Professional Documents
Culture Documents
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
. Επειδή η μάθηση αρχίζει με τις πρώτες εμπειρίες στη ζωή ενός ατόμου, είναι
κατανοητό ότι η διαδικασία της μάθησης σχετίζεται με την πρωταρχική σχέση, που
περιλαμβάνει το βρέφος και την μητρική φιγούρα (Spelman, 2013). Ο τρόπος που θα
οικοδομηθεί αυτή η σχέση μπορεί να επιτρέψει ή να αποτρέψει την μάθηση.
(Κασιώλας, 1977)
Do you think you could recognise students for whom this is an issue, just by the
quality of their work and by their results? Would you know how to best assist these
students or indeed what allowances to make for them?
These are not easy questions to answer and are difficult to begin to address
without an understanding that there are students in our midst who are not
simply lazy, poorly motivated or of reduced intelligence - indeed, quite the
reverse is more usually the case. These are students who inevitably work twice as
hard, apply themselves diligently, put everything else aside to concentrate on
their study and still fail or achieve results which belie the 'behind the scenes
effort'. This dilemma session is about what happens when these students finally
ask the system to help, when they finally break their silence and stop trying
(usually on their own) to accommodate to the academic system which handicaps
them.
Cheryl Stickels
University Counselling Service
and
Glenn Neil
Student
http://clt.curtin.edu.au/events/conferences/tlf/tlf1998/stickels.html
Λίγα είναι τα θέματα στον τομέα των μαθησιακών δυσκολιών που έχουν
προκαλέσει το ενδιαφέρον ή την αμφισβήτηση όσα αυτά που σχετίζονται με τον
ορισμό αυτής της κατάστασης. Aν και οι μαθησιακές δυσκολίες αντιμετωπίζονται
σαν θέμα εδώ και 20 χρόνια, ο κλάδος θεωρείται ακόμα αρκετά νέος και κατά
συνέπεια δεν υπάρχουν αρκετές ερευνητικές προσεγγίσεις (Κάκουρος & Μανιαδάκη,
2004).
). Stanovich, 1991 Fletcher, Etspy, Francis, Davidson, Rourke & Shaywitz, 1989
Fletcher, Francis, Rourke, Shaywitz & Shawits, 1992 Shaywitz, Escobar, Shaywitz,
Fletcher, & Makush, 1992. Hurford & et al. 1994, 1994).
Ο παιδονευρολόγος Orton (δεκαετία ’20 και ’30) ήταν ο πρώτος ο οποίος δίνοντας
έμφαση στην κλινική νευρολογία, απέδωσε τη δυσκολία ανάγνωσης γραμμάτων στην
λειτουργία των δύο ημισφαιρίων, χρησιμοποιώντας τον επίσης ελληνογενή όρο
«στρεφοσυμβολία» για τα παιδιά με δυσκολία στην οπτική επεξεργασία των
συμβόλων. Ωστόσο ο όρος αυτός δεν θα πρέπει να συνεξετάζεται με τη δυσλεξία,
διότι είναι ένα προσωρινό φαινόμενο, ενώ η δυσλεξία χρειάζεται την παρέμβαση του
σχολείου για την εξάλειψή της. Παράλληλα με τον παραπάνω όρο, έκαναν την
εμφάνισή τους όροι όπως «αλεξία», «λεξική τύφλωση», «ειδική εξελικτική
δυσλεξία», «λεγασθένεια» (στη γερμανική βιβλιογραφία) και πλείστοι άλλοι ορισμοί
που δηλώνουν την διαταραχή γραπτού λόγου (Στασινός, 2015).
Αν και ο όρος δυσλεξία χρησιμοποιείται στη διεθνή βιβλιογραφία, μας δίνει μόνο
ένα μέρος της κλινικής εικόνας του παιδιού¨¨ , παραγκωνίζοντας τόσο τις ελλείψεις
όσο και τις δυνατότητες του παιδιού σε άλλους τομείς.
Αναπτύχθηκαν ειδικά τεστ, τα οποία μετράνε το Δείκτη Νοημοσύνης του παιδιού
Η διάρθρωση της εργασίας χωρίζεται σε τρία μέρη: Στο 1ο μέρος γίνεται προσπάθεια
να βρεθεί ένας αντιπροσωπευτικός ορισμός των μαθησιακών δυσκολιών. Το
φαινόμενο αυτό έχει γίνει αντικείμενο ενασχόλησης από πολλές ειδικότητες, πράγμα
το οποίο καθιστά δύσκολη την ανεύρεση ενός απόλυτου και καθολικού ορισμού. Στο
2ο μέρος θα ερευνήσουμε το φαινόμενο μέσα από την ψυχαναλυτική οπτική, η οποία
υπερβαίνει τις τετριμμένες και στερεοτυπικές απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με
τις μαθησιακές δυσκολίες. Σ’αυτό το σημείο θα ερευνήσουμε όλους τους λόγους για
τους οποίους το υποκείμενο αρνείται να μάθει και θα μελετήσουμε διεξοδικά τις
έννοιες υποκείμενο, σύμπτωμα, λίμπιντο, ασυνείδητο. Μέσα από τις αναφορές στο
έργο των Freud, Lacant και Adler θα κατανοήσουμε καλύτερα
Στο 3ο και τελευταίο μέρος γίνεται σύγκριση μεταξύ της Παιδαγωγικής και της
Ψυχολογίας, όπου ερευνώνται σημεία σύγκλισης και απόκλισης και ερευνάται ο
τρόπος με τον οποίο η Ψυχανάλυση θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμη στους
εκπαιδευτικούς οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με το θέμα των Μαθησιακών
Δυσκολιών.
Α’ ΜΕΡΟΣ
Η εισαγωγή του όρου έγινε το 1963 από τον ψυχοπαιδαγωγό Kirk, όταν για πρώτη
φορά οργανώθηκε ο Σύνδεσμος για Παιδιά με Μαθησιακές Δυσκολίες (Siegel and
Gold, 1982). Σύμφωνα με τον ορισμό του, οι μαθησιακές δυσκολίες είναι
προβλήματα διαφόρων διαδικασιών που επηρεάζουν τη γλώσσα και την ακαδημαϊκή
επίδοση όλων των ηλικιών. Η αιτία των προβλημάτων είναι επικεντρωμένη είτε στην
εγκεφαλική δυσλειτουργία είτε στην συναισθηματική/συμπεριφορική διαταραχή.
Ωστόσο ο Kirk αναθεώρησε την άποψή του, θεωρώντας μη έγκυρο αυτό τον ορισμό.
Ωστόσο οι Gearheart & Gearheart (1989), επεσήμαναν ότι κατά τη διάρκεια μιας
ακρόασης υποεπιτροπής του Σώματος επί του Δημόσιου Νόμου 94-142, εκφράστηκε
ανησυχία σχετικά με την ασάφεια του παραπάνω ορισμού των μαθησιακών
δυσκολιών. Για αυτό το λόγο, το Γραφείο Εκπαίδευσης για τα άτομα με αναπηρία
στο πλαίσιο της USOE στο Ομοσπονδιακό Μητρώο του 1977, επιχείρησε να
βελτιώσει τον παραπάνω ορισμό με την προσθήκη λειτουργικών διαγνωστικών
κριτηρίων για τον εντοπισμό των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες. Εντούτοις, τα
κριτήρια αυτά παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις και διαφέρουν τόσο δραματικά από
τον ορισμό, πράγμα το οποίο συγχέει το ζήτημα της φύσης των μαθησιακών
δυσκολιών και μειώνει την πιθανότητα ο ορισμός του USOE το 1977 να χρησιμεύσει
σαν καθολικός ορισμός των μαθησιακών δυσκολιών.
Μια σειρά από μέτρα όπως: προσωπική επικοινωνία με τον μαθητή, συζήτηση με
τους συναδέλφους του για να μοιραστεί τις προβληματικές καταστάσεις οι οποίες
δεν οφείλονται αποκλειστικά στον ίδιο και συζήτηση με την οικογένεια με στόχο την
ευαισθητοποίησή τους απέναντι σε αυτό το ζήτημα.
Γνωστή για την ενασχόλησή της στην Ειδική Αγωγή, η Παντελιάδου αναφέρει
πως « έχει προκύψει μια πληθώρα ορισμών οι οποίοι διαμορφώνονται ανάλογα με τη
κυρίαρχη αντίληψη κάθε εποχής σχετικά με τη φύση των Μαθησιακών Δυσκολιών. Η
διαδικασία αυτή δεν έχει περατωθεί ακόμη και οι επιστήμονες συνεχίζουν τις
προσπάθειές τους για βελτίωση του ορισμού » .
Μ’αυτό τον ορισμό γίνεται η εισαγωγή ενός νέου στοιχείου που αφορά
Οι εκπαιδευτικοί πολλές φορές έχουν στην τάξη παιδιά με κακή σχολική επίδοση,
χωρίς να μπορούν να δώσουν μια απάντηση στο ερώτημα που οφείλεται αυτή η
σχολική αποτυχία. Μερικές από τις αιτίες των μαθησιακών δυσκολιών είναι οι
κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες, το κοινωνικό περιβάλλον, το εκπαιδευτικό
σύστημα, ωστόσο καμία δε μπορεί να εξηγήσει πλήρως το φαινόμενο της σχολικής
αποτυχίας. (Teixeira de Souza, 2007). Σε μεγάλο μέρος των περιπτώσεων μπορεί να
οφείλονται σε ....που δεν τις καταλαβαίνουμε στη πρώτη συνάντηση με το παιδί, ενώ
άλλες περιπτώσεις προέρχονται από Μαθησιακές Δυσκολίες. Ο Βότσος και η
Παντελιάδου συμφωνούν ότι οι ΜΔ έχουν ιδιαίτερη φύση και εξ’αιτίας αυτού, δεν
είναι δυνατόν μόνο ένα άτομο να ασχοληθεί με την εξέταση του παιδιού (Βότσος,
1993, Παντελιάδου 2000). Υπάρχει μια ολόκληρη ομάδα που αποτελείται από
ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, λογοθεραπευτές και έχει καταρτιστεί ειδικά
για αυτό το σκοπό