You are on page 1of 14

Ἀναμνήσεις καί σχολιασμοί ἀπό ἁγίους Γέροντες

Εἰσαγωγικά
Μέσα ἀπό τά κείμενα αὐτά θέλω νά σᾶς κάνω κοινωνούς τῶν καρδιακῶν μου
ἀναμνήσεων πού μοῦ συνέβησαν πρίν ἀπό πολλά χρόνια. Σκεφθηκα νά τά
ἀνασύρω στήν ἐπιφάνεια μέ μοναδικό σκοπό νά συμπορευθοῦμε στίς διαδρομές
αὐτές πού μοῦ συνέβησαν. Δέν ἔχω σκοπό νά προβάλλω τόν ἑαυτό μου γι’ αὐτό
καί δέν ἀναφέρεται τό ὄνομά μου. Ὁ μοναδικός σκοπός εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ πού
τόσα θαυμάσια ἐνεργεῖ διά τῶν ἁγίων Γερόντων καί ἡ ψυχική μας ὠφέλεια.
Μελετώντας τά κείμενα αὐτά μέ καλή προαίρεση πολλά ὠφέλη θά ἀποκομίσετε.
Ζητῶ τήν ἐπιείκειά σας γιά τίς ἐλλείψεις τῶν κειμένων αὐτῶν πού εἶναι ἕνα
μέρος ἀπό τήν πολυτάραχη ζωή μου.
Aἰπόλος

Ἡ ἁλίευσή μου ἀπό τόν Μεγάλο Ψαρά


Πρίν ἀναφερθῶ στίς ἀναμνήσεις μου ἀπό τούς ἁγίους Γέροντες πού ἡ Χάρη
τοῦ Θεοῦ μέ ἔφερε σέ ἐποικοινωνία σκέφθηκα νά ἀνεφερθῶ στήν ἁλίευσή μου
ἀπό τόν Μεγάλο Ψαρά πού ἔγινε ἡ αἰτία νά γνωρίσω τήν Παναγάπη τόν Κύριο
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
«Τὴν τῶν ἰχθύων ἄγραν, (κυνήγι), καταλιπὼν Κύριε καί Θεέ μου, ἀνθρώπους
σαγηνεύεις, (συλλαμβάνεις μέ δίχτυ) καλάμῳ τοῦ κηρύγματος, χαλῶν ὥσπερ
ἄγκιστρον, τῆς εὐσεβείας τὸ δέλεαρ, καὶ ἀνάγων ἐκ τοῦ βυθοῦ τῆς πλάνης 1».
Ὑπηρετώτας τήν στρατιωτική θητεία μου στό Ἡράκλειο Κρήτης καί ζώντας
μέσα στήν ἀσωτεία, ἦρθε ὁ καιρός πού ἔγινε ἡ «σύλληψή» μου ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ.
Σέ μία ἀπό τίς ἐξόδους μου ἐπισκέφθηκα τόν τάφο τοῦ Ν. Καζαντζάκη.
Ὁ ἥλιος ἔγειρε πρός τήν δύση του. Ἐκείνη τήν στιγμή ἡ σκιά τοῦ
ξύλινου Σταυροῦ κάλυπτε ὁλόκληρο τόν τάφο του. Μοῦ ἦρθε
ἕνα λογισμός: «Ἄν μποροῦσες νά δεῖς τί σοῦ καλύπτει τώρα τόν
τάφο σου, ἄραγε θά ἔγραφες αὐτά πού ἔγραψες γιά τόν τίμιο
Σταυρό καί τήν Παναγάπη στά διηγήματά σου;» «Καί διάβασα σέ μία μαρμάρινη
πλάκα τά ἑξῆς: «Ἐρχόμαστε ἀπό μία σκοτεινή ἄβυσσο καταλήγουμε σέ μία
σκοτεινή ἄβυσσο τό μεταξύ φωτεινό διάστημα τό λέμε ζωή… δέν ἐλπίζω τίποτα,
δέ φοβοῦμαι τίποτα, εἶμαι λεύτερος».
Ἄραγε καταλήγουμε σέ μία ἄβυσσο;
Μετά ἀπό καιρό ἄρχισε πάλι αὐτός ὁ λογισμός νά κεντᾶ τήν καρδιά μου. Τότε
ζώντας στήν ἄγνοια ἄρχισα νά διαβάζω διάφορα βιβλία ἀρχίζοντας ἀπό τόν
Μάρξ, (τό κεφάλαιο), Ἔγκελς καί ἄλλους συγγραφεῖς γιά νά δώσω ἀπάντηση στό
ἐρώτημά μου. Τελικά ἡ θεία Πρόνοια μέ ἔφερε σέ κοινωνία μέ τήν Ἁγία Γραφή.
Ἐκεῖ διάβασα στόν 32ο Ψαλμό στίχος 22, ὅτι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνάλογο μέ
τήν ποιότητα καί τήν ποσότητα τῆς ἐλπίδος πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό: «Γένοιτο
Κύριε τό ἔλεός σου ἐφ’ ἡμᾶς καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπί σέ». Μελετῶντας τόν λόγο
τοῦ Θεοῦ βρέθηκε ἡ ἀπάντηση τῆς κατάληξής μου: «Καταλήγω στήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ ὁ ὁποῖος μέ ἐδημιούργησε, ἐφ’ ὅσον ζήσω κατά τό θέλημά Του». «Ἀπό τότε ὁ
1
Δοξαστικὸν τῆς 30 Νοεμβρίου, ἦχος δ' Ἀνατολίου
1
Νόμος Του ἔγινε μέ τήν Χάρη Του, ὁ φωτοβόλος λύχνος στήν πορεία τῆς ζωῆς
μου, πλούσιο Φῶς στόν δρόμο μου». (Ψαλμ. 118, 105).
Καί ἀργότερα συνειδητοποίησα ὅτι νοιάζεται γιά μᾶς καί μᾶς περιμένει νά ἑνωθεῖ
μαζί μας γιατί τοῦ λείπουμε. Ὅπως λένε οἱ πατέρες ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ
«μανικός ἐραστής» τῆς κάθε ψυχῆς.

Σχόλιο:
«Ὁ Θεός δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ ὅσο τό νά ζεῖ καί νά ἐπιστρέψει
καί νά σωθεῖ», (Ἱεζεκιήλ 33, 11). Γλίστρησες σήκω ἁμάρτησες; Ἡσύχασε! Μή
στέκεσαι στόν δρόμο τῶν ἁμαρτωλῶν ἀλλά φύγε ἀπ’ ἐκεῖ. Γιατί ὅταν φύγεις καί
θρηνήσεις θά σωθεῖς. Καθ’ ὅσον ἡ ὑγεία προέρχεται ἀπό τούς κόπους καί ἡ
σωτηρία ἀπό τούς ἱδρῶτες2».
Ἡ καρδιά τοῦ Θεοῦ κτυπᾶ συνεχῶς γιά τόν ἄνθρωπο, «ὑπέρ οὖ Χριστός
ἀπέθανε» (Ρωμ. ιδ' 15). «Τόση εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὥστε «μετανοεῖ», ὅταν ὁ
ἄνθρωπος μετανοεῖ. Ὁ Θεός «πονᾶ», ὅταν ὁ ἄνθρωπος πονᾶ. Ὁ Θεός «κλαίει»,
ὅταν ὁ ἄνθρωπος κλαίει, ὁ Θεός τῆς πίστεώς μας εἶναι «Πατέρας», ὁ Θεός εἶναι
εὐσπλαγχνικός καί «οἰκτίρμων». Ὁ Θεός μας «εἶναι νοῦς ἀγάπης3».
«Ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἐλπίδα, διότι μὲ αὐτὴν περιμένουμε τὸν μισθὸ
τῆς ἀγάπης. Ἡ ἐλπὶδα εἶναι «ἀδήλου πλούτου πλοῦτος», (δηλαδὴ πλοῦτος ἑνὸς
πλούτου ποὺ δὲν φαίνεται). Ἡ ἐλπὶδα εἶναι ἀσφαλὴς ἀπόκτηση θησαυροῦ πρὶν
ἀπὸ τὴν ἀπόκτησή του. Αὐτὴ εἶναι ἀνάπαυση καὶ ἀνακούφιση ἀπὸ τοὺς κόπους.
Αὐτὴ εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀγάπης. Αὐτὴ φονεύει τὴν ἀπόγνωση. Αὐτὴ εἰκονίζει
ἐμπρός μας τὰ πράγματα ποὺ εὑρίσκονται μακρυά. Ἔλλειψη τῆς ἐλπίδος σημαί-
νει ἀφανισμὸς τῆς ἀγάπης. Σ᾿ αὐτὴν εἶναι δεμένοι οἱ πόνοι, σ᾿ αὐτὴν εἶναι κρεμα-
σμένοι οἱ κόποι, αὐτὴν περικυκλώνει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ4».

Ὁ Γέροντας Βησσαρίων
Ὁ Γέροντας Βησσαρίων Κορκολιάκος, ὁ Ἀγαθωνίτης,
γεννήθηκε στό Πεταλίδι Μεσσηνίας τό ἔτος 1908, ὅπου
ἔμαθε τά πρώτα του γράμματα. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν
Ἀνδρέας. Στά 18 του χρόνια πῆγε στήν Καλαμάτα, ὅπου
συνδέθηκε μέ πνευματικούς ἀνθρώπους καί ἀποφάσισε νά
εἰσέλθει στόν ἱερό κλῆρο. Ἔγινε Μοναχός καί πῆρε τό ὄνο-
μα Βησσαρίων. Ἔπειτα χειροτονήθηκε Διάκονος, Ἱερέας καί
ἔλαβε τό ὁφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου.
Ἀνώτερες σπουδές του ἦταν τό Σχολαρχεῖο. Ὡστόσο ἡ συνε-
χής μελέτη τῶν Λειτουργικῶν βιβλίων, εἶχαν κάνει τόν π.
Βησσαρίωνα ἄνθρωπο εὑρύτατα καί βαθύτατα μορφωμένο θεολογικά.
Ἔφευγε ἀπό τό Μοναστήρι μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντα Γερμανοῦ καί ἔφτανε ἀπό
τήν μία ἄκρη τοῦ Νομοῦ Φθιώτιδος στήν ἄλλη. Πήγαινε σέ ὅλα τά σπίτια καί
βοηθοῦσε. Πολλές φορές κοιμόταν κι’ ἐκεῖ. Ἡ περιοδεία του περιλάμβανε κατ΄
ἀρχήν τήν ἐξομολόγηση, γιά τήν ὁποία τόν ἀνέμεναν μέ λαχτάρα σέ ὅλα τά
χωριά. Ὁ π. Βησσαρίων ἐξομολογοῦσε καί τά παιδιά στό Ἐκκλησιαστικό Λύκειο
2
ἍγιοςΓρηγόριος ὁ Θεολόγος.
3
Ἐπισκ. Εὐθ. Στυλιανοῦ, Ἡ Ἀγάπη, σ. 67.
4
Κλίμαξ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, λόγος περί ἀγάπης,κεφ. 16.
2
τῆς Λαμίας καί ἦταν ὁ πνευματικός τους. Στό τέλος πάντοτε τούς ἔβαζε «κάτι»
στό χέρι, γιά νά τά ἐνισχύσει.
Ὁ π. Βησσαρίων ἦταν καί ὁ «κουβαλητής» τοῦ Μοναστηριοῦ. Ἔβγαινε μέ τήν
εἰκόνα τῆς Παναγίας στά χωριά καί τόν περίμεναν στούς δρόμους οἱ πιστοί.
Τελοῦσαν Ἀκολουθίες, ὁ παππούλης τούς ἐξομολογοῦσε, τούς μιλοῦσε μέ λόγους
πνευματικούς καί οἰκοδομητικούς καί ἐκεῖνοι ἔδιναν εὐλογίες ἀπό τά προϊόντα
τους. Ὁ π. Βησσαρίων ὅσα μάζευε τά μοίραζε σέ δύο «σακκιά». Ἕνα σακκί ἔφερνε
στό Μοναστήρι γιά τίς ἀνάγκες του, καθώς τότε λειτουργοῦσε ἡ Γεωργοτεχνική
Σχολή καί ἡ Ἱερά Μονή φιλοξενούσε 82 ἄπορα παιδιά. Ὅσα περιεῖχε τό ἄλλο
σακκί τά μοίραζε κατευθεῖαν στούς φτωχούς. Γνώριζε ποιές ἦταν οἱ ἀνάγκες κάθε
οἰκογένειας καί ἀνάλογα ἔκανε τήν διανομή.
Ὁ Γέροντας Βησσαρίων πέρασε τήν ζωή του νουθετώντας, συμβουλεύοντας,
διακονώντας μέ παντοειδεῖς τρόπους τό ποίμνιό τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὁ καλός ποιμήν,
πού θυσίασε τήν ζωή του ὑπέρ τῶν προβάτων γι’ αὐτό καί τοῦ χάρισε ὁ Θεός
πολλά χαρίσματα, ὅπως τῆς διαράσεως5.
Ἔτσι ὁ ἰσχνόφωνος Γέροντας ἔγινε μεγαλοφωνώτατος κήρυκας τῆς ἐλεημοσύνης.
Ὁ Γέρων Βησσαρίων ἦταν γεμᾶτος ἀπὸ ἀγάπη Θεοῦ, ποὺ εὕρισκε πρακτικὴ
ἐφαρμογὴ στὰ πρόσωπα τῶν συνανθρώπων του σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου
μας «εἰ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»
(Ματθ. κε΄ 40).
Στήν Λαμία πού ἐργαζόμουν, διακονοῦσα στήν Χριστιανική ἑστία. Ἐρχόταν
τακτικά ὁ π. Βησσαρίων ἀπό τό Μοναστήρι γιά τίς περιοδεῖες του στά χωριά. Τοῦ
ἔλεγα: «Γέροντα κάνει κρύο θέλεις νά σοῦ φτιάξω ἕνα τσάϊ γιά νά ζεσταθεῖς;»
Ναί παιδί μου καί σέ εὐχαριστῶ.
Ὅταν ἀρραβιωνιάστηκα τοῦ τό ἀνέφερα καί τόν παρακάλεσα νά μ’ ἔχει στίς
προσευχές του καί μοῦ εἶπε τά ἑξῆς συγκλονιστικά λόγια: «Παιδί μου παρθενία
καί μετά τόν γάμο». Πολύ μέ προβλημάτισαν τά λόγια του. Πῶς θά παρθενεύω
μετά τόν γάμο; Τό νεαρό τῆς ἡλικίας καί ἡ ἔλλειψη ἐμπειρίας δέν μποροῦσε νά
ἐμβαθύνει στά λόγια του.
Γέροντα πῶς θά γίνει αὐτό; Δέν μπορῶ νά τό καταλάβω.
Ὁ Γέροντας μιλοῦσε γιά τήν πνευματική παρθενία καί ὄχι γιά τήν σωματική.

Σχόλιο
Ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ὑποκλίθηκε μπροστά στήν Ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία, πού
ἦταν ἀπό μικρή πόρνη. Ὅμως, ἡ πνευματική παρθενία, τήν ὁποία ἀπέκτησε μετά
ἀπό σκληρούς ἀσκητικούς ἀγῶνες τήν θεράπευσε ὁλοκληρωτικά καί ἡ Ἐκκλησία
μας τήν προσφωνεῖ ὡς «πανοσία», (ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς της).
Ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἡ πνευματική παρθενία ἀπό τήν σωματική. Πνευματική
παρθενία εἶναι ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ νοῦς τοῦ
ἀνθρώπου «κολλήσει» στόν Θεό μέ τήν προσευχή. Αὐτήν τήν πνευματική παρθε-
νία, πού οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν ἀποκαλοῦν ἄσκηση, μποροῦν καί πρέπει νά τήν
ἀποκτήσουμε ὅλοι μας ἔγγαμοι καί ἄγαμοι. Προσοχή στήν προσβολή τῶν λογι-
σμῶν ποτέ νά μήν συζητοῦμε μαζί τους, περιφρόνηση τελεία.
5
Τό διορατικό χάρισμα εἶναι ἡ δυνατότητα πού δίνει ὁ Θεός σέ ὁρισμένους ἀνθρώπους εἴτε νά
βλέπουν τόν ἐσωτερικό κόσμο τῶν ἄλλων εἴτε νά βλέπουν σέ ἀπόσταση ἀντικείμενα ἤ γεγονότα,
νά βλέπουν τί γίνεται πίσω ἀπό τόν τοῖχο ἤ πίσω ἀπ' τό βουνό. Καί αὐτό ὄχι μόνο ἐπί γῆς σέ
ὁποιαδήποτε ἀπόσταση.
3
Μελετώντας τόν 75ο λόγο τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου 6 λέγει: «Πρῶ-
τος καρπός τῆς μετανοίας εἶναι τά δάκρυα. Καθώς ἡ σιχαμερή ρεύση τοῦ σώματος
και ἡ μίξη τῆς καρδιᾶς μέ κάθε πάθος πού γίνεται, τρόπον τινά, μέ ἡδονή προσφέ-
ρεται στόν διάβολο ἀπό ἐμᾶς, σάν θυσία. Ἔτσι καί τά δάκρυα πού βγαίνουν ἀπό
τήν συντετριμμένη καρδιά, προσφέρονται στόν Θεό, θυσία εὐσπρόσδεκτη καί κα-
θαρίζουν τήν βρωμιά τῆς κάθε ἐμπαθοῦς ἡδονῆς.
Ὁ διεστραμμένος νοῦς τοῦ διαβόλου αἰσθάνεται τήν ἡδονή, λέγει ὁ μακαρι-
στός π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος7, διά μέσου ἡμῶν,γιατί δέν ἔχει σάρκα. Γι’ αὐτό οἱ
σαρκικές ἁμαρτίες εἶναι παραφύση κατάσταση καί δαιμονικές.
Ἡ ἄλλη συμβουλή πού μοῦ ἔδωσε ἦταν: «Κάθε βράδυ ὁ ἕνας θά βάζει μετάνοια
στόν ἄλλον, νά ἀλληλοσυγχωθῆτε μέ τήν καρδιά σας κι’ ὄχι μόνον στά λόγια. Ὅταν
ἀργότερα θά ἔρθουν τά προβλήματα, νεῦρα, οἱ τσακωμοί κ.τ.λ. θά δημιουργηθεῖ μία
μικρή διάσταση τῶν σχέσεών σας. Ἐάν αὐτή δέν γεφυρωθεῖ τό χάσμα θά γίνει ἀγε-
φύρωτο μέ δυσάρεστα ἀποτελέσματα. Νά τό προλαβαίνετε αὐτό μέ τήν μετάνοια».

Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τό δροσερό νερό στό καταμεσήμερο τοῦ καλοκαιριοῦ τό


ὁποῖο ξεδιψάει τήν ψυχή μας. Ἀλλά ὅπως τό νερό ἄν δέν εἶναι τρεχούμενο ἀπό
πηγή ἀλλά στάσιμο, γρήγορα σαπίζει καί βρωμάει, ἔτσι καί ἡ ψυχή ὅταν δέν
καλλιεργεῖ τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης, σύντομα θά σαπίσει πνευματικά. Μά θά
πεῖς, πῶς μπορῶ νά ἀσκήσω τήν ἐλεημοσύνη ὅταν δέν ἔχω τήν οἰκονομική
εὐχέρεια νά συνεισφέρω στίς ἀνάγκες του; Ὅμως αὐτή ἡ πρόφαση δέν μᾶς ἀπαλ-
λάσσει ἀπό τήν εὐθύνη πού ἔχουμε ἀπέναντι στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε ἄν
θέλουμε νά βοηθήσουμε μέ πολλούς τρόπους πού εἶναι ἀνάλογοι μέ τίς δυνατό-
τητες μας.
Νά παρηγορήσεις κάποιον πού πενθεῖ. Νά ἐπισκεφθεῖς κάποιον πού εἶναι
ἄρρωστος ἤ ἕναν ἡλικιωμένο. Νά προσφέρεις τό χάρισμα ἤ τήν τέχνη πού δια-
θέτεις, π. χ. ὁ γιατρός, ὁ οἰκοδόμος, ὁ δικηγόρος, ἤ νά βοηθεῖ στό ἔργο τῆς ἐνορίας,
νά γίνει ἐπίτροπος, οἱ νέοι πού ἔχουν κάποιες θεολογικές γνώσεις νά ἀναλάβουν
τό κατηχητικό ἔργο τῆς ἐνορίας, μπορείς νά προσεύχεσαι γιά τούς συνανθρώπους
σου πού ἔχουν προβλήματα καί τόσα ἄλλα διακονήματα γιά την δόξα τοῦ Θεοῦ
καί τήν ἀνακούφιση τῶν ἐχόντων ἀνάγκη.

Ἐτυμολογικά ἡ λέξη συγχώρηση σημαίνει ὅτι βρίσκομαι στόν ἴδιο χῶρο μέ τόν
ἄλλον (συν + χωρῶ). Ἄν δέν ὑπάρχει τό στοιχεῖο τῆς συγνώμης, τότε οἱ ἄνθρωποι
συνυπάρχουν μόνο σωματικά καί ὄχι πνευματικά. Μεγάλη καί ἐπιβεβλημένη
εἶναι ἡ ἀνάγκη νά συγχωροῦμε ἀλλά καί νά ζητοῦμε συγχώρεση ἀπό τούς ἄλλους
γιά ὅσα σφάλματα ἔχουμε κάνει, εἴτε συνειδητά εἴτε ἀσυνείδητα. Γιά νά βιώσουμε
τό πραγματικό νόημα τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Δέν εἶναι
δηλαδή ἀτομική ὑπόθεση, ἀλλά ἀφορᾶ ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε
κανείς δέν σώζεται μόνος του, ἀλλά ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται καί ἀπό τούς ἐν
Χριστῷ ἀδελφούς μας.
Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος μᾶς θυμίζει τήν Κυριακή προσευχή, τό «Πάτερ
ἡμῶν…» ὅπου παρακαλοῦμε τόν Θεό Πατέρα μας νά μᾶς συγχωρήσει τίς ἁμαρ-
τίες μας ὅπως καί ἐμεῖς πρέπει νά συγχωροῦμε τίς ἁμαρτίες τῶν ἀδερφῶν μας

6
Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά, ἔκδ. Ρηγοπούλου, Θεσ-
σαλονίκη 1969, σελ. 411
7
Ὁμιλία 22, Arnion.gr
4
τῶν συνανθρώπων μας. Ὅμως ὁ Εὐαγγελιστής προχωρεῖ πιό πολύ καί μᾶς λέει
πώς ἐάν ἐσεῖς δέν συγχωρῆτε τά ἁμαρτήματα τῶν ἀδερφῶν σας οὔτε καί ὁ Θεός
θά συγχωρήσει τά δικά σας. Ἀκόμα πρέπει νά γνωρίζουμε πώς ὅταν συγχωροῦμε
αὐτούς πού μᾶς ἔχουν ἀδικήσει μοιάζουμε μέ τόν Χριστό πού συγχώρεσε τούς
σταυρωτές Του.
Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του ἦρθαν ἡ κόπωση καί τά γεράματα. Λόγω τῆς σοβα-
ρότητος τῆς κατάστασης μεταφέρθηκε στό Νοσοκομεῖο «Σωτηρία» στήν Ἀθήνα,
ὅπου κοιμήθηκε μετά ἀπό πνευμονικό οἴδημα τήν 22 Ἰανουαρίου 1991.
Νά ἔχουμε την εὐχή του.

Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης


Ὁ Γέροντας Ἰάκωβος γεννήθηκε τό 1920 ἀπό εὐσεβεῖς
γονεῖς στό Λιβίσι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Στίς ἀρχές τοῦ 1922
«Τοῦρκοι πιάσανε τόν πατέρα του ὁ ὁποῖος ὁδηγήθηκε στά
βάθη τῆς Ἀσίας. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ἡ
οἰκογένειά του ἀκολούθησε τόν σκληρό δρόμο τῆς προσφυ-
γιᾶς. Τό καράβι τούς μετέφερε στήν Ἰτέα καί ἀπό ἐκεῖ πῆ-
γαν στήν Ἄμφισσα. Ἐκεῖ τό 1925 βρῆκαν τόν πατέρα τοῦ
μικροῦ Ἰακώβου καί μαζί πλέον ἡ οἰκογένεια μετακινήθηκε
στό χωριό Φαράκλα τῆς Εὔβοιας. Ὁ μικρός Ἰάκωβος ἦταν
ἑπτά χρονῶν καί εἶχε μάθει ἀπέξω τήν θεία Λειτουργία χωρίς νά γνωρίζει γράμ-
ματα. Τό 1927 πῆγε σχολεῖο καί διακρίθηκε γιά τίς ἐπιδόσεις του. Ἡ ἀγάπη του
γιά τήν Ἐκκλησία ἦταν ἔκδηλη.
Ἔχοντας ἐκπληρώσει τήν ἐπιθυμία τῆς μητέρας του, νά παντρέψει τήν ἀδελφή
του τόν Νοέμβριο τοῦ 1952 προσέρχεται στό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Δαβίδ στίς Ρο-
βιές, γιά νά ἐκπληρώσει καί τήν δική του ἐπιθυμία. Σέ ἡλικία 32 ἐτῶν πλέον ὁ
Ἰάκωβος γίνεται δόκιμος μοναχός καί στίς 19 Δεκεμβρίου 1952 στήν Χαλκίδα ὁ
Μητροπολίτης Γρηγόριος τόν χειροτόνησε Ἱερέα. Ἔτσι συνέχισε ἡ ζωή τοῦ ἀσκητή
Ἰάκωβου, ἐργασία στό μοναστήρι, προσευχή στό ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, οἱ
θεοπτίες καί θαύματα τά ὁποῖα μέ τόν καιρό πλήθαιναν.
Στίς 25 Ἰουνίου 1975 ὁ Γέροντας Ἰάκωβος ἀνέλαβε τό πηδάλιο τῆς Μονῆς τῆς με-
τανοίας του. Ἀπό τήν λιτοδίαιτη καί ἀσκητική ζωή ἡ ὑγεία Του ἄρχισε νά κλο-
νίζεται. Οἱ φλέβες τῶν ποδιῶν του ἦταν σάπιες, ἔκανε ἐγχείριση βουβωνοκήλης,
σκωληκοειδίτιδας, προστάτη, καρδιᾶς καί σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τοῦ καθη-
γητή Κρεμαστινοῦ πού τοῦ ἔβαλε τόν βηματοδότη «…ἡ θεία δύναμη κρατοῦσε τόν
παπποῦ...». Ἀπό τό 1990 καί μετά ὁ Γέροντας δέν εἶχε πλέον δυνάμεις καί οἱ
κρίσεις στήν ὑγεία του αὐξήθηκαν. Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1991 μετά ἀπό μικρο-
εμφράγματα νοσηλεύθηκε στό Γενικό Κρατικό. Ἐπιστρέφοντας στήν Μονή ἔπαθε
φλεγμονή ἡ ὁποία ἐξελίχτηκε σέ πνευμονία. Ὁ ἴδιος εἶχε διαισθανθεῖ τό τέλος
του. Τό πρωΐ τῆς 21ης Νοεμβρίου 1991 πῆγε στήν Ἀκολουθία, ἔψαλε καί κοινώ-
νησε καί πηγαίνοντας στό κελλί του ἔφυγε γιά συναντήσει τόν γλυκύτατο Ἰησοῦ
πού τόσο ἀγάπησε.
Συνήθιζα μέ τήν οἰκογένειά μου νά ἐπισκέπτομαι κάθε χρόνο τήν Ἱερά Μονή
Ὁσίου Δαβίδ στήν Εὔβοια. Ὁ Γέροντας Ἰάκωβος μᾶς δεχόταν μέ πολλή ἀγάπη καί
ὅταν μᾶς ἔδειχνε τό κελλί, ἔλεγε στά παιδιά: «Μήν ἀνησυχεῖτε δέν θά κρυώσετε
θά ἔρθει ὁ ἅγιος παπποῦς, ὁ ἅγιος Δαβίδ, καί θά σᾶς σκεπάζει».
5
Ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση ἦταν ὅταν τόν κυττοῦσα στό πρό-
σωπο ἦταν ἡ προσωποποίηση τῆς ταπεινώσεως.
Κόσμημα καὶ καλλονὴ ὅλων τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ ταπείνωση. Αὐτὴ εἶναι γιὰ
τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ ὅ,τι εἶναι ἡ βροχὴ γιὰ τὴν ξεραμένη γῆ. Ἡ ἀληθινὴ ταπεί-
νωση ἔχει τὴν ἀρχή της στὸν ταπεινὸ Ἰησοῦ Χριστό. «Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ», μᾶς προ-
τρέπει ὁ Κύριος, «ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν
ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. ια´ 29). Σ’ αὐτὴ τὴν ἀρετὴ ἀναπαύεται καὶ εὐαρεστεῖται
ὁ Θεός. «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω;», λέει ὁ Ἴδιος, «ἀλλ’ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον
καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους» (Ἡσ. ξϛ´ 2).
«Τόν βίο καί τήν πολιτεία του τήν σηματοδοτοῦσε ἡ κατάπαυση τῶν λογισμῶν.
Στεκόταν μέ μεγάλο σεβασμό ἐμπρός τοῦ Θεοῦ, πού σημαίνει ὅτι τόν κοιτοῦσε μέ
δέος, εἶχε τόν θεῖο φόβο, δέν ἀσχολεῖτο καθόλου μέ τόν ἑαυτό του. Τήν ζωήν του
τήν ἐξαρτοῦσε ἀπό τήν ἡσυχία καί τήν ἀγρυπνία. Ὄχι μόνον ἀπό τόν περιορισμό
τοῦ ὕπνου ἀλλά καί τῆς συνεχοῦς προσοχῆς καί τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ πού εἶχε
στήν καρδιά του. Γενικά ἀξιώθηκε τῆς δωρεᾶς τῆς ἡσυχαστικῆς καταστάσεως τῶν
ἠθῶν, δηλαδή τήν στάση8 καί τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, τήν ἥσυχη προσευχή του,
τήν διακονία του, τήν ὁμιλία του, τό ἥσυχο περπάτημά του καί ὅλα αὐτά μαρτυ-
ροῦσαν τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του.
Ἡ ἡσυχία λέγει ὁ ἀββᾶ Ἡσαΐας9, γίνεται τό χῶμα πού γεννᾶ τήν ἄσκηση, ἡ
ὁποία εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος διά τοῦ ὁποίου ἀναπνέουμε τόν Θεό, δεχόμαθε
τόν Θεό καί βγάζουμε ὅ, τι ἀκάθαρτο ὑπάρχει μέσα μας.
Ἡ ἄσκηση γεννᾶ τόν κλαυθμό, δηλαδή τήν δυνατότητα μετανοίας, τῆς αἰσθή-
σεως τῆς ἁμαρτίας καί ἑπομένως τήν φυσική ροή τῶν δακρύων».
Εἴθε νά ἔχουμε τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Ἰακώβου.

Ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος Λάζαρης

«Μία ἀπό τίς ἁγιασμένες μορφές τῆς ἐποχής μας


ὑπῆρξε ὁ Γέροντας Ἀμβρόσιος Λάζαρης, πνευματικός
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Γαυριώτισσας Δαδίου καί
χιλιάδων χριστιανῶν ἀπό ὅλα τά μέρη τῆς Ἑλλάδος,
ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ τήν 2αν Δεκεμβρίου τοῦ 2006.
Ὁ μακαριστός π. Ἀμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε
στό χωριό Λαζαράτα ταῆς Λευκάδος τό ἔτος 1912.
Ἦταν τό τέταρτο τέκνο τῆς πολύτεκνης οἰκογένειας
του. Ἀπό τήν νηπιακή του ἡλικία ὁ μικρός Σπυρίδωνας
χαρακτηριζόταν ἀπό τήν ἡρεμία τοῦ χαρακτήρα του καί τήν ἀγάπη του πρός τήν
Ἐκκλησία. Τό ἦθος του σμίλευσε ἡ εὐλαβής μητέρα του, ἡ ὁποία λόγω τῆς ἀπου-
σίας τοῦ συζύγου της στούς πολέμους, εἶχε ἀναλάβει ὅλο τό βάρος τῆς ἀνατροφῆς
τῶν παιδιῶν της. Ὁ Σπυρίδωνας τελείωσε μόνο δύο τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ Σχολεί-
ου, διότι ἔπρεπε νά βοηθεῖ τήν μητέρα του στίς ἀγροτικές ἐργασίες. Ὅταν ἦλθε ὁ

8
Στάση τοῦ νοῦ ἐννοοῦμε τήν εἰρήνη τῶν λογισμῶν πού προκαλεῖται ἀπό τήν ἡσυχία τῶν αἰ-
σθήσεων.
9
Ἄρχιμ. Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου, λόγοι ἀσκητικοί στόν ἀββᾶ Ἡσαΐα, ἔκδ. Ἴνδικτος, Ἀθήνα
2005, σ. 372, 373, 468
6
καιρός κατετάγη στίς τάξεις τοῦ Στρατοῦ καί ὑπηρέτησε τρία χρόνια στά ἀνά-
κτορα ὡς εὔζωνας, καθότι ἦταν ψηλός, εὐθυτενής καί ὄμορφος νέος.
Ὅταν ἀπολύθηκε ἀπό τόν Στρατό ἔλαβε τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ διά τόν Μοναχικό
βίο.
Χαρακτηριστικά ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Πῆγα στό Ἅγιον Ὄρος γιά λίγες μέρες καί
ἔμεινα εἴκοσι χρόνια». Μετά τριετῆ δοκιμασία ἐκάρη Μοναχός. Αὐστηρός τηρητής
τῶν Μοναχικῶν ὅρκων καλλιέργησε τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν τέλεια ὑπα-
κοή, τήν νηστεία, τήν παιδική ἁπλότητα καί ἀκακία, τήν καθημερινή ἀνελλιπῆ
συμμετοχή στίς ἀγρυπνίες καί γενικά τήν θεία λατρεία, τήν πρόθυμη ἐργατικό-
τητα καί πολύ νωρίς ἔφθασε σέ ὕψη ἀρετῆς. Ὅπως φάνηκε ἀπό τήν συνέχεια τῆς
ζωῆς του ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τόν προόριζε γιά μία διακονία στόν κόσμο πρός
σωτηρία ψυχῶν. Ἡ σκληρή ζωή ἔκαμψαν τήν ὑγεία του ὁπότε ἀναγκάστηκε ὕστε-
ρα ἀπό παραίνεση τοῦ διακριτικοῦ Γέροντος Πορφυρίου νά κατέλθει στήν Ἀθήνα.
Ὁ μακαριστός π. Ἀμβρόσιος τήρησε στήν ζωή του «ἀκίβδηλον, γνησίαν καί
ἀπαραποίητον τήν ἐκ τῶν ἁγίων πατέρων εὐσέβειαν».
Μέ τήν πατρική του ἀγάπη καί τίς ἁγιοπνευματικές νουθεσίες του στήριξε
ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι κατέφευγαν στό ἐπιτραχήλι του καί ζητοῦσαν στήριξη στίς
καταιγῖδες τῆς ζωῆς τους. Ἡ σύνεση καί ἡ διορατικότητά του ἔφερε πολλούς πιό
κοντά στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί προσέλκυσε σοφούς καί ἐπιστήμονες στήν Ἐκκλη-
σία10».
Αὐτήν τήν ἁγιασμένη ψυχή ἀξιωθήκαμε οἰκογενειακῶς νά τήν ἐπισκεφθοῦμε
στό Μοναστήρι τοῦ Δαδίου.
Μπαίνοντας στό Μοναστήρι μᾶς φώναξε μέ τά ὀνόματά μας καί ἀπευθυνό-
μενος πρός ἐμένα μοῦ λέγει: «Βρέ παιδί μου τί κάνεις κάθε πρωΐ πρίν ἀνοίξεις τήν
πόρτα τοῦ γραφείου πού ἐργάζεσαι;»
Γέροντα κάνω τόν σταυρό μου και ἐπικαλοῦμαι τούς ἁγίους πού εὐλαβοῦμαι,
νά μέ βοηθήσουν γιατί εἶναι πολύ δύσκολη ἡ δουλειά μου. Κινδυνεύω μέ τήν δια-
χείρηση τόσων πολλῶν ἑκατομμυρίων δραχμῶν. Γιατί μοῦ ἔλεγε ὁ μακαριστός
πατέρας μου νά φυλάγομαι ἀπό τά ξένα χρήματα νά μήν βάζω φωτιά στό σπίτι
μου, ἐάν τά καταχρασθῶ.
«Ὅσους παιδί μου ἐπικαλῆσαι ὅλοι αὐτοί ἔρχονται καί σέ προστατεύουν. Μήν
ἀνησυχεῖς ἔχεις γύρω σου πολλούς φύλακες».

Σχόλιο
Ἡ ζωή τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἴδία ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἐπαναλαμβάνεται μέ
διαφορετικό τρόπον σέ κάθε Ἅγιο. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔζησαν «διά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος» καί βάδισαν «κατά Πνεῦμα» (Γαλ. 5,25). Ἦσαν «ἡ ἐπιστολή
τοῦ Χριστού…Γραμμένη ὄχι μέ μελάνι, ἀλλά μέ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος,
ὄχι εἰς λιθίνας πλάκας ἀλλά εἰς πλάκας καρδιῶν σάρκινων» (Β΄ Κορινθίους 3, 3).
Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱκανοὶ γιὰ τὰ πάντα. Ὁ Ἅγιος μπορεῖ νὰ ζητήσει ἀπὸ
τὸν Θεὸ ὅ,τι θέλει καὶ νὰ τοῦ τὸ δώσει ὁ Θεός. Εἶναι πολὺ μεγάλη ἡ δύναμη τῶν
Ἁγίων11.
Ἀναρίθμητες ἦταν οἱ εὐεργεσίες πού δέχθηκαν ἀπό τόν Θεό ἐκεῖνοι πού τόν
εἶχαν σέ εὐλάβεια καί πρόστρεξαν σ’ Αὐτόν, ὄχι μόνον ὅταν εἶχαν πνευματικές

10
Περιοδικό Ἐφημέριος Φεβρουάριος, 2007
11
Ἀνθολόγιο συμβουλῶν Γέροντος Πορφυρίου.
7
ἀνάγκες, ἀλλά καί ὑλικές, ἰδιαίτερα νά τούς καθοδηγεῖ: Πώς πρέπει νά προσεύ-
χονται, νά μελετοῦν καί νά ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημά Του.
Ὁ σύνδεσμός μας μέ τούς Ἁγίους ἐκφράζεται στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καί
ἰδιαιτέρως στήν θεία Λειτουργία, ὅπου πραγματώνεται κατά τόν καλύτερον τρό-
πο, ἡ Εκκλησία ολόκληρος.
Μποροῦμε, ἀκόμη, νά γνωρίζουμε ὅτι ὅλοι μας, «μετά πάντων τῶν Ἁγίων», εἴμα-
στε ἑνωμένοι στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ· ὅτι ὁ καθένας ἀποτελεῖ ζωντανό κύτταρο
τοῦ σώματος αὐτοῦ καί ὅτι, συνεπῶς, ὁ ἕνας ἀνήκει στόν ἄλλον καί μπορεῖ καί
ὀφείλει νά ἐκφράσει ποικιλοτρόπως τό γεγονός αὐτό τοῦ ἀδελφικοῦ του δεσμοῦ.
«Ἔτι προσφέρομέν σοι τήν λογικήν ταύτην λατρείαν ὑπέρ τῆς οἰκουμένης»,
εὔχεται ὁ ἱερέας μετά τόν καθαγιασμόν τῶν τιμίων Δώρων». Καί σέ ἄλλο σημεῖο
προσθέτει: «…Πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί
πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ἀφοῦ μνημονεύσαμε ὅλους
τούς Ἁγίους, ἄς ἐμπιστευθοῦμε τούς ἑαυτούς μας, ἄς ἐμπιστευθοῦμε ὁ ἕνας τόν
ἄλλον καί τήν ζωή μας ὁλόκληρη στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός
μας καί αὐτή εἶναι ἡ ὑπερτάτη φιλοσοφία στή ζωή μας.

Ὁ Γέροντας Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνας


Ὁ Γέροντας Ἐφραίμ γεννήθηκε τό 1928 στόν Βόλο ὡς
Ἰωάννης Μωραΐτης. Τά παιδικά του χρόνια τά πέρασε στήν
φτώχεια, βοηθώντας τόν πατέρα του στήν ἐργασία του, ἀλ-
λά πάντα ἀκολουθοῦσε τό εὐσεβές παράδειγμα τῆς μητέρας
του (ἡ ὁποία ἔγινε ἀργότερα μοναχή μέ τό ὄνομα Θεοφανώ).
Σέ ἡλικία 14 χρονῶν ἄρχισε νά λαχταρᾶ τόν μοναχισμό,
ἀλλά δέν πῆρε εὐλογία ἀπό τόν πνευματικό νά πάει στό
Ἅγιον Ὄρος ἕως ὅτου ἔγινε 19 χρονῶν.
Μέ τήν ἄφιξή του στό Ἅγιον Ορος, στίς 26 Σεπτεμβρίου 1947,
πῆγε κατευθεῖαν στόν γέροντα Ἰωσήφ (τόν ἡσυχαστή), στήν
σπηλιά τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὁ ὁποῖος τόν ἀποδέχτηκε
στήν ἀδελφότητά του. Ἔκανε τήν κουρά του 9 μῆνες ἀργότερα τό 1948 μέ τό
ὄνομα Ἐφραίμ.
Ἀπό ὑπακοή στό γέροντά του, ὁ μοναχός Ἐφραίμ χειροτονήθηκε διάκονος καί
στήν συνέχεια ἱερομόναχος.
Ἡ ζωή στήν ἀδελφότητα τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ ἦταν πολύ αὐστηρή καί ἀσκητική.
Μετά τήν κοίμηση τοῦ Γέροντα Ἰωσήφ τό 1959, συγκεντρώθηκαν ἀρκετοί μοναχοί
γύρω ἀπό τόν Γέροντα Ἐφραίμ πού τόν εἶχαν πνευματικό πατέρα.
Τό 1973 ἡ ἀδελφότητά του μετακόμισε στήν Ἱερά Μονή Φιλοθέου ὅπου ἔγινε καί
ἡγούμενός της. Λόγω τῆς φήμης τοῦ Γέροντος Ἐφραίμ, ἡ μοναστική ἀδελφότητα
μεγάλωσε γρήγορα.
Τοῦ ζητήθηκε ἀπό τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, νά ἀναβιώσει καί νά ἐπαν-
δρώσει πολλά μοναστήρια στό Ἅγιον Ὄρος τά ὁποῖα ἔπασχαν ἀπό λειψανδρία,
ὅπως τοῦ Ξηροποτάμου, Κωνσταμονίτου καί Καρακάλλου. Αὐτά τά Μοναστήρια
εἶναι κάτω ἀπό τήν πνευματική του καθοδήγηση μέχρι καί σήμερα.
Ἐπίσης ὑπάρχουν πολλά ἄλλα Μοναστήρια στήν Ἑλλάδα κάτω ἀπό τήν πνευ-
ματική καθοδήγηση τοῦ Γέροντος Ἐφραίμ, ὅπως ἡ Ἱερά Μονή ἁγίου Ἰωάννη τοῦ
Προδρόμου στίς Σέρρες, τῆς Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας στήν Πορταριά (Βόλου)
8
καί αὐτό τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, πρώην μετόχι τῆς Φιλοθέου, στήν νήσο τῆς
Θάσου.
Τό 1979 ἔφθασε στόν Καναδᾶ γιά λόγους ὑγείας.
Ὁ π. Ἐφραίμ, μόλις ἔφθασε στόν Καναδᾶ καί ἄρχισε τίς ἐξετάσεις στούς γιατρούς,
συγχρόνως ἄρχισε νά ἐξομολογεῖ, νά νουθετεῖ καί νά διδάσκει τούς ἀπόδημους
Ἕλληνες. Ἡ ποιμαντική του δράση, κατόπιν προσκλήσεων, ἀπό τόν Καναδᾶ ἐξα-
πλώθηκε στίς Η.Π.Α. Ἔκτοτε οἱ ἐπισκέψεις συνεχίσθηκαν καί ἡ ποιμαντική προ-
σφορά του ὅλο καί αὐξανόταν.
Τότε σιγά-σιγά ἄρχισε νά καλλιεργεῖται ἡ σκέψη νά ἱδρυθεῖ Μοναστήρι στήν
Ἀμερική, ὥστε ὁ ἀπόδημος Ἑλληνισμός νά ἔχει μία μόνιμη βάση πνευματικοῦ
ἀνεφοδιασμοῦ. Πράγματι ἄρχισαν οἱ ἐνέργειες καί ἱδρύθηκαν στήν ἀρχή δύο
Μοναστήρια, τό ἕνα στό Μόντρεαλ τοῦ Καναδᾶ καί τό ἄλλο στό Πίτσμπουργκ
τῶν Η.Π.Α. Ἔγινε συνέχεια μέ τήν ἵδρυση καί ἄλλων Μοναστηριῶν, μέ ἀποτέλε-
σμα σήμερα νά ὑπάρχουν 19 Μοναστήρια καί νά δημιουργοῦνται ἄλλα δύο αὐτή
τήν στιγμή.
Συνέχισε νά εἶναι πνευματικός πατέρας Ἱερῶν Μονῶν στό Ἅγιον Ὄρος καί 8
γυναικείων Μοναστηριῶν σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἀλλά καθώς δέν ἦταν πρακτικό νά
εἶναι ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, καθώς ἔλλειπε γιά μεγάλα χρονικά
διαστήματα στήν Βόρεια Ἀμερική, παραιτήθηκε τό 1990.
Ἐκτός ἀπό τίς Ἱερές Μονές ἔχει κατασκευάσει ἕνα γηροκομεῖο καί μέ την Χάρη
τοῦ Θεοῦ ἔκανε πλούσια ἱεραποστολική δράση.
Σήμερα ὁ Γέροντας Ἐφραίμ μονάζει στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου στήν
ἔρημο τῆς Ἀριζόνας, λίγη ὥρα μακριά ἀπό τήν πρωτεύουσα τῆς Ἀριζόνας τό
Phoenix καί κοντά στήν πόλη Florence.
Ὅταν ἦταν ἡγούμενος στήν Ἱ. Μονή Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους, λόγῳ τῶν πολ-
λῶν δικαιωμάτων πού εἶχα δώσει στόν ἐχθρό τῆς ψυχῆς μου τόν διάβολο εἶχα
ἕναν ἔντονον πόλεμο λογισμῶν.
Τοῦ τηλεφώνησα και πρίν τοῦ ἀναφέρω μοῦ λέγει: «Τί περιμένεις οἱ τόν κόσμον
οἰκοῦντες, τήν σάρκαν φοροῦντες καί ὑπό τοῦ διαβόλου 12 πλανώμενοι;» Καί ἄρχισε

12
* «Ἀθέων Ἀγαρηνῶν, τά βέλη σύντριψον Δέσποινα». Ἦχος πλ. Δ΄, Σαββάτω Ἑσπέρας,
ὠδή στ΄.
* «…Ἀγρίαις θηρσί, παρεδόθην τῶν παθῶν τοῖς ἐπιστάταις», Ἦχος Β΄, Δευτέρα Ἑσπέρας,
ὠδή ζ΄.
* «…Ἀερίων δαιμόνων, (τῶν) ζοφώδη πνεύματα», ἦχος πλ. Δ΄. Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή γ.
* «…ὁ ἀλάστωρ ἄραψ ἄνομα·»,Ἦχος δ΄. Τετάρτη Ἑσπέρας, ὠδή θ΄.
* «…Θεοτόκε ρῦσαί με, ἐκ τῶν βελῶν τοῦ ἀλλοτρίου», Ἦχος Α΄. Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή ε
* «…ἀναβάτας τριστάτας, τοῦ Φαρώ ἡ ποντίσασα·», Ἦχος πλ. Α΄. Πέμπτη Ἑσπέρας, Προ-
σόμιον.
* «…ἀναιδεῖς ὄντες αἱμοβόροι καί δόλιοι· μάτην κατεπαιρόμενοι, δεινῶς ὠρυόμενοι, κύνες
καθάπερ λυσσῶντες...», Ἦχος πλ. Α΄,Τρίτη Ἑσπέρας, προσόμιον.
* «…ἀοράτων ἐχθρῶν τῆς ἐπαναστάσεως, καί τούτων βλάβης ρῦσαί με».Ἦχος Γ΄. Πέμπτη
Ἑσπέρας, ὠδή ε΄.
*»…τοῦ ἀρχεκάκου, νικήσας πανουργίαν», Δευτέρα Ἑσπέρας,Ἦχος A΄. ὠδή ε΄.
* «…βαρβάρων ἀσάρκων φάλαγγας», Ἦχος πλ. Β΄. Κυριακή Ἑσπέρας, ὠδή η΄.
* «Στολήν με τοῦ σεπτοῦ βαπτίσματος, ἀπεξέδυσεν Βελίαρ καί τό τραχύ Πάναγνε καί
δυσχεδές τῆς ἁμαρτίας, αὐτός περιέθετο τριβώνιον».Ἦχος Β, Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
9
νά μοῦ λέει τόν λογισμό πού μέ κατεῖχε. Τελειώνοντας τήν συνομιλία μοῦ ἔφυγε
τελείως ὁ πόλεμος τῶν λογισμῶν.
Σέ ἄλλη συζήτηση πού εἶχα μαζί του στό Μοναστήρι μοῦ ἔλεγε:
«Ὅταν τό εὐλογημένο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν
13
με » κυκλοφορεῖ μέσα στήν καρδιά μας δημιουργεῖ οὐράνια συναισθήματα. Μήν
στρέφεσαι πρός τά ὀπίσω. Προχώρει πρός τά ἐμπρός μέ βία, αὐταπάρνηση καί ἐγκ-
ράτεια εἰς πάντα. Μήν ἀκοῦς τί σοῦ ψιθυρίζει ὁ διάβολος. Αὐτός φρίττει καί τρέμει,
τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ γι’ αὐτό φέρνει κακούς λογισμούς, μελαγχολία, νυσταγμόν
ταραχή καί ἄλλα ἐμπόδια. Περιφρόνησε καί ἀδιαφόρησε γιά κάθε τέτοιο λογισμό,

* «…καί πᾶσαν ἐπιβουλήν, δαιμόνων ματαίωσον,…» Σαββάτω Ἑσπέρας, Ἦχος πλ. Δ΄.
ὠδή στ΄.
* «Τά τόξα τά τήν ἐμήν καρδίαν τιτρώσκοντα, τῶν δεινῶν δαιμόνων Δέσποινα σύντριψον,
καί ρομφαίαν πῆξον τήν αὐτῶν», Ἦχος πλ. Α΄.Πέμπτη Ἑσπέρας, ὠδή γ΄.
* «Δόλιος ὄφις. (τακτική του) Ἐγκάθηται ἐφ' ὁδοῦ σαρκός ἐν τοῖς κινήμασιν, ὄφις ὁ δόλιος
ἐχθρός, καί ἐπιβάτη νῶ προσεπιτίθεται· κεντῶν ἀπροσδοκήτως».Ἦχος Γ΄. Δευτέρα
Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «Ρῦσαι τῆς δυναστείας τοῦ δολίου δράκοντος, τοῦ τοῖς δελεάσμασι τῶν ἡδονῶν» Ἦχος
Α΄. Τετάρτη Ἑσπέρας, ὠδή, α
* «…ὁ δολιόφρων ἀγαθή, ἐφερπύζει ἁρπᾶσαί με·»,Ἦχος Α΄. Πέμπτη Ἑσπέρας, γ ὠδή.
* «Δολίως μέ τῶ λείω τῆς ἡδονῆς, ὁ δόλιος ἠγκίστρευσε, καί ἰχθῦν ὡς ἄφωνον ἐσαγή-
νευσεν·», Ἦχος Γ΄. Κυριακῆ Ἑσπέρας, ε΄ ὠδή.
* «…τῆς δεσποτείας τοῦ τυραννοῦντος δραπέτου δεσπότου κοσμοκράτορος, λυτρωσανένη
με δεῖξον δοῦλόν σου γνήσιον».Ἦχος Γ΄. Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «Ἐπλήγωσάν με τά βέλη τοῦ δυσμενοῦς»,Ἦχος Γ, Σαββάτω Ἑσπέρας ὠδή γ΄.
* «…τρέπω τῶν ἐναντίων τάς φάλαγγας». Ἦχος Δ΄. Τετάρτη Ἑσπέρας, ὠδή γ΄.
* «…καί τῶν ἐχθρῶν, πρόσωπα ζοφώδη καί εἰδεχθῆ, τῶν συλλαβεῖν θελόντων με, καί
διασπαράξαι θηριωδῶς. Ἦχος πλ. Δ΄. Σαββάτω Ἑσπέρας, ὠδή θ΄.
* «Μή ἁρπάση ὡς λέων, ὁ ἐχθρός τήν ψυχήν μου ὁ θηριότροπος». Ἦχος πλ. Δ΄, Τρίτη
Ἑσπέρας, ὠδή ζ΄.
* «…κακός σύμβουλος ὄφις, Ἦχος Γ΄. Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή α΄.
* «Νομάδες παθῶν με τῶν σαρκικῶν, νῦν περικυκλοῦσι, καί συσφίγγουσι χαλεπῶς»,
Ἦχος πλ. Δ΄. Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «…τό μέγα κῆτος χειρωσάμενον, ἐκ τῶν αὐτοῦ πολυπλόκων δικτύων ρῦσαί με». Ἦχος
Γ΄. Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «Κύνες πολλοί περιέσχον μέ ὄντως, συναγωγή πονηρῶν με πνευμάτων περιεκύκλω-
σαν». Ἦχος Γ΄. Πέμπτη Ἑσπέρας, ὠδή ε΄.
* «Λεόντων ψυχοφθόρως ρῦσαί με πρεσβείαις σου». Ἦχος Γ΄. Πέμπτη, Ἑσπέρας, Προ-
σόμιον.
* «Λησταῖς νοητοῖς…φρενοβλαβῶς ἐξεδύθην· καί ψυχοφθόρων πληγῶν, πεπληρωμένος».
Ἦχος Γ΄. Πέμπτη Ἑσπέρας, ὠδή θ΄.
* «Ληστῶν σπήλαιον ἀκαθάρτων».Ἦχος Β΄. Τετάρτη Ἑσπέρας, ὠδή ζ.
* «Μεγαλαύχους ἐχθρούς μου». Ἦχος Δ΄.Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή ζ΄.
* «Ἐνεδρεύει πειράζων με Δέσποινα, δράκων ὁ μισάνθρωπος, ἀλλ' ὡς γεννήσασα, τάς
κεφαλάς συντρίψαντα, τῶν δρακόντων καί τοῦτον κατάργησον».Ἦχος Β΄. Σαββάτω Ἑσ-
πέρας, στ΄ ὠδή.
* «Ναβουχοδονόσωρ ὁ νοητός.» Ἦχος Β΄. Κυριακῆ Ἑσπέρας, η΄ ὠδή.
* «…τάς τῶν νοητῶν δυσμενῶν συνθλῶσα μύλας. Ἦχος Β΄. Σαββάτω Ἑσπέρας, η΄ ὠδή.
* «Ὡς πάλαι τήν Εὔαν εὑρηκώς, ὁ ὄφις με ἠπάτησε, καί ἡδονῆς τῆ γεύσει ἐξέβαλε, τοῦ
παραδείσου τῆς θείας γνώσεως», Ἦχος Α΄. Κυριακῆ Ἑσπέρας, γ΄ ὠδή.
10
αὐτό τοῦ σπάει τά νεῦρα καί ἀναχωρεῖ ἄπρακτος. Ὅσο ἐσύ φοβᾶσαι τόσο αὐτός
ἐπιτίθεται.
Ὁ ὕπνος καί ἡ ἀϋπνία ἐκ τῶν δαιμόνων εἶναι γιά νά μᾶς χαλάει τό πνευματικό
μας πρόγραμμα.
Πρόσεχε τήν ταπείνωση, νά μέμφεσαι τόν ἑαυτόν σου καί νά ἐγκρατεύεσαι στά
φαγητά καί σέ ὅλα. Καί στό δρόμον πού βαδίζεις μέ ἕνα μικρό κομποσχοινάκι στήν
τσέπη εἴτε νοερά ἤ ψιθυριστά ἀνάλογα μέ τό περιβάλλον, λέγεται ἄριστα ἡ εὐχή. Ὁ
νοῦς δέ νά ἀδολεσχεῖ σέ θεῖα μελετήματα. Οἱ βίοι τῶν ἁγίων, ὁ θάνατος, ἡ
μέλλουσα κρίση, ὁ Παράδεισος, ἡ πρόνοια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τόσα ἄλλα
μποροῦν ν’ ἀπασχολοῦν τόν νοῦν μας νά μήν μετεωρίζεται ἐδῶ κι ἐκεῖ.

* «…προσευχῆ καί νηστεία ἐξέχονται, τά πλήθη τά παμπόνηρα δαιμόνων», Ἦχος Α΄


Σάββατο Ἑσπέρας, Ὠδή ε΄.
*«Ἐνεδρεύει πειράζων με Δέσποινα, δράκων ὁ μισάνθρωπος, Ἦχος Β΄. Σαββάτω Ἑσπέ-
ρας, στ΄ ὠδή.
* «τῶν παγίδων τοῦ πολεμήτορος». Ἦχος πλ. Δ΄. Σαββάτω Ἑσπέρας, Προσόμοια.
* «Εἰς ξένους κατήντησα πολίτας καί ληστάς, σιτούμενο ξένην ἐδωδήν», Ἦχος Α΄. Πέμ-
πτη Ἑσπέρας, η ὠδή.
* «Ραδιουργίας ὁ ἐχθρός, ἐνεδρεύεων ἀφανῶς ἐξαπατᾶ με, λογισμοῖς ὑποσύρων, εἰς
ἡδονῆς τούς κρημνούς», Ἦχος Β΄, Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή η΄.
* «Ὁράσει ὁ σατάν ἐν Παρδείσω ποτέ, Θεογεννῆτορ εἶλεν ὡς αἰχμάλωτον. Ἦχος Γ΄.
Δευτέρα Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «Οἱ τοῦ σκότους προστάται, ἔργων τῶν αὐτῶν»Ἦχος πλ. Δ΄. Πέμπτη ἑσπέρας, ὠδή ε΄.
* «…τούς πικρούς τελωνάρχας τοῦ κοσμοκράτορος, δίωξον μακράν». Ἦχος πλ. Β΄. Κυ-
ριακή Ἑσπέρας, ὠδή η΄.
«…καί τῶν ἐχθρῶν, πρόσωπα ζοφώδη καί εἰδεχθῆ, τῶν συλλαβεῖν θελόντων με, καί δια-
σπαράξαι θηριωδῶς, Ἦχος πλ. Δ΄, Σαββάτω Ἑσπέρας, ὠδή θ΄.
* «…τῆς δεσποτείας τοῦ τυραννοῦντος δραπέτου δεσπότου κοσμοκράτορος». Ἦχος Γ΄.
Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή δ΄.
* «…οἱ ὄντες ὑπερήφανοι· καί σχοινίοις τῶν ἐμῶν ἁμαρτιῶν»,Ἦχος α΄. Κυριακῆ Ἑσπέρας,
στ΄ ὠδή.
* «…ἐμπαθείας μέ, καί φθόνου τῶν δυσμενῶν καί πάσης φαυλότητος», Ἦχος πλ. Δ΄.
Τρίτη Ἑσπέρας, ὠδή στ΄.
«…ἐθελουσίως, ἀρχάς τοῦ σκότους ἐθριάμβευσε, καί τοῦ θανάτου κατέλυσε, τήν
φθοροποιόν δυναστείαν», Ἦχος Β΄. Σαββάτω Ἑσπέρας, ζ΄ ὠδή. (Θεοτοκάριο τοῦ ἁγίου
Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου).
13
Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἄλλο, παρά ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τήν ὁποία
πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί καί νά φωνάζομε ἀκατάπαυστα τό
«Κύριε ἐλέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τόν ἁμαρτωλό, στήν ἐλεεινή κατά-
σταση πού βρίσκομαι, καί δέξε με πάλι στήν Χάρη Σου. Δός μου πνεῦμα δυνάμεως, γιά νά
μέ δυναμώσει ν’ ἀντισταθῶ στούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου καί στήν κακή συνήθεια τῆς
ἁμαρτίας· δός μου πνεῦμα σωφρονισμοῦ, γιά νά σωφρονιστῶ, νά ἔρθω σέ αἴσθηση τοῦ
ἑαυτοῦ μου καί νά διορθωθῶ δός μου πνεῦμα φόβου Θεοῦ, γιά νά σέ φοβοῦμαι (εὐ-
λαβοῦμαι) καί νά φυλάγω τίς ἐντολές Σου δός μου πνεῦμα ἀγάπης γιά νά σέ ἀγαπῶ καί
νά μήν ἀπομακρύνομαι πλέον ἀπό κοντά Σου δός μου πνεῦμα εἰρήνης, γιά νά φυλάγει
τήν ψυχή μου εἰρηνική καί νά συγκεντρώνω ὅλους μου τούς λογισμούς καί νά εἶμαι ἥσυ-
χος καί ἀτάραχος δός μου πνεῦμα καθαρότητας, γιά νά μέ φυλάγει καθαρό ἀπό κάθε
μολυσμό δός μου πνεῦμα πραότητας, γιά νά εἶμαι ἥμερος στούς ἀδελφούς μου Χριστια-
νούς καί νά ἀπέχω ἀπό τόν θυμό· δός μου πνεῦμα ταπεινοφροσύνης, γιά νά μή φαντά-
ζομαι τά ὑψηλά καί ὑπερηφανεύομαι». Φιλοκαλία τόμ. Ε῀, «Περιβόλι ταῆς Παναγίας».
11
Ὁ μετεωρισμός ὅμως μήν σέ ἀπασχολεῖ καί τόσο πολύ γιατί ἀκόμη ὁ νοῦς εἶναι ἀγύ-
μναστος καί δέν μπορεῖ νά λέγει διαρκῶς τήν εὐχή. Αὐτό θά γίνει σιγά – σιγά. Χρει-
άζεται καθαρότης, ταπείνωση καί πολύ ἀγάπη Θεοῦ.
Πρέπει νά βαδίζουμε «ἐν καινότητι ζωῆς». Παράγει τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου
τά βλεπόμενα εἶναι πρόσκαιρα καί εὐμετάβολα. Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας. Τά ἄνω
νά ἐπιζητοῦμε καί νά ἐπιδιώκουμε».

Σχόλιο
Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἕνας ἀγώνας. Τὸ πρῶτο βῆμα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νὰ
μάθει νὰ πολεμᾶ. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ χριστιανὸς θὰ θελήσει νὰ ἀκολουθήσει τὸν
Χριστό, ἀρχίζει ἕνας ἀγώνας, ἕνας πόλεμος
Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει: «οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς
τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τούτου,
πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. 6, 12). Καὶ ὁ Κύριος
εἶπε: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρή-
νην ἀλλὰ μάχαιραν.» (Ματθ. 10, 34) καί «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ»
(Ματθ. 10, 36).
Εἶναι ἄναγκη ὁ χριστιανὸς νὰ μάθει νὰ πολεμᾶ, νὰ ἀγωνίζεται ἐναντίον τῶν ἔχθ-
ρών του. Οἱ θανατηφόροι ἐχθροὶ τοῦ χριστιανοῦ δὲν εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι
γύρω του. Ἐχθροὶ τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ διάβολος, εἶναι ὁ κόσμος, τά πάθη, μὲ τὸ
ἁμαρτωλὸ σαρκικό φρόνημά του. Ἐπικίνδυνος ἐχθρὸς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ ἑαυ-
τός του μὲ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη του.
Δὲν ἔχουμε καταλάβει πὼς μοναδικὸς ἔχθρος καὶ πολέμιος εἶναι ὁ διάβολος. Ὁ
Κύριος τὸν ὀνόμασε «ἀνθρωποκτόνο», διότι φθονεῖ καὶ μισεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ
θέλει τὴν ἀπώλειά του. Ἐκμεταλλεύεται τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη ποὺ ἔχουμε
καὶ μᾶς πολεμᾶ νύκτα καὶ μέρα. Εἶναι ἔχθρος ὕπουλος καὶ πλάνος. Παρουσιάζε-
ται ἀκόμη ὡς «ἄγγελος φωτός», κατορθώνει νὰ κρύβεται, νὰ καμουφλάρεται ἀπὸ
τὰ μάτια τῶν ἄνθρωπων γιὰ νὰ τοὺς πολεμᾶ εὐκολότερα. Χρησιμοποιεῖ μεθό-
δους καὶ τρόπους γιὰ νὰ μᾶς ἐξαπατήσει. Εἶναι πνεῦμα πονηρὸ καὶ μᾶς πολεμᾶ
μὲ σκέψεις πονηρὲς καὶ ἀπατηλές. Ὑπόσχεται ἡδονές, ἀπολαύσεις, γλέντια, δια-
σκεδάσεις, πλοῦτο καὶ δόξα πολλή. Αὐτὸ ἔκανε καὶ μὲ τὸν Κύριό μας στὸ ὅρος τῶν
πειρασμῶν.
Αὐτὸ τὸν ἔχθρο καλούμαστε νὰ πολεμήσουμε μὲ τὴν Χάρη καὶ τὴ δύναμη τοῦ
Χριστοῦ. Ὁ Κύριος εἶπε: «ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων
καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ
ἀδικήσῃ» (Λουκ. 10, 19).
Δεύτερος ἐχθρὸς ἐξίσου ἐπικίνδυνος εἶναι ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει, ὄχι
βέβαια οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ τὸ κοσμικὸ φρόνημα ποὺ ἐπικρατεῖ μέσα στὸν κόσμο.
Ὁ κόσμος θέλει νὰ ἐπιβάλει τὴν σφραγίδα του ἐπάνω μας. Ὁ κόσμος εἶναι ἐχθρὸς
τοῦ Θεοῦ «ὅς ἄν βουληθῆ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται»
(Ἰακ. 4, 4). Ὁ χριστιανὸς ζεῖ μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου.
Ἀλλὰ ἐχθρὸς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του. Εἶναι πιὸ ἐπικίνδυ-
νος ἀπό τοὺς ἄλλους δύο. Τὸν ἑαυτό μας τὸν φέρουμε παντοῦ, στὸ σπίτι, στὸ δρό-
μο, στὴν ἐργασία μας καὶ στὴν Ἐκκλησία ἀκόμα. Εἶναι ἕνας ἀχώριστος σύντροφος
τῆς ζωῆς μας. Ὁ ἑαυτός μας μὲ τὶς ἀδυναμίες του, καὶ τὰ πάθη του, εἶναι ἕνας
ἀντίπαλος στὴν πνευματική μας ζωή. Καλούμαστε αὐτὸν τὸν ἑαυτό μας νὰ τὸν
ἀπαρνηθοῦμε γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ' αὐτόν. Ὁ Κύριος εἶπε: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω
12
μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω
μοι» (Ματθ. 16,24).
Ὁ ἐαυτός μας ἔχει ρίζες βαθιὲς καὶ θέλει καλὸ ἀγώνα γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε
ἀπ' αὐτόν. Αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἐχθροὺς καλεῖται ὁ πιστὸς νὰ πολεμήσει χωρὶς
συμβιβασμοὺς καὶ ὑποχωρήσεις, χρησιμοποιώντας ὅλα τὰ ὅπλα καὶ τὰ μέσα τῆς
χάριτος ποὺ τοῦ δίνει ὁ Θεός, γιὰ νὰ μείνει πιστὸς στὸ θέλημά του.

Ὁ Γέροντας Μάξιμος ὁ Ἰβηρίτης


Ὁ Γέροντας Μάξιμος ὁ Ἰβηρίτης ὁ ὑπεύθυνος τοῦ
παρεκ-κλησίου τῆς ἁγίας εἰκόνος τῆς Πορταϊτίσσης, ἦταν
ἄγνωστος σέ ἐμένα.
Τήν παραμονή τoῦ προσκυνήματός μου στό Ἅγιον Ὄρος
εἶχα μία συζήτηση μέ τήν μητέρα μου γιά τήν μικρή κληρο-
νομιά πού μᾶς ἄφησε ὁ πατέρας μου, πού ἡ συζήτηση δέν
ἄργησε νά γίνει ἔντονη.
Κατά τήν διάρκεια τῆς συζητήσεως ὕψωσα τήν φωνή μου
ἀντιδρώντας στό τρόπο τῆς μοιρασιᾶς.
Ὅταν τήν ἑπομένη ἔφθασα στό παρεκκλήσι τῆς Πορταϊ-
τίσσης, βλέπω ἀπέναντι ἀπό τήν εἴσοδο ἕναν Γέροντα νά μοῦ κάνει νόημα ὅτι μέ
θέλει.
Μετά τήν προσκύνηση στήν εἰκόνα πῆγα κοντά του πῆρα τήν εὐχή καί μοῦ λέγει:
«Παιδί μου χθές εἶχες μία συζήτηση μέ τήν μητέρα σου γιά κληρονομικά θέματα.
Μπορεῖ ἡ δική σου γνώμη νά εἶναι ἡ πιό δίκαιη ἀλλά ποτέ δέν ὑψώνουμε τήν φωνή
στήν μάννα μας. Δέν γνωρίζεις ὅτι ἐάν ἔχεις τήν εὐχή τῶν γονέων καί εὑρίσκεσαι σέ
γυμνό μέρος ἔχεις τά πάντα;
Ἤ ἐάν βρίσκεσαι σέ ἕνα δωμάτιο μέ ὅλους τούς πολύτιμους λίθους τοῦ κόσμου, ἐάν
δέν ἔχεις τήν εὐχή των προκοπή δέν θά δεῖς;
Μόλις ἐπιστρέψεις θά πᾶς νά τῆς βάλλεις μετάνοια καί νά τῆς φιλήσεις τό χέρι ζη-
τώντας συγχώρεση».

Σχόλιο
Ἡ εὐχή τῶν γονέων ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος εἶναι ἡ μεγαλύτερη κληρονομιά
γιά τά παιδιά. Γι’ αὐτό το φιλότιμα παιδιά φροντίζουν νά ἔχουν τήν εὐχή τῶν
γονέων. Δέν εἶδες ὁ Ἰακώβ, μέχρι πού ἔφθασε, γιά νά πάρει τήν εὐλογία τοῦ πα-
τέρα του; Καί προβιά φόρεσε!
Εἰδικά ἡ εὐχή τῆς μάννας εἶναι μεγάλο πρᾶγμα! Κάποιος ἔλεγε: «Κάθε λόγος τῆς
μητέρας μου εἶναι καί μία λίρα χρυσή». Νά, καί πρίν ἀπό καιρό πόση ἐντύπωση
μοῦ ἔκανε κάποιος ἀπό τό Γιοχάνεσμπουργκ! Ἦρθε στό Καλύβι τό φθινόπωρο και
μοῦ εἶπε: «Γέροντα, ἡ μάννα μου ἀδιαθέτησε καί ἦρθα νά τήν δῶ». Τρεῖς μῆνες
δέν πέρασαν, τά Χριστούγεννα ξαναῆρθε. «Πώς πάλι ἐδῶ;» Τόν ρωτάω. «Ἔμαθα,
μοῦ λέει, πώς πάλι ἀδιαθέτησε ἡ μάννα μου καί ἦρθα νά φιλήσω τό χέρι της, γιατί
εἶναι ἡλικιωμένη καί μπορεῖ νά πεθάνει. Γιά μένα ἡ μεγαλύτερη περιουσία εἶναι ἡ
εὐχή τῆς μάννας μου».

13
14

You might also like