Professional Documents
Culture Documents
Η κατάσταση της υγείας του Στιβ πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Η
απώλεια αίματος ήταν ανεξέλεγκτη παρά τις προσπάθειες της Σαντ να
περιορίσει την αιμορραγία. Η αλήθεια ήταν πως τα πράγματα δεν είχαν
πάει καθόλου ευνοϊκά για την αποστολή τους εκείνο το πρωινό. Έχασαν
το θήραμα τους, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν για να μην πέσουν πάνω
σε άλλους θηρευτές και παράλληλα ο Στιβ είχε χάσει το χέρι του στην
αποτυχημένη προσπάθεια να παγιδέψει το ζώο.
Αυτή ήταν και η χειρότερη μέρα για την αποστολή από τότε που η Σαντ
ανέλαβε τα ηνία της, τρεις χειμώνες πριν. Βετεράνος πολλών κυνηγιών
και η πιο ικανή στην ιχνηλασία και το σημάδι, ανέλαβε την ηγεσία μετά
τον θάνατο του Ταύρου. Έτσι ήταν η παράδοση. Ένας ηγέτης του
κυνηγιού μπορούσε να πεθάνει μονάχα με αυτόν τον τρόπο αν ήθελε να
ευαρεστήσει τα πνεύματα των προγόνων. Ο Ταύρος δεν αποτελούσε
εξαίρεση. Όταν ένιωσε τα χρόνια να τον βαραίνουν οπλίστηκε με την
πατρογονική του πολεμική εξάρτηση και όρμησε για το τελευταίο του
κυνήγι από το οποίο δεν γύρισε ποτέ. Τα πνεύματα των Προγόνων ήταν
ευχαριστημένα.
«Άνεμε που μας δίνεις ζωή και συ χώμα που μας πρωτοσχημάτισες, δέξου
αυτή την ψυχή για αδερφό».
«Μεγάλοι ή μικροί»;
Η Σαντ ζύγισε τις επιλογές τις. Είχε ήδη χάσει ένα μέλος από την
αποστολή της ενώ πλησίαζε και η νύχτα. Στον αντίποδα δεν θα ήταν καλή
ιδέα το να γύριζε με άδεια χέρια στον καταυλισμό.
«Πάρε τον Σκαρ και την Σάντοου και πλευρίστε από αριστερά. Περιμέντε
το σήμα μου πριν επιτεθείτε.».
Ο Σνιφ αφού έφτυσε βάλθηκε να εκτελέσει τις οδηγίες. Το ίδιο έκαναν και
οι υπόλοιποι. Η Σαντ είχε ακόμη την εμπιστοσύνη της ομάδας της. Η
πυκνή βλάστηση τους έκρυβε καταλλήλως. Ο ήλιος είχε ήδη αρχίσει να
κατεβαίνει χαμηλά. Η Σαντ υπολόγισε πως είχαν δύο ώρες μέχρι να
νυχτώσει πλήρως. Θα αρκούσαν. Ήταν αρκετά τυχερή που βρέθηκαν αυτά
τα δύο τρυφερούδια τόσο κοντά στον καταυλισμό.
Ο Σνιφ με την ομάδα του πλησίασαν έρποντας προς τους δύο νεαρούς
χαυλιόδοντες. Για την ράτσα τους ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένοι. Το κρέας
τους θα μπορούσε να ταΐσει για αρκετές μέρες τον καταυλισμό. Αν
κατάφερναν να τους πιάσουν…
Η Θεά δεν άργησε και πολύ για να ελευθερωθεί από το χώμα. Το ξύλινο
σώμα της δεν είχε καθόλου άκρα και παραδόξως ήταν αρκετά ελαφρύ. Το
απόθεσαν και αυτό με ευλάβεια στο έλκηθρο και κίνησαν για τον
καταυλισμό.
Η Σαντ χτύπησε ρυθμικά την γροθιά της δύο φορές, μετά σφύριξε σαν
πουλί και τέλος ξαναχτύπησε μια φορά με τον καρπό. Η καταπακτή άνοιξε
και η αποστολή μπήκε στο καταφύγιο. Έξω είχε πλέον βραδιάσει.
«Η μεγάλη Θεά και ο γιός της που αναστήθηκε από τους νεκρούς.». Η
φωνή είχε τόνο θριαμβευτικό. Το πλήθος ξέσπασε σε ζητωκραυγές.
«Ο θάνατος του Στιβ, δεν είναι δική μου ευθύνη. Παράκουσε τις εντολές
μου και ρίχτηκε στον Θερμοκέφαλο μονάχος του χωρίς…»
«Αν δεν πιστεύετε τα λόγια μου και της ομάδας μου, πιστέψτε την ίδια
την Θεά».
Σιωπή απλώθηκε στην αίθουσα. Ο γηραιός που μιλούσε ως τώρα βούτηξε
πίσω στην αναπαυτική του πολυθρόνα και συνοφρυώθηκε.
«Ευλογημένη η Θεά και τα δώρα της. Όμως ακόμα δεν ξέρουμε αν αυτό
που βρήκες είναι όντως σύμβολο της Θεάς. Δεν μας σώζεται καμία εικόνα
της από την εποχή των θρύλων.».
Η Σαντ, δεν είχε κάτι να απαντήσει στο τελευταίο σχόλιο. Ό,τι είχε να πει
το είπε. Έπαιξε και το τελευταίο της χαρτί και έχασε.
«Να δούμε αν ο ανίκανος ο γιός του θα φέρνει πίσω την ίδια λεία.».
Σκέφτηκε με πικρία.
Η Σάντ ήταν πολύ κουρασμένη. Το μόνο που ήθελε ήταν να πάει στο
δωμάτιο της και να σωριαστεί να κοιμηθεί. Πρώτα όμως έπρεπε να
κλείσει μια τελευταία υποχρέωση. Κατευθύνθηκε προς την αίθουσα 1-Β.
Εκεί αφού χαιρέτησε τους φρουρούς έψαξε και βρήκε μια ηλικιωμένη
γυναίκα να κάθεται αμίλητη στην άκρη του κρεβατιού. Φαινόταν να
βρίσκεται σε περισυλλογή και για αυτό αρχικά δεν άκουσε την Σαντ.
«Μαίρυ. Με ακούς»; Η φωνή της Σαντ ήταν πιο δυνατή χωρίς όμως να
γίνει απότομη.
Η Μαίρυ γύρισε αργά το κεφάλι προς το μέρος της Σαντ. Δεν κατέβαλε
ιδιαίτερο κόπο να σκεφτεί το προφανές. Ξαφνικά μίλησε αργά και
χαμηλόφωνα.
«Λυπάμαι Μαίρυ».
«Όχι».
«Δεν μπορώ να σε βγάλω εύκολα από δω. Πως ξέρω ότι δεν είσαι
κατάσκοπος κάποιου άλλου καταυλισμού»;
«Όπως σου έχω ήδη εξηγήσει, δεν ανήκω πουθενά. Είμαι απλά ένας ξένος
που όπως και συ έχει μια αποστολή».
«Ποια αποστολή»;
Ο Σνιφ είχε πείσει τους πάντες πως το ξύλινο κατασκεύασμα που είχε
βρει, ήταν το ομοίωμα της Θεάς. Το είχαν τοποθετήσει σε περίοπτη θέση
στο βάθρο της μεγάλης αίθουσας που χρησιμοποιούταν για τις διάφορες
μαζώξεις του καταυλισμού.
Πλέον αρκετοί και από τους γηραιούς είχαν αρχίσει να πιστεύουν στα
λόγια του Σνιφ και των υπόλοιπων πιστών. Κάποιοι από τους πιο
σκεπτικούς δεν τόλμησαν να εμποδίσουν την λατρεία του αντικειμένου,
εφόσον αυτό θα ξεσήκωνε τον λαό.
Η τελετή ξεκίνησε με γέλια, χορό και ύμνους στο όνομα της Θεάς. Έπειτα
το πλήθος περνούσε μπροστά από τους γηραιούς, οι οποίοι του μοίραζαν
νερό με μικρά κομμάτια ωμού κρέατος.
«Τούτο είναι το σώμα μου και το αίμα μου». Έλεγαν προς τους πιστούς
που λάμβαναν αυτό το δώρο. Τελικά μετά από κάποια ώρα και αφού όλοι
οι πιστοί είχαν λάβει το μερτικό τους, οι γηραιοί προσέφεραν νερό και
στο άγαλμα της Θεάς, χύνοντας πάνω του δύο κούπες.
Ο τόνος της φωνής του ξένου ήταν επιτακτικός. Η Σαντ δεν είχε πολύ
χρόνο να σκεφτεί. Αποφάσισε να τον βοηθήσει. Στο κάτω-κάτω ήταν
άνθρωπος της δράσης. Όμως ήξερε πως κανένα όπλο δεν θα μπορούσε να
σκοτώσει αυτό το… Τέρας.
«Ακολούθησε με». Τον έπιασε από το χέρι και τον οδήγησε μέσα από το
πλήθος στην αίθουσα που φυλούσαν τα όπλα. Εκεί συνάντησαν τον Ρίβερ.
«Ήξερα πως θα ερχόσουν εδώ. Για αυτό σου προετοίμασα τον εξοπλισμό
που είχες πάνω σου όταν σε πιάσαμε». Στην πραγματικότητα ο Ρίβερ είχε
έρθει για να πάρει τον εξοπλισμό και να τον φορέσει σε κάποιον από τους
κυνηγούς. Δεν μπορούσε να ξέρει ότι ο ξένος θα επιβίωνε.
«Με αυτή την σφεντόνα και τούτο το μαχαιράκι θα νικήσεις αυτό το…». Η
Σάντ ήταν έξω φρενών με τον εαυτό της που πίστεψε σαν βλαμμένη στις
αερολογίες του ξένου.
Ο ξένος δεν περίμενε κάποια απάντηση. Αμέσως βγήκε από την αίθουσα
και άρχισε να δρασκελίζει προς το μέρος του πλάσματος. Το καταφύγιο
πλέον είχε μετατραπεί σε δάσος με πολλά μικρά ζώα.
«Δεν είναι κάπως ειρωνικό που παλεύουμε να μην γίνουμε χώμα αλλά
τελικά καταλήγουμε στο χώμα»; Ήταν μια από τις τελευταίες του
σκέψεις πριν η καρδιά του σταματήσει να χτυπά.
Η Σαντ και ο Ρίβερ είχαν μαζέψει ότι απέμεινε από τον πληθυσμό του
καταυλισμού. Μερικές γυναίκες και άντρες. Ελάχιστοι κυνηγοί. Κανένας
γηραιός. Το Θέαμα ήταν αποκαρδιωτικό. Σύντομα θα έπεφτε η νύχτα και
δεν είχαν καταφύγιο. Ο Ρίβερ πρότεινε να πάνε βορειοδυτικά επειδή είχε
ακούσει πως εκεί υπήρχαν μεγάλα βουνά. Ίσως να έβρισκαν κάποια
μεγάλη σπηλιά για να την μεταμορφώσουν σε καινούργιο καταφύγιο. Η
Σαντ δέχτηκε. Ξεκίνησαν την πορεία τους. Η Σαντ ευχαρίστησε τον ξένο
για την θυσία του και πρόφερε από μέσα της την προσευχή που είχε
προφέρει και για τον θάνατο του Στιβ. Δεν πίστευε στην Θεά. Η πίστη της
ήταν πολύ παλιότερη και απαγορευμένη. Η πίστη προς τον Ένα. Κάπου στο
βάθος ακούστηκε ένα αλύχτισμα από λύκους. Η πορεία για τα βουνά δεν
θα ήταν εύκολη…