Professional Documents
Culture Documents
Άνοιξη αφέντρα
Άνοιξη αφέντρα
Ο δρόμος κυλούσε ανέμελα. Πίσω από το τιμόνι, η διάθεσή μου ήταν υπέροχη.
Και γιατί όχι; Την αγαπούσα απόλυτα. Ήταν δίπλα μου και μιλούσε με την τραγουδιστή,
σχεδόν παιδιάστικη φωνή της. Πειραζόμασταν συνέχεια και γελούσαμε.
Απολαμβάναμε το μαγευτικό τοπίο και χαζεύαμε την απότομη αλλά υπέροχη διαδρομή
μέσα από άγρια θάμνα, σκαμμένο βράχο και στενά περάσματα που, φορές, έμοιαζε σαν
να περνούσαμε μετεωριζόμενοι πάνω από
την χαράδρα. Ζόριζα το παλιό αυτοκίνητο
να ανέβει και παράλληλα μεθούσαμε από
τα ανοιξιάτικα αρώματα των φυτών του
ελληνικού νότου.
Ήπιαμε με ηδονή τον αρωματικό καφέ στην τζαμαρία του σαλέ με θέα τον απότομο
γκρεμό προς την μεριά της Μεσσηνίας.
Γύρισα προς το μέρος της. Είχε μια άηχη έκφραση τρόμου. Πέταξα ανάλαφρος προς το
κάθισμά της και την έσφιξα στην αγκαλιά μου. Σφράγισα τα χείλη της με τα δικά μου.
Μια μικροσκοπική κεραμοσκεπή μεγάλωνε όλο και πιό γρήγορα στο παρμπρίζ.
Το έδαφος, μας πρόφτασε σε ευτυχισμένη μέθη, από την μακρά ελεύθερη πτώση και την
Άνοιξη που -για τελευταία φορά- διαφέντευε τα κορμιά μας.
Άνοιξα τα μάτια και, με βαθιά ανάσα, κοίταξα αριστερά, κάτω απ’ το τζάμι μου, τον βαθύ
γκρεμό με δέος. Έσβησα το τσιγάρο στο τασάκι του ταμπλό.
Έστρεψα προς εκείνη και της χαμογέλασα πλατιά. Με πρόσωπο χλωμό, μου
ανταπέδωσε το χαμόγελο με ανακούφιση. Ο δρόμος, μπροστά μας, απλώνονταν μέσα στη
βλάστηση, καθοδικός, με αλλεπάλληλες, κλειστές φουρκέτες.
Γύρισα την μίζα, πάτησα απαλά το γκάζι και συνέχισα ήσυχα-ήσυχα το μακρύ δρόμο
προσεκτικότερος, σοφότερος κι ευτυχισμένος που μπορούσα ακόμα να ανασαίνω τα
αρώματα της ανοιξιάτικης δροσιάς που έμπαινε από το παράθυρο.