You are on page 1of 11

EX ALTERO ALTERUM

Ό συ μισείς ετέρω μη ποιήσεις

Αργύρης Κυρίδης
Μίμης Σουλιώτης

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Ο Μόδης όσο και ο Τζουμαλί είναι συγγραφείς πολιτογραφημένοι στην


ελληνική και την τουρκική γραμματεία αντίστοιχα μα και ευρέως γνωστοί στο
αναγνωστικό κοινό των χωρών τους: τη λογοτεχνική αξία του πρώτου
αναγνώρισε και αποκατέστησε γραμματολογικά μεταξύ άλλων ο Γ.Π.
Σαββίδης1 ενώ ο δεύτερος έχει μεταφραστεί και ανθολογηθεί σε αρκετές ξένες
γλώσσες και προεχόντως στα γαλλικά.2 Το λογοτεχνικό έργο του Γ.Χρ. Μ.
απαρτίζεται από την ικανή ποσότητα των 430 περίπου διηγημάτων καθώς και
«έναν τόμο αυτοβιογραφικών αφηγήσεων (1930) [από την Μακεδονικό
Αγώνα] και μία ηθογραφική νουβέλα 1934)»3 ή αλλιώς μετρημένα, από 3.536
σελίδες που πραγματεύονται τη «διαμόρφωση και εξέλιξη της μακεδονικής
ταυτότητας από το 1912»4 ενώ ο Ν.Τ. δημοσίευσε ποιήματα, διηγήματα,
μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια και έργα παιδικής λογοτεχνίας.5 Κι
αν δεχθούμε ότι ο χαρακτηρισμός «διηγηματογράφος του Μακεδονικού
Αγώνα» καλύπτει το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος της πεζογραφίας
του πρεσβύτερου από τους δύο, θα πρέπει να αντιδιαστείλουμε τον Ν.Τ. ως
τον πεζογράφο που αντί να στρατευθεί ως μαχητής της μιας πλευράς
προέκρινε να υπηρετήσει τις αξίες της ουμανιστικής, αντιπολεμικής και
διεθνιστικής ειρήνευσης.
Και οι δύο συγγραφείς διακινούν τις ιστορίες τους στον χώρο της Δυτικής
(κυρίως) Μακεδονίας αλλά διαφοροποιούνται κατά την στρατηγική τους
στόχευση: ο Γ.Χρ. Μ., μακεδονομάχος ο ίδιος στο ανταρτικό σώμα του
καπετάν Βολάνη, ανιχνεύει με το έργο του την αποσταθεροποιητική πλευρά
των πραγμάτων και αναδεικνύει την επαναστατημένη Μακεδονία ή αλλού
παρουσιάζει την εθνική υπεροχή των Ελλήνων διαχυμένην στο σύνολο της
διακοινοτικής ζωής (ηθική και θρησκευτική συνείδηση, ανθρωπιστικές αξίες,

1 «Μάλιστα αναρωτήθηκα αν η μέση στάθμη αυτού του Μακεδόνα, ως διηγηματογράφου, είναι τάχα
κατώτερη από του Ηπειρώτη Χρ. Χρηστοβασίλη (1861-1937) [] ή και αυτού ακόμη του Ρουμελιώτης
στυλίστα Γιάννη Βλαχογιάννη (1868-1945)», στις «Μακεδονικές ιστορίες για το πανελλήνιο» στον τόμο:
Καστανόχωμα, Καστανιώτης 1989 (190-193 και 194-195), 191. Η αναγνώριση του Γ.Μ. ως
διηγηματογράφου και όχι μόνον ως ιστοριογράφου του Μακεδονικού Αγώνα ήλθε κατά τη 10ετία
του 1960. Για την όψιμη αποκάλυψη της λογοτεχνικής αξίας του Γ.Χρ. Μ. βλ. περισσότερα στην
Βικτωρία Χατζηγεωργίου-Χασιώτη, «Ο Μακεδονικός Αγώνας στη νεοελληνική πεζογραφία»,
Εντευκτήριο, 21 (Δεκ. 1992), 39. Έμμεση αναγνώριση του έργου του αποτελεί ωστόσο η έκδοση μιας
επίτομης ανθολογίας διηγημάτων του με τον τίτλο Ιππότες του Σταυρού. Εκλεκτά διηγήματα, επιμ.
Κώστας Καφαντάρης, Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, Αθήνα 1984.
2 Βλ. το εισαγωγικό σημείωμα της Άνθης Καρρά στον τόμο: Νετζατί Τζουμαλή, Μακεδονία 1900, μτφρ.

Άνθη Καρρά, «Πρέσπες 2001»και Βαλκανικό Άσυλο Ποίησης, Φλώρινα 2001.


3 Γ. Π. Σαββίδης, ό.π., 190. (Περισσότερα για τη διηγηματογραφία του Γ.Μ. στον τόμο: Γ. Αργυριάδης,

Η διηγηματογραφία του Γεωργίου Χρ. Μόδη, Δήμος Φλώρινας (εκδ.), 1988.)


4 Ξ.Α. Κοκόλης, «Εθνοτική / Εθνική ταυτότητα και το ‘‘σαμάρι του γαϊδάρου’’ στην πεζογραφία του Γ.

Μόδη», Εντευκτήριο, 31 (καλοκαίρι 1995), 46-51, 46.


5 Τα βιβλία του Ν.Τ. που έχουν ιστορίες, θέματα και μοτίβα παρμένα από τη Δυτική Μακεδονία είναι:

Yağ murlar ve Topraklar (= Βροχές και χώματα, μυθιστόρημα, 1973), Μακεδονία 1900 (= συλλογή
διηγημάτων, 1974), Ντιλά Χανούμ (= μυθιστόρημα, 1978) και Viran Dağlar (= Έρημα Βουνά,
πολυβραβευμένο μυθιστόρημα, 1994) (βλ. Άνθη Καρρά, ό.π.).
στρατιωτικές και άλλες ικανότητες κ.ο.κ.)6 ενώ ο Ν.Τ. υπογραμμίζει στα
διηγήματά του την απόλυτη αξία της ειρηνικής συμβίωσης των αλλοεθνών και
των αλλοθρήσκων στη (Δυτική) Μακεδονία είτε υπό την αιγίδα του
οθωμανικού κράτους είτε, προπάντων, ανεξάρτητα από αυτήν στην μετά το
1908 περίοδο.7 Ο Γ.Χρ. Μ. έχει συγγραφικό ύφος αδιάφορο για τις
λογοτεχνικές συμβάσεις (έχει επικριθεί μάλιστα ως προχειρογράφος μα και ο
ίδιος θεωρούσε εαυτόν «ερασιτέχνη») και μπορεί να θεωρηθεί λογοτέχνης
που ανέκυψε από την ιστορική συγκυρία χωρίς τούτο ν’ αφαιρεί μήτε
βέβαια να προσθέτει αξία στη γραφή του ενώ ο Ν.Τ. είναι λογοτέχνης με
την καθιερωμένη επαγγελματική σημασία του όρου: αν ο Γ.Χρ. Μ.
επιφορτίζεται με εθνικο-απελευθερωτική αποστολή με όχημα τη
διηγηματογραφία του ο Ν.Τ. ενδιαφέρεται πρωτίστως να μαστορέψει τη
λογοτεχνία αξιοποιώντας τη θεματική της ιστορικής συγκυρίας. Αλλιώς
ειπωμένο και στο βαθμό που είναι θεμιτές τέτοιες υποθέσεις: σε ειρηνικές
συνθήκες Γ.Χρ. Μ. θα είταν ένας πολιτικός καριέρας ενώ ο Ν.Τ. θα
συνέγραφε λογοτεχνία.
Στο βαθμό που είναι ορθές οι πιο πάνω παρατηρήσεις, αναμενόμενο είναι
ότι την αδέκαστη κρίση θα τη συναντήσουμε όχι στον μακεδονομάχο Μόδη
όσο στον επαγγελματία συγγραφέα Τζουμαλί που με αφορμή την πτήση του
πρώτου αεροπλάνου πάνω από την πόλη δίνει για τους Τούρκους της
Φλώρινας του 1900 λ.χ. την ακόλουθη εικόνα όπου η υπεροχή των Ρωμιών
είναι πρόδηλη:

Οι μορφωμένοι της κωμόπολης ήσαν οι πιο πολλοί Ρωμιοί και διάφοροι


αξιωματούχοι, όπως ο καϊμακάμης ή διάφοροι αξιωματικοί που είχαν έρθει
διορισμένοι απ’ την Κωνσταντινούπολη. Οι γιατροί της πόλης ήταν όλοι τους Ρωμιοί.
Ο φαρμακοποιός επίσης Ρωμιός. Ο μοναδικός δικηγόρος πάλι Ρωμιός. Ανάμεσα
στους μουσουλμάνους μόλις που άρχιζε να γίνεται αισθητή η ανάγκη για μόρφωση.
(«Το αεροπλάνο»)8

Σε άλλο διήγημα του Ν.Τ. γενεσιουργός αιτία είναι η αξία του έρωτα ως
αντίδοτου στη θλίψη και στο φόβο του θανάτου. Η εισαγωγική παράγραφος
του διηγήματος διέπεται από τις αξίες της αντιπολεμικής λογοτεχνίας:

Ήταν Αύγουστος του 1914. Ένας καινούργιος πόλεμος είχε αρχίσει στον κόσμο. Οι
Γερμανοί είχαν επιτεθεί στους Γάλλους. Διαδιδόταν πως οι Αυστριακοί ετοιμάζονταν
να επιτεθούν στους Σέρβους. Αν άκουγε κανείς αυτά που έλεγαν ο πόλεμος θα

6 Μολονότι ορθά παρατηρούν οι μελετητές ότι στα διηγήματα του Μόδη «ο αλλοεθνής αντιμετωπίζεται

με την ανθρωπιά της αυθεντικής φιλοπατρίας» (Παναγιώτης Πίστας, Εν Θεσσαλονίκη: άρθρα και
σημειώματα, Θεσνίκη 1973, 45) και «ο αλλοεθνής αντίπαλος αντιμετωπίζεται με ανθρωπιά, συμπάθεια ή
και με χιούμορ, ως θύμα και αυτός του βαλκανικού εθνικισμού» (Βκτωρία Χασιώτη, ό.π., .38), εντούτοις
η έφεση και η τάση του συγγραφέα να αποδίδει τις ύψιστες επιδόσεις των αρετών στην ελληνική πλευρά
είναι έκδηλες και συστηματικές: η ανθρωπιά, η συμπάθεια, το χιούμορ θα πρέπει να εκληφθούν
ακριβώς ως εκφάνσεις της ελληνικής ανωτερότητας. Και παραπέρα δεν είναι διόλου βέβαιο ότι ο Γ.Μ.
συμπεριλαμβάνει στον «βαλκανικό εθνικισμό» και τις ελληνικές απόψεις ή τις βλέψεις για την Αχρίδα
λ.χ. ή για την Κοριτσά ή για τη γενέτειρά του, τα Βιτώλια.
7 «Ο Ν.Τ. ανήκει στην πρώτη γενιά που ανδρώθηκε μετά την Ανεξαρτησία, στη νέα πλέον Τουρκία.

Πιστεύει απόλυτα στην αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού, του εξευρωπαϊσμού της χώρας του. [] Την
εποχή αυτή [1945, στην Τουρκία] τη σημαδεύει τόσο η εξάπλωση των αριστερών προοδευτικών ιδεών
όσο και η ενδυνάμωση του ρατσιστικού ακροδεξιού κινήματος των τουρανιστών. Ενώ στο χώρο της
λογοτεχνίας ο απόηχος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού θα θέσει το ζήτημα ενός ‘‘ρεαλισμού προς όφελος
της κοινωνίας’’. Μεταξύ των λογοτεχνών που ενστερνίσθηκαν την προσέγγιση αυτή είναι και ο Ν.Τ.».
Επίσης: Άνθη Καρρά ,ό.π., 12-13.
8 Αυτό και τα επόμενα αποσπάσματα προέρχονται από τον τόμο των μεταφρασμένων στα ελληνικά

διηγημάτων του Ν.Τ., ό.π., σημ 2.


εξαπλωνόταν σύντομα σε όλο τον κόσμο. Ήμουν τότε εικοσιδύο χρονών. Μακεδόνας.
Από τότε που θυμόμουν τον εαυτό μου η Μακεδονία ήταν πάντα σε πόλεμο. Είχε
πάψει να μας ξενίζει ο πόλεμος. Είτε πολεμούσαν είτε κάναν ειρήνη τα βαλκανικά
κράτη, χρόνια τώρα σκοτώνονταν μεταξύ τους οι Μακεδόνες τσέτες, Βούλγαροι,
Ρωμιοί, Αρναούτηδες και Τούρκοι. Μέρα δεν περνούσε που να μη σκοτωθεί κάποιος
απ’ τη Φλώρινα ή τα γύρω χωριά. Ήταν τέτοια η εποχή που κανένας δεν ήξερε τί θα
του συμβεί ίσαμε το βράδυ, ποιος θά ’ταν μέχρι αύριο ζωντανός και ποιος πεθαμένος.
Επιπλέον όποιος πέθαινε, πέθαινε. Σε κάθε ζανταρμά9 αναλογούσαν τουλάχιστον
πέντε φονιάδες ή φυγόδικοι στα βουνά. Το περίεργο ήταν ότι όσες τουφεκιές
ακουγόντουσαν στα βουνά, όσοι άνθρωποι σκοτώνονταν, άλλες τόσες μπουκάλες
πιοτό ανοίγονταν στις πόλεις, άλλο τόσο χόρευαν, παίζαν ταμπούρλα και βιολιά, με
λίγα λόγια ζούσαν έντονα, αγαπιόντουσαν έντονα. Ήμουν κι εγώ τότε όπως όλοι οι
νέοι Μακεδόνες μέσα στο ρεύμα της γοργής εκείνης ζωής. []

Στη συνέχεια η φιλία ανάμεσα σε Τούρκο και Ρωμιό παρουσιάζεται θερμή και
ανυστερόβουλη:

Ήταν γλυκιές εκείνες οι νύχτες, γλυκά τα ταξίδια. Τα ρωμέικα σπίτια του Σόροβιτς 10
ήταν περιτυλιγμένα όλα με αυλότοιχους. Κρέμονταν πάνω απ’ τους αυλότοιχους τα
κλαδιά των δένδρων που πάνω τους κούρνιαζαν μαζί με τη νύχτα τα πουλερικά του
σπιτιού. Καθώς πλησίαζα στο σπίτι του Δημήτρη σήκωνα τον τσιφτέ μου κι έριχνα
μια στην άκρη του κλαδιού. Οι κότες ξυπνούσαν τρομαγμένες κι άρχιζαν αμέσως να
κακαρίζουν καθώς έπεφταν φτεροκοπώντας απ’ τα κλαδιά κάνα δυο κοτόπουλα
σκοτωμένα.
Ο Δημήτρης πετιόταν με γέλια και φωνές αμέσως από μέσα.
 Βρε αυτός είναι ο Μουσταφάς! Βρε, ήρθε ο Μουσταφάς από τη Φλώρινα…
Μια χαρά, ένα καλωσόρισμα…
 Καλησπέρα!11
 Καλησπέρα βρε Μουσταφά μου!
 Βρε αχαΐρευτε καλωσόρισες! Πού ήσουνα τόσες μέρες; Κι είπα μας ξέχασε πια ο
Μουσταφά…
Κατέβαινα απ’ τ’ άλογο κι αγκαλιαζόμασταν. []

Οι Βούλγαροι σκοτώνουν έναν Έλληνα που είταν κοινός φίλος των δύο φίλων:

Πήραμε ό,τι ήταν να πάρουμε από το τσαρσί. Από τους γείτονες μάθαμε ότι είχαν
περάσει από τη Βουλγαρία στην Ελλάδα οι τσέτες του Σαντάνσκι κι ότι ένα
απόσπασμα είχε χωθεί στα περίχωρα της Φλώρινας. Είχαν σκοτώσει εκείνο το πρωί
το Αριστειδάκι στο χωράφι του στο Πέρασμα. []

Στο γλέντι, όπου συμμετέχουν Τούρκοι και Ρωμιοί, ο φόνος του Αριστείδη
αποτελεί ζέον θέμα στις συζητήσεις:

Άρχισαν πρώτα τα όργανα. Στο σαλόνι του ξενοδοχείου όλα τα τραπέζια ήσαν
γεμάτα. Έπιναν σ’ όλα τα τραπέζια. Η νύχτα προχωρούσε, ανταλλάσσοντας
χαιρετισμούς και κερνώντας φρούτα και ρακί από το ένα τραπέζι στο άλλο,
σηκώνοντας ψηλά «εις υγείαν» τα ποτήρια, λέγοντας ο ένας στον άλλο τον καημό του
κι ανταλλάσσοντας φιλοφρονήσεις. Ο θάνατος του Αριστείδη ήταν το μοναδικό θέμα
συζήτησης.[] Πρέπει να ξεχνά κανείς όσα είπε και άκουσε στο πιοτό, δεν πρέπει να
προσπαθεί την άλλη μέρα να τα θυμηθεί. Πίναμε και κλαίγαμε! Λυπόμασταν για τα
χαμένα νειάτα του Αριστείδη, γι’ αυτούς που άφησε πίσω του, για τη νέα του γυναίκα.
Έπειτα οι αναμνήσεις, το παράπονο όσων τον είχαν δει ακόμα χτες, προχτές, όσων
θεωρούσαν τους Βούλγαρους κομιτατζήδες άθεους, σοβινιστές… Το πιοτό
ανακατευόταν με το θάνατο όπως το ούζο με το νερό, θόλωνε το μυαλό μας, νομίζαμε

9 ένοπλος,στρατιώτης ή χωροφύλακας.
10 Αμύνταιο.
11 Οι λέξεις με πλάγια στοιχεία είναι τυπωμένες στα ελληνικά στο τουρκικό πρωτότυπο. [Σ.τ.Μ.]
πως πιάναμε και μάλιστα καμιά φορά πως πιάσαμε το νόημα, ή την έλλειψη
νοήματος, της ζωής μας. «Το ίδιο τέλος μας περιμένει όλους, βρε αδελφέ!…
Καλύτερα να πιούμε! Τί σήμερα, τί αύριο, ας πιούμε λοιπόν! Μονάχα ό,τι ζήσεις σε
τούτο το ντουνιά, σου μένει στο τέλος κέρδος!…» []

Πρωτοπρόσωπος αφηγητής είναι ο Τούρκος που ερωτεύεται κεραυνοβόλα μια


Τουρκάλα για να ξεχάσει με τη δύναμη του έρωτα την απώλεια του Ρωμιού
φίλου και γενικά τη φρίκη των αναίτιων για τη δική του συνείδηση
σκοτωμών. Η όμορφη Φικριγιέ αναγορεύεται σε σύμβολο της επιθυμίας για τη
ζωή πάνω από και ενάντια στις εθνικιστικές συγκρούσεις και τις εκβιαστικά
οριοθετημένες ετερότητες:

Παράγγειλα ποτά για τα όργανα, έστειλα τριαντάφυλλα στη Φικριγιέ. Ζήτησα από το
Ζαχαρία να ετοιμάσει ένα τραπέζι στο τέλος του προγράμματος. Κάλεσα αυτούς που
έπαιζαν ούτι, ντέφι, βιολί και κλαρίνο, τη Φικριγιέ και το Ζαχαρία για φαγητό. Το
κουβαρνταλίκι μου μετέτρεψε σε γάμο το ντουμανιασμένο από τους καπνούς των
τσιγάρων σαλόνι. Βρισκόμασταν πάνω ακριβώς στη γραμμή που χωρίζει τη ζωή από
το θάνατο. Μετά από τη θλίψη για το θάνατο του Αριστείδη, η φωνή της Φικριγιέ
καλούσε όσους έμειναν να ζήσουν. Μόλις σιωπούσε, θυμόμασταν το Αριστειδάκι και
σιμώναμε το θάνατο, όσο ακούγαμε το τραγούδι της Φικριγιέ πλησιάζαμε τη ζωή. Το
Αριστειδάκι δεν μπορούσε πια να σηκωθεί και νά ’ρθει, είχε περάσει τη γραμμή και
δεν μπορούσε νά ’ναι μαζί μας πια. Από την άλλη η Φικριγιέ συμβόλιζε τη ζωή που
όλο συνεχίζεται και που δεν πεθαίνει ποτέ. [] («Φόβος», Ν.Τ. ό.π.)

Το πιο πάνω δείγμα είναι χαρακτηριστικό και ισχύει για το σύνολο του έργου
του Ν.Τ. Ο συγγραφέας δεν αντιπαραθέτει τους αλλόθρησκους μήτε τους
αλλοεθνείς ήρωές του, όπως κάμνει συστηματικά και στρατευμένα ο Γ.Χρ. Μ.
Τα αντίπαλα στρατόπεδα που ο Ν.Τ. χαράζει για τους ήρωες των διηγημάτων
του είναι από τη μια όσοι έχουν υιοθετήσει τις διχαστικές θρησκευτικές ή/και
εθνικιστικές ιδεολογίες και από την άλλη εκείνοι που προσπαθούν να
περισωθούν και να περισώσουν τις ουμανιστικές αξίες βάζοντας σε δεύτερη
μοίρα τις εθνικο-θρησκευτικές διαφορές. Από την άποψη αυτή τα διηγήματα
του Ν.Τ. εντάσσονται στην αστική ηθογραφία του 20ού αιώνα ενώ η
διηγηματογραφία του Γ.Χρ. Μ. μένει συνδεδεμένη παθιασμένα με τα
μαχητικά κελεύσματα της εθνικής πολιτικής συνείδησης (ιστοριογραφίας) του
19ου αιώνα.

Η προβληματική της έρευνας

Στην περιοχή της Φλώρινας όπου η ετερότητα υφαίνει την εντοπιότητα η


τοπική λογοτεχνία των αρχών του 20ού αιώνα καταφέρνει να αναδείξει το
ειδικό βάρος που προσαποκτά για την κοινωνική και πολιτική μορφολογία της
περιοχής η πολυπολιτισμική σύνθεση του πληθυσμού της: μιας περιοχής που η
κεντρική εξουσία τη βάφτισε πρώιμα ως «πολιτισμικά συμπαγή»
υποβάλλοντας αλλά κυρίως επιβάλλοντας την επικυριαρχία της «πολιτικής
ομοιογένειας» έναντι της πολυπολιτισμικής πραγματικότητας των
παντοδαπών πληθυσμιακών υποσυνόλων. Στο μελέτημα ζητούμενο αποτελεί η
ιδεολογική υποστασίωση του «άλλου» όπως αυτή μορφώνεται μέσα στα
κείμενα δύο Φλωριναίων και συνάμα αλλοεθνών συγγραφέων: του
Νετζατί Τζουμαλί (1921-2001) και του Γεωργίου Χρ. Μόδη (1887-1975).
Διερευνώνται επίσης οι όροι με τους οποίους προσδιορίζεται και η συνθήκη
στην οποία παρουσιάζεται ο «άλλος» (εθνικός ή/και θρησκευτικός ή/και
αλλόγλωσσος) καθώς και οι τρόποι με τους οποίους περιγράφεται η
«ετερότητα».

Ερευνητική μεθοδολογία

Τα διηγήματα αναλύθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της ποιοτικής ανάλυσης


περιεχομένου12 χρησιμοποιώντας ως βασική μονάδα ανάλυσης το θέμα. Ως
θέμα ορίστηκε ο εθνικός ή ο θρησκευτικός «άλλος». Επιπλέον ερευνήθηκε και
η κατεύθυνση των αναφορών με βάση τον δείκτη αναφορών τριπλής κλίμακας
(«αρνητικές», «ουδέτερες» και «θετικές» αναφορές)13. Η χρήση του δείκτη
αναφορών μας δίνει τη δυνατότητα να καταγράψουμε τις στάσεις των
συγγραφέων απέναντι στον «άλλο».

Το δείγμα

Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 22 διηγήματα (11 του Νετζατή Τζουμαλή


και 11 του Γ. Χρ. Μόδη). Τα διηγήματα του Ν.Τ. περιλαμβάνονται στο βιβλίο
Μακεδονία 1900 το οποίο μεταφράστηκε από τα τουρκικά από την Ανθή
Καρρά και εκδόθηκε από τον Οργανισμό Πρέσπες 2001 και το Βαλκανικό
Άσυλο Ποίησης.14 Τα διηγήματα του Γ.Χρ. Μ. περιλαμβάνονται στην
Ανθολογία Φλωριναίων Συγγραφέων του περιοδικού Εταιρεία15 και στη
συλλογή διηγημάτων Πενήντα Θρεφτάρια.16 Ο παρακάτω πίνακας
παρουσιάζει τους τίτλους των διηγημάτων του δείγματος κατά συγγραφέα.

Πίνακας 1. Τα διηγήματα του δείγματος κατά συγγραφέα

Νετζατή Τζουμαλή Γ. Χρ. Μόδης


1 Το σπίτι μας 1 Ο γάμος στα χωριά
2 Ο πατέρας μου 2 Η δασκαλίτσα
3 Ο θείος μου 3 Δεν ξέρω
4 Ντίλα Χανούμ 4 Η μεγάλη αμαρτία
5 Ο θάνατος του καπετάν Ζόλε 5 Νάκης Κολίντσας
6 Αίμα λύκου 6 Αρχαίοι θεοί και φιλόσοφοι
7 Ο καπτάν Αριφ και ο γιός του 7 Αποστολή
8 Ο μαβής τέντζερης 8 Οι δύο δρόμοι
9 Το αεροπλάνο 9 Το ελληνικό κομιτάτο
10 Φόβος 10 Ελευθερία

12 Bandin L. (1977). L' analyse de contenu. Paris: PUF. Curley K. (1990). Content Analysis. In: Asher E.
The Encyclopedia of Language and Linguistics. Edinburgh: Pergamon Press. De Sola Pool I. (1959).
Trends in Content Analysis. Urbana: University of Illinois Press. Grawitz M. (1981). Methods des
sciences sociales. Paris: Dalloz. Moscovici S. (1970). La psychanalyse son image et son public. Paris:
PUF. Mucchieli R. (1988). L' analyse de contenu des documents et des communications. Paris: Les
Editions ESF. Veron E. (1981). La construction des evenements. Paris: Les Editions de Minuit. Weber R.
(1992). Basic Content Analysis. Newbury Park: Sage. Berelson B. (1984). Content Analysis in
Communication Research. New York: Hafner. Holsti O.R. (1969). Content Analysis for the Social
Sciences and Humanities. Reading: Addison - Wesley. Krippendorff K. (1980). Content Analysis. An
introduction to its Methodology. Beverly Hills: Sage.
13 Krippendorff K. (1980). Content Analysis. An introduction to its Methodology. Beverly Hills: Sage.
14 Τζουμαλή Ν. (2001). Μακεδονία 1900. Μετφρ. Ανθή Καρρά. Φλώρινα: Πρέσπες 2001 – Βαλκανικό

Άσυλο Ποίησης.
15 Περιοδικό Εταιρεία (….). σσ.
16 Μόδης Γ. (χ.χ.). Πενήντα θρεφτάρια. Αθήνα: Πάπυρος.
11 Ένας εισαγγελέας καμιά φορά 11 Γεωργή Χρήστο

Αποτελέσματα

Οι δύο συγγραφείς αναφέρονται σε εθνικές θρησκευτικές ή φυλετικές ομάδες


που ζουν στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονία και που επηρεάζουν άμεσα ή
έμμεσα τη ζωή της ευρύτερης περιοχής της Φλώρινας. Ο ακόλουθος πίνακας
(Πίν. 2.) παρουσιάζει τις αναφορές των κειμένων κατά εθνική ομάδα και
συγγραφέα.

Πίν. 2. Κατανομή των αναφορών σε εθνικές ομάδες κατά συγγραφέα

Εθνικές Νετζατή Γ. Χρ. Σύνολο


(θρησκευτικές17) Τζουμαλή Μόδης
ομάδες
ν % Ν % Ν %
Μουσουλμάνοι 56 51,4 38 30,6 94 40,3
(Τούρκοι)
Βούλγαροι 24 22,0 42 33,9 66 28,3
Έλληνες 21 19,3 30 24,2 51 21,9
Αλβανοί 4 3,7 3 2,4 7 3,0
Τσέτες 4 3,7 0 0 4 1,7
Βλάχοι 0 0 4 3,2 4 1,7
Αρβανίτες 0 0 2 1,6 2 0,9
Ρουμάνοι 0 0 5 4,0 5 2,1
Σύνολο 109 10018 124 100 233 100

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Μουσουλμάνοι – Τούρκοι συγκεντρώνουν το


μεγαλύτερο ποσοστό αναφορών (40,3%) και ακολουθούν οι Βούλγαροι
(28,3%) και οι Έλληνες (21,9%). Ο Πίν. 3 αποκαλύπτει ότι ο μεγάλος αριθμός
των αναφορών στους Βούλγαρους δικαιολογείται από το γεγονός ότι και οι
δύο συγγραφείς αναφέρονται σε αυτούς ως εχθρούς. Είναι χαρακτηριστικό
ότι από τις 66 αναφορές που υπάρχουν στους Βουλγάρους και από τους δύο
συγγραφείς (πρβλ. Πίν. 3 και Πίν. 4) οι 56 είναι αρνητικές οι 2 θετικές και οι 8
ουδέτερες. Φαίνεται ότι οι Βούλγαροι αποτελούν τον κοινό εχθρό.

Πίν. 3. Κατανομή των αναφορών του Νετζατή Τζουμαλή σε εθνικές ομάδες κατά κατεύθυνση
αναφοράς
Εθνικές Θετική Αρνητική Ουδέτερη Σύνολο
(θρησκευτικές)
ομάδες
Ν % Ν Ν % Ν %
Μουσουλμάνοι 16 48,5 12 33,4 28 70,0 56 51,4
(Τούρκοι)
17 Ο Νετζατή Τζουμαλή όταν αναφέρεται σε Μουσουλμάνους της Μακεδονίας δεν τους αποκαλεί
Τούρκους αλλά απλώς Μουσουλμάνους. Ο Γ. Χρ. Μόδης τους αποκαλεί Τούρκους.
18 Λόγω της στρογγυλοποίησης στο πρώτο δεκαδικό ψηφίο κάποια από τα αθροίσματα μπορεί να

υπερβαίνουν ή να υπολείπονται του 100.


Βούλγαροι 2 6,1 18 50,0 4 10,0 24 22,0
Έλληνες19 11 33,3 4 11,1 6 15,0 21 19,3
Αλβανοί 0 0 2 5,5 2 5,0 4 3,7
Τσέτες 4 12,1 0 0 0 0 4 3,7
Σύνολο 33 100 36 100 40 100 109 100

Πίν. 4. Κατανομή των αναφορών του Γ. Χρ. Μόδη σε εθνικές ομάδες κατά κατεύθυνση
αναφοράς
Εθνικές Θετική Αρνητική Ουδέτερη Σύνολο
(θρησκευτικές)
ομάδες
ν % ν % Ν % Ν %
Μουσουλμάνοι 4 12,5 30 40,5 4 22,2 38 30,6
(Τούρκοι)
Βούλγαροι 0 0 38 51,3 0 0 42 33,9
Έλληνες 28 87,5 0 0 2 11,1 30 24,2
Αλβανοί 0 0 2 2,7 1 5,5 3 2,4
Βλάχοι 0 0 0 0 4 22,2 4 3,2
Αρβανίτες 0 0 0 0 2 11,1 2 1,6
Ρουμάνοι 0 0 4 5,4 1 5,5 5 4,0
Σύνολο 32 100 74 100 18 100 124 100

Τα στοιχεία των Πίν. 3 και 4 δείχνουν ότι ενώ οι αναφορές του Ν.Τ. στους
Μουσουλμάνους και στους Έλληνες είναι κατανεμημένες με μάλλον λογικό
τρόπο στις τρεις κατευθύνσεις (σύμφωνα με την έννοια της συνοίκησης και
των ιστορικών γεγονότων) οι αναφορές του Γ.Χρ. Μ. κατανέμονται σύμφωνα
με το προαιώνιο εθνικό ιδεολόγημα του κατακτητή και του κατακτημένου.

Πίν. 5. Κατανομή των αναφορών των Νετζατή Τζουμαλή και Γ. Χρ. Μόδη κατά
θεματική κατηγορία
Θεματικές Ν. Τζουμαλή Γ. Χρ. Σύνολο
κατηγορίες Μόδης
ν % ν % Ν %
1. Πολιτισμός 48 44,0 26 21,0 74 31,6
1.1. Θρησκεία 13 12,0 2 1,6 15 6,4
1.2. Γλώσσα 4 3,7 3 2,4 7 3,0
1.3. Ήθη έθιμα 31 28,4 21 17,0 52 22,3
και εκπαίδευση
2. Σχέσεις 44 40,4 53 42,7 97 41,6
3. Οικονομία 12 11,0 9 7,2 21 9,0
4. 5 4,6 36 29,0 41 17,6
Πατριωτισμός
Σύνολο 109 100 124 100 233 100

Στον Πίν. 5 παρουσιάζεται η κατανομή των αναφορών των δύο συγγραφέων


κατά θεματική κατηγορία. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ενώ ο Γ.Χρ. Μ.
επικεντρώνεται κυρίως στον Μακεδονικό Αγώνα (πρβλ. πατριωτισμός (29%)
σχέσεις (29%). Τα διηγήματα του Ν.Τ. μοιάζουν να είναι ηθογραφικά αφού οι

19 Ο Νετζατή Τζουμαλή αποκαλεί τους Έλληνες Ρωμιούς.


επιλεγμένες αναφορές σχετίζονται με ζητήματα όπως ο πολιτισμός (34%) ή οι
οικονομικές και οι κοινωνικές σχέσεις (31%).20

Ανάλυση των αναφορών

Α΄. Οι αναφορές των δύο συγγραφέων σε πολιτισμικά χαρακτηριστικά


(31,6%) των εθνοτήτων που κατοικούσαν στις αρχές του αιώνα στην
Μακεδονία σχετίζονται με σκηνές της καθημερινής ζωής και μπορούμε εξ
αρχής να σημειώσουμε ότι είναι στην πλειοψηφία τους ουδέτερες.
Επικεντρώνονται σε ζητήματα θρησκείας (6,4%) γλώσσας (3,0%) και ηθών
εθίμων και εκπαίδευσης (22,3%). Για παράδειγμα ο Ν.Τ. γράφει: «Οι
μορφωμένοι της κωμόπολης ήταν ως επί το πλείστον Ρωμιοί…» ή «για αυτούς
[τους μουσουλμάνους] έφτανε για μόρφωση στα κορίτσια να τους μάθει ο
χότζας να διαβάζουν το Κοράνι και στ’ αγόρια να τελειώσουν το οθωμανικό
σχολαρχείο. Πιο πολύ ήταν βλαβερό» ή «Οι περισσότεροι από εμάς
[μουσουλμάνοι] δεν ένιωθαν καν αναγκαίο να διαβάσουν εφημερίδα.
Πιστεύαμε πως δεν υπάρχει τίποτα πάνω στη γη πέρα από το Κοράνι…» ή «Το
κύριο θέμα συζήτησης με τους φίλους του [του πατέρα του Ν.Τ.]… ήταν η
θρησκεία. Συζητούσαν ώρες ατελείωτες για τη δικαιοσύνη και την ορθότητα
του ισλάμ έλεγαν ιστορίες για τη Μέκκα και τη Μεδίνα πλέκαν εγκώμια για τα
τζαμιά της Κωνσταντινούπολης». Πολλές φορές ο Ν.Τ. περιγράφει την
καθημερινή ζωή στη Φλώρινα στο Μοναστήρι ή σε χωριά της ευρύτερης
περιοχής. Παράλληλα συχνά αναφέρεται στη σχέση των μουσουλμάνων με
την περιοχή της Μακεδονίας προσπαθώντας να δείξει ότι η επί μακρόν
παρουσία τους στην περιοχή στοιχειοθετούσε τη στενή τους σχέση με την
περιοχή. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Θεωρούσα ακόμα ότι ήμουν από τη
μοίρα προικισμένος να είμαι ένα από τα παλιά αφεντικά της Μακεδονίας.
Φώναζε μέσα στις φλέβες μου το αίμα πως είμαι Οθωμανός» ή «Σε κανένα δεν
αφήνω τους νεκρούς μου! Δεν αφήνω τη γη μου».
Ο Γ.Χρ. Μ. όταν αναφέρεται σε πολιτισμικά χαρακτηριστικά των εθνοτήτων
της περιοχής προσπαθεί να στοιχειοθετήσει την πολιτισμική ανωτερότητα του
ελληνικού στοιχείου. Ακόμα και στο ζήτημα της γλώσσας αναφέρεται στην
«τοπική διάλεκτο» και όχι στην «τοπική γλώσσα» ή αναφέρει ότι «…. δεν
ξέρει παρά μόνο βλάχικα κι ελληνικά…» ή ότι «Η γλώσσα σας είναι ξένη» για
να δείξει την κυριαρχία της ελληνικής γλώσσας. Τονίζει την πολιτιστική ισχύ
των Ελλήνων «[τούρκος αξιωματικός:] μ’ άρεσαν τα τραγούδια σας και
στάθηκα να τ’ ακούσω» ή «…ήξερε λίγα ελληνικά [ο Τούρκος αξιωματικός]».
Παράλληλα περιγράφει σκηνές της καθημερινότητας που υποτιμούν τις άλλες
εθνότητες: «Εγώ κύριε πλήρωσε τη νύφη είκοσι λίρες» ή «Με έδωσαν για
πούλημα. Για να δουλεύω στα χωράφια». Βέβαια δεν παραλείπει να σχολιάσει
και το εξευρωπαϊσμένο πρόσωπο της Τουρκίας σημειώνοντας «… ένας νεαρός
υπολοχαγός του Πεζικού από τους Τούρκους αξιωματικούς της νέας σχολής
που έκρυβαν κάτω από το Λούστρο του εξευρωπαϊσμένου όλα τα’ άγρια
ένστικτα που επέδειξαν αργότερα στους Αρμένιους και στους Έλληνες της Μ.
Ασίας». Στο ζήτημα της θρησκείας και παρά την παρουσία αναφορών πίστης
όπως « … ο Προφήτης Ηλίας τον στράβωσε…» φαίνεται πιο ανεκτικός: «Ο

20 Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όταν ο Γ.Χρ. Μ. αναφέρεται σε σχέσεις επικεντρώνεται σε ζητήματα


εθνικής θρησκευτικής ή φυλετικής αντιπαράθεσης. Με άλλα λόγια οι διηγήσεις του αφορούν κυρίως
στις αντιπαραθέσεις των τοπικών κοινοτήτων και ομάδων και λιγότερα στους καθημερινούς
συγχρωτισμούς τους.
χριστιανός να κρατάει αυτά που λέει το Ευαγγέλιο. Ο Τούρκος ο εβραίος τα
δικά του».

Β΄. Το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ των εθνοτήτων της περιοχής κατέχει τη
δεσπόζουσα θέση στο έργο και των δύο συγγραφέων (41,6%). Θα πρέπει όμως
να τονίσουμε ότι ο μεν Ν.Τ. αποδίδει μεγαλύτερη σημασία στην ειρηνική
συνύπαρξη τους και λιγότερο στις μεταξύ τους συγκρούσεις ο δε Γ.Χρ. Μ.
προφανώς εμφορούμενος από έντονο ελληνοκεντρισμό επιδιώκει να τονίσει
τον ελληνικό αγώνα για «απελευθέρωση» ως συνέπεια της καταπίεσης τους
από τους Τούρκους και κυρίως τους Βούλγαρους. Βέβαια δεν παραλείπει να
τονίσει τα προαιώνια δικαιώματα των Ελλήνων στην Μακεδονία.
Ο λόγος του Ν.Τ. περί σχέσεων μπορεί να διακριθεί σε δύο φάσεις. Στην
πρώτη φάση παρουσιάζεται η ειρηνική συμβίωση Ελλήνων και
μουσουλμάνων: «Εμείς δεν ήμασταν που χτες το βράδυ ακόμα πονούσαμε
παρέα με τον Ξενοφώντα το Ζαχαρία και τους άλλους Ρωμιούς για το θάνατο
του Αριστείδη εμείς δεν ήμασταν που σε λίγο θα αγκαλιάζαμε το Δημήτρη στο
Σόροβιτς;» ή «Συναντιόμασταν συχνά με το Βασίλη και τον Παναγιώτη στο
δρόμο…. Καμιά φορά συναντιόμασταν σε καμιά ταβέρνα καθόμασταν και
πίναμε ούζο μαζί» ή «Ήταν μάλιστα το μαγαζί του το στέκι όλων των ντόπιων
που όποια κι αν ήταν η γλώσσα κι η θρησκεία τους ορθόδοξοι μουσουλμάνοι
Ρωμιοί Βούλγαροι Σέρβοι Βλάχοι Αλβανοί ή Τούρκοι θέλουν να ζήσουν μαζί
χωρίς φασαρίες κι έριδες». «Κανείς δεν ανακατεύεται στην εκκλησία σας στη
θρησκεία σας κανείς δεν αγγίζει τις περιουσίες σας» ή «… νοίκιασε το
σελαμλίκι σ’ έναν ρωμιό γιατρό». Το πρόβλημα για Έλληνες και
μουσουλμάνους ήταν οι Βούλγαροι: «Μεγαλώναμε ακούγοντας σαν
παραμύθια τις ιστορίες των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Ακούγαμε για όρκους
που δίνανε με πιστόλια και σπαθιά» ή «Έκατσαν στον καφενέ που πήγαιναν
οι Βούλγαροι… καβάλησαν τα’ άλογα κι έφυγαν αφήνοντας σε όλους
Τούρκους Ρωμιούς κι Αρβανίτες πλην μερικών Βουλγάρων μια αίσθηση
πικρίας στην καρδιά» ή «Μιλούσαν πολύ ώρα για τις επιθέσεις των Αρβανών
και των Βουλγάρων για τους καυγάδες που ξεσπούσαν για τα βοσκοτόπια για
ενέδρες και σκοτωμένους». Η δεύτερη φάση αρχίζει κατά την περίοδο της
Βαλκανικών πολέμων και φυσικά τελειώνει με την ανταλλαγή των πληθυσμών
που επέβαλε η συνθήκη της Λοζάννης: «Τα βάσανά μας δεν είχαν τελειωμό
μετά τη βαλκανική ήττα» ή «Τα χρόνια εκείνα όλοι οι Τούρκοι που το ‘σκαγαν
για να γλιτώσουν από τους Έλληνες περνούσαν στην Αρβανιτιά» «Στα
τουρκοχώρια οι χωρικοί ήταν τρομοκρατημένοι». «Γύριζαν με φανάρια και
δαυλούς στα χέρια όλο το μουσουλμανικό μαχαλά. Ρίξαν πυροτεχνήματα.
Βεγγαλικά τρακατρούκες», «Οι Έλληνες επέστρεψαν. Είχαν το μίσος και την
οργή του νικημένου… έβγαλαν το πρώτο άχτι της ήττας επάνω τους [στους
μουσουλμάνους]. Δεν λογάριαζαν νέους γέρους γυναίκες ή παιδιά», «…οι
Τσέτες του Βενιζέλου βάλθηκαν να τρομοκρατούν αρχικά τους
μουσουλμάνους και τους Βουλγάρους της Μακεδονίας». Ο Ν.Τ. θεωρεί τις
συγκρούσεις αυτές προϊόντα πολιτικής ή της ψυχολογίας του όχλου. Δεν
παραλείπει να τονίζει τις απόψεις των ψυχραιμότερων απλών ανθρώπων «Να
που όμως εκείνος [ο Αρσένιος] μπορούσε να γίνεται ένα μ’ εμένα και να
κοροϊδεύει τη μεγαλομανία της Ελλάδας», «Αχ βρε Μουσταφά με το ζόρι δε
γίνεται εχθρός ο άνθρωπος» ή κρατικών λειτουργών «Όλοι σας χριστιανοί και
μουσουλμάνοι είσαστε ίσοι ενώπιον του νόμου αυτού του κράτους».
Ο Γ.Χρ.Μ. τονίζει τον συγκρουσιακό χαρακτήρα των σχέσεων στη
Μακεδονία: «Οι Τούρκοι τον είχαν στείλει πολλές φορές εξορία. Οι Βούλγαροι
τον πυροβόλησαν δύο φορές ως που την τρίτη τον πέτυχαν» ή «Οι αγώνες με
τους Βουλγάρους τους Ρωμούνους μας κόστισαν ακριβά», «… είδε τον
θρίαμβο των Τούρκων που περιέφεραν τα όπλα και τα’ ασημικά τους τη χαρά
των Βουλγάρων και Ρωμούνων το βαρύ πένθος των Ελλήνων», «Οι αντάρτες
σκότωσαν τον πατέρα του» ή «Ήταν Αλβανιστής. Κυνηγούσε με μίσος κάθε τι
το ελληνικό». Οι συνεχείς συγκρούσεις που παρουσιάζει ο Γ.Χρ.Μ. μοιάζουν
να απορρέουν από το θεμελιώδες ερώτημα με την εύλογη για τον συγγραφέα
απάντηση: «Μπορούσαν αληθινά καμιά φορά να γίνουν οι Τούρκοι αδελφοί
με τους ραγιάδες και γκιαούρηδες να προσκυνούν το κοράνι;». Βέβαια στο
επίπεδο της καθημερινότητας οι σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ήταν
κάτι συνηθισμένο: «Είχαμε στενή οικειότητα ώστε δεν κρύβονταν από μένα
και τον μακαρίτη αδελφό μου κι αυτές οι χανούμισσες».

Γ΄. Και οι δύο συγγραφείς αναφέρονται και σε ζητήματα που αφορούν την
οικονομία. Ενδεικτικά ανθολογούμε από τον Ν.Τ.: «Οι γιατροί της πόλης ήταν
όλοι τους Ρωμιοί. Ο φαρμακοποιός επίσης Ρωμιός. Ο μοναδικός δικηγόρος
πάλι Ρωμιός», «Δε συνήθιζαν [οι μουσουλμάνοι] να παραπονιούνται επειδή
ήταν λίγο το κέρδος τους ή να κοκορεύονται επειδή ήταν πολύ», «Μπήκα στις
δημοπρασίες. Ανέλαβα να μαζέψω τους φόρους τριών χωριών» ή «Οι μπέηδες
αγόραζαν και πουλούσαν πάνω στ’ άλογα τα τσιφλίκια κλείνανε συμφωνίες
για τα χωράφια πίνοντας ρακί. Ο λόγος τους ήταν λόγος και το πιστόλι τους
πάντα έτοιμο στο ζωνάρι».
Ο Γ.Χρ. Μ. δίνει αρκετά στοιχεία για τις οικονομικές σχέσεις της εποχής:
«Παίρνατε χίλιες λίρες και δίνατε δέκα οκάδες λάδι», «Οι κάτοικοι ζούσαν
από τη τέχνη κτίστες μαραγκοί ζωγράφοι και από την κτηνοτροφία»,
«Διορίσθηκε αγροφύλακας με μισθό ένα εικοσόφραγκο το μήνα». Δεν
παραλείπει όμως να τονίσει την οικονομική ένδεια του ελληνικού πληθυσμού:
«Ζευγάδες και τσομπάνηδες είμαστε [οι Έλληνες]» ή «Ανώτερος υπάλληλος
του Σουλτάνου τσέπωνε στρογγυλό μισθό».

Δ΄. Ο Ν.Τ. σε αρκετά σημεία των διηγημάτων του δεν παραλείπει να τονίσει
τον πατριωτισμό των Μουσουλμάνων— πατριωτισμός σύνθετος αφού
συνδέεται με τη θρησκεία όσο και με την μητρική σχέση με την Τουρκία:
«Παρακολούθησε τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας διαβάζοντας το Κοράνι και
κάνοντας προσευχές» ή «… και ορκίστηκε με το χέρι ακουμπισμένο στο
Κοράνι στο σπαθί και το πιστόλι ότι θα μείνει πιστός στο σκοπό της εταιρείας
μας ότι είναι έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του για την πατρίδα και το έθνος ….»
ή «Ζήτω η Ελευθερία! Ζήτω η Πατρίδα!» ή μετά την ήττα των Ελλήνων στον
Σαγγάριο και στη Σμύρνη: «Όσο κι αν θέλαμε να είμαστε μετρημένοι δύσκολα
κρύβαμε τη χαρά μας. Στήθηκαν από μόνα τους περήφανα τα κεφάλια μας
που τρία χρόνια τώρα κρατούσαμε σκυφτά». Δεν παραλείπει βέβαια να
αναφερθεί και στον πατροπαράδοτο πατριωτισμό των Ελλήνων: «Είστε
απόγονοι του Σωκράτη του Πλάτωνα του Πλάτωνα του Περικλή και του
Λυκούργου. Πρέπει να διαφυλάξετε τα τιμημένα ονόματα των προγόνων
σας».
Ο Γ.Χρ.Μ. ως στρατευμένος συγγραφέας τονίζει σε κάθε ευκαιρία τον
πατριωτισμό της ελληνικής πλευράς: «Η οικογένειά μου επί τουρκοκρατίας
αγωνίστηκε για τον ελληνισμό» ή «Απ’ τα θεμέλια ως την στέγη ήταν βαμμένο
γαλάζιο κι άσπρο για να εκδηλώσει ίσως τον πατριωτισμό της εποχής που είχε
ανεγερθή» ή «… προτιμούμε ένα μικρό χωριό της Ελλάδας απ’ τη Σόφια»·
επίσης, την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού: «Όπως οι ήρωες του Ομήρου
πολεμούσαν και με βρισιές» καθώς και την επιτακτική ανάγκη για
απελευθέρωση: «Οι αγώνες δε γίνονται με παραμύθια. Όσο πιο πολύ αίμα
δώσουμε τόσα περισσότερα δικαιώματα θα έχουμε».

Επιλογικά

Ο ερευνητικός παραλληλισμός των δύο συγγραφέων δεν αφορά στην


διαβάθμιση της λογοτεχνικότητας των διηγημάτων τους. Ως προς αυτήν,
υποστηρίζουμε (α) ότι αν θέλουμε να αναζητήσουμε τη μαστοριά και την
εφαρμογή κλασικών κανόνων της αφηγηματογραφίας (π.χ. την παρουσίαση
και ανάπτυξη του ανθρώπινου χαρακτήρα μέσα από την εξέλιξη της δράσης)
τέτοιες αρετές θα τις βρούμε πιο συχνά στον Τζουμαλί και (β) αν θελήσουμε
όμως να απομονώσουμε σελίδες που απογειώνονται από περιγραφικό οίστρο
ή σελίδες όπου μια φράση-αστραπή καθηλώνει τον αναγνώστη, αυτές θα τις
βρούμε στα άνισα, τεχνικώς ανορθόδοξα και «προχειρογραμμένα» διηγήματα
του Μόδη.
Τέλος ως προς το εκρηκτικό ζεύγος Ταυτότητας-Ετερότητας ο Γ.Χρ. Μ.
αποδέχεται τη συμβίωση των μονοπολιτισμικών κοινωνικών ομάδων στα
στεγανά τους, με όρους αμοιβαίου έξωθεν σεβασμού αλλά και με την
ανομολόγητη έως έκδηλη πεποίθηση της ελληνικής υπεροχής ενώ ο Ν.Τ.
ασπάζεται την πολυπολιτισμική κουλτούρα όπου οι εθνοτικές διαφορές δεν
είναι απλώς ισάξιες και σεβαστές παρά επιπλέον διηθούνται με αμοιβαιότητα
σε βαθμό που ορισμένα συστατικά στοιχεία τους να επηρεάζουν πολυσθενώς
και ενίοτε να προσδιορίζουν και τις άλλες εθνοτικές κουλτούρες.

You might also like