You are on page 1of 5

περί της ελευθερίας της σκέψεως

Καταρχήν οφείλουμε αρχικά να συφμωνήσουμε στο εξής:Όλοι βιώνουμε,έστω και σαν


απάτη το αίσθημα της ελευθερίας της σκέψης.Προφανώς και αντιλαμβανόμαστε τα όριά
μας [και αυτά φυσικά και όχι ως διακριτά και ξεκάθαρα.Υπάρχουμε όμως με σαφείς
όρους,και τα ειδικά αυτά χαρακτηριστικά του φαινομένου μας [αυτά που δε μας είναι
απαραίτητα και άμεσα αντιληπτά αλλά που γνωρίζουμε πως οφείλουν να υπάρχουν]είναι
και αυτά που καθορίζουν τα όριά μας.Τελικά δηλαδή η γνώση του ορίου ταυτίζεται με την
πίστη στο ένστικτο της εικόνας του πεπερασμένου εαυτού.] και ουσιαστικά κατανοούμε την
ελευθερία της σκέψης μας ώς την ελεύθερη κίνηση εντός των ορίων αυτών. Έστω λοιπόν
και σαν απάτη εφόσον μου με αντιλαμβάνομαι με αυτα τα χαρακτηριστικα.και στην
προκειμένη περιπτωση,αυτα τα χαρακτηριστικα είναι και αληθη.Τι και αν απλα και μονο
εποπτευω το βεβαιο γεγονος του εαυτου μου;Δεν είμαι γεγονος.ειμαι κοσμος και η απάτες
μου οι νομοι τοι.Και αν η σκεψη μου διατρέχει την τροχια της ψευδαισθησης του τυχαιου

Αυτο που ο αλλος λεει ψαυδαισθηση εγω το λεω νόμο του νου.Το προβλημα εγκειτται στο
εξης σχημα.”Εφοσον η σκεψη περικλιει το λογικο,οφειλει να είναι λογικα διαρθρωμενη.”
Και στο “Το φαινομενο της σκεψης δυναται να προσεγγιστει απο τη σκεψη”

-υπαρχει το αισθημα της ελευθεριας τη σκεψης


-υπαρχει το αισθημα των οριων
-τα ορια δεν ειναι ορατα,μας φανερωνονται διαφορετικα
-το αισθημα δηλαδη προκειται για τη σκεψη που ελευθερα κινειται εντος των οριων της
-καποιος με μελεταει ως φαινομενο και καταληγει πως απλα και μονο εποπτευω την
βεβαιοτητα του εαυτου μου,η επιλογη ειναι απατη
-δεν ειμαι γεγονος,ειμαι κοσμος και οι ψευδαισθησεις μου ,οι νομοι του κοσμου.
-αν η ελευθερια ειναι απλα και μονο ο τροπος με τον οποιο εγω αντιλαμβανομαι τη σκεψη
μου τοτε ειμαι ελευθερος
-το γεγονος δεν ειναι αξιοποιησιμο.δεν οφειλει να ειναι αξιποιησιμο
-τελικα η ελετυερια κρυβεται στην απορια περι αυτης.
-η ελευθερια ως αποφανση της σκεψης για τη σκεψη.Η ελευθερια παγματευται τη σχετικη
σκεψη.Η σχετικη σκεψη μπορει να ειναι παραλογη.
Καταρχήν οφείλουμε να παραδεχτούμε το εξής.Όλοι μας βιώνουμε ,έστω και σαν
απάτη[και το κατά πόσο ισχύει αυτό πραγματεύεται αυτό το κείμενο] το αίσθημα της
ελευθερίας της σκέψης.Τη νιώθουμε να μας φανερώνεται μέσα από το γεγονός της
επιλογής,μέσα από την ίδια διαδικασία του στοχασμού.Πράγματι η ίδια η διάρκεια του
στοχασμού μοιάζει να εγγυάται την ελευθερία της σκέψης.ΟWittgenstein έγραφε: “H
ελευθερία της βούλησης έγκειται στο πως οι μελλοντικές πράξεις δεν μπορούν να είναι
γνωστές από πριν”.Ο δρόμος προς το συμπέρασμα υποδηλώνει κάτι το σαφές.Ότι όντως
μπορούμε και αποκτούμε γνώση και ότι ο στοχασμός μέσα από τη διάρκειά του σκιαγραφεί
μία γνήσια μεταλλαγή του νου.Αλλά λίγα μπορούμε να ισχυριστούμε περί της ελευθερίας
βασιζόμενοι στο γεγονός της μεταλλαγής αυτής[ακόμα και αν αρχικά αυτό φαινόταν
αρκετό].Και αυτό διότι στην προκειμένη περίπτωση αυτό που θα μας αφορούσε είναι οι
δυνάμεις αυτές που καθιστούν την αλλαγή αυτή εφικτή.Είναι ο ίδιος ο εαυτός που μηχανικά
διατρέχει τη μοίρα του [όπως αυτή αυτοδιαμορφώνεται στο διαρκώς μεταβαλλόμενο πεδίο]
ή επεμβαίνει κάποιος μηχανισμός επιλογής;Τελικά όπως και να 'χει,στο τέλος όλοι θα
χρειαστεί να επιλέξουμε στρατόπεδο.
Έστω όμως ότι μας είναι αρκετό προς το παρόν το αίσθημα της ελευθερίας της σκέψης.Τι
θα σήμαινε αυτή η παραδοχή;Προφανώς και δεν πρόκειται για κάποιον ισχυρισμό που
αποζητά να τοποθετήσει τη σκέψη στο πάνθεον των ιδεαλιστικών εννοιών.Δεν είναι
αναγκαίο να χαρακτηρίσουμε τη σκέψη ως απειρική μήτε ως αιώνια ή άφθαρτη για να της
αναγνωρίσουμε το δικαίωμα να είναι ελεύθερη.Μας αρκεί,λέω εγώ,να εξακριβώσουμε την
ελευθερία κινήσεών της εντός των ορίων της.Η έννοια του όριου εδώ δεν επιδιώκει να
προσδιορίσει το γεγονός της σκέψης πάνω σε μία καθαρά ορθολογιστική βάση [η οποία και
αβίαστα θα αναγνώριζε,και εκ των προτέρων,την πεπερασμένη φύση της,άρα και το όριό
της],αλλά να ξεκαθαρίσει τη στάση που επιθυμώ να κρατήσω μελετώντας αυτό το
ερώτημα,και η οποία απαιτεί όλες τις απαραίτητες διασαφηνίσεις που θα απαλλάξουν την
τοποθέτηση μου από κάθε θεολογικό υπαινιγμό.
Το όριο δεν είναι εμφανές,διακριτό.Την ύπαρξή του όμως την εγγυάται το γεγονός ότι
υπάρχουμε με σαφείς όρους[όχι απαραίτητα γνωστούς, ίσως ούτε καν απαραίτητα
κατανοήσιμους]και ότι η ύπαρξή μας κατέχει ειδικά χαρακτηριστικά.Το σύνολο των ειδικών
μας χαρακτηριστικών ουσιαστικά συνθέτουν οι υπαρκτικές μας προϋποθέσεις.Δηλαδή τα
χαρακτηριστικά αυτά αντανακλούν το γιατί υπάρχουμε κατά αυτό τον τρόπο και όχι κατά
έναν άλλον και καταχωρούν την ανθρώπινη ζωή ως ειδικό γεγονός.Τελικά δηλαδή τα ειδικά
χαρακτηριστικά οφείλουν να υπάρχουν ακριβώς και μόνο επειδή υπάρχουμε,έτσι συνεπώς
και το όριο.Αλλά εδώ δεν έχει σημασία να αποδείξω το όριο,ακόμα και αν αυτό,ίσως θα
να'λεγα,μας διαφεύγει.Τη γνώση του ορίου τη θεωρώ δεδομένη και αυθόρμητη και πως
ταυτίζεται με μία πίστη στο ένστικτο της εικόνας του πεπερασμένου εαυτού.
Η ζωή ,και δη η ανθρώπινη,δεν μπορεί να εξεταστεί αυστηρά και με όρους φυσικού
φαινομένου.Αν το κάναμε αυτό τότε η σκέψη δε θα ήταν τίποτα άλλο από μία εσωτερική
μας ιδιότητα.Δεν τοποθετώ εδώ την ανθρώπινη ζωή καθ'αυτή έξω από την περιοχή του
φυσικού γεγονότος.Κάθε άλλο,τρέφω την απόλυτη πίστη στη διαπίστωση
αυτή.Αλλά,προσπαθώ να υπενθυμίσω πως το εσωτερικό βίωμα όπως αυτό γίνεται
αντιληπτό στα πλαίσια του υποκειμένου αποτελεί μία πραγματικότητα,που επουδενεί δεν
οφείλει να είναι συνεπής ως προς τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά.Και η κριτική στην
ελευθερία της σκέψης οφείλει να αναγνωρίζει την αναντιστοιχία αυτή ειδικά λόγω της
ιδιαίτερης αναδίπλωσης που παρουσιάζει:Το υποκείμενο εικάζει για μία εσωτερική του
ιδιότητα[όχι περί μιας εσωτερικής ιδιότητας] με ένα λεξιλόγιο τόσο προσωπικό όσο και
δημόσιο.Αναζητά ναι μεν την αλήθεια του [προσωπικό]αλλά ταυτόχρονα δε χάνει την
ανάγκη να γίνει και κατανοητό [δημόσιο]. Τελικά δηλαδή καθίσταται αναγκαίο να
ξεκαθαρίσουμε τις προθέσεις μας.Επιθυμούμε μία ψυχρή αποδελτίωση του γεγονότος της
σκέψης [η οποία και είναι αμφίβολο το πόσο θα αφορά τελικά το υποκείμενο που δεν
αναζητά να επεκτείνει απλά και μόνο τις εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις] ή μία εσωτερική
προσέγγιση που θα αποβλέπει σε μία καλύτερη κατανόηση του εαυτού -που και όμως δε θα
εξαντλείται σε ένα εσωτερικιστικό και αμετάδοτο συμπέρασμα.-;
Έστω ότι κάποιος εξωτερικός παρατηρητής αναλύσει το φαινόμενό μου και αποφανθεί πως
απλά και μόνο εποπτεύω τη βεβαιότητα του εαυτού μου,πως η επιλογή δεν είναι παρά μία
απάτη και πως μέσω αυτής της απάτης εγώ ισοβίως θα λαμβάνω την πληροφορία του
γεγονότος μου.Ακόμα και αν έχει απόλυτο δίκιο πως εγώ μπορώ να δειχειριστώ την
πληροφορία αυτή.Αναδύεται πάλι το ζήτημα του αναντιστοίχου.Σε αυτόν λοιπόν δεν έχω
παρά να του πω:Δεν είμαι φαινόμενο μέσα στον κόσμο σας.Είμαι κόσμος!Και οι απάτες μου
οι νόμοι του.Αν εξαρχής θεωρήσουμε πως η φύση μας δεν έχει άλλο σκοπό από το να μας
εξαπατά,τότε ποιος ο λόγος να πάρουμε στα σοβαρά τις αλλεπάλληλες ενστάσεις των
σκεπτικιστών;Αντί λοιπόν να εγκλωβιζόμαστε σε αυτή τη μάταια σκέψη που ξέρει με
θράσσος να διακηρήττει την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας ,μόνο και μόνο για να μας
ατιμώσει δηλώνοντας πως είμαστε καταδικασμένοι να μας διαφεύγει,γιατί να μην
εναποθέσουμε για πρώτη φορά την πίστη μας ,στο ένα και μοναδικό μας κτήμα ,τον εαυτό
μας;Τόσο στη λογική μας,σε εκείνη που ξέρει να μας σκληραγωγεί να κοιτάμε καχύποπτα
τον κόσμο,όσο και στο ένστικτο,το μοναδικό κομμάτι της συνείδησής μας που φέρει τη
γνώση της σύνθεσής μας,και που ξέρει να δείχνει μόνο κατ'εκεί που ευνοείται η φύση μας.
Όμως δεν έχουμε απαντήσει στο ερώτημα μας.Υπάρχει η ελευθερία της
σκέψης;Σκοντάφτουμε πάλι στο πρόβλημα.Το ερώτημα γεννάει την απαίτηση να
εξετάσουμε τη σκέψη αποστασιοποιημένα ,σαν ένας μηχανισμό του οποίου τα η δομή
δύναται να γίνει κατανοητή.Μα εν τέλει δεν μπορούμε παρά να προβάλλουμε τις οικείες σε
εμάς εσωτερικές μορφές της σκέψης και έτσι παύουμε να έχουμε το δικαίωμα μιλάμε για τη
σκέψη.Μπορούμε μόνο να αποφανθούμε για το σκέπτεσθαι. δφ Ίσως τελικά η ανάγκη για
απαντησεις στο ζητημα της ελτηςσκεψ να εγκεινται στην αδυναμιά να κατανοησουμε τη
γενεαλογια του σπεπτεσθαι.Δηλαδη δεν υπαρχει ελευθερια της σκεψης ,παρα μόνο
.

Δεν μπορούμε να αποφανθούμε για την ύπαρξή μας.Παρά μόνο για το υπάρχειν.Αλλά τότε
τι θα σήμαινε το “η ύπαρξή μου”.Που θα μπορούσε να αναφέρεται.Σίγουρα η σκέψη περί
της ύπαρξης ξεκινά από το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι και αυτό μαζί με τη
γνώση του ότι είμαστε άνθρωποι,μας οδηγεί εύκολα στο συμπέρασμα ότι γινόμαστε
αντιληπτοί.Είμαστε ένα γεγονός μέσα στο χώρο,ένα ακόμα γεγονός.Κάποιος,ο κάθε κάποιος
εν τέλει,μας αντιλαμβάνεται με όρους ριζικά διαφορετικούς από αυτούς με τους οποίους
μας αντιλαμβανόμαστε εμείς.Και εκεί γεννιέται η σύλληψη.Δεν είμαι μονάχα,αλλά υπάρχω
κιόλας.Και εύκολα ξεπροβάλει η φωνούλα αυτή που λέει πως οφείλουμε να μας
κατανοήσουμε ως γεγονότα και πέρα από την υποκειμενικότητά μας.Ότι η ουσία μας θα
μας φανερωθεί μόνο μέσα από ένα τέτοιο συλλογισμό και πως τελικά η υποκειμενικότητα
μας δεν μπορεί παρα να μας θολώσει την κρίση,τουλάχιστον στα πλαίσια αυτής της
σκέψης.Και προσοχή.Εδώ δε μιλάω για αυτή τη ρομαντική υποκειμενικότητα η οποία απλά
και μόνο περιέχει τις προϋποθέσεις της μοναδικότητάς μας,δηλαδή την υποκειμενικότητα
ως εξωτερική ιδιότητα,αλλά μιλάω για τον απόλυτο χώρο του Εγώ.Απόλυτος διότι όλα είναι
σχετικά ως προς ένα και μόνο σημείο,εμάς.
Και ποιος ο λόγος για μία τέτοια αναζήτηση;Εγώ κατηγορώ τη ματαιοδοξία του
ανθρώπινου πνεύματος. Εκείνη θα πει πως είσαι ένας ακόμα άνθρωπος,μία ασφυκτικά
συγκεκριμένη συλλογή χαρακτηριστικών και οφείλεις να σε κατανοήσεις ως τέτοιον
ακριβώς για να ξεφύγεις από τη μέγγενη της ιδιοσυγκρασίας μου.Μόνο έτσι θα μπορέσεις
να περικλείσεις όσο το δυνατόν περισσότερα και να κάνεις το ταξίδι προς την κατάσταση
του καθαρού πνεύματος.

You might also like