You are on page 1of 123

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
ΥΛΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ (6254)
“ Ό ψ ε ις ν £ θ £ λ λ η ν ικ ή € κ ο ιν ω ν ία ς ”
ιδάσκων: Καθηγητής Ν. Πατινιώτης
Ακαδη αϊκό έτος 2013/ 14]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α. “ υστυχία σου Ελλάς” (ποίη α Γ. Σουρή του 1894)


Β. Σχετικά ε ιστορικό παρελθόν
^ Η εθνική νή η στην καθη ερινότητα των Ελλήνων (Κ. Πουλής)
^ 1821 —Επανάσταση εθνική, ταξική, και θρησκευτική (Βλ. Αγτζΐδη)
Υπόθεση Πασΐφικο
^ Πτώχευση Ελλάδας 1843
^ Ποια Ελλάδα Καταρρέει (Βλ. Αγτζΐδη)
Ελλάδα στο τέλος δεκαετίας 1940 (Paul Porter)
Γ. Ο αδοποιήσεις Πληθυσ ού Με Βάση Αξίες Και Στάσεις Ζωής
. Σχετικά ε τις αφανείς αιτίες της εξέγερσης των παιδιών (Ευγ. Αρανίτση)
^ Οργή και πολιτική (Κων. Τσουκαλά)
Ε. Θέσεις για την πολιτική ψυχολογία των Ελλήνων (Θ. Αίποβατς)
^ Οι ύθοι της παράδοσης ας (Κ. Καστοριάδης)
ΣΤ. Έρευνα και κοινωνικοοικονο ική ανάπτυξη (Ν. Πατινιώτης)
^ Πανεπιστή ιο Αθηνών: 170 χρόνια Ανώτατης Ελληνικής Παιδείας
^ Επιστή η και έρευνα: το ελληνικό συγκριτικό πλεονέκτη α (Γκόκας/Πλακαδάρας)

^ Καινοτο ία, κλειδί για την ανάπτυξη στην Ελλάδα (Maire Geoghegan-Quinn)

^ Global R&D funding forecast


Z. H ση ερινή Ελλάδα αποτελεί περίπτωση φθίνοντας έθνους (Π. Κονδύλης)
" νστνχία σ ο ν Ε λλάς" τον Γ εω ργίου Σ ονρή (1853- 1919)

Ποιος είδε κράτος λιγοστό


σ' όλη τη γη οναδικό,
εκατό να εξοδενει
και πενήντα να αζεύει;

Να τρέφει όλους τους αργούς,


νά 'χει επτά Πρωθυπουργούς,
τα είο δίχως χρή ατα
και δόξης τόσα νή ατα;

Νά 'χει κλητήρες για φρουρά


και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;

Όλα σ' αυτή τη γη ασκαρευτήκαν


ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι ούρες ας ουτσούνες εγινήκαν
δεν ξέρο ε τί λέγεται ντροπή.

Σπαθί αντίληψη, υαλό ξεφτέρι,


κάτι ισό αθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως πούφος και αλεπού.

Θέλει ακό α -κι αυτό είναι ωραίο-


να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που 'χει
στο 'να λουστρίνι, στ' άλλο τσαρούχι.

Σουλούπι, πόι, ικρο εσαίο,


ύφος του γόη, ψευτο οιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο αγκούφης, λίγο ουρντάρης.

Και ψω οτύρι και για καφέ


το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
σάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.

υστυχία σου. Ελλάς,

ε τα τέκνα που γεννάς!

Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,

τί γαΐδάρους βγάζεις τώρα;


Η εθνική νή η στην καθη ερινότητα των Ελλή
νων.
- Προβλη ατισ οί ε την ευκαιρία του εορτασ ού για την επανάσταση του 1821.

Του Κωνσταντίνου Πουλή

Υπάρχουν ερικά στοιχεία απο υθοποίησης του ηρωικού ας παρελθόντος που


έχουν γίνει πια σχεδόν κοινοί τόποι: α φισβήτηση τού κρυφού σχολειού, η διαπί
στωση πως η εναρκτήρια η ερο ηνία της επανάστασης ορίστηκε τεχνητά, ώστε να
ταιριάζει ε τον Ευαγγελισ ό της Θεοτόκου\ πως οι 'Ελληνες δεν είναι ενω ένοι, ο
κλήρος δεν σήκωσε πρώτος το λάβαρο της επανάστασης, πως όταν εταφέρθηκε η
πρωτεύουσα στην Αθήνα ήταν ια ασή αντη πόλη ε πόλικους Αλβανούς που εκλή-
θη να συ βολίσει τη συνέχεια ε το αρχαιοελληνικό παρελθόν ας. Όλα αυτά λέγο
νται και ξαναλέγονται, και το πραγ ατικά εκπληκτικό στοιχείο δεν είναι τόσο το πε
ριεχό ενο, αλλά το πόσο πολύ θίγονται κάποιοι συ πολίτες ας όταν τα ακούν. Το
ζήτη α δεν είναι όνο αν τα σχολικά βιβλία ή το ντοκι αντέρ του Σκάι έχουν δίκιο ή
άδικο ιστορικά. Το ενδιαφέρον ζήτη α είναι πως εξηγείται όλο αυτό το πάθος. Τι
κάνει τον άνθρωπο που δουλεύει ως υπάλληλος σε ένα φοροτεχνικό γραφείο του Πα
γκρατίου, να θεωρεί πως είναι οργανικό έρος της ψυχικής του συγκρότησης η άπο
ψη που έχει αυτός, το κράτος^ο Σκάι, το ΠΑΜΕ, για την επανάσταση του ’2ΐ;
Το ερώτη α είναι προφανώς αχανές. Ας ου επιτραπεί να προτείνω δυο εξηγήσεις, οι
οποίες βεβαίως συνυπάρχουν ε πολλές άλλες. Η πρώτη αφορά την πλευρά των κυ-
βερνώντων, η οποία έχει ε φανείς λόγους να θέλει να ας πείσει ότι για τα πάντα
φταίνε οι ξένοι που επιτίθενται στον Ελληνισ ό; η Μέρκελ, ο Ο έρ Βρυώνης κοκ.
Ε είς εί αστε όλοι ενω ένοι, πρίγκιπες και ουζίκοι, υπό τους εθνικούς ας στόχους.
Οι εθνικές γιορτές πάντοτε αποκρύπτουν την απλή αλήθεια ότι δεν εί αστε όλοι στην
ίδια πλευρά , και δεν εί αστε όσους δεκάρικους και αν υποστού ε ε αφορ ή την
εθνική ας επέτειο. Απλώς η παραδοχή ότι η κοινωνία ας χωρίζεται σε πλούσιους
και φτωχούς , ση αίνει ότι πορεί οι φτωχοί να στραφούν εναντίον των πλουσίων.
Αντιθέτως η ιδέα ότι ο κόσ ος χωρίζεται σε Έλληνες και βαρβάρους, ση αίνει πρα
κτικά όνο ότι πορεί να αχαιρωθεί κανένας πακιστανός ή (πιο ανώδυνα) να αγο
ρεύει κάποιος στο καφενείο για τον Περικλή και τις ελληνικές λέξεις στην ιατρική
ορολογία. εν στρέφεται ό ως εναντίον των καταπιεστών του. Όλος αυτός ο λόγος
περί εθνικής ο οψυχίας χρησι εύει προκει ένου να αποσιωπηθεί ότι δεν εί αστε κα
θόλου α καθόλου ενω ένοι. εν βουλιάζου ε αζί, δεν σωζό αστε αζί, δεν πά ε
στα ίδια σχολεία, δεν πά ε διακοπές στα ίδια έρη ή δεν πά ε όλοι διακοπές, δεν
τρώ ε τα ίδια φαγητά, δεν κάνου ε την ίδια δουλειά. Ακριβώς όπως και στην επα-

' Η ελληνική επανάσταση έχει ως «γενέθλια η ερο ηνία την 22’’ Φεβρουάριου του 1821, όταν ο Αλέξαν
δρος Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο, ύψωσε τη ση αία της Επανάστασης και δυο έρες ετά εξέδωσε
την προκήρυξη-κάλεσ α «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Αυτό ήταν το γεγονός που πυροδτησε τις
ελληνικές εξεγέρσεις σε διάφορα έρη της Οθω ανικής Αυτοκρατορίας, ε πιο πετυχη ένη από όλες
αυτή του Μόριά» Αγτζίδη Βλάση, 2013, «ι82ΐ - Επανάσταση εθνική, ταξική και θρησκευτική», Ελευθε
ροτυπία 23-25.3 -2013: 20.
νάσταση υπήρχαν πολε ιστές, πολιτικοί, Μοραΐτες, Ρου ελιώτες, πλούσιοι, φτωχοί,
ορφω ένοι (τους έλεγαν και «κωλοπλυ ένους»), α όρφωτοι και κάποιοι από δαύ-
τους, εκτός από το ότι εξέφραζαν διαφορετικά συ φέροντα, ενίοτε συγκρούονταν και
σε ε φύλιο πόλε ο.
Αυτή είναι η ια πλευρά, και αφορά τους προπαγανδιστές. Υπάρχει και άλλη. Γιατί ο
λαός είναι τόσο πρόθυ ος να εξαπατηθεί; Γιατί θέλει να ακούσει τόσο πολύ για τον
Κολοκοτρώνη ο άνθρωπος που δεν έχει το θάρρος ούτε για να αρνηθεί στο αφεντικό
του να πάει να του τάϊσει το σκύλο ή να του πληρώσει τη ΕΗ; Που δουλεύει ανα
σφάλιστος, απλήρωτος και προσβεβλη ένος; Γι’ αυτό ακριβώς. Υπάρχει προφανώς
ένας ηχανισ ός υπεραναπλήρωσης σε δράση, που έχει ως αποτέλεσ α ο τσαλαπα-
τη ένος άνθρωπος να φατασιώνεται εγαλεία. Όσο πιο τσαλαπατη ένος είναι, τόσο
πιο πολύ φαντασιώνεται.
Ένα κλασικό παράδειγ α επιλεκτικής νή ης είναι η περίπτωση του στρατηγού Μα-
κρυγιάννη. Τα «δυο αγάλ ατα» που «και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε να
ην καταδεχτείτε να βγούνε από την πατρίδα ας. Γι’ αυτά πολε ήσα ε» είναι ια
συγκινητική φράση, που έσω της τεράστιας ιδεολογικής επιρροής του Σεφέρη στα
νεοελληνικά γρά ατα περνάει στη συλλογική νή η ως η στιγ ή που ο αγρά ατος
πολε ιστής του ’2ΐ ο ολογεί πως δίνει τη ζωή του για την προστασία της κληρονο
ιάς του. Το απόσπασ α αυτό από τα Απο νη ονεύ ατα γίνεται θέ α και στις πα
νελλαδικές εξετάσεις, σφραγίζοντας έτσι την ένταξη του στην ιδεολογική διαχείριση
της νή ης που αρέσκεται να κα αρώνει για το παρελθόν. Μια τέτοια αφήγηση δεν
έχει κανένα λόγο να υπενθυ ίσει ότι κάποτε οι καταπιεζό ενοι δεν ξεχώριζαν το Ρω
ιό άρχοντα από τον Τούρκο ή ότι όλις κηρύχτηκε η επανάσταση οι κοτζα πάσηδες
του Μόριά ασκαρεύτηκαν (κυριολεκτικά) σε ραγιάδες.
Η αναφορά στο παρελθόν είναι ια ισχυρή συνιστώσα κάθε κατασκευής ταυτότητας.
εν πρόκειται για το απλουστευτικό επιχείρη α πως όλα αυτά είναι ψευδαισθήσεις
από τις οποίες ο ενήλικος νους θα πρέπει να απαλλαγεί. Εξάλλου ήπως δεν έχει η
αριστερά τους ήρωες της , τους αγίους της και τις ένδοξες στιγ ές της; Μήπως λείπει
και από εκεί ένα ποσοστό εξιδανίκευσης και ωραιοποίησης; Υπάρχει ό ως ένα κριτή
ριο ε το οποίο θα πορούσα ε να κρίνου ε πότε η αναφορά στο παρελθόν είναι για
καλό και πότε για κακό. Εξηγού αι: ο ζωγράφος Θεόφιλος φοράει φουστανέλα. Τον
κοροϊδεύουν, τον χλευάζουν, ό ως αυτός εκεί! Εκτός από κάποιος που φόρεσε φου
στανέλα ετά τον καιρό τηίο Θεόφιλος ήταν και ζωγράφος. Να λοιπόν ένα κριτήριο.
Αυτός που ε πνέεται από το παρελθόν τι είναι. Τι κάνει ε το παρελθόν, σε ποια ζωή
το στρι ώχνει, τι επιδιώκει. Ιδίως σε ια χώρα όπου η δεξιά έχει τέτοια παράδοση
στην εθνοκαπηλεία, όπου τους πατριώτες κα ώνονται απόγονοι των ταγ ατασφαλι
τών και των χουντικών, έχει ση ασία να ρωτά ε, αυτός ο κύριος που φόρεσε τη φου
στανέλα και δακρύζει σαν ας ιλά για τα κατορθώ ατα των προγόνων του ποιος εί
ναι; Τι έφτιαξε στη ζωή του ε τα χεράκια του; Όταν ο Ά λετ κατηγορεί το αδύνα ο
σκαρί του για δειλία αναρωτιέται πως γίνεται ένας ηθοποιός να κλαίει για ια υθική
ηρωίδα, την Εκάβη, ενώ εκείνος δεν ταρακουνιέται ότι και να γίνεται^. Να λοιπόν ια
λειτουργία του ύθου από τα αρχαία χρόνια.: να ενσταλάζει θάρρος στις δειλές ψυ
χές. Ό ως στην περίπτωσή ας το ηρωικό παρελθόν δεν ε πνέει κανένα ηρωισ ό.
Αντιθέτως το επικαλείται ένας λαός φοβισ ένος ως το εδούλι, σαν την ηρωίδα του
Γούντι Άλλεν που αναρωτιέται πόσο θα άντεχε τα βασανιστήρια, κι εκείνος της απα
ντά ότι θα τα ο ολογούσε όλα όλις της έκοβαν τις πιστωτικές κάρτες. Αυτός ο λαός
που διψάει τόσο πολύ για φαντασιώσεις ηρωικής αυταπάρνησης δεν τολ άει ούτε να
δυσανασχετήσει προς στα αφεντικά του, όχι να τα πολε ήσει.

^ «Κι όλα αυτά για ένα τίποτα, για την Εκάβη. Τι είναι η Εκάβη γι’ αυτόν; Εκείνος τι είναι για την
Εκάβη; Αν το πάθος ήταν πραγ ατικό πόσο περισσότερο θα πορούσε να κλάψει;» γράφει ο Σαίξπηρ
στον Ά λετ.
1821 - Επανάσταση εθνική, ταξική και θρησκευτική
ΤΟΥ ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ Η* http://karsl918.wordpress.com/

«ΗΕλλάδα έγινε η ττηγή έ τννευσης του διεθνούς φιλελευθερισ ού, και ο φιλελληνισ ός [...] στη
συσπείρωση της ευρωπαϊκής Αριστεράς τη δεκαετία του 1820 έπαιξε ρόλο ανάλογο ε αυτόν που θα
έπαιζε στο τέλος της δεκαετίας του 1930 η υποστήριξη στην Ισπανική η οκρατία» -
ERIC HOBSBAWM, «Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848

Το περιεχό ενο της Επανάστασης του 1821 διχάζει ακό α την Ελλάδα. Τηλεοπτικές εκπο πές και
ανακοινώσεις πολιτικών παρατάξεων αποδεικνύουν ότι έχρι σή ερα ακό α δεν υπάρχει κοινή
συ φωνία για όλες τις παρα έτρους εκείνης της εντυπωσιακής εξέγερσης. Υπάρχει ια
παραδοσιακή αφήγηση σε διάφορες παραλλαγές, που πολλές φορές έρχονται σε αντίθεση ε
αφηγή ατα ο άδων και κο άτων.
Τα θέ ατα που διχάζουν εκκινούν από ζητή ατα τυπολογικά, όπως το πότε είναι η επίση η η έρα
κήρυξης της Επανάστασης, έως ζητή ατα που σχετίζονται ε το κοινωνικό περιεχό ενο, το διεθνές
πλαίσιο και την ποιότητα της αποκτη ένης ελευθερίας.
Γενικά, η παραδοσιακή αφήγηση, συ περιλα βανο ένης και της αφήγησης της Αριστεράς,
χαρακτηρίζεται από ερικότητα που οφείλεται στην εσωστρέφεια της νεοελληνικής κοινωνίας,
αλλά και της επιστη ονικής κοινότητας. Η καχεξία του νεαρού κράτους που δη ιουργήθηκε στο
Νότο της Βαλκανικής Χερσονήσου το 1830 οδήγησε στη δια όρφωση ηχανισ ών αναπλήρωσης,
ε αποτέλεσ α την ε φάνιση ιας ανταγωνιστικής σχέσης ε τον Ελληνισ ό που παρέ εινε εκτός
των περιορισ ένων ορίων.
Παγκόσ ιας ε βέλειας
Η Επανάσταση του 1821 δεν ήταν ένα τοπικό γεγονός, αλλά είχε παγκόσ ια ση ασία. Υττήρξε ια
πρώι η εθνική επανάσταση, ε πνευσ ένη από το πρότυπο της Γαλλικής, ενάντια στην ισλα ική
κυριαρχία στο χώρο της Ανατολής. Ήταν ια επανάσταση που είχε ως γενέθλια η ερο ηνία την
22α Φεβρουαρίου του 1821, όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο, ύψωσε τη ση αία
της Επανάστασης και δύο έρες ετά εξέδωσε την προκήρυξη-κάλεσ α «Μάχου υπέρ πίστεως και
πατρίδος». Αυτό ήταν το γεγονός που πυροδότησε τις ελληνικές εξεγέρσεις σε διάφορα έρη της
Οθω ανικής Αυτοκρατορίας, ε πιο πετυχη ένη απ' όλες αυτή του Μόριά. '
Η Επανάσταση του 1821 υπήρξε ένα κορυφαίο γεγονός, που είχε κυρίως αντι-απολυταρχικά
χαρακτηριστικά, και ως περιεχό ενο ήταν:
- Εθνική, ως έχουσα ηγεσία ε τυνευσ ένη από τη Γαλλική Επανάσταση, που κατάφερε να
ετεξελίξει σε κυρίαρχη ιδεολογία την από την εποχή της Άλωσης αντίληψη, περιορισ ένη έως
τότε σε κύκλους διανοου ένων -της ιασποράς αλλά και του Φαναρίου-, ότι «εί αστε εθνικά
Ελληνες». Μια άποψη που στις εποχές πριν από την Άλωση είχε οδηγήσει σε ια παράδοξη
ε φάνιση των Ελλήνων ως έθνους, ε τη νεοτερική ση ασία του όρου (δηλαδή ε σαφές πολιτικό
πρόγρα α) αιώνες πριν από τη νεωτερικότητα. Αυτό το γεγονός, αζί ε κάποια άλλα εξίσου
παράδοξα για τους ιστορικούς και κοινωνικούς επιστή ονες που ασχολούνται ε το φαινό ενο του
έθνους, οδήγησε τον ίδιο τον Ε. Gelner να ιλήσει για εξαιρέσεις από τον κανόνα.
- Θρησκευτική, των χριστιανών κατά των κυρίαρχων ουσουλ άνων, γιατί ήταν δεύτερης και
τρίτης κατηγορίας πολίτες, υφιστά ενοι πλείστες όσες διακρίσεις ένεκα του θρησκεύ ατός τους.
- Ταξική, των απόκληρων, πολύ ορφων από άποψη καταγωγής Ρω ιών, γιατί οι Ρω ιοί ήταν οι
οικονο ικά δυναστευό ενοι έσα από την απλοϊκή ουσουλ ανική δο ή που καθόριζε τις
ενδοοθω ανικές σχέσεις.
Αυτή η πολλαπλή ση ασία θα εκφραστεί ε την πανελλήνια κινητοποίηση. Σε κάθε έρος του
ελληνικού κόσ ου θα υπάρξουν επαναστατικές κινήσεις, ενώ η οθω ανική καταστολή θα είναι
σκληρή. Σφαγές, διώξεις και τυφλή βία θα είναι η απάντηση ιας σκληρής, θρησκευτικής και
απολυταρχικής εξουσίας εναντίον των ρω αίικων πληθυσ ών σε όλη την έκταση της Οθω ανικής
Αυτοκρατορίας.
Η αλλοτρίωση της Επανάστασης
Πολλά είναι τα ζητή ατα και οι συνέπειες που σχετίζονται ε την αλλοτρίωση των επαναστατικών
προθέσεων. Τελικά, οι φιλοδοξίες των Ελλήνων διαφωτιστών δη ιούργησαν, αντί για έθνος-
κράτος, ένα περιθωριακό « ικρό πλην έντι ο» προτεκτοράτο της ύσης, χωρίς αστικά στρώ ατα,
στο πλέον «καθυστερη ένο τ ή α του γένους και το πτωχότερον», το οποίο θα έπρεπε να ενδυθεί
την αρχαιοελληνική χλα ύδα, να εφεύρει τους δικούς του συ βολισ ούς, να εξαφανίσει από την
ιστορική νή η των υττηκόων του κάθε άλλη διαδικασία που υπονό ευε τη οναδικότητα των
δικών του διαδικασιών και να υποδυθεί το «έθνος-κράτος» των Ελλήνων. Στην επίση η θεώρηση
της ιστορίας, η εσωστρέφεια θα εκφραστεί ε την ανάδειξη της «Επαναστάσεως της 25ης
Μαρτίου» ως ξεχωριστής και αυτόνο ης ιστορικής διαδικασίας, ε την παράλληλη υποβάθ ιση της
ευρύτερης ιστορικής διεργασίας, που απλώς ένα έρος της υπήρξε η Επανάσταση στο Νότο.
Χαρακτηριστικό ση είο στην επαναστατική διαδικασία, που αναδείκνυε τη ρήξη εταξύ των
τοπαρχών του Νότου και των εχόντων ια πανελλήνια αντίληψη για την Επανάσταση, θα φανεί
πολύ νωρίς, στην Α' Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου, όπου θα απαλειφθεί τελείως ο ρόλος της Φιλικής
Εταιρείας. Θα φανεί τελικά ότι η εξουσία είχε περάσει στα χέρια των παλαιών ηγεσιών του Νότου:
«Σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των "παραστατών", όπως αποκαλούνταν,
η συντριπτική πλειονότητά τους αποτελούνταν από Μοραΐτες, Ρου ελιώτες και νησιώτες
πρόκριτους και κληρικούς. Πρόκειται για τις προεπαναστατικές ηγετικές ο άδες στις οποίες
προστέθηκαν Φαναριώτες και λόγιοι, που είχαν καταφτάσει στις επαναστατη ένες περιοχές κατά
τους πρώτους ήνες της Επανάστασης. Αντίθετα, ο η ήτριος Υψηλάντης και οι ετηφανέστεροι
Ρου ελιώτες και Πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί απούσιαζαν», (http:// www.fhw.gr/).
Η υποτί ηση του εξωελλαδικού Ελληνισ ού θα αποτελέσει όνι η στάση που θα λάβει και
χαρακτήρα πλήρους και βίαιης ιδεολογικής κυριαρχίας έσω της δη όσιας αφήγησης και της
εκπαιδευτικής λειτουργίας. Στο νεαρό κράτος, ειδικά ετά την κυριαρχία των «αυτοχθόνων» κατά
των «ετεροχθόνων» κατά τη δεκαετία του 1840, θα κυριαρχήσει ια ολόκληρη κοσ οαντίληψη που
θα υποβαθ ίζει τη ση ασία του ελληνικού κόσ ου που βρέθηκε εκτός των κρατικών ορίων. Η
υποτί ηση θα αφορά τόσο την καθοριστική συ ετοχή των εξωελλαδικών Ελλήνων στην έστω και
περιορισ ένη επιτυχία της Επανάστασης όσο και τη συνεχή του παρουσία στα δρώ ενα τη^ Εγγύς
Ανατολής. Οι συνέπειες αυτής της στάσης υπήρξαν καθοριστικές, δια ορφώνοντας ακό α kai το
αποτέλεσ α των οριστικών γεωπολιτικών ετατροπών, όπως αυτό αποτυπώθηκε στο τραγικό 1922.
Εξαιτίας του πλαισίου αυτού, διάφορες παρά ετροι που σχετίζονται ε το ιδεολογικό, κοινωνικό
αλλά και γεωγραφικό πλαίσιο παρα ένουν ακό α άγνωστες, παρ' ότι η Επανάσταση του 1821 έχει
ελετηθεί σε εγάλο βαθ ό. Στις παρα έτρους αυτές περιλα βάνεται το εντυπωσιακό κίνη α των
Ελλήνων εθελοντών, που συ ετείχαν στις επαναστατικές διαδικασίες, από περιοχές που χάθηκαν
οριστικά για τον ελληνικό κόσ ο την εποχή της δια όρφωσης των εθνών-κρατών.
* ιδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας [ η οσιεύτηκε στην “Ε” 24/3/2013]
ΥΠΟΘΕΣΗ ΠΑΣΙΦΙΚΟ
Τον Απρίλιο του 1849. απαγόρευση τελέσεως ενός χριστιανικού πασχαλιάτικου εθί ου, θα
γινόταν η αιτία (ή η αφορ ή) για να ακολουθήσουν ια σειρά από γεγονότα εντελώς δυσανάλογης
ση ασίας ε τα γεγονότα που προκλήθηκαν από την απαγόρευση του εθί ου, τα οποία έπληξαν
και πλήγωσαν το γόητρο και την κρατική υπόσταση της νεογέννητης και αδύνα ης Ελλάδος κι α π '
την άλλη κατέδειξαν τον βαθ ό παρε βατικότητας των ξένων δυνά εων στα εσωτερικά ζητή ατα
της χώρας.
Στην Αθήνα, στην περιοχή του Ψυρρή και τηο συγκεκρι ένα στον ναό του Αγίου Φίλιππου, υπήρχε
το έθι ο (που εξακολουθεί να υπάρχει ακό η και σή ερα σε ερικές περιοχές της Ελλάδος) της
καύσεως του αχυρένιου ο οιώ ατος του Ιούδα (ή κάψι ο του Εβραίου), ετά την περιφορά του
Επιταφίου, την Μεγάλη Παρασκευή. Για πρώτη φορά, την χρονιά εκείνη, η ελληνική κυβέρνηση,
απαγόρευσε εκτάκτως την τέλεση αυτού του εθί ου στους κατοίκους της Αθήνας. Σύ φωνα ε
άλλη εκδοχή, το έθι ο δεν απαγορεύτηκε, αλλά ετατέθηκε, για την ευτέρα του Πάσχα, στην
Πλατεία Ηρώων του Ψυρρή. Το βασικό αιτιολογικό και στις δυο εκδοχές, ήταν η επίσκεψη στην
Ελλάδα του Γαλλοεβραίου εγαλοτραπεζίτη Ρότσιλντ, κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδο άδας
και δεν θέλησαν να προκαλέσουν ε ένα έθι ο το οποίο θεωρείται αντιιουδαϊκό.
Ο κόσ ος αγνόησε την απαγόρευση και προσπάθησε να τελέσει το έθι ο της καύσεως του
ο οιώ ατος του Ιούδα. Επενέβη ό ως η αστυνο ία και διέκοψε το τελετουργικό. Το πλήθος τότε
εξε άνη και σύσσω ο εστράφη και εκτόνωσε την οργή του στο σπίτι του Πορτογαλοεβραίου ον
Πασίφικο (ή Πατσίφικο), το οποίο βρισκόταν κοντά στον ναό και άλιστα σε δρό ο απ’ όπου
περνούσε και ο Επιτάφιος (οδός Καραϊσκάκη). Ο Πασίφικο (που όπως λέγεται προκαλούσε τον
κόσ ο από το παλκόνι του), όλις που γλύτωσε και κατάφερε να διαφύγει στην αγγλική πρεσβεία
ως Άγγλος υπήκοος (κατείχε και την αγγλική υπηκοότητα), ενώ το σπίτι του λεηλατήθηκε και
καταστράφηκε από τους εξαγριω ένους κατοίκους. ς κύριοι υπαίτιοι των καταστροφών αυτών,
θεωρήθηκαν απ’ τους Άγγλους, οι γιοι του Σουλιώτη αγωνιστή και υπουργού Στρατιωτικών, Κίτσου
Τζαβέλα.
Ποιος ήταν ό ως ο Πασίφικο και γιατί ο κόσ ος ξέσπασε την οργή του πάνω του;
Ο αβίδ Πασίφικο γεννήθηκε στο Γιβραλτάρ το 1784. από πολιτογραφη ένους Πορτογάλους
γονείς, εβραϊκής καταγωγής. Αόγω του ότι το Γιβραλτάρ ήταν και είναι έχρι και σή ερα υπό
αγγλική κατοχή, ο Πασίφικο έλαβε αυτο άτως και την αγγλική υπηκοότητα. Το 18 3 6 ,
εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως πρόξενος της Πορτογαλίας έχρι το 18 4 2 , οπότε και καθαιρέθηκε
απ’ τη θέση αυτή, λόγω οικονο ικών καταχρήσεων. εν εγκατέλειψε ό ως την Ελλάδα και ετά
την καθαίρεσή του, αρχικά προσκολλήθηκε στο περιβάλλον της ούκισσα€ τηο Πλακεντίας. η
οποία τον βοηθούσε οικονο ικά και στην συνέχεια επιδόθηκε στο ε πόριο και την τοκογλυφία.
Υπήρχαν υπόνοιες (άγνωστο αν υπήρχαν και αποδείξεις) ότι πίσω από την απαγόρευση τελέσεως
του εθί ου, βρισκόταν ο Πασίφικο, που ως κάτοικος της περιοχής ενοχλούνταν -ως Εβραίος- απ’
αυτό το έθι ο και το έδειξε και στην περιφορά του Επιταφίου, προκαλώντας το πλήθος και το
θρησκευτικό του συναίσθη α, όταν αυτό περνούσε ε τον Επιτάφιο έξω απ’ το σπίτι του. '
Την επό ενη κιόλας η έρα, ο Πασίφικο, έσω της αγγλικής πρεσβείας, η οποία προέβη σε διάβη α
προς το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, απαίτησε την ά εση καταβολή χρη ατικής
αποζη ιώσεως που έφτανε το αστρονο ικό ποσό των 8 8 6 .73 6 δραχ ών και 6 7 λεπτών. Αρκεί να
ειπωθεί ότι τόση αξία δεν είχαν ούτε τα βασιλικά ανάκτορα. Όπως ήταν φυσικό, η ελληνική
κυβέρνηση απέρριψε αυτή την τυχοδιωκτική αξίωση του Πασίφικο και τον παρέπε ψε στην
ελληνική δικαιοσύνη. Αίγες έρες αργότερα, η βρετανική κυβέρνηση αξίωσε και την ά εση
καταβολή 500 λιρών, ως αποζη ίωση για την καθυστέρηση της καταβολής της αποζη ιώσεως στον
Πασίφικο.
Η άρνηση της ελληνικής κυβερνήσεως, να υποκύψει στις αξιώσεις του Πασίφικο και της αγγλικής
κυβέρνησης, προκάλεσε, ή άλλον έδωσε την αφορ ή να επέ βει δραστικά ο Άγγλος υπουργός
Εξωτερικών Έρικ Πάλ ερστον. ο οποίος αντιπαθούσε τον βασιλιά Όθωνα και έσω του Άγγλου
πρέσβη Έντ οντ Αάιονς, να δια ηνύσει πως δεν αναγνωρίζει την δικαιοδοσία της ελληνικής
δικαιοσύνης, πάνω σε Άγγλο υπήκοο, απαιτώντας έτσι την ά εση ικανοποίηση των αξιώσεων του
Πασίφικο. Η Ελλάδα αρνήθηκε και πάλι να υποκύψει στις πιέσεις του Πάλ ερστον και τις
υπερβολικές αξιώσεις του Πασίφικο, παρακά πτοντας την δικαιοσύνη, χωρίς να έχουν προηγηθεί
ούτε καν ανακρίσεις ή ακριβής υπολογισ ός ζη ιών.
Ο Πάλ ερστον τότε, θα προχωρήσει σε ια πρωτόγνωρη ενέργεια και σε ια επίδειξη ισχύος, τα
Χριστούγεννα του 1849, θα δώσει εντολή στον ναύαρχο Ουίλια Πάρκερ, να αποκλείσει ε τον
πανίσχυρο αγγλικό στόλο της Μεσογείου, την Ελλάδα, κάτι που θα πραγ ατοποιηθεί στις 3
Ιανουαρίου του 18 5 0 . Λίγο πριν, τον Αύγουστο του 1849, η Αγγλία είχε θέσει θέ α ελληνικής
κυριαρχίας επί των νήσων Ελαφονήσου (στον Λακωνικό κόλπο) και Σαπιέντζας (των Οινουσών,
έναντι Μεθώνης), ε το απίστευτο αιτιολογικό, ότι αυτά τα νησιά ανήκουν στα...Επτάνησα, τα
οποία βρίσκονταν τότε υπό αγγλική κυριαρχία.
Κατά την διάρκεια του ναυτικού αποκλεισ ού της Ελλάδος από τον αγγλικό στόλο, που έ εινε στην
ιστορία ως «Παρκερικά» (ή «Πασιφικά»), οι Άγγλοι προέβαιναν σε κατασχέσεις ε πορικών και
πολε ικών πλοίων (πάνω από 2 θθ, ενώ δεν κατασχέθηκαν, όνο τα πλοία που έφεραν αγγλικό
όνο α), έως ότου αποζη ιωθεί εκβιαστικά ο Πασίφικο. Η ω ή αυτή παρέ βαση των Άγγλων, που
ονο άστηκε «διπλω ατία της κανονιοφόρου», ως κλασικό παράδειγ α α φισβήτησης της
κυριαρχίας κυρίαρχου κράτους και στρατηγικής καταναγκασ ού, δεν έγινε φυσικά για τα άτια
του Πασίφικο. Ο Πασίφικο ήταν η αφορ ή. Και η αιτία ήταν η δια άχη των Μεγάλων υνά εων
στον ελληνικό χώρο, ε την κάθε ία απ’ αυτές να προσπαθεί να αυξήσει την επιρροή της, σε
βάρος των άλλων. Η Αγγλία, ε την ω ή και απροκ^υπτη αυτή παρέ βασή της, καταστούσε σαφή
και την δική της παρουσία.
Η βάναυση πολιτική της Αγγλίας, είχε τα αντίθετα αποτελέσ ατα από τα προσδοκού ενα. Ο λαός
και ο πολιτικός κόσ ος συσπειρώθηκε γύρω απ’ τον βασιλιά Όθωνα, ε κορυφαίο παράδειγ α τον
αρχηγό του αγγλικού κό ατος, Νικόλαο Μαυροκορδάτο. Μετά από 40 η έρες αποκλεισ ού, οι
Άγγλοι έκαναν ια προσωρινή άρση, για να προσαράξει ένα γαλλικό πλοίο στον Πειραιά ε
απεσταλ ένο τον βαρώνο Γκριό προς εξεύρεση συ βιβαστικής λύσης. Κατά την διάρκεια αυτής της
σύντο ης άρσης του αποκλεισ ού, κάποιοι Άγγλοι αξιω ατικοί, είχαν την ατυχή ιδέα να
αποβιβαστούν στον Πειραιά για έναν περίπατο. Ο κόσ ος ό ως, που εξαιτίας τους είχε φτάσει να
αντι ετωπίζει ακό η και προβλή ατα επισιτισ ού, τους προπηλάκισε αγρίως, ε αποτέλεσ α, ο
αποκλεισ ός να επανέλθει ακό η πιο σκληρός από πριν, ε την Αγγλία πλέον να ην δέχεται
κανέναν συ βιβασ ό.
Η ελληνική κυβέρνηση, για να αρθεί ο αποκλεισ ός, καθώς ήταν ορατό πλέον το φάσ α του
λοι ού, ε παραίνεση της Γαλλίας, κατέθεσε στο όνο α του Άγγλου πρέσβη Γουάις, το ποσό των
250.000 δραχ ών (κατά ία άλλη εκδοχή, 33θ.οοο), ως εγγύηση καλής θελήσεως, και ταυτόχρονα
επικαλέστηκε την προστασία των υπόλοιπων Μεγάλων υνά εων (Γαλλίας και Ρωσίας). Αυτές
όντως αντέδρασαν, ως εγγυήτριες δυνά εις, και προχώρησαν σε διαβή ατα απαιτώντας από την
Αγγλία την άρση του ναυτικού αποκλεισ ού και την επιστροφή όλων των κατασχεθέντων πλοίων.
Μάλιστα, ο Γάλλος πρεσβευτής στο Αονδίνο αποχώρησε από εκεί, οδηγώντας τις σχέσεις Γαλλίας
και Αγγλίας σε οριακό ση είο.
Με τις διαστάσεις που είχε πάρει το θέ α, συζητήθηκε και στην Βουλή των Λόρδων της Αγγλίας,
όπου εκεί ο Πάλ ερστον ε έναν αραθώνιο λόγο πέντε ωρών, που έ εινε γνωστός ως «Εί αι
Ρω αίος πολίτης» (Civis Romanus sum), υπερα ύνθηκε της πολιτικής του, που υποστήριζε την
υπεράσπιση οποιουδήποτε Άγγλου πολίτη, ε όλα τα έσα, υποκαθιστώντας και ακυρώνοντας,
ακό η και τα ξένα δικαστήρια. Απ’ ότι φαίνεται ό ως δεν έπεισε. Η Βουλή των Λόρδων
καταδίκασε την ενέργεια του Πάλ ερστον, ενώ η Βουλή των Κοινοτήτων ζήτησε την άρση του
αποκλεισ ού και την επιστροφή των κατασχεθέντων πλοίων. Ο Πάλ ερστον δέχθηκε και την
έντονη διαφωνία στην πολιτική του, της βασίλισσας Βικτωρίας, η οποία του απαγόρευσε
οποιαδήποτε ενέργειά του επί εξωτερικών θε άτων, χωρίς προηγού ενη έγκρισή της, θεωρώντας
έτσι, ως τον απόλυτο υπεύθυνο για την διεθνή δυσφορία εις βάρος της Αγγλίας.
Μετά απ’ αυτές τις εξελίξεις, ο αποκλεισ ός θα αρθεί στις 15 Απριλίου 1850 και έχρι το τέλος του
ιδίου ηνός θα επιστραφούν όλα τα κατασχεθέντα πλοία. Το θέ α του Πασίφικο παραπέ φθηκε
σε διεθνή επιτροπή διαιτησίας, η οποία του επιδίκασε το ποσό των 3-750 δραχ ών. Παρασκηνιακά
ό ως, λέγεται πως, η Ελλάδα -που υπέστη τεράστιες οικονο ικές απώλειες από τον τετρά ηνο
ναυτικό αποκλεισ ό της- κατέβαλε το ποσό των ιοο.οοο στον Πασίφικο, για να θεωρηθεί οριστικά
λήξαν το θέ α, από τις 250.000 της εγγυήσεως που της επεστράφη.
Ο Πασίφικο, ετά τα γεγονότα αυτά, εγκαταστάθηκε στην Αγγλία, όπου και πέθανε στις 12
Απριλίου του ι854> ενώ ο Πάλ ερστον καθαιρέθηκε από τον Άγγλο πρωθυπουργό, Ράσελ, το 1852.
Οι οικονο ικές απώλειες για την Ελλάδα, κατά την περίοδο του ναυτικού αποκλεισ ού της,
υπολογίστηκαν σε τουλάχιστον 30.000.000 δραχ ές· ποσό δυσθεώρητο για τα τότε ελληνικά
οικονο ικά δεδο ένα.

ιαβάστε περισσότερα: http://www.pare-dose.net/?p=.q 6oo#ixzziiTEcUQKf


ΠΤ ΧΕΥΣΗ ΕΛΛΑ ΑΣ 1843
Το καλοκαίρι του 1843, η Ελλάδα έπρεπε να καταβάλει στις τράπεζες της Ευρώπης τα
τοκοχρεολύσια παλιότερων δανείων που είχε πάρει η χώρα. υστυχώς τα λεφτά δεν είχαν πάει σε
υποδο ές που θα βοηθούσαν την κατεστρα ένη ελληνική οικονο ία, αλλά είχαν σπαταληθεί
στους ε φυλίους της επανάστασης και στα λούσα του παλατιού και των Βαβαρών συ βούλων του
στέ ατος.
Οι τόκοι που έπρεπε να καταβάλλονται κάθε χρόνο ήταν 7 εκατο ύρια δραχ ές και
ισοδυνα ούσαν ε το ισό τών συνολικών εσόδων του...ελληνικού κράτους που έφταναν ετά βίας
τα 14 εκατο ύρια ετησίως. Στην πραγ ατικότητα, ε την καταβολή των τόκων δεν περίσσευε
τίποτα να επενδυθεί προς όφελος του ελληνικού λαού.
Την άνοιξη του 1843, η κυβέρνηση παίρνει έτρα λιτότητας, τα οποία ό ως δεν αποδίδουν τόσο
ώστε να ...συγκεντρωθούν τα απαιτού ενα για την ετήσια δόση χρή ατα. Έτσι, τον Ιούνιο του
1843, η ελληνική κυβέρνηση ενη ερώνει τις ξένες κυβερνήσεις ότι αδυνατεί να καταβάλει το ποσό
που χρωστάει και ζητά νέο δάνειο από τις εγάλες δυνά εις, ώστε να αποπληρώσει τα παλιά. Αυτές
αρνούνται κατηγορη ατικά.
Αντί να εγκρίνουν νέο δάνειο, εκπρόσωποι των τριών εγάλων δυνά εων (Αγγλία-Γαλλία-Ρωσία)
κάνουν ια διάσκεψη στο Λονδίνο για το ελληνικό χρέος και καταλήγουν σε καταδικαστικό
πρωτόκολλο. Οι πρεσβευτές των εγάλων δυνά εων ε το πρωτόκολλο στο χέρι, παρουσιάζονται
στην ελληνική κυβέρνηση και απαιτούν την ικανοποίηση του. Αρχίζουν διαπραγ ατεύσεις ανά εσα
στα δύο έρη και ετά από έναν ήνα υπογράφουν νη όνιο, σύ φωνα ε το οποίο η Ελλάδα
πρέπει να πάρει έτρα ώστε να εξοικονο ήσει έσα στους επό ενους ήνες το αστρονο ικό
επιπλέον ποσό των 3,6 εκατο υρίων δραχ ών, που θα δοθούν στους δανειστές της.
Για να είναι σίγουροι ότι το νη όνιο θα εφαρ οστεί κατά γρά α, οι πρεσβευτές απαιτούν να
παραβρίσκονται στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συ βουλίου που θα εγκρίνει τα έτρα και να
παίρνουν ανά ήνα λεπτο ερή κατάσταση της πορείας εφαρ ογής τους, αλλά και των ποσών που
εισπράττονται.
Τα βασικά έτρα που επέβαλε η κυβέρνηση έσα στο 1843 σε εφαρ ογή του τότε νη ονίου:

1. Απολύθηκε το ένα τρίτο των η οσίων υπαλλήλων και ειώθηκαν 20% οι ισθοί όσων
παρέ ειναν.
2. Στα άτησε η χορήγηση συντάξεων, που τότε δεν δίνονταν στο σύνολο του πληθυσ ού αλλά σε
ειδικές κατηγορίες.
3. Μειώθηκαν κατά 60% οι στρατιωτικές δαπάνες, ειώθηκε δραστικά ο αριθ ός των ένστόλων και
αντί για ισθό οι στρατιωτικοί έπαιρναν χωράφια.
4. Επιβλήθηκε προκαταβολή στην είσπραξη του φόρου εισοδή ατος και της "δεκάτης", που ήταν ο
φόρος για την αγροτική παραγωγή.
5. Αυξήθηκαν οι δασ οί και οι φόροι χαρτοσή ου.
6. Απολύθηκαν όλοι οι ηχανικοί του η οσίου και στα άτησαν όλα τα δη όσια έργα.
7. Καταργήθηκαν εντελώς όλες οι υγειονο ικές υπηρεσίες του κράτους.
8. Απολύθηκαν όλοι οι υπάλληλοι του εθνικού τυπογραφείου, όλοι οι δασονό οι, οι δασικοί
υπάλληλοι και οι ισοί καθηγητές πανεπιστη ίου.
9. Καταργήθηκαν όλες οι διπλω ατικές αποστολές στο εξωτερικό.
10. Νο ι οποιήθηκαν όλα τα αυθαίρετα κτίσ ατα και οι καταπατη ένες "εθνικές γαίες" ε την
πληρω ή προστί ων νο ι οποίησης.
11. Περαιώθηκαν συνοπτικά όλες οι εκκρε είς φορολογικές υποθέσεις ε την καταβολή εφάπαξ
ποσού.

[Το συγκεκρι ένο νη όνιο του 1843, από πολλούς ιστορικούς θεωρείται ία από τις σοβαρότερες αφορ ές για
το ξέσπασ α της επανάστασης της 3ης Σεπτέ βρη 1843, που έφερε Σύνταγ α στη χώρα.]
Ε κ τ ύ π ω σπ
Π οια Ελλάδα καταρρέει;
Του Βλάση Αγτζίδη*

Λίγα όλις χρόνια ετά το υ ς Ο λυ π ιακούς Αγώ νες, οπ ότε οι Ε λληνες -το υ λά χ ισ το ν οι ελίτ αυτή ς τη ς
χ ώ ρ α ς - έζησαν ε π άθος το παρα ύθι τη ς Σταχτοπ ούτας, η σκληρή π ραγ ατικότητα έσ τρεψ ε τη
δη όσια σ υζήτησ η σ την ακριβώ ς αντίθετη φορά. Η παγκόσ ια οικονο ική κρίση, παράλληλα ε την
κρίση του ενιαίου νο ίσ ατος, οδήγησε τη ν ελλαδική κοινωνία σε ια π ρω τοφ α νή κρίση και δυσανεξία.
Εφερε π αράλληλα σ την επιφάνεια όλες τις δο ικές δυσπλασίες του νεοελληνικού κρατικού
εγχειρή ατος. Ετσι η Ελλάδα αναδείχθηκε σε ιδιαίτερο και οναδικό φαινό ενο σ την Ευρώ πη,
καταλύτη εγάλω ν αρνητικώ ν αλλαγών.

Ποιες ό ω ς είναι εκείνες οι παρά ετροι που οδήγησαν την Ελλάδα σε ια τόσ ο δυσ ενή θέση; Είναι
όνο η εταπ ολιτευτική διαχείριση που ετέτρ εψ ε το κράτος σε θεραπαινίδα τω ν κο α τικώ ν
ηχανισ ών; Μ ήπ ω ς υπάρχουν βα θύτερες αιτίες, που ανάγονται σ τον τρ όπ ο που σ υγκροτήθηκε η
Ελλάδα ω ς έθ ν ο ς -κ ρ ά το ς και απλώ ς επ ιδεινώ θηκαν από την π ρόσ φατη διαχείριση;

Η ελληνική παλιγγενεσία, η δεύτερη εγάλη αντιαπολυταρχική ευρω παϊκή επανάσταση ετα τη


Γαλλική, οδήγησε στη δη ιουργία του νεαρού ελληνικού κράτους το 1830. Ο ω ς, τα γεω γραφικά όρια
του νεαρού εθνικού κράτους απείχαν πολύ από τα όνειρα τω ν π ροοδ ευτικώ ν διαφ ω τισ τώ ν που
ονειρεύτηκαν και σχεδίασαν τη ν Επανάσταση.

Το έ θ ν ο ς -κ ρ ά το ς ήταν ια νέα πολιτειακή ορφ ή που ε φ ανίσ τηκε ετά τη Γαλλική Επανάσταση και
εξέφ ρ α ζε τη ν άνοδο τω ν ασ τικώ ν σ τρ ω ά τω ν σ την εξουσία, ενάντια σ τους π αλιούς φ εουδά ρχες και
αρισ τοκράτες. Στην ελληνική, ό ω ς, π ερίπ τω σ η, το έθ ν ο ς -κ ρ ά το ς δη ιουργήθηκε σε ια περιοχή απ’
όπου απουσίαζαν π λή ρ ω ς τα αστικά στρώ ατα. ηλαδή, οι κοινω νικές εκείνες δυνά εις που
αντιστοιχούσαν στη νέα ποΛίτειακη ορφή. ια Τ δ ά φ η που αποτέλεσαν το έδαφ ος του ελεύθερου
κράτους βρίσ κονταν σ την καθυσ τερη ένη π εριφέρεια τη ς αυτοκρατορίας από τη ν οποία
αποσχίστηκαν. Τα εγάλα αστικά κέντρα, όπου ζούσε και αναπτυσ σόταν δη ιουργικά ο ελληνισ ός,
βρέθηκαν εκ τό ς τω ν συνόρω ν.

Ε ντός τω ν συνόρω ν, οι παραγω γικές δυνά εις ήταν ελάχιστα ανεπ τυγ ένες, όπ ω ς και οι υπόλοιπες
π ροϋπ οθέσ εις που ήταν απ αραίτητες για τη λειτουργία ενός έθ ν ο υ ς-κρ ά το υ ς. Βασικό χαρακτηρισ τικό
στην εξέλιξη τη ς ελλαδικής κοινω νίας θα είναι η απουσία σ η αντικώ ν αστικώ ν σ τρ ω ά τω ν . Ετσι το
κράτος θα σ υγκροτηθεί στη βάση π ροασ τικώ ν, πατριαρχικώ ν σχέσεων. Οι πραγ ατικές δο ικές
αδυνα ίες θα οδηγήσουν σε ια ιδεολογική «υπ ερ -αναπ λήρω σ η» βασισ ένη σ την αρχαιοελληνική
ανάκληση, σ την αναβίωση ενός νεκρού π α ρελθό ντο ς ω ς αντιστάθ ισ α σ την υπ αρκτή πολιτισ ική
τα υ τό τη τα τω ν εξω ελλα δικώ ν ελληνικώ ν κέντρω ν. Παράλληλα, θα εδραιω θεί έσω τη ς
αυτοαναγνώ ρισης η ιδεολογία τη ς « ητρόπ ολης» ω ς συναίσθη α υπεροχής.

Ειδικά ετά τη ν καθιέρω ση του Σ υντάγ ατος του 1844, τα ισχυρά από τη ν προεπ ανασ τατική εποχή
τοπικά σ υ φ έροντα τω ν π ροεσ τώ ν και τω ν φ εουδαργώ ν θα Τ α τα λά ^ου ν π λ ή ρ α ί^ ά ι ο λ ο κ λ η ρ ω τ ι^ ^
την εξουσία στο β α σ ΙΧ είο Γ θ ^π η ρ εά σ ο υ ν α π ο φ α ^ τη οναρχία, θα εδραιώ σουν έναν πελατειακό
κοινοβο υλευτισ ό και θα οδηγήσ ουν σ την ανάπ τυξη ενός παλαιοελλαδικού τοπ ικισ ού,
κρίσι ες επ οχές τη ς Ιστορίας θα έχει οιραία συ βολή στις εξελίξεις. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε
υπ ερ-λειτου ργία του κρατικού ηχανισ ού, ε απ οτέλεσ α τη δη ιουργία ισχυρών δεσ ώ ν εταξύ
ελεύθερης αγορά'ςΤαί κρ ^ λειτουργίας. Η πολιτισ ική ενοποίηση του πληθυσ ού και
η δη ιουργία ηχανισ ώ ν λειτουργίας που αντιστοιχούσαν στη νέα πολιτειακή ορφή απορρόφησ αν
τις δρα σ τηριότητες τω ν νέω ν ελίτ, κρατικοδίαιτω ν σε εγάλο βαθ ό, που αναπ τύχθηκαν.

Σε αντίθεση ε την κοινω νική εξέλιξη εν τό ς του ελληνικού βασιλείου, ω ς απόρροια του Τανζι άτ και

ί
του Χάτι Χου αγιούν -δ η λ α δ ή τη ς οθω ανικής π ερεσ τρόικα -, οι Ε λληνες τη ς Ο θω ανικής
Α υτοκρατορίας θα αναπ τυχθούν ραγδαία καθ’ όλο το δεύτερο ισό του 19ου αιώνα. Θ α αναπ τύξουν
αξιοση είω τα αστικά στρώ ατα, που αζί ε το υ ς Αρ ένιους και, λιγότερο, το υ ς Εβραίους θα
απ οτελέσ ουν Υ ή>7οϋω ανικ1^α^ική τάξη, τη ν οποία θα επιχειρήσουν επιτυχη ένα, από το 1908, να
εξοντώ σ ουν οι νεότουρκοι εθνικιστές. Ετσι, η οναδική ελληνική αστική τά ξη που δια ορφώ θηκε
ιστορικά και είχε χαρακτηριστικά που αντιστοιχούσαν σ την ευρωπαϊκή τυπολογία, βρισκόταν σ την
Ο θω ανική Αυτοκρατορία.

εξελίξεις στην Ελλάδα και η πολιτική που θα επιλεγεί στις αρχές του 20ού αι. θα καθορισ τούν από
τις ενδοοθω ανικές εξελίξεις, τη ν ε φάνιση ενός ιλιταριστικού εξτρε ισ τικού τουρκικού εθνικισ ού
και τη ν ήττα τω ν εταρρυθ ισ τικώ ν οθω ανικώ ν δυνά εω ν. Η άνοδος σ την εξουσία τω ν
εταρρυθ ισ τικώ ν δυνά εω ν που ήταν σ υσ π ειρω ένες γύρω από τον Βενιζέλο εγγυόταν εν έρει τη
συ ετοχή του ελληνισ ού στις κοσ ογονικές αλλαγές που σύντο α επ ρόκειτο να έρθουν.

Ο Κ Παγκόσ ιος Π όλε ος και οι εταπ ολε ικές διευθετήσ εις ε τ η ΐνίικρασιατική Εκστρατεία υπήο^αν
η οναδική ευκαιρία αναίρεσης τη ς αρχικής νενετικήο αντινουίαο. Η ενσω άτω ση τω ν περιοχώ ν όπου

2 3 /4 /2 0 1 2 12:34
^'ούσε και δρούσ ε η ακ αία ελληνική αστική τά ξη και βρισκόταν στον άξονα Κ ω νσ τα ντινο ύ π ο λη ς-
Σ ύρνης, θα οδηγούσε σ την αποκατάσταση ιας φυσιολογικής κοινω νικής δο ής στο ελληνικό έ θ ν ο ς -
κράτος.

Η αποτυχία του εγχειρή ατος, που επί τη ς ουσίας υπ ονο εύτηκε σ υνειδητά από τις κυρίαρχες ελίτ,
σφράγισε α ετά κλητα τη ορφ ή τη ς ελληνικής κοινωνίας.

* Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι ιστορικός.

: 18 - 12-2011
Cop yrigh t: h t t p : / / w w w .k a t h im e rin i.gr

Κ λ ε ίσ ιιιο ^ H Κ \Θ ΙΙΜ Ε Ρ ίΜ Ι

2 3 /4/20 12 1 2 :3 4 ^
ΕΛΛΑΑΑ ΤΕΛΟΥΣ ΕΚΑΕΤΙΑΣ 1940
[Από έκθεση του Α ερικανού απεσταλ ένου Πωλ Πόρτερ]

"Εδώ δεν υπάρχει κράτος σύ φωνα ε τα δυτικά πρότυπα. Αντ' αυτού υπάρχει ία χαλαρή ιεραρχία
ατο ιστών πολιτικών, ερικοί από τους οποίους είναι χειρότεροι από άλλους, που είναι τόσο
απασχολη ένοι ε τον προσωπικό τους αγώνα για εξουσία, ώστε δεν έχουν τον χρόνο να
αναπτύξουν οικονο ική πολιτική, ακό η κι αν υποθέσου ε ότι είχαν την ικανότητα».

«Σε ολόκληρη τη χώρα, από τη ία άκρη στην άλλη, κυριαρχεί ία γκρίζα ανυπεράσπιστη, βαθιά
έλλειψη πίστης για το έλλον - ία έλλειψη τπστης που οδηγεί σε πλήρη απραξία στο παρόν. Οι
άνθρωποι έχουν παραλύσει από την αβεβαιότητα και τον φόβο, οι ετηχειρη ατίες δεν επενδύουν, οι
καταστη ατάρχες δεν αποθηκεύουν προ ήθειες».

«Η δη όσια διοίκηση είναι υπερβολικά εκτετα ένη. Οι χα ηλοί ισθοί προσαυξάνονται βάσει ενός
εντελώς συγκεχυ ένου συστή ατος επιδο άτων, χάρη στα οποία ερικοί δη όσιοι υπάλληλοι
κερδίζουν έχρι και τέσσερις φορές περισσότερο από τον βασικό ισθό τους».

«Ποτέ άλλοτε δεν έχω δει διοικητική δο ή που να είναι τόσο απαράδεκτη. Απλούστατα, δεν είναι
δυνατόν να βασιστεί κάνεις ότι η δη όσια διοίκηση θα φέρει εις πέρας ακό η και τις τηο απλές
λειτουργίες ίας κυβέρνησης - την είσπραξη των φόρων, την εφαρ ογή οικονο ικών κανόνων, την
ετησκευή δρό ων. Συνεπώς η δραστική εταρρύθ ιση της δη όσκχς διοίκησης αποτελεί συνθήκη
εκ των ουκ άνευ για την επίτευξη οποιουδήποτε άλλου αποτελέσ ατος στην Ελλάδα».

«Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει άλλη πολιτική εκτός από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ώστε
να διατηρηθεί στην εξουσία απαριθ ώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος. Στόχος της είναι να
χρησι οποιήσει την ξένη βοήθεια ως έσο για τη διαιώνιση των προνο ιών ίας ικρής κλίκας που
αποτελεί την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».

«Τα ναυτιλιακά συ φέροντα βρίσκονται σε ιδιαιτέρα σκανδαλώδη θέση. Σή ερα η ελληνική


ε πορική ναυτιλία βρίσκεται σε άνθηση και οι εφοπλιστές καρπώνονται τα κέρδη. Ό ως η
χρεοκοττη ένη ελληνική κυβέρνηση δεν απολα βάνει κανένα όφελος από όλο αυτό τον πλούτο. Οι
αποδοχές των ναυτικών εξακολουθούν να εισρέουν στη χώρα, αλλά τα κέρδη των πλοιοκτητών
παρα ένουν, στην πλειονότητά τους, στο εξωτερικό».

«Η ο άδα πίεσης της καλής κοινωνίας - οι κο ψοί κοσ οπολίτες που έχουν την έδρα τους στις
Κάννες, στο Σαιν Μόριτς και στην αθηναϊκή πλατεία Κολωνακίου - θα ενεργοποιηθεί. Πολλοί από
αυτούς είναι γοητευτικοί άνθρωποι που ιλούν εξαιρετικά αγγλικά και αδη ονούν ειλικρινά να
παρέχουν κάθε δυνατή βοήθεια στην α ερικανική αποστολή. Εντούτοις θα αποπειραθούν να
προσεταιριστούν την αποστολή και να τη ετατρέψουν σε ένα εργαλείο διασφάλισης των
προνο ιών τους».

«Αίσθησή ου είναι ότι το ελληνικό κράτος έχοντας υποβάλει αίτηση βοήθειας και εποπτείας, έχει
θέσει, στο έτρο αυτό, όρια στην ίδια του την εθνική κυριαρχία».

Έγραψε στις 14 Φεβρουάριου 1947 ο Paul Porter επικεφαλής της α ερικανικής αποστολής στην έκθεσή του προς τον
Πρόεδρο των ΗΠΑ, H.S. Truman, προκει ένου ο Πρόεδρος να έχει ιδία άποψη για την οικονο ική κατάσταση στην
Ελλάδα. [Η πηγή των παραγράφων είναι ένα άρθρο του Paul Α. Porter στο τεύχος της 20/9/47 του Collier's Weekly
(δείτε εδω http://www. unr^ors/Pub/ColUers-1947sep20) O Πορτερ (απεσταλ ένος των ΗΠΑ στην Ελλάδα - Chief,
American Economic Mission to Greece) - Πρβλ. βιβλίο του 2006 ε τίτλo:"Paul A. Porter, Ζητείται ένα θαύ α για την
Ελλάδα". Εκδόσεις: "Μετα εσονύκτιες Εκδόσεις"]
A. «ΟΙ ΑΝΑΖΗΤΗΤΕΣ» ( 25, 7% 'coiJ συνόλου)
- Προσωπική εξέλιξη
- Πραγ ατισ ός - Ενεργητικότητα - Εφευρετικότητα
- υνατότητες προσαρ ογής στα νέα δεδο ένα
- Αλληλεπίδραση παγκόσ ιου και τοπικού περιβάλλοντος

2 Π. «ΤΑ ΙΣΧΥΡΑ ΙΙΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΜΙΜΗΣΗ» ( 13%)


- Κοινωνική ευθύνη - Ακεραιότητα - Αυθεντικότητα
- Έ φαση στις προσωπικές σχέσεις και την οικογένεια
- εκτικότητα σε νέες ιδέες/ τάσεις/ επαφές
- Παγκόσ ιο και τοπικό - κοινωνικό και ατο ικό πεδίο δράσης σε πλήρη
αλληλεξάρτηση

2Τ «ΟΙ ΓΕΝΝΑΙΟ ΟΡΟΙ/ ΣΤΟΡΓΙΚΟΙ» (ΐ2,3%)


- Ισχυροί δεσ οί ε καταγωγή/ παράδοση
- Έ φαση στις ικρές κοινότητες/ ο άδες ά εσου περιβάλλοντος (πόλη -
γειτονιά - ά εσος κοινωνικός περίγυρος)
- Έ φαση στο συναίσθη α και λιγότερο στη λογική
- Υποστηρίζουν’ και ‘υποστηρίζονται’ έσω σχέσεων προστασίας και
στοργής
- Συλλογικότητα - έ φαση σε υγεία/ ευεξία

‘ Από έρευνα RISC Hellas 1999 (Ελευθεροτυπία 8.4· 2θθθ)


3Π «ΟΙ ΙΚΤΥΟΜΕΝΟΙ» ( 11,6%)
- Στόχος: Προσωπική επιτυχία
- Ενέργεια στο άξι ου - Ένταση στο άξι ου - Ανταγωνιστικότητα
- Έ φαση στη δυνατότητα επαφής σε παγκόσ ιο/ τοπικό επίπεδο έσω
νέων τεχνολογιών και της πρόσβασης στην πληροφόρηση του
διαδικτύου.
- Αναζητούν τρόπους να αντι ετωπίσουν την αβεβαιότητα του κόσ ου που
τους περιβάλλει.

3Τ «ΟΙ ΚΥΝΗΓΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΨΥΧΗΣ» ( ί ο , 2%)


- Κυρίως νεότεροι σε ηλικία ε έντονη δράστηριοποίηση στο τοπικό τους
περιβάλλον
- Έ βλη ά τους: η 'παρέα’
- Απόλαυση - Ταχύτητα

4Τ «ΟΙ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΙ» (?,8%)


- Καταφύγιο στη σταθερότητα και τις κοινωνικές δο ές ε έ φαση στο
τοπικό περιβάλλον όπου ζουν.
- Μεγάλη ση ασία στα ‘πιστεύω’ τους ε ε πιστοσύνη στην παράδοση -
κοινότητα - οικογένεια - εκκλησία

4Π «ΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ» (7,7%)


- Ηθική - Καθήκον - Ισχυρά ‘πιστεύω’ - Πνευ ατικότητα
- Σεβασ ός προς την εξουσία και τους θεσ ούς
- Ενεργούν ε βάση το καθήκον - σεβασ ό - αφοσίωση - συ πόνια τόσο
σε παγκόσ ιο όσο και τοπικό επίπεδο
5Π «ΟΙ ΚΟΙΝίΙΝΙΚΟΙ ΑΝΑΡΡΙΧΗΤΕΣ» (5,4%)
- Κατοχή υλικών αγαθών ως σύ βολα κοινωνικής καταξίωσης
- Έ φαση στη στιγ ιαία απόλαυση και τη γρήγορη αντα οιβή
- Πιστεύουν ότι η επιτυχία στη ζωή βαδίζει ‘χέρι-χέρι’ ε την καλή τύχη.

5Τ «ΟΙ ΛΑΤΡΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛίΙΣΗΣ» (3,1%)


- Έ φαση στην απόλαυση - ξενοιασιά - σύγχρονη όδα - επώνυ α
προϊόντα.
- Στόχος τους: ια ήρε η/ άνετη ζωή ε οικογένεια και φίλους
- Ποτέ δεν α φισβητούν το ‘status quo’.

Σ «ΟΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ» (3,1%)


- Έ φαση στην ήσυχη ζωή ε γνώρι ες διαδικασίες/ καθη ερινές
ασχολίες/ σταθερότητα
- εν προτι ούν οποιουδήποτε τύπου αλλαγή
- Υψηλότερο αίσθη α ανησυχίας για ενδεχό ενες ‘απειλές/ κινδύνους’
- Ισχυρό αίσθη α περηφάνιας.
Σχετικά ε τις αφανείς αιτίες της εξέγερσης των παιδιών
Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΑΡΑΝΙΤΣΗ

Το κεί ενο που ακολουθεί, σκοπί ως βασισ ένο, ως έναν βαθ ό, σε υλικά προγενέστερων δη οσιεύσεων, φιλοδοξεί
να επιση άνει, αν η τι άλλο, πως όχι όνον πολλοί από ας είχα ε προαισθανθεί το επερχό ενο κύ α της δια αρτυρίας
αλλά, επίσης, ότι τα σχετικά ε τον «απρόβλεπτο» ή «ανερ ήνευτό» ή και «προβοκατόρικο» χαρακτήρα της ανήκουν στην
λανθασ ένη οπτική ή στην κακοπιστία.

Κάθε πέντε ώρες, ίσως και πιο συχνά, πεθαίνει το τελευταίο άτο ο ενός τουλάχιστον σπάνιου ζωικού είδους. Σ' αυτά
τα χα ένα είδη, όπου να ‘ναι, θα πρέπει να συ περιλάβου ε το παιδί. ινΙάλιστα, η υστερία που εκδηλώνεται στους κόλπους
της οντέρνας δυτικής κοινωνίας γύρω απ’ το υποτιθέ ενο αίτη α φροντίδας της σω ατικής υγιεινής των παιδιών, δεν απο
κλείεται να ισοδυνα εί ε έναν αποενοχοποιητικό ελιγ ό ώστε να συγκαλυφθεί το γεγονός ότι οι ενήλικοι έχουν αρπάξει απ' τα
παιδιά την παιδικότητά τους. Συνειδητοποιώντας κανείς τον ολότελα άψυχο ρεαλισ ό ιας ταινίας σαν το Elephant, θα άθει
κάτι που γνώριζε ήδη; ότι τα παιδιά εξαφανίζονται σταδιακά απ’ τη σκηνή του δυτικού κόσ ου, αφήνοντας, στη θέση τους,
έναν λαό από ίσκιους.
Αυτό ήταν, ασφαλώς, ανα ενό ενο. Στην εξαφάνισή του, το οντέλο της παραδοσιακής οικογένειας συ παρασύρει
ό,τι απέ εινε απ’ την παιδική ηλικία και, αζί, τα τελευταία υπολεί ατα αυθόρ ητης επιθυ ίας για την αυτονόητη κριτική των
θεσ ών που οι ενήλικοι εξακολουθούν να παριστάνουν ότι σέβονται ολονότι, ολοφάνερα, οι θεσ οί, επί της ουσίας, έχουν
εκλείψει. Τα παιδιά εγαλώνουν αποστηθίζοντας πληροφορίες, σε ια γλώσσα της οποίας οι έννοιες έχουν εκ ηδενιστεί, αρ
χής γενο ένης από τον αστερισ ό των εγάλων ιδεών -Θεός, πατρίδα, οικογένεια, αλήθεια, αγάπη κ.λπ., περιλα βανο ένου
εννοείται του σχολείου, που έχει σιγήσει και αποσυρθεί υπέρ των φροντιστηρίων. Η αναζωπύρωση της συζήτησης γύρω απ’
τα όρια της δυνατότητας να είσαι παιδί προδίδει ότι το νόη α που ενσαρκωνόταν σ’ αυτή τη δυνατότητα έχει αποσυντεθεί.
Όπου να ’ναι, θα χαθούν και τα ίδια τα παιδιά, καθώς θα θεωρούνται πλέον σαν πιστές ικρογραφίες ενηλίκων, τουτέστιν
ατό ων που έχουν αποδεχτεί, οιρολατρικά, την ανάθεση του σκέπτεσθαι στις ηχανές. Θα ψηφίζουν από τα 11, θα επιδίδο
νται στο σεξ απ’ τα 12 και θα σπουδάζουν απ’ τα 13, όνον που δεν θα πρόκειται ούτε για ψήφο ούτε για σεξ ούτε για σπου
δές αλλά για προσποιητές αναπαραγωγές στερεοτύπων συ περιφοράς προσανατολισ ένων στην α ιγή διεκπεραίωση, όπως
η γυ ναστική, ο περιορισ ός των θερ ίδων της διατροφής και η εκπαίδευση στα σή ατα της τροχαίας. Κάποτέ, ο ρόλος των
γονέων ήταν να διδάσκουν τους δεκάχρονους να υπάρχουν ακριβώς σαν υποδειγ ατικοί δεκάχρονοι. Τώρα πρέπει να τους δι
δάξουν να επω ίζονται την ανώνυ η ατο ικότητα ιας δίχως σύνορα οικου ένης όπου οι πάντες καλούνται να αποδείξουν ότι
είναι εξίσου επιδέξιοι στον χειρισ ό υπολογιστών και όπου η υποκει ενική ζωή, ε ια λέξη η ζωή του ψυχισ ού, αντικαθίστα
ται από ένα ευ ετάβλητο πλέγ α αναγνωρισ ένων δικαιω άτων και υποχρεώσεων.
Στο εταξύ, αφού η σύγχρονη κοινωνία πανηγυρίζει για την απόκτηση πανεπιστη ιακών πτυχίων από προικισ ένους
έφηβους, αντί να ανησυχεί, και αφού αγαλλιάζει στη θέα των νηπίων που αναλα βάνουν χρέη τηλεπαρουσιαστών, αντί να
φρίττει, οι δεκατριάχρονοι δολοφόνοι δεν πορεί παρά να βρίσκονται καθ’ οδόν. Και σ’ αυτούς ακό η αναγνωρίζουν έ εσα
ένα κατόρθω α, ια και ο κερδισ ένος χρόνος δεν παύει να είναι χρή α. Αναπόφευκτα, στις ΗΠΑ ενισχύεται η τάση να προ-
σάγονται οι ανήλικοι εγκλη ατίες σε δικαστήρια ενηλίκων και αυτό ειδικά ανα ένεται και εδώ από λεπτό σε λεπτό. Το ζητού ε
νο, για τα παιδιά, είναι να εξελίσσονται, από βιολογική και νο ική άποψη, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, όπως οι γέροι, απ’
τους οποίους η κοινωνία ζητάει να πεθάνουν ια ώρα αρχύτερα, στην καλύτερη περίπτωση ε ευθανασία, ώστε να ην επιβα
ρύνονται 01 προϋπολογισ οί των ασφαλιστικών εταιρειών. εν επιτρέπεται να είσαι αντιπαραγωγικός.
Έτσι, όσο πιο ισχνοί γίνονται οι δισταγ οί απέναντι στη γενική διάθεση να κριθούν τα παιδιά σαν αναλώσι α υλικά
σ' ένα παγκόσ ιο πείρα α επίσπευσης των εξελίξεων, τόσο πιο δυνα ικά προπαγανδίζεται ο κυνισ ός σαν το φάρ ακο κατά
της τρυφερότητας. Η τελευταία δεν χαίρει κα ίας εκτί ησης και λογοκρίνεται παντού, ενώ οι ενήλικοι φέρονται σαν να τη θεω
ρούν χάσι ο χρόνου. Σε αντιστάθ ισ α, σκηνοθετούν, υττοκριτικά, τελετές τι ητικής αποστρατείας της παιδικότητας σε κα
κόγουστα τηλεοπτικά σόου, όπου η λατρεία του ωρουδίστικου κιτς ατενίζει τολ ηρά τον οπερατέρ. Επο ένως δεν είναι άξιον
απορίας ότι πληθαίνουν τα πιο απίθανα έτρα πολιτικά ορθής έρι νας ούτως ώστε να προστατεύονται πάντοτε τα παιδιά ως
πολίτες και ποτέ η παιδικότητα, της οποίας η βαθύτερη, υστική αλήθεια είχε ανέκαθεν σύ αχο την τε πέλικη κλίση στον
ρε βασ ό, απ' όπου η δική ου γενιά (η τελευταία) πρόλαβε να αντλήσει την αίσθηση των διακυ άνσεων του εσωτερικού
χρόνου. Οι διακυ άνσεις εκείνες υπολογίζονται πλέον σαν αναχρονισ ός και τα παιδιά γαλουχούνται στην ακαριαία «επικοι
νωνία» έσω των SIVIS και των ψεκασ ών αδρεναλίνης.
Με τη σειρά της, η γειτονιά εξαφανίστηκε, οι αλάνες σώζονται σαν ντεκόρ του περασ ένου αιώνα και η φιλία τείνει να
συ πέσει ε τη βαθ ολόγηση των στιγ ιαίων επαφών έσω ιαδικτύου. Παράλληλα, τα παιδιά έπαψαν να αθαίνουν, στα
σχολεία, τι ση αίνει άθηση. Απαντώντας πριν σκεφτούν, έπαψαν να σκέφτονται, φυσικά, η ηθική δήθεν αντιπαλότητα
ανά εσα στη λογική της εκπαίδευσης και στα πρότυπα ψηφιακής διασκέδασης που κυριαρχούν είναι εκατό τοις εκατό πλα
στή. Σχολείο και ηλεκτρονική ψυχαγωγία συνεταιρίζονται στην κοινή περιφρόνηση του χρόνου, που καθίσταται ε πόδιο και
πρέπει να παρακα φθεί ή να κονιορτοποιηθεί σε α έτρητα ικροκαθήκοντα εξοικείωσης ε τον τρό ο της ρευστότητας. Ενη
έρωση και βιντεοπαιγνίδι συγκροτούν το ίδιο έτωπο στη άχη υπέρ της αποστήθισης. Παντού επικρατεί ένα κλί α υποτονι
κού πολε ικού πανικού. Εξειδίκευση και θεά ατα, αθλητισ ός και διαφή ιση, εθελοντισ ός και σταπστική, κινητή τηλεφωνία
και λατρεία της συναίνεσης, σεξουαλική απελευθέρωση και συλλογική απάθεια, επαγγελ ατικός προσανατολισ ός και χη ικό
ντοπάρισ α, multiple choice και καλλιέργεια των ανακλαστικών για την κεραυνοβόλο ανταπόκριση στις α έτρητες εφή ερες
όδες, όλ' αυτά είναι όψεις ιας κοινής φυγόκεντρου: τα παιδιά εξορίζονται όσο ακρύτερα γίνεται απ' τον « εταφυσικό» πυ
ρήνα της παιδικής ηλικίας. Η παλιά, ειρωνική υπεροχή της ευαισθησίας τους έναντι εκείνης των ενηλίκων έχει βουβαθεί · απο
ζη ιώθηκε ε την ίδρυση της Βουλής των Εφήβων.
0α πορούσε, άραγε, κανείς να αναρωτηθεί για το πού βρίσκεται σή ερα η παιδική ηλικία που αφαιρέθηκε απ' τα
παιδιά; Η απάντηση είναι ότι την κρατούν οι ενήλικοι υποθηκευ ένη στο βάθος ενός πένθους που δεν συντελέστηκε, δηλαδή
του πένθους για τη δική τους παιδική ηλικία, η οποία πέρασε κατευθείαν στη λήθη πριν ωρι άσουν οι συνθήκες υπό τις οποί
ες θα πορούσαν να την κατανοήσουν και να την αποχωριστούν. Οι συγκινήσεις έ ειναν αδιευκρίνιστες, οι συγκρούσεις
πάγωσαν προστά στην ανέφικτη συ όρφωση προς τον αιωνίως εκπρόθεσ ο εκσυγχρονισ ό της τεχνολογίας και των ηθών ·
απότο α, ο κόσ ος κατοικήθηκε αποκλειστικά από καταναλωτές. Οι παλιές εφηβικές επαναστάσεις αταιώθηκαν ε τρόπο
που δεν ευνόησε την αντήχησή τους στο σύ παν των ανα νήσεων και οι ντουλάπες γέ ισαν σκελετούς. Ξαφ\!'ΐκά, όλα άρχι
σαν να οιάζουν πρόωρα και συνά α καθυστερη ένα, φουτουριστικά και συνά α παλιο οδίτικα. Το δοκι αστικό ζύγισ α των
σχέσεων ε τους γονείς, ο ίλιγγος των πολιτισ ικών καινοτο ιών και η ορ ητική εισβολή ενός πρωτόγνωρου οντέλου «λει-
τουργικής»/«δυσλειτουργικής» οικογένειας, όλ’ αυτά παίχτηκαν στην κόψη ιας στιγ ιαίας ευφορίας και κατόπιν σαρώθηκαν
εν ιά νυκτί από την κατάθλιψη και το άγχος των «προκλήσεων» της λεγά ενης παγκοσ ιοποίησης.
Ήταν ια εταβατική εποχή που δεν είχε προηγού ενο. Οι άνθρωποι διδάχτηκαν την Ιστορία από την τηλεόραση.
Αυτή τους έσπρωξε στο ση είο φυγής όπου, έκτοτε, η σχέση τους ε τη φύση δια εσολαβείται απ' τον τουρισ ό και την οικο
λογία. Τους έπεισε ότι η ά εση επαφή ε άλλα ανθρώπινα όντα είναι ολυσ ατική, τους έδειξε τη νέα γενιά φορητών συ
σκευών που θα αντικαθιστούσαν την ε πειρία, τους ίλησε για τον επανασχεδιασ ό του σώ ατος και τους πρότεινε να ξεφορ
τωθούν τους ρυθ ούς του παρόντος περνώντας δια αγείας στο έλλον ιας βάναυσης, ηθικής αρχαιότητας, ένα είδος προφη
τικού υπερσυντέλικου όπου οι δεινόσαυροι δικαιούνται τάχα τη συ πάθεια. Τώρα, οι άντρες και οι γυναίκες, ην έχοντας προ
λάβει να εγαλώσουν, παίζουν ε τα αυτοκινητάκια τους, ε τα καλλυντικά και τα γκάτζετ\ ε τις τι ές του χρη ατιστηρίου και
τα τεστ εγκυ οσύνης, στερού ενοι και στερού ενες οιασδήποτε κριτικής αντίληψης του τι προηγήθηκε και τι έπεται. Κλέβουν

‘ Λ gadget is a small technological object (such as a device or an appliance) that has a particular function, but is often thought of as a nov
elty. Gadgets are invariably considered to be more unusually or cleverly designed than normal technological objects at the time of their in
vention. [προσθήκη; Ν.Π.]
την παιδική ηλικία των παιδιών τους ώστε να τη χρησι οποιήσουν σαν ασπίδα της δικής τους αποτυχη ένης ενηλικίωσης και
τα συ βουλεύουν να ορα ατιστούν έναν κόσ ο που θα βγει απ’ τον σωλήνα χάρη στο χάπι του οργασ ού. Ο χρόνος γίνεται η
διαρκής προεξόφληση ενός δανείου που όλοι χρωστούν ενώ κανείς δεν εισέπραξε, το δε σύστη α απευθύνει στους νέους εκ
κλήσεις να άθουν να τον αντι ετωπίζουν σαν το βασικό απόβλητο. Ασφυκτιώντας από την έλλειψη αυτού ακριβώς του
χρόνου, τα παιδιά ακούν ξανά και ξανά ότι εκείνο που τους λείπει όχι όνον δεν είναι ση αντικό αλλά πρέπει να το συγκρί
νουν ε το σκουπίδι που ένει ετά τη χρήση της ζωής ως καταναλωτικού αγαθού. οξάζεται και εδώ η ανακύκλωση.
Παρα ένει, άρα, αδύνατον να είσαι παιδί στ' αλήθεια όταν οι πάντες φέρονται σαν παιδιά. Σ’ αυτή την απόσυρση της
αλήθειας απ’ το προσκήνιο, δηλαδή της αυθεντικότητας των βιω άτων, των πεποιθήσεων και της γλώσσας, όπου εξάλλου θε
ελιώνεται η επιτυχία της τηλεόρασης, πόσω άλλον των πιο εξελιγ ένων έσων «επικοινωνίας» και «ενη έρωσης», τα παι
διά θα απαντούσαν (όπως και απάντησαν) ε ίαν άνευ προηγου ένου δυσφορία, την οποία είχαν συνηθίσει να κρύβουν στα
βάθη της βαρε άρας και της ανορεξίας. Ούτε καν η αλήθεια της αφέλειας δεν τους επιτρεπόταν, αφού η αφέλεια είχε πάψει να
αντιπροσωπεύει την ειδοποιό διαφορά ανά εσα σε παιδιά και ενήλικους - ο ολογου ένως, ποτέ η ενήλικη αφέλεια δεν είχε
κληθεί να παίξει έναν τόσο ση αντικό ρόλο στο πεδίο της εξουσίας και της δη οσιότητας.
Λένε πως όλα τα ωρά, λίγο πολύ, οιάζουν το ένα στο άλλο, ό ως σή ερα, καθώς τα παιδιά εγαλώνουν, που θα
πει πως η νηπιακή συγγένεια των χαρακτηριστικών του προσώπου υποχωρεί, είναι οι πατεράδες εκείνοι που αρχίζουν να
οιάζουν εταξύ τους, από την άποψη ότι ένουν ο οιό ορφα αθέατοι. Γρήγορα κατάφεραν να εξασφαλίσουν συνθήκες, επαγ
γελ ατικές ή άλλες, που τους απαγόρευαν να διασταυρώνονται ε τα παιδιά τους, εκτός κι αν αυτά παρέλαυναν σαν ωραία
δείγ ατα DNA στις σχολικές γιορτές. Την ώρα που οι φιλόσοφοι και οι ψυχαναλυτές θρηνούσαν για την εξαφάνιση του Πα
τέρα ως κυρίαρχου θεσ ικού και ιστορικού υποκει ένου, ο κάθε φυσικός πατέρας ήταν κιόλας εξαφανισ ένος, έχοντας αφή
σει, ένοχα, στη θέση του την πιστωτική κάρτα. Συνεπώς, το να ιλά ε για ονογονεϊκές οικογένειες, αναφερό ενοι σ’ ένα στα
τιστικό δεδο ένο, αποδεικνύεται παραπλανητικό, άπαξ και οι οικογένειες κατέληξαν ουσιαστικά ονογονεϊκές στο σύνολό
τους, ε τον πατέρα να περιορίζεται σ' ένα απρόσωπο ση είο αναφοράς των οικονο ικών διευθετήσεων, ΐνίοναδική του αγω
νία, αν θέλου ε να εί αστε ειλικρινείς, είναι η εκ ετάλλευση των ευκαιριών ώστε να απο ακρυνθεί απ' τον συναισθη ατικό
πυρήνα της οικογένειας ακό η περισσότερο, παύοντας να βλέπει εκείνο που ενσαρκώνουν οι διπλανοί του: δηλαδή την
αδιάψευστη υπενθύ ιση της αποτυχίας του να συνδεθεί σε βάθος.

Μια και δεν είναι πάντα εύκολο για τον δότη σπέρ ατος, τον φερό ενο ως πατέρα, να απέχει από το οικογενειακό δια έρισ α
ε κάποιο πρόσχη α, εσωτερικεύει την απόσταση και αγκυροβολεί προστά στην τηλεόραση ή στον υπολογιστή, δίνοντας
στο παιδί του το παράδειγ α ιας ζωής που λυτρώνεται απ' τις δυσκολίες του Λόγου έσω του ση είου φυγής, στις οθόνες.
Όχι λιγότερο αλλοτριω ένες, οι ητέρες διασκεδάζουν την απογοήτευσή τους καθρεφτιζό ενες στα γυναικεία έντυπα και απο
λα βάνοντας τίτλους όπως «Τι απέγιναν οι άντρες;» ή «Συνδυάστε καριέρα και οικογένεια». Όσο για τη στοργή, που κάποτε
τις έκανε τόσο αγαπητές, τώρα, αφού προσπάθησαν τολ ηρά να γίνουν άντρες οι ίδιες κι αφού το ισοκατάφεραν ι ού ενες
τη χειρότερη πλευρά εκείνων, νιώθουν την έλλειψη διαφοράς να παγώνει τα σεντόνια.
Επο ένως, δεν έχει νόη α να αναρωτηθού ε πού κρύβονται οι πατεράδες. Κρύβονται εκεί ακριβώς που τους βλέπεις:
στον ορίζοντα των συ βάντων της επαγγελ ατικής ρουτίνας, προέκταση της οποίας αποτελεί η «ψυχαγωγία» ως τόπος όπου
αθροίζονται τα «must» και οι ανακλαστικές συ περιφορές πέριξ των καταναλωτικών καθηκόντων. Για παράδειγ α, τι πιο
επαγγελ ατικό απ’ τις διακοπές, όπου το κύριο έλη α είναι η εκ ετάλλευση του χρόνου και η ταχεία σάρωση των τοπίων της
υπαίθρου εν είδει τηλεοπτικών αποζη ιώσεων για τη ζωή σε ια πόλη που κατάντησε αφόρητη; Θα ‘ταν ανόητο να αρνηθού ε
ότι τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν ιαν αβέβαιη αλλά ζωηρή και επώδυνη αντίληψη αυτού του δρά ατος· αν και δυσκολεύονται
να την εκφράσουν, τα ταλαιπωρεί δρα ατικά. Ξέρουν ότι έχουν γεράσει πρόωρα και, στο λυκόφως της πατρότητας απ' την
οποία παραιτήθηκαν οι πατεράδες τους, αθαίνουν διαισθαντικά ότι ο επαγγελ ατισ ός και το κυνήγι των επιδόσεων έχουν
εισβάλει στην ιδιωτική ζωή καθιστώντας την τρόπον τινά δη όσια, για να ην πού ε και για την αλλοτρίωση του βλέ ατος
που συνεπάγεται το φάσ α των φαινο ένων τα οποία παράγονται από την παντοκρατορία της κά ερας. Μοιραία, η ονειρική
γεωγραφία του σπιτιού εξουδετερώνεται απ’ τη λογική των ριάλιτι, ενώ κάθε ετακίνηση δια έσου του σκηνικού της πόλης
πείθει ότι είναι κι αυτό, ε τη σειρά του, ένας λαβύρινθος από κό βους και προσβάσι ες διευθύνσεις, σαν το ιαδίκτυο. Ο,τι
στήριζε παλιά την ε πράγ ατη έλξη για το υστήριο της φύσης, πάγωσε κάτω απ' την πινακίδα του οικολογικού προστάγ α
τος.
Έτσι, και προκει ένου να επιβιώσουν, τα παιδιά και οι έφηβοι αρχίζουν, αργά ή γρήγορα, να συναγωνίζονται τους
γονείς, εφόσον οι τελευταίοι δείχνουν να θεωρούν τον ανταγωνισ ό σαν τη οναδική διαθέσι η γλώσσα. Αυτό διευκολύνει τη
φυγή των γονέων. Η α ηχανία που προκαλείται απ’ το πλήθος των ανεκπλήρωτων συναισθη ατικών οφειλών απέναντι στα
παιδιά, επιφέρει την παράλυση και των πιο στοιχειωδών χειρονο ιών θέρ ης και γενναιόδωρης προσφοράς. Για να την αντι
σταθ ίσουν, γίνονται υπερκινητικοί. Από τη θέση κάποιου που κινείται πάνω κάτω τηλεφωνώντας και διαπραγ ατευό ενος
επαχθείς συ βιβασ ούς, εκπαιδεύουν τον εαυτό τους να κοιτάζει τα παιδιά δίχως να τα βλέπει και δίχως να τα ακούει, ενώ η
κακή τους διάθεση παρακά πτει διαρκώς, έσω αντιπερισπασ ών, τη διάχυτη υποψία ότι τα πράγ ατα θα πορούσαν να εί
ναι εντελώς διαφορετικά αν οι άνθρωποι, αντί να πληκτρολογούν, συζητούσαν.
Εντούτοις, το αναπάντητο αίτη α των παιδιών για κάτι που ένει εκτός κατανόησης και που καθησυχάζεται προσωρι
νά ε το να «επιλέγουν» καταναλωτικά δολώ ατα ή εντολές στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου είναι ευδιάκριτο κατά τη διάρ
κεια όλων των επεισοδίων βίαιης αντίδρασης στην ανία της εκπαίδευσης.

Τα αίτια της εξέγερσης των παιδιών (2)

Τα παιδιά είναι οι αγρότες της πόλης. Τους έχει ανατεθεί να καλλιεργούν τα σκουπίδια, το βασικό προϊόν του αστικού
πολιτισ ού. Ο Ιούνιος κι ο Σεπτέ βρης παρα ένουν αφιερω ένοι στη συγκο ιδή. Η Σελήνη στη γέ ιση.
Αυτό εξάλλου περιγράφει τη οίρα όλων ας και ελάχιστα αντιβαίνει προς το συ πέρασ α ότι η κοινωνία, συνολικά,
παλι παιδίζει. Κατ’ ουσίαν; α) τα αγροτικά προϊόντα, που υποβαθ ίστηκαν σε σκουπίδια και που οι αγρότες τα σκορπούν
επιδεικτικά προστά στις κά ερες για να δείξουν ότι η τι ή τους πλησίασε το ηδέν, και β) τα κοινά σκουπίδια που παράγει η
κοινωνία καθη ερινά, διοχετεύοντάς τα στις χω ατερές, διαφέρουν ελάχιστα.
Πριν από τριάντα όλις χρόνια, όταν το πλαστικό αποτελούσε ακό η εξαίρεση, ήταν ακριβώς τα σκουπίδια (όπως και
τα λύ ατα των βόθρων) που χρησί ευαν για να λιπανθούν τα δέντρα και τα λαχανικά τα οποία, ε τη σειρά τόυς, θα ευδοκι
ούσαν για να πουληθούν και να φαγωθούν κατόπιν αγειρικής επεξεργασίας, αφήνοντας πίσω ένα ελάχιστο ίχνος, κουκού
τσι ή φλούδι ή ρίζα, και το ίχνος επανεισαγόταν στον κύκλο της οικιακής οικονο ίας, ε δυο λόγια στον λάκκο ε τα σκουπί
δια, όπου θα ζυ ωνόταν από τη φύση το λίπασ α της επό ενης χρονιάς. Τώρα, τα σκουπίδια δεν λιώνουν, αλλά γίνονται
αυτά αντικεί ενο χη ικής επεξεργασίας, ενώ τα δέντρα καρποφορούν σκουπίδια. Η ευκολία και συχνότητα ε την οποία οι χω
ατερές καταπίνουν τόνους πορτοκαλιών ή ροδακίνων δείχνει ότι οι όροι αντιστράφηκαν κι ότι το απόβλητο είναι πια ο ίδιος ο
καρπός: αντί το περιπό να εισάγεται στη ρίζα ενός κύκλου ώστε να πυροδοτήσει την ανανέωση της πολυτι ότητας, πολυτι-
ότητα και περιττό συγχωνεύονται κατευθείαν.
Ξέρου ε δηλαδή πως το «κουκούτσι» του πράγ ατος, εκείνο που δεν τρωγόταν, ήταν κάποτε ιερό, κάτι σαν πε πτου
σία ή σύ βολο της πυκνότητας της ύπαρξης: αν οι θεοί το έδιναν ως ένα η καταναλώσι ο αντικεί ενο, ήταν επειδή το προόρι
ζαν να ταφεί και να καρποφορήσει. Σή ερα, το φρούτο, όπως και η γνώση, παρουσιάζεται, ολόκληρο, σαν ένα συ παγές φύ
ρα α του καταναλωτικού κύκλου, ια στερεοποιη ένη ιδέα της παλαιός γεωργικής αφθονίας χωρίς γεύση ή αξία ανταλλαγής,
όνον ε τα έντονα χρώ ατα που ευνοούν την άσκηση οπτικής γοητείας και συνά α επέχουν θέση σή ατος κινδύνου για την
ανακύκλωση της συσκευασίας, διατροφική και οικολογική. Αν ια φορά κι έναν καιρό η γνώση οργανωνόταν π.χ. γύρω απ’
τον άξονα ιας ιστορικής χρονολογίας (αυτό ήταν το ση αντικό, διότι αντιστεκόταν στην απο νη όνευση), τώρα η χρονολογία,
ο γυ νός αριθ ός, έγινε το βασικό στοιχείο εστίασης, η καθαρή ττληροφορία, το φετίχ ας: κρατά ε ττλέον αυτό ττου είναι κατ'
εξοχήν για πέτα α.
ς εκ τούτου, τα δέντρα, εταφορικά ιλώντας, δεν ριζώνουν πουθενά. Και ιδού πώς εξηγείται η απάθεια της πλειο
νότητας των Αθηναίων όταν τα συνεργεία του δη άρχου επιτίθενται για να τα εξαφανίσουν. Οι Αθηναίοι είναι εκείνοι που
πρώτοι εγκατέλειψαν τις καΜιέργειες για να συ βάλουν στον υδροκεφαλισ ό της πρωτεύουσας, στρατολογη ένοι στην κανι
βαλική υπερανάπτυξη ιας πόλης προσφύγων, όπου, στο εξής, θα ζουν ε την ενοχή για το ότι άφησαν τα πνεύ ατα των
δέντρων να πεθάνουν από αρασ ό.
Η ίδια ανθρωπολογική ετάλλαξη παράγει συ πτώ ατα σαν την αδιάφορη ανοχή των δη οτών προς την παλινόρθω
ση του κα ένου τηλεοτπικού δέντρου των Χριστουγέννων, πάνω στο οποίο τα παιδιά κρέ ασαν τελικώς «αληθινά» σκουπίδια,
γελοιοποιώντας, στη νιοστή, το σύ βολο ιας νεκρής χλωρίδας που έγινε σκουπίδι η ίδια. Εξαντλώντας την αλληγορική ση α
σία της έννοιας του φυτικού, το δέντρο ετατράπηκε σε έ βλη α της ηθικής και πνευ ατικής λοβοτο ής ενός λαού που κατανα
λώνει τελετουργικά, απλώς και όνον διότι αυτό απαιτεί η η ερολογιακή σύ βαση. Κάτι σαν τις εξετάσεις του λυκείου, για τις
οποίες κάποιος χέστηκε. Ή σαν τις άοσ ες και ρηχές, τις ονοκό ατες, τις ονο ερώς απο νη ονεύσι ες και δίχως αντίλαλο
απαντήσεις που ζητούν οι εξεταστές των Πανελληνίων για να εφαρ όσουν επάνω τους σταθερά και στεγνά προδιαγεγρα
ένες τι ολογήσεις, σαν κωφάλαλοι ή τυφλοί. Αυτό που τίθεται στη ριζική υποδοχή του γνωστικού δέντρου είναι το ίδιο το
σκουπίδι ιας καρποφορίας που λιπαίνει τον εαυτό της αταίως.
Εν ολίγοις, σκουπίδι είναι το κάθε τι για το οποίο επιτρέπεται να πού ε πως έχασε το περιεχό ενό του ή, πιο σωστά,
το νόη α που ετέφερε έχρι προ τινός, εφόσον το νόη α ισοδυνα εί ε το συναισθη ατικό και λογικό περιεχό ενο κάθε
πράγ ατος που γίνεται αντιληπτό. Αυτό δεν αφορά αποκλειστικά τις χρονολογίες στο άθη α της ιστορίας, ούτε τα ντεσού της
«ενη έρωσης» για όσους πεθαίνουν τάχα από επιθυ ία να άθουν αν αυτή τη στιγ ή χιονίζει στο Όσλο ή αν το τσιγάρο Sill<
Cut της κατηγορίας οβ, περιέχει όντως 7 δέκατα του ιλιγκρά νικοτίνη. Ο καθένας ας ξέρει, φέρ' ειπείν, πως ο χαρακτηρι
σ ός σκουπίδι αρ όζει στο 90% των όσων ας περιβάλλουν ως κτίσ ατα ή των όσων τρώ ε · τέλος, το 90% των όσων προ
βάλλει η τηλεόραση, πιθανόν το 95%, αν συ περιλάβου ε τα δήθεν έγκυρα επιστη ονικά ντοκι αντέρ που δεν εταφέρουν
άλλο ήνυ α απ' το ότι ο Homo sapiens συγγενεύει στενά ε τον πίθηκο. Όσο στενότερη η συγγένεια -θα το παρατηρήσατε!-
τόσο πιο χαρού ενοι οι επιστή ονες. Όπως η παιδεία και η αγροτική ζωή, η τηλεόραση είναι η χω ατερή του ίδιου του προϊ
όντος της, ακαριαία ετατροπή ιας τρελής καρποφορίας, που δεν πορεί να χωνευτεί, σε πρώτη ύλη, που δεν πορεί να καρ
ποφορήσει.
Το ανάλογο ισχύει προφανώς για τις όδες, την πολιτική, τον αθλητισ ό, τη διασκέδαση και τη θρησκευτικότητα.
εν είναι άρα συ πτω ατικό, εκτός κι αν οφείλεται ίσως σε κάποια σκηνοθετική ειρωνεία της τύχης, το ότι η αζική
δια αρτυρία της αγροτικής τάξης ε την κατάληψη των εγάλων οδικών αρτηριών ακολούθησε τις ταραχές της εξέγερσης των
παιδιών, σαν η άλλη της όψη. Οι αγρότες, όπως και τα παιδιά στο επίπεδο της εκπαίδευσης, αρνούνται να εξακολουθήσουν
να επενδύουν σε σκουπίδια. Το αν ο χαρακτηρισ ός δικαιολογείται από την κατακόρυφη τπώση της τι ής των οπωροκηπευτι-
κών ή απ' το γεγονός ότι τα τελευταία έχουν γεύση ηδέν, λίγο ετράει, αφού πρόκειται για δύο εκδηλώσεις της ίδιας νο οτε
λειακής απαξίωσης.
Έτσι, υποχρεωτικά, στο κεί ενο που ακολουθεί και προκει ένου να γίνει σαφές το σκεπτικό του, θα ιλήσω για τα
κάθε είδους σκουπίδια αυτών των δύο κόσ ων ανά εσα στους οποίους ενηλικιωνό αστε και γερνά ε; το υθιστόρη α ιας
υπαίθρου που σαπίζει και το αφήγη α ιας παιδείας που δεν καρπίζει · θα ιλήσω επο ένως για τα σχολικά βιβλία και τους
γεωργικούς συνεταιρισ ούς, για τα δεκαπεντα ελή και για τους ε πρησ ούς στις δασικές εκτάσεις, τέλος για την πολιτική των
επιδοτήσεων και για την πυρπόληση των κάδων στα οδοφράγ ατα, η οποία, κατά τη γνώ η ου, σίγουρα διαφορετική από
εκείνη της πλειονότητας των αρθρογράφων και αναλυτών, δεν οφείλεται όνον σε οργή, σε ίσος, στο πάθος του εντυπωσια
σ ού ή στην πρόνοια για ιαν αυτοσχέδια χη ική ά υνα απέναντι στα δακρυγόνα αλλά, κυρίως, σ' ένα ισοσυνειδητοποιη-
ένο ξέσπασ α αγανάκτησης κατά του ε πορεύ ατος (αστικού, αγροτικού, εκπαιδευτικού, ψυχαγωγικού κ.λπ.) που κατάντησε
ρύπος.
0α αποδειχτεί, ελπίζω, ότι ο στόχος του παραλληλισ ού συνεισφέρει σε κάτι βαθύτερο και πιο ανησυχητικό από ια
χιλιοστή επαλήθευση του νό ου δράσης/ αντίδρασης. Ναι εν σπέρνου ε ό,τι θερίζου ε, για να το διατυπώσου ε στη γλώσ
σα των παροι ιών, αλλά εδώ ισχύει επίσης ότι δεν σπείρα ε εξαρχής δηλητήριο -όχι, η τέχνη δεν ήταν πάντοτε σκουπίδι, η
πνευ ατικότητα δεν ήταν ανέκαθεν ε πόρευ α, η γλώσσα δεν ήταν εξαρχής χωρίς ση ασιακές αντηχήσεις. ΙνΙέχρι προχτές, η
ουσική πρόσφερε ερ ηνείες της ίδιας της απόλαυσης, η λογική επέφερε πρακτικές συνέπειες, το σινε ά εξυφαινόταν σαν το
όνειρο ιας πόλης τη νύχτα και η σχολική περιπέτεια, παρά τις βλακώδεις επαρχιώτικες και εθνικοπατριωτικές της προκαταλή
ψεις, έ οιαζε να συνδέεται ε κάποιο ε πειρικό αντίκρισ α, εντοπίσι ο έσα στην καθη ερινή ιστορία των κοινοτήτων.
Το σεξαναφερόταν σ’ ένα υστήριο.
Και 01 γεύσεις ήταν γεύσεις. Και, ώρες - ώρες, τα αστέρια του καλοκαιριού έσκαγαν σαν ένα πυροτέχνη α σ' έναν
απρόσιτο χάρτη οιωνών και ερωτικών ελπίδων, ενώ οι διάση οι δεν γίνονταν τέτοιοι απλώς επί τη ε φανίσει · ακό η και τα
φαντάσ ατα, στις εγκαταλελει ένες αγροικίες, αποκτούσαν τη φή η τους ετά από επισκέψεις αιώνων. Ξεχώριζες, εύκολα
την καλοσύνη απ’ την κακία, την ευφυΐα απ’ την ανοησία, την αγωνία των διακοπών απ' το άγχος της εργασίας, ξεχώριζες το
ιδιωτικό απ’ το δη όσιο, το αρσενικό απ' το θηλυκό, τις νέες γυναίκες απ’ τις γερασ ένες. Ξεχώριζες τη ζωή απ' την επιβίωση,
τη ί ηση απ’ την απο ί ηση, το πρωτότυπο απ’ το αντίγραφο, την τεχνολογία απ' την επιστή η, τη ζωγραφική απ’ τη διαφή
ιση, τη γνώση απ’ την πληροφορία και τη χρήση απ’ τη διαχείριση. Ξεχώριζες τη σκέψη απ' την υπολογιστική ικανότητα των
ηχανών.
Και ξεχώριζες το χρήσι ο απ’ το εύχρηστο. Και ήταν άλλο η γεωργία και άλλο η εκ ετάλλευση της γης.
Και πανεύκολα πορούσες να διακρίνεις την αντίθεση εταξύ παιδείας και εκπαίδευσης.
Αν η παιδεία ισοδυνα ούσε ε τη ύηση του ατό ου στην ικανότητα να ανήκει σ’ ένα σκεπτό ενο σύνολο και αν η εκ
παίδευση αντιστοιχούσε στην επαγγελ ατική ενασχόληση ε τα ζώα του τσίρκου, το πασιφανές γεγονός ότι σή ερα αυτά τα
δύο συγκλίνουν, για να ην πού ε ταυτίζονται, εγκαινιάζει τη σκηνή όχι ενός πολέ ου, όπως πιστεύουν οι «αγανακτισ ένοι
πολίτες», αλλά ιας γιγάντιας κοινωνικής και ηθικής χω ατερής όπου και οι ίδιοι τρέφονται ε αυτό που παράγουν, δηλαδή ε
απόβλητα, θυ ίζω τη σχέση κατανόησης και χώνεψης όπως καταγράφεται στο αγγλικό ρή α digest -αφο οιώνω, αθαίνω σε
βάθος. Τώρα χωνεύου ε το ίδιο ας το έντερο. Μήπως η νόσος των τρελών αγελάδων δεν αναπτύχθηκε πάνω στην κατάχρη
ση της διατροφής των ζώων ε τα ίδια τους τα αλευροποιη ένα πτώ ατα; Παρο οίως, αγροτική ζωή και παιδεία ε φανίζονται
αντεστρα ένες: η πέψη εκκινεί όχι απ’ την εισαγωγή της τροφής αλλά απ’ την επαναπαροχέτευση της αφόδευσ^ις.
Άραγε, ολόκληρη η σφαίρα της συσκευασ ένης γνώσης των multiple choices, όπου η σκέψη αποσυντίθεται και κρυ-
σταλλοποιείται, δεν είναι ένας χώρος υγειονο ικής ταφής; 0α υπερέβαλλε ήπως κανείς υποστηρίζοντας ότι η πληροφορία εί
ναι η γνώση είον τη σκέψη; Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου ε φανίζεται στη Βουλή κραδαίνοντας το προτεινό ενο αγικό του
e-book, τι άλλο κραδαίνει αν όχι το κλειδί ή το κάτοπτρο ενός έλλοντος όπου οι ψηφοφόροι θα σκέφτονται ε όρους εξυπη
ρέτησης πολυκαταστή ατος ετοι οπαράδοτων γνωστικών ανακλαστικών; Εξαρτη ένων ή όχι, δεν χρειάζεται να το διευκρινί
σω. Χαράς ευαγγέλια για τη σοσιαλδη οκρατία · είχε από γεννησι ιού της πολλά προτερή ατα, αλλά η λατρεία του σκέπτε-
σθαι ουδέποτε υπήρξε ένα απ’ αυτά.
Όντως, η κοινωνική πραγ ατικότητα δεν ήταν πάντοτε διαβρω ένη από το φαντασιακό των iVIME · άλιστα, η δική
ου γενιά είχε το κακό προνό ιο, πάντως προνό ιο, της γνωρι ίας και ε τους δύο κόσ ους, τον πριν απ’ την «επικοινωνιακή»
έκρηξη κι εκείνον που την ακολούθησε - ια κα πή που πορεί να σκιαγραφηθεί, χοντρικά, σαν ο εγάλος αλλά ηθικά ανεπαί
σθητος κραδασ ός της δεκαετίας του 70. Ό ολογου ένως, αυτό το πλεονέκτη α, αυτή η δυνατότητα εκτί ησης του εγέθους
της παρακ ής επί τη βάσει ενός ιστορικού έτρου σύγκρισης είναι κάτι που η γενιά των εφήβων, σή ερα, στερείται. Γαλουχη-
ένη από ηδενική αφετηρία ε τον α ερικάνικο τρόπο ζωής, προστά στις οθόνες, ακριά απ’ τους διαρκείς συγκινησιακούς
αυτοσχεδιασ ούς της γειτονιάς, δίχως θεό και ηρωικές ψευδαισθήσεις, περιορίζεται σε διαισθαντικές υποψίες εκείνου που οι
εγαλύτεροι αφήνουν να εννοηθεί.
Έτσι, κάτι που ανήκει στο φάσ α των ύχιων στεναγ ών της ζωτικής ανάγκης για αλήθεια, την ωθεί να συλλάβει, ας
πού ε, το ρίγος της διαφοράς ανά εσα στο σινε ά και στην τηλεόραση · νιώθει ότι το ε πειρικό ανάγλυφο ιας ταινίας δεν εί
ναι διόλου ανεξάρτητο απ' το πού και πώς η τελευταία προβάλλεται. Αισθάνεται επίσης ότι τα σπορ είχαν κάποτε ιαν αίγλη
ανεξάρτητη της ακροα ατικότητας, ίαν εσωτερικευ ένη ένδοξη διάσταση που σχετιζόταν ε την παρθενική αφέλεια της τι ής
των όπλων. Όλ’ αυτά συνυπάρχουν σαν συνειδησιακά ίχνη του ψυχισ ού των παιδιών και γεννούν απορίες έσα στα κύ ατα
ιας αβεβαιότητας για την οποία οι ενήλικοι τα έ φονται, κρυ ένοι πίσω από πολυσέλιδα διαφη ιστικά φουσκωτών ή 4X4
και ετα φιέζοντας αδέξια τη δική τους απελπισία σε αναίτια κινητικότητα, της οποίας τα ζοφερά ψυχοσω ατικά επακόλουθα
απωθούν και ετατρέπουν σε νοσή ατα του καρδιαγγειακού συστή ατος ή σε ξένα σώ ατα στο συκώτι.
Εντούτοις, η λεγά ενη νέα γενιά είναι ακό η εξαιρετικά ανθρώπινη για να της κρύψουν ότι την ταΐζουν σκουπίδια -το
αντιλα βάνεται και επαναστατεί. Εξακολουθεί να διατηρεί ιαν αόριστη αίσθηση του ότι η σβέση, έσα στη νεωτερικότητα, της
ση ασίας των πραγ άτων ήταν σταδιακή · επιπλέον, καταλαβαίνει ότι αυτή η σβέση επιταχύνεται κι ότι τα περιθώρια συ ετο
χής στην αυθεντική ε πειρία ελαχιστοποιούνται. Καταλαβαίνει όπ το ήλο δεν πορεί να ήταν συ πιεσ ένο αλεύρι ήδη από
την εποχή της Εύας κι ότι πρέπει να εσολάβησε ια περίοδος λυκόφωτος, η εξάχνωση εκείνου που τα βιβλία αναγνωρίζουν
σαν Ιστορία.

Οι βαθύτερες αιτίες της εξέγερσης των παιδιών


Αυτό είναι το ση είο κα πής, όπου η ετανεωτερική κοινωνία, έχοντας φτάσει στο τέλος της, παραδόθηκε α αχητί
στον πειρασ ό του ναρκισσισ ού, ο οποίος, είναι γνωστό, αναπτύσσεται σε κάθε ιστορικό επίλογο. Καθρεφτίστηκε ελαγχο-
λικά στον εαυτό της και, αυτό κάνοντας, αναγνώρισε την εποποιία των σκουπιδιών -το είναι της. Εκδήλωσε κάποιες τύψεις για
τους τόνους των πυρηνικών και χη ικών αποβλήτων που αδέιαζαν οι εταιρείες στα ποτά ια της Αφρικής και επέβαλε στους
ηθοποιούς του Χόλιγουντ την υποχρέωση να υιοθετούν παιδάκια από τις σπαρασσό ενες χώρες της διακεκαυ ένης ζώνης· ο
Μπραντ Πιτ και η Αντζελίνα Τζολί θέλουν ή έχουν 14 -να τους ζήσουν! φαγητό, κακά, νάνι, φη ισ ένα ιδιωτικά σχολεία, τι
άλλο να προλάβουν οι δύο στοργικοί γονείς; Ας ελπίσου ε ότι υπάρχουν αρκετοί οικιακοί βοηθοί για να κατεβάζουν τα σκου
πίδια.
Ολόκληρη η ύση ψεκάζει ε αποσ ητικά. Τα σκουπίδια είναι τώρα γΓ αυτήν το είζον αντικεί ενο αγάπης/ ίσους,
είναι ο αφρός της, ποθητός και συνά α πανταχού παρών, διαφιλονίκού ενος κι εντούτοις δωρεάν. Η καταναλωτική κοινωνία
λειτουργεί λες και η σταθερή η ερήσια παραγωγή σκουπιδιών συνιστά το βασικό της κίνητρο και συνά α τον ηχανισ ό της
εθι οτυπίας της. Παγκοσ ιοποίηση ήταν η ετατροπή του πλανήτη σε απορρι ατοφόρο, για να ην πού ε και για τα διαστη
ικά σκουπίδια στη στρατόσφαιρα. Οι Α ερικάνοι πετούν, καθη ερινά, στα σκουπίδια δέκα εκατο ύρια αναπτήρες· ό ως,
στον κόσ ο της ολικής αντιστροφής, δηλαδή στον κόσ ο ας, αυτό είναι απλός αναχρονισ ός: απεναντίας, κακόγουστα σκου
πίδια από τιτάνιο και πλατίνα αξίας διακοσίων χιλιάδων δολαρίων φιγουράρουν στις ετα οντέρνες γκαλερί του ΙνΙπέβερλι
Χιλς, όπου τη θέση των σκουπιδιών έχουν καταλάβει τα χρή ατα, τα τσεκ. ΐνΐέχρι και οι βο βαρδισ οί χωρών του Τρίτου
Κόσ ου, και ακριβώς σε πείσ α του ότι τα υπερόπλα αποτελούν το άνθος της τεχνολογικής ανάπτυξης, σχεδιάζονται σαν γι-
γάντιας κλί ακας εκκενώσεις απε πλουτισ ένου ουρανίου στις ερή ους και στους βυθούς, ύστατη ανακούφιση της υπερπα
ραγωγής απ’ το άγχος του πλεονάσ ατος.
Σ’ αυτή την αντίφαση υπακούει η διφορού ενη στάση ας, καθώς ζού ε παγιδευ ένοι στην προϊούσα σύγκλιση πε-
ριπού και περιζήτητου, είτε πρόκειται για γνώση, είτε για ε πόρευ α, είτε για τον ίδιο τον χρόνο. Εξάλλου, το ότι αναδύονται
αντιφάσεις αναγγέλλει την πιο ευχάριστη απόδειξη του ότι δεν εί αστε θεοί. Άρα, λίγη ταπεινοφροσύνη δεν θα έβλαπτε.
φέρ’ ειπείν, εν ονό ατι εκείνου που ονο άζουν «ανάπτυξη», δρό οι όλο και πιο άνετοι, όλο και πιο φαρδείς, όλο και
πιο σωοτά ση ατοδοτη ένοι, ας οδηγούν σε κάποιον επαρχιακό προορισ ό όλο και πιο γρήγορα, και ακό η πιο γρήγορα,
και πιο γρήγορα, και το ζήτη α είναι να πηγαίνεις απ’ την Αθήνα στην Θεσσαλονίκη σε δέκα λεπτά, ολονότι κανένας δεν
πορεί να αιτιολογήσει την τυφλή, τη ανιακή αφοσίωση στο δόλω α ιας τέτοιας πανικόβλητης ετακίνησης που τείνει να γί
νει ακαριαία. Σκανδαλωδώς αναπάντητο ένει το ελατήριο, το γιατί (νιώθου ε ότι πρέπει) να ταξιδεύου ε όλο και γρηγορότε
ρα, ειδικά τη στιγ ή που η ηθική (και οικονο ική εδώ που τα λέ ε) αξιοπιστία όλων ανεξαιρέτως των εκκρε ουσών υποθέσεων
φθίνει, ΐνίπορού ε τουλάχιστον να παρατηρήσου ε ότι η ύχια αντίληψη του τοπίου εκ ηδενίζεται: η κάποτε υπέροχη χρω ατι
κή ύφανση της υπαίθρου είναι τώρα το απορρι ατικό κατάλοιπο της επιτάχυνσης. ΐνΙε τον ίδιο τρόπο, το στοχαστικό και αι-
σθαντικό τοπίο της γνώσης είναι το κατάλοιπο της υπερταχείας απόκτησης πτυχίων.
Έτσι, ένα σύνθη α όπως το ΖΗΣΕ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ παύει να παραπέ πει, έστω νοσταλγικά, σε περιόδους ευφορίας σαν
τον παρισινό ΐνίάη και γίνεται κεντρικό, επιθετικό σλόγκαν της Vodafone. Σε αντίθεση ε τους πολιτικούς και τους διανοού ε
νους, 01 διαφη ιστές καταλαβαίνουν εγκαίρως τι είναι εκείνο που λείπει: η παλιά, πηγαία ζωή της αυθεντικής επικαιρότητας.
Ούτε στην παιδεία, ούτε στο ταξίδι, ούτε στην καλλιέργεια της γης αφο οιώνου ε πλέον τη στιγ ή, αλλά η στιγ ή είναι ακρι
βώς αυτό που πρέπει να πεταχτεί στη χοάνη της αχρηστίας το ταχύτερο, να σβηστεί και να ξεχαστεί. Το πένθος της κάθε στιγ
ής, της κάθε ώρας, της κάθε έρας, της κάθε χρονιάς, το ετείκασ ά της στην επό ενη και στη εθεπό ενη, αντι ετωπίζεται
σαν κάτι το αδιανόητο. Η επερχό ενη στιγ ή πρέπει να είναι πάντοτε καινούρια, σαν προϊόν που θα πουληθεί.
Όσο για την Αριστερά, και αναφέρο αι στην Αριστερά που δείχνει επιτέλους να ξέρει από πού έρχονται τα χελιδόνια
την άνοιξη, εκείνο που πρωτίστως και ε ανυποχώρητο φανατισ ό αποφεύγει να θίξει είναι ο φιλοσοφικά συζητήσι ος χαρα
κτήρας της α ήχανης συναίνεσής της σ' αυτή την εξέλιξη, διότι η απάντηση δεν θα πορούσε παρά να είναι ενοχοποιητική:
φτάσα ε ως εδώ ειδικά προσπερνώντας τη στιγ ή, σαν ψυχικό αγκυροβόλιο του ανθρώπου και διαγράφοντάς την· τα κατα
φέρα ε πιστεύοντας ότι η ζωή όχι όνον δεν πρέπει να επιδιώκει την απεριόριστη διαπλάτυνση του αθρόου συ βάντος, τόσο
ση αντικού άλλωστε για τη βαθ ιαία συνειδησιακή αναπροσαρ ογή των παιδιών και των εφήβων, αλλά οφείλει να εξαντλείται
στη στρατηγική και στο «ορθολογικό» ξετύλιγ α πενταετών πλάνων, χώρια τα ανδραγαθή ατα στην παπαγαλία, που ευφραί
νουν τους καθοδηγητές. Η στιγ ή της τωρινότητας κρίθηκε άχρηστη, διότι η απόλαυσή της ήταν. ψυχικής τάξης. Ήδη το ΑΠΟ
ΛΑΥΣΕ ΤΗ ΣΤΙΓίνΙΗ! είχε γίνει πριν από λίγα χρόνια διαφη ιστικό σλόγκαν ενός διάση ου αναψυκτικού, όταν έφηβοι-πρότυ-
πα, εκτελώντας δύσκολες φιγούρες πάνω στο σκέιτ, απολά βαναν τη στιγ ή συ ετέχοντας έσω φαντασιακών εκφορτίσεων
αδρεναλίνης στην εκσπερ άτιση των φυσαλίδων του ανθρακικού. Οι διανοού ενοι θεώρησαν αυτή την πλαγίως διοχετευό ε
νη ενέργεια σπατάλη, την υποτί ησαν: κανείς δεν βρέθηκε να τη συσχετίσει ε το αίτη α ιας εξέγερσης ενάντια στη δικτατο
ρία ιας τεχνολογίας που είχε καταστήσει το παρόν ανυπόφορο ■σερφάροντας, τα παιδιά κυνηγούσαν τον φωτοστέφανο της
στιγ ής που αιωνίως διαφεύγει.
Απέναντι σ' αυτή την υφαρπαγή της αυθεντικότητας της ε πειρίας, η Αριστερά είχε είνει εξαρχής απαθής, απορρο-
φη ένη από τον γρίφο των εσωκο ατικών ισορροπιών. Ακό η σή ερα, συ φωνεί ε τους υπόλοιπους, είτε πρόκειται για τα
ακαδη αϊκά στελέχη, είτε για τον Μπαράκ Ο πά α, είτε για τις πολυεθνικές που διαφη ίζουν τα προϊόντα τους ' έναν υπερ
θε ατισ ό της αξίας τού «αύριο», στο ότι επιβάλλεται να στραφού ε αποκλειστικά προς το έλλον, δίχως αλληλεπίδραση ε
το εκκρε ές πένθος των βιω άτων του παρελθόντος, τα οποία αταίως περι ένουν να τα ετατρέψου ε σε διδάγ ατα. Και για
την Αριστερά, λοιπόν, η θέση του αιτή ατος ΖΗΣΕ ΤΗ ΣΤΙΓίνΙΗ είναι ήδη κατειλη ένη απ' το απατηλό πνεύ α της «επικοινω
νίας» αλά Vodafone, ε αντιπαροχή το πολυθρύλητο ΚΟΙΤΑΖ ΜΠΡΟΣΤΑ και τις συναφείς ετωνυ ίες του ση είου φυγής,
όπου ετακυλίονται όλες οι υπεσχη ένες αντα οιβές της ελλοντολαγνίας. Αντί να ζήσου ε τη στιγ ή, παρατείνοντάς την, αντι-
ληφθήκα ε το ζην ως κάτι το στιγ ιαίο.
Κοντολογίς, η εποχή, η γενική τάση, πίεζε να συλλάβου ε το ζην ως την αέναη διαδοχή εκείνου που έπαψε να υφί-
σταται (παρελθόν) κι εκείνου που δεν έφτασε ακό η ( έλλον), σαν σε παρωδία του αριστοτελικού ορισ ού του παρόντος. Κα
ταλήξα ε, συνεπώς, στο ζωή= ηδέν, όπως ας πού ε στην εκπαίδευση, όπου η ζωή, η πραγ ατική ζωή που έπρεπε να ρέει
ανά εσα στις ψυχικές αρ αρυγές των προσώπων εγεθύνοντάς τες, συγχέεται σκόπι α ε τη ζωή ως συνεσταλ ένο λειτουρ
γικό έγεθος που ελετάται απ’ τη βιολογία; «Η ζωή», γράφει ο Ζακ Τεστάρ, και ε το δίκιο του, «είναι ένα θανάσι ο νόση α
που εταδίδεται ε τη σεξουαλική επαφή», ΐνίπείτε στο κύπαρο, σύντροφοι. Αυτό θα είναι, στο έλλον, το στρατηγείο ας. Ήδη
01 διασπάσεις τωνο άδων θυ ίζουν φράκταλ^
Όταν αναφερό αστε στην αίσθηση του τέλους της Ιστορίας (και όχι βέβαια ε την αφελή έννοια που δίνει ο φουκου-
γιά α), εννοού ε αυτή την ά βλυνση της νή ης των αλληλοδιαδοχικών παρόντων, που έχασαν την τρισδιάστατη υφή τους.
ΐνΐια παρό οια ά βλυνση είναι, για τον ψυχισ ό των παιδιών, εξουθενωτική. φωτογραφίζοντας ε τα κινητά τους τηλέφωνα το
κάθε τετρι ένο στιγ ιότυπο, τα παιδιά παύουν να θεωρούν τη στιγ ή του παρόντος σαν τον τόπο όπου αίρεται η άρθρωση
παρωχη ένου/ επικεί ενου ώστε να επιτραπεί η ε βάθυνση των διαπροσωπικών σχέσεων, και υποχρεώνονται να εταθέσουν
τα συναισθή ατά τους είτε στο παρελθόν (στο αρχείο) είτε στο έλλον (στο ψυγείο), ενώ οι υπαινιγ οί των ταινιών του σινε ά
γύρω απ' την παλιά ρο αντική πίστη ότι «το παρόν διαρκεί όσο ένα ερωτικό φιλί» τους φαίνονται αδιάφοροι ή ευτράπελοι.
Έτσι, απ’ την πλευρά της, ε ελάχιστες παραφωνίες, η Αριστερά δυσκολεύεται να καταλάβει ότι, αν τα παιδιά δυσα
νασχετούν και εξεγείρονται, δεν είναι διότι τους κλέβουν το έλλον, όπως το θέτει λ.χ. ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά διότι τους
κλέβουν το παρόν, τους κατάσχουν την εφηβεία, απο ακρύνοντάς τα απ’ το ση είο βρασ ού των συ βάντων και αφαιρώντας
τους τη δυνατότητα ιας ζωηρής συ ετοχής στον ενεστώτα των συγκινήσεων, ινιέχρι και τα σπασικλάκια γκρινιάζουν για την
έλλειψη χρόνου. Σχολείο, φροντιστήρια, βίντεο, SIVIS, Ιντερνετ, ερωτικές σχέσεις, συναισθη απκές διευθετήσεις, αλληλεγγύη,
οικογένεια, σπορ, τα πάντα διεκπεραιώνονται άλλον παρά συ βαίνουν, τα πάντα συνιστούν παράλληλα, ασύνδετα αθροί
σ ατα και όχι διαλεκτικές αλληλουχίες γεγονότων -και άλιστα διεκπεραιώνονται όλο και ταχύτερα, όλο και πιο ανώδυνα, όλο
και πιο άψυχα, δίχως αντήχηση και δίχως σαφή, εντυπω ένα, επιβλητικά ανα νησιακά ίχνη. Περί αυτού πρόκειται: καθώς η
ζωή τους γίνεται το βασικό απόβλητο, τα παιδιά πεθαίνουν από πλήξη^
Ευτυχώς ή δυστυχώς, ξέρουν, ενστικτωδώς, ότι ια τέτοια πλήξη δεν αποτελούσε συστατικό της δυστυχίας των πατε
ράδων· οι τελευταίοι πορεί να πείνασαν ή να στερήθηκαν κοινές απολαύσεις, ό ως ετείχαν σ’ ένα φάσ α πραγ ατικότητας
απείρως λιγότερο περιορισ ένο. στόσο οι πολυάσχολοι πατεράδες δεν είναι διαθέσι οι σε αναπολήσεις και αναδρο ές· εί
ναι υπερβολικά (αλλά και βολικά) αφοσιω ένοι στο κυνήγι του επιούσιου, ανεξαρτήτως του αν ο επιούσιος συ πίπτει ε το
νέο οντέλο της BMW. Το πολύ - πολύ να ιλήσουν για το ατς της Κυριακής, ό ως είναι ηλίου φαεινότερο ότι το παιδί δεν
χρειάζεται τη συντροφιά ενός επιπλέον φίλου αλλά άλλον έναν πατέρα, δηλαδή κάποιον εν ονό ατι της λογικής και ηθικής
υπευθυνότητας του οποίου θα πορέσει να διακρίνει ανά εσα στα εφή ερα κέρδη ενός δοκι αζό ενου εγωισ ού και στις γλυ-
κύτητες της συ πόνιας, για τις οποίες τόσοι και τόσοι ειρωνεύτηκαν τόσους και τόσους κατά καιρούς -και ο ττατέρας αυτός
απουσιάζει. Λυπάται κανείς, ό ως δεν εκπλήσσεται, στη σκέψη ότι ια τέτοια θεωρία των βαθύτερων αναγκών δεν είναι κάτι
που θα πορούσε να 'χε απασχολήσει τον αρξισ ό. Μαρξιστές και θεωρητικοί του φιλελεύθερου καπιταλισ ού συ φωνού
σαν ανέκαθεν ότι το ζήτη α είναι αποκλειστικά οικονο ικής τάξης κι ότι ο άνθρωπος ήταν απλώς ένα πρόσχη α, ένα έσο, για
να κινείται το κεφάλαιο εδώ κι εκεί διαβρώνοντας τον χωροχρόνο των αριθ ών και των δανείων. Η ζωή εξοφλείται ε δόσεις.

^Με τον διεθνή όρο φράκταλ {fractal, ελλ. ορφόκλασ α ή ορφοκλασ ατικό σύνολο) στα Μαθηυατικά. τη Φυσική αλλά και σε πολλές επι
στή ες ονο άζεται ένα γεω ετρικό σγήυα που επαναλα βάνεται αυτούσιο σε άπειρο βαθ ό εγέθυνσης, κι έτσι συχνά αναφέρεται σαν
"απείρως περίπλοκο". Το φράκταλ παρουσιάζεται ως " αγική εικόνα" που όσες φορές και να εγεθυνθεΙ οποιοδήποτε τ ή α του θα συνε
χίζει να παρουσιάζει ένα εξίσου περίπλοκο σχέδιο ε ερική ή ολική επανάληψη του αρχικού. Χαρακτηριστικό επο ένως των φράκταλ εί
ναι η λεγά ενη αυτο-ο οιότητα {self-similarity) σε κάποιες δο ές τους, η οποία ε φανίζεται σε διαφορετικά επίπεδα εγέθυνσης, [προσθή
κη: Ν.Π.]
^ θυ ά αι τη ζωή στον Ναυτικό Ο ιλο της Κέρκυρας στη δεκαετία του ‘60, όπου 10 έως 15 παιδιά, σε όλες τις βαθ ίδες της εφηβείας, ζού-
σα ε ια πλήρη, περιπετειώδη ζωή, στις παραλίες, από το πρωί έχρι το βράδυ. Με πρόσχη α την ιστιοπλοΐα είχα ε αφήσει τους εαυτούς
ας να υιοθετηθούν απ’ την ίδια τη θάλασσα - πρώτοι έρωτες φιλίες, τσακω οί, σκασιαρχείο, όλων των ειδών τα παιχνίδια, άθη α αγγλι
κών ε τους τουρίστες, ακό η και προσωρινή εγκατάλειψη της οικογενειακής εστίας, όλα περνούσαν από κει, ήταν το θέατρο των συ
βάντων. Σε ια επίσκεψη που έκαναν 35 χρόνια αργότερα είδα παιδιά που δεν γνωρίζονταν καν εταξύ τους, να κατεβαίνουν στον ό ιλο ε
το αυτοκίνητο, συνοδευό ενα απ’ τους γονείς τους και κρατώντας ένα σακ βουαγιάζ ε την επώνυ η φόρ α, άλλαζαν σιωπηλά ή βαριεστη-
ένα και έκαναν προπόνηση για δύο ώρες, έχρι να ξανάρθει το αυτοκίνητο και να αποχωρήσουν, ε τρόπο εξίσου οναχικό, για την
επό ενη προγρα ατισ ένη ενασχόληση. Ρώτησα τον Κώστα Πρίφτη, έναν παλαί αχο φίλο ου, αν υπήρχε εκεί πέρα έρωτας, εννοώντας
έρωτας για τη θάλασσα, για τις παρέες, για το καλοκαίρι κ.λπ. Μου απάντησε, το θυ ά αι ακό η: «Αυτό ξέχνα το!».
Κτηνοτρόφοι και γονείς που εκτρέφουν παιδιά πρέπει να οιραστούν τις επιδοτήσεις από το Πλαίσιο Στήριξης.
Οι αγρότες ισούν τις υποσχέσεις και τα παιδιά δεν αντέχουν να ζουν στον έλλοντα, πόσο άλλον τον τετελεσ ένο,
όπως στις δη οσκοπήσεις. Καλλιεργώντας τα σκουπίδια, περι ένοντας τη συγκο ιδή, αναρωτούνται, όπως κι ε είς εξάλλου,
αν το έλλον θα χωρέσει τα φορτία του ανακυκλού ενου παρελθόντος ■η ανακύκλωση δεν αφήνει πίσω της τίποτα. Το παρόν
είναι η χω ατερή του έλλοντος.
Καταργείται άρα και το δικαίω α στην τε πελιά και στον ρε βασ ό, που αντιπροσωπεύει την ουσία της παιδικότη
τας. Το έλλον είναι το παρόν εν ώρα εργασίας. Απεναντίας, το παρόν εν ώρα αναπαύσεως είναι αληθώς ο εαυτός του, αλλά
τέτοιου είδους χαρές έχουν χαθεί απ’ το προσκήνιο, ΐνΐιλάω για το παρόν που στοιχειοθετείται ανά εσα στο «θέλω» και το
«δεν έχω», το παρόν της επιθυ ίας ως υποκει ενικότητας που καίει. Οι έφηβοι, φέρ' ειπείν, συνειδητοποιούν τη φρικίαση του
παρόντος λίγο πριν απ’ τις εξετάσεις, όταν οι προσταγές τούς επιβάλλουν ε φατικά «να σκεφτούν το έλλον τους». Ό ως δεν
έχει ση ασία το να χάσεις το λεωφορείο, παίρνεις το επό ενο ■δεν έχει ση ασία το αν θα σε παρατήσει το κορίτσι σου, βρί
σκεις το επό ενο, δεν έχει ση ασία το να αποτύχεις σε ένα τεστ, θα περάσεις το επό ενο, όλα παραπέ πουν στην α έσως
επό ενη εκδοχή του εαυτού τους έσα σε κλί α επιταχυνό ενης ανταπόκρισης και συνά α αδιαφορίας. εν έχει ση ασία
κάποιο συγκεκρι ένο ήνυ α στο κινητό, θα λάβεις το επό ενο. Αυτή η απάθεια είναι, ενδεχο ένως, κατά ένα έρος υποκριτι
κή, σαν εξωτερίκευση της α ηχανίας που παράγεται ως ψυχικό κατάλοιπο απ’ την αυτό ατη προσαρ ογή στο στιλ της επο
χής- ίσως πάλι δηλώνει προϊούσα, γνήσια παραίτηση από το ενδιαφέρον των ση ασιών, αφού αυτές οι τελευταίες όνον εν
διαφέρουσες δεν είναι. Όποιος λοιπόν υπερασπίζεται ε ειλικρίνεια τα παιδιά, οφείλει να παραδεχθεί πως αυτή η παραίτηση
είναι δικαιολογη ένη. εν ας ιλάνε όχι διότι δεν τους ακού ε αλλά επειδή δεν τους απευθύνου ε καν τον λόγο. « ιάβασες;»
«Έφαγες;» Κι εκεί τελειώνει.

Στο έλλον όλες οι ερωτήσεις θα είναι ρητορικές


Τα παιδιά δεν ας ιλάνε όχι διότι δεν τα ακού ε, όπως λέγεται και ξαναλέγεται, αλλά επειδή δεν τους απευθύνου ε
καν τον λόγο.
Μπορείς βέβαια να εισάγεις σ' ένα παιδί εντολές ή ιούς: «Έφαγες;» « ιάβασες;»; Ψ ίνΐΙ, ΠΑΙ ΕΙΑ, κι εκεί τελειώνει. Η
ελευθερία, το περίσσευ α ανεξαρτησίας, απορροφήθηκε απ’ το καλειδοσκοπικό φάσ α των λεγά ενων «επιλογών». Τα παι
δάκια των Ελλήνων, τελευταία στον δυτικό κόσ ο, έ ειναν δίχως την ελευθερία τού να είναι σκλάβοι. ηλαδή σκλάβοι όλων
εκείνων των εγάλων εννοιών (για τους ερωτευ ένους δεν λένε άραγε «έγινε σκλάβος της»;) που, σβήνοντας, ίτροφοδότησαν
την παράδοξη ανισορροπία και το σθένος της δεκαετίας του ’60 και της Μεταπολίτευσης -εννοιών που περιλα βάνουν τη
Γλώσσα, τον Θεό, τη φύση, την Αριστερά, ακό η και την ΑΕΚ· σή ερα οι χούλιγκαν παρακινούνται απ’ την εισβολή του τυχαί
ου στους κύκλους της εκτόνωσης της βίας και ο ύ νος τους είναι ια χαοτική ανάπτυξη της ντο είζονος των πολε ικών ε βα
τηρίων, φραστικά πυροτεχνή ατα και υαλά στα κάγκελα, αί α, ρόπαλα, τύ πανα φυλών του Α αζονίου.
Έτσι καλλιεργούν οι Ινδιάνοι το ζαχαροκάλα ο και οι υτικοί τα παιδιά τους, και τα παιδιά εγαλώνουν και κόβονται
(π.χ. στις εξετάσεις) σαν τα περίφη α υπεραιωνόβια δέντρα που έκοψαν τα συνεργεία του η άρχου στο παρκάκι της οδού
Κύπρου. Καθώς το έθεσε κάποιος χιου ορίστας στο ραδιόφωνο, νο ίζω στον 105,5, «θα γλίτωναν [τα δέντρα] αν οι κάτοικοι
είχαν προλάβει να τα στολίσουν, οπότε οι πάτσοι θα τα φρουρούσαν, όπως στο Σύνταγ α...» Τα παιδιά αισθάνονται υπε-
ραιωνόβια. Μια φίλη ου, εκπαιδευτικός απ’ την Κέρκυρα, η Κ. Μ., ου έλεγε σχετικά ε τον γιο της, πρωτοετή της Γεωπονικής
(!) σή ερα, ότι ένα απόγευ α, πριν από χρόνια, όταν το παιδί ήταν ακό η 14 και καθώς οι δύο γονείς, δηλαδή εκείνη και ο πα
τέρας, συζητούσαν το αστείρευτο θέ α των αθη άτων και των βαθ ών, ο ενδιαφερό ενος, στωικά α έτοχος έχρι τότε, βγήκε
απότο α απ’ τη συνηθισ ένη του αδράνεια και φώναξε αυθόρ ητα, απ’ το πίσω κάθισ α του αυτοκινήτου: «Μας κάνατε [=
ε άς, τα παιδιά] να νιώθου ε Η Η γέροι!» Αυτό, υπό το πρίσ α της ανάλυσης που επιχειρώ εδώ, ισοδυνα εί ε τη θαυ αστή,
την ανεπανάληπτη ο ολογία ότι το παιδί έβλεπε, σ' εκείνη τη συγκυρία, τους γονείς του σαν δύο νήπια. Αν λάβου ε υπ' όψιν
την α ηχανία τους, ίσως ήταν όντως.
Τα παιδιά είναι οι αγρότες της πόλης· τους έχει ανατεθεί να καλλιεργούν τα σκουπίδια, το βασικό προϊόν του αστικού
πολιτισ ού. ιδασκό ενα να θεωρούν τον εαυτό τους προϊόν (= οικονο ική επένδυση του γονέα), καλλιεργούν την παιδικότη-
τά τους («καλλιέργεια», «κουλτούρα», «εκπαίδευση»...) σαν σε ια γερασ ένη ταύτιση του αγρότη ε τη χλωρίδα υπό το λυ
κόφως της συνολικής αστοχίας της ζωής. Όσο για την πόλη, βρίσκεται διάσπαρτη παντού υπό ορφήν δικτατορίας του τσι
έντου, του πλαστικού, της τηλεόρασης και της πίεσης χρόνου, της βιαστικής αλλοφροσύνης ε την οποία τρέχουν οι άνθρω
ποι προς τον θάνατο ε πρόσχη α την εξόφληση του στεγαστικού δανείου.
εν εί αστε τυφλοί. Στη Θεσσαλία, στην [Πελοπόννησο, στην Κρήτη, στην Εύβοια, οι καλλιέργειες, τα απογεύ ατα,
τυλίγονται σε αποπνικτικά σύννεφα χη ικών δηλητηρίων που απλώνονται στις εθνικές οδούς σαν θολά παραπετάσ ατα βι
βλικής καταστροφής, οι καρποί έχουν αραζώσει και παραδοθεί στην απέραντη απελπισία του χα ηλού ανταγωνισ ού, η χα
ένη τι ή της υπαίθρου περι ένει την τουριστική της παρθενορραφή, ενώ ρη αγ ένα θερ οκήπια ξεπηδούν εδώ κι εκεί σαν
θλιβερά νη εία πεσόντων στον πόλε ο του ανθρώπου κατά της φύσης, τεκ ήρια της προσπάθειας να ξεφύγουν οι κληρο
νό οι της γης απ' τις δεσ εύσεις των προθεσ ιών, τουτέστιν απ' τις εποχές, και να εναγκαλιστούν τα πλεονεκτή ατα του τε
χνητού, να συνεκ εταλλευθούν έχρις αποστραγγίσεως το υποτιθέ ενο δικαίω α του καταναλωτή να απολα βάνει ντο άτες
και πεπόνια τον χει ώνα, σύκα των Απρίλιο, λάχανα τον Ιούλιο. Τα Βαλκάνια πλη ύρισαν ε βα βάκι. Στη συνέχεια, οι ε
ταλλαγ ένοι γενετικοί κώδικες θα ολύνουν τα διπλανά χωράφια ε την υποψία ενός απείρως χορταστικού έλλοντος, όπου οι
άνδρες της Γεωπονικής Αστυνο ίας θα εισβάλλουν στα σπίτια ψάχνοντας για παράνο ους, παλιούς, αυθεντικούς σπόρους,
όπως κάνουν τώρα ε τα δενδρύλλια του χασίς.
Τα σχολεία αγνοούν επίσης τις διαβαθ ίσεις των εποχών, η παιδική ηλικία και η εφηβεία είναι δήθεν τα στάδια ιας
επιζή ιας αργοπορίας που πρέπει να συ πτυχθεί σε ία και όνη στιγ ή: τις Εισαγωγικές. Τα παιδιά εγαλώνουν σε εκπαι
δευτικά θερ οκήπια, ακριά απ' τους φυσικούς κύκλους της αυθεντικότητας που συνέδεε κάποτε τη άθηση ε το ρίγος ιας
αόριστης έστω ψυχικής ανάγκης: τώρα ξέρουν ότι, ονί ως, είναι κατάλληλος καιρός για οτιδήποτε. Αποστηθίζουν πληροφορί
ες του τύπου «το 30% των δασών της Γης βρίσκεται στη Σιβηρία» ή «τα 2/3 της ανθρώπινης επιδερ ίδας συνίστανται από
νερό» ή «στη Βρετανία, το 2008, η ανεργία έφτασε στο χα ηλότερο ση είο των τελευταίων 17 ετών», αλλά κα ία βαθιά εικόνα,
κα ία αναλογία δεν σχη ατίζεται στη συνείδησή τους, διότι ο ι περιαλισ ός της στατιστικής έχει περιορίσει στο ελάχιστο την
ικανότητα της σκέψης να επι ερίζεται και κατόπιν να οδηγείται συνδυαστικά στη σύλληψη γενικών νό ων. Ζουν σ' ένα σύ-
παν όπου ο γενικός νό ος των ποσοστών επιβάλλεται στα επί έρους - οπότε, τρόπος του λέγειν, επιτρέποντάι τα πάντα, τυ
χαίες, εφή ερες, επουσιώδεις «επιλογές» που προτείνονται σαν νο οτελειακά δεδο ένα ε την κάλυψη κάποιας « έτρησης».
Αποσυ πιέζουν έτσι τον θυ ό τους στα βιντεοπαιχνίδια και ερωτεύονται εφαρ όζοντας τηλεοπτικά πρότυπα συ πε
ριφοράς πάνω σε αυτοσχέδιους κώδικες του φλερτ, σύ φωνα ε τους οποίους τα σύνορα ε πειρίας και προσποίησης πρέπει,
για το καλό α φοτέρων των συ βαλλο ένων, να απαλείφονται. Προηγείται, ως στόχος, η συνάντηση δύο εραστών που θα
αποδειχθούν βιολογικά συ βατοί -αυτό τους λένε διαρκώς τα IVilVlE και οι ιστοσελίδες, ενώ οι γονείς εξακολουθούν να είναι
εξαιρετικά πεζοί και λακωνικοί: « ιάβασες;» «Έφαγες;» «Έκανες πάνιο;» Κυκλω ένος απ' το τρίγωνο Ψ ίνΐΙ, ΠΑΙ ΕΙΑ, ΚΑ
ΘΑΡΙΟΤΗΤΑ, ο διάλογος ακινητοποιείται ώστε ο χρόνος να επιταχύνεται.
Αυτό επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει τάχα επιτευχθεί ε το να σκέφτεται κανείς στο δυαδικό σύστη α -«ΝΑΙ» ή
«ΟΧΙ», «1» και «Ο». Εννοείται πως η γλώσσα των υπολογιστών υπολογίζει τα γλωσσικά στοιχεία, δεν τα ιλάει, και τα παι
διά, εκπαιδευ ένα να λένε τα απολύτως ελάχιστα που απαιτεί η εταξύ τους ανάδραση ως ταχύς κατοπτρισ ός της τεχνητής
νοη οσύνης, το αισθάνονται, καταλαβαίνουν ότι τους έχουν στερήσει την ελευθερία να οδηγούνται από τη γλώσσα στις επινο
ήσεις της εταφοράς, στις περιπέτειες ιας έ εσης ανακάλυψης του ψυχικού τους κέντρου. Μοιραία, ορισ ένοι απ' αυτούς
τους πιτσιρικάδες ονειρεύονται ιαν ελευθερία που δεν πορεί πλέον να αντλήσει το περιεχό ενό της ούτε απ' το ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Ή ΘΑΝΑΤΟΣ των σχολικών επετείων ούτε απ' το ΖΗΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΑ των διαφη ίσεων των σα πουάν που υπόσχονται «γερό
κράτη α», και τότε ακολουθούν τους νεαρούς ήρωες του περιθωρίου, φορώντας κουκούλες και εισβάλλοντας σε συνοικιακά
σουπερ άρκετ, όπου αδειάζουν τα ράφια για να οιράσουν τα αγαθά στους πελάτες, παίζοντας ή νο ίζοντας ότι παίζουν τον
ρόλο δη οφιλών ληστών ε πνευσ ένων από το ιδανικό του Ρο πέν των ασών για την αναδιανο ή του πλούτου. Ό ως εκεί
νο που κατορθώνουν στην ουσία, κάτω απ' τη ύτη του σερίφη του Νότιγχα , είναι ια αθέλητη κριτική του διπλού ηνύ ατος
της αγοράς, αυτού που λέει «κοίταζε, αλλά ην αγγίζεις», ή «είναι ολόφρεσκα, αλλά δεν υρίζουν», ή «βασανίσου για να
σπουδάσεις κι ύστερα πέτα το πτυχίο στα σκουπίδια». 0α ου δοθεί, ελπίζω, η ευκαιρία να δείξω ότι το διπλό ήνυ α ε το
οποίο η κοινωνία (των ενηλίκων) «τρελαίνει» τα παιδιά είναι αυτό που πυροδοτεί τον σπασ ό της βίας.
ς προέκταση της καλλιεργού ενης υπαίθρου, το ράφι του σουπερ άρκετ γίνεται τώρα κάτι συ πληρω ατικό της δο
ής ενός ουσείου τροφών και απορρυπαντικών τα πρωτότυπα έχουν χαθεί, αλλά τα αντίγραφα, άοσ α όσο και άγευστα, εί
ναι στη διάθεση του κοινού, σαν τους α φορείς στο ουσείο της Επιδαύρου. Ο πανικός συσσωρεύεται και φρακάρει στο τα
είο, όπου ο ήχος του παρόντος, ο ρη αγ ένος και υπερσυ πιεσ ένος ενεστώτας του καταναλωτή, συγχωνεύεται ε το φρικτό
κουδούνισ α της λογιστικής ηχανής και παρέρχεται έσα στη στιγ ιαία δυσφορία της εκτέλεσης ενός καθήκοντος χωρίς κα
ία αίσθηση οικιακής φροντίδας ή απόλαυσης. « ιάβασες;» «Έφαγες;» «Ψώνισες;» Παιδεία και ψω ί, τροφοδοσία, ανατρο
φοδότηση · αυτό είν' όλο. «Ή θα ψωνίζεις, ή θα σκέφτεσαι» είχε δηλώσει ο Γουόρχολ. Κατόπιν έρχονται οι Εισαγωγικές. «Προ-
σπο Iήθη κες ότι πέρασες;»
Και ούτω καθεξής. «Προσποιήθηκες ότι ψώνισες;» Πριν από 40 χρόνια, οι ανάδες ή οι γιαγιάδες ρωτούσαν επίσης:
«Έκανες τον σταυρό σου;» Αυτό πορεί να οιάζει σή ερα γραφικό, ωστόσο εσολαβεί ια κρίσι η διαφορά αν υπολογίσει
κανείς ότι, εκείνη την εποχή, η Θεότητα (υπαρκτή ή όχι δεν το εξετάζω εδώ), ως Άλλος ή Τριτεγγυητής, ήταν πιστευτή και πα
ρούσα, ενώ τώρα η άθηση προσφέρεται εξ αρχής σαν το έρ αιο ενός ρόλου, όπως εξάλλου τα «ιδανικά», τα «ορά ατα», ο
επαγγελ ατικός προσανατολισ ός, οι κο ατικές ταυτότητες, οι θεσ οί και τα διπλώ ατα ξένων γλωσσών. Αυτός ο οξύς και
κάπως αισχρός διχασ ός ανά εσα σε Είναι και φαίνεσθαι, αυτός ο βαθ ός ηδέν της εταφυσικής αναφοράς που ενοποιού
σε τα δύο, κάνει τα παιδιά να αραίνονται και να κοι ούνται όρθια ή να εξεγείρονται έσα σε ια νεφελώδη έκρηξη ασαφών
διεκδικήσεων.
Εντούτοις, ενυπάρχει στη στάση της πλειονότητας των παιδιών, ακό η και των πιο φτωχών σε αντισώ ατα, κάτι βα
θύτερο, που αντιπολιτεύεται την ενοχοποίηση της κριτικής σκέψης πεισ απκά · υπάρχει ια η εντοπίσι η αλλά ζωντανή ρίζα,
ένα ελατήριο υγιούς αντίστασης στις πληκτικές ευκολίες των ανταλλαγών ε τον «ορθολογικό» κόσ ο, την οποία διατηρούν
κατά το δυνατόν σε ύφεση προκει ένου να συ ορφώνονται καθη ερινά ε τους κανόνες της εκπαίδευσης και του καταναλω
τικού προστάγ ατος, της τηλεόρασης, του διαφη ιστικού οχετού κι εκείνης της συλλογικής παραίσθησης συντροφικότητας
που αναπτύσσεται στα cliat-roorns ή οπουδήποτε αλλού οι άνθρωποι συνυπάρχουν δίχως να συναντιούνται. Και να γιατί στο
facebook πορείς να έχεις 450 φίλους; διότι δεν υσφίσταται πλέον φιλία.
Είναι το ίδιο αυτό που έλκει την προσοχή τους (κι ας ην το ο ολογούν) στο γεγονός πως όσο πιο απο ακρυσ ένοι
αισθάνονται οι άνθρωποι εταξύ τους, σε ψυχικό επίπεδο, τόσο πληθαίνουν τα συνθή ατα των ποικίλων έσων συγκοινωνίας
και «επικοινωνίας», για το καθένα απ' τα οποία οι αρ όδιοι ορκίζονται, κατ' ευφη ισ όν, ότι ΜΑΣ ΦΕΡΝΕΙ ΠΙΟ ΚΟΝΤΑ, χωρίς
ποτέ να επιτρέπουν σε κάποιον να ρωτήσει πώς έγινε και φτάσα ε να απέχου ε τόσο πολύ ο ένας από τον άλλον. Πρόσφατα
το υιοθέτησε και ο Οργανισ ός Σιδηροδρό ων Ελλάδος - παρ' όλ' αυτά, η ψευδαισθησιακή εγγύτητα που εξασφαλίζουν οι
υπερταχείες και τα ψηφιακά δίκτυα δεν ε ποδίζουν τους νέους των 17 χρόνων να παρατηρήσουν ότι όσο ταχύτερα κινείται η
πληροφορία (του ανθρώπου περιλα βανο ένου · ο άνθρωπος τείνει σή ερα να ταξιδεύει ως ένα σύνολο βιολογικών και οικο
νο ικών πληροφοριών) τόσο πιο αβαθής αποδεικνύεται. Ιδού ποιο είναι το υστικό του συστή ατος, υστικό ολοφάνερο -δια
φορετικά, δηλαδή αν η πληροφορία ήταν ουσιαστική, το βάθος της, το «βίδω ά» της στον εφή ερο χρόνο ως ζωντανό, παλ-
λό ενο υπέδαφος της ε πειρίας, θα αποτελούσε τροχοπέδη στη διακίνησή της.
Εν ολίγοις, το υστικό συνιστά την έννοια του αντεστρα ένου ειδώλου, για την οποία έχω συχνά ιλήσει στο παρελ
θόν (λ.χ. ε αφορ ή την εκσυγχρονιστική φιλοσοφική επέλαση του Στέλιου Ρά φου προς υσ άς) και της οποίας το τρέχον
παράδειγ α είναι και πάλι ανάγλυφο: η παλαιό, γονι οποιός όσο και τυραννική διαπροσωπική τριβή των ανθρώπινων ο
νάδων, ακό η και αντίπαλων ή εχθρών, έχει χαθεί και στη θέση της αναδύεται η παραίσθηση ιας γειτνίασης που σου επι
τρέπει να ιλάς ε κάποιον στη ΐνίελβούρνη ή στο Τόκιο, βλέποντας συνά α το πρόσωπό του στην οθόνη του λάπτοπ. Το τι θα
πορούσατε ό ως να συζητάτε είναι άλλο ζήτη α, πλαγίως αλληλένδετο ε τη ετάλλαξη των προσώπων σε ‘faces’. Of the
year ή όχι, το ίδιο κάνει.
« ιάβασες;» «Έφαγες;» Έτσι, η ζωή για τους εφήβους καταλήγει απλοϊκή και εξωπραγ ατικά γρήγορη, ανούσια και
εξατο ικευ ένη στο έπακρο · καταλήγει απατηλά φαντασ αγορική και δίχως περιθώριο για τύψεις ή συ πόνια. Αυτό που δι
δάσκει το Σύστη α στα παιδιά είναι να επιδιώκουν την επίσπευση όλων όσα επίκεινται, άρα και των συντάξι ων ετών και του
θανάτου -η πιο αλλόκοτη ψυχεδέλεια. Τα εκπαιδεύου ε στην απέχθεια για το ράθυ ο ύφος της πηγαίας ζωής και σε ια
ολόκληρη ποικιλία τρόπων να παρα ελούν το πένθος (την κατανόηση και τον αποχαιρετισ ό) του νοή ατος της κάθε ξεχωρι
στής στιγ ής. Τους αθαίνου ε στο να προεξοφλούν το έλλον σαν επιταγή -εγγυήσεις για κεφάλαιο κίνησης. ΖΗΣΕ ΤΟ ΙΜΕΛ-
ΛΟΝ Τ ΡΑ! Και «Τι ο άδα αί ατος είσαι;» «ΐνΙηδέν θετικό» «Ε ένα ' αρέσει να τρώω πισκότα στο κρεβάπ...» «Wow!» «Τη
βρίσκεις ε σωληνάρια κόλλας;» «Ναι, α έ!» Το παιγνίδι της γνώσης παίζεται ε όρους νευροφυσιολογίας του εγκεφάλου. Το
σεξ προαναγγέλλεται από την επαφή δύο γυ νών καλωδίων. «Σου υρίζει κα ένο;» Η εξο ολόγηση δεν σκοντάφτει πια στα
ντροπαλά ε πόδια της φαντασίας και στα δίχτυα του δέους απέναντι στην αλήθεια ή στη σχεδόν υπνωτιστική αδεξιότητα της
διασταύρωσης των βλε άτων ή στη δη ιουργική διαφωνία των προτι ήσεων, αλλά σε κάτι που το βάφτισαν «σεβασ ό των
προσωπικών δεδο ένων». Με δεδο ένο ότι τα πρόσωπα έπαψαν να 'ναι τέτοια, τα προσωπικά δεδο ένα χαλάνε κόσ ο.

Τα σκουπίδια της επιτάχυνσης


Παρακολουθώντας σκηνές από τα εισαγό ενα εφηβικά σίριαλ της α ερικάνικης τηλεόρασης, ο καθένας διαπιστώνει
ότι το πανίσχυρο αυτό οντέλο της ρηχής, ταχείας λειτουργικής, ανέξοδης και συναισθη ατικά «ασφαλούς» διακίνησης κενών
πληροφοριών εφαρ όζεται εξαντλητικά σε ό,τι αφορά τις φιλίες, τους έρωτες και τους παρε φερείς «σοβαρούς» συναισθη ατι
κούς δεσ ούς, όπου οι ήρωες διαχειρίζονται άλλον τις συγκινήσεις παρά τις νιώθουν. Γίνεται σαφές ότι, αν τις ένιωθαν, θα
όφειλαν να στερηθούν πολύτι ους πόντους στον αγώνα δρό ου προς το ση είο φυγής ενός έλλοντος ολοκληρωτικά υποθη
κευ ένου στον προγρα ατισ ό.
Η προτροπή 'Let it go’, άφησέ το πίσω, άσ’ το να φύγει, ην το επιλύεις, προσποιήσου ότι δεν συνέβη, είναι η πιο
συχνή· δεν χρειάζεται να πλησιάσεις τον άλλο σε βάθος, δέξου όσα σου λέει, όπως κάνεις ε τον υπολογιστή" η ηχανή θα
αναγνωρίσει το ‘σφάλ α’ σαν τυπική δυσλειτουργία του συστή ατος ή σαν αντίσταση των ‘προσωπικών δεδο ένων’ και θα το
παρακά ψει. Αποφάσισε ποια συναισθή ατα θα ‘νιώσεις’, προσποιήσου ότι είσαι ευτυχής, σκέψου ‘θεπκά’ και, προπαντός.
ΐνΙΗ χάνεις χρόνο. Η οικου ενική προσταγή “Do it NOW”, ‘Κάν’ το Τ ΡΑ’, έρχεται, ειδικά ως αποζη ίωση, στη θέση αύρης
τρύπας, όπου η τωρινότητα, δηλαδή η αληθινή ε πειρία, καταβαραθρώνεται.
Έτσι όλη αυτή η τηλεοπτική φύρα των σεναρίων που τροφοδοτούν τα δη οφιλή πρότυπα συ περιφοράς, ε τις βια
στικές συγνώ ες, τους άψυχους εναγκαλισ ούς, τα ‘έξυπνα’ άλ ατα πάνω απ’ τις παρεξηγήσεις, την προδιαγεγρα ένη αλλη
λοβοήθεια και τη σύναψη ερωτικών συ αχιών ε politically correct διαδικασίες θυ ίζουν υπογραφή συ βολαίου ανακυκλώνε
ται στη βαλκανική καθη ερινή απο ί ηση υπό την αιγίδα ιας ανυπόκριτης λατρείας για τα σκουπίδια εισαγωγής. Η θλίψη, η
αληθινή, εσωτερική, ακρόσυρτη, κυ αινό ενη και εν τέλει αυτοϊάσι η θλίψη γίνεται όλο και πιο σπάνια, το πένθος για τους
τόπους και τα τοπία, είναι άγνωστο, ενώ η δόνηση απ’ τη διακοπή ιας θερ ής και πολύχρονης γνωρι ίας διαρκεί εννέα λε
πτά, οιάζοντας περισσότερο ε τεχνική παρενέργεια της απότο ης αποσύνδεσης δύο τερ ατικών.
Ταυτοχρόνως, νέες υποχρεώσεις και ‘επιλογές’ έρχονται επιτακτικά στο προσκήνιο, η δε απόκλιση ανά εσα σε συ
ναισθη ατικά και σχολικά καθήκοντα αποβαίνει εξαιρετικά δυσδιάκριτη. ήθεν εν ονό ατι του ηθικού κώδικα, αλλά κατ’ ουσί
αν ελλείψει οιουσδήποτε υποκει ενικού λεξιλογίου, εδραιώνεται ένας κοινός παρονο αστής ανά εσα στον τρόπο ε τον οποίο
φλυαρεί κανείς ε τη φίλη του και στον τρόπο ε τον οποίο κρατάει ση ειώσεις στο άθη α της χη είας - κάτι σαν παροξυ
σ ός 'αντικει ενικότητας'. Το να είσαι ηχάνη α είναι ετα οντέρνο. Ορισ ένα κοριτσάκια έχουν άθει να λένε και να ξανα-
λένε « εν πορώ να λειτουργήσω κάτω από πίεση...» ή «Λειτουργώ καλύτερα όταν ...κτλ.», λες και θεωρούν τον εαυτό τους
ηλεκτρική σκούπα ή φούρνο ικροκυ άτων.
Εδώ ανοίγει, άρα, η σκηνή ιας παράξενης όψης του αντεστρα ένου κόσ ου των συναισθη ατικών ρύπων, διότι
απ’ τη στιγ ή που ότι πιο πολύτι ο (π.χ. το αίσθη α φιλίας) ετατρέπεται σε απόρρι α ή, έστω, σε αντικεί ενο ιας χρήσεως
το ‘αυθεντικό’ σκουπίδι (σακούλες, άδεια πουκάλια, κουρέλια, κόπρανα σκύλων, παλιοσίδερα, πλαστικές συσκευασίες, χαρ
τόνια και λε ονόκουπες) γίνεται, ε τη σειρά του, αυτό που είναι ήδη: κάτι αυθεντικό, το έσχατο προπύργιο της αλήθειας. Ανα-
λόγως, και αντίθετα από τα σκουπίδια - ε πορεύ ατα (π.χ. διατροφικά σκουπίδια που διαφη ίζονται και πωλούνται σαν το
αντίστροφο εκείνου που συνιστούν (δηλαδή ωραιοποιη ένες άζες, πλούσιες σε συντηρητικά, ορ όνες, δηλητήρια, διοξίνες,
ελα ίνη, ιούς και, κυρίως, την πρώτη ύλη, ζωική ή φυτική), τα 'κοινά' σκουπίδια, ως κατάλοιπα της οικιακής επιβίωσης, απο
λογούνται υπέρ της νοσταλγίας ενός κόσ ου όπου η διάκριση ανά εσα σ' αυτό που τρώγεται και σ' εκείνο που πετιέται ήταν
ακό η εφικτή.
Περιπεύει η υπογρά ιση του συ περάσ ατος ότι το ψέ α του τηλεσκουπιδοκαταναλωτισ ού διακινείται από τα πο
λυκαταστή ατα και τα ουσεία εξίσου. ικαιούσαι να περι ένεις ότι και εδώ, σε λίγο, τα πρωτότυπα γλυπτά της λεγά ενης πο
λιτισ ικής ας κληρονο ιάς θα εταφερθούν σε κάποιο ασφαλές περιβάλλον προκει ένου να αντικατασταθούν ε ο οιώ ατα,
όπως έκανε ήδη η κυβέρνηση ΐνίπερλουσκόνι ε τα περισσότερα έργα τέχνης που στόλιζαν τις ιταλικές πλατείες, ΐνίπορεί οι
κά ερες των τουριστών (του βλέ ατος περιλα βανο ένου, αφού το βλέ α συ περιφέρεται πλέον σαν φακός) να ην αντι
λα βάνονται τη διαφορά, ό ως υπάρχει διάχυτη παντού η αίσθηση ότι το ιδιαίτερα καίριο πλήπεται στον ίδιο τον πυρήνα της
έννοιας 'πρωτοτυπία', ακριβώς όπως ε τη γνώση στα σχολικά βιβλία, ή ε τη γεύση στα σουπερ άρκετ.
Που θα πει πως, αν τα σκουπίδια κατακτούν τα ουσεία (εφόσον το ουσειακό έκθε α παύει να συνδέεται ε το εν
δό υχο καλωσόρισ α της ζωντανής γνώσης την οποία κάποτε υπαινισσόταν), τώρα βγαίνουν από τις ήτρες των αντιγράφων
και εγκαθίστανται στους δη όσιους χώρους ως οφθαλ απάτες του παρελθόντος, αποσκοπούσες στο να τραβήξουν το βλέ α
ακριά από το παρόν. Τότε, εκεί, στις πλατείες, τα σκουπίδια των καταστη άτων αντιπαραβάλλονται κατ' ανάγκην ε τα συν
θετικά ο οιώ ατα των αγαλ άτων σαν το αντίπαλο δέος τους. Σκουπίδια και τα εν και τα δε, πλην τα πρώτα ανασαίνουν
ακό η, έχουν ακό η γύρω τους την αύρα της σήψης, αντανακλούν τη ση ειολογία ιας ζωής που παρέρχεται.
Οπότε, τα εξεγερ ένα παιδιά στην Αθήνα ή αλλού, οι νέοι που βάζουν φωτιά στους κάδους κατά τη διάρκεια των τα
ραχών, προσπαθούν ενδεχο ένως να ας πουν, σε συ βολικό επίπεδο πάντοτε, ότι τα 'κοινά' σκουπίδια, αυτά που λιώνουν
στις σακούλες, είναι φορείς γνησιότητας και συνεπώς πορούν να χρησι εύσουν σαν το καύσι ο ιας ετανοη ένης νυχτερι
νής ζωής, της οποίας οι εκλεκτοί συστήνονται πυρπολώντας τελετουργικά τα απο εινάρια του η ερήσιου καταναλωτικού πυ
ρετού, ώστε να τους αναγνωρίσουν την αυθεντικότητα που το διαφη ιστικό ψέ α άφησε α όλυντη. Αν το πανάκριβο σκουπίδι
- ε πόρευ α στη βιτρίνα του πολυτελούς καταστή ατος είναι όντως κενό ένεκα της απορρόφησης της αλήθειας του από τη
διαφη ιστική και κοινωνική υπερκυκλοφορία του trade mar!(, τα σκουπίδια ε την κυριολεκτική ση ασία αναδεικνύονται,
ανάποδα, σε κάτι πολύτι ο, όχι όνο αλληγορικά αλλά και εν τοις πράγ ασι - π.χ. ως πολε οφόδια ιας κοινωνικής ανταρσί
ας.
« ιάβασες;» «Έφαγες;» «Πήγες σχολείο;» «αγάπησες τα σκουπίδια σου;» Ο καθένας ξέρει πως οι βαθ οί του λυκεί
ου είναι απορρί ατα βαθ ολόγησης, κενές αριθ ητικές αξίες, τι ής ένεκεν εφά ιλλες των εξόδων που απαιτούν τα φροντιστή
ρια τα οποία ευη ερούν ως ειρωνική φωνή της συνείδησης της σχολικής 'παιδείας’, «προσποιήθηκες σή ερα ότι πήγες στο
σχολείο;» Αν ναι, προχωρείς στην επό ενη επιλογή. Κάνε κλικ στις λέξεις ΤΑΧΥΤΗΤΑ, ΑΠΟΤΕΛΕΣίνίΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΛΕΙΤΟΥΡ
ΓΙΚΟΤΗΤΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ, ΗΜΟΣΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ.

Η αλήθεια των ικροβίων


Στα προηγού ενα, επιχείρησα την ανάπτυξη ενός παραλληλισ ού ανά εσα στην παιδεία και την αγροτική παραγω
γή, ε κοινό παρονο αστή την υποβάθ ιση του προϊόντος σε σκουπίδι. Ακολουθώ τη νοσταλγία ιας εποχής που επέτρεπε
στα παιδιά να πιστεύουν τα όσα άθαιναν στο σχολείο κι όπου η σκέψη, έστω στοιχειώδης, κατείχε τη θέση που καταλα
βάνει σή ερα η στατιστική.
0α τολ ούσα να πω ότι τα σκουπίδια στις σακούλες και τους κάδους ισοδυνα ούν ε πειστήρια της αληθινής ας
κατάστασης. Υπάρχει κάτι, στα σκουπίδια του δρό ου, που δεν είναι ανακυκλώσι ο: αυτό το κάτι συνιστά την αυθεντικότητα
τους και, κατ, επέκτασιν, τη δική ας που ψυχορραγεί. Σαν να λέ ε η απεργία των εργατών καθαριότητας συνοψίζει υπόγεια
νεύ ατα αυτογνωσίας. Καθώς τα σκουπίδια κατακλύζουν τα πεζοδρό ια, η πόλη ικανοποιεί, για ια οναδική φορά, τη νο
σταλγία της υρωδιάς της ζωής. Είναι ια δυσάρεστη, ια κακή υρωδιά, ανα φίβολα, και επο ένως ια υρωδιά ε ση α
σία. Προδίδει ότι ερικά εκατο ύρια ανθρώπων ζουν ακό η, και ότι, αν αυτό οιάζει απίθανο κάθε που παίνει κανείς στα
σουπερ άρκετ, ή στα ουσεία (όταν εκλάπη η Μόνα Αίζα από το Λούβρο, χιλιάδες ατό ων σχη άτισαν ουρές για να θαυ
άσουν την κενή θέση στον τοίχο), ή στη σφαίρα του τηλεοπτικού κόσ ου, ή στον κυβερνοχώρο, όπου βασιλεύει η ασηψία ως
έλλειψη οσ ών και ικροβίων, πάντως δεν πρόκειται ευτυχώς παρά για ια σκηνοθεσία. Στην πραγ ατικότητα, εί αστε ζωντα
νοί: ιδού τι ας λένε τα σκουπίδια. Σκουπίδια και παιδιά ενοχλούν το δή αρχο εξίσου και ε τον ίδιο τρόπο.
Τα σκουπίδια επιτρέπουν, συνεπώς, όπως άλλωστε οτιδήποτε ζωντανό, να ανασυρθεί από τα βάθη τους η εταφο
ρά. Η εταφορά ας πείθει ότι όντως, διαβάζοντας ή περπατώντας, ψωνίζοντας ή ιλώντας, περιπλανό αστε απ’ το πρωί ως
το βράδυ σ’ έναν τόπο συγκέντρωσης απορρι άτων, απ' όπου δεν λείπουν οι σκουπιδοδιαφη ίσεις υπέρ της καθαριότητας,
ως κυρίαρχο διπλό ήνυ α. Ση ειωτέον ότι η παρανοϊκή ιδέα της απολύ ανσης των πάντων, made in USA όπως κάθε ετα ο
ντέρνο προϊόν, συγχωνεύεται ε αυτό ακριβώς του οποίου την εξαφάνιση επιδιώκει; ό,τι είναι φλοιός, συσκευασία, επιφάνεια,
σελοφάν, ό,τι πετιέται σαν απόρρι α, επανε φανίζεται στις επι έρους ιδεοληψίες της αποστείρωσης ε τη ορφή συνθή α
τος υπέρ του α υντικού ιερού πολέ ου κατά της σκόνης ή της τερηδόνας ή του διαδικτυακού Spam. Τα πάντα υπερπροστατεύ-
ονται. Η επανάληψη της άνευ νοή ατος ψυχαναγκαστικής χειρονο ίας του καταναλωτή που χάσκει προστά στα λογότυπο
των καλλυντικών αποζη ιώνεται ε του δικαίω ά του να είναι υποχόνδριος σε ό,τι αφορά την καθαριότητα κι έτσι να εντάσ
σει, παρήγορα, στον ορίζοντα των απαιτήσεών της αυτό το «άνευ νοή ατος», λες και το νόη α είναι κάτι ρυπαρό. Εξ ου και
υπάρχουν εκατό διαφορετικά καλλυντικά για την απο άκρυνση των αύρων κύκλων γύρω από τα άτια. Οι κύκλοι ετακινού
νται τώρα στο βάθος των ατιών, σ' εκείνο τον απλανή ο φαλό του κοιτάγ ατος όπου το αύρο της τύφλωσης είχε ανέκαθεν
το λίκνο του κι απ' όπου οι γυναίκες έσης ηλικίας εξέπε ψαν κάποτε ίαν αναπάντητη ικεσία για κατανόηση, ί
Ο πόθος λοιπόν να βάλεις τη ύτη σου στα σκουπίδια καταλήγει να αναγνωρίζεται σαν ένα συγκινητικό σκίρτη α
του ναρκω ένου ψυχισ ού' σκέφτεσαι ότι, για να υπάρχουν απορρί ατα, πα' να πει ο άνθρωπος έχει ακό η την ικανότητα
να απορρίπτει. Καθώς αυτή πλαστογραφείται καθη ερινά στις λεγά ενες «επιλογές» («Ήταν επιλογή ου να κάνω
τηλεόραση...» λένε οι κοπελίτσες που νο ίζουν ότι θέλουν να γίνουν φωτο οντέλα), το να ην διαλέγεις τίποτα εξελίσσεται σε
υψηλή τέχνη. Όταν ο χρήστης ιας συσκευής ή ενός προνο ίου αυταπατάται ότι «απέρριψε»ορισ ένες επιλογές εξίσου ηδα
ινές ’ εκείνη που πραγ ατοποίησε, τα αληθινά σκουπίδια, αυτά που συγκεντρώνονται στους σκουπιδοτενεκέδες, οιάζουν
ε τις όνες ενδείξεις του ότι από κάποιον έγιναν αξιόλογες χειρονο ίες απόρριψης. Επιπλέον, και ενώ πιστεύα ε ότι καταπί
νου ε τα πάντα ανεξαιρέτως, τα σκουπίδια ας θυ ίζουν ότι, όχι, καταναλώσα ε βέβαια το ζα πόν αλλά πετάξα ε την κον
σέρβα' είναι κι αυτό ια ηθική παρηγοριά, ΐνίπορεί τα οντέρνα κοτόπουλα να ην υρίζουν, ό ως τα αποφάγια, καθώς απο
συντίθενται, ξαναφέρνουν στην ατ όσφαιρα το ξεχασ ένο υστικό της ζωικής καταγωγής των πουλερικών, λες και η φύση,
λίγο πριν την εξολοθρεύσου ε τελειωτικά, πρόλαβε να στείλει στις πόλεις τον ήχο εκείνης της εταθανάτιας εκβολής στο αχι
κών αερίων για την οποία ιλούν οι ιατροδικαστές, ώστε να ας υπενθυ ίσει ότι η χώνεψη λογοδοτεί σ' ‘έναν θάνατο εκατό
τοις εκατό γνήσιο. Τα σκουπίδια πολε ούν στο πλευρό του υποδειγ ατικού πολίτη: είναι το όριό του.
Αν βιάζεσαι να κλείσεις τη ύτη σου όταν περνάς πλάι απ’ το σωρό των σκουπιδιών, θυ ήσου ότι η σκούπα είναι η
αδελφή του ανθρώπου, όπως έγραψε ο Σουίφτ, και πως εκείνο που η παλιά, αχυρένια σκούπα άζευε και ξανα άζευε (λ.χ. τα
ψίχουλα ήταν οι αλήθειες του ανθρώπου ως ζωντανού όντος. ύσκολα θα λέγα ε το ίδιο για το scanning. Σκανάρω = εξετάζω
επιφανειακά, σκουπίζω, σαρώνω’ παλιά. Τη σκούπα την ονό αζαν σάρωθρον: σάρωση είναι, σή ερα, ο τρόπος ε τον οποίο
λειτουργεί το βλέ α ας όχι όνον προστά στην οθόνη του υπολογιστή αλλά απέναντι στον κόσ ο συνολικά' δεν βλέπου ε,
αλλά σκουπίζου ε βιαστικά τις προσόψεις. Άρχισε ήδη απ’ την εποχή που το χονδροειδές υπονοού ενο του συνθή ατος ΨΕ
ΚΑΣΤΕ - ΣΚΟΥΠΙΣΤΕ - ΤΕΛΕΙ ΣΑΤΕ καταχωρήθηκε στη συνείδηση σαν συνώνυ ο της επιβίωσης: απ’ τα έσα της δεκαετί
ας του '80, δεν υπήρξε χρόνος για κάτι καλύτερο. Με ια φράση, δεν υπήρξε χρόνος για να αγαπήσου ε είτε τη γνώση, είτε τα
τοπία, είτε τα λόγια: ο παρονο αστής του κλάσ ατος έ εινε κενός. Έκτοτε γνώσεις, τοπία, πρόσωπα και λόγια πολλαπλα-
σιάστηκαν ραγδαία στον αριθ ητή κι αυτή η γιγάντωση είχε τα σκουπίδια, τις αδιαίρετες αξίες, ως άρτυρά της.
Έτσι, πληροφορίες και εικόνες, αποφάσεις και ρόλοι, συναντήσεις και συνο ιλίες, όλα ρέουν προς τη χω ατερή της
πελώριας τρύπας που ανοίγεται στον ψυχισ ό ε την καταστροφή του συ βολικού συστή ατος. Απολα βάνου ε αζοχιστικά
ια παραίσθηση ριζικά ξένη προς τη βιολογία, αφού το έδαφος της βιολογίας ας ήταν ο χρόνος κι ε είς τον συ τπύξα ε στο
ηδέν ιας τρελής ταχύτητας, παγώνοντας την εσωτερική του υπόσταση, εξ ου και το αντισταθ ιστικό παραλήρη α γύρω απ’
το θαύ α του DNA. Τίποτα δεν σαπίζει εκεί, αφού όλα είναι δυνητικά. Οπότε η νοσταλγία της αληθινής σαπίλας παίρνει το
λόγο και καλωσορίζει τα σκουπίδια στους κάδους, σαν απόδειξη της ύπαρξης ιας ψυχής κλεισ ένης σ' ένα πραγ ατικό
σώ α, το οποίο πάσχει απ’ την ανάγκη να κάνει ε ετό. Τα σκουπίδια ας βεβαιώνουν ότι η ναυτία που νιώθα ε τόσον καιρό
απ’ τον βο βαρδισ ό των καταναλωτικών ηνυ άτων των ΜΜΕ (το τηλε άρκετινγκ ήταν άοσ ο) δεν προερχόταν από απλή
κόπωση αλλά πορούσε να καταγραφεί σαν ια υγιής αντίδραση του οργανισ ού στη ηδενιστική επίθεση της ηλιθιότητας.
« ιάβασες;» «Έφαγες;» «Έκανες τις περιποιήσεις σου;» «Επέλεξες σα πουάν;» Επιτέλους το κακό ύριζε και η νέα γενιά άρ
χισε να υποτπεύεται ότι τα βακτηρίδια, στον κύκλο της πέψης, ήταν τα δωρεάν εργατικά χέρια.

Οι περιπέτειες του αιτή ατος


Αν πιστέψου ε τους ψυχαναλυτές, η λειτουργία των αιτη άτων, όλη αυτή η πολύπλοκη διαλεκτική της δοσοληψίας,
στην οποία αργότερα θα αφιερώνα ε, ο καθένας, τη ζωή του, ριζώνει στις επιτυχίες του αιτή ατος που απευθύνει αρχικά ο
ενήλικος γονέας προς το ωρό κατά την αφόδευση, τόσο για να την «αποσπάσει» όσο και για να την επιβραβεύσει. Έτσι,
όπως η κακή οίρα των ελλοντικών αιτη άτων συναρτάται ε τα κω ικοτραγικά πρώι α επεισόδια γύρω από;την ανακούφι
ση του πεπτικού συστή ατος, η εκπαίδευση ζητάει την αποστήθιση στοιχείων που ο πνευ ατικό οργανισ ός του αθητή δεν
ξέρει αν πρέπει να αποβάλει ή, για να αστειευτού ε, να παραδώσει τελετουργικά σαν φρούτα που πέφτουν απ’ την ωρί ανση
κάποιας ζωτική διαδικασίας. Η ψυχική του εξέλιξη στο δούναι και λαβείν δεν ενδιαφέρει την εκπαιδευτική νοοτροπία του συ
στή ατος καθόλου. Με τη σειρά του εκείνος, πράγ ατι, σε επίπεδο διαθέσεων, της δίνει το σκατό του, το σκουπίδι του.
Επιβεβαιώνεται, άλλωστε, ’ αυτή την κατάληξη, η αποκαρδιωτική χοντροκοπιά της εκπαιδευτικής σκηνής, όπου τα
παιδιά φιλοξενούνται σαν ωρά που θα παίξουν κάποιο παιγνίδι ε κύβους και ε σκοπό τη διάκριση στους πίνακες βαθ ο
λόγησης - κάτι αριθ ητικό ε την πιο αυστηρή τεχνική ση ασία, όπως η παβλοφική ε πειρία του σκύλου που αναγνωρίζει
χρώ ατα, ή όπως τα τηλεπαιχνίδια και τα συστή ατα πέναλτι/ πόνους. «Μαθησιακή ικανότητα» το ονο άζουν και φέρει τα
πιστοποιητικά ενός IQ δίχως ίχνος συναισθη ατικής νοη οσύνης, διότι τέτοια είναι η «καθαρή» γνώση, σαν να λέ ε η γνώση
που κατέληξε στεγνή πληροφορία έξω απ’ τα ιστορικά και διαπροσωπικά της συ φραζό ενα, για να ην πού ε και για τη φι
λοσοφική της διάσταση, και τέτοιος είναι επίσης ο γενικός προσανατολισ ός του ετα οντέρνου πολιτισ ού: να φερθεί απένα
ντι σε ό,τι πολυτι ότερο (το ψυχικό γεγονός) σαν να ήταν σκουπίδι παλαιάς κοπής (δεν προσφέρεται για ανακύκλωση, πρέπει
όνο να το πετάξεις και να φύγεις προς τα ε πρός ελαφρύτερος) και να προσδώσει σε ό,τι πιο άχαρο ιαν αξία πολυτι ότητας.
Επιστρέφου ε λοιπόν στα σκουπίδια της γνώσης ως γνώση των σκουπιδιών - ξαναπερνά ε απ’ την ιδέα αυτού του
συγκεκρι ένου παραλληλισ ού: αν τα καταναλωτικά αγαθά όλων των το έων αποτελούν κενά σή ατα. Spam ή όπως αλλιώς
θέλου ε να τα πού ε, τα σκουπίδια ε την «παλιά» έννοια, τα κοινά, καθη ερινά, οικιακά σκουπίδια, απαυγάζουν στον συ
βολικό πυρήνα ιας πολύ ελαγχολικής αλήθειας: ότι πορεί κανείς να προκαλέσει θλίψη, οργή, ταραχή, ε το να τους βάλει
φωτιά στους δρό ους: οι φλόγες οδηγούν στο έσχατο συγκινησιακό καταφύγιο.
Θυ ηθείτε τους εργάτες καθαριότητας: αφού καθάρισαν πρώτα, ε τη βοήθεια της ετωνυ ίας, το ίδιο τους το όνο α,
πετυχαίνοντας να ην τους αποκαλούν πλέον σκουπιδιάρηδες (όπως οι δάσκαλοι και καθηγητές, που έγιναν ετά χαράς εκ
παιδευτικοί ή 01 υπηρέτες που έγιναν οικιακοί βοηθοί, ην ξέροντας ότι, για παράδειγ α, το ουσιαστικό υπουργός ση αίνει
ακριβώς υπηρέτης' εξάλλου, ο Χριστός ήταν δούλος, σαν τον ιογένη τον Κυνικό!), έρχονται κατά καιρούς να απεργήσουν δί
χως να ξέρουν ότι, αυτό κάνοντας, ευεργετούν ερικά θερ όαι α παιδιά που ψάχνουν εδώ κι εκεί, ενστικτωδώς αλλά απεγνω
σ ένα, τις τελευταίες εταφορές. Ζητώντας να περιληφθεί το επάγγελ α τους εταξύ των βαρέων και ανθυγιεινών, ας επι
τρέπουν να χαιρετήσου ε το γεγονός ότι, επιτέλους, κάποιοι γυρίζουν την πλάτη στις πουρ πουλήθρες του light’ η Αθήνα
ευωδιάζει. Βαρέων βαρών προλεταριάτο ενάντια στην αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι, κύ ατα απειλητικής δυσοσ ίας στον
ωκεανό των χρω οσα πουάν και η επανάσταση αρχίζει από τους κάδους.
Έτσι, ενώ κανένας δεν θέλει τα σκουπίδια στην αυλή του, οπότε αυτά συσσωρεύονται στις γωνίες των πεζοδρο ίων
και στις εισόδους των πολυκατοικιών, το θέα α αποζη ιώνει τους πιο παρατηρητικούς παρουσιάζοντας ια διδακτική όψη,
ιδιαίτερα εύγλωττη. Τα σκουπίδια του δρό ου απολογούνται εν ονό ατι όσων υποβαθ ίστηκαν εδώ και χρόνια σε κατάσταση
απορρί ατος, ΐνίαςλένε επίσης, έσω αντιπαραβολής ε τα σκουπίδια που εκτίθενται στις βιτρίνες, ότι η υποβάθ ιση δεν συ-
ντελέστηκε όνον παράλληλα ε τον καλπασ ό της κυριαρχίας του ποσοτικού πάνω στο ποιοτικό, όπως πίστευαν παλιά,
αλλά κυρίως (της κυριαρχίας) του ο οιώ ατος, καθεαυτό, πάνω στο πρωτότυπο. Ο οίω α είναι εκείνο που χάνεται από την
πληθωριστική επανάληψη και, χανό ενο, αρχίζει να λά πει σαν θέα α ή φενάκη. Η σκέψη πως «ό,τι λά πει δεν είναι [απα-
ραιτήτως] χρυσός» προσλα βάνει την συντελειακή της έννοια: για να λά πει πά’ να πει ότι δεν είναι χρυσός, αυτό είναι το
τέλος του κόσ ου όπως τον ξέρα ε, ολική αντιστροφή, inversus totalis: κάποτε λέγα ε «παράδοξο αλλά αληθινό», ενώ τώρα
δεν υπάρχει περίτπωση να ην πού ε: «αληθινό, άρα παράδοξο».
Συνεπώς, από ιαν άποψη, όχι και τόσο παράλογη, το ποσοτικό σκουπίδι, το κυριολεκτικό, αυτό του δρό ου, είναι
κάτι «ανώτερο», κάτι πιο ενδιαφέρον απ' το ποιοτικό σκουπίδι, π.χ. εκείνα τα έργα τέχνης και έπιπλα που ε φανίστηκαν στην
δεκαετία του '80 υπό την αιγίδα ενός εταχρονολογη ένου, εκπρόθεσ ου φουτουριστικού ντιζάιν για να συ φιλιώσουν τάχα
τους νεόπλουτους ε τον ινι αλισ ό. Μέταλλο και γυαλί, χρώ ατα που σκοτώνουν, η προέλαση του κακού γούστου λεηλα
τούσε τώρα και την ιαπωνική παράδοση ατι ωρητί, ενώ το Ζεν και το άρκετινγκ συναντιόνταν στο κιτς ενός έλλοντος που
πάλιωνε αυθη ερόν. Παρέλειψαν φυσικά να προειδοποιήσουν την πελατεία ότι τέτοιου είδους ινι αλισ ός δεν ήταν, απλού
στατα, παρά η τρισδιάστατη απεικόνιση της ο ιλίας όσων δεν είχαν να πουν τίποτα, είτε καθιστοί είτε όρθιοι, ια και ιλά ε
για έπιπλα. Επο ένως, κατ’ ουσίαν, οι δυο αντιδιαστολές {σκουπίδι = εκχύλισ α αφθονίας και σκουπίδι = ο οίω α) συ πί
πτουν. Το ο οίω α είναι, ας πού ε, η ένδειξη της ηθικής κατάστασης του ποσοτικού στοιχείου και αζί η σκηνική του οδηγία.
Οπότε τα κοινά σκουπίδια αποτελούν ταυτόχρονα τη συ βολική αντανάκλαση ενός εγάλου έρους της ίδιας της
αγοράς, ε πορικής ή θεα ατικής, δηλαδή του συστή ατος παραγωγής και κατανάλωσης, το οποίο θέτει αδιάκοπα σε κυκλο
φορία αντικεί ενα που δεν γίνεται παρά να καταστούν ανεπιθύ ητα α έσως όλις καταβληθεί το αντίτι ο τους. Ο θανατη
φόρος τρόπος ύπαρξης αυτού του συστή ατος είναι, περιττεύει να το πού ε, η επιταχυνό ενη ανακύκλωση της αχρηστίας (αν
κάτι ήταν όντως χρήσι ο, δεν θα συνέτρεχε λόγος ακαριαίας αντικατάστασής του έχρι να επιστρέφει σαν ίχνος ή παρωδία
του εαυτού του), κάτι που φαίνεται πρωτίστως να ισχύει, δίχως τον κίνδυνο παρερ ηνειών, για τα τηλεοπτικά δίκτυα. Εκεί, το
α ιγές trash είναι σχεδόν αθώο και, ίσως, ωφέλι ο, για περαιτέρω συ περάσ ατα, όπως κατάλαβε εγκαίρως (πρώτος) ο Τζί-
ης Πανούσης. Προφανώς όταν λέ ε ότι «η τηλεόραση προβάλλει σκουπίδια», πρέπει να έχου ε κατά νου ότι η φράση διόλου
δεν εννοεί τις εκπο πές ση ασιακών ρύπων από γυ νάστριες και αστρολόγους αλλά αναφέρεται άλλον στο ηθικό και λογικό
περιεχό ενο των «σοβαρών» προγρα άτων, εκεί όπου ατσαλάκωτοι άνθρωποι υποβάλλουν σε χη ική επεξεργασία το κατ’
αυτούς σκουπίδι της γλωσσικής ας συνείδησης, αντικαθιστώντας φέρ’ ειπείν την έννοια «δουλειά», που τόσο ρεαλιστικά
σχετίζει την εργασία και τους προαναφερθέντες δούλους, ε όρους όπως «συστη ατική αναττροσαρ ογή του οντέλου απα
σχόλησης» - η γνωστή ας ανεργία.

Η αλήθεια για τα ήλα


Προσπάθησα να φέρω στη σκηνή της εταφοράς ιαν αναλογία ανά εσα σ’ αυτούς τους τρεις το είς: α) την κυκλο
φορία των σκουπιδιών στην πόλη, β) την αγροτική παραγωγή και γ) τη βιο ηχανία σχολικής γνώσης. Υποστήριξα ότι, περί
που όπως τα λαχανικά, οι συνθήκες ωρι άζουν ε το ζόρι, σαν σε θερ οκήπιο, ενώ οι γονείς, τουλάχιστον της δικής ου γε
νιάς, συνηθίζουν να επιπλήπουν το παιδί τους ε την παρατήρηση ότι είναι «ανώρι ο». Το να ην έχεις σαφή επαγγελ ατικό
προσανατολισ ό από τα 14 θεωρείται ύποπτο, σχεδόν εγκλη ατικό. Το ζήτη α είναι να ωρι άζεις πριν την ώρα σου, έχοντας
κατά νου εκείνο που είναι γνωστό σαν «ώρι α συνταξιοδοτικά δικαιώ ατα»; το ό,τι την ώρα του θανάτου, ση αντικός θα είναι
ο θάνατος, κι όχι η ώρα, δεν ενοχλεί καθόλου.
Μζ τη σειρά της αυτή η πρωθύστερη διευθέτηση του χρόνου κονιορτοποιεί την αίσθηση του παρόντος ως λίκνου της
καθη ερινής ε πειρίας των παιδιών, καθώς οι πάντες, γύρω τους, συ φωνούν ότι το σύνολο των προβλη άτων (δεν πορεί
παρά να) ανάγεται στην τάξη της ανασφάλειας απέναντι σε ένα έλλον που η δυσοίωνη χροιά του αναγγέλλεται ε σαλπίσ α
τα υπέρ του ανταγωνισ ού. «Κοίτα το έλλον», το έλλον είναι 'ήδη εδώ», «πάρε το έλλον στα χέρια σου», « η γυρνάς την
πλάτη στο έλλον...» - δεν ακούγεται τιποτ’ άλλο από το πρωί ίσα ε το βράδυ. Η συ βουλή «capre diem», άρπαξε τη έρα,
λες και η έρα είναι εξ υποθέσεως διαφεύγον κέρδος, περιγράφει ια βάρβαρη σχέση ε τον χρόνο, πολε ική και ληστρική.
στόσο, απ' την άποψη των συνεπειών και σε σύγκριση ε την κρυφή ανασφάλεια της αποσαφήνισης του παρελθόντος που
δεν είναι πλέον, ποτέ, αντικεί ενο πένθους, αλλά ξεχνιέται, παραγράφεται ή απωθείται κι έτσι στοιχειώνει στο βάθος της αν
θρώπινης ύπαρξης, το άγχος του έλλοντος ισοδυνα εί ε απλό κρυολόγη α. Ο Ρα σής Β' είχε πει; «Το παρελθόν δεν έχει
καν παρέλθει» και έζησε σαν ού ια έχρι σή ερα. Μετά από τέτοια άσκηση πίεσης προς το ση είο φυγής του έλλοντος, οι
ταραχές στους δρό ους της ετα οντέρνας Αθήνας εκρήγνυνται στον ενεστώτα σαν αργοπορη ένη γιορτή θερισ ού, θερίζεται
το βασικό γεωργικό ας προϊόν; η φύρα. Προχτές, ια ο άδα νεαρών επιτέθηκε σ' ένα απορρι ατοφόρο του δή ου κι ήταν
σαν να 'θελαν, ε τούτη την ασυνήθιστη πράξη, να ελευθερώσουν τα σκουπίδια από τα δεσ ά της κυριολεξίας, αφήνοντας τα
εκτεθει ένα στο φως της εταφοράς; «Αυτός είναι ο κόσ ος ας...»
Σίγουρα, έχουν διεξαχθεί και καταγραφεί α έτρητες συζητήσεις αναφορικά ε την καταστροφή της αξία^ χρήσης, δη
λαδή της ανάγκης που συνδέει το υποκεί ενο ε τα πράγ ατα. Έχοντας παραιτηθεί οριστικά απ' οποιαδήποτε αναπόληση αυ
τής της αξίας, άπαξ και η τελευταία διαλύθηκε έσα στον ωκεανό των προσο οιώσεων, ο καταναλωτής αισθάνεται ήδη τη ναυ
τία που αφήνει πίσω της, σαν hangover'', η βεβιασ ένη, παραισθητική εξιδανίκευση της επιλογής ανά εσα σε δυο, τέσσαρα,
οκτώ ή δεκαέξι «ιδιαίτερης» αποτελεσ ατικότητας απορρυπαντικά ή σα πουάν, εξίσου προβεβλη ένα ως λογότυπα. Ταυ
τόχρονα, του υπόσχονται ότι, σε λίγο, θα επιλέγει και το χρώ α των ατιών των παιδιών του.
Επο ένως ο καταναλωτής, σαν να λέ ε ο πολίτης, διχάζεται εταξύ απελπισίας και επίγνωσης. ΙνΙέχρι χθες, η πηγή
της ναυτίας, εντοπισ ένη εκ των υστέρων στο κέντρο της λατρείας του «καινούριου» και των ανέσεων που είχαν αρχίσει, δειλά
αλλά πειστικά, να εισχωρούν στη ζωή των ευρωπαϊκών κοινωνιών, του ήταν άγνωστη. Τώρα, βλέποντας τα σκουπίδια στους
δρό ους, επιτέλους καταλαβαίνει, ανεξαρτήτως του αν το παραδέχεται, ότι τα πάντα υπήρξαν όνο συσκευασίά ό,τι πετάχτηκε
στους κάδους ήταν για πέτα α εξ αρχής. Ποιος τολ άει να ρωτήσει τις γυναίκες, τουλάχιστον τις ευαίσθητες, για το είδος της
κατάθλιψης που τις κυριεύει α έσως όλις επιστρέφουν απ’ αυτό που, κατ’ ευφη ισ όν, ονο άζουν shopping therapy; Μζ τον
τρόπο που ο καρπός είναι κιόλας σκουπίδι και το κρέας κοπριά, πολύ περισσότερο άλιστα ε τον τρόπο που η αγωνία του

A hangover (veisalqia) describes the sum of unpleasant physiological effects following heavy consumption of drugs, particularly alcoholic
beverages. The most commonly reported characteristics of a hangover include headache, nausea, sensitivity to light and noise, letharav.
dvsphoria. dian~hea and thirst, [Προσθήκη: Ν,Π,]
επαγγελ ατικού προσανατολισ ού ικανοποιείται χαρτογραφώντας έναν κυκεώνα από απορριφθείσες «επιλογές», τα αντικεί
ενα που αφήνει πίσω της η διαδικασία του sliopping tiierapy είναι, για να εταχειριστού ε ιατρική ορολογία απλώς και όνον
παρενέργειες, δηλαδή εκείνο το οποίο εκδηλώνεται ε τη λήψη ενός φαρ άκου που δεν χρειάζεσαι. Πυροδοτείται άρα η ηχα
νή του εθισ ού: έκτοτε, οναδική έξοδος απ' τη δυσθυ ία παρα ένει το ο οιοπαθητικό επεισόδιο της επό ενης εξόδου για
shopping tiierapy, και ούτω καθ’ εξής, όπως περίπου ε το αλκοόλ, όταν η όνη ελπίδα να συ φιλιωθείς ε τις αγριότητες της
προηγού ενης βραδιάς είναι να προσφέρεις στον εαυτό σου ένα ακό η ποτό.
Αν θέλου ε να εί αστε ειλικρινείς, όλο το παραπάνω δεν απέχει πολύ απ' την κοινοτοπία ο έσος άνθρωπος το ισο-
ήξερε ήδη από την εποχή των πρώτων συζητήσεων σχετικά ε την άγευστη σάρκα των φρούτων και των οπωροκηπευτικών,
που ασφαλώς συνοδεύονταν απ' τη διαισθητική γνώση ότι ο παροξυσ ός του ποσοτικού παράγει το ο οίω α, το σκουπίδι.
Το θυ άται σή ερα καθώς του ιλούν για τη νοθεία των κρεάτων, το ολυσ ένο νερό και ια δίχως τέλος ποικιλία άλλων συ
φορών, των οποίων η συ βατική ανασκόπηση στα MIV1E συνδυάζεται διαρκώς ε ιαν ολόκληρη ένοχη φιλολογία περί των
δηλητηρίων και του καρκίνου. Επαληθεύεται εξάλλου, κατευθείαν, στη ρηχότητα της αφθονίας που φέρει τα σκύβαλα στο
στόχαστρο ενός τύπου καταναλωτικής λύσσας, η οποία κατευνάζεται ειδικά, και όνο τότε, εφόσον το ποθητό αντικεί ενο στε
ρείται ουσίας. Ό,τι είναι κενό νοή ατος ό,τι παρέχεται σαν α ιγής φαινο ενικότητα, ό,τι πείθει για την πλήρη απόσπασή του
απ' τους όρους της συγκρισι ότητας, γίνεται αυτό ατα ελκυστικό, δη οφιλές, «απόλυτο», και οδηγεί την κούρσα της όδας
έσα απ' την όλο και πιο ψυχρή φαντασ αγορία ιας ηδα ινότητας που καταλήγει παραληρη ατικά ποθητή, ακριβώς ψα να
ην βοά το κενό στο εσωτερικό της. Αυτό είναι το πρωτόκολλο των «must», που περιγράφουν στο όνο α της δη οκρατίας σαν
mainstream και το οποίο αντιλα βάνονται οι πάντες ως νο οθεσία.
Η ίδια η υψηλή ραπτική, καλύτερα απ' όλους τους το είς στη σφαίρα της κυκλοφορίας των εικόνων, τονίζει το κλέος
ιας τόσο επίκαιρης ιδέας όσο η ανακυκλού ενη αχρηστία, ε το να κάνει φανερό πως τέτοια ρούχα, ρα ένα λόγω της αυξη
ένης ζήτησης για σνο π ή γκροτέσκ θεά ατα, δεν πρόκειται να φορεθούν ποτέ. Έξω από τούτη την ολοσχερή εξαφάνιση του
χρηστικού, δεν έ εινε τίποτα, και πάντως όχι η τέχνη. Αυτή, έχοντας υπάρξει προφήτης της αχρηστίας ε το να παράγει το
ο οίω α υπό ορφήν διακόσ ησης ήδη απ' την εποχή του παρόκ, επιστρέφει σή ερα σαν εκστρατεία ανακύκλωσης του
απορρί ατος, επικαλού ενη το δικαίω ά της να συ βολοποιεί την παρακ ή του σύγχρονου κόσ ου και ετατρέποντας τα
ίδια τα σκουπίδια σε καλλιτεχνή ατα. Οι δυο τρόποι είναι ιστορικά αλληλέγγυοι και διακατέχονται εξίσου από την έ ονη ιδέα
ιας ρητορικής του τέλους του κόσ ου.
Βέβαια, τα καλλιτεχνικά σκουπίδια συνιστούν την εκλεπτυσ ένη όψη της αποσάθρωσης του νοή ατος και, συνεπώς,
προπορεύονται των λαχανικών και των φρούτων κατά το ότι διατηρούν «πνευ ατώδη», σαρκαστική ορφή, ενφ τα τελευταία
παρα ένουν στην πλήρη εξωτερική κατάσταση ιας αιώνιας ακ ής. Ό ως κάθε νοικοκυρά ξέρει πως, αν αφήσει στο ψυγείο
ένα ήλο κι αν αυτό το συγκεκρι ένο φρούτο καθαριστεί για να φαγωθεί έξι ήνες ετά από την η έρα που αγοράστηκε, η γεύ
ση του θα αποδειχθεί αναλλοίωτη. Άγευστο ούτω ή άλλως, το ήλο δεν θα σαπίσει, γιατί είναι ψεύτικο εξαρχής.

Γία να ην είσαι ό,τι τρως


Αν η τέχνη ι ήθηκε την τυποποίηση των επιστη ονικών εργαλείων, η αγροτική παραγωγή θα ας δείξει αύριο, πιθα
νόν σή ερα κιόλας, ότι η τυποποίηση πορεί κάλλιστα να ι ηθεί το ειρωνικό ύφος της τέχνης, σ' ένα πεδίο πρωτοφανών
αντικει ένων όπου το πνεύ α της ποπ αρτ συναντάει την αναπτυξιακή στρέβλωση της αντίληψής ας για τη φύση και συ
πλέουν σε ια θάλασσα από λιπάσ ατα. Ήδη οι Α ερικάνοι ή οι Ιάπωνες, δεν θυ ά αι ποιοι, και ούτε έχει ση ασία εξάλλου,
προχωρούν στην υλοποίηση της ιδέας να παραγάγουν κυβικές ντο άτες, κυβικά καρπούζια κ. λπ., ώστε τα προϊόντα αυτά της
γης να καταστούν περισσότερο βολικά στο πακετάρισ α και τη εταφορά τους. Εδώ και χρόνια, ορισ ένα σούπερ άρκετ
πουλούν «αβγό ε το έτρο» (αβγό-σωλήνα ειδικά για «καναπεδάκια»). Παράλληλα πυκνώνουν τα ραντεβού στα εργαστήρια
όπου ο άνθρωπος παριστάνει το Θεό παίζοντας ε τα γονίδια των πυγολα πίδων, χάρη στα οποία τα ραπάνια θα αναβοσβή
νουν σα φωτάκια Χριστουγέννων και θα προσφέρουν σε ια ευκολότερη συγκο ιδή σε νυχτερινές βάρδιες, ανεξαρτήτως των
συνεπειών της γονιδιακής όλυνσης. Τέλος, το βιοτεχνικό πρότυπο ενός κοινού προβάτου ενισχυ ένου ε κρίκους απ’ το DNA
του σκορπιού διαφη ίζεται σαν ένα ον απείρως ανθεκτικό στα δηλητήρια βλαστών που τρέφονται εισπνέοντας θανατηφόρα
νέφη φυτοφαρ άκων.
Άλλωστε στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλιου, τα λουλούδια που θα εκπέ πουν ουσική είναι καθ’ οδόν και οι πάντες
αντιλα βάνονται ότι αυτό το πρόσθετο πλεονέκτη α δηλώνει, αν η τι άλλο, το θλιβερό γεγονός ότι, ε το άρω α προ πολλού
εξουδετερω ένο και χωρίς ουσική αποζη ίωση, τα ανθοκο ικά προϊόντα θα είναι απλές χαλκο ανίες. « εν βγήκα από κουτί
δη ητριακών», είχε πει ο ΐνίπό π Ντύλαν σε κάποια συνέντευξη, εννοώντας ότι δεν υπάγεται στη νόρ α της αγοραίας χόρτα
σης. Σή ερα, το να ην υπάγεσαι στη νόρ α είναι επίσης νόρ α και ο Ντύλαν κυκλοφορεί σε κύβους KNORR για ανορεξικούς;
συ πυκνω ένη απόλαυση - κρατάς τα «δέκα καλύτερα» τραγούδια σ’ ένα CD και τα υπόλοιπα τα ξεχνάς.
Παρο οίως, η γνώση που παρέχεται στα σχολεία και στα φροντιστήρια είναι τρόπον τινά κυβική ' είναι ια γνώση
όλο γωνίες, σχεδιασ ένη ώστε να παραβλέπεται η ανάπτυξη του αισθή ατος ευθύνης απέναντι στις ανέκαθεν «κυκλικές» αλ
ληλεξαρτήσεις των πραγ άτων και να εξυπηρετείται η οπτική και απτική τελειότητα ιας συσκευασίας κατά το δυνατόν φιλικής
στο χρήστη ή έστω κατάλληλης να αντιπροσωπεύει ια πρόκληση καθαρά τεχνικής επιδεξιότητας τύπου I.Q., όπως ο κύβος
του Poύ πικ^ Η προφητεία του Αντρέ Γκενόν σύ φωνα ε την οποία ο κόσ ος εγκαταλείπει τη σφαιρική του ύπαρξη για να γί
νει κάτι κυβικό («στερεό»· ο κύβος είναι σύ βολο στερεοποίησης, πήξης, απολίθωσης: υποτίθεται ότι ο κόσ ος εκκινεί απ' την
αιθέρια, σφαιρική κατάσταση ιας «λεπτότερης» ύλης, συγγενούς προς την ιδέα ή το αρχέτυπο) επιδοκι άζεται έσω της
αθέλητης, ω ής ειλικρίνειας των σχολικών βιβλίων, που βρίθουν από τετραγωνάκια, πλαίσια, συρταράκια, κελιά αριθ ών και
ποσοστών, εν ολίγοις από παραλληλόγρα ες περιφράξεις εκείνου που, διαφορετικά, θα χανόταν, αφού δεν ριζώνει σε κα ιά
ηθική της γνώσης. Το ψυχικό συ βάν αταιώνεται προστά στη σαγήνη των πινακίδων, ΑΝΟΙΓΜΑ, ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ, ΑΚΥΡΟ,
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ και πάει λέγοντας. Το ανέβασ α (uploading) των «αρχείων» στον εγκέφαλο φτάνει και περισσεύει. Ξέρου ε
πόσο δη οφιλείς παρα ένουν οι χρω ατιστοί κύβοι ανά εσα στα προνήπια.
Η άποψη ότι το Σινικό Τείχος αποτελεί το οναδικό ανθρώπινο κατασκεύασ α που πορεί να ιδωθεί απ’ το διάστη α
αντιστοιχεί σ’ έναν ακό η ύθο ' αντίθετα, ορατή, από εκεί, αποδεικνύεται η οροσειρά των σκουπιδιών της εγάλης χω ατε
ρής της Νέας Υόρκης, ο Παρθενώνας του προωθη ένου ετα οντερνισ ού. Ό ως αυτό που ενδιαφέρει κυρίως την παρούσα
ανάλυση είναι το σκουπίδι ε την αφηρη ένη έννοια, αυτή που αι οδοτεί το Σύστη α (κάθε σύστη α είναι κυκλοφορικό) σε ει
κοσιτετράωρη βάση και σε όλα τα ήκη και πλάτη του δυτικού κόσ ου. Περιλα βάνονται εδώ τα πάντα, συν τα σκουπίδια που
δεν ετριούνται ε το βάρος, ε πορεύ ατα, διαφη ίσεις, σήριαλ, πολιτικές εξαγγελίες, δισεκατο ύρια πληροφοίριών και δισε
κατο ύρια εικόνων. Προσθέστε αξιοθέατα, ουσική ασανσέρ, spam και ταξιδιωτικούς οδηγούς, πεστ σέλερ, χολιγουντιανές
υπερπαραγωγές, αντικεί ενα της λαϊκής κουλτούρας, ηχανική ηχορύπανση, ακτινοβολίες, προσποιήσεις, κοινωνικές συνανα
στροφές, ρούχα, καλλυντικά, ρεκλά ες, ντιζάιν και στιλ επίπλων και γκάτζετ, δηλητηριασ ένα τρόφι α, ποτα ούς πλαστικο
ποιη ένου κιτς και διαστη ικά απόβλητα που καταλήγουν στον Ειρηνικό. Η Πρωτοβάθ ια και η Μέση Εκπαίδευση είναι δο η
ένες ούτως ώστε να συ φιλιώνουν το αθητή ' αυτό το σύ παν των ρύπων, το οποίο παρουσιάζουν σα στοιχείο κακό, αν
όχι σαν το ουράνιο τόξο που σχη ατίζεται ετά απ’ τις καταιγίδες της προόδου. Όσο για την Ανώτατη Εκπαίδευση, συνάπτε-
ται ε ια πιο στενή εκ ετάλλευση του γνωστικού απορρί ατος έσω ενός καταιγισ ού εξειδικεύσεων που ενθαρρύνουν το
διαζύγιο γνώσης και σκέπτεσθαι, έχρι του ση είου να έχουν πεισθεί οι πάντες ότι επιστή η ίσον στατιστική. Τέτοια είναι η
δουλειά που κάνουν οι λεγά ενες «ερευνητικές ο άδες».

^ The Rubik's Cube is a SO mechanical puzzle invented in 1974 by Hungarian sculptor and professor of architecture Erno Rubik. Originally
called the "Magic Cube", the puzzle was licensed by Rubik to be sold by Ideal Toys in 1980 and won the German Game of the Year special
award for Best Puzzle that year. As of January 2009, 350 million cubes have sold worldwide making it the world's top-selling puzzle game. It
is widely considered to be the wodd's best-selling toy. In a classic Rubik's Cube, each of the six faces is covered tiy 9 stickers, among six
solid colours (traditionally white, red, blue, orange, green, and yellow). A pivot mechanism enables each face to turn independently, thus
mixing up the colours. For the puzzle to be solved, each face must be a solid colour, [προσθήκη: N. Π.]
Εφόσον τα παιδιά στερούνται εξ υποθέσεως την ε πειρία ενός κόσ ου λιγότερο ακάθαρτου ώστε να διαθέτουν έτρο
σύγκρισης, η παραπλάνησή τους δεν είναι δύσκολη, ό ως, ε δεδο ένο τον ενστικτώδη πόθο για οξυγόνωση, παρα ένει ερι
κή και προσωρινή. Τα βο βαρδίζουν ως επί το πλείστον, σε επίπεδο εντυπώσεων, ε αλλεπάλληλες διαβεβαιώσεις ότι τα
πάντα ανεξαιρέτως υποβαθ ίστηκαν σε σκουπίδια, ελπίζοντας ότι έτσι το σκουπίδι, ως απολογητής της παρακ ής, θα αφανι
στεί αζί ε τη διαφορά απ' το αντίθετό του. Θα αφήσουν φερ’ ειπείν τους νέους να νιώσουν ότι, αν το Πανεπιστή ιο έχει απα-
ξιωθεί, αυτοί δεν πρέπει να ενοχλούνται εφόσον, υπό ιαν έννοια, καταλαβαίνουν πως το σύνολο των αναφορών στην ε πει
ρία έχουν απαξιωθεί εξίσου: δικαιοσύνη, πολιτική, λογοτεχνία, ουσική, αθλητισ ός, φύση, δη οκρατία, όλα είναι «της
πλάκας». Ειδικά εκεί ανιχνεύεται το αντιφατικό νόη α που ξορκίζουν οι διάφανες, φαντεζί συσκευασίες των προ'ίοντων, έσω
των οποίων οι εταιρίες επανεισάγουν τη διαφορά ε όρους ικρόνοιας και ας λένε: «Τα δικά ας σκουπίδια είναι πιο καθαρά
απ’ όλα», τουτέστιν: «Η δική ας 'πλάκα' είναι πιο σοβαρή».
Αυτό εξάλλου συ πίπτει ε το λογικό ρήγ α απ' όπου εκπορεύεται η σύγχυση ’ οιάζει ας πού ε ε το σύνθη α
κάποιων παιδιών που είδα γρα ένο σ' έναν τοίχο στου Γκύζη πριν από χρόνια: «Γλείψε παγωτό, όχι αφεντικό», έλεγε το σύν
θη α και, ξαφνικά, διαβάζοντάς το, αισθάνθηκα πολύ γέρος, διότι καταλάβαινα καθαρά αυτό που τα παιδιά του παραδείγ α
τος δεν είχαν υποψιαστεί ακό η, δηλαδή ότι, ακριβώς, ΤΟ.ΠΑΓ ΤΟ ήταν το αφεντικό κι ότι ο εχθρός δεν προσωποποιούνταν
στην άρχουσα τάξη, όπως την έλεγαν παλιά, αλλά άλλον στον δικό ας ρόλο του εξαρτη ένου καταναλωτή. Ο εχθρός βρι
σκόταν στο ση είο εκείνο, έσα ας, απ' το οποίο ε είς οι ίδιοι κοιτάζα ε το ποθητό αντικεί ενο, α ελητέου σίγουρα δια ετρή
ατος, σαν να επρόκειτο για το Ιερό ισκοπότηρο.

η οσιεύτηκε στο ΕΠΤΑ/ Ελευθεροτυττία


Αττό 18/1 -18/4/2009

[13.638 λέξεις]

Προκήρυξη Νέων Θέσεων


0&ύδ'(θν,
:te-» 5 --A ρΉ 1
Ακολουθούν οι κατηγορίες των όντων που θεωρού άδεια των διαχειριστών του συστή ατος κι όσοι
νται φύσει και θέσει σύ αχοι των εξεγερ ένων παι διακρίνουν τη σχέση εταξύ φροντιστηρίου και
διών. Σαν όλα τα κύ ατα, το ωστικό κύ α των παι αστυνο ικού τ ή ατος
διών παρουσιάζει εγγενή χαρακτηριστικά, όπως όσοι εγάλωσαν θεωρώντας τον ενεστώτα ως
πηγή, συχνότητα, ήκος ταλάντωσης, ένταση και αλ
το ση είο βρασ ού των συ βάντων
λαγή συ περιφοράς ανάλογα ε την αγωγι ότητα
τα ορφανά, οι άστεγοι και οι άστεγες προ
των υλικών. Οι κατηγορίες που ακολουθούν υπολογί
ζονται ως καλοί αγωγοί του κύ ατος και αυτό ένει
πάντων
ν ’ αποδειχθεί: όσοι βαρέθηκαν να τους λένε ότι το έλλον θα
‘ναι έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα· κάθε η προνο
οι φοιτητές ιούχος
οι σπουδαστές οι πλέον έξυπνοι θείοι, οι τρυφερές ας ξαδέλ-
οι χουλιγκάνοι και οι τσιγγάνοι φες, οι τρελόγριες ε την ο πρέλα τους, οι τρεις
οι απεργοί, οι εξτρε ιστές, οι παλαιοί ανιχνευ κι ο κούκος
τές, οι τυχοδιώκτες ταξιδευτές κι αχόρταγοι ερα όσοι αρνούνται να ξανακούσουν τη φράση «το
στές, οι αλήτες, οι απόκληροι, οι αγοραστές κα αχαίρι θα φθάσει στο κόκαλο» κι όλοι όσοι δεν
τοικιών που δεν υπήρξαν ποτέ επενδύουν στο έλλον
οι σε νοί περιθωριακοί κι όσοι απεχθάνονται τα φρικιά, οι κυνηγοί κεφαλών, τα εννέα τάγ
τον φασισ ό, τον σταλινισ ό, τον σεχταρισ ό ατα των αγγέλων
και, πρωτίστως, τον ιδεολογικό καθωσπρεπισ ό οι ποιητές της γενιάς ου πλην ενός, ξέρετε τί
όσοι αντιστέκονται στον ακρωτηριασ ό της νος, και οι θα ώνες του παρ Πετεινός
εταθυ ίας για τη συγκρότηση ταυτότητας κι όσοι όλοι όσοι ισούν όλους όσους ισούν τα τζιτζί-
διαισθάνονται πως ο έρωτας είναι θέ α προτε κια και τις κιθάρες· όλοι όσοι ταυτίζουν τα ευχο
ραιότητας, όπερ έδει δείξαι λόγια ε κιθάρες
αυτοί που ξέρουν ότι ο ψίθυρος των ειδήσεων, όσοι ακούν τα συνθή ατα ε ολόκληρο το
στους δρό ους, είναι ο έσχατος πειρασ ός σώ α τους κι όχι όνον ε τα αφτιά
όσοι αρνούνται πως η ζωή είναι θεσ ός κι όσοι τα δεκάδες αγαθά τινεύ ατα που φέρνουν βρο
αγαπούν τη σιωπή ως εκφώνηση του ονό ατος χή κι αυτά που φέρνουν φωτιά
του άνθους στο αιθερικό πεδίο· όσοι διαψεύδουν τα πνεύ ατα των αθώων, των θυ άτων δικαστι
ότι ένας άρτυρας δεν αρκεί κι ότι χρειάζονται κής πλάνης, των χρυσοχόων της Μέσης Ανατο
δύο λής· το πνεύ α του Αρθούρου Κραβάν, του
όσοι νιώθουν ότι, την ώρα του θανάτου, ση α Ροϊδη, του Καρασούτσα, του λόρδου Μπέιντεν
ντικός είναι ο θάνατος, όχι η ώρα Πάουελ και τα τριάντα χιλιάδες ττνεύ ατα των
οι αναρχικοί, οι αναρχοσυνδικαλιστές, οι αυθε παιδιών που εκτέλεσε ο Ηρώδης Α ’ ή Μέγας· τα
ντικοί κο ουνιστές, οι οπαδοί του Φουριέ εδώ ττνεύ ατα του Νικολά του Ξανθού, του Ετιέν ντε
και τώρα Κλουά, του λεγά ενου και Βοσκού, καθώς και
όλων όσοι ακολούθησαν την ειρηνική επανάστα
ση των παιδιών, το 1212, στην κεντρική και
νότια Ευρώπη· ας ην ξεχνά ε και το τινεύ α
όλοι όσοι λένε «Καληνύχτα ωρό ου» και το της σπατάλης, τον ευεργέτη της ανθρωπότητας
εννοούν οι καρακάξες στα καλώδια της ΕΗ κι ττνεύ ατα που προστατεύουν τις λί νες, τη συ
οι αρουραίοι και τα ρακούν γκο ιδή του ζαχαροκάλα ου και την ανάπτυξη
οι τι ωροί της διαφθοράς, οι νοσταλγοί της της σεξουαλικότητας
ιαφοράς που παράγει νοή ατα, επιπλέον πάρα οι ηγέτες της νύχτας, εκείνοι που ονειρεύτηκαν
πολλοί καθηγητές και δάσκαλοι, πιθανόν και νη ότι ακολουθούσαν την ίδια τους την κηδεία, όσοι
πιαγωγοί ονειρεύονται κεραυνούς εν αιθρία- όσοι δεν
όσοι απηύδησαν βλέποντας να ταπεινώνεται η θέλουν εκπαίδευση αλλά παιδεία κι όσοι εξαρ
φύση, να καταστρέφεται η Γη· όσοι σιχαίνονται χής ήταν ενάντια σ ’ εκείνους που ήταν υπέρ του
τις βλακώδεις ανανεώσεις του στυλ για το βολέ ατος
απόλυτο look· όσοι λατρεύουν τον κάπτεν Κουκ, όσοι αρνήθηκαν ν ’ ανταλλάξουν το ασή ι του
όσοι ουδέποτε πειθαρχούν στις ανα ετρήσεις ε ενός και οναδικού ηλιοβασιλέ ατος· οι πατε
τα χρονό ετρα, τέλος όσοι κινούνται στα όρια ράδες που θα παρα είνουν αυτό που λέει η λέξη
του σφάλ ατος, όσοι γίνονται πλοηγοί δίχως την
κι όχι απλώς δότες σπέρ ατος· όσοι δεν αγαπούν ανισόρροπος κό ης Μπαλταζάρ Κλοζόφσκυ κι
τον πλησίον αλλά πλησιάζουν τον αγαπώντα η περιβόητη κουτσή Μαρία
ποικίλα, άγνωστης προέλευσης, καλοπροαίρετα όσοι εκτι ούν την ε πειρία· όσοι δροσίζονται
θαλάσσια ή αστρικά όντα στον ίσκιο του χρόνου, οι απελτησ ένοι και ε
οι ακό η αγέννητοι, όσοι σεβάστηκαν τον νό ο ρικοί εκφωνητές ραδιοφώνου· ορισ ένοι σιωττη-
και παραβίασαν τους νό ους, όσοι κουβάλησαν λοί νεραϊδοπαρ ένοι που άκουσαν την πανσέλη
τον εαυτό τους στους ώ ους· το λού πεν προλε νο να εκπέ πει στα 2Ηζ· όσοι περπάτησαν στα
ταριάτο, οι ζητιάνοι, οι κλέφτες που είχαν και Τέ ττη· οι τζα πατζήδες, οι εθυσ ένοι
έχουν σαν προστάτη τους τον Ερ ή, οι διαρρή οι ιδιοκτήτες των θερινών σινε ά, για να ην
κτες, οι αρ ατολοί κι οι ληστές· οι λεπροί- αρκε πού ε και για κείνους που ξέρουν ότι άλλο η
τοί ψυχαναλυτές, όλοι ανεξαιρέτως οι βουδιστές, τέρα και άλλο α ά, ενώ «έχω τα κέφια ου»
οι τελευταίοι ντανταϊστές, οι τροτσκιστές, οι δεν ση αίνει «στα τέτοια ου», άρα χρειάζεται
εντός φυλακών και τα θύ ατα βάναυσης τι ωρί προσοχή
ας όσοι έπαψαν να ανέχονται την ανοχή
οι ετανάστες τρίτης κατηγορίας· οι ετα οι αδέσποτοι σκύλοι της Πατησίων, οι αδέσπο
νάστες τέταρτης και πέ πτης κατηγορίας· όσοι τοι σκύλοι των Εξαρχείων
ανατράφηκαν από ζώα, όπως ο Κασπάρ Χάου- οι αδέσποτοι σκύλοι εν γένει
ζερ και ο Μόγλης ο δαί ων του τυπογραφείου
όσοι αρρώστησαν σε γεφύρια και όσοι έζησαν η χήρα του Γκάτσου
στο κατώφλι ίας τρώγλης· οι πιο καλοί ουσι ο Αρχιετπσκοπος
κοί και όσοι βρέθηκαν το Σάββατο εκεί οι τζα άδες
όσοι χτυτιήθηκαν από κάποιον που χτυτιήθηκε εγώ
από κάποιον που χτυτιήθηκε από πάτσο
όσοι ζηλεύουν τον ον Κιχώτη και, κυρίως, τον Ε. Αρανίτσης
Σάντσο· οι πουτάνες, οι αργόσχολοι, η Φτερού, ο
Οργή και πολιτική
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς | Κυριακή 14 εκε βρίου 2008 ΒΗΜΑ

Ποια είναι τα όρια της αστυνό ευσης σε ια ευνο ού ενη πολιτεία; Και αντιστοίχως, ποια είναι τα όρια της αντί
δρασης έναντι της αστυνο ικής αυθαιρεσίας, όπου και όπως αυτή εκδηλώνεται; Τα ερωτή ατα και η απάντησή
τους θα ήταν αυτονόητα ως πριν από ία εβδο άδα. Οχι ό ως σή ερα, ετά τα γεγονότα που έζησε ολόκληρη η
χώρα. Η απρόκλητη δολοφονία τού νεαρού αθητή στα Εξάρχεια, οι αντιδράσεις που ακολούθησαν, οι καθολικές
καταστροφές ε την ανοχή της αστυνο ίας αποτελούν φαινό ενα πρωτόγνωρα ίσως ως προς την έκταση και τη
σύνθεσή τους, οπωσδήποτε ό ως χρήζοντα ελέτης και ανάλυσης.'

Το συγκεκρι ένο έναυσ α δόθηκε από τον απρόκλητο φόνο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Την αφορ ή
παρέσχε η αυτοτροφοδοτού ενη, επαναλα βανό ενη και επισή ως υποθαλπο ένη αλαζονική κτηνωδία ορι
σ ένων οργάνων της τάξης. Τα αίτια αναζητούνται στην απόγνωση, την αποστροφή και την οργή αυξανό ε
νων ο άδων του πληθυσ ού, κυρίως των νέων ανθρώπων, προστά στην περιρρέουσα αθλιότητα και στην εν
δη ική πλέον κρίση.

Το πρόβλη α ό ως είναι βαθύτερο. Το γεγονός ότι εν ια νυκτί οι «γνωστοί» και η εξαιρετέοι κουκουλοφό-
ροι φάνηκε να πλαισιώνονται ή ίσως και να υπερφαλαγγίζονται από ευρύτερους αριθ ούς «άγνωστων» και ε
ξαιρετέων συνοδοιπόρων, συνεργών και συγκαταστροφέων δεν εξηγείται ούτε από τη συγκυρία, ούτε από την
αηδία, ούτε από την απελπισία. Αυτοσυγκροτού ενο σε σώ α, το πλήθος οφείλει πάντα να έχει τη δυνατότητα
να πορεύεται, να διαδηλώνει, να δια αρτύρεται, να διακόπτει τις ετακοινωνίες, να παρακωλύει τις συγκοινωνί
ες, να κατακρη νίζει τα ισητά ή γελοία εξουσιαστικά ή χριστουγεννιάτικα σύ βολα, να «καταλα βάνει» χώ
ρους, να αψηφά τα όργανα της τάξης και να επιβάλλει τη φωνή και παρουσία του ενάντια στους εκπροσώπους
της εξουσίας. Και δικαιούται πάντα να «υπερβάλλει». Ουσιαστική πολιτική δη οκρατία είναι όνον εκείνη
στην οποία οι πολίτες διαπραγ ατεύονται συνεχώς ε τον εαυτό τους τα όρια των δη οκρατικών τους δικαιω
άτων.

Αυτό ό ως δεν συνεπάγεται ότι πορεί να ετατρέπεται άνευ ετέρου σε αινό ενο όχλο. ιότι από ένα ση είο
και πέρα, το πλήθος έγινε όχλος: οι φωτιές και το πλιάτσικο δεν προκλήθηκαν ούτε από ενσυνείδητους πολίτες,
ούτε από πολιτικά δια αρτυρό ένους, ούτε από πεπεισ ένους αναρχικούς, ούτε από ανένδοτους αντιεξουσια-
στές, ούτε καν από εγκάθετους προβοκάτορες. Τις άναψαν ανεξέλεγκτα άτο α που δεν πιστεύουγ σε τίποτα και
σε κανέναν, νέοι που δεν ε πιστεύονται κανέναν ενήλικο, ενήλικοι που δεν ήλπισαν τίποτε ως νέοι, άτο α που
δεν προσβλέπουν ούτε στην άρση ούτε στην ά βλυνση των ατο ικών ή συλλογικών αδιεξόδων τους, ή ακό α
και άτο α που στοχεύουν κατά κύριο λόγο στη λεηλασία. Ατο α δηλαδή που βρίσκονται πέραν της οποιασδή-
ποτε ιδεολογίας, και κυρίως πέραν της οποιασδήποτε πολιτικής.

εν είναι βέβαια η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο. Αντίστοιχα ήταν τα επεισόδια στο Γουότς του Λος Α
ντζελες το 1992, που έφτασαν να πάρουν ορφή ε φυλίου πολέ ου ανά εσα στους διαδηλωτές και στους α
γαζάτορες, αντίστοιχα ήσαν και εκείνα που πριν από δύο χρόνια είχαν συνταράξει τα εξαθλιω ένα γκέτο των
παρισινών προαστίων. Τέτοιες εξάλλου τείνουν πάντα να είναι οι τυφλές εξεγέρσεις δίχως στόχο, δίχως προο
πτική, δίχως σχέδιο και δίχως αντικεί ενο. Οταν κινούνται όνον από την απελπισία, το ίσος, τον φθόνο ή
ακό α και την ιδιοτέλεια, οι εξεγερ ένοι παύουν να λειτουργούν ως σώ α λαού. Συγκροτούνται σε πρωτόγο
νες αντιεξουσιαστικές ορδές, που θυ ίζουν την αρχετυτακή φροϋδική ανάλυση της αρχέγονης πατροκτονίας.
Και είναι κρί α. Οι ορδές δεν χάνουν απλώς το δίκιο τους. Αναστρέφουν επίσης τη συ βολική των ιστορικών
στιγ ών που καλούνται να νοη ατοδοτήσουν ε τη συλλογική τους πράξη.

Πρέπει να θυ ηθού ε πως αυτό δεν έγινε ούτε στην Κατοχή, ούτε στο Ε φύλιο, ούτε επί χούντας, ούτε στη ε
ταπολίτευση. Ούτε ό ως στις φοιτητικές εξεγέρσεις στο Μπέρκλεϊ, στο Βερολίνο ή στο Παρίσι του Μάη του
'68, που για ενά ιση περίπου ήνα βρίσκονταν στα χέρια των διαδηλωτών. Εκεί, ούτε κουκούλες ε φανίστη
καν, ούτε φωτιές άναψαν, ούτε καταστή ατα πλιατσικολογήθηκαν. Οι νέοι οχυρώνονταν τασω από οδοφράγ
ατα και πετούσαν πέτρες στις δυνά εις ασφαλείας. Και σαν τον Γαβριά στους «Αθλίους» του Ουγκό τραγου
δούσαν τη χαρά της απελευθέρωσής τους. Κάτω από τις πέτρες που αποσπούσαν από τα οδοστρώ ατα, οι εξε-
γερ ένοι φοιτητές φαντασίωναν την α ουδιά (sous les paves, la plage), τον «άλλο» και καλύτερο κόσ ο που
σχέδιαζαν και επιθυ ούσαν να απολαύσουν. Ανεξάρτητα από την έκβασή τους, όλες οι γνήσιες επαναστατικές
εξάρσεις, η πτώση της Βαστίλλης, η κατάληψη των χει ερινών ανακτόρων, ο Μάης του '68 ή και το Πολυτε
χνείο του 1973 ήταν ξεσπάσ ατα οργής και αγανάκτησης για αυτό που υπήρχε, αλλά και διονυσιακής χαράς
για αυτό που δεν υπήρχε ακό α. Ετσι έσα από την α φισβητητική πράξη γεννήθηκαν νέες ορφές ζωής, στο
χασ ού, λόγου και διαλόγου. Και ε αυτήν την έννοια, ήσαν ένα ιστορικό γίγνεσθαι σε «καθαρή ορφή».
Προανέκρουαν ένα άδηλο ελπιδοφόρο έλλον που κανείς δεν πορούσε, ούτε ήθελε, να εγκλωβίσει σε παρα
δεδεγ ένα σχή ατα. Ρητά ή σιωτιηρά, η εξουσία καλούνταν να δώσει τη θέση της στη φαντασία. Η ιστορία
φτιαχνόταν από έναν λαό και από έναν λόγο σε συνεχή κίνηση. Πίσω ό ως από τα λοστάρια που έσπαζαν τις
βιτρίνες δεν υπήρχε ούτε η α ουδιά, ούτε το όρα α, ούτε η φαντασία, ούτε η κίνηση. Μόνον η δύνα η του
ακίνητου κενού. Και πίσω από τις δηλώσεις, τις καταστροφές και τις «απαλλοτριώσεις» δεν υττήρχαν χαρές και
τραγούδια, ούτε καν σπαράγ ατα ενός κινού ενου λόγου. Μόνο η ακίνητη σιωττή, η βουβα άρα και η έλλειψη
προοπτικής. Αν υπήρξε κάτι σε «καθαρή ορφή», είναι η απόγνωση εκείνων που πράττουν όχι επειδή διεκδι-
κούν ιαν άλλη ζωή, αλλά επειδή δεν τους ένει τίποτε άλλο να κάνουν. Ζουν, σκέφτονται και δρουν έσα
στην περιρρέουσα καταστροφή και βουλιάζουν έσα στο ένστικτο του θανάτου.

Υπό τις συνθήκες αυτές, η «ση ασία» των αζικών κινητοποιήσεων κινδυνεύει να εκφυλισθεί και να ανατρα-
πεί. Σε ια περίοδο όπου όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι φαίνεται να «αντιστέκονται» στην πολιτικοποίη
σή τους, σε ια περίοδο όπου οι σειρήνες της ατο οκεντρικής ιδιοτέλειας κατακλύουν όλους και όλα, σε ια
περίοδο όπου το ίδιο το νόη α της πολιτικής και της Εκκλησίας βουλιάζει έσα στη γενικευ ένη λεηλασία, σε
ια περίοδο όπου συστη ατοποιείται η ενδη ική βία όλων των εξουσιών, τεράστιες άζες νέων ανθρώπων κι-
νητοποιήθηκαν και κραύγασαν «δεν πάει άλλο». Αυτό είναι το εγάλο πολιτικό ήνυ α των τελευταίων η ε
ρών. Εχοντας διωχθεί από την πόρτα των κο άτων, η πραγ ατική πολιτική είναι πάντα εκεί. Τα παράθυρα και
οι ρωγ ές του κοινωνικού δεν είναι δυνατόν να σφραγισθούν.

Αυτός ακριβώς είναι ο εγάλος κίνδυνος για το εξουσιαστικό κατεστη ένο. Στόχος του συστή ατος είναι λοι
πόν η πάση θυσία αποδυνά ωση όλων των πολιτικών σκιρτη άτων και ηνυ άτων. Οι έθοδοι είναι παλιές
και δοκι ασ ένες. Βίαιη καταστολή, ιδεολογική παραπλάνηση, αποπροσανατολισ ός, και διάφο’ρες ορφές
συνδυασ ών ανά εσά τους. Πρώτο έλη α η συ βολική ε πλοκή όσων ορθώνουν το ανάστη ά τους στη διά
χυτη κοινωνική βία και στην κοινωνική λεηλασία σε διαδικασίες που αναγιγνώσκονται ως διαβλητές. Τίποτε
δεν αποδυνα ώνει ένα ά ορφο κίνη α τόσο πολύ, όσο η ηθική του απαξίωση στα άτια των άλλων και στα
άτια των ιδίων. Με αυτήν την έννοια λοιπόν, για ιαν ευρύτερα έ φοβη κοινή γνώ η, οι καταστροφείς είναι
οι καλύτεροι αποπροσανατολιστές. Και όσο παρα ένουν χρήσι οι, πορεί να γίνονται ανεκτοί. εύτερο έλη
α η ά εση αποθάρρυνση των ζωντανών και πολιτικοποιη ένων νέων. Αυτοί ακριβώς είναι και εκείνοι που θα
κατασταλούν κατά προτεραιότητα. Η οργή των ανήλικων αθητών πρέπει να αντι ετωπιστεί πριν από τις ορ
δές των τρα πούκων. Εις πείσ α των φαινο ένων, είναι λοιπόν πιθανό ότι η στρατηγική της εξουσίας υπακούει
σε έλλογα σχή ατα. εν πορού ε να αποκλείσου ε ότι ετά από ια πρόσκαιρη έκλα ψη, η πολιτική θα πει
και πάλι στα χρονοντούλαπα. Αυτός ακριβώς είναι και ο στόχος. Εκτός και αν...
Προοπτικές για το έτος 2000

Μεθοδολογικά

Η «πολιτική ψυχολογία», του συγκεκρι ένου συνόλου ανθρώ


πων που είναι οι Έλληνες, έχει σκοπό ν ’ αναλύσει τη δο ή και
τη λειτουργία ορισ ένων ύθων, ιδεολογιών και νοοτροπιών,
έτσι όπως αυτά δια ορφώνονται έσα από την αλληλεπίδραση
ανά εσα στον ψυχικό (εσωτερικό) χώρο των υποκει ένων και
τον ιστορικό (εξωτερικό) χώρο του κοινωνικού συνόλου. Η
σχέση αυτή προ'ϋποθέτει ια ουσιαστική αυτονο ία των δυο
χώρων: ο ένας δεν πορεί ν ’ αναχθεί στον άλλο, αλλά υπάρχει
ό ως πάντα ένα πέρασ α από τον ένα στον άλλο. Η ορθή κα
τανόηση αυτού του περάσ ατος είναι και προϋπόθεση για ια
επιστη ονική και όχι ιδεολογική θεώρηση του φαινο ένου: λέ
γοντας «πέρασ α» εννοού ε τον απαραίτητο δο ικό ρόλο που
παίζει η γλώσσα, σαν όια εσολάβησί] ανά εσα στα υποκεί ενα
ως άτο α και την κοιν(ονία ως σύνολο. « ια εσολάβηση» εδώ
ση αίνει τη «γέφυρα» έσοο της οποίας εταφέρονται και ετα
τίθενται οι επιθυ ίες, οι προθέσεις, τα ενδιαφέροντα και τα
συ φέροντα των υποκει ένων, που συνεχο)ς συναλλάσσονται
εταξύ τους και ανταλλάσσουν λέξεις και πράγ ατα. Η δια ε-
σολάβηση αυτή προεκτείνεται και εσο)τερικά έσα στον ψυχικό
(ασυνείδητο) κόσ ο των υποκει ένων, έτσι ο>στε χωρίς αυτή τη
δια εσολάβηση τα υποκεί ενα δεν «υπάρχουν». Το πέρασ α
από τον εσωτερικό στον εξωτερικό κόσ ο (και αντίστροφα) ση
αίνει πάντα ια « ετάφραση»; "ία υποκεί ενα, εκφράζοντας
ια επιθυ ία ή ένα συ φέρον κρυπτογραφούν συγχρόνως τη
σκέψη τους απευθυνό ενα στον Ά λλο, όποιος κι αν είναι αυ
τός, Ο Ά λλος πρέπει ν ’ αποκρυπτογραφήσει αυτή την επιθυτ
ία ή το συ φέρον που συνέλαβε και ε τη σειρά του ν ’ απα
ντήσει κρυπτογραφώντας τη δική του σκέψη. Η ατελείωτη αυ-
τή διαδικασία ση αίνει ένα διάλογοίαντίλογο, στον οποίο ανα
γκαστικά δη ιουργούνται και «παρεξηγήσεις» ή συγκρούσεις
ερ ηνειών και απόιρεων, έτσι ώστε όνον ο ορθός Λόγος να
πορεί να διαλύει ερικώς τις εκάστοτε προβολές, υποβολές,
υπερβολές, τα σοφίσ ατα, κ,τ.λ., που τα υποκεί ενα συνειδη
τά και/ή ασυνείδητα παράγουν προκει ένου να επιβληθούν
στον 'Αλλο.
Μεθοδολογική συνέπεια αυτών είναι ότι απορρίπτου ε τη
ηχανιστική-υλιστική άποψη, ότι το «περιβάλλον επιδρά» α
πλά επάνω στα υποκεί ενα, και αυτό γιατί σύ φωνα ε αυτή
την άποψη καταργείται και η αυτονο ία της γλώσσας, του λό
γου, και ο εσωτερικός, αυτόνο ος, ψυχικός κόσ ος του υποκει
ένου. Αυτό που ε φανίζεται στα άτια ας σαν αποτέλεσ α,
σαν αυτό που λένε, κάνουνε, πιστεύουνε, απορρίπτουνε τα υ
ποκεί ενα, είναι ήδη το συνθετικό, διφορού ενο, υλικό της α
νάλυσής ας: κάθε υποκεί ενο έχει πάντα έσα του ολόκληρο
το φάσ α δυνατοτήτων έκφρασης λόγων και πράξεων και ε
ταφράζει αυτό που «υφίσταται» από το κοινωνικό σύνολο, που
πάντα το αντιπροσωπεύει ένας Άλλος. Ό ως ούτε ο ψυχι
σ ός, ούτε το κοινωνικό σύνολο είναι ποτέ ενιαία, αλλά πάντα
σύνθετα και διχασ ένα. Το αποτέλεσ α της ετάφρασης είναι
τελικά η αναπαραγωγή ή η αλλαγή παλαιών οντέλων, ή ο
συ βιβασ ός αζί τους, ή η απόρριψή τους, ή τέλος η δη
ιουργία νέων οντέλων.
Σαν παραπέρα εθοδολογική αρχή αναφέρου ε εδώ το ότι η
ετάφραση γίνεται σύ φωνα ε δύο άξονες, που υπάρχουν
πάντα παράλληλα ο ένας ε τον άλλο. Αυτοί οι άξονες είναι η
διάσταση της συγχρονίας και η διάσταση της διαχρονίας. Συ
χνά γίνονται ονο ερείς αναλύσεις των φαινο ένων, γιατί
πολλοί παρα ελούν τη ια διάσταση, ή θέλουν να την ανάγουν
στην άλλη. Συγχρονία ση αίνει εδώ αυτό που συσσωρεύεται
από όλο το παρελθόν σαν πολιτιστική παράδοση και ενυπάρχει
σαν αποθηκευ ένη νή η έσα σ’ ένα σύνολο ανθρώπων κάθε
στιγ ή. Η διαχρονία ση αίνει από την άλλη την επικαιρότητα
το3ν εκάστοτε δράσεων και επιδράσεων στο παρόν (και στο
έλλον). Βεβαίως υπάρχει συνεχές πέρασ α από τη ια διά-
στάση στην άλλη, αλλά ήδη αυτή η διαφορά ανά εσά τους ας
επιτρέπει να πού ε εδώ ότι οι «νοοτροπίες» και οι « ύθοι»
αποτελούν σε εγάλο βαθ ό τη νή η ενός συνόλου ατό ων,
ενώ οι «ιδεολογίες» είναι περισσότερο αποτέλεσ α των επίκαι
ρων κοινωνικών καταστάσεων.
Αναφέρου ε: νοοτροπίες/ ύθοι/ιδεολογίες στον πληθυντικό
αριθ ό γιατί ποτέ δεν υπάρχει ένα δείγ α τους όνον αλλά
πολλά. Με ύθους εννοού ε τα διφορού ενα συ βολικά προϊ
όντα των υποκει ένων τα οποία εκφράζουν έσω της γλώσσας
επιθυ ίες και νοσταλγίες από τη ια, αλλά και άγχη και απα-
τηλές/οπισθοδρο ικές φαντασιώσεις από την άλλη, έτσι ώστε
οι δύο αυτές εριές να είναι συχνά αλληλένδετες. Με ιδεολο
γίες τέλος εννοού ε τις «δικαιολογίες», δηλ. τις εύκολες και
απατηλές ψευδοεξηγήσεις της καθη ερινής ζωής, έτσι όπως
δη ιουργούνται κάτω από χρησι οποίηση φαντασιώσεων, για
να δικαιωθούν ερικά/ειδικά συ φέροντα έσα στον οικονο ι
κό, τον πολιτικό και τον πολιτιστικό χώρο. Μία επιστή η δεν
είναι ποτέ ιδεολογία, αλλά ωστόσο περιέχει ιδεολογικά στοι
χεία, τα οποία συνέχεια προσπαθεί να ξεπεράσει.
Η ανάλυση που προτείνου ε πιο κάτω πρέπει ν ’ αποφύγει
και ένα άλλο εθοδολογικό ε πόδιο: τον ψυχολογισ ό και την
ηθικολογία. Υπάρχουν αρκετά ιστορικά και κοινωνιολογικά
στοιχεία σχετικά ε τον «χαρακτήρα» των Ελλήνων. Αλλά όλα
αυτά τα έργα παρα ένουν σε ια ε πειριστική περιγραφή και
σε ια ηθικολογική ανάλυση των φαινο ένων. Αυτό γιατί
προϋποθέτουν ένα α φισβητήσι ο οντέλο του ανθρώπινου υ
ποκει ένου. Ε είς αντίθετα ξεκινά ε ε την προϋπόθεση ιας
δο ής του ψυχικού χώρου, που ενέχει ορισ ένες λανθάνονσες
(ασυνείδητες) διαστάσεις και χαρακτηρίζεται από τον διχασ ό
του υποκει ένου: το Ασυνείδητο, Οι «αρνητικές» εκδηλώσεις
στα λόγια και στα έργα των ανθρώπων εκπληρούν λειτουργικά
πάντα έναν ψυχικό και κοινωνικό «σκοπό». Ένα ψεύδος, ια
απάτη, έχουν πάντα ένα «λόγο», που ο ερευνητής πρέπει πρώ
τα νηφάλια να τον εντοπίσει έσα σ’ ένα σύστη α άλλο^ν λό
γων και συ βόλων, και όνον όταν βρει τη λειτουργία του ψεύ
δους και της απάτης, και τα εξηγήσει, θα πορέσει κατόπιν να
εκφέρει και ια ηθική/πολιτική κρίση και να προτείνει και δυ
νατά έτρα επέ βασης. Αν δεν εργαστεί έτσι τότε συγχέει ε
θοδολογικά τις επιστη ονικές (και φ^ιλοσοφικές) ε τις αξιολο
γικές κρίσεις και ξεπέφτει στη συνέχεια σε ια ανή πορη ηθι
κολογία χωρίς τη δυνατότητα εξήγησης και πρακτικής επέ βα-
σης.
Η ανάλυση της πολιτικής ψυχοπαθολογίας που προτείνου ε
εδώ δεν ταυτίζεται ε την ανάλυση της «πολιτικής κουλτού
ρας», αλλά πηγαίνει πιο ακριά. Από την άλλη υπάρχει ια
ιδεολογικά επηρεασ ένη στάση απέναντι στην κοινωνική και
πολιτική ψυχολογία γενικά: η «αριστερά» υποτι ούσε και υπο
τι άει πάντα τέτοιες αναλύσεις, γιατί δεν έχει έννοια υποκει
ένου, το οποίο θεωρεί σαν «προϊόν των κοινωνικών σχέ
σεων». Η «δεξιά» πάλι, αντίθετα, είχε και έχει είτε ια ιδεαλι-
στική, ηθικολογική θεώρηση των πραγ άτων, είχε ια θετικι-
στική αντίληψη της πολιτικής ψυχολογίας: τα υποκεί ενα είναι
δήθεν «κύριοι της τύχης τους», είτε ακολουθώντας συ φέρο
ντα, είτε υψηλές ιδέες.
Πέραν αυτών η έθοδος που γυρεύει να εξηγήσει κάτι «κυ
νηγώντας» όνον τις αιτίες του και ερευνώντας την «προϊστο
ρία» του, ξεχνάει ότι η ιστορική εξήγηση δεν φτάνει, γιατί
χρειάζεται πρώτα η συστη ική κατανόηση του φαινο ένου έτσι
όπως αυτό λειτουργεί έσα σ’ ένα σύνολο φαινο ένων, έξω
από το οποίο δεν υπάρχει. Αλλά πέραν αυτών, το κυνήγη α
των αιτιών έχει και ανασταλτικό χαρακτήρα, όταν πρόκειται
κανείς να περάσει στην πράξη.
Η ανάλυση που προτείνου ε εδώ είναι πολυδιάστατη. π.χ.
ποτέ δεν φτάνει ία ονοδιάστατη ανάλυση που θέλει να εξη
γήσει όλα τα φαινό ενα όνο ε τις ταξικές διαφορές ιας κοι
νωνίας. Αυτή η στάση είναι αρκετά διαδεδο ένη σή ερα στην
Ελλάδα, γιατί επικρατεί σ’ ένα έρος των επιστη όνων η κο
ατικοποίηση που, καταργώντας την πολύτι η αυτονο ία του
πνεύ ατος, οδηγεί σε ιδεολογικοποίηση των πάντων. Οι νοο
τροπίες, οι ύθοι και οι ιδεολογίες, ως συ βολικά προϊόντα,
είναι κοινά στοιχεία σε όλες τις τάξεις και παρατάξεις, γιατί
τα άτο α που τις αποτελούν έχουν δο ικά ανάλογες φαντα
σιώσεις. Ορισ ένοι ύθοι της δεξιάς γίνονται κατά καιρούς
ύθοι της αριστεράς και το αντίθετο, υπάρχει δηλ. ια κυκλο
φορία και ανταλλαγή ύθων.
Αναλύοντας τον δυτικό ορθολογισ ό ο Max Weber έδειξε
πως ήδη από την αρχή του Μεσαιοονα είχε κυριαρχήσει στη
ύση η άποψη, ότι οι ανθρώπινες σχέσεις δεν πορούν να ορ
γανωθούν «δίκαια» παρά όνο έσω του φυσικού ικαίου. Β έ -.
βαια αυτό το φυσικό ίκαιο ήταν στατικό, ιεραρχικό και αρι-
στοτελικό/στωικό. στόσο έπαιξε αποφασιστικό ρόλο από τον
11ο έχρι τον 16ο αιώνα για την ορθολογική οργάνωση των
οικονο ικών και πολιτικών σχέσεων, δη ιουργώντας την καθο
λική αντίληψη, ότι ο κάθε άνθρωπος έχει συγκεκρι ένα δικαιώ
ατα και υποχρεώσεις, που κανείς ανώτερος δεν πορεί αυθαί
ρετα να του α φισβητήσει, αλλά ούτε και «η κοινωνία» σαν
σύνολο (βλέπε τη Magna Carta Libertatum το 1214 στην Αγ
γλία). Η έννοια του ικαίου προβίβασε την έννοια της Πίστης
έξω από τον καθαρά θρησκευτικό χώρο - η Πίστη ως Ε πιστο
σύνη στον Λόγο τον Άλ?.ον, έπαιξε ση αντικό ρόλο στην ανά
πτυξη δυο βασικών νέων θεσ ών: σαν «Πίστωση» (Credit) οδή
γησε στην ανάπτυξη του πιστωτικού συστή ατος των τραπε
ζών, προωθώντας την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνά εων -
σαν πολιτική Αντιπροσώπευση οδήγησε σε ια νέα, πιο προχω
ρη ένη σχέση ανά εσα στους πολίτες και τους (κοινοβουλευτι
κούς) εκπροσώπους έσα στα συλλογικά πολιτικά όργανα. Τέ
λος από τον 17ο αιώνα και έπειτα αναπτύχθηκε το «νεότερο»
φυσικό ίκαιο, που ξεπέρασε ε τον δυνα ικό, η ιεραρχικό
και η-αριστοτελικό χαρακτήρα του το παλαιότερο, εσαιωνι
κό ίκαιο, και τελικά οδήγησε στη διατύπωση των ικαιω ά
των του Ανθρώπου στην αγγλική, α ερικανική και γαλλική ε
πανάσταση. Από όλα αυτά πρέπει να βγάλει κανείς ορισ ένα
συ περάσ ατα, γιατί η ορθολογική οργάνωση των πολιτισ ι
κών σχέσεων έχει συχνά παρεξηγηθεί.
I) Η ελληνορω αϊκή αρχαιότητα ανέπτυξε τον ορθό Λόγο και
τους δη οκρατικούς θεσ ούς όνο έχρις ενός ορισ ένου ορίου
(περισσότερο στη θεωρία παρά στην πράξη). Πέραν της ύπαρ
ξης των σκλάβων και των ετοίκων, οι ίδιοι οι ελεύθεροι (Έ λ
ληνες) πολίτες δεν είχαν ποτέ συνειδητά και «συνταγ ατικά»
κατοχυρω ένα ικαιώ ατα, και πορούσαν να τα χάσουν εύ
κολα κάθε στιγ ή* ούτε βασίζονταν οι οικονο ικές συναλλαγές
πάνω στην παραγωγική χρήση του Κεφαλαίου σαν Πίστωση.
II) Στην ασιατικού τύπου δεσποτεία του Βυζαντίου, ο Νό
ος έπαιζε δευτερεύοντα, γραφειοκρατικό, ρόλο, ενώ δεν υ
πήρχε ούτε ανθρώπινη, ούτε πολιτική ελευθερία. Η δεσποτεία
αυτή αποτελούσε ένα πιο οπισθοδρο ικό σύστη α σε σχέση ε
τη φεουδαρχική κοινο^νία της ύσης, στην οποία από τον 11ο
αιώνα άρχισε να επικρατεί σιγά-σιγά η συνείδηση των α οι
βαίων υποχρεώσεων και δικαιω άτο)ν της ιας κατάστασης
(status) ανθρώπων απέναντι στην άλλη. Ο χωρισ ός θρησκευ
τικής και πολιτικής εξουσίας, οι σχέσεις βασιλιά/αυτοκράτορα
ε τους ευγενείς, οι σχέσεις των ευγενών γεωκτη όνων ε τους
χωρικούς και τους δουλοπάροικους, των αστών ε πόρων ε
τους χειροτέχνες και τους εργάτες, κ.τ.λ., όλα αυτά, οδήγησαν
σε νο ική ρύθ ιση των κοινωνικών σχέσεων, που προώθησε
την έννοια της ικαιοσύνης και αργότερα της Ελευθερίας, και
δια όρφωσε τη σχέση των ανθρώπων ε την κοινωνική πραγ
ατικότητα. Η δο ή της βυζαντινής κοινωνίας αντίθετα χαρα
κτηριζόταν από την έλλειψη σταθερής κατανο ής δικαιω άτων
και υποχρεώσεων, την ολοκληροατική αβεβαιότητα και κινητι
κότητα κάθε ατό ου και την ιδεολογία του κοινοτισ ού και της
«αδελφοσύνης». Αυτή τη δο ή τη βρίσκει επίσης κανείς ερι
κώς και στο Ισλά , και εδώ έγκειται η ελληνική προκατάληψη,
για το ότι «φταίνε οι Τούρκοι» για όλα τα αρνητικά χαρακτη
ριστικά των Ελλήνων. Εδώ πρόκειται αντίθετα για ετάθεση
από το βυζαντινό δεσποτισ ό.
III) Σε αντίθεση ε τους αρξιστές, η νο ική οργάνωση και
κατοχύρωση των πολιτικών θεσ ών και ελευθεριών δεν είναι
ένα εποικοδό η α όνο, και οι ελευθερίες δεν είναι ποτέ όνο
«τυπικές», γιατί εκεί που λείπουν δεν υπάρχει κα ία άλλη ε
λευθερία, Ο Νό ος και οι Ελευθερίες είναι ένα στοιχείο της
Βάσης και η προϋπόθεση για ια αναπτυγ ένη κοινωνία. Η
ε πειρία του γραφειοκρατικού σοσιαλισ ού έδειξε ότι εκεί που
δεν ισχύουν ο Νό ος και οι Ελευθερίες κυριαρχούν η αυθαιρε
σία και η α-νο ία.
IV) Το κράτος ικαίου δεν είναι ένα όργανο του Κεφαλαί
ου, αδιάφορο αν το τελευταίο καταχράται το πρώτο - ανά εσά
τους υπάρχει και υπήρχε ια αντίφαση. Η ευρωπαϊκή εξέλιξη
χαρακτηρίζεται ακριβώς από το ότι δεν κυριαρχεί σ’ αυτήν έ
νας «άγριος καπιταλισ ός» και υπάρχουν ορισ ένοι κανόνες
στην πολιτική κουλτούρα που, τηρού ενοι, αποτελούν φραγ ό
σ’ όλα τα είδη ασυδοσίας. Το ίκαιο παίζει ένα διπλό ρόλο:
ενάντια στην αυθαιρεσία της εξουσίας (της δη οκρατικής), και.
ενάντια στην αυθαιρεσία του ιδιωτικού συ φέροντος.
V) Αντίθετα ε την τρέχουσα ιστορίστικη άπο\|)η υπάρχει
ια ορισ ένη (διφορού ενη) «πρόοδος» στην Ιστορία - όλοι οι
πολιτισ οί δεν είναι το ίδιο όταν εξετάσει κάνεις ια ορισ ένη
πτυχή τους. Αυτό, όχι ε την απόλυτη ση ασία που έδινε ο
Hegel, αλλά ε διαφοροποιη ένο τρόπο: ο ιαφωτισ ός και ο
ορθός Λόγος της ύσης δεν είναι όνο «δυτικά» προϊόντα, αλ-
λά έχουν καθολική ση ασία, όπως εξάλλου και ο αρχαίος ελλη
νικός Λόγος. Συχνά ό ως επικρατεί ένα σόφισ α που συνειδη
τά και/ή ασυνείδητα συγχέει δυο πράγ ατα: το γεγονός ότι οι
διαφωτισ ένοι Ευρωπαίοι του 19ου και του πρώτου ισού του
20ού αιώνα ε φανίστηκαν συχνά προς τα έ^ω (προς τον λεγό
ενο 3ο Κόσ ο) σαν ι περιαλιστές, δεν ση αίνει τίποτ’ άλλο
παρά ότι το Κράτος ικαίου ( ε όλες τις ελλείψεις του) και οι
Ελευθερίες δεν είχαν ακό α επικρατήσει καθολικά. Αυτό, για
τί οι Ευρωπαίοι τα καταχράστηκαν για να δικαιολογήσουν ι-
διοτελή οικονο ικά, ταξικά και εθνικά συ φέροντα, Η χειρα
φέτηση των λαών του λεγό ενου 3ου Κόσ ου έγινε πάντα έσα
από την υιοθέτηση των Αρχών του ευρωπαϊκού ιαφωτισ ού
και αυτές οι Αρχές είναι πάντα επίκαιρες και για τους δη ο
κρατικούς αγώνες έσα στις ευρωπαϊκές χώρες (βλέπε τη Soli-
darnosc).
ώσα ε έκταση σε αυτές τις σκέψεις για να εδραιώσου ε
θεωρητικά και ιστορικά τη ση ασία που δίνου ε στον ορθό
Λόγο και τον Νό ο, σαν δο ικά στοιχεία τόσο ιας κοινωνίας
όσο και του ψυχισ ού των υποκει ένων, γιατί αυτά τα στοι
χεία συγκροτούν την «πραγ ατικότητα» για τα υποκεί ενα.

ίΐ

Τι σχέση έχουν οι Έλληνες ε την «πραγ ατικότητα»; ήπως


είναι φαντασιακής φύσης, συγχέουν δηλαδή τις επιθυ ίες τους
ε την πραγ ατικότητα; Υπάρχει το γνωστό φαινό ενο της
(παθολογικής) διάσπασης του υποκει ένου, που ε φανίζεται
σαν διχασ ένη αντίληψη και ερ ηνεία της πραγ ατικότητας
από έρους του. Το υποκεί ενο εδώ αρνείται (ασυνείδητα) να
«δει» ένα κο άτι της πραγ ατικότητας, δεν το λα βάνει υπό-
ψη, παρόλο ότι το έχει αντιληφθεί και εξακολουθεί να προσα
νατολίζεται όνο σ’ αυτό που το «συ φέρει». Τέτοιου είδους
φαινό ενο είναι σύ πτω α ενοχλη ένης δο ής της ταυτότητας:
οι ναρκισσιστικές επιθυ ίες του υποκει ένου δεν έχουν εξαϋ
λωθεί επαρκώς και συνεχίζουν να οδηγούν στη σύγχυση ανά
εσα στην ταυτότητα και την επιθυ ία, δηλ. λείπει ο Λόγος και
ο Νό ος, που σαν το τρίτο στοιχείο γωρίζει την ταυτότητα από
την επιθυ ία.
Η έλλειψη του Νό ου ση αίνει αυθαιρεσία, ανασφάλεια,
δεσποτική συ περιφορά, ανο ία. Οι Έλληνες απαρνούνται το
Νό ο και γυρεύουν πάντα ατο ικά, ο αδικά, οικογενειακά,
συντεχνιακά προνό ια, φαινό ενο όλων των τάξεων και παρα
τάξεων, Πέραν αυτών συγχέουν τη δη οκρατία ε το λαϊκισ ό
και τον κοινοτισ ό, πράγ α α φίρροπο, γιατί κάτω από τον
ανδύα της καθολικής «αδελφοσύνης» δη ιουργού νται ανεξέ
λεγκτες και ολοκληρο^τικές κυριαρχικές σχέσεις. ηλ. οι Έλλη
νες δεν δέχονται το Νό ο σαν εόραίωση της Ισότητας και της
Ελευθερίας, αλλά ζουν συνήθως στην παρα-νο ία, που δεν εί
ναι η παρά-βαση του νό ου, όσο η αγνόηση και περιφρόνησή
του. Υπάρχουν χιλιάδες νό οι στην Ελλάδα, αλλά δεν εφαρ
όζονται. Οι Έλληνες δεν πορούν να βρουν επαφή ε την
πραγ ατικότητα έσω του Νό ου αλλά τον παρακά πτουν.
Αυτό φαίνεται στο γενικό φαινό ενο της αναξίοπιστίας (ανα
κρίβεια στα ραντεβού, στις υποχρεώσεις, στις υποσχέσεις, α
συνεννοησία, ασυνέπεια, αγένεια, κ.τ.λ.). Ό λοι ξέρουν το
φαινό ενο και το χτυπάνε στον «άλλο», ό ως πάντα ξεχνάνε
ότι είναι οι ίδιοι αναξιόπιστοι.
Η ε πιστοσύνη στον Λόγο του Άλλου αποτελεί ό ο^ς το βά
θρο κάθε Νό ου και κάθε πολιτισ ένης, δη οκρατικής Πολι
τείας, είναι αυτό που λείπει στην Ελλάδα. Συνέπεια αυτού εί
ναι η επανειλη ένη αποθάρρυνση κάθε έντι ης προσπάθειας
αλλαγής και η εσφαλ ένη επίρριψη ευθυνών: αν ια κο ατική
παράταξη δρα λάθος, τότε αυτό συ ,βαίνει όχι όνο επειδή έ
χει ια συγκεκρι ένη πολιτική κατεύθυνση, αλλά επίσης γιατί,
όπως και η αντίθετη παράταξη, είναι εξίσου ε παθής, αναξιό
πιστη και ανάξια.
Το φαινό ενο α-νο ίας, παρα-νο ίας και αναξιοπιστίας το
ονο άζου ε απάρνηση του Νό ου και του Λ,όγου. Η παρανο
ία επαναλα βάνεται σ’ όλους τους το είς της κοινωνίας και
της κουλτούρας. Στην Ελλάδα υπήρχε ανέκαθεν το παρα-κρά-
τος των υστικών υπηρεσιών και του στρατού και υπάρχει πά
ντα το ^παρακράτος των κο ατικών και άλλων οργανώσεο.>ν
καθώς και των διάφορων υπηρεσιών, πέρα από το κράτος ι^
καίου. Υπάρχει η παρα-ποίηση και η παρα-οικονο ία. Ολό
κληροι το είς της οικονο ικής δραστηριότητας ανήκουν σ’ αυ
τήν (ένα τρίτο του εθνικού εισοδή ατος). Αιτία και αποτέλε
σ ά της είναι η αρπακτικότητα, η αναξιότητα, η χα ηλή παρα
γωγικότητα και η κακή ποιότητα των ελληνικών προϊόντων και
υπηρεσιών. ηλ. όλα εκείνα τα στοιχεία που δρουν σε βάρος
της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντο^ν,
της ποιότητας ζωής στην Ελλάδα και δη ιουργούν το «κακό»
όνο α που έχουν οι Έλληνες σαν «ανάξιοι» και αναξιόπιστοι.
Η αρπακτικότητα για γρήγορο κέρδος και τα ανε ο αζώ ατα
κυριαρχούν τόσο στη εγάλη όσο και στη ικρή αστική τάξη,
όπως και τα υπόλοιπα στρώ ατα του πληθυσ ού. Οπτικά το
ζει κανείς καθη ερινά βλέποντας την προχειρότητα και την κα
κή ποιότητα των σπιτιών και των δρό ων, των αντικει ένων
χρήσης «εγχώριας παραγωγής». Η ελληνική αστική τάξη (που
ήταν πάντα άλλον ένα συνονθύλευ α από διάφορες φατρίες
παρά ια τάξη) ποτέ δεν ανέπτυξε «ήθος εργασίας και θε ιτού
κέρδους» όπως στη υτ. Ευρώπη και αυτό είχε καταστροφικές
συνέπειες, γιατί έτσι «κακοανάθρεψε» όλα τα υπόλοιπα στρώ
ατα που λίγο πολύ τη ι ούνται.
Φυσικά η παρα-οικονο ία είναι σε βάρος του νό ου και του
κράτους, γιατί δη ιουργείται ο φαύλος κύκλος της αποτυχίας
κάθε προσπάθειας «εκπολιτισ ού» από έρους «διαφωτισ έ
νων» πολιτικών και ειδικευ ένων, και στη συνέχεια εντείνεται
η πτώση γοήτρου του κράτους και η διάβρωσή του ε ιδιωτικά,
οικογενεικά, συντεχνιακά έσα συ πλήρωσης των κρατικών ελ~
λείψεο^ν. Επιδείνωση της κατάστασης επιφέρει και η λαϊκίστι-
κη, κοινοτική ιδεολογία, που δυσφη εί κάθε προσπάθεια ορ
θολογισ ού της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους σαν «ξε
νική» και «αντιλαϊκή».
Ά λλα συ πτώ ατα αυτής της κατάστασης είναι η τταρα-
ιατρική, η παρα-ανγκοινωνία και η παρα-παιδεία. εν πορεί
να υπάρξει σωστό σύστη α υγείας, έσων συγκοινωνίας και
παιδείας, όταν οι ίδιοι οι πολίτες υπονο εύυν κάθε προσπά
θεια καλυτέρευσης και θέλουν αρπακτικά, είτε σαν παραγωγοί
υπηρεσιών είτε σαν καταναλωτές τους, να έχουν ε τον πιο
γρήγορο και προνο ιακό τρόπο την ικανοποίηση των αναγκών
τους. Έτσι δη ιουργούνται οι συντεχνίες των οδηγών ταξί, ή
των προνο ιακών ιδιωτικών ιατρείων ή των εκπαιδευτικών
φροντιστηρίων. Κανένας πολιτικός δεν θα ήθελε να αυτοκτο-
νήσει πολιτικά, θέλοντας ν ’ αλλάξει τις συνήθειες το:>ν πολι
τών, όταν αυτοί π.χ. πληρώνουν επιπλέον τον γιατρό ή τον
νοσοκό ο του νοσοκο είου, όνο και όνο για να κάνει σωστά
την κανονική του δουλειά, για την οποία είναι υποχρεω ένος -
όταν παίρνουν ταξί σε κάθε περίσταση, υποθάλποντας τη βα
ναυσότητα και την αισχροκέρδεια πολλών οδηγών - όταν δια
τίθενται τεράστια ποσά για φροντιστήρια, ενώ όλο αυτό το
διδακτικό δυνα ικό θα πορούσε να είναι προς όφελος της δη
όσιας παιδείας, που χρεωκοπεί απέναντι στις κακά προετοι
ασ ένες άζες των φοιτητών. Βέβαια η Ελλάδα υποφέρει από
τη γενική κακοδαι ονία των υπανάπτυκτων χωρών: την κακή
πληρω ή και όρφωση των δη οσίων υπαλλήλων και λειτουρ
γών. Αλλά αιτία της είναι η ύπαρξη της παρα-οικονο ίας και
της εξαθλιω ένης συνείδησης της αναξιοπιστίας, έτσι όπως εκ
φράζεται και ε το παραδοσιακό σύστη α στρατολόγησης και
α οιβής των δη οσίων υπαλλήλων: άνθρωποι ακατάρτιστοι,
κακοπληρω ένοι, πελάτες ιδιωτικών συ φερόντων, χωρίς ήθος
δη οσίου λειτουργού.
Στο πολιτιστικό επίπεδο επικρατεί η τιαρα- όρφωση που εκ
φράζεται ε την αυτοϋποτί ηση και τον πνευ ατικό επαρχιω
τισ ό απέναντι στον ιστορικό και γεωγραφικό χώρο που ανή
κει η Ελλάδα, την Ευρώπη. Το γεγονός ότι εταφράζονται
(κακά, γιατί αρπαχτά) πολλά βιβλία είναι σαν τέτοιο θετικό -
η πνευ ατική εξάρτηση εκδηλώνεται αλλιώς, και οφείλεται
στην ανισορροπία που υπάρχει: ελάχιστοι Έλληνες, ζώντες
στην Ελλάδα που είναι πνευ ατικά δη ιουργοί και πρωτότυ
ποι, εταφράζονται σε ευρωπαϊκές γλώσσες. Εδώ επαναλα
βάνονται τα ίδια που παρατηρεί κανείς στο επίπεδο υλικών
αγαθών: εισάγονται πολύ περισσότερα απ’ ό,τι εξάγονται και
έτσι δη ιουργείται οικονο ικός και αξιολογικός πληθωρισ ός,
γιατί οι Έλληνες ζούνε παρασιτικά, πάνω από τις δυνατότητές
τους. Και είναι αξιοπερίεργο το γεγονός ότι οι εφη ερίδες και
τα περιοδικά είναι γε άτα από εταφράσεις ευρωπαϊκών (και
άλλο^ν) άρθρων εφη ερίδων, ενώ λά πουν οι Έλληνες ε την
απουσία τους στην ευρωπαϊκή δη οσιότητα, και ενώ υπάρχουν
άνθρωποι στην Ελλάδα που θα πορούσαν ν’ αναλύσουν όνοι
τους τα πράγ ατα.
Από την άλλη προσκαλούνται «ξένοι ε πειρογνώ ονες» για
να «λύσουν τα προβλή ατα» σε διάφορους το είς - το πρόβλη
α δεν είναι η πρόσκληση «ξένων», ούτε η έλλειψη καταρτισ έ
νων ατό ων στην Ελλάδα εγάλη, αλλά απλούστατα «ο λόγος
του Έλληνα δεν περνάει σε Έλληνα», δεν έχει πίστη, κύρος
και αυθεντικότητα. Αντίδραση σ’ αυτό είναι οι αυθαίρετες και
σοβινιστικές, ξενόφοβες αντιδράσεις: αντί οι Έλληνες ν ’ ανα
πτύξουν ια κουλτούρα και ποιότητα (ξεπερνώντας το «δε βα
ριέσαι, δεν πειράζει»), πράγ α που είναι δυνατό όνο ε ανοι
χτή ανταλλαγή προϊόντων, ιδεών και ανθρώπων ε τις άλλες
ευρο3παϊκές χώρες, αντίθετα κλείνονται προς τα έξω ε σοβινι
στικές παρόλες (όπως «εγώ αγοράζω ελληνικά») ή ε έτρα
όπο-)ς την πρωτοφανή υποχρέωση, να πληρώνουν όνο οι «ξέ
νοι» τουρίστες εισιτήριο στις αρχαιότητες και τα ουσεία. εν
πορεί ό ως ν ’ αγοράσει κανείς ελληνικά προϊόντα, όταν αυτά
είναι κακής ποιότητας, και είναι κακής ποιότητας, γιατί δεν
υπάρχει η επικοινωνία και ο ανταγωνισ ός ε την Ευρο3πη και
επικρατεί η συνείδηση ότι «ε είς τώρα δεν θα τα κάνου ε έτσι
όπως τα κάνουν οι Ευρωπαίοι».
Η αναξιοπιοτία είναι λοιπόν ένα δο ικό φαινό ενο που χα
ρακτηρίζει τις συναλλαγές και ανταλλαγές των Ελλήνων, φα
νερώνοντας την ελλει ατική σχέση τους ε τον Νό ο, τόσο ως
στοιχείο που συγκροτεί την κοινωνία όσο και ως στοιχείο που
δο εί τον ιρυχισ ό του υποκει ένου. Χαρακτηριστική είναι ε
δώ η σύγχυση που γίνεται ανά εσα σε ανταλλαγή δώρων και
ε πορευ άτων (ή υπηρεσιών). Οι ατελείωτοι καθη ερινοί δια-
πληκτισ οί, η ε πάθεια και η υστερία, είναι όλα αποτελέσ ατα
της αδυνα ίας διαφοροποίησης ορισ ένων διαδικασιών, που
έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην οικονο ική, πολιτική και πο
λιτιστική ζωή. Π.χ. «εξυπηρετούνται» όνο οι «γνωστοί» και
«φίλοι» πελάτες σε βάρος των «άλλων». Αλλά από την άλλη
δη ιουργούνται ε αυτούς παρεξηγήσεις, γιατί η εύνοια δεν
είναι αιώνια και γιατί υπάρχει πάντα αβεβαιότητα για το έ
χρι ποιου βαθ ού ισχύει το «δώρο», η εύνοια, και από ποιο
ση είο και έπειτα αρχίζει ο υπολογισ ός και το συ φέρον. Αυ
τή η στάση είναι αρνητική γιατί καταστρέφει κάθε προσπάθεια
ακριβούς, διαφανούς, συνεχούς και συνεπούς δραστηριότητας
- ελλείψει αξιοπιστίας, ακριβούς διαφοροποίησης και διαρ
κούς επι ονής, όλα γίνονται διαθέσι α αντικεί ενα εφή ερων
συναλλαγών και ψευδο ακιαβελικής τακτικής.

ΙΙΪ

Η έννοια της αναξιοπιστίας οδηγεί στη συνέχεια να θέσου ε


το πρόβλη α της ταυτότητας. Τι είδους «ταυτότητα» έχουν οι
Έλληνες, τι ση αίνει «ταυτότητα»; Η διαταραχή του σχη ατι
σ ού της ταυτότητας ενός υποκει ένου (από την πρώι η ηλικία
ενός παιδιού) ση αίνει δυο πράγ ατα: την προβλη ατική σχέ
ση του και ε την πραγ ατικότητα και ε τον Λόγο. στόσο
πρέπει εδώ να ση ειώσου ε ότι δεν υπάρχει ια «τέλεια» ταυ
τότητα χωρίς διαταραχή, και το όνο που πορεί κανείς, είναι
να διαπιστώσει και εντοπίσει το έγεθος και το ποιόν των εκά-
στοτε διαταραχών και να υπολογίσει τις συνέπειές τους. Έτσι
η «ταυτότητα» είναι ια προβλη ατική, πολυσύνθετη έννοια,
δεν «ωρι άζει» ούτε «αναπτύσσεται», και δεν πορεί να κατα-
νοηθεί όνη της αλλά όνο έσα από την αντίθεσή της ε την
έννοια της επιθυ ίας. Οι δυο αυτές έννοιες σχη ατίζουν τους
δυο άξονες της υποκει ενικής δο ής, ανά εσα στους οποίους
υπάρχει πάντα ια ένταση που αποτελεί το χώρο όπου διαδρα
ατίζεται η ιστορία του υποκει ένου (ατο ικού ή συλλογικού).
Η ια από αυτές τις έννοιες δεν πορεί ν ’ αναχθεί στην άλλη, η
δε ιαφορά ανά εσά τους βασίζεται πάνω σε ια άλλη ιαφο
ρά: αυτή που υπάρχει ανά εσα στον Λόγο και τον (ά-λογο)
Ναρκισσισ ό του υποκει ένου, την πηγή των φαντασιώσεων,
των ταυτίσεων και των αγχο^ν του.
Η ταυτότητα δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η συσσώρευση των
(καλών ή κακών) αποτελεσ άτων ιας σειράς ταυτίσεων ενός
υποκει ένου ε άλλα υποκεί ενα έσω του ηχανισ ού της συ
πάθειας/αντιπάθειας απέναντι τους, και αυτή η συσσώρευση
καταγράφεται ασυνείδητα στη Μνή η. Η ανάλυση της ταυτό
τητας αποτελεί ένα είδος «αρχαιολογίας» της ψυχής, έσα από
την οποία αποκαλύπτονται τα ετερόκλητα απο εινάρια περα
σ ένων ε πειριών, αγώνων, επιρροών, τραυ άτων, ηττών, νι-
κών, κ.τ.λ. Αλλά για να ξεπεράσει κάνεις το πρόβλη α της
ταυτότητας, πρέπει να δεχτεί αρχικά να έχ€ί ια ανοιχτή ταυ
τότητα ε όλες της τις ελλείψεις, ό ως προσανατολιζό ενος
προς το Λόγο, δηλ. εκείνο το στοιχείο που επιβάλλει ορισ έ
νους κανόνες, που ε ποδίζουν τις παρά-λογες και απεριόρι
στες απαιτήσεις ενός φαντασιακού / ναρκισσιστικού «εγώ».
Έ να «εγώ» που απαρνείται τον εαυτό του είναι από την άλλη
το ίδιο προβλη ατικό ε το «εγώ» που έχει φτάσει σε παροξυ
σ ό και για το οποίο δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο στον κόσ ο παρά
όνο ο εαυτός του. Έτσι ο εθνοκεντρισ ός όλων των λαών
είναι το θε έλιο του συλλογικού τους ναρκισσισ ού και των
προκαταλήψεών τους, και αυτό ισχύει για τον «πατριωτισ ό»
κάθε ονάδας, πράγ α που δεν πορεί βέβαια να εκλ,είψει πο
τέ, αλλά πορεί και πρέπει να γίνει αντικεί ενο ανάλυσης, κρι
τικής και να περιοριστεί.
Η ταυτότητα και η επιθυ ία αποτελούν τα δυο δο ικά στοι
χεία της ψυχικής πραγ ατικότητας, αδιάφορο αν έχουν ατο ι
κό ή συλλογικό χαρακτήρα. στόσο δεν «υπάρχει» ια συλλο
γική, «οργανική» ψυχή (η έννοια της οποίας είναι η ίδια ια
εταφορά), αλλά όνο συλλογικά σύ βολα και φαντασιώσεις
που έσα από την παράδοση και την' επικοινωνία συγκροτούν
αυτό που λέγεται «συλλογική ταυτότητα». Ο προβλη ατισ ός
της ταυτότητας «εκτονώνεται» στο βαθ ό που ένα υποκεί ενο
παραδέχεται τη ια κάποια ταυτότητά του όπως και την ταυ
τότητα του Ά λλου, δηλ. παραδέχεται την ιστορία τη δική του
και του Άλλου όπως είναι, χωρίς ωραιοποιήσεις και «συ
πλέγ ατα». Πέραν αυτών πρέπει να δεχτεί την ανοιχτή α
νταλλαγή συ βόλων, δηλ, ιδεών ε τον Ά λλο και να στρέψει
το κύριο ενδιαφέρον του όχι στο συ φέρον και την ατελείωτη
προσπάθεια «ορισ ού» (κλεισί ατος) της ταυτότητάς του, αλ
λά στην εκπλήρωση των επιθυ ιών και των ενδιαφερόντων
του. Η ά υνα και τα συ φέροντα αποτελούν εκείνο το κλείσι ο
στην υπεράσπιση του «εγώ», που ναρκισσιστικά περιχαρακώ
νεται και αισθάνεται/φαντάζεται «ελλείψεις» και απειλές από
τη εριά του Ά λλο υ , πράγ α που προσπαθεί να καλύψει ε
επιθετικότητα και δικαιολογίες (σοφίσ ατα, προκαταλήψεις,
συκοφαντίες του "Αλλου).
Η ύπαρξη του Λόγου είναι εδώ ση αντική, πρόκειται τόσο
για τον αναλυτικό όσο και το εταφορικό Λόγο. Αυτό γιατί η
ταυτότητα στηρίζεται πάντα πάνω σε συ βολικά προϊόντα του
Λόγου, τα οποία αποτελούν φορέα των φαντασιώσεων και ύ
θων, γβ)ρίς να ταυτίζονται ε αυτά. Ό ως τα συ βολικά προϊ
όντα του Λόγου, οι διάφοροι Λόγοι, έχουν τη δυνατότητα να
ξεπεράσουν κριτικά τις φαντασιώσεις και τους ύθους, α φι
σβητώντας και τις σκηνοθεσίες της εξουσίας που πάντα κρύβο
νται πίσω από τους ύθους. Η ελληνική ταυτότητα είναι έτσι
το σύνολο των ετερόκλητων στοιχείων που από την αρχαιότητα
και έπειτα έχουν συσσωρευτεί στη συλλογική νή η των Ελλή
νων, βέβαια διαφορετικά από εποχή σε εποχή και από ο άδα
σε ο άδα. Αυτά τα στοιχεία είναι αντιφατικά εταξύ τους, ό
πως ο αρχαίος ελληνισ ός και ο ορθόδοξος χριστιανισ ός, και
εδώ υπάρχει ένα πρόβλη α. Γιατί ούτε ο Ελληνισ ός ήταν ο
οιογενής, ούτε ο Χριστιανισ ός ταυτίζεται ε τον ορθόδοξο
δογ ατισ ό. Πέραν αυτών δε, υπάρχει ο νεοελληνισ ός ε τις
δικές του ε πειρίες, ως το τρίτο στοιχείο που καθορίζεται από
τον σχη ατισ ό «έθνους» έσω της Επανάστασης και την πα
ραδοχή των Αρχών του ιαφωτισ ού και του ορθολογισ ού.
Η ανο οιογένεια είναι πάντα το ελπιδοφόρο στοιχείο που
πορεί να οδηγήσει σε πολιτιστικό πλούτο και διάλογο ανά ε
σα στα διαφορετικά στοιχεία. Αντίθετα, ύθοι και φαντασιώ
σεις σχη ατίζονται τότε όνο (σαν ιδεολογή ατα) όταν υπάρ
ξει τάση για κλείσι ο, ανταγωνισ ό ανά εσα στα στοιχεία της
ταυτότητας ή απέναντι σε «ξένα» στοιχεία, καθώς και η τάση
για απώθηση του ενός ή του άλλου στοιχείου, χάρη σε ια
τεχνητή αρ ονία και ο οιογένεια (βλέπε τους ανθενωτικούς
του Βυζαντίου, τον σοβινισ ό και τον ι περιαλισ ό της « εγά
λης Ιδέας»).
Η ταυτότητα των Ελλήνων διακρίνεται από ορισ ένα ιδιαί
τερα χαρακτηριστικά που έχουν ά εση σχέση ε την αναξιοπι-
στία και την α-νο ία. Αυτό ση αίνει για το υποκεί ενο ότι έχει
ια ασάφεια αναφορικά ε την εικόνα και τις ικανότητες του
ίδιου του του εαυτού, που έχει συχνά ελλιπή συνοχή και ακα
θόριστα όρια. Αυτό εκφράζεται ε τις ξαφνικές εταπτώσεις,
την κατάχρηση καταστάσεων, την υπερβολή, την έλλειψη έ
τρου και ορίου, την απότο η ταλάντενση ανά εσα σε ακραίες
καταστάσεις χωρίς όια εσολάδηση βαθ ιαίων σταδίων που θα
έτριαζαν και θα διαφοροποιούσαν το πέρασ α ανά εσα στα
άχρα. Ο συνδυασ ός: ατο ικισ ός-κοι,νοτισ ός εκφράζει αυτό
το φαινό ενο, αλλά σ’ ένα σχετικά αρχαϊκό επίπεδο, που αντι
στοιχεί ιστορικά στην περίοδο πρινΛαπό την Αναγέννηση και
τη Μεταρρύθ ιση. Ο πραγ ατισ ός, η «επιπολαιότητα», η κι
νητικότητα, η «ασυνειδησία», κ,τ,λ. των Ελλήνων δεν είναι
αρχικά «ηθικές κηλίδες» και «κακός χαρακτήρας», γιατί δεν
έχουν συνείδηση του φαινο ένου αυτού συχνά, είναι συ πτώ
ατα ορισ ένης ψυχικής «ισορροπίας» που επικράτησε ιστορι
κά και πορεί ν ’ αλλάξει, αλλά όχι «από σή ερα ως αύριο».
Απατηλή είναι εδώ η «ο οιότητα» ε τον α ερικάνικο τρόπο
σκέ^ρης και δράσης - οι Έλληνες δεν «εξα ερικανίστηκαν» από
το 1950 και έπειτα, γιατί ήδη χωρίς να ξέρουν είχαν πάντα
ορισ ένες ο οιότητες (πραγ ατισ ό, ατο ικισ ό, κινητικότη
τα) ε τους Α ερικάνους. Αλλά εδώ στα ατάει η σύγκριση,
γιατί ο ελληνικός πραγ ατισ ός και η ρευστότητα ήταν ήδη
χαρακτηριστικά της βυζαντινής κοινωνίας και νοοτροπίας,
δηλ. ιας παραδοσιακής κοινωνίας και νοοτροπίας, ενώ ο α ε
ρικανικός πραγ ατισ ός δεν είναι το όνο στοιχείο που χαρα
κτηρίζει την α ερικάνικη κοινωνία και νοοτροπία. Αντίθετα το
υστικό της επιτυχίας των Α ερικάνο^ν έγκειται όχι στις αδί
στακτες και ι περιαλιστικές πράξεις τους, αλλά πριν απ’ όλα
στην αξιοπιστία τους, το ήθος εργασίας, το οργανωτικό ταλέ
ντο, τους δη οκρατικούς θεσ ούς, την πρωτοβουλία αλληλεγ
γύης για την υπεράσπιση των δικαιω άτων των διαφόρων ει
ονοτήτων, δηλ. όλα εκείνα τα στοιχεία προτεσταντικής προέ
λευσης που φαίνονται όνο έοα στις ΗΠΑ και δεν τα έχουν οι
Έλληνες, που δη ιουργούν συχνά προκαταλήψεις ενάντια
στους Α ερικάνους.
Υπάρχει ια σειρά από φαινό ενα που χαρακτηρίζουν την
πολιτική και κοινωνική ψυχοπαθολογία των Ελλήνων, αποτε-
λώντας σύ πτω α της ταυτότητάς τους, χωρίς φυσικά αυτή να
περιορίζεται όνο σ’ αυτό. Τα φαινό ενα αυτά έχουν το καθέ
να τη δική τους δυνα ική και ιστορία που θα επηρεάσουν και
στο έλλον τις εξελίξεις.
L Κυριαρχία της οίκογένειας-οικειότητας

Παρόλο που η επιρροή της οικογένειας ειώθηκε τα τελευ


ταία χρόνια, εντούτοις αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της
ελληνικής κοινωνίας και νοοτροπίας ε ανασταλτικό χαρακτή
ρα για τη χειραφέτηση των υποκει ένων, ανδρών και γυναι
κών, Αυτό λα βάνει χώρα κάτω από δυο ορφές:
α) Με τη στενή και διαρκή εξάρτηση των γιων από τις ητέ
ρες, πράγ α που δη ιουργεί ιδιαίτερη σχέση ανά εσά τους, σε
βάρος της χειραφέτησης της γυναίκας. Οι καταπίεζό ενες κό
ρες από την άλλη, τότε όνο πορούν ν ’ αντισταθ ίσουν την
πίεση που υφίστανται όταν, ε τη σειρά τους, ασκήσουν σαν
ητέρες εξουσία πάνω στα παιδιά και ιδιαίτερα στους γιους.
Οι άνδρες έτσι βλέπουν τη σύζυγο σαν υποκατάστατο της η
τέρας, έχουν γενικά υστερικό χαρακτήρα, που προέρχεται από
την ταύτιση ε τη ητέρα (αντί ε τον πατέρα), και εκφράζεται
ε όλα τα χαρακτηριστικά των ξαφνικών εταπτώσεων από εν
θουσιασ ό σε κατάθλιψη, από εγαλο ανία σε ικρο ανία,
διακρίνονται από ε πάθεια, εύκολη κρίση για άλλους ανθρώ
πους, υπερβολικές απαιτήσεις από τον Ά λλο και αδιαφορία
για όσα τελικά γίνονται, ηλ. η συ βολική απουσία του πατέ
ρα ε ποδίζει την ικανότητα αντο-αποστασωποίησης,
β) Η εξέλιξη των 30 τελευταίων χρόνων δεν άλλαξε αυτά τα
φαινό ενα, αλλά πρόσθεσε και ένα ακό α κάτω από την επί
δραση του « οντερνισ ού»: τη γενική παραίτηση των γονέων,
δασκάλων, εκπαιδευτικών, κ.τ.λ. από τις ευθύνες τους απένα
ντι στα παιδιά. Η παραίτηση αυτή γίνεται χάριν της κατανά
λωσης και της οικογενειακής «ειρήνης», ευνοώντας την απώθη
ση και αποσιώπηση όλων των διαφορών και προβλη άτων. Έ
τσι τα παιδιά και οι νέοι έχουν τη δυνατότητα να «εκβιάζουν»
συνέχεια τους γονείς χωρίς φραγ ό και χωρίς να άθουν ποτέ
τη βασική αναγκαιότητα της ιαφοράς, το σεβασ ό του Ά λ
λου και τον αυτοπεριορισ ό φαντασιακών ορέξεων.
Ο λαϊκισ ός και αυτό που λέγεται «παρείστικος» τρόπος συ
πληρώνει την οικειότητα. Εδώ εκφράζεται επίσης και ο κοι
νοτισ ός που έχει παλιές ιστορικές ρίζες. Βασίζεται πάνω στην
«παρεξήγηση» ότι Ισότητα και η οκρατία ση αίνουν και ισο-
πέδωση και εξάλειψη του ατό ου έσα σ’ ένα σύνολο (είναι δε
στοιχείο ιας αγροτικής παραδοσιακής οικονο ίας). Χαρακτη
ριστικό αυτού του λαϊκισ ού που ε φανίζεται σε κάθε ο άδα
ανθρώπων όπου δεν υπάρχει επαρκής κατα ερισ ός εργασίας
και διαφοροποίηση των προσωπικοτήτων είναι ο φθόνος για
κάθε άτο ο (ή κάθε ο άδα/ ειονότητα) που είναι «αλλιώς».
Ενδιαφέρον είναι εδώ τι ση αίνει «αλλιώς», γιατί οι «επιτυχη
ένοι» γίνονται αντικεί ενα φαντασιακής ταύτισης και θαυ α
σ ού από τη εριά των πολλών, όπως οι χαρισ ατικοί πολιτι
κοί ηγέτες, επιχειρη ατίες ή ποδοσφαιριστές. Ο κάθε ένας έ
σα στη άζα θέλει να έχει επιτυχία, αλλά πάντα ισχυρίζεται
προς τα έξω ότι είναι υπέρ της ισοπεδωτικής αδελφοσύνης. Ο
λαϊκισ ός και ο κοινοτισ ός χρησι οποιούν συνέχεια τις λέξεις
«σύντροφος», «φίλος» ή «αδελφός», για να σκεπάσουν (ασυ
νείδητα) την τάση για καριέρα, που ο καθένας κυνηγάει, αλλά
όνο λίγοι επιτυγχάνουν. Ό ως αν κανείς επιτύχει αυτό το
σκοπό, ωστόσο παρα ένει εξαρτη ένος συναισθη ατικά από
τη άζα (και την οικογένεια), γιατί από κει και έπειτα τη φο
βάται και θεωρεί ότι πρέπει να την κολακεύει. Εδώ έγκειται
ένα εγάλο πρόβλη α της πολιτικής κουλτούρας, γιατί, αντίθε
τα ε την κυρίαρχη άποψη, οι πολιτικοί δεν είναι χειρότεροι
από τους ψηφοφόρους τους, αλλά κάνουν πάντα αυτό που οι
αρηφοφόροι θα έκαναν επίσης στη θέση τους. Αυτό φαίνεται
και από το ότι τα πολιτικά κό ατα ποτέ δεν ήταν κό ατα
ιδεών, και ούτε πάντα κό ατα αρχηγών, γιατί θεωρούνταν
σαν ευκαιρίες για καριέρα και πλουτισ ό από τους οπαδούς
τους.
Η επιθετικότητα της άζας ενάντια στον «άλλο» έχει διαφο
ρετικό νόη α: η άζα ε τον κοινοτισ ό της ε ποδίζει την
πραγ ατική ανάπτυξη αυτόνο ου υποκει ένου, που θα είχε δι
κή του κρίση και δεν θα ήταν υποχείριό της, δηλ. η άζα δέχε
ται να καταπιεστεί όνο από εκείνον που είναι συγχρόνως και
«αιχ άλωτός» της, κολακεύοντάς την. Το αυτόνο ο υποκεί ε··
VO, είτε έχει «επιτυχία» είτε όχι, είναι εκείνο που έχει πολιτική
φρόνηση (όχι: πολιτικό φρόνη α) και θάρρος ενάντια στις
προκαταλήψεις, τις ε πάθειες και τις εύκολες κρίσεις και ετα
πτώσεις, τόσο της άζας όσο και των επιτυχη ένων «παιδιών
του λαού». Αλλά αυτά τα άτο α είναι λίγα παρόλο ότι όνο η
ύπαρξή τους θα πορούσε να οδηγήσει σε ουσιαστική αλλαγή
της κατάστασης.
Ο λαϊκισ ός και ο κοινοτισ ός είχαν και έχουν πολλές ορ
φές. Αρχικά υπήρχε σαν φαινό ενο της δεξιάς, όλων των ι
κρών και εσαίων στρω άτων της πόλης και του χωριού, κα
θώς επίσης και του υποπρολεταριάτου. Αυτή η τάση συνδυα
ζόταν και ε σοβινισ ό ή θρησκευτικό σκοταδισ ό. Έπειτα α
πό το 1974 ε φανίστηκε ό ως ένας αριστερός λαϊκισ ός, που
δη ιουργεί στον ερευνητή ια σειρά από ερωτή ατα, γιατί
«σύγχισε» τα παλαιά καθαρά σχή ατα: πώς είναι δυνατόν η
Ελλάδα του 1981, χώρα ισοβιο ηχανική, να είναι οναδική
περίπτωση σ’ όλη την Ευρώπη και να δείχνει χαρακτηριστικά
πολιτικής ψυχολογίας όπως αυτή που υπήρχε την περίοδο του
εσοπολέ ου 1920-1940 και σε άλλες, αγροτικές χώρες της α
νατολικής Ευρώπης;
Βέβαια χαρακτηριστικό παρα ένει το γεγονός ότι η οικονο
ική δο ή της Ελλάδας έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: ενώ
στην ευρωπαϊκή Κοινότητα το ποσοστό των ισθωτών φτάνει
τα τρία τέταρτα του εργάσι ου δυνα ικού, στην Ελλάδα φτά
νει όνο το ισό. Από την άλλη δε, αυτοί που κατοικούν σε
ιδιόκτητο δια έρισ α ή σπίτι είναι λίγο πιο πολλοί από αυτούς
που ενοικιάζουν σπίτι. Έτσι η ιδιο ορφία της κοινωνίας ευ
νοεί τη διαιώνιση του λαϊκίστικου στοιχείου έσα σε όλες τις
παρατάξεις: το αν ψηφίζουν «αριστερά» ή «δεξιά» δεν έχει
τελικά εγάλη διαφορά, τα δε κό ατα επηρεάζονται ουσια
στικά από αυτό το φαινό ενο. Η ε πάθεια και η κο πίνα που
καλλιεργούν είναι υποκατάστατο «περιεχο ένου» που δεν έ
χουν.
Ο αριστερός λαϊκισ ός πέρασε και έσα στην παραδοσιακή
αριστερά και στην αριστερή διανόηση, δυνα ώνοντας έτσι έ
ναν ιδιαίτερο τύπο «ξύλινης γλώσσας» και ιδεολογίας, παρο
ξύνοντας τον κο ατισ ό και έσα στη εσαία και ανώτατη
παιδεία. Η διάλυση της παιδείας οφείλεται σε εγάλο βαθ ό
στο ότι το αλ^τικεί ενο της όρφωσης έγινε πρόφαση για κο -
ατι,κές και ουνδικαλιστικές δια άχες που έχουν εγάλη
αχέοη ε το αντικεί ενο. Από την άλλη πάλι ια κατηγορία
5ι,.«νοου ένων χαρακτηρίζεται από την «κατανόηση» που δεί
χνει απέναντί, σε τρο οκρατικές ενέργειες, που κατευθύνονται
παρ' όλ' αυτά ενάντια στους θεσ ούς της η οκρατίας, ενώ
από την άλλτ] ασχολούνται ’ έναν αλ'ελέητο και εξοντωτικό
αγώνα ανά εσα τους. Ό χος όλ' αυτά γίνονται έσα από «φι
λικό» και «οικείο» στιλ «αστείων», Η δο ή αυτού του φαινο έ-*
νου θυ ίζει όλες τις αδυνα ίες της αρχαίας ελληνικής δη ο
κρατίας, που σε αντίθεση ε τη ρίο αϊκή, αυτοκαταατράχρηκε
από την άκρατη ε πάθεια, γιατί δεν είχε την προνοητικότητα
θεσ ικών ορίων, που να συγκρατούν τα πάθη. Αυτό είναι ε
ξάλλου και το πρόβλη α κάθε ά εσης δη οκρατίας, που για να
λειτουργήσει απαιτεί πολύ εγάλη αυτοπειθαρχία, όπίος των
Ελβετών και tcov Βρετανών.
Τέλος, ια άλλη ορφή λαϊκισ ού αποτελεί ο ικροαστικός
αναρχισ ός, που λειτουργεί σαν άρνηση^ντίδραση ενάντια σε
βαθύτερες τάσεις και επιθυ ίες για αυταρχισ ό. Εδώ κρύβεται
η νοσταλγία του δικτάτορα (Μεταξά) για τη δεξιά, του ισχυ
ρού άνδρα (Στάλιν) για την αριστερά. Ό σ ο πιο πολλή ασυνέ
πεια. α-νο ία και χάος παράγουν ή ανέχονται τα άτο α αυτά,
τόσο πιο πολύ αναπολούν σιιοπηλά ια «ριζική αλλαγή». Αυτή
την προτι ούν από ια συστη ατική, εθοδική αυτοπείΘαρχια
της καθη ερινής ζωής. που θα ανέβαζε το ποιοτικό επίπεδο
της κουλτούρας, της πολιτικής και της οικονο ίας, και συγχρο
νίας θα ήταν η ί^γγνηση της η οκρατίας. Ενδιαφέρον είναι
εδώ ότι πολλοί Έλληνες ξέρουν ότι αυτό αποτελεί την επιτυ
χία τ(.ον 6ορειοδυτικο)ν Ευρωπαίων, τους οποίους θαυ άζουν
εν, αλλά συγχρονίας και φ-θονούν και διαβάλλουν, ιδιαίτερα
τους Βρετανούς και Γερ ανούς,

J. Η ιδεολογία της επιτυχίας, ο πραγ ατισ ός, ο ερκαντάισ ός

Εδα) παίζει ρόλο η κινητικότητα της ελληνικής κοινωνίας,


α>στε r\ κλασική έννοια της ευρωπαϊκής κοινωνικής «τάξης» να
είναι προβλη ατική. Λυτό φαίνεται και από το ότι ένας εργά
της δεν λέει αυνήθίος ότι είναι «εργάτης», αλλά και κάτι άλλο.
Από την άλλη δεν έχει νόη α να επι ένει κανείς δογ ατικά να
επιβάλλει^.στην ελληνική κοινωνία κατηγορίες που έχουν επι
κρατήσει αλλού. Είχε ας αρέσει είτε όχι κυριαρχούν ιδεολογι
κά τα ικρο εσαία και τα εσαίιχ oxoiouaxci. I I ιιεγάλη κινητι
κότητα ρευστοποιεί και σχετικοποιεί τις ιδέες, τις αξίες, τους
θεσ ούς - αυτό είναι ανα ψιοβήτητα ένα από τα προϋ}..ή ατα
της υπανάπτυξης του ελληνικού χώρου. Ιδιαίτερα χτί'πητό εί
ναι το φαινό ενο του ότι., 'ενώ οι Έλληνες γενικά έχουν και
ταλέντα και ευφυΐα, ωστόσο τα άτο α πορσύν να αναδει-
χθούν όνον όταν φύγθίη> από ττ|ν Ελλάδα και πάνε οε ια
ευρωπαϊκή χώρα ή οτη Βόρειο Α ερική. Αυτό, γιατί τα πνίγει
ο περιορισ ένος ορίζοντας, η ετριότητα, ο (ρθόνος, η έλλειψη
πολιτιστικής 'υπευθυνότητας και υποδο (ί)ν. Η ιδεολογία της
επιτ'υχιας και ο πραγ ατισ ός επέφεραν ήδη από παλιά τη\^
υποβάθ ιση του πνεύ ατος και της απόδοσης τϊ]ς εργασίας.
Κυριαρχεί η νοοτροπία όχι όποιος «δουλεύει» πνευ ατικά ή
χειρωνακτικά είναι «χαζός>\ αντί να κοιτάξει να βγάλει χρή
ατα και να αποκτήσει γόητρο. Έτσι χαρακτηρίζονται σα^'
«κουτοί» οι Ευρωπαίοι που δίνουν ση ^αοία στην εργα(.ιία. και
ισχύει ιδιαίτερη εχθρότητα εδ(ί> εχ'άνπα στους Γεριιανούς. Ο
εγαλύτερος κίνδυνος ό (ι)ς για έναν πνί Γ· απικ.ό ι^νΟροοπο
στην Ελλάδα είναι r\ ύπουλκι διάβρίΰοη των δικών του κριτη
ρίων και αξιών, όσο ε το\' καιρό βλέπει, ότι δεν έχη σηιιααία
αν ένας κάνει εργαοία ποιότητας ή όχι. αιρού και- χωρίς ποιό
τητα ίσως κέρδιζε ε κα πίνες περισσότεοίχ χρήαατα.
Ο πραγ ατισ ός και ο ερκ(χντι/ioiu'', -α’ ι ''^ση:
σαν φαινό ενο που συνοδεύει τη\' κ· /τάοκκυ| γγ|: tf τ^το-
θέτησης των υποκειιι,ένων, που σε εγςχ/^,ο bat:)u.o έχοι^ν οιχα-
ο ένη ταξική ταυτότητα, είναι δηλ. <^πολυο0ενή» άτο α. Αυτό
ισχύει για όλους αυτούς που είναι ερικών ιοθιοτοί, evco από
την άλλη εριά έχουν είτε ένα ικαο αγαζί, είτε ννα. ιακρο χω
ράφι, ειτε ια κληρονο ιά ή ένα δια εοιο α. Λυτή η ενδια τση
κατάοταοη βοηθάει στο να ριιποδιοιει κάθε ήθος εργασίας και
ταξικής συνείδησης, ενώ ευνοεί την ιδεολογία της επιτυχίας.

4. Ο σ ο β ίρ ίο ιιό ς

Ο σοβινιο ()ς και ο τΟνκασυσ: δτν yon'(L._ au - ι.' l y o w !Η.ο:


οξεία, παθολογική οο( ί γαί vie οηΐίΜα’ογ^,ηη’ ·ΛΜ0πληιια».
Αρκεί ο καθη ερινός ρατσισ ός και η ξενοφοβία, έτσι όπως
π^^οΛ'άνε απαρατήρητα έσα σΉ^ν καθη ερινή γλώσσα, όπου οι
δίχκρορες πQoκara?.ήy^είς ε τη ορφή αστείου θεωρούνται ως
'Xαυτονόητες» (και όχι ανόητες) κρίσεις. Ο αζικός τουρισ ός
από τη ια και η 6τ| αγί.ογική κατάχρηση της λέξης «ι περιαλι-
ο ός» από την (ίίλλη, αποτελούν σή ερα δυο πηγές του σοβινι
σ ού. πέρα από τη συνεχή, παλαιά καλλιέργεια του αντιτουρ-
κιο ού (που (ρουντίονει κάθε (ροοά που απειλείται η εσιοτερική
συνοχή της ελληνικής κοινο3νιας, καθώς και της κυοερνούσας
παράταξης).
Ο σοβινι σ ός είναι κατεξοχήν το σύ πτω α της διαταραγ έ-
νης συλλογικής ταυτότητας. Επειδή κάθε υποκεί ενο έχει πά«
ντα. ατο ικά, οριο ένα συ πλέγ ατα, άγχη, αδιηπι ίες* κ.τ,λ.,
προσπαθεί ν' απαλλαγεί από αυτά ’ έναν φαντασιακό τρόπο:
αποίρεύγοντας τον κόπο να τα καταλάβει και να τα διεργασθεί
ψυχικά, το επιτυγχάνει προβάλλοντας πάντα την αιτία και το
«φταίξι ο» στον Ά λ λ ο . Αυτός ο ηχανισ ός επαναλα βάνεται
και δυνα ώνει έσα σ' ένα σύνολο, γιατί το σύνολο πάντα υ-
ποσταθ ίζει το Λόγο και την αυτόνο η κριτική σκέι|.ίη ενώ δυ-
να (ονει τα πάθη και τα άγχη. Έ τσι δή ιουργούνται φαντα
στικοί εςωτερίΗοί. και εσωτερικοί εχθροί.
Ιδιαίτερί] ση ασία έχει εδώ η κατηγορία του «ξένου». Υπάρ
χει ο ύθος της φιλοξενίας του Έλληνα ~ αυτό, πέραν του ότι
δεν ήταν συνήθως ανιδιοτελής, κρύβει κάτι άλλο: τα συ^.ιπλέγ-
ατά τοτ^ Ιδιαίτερα ο λαϊκισ ός και ο κοινοτισ ός ταξικής,
εθνικής και θρησκευτικής προέλευσης οδηγούν στο να ορίσουν
τον «ξένο» σαν αυτό που δεν ταυτίζεται ε το ο οιογενές σύ
νολο. Σαν αλλοδαπός, δηλ. πραγ ατικός ξένος, είναι ανεκτός,
σαν Έ λληνας όχι. Αυτό φαίνεται εύκολα όταν π.χ, οι τ) ορθό
δοξοι Έ λληνες (Εβραίοι, Καθολικοί, ια αρτυρό ενοι, Ά
θεοι) δεν θε(ι)ρούντ€(ΐ σαν γνήσιοι Έλληνες, όταν οι η ορθό
δοξες εκκλησίες και οι συναγωγές ονο άζονται «εκκλησίες ξέ
νων δογ άτων». Επίσης οι εθνικές και πολιτιστικές/γλωσσικές
ειονότητες όπως οι Σλάβο ακεδόνες ή οι Γύφ·τοι δύσκολα
πορούν να δικακόαουν την ύπαρξή τους.
Αλλά ο σοβινισ ός έχει πολλά πρόσωπα και είναι ριζω ένος
σε πλατιά στρώ ατα. Αναλύου ε εδώ· ορισ ένους παραλογι-
σ ούς, δείχνοντας τη λανθάνουσα, ασυνείδητη σκέψη που κρύ
βεται από πίσιο. Για ια ορισ ένη άποιρη, για την πολιτιστική
κρίση που περνάει η Ελλάδα. ν.τΜ'ΊΗ*νη ι {vu,\ ?] « ύαη» και ο
« οντέρνος πολιτισ ός». Η λ<αΐΐάνουοα. ακιηη) είναι, εδώ, ότι η
λεγά ενη ύση έχει « ο η λ ι ο τ ι κ ί ς αξίες και οτι δεν συγκλονί
ζεται η (δία από το ίδιο πρόοληιια και ότι η χρίαη δεν είναι
καθολικής ορφής φ'αινό Γ\··ο, yut το οποίο (pTcci^L lua χιο-
ρα. Το ίδιο ισχύει και, για τον τεχνικό πολιτια .ό. Το πρό6λτ| α
για την Ελλάδα (όπ<ος και για άλλες χ(ί>ρες τοί’ λεγόιιενου 3ου
Κόο ο'υ) είναι ότι εισήγαγε οοια έ\'ες τεχνικές επ^ιτεύξεις τε-
χνητά και εξ(θτερικά. τ|λ. ενώ στην Ετ^Οίόπη και ττ| Βόρειο
Α ερική η τεχνική και η επιστή η ήταν έ\^α ό\Η> (·χ:Γοτέλεο α
του ορθού Λόγου, ατον οποίο εξίσου χροστούν κιχι ττ| φιλοσο
φία και τους δη οκρατικούς θί-σ ούς. από τη\' άλ/η καταπο/α-
ούν οασιζό ενες στον ίδω τον Λόγο τις αονγ ικές συχ^^ππί^ς
της τεχνικής, οι οποίες εξάλλου εξαρτώνται από τΐ] όνη-α ική
του Κεφ*αλαίου.
Ό ιος στην Ελλάδα και γενικά ίϊχην Fona ^-κιήγίε/αν
την τεχνική να ^ισάγοιη' κπΐ τον οοΗό Λόγ^ ■y.(u.
καθολικά. Αυτό είχε σαν ουνέπεκ( να iw'ir, τ αποτΓλέσ αΓα
του εκ οντερνισ ού καταοτροΐ[ ι κά :αα yo’v^b\\. οπι.ος π,χ. η ε
γάλη συχνότητα εργατικιόν ατυχη άπην. γΐ'^τι οι voyarrc. α
γροτικής προέλευσης και νοοτροπίας. δί·ν νχσι'ν ορίΚ>λογική
συνείδηση της οργάνωσης της εργασίας τι..)υς κια τι·|ς ίδια; ι:οες
της προστασίας. FI σοφιστική απόρρεψη του χηπ:ί·ρνου πολίτι-
σ ,ού κρύβει έτσι την άγνοια και τηλ' κακη ()έ/''[]θΐ| αυχ(ί.)\' που
κάνουλ' κριτική, ό ως δεν υπάρχει b o o u o c :i o (k τα π ΐ α ο . α λ λ ά
όνο προστά.
Η τελευταία σρη·η λαικι^ίπεν ::ι,ι ·Ί-\αθί' ?ικ[ ifWrTUjxi
σε ορισ εΛΌυς ε την ταύτιση "^ης Ελλΐ(δί/~ < τη-; /αγι'- .λ'σ 3^·^
Κόσ ο, που αποτελι ι υκ<. προί·;ιΓ^Μ, υ» ' ;ΐ|; τη- Γ
Γ'ίο'/νλοί Έλληνες όιαιοΟανυνίοΊ ' νοντα τρόπο ητι
έχουν κοινά ση ρια τ τον λΓ/ί'· ^·'Λτ ''.κρυ.ίί''; οσσν
αφορά την τυυ’, LOrj rcii' \ua <ηη-
σ ένη παράταξη ένίχ οί ^Ηα^αυπικ*/' πν?ι'υ·'ί πί-ΐ’ π ιγ^’/ .π ilho
φθόνο και ά υνα. Γιατί ο /α*.νοιιενος 3ijc Κ.{>συυς. υχί. ιιονο (λ-
πέτυχε να λύσει τα προυληfιc ί roυ π (uj(ί' . ^c u ■>: δ r σr^·;/ι ^α ^™
λέ ους, δεξιές ή αριστερέ: δικτ ΐΊ' \α υντ^ ϋπηοί^’ ν*
αποτελέσει αντικεί ενο ϋΐ'τικής ιαυτιαίΓ ρ^Όσο” τ m .ιται
για ια αρνητική κατάσταση πο^ τη. n ι \ a ζί\κη(^ τ ι Και
για κάθε αποτυχία τους οι ιότο/ογοι 3ου Κ^όπογ ι'πα.-
ντούν .ε προβολή της ευθύνης τους πάνω στον «ι περιαλι
σ ό» .

5. // ποογονολατρία και ο θρησκευτικός qjoinnxtuevraJuatiog

Αυτά τα δυο αποτελούν .τΓαλςα.ά φαινό ενα της ελληνικής


ιοτορίας, αλλά στα τελευταιοχ χρόνια έχουν αναβιώσει και έ-
οα στην αριστερά. Τα φ^αινό ενα αυτά αποτελούν ά υνα και
οπισθοδρό ηση, ια φαντασιακή ταύτκτί] ε ορισ ένους ύ
θους και ωραιοποιη ένες εικόνες το>ν προγόνων, σαν να ην
πορούσαν οι Έλ/νηνες να βρουν ια απόστασί] απέναντι τους
και έναν άλλο τρόπο έκφρασής τους. (Βέβαια πολλοί πέφτουν
εδώ στο άλλο άκρο, ι ού ενοι χωρίς έτρο και κρίση ευρω
παϊκά πρότυπα, δίνοντας εικόνα αποικιακής χώρας). Η ταύτι
ση ε τις εικόνες του παρελθόντος έχει πάντα τον (ασυνείδητο)
σκοπό να χαλύ'ψει. πραγ ατικές ή φαντασιακές ελλεί\|)εις των
υποκει ένίϋν, που γ ι’ αυτό και παρα ένουν αιχ άλωτοι του
παρελθόντος ην πορώντας να γίνουν δη ιουργικά και αυτό
νο α. Η ποογονολατρία είχε σ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας
ολέθρια αποτελέσ ατα, όπως η καταπίεση και υπανάπτυξη της
ο ιλού ενης γλώσσας. Πέραν αυτού δη ιούργησε την εντύπω
ση ότι η ελληνική αρχαιότητα είναι αποκλειστική ιδιοκτησία
των Ελλήνων, ενώ είναι κοινό κτή α των Ευρωπαίων, οι οποί
οι πραγ ατικά την αξιοποίησαν δη ιουργικά και όχι ουσεια
κά. Από την άλλη η προγονολατρία εγκλώβισε την πνευ ατική
δραστηριότητα γενεών διανοοι^ ένων και άλλων ατό ιον έσα
σε ια αλαζονική, (ρανταστική στάση υποτιθέ ενης οναδικό
τητας και υπεροχής του αρχαιοελληνικού πολιτισ ού, πα ρα
γνωρίζοντας ότι στην Ευρώπη η ιστορία προχώρησε παραπέρα
και υπήρξε και το ρο.) αϊκό και το δυτικοευρωπαϊκό πνεύ α,,
που έφεραν νέα στοιχεία, εξίσου ση αντικά. Οι προγονόπ?νη-
κτοι Έλληνες έχουν συναίσθηση της κω ικοτραγικής τους
στάσης, που ί^Η·'-’'-ζει τη στάσΐ] το.)ν παλαιών Κινέζθ3ν ανδαρί-
VCOV που θεωρούσαν κάθε η-Κινέζο βάρβαρο, εγκαταλείπο-
ντας κάθε προσπάθεια αποτελεσ ατικής ά υνας και εκσυγχρο
νισ ού της χώρας.
Το ίδιο ισχύει και για τον ορθόδοξο και νεο-ορθόδοξο συ
ντηρητισ ό και φουντα ενταλισ ό, που ε φανίζεται ' έναν
παράδοξο τρόπο (που είναι φαινο ενικά παράδοξο;) παράλ
ληλα ε την αναβιο>στ| του σταλινισ -ού, πράγ α οναδικό στην
Ευρώπη. Αυτό αντιστοιχεί if ένα. αντιδυτικό σΓ’ :ίλ:.νι<α τόσο
το>ν Ρώσων όσο και των Ελλήνο)ν. που (|.··αντάζ0\τία ιον ναντό
τους σαν δήθεν <<θύ α» τηc ύσης., που δεν *>ί{/Γάλία)Ε» τον
Χριστιανισ ό, ενώ η «σωτηηηχ» θα έρθει από ΐ ψ · (ίδελη ική
κοινότητα», δηλ. τον κοινοποπυ του χο|.ι ουνισ ον της ορ
θοδοξίας πέραν τ(αν Αρχών το'υ Νό οί'. τΐ\ς ΈλετίΗ ρίας και
της .Ισότητας. Ο φ:ουντα ενταλισ ός αυτός,. εκ[κ·τα)./'α:ΐ!0ια·νος
ορισ ένες ιστορικές συγκρούοεις του παρε}α)0Λ'τος. οη αίνει
f.u.a αρχαϊκή, απολιθω ένη ορφή του Xριστια^Ίo oί^ π:ου αρ-
νείται να ανοίξει, να δεχτεί την οικου ενική, συζήτηση, τον
διάλογο ε άλλες Ο ολογίες πίστης, και να ΓΓ<(ραόεχτεί ότι. και
η θρησκεία εξελίσσεται. Ο Χοιστκ^νιοιιός ιχει. ii.u/. ιστορία, π ο
τέ δεν ήταν ο οιογενής, kcu ύεν ίΐΛ'ίλΐ ti'xcu'o - το ανθρώ
πινο πνεύ α ποτέ δεν εγκλη>υί;ί τίσ [u’oa σε τελείίοτικούς τύ
πους και δόγ .ατα. Ο φ'ουντα ,ενταλισ ίΚ οΊΐ Γαχ'Π ττ|ν imdg-
νηση του ιαλόγου της Πίστης ε το\· /νογο, τψ· (ίπάρνηση της
ιαφθοράς ανά εσά τους, όπίΐ); :·:αι \! υ υ« υ/ αν-
θρώπου, επιδκόκοντα; την ποαγ ((τστ(>ίί (υ] τυ: ij ( τ'κ>ΚΉΐης
της Ο οιογένειας, της Α ρ ο ’ίας και uj; οη/.. όλα
τα στοιχεία που οδήγησαν και οδηγούν' οτον ολοκληοιοτϊσ ό
πάσης φ·ύοης.
Η σύγχροΛ^ κρίση των α£ιώ\' προκ(?λεί παντού, ογι uovo
στην .Ελλάδα, ρο αντικές, οπισθοδρο ικές υ»τκ^ρπυεκ (ΐ7 ofuf
και σε ευαίσθητα και .ορίρ(υ ένα άτο α. Αττη ι ψ' /η ορκαιε-
νοι ύθοι της παραδοσιακής όέξιάς περ%-άνε στην αριστερα.
και το αντιστροφ'ο. Η €^ναγνώριαη ό ως τη:; Ελευθερίας, σαν
ένα εγάλο «αγαθό», που προύποθέτ^ι. το\' ιάλογο, τη η-
αρ ονία και η-διαφ^άνεια, κάτι που ξεπερνάε? ττ] διαφορά 5?*-
ξιά-αριστερά, και απειλείται από τον (ρουντα ενταλια ,ό.

Έ πειτα από τη διάγν(υ>>η ποε j ^πηοη-,τπ.Γ: ccxvot-


γονται για το έλλον; Γκ/ mOooo^ ο ’'ί j r απορρίΓΓτοι? ε
εδώ τις φουτουρολογικ&: τρηΓίη^ίυ^, ί ι νιστανται στην
καταγραφή της προέκτασης του ηό)] υπάρχοντάς. ΒέβΓλία ΐΐ τε~
χνικοοιχονο ική εξέλιξη επιδρά πάνω στην πολιτική και πολι
τιστική κοχτάοταση και το αντίστροφο, αλλά η όιαπί.(π(.οση αυ
τή δεν φτάνει, είναι πολύ κοινότοπη, και οδηγεί σε τεχνοκρατι-
κά οντέλα. Νοιχίζου ε ότι^ τα προβλη ατικά στοιχεία που α-
ναφ'έρα ε, θα πορούσαν να χρησι εύσουν σε ια σοβαροποί-
ηση και συνειδητοποίηση των υποκει ένίον, προκει ένου να α~
ναλάβουν ορισ ένες ευθύνες. Αλλά δεν εί αστε οπαδοί του α
πλοϊκού ια^)ωτισ ού που θεωρεί ότι αρκεί η καλή πληρoq)ό-
ρηστ] και τ] κ(;:/.λή θέληση για να λυθούν όλα τα προβλή ατα.
Αντίθετα οι άνθρωποι θέλουν να παρα ένουν σί: «αρνητικές»
καταστάσεις γιατί αυτές δεν παρουσιάζουν ιιόνο ειονεκτή α
τα. χαι οι άνθριοποι προσαρ όζονται σ' αυτές και επο)φελού-
νται. Οι «αλλαγές» γίνονται ε άλλο τρόπο: όταν επέλθουν
ορισ ένες ευνοϊκές συγκυρίες, τότε «ανοίγουν» τα υποκεί ενα
και είναι πρόθυ α για πιο ουσιαστικές αλλαγές και θυσίες.
Αλλά αυτές οι ιστορικές συγκυρίες, το «πλήρω α του χρόνου»,
είναι σπάνιες και δεν πρέπει κανείς να τις χάσει - αυτό αποτε-*
λεί ια ηθική υποχρέωση - αλλά πρέπει να είναι προετοι α-
σ .έ:νος για να τις «δει» και να τις «ακούσει».
Η πολιτιστική, πολιτική και οικονο ική εξέλιξη της Ελλάδας
πορεί να γίνει όνο έσα από ένα άνοιγ α χο^ρίς συ πλέγ α
τα προς την ειιρ(οπαϊκή Κοινότητα, η οποία θα πΟ^ούοε να
δΐίνα ώσει τις ανανεωτικές δυνά εις ενάντια στις οπισθοδρο-
ικές τάσεις. Ό ω ς αυτή η διαδικασία που έχει αρχίσει προ-
καλεί και επαναφέρει στην επιφάνεια και «παλιούς δαί ονες»,
που από το Βυζάντιο είχαν επιφ^έρει. καταστροφές, όπως οι
ανθενιοτικοί-
Η συνεργασία ε την Ευρώπη θα σή αινε:
α) οι,κονο ικά την αναγκαιότητα υψηλής ποιότητας ειδίκευ
σης σε λίγα είδη τόσο στη γειοργία και τη βιο ηχανία όσο και
στην κουλτούρα, έτσι ώστε να πορούν ισότι α να κυκλοφορή
σουν και να ανταλλαχθούν έσα στον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτό
για να υπερνικηθεί ο περιορισ ένος ορίζοντας αντίληψης και η
έλλειχρη συλλογικής νή ης που κυριαρχούν τώρα. Αυτό ση
αίνει, ό ιος ττιν ανάγκη ιας ση αντικής προώθησης της έσης
και ανώτερ)|ς 'ίεχ\Η.κής και επαγγελ ατικής παιδείας ε αυστη
ρά κρϊ,τήρι,α ^τη.λογής και καλή α οιβή των επαγγελ ατικών
στελεχών στη (:)ΐο ηχανία, τις υπηρεσίες και τη διοίκηση. Αυτά
όλα για να εξαλειφθεί η ολέθρια πίεση πάνω στην ανώτατη
παιδεία, ηαι να ι,,ϋχορέσεί αυτή να (χναπτυχβίά σε ει^ρ(οπαίκά
επίπεδα* Από την άλλη θα έπρεπε να ατα ατήαει η ποσοτική
και ,αζιχή προώθηση ίου τουριαιιού ε την καταστροφή του
περιβάλλοντος και της τοπικής ξιοής, γιατί ο τουρισ ός αποτε-
λεί συνέχεια του παραδοσαχκού ερκαντιλιστι,κού πΛ^εύ ατος.
που πρέπει τςορα να ετα6λτ]θεί σκ ορθολογιστικό-οιοίίηχανι-
κό.
6) Το άνοιγ α προς την πο/νυσύνθετη πραγ ατικότητα της
Ευρώπης και ο διάλογος δεν θα πορέσουν να γίνουν χο)ρίς
ια εταβολή της νοοτροπίας όλθ3ν τιον ατ ιερινών πολιτικών
παρατάξεων· . Οι τάσεις αι^τές υπάρχουν αλλά ακό ,α επικρατεί
η παλαιά νοοτροπία του λαϊκιο ού, της προσωπολατρίας και
της ε πάθειας. Είναι αναγκαίο να τ^πάρξει ένα κό α (και όχι
«κίνη α») όηιιοκρατίΗον (ϊοσιαλισ ον, που να τ| συγχέει το^'
σοσιαλισ ,ό ούτε ε τον λαϊκισ ό/κοινοτισ ό, ούτε ι: τον στα
λινισ ό*
Το ερώτη α είναι, ποιες θα είνα?. οι δΐ'νά εις που θα επιφέ
ρουν αυτές τις αλλαγές έσα σε o u \ tic nx'ici: και παρίΐτ{(|εις’
πρέπει δε να υπάρξουν οε όλα επιηεύί·. >tiooi': οαί r.oivtovi”
κά στρώ ατα, στις ο .ά5ες και στα κόι χατα, στις νοοτροπίες
και στις ιδέες - χρειάζεται τόσο ια νέα δεξιά όσο και ια νέα
αριστερά. Ό ω ς η πρωτοβουλία για κάτι νέο 6ί]ΐΗουργεί αρχι
κά άγχος και φθόνο: αυτός που παρουσιάζει κάτι το καινούριο
έχει άγχος ε πρός στην «απίόλεια α";'άπΐ]ς» ο:πό την ο άδα.,
που την αφήνει αναγκαστικά πίσ(ϋ. ενιό ο κο%·φ·ορ ισ ός της
ο άδας οδηγεί στο (ρθόνο και φρενάρει κάθε καινοτο ί(χ. Βα
σικό είναι να βρεθεί για την Ελλάδα σή ερα ένα λητουργικά
ί(7θδύνα ο στοιχείο του ιοτορικού Ορθολογισ οί? .έοα στον
συ βολικό/πολιτιστικό τοιιέ(/.. έτσι ώστε οι Έ/Ληνες να κατορ
θώσουν να φτάσουν τον ορθό Λόγο και την αυτοπειθαρχία
που οι Ευρωπαίοι έφτασαν π ρ ι ν πολλούς αιώνες ε την Α να
γέννηση* τη Μεταρρύθ ιση'και τον Ορθολογισ ό. τ|/;. πρέπει
να βρεθεί ια ανάλογη πνευ ΐχτική κίνηση που θΐί εκπληρώνει
σή ερα τον ίδιο στόχο. (|.'υσικά αποφεύγοντας ορισ ένα ειο
νεκτή ατα.
Εδώ ειιφανίζεται το κυριότερο ε πόδιο, γι,ατι τόσο r\ διεθνι^ς
όσο και η εσί,οτερική συγκτ^ρία τα)ν πνευ άτων είναι αρνητική
απέναντι σε κάτι τέτοιο. Ο ορθός Λόγος βάλλεται από πολλές
εριές, ιδιαίτερα από ένα τ ή α της δί.ανόησης και της νεο
λαίας: πρόκειται σε εγά?\.ο οΓχθ ό για δη ιουργία ύθων και
φαντασιώ σεω ν. Ο ορθός Λόγος, η καλή ποιότητα εργασίας, η
σκέι η, η αυτοπειθαρχία, όλα αυτά αττωθούνται από την ε πά»
θεια, τον κο ατισ ό και τον ύθο της βίας.
Η πνευ .ατι.κή κ.ατάσταση της εποχής χαρακτηρίζεται από ια
κρίσϊ] του Λόγου και του Μαρξισ ού. Η πρώττ] δεν άρχισε από
χτες, αλλά σε διάφορα κύ ατα υπάρχει από το 1890: οι όδες
ιρασιοναλισ ού δεν πρέπει ό α>ς να συγχέονται ε τη δίκαιη
κριτική απέΛ'αΛπι cm|v κατάχρηση του Λόγου που είναι ο εργα-
λειακός Λόγος. Ο Λόγος αθέ ιτα ταυτίζεται από πολλούς ε ια
καρικατούρα του: η τεχνοκρατία και η γραιρειοκρατία θείορού-
νται από τους φ^ίλους και τους εχθρούς τους σαν ο yloyog, πράγ
α τελείως λάθος, γιατί όνον ο Λόγος πορεί να τις κριτικάρει.
Από την άλλη η κρίση του Μαρξισ ού έχει τις ρίζες της στους
ίδιους λόγους, αλλά πιο πολύ στην πλήρη αποτυχία των νεοστα-
λινικών σοσιαλιστικών χωρα>ν σε όλους τους το είς. Η κρισΐ] του
Λόγου και του Μαρξισ ού είχε και ένα απρόβλεπτο δυσάρεστο
αποτέλεσ α: το δυνά ο) .α του τρο οκρατικού αναρχισ ού, του
ιρασιοναλισ ού και το)ν παραθρησκευτικών σεκτών.
Αυτά τα φ:αινό ενα είναι επικίνδυνα^ γιατί ορισ ένα τ ή ατα
του πληθυσ ού, της νεολαίας και της διανόησης σννηθίζονν να
θεο>ρούν τη βία σαν κάτι το καθη ερινό και αυτονόητο, και υπο
κύπτουν στο ύθο της βίας, ξεχνώντας ότι αυτός οδήγησε στο
φασισ ό και στο σταλινισ ό. Η κατάσταστι χαρακτηρίζεται έτσι
από την «κακή» πολίοστ]: τεχνοκρατία - υστική (ιρασιοναλι
σ ός), που βασίζεται στην απάρνηση του Λόγου, δηλ. τον έλεγχο
της τεχνικής, του Κεφαλαίου, του Κράτους, και του ιρασιοναλι
σ ού.
Ριζικές αλλαγές είναι άλλον δύσκολο να γίνουν γρήγορα,
γιατί η εξέλιξη των πραγ άτων παίρνει συνήθους ένα χαοτικό
χαρακτήρα, αφ>ού οι κυβερνήσεις, όποιες και αν είναι, δεν τολ
ούν να πάρουν αναγκαία αλλά «αντιλαϊκά» έτροί (π .χ. για την
προστασία του περιβάλλοντος), γιατί φοβούνται τουςχ[;ηφοφό-
ρους τους. Το όνο που πορούν να κάνουν είναι να «διαχειρί
ζονται την κρίση» (crisis management), αυξο ειώνοντας όνο
τις στατιστικές παρα έτρους των διαφόρων φ>αινο ένίον.. Αλλά
ια τέτοια αντίληψη και κατάσταση της πολιτικής επιφέρει α
πρόβλεπτα αποτελέσ ατα και απογοήτευση (frustration),
Η Ε?Λάόα προς το 2000 (Συλλ. έργο Η, Κατσούλης, κ.ά,) Αθήνα, 1988
Ε . ΤζαβάοΓχ: «Π ερ ί ταΐΓτχτιητος». οτο J r i / ' " 6 19S5.
Α.Ε. ΒακοΛόπουλου; Ο χαραραηοιΐ:: τί:>ν Ι \ λ \ ή \ ΘίΗχκ.?Α.ονίκ·Γ| ]S>8 3 .
Θ. Λ(.π;οβατς: Oi πεοί:τ{τηί ς ror ΛΙίή’ν'υ. 1'ί8 7 .
Κ . Τ ο ο υ κά λά ς : Κ ρ ά το ζ, Κ οινω νία, Ε ρ γίίο 'α α t ταπολε ική Ε λλά ό α , Α θ ή ν α
1 9 8 6 .’
Ν. Μουζέλης.: Νεοελληνική Κοινωνία - "Oii'nc νπανάπτνξη^, Αθήνα 19 S5 .
Axt: DiePasoL· Bonn 1985 .
K.H. Pfeffer - L Schaafhauscn: Griechenkmd, l iamburi; 1,959.
A.P. Kashdan: Byzanz undseine KnUur, Berliti i9'?3.
A.J. Gurjewftch: Das Seiibild des mitielaiU'Hichen Menscfmu Muochco 1986 .
Th. Lipowatz: Die Verieupiimg des Polimchen. Wei ii hei m; Be rest r. und Berlin.
1986.
^'cc 4 -ί -f L

K. ΚΑΣΤΟΡΙΑ ίϊΣ
O! !
ιά λ ε ξη o t o v Τ ρ ιπ ό τα ο Τ ή ν ο υ σ τις 2 0 /8 /1 9 9 4
η ο σ ιε ύ τη κ ε στΓ|ν Ε λ ευ θ ερ ο τυ π ία σ τις 2 1 /8 /1 9 9 4

Τι σ η α ίνει το γ ε γ ο ν ό ς ότι δ ιε ρ ω τώ ε θ α για τη σ χέσ η α ς ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η ; Οτι


κ α τά κ ά π ο ιο ν τρ ό π ο έ χ ο υ ε βγει α π ’ τη ν π α ρ ά δ ο σ η . Α υ τό τ ο κ α τα λ α β α ίν ο υ ε
π ρ ώ τα -π ρ ώ τα ε π ειρ ικά . Οι φ υ λ έ ς και οι λ α ο ί π ο υ έχ ο υ ν είνει κ λεισ ένο ι έσ α
σ τη ν π α ρ ά δ ο σ ή το υ ς δ ε ν β λ έπ ο υ ν κ α ν τη ν π α ρ ά δ ο σ η σ α ν π α ρ ά δ ο σ η : ζο υ ν έσ α
σ ε α υ τή ν και θ ε ω ρ ο ύ ν τη ν π α ρ ο ύ σ α ζ ω ή το υ ς σ α ν σ υ νέχεια εν ό ς α ετά β λ η το υ
τ ρ ό π ο υ ζω ή ς. Κα: π ο ρ ο ύ ε ν α το κ α τα λ ά β ο υ ε και λο γικά : για να δ ιε ρ ω τη θ ο ύ ε
για τη σ χέσ η α ς ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η π ρ έπ ει η σ χέσ η α υ τή να έχει γίνει,
π ε ρ ισ σ ό τερ ο ή λι /ό τ ε ρ ο π ρ ο β λ η α τικ ή , π ρ έπ ει ν α έχει δ η ιο υ ρ γ η θ εί ια
α π ό σ τα σ η α π ’ τ γ ^-ϊ π α ρ ά δ ο σ η . Α π ό σ τα σ η δ ε ν σ η α ίνει α π ε π ό λ η σ η ή λη σ ονιά .
Σ η α ίν ει και ά λλο υ είδ ο υ ς π α ρ ο υ σ ία και ά λλο υ είδ ο υ ς σ χέσ η . Μια σ ύ ν το η
α ν α σ κ ό π η σ η της- α ν θ ρ ώ π ιν η ς ισ τορία ς α ς δείχνει α κ ρ ιβ ώ ς δ υ ο κ ύ ρ ιο υ ς τύ π ο υ ς
σ χ έσ η ς ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η .

Ο π ρ ώ τ ο ς π ο υ α σ φ α λ ώ ς π ρ έ π ει ν α ή τα ν και ό ν ο ς για εκ α το ν τά δ ε ς χιλιά δ ες


χ ρ ό ν ια έχρ ι τη ν 1 η χιλιετία π Χ , είναι ο τ ύ π ο ς τ ω ν α ρ χ α ϊκ ώ ν (ή π ρ ω τό γ ο ν ω ν ή
α γ ρ ίω ν ) κο ιν ω νιώ ν. Α ν σ τη ρ ιχ το ύ ε σ τη γ ν ώ σ η π ο υ έ χ ο υ ε για τέτο ιο υ τύ π ο υ
κ ο ιν ω ν ίες α π ό τη ν εθ ν ο λ ο γ ία (π ο υ τις ε λ έτη σ ε το υ ς δ υ ο τελ ε υ τα ίο υ ς α ιώ νες), θα
σ υ ν ά γ ο υ ε ότι σε α υ τές τις κο ινω νίες, τρ ό π ο ς ζω ή ς, έθ ι α , ο ρ γά ν ω σ η , τεχνική ,
δ ια β ιβ ά ζο ντα ι σ χ εδ ό ν α να λ λ ο ίω τα α π ό γενιά σ ε γενιά. Α ν ε π α ίσ θ η τε ς α λλο ιώ σ εις
β έβ α ια σ υ ν εχ ώ ς ε φ α νίζο ν τα ι, α λλιώ ς δ ε ν θα υ π ή ρ χ ε διά κρ ισ η α νά εσ α στις
δ ιά φ ο ρ ε ^ ^ λ ι θ ικ έ ς , π α λ α ιο λ ιθ ικ ές και ν εο λ ιθ ικ ές ε π ο χ έ ς .Α λ λ ά οι κ ο ιν ω ν ίες α υ τές
δ ε ν έ χ ο υ ν σ υνείδη σ η α υ τώ ν τω ν α λλο ιώ σ εω ν . Π ισ τεύ ο υ ν ότι α π ό τό τε π ο υ
υ π ά ρ χ ει η φ υ λ ή τ,αυς, η ζω ή το υ ς και οι νό ο ι το υ ς έ ειν α ν οι ίδιοι. Β έβα ια α π ό
ό σ ο ξέρ ο υ ε , όχι ό ν ο υ π ά ρ χ ει ια σ υ ν είδ η σ η το υ χ ρ ό ν ο υ και τ η ς δ ια δ ο χ ή ς τω ν
γ ε ν ε ώ ν , α λλά υ π ά ρ χ ει και ια υ θ ική π α ρ ά σ τα σ η εν ό ς π ρ ώ το υ χ ρ ό ν ο υ ή
« π ρ ώ τη ς στιγ ής-'^ σ τιγ ή ς δ η ιο υ ρ γ ία ς και το υ κ ό σ ο υ και τ η ς ίδιας τ η ς φυλή;ς.
Α υ τή α π ο δ ίδ ετα ι σ ε έ ν α ν ή π ο λ λ ο ύ ς θ ε ο ύ ς και σ ε έν α ν ή π ο λ λ ο ύ ς « ή ρ ω ες» ή
π ρ ο γ ό ν ο υ ς , π ο υ έθ εσ α ν ια για π ά ν τα το υ ς ν ό ο υ ς , τη ν τά ξη και τη ν ο ρ γά ν ω σ η
τ ο υ κ ό σ ο υ και τ η ς φ υ λ ή ς. Οι δ η ιο υ ρ γ ο ί αυτοί, θείοι ή α νθ ρ ώ π ινο ι, έχ ο υ ν
π ά ν τ ω ς ια ιερή φ ύ σ η π ο υ φ υσ ικά ετα β ιβ ά ζο υ ν και σ τα δ η ιο υ ρ γ ή α τά του ς.
Α π ό α υ τά α π ο ρβ :;ει ά εσ α ο ιερ ό ς χ α ρ α κ τή ρ α ς τω ν θ ε σ ώ ν τ η ς φ υ λ ή ς, π ο υ
κά νει ιερ ό σ υ λη κ φ β λ ά σ φ η η κ ά θ ε ιδέα ε τα β ο λ ή ς το υ ς. Οι θεσ ο ί, ό π ω ς ο
τ ρ ό π ο ς ζω ή ς, είναι κ υ ρ ιο λ εκ τικ ά κ α θ ιερ ω ένο ι ια για π ά ν τα λ ό γ ω τη ς ιερής
π ρ ο έ λ ε υ σ ή ς το υ ς.

Η κλα σ σ ική εβ ρ α ϊκή π α ρ ά δ ο σ η π ο υ κ λ η ρ ο ν ό η σ ε και ο Χ ρ ισ τια νισ ό ς και το


Ισ λά , π α ρ ’ όλο π ο υ π ρ ο έρ χ ετα ι α π ό ια κο ινω νία π ο υ ε κ α ν έν α τρ ό π ο δ εν θα
π ο ρ ο ύ σ ε ν α χ α ρ α κ τη ρ ισ τεί α ρ χα ϊκή, π ρ ω τό γ ο ν η ή άγρια, π ρ ο σ φ έρ ει ια τέλ εια
εικ ό ν α α υ τή ς τη ς κ α τά σ τα σ η ς. Ο θ ε ό ς δ η ιο ύ ρ γ η σ ε το ν κ ό σ ο και το υ ς
α ν θ ρ ώ π ο υ ς , εδ ιά λ εξε α ν ά εσ α σ ’ α υ το ύ ς ια φ υ λ ή σ τη ν ο π ο ία ια σ ειρά α π ό
θ ε ό π ν ε υ σ το υ ς « ή ρ ω ες» -Α β ρ α ά , Ισαάκ, Ια κώ β και τελ ικ ά Μ ω υ σ ή ς-
π α ρ ο υ σ ία σ α ν ro J ^ ν ό ο υ ς του Θ εο ύ .

Α υ τ έ ς 01 κ ο ιν ω ν ίες π ο ρ ο ύ ν να ο ν ο α σ το ύ ν ε τε ρ ό ν ο ε ς για τί θ ε ω ρ ο ύ ν το υ ς
ν ό ο υ ς το υ ς δ ο σ έν ο υ ς α π ό κ ά π ο ιο ν α ν ώ τερ ο Α λ λ ο και σ υ ν ε π ώ ς α π α γ ο ρ εύ ο υ ν
σ το ν εα υ τό το υ ς ο π ία δ ή π ο τε ετα β ο λ ή α υ τώ ν τω ν ν ό ω ν .Α π ό τη ν σ κοπ ιά ό π ο υ
τ ο π ο θ ε τη θ ή κ α ε , η σ χέσ η α υ τώ ν τω ν κ ο ιν ω ν ιώ ν ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η π ο ρ εί να
ο ν ο α σ τε ί π α θ η τικ ή . Μ ια ισ τορ ική σ τρ ο φ ή , κ α λ ύ τερ α ρ ή ξη , ε φ α νίζετα ι ε τη ν
α ρ χ α ία Ε λ λ ά δ α και ξα ν ά ετά α π ό π ο λ λ ο ύ ς α ιώ ν ες σ τη ν υ τικ ή Ε υ ρ ώ π η . Και σ τις
δ υ ο α υ τέ ς π ερ ιπ τώ σ εις η σ χέσ η ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η α λλά ζει και π ο ρ εί να
ο ν ο α σ τε ί εν ερ γ η τικ ή . Η α λ λ α γ ή α υτή είναι φ υσ ικά ο ρ γ α ν ικ ά σ υ ν δ εδ ε έν η ε
α υ τό π ο υ σ υ ν ϊσ τα τη ν α π ό λ υ τη ισ τορική ιδιο ο ρφ ία τη ς α ρ χ α ία ς Ε λλά δ α ς, τη
δ η ιο υ ρ γ ία για π ρ ώ τη φ ο ρ ά σ τη ν α ν θ ρ ώ π ιν η ισ τορία ιας κ ίνη σ η ς π ρ ο ς τη ν
α υ το ν ο ία , δ η λα β ή τη ν ελ ευ θ ερ ία , σ ε σ χ εδ ό ν ό λ ο υ ς το υ ς το είς τη ς κ ο ιν ω νικ ή ς
ζω ή ς , κα τά π ρ ώ το λ ό γ ο σ τη ν π ο λ ιτικ ή ε τη δ η ιο υ ρ γία τη ς δ η ο κ ρ α τία ς και σ τη
σ κ έ ψ η ε τη δ η ιο υ ρ γία τ η ς φ ιλο σ ο φ ία ς και τ η ς επ ισ τή η ς .

Η δ η ιο υ ρ γ ία α υ τή ισ ο δ υ να εί β έβα ια ε ια ριζική ρ ή ξη ε τη ν π ρ ο η γ ο ύ εν η
κ α τά σ τα σ η π ρ α γ ά τω ν . Η Α θ η ν α ϊκ ή δ η ο κ ρ α τία , σ τη ν ουσ ία τη ς, δ ε ν έχει κα ιά
σ χ έσ η ε τις ο η ρ ικ ές ή ιν ω ικ ές ή υ κ η ν α ϊκ ές β α σ ιλ είες ό π ω ς και η φ ιλο σ οφ ία
α ν α δ ύ ετα ι ω ς κ α τα σ τρ ο φ ή τη ς υ θ ικ ή ς π α ρ ά δ ο σ η ς το υ κό σ ο υ . Π χ και οι δ υ ο
π ρ ώ το ι ιστορικοί,, ο Ε κ α τα ίο ς και ο Η ρ ό δ ο το ς α ρ χ ίζο υ ν τα σ υ γ γ ρ ά α τά το υ ς και
τα δ ικ α ιο λ ο γ ο ύ ν ε τη ν β εβ α ίω σ η ότι α υ τά π ο υ οι Ε λ λ η ν ε ς δ ιη γο ύ ντα ι για το
π α ρ ε λ θ ό ν το υ ς είναι π α ρ α ύ θ ια . Ε ν το ύ το ις, α υτά ε κ α ν έν α ν τρ ό π ο δ εν
σ η α ίν ο υ ν α π ε π ό λ η σ η ή λ η σ ο ν ιά τ η ς π α ρ ά δ ο σ η ς. Σ υ β α δ ίζο υ ν ε τη ν
δ ια ό ρ φ ω σ η ια ς ν έ α ς σ χ έσ η ς α ν ά εσ α σ το π α ρ ό ν και το π α ρ ελ θ ό ν , π ο υ π ο ρ εί
να τη χ α ρ α κ τή ρ ιζ α κ α νείς ε δ υ ο λ έ ξε ις φ α ιν ο εν ικά α ντιφ α τικές, σ εβ α σ ό ς και
ε τα ό ρ φ ω σ η . Η α ντίφ α σ η αίρετα ι ά α σ κ εφ το ύ ε ότι σ ’ α υ τό το π εδ ίο σ εβ α σ ό ς
δ ε ν σ η α ίνει τυ φ λ ή λα τρ εία και π α γ ω έ ν η σ υ ν τή ρ η σ η , α λλά α ν α ζω ο γ ό ν η σ η το υ
π α ρ ε λ θ ό ν το ς έσ ω τ η ς ε τα ό ρ φ ω σ η ς τ ω ν σ το ιχ είω ν το υ π ο υ έτσι γίνο ντα ι
σ η α ν τικ ά για το π α ρ ό ν . ,

Θ α π ρ ο σ π α θ ή σ ω να κ ά ν ω κ α τα ν ο η τό α υ τό π ο υ θ έ λ ω να π ω ε π α ρ α δ είγ α τα
α π ό τ ο ν χ ώ ρ ο τ η ς τέ χ ν η ς και ιδιαίερα α υ το ύ π ο υ ο ν ο ά ζ ο υ ε λ ο γο τεχ νία .
Ξ έ ρ ο υ ε ότι ο Ο η ρ ο ς έ ειν ε π ά ν τα ζω ν τα ν ό ς σ τη ν κλα σ σ ική Ε λλά δα , τα
ο η ρ ικ ά έπ η τα τρ α γ ο υ δ ο ύ σ α ν σ τις γ ιο ρ τέ ς και τα π α ιδ ιά τα ά θ α ιν α ν σ το
σ χ ο λείο . Ξ έ ρ ο υ ε ό ω ς επ ίσ η ς ότι ετά το ν Η σ ίοδο και το έ π ο ς και το
χ α ρ α κ τη ρ ισ τικ ό το υ έτρ ο , το δ α κ τυ λ ικ ό εξά ε τρ ο , εξα φ α ν ίζο ν τα ι και ότι οι
κα ινο ύ ρ γιο ι π ο ιη τές , ο Α ρ χ ίλ ο χ ο ς , η Σ α π φ ώ και α υ το ί π ο υ α κ ο λο ύ θ η σ α ν ,
δ η ιο υ ρ γ ο ύ ν νέα, έτρ α , ν έα θ έ α τα , ν έ ε ς ο ρ φ ές π ο ίη σ η ς. Α υ τό δ ε ν ε π ό δ ισ ε
τ ο υ ς κ λ α σ σ ικ ο ύ ς φ ιλό σ ο φ ο υ ς, Π λ ά τω ν α και Α ρ ισ το τέλ η , να π α ρ α θ έ το υ ν το υ ς
ο η ρ ικ ο ύ ς σ τίχ ο υ ς σ τα φ ιλο σ ο φ ικά το υ ς κεί ενα . Α λ λ ά ό νο σ τη ν α λ εξα ν δ ρ ιν ή
επ ο χ ή , ε π ο χ ή π α ρ α κ ή ς , ε τα « Α ρ γ ο ν α υ τικ ά » το υ Α π ο λ λ ώ ν ιο υ το υ Ρ όδιου,
ε φ α ν ίζετα ι ια π ρ ο σ π ά θ εια ί η σ η ς τω ν ο η ρ ικ ώ ν επ ώ ν , φ υ σ ικά ε π ο λύ
έτρ ια α π ο τελ έσ α τα .
Α λ λ ά το ΤΓΐό λ α π ρ ό π α ρ ά δ ε ιγ α α υ τή ς τ η ς δ η ιο υ ρ γ ικ ή ς ε τα ό ρ φ ω σ η ς τη ς
π α ρ ά δ ο σ η ς α ς το δίνει η Α θ η ν α ϊκ ή τρ α γ ω δ ία και η σ χέσ η τ η ς ε τη ν ά λλη
π ρ ο α ιώ ν ια εγ ά λ η ελ λ η ν ικ ή δη ιο υ ρ γία , το ν ύ θο. Ο λοι οι λ α ο ί έ χ ο υ ν ω ρ α ίο υ ς
ύ θ ο υ ς, α λλά ό ν ο οι α ρχα ίοι ελ λ η ν ικ ο ί ύ θ ο ^ ^ α ι α ληθ ινοί, εσ το ί α π ό
α ν θ ρ ω π ο λ ο γ ικ ά και κ ο σ ο λ ο γ ικ ά νο ή α τα , 6^ ίΐ= } ^ ^ π ο υ π α ρ ο υ σ ιά ζο ντα ι ε
υ θ ικ ή ο ρ φ ή . Είναι φ υ σ ικά α δ ύ ν α το να ξέ ρ ο υ ε ω ς π ο ιό β α θ ό α υ τό το νό η α
τ ω ν ύ θ ω ν σ ε ό λ ,ι το υ τη ν έκ τα σ η και τη ν έν τα σ η π ο ρ ο ύ σ α ν να το
α φ ο ο ιώ σ ο υ ν κοι να το ο ικ ειο π ο ιη θ ο ύ ν οι Ε λ λη νες, α ς π ο ύ ε το υ 6 ου π Χ αιώ να.
Λ ο γ ικ ό είναι να υ π ο θ έ σ ο υ ε ότι το υ λ ά χ ισ το ν α σ υ νείδ η τα και υ π ό γεια το υ ς ά γγιξε,
α λ λ ιώ ς και οι ύ έό ι ω ς ύ θ ο ι δ ε ν θ α είχ α ν δια σ ω θεί. Α υ τό π ο υ ε φ α τικ ά ξέ ρ ο υ ε
είναι ότι η τρ α γω δ ία , π ο υ ε ό νη εξα ίρ εσ η το υ ς « Π έρ σ ες » το υ Α ισ χ ύ λ ο υ και τη ν
« Μ ιλ ή το υ Α λ ω σ η » το υ Φ ρ ύ ν ιχ ο υ έχει ω ς α π ο κλ εισ τικ ό θ έ α τ η ς το υ ς ύ θ ο υ ς,
α φ ε ν ό ς α να λ α β ά ν ει α υ τό τ ο ν ό η α , το κά νει π ρ ο σ ιτό σ ε ό λ ο υ ς, το π λο υ τίζει,
α σ φ α λ ώ ς το ε τα ο ρ φ ώ ν ε ι και το υ δίνει ιας εκ π λ η κ τικ ή ς έν τα σ η ς και εν ά ρ γ εια ς
π α ρ ο υ σ ία σ η ε τη ν εν σ ά ρ κ ω σ ή το υ σ ε α ν θ ρ ώ π ιν ο υ ς χ α ρ α κ τή ρ ε ς και λ ό γ ο υ ς,
α φ ετέρ ο υ εκ σ υ γ χ ρ ο νίζει τ ο υ ς ύ θ ο υ ς, το υ ς π λ έκ ει ε τα κα ινο ύ ρ για π ρ ο β λ ή α τα
π ο υ α ν τι ε τω π ίζο υ ν οι Α θ η να ίο ι το υ 5 ο υ αιώ να.
Τ α υ τό χ ρ ο ν α β λ έττο υ ε τ ο υ ς π ο ιη τέ ς ν α τρ ο π ο π ο ιο ύ ν και να π λ ο υ τίζο υ ν τη ν
π λ ο κ ή τω ν ύ θ ω ν . Α ν α φ ισ β ή τη τη έν δ ειξη α ς δίνει σ τη ν π ο ιη τικ ή το υ ο
Α ρ ισ το τέ λ η ς , λ έ γ ο ν τα ς ότι η σ η α ν τικ ό τερ η α ρ ετή το υ τρ α γ ικ ο ύ π ο ιη τή είναι η
υ θ ο σ κ ο π ία .

Θ α έ π ρ ε π ε να είχ α ε το χ ρ ό ν ο ν α το δ ε ίξο υ ε α υ τό π ά ν ω σ ε σ υ γ κ εκ ρ ι έν α
π α ρ α δ είγ α τα . Θ α π ερ ιο ρ ισ τώ ν α α ν α φ έρ ω τη ν « Ο ρ έσ τεια » το υ Α ισ χύλο υ, τις
τρ ε ις θ η β α ϊκ ές τρ α γ ω δ ίε ς το υ Σ ο φ ο κ λ ή (« Ο ιδ ίπ ο υ ς τύ ρ α ν ν ο ς » , « Ο ιδ ίπ ο υ ς επ ί
Κ ο λ ο ν ώ » , « Α ν τιγ ό ν η » ) και τις « Τ ρ ω ά δ ες » το υ Ε υ ριπ ίδ η.. Σ υ ν ο τπ ικ ά η τρ α γ ω δ ία
ο ύ τε επ α ν α λ α β ά ν ει το ύ θ ο , ο ύ τε το ν χ ρ η σ ι ο π ο ιεί σ α ν π α θ η τικ ό υλικό.
Σ τη ρ ίζετα ι σ τις δ υ ν α τό τη τέ ς το υ και δ η ιο υ ρ γ εί ια κα ινο ύ ρ για ο ρ φ ή τέ χ ν η ς π ο υ
τ η ς επ ιτρ έπ ει, σ ε ια ο ρ γ α ν ικ ή σ υ νέχεια ε το ύ θ ο να π α ρ ο υ σ ιά σ ει κα ινού ρ για
π ε ρ ιεχ ό εν α . Α ν ά λ ο γ ε ς α ν α π τύ ξε ις θα π ο ρ ο ύ σ ε ν α κά νει κ α ν είς για τη ν
α ρ χ ιτεκ το ν ικ ή , τη γ λ υ π τικ ή ή τη ζω γ ρ α φ ικ ή όσ ο την ξέ ρ ο υ ε α π ό τα αγγεία.

Α π ό α υ τή τη σκοπιά, τη δ η ιο υ ρ γ ία ια ς κ α ινο ύ ρ για ς σ χ έσ η ς ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η , ο


ό ν ο ς α λη θ ιν ό ς κ λ η ρ ο ν ό ο ς τη ς α ρ χα ία ς Ε λ λ ά δ α ς είναι η υ τικ ή Ε υ ρ ώ π η . Χ ω ρ ίς
να α κ ρ υ γ ο ρ ή σ ω , θα υ π εν θ υ ίσ ω π ό σ ο ο δ υ τικ ο ευ ρ ω π α ϊκ ό ς π ο λιτισ ό ς, από
τ ο ν 1 1 ο α ιώ να κο.ι ^πέρα, και υ π ή ρ ξε επ α ν α σ τα τικ ά δ η ιο υ ρ γ ό ς και δ ια τή ρ η σ ε ια
γνή σ ια σ χέσ η ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η π ο υ είχ ε π ίσ ω το υ , είτε λα ϊκή, είτε
« κ α λ λ ιε ρ γ η έ ν η » ; Η π α ρ ά δ ο σ η α υ τή π ερ ιλ α β ά ν ει β έβ α ια κα τά π ρ ώ το λ ό γ ο τη
χρ ισ τια νική κ λ η ρ α ν ο ιά και α ρ γ ό τερ α τη ν ελ λ η ν ο ρ ω α ϊκ ή κ λ η ρ ο ν ο ιά . Και σ ’
α υ τή ν τη ν π ερ ίπ τω σ η , ιλ ώ ν τα ς π ο λ ύ σ ύ ν το α , θα π ά ρ ω για π α ρ ά δ ειγ α τη ν
κ α τα π λ η κ τικ ή εξέ λ ιξη τ η ς δ υ τικ ο ευ ρ ω π α ϊκ ή ς ζω γ ρ α φ ικ ή ς π ο υ α ρ χίζει ε ια
εκ κ λη σ ια σ τικ ή εικ ο νο γρ α φ ία , π α ρ α φ υ ά δ α τη ς β υ ζα ν τιν ή ς και α π ό τ ο ν G io tto και
ε τά π α ρ ο υ σ ιά ζει ια α κ α τά π α υ σ τη δ η ιο υ ρ γικ ή α ν α ν έω σ η π ο υ ό ω ς είναι
τα υ τό χ ρ ο ν α ια α δ ιά κ ο π η ο ρ γα ν ικ ή σ υ νέχεια ω ς το 1950. Τ ο ίδιο ισχύει και για
την ο υσ ική π ο υ βγα ίνει και α π ό τη ν εκκλη σ ια σ τική ρίζα το υ γρ η γ ο ρ ια ν ο ύ
ά σ α το ς και από τη ν φ ο λ κ λ ο ρ ικ ή ρ ίζα λ α ϊκ ώ ν ε λ ω δ ώ ν , ρ υ θ ώ ν και τρ ό π ω ν . Η
β α θ ειά σ χ έσ η ε'^ ^ λ ω ν ο υ σ ικ ώ ν δ η ιο υ ρ γ ώ ν , ό π ω ς οι κλα σ σ ικοί Γερ α νο ί, ο
C h p in , ο M u s o rs g y , ο A lb e n iz , ’ α υ τέ ς τις ρ ίζες α λλά και η ικ α ν ό τη τά το υ ς να
ε το υ σ ιώ ν ο υ ν εττα να σ τα τικά τα σ τοιχεία τ η ς π α ρ ά δ ο σ η ς π ο υ χ ρ η σ ι ο π ο ιο ύ ν
είναι π ρ ο φ α ν είς , t o π ιό έν το ν ο π α ρ ά δ ειγ α α υ τή ς τ η ς σ χ έσ η ς π ρ ο σ φ έρ ει ίσ ω ς η
δ υ τικ ο ευ ρ ω π α ϊκ ή φ ιλο σ ο φ ία η οπ οία, έσ α α π ό τις σ υ ν εχ είς τ ο έ ς σ τη ν ισ τορία
τ η ς σ κ έ ψ η ς π ο υ ττα ρουσ ιά ζει, εξελίσ σ ετα ι π ά ν ω σ ε ρ η τή α να φ ο ρ ά ε τη ν
π α ρ ά δ ο σ η τ η ς q)iλoσ oφ ική ς θ εο λ ο γ ία ς το υ εσ α ίω να και τ η ς κ λα σ σ ικ ή ς ελ λ η ν ικ ή ς
φ ιλο σ ο φ ία ς.

Η π ε ρ ίπ τω σ η τη ς , υ τικ ή ς Ε υ ρ ώ π η ς π α ίρ νει για α ς ό λ ο το τρ α γ ικ ό τ η ς β ά ρ ο ς, α ν


τ η ν α ν τιπ α ρ α θ έ σ ο υ ε ’ α υ τά π ο υ έγ ιν α ν ή δ ε ν έγ ινα ν σ το α ν α το λ ικ ό έρ ο ς τη ς
ά λ λ ο τε Ρ ω α ϊκ ή ς α υ το κ ρ α το ρ ία ς, σ το Β υ ζά ντιο . Π α ρ ά το ότι το Β υ ζά ντιο δ εν
υ π ο χ ρ ε ώ θ η κ ε ν α διασ χίσ ει τη ν π ε ρ ίο δ ο κ α θ α ρ ή ς β α ρ β α ρ ό τη τα ς π ο υ υ π έσ τη η
υ τικ ή Ε υ ρ ώ π η ρ π ό το ν 5 ο ω ς το ν 1 1ο α ιώ να, ο π ο λ ιτισ ό ς το υ α ς δίνει σ τις
ε γ ά λ ε ς το υ γ ρ α έ ς ια σ τα τική εικ ό να α π ο λ ιθ ω έ ν ω ν ο ρ φ ώ ν. Η σ χέσ η ε τη ν
π α ρ ά δ ο σ η ε δ ώ # α ι σ τείρ α , ι η τικ ή και επ α ν α λ η π τικ ή . Η ζω γ ρ α φ ικ ή γίνετα ι ια
εικ ο ν ο γ ρ α φ ία π ο ά π ο λ ύ γ ρ ή γ ο ρ α φ τά νει σ ε τυ π ο π ο ιη έ ν ε ς ο ρ φ ές τις ο π ο ίες
ετά α π λ ώ ς επ α ν α λ α β ά ν ει ι ο ύ εν η το ν εα υ τό τη ς. Τ ο ίδιο ισ χύει και για τ η ν
α ρ χ ιτεκ το ν ικ ή . Η τέχ ν η το υ λ ό γ ο υ ένει ια ισ χνή και α νια ρ ή α π ο ί η σ η τω ν
α ρ χ α ίω ν π ρ ο τύ π ί^ιν. Ε ξω α π ό τη λα ϊκ ή ουσ ική, π ο υ γΓ α υ τή τη ν π ερ ίο δ ο
ελ ά χ ισ τα ξέρ ο υ ε , η ο υσ ική κ α θ η λ ώ ν ετα ι σ το ο ν ω δ ικ ό εκ κ λη σ ια σ τικ ό ά σ α .

υ ο π α ρ α δ ε ίγ α τα π ο ρ ο ύ ν να σ υ ν ο ψ ίσ ο υ ν τη β υ ζα ν τιν ή και ετα β υ ζα ν τιν ή


π ο λ ιτισ ικ ή κα τά σ τα σ η. Οι Β υ ζα ν τιν ο ί κ λ η ρ ο ν ό η σ α ν ό,τι π ερ ίπ ο υ σ ώ ζετα ι και
σ ή ερ α α π ό τη ν α ρχα ία ελ λ η ν ικ ή γ ρ α α τεία . Α π ’ α υ το ύ ς τη ν π α ίρ ν ο υ ν και τ η ν
ε τα φ ρ ά ζ ο υ ν οι Α ρ α β ε ς και α ρ γ ό τερ α οι υ τικ ο ευ ρ ω π α ίο ι. Οι Α ρ α β ε ς , όχι ό ν ο
σ χ ο λ ιά ζο υ ν το ν Π λ ά τω ν α και ιδίω ς το ν Α ρ ισ το τέλ η , α λλά έσ α α π ’ α υ τή τη ν
επ α φ ή γ ε ν ν ο ύ ν το υ λ ά χ ισ το ν δ ύ ο σ η α ν τικ ο ύ ς φ ιλο σ ό φ ο υ ς, το ν Α β ικ έν α και τ ο ν
Α β ερ ρ όη . }4
Για τ ο υ ς υ τικ ο ευ ρ ω π α ίο υ ς , η « α ν α κ ά λ υ ψ η » τω ν α ρ χ α ίω ν ελ λ η ν ικ ώ ν κ ει έν ω ν
δ η ιο υ ρ γ εί έν α ν « ΐφ η κ τικ ό σ υ γ κ λ ο ν ισ ό π ο υ βρίσ κει το π ρ ώ το το υ κ ο ρ ύ φ ω α .
σ τη ν Α ν α γ έν ν η σ η , α λλά π ο υ οι δ ο ν ή σ εις το υ δ ε ν σ τα α το ύ ν , ττερ ιοδ ικά ’
δ ια π ισ τώ ν ετα ι κάτι σαν επ ισ τρ ο φ ή σ το υ ς Ε λ λ η ν ες . Τώρα τι κ ά ν ο υ ν οι Β υ ζα ντινοί;
Α π λ ώ ς α ν τιγ ρ ά φ ο υ ν τα αρχα ία χ ειρ ό γ ρ α φ α και τ ο υ ς σ χ ο λ ια σ τές το υ ς και κ ά π ο υ
κ ά π ο υ π ρ ο σ θ έτο υ ν και κ α ν έν α σ χόλιο.

Το άλλο π α ρ ά δ ειγ α είναι ο Γ κ ρ έκ ο . Π α ιν ευ ό α σ τε και ξιπ α ζ ό α σ τε ε τον


Γκρέκα χωρίς να καταλαβαίνου ε τ! ση αίνει η περίπτωσή του. Ο Γκρέκο είναι
β έβ α ια β α θ ειά ρ ιζ ω έ ν ο ς σ τη ν χρ ισ τια νική π α ρ ά δ ο σ η και ξεκ ιν ά ει α π ό
|3 υ ζα ντινο ύ ς τύ π ο υ ς . Α λ λ ά το π έρ α σ ά το υ α π ό τη Β ενετία και η εγ κα τά σ τα σ ή
του σ τη ν !σπανία:.!Όν α λ λ ά ζο υ ν ριζικά. Η ζω γ ρ α φ ικ ή του σαφώς α ρ τυ ρ ά ει την
π ρ ο έλ ευ σ ή το υ ττχ σ ε π α ρ α λ λ α γ έ ς χ ρ ω α τικ ή ς ή σ τη ν π ε ρ ίφ η η επ ι ή κ υ ν σ η τω ν
π ρ ο σ ώ π ω ν και τ ω ν σ ω ά τω ν . Α λ λ ά τα α ρ ισ το υ ρ γ ή α τα τη ς ισ π α ν ικ ή ς επ ο χ ή ς
«Η τα φ ή το υ κό ,ητος Ο ρ γ κά θ » , «Οι α π ό ψ εις το υ Τ ο λ έδ ο υ » , «Η κυρία ε τη
γ ο ύ ν α » είναι α δ ύ ν α τα και α δ ια ν ό η τα σ το Β υ ζά ντιο ή σ τη Κ ρ ή τη το υ 17ου α ιώ να .
Οι σ η ερ ιν ο ί Β υ ζα ν τιν ο κ ά π η λ ο ί α ς δ εν σ τέκ ο ν τα ι ια σ τιγ ή να α ν α ρ ω τη θ ο ύ ν
για τί ο ο ή ν ικ ο § ;ϊΘ εο το κ ό π ο υ λ ο ς έ π ρ ε π ε να εγ κ α τα σ τα θ εί σ τη ν Ισπ ανία και ν α
γίνει ΕΙ G re co ; Τ ^ι Β υ ζά ντιο και η επ ο χ ή τ η ς Τ ο υ ρ κ ο κ ρ α τία ς α ς π ρ ο σ φ έρ ο υ ν το
π α ρ ά δ ε ιγ α ενός: ε τα ε λ λ η ν ικ ο ύ π ο λιτισ ο ύ π ο υ έχει κά π ο ια γ ν ώ σ η τη ς
α ρ χ α ιό τη τα ς σ ε σ χέσ η ε α υ τή ν , α λλά π ο υ ένει κ α θ η λ ω έν η σ ε ια ι ητική,
ε ξω τε ρ ικ ή και ά γ ο ν η σ χ έσ η ε τη ν π α ρ ά δ ο σ η .

Τ έ λ ο ς έρ χ ο α ι σ το σ ύ γ χ ρ ο ν ο ελ λ η ν ικ ό δ ρ ά α . Τ α κ εν τρ ικ ά σ το ιχ εία το υ ελ λ η ν ικο ύ
δ ρ ά α το ς είναι, α π ό τη ια εριά, η τρ ιπ λ ή α ν α φ ο ρ ά π ο υ π ερ ιέχ ει για α ς η
π α ρ ά δ ο σ η : Α ν α φ ο ρ ά σ το υ ς α ρ χ α ίο υ ς Ε λ λ η νες, α να φ ο ρ ά σ το Β υζά ντιο, α να φ ο ρ ά
σ τη λα ϊκ ή ζω ή και κ ο υ λ το ύ ρ α , ό π ω ς α υ τή δ η ιο υ ρ γ ή θ η κ ε σ το υ ς τελ ευ τα ίο υ ς
α ιώ ν ε ς το υ Β υ ζα ντίο υ και κ ά τω α π ό τη ν Τ ο υ ρ κ ο κ ρ α τία . Α π ό τ η ν ά λλη εριά, η
α ν τιφ α τικ ή και, θα π ο ρ ο ύ σ ε να π ει κα νείς, ψ υ χ ο π α θ ο λ ο γ ικ ή σ χέσ η α ς ε το ν
δ υ τικ ο ευ ρ ω π α ϊκ ό π ο λιτισ ό , π ο υ π ερ ιπ λ έκ ετα ι α κ ό α π ερ ισ σ ό τερ ο α π ό το
γ ε γ ο ν ό ς ότι ο π α λ ιτισ ό ς α υ τό ς έχει π ει εδ ώ και δ ε κ α ε τίες σ ε ια φ ά σ η έν το ν η ς
κ ρ ίσ η ς και υ π ο β ο σ κ ο υ σ α ς α π ο σ ύ νθ εσ η ς.

Η δ ιπ λ ή και τα υ τό χ ρ ο ν η α ν α φ ο ρ ά σ τη ν α ρχα ία Ε λ λ ά δ α και σ το Β υζά ντιο, π ο υ


α π ο τέ λ ε σ ε το επ ίσ η ο « π ισ τεύ ω » το υ ν ε ο ελ λ η ν ικ ο ύ κ ρ ά το υ ς και το υ π ο λιτισ τικο ύ
κ α τε σ τη έ ν ο υ τη ς χ ώ ρ α ς ο δ ή γ η σ ε και ο δ η γ ε ί σ ε α δ ιέξο δ ο , κ α τά π ρ ώ το και κύρ ιο
λ ό γ ο διότι 01 δ υ ο α υ θ ε ν τίες π ο υ επ ικα λείτα ι β ρ ίσ κο ντα ι σ ε δ ια ετρ ικ ή α ντίθεσ η
ε τα ξύ το υ ς. Ο α ρ χ α ίο ς ελ λ η ν ικ ό ς π ο λ ιτισ ό ς είναι π ο λ ιτισ ό ς ελ ευ θ ερ ία ς και
α υ το ν ο ία ς, π ο υ εκ φ ρ ά ζετα ι σ το π ο λιτικ ό επ ίπ εδ ο σ τη ν π ο λ ιτεία ελ εύ θ ερ ω ν
π ο λ ιτώ ν π ο υ σ υ λ λο γικά α υ το κ υ β ερ ν ώ ν τα ι και σ το π ν ευ α τικ ό επ ίπ εδ ο ε τη ν
α κ α τά π α υ σ τη επ α ν α σ τα τικ ή α ν α ν έω σ η και α να ζή τη σ η . Ο β υ ζα ν τιν ό ς π ο λιτισ ό ς
είναι π ο λ ιτισ ό ς θ ε ο κ ρ α τικ ή ς ετερ ο ν ο ία ς, α υ το κ ρ α το ρ ικ ο ύ α υ τα ρ χ ισ ο ύ και
π ν ευ α τικ ο ύ δ ο γ α τισ ο ύ . Σ το Β υ ζά ντιο δ εν υ π ά ρ χ ο υ ν π ο λ ίτες, α λλά υ π ή κο ο ι
το υ α υ το κ ρ ά το ρ ς , ο ύ τε σ το χ α σ τές , ό νο σ χ ο λ ια σ τές ιερ ώ ν κ ει έν ω ν . Η
π ρ ο σ π ά θ εια σ υ ν δ υ α σ ο ύ και σ υ φ ιλίω σ ή ς το υ ς δ ε ν π ο ρ ο ύ σ ε π α ρ ά να
ν εκ ρ ώ σ ει κ ά θ ε δί'ί ιουρ γική π ρ ο σ π ά θ εια και να ο δ η γή σ ει σ ε έν α σ τείρ ο
σ χο λα σ τικισ ό , ό ττω ς α υ τό ς π ο υ χ α ρ α κ τή ρ ιζε το π ν ευ α τικ ό κ α τεσ τη έν ο τη ς
χ ώ ρ α ς επ ί ενά ισ υ σ χ ε δ ό ν α ιώ να ετά τη ν α ν εξα ρ τη σ ία και π ο υ επ α ν α λ ά β α ν ε
τα χ ε ιρ ό τερ α ι η τικά σ το ιχ εία το υ Β υ ζα ντίου . Κ α θ ’ όσ ο ξέρ ω , εί α σ τε ο όνος'
λ α ό ς ε εγά λο π ο λιτισ τικό π α ρ ε λ θ ό ν π ο υ π ρ ό σ φ ερ ε σ το ν κ ό σ ο το γελο ίο και
θ λ ιβ ερ ό θ έα α π ρ ο σ π ά θ εια ς τε χ ν η τή ς επ α ν α φ ο ρ ά ς τ η ς γ λ ώ σ σ α ς π ο υ ιλιότα ν
π ρ ιν α π ό 2 5 α ιώ νες. Ο ύ τε οι Ιτα λο ί π ρ ο σ π ά θ η σ α ν να ξα ν α ζ ω ν τα ν έ ψ ο υ ν τα
λα τινικά , ο ύ τε οι Ινδ οί τα σ α νσ κρ ιτικά . Και είναι εξίσ ο υ χ α ρ α κ τη ρ ισ τικ ό ότι εν ώ η
υ τικ ή Ε υ ρ ώ π η , σ το υ ς δ υ ο π ε ρ α σ έν ο υ ς α ιώ ν ες εγ έν ν η σ ε δ ε κ ά δ ε ς λ α π ρ ο ύ ς
ελ λ η ν ισ τές, ό νο ιρ ία ο ν ό α τα έ χ ο υ ε π ο υ π ο ρ ο ύ ν να σ τα θ ο ύ ν α χνά σ το ίδιο
επ ίπ ε δ ο ε α υ το ύ ς: Τ ο ν Κ ο ρ α ή , το ν Β ερ ν α ρ δ ά κ η και το ν Σ υ κ ο υ τρ ή - τ ο ν οπ ο ίο
Σ υ κ ο υ τρ ή ο δ ή γ η ο ε χ α ρ α κ τη ρ ισ τικ ά σ ε α υ το κ το ν ία ο φ θ ό ν ο ς και το ίσ ος τω ν
κ η φ ή ν ω ν το υ εν Ι^θήνησ ι Π α νεπ ισ τη ίο υ . Π ε ρ η φ α ν ευ ό α σ τε ότι εί α σ τε
α π ό γ ο ν ο ι τω ν α ρ χα ίω ν, α λλά για να ά θ ο υ ε τι έ λ ε γ α ν και τι ή τα ν οι αρχαίοι
π ρ έ π ει να π ρ ο σ φ ύ γ ο υ ε σ ε ξέ ν ε ς εκ δ ό σ εις και σ ε ξ έ ν ε ς ελ έτες .

Α υ τή η ίδια σ τά σ η έκ α ν ε α σ φ α λ ώ ς επ ίσ η ς α δ ύ ν α τη τη γ ο ν ι ο π ο ίη σ η τη ς λα ϊκ ή ς
π α ρ ά δ ο σ η ς και τη ε τα φ ο ρ ά τη ς σ το χ ώ ρ ο τη ς έ ν τε χ ν η ς π α ιδ έια ς, ε ε φ α τική
εξα ίρ εσ η τη ν π ο ίη σ η . Α ρ κ ε ί ν α σ κ εφ τεί κ α νείς ότι ο τερ ά σ τιο ς ο υ σ ικό ς π λ ο ύ το ς
τ η ς λ α ϊκ ή ς ο υ σ ικ ή ς σ ε ελω δ ίες, ρ υ θ ο ύ ς, κ λ ί α κ ες και ό ρ γ α ν α έ ειν ε ν ε κ ρ ό ς
σ τα χ έρ ια τ ω ν ν ε ο ε λ λ ή ν ω ν σ υ ν θ ετώ ν , ό π ω ς έ ειν ε ά χ ρ η σ το ς και ο
α ρ χ ιτεκ το ν ικ ό ς κάι δ ια κ ο σ η τικ ό ς π λ ο ύ το ς τη ς λ α ϊκ ή ς π α ρ ά δ ο σ η ς.

Τ έ λ ο ς , α υ τή η α ν α φ ο ρ ά σ τα δ ύ ο εγ ά λ α π α ρ ελ θ ό ν τα , ε το ν α π ο σ τειρ ω τικ ό
τρ ό π ο π ο υ ετέθ η , είναι σ τη ρίζα τ η ς σ χ ιζο φ ρ εν ικ ή ς α ς σ χ έσ η ς ε το
δ υ τικ ο ευ ρ ω π α ϊκ ό ,π ο λ ιτισ ό , το υ σ υ ν δ υ α σ ο ύ εν ό ς κ α κο ο ιρ ια σ έν ο υ
α ισ θ ή α το ς κ α τω τε ρ ό τη τα ς και ια ς ψ ω ρ ο π ε ρ ^ α ν η ς και α σ τή ρ ικ τη ς α υθά δ εια ς.
Ε τσ ι ττα ίρ ν ο υ ε α π ό "το υ ς ξέ ν ο υ ς τις Ι 'Μ ν ^ Γ τ ϊ ς Ι ^ κλπ ,
κ λπ , χ ω ρ ίς να ιλ ή σ ω για τα π α κ έτα Ν τελ ό ρ και τ ο υ ς β ρ ίζ ο υ ε για τη ν
υ π ο δ ο ύ λ ω σ ή το υ ς σ τη ν τεχ ν ικ ή και σ το ν ο ρ θ ο λ ο γ ισ ό το υ ς. Π ρ ά γ α τα π ο υ η
ύ σ η β έβ α ια δ εν ττερ ί ε ν ε το υ ς ν ε ο φ ώ τισ το υ ς ε λ λ η ν ο ο ρ θ ό δ ο ξο υ ς για να τα
κρ ιτικά ρ ει και να ψ κ α τα γ γ είλει η ίδια και π ο υ δ ε ν α π α λείφ ο ντα ι ε ια ετήσ ια
ε κ δ ρ ο ή σ το Α γ ιρ Ο ρ ο ς.

Φ α ν τά ζο α ι ότι δ κν π ε ρ ι έ ν ε τε α π ό ένα ν α δ ώ σ ω σ υ ν τα γ έ ς για το π ώ ς θα


π ο ρ ο ύ σ α ε ν α υ π ε ρ β ο ύ ε α υτή τη δ ρ α α τικ ή β ο υ β α ά ρ α π ο υ π ο λιτισ ικά α ς
χ α ρ α κ τη ρ ίζει σ ή φ α . Για έν α π ρ ά γ α εί αι β έβ α ιο ς: α υ τό π ο υ α π ό τη ν ελ λη νική
ισ τορία δ ια δ ό θ η κ ε; γ ο ν ι ο π ο ίη σ ε τ ο ν κ ό σ ο και π α ρ α έν ει σ η είο α ν α φ ο ρ ά ς και
π η γ ή έ π ν ε υ σ η ς είναι η α ρχα ία ελ λ η ν ικ ή δ η ιο υ ρ γ ία και η α νά δ υ σ η έσ α α π ό
α υ τή ν τω ν ιδ εώ ν τη ς α υ το ν ο ία ς και τ η ς ελ ε υ θ ε ρ ίας. Α ν η υ τικ ή Ε υ ρ ώ π η
π ό ρ εσ ε, ε τη οξί':ιρά τη ςΤ ν α εγ α λ ο υ ρ γ ή σ ει κι α υ τή επ ί δ έ κ α σ χ ε δ ό ν α ιώ νες,
είναι και διότι π έ ρ ε σ ε να σ υ γ κρ ο τή σ ει έσ α α π ό τις δ υ ο Α ν α γ εν ν ή σ εις, τη ν
κλα σ σ ική ε π ο χ ή ,;το ια φ ω τισ ό και τις ετέπ ειτα ε ξε λ ίξεις , ια σ χέσ η
δ η ιο υ ρ γ ικ ο ύ διοΛ όγου κι όχι ι η τικ ή ς επ α ν ά λ η ψ η ς ε τα α ρχα ία ελ λ η ν ικά
σ π έρ α τα . Για ΐ|ς σ ή ερ α , α ν εί α σ τε ικα νοί να το ν σ υ γ κ ρ ο τή σ ο υ ε, έν α ς
τέ το ιο ς δ ιά λ ο γ ο ς π ο υ π ρ ο ϋ π ο θ έτει και τη β α θ ειά γ ν ώ σ η και το σ εβ α σ ό τη ς
λ α ϊκ ή ς α ς π α ρ ά δ ο σ η ς δ εν π ο ρ εί π α ρ ά ν α είναι δ ιπ λό ς : και ε το υ ς α ρ χα ίο υ ς
και ε τη ν τερ ά σ τια π ο λ ιτισ τικ ή κ λ η ρ ο ν ο ιά τ η ς υ τικ ή ς Ε υ ρ ώ π η ς . Ο π ω ς το
α ν έφ ε ρ α ήδη, και α υ τό ς ο δ υ τικ ό ς π ο λ ιτισ ό ς π ερ ν ά ει σ ή ερ α ια β α θ ειά κρίσ η
π ο υ δ ε ν ξ έ ρ ο υ ε ά ν και π ό τ ε θα π ο ρ έσ ο υ ν οι δ υ τικ ο ί λ α ο ί να τη ν ξεπ ερ ά σ ο υ ν .
Ε ίτε το θ έ λ ο υ ε είτε δ ε ν το θ έλ ο υ ε, σ το ίδιο κα ρ ά β ι εί α σ τε π α ρ κ α ρ ισ ένο ι κι
ε ε ίς και δ ε ν εν ν ο ώ τις ο ικ ο ν ο ικ ές και δ ιπ λ ω α τικ έ ς δ ια σ υ νδ έσ εις. Α ν
π ο ρ έ σ ο υ ε ν α α φ ο ο ιώ σ ο υ ε δ η ιο υ ρ γικ ά το ν α π έρ α ν το π ο λιτισ ικό π λ ο ύ το
π ο υ δ η ιο ύ ρ γ η σ Ε ,η ύ σ η - κ α ι π ο υ π ερ ιέχ ει έσ τω και α ν ε π α ρ κ ώ ς την αρχαία
ελ λ η ν ικ ή α ν α φ ο ρ ά - θα π ο ρ έσ ο υ ε ίσ ω ς να ιλ ή σ ο υ ε ια π ρ α γ α τικ ά δική ας
γ λ ώ σ σ α και να τ^αίξου ε την παρτίδα ας σ ε ια νέα π ο λιτισ τικ ή σ υ φ ω νία .
Α λ λ ιώ ς θα ε ξα κ ο λ ο υ θ ή σ ο υ ε να β ρ ά ζο υ ε σ το ζου ί ας και να κ α λ λ ιερ γ ο ύ ε
την π ε ρ ιθ ω ρ ια κ ή , α ς α σ η α ν τό τη τα .
ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝ ΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Προοπτικές του συστή ατος επιστη ονικής και


τεχνολογικής έρευνας στο εσοπρόθεσ ο έλλον

Νικήτας Πατινιώτης

Η παρούσα εργασία είναι ια από τις πρώτες που αναφέρονται στο


ελληνικό ερευνητικό σύστη α^ και τις διαγραφό ενες προοπτικές του
ως έσο χειραφέτησης και ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας. Ακρι
βώς λόγω του ικρού αριθ ού των κει ένων που αναφέρονται σε ερευνη
τικά θέ ατα, αλλά και της ευρείας διάδοσης που επιδιώκεται να δοθεί
στην ανά χείρας έκδοση, επιλέξα ε έναν αναλυτικότερο τρόπο παρου.-
σίασης και ια γλώσσα, ελπίζου ε, όχι ειδική. Οι υποση ειώσεις γρά-
φθηκαν ε σκοπό, κυρίως να υπο νη ατίσουν,τρ ι^εί ενο^ Οι βιβλιογρα
φικές παραπο πές δίνονται έσα στο κεί ενο και πρέπει ,να χρησι ο
ποιηθούν σε συνδιασ ό ε το βιβλιογραφικό πίνακα. ;
, , ϊ.
Το ερευνητικό ρύστη α της χώρας είναι νέο.^Ουσιαστικα αρχίζει να υ
πάρχει το πολύ πριν από 17 χρόνια τρ 1971, όταν δη ιουργήθηι<;?ε η πρώτη
ελληνική δη όσια υπηρεσίο^ ασχολού ενη ε ερευνητικά θέ ατα, στην
ουσία π()ΐν από 11 χρόνια, όταν ε τό Ν. 706/77 ιδρύθηκε η ^πηρεσία
Επιστη ονικής 'Ερευνάς και Τεχνολογίας (ΥΕΕΤ). ^Επ;,ι .έρρΐ)ς ερευνη
τικές δραστηριότητες υπήρχαν βέβαια από'πΘ^ά παλαιότερα, από το
1842, όταν επί Όθωνος ιδρύθηκε το-τψώτο ερευνητικό ίδρυ ά, το Εθνι
κό Αστεροσκοπείο Αθ1)νών. /
εν υπάρχει λοιπιόν κάποια παγιω ένη πολιτική ερευνητικών θε ά
των, παγιω ένη όπως σε άλλους το είς της κρατικής πολιτικής. Έτσι,
για την καλύτερη κατανόηση του αντικει ένου, θα αναφερθού ε στην
έννοια και τη ση ασία της έρευνας στο συγκεκρι ένο κοινωνικό σχη α
τισ ό της Ελλάδας, ενώ στο δεύτερο έρος θα ασχοληθού ε ε την πι
θανότητα και τη δυνατότητα ιας χειραφετητικής δράσης της ερευνητι
κής δραστηριότητας τα 10-15 επό ενα χρόνια, δηλ. κατά την αλλαγή
της χιλιετηρίδας.

160 ^ ί *'■' ^ ^ if- (r3-X


npo? Τβ» - 2 o o o , ^
1. Τ ε χ ν ο λ ο γ ικ ή α ν ά π τυ ξη κ α ι έρευναο

Η τεχνολογική ανάπτυξη της Ελλάδας, το σχετικό «τραίνο» που αυ


τή τη φορά δεν πρέπει να χαθεί και ανάλογες εικόνες συζητούνται πλα
τιά στην ελληνική κοινωνία. Το τί ση αίνει «ανάπτυξη» οιάζει λίγο-
' πολύ σαφές στην καθη ερινή ας επικοινωνία\ Λιγότερο σαφές φαίνε
ται να-είναι το περιεχό ενο που δίνου ε στον όρο «τεχνολογία».

Πολλοί συγχέουν τους όρους τεχνολογία και τεχνική. Ά λλοι θεωρούν


την τεχνολογία απλά ηχανικό εξοπλισ ό. Ακό η και οι ειδικοί επιστή
ονες, ανάλογα ε την επιστη ονική τους κατεύθυνση ( ηχανικοί κάθε
είδους, οικονο ολόγοι, κοινωνικοί επιστή ονες), τονίζουν διαφορετικές
πτυχές του όρου τεχνολογία. Οπωσδήποτε, η γνώση, ο λόγος, που απο-
τελεί το δεύτερο συνθετικό της λέξης τεχνολογία, ας δίνει το κλειδί για
την κατανόηση του όρου (ο «λόγος» βέβαια θα εννοηθεί εδώ ως γνώση).
Μπορού ε λοιπόν να πού ε ότι «τεχνολογία» είναι η ειδική γνώση που
είναι απαραίτητη για την παραγωγική διαδικασία, δηλ. τη διαδικασία
κατεργασίας της ύλης, αλλά και για τη διανο ή των αγαθών που προέρ
χονται από τη βιο ηχανική παραγωγή, δηλ. από τις υπηρεσίες. ς γνώ
ση, η τεχνολογία είναι πνευ ατικό προϊόν, που ό ως πολύ συχνά παίρ
νει τη ορφή αντικει ένου ( ηχανής, έσου παραγωγής κλπ.). Παίρνει
ό ως και τη ορφή εθόδου παραγωγής, οργάνωσης και διοίκησης (αυ
το ύ π ο υ συχνά ονο άζου ε άνατζ εντ) κ.α. Ο όρος τεχνολογία αναφέ-
ρετΙχι λοιπόν όχι όνο στις ηχανές αλλά και στις ευρεσιτεχνίες, στην
τεχνογ.νοασία (πρόκειται για ό,τι ονο άζου ε ε τον αγγλικό όρο khow
how, κλπ/ , '
Η τεχιγολογική ανάπτυξη είναι βέβαια ια διαδικασία, ια συνεχής
πορεία, ένας στόχος. Στο έτρο που προγρα ατίζεται κεντρικά, ας πού
ε από ένα κρατικό όργανο, η τεχνολογική ανάπτυξη καθορίζεται από
ενδιά εσους στόχους, η επίτευξη των οποίων είναι στο κυβερνητικό πρό
γρα α χρονολογικά καθορισ ένη. Έτσι, πορεί να υπάρχουν, και υ
πάρχουν πενταετή — ή όποιας άλλης διάρκειας — προγρά ατα ανά
πτυξης της τεχνολογίας. Στο έτρο που πετυχαίνουν, αποτελούν σταθ
ούς σε ια διαρκή πορεία ανάπτυξης.

Ο στόχος είναι λοιπόν δεδο ένος. Για την επίτευξή του απαιτούνται
έσα, τα κυριότερα των οποίων είναι: α) η έρευνα (επιστη ονική και
τεχνολογική), β) η εταφορά (εισαγωγή) τεχνολογίας, γ) η εκπαίδευση,
και δ) η διεθνής συνεργασία ε σκοπό την απόκτηση γνώσεων ( έσω
απονο ής υποτροφιών σε η εδαπούς για σπουδές στο εξωτερικό ή ετά
κλησης αλλοδαπών ειδικών για εκπαίδευση η εδαπών στη χώρα ας).

Με ένα εποπτικότερο τρόπο, πορούν τα παραπάνω να παρουσια-


σθούν στο ακόλουθο σχή α:
ιεθνής Συνεργασία.

Η εκπαίδευση παρέχει τις υπάρχουσες γνώσεις και έτσι προετοι άζει


τα απαραίτητα στελέχη για την ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Η έρευνα (κάτω από οποιαδήποτε υποδιαίρεση πορεί να εννοηθεί,
π.χ. επιστη ονική και τεχνολογική, βασική και εφαρ οσ ένη, ελεύθερη
και προσανατολισ ένη) αποκαλύπτει άγνωστα δεδο ένα και προωθεί
νέες γνώσεις για το φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη κοινωνία.
Η εταφορά (εισαγωγή) τεχνολογίας είναι ένα ταχύ έσον απόκτη
σης τεχνολογίας, που κάτω από ορισ ένες συνθήκες θα πορούσε να
οδηγήσει σε ανάπτυξη εγχώριας τεχνολογίας. Απαιτείται βέβαια και η
αφο οίωση της εισαχθείσας τεχνολογίας, ώστε να ην παρα είνει ξένο
σώ α στον ιστό της κοινωνίας εισαγωγής.
Η διεθνής συνεργασία ε τους δυο τρόπους που την εννοήσα ε πιο
πάνω εταφέρει απαραίτητες γνώσεις σε ήδη ειδικευ ένο ανθρώπινο δυ
να ικό και έτσι το προετοι άζει καλύτερα για την επιτόπια τεχνολογική
ανάπτυξη. Η παροχή υποτροφιών είναι ένας ακρόχρονος, ακριβός αλ
λά αποτελεσ ατικός τρόπος απόκτησης ουσιαστικών γνώσεων και δε
ξιοτήτων. Η ετάκληση αλλοδαπών ειδικών στο εσωτερικό πορεί σε
βραχύ χρόνο να δώσει ση αντικές γνώσεις σε ήδη ειδικευ ένο δυνα ι
κό, αρ όζει έτσι περισσότερο σε θέ ατα όπου αρκεί η επι όρφωση.
Μέσα στο πλέγ α αυτό της διαδικασίας τεχνολογικής ανάπτυξης, α
σχολού αστε στην παρούσα εργασία κυρίως ε την επιστη ονική έρευ
να και τις προοπτικές της στον ελληνικό χώρο.

2. Εννοιολογικές διασαφήσεις
Τί ό ως θεωρείται επιστη ονική έρευνα; Για τις ανάγκες της εργα
σίας ας αυτής, πορού ε να περιοριστού ε στην σχετική έννοια που
δίνουν δύο ση αντικοί φορείς για την ελληνική Ερευνητική και Τεχνο
λογική (Ε και Τ) Πολιτική, ο ΟΟΣΑ στο Frascati Manual και το
Υπ. Έρευνας και Τεχνολογίας στο Ν. 1514/85 «Ανάπτυξη-Επιστη ονι-
κής και Τεχνολογικής Έρευνας». Ο τελευταίος (πράγ α σπάνιο για νό
ο, ό ως κΐϊ^τανοητό στην παρούσα περίπτωση) δίνει το περιεχό ενο ό
ρων σχετικών ε την Ε και Τ πολιτική. Έτσι, ο Έλληνας νο οθέτης
όχι όνο ρύθ ισε αλλά και όρισε το αντικεί ενό του.
Σύ φωνα λοιπόν ε το Frascati Manual ως έρευνα «θεωρούνται οι
δραστηριότητες που αναλα βάνονται ε συστη ατικό τρόπο, ε σκοπό
την αύξηση του αποθέ ατος γνώσεων (περιλα βάνεται η γνώση του
ανθρώπου, του πολιτισ ού, της κοινωνίας) και χρήσεων αυτού του αποθέ
ατος σε νέες εφαρ ογές. Περιλα βάνει τη βασική, την εφαρ οσ ένη
και την τεχνολογική έρευνα».
Ο Ν . 1514/85 είναι ο πρώτος νό ος από τη σύσταση του ελληνικού
κράτους, ο οποίος ρυθ ίζει συνολικά θέ ατα έρευνας. Για να βάλει κά-
ποια τάξη και στην πανσπερ ία των αντιλήψεων για τα της έρευνας, στο
άρθρο 2 ασχολείται ε την έννοια των όρων, που στις επό ενες διατά
ξεις του οριοθετεί και ρυθ ίζει. Σύ φωνα ε το Νό ο αυτό, «έρευνα είναι
η εργασία που έχει σκοπό να προαγάγει την επιστη ονική γνώση σύ
φωνα ε διεθνώς αποδεκτές επιστη ονικές θεωρίες ή επεξεργασία νέων
θεωριών, ικανών να γίνουν αποδεκτές από τη διεθνή επιστη ονική κοινό
τητα. Αναγκαία προϋπόθεση για να χαρακτηρισθεί ια εργασία ως ερευ
νητική είναι η πρωτοτυπία. Η έρευνα διακρίνεται σε ελεύθερης επιλογής
και προσανατολισ ένη».^ Παρ’ όλες τις λεκτικές διαφορές τους και τον
διάφορο τονισ ό, οι δυο φορείς, το Ελληνικό Υπουργείο και ο υπερε
θνικός ΟΟΣΑ, δίνουν παρό οιο περιεχό ενο στην έρευνα ως δραστηριό
τητα (ή εργασία) που κατατείνει στην αύξηση των γνώσεων.

3. Χειραφετητικός και αναπτυξιακός χαρακτήρας


της επιστη ονικής έρευνας»

Η έρευνα ως δραστηριότητα σ ’ ένα συγκεκρι ένο χώρο είναι δυνα-


τόν να βοηθήσει ριζικά στη ετα όρφωση και ανάπτυξη του χώρου αυ
τού. Αποτέλεσ α των ερευνητικών προσπαθειών είδα ε να είναι η διεύ
ρυνση των γνώσεων που έχου ε ως κοινωνία, αλλά και διεθνώς. ς
γνωστόν, όχι όνον το χρή α, αλλά και οι «γνώσεις ση αίνουν δύνα η»
(Francis Bacon) γ ι’ αυτόν που τις έχει. Η δύνα η αφορά τη δυνατότητα
του «γνωρίζοντος» να ετατρέπει τη γνώση του σε παραγωγικό αποτέλε
σ α, σε νέα ή καλύτερα προϊόντα, σε νέες ή βελτιω ένες υπηρεσίες, σε
ορθολογικότερη προσέγγιση των κοινωνικών δεδο ένων και δυνατοτή
των.
απόφαση για την ύπαρξη των προϊόντων αυτών, των υπηρεσιών αυτών,
την ανάλυση των συγκεκρι ένων κοινωνικών δεδο ένων και δυνατοτή
των και η ζήτηση ή η απόφαση αυτή δεν πορεί να καλυφθεί από η ε
δαπούς ειδικούς, τότε γίνεται αναγκαία η προσφυγή σε αλλοδαπούς ει
δικούς. Ξεφεύγει από τα όρια της παρούσας εργασίας το κατά πόσο ο
φείλου ε να ιλήσου ε στην περίπτωση αυτή για ι περιαλισ ό, οικονο
ικό ή πολιτιστικό.^ Βέβαιο.είναι ένα: Οι αλλοδαποί ειδικοί πορεί να
λύνουν — όταν τους είναι δυνατόν — κάποια πιεστικά προβλή ατα. Ό
ως σε κα ία σχεδόν περίπτωση, ιδίως όσον. αφορά θέ ατα τεχνολογίας,
οι αλλοδαποί ειδικοί δεν παρέχουν το σύνολο των γνώσεών τους στους
η εδαπούς, πράγ α που θα καθιστούσε τους τελευταίους προοπτικά αυ
τοδύνα ους. Πάντοτε κρατούν ένα τ ή α των γνώσεών τους ως η ανα
κοινώσι ο. Βέβαια, δεν έχει νόη α να κατηγορηθούν γ ι’ αυτό, αφού οι
αλλοδαποί ειδικοί έχουν ως πλεονέκτη α το ό,τι κατέχουν κάποια ειδι
κή γνώση και αυτήν ακριβώς χρησι οποιούν για τη λύση των προβλη ά
των άλλων κοινωνιών, έναντι α οιβής φυσικά. Έτσι, η επιχειρη ατική
τους δραστηριότητα θα καταστρεφόταν, θα έπαυε να υπάρχει, στην πε
ρίπτωση που θα ετέδιδαν — έστω έναντι α οιβής — το σύνολο των
γνώσεών τους για ένα θέ α σε ειδικούς άλλων κοινωνιών, καθιστώντας
τους έτσι προπτικά ανεξάρτητους από τις συ βουλές και τις γνώσεις
τους.^
Θεωρήσα ε απαραίτητο να δώσου ε κάποια έ φαση στα παραπάνω
θέ ατα για να γίνει σαφής ο υποβοηθητικός χαρακτήρας που έχει η έ
ρευνα και τα αποτελέσ ατά της στη είωση της εξάρτησης της κοινω
νίας όπου πραγ ατώνεται από διεθνείς επιταγές, στην αύξηση άρα των
δυνατοτήτων επίτευξης κάποιου είδους ανάπτυξης που να στηρίζεται σε
επιτόπια γνώση, σε η εδαπούς ειδικούς που θα εργάζονται ε γνώ ονα
τη λύση των εθνικών προβλη άτων.^^
Η έρευνα λοιπόν (που αποσκοπεί στην προαγωγή της γνώσης και
την — κυρίως τεχνολογική — εφαρ ογή των γνώσεων αυτών) αποτελεί
ένα από τα έσα σε κάθε διαδικασία αυτοδύνα ης ανάπτυξης ιας κοι
νωνίας. “ Αυτός ο αναπτυξιακός, χειραφετητικός χαρακτήρας της έρευ
νας είναι προοπτικά ιδιαίτερα ση αντικός σε περιφερειοποιη ένες κοι
νωνίες στο παγκό^ιο καπιταλιστικό σύστη α και την κατανο ή στη
διεθνή αγορά, που αυτό επιβάλλει. Τέτοιου είδους κοινωνία είναι η ελ
ληνική.

4. Η έρευνα σε περιφερειοποιη ένες κοινωνίες.

Έ να από τα κύρια χαρακτηριστικά της περιφερειοποίησης ιας κοι


νωνίας στα πλαίσια της παγκόσ ιας αγοράς αποτελεί ο βασικά εξω-
υ ι ί: - ψ ΐ |^ 3 χ α α Μ ΐ | α ^ t i j ^ α ι χ α ) ^ υ υ ]r ι ι ν ι n , tijL , u u p i | L , . αα c c ,u jw t ο ψ ο ίΜ , yjuvt-

σταται ουσιαστικά στην παραγωγή για τη διεθνή αγορά, όχι για την
εθνική. Έ τσι, δη ιουργείται ια παραγωγική δο ή που, χρησι οποιώ
ντας τις αλλοδαπές τεχνολογίες, τις αλλοδαπές πατέντες, εφαρ όζοντας
την τεχνογνωσία των προηγ ένων κοινωνιών, αποσκοπεί στις εξαγωγές.
Αυτό, εταξύ άλλων, οδηγεί στην τάση διαρκούς εξο οίωσης των τεχνι
κών παραγωγής, αλλά και των προτύπων κατανάλωσης.
I Οι κοινωνίες αυτές χαρακτηρίζονται από την επονο αζό ενη «δο ι
κή ετερογένεια», δηλ. την ταυτόχρονη συνύπαρξη περισσότερων του ε
νός τρόπων παραγωγής, ενός πολύ οντέρνου που απευθύνεται στη διε
θνή αγορά (όπως όλις είδα ε) και ταυτόχρονα άλλων παραδοσιακών
(απλή ε πορευ ατική παραγωγή). (Πρβλ. Ν. Patiniotis, 1979, σελ.
184 επ.).
εδο ένης της διεθνοποίησης του προηγ ένου το έα παραγωγής, εί
ναι προφανές ότι η ερευνητική πρακτική των περιφερειοποιη ένων χω
ρών ασκείται χωρίς κα ία επίδραση επάνω στη χρησι οποιού ενη τε
χνολογία, η οποία είναι εισαγώ ενη. Εξάλλου, στους παραδοσιακούς
παραγωγικούς κλάδους, οι όποιες τεχνικές αλλαγές και ετεξελίξεις (αν
δεν εισάγονται) βασίζονται στην απλή πείρα των π^χραγωγών και την
φαντασία και ικανότητα του «γείτονα τεχνίτη» ή « άστορα». Όπως θα
δού ε πιο κάτω, η ερευνητική δραστηριότητα στις κοινωνίες αυτές α
σκείται αε πλήρη αγνόηση του πραγωγικού συστή ατος και των γενικό
τερων κοινωνικών αναγκών. Στόχος της είναι η προαγωγή της «γνώσης
και της επιστή ης» αφηρη ένα νοου ένων. Έτσι, δεν ξενίζει το ότι στις
κοινωνίες αυτές το εγαλύτερο έρος της χρη ατοδότησης είναι κρατι
κό και χρησι οποιείται για βασική έρευνα. (Θυ ίζου ε ότι η τελευταία
αποσκοπεί στη «δη ιουργία νέων γνώσεων για τις αιτίες των παρατη-
ρου ένων φαινο ένων και γεγονότων χωρίς να προσδοκάται οποιαδήπο-
τε συγκεκρι ένη εφαρ ογή ή χρησι οποίηση»).
Η ερευνητική δραστηριότητα και η νέα γνώση, που αυτή συνεπιφέ
ρει, δεν είναι λοιπόν δυνατό να λειτουργήσει έσα στο πλέγ α που είδα
ε πιο πάνω, αφού η όποια τεχνολογική «ανάπτυξη» επιτελείται ε τη
εταφορά τεχνολογίας από το εξωτερικό.'^ Το γεγονός αυτό έχει σαν
αποτέλεσ α:

ι. η ερευνητική δραστηριότητα να είναι στις περιφερειακές χώρες υπο


τονική και υποβαθ ισ ένη,
II. να υπάρχει ελάχιστη σύνδεση ερευνητικών και παραγωγικών δρα
στηριοτήτων, και
III. τα όποια ση αντικά ερευνητικά αποτελέσ ατα να ανακοινώνονται
έσω διεθνών, ξενόγλωσσων (ιδίως αγγλόφωνων) δη οσιεύσεων στο ε
ξωτερικό και έτσι προοπτικά να ετουσιώνονται εκεί σε τεχνολογικές
εςκχρ ογές, δεδο ένης της η σύνδεσης ερευνητικών και παραγωγικών
δραστηριοτήτων. (Βλ. ση είο ιι).
Στη συνέχεια, εξειδικεύου ε τις παραπάνω διαπιστώσεις στην ελλη
νική περίπτωση.

4Ί. Ο υποβαθ ισ ένος χαρακτήρας της ελληνικής ερευνητικής


δραστηριότητας.

Λίγα χρόνια ετά τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους αρχίζουν


να υπάρχουν ερευνητικές δραστηριότητες στην Ελλάδα. Αναφερθήκα ε
ήδη στην ίδρυση του πρώτου ερευνητικού ιδρύ ατος της χώρας το 1842,
του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Πάντοτε ό ως, οι δραστηριότη
τες αυτές, είτε στα ερευνητικά ιδρύ ατα είτε στα πανεπιστή ια (αφού η
βιο ηχανική έρευνα είναι ακό η και σή ερα πολύ υποβαθ ισ ένη, για
να ην πού ε ανύπαρκτη), παρέ ειναν σαφώς υποβαθ ισ ένες στο περι
θώριο της κοινωνικής ζωής.
Αυτό καταδεικνύεται και από την ανυπαρξία, έχρι πολύ πρόσφατα,
ενός ειδικού φορέα άσκησης ερευνητικής πολιτικής. Μόλις πριν από 17
χρόνια, το 1971 ε το Ν. .823, ιδρύεται^^ρά τω πρωθυπουργώ^η πρώτη
υπηρεσία σχετικά ε έρευνα και ανάπτυξη. (Ίσως δεν είναι χωρίς ση
ασία για την εξέλιξη του ερευνητικού συστή ατος, το ποιός ήταν τότε
πρωθυπουργός στην Ελλάδα). Ένα χρόνο αργότερα (1972) η Υπηρεσία
εταφέρεται στο Υπουργείο Πολιτισ ού, που για το λόγο αυτό συ πλη
ρώνει την ονο ασία του σε Υπουργείο Πολιτισ ού «και Επιστη ών». Το
1977 δη ιουργείται η Υπηρεσία Επιστη ονικής Έρευνας και Τεχνολο
γίας (στο τότε Υπ. Συντονισ ού), το 1982 το Υπουργείο Έρευνας και
Τεχνολογίας για να υποβαθ ιστεί τρία χρόνια αργότερα (1985) σε Γενι
κή Γρα ατεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ). Ενώ λοιπόν ερευνη
τικές δραστηριότητες υπήρχαν εδώ και δεκαετίες, πολύ πρόσφατα, ιδίως
ετά το 1977 άρχισε να σχεδιάζεται και να προωθείται η πραγ άτωση
ιας Ε και Τ πολιτικής.'^
Τα διαθέσι α ποσοτικά στοιχεία για την έρευνα και ανάπτυξη είναι
επίσης δυσ ενή στην Ελλάδα, η οποία δεν ξεχωρίζει από ια τυπική
περιφερειακή κοινωνία στον το έα αυτό. Τα κονδύλια για έρευνα και
ανάπτυξη στις κοινωνίες αυτές «αντιπροσωπεύουν όλις το 2% των συ
νολικών εξόδων σε διεθνές επίπεδο». (Β. Khader, 1984, σελ. 118).
Ένας κλασσικός δείκτης για την κατάσταση της ερευνητικής προ
σπάθειας ιας χώρας είναι το ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊό
ντος (ΑΕΠ) που επενδύεται στην Επιστη ονική και Τεχνολογική Έ
ρευνα (ΕΤΕ). Αυτός ο δείκτης ήταν στην Ελλάδα πολύ περιορισ ένος σε
σχέση ε τις αναπτυγ ένες χώρες. Κινήθηκε πάντοτε γύρω στο 0,2% έ
ναντι του ΙΟπλάσιου τουλάχιστον ύψους του δείκτη σε χώρες όπως η
Ιαπωνία, οι ΗΠΑ, η Γερ ανία, το Ην. Βασίλειο (Βλ. σχή α 2 πιο κάτω).
ΜΕΓΑΛΕΣ Χ ΡΕΣ ΜΕΣΑΙΕΣ Χ ΡΕΣ ΜΙΚΡΕΣ Χ ΡΕΣ

2.5

2,0

1.5

1.0

0.5

Λ± Mi l l
75 77 79 81 83 65 87
ετη
UW rTED S TA TE S D£NMA«K

JA P AN lA O J.) WOWWAV

____ QEPMANr
____ __ mAwce riNuwo
, J J ■J υ^M
TEDΚΙΝΟ£Χ»Λ ΡΌΛΤυΟΑΙ.
ΓΓΑί-Υ NEW 2 EAA> « 0
gj p CANADA mnM40
fee CELAM
)

Πηγή; OECD, STUD, Data Bank, July 1987, αναφέρεται στο; OECD, 1987, σχή α I,
σελ. 17.

Παρόλο που το Πενταετές Πρόγρα α Οικονο ικής και Κοινωνικής


Ανάπτυξης (ΠΟΚΑ) 1983-87 προέβλεπε «ριζική ανα όρφωση του θεσ ι
κού πλαισίου και την αύξηση των πόρων που διατίθενται, από 0,2%
(1982) σε 0,8% του ΑΕΠ το 1987» (ΥΠΕΘΟ, 1983, σελ. 80), στην πραγ
ατικότητα το ποσοστό της ΕΤΕ στο ΑΕΠ το 1987 (προϋπολογιστικά
στοιχεία) έφθασε το 0,27%, ξεκινώντας από 0,16% το 1981, 0,16% το
1978, 0,18% το 1979, 0,16% το 1980, 0,16% το 1981, 0,16% το 1982,0,20%
το 1983, 0,24% το 1884,0,26% το 1985, 0,25% το 1986 (πρβλ. ΓΓΕΤ, 1987,
σελ. 26).'"^ Η ελληνική προσπάθεια απέτυχε λοιπόν στην επίτευξη του
στόχου, που η ίδια έθεσε στο ΠΟΚΑ 83-87. Μελετώντας τα παραπάνω
εγέθη πρέπει να ας είναι ξεκάθαρο ότι αφορούν ποσοστό του ελληνι
κού ΑΕΠ. Τα ανώτερα ποσοστά των άλλων κρατών είναι στην πραγ α
τικότητα (σε χρη ατικά ποσά ) εξαιρετικά εγαλύτερα των κονδυλίων
που διέθεσε η χώρα ας. Από τα στοιχεία του σχή ατος 2 προκύπτει ότι
η χώρα ας σε όλη την περίοδο, για την οποία υπάρχουν στοιχεία, είχε
αναλογικά τη χα ηλότερη καταβολή κονδυλίων για έρευνα από όλες τις
εξεταζό ενες χώρες. Το γεγονός αυτό σχετικοποιεί ουσιαστικά επιτυχίες
ελλήνων ερευνητών στο εξωτερικό, όπου για παράδειγ α στην ΕΟΚ πέ-
τυχαν αλ ατώδη αύξηση των χρη ατοδοτήσεων για προγρά ατα κοι
νοτικού ενδιαφέροντος.
Ένας άλλος συχνά χρησι οποιού ενος δείκτης, για την αποτύπωση
της κατάστασης της έρευνας σε ια χώρα, είναι η αναλογία των ερευνη
τών σε 100.000 άτο α του ενεργού πληθυσ ού. Στο σχή α 3 βλέπου ε
την εξέλιξη του δείκτη αυτού για τις κυριότερες χώρες του ΟΟΣΑ κατά
την πρόσφατη περίοδο.

Σχή α 3: ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ ΑΝΑ 100.000 ΑΤΟΜΑ


ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΜΕΓΑΛΕΣ Χ ΡΕΣ ΜΕΣΑΙΕΣ Χ ΡΕΣ ΜΙΚΡΕΣ Χ ΡΕΣ

60

50

40

30

20

10

75 77 79 81 83 85
ύ,Η
ttHMC
AUSI^IE
FArS-tAS
SUCK niofM
ftoYM
ac-uNi Htaiour fvnvuL
ITALIC suisst »«3*wiu.tituiec
CAftADA AUmiCHi tnjMDC
err TOWOSLAVIt I 5U M «

ΠΗΓΗ: OCDE, Banque de donees de la DISTI, Octobre 1987, στο OCDE, Reunion au
niveau ministeriel du comite de la politique scientifique et technologique, Paris 16.10.87,
σχή α 7, σελ. 8.

Από το παραπάνω σχή α γίνεται φανερό ότι, στην Ελλάδα, κατά την
πρόσφατη περίοδο, ο αριθ ός των ερευνητών παρέ εινε σταθερός σχε
δόν περί τους 8/100.000 άτο α ενεργού πληθυσ ού. Η Ελλάδα αζί ε
την Πορτογαλία παρουσιάζει το χα ηλότερο δείκτη, ε τη διαφορά ότι
στην Πορτογαλία η τάση αύξησης του δείκτη αυτού είναι σαφώς εγαλύ
τερη. Σε αντίθεση ε την κατάσταση στην Ελλάδα, ε την εξαίρεση
ίσως της Ισπανίας, σε όλες τις άλλες χώρες υπάρχει ια σαφής, εγάλη
ή και ραγδαία αύξηση του αριθ ού των ερευνητών. Οι ερευνητές στη
χώρα ας φαίνεται να ην αυξάνονται αριθ ητικά παρά ελάχιστα. Για το
θέ α της ποιότητας^ τόσο των ίδιων των ερευνητών όσο και των ερευνών
που πραγ ατώνουν, δεν είναι δυνατόν να αναφερθού ε σ ’ αυτή την ερ
γασία.

4.2. Ελάχιστη σύνδεση ελληνικώ ν ερευνητικών και παραγωγικών


δραστηριοτήτων
Το φαινό ενο της ελάχιστης, αν όχι ανύπαρκτης, σύνδεσης ερευνητι
κών και παραγωγικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα έχει τονισθεί ε
τέτοια έ φαση από επίση α κυβερνητικά χείλη και έντυπα, ώστε δεν
απαιτείται από έρους ας ιδιαίτερη τεκ ηρίωση. υο παραδείγ ατα: Το
ΠΟΚΑ 1983-87 αναγνωρίζει ότι «η έρευνα στα κρατικά ερευνητικά ιδρύ
ατα υπήρξε αποκο ένη από τους παραγωγικούς κλάδους της οικονο
ίας που είναι και οι φυσικοί φορείς αξιοποίησής της» (ΥΠΕΘΟ, 1983,
σελ. 79). Στο πιο πρόσφατο επίση ο κεί ενο της ΓΓΕΤ, που γνωρίζου ε,
διαπιστώνεται ότι «στην Ελλάδα παραγωγικές ονάδες και εκπαιδευτικά
κέντρα ή Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύ ατα λειτουργούν τελείως ασύνδε
τα εταξύ τους χωρίς κα ιά συνεργασία, οι εν πρώτες παράγοντας
προϊόντα ε εταφορά τεχνολογίας, τα δε δεύτερα δουλεύοντας σε προ
γρά ατα και έργα που δεν έχουν σχέση ε την παραγωγή» (ΓΓΕΤ 1987,
σελ, 9).''

4.3. Γνωστοποίηση ερευνητικών αποτελεσ άτων στο εξωτερικό


Η στοχοθεσία των ερευνών, που προδιαγράφει ο αρ όδιος για την
έρευνα δη όσιος φορέας, αποσκοπεί να οδηγήσει την ΕΤΕ δραστηριό
τητα της Ελλάδας στο επίπεδο των πιο προηγ ένων κρατών. Όπως δή
λωνε παλαιότερος Γενικός Γρα ατέας του Υπουργείου Έρευνας: «δεν
ση αίνει τίποτα να βρού ε πέντε το ίδιο πράγ α* ια ερευνητική ο άδα
αν δεν κάνει κάτι πρώτη, ια έρευνα, ια ανακάλυψη, ή τουλάχιστον
δεύτερη, τότε δεν αξίζει τον κόπο να το κάνει σε τελευταία ανάλυση».
( . Ραπακούλιας, σε. 25).^^ Επίσης ο ισχύων Νό ος για τα ΑΕΙ
(Ν. 1268/82) απαιτεί ως ση αντικά προσόντα για την εκλογή των καθη
γητών, τις δη οσιεύσεις σε έγκυρα αλλοδαπά περιοδικά. Είναι ακό η
γνωστή η έλλειψη ειδικευ ένων περιοδικών, όπου οι Έλληνες επιστή
ονες θα πορούσαν να δη οσιεύσουν — στη γλώσσα ας — τα αποτελέ
σ ατα των ερευνών τους. Αν σε όλα αυτά προσθέσου ε την η σύνδεση
ερευνητικών ε τις παραγωγικές δραστηριότητες, δεν φαίνεται παράξενο
ότι η διάδοση των ελληνικών ερευνητικών αποτελεσ άτων ουσιαστικά
γίνεται στο εξωτερικό.’®
Οι Έλληνες επιστή ονες επιδιώκουν λοιπόν τα όποια αποτελέσ α-
τα’^ των ερευνών τους να τα κοινοποιούν στη διεθνή επιστη ονική κοι
νότητα έσω διεθνών'δη οσιεύσεων, συνεδρίων, συ ποσίων, κλπ. διορ
γανώσεων. Ο σχεδόν αποκλειστικός αυτός τρόπος διάδοσης, εκτός της
καριέρας των ερευνητών, όνο τα αλλοδαπά τεχνολογικά συστή ατα
βοηθά να εξελιχθούν. Η ανάπτυξη της ελληνικής τεχνολογίας αποστε
ρείται έτσι της πρώτης ύλης που δη ιουργείται στην κοινωνία ας, δηλ.
της νέας γνώσης.

5. υο ακό η δεδο ένα για το ελληνικό ερευνητικό σύστη α

υο ακό η δεδο ένα από τα σή ερα ισχύοντα θεωρού ε άξια ν ’ α


ναφερθούν λόγω και της ση ασίας τους στη δια όρφωση του ερευνητι
κού συστή ατος στο εσοπρόθεσ ο έλλον:
ι. Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστή ες είναι σαφώς υποβαθ ισ έ
νες στο ερευνητικό σύστη α σε σχέση ε τις φυσικές και τις επιστή ες
του ηχανικού.
II. Η πολιτική ηγεσία του αρ όδιου για την ΕΤΕ πολιτική κρατικού
οργάνου αλλάζει συχνά. (Από το 1981 η αρ οδιότητα της έρευνας ασκή-
θηκε από έξη διαφορετικούς Υπουργούς και από τέσσερεις Γεν. Γρα
ατείς. Κατά την προηγού ενη περίοδο 1979-81 ήταν περίπου οκτά ηνη
η θητεία των πολιτικών προϊστα ένων). Η συχνή αυτή αλλαγή ενδεχο έ
νως αποτελεί άλλο ένα στοιχείο της ειω ένης κοινωνικής επιρροής και
υποβάθ ισης της έρευνας στις περιφερειοποιη ένες κοινωνίες, όπως η
ελληνική. Οπωσδήποτε πάντως, το γεγονός αυτό συνδυασ ένο ε την
υψηλή ποιότητα τυπικών προσόντων, ενδιαφέροντος (και άποψης) για
την ΕΤΕ πολιτική, δίνει βαρύνουσα ση ασία στο ανώτερο στρώ α της
γραφειοκρατίας του αρ όδιου κρατικού οργάνου. ιαγράφεται δηλαδή,
ια τάση «ιταλοποίησης» στον φορέα αυτό κρατικής πολιτικής, η γρα
φειοκρατία του οποίου τείνει να αποτελέσει έτσι, έναν παράγοντα συνέ
χειας και διάρκειας της ΕΤΕ πολιτικής.

6. Φορείς άσκησης ερευνητικής δραστηριότητας στην Ελλάδα

Υπάρχουν στη χώρα ποικίλοι φορείς άσκησης ερευνητικής δραστη


ριότητας, σίγουρα περισσότεροι, από όσους αντιλα βανό αστε σε ια
πρώτη προσέγγιση. Αυτό έχει ιδιαίτερες επιπτώσεις βέβαια και σε θέ α
τα κονδυλίων και αριθ ού ερευνητών, αλλά επίσης στο ποιός ασκεί και
το πώς στοιχειοθετείται η ερευνητική πολιτική. Το εγάλο αυτό θέ α
της παραγωγής και πραγ άτωσης της πολιτικής έρευνας δεν πορού έπ
παρά όνον να θίξου ε στα πλαίσια της παρούσας εργασίας.^*
Έρευνα λοιπόν ασκείται και χρη ατοδοτείται:
α. Από τους επίση ους κρατικούς ερευνητικούς φορείς. Σε πολλά Υ
πουργεία υπάγονται τέτοιοι φορείς (Γεν. Γρα ατεία Έρευνας και Τε
χνολογίας που έχει τους ση αντικότερους και δίδει τα περισσότερα
κονδύλια για, ΕΤΕ, Ά υνας, Γεωργίας ε τους αριθ ητικά περισσότε
ρους ερευνητικούς οργανισ ούς κ.α.).
ρ. Από Υπουργεία και δη όσιους οργανισ ούς. Πολλοί από αυτούς χρη
ατοδοτούν έρευνα που γίνεται για τις ανάγκες τους, από ΑΕΙ, ΤΕΙ, κρα
τικούς ή ιδιωτικούς ερυνητικούς φορείς, γραφεία ελετών κλπ. ή και
από υπαλλήλους τους που είναι ειδικοί επιστή ονες. Στην κατηγορία
αυτή συ περιλα βάνου ε την έρευνα που πραγ ατώνεται ε συγχρη α-
τοδότηση δη όσιων ελληνικών φορέων και της ΕΟΚ.
γ. Από ιδιωτικούς ερευνητικούς φορείς και γραφεία ελετών. Αυτοί παρέ
χουν έναντι α οιβής τις υπηρεσίες τους, που συχνά είναι πολύ υψηλού
επιπέδου, χρησι οποιώντας σαν ερευνητές καθηγητέςΆΕΙ, ΤΕΙ ή ερευ
νητές κρατικών ερευνητικών φορέων. Αυτό γίνεται, γιατί οι περισσότε
ροι καλοί ερευνητές κατέχουν κάποια θέση σε κρατικό ίδρυ α. (Εδώ
τίθεται σαφώς το θέ α της η επάρκειας του ελληνικού ερευνητικού
προσωπικού, όπως και της ποιότητας της παρεχό ενης στα κρατικά ιδρύ
ατα έρευνας από ερευνητές απασχολού ενος και σε ιδιωτικούς φορείς),
δ. Από τράπεζες. Οι τράπεζες χρη ατοδοτούν για τις ανάγκες τους έρευ
να σε τρίτους οργανισ ούς ή ειδικευ ένο προσωπικό τους ασκεί πολλών
κατευθύνσεων έρευνα, οπωσδήποτε όχι όνο οικονο ολογική. Επίσης
τα Μορφωτικά Ιδρύ ατα των τραπεζών εν έρει χρη ατοδοτούν την εκ
πόνηση, ιδίως ό ως την έκδοση και διάδοση ερευνητικών αποτελεσ ά
των, κυρίως ανθρωπιστικών επιστη ών.
ε. Από επιχειρήσεις. Επιχειρήσεις κάνουν στα πλαίσιά τους ή χρη ατο
δοτούν έρευνες που εκπονούνται για τις ανάγκες τους. Ο αριθ ός τους,
πολύ ικρός ακό η, θα πρέπει να αυξάνεται την τρέχουσα περίοδο ε τη
σχετική κρατική πολιτική (χρη ατοδότηση βιο ηχανικής έρευνας από
τη ΓΓΕΤ, φορολογικά ευεργετή ατα που πρόσφατα θεσπίστηκαν κλπ.).
στ. Από ιδιωτικές ο άδες. Αυτές συγκροτούνται κυρίως ευκαιριακά στην
προσπάθειά τους να πετύχουν χρη ατοδότηση σε θέ ατα της ειδικότη
τάς τους από εθνική ή αλλοδαπή ή και υπερεθνική (πολύ συχνά Κοινο
τική) πηγή. Και οι ο άδες αυτές συγκροτούνται από άτο α υψηλής επι
στη ονικής στάθ ης, συνήθως από τους χώρους που είδα ε στην κατη
γορία γ.
ζ. Από κάθε είδους αλλοδαπούς οργανισ ούς. Ιδιαίτερα υψηλής στάθ ης
έρευνες προέρχονται από χρη ατοδότηση αλλοδαπών οργανισ ών (ιν
στιτούτων, παν^7|ΐστη ίων, επιχειρήσεων κλπ.) είτε σε ελληνικές ερευ
νητικές ο άδες (των κατηγοριών γ και στ) είτε σε αλλοδαπούς ειδικούς
που έρχονται ή βρίσκονται στην Ελλάδα για το σκοπό αυτό.
7. To ελληνικό ερευνητικό σύστη α στο εσοπρόθεσ ο
έλλον

Ση αντικό είναι το ερώτη α ε ποιό τρόπο θα εξελιχθεί το ελληνικό


ερευνητικό σύστη α στο εσοπρόθεσ ό έλλον. Πώς δηλαδή θα έχει η
ελληνική έρευνα κατά την αλλαγή της χιλιετηρίδας. Η ανάλυσή ας στο
κεφάλαιο αυτό αφορά, ουσιαστικά στο κατά πόσο η έρευνα θα πορέσει
να παίξει το χειραφετητικό και αναπτυξιακό ρόλο της στην ελληνική
κοινωνία. εν τίθεται βέβαια για ας ζήτη α για το άν θα πρέπει να
συνεχίσει να υπάρχει και να αναπτύσσεται το ερευνητικό σύστη α στην
Ελλάδα. Θεωρού ε ανόητες και αντιδραστικές θέσεις του τύπου «τι την
θέλετε την έρευνα όλα τα βρίσκουν οι άλλοι», προφανώς επειδή «οι άλ
λοι» έχουν ένα πολύ πιο προοδευτικό σύστη α ΕΤΕ και παραγωγής. Θα
πρέπει πάντοτε να θυ ό ασε «ορισ ένες βασικές αλήθειες για τη θε ε
λιώδη ση ασία της (η εδαπής, Ν.Π.) έρευνας:
• Αυξάνει την οξυδέρκειά ας για την επιλογή της ξένης τεχνολογίας,
όπου και όταν τη χρησι οποιού ε.
• Αυξάνει το βαθ ό αφο οίωσης (και επο ένως προσαρ ογής) της ξέ
νης τεχνολογίας.
® Παράγει υψηλό επίπεδο στελεχών για την υπηρέτηση της εγχώριας
τεχνολογίας, αλλά και για τις εκπαιδευτικές διαδικασίες.
• Προσφέρει λύσεις σε πά πολλα ιδιότυπα δικά ας προβλή ατα...
• Επιτρέπει να προωθήσου ε ερικές αιχ ές καινοτο ίας για να συ ε-
τάσχου ε και ε είς στο διεθνή κατα ερισ ό». (0. Τάσιος, σ. 34).
• Αυξάνει τις γνώσεις ας για την ελληνική κοινωνία και έτσι κάνει
δυνατή τη διατύπωση ιας ρεαλιστικής αναπτυξιακής στρατηγικής
και την προσέγγιση επιτακτικών προβλη άτων ας.
• ίνει τις απαραίτητες γνώσεις για την άσκηση ορθολογικής (όχι
διαισθητικής) πολιτικής σε όλους τους το είς από το πολιτικό σύ
στη α.
• ιευρύνει τις γνώσεις ας για το φυσικό περιβάλλον της Ελλάδας.
Η παρουσίαση ενός προγρά ατος για την προαγωγή του ερευνητι
κού συστή ατος στο εσοπρόθεσ ο έλλον δεν είναι — δεν πορεί να
είναι — αντικεί ενο ενός άρθρου. ΓΓ αυτό υπάρχουν ειδικοί φορείς
(π.χ. ΚΕΠΕ, ΓΓΕΤ) και ειδικές δραστηριότητες (π.χ. σύνταξη ΠΟΚΑ
1988-1992). Ε είς θα παουσιάσου ε παράγοντες που είναι απαραίτητοι
για την προαγωγή της έρευνας και την ουσιαστική συνεισφορά της στην
κοινωνικοοικονο ική ανάπτυξη της Ελλάδας.

Λ. Εθνικός προγρα ατισ ός ερευνητικών δραστηριοτήτων.


Ανάπτυξη ΕΤΕ δραστηριοτήτων πρέπει να γίνεται στα πλαίσια ενός
Προγρά ατος Ανάπτυξης Έρευνας και Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ). Πολιτι
κή είναι η απόφαση για τη διάρκεια προγρα ατισ ού (πενταετή ή και
ετήσια). εν υπάρχει α φιβολία για την ανάγκη ύπαρξης ενός ΠΑΕΤ,
όχι όνο επειδή το προβλέπει ο Ν. 1514/85 (και αυτό αποτελεί ια από
τις ση αντικές καινοτο ίες του).
Κρίσι α προβλή ατα για το έλλον είναι εδώ: ι. ο τρόπος σύνταξης,
II. η παρακολούθηση υλοποίησης, και ιιι. η αξιολόγηση των όποιων επι
τευγ άτων ή αποτυχιών του προγρά ατος.
Σε ια κοινωνία, όπως η ελληνική, όπου το παραγωγικό σύστη α
χρειάζεται πίεση για να ανακαλύψει τη ση ασία της έρευνας δεν νοείται
προγρα ατισ ός χωρίς συ ετοχή εκπροσώπων του συστή ατος αυτού,
για τη διατύπωση των αναγκών και των σκοπών, πλάι στους ειδικούς
επιστή ονες, για τη διατύπωση των έσων και των εθόδων. Σίγουρα οι
καθηγητές πανεπιστη ίου, όπως έδειξε και η πείρα των τελευταίων χρό
νων όπου χρησι οποιήθηκαν ιδιαίτερα συχνά, δεν είναι τα πιο κατάλ
ληλα πρόσωπα για να εισηγούνται αποκλειστικά την ερευνητική πολι
τική και τον συναφή προγρα ατισ ό της.
Οπωσδήποτε το πρόγρα α πρέπει να αφορά σε όλους τους επιστη
ονικούς κλάδους, ε στόχους ε βάθυνσης, ανάλογα ε τις υπάρχουσες
ανάγκες και την υπάρχουσα ανθρώπινη και υλικοτεχνική υποδο ή.
Η συνεχής πάντως παρακολούθηση της υλοποίησης και η αξιολό
γηση των ολοκληρωνό ενων δράσεων του Προγρά ατος αποτελούν
προϋπόθεση της επιτυχίας του. Στο παρελθόν οι όποιες σχετικές προσπά
θειες είχαν evq. ηρωϊκό χαρακτήρα, αφού προέρχονταν από την ατο ική
πρωτοβουλία ηγετικών στελεχών της γραφειοκρατίας και όνον. Έτσι
γρήγορα εγκαταλήφθηκαν. Χωρίς την εκφρασ ένη θέληση για την
πραγ άτωση των παραπάνω διαδικασιών (ιδίως της αξιολόγησης) και
—ενδεχό ενα — διορθωτικής παρέ βασης, δεν είναι δυνατόν να πι
στεύου ε ότι θα υπάρξει προαγωγή της έρευνας.
Τέλος και ση αντικότατο, σύνταξη προγρά ατος προϋποθέτει ύ
παρξη και διατύπωση πολιτικής. Χωρίς δια ορφω ένη ΕΤΕ πολιτική
είναι βέβαια αδύνατο να προγρα ατισθεί οιαδήποτε δράση, να παρακο-
λουθηθεί η υλοποίησή της και να αξιολογηθεί ο βαθ ός επιτυχίας της.
Έτσι το όποιο όργανο σύνταξης του προγρά ατος θα πρέπει στο έλ
λον να ην επαναλάβει ότι «εργάσθηκε χωρίς ιδιαίτερες οδηγίες πολιτι
κής κατεύθυνσης» (ΥΠΕΘΟ/ΚΕΠΕ, σελ. 2), διότι στην αντίθετη περί
πτωση η απασχόλησή του θα έχει το χαρακτήρα «εργασιοθεραπείας»,
και το αποτέλεσ α θα είναι επιδερ ικό για την ελληνική κοινωνία. Τότε
ίσως όνο για ορισ ένα έλη της να έχει ση ασία.

Β. Όργανο συντονισ ού ΕΤΕ πολιτικής.


Η παρακολούθηση της υλοποίησης του προγρά ατος απαιτεί την ύ
παρξη ενός ειδικού οργάνου συντονισ ού ΕΤΕ πολιτικής. Η ύπαρξη ε
νός τέτοιου οργάνου ε αδια φισβήτητες εξουσίες απέναντι στους φο
ρείς υλοποίησης της πολιτικής (ερευνητικά ιδρύ ατα, ΑΕΙ, επιχειρήσεις
κλπ.), αποτελεί προϋπόθεση επιτυχίας της πολιτικής. Προσπάθειες υπο
βιβασ ού του υπάρχοντος κρατικού οργάνου σε απλό διοχετευτή κονδυ-
λίων προς τους φορείς υλοποίησης, προσπάθειες που διαρκώς αναβιώ
νουν, πορεί να υπηρετεί τα — δύσκολα αποκρυπτώ ενα — συ φέροντα
ισχυρών πόλων της επιστη ονικής κοινότητας, όπως και την προσπά
θεια να ην υπάρξει στην Ελλάδα ένα αποδοτικό σύστη α ΕΤΕ. ε θα
πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός, ότι επειδή, όπως είδα ε, η έρευνα
αποτελεί ένα έσον επιτυχίας ιας ουσιαστικής αναπτυξιακής προσπά
θειας, υπάρχουν ισχυροί κύκλοι, που ε κάθε εύσχη ο — ή και όχι —
τρόπο, προσπαθούν να ε ποδίσουν την ευόδωσή της.
Πρέπει να τονισθεί πάλι η ανάγκη ύπαρξης σαφώς διατυπω ένης
ΕΤΕ πολιτικής — ή και κλαδικών ΕΤΕ πολιτικών — που θα καλείται να
εφαρ όσει το κρατικό όργανο συντονισ ού, όπως και η αντίστοιχη ανά
γκη ακρόχρονης παρουσίας του ίδιου πολιτικού προσώπου επικεφαλής
του οργάνου αυτού* γεγονός που, εταξύ άλλων, αποτελεί εχέγγυο ύπαρ
ξης και εφαρ ογής της ίδιας πολιτικής. Αλλάζοντας συχνά ο πολιτικός
επικεφαλής, στην ουσία διαχέεται η πολιτική ευθύνη σε άλλα όργανα,
θεσ οθετη ένα ή η. Επειδή ό ως η ΕΤΕ αποδίδει από τη φύση της σε
ακρό χρονικό διάστη α, η δια όρφωση και εφαρ ογή της σχετικής
πολιτικής δεν νοείται να επαφίεται σε η θεσ οθετη ένες, περιστασια-
κές και εύκολα αλλασό ενες ορφές άσκησης εξουσίας.

Γ. Επαρκής χρη ατοδότηση.


εν βρίσκου ε να έχει νόη α να πού ε και στην εργασία αυτή σε ια
«ποσοστολογία» για το ποσοστό του ΑΕΠ που δίνει εχέγγυα ουσιαστι
κής ανάπτυξης του συστή ατος ΕΤΕ. Οι ειδικοί αναφέρουν τουλάχιστο
ένα ποσοστό 1% του ΑΕΠ σαν προϋπόθεση για την ύπαρξη της κρίσι
ης άζας για το ξεκίνη α της όποιας ελπιδοφόρας προσπάθειας ανά
πτυξης της ΕΤΕ. (Πρβλ. . Ραπακούλιας, σελ. 18). Είναι χαρακτηριστι
κό, ότι ούτε το ΠΟΚΑ 1988-1992 (που υπάρχει βέβαια ακό η όνο σε
σχέδιο) δεν προγρα ατίζει ένα ποσοστό — αισιόδοξη πρόβλεψη — α
νώτερο του 0,65% για το 1992. Η απαισιόδοξη πρόβλεψη αναβιβάζει το πο
σοστό σε 0,48% για το 1992. (ΥΠΕΘΟ/ΚΕΠΕ, σελ. 30 επ.).
Βέβαιο είναι, ότι η ερευνητική προσπάθεια της Ελλάδας απαιτεί ι
διαίτερα αυξη ένα κονδύλια σε σχέση ε τις ση ερινές παροχές, δεδο έ
νου άλιστα ότι και ο παραγωγικός το έας για την ανάπτυξη της βιο η
χανικής έρευνας φαίνεται να στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε κρατι
κές παροχές.

. Ύπαρξη προσωπικού.
Είναι απαραίτητη η θεα ατική αύξηση του προσωπικού που ασχολείται
ε δραστηριότητες ΕΤΕ (ερευνητές, τεχνικοί, βοηθητικό και διοικητικό
' προσωπικό). Εκτός των αυξη ένων κονδυλίων που απαιτούνται για την
αντι ισθία του πρέπει να υπάρξει το ιδιαίτερα καλά εκπαιδευ ένο αυτό
προσωπικό.
Πιστευου ε ότι η πράξη έχει πλέον δείξει τη η επιτυχία της πολιτι
κής που στήριζε την επιστη ονική ανάπτυξη της Ελλάδας στον επανα
πατρισ ό συ πατριωτών της αλλοδαπής. Την πολιτική αυτή ακολούθη
σαν όλες οι κυβερνήσεις από τη δεκαετία του ’70 δίνοντας σοβαρά κί
νητρα. Στην Ελλάδα πρόθυ οι να επιστρέφουν είναι είτε πολύ νέοι και
η δοκι ασ ένοι επιστή ονες, είτε, ενδεχο ένως πετυχη ένοι, επιστή
ονες πριν την ηλικία της συνταξιοδότησης. Εξάλλου και για όσους
επιστρέφουν υπαρχουν δυσεπίλυτα προβλή ατα προσαρ ογής, αφού ά
λιστα εξ ανάγκης εταφυτεύουν πολύ συχνά «όχι όνο την ιδεολογία,
τουλάχιστον στον το έα της Επιστη ονικής Έρευνας της χώρας όπου
ετεκπαιδεύτηκαν αλλά και την ίδια την εργασία τους. (...) Ο ερευνητής
συνεχίζοντας την ίδια (ή παραπλήσια) δουλειά στην Ελλάδα απλώς εργά
ζεται για όφελος (της χώρας ετεκπαίδευσης, Ν.Π.) ε έξοδα της Ελλά
δας» (Λ. Κα αρινού, σελ. 23).
Ό σ οι λοιπόν επιστρέψουν και ενσω ατωθούν στο σύστη α ΕΤΕ α-
ποτελούν σίγουρα κέρδος. Σ’ αυτούς ό ως λόγω και του περιορισ ένου
αριθ ού τους δεν πορεί να στηριχθεί η ανάπτυξη της ελληνικής έρευ
νας. Ούτε βέβαια η ελληνική ΕΤΕ στους το είς υψηλής τεχνολογίας
πορεί να βασισθεί στους «συνολικά 30 έως 40» ερευνητές των κλάδων
αυτών, που σύ φωνα ε πρόσφατη εκτί ηση της ΓΓΕΤ είναι «διεθνούς
επιπέδου». (ΓΓΕΤ, 1987,σελ. ΐγ^ Η ελληνική κοινωνία είναι έτσι, από τα
πράγ ατα αναγκασ ένη να στηριχθεί στις δικές της δυνά εις και να εκ
παιδεύσει το επιστη ονικό προσωπικό του ερευνητικού το έα σε — ή
τουλάχιστο κυρίως σε — ελληνικά ιδρύ ατα. Ό σ ο ταχύτερα αναγνωρι-
σθεί αυτό, τόσο απο ακρύνεται η πιθανότητα να χάσου ε και το «τραίνο
της ΕΤΕ».
Η ανάγκη αυτή θέτει επί τάπητος την έναρξη διαρκούς συνεργασίας
Υπ. Παιδείας και — τουλάχιστον — ΓΓΕΤ για τον καθορισ ό εταπτυ
χιακών το έων υποτροφιών, προγρα άτων σπουδών κλπ. Πρέπει λοι
πόν να επιδιωχθεί η εξειδίκευση, ε βάθυνση και — γιατί όχι; — η εντα
τικοποίηση των σπουδών στα πανεπιστή ια, η θέσπιση εταπτυχιακών
σπουδών, η απονο ή υποτροφιών σε κλάδους που περιέχονται στο ΠΑ-
ΕΤ. Επίσης το τεχνικό κλπ. προσωπικό πρέπει να εκπαιδεύεται και να
επι ορφώνεται διαρκώς, να πορεί και αυτό να στέλνεται ε υποτροφία
στο εξωτερικό για την εκ άθηση απαραίτητων τεχνικών.
Θα πρέπει ακό η να παγιωθεί το επάγγελ α του «ερευνητή», που θέ
σπισε ο Ν. 1514/85, ιδίως πλάι στο επάγγελ α του καθηγητή πανεπι
στη ίου. Η κοινωνική αίγλη και οι ευκαιρίες επιπρόσθετης επιστη ονι
κής απασχόλησης (και αντίστοιχης α οιβής) είναι ακό η για τους κα
θηγητές σαφέστατα καλύτερες, έτσι ώστε το ερευνητικό ίδρυ α να χρη
σι εύει για τους καλούς ερευνητές ως «ενδιά εσος σταθ ός» προς το
ΑΕΓ Η παγίωση του ερευνητικού επαγγέλ ατος, βέβαια, σε κα ία πε
ρίπτωση δεν ση αίνει περιορισ ό της έρευνας στα ερευνητικά ιδρύ ατα
και της διδασκαλίας στα ΑΕΓ Το αντίθετο. Στο ά εσο έλλον θα πρέπει
να πραγ ατωθεί η διάχυση του προσωπικού του κα^ενός στα ιορυ ατα
του άλλου τύπου, διάχυση που νο οθετικά προβλέπεται ήδη σή ερα.

Ε. ιάχυση πληροφοριών και αποτελεσ άτων ΕΤΕ.


Τα ερευνητικά αποτελέσ ατα και οι κάθε είδους συναφείς πληροφορίες
θα πρέπει να γνωστοποιούνται στη δια ορφού ενη επιστη ονική αλλά
και την παραγωγική κοινότητα έσω — ή και έσω — ελληνικών εντύ
πων και επιστη ονικών διοργανώσεων στη χώρα ας. Ας ην παραβλέ-
πεται ότι υπάρχουν κλάδοι επιστη ών, όπου λόγω ειδικού θέ ατος πολύ
δύσκολα πορεί — ή δεν έχει νόη α — να πραγ ατοποιούνται δη οσιεύ
σεις σε επιστη ονικά έντυπα του εξωτερικού (ισχύει πχ για πολλούς κλά
δους και θέ ατα των ανθρωπιστικών επιστη ών). Απαραίτητη είναι λοι
πόν η αυξη ένη χρη ατοδότηση ελληνικών επιστη ονικών περιοδικών
υψηλού επιπέδου, καθώς και αντίστοιχου επιπέδου συνεδρίων, επιστη
ονικών η ερίδων κλπ. Ακό η, αυξη ένη χρη ατοδότηση είναι ανα
γκαία για αντίστοιχες διοργανώσεις αλληλογνωρι ίας και εξοικείωσης
του ερευνητικού και του παραγωγικού συστή ατος. Θα πρέπει τέλος να
αναπτυχθούν και να ε πλουτισθούν οι ελληνικές τράπεζες ερευνητικών
και τεχνολογικών δεδο ένων, όπως και να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε
αντίστοιχες αλλοδαπές τράπεζες δεδο ένων.

Η επιστη ονική έρευνα ως παράγοντας ανάπτυξης και χειραφέτησης


της ελληνικής κοινωνίας παρα ένει στο εσοπρόθεσ ο έλλον ένα θέ α
ανοικτό. Η ροή των πραγ άτων είναι τέτοια, ώστε δεν φαίνεται να πο
ρεί εύκολα να ξεπεράσει τον υποβαθ ισ ένο ρόλο που σή ερα έχει. Οι
εξελίξεις σε δυο το είς θα είναι καθοριστικές: στον παραγωγικό (αν α-
ντιληφθεί τη χρησι ότητα και ωφελι ότητα και αναπτύξει ζήτηση για
υπηρεσίες ΕΤΕ) και στον πολιτικό (αν αντιληφθεί τον αναπτυξιακό χα
ρακτήρα και πιστέψει στην ανάγκη χειραφέτησης της κοινωνίας και έ
σα από τις διαδικασίες έρευνας). Σ’ αυτά τα πλαίσια το λαϊκό κίνη α
καλείται να αντιληφθεί ποιά δύνα η κρύβεται στην παραγωγή και εφαρ
ογή εγχώριας γνώσης, στην προσαρ ογή ξένης στα δεδο ένα του τό
που ας, ποιό όφελος βρίσκεται στην «επιστη ονικοποίηση» της ελλη
νικής κοινωνίας.

1 . Χρησι οποιού ε τον όρο «σύστη α» για καλύτερη κατανόηση των σκέψεών ας
χωρίς να εξετάζου ε αν το ελληνικό, υπό την κοινωνιολογική έννοια, αποτελεί όντως «ε
ρευνητικό σύστη α».
2 . Αντίθετα δεν είναι διόλου σαφές στους ειδικούς της κοινωνικο-οικονο ικής ανά
πτυξης, οι οποίοι δίνουν περιεχό ενο στον όρο αυτό ανάλογα ε τον τρόπο ανάλυσης και
χό ενο που έδωσαν οι επιστή ονες που συ ετείχαν σε συ πόσιο του UlNUlAU, υποορ-
γανισ ού του ΟΗΕ, που έλαβε χώρα σε πόλη του Μεξικού το 1974, όπου και εξέδωσαν την
επονο αζό ενη διακήρυξη του Cocoyoc «.. Σαν πρώτο θέ α θα πρέπει να ορίσου ε εκ νέου
το στόχο και το σκοπό της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη φυσικά δεν πορεί παρά ν ’ αφορά τους
ανθρώπους, όχι τα πράγ ατα. Οι άνθρωποι έχουν ορισ ένες βασικές ανάγκες: τροφή, στέ
γη, ένδυση, υγεία και εκπαίδευση. Κάθε αναπτυξιακή διαδικασία που δεν οδηγεί στην
ικανοποίηση αυτών των αναγκών —ή άλιστα παρε βαίνει ανασταλτικά— αποτελεί δια-
στρεύλωση της ιδέας της ανάπτυξης. (...) Η ανάπτυξη δεν θα πρέπει να περιορίζεται στην
ικανοποίηση των βασικών αναγκών. Υπάρχουν και άλλες ανάγκες, άλλοι στόχοι, άλλες
αξίες. Ανάπτυ'ξη ση αίνει επίσης ελευθερία της γνώ ης και ελεύθερη διάδοσή της, ακό η
το δικαίω α να δίνει και να δέχεται κανείς ιδέες και ερεθίσ ατα. Υπάρχει ια βαθεια κοι
νωνική ανάγκη συ ετοχής στη δια όρφωση των βάσεων της ίδιας ας της ύπαρξης και
συνεισφοράς στη δια όρφωση του έλλοντος του κόσ ου. Ανάπτυξη ό ως ση αίνει ακό η
κυρίως δικαίω α στην εργασία. Μ ’ αυτό δεν εννοού ε όνο να έχει κανείς κάποιου είδους
βιοπορισ ό, αλλά και να βρίσκει αυτοπραγ άτωση στην εργασία του, (να έχει, Ν.Π.) το
δικαίω α να ην αλλοτριώνεται έσω παραγωγικών διαδικασιών όπου οι άνθρωποι χρησι
οποιούνται απλώς ως εργαλεία...» (Μετ. από τα γερ ανικά Κ. Λιάπτση). Η διακήρυξη του
Cocoyoc δη οσιεύτηκε σε πλήρη ορφή στο ΒΜΖ, Entwicklugspolitik -Materialien αρ. 49,
σελ. 1-9. Αποσπάσ ατα της διακήρυξης θα υπάρχουν σε ελληνική ετάφραση ως παράρ
τη α στο υπό έκδοση βιβλίο ου «Εξάρτηση και ετανάστευση» που θα εκδοθεί έσα στο
1988 από το ΕΚΚΕ. Στο πρώτο έρος του βιβλίου θα υπάρχουν εκτενείς αναλύσεις σχετικά
ε την προβλη ατική της ανάπτυξης.
3 . Πρβλ. Ν. Πατινιώτης, (1984), σελ. 42 επ. ς γνώση αντιλα βάνονται την τεχνολο
γία και έλληνες ηχανικοί. «Τεχνολογία είναι αυτό που χρειάζεται να ξέρου ε για να
πορού ε να εφαρ όσου ε ια παραγωγική διαδικασία (...), να παράγου ε ένα προϊόν ή να
προσφέρου ε ια υπηρεσία. Περιλα βάνει (α) τις τεχνικές πληροφορίες για τα χαρακτη
ριστικά της παραγωγικής διαδικασίας ή των προϊόντων, (β) τις τεχνικές παραγωγής που
επιτρέπουν τη ετατροπή της εργασίας, των πρώτων υλών, των συστατικών και των άλλων
παραγόντων της παραγωγής σε τελικά προϊόντα και (γ) τα συστή ατα οργάνωσης-διοίκη-
σης (Management) που απαιτούνται για επιλογή, προγρα ατισ ό, έλεγχο και πώληση της
παραγωγής» Από: Α. Κτενάς, (1984), σελ. 8 1 .0 Χρ. Παπαγεωργίου ορίζει ως τεχνολογία «το
σύνολο των εθόδων, τεχνικών και έσων ε τα οποία επιτυγχάνεται η παραγωγή προϊό
ντων και υπηρεσιών ε τη συνδρο ή των κλασσικών συντελεστών της παραγωγής, δηλαδή
των φυσικών πόρων, της ανθρώπινης εργασίας και του κεφαλαίου», στο κεί ενό του ε
τίτλο: «Τεχνολογικές επιλογές και δυνατότητες της Ελλάδας». Περιέχεται στα κεί ενα της
η ερίδας του ΤΕΕ ε αντικεί ενο «Παιδεία-Έρευνα-Τεχνολογία», σελ. 46.
4 . Βέβαια αν οι συνθήκες αποδειχθούν, για οποιοδήποτε λόγο, αρνητικές πρεί να
υπάρξει και πορεία «αποανάπτυξης» (εδώ δανείζο αι τον όρο από τον Κ. Βεργόπουλο).
Πρβλ. Κ. Βεργόπουλος (1986).
5 . Η ελληνική ετάφραση από το Frascati Manual βρίσκεται στο : ΓΓΕΤ, (1985), σελ.
3. Στη συνέχεια του κει ένου αυτού ορίζονται η βασική, εφαρ οσ ένη και τεχνολογική
έρευνα, πάντα σύ φωνα ε το Frascati Manual.
«Βασική έρευνα. Είναι οι πειρα ατικές ή θεωρητικές εργασίες που αναλα βάνονται ε
σκοπό τη δη ιουργία νέων γνώσεων τις αιτίες των παρατηρου ένων φαινο ένων και
γεγονότων χωρίς να προσδοκάται οποιαδήποτε συγκεκρι ένη εφαρ ογή ή χρησι οποίη
ση.
Εφαρ οσ ένη έρευνα.Είναι οι πρωτότυπες εργασίες που αναλα βάνονται ε σκ<;πό τη
δη ιουργία νέων γνώσεων και που κατευθύνονται σε προκαθορισ ένο στόχο.
Τεχνολογική έρευνα. Είναι οι συστη ατικές εργασίες που βασίζονται σε υπάρχουσες
γνώσεις (από την έρευνα ή την πρακτική ε πειρία) ε σκοπό την προεργασία για την
παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων ή διατάξεων, την κατάρτηση νέων διαδικασιών, συ-
σχη άτων ή υπηρεσιών ή την ουσιαστική βελτίωση αυτών που υπάρχουν, για συγκεκρι έ
νες εφαρ ογές».
6. Η διάκριση σε ελεύθερης επιλογής και προσανατολισ ένη έρευνα είναι προφανώς διά
φορη από την αντίστοιχη διάκριση του ΟΟΣΑ, όπως πιο πάνω είδα ε. Είναι δε σαφώς '
διαποτισ ένη από τη λογική και τις ανάγκες του Ν. 1514/85. Έ τσι σύ φωνα ε αυτόν !
«έρευνα ελεύθερης επιλογής είναι η έρευνα η οποία αποσκοπεί στην αύξηση ή βελτίωση
της επιστη ονικής γνώσης, ανεξαρτήτως της δυνατότητας ά εσης πρακτικής εφαρ ογής
της και η οποία προάγει τη δη ιουργική ικανότητα και εξυπηρετεί τις πνευ ατικές ανά
γκες των επιστη όνων της χώρας. I
Προσανατολισ ένη είναι η έρευνα που σχετίζεται ε το πρόγρα α ανάπτυξης έρευνας
και τεχνολογίας (Π.Α.Ε.Τ.) του Υπουργείου Έ ρευνας και Τεχνολογίας, καθώς και η έρευ
να που εκτι άται ότι πορεί να οδηγήσει σε εφαρ ογή για τη βελτίωση της οικονο ίας,
της ποιότητας ζωής και της ά υνας της χώρας» (αρ. 2α παρ ι και ιι Ν. 1514/85).
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο ορισ ός που δίνει ο Ν. 1514/85 για την τεχνολογική έρευνα
αποτελεί αντιγραφή του ορισ ού που είδα ε να δίνει ο ΟΟΣΑ στο Frascati Manual.
7 . Η ερευνητική δραστηριότητα έχει από τη φύση της διεθνή χαρακτήρα. Με την
εξαίρεση ενός ικρού τ ή ατος της δραστηριότητας αυτής, που πορεί να είναι απόρρητη ;
(στρατιωτική έρευνα και συχνά έρευνα στα πλαίσια ιας συγκεκρι ένης επιχείρησης), τα
ερευνητικά αποτελέσ ατα κυκλοφορούν ευρύτατα στο διεθνή χώρο έσα από συνέδρια, ^
δη οσιεύσεις κ.α.π.
8 . Παραπέ που ε στις πάντα επίκαιρες κλασσικές περί ι περιαλισ ού εργασίες των |
Λένιν και Ρ. Λούξε πουργκ. Πρβλ. επίσης σχετικά Γιάννης Μηλιός (1986). Για ια —χρή
σι η — δο ολειτουργική άλλον εργασία πρβλ. J. Galtung, A structural theory of imperia
lism, Journal of peache research, τ.8. (1971), αρ. 2, σελ. 81-118. Αυτός διακρίνει ότι εταξύ
των ητροπολιτικών και περιφερειακών κοινωνιών υφίστανται πεντε τύποι ι περιαλισ ού
ανεξάρτητοι, αλλά δυνά ενοι να αλληλεπιδράσουν εταξύ τους. Αυτοί οι πέντε τύποι είναι
οι: α. οικονο ικός ι περιαλισ ός, β. πολιτικός ι περιαλισ ός, γ. στρατιωτικός ι περιαλι
σ ός, δ. ι περιαλισ ός πληροφόρησης και ε. πολιτιστικός ι περιαλισ ός. Σε σχέση ε
τον τελευταίο τύπο ο αναγνώστης πορεί να συ βουλευτεί στα ελληνικά την έκδοση L.
Basso κ.α., Πολιτιστικός ι περιαλισ ός, Αθήνα 1984.
9 . Για την αναπτυξιακή ση ασία της εταφοράς γνώσεων σε η εδαπούς από αλλοδα
πούς ειδικούς πρβλ. την έκδοση της Παγκόσ ιας Τράπεζας (1987), ιδίως σελ. 149.
10. Υπάρχει πληθώρα δη οσιεύσεων στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά ε την «αυτοδύ
να η ανάπτυξη» και τις δυνατότητες και προϋποθέσεις πραγ άτωσής της. Από τους Έ λ
ληνες συγγραφείς που ασχολήθηκαν ε το θέ α αναφέρου ε παραδειγ ατικά τις εργασίες
των: Κ. ΒαΓτσου, Κ. Βεργόπουλου, Τ. Γιαννίτση, Ν. Μουζέλη, Τ. Φωτόπουλου.
11. Αυτό την τελευταία περίοδο έχει αναγνωρισθεί από εκπροσώπους της πολιτείας.
Έ τσι ο Υπουργός Εθνικής Οικονο ίας καθ. κος Ση ίτης στην εναρκτήρια ο ιλία του στο
συνέδριο ε θέ α «Το τοπικό γραφείο καινοτο ιών και οι ικρο εσαίες επιχειρήσεις» τό
νισε ότι « ι ού ενοι αποκλειστικά το τι δη ιουργούν οι προηγ ένες χώρες, προωθού ε
την τεχνολογική εξάρτηση». Η ερευνητική δραστηριότητα και τα τεχνολογικά αποτελέ-
σ ατά της πρέπει να είναι προσαρ οσ ένα στις ανάγκες και τους στόχους της κοινωνίας ας.
«Πρέπει λοιπόν να έχου ε πάντα υπόψη ας ότι η τεχνολογία που θέλου ε ν ’ αναπτύξου ε
στη χώρα ας, πρέπει να είναι τεχνολογία προσαρ οσ ένη στο δικό ας επίπεδο ανάπτυ
ξης» τεχνολογία που εξυττηρετεί τις δικές ας ανάγκες. (...) Εδώ πρέπει ό ως να προσέξου ε
και το εξής: Πολλές φορές συζητά ε αφηρη ένα για τεχνολογία και πιστεύου ε ότι και η
τεχνολογία όπως και οι ιδέες που ανέφερα πριν, είναι ανεξάρτητες από παραγωγικές σχέ
σεις και επίπεδο ανάπτυξης. Και η έρευνα για την τεχνολογία καθορίζεται από παραγωγικές
σχέσεις». (Τονισ ός από τον συγγραφέα). Από: ΓΓΕΤ (1985) σε. 23,22.
12. Για το λόγο αυτό θα έπρεπε να ιλού ε για «τεχνολογική εξέλιξη».
13. Η πολιτική αυτή έχρι το 1982 έ εινε ουσιαστικά στα χαρτιά, σε επίπεδο προθέσε
ων -εκτός της επιχορήγησης των ερευνητικών φορέων. Εδώ οδήγησε η ανυπαρξία ηχανι-
υ ων 6.υΛ.ν->/νι^, V., ---- —.......... ,, . .
(1984), σελ 10/11, . Αγραφιώτης κ.α., (1982), . Σωτηρίου (1984), ΥΠΕΘΟ/ΚΕΠΕ (1987).
Το πρόβλη α της ερευνητικής πολιτικής συ βαδίζει ε την διαρκή ετονο ασία του αρ ό
διου κρατικού οργάνου. Ό πω ς παρατηρήθηκε πρόσφατα «δικαιούται ό ως κανείς να πα
ρατηρήσει ότι ακό α και η ονο ατοθετική διελκυστίνδα της αρ όδιας κρατικής Υπηρε
σίας ( έσα σε οκτώ χρόνια ετ-α ορφώθηκε από ΥΕΕΤ σε Υπουργείο ή σε ΓΓΕΤ) δεν
είναι ένδειξη αισιόδοξη για τη συνειδητοποίηση της ση ασίας της από την πλευρά της
εκάστοτε πολιτικής εξουσίας...» (Θ. Τάσιος, 1988,σελ. 34).
14. Σχετικά ε τη χρη ατοδότηση της ΕΤΕ αναφέρεται επίση α πάντοτε ια αναλογία
85% προς 15% εταξύ του κρατικού και του ιδιωτικού το έα. Αυτή ό ως η σχέση δεν
τεκ ηριώνεται ε ποσοτικά στοιχεία. Η τεκ ηρίωση ε ακριβή χρη ατικά κονδύλια θα
ήταν εξάλλου πολύ δύσκολη, δεδο ένου ότι ο παραγωγικός το έας της οικονο ίας της
Ελλάδος, δη όσιος και ιδιωτικός, ελάχιστα ασχολείται ο ίδιος ε την ΕΤΕ, αναθέτοντας
πιθανόν ερευνητικές εργασίες σε τρίτους και πάντως σπάνια διαθέτει ειδικά τ ή ατα ερευ
νών ή πάγια κονδύλια για τέτοιες δραστηριότητες. Η όνη σοβαρή προσπάθεια υποστήρι
ξης.της βιο ηχανικής έρευνας είναι εκείνη που πολύ πρόσφατα εγκαινίασε η ΓΓΕΤ επιδι
ώκοντας να πείσει έ πρακτα για το κέρδος του παραγωγικού το έα από την άσκηση βιο
ηχανικής έρευνας. Βλέπε ακό α τη σχετική πρωτοβουλία της ΓΓΕΤ να εκδόσει «οδηγό
Τεχνολογικώ ν Υπηρεσιών» στον οποίο περιλα βάνονται όλοι οι φορείς του η οσίου,
καθώς και το είδος των παρεχο ένων υπηρεσιών. Για τις δυσκολίες που αντι ετωπίζει η
πρωτοβουλία αυτή από έρους των επιχειρήσεων πρβλ. Κ. Παπαηλιού (1986) σελ. 41/42.
15. Η κοινοτική συ ετοχή στα πλαίσια υπογραφό ενων συ βάσεων εταξύ ΕΟΚ και
-ελληνικώ ν ερευνητικών φορέων αυξήθηκε από την εποχή ένταξής ας στην Κοινότητα
αλ ατωδώς, από 81,4 εκατ. δρχ. (1981/82), σε 113,8 εκατ. δραχ (1983), 411,4 εκατ. (1984),
677 εκατ. (1985), σε .1625,8 εκατ. δρχ. (1986). (ΓΓΕΤ, 1987, σελ. 29, διάγρα α 4).
16. Στην περίπτωση της Αργεντινής, τυπικής περιφέρειας της Λ. Α ερικής, διαπιστώ
θηκε ότι για τα ερευνητικά ιδρύ ατα και τα πανεπιστή ια «δεν υπάρχουν ορφές επικοινω
νίας που θα έκαναν δυνατή ια α φίδρο η σχέση ε το παραγωγικό σύστη α, η οποία ε
τη σειρά της θα πορούσε να ρυθ ίσει τόσο την προετοι ασία των επιστη όνων για τις
απαιτήσεις του επαγγέλ ατός τους, όσο και τη διαρκή προσαρ ογή της έρευνας στις απαι
τήσεις της παραγωγικής διαδικασίας - ρύθ ιση που θα πορούσε να γίνει και αντίστροφα.
ΓΓ αυτό το λόγο τα ερευνητικά και αναπτυξιακά πορίσ ατα στα οποία καταλήγουν τα
πανεπιστή ια δεν ασκούν κα ιά επίδραση στην αναπτυξιακή διαδικασία. Ακό η και οι
απόφοιτοί τους δεν έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν το δυνα ισ ό της βιο ηχα
νικής ανανέωσης και να ενταχθούν σ ’ αυτόν. Έ τσ ι λοιπόν δεν αποτελεί έκπληξη το γεγο
νός ότι η βιο ηχανία εισάγει τεχνολογία και know-how από τις βιο ηχανικές χώρες, ενώ
τα πανεπιστή ια ασχολούνται κατά κύριο λόγο ε βασική έρευνα, σύ φωνα ε κατευθύν
σεις που έχουν χαραχθεί και πάλι στις ανεπτυγ ένες χώρες». (Carlos Kirschbaum. 1982,
σελ. 132).
17. Στην ίδια διοργάνωση ο Γενικός Γρα ατέας του Υπουργείου Παιδείας, καθ. .
Ρόκος, ανέφερε αντίθετα την πίστη του ότι « ε την κατάσταση που υπάρχει σή ερα στην
Ελλάδα, ε τις συγκεκρι ένες κοινωνικές, οικονο ικές, πολιτικές επιστη ονικές συν
θήκες, ακάρι να κάνου ε έρευνα και πέ πτοι και έκτοι. Ας δια ορφώσου ε ια ερευνητι
κή παράδοση τα επό ενα πέντε χρόνια, και έτσι θα χτίσου ε τη δυνατότητα να εί αστε
πρώτοι ετά και θα εί αστε». ( . Ρόκος, 1983, σελ. 29/30).
18. «Η πλειοψηφία των ερευνητικών θε άτων, παρά την σπουδαιοφάνειά τους, δεν έ
χουν άλλο σκοπό παρά να αποδώσουν δη οσιεύσι ες εργασίες, που και αυτές κατά κύριο
λόγο πηγαίνουν σε ξένα περιοδικά, για να ενισχύσουν τη καριέρα των ερευνητών και να
καταξιώσουν τα εργαστήρια στα άτια των χρη ατοδοτών τους» (Θαν. Βαλαβανίδης, 1981,
σελ. 61).
19. Για το εγάλο θέ α της ποιότητας των ερευνητικών αποτελεσ άτων δεν πορεί να
γίνει λόγος στα πλαίσια της εργασίας αυτής. Ας αναφερθεί όνο ότι σχεδόν ποτέ δε γίνε
ται αξιολόγησή τους, αντίθετα από τη διεθνή πρακτική.
20. «Τα ερευνητικά πορίσ ατα που προέρχονται από τα πανεπιστή ια των αναπτυσσο-
ένων χωρών, αντί να αξιοποιηθούν επιτόπου «επανεξάγονται» στις ανεπτυγ ένες χώρες οι
οποίες είχαν υπαγορεύσει λίγο - πολύ τις κατευθυντήριες γρα ές της έρευνας και που
βέβαια διαθέτουν δυνατότητες να ετουσιώσουν τα ερευνητικά πορίσ ατα σε πρακτικές
βιο ηχανικές εφαρ ογές» (Carlos Kirschbaum, 1982, σελ. 132).
Στο ακόλουθο σχή α που παραθέτουν οι ίδιοι συγγραφείς (το πάχος των γρα ών και το
έγεθος των ορθογωνίων είναι ενδεικτικά) επιχειρείται γραφική παράσταση των παρου-
σιαζο ένων σκέψεων (σελ. 133).

ΕΡΕΥΝΑ

ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΑΝΑΝΕ ΣΗ

ΠΑΡΑΓ ΓΙΚΟ
ΣΥΣΤΗΜΑ

21. Σχετικά ε την «παραγωγή» ερευνητικής πολιτικής ο όνος που έχει εκφρασθεί
δη όσια σε έκταση, από όσα γνωρίζου ε, είναι ο Μ Παπαγιαννάκης (ο οποίος έχει θέσει
και το θέ α της πραγ άτωσης της ΕΤΕ πολιτικής). ίνου ε ια πρώτη προσέγγιση στο
εγάλο αυτό θέ α αναφέροντας αποσπάσ ατα από την ο ιλία που έδωσε ο κος Παπαγιαννά-
κης (1983). «... έχρι τώρα η πολιτική της έρευνας (...) χαρακτηρίζεται από ιά απόλυτη
έλλειψη σωρευτικότητας (...) κάθε φορά θα έλεγα, σε κάθε Κυβέρνηση, σε κάθε αλλαγή
προσώπου, ξεκινά ε από ια τά πουλα ράζα και ξαναφτιάχνου ε από την αρχή γενικές
αρχές και συγκεκρι ένες εφαρ ογές της έρευνας, ανακαλύπτου ε, όπως θα λέγα ε, ξανά
κάθε φορά τα ρηχά πιάτα. (...) οι συζητήσεις για την πολιτική της έρευνας, τους θεσ ούς
της, τους ερευνητές κλπ. (...) ξαναρχίζουν κάθε 6 ήνες, όταν ήδη κάπου, κάποτε, πριν
3—4 χρόνια, είχαν τα προβλή ατα τεθεί και λυθεί περίπου στο επίπεδο των γενικών αρ
χών. (σελ. 104) (...) η πολιτική της έρευνας την οποία κάνουν (οι φορείς πραγ άτωσης της
έρευνας, Ν. Π.) δεν φτιάχνεται από κα ία πολιτική, αν τουλάχιστο εννοήσου ε σαν πολι
τική κάποια συνεκτική διατύπωση στόχων και έσων, στο επίπεδο της κεντρικής εξου
σίας, επ ’ ουδενί λόγω. Η έρευνα αυτή γίνεται από τον καθένα ανάλογα ε τις ανάγκες του
(σελ. 108). (...) πραγ ατική πολιτική της έρευνας, πέρα από τα λόγια, είναι ένα ιδιαίτερα
πολύπλοκο πρόβλη α. Ποιός την προγρα ατίζει; (...) ποιός φτιάχνει τη στρατηγική εντός
της οποίας φτιάχνονται τα προγρά ατα; Είναι δύο ερωτή ατα τα οποία θα τα άφηνα α
νοιχτά και χωρίς πολλά σχόλια, γιατί νο ίζω ότι στην πραγ ατικότητα κανείς δεν προ
γρα ατίζει και κανείς δεν έχει κα ιά στρατηγική (σελ. 109). (Υπάρχει, Ν. Π.) ένα γενικό
τερο πρόβλη α το οποίο αφορά τη δυσκα ψία που χαρακτηρίζει σκέψεις, αναλύσεις, φα
ντασία, την έλλειψη πνοής στην ακό α τρέχουσα πολιτική πρακτική που αποβλέπει στο
να φτιάξει κάποια πολιτική έρευνας. Αυτά τα χαρακτηριστικά που δεν είναι φιλολογικά,
αλλά τα συναντά ε κάθε έρα, νο ίζω ότι δεν οφείλονται (...) σε ψυχολογικές αδυνα ίες.
αλλά σε ένα ση αντικότατο πολιτικό παράγοντα ε βαθύτατες συνέπειες, στην άρνηση,
έχρι τώρα τουλάχιστον, από τις πολιτικές ηγεσίες και ας πού ε εταδικτατορικά, για να
συνεννοού εθα, στην άρνηση της οποιοσδήποτε επιλογής, στην άρνηση επιλογών, πράγ
α το οποίο εξηγείται από τη γενικότερη κατάσταση, και στάδιο ανάπτυξης της ελληνικής
οικονο ίας και κοινωνίας, που βρίσκεται τώρα σε κάποια κα πή από κά ποσα χρόνια,
όπου επιλογές πρεπει να παρθούν, κάθε ία ό ως έχει ένα τέτοια κόστος, που κανείς δεν
είναι διετεθει ένος να το πληρώσει εν ονό ατι των επιδιωκο ένων στόχω ν του, έστω και
αν διακηρύξει αυτούς στις ταράτσες και τα πολκόνια» (σελ. 110). Εδώ πρέπει να τονισθεί
ότι οι κριτικές απόψεις του κου Παπαγιαννάκη, διατυπώνονται την περίοδο που ετοι αζό
ταν ο πρώτος ελληνικός νό ος που ρυθ ίζει σφαιρικά τα θέ ατα ΕΤΕ, ο ετέπειτα Ν.
1514/85.
22. «Η ανάπτυξη της εγχώριας επιστη ονικής και τεχνολογικής έρευνας (ΕΤΕ) απαιτεί
την αναγνώριση και πλήρη αξιοποίηση αυτών των ολιγάριθ ων διεθνούς επιπέδου ερευνη
τών ας, οι οποίοι ε κατάλληλες συνθήκες πορούν ν ’ αποτελέσουν τη « αγιά» για την
αναβάθ ιση των υπολοίπων, τη δη ιουργία νέων και την προσέλκυση διαπρεπών Ελλήνων
ερευνητών της διασποράς» συνεχίζει το κεί ενο (ΓΓΕΤ, 1987, σελ. 7). Εδώ ανακύπτει πρό
βλη α του τι ση αίνει «αναγνώριση» και «πλήρης αξιοποίηση» των έτσι κι αλλιώς πολύ
γνωστών 30—40 επιστη όνων. Πρέπει ακό η να παρατηρηθεί ότι η θεωρία της «διάχυσης»
που βρίσκεται πίσω από τις παραπάνω γρα ές, βορειοα ερικανική θεωρία της δεκαετίας
του’50 που αφορούσε στην ανάπτυξη των πρώην αποικιών, δηλ. του ση ερινού Τρίτου
Κόσ ου, έχει δεχθεί εξοντωτική κριτική, όχι όνο από τους θεωρητικούς της ανάπτυξης,
αλλά έχει εγκαταληφθεί και από τoυJειδικoύς υπερεθνικούς οργανισ ούς (όπως η Παγκό
σ ια Τράπεζα ή ο υποοργανισ ός του ΟΗΕ UNCTAD).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. . ΑΓΡΑΦΙ ΤΗΣ κ.α., Στοιχεία ιας ελληνικής επιστη ονικής και


τεχνολογικής πολιτικής για τη δεκαετία του ’80, Έκδοση Υ-
ΠΕΤ/ΓΓΕΤ, Αθήνα Οκτώβριος 1982.
2. Γ.Σ. ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Επιστή η και παραεπιστή η (Εισήγηση
στο σε ινάριο για τη διεπιστη ονικότητα), Επιθεώρηση Κοι
νωνικών Ερευνών, αρ. 44—47 (1982), σελ. 83—93.
3. Κ. ΒΑΙΤΣΟΣ / Τ. ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ, Τεχνολογικός ετασχη ατισ ός
και οικονο ική ανάπτυξη, Αθήνα 1987.
4. Θαν. ΒΑΛΑΒΑΝΙ ΗΣ. Κοινωνικοί παράγοντες της επιστη ονικής
και τεχνολογικής υπανάπτυξης στην Ελλάδα. Οικονο ία και
Κοινωνία, αρ. 17, Ιούνιος 1981, σελ. 52—62.
5. Κ. ΒΕΡΓΟΠΟΥΑΟΣ, Η απο-ανάπτυξη σή ερα. Αθήνα 1986.
6. L. BASSO κ.α.. Πολιτιστικός ι περιαλισ ός, Αθήνα 1984.
7. ΓΓΕΤ, είκτες επιστη ονικής και τεχνολογικής έρευνας, στο: Ενη
ερωτικό ελτίο ΓΓΕΤ, αρ. 10/1985, σελ. 3-13.
8. ΓΓΕΤ, Οδηγός τεχνολογικών υπηρεσιών, τ. I και 2, Αθήνα 1986
9. ΓΓΕΤ·, Ερευνητικές και τεχνολογικές δραστηριότητες στην Ελλάδα,
Αθήνα χ.χ. (1986)
10. ΓΓΕΤ, πρακτικά της η ερίδας για τη «σύνδεση ερευνητικών ε τις
παραγωγικές δραστηριότητες» (Αθήνα 11/12/1986).
11. ΓΓΕΤ, Έρευνα και τεχνολογία στην Ελλάδα, Αθήνα 1987.
12. W.v.d. DAELE κ.α.. Die politische Steuerung der wissenschaftlichen
Entwicklung, στο W.v.d. Daele / W. Krohn / P. Weingart, Ge-
plante Forschung, Frankfurt 1979, σελ. II—63.
13. ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛίΚΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΣΥΝ
ΕΣΜΟΣ, Προβλή ατα Επιστη ονικής Έρευνας, (διή ερο
Μελέτης), ΕΙΕ, Αθήνα 23>24/5/1983.
14. Λ. ΚΑΜΑΡΙΝΟΥ/ Γ. ΚΑΜΑΡΙΝΟΣ/ Γ. ΠΑΝΑΝΑΚΗΣ, Επιστή η,
επιστη ονική έρευνα και κοινωνικές δο ές, Ο.Τ., Φ. 1134,
29/1/1976.
15. Μπ. ΚΟΡΙΑ, Επιστή η, τεχνική και κεφάλαιο, Αθήνα 1985.
16. Α. ΚΤΕΝΑΣ, Μεταφορά Τεχνολογίας, στο: ΤΕΙ Αθήνας, Επιπτώσεις
της τεχνολογικής και επιστη ονικής επανάστασης, Αθήνα
1984.
17. Carlos KIRSCHBAUM/ Enrique WITTWER, To ζαχαροκάλα ο και
η φυσική. Ένα πρότυπο συνεργασίας ανά εσα στο πανεπιστή
ιο και τη βιο ηχανία, στο: Κ. ΚΙΝΙΑΣ/ Σ. ΣΤΑΥΡΟΥ (επι ).
Μεταφορά τεχνολογίας και ανάπτυξη, Βερολίνο 1982, σελ. 129-
140.
18. Β. KHADER, Πολυεθνικές επιχειρήσεις, εταφορά τεχνολογίας και
πολιτιστικός ι περιαλισ ός, στο: L. BASSO κ.α., Πολιτιστικός
ι περιαλισ ός, Αθήνα 1984, σελ. 106-138.
19. Γ. ΜΗΑΙΟΣ, Η δια άχη για τον παγκόσ ιο καπιταλισ ό στις κλασ
σικές θεωρίες του ι περιαλισ ού, στο: Γ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ (επι .)
οκί ια οικονο ικής θεωρίας και οικονο ικής πολιτικής, Αθή
να 1986.
20. OECD, Meeting of the commitee for scientific and technological poli
cy at ministerial level. The contribution of science and technology
to economic growth and social development, Paris 7.10.1987 (πο-
λυγρ.)
21. OECD, Review of national science policy: Greece, Paris 1984.
22. M. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΑΚΗΣ, Ο ιλία του οικονο ολόγου Μ. Παπαγιαν-
νάκη στο: ιή ερο Μελέτης του Ελληνογαλλικού επιστη ονι
κού και τεχνικού συνδέσ ου «προβλή ατα Επιστη ονικής Έ
ρευνας», Αθήνα 23-24/5/1983, σελ. 103-111.
23. Κυρ. ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ, υνατότητες και αδυνα ίες των ΑΕΙ στην
προώθηση και ανάπτυξη της καινοτο ίας. Ο ιλία στα πλαίσια
του συνεδρίου ΕΟΜΜΕΧ «Το τοπικό γραφείο καινοτο ιών και
οι ικρο εσαίες βιο ηχανίες» (Αθήνα 25-27/9/85), στο: Ενη ε
ρωτικό ελτίο ΓΓΕΤ, αρ. 10/85, σελ. 28-32.
24. Κυρ. ΠΑΠΑΗΑΙΟΥ, Εισήγηση Γενικού Γρα ατέα Κ. Παπαηλιού,
---- T-T-mr τπΓ τιιιε ίδα€ για τη σύνδεση ερευνητι-
κ:ών ε τις παραγωγικές δραστηριότητες (Αθήνα 11/12/1986)
25. Β. ΠΑΠΑΝ ΡΕΟΥ, Ο ιλία κήρυξης έναρξης του συνεδρίου ΕΟΜ-
ΜΕΧ «Το τοπικό γραφείο καινοτο ιών και οι ικρο εσαίες
-^βιο ηχανίες» (Αθήνα 23-27/9/85) από την Υφυπουργό Βιο η
χανίας, Ενέργειας, Τεχνολογίας, στο: Ενη ερωτικό ελτίο
ΓΓΕΤ, αρ. 10/85, σελ. 24-28.
26. Ν. ΠΑΤίΝΙ ΤΗΣ, Κοινωνικές επιπτώσεις τεχνολογικών εταβο
λών, στο: ΤΕΙ Αθήνας, Επιπτώσεις της τεχνολογικής και επι
στη ονικής επανάστασης, Αθήνα 1984.
27. Ν. PATINIOTiS, Strukturelle Abhangigkeit und Arbeitsemigration,
Diss., Frankfurt 1979.
28. . ΡΑΠΑΚΟΥΑΙΑΣ Ο ιλία του Γενικού Γρα ατέα Έρευνας και
Τεχνολογίας Ρ. Ραπακούλια στο ιή ερο Μελέτης του Ελλη-
νογαλλικού επιστη ονικού και τεχνικού συνδέσ ου, «Προβλή
ατα Επιστη ονικής Έρευνας», Αθήνα 23-24/5/1983, σελ. 17-
27.
29. . ΡΟΚΟΣ, Ο ιλία του Γενικού Γρα ατέα του Υπουργείου Παι
δείας στο ιή ερο Μελέτης του Ελληνογαλλικού επιστη ονι
κού και τεχνικού συνδέσ ου «Προβλή ατα Επιστη ονικής Έ
ρευνας», Αθήνα 23-24/5/1983, σελ. 27-33.
30. Κων. ΣΗΜΙΤΗΣ, Χαιρετισ ός του Υπουργού Εθνικής Οικονο ίας
στο διεθνές συνέδριο ΕΟΜΜΕΧ ε θέ α «Το τοπικό γραφείο
καινοτο ιών και οι ικρο εσαίες βιο ηχανίες», Αθήνα 25-
27/9/85, στο Ενη ερωτικό ελτίο ΓΓΕΤ, αρ. 10/85, σελ. 22-24.
31. η . Σ ΤΗΡΙΟΥ, Σχεδιασ ός και υλοποίηση επιστη ονικής και
τεχνολογικής πολιτικής στην Ελλάδα, Επιθεώρηση Κοινωνι
κών Ερευνών, αρ. 54 (1984), σελ. 48-106.
32. Θ.Π. ΤΑΣΙΟΣ, Τελευταία ευκαιρία. Η έρευνα στην Ελλάδα ασθενεί
βαρέως. ΒΗΜΑ 1/1/1988
33. ΤΕΙ Αθήνας, Επιπτώσεις της τεχνολογικής και επιστη ονικής επα
νάστασης (Εισηγήσεις σε ιναρίου 12-16/9/1983), Αθήνα 1984.
34. ΥΠΕΘΟ, Πρόγρα α Οικονο ικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης
(ΠΟΚΑ)Ι983-1987. Προκαταρκτικά, Αθήνα 1983.
35. ΥΠΕΘΟ/ΚΕΠΕ, ΠΟΚΑ 1988-1992 Το έας: Έρευνα και Τεχνολο
γία, (πολυγρ.), Αθήνα Σεπτ. 1987.
36. ΥΠΕΤ, Έρευνα και Τεχνολογία: Η ση ερινή κατάσταση και προο
πτικές, Ενη ερωτικό ελτίο ΥΠΕΤ, αρ. 5-6/84, σελ. 10-15.
37. P.WEINGART (επι ), Wissenschaftsforschung, Frankfurt/N.Y. 1985
38. WORLD BANK, Weltentwicklungsbericht 1987, (γερ ανική έκδοση),
Washington DC 1987.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝ Ν
170 χρόνια Ανώτατης Ελληνικής
Π αιδείας
Η αναγκαιότητα της ίδρυσης ενός Πανεπιστη ίου στο νεοελληνικό κρατίδιο ήταν επιτακτική
και, αν λάβει κανείς υπόψη του τις ιδιο ορφίες και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που προέκυπταν
από την προσπάθεια για τη συγκρότηση του έθνους και της πολιτείας, η ίδρυσή του υπήρξε
έγκαιρη.
Η οργάνωση της νεοσύστατης πολιτείας χρειαζόταν υπαλλήλους κατάλληλα εκπαιδευ ένους,
προκει ένου ν α επανδρώ σουν τις θέσεις που δη ιουργοΰνταν από τις τρέχουσες ανάγκες της
εποχής. Η κοινωνία έπρεπε ν α αναπτυχθεί το ταχύτερο δυνατόν σύ φω να ε τα πρότυπα του
δυτικού κόσ ου. Γίνεται περισσότερο από π ροφ ανές ότι χρειάζονταν νο ο αθείς, οι οποίοι θα
στελέχωναν τη δικαστική εξουσία της χώρας, αλλά και γιατροί, οι οποίοι θα ασκούσαν τη
σύγχρονη ιατρική έσα σε νοσοκο ειακές ονάδες.
Από τις πρώ τες προτεραιότητες ήταν και οι δάσκαλοι, οι οποίοι θα αναλά βαναν το τιτάνιο έργο
να ορφώ σουν τον αναλφάβητο λαό. Η ιδέα λοιπόν ενός ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύ ατος
προέκυψε επιτακτική, ια και για να τεθεί σε λειτουργία ο κρατικός ηχανισ ός έπρεπε η
Παιδεία ν α λειτουργήσει τάχιστα και αποτελεσ ατικά. Αυτή η παιδεία λοιπόν έπρεπε ν α τεθεί
κάτω από την κρατική έρι να και εποπτεία.
Εδώ θα πρέπει, ίσως, απλά και όνο ν α ση ειώσου ε ότι ταυτόχρονα ε τις ευγενικές επιδιώξεις
γύρω από την αναγκαιότητα της ίδρυσης ενός ανώτατου εκπαιδευτηρίου δεν έλειψαν (πώς
άλλωστε θα ήταν δυνατόν;) οι προσω πικές επιδιώξεις και σκοπι ότητες που χαρακτηρίζουν
έντονα τη φυλή ας και εκφράζονται συνήθως σε βάρος του συνόλου...

Ιδεολογικοπολιτικός προσανατολισ ός
Από την πρώτη στιγ ή της ανάληψης των καθηκόντων του εν Ελλάδι, ο Βαυαρός Μ άουερ θέτει
ως ύψιστη προτεραιότητα την ίδρυση και λειτουργία ενός ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύ ατος,
το οποίο θα θέσει ως αρχικό του στόχο τη όρφωση και την ένωση της Ελλάδας. Ταυτόχρονα,
ένας από τους βασικούς σκοπούς της λειτουργίας του, θα είναι να παίξει έναν ση αντικό και
καθοριστικό ρόλο στη εταλα πάδευση του ευρωπαϊκού πνεύ ατος στην Ασία.
Το κίνητρο της ίδρυσης του Π ανεπιστη ίου, όπως γίνεται φ ανερό, είναι σοβαρό και ως
ακροπρόθεσ ο στόχο έχει την ακό α σοβαρότερη υπόθεση της πολιτιστικής διείσδυσης της
ύσης στην Ανατολή. Η Ελλάδα, ε αιχ ή του δόρατος τον αρχαίο ελληνικό πολιτισ ό της,
προορίζεται ν α πρωταγωνιστήσει, καθοδηγού ενη από τους ευγενείς της προστάτες, σ ’ αυτό τον
ρόλο των λεπτώ ν απαιτήσεων.
Απ’ ό,τι φαίνεται, η ζέση των Βαυαρών για την ίδρυση του Π ανεπιστη ίου δεν είχε οναδικό
κίνητρο την εκπαιδευτική πρόβλεψη, αλλά αποτελούσε την ευρύτερη έκφραση ιας πολιτικής
σύλληψης. Α πό τη γένεσή του, λοιπόν, το Πανεπιστή ιο είχε ως αποστολή ν α παίξει τον
δια εσολαβητή του ευρωπαϊκού πολιτισ ού στην Ανατολή, κι αυτό θα είχε παράλληλη συνέπεια
την ώθηση και ενεργοποίηση του φοιτητικού κόσ ου στο πλαίσιο ενός πολιτικού - πολιτιστικού
ορά ατος.
ο ρόλος του Καποδιστρια
«Εί αι α ποφ ασισ ένος να στηρίξω την επανόρθω σιν της Ελλάδος εις δύο εγάλας βάσεις, την
εργασίαν και την στοιχειώδη εκπαίδευσιν». Αυτό, εν συντο ία, ήταν το σχέδιο του Καποδίστρια,
ο οποίος, ά α τη αναλήψει των καθηκόντων του το 1928 , συγκέντρω σε δίπλα του ία αξιόλογη
ο άδα λογιών που έδειξε ιδιαίτερη προθυ ία να συνεργαστεί για την πνευ ατική αναγέννηση
της Ελλάδας.
Α νά εσα τους νη ονεύου ε ενδεικτικά τον Γ. Γεννάδιο, τον Γ. Κωνσταντά, τον Α. Μουστοξύδη
και τον Κ. Σχινά. Ο Κυβερνήτης έγρ α φ ε χαρακτηριστικά στον Κοραή: «Η δη όσια εκπαίδευσις
δεν είναι δυνατόν ν α οργανωθή όσον ταχέω ς αι χρείαι το απαιτούσι και η είς το επιθυ ού εν.
ιά τα σχολεία χρειάζονται οική ατα· εγώ δε φτάσας ενταύθα ευρήκα όνον καλύβας, όπου
εσκεπάζοντο πλήθος οικογενειών πειναλαίω ν».
Α πευθυνό ενος προς τη ’ Εθνική Συνέλευση, στις 30 Ιουλίου 1829 , ο Καποδίστριας εξέθεσε το
πρόγρα ά του για την Παιδεία και ζήτησε τη συ παράσταση των αντιπροσώπω ν του έθνους
στο έργο της κυβερνήσεώ ς του, την οποία και έλαβε. Στη συνέχεια ξεκίνησε ια σειρά εντατικών
έργων γύρω από τη συστη ατική οργάνωση της εκπαίδευσης. Έ ναν χρόνο αργότερα ο Κ. Σχινάς
υπέβαλε το «Σχέδιο περί Ελληνικών Σχολείων», αλλά η ελέτη του σχεδίου δεν προχώρησε
λόγω της δολοφ ονίας του Κυβερνήτη και του χάους που ακολούθησε κι εξακολουθεί να
στοιχειώνει την πατρίδα ας, ώς και τις έρες ας!
Από την επίση η έκθεση που υπέβαλε ο Ν. Χ ρυσόγελος στον Καποδίστρια στις αρχές του 1831 ,
αθαίνου ε ότι είχαν τεθεί σε λειτουργία Ι 2 ΐ κυβερνητικά αλληλοδιδακτικά και ελληνικά
σχολεία, τα οποία είχαν 9.246 αθητές. Επίσης άλλοι 5·000 αθητές άθαιναν γρά ατα από
ελεύθερους δασκάλους, γιατί ακό α δεν είχαν χτιστεί σχολικά οική ατα.

Οθωνικόν Πανεπιστή ιον


Η ιδέα της ιδρύσεως και λειτουργίας του Πανεπιστη ίου ανήκει στον Καποδίστρια και η
υλοποίηση στον Ό θω να. Στο ση είο αυτό αξίζει ν α ση ειώσου ε ότι είχαν προηγηθεί την εποχή
της πρώτης αντιβασιλείας τα σχέδια του Μ άουερ, τα οποία στηρίζονταν στα πρότυπα των
γερ ανικώ ν πανεπιστη ιακών σχολών. Τα σχέδια, ωστόσο ανεστάλησαν ετά την ανάκληση του
Μ άουερ τον Ιούλιο του 1934> Y^ct να φτάσου ε αισίως στις 14 Απριλίου του 1837 , οπότε
χρονολογείται η ιστορική έκδοση του διατάγ ατος «Περί συστάσεως του Π ανεπιστη ίου».
Επρόκειτο για ια κορυφαία στιγ ή για τον ελληνισ ό και το έλλον του, αφού το πρώτο αυτό
Πανεπιστή ιο του ελληνικού κράτους θα διασφάλιζε και θα διαιώνιζε την ελληνική Παιδεία. Για
πρώτη φορά, στις 3 Μ αίου 1837 ? το «Οθωνικό Π ανεπιστή ιο», όπως ονο άστηκε τότε, ανοίγει
τις πόρτες του προκει ένου να εκπληρώσει τα ιδανικότερα των ορα άτω ν του ελληνισ ού: την
πνευ αΉκή συγκρότηση του έθνους. Ή ταν το πρώτο Π ανεπιστή ιο στην ευρύτερη περιοχή της
Ανατολικής Μ εσογείου και στεγαζόταν στην κατοικία του αρχιτέκτονα Κλεάνθη στη
βορειοανατολική πλευρά της Ακρόπολης.
Πρώτος πρύτανης ανεδείχθη ο καθηγητής της Ιστορίας Κ. Σχινάς. Α νά εσα στα ονό ατα του
καθηγητικού προσωπικού ήταν ο καθηγητής φιλοσοφίας Ν. Βά βας, ο αρχι ανδρίτης
καθηγητής Θ εολογίας Μ. Αποστολίδης, ο καθηγητής της Νο ικής Γ. Ράλλης και ο καθηγητής της
Ιατρικής Α ναστάσιος Λευκίας Γεωργιάδης.
Ο αριθ ός των πρώτων εγγεγρα ένω ν φοιτητών δεν ξεπερνοΰσε τους 52 , στους οποίους είχαν
προστεθεί και 75 η εγγεγρα ένοι ακροατές, οι οποίοι στην πλειονότητά τους ήταν
ηλικιω ένοι φουστανελοφόροι, διψασ ένοι για γρά ατα, όπως και δη όσιοι υπάλληλοι. Οι
πρώτες σχολές ήταν η Θεολογική (προσβλέποντας στην ευνοϊκή συνδρο ή του αγίου
πνεύ ατος!), η Νο ική, η Ιατρική και, τέλος, αυτή των Ε φαρ οσ ένω ν Επιστη ών που
συ περιλά βανε και τα Μαθη ατικά.

Πετραδάκι - πετραδάκι...
Στάδια αποπεράτωσηΰ του κτίσαατοΰ
Με τα πρώτα χρ όνια της λειτουργίας του, φάνηκε ότι το Οθωνικό Π ανεπιστή ιο δεν πορούσε
να καλύψει τη στέγαση των ολοένα και αυξανό ενω ν φοιτητών. Έτσι, στις 26 Ιανουαρίου 1839 ?
ε πρωτοβουλία του δεύτερου πρύτανη Γεωργίου Λ. Ράλλη, συγκροτήθηκε επιτροπή για τη
συλλογή συνδρο ώ ν προς ανέγερση Ελληνικού Πανεπιστη ίου.
Ήδη από το 1 8 3 9 τέθηκαν τα θε έλια ενός νέου κτιρίου που σχεδιάστηκε από τον ανό
αρχιτέκτονα Κρίστιαν Χ άνσεν ( 1803 - 1883 ). Στις 2 Ιουλίου του 1839 ?σε πανηγυρική τελετή, ο
Ό θω νας έθεσε τον θε έλιο λίθο ε την επιγραφή «Ελληνικόν Π ανεπιστή ιον, ανεγερθέν τη
συνδρο ή Ελλήνων και Φιλελλήνων, ζ' έτει της βασιλείας Ό θω νος του Πρώτου, την 2 αν Ιουλίου
1839 »· Με τα σ χέδιά του, ο Χ άνσεν έ εινε πιστός στις αρχές του κλασικισ ού προσδίδοντας στο
οίκη α την αναγκαία εγαλοπρέπεια, δίχως ωστόσο ν α προδώ σει την απλότητα του
περιβάλλοντος χώ ρου και της σχέσης του ε την ανθρώπινη κλί ακα και το ανθρώ πινο έτρο.
Το 1841 εγκαινιάστηκαν οι νέες τάξεις του Πανεπιστη ίου που στεγάσθηκαν στο νεόδ ητο και
εντυπωσιακό αυτό οικοδό η α.
Οι εργασίες για την ολοκλήρωση του έργου συνεχίσθηκαν έχρι το έτος 1842 - 1843 » ε
επιβλέποντα τον ίδιο τον ελετητή. Οι υπόλοιπες πτέρυγες συνέχισαν ν α οικοδο ούνται έχρι
και το έτος 1864 , υπό τη διαδοχική επίβλεψη των Λύσανδρου Καυταντζόγλου και Ανα(ίίτάσιου
Θεοφιλά. Σ’ αυτή τη δαπανηρή συνέχιση των εργασιών του εγαλεπήβολου κτίσ ατος
συνέδρα αν οικονο ικά, εκτός από τον ίδιο τον Ό θω να, ο Σέρβος ηγε όνας Μίλος Ο πρένοβιτς,
ο η ήτριος Π λατυγένης, ο η ήτριος Μ πεναρδάκης, οι αδελφοί Ιωνίδη, η ελληνική κοινότητα
Γαλαζίου κ.ά. Το 1846 άρχισε η κατασκευή της οπίσθιας πτέρυγας και της Αίθουσας Τελετών, η
οποία ολοκληρώθηκε το 1 8 5 1 .
Το ι 86 ΐ ανατέθηκε στον Βαυαρό ζωγράφο Karl Rahl, να φιλοτεχνήσει τις τοιχογραφίες τις
ζωφόρου. Τελικά, το έργο το εκτέλεσε ο Πολωνός καλλιτέχνης Ed. Lebiedzky, το 1888 - 1889 ,
λόγω θανάτου του Rahl. Χρη ατοδότης αυτού του έργου υπήρξε ο βαρόνος Σί ων Σίνας.
Το ι 866 , η Πανεπιστη ιακή και η η όσια Βιβλιοθήκη συγχω νεύτηκαν και αποτέλεσαν την
Εθνική Βιβλιοθήκη, η οποία στεγάστηκε στον άνω όροφο του Π ανεπιστη ίου έως το 1903 ,
οπότε και εταφέρθηκε στο διπλανό νεοκλασικό κτίριο.
Στην πρόσοψη του κτίσ ατος τοποθετή θηκαν, κατόπιν πολλών ση ασιολογικών σκέψεων, κατά
σειρά οι ανδριάντες των Ρήγα Φεραίου (το 1871 ), Πατριάρχη Γρηγόριου Ε' (το 1872 ),
Α δα άντιου Κοραή (το 1875 )» Γλάδστωνα (το 1885 ) και Ιωάννη Καποδίστρια (το 1928 ). Με τη
συ πλήρωση της Βιβλιοθήκης ολοκληρώθηκε αυτό που εύστοχα χαρακτηρίστηκε ως η
«αθηναϊκή τριλογία» του νεοκλασικισ ού.

Το Πανεπιστή ιο στον 2θό αιώνα


Το 1904 θεωρείται σταθ ός και συντελείται ία ση αντική αλλαγή στη δο ή του
Πανεπιστη ίου. Η σχολή Καλών Τ εχνώ ν διασπάστηκε σε δυο σχολές: σε αυτή των Τεχνών και
σε αυτή των Επιστη ών, η οποία περιέλαβε τις νέες σχολές Φυσικής, Μαθη ατικών και
Φαρ ακευτικής. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1911 , εκπληρώνεται ο όρος της διαθήκης του
Ηπειρώτη ευεργέτη Ιωάννη ο πόλη, ο οποίος διέθεσε την κολοσσιαία περιουσία του για την
ίδρυση ενός Π ανεπιστη ίου που θα έφ ερε το όνο α του Καποδίστρια, στην Α θήνα ή σε όποια
άλλη πόλη ήταν πρω τεύουσα της Ελλάδας, το 1906 .
Το Καποδιστριακό Π ανεπιστή ιο γίνεται πραγ ατικότητα και σε αυτό υπάγονται πλέον οι
σχολές Θεολογίας, Νο ικής και Φιλοσοφίας. Το 1932 ορίστηκε ότι τα δύο Ιδρύ ατα
συναποτελούσαν το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστή ιο Αθηνών. Έκτοτε, προκει ένου να
καλυφθούν οι διαρκώς αυξανό ενες - συνεπεία της ταχείας εξέλιξής του - στεγαστικές
ανάγκες, το Π ανεπιστή ιο επεκτάθηκε σε διάφορες περιοχές.
Στη δεκαετία του i 960 άρχισαν κατασκευαστικές εργασίες στην Πανεπιστη ιούπολη στην
περιοχή Ζωγράφου. Τα κτίρια που παρεδόθησαν προς χρήση είναι της Φιλοσοφικής και
Θεολογικής, τα κτίρια της Σχολής Θετικών Επιστη ών και η Φοιτητική Εστία.

Μελαγχολικός απολογισ ός
Το Εθνικό και Καποδιστριακό Π ανεπιστή ιο Αθηνών,στα 170 χρόνια παρουσίας του στον
πνευ ατικό στίβο της Ελλάδας, ακολούθησε την πορεία και την τύχη της ίδιας του της χώρας. Αν
και δεν έλειψαν οι φιλότι ες προσπάθειες και τα φω τεινά υαλά, το Πανεπιστή ιο δεν
κατάφερε ν α σταθεί στο ύψ ος των προσδοκιών που το ίδιο έθεσε, παρα ένοντας δέσ ιο
συ φερόντω ν, συντεχνιακών σκοπι οτήτων, άντρο οικογενειοκρατίας και γενικά λα πρό πεδίον
άσκησης ικροπολιτικής. Είναι ένα ίδρυ α που δεν διακρίνεται ούτε για τις επιδόσεις του ούτε
για τους ορα ατισ ούς του ούτε για την ανεξαρτησία του και, κυρίως, ούτε για τη γενναιότητά
του
Γκόκας Περικλής, Πλακαδάρας Βασίλειος
Επιστή η και Έρευνα: το Ελληνικό Συγκριτικό Πλεονέκτη α ΒΗΜΑ 23.1.2013

Οι δύσκολες στιγ ές που περνάει η χώρα εδώ και τρία χρόνια έχουν δη ιουργήσει ια συνολική
α φισβήτηση της κοινωνικής συνοχής και παράλληλα, συντελούν στη δη ιουργία ενός γενικότερου
κλί ατος απαισιοδοξίας για το έλλον της χώρας και απαξίωσης των θεσ ών και των πολιτών της.
Η περίφη η ανάπτυξη καθυστερεί όσο ο σχεδιασ ός και το σύνολο των ενεργειών που γίνονται
έχουν καθαρά αντιπαραγωγική συνιστώσα. Παράλληλα, έσα στο γενικότερο κλί α απαξίωσης
έχουν πει στο στόχαστρο και τα πανεπιστη ιακά ιδρύ ατα της χώρας καθώς και οι ερευνητικοί
φορείς, οι οποίοι αγόγγυστα, ε πενιχρή χρη ατοδότηση αν συγκριθούν διεθνώς, συνεχίζουν να
λειτουργούν και να παράγουν ση αντικότατο ετηστη ονικό έργο.
Ετπκεντρώνοντας αποκλειστικά στους αριθ ούς που απεικονίζουν την ψυχρή αλήθεια πέρα από
προκαταλήψεις και ιδεοληψίες και ε αφορ ή την πρόσφατη δη οσίευση του εγκυρότατου
επιστη ονικού περιοδικού Nature, ας δού ε ποιο είναι πραγ ατικά το συγκριτικό πλεονέκτη α
αυτής της χώρας. Παρατηρού ε ότι παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 38η θέση
παγκοσ ίως από πλευράς χρη ατοδότησης της έρευνας και ανάπτυξης (αξιοποιώντας όλις το
0,6% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος στην έρευνα) οι ερευνητές ας έχουν δη οσιεύσει
κατά το 2012 ( έσα στην κρίση) 9.840 άρθρα σε διεθνή επιστη ονικά περιοδικά, οδηγώντας τη
χώρα ας στην 19η θέση παγκοσ ίως στην κατάταξη από πλευράς ερευνητικού έργου.
Μάλιστα, αν εστιάσου ε στο καλύτερο 1% των δη οσιεύσεων για το 2012 ε βάση τις
ετεροαναφορές τους, τότε η Ελλάδα κατατάσσεται στην 13η θέση ε 1,13% των συνολικών
δη οσιεύσεων. Η αντικει ενική αυτή σύγκριση δείχνει ότι η Ελλάδα προηγείται ερευνητικά
προηγ ένων χωρών όπως η Ιταλία, ο Καναδάς, η Ισπανία και η Γαλλία. Αξιοση είωτο είναι το
γεγονός ότι ο Καναδάς δαπάνησε όνο για το 2011 το 1,8% του ΑΕΠ του στην έρευνα, η Ιταλία το
1,1%, η Γαλλία το 1,9% και η Ισπανία το 1,3%.
Αν ετρήσου ε τα ποσά που δαπανήθηκαν σε δισεκατο ύρια δολάρια, τότε η Ελλάδα δαπάνησε
όλις $1,7 δις, έναντι $24,3 δις, $19 δις, $42,2 δις και $17,2 δις αντίστοιχα! Αναλογικά λοιπόν οι
χώρες αυτές δαπάνησαν για την έρευνα από 10 έως 25 φορές περισσότερα χρή ατα από την
Ελλάδα. Όπως βλέπου ε και στον παρακάτω τπνακα, για κάθε κορυφαία δη οσίευση ο Καναδάς
δαπάνησε $475,000, η Ιταλία $392,000, η Γαλλία $736,000 η Ισπανία $382,000 και η Ελλάδα όλις
$183,000. Η τελευταία στήλη του πίνακα δείχνει πως η σχετική παραγωγικότητα της Ελλάδας στην
έρευνα είναι 4,02 φορές εγαλύτερη από της Γαλλίας και 2,60, 2,15 και 2,09 φορές εγαλύτερη
από του Καναδά της Ιταλίας και της Ισπανίας αντίστοιχα!
ΘέσηΧώρα η οσιεύσειςΠοσοστό στο 1 % καλύτερων

Ελβετία 21796 1.91

ανία 12376 1.77

Ολλανδία 30616 1.66

Βέλγιο 16442 1.63

Αυστρία 11132 1.52

Ην. Βασίλειο 86544 1.44

Νορβηγία 9456 1.33

Τσεχία 8400 1.32


9 Φινλανδία 9368 1.28

10 Σουηδία 19421 1.22

11 Γερ ανία 83216 1.21

12 ΗΠΑ 311975 1.19

13 Ελλάδα 9281 1.13

14 Ιταλία 48353 1.10

15 Καναδάς 51107 1.09

16 Ισπανία 44935 1.01

17 Γαλλία 57320 0.99

18 Αργεντινή 6866 0.94

19 Ιρλανδία 6238 0.91

20 Πορτογαλία 1068 0.86

21 Πολωνία 17602 0.79

22 Ρωσία 22340 0.52

23 Βραζιλία 29924 0.43

ις $ για Αναλογία ε η οσιεύσεις $ ανά Σχετική


έρευνα Ελλάδα δη οσίευση Παραγωγικότητα

Καναδάς 24.3 14.29 51107 475,473.03 2.60

Ιταλία 19.0 11.18 48353 392,943.56 2.15

Γ αλλία 42.2 24.82 57320 736,217.73 4.02

Ισπανία 17.2 10.12 44935 382,775.12 2.09

Ελλάδα 1.7 1.00 9281 183,169.92 1.00

Φυσικά απέχου ε από τις ΗΠΑπου έχουν την πρώτη θέση στην έρευνα ε 311.975 δη οσιεύσεις
και ποσοστό 1,91% στο καλύτερο 1% των δη οσιεύσεων και τη δεύτερη Αγγλία ε 86.544
δη οσιεύσεις και 1,44% στο κορυφαίο 1%. Βέβαια, οι συγκεκρι ένες χώρες όνο για το 2011
δαπάνησαν $405,3 δις και $38,2 δις αντίστοιχα. Σε ευρωπαϊκό εττίπεδο η Ελλάδα είναι 12η ε βάση
τον αριθ ό δη οσιεύσεων, ενώ κατατάσσεται στην 10η θέση στο 1% των κορυφαίων
δη οσιεύσεων. Η αξία των Ελλήνων ερευνητών πορεί αντανακλάται και στην αναγνώριση που
λα βάνουν στο εξωτερικό. Ενδεικτικά, στο κορυφαίο α ερικανικό πανεπιστή ιο ΜΙΤ, διδάσκουν
20 Έλληνες καθηγητές σε σύνολο 900, ποσοστό 2,22%. Η αναλογία του ελληνικού πληθυσ ού
στον παγκόσ ιο είναι όλις 0,16% πράγ α που ση αίνει ότι οι Έλληνες καθηγητές έχουν 14 φορές
εγαλύτερη αντιπροσώπευση στο ΜΙΤ από αυτή που αναλογεί πληθυσ ιακά.
Αξιοποιώντας τα στοιχεία του Γεωπονικού Πανετηστη ίου, 1,086 έλληνες επιστή ονες είναι
καθηγητές σε χώρες ε ιδιαίτερη ερευνητική δράση. Συγκεκρι ένα, 761 έλληνες είναι καθηγητές σε
πανεπιστή ια των ΗΠΑ , 135 στο Ηνω ένο Βασίλειο, 33 στη Γερ ανία και 32 στον Καναδά.
Σύ φωνα ε την «Έκθεση για την καινοτο ία την Ευρώττη» για το 2011 της Ευρωπαϊκής
Ετητροτιής, η Ελλάδα διαθέτει όλις 4.2 ερευνητές ανά 100 εργαζο ένους ε τον ευρωπαϊκό έσο
να είναι 6,3. στόσο η παραγωγή δη οσιεύσεων είναι εφά ιλλη ε τον ευρωπαϊκό έσο (438
δη οσιεύσεις και 491 αντίστοιχα), ε τον αριθ ό δη οσιεύσεων που ανήκουν στο πρώτο 10% των
ετεροαναφορών να ξεπερνούν ση αντικά τον ευρωπαϊκό έσο όρο. Ουσιαστικά δηλαδή, ένας πολύ
ικρός αριθ ός ερευνητών υποστηριζό ενος από ελάχιστη χρη ατοδότηση για υποδο ές, έρευνα
και ανάπτυξη διατηρούν την επιστη ονική δραστηριότητα στην Ελλάδα σε πολύ υψηλό ετήπεδο
κατατάσσοντας τη χώρα ας στην πρώτη 20άδα παγκοσ ίως.
Η επιστη ονική έρευνα δεν αποτελεί φυσικά αυτοσκοπό αλλά το έσο για να ξεφύγει η χώρα ας
από την κρίση. Έχου ε ακούσει για την «βαριά βιο ηχανία» του τουρισ ού και της γεωργίας. Πέρα
από αυτά ό ως, οι αριθ οί δείχνουν ότι η παραγωγικότητα της επιστη ονικής έρευνας στην
Ελλάδα είναι εξαιρετικά υψηλή. Ό ως, η κατάταξη της Ελλάδας στις τελευταίες θέσεις ανά εσα
στις χώρες της ΕΕ στην απορρόφηση του κυή ατος της έρευνας στη βιο ηχανία και η διαρκής
αύξηση του ρυθ ού ετακίνησης Ελλήνων ερευνητών στο εξωτερικό (76% έναντι 56% του
ευρωπαϊκού έσου) οδηγεί σε διαρκή εξασθένιση της εγχώριας έρευνας. Αντίθετα, ο τριπλασιασ ός
των επιχειρήσεων που επενδύουν στην έρευνα και ανάπτυξη το διάστη α 1975-2011, αποτελεί
απόδειξη της ση αντικότητας της έρευνας στην προσέλκυση ξένων ά εσων επενδύσεων. Έρευνα
του τ ή ατος ιεθνών Οικονο ικών Σχέσεων και Ανάπτυξης του Αη οκρίτειου Πανεπιστη ίου
Θράκης σε δείγ α εγάλων ετηχειρήσεων του εξωτερικού που δε δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα
καταλήγει ότι οι παράγοντες που αξιολογούνται για τη λήψη ιας θετικής απόφασης υλοποίησης
ιας επένδυσης ε σειρά σπουδαιότητας είναι α) το σταθερό πολιτικό περιβάλλον, β) η ύπαρξη
ενός αξιοκρατικού πλαισίου φορολόγησης και γ) το εγχώριο επίπεδο έρευνας και ανάπτυξης.
Συνοψίζοντας, παρά την πενιχρή χρη ατοδότηση και το αρνητικό κλί α το επιστη ονικό δυνα ικό
της Ελλάδας εξακολουθεί να εργάζεται σκληρά και αποτελεσ ατικά παράγοντας ση αντικά
ερευνητικά επιτεύγ ατα που κατατάσσουν την Ελλάδα ανά εσα στά κορυφαία ερευνητικά έθνη. Το
γεγονός της ευρείας αποδοχής των Ελλήνων επιστη όνων στο εξωτερικό και η κατάταξη σε υψηλές
θέσεις των εργασιών ε βάση την ετπδρασή τους στην προώθηση της γνώσης επιβεβαιώνουν τη
διεθνή ση αντικότητα της εγχώριας έρευνας.
ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ Η ερο ηνία δη οσίευσης: 22-04-12

Η καινοτο ία, κλειδί για την ανάπτυξη στην Ελλάδα


Της Maire Geoghegan-Quinn*
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αυτήν τη στιγ ή ε πλακεί σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου: έναν αγώνα
για τις θέσεις εργασίας και την ευη ερία έσα σε ια βαθιά οικονο ική και χρη ατοταστωτική .
κρίση. Η Ευρωπαϊκή Ετητροπή είναι προσηλω ένη στην ανάπτυξη, και σε αυτήν περιλα βάνεται
και η συνεργασία της ε τις ελληνικές αρχές. Οι προσπάθειες που γίνονται τώρα θα
καρποφορήσουν στο κοντινό έλλον, και ένα πολύ ση αντικό έρος τους είναι η ανάγκη για
καινοτο ία, που θα συ βάλει στην έξοδο από αυτήν την οικονο ική ύφεση. Το παραπάνω είναι
ση αντικό, τόσο για τον ελληνικό λαό όσο και για όλους τους Ευρωπαίους.
Η επένδυση στην έρευνα και την καινοτο ία διασφαλίζει την ανταγωνιστικότητά ας, πράγ α που
εταφράζεται σε θέσεις εργασίας. Γνωρίζου ε ότι οι χώρες οι οποίες επένδυσαν τα άλα στην
έρευνα και την καινοτο ία, ανταπεξήλθαν ε τον καλύτερο τρόπο την οικονο ική κρίση. Η
καινοτο ία δίνει ένα προβάδισ α στις εταιρείες ας, ενώ ενισχύεται και η αύξηση της
απασχόλησης σε το είς που ασχολούνται κατεξοχήν ε την έρευνα, όπως οι φαρ ακοβιο ηχανίες
και οι αυτοκινητοβιο ηχανίες. Αν δεν επενδύσου ε στην έρευνα, δεν θα πορέσου ε να σταθού ε
απέναντι στα σοβαρά θέ ατα που ας επηρεάζουν όλους, όπως η βελτίωση της υγειονο ικής
περίθαλψης ή η αντι ετώπιση των κλι ατικών αλλαγών. Είναι συνεπώς απαραίτητο να
επενδύσου ε περισσότερο στην καινοτο ία και να δη ιουργήσου ε καλύτερες συνθήκες για τους
καινοτό ους ας. Η Ευρωπαϊκή Ετατροπή τα κάνει και τα δύο.
Η Ελλάδα πορεί να συ βάλει ε την ε πειρία της και ταυτοχρόνως να επωφεληθεί από τη
χρη ατοδότηση της έρευνας που παρέχει η Ε.Ε., πράγ α που θα παρουσιαστεί αύριο στο συνέδριο
του TRA (Transport Research Arena) στην Αθήνα. Πρόκειται για το εγαλύτερο ευρωπαϊκό
συνέδριο στη συγκεκρι ένη κατηγορία το οποίο φέτος, για πρώτη φορά, θα εξετάσει όλους τους
τρόπους επίγειας και θαλάσσιας εταφοράς. Στο πεδίο αυτό, οι Έλληνες ερευνητές είναι
παγκοσ ίου κλάσης. Για παράδειγ α, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο ηγείται ιας
πανευρωπαϊκής ο άδας, η οποία ερευνά τη σταθερότητα στα πολύ εγάλα κρουαζιερόπλοια, ένα
αντικεί ενο ιδιαίτερης ση ασίας, ειδικά ετά την τρο ερή τραγωδία του Costa Concordia. Η
ελληνική τεχνογνωσία εκτι άται ιδιαιτέρως και σε άλλες περιπτώσεις, όπως για παράδειγ ά στο
πρόγρα α Viajeo, το οποίο έχει σχεδιαστεί για τη διαχείριση της αστικής κυκλοφορίας κα^
βρίσκεται υπό δοκι ή σε πόλεις της Κίνας, της Βραζιλίας, καθώς και στην Αθήνα.
Η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικούς ετηστή ονες, αλλά πρέπει να ενισχυθεί η καινοτο ία στις
επιχειρήσεις. Τα ποσά που επενδύουν στην έρευνα ο δη όσιος, αλλά και ο ιδιωτικός το έας στην
Ελλάδα βρίσκονται ακό α κάτω από τον ευρωπαϊκό έσο όρο. Συνεπώς, οι Έλληνες ερευνητές θα
πρέπει να εκ εταλλευτούν την ευκαιρία της χρη ατοδότησης στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού
ερευνητικού προγρά ατος FP7. Τον προσεχή Ιούλιο θα ανακοινώσω την τελική προθεσ ία για τις
εργασίες υπό την ο πρέλα του FP7, αξίας περίπου 9 δισεκατο υρίων ευρώ. Η Ελλάδα τα έχει πάει
αρκετά καλά έως τώρα: 2.307 Έλληνες συ ετέχοντες στο FP7 έχουν λάβει 635 εκατο ύρια
ευρώ. Η Ελλάδα βρίσκεται στην ένατη θέση στην Ε.Ε. ως προς των αριθ ό των συ ετεχόντων και
στη δέκατη ως προς το ερίδιό της στον προϋπολογισ ό.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροτιή έχει ακό α εγαλύτερα σχέδια για την έρευνα στο έλλον. Θέλου ε να
δη ιουργήσου ε ια «Ένωση Καινοτο ίας». Στη χρη ατοδότησή της θα ας βοηθήσει ένα
πρόγρα α έρευνας και καινοτο ίας που έχει προταθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση, το Horizon
2020. Πρόκειται για ένα πρόγρα α που θα διαρκέσει από το 2014 ως το 2020, ε έναν
προτεινό ενο προϋπολογισ ό 80 δισεκατο υρίων ευρώ, το οποίο έχει σαν σκοπό να προωθήσει
την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας. Στόχος ας είναι να στηρίξου ε τις καλύτερες ερευνητικές
ιδέες, οι οποίες θα παράσχουν τις εγαλύτερες ευκαιρίες εργασίας και θα αναβαθ ίσουν τις ζωές
των ανθρώπων.
ουλεύου ε ετάσης ε σκοπό να διευκολύνου ε τους ερευνητές ας και ειδικά τις ευρωπαϊκές
επιχειρήσεις στο πεδίο της καινοτο ίας και της ανταγωνιστικότητας. Η Επιτροπή, για παράδειγ α,
έχει υποστηρίξει προτάσεις σχετικά ε την τυποποίηση, τη βελτίωση της πρόσβασης σε
ετηχειρη ατικό κεφάλαιο, και την προστασία του ενιαίου διπλώ ατος ευρεσιτεχνίας. Η εφαρ ογή
των παραπάνω θα αποτελέσει ένα εγάλο βή α στην πορεία της καινοτο ίας στην Ευρώπη.
Η Επιτροπή είναι επικεντρω ένη στο να κάνει την Ευρώπη πιο ανταγωνιστική, υποστηρίζοντας τις
καλύτερες έρευνες και ετατρέποντάς τες σε ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Χρειαζό αστε γι’ αυτό
τη στήριξη από όλη την Ευρώπη των υπευθύνων φορέων που χαράσσουν πολιτικές και που θα
επωφεληθούν από τις προσπάθειές ας. Τότε οι καλύτερες ιδέες θα πορούν να εφαρ οστούν έτσι
ώστε να κάνου ε όντως τη διαφορά στην ήπειρό ας. Μόνο τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει ια
Ένωση Καινοτο ίας.
*Η κ. Maire Geoghegan-Quinn είναι επίτροπος της Ε.Ε. για την Έρευνα, την Καινοτο ία και τις
Ετηστή ες.
2012 G lob al R & D F unding F orecast: R & D Spending G rowth C ontinues W hile
G lob aliz a tion Accelerates
Posted In: Editors Picks | R&D Magazine | Global R&D Fxmding Forecast | Government Funding |
Engineering I Government Lab | Battelle | Battelle

By Martin Grueber, Research Leader, Battelle and Tim Studt, Editor-in-Chief, Advantage Business
Media
Friday, December 16, 2011
Global R&D spending will increase in 2012 with continued strong growth in emerging
economies and stable growth in established economies.
Global R&D spending is expected to grow by about 5.2% to more than $1.4 trillion
in 2012, according to an analysis performed by Battelle and R&D Magazine. This
advance is slightly less than the 6.5% growth seen in 2011 following the end o f the
global recession and accompanying R&D stimulus incentives. Most of the global
funding growth is being driven by Asian economies, which are expected to increase
nearly 9% in 2012, while European R&D will grow by about 3.5% and North
American R&D by 2.8%. U.S. R&D is forecast to grow 2.1% in 2012 to $436
biUion.
The U.S., European Union (EU), and Asia continue to be the strongest regions for R&D, with a
combined total of nearly 92% o f all global spending. R&D growth in emerging economies has
lowered the U.S. share of global fimding to about 31%, although the U.S. remains dominant in
absolute terms, and armual increases in U.S. R&D still exceed the total budgets o f most countries.
U.S. Economic Concerns
Federal government spending on R&D in 2012 is forecast to Share of Total
decline by about 1.6% to $125.7 biUion, while U.S. industrial Global R&D Spending
spending is forecast to increase by 3.8% to $279.7 billion, and 2010 2011 2012
academic spending is projected to increase 2.85% to $12.3
billion. Significant government budget reductions are Americas 37.8% 36.9% 36.0%
responsible for the drop in federal R&D spending, although U.S. 32.8% 32.0% 31.1%
R&D is likely to decline proportionally less than the overall Asia 34.3%l35.5% 36.7%
federal budget. R&D sponsored by the U.S. Department of
Japan 11.8% 11.4% 11.2%
Defense (DOD) will see one o f the biggest declines (down $2.5
China 12.0% 13.1% 14.2%
billion to $75 billion forecast for 2012) for the third consecutive
year. India 2.6% 2.8% 2.9%
Europe 24.8% 24.5% 24.1%
The weak U.S. government R&D spending outlook will be
Rest of World 3.0% 3.1% 3,2%
partially offset by one o f the strongest increases in industrial
Source: Battelle, R&D Magazine
R&D spending over the past 10 years. This continues a trend of
complementary shifts that has helped sustain growth in total U.S.
R&D spending. For example, in 2003 and 2004, flat industrial
R&D investment was offset by record federal R&D spending, while in 2005 and 2006 industry
spending increased and federal government spending decreased.
Part o f the 2012 industrial R&D investment can also be attributed to steadily increasing investments
by U.S. companies in their offshore research facilities. The overall percentage o f such R&D
investments is still reasonably small, but many companies are leveraging the economic and
collaborative benefits of globalization.
As evidence of the value of scientific discovery as a platform for innovation, the U.S. is targeting
about 18% of all R&D at basic research programs, performed mainly in academic and industrial
research laboratories. Sponsorship comes mostly from the public sector, with objectives for national
scientific leadership and economic competitiveness. Efforts to double the budgets for the National
Science Foundation (NSF), the U.S. Department o f Energy's (DOE's) Office o f Science, and the
National Institute of Standards and Technology (NIST) still have supporters in Congress despite
efforts to reduce overall government spending.
Commercial outcomes are equally
Global R&D Spending Forecast important, and U.S. industries have
2010
2010
2011 2011 2012
2012
increased expectations for return on
GERD GERD R&D GERD
R&D R&D their R&D investment. Though only
PPP PPP as % PPP
as % as % of 10% o f the companies surveyed several
Billion Billions of Billions
of GDP GDP years ago calculated ROI on their
u .s .s U.S.S GDP U.S. s
491.8 2.3% 505.6 2.3%
R&D, more than 40% do it now, with
Americas 473.7 2.3%
most using improvements in product
U.S. 415.1 2.8% 427.2 2.8% 436.0 2.8%
quality, competitiveness, and new
Asia 429.9 1.8% 473.5 1.9% 514.4 1.9% product sales as key indicators.
Japan 148.3 3.4% 152.1 3.5% 157.6 3.5%
Except for Greece, all countries in the
China 149.3 1.5% 174.9 1.6% 198.9 1.6%
Battelle/i?c&D Magazine's list o f Top 40
India 32.5 0.8% 38.0 0.8% 41.3 0.8%
global R&D spenders are expected to
Europe 310.5 1.9% 326.7 1.9% 338.1 2.0% increase their R&D budgets in 2012.
Rest of
37.8 1.0% 41.4 1.1% 44.5 1.1% Even economically distressed Italy,
World
Ireland, and Portugal will see
Total 1,251.9 2.0% 1,333.4 2.0% 1,402.6 2.0% significant increases in their R&D
GERD, Gross Expenditures on R&D, PPP, Purchasing Power Parity
investments. The EU continues its
Source: Battelle, R&D Magazine
strong investments in R&D at the
individual country level as well as
through the European Commission's
(EC's) Framework Programme (FP). The EC is planning to increase its eighth version (FP8) in 2014
by nearly 50% to $ 15 billion per year in basic R&D programs.
China, which became the world's second largest R&D investor in 2011, remains noteworthy as well.
Driven by GDP growth, its rate of spending will remain strong in 2012.
Three new emerging economies joined this Forecast in 2012:
Malaysia, Indonesia, and Saudi Arabia. Starting from relatively click to enlarge
small commitments (R&D expenditures at less than 1.0% o f gross
domestic product), each intends to increase its funding over the next WorSd of R&D 2011, Source:
Battelle, R&D Magazine,
several years to reflect the R&D ratios of more innovation-oriented Internatiooai Monetary Fund,
World Bank, CIA World Factbook,
economies. OECD

This report reflects the global researcher viewpoint of R&D. The


multinational respondents to our survey confirm trends reported
elsewhere, including expectations o f future funding constraints
across all R&D sectors— government, industry, and academia— as
the most critical concern for researchers. It also reveals that the U.S.
continues to be the recognized leader in a broad range of
technologies such as aerospace, agriculture, military, materials, and
life science.

Forecast Gross Domestic Expenditures on R&D (GERD) Billion of U.S. Dollars


2010 2010 2011 2011 2012 2012
2010 2011 2012
Global GDP GERD GDP GERD GDP GERD
Country R&D as R&D as R&D as
Rank PPP Bil. PPP Bil, PPP Bil, PPP Bil, PPP Bil, PPP Bil,
% GDP % GDP % GDP
U .s .s U .s.s U.S.S U.S.S U.S.S U.S.S
1 United States 14,660 2.83% 415.1 15,203 2.81% 427.2 15,305 2.85% 436.0
2 China 10,090 1.48% 149.3 11,283 1.55% 174.9 12,434 1.60% 198.9
3 Japan 4,310 3.44% 148.3 4,382 3.47% 152.1 4,530 3.48% 157.6
5 South Korea 1,459 3.36% 49.0 1,549 3.40% 52.7 1,634 3.45% 56.4
6 France 2,145 2.21% 47.4 2,227 2.21% 49.2 2,282 2.24% 51.1
United 2,305 1.84 42.4
7 2,173 1.81% 39.3 2,246 1.81% 40.7
Kingdom
8 India 4,060 0.80% 32.5 4,472 0.85% 38.0 4,859 0.85% 41.3
9 Brazil 2,172 1.10% 23.9 2,294 1.20% 27.5 2,402 1.25% 30.0
10 Canada 1,330 1.95% 25.9 1,387 1.95% 27.0 1,429 2.00% 28.6
11 Russia 2,223 1.03% 22.9 2,367 1.05% 24.9 2,491 1.08% 26.9
12 Italy 1,774 1.27% 22.5 1,824 1.30% 23.7 1,849 1.32% 24.4
13 Taiwan 822 2.30% 18.9 883 2.35% 20.7 938 2.38% 22.3
14 Australia 882 2.21% 19.5 917 2.25% 20.6 958 2.28% 21.8
15 Spain 1,369 1.38% 18.9 1,409 1.40% 19.7 1,440 1.42% 20.4
16 Sweden 335 3.62% 12.9 379 3.62% 13.7 398 3.62% 14.4
17 Netherlands 677 1.84% 12.5 703 1.87% 13.1 720 1.90% 13.7
18 Switzerland 324 3.00% 9.7 338 3.00% 10.1 346 3.00% 10.4
19 Israel 219 4.27% 9.4 234 4.20% 9.8 246 4.20% 10.3
20 Austria 332 2.75% 9.1 350 2.75% 9.6 359 2.75% 9.9
21 Turkey 960 0.85% 8.2 1,045 0.90% 9.4 1,080 0.90% 9.7
22 Singapore 292 2.52% 7.4 314 2.60% 8.2 331 2.65% 8.8
23 Belgium 394 1.96% 7.7 412 2.00% 8.2 423 2.03% 8.6
24 Finland 186 3.87% 7.2 196 3.83% 7.5 203 3.80% 7.7
25 Mexico 1,567 0.37% 5.8 1,663 0.38% 6.3 1,741 0.39% 6.8
26 Denmark 202 3.02% 6.1 209 3.05% 6.4 215 3.08% 6.6
27 Poland 721 0.68% 4.9 765 0.72% 5.5 796 0.72% 5.7
28 South Africa 524 0.93% 4.9 553 0.95% 5.3 579 0.95% 5.5
29 Norway 255 1.80% 4.6 265 1.85% 4.9 274 1.85% : 5.1
Czech
30 261 1.53% 4.0 272 1.55% 4.2 280 1.55% 4.3
Republic
31 Argentina 596 0.51% 3.0 658 0.58% 3.8 695 0.61% 4.2
32 Portugal 247 1.66% 4.1 247 1.65% 4.1 245 1.67% 4.1
33 Malaysia 414 0.64% Γ 2.6 445 0.70% 3.1 472 0.70% 3.3
34 Ireland 172 1.77% 1 3.0 176 1.75% 3.1 181 1.75% 3.2
35 Hungary 188 1.15% i 2.2 195 1.20% 2.3 201 1.20% I 2.4
36 Indonesia 1,030 0.10% [ 1-0 1,120 0.15% 1.7 1,203 0.20% 2.4
37 Romania 254 0.59% Γ 263 0.65% 1.7 275 0.66% 1.8
38 1Saudi Arabia 622 0.10% 0.6 677 0.20% 1.4 708 0.25% 1.8
39 1Greece 318 0.58% 1.8 314 0.55% 1.7 311 0.50% 1.6
40 INew Zealand 118 1.18% 1.4 123 1.20% 1.5 129 1.22% 1.6
Source: Battelle, R&D Magazine, International Monetary Fund, World Bank, CIA World Factbook
Η ση ερινή Ελλάδα αποτελεί περίπτωση
φθίνοντας έθνους

Η ση ερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντας έθνους, το οποίο


εκλα βάνει τις έ ονες υθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως
ρεαλιστική αυτεπίγνωση. εν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή
κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συ πτώ ατα παθολογικού αυτισ ού γιατί
το απαραίτητο υπ όβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνω σης είναι η γνώση
του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσ ου, έσα στον οποίο καλείται ν α δράσει
ένα ατο ικό ή συλλογικό υποκεί ενο, αποτι ώντας κατά το δ υνα τόν νη φ άλια
τις δυνατότητες του και υποκαθιστώντας τη νοσ η ρ ά εγωκεντρική αρχή της
ηδονής ε τη φυσιολογυ<ά εγωκεντρική αρχή της πραγ ατικότητας. Όπως οι
κατώτεροι ζωικοί οργανισ οί, έτσι και οι ση ερινοί Έλληνες α ντιδρούν ε
έντονες αντανακλαστικές κινήσεις ο νά χα σ' ό,τι τους ερεθίζει ά εσα και
ειδικά · οι δηλώσεις κάποιου «φιλέλληνα» στη Χαβάη ή κάποιου « ισέλληνα»
στη Γροιλανδία (κι ας η ιλήσου ε καθόλου για τα όσα παρε φερή αθαίνει
κανείς α πό τις Βρυξέλλες ή την Ο υάσιγκτον) ευφ ρ α ίνου ν ή εξάπτουν,
αναλόγω ς, τα π νεύ α τα πολύ περισσότερο απ' ό,τι τα απα σ χολού ν τα
ουσιώδη, α ν και σ υ χνά αφ ανή, εγέθη της πολιτικής και της οικονο ίας.

Επίσης ελάχιστοι φαίνεται ν α ενδιαφ έρονται για τα πολιτικά


συ παρο αρτούντα των διαγραφ ό ενω ν οικολογικώ ν στενωπών ή για τις
προσεχείς συνέπειες της ετανάστευσης των λα ώ ν σε ια χώ ρα τόσο ευπαθή
οικολογικά και τόσο έκθετη γεω γραφικά όσο η Ελλάδα. Ό ως η έλλειψη, και
άλιστα η άρνηση, της αυτεπίγνωσης δεν φαίνεται ό ν ο ν έ εσα στη
στενότητα της πολιτικής κοσ οεικόνας, από την οπ οία συνήθως αφορ ώ νται
οι συζητήσεις πάνω στην εθνική πολιτική. Φαίνεται και ά εσα, στον τρόπο
διεξαγωγής αυτών των συζητήσεων. Στο επίκεντρό τους βρίσκονται δήλ.
περισσότερο ή λιγότερο θε ελιω ένες σκέψεις και γνώ ες για το ποιά τροπή
θα πάρει αυτή ή εκείνη η συγκεκρι ένη εξέλιξη και για το α ν αυτή ή εκείνη η
ενέργεια ενδείκνυται ή όχι, πρά γ α πού συχνότατα οδηγεί στη γνωστή και
προσφιλή πολιτικολογία και τραπεζορητορεία. εν θίγεται ό ως ο
ακρογω νιαίος λίθος κάθε πολιτικής προβλη ατικής: ποιά είναι η ταυτότητα
και η οντότητα του πολιτικού υποκει ένου, για τις πράξεις, τις παραλείψεις
και το έλλον του οποίου γίνεται λόγος; Π ιο συγκεκρι ένα: ποιά είναι η
ση ερινή φυσιογνω ία της Ελλάδας και τι προκύπτει απ' αυτήν ως προς την
ικανότητά της ν α ασκήσει εθνική πολιτική έσα στις ση ερινές πλανητικές
συνθήκες; Η εσωτερική αποσύνθεση, την οποία κανείς αφήνει ν α προχωρήσει
όσο δεν φαίνεται ν' αντι ετωπίζει ά εσο κίνδυνο, του στερεί τα απαιτού ενα
έσα και περιθώρια ελιγ ώ ν όταν η ανάγκη σφίγγει.

Υ πάρχει διάχυτη η εντύπωση ότι όλις ε φανισθεί στο διεθνές προσκήνιο η


Ελλάδα (ολόκληρη Ελλάδα!) και υψώσει τη φωνή για τα δίκαιά της, η
κοινω νία των εθνώ ν θα αφήσει τις δικές της έγνοιες και θα ενδιαφερθεί για τα
ελληνικά αιτή ατα, περίπου αποσβολω ένη από την ηθική λά ψ η τους. Η
π ροβολή της εξ ορισ ού ανώτερης ηθικής διάστασης φαίνεται ν α απαλλάσσει
α π ό τους ταπεινούς όχθους και τους παραζαλιστικούς λαβυρίνθους της
συγκεκρι ένης πολιτικής, φαίνεται δηλ. ότι αρκεί ν α έχει κανείς το δίκαιο ε
το έρος του για ν α έχει κάνει σχεδόν τα πάντα, όσα εξαρτώνται απ' αυτόν.
Σ τον υπ όλοιπ ο κόσ ο εναπόκειται ν α αντιληφθεί το ελληνικό δίκαιο και ν α
πράξει α νά λογα . Η ελληνική πλευρά συχνότατα θεώρησε και θεωρεί ως
αδιανόητο ότι οι άλλοι π ορ ού ν ν α έχουν (ειλικρινά ή όχι) διαφορετική
αντίληψ η για το τι είναι δίκαιο ■επίσης δυσκολευόταν και δυσκολεύεται να
συ φιλιωθεί ε τη σκέψη ότι οι άλλοι δεν π α ίρ νο υ ν π ά ντα τοις ετρητοίς τους
ισχυρισ ούς της κι ότι χρη σ ι οποιούν και άλλες πηγές πληροφ οριώ ν ή
ακούνε και άλλες απόψεις. Εκείνο ό ως πού προ π α ντός αρνείται να
κατανοήσει σε όνι η βάση η ελληνική πλευρά, καθώς έχει αυτοπαγιδευθεί
στις υπεραναπληρώ σεις των ηθικολογικών άλλοθι, είνα ι ότι κάθε ισχυρισ ός
και κάθε διεκδίκηση ετρούν ό νο τόσο, όσο και η εθνική οντότητα πού
στέκει πίσω τους. Ό π οιος λ.χ. ονί ω ς επαιτεί δάνεια και επιδοτήσεις για ν α
χρη ατοδοτήσει την οκνηρία και την οργανωτυ<ή του ανικανότητα δεν
πορεί να περι ένει ότι θα εντυπωσιάσει ποτέ κ α νένα ν ε τα υπόλοιπα
«δίκαιά» του. Ούτε πορεί κανείς ν α περι ένει ότι θα ληφθεί ποτέ σοβαρά υπ'
ό ψ ιν έσα στο διεθνές πολιτϋζό π αιγνίδι, α ν δεν έχει κατανοήσει, και α ν δεν
συ περιφέρεται έχοντας κατανοήσει, ότι, πίσω και πέρα α πό τις η
δεσ ευτικές διακηρύξεις αρχώ ν ή τις αόριστες φιλοφρονήσεις, τις φιλίες ή τις
έχθρες τις δη ιουργεί και τις παγιώ νει η σύ πτωση ή η απόκλιση των
συ φερόντω ν. Ό ως στη βάση αυτή πορεί ν α κινηθεί ό ν ο ν όποιος έχει την
υλική δυνατότητα ν α προσφέρει τόσα, όσα ζητά ως αλπάλλαγ α. Με άλλα
λόγια; οι κινήσεις στο πολιτικό-διπλω ατικό πεδίο α π οδ ίδουν όχι α νά λογα ε
το «δίκαιο», το οπ οίο άλλωστε η κάθε πλευρά ορίζει για λογαριασ ό της,
α λλά α νά λογα ε το ιστορικό και κοινωνικό βάρος των αντίστοιχων
συλλογικώ ν υποκει ένω ν, το οποίο όλοι α ποτι ούν κατά έσον όρο
παρό οια , όπως γίνεται και ε τα ε πορεύ ατα στην αγορά. Επί π λέο ν κα ία
προστασία και κα ιά συ αχία δεν κατασφαλίζει τελειωτικά οπ οίον
βρίσκεται α ζί της σε σχέση ονο ερούς εξάρτησης. Η αξία ιας συ αχίας
γ ια ια ν ορισ ένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς
αυτής έσα στο πλαίσιο της συ αχίας. Ισχυροί σύ αχοι είναι άχρηστοι σ'
ό π ο ιο ν δεν διαθέτει ό ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ' όσον α νά λογα ε τούτο
εδώ αυξο ειώνεται το ενδιαφ έρον των ισχυρών. Ίσως ν α θεωρεί κανείς
«απάνθρω πα» και λυπηρά αυτά τα δεδο ένα ? α ν ό ως ασκεί εθνική πολιτική
α γνοώ ντα ς τα, α ρ γά ή γρή γορα θα βρεθεί σε ια κατάσταση όπου τη λύπη για
τη ν ηθική κατάπτωση των άλλω ν θα τη διαδεχθεί ο θρήνος για τις δικές του
συ φορές.

Η παρατήρηση αυτή ας φέρνει στη δεύτερη από τις δύο εγάλες φάσεις της
εθνικής συρρίκνωσης του ελληνισ ού σ' αυτόν το ν αιώνα. Α ν η πρώτη είχε
κυρίως γεωπολιτικό χαρακτήρα, η δεύτερη, π ού άρχισε ετά τη σχετική
ολοκλήρωση της πρώτης, χαρακτηρίζεται από τα συ πτώ ατα και τα
συ παρο αρτούντα ενός παρασιτικού κσταναλωτιοτ ού αδιάφορου για τις
ακροπρόθεο ες εθνικές του επιπτώσεις, ιδιαίτερα σ' ό,τι αφορά την
ανεξαρτησία της χώ ρας και την αυτοτέλεια των εθνικών της αποφάσεων. Τ ον
καταναλωτισ ό αυτόν δεν τον ονο άζου ε παρασιτικό για να τον
υποβιβάσου ε ηθικά, αντιπαρατάσσοντάς του «ανώτερα» και «πνευ ατικά»
ιδεώδη ζωής, όπως κ ά νο υ ν διάφοροι διανοού ενοι. Θ α ήταν εξωπραγ ατικό
και ανόητο ν α θέλει ν α αποκόψ ει κανείς τον ελληνικό λα ό στο σύνολό του
από τις νέες δυνατότητες της παραγω γής και της τεχνολογίας — και επί π λέον
θα ήταν και επικίνδυνο, γιατί ια τέτοια αποκοπή θα συ βάδιζε ε ια
γενικότερη οικονο ική και στρατιωτική καθυστέρηση. Ό όρος «παρασιτικός
καταναλωτισ ός» χρησι οποιείται εδώ στην κυριολεξία του για ν α δηλώσει
ότι η ση ερινή Ελλάδα, όντας ανίκανη ν α π α ρ α γά γει η ίδια όσα καταναλώ νει
και η ν έχοντας αρκετή αυτοσυγκράτηση — και αξιοπρέπεια — ώστε ν α η ν
καταναλώ νει περισσότερα απ' όσα πορεί ν α πα ρ α γά γει η ίδια, προκει ένου
ν α καταναλώσει παρασιτεί, και άλιστα σε διπλή κατεύθυνση: παρασιτεί στο
εσωτερικό, που υποθηκεύει τους πόρους του έλλοντος ετατρέποντάς τους σε
τρέχοντα τοκοχρεολύσια, και παρασιτεί προς τα έξω, που έχει επίσης
δανεισθεί υπέρογκα ποσά όχι για ν α κάνει επενδύσεις ελλοντικά
καρποφόρες αλλά κυρίως για ν α πληρώσει ε αυτά τεράστιες ποσότητες
καταναλωτικών αγαθώ ν, τις οποίες και πάλι εισήγαγε α πό το εξωτερικό. Η
εξέλιξη αυτή συντελέσθηκε στο πλαίσιο της εταπολε ικής προοδευτικής
διαπλοκής των διεθνών οικονο ικώ ν διαδικασιών γενικά και των
ευρωπαϊκών οικονο ιώ ν ειδικότερα, ωστόσο θα ήταν λάθος ν α τη
θεωρήσου ε ως ει αρ ένη πού ενέσκηψε πάνω σε ια ν αδύνατη κι
ανυπεράσπιστη Ελλάδα, αιχ αλωτισ ένη ανέκκλητα στα δίχτυα του
«διεθνούς κεφαλαίου». Τέτοιες φ αινο ενικά περισπούδαστες εξηγήσεις
προσφ έρουν όσοι οχυρώ νονται πίσω α πό την α γορα ία «αριστερή» και
«φιλολαϊκή» ρητορική, α ρ νού ενοι ν α ανα ετρήσουν το έγεθος των δικών
τους ευθυνώ ν, το βάθος των συντελεστών της ση ερινής εθνικής κρίσης και
την οδυνηρότητα των πιθανώ ν διεξόδων απ' αυτήν.

Οι πρω ταρχικοί λόγοι, πού έθεσαν σε κίνηση τη διαδικασία της εθνικής


εκποίησης και της συνα φ ούς πολιτικής αποδυνά ω σης της Ελλάδας σε διεθνές
επίπεδο, είναι ενδογενείς και α νά γοντα ι στη λειτουργία του πολιτικού της
συστή ατος και στη συ περιφορά όλω ν των υποκει ενικώ ν του παραγόντω ν.
Με άλλα λόγια: το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό σώ α στο σύνολο του
επωφελήθηκε α πό τη εταπολε ική πρωτοφανή ανάπτυξη της διεθνούς
οικονο ίας και άντλησε βραχυπρόθεσ α ωφελή ατα απ' αυτή ε
α ντά λλα γ α τον ακροπρόθεσ ο υποβιβασ ό της Ελλάδας στην κλί ακα του
διεθνούς κατα ερισ ού της εργασίας και σ υνά α τη γενική εθνική της
υποβάθ ιση. Αυτό έγινε ε τη ορφή ενός σιωπηρού, αλλά διαρκούς και κατά
έγα έρος συνειδητού και επαίσχυντου κοινω νικού συ βολαίου, στο πλαίσιο
του οποίου η εκάστοτε πολιτική ηγεσία — «δεξιά», «φιλελεύθερη» ή
«σοσιαλιστική», κοινοβουλευτική ή δικτατορική: στο κρίσι ο τούτο ση είο οι
αποκλίσεις υπ ή ρξα ν ελάχιστες — ανέλαβε τη λειτουργία ν α ενισχύει γρή γορα
και παρασιτικά τις καταναλωτικές δυνατότητες του «λαού» ε αντίτι ο την
πολιτική του εύνοια ή α νοχή, ήτοι τη διαχείριση της πολιτικής εξουοίας και
την κάρπωοη των ουνα φ ώ ν κοινω νικώ ν και υλικών προνο ίω ν. Βεβαίως, η
σ υνα λλα γή αυτή χαρακτήριζε τον ελληνικό κοινοβουλευτισ ό α πό τα
γεννοφ ά σκ ια του, ό ως η πρω τοφανής εταπολε ική διεθνής οικονο ική
συγκυρία της προσέδωσε δυνατότητες επίσης πρωτοφανείς: προς ά γρα και
συγκράτηση της εκλογικής πελατείας πορούσ α ν τώρα ν α προσφερθούν όχι
απλώ ς ανιαρές κρατικές θέσεις, αλλά επί π λέον πολύχρω ες άζες
καταναλωτικών αγαθώ ν και πλήθος δελεαστικών καταναλωτικών
δυνατοτήτων. Ενώ ό ως η πρώτη προσφ ορά σ υνεπ α γότα ν κυρίως την
εκποίηση του κρατικού ηχανισ ού και των κρατικών πόρω ν στην εσωτερική
α γορά , η δεύτερη — και πιο πλουσιοπάροχη — απέληγε ε εσωτερική
αναγκαιότητα στο ξεπούλη α ολόκληρου τού έθνους στη διεθνή αγορά. Αυτό
το ξεπούλη α άρχισε ε τα εγάλα, αντίδρο α και ταυτοχρόνω ς
συ πληρω ατικά, κύ ατα της ετανάστευσης και του τουρισ ού, για ν α
κορυφωθεί, αλλάζοντας αισθητά όψη και συναισθη ατική επένδυση, στην
α γορ ά αυστριακών πισκότων για σκύλους και στην οργάνω ση τριή ερων
ταξιδιώ ν στο Λ ο νδ ίνο για ψώ νια, κατασταλάζοντας ενδια έοως παχυλές
επιδοτήσεις ιας περιττής αγροτικής παραγω γής και την περαιτέρω διόγκωση
ιας η ιπαράλυτης δη οσιοϋπαλληλίας. Ποτέ άλλοτε το κράτος και το έθνος
δεν βρέθηκαν, χάρη στην απλόχερη εσολάβηση του «πολιτικού κόσ ου», σε
τόσο αγαστή σ ύ πνοια ε τον χαρτοπαίχτη της επαρχίας και ε το τσόκαρο
τω ν Αθηνών.

Ο παρασιτικός καταναλωτισ ός, όπως τον ορίσα ε παραπάνω , προκάλεσε


ια τέτοια διασπάθιση πόρω ν, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1980, ώστε η
στενότητα των π όρω ν θα ακολουθεί στο εξής, και για πολύ εγάλο χρονικό
διάστη α, την ελληνική εθνική πολιτική σαν βαριά σκιά. Οι ση ερινές, και οι
αναπόδραστες αυριανές, προσπάθειες του «πολιτικού κόσ ου» για τη λύση
αυτού του πιεστικού προβλή ατος δεν αποτελούν διαρθρωτική του
αντι ετώπιση, π α ρ ά κατά βάθος α ποσκοπούν στη δη ιουργία συνθηκών
πρόσκαιρης ανακούφισης πού θα επιτρέψ ουν ξα νά την ανακύκλωση τΟυ
π ροη γού ενου φαύλου π αιγνιδιού εταξύ κο άτων και ψ ηφοφόρω ν. Είναι
περιττό ν α εξηγήσου ε ποιες ακροπρόθεσ ες συνέπειες έχει η υφιστά ενη
σή ερα στενότητα των πόρω ν για το έλλον τού έθνους, δηλ. για την
οικονο ική ανταγωνιστικότητα του, για την παιδεία του και Α^α την ά υνα
του. Εξ αιτίας της στενότητας τούτης η Ελλάδα ξεκινά τον αγώ να δρό ου
στην αρχό ενη πολυτάραχη φάση της πλανητικής πολιτικής ε ένα επί π λέον
ση αντικότατο ειονέκτη α. Η οικονο ική της υποπλασία, η οποία
χρη ατοδοτήθηκε και εξωραΐσθηκε καταναλωτικά ε την εκτετα ένη απώλεια
της οικονο ικής της ανεξαρτησίας, θα περιορίσει πολύ τα περιθώρια των
πολιτικώ ν της επιλογώ ν και δραστηριοτήτων, π ρο παντός όταν θα
συγκρουσθούν σι δικές της θέσεις ε εκείνες των Ευρωπαίων και άλλων
χρη ατοδοτώ ν της. Για τη σύγκρουση αυτή, η οποία, δεν αποκλείεται κάποτε
ν α πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, θα πού ε ερικά πρά γ ατα α έσως
παρακάτω. Πάντως την πορεία και την έκβασή της τις προδιαγράφ ει η
ση ερινή εικόνα της Ελλάδας στον διεθνή, και προ παντός στον κοινοτικό
ευρωπαϊκό χώρο. Θ α πρέπει κανείς, όπως συ βαίνει κατά κ α νό να στη
ακάρια ελληνική επικράτεια, να α γνοεί τον χώρο αυτόν ή ν α έχει πάθει
αθεράπευτη εθνικιστυ<ή τύφλωση και κώφωση για ν α η γνω ρίζει ότι στα
άτια των εταίρων της η Ελλάδα είναι σή ερα ένας ανεπιθύ ητος
παρείσακτος, ένας αναξιοπρεπής επαίτης, ο οποίος ζητά δισεκατο ύρια
δολάρια κάθε χ ρ ό ν ο προκει ένου ν α καταναλώ νει πολύ περισσότερα απ' όσα
του επιτρέπουν οι παραγω γικές του δυνατότητες και η παραγω γικότητα της
εργασίας του, και ο οποίος επί πλέον, για ν α διασφαλίσει την παρασιτική του
ευη ερία, δεν διστάζει ν α ελίσσεται και ν α εξαπατά, ενώ ο επαρχιωτισ ός και
ο ενίοτε παιδικός εγωκεντρισ ός του δεν του επέτρεψαν ποτέ ν α διατυπώσει
κάποια ουσιώδη σκέψη ή πρόταση γενικού ευρωπαϊκού ή διεθνούς
ενδιαφέροντος. εν έχει ση ασία α ν την εικόνα τούτη τη συ ερίζονται όλοι
ανεξαιρέτως και α ν ευσταθούν όλες της οι λεπτο έρειες ? βαρύνουσα πολιτική
ση ασία έχει η γενική της διάδοση και προ παντός η γενική συ φω νία της ε
τα πραγ ατικά δεδο ένα. Εδώ ήδη φαίνεται καθαρότατα η βαθειά εσωτερική
σχέση ανά εσα στην πολιτική του παρασιτικού καταναλωτισ ού και στις
τύχες της χώ ρας έσα στην κοινω νία των εθνών.

Οι απωθητικοί και αντισταθ ιστικοί ηχανισ οί, ε τη βοήθεια των οποίω ν η


πολυδαίδαλη και πολυ ήχανη νεοελληνυ<ή ψ υχή παρακά πτει τους
εξευτελισ ούς χωρίς ποτέ ν α τους υπερνικήσει κατά έτωπο, είνα ι παλαιοί,
δοκι ασ ένοι και γνωστοί. Επειδή ο επαίτης κατάγεται, γεω γραφικά
τουλάχιστον, α πό το ν τόπο του Περικλή, πιστεύει ο ίδιος ότι δικαιούται ν α
ε φανίζεται ε χλα ύδα, τη λευκότητα της οπ οία ς τίποτε, ούτε κ α ν
κατάφωρες παραχαράξεις και καταχρήσεις, δεν θα πορούσε ν α σπιλώσει.
Π αράλληλα, οι περιοδικές πατριωτικές εξάρσεις ή αψιθυ ίες, α πό διάφορες
αφορ ές, επιτρέπουν την ψ υχολογικά βολική υπερκάλυψη της εθνικά
ολέθριας συλλογικής πρακτικής από το υψιπετές εθνικό φρόνη α, της
κοντόθωρης ευδαι ονιστής δραστηριότητας α πό το ετέωρο παραλήρη α.
Επίσης καθιστούν δυνατή την ψευδαίσθηση της ο οψ υχίας όταν οι ατο ικές
βλέψεις και οι προσωπικές επιδιώξεις στην πραγ ατικότητα α π οκ λίνούν
τόσο, ώστε είνα ι π ια δυσχερέστατο ν α συντονισθούν ε καθοριστικό άξονα τις
επιταγές ιας α κ ρόπνοη ς εθνικής πολιτικής. Η κραυγαλέα επίδειξη
ο οψ υχίας υποκαθιστά έτσι την ύπαρξη πρακτικά δεσ ευτικής και
αποδοτικής ο ογνω ίας πάνω σε συγκεκρι ένα ζητή ατα και συγκεκρι ένες
λύσεις. Έτσι, ό,τι θα έπρεπε ν' αποτελεί ψ υχολογικό θε έλιο για την άσκηση
εθνυ<ής πολιτικής ετατρέπεται σε ψ υχολογικό άλλοθι για τη αταίωση των
προϋποθέσεω ν της, καθώς η διαρκής πατριωτική έθη ε ποδίζει όνι α τους
ευτυχείς φορείς της ν α αποκρυσταλλώ σουν τη ρητορική εθελοθυσία τους σε
κοινές πραγ ατιστυίές πολιτικές αποφάσεις, ήτοι σε ία κατανο ή ευθυνών,
εργασιών, προσφ ορώ ν και απολαβώ ν έσα σ' ένα ακρόχρονο και
δεσ ευτικό π ρόγρ α α εθνικής επιβίωσης. Ό σο περισσότερο η συζήτηση
ετατοπίζεται προς τη ν κατεύθυνση τέτοιων αποφάσεω ν, τόσο γρηγορότερα η
έθη ξεθυ αίνει για ν α επικρατήσει και π άλι η ατο ική ή «κλαδική» λογική
του παρασιτικού καταναλωτισ ού. ς συνδετικός ιστός και ως κοινός
παρονο αστής απο ένει έτσι ία γαλανόλευκος πο φόλυξ.
To γεγονός, το οποίο περιπλέκει αφάνταστα τη ση ερινή ελληνική
κατάσταση, κά νοντά ς τη ν α φαίνεται κατ' α ρ χή ν αδιέξοδη, είναι ότι η
υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισ ού ειδικότερα και του κοινωνικού
και ιστορικού παρασιτισ ού γενικότερα, η εκλογίκευση της οικονο ίας και
της εθνικής προσπάθειας στο σύνολο της, δεν προσκρούουν απλώς στα
ορ γανω ένα συ φέροντα ιας ειοψηφίας, η οποία στο κάτω-κάτω θα
πορούσε ν α παρα ερισθεί ε οποιαδήποτε έσα και π ρο παντός ε τη
συ παράσταση της εγάλης πλειοψηφίας. Τα πράγ ατα είναι ακριβώς
αντίστροφα. Η συντριπτική πλειοψ ηφία του ελληνυ<ού λα ού όλω ν των
κοινω νικώ ν στρω άτων έχει εν τω εταξύ συνυφάνει, κατά τρόπους κλασσικά
απλούς ή απείρως ευρη ατικούς, την ύπαρξη και τις απασχολήσεις της ε τη
νοοτρ οπ ία και ε τη ν πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισ ού και του
κοινω νικού παρασιτισ ού. Για ν α ακριβολογήσου ε, βέβαια, πρέπει ν α
προσθέσου ε ότι σε σχέση ε τη σύγχρονη Ελλάδα η έννο ια του παρασιτισ ού
ό ν ο ν οξύ ωρα πορεί ν α χρησι οποιηθεί: γιατί εδώ δεν πρόκειται για ένα ν
λ ίγο-π ολύ υγιή εθνικό κορ ό, ο οποίος έχει αρκετές περισσές υ^ άδες ώστε ν α
τρέφει και ερικά παράσιτα ποσοτικώς α ελητέα, π α ρ ά για ένα πλαδαρό
σώ α πού παρασιτεί ως σ ύνολο εις βάρος ολόκληρου του εαυτού του, ήτοι
τρώει τις σάρκες του και συχνότατα και τα περιττώ ατα του. Οι κοινωνικές
και ατο ικές συ περιφορές, πού ευδοκι ούν οιραία σε τέτοιο
ικροβιολογικό περιβάλλον, συ φυρό ενες ε ζωτυ^ότατα κατάλοιπα
αιώ νω ν ραγιαδισ ού, βαλκανικού πατριαρχισ ού και πελατειακού
κοινοβουλευτισ ού, αποτελούν την άκρα αντίθεση και τον κύριο φ ρα γ ό
προς κάθε σύλληψη και λύση των προβλη άτω ν της εθνικής επιβίωσης πάνω
σε βάση ακροπρόθεσ ης και οργανω ένης συλλογυ<ής προσπάθειας. Η
ση ερινή ψ υχοπνευ ατική εξαθλίωση του ελληνικού λα ού στο σύνολο του
δεν νοείται ωστόσο εδώ ε τη στενή ση ασία των διαφόρω ν ηθικολόγων,
π αρ ά πρω ταρχικά ως έγεθος πολιτικό: έγκειται στην επί ονη και ιδιοτελή
παραγνώ ριση της αδήριτης σχέσης π ού υφίσταται ανά εσα σε απόδοση και
απόλαυση, και κατ' επέκταση στην αδιαφορία α π έναντι στην υπονό ευση τ’ο υ
εθνικού έλλοντος εξ αιτίας απολαύσεω ν η καλυπτο ένω ν από αντίστοιχη
απόδοση.

ς ελαφρυντικό πρέπει ίσως ν α θεωρήσει κανείς ότι οι πλείστοι Έλληνες δεν


γνω ρ ίζουν κ α ν τι ση αίνει «απόδοση» ε τη σύγχρονη έννοια και σ υχνά
π ιστεύουν ότι α π οδ ίδουν ό νο και ό νο επειδή ιδροκοπούν, φω νασκούν και
τρ έχουν από το πρω ί ως το βράδυ. Ό ως αυτό ελάχιστα εταβάλλει το
πρακτικό αποτέλεσ α. Η δυσαρ ονία απόλαυσης και απόδοσης ήταν ανεκτή
όσο η απόλαυση ήταν γλίσχρα και όσο η απόδοση δεν ετριόταν π άντα ε τα
έτρα των π ροη γ ένω ν ανταγω νιστικώ ν οικονο ιών. Α λλά στις τελευταίες
δεκαετίες εταστράφηκαν και οι δύο αυτοί όροι: τα οικονο ικά σ ύνορα
έπεσαν, τουλάχιστον σ' ό,τι άφ ορα το έτρο της απόδοσης, εφ' όσον δεν είναι
δυνατό ν α αποτι ώ νται ε άλλο έτρο απόδοσης τα (συνεχώς αυξανό ενα)
εισαγό ενα και ε άλλο τα εξαγό ενα, κι επο ένως όποιος θέλει ν α εισαγάγει
χω ρίς ν α ξεπουληθεί πρέπει ν α εξαγάγει ίση απόδοση, οι αντιλήψεις για το τι
ση αίνει απόλαυση προσανατολίσθηκαν, πάλι, αζικά στα πρότυπα των
π ροηγ ένω ν καταναλωτικών κοινωνιώ ν, έτσι ώστε η απόσταση απ' αυτά ν α
γίνεται α πό τους πλείστους αισθητή ως στέρηση. Έτσι η διάσταση ανά εσα σε
απόλαυση και απόδοση έγινε εκρηκτική, ε αποτέλεσ α το ν τελευταίο καιρό
ν α ξα να γ ίνο υ ν επίκαιρες ορισ ένες στοιχειώδεις οικονο ικές αλήθειες πού η
Ελλάδα νό ιζε ότι τις είχε ξεπεράσει ε την απλή έθοδο του δανεισ ού. Με
δεδο ένες ό ως τις νοοτροπίες και τις συ περιφορές πού επιση άνα ε
παραπάνω , οι αλήθειες αυτές δεν επενέργησαν ως καταλύτης παραγω γικώ ν
ενεργειώ ν, π α ρ ά ά λλον ως καταλύτης αντεγκλήσεων, η στειρότητα των
οποίω ν επέτεινε τη συλλογυαή α ηχανία και αβουλία. Π ράγ ατι, για όπ οιον
δεν είναι εξ επαγγέλ ατος και ιδιοτελώς υποχρεω ένος (λ.χ. ως πολιτικός) ν α
τρέφει και ν α διαδίδει ψευδαισθήσεις, είναι προφ ανές ότι η χώ ρα βυθίζεται
στον κοινω νικό λή θαργο και στη συλλογική απραξία, ήτοι η κοινωνική πράξη
έχει υποκατασταθεί α π ό αντανακλαστικές κινήσεις: το νευρόσπαστο κινείται
κι αυτό, ό ως δεν πράττει. Η αίσθηση της αποσύνθεσης είνα ι γενική και
δεσπόζει σε όλες τις συζητήσεις, ενώ η εξ ίσου διάχυτη δυσφορία εκτονώνεται
όλο και ευκολότερα, όλο και συχνότερα σε προκλητική επιθετικότητα και σε
επιδεικτική χυδαιότητα.
Η ση ερινή κατάσταση του «πολιτικού κόσ ου» δεν απέχει ουσιαστικά από
τη γενική κατάσταση του περιούσιου λαού και αποτελεί επίσης ισχυρότατο
ε πόδιο για την εκλογίκευση της εθνικής πολιτικής. Α ν ο «πολιτικός κόσ ος»
κάποτε ε φανίζεται χειρότερος από τον «λαό», ενώ είνα ι απλώς ίδιος, ο λόγος
είναι ότι ο «λαός» ή όσοι ιλούν εκάστοτε στο ό νο ά του έχουν ένα τακτικό
πλεονέκτη α α πένα ντι στον «πολιτικό κόσ ο»: π ο ρ ο ύ ν ν α τον αποκαλούν
α νίκα νο η διεφθαρ ένο χωρίς ν α φ οβούνται δυσάρεστες συνέπειες —
α πεναντία ς άλιστα, αποκτούν πολύτι ους και εξαργυρώ σι ους τίτλους
δη οσίων κηνσόρω ν. Α λί ονο ό ως σ' ένα ν κοινοβουλευτικό πολιτικό α ν
τολ ήσει ν α αποκαλέσει τον δή ο ηλίθιο ή ιδιοτελή κι αδιάφ ορο για το εθνικό
έλλον? η σταδιοδρο ία του σε εγάλο βαθ ό εξαρτάται α πό την ικανότητά
του ν α εγκω ιάζει τις εγάλες ψυχικές αρετές και την ευθυκρισία ή
τουλάχιστον το αλάνθαστο ένστικτο «του λα ού ας». στόσο δεν έχου ε
ενδείξεις για ν α υποθέσου ε ότι πολλοί Έλληνες πολιτικοί στις η έρες ας
αντι ετω πίζουν το δίλη α της επιλογής εταξύ παρρησίας και
σταδιοδρο ίας. Ε ίναι οι ίδιοι, στη έγιστη πλειοψ ηφία τους, τόσο ζυ ω ένοι
ε τις διάφορες (όχι α να γκ α ία τις ίδιες πάντοτε) εκφάνσεις εκείνου πού
συνιστά τη ση ερινή ψ υχοπνευ ατική εξαθλίωση του ελληνικού λαού, ώστε
δεν χρειάζεται κ α ν ν α κρύψ ουν ία περιφρόνηση, την οποία δεν έχουν
αρκετό επίπεδο για ν α αισθανθούν ά λλον θαυ άζοντας τον λαό θαυ άζουν
τον εαυτό τους ως ηγέτη του και ά λλον δείχνοντας κατανόηση προς τους
άλλους επαιτούν επιείκεια γι' αυτούς τους ίδιους.

Μεταξύ τους έχει άλλωστε ε πεδωθεί, α ν όχι η ξεκάθαρη συνείδηση, πάντως η


πρακτική του ότι αποτελούν κι αυτοί, όπως και όλες οι άλλες κοινωνικές
ο άδες, κλάδο ε ειδικά συ φέροντα, ε όνη τη διαφ ορά ότι ο κλάδος αυτός
εξυπηρετεί τα ειδικά του συ φέροντα διαχειριζό ενος ή εκποιώντας τα γενικά
συ φέροντα προς όφελος πολυπληθέστατων τρίτων. Η ακραία και
ολεθριότερη περίπτωση αυτής της πρακτικής ήταν η ένταξη της χώρας στον
δρό ο του παρασιτικσύ καταναλωτισ ού και η εκσυγχρονισ ένη ε πέδωση
του κοινω νικού παρασιτισ ού ε α ντά λλα γ α την εύνοια «του λαού», ήτοι τη
νο ή της εξουσίας. Ένας τέτοιος «πολιτικός κόσ ος» δεν θα είνα ι ποτέ ικανός
ως σύνολο ν α θέσει και ν α λύσει το πρόβλη α της εθνικής πολιτικής και της
εθνικής επιβίωσης π αρ ά ό ν ο ν ευκαιριακά και φραστικά. Ε ίναι ο ίδιος όχι
όνο προαγω γός, αλλά και π ρ ο ϊόν του κοινω νικού παρασιτισ ού, ανή πορος
ως εκ της φύσεώς του ν α αντιταχθεί στον «λαό», όταν ο «λαός» απαιτεί την
εκποίηση του έθνους για ν α καταναλώσει περισσότερα και ν α εργασθεί
λιγότερο. Π έρα απ' αυτό, είναι α νίκα νος ν α κάνει κάτι τι διαφορετικό απ' ό,τι
κάνει λόγω του επιπέδου και του ποιού του. Ότι ο ση ερινός ελληνικός
«πολιτικός κόσ ος», κοινοβουλευτικός και εξωκοινοβουλευτικός, αποτελείται
ως επί το πολύ α πό πρόσω πα ελαφρά έως φαιδρά, δεν αποτελεί κα ν κοινό
υστικό ? αποτελεί πηγή δη όσιας θυ ηδίας, συχνά ε τη σύ πραξη των
ίδιων τω ν διακω ωδού ενων. Οι λίγοι, πού έχουν γνώση και συνείδηση, πού
κάτι είχ α ν και κάτι διατηρούν έσα στους ρηχούς, καριερίστες ή απλώς
ψευτό αγκες συναδέλφους τους, κ α τα π ίνουν κι αυτοί τη γλώσσα τους ή
ιλούν ε πρόσθετες περιστροφές όταν τα θέ ατα γίνοντα ι οριακά για την
πολιτική τους επιβίωση.

Η κο ατικοποίηση των εγάλω ν θε άτων της εθνικής πολιτικής και η ά γρια


εσωτερική τους εκ ετάλλευση είνα ι πασίγνωστη ήδη από το γεγο νό ς ότι οι
πάντες τη ν επιρρίπτουν στους πάντες — διαιω νίζσντας την. Στο ση είο αυτό
γίνεται ε φανέστατη η εθνική ανεπάρκεια τού ελληνικού «πολιτικού κόσ ου»
και σ υνά α ο ορ γανικός του συγχρωτισ ός ε τη ση ερινή κατάσταση της
ελληνικής κοινω νίας, ο οποίος τον καθιστά α νίκ α νο ν α της αντιπαραταχθεί
για ν α την καθοδηγήσει. Ο κατακερ ατισ ός των αντιλήψ εω ν για την
ελληνική εθνική πολιτική, ο ικροπολιτικός της χειρισ ός και η σύνδεση της
ε ζητή ατα προσωπικού γοήτρου α ντα να κ λ ού ν τον κατακερ ατισ ό του
κοινω νικού σώ ατος, τον αποπροσανατολισ ό του συνόλου λόγω του
ιδιοτελούς και παρασιτικσύ προσανατολισ ού των ατό ων και των ο άδω ν.
Σ' αυτό το πλαίσιο θα ήταν βέβαια άταιο ν' ανα ένει κανείς από τους
συγκαιρινούς Έλληνες δια νοου ένους ν α δώ σουν εκείνοι ό,τι αδυνατεί ν α
δώσει ο κατά τεκ ήριο αρ οδιότερος «πολιτικός κόσ ος». Ό χι ό ν ο ν επειδή
οι ίδιοι είνα ι κατακερ ατισ ένοι σε ο άδες επίσης κατακερ ατισ ένες σε εν
πολλοίς αυτιστικά άτο α, όχι ό νο ν επειδή η γενική τους όρφωση θυ ίζει ως
προς το π ο ιό ν και τη συγκρότησή της το ν αεριτζίδικο και αυτοοχεδιαστικό
χαρακτήρα της ελληνικής οικονο ικής δραστηριότητας, όχι ό ν ο ν επειδή για
τις παγκόσ ιες πολιτικοοικονο ικές εξελίξεις γνω ρίζουν συνήθως ακό α
λιγότερα και από τα όσα επιφανειακά και ασυνάρτητα γράφ οντα ι στις
ελληνικές εφη ερίδες, αλλά και για ένα ν πρόσθετο λόγο: επειδή
α ντιλα β ά νοντα ι την πολιτική ε βάση φιλολογικές ή ηθικολογυ<ές
κατηγορίες και επιχειρούν πολιτικές αποφάνσεις στο επίπεδο των
αντίστοιχω ν νερουλώ ν γενικεύσεων.
εν είναι δύσκολο ν α αντιληφθεί κανείς ότι, α πό ΐ|π)χολογική άποψ η, η
ευρωπαϊκή πανάκεια αποτελεί ια ν ακό η ετα φίεση του όψι ου
επιχώριου ευδαι ονισ ού, ο οποίος ονειρεύεται ανεξάντλητες πηγές
επιδοτήσεων και συνά α τη ν έ εση τουλάχιστον διασφάλιση των συνόρω ν
από ξένα όπλα, έτσι ώστε ν α κατοχυρωθεί από όλες τις πλευρές και ν α «την
αράξει». στόσο ακό α και ία γνώση των διεθνών πραγ άτω ν τόσο ατελής,
όσο αυτή πού συναντάται κατά κ α νό να στην Ελλάδα, θα αρκούσε για ν α
θεωρηθεί πρακτικά έωλη ία ουσιώδης προϋπόθεση της ευρωπαϊκής
προοπτικής, δηλ. η πεποίθηση ότι η «Ευρώπη» θα αποτελέσει κάποτε, α ν όχι
ία πραγ ατική πολιτική ενότητα, πάντω ς ένα σύνολο κρατών ικανό ν α δρα
σε κάθε περίπτωση ενιαία και αποφασιστικά ? τόσο η ένταση των πλανητικώ ν
ανταγω νισ ώ ν όσο και η όξυνση του προβλή ατος της Ινδοευρωπαϊκής
ηγε ονίας, ιδιαίτερα ετά τη γερ ανική επανένωση, ά λλον τις κεντρόφυγες
πα ρ ά τις κεντρο όλες δυνά εις θα ενισχύσει στην ευρωπαϊκή ήπειρο, κι ας η
ιλήσου ε καθόλου για την επικεί ενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής
Κοινότητας ή για τις ελλοντικές εξελίξεις στην ανατολική Ευρώπη. Οι
τριγ οί πού ακούγονται στα θε έλια του ευρωπαϊκού πολιτικού συστή ατος,
καθώς στις εγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες το κύρος τω ν κατεστη ένων
κο άτω ν καταπίπτει, ενώ νέα ανέρχοντα ι ? η διαγραφ ό ενη για το ά εσο
έλλον οικονο ική στασι ότητα και η συνεπό ενη στενότητα των πόρω ν οι
ουρολογικές και πληθυσ ιακές αναταραχές: όλα αυτά, αζί και ε άλλα, θα
ρίξουν το κάθε έθνος πίσω στις δικές του δυνά εις, καθώς είναι ευκολότερο ν α
συ ετέχουν όλοι στην κοινή ευη ερία π αρ ά ο ένας ν α βαστάζει τα βάρη του
άλλου. Στην περίπτωση αυτή, στους κόλπους της «Ευρώπης» ά λλον θα
είχα ε ένα ν συνασπισ ό των ισχυρώ ν ε σκοπό ν' α π α λλα γού ν από τους
αδύνατους ή α νίκ α νους π α ρ ά την αδελφυ<ή διανο ή π ρος ανακούφιση όσων
ολιγώ ρησαν ή υστέρησαν.

Ώ σιε η «ευρωπαϊκή ένταξη» διόλου δεν θα λύσει τα εγάλα προβλή ατα της
ελληνικής εθνυ<ής πολιτικής κατά τον ευθύγρα ο τρόπο π ού φαντάζονται
πολλοί Έλληνες «ευρωπαϊστές», π οζά ροντας α πό τώρα ως ξεσκολισ ένοι κάι
υπερώρι οι «Ευρωπαίοι». Ό ως επίσης δεν θα τα έλυνε ία ελληνοκεντρική
αναδίπλω ση, η οποία ν α ι εν είναι χρήσι η για ν α θυ άται κανείς που και
που ότι σε τελευταία ανάλυση πρέπει ν α σταθεί στα δικά του τα πόδια, εφ'
όσον ούτε α πό το πετσί του πορεί ν α βγει, ωστόσο καθίσταται επιζή ια ότα ν
ως πρόταση συνάπτεται ε διάφορες ανιστόρητες ανοησίες πού
αντιπαραθέτουν στην «πνευ ατική» Ανατολή την «υλόφ ρονα» ύση κτλ.
Τέτοιες αντιλήψεις π ορ ού ν ν α χρησι εύσουν ο νά χα ως ιδεολογικές
υπεραναπληρώ σεις λαώ ν σ υχνά ταπεινω ένω ν και ε ελάχιστη συνεισφορά
στον σ ύγχρ ονο πολιτισ ό, δεν προσφέρονται ό ως ως πυξίδα ιας εθνικής
πολιτικής πάνω στον ση ερινό πλανήτη. Γιατί, θέτοντας στο επίκεντρο ηθικά
ή εταφυσικά εγέθη, φ ενακίζουν τα πνεύ ατα, καθώς επικαλύπτουν κάτω
από διανοου ενίστικες αοριστολογίες την καθοριστική ση ασία της εθόδου
του οικονο είν για ία σύγχρονη κοινω νία και τους υπαρξιακούς κινδύνους
ιας ουσιώδους ολιγω ρίας στο ση είο αυτό. Εδώ πρέπει ν α υπογρα ισθεί ότι
η συνήθης αντιπαράθεση των εκσυγχρονιστικώ ν τάσεων πρσς την
καλλιέργεια της εθνικής παράδοσης είναι απλσυστευτική και παραπλανητική.

Μ ονά χα η ευόδωση της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας επιτρέπει την επιτυχή


ά ιλλα ε άλλα έθνη και έτσι χαρίζει την αυτοπεποίθηση εκείνη, η οποία
επιτρέπει τη ν απροβλη άτιστη αναστροφή ε την εθνική παράδοση και
καθιστά ψ υ χολογικ ά περιττό τον πιθηκισ ό. Αντίθετα, η ανικανότητα ενός
έθνους ν α συναγω νισθεί τα άλλα σε ό,τι σή ερα — καλώς η κακώς —
θεωρείται κεντρικό πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας θέτει σε κίνηση
ένα ν διπλό υπεραναπληρω τικό ηχανισ ό: τον πιθηκισ ό ως προσπάθεια ν α
υποκαταστήσεις ε επιφάσεις ό,τι δεν κατέχεις ως ουσία και την
παραδοσιολατρία ως αντιστάθ ισ α του πιθηκισ ού. Απ' αυτή την άποψ η, ο
πτω χοπροδρο ικός ελληνοκεντρισ ός και ο κοσ οπολίτικος πιθηκισ ός
αποτελούν εγέθη συ ετρικά και συναφή, όσο κι α ν φ αινο ενικά
εκπροσω πούν δύο κόσ ους εχθρικούς εταξύ τους. Μ ονά χα ο
εκσυγχρονισ ός στη βάση ιας ακρόπνοης εθνικής πολιτικής και εθνικής
ανανέω σης θα δη ιουργήσει συνθήκες ψ υχικής υγείας, έτσι ώστε και η
αναγκαιότητα του εκσυγχρονισ ού (στη ορφή της τεχνικής-οικονο ικής
ορθολογικότητας) ν α καταφάσκεται και η στενότητα της παράδοσης ν α
γίνεται αισθητή, και οι επικίνδυνες αντινο ίες του σ ύγχρ ονου κόσ ου ν α
διαπιστώ νονται ψ ύ χρ α ι α και η εθνική παράδοση ν α βιώνεται δίχως
συ πλέγ ατα κατωτερότητας ή ανωτερότητας.

Και η τελευταία τάση, για την οποία θα ιλήσου ε ακροθιγώς σε σχέση ε την
ελληνική εθνική πολιτική, δεν διαθέτει κά ποιον αξιόλογο και αζικό πολιτικό
φορέα, αλλά είναι ά λλον διάχυτη, όπως και η προηγού ενη. Απλώνεται σε
διάφορους βαθ ούς ασάφειας κυρίως έσα στον χώ ρο της ευρύτερης
αριστεράς, ολονότι κάποτε συνοδοιπσρεί ε την πολιτική της ευρωπαϊκής
ένταξης, α ν και εφ' όσον απ' αυτήν ανα ένεται η ά βλυνση των εθνικισ ών
και η προαγω γή της ειρήνης ή της συναδέλφωσης εταξύ των λα ώ ν έσω της
απάλειψ ης των συνόρω ν, της καθολικής εφαρ ογής των ανθρω πίνω ν
δικαιω άτων κτλ. κτλ. Τέτοιοι, κατά βάθος απολιτικοί, ευσεβείς πόθοι
αποτελούν κατ' ουσία την αριστερή εκδοχή ή παραλλαγή του
αζικοδη οκρατικού ευδαι ονισ ού, ο οποίος ονειρεύεται ία κατάσταση,
όπου συλλογικές προσπάθειες και συλλογικές θυσίες θα είνα ι περιττές, και την
απροθυ ία του γι' αυτές την ντύνει ε ψευτοηθικές δεοντολογίες. Μετά την
κατάρρευση του κο ουνιστικού κινή ατος, οι παρε φερείς αντιλήψεις
εκπληρώ νουν ία πρόσθετη ψ υχολογική λειτουργία.

Π ολλοί, των οποίω ν οι ελπίδες, οι διαγνώσεις και οι προγνώ σεις διαψεύσθη-


κα ν παταγω δώ ς και οι οποίοι τώρα δεν έχουν αρκετή αξιοπρέπεια για ν α
σω πάσουν και ν α αναρω τηθούν ήπως είναι α νίκ α νοι ν α καταλάβουν τι
γίνεται στον κόσ ο, π α ρ ά αντίθετα σ υνεχίζουν απτόητοι τη φιλόδοξη
πολιτική ή συγγραφική τους σταδιοδρο ία επικαλού ενοι την ακατάλυτη
πίστη τους στο « έλλον του ανθρώπου» και στην «πρόοδο» — πολλοί τέτοιοι.
λοιπ όν, ζητούν οή ερα υποκατάστατα των παλαιώ ν ορθόδοξων
σοοιαλιοτικώ ν ουτοπιώ ν σε θολούς ειρηνισ ούς και σε οικου ενιστικές
ηθικολογίες. Ν ο ίζου ν ότι ε το ν τονισ ό του εγάλου κοινού
ανθρωπιστικού παρονο αστή και ε την υπό νηση του π ά ντα αδιάπτωτου
ανθρωπιστικού τους φρονή ατος θα ρίξουν ία γέφυρα ανά εσα στις
χθεσινές και στις ση ερινές τους τοποθετήσεις, σβήνοντας έτσι από τη νή η
των άλλω ν τις πολιτικές τους γκάφες και διασκεδάζοντας τις εύλογες
α φιβολίες, ως π ρος τις πνευ ατικές τους ικανότητες σ' ό,τι αφορά στη
σύλληψη πολιτικών καταστάσεων. Ο κόπος τους φαίνεται ωστόσο ν α
π ηγα ίνει χα ένος. Γιατί και τα κα ινούργια τους θεολογού ενα απέχουν, το
ίδιο όπως και τα παλιά, π αρασάγγες από τις κινητήριες δυνά εις της
σύγχρονη ς πλανητικής ιστορίας και από τον χαρακτήρα της πολιτικής. Είναι
πολιτικά νή πιος όποιος αναφέρεται στις δήθεν γενικές σ ύγχρ ονες τάσεις για
υπέρβαση του εθνικού κράτους και για τη βαθ ιαία πτώση των συνόρω ν,
αποσιω πώντας ότι είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγ ατα ν α π ερ νούν τα
σύνορ α σου στρατιές τουριστών και ν α τα π ερ νο ύ ν τα στρατεύ ατα ενός
γειτονικού κράτους. Και εξ ίσου πολιτικά νή π ιοι είναι όσοι φ αντάζονται ότι
τα «ανθρώ πινα δικαιώ ατα» π ορ ούν ν' αποτελέσουν α ετακίνητο κριτήριο
για την άσκηση εθνικής πολιτικής, παραγνω ρίζοντας τη συγκεκρι ένη
επήρεια και χρήση των ανθρω πίνω ν δικαιω άτων σε κάθε πολιτική συγκυρία.

Ας επαναλάβου ε, κλείνοντας, ότι σκοπός των σύντο ω ν αυτών


παρατηρήσεων δεν ήταν, ούτε πορούσε ν α είναι, η διατύπωση
συγκεκρι ένω ν προτάσεω ν πάνω στα συγκεκρι ένα προβλή ατα πού
αντι ετωπίζει σή ερα η ελληνική εξωτερική πολιτική. Θελήσα ε ν α τονίσου ε
την απλή και στοιχειώδη αλήθεια, ότι ία τελεσφόρα και ακρόπνοη εθνική
πολιτική πορεί ν' απορρεύσει ο νά χα από ια ν ακ αία εθνική οντότητα ως
conditio sine qua non. To τι θα κά ει στα επί έρους όποιος διαθέτει την
απαραίτητη τούτη προϋπόθεση εξαρτάται από τον εκάστοτε διεθνή
συσχετισ ό δυνά εω ν, α πό τις εκάστοτε ανάγκες και επιδιώξεις του. Για γα
περπατήσει κανείς πρέπει πρώτα-πρώτα ν α έχει π όδια ? το που, πώς και πότε
θα πάει, δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρω ν και δεν το καθορίζει πάντοτε ο
ίδιος. Σ υχνότατα η ση ερινή ελληνική εθνική πολιτική θυ ίζει κ ά ποιον ο
οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσι η
στιγ ή θα του φυτρώ σουν φτερά. Η στάση αυτή δεν προ η νύει τίποτε καλό.
Π ράγ ατι, ία νη φ άλια εκτί ηση ά λλον θα κατέληγε στο πόρισ α ότι είναι
άκρως α φίβολο α ν η Ελλάδα θα πει στον επ ίπονο και τραχύ δρό ο της
εσωτερικής ανόρθωσης, πού όνος θα της έδινε τις προϋποθέσεις για την
άσκηση εθνικής πολιτικής ικανής ν' αντεπεξέλθει στις εξαιρετικά δυσχερείς
συνθήκες της ση ερινής πλανητικής συγκυρίας. Μ άλλον θα συνεχίσει ν α
αιωρείται α ή χα να εταξύ ευρωπαϊκών ελπίδω ν και υπεραναπληρω τικού
νευρωτικού εθνικισ ού, ανήκοντας στην Ευρώπη ε το ν πιθηκισ ό της και
στα Βαλκάνια ε ό,τι γνησιότερο έχει: τη ιζέρια και τον επαρχιωτισ ό της.

Αυτό επιβάλλεται ν α πει όποιος επιχειρεί οή ερα ία διάγνω ση πέρα από


επιθυ ίες και φόβους, συ πάθειες και αντιπάθειες. Ούτε αγνοώ ούτε λησ ονώ

Η
τις άκρως τι ητικές ατο ικές εξαιρέσεις έναντι των κ α νόνω ν πού διέπουν τη
λειτουργία της ση ερινής ελληνικής κοινωνίας. Ό ως οι εξαιρέσεις δεν
π ορ ούν ν' αποτελέσουν το αντικεί ενο ιας σύντο ης κοινω νιολογικής και
πολιτικής ανάλυσης, όταν οι κανόνες είναι τόσο εξόφθαλ οι και τόσο
επαχθείς. Π ολλοί ίσως βρουν υπερβολικά καυστικές διάφορες εκφράσεις απ'
όσες χρησι οπσιήθηκαν στην παραπάνω περιγραφή. Θ α είναι ασφαλώς
εκείνοι πού ακό α δεν κατάλαβαν ότι στην Ελλάδα δεν υ π ά ρ χο υ ν πια
περιθώρια για ισόλογα και διακριτικούς υπαινιγ ούς.

Απόσπασ α από το βιβλίο "Πλανητική πολιτική ετά τον ψυχρό πόλε ο" (1992),
Κεφάλαιο: “Προϋποθέσεις, παρά ετροι και ψευδαισθήσεις της ελληνικής εθνικής
πολιτικής

Πηγή: Εφη ερίδα LIFO, 23/04/2011


httpy/www.lifo.gr/now/view/2526
Αναδη οσίευση: www.e-keimena.gr

You might also like