You are on page 1of 33

Εισαγωγή

Είναι γεγονός οτι του έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει! Γιαυτό ο καημένος ο Ρήγας
απηύδησε να φωνάζει το “ως πότε παληκάρια θα ζούμε στη σκλαβιά ....” (κυρίως εγώ το βλέπω
απο την πλευρά του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος) και επίσης γιαυτό ο μισός
πληθυσμός την περίοδο της κατοχής του '40 τό'ριξε στο ταγματασφαλιτιλίκι. Ε! Είναι καιρός αυτά
να λέγονται φανερά αν θέλουμε να αλλάξει κάτι , είναι καιρός να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας αν
θέλουμε να τα θεραπεύσουμε. Βέβαια σε κάποιους είναι λίγο δύσκολο αυτό οταν έχει συνέπειες
υποβάθμισης της χλιδής ή της ελπίδας της χλιδής την οποία μπορεί να τρέφουν, διότι είναι πολύ
που ελπίζουν σε μπάζα καθώς βγαίνουν για κυνήγι ως άλλες ύαινες. Γιατί μη ξεχνάτε οτι ενα
σημαντικό στοιχείο της νοοτροπίας των περισσοτέρων ελλήνων είναι η ψευδαίσθηση οτι απο
αυτούς κυβερνιέται ο τόπος. Φώναξε “πρόεδρε” στον δρόμο και άφησέ το να δουλεύει μονο του
ακόμα και να μη λάβεις απάντηση άμεση! Μονο οταν στρυμωχθούν αναφορικά με τις υποχρεώσεις
τους εκεί δηλώνουν ανευθυνότητα για τα τεχταινόμενα! Οι τέχτονες! Οπως επίσης τότε , κάτι πολύ
σημαντικό, ξεχνάνε την έννοια “συμπατριώτης” επειδή πιθανόν δεν χωράει αλλα το μυαλό τους
εκείνη την στιγμή!
Αυτόν λοιπόν τον θαυμάσιο κόσμο πως να μη αγαπήσει κανείς και πως να μη θελήσει να
κατανοήσει δια μιας κοσμολογίας!
Θέμα
Η ιδέα είναι να αντιμετωπιστεί ο κόσμος ως χώρος με φορτία ενεργειακά όπως γίνεται
αντιληπτός απο τον νού ενός ή μιας ομάδας όντων μέσα σε αυτόν περιφέροντας τα σώματά τους.
Ο νους ξεκινάει απο τα δεδομένα της αίσθησης τα οποία αναγνωρίζει με σαφήνεια ώστε να
συμπληρωθεί η εικόνα σε βάθος νόησης. Στο επίπεδο ανάλυσης που λειτουργεί η αίσθηση το ον
αναγνωρίζει αμέσως κάποια σώματα.
Κατόπιν καθώς ξεδιπλώνεται το δυναμικό απο τα ενεργειακά φορτία στον κόσμο, καθώς
δηλαδή ενεργοποιείται η ύλη που γίνεται αντιληπτή αμέσως , αυξάνεται η αναλυτική ισχύς του νού
με νέα δεδομένα και διακρίνει χαμηλότερα επίπεδα ανάλυσης. Αν θεωρήσουμε τα σώματα σε
καθένα απο αυτά τα επίπεδα ανάλυσης κάποια εμφανίζονται ως συστατικά σωμάτων σε ανώτερο
(μικρότερης διακριτικής ικανότητας) επίπεδο και κάποια εμφανίζονται ως συστατικά του
υποκειμενικώς κενού σε αδρομερέστερες αναλύσεις. Πάντως με την θεώρηση οσωνδήποτε
επιπέδων ανάλυσης λαμβάνουμε κάποιες ακολουθίες σωμάτων που περιέχονται σε σώματα
ψηλότερων επιπέδων ανάλυσης.
Στις ακολουθίες αυτές εισάγεται μια σχέση που λέει οτι δύο τέτοιες ακολουθίες είναι
ισοδύναμες εφόσον απο μια θέση και πέρα συμπίπτουν. . Πρακτικά αυτό σημαίνει οτι αναφέρονται
στο ίδιο ιδανικό σώμα στο οποίο τείνουμε εφόσον εκλεπτύνουμε την ανάλυσή μας. συνεχώς. Αυτή
η σχέση είναι μια ισοδυναμία ακολουθιών και διαμερίζει τις ακολουθίες μας σε κομμάτια με
πλήθος μεγαλύτερο απο το αριθμήσιμο.
Ολοκληρώνω τον συλλογισμό μου με το εξής. Τα φαινόμενα στον κόσμο περιγράφονται σε
δύο συνιστώσες. Ως κινήσεις και αλλοιώσεις. Οι κινήσεις δεν είναι παρα συνδυασμός αλλοιώσεων
προς και απο το φαινόμενο κενό σε διαφορετικές θέσεις του χώρου. Υπο αυτήν την έννοια οι
κινήσεις αποτελούν μετάδοση αλλοίωσης και επομένως θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και
κύματα. Η διαφορά είναι πως το κύμα διαδίδεται προς όλες τις πρόσφορες κατευθύνσεις ενώ οι
κινήσεις είναι επιλεκτικό συνδυασμός αλλοιώσεων προς και απο το φαινόμενο κενό προς κάποια
κατεύθυνση επιλεγμένη κάθε φορά. Στην περίπτωση των ιδανικών σωμάτων των κλάσεων άπειρων
ακολουθιών , όπου δεν μπορεί να εννοηθεί περαιτέρω ανάλυση θα πρέπει να αποκλεισθεί η έννοια
του κύματος αν θέλουμε να ισχύουν κάποιες αρχές διατήρησης που υπαγορεύονται απο την αρχή
της αιτιότητας. Χωρίς την αρχή της αιτιότητας που υπαγορεύει την αναζήτηση αποχρώντος λόγου
για την διάχυση των ιδανικών σωμάτων στον χώρο μπορούμε να θεωρήσουμε όχι απλώς τροχιές
αλλά διαχύσεις των σωμάτων προς κάθε κατεύθυνση. Επίσης για τον ίδιο λόγο δεν θα πρέπει σε
επίπεδο ιδανικών σωμάτων να θεωρούνται αλλοιώσεις απο είδος σε είδος σώματος παρα μόνο
φαινόμενα μελέτης της κίνησης των ιδανικών σωμάτων.
Πάμε επομένως στον πρώτο ορισμό ο οποίος θα χρησιμεύσει στα επόμενα: θέλουμε ενα
χώρο τεσσάρων διαστάσεων αφενός και αφετέρου θέλουμε να απομονώσουμε την μία απο τις
άλλές διαστάσεις (οι τρείς θα είναι οι διαστάσεις χώρου και η μία διάσταση ύλης) . Αυτό σημαίνει
ότι θα θεωρήσουμε τις διανυσματικές βάσεις (δηλαδή συστήματα τεσσαρων διανυσμάτων που
μπορούν να διανύσουν οποιαδήποτε απόσταση στον χώρο και ο τρόπος αυτός διάνυσης είναι
μοναδικός ) αριθμημένες και μια σχέση ανάμεσα στις βάσεις που λέει οτι δύο βάσεις σχετίζονται
ακριβώς τα τρία πρώτα διανύσματα της δεύτερης παράγονται (διανύονται) απο τα τρία πρώτα της
πρώτης. Η σχέση αυτή μαθηματικώς είναι ανακλαστική , συμμετρική και μεταβατική και διακρίνει
το σύνολο των βάσεων σε κλάσεις ισοδυναμίας. Ο τετραδιάστατος τώρα χώρος εφοδιασμένος με
μια κλάση ισοδυναμίας επιτρεπτών βάσεων θα λέγεται χώρος κινήσεων και αλλοιώσεων πάνω στον
οποίο θα εργαστούμε. Είναι φανερό οτι η διατεταγμένη βάση που προκύπτει απο τις αναδιατάξεις
των τριών πρώτων στοιχείων μιας βάσης παραμένει στον χώρο. Εδω τώρα αν παρουσιάζαμε όλες
τις λετπομέρειες μπορούν να γίνουν, μάλλον πρέπει να γίνουν, κάποια βαρετά μαθηματικά που θα
στερεώσουν μαθηματικώς αδιάσειστα απόψεις που ούτως ή αλλως αντιλαμβανόμαστε ότι είναι
ισχυρές.
Βέβαια το προφανές δεν είναι πάντοτε σωστό. Παραδείγματος χάριν τα λόγια των πολιτικών
– εργολάβων κατασκευής λαικών πεποιθήσεων- που εκφράζουν το προφανές του τι πιστεύουν ή τι
ισχυρίζονται δεν είναι πάντοτε αυτό που πράγματι πιστεύουν ή ισχυρίζονται. Τα γεγονότα
πιστοποιούν το κατα πόσο κανείς έδινε βαρύτητα στο τι ισχυρίζεται και απο τον τρόπο που
σχεδιάζει την επιχειρηματολογία του αλλά και απο τον βαθμό της επιμονής σε αυτήν. Και βέβαια
άλλο επιμονή άλλο εμμονή. Οντως η εμμονή γίνεται ψυχοπαθολογία με την έννοια του ότι δεν
αφήνει τον άνθρωπο να προσαρμοστεί υγειώς στο περιβάλλον του. Ελπίζω λοιπόν η πολιτική
επιλογή που έγινε να δείξει σε όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για την αλήθεια και δεν είναι οι
συνήθεις αγύρτες είτε πολιτικοί είτε πολίτες πως πράγματι προσαρμόστηκε η Ελλάςσσσσ
(στομφώδη λόγια περι Ελλάδος απο στομφώδεις ανθρώπους σε στομφώδεις θέσεις . ) επιτυχώς
στην πραγματικότητα και δεν περιδινήθηκε στις εμμονές των παρατάξεων και των συμφερόντων
που αυτες υπηρετούν και που στον πυρήνα τους ταυτίζονται για όλες αλλά διακρίνονται μονον
σταδιοδρομίες υπαλληλικές-παραταξιακές και όχι ουσία πολιτικής. Ισως η Ελλάδα ωφελείται οταν
ωφελούνται οι παρατάξεις του καθενός , με την αθέμιτη έννοια του οφέλους! Δεν εξηγείται
αλλοιώς!
Τέλος πάντων συνήθως το προφανές είναι ορθό στην φύση οταν δεν υπεισέρχεται ο
παράγοντας “ενέδρα”. Αρα , επιστρέφοντας, δεν θα αναλωθώ ούτε θα σας αναλώσω σε αυτό το
επίπεδο τεχνικής που δεν είναι είναι παρα τα “βαρέα αθυγειινά “ του επαγγέλματος και όχι η
ωραιότης αυτού. Οποιος θέλει μπορεί να δοκιμάσει απο μόνος του είτε απευθείας είτε αποκτώντας
πρώτα τα τεχνικά εργαλεία.
Το επόμενος στοιχείο του ορισμού μας στον χώρο κινήσεων και αλλοιώσεων είναι να
ορίσουμε την έννοια της τροχιάς κίνησης. Θέλουμε η τροχιά κίνησης να είναι μια γραμμή στον
χώρο αυτό που έχει όμως ορισμένα χαρακτηριστικά. Δηλαδή πρώτα απο όλα είναι συνεκτική
γραμμή, δεν έχει χάσματα, ωστε να μιλάμε για μια γραμμή. Και δεύτερον υπακούει στην αρχή της
αιτιότητας , δηλαδή με βάση την θέση να υποδεικνύεται η επόμενη κατεύθυνση κίνησης. Αυτό μας
υποχρεώνει να θεωρήσουμε τροχιές που μαθηματικώς είναι διαφορίσιμες συναρτήσεις. Αρα μέσα
στα στοιχεία της πληροφορίας της θέσεις περιλαμβάνεται και η πληροφορίας της “επόμενης”
κατεύθυνσης.
Μετά απο αυτό αντε ξανά στο μαθηματικό γιαπί για να να στερεωθούν τυπικά οι απόψεις
και να διεκρινιστούν τυπικά ζητήματα (τι τσάμπα τα παίρνουν τα λεφτά οι επιστήμονι γενικώς;;
αφού όλη την ώρα χτίζουν όλη την χώρα και φτιάνουν και το περιβάλλον. Αν τους περισσέψει
χρόνος ζουν τις οικογένειές τους με το ζόρι και ζουν και αυτοί! Λέω για τους φτασμένους. Οι
άφταστοι ακόμα δεν έφτασαν!λογικό δεν είναι!)
Για τον λόγο της μη εισαγωγής χασμάτων ή απο έλλειψη λόγου τερματισμού των τροχιών
θα θεωρήσουμε τροχιές που εκτείνονται σε όλο το δυνατό πεδίο ορισμού τους. Σε αυτό το
σημειακό επίπεδο οι τροχιές των ιδανικών στοιχειωδών σωμάτων είναι καθαρά γεωμετρικές. Και
απο αυτήν την άποψη δεν ξέρω κατα πόσο εξυπηρετεί και δεν είναι άλμα νοητικό το να θεωρήσει
κανείς άξονα της διαστάσεως ύλης. Την στιγμή που ούτε καν έχει παγιωθεί ο πληθικός αριθμός των
ειδών σωμάτων. Ομως τώρα διανοίγεται εμπροσθεν ημών πεδίο συλλογισμών ακριβώς επειδή
δεχθήκαμε το αναπόφευκτο πως οι ιδιότητες των ιδανικών στοιχειωδών σωμάτων είναι κυρίως
γεωμετρικές. Τα είδη των σωμάτων καθορίζονται απο την συμπεριφορά των τροχιών τους και
επομένως παραμένουν σταθερά κατα μήκος της τροχιάς ωστε να μπορουμε να μιλούμε για τροχιά
σώματος και όχι για μια καμπύλη που φύτρωσε εκεί που δεν την έσπειραν! Πόσα μπορεί να είναι
τα είδη λοιπόν των σωμάτων ; Οσα είναι και τα είδη των τροχιών. Εχοντας αποδεχθεί για τις
τροχιές την συνέχεια μπορεί ο καθένας που έχει μικρή επαφή με τα μαθηματικά της αναλύσεως να
δεί οτι αυτές οι τροχιές αρκεί να οριστούν στους ρητούς του πεδίου ορισμού για να έχουμε την
πλήρη εικόνα τους. Αυτό εξάγάγει συμπεράσματα για το πλήθος τους τουλάχιστον ως προς το
μέγιστό του, και πάντως επιβεβαιώνει πως η εκλογή του τέταρτου άξονα με διαβάθμιση ύλης είναι
αρκετή. Βέβαια σε αυτόν τον άξονα δεν έχει νόημα ποσοτικό η διαβάθμιση και ως εκ τούτου
απομονώσαμε διανυσματικά την διάσταση της ύλης απο τις υπόλοιπες διαστάσεις χώρους.
Η παραπάνω προσέγγιση είναι αρκετά θεωρητική και χρησιμεύει μονο για να υπαγορεύσει
ή να τυποποιήσει αυτονόητες παγκόσμιες αρχές. Δεν μπορεί παρα να είναι τετριμμένος κανείς οταν
αναφέρεται στον κόσμο με τέτοια γενικότητα. Γιαυτό και εκπλήσσει πως κάποιοι απο την μια
εισηγούνται ειδικά αποτελέσματα και απο την άλλη θέλουν ως άλλοι οπαδοί θρησκευτικών
δόγματων με τάση επιβολής να καθιερώσουν την γενικότητά τους. Το να μιλάς για τέτοια
πράγματα και να μη έχεις σαλτάρει πιστεύοντας πως κατασκεύασες τον κόσμο μοιάζει με τις
περιπτώσεις που αναφέρονται οι άνθρωποι στις αρχές της λογικής μεσα απο λογοπαίγνια του στυλ:
ο Γιάννης είναι ο Γιάννης. Αν και στην ζωή καμμιά φορά ο Γιάννης βγαίνει Μήτσος! Αλλον
περίμενες αλλος βγαίνει!
Κατι άλλο στο οποίο θέλω να επιμείνω και δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητικό, για να μην πω
πως είναι στοιχειώδες, απο την άποψη των μαθηματικών που απασχολεί είναι πως οι τροχιές μας
για να έχουν προβλεψιμότητα θα πρέπει η εφαπτομένη τους σε κάθε σημείο να μην είναι το
μηδενικό διάνυσμα. Να δείχνει δηλαδή κατεύθυνση το διάνυσμα ο,τι διανυσμα και αν είναι γιατί
αλλοιώς δεν κάνουμε τίποτα ως προς το θεμα της αιτιότητας.
Είναι φανερό ότι με αυτές τις ιδιότητες των ιδανικών σωμάτων οι δυνάμεις μεταξύ των
σωμάτων αφορούν την κινητική τους κατάσταση και είναι θέμα γεωμετρίας. Ομως το ζήτημα αυτό
δεν εξαντλείται ακόμη. Οι δυνάμεις αυτές θα πρέπει να διερευνηθεί κατα πόσο αποδίδονται σε
άλλα σώματα έτσι ωστε να μπορεί κανείς να χειραγωγήσει αυτές τις δυνάμεις δια μέσου των
σωμάτων. Διότι ο άνθρωπος παρα του κομπασμούς του δεν κατέχει την δύναμη αλλά πλευρίζει
μονίμως ό,τι την κατέχει όσο του επιτρέπεται να το πλευρίσει, και κατόπιν χτίζει συνεργείο γύρω
απο αυτό! Βέβαια σε αυτό το επίπεδο θεώρησης, όπου τα σώματά μας είναι ιδανικά και εκ των
προτέρων καθορισμένα σε όλο το μήκος του πεδίου ορισμού τους (υπο μια έννοια στατικά
δηλαδή) δεν ξέρω αν έχει έννοια τέτοιο ερώτημα. Αυτό το ερώτημα αποκτάει νόημα οταν είναι
δυνατή η χειραγώγηση των αλληλεπιδράσεων γιαυτό και ξεκαθάρισα εκ των προτέρων οτι η
θεώρηση ως ιδεατή είναι και ακραιφνώς θεωρητική. Δεν πρόκειται να φτιάξουμε καμμιά μπόμπα
εδώ για να το πω απλά! Για μπόμπες προτείνω εντατική δίαιτα με φασουλάδα! Αλλωστε δεν ειναι
δυνατόν να προσδιορίσει κανείς πρακτικά τον άξονα της ύλης εφόσον αυτό προυποθέτει την
επίγνωση όλων των επιπέδων ανάλυσης. Αυτό απο την αρχή έπρεπε να είναι διαυγές ως μήνυμα
μιας τέτοιας εργασίας. Και μιας και δεν θα φτιάξουμε μπόμπες δραττόμεθα των ευκαιριών να
είμαστε και λίγο πικάντικοι! Απο το Πικαντίλι αν έχετε ακουστά!
Το ζήτημα της αλληλεπιδράσεως των στοιχειωδών μας σωματιδίων δεν το αφήνω εντελώς
κατα μέρος αλλά απλώς το αναβάλλω. Αλλωστε πως θα πουλήσω αντίτυπα! . Εκείνο που θέλω να
διευκρινισθεί στο σημείο αυτό είναι η λειτουργία των τροχιών αναφορικά με την αίσθηση του
χρόνου. Διότι μέχρι του σημείου αυτού χώρο είδαμε, υπαινιγμούς για ύλη , κάτι σαν ξεθωριασμένη
ύλη χωρίς αναφορές σε μάζα και όλα αυτα που αναγνωρίζουν οι φυσικοί στα σωμάτια, είδαμε αλλά
χρόνο δεν είδαμε. Η λειτουργία λοιπόν των τροχιών εάν ερμηνευτούν ως κινήσεις των
στοιχειωδών σωμάτων θα αποτελέσει την απαρχή εμφάνισης του χρόνου σε αυτό το σύστημα του
χώρου φάσης μας, του χώρου των αλλοιώσεων και κινήσεων. Και δεν είναι μονο η θεμελίωση της
εννοιας του χρόνου που απορρέει τοπικά απο κάθε τροχιά αλλά θα πρέπει να αναχθούμε σε μια
παγκόσμια έννοια του χρόνου. Με πολλή προσοχή με ποιότητα και με κομψότητα , όχι μπάτε
σκύλοι αλέστε και αλεστικά μη δίνετε, όπως έκανε το διεθνές τραπεζικό σύστημα και οδήγησε εξ
αφορμής τοπων τινών τον κόσμο εις παγκοσμίαν και διαβόητον κρίσιννν! Χα! Και ας διατείνονταν
οτι διέθεταν ευγένεια ψυχής τα στελέχη του! Διότι τώρα βγαίνει η αγένεια ψυχής! Τα μπινελίκια
τώρα εκστομίστηκαν! Οταν τα κέρδη εκμηδενίστηκαν! Και έχουν και την φωλιά τους λερωμένη
όλα αυτά τα κωθώνια! Για τους απλούς ανθρώπους που δεν φταίνε αλλά μεταβάλλονται σε
παρανάλωμα, για τους ανθρώπους που ανίδεοι και όχι σαν κατι αιμοδιψή αγριόσκυλα που βγαίνουν
να κυνηγήσουν στον κόσμο, ο κόσμος αποδεικνύεται ενέδρα, για τους ανθρώπους που πείθονται
και συμπεριφέρονται ευγενικά αλλά ο κόσμος τους θεωρεί εκ των πραγμάτων υλικό προς
εκμετάλλευσις το γαλλικό σύστημα του σίκνεσσ θεωρεί πιο σικ ίσως μια γραφική σκηνή με
κατάρες! Αλλη επιλογή είναι το ρηξικέλευθον μπινελίκιον! Το γερμανικό σύστημα είναι: διαλέγεις
ένα γένος ανθρώπων και ξεσπάς απάνω του! Αυτό το τελευταίο μακάβριο αστείο το αναφέρω για
να δει κανείς πόσο αστείο είναι να ερμηνεύει τα ιστορικά γεγονότα τέτοιας φύσεως χωρίς να λάβει
υπόψιν του την ανάγκη αυτών που συμβάλλουν και συντελούν στις οικονομικές κρίσεις ή που
καθορίζουν κάποτε κάποτε τις οικονομικές κρίσεις , να βρούν ανθρώπους για εκμετάλλευση
εργασίας ακόμα μέχρι του σημείου της πλήρους υποδουλώσεως που επιβάλλει και μια δυσφήμιση
έτσι ωστε να μη προκαλείται αντίδραση απο τον κόσμο. Αυτό δείχνει πρόνοια για να αποσοβηθεί η
αντίδραση του κόσμου και να μη αντιλαμβάνεται το βάθος της εκμετάλλευσης ούτε να ρωτά
πολλά. Αλλωστε η γκετοποίηση αυτό το εξυπηρετεί πολύ καλά. Σπέυδουν όμως κάποιοι να
κατηγορούν ακόμα και για αυτά τα εγκλήματα τους απλούς ανθρώπους ταυτίζοντας δια της εννοίας
του έθνους-κράτους τους θύτες με αθώους και τελικά με θύματα.
Ξαναγυρίζω στην αίθηση του χρόνου γιατί δεν μπορώ να περιοριστώ σε μια αρμαθιά
λέξεων απο ό,τι φαίνεται και βγαίνω συνεχώς εκτός θέματος. Ετσι θα πηγάινει να το ξέρετε ετούτη
η “επιστημονική” δουλειά! Με το ένα ποδι στον δρόμο και το άλλο στο ρείθρο με λύματα, με το
ένα χέρι στον κονδυλοφόρο και το άλλο στην μπρίζα! Λοιπόν η αίθηση του χρόνου εφόσον έχουμε
την έννοια της ταχύτητας της τροχιάς δηλαδή του εφαπτομενικού διανύσματος που καθορίζει την
κατεύθυνση και τα στοιχεία της μελλοντικής αμέσου κινήσεως απο κάθε θέση παράγει την έννοια
του μήκους. Και το μήκος πάλι ειναι η επαναλαμβανόμενη σύγκριση με μια λαμβανόμενη μονάδα
μήκους πράγμα που παραπέμπει σε μέτρηση χρόνου. Το πεδίο ορισμού των τροχιών δεν είναι παρα
το γνωστό και μη εξαιρετέο σύστημα των πραγματικών αριθμών στο μυαλό κάθε μαθηματικού.
Απο εκεί αντλεί τιμές η παράμετρος της τροχιάς. Το πεδίο ορισμού των τροχιών είναι η αναφορά
μας στον χρόνο.Και παγκοσμιοποίηση του χρόνου μας σημαίνει παγκοσμιοποιήση της παραμέτρου
τροχιάς. Για να είναι συνδεδεμένη αυτή η αναφορά με τον χώρο μας και να μην είναι αυθαίρετη,
την στιγμή που έχουμε ήδη τέσσερεις διαστάσεις -αλλοιώς θα έπρεπε να πάρουμε πέντε και βάλε-
θα πρέπει να υποδεικνύεται απο τον χώρο φάσης με κάποιο τρόπο. Ηδη προηγήθηκε η νύξη περι
μήκους τροχιάς και το κοινό μέτρο μήκους εξασφαλίζει την παγκοσμιότητα του χρόνου. Αρα
πρέπει ο χώρος φάσης μας να αποκτήσει μετρική, νορμική το λένε πιο έτσι σαλονάτα όταν έχει
κάποιες ιδιότητες αναλογικότητας, που είναι ο μαθηματικός τρόπος να μετράμε μεγέθη σε ένα
χώρο όπου κυκλοφορούν μονο διανύσματα! Για να μην έτσι σκάει κανείς για το ποιά νορμική να
πάρει σε πεπερεσμένες διαστάσεις οι μαθηματικοί διαπίστωσαν ότι όλες είναι ισοδυναμες ως προς
την χρήση. Το ίδιο φάρμακο με διαφορετική φίρμα απάνω! Οποια θέλουμε παίρνουμε και την
δουλειά μας την κάνουμε! Προτιμάμε αυτές απο εσωτερικό γινόμενο διότι είναι δύο σε ενα , ενα
και ένα για γεωμετρικές χρήσεις , και μαλακτικό και κοντίσιονερ αλλά δεν υφίσταται περιορισμός.
Αφού έχουμε την έννοια του μήκους μπορούμε να υπολογίσουμε το μήκος των τροχιών μας αφενός
με γεωμετρικές μεθόδους και αφετέρου να αναγάγουμε τις παραμέτρους των τροχιών μας στις
λεγόμενες φυσικές παραμέτρους ως προς τις οποίες το σταθερό διανυσμα τροχιάς έχει σταθερό
μοναδιαίο μήκος. Δεν μας ενδιαφέρουν άρα όλες οι τροχιές που μπορεί να εμφανιστούν στον χώρο
φασης με σταθερή συνιστώσα ύλης αλλά απο αυτές εκείνες μονο που έχουν αυτήν την κατάστρωση
ως προς την παράμετρό τους. Η οποία πηγάζει φυσικά όπως θα λέμε απο τον χώρο φάσης,, τον
χώρο αλλοιώσεων και κινήσεων.
Αυτά όλα φαίνονται στο παρατηρητή του χώρου φάσης και μεις εξετάζουμε τον χώρο
φάσης μεσα απο τα μάτια του παρατηρητή που μπορεί να ήμασταν και εμείς αν είχαμε πάει τότε
που λέγαμε καμμια βόλτα προς τα κει! Ο δε παρατηρητής στον χώρο φάσης έχει εκφυλιστεί σε
σημείο, το σημείο της αρχής των συντεταγμένων.
Οταν έχουμε τροχιές μήκους που καθορίζουν τον χρόνο μας,, αποτελούν το ωρολόι κατα
κάποιο τρόπο του συστήματος μπορούμε να θεωρήσουμε τροχιές με ταχύτητες κίνησης σταθερές
αλλά διαφορετικών τιμών. Με αυτόν τον τρόπο αποκτάμε παράλληλα με την αίσθηση του χρόνου
και μια ποσοτικοποίηση της ύλης έτσι ωστε να διακρίνονται πια με φυσικό τρόπο είδη στοιχειδών
σωματιδίων που αντιστοιχούν στις διαφορετικές αριθμητικές τιμές της διαστάσεως ύλης. Η δε
γεωμετρικές ιδιότητες των τροχιών θα πρέπει να αποδοθούν και στις μεταξύ τους συσσωρευτικές
αλληλεπιδράσεις , δράσεις και αντιδράσεις. Είναι μια σκέψη αυτό και επίσης άλλη μια σκέψη είναι
εκείνη που θα μας επανέθετε το θέμα της αλλοίωσης των τροχιών στην διάσταση της ύλης. Απο
την στιγμή που θα μπορούσε αυτή η αλλοίωση να καθοριστεί απο το εφαπτομενικό διάνυσμα της
τροχιάς θα μπορούσε να εκπληρώνεται η αρχή της αιτίας-αποτελέσματος παράλληλα με την
απόδοση των γεωμετρικών ιδιοτήτων και της μορφής των τροχιών στις αλληλεπιδράσεις. Ομως
έτσι πως τέθηκε το θέμα με την εξάρτηση της ποσοτικοποίησης της ύλης απο την
παραμετροποίηση με βάση το παγκόσμιο ρολόι του παρατηρητή δεν έχει νόημα η αλλαγή της
συνιστώσας ύλης αν θέλουμε μια παραμετροποίηση που να διατηρεί την ταχύτητα των τροχιών μας
σταθερή κατα μέτρο. Αρα το ερώτημα είναι κατα πόσο οφείλουμε να δεχθούμε κάτι τέτοιο.
Καθώς προχωρούμε το θέμα της αποσαφήνισης των σωματικών τροχιών θα πρέπει να
διευκρινισθεί και κάτι άλλο: Είναι τα είδη των στοιχειωδών σωμάτων μας αμοιβαίως αποκλειόμενα
στον χώρο; Αυτό είναι μια σημαντική ιδιότητα η οποία επηρεάζει το σύστημά μας τόσο ως προς
την σαφήνεια , όσο και προς τις αλληλεπιδράσεις και την διατηρήσεις μεγεθών, όπως θα φανεί
στην πορεία. Απο την αρχή μιλώντας για στοιχειώδη σώματα θέλαμε να αποκλείσουμε την
παραπέρα ανάλυση και αρα την παρουσία στην ίδια θέση στον χώρο περισσοτέρων του ενός
στοιχειωδών σωμάτων. Αρα, στο στοιχειώδες επίπεδο υποθέτουμε πως τα στοιχειώδη σώματα
αποκλείουν το ενα το άλλο στον χώρο και επομένως τα ίχνη των τροχιών μας στον χώρο δεν
τέμνονται. Ακόμα και όταν πρόκειται για το ίδιο είδος σώματος. Επειδή οι τροχιές μας είναι
συνεκτικά σύνολα σημείων του χώρου ως εικόνες του συνεκτικού πεδίου ορισμού διαφορετικά ιχνη
των τροχιών στον χώρο ακόμα και να δεχθούμε αλλοιώσεις των τροχιών στην διάσταση της ύλης
αντιστοιχούν σε διαφορετικές σωματικές τροχιές.
Ενώ απο την αρχή θεωρήσαμε κάποιες κατευθύνσεις βλέπουμε οτι καθώς τις ακολουθούμε
αποκλίνουμε σιγά σιγά για να πετύχουμε κάποιες κατασκευές. Ετσι τώρα φθάνουμε στο σημείο να
ξανασυζητάμε εάν θα πρέπει να συζητούμε μονο για φαινόμενα που επηρέαζουν την κινητική
κατάσταση των στοιχειωδών σωμάτων. Αρα είναι καιρός να αναθεωρήσουμε και να διορθώσουμε.
Ενα σωρό ερωτήματα αναμένουν απαντήσεις που θα πρέπει να συνθέτουν μια θεωρητική άποψη:
πως ξεκαθαρίζει το είδος της ύλης; πόσα είδη ύλης μπορούμε να θεωρήσουμε; μπορούμε να
θεωρούμε αλλοιώσεις της συνιστώστας ύλης των τροχιών; ενσωματώνεται μεσα στο είδος της ύλης
η γεωμετρική συμπεριφορά των τροχιών ; Σχετίζεται με αλληλεπίδραση μεταξύ των ειδών της
στοιχειώδους ύλης η γεωμετρική συμπερι φορά των τροχιών των στοιχειωδών σωμάτων; Αν ναι
ποιά είναι είναι η συμβολή των ειδών της ύλης στην εκδήλωση αυτής της αλληλεπίδρασης;
Αν πρόκειται να θεωρούμε τροχιές σωμάτων με σταθερή την συνιστώσα της ύλης και με
την ιδιότητα του να αποκλείουν αμοιβαία το ένα το άλλο στον χώρο τότε δεν χρειάζεται καθόλου
να θεωρήσουμε την συνιστώσα ύλης που συνδέεται με την συγκεκριμένη διαμόρφωση τροχιάς.
Η αλήθεια είναι πως η αρχής του καθορισμού του αιτιατού απο το αίτιο, η αρχή της
αιτιότητας, προσκαίρως ικανοποιείται απο την ενσωμάτωση των εφαπτομενικών διανυσμάτων στα
στοιχεία της θέσης αλλά δεν φτάνουμε στο σημείο να εξηγήσουμε ποιά είναι η συμβολή του είδους
της ύλης σε αυτήν την εκδήλωση κινητικών μεταβολών και έτσι δεν μπορούμε να θεμελιώσουμε
την εκδήλωση αλληλεπιδράσεων στοιχειωδών σωματίων στις ιδιότητές τους. Αυτό είναι ενα
κομβικό ζήτημα στην παρούσα φάση που αν απαντηθεί θα επιλύσει με τρόπο συμβιβαστό τα
προκύψαντα προβλήματα. Μάλιστα οφείλει να επιλυθεί για να υπάρχει συνέχεια σε αυτήν την
εργασία.
Τα πράγματα θα τα ξεκινήσουμε απο την αρχή για να παρακολουθήσουμε που μπερδεύτηκε
η σκέψη καθώς ξετυλιγόταν. Η αναφορά στα επίπεδα αναλύσεως που φαίνεται οτι διέκρινε
διάφορα σώματα περισσότερα σε πλήθος απο αριθμήσιμα είναι επίδειξη αναλυτικής πρακτικής που
στην πράξη περιπλέκεται διότι δεν μπορούμε ας πούμε να λαμβάνουμε όλους του συνδυασμούς σε
κάθε επίπεδο ανάλυσης εκ των προτέρων. Παρόλα αυτα ισχύει πως και με τις πιο συντηρητικές
προυποθέσεις το πλήθος των στοιχειωδών σωμάτων μας είναι μεγαλύτερο απο το αριθμήσιμο.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως τα είδη των στοιχειωδών σωμάτων μας είναι πολλά ειδικά εφόσον
βρισκόμαστε στο επίπεδο των στοιχειωδών υλών οπότε δεν έχει νόημα να θεωρήσουμε γιαυτές
σύνθετες συμπεριφορές που δεν μπορούν να υποστηριχθούν πιο κάτω και επομένως αποτελούν
τυχαία εκδήλωση. Γιαυτό άλλωστε και πιστεύω πως ισχύει η θεώρηση πως σε αυτό το ιδανικό
επίπεδο τα φυσικά φαινόμενα ειναι κινητικά φαινόμενα. Η μόνη απαίτηση τονίζω και πάλι που
μπορεί να επιβληθεί σε αυτό το επίπεδο είναι οι γεωμετρικές διαμορφώσεις που δεν χρειάζονται
χαμηλότερη ανάλυση απο την ανάλυση σε σημεία.
Επιπρόσθετα είναι γενική διαπίστωση τουλάχιστον μέχρι τώρα πως καθώς εμβαθύνουμε
στα επίπεδα ανάλυσης ο κόσμος αποκαλύπτεται απλουστερος στα στοιχειώδη του συστατικά
ακριβώς επειδή εξαιτίας του στοιχειώδους δεν μπορούν να υποστηριχθούν πολλές φύσεις αλλά
μπορούν να υποστηριχθούν πολλές συμπεριφορές. Για τον ίδιο λόγο και για τους επιπρόσθετους
λόγους: πρώτον της στήριξης του ορισμού του χρόνου στο σύστημα μας, την αποφυγή πολλαπλών
στοιχειωδών διαφορών φύσεως που δεν είναι δυνατον να ερμηνευτούν και την εισαγωγή στο
σύστημά μας της διάκρισης των τροχιών που θα καθορίζει τις φαινόμενες τροχιές μεσα στον χώρο
φάσης των κινήσεων και αλλοιώσεων προχωρώ στην αναθεώρηση πως στην διάσταση ύλης θα έχω
μόνο δύο καταστάσεις ειδών, δικριτές μεταξύ τους , που θα καθορίζουν τι μας ενδιαφέρει και τι όχι
απο τον χώρο φάσης. Επιπλέον, με αυτήν την τροποποίηση παύει πλεόν να μας υποβάλλει σε
δοκιμασία το ερώτημα του αν οι σωματικές τροχιές μεταβάλλουν την συνιστώσα ύλης τους και
συμβαδίζουμε με τις απόψεις για στοιχειώδεις τροχιές σταθερής ταχύτητας που οδήγησαν σε
επαναστατικές διαδικασίες στην σύγχρονη φυσική. Πάντως ο χώρος φάσης μας δεν είναι πια
αμιγώς διανυσματικώς χώρος απο μαθηματική άποψη.
Τώρα νομίζω ότι είμαστε έτοιμοι να δούμε την φυσική σημασία της μετρικής του επίπεδου
χωροχρόνου που είναι καθιερωμένη:
-η μετρική αυτή σε μαθηματικό τύπο είναι η εξής:
ds.ds=dt.dt-dx.dx-dy.dy-dz.dz
Γράφω με αυτόν τον τρόπο διότι δεν έχω τις κατάλληλες τυπογραφικές ευκολίες αλλά το
περιεχόμενο παραμένει σαφές. Με το dt εννούμε το απειροστό χρόνου, δηλαδή οσοδήποτε μικρές
διαφορές ανάμεσα σε χρονικές στιγμές απο μια που θεωρείται ως αρχή. Με τα dx, dy,dz εννοούμε
τα απειροστά στις τρείς διαστάσεις του χώρου και με το ds εννούμε το προκύπτον απειροστό της
μετρικής μας. Τα γινόμενα είναι τα γνωστά τετράγωνα που βλέπει κανείς στο πυθαγόρειο θεώρημα
αλλά εν προκειμένω για χώρο τεσσάρων διαστάσεων εφόσον εφαρμόσει τον στοιχειώδη
αλγεβρικό μετασχηματισμό που θα μεταφέρει τους αφαιρούμενους όρους του δεξιού σκέλους αφού
τους μετατρέψει σε προστιθέμενους στο αριστερό. Επειδή το μέγεθος της ταχύτητας των τροχιών
θεωρείται μονάδα δεν χρειάζεται να βάλουμε κανένα συντεστή ταχύτητας σαν το σύνηθες c για την
σταθερή ταχύτητα του φωτός.
-εμείς θα την μετασχηματίσουμε σε
δμ.δμ=dt.dt-dx.dx-dy.dy-dz.dz εχοντας πλέον όχι απειροστό στην διάσταση της ύλης αλλά διαφορά
διακριτων ποσοτήτων που μπορεί να έιναι είτε μηδέν είτε ενα.
Ποιό είναι το νόημα της εισαγωγής μιας τέτοιας μετρικής: πως ενώ δείχνει να προέρχεται
απο διανυσματικούς χώρους εδώ καταλήγει να αφορά και διακριτές ποσότητες; Γιατί να μην
πάρουμε κατευθείαν την
dt.dt=δμ.δμ+dx.dx+dy.dy+dz.dz
επάνω στον χώρο των τεσσάρων διαστάσεων που φαίνεται να αποδίδει το μήκος τροχιάς με ποιό
οικείο τρόπο;
Πρώτον δεν έχουμε τουλάχιστον ακόμα διανυσματικό χώρο στις διαστάσεις χώρου και του
φορτίου του δηλαδή της ύλης. Ενδεχομένως σε υψηλότερα επίπεδα ανάλυσης που ποσοτικοποιούν
την διάσταση της ύλης να μπορεί ο χώρος φάσης να προσεγγίσει διανυσματικό χώρο και στις
τέσσερεις διαστάσεις του.
Δεύτερον, το οποίο είναι και σημαντικότερο, η μετρική του χώρου μας οφείλει να είναι ενα μέγεθος
που να διατηρείται με τους επιτρεπτούς μετασχηματισμούς συντεταγμένων έτσι ώστε ως
αναλλοίωτος να χαρακτηρίζει τον κόσμο και όχι το συγκεκριμένο σύστημα αναφοράς. Εμείς λοιπόν
που μέχρι τώρα έχουμε ποιό οικεία την ποσοτικοποίηση στις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου
θέλουμε να επιτρέψουμε μετασχηματισμούς που να κρατούν αναλλοίωτη την συνιστώσα ύλης.
Αυτη χαρακτηρίζει τον κόσμο μας : τι επιλέγεται , τι μπορύμε δηλαδή να βλέπουμε απο αυτόν σε
επίπεδο στοιχειωδών σωμάτων. Τότε μπορούμε να ισχυριζόμαστε οτι βρισκόμαστε στον ίδιο κόσμο
ανάμεσα σε δύο μετασχηματισμούς, εφόσον απο την κάθε τροχιά στην εικόνα της μεσω του
μετασχηματισμού διατηρείται η συνιστώσα ύλης. Το κεφάλαιο τον μετασχηματισμών είναι
ολόκληρη ιστορία απο μόνο του. Πάντως επαναλαμβάνω και πάλι πως η παρούσα προσέγγιση είναι
καθαρά θεωρητική και σε ένα ιδανικό επίπεδο.
Ετσι τελικά μεταπηδάμε σε αυτό το επίπεδο απο τον χώρο φάσης, στον οποίο δουλεύαμε
μέχρι τώρα , στον χωροχρόνο με την ψευδομετρική αφενός αφού μπορεί να μηδενίζεται χωρίς να
έχουμε σύμπτωση σημείων του χωροχρόνου, που δεν ορίζεται και παντού δηλαδή! Σημερινά
πράγματα! Τι παίζουμε! Αμα θέλεις να σκάσεις ανθρωπο δώστου να παιδεύεται με τέτοια εννοώ!
Κάτι άλλο: οταν έχουμε απειροστά στο δεύτερο σκέλος που ορίζει την ψευδομετρική δεν
μπορύμε να έχουμε μη μηδενική τιμή της ψευδομετρικής. Πράγμα που σημαίνει οτι ο χώρος φάσης
είναι γεωμετρικά τοπικά “γεμάτος” απο αμοιβαία αποκλειόμενες τροχιές ως προς τα ίχνη τους στις
διαστάσεις χώρου αλλά απο αυτές τι τροχιές μπορούμε να θεωρήσουμε μονο εκείνες που δίνουν
πραγματική τιμή στην ψευδομετρική και όχι τιμή φανταστικού αριθμού. Ολες οι τροχιές μας στον
χώρο φάσης το κάνουν αυτό απλώς δεν μπορούμε να παίζουμε κατα βούλησιν με τον χωροχρόνο.
Αυτό ειναι ένδειξη πως ο χωροχρόνος είναι τεχνική έννοια και όχι φυσική άσχετο αν είναι αρκετα
βολική και χρήσιμη.
Προς το παρόν ολοκληρώνω σε ένα πρώτο κεφάλαιο αυτήν την απόπειρα φυσικής
ερμηνείας ορισμένων σταθερών της σύγχρονης φυσικής , που μπορεί να την χαρακτηρίσει κανείς
εως και θρασεία αλλά ίσως χρησιμεύει και σαν τον έλεγχο αυτών που πράγματι επιτυγχάνονται με
βάση την επεξεργασία πειραματικών δεδομένων σε σύγκριση με το τι μπορεί κυριολεκτικά να
φανταστεί κανείς ξεκινώντας απο ορισμένες λογικές αρχές. Ελεγχο εννοώ το σκέλος του
πειράματος όπου δεν εισέρχονται πειραματικά δεδομένα και δεν τα επεξεργάζεται εξειδικευμένος
τεχνικός , σε σύγκριση με την πραγματική πειραματική εισροή και την επεξεργασία της απο
πραγματικούς τεχνικούς του είδους. Ενα άλλο μέλημά μου και εδώ νομίζω οτι η θρασύτητα αφορά
στους πραγματικούς τεχνικούς είναι να περισταλλεί λίγο η αλαζονεία τους και ο ανόητος
σφετερισμός του κόσμου μας μέσα απο παιχνίδια της ανρθώπινης διάνοιας που προσποιούνται
ρεαλισμό στην βάση της υποτιθέμενης αγκίστρωσης σε γεγονότα αλλά αρνούνται τον ρεαλισμό
οταν πρόκειται να ερμηνεύσουν παράδοξα και να αποκαταστήσουν την φυσικότητα στις θεωρίες.
Εκεί πρέπει να “πιστεύουμε” τους ειδικούς επειδή “πείστηκαν” αυτοί απο τα πραματα χωρίς να
χρειάζεται απο πλευράς τους να καταβάλλουν καμμία προσπάθεια να αμβλύνουν τα παράδοξα
και να αποκαταστήσουν την συνοχή! Ε, όχι Δημητράκη! Οποιος ξέρει υποχρεούται να φωτίζει!
Οχι να το κάνουμε δογματισμό της επιστήμης και κλίκες πεφωτισμένων και μη! Οχι να αλλάξουμε
θρησκεία και ιερείς και προνομιούχους δηλαδή! Ειδικά αμα αυτοί συμμετέχουν και σε κατασκευές
μπομπών! Και πληρώνονται και τον αγλέορα! Τι ! ζηλέψατε τους γιατρούς να το παίζετε θεοί και
ταχυδρόμοι μαζί; Ερμήδες!
Πάμε σε ενα επόμενο κεφάλαιο:
Θα μπορούσε να πει κανείς πως πρώτα θα έπρεπε να οριστούν οι επιτρεπτοί
μετασχηματισμοί στον χωρό φάσης και μετά να καθοριστεί η αναλλοίωτος. Αυτό είναι ορθό στον
χωροχρόνο αλλά δεν ενέχει καμμιά σημασιολογική ανάλυση του πράγματος ειδικά αν οι
μετσχηματισμοί μας προκύψουν να είναι περίπλοκοι και αντικείμενοι στην καθημερινή αίσθηση
των πραγμάτων. Επιπλέον η σταθερότητα της ταχύτητας των τροχιών θα πρέπει να ελεγχθεί και
μετά τη εφαρμογή κάποιου μετασχηματισμού στον χώρο φάσης ώστε να έχουμε την πλήρη
σταθερότητα της ταχύτητας των τροχιών μας σαν μια άλλη κοσμική αναλλοίωτο η οποία θα
υπαγορεύσει συμπεράσματα θεωρητικά. Τονίζω ήδη πως οι τροχιές μας στο ιδανικό αυτό επίπεδο
δεν ταυτίζονται καθόλου με το υλικο των φωτεινών ακτίνων.
Εκείνο στο οποίο συνίσταται η λειτουργία στον χώρο φάσης σε αυτό το στοιχειώδες
επίπεδο είναι καθαρά κινητικά φαινόμενα. Ακόμα και στη περίπτωση που ο τετραδιάσταστος
χώρος φάσης ήταν ενας καθώς πρέπει διανυσματικός χώρος εκείνο που θα μας ενδιέφερε για να
δούμε κατα πόσο οι κλασσικές μας μετρικές σε τέτοιους χώρους θα παρέμεναν αναλλοίωτες είναι
μετασχηματισμοί που οφείλονται στην αλλαγή της κινητικής κατάστασης. Δηλαδή, ποιά είναι
εικόνα του κόσμου σε όρους τροχιών όταν θεωρήσουμε ως ακίνητο σημείο αναφοράς ενα σωμα
που εκτελεί κάποιοα τροχιά. Σε αυτήν την περίπτωση οι κλασσικές γεωμετρικές μετρικές επάνω
στις τροχιές αχρηστεύονται ούτως ή αλλως. Πάρτε το εξής παράδειγμα απο την καθημερινή γνώση
των πραγμάτων: Βλέπεις μια χελώνα να κινείται προς μιας κατεύθυνση (επιλέγω το εν λόγω
ζωντανό για να πετύχω σχετικιστικές ταχύτητες!) με μια ταχύτητα που έχει μέτρο ας πούμε
τ (απο το τάκα τάκα). Αν αρχίσεις να κινείσαι και σύ με την ίδια ταχύτητα τ προς την ίδια
κατεύθυνση τότε η απλή αναγωγή σε όρους σχετικής κίνησης (μη μου πείτε τώρα οτι δεν
προνόησα να μπορεί να κινηθεί αρκετός κόσμος τακα-τακα για να μη μπορεί να επιβεβαιώσει το
πείραμα!) θα σου δείξει οτι τώρα θα βλέπει την χελώνα ακίνητη! Δηλαδή η τροχιά της εκφυλίστηκε
σε σημείο. Που τώρα η διατήρηση του μέτρου στις τροχιές μας που αποδίδουν οι κλασσικές
μετρικές!
Μετά το παραπάνω παράδειγμα αντιλαμβανόμαστε επίσης πως καθώς μετασχηματίζουμε
την εικόνα του κόσμου μας αλλάζοντας κινητική κατάσταση τροχιές εξαφανίζονται και τροχιές
εμφανίζονται! . Ουσιαστικά όταν κάτι εκφυλιστεί σε σημείο παύει να είναι θεωρείται τροχιά
σωματιδίου. Αρα σωματίδια χάνονται και άλλα εμφανίζονται. Εστω τα ξεθωριασμένα σωματίδιά
μας σε αυτήν την ιδανική και ίσως και κάπως ονειρική θεώρηση! Αυτό έρχεται να υποστηρίξει για
ακόμια μια φορά την απαίτησή μας να έχουμε σταθερή συνιστώσα ύλης σε μια τροχιά υπο την
συνθήκη του αμοιβαίου αποκλεισμού των ειδών ύλης στην ίδια περιοχή του χώρου. Διότι
φανταστείται τι συνωστισμός θα γινότανε στο σημείο αυτό στο οποίο μπορεί να εκφυλιστεί μια
τροχιά εφόσον είχαμε περισσότερες τιμές στην συνιστώσα ύλης. Βέβαια ειχα διευκρινήσει οτι
ακόμα και δύο διαφορετικοί αντιπρόσωποι του ίδιου είδους σώματος αποκλείουν ο ένας τον άλλον
απο μια διεκδικούμενη θέση χώρου. Αλλά στην προκείμενη περίπτωση δεν έχουμε τέτοιο
πρόβλημα διότι οι τροχιές μας είναι ενα σώμα που διατρέχει τον χώρο και όχι πολλά σώματα πάνω
σε μια γραμμή του χώρου.
Νομίζω οτι το να ξεκινάει κανείς με συλλογισμούς που διευκολύνουν την ερμηνεία διότι
είναι προσιτοί σε όλους είναι η φυσική οδός αντιμετώπισης των θεμάτων και έτσι το να
ξεκινήσουμε απο την αρχή που υπαγορεύει το αναλλοίωτο της ψευδομετρικής και κατόπιν να
αναζητήσουμε μετασχηματισμούς που μπορούν να επιτρέπονται με βάση αυτό το αναλλοίωτο έχει
έννοια. Και οταν θα φτάσει κανείς στην ειδική περίπτωση που κανει τις αναγωγές της κίνησης με
τον καθημερινό τρόπο θα έχει κατανοήσει πως δεν υφίσταται σημασιολογική σύγκρουση. Γιατί θα
έχει κατανοήσει ακριβώς ποιές είναι οι σιωπηλές υποθέσεις ωστε να μπορεί παραδείγματος χάριν
να λέει πως αφού κάτι κινείται προς μια κατεύθυνση με 0.5χλμ την ώρα και κάποιος παρατηρητής
άλλος κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση με 0.5χλμ την ώρα τότε ο παρατηρητής αυτός βλέπει το
κατιτίς να κινείται με 0.0χλμ την ώρα δηλαδή το βλέπει ακίνητο. Γιατί όταν πας απο το γενικό στο
μερικό θα πρέπει να περιορίσεις τις συνθήκες που θα μπορούσαν να ισχύουν για να φτάσεις στο
ειδικό φαινόμενο. Και η ουσιαστική σιωπηλή συνθήκη που επιτρέπει αυτήν την αναγωγή είναι η
ένταξη και του κατι-τινός και του παρατηρήτή στον ίδιο διανυσματικό χώρο ( αυτό το λένε οι
σύγχρονοι τεχνικοί επίπεδη κατάσταση) ώστε να μπορείς να προσθέτεις διανύσματα και να
πολλαπλαισιάζεις με αριθμό διανύσματα. Αυτό αποτελεί και την σημερινή ερμηνεία της ακύρωσης
της γενικής ισχύος των απλών αναγωγών. Το ότι δηλαδή βρισκόμαστε σε ενα χώρο
“καμπυλωμένο” (το αντίθετο του προηγουμένως αναφερθέντος “επίπεδου”) όπου δεν μπορούμε εκ
των προτέρων να οδηγήσουμε ταυτίσουμε τους διανυσματικούς χώρους μεσα στους οποιους
εκτυλίσσεται η κάθε κίνηση. Και η αιτία που έχει προγραφεί για αυτήν την καμπύλωση είναι η
εισαγωγή πεδίων δυνάμεων που δεν αφήνουν να γίνει αυτή η σύμπτωση διανυσματικών
χώρων.Ακόμα και στην περίπτωση της υπόθεσης σταθερής ταχύτητας του φωτός μιλούμε για
δυναμικά πεδία που οδηγούν στην γένεση του φωτός. Παρόλα αυτά στο επίπεδο αυτό, που είναι
και πιο “υλικό” και χειροπιαστό προσπαθείται μια ερμηνεία ενός φαινομένου όπως αυτό της
παραβίασης των απλών αναγωγών των μετασχηματισμών κίνησης , με όρους που όμως δεν έχουν
άμεση σχέση με το φαινόμενο. Και όντως μέχρι στιγμής έχει βρεθεί πειραματικά ότι παραβιάζονται
οι απλές αυτές αναγωγές στην πολυδιαφημισμένη περίπτωση της ταχύτητας διάδοσης του φωτός.
Δηλαδή αν συμβολίσουμε με c όπως είθισται αυτή την ταχύτητα ως προς κάποιον ακίνητο
παρατηρητή μιας ακτίνας τότε αν κάποιος άλλος κινείται με ταχύτητα c προς την αντίθετη
κατεύθυνση δεν θα βλέπει την ακτίνα με ταχύτητα 2c αλλά θα την βλέπει με ταχύτητα πάλι c. Ηδη
βάζοντας την εννοια της αντίθετης κατεύθυνσης έχουμε υποθέσει πος βρισκόμαστε στον ίδιο
διανυσματικό χώρο οπότε τα πραγματα εξελίσσονται στην σφαίρα του παραλόγου με την
προσθήκη της υποθέσεως του ίδιου μέτρου διανύσματος.. Αρα προς αυτήν την κατεύθυνση
ερμηνείας απο με εφαλτήριο τα πειραματικά δεδομένα συμπεραίνουμε αμέσως αμέσως πως
οποιοδήποτε πείραμα δείξει κάτι τέτοιο ανατρέπει την σιωπηλή υπόθεσή μας πως βρισκόμαστε
στον ίδιο διανυσματικό χώρο. Αρα δεν έχει νόημα να σκεφτόμαστε έτσι και με αυτόν τον τρόπο και
όχι αυτό που συνηθίζεται να λέγεται πως “εντάξει σκέψου με αυτόν τον τρόπο αλλά θα βγάλεις
αποτελέσματα που είναι περισσότερο θαύμα και πίστη παρα απορροια αποχρώντος λόγου”
Υπόψιν οτι ο κόσμος βριθει τροχιών δεν σημαίνει πως ο κόσμος βρίθει ύλης. Ο κόσμος
ουσιαστικά θα πρέπει να είναι κενός αν θέλουμε σε απειροστά του χωρχρόνου το δμ να είναι
μηδέν. Με την ψευδομετρική λοιπόν σε συνδυασμό με την παρούσα προσέγγιση υπάρχει πρόβλημα
αλλά η προσέγγιση δεν σηματοδοτεί εγκατάλειψη. Το πρόβλημα της ψευδομετρικής το
παρουσίασα καταρχήν στην περίπτωση των απειροστών διότι βλέπει κανείς οτι στο σημείο της
τροχιάς που η συνιστώσα ύλης είναι μη μηδενική θα πρέπει σε πολύ μικρές απο αυτό αποστάσεις
στον χώρο και σε πολύ μικρά χρονικά διαστήματα που δεν είναι επάνω στην τροχιά η μεταβολή της
του δμ.δμ να είναι μονάδα. Πραγμα που μαθηματικώς δεν βγαίνει. Επάνω στην τροχιά είναι φανερό
το ότι παίρνοντας ως χρονική παράμετρο το μήκος της τροχιάς που σημαίνει πως
dt.dt=dx.dx+dy.dy+dz.dz το δμ γίνεται πάντα μηδέν . Ομως μπορεί η τροχιά να μην είναι
αντιληπτή ως γραμμή στον χώρο με συνιστώσα ύλης σταθερή αλλά να έιναι είναι αντιληπτή ως
γραμμή στον χώρο με συνιστώσα ύλης που αλλάζει με τον χρόνο, δηλαδή ως ενα σημειακό
σωματίδιο με μη μηδενική συνιστώσα ύλης που κινείται κατα μήκος του ίχνους της τροχιάς και
άλλωστε αυτό συμβαδίζει με την ιδέα του χρόνου εξέλιξης της τροχιάς που όμως μπορεί να
εννοηθεί αριθμητικά μονο αν πάρουμε ενα σημείο του χώρου αφετηρία τη τροχιάς. . Και ο
αμοιβαίος αποκλεισμός των στοιχειωδών σωματιδίων τότε εννοείται στην διεγερμένη απο το
μηδέν κατάσταση της συνιστώσας ύλης και μάλιστα με την εισαγωγή και της παραμέτρου του
χρόνου. Δηλαδή στο ίδιο σημείο του χώρου και στον ίδιο χρόνο δεν μπορεί να να έχουμε
συνάντηση τροχιών με συνιστώσα ύλης μονάδα. Μπορεί όμως κάλλιστα το σωματίδιο της δεύτερης
τροχιάς να έχει περάσει προηγουμένως απο το σημείο αυτό ή να περάσει μετά. Αρα τίποτα δεν
εμποδίζει τις τροχιές μας να τέμνονται στον χώρο οπωσδήποτε όμως δεν τέμνεται το αντίκρυσμά
τους στον χωροχρόνο. Πως μπορούμε να πάρουμε το αντίκρυσμά τους στον χωροχρόνο;(εκεί που
οι διαστάσεις είναι οι τρείς διαστάσεις του χώρου και η τέταρτη του χρόνου) ; Παρακολουθώντας
την συνιστώσα ύλης. Χρειάζεται λοιπόν η συνιστώσα ύλης γιαυτό. Επάνω στο ίχνος της τροχιάς
στον χώρο σημειώνουμε επάνω στον χωροχρόνο χρονικές και χωρικές συντεταγμένες. Δεν θα
πρέπει για κάθε δύο τροχιές να βρούμε ίδιο σημείο χώρου στην ίδια χρονική στιγμή που να
ταυτίζεται ως προς την συνιστώσα ύλης.
Με αυτή την ανανεωμένη ματιά, διότι δεν σας κρύβω πως αυτό είχα στο μυαλό μου αλλά
“παίζονταις” σε χώρους τεσσαρων διαστάσεων που δεν υπάρχει εποπτεία είναι εύκολο να
“εκτραπείς”, το επιχείρημα της σταθερής συνιστώσας ύλη επειδή ισχύει η αρχή του αποκλεισμού
παύει να ισχύει. Ομως μια τέτοια θεώρηση όταν εκφυλίζονται οι τροχιές σε σημεία θα πρέπει να
υποστηρίζει αλλοίωση όσον αφορά την συνιστώσα ύλης σε μεμονωμένα σημεία του χώρου.
Δηλαδή θα πρέπει πλέον να συζητάς για τροχιές που δεν έιναι σταθερές στην διάσταση της ύλης
αφενός και αφετέρου θα πρέπει να συζητάς σημεία που αλλοιώνονται. Ο τρόπος όμως στον οποίο
κατέληξα για τον ορισμό της συνιστώσας ύλης σε αυτό το ιδανικό επίπεδο δεν έχει καμμιά σχέση
με την εικόνα του σημείου που κινείται αλλά αποτελεί την εκλογή τροχιών μεσα απο διάφορες
δυνατότητες στον χώρο. Υπο αυτήν την έννοια , δεν διακρίνουμε σημεία στον χώρο που είναι
“αναμμένα” ή “σβησμένα” αφού δεν υπάρχουν οι αναλυτικές προυποθέσεις για μια τέτοια διάκριση
επειδή βρισκόμαστε στον αναλυτικό πάτο, δηλαδή στα εξιδανικευμένα σημεία του χώρου
αναφορικά με την συνείδησή μας. Και οπωσδήποτε με αυτόν τον τρόπο η αρχή του αμοιβαίου
αποκλεισμού των στοιχειωδών μας σωμάτων πρέπει να τροποποιηθεί. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται
η τελευταία μας πρόκληση δίοτι όπως καταλαβαίνετε το θέμα της ψευδομετρικής λύνεται εφόσον
την θεωρούμε μόνο κατα μήκος των τροχιών μας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε οτι η ύλη μας σε αυτό το
στάδιο ανάλυσης είναι ιδανική και ξεθωριασμένη και δεν έχει να κάνει με την συνήθη αντίληψη
περι ύλης και αλληλεπιδράσεων.. Μπορούμε λοιπόν να επιβάλλουμε αρχή του αποκλεισμού με την
έννοια πως στο ίδιο σημείο χώρου για διαφορετικές συνιστώσες ύλης καθώς κυλάει ο χρόνος, μια
τροποποιημένη μορφή. Αλλωστε η αρχή του αποκλεισμού με την μορφή της προηγούμενης
παραγράφου δεν έχει κανένα νόημα εκεί που δεν υφίστανται περισσότερες διακρίσεις
συγκεκριμένων “σωματιδίων”. Εκλεισε το ζήτημα; Ετσι φαίνεται! Οχι όμως ακόμα! Μπορούμε να
επιτρέψουμε στις τροχιές μας να τέμνονται; Είναι ενα ερώτημα. Δεν υπάρχει τίποτα που να μας
αποτρέψει ως προς αυτό μέσα απο το πρίσμα που δικαιολογήσαμε τα πραγματα!
Με την θεώρηση αυτή έχουμε και πάλι μεινονεκτήματα. Πρώτον η ψευδομετρική μας στο
ιδανικό επίπεδο εκφυλίζεται αρκετά αλλά αυτό θα έπρεπε να είναι και αναμενόμενο διότι αλλοιώς
θα είχαμε σε αυτό το επίπεδο αρκετά “υλικά” αποτελέσματα! Το δεύτερο είναι πως μπορούμε να
διακρίνουμε τροχιές που παρουσιάζουν το ίδιο ίχνος στον χώρο. Αυτό εξυπηρετείται με
διαφορετικές παραμετροποιήσεις όπου η αρχή της παραμέτρου μετατίθεται κάπως σε σχέση με την
χρονική αρχή. Σε τέτοιές τροχιές επάνω στο ίδιο ίχνος καιι σταθερή ταχύτητα κίνησης
εξυπηρετείται και η έννοια του αμοιβαίου αποκλεισμού στο ίδιο σημείο χώρου και χρόνου της
θέσης σώματας. Στην περίπτωση που τέμνονται διαφορετικά ίχνη θα πρέπει η αυτή η απαίτηση να
επεκταθεί διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε οτι εργαζόμαστε στο ιδανικό επίπεδο για να ερμηνεύσουμε ή
μάλλον για να θέσουμε τις βάσεις ερμηνείας στα πιο υλικά επίπεδα. Αρα δεν θα πρέπει να θεωρουε
τροχιές που την ίδια χρονική στιγμή και στο ίδιο σημείο του χώρου μπορούν να ερμηνευτούν
αργότερα ως ταύτιση θέσης στον χώρο και χρόνο δύο αμοιβαία αποκλειόμενων σωματιδίων που
εκτελούν τις τροχιές. Προς το παρόν όμως τέτοιος περιορισμός δεν υφίσταται με συγκεκριμένο
τρόπο. Ενα άλλο ζήτημα είναι πως αφού διαλέγουμε να επιλέξουμε τροχιές μέσα απο τον χώρο μας
γιατί να μην τις επιλέξουμε κατευθείαν και να τις επιλέξουμε δια μέσω της εισαγωγής αυτής της
συνιστώσας ύλης. Πρώτον εργαζόμαστε με το βλέμμα στραμμένο στην συνιστώσα ύλης. Και
δεύτερον ομαδοποιήσαμε τις τροχιές μας σε είδη ύλης.
Δύο πραγματα ενσκήπτουν τώρα στην σκέψη μου: Το ένα είναι το γεγονός πως με τους
κινητικούς μετασχηματισμούς στον χώρο φάσης εμφανίζονται και εξαφανίζονται τροχιές. Το
δεύτερο είναι πως αν μπορούσε κανείς να κοιτάξει τον κόσμο σε όλη την διάρκεια του χρόνου και
και σε όλη την έκταση του χώρου (όχι για να αναγνωρίσει μόνο πολύτιμα οικόπεδα που μπορεί ο
θεός να του τα δώσει αντιπαροχή και να του αφεθεί μετά ενα διαμερισματάκι στο ρετιρέ σαν απο
άλλο σύγχρονο εργολάβο-δικηγόρο-περιβαλλοντολόγο-ακτιβιστή) τότε ο κόσμος αποκτάει μια
στατική όψη , μπορούν να ειδωθούν τροχιές και το ανάμεσα στις τροχιές το οποίο παραμένει
ουσιαστικά αχρησιμοποίητος χώρος. Χμ, να πάρουν και κάτι οι εργολάβοι! Αυτό εαν υφίσταται,
πέραν της διάθεσης ειρωνικού αστεισμού με την οποία το εκστόμισα δημιουργεί την αίσθηση του
κενού με βάση συγκεκριμένο σύστημα αναφοράς. Αλλά για ποιό λόγο να κάνει κανείς ουσιαστικά
γεωμετρία σε αυτό το επίπεδο με υλικό το οποίο παραμένει άχρηστο; Μπορεί να θεωρηθεί απλώς
ως το απαραίττητο περιβάλλον για την διαμόρφωση των ιδιοτήτων των τροχιών που ίσως δεν θα
μπορούσαν να ληφθούν αυτόνομα; Μπορούν αρκετές ιδιότητες των τροχιών να αποδοθούν μεσα
απο την εσωτερική γεωμετρία ενος τέτοιου συστήματος που θα έπρεπε ίσως για να ερμηνευθεί σε
περιβάλλον γεωμετρικό σύστημα να ενσφηνωθεί σε περισσότερες διαστάσεις επιπέδου χώρου. Αν
μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Δηλαδή τότε τι θα έπρεπε να κάνουμε; Να μεταθέσουμε τον επίπεδο
χώρο μας στις περισσότερες διαστάσεις; Αυτό ακούγεται κάπως σαν κοσμικό μπάλωμα! Και δεν
νομίζω πως ο θεός παίζει ζάρια με τον κόσμο άσχετο αν οι εργολάβοι τον παίζουν στα ζάρια!
Εκείνο το οποίο καθιστά κατα την γνώμη μου απαραίτητο τον χώρο μεσα στο οποιο θα μπορούσε
να επιλεχθούν τροχιές είναι πως αυτός ο χώρος φάσης “χρησιμοποιείται” ολόκληρος. Και
χρησιμοποιούνται τα αχρησιμοποίητα απο μια οπτική γωνία οταν ειδωθούν απο άλλη οπτική γωνία.
Δηλαδή με μετασχηματισμούς παράγονται τροχιές εκεί που δεν υπάρχουν. Βέβαια θα μπορούσαμε
να ισχυριστούμε πως ο χώρος φάσης ένωση των ιχνών των τροχιών σε όλη την έκταση του χώρου
και του χρόνου “γεμίζει” για να δώσουμε μια άλλη απόδειξη εναντίον του αχρησιμοποίητου του
χώρου φάσης. Αλλά η δημιουργία και εξαφάνιση τροχιών δια μέσου μετασχηματισμών
συμπληρώνει ακόμα περισσότερο την εικόνα με την έννοια του ότι όχι μονο τα σημεία αλλά και
σύνθετα αντικείμενα της γεωμετρίας του χώρου φάσης δεν παραμένουν “αχρησιμοποίητα”. Και
βέβαια έχουμε καθορίσει και την οδό χρήσης σε αυτό το επίπεδο που είναι η διαγραφή τροχιών. Οι
τροχιές που είναι δυνατές, που φαίνονται μέσα απο κάθε μετασχηματισμό είναι εκείνες που
επιβάλλουν την γεωμετρία του χώρου φάσης στα ανώτερα επίπεδα ανάλυσης και απο αυτές τις
τροχιές ενδιαφερόμαστε μονο για εκείνες με εφαπτόμενο διάνυσμα σταθερού μήκους μονάδας.
Ας πάμε τώρα σε κάποιο κάπως πιό τεχνικό μέρος παρένθετα:
Πρώτα-πρώτα ας θεωρήσουμε τον διανυσματικό χώρο RxRxRxR , όπου R είναι αλγεβρική
παράσταση για τις ευθείες, με την φυσική του βάση. Φυσική βάση είναι τα διανύσματα με
μοναδιαίο μήκος-μέτρο σε κάθε μια απο τις τέσσερεις διαστάσεις προς την θετική κατεύθυνση με
βάση τα οποία μπορούμε να πάρουμε όλα τα άλλα με απλές προσθέσεις-παραθέσεις διανυσμάτων
στον χώρο και πολλαπλασιασμούς διανυσμάτων με αριθμό. Και κατόπιν ας θεωρήσουμε κάποιον
οποιονδήποτε χώρο σημείων ομοπαραλληλικό στον πρώτο. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει πως με
αρχή κάθε σημείο του μπορεί να θεωρηθεί ως αφετηρία διανύσματος που θα φτάνει σε όλα τα
σημεία του, διανύσματος απο τον παραπάνω διανυσματικό χώρο. Αυτό σημαίνει επίσης οτι
μπορούμε να συγκρίνουμε τα διανύσματα με αφετηρία διαφορετικά σημεία. Ας θεωρήσουμε τις
τροχιές επάνω στον σημειακό χώρο. Προς το παρόν θα θεωρήσουμε μονο την φυσική βάση του
διανυσματικού χώρου ωστε να μην επικεντρωθούμε σε αυτόν αλλα στον σημειακό χώρο. Με αυτό
τον τρόπο τα συστήματα συντεταγμένων καθως αλλάζουμε σημείο αφετηρίας στον σημειακό χώρο
(δηλαδή το σημείο αφετηρίας και η βάση του διανυσματικού που μας επιτρέπουν να αποδώσουμε
σε κάθε σημείο συντεταγμένες,) μετασχηματίζονται πολύ απλά χρησιμοποιώντας μια απλή άθροιση
διανυσμάτων. Είναι τεχνικά φανερό πως οι διαφορίσιμες τροχιές στον σημειακό μας χώρο ,
δηλαδή οι τροχιές στις οποίες ορίζονται τα εφαπτόμενα διανύσματα σε κάθε σημείο , ανεξάρτητα
του μεγέθους του , παραμένουν διαφορίσιμες σε οποιαδήποτε μετάβαση απο ενα τέτοιο σύστημα
συντεταγμένων σε κάποιο άλλο.Ισχύει πολύ περισσότερο απο αυτό ως προς την εκλογή βάσης.
Οποιαδήποτε εκλογή βάσης στον διανυσματικό χώρο και να κάνουμε οι τροχιές παραμένουν
διαφορίσιμες , μη μηδενικα εφαπτόμενα διανύσματα αντιστοιχούν σε μη μηδενικά της ίδιας
κατεύθυνσης , και όταν η μετάβαση σε νέα βάση διατηρεί τα μέτρα μοναδιαία εφαπτομενικά
διανύσματα αντιστοιχούν σε μοναδιαία. Αρα οι τροχιές μας που είναι διαφορίσιμες με μη μηδενικό
εφαπτόμενο διάνυσμα είναι ανεξάρτητες απο την εκλογή είτε σημείου αφετηρίας είτε βάσης στον
διανυσματικό χώρο.
Το μέλημά μου είναι να ορίσω μεταβλητές συντεταγμένες ως εξής: Εάν το αρχικό σημείο
του συστήματος συντεταγμένων δεν είναι πλέον σημείο αλλά τροχιά (οταν οι τροχιές έχουν
μηδενικό εφαπτομενικό διάνυσμα , στέκονται κατα κάποιο τρόπο σε σημείο!) τότε λαμβάνουμε
σύστημα συντεταγμένων απο μετασχηματισμό κίνησης. Εδώ πλέον μπορούμε μεν να ισχυριστούμε
πως οι τροχιές συνεχίζουν να είναι διαφορίσιμες εφόσον η αφετηρία του συστήματος μεταβλητών
συντεταγμένων είναι διαφορίσιμη τροχιά αλλά δεν μπορούμε να πούμε ούτε οτι διατηρείται το
μέτρο των εφαπτομενικών διανυσμάτων αλλά ούτε και οτι μη μηδενικό εφαπτομενικό διάνυσμα
αντιστοιχεί σε μη μηδενικό εφαπτομενικό. Μάλιστα μπορεί πολύ καλά να συμβεί και μη μηδενικό
να αντιστοιχεί σε μηδενικό οταν τροχικά εκφυλίζεται σε σημείο και μηδενικό να αντιστοιχεί σε μη
μηδενικό οταν τροχιά εκφυλισμένη σε σημείο “ ξεδιπλωθεί” . Αρα είμαστε αναγκασμένοι να
επιλέξουμε τροχιές με μοναδιαίο εφαπτομενικό διάνυσμα κάθε φορά τις οποίες θα ονομάζω το
ωρολόι του συστήματος συντεταγμένων για λόγους προφανείς απο τα προηγούμενα. Τώρα μπορώ
να ισχυριστώ την εξής πρόταση:
Εστω Ω(τ1) και Ω(τ2) δύο ωρολόγια, στην φυσική βάση του διανυσματικού μας χώρου
θεωρούμενα. Τότε τα ωρολόγια μας συμπίπτουν ως προς τις τροχιές που έχουν μέλη ακριβώς όταν
τ1-τ2 είναι σταθερή στον χώρο παρατήρησής μας.
Αν η τ1-τ2 είναι σταθερή τότε κάθε τροχια τ γράφεται στο πρώτο ως τ-τ1 και στο δεύτερο τ-τ2 Αν
|τ'-τ1'|=1 τότε |τ'-τ2'|=|τ'-τ1'+τ1'-τ2'|=|τ'-τ1'|=1 . Αυτό επειδή τ1'-τ2'=(0,0,0,0). Ομοίως για κάθε
τροχιά του δευτέρου ωρολογιού.
Αντίστροφα αν τα ωρολόγια είναι ίδια τότε για μια τυχούσα τροχιά τους έχουμε:
|τ'-τ1'|=|τ'-τ2'| και τελικά φθάνουμε στην ταυτότητα που ισχύει για καθε τροχιά τους και λέει πως:
|τ2'-τ1'|=-2<τ'-τ2',τ2'-τ1'>
Τελικά προκύπτει οτι αυτό υποδεικνύει κατα ανάγκη (αν δεν έχω κάνει κανενα λάθος τότε που το
έκανα) πως |τ2'-τ1'|=0 δηλαδή οτι τ2-τ1 είναι σταθερά εφόσον υπάρχουν δύο τροχιές στα ωρολόγια
μας που δίνουν δύο διαφορετικά εσωτερικά γινόμενα για κάποια χρονική τιμή της παραμέτρου της
τροχιάς αν το τ2'-τ1' δεν ήταν σταθερά . Θυμάστε το εσωτερικό γινόμενο που λέγαμε στην αρχή;
Αν α , β διανύσματα με <α,β> συνηθίζεται να συμβολίζεται το εσωτερικό τους γινόμενο εφόσον
θεωρηθεί τέτοιο. Και με |α| συνηθίζουμε να συμβολίζουμε το μέτρο που το λαμβάνουμε να είναι η
τετραγωνική ρίζα (η θετική εκδοχή της) του <α,α>. Με απόστροφο συμβολίζουμε τις παραγωγίσεις
που δίνουν τα εφαπτόμενα διανύσματα. Για το εσωτερικό γινόμενο αλγεβιρκά ισχύει πως
παραμένει το ίδιο αν αντιμεταθέσουμε τα διανύσματα και πως το εσωτερικό γινόμενο με άθροισμα
διανυσμάτων είναι το άθροισμα των εσωτερικών γινομένων με τα διανύσματα προσθετέους και το
εσωτερικό γινόμενο με διάνυσμα πολλαπλασιασμένο με αριθμό είναι το εσωτερικό γινόμενο με το
διάνυσμα που κατόπιν το πολλαπλασιάζουμε με τον άριθμό. Τέλος το εσωτερικό γινόμενο
διανύσματος με τον εαυτό είναι είναι μη αρνητικός αριθμός και γίνεται μηδεν ακριβώς όταν το
διάνυσμα είναι το (0,0,0,0), το μηδενικό δηλαδή διάνυσμα στον RxRxRxR . Οποιαδήποτε τροχιά σ
του ρολογιού παρατήρησης δίνει την τροχιά σ+τ2 που είναι τροχιά του ρολογιού Ω(τ2) που εφόσον
είναι ίδιο με το Ω(τ1) θα είναι και σε αυτό.
Τι συμπεραίνουμε τώρα απο αυτό γενικά;
οτι αν dx/dt.dx/dt+dy/dt.dy/dt+dz/dt.dz/dt+dm/dt.dm/dt=1 στον RxRxRxR τότε η φαινόμενη
ταχύτητα της τροχιάς ωρολογιού στον χώρο είναι:
v.v=dx/dt.dx.dt+dy/dt.dy/dt +dz/dt.dz/dt=1-dm/dt.dm/dt
και άρα με μέτρο σταθερά μικρότερο ή ίσο της μονάδας.
Χμ, δηλαδή πετύχαμε αυτού του είδους τον περιορισμό με μεταβλητό μετασχηματισμό
συντεταγμένων που υπακούσει σε κάποια λογική προσιτή στην καθημερινή αντίληψη.
Αν εγκαταλείψουμε το τεχνικό παρένθετο και μεταφερθούμε στην αρχική ροή των
συλλογισμών τότε θα δούμε ότι αυτό μεταφέρεται και προσαρμόζεται στην ιδανική κατάσταση την
οποία είχαμε καταστρώσει για την γεωμετρία του κόσμου μας μέχρι εκείνο το σημείο στο βαθμό
που επιλέγουμε τροχιές που θα αποτελέσουν το ωρολόι του κόσμου μας μέσα απο κάποιο σύστημα
συντεταγμένης παρατήρησης και οι οποίες έχουν μοναδιαίο εφαπτομενικό διάνυσμα στον χωρο των
τριών διαστάσεων. Αυτό επειδή δεν έχουμε τέταρτη διάσταστη διανυσματικού χώρου ενώ έχουμε
τέταρτη διάσταση με την έννοια της τέταρτης θεσης χαρακτηρισμού των σημειων του χώρου
φάσης. Αυτό δημιουργεί θεωρητικά ενα μαθηματικό πρόβλημα σε σχέση με την συγκρότηση των
εφαπτόμενων διανυσμάτων σε τροχιές αλλά δεν είναι ουσιαστικό διότι εξαιτίας της σταθερής
συνιστώσας ύλης το εφαπομενο διάνυσμα βρίσκεται στην χώρο των τριών διαστάσεων του χώρου
φάσης. Παρόλα αυτά οφείλουμε να έχουμε το βλέμμα στραμμένο προς περισότερο “υλικές”
καταστάσεις και με αυτήν την έννοια θα ενσωματώσουμε τις τιμές της συνιστώσας ύλης σε άξονα
των πραγματικών αριθμών που καθιστά πλέον τον χώρο φάσης πραγματικό διανυσματικό χώρο
φάσης κινήσεων και αλλοιώσεων και κυματισμών. Τότε βέβαια αναδύεται το ζήτημα του
αχρησιμοποιητου του χώρου αλλά αυτό απαντιέται κατευθείαν με τον ισχυρισμό πως στο ιδανικό
επίπεδο ουσιαστικά δεν έχουμε παρα τις γεωμετρικές πληροφορίες για τον κόσμο και την
συντεταγμένη του θέα με βάση συστήματα συντεταγμένης παρατήρησης. Ετσι δεν αντιστοιχούμε
την τιμή μηδεν στην αρχή της ευθείας και την τιμή ένα στο μοναδιαίο μήκος της ευθείας προς μια
επιλεγμένη θετική κατεύθυνση. Αντιστοιχούμε πλέον την τιμή της μονάδας σε κάθε δυνατή τιμή
της ευθείας ακόμα και σε αρνητικές τέτοιες. Και αυτό γιατί η μηδενική τιμή πάνω στην συνιστώσα
ύλης δεν φαίνεται να λέει τίποτα σημασιολογικά αφού απλως αποτελεί την αρχή αναφοράς και όλες
οι τιμές που διατάσσονται στην αντίθετη κατεύθυνση απο την θετική παριστάνονται με σύμβολα
αρνητικών αριθμών. Εχουμε όμως ήδη υπαινιχθεί ποσοτικοποιήση της συνιστώσας ύλης και μπορεί
κανείς να δει προς αυτήν την κατεύθυνση συλλογισμών πως με κατάλληλη παραμετροποίηση
μπορούμε να πετύχουμε αρνητική ποσοτικοποίηση. Αυτά τα δύο δεν φάινεται να συμβαδίζουν αν
επιλέξουμε να αλλάζουμε θέση αναφοράς στην διάσταση της συνιστώσας ύλης μετατοπιζόμενη
δεξικά και αριστερά της αρχής όπως στον χώρο. Αλλά δεν θα είχε τότε και κανένα νόημα η
διάκριση των διαστάσεων του χώρου απο την διάσταση ύλης. Αντιθέτως εμείς απο την αρχή
προτιμήσαμε να διακρίνουμε στον χωρο φάσεις τις δύο κατηγορίες διαστάσεων , του χώρου και της
ύλης. Αρα δεν θα ενστερνιστούμε αυτήν την πρακτική της θεώρησης κατα βούληση σημείου αρχής
επάνω στην συνιστώσα της ύλης και με την προηγούμενη ερμηνεία των αρνητικών τιμών μπορεί να
δει κανείς πως στην τιμή μηδέν θα πρέπει να αντιστοιχηθούν τροχιές “στάσιμες”, οι τροχιές που
εκφυλίζονται σε σημεία . Απο αυτήν την οπτική γωνία το μηδέν αντιστοιχεί στα θεμέλια της
γεωμετρίας του χώρου φάσης, δηλαδή στα σημεία. Και αποκτάει την σημασία του κενού το οποίο
διακρίνεται πλέον απόλυτα σημασιολογικά απο το μη κενό. Αυτη η διάκριση είναι σημαντική
ακόμα και αν η καθημερινή εμπειρία μας υποδεικνύει πως το κενό ειναι φαινόμενο και αφορά οτι
διαφεύγει της διακρίσεώς μας, διότι το υποθέτουμε για να λάβουν χώρα ακόμα και αυτά που δεν
βλέπουμε. Πάντως η ιδέα και μονο του φαινόμενου κενού υποδεικνύει οτι εκείνα που διακρίνουμε
είναι ελάχιστα σε σχέση με ό,τι μας διαφεύγει.
Τώρα μπορούμε να μεταφέρουμε το παρένθετο σύστημα μας μαζί με τα ωρολόγια
παρατήρησης και να αντιληφθούμε οτι οι τροχιές τις οποίες εμείς θεωρούμε με σταθερή συνιστώσα
ύλης είναι εκείνες στις οποίες η φαινόμενη στον χώρο ταχύτητα είναι μέγιστη. Φαίνεται έτσι πως η
ταχύτητα στον χώρο γίνεται μέγιστη όταν δεν έχουμε συνιστώσα αλλοίωσης στην διάσταση της
ύλης. Και σε αυτήν την περίπτωση έχουμε τις “οπτικές” ακτίνες τις γραμμές του συστήματός μας
που θεμελιώνουν την γεωμετρία στον χωροχονο. Οπτικές με την έννοια των φαινομένων υπο το
πρίσμα της συντεταγμένης παρατήρησης. Επειδή κάθε τροχιά στον χώρο μπορεί να
παραμετροποιηθεί ωστε να έχει μοναδιαίο εφαπτόμενο διάνυσμα εφόσον έχει νόημα η έννοια του
μήκους μπορούμε να πούμε οτι ο χώρος φάσης σε κάθε σύστημα θέασης θεωρητικά είναι γεμάτος
απο ίχνη τροχιών. Αναρωτιέται κανείς αν μπορεί κάθε τροχιά στον χώρο να φανεί ως σταθερού
εφαπτόμενου μοναδιαίου διανύσματος με τον κατάλληλο μεταβλητό μετασχηματισμό. Αυτό
σημαίνει να διατηρηθεί το ίχνος της αλλά να αλλάξει η παραμετροποίησή της με τον κατάλληλο
επιτρεπτό μετασχηματισμό που θα αναδείξει σε φαινόμενη την τροχιά. Αυτό συμβαίνει αν
θεωρήσουμε στα μεταβλητά συστήματα συντεταγμένων μας ως τροχιές και τα σημεία
(τοποθετώντας έτσι την παράμετρο του χρόνου) ωστε τελικά τα μεταβλητά συστήματα
συντεταγμένων να είναι γενίκευση και όχι κάτι διαφορετικό απο σταθερά συστήματα
συντεταγμένων.
Εχουμε όμως ενα πρόβλημα με τους παραπάνω συλλογσιμούς. Απο την στιγμή που θα
αποφασίσουμε να αναπτύξουμε την συνιστώσα ύλης με τον τρόπο που αναφέρθηκε
προηγουμένως , κατα κάποιο τρόπο υλοποιώντας τις τροχιές μας, τότε θα πρέπει να
εγκαταλείψουμε την παγκόσμια ανώτατη ταχύτητα αλλά να διατηρήσουμε μονο την απαίτηση οι
ταχύτητες των τροχιών μας να είναι σταθερές. Είναι φανερό πως με αυτό το σκεπτικό το μοντέλο
δεν αποδίδει τις ακτίνες φωτός των οποίων η ποσοτικοποίηση με βάση της συχνότητες δεν
επηρεάζει καθόλου την ταχύτητα. Για να μιλήσουμε όμως για συχνότητες θα πρέπει να μιλήσουμε
για κύματα και για διάδοση διαταραχών στον χώρο με τον χρόνο. Το σημαντικό που καθιερώνει
παγκόσμια ταχύτητα είναι η φυσική εισαγωγή της διάστασης του χρόνου και αυτό είναι που κρίνει
ποιές τροχιές φαίνονται και ποιές όχι , κάτω απο διάφορους μετασχηματισμούς. Δηλαδή μπορούμε
να διατηρήσουμε την ανώτατη παγκόσμια ταχύτητα και μάλιστα με την τιμή της μονάδος , πράγμα
που ενέχει και την υλοποίηση του χρόνου στην διάνυση μήκους τροχιών καθιστώντας την
ταχύτητας με μοναδιαίο μέτρο φυσική , εφοσον αποφανθούμε πως η διατήρηση αυτή αφορά τις
τροχιές που φαίνονται και συγκροτούν το ωρολόι μας. Οι υπόλοιπες τροχίες δεν φαίνονται κάτω
απο μια συντεταγμένη θέα αλλά εννοούνται και συμπεραίνονται για να φανούν εφόσον αλλάξει η
υλοποίηση του χρόνου, και το ωρολόι μας, κάτω απο κάποιο επιτρεπτό μετασχηματισμό
μεταβλητών συντεταγμένων. Παντως, και είναι θεωρητικό, οι τροχιές που εμφανίζουν αλλοίωση
στην συνιστώσα ύλης παρουσιάζουν μικρότερη φαινόμενη ταχύτητα στον χώρο σε σχέση με την
τετραδιάστατη σταθερή μοναδιαία ταχύτητα. Ποιές τροχιές αποτελούν το ωρολόι της
συντεταγμένης θέας μας;; Οι τροχιές που έχουν τετραδιάσταστη μοναδιαία ταχύτητα ή οι τροχιές
που έχουν τετραδιάστατη μοναδιαία ταχύτητα και σταθερή συνιστώσα ύλης; Ο αμέσως
προηγούμενως συλλογισμός δεν απαιτεί τετράδιαστη μοναδιαία ταχύτητα αλλά δεν αναγκάζει την
ύλη να παραμένει αναλλοίωτη κατα μήκος της τροχιάς. Η απαίτηση να είναι η ύλη αναλλοίωτη
κατα μήκος της τροχιάς προέρχεται απο την έννοια της τροχιάς στοιχειώδους σώματος , δηλαδή
απο την σύνδεση της τροχιάς με το σώμα. Αρα το ωρολόι μας κάτω απο μια συντεταγμένη θέα
αφορά στις τροχιές με τετραδιάστατη μοναδιαία ταχύτητα και σταθερή συνιστώσα ύλης πραγμα
που οδηγεί στην κάθε φορά φαινόμενη τρισδιάστατη μοναδιαία ταχύτητα. Ολος αυτός ο
μετασχηματισμός τροχιών σε φαινόμενες και αόρατες συμβαίνει όχι διότι πραγματοποιούμε
μετασχηματισμούς στην συνιστώσα ύλης άμεσα με τον ίδιο τρόπο που τους πραγματοποιούμε στον
χώρο αλλά διότι συνδέσαμε την συνιστώσα ύλης με την ροή των τροχιών. Τα πράγματα με αυτό το
σκεπτικό παραμένουν ιδανικά και δεν μπορεί κανείς να απαιτήσει παρατήρηση που θα δώσει
φαινόμενες ταχύτητες στον χώρο μικρότερες εκεί που έχουμε αλλοιώσεις στην συνιστώσα ύλης.
Δεν μπορούμε να έχουμε κύμα διότι δεν έχουμε προχωρημένη υλοποίηση των αντικειμένων μας
που η σύνθεσή τους να επιτρέπει θεώρηση διάδοσης διαταραχών και την αιτιολόγησή της. Εδώ τα
πραγματα είναι απλά και αφορούν μονο κίνηση. Και βέβαια αναρωτιέται κανείς πως αν τροχιές σε
αυτό το επίπεδο εμφανίζονται και εξαφανίζονται τι είναι εκείνο που θα διατηρεί τα πιο
υλοποιημένα σώματά μας αργότερα μεταξύ σχηματισμών. Ωχ, την ψώνισα! Ενώ θα πρέπει οταν
κινείται κανείς σε αυτό το επίπεδο της σκέψης να έχει την επίγνωση ότι είναι τετριμμένος σαν να
μου φάινεται οτι το ύφος μου καθίσταται πομπώδες λες και κατασκευάζω εγώ τον κόσμο! Πάντως
για να επιρρώσουμε περι του τετριμένου σε αυτό το επίπεδο αναφέρω ξανά οτι δεν έχουμε κύμα
και δεν έχουμε δυναμικά πεδία διότι δεν έχουμε διάδοση διαταραχών που προέρχονται απο την
υλοποίηση, υλική συγκρότηση σύνθετων αντικειμένων που μπορούν να υποστηρίξουν τέτοιες
κατες περίπλοκες καταστάσεις, παρα μονο έχουμε τροχιοδρόμηση του χώρου φάσης όντος του
ιδίου πεδίου αυτής της τροχιοδρόμησης. Δεν έχουμε και μάζα με την έννοια της αντίστασης στην
μεταβολή της κινητικής κατάστασης αφού δεν έχουμε δυνάμεις. Δηλαδή, για να ειπωθεί με
διαφορετικό τρόπο, πως θα συνδέαμε αλλοιώς τα σημεία του χώρου με δύναμη που να προέρχεται
απο την φύση τους και να εκδηλώνεται ως μεταξύ τους αλληλεπίδραση! Και αν συνδέαμε την φύση
του σημείου με δύναμη πως θα καθορίσουμε την μάζα του σημείου που θα σηματοδοτεί την
αντίστασή του στην μεταβολή της κίνησης! Διότι απο την στιγμή που έχουμε απαίτηση για
μεταβολή της κίνησης την ύπαρξη δύναμης θα πρέπει να εννοήσουμε και το ότι τα σώματα
αντιστέκονται στην μεταβολή της κίνησής τους οταν δεν υφίσταται το αίτιο της μεταβολής.
Παρόλα αυτά έχουμε κίνηση και μεταβολή στην θέση που μπορεί να αιτιολογηθεί με το διάνυσμα
ταχύτητας και επίσης έχουμε μεταβολή στην κίνηση , παρότι το διάνυσμα της ταχύτητας έχει μετρο
μονάδα, ως προς την κατεύθυνση και φορά της κίνησης και έτσι θα πρέπει να αναζητήσουμε αιτία
στην επιτάχυνση. Οταν όμως η μεταβολή αυτή συμβαίνει χωρίς την παραδοχή αλληλεπίδρασης ,
δηλαδή το αίτιο αποδοθεί στο σώμα μας όπως εκφράζεται στην τροχιά του τότε θα πρέπει να
παραδεχθούμε μηδενική αντίσταση στην μεταβολή , μηδενική μάζα έτσι ώστε και οι δυνάμεις μας
να εξαφανίζονται. Επιστρέψαμε έτσι στον προσφιλή τετριμένο χαρακτήρα της ιδανικής
κατάστασης, προσφιλή γιατί μας θυμίζει το πόσο ουσιαστικοί μπορούμε να είμαστε σε τέτοια βάθη
και εκτάσεις ωστε να μην συμπεράνουμε ξαφνικά ότι είμαστε κοσμικοί εργολάβοι κατασκευαστές!
Και φαντάζομαι οτι θα πρέπει να υφίσταται ενα χάσμα απο αυτήν την κατάσταση παραγμάτων ως
τις αντιληπτές υλοποιήσεις διότι αλλοιώς παρα τον ταπεινόφρονα στόμφο θα παριστάναμε πάλι
τους κοσμικούς εργολάβους κατασκευαστές.
Αλλάζω παράγραφο γιατί και μονο που τα βλέπω κουράστηκα! Εδώ θα εκτραπώ πάλι απο
την πορεία με επιστημοσχημοσύνη στην πορεία της κατα πάντων και προ πάντων απόφθεγξης! Το
να αναγνωρίζουμε τετριμένες καταστάσεις στον κόσμο δεν σημαίνει πως ο κόσμος είναι ρηχός,
αλλά σημαίνει οτι εμείς είμαστε ανίκανοι να διεισδύσουμε σε όλο το βάθος απο το φαινόμενο είναι
ως το μη είναι. Εντάξει οταν είναι κανείς εργολάβος-κατακτητής τότε τα λίγα του τα παρουσιάζει
πολλά , και τα πολλά των άλλων λίγα. Στον κόσμο που αντιλαμβανόμαστε, στον κόσμο του
ανταγωνσμού των εργολάβων στην αρπαγή (γιατί υπάρχει υγειής συλλογική έννοια εργολαβίας που
αφορά την απο κοινού ανάληψη έργων) οι άνθρωποι πλασσάρουν τα δικά τους λίγα (που είναι λίγα
γιατί δεν ενδιαφέρθηκαν για πολλά εφόσον τα πολλά δεν κεφαλαιοποούνται και εξαργυρώνονται)
ως υπέρ-αρκετά και τα πολλά των άλλων παρουσιάζουν λίγα. Διότι εκείνο που ενδιαφέρει δεν είναι
η σύνθεση , πως θα οργανωθούμε κοινωνικά για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα, αλλά η
επικράτηση. Ετσι ο κόσμος χωρίζεται με βάση τα στοχευμένα και πεπραγμένα των έτσι
ανταγωνιζομένων σε αυτούς που παντοτε υστερούν , έχουν λίγα, τους μη προνομιούχους και σε
αυτούς που πάντοτε έχουν πολλά , αξιολογούνται κατάλληλοι και απλώς επιδέχονται διορθώσεις,
τους προνομιούχους. Κάποιοι προσπαθούν για να μείνουν σε θέσεις και κάποιοι θελουν
προσπάθεια για να φύγουν απο θέσεις. Κάποιοι κουνάνε το μικρό δάχτυλο δυο φορές και και μετά
απαιτούν να ανοίξουν οι κρουνοί με τα αργύργια και κάποιοι επιτελούν μαραθώνιους και πάντα
παρουσιάζονται σαν να του λείπει κάτι, το κάτι τις,, η τελείωση. Κάποιοι είναι οι χαμένοι απο χέρι
και κάποιοι οι κερδισμένοι απο χέρι. Δε λούζερς (λούζονται πιο τακτικά) αντ δε γουίνερσ (δεν
λούζονται καθόλου!) .
Είναι διάφορα πράγματα που χρήζουν εξομάλυνσης, και αν κάτσει να δεί τα παραπάνω
κανείς σε όλες τις λεπτομέρειες πιιστεύω πως θα βρεί πολλά λεπτά σημεία που μπορεί να γίνουν
αντιληπτά μονάχα οταν εστιάσει κανείς σε αυτά. Αλλά θα πρέπει να μείνει ίσως λίγο παραπάνω
στην έννοια του ορατού μέσα απο μια συντεταγμένη θέα που είναι κεντρική στην παραπάνω
θεώρηση. Οπωσδήποτε οποιαδήποτε τροχιά με διαφορετικές προδιαγραφές απο αυτές της “ορατής”
είναι νοητή απο κάποιον ο οποίος αντιλαμβάνεται το παραπάνω μοντέλο. Αρα άλλο ορατή τροχιά
άλλο νοητή τροχιά. Μάλιστα στα κοσμικά πλαίσια δεν νομίζω οτι θα έπρεπε κανείς να ψάχνει
αντιφατικές καταστάσεις ανάμεσα δύο συντεταγμένες θεάσεις του κόσμου. Το οτι κάποιες τροχιές
συγκαταλέγονται στις μη ορατές δεν έχει να κάνει με το ότι δεν επιτρέπονται αυτές οι τροχιές ,
πράγμα που άλλωστε θα έπρεπε να δικαιολογηθεί σε υψηλότερα επίπεδα αναλύσεως του κόσμου
μας αν ίσχυε. Καθώς ρέει ο χρόνος όπως γίνεται αντιληπτός στις καθημερινές ασχολίες δεν θα
μπορούσε να σκεφτεί κανείς διαφορετική ταχύτητα ροής μεταβάλλοντας την μονάδα του χρόνου;
Δηλαδή , κάνοντάς το πιο συγκεκριμένο , δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς οτι μια διαδικασία
ολοκληρώνεται σε διπλάσιο χρόνο αριθμητικά ως προς την χρονική μονάδα; Υπάρχει τίποτε
αντιφατικό στην θεώρηση μια τέτοιας δυνατότητας; Οχι, αφού αλλωστε υπο διαφορετικές
συνθήκες μπορεί εκείνη να είναι η πραγματική διάρκεια. Μπορεί και με μετασχηματισμό της
μονάδας να αλλάξει η αριμητική τιμή της διάρκειας αλλά αυτό δεν σχετίζεται με την μεταβολή
στην υλοποίηση της διάστασης του χρόνου επάνω σε τροχιές εφόσον είμαστε συνεπείς ως προς
τους μετασχηματισμούς αυτούς. Τι είναι εκείνο που υλοποεί την διάσταση του χρόνου είναι το
ζητημα και αναλόγως με την επίλυση αυτού του ζητήματος καθορίζονται ποιές τροχιές είναι ορατές
ως πραγματικές και ποιες είναι νοητές ως φανταστικές. Ας πούμε οτι οτι έχουμε μια τροχιά η
οποία καθορίζει κίνηση απο κάποια χρονική στιγμή μέχρι μια άλλη πάνω στο ίχνος της. Απο την
ίδια στιγμή το ίδιο το σώμα θα μπορούσε να εκτελέσει άλλη τροχιά ώστε στην τελική χρονική
στιγμή να βρίσκεται σε διαφορετική θέση επάνω στο ίχνος της τροχιάς. Αυτό που συμβαίνει στην
πραγματικότητα κάθε φορά είναι μια εκδοχή της τροχιάς του σώματος ενώ οι υπόλοιπες εκδοχές
είναι φανταστικές επινοήσεις. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς πως η “υλοποίηση” του χρόνου ,
δηλαδή σημαίνει επιλογή μέσα απο διαφορετικές δυνατότητες. Μία απο τις δυνατότητες αυτές
αποτελεί την ορατή πραγματικότητα ενώ οι υπόλοιπες επιλογές ανήκουν στην σφαίρα της
επινοημένης φαντασίας. Αυτό αν θέλουμε να διατηρήσουμε την συνάφεια αιτίου προς αιτιατό. Η δε
παραμετροποίηση στις φανταστικές τροχιές μπορεί να εννοηθεί ως χρόνος ο οποίος δεν αφορά
πραγματικές διαδικασίες, αλλά φανταστικές ενώ η ορατότητα των τροχιών είναι ακριβώς η
κατηγοριοποίησή τους ως πραγματικές τροχιές. Είναι ορατές στον πραγματικό ορίζοντα γεγονότων
και οποιαδήποτε αναφορά σε υψηλότερα , με την έννοια του αδρομερέστερου, επίπεδα ανάλυσης
κάτω απο την τρέχουσα συντεταγμένη θέαση θα πρέπει να στηρίζεται σε αυτήν την
πραγματικότητα. Είναι φανερό μέσα απο το παραπάνω σκεπτικό πως η ισχύς της ψευδομετρικής
αφορά την εφαρμογή τους κατα μήκος των πραγματικών τροχιών όπου μπορούμε και να
διατηρήσουμε το μέτρο της ταχύτητας σταθερά μοναδιαίο αλλά και η συνιστώσα ύλης είναι
σταθερή και δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε την ψευδομετρική κατα μήκος οποιασδήποτε τροχιάς
που δεν είναι πραγματική χωρίς να πάψει να ισχύει η συγκεκριμένη κατάστρωσή της. Αυτό φυσικά
στον χώρο φάσης. Πάντως θα πρέπει να επιμείνει κανείς στο ότι κάτω απο οποιαδήποτε
δικαιολογημένη κατάστρωση θα πρέπει η συνιστώσα ύλης και η μεταβολή της να μην εξαρτώνται
απο αλλαγή συστήματος μεταβλητών συντεταγμένων. Αυτό αν θέλει να αφενός να διαχωρίσει
σημασιολογικά την συνιστώσα ύλης απο τις τρείς άλλες διαστάσεις του χώρου φάσης και αφετέρου
να εννοεί πως πρόκειται για ενιαίο σώμα με διαφορετική θέαση όταν εστιάζει σε τροχιά σώματος
μέσα στον ίδιο κόσμο όπου όλες οι θεάσεις μοιράζονται ενιαίο χώρο. Ολα αυτά τα γενικά
ειπωμένα αποτελούν μια σύνθεση λεπτομερειών και οπωσδήποτε το ειδικά ζητήματα που θα
προκύπτουν εστιάζοντας σε αυτές τις λεπτομέρειες χρειάζονται εξομάλυνση προς το γενικό
μοντέλο. Νομίζω όμως ότι στο παρόν επίπεδο εξομάλυνσης και εξευγενισμού του μοντέλου είναι
αρκετά δύσκολο να γυρίσει κανείς πίσω απορρίπτοντάς το. Ακόμα και να μη μπορεί να
εξαργυρώσει με αργύργια την προσπάθειά του! Απόδειξη οτι ο κόσμος δεν γυρίζει μονο με
χρήματα που λένε και κάποια δημώδη άσματα προσφιλή πάντοτε στους ιερείς της μορφώσεως
αλλά μερικές φορές γυρίζει απο μόνος του για να εξερευνήσει τα περίχωρα! Αλλες φορές αυτό
μπορεί να οφείλεται σε μεθυσμένη οδήγηση!
Αρα, επανερχόμενος αν έχουμε την κατάστρωση της θέασης κάτω απο ενα συγκεκριμένο
σύστημα συντεταγμένων (εντελώς στον χώρο του φανταστικού εκτός και αν ξεχάσουμε να
πεθάνουμε ή όταν αυτό δεν είναι θέμα μας πληρώνει κάποιος τα ναύλα και τα έξοδα και υλικά της
κοσμικής σκαπάνης! Είπα να καλύψω και τους οπαδούς του οτι “μάνι μεικσ δε γουόρλντ γκο
ράουντ” μπας και δω χαίρι!) οι επιτρεπτοί μετασχηματισμοί μεταβλητών συντεταγμένων θα πρέπει
να εξυπηρετούν το
dm= σταθερό.
Για παραπέρα δεν ξέρω τι επιπλέον απαίτηση μπορεί να επιβληθεί αλλά αυτό και η ανάγκη να
αντιμετωπιστεί η κρίση των κροίσων και η ρευστότη είναι πια γνωστά αμφότερα ομού προς όλες
τις κατευθύνσεις. Ολα υπο το φώς του ηλίου αλλά βέβαια ίσως κάποια όχι τόσο διαφανή. Διότι
ακόμα και κάτω απο το φώς του ήλιου μπορεί κανείς να την πατήσει (εκφραση δημώδης λαική
ελλειπτική για λόγους ευγενείας ....... τώρα ή μπανανανόφλουδα εννοεί ή κουραδοβούνι που
άπλωσε καμμιά αγελάδα στο διάβα της) Πάντως νομίζω πια ότι οποιος θέλει να μάθει μπορεί να τα
μάθει! ) διότι ακόμα και ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός οπότε οι περισσότεροι καταλήγουν να
ξεθυμαίνουν με μπιχλιμπίδια. Πάντως αρκετοί τον δένουν τον κόμπο, το φτιάνουν το κομπόδεμα
ακόμα και σε συνθήκες κρίσης! Και σταδιοδρομίες φτιάχνουν! Αλλοίμονο αμα δεν φτιάχνονται
τώρα οι σταδιοδρομίες ποτε θα φτιαχτούνε! Ελα παναγία μου! Οταν τα πραγματα πανε καλά! Εδώ
στις κατοχές βγάζει περγιουσία ο κόσμος! Που'χει και το dm σταθερό!
Υπάρχει και ενα άλλο σημείο που χρήζει διευκρινίσεων και αυτό αφορά στις τροχιές που
επιλέγονται ως αρχή του μεταβλητού συστήματος συντεταγμένων και το αν θα πρέπει να είναι
φανταστικές. Επιλέγοντας μια τροχιά ως αρχή του μεταβλητού συστήματος συντεταγμένων που
συγκαταλέγεται στις πραγματικές -ορατές τροχιές μπορεί κανείς να φθάσει με διαδοχικούς
μετασχηματισμούς στο σημείο η τροχιά να είναι φανταστική; Ηδη οι τροχιές που εκφυλίζονται σε
σημεία είναι τροχιές φανταστικές , δηλαδή νοητές. Αρα δεν θα πρέπει να τίθεται τέτοιος
περιορισμός. Ομως δεν ακούγεται καλά η άποψη πως φανταστική τροχιά αποτελεί αρχή του
συστήματος συντεταγμένων. Παρόλα αυτά ισχύει. Η έννοια του φανταστικού , θα πρέπει να
επισημανθεί εκ νέου δεν ταυτίζεται με την έννοια του αντιφατικού και υπο προυποθέσεις
παρατήρησης η τροχιά αυτή υλοποιείται στην πραγματικότητα. Ολες οι τροχιές είναι πραγματικές
αλλά κάποιες αλλά η πραγματικότητα διαμοιράζεται ανάμεσα στα διάφορα συστήματα αναφοράς
χωρίς να σημαίνει οτι οι μερίδες πραγματικότητας που αντιστοιχούν στην θέαση υπο σύστημα
αναφοράς δεν αλληλεπικαλύπτονται. Μπορούν όμως να θεωρούνται τροχιές που μεταβάλλουν
ακόμα και την συνιστάσα ύλης συμφηφίζονται ισοπεδωτικά και τις τέσσερεις διαστάσεις στον
χώρο φάσης; Ουσιαστικά όταν μιλάμε για επιτρεπτούς μετασχηματισμούς εννοούμε αλλαγές
συστήματος μεταβλητών συντεταγμέων. Και επειδή η βάση απο τον διανυσματικό χώρο
θεωρήθηκε σταθερή προς το παρόν , οι μετασχηματισμοί οι οποίοι ενδιαφέρουν αφορούν στην
επιλογή τροχιάς αρχής του συστήματος συντεταγμένων. Προηγουμένως απαιτήθηκε η αντίστοιχη
τροχιά μετά απο ένα μετασχηματισμό κάποιας τροχιάς αφενός να μην μεταβάλλει την συνιστώσα
ύλης της τροχια απο την οποία προήλθε και αφέρου να μην μεταβάλλει την συνιστώσα ύλης κατα
μήκος της εφόσον είναι σταθερή η συνιστώσα ύλης της τροχιάς προελεύσεως. Η δεύτερη απαίτηση
υπερκαλύπτεται απο την απαίτηση να μην μεταβάλλεται η συνιστώσα ύλης κατα την αντιστοιχία
τροχιών δια των επιτρεπτών μετασχηματισμών. Οπωσδήποτε λοιπόν δεν μπορούμε να θεωρήσουμε
τροχιές με μεταβλητή συνιστώσα ύλης μέσα απο την παρούσα κατάστρωση ως αρχές του
συστήματος συντεταγμένων. Αυτό θα σημαίνει όμως και το γεγονός του εξοβελισμού των τροχιών
με μεταβλητή συνιστώσα ύλης απο την πραγματικότητα. Δηλαδή εφόσον δεν συμψηφίζονται
ισοπεδωτικά οι διαστάσης του χώρου φάσης οι τροχιές με μεταβλητή συνιστώσα ύλης δεν
πρόκειται να εισέλθουν σε πραγματική κατάσταση κάτω απο οποιαδήποτε αλλαγή συστήματος
συντεταγμένων. Αυτό στην ουσία είναι η τυποποίηση του ότι σε αυτό το επίπεδο τα φαινόμενα
είναι φαινόμενα κίνησης. Και δεν παραβιάζεται η αρχή της μη πληρότητας χρήσης του χώρου.
Αντίθετα διατηρείται η αρχή του μη συμψηφισμού των διαστάσεων ύλης και χώρου με την
απαίτηση οι μετασχηματισμοί μας να αφορούν σε μετασχηματισμούς στον χώρο των τριών
διασασεων. Αυτό και πάλι δεν σημαίνει πως οι τροχιές μη σταθερής συνιστώσας ύλης δεν είναι
χρήσιμες. Στο παρόν επίπεδο ανάλυσης δεν αποτελούν πραγματικότητα αλλα συμπληρώνον
ουσιαστικά το θεμελιώδες μοντέλο και επιτρέπουν την ολοκληρωμένη νόησή του και πέρα απο τον
χώρο την πραγματικότητάς του. Μετά απο όλα αυτά η συνθήκη dm=σταθερό κατα μήκος των
τροχιών ανάμεσα σε μετασχηματισμούς αντικαταστάθηκε με την
dm=0
ανάμεσα στα αντίστοιχα σημεία που υποδεικνύονται απο τους μετασχηματισμούς προ και μετά την
εφαρμογή τους. Θεμελιώδες αλλά τετριμμένο! Καλό αυτό, είμαστε σε καλό δρόμο! Δεν έχουμε
ανοίξει θεική εργολαβία.
Πως όμως στην καθημερινή μας αντίληψη δεν μπορούμε να εξαφανίσουμε πράγματα απο
τον ορίζοντα που αντιλαμβανόμαστε απλά αλλάζοντας μονάδες, ώστε να αλλάζει και η
κατάστρωση των τροχιών! Βέβαια με το να αλλάζουμε μονάδες εφόσον υφίσταται και υποβάλλεται
η επιλογή της φυσικής πραγματικότητας του χρόνου δεν οδηγούμαστε στο να υποθέσουμε πως δύο
τροχιές ξεκινούν απο το ίδιο σημείο και καταλήγουν με την πάροδο ίδιας χρονικής διάρκειας σε
διαφορετικά σημεία. Επιπλέον οι καθημερινή αντίληψη ούτως ή άλλως δεν εκτυλίσσεται στο
μέγιστο της ταχύτητας ή τέλος πάντων με τους όρους της κίνησης των τροχιών. Αρα θα πρέπει να
αναζητηθεί εξήγηση και δικαιολόγηση αν πρόκειται να συμπληρωθεί και όχι να εγκαταληφθεί το
μοντέλο στην συγκρότηση πιο “χειροπιαστής” ύλης σε ανώτερα επίπεδα ανάλυσης καθώς
υλοποιείται το ιδανικό. Οπωσδήποτε όμως στην καθημερινή αντίληψη εάν διαπιστώναμε οτι το
πραγματικό είναι για ένα σώμα που το περιμέναμε να εμφανιστεί μετά απο κάποιο χρόνο σε άλλο
σημείο να εμφανίζεται σε άλλο, έχει εξαφανιστεί πλέον η πρώτη τροχιά του σώματος απο το
πραγματικό και συγκαταλέγεται στο φανταστικό.
Καθώς προχωρούμε επανερχόμαστε σε διάφορα ζητήματα με διάθεση εξευγενισμού τους,
εις τρόπον ωστε να πεισθεί ακόμα περισσότερο ο αναγνώστης αφού κατανοήσει το σκεπτικό. Το
ζήτημα αυτό της πραγματικότητας του χρόνου μας παραπέμπει για μια ακόμα φορά στην σαφήνεια
του κόσμου μεσα απο την σύνδεση αιτίου και αιτατού. Δεν μορούμε να έχουμε δύο τροχιές οι
οποίες να ξεκινάνε απο το ίδιο σημείο στον χώρο φάσης, για το ίδιο σώμα και να εξελίσσονται
διαφορετιά. Αναγκαστικά θα συμπίμπτουν. Επιπλέον αν η παρουσία του ενός σώματος αποκλείει
το άλλο ,δεν μπορούμε να έχουμε τροχιες που στον ίδιο χρονο και χώρο υποδεικνύουν διαφορετικά
ιδανικά σώματα, διαφορετικές τιμές της συνιστώσας ύλης. Αυτο το τελευταίο είναι ενα ζήτημα το
οποίο θα πρέπει να μας προβληματίσει αναφορικά και με το επιτρεπτό των μετασχηματισμών. Δεν
μπορεί δηλαδή να επιτρέπεται μετασχηματισμός ο οποίος να οδηγήσει σε τέτοια κατάσταση. Πριν
όμως το αναλύσω αυτό λίγο παραπάνω θα ήθελα να στρέψω την προσοχή του αναγνώστη στην
τυπική πλέον παρουσίαση της σύνδεσης της εννοίας του χρόνου με την αρχή της αιτιότητας. Στην
τυποποίηση αυτού τους ισχυρισμού που αναδεικνύεται με τον διαχωρισμό των ιδανικών τροχιών σε
πραγματικότητα και μη αναλόγως του συστήματος αναφοράς.
Επειδή η συνιστώσα ύλης κατα τους επιτρεπτούς μετασχηματισμούς διατηρείται το
πρόβλημα του κάτα πόσο τηρείται ο αμοιβαίος αποκλεισμός των απλών σωμάτων αφορά την
προσέγγιση και σύμπτωση σε σημεία του χώρου και στιγμές του χρόνου τροχιές με την ίδια
συνιστώσα ύλης. Εδώ φαίνεται και η τεχνική αξία του χωροχρόνου επειδή πιστεύω ότι είναι
προτιμότερο η αντιμετώπιση να γίνει εκεί. Θα ήθελα όμως πρωτύτερα να εξετάσω το αν η
απαίτηση του αμοιβαίου αποκλεισμού αφορά σε όλες ή μονο στις πραγματικες τροχιές υπο την
επίδραση των επιτρεπτών μετασχηματισμών. Δηλαδή, κοιτάξτε, έχετε κάτω απο μια συντεταγμένη
θέαση του κόσμου, μια φανταστική τροχιά.. Επιτρέπετα να διέρχεται απο κάποιο σημείο του χώρου
και την ίδια χρονική στιγμή μαζί με κάποια κάποια πραγματική τροχιά; Αφετέρου μπορεί ενας
επιτρεπτός μετασχηματισμός να οδηγήσει σε μια πραγματική και μια φανταστική τροχιά
διερχόμενες απο το ίδιο σημείο του χώρου την ίδια χρονική στιγμή, οταν προτού εφαρμοστεί ο
μετασχηματισμός οι τροχιές αυτές ήταν και οι δύο πραγματικές; Εξ ορισμού οι φανταστικές τροχιές
τέμνουν πραγματικές πάνω στο ίδιο ίχνος με την έννοια του ότι διέρχονται απο το ίδιο σημείο την
ίδια χρονική στιγμή. Αρα αμέσως-αμέσως παίρνουμε ενα πόρισμα απο αυτήν την εξέταση που δεν
δεσμεύει τους επιτρεπτούς μετασχηματισμούς μας αναφορικά με το παραπάνω θέμα. Επομενως η
αρχή του αποκλεισμού των στοιχειωδών σωμάτων εφαρμόζεται στις πραγματικές τροχιές και οι
μετασχηματισμοί μας πρέπει να σέβόνται τον περιορισμό μονο αναφορικά με αυτες. Αυτό όπως
καταλαβαίνετε περιπλέκει την μορφή των μετασχηματισμών , άστε δε που αφήνοντας μεγαλύτερη
ελευθερία εκδήλωσης κατηγοριών μετασχηματισμών καθιστά την μορφή τους περισσότερο
αόριστη.
Ας πάμε λοιπόν στην μεταφορά των τροχιών απο τον χώρο φάσης στον χωροχρόνο. Αν
πάρουμε μια τροχιά , φυσικά με την συνιστώσα ύλης σταθερή, αλλιώς δεν μας φτάνει ο
χωροχρόνος και θα ζητούσαμε καμμιά διάσταση ακόμα ως θεικό δάνειο (τι μονο οι τράπεζες θα
ζητάνε ρευστότητα απο τους θεούς της οικονομίας! ), ήδη έχοντάς την ψωνίσει (την παθολογία)
και παίζοντάς το ( το έργο) “κοσμικοί εργολάβοι”, τότε για κάθε χρονική στιγμή μπορούμε να
μεταφέρουμε τόσο την χρονική στιγμή όσο και το σημείο του χώρου στον χωροχρόνο. Εκείνο που
σημαίνει σίγουρα είναι πως σε μια χρονική στιγμή δεν μπορούν να αντιστοιχούν δύο θέσεις στον
χώρο, αλλά μπορεί δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές να αφορούν την διέλευση του σωματιδίου
απο την ίδια θέση στον χώρο. Παραδέιγματος χάριν αν η τροχιά πάρει κυκλική μορφή. Τι μορφή
μπορεί να έχει η απεικόνιση της τροχιάς μας στον χωροχρόνο είναι το ερώτημα! Επειδή η
συνιστώσα ύλης είναι σταθερή κατα μήκος της τροχιάς η θέση του σώματος είναι σε όλο το ίχνος
που αφήνει στον χώρο η τροχιά αλλά σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Δηλαδή δεν μορούμε να
πούμε οτι σε κάποια χρονική στιγμή το σώμα βρίσκεται αλλού στον χώρο απο το σημείο χώρου
που υποδεικνύει η τροχιά. Απο αυτό άλλωστε υποστηρίζεται και ο χαρακτήρας της τροχιάς ως
τέτοιος μαθηματικής συναρτήσεως. Το ίχνος της τροχιάς οπωσδήποτε αναμένουμε να είναι μια
καμπύλη , δηλαδή μια μονοδιάστατη γραμμή όχι αναγκαστικά ευθεία που μπορεί να δανειστεί την
έννοια της διαστάσεως μέσα απο την παραμετροποίηση με μία μονο παράμετρο. Αν προστεθεί η
έννοια του χρόνου βλπεπουμε οτι τα ζεύγη χρόνου και σημείων του χώρου συγκροτούν μαθηματική
ολική συνάρτηση , δηλαδή για κάθε στιγμή του χρόνου έχουμε ενα μοναδικό σημείο του χώρου,
αν και διαφορετικές στιγμές του χρονου μπορούν να αντιστοιχουν στο ίδο σημείο. Αρα μπορούμε
να εισάγουμε τον ίδιο τον χρώνο για να παραμετροποιήσουμε την απεικόνιση της τροχιάς στον
χωροχρόνο και βλέπουμε οτι αποτελεί καμπύλη και μάλιστα διαφορίσιμη, και μάλιστα υπο αυτήν
την παραμετροποίηση οχι φυσικά παραμετροποιήσιμη αφού το μέτρο της παραγώγου είναι  2
οταν η τροχιά στον χώρο φάσης είναι πραγματική. Πάντως μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε τέτοια.
Σε τι χρησιμεύει ο χωροχρόνος αφού θα μπορουσαμε να χρησιμοποιήσουμε μονο τον χώρο των
τριών διαστάσεων και τα μήκη των ιχνών των τροχιών στον χώρο αιτιολογείται απο την ανάγκη για
την εφαρμογή της ψευδομετρικής που δεν ορίζεται και παντού αλλά μονο κατα μήκος του
αντικρύσματος της πραγμτικής τροχιάς στον χωροχρόνο ως αναλλοίωτης κατα την εφαρμογή
μετασχηματισμών στον χώρο φάσης. Εδώ μπορούμε να εξετάσουμε τον περιορισμό του αμοιβαίου
αποκλεισμού των στοιχειωδών σωματιδίων και κατα πόσο πληρούται μετα την εφάρμογή κάποιου
μετασχηματισμού. Εχει ήδη ειπωθεί πως οταν η συνιστώσα ύλης είναι διαφορετική, επειδή οι
μετασχηματισμοί προορίζονται να τηρούν σταθερή την συνιστώσα ύλης καθώς οδηγούν απο τροχιά
σε τροχιά , επειδή δεν αφορούν μετασχηματισμό στην συνιστώσα ύλης ωστε να μην
συμψηφίζονται οι διαστάσεις χώρου και ύλης στον χώρο φάσης, η αρχή του αμοιβαίου
αποκλεισμού εξασφαλίζεται Και επομένως τα ίχνη των τροχιών δεν συναντιούνται την ίδια χρονική
στιγμή. Οχι πως δεν συναντιούνται καθόλου. Πάνω σε αυτό το σημείο λίγο θα ήθελα προτού
συνεχίσω να μελετήσω την εξής ένσταση: η συνιστώσα ύλης θα πρεπει να διατηρείται σταθερή
ακόμα και όταν η μια απο την αντιστοιχούμενη τροχιά είναι φανταστική ή μπορεί η συνιστώσα
ύλης να μεταβάλλεται όταν έχουμε φανταστικές τροχιές. Πρώτον τότε δεν αποφεύγουμε εντελώς
τον συμψηφισμό των διαστάσεων χώρου και ύλης και δεύτερο δεν μπορούμε να μιλάμε για
αντιστοιχία τροχιών κάτω απο τους διάφορους μετασχηματισμούς που αφορούν στο ίδιο σώμα.
Πρόκειται απλώς για θεωρητική αντιστοιχία που επιβάλλει ο μετασχηματιμσός αλλά δεν
εξασφαλίζει οτι πρόκειται για το ίδιο σώμα. Αρα νομίζω ότι είναι απαραίτητο οι μετασχηματισμοί
να μη θίγουν την συνιστώσα ύλης καθόλου και αυτό μπορεί να γίνει μόνο οταν περιορίζονται στις
διαστάσεις του χώρου οταν γνωρίζουμε οτι κάθε τροχιά σταθερής συνιστώσας ύλης μπορεί να
θεαθεί ως πραγματική κάτω απο κάποια αλλαγή μεταβλητού συστήματος συντεταγμένων. Τέλος
πάντων νομίζω οτι η ένσταση αντιμετωπίστηκε προς το παρόν και έτσι ας επανέλθω στο ζήτημα
του αποκλεισμού. Μπορούν λοιπόν οι τροχιές στον χώρο φάσης να συναντιούντα αλλά σε
διαφορετικές χρονικές στιγμές. Τι σημαίνει αυτό; Οτι στον χωροχρόνο δεν συναντιούνται καθόλου.
Να λοιπόν που φθάσαμε σε ενα εύχρηστο γενικό κριτήριο πάνω στην απαίτηση στους για τους
μετασχηματισμούς με την βοήθεια του εργαλείου που λέγεται χωροχρόνος!
Ας σταματήσω προς το παρόν γιατί ξεκούρδισε το κεφάλι μου και για να πάρω λίγες ανάσες
αναψυχής με το αγαπημένο μου θέμα. Ποιό άλλο! Τους εργολάβους , αριστερούς και δεξιούς , είτε
σοσιαλιστές είτε καπιταλιστές, και πολεμιστές και εκδικητές, και σταδιοδρόμους και ιδεολόγους,
και περιβαλλοντολόγους και ανθρωπιστές! Γιατί βλέπετε το μέλημά τους είναι να κερδίζουν
εκλογές για το καλό μας απο ό,τι φαινεται ακόμα και όταν δεν θέλουμε να εκλέξουμε βρε παιδί
μου! Τώρα πως τέτοια κωθώνια πιάνουν θεσεις είναι ενα ερώτημα. Πως καταφέρουν και μας
κουμαντάρουν τα κομμάντα και τους ψηφίζουμε! Θα το θέλουμε και μείς δεν μπορεί! Εδώ κοιτάξτε
αμα σε περίοδο εκλογών παρεις σε υπουργείο μπορεί να μην μπορεί να πιάσεις κανένα. Βάζεις τότε
με το μυαλό σου πως στα υπουργεία δουλεύουν αυτοί που διορίζουν οι υπουργοί ή τέλος πάντων
προσκείμενοι σε πολιτικά βιλαέτια και αμα οι υπουργοί είναι απασχολημένοι να βγούν μαζι με
τους υπόλοιπους πολιτικούς υποψήφιους όλος αυτός ο στόλος θα πρέπει να απασχολείται και
αυτός. Τι να πω, μπορεί απλώς να παρατραβώ το σκεφτικό! Μπορεί να μη πρέπει να σκέφτομαι
πως αν οι εκλογές , που υποτίθεται εκλέγουμε εμείς, είναι για το καλό μας και όχι για να μας
σώσουν οι σωτήροι μας (καθαρα λαικιστική ντοπιολαλιά) είτε μικρού είτε μεγάλου κομματικού
μαγαζιού (αλλα όταν λέμε να μας σώσουν ,να σώσουν ειδικά εμάς μη σώσουν και κανέναν άλλο
και δεν φτάσουν οι περιορισμένοι πόροι! Οικονομικό είναι το θέμα! Οχι να σωθούμε όλοι και να
παραλύσει και το εμπόργιο!) θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα και να επιδεικνύεται μέριμνα η
διοίκηση και η λειτουργία του κράτους να μη σταματά σε κανένα επίπεδο περαν της λήψεως
ουσιαστικών πολιτικών αποφάσεων. Αλλά τώρα μια ολόκληρη σειρά “μοντέλων” είναι
απασχολημένη στο πεδίο αυτό , φαίνεται και εκτός διατεταγμένης υπηρεσίας αλλά και εντός όπως
στην περίπτωση της “στρατευμένης” , μισθωμένης δηλαδή , όχι ιδεολογικά τοποθετημένης ,
δημοσιογραφίας. Αμα τελειώσουν οι εκλογές μετα θα πιάσουμε τα θέματα ασφάλειας όπως και σε
όλα τα υπόλοιπα μήκη και πλάτη του κόσμου άλλωστε, κομμουνιστικά και καπιταλιστικά και του
ενδιαμέσου του φάσματος και θα το ρίξουμε στην προμήθεια εξοπλισμών. Ετσι για να
“υλοποιούνται” και οι ιδεολογίες δηλαδή! Εμ, να ζήσουν και οι εργολάβοι-μαχητές-
περιβαλλοντολόγοι! ...... : αποσπάσματα απο το θεατρικό εργο του παρόντος σε μια παράσταση του
μέλλοντος “ Η Τρελοκοτσιδού”
Aς αφήσω όμως την τρελοκοτσιδού και ας πιάσω πάλι καμμιά τροχιά μπας και περάσει το
τραίνο! Πιστεύω, και φαντάζομαι οτι έγινε αντιληπτό απο το τι έχω εκθέσει προηγουμένως πως δεν
είναι δυνατόν ολοκληρώσει κανείς την διαδρομή απο τις ιδανικές τροχιές στα αντιληπτά σώματα
έστω σε αυτό το πλαίσιο που ονόμασα κόσμο αλλά ίσως καλύτερα θα ήταν να αποκαλώ ρητά χώρο
φάσης έτσι ώστε δεν φτάνει που δεν γνωρίζω απο ξεκινάει και που καταλήγει η κάθε τροχιά να
μην στεγανοποιώ και την έννοια του κόσμου, λές και τον γνώρισα όλο και ήρθα να σας πω τα νέα
και έτσι να αποκλείω απρόοπτα! Τέλος πάντων, στον χώρο φάσης επομένως αναμένω να
υφίσταται αβεβαιότητα ως προς την σύνθεση σε τροχιές των αντιληπτών σωμάτων απο εμάς στα
επίπεδα αντίληψης που μας επιτρέπει η σύγχρονη ή η κάθε φορά φτασμένη τεχνολογία.
Αβεβαιότητα που έχει να κάνει όχι με το πως πραγματι είναι τα πράγματα αλλά με τη υποκειμενική
θεώρηση απο εμάς του χώρου φάσης. Δεν είναι οτι τα σώματα που αντιλαμβανόμαστε καθημερινά
καθώς περιφερόμαστε στον κόσμο δεν έχουν συγκεκριμένη δομή σε όλη την διαδρομή εως το
ιδανικό επίπεδο ανάλυσης, αλλά εμείς δεν είμαστε σε θέση να εξακριβώσουμε αυτήν την δομή.
Προσέξτε το εξής επιχείρημα: Αν τα σώματά που αντιλαμβανόμαστε δεν είναι παρα παιχνίδια της
δικής μας αντίληψης, δηλαδή η αβεβαιότητα δεν έχει να κάνει με το υποκειμενικό της
παρατήρησης αλλά στοιχείο του χαρακτήρα τους τότε αυτά θα πρέπει κάτω απο εντελώς
διαφορετικές συνθήκες παρατήρησης , εστω απο υποκείμενο που διαθέτει εντελώς διαφορετικό
αντιληπτικό εξοπλιμσό, αυτά να εξαφανίζονται , να μην υπάρχουν πλέον. Ετσι ωστε να
δικαιολογείται ο υποκειμενικός τους χαρακτήρας. Βεβαίως ήδη έχουμε μιλήσει για εξαφάνιση
τροχιών και θα μπορούσε κανείς πει οτι η πραγματικότητα προσλαμβάνει υποκειμενικό χαρακτήρα
καθώς σχετίζεται με την θέαση του χώρου φάσης. Οπότε αυτό θα μπορούσε να προεκταθεί ωστε να
ισχύει και στα πιο υλικά επίπεδα ανάλυσης του κόσμου φάσης. Ναι, αλλά σε κάθε περίπτωση θα
πρέπει να είναι δυνατόν να αναλυθεί το σώμα που γίνεται αντιληπτό υπο το πρίσμα ενός
συστήματος μεταβλητών συντεταγμένων του χώρου φάσης μέχρι το ιδανικό επίπεδο πραγαμτικών
τροχιών που το συγκροτούν εφόσον συνδεθεί το αδρομερές σύστημα παρατήρησης με το ιδανικό
σύστημα μεταβλητών συντεταγμένων. Αυτή η ανάλυση δεν μπορεί να γίνει όμως απο εμας λόγω
περιορισμένης “ευθύνης”! Για να πει κανείς το πραγματα όπως είναι δεν μπορεί καν να καθοριστεί
το σύστημα μεταβλητών συντεταγμένων διότι αυτό θα απαιτούσε ακριβή καθορισμό των τροχιών.
Αλλά όπως έχει φτάσει να θεωρεί νόμο πλέον η σύγχρονη φυσική εμείς αλλού μπανίζουμε και
αλλού βουρλίζουμε αναφορικά με τέτοια πράγματα. Είναι η περίφημη αρχή της αβεβαιότητας που
λέει ουσιαστικά ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε με την ίδια ακρίβεια την θέση και την ταχύτητα ενός
σώματιδίου σε αυτήν την θέση κάποια χρονική στιγμή, η οποία έδωσε και το μέτρο της
αβεβαιότητας αυτής αναφορικά με εμάς και τις μεθόδους μας έτσι που στον μακρόκοσμο η
αβεβαιότητα αυτή να εξαφανίζεται. Δηλαδή αυτών που τις εφευρίσκουν και τις χρησιμοποιούν για
να μην πάρουμε όλη την ευθύνη πάνω μας! Το θέμα είναι πως αν γνωρίζει κανείς με ικανοποιητική
ακρίβεια την θέση ενός σωματιδίου , αφιερωθεί στο να βρίσκει θέσεις τοτε μπορεί να υπολογίσει
τις ταχύτητες με όση θέλη ακρίβεια εκ παραλλήλου προς τις θέσεις. Αρα το πράγμα ήδη δείχνει
πως αυτή η αβεβαιότητα δεν προέρχεται απο κάποια παγκόσμια θεωρητική αρχή σύμφωνα με την
οποία η γνώση της θέσης συγκρούεται με την γνώση της ταχύτητας. Δείχνει οτι κάτω απο ενα
σύστημα περιορισμών γνώσης και παρατήρησης η γνώση της θέσης συγκρούεται με την γνώση της
ταχύτητας. Δηλαδή αν αφιερωθούμε στο να υπολογίσουμε με ακρίβεια την θέση μια χρονική
στιγμή δεν θα μπορέσουμε να υπολογίσουμε την θέση σε μια οσο θέλουμε κοντινή χρονική στιγμή
γιατί θα έχουμε φάει τον χρόνο μας με τον υπολογισμό της πρώτης θέσης , άσε που θα πρέπει να
μετα να το ψάχνουμε το ρημάδι το σωματίδιο που βρίσκεται για να ξαναυπολογίσουμε την νέα
θέση αλλά πάντως όχι οσο θέλουμε παραπλήσια της πρώτης θέσης. Βασικά πρόκειται για ενα
παιχνίδι που μας ξεγλιστράνε σωματίδια παρότι το σωματιδιακή κατάστρωση στον μακρόκοσμο πο
αντιλαμβανόμαστε μας φαίνεται πάγια και σταθερή. Εχουμε το κλουβί για ελέφαντες αλλά σκνίπες
μπαίνουν και βγαίνουν και δεν παίρνουμε χαμπάρι παρα μονο όταν γίνουν σμήνος και ως σμήνος!
Μάλιστα δεν τις βλέπουμε κιόλας ατομικά αλλά παρακολουθάμε τον ελέφαντα που παραπονιέται
όταν τον τσιμπάνε. Μη τον γελάτε καθόλου αυτή είναι η κατάσταση . Και επειδή φτιαξανε κάποιοι
κάποιες μπόμπες κάπως πιο δυνατές απο παλιότερα νομίσανε ότι είναι αφεντάδες του κόσμου και
θεοί. (Διαφήμιση ειναι όπως και με την αυτοδιαφήμιστη των γιατρών διότι είναι η άλλη
επαγγελματική μερίδα που έχει την εντύπωση πως αν δεν είναι θεοί είναι τουλάχιστον ημίθεοι και
φυσικά ανάλογα πρέπει και να πληρώνεται! ) Δεν μπορούνε ούτε καν να ελέγξουν το αποτέλεσμα
της έκρηξης του παιχνιδιού που βρέθηκε στα χέρια τους,, μπορούν μονο να καταστρέψουν ότι
καταστρέφει η δύναμη της φύσης του πράγματος και απο αυτό συμπεραίνουν οτι έγιναν κάτι.
Μάλλον οι σοβαροί άνθρωποι δεν σκέφτονται κάτι τέτοιο και ευτυχώς μέχρι τώρα τέτοια όπλα τα
χειρίζονται κάπως σοβαροί άνθρωποι που γνωρίζουν την επικινδυνότητα και γιαυτούς τους ίδιους
(αμα είχαν κατορθώσει να ξεπεράσουν την επικινδυνότητα γιαυτούς τους ίδους θα πήγαινε
περίπατο η σοβαρότητα όταν δεν συνδυάζεται με δικαιοσύνη διότι την σοβαρότητα την εντοπίζω
απλώς στην γνώση της επικινδυνότητας και της αδυναμίας και σε τίποτα άλλο για να μην
παρεξηγηθώ) αλλά κάποιος που πείθεται απο διαφημίσεις γιατί αρέσκεται να είναι οπαδός της
ιδέας ότι είναι μέρος ενός συνόλου (της ανθρωπότητας) που πλέον έχει αποκασταθεί σε κάποιον
θεικό θρόνο, επειδή και ο ίδιος κάθε πρωί βγαίνει σαν κυνηγόσκυλο για να εκμεταλλευτεί τον
κόσμο προς όφελός του και που δεν είναι σε θέση ευθύνης και αποφάσεων σε σχέση με τέτοια
όπλα, γοητεύεται απο τέτοιες ανόητες σκέψεις διότι βλέπει μέλλον για τον εαυτό του! Χα! Εδώ
έιναι το μέγεθος της ανοησίας! Διότι τι νομίζετε οτι είναι η αιτία της βίας ας πούμε μεταξύ των
οπαδών ομάδων; Μην είναι η αγάπη στο άθλημα ή στην ομάδα; Οχι φυσικά , ο ναρκισσισμός και η
“μίσθωση” ενδεχομένως απο κάποια ομάδα “εργολάβου-πολεμιστή-εκδικητή” είναι και τίποτα
άλλο. Ο ναρκισσισμός θρέφεται απο την ιδέα της δια της υποστήριξης “εγγραφής” σε κάποιο
σύνολο που χαίρει τροπαίου (χαίρει όμως και εκτιμήσεως;) και η μίσθωση θρέφεται απο προνόμια
και χρήμα. Αυτα είναι για να μην έχει κανείς αυταπάτες!
Παρότι λοιπόν δεν πιστεύω οτι μπορεί κανείς να διεισδύσει σε όλο το βάθος της αναλύσεως
ενός μακροσκοπικά αντιληπτού σώματος εως την ιδανική ανάλυση , πράγμα που σημαίνει ότι τόσο
η θέση όσο και η ταχύτητα των τροχιών που στην ιδανική κατάσταση συγκροτούν το σώμα
υπόκεινται σε περιορισμούς ως προς την ακρίβειά τους τέτοιους ωστε το συνολικό λάθος να
επιτρέπει την μακροσκοπική ακρίβεια θέσης του σώματος,, νομίζω ότι μπορεί κανείς να αντλήσει
ορισμένα συμπεράσματα τα οποία θα χρησιμεύουν στο βαθμό που προσεγγίζει την ιδανική
ανάλυση. Πάντως η ακρίβεια με την οποία τόσο η θέση όσο και η ταχύτητα των τροχιών μπορεί να
καθοριστεί υπο αυτήν την έννοια αλλά και το φράγμα αβεβαιότητας στην ταυτόγχρονη επίτευξη
υψηλής ακρίβειας αφορά την εμπειρική αξιολόγηση των δυνατοτήτων εκείνων οι οποίοι
αποπειρώνται να προσδιορίσουν αυτά τα μεγέθη και επομένως δεν έχει θέση στην παρούσα
ανάλυση ως υποκειμενικός περιορισμός πέραν της αναφοράς οτι κάθε υποκείμενο παρατήρησης
υπόκειται σε τέτοιους περιορισμούς. Μπορεί όμως να υφίσταται και μια άλλη πηγή αβεβαιότητας
όταν έχουμε να κάνουμε με μακροσκοπικά αντικείμενα και την σύνθεσή τους σε τροχιές η οποία
οποωσδήποτε προσθέτει ή και επηρεάζει , επιδεινώνει την πρώτη. Και σε αυτήν την περίπτωση
υπεισέρχεται ο υποκειμενικός παράγοντας όπως άλλωστε και σε όλη την παρούσα εργασία μεσα
απο την διάκριση δυνατοτήτων θέασης στον χώρο φάσης, αλλά αφορά πλέον όχι στις τεχνολογικές
εμπειρικές δυνατότητες παρατήρησης , αλλά αφορά στον πυρήνα της θεωρητικής προσέγγισης του
ζητήματος εστω και αν τονίζει τον υποκειμενικό χαρακτήρα της θεάσης του χώρου φάσης. Η
περίπτωση αυτή εισαγωγής αβεβαιότητας εξαρτάται απο την απάντηση στο ερώτημα του κατα
πόσο είναι δυνατόν τα μακροσκοπικώς αντιληπτά αντικείμενα να έχουν ποικίλη σύνθεση σε
τροχιές αναλόγως του συστήματος συντεταγμένης παρατήρησης. Σε αυτήν την περίπτωση
καταλαβαίνει κανείς πως η αβεβαιότητα εξαρτάται απο την δυνατότητα σύνδεσης των
μακροσκοπικών παρατηρήσεων με συγκεκριμένο μεταβλητό σύστημα συντεταγμένων. Διότι αν
υφίσταται τέτοια σύνδεση τότε τα πράγματα καθίστανται σαφή και το τοπίο ξεκαθαρίζει ως προς
την σύνθεση σε τροχιές. Αρα κατα τα φαινόμενα το ζήτημα και η απάντηση στο ερώτημα εν μέρει
ανάγεται στο κατα πόσο έχει παρατηρητής αναπτύξει τις δυνατότητες να κάνει αυτήν την σύνδεση,
δηλαδή στην αιτία της πηγής της πρώτης αβεβαιότητας που δεν είναι κανένα θεωρητικό
αντικειμενικό φράγμα προσπέλασης στην ακρίβεια αλλά είναι επίπεδο της τεχνολογικής ανάπτυξης
και η καταλληλότητα του εξοπλισμού παρατήρησης. Ομως το ίδιο το ζήτημα του μεταβλητού
συστήματος συντεταγμένων και του προσδιορισμού του απτεται του θεωρητικού πυρήνα της
παραπάνω θεώρησης με την έννοια όχι πλεόν της παραχώρησης αρκετού χρόνου στο υποκείμενο
που παρατηρεί ώστε να αναπτυχθεί τεχνολογικά για να πετύχει την επιθυμητή ακρίβεια αλλά με
την έννοια του οτι ο παρατηρητής είναι σύνθετο μακροσκοπικό αντικείμενο τόσο της δικής του
αντιλήψεως όσο και άλλου παρατηρητή και επομένως έχει μια σύνθεση σε τροχιές. Πολύπλοκη
σύνθεση σε όρους τροχιακούς αν λάβει κανείς σοβαρά την άποψή μου πως δεν είναι δυνατόν
οποιοσδήποτε παρατηρητής με περιορισμένες δυνατότητες να διανύσει ολο το βάθος ανάλυσης
μεχρι το επίπεδο του ιδανικού. Και νομίζω οτι πρέπει να την λάβει υπόψιν διότι δεν είναι δική μου
άποψη αλλά είναι γενικώς παραδεκτή άποψη της αδυναμίας των θνητών όντων, οπότε η άποψη πως
μπορεί κανείς να φθάσει στην αρχή μάλλον αποτελεί την προσωπική άποψη κάποιου. Ποιά λοιπόν
απο τις τροχιές που συνθέτουν τον παρατηρητή ως μακροσκοπικό αντικείμενο χρησιμεύει ως αρχή
του συστήματος μεταβλητών συντεταγμένων; Είναι ενα ζήτημα. Και μπορούμε να αποκλείσουμε
κάθε άλλη δυνατότητα αφήνοντας μονο την περίπτωση οι τροχιές αυτές να τέτοιες ώστε το ωρολόι
του χώρου φάσης να είναι το ίδιο ανεξάρτητα απο ποιά τροχιά παίρνουμε ως αρχή του συστήματος
μεταβλητών συντεταγγμένων; Νομίζω οτι σε μια τέτοια περίπτωση θα είχαμε απλή σύνθεση του
μακροσκοπικού αντικειμένου απο τροχιές και θα ήταν πολύ εύκολο να διανύσουμε το βάθος
ανάλυσης εως το ιδανικό επίπεδο τουλάχιστον τοπικά. Αν όμως μπορείς τοπικά να φθάσεις τόσο
βαθειά ωστε να έχεις όλο το βάθος μπροστά σου τότε μπορείς να έχεις και όλη την έκταση μπροστά
σου κατα μια άποψη την οποία συμμερίζομαι. Διότι αν δεσμεύεσαι σε συγκεκριμένη εκταση η
οποία εξυπηρετείται ως προς την αρχή της αιτιότητας απο όλο το βάθος αναλύσεως και όχι απο
περιορισμένο βάθος αναλύσεως τοτε γιατί αυτή να μην αποτελεί μια νησίδα παρατήρησης
ανεξάρτητη απο το υπόλοιπο σύστημα, εναν θύλακα αυτόνομο. Αυτό λοιπόν αντιβαίνει στην
θεμελιώδη απαίτηση για συνοχή στον κόσμο ή όπως κάπως πιό συγκρατημένα θέλω να ισχυρίζομαι
στον χώρο φάσης. Δεν νομίζω λοιπόν οτι ενα μακροσκοπικό αντικείμενο έχει απλή σύνθεση σε
τροχιές ή θα μπορούσε να ιδωθεί απλά στο ιδανικό επίπεδο. Απο την άλλη προσθέσουμε και τους
υπόλοιπους παρατηρητές με την συγκρότησή τους τότε βλέπουμε ότι το μακροσκοπικό μας
αντικείμενο για να φαίνεται απο κάποιους απο αυτούς θα πρέπει να παρουσιάζει ελαστικότητας ως
προς την σύνθεση σε τροχιές. Για να φαίνεται απο εναν τουλάχιστον θα πρέπει να παρουσιάζει
ελαστικότητας στην σύνθεση απο τροχιές όπως ήδη ισχυριστήκαμε. Απλα΄θα ήθελα να επιρρώσω
το επιχειρήμά μου εμπρός σε εκείνους οι οποίοι θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την πολύπλοκη
συγκρότηση μακροσκοπικών σωμάτων. Τώρα θα μου έλεγαν πιθανώς με κάποια δόση σοφιστείας
για το πως ορίζω το μακροσκοπικό. Αλλά θα τους απαντούσα αμέσως , όπως ήδη και το έκανα στο
παρόν πλαίσιο, ως εκείνο που φαίνεται σε αυτούς που έχουν περιορισμένες δυνατότητες θέασης.
Δηλαδή σε εκείνους που πάντοτε μπορεί να βρεθεί επίπεδο αναλύσεως παρακάτω απο αυτό το
οποίο βρίσκονται σε κάποια χρονική στιγμή (βαθύτερο αρα και ευρύτερο).
Θεμελιώσαμε λοιπόν οτι την άποψη πως τα μακροσκοπικά αντικείμενα , με βάση ορισμές
αρχές εκκίνησης των συλλογισμών μας δεν έχουν πάγια και σταθερή σύνθεση σε τροχιές αλλά
εξαρτάται αυτή απο το συγκεκριμένο μεταβλητό σύστημα αναφοράς. Οχι μονον αυτό αλλά και το
ότι είναι αδύνατο να συνδέσουμε ενα σύστημα μεταβλητών συντεταγμένων με κάποιο
μακροσκοπικό παρατηρητή. Αν θεωρητικά επιλέξουμε κάποια τροχιά ως αρχή του συστήματος
συντεταγμένων τότε βέβαια θα έχουμε ακριβή σύνθεση αναλογούσα στην συντεταγμένη θέαση του
χώρου φάσης αλλά αυτήν δεν συνδέεται με το μακροσκοπικό επίπεδο παρατήρησης, και επομένως
έιναι θεωρητική. Πάντως προκύπτει το συμπέρασμα οτι η αβεβαιότητα ως προς την σύνθεση καθώς
εμβαθύνουμε στην ύλη δεν θα πρέπει να επηρεάζει το τεκμήριο ακρίβειας που επιτυγχάνεται
εμπειρικά στο μακροσκοπικό επίπεδο. Αρα η αβεβαιότητα αυτή πρεπει να περιορίζεται προς αυτήν
την κατεύθυνση. Αυτό μπορεί να το δεί κανείς και αναποδα. Δηλαδή , πως η βεβαιότητά μας για τα
πραματα σε μακροσκοπικό επίπεδο εξαντλείται καθώς μεταβαίνουμε σε βαθύτερα και ευρύτερα
επίπεδα αναλύσεως. Πλεον η πηγή της αβεβαιότητας δεν έγκειται στον χρόνο που απαιτείται για να
αποκτήσει κανείς τον εξοπλισμό παρατήρησης αλλά υπο αυτό το πρίσμα είναι στοιχείο δομικό του
υποκειμένου παρατήρησης.
Οπως εννοήθηκε ο χώρος φάσης επαναλαμβάνω οτι δεν συμφηφίζονται οι τρείς διαστάσεις
του χώρου με την μια διάσταση της ύλης. Οπως τοποθετήθηκε η διάσταση της ύλης να καθορίζεται
απο την ταχύτητα με την οποία η παράμετρος καθορίζει για την κάθε τροχιά στον χώρο δεν θα
πρέπει να μπορούμε να εννοούμε τροχιές στον χώρο φάσης όπου η συνιστώσα της ύλης να μη
συμπίπτει με τα δεδομένα ταχύτητας της τροχιάς στον χώρο. Αυτή η διάκριση ανάμεσα στις τροχιές
που μπορεί να εννοήσει κανείς στον χώρο φάσης διαφέρει απο την διάκριση σε πραγματικές και
φανταστικές τροχιές αναφορικά με κάποιο σύστημε μεταβλητών συντεταγμένων. Διότι σε αυτήν
την περίπτωση έχουμε αντιφατικές καταστάσεις στην δόμηση της τροχιάς αν θελήσουμε να
εννοήσουμε την συνιστώστα ύλης με μια συγκεκριμένη σημασία. Ηδη τα μεταβλητά συστήματα
συντεταγμένων αφορούν τις διαστάσεις του χώρου κρατώντας την συνιστώσα ύλης των τροχιών
σταθερή. Εδώ τίθεται κάποιο θέμα που θα πρέπει επίσης να διευθετηθεί: η τετραδιάστατη ταχύτητα
στον χώρο φάσης καθορίζει την συνιστώσα ύλης των τροχιών ή η τρισδιάστατη ταχύτητα του
ίχνους της καμπύλης στις τρεις χωρικές διαστάσεις; Το να υιοθετήσουμε την τετραδιάστατη
ταχύτητα οδηγεί σε κάποιον φαύλο κύκλο διότι υποθέτοντας και την διαφορισιμότητα στην
συνιστώστα της ύλης για να ορίζεται αυτή η ταχύτητα θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί η συνιστώσα
της ύλης για να καθοριστεί κατόπιν με βάση και την κάθε φορά παραμετροποίηση. Αρα δεν νομίζω
οτι θα πρέπει να θεωρήσουμε την τετραδιάστατη ταχύτητα αλλά θα πρέπει να θεωρήσουμε τροχιές
πλέον στις τρείς διαστάσεις χώρου του χώρου, ή καλύτερα υλοχώρου φάσης, και κατόπιν να
προσδιορίζεται η συνιστώσα ύλης με βάση τα δεδομένα της τρισδιάστατης ταχύτητας η οποία
στηρίζεται στην διαφορισιμότητα των τροχιών ως προς τις συνιστώσες μήκους, πλάτους και ύψους.
Επειδή η συνιστώσα ύλης είναι τότε ακριβώς το μέτρο της τρισδιάστατης ταχύτητας κατα μήκος
της τροχιάς στις τρεις διαστάσεις του χώρου μπορεί να κανείς να αντιληφθεί πως οποιαδήποτε
υπόθεση διαφορισιμότητας της τέταρτης συνιστώσας των τροχιών, της συνιστώσας ύλης , θα
μπορούσε να είναι προέκταση των επιπλεον κλάσεων διαφορισιμότητας της προβολής της τροχιάς
στις τρείς διαστάσεις του χώρου. Δηλαδή της δυνατότητας να βρούμε ταχύτητα όχι απλώς
μεταβολής της θέσεις στις τρείς διαστάσεις χώρου αλλά και μεταβολής της ταχύτητας. Πάντως
όταν η συνιστώσα ύλης διατηρείται σταθερή είναι φανερό οτι κατα μήκος των τροχιών μας ορίζεται
και ρυθμός μεταβολής μέτρου της συνιστώσας ύλης. Επιπλέον η συνιστώσα ύλης δεν αφορά παρα
μόνο την ταχύτητα μεταβολής του μέτρου της ταχύτητας της τροχιάς στις τρεις διαστάσεις του
χώρου και δεν χαρακτηρίζει την μεταβολή της ταχύτητας κατα κατεύθυνση. Αυτό το καθορίζει το
διάνυσμα της επιτάχυνσης που μπορεί να μην ορίζεται εφόσον δεν υφίστανται ικανές προυποθέσεις
ακόμα και για τις τροχιές σταθερής συνιστώσας ύλης. Αρα τελικά απορρίπτουμε , καθώς
ανακαλύπτουμε μεσα απο την προσπάθεια εξευγενισμού του μοντέλου αντίληψης του χώρου
φάσης, και χωρίς καμμιά εξωτερική ανατροφοδότηση που θα μπορούσε να τονίσει και τα θετικά
μαζί με τα αρνητικά (βλέπετε πως η αγνόηση έρχεται όχι γιατί λείπει η διάθεση να υποδειχθούν τα
αρνητικά αλλά διότι λείπει η διάθεση να αναγνωριστούν τα θετικά το οποία εκβάλλουν την ζωή της
εξουθενωτικής επαγγελματικής απομονώσεως της και η έλλειψη διάθεσης εκφράζεται με διάφορα
προσχήματα, τα οποία κατα αυτόν τον τρόπο ξεσκεπάζονται) , τον ορισμό της τετραδιάστατης
ταχύτητας ως προυπόθεση για τις τροχιές μας , αφού πλέον έτσι και αλλοιώς δεν χρειάζεται για να
υποδειχθεί κατεύθυνση της εξέλιξης της τυχούσας τροχιάς μας και προς τις τέσσερεις συνιστώσες
του υλικού χώρου φάσης (το “υλοχώρος” μάλλον μου φάνεται άτεχνος όρος σαν να λέμε
“τηλεμαχία” ή “τηλεβλακεία”). Αυτό δεν επηρεάζει ουσιαστικά όλη την προηγούμενη αναζήτηση
και ίσως θα πρέπει απλώς να διορθωθεί τοπικά η ορολογία για να τοποθετηθούν και σημασιολογικά
σωστά τα πράγματα. Γιατί, βλέπετε, αναρωτηθήκαμε τι περιορισμοί επιβαλλονται κατα την
αλλαγή συστημάτων μεταβλητών συντεταγμένων αλλά όπως ειπώθηκε και σε κάποιο σημείο στο
προηγούμενα, κάθε δεδομένο σύστημα συντεταγμένης θέασης μπορεί να συνδεθεί με μια
συγκεκριμένη κατανομή της ύλης στον υλικό χώρο φάσης στις διαφορες χρονικές στιγμές.
Επομένως για τον προσδιορισμό αυτής της κατανομής θα πρέπει να αναρωτιόμαστε ξανά και ξανά
τι τροχιές μπορεί να επιτρέπονται στην πραγματικότητα καθε συντεταγμένης θέασης,. Μέσα στις
προυποθέσεις νομιμότητας των τροχιών είναι και απαίτηση στο ίδιο σημείο του χώρου και την ίδια
χρονική στιγμή να μην αντιστοιχούν διαφορετικές συνιστώσες ύλης, , ή ακόμα περισσότερο στην
ίδια χρονική στιμγή στο ίδιο σημείο χώρου να μην συναντιουνται ούτε τροχιές με την ίδια
συνστώσα ύλης. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πως αν επιλέξει απλώς την ορατότητα των
τροχιών με βάση την φυσική παραμετροποίηση τότε έιναι δυνατόν να παραβιάζεται αυτή η
απαίτηση. Ετσι η φυσική παραμετροποίηση των τροχιών (μέτρο της ταχύτητας μονάδα) είναι
αναγκαία αλλά δεν αρκεί για τον προσδιορισμό της κατανομής αυτής. Πάντως καταλαβαίνει κανείς
οτι στην περίπτωση που έχουμε να κάνουμε με τροχιές με επι πλέον κλάσεις διαφορισιμότητας τότε
θα πρέπει το μέτρο της μεταβολής της τρισδιάστατης ταχύτητας στον χώρο να συμφωνεί με την
συνιστώσα ύλης στην τυχούσα τοχιά την υπο εξέταση χρονική στιγμή που υποδεικνύει
συγκεκριμένο σημείο χώρου.
Υστερα απο τα παραπάνω είναι λογικό να τεθεί το πρόβλημα του τι καθορίζει την
κατανομή σε κάθε σύστημα συντεταγμένης θέασης υπο μεταβλητό σύστημα αναφοράς
συντεταγμένων. Γιατί ανάμεσα σε δύο καθόλα υποψήφιες νόμιμα υποψήφιες τροχιές για την
πραγματικότητα ενός συστήματος θέασης, δηλαδή με φυσική παραμετροποίηση, να επιλεχθεί
κάποια ωστε τελικά μεσα απο τέτοιες επιλογές να προκύψει κάποια κοσμική κατανομή απο τον
χώρο και τον χρόνο στην συνιστώσα ύλης! Με αυτήν την έννοια των πραγμάτων συνεχίζουν να
παραμένουν τροχιές με μεταβλητή συνιστώσα ύλης στον χώρο του φανταστικού, επίσης τροχιές με
συνιστώσα ύλης σταθερή αλλά μη φυσική παραμετροποίηση στον χωρο του φανταστικού, αλλά
προστίθενται πλεον και τροχιές με σταθερή συνιστώσα ύλης και φυσική παραμετροποίηση στον
χώρο του φανταστικού. Μη έχοντας ενα κριτήριο απλό που να καθιστά της τροχιές μας
πραγματικές ή όχι θα πρέπει να επιλέξουμε μια συγκεκριμένη κατανομή της ύλης στον χώρο και
στον χρόνο για κάθε μεταβλητό σύστημα αναφοράς η οποία θα μας οδηγήσει στις τροχιές με
φυσική παραμετροποίηση είναι τα μέλη της πραγματικότητας. Οπως καταλαβαίνει κανείς αυτό το
πραγμα εισάγει επιπλέον βαθμούς αβεβαιότητας και περιπλοκής για τα πράγματα που έχουν να
κάνουν με τις τροχιές μέλη της πραγματικότητας αφου η κατανομή αυτή δεν είναι δυνατόν να
υπολογιστεί εξολοκλήρου και ως προς την έκτασή της μέσα στο περιορισμένο πλαίσιο
παρατήρησης αλλά και ως προς το βάθος της τοπικής ανάθεσης τροχιών σε μακροσκοπικά σώματα.
Πάντως αν δύο τροχιές συναντιώνται στο ίδιο σημείο χώρο και κατα την ίδια χρονική στιγμή ως
προς την συνιστώσα ύλης , μίας μονον ούσης πραγματικής υπο κάποιο συγκεκριμένο σύστημα
θεάσης, εαν η πραγματική τροχιά με αλλαγή συστήματος συντεταγμένων καταστεί φανταστική
τότε η άλλη δεν εμποδίζεται θεωρητικά πλέον απο το να είναι μέρος της καινουριας
πραγματικότητας. Αρα δια αυτής της άποψης δεν εξοβελίζονται τροχιές σταθερής συνιστώσας ύλης
και φυσικής πραμετροποίησης απο την πραγματικότητας του υλικού χώρου φάσης και τονίζεται η
ανάγκη της θεώρησης “κοσμικής” κατανομής η οποία να συνδέεται με το μεταβλητό σύστημα
αναφοράς ώστε και τα δύο εργαλεία να συμβάλλουν στον καθορισμό της πραγματικότητας. Η ίδια
αρχή μεταβλητού συστήματος συντεταγμένων συνδυαζόμενη με διαφορετική κοσμική κατανομή
θα δώσει διαφορετική πραγματικότητα. Πραγμα που σημαίνει πολύ απλά πως και η διάρθρωση σε
τροχιές συμβάλλει στον καθορισμό της εκάστοτε πραγματικότητας θέασης μαζί με την
συντεταγμενοποίηση. Αυτό διαμορφώνει μια εξάρτηση απο δεδομένα που μπορεί να
υποδεικνύονται απο την μακροσκοπική παρατήρηση , και επιτείνει τον υποκειμενικό χαρακτήρα
της πραγματικότητας, μαζί με την αβεβαιότητα σύνθεσης σε τροχιές των μακροσκοπικά
αντιληπτών αντικειμένων εφόσον θα πρέπει να προσδιοριστεί και η κατανομή. Αυτό μπορεί αρχικά
να ακούγεται οξύμωρο, εφόσον απο την μια υποστηρίζεται η σύνδεση αλλά και απο την άλλη
προστίθετναι λόγοι αβεβαιότητας. Ομως δεν είναι πραγματική η αντίφαση αφού η αβεβαιότητα
εμφανίζεται στον βαθμό που αποτυγχάνει η σύνδεση. Εκείνο που στην ουσία λέγεται μέσα απο
αυτές τις γραμμές και την απαίτηση για κοσμική κατανομή είναι πως δεν υπάρχει κάποιο μη
μακροσκοπικό κριτήριο που θα προσδιόριζε εφόσον θα ξέραμε σε επίπεδο ιδανικής αναλύσεως τα
πράγματα το τί θα φαινόταν μακροσκοπικά χωρίς να λάβουμε υπόψιν και το περιβάλλον της
τροχιάς που καθορίζει την αρχή των μεταβλητών συντεταγμένων.
Βρισκόμαστε λοιπόν πάλι στην ανάγκη να μαζέψουμε τα πράγματα , διότι ήδη ορισμένα
είχαν αρχίσει να δημιουργούν ενδοιασμούς δίνοντας το σήμα που τους αναλογεί πως κάτι δεν
αντιμετωπίζεται σωστά. Παραδείγματος χάριν, ο τρόπος της εκλογής τροχιών για την αρχή των
συστημάτων μεταβλητών συντεταγμένων όπου φανταστικές τροχιές μπορούν να συμμετέχουν σε
αυτήν την εκλογή. Βασικά στο ιδανικο επίπεδο αναλύσεως δεν υφίσταται ενδοιασμός. Δεν υπάρχει
το κριτήριο εκείνο που θα σε περιορίσει να εκλέξεις φανταστική τροχιά ως αρχή συστήματος
αναφοράς ή να σε οδηγήσει να σε ξενίζει η εκλογή μιας τέτοιας τροχιάς. Αλλώστε ,όπως έχει ήδη
ειπωθεί, η επιλογή μια τετοιας τροχιάς ως αρχής του συστήματος συντεταγμένων την οδηγεί στον
χώρο του φανταστικού αφου την εκφυλίζει σε στάσιμη σε σημείο τροχιά. Εκείνο που δημιουργεί
την ανησυχία είναι η παραδοχή πραγματικότητας στα πλαίσια συντεταγμενης θέασης που έχει
αφετηρία το φανταστικό. Οπότε υπο μία έννοια εκείνο που γίνεται αιτία μεσα απο την
προηγουμενη πραγματοποίησή του να φανεί το καινούριο πραγματικό μετατίθεται στον χώρο του
φανταστικού. Επιπλέον δεν υφίσταται καμμιά ουσιαστική σύνδεση με το υποκείμενο παρατήρησης
της εικόνας διότι με αυτόν τον τρόπο τακτοποίησης των πραγμάτων οποιοδήποτε σημείο της
συντεταγμένης θέας μπορεί να λειτουργήσει ως στάσιμη τροχιά παρατήρησής της με έναν απλό
μετασχηματισμό. Δεν είναι οτι αυτό δεν είναι παραδεκτό αλλά δεν εξειδικεύει τα πράγματα όσο θα
ήθελε κανείς αφενός ως προς το υποκειμενικό της θέασης και δεύτερον ό,τι παρατηρεί τα ίδια
πράγματα εξαφανίζεται απο την εικόνα παρατήρησης και επομένως της αμοιβαίας αντίληψης , όχι
με την έννοια του στατικού σημείου του χώρου αλλά με την έννοια της πραγματικής τροχιάς
δηλαδή του σώματος.
Τώρα καταλαβαίνει κανείς το ρόλο που επιτελεί η σύνδεση με την μακροσκοπική
πραγματικότητα, όχι ως δυνατότητας επίτευξής της αλλά ως αντίληψη της υποστάσεώς της , ως
προς την διαμόρφωση της παρατηρούμενης θεάς. Μέσα στα πλαίσια της μακροσκοπικής
πραγματικότητας και με την ελαστικότητας της σύνθεσης σε ιδανικές τροχιές ως αναληφθείσα
εκδοχή της καταστρώσεως αυτής τα μακροσκοπικά αντικείμενα που αντιλαμβάνονται την ύπαρξη
το ένα του άλλου έχουν την δυνατότητα να παρευρίσκονται μεσα στην συγκεκριμένη
πραγματικότητα παρατήρησης. Αρκεί στην σύνθεση των αντικειμένων να υποτεθούν και
φανταστικές τροχιές δηλαδή να υποτεθεί η απο τα προηγούμενα υιοθετημένη ελαστικότητα στον
ορισμό τους με τροχιακούς όρους αναλόγως με την πραγματικότητα θέασης. Μία είναι η
πραγματικότητα αλλά διαμοιράζεται στα διάφορα συστήματα θέασης, και τελικά βλέπονται τα ίδια
πραγματα στον υλικό χώρο φάσης απο διαφορετική σκοπιά. Δεν είναι όμως πως η πραγματικότητα
ισχύει ανεξάρτητα απο την θέαση, δεν θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί σοβαρά κάτι τέτοιο. Το
να μην υπάρχει δηλαδή τρόπος άμεσης επαλήθευσής της. Αρα το ότι μια είναι η πραγματικότητα
δεν σημαίνει ότι ενας είναι ο υλικός χώρος φάσης τον οποίο δεν εννοούμε ως πραγματικότητα
αλλά ως βάθρο στο οποίο συμβαίνει η πραγματικότητα.
Με αυτήν την άποψη τώρα μπορούμε κατα βούληση να εκλέγουμε τροχιές και να
διαπιστώνουμε τις τροχιές με παραμετροποίηση μήκους χωρίς να υφίστανται οι προηγούμενοι
ενδοιασμοί, έχοντας εστιάσει στις τρείς διαστάσεις του χώρου ως προς την διαφορισιμότητα των
τροχιών. Η σύνθεση , των μακροσκοπικών αντικειμένων που φαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα
ανάλυσης περιλαμβάνει τροχιές οι οποίες φάινονται στην θέα που τα αντικείμενα αυτά
παρατηρούνται και τροχιές οι οποίες εξαφανίζονται αλλά επιτρέπουν την αυτοπαρατήρηση στο
συγκεκριμένο πλαίσιο. Αυτό ακόμα δεν δημιουργεί την ανάγκη κατανομής για την επιλογή
υποψήφιων πραγματικών τροχιών που είναι λιγότερες απο ό,τι μπορεί να υποδειχθεί μέσα απο την
φυσική παραμετροποίηση των τροχιών. Αλλά η αβεβαιότητα σύνδεσης του ιδανικού επιπέδου με
την μακροσκοπική πραγματικότητα δημιουργεί μια τέτοια ανάγκη.
Εκείνο που παράγει την ανάγκη να απορριφθούν τροχιές με φυσική παραμετροποίηση είναι
η αρχή αμοιβαίου αποκλεισμού της στοιχειώδους ύλης στην ίδια θέση στον χώρο και την ίδια
στιγμή στον χρόνο. Και η αρχή του αποκλεισμού είναι απαίτηση της σαφήνειας θα ήθελε κανείς να
είναι αποκατεστημένη τόσο στο ιδανικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της μακροσκοπικής
αντίληψης. Δηλαδή η απαίτηση για κατανομή με την μορφή συνάρτησης είναι στην ουσία
απαίτηση σαφήνειας.. Απο την άλλη εκείνο το κριτήριο το οποίο θα οδηγήσει στον ουσιαστικό
περιορισμό της αποδοχής τροχιών με φυσική παραμετροποίηση ως πραγματικών δεν έχει να κάνει
με το στοιχείο αυτό της θεώρησης τροχιών στο στοιχειώδες και ιδανικό επίπεδο, όπως
καταδείχθηκε στις προηγούμενες πραγράφους με την ανάγκη επιλογής μεταξύ κατα άλλα καθόλα
όμοιων ως προς την κατασκευή τροχιών. Αρα θα πρέπει η ανάγκη για σαφήνεια να συνδεθεί με την
ανάγκη για κατανομή μεσα απο τις υποδείξεις τις μακροσκοπικής αντίληψης. Ετσι θα συνδεθεί η
σαφήνεια στο ιδανικό επίπεδο με την ανάγκη για σαφήνεια στο μακροσκοπικό επίπεδο. Για να
περάσουμε στο μακροσκοπικό επίπεδο χρειαζόμαστε μια κατανομή η οποία θα υποδείξει τι
συμμετέχει στην σύνθεση των μακροσκοπικών σωμάτων υπο την παρούσα θέαση. Μέσα απο αυτό
το πρίσμα δεν υπάρχει κάτι που να υποδεικνύει το συγκεκριμένο μακροσκοπικό επίπεδο απο το
ιδανικό επίπεδο και αυτού του είδους η πρόταση είναι μαι σε ορους της παρούσας εργασίας
έκφραση της αβεβαιότητας σύνδεσης του μακρόκοσμου με τον ιδανικό μικρόκοσμο, αν μου
επιτραπει η έκφραση με στομφόδεις όρους όπως “κόσμος” και τα παράγωγα. Η τυποποίηση της
πρότασης αυτής είναι η εισαγωγή κάποιας υλικής ,να την βαφτίσω καλύτερα, κατανομής ωστε να
μπορέσουμε να περάσουμε απο τον ιδανικο μικρόκοσμο, στον μακρόκοσμο δεδομένου ενός
μεταβλητού συστήματος αναφοράς των συντεταγμένων. Αλλωστε αυτή η απαίτηση είναι εκείνη
που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σύνθεση μορφών με σαφήνεια στον μακρόκοσμο. Οταν δεν
μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια αυτήν την κατανομή , μεσα απο θεμελιώδεις
αβεβαιότητες όπως παραδείγματος χαριν ως προς την διασύνδεση της θέας με συγκεκριμένο
σύστημα συντεταγμένων, τότε αναγκαζόμαστε να περιοριστούμε σε πιθανολογικές προσεγγίσεις
αυτής της κατανομής. Ξεκινώντας συνήθως απο την σαφήνεια της μακροσκοπικής αντίληψης
μπορούμε να καθορίσουμε το περιθώριο της πιθανότητας σε χαμηλότερα επίπεδα ανάλυσης ,
τοπικά και σε περιορισμένο βάθος, ώστε εξασφαλίζεται αυτή η μακροσκοπική σαφήνεια.
Ηδη έχσουμε περάσει κάπως πιο εκτενώς στις γέφυρες απο τον ιδανικό μικρόκοσμο προς
τον μακρόκοσμο. Στο πεδίο αυτό αναφύονται διάφορα προβλήματα που τελικά αφορούν στην
διαμόρφωση της θεωρητικής προσέγγισης που να συμφωνεί με την μακροσκοπική αντίληψη. Πως
παραδείγματος χάριν τουλάχιστον υπο τις προυποθέσεις που γνωρίζουμε σήμερα, η ταχύτητα των
περισσότερο υλικών σωμάτων αυτού του επιπέδου φθάνει να περιορίζεται σε σχέση με την μέγιστη
ταχύτητα μονάδα των ιδανικών τροχιών. Τι σχέση έχει η κατανομή επιλέγει την συγκεκριμένη
μακροσκοπική αντίληψη με αυτήν την διαμόρφωση των πραγμάτων; Μπορεί αλλη κατανομή και
άλλη σκοπιά να οδηγήσει σε διαφορετική αντίληψη; Ποιό είναι το κριτήριο που θα μας επιτρέψει
να συνδυάσουμε τροχιές σε σώματα; Μπως ενα απο τα κριτήρια είναι διατήρηση του φράγματος
αυτού στην ταχύτητα; Χρειαζόμαστε υψηλότερα επίπεδα διαφορισιμότητας , χρειαζόμαστε
ρυθμούς μεταβολής για την ταχύτητας για την επιτάχυνση και ούτω καθεξής; Καταλαβαίνει κανείς
οτι η αποδοχή των θεμελιωδών και τετριμένων αληθειών δεν έλυσε τίποτα αλλά απλά έδωσε την
αφορμή να καταλάβουμε με τι χάος έχουμε να κάνουμε. Και πως η πραγματικότητα ξεπερνάει την
φαντασία του ενός διότι η φαντασία σύμφωνα με τα προηγούμενα μπορεί να τροφοδοτήσει την
πραγματικότητα τουλάχιστον σε επίπεδο τροχιών. Οχι για να ξέρουμε τι λέμε οτάν ερχόμαστε και
παρουσιάζουμε πως εχουμε ανακαλύψει όλο το βάθος του κόσμου και μας λείπουν κατι “ψιλά” για
να έχουμε λύσει το “ζήτημα” οποτε να ασχοληθούμε με το ζήτημα της ονομασίας του μήπως και ο
θεός εγείρει ζήτημα διεκδικήσεως! Αλλά επειδή τείνουμε να κατασκευάζουμε θεούς κατα τα
ανθρώπινα δεν θα κωλώσουμε απο ό,τι φαινεται να κατασκευάσουμε και κόσμους ειδικά
λαμβάνοντας υπόψιν τα δικά μας , προσωπικά, τοπικά και εργολαβικά δεδομένα σύμφωνα με τα
οποία τείνουμε ως “λεύτερες” και “ενάρετες” προσωπικοτητες να καταλάμβουμε όλον τον χώρο
τον οποίον “πιάνει” το μάτι μας και να μας λείπουν κάτι ψιλά για να έχουμε την πληρη κυργιόητα!
Εκτοπιόζοντας ο ενας τον άλλον κάπως έτσι παει το πραγμα. Αρπάζει ενας μεγιστάνας το μέγιστο
και ασχολούνται οι υπόλοιποι να μη τους παρει και τα λίγα δευτερόλεπτα της αρχής του
σύμπαντος; Οσοι δεν αναζητήσουν εργασία στο τσιφλίκι γενικώς και όσοι δεν κάνουν
σταδιοδρομία επ αυτού ως στελέχη ειδικώς. Αυτά!
Αλλάζοντας την υλική κατανομή τότε επηρεάζουμε την συνιστώσα της ύλης. Αυτό είναι
κάτι το οποίο μας μεταφέρει μακρυά απο την λογική της διατήρησης της συνιστώσας ύλης σε
μετασχηματισμούς ωστε να αναφερόμαστε στον ίδιο κόσμο. Δεν αντιστρατεύεται εντελώς αυτήν
την λογική αλλά την εξωθεί στο όριο της ίσως και περα απο αυτό. Βέβαια η υλική κατανομή
διαχωρίστηκε ως αναγκαιότητα απο την ανάγκη της συμμετοχής φανταστικών και πραγματικών
τροχιών στην συγκρότηση των μακροσκοπικών αντικειμένων. Δεν υπάρχει τίποτα που να μας
αποτρέπει απο τον υποστηρίξουμε ότι υφίσταται μια γενική υλική κατανομή που να τακτοποιεί όλα
τα παραπάνω και να αποκαθιστά στα πλαισιά της όλες τις τροχιές με φυσική παραμετροποίηση που
υπακούουν σε αυτήν την κατανομή ως τροχιές πραγματικότητας. Μάλιστα η αναγκη να μιλάμε για
τον ίδιο κόσμο μέσα απο την συνιστώσα ύλης εξυπηρετείται πολύ καλύτερα απο αυτήν την άποψη.
Γιατί θα θέλαμε μιλάμε για μετασχηματισμούς οι οποίοι διατηρούν τον κόσμο και αφορούν τον
κόσμο δηλαδή μετασχηματισμούς στον χώρο των τριών διαστάσεων που παράλληλα διατηρούν την
υλική συνιστώσα όσον αφορά την κοσμική κατανομή αλλά θα μπορούσαν αν επεκτείνονταν σε όλο
τον υλικό χώρο φάσης να αλλάζουν την συνιστώσα ύλης όσον δεν επηρέαζουν την κοσμική
κατανομή. Η μη ανάγκη τέτοιας επέκτασης είναι που υπαγορεύει τα πράγματα να οδηγηθούν προς
αυτήν την κατεύθυνση έτσι ώστε τελικά να διαχωρίζεται ο υλικός χώρος φάσης απο την κοσμική
πραγματικότητα. Επιτηδες στην παράγραφο αυτή καταφεύγω στους ορους κόσμος και κοσμική
κατανομή διότι έχω κατα νούν μια στόχευση για την έκπτυξη συλλογισμών. Η κοσμική κατανομή
προς το παρόν δεν εξοπλίστηκε με απαιτήσεις συνέχειας ή διαφορισιμότητας ως προς τις
ανεξάρτητες μεταβλητές της , του χώρου και του χρόνου. Παρατηρούμε ότι η κοσμική κατανομή
εφαρμόζεται στον χωροχρόνο αλλα ερμηνεύεται στον χώρο φάσης. Διαφορετική κοσμική
κατανομή μπορεί να οδηγήσει σε αντιφάσεις ενώ μόλις παραπάνω είδαμε ότι κατάστρωση τροχιών
με διαφορετική συνιστώσα ύλης απο αυτήν που υποδεικνύεται απο το μέτρο της ταχύτητά τους
συνιστά αντιφατικές προτάσεις.
Αν απαιτήσουμε για την κοσμική κατανομή την συνέχεια τότε η αυτή ορίζεται πάνω σε
αριθμήσιμου πλήθους τριάδες, δηλαδή τόσες όσες και οι συνήθεις φυσικοί αριθμοί. Αν ταυτίσουμε
το κόσμο με την κοσμική κατανομή τότε διαφορετικές κοσμικές κατανομές συνιστούν
διαφορετικούς κόσμους και αυτοί οι κόσμοι παριστάνονται με μια γλώσσα του προτασιακού
λογισμού με αριθμήσιμο πληθος αρχικών προτάσεων. Διαφορετικές κοσμικες κατανομές έτσι
αντιστοιχούν σε διαφορετικούς κόσμους και μπορούμε να εφαρμόσουμε όλες εκείνες τις αποόψεις
της οντολογίας ως προέκτασης της λογικής για να μελετήσουμε την σχέση ανάμεσα στους
κόσμους. Ετσι τα πράγματα ενώ ξεκίνησαμε να τα καταστρώνουμε με το σκεπτικό να ικανοποιούν
διάφορες απαιτήσεις στην πορεία και εφόσον οι απαιτήσεις μας δεν αντιφάσκουν η μία προς την
άλλη αρχίζουν και τακτοποιούνται και δένουν μεταξύ τους εμφανίζοντας μια πληρέστερη και
αρτιότερη εικόνα. Είναι όμως ανάγκη μια κοσμική κατανομή να είναι τουλάχιστον συνεχής; Θα
μπορούσε αυτό να το επιβάλλει η ανάγκη συγκρότησής απο τροχιές; Και αν υποθέσουμε ότι είναι
συνεχής ως προς κάθε ανεξάρτητη μεταβλητή μπορεί να αυτή η συνέχεια να υποστηρίξει την
συνέχεια ως προς την τετράδα των ανεξάρτητων μεταβλητών; Για να μην μπλέξουμε με την
μαθηματική πλευρά του προβλήματος για τον προσδιορισμό της κοσμικής κατανομής επάνω σε
αριθμήσιμο πληθος τετράδων αρκεί να μιλάμε για συνέχεια ως προς την κάθε μια απο τις
παραμέτρους της δηλαδή για μηδενικη κλάση διαφορισιμότητας. Ετσι ωστε να βρισκόμασε σε
συμφωνία με τους όρους για την διαφορισιμότητα και κατα συνέπεια συνέχεια των τροχιών. Η
συνέχεια ως προς την χρονική παράμετρο δεν προκύπτει πλέον άμεσα αφού δεν υποθέτουμε στις
τροχιές διαφορισιμότητα ως προς την συνιστώσα ύλης. Τι γίνεται ως προς τις παραμέτρους
χώρου; Ας υποθέσουμε για τα παρακάτω πως ισχύει η συνέχεια ως προς τις μεμονωμένες
παραμέτρους.
Επειδή η κοσμική κατανομή, ας την ονομάσω K, αποδίδει σε κάθε τετράδα μια της
συνιστώσας ύλης, οι προτάσεις μου θα είναι τη μορφής Κ(x,y,z,t). Δεν χρειάζεται να γνωρίζουμε
την ακριβή συνιστώσα ύλης, και απο μια άποψη θα ήταν αυτό παράλογο με την έννοια του ότι η
σαφήνεια θα πρέπει να συνδέεται με τον συγκεκριμένο κόσμο αναφοράς απο τον οποίο
ακολουθούμε τα υπονοούμενα για κάθε άλλο κόσμο που πιθανώς να συγκροτείται απο της ίδιας
φύσεως “υλικά”. Αλλωστε η γλώσσα σε οποιαδήποτε περίπτωση είναι απλώς σύμβολα που είναι
δυνατόν να αποκτήσουν διάφορες σημασίες. Οταν θα συνδεθεί η γλώσσα μας με οντολογία θα
πρέπει να έχει προγηθεί απόδοση σημασίας στην γλώσσα ωστε να διαφανούν οι οντολογικές
προεκτάσεις στην πραγματικότητα που εξυπηρετείται απο την γλώσσα. Αυτό στην καθομιλουμένη
δεν φαίνεται εύκολα και σε τόση έκταση και με τέτοια καθολικότητα όπως μπορεί να γίνει στις
τυπικές γλώσσες που είναι στατικές και περιχαρακωμένες, αλλά όλοι έχουμε υπόψιν μας λέξεις που
αλλάζουν την σημασία τους ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται. Πάντως ο υλικός
χώρος φάσης είναι ενα πεδίο εφαρμογής μια τέτοια γλώσσας που υποδεικνύει κάτι σχετικά με την
φύση της οντολογίας όπως καθορίστηκε στην προηγούμενη εργασία , με την βοήθεια των συνεπών
πλήρων θεωριών μιας γλώσσας. Καθώς απομακρυνόμαστε απο τον κόσμο αναφοράς , απο το
συγκεκριμένο, και η σαφήνεια οπισθοχωρεί και μας εγκαταλείπει ανάλογα. Μέσα λοιπόν απο την
οντολογία μιλάμε για διάκριση όντων ανάλογα με τους βαθμούς σαφήνειας με αφετηρία κάποιο
συγκεκριμένο σύστημα πραγματικότητας απο το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε προτάσεις. Θα
μπορούσε όμως στα πλαίσια μια διαφορετικής κοσμικής κατανομής εκείνο που γίνεται αντιληπτό
σαν ον με ελαττωμένη σαφήνεια να αναλυθεί σε διάφορα όντα με διαφορετικούς βαθμούς
σαφήνειας. Εκείνο, ας πούμε, το όν που αντιστοιχεί στις αρνήσεις όλων των βασικών προτάσεων
που προκύπτουν απο την παραδοχή μιας κατανομής (για να κοπιάσει κανείς να την κάνει
συγκεκριμένη για να δούμε αν τελικά θα κατορθώσει να έχει γλώσσα με τέτοιες απόλυτες
απαιτήσεις! Τρομερό επιχείρημα όταν μιλάμε για γλώσσες ανθρώπων και όχι γλώσσες όχι απλώς
θεών αλλά ημίθεων!) θα μπορεί να αντιστοιχεί στο συγκεκριμένο όν με βάση την γλώσσα μιας
άλλης κατανομής διαφορετιής σε κάθε τετράδα αλλά και πιθανώς σε διάφορα άλλα όντα
περισσότερο αφηρημένα υπο προυποθέσεις, δηλαδή κάτω απο ορισμένες συγκεκριμενοποιήσεις.
Οπωσδήποτε, αν δεν εκλάβουμε την δυνατότητα συγκεκριμενοποίησης των αφηρημένων όντων
μεσα στα πλαίσια μιας άλλη γλώσσας που κατα κάποιο τρόπο ερμηνεύει τα αφηρημένα αυτά όντα,
τότε κανένα απο τα όντα της μιας γλώσσας δεν αντιστοιχεί απευθείας σε άλλο αφού ούτως ή άλλως
διαφέρουν σε δυνατότητες συγκεκριμενοποίησης σε διάφορες πραγματικότητες. Δεν μπορούμε
λοιπόν με βοήθεια της γλώσσας που είναι στην πραγματικότητας ενα σύνολο απο σύμβολα με
κανόνες χρήσης αν της αφαιρεθεί η σημασία να μιλήσουμε για αντιστοίχιση όντων. Αλλά τι
συμβαίνει!: ακόμα και όταν μπορούμε να μιλήσουμε , δηλαδή όταν αποδοθεί σημασία στα
σύμβολα ουσιαστικά μπορούμε να μιλήσουμε μονο για ένα συγκεκριμένο όν και βαθμούς
απόκλισης απο το συγκεκριμένο σε σχέση με αυτό. Δεν προτείνεται να χρησιμοποιούνται τέτοιες
γλώσσες με σκοπό την ανίχνευση οντολογίας, διαμερίζοντας την πραγματικότητα σε κόσμους που
πλέον θα στεγανοποιούν μέρη της πραγματικότητας ακριβώς επειδή η κατασκευή και η ερμηνεία
της γλώσσας δεν επιτρέπει άρση των αντιφάσεων. Αυτό αν θέλει κανείς να αγκαλιάσει όλη την
πραγματικότητα με την οποία ασχολείται και να διαπιστώσει την σύνδεση των απόψεων. Βέβαια το
ποιά είναι η πραγματικότητα με την οποία ασχολούμαστε παραμένει γενικώς μυστήριο το οποίο
υποχωρεί καθώς προχωρεί η διερεύνηση των ορίων που ήδη ξέρουμε. Γιαυτό και η γλώσσα δεν
μπορεί να μένει στατική αλλά οφείλει να εξελίσσεται με στόχο την άρση των αντιφάσεων. Και απο
της θέσεως αναφοράς , της θέσεως του συγκεκριμένου, δεν οφελεί να ασχολείται κανείς με άλλους
κόσμους και άλλα όντα με με συγκεκριμένους όρους και να ελπίζει πως δεν καταπιάνεται σαθρό
υλικό που υποθάλπει αντιφάσεις. Με βάση το συγκεκριμένο τα σώματα των διαφόρων όντων
διαφορετικής διαβάθμισης αφαίρεσης αλλά με σαφήνεια ορισμού, συγκεκριμενοποιούνται στον
κόσμο αναφοράς. Και με βάση αυτό το συγκεκριμένο μπορουμε να μιλήσουμε για ένα ον που
αντιστοιχεί σε αυτήν την κατεύθυνση προέκτασης σε πλήρη θεώρηση με τον εξοπλισμό της
συγκεκριμένης γλώσσας και με την ερμηνείας στην συγκεκριμένη πραγματικητα. Αυτό όμως κάτω
απο διαφορετικό γλωσικό εξοπλισμό και πραγματική ερμηνεία μπορεί να αναλυθεί ,
συνακολουθούσας κατα αναγη της ανάλυσης και του σώματος. Αν ξεχάσουμε την γλώσσα και
μιλάμε απλώς για πραγματικότητες τότε μεσα απο το ίδιο σωμα σε μια πραγματικότητας
σωματικές συνθέσεις άλλης προγματικότητας που μεταβάλλουν το σώμα της πρώτης σε κατηγορία
αποτελούν περαιτέρω συγκεριμενοποίηση που προβάλλεται σε περισσότερα όντα. Στην ουσία αν
συντεθούν οι περιπτώσεις δια μέσου όλων των συμβατών προτάσεων σε μια λαμβάνουμε την
αντιστοίχιση στο σώμα και ον της αρχικής γλώσσας αλλά πίσω απο αυτό αποκαλύπτεται ενα
ολόκληρο πληθος διαβαθμήσεων συγκεκριμενοποίησης. Σαφήνεια συνεχίζουμε να έχουμε σε κάθε
περίπτωση διότι δεν έχουμε αντιφάσεις αλλά προχωράμε με την εμβάθυνση της αναλύσεως, και ο
βαθμός του συγκεκριμένου της αρχικής θεώρησης μειώνεται επειδή η ανάλυση τον ξεπέρασε. Το
συγκεκριμένο είναι αυτό το οποίο καθορίζεται μονοσήμαντα εντός ενός αναλυτικού πλαισίου. Για
παράδειγμα οτι φθάσαμε να μιλάμε για άτομα σήμερα μετέβαλλε το συγκερκριμένο που
αντιλαμβανόμασταν όταν είχαμε μονο μακροσκοπικά δεδομένα αλλά δεν είναι συγκεριμένη η
διάκρισή μας στις υποατομικές διαστάσεις όπου τα πραγματα δεν τα καθορίζονται στο παρόν
αναλυτικό επίπεδο μονοσήμαντα. Και με αυτήν την επιφύλαξη αφού δεν είναι δυνατόν να
αντιληφθεί κανείς την ακριβή μετάβαση απο το μακροσκοπικό στο ιδανικό επίπεδο υποδεικνύεται
ως γλώσσα αυτή με αρχικές προτάσεις τις τετραδες K(x,y,z,t) και όχι τις πεντάδες (x,y,z,t, m) που
μαλιστα δεν καθιστά τις (x,y,z,t,m1) και (x,y,z,t,m2) αντιφατικές!
Για τους εργολάβους δεν συνίσταται ο υλικός χώρος φάσης! Δεν αποδίδει κέρδος να πουμε!
Είναι μονο για ερασιτέχνες αλπινιστές! Που μπορεί να πέσουν και σε λακκούβες! Οπως στην
περίπτωση της αβλεψίας υπόθεσης παραπάνω διαφορισιμότητας των τροχιών ως προς την
συνιστώσα ύλης την οποία ορισα να προέρχεται ως το μέτρο της τρισδιάστατης ταχύτητας.
Θα ήθελα να διευκρινίσω ενα σημείο: πως προκύπτει η συνέχεια τις κατανομής ως προς τις
διαστάσεις του χώρου: κοιαξτε, ας υποθέσουμε ότι έχουμε κάποιο σημείο ασυνέχειας ως προς την
διάσταση των x , εστω το x0 , το οποίο μαζί με κάποια άλλα y0, z0, t0, αν K είναι η συνάρτηση της
κατανομής,, μπορεί να συνδεθεί με κάποιον αριθμο ε>0 ώστε για κάθε αριθμό 1/N>0 να μπορούμε
να βρούμε x1, x2,.....,xN,...... με την απόλυτη τιμή της διαφοράς x0-xn |χ0-χN|<1/N ώστε
|K(xN,y0,z0,t0)-K(x0,y0,z0,t0)| >ε
Προφανώς δεν μπρούμε να παραμετροποιήσουμε στην κατανομή τις συντεταγμένες χώρους ως
προς οποιαδήποτε παράμετρο και να περιμένουμε πως η τροχιά μας θα έχει την ίδια συνιστώσα
ύλης με την κατανομή. Ας συμβολίζουμε το Κ(x,y.z,t) με F(x) για να μη μπερδευόμαστε με τις
άλλες σταθερές ανεξάρτητες μεταβλητές. Απο την κατανομή Κ θα πρέπει να περνάει απο το σημείο
(xN,y0,z0,t0) μια τουλάχιστον πραγματική τροχιά που διατηρεί την συνιστώσα ύλης . Αυτό τι
σημαίνει; Σημαίνει πως μπορούμε να εκλέξουμε ενα χρονικό σημείο t1 διαφορετικό απο το t0 και
κατόπιν να λάβουμε XN πάνω σε αυτήν την τροχιά χωρίς βλαβη της γενικότητας σε σχέση με τις
υπόλοιπες συντεταγμένες σε χρόνο TN= τ0 + (t-t0/(Nth power of 2)) ή προσαρμοσμένο ωστε να
μην συμπιπτουν τα σημεία. Απο τα σημεία αυτά θα περνάει μια τροχιά όχι κατα ανάγκη
πραγματική αλλά οπωσδήποτε εντός της κατανομής που τα συνδέει με το (x0,y0,z0,t0). Ευκολα
μπορεί να φανεί αυτό αφού αυτά μπορούν να θεωρηθούν πανω σε μια γραμμή και κατόπιν η
γραμμή αυτή να προσαρμοστεί ωστε να περνάει απο το (x0,y0,z0,t0). Αυτό θα τελειώνε την
απόδειξη του ισχυρισμού αν υποθέταμε συνέχεια στην ταχύτητα των τροχιών διότι θα επρέπε
καθώς το TN τείνει στο t0 επάνω στην τροχια αυτή , η ταχύτητες να τείνουν στην ταχύτητα στο t0
και επομένως τα μέτρα τους, δηλαδή οι συνιστώσες ύλης , να περιορίζονται σε περιοχές του
Κ(x0,y0,z0,t0). To κλειδί λοιπόν για την απόδειξη είναι το κατα πόσο μπορούμε επάνω στην
κατανομή να περάσουμε τροχιά απο τα σημεία (σημεία χώρου και στιγμές χρόνου) που
αναδείχθηκαν προηγουμένως και επιπλέον απο το σημείο (x0,y0,z0,t0).
Μπορούμε να προχωρήσουμε σε αυτήν την υπόθεση; Μάλλον να το θέσω καλύτερα,
οφείλουμε αν μπορούμε να προχωρήσουμε σε αυτήν την υπόθεση;Μπορούμε δηλαδή να συνδέουμε
καποια οποιαδήποτε σημεία του χώρου και στιγμές του χρόνου που είναι ως προς την συνιστώσα
ύλης συμβατές με την κατανομή με μια τροχιά; Θα ήταν εύκολο και υποχρεωτικό να απαντήσουμε
ναι εφόσον επρόκειτο για σημεία χώρου χωρίς δέσμευση χρόνου. Αλλά απο την στιγμή που
εμφανίζεται η δέσμευση χρόνου το πραγμα θελει σκέψη. Πρώτα πρώτα αν μπορεί να γίνει κάτι
τέτοιο θα πρέπει και τα σημεία χώρου να τείνουν στο (x0,y0,z0) καθώς το TN τείνει στο t0. Αυτό
αφορά το αν μπορούμε να προχωρήσουμε την υπόθεση και έχει να κάνει με την εκλογή των
σημείων πάνω στις πραγματικές τοχιές . Μπορούμε να επιλέξουμε τα ΧΝ, ΥΝ, ΖΝ απο την
συνέχεια των πραγματικών τροχιών ώστε να βρίσκονται σε πλαίσια των (xN-1/N, xN+1/N) και (y0-
1/N,y0+1/N) και (z0-1/N,z0+1/N) και να προσαρμόσουμε τους χρόνους κατάλληλα ώστε να είναι
μιρκότερη απο τους απαιτούμενους για σύγκλιση της ακολουθίας τους στο t0 αλλά και να μη
συμπίπτουν αυτα τα σημεία. . Αρα απο αυτήν την άποψη είμαστε καλυμμένοι. Μπορούμε όμως
αυτά τα σημεία να τα συνδέσουμε , ή μπορούμε να βρούμε κατάλληλα σημεία που να συνδέονται;
Ας υποθέσουμε οτι τελειώνουμε αυτό το σημείο και εξασφαλίζεται η συνέχεια ως προς τις
παραμέτρους χώρου. Η συνέχεια ως προ της συνιστώσα ύλης απο την συνέχεια της ταχύτητας και
επομένως και του μέτρου της στις τροχιές κατα τον ίδιο τρόπο με τα προηγούμενα.
Αρα ενα χρειαζόμαστε την συνέχεια της ταχύτητας η οποία μπορεί να προκύψει απο την υπόθεση
οτι οι τροχιές μας ανεβαίνουν μια κλάση διαφορισιμοτητας ωστε να ορίζεται και η επιτάχυνση. Η
αλήθεια έιναι πως αυτό αποτελεί υπόθεση επιλογής τροχιών αναλόγως με το τι τροχιές μπορούν να
χρησιμεύσουν αργότερα στην σύνθεση μακροσκοπικών αντικειμένων και κατα πόσο η επιτάχυνση
απαιτείται να ορίζεται.
Αλλά παραμένουμε στην ανάγκη να απαντηθεί το ουσιαστικό ερώτημα εαν στην κατανομή
μπορούμε να συνδέουμε κατα βούλησιν σημεία του χώρου σε δεδομενες χρονικές στιγμές υπο μια
συντεταγμένη θέα με τροχιά που έχει επιπλέον και την ιδιότητα να ορίζεται η επιτάχυνσή της.
Τουλάχιστον αυτό θα πρέπει να μπορεί να γίνεται τοπικά.
Αν η κατανομή μπορεί τοπικά να ευρεθεί ως λύση διαφορικής εξίσωσης και ένωση νόμιμων
τροχιών τότε η συνέχεια μπορεί να προκύψει απο εκεί τοπικά και η απο αυτήν την συνέχεια να
προκύψει η συνέχεια ως προς τις μεμονωμένες παραμέτρους εφοσον οι τροχιές θεωρηθούν με
οριζόμενη επιτάχυνση.
Αν δεν μπορούμε να θεωρήσουμε την κατανομή συνεχή τότε όλη η προηγούμενη συζήτηση για την
κατάστρωση γλώσσας των τετράδων παραμένει κενή στον βαθμό που αποτυγχάνουμε. Υπόψιν οτι
στην περίπτωση της υλικής κατανομής οι φανταστικές τροχιές που είναι συμβατές με αυτήν
υποχρεούνται να υπακούουν στην αρχή του αποκλεισμού. Αλλά ούτε οι πραγματικές ούτε οι
φανταστικές δεσμεύονται εφόσον η συνιστώσα ύλης παραμένει σταθερή και δύο τροχιές
εφάπτονται σε σημείο έχοντας ορισμένη την ίδια ταχύτητα. Διότι αλλοιώς, αν έχουν διαφορετικές
ταχύτητες τότε δεδομένου αυτού του σημείου επαφής δεν μπορεί να προκύψει η επόμενη θέση
παρα μόνο με εκλογή της ταχύτητας που ενδιαφέρει. Αυτό δεν εξασφαλίζεται ούτε με την εισαγωγή
υλικής κατανομής αλλα προσδιορίζει τις ιδιότητες που θα πρέπει να έχει αυτή η κατανομή.
Νομίζω οτι ξαναβρίσκομαι στο σημείο να έχω κομμάτια τα οποία δεν φαίνεται να δένονται
το ένα με το άλλο. Και η λύση της κατανομής φαίνεται ότι δεν αρκεί απο μόνη της για να
εξασφαλίσει το δέσιμο αυτό. Σε αυτήν την περίπτωση αναρωτιέται κανείς μήπως η απαίτηση να
μην διακλαδίζονται οι τροχιές στον χώρο έτσι ωστε να μη διασπάται ή διαχέεται η συνιστώλα ύλης
στον χώρο με την παροδο του χρόνου είναι υπερβολική. Αλλωστε απο την στιγμή που ορίστηκε η
συνιστώσα ύλης με αυτόν τον τρόπο που ορίστηκε ωστε να δικαιολογείται ανάλυσή της πλέον με
βάση τα δεδομένα της τροχιάς γύρω απο σημείο , αποδείχθηκε οι τέτοιου είδους ανάλυση
θεμελιώνεται παρα το απαραβίαστο της απλότητας του σημείου. Απο την στιγμή που
αποδεχόμαστε κάτι τέτοιο πλέον θα πρέπει να υποθέσουμε συνέχεια στην διάδοση της
“διαταραχής” μαζί με την αβεβαιότητα πλέον προκύπτει για την έννοια σωματιδίου εφόσον δεν
έχουν σαφή στοιχεία τροχιάς. Τώρα αρχίζει να διαφαίνεται η ανάγκη για την θεώρηση συνέχειας
της κατανομής οταν αρχίζει και οπισθοχωρεί η απαίτηση για αμοιβαιο αποκλεισμό των τροχιών
στην ίδια στιγμή του χρόνου εφόσον η συνιστώσα ύλης είναι η ίδια. Γιατί πλέον μας ενδιαφέρει η
διαφορισιμότητα προς κάθε κατεύθυνση της κοσμικής κατανομής και επομενως και η
συνεπακόλουθη συνέχειά της.
Νομίζω ότι προχωρώντας τα πράγματα προς μία κατεύθυνση, επειδή δεν τα ξέρει κανείς
απο την αρχή (όχι όλα όπως λέγεται άλλα απλώς δεν τα ξέρει) φθάνει σε αδιέξοδα αναφορικά με
τις υποθέσεις του και αναγκάζεται να επιστρέψει και να διορθώσει. Πάντως απο αυτήν και μόνο
την διαδικασία φαίνεται η αξία μιας τέτοιας προσέγγισης που προχωράει , αν και με εμπόδια, τα
οποία τελικά υπερπηδώ, διότι η μαθηματικοποίηση αυτών των εννοιών προσφέρει αυτό το εργαλεί
αυστηρού ελέγχου της πορείας που δεν θα μπορουσε αλλοιώς να γίνει μεσα απο τις αποχρώσεις της
καθομιλουμένης. Εκεί ακριβώς έγκειται η χρησιμοτητά της. Πάντως αναθεωρώντας και την
συζήτηση περι αβεβαιότητας τώρα εισάγεται και μια άλλη πηγή αβεβαιότητας που έχει να κάνει με
την παρακολούθηση μιας τροχιάς επακριβώς. Τι υπάρχει πλεόν για να μα οδηγήσει στο να
επιλέξουμε μια τροχιά ανάμεσα σε διάφορες κατευθύνσεις όταν βρισκόμαστε σε ένα σημείο; Δεν
μπορεί να απαντηθεί κάτι τέτοιο αν δεν συνδεθούμε με τα μακροσκοπικά δεδομένα. Πάντως οταν
απαντηθεί ισχύει η συζήτηση περι τροχιών τόσο όσον αφορα την σταθερή ταχύτητα όσο και την
σταθερότητα της συνιστώσας ύλης.
Θα κλείσω προς το παρόν με ένα αναστεναγμό ανακούφισης για την διάσωση παρα τρίχα
τόσης δουλειάς σε προσωπικό επίπεδο και ελπίζοντας. Τώρα μπορώ να θεωρηθώ και γώ οικολόγος-
παλινδρομιστής μέχρι να με κατακρημνίσει η πραγματικότητα! Παντως όχι εργολάβος στο
οικόπεδο του Θεού!
Κατ'αρχήν θα πρέπει να τονιστεί οτι με τις τελευταίες εξελίξεις πάνω σε αυτήν την εργασία
φαίνεται οτι απο την ίδια την κατανομή δεν μπορεί να προκύψει ο αποκλεισμός τροχιών ακόμα και
της ίδιας συνιστώσας ύλης απο την ίδια θέση στον χώρο την ίδια χρονική στιγμή. Πάντως τέτοιες
τροχιές διαχωρίζονται στον χωροχρόνο αλλά η οποιαδήποτε θεώρηση συνόλου τροχιών
επιλεγμένων μεσα απο τις φυσικά παραμετροποιήσιμες εντός ενός μεταβλητού συστήματος
συντεταγμένων , δηλαδή ενας τέτοιος διαχωρισμός , θα πρέπει να έχει λόγο να γίνεται και μάλιστα
να έχει λόγο σε αυτό το επίπεδο. Διότι συζητήσιμα ,βέβαια, καλώς θα μπορούσε να αναγάγει
κανείς αυτόν τον λόγο στο μακροσκοπικό επίπεδο αλλά μια τέτοια προσέγγιση αφενός μοιάζει με
κάποιον που προσπαθεί να ανυψώσει τον εαυτό του τραβώντας τα μαλλιά του προς τα επάνω και
αφετέρου προκαταλαμβάνει το ιδανικό επιπεδο με βάση κάποιο συγκεκριμένο μακροσκοπικο
επίπεδο. Αν δε προσπαθήσει να διέλθει κανείς αυτής της στενωπού θεωρώντας κάθε μακροσκοπικό
επίπεδο τότε ουσιαστικά έχει το βλέμμα στραμένο στο ιδανικό επίπεδο αφού χωρίς αυτό θα πάψει
να αναζητάει περαιτέρω βάθος ανάλυσης. Αυτό σημαίνει πως όλες οι φυσικά παραμετροποιήσιμες
τροχιές ικανοποιούν το κριτήριο πραγματικού χρόνου και δεν μπορούν να εγκαταληφθούν σε
αυθαίρετη επιλογή αλλά μέσα σε ενα κόσμο ο οποίος υλοποιεί την αρχή του αποκλεισμού μεταξύ
των βασικών συνιστωσών ύλης οι τροχιές που μπορεί να θεωρηθούν μονο εφόσον είναι συμβατές
με μια κατανομή στον υλικό χώρο φάσης.
Απο την άλλη ως πρόσφατη εξέλιξη αυτής της εργασίας υπήρξε η απόρριψη μιας άποψης
που την διαπότιζε σε όλο το μέχρι τώρα μήκος της και που αφορούσε στον εξοβελισμό απο το
ιδανικό επίπεδο του κυματικού χαρακτήρα των διαταραχών στον υλικό χώρο φάσης. Δεν
εγκαταλείπει κανείς μια τόσο επίμονη άποψη έτσι επειδή έφτασε σε κάποιο συλλογιστικό αδιέξοδο
στην προσπάθειά του να μαθηματικοποιήσει τον “κόσμο” , στον υλικό χώρο φάσης. Απλά το
αδιέξοδο το οδηγεί στο να επιστρέψει και να επανεξετάσει τα επιχειρήματα τα οποία τον
κρατούσαν μέχρι εκείνο το σημείο δεμένο σε αυτήν την άποψη. Διότι μπορεί να μην υφίσταται
ζήτημα εγκυρότητας των επιχειρημάτων αυτών αλλά μπορεί μια αυθαίρετη υπόθεση κάπου
ενδιαμέσως της πορείας να οδήγησε στο αδιέξοδο. Και καλά θα είναι να περιγραφεί αυτό το
αδιέξοδο στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το αδιέξοδο που προέκυψε με την υιοθεσία της κοσμικής
κατανομής είναι αναφορικά με την γλωσσική περιγραφή του ιδανικού μοντέλου η οποία μπορεί να
γίνει στα πλαίσια του προτασιακού λογισμού. Γιατί αν δεν μπορεί να γίνει στα πλαίσια αυτου του
λογισμού δεν μπορεί να γίνει στα πλαίσια κανενός περιπλοκότερου λογισμού. Και βέβαια αυτό το
αδιέξοδο δεν προκύπτει απο το στενό φάσμα όρασης που που δεν μπορεί να διαπεράσει το έρκος
των παρωπίδων απέναντι σε ο,τιδήποτε δεν σχετίζεται αμέσως με τον υλικό χώρο φάσης. Θα
πρέπει να λάβει υπόψιν του κανείς εκείνον που μελετά αυτά τα θέματα, και εκείνο που παρατηρεί
τον χώρο φάσης και τις γλωσσικές τους δυνατότητες σε μια ολοκληρωμένη άποψη για να
κατανοήσει αυτό το αδιέξοδο.
Εχοντας τακτοποιήσει τα προηγούμενα δύο ζητήματα επαρκώς ήρθε η ώρα να
διαπραγματευτούμε εκ νέου τον πυρήνα της εμμονής στην αποκλειστικά σωματιδιακή φύση σε
ιδανικό επίπεδο ανάλυσης. Το επιχείρημα προέβαλλε την άποψη πως το σημείο είναι το
απλούστερο και ως εκ τούτου το θεμελιώδες συστατικό του χώρου φάσης και επομένως δεν
ενσωματώνει αποχρώντα λόγο, επαρκή λόγο , για να υποστηρίξει την διάχυσή του. Αυτό είναι
αληθές αλλά μέσα απο αυτό το πρίσμα το σημείο δεν ενσωματώνει επαρκή λόγο ουτε για να
τοποθετηθεί σε τροχιά ή μεσα στον ίδιο τον χώρο φάσης. Ετσι τελικά αναγκαστήκαμε να προβούμε
σε υποχωρήσεις επαναπροσδιορίζοντας την συνιστώσα ύλης ώστε να προέρχεται απο στοιχεία που
αφορούν ολόκληρο ή τουλάχισταν τοπικά το ιστορικό της τροχιάς. Υπόψιν , ως παρατήρηση , οτι
επιλέον κλάσεις διαφορισιμότητας καθορίζουν τοπικά την τροχιά και επομένως σημαίνουν
επέκταση ενσωμάτωσης του ιστορικού στην υπηρεσία της αρχής του αποχρώντος λόγου η οποία
όταν εξετάζεται ως προς την ροή, την εξέλιξη των συμβάντων στον χρόνο γίνεται η γνωστή αρχή
της αιτιότητας, αιτίου-αιτιατού ή αιτίου αποτελέσματος, όπως συνηθίζεται να γίνεται αναφορά σε
αυτήν. Αυτό φαίνεται απο την δυνατότητα βελτίωσης προσεγγίσεων με σειρές.
Ουσιαστικά δηλαδή , δεν εγκαταλείψαμε απότομα την αρχή της μονήρους σωματιδιακής
προσέγγισης ,όπως θα την ονομάζω, στο ιδανικό επίπεδο ανάλυσης αλλά ανεπαίσθητα προβαίναμε
σε υποχωρήσεις ως προς αυτήν την αρχή , οι οποίες όμως δεν συνειδητοπούνταν αρκετά ωστε να
μας κάνουν- να με κάνουν για να μη φορτώνω και στον αναγνώστη την ευθύνη μένοντας στο
γράμμα ενός πληθυντικου ευγενείας,- να απορρίψουμε αυτήν την αρχή έτσι ώστε εχοντας τα δύο
πόδια σε ενα διαρκώς διευρυνόμενο χαντάκι σε ταφρο να οδηγηθούμε σε αδιέξοδο ταυτόγχρονα με
την πολύ καλύ ευκαιρία για βελτίωση των ανοιγμάτων αναμεσα στα δύο σκέλη. Πριν πέσουμε στην
τάφρο γίναμε μέχρι και χορευτές μπαλέτου ως προς την ευλυγισία! Πάντως μιας κα μιλησα για
μπαλέτο και ήρθαν στο μυαλό μου τα σοβιετικά Μπολσόι θα ήθελα να κάνω πρόωρα το
καθιερωμένο σχόλιό μου για τους εργολάβους-απατεώνες-νεόπλουτους περιβαλλοντολόγους του
πλανήτη. Κοιτάξτε, υποτίθεται ότι στην περίοδο του ψυχρού πολέμου διαμορφώθηκαν συμμαχίες
ανάμεσα στο κομμουνιστικό και στο καπιταλιστικό μπλόκ (έτσι είχαν τακτοποιηθεί και τότε τα
πράγματα ,φυσικά απο αυτούς τους δύο που διέθεταν την δύναμη, και έπνιγαν τον κόσμο και στα
πλαίσια αυτής της ασφυκτικής κατάστασης προέκυψε η τάση για απαγκίστρωση των λεγόμενων
αδεσμεύτων που στην ορολογία αυτών των ηλιθίων του ψυχροπολεμιού ανταγωνισμού
ισοπεδώθηκε κάτω απο τον συμψηφιστικό όρο τρίτος κόσμος! Ναι οι κοπρίτες συνιστούσαν τον
πρώτο και τον δεύτερο αναλόγως με ποιανού ο πύραυλος πήγαινε πιο μακρυά!). Κατόπιν οταν
κατέρρευσε αυτή η διαμόρφωση στον κόσμο ή -θα μπορούσε και έτσι να το θέσει κανείς- όταν
προσωρινώς επικράτησε το καπιταλιστικό μπλοκ αλλά και σήμερα που η διάδοχος Ρωσία της
Σοβιετικής Ενωσης, μαζί με την υπόλοιπη Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών έχουν μετουσιωθεί
σε άκρατους καπιταλιστές , συνέχισαν να κεφαλαιοποιούν επάνω στις διεθνείς σχέσεις που είχαν
διαμορφωθεί ψυχροπολεμικά. Τουλάχιστον κάποιοι απο αυτούς ενώ άλλοι ενέδωσαν στις
προσεγγίσεις της αντίπαλης μερίδας του Ψυχρού Πολέμου, πάντως στην ουσία διαιωνίζοντας την
λογική αυτή. Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα οτι οι σχέσεις και οι λογική της σύναψης συμμαχιών κατα
την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε ξεφύγει απο τα ιδεολογικά πλαίσια και είχε καταστεί
εντελώς πραγματιστική, ωμή και χυδαία. Προιόν λοιπόν αυτής της χυδαιότητας είναι η κατάρρευση
του ενός πυλώνα της ψυχροπολεμικής διαμόρφωσης. Και όχι της ιδεολογίας. Μάλιστα είναι
ενδεικτικό ότι η ιδεολογία έχασε τον επιστημονικό της χαρακτήρα, παγιώθηκε σε δόγμα και δεν
μπόρεσε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και να τροφοδοτήσει με όραμα. Και ξέρετε ότι οποιος
δογματίζει προσπαθεί να εγκλείσει κάθε τι στο δικό του ορίζοντα και έτσι να το υπαγαγάγει στην
δική του σκοπιμότητα. Συνήθως είναι λεχρίτης αν δεν είναι αφελής!
Πάμε λοιπόν πάλι πίσω στην κανονική ροή της εργασίας , για να δούμε οτι με την απόρριψη
της μονήρους σωματιδιακής φύσης στο ιδανικό επίπεδο ανάλυσης και την εισαγωγή της
κατανομής που επιτρέπει και την κυματική συμπεριφορά μέσα απο την διαφορισιμότητά της μας
δεν απολλύουμε την αρχή της αιτιότητας αφού η γνώση του ιστορικού όχι πλεόν σε επίπεδο
τροχιάς αλλά σε επίπεδο περιοχής σηματοδοτεί και προσδιορίζει το μέλλον. Εισάγεται όμως η
αβεβαιότητα σε επίπεδο τροχιάς , με την έννοια της έλλειψης κριτηρίου εστίασης σε συγκεκριμένη
τροχιά στο ιδανικό επίπεδο. Η επιλογή θα πρέπει να καθορίζεται απο τα μακροσκοπικά δεδομένα
που καθορίζουν το σύστημα τροχιών με το οποίο ασχολούμαστε και τα οποια αν προεκταθούν σε
κάθε δυνατή μακροσκοπική παρατήρηση εξαφανίζουν το κριτήριο συγκεκριμένης επιλογής: Αρχή
της Αβεβαιότητας θεσης και ταχύτητας σωματιδίου με μια άλλη μορφή.
Βέβαια αφού αυτού του είδους η αβεβαιότητα δεν δίνει μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί
ισοδύναμη αλλά μονον γενικότερη αποκάθε άλλη εφόσον υπόκειται κάθε άλλης η οποία υπο
συγκεκριμένες μακροσκοπικές συνθήκες δίνει το μέτρο της. Ακριβώς επειδή η μακροσκοπικές
συνθήκες είναι σαφείς μέχρις ενός σημείου και η αβεβαιότητα αφορά απειροστά ή άπειρα. Για την
ακρίβεια απο ενα σημείο στον χώρο μπορούν να διέλθουν τόσες πολλές τροχιές που η επιλογή μιας
μοιάζει απίθανη. Αρα χρειάζεται ενα πιο περιοριστικό πλαίσιο το οποιο ξεκαθαρίζει κάποια
πράγματα , δηλαδή περιορίζει την αβεβαιότητα.
Αν άρουμε την απαίτηση της αρχής του αποκλεισμού των στοιχειωδών σωματιδίων στην
ίδια θεση στον χωρο την ίδια χρονική στιγμή, τότε μπορούμε να συχίσουμε να ορίζουμε την
συνιστώσα ύλης με βάση την την διαφόριση τροχιών στον χώρο αλλά πλεόν η υλική κατανομή δεν
είναι μονοσήμαντα ορισμένη ως προς την συνιστώσα αυτή αλλά είναι ενα νεφέλωμα. , ενα
υποσύνολο τιμών στην διάσταση της ύλης. Θεμελιακή εννοια στο ορισμό της συνιστώσας ύλης και
με αυτόν τον τρόπο παραμένει η έννοια της κίνησης . Με την άρση της αρχής του αποκλεισμού
νομιμοποιούνται όλες οι τροχιές πλέον και δεν υφίσταται η ανάγκη προσδιορισμού κατανομής. Για
την ακρίβεια μπορούμε να εγκαταλείψουμε ακόμα και αυτήν την διαφορισμότητα των τροχιών
θεωρώντας μονο την συνέχεια και τις ταχύτητες που προκύπτουν απο ακολουθίες σημείων της
τροχιάς που τείνουν σε κάποιο σημείο της. Ή ακόμα και να εγκαταλείψουμε την έννοια της τροχιάς
και να θεωρήσουμε ακολουθίες σημείων. Το μοντέλο συνεχίζει να ισχύει διότι δεν έχουμε
αντιφάσεις ως προς τα συστατικά του αλλά δεν μπορούμε πλέον να θεωρούμε πλεον στην γλωσσα
των τετράδων θεωρίες χωρίς αντιφάσεις.
Η σαφής κατανομή αποκρούει αυτούς τους ενδοιασμούς και επιπλέον παρα το ότι δεν
προυποθέτει επιλογή τροχιών στηρίζεται στην κίνηση και επομένως στις τροχιές για τον
προσδιορισμό της συνιστώσας ύλης.

Επίλογος
Ωραίο το μοντελάκι της πραγματικότητας , αλλά δεν επιβεβαιώνεται. Είναι απο τα
πραγματα τα οποία θα πρέπει να εξετάζεις κάθε φορά γιατί μπορεί να μην ισχύει και όχι αν ισχύει.
Αλλωστε αυτή είναι η φύση της ιδανικής και όχι αναγκαστικά με την έννοια της ιδανικώς καλής
κατάστασης : ωα μην μπορείς ποτέ να δείξεις οτι ισχύει αλλά αν μπορεί να δείξεις πως δεν ισχύει
είναι ιδανική. Εντάξει, ούτε και το ότι οι μισοί έλληνες κατα την διάρκεια της γερμανικής κατοχής
ήτανε ή ταγματασφαλίτες ή είχανε παρε δώσε με ταγματασφαλίτες μπορείς να αποδείξεις απλά το
δέχεσαι γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να σε κάνει να το απορρίψεις. Δηλαδή , με συγχωρείτε αλλά
δεν μπορούσες να πας κάτω απο την κουκούλα κάθε κουκουλοφόρου καταδότη για να δείς αν
είναι αυτός ή κανένας μεταξοσκώληκας αλλά σε εποχές μεγάλης δυσκολίας που οι εξαρτήσεις
αυξάνονται απο τα διάφορα κέντρα εξουσίας, κυρίως της κατοχικής ειδικά στους χειμώνες της
πείνας στις πόλεις, κανείς έπρεπε να διαλέξει διότι μόνος του δύσκολα θα τα έβγαζε πέρα. Εντάξει ,
δεν μπορούσε να είχαν διαλέξει οι περισσότεροι το βουνό και τα αντάρτικα εκεί , που δεν έχει να
σου δώσει εδώ που τα λεμε και πολλά εκτός αν θες να τρως πευκοβελόνες!! Γιαυτό και σε κάθε
σπίτι που είχε ανθρώπους συνδεδεμένους με φορείς αντίστασης είχαμε και συλλήψεις. Και δεν
μπορεί σήμερα οι απόγονοι τόσων καλών υποτιθέμενων ελλήνων τότε να έχουν εκπέσει τόσο ηθικά
ωστε να έχουν δώσει αλλο νόημα στο ταγματασφαλιτιλίκι εξαρτώντας το πλέον και απο μη
κατοχικά κέντρα εξουσιας. Βέβαια τώρα αυτό το μασκαρεύει κανείς με την λεξη ανταγωνισμός.! Ε;
Δηλαδή καθένας για την πάρτη του αλλά σε καιρό πολέμου ας πούμε αυτός θα δώσει και την ζωή
του για την πατρίδα! Αστεία πράγματα! Γιαυτό και αυτοί που έχουν την εξουσία πραγματικά
προτιμουν να μην χάνουν την δική τους ζωή αλλά να δίνουν δουλειά στους άνεργους! Και δεν
συμβαίνει φυσικά αυτό μονο στην Ελλάδα. Ολος ο κόσμος τέτοια φρούτα βγάζει! Παρα τους
εθνικούς στόμφους η ανθρώπινη φύση κυριαρχεί της εθνικής και σε αυτό το σημείο και όχι η
εθνική φύση της ανθρώπινης. Αλλωστε για να ξεχωρίσει απο άνθρωπο μια εθνική ομάδα , και με
την εξέλιξη να το παρεις θα ήθελε οσο να'ναι μια γεωλογική περίοδο κάποιων εκατοντάδων
χιλιάδων χρόνων. Γιαυτό και στους στρατούς υπάρχει ο αναλώσιμος και υπάρχει και η καριέρα.
Δεν μπορείς να βγάλεις την καριέρα απο το μυαλό του στρατιώτη διότι δεν μπορεί να ζει συνεχεια
με την ιδέα ότι είναι αναλώσιμος. Αλλά θα πρέπει να ελπίζει εκτός απο το πλιάτσικο μετα τις νίκες
(αλοίμονο τώρα! Πάντα οι στρατοί έτσι ενεργούσαν ακόμα και κάποιοι στρατιώτες να έχουν
συνείδηση) και σε μια ασφαλέστερη προαγωγή. Βέβαια αυτή δεν αφορά όλους διότι τότε ο στρατός
θα ειχε περισσότερη ανώτερη ιεραρχία απο βάση. Δηλαδή στο Βυζάντιο για να γλυτώσει ο κόσμος
τον στρατό πήγαινε και καταταγότανε σε μοναχικά ταγματα. Και αντίστοιχα οπωσδήποτε θα έχει
να πει κανείς σε κάθε μέρος του κόσμου. Κάποιοι έχουν τον τροπο τους να πανε πιο γρήγορα σε
ασφαλέστερα πόστα. Κάποιος ας πούμε κάνει μια ανδραγαθία και τελείωσε, άσε που μπορεί να μήν
είναι και ανδραγαθία, αρκεί να φαίνεται. Κάποιος άλλος έχει βγάλει κάλους να ανδραγαθάει και
δεν προχωράει όσο θα ήθελε. Ε! Μετά την μάχη στους αιχμαλώτος αξιωματικούς φέρεσαι
διαφορετικά και ας είναι αυτοί που σχεδιάζουν το φονικό αλλά φυσικά το φονικό αφορά τους
αναλώσιμους!

You might also like