Professional Documents
Culture Documents
διονυσιακά
διονυσιακά
διονυσιακά
Πολύκλαδο δίκτυο δελφικών της Πυθίας πληροφοριοδοτών στο βωμό του ανηλεούς
κέρδους?
Ή μήπως
απεμπνοή αρώματος του υψηλότερου πνευματικού πολιτισμού που έφτασε ποτέ η
ανθρωπότητα, με παράπλευρη λειτουργία θεάτρων, σταδίων και με μία
αδιαφιλονίκητη συνεισφορά στο αμφικτυωνικό υπάρχειν και γίγνεσθαι?
Στο νοητικό της ιστορίας εκκρεμές, η αλήθεια οφείλει να κινείται ανάμεσα στις πιο
απομακρυσμένες θέσεις από την ισορροπία.
Στις θέσεις που η ταχύτητα της ιστορίας σταματά για να χαζέψει.
Στους σοφιστές στη μία και τους σοφούς απο την άλλη.
Για τους μεν πρώτους θα είναι απίστευτη.
Για τους δεύτερους σίγουρα πιστευτή.
Ψάχνοντας μέσα μας, θα συναισθανθούμε το Θείο σαν κάτι υπερλογικό, σαν μιά
ακαθόριστη υπόσταση στη οποία το Εγώ ούτε αντιτίθεται αλλά ούτε και
υποτάσσεται. Προσκολλάται απλά και γύρω του όπως η γη γύρω απ’ τον ήλιο,
φθάνοντας έτσι στο σκοπό της εξατομίκευσης –βύθισης, με έναν πιθανά καταληπτικό
χαρακτήρα.
Για τη σχέση μεταξύ του Εγώ και του Θείου, ίσως δεν μπορούμε να πούμε τίποτε, στο
βαθμό που μας είναι άγνωστο το περιεχόμενο του δεύτερου.
Το μόνο που γνωρίζουμε είναι το Εγώ σαν περιεχόμενο ενός άγνωστου και υπέρτερου
Υποκείμενου. Έτσι καθίσταται πρόδηλο πως η ιδέα του Θείου ουσιαστικά είναι από
μόνο του μία υπερβατική ομολογία που, αν και δικαιώνεται ψυχολογικά, η ψυχολογία
σαν επιστήμη καθίσταται τουλάχιστον φτωχή και αδυνατεί τελικά να αποδείξει.
Γύρω από τη φευγαλέα και επικίνδυνα απειλημένη ακινησία της κάθε συνοικίας,
απλώνεται μιά πόλη μισογνώριμη-μισοάγνωστη, που οι άνθρωποι συναντιούνται
κατά τύχη κι ύστερα χάνονται χωρίς επιστροφή. (Μαθητής)
Καμία γήινη σχισμή δεν βρέθηκε στα άδυτα του Δελφικού ναού.
Κανένα ίχνος ραδιενεργών υλικών στα νερά της Κλάρου ή των Διδύμων.
Και όμως, οι Ίωνες ιερείς πίνοντας το νερό από τις πηγές αυτές έρχονταν σε
θεοληψία, όπως η Πυθία όταν ερχόταν στον τρίποδα.
Κατά τρόπο περίεργο, αλλά όπως όμως βεβαιώνει ο Πλούταρχος, από το Δελφικό
Άδυτο αναδυόταν κατά τον χρησμό ένα μυρωμένο ρεύμα που δεν μπορούσε να
συγκριθεί με τίποτε άλλο, παρά με τα πολυτιμότερα της εποχής αρώματα.
Ήταν οι χρησμοί εκ Θεού ή εκ σπάνιας ειδικής κατάστασης της ψυχής του μάντη ή
της μάντιδος με ή χωρίς τη χρήση βοηθημάτων?
Κάθε παιχνίδι εκτυλίσσεται μέσα στα όρια του χώρου του. (Μαθητής)
Οι Σίβυλλες ήταν απλές κοπέλες του χωριού. Μετά τον ερχομό τους στο μαντείο
μεταμορφώνονταν με τρόπο εκπληκτικό, καταλαμβάνονταν απο «μανία» και άρχιζαν
να κραυγάζουν λόγους συγκεχυμένους και συχνά ασυνάρτητους. Και όμως, από τους
λόγους αυτούς έβγαιναν τα σωτήρια νοήματα για τους χρησμοδοτούμενους.
Προβλέπεις? (Μαθητής)
Ο Διόνυσος, ως θεός της ψυχής, θεωρείται ο θεός της μαντικής, αν και στα
περισσότερα μαντεία προϊστατο ο Απόλλωνας. Η εξήγηση είναι απλή. Από τα
σπαραχθέντα μέλη του Ζαγρέως- Διονύσου, διέσωσε η Αθηνά – Ίσιδα μόνο την
καρδιά. Ο Δίας-Ζεύς τη μετέτρεψε χάριν των ανθρώπων σε ήλιο. Έτσι, Διόνυσος και
Απόλλων πέρασαν στη συνείδησή μας ως το αυτό πρόσωπο, κατά το ορφικό
Έτσι, ολοκληρώνεται μέσα μας ο συμβολισμός του αετώματος στον Δελφικό Ναό :
Στα δύο άκρα υπήρχαν το απολλώνιο ρητό «μηδεν άγαν» και το διονυσιακό «γνώθι
σαυτόν». Στη δε κορυφή, η ενοποιός πεμπτουσία του κόσμου. Ε.
(Μπαίνει η μουσική)
Εμείς, μυημένοι από το δημήτριο στάχυ και το διονυσιακό κλήμα, ίσως καλούμαστε
εν πολλοίς να συλλάβουμε την ολότητα των όσων έχουν συμβεί και των όσων
απομένει να γίνουν, κατερχόμενοι στο βάθος της κοινωνικής μας συνείδησης και
αφήνοντας το δάκρυ να τρέξει ελέυθερα υπο το κράτος του προσωπικού μας και όχι
μόνο, έξωθεν επιβεβλημένου ρυθμού.
Πού άραγε να βρίσκεται η τριαδικότητα του τριπόδου της Πυθίας, του Ωραίου, του
Μεγάλου και του Αληθινού στη χώρα που την γέννησε δέκα χρόνια μετά το δύο
χιλιάδες? (Μαθητής)
Δεν υπάρχουν άτομα, παρά μόνο σκιές που στοιχειώνουν πράγματα προσφερόμενα
άναρχα απο άλλους.
Η κοινωνία επιστρέφει στον εαυτότης την ίδια της την ιστορική εικόνα, που δεν
είναι άλλη παρά η επιφανειακή και στατική ιστορία των κατά καιρούς
διαφεντευτών της.
Η λήθη έγινε το κυρίαρχο πάθος μας.
Πάψαμε προ καιρού σαν άνθρωποι να αφουγκραζόμαστε τις φωνές του
υπεραισθητού κόσμου των πνευμάτων που μας περιβάλλει, μεταλλάσσοντας
επίμονα, άλλοτε ηθελημένα και άλλοτε άθελα, τη Γή Μάννα σε Γη Μητριά.
(Μαθητής)
Το ποιός και πότε θα αφουγκραστεί ξανά τον ίσκιο της και θα συντονιστεί ξανά στον
ατέρμονα παγκόσμιο ρυθμό της, το ζητώ απο σένα...
Η ευτυχία κατάντησε να είναι μιά νέα ιδέα στη χώρα αυτή. (Μαθητής)
(Τελειώνει η μουσική)
Όμορφα Διονυσιακά παιδιά, η περιπέτεια δεν πέθανε....
Απλά, μόλις άρχισε...
Εψιλον (Σεβάσμιος)
Εψιλον. (Μαθητής)