υψηλότερο

16
Eurobarometer (2007), “Discrimination in the European Union”, Special Eurobarometer No. 263/ Wave
65.4.
17
www.europeansocialsurney.org . Βλέπε και: Π. Καφετζής, Θ. Μαλούτας, Ι. Τσίγκανου, επιμ, Ανάλυση
δεδομένων της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας, ΕΚΚΕ, Αθήνα 2007.
18
Μαλούτας Θ. κ.ά., «Η απόρριψη του άλλου ως τρόπος αντιμετώπισης της ετερότητας. Επεξεργασία
δεδομένων της ευρωπαϊκής κοινωνικής έρευνας για την Ευρώπη και την Ελλάδα», στο Π. Καφετζής, Θ.

64
ποσοστό ερωτώμενων που διατυπώνουν την άποψη ότι ιδανική περιοχή κατοικίας είναι
αυτή που δεν έχει εκπροσώπους μεταναστευτικών και μειονοτικών ομάδων. Το ποσοστό
των Ελλήνων ερωτώμενων είναι πάνω από 40% έναντι ποσοστού κοντά στο 30% για το
σύνολο των χωρών διεξαγωγής της έρευνας. Οι απορριπτικές στάσεις φαίνεται να
συγκεντρώνονται σε μεγαλύτερο βαθμό μεταξύ εκείνων που χαρακτηρίζονται από
χαμηλότερο εισόδημα (και δυνητικά αποτελούν χρήστες του προνοιακού κράτους μαζί με
άλλες ευάλωτες ομάδες, όπως οι μετανάστες και οι Τσιγγάνοι), χαμηλότερο μορφωτικό
επίπεδο, συντηρητικότερο ιδεολογικό προφίλ, εντονότερο θρησκευτικό συναίσθημα και
μεγαλύτερη ηλικία. Υποστηρίζεται ότι η αρνητική αντιμετώπιση του άλλου αντανακλά την
«απειλή» που ενσαρκώνει ο άλλος για τις ομάδες με απορριπτική στάση: προσωπική
απειλή για την ισχύουσα οικονομική και κοινωνική θέση, προσωπική απειλή για την
ασφάλεια και την ιδιοκτησία και συνολική απειλή για τη συνοχή της υφιστάμενης
κοινότητας. 19
Η εξέταση του ελληνικού παραδείγματος συγκριτικά με τις ευρωπαϊκές χώρες
φαίνεται να δείχνει ότι η παράμετρος που σε μεγαλύτερο βαθμό ερμηνεύει την ελληνική
«υπεροχή» στο πεδίο απόρριψης του άλλου είναι η θρησκευτικότητα. Αναφέρεται
συγκεκριμένα ότι «…η προνομιακή σχέση θρησκείας, εθνικής ταυτότητας και εθνικισμού
στην Ελλάδα αποτελεί σίγουρα την άμεση ερμηνεία της σύνδεσης του θρησκευτικού
συναισθήματος με την απόρριψη του “άλλου”, στο μέτρο που η ορθοδοξία ως βασικό
στοιχείο της “υπεριστορικής ελληνικότητας”, αποτελεί κεντρική κατεύθυνση της
κοινωνικοποίησης στο σχολείο…».20
Μία τρίτη πηγή στοιχείων αναφέρεται σε έρευνα ειδικά για την περιοχή της
Αθήνας, το 44,4% των ερωτώμενων εμφανίζεται υπέρ της άποψης ότι οι οικονομικοί
μετανάστες από την Αλβανία και οι Τσιγγάνοι θα έπρεπε να μένουν μάλλον μόνοι τους σε
περιοχές που είναι για εκείνους (έναντι του 45,7% που είναι υπέρ της άποψης ότι θα
έπρεπε να μένουν διασκορπισμένοι στην πόλη στις ίδιες γειτονιές με τους υπόλοιπους
κατοίκους. Η προτίμηση απομόνωσης ομάδων, όπως οι Αλβανοί και οι Τσιγγάνοι,
φαίνεται να προσλαμβάνει χαρακτηριστικά ηγεμονίας / κυριαρχίας σε συγκεκριμένες
περιοχές της Αθήνας, όπως το Μενίδι και ο Ασπρόπυργος (70,7% υπέρ της απομόνωσης),
την Ηλιούπολη, τον Υμηττό και τη Νέα Σμύρνη (60,9%) και στην περιοχή Ομονοίας-
Πειραιώς (53,6%).

Μαλούτας, Ι. Τσίγκανου, επιμ, Ανάλυση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας, ΕΚΚΕ, Αθήνα
2007, σελ. 63-98.
19
Μαλούτας Θ. κ.ά., «Η απόρριψη του άλλου ως τρόπος αντιμετώπισης της ετερότητας.., ό.π., σελ. 83.
20
Μαλούτας Θ. κ.ά., «Η απόρριψη του άλλου ως τρόπος αντιμετώπισης της ετερότητας.., ό.π., σελ. 95.

65
Είναι αξιοσημείωτο δε ότι ακόμα και το τμήμα του πληθυσμού υπέρ της
συμβίωσης με αλλοδαπούς και Τσιγγάνους στηρίζει αυτή την στάση στη βάση κινήτρων
ενσωμάτωσης των μεταναστών και αποφυγής δημιουργίας γκέτο (λόγοι που
συγκεντρώνουν το 62% των απαντήσεων). Ακολουθούν οι λόγοι αρχής που αφορούν ίση
μεταχείριση (20%) και οι στάσεις αποδοχής της παρουσίας των μεταναστών υπό
προϋποθέσεις, όπως η συμπεριφορά και η αστυνόμευση (περίπου 16%).21
«Συνολικά, η αποδοχή της συμβίωσης με τους μετανάστες και τις μειονότητες
πηγάζει κατά το ένα πέμπτο από θέσεις αρχής, κατά τα τρία πέμπτα από την αποδοχή της
παρουσίας τους ως δεδομένης και την προτίμηση μιας αντιμετώπισης που δεν θα επιφέρει
γενικότερη κοινωνική αναταραχή (με την οπτική του διαχωρισμού ως πηγής κοινωνικών
προβλημάτων) και κατά το υπόλοιπο ένα πέμπτο από αποδοχή υπό όρους της παρουσίας
τους μέσα στον κυρίαρχο ιστό και υπό την αίρεση του σεβασμού των κυρίαρχων κανόνων
και προτύπων».22 Όσοι υποστηρίζουν τη μη συμβίωση επικαλούνται συχνότερα
προβλήματα φασαρίας / θορύβου, παραβατική συμπεριφορά και γενική αδυναμία
προσαρμογής.23
Η προτίμηση της μη συμβίωσης φαίνεται να συσχετίζεται θετικά με το
αυξανόμενο ποσοστό παρουσίας αλλοδαπών στην περιοχή κατοικίας των ερωτώμενων,
το χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και τη μεγαλύτερη οικονομική ανασφάλεια (πχ.,
ανεργία).24 Μεταξύ των υποστηρικτών της μη συμβίωσης και του διαχωρισμού
αλλοδαπών και Τσιγγάνων, το χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο κυριαρχεί σε όλους,
ιδιαίτερα δε σε όσους συνδέουν τους μετανάστες με την εγκληματικότητα.25
Στοιχεία για ειδικά πληθυσμιακά κοινά
Οι δυο διαθέσιμες έρευνες που έχουμε για ειδικά πληθυσμιακά κοινά αναφέρονται
α) στους χώρους της ποινικής δικαιοσύνης και β) της εκπαίδευσης.
α) Διερεύνηση του ρατσισμού στην ποινική δικαιοσύνης: Δικαστές, Εισαγγελείς
και Αστυνομικοί.
Η έρευνα της Ε. Βαγενά-Παλαιολόγου (2006)26 αφορά τη διερεύνηση
ρατσιστικών στάσεων, ξενοφοβίας και σχετικών προκαταλήψεων στους δικαστές,
εισαγγελείς και αστυνομικούς. Σύμφωνα με την έρευνα, ο δικαστικός και αστυνομικός
κόσμος δεν φαίνεται να διαφοροποιείται από το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα, σχετικά με

21
Θ. Μαλούτας κ.ά., ό.π., σελ. 193.
22
Θ. Μαλούτας κ.ά., ό.π., σελ. 193.
23
Θ. Μαλούτας κ.ά., ό.π., σελ. 194.
24
Θ. Μαλούτας κ.ά., ό.π., σελ. 189-190.
25
Θ. Μαλούτας κ.ά., ό.π., σελ. 195.
26
Ρατσισμός & Ξενοφοβία. Έρευνα στη Δικαιοσύνη και στην Αστυνομία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2006.

66
την αύξηση της εγκληματικότητας τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και τη διασύνδεσή
της με την αυξανόμενη παρουσία των αλλοδαπών.27
Αναλυτικότερα, το 35,6% των δικαστών θεωρεί ότι οι ξένοι είναι αποκλειστικά
υπεύθυνοι για την αύξηση της εγκληματικότητας. Το 62% των δικαστών θεωρεί τους
ξένους συχνότερα δράστες αδικημάτων παρά θύματα. Η πλειοψηφία των δικαστών (το
60,8% των ερωτώμενων) θεωρεί υπερβολική την παρουσία των ξένων που ζουν στην
Ελλάδα σήμερα. Η πλειοψηφία επίσης των δικαστών (61,2%) ταυτίζουν τον ξένο με τον
Αλβανό («Όταν ακούτε τη λέξη ξένος ποια εθνικότητα έρχεται στο νου σας»). Η άποψη
ότι οι ξένοι είναι επικίνδυνοι συγκέντρωσε την αποδοχή ενός ποσοστού 16,8% των
δικαστών. η σχετική πλειοψηφία των δικαστών (42%) δεν τους θεωρεί επικίνδυνους ενώ
ποσοστό 40,8% θεωρεί την επικινδυνότητά τους σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες,
εκτός της εθνικότητας. Η διερεύνηση των συναισθημάτων των δικαστών έναντι των
ξένων που ζουν στη χώρα μας καταδεικνύει μια κυριαρχία της συμπάθειας (συγκεντρώνει
το 45,2% των ερωτώμενων), ακολουθούμενη από την αδιαφορία (16%), τα ανάμεικτα
συναισθήματα (15,6%) και τη φοβία (11,2%).
Όσον αφορά την επίδραση της ιδιότητας του ξένου στην κρίση του δικαστή κατά την
επιβολή της ποινής, ποσοστό 24,8% των δικαστών δέχεται ότι επιδρά. Η επίδραση είναι
αρνητική για το 67,7% και θετική για το 12,9% των ερωτώμενων δικαστών. Η
πλειοψηφία των δικαστών θεωρεί ότι η κοινή γνώμη στην Ελλάδα είναι αρνητική για
τους ξένους και ότι υπάρχει ή υποβόσκει ρατσισμός στην ελληνική κοινωνία (76,4% και
54,8% αντίστοιχα). Μάλιστα αποδίδουν τον ρατσισμό κατά 52,6% στη συμπεριφορά των
ξένων και κατά 20,4% στη ξενοφοβία (το υπόλοιπο ποσοστό αναφέρεται σε άλλο
παράγοντα ή συνδυασμό παραγόντων).
Η στάση των εισαγγελέων σε μεγάλο βαθμό ταυτίζεται με αυτή των δικαστών. Η
μόνη ουσιαστική διαφοροποίηση των εισαγγελέων έναντι των δικαστών αναφέρεται στην
εκτίμηση για την ύπαρξη ρατσισμού στην ελληνική κοινωνία. Η πλειοψηφία των
εισαγγελέων (56,5%) θεωρεί ότι δεν υπάρχει ρατσισμός (έναντι 41,9% που θεωρεί πως
υπάρχει).
Όσον αφορά τη στάση των αστυνομικών, η γενική εικόνα δεν αλλάζει. Σημαντικό
ποσοστό των αστυνομικών (35,9%) θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνους τους ξένους για την
αύξηση της εγκληματικότητας, ενώ το 57,5% του θεωρεί μερικά υπεύθυνους. Επίσης, η
πλειοψηφία (56,6%) θεωρεί ότι οι ξένοι είναι συχνότερα δράστες και όχι θύματα

27
Ε. Βαγενά-Παλαιολόγου, ο.π., σελ. 22.

67
εγκληματικών πράξεων, ποσοστό εφάμιλλο αλλά σαφώς χαμηλότερο από το αντίστοιχο
δικαστών και εισαγγελέων (βλ. και Πίνακα 1 συγκριτικά για όλες τις μεταβλητές). Σαφώς
μεγαλύτερα ποσοστά αστυνομικών πιστεύουν ότι η παρουσία των ξένων είναι
υπερβολική, ενώ η πλειοψηφία θεωρεί υπαρκτό το ρατσισμό. αποδίδει δε τον ρατσισμό
στη συμπεριφορά των ξένων. Τέλος, οι αστυνομικοί παρουσιάζονται ως οι λιγότερο
συμπαθούντες (μόλις το 23,8%) τους ξένους, έναντι 45,2% και 38,7% μεταξύ των
δικαστών και εισαγγελέων αντίστοιχα.
Πίνακας 1: Στάσεις δικαστών, εισαγγελέων και αστυνομικών έναντι των ξένων
Στάσεις-απόψεις-εκτιμήσεις Δικαστές Εισαγγελείς Αστυνομικοί
«Οι ξένοι είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την
35,6% 33,9% 35,9%
αύξηση της εγκληματικότητα»
«Οι ξένοι είναι συχνότερα δράστες αδικημάτων
62,0% 64,5% 56,6%
παρά θύματα»
«Υπερβολική η παρουσία των ξένων που ζουν
61,0% 61,3% 75,5%
στην Ελλάδα σήμερα»
« Ξένος =Αλβανός » 61,2% 69,4%
«Οι ξένοι είναι επικίνδυνοι» 16,8% 12,9%
«Συμπάθεια έναντι των ξένων» 45,2% 38,7% 23,8%
«Επίδραση της ιδιότητας του ξένου στην κρίση
24,8% 33,9%
του δικαστή κατά την επιβολή της ποινής»
«Υπάρχει ή υποβόσκει ρατσισμός στην
54,8% 41,9% 50%
ελληνική κοινωνία»
«Ο ρατσισμός οφείλεται στη συμπεριφορά των
52,6% 57,7% 55,8%
ξένων»
Πηγή: Ε. Βαγενά-Παλαιολόγου, Ρατσισμός & Ξενοφοβία. Έρευνα στη Δικαιοσύνη και στην Αστυνομία,
Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2006 (ο Πίνακας σύνοψης βασικών ευρημάτων είναι δικός μας)

β) Διερεύνηση του ρατσισμού στην εκπαίδευση: Εκπαιδευτικοί, Μαθητές και


Γονείς Μαθητών.
Η έρευνα αναφοράς για τα ειδικά κοινά των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των
γονέων μαθητών πραγματοποιήθηκε από την ΚΑΠΑ Research28 για λογαριασμό της
Unicef.29 Η συλλογή των στοιχείων έγινε την περίοδο 6-13/3/2001 σε σχολεία (Δημοτικά,
Γυμνάσια, Λύκεια) των πολεοδομικών συγκροτημάτων Αθήνας και Θεσσαλονίκης με τη
διενέργεια 2343 συνεντεύξεων.

28
www.kapa-reserach.com .
29
www.unicef.gr/reports/racism.php.

68
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας αναφέρονται στα εξής:30
 Σε πολλές περιπτώσεις, τα σχολεία αποτελούν χώρο διακρίσεων εις βάρος των
αλλοδαπών μαθητών. Φορείς διακρίσεων είναι οι υπόλοιποι μαθητές, οι γονείς
και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί.
 Καταγράφονται υψηλά ποσοστά ξενοφοβικής συμπεριφοράς και απόψεων σε
αντίθεση με τις αξίες και τις έννοιες της ισότητας και του σεβασμού της
διαφορετικότητας.
 Τα κοινά των εκπαιδευτικών και των γονέων εμφανίζονται περισσότερο
αρνητικοί έναντι των αλλοδαπών μαθητών σε σχέση με τους μαθητές. Ιδιαίτερα
οι μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης εμφανίζουν την καλύτερη γνώμη
και συμπεριφορά απέναντι στους αλλοδαπούς συμμαθητές τους.

Αναλυτικότερα, το 31,9% των γονέων πιστεύει ότι το ποσοστό των


αλλοδαπών μαθητών που σπουδάζουν στα ελληνικά σχολεία είναι μεγαλύτερο σε
σχέση με το αντίστοιχο σε άλλες χώρες της ΕΕ και 17,2% πιστεύει ότι είναι περίπου
το ίδιο. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τους εκπαιδευτικούς είναι 25,2% και 18,9% (η
πλειοψηφία δηλώνει ότι δεν γνωρίζει).
Η στάση των γονέων έναντι των αλλοδαπών μαθητών είναι συνολικά
αρνητική. Το 33.7% πιστεύει ότι η παρουσία των αλλοδαπών μαθητών είναι αρνητικό
γεγονός και το 7,7% πιστεύει ότι η παρουσία τους συνιστά απειλή! Το 42,6% πιστεύει
απλώς ότι είναι ένα φυσιολογικό γεγονός και, μόνο το 11% θεωρεί την παρουσία τους
ως θετικό γεγονός. Οι γονείς των παιδιών του Δημοτικού είναι οι πιο αρνητικοί έναντι
των αλλοδαπών μαθητών (η αρνητική γνώμη και η απειλή βρίσκουν σύμφωνο το
46,7% των γονέων). Τα αντίστοιχα ποσοστά των εκπαιδευτικών είναι χαμηλότερα
των γονέων, ωστόσο ιδιαίτερα ανησυχητικά για τη μη αποδοχή των αλλοδαπών
μαθητών (το 26,7% τους θεωρεί αρνητικό γεγονός και το 3,3% απειλή, ενώ η
πλειοψηφία-54,4% ως φυσιολογικό γεγονός). Η αρνητική γνώμη των εκπαιδευτικών
(όσοι δηλ. θεωρούν την παρουσία των αλλοδαπών μαθητών αρνητικό γεγονός και
απειλή) είναι μεγαλύτερη στα Δημοτικά (34,2%), χαμηλότερη στα Γυμνάσια (30,7%)
και αρκετά χαμηλότερη στα Λύκεια (23,5%).
Συνολικά το 58% των γονέων πιστεύει ότι τα παιδιά των αλλοδαπών θα
έπρεπε να φοιτούν σε ειδικές / διαφορετικές τάξεις (29,2%) ή σε εντελώς διαφορετικά

30
www.unicef.gr/reports/racism.php.

69
σχολεία μόνο για αλλοδαπούς (28,8%). Η απόλυτη πλειοψηφία των γονέων είναι υπέρ
της απομόνωσης των αλλοδαπών μαθητών. Δυστυχώς, τα ίδια σχεδόν ποσοστά υπέρ
της απομόνωσης καταγράφονται και στους εκπαιδευτικούς: το 41,8% πιστεύει ότι τα
παιδιά των αλλοδαπών θα έπρεπε να φοιτούν σε ειδικές τάξεις και το 16,5% υπέρ της
ένταξής τους σε ειδικά σχολεία!
Παρόλα ταύτα, μόλις το 17,5% των γονέων που έχουν παιδιά τα οποία φοιτούν
σε σχολεία με παρουσία αλλοδαπών αναφέρει ότι τα παιδιά των αλλοδαπών
δημιουργούν προβλήματα στη σχολική κοινότητα (ως τέτοια αναφέρουν είτε φασαρίες /
επιθετικότητα / βία είτε καθυστέρηση προόδου και μαθησιακά προβλήματα.
Παρόμοια και οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν προβλήματα σε ποσοστό 23,1% όσων
εργάζονται σε σχολεία με αλλοδαπούς μαθητές. Αναφέρουν δε ως συνηθέστερα
προβλήματα τα γλωσσικά-μαθησιακά (33,3%), την επιθετικότητα-βία (30%) και την
έλλειψη πειθαρχίας (21,7%).
Το 57% των γονέων δεν θα συμφωνούσε με την άποψη ότι «οι αλλοδαποί
μαθητές που αριστεύουν να σηκώνουν την ελληνική σημαία στις εθνικές εορτές» και
το 51,8% θεωρεί την παρουσία των αλλοδαπών γενικά στην ελληνική κοινωνία ως
«ανησυχητική». Η στάση των εκπαιδευτικών είναι μοιρασμένη στα δυο: το 41,6% θα
συμφωνούσε έναντι 41,1% που διαφωνεί με το δικαίωμα των αριστούχων αλλοδαπών
μαθητών να σηκώσουν την ελληνική σημαία. Ωστόσο, και οι εκπαιδευτικοί
πλειοψηφικά (52,7%) πιστεύουν ότι η παρουσία των αλλοδαπών είναι ανησυχητική ή
ενοχλητική.
Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών (54,1%) πιστεύει ότι οι αλλοδαποί γονείς δεν
ενδιαφέρονται το ίδιο με τους ημεδαπούς για την πρόοδο των παιδιών τους. Αποδίδουν
μάλιστα αυτή την εκτίμησή τους στη σκληρή εργασία των αλλοδαπών γονέων
(70,4%), τα γλωσσικά προβλήματα (16,3%) και τη γενική αδιαφορία των αλλοδαπών
γονέων (10,2%). Οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν σε ποσοστό 70,7% ότι δεν είναι
κατάλληλα καταρτισμένοι για να διδάξουν τα παιδιά των αλλοδαπών, ενώ μόλις το
7,3% θεωρεί ότι στη διδακτική ύλη υπάρχουν στοιχεία που προάγουν τη ξενοφοβική
συμπεριφορά.
Σε αντίθεση με τη γενική στάση γονέων και εκπαιδευτικών, οι μαθητές στην
πλειοψηφία τους (71,8%) θεωρούν την παρουσία των αλλοδαπών μαθητών ως καλή ή
μάλλον καλή. Τη θετικότερη άποψη εκφράζουν οι μαθητές του Δημοτικού (88%), οι
μαθήτριες (76,2%), οι μαθητές με γονείς ανώτερης μόρφωσης (78,3%) και οι μαθητές
με αλλοδαπούς στην τάξη τους (76,1%). Ωστόσο, και στο κοινό των μαθητών,
70
καταγράφονται σημαντικές στάσεις απόρριψης των αλλοδαπών μαθητών. Το 37,3%
των μαθητών θα ένιωθε ενόχληση από παρουσία αλλοδαπών μαθητών στο σχολείο
τους και το 41,4% από παρουσία αλλοδαπών μαθητών στην τάξη τους. Την άποψη
για διαχωρισμό των αλλοδαπών μαθητών σε ειδικές τάξεις ή σε ειδικά σχολεία
υιοθετεί το 45,1% των μαθητών.
Οι αλλοδαποί μαθητές βρίσκονται σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση στα Δημοτικά
σχολεία της χώρας. Ουσιαστικά βιώνουν αρνητική ως εχθρική στάση τόσο από τους
εκπαιδευτικούς όσο και από τους γονείς των συμμαθητών τους. Η αρχικά φιλικότερη
υποδοχή από τους ίδιους τους ημεδαπούς συμμαθητές τους είναι αναγκαία προϋπόθεση
αλλά όχι και επαρκής συνθήκη για την ενσωμάτωσή τους στο σχολικό περιβάλλον ως
προσωπικοτήτων με αξιοπρέπεια και δικαιώματα.
Η ευρεία αποδοχή της άποψης περί ανεπιθύμητης παρουσίας ή ακόμα και
απειλής των αλλοδαπών σε συνδυασμό με την υιοθέτηση απόψεων απομόνωσης των
αλλοδαπών μαθητών σε ειδικές τάξεις ή σχολεία αναδεικνύει το έντονα
συγκρουσιακό περιβάλλον στα σχολεία, τις ανοικτές απορριπτικές στάσεις και
αντιλήψεις τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, καθώς και τα ποικίλα
ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν για τους αλλοδαπούς
μαθητές. Στην καρδιά του προβλήματος φαίνεται να υπάρχει η κυρίαρχη
νοηματοδότηση της εθνικότητας ως φυλετικής / ουσιοκρατικής («δίκαιο του
αίματος»).31
Η φυλετική αρχή φαίνεται να διαβρώνει τις οριζόντιες αξίες της αξιοκρατίας,
της ισότητας, της δικαιοσύνης και να υπονομεύει τις όποιες προσπάθειες οικοδόμησης
ενός συνταγματικού πατριωτισμού, αναγκαίας συνθήκες για τη λειτουργία μιας
πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Το σχολικό περιβάλλον φαίνεται να «αρνείται» την
ύπαρξη της πολυπολιτισμικότητας, να αντιδρά αμυντικά και φοβικά μέσω της
περιχαράκωσης και της οχύρωσης πίσω από σημαίες αποκλεισμού.

Στοιχεία για τους Τσιγγάνους


Η ομάδα των Τσιγγάνων αποτελεί ένα κοινό που βιώνει ίσως τον πιο σκληρό
και οργανωμένο ρατσισμό σε όλη την Ευρώπη. Στη χώρα μας, τα τελευταία χρόνια
διεξάγονται έρευνας και μελέτες για τα προβλήματα και εμπόδια που συναντούν οι
Τσιγγάνοι στο πλαίσιο χρηματοδότησης παρόμοιων πρωτοβουλιών από την
31
Βλέπε για το νεοφυλετισμό στα σχολεία και την άρνηση της ισοκρατικής άποψης περί ελληνικότητας, Μ.
Σκανδάμης, «Εκπαίδευση και ρατσισμός: Η περίπτωση Οδυσσέα Τσενάϊ», Ποινική Δικαιοσύνη, 68 (2004)
και στο: http://users.ach.sch.gr/nemfelonis/istnee.htm .

71
Ευρωπαϊκή Ένωση (πχ., Κοινοτική Πρωτοβουλία Equal). Μια διαθέσιμη έρευνα32 για
τα προβλήματα ρατσισμού που αντιμετωπίζουν οι Τσιγγάνοι στην Ελλάδα είναι αυτή
που έγινε στο πλαίσιο της Αναπτυξιακής Σύμπραξης «ΦΥΛών ΕΝΩΣΙΣ» το 2006.33
Αναλυτικότερα, η έρευνα εστιάζει στις διακρίσεις που υφίστανται οι
Τσιγγάνοι, ιδιαίτερα οι πιο μειονεκτικές ομάδες αυτών (των διαμενόντων σε
καταυλισμούς) στην αγορά εργασίας. Προς τούτο έγιναν συνεντεύξεις με Τσιγγάνους
στο Ζεφύρι, τη Γαστούνη, την Καλαμάτα, την Κατερίνη, τη Γέρα Λέσβου και τη
Μυτιλήνη. Σύμφωνα με την έρευνα, η συντριπτική πλειοψηφία των Τσιγγάνων της
έρευνας πιστεύει ότι δεν απολαμβάνει ίσων δικαιωμάτων με τους υπόλοιπους
Έλληνες. Τονίζουν την ύπαρξη «ρατσιστικού κράτους», την επιθετική συμπεριφορά
των αστυνομικών αρχών, την πλημμελή κοινωνική φροντίδα, την «εκμετάλλευσή
τους για εκλογικούς σκοπούς» και την έλλειψη σεβασμού.
Αναλυτικότερα γίνεται διάκριση μεταξύ διάχυτου κοινωνικού ρατσισμού και
θεσμικού ρατσισμού. Ο διάχυτος κοινωνικός ρατσισμός αναφέρεται στην ευρεία
υιοθέτηση προσβλητικών και αρνητικών συμπεριφορών και σχολίων. Αναφέρεται η
διάχυτη αντίληψη για την ταύτιση των Τσιγγάνων με την παραβατικότητα, την
άρνηση μίσθωσης κατοικίας και τη μη προσέλκυση πελατείας στα μαγαζιά τους.
Ο θεσμικός ρατσισμός (που μας ενδιαφέρει περισσότερο) αναφέρεται στη
σκόπιμη πολιτική παραμέλησης από τις δημόσιες αρχές θεμάτων και υποχρεώσεων
σχετικών με τις συνθήκες διαβίωσης των Τσιγγάνων (πχ., έλλειψη νερού, ρεύματος
και αποχέτευσης). Επίσης, αναφέρεται σε επιλεκτικούς και συνεχείς αστυνομικούς
ελέγχους («Τσιγγάνος= Ύποπτος»), διαχωρισμούς των παιδιών Τσιγγάνων στα
σχολεία, χαμηλής ποιότητας ή άρνηση παροχής υπηρεσιών από την τοπική
αυτοδιοίκηση και φορείς, όπως τα νοσοκομεία, καθώς και γεωγραφικός διαχωρισμός
των Τσιγγάνων («γκετοποίηση»).
Χαρακτηριστικές αναφορές των ίδιων των Τσιγγάνων, όπως καταγράφονται
στην έρευνα, για το πώς βιώνουν και αντιλαμβάνονται τις διακρίσεις και τα
στερεότυπα, είναι οι ακόλουθες:
 ο κράτος είναι ρατσιστικό και δεν μας βοηθάει εμάς. Οι πολιτικοί έρχονται μόνο για
ψήφους και μετά μας ξεχνάνε. Παρόλο που και εμείς ψηφίζουμε και πάμε φαντάροι.
 Νιώθω ότι δεν έχω τα ίδια δικαιώματα. Δεν με σέβονται.

32
Ιωσηφίδης Θ., Κεχαγιά Α., Κίζος Θ., Λούπου Ο., Μαλλιωτάκη Α., Πετράκου Η., Μελέτη διακρίσεων και
ανισοτήτων που υφίσταται η ομάδα στόχος των Ελλήνων Τσιγγάνων στην αγορά εργασίας, Πανεπιστήμιο
Αιγαίου, Μυτιλήνη 2006 για την Α.Σ, ΦΥΛών ΕΝΩΣΙΣ.
33
www.filonenosis.gr .

72
 Υπάρχει [ρατσισμός] και από κράτος και από κοινωνία. Στην Αθήνα που ζούσα για λίγο
ήμασταν στα τσαντίρια μέσα στη λάσπη. Στα νοσοκομεία σου λένε: Γιατί έχετε βρώμικο
το παιδί; Αφού δεν έχουμε νερό. Ο κόσμος μας κοροϊδεύει “γύφτους” επειδή είμαστε
ξυπόλυτοι.
 Η αστυνομία μας σταματά πολλές φορές. Όπου και να πάμε εμάς τους τσιγγάνους μας
σταματάνε για εξακριβώσεις. Κάποιοι είναι καλοί και άλλοι όχι. Μας προσβάλουν μας
βρίζουν και μας σπάνε τα νεύρα.
 Έχω παράπονο από την Πρόνοια, δεν μας βοηθούν να θεωρήσουμε τα βιβλιάρια υγείας
για να πάνε τα παιδιά στο Νοσοκομείο. Κάθε 6 μήνες μας τρέχουν . Αισθάνομαι
αβοήθητη, δεν έχω λεφτά να πάω εκεί που μου λένε. Ο κόσμος δεν μας εμπιστεύεται και
μας διώχνουν από τα μαγαζιά.
 Έχει τύχει να ψωνίζει μία γυναίκα κάτι από μένα και να έρθει μία άλλη και να της λέει:
Μην ψωνίζεις από τον γύφτο γιατί θα χαλάσει, δεν είναι καλό.
 Ήθελε η κόρη μου να βγάλει δελτίο απορίας και έπρεπε πάει απόδειξη ότι πληρώνει
αυτή τους λογαριασμούς ενώ πλήρωνα εγώ και τελικά δεν έβγαλε απορία γιατί δεν
μπορούσε να αποδείξει μόνιμη κατοικία. Υπάρχει γραφειοκρατία και κολλήματα και δεν
μας βοηθάνε να τα καταφέρουμε.
 Στις υπηρεσίες δεν μας βοηθούν που είμαστε αγράμματοι και δεν καταλαβαίνουμε τι
πρέπει να κάνουμε για να εξυπηρετηθούμε. Δεν μπορώ να θεωρήσω το βιβλιάριο υγείας
για τα παιδιά μου.

Συχνές αναφορές στον τοπικό τύπο περιοχών, όπου διαμένουν Τσιγγάνοι,


δείχνουν τις έντονες αντιδράσεις για την παρουσία των Τσιγγάνων, την εμφανή στάση
απόρριψης και την προσπάθεια εμπέδωσης θεσμικού ρατσισμού. Χαρακτηριστικά
σταχυολογούμε:
α) «Αιτία διχασμού του Δημοτικού Συμβουλίου Ασπροπύργου αποτέλεσε η
34
αποχέτευση στην περιοχή των Τσιγγάνων». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, αιτία του
διχασμού υπήρξε η αποδοχή επιχορήγησης 2.320.000 ευρώ για το έργο αποχέτευσης
όμβριων υδάτων κυρίου ιστού και περιοχών αθιγγάνων του Δήμου Ασπροπύργου.
Μεταξύ των απόψεων που διατυπώθηκαν είναι οι ακόλουθες: «ο Δήμος δεν μπορεί
να δεχτεί κανένα κονδύλι για την ομάδα των τσιγγάνων γιατί έτσι μονιμοποιούνται
κατά κάποιο τρόπο οι τσιγγάνοι της περιοχής», «καλά είναι τα χρήματα, αλλά αν τα
δεχτεί ο Δήμος, θα δώσει δικαίωμα στην όποια κυβέρνηση να θεωρεί ότι τσιγγάνοι
είναι αποδεκτοί στην περιοχή, οξύνοντας έτσι τα ήδη πολλαπλά της προβλήματα»,
«…ο δήμος είχε λάβει άλλη επιχορήγηση, η οποία προοριζόταν για τον καθαρισμό της

34
Εφημερίδα ΘΡΙΑΣΙΟ, Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2007, σελ. 3. Στο δημοσίευμα γίνεται ονομαστική αναφορά
στις θέσεις και δηλώσεις που παραθέτουμε στο παρόν κείμενο εργασίας. Επιλέγουμε να παραθέσουμε τα
χωρία χωρίς τα ονόματα έτσι ώστε να αποφύγουμε οποιαδήποτε «εμπλοκή» σε πολιτικές ερμηνείες. Αυτό
που μας ενδιαφέρει είναι ο τρόπος κοινωνικής κατασκευής των προβλημάτων και η δόμηση της απειλής
«Τσιγγάνοι». Άλλωστε καταγράφεται μια οριζόντια αποδοχή πρακτικών και πολιτικών θεσμικού ρατσισμού
από πολλές τοπικές πολιτικές παρατάξεις.

73
περιοχής των τσιγγάνων…αυτό μπορεί να βελτιώνει τη διαβίωση τσιγγάνων, αλλά
δημιουργεί κακό προηγούμενο….υπάρχει φόβος για μεθόδευση που θα οδηγήσει στη
δημιουργία οργανωμένου καταυλισμού τσιγγάνων…», «…δεν υπάρχει καμία πρόθεση
να δεχτεί ο δήμος πακτωλό χρημάτων για τους τσιγγάνους και σε καμία βέβαια
περίπτωση για τους σκηνίτες…οι τσιγγάνοι της περιοχής έχουν πάρει το μήνυμα και
σιγά-σιγά απομακρύνονται…».
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι τα παραπάνω συνιστούν ενδείξεις
θεσμικού ρατσισμού. Αυτού του είδους ο θεσμικός ρατσισμός σε μεγάλο βαθμό
αποκαλύπτει το φαύλο κύκλο του ρατσισμού, δεδομένου ότι πολλοί κάτοικοι της
περιοχής (Μη Τσιγγάνοι) θεωρούν εαυτούς στιγματισμένους και
περιθωριοποιημένους από τα ΜΜΕ και συμπολίτες μας («το γκέτο του
Ασπροπύργου»). Ο θεσμικός ρατσισμός βέβαια δεν είναι «μετέωρος»: εδράζεται στην
ύπαρξη διάχυτου κοινωνικού ρατσισμού στις τοπικές κοινωνίες, όπως φαίνεται
παρακάτω.35
β) «Δικαίωμα στην ασφαλή διαβίωση ζητούν κάτοικοι του Ασπροπύργου».36
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ομάδα πολιτών του Δήμου Ασπροπύργου διοργανώνει
συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την κατάσταση που βιώνουν στην περιοχή τους.
Αναφέρονται στα εξής: «το πρόβλημα με τους τσιγγάνους και την ανθυγιεινή διαβίωση,
που τους έχει επιβληθεί και τους επηρεάζει άμεσα θίγουν κάτοικοι του Ασπροπύργου»,
«η περιοχή έχει γίνει απροσπέλαστη τα βράδια λόγω της έντονης παραβατικότητας από
μέρους των Τσιγγάνων…», «…κάποιοι τοποθέτησαν ή άφησαν με την ανοχή τους για
καθαρά προεκλογικούς σκοπούς να εγκατασταθούν στην περιοχή Τσιγγάνοι χωρίς
ονοματεπώνυμο…», «…ζητάμε την τοποθέτησή τους (ενν. Τσιγγάνους) σε
οργανωμένους χώρους με νερό και φως, σχολεία για τα παιδιά τους…», «…απαιτούμε
ένταξη της περιοχής στο σχέδιο πόλεως και κανένα πρόστιμο στα αυθαίρετα…», «…να
σταματήσουν τα πρόστιμα στα σπίτια των οικογενειών ποντιακής καταγωγής…άμεσα να
καταγραφούν οι άνεργοι και δέσμευση για εργασία για όλους…». Ο διάχυτος
κοινωνικός ρατσισμός σε πολλές περιπτώσεις είναι ένα φαινόμενο «ρατσισμού μέσα
στο ρατσισμό» και «αποκλεισμού μέσα στον αποκλεισμό». Ομάδες πολιτών με
δυσκολίες κοινωνικής συμμετοχής και εις βάρος τους ρατσιστικά εμπόδια
35
Η «επιθετική» πολιτική Δήμων της χώρας έναντι των Ρομά έχει αναγνωριστεί και από τον Επίτροπο για
τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης «….οι τοπικοί πολιτικοί και οι τοπικές αρχές δεν
είναι έτοιμες να χρησιμοποιήσουν ούτε τις δημόσιες χρηματοδοτήσεις προς όφελος των Ρομά, καθώς οι
ψηφοφόροι τους τις θεωρούν ένδειξη αποδοχής της μόνιμης εγκατάστασης των Ρομά…». Βλέπε
αναλυτικότερα, Shashati A., Mardaki A., ο.π., σελ. 9.
36
Εφημερίδα ΘΡΙΑΣΙΟ, Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2007, σελ. 3.

74
καταφεύγουν στην επίκληση ρατσιστικών λόγων και πρακτικών για να
«αναβαθμίσουν» την ποιότητα ζωής τους.
γ) «Συνοικία το όνειρο ή εφιάλτης η 4η συνοικία Άνω Λιοσίων; Οι κάτοικοι
37
εξεγείρονται κατά της συμβίωσής τους με τους τσιγγάνους». Σύμφωνα με το
δημοσίευμα, ο πρόεδρος του Συλλόγου πολιτών της 4ης συνοικίας αναφέρθηκε στα
σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, κατά τη διάρκεια Δημοτικού
Συμβουλίου. Ως τέτοια επισημαίνονται η ηχορύπανση, η συσσώρευση απορριμμάτων
που συνιστούν μια απέραντη χωματερή σε συνδυασμό με τη ροή απόνερων στους
δρόμους, το ξήλωμα των φρεατίων και μεγάλος αριθμός παραγκών (ενν. Τσιγγάνων),
όπου οι συνθήκες διαβίωσης είναι άθλιες. Γίνεται επίσης αναφορά στη
«…συνεπαγόμενη αυξημένη αγανάκτηση των υπόλοιπων κατοίκων, η οποία ίσως τους
οδηγήσει σε ακραίες λύσεις και αυτό θα πρέπει να αποφευχθεί σε κάθε περίπτωση…η 4η
συνοικία οδεύει προς την καταστροφή επειδή κάποιοι το θέλουν…».
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι παραδείγματα θεσμικού ρατσισμού (θεσμικών
πρακτικών διακρίσεων) ιδιαίτερα εις βάρος μεταναστών και των Ρομά / Τσιγγάνων
καταγράφονται, γνωστοποιούνται και, ως ένα βαθμό, αξιολογούνται από το Συνήγορο
του Πολίτη ως εθνικού φορέα προώθησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης, από το
Ευρωπαϊκό Δίκτυο ενάντια στο Ρατσισμό38 και από την Ευρωπαϊκή Αρχή
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.39
Σύμφωνα με το Συνήγορο του Πολίτη40, διαπιστώνονται θεσμικές πρακτικές
διάκρισης εις βάρος των Ρομά. Ο αποκλεισμός μάλιστα των Ρομά (πχ., στο θέμα της
κατοικίας) υποστηρίζεται ότι είναι «θεσμοποιημένος» και ότι ο μόνιμος κοινωνικός
αποκλεισμός τους βασίζεται σε διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής
κοινωνίας, όπως η αδιαφάνεια στην αγορά εργασίας, η άναρχη πολεοδομική
ανάπτυξη και η «πελατειακή» φύση της πολιτικής ζωής, ιδιαίτερα στο επίπεδο της
τοπικής αυτοδιοίκησης. Ειδικές αναφορές γίνονται σε «εκκαθαρίσεις» περιοχών από

37
Εφημερίδα ΘΡΙΑΣΙΟ, Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007, σελ. 3.
38
Συνήγορος του Πολίτη, «Ο Συνήγορος του Πολίτη ως φορέας προώθησης της αρχής της ίσης
μεταχείρισης 2006», ΣτΠ, Αθήνα, 2007.
39
http://fra.europa.eu. Η έκθεση του 2007 αναφέρεται στις νομοθετικές και θεσμικές πρωτοβουλίες στα
κράτη μέλη της ΕΕ όσον αφορά το ρατσισμό και τις διακρίσεις, παρέχοντας ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία
σε συγκριτική βάση. Αναλυτικότερα, παρέχονται στοιχεία για τις διακρίσεις και το ρατσισμό στα θεματικά
πεδία της απασχόλησης, της κατοικίας και της εκπαίδευσης. Γίνεται επίσης αναφορά στην καταγραφή των
ρατσιστικών εγκλημάτων και της ρατσιστικής βίας, στην ανάγκη έρευνας και ανταλλαγής καλών
πρακτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
40
Συνήγορος του Πολίτη (Σ.τ.Π.), 1η Ετήσια Έκθεση ως Εθνικός φορέας προώθησης της αρχής της ίσης
μεταχείρισης», Σ.τ.Π., Αθήνα 2006 και Συνήγορος του Πολίτη (Σ.τ.Π.), 2η Ετήσια Έκθεση ως Εθνικός
φοράς προώθησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης», Σ.τ.Π., Αθήνα 2007 (www.synigoros.gr ).

75
τους Ρομά (πχ., Πάτρα, Βοτανικός) και στην σκόπιμη παρελκυστική πολιτική στην
παροχή υπηρεσιών από Δήμους.41 Ο διαρθρωτικός αποκλεισμός των Ρομά «…οδηγεί
σε ματαίωση της δυνατότητας και των ευκαιριών για προσωπική και συλλογική
ανάπτυξη και ευημερία τους (απασχόληση, συμμετοχή στην εκπαίδευση, ιατρική μέριμνα
κλπ) και εν τέλει αδυναμία σοβαρής συμμετοχής στην πολιτική ζωή, τοπική και εθνική.
Η αυξημένη εγκληματικότητα, η εκμετάλλευση της παιδικής ηλικίας, η ευρεία διάδοση
ναρκωτικών ουσιών στις νεαρές ηλικίες και η εμπλοκή σε δίκτυα διακίνησης καθώς και
τα αυξανόμενα φαινόμενα ρατσισμού εις βάρος των Ρομά αποτελούν χαρακτηριστικά
παραπροϊόντα των διαδικασιών αυτών που τροφοδοτούν με της σειρά τους τον φαύλο
κύκλο του αποκλεισμού».42
Σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες έρευνες των παραπάνω οργανισμών43,
αν και αναγνωρίζονται κάποιες προσπάθειες βελτίωσης στο πεδίο της προώθησης
σχετικής νομοθεσίας (κυρίως την ενσωμάτωση των Κοινοτικών Οδηγιών για τις
διακρίσεις και την ισότητα), υποστηρίζεται ότι οι σχετικές δημόσιες πολιτικές και
πρακτικές απέχουν πολύ από το να είναι αποτελεσματικές, ενώ σε κάποιες
περιπτώσεις είναι ανύπαρκτες.

Το παράδειγμα της Κοινωνικής Εργασίας. Ρόλος και καλές πρακτικές


Η κοινωνική εργασία εφαρμόζεται στο πλαίσιο οργανωμένων κοινωνικών
υπηρεσιών και κοινωνικών προγραμμάτων στο δημόσιο, στον ιδιωτικό μη κερδοσκοπικό
τομέα και στον ιδιωτικό τομέα. Στο «σκληρό» πυρήνα της φιλοσοφίας της, του αξιακού
προσανατολισμού και της νομιμοποίησής της βρίσκεται η επιδίωξη της υποστήριξης
ανθρώπων, ομάδων και κοινοτήτων να διασφαλίσουν την αξιοπρέπεια, την αυτονομία και
την πλήρη συμμετοχή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η παραπάνω βασική αποστολή της κοινωνικής εργασίας δεν υλοποιείται σε θεσμικό
κενό. Αντιθέτως, υλοποιείται σε συγκεκριμένο θεσμικό, ιδεολογικό, κοινωνικό,
οικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Οι τάσεις ξενοφοβίας και πρακτικών διακρίσεων

41
Η δική μας μελέτη στοιχείων για την πολιτική αντιμετώπισης των Τσιγγάνων από Δήμους (Άνω Λιόσια,
Ζεφύρι, Ασπρόπυργος) φαίνεται να καταλήγει στην ύπαρξη καθεστώτος πολλαπλών διακρίσεων και
«εκμεταλλεύσεων». Οι Τσιγγάνοι θεωρούνται σε μεγάλο βαθμό ανεπιθύμητοι και αποβλητέοι, ωστόσο στις
περιόδους προεκλογικού ανταγωνισμού φαίνεται ότι «κάποιες ομάδες Τσιγγάνων» ενθαρρύνονται να
εγκατασταθούν με αντάλλαγμα τη ψήφο τους (σχ. αναφορές σε πρακτικά συνεδριάσεων Δημοτικών
Συμβουλίων και αναφορών στον τοπικό τύπο).
42
Σ.τ.Π., Ετήσια Έκθεση 2006, Σ.τ.Π., Αθήνα 2007, σελ. 203.
43
Pavlou M., “Racism and discrimination against immigrants and minorities in Greece. The state of play”,
Annual Report 2007, HLHR-KEMO, Athens 2007, Shashati A., Mardaki A., “Racism in Greece”, ENAR
Shadow Report 2006, ENAR, Brussels 2007, και FRA, Report on racism and xenophobia in the Member
States of the EU, FRA, Wien 2007 (http://fra.europa.eu).

76
που υιοθετούνται ή τουλάχιστον γίνονται ανεκτές, τόσο από σημαντικό τμήματα του
γενικού πληθυσμού όσο και από ειδικά κοινά (δικαστές, εισαγγελείς, αστυνομικοί,
εκπαιδευτικοί), είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι δημιουργούν ένα ανάλογο «κοινωνικό
κλίμα» που επηρεάζει την αποστολή των κοινωνικών λειτουργών.44
Επιπλέον, η σημερινή λειτουργία πολλών κοινωνικών υπηρεσιών σε πλαίσια
αναξιοκρατίας και αβεβαιότητας (βλ. ΟΤΑ) σε συνδυασμό με την έλλειψη κατάλληλης
εκπαίδευσης και κατάρτισης σε θέματα αντι-ρατσιστικής δράσης και δράσης ενάντια στις
διακρίσεις αναδεικνύουν τη σημασία έρευνας στο πεδίο της κοινωνικής εργασίας για τα
ανάλογα ζητήματα.
Στο παρόν τμήμα εξετάζεται ο ρόλος της κοινωνικής εργασίας στην
αντιμετώπιση του κοινωνικού και θεσμικού ρατσισμού, παρουσιάζονται τα στερεότυπα
και ενδεικτικές στρατηγικής παρέμβασης για τη νεολαία των φτωχογειτονιών και των
ανθρώπων που πάσχουν από ψυχική ασθένεια.

Ο ρόλος της κοινωνικής εργασίας


Η κοινωνική εργασία συμβάλλει στην αντιμετώπιση των στερεοτύπων, των
διακρίσεων και του ρατσισμού με όλες τις διαθέσιμες μεθόδους της. Η κλινική κοινωνική
εργασία ενδείκνυται στη διεργασία υποστήριξης και ενδυνάμωσης εκείνου που υφίσταται
διακρίσεις με σκοπό την ανακούφιση του άγχους, την δημιουργική διαχείριση της
επιθετικότητας, υποβοήθηση των μηχανισμών άμυνας, η στήριξη του ατόμου για το
σχεδιασμό και την υλοποίηση στρατηγικής διαχείρισης του περιβάλλοντος και
αναπλαισίωση του προβλήματος και η συνηγορία υπέρ της πρόσβασής του σε άλλες
πηγές προνοιακής και κοινωνικής στήριξης.45
Η κοινωνική εργασία με ομάδες συμβάλλει στη βελτίωση των διαπροσωπικών
σχέσεων του εξυπηρετούμενου μέσω της βίωσης εμπειριών αλληλεπίδρασης
(συνεργασία, σύγκρουση, διαπραγμάτευση) με στόχο την ανάπτυξη δεξιοτήτων
διαπροσωπικής επικοινωνίας, την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, την αναγνώριση της
πολλαπλότητας και αντιφατικότητας των διαπροσωπικών σχέσεων, και εν τέλει την

44
Βλέπε για μια καταγραφή φαινομένων, ζητημάτων και κρουσμάτων ρατσισμού στον τομέα της Υγείας
και Πρόνοιας στην Ετήσια Έκθεση 2007 του Κέντρου Πληροφόρησης & Τεκμηρίωσης για το Ρατσισμό
«ΑΝΤΙΓΟΝΗ»
(www.antigone.gr/listpage/reports_on_greece/2007/0701218.doc ).
45
Βλέπε αναλυτικά για τη μεθοδολογία της κλινικής κοινωνικής εργασίας, Καλλινικάκη Θ., Εισαγωγή στη
θεωρία και την πρακτική της κοινωνικής εργασίας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998, σελ.126-138 και
Παπαϊωάννου Κ., Κλινική κοινωνική εργασία. Κοινωνική εργασία με άτομα, Έλλην, Αθήνα 2004, ιδιαίτερα
σελ. 75-152.

77
αναγνώριση και υποστήριξη σειράς αξιών, όπως η συνύπαρξη, η συνεργασία, η ευθύνη, η
κοινωνική λογοδοσία, η πρωτοβουλία και η υπευθυνότητα.46
Η κοινωνική εργασία με την κοινότητα (κοινοτική εργασία) αποτελεί κατά τη
γνώμη μας την προτιμότερη μεθοδολογία για μια βιώσιμη αντιμετώπιση της κουλτούρας
στερεοτύπων, διακρίσεων και ρατσισμού. Ο διάχυτος κοινωνικός ρατσισμός και ο
θεσμικός ρατσισμός αποτελούν κοινωνικές και θεσμικές συνθήκες που εμποδίζουν,
ματαιώνουν ή και αποκλείουν την πρόσβαση ατόμων και ομάδων σε σειρά αγαθών και
δραστηριοτήτων (πχ., εκπαίδευση). Η αναγνώριση, διαχείριση και «αποδόμηση» των
παραπάνω συνθηκών απαιτεί κινητοποίηση και οργάνωση ομάδων του πληθυσμού (πχ.,
οι υφιστάμενοι διακρίσεις) για την «ανάκτηση» των δικαιωμάτων τους, την αναγνώριση
και αντιμετώπιση φαινόμενων θεσμικού ρατσισμού ακόμα και στον τομέα της κοινωνικής
πρόνοιας, καθώς και την ενδυνάμωση της κοινοτικής οργάνωσης για συστηματική και
αποτελεσματική δράση. Επίσης, σημαντικό τμήμα της παρέμβασης της κοινωνικής
εργασίας είναι η ενσωμάτωση της αρχής της μη διάκρισης στην κοινωνική διοίκηση, η
συμπερίληψη των επιπτώσεων διάκρισης και αποκλεισμού στα προγράμματα κοινωνικής
πολιτικής και πρόνοιας (κοινωνικός σχεδιασμός) καθώς και την κοινωνική έρευνα.47

46
Βλέπε αναλυτικά για την κοινωνική εργασία με ομάδες, Καλλινικάκη Θ., Εισαγωγή στη θεωρία και την
πρακτική της κοινωνικής εργασίας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998, σελ. 138-144 και Παπαδοπούλου Χ.,
Κοινωνική εργασία με ομάδες, Έλλην, Αθήνα 1993.
47
Βλέπε αναλυτικότερα για την κοινωνική εργασία με κοινότητα, Καλλινικάκη Θ., Εισαγωγή στη θεωρία
και την πρακτική της κοινωνικής εργασίας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998, σελ. 144-154 και
Σταθόπουλος Π., Κοινοτική Εργασία. Θεωρητική προσέγγιση, Τόμος Α΄, Παπαζήσης, Αθήνα 2005.

78
6. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ .
6.1. Ζεφύρι και περιβάλλον: Ψευτοδιλήμματα και πραγματικά
προβλήματα.

Η ανάδειξη των περιβαλλοντικών θεμάτων στο Ζεφύρι: Γιατί τώρα;


Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται μια ιδιαίτερα έντονη και σταθερή ενασχόληση
πολιτικών, πολιτικών ομάδων και κοινωνίας των πολιτών του Δήμου μας με τα τοπικά
(Πάρκο Κ. Λιάρου, Ρέμα Εσχατιάς) και ευρύτερα τοπικά (Πάρκο Περιβαλλοντικής
Ευαισθητοποίησης «Α. Τρίτσης») περιβαλλοντικά θέματα. Η εξέλιξη αυτή θεωρείται
κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική από την ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΒΙΩΣΙΜΟ
ΖΕΦΥΡΙ και έχει τη δική της ερμηνεία και εξήγηση. Η ανάδειξη των συγκεκριμένων
θεμάτων δεν αντανακλά μόνο ούτε την τρέχουσα πολιτική συγκυρία (πχ. ανάδειξη
θέματος ενόψει ευρωεκλογών και επόμενων δημοτικών εκλογών) ούτε τις ιδιαιτερότητες
μερίδας συμπολιτών μας («οι οικολόγοι»). Η ανάδειξη των θεμάτων αυτών οφείλεται σε
συγκεκριμένους δομικούς παράγοντες, ευρύτερους αλλά και τοπικούς.
Ο βασικός ευρύτερος παράγοντας αναφέρεται στην ολοένα και αυξανόμενη
εμπορευματοποίηση του δημόσιου χώρου που καθιστά «εμπορικό προϊόν» ή επιβάλλει τη
λογική του εμπορικού προϊόντος σε μια σειρά διαδικασιών κοινωνικής επαφής,
αναψυχής, διασκέδασης και χρήσης του ελεύθερου χρόνου. Ο τοπικός παράγοντας στο
Ζεφύρι σχετίζεται με την έντονη αστικοποίηση και υπερδόμηση που βιώνει η κοινότητά
μας: οι ελεύθεροι χώροι πρασίνου «φαίνονται» σε κάποιους ότι είναι πολλοί, ωστόσο
κάποιοι άλλοι συνειδητοποιούμε ότι εξελίσσεται μια δυναμική διαδικασία δόμησης των
ακάλυπτων χώρων με έντονες πιέσεις στις περιοχές πρασίνου και ελεύθερων χώρων. Η
δυναμική αυτή δεν ενθαρρύνεται μόνο από την ανάγκη αξιοποίησης ιδιωτικών
κεφαλαίων στον κατασκευαστικό τομέα αλλά και από τις Δημοτικές Αρχές- οι τελευταίες
όταν βρίσκονται σε περιόδους «οικονομικής στενότητας» αναζητούν απεγνωσμένα
πόρους και ως πρώτη ευκαιρία βλέπουν την εμπορική αξιοποίηση των ελεύθερων χώρων
τους.
Ψευτοδιλήμματα για την περιβαλλοντική agenda
Η μέχρι σήμερα συζήτηση (βλέπε facebook, ανακοινώσεις, συνεντεύξεις)
φαίνεται ότι βαρύνεται από μια σειρά «ψευτοδιλημμάτων»: «ανάπτυξη ή περιβάλλον;»,
«πράσινο για το πράσινο ή όλα τσιμέντο;», «αξιοποίηση των ελεύθερων χώρων ή
εγκατάλειψή τους σε φθοροποιά στοιχεία;» κ.ά. Τα διλήμματα αυτού του είδους είναι

79
απλά, εύληπτα και ικανά να «εγκλωβίσουν» τη συζήτηση σε συγκεκριμένα μονοπάτια και
αποτελέσματα. Τα διλήμματα αυτά δεν προάγουν ούτε τη δημιουργική σκέψη ούτε τη
δημιουργική πολιτική δράση. Προκειμένου να αντισταθούμε στα ψευτοδιλήμματα,
οφείλουμε να ερευνήσουμε την ιστορική εξέλιξη αυτών των ζητημάτων, την πολιτική
οικονομία τους («ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν»), καθώς και το ευρύτερο πλαίσιο
εντός του οποίου λειτουργούν και επηρεάζουν.
Η ιστορική εξέλιξη στη Δυτική Αττική μάλλον ενισχύει την άποψη ότι η
ανάπτυξη της περιοχής προϋποθέτει τη μέριμνα για τα περιβαλλοντικά ζητήματα και όχι
το αντίθετο. Η αναπτυξιακή αντίληψη που θέλει τη Δυτική Αττική «να ζει από την
περιβαλλοντική καταστροφή» (πχ. ΧΥΤΑ, βιομηχανίες ΘΡΙΑΣΙΟΥ) «αγνοεί» τους
κερδισμένους και τους χαμένους αυτής της υπόθεσης. Προφανώς κερδισμένοι δεν είναι η
ευρύτερη ομάδα κατοίκων της περιοχής που αντιμετωπίζει υψηλότερους δείκτες
νεοπλασιών συγκριτικά με κατοίκους άλλων περιοχών της Αττικής. Προφανώς
κερδισμένοι δεν είναι όσοι εργάζονται «αναλώσιμοι» σε επισφαλείς εργασίες με
τεράστιες αβεβαιότητες. Προφανώς κερδισμένοι δεν είναι οι κάτοικοι της Δυτικής
Αττικής, αφού έχουν από τα χαμηλότερα κατά κεφαλή εισοδήματα στη χώρα. Προφανώς
κερδισμένοι δεν είναι οι άνθρωποι της νέας γενιάς και όσοι θα γεννηθούν σε αυτή την
περιοχή, αφού αντιμετωπίζουν αρνητικά στερεότυπα για την περιοχή τους
(«υποβαθμισμένοι») που τους εγκλωβίζουν τα όνειρα και τις φιλοδοξίες. Με άλλα λόγια,
κερδισμένη δεν είναι η συνολική ποιότητα ζωής της ευρύτερης περιοχής. Ειδικότερα για
το Ζεφύρι, έρευνα του Πολυτεχνείου για την εξέλιξη της ποιότητας ζωής (οικονομική,
κοινωνική και περιβαλλοντική συνιστώσα) την περίοδο 1995-2005 καταδεικνύει
υποβάθμισή της σε όλους τους δείκτες!
Το περιβάλλον ως πεδίο ανάδειξης των διαρθρωτικών προβλημάτων στο
Ζεφύρι
Το περιβαλλοντικό πρόβλημα του Ζεφυρίου είναι πολυδιάστατο και άμεσα
συνυφασμένο με το κοινωνικό πρόβλημα. Οι πλέον περιβαλλοντικά υποβαθμισμένες
περιοχές τους είναι και οι πλέον υποβαθμισμένες κοινωνικά. Η βόρεια περιοχή (βόρεια
της Αττικής Οδού) κατοικείται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους της ομάδας των Ρομ με
φτωχές στεγαστικές, οικιστικές και κοινωνικές υποδομές. Το ρέμα Εσχατιάς
αντιμετωπίζεται ως οχετός και όχι ως σημαντικός περιβαλλοντικός πόρος για μια
προσπάθεια αναβάθμισης.
Η βόρεια και η νότια περιοχή αποτελούν όχι μόνο διακριτές πολεοδομικές-
χωροτακτικές δομές αλλά και ξεχωριστές κοινωνικές οντότητες. Η βόρεια περιοχή
80
στερείται οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, ενώ όλες οι Υπηρεσίες του
Δήμου (Δημαρχείο, ΚΕΠ, Κοινωνική Υπηρεσία) στεγάζονται στο νότιο τμήμα. Δεν
υπάρχει κανένα δίκτυο (πχ. ποδηλατικό, πεζοπορικό) που να συνδέει το βόρειο με το
νότιο τμήμα, έτσι ώστε να ενθαρρύνει την επικοινωνία και την κοινωνική
αλληλεπίδραση.
Ακόμα περισσότερο, τα ζητήματα κοινωνικής υποβάθμισης αντιμετωπίζονται από
μερίδα κατοίκων και μέρους της τοπικής πολιτικής ηγεσίας ως ζητήματα ποινικού
χαρακτήρα. Με τον τρόπο αυτό παγιώνεται η ανισότητα και ο διαχωρισμός, ενώ
«δικαιολογείται» και η έμφαση στην περαιτέρω ανάπτυξη της νότιας περιοχής. Ακόμα
και ο δημόσιος διάλογος για την τύχη του Πάρκου Λιάρου στο νότιο τμήμα
χαρακτηρίζεται από την ίδια μονότονη, αντιπαραγωγική και εν τέλει αηδιαστική τάση να
μετατρέπονται τα σημαντικά πολιτικά προβλήματα σε ζητήματα δαιμονοποίησης
ανθρώπων, προσωπικών ύβρεων και σεναρίων συνωμοσίας. Ωστόσο, πίσω από όλα αυτά
τα ζητήματα παραμένουν βασανιστικά αναπάντητα: Ο σχεδιασμός ενός χώρου πρασίνου
ποιους και με ποια κριτήρια μπορεί ή πρέπει να εξυπηρετήσει; Έχουν όλοι πρόσβαση σε
αυτόν και με ποιόν τρόπο; Μπορούν όλες οι κοινωνικές ομάδες να διατυπώσουν μια
προτίμηση χρήσης του Πάρκου; Σε ποιο βαθμό οι ελεύθεροι και δημόσιοι χώροι μπορούν
να μετατρέπονται τμηματικά ή εν συνόλω σε εμπορικές δραστηριότητες με συνοδευτικές
υπηρεσίες αναψυχής;
Καταληκτικά
Το Ζεφύρι υφίσταται και βιώνει περιβαλλοντικές ανισότητες (ως τμήμα της
Δυτικής Αττικής), αλλά και στο εσωτερικό του καταγράφονται ευρείες περιβαλλοντικές ,
χωρικές και κοινωνικές αποκλίσεις (βόρειο και νότιο τμήμα). Και στο Ζεφύρι
παρατηρείται το «επικίνδυνο» φαινόμενο τα πιο ευημερούντα τμήματα να επιδιώκουν την
αποσύνδεσή τους από τα λιγότερο ευημερούντα. Όπως το Ζεφύρι θεωρείται το περιθώριο
της Αττικής, έτσι και η βόρεια πλευρά θεωρείται ένα περιθώριο εντός του τοπικού
κοινωνικού αποκλεισμού. Το βόρειο τμήμα του Ζεφυρίου είναι ή εξελίσσεται σε μια
ιδιότυπη Καλκάντζα, όπου το γκέτο δεν χρειάζεται να επιβληθεί…Το γκέτο είναι ο μόνος
αμυντικός και προστατευτικός μηχανισμός για όσους δεν μπορούν να συμμετέχουν στην
οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ζωή.
Το γκέτο είναι ταυτόχρονα «κατάρα» και «ευχή».
Κατάρα γιατί μας εγκλωβίζει σε ρόλους που άλλοι μας παραχωρούν απλόχερα
(πχ. γκέτο ναρκωτικών) με συνέπεια την αναπαραγωγή των στερεοτύπων και της
απομόνωσης…
81
Ευχή γιατί είναι ο μόνος προστατευτικός μηχανισμός σε ένα αφιλόξενο και
επιθετικό περιβάλλον, όπου η πρόσβαση σε κοινωνικές και άλλες υποδομές είναι
δύσκολη ως απαγορευτική για εμάς (πχ., καλά σχολεία, κοινωνικές υπηρεσίες, χώρους
και δρώμενα κοινωνικής συναναστροφής).

6.2. Ρέματα: «Προβληματικοί χώροι» ή ευκαιρία ποιότητας ζωής;48


Ένα από τα σύγχρονα θέματα ζωτικής σημασίας για την ποιότητα ζωής των
πόλεών μας είναι η διαχείριση του τοπίου και των υδάτινων πόρων. Τόσο το τοπίο όσο
και οι υδάτινοι πόροι έχουν παραμεριστεί από την ανάγκη κάλυψης οικιστικών και
οικονομικών αναγκών στο πλαίσιο μιας κοντόφθαλμης και επιδερμικής πολιτικής
αντίληψης για την έννοια των αναγκών και της ανάπτυξης. Τοπίο και υδάτινοι πόροι
(υδατορέματα) όχι απλώς δεν αποτελούν δημόσια αγαθά προστασίας αλλά θεωρούνται
και εμπόδια στην κυρίαρχη αντίληψη περί ανάπτυξης. Η σημασία αυτών των δυο πόρων
αναδεικνύεται σήμερα ακόμα περισσότερο στις παρυφές της μητροπολιτικής Αθήνας. Οι
περιοχές αυτές γνωρίζουν έκρηξη του δομημένου χώρου τους με αρνητικές συνέπειες για
τα διακριτά τοπία τους (συμπεριλαμβανομένων των ρεμάτων) και τη φυσιογνωμία τους.
Προς αυτή την κατεύθυνση συγκλίνει και η επίδραση των «μεγάλων έργων» (π.χ. Αττική
Οδός, Προαστιακός σιδηρόδρομος) που επιβάλλουν τη δική τους λογική (βλέπε Πολύζος,
1997, περιοδικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, σελ. 54-57). Η έντονη οικοδομική δραστηριότητα
των τελευταίων ετών αποτελεί μια καλή ευκαιρία να συζητήσουμε για το ρόλο και την
αξία που διαδραματίζουν το τοπίο και τα ρέματα στη δημιουργία των αξιοβίωτων
πόλεων, των πόλεων δηλαδή που θα προσφέρουν τις απαραίτητες ποιότητες για μια άξια
ζωή και όχι απλώς επιβίωση (βλέπε για τη φιλοσοφία της αξιοβίωτης ανάπτυξης, Ρόκος:
2001, ΕΜΠ).
Αναλυτικότερα, Δήμοι της περιοχής μας (Άνω Λιόσια, Καματερό, Αχαρνές)
έχουν «εγκλωβιστεί» σε μια φυσιογνωμία πόλης που αντανακλάται και στο φυσικό και
δομημένο περιβάλλον. Η συνολική αντίληψη, η συναισθηματική και ιδεολογική εικόνα
που ένας τόπος προσφέρει μπορεί να συμπυκνωθεί στην έννοια του τοπίου και της
προκύπτουσας φυσιογνωμίας (Στεφάνου, 2005, περιοδικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, σελ. 61-
63). Η φυσιογνωμία των τριών Δήμων όχι μόνο είναι αρνητική και ταυτισμένη με
αποκρουστικές ιδιότητες (πχ., περιοχές εγκληματικότητας, «λαϊκές ναρκωτικών»,
«βρωμότοποι», βούρκοι, υποβαθμισμένοι, υπανάπτυκτοι) αλλά φαίνεται να παγιώνεται
ως τέτοια από την κυρίαρχη πολιτική αντίληψη. Με άλλα λόγια, η παγιωμένη πλέον

48
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1292, 13 Μαΐου 2009, σελ. 7 & 9.

82
αναφορά από τα ίδια τα τοπικά πολιτικά συστήματα σε «πόλεις-γκέτο» δεν βοηθά προς
την κατεύθυνση λύσης των όποιων προβλημάτων, τουναντίον ενισχύει την αρνητική
φυσιογνωμία τους και τα κυρίαρχα στερεότυπα («οι περιοχές μας αντιμετωπίζονται
συλλήβδην ως ετεροτοπίες, δηλαδή ως τόποι με μη φυσιολογικά και ακανόνιστα
χαρακτηριστικά- είναι ετεροτοπίες απόκλισης»). Σε ένα τέτοιο πλαίσιο αντιλήψεων,
νοηματοδοτήσεων και προτεραιοτήτων, το ιδιαίτερο τοπίο των Δήμων μας συνθλίβεται,
τεμαχίζεται και διευθετείται με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκτήσει την «κανονικότητα» του
υπόλοιπου δομημένου χώρου της μητροπολιτικής Αθήνας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
αποτελεί ο λόγος και η πρακτική για τη διαχείριση των ρεμάτων της περιοχής.
Η περιοχή ως γειτνιάζουσα με ορεινούς όγκους αποτελεί χώρο διαδρομής και
υποδοχής νερών (υδατορέματα) με πιο χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις των ρεμάτων
Ευπηρίδων και Εσχατιάς. Το πρώτο θεωρείται «διευθετημένο» και ως εκ τούτου δεν
απασχολεί πλέον τις τοπικές κοινωνίες, ενώ το δεύτερο αποτελεί κατά καιρούς πεδίο
αιτημάτων «διευθέτησής» του λόγω πλημμύρων. Ακόμα και η σημαντική προσπάθεια του
Αναπτυξιακού Συνδέσμου Δυτικής Αθήνας το 2007 για την ανάδειξη του θέματος των
ρεμάτων της Δυτικής Αθήνας περιορίστηκε στο ζήτημα της «διευθέτησης». Τι σημαίνει
όμως «διευθέτηση» ενός ρέματος; Ποια η σημασία του ρέματος και γιατί θεωρείται τόσο
«καταστροφικό» από τις τοπικές κοινωνίες; Αν και τα ρέματα έχουν αναγνωριστεί
νομολογιακά από το ΣτΕ (1801/1995, 2656/1999, 2128/2000, 2621/2001, 319/202,
453/2003, 262/2003) ως συνταγματικά προστατευμένο τμήμα του φυσικού
περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντάγματος)- ζωτικής σημασίας για την ισορροπία του
περιβάλλοντος, εντούτοις αποτελούν «παράπλευρη απώλεια» της οικιστικής και
οικονομικής επέκτασης. Όχι μόνο δεν γίνεται σεβαστή η συνταγματική προστασία τους
(όπως φαίνεται από τις καταγγελίες παραβιάσεων στο Συνήγορο του Πολίτη) αλλά
αποτελούν στη νεοελληνική πραγματικότητα «μήλον της έριδος» στα τοπικά πολιτικά
συστήματα προς αλίευση ψήφων και ικανοποίησης της τοπικής εκλογικής πελατείας.
Παράνομα κτίσματα, επιχωματώσεις, ρίψεις μπαζών, ρίψη αποβλήτων κ.ά. αποτελούν
καθημερινές δραστηριότητες «σεβασμού» των ρεμάτων, ενώ τμήμα των τοπικών
πληθυσμών αποζητά απελπισμένα τη «τελική διευθέτηση» των ρεμάτων. Τι όμως
εννοούν;
Τεχνικά, η διευθέτηση περιλαμβάνει ενέργειες για την εξασφάλιση της ομαλής
και ανεμπόδιστης ροής των νερών (πχ. στήριξη πρανών). Στην καθημερινή πρακτική
όμως η διευθέτηση συχνά ταυτίζεται με το «κλείσιμο» των ρεμάτων με σκοπό την
«αξιοποίηση» του παρακείμενου και υπερκείμενου χώρου (πχ., θέσεις στάθμευσης).
83
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σε σχετική έρευνα για το Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας (Σ.
Στυλιανός, Β. Γιαλιά, Ι. Μπάστα το 2007, ΕΜΠ) αναδεικνύεται ως βασική στάση των
κατοίκων η θεώρηση του ρέματος ως επικίνδυνου στοιχείου που χρήζει ακόμα και
μπαζώματος! Μάλιστα, το μπάζωμα του ρέματος προτείνεται ως πανάκεια και για τη
λύση του κυκλοφοριακού προβλήματος της εν λόγω περιοχής! Η ίδια ακριβώς
«στρατηγική αντίληψη» περί ρεμάτων φαίνεται να έχει ερείσματα και στις δικές μας
περιοχές.
Η όποια συζήτηση εξαντλείται στα αρνητικά χαρακτηριστικά, αποκομμένα από
οποιαδήποτε γενικότερη θεώρηση για το ρόλο των ρεμάτων στη διαμόρφωση του τοπίου
και της φυσιογνωμίας των περιοχών μας. Ένα ρέμα μπορεί να είναι εστία προβλημάτων
(ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων παρεμβάσεων) αλλά και μέσο βελτίωσης της ποιότητας
ζωής ενός τόπου. Ένα ρέμα μπορεί να μπαζωθεί ή να «διευθετηθεί» προκειμένου να μην
πλημμυρίζουν παρακείμενα παράνομα κτίσματα κάθε είδους αλλά μπορεί να αποτελέσει
το βασικό κορμό ενός δικτύου διαδρομών με εναλλακτικά μέσα (πχ. ποδήλατο,
πεζοπορία) και κατάλληλες παραρεμάτιες παρεμβάσεις. Ένα ρέμα μπορεί να
αντιμετωπίζεται ως «δαίμονας» και εστία προβλημάτων αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί
και ως ένας τοπικός φυσικός πόρος ανεκτίμητης αξίας. Ένα ρέμα μπορεί να
αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία ανάδειξης και ικανοποίησης ιδιωτικών προτιμήσεων (πχ.,
επέκταση χώρου- καταπάτηση, στάθμευση, ρίψη μπαζών) αλλά και ως συλλογικό αγαθό
που χρήζει δημόσιας προστασίας και ανάδειξης.
Ποιο πρότυπο στρατηγικής αντίληψης υιοθετούν οι Δήμοι της περιοχής μας για το
τοπίο και τα ρέματα; Σε ποιο βαθμό αναγνωρίζουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη
υπόστασή τους, την αναμφισβήτητη οικολογική αξία τους και το ρόλο που μπορούν να
διαδραματίσουν στην προώθηση εναλλακτικών μορφών κίνησης στις πόλεις μας;
Πρόσφατες παρατηρήσεις δεν αποτελούν σημάδια αισιοδοξίας. Πρώτον, αναζητώντας
κατάλληλο τόπο για οργάνωση δεξίωσης, σκέφτηκα να βρω κάτι στην περιοχή μας. Μετά
από αναζητήσεις, ανακάλυψα μια τεράστια έκταση που έχει εμφανώς μπαζωθεί και
οικοδομηθεί στις παρυφές της Πάρνηθας στο ΒΔ τμήμα των Άνω Λιοσίων – Φυλής. Η
αλλοίωση τόσο της μορφολογίας των εδαφικών εξάρσεων όσο και η καταπάτηση κάθε
έννοιας νομιμότητας δεν είναι μόνο προκλητική αλλά και επικίνδυνη για την ευρύτερη
κοινότητα. Το παράδοξο δε είναι ότι η εν λόγω επιχείρηση διαφημίζεται ως αποθέωση
της «οικολογικής δεξίωσης», όταν η ίδια στηρίζεται σε τόνους μπετόν και αλλοιώσεις του
τοπίου! Δεύτερον, η διευθέτηση τμημάτων του ρέματος Εσχατιάς πρακτικά σημαίνει την
οικοδόμηση μεγάλων τσιμεντένιων στηριγμάτων (βλέπε π.χ. τμήμα διευθέτησης στο
84
Καματερό) που «κρύβουν» το ρέμα και θυμίζουν τοίχους φυλακών (πραγματικά
«φυλακίζουν» την αισθητική αξία του ρέματος και το δημόσιο χαρακτήρα του). Τρίτον,
στα σύνορα Ζεφυρίου-Αχαρνών, το ρέμα Εσχατιάς θυμίζει «διευθετημένο» αφοδευτήριο,
όπου φυσική ροή, οριογραμμή, ευρύτερο περιβάλλον αποτελούν ένα αποκρουστικό
σκηνικό, κατάλληλο μόνο για γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών με θέμα τον
υπόκοσμο ή ντοκιμαντέρ για την απαξίωση των υδάτινων πόρων στις πόλεις.
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το τμήμα του ρέματος Εσχατιάς στο Δήμο
Ζεφυρίου είναι εμφανώς σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Μήπως θα μπορούσε να
αποτελέσει την «αφορμή» και τον άξονα μιας ολοκληρωμένης παρέμβασης για την
ανάδειξή του σε συλλογικό αγαθό, διαμορφώνοντας παρακείμενες διαδρομές
εναλλακτικού τρόπου κίνησης; Μήπως θα μπορούσε το ρέμα να ενταχθεί σε ένα
συνολικότερο σχέδιο εναλλακτικών διαδρομών στην περιοχή μας έτσι ώστε να
περιορίσουμε την «αυτοκρατορία των αυτοκινήτων» και να αναδείξουμε ένα άλλο τοπίο
στο Ζεφύρι, κατ΄επέκταση και μια άλλη φυσιογνωμία της πόλης μας; Το Ζεφύρι, τα Άνω
Λιόσια, οι Αχαρνές και οι υπόλοιπες περιοχές της Δυτικής Αθήνας και Αττικής δεν είναι
για τα μπάζα…. Αν κάποιοι θεωρούν τα μπάζα και το μπάζωμα ως τη μόνη λύση για τα
ζητήματα ποιότητας ζωής, τότε η στρατηγική τους αντίληψή είναι μάλλον «μπαζωμένη».

6.3. Ρέμα Εσχατιάς-Ζεφύρι.


Το ρέμα της Εσχατιάς διασχίζει μια σειρά Δήμων της Δυτικής Αθήνας (Αχαρνές,
Ζεφύρι, Καματερό, Άγιοι Ανάργυροι) και αντιμετωπίζεται από τμήμα των κατοίκων αλλά
και των τοπικών πολιτικών συστημάτων ως «πληγή», «καταστροφή», «υδάτινη βόμβα»,
«φόβος και τρόμος». Οι χαρακτηρισμοί αυτοί, όσο εύλογοι και αν προκύπτουν λόγω του
ιστορικού πλημμυρικών φαινομένων στις παραπάνω περιοχές (πχ., πλημμύρες
Οκτωβρίου 2004, Μαΐου 2007), είναι ενδεικτικοί του πλαισίου εντός του οποίου
νοηματοδοτείται, αναπαρίσταται και εν τέλει αξιολογείται το ρέμα, «προσφέροντας» και
«δικαιολογώντας» ως μόνες ορθολογικές στρατηγικές αντιμετώπισης των κινδύνων την
οριστική διευθέτηση του ρέματος. Τι σημαίνει στην πράξη όμως διευθέτηση του ρέματος
και ποιες οι επιπτώσεις για την ποιότητα ζωής στις περιοχές που διασχίζει το ρέμα,
ιδιαίτερα δε στο Ζεφύρι; Μπορεί να διαμορφωθεί μια εναλλακτική προσέγγιση;
Η εξέταση αυτού του ερωτήματος απαιτεί τη συνοπτική περιγραφή του ρόλου των
ρεμάτων στην περιοχή μας. Η περιοχή ως γειτνιάζουσα με ορεινούς όγκους αποτελεί
χώρο διαδρομής και υποδοχής νερών (υδατορέματα) με πιο χαρακτηριστικές τις

85
περιπτώσεις των ρεμάτων Ευπηρίδων και Εσχατιάς. Το πρώτο θεωρείται «διευθετημένο»
και ως εκ τούτου δεν απασχολεί πλέον τις τοπικές κοινωνίες. Το δεύτερο ξεκινά από την
Πάρνηθα, διατρέχει τους Δήμους Αχαρνών, Ζεφυρίου, Καματερού, Ιλίου και Αγίων
Αναργύρων και έχει σήμερα ακάλυπτο μήκος περίπου 28 χλμ. (κάποτε ήταν 64 χλμ). Το
ρέμα αυτό αποτελεί κατά καιρούς πεδίο αιτημάτων διευθέτησής του λόγω των
πλημμύρων. Ακόμα και η σημαντική προσπάθεια του Αναπτυξιακού Συνδέσμου Δυτικής
Αθήνας το 2007 (http://home.asda.gr/asda/press-releases/27-11-2007-p.html) για την
ανάδειξη του θέματος των ρεμάτων της Δυτικής Αθήνας περιορίστηκε στο ζήτημα της
διευθέτησης στο πλαίσιο αντιπλημμυρικής προστασίας. Η διευθέτηση των ρεμάτων
ιστορικά ταυτίζεται πλέον με την εύκολη λύση της κάλυψης της κοίτης τους με
κατασκευή κλειστών αγωγών.
Αν και τα ρέματα έχουν αναγνωριστεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας
(1801/1995, 2656/1999, 2128/2000, 2621/2001, 319/202, 453/2003, 262/2003) ως
συνταγματικά προστατευμένο τμήμα του φυσικού περιβάλλοντος (άρθρο 24
Συντάγματος)- ζωτικής σημασίας για την ισορροπία του περιβάλλοντος, εντούτοις
αποτελούν «παράπλευρη απώλεια» της οικιστικής και οικονομικής επέκτασης. Όχι μόνο
δεν γίνεται σεβαστή η συνταγματική προστασία τους (όπως φαίνεται από τις καταγγελίες
παραβιάσεων στο Συνήγορο του Πολίτη: www.synigoros.gr/perivallon) αλλά αποτελούν στη
νεοελληνική πραγματικότητα «μήλον της έριδος» στα τοπικά πολιτικά συστήματα προς
αλίευση ψήφων και ικανοποίησης της τοπικής εκλογικής πελατείας. Παράνομα κτίσματα,
επιχωματώσεις, ρίψεις μπαζών, ρίψη αποβλήτων κ.ά. αποτελούν καθημερινές
δραστηριότητες «σεβασμού» των ρεμάτων, ενώ τμήμα των τοπικών πληθυσμών αποζητά
απελπισμένα τη «τελική διευθέτηση» των ρεμάτων. Τεχνικά, η διευθέτηση περιλαμβάνει
ενέργειες για την εξασφάλιση της ομαλής και ανεμπόδιστης ροής των νερών (πχ. στήριξη
πρανών).
Στην καθημερινή πρακτική όμως η διευθέτηση συχνά ταυτίζεται με το «κλείσιμο»
των ρεμάτων με σκοπό την «αξιοποίηση» του παρακείμενου και υπερκείμενου χώρου
(πχ., θέσεις στάθμευσης). Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σε σχετική έρευνα για το
Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας (Σ. Στυλιανός, Β. Γιαλιά, Ι. Μπάστα το 2007, ΕΜΠ)
αναδεικνύεται ως βασική στάση των κατοίκων η θεώρηση του ρέματος ως επικίνδυνου
στοιχείου που χρήζει ακόμα και μπαζώματος! Μάλιστα, το μπάζωμα του ρέματος
προτείνεται ως πανάκεια και για τη λύση του κυκλοφοριακού προβλήματος της εν λόγω
περιοχής! Φαίνεται να υπάρχει ένα «σύνδρομο μπαζώματος», δηλαδή μια φαντασιακή
θεώρηση του μπαζώματος ως τελικής λύσης αστικών προβλημάτων (οικιστική ανάπτυξη,
86
οδικά δίκτυα κ.ά.). Ακόμα χειρότερα, κάποιοι πιστεύουν ότι το μπάζωμα των ρεμάτων
οδηγεί σε περιβαλλοντική αναβάθμιση των παρακείμενων περιοχών! Η άποψη αυτή
αντιστρατεύεται τη σύγχρονη επιστημονική άποψη σύμφωνα με την οποία τα
υδατορέματα συμβάλουν στην ασφαλή παροχέτευση των πλημμυρικών νερών, αποτελούν
αεραγωγούς ανανέωσης του αέρα, συμβάλουν σε καλύτερο μικροκλίμα και ανοιχτούς
χώρους πρασίνου (βλ. Κ. Χατζημπίρος, «Η οικολογική διάσταση των αστικών ρεμάτων»,
Εισήγηση στην 1η Επιστημονική Διημερίδα για τον Κηφισό Ποταμό, 13.3.2008).
Αναλυτικότερα, Δήμοι της περιοχής μας έχουν «εγκλωβιστεί» στο ίδιο σύνδρομο
και σε μια φυσιογνωμία πόλης που αντανακλάται και στο φυσικό και δομημένο
περιβάλλον. Ο λόγος και η πρακτική σχετικά με τα ρέματα δεν αποτελούν παρά τμήμα
της συνολικής στρατηγικής αντίληψης για την ταυτότητα των περιοχών μας. Η συνολική
αντίληψη, η συναισθηματική και ιδεολογική εικόνα που ένας τόπος προσφέρει μπορεί να
συμπυκνωθεί στην έννοια του τοπίου και της προκύπτουσας φυσιογνωμίας (Στεφάνου,
2005, περιοδικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, σελ. 61-63). Η φυσιογνωμία των περιοχών μας όχι
μόνο είναι αρνητική και ταυτισμένη με αποκρουστικές ιδιότητες (πχ., περιοχές
εγκληματικότητας, «λαϊκές ναρκωτικών», «βρωμότοποι», «βούρκοι», «υποβαθμισμένοι»,
«υπανάπτυκτοι») αλλά φαίνεται να παγιώνεται ως τέτοια από την κυρίαρχη πολιτική
αντίληψη. Με άλλα λόγια, η παγιωμένη πλέον αναφορά από τα ίδια τα τοπικά πολιτικά
συστήματα σε «πόλεις-γκέτο» δεν βοηθά προς την κατεύθυνση λύσης των όποιων
προβλημάτων, τουναντίον ενισχύει την αρνητική φυσιογνωμία και τα κυρίαρχα
στερεότυπα («οι περιοχές μας αντιμετωπίζονται συλλήβδην ως ετεροτοπίες, δηλαδή ως
τόποι με μη φυσιολογικά και ακανόνιστα χαρακτηριστικά- είναι ετεροτοπίες
απόκλισης»).
Και στις περιοχές μας, η όποια συζήτηση εξαντλείται στα αρνητικά
χαρακτηριστικά του ρέματος, αποκομμένα από οποιαδήποτε γενικότερη θεώρηση για το
ρόλο των ρεμάτων στη διαμόρφωση του τοπίου και της φυσιογνωμίας των περιοχών μας.
Η μέχρι σήμερα διευθέτηση τμημάτων του ρέματος Εσχατιάς πρακτικά σημαίνει την
οικοδόμηση μεγάλων τσιμεντένιων στηριγμάτων (βλέπε π.χ. τμήμα διευθέτησης στο
Καματερό) που «κρύβουν» το ρέμα και θυμίζουν τοίχους φυλακών (πραγματικά
«φυλακίζουν» την αισθητική αξία του ρέματος και το δημόσιο χαρακτήρα του). Στα
σύνορα Ζεφυρίου-Αχαρνών, το ρέμα Εσχατιάς θυμίζει «διευθετημένο» αφοδευτήριο,
όπου φυσική ροή, οριογραμμή, ευρύτερο περιβάλλον αποτελούν ένα αποκρουστικό
σκηνικό, κατάλληλο μόνο για γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών με θέμα τον
υπόκοσμο ή ντοκιμαντέρ για την απαξίωση των υδάτινων πόρων στις πόλεις. Ο άμεσος
87
κίνδυνος που προκύπτει συνολικά για το ρέμα της Εσχατιάς είναι η εμπέδωση της
αντίληψης ότι η μόνη ορθολογική, δικαιολογημένη και αποδεκτή λύση είναι η κάλυψη
της κοίτης με κλειστό αγωγό, μετατρέποντας έτσι ένα φυσικό πόρο σε αποχετευτικό
δίκτυο. Με άλλα λόγια, επιφυλάσσεται ένα μέλλον και μια αξιοποίηση τύπου Κηφισού,
ανάλογο με αυτό στο τμήμα του ρέματος στους Αγίους Αναργύρους (Καναπιτσερί), όπου
τα έργα κάλυψης και δημιουργίας υπερκείμενου δρόμου έχουν ξεκινήσει με όχημα την
«επίλυση του κυκλοφοριακού προβλήματος».
Η Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι έχει ως στόχο την εκπόνηση και
δημοσιοποίηση μιας άλλης στρατηγικής για την αντιμετώπιση του ρέματος. Ένα ρέμα
μπορεί να είναι εστία προβλημάτων (ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων παρεμβάσεων)
αλλά και μέσο βελτίωσης της ποιότητας ζωής ενός τόπου. Ένα ρέμα μπορεί να μπαζωθεί
ή να «διευθετηθεί» προκειμένου να μην πλημμυρίζουν παρακείμενα παράνομα κτίσματα
κάθε είδους, αλλά μπορεί να αποτελέσει και το βασικό κορμό ενός δικτύου διαδρομών με
εναλλακτικά μέσα (πχ. ποδήλατο, πεζοπορία) και κατάλληλες παραρεμάτιες
παρεμβάσεις. Ένα ρέμα μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «δαίμονας» και εστία
προβλημάτων αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί και ως ένας τοπικός φυσικός πόρος
ανεκτίμητης αξίας. Ένα ρέμα μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία ανάδειξης και
ικανοποίησης ιδιωτικών προτιμήσεων (πχ., επέκταση χώρου- καταπάτηση, στάθμευση,
ρίψη μπαζών) αλλά και ως συλλογικό αγαθό που χρήζει δημόσιας προστασίας και
ανάδειξης.
Η σημασία της διατήρησης του φυσικού ρέματος αποτελεί έναν στρατηγικό στόχο
για τη συνολική προώθηση ενός δικτύου διαδρομών πεζοπορίας και ποδηλασίας που θα
εκτείνεται περιμετρικά του Ζεφυρίου με σκοπό τη διατήρηση βασικών χαρακτηριστικών
της πόλης μας: γειτονιά, μικρή κλίμακα, επαφή με ορεινό όγκο της Πάρνηθας, διατήρηση
μη δομημένων χώρων. Η διατήρηση της φυσικής κοίτης του ρέματος ενταγμένης σε ένα
τέτοιο σχέδιο εξυπηρετεί και την ανάγκη για ενδυνάμωση της χωρικής και κοινωνικής
συνοχής, των τεσσάρων τμημάτων του Ζεφυρίου (ΒΔ-ΒΑ-ΝΔ-ΝΑ), όπως προκύπτει από
τον κάθετο άξονα της Παναγίας Γρηγορούσσας και τον οριζόντιο άξονα της Αττικής
Οδού. Χωρίς αυτή τη συμπερίληψη επιμέρους ελεύθερων χώρων και χώρων επικοινωνίας
(πχ., πάρκα, παιδικές χαρές, αθλοπαιδιές σκεπαστού τμήματος Αττικής Οδού) σε ένα
ολοκληρωμένο δίκτυο, παγιώνεται η τάση χωρικής απομόνωσης του ΒΑ-ΒΔ τμήματος
και η συγκέντρωση των περισσότερων δραστηριοτήτων στο κεντρικό και νότιο τμήμα.
Επιπρόσθετα, χωρίς την επιδίωξη δημιουργίας ενός δικτύου εναλλακτικών διαδρομών, οι
σημερινοί ελεύθεροι χώροι (πχ., πάρκα) θα μετατραπούν σε «κεχωρισμένα οχυρά»,
88
εγκλωβισμένα στον περιβάλλοντα δομημένο χώρο και αδύναμα να λειτουργήσουν ως
τόποι συνάντησης και επικοινωνίας των κατοίκων από διάφορες πληθυσμιακές ομάδες
(πχ., αθίγγανοι- μη αθίγγανοι, νέοι- γηραιότεροι, άνδρες- γυναίκες).
Καταληκτικά, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το Ζεφύρι, τα Άνω Λιόσια, οι
Αχαρνές, το Καματερό και οι υπόλοιπες περιοχές της Δυτικής Αθήνας και Αττικής δεν
είναι για τα μπάζα…! Η Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι πρεσβεύει ότι το ρέμα της
Εσχατιάς είναι μια ευκαιρία για το σχεδιασμό ενός ολοκληρωμένου δικτύου
εναλλακτικών διαδρομών στην περιοχή μας που θα συμβάλει στη χωρική και κοινωνική
συνοχή, περιορίζοντας και «τιθασεύοντας» τις πιέσεις του δομημένου περιβάλλοντος και
της «αυτοκρατορίας των αυτοκινήτων». Ερευνητικά κέντρα και επιστημονικοί φορείς
(πχ., ΕΜΠ) προσφέρουν την ορθολογική τεκμηρίωση για ανάλογες στρατηγικές. Οι
κάτοικοι είναι έτοιμοι;

6.4. Πάρκο Λιάρου στο Ζεφύρι: «Τσιμεντοποίηση», «Παραππληροφόρηση»


ή πεδίο ανάδειξης των διαρθρωτικών προβλημάτων μας;
Με αφορμή την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου μας για
νομιμοποίηση αυθαίρετου κτίσματος και αποχαρακτηρισμό έκτασης 440 τ.μ. στο Πάρκο
«Κ. Λιάρος», έχει πυροδοτηθεί ένας ιδιαίτερα έντονος δημόσιος διάλογος, που
περιλαμβάνει: δημιουργία σχετικών ομάδων συζήτησης στο facebook (ομάδες «ΤΟ
ΠΑΡΚΟ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΟ ΖΕΦΥΡΙ» και «ΟΧΙ ΣΤΗΝ
ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΟΥ
ΖΕΦΥΡΙΟΥ!!!!»), δημόσιες παρεμβάσεις (πανό τοπικής πολιτικής παράταξης) και
δηλώσεις (Ανακοίνωση Δημάρχου Ζεφυρίου στις 6-5-2009, www.zefiri.gov.gr ).
Το περιεχόμενο και ο λόγος που διατυπώνεται σε όλες τις παραπάνω παρεμβάσεις
προσφέρει πλούσιο υλικό για την ποιότητα της πολιτικής συμμετοχής, τις πολιτικές και
προγραμματικές προτεραιότητες, τον τρόπο προσέγγισης των περιβαλλοντικών και
αναπτυξιακών προβλημάτων του Δήμου, καθώς και για την εμφάνιση δράσεων
κινηματικής αυτοδιοίκησης. Κατά την ταπεινή μας γνώμη, το υλικό αυτό αναδεικνύει τις
δομικές αδυναμίες του τοπικού πολιτικού συστήματος και της κυριαρχίας αναπτυξιακών
ιδεολογιών που μόνο ζημίες έχουν να υποσχεθούν για τις μελλοντικές γενιές της περιοχής
μας. Αναλυτικότερα:

89
Ποιότητα πολιτικής συμμετοχής
Η πολιτική συμμετοχή δεν ταυτίζεται και δεν περιορίζεται μόνο στην εκλογική
συμμετοχή! Η πολιτική συμμετοχή είναι πολύ ευρύτερη της εκλογικής, απαιτεί
περισσότερο χρόνο και κόπο, και εκφράζεται με ποικιλία μέσων και διαδρομών. Για
παράδειγμα, η δημιουργία μιας εφημερίδας νέων ή ενός ηλεκτρονικού εντύπου έκφρασης
γνώμης είναι πολιτική συμμετοχή. Η οργάνωση μιας μορφής διαμαρτυρίας (πχ.
καθιστική, συγκέντρωση ποδηλατών) είναι πολιτική συμμετοχή. Η άρνηση συμμετοχής
στο τετριμμένο, αποκρουστικό και παραπλανητικό παιχνίδι παραταξιακών και
προσωπικών διενέξεων επίσης είναι πολιτική συμμετοχή. Έχουμε την εντύπωση ότι
τμήμα της τοπικής κοινωνίας, δυστυχώς και της νεολαίας της, ταυτίζουν (μήπως όχι από
άγνοια;) την πολιτική συμμετοχή με την εκλογική, παραταξιακή ή και κομματική
συμμετοχή και δράση. Μια δεύτερη δομική αδυναμία εντοπίζεται στην τάση πολλών να
προσωποποιούν τις όποιες πολιτικές διαμάχες. Συνήθως σε αυτή τη διαδικασία, το
πολιτικό παιχνίδι μετατρέπεται σε παιχνίδι πρωταθλητισμού εκτόξευσης ύβρεων και
προώθησης ψυχολογικών και παραψυχολογικών ερμηνειών της πολιτικής συμπεριφοράς.
Προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα της τοπικής πολιτικής συμμετοχής,
καλούμε: α) τη Δημοτική Αρχή Ζεφυρίου να ανακοινώνει στην ηλεκτρονική διεύθυνσή
της (www.zefiri.gov.gr ) τον προγραμματισμό των Δημοτικών Συμβουλίων, την
ημερήσια διάταξη και μια συνοπτική περίληψη των πρακτικών. Με αυτό τον τρόπο θα
γίνει ένα βήμα εξωστρέφειας και ανοίγματος του Δήμου σε όλους και όλες επιθυμούν να
πληροφορηθούν και να διαμορφώσουν ιδία άποψη, και β) τις πολιτικές παρατάξεις και
τους εκπροσώπους τους να εστιάζουν στα όποια προβλήματα εντοπίζουν και να
αποφεύγουν προσωπικές και ψυχολογικές ερμηνείες. Οι τελευταίες μάλλον συμβάλλουν
στη στρέβλωση των μηνυμάτων παρά στην αποσαφήνισή τους.

Πολιτικές και προγραμματικές προτεραιότητες


Οι προτάσεις θεμάτων και δράσεων, καθώς και οι αποφάσεις του Δημοτικού
Συμβουλίου όχι μόνο δεν είναι ουδέτερες αλλά εκφράζουν συγκεκριμένες αξιολογήσεις
και ιδεολογικές προτιμήσεις. Δυστυχώς- μέχρι σήμερα- τα όποια βήματα για να
προσεγγιστούν θέματα που θεωρούνται μείζονος σημασίας (πχ. παραβατικότητα) όχι
μόνο δεν έχουν τελεσφορήσει αλλά έχουν προκαλέσει και αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις
αυτές δεν ήταν παραγωγικές, καθώς βαρύνονταν από τις δομικές αδυναμίες του τοπικού

90
πολιτικού συστήματος (πχ. συλλήβδην καταδίκη των μελών του Συμβουλίου
Παραβατικότητας ως χαφιεδορουφιάνων). Σήμερα φαίνεται να αναδεικνύεται με αφορμή
την υπόθεση του Πάρκου «Κ. Λιάρου» και η περιβαλλοντική συνιστώσα των τοπικών
προβλημάτων. Η ευρύτερη δημοσιοποίηση του θέματος από τον Δημοκρατικό
Συνδυασμό Ζεφυρίου είναι ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση ανάδειξης των
ζητημάτων πολιτικής και χώρου. Στο χώρο εκφράζονται πολιτικές και ιδεολογίες, αξίες
και προτιμήσεις. Ο χώρος δεν είναι ουδέτερος. Αυτό το γνωρίζουμε καλά όσοι τυγχάνει
να ασχολούμαστε ερευνητικά με το αντικείμενο ή να προερχόμαστε από γειτονιές του
Περιστερίου, του Αιγάλεω, και άλλων δυτικών συνοικιών.
Ωστόσο, η ανάδειξη του θέματος θα πρέπει να αποφύγει την προσωποποίηση και
τη δαιμονοποίηση. Είναι μια καλή ευκαιρία να αποτελέσει το συγκεκριμένο θέμα
έναυσμα προβληματισμού και διαλόγου για σημαντικά πολιτικά ζητήματα, όπως η σχέση
των διαφορετικών γενιών με το χώρο, η αξία προστασία ελεύθερων και δημόσιων χώρων,
η σχέση «ανάπτυξης» και περιβάλλοντος.

Δράσεις κινηματικής αυτοδιοίκησης


Επίσης, είναι μια καλή ευκαιρία να κινητοποιηθούν δυνάμεις της κινηματικής
αυτοδιοίκησης, νεολαιίστικες δράσεις και γενικά τρόποι πολιτικής συμμετοχής έξω και
πέρα των παραταξιακών οχυρώσεων. Είναι καιρός να αναδειχθεί το ευρύ φάσμα
επιλογών δράσης και παρέμβασης στα τοπικά δρώμενα. Δεν υπάρχει ένας δρόμος και μια
σκέψη. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι και εναλλακτικές σκέψεις και προσεγγίσεις. Η
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΒΙΩΣΙΜΟ ΖΕΦΥΡΙ στηρίζει κάθε προσπάθεια ανάδειξης
αυτών των δρόμων και προσεγγίσεων. Ο δικός μας τρόπος παρέμβασης στηρίζεται στη
συμμετοχική έρευνα. Θεωρούμε ότι η έρευνα και η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων
της αποτελεί μια ουσιαστική πολιτική παρέμβαση. Έρευνα με αξίες την κοινωνική
δικαιοσύνη, τη βιώσιμη και αξιοβίωτη ανάπτυξη, την ενθάρρυνση των εναλλακτικών
διαδρομών σκέψης και παρέμβασης.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΒΙΩΣΙΜΟ ΖΕΦΥΡΙ
συμμετέχει στο Δίκτυο των κινηματικών δράσεων για τους ελεύθερους χώρους (βλέπε
http://www.asda.gr/elxoroi/elxoroi.htm), συλλέγοντας και αξιοποιώντας στοιχεία για
τους φυσικούς πόρους του Ζεφυρίου και της ευρύτερης περιοχής. Συμμετέχουμε στην
έκδοση σχετικού λευκώματος το 2009 με ανάδειξη του ρέματος Εσχατιάς ως εν δυνάμει
αξιοποιήσιμου χώρου και όχι ως προβληματικού τόπου. Τέλος, έχουμε ήδη ξεκινήσει (σε
συνεργασία με το Παρατηρητήριο Αστικής Ανάπτυξης και Περιφερειακής Πολιτικής) την
91
έρευνα για την ιστορική, διοικητική, κοινωνική και οικονομική εξέλιξη του Ζεφυρίου με
απρόσμενη στήριξη από συμπολίτες, γείτονες, ερευνητές και μέλη της Βουλής.

6.5. Πάρκο Λιάρου στο Ζεφύρι: Επιτέλους δημόσιος διάλογος!


Μετά την όντως σημαντική εκδήλωση ενδιαφέροντος ποικίλων ομάδων του
Δήμου μας για την τύχη του Πάρκου «Κ. Λιάρου» και δεδομένων των αντιδράσεων που
προκλήθηκαν («τσιμεντοποίηση ή παραπληροφόρηση»), πραγματοποιήθηκε ανοικτή
συζήτηση της Δημάρχου Ζεφυρίου με τους νέους την περασμένη Δευτέρα 18 Μαΐου. Από
τη συζήτηση και τις απόψεις που εκφράστηκαν, σημειώνουμε θετικά και αρνητικά (πάντα
στη βάση των δικών μας αξιολογικών κριτηρίων):
Θετικά σημεία:
 Η ίδια η υλοποίηση της ανοικτής συζήτησης. Η Δήμαρχος «δεν φοβήθηκε» (και καλώς
έκανε) την ανοικτή συζήτηση και πραγματικά ήταν πρόθυμη να ακούσει και να
συμμεριστεί προτάσεις, αμφιβολίες, φόβους και επιθυμίες. Το γεγονός αυτό είναι
ιδιαίτερα θετικό για μια κοινότητα που φαίνεται να «φοβάται» τις ανοικτές και άμεσες
διαδικασίες.
 Αναγνωρίστηκε από την ίδια τη Δήμαρχο και συμμετέχοντες το έλλειμμα ενημέρωσης
για τις συνεδριάσεις και τις αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου. Σημειώνουμε τη
δέσμευση της Δημάρχου για ενίσχυση της διαδικτυακής πύλης του Δήμου με ενημέρωση
του υλικού και έγκαιρη κοινοποίηση προς τους δημότες.
 Εκφράστηκαν ποικίλες αμφιβολίες για την εξέλιξη της διαδικασίας νομιμοποίησης του
αυθαίρετου κτίσματος και του αποχαρακτηρισμού τμήματος του Πάρκου. Ακόμα και αν
οι προθέσεις της Δημοτικής Αρχής είναι καλής πίστης (πχ. αναπτυξιακή πρωτοβουλία,
τήρηση των όρων δόμησης, περιορισμός των χρήσεων), τίποτα δεν εγγυάται ότι στο
μέλλον δεν θα υπάρξει και νέα αλλαγή προς το δυσμενέστερο (πχ. αύξηση του χώρου
δόμησης).
 Τέθηκε το ζήτημα των συγκρούσεων χρήσης γης και της κάλυψης αναγκών των ποικίλων
πληθυσμιακών ομάδων. Στο Πάρκο έχουν δικαίωμα να χαίρονται νέοι, ηλικιωμένοι,
μεσήλικες, οικογένειες, άτομα με αναπηρίες κ.ά. Οι επιθυμίες δεν είναι πάντα
ταυτόσημες. Πώς μπορεί να αποκλειστούν κάποιοι και στη βάση ποιών κριτηρίων;

92
Αρνητικά σημεία:

 Ταύτιση της ανάπτυξης με συγκεκριμένες χρήσεις. Η ανάπτυξη είναι ένα


πολυδιάστατο φαινόμενο που δεν εξαντλείται και δεν εξαρτάται από την ύπαρξη
μιας καφετέριας ή ενός αναψυκτηρίου. Η ανάπτυξη σε περιβαλλοντικά και
κοινωνικά υποβαθμισμένες γειτονιές οφείλει να είναι περιβαλλοντική και
κοινωνική ανάπτυξη. Οι ελεύθεροι και αδόμητοι χώροι της περιοχής αποτελούν
μοναδική ευκαιρία ανασύνταξης της διασπασμένης κοινωνικής συνοχής και της
τάσης «ιδιωτικοποίησης» και «εμπορευματοποίησης» του χώρου. Στο Ζεφύρι
μάλιστα της «βόρειας» και «νότιας» διαμερισματοποίησης, η σύνδεση των
ελεύθερων χώρων είναι πλέον ζωτικής σημασίας (πχ. πράσινη διαδρομή που θα
ενώνει τα δυο τμήμα του Δήμου).
 Εμμένουν κάποιοι στη μάχη εναντίον προσώπων και όχι στη μάχη εναντίον ιδεών
και συμπεριφορών. Η δαιμονοποίηση όχι μόνο δεν βοηθά στην επίλυση
προβλημάτων αλλά εγκλωβίζει τους συμμετέ-χοντες σε μια αέναη και
αντιπαραγωγική διαδικασία.
 Η ταύτιση της δημοκρατικής συμμετοχής με τις εκλογικές και όποιες άλλες-
αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα- διαδικασίες. Η πολιτική συμμετοχή είναι
ευρύτερη της εκλογικής, αποτελεί δε πολύ πιο απαιτητική διεργασία με διάθεση
κατανόησης, άρθρωσης επιχειρημάτων και ανάδειξης συγκεκριμένων αξιών
σχεδιασμού και δράσης (πχ., κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη).
Καλούμε σε συνέχεια της αυτής της πρώτης ανοικτής συζήτησης να
καθιερωθούν ανάλογες συζητήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα για όλα τα
θέματα που αφορούν και ενδιαφέρουν το Ζεφύρι. Η παραβατικότητα, ο
κοινωνικός αποκλεισμός, η αντιμετώπιση των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, η
φιλική επίλυση συγκρούσεων στις πολυπολιτισμικές γειτονιές κ.ά. θα μπορούσαν
να είναι κάποιες από τις θεματικές για επόμενες συζητήσεις με εισηγήσεις,
συμμετοχή στο διάλογο και κοινοποίηση των αποτελεσμάτων.
Ευελπιστούμε ότι η σημαντική πρωτοβουλία της Δημάρχου θα
αντιμετωπιστεί θετικά και από πολλούς κατοίκους και ενδιαφερόμενους, έτσι
ώστε να σπάσουμε τα στερεότυπα και να συμβάλουμε δημιουργικά στην
οικοδόμηση ενός νέου και βιώσιμου Ζεφυρίου.

93
6.6. Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνη Τρίτση»:
Ενδιαφέρει και το Ζεφύρι!
Το τελευταίο χρονικό διάστημα καταγράφεται μια σειρά εξελίξεων σχετικά με τη
διαχείριση και την τύχη του Πάρκου Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνη
Τρίτση». Συγκεκριμένα, κινήσεις πολιτών και σχετικές επιτροπές αγώνα καταγγέλλουν
την εγκατάλειψη του Πάρκου και την κεκαλυμμένη προώθηση μερικής ιδιωτικοποίησής
του (πχ., παραχώρηση σε ιδιώτες, επιχειρήσεις), ενώ ο ΑΣΔΑ και οι Δήμαρχοι των τριών
όμορων ΟΤΑ (Καματερού, Ιλίου και Αγίων Αναργύρων) είχαν προγραμματίσει
συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο ΥΠΕΧΩΔΕ για τις 19 Μαρτίου 2009, η οποία τελικά
αναβλήθηκε (βλέπε ανακοίνωση ΑΣΔΑ, 13.3.2009) μετά από τη συνάντηση των φορέων
με τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ στις 12.3.2009. Η συνάντηση της 12.3.2009 κατέληξε σε μια
δήλωση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, η οποία όχι μόνο δεν είναι το ζητούμενο αλλά μάλλον
δημιουργεί ανησυχία για το μέλλον του Πάρκου.
Σύμφωνα με τη δήλωση, το ΥΠΕΧΩΔΕ:
α) Αναγνωρίζει τη σημασία του Πάρκου για την ποιότητα ζωής της Δυτικής
Αθήνας και ολόκληρου του Πολεοδομικού Συγκροτήματος της Πρωτεύουσας.
β) Εκφράζει τη δέσμευση για παροχή οικονομικής και τεχνικής στήριξης για την
αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, της περίφραξης, του φωτισμού και των
συστημάτων ανακύκλωσης και άρδευσης του Πάρκου. Μάλιστα, η δέσμευση αυτή
λαμβάνει και χρηματική έκφραση (700.000 ευρώ), ενώ άλλα τόσα θα προσφέρει
Κοινωφελές Ίδρυμα.
γ) Εκφράζει τη δέσμευση για κάλυψη ετήσιων λειτουργικών δαπανών του
Πάρκου στο ύψος των 400.000 ευρώ
δ) Η δέσμευση για οικονομική στήριξη των δαπανών αποκατάστασης και
λειτουργικών εξόδων (σημεία β και γ) συναρτάται- θολά βέβαια- με την εκπόνηση ενός
σχεδίου βιωσιμότητας του Πάρκου. Το σχέδιο αυτό πρέπει- σύμφωνα με το ΥΠΕΧΩΔΕ-
να περιλαμβάνει ανάπτυξη δραστηριοτήτων που θα αποφέρουν έσοδα, καθώς και τη
λήψη μέτρων για τη φύλαξη και τη συντήρηση με ευθύνη του Οργανισμού Διαχείρισης
του Πάρκου.
Η παραπάνω εξέλιξη δεν ενδιαφέρει μόνο τους όμορους Δήμους αλλά το σύνολο
του Λεκανοπεδίου λόγω του υπερτοπικού χαρακτήρα του Πάρκου. Ιδιαίτερα δε για τις
περιοχές της Δυτικής Αθήνας και το Ζεφύρι, το Πάρκο αποτελεί σημαντικό χώρο για
πεζοπορία, ποδηλασία, φιλικές συναθροίσεις, κοινωνικές εκδηλώσεις, φυσιολατρικές
δραστηριότητες κ.ά. Είναι ίσως ο μοναδικός ελεύθερος δημόσιος χώρος τέτοιας κλίμακας

94
στην περιοχή μας που μπορεί να αποτελέσει πραγματική ανάσα από την πίεση του
δομημένου χώρου και των ιδιωτικών λύσεων στο πεδίο της αναψυχής (πχ., παιδότοποι,
χώροι άθλησης).
Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η συζήτηση για την «αξιοποίηση του Πάρκου»
δεν αποτελεί μια ιδεολογικά και αξιακά ουδέτερη συζήτηση. Στο επίπεδο των ιδεών
συγκρούονται σχηματικά δυο προσεγγίσεις. Η πρώτη προσέγγιση είναι αυτή της
ανταλλακτικής αξίας: το Πάρκο είναι και μπορεί να γίνει βιώσιμο στο μέτρο και στο
βαθμό που θα προσφέρει ανταποδοτικού χαρακτήρα παροχές. Εδώ συναντά κανείς
εξειδικευμένες προτάσεις για παραχώρηση αδειών σε ιδιώτες για ποικίλες
δραστηριότητες, όπως καφετέριες, ταβέρνες, βιβλιοπωλεία, επιχειρήσεις θεάματος κ.ά. Η
δεύτερη προσέγγιση είναι αυτή της αξίας χρήσης και εστιάζει στη σημασία και τη
συμβολή του Πάρκου στην κάλυψη κοινωνικών αναγκών της ευρύτερης περιοχής.
Κάποιες φορές μάλιστα γίνεται δεκτή η ύπαρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας εντός
του Πάρκου, αρκεί αυτή να καλύπτει επίσης κάποιες κοινωνικές ανάγκες και
προϋποθέσεις (πχ., καφετέρια από δημοτική επιχείρηση και όχι από ιδιώτη, απασχόληση
ανέργων της περιοχής).
Απέναντι σε αυτές τις δυο προσεγγίσεις μπορεί να αναδειχτεί και μια τρίτη
προσέγγιση: αυτή της ενδογενούς αξίας του Πάρκου ως ελεύθερου-δημόσιου-φυσικού
χώρου. Με άλλα λόγια, το Πάρκο διαθέτει μια αυταξία ως τέτοιο! Η προσέγγιση αυτή
δεν αναζητά σε κάποια εξωτερική σχέση-δύναμη τη νομιμοποίηση και ανάδειξη του
Πάρκου αλλά στην ίδια τη φύση και το χαρακτήρα του. Ο χώρος αυτός είναι και μπορεί
να συνεχίσει να είναι χώρος ελεύθερης κίνησης, δημιουργίας, αναζήτησης, αισθητικής
και φυσικής απόλαυσης, συνάντησης με το μη δομημένο, συνάντηση με τοπίο,
φυσιογνωμίες. Το Πάρκο προσφέρει ένα οπτικό, ηχητικό και οσμητικό τοπίο, η
διατήρηση του οποίου απαιτεί το μη δομημένο!
Οτιδήποτε δομηθεί θα συμβάλει και στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας του
Πάρκου αλλά και στην ουσιαστική κατάργησή τους ως ξεχωριστού-μοναδικού τοπίου σε
ένα κορεσμένο δομημένο περιβάλλον. Ήδη οι πιέσεις της δόμησης είναι ισχυρές και
αναμένεται να εκδηλωθούν ακόμα ισχυρότερες υπό την απειλή της απαξίωσης και μη
οικονομικής βιωσιμότητας. Σιδεροκατασκευές, κτιριακές εγκαταστάσεις προσκόπων,
καφετέριες, παιδότοποι, ναοί και συνοδευτικά κτίσματα ήδη κάνουν αισθητή την
παρουσία τους και αποτελούν- σε ένα βαθμό- δούρειο ίππο για την εισχώρηση του
δομημένου στο φυσικό χώρο. Ανάλογα Πάρκα σε χώρες της Ευρώπης με σχετική
παράδοση περιβαλλοντικών πάρκων δεν επιτρέπουν καμία δόμηση (ούτε WC!) παρά
95
μόνο την αποκατάσταση και συντήρηση ιστορικών και μνημειακών κτισμάτων που
αποτελούν συστατικό μέρος της φυσιογνωμίας τους.
Η υπόθεση του Πάρκου αναδεικνύει τη σύγκρουση δυο αντιλήψεων, της αξίας
χρήσης και της ανταλλακτικής αξίας. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι προωθούν την πρώτη και
μεριμνούν για αυτή μέσω της ανάδειξης της δεύτερης. Με άλλα λόγια πρεσβεύουν ότι
μέσω της εμπορικής/ ανταποδοτικής αξιοποίησης θα ενισχύσουν τη βιωσιμότητα του
Πάρκου ως αξία χρήσης. Η άποψη αυτή είναι ελκυστική αλλά ατελέσφορη. Το μόνο που
εξασφαλίζει είναι ότι στο όνομα της οικονομικής βιωσιμότητας θα αυξηθεί και θα
κυριαρχήσει το δομημένο εις βάρος του αδόμητου και φυσικού χώρου. ΤΟ ΠΑΡΚΟ έχει
ενδογενή αξία ως ελεύθερος και δημόσιος χώρος με ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Η
διαφύλαξη αυτής της αξίας προϋποθέτει την ανακάλυψη και αναγνώρισή της. Την
αναγνωρίζουμε όμως όλοι ή όσοι διατυπώνουν λόγο για την τύχη του Πάρκου;

6.7. Πυρκαγιά Κιθαιρώνα-Πόρτο Γερμενό: Εξοργιστική σπατάλη φυσικών


πόρων! (Αύγουστος 2009)
Η εξέλιξη της πυρκαγιάς από τη Βοιωτία (Πλαταιές) στο αττικό κομμάτι του
Κιθαιρώνα (μέχρι και το Πόρτο Γερμενό) αποτελεί όνειδος για το σύστημα πολιτικής
προστασίας της χώρας, αφού μια πυρκαγιά μικρού εύρους μετατράπηκε λόγω της
αδιαφορίας και αδράνειας σε μια πυρκαγιά μεγάλου εύρους με συνέπεια τη σπατάλη
σημαντικών δασικών πόρων στη Δυτική Αττική.
Η Δυτική Αττική δέχεται ένα περιβαλλοντικό πλήγμα, προμήνυμα για τη τύχη των
δασών και των φυσικών πόρων της. Πώς αλλιώς να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη
σχεδίων και δράσεων δασικής προστασίας; Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσουμε τις δηλώσεις
τοπικών αρμοδίων που «αγνοούσαν» τόσο την εξέλιξη της πυρκαγιάς όσο και τους
ελλοχεύοντες κινδύνους για το Πόρτο Γερμενό και τους γύρω αυθαίρετους οικισμούς;
Πώς αλλιώς να υποδεχτούμε το γεγονός ότι στην έκθεση της ειδικής μόνιμης επιτροπής
περιβάλλοντος της Βουλής των Ελλήνων (2008) δεν υπάρχει καμία αναφορά στο δασικό
πλούτο της Δυτικής Αττικής;
Η Δυτική Αττική ανήκει στην Αττική και στην Ελλάδα! Η Δυτική Αττική πάσχει
από τις διαρθρωτικές αδυναμίες του γενικότερου συστήματος σχεδιασμού και εφαρμογής
δημόσιας πολιτικής (μια τέτοια είναι η πολιτική προστασία και η δασική πολιτική) αλλά
πάσχει επιπλέον από μια συστηματική υποχρηματοδότηση- τόσο στο πλαίσιο των
εθνικών όσο και ευρωπαϊκών συγχρηματοδοτούμενων αναπτυ-ξιακών προγραμμάτων.

96
Η πολιτική προστασία και η προστασία των δασών είναι δημόσιο αγαθό με
ποικίλα οφέλη: περιβαλλοντικά, ευρύτερα οικολογικά, ποιότητα ζωής, ποιότητα τοπίου
κ.ά. Η έλλειψη αυτών των αγαθών πλήττει δυσανάλογα τις κοινωνικές ομάδες: οι
οικονομικά και κοινωνικά αδύνατοι ζημιώνονται περισσότερο με αποτέλεσμα η
υποβάθμιση του περιβάλλοντος να οδηγεί σε ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η
Δυτική Αττική όταν πλήττεται περιβαλλοντικά πλήττεται και κοινωνικά. Η
περιβαλλοντική υποβάθμιση της Δυτικής Αττικής συντελεί στη διαιώνιση της
οικονομικής και κοινωνικής υστέρησής της.
Δεδομένων των παραπάνω, η πολιτική αντιμετώπισης των θεμάτων
περιβάλλοντος και πολιτικής προστασίας στη Δυτική Αττική οφε και να προσδιορίζει
άξονες προτεραιοτήτων:
Άρση της ανισότητας παροχής δημόσιων αγαθών.
Άρση των κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των περιοχών της Δυτικής Αττικής και
μεταξύ της Δυτικής Αττικής και της υπόλοιπης Αττικής.
Ανάδειξη της σημασίας της περιβαλλοντικής προστασίας και της πολιτικής
προστασίας για την ποιότητα ζωής των κατοίκων των περιοχών μας.
Λογοδοσία των κεντρικών και τοπικών οργανισμών για την εφαρμογή της
περιβαλλοντικής και πολιτικής προστασίας.
Παρατηρητήριο συλλογής, επεξεργασίας και δημοσιοποίησης στοιχείων για την
περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση της Δυτικής Αττικής. Η
τεκμηρίωση αποτελεί τη βάση για τον όποιο ορθολογικό σχεδιασμό και την αξιολόγηση
της όποιας εφαρμογής.
Η Πρωτοβουλία για ένα Βιώσιμο Ζεφύρι θα συνεχίσει την προσπάθεια ανάδειξης
των ευρύτερων θεμάτων που αφορούν την Δυτική Αττική και θα δημοσιεύσει αναλυτικό
Ενημερωτικό Δελτίο για την πυρκαγιά στον Κιθαιρώνα και την μέχρι σήμερα
εφαρμοζόμενη (;) πολιτική περιβαλλοντικής και πολιτικής προστασίας.

97
7. ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΑΝΟΜΙΑ & ΤΑΡΑΧΕΣ.
7.1. Στρατηγικές πρόληψης της παραβατικότητας σε τοπικό επίπεδο:
Μεταξύ αστυνομικής και κοινωνικής πρόληψης.49
Το τελευταίο χρονικό διάστημα διατυπώνονται πάλι παράπονα, ανησυχίες και
δυσαρέσκεια για την έντονη ανασφάλεια των κατοίκων σε περιοχές της Δυτικής Αττικής,
όπως το Ζεφύρι και ο Ασπρόπυργος. Το αστυνομικό δελτίο συμβάντων αναφέρεται σε
διαρρήξεις, βιασμούς, ανθρωποκτονίες και γενικότερη παραβατική συμπεριφορά. Τα
προβλήματα αυτά δεν είναι νέα, απλώς κατά καιρούς αποκτούν μια θέση προτεραιότητας
στις τοπικές κοινωνίες της περιοχής μας, ιδιαίτερα όταν διαπιστώνεται η αρνητική σχέση
της γενικευμένης ανασφάλειας με την προώθηση της τοπικής οικονομικής και κοινωνικής
ανάπτυξης.
Οι τοπικές κοινωνίες αναρωτιούνται για τις αποτελεσματικές στρατηγικές
αντιμετώπισης της παραβατικότητας. Πολλοί επικαλούνται την ανυπαρξία επαρκούς
αστυνόμευσης, άλλοι κάνουν λόγο για γενικότερο κοινωνικό πρόβλημα, μερικοί
αναφέρονται στην τεχνητά διογκούμενη ανασφάλεια με στόχο συγκεκριμένες ευπαθείς
ομάδες του πληθυσμού (το στερεότυπο των παραβατικών Τσιγγάνων). Πρόσφατα
μάλιστα συστάθηκαν και νέα Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης της Παραβατικότητας.
Θα ήταν ίσως σκόπιμο να εξετάσουμε την ευρωπαϊκή εμπειρία στο πεδίο της
πρόληψης και αντιμετώπισης της παραβατικότητας σε τοπικό επίπεδο. Θα μπορούσε να
διακρίνει κανείς ανάμεσα σε τρεις βασικές στρατηγικές. Η πρώτη στρατηγική είναι αυτή
της αστυνομικής / ποινικής πρόληψης της παραβατικότητας. Η προσέγγιση αυτή δίνει
έμφαση στην ποινική διάσταση της παραβατικότητας και στην εφαρμογή μέτρων
τιμωρίας για τη μείωση της πιθανότητας επανάληψής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
αποτελεί η πολιτική της μηδενικής ανοχής, πολιτική ιδιαίτερα «επιθετική» που εστιάζει
στην καταστολή όλων των ειδών παραβατικότητας, τις προληπτικές συλλήψεις, τη
δημιουργία ομάδων περιπολίας στις γειτονιές και τον αυξημένο ρόλο των υπηρεσιών
ασφαλείας. Η πολιτική αυτή είχε σημαντικά αποτελέσματα στη μείωση της στατιστικής
της παραβατικότητας, ωστόσο συνέβαλε στη γκετοποίηση και απομόνωση ολόκληρων
κοινωνικών ομάδων. Επισημάνθηκε επίσης ότι συνέβαλε στην επιλεκτική μη ανοχή εις
βάρος των φτωχών και κοινωνικά αποκλεισμένων, ενώ άφηνε ανέπαφους τους παραβάτες
των υψηλότερων κοινωνικών κατηγοριών («εγκλήματα λευκού κολλάρου»). Η πολιτική
της μη ανοχής εφαρμόζεται ιδιαίτερα σε αγγλοσαξωνικές χώρες (ΗΠΑ, Ην. Βασίλειο).

49
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 875, 8 Αυγούστου 2007, σελ. 6.

98
Η δεύτερη προσέγγιση αναφέρεται στην κοινωνική πρόληψη της
παραβατικότητας. Η προσέγγιση αυτή αντιμετωπίζει το φαινόμενο της παραβατικότητας
ως ιδιαίτερη έκφανση ευρύτερων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, προκρίνει
μέσα ήπιας παρέμβασης και ευνοεί παρεμβάσεις σε πεδία, όπως η εφαρμογή δράσεων για
τη δημιουργική δραστηριότητα της νεολαίας, την αστική ανάπλαση, την γεφύρωση των
σχέσεων με τις μειονότητες, την ενίσχυση ευκαιριών συμμετοχής των αποκλεισμένων και
την παροχή κοινωνικών αγαθών. Η προσέγγιση αυτή απαιτεί τη συμμετοχή και
συνεργασία πολλών παραγόντων της τοπικής κοινωνίας (αιρετοί, επιστήμονες,
επαγγελματικές ενώσεις, εκπρόσωποι αστυνομίας και δικαιοσύνης), ενώ αποδίδει
πρωτεύοντα ρόλο στις Κοινωνικές Υπηρεσίες. Οι δράσεις αυτού του είδους
«κατηγορούνται» πολλές φορές για τις οργανωτικές αδυναμίες και τις μακροχρόνιες
στοχεύσεις τους. Τέτοιες πολιτικές εφαρμόζονται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα
στις σκανδιναβικές (πχ., Σουηδία) και στη Γαλλία.
Η τρίτη προσέγγιση είναι μεικτού χαρακτήρα, συνδυάζει δηλαδή στοιχεία και
αστυνομικής πρόληψης και κοινωνικής πρόληψης. Τα μέτρα και οι δράσεις είναι καλά
στοχευμένα και εξειδικευμένα, καλύπτοντας περιστασιακές / βραχυχρόνιες αλλά και
μακροχρόνιες επιδιώξεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρονται στην
αντιμετώπιση της πορνείας και τις προσπάθειες μείωσης της σχολικής διαρροής σε
περιοχές της Ιταλίας. Τα παραπάνω προγράμματα απαιτούν ευρύτερη συνεργασία και
συμφωνία σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο (πχ., ενώσεις γονέων, κοινωνικές
υπηρεσίες, εκπαιδευτικό σύστημα).
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι το εξής: Ποια είναι η καταλληλότερη
προσέγγιση για το πρόβλημα παραβατικότητας και ανασφάλειας στη Δυτική Αττική; Η
απάντηση δεν είναι εύκολη ούτε και μονοσήμαντη. Απαιτεί μια διαγνωστική μελέτη του
προβλήματος που θα καταγράφει περιοχές και πεδία παραβατικότητας, εγκληματογόνους
παράγοντες, καθώς και ευρύτερες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Έχοντας κατά
νου το παράδειγμα του Δήμου Ζεφυρίου, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η
καταλληλότερη προσέγγιση είναι αυτή που συνδυάζει στοιχεία αστυνομικής και
κοινωνικής πρόληψης. Όσον αφορά το σκέλος της αστυνομικής πρόληψης προτείνεται η
αύξηση των αστυνομικών περιπολιών και η ενεργοποίηση του θεσμού του αστυνομικού
της γειτονιάς. Οι πεζές περιπολίες είναι αναγκαίες για την επίτευξη κατανόησης των
ποικίλων προβλημάτων αλλά και της ουσιαστικής παρέμβασης των αστυνομικών
οργάνων στην πρόληψη και διαχείριση παραβατικών συμπεριφορών.

99
Όσον αφορά την κοινωνική πρόληψη (που θα πρέπει να συγκεντρώνει και το
κύριο βάρος των προσπαθειών) απαιτείται ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός
ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης με δράσεις και ενέργειες στα εξής πεδία: συμμετοχή
νέων σε δημιουργικές δραστηριότητες και παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών σε νέους
(πχ., επαγγελματικός προσανατολισμός, ψυχοκοινωνική υποστήριξη), ενδυνάμωση νέων
και ομάδων πολιτών της κοινωνικής ομάδας των Τσιγγάνων, ευρύτερη ενημέρωση και
ευαισθητοποίηση σε θέματα παραβατικότητας, λειτουργία προγραμμάτων επιμόρφωσης
για θέματα σχολικής και ενδοοικογενειακής βίας, ενίσχυση συμμετοχής Τσιγγάνων στις
διαδικασίες τοπικής διαβούλευσης, μελέτη και άντληση στοιχείων από την ευρωπαϊκή
και διεθνή εμπειρία, καταπολέμηση των φυλετικών και άλλων στερεοτύπων. Σε κάθε
περίπτωση η εφαρμογή προληπτικών δράσεων δεν θα πρέπει να ενισχύουν στερεότυπα,
τα οποία όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην επίλυση του προβλήματος, αλλά τουναντίον
παραγνωρίζουν σημαντικές διαστάσεις της παραβατικότητας (πχ., ενδοοικογενειακή και
σχολική βία) και ενισχύουν τη γκετοποίηση ομάδων του πληθυσμού.
Το ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης απαιτεί την εξάντληση κάθε πηγής
χρηματοδότησης (τοπικής, περιφερειακής, εθνικής και ευρωπαϊκής) και προϋποθέτει την
κινητοποίηση του διαθέσιμου ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου της Δυτικής
Αττικής. Σε άλλες χώρες μάλιστα συνάπτονται μεταξύ φορέων της τοπικής και
νομαρχιακής αυτοδιοίκησης καθώς και της κοινωνίας των πολιτών συμβάσεις
συνεργασίας για την αποδοτική, αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη λειτουργία
προγραμμάτων πρόληψης της παραβατικότητας.

7.2. Τοπικό Συμβούλιο Πρόληψης της Παραβατικότητας στο Ζεφύρι:


Μερικές επισημάνσεις.50
Ο θεσμός των τοπικών συμβουλίων πρόληψης της παραβατικότητας (ΤΟΣΠΠΑ)
έχει αρχίσει να εμπεδώνεται και να αναπτύσσεται στην καθημερινή πραγματικότητα
αρκετών Δήμων της χώρας μας στο πλαίσιο της προσπάθειας συμμετοχής της τοπικής
κοινότητας στο σχεδιασμό και την εφαρμογή δράσεων πρόληψης της παραβατικότητας.
Με αφορμή τη θέσπιση ενός τέτοιου θεσμού στο Δήμο Ζεφυρίου, των αντιδράσεων που
έχουν προκύψει και των σχετικών επιχειρημάτων που δημοσιοποιούνται, επιβάλλεται να
διατυπωθούν συγκεκριμένες προτάσεις για το αξιακό πλαίσιο δράσης του ΤΟΣΠΠΑ,
καθώς και αναλύσεις για την κριτική που ασκείται.

50
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 803, 27 Απριλίου 2007, σελ. 7.

100
Η θέσπιση νέων θεσμών, ιδιαίτερα σε ευαίσθητους τομείς όπως αυτός της
παραβατικότητας, ευλόγως αποτελεί θέμα αντεγκλήσεων στον τοπικό δημόσιο διάλογο.
Η μέχρι σήμερα κριτική (συνεδρίαση Δημοτικού Συμβουλίου, ανακοινώσεις στον
τοπικό τύπο) αναφέρεται στα εξής επιχειρήματα:
α) Το ΤΟΣΠΠΑ αποτελεί καταδοτικό και χαφιεδίστικο μηχανισμό,
β) Το ΤΟΣΠΠΑ αποτελεί άλλον έναν μηχανισμό που θέλει να επιβάλει η Ευρωπαϊκή
Ένωση για την εντατικοποίηση της παρακολούθησης της προσωπικής ζωής των πολιτών
σε τοπικό επίπεδο με απώτερο σκοπό την τρομοκράτηση των πολιτών,
γ) Το ΤΟΣΠΠΑ αποτελεί μηχανισμό καταστολής και αστυνόμευσης των αντιδράσεων
που προκαλεί η πολιτική της ανεργίας και της φτώχειας,
δ) Τα ΤΟΣΣΠΑ σε όσες χώρες εφαρμόστηκαν δεν πέτυχαν καμία μείωση της
εγκληματικότητας,
ε) Το ΤΟΣΠΠΑ νομιμοποιείται να καταγράψει και να «δώσει» ονόματα των υπόπτων
στην τοπική αστυνομική διεύθυνση, και
στ) Το ΤΟΣΠΠΑ είναι επικίνδυνος θεσμός για την κοινωνία.
Η παραπάνω επιχειρηματολογία χαρακτηρίζεται από μια σειρά γνωστικών
διαστρεβλώσεων:
α) Το ΤΟΣΠΠΑ δεν αποτελεί «χαφιεδίστικο» μηχανισμό αλλά ένα forum για την
ενδυνάμωση της τοπικής κοινωνίας στην εξέταση, μελέτη και αντιμετώπιση της
παραβατικότητας. Ο εντοπισμός, η απαγγελία καταγγελιών και η εκδίκαση των
παράνομων πράξεων είναι αρμοδιότητες των αστυνομικών και δικαστικών αρχών.
β) Ο θεσμός των ΤΟΣΠΠΑ «δεν επιβάλλεται», αποτελεί θεσμική δυνατότητα που
μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι Δήμοι στην προσπάθεια αντιμετώπισης της
παραβατικότητας.
γ) Η μέχρι σήμερα ευρωπαϊκή και ελληνική εμπειρία συνηγορεί υπέρ της άποψης πως τα
ΤΟΣΠΠΑ αναπτύσσουν ή ενθαρρύνουν δράσεις κοινωνικής πολιτικής (πχ., ενημέρωση
ανέργων, αποφυλακισμένων) και ως εκ τούτου συμβάλλον σε κάποιο βαθμό στην
αντιμετώπιση φαινομένων φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
δ) Η ευρωπαϊκή εμπειρία προσφέρει πολλά παραδείγματα πετυχημένων πρωτοβουλιών
ανάλογων θεσμών, ιδιαίτερα στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης.
ε) Το ΤΟΣΠΠΑ αποτελεί γνωμοδοτικό όργανο της τοπικής αυτοδιοίκησης και
ασχολείται με την καταγραφή και την αξιολόγηση φαινομένων παραβατικότητας. Δεν
εντοπίζει παραβατικούς πολίτες, αφού η αρμοδιότητα αυτή ανήκει αποκλειστικά στις
αστυνομικές αρχές.
101
στ) Η έννοια «επικινδυνότητα» των θεσμών» είναι αφηρημένη, αμφίσημη και
παρεξηγήσιμη. Απαιτείται συγκεκριμένη περιγραφή και κριτήρια αξιολόγησης. Για ποιόν
είναι επικίνδυνη; Για ποιο λόγο είναι επικίνδυνη; Το ΤΟΣΠΠΑ Ζεφυρίου αποτελεί
προϊόν δημοκρατικών διαδικασιών, στηρίζεται σε υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο και οι
αρχές λειτουργίας τους έχουν δημοσιοποιηθεί. Τα δε πρόσωπα που το απαρτίζουν δεν
φοράνε κουκούλες και είναι υπόλογοι στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Οι γνωστικές διαστρεβλώσεις που χαρακτηρίζουν την κριτική για τη λειτουργία
του ΤΟΣΠΠΑ Ζεφυρίου συμβάλλουν στην αναπαραγωγή ενός κλίματος έλλειψης
εμπιστοσύνης. Αλλά μήπως αυτό δεν είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της
τοπικής κοινωνίας του Ζεφυρίου; Η γενικευμένη έλλειψη εμπιστοσύνης, η μη ύπαρξη
τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου, το σύνδρομο του απομονωμένου και διαρκώς αμυνόμενου,
του στίγματος του περιθωριοποιημένου αποτελούν τους φακούς επαφής μέσα από τους
οποίους τμήματα της τοπικής κοινωνίας αντιμετωπίζουν και αξιολογούν θεσμούς, πρόσωπα
και δράσεις.
Το ΤΟΣΠΠΑ Ζεφυρίου σκοπεύει ακριβώς σε αυτή την έλλειψη εμπιστοσύνης
μέσω των δράσεών του. Φιλοδοξεί να διευκολύνει τη μεταφορά καλών πρακτικών από το
εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο στην τοπική κοινωνία. Φιλοδοξεί να ανοίξει μια ευρύτερη
συζήτηση στην τοπική κοινωνία για θέματα, όπως ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η
ανεπάρκεια κοινωνικών δομών, η σχολική διαρροή, η παγιωμένη γκετοποίηση τμημάτων
του πληθυσμού, η ανάγκη δημιουργίας δικτύων με άλλους Δήμους, η αξιοποίηση του
τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου.
Ένας θεσμός με τις παραπάνω φιλοδοξίες μπορεί να χαρακτηριστεί ίσως
«ρομαντικός», όχι όμως επικίνδυνος. Αποτελεί πράγματι «ρομαντικό» θεσμό αν
αναλογιστούμε ότι το Ζεφύρι αποτελεί μια εσωτερικά κατακερματισμένη κοινότητα,
χωρίς κοινωνική και εδαφική συνοχή, με απουσία διάθεσης να μαθαίνει (μη μανθάνουσα
κοινότητα) και να ενσωματώνει τις βέλτιστες πρακτικές σε μια σειρά ζητημάτων. Το
Ζεφύρι επιδεικνύει μια υπερβολική εσωστρέφεια για μικρό Δήμο που αυξάνει τις
πιθανότητες περαιτέρω περιθωριοποίησης και στιγματισμού.
Η αποτυχία υλοποίησης των σκοπών του ΤΟΣΠΠΑ θα σημαίνει, στη χειρότερη
περίπτωση, σπατάλη χρόνου για τα μέλη του. Η παρεμπόδιση όμως της λειτουργίας του
θα συνιστά αφαίρεση, για άλλη μια φορά, του δικαιώματος της τοπικής κοινωνίας να
κοιτάξει τον εαυτό της, να γνωρίσει την εμπειρία άλλων Δήμων και να συμβάλει στην
οικοδόμηση ενός ανοικτού, συνεκτικού, βιώσιμου Ζεφυρίου.

102
Καταληκτικά: Το Ζεφύρι θέλει και μπορεί να γίνει μια μανθάνουσα κοινότητα ή θα
παραμείνει εσωστρεφές, απομονωμένο και στιγματισμένο; Το Ζεφύρι είναι καταδικασμένο
στην περιθωριοποίηση ή μήπως επιλέγει το ίδιο την απομόνωσή του; Ο λόγος και η
δράση του καθενός αποτελεί και έμμεση τοποθέτηση στο ερώτημα.

7.3. Παραβατικότητα και Δυτική Αττική: Αποσαφηνίσεις και ερωτήματα.


Τον τελευταίο καιρό έχουν πυκνώσει πάλι τα δημοσιεύματα του τοπικού και
πανελλαδικού τύπου για την έξαρση της εγκληματικότητας, την ύπαρξη γκέτο
εγκληματικών στοιχείων και ομάδων, καθώς και τις δυσκολίες των δημόσιων αρχών να
ελέγξουν και να περιορίσουν τα προαναφερόμενα φαινόμενα. Ιδιαίτερος λόγος γίνεται
πάλι για τη Δυτική Αττική και δήμους όπως το Ζεφύρι και το Μενίδι (Αχαρνές). Συχνά
μάλιστα οι αναφορές αυτές εστιάζουν στην παραβατική συμπεριφορά των Ρομά και
άλλων κοινωνικών ομάδων (πχ. ομογενείς από πρώην ΕΣΣΔ).
Όπως έχουμε τονίσεις και σε προγενέστερα άρθρα μας ( Θριάσιο, αρ. φύλλου 875,
8/8/2007,σελ.6), η συζήτηση για την παραβατικότητα χαρακτηρίζεται από ασαφείς και μη
τεκμηριωμένες αναφορές σε στοιχεία, στερεότυπα, θολές συσχετίσεις μορφών
παραβατικότητας με περιοχές και κοινωνικές ομάδες, έλλειψη συστηματικής διάκρισης
των μορφών παραβατικότητας κ.ά. Στο παρόν άρθρο επιδιώκουμε να αποσαφηνίσουμε
κάποιες από αυτές τις θολές συσχετίσεις και να αναδείξουμε ερωτήματα για τη
διαμόρφωση μιας δημιουργικής πολιτικής.
Πρώτον, η αναφορά σε «αύξηση ή ακόμα και έξαρση της εγκληματικότητας» δεν
σημαίνει πρακτικά τίποτα παραπάνω από τη διατύπωση μιας «αίσθησης περί
παραβατικότητας». Η «αύξηση ή έξαρση» πρέπει να τεκμηριωθεί, δηλαδή να αποδοθεί με
συγκεκριμένους δείκτες που θα βοηθήσουν στην κατανόηση των ποσοτικών και
ποιοτικών διαστάσεων του φαινομένου. Για παράδειγμα, ο δείκτης «συλλήψεις για
εμπορία ναρκωτικών» ανά 1000 κατοίκους τα έτη 2007-2008 θα μπορούσε να είναι
χρήσιμος για τη διακρίβωση φαινομένων «αύξησης ή έξαρσης» αλλά και σύγκρισης με
άλλες περιοχές. Τέτοια στοιχεία όμως δεν υπάρχουν (;) ή δεν διατίθενται από τις αρμόδιες
αρχές. Τα Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης της Παραβατικότητας θα μπορούσαν να
συλλέγουν τα σχετικά στοιχεία από τα κατά τόπους Αστυνομικά Τμήματα και Τμήματα
Ασφαλείας έτσι ώστε να καταρτίζουν μια ετήσια έκθεση που θα παρακολουθεί την
εξέλιξη των φαινομένων και θα βοηθά τα Δημοτικά Συμβούλια στο σχεδιασμό και την
υλοποίηση κατάλληλων πολιτικών.

103
Δεύτερο, η αναφορά στην έξαρση της εγκληματικότητας εστιάζει σε ορισμένες
πλευρές της παραβατικότητας και σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες. Η εστίαση αυτή δεν
είναι ιδεολογικά και κοινωνικά ουδέτερη. Τουναντίον, αντανακλά σχέσεις δύναμης και
επιρροής μεταξύ ομάδων του πληθυσμού, κοινωνικές προκαταλήψεις, μη διάθεση
ενασχόλησης με συγκεκριμένες μορφές παραβατικότητας κ.ά. Για παράδειγμα, το
υπαρκτό πρόβλημα της παραβατικότητας των Ρομά όσον αφορά τις τροχαίες παραβάσεις
υπερτονίζεται, ενώ το εξίσου υπαρκτό και κοινωνικά επιζήμιο θέμα των πολεοδομικών,
κτιριοδομικών και περιβαλλοντικών παραβάσεων «υποβαθμίζεται». Το εξαιρετικά
σημαντικό ζήτημα της κακοποίησης των παιδιών και της ενδοοικογενειακής βίας δεν
τίθεται καν στις «αναζητήσεις δημοτικών αρχόντων και τμημάτων της κοινής γνώμης».
Τρίτον, η διάχυτη αντίληψη που καλλιεργείται από τμήμα της κοινής γνώμης περί
εγκληματικών στοιχείων και ομάδων δεν ανταποκρίνεται στα συμπεράσματα της
σύγχρονης εγκληματολογικής έρευνας αλλά και στην προσπάθεια μιας ολιστικής
προσέγγισης των φαινομένων. Κοινωνικοί, οικονομικοί και πολιτισμικοί παράγοντες
συμβάλλουν στην παραγωγή αποκλινόντων ατόμων και ομάδων και όχι κάποιες
βιολογικές ή μεταφυσικές διαδικασίες. Η εμμονή επίσης στην κατασταλτική
αντιμετώπιση των φαινομένων απλώς τα αναπαράγει και τα διαιωνίζει με αυξημένα
κοινωνικά κόστη (πχ. συγκρούσεις, ταραχές, ανθρώπινοι πόροι) παρά τα αναχαιτίζει. Η
διάχυτη βία σε όλα τα πεδία κοινωνικών δραστηριοτήτων (βία στους δρόμους, βία στο
σχολείο, οικονομική βία) απλώς αντανακλά τη διάσπαση του κοινωνικού ιστού σε μια
εποχή γενικευμένων αβεβαιοτήτων.
Τέταρτο, δεν λαμβάνεται υπόψη η εμπειρία προγραμμάτων για την αντιμετώπιση
της παραβατικότητας τόσο σε άλλες περιοχές της χώρας μας όσο και σε άλλες χώρες της
Ευρώπης. Προγράμματα για την εκμάθηση ειρηνικών τρόπων επίλυσης των
συγκρούσεων, κοινωνικοί διαμεσολαβητές, υποστηρικτικές υπηρεσίες, προγράμματα
θετικής διάκρισης κ.ά.. όχι μόνο δεν εφαρμόζονται στη Δυτική Αττική αλλά θεωρούνται
μάλλον «ουτοπικά», «εξωπραγματικά», «για άλλες χώρες, όπως η Σουηδία». Τα
επιχειρήματα αυτού του τύπου έχουν μεγάλη απήχηση σε μερίδα των τοπικών
πληθυσμών, ωστόσο δεν συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων και στην
επίτευξη ενός υψηλότερου επιπέδου ποιότητας ζωής.
Πέμπτο, οι τοπικές ηγεσίες (δήμαρχοι, δημοτικά συμβούλια) οφείλουν να
επιλέξουν ρόλους. Εάν επιλέγουν απλώς να διαχειρίζονται μυωπικά τα προβλήματα
παραβατικότητας, τότε καλώς επικαλούνται την ανάγκη κατασταλτικής πολιτικής (αφού
έτσι δεν αναγνωρίζουν τις κοινωνικές διαστάσεις και το μερίδιο ευθύνης της τοπικής
104
κοινότητας). Εάν επιλέγουν το ρόλο δημιουργικών μεταρρυθμιστών, τότε οφείλουν να
επεξεργαστούν προγράμματα παρέμβασης, να συγκρουστούν με στερεότυπα και να
υπολογίσουν το μακροπρόθεσμο όφελος για την τοπική ποιότητα ζωής. Άραγε ποιους
ρόλους επιλέγουν οι τοπικές ηγεσίες στους Δήμους της Δυτικής Αττικής; Θα
μπορούσε αυτό να είναι ένα πεδίο αξιολόγησής τους στις επόμενες δημοτικές εκλογές;
Μπορούν οι κινήσεις πολιτών να θέσουν στην agenda ανάλογα θέματα και να αναδείξουν
τους ρόλους που διαδραμάτισαν δήμαρχοι και δημοτικά συμβούλια;
Στο πεδίο προσέγγισης και αντιμετώπισης των φαινομένων παραβατικότητας,
καταγράφεται κατά την άποψή μας μια ιδεολογική σύγχυση στη χώρα μας, σύγχυση
που αντανακλάται και στο τοπικό επίπεδο. Δυνάμεις με δημοκρατική παράδοση και
κοινωνική ιδεολογία προσχωρούν πολύ εύκολα σε προσεγγίσεις και ερμηνείες
κατασταλτικού περιεχομένου, μαγεμένες από τα πρόσκαιρα εκλογικά οφέλη και την
ικανοποίηση μερίδας «ψηφοφόρων- πελατών». Πρόσφατη έκθεση χριστιανο-δημοκράτη
ευρωβουλευτή για τη νεανική παραβατικότητα εντοπίζει αιτίες και παράγοντες στις
κοινωνικές συνθήκες, τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, την περιθωριοποίηση
τμημάτων πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα. Την ίδια στιγμή, οι συντηρητικές
δημοτικές αρχές στη χώρα μας «αναλαμβάνουν» ρόλο διωκτών των παρανόμων και
παραβατών (πχ. τσιγγάνων, όσων υπονομεύουν τη χώρα), συνεπικουρούμενες και από
την ευρύτερη ιδεολογική σύγχυση της συντηρητικής παράταξης (και όχι μόνο) στη χώρα
μας (πχ. αποδυνάμωση της φιλελεύθερης δικαιοκρατικής σκέψης υπέρ της επίκλησης
αναγκών ασφάλειας και προστασίας).
Δεδομένων των παραπάνω, νομίζουμε ότι μια δημιουργική πολιτική
προσέγγισης και εν μέρει αντιμετώπισης της παραβατικότητας είναι εφικτή σε τοπικό
επίπεδο. Υπάρχουν όμως συγκεκριμένες προϋποθέσεις και συνθήκες για την υλοποίησή
της. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τα εξής:
α) Οι τοπικές ηγεσίες αναλαμβάνουν ρόλο δημιουργικών μεταρρυθμιστών με
σκοπό την εξυπηρέτηση σκοπών ποιότητας ζωής.
β) Οι τοπικές ηγεσίες παραμερίζουν τις στερεοτυπικές και απλουστευμένες
διαγνώσεις και κινητοποιούνται προς την κατεύθυνση αξιοποίησης κάθε διαθέσιμης
εμπειρίας.
γ) Οι τοπικές ηγεσίες θέτουν το πλαίσιο αρχών και αξιών εντός του οποίου
σχεδιάζεται και υλοποιείται η πολιτική προσέγγισης της παραβατικότητας. Ισηγορία,
ισονομία, έλλειψη διακρίσεων, τεκμηρίωση κ.ά. αποτελούν το βασικό κορμό
κατευθυντήριων γραμμών για την όποια ανάληψη πρωτοβουλιών.
105
δ) Οι τοπικές ηγεσίες αποφεύγουν να δικαιολογούν την απραξία τους με αναφορές
σε έλλειψη πόρων, αναρμοδιότητα κ.ά.. Οι τοπικές αρχές μπορούν να συμβάλλουν στην
αντιμετώπιση του προβλήματος μέσα από ποικιλία παρεμβάσεων (πχ. ύπαρξη
διαμεσολαβητή Ρομά στις δημοτικές υπηρεσίες) αρκεί να αναλάβουν ρόλο δημιουργικού
μεταρρυθμιστή.
ε) Οι τοπικές κοινωνίες αντιλαμβάνονται ότι η όποια αντιμετώπιση υποχρεούται
να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, να στηρίζεται σε εμπειρικά ευρήματα και να
υπόκειται σε εξωτερική αξιολόγηση. Η επίκληση της άποψης της πλειοψηφίας δεν
αποτελεί θέσφατο ενώ η όποια πλειοψηφία περιορίζεται από την τήρηση των «κανόνων
του παιχνιδιού» (πχ. συνταγματικές αρχές, ανθρώπινα δικαιώματα).
Οι τοπικές κοινωνίες και κοινότητες στη Δυτική Αττική μπορούν να συμβάλλουν
προς την παραπάνω κατεύθυνση αρκεί οι τοπικές ηγεσίες να επιλέξουν ρόλο και σκοπό.
Οι προβλέψεις μας δεν είναι αισιόδοξες, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη τις καθημερινές
παρεμβάσεις τοπικών παραγόντων και την προβληματική που αναπτύσσουν οι Δήμοι στα
Επιχειρησιακά Σχέδια που έχουν δημοσιοποιήσει. Ωστόσο, κάποιες μορφές κινημάτων
και οργάνωσης πολιτών είναι έτοιμες να συμπράξουν προς μια δημιουργική κατεύθυνση,
συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην αποδυνάμωση της λαϊκιστικής τοπικής
δημοκρατίας. Η τελευταία χρησιμοποιεί το άλλοθι της πλειοψηφίας για να δικαιολογήσει
την απραξία ή πράξεις κατά παράβαση κανονιστικών και γενικών δικαιϊκών αρχών.
Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στη γλυκύτατη Βάσω (Ρομά στα πρώτα μετεφηβικά της
χρόνια και μητέρα ενός αγοριού) για την αξιοθαύμαστη αξιοπρέπειά της!

106
7.4. Ταραχές στο Ζεφύρι: Προσεγγίσεις και προκλήσεις.51
Η πρόσφατη τραγική απώλεια ζωής ενός μαθητή στο κέντρο της Αθήνας στάθηκε
αφορμή για το ξέσπασμα και τη γενίκευση ταραχών σε όλη τη χώρα. Οι ταραχές αυτές
πήραν τη μορφή κυρίως καταστροφής καταστημάτων, δημόσιων υπηρεσιών, κατάληψης
χώρων κ.α. Στο Ζεφύρι οι ταραχές ξεκίνησαν από πυρπόληση των κάδων απορριμμάτων
και διακοπή κυκλοφορίας στο κεντρικό δρόμο της πόλης (Παναγίας Γρηγορούσης) τη
Δευτέρα (8/12) το απόγευμα και κορυφώθηκαν το επόμενο βράδυ- Τρίτη 9/12 με
εκδήλωση επίθεσης στο τοπικό αστυνομικό τμήμα (πυρπολισμοί, πυροβολισμοί).
Σύμφωνα μάλιστα με τη δημοσιογραφική κάλυψη των επεισοδίων αλλά και μαρτυρίες
κατοίκων, ο κύριος όγκος των συμμετεχόντων στις τοπικές ταραχές αφορούσε την ομάδα
των Ρομ.

Το ερώτημα που προκύπτει για άλλη μια φορά αφορά την προσέγγιση ερμηνείας
των παραπάνω κοινωνικών φαινομένων και την ενδεδειγμένη αντιμετώπισή τους. Οι
μέχρι σήμερα προσεγγίσεις- επιστημονικές, πολιτικές, κοινή γνώμη- μπορούν να
διακριθούν σε πέντε βασικές σχολές σκέψης. Η πρώτη σχολή σκέψης πιστεύει ότι η
παρέκκλιση και η παραβατικότητα είναι βιολογικά καθορισμένη. Με άλλα λόγια, στο
κέντρο της ανάλυσής της βρίσκεται ο εγκληματίας που είναι εγκληματίας λόγω
βιολογικών χαρακτηριστικών. Η δεύτερη σχολή σκέψης υποστηρίζει ότι η
παραβατικότητα οφείλεται στην ύπαρξη ανάλογης ψυχολογίας-προσωπικότητας (συχνά
άλλωστε στη δημόσια συζήτηση οι ψυχικά πάσχοντες ταυτίζονται με την εγκληματική
και βίαιη συμπεριφορά). Η τρίτη σχολή σκέψης μετατοπίζει το ενδιαφέρον της ανάλυσης
από το άτομο στις σχέσεις του με άλλες ομάδες και μιλά για υποπολιτισμούς και

51
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1192, 12 Δεκεμβρίου 2008, σελ. 2 & 4.

107
εκμάθηση της παραβατικότητας σε ομάδες, όπως οι συνομήλικοι. Η τέταρτη σχολή
σκέψης αναδεικνύει τη σχέση και αλληλεπίδραση αυτών που παραβαίνουν τους κανόνες
και των υπολοίπων. Η ετικέτα και ο χαρακτηρισμός κάποιων ως εγκληματιών και
παραβατών προσδίδει κοινωνικούς ρόλους στους υφιστάμενους τον χαρακτηρισμό,
οδηγώντας πολλές φορές σε δευτερογενή παραβατικότητα («παραβαίνουν διότι είναι οι
παραβάτες», «υπάρχουν και αναγνωρίζονται μέσω της παραβατικότητας»). Η πέμπτη
σχολή σκέψης («η δομική ανομία») εστιάζει την ανάλυσή της στις ανισότητες εντός των
κοινωνιών και τις συνέπειές τους στις κοινωνικές συμπεριφορές. Οι παραδεδεγμένοι
κανόνες (αξίες, σκοποί) συγκρούονται με την κοινωνική πραγματικότητα (υπάρχουσα
διάθεση μέσων για επίτευξη των σκοπών) και η παρέκκλιση αναδύεται ως προϊόν
αποπροσανατολισμού, σύγχυσης, έντονης αμφισβήτησης των κανόνων ή και της
παραβίασής τους. Με άλλα λόγια, το φαινόμενο των ταραχών είναι δομικό και
αναφέρεται στις συνθήκες κατανομής ισχύος, ευημερίας και πολιτικής εξουσίας μεταξύ
ομάδων του πληθυσμού.
Κατά τη γνώμη μας, τα φαινόμενα παρέκκλισης και παραβατικότητας στο Ζεφύρι
μπορούν να προσεγγιστούν καταλληλότερα μέσω της σχολής σκέψης που εστιάζει στις
συνολικές ανισότητες οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών πόρων στην τοπική
κοινωνία («δομική ανομία»). Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις ανισοτήτων
εκπαιδευτικών πόρων στην κοινότητα των Ρομ: υψηλό ποσοστό εγκατάλειψης του
σχολείου ή ευκαιριακής φοίτησης. Οι ανισότητες αυτές διευρύνονται ακόμα περισσότερο
μέσω της διαδικασίας του χαρακτηρισμού των Ρομ ως ατίθασων, απείθαρχων και εν
δυνάμει παραβατών. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί έρχονται μάλιστα σε αντίφαση με την
καθημερινή πραγματικότητα. Πώς είναι δυνατόν μια κοινωνία (τοπική ή μη) να εξαντλεί
χαρακτηρισμούς έναντι συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, όταν καθημερινά είμαστε
αυτόπτες μάρτυρες οδηγών (μη Ρομ) που δείχνουν προκλητική και επικίνδυνη οδική
παραβατικότητα; (πχ. γονείς που μεταφέρουν τα παιδιά τους στο σχολείο παραβιάζοντας
το μονόδρομο μπροστά από Δημοτικό Σχολείο του Ζεφυρίου). Πώς είναι δυνατόν να
εστιάζεται η οργή ποικίλων παραγόντων στην αναρχία των Ρομ να καταλαμβάνουν
δρόμους έναντι των οικιών τους, όταν σε όλες σχεδόν τις γειτονίες της περιοχής μας
διακρίνει κανείς καταλήψεις πεζοδρομίων, καταλήψεις δρόμων για ιδιωτικές εμπορικές
και επαγγελματικές χρήσεις, καθώς και πληθώρα πολεοδομικών παραβάσεων; Πώς είναι
δυνατόν το φαινόμενο της οπλοφορίας και οπλοχρησίας να αφορά αποκλειστικά τους
Ρομ, όταν μη Ρομ «διαφημίζουν» με την πρώτη ευκαιρία (πχ., εορτές Πάσχα, γάμοι) την
ετοιμότητά τους να χρησιμοποιήσουν όπλα; Πώς είναι δυνατόν η μέριμνα και η φροντίδα
108
για την καθαριότητα των δρόμων και την ευπρέπεια των γειτονιών να υπερβαίνει τη
μέριμνα για την περιφρούρηση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (πχ., αξιοπρέπεια,
δικαίωμα στην εκπαίδευση);
Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες εκείνοι που εμποδίζουν την υιοθέτηση μιας
ευρύτερης κοινωνικής και διαρθρωτικής ερμηνείας των τοπικών κοινωνικών φαινομένων;
Κατά τη γνώμη μας, μια βασική παράμετρος είναι η κυριαρχία διαφόρων ιδεοληψιών.
Μια τέτοια ιδεοληψία αναφέρεται στη συλλήβδην και εκ των προτέρων καταδίκη κάθε
προσπάθειας μελέτης, έρευνας και κατανόησης των κοινωνικών προβλημάτων. Κάποιοι
«βολεύονται» με την ερμηνεία ότι η παραβατικότητα είναι αποκλειστικό «προνόμιο» των
Ρομ. Κάποιοι «δυσκολεύονται» να αποδεχθούν ότι η κοινωνική πραγματικότητα δεν είναι
και δεν μπορεί να είναι απόλυτα διαχειρίσιμη και ελέγξιμη από τα δικά τους δίκτυα
συμφερόντων. Κάποιοι συνηθίζουν να ερμηνεύουν τα φαινόμενα μέσα από τα στενά
οριοθετημένα πλαίσια της προσωπικής εμπειρίας τους ή ακόμα και της ιδεοληψίας τους.
Κάποιοι αρνούνται να διαπιστώσουν την αποτυχία της αντικατάστασης της πραγματικής
πολιτικής από την επικοινωνιακή πολιτική, ενθαρρύνοντας έτσι τη διόγκωση μιας
εικονικής πραγματικότητας, όπου τα κοινωνικά προβλήματα μετατρέπονται σε
προβλήματα βιολογικής, ψυχολογικής ή αστυνομικής και ποινικής υφής. Κάποιο
πρόθυμα αναπαραγάγουν το στερεότυπο του «Ζεφυρίου-γκέτο», όπως ακριβώς συμβαίνει
και με την περίπτωση των Εξαρχείων, μετατρέποντας την περιοχή μας σε «άλλοθι για
όσους βολεύονται η κοινωνική και ηθική σήψη να εμφανίζεται ως δημιούργημα ενός
συγκεκριμένου χώρου ώστε να μην θεωρούνται ύποπτοι οι ίδιοι, καθώς συμβαίνει να
κατοικούν σε άλλες περιοχές», κατά τη μεστή έκφραση του Θ. Νιάρχου (Τα Νέα,
11/12/2008, σελ. 2/20).
Με δεδομένη την ανάγκη ύπαρξης γενικών κοινωνικών πολιτικών για την
αντιμετώπιση ανάλογων προβλημάτων (η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην
Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 χωρίς θέσπιση ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος), σε
επίπεδο τοπικής κοινότητας απαιτείται η ενδυνάμωση ομάδων των Ρομ που θα
αναλάβουν ρόλο διαμεσολάβησης και εκπροσώπησης στο τοπικό πολιτικό σύστημα, η
εξωστρέφεια των υπηρεσιών, η δημιουργία κοινών χώρων συνάντησης, η ύπαρξη
προγραμμάτων για την ενίσχυση της κοινωνικής ιδιότητας των κατοίκων, η εξεύρεση
τρόπων για τη συμμετοχή ποικίλων ομάδων του πληθυσμού στη διαμόρφωση της λήψης
αποφάσεων (πχ., διαβουλευτικά σώματα, επιτροπές). Ωστόσο, όλα αυτά δεν έχουν καμία
τύχη αν δεν υπάρξει συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι η αύξηση των
«αποσυνδεδεμένων» κατοίκων από την τοπική (και ευρύτερη) κοινωνία ευνοεί την
109
παραβατική και αντικοινωνική συμπεριφορά. Όσο περισσότερο αισθάνεται και είναι
κάποιος αποσυνδεδεμένος από την τοπική κοινωνία (πχ. έλλειψη ευκαιριών κοινωνικής
συμμετοχής, εκπαίδευσης, πρόνοιας, πολιτικής συμβολής), τόσο μικρότερο είναι το
κόστος αντικοινωνικής συμπεριφοράς (και αναποτελεσματική η κατασταλτική και
ποινική αντιμετώπιση). Αντιθέτως, όσο περισσότερο είναι κάποιος σε αλληλεξάρτηση και
αλληλεπίδραση με την τοπική κοινωνία, τόσο μεγαλύτερο είναι το κόστος της ρήξης και
της αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Η συνειδητοποίηση της παραπάνω σχέσης αποσύνδεσης/ αποκλεισμού και
αντικοινωνικής συμπεριφοράς αποτελεί το βασικότερο στοιχείο για το σχεδιασμό και την
υλοποίηση μιας στρατηγικής προσέγγισης του προβλήματος σε τοπικό και ευρύτερο
χωρικό επίπεδο. Τοπικές κοινωνίες που το επιχείρησαν (πχ. Περιστέρι, Αγία Βαρβάρα,
Κορυδαλλός) σήμερα απολαμβάνουν ένα υψηλότερο επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής
ευημερίας. Εκεί όπου ακόμα κυριαρχεί η αντίληψη για «δικούς μας» και «ξένους»,
«καθαρούς» και «βρώμικους», «νοικοκυραίους» και «ταραξίες», χτίζονται κοινότητες
κατακερματισμένες, εσωστρεφείς και οχυρωμένες με πολύ χαμηλό βαθμό διάθεσης
μετασχηματισμού και προόδου. Οι κοινότητες αυτές κινδυνεύουν να μετατραπούν σε
θύλακες κοινωνικού και χωρικού αποκλεισμού, παγιδευμένες σε ένα φαύλο κύκλο
απαξίωσης που και οι ίδιες αναπαραγάγουν και οι άλλοι πρόθυμα τους αναγνωρίζουν.
Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου τα λόγια ανθρώπων της νέας γενιάς του Ζεφυρίου ότι δεν
γνωρίζουν πολλούς συνομήλικούς τους, αφού στο Ζεφύρι κατά τα παιδικά και εφηβικά
τους χρόνια απλώς διέμεναν (εννοούν ότι απλώς πέρναγαν τη νύχτα τους στο σπίτι): δεν
έπαιζαν, δεν γλεντούσαν, δεν ερωτεύονταν, δεν οραματίζονταν. Ζούσαν και ζουν με το
όνειρο της προσωπικής οικονομικής και κοινωνικής ανόδου που θα τους επιτρέψει να
μετακομίσουν σε κάποια άλλη περιοχή της Αττικής. Ερώτημα, ίσως ρητορικό: Πόσες
«χαμένες νέες γενιές» (Ρομ και μη Ρομ) πρέπει ακόμα να «θυσιαστούν» στο Ζεφύρι
απλώς και μόνο για να διαιωνίζονται διάφορες ιδεοληψίες, η εσωστρέφεια και ο
κοινωνικός κατακερματισμός;

110
7.5. Ταραχές, οργή και κοινωνικές αντιδράσεις: «Κάποιες φορές η συμμόρφωση
μπορεί να είναι μη υγιής!».52
Οι πρόσφατες ταραχές, τα ξεσπάσματα οργής και οι συνεχείς κινητοποιήσεις
ομάδων του πληθυσμού (μαθητές, φοιτητές, εργαζόμενοι) αποτέλεσαν και συνεχίζουν να
αποτελούν ευνοϊκό πεδίο διατύπωσης ποικίλων προσεγγίσεων και πολιτικών προτάσεων,
τόσο στον εγχώριο όσο και στο διεθνή τύπο. Μια άλλη μια φορά, τα «μη ομαλά και μη
αναμενόμενα» κοινωνικά φαινόμενα αποτέλεσαν ευκαιρία πρώτης τάξης για τη
διαφήμιση στερεοτύπων και προκαταλήψεων, δηλαδή απλοϊκών, ελκυστικών και
εύπεπτων θεωρήσεων.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές θεωρήσεις:
Πρώτον, οι ταραχές δεν είναι παρά αποτέλεσμα εγγενών χαρακτηριστικών της ελληνικής
Πολιτείας, όπως η μη κυβερνησιμότητά της. Οι ατίθασοι και ανυπάκουοι Έλληνες
δύσκολα δέχονται εξουσίες και κανόνες. Δεύτερον, η κοινωνική αντίδραση ερμηνεύεται
υπό τη σκιά ενός διεφθαρμένου, νεποτιστικού και άδικου κράτους. Οι πολίτες αντιδρούν
ενάντια σε αυτά τα στοιχεία ενισχυμένοι και από μια παράδοση διαμαρτυρίας που
διαθέτουν. Τρίτον, οι ταραχές και αντιδράσεις δεν αντιπροσωπεύουν παρά μια ελάχιστη
μερίδα του πληθυσμού και η πυροδότησή τους οφείλεται σε εγχώρια και ξένα κέντρα που
επιδιώκουν την αποσταθεροποίηση της χώρας. Τέταρτον, τονίζεται η αποτυχία των
κυβερνήσεων να διαχειριστούν τα θέματα νεολαίας και ποιότητας της εκπαίδευσης.
Οι παραπάνω θεωρήσεις οδηγούν βέβαια και στην προώθηση συγκεκριμένων
στρατηγικών αντιμετώπισης του προβλήματος, όπως ενίσχυση της κατασταλτικής
λειτουργίας των θεσμών, ενδυνάμωση και επέκταση των δυνάμεων επιτήρησης,
εντατικοποίηση των σπουδών προς την κατεύθυνση της εργασιακής αποκατάστασης,
«κυνήγι μαγισσών» εναντίον των κέντρων αποσταθεροποίησης (συνήθως καταλήγει στη
δαιμονοποίηση μεταναστών, μειονοτήτων και γενικά αδύναμων πληθυσμιακών ομάδων),
καθώς και αποπολιτικοποίηση τομέων δημόσιας παρέμβασης (πχ. ορισμός για
εξωκοινοβουλευτικές και υπερκομματικές προσωπικότητες στην πολιτική ηγεσία της
Αστυνομίας, της Παιδείας).
Οι παραπάνω στερεοτυπικές θεωρήσεις δεν είναι πολιτικά και αξιακά ουδέτερες.
Αντιθέτως, προωθούν συγκεκριμένα αξιακά προτάγματα και έχουν σημαντικές συνέπειες
για την ποιότητα της δημοκρατίας, την ιδιότητα του πολίτη και τη λειτουργία του

52
ΘΡΙΑΣΙΟ, αρ. φύλλου 1204, 2 Ιανουαρίου 2009, σελ. 4.

111
πολιτικού συστήματος. Αναλυτικότερα, νεποτισμός και διαφθορά δεν είναι εγγενές
χαρακτηριστικό του δημόσιου τομέα αλλά κοινωνικά φαινόμενα με μεγάλη έκταση και
βάθος στην ελληνική κοινωνία. Δεν αντανακλούν παρά την ύπαρξη μιας κοινωνίας μη
εμπιστοσύνης, μιας κοινωνίας δηλαδή χαμηλού κοινωνικού κεφαλαίου, υψηλής
εξάρτησης από οικογενειακές και συγγενικές ρίζες, εσωστρέφειας και οχύρωσης. Το
φαινόμενο αυτό συναντάται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (πχ. Ιταλία), με ιδιαίτερη
ένταση όμως στη χώρα μας. Οι προτάσεις πολιτικής αναφέρονται στην καθιέρωση
καθολικών και οριζόντιων αρχών που ενδυναμώνουν την αυτονομία και αυτοδιάθεση των
πολιτών (πχ. ενίσχυση της κοινωνικής ιδιότητας των πολιτών). Τα κοινωνικά φαινόμενα
(πχ. βία, οργή, νεποτισμός) δεν είναι εγγενή χαρακτηριστικά των ανθρώπων αλλά
παράγωγα ιστορικών και κοινωνικών διαδικασιών. Ασφαλώς και «βολεύει» η απόδοση
των κοινωνικών φαινομένων σε μη κυβερνήσιμους λαούς, ανυπότακτους νέους κ.ά,
ωστόσο δεν βοηθούν στην κατανόηση των φαινομένων και στη λήψη ορθολογικών και
αποτελεσματικών μέτρων πολιτικής.
Η ποινική προσέγγιση των κοινωνικών φαινομένων όχι μόνο είναι κοντόφθαλμη
και παραπλανητικά, αλλά διευρύνει και ενισχύει τις κοινωνικές δυσλειτουργίες με
«παραγωγή» νέων αποκλινόντων. Η απόδοση της ταυτότητας του παρεκκλίνοντος σε
πολίτες και ομάδες του πληθυσμού δεν αντανακλά παρά τις εσωτερικές αντιφάσεις και
δυσλειτουργίες του ίδιου του συστήματος. Οι προτάσεις για εθνική πολιτική σε τομείς,
όπως η αστυνομία, η παιδεία μπορεί να είναι θελκτικές («τι καλύτερο από την εθνική
συμφωνία και συναίνεση!), ωστόσο στην πραγματικότητα αποτελούν άρνηση της ίδιας
της πολιτικής. Η από-πολιτικοποίηση τομέων της δημόσιας εξουσίας δεν είναι παρά η
αποδοχή της ανεπάρκειας του πολιτικού συστήματος να παράγει πολιτική και να
αξιολογηθεί για αυτή. Επιπρόσθετα, η φαινομενική από-πολιτικοποίηση μπορεί να
αποτελεί «φύλλο συκής» για την ενίσχυση αδιαφανών, αναξιοκρατικών και
αναποτελεσματικών πολιτικών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο τομέας των προσλήψεων στο δημόσιο
τομέα και ο ρόλος του ΑΣΕΠ. Η δημιουργία της εν λόγω ανεξάρτητης αρχής υπήρξε
παράδειγμα από-πολιτικοποίησης του συστήματος προσλήψεων, δηλαδή παραχώρησης
ενός τομέα δημόσιας δράσης σε μια ανεξάρτητη-υπερκομματική αρχή για την εμπέδωση
των βασικών συνταγματικών κανόνων της αξιοκρατίας, διαφάνειας και ελέγχου. Ωστόσο,
σήμερα το ΑΣΕΠ έχει περιοριστεί σε ένα ρόλο «ξεπλύματος βρώμικων προσλήψεων»,
δηλαδή προσλήψεων που έγιναν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου στο πλαίσιο
των πελατειακών σχέσεων και ανταμείφθηκαν για αυτό με «κλειστές» προκηρύξεις (πχ.
112
αποκλεισμός υποψηφίων χωρίς εμπειρία σε συγκεκριμένες Δημόσιες Υπηρεσίες,
σκανδαλώδης μοριοδότηση προϋπηρεσίας σε συγκεκριμένη Δ. Υπηρεσία). Το ΑΣΕΠ
απλώς ελέγχει αν η σκανδαλώδης μοριοδότηση και ο «κλειστός» χαρακτήρας τηρείται,
δηλαδή ελέγχει τη διαδικασία μετατροπής των «βρώμικων» συμβάσεων σε
μονιμοποιήσεις! (βλέπε χαρακτηριστικά και τελευταία έκθεση του ίδιου του ΑΣΕΠ για το
2007).
Η αναζήτηση των αιτιών των κοινωνικών φαινομένων δεν είναι μια απλή και
γραμμική υπόθεση. Περιλαμβάνει τη συγκριτική μελέτη ποικίλων παραγόντων και
διαδικασιών αλληλεπίδρασης, ενώ «δεν φοβάται» να αναζητήσει στοιχεία στη βάση
ποικίλων μεθοδολογικών και επιστημονικών κλάδων (κοινωνιολογία, κοινωνική
ψυχολογία, πολιτική επιστήμη). Στην ελληνική περίπτωση, ένα πρώτο βήμα για την
κατανόηση των φαινομένων που μας απασχολούν θα ήταν να απευθυνθούμε στα βασικά-
θεμελιώδη στοιχεία της σκέψης κοινωνικών στοχαστών για τη σύγχρονη κοινωνία. Μια
από τις πολλές πηγές είναι η θεώρηση του Έριχ Φρομ για τη σχέση ψυχικών αναγκών και
κοινωνίας, καθώς και την προσέγγιση της βίας. Οι ψυχικές ανάγκες που ο πολίτης
αναζητά να ικανοποιήσει σε ένα δεδομένο κοινωνικό πλαίσιο είναι αυτές της συσχέτισης-
αλληλεπίδρασης, της αναζήτησης ασφάλειας αλλά και της κίνησης σε κάτι νέο, της
υπέρβασης, της απόκτησης ταυτότητας και της πλαισίωσης με προσανατολισμό και
σκοπό. Για τις ανάγκες του άρθρου, θα περιοριστούμε στη ψυχική ανάγκη της
υπέρβασης.
Σύμφωνα με τον Φρομ, η ανάγκη για υπέρβαση μπορεί να ικανοποιηθεί μέσω δυο
δρόμων. Ο ένας δρόμος είναι αυτός της δημιουργίας: δημιουργίας νέας ζωής, δημιουργίας
μέσω των ιδεών και άλλων δραστηριοτήτων. Ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος,
απαιτητικός και μακροχρόνιος. Ο άλλος δρόμος είναι αυτός της καταστροφής: πιο
εύκολος, πιο «διαθέσιμος» και ικανός να μας προσδώσει την αίσθηση ανωτερότητας
έναντι των πραγμάτων. Επίσης, στην ανάλυση για τη βία και την προσπάθεια καταστολής
της, ο Φρομ αναφέρει ότι «η επίκληση του νόμου και της τάξης» μπορεί να συνιστά
επίσης βία. Η βία αυτή εδράζεται στην επιθυμία χρήσης δύναμης για την κατάπνιξη μη
αρεστών ιδεών, αντιλήψεων και στάσεων. Η βία έχει τις ρίζες της στο μίσος και στην
τάση για καταστροφή. Η τάση για καταστροφή μπορεί να ενισχύεται από την αίσθηση
αδυναμίας, κατωτερότητας και έλλειψης στήριξης, από την αποξένωση, την
παθητικότητα, την πλήξη, το φόβο για τη μη δυνατότητα αλλαγής της καθημερινότητας
και της επίπεδης ζωής.

113
Στο πλαίσιο αυτής της ανάλυσης του Φρομ, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε σε
ποιο βαθμό η ελληνική κοινωνία και πολιτεία ευνοούν τη δημιουργία έναντι της
καταστροφής; Σε ποιο βαθμό η ελληνική κοινωνία ευνοεί την κάλυψη των ψυχικών
αναγκών των κατοίκων της; Σε ποιο βαθμό οι θεσμοί της κοινωνίας μας (πχ. σχολείο)
αποτρέπουν την πλήξη, την ανούσια καθημερινότητα, την άσκηση βίας; Σε ποιο βαθμό το
πολιτικό σύστημα προσφέρει ευκαιρίες δραστηριότητας, συμμετοχής και ενδιαφέρον; Σε
ποιο βαθμό τα τοπικά πολιτικά συστήματα είναι εξωστρεφή και συμμερίζονται την
επιτακτική ανάγκη να παράγουν τοπικές πολιτικές και όχι να αποτελούν μίμηση της
εθνικής πολιτικής σκηνής;
Η κοινωνία μας και το πολιτικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων
έχουν εθιστεί στην στερεότυπη και άμεσα προσφερόμενη «λύση» της επικοινωνιακής
διαχείρισης και λογικής με συνέπεια την παραγωγή μεγαλύτερης ακόμα στασιμότητας,
πλήξης, μη ικανοποίησης των ψυχικών και κοινωνικών αναγκών. Οι εκπρόσωποί τους σε
μεγάλο βαθμό ικανοποιούνται με το συνδιαλέγονται και να συζητούν με τους εαυτούς
τους και τους παρατρεχάμενούς τους. Με άλλα λόγια, κοινωνία και πολιτικό σύστημα
έχουν αποκτήσει αυτιστικά χαρακτηριστικά. Σε μια τέτοια κατάσταση, όπως παραστατικά
διατυπώνει ο Φρομ, «η μη συμμόρφωση είναι υγεία, ενώ η συμμόρφωση είναι μη
υγεία». Ας αναζητήσουμε σε ποιες καταστάσεις και συνθήκες οφείλουμε να μην
συμμορφωνόμαστε για να διατηρήσουμε την διανοητική και ψυχική υγεία μας και να
στρατευτούμε με τις δυνάμεις της δημιουργίας και όχι της καταστροφής.

114
ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ – ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ
Α) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΡΕΥΝΕΣ

ΑΑ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ: ΓΕΝΙΚΟ ΚΟΙΝΟ.

British Council, Migration Policy Group, “Migration Integration Policy Index”, 2007
(www.integrationindex.eu ).
Eurobarometer, “Discrimination in the European Union”, Special EB 263, 2007.
Βαγενά-Παλαιολόγου Ε., Ρατσισμός & Ξενοφοβία. Έρευνα στη Δικαιοσύνη και στην
Αστυνομία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2006.
Καφετζής Π., Μαλούτας Θ., Τσίγκανου Ι., επιμ., Ανάλυση δεδομένων της ευρωπαϊκής
κοινωνικής έρευνας, ΕΚΚΕ, Αθήνα 2007.
Μαλούτας Θ., Εμμανουήλ Δ., Παντελίδου-Μαλούτα Μ., Αθήνα. Κοινωνικές δομές,
πρακτικές και αντιλήψεις: Νέες παράμετροι και τάσεις μεταβολής 1980-2000, ΕΚΚΕ,
Αθήνα 2006.
Μαλούτας Θ., Παντελίδου-Μαλούτα Μ., Βαρίκα Ε., Δοξιάδης Κ., Κανδύλης Γ., «Η
απόρριψη του άλλου ως τρόπος αντιμετώπισης της ετερότητας» στο Καφετζής Π.,
Μαλούτας Θ., Τσίγκανου Ι., επιμ., Ανάλυση δεδομένων της ευρωπαϊκής κοινωνικής
έρευνας, ΕΚΚΕ, Αθήνα 2007, σελ. 63-98.

ΑΒ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΡΑΤΙΣΜΟΣ: ΕΙΔΙΚΑ ΚΟΙΝΑ.

Antonopoulos G., “Greece: policing racist violence in the ‘fenceless vineyard’”, Race &
Class, 48 (2), 2006, 92-100.
UNICEF, «Διακρίσεις-Ρατσισμός-Ξενοφοβία στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα»,
Έρευνα της ΚΑΠΑ Research για λογαριασμό της Unicef, Αθήνα 2001
(www.unicef.gr/reports/racism.php).
Βαγενά-Παλαιολόγου Ε., Ρατσισμός & Ξενοφοβία. Έρευνα στη Δικαιοσύνη και στην
Αστυνομία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2006.

ΑΓ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ: ΟΜΑΔΕΣ ΣΤΟΧΟΙ.

Ιωσηφίδης Θ., Κεχαγιά Α., Κίζος Θ., Λούπου Ο., Μαλλιωτάκη Α., Πετράκου Η.,
Μελέτη διακρίσεων και ανισοτήτων που υφίσταται η ομάδα στόχος των Ελλήνων
Τσιγγάνων στην αγορά εργασίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη 2006 για την Α.Σ,
ΦΥΛών ΕΝΩΣΙΣ.
Ντούσας Δ., Rom και φυλετικές διακρίσεις, Gutenberg, Αθήνα 1997.

ΑΔ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ, ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ


ΣΤΟΙΧΕΙΑ.

Blank R.M., Dabady M., Citro C.F., eds., Measuring racial discrimination: Panel on
methods of assessing discrimination, National Academic Press, Washington 2004.
Blitz L.V., Greene M.P., eds., Racism and racial identity: Reflections on urban practice
in mental health and social services, Haworth Maltreatment & Trauma Press, Binghamton
N.Y. 2006.

115
Davis K.E., Bent-Goodley T.B., eds., The color of social policy, Council on Social Work
Education, Alexandria VA 2004.
Goffman E., Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας,
Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2001.
http://users.ach.gr/nemfelonis/istnee.htm ).
Fredrickson G., “History of racism”, International Encyclopedia of the Social &
Behavioral Sciences, 2001, 12716-12720.
Kotsiris L., ed., Racism, Sakkoulas, Athens-Thessaloniki 2005.
Rowe M.P., “Barriers to equality: The power of subtle discrimination to maintain unequal
opportunity”, Employee Responsibilities and Rights Journal, 3(2), 1990 , 153-163.
Rutstein N., Racism: Unraveling the fear, The Global Classroom, Washington DC 1997.
Sandley A., Smedley B.D., “Race as biology is fiction, racism as a social problem is
real”, American Psychologist, 60 (2005), 16-26.
Schnapper D., Allemand S., Κρίνοντας το ρατσισμό, Πατάκης, Αθήνα 2004.
Thompson C.E., Neville H.A., “Racism, mental health, and mental health practice”,
Counseling Psychologist, 27 (1999), 155-223.
Αδραχτάς Β., «Μοτίβα ρατσισμού στον μεταιχμαλωσιακό Ιουδαϊσμό», Θρησκειολογία, 3
(2002), 89-108.
Γκολφινόπουλος Γ., «Έλληνας ποτέ…». Αλβανοί και ελληνικός τύπος τη νύχτα της 4ης
Σεπτεμβρίου 2004, Ισνάφι, Θεσσαλονίκη 2007.
Ζάππα Δ., Μια κριτική ψυχαναλυτικών ορισμών του ρατσισμού, Τυπολογική, Αθήνα
2003.
Καραμούζης Π., «Εθνοφυλετισμός και οικουμενισμός στην Ορθόδοξη Εκκλησία»,
Θρησκειολογία, 3 (2002), 107-122.
Λυμπεράκη Α., Πελαγίδης Θ., Ο ‘φόβος του ξένου’ στην αγορά εργασίας: Ανοχές και
προκαταλήψεις στην ανάπτυξη, Πόλις, Αθήνα 2000.
Μακρής Γ., «Ισλάμ και ρατσισμός», Θρησκειολογία, 3 (2002), 123-150.
Σκανδάμης Μ., «Εκπαίδευση και ρατσισμός. Η περίπτωση Οδυσσέα Τσενάϊ», Ποινική
Δικαιοσύνη, 68 (2004) στο:
Σωτηρόπουλος Δ. Α., «Στερεότυπα: όροι ύπαρξης και παρέμβασης για την αναίρεσή
τους», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Ι (36), 2003, σελ. 71-86.

ΑΕ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ, ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.


ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ.

Baines D., “Storylines in racialized times: Racism and anti-racism in Toronto’s social
services”, British Journal of Social Work, 32, 185-199
Bisman C., “Social work values: The moral core of the profession”, British Journal of
Social Work, 34 (2004), 109-123.
Carranza M., “Building resilience and resistance against racism and discrimination
among Salvadorian female youth in Canada”, Child and Family Social Work, 12 (2007),
390-398.
Craig G., “Cunning, unprincipled, loathsome: The racist tail wags the welfare dog”,
Journal of Social Policy, 36 (2007), 605-623.
Dorminelli L., Anti-racist social work, 2nd edition, Palgrave Macmillan, Hampshire 1997.
Dovidio J., Gaertner S., “Aversive racism”, Advances in Experimental Social
Psychology, 36, 2004, 1-52.
General Social Care Council, Code of Practice for Social Care Workers and Code of
Practice for Employers of Social Care Workers, GSCC, London, September 2002.

116
Hill R., “Institutional racism in child welfare”, Race and Society, 7 (1), 2004, 17-33.
Kivel P., Uprooting racism: How white people can work for racial justice, New Society
Publishers, Gabriola Island 2002.
Macey M., Moxon E., “An examination of anti-racist and anti-oppressive theory and
practice in social work education”, British Journal of Social Work, 26, 297-314.
Molassiotis A., “Supportive and palliative care for patients from ethnic minorities in
Europe: do we suffer from institutional racism?”, European Journal of Oncology Nursing,
8 (4), 2004, 290-292.
NASW, “Racism”, Social work speaks: National Association of Social Workers Policy
Statements 2006-2009, 9th edition, NASW, Washington 2006, pp. 305-315.
NASW, Code of Ethics of the National Association of Social Workers, NASW,
Washington 2000.
NASW, Institutional racism & the social work profession. A call to action, NASW,
Washington 2007.
Neubeck K., Cazenave N. (eds), Welfare racism: Playing the race card against
America’s poor, Routledge, New York 2001.
Payne M., “Identity politics in multiprofessional teams. Palliative care social work”,
Journal of Social Work, 6 (2), 2007, 137-150.
Penketh L., Tackling institutional racism, The Policy Press, Bristol 2001.
Strier R., “Anti-oppressive research in social work: A preliminary definition”, British
Journal of Social Work, 37 (2007), 857-871.
Strier R., “Anti-oppressive research in social work: A preliminary definition”, British
Journal of Social Work, 37, 857-871.
Thompson N., Anti-discriminatory practice, 4th edition, Palgrave Macmillan, Hampshire
2006.
Δημοπούλου-Λαγωνίκα Μ., Μαρντικιάν-Γαζεριάν Μ., επιμ., Πολυπολιτισ-μικότητα
στην Ελλάδα. Πρόκληση για την Κοινωνική Εργασία, ΙΑΚΕ & ΣΕΚΕ, Αθήνα 2005.
Ιωαννίδου-Johnson Α., Προκατάληψη. Ποιος, Εγώ;, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998,
β΄έκδοση.
.

ΑΣΤ) ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ, ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ: ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΣΤΟΝ


ΤΥΠΟ.

Steward P., “Italy rocked by racist claims after gypsy expulsions”, 5/11/2007
(www.smh.com.au ).
Αντωνιάδη Κ. «Χαλάνδρι: 200 τσιγγάνοι ζουν με τον φόβο της μπουλντόζας»,
Ελευθεροτυπία, 5/11/2007
Θριάσιο, «Δικαίωμα στην ασφαλή διαβίωση ζητούν οι κάτοικοι του Ασπροπύργου», αρ.
φ. , 26/10/2007, σελ. 3.
Καϊμάκη Β., «Ισότητα με…επιδότηση ΕΕ», Ελευθεροτυπία, 28/1/2007, σελ. 36.
Καπλάνι Γ., «Τα blogs της συνύπαρξης», ΤΑ ΝΕΑ, 21/9/2007, σελ. 2/20.
Κρυστάλλη Γ., «Αιτία διχασμού για το Δημοτικό Συμβούλιο Ασπροπύργου η
αποχέτευση στην περιοχή των Τσιγγάνων», Θριάσιο, αρ. φ. 884, 4/9/2007, σελ. 3.
Κρυστάλλη Γ., «Συνοικία το όνειρο ή εφιάλτης η 4η συνοικία Άνω Λιοσίων; Οι κάτοικοι
εξεγείρονται κατά της συμβίωσής της με της τσιγγάνους», Θριάσιο, αρ. φ. 906,
4/10/2007, σελ. 3.
Μπουρίκος Δ., «Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη (β). Ένα σχέδιο κοινωνικής
αλληλεγγύης για της Τσιγγάνους», Θριάσιο, αρ. φ. 937, 16/11/2007, σελ. 8.

117
Μπουρίκος Δ., «Ζεφύρι: Οικοδομώντας μια βιώσιμη πόλη (α). Ανατρέποντας τα
στερεότυπα», Θριάσιο, αρ. φ. 918, 22/10/2007, σελ. 5.
Νεσφυγέ Λ., Κοντούρης Κ., Βραδέλης Σ., «Ένα, δύο, τρία…πολλά Ζωνιανά», ΤΑ
ΝΕΑ, 13/11/2007, σελ. 18-19.
Τσέκουρας Ο., «Κυνήγι Ρουμάνων ξεκινά στην Ιταλία», Το Βήμα, 3/11/2007, σελ. Α19.
Τσιάκαλος Γ., «Ρατσισμός και ξενοφοβία στον ελληνικό δημόσιο διάλογο-Της
διαπιστώσεις», Εποχή, 25/11/2001 (www.epohi.gr ).
Χαράμη Σ., «Έκλαιγα γιατί φοβόμουνα τα κάγκελα του σχολείου», Ελεύθερος Τύπος, 27-
28/10/2007, σελ. 64-65.
Χατζηγεωργίου Α., «Από το Γκαζοχώρι στο Πανεπιστήμιο», Ελευθεροτυπία, 26-
27/10/2007, σελ. 56-57.
Παρσανόγλου Δ., «Αντιμετώπιση των διακρίσεων σε μια πολύ-πολιτισμική κοινωνία: τα
μετέωρα βήματα της κοινωνίας των πολιτών», Αυγή, 21/12/2007.

Β) ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ-ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ-ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΒΑ) ΕΛΛΗΝΙΚΗ.

ΕΣΑΕΑ, «Η πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στον κόσμο της εργασίας. Η ανεργία
είναι η πιο σκληρή μορφή κοινωνικής αναπηρίας», Έκθεση 2007 (www.esaea.gr ).
«ΑΝΤΙΓΟΝΗ», Ετήσια Έκθεση 2007, Αθήνα 2007
(www.antigone.gr/listpage/reports_on_greece/2007/0701218.doc ).
ΝΟΜΟΣ 3488/2006 (ΦΕΚ 191/Α’/11.9.2006) «Εφαρμογή της αρχής της ίσης
μεταχείρισης ανδρών και γυναικών όσον αφορά στην πρόσβαση στην απασχόληση, στην
επαγγελματική εκπαίδευση και ανέλιξη, της όρους και της συνθήκες εργασίας και της
συναφείς διατάξεις».
ΝΟΜΟΣ 3304/2005 (ΦΕΚ Α/16/27.1.2005) «Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης
ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων,
αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού»
ΝΔ 4018/1959 «Περί του θεσμού των κοινωνικών λειτουργών» ΦΕΚ 24Α
ΠΔ 23/1992 «Άσκηση επαγγέλματος κοινωνικού λειτουργού», ΦΕΚ Α6/30.1.1992
ΣΕΚΕ, Πολυπολιτισμικότητα στην Ελλάδα. Πρόκληση για την Κοινωνική Εργασία, ΣΕΚΕ,
Αθήνα 2004.
ΣΚΛΕ, «Αρχές δεοντολογίας των Κοινωνικών Λειτουργών σχετικά με την εργασία της»
(www.skle.gr )
Συνήγορος του Πολίτη, Ετήσια Έκθεση 2006, Σ.τ.Π., Αθήνα 2007.
Συνήγορος του Πολίτη / Κύκλος Δικαιωμάτων του Παιδιού, 4 χρόνια Συνήγορος του
Παιδιού στην Ελλάδα. Παρεμβάσεις και διαπιστώσεις της αρχής για την εφαρμογή των
δικαιωμάτων του παιδιού, Αθήνα Δεκέμβρης 2007.

ΒΒ) ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ.

Council Directive 2000/43/EC, “Implementing the principle of equal treatment between


persons irrespective of racial or ethnic origin”, 29/6/2000
FRA, Report 2007 on Racism and Xenophobia in the Member States of the EU, FRA,
Wien 2007.
European Commission, “Tackling Multiple Discrimination. Practices, policies and
laws”, European Commission, 2007.

118
ΒΓ) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ.

Council of Europe, “Young people from lower-income neighborhoods”. Guide to new


policy approaches, Council of Europe, Belgium, 2007.

ΒΔ) ΟΗΕ.

WHO, Mental health: facing the challenges, building solutions, WHO / Europe,
Copenhagen 2005.

ΒΕ) ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ, ΜΚΟ & ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΩΝ

Amnesty International, «Europe: Discrimination against Roma”, 25 October 2007


(http://web.amnesty.org/library/print/ENGEUR010122007).
Amnesty International, «The state of the world’s human rights. Greece-Report 2007”
(http://thereport.amnesty.org).
British Council, Migration Integration Policy Index, Brussels 2007.
ENAR, “Racism in Greece”, Shadow Report 2006, ENAR, 2007
ENAR, “Warning: EU member states fail to address racism”, ENAR Press Release,
28/6/2007, Brussels.
Pavlou M., “Racism and discrimination against immigrants and minorities in Greece:The
state of play”, HLHR-KEMO Annul Report, HLHR-KEMO, Athens 2007.
World Council of Churches, “Understanding racism today: A dossier”, WCC, 1999
(www.wcc-coe.org/wcc/what/jpc/doss-e.htm.) .
ΕΥΞΕΙΝΗ ΠΟΛΗ, Εγχειρίδιο ευαισθητοποίησης και δημιουργίας πολιτικών για την
κοινωνική ενσωμάτωση των Ρομά και ταξιδιωτών, 2006 (www.efxini.gr ).

119
Γ) ΠΗΓΕΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ

Amnesty International http://web.amnesty.org


Center for Social Justice www.socialjustice.org
Council of Europe / Human Rights www.coe.int/t/E/human_rights
ENAR www.enar-eu.org
Equal Dream Portal www.dream.net.gr
Equality and Human Rights Commission UK www.equalityhumanrights.com
ERACE Racism www.eraseracismny.org
FRA http://fra.europa.eu
HLHR-KEMO www.hlhr.gr/hkhr-kemo
International Helsinki Federation for Human www.ihf-hr.org
Rights
NASW www.socialworkers.org
Racism and Psychology www.apa.org/pi/oema/racism/homepage.html
Stop discrimination www.stop-discrimination.info
The Aspen Institute www.aspeninstitute.org
The Race Matters Toolkit www.aecf.org/publications/racematters.htm
UNICEF www.unicef.gr
Αναπτυξιακή Σύμπραξη για την Ισότητα και την www.xenophilia.gr
Κοινωνική Συνοχή
Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων www.nchr.gr
Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του www.nchr.gr
Ανθρώπου
Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών www.migrant.gr
ΕΠΑΨΥ www.epapsy.gr
Ερευνητική Μονάδα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων http://eeep.pspa.uoa.gr/hrsi
και Κοινωνικής Ενσωμάτωσης / Πανεπιστήμιο
Αθηνών`
Θεματική πύλη για την καταπολέμηση του www.dream.net.gr
ρατσισμού στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
ΘΡΙΑΣΙΟ (εφημερίδα Δυτικής Αττικής) www.thriassio.gr
ΙΑΚΕ www.iake.gr
Ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Ανθρώπινα www.mfhr.gr
Δικαιώματα
Κέντρο «Δρόμοι Ζωής» www.dromoi-zois.gr
Κέντρο Έρευνας Μειονοτικών Ομάδων www.kemo.gr
Κέντρο Πληροφόρησης & Τεκμηρίωσης για το www.antigone.gr
ρατσισμό «Αντιγόνη»
Κέντρο Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων www.kepad.gr
Όλοι Διαφορετικοί Όλοι Ίσοι www.oloiisoi.gr
Όχι στο ρατσισμό από την κούνια www.kounia.org
ΣΕΚΕ www.sitemaker.gr/sekegr
ΣΚΛΕ www.skle.gr
Συνήγορος του Παιδιού www.synigoros.gr/0_18
Συνήγορος του Πολίτη www.synigoros.gr

120
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Υποψήφιος Διδάκτορας στο πεδίο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και προνοιακής


πολιτικής & Ερευνητικός συνεργάτης Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Πολιτικής και
Ενοποίησης Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα υπηρετεί στο Υπ. Οικονομικών με
αντικείμενο τη νομοθεσία και διοικητική εποπτεία των τελωνειακών διαδικασιών.
Έχει εργαστεί στο Υπ. Δικαιοσύνης (Δικαστήριο Ανηλίκων) και σε Μη
Κυβερνητικούς Οργανισμούς κοινωνικής φροντίδας.

Σπούδασε πολιτική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κοινωνική εργασία στο
ΤΕΙ Αθηνών. Κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στις ευρωπαϊκές σπουδές από το
Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης.

Τα ερευνητικά ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στις επιδράσεις της ευρωπαϊκής


ενοποίησης στο κράτος πρόνοιας, την ιστορία της προνοιακής πολιτικής, τις
κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και τη μελέτη των πολιτικών ελίτ. Έχει συγγράψει τον
Οδηγό πληροφοριών-παροχών για τις πολύτεκνες οικογένειες (2005, ΠΡΟΜΕΣΠΟ)
και τον Βιβλιογραφικό Οδηγό Κοινωνικής Εργασίας & Κοινωνικής Πρόνοιας (1999,
Έλλην) μαζί με τον Π. Σταθόπουλο.

Στις δημοσιεύσεις του επίσης περιλαμβάνονται: (με Π. Σταθόπουλο), «Φιλανθρωπία


και κοινωνική πρόνοια στην Ορθόδοξη Εκκλησιαστική παράδοση» στο Δ.
Μαγριπλής, επιμ., Κριτικές προσεγγίσεις του ορθόδοξου πολιτισμού. Όψεις του
ελληνικού παραδείγματος, Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2007, (με Π. Καζάκο), «Η
κοινωνική πολιτική ανάμεσα σε κράτος και αγορά: κριτική επισκόπηση της
ελληνικής βιβλιογραφίας» (Ελλ. Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, τχ. 22/2003) και
(μαζί με Δ. Α. Σωτηρόπουλο), «Οι κυβερνητικές ελίτ στη σύγχρονη Ελλάδα»
(Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τχ. 111-112, 2003). Βιβλιοκριτικές του έχουν
δημοσιευθεί σε ελληνικά (Σύγχρονα Θέματα) και ξενόγλωσσα (South European
Society and Politics) επιστημονικά περιοδικά.

Μέλος του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος της Ελληνικής Εταιρείας


Κοινωνικής Πολιτικής και του Συνδέσμου Επιμελητών Ανηλίκων Δικαστηρίων
Ανηλίκων.

Επικοινωνία:
dbourikos@2001.syzefxis.gov.gr
dbourikos@pspa.uoa.gr

You might also like