Professional Documents
Culture Documents
ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΊΑ
ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΊΑ
Σκουφάς: Όχι, Γιάννο, μη στρώνεις τραπέζι. Δεν έχω όρεξη να φάω. Έπειτα περιμένω
κάποιους ξένους απόψε. Μη μας βρουν άνω κάτω.
Γιάννος: Αφέντη, ούτε και το μεσημέρι έφαγες. Τελευταία πολύ παραμελείς τον εαυτό σου.
Σκουφάς: Σου το ΄πα χίλιες φορές να πάψεις να με λες αφέντη. Μόνο το Θεό έχουμε αφέντη,
παιδί μου.
Γιάννος: Καλά, κυρ-Νικόλα! Είπες πως περιμένεις μουσαφίρηδες. Στ’ αλήθεια θα φάνε κιόλας
στο σπίτι μας; Αν είναι, να ετοιμάσω κάτι, γιατί τίποτα σπουδαίο δε βρίσκεται στο φτωχικό
μας.
Σκουφάς: Δε θα φάνε, Γιάννο. Για δουλειά θα έρθουν. Μα … την ωφέλεια δε θα την βάλουμε
στην τσέπη μας.
Γιάννος: Και… ποιοι θα ‘ρθούνε, ποιοι θα. ΄ναι οι σπουδαίοι μουσαφίρηδες;
Σκουφάς: Ο Εμμανουήλ Ξάνθος και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ.(χτυπά η πόρτα)
Να, αυτοί είναι, ήρθανε κιόλας. Πήγαινε να τους ανοίξεις.
Γιάννος: Μάλιστα. Τρέχω αμέσως, αφέντ… κυρ-Νικόλα.
(Μπαίνουν ο Ξάνθος και ο Τσακάλωφ. Ο Σκουφάς όρθιος τους υποδέχεται.)
« Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού, οικειοθελώς, ότι θέλω είμαι πιστός εις την Εταιρεία
κατά πάντα και δια πάντα. Ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά και αθλία Πατρίς! Ορκίζομαι εις τας
πολυχρονίους βασάνους σου! Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα, τα οποία τόσους αιώνες έχυσαν
τα ταλαίπωρα τέκνα σου! … Αν ίσως λησμονήσω μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν
εκπληρώσω το χρέος μου ο θάνατος ας είναι η τιμωρία του αμαρτήματός μου!
Χύστε τώρα το κρασί στο τραπέζι. Έτσι να χυθεί το αίμα μας για το λυτρωμό των σκλάβων
αδερφών μας!
Ξάνθος – Τσακάλωφ: Έτσι να χυθεί το αίμα μας για το λυτρωμό των σκλάβων αδερφών μας!
Σκουφάς: Κι άμποτε, αδέλφια μου, ν’ ακούσουμε να σημαίνουν οι αναστάσιμες καμπάνες του
Γένους μας!
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ
Αυγέρης: Η φλόγα σου, Δημητρό, πύρωσε και τη δική μου την καρδιά. Ως τώρα φάνηκα
δειλός, μα η αντρειοσύνη σου ξεσήκωσε και μένα!
(κοιτάει προς τον Κανάρη) Καπετάν Κωνσταντή συχώρα με για το φέρσιμό μου και πάρε με
μαζί σου στο μπουρλότο.
Κανάρης: Σ’ ευχαριστώ, Αυγέρη! Η απόφασή σου μου δίνει κουράγιο. Σκέψου πως τούτη την
ώρα δε μιλάμε εμείς, δεν αποφασίζουμε μόνοι μας. Μιλάει και μας καλεί η πατρίδα και το
άδικο αίμα που χύνεται σε κάθε γωνιά της πατρίδας.
Φώτης: Έλα, κυρ- Χαράλαμπε, δώσε την ευχή σου στο Δημητρό. Μην αφήνεις το παιδί να
μαραζώνει. Το λέει η καρδιά του. Θα φανεί πολύτιμος στο μπουρλότο.
Χαράλαμπος: Πήγαινε παιδί μου, πήγαινε με τη ευχή μου! Τράβα, μικρέ μου λεβέντη, και
κοίτα να γυρίσεις πίσω νικητής! (σκύβει ο Δημητρός και φιλάει το χέρι του πατέρα του)
Κανάρης: Με τέτοια φωτιά που ‘χετε εσείς παλικάρια μου όχι μόνο την καπιτάνα αλλά κι όλη
την αρμάδα θα κάψουμε! Με τέτοιους λεβέντες η πατρίδα δε χάνεται!
Αφηγήτρια Α:
Ο πόθος της λευτεριάς ήτανε ζωντανός στους ραγιάδες. Τον ακούμε στα λεύτερα
τραγούδια του βουνού που υμνούν τα κατορθώματα της κλεφτουριάς. Τον αντικρίζουμε
παντού: στα νησιά, στις πολιτείες, στους γραμματισμένους και στους απλούς
νοικοκυραίους, σ’ όλο το λαό. Όμως δεν έφτανε ο πόθος, χρειαζόταν και οργάνωση. Κι
αυτό το πέτυχε η Φιλική Εταιρεία.
Τρεις άνδρες -όπως θα δούμε στη σκηνή που ακολουθεί- απλοϊκοί, οι δυο μάλιστα
αμόρφωτοι, κατόρθωσαν με τρόπο μαγικό να ξεσηκώσουν τους Έλληνες! Το μυστικό
τους δεν ήταν άλλο από τη φλόγα της ψυχής τους! Νικόλαος Σκουφάς, Εμμανουήλ
Ξάνθος, Αθανάσιος Τσακάλωφ. Τρία ονόματα άσημα στην εποχή τους έκρυβαν όμως τρεις
σπάνιες ψυχές!
Αφηγήτρια Β:
Έστω κι αν το ευχήθηκε ο Σκουφάς ν’ ακούσει τις αναστάσιμες καμπάνες του
ξεσηκωμού, δεν πρόφθασε! Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 31 Ιουλίου του 1819. Ο
σπόρος που έσπειρε φύτρωσε και το δέντρο της λευτεριάς άρχισε να βλασταίνει. Η
Εταιρεία είχε κιόλας προχωρήσει το έργο της, είχε αναπτύξει δυνάμεις ζωντανές για τον
αγώνα. Η Φιλική Εταιρεία άνοιγε τα χέρια της ν’ αγκαλιάσει ολόκληρο το έθνος. Ο
Σκουφάς μπορεί να μην ήταν παρών στο πανηγύρι. Όμως οι καμπάνες της ανάστασης του
Γένους χτύπησαν δυο χρόνια αργότερα κι όσοι τις άκουσαν το ήξεραν πως μαζί χτυπούσε
κι η νεκρή καρδιά του.
Αφηγήτρια Γ:
Στο ναυτικό αγώνα των Ελλήνων σπάνια μορφή αγνού αγωνιστή ξεχωρίζει ο
Κωνσταντίνος Κανάρης. Ύστερα από τη δραματική καταστροφή της Χίου είναι σίγουρο
πως θ’ ακολουθήσουν κι άλλα νησιά. Όλοι το νιώθουν – κι ας διστάζουν να το πουν- πως
κάτι πρέπει να γίνει και μάλιστα γρήγορα. Μόνη λύση είναι τα μπουρλότα. Την κρίσιμη
αυτή ώρα προβαίνει στη σκηνή του πολέμου ο Κωνσταντίνος Κανάρης, ο ταπεινός
Ψαριανός! Λίγα τα λόγια του, κρύβουν όμως θάρρος και αυταπάρνηση, πίστη στο Θεό και
στο δίκιο του αγώνα.Τα εφόδιά του λιγοστά: Το τάμα που ‘κανε πριν ξεκινήσει, το
μπουρλότο και τα διαλεχτά παλικάρια του. Αυτά του ήταν αρκετά για να νικήσει…
Αφηγήτρια Δ:
Η καταστροφή μοναδική! Καθώς οι Τούρκοι γιόρταζαν το ραμαζάνι τους μαζεμένοι στο
μεγαλύτερο καράβι του στόλου έγιναν ένα με τις φλόγες που σκόρπισε το μπουρλότο του
Κανάρη. Το πέλαγος γέμισε άψυχα κορμιά κι όσοι σώθηκαν έτρεξαν να φύγουν. Κι οι
ήρωες γύρισαν…
Σαν ξεμπαρκάρησαν, με δάκρυα στα μάτια οι Ψαριανοί τους ραίναν με δαφνόφυλλα.
Παντού φωνές χαράς. Ο πρόκριτος του νησιού στεφάνωσε τον Κανάρη με δάφνινο
στεφάνι κι ο ήρωας Ψαριανός ταπεινά δέχτηκε τούτη την προσφορά. Δε στέκεται όμως ν’
ακούσει τις ζητωκραυγές του λαού που ‘χε βγει να τον υποδεχτεί. Περνά σιωπηρά
ανάμεσά τους και ανηφορίζει με τα παλικάρια στην εκκλησιά του Αη Νικόλα εκεί απ’ όπου
ξεκίνησε. Είναι η ώρα να εκπληρώσει το τάμα του!
Αφηγήτρια Ε:
Αφηγήτρια Στ :
Μεσολόγγι! Μια κουκκίδα στο χάρτη της μεγάλης πατρίδας μας, κι όμως ύψωσε το
ανάστημά του κι έγραψε τη δική του σελίδα στην παγκόσμια ιστορία. Τα λόγια φτωχά,
αδύνατο να υμνήσουν τη φιλοπατρία και την τόλμη που έδειξαν οι Έλληνες
περιφρονώντας τη ζωή. Η πείνα, η δίψα και στο τέλος ο θάνατος έγιναν η συνήθεια γι’
αυτούς. Το μόνο που τους ένοιαζε πια ήταν να ζει η λευτεριά τους. Και τα κατάφεραν
μέσα στα τείχη του Μεσολογγιού και στα σκελετωμένα κορμιά των κατοίκων του να ζει η
αληθινή λευτεριά. Αυτή ήταν που οδήγησε τα βήματά τους και στην ηρωική έξοδο.
Αφηγήτρια Ζ:
Ήταν 10 Απριλίου του 1826! Ξημερώνοντας Κυριακή των Βαϊων! Σιγά, σιγά προσεχτικά
άρχισαν να μαζεύονται οι πολιορκημένοι στο ορισμένο σημείο όπου θα γινόταν η έξοδος.
Φίλοι και σύντροφοι αγκαλιάζονταν κι έπαιρναν κουράγιο. Η πύλη άνοιξε κι οι Έλληνες με
μια φωνή και ψέλνοντας το «Χριστός Ανέστη» έπεσαν με ορμή πάνω στους Τούρκους.
Λίγοι τα κατάφεραν και γλίτωσαν. Όσοι απόμειναν στο Μεσολόγγι μαζεύτηκαν στο σπίτι
του γερο-Καψάλη, κι όταν οι Τούρκοι τους περικύκλωσαν έβαλαν φωτιά στα βαρέλια με
το μπαρούτι κι έγιναν ολοκαύτωμα.
Ευθύνη…
Σκηνή Β΄
Γκόλφω: Άκου με τώρα κυρά Δέσπω μου. Έλα και συ κοντά Αργυρή.
(πλησιάζουν και κάθονται κοντά της)
Οι καπεταναίοι μας αποφάσισαν τη νύχτα του Σαββάτου να γίνει έξοδος. Είπαν πρώτα να
μαζευτούμε όλες στην εκκλησιά να μεταλάβουμε κι ύστερα ν’ αρχίσει το γιουρούσι. Όσοι
ζήσουν κι όσοι πεθάνουν δεν τραβάει άλλο.
Δέσπω: Καλά το σκέφτηκαν. Κι εδώ που ‘μαστε αργοπεθαίνουμε… Καλύτερα να βγούμε…
Ίσως μπορέσω να γλιτώσω και τη Μαριώ μου. Θ’ αντέξει άραγε μια μέρα ακόμα;
β) το χρόνο
__________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
______________________________________________________________________
Καλή επιτυχία!