You are on page 1of 10

ΕΑΠ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ


ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Θ.Ε.: ΕΛΠ10-Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισµό

Κολιογεώργης Παναγιώτης
Εργασία 2η

Αρχαία ελληνική γλώσσα: µορφή, ιδεολογία και συνέχεια

ΣΕΠ: κος Ιάκωβος Βούρτσης

Ελεώνας, 08-01-2006
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εισαγωγή.........................................................................................................σελ. 2

Α. Οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι. Η διάλεκτος της Ηροδότου Ιστορίας. ...σελ. 3

Β. Η ιδεολογική λειτουργία της γραφής στο έργο του Ηροδότου. ................σελ. 5

Γ. Η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας. .........................................................σελ. 6

Επίλογος. ........................................................................................................σελ. 7

Βιβλιογραφία. .................................................................................................σελ. 8

-1-
Εισαγωγή
Ηροδότου Αλικαρνησσέος ιστορίης απόδεξις ήδε, ως µήτε τα γενόµενα εξ
ανθρώπων τω χρόνω εξίτηλα γένηται, µήτε έργα µεγάλα τε και θωµαστά, τα µεν
Ελλησι, τα δε βαρβάροισι αποδεχθέντα, ακλεα γένηται, τα τε άλλα και δι’ ην αιτίην
επολέµησαν αλλήλοισι.
Περσέων µεν νυν οι λόγιοι Φοίνικας αιτίους φασί γενέσθαι της διαφορής.
(Προοίµιο Ηροδότου)

Η µελέτη της προέλευσης και της ιστορικής εξέλιξης µιας γλώσσας


στηρίζεται σε µεγάλο βαθµό στις γραπτές πηγές. Σε κάθε είδους κείµενα και
επιγραφές δηλαδή που ανακαλύπτουν οι αρχαιολόγοι, αλλά και σε λογοτεχνικά
έργα που έχουν διασωθεί ως τις µέρες µας διαµέσου της παράδοσης. Μέσω
αυτών εµπλουτίζονται οι γνώσεις µας σχετικά µε την εκάστοτε χρονολογηµένη
µορφή, λειτουργία και χρήση της γλώσσας, αλλά και σχετικά µε τη µετέπειτα
εξέλιξή της. Η ελληνική γλώσσα συγκεκριµένα, έχει να επιδείξει µεγάλο πλούτο
τέτοιων τεκµηρίων στα 3500 χρόνια της γραπτής παρουσίας της.
Αυτά τα στοιχεία µας επιτρέπουν να διακρίνουµε πέντε κύριες περιόδους
στην εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας:

• Μυκηναϊκή (15ος π.Χ. αι.- 12ος π.Χ. αι.)


• Αρχαία ελληνική (8ος π.Χ. αι.- 3ος π.Χ. αι.)
• Ελληνιστική Κοινή (3ος π.Χ. αι.- 4ος µ.Χ. αι.)
• Βυζαντινή (ή Μεσαιωνική) (4ος µ.Χ. αι.- 18ος µ.Χ. αι.)
• Νέα Ελληνική (18ος αι.- σήµερα)1

Στην παρούσα εργασία θα µας απασχολήσει η αρχαία ελληνική περίοδος και


οι διάλεκτοί της. Ως βάση έχουµε το αναγραφόµενο στην αρχή προοίµιο της
Ιστορίας του Ηροδότου, µέσα από το οποίο θα προσπαθήσουµε να αντλήσουµε
στοιχεία για τη µορφή, τη λειτουργία και την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας.
Στην πρώτη ενότητα θα ασχοληθούµε µε τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους,
εξηγώντας τους λόγους δηµιουργίας τους. Θα επισηµάνουµε τη διάλεκτο στην
οποία είναι γραµµένο το παραπάνω κείµενο µε συγκεκριµένα παραδείγµατα και
θα αιτιολογήσουµε την επιλογή της από τον Ηρόδοτο.
Σκοπός της δεύτερης ενότητας είναι να προσπαθήσουµε να διακρίνουµε την
ιδεολογική λειτουργία της γραπτής αποτύπωσης του λόγου, σχολιάζοντας το
προοίµιο και τη σηµασία του έργου του Ηροδότου.
Τέλος, στην τρίτη ενότητα, θα προσπαθήσουµε να δείξουµε τη συνέχεια της
ελληνικής γλώσσας ως τις µέρες µας, επισηµαίνοντας τις λεξιλογικές και
συντακτικές οµοιότητες του κειµένου µε τα Νέα ελληνικά.

1
Ι. Βούρτσης, Ε. Μανακίδου, Γ. Πασχαλίδης, Κ. Σµπόνιας, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισµό,
τ. Α, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 264

-2-
Α. Οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι. Η διάλεκτος της Ηροδότου
Ιστορίας.
Μετά τη Μυκηναϊκή περίοδο της ελληνικής γλώσσας και τη
συλλαβογράµµατη Γραµµική Β’ γραφή, ακολουθεί ένα διάστηµα πέντε αιώνων
(12ος π.Χ. αι.- 8ος π.Χ. αι.) για το οποίο δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήµατα µε
δείγµατα γραφής. Τέτοια ευρήµατα επανεµφανίζονται ξανά, χρονολογηµένα από
τα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνα και µετά, µε τη νέα µορφή γραφής της γλώσσας, την
αλφαβητική.2
Ένα µικρό παράδειγµα αποτελεί το προοίµιο από την Ιστορία του Ηροδότου
που αναγράφεται στην αρχή. Ο Ηρόδοτος γεννήθηκε και µεγάλωσε στη δωρική
Αλικαρνασσό των παραλίων της Μικράς Ασίας, την εποχή των περσικών
πολέµων (485 π.Χ.). Έζησε µια ζωή πολυταξιδεµένη, καθώς τον βρίσκουµε να
εγκαθίσταται στην ιωνική Σάµο για σηµαντικό χρονικό διάστηµα, έπειτα στην
Αθήνα της εποχής του Περικλή και να καταλήγει στους Θούριους της Κάτω
Ιταλίας. Ουσιαστική βάση επίσης φαίνεται να έχει και η υπόθεση που τον θέλει
να ταξιδεύει στον Εύξεινο Πόντο, στις εκτάσεις της Περσικής αυτοκρατορίας,
την Αίγυπτο, τη Σικελία και την Κάτω Ιταλία. Σ’ αυτά τα ταξίδια συλλέγει το
υλικό που εκθέτει στο έργο του. Μία ώθηση για τη συγγραφή της Ιστορίας
πρέπει να ήταν η επίδραση που είχαν πάνω του τα κοσµοϊστορικής σηµασίας
γεγονότα, µε των οποίων τις διηγήσεις µεγάλωσε. Η συµβολή επίσης της ιωνικής
παιδείας, µε το επιστηµονικό πνεύµα που τη χαρακτήριζε, καθώς και η επιρροή
από τη φιλοσοφία της ακµάζουσας τότε Αθήνας, διαµόρφωσαν τον τελικό
χαρακτήρα του έργου του.3
Η µελέτη λοιπόν αυτών των ευρηµάτων και η εξέταση της γλώσσας τους
έδειξαν ότι υπήρχαν κατά τόπους διαφορές στον τρόπο που µιλιόταν και
γράφονταν η ελληνική. ∆ιαφορές που αφορούσαν την προφορά των φθόγγων, τη
µορφολογία των λέξεων, τη σύνδεσή τους, ακόµα και τη σηµασία τους. Οι
σύγχρονοι µελετητές έχουν συµβατικά διακρίνει τρεις κύριες οµάδες διαλέκτων,
σύµφωνα µε τα γενικά χαρακτηριστικά τους.

 Ανατολική, µε κύριες διαλέκτους την ιωνική και την αττική (στις


πόλεις της Ιωνίας, στην Εύβοια, στις Κυκλάδες και στην Αττική)
 Κεντρική, περιλαµβάνοντας την αιολική (Θεσσαλία, Βοιωτία, Λέσβο,
Αιολία) και την αρκαδοκυπριακή (Αρκαδία, Κύπρο)
 ∆υτική, µε χαρακτηριστικότερη τη δωρική (Ήπειρο, ∆. Στερεά,
Πελοπόννησο, Θήρα, Κρήτη, ∆ωδεκάνησα και στις δωρικές αποικίες
της Μ. Ασίας)4

Οι λόγοι που εξηγούν την ύπαρξη αυτών των διαλέκτων βρίσκουν


σύµφωνους όλους τους µελετητές. Η µορφή του ελληνικού γεωγραφικού χώρου,
µε τις δυσκολίες µετακίνησης και τους αποµονωµένους σχετικά τόπους
εγκατάστασης, επηρέασε τη δηµιουργία διαλέκτων. Η εµφάνιση επίσης των

2
ο.π., σελ. 266
3
Η. Σ. Σπυρόπουλος, Ηροδότου Ιστορίες, Β' Γυµνασίου, ΟΕ∆Β, Αθήνα 2005, σελ. 7-10
4
Ι. Βούρτσης, Ε. Μανακίδου, Γ. Πασχαλίδης, Κ. Σµπόνιας, Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισµό,
τ. Α, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 271

-3-
διαφόρων ελληνικών φύλων σε ξεχωριστές ιστορικές περιόδους και η
εγκατάστασή τους σε συγκεκριµένους χώρους, ευνόησε τη διατήρηση της
συνοχής της ιδιαίτερης ταυτότητας κάθε φύλου και συνεπώς των ιδιαιτεροτήτων
της γλώσσας. Σηµαντική συµβολή είχε και η διαµόρφωση της έννοιας της πόλης-
κράτους. Με την αυτάρκεια, την αυτονοµία και την περιχαράκωση των ορίων
που τη χαρακτήριζαν, επηρέασε σηµαντικά τη γλωσσική εξέλιξη. Παρόλα αυτά
ποτέ δεν δηµιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την οριστική αποµάκρυνση και
εξέλιξη αυτών των διαλέκτων σε ξεχωριστές θυγατρικές γλώσσες. Προστριβές
µεταξύ γειτονικών πόλεων, συµµαχίες ενάντια στον κοινό εχθρό, συµµετοχή
στην ίδρυση αποικιών, πανελλήνιοι τόποι λατρείας, µετακινήσεις και εµπορικές
συναλλαγές, κράτησαν σταθερή την ενότητα της γλώσσας. Με το πέρασµα του
χρόνου, καθώς αναπτύσσονταν οι σχέσεις µεταξύ των πόλεων-κρατών,
παρατηρείται η τάση για δηµιουργία κάποιας κοινής µορφής µεταξύ των τοπικών
παραλλαγών κάθε διαλέκτου. Αυτή η κοινή µορφή χρησιµοποιήθηκε σε κείµενα
σχετικά µε συνθήκες, συµµαχίες, διοικητικές αποφάσεις κ.α., αφορούσε δε
περισσότερες από µία πόλεις (Κοινά, Συµπολιτείες). Παρατηρούµε επίσης
επιρροή της µιας διαλέκτου στην άλλη. Έτσι, έχουν βρεθεί κείµενα και επιγραφές
σε ιωνική διάλεκτο µε δωρικά στοιχεία, σε δωρική διάλεκτο µε αιολισµούς,
κ.λ.π.. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγµα της επίδρασης των πολιτικών,
οικονοµικών και πολιτιστικών σχέσεων µεταξύ των πόλεων-κρατών στη γλώσσα,
αποτελεί η εξάπλωση της αττικής διαλέκτου τον 4ο π.Χ. αιώνα, ως αποτέλεσµα
της ακµής και της εξάπλωσης της ηγεµονίας της Αθήνας.5
Αν στη δηµόσια διοίκηση οι διάλεκτοι επηρεάζονταν από άλλους παράγοντες
και προσαρµόζονταν, αυτό δε συνέβαινε και στη λογοτεχνία. Εκεί οι διάλεκτοι
είχαν αφήσει βαθύ το αποτύπωµά του και είχαν θέσει αυστηρά τα όρια µεταξύ
των λογοτεχνικών ειδών. Παρατηρούµε δηλαδή ότι κάθε είδος λογοτεχνικής
δηµιουργίας ανήκει σε µία διάλεκτο, εκείνη στην οποία για πρώτη φορά
δηµιουργήθηκε. Συγκεκριµένα στην ιωνική διάλεκτο δηµιουργήθηκε το έπος,
µερικά είδη λυρικής ποίησης (8ος π.Χ. αι.) και η ιστοριογραφία (6ος π.Χ. αι.). Οι
∆ωριείς καλλιέργησαν τη χορική ποίηση (7ος π.Χ. αι.) και αργότερα το ειδύλλιο.
Την ίδια περίοδο δηµιουργείται από τους Αιολείς η µελική ποίηση. Αργότερα,
τον 5ο π.Χ. αιώνα, αναπτύχθηκε στην Αττική το δράµα, και κατόπιν η ρητορική
και η φιλοσοφία. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η παράδοση επέβαλλε στους δηµιουργούς
τη χρήση µιας συγκεκριµένης διαλέκτου, ανάλογα µε το λογοτεχνικό είδος στο
οποίο δηµιουργούσαν. Έτσι, έχουµε το φαινόµενο ποιητών και πεζογράφων που
έγραψαν σε άλλη διάλεκτο από τη µητρική τους.6
Η διάλεκτος που χρησιµοποίησε ο Ηρόδοτος για τη συγγραφή της Ιστορίας
του είναι η ιωνική. Όπως, για παράδειγµα, µπορούµε να δούµε στο παρατιθέµενο
στην αρχή απόσπασµα λέξεις στις οποίες το µακρό α τρέπεται σε η (ιστορίης,
αιτίην, διαφορής). Αν και ∆ωριέας στην καταγωγή, το έργο του είναι συνέχεια
και εξέλιξη του έργου των Ιώνων λογογράφων. Ακολούθησε τη δική τους
παράδοση και έτσι δεν µπόρεσε να αποφύγει τις επιταγές της λογοτεχνικής
δηµιουργίας, που του επέβαλλαν να γράψει στην ιωνική.

5
ο.π., σελ. 271,274
6
ο.π., σελ. 275

-4-
Β. Η ιδεολογική λειτουργία της γραφής στο έργο του Ηροδότου
Οι ανάγκες για έκφραση και επικοινωνία µεταξύ των ανθρώπων, έχουν ως
κύριο µέσο ικανοποίησης τη γλώσσα. Ένας τρόπος χρήσης της είναι ο
προφορικός λόγος, η οµιλία. Ο δεύτερος είναι ο γραπτός λόγος, η αποτύπωση
δηλαδή µ’ ένα σύστηµα συµβόλων του προφορικού λόγου σε υλικά µέσα. Μ’
αυτό το δεύτερο τρόπο αποκτιέται διάρκεια και µονιµότητα. Τα λόγια, που µε
την προφορική παράδοση χάνονται, παραλλάσσονται και διαστρεβλώνονται,
αποκτούν τη δυνατότητα να διατηρηθούν αναλλοίωτα και να ευνοήσουν την
ενδυνάµωση της µνήµης, τον πλουτισµό των γνώσεων και την καλλιέργεια της
σκέψης και του πολιτισµού.7
Μ’ αυτό το σκεπτικό, όπως µας το µαρτυρεί στο προοίµιό του, συνέγραψε
την Ιστορία ο Ηρόδοτος. Με την καταγραφή των όσων γνώρισε στα ταξίδια του
και έµαθε από την έρευνά του, προσπάθησε ώστε να µην ξεθωριάσουν µε το
χρόνο όσα έχουν καταφέρει να δηµιουργήσουν οι άνθρωποι (ως µήτε.....εξίτηλα
γένηται). Φανερώνει σ' αυτό το σηµείο τη σηµασία που έδινε στην καταγραφή
των στοιχείων που είχε συλλέξει, ως µέσο για τη διατήρηση στη µνήµη των
ανθρώπινων επιτευγµάτων. Προσπάθειά του ήταν να τα κάνει γνωστά σε βάθος
χρόνου, ως συσσώρευση γνώσης και εξέλιξης του πολιτισµού. Συνεχίζοντας
(µήτε έργα.....ακλεα γένηται), αναφέρεται στα σηµαντικά και αξιοθαύµαστα
γεγονότα που δεν πρέπει να πέσουν στην αφάνεια, αλλά να διατηρηθεί η δόξα
τους στις επόµενες γενιές. Ο Ηρόδοτος, όπως φαίνεται από τα παραπάνω,
ακολουθεί την ιωνική ποιητική παράδοση του έπους. Φανερώνει την ανάγκη για
υστεροφηµία, τη διατήρηση δηλαδή της δόξας και της φήµης και µετά το θάνατο.
Η υστεροφηµία είναι αξία διαδεδοµένη ήδη από τα οµηρικά χρόνια, και διαπνέει
όλα τα επικά έργα. Αφορά κυρίως πολεµικά ανδραγαθήµατα και συγκρούσεις. Η
σχέση αυτή του Ηρόδοτου µε την επική ποίηση φαίνεται επίσης στη χρήση της
λέξης ακλεα, η οποία προέρχεται από τη λέξη κλέος, µια παραδοσιακή ποιητική
λέξη των επικών χρόνων. Εκτός από την αναφορά σε περασµένα γεγονότα µε
σκοπό τη γνώση τους, βλέπουµε την επιθυµία να διατηρηθεί αµείωτο το µεγαλείο
και η δόξα τους. Παρατηρούµε λοιπόν µια συνέχεια της ποιητικής παράδοσης
στο έργο του Ηροδότου, µια σύνδεσή του µε το Οµηρικό πρότυπο της
διαφύλαξης της δόξας σηµαντικών πολεµικών γεγονότων και ανδραγαθηµάτων.
Από την άλλη µεριά, το προοίµιο του Ηροδότου ξεκινά διαφορετικά από
αυτά των επών. Αντί τη γνωστή από τα οµηρικά έπη επίκληση στη µούσα, για να
ψάλλει την αφήγηση, εδώ ορίζεται ξεκάθαρα ο ερευνητής και συγγραφέας του
έργου. Είναι µια διαφορά που δείχνει µεγαλύτερη συµµετοχή του δηµιουργού
στο ίδιο το έργο, φανερώνοντας την εξέλιξη της φιλοσοφίας και της
επιστηµονικής σκέψης της εποχής, στην αρχή µε το ιωνικό πνεύµα της συνεχούς
αναζήτησης και των ταξιδιών και κατόπιν µε την πρόοδο της αθηναϊκής
φιλοσοφικής σκέψης που µετατόπισε το βάρος της αναζήτησης στον ίδιο τον
άνθρωπο. Αντί να δίνεται έµφαση στην έµπνευση από τη µούσα, ξεκαθαρίζεται
ότι το έργο είναι προϊόν της ανθρώπινης έρευνας και εργασίας ( Ηροδότου... ήδε).
Μας αναφέρει επίσης ο Ηρόδοτος ότι ένας επιπλέον λόγος της συγγραφής της
Ιστορίας, είναι η αναζήτηση της αιτίας των γεγονότων ( δι’ ην... αλλήλοισι).
Μέσα από την προσωπική του έρευνα για τη συγκέντρωση των πληροφοριών, τη
διαπίστωση της αξιοπιστίας τους και την καταγραφή τους, προσπάθησε να
αναζητήσει τους ουσιαστικούς λόγους (πέρα από τις µυθικές αφορµές, τις οποίες

7
ο.π., σελ. 250

-5-
εκθέτει επίσης) που οδήγησαν στη σύγκρουση του ελληνικού κόσµου µε τον
περσικό. Αναφέροντας τα έργα και τα επιτεύγµατα των Ελλήνων και των
βαρβάρων, υποβάλλοντάς τα σε κρίση και αντιπαράθεση µεταξύ τους, έκανε µια
προσπάθεια σφαιρικής προσέγγισης των γεγονότων προς αναζήτηση των
βαθύτερων και αληθινών αιτίων. Η προσπάθεια αυτή δείχνει το επιστηµονικό
πνεύµα και την κριτική σκέψη που διακατέχει τον Ηρόδοτο, και που εισάγεται
για πρώτη φορά στον τοµέα της ιστοριογραφίας.
Με το έργο του ο Ηρόδοτος κατόρθωσε να αναδείξει όχι µόνο τη γνωστική
αξία της ιστορίας, ως αφήγηση γεγονότων περασµένων, αλλά και να εισάγει την
κριτική επιστηµονική µέθοδο στην ιστορία. Έτσι, δικαιωµατικά του αποδόθηκε
από την αρχαιότητα ήδη ο τίτλος του "πατέρα της ιστορίας".8

Γ. Η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας


Είκοσι πέντε αιώνες περίπου χωρίζουν την εποχή του Ηρόδοτου από τη δική
µας. Παρά την πολύ µεγάλη αυτή χρονική απόσταση, µπορούµε εύκολα να
διαπιστώσουµε οµοιότητες του κειµένου που έχουµε µε τη σηµερινή οµιλούµενη
και γραφόµενη γλώσσα. Οµοιότητες που φανερώνουν την ενότητα και τη
συνέχειά της, αλλά και διαφορές που µαρτυρούν την εξέλιξή της.
Σε µια πρώτη ανάγνωση του κειµένου βρίσκουµε ότι υπάρχουν λέξεις οι
οποίες έχουν επιβιώσει ως τις µέρες µας, µε την ίδια ή περίπου ίδια µορφή. Η
σηµασία τους επίσης παραµένει αναλλοίωτη, ή µε µικρές αλλαγές στην
εννοιολογική χροιά τους. Τέτοιες λέξεις είναι οι ιστορίης, απόδεξις, εξίτηλα
(ανεξίτηλος στα Νέα ελληνικά), ανθρώπων, χρόνω (εδώ σε δοτική πτώση που
δεν υπάρχει στα Νέα ελληνικά), έργα, µεγάλα, άλλα, αιτίην, επολέµησαν (χωρίς τη
χρονική αύξηση ε- στα Νέα ελληνικά), λόγιοι, αιτίους, διαφορής (µε την έννοια
της αντιπαράθεσης). Οι διαφορές αυτές όπως παρατηρούµε είναι κυρίως στον
τρόπο σχηµατισµού των διαφόρων γραµµατικών τύπων, χωρίς να αλλάζει ο
κύριος κορµός της λέξης. Αναγνωρίζεται εύκολα η συγγένειά τους µε τις
αντίστοιχες σηµερινές, και µερικές παρατηρούµε να είναι και σήµερα ίδιες
(ανθρώπων, άλλα). Από λεξιλογική δηλαδή άποψη το κείµενο δεν παρουσιάζεται
ολότελα ξένο, ακόµα και στα µάτια κάποιου που δεν έχει ιδιαίτερες γνώσεις.
Οµοιότητες βρίσκουµε επίσης στον τρόπο σύνταξης, τη σύνδεση δηλαδή
λέξεων και προτάσεων. Ο παρατακτικός τρόπος σύνδεσης µε το συµπλεκτικό
σύνδεσµο και , καθώς και µε το αντιθετικό ζεύγος µεν...δε, χρησιµοποιείται ως
τις µέρες µας στο λόγο και τη γραφή. Αναγνωρίζουµε επιπλέον τη σύνταξη µε
τους τελικούς συνδέσµου ως (=ώστε) και δια (=για), οι οποίοι εισάγουν τις
τελικές προτάσεις και τις συνδέουν µε την κύρια πρόταση, δίνοντας τον
προσδιορισµό του σκοπού.
Το πλήθος των όµοιων λέξεων και οι πανοµοιότυποι τρόποι σύνδεσής τους
δείχνουν ότι πρόκειται για την ίδια γλώσσα, την ελληνική, η οποία έχει
διατηρήσει το λεξιλογικό της απόθεµα και τη δοµή της σταθερά διαµέσου των
αιώνων ως σήµερα. Μιλάµε έτσι για µια γλώσσα µε εσωτερική συνοχή και
ιστορική συνέχεια.
Εκτός από τις οµοιότητες υπάρχουν βέβαια και διαφορές. Μορφολογικές
διαφορές, όπως για παράδειγµα ο σχηµατισµός της δοτικής (τω χρόνω, Έλλησι,
βαρβάροισι, αλλήλοισι), πτώσης που έχει καταργηθεί στα Νέα ελληνικά. Ο τύπος

8
Η. Σ. Σπυρόπουλος, Ηροδότου Ιστορίες, Β' Γυµνασίου, ΟΕ∆Β, Αθήνα 2005, σελ. 7-8,16

-6-
του απαρεµφάτου (γενέσθαι) επίσης δεν υπάρχει σήµερα. Αυτοί οι τύποι είχαν
βέβαια και τη συντακτική λειτουργία τους µέσα στο λόγο. Η δοτική
χρησιµοποιούνταν ως επιρρηµατικός προσδιορισµός κυρίως (της καταγωγής, του
τρόπου, του χρόνου, κ.α.). Σήµερα έχει αντικατασταθεί από εµπρόθετα. Το
απαρέµφατο χρησιµοποιούνταν άλλοτε ως επεξήγηση (ειδικό απαρέµφατο) και
άλλοτε ως δηλωτικό του σκοπού (τελικό απαρέµφατο). Στα Νέα ελληνικά έχει
αντικατασταθεί από δευτερεύουσες προτάσεις (ειδική ή τελική) ανάλογα µε την
περίπτωση.
Η ελληνική γλώσσα έχει µακρά ιστορία και είναι φυσικό να έχει δεχθεί
ποικίλες µεταβολές κατά τη διάρκεια της ύπαρξής της. Εξωτερικές επιρροές,
κοινωνικοπολιτικές µεταβολές, αλλαγές του πνευµατικού, επιστηµονικού,
ιδεολογικού ορίζοντα διαµορφώνουν τη γλώσσα και την εξέλιξή της. Αυτό
εξηγεί τις διαφορές που επισηµάναµε στα παραπάνω παραδείγµατα. Επίσης,
όπως είδαµε, δεν υπάρχουν ριζικές διαφορές που θα σηµατοδοτούσαν την
οριστική διαφοροποίηση της γλώσσας. Περισσότερο φαίνεται να αλλάζει ο
τρόπος δήλωσης των δοµικών στοιχείων κάθε φορά, παρά η ίδια η δοµή. Ακόµα
και οι καταργηµένοι τύποι που αναφέραµε παραπάνω, δεν εξαλείφθηκαν τελείως
παρά αντικαταστάθηκαν από άλλες µορφές διάρθρωσης του λόγου.
Όσα επισηµάναµε παραπάνω φανερώνουν την ενότητα και τη συνέχειά της
ελληνικής γλώσσας, επιτρέποντάς µας να διαπιστώσουµε ότι έχει παραµείνει
ενιαία και αδιάσπαστη διαµέσου των αιώνων.9

Επίλογος
Η προσέγγισή µας στην ελληνική γλώσσα έγινε µέσα από την εξέταση του
προοιµίου του Ηρόδοτου. Προσπαθήσαµε να αντλήσουµε µέσα από το κείµενο
στοιχεία για τη µορφή, την ιδεολογική λειτουργία και τη συνέχεια της ελληνικής
γλώσσας.
Στην πρώτη ενότητα είδαµε κάποια στοιχεία για τη ζωή και το έργο του
Ηρόδοτου και αναφερθήκαµε στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους σύµφωνα µε µια
γενική διάκριση των σύγχρονων µελετητών. Αναγνωρίσαµε µε συγκεκριµένα
παραδείγµατα την ιωνική ως διάλεκτο του κειµένου, επισηµαίνοντας την
παράδοση ως κύριο λόγο επιλογής της από το ∆ωριέα Ηρόδοτο.
Στη δεύτερη ενότητα µας απασχόλησε η ιδεολογική λειτουργία της
συγγραφής όπως αυτή φανερώνεται µέσα από το κείµενο. Είδαµε ότι για τον
Ηρόδοτο εξυπηρετούσε την ενίσχυση της ιστορικής µνήµης και κάλυπτε την
ανάγκη για υστεροφηµία. Ακολουθώντας από τη µια µεριά την επική ποιητική
παράδοση, εισάγει από την άλλη το επιστηµονικό πνεύµα στην ιστοριογραφία,
αναγνωρίζοντας σ' αυτήν ένα εργαλείο για τον εµπλουτισµό της γνώσης και την
εξέλιξη του πολιτισµού.
Τέλος, στην τρίτη ενότητα, µέσα από τις οµοιότητες και τις διαφορές που
υπάρχουν µε τα Νέα ελληνικά, συµπεράναµε ότι η ελληνική είναι µια γλώσσα
ζωντανή, που εξελίσσεται και αλλάζει µε το πέρασµα του χρόνου, αλλά διατηρεί
αδιάσπαστη την ενότητα και την ιστορική της συνέχεια.

9
βλ. επίσης " Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής γλώσσας", στο Γ. Μπαµπινιώτης, Λεξικό της Νέας
Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998

-7-
Η γλώσσα, ως φορέας πολιτισµού ενός λαού, έχει πολυσήµαντο χαρακτήρα
και απαιτείται πολύπλευρη προσέγγιση για τη µελέτη της. Με την παρούσα
εργασία δώσαµε ένα ελάχιστο παράδειγµα των πολλών τρόπων αντιµετώπισης
του ζητήµατος. Η ελληνική γλώσσα αποτελεί µοναδικό παράδειγµα ιστορικής
συνέχειας και γλωσσικής καλλιέργειας. Με τη µακραίωνη ιστορία της, τον
ιστορικό ρόλο που έπαιξε κατά περιόδους και την προσφορά της στο δυτικό
πολιτισµό, αποτελεί µια βαριά όσο και δυναµική κληρονοµιά.

Κολιογεώργης Παναγιώτης

-8-
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 Ι. Βούρτσης, Ε. Μανακίδου, Γ. Πασχαλίδης, Κ. Σµπόνιας, Εισαγωγή
στον Ελληνικό Πολιτισµό, τ. Α, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, κεφ. 4, σελ.
247-303
 Η. Σ. Σπυρόπουλος, Ηροδότου Ιστορίες, Β' Γυµνασίου, ΟΕ∆Β, Αθήνα
2005
 Γ. Μπαµπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο
Λεξικολογίας, Αθήνα 1998

You might also like