You are on page 1of 16

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ
ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΒΑΙΟΣ Χ, ΑΡΓΥΡΑΚΗΣ
ΜΜ, υποψήφιος δρ Ιστορίας της Επιστήμης

Περίληψη

Υπάρχει η άποψη ότι ο αρχαίος Ελληνικός και Ελληνιστικός κόσμος χαρακτηρίζονταν

από τεχνολογική υστέρηση. Ως προς αυτό έχουν διατυπωθεί διάφορες ερμηνείες. Κάποιες

από αυτές είναι ότι αυτή η υστέρηση οφειλόταν στο ανεπαρκές τεχνολογικό υπόβαθρο,

στο ότι η επιστήμη και η τεχνολογία δεν είχαν καμιά σχέση μεταξύ τους, στην έλλειψη

πρώτων υλών και πηγών ενέργειας, στο ότι δεν υπήρξαν επενδύσεις, στην ύπαρξη του

θεσμού της δουλείας, στην επιτιμητική στάση των αρχαίων Ελλήνων απέναντι στην ερ-

γασία, τις τέχνες και την εφαρμοσμένη γνώση, στη δομή των ελληνιστικών βασιλείων

που δεν άφηνε χώρο για δράσεις ιδιωτών κ.ά. Στο άρθρο αυτό θα προσπαθήσουμε να

φωτίσουμε έναν από τους βασικούς παράγοντες που διαμόρφωσαν τον τρόπο πρόσλη-

ψης της τεχνολογίας και διαμόρφωσαν το επίπεδο της τεχνολογικής εξέλιξης της εποχής,

μένοντας, κατά το δυνατό, στο εννοιολογικό πλαίσιο της αρχαίας τεχνικής σκέψης. Δύο

είναι τα συμπεράσματα που προκύπτουν. Πρώτον, ότι ο τρόπος που τίθεται το ερώτημα

περί τεχνολογικής υστέρησης βρίσκεται εκτός πολιτισμικού και ιστορικού πλαισίου. Δεύ-

τερον, ότι η ανυπαρξία μηχανών έγκειται στον τρόπο πρόσληψης της φυσικής πραγματι-

κότητας και στη θέση που απέδιδαν στην ανθρώπινη ύπαρξη εντός αυτής.

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Υπάρχει ένας γενικότερος προβληματισμός σχετικά με το επίπεδο της τεχνικής στον

αρχαίο Ελληνικό κόσμο. Το γεγονός ότι η τεχνική γνώση της εποχής επέτρεπε μια περαι-

τέρω εξέλιξη της τεχνολογίας έκανε πολλούς να υποστηρίξουν ότι ο αρχαίος Ελληνικός
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2

κόσμος χαρακτηρίζονταν από τεχνολογική υστέρηση. Για την ερμηνεία αυτού του γεγο-

νότος έχουν προταθεί μια σειρά εξηγήσεων. Στο άρθρο αυτό θα περιγράψουμε έναν από

τους βασικούς, κατά τη γνώμη μας, εξηγητικούς παράγοντες αυτής της «υστέρησης».

Ας δούμε, αρκετά συνοπτικά, τις ερμηνείες που έχουν προταθεί. Έχει υποστηριχθεί ότι

ο λόγος που δεν υπήρξε η αναμενόμενη τεχνολογική εξέλιξη έγκειται στο ανεπαρκές τε-

χνολογικό υπόβαθρο του Ελληνικού κόσμου [10], ότι στον αρχαίο κόσμο η επιστήμη και

η τεχνολογία δεν είχαν καμιά σχέση μεταξύ τους [10], [12], ή έχουν προταθεί λόγοι που

αφορούν τα χαρακτηριστικά της επιστήμης, όπως το ότι δεν υπήρχε αναπτυγμένη φυ-

σική επιστήμη, ή ότι δεν είχε αναπτυχθεί η δυναμική και δεν είχε διατυπωθεί μια σωστή

θεωρία για την κίνηση. Έχει, υποστηριχθεί, επίσης, ότι ο λόγος ήταν η έλλειψη πρώτων

υλών και πηγών ενέργειας, ή ότι δεν υπήρξαν επενδύσεις [10]. Επίσης, ότι η αδυναμία

πλήρους εκμετάλλευσης της ελκτικής δύναμης των ζώων και το υψηλό κόστος συντήρη-

σής τους στο Μεσογειακό κλίμα έκαναν την ανθρώπινη εργασία περισσότερο προσοδο-

φόρα. Το γεγονός αυτό ανέστειλε την προσπάθεια κατασκευής μηχανών για κάθε είδους

έργο [20], [16]. Από πολλούς υποστηρίζεται ότι βασικός ανασταλτικός παράγοντας ήταν

η ύπαρξη του θεσμού της δουλείας [23], [5], [6], [16]. Αλλά σε αυτό δεν συμφωνούν

όλοι. Ο Starr θεωρεί ότι ο ρόλος της δουλείας έχει υπερεκτιμηθεί ως προς το πώς επη-

ρέασε την αρχαία Ελληνική τεχνολογική πρόοδο [17]. Συνεχίζοντας την απαρίθμηση να

πούμε ότι μια από τις ερμηνείες ισχυρίζεται ότι το χαμηλό επίπεδο τεχνολογικής προόδου

μπορεί να ερμηνευτεί με βάση την επιτιμητική στάση των αρχαίων Ελλήνων απέναντι

στην εργασία, τις τέχνες και την εφαρμοσμένη γνώση [22], [16], της οποίας θεωρητική

έκφραση αποτέλεσε το μεγαλύτερο κομμάτι της Ελληνικής φιλοσοφίας [16]. Ως λόγος

της τεχνολογικής υστέρησης έχει προταθεί, επίσης, η δομή των ελληνιστικών βασιλείων,

η οργάνωση των οποίων ήταν εξαιρετικά συγκεντρωτική, μην αφήνοντας χώρο δράσης

σε ιδιώτες και επενδύσεις [10].

Ο Usher σημειώνει ότι οι τεχνολογικές επινοήσεις των μεταγενέστερων αιώνων, που

είχαν καταλυτική επίδραση στην τεχνολογική και κοινωνική οργάνωση, ήταν αποτέλε-

σμα μακρόχρονης κυοφορίας. Σε πρώιμο τεχνολογικό στάδιο η τεχνική δραστηριότητα

κινείται εντός της παράδοσης. Οι επί μέρους βελτιώσεις συσσωρεύονται χωρίς να τους
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 3

αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία. Κάθε μεμονωμένη τεχνική επινόηση δεν μπορεί να επιφέ-

ρει γενικότερη αλλαγή, αλλά η συσσώρευσή τους δημιουργεί σε κάποιο χρονικό σημείο

έναν κρίσιμο όγκο γνώσης που αποτελεί αναγκαία και ικανή προϋπόθεση, ώστε να προ-

κύψουν τεχνικές εξελίξεις που θα έχουν γενικότερη επίδραση. Στο στάδιο της συσσώ-

ρευσης τεχνικής γνώσης βρισκόταν η Ελληνική κοινωνία και υπό την έννοια αυτή δεν

τίθεται θέμα «έλλειψης» τεχνικής εξέλιξης [20].

Πολλές από τις παραπάνω προτάσεις χαρακτηρίζονται από στοιχεία αναχρονισμού.

Αυτό το σημείο πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα, γιατί αυτά τα στοιχεία θέτουν εκτός πολι-

τισμικού και ιστορικού πλαισίου όχι μόνο την ερμηνεία, αλλά και το ίδιο το πρόβλημα. Για

παράδειγμα, η απαίτηση για τη σύζευξη επιστήμης – τεχνολογίας και της μεγιστοποίησης

της απόδοσης είναι το πλαίσιο που διαμορφώθηκε κατά τη βιομηχανική επανάσταση∙ δεν

είναι, λοιπόν, δυνατό να προσφέρει κάτι στην κατανόηση των διεργασιών μιας θεμελιω-

δώς διαφορετικής κοινωνίας, όπως είναι η Ελληνιστική, αλλά και η Ελληνική.

Στο άρθρο αυτό θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε έναν από τους βασικούς παράγο-

ντες που διαμόρφωσαν τον τρόπο πρόσληψης της τεχνολογίας και διαμόρφωσαν το επί-

πεδο της τεχνολογικής εξέλιξης της εποχής, μένοντας κατά το δυνατό στο εννοιολογικό

πλαίσιο της αρχαίας τεχνικής σκέψης.

2. Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΟΣΜΟ

Κατά την Ομηρική εποχή η δραστηριότητα του τεχνίτη δεν ακολουθεί, όπως την προσ-

διορίζουμε σήμερα, μια τεχνική. Δεν είναι η χρήση του εργαλείου το κύριο γνώρισμα της

εργασίας του, αλλά η δεξιότητα που επιδεικνύει. Αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι ένα

χάρισμα [13]. Στην Κλασική Εποχή οι τέχνες δεν χρειάζονται πλέον τη θεϊκή συνδρομή.

Έχει αποπεμφθεί κάθε υπερφυσικό στοιχείο και η υλοποίησή τους βασίζεται στους πρα-

κτικούς κανόνες, που είναι προϊόν μακρόχρονης πείρας.

Η αποπομπή των θρησκευτικών και μεταφυσικών στοιχείων από τη τεχνική λειτουργία

και η οικονομική και κοινωνική της αναγνώριση υποδηλώνει τη δημιουργία ενός πρώ-

του πυρήνα τεχνικής σκέψης. Ο A. Espinas πιστεύει ότι ως προς αυτό σημαντικός ήταν
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 4

ο ρόλος των Σοφιστών [3]. Πρώτο βήμα ήταν η σύνταξη τεχνικών εγχειριδίων για τις

διάφορες τέχνες. Αυτό σημαίνει ότι κάθε τέχνη μπορούσε να «χωρέσει» σε μια σειρά από

κανόνες, οι οποίοι ήταν διδάξιμοι1. Δεύτερο βήμα ήταν η διαμόρφωση μιας τεχνικής φι-

λοσοφίας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναζητούμε τους τελικούς σκοπούς

και τις αξίες, που ικανοποιούνται, όπως η ομορφιά ή η αρμονία, αλλά να περιοριστούμε

στα μέσα που χρησιμοποιούνται, στο πόσο κατάλληλα και αποδοτικά είναι αυτά και στο

ποιοι κανόνες λειτουργούν καλύτερα [21].

Παρά την εξέλιξη αυτή ο Έλληνας τεχνίτης, ακόμα και στους κλασικούς χρόνους,

αντιλαμβάνεται την τέχνη του όχι ως τεχνική αλλά ως δεξιότητα. Η τελευταία, όμως,

είναι κάτι το βιωματικό, που είναι ουσιαστικά αδύνατο να αποδομηθεί σε ποσοτικά μεγέ-

θη, ώστε να μετρηθεί, να ελεγχθεί και να βελτιωθεί. Ο τεχνίτης αποτελούσε το κέντρο

και το μέτρο της τεχνικής διαδικασίας. Το εργαλείο και η μέτρηση δεν είχαν ανεξάρτητη

λειτουργία, αλλά υποτάσσονταν στις δικές του ανάγκες. Υπό την έννοια αυτή, σε μεγά-

λο βαθμό η ποσοτικοποίηση δεν αποτελούσε οργανικό κομμάτι της δράσης του Έλληνα

τεχνίτη, όχι εξαιτίας της τεχνικής και επιστημονικής υστέρησης, αλλά λόγω του τρόπου

πρόσληψής της [13].

Το εννοιολογικό αυτό πλαίσιο αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες, ώστε οι Έλληνες

να μην είχαν να επιδείξουν κάποια τεχνική καινοτομία [4]. Οι όποιες βελτιώσεις που επέ-

φεραν κινούνταν στο εσωτερικό του τεχνολογικού συστήματος, που είχαν κληρονομήσει

από τους λαούς της Ανατολής [5], [20], [21]. Η τεχνική των Ελλήνων δεν ξεπέρασε το
1
Η άποψη ότι οι τέχνες δεν μπορούν να διδαχθούν παρά μόνο να κατακτηθούν μέσω της ίδιας της πρακτικής
εφαρμογής τους δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό της προκλασικής τεχνικής, αλλά χαρακτηριστικό γνώρισμα
της ίδιας της τεχνολογίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κυρίαρχος τρόπος μετάδοσης της τεχνικής γνώσης από
γενιά σε γενιά ήταν, μέχρι πολύ πρόσφατα, η μαθητεία. Ακόμα και σήμερα είναι οργανικό κομμάτι της εκ-
παίδευσης του μηχανικού και του τεχνίτη. Αυτό, γιατί η τεχνολογία δεν είναι δυνατό να υπαχθεί σε τυπικούς
κανόνες. Ο μη τυπικός χαρακτήρας της τεχνολογίας γίνεται έντονα εμφανής στη μεταφορά τεχνολογίας. Για
να μεταφερθεί τεχνολογία, είναι απαραίτητη η τεχνική βοήθεια αυτού που ήδη την κατέχει. Αυτό που είναι
δύσκολο να μεταφερθεί είναι η τεχνογνωσία (Ο Αγγλικός όρος είναι “know-how” και το περιεχόμενό του
είναι πλουσιότερο από το Ελληνικό «τεχνογνωσία». Με το “know-how” υποδηλώνονται, εκτός από τη γνώση
της τεχνολογίας και τις όποιες κατασκευαστικές ή άλλες λεπτομέρειες και πληροφορίες, που δεν μπορούν
να χαρακτηριστούν γνώση με την κλασική έννοια. Περιλαμβάνει τις κινήσεις του χειριστή, το συγχρονισμό
του, τη γνώση των ιδιαιτεροτήτων της καθημερινής πρακτικής. Δηλαδή, την πείρα, που είναι προϊόν της
εφαρμογής σε πραγματικές συνθήκες, που δεν υπάρχει τρόπος να μπει σε εγχειρίδια χρήσης ή τεχνικές εκ-
θέσεις. Για το λόγο αυτό, ένας πυρήνας έμπειρων μηχανικών και τεχνικών αναλαμβάνει την καθοδήγηση της
λειτουργίας στο νέο περιβάλλον, με σκοπό τη διοχέτευση της πείρας του [7].
Και η εκπαίδευση των σύγχρονων νέων μηχανικών ακολουθεί ανάλογο δρόμο. Οι εταιρείες επιλέγουν τη
συλλογική ανάπτυξη εφαρμογών, έτσι ώστε τα νεότερα στελέχη να αποκτήσουν πείρα και από τους ήδη
έμπειρους, αλλά και από την ίδια τη συμμετοχή τους στη διαδικασία [7].
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 5

επίπεδο της ηωτεχνικής [14]. Στο επίπεδο αυτό το εργαλείο αποτελεί προέκταση του αν-

θρώπινου σώματος. Ο τρόπος και ο ρυθμός χρήσης του υπόκειται στον πλήρη έλεγχο του

τεχνίτη. Στην τεχνική παραγωγή κυρίαρχος είναι ο ανθρώπινος χρόνος με την αντίστοιχη

ένταση εργασίας και τις παύσεις. [21].

Η στασιμότητα σε αυτό το τεχνικό στάδιο δημιουργεί κάποια απορία, καθώς «…οι Έλ-

ληνες είχαν, όπως φαίνεται, το διανοητικό εξοπλισμό που θα τους έδινε τη δυνατότητα

να κάνουν αποφασιστικές προόδους σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε άλλους» [21]. Εδώ

ανακύπτει το ερώτημα: ποια ήταν η σχέση της θεωρίας με τα τεχνικά προβλήματα και

πως αντιλαμβάνονταν τις κατασκευές τους οι μηχανικοί;

3. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Στους Πλάτωνα και Αριστοτέλη2, ο αρχιτέκτων δηλώνει αυτόν που κατέχει θεωρητική

γνώση και διευθύνει την κατασκευή των έργων. Εξάλλου, πολλοί φιλόσοφοι είχαν άμεση

σχέση με τον κόσμο των τεχνιτών. Ο Αναξίμανδρος κατασκεύαζε γνώμονες, ο Εμπεδο-

κλής ήταν θεραπευτής, ο Αριστοτέλης ήταν γιος γιατρού [13]. Ακόμα και ο ίδιος ο Πλά-

τωνας λέγεται ότι χρησιμοποιούσε ένα υδραυλικό ρολόι, που σήμαινε την ώρα έναρξης

των μαθημάτων, που είχε κατασκευάσει ο ίδιος [Athenaeus Soph., Deipnosophistae, 4,

75, 17-27]. Γενικότερα, η τεχνική ικανότητα ήταν αρκετά αναπτυγμένη από αρκετά νω-

ρίς στον Ελληνικό χώρο. Να μην ξεχνάμε ότι τον 6ο π.Χ. αιώνα διανοίχτηκε το Ευπαλίνειο

όρυγμα, που απαιτούσε δύσκολες μεθόδους τριγωνισμού. Αλλά το πιο χαρακτηριστικό

παράδειγμα σύζευξης θεωρίας και τεχνικής είναι η περίπτωση του Αρχιμήδη, που στο

πρόσωπό του ενσαρκώνεται και ο μηχανικός και ο θεωρητικός επιστήμονας.

Φυσικά, το αποκορύφωμα της σύζευξης τεχνικής και θεωρητικής δραστηριότητας

συμβαίνει στην Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων [2], [21]. Εκεί δημιουργούν ο Κτησίβιος

(300-230 π.Χ.), ο Φίλωνας (περίπου 200 π.Χ.) και ο Ήρωνας (1ος αιώνας μ.Χ). Εξαιτίας

της ορθολογικοποίησης της τεχνικής κατά τους κλασικούς χρόνους, θα περίμενε κανείς
2
Ο αρχιτέκτων και ο εργάτης αποτελούν τους δύο πόλους της εργασίας. Ο πρώτος εξουσιάζει το δεύτερο,
γιατί κατέχει τη θεωρητική γνώση. Η ανωτερότητα της θεωρητικής γνώσης θεμελιώνεται στο ότι χρησιμοποι-
εί το μαθηματικό υπολογισμό [Πλάτωνας, Πολιτικός, 259e], [Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, 981b30].
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 6

ότι η σχέση της με την επιστήμη απέκτησε συστηματικό χαρακτήρα. Από τη στιγμή που οι

δυνάμεις που δρούσαν κατά τη λειτουργία των διατάξεων ήταν αόρατες στο ανθρώπινο

μάτι, ο μόνος τρόπος να έρθουν στο φως οι αιτιακές αρχές ήταν η χρήση του Λόγου. Την

ιδιαιτερότητα αυτή της μηχανικής τη σημειώνει ο Ήρωνας στο Βαρουλκός. Όταν εξετά-

ζει λύσεις σε θεωρητικό επίπεδο, δεν ενδιαφέρεται για τα πολλά τεχνικά προβλήματα

που υποβάλλει η πραγματικότητα, με αποτέλεσμα η τελική λύση να είναι ανεφάρμοστη.

Όταν, όμως, ενδιαφέρεται για την εφαρμοσιμότητα της λύσης, λαμβάνει υπόψη του την

τριβή, την ελαστικότητα των σωμάτων κλπ..

4. ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

Οι μηχανικοί είχαν συνείδηση ότι η θεωρία από μόνη της δεν αρκεί, ώστε να μελετη-

θούν προβλήματα μηχανικής. Όταν περιγράφουν χρηστικές μηχανές, τις αντιμετωπίζουν

ως πολύπλοκα εργαλεία. Αυτό που τις βάζει σε κίνηση είναι η ανθρώπινη δύναμη. Με

άλλα λόγια, δεν αντιλαμβάνονται τη μηχανή ως κάτι ανεξάρτητο και αυτοτελές, που

μπορεί να παράγει έργο από μόνη της [21]. Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι δεν

κατασκεύασαν μηχανές που δε θα χρειάζονταν την ανθρώπινη ή ζωική δύναμη για να

λειτουργήσουν, αν και οι γνώσεις τους θα τους επέτρεπαν να πραγματοποιήσουν κάτι

τέτοιο [5]. Αυτό είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ηωτεχνικού επιπέδου που

βρισκόταν η Ελληνική τεχνική.

Η πιο ωφελιμιστική εφαρμογή της θεωρητικής γνώσης στην Ελληνική τεχνολογία ήταν

στις πολεμικές μηχανές. Οι υδροπνευματικές διατάξεις χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά

για ψυχαγωγικούς σκοπούς, ενώ στη σκέψη των Ελλήνων η τεχνολογία δεν αποτελούσε

μέσο αύξησης της παραγωγής [4].

4.1. Μια φιλοσοφική προσέγγιση της τεχνικής

Διαφορετικό χαρακτήρα έχουν τα Μηχανικά, που αποδίδονται στον Αριστοτέλη, η

επιρροή των οποίων φτάνει μέχρι τον Ήρωνα. Είναι το αρχαιότερο σωζόμενο έργο τεχνι-
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 7

κού χαρακτήρα. Η διαπραγμάτευση είναι θεωρητική. Ούτε εδώ μιλάμε για εφαρμοσμένη

επιστήμη, καθώς η αντιμετώπιση είναι φιλοσοφική και το κεντρικό θέμα είναι οι λογικές

δυσκολίες που ανακύπτουν υπό την οπτική της καθαρής θεωρίας. Η αντιμετώπιση του

θέματος στα Μηχανικά παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τη σοφιστική3. «Σε αυτή τη

θεωρία, η μηχανή4 έχει μιαν έννοια που πλησιάζει ακόμη πολύ στην έννοια του δόλου,

του «κόλπου»⋅ ορίζεται ως μια έξυπνη επινόηση, που μας επιτρέπει να ξεμπλέξουμε από

μια κατάσταση αμηχανίας, από μιαν απορίαν και να κυριαρχήσουμε πάνω σε μια δύναμη

της φύσης, που είναι αντίθετη και ανώτερή μας» [21].

Παρατηρούμε ότι στα Μηχανικά τα εργαλεία και οι δομές σκέψεις δεν είναι προϊόντα

της ίδιας της τεχνικής λειτουργίας, αλλά είναι εισηγμένα από το χώρο της θεωρίας.

«Όπως στη γεωμετρία, κάθε σχήμα πρέπει να μπορεί να κατασκευάζεται με τον χάρα-

κα και το διαβήτη, έτσι και στη μηχανική, κάθε μηχανή, για να μπορεί να λειτουργεί,

πρέπει να βασίζεται στο συνδυασμό των απλών μηχανών5» [21]. Αυτό σημαίνει ότι το

εννοιολογικό οπλοστάσιο της τεχνικής σκέψης, όπως παρουσιάζεται στα Μηχανικά, είναι

ακατάλληλο, ακριβώς επειδή έχει διαμορφωθεί για σκοπούς ξένους προς αυτήν. Η κοινή

μορφή της επιχειρηματολογίας μεταξύ της διαλεκτικής και της τεχνικής δεν είναι απλώς

μια επιφανειακή ταύτιση, αλλά εκφράζει το κοινό «εννοιακό σύστημα», εντός του οποίου

κινούνται οι δυο τους [21].

4.2. Η χρήση των τεχνικών επινοήσεων

Η τεχνική επινόηση είναι κατά βάση εμπειρική. Ακόμα και η εξέλιξη αρκετά πολύπλο-

κων μηχανικών συστημάτων δεν φαίνεται να απαιτεί αφαιρετική σκέψη ή οργανωμένη

επιστημονική γνώση [20]. Σε ό,τι αφορά στην Ελληνική τεχνική, το ότι η ποσοτικοποίη-

ση δεν ήταν γνώρισμά της, της προσδίδει ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η απουσία ποσοτικοποι-

ημένων μεγεθών σημαίνει ότι δεν υπήρχε κάποιο κριτήριο διυποκειμενικά αναγνωρίσιμο
3
Ο Αριστοτέλης στη Ρητορική λέει για τη σοφιστική ότι είναι η τέχνη που κάνει ισχυρότερο το πιο αδύνατο
από τα δύο επιχειρήματα, [Αριστοτέλης, Ρητορική, 1402a24]. Ανάλογο ορισμό δίνει και στα Μηχανικά για
την τεχνική, επιτρέπει σε μια μικρότερη φυσική δύναμη να επικρατήσει μιας ισχυρότερης, [Αριστοτέλης,
Μηχανικά, 847a21-22].
4
[Αριστοτέλης, Μηχανικά, 847a16-19]
5
Οι απλές μηχανές ήταν οι εξής πέντε: ο μοχλός, η τροχαλία, το βαρούλκο, ο κοχλίας και η σφήνα [Ήρωνας,
Mechanicorum fragmenta, 2, 1, 10-18].
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 8

για την τεχνική βελτίωση των κατασκευών. Αυτό σημαίνει ότι η βελτίωσή τους βασιζόταν

αποκλειστικά στην εμπειρία και το αισθητήριο του μηχανικού.

Όποιες τεχνικές επινοήσεις είχαν γίνει, που προσέφεραν κάποια αυτονομία στις κα-

τασκευές, δε χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή παραγωγικών μηχανών, αλλά σε

ψυχαγωγικές διατάξεις6. Η συνιστώσα αυτή, μάλιστα, που καλούνταν θαυματοποιητική,

αποτελούσε σεβαστού μεγέθους κομμάτι της τεχνικής δραστηριότητας. Το χαρακτηριστι-

κό αυτών των διατάξεων ήταν ότι προκαλούσαν το θαυμασμό και την έκπληξη και εκεί

εντοπίζονταν η αξία τους [4], [21].

Η τεχνική επινόηση, έχοντας από τη μια πλευρά τη λογική δομή της θεωρίας ως πρό-

τυπο, από την άλλη όμως την πολυπλοκότητα της εμπειρίας να δαμάσει, γίνεται αντιλη-

πτή ως νικηφόρο αποτέλεσμα ενάντια στο μη ορθολογικό. Η οπτική αυτή περιορίζει κάθε

τεχνική κατάκτηση στον εαυτό της, αφού ούσα μη ορθολογική δεν μπορεί να γενικευτεί

και να αποτελέσει βάση για περαιτέρω και γενικότερη τεχνική πρόοδο. Οι μηχανές δεν

αποτελούν ακόμα «εργαλεία» κυριαρχίας επί της φύσης [21].

5. ΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ

Για τους Κτησίβιο, Φίλωνα, Ήρωνα έχει υποστηριχτεί ότι, αν και στα έργα τους υπάρ-

χουν ιδέες που θα μπορούσαν να δώσουν πολύ χρήσιμες μηχανές, αυτοί τις αντιμετω-

πίζουν τελείως θεωρητικά [5]. Για τον Ήρωνα, επιπλέον, έχει γραφτεί ότι «σε αυτόν,

λοιπόν, τον μηχανοποιό βρίσκουμε και τα δύο επίπεδα σκέψης⋅ αυτό που λείπει είναι ο

ενωτικός κρίκος ανάμεσά τους» [21]. Χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι η θεωρία και η τεχνική

πρακτική είχαν μορφωθεί σε μία ενιαία δραστηριότητα και αποτελούσαν τις δύο όψεις

τις ίδιας σύνθετης διαδικασίας, νομίζουμε ότι η παρατήρηση αυτή είναι υπερβολική. Ο

Ήρωνας στα έργα του ενδιαφέρεται για τη θεωρητική θεμελίωση της λειτουργίας των δι-

ατάξεών του. Χρησιμοποιεί το πείραμα, ώστε να δικαιολογήσει την επιλογή της θεωρίας∙

6
Παραδείγματα τέτοιων διατάξεων είναι το αντικείμενο της Αυτοματοποιητικής του Ήρωνα, ή για την πρό-
κληση του φόβου και της ευσέβειας των πιστών είναι η αυτόματα ανοιγόμενες πόρτες ναού που περιγρά-
φονται στα Πνευματικά, I,38, [4]. Σε αυτόματες πόρτες ναού αναφέρετε και ο Αριστοτέλης [Αριστοτέλης,
Μηχανικά, 848a20-38].
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 9

και όσες επιστημονικές αρχές είναι δυνατό, τις ενσωματώνει στο καθαρά τεχνικό κομμάτι

των έργων του. Κατά πολλούς, ο Ήρωνας ήταν ένας μορφωμένος άνδρας της εποχής, με

καλό υπόβαθρο στα μαθηματικά και στα έργα των μηχανικών, ειδικότερα του Κτησίβιου

[11]. Ως προς τη μαθηματική του δεινότητα συμφωνεί και ο De Camp, σημειώνοντας,

επιπλέον, ότι κατανοούσε πολύ καλά φυσικά φαινόμενα, όπως είναι η συμπιεστότητα του

αέρα [2]. Προφανώς, η τεχνολογία της εποχής δεν μπορεί να θεωρηθεί με κανένα τρόπο

ότι είχε ως βάση της την επιστήμη, αλλά αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι και η βιομηχανική

επανάσταση στα πρώτα της στάδια πολύ λίγα χρωστά στην επιστήμη [1], [18], θα κατα-

λάβει ότι το να περιμένουμε να ανιχνεύσουμε τέτοιες σχέσεις σε μια τόσο πρώιμη περίοδο

είναι μάλλον αντι-ιστορικό.

Αυτό που διαφοροποιεί τη σκέψη του Ήρωνα και των υπολοίπων μηχανικών της επο-

χής του, από τη σκέψη του σύγχρονου μηχανικού είναι η στοχοθεσία των ερευνών του.

Το πλαίσιο δράσης του σύγχρονου μηχανικού είναι η βελτιστοποίηση τεχνοοικονομικών

κριτηρίων, όπως είναι η συμπίεση του κόστους, η αύξηση της παραγωγικότητας κλπ..

Αυτά την εποχή του Ήρωνα δεν είχαν εμφανιστεί στο ιστορικό προσκήνιο. Κατά την

Ελληνιστική εποχή ο μηχανικός νοούνταν ως κάποιος που ασκούσε ένα είδος φυσικής

μαγείας. Αυτό, βέβαια, για τα λιγότερο καλλιεργημένα τμήματα της κοινωνίας. Εξετά-

ζοντας πιο προσεκτικά τα έργα τους, όπως του Ήρωνα, διαπιστώνουμε ότι κατά βάση η

λειτουργία τους ήταν φιλοσοφική [19]. Από τα παραπάνω θεωρούμε ότι είναι σαφές πως

το να αξιολογούμε, λαμβάνοντας υπόψη σύγχρονα κριτήρια, το έργο ενός σύγχρονου

μηχανικού με αυτό ενός μηχανικού της Ελληνιστικής εποχής δεν είναι δόκιμο. Με αυτόν

τον τρόπο θέτουμε τον Αλεξανδρινό μηχανικό εκτός του ιστορικού του πλαισίου, αποδί-

δοντάς του χαρακτηριστικά που δεν του ανήκουν.

6. ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΠΙΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ

Ο Hill παρατηρεί ότι από τις πηγές διαθέτουμε αρκετές πληροφορίες, ώστε να είμαστε

σε θέση να ανακατασκευάσουμε τις περισσότερες από τις τότε χρησιμοποιούμενες μηχα-

νές. Όμως, δεν υπάρχει σχεδόν κανένα στοιχείο σε σχέση με την ισχύ τους, την αποδο-
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 10

τικότητα, την παροχή τους κλπ. [6]. Ως γενικό σχόλιο είναι σωστό, αλλά ταυτόχρονα η

αναφερόμενη ανυπαρξία ποσοτικής αποτίμησης των μηχανών είναι δικαιολογημένη. Ως

προς αυτό πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η επιλογή μηχανών στη βάση ποσοτικοποιημένων

παραμέτρων λειτουργίας τους είναι προϊόν κατά πολλούς αιώνες μεταγενέστερο από την

περίοδο που εξετάζουμε. Δεύτερον, για να υπάρξουν παράμετροι, όπως η ισχύς, ο βαθ-

μός απόδοσης κλπ., αναγκαία προϋπόθεση είναι να έχουν κατακτηθεί έννοιες, όπως της

ενέργειας και του έργου. Δηλαδή, το ότι οι αρχαίοι συγγραφείς δεν προχωρούν σε μια

τέτοιου είδους αποτίμηση δεν είναι αποτέλεσμα επιλογής ή προσωπικής αδυναμίας, αλλά

αντικειμενικής και ενδογενούς αδυναμίας του επιπέδου της επιστημονικής και τεχνικής

σκέψης της εποχής.

Μπορεί παραπάνω να αναφερόμαστε σε «μηχανές», αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι

τις τεχνικές διατάξεις οι αρχαίοι μηχανικοί τις αντιλαμβάνονται ως εργαλεία που αποτε-

λούν προέκταση του ανθρώπινου σώματος. Και μπορεί μια σύγχρονη διαπραγμάτευση

να αξιολογήσει και αυτά βάσει ποσοτικών κριτηρίων, αλλά αυτό απαιτεί μια μεγαλύτερη

εννοιολογική διασάφηση των εμπλεκόμενων μεγεθών. Στην περίπτωση της χρήσης ερ-

γαλείων αυτός που τελικά αξιολογείται είναι ο χειριστής τους. Ο ανθρώπινος παράγοντας

παραμένει στην αρχαία τεχνική σκέψη το κεντρικό σημείο αναφοράς. Περισσότερα για το

θέμα αυτό θα πούμε στη συνέχεια.

7. ΟΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ

Ένα κρίσιμο ερώτημα, για να διαπιστώσουμε αυτή την όποια τεχνολογική υστέρηση

του αρχαίου κόσμου, είναι ποιες τεχνολογικές λύσεις και καινοτομίες ήταν αναγκαίες

κατά την Ελληνιστική περίοδο. Πολλές φορές δεν υπάρχει η ανάγκη να μπει σε πρακτική

χρήση μια διάταξη, παραμένοντας απλώς μια καινοτόμος ιδέα. Αυτή είναι η περίπτωση

πολλών διατάξεων του Ήρωνα [8]. Γενικότερα, στο έργο του Κτησιβίου, του Φίλωνα, και

του Ήρωνα υπάρχουν ιδέες που θα μπορούσαν να δώσουν πολύ χρήσιμες μηχανές, αλλά

οι συγγραφείς τις αντιμετωπίζουν τελείως θεωρητικά [5]. Οι τεχνολογικές καινοτομίες,

όμως, στη διαδικασία της παραγωγής, ως επί το πλείστον, μεταφράζονται σε αύξησή της.
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 11

Παρόλα αυτά, κοινωνική και οικονομική ανάγκη για κάτι τέτοιο δεν υπήρχε, κάτι που

ενισχύεται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα, καθώς έχουν έρθει στο φως μόνο μικρές

παραγωγικές μονάδες, που βασίζονται στην παραδοσιακή τεχνική της εποχής [5].

Η τεχνολογική πρόοδος ξεπερνά κάθε μεθοδολογία [18]. Οπότε δε νομίζουμε ότι μπο-

ρεί να αποδοθεί οποιαδήποτε μομφή στους Έλληνες μηχανικούς που δεν εξέλιξαν τις

ιδέες τους σε μηχανές κατάλληλες για την παραγωγή.

Η εγκοσμίκευση της τεχνικής σκέψης σημαίνει ότι ταυτόχρονα μετασχηματίστηκε και

σε σύστημα τεχνοκρατικών κριτηρίων; Αυτή δεν είναι η μόνη επιλογή και η τεχνολογία

της Ελληνιστικής περιόδου παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με το περιε-

χόμενο που αποδίδουμε σήμερα στον όρο τεχνολογία. Η Ελληνική τεχνολογία κινήθηκε

εντός των ορίων της τεχνολογίας που κληρονομήθηκε από τους πολιτισμούς της ανατο-

λής, αλλά απέκτησε ένα νέο χαρακτηριστικό που διαπερνά τον Ελληνικό πολιτισμό στο

σύνολό του. Οι περισσότερες από τις εφευρέσεις που έγιναν δεν περιορίζονταν στα «ορ-

θολογικά» κριτήρια τεχνολογικής επάρκειας, αλλά «ήταν δέσμιες της αισθητικής των Ελ-

λήνων» [9]. Αυτό μπορεί σήμερα να φαντάζει περιττό και ανούσιο, αλλά η παρουσία της

αισθητικής συνιστώσας, ακόμα και σε καθαρά χρηστικά τεχνουργήματα, φέροντας πάντα

το στίγμα κάθε εποχής, ήταν παρούσα μέχρι πολύ πρόσφατα. Κατά τη διάρκεια του 19ου

αιώνα, αλλά και στις αρχές του 20ου τα τεχνουργήματα δεν ήταν μόνο αντικείμενα χρή-

σης, αλλά και αισθητικής απόλαυσης. Η αισθητική τους αξία δεν ήταν πάντα αποτέλεσμα

συνειδητής επιλογής, αλλά πολλές φορές αναδυόταν από το πολιτιστικό υπόβαθρο των

κατασκευαστών [15]. Αποτελούσαν έκφανση μιας εποχής, κατά την οποία ο φυσικός και

ανθρώπινος κόσμος δεν είχε αποδομηθεί σε συνιστώσες και συστατικά, καθένα από τα

οποία συνιστά αντικείμενο διαφορετικού «ειδικού» [15].

Το τεχνολογικό μόρφωμα κάθε πολιτισμού οποιασδήποτε εποχής αποτελεί ακρογωνι-

αίο λίθο για την ίδια του την ιστορική επιβίωση. Γράφοντας αυτό δεν συνηγορούμε υπέρ

του τεχνολογικού ντετερμινισμού στην ιστορική εξέλιξη, αλλά δεν μπορούμε να μην

αναγνωρίσουμε το βασικό ρόλο της τεχνολογίας σε αυτήν. Αποδίδοντας, όμως, τεχνολο-

γική υστέρηση σε πρώιμα στάδια του Ελληνικού και Ελληνιστικού πολιτισμού, τη στιγμή

μάλιστα που ακόμα αυτοί ήταν ρωμαλέοι, δε νομίζουμε ότι συνάδει με τα ιστορικά δεδο-
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 12

μένα. Η αντικειμενικά υπαρκτή τεχνολογική ανεπάρκεια ενός πολιτισμού ως αποτέλεσμα

έχει την εσωτερική κατάρρευση και τον αφανισμό του. Ο Ελληνικός πολιτισμός, όμως,

λειτούργησε ως ζωογόνος πνοή για την Ελληνιστική συνέχειά του, ενώ ο Ελληνιστικός

πολιτισμός αποτέλεσε έρεισμα του Ρωμαϊκού.

8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Είδαμε ότι μέχρι τους Κλασσικούς χρόνους το κέντρο της τεχνικής σκέψης και δράσης

ήταν ο ανθρώπινος παράγοντας. Ο απόηχος αυτής της εστίασης αντικατοπτρίζεται στη

μόνιμη κυριαρχία της έννοιας του «εργαλείου» στην τεχνική σκέψη, με αποτέλεσμα η

έννοια της «μηχανής» να μην εμφανιστεί ποτέ. Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους η τε-

χνολογία δεν αντιμετωπιζόταν ως αυτάρκες σύστημα, που θα μπορούσε και θα ήταν χρή-

σιμο να λειτουργήσει απλά, με την επικουρική συνδρομή του ανθρώπινου παράγοντα. Ο

τελευταίος εξακολουθούσε να αποτελεί το σημείο αναφοράς, ως χρήστης εργαλείων και

να οριοθετεί το χώρο της τεχνικής δράσης.

Πολλοί έχουν κατηγορήσει τους μηχανικούς της Ελληνιστικής εποχής ότι τις γνώσεις

τους στην υδροπνευματική τις χρησιμοποιούσαν, για να κατασκευάζουν μουσικά όργανα.

«Όμως αυτοί δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να υπακούσουν στα κελεύσματα του επαγ-

γέλματός τους» [13]. Η τεχνολογία δεν αποτελούσε παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης,

χαρακτηριστικό που στη σύγχρονη σκέψη παίζει βασικό ρόλο, αλλά βασικό της χαρακτη-

ριστικό ήταν ότι αποτελούσε φορέα πολιτισμού. Ο τεχνολόγος, μέσω των κατασκευών

του, αξιολογούσε επιστημονικές θεωρίες, παρουσίαζε φιλοσοφικά πρότυπα, ή κατασκεύ-

αζε μηχανικά θέατρα, υπηρετώντας «περιττούς» ψυχαγωγικούς σκοπούς.

Η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στον τρόπο πρόσληψης της μηχανής και γενικότερα της

τεχνικής και της θέσης της σε σχέση με τον ανθρώπινο παράγοντα [13]. Θεωρούμε, δη-

λαδή, ότι πρέπει να ανιχνευτεί η πολιτισμική πρόσληψη της τεχνολογίας, ώστε να κατα-

νοήσουμε τη θέση της. Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι η

τεχνολογία δεν είναι αυτοπροσδιοριζόμενη, αλλά πολιτισμικά προσδιοριζόμενη. Δηλαδή,

το περιεχόμενο που δίνουμε σήμερα στον όρο τεχνολογία δεν είναι αυτονόητο, αλλά
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 13

απλώς ένα από τα δυνατά περιεχόμενα. Επειδή οι βασικές κατηγορίες κάθε πολιτισμού

παρουσιάζουν αξιοσημείωτη διάρκεια στο χρόνο, γεγονός αναγκαίο, ώστε να αποστασι-

οποιείται ως οντότητα και να λειτουργήσει ως παράγοντας ιστορικής εξέλιξης, θα πρέπει

να ανιχνεύσουμε τη στάση των Ελλήνων απέναντι στην τεχνική και τα προϊόντα της,

εστιάζοντας την προσοχή μας στην αποδιδόμενη σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης.

Βασικό γνώρισμα είναι ότι δεν είχε υπάρξει ο διαχωρισμός μεταξύ ανθρώπου και

φύσης. Η φύση δε νοούνταν ως εξωτερικός παράγοντας του ανθρώπινου κόσμου. Ο

άνθρωπος αποτελούσε μέρος της φύσης. Η φύση ως ολότητα δεν είχε κατακερματιστεί

στην αρχαία σκέψη σε ανεξάρτητες μεταξύ τους συνιστώσες που θα μπορούσαν να απο-

τελέσουν αντικείμενα ανθρώπινης εκμετάλλευσης. Ο άνθρωπος με τη δράση του συμ-

μετείχε στο φυσικό γίγνεσθαι. Η δράση του γίνονταν πιο αποδοτική και ξεκούραστη με

τη χρήση των εργαλείων που κατασκεύαζε. Η φυσική τάξη δε διαταρασσόταν, καθώς οι

φυσικές διεργασίες παρέμεναν ως είχαν. Στο σημείο αυτό εμφανίζεται ο ρόλος της μη-

χανής. Η μηχανή αποτελεί μια τεχνική, άψυχη, κατασκευή, που λειτουργεί «από μόνη

της». Συνιστά δρών υποκείμενο, ξένο προς τη φυσική πραγματικότητα. Η αντίληψη,

όμως, του φυσικού κόσμου ως ολότητα συνεπάγεται ότι δεν υπάρχει και δεν μπορεί να

υπάρξει τίποτα έξω από αυτή. Αποτελεί το σύμπαν των πραγμάτων και το λογικό όριο της

πραγματικότητας. Τα εργαλεία είναι μεν τεχνικά κατασκευάσματα, αλλά αποτελούν την

εξέλιξη φυσικών αντικειμένων (ξύλων, πετρών κλπ.) που χρησιμοποιούνταν για τους

σκοπούς που τώρα χρησιμοποιούνται τα εργαλεία. Η ύπαρξη της μηχανής, όμως, προϋ-

ποθέτει το λογικό άλμα στην αντίληψη της πραγματικότητας, που υπαγορεύει ότι η φύση

είναι δυνατό να τεθεί στην υπηρεσία του ανθρώπου. Οι αρχαίοι μηχανικοί δεν έθεταν τη

φύση στην υπηρεσία του ανθρώπου, αλλά εκμεταλλεύονταν φυσικές διεργασίες προς

όφελος των ανθρώπων.

Αν τα παραπάνω αποδίδουν σε ικανοποιητικό βαθμό την τεχνική σκέψη στον αρχαίο

κόσμο, πως εξηγείται ότι στη μυθολογική σκέψη εμφανίζονται κατασκευές, όπως οι αυ-

τόματοι τρίποδες του Ηφαίστου και ο γίγαντας – φύλακας της Κρήτης Ταλώς; Μια πρώτη

επισήμανση ως προς αυτό είναι ότι το πλαίσιο συμφραζομένων των κατασκευών αυτών

είναι παντελώς φανταστικό. Δηλαδή, δε συνιστούν ρεαλιστικές προτάσεις τεχνολογικής


ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 14

εφαρμογής, αλλά μια φαντασίωση σαν αυτή των ηρώων που κατέκτησαν την αθανασία.

Και τα δύο αυτά αποτελούν εκφράσεις της μη ρεαλιστικής και μη ορθολογικής σκέψης

της περιόδου. Εκτός αυτών, οι αυτόματοι τρίποδες και ο Ταλώς παρουσιάζουν και ένα

επιπλέον χαρακτηριστικό. Παρά το ότι κινούνται στο χώρο του φανταστικού, οι μεν

τρίποδες αποτελούν εργαλείο κοινό στον αρχαίο κόσμο και ο Ταλώς ήταν ένα ανθρωπό-

μορφο πλάσμα θεϊκών διαστάσεων. Αυτό που τα διαφοροποιεί είναι η «μαγική» ιδιότητα

της αυτονομίας και της αυτόνομης πρωτοβουλίας τους. Και οι τρίποδες και ο Ταλώς ήταν

στοιχεία του «Ελληνικού κόσμου». Ο Ταλώς υπερφυσικός μεν, με θεϊκά χαρακτηριστικά

δε, - η ύπαρξη των οποίων, γενικά μιλώντας, δεν αμφισβητούνταν - δεν εκφράζει την

υπέρβαση της τεχνικής σκέψης της περιόδου. Ούτε στις περιπτώσεις αυτές, λοιπόν, δεν

προοιωνίζεται κανένα χαρακτηριστικό των μηχανών.

Σύμφωνα με την πιο πάνω ανάλυση, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι δεν είχε

διαμορφωθεί η κατάλληλη τεχνική σκέψη και ότι απαιτούνταν νοητικές δομές που δεν

υπήρχαν στον αρχαίο κόσμο, όπως και ένας γενικότερος μετασχηματισμός της πολιτικής,

κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης [21]. Επομένως, οι αρχαίοι Έλληνες μηχανικοί

δεν είναι ότι στάθηκαν ανίκανοι να κατασκευάσουν μηχανές, αλλά ότι η απαίτηση ή η

προσμονή αυτή βρίσκεται εκτός του πολιτισμικού πλαισίου της περιόδου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Bernal, John Desmond, Η Επιστήμη στην Ιστορία, τόμος IΙ, Αθήνα, Ι. Ζαχαρόπου-

λος, 1983, μετ. Ε. Ι. Μπιτσάκης).

2. De Camp, L. Sprague, The Ancient Engineers, New York, Ballantine Βοοκς, 1974.

3. Espinas, A., Les origines de la technologie, Παρίσι, 1897.

4. Farrington, Benjamin, Η επιστήμη στην αρχαία Ελλάδα, χ. τ., Κάλβος, 1989, (μετ.

Ν. Ραΐση).

5. Forbes, R. J., “The Ancients and the Machine”, Archives Internationales d’ Histoire

des Sciences, 1949, 8, 919-933.

6. Hill, Donald, A History of Engineering in Classical and Medieval Times, London


ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 15

and New York, Routledge, 1996.

7. Hummon, Norman P., “Organizational Aspects of Technological Change”, στο Laudan,

Rachell (εκδ.), The Nature of Technological Knowledge. Are Models of Scientific

Change Relevant?, Dordrecht, D. Reidel Publishing Company, 1984, 67-81.

8. Humphrey, John W., Oleson, John P., Sherwood, Andrew N., Greek and Roman

Technology: A Sourcebook, Annotated translations of Greek and Latin texts

and documents, London and New York, Routledge, 1998.

9. Ihde, Don, Φιλοσοφία της Τεχνολογίας, μια Εισαγωγή, Αθήνα, Κάτοπτρο, 2004,

(μετ. Νίκος Πλεύρης, Δημήτρης Παπαγιανάκος).

10. Καρασμάνης, Βασίλης, «Αρχαία Ελληνική Τεχνολογία: Μια ερμηνευτική προσέγγι-

ση», Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας, Θεσ-

σαλονίκη, Τεχνικό Μουσείο Θεσσαλονίκης – Εταιρεία Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής

Τεχνολογίας – Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, 1997, 633-644.

11. Landels, J. G., Engineering in the Ancient Word, Berkley and Los Angeles,

University of California Press, 2000, revised edition.

12. Lee, Desmond, “Science, Philosophy, and Technology in the Greco-Roman World, I”,

Greece & Rome, 1973, Second Series, 20(1), 65-78.

13. Moscovici, Serge, Τεχνική και Φύση στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, Αθήνα, Νεφέ-

λη, 1998, (μετ. Δημήτρης Κοσμίδης).

14. Mumford, Lewis, Technics and Civilization, London, George Routledge & sons,

LTD., 1946.

15. Mumford, Lewis, Ο μύθος της μηχανής, Αθήνα, ύψιλον/βιβλία, 1985, (μετ. Ζήσης

Σαρίκας).

16. Πολυχρονόπουλος, Πάνος, Φιλοσοφία της Τεχνολογίας, Αθήνα, ΕΛΛΗΝ, 2002.

17. Starr, Chester G., “An Overdose of Slavery”, The Journal of Economic History,

1958, 18(1), 17-32.

18. Τζαμαλίκος, Παναγιώτης, Φιλοσοφικές Θεωρήσεις της Τεχνολογίας, Θεσσαλονί-

κη, Ανώνυμος Εταιρία Γραφικών Τεχνών, 1997.

19. Tybjerg, Karin, “Wonder-making and Philosophical Wonder in Hero of Alexandria”,


ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 16

Studies in History and Philosophy of Science, 2003, 34, 443-466.

20. Usher, Abbott Payson, A History of Mechanical Inventions, revised edition, New

York, Dover Publications, 1988.

21. Vernant, Jean-Pierre, Μύθος και Σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα, Μέρος Β΄, Αθήνα,

Δαίδαλος – Ι. Ζαχαρόπουλος, 1989, (μετ. Στέλλα Γεωργούδη).

22. Zilsel, Edgar, “The Genesis of the Concept of Physical Law”, The Philosophical

Review, 1942, 51(3), 245-279.

23. Zilsel, Edgar, “The Genesis of the Concept of Scientific Progress”, Journal of the

History of Ideas, 1945, 6(3), 325-349.

You might also like