Professional Documents
Culture Documents
Λ ?'
Μετάφραση: ^
Λευτέρης ’ Αναγνώστου-’ηφΦελη'γκ,^ '
Γ ιόχ αν Μόστ
ΚΕ Φ Α Λ Α ΙΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ
Μετάφραση: Λεύτερης ’ Αναγνώστου - Έ σ σ ε λ ι γ κ
'Ε π ιμ έλ εια κειμένου καί τυ πογραφική διόρθωση:
Κάκια Γ ρ η γο ρ ίο υ - Τ σάτσου
' Επιμέλεια παραγωγής:
Ευγενία Χριστοπούλου
Φ ωτοσ τοιχειοθεσ ία : Δ ΙΑ Χ ΡΟ Ν ΙΚ Η Α.Ε.
Λ υκαβηττού Ια, τηλ. 36.11.447/36.25.376
'Ε κ τ ύ π ω σ η - Βιβλιοδεσία:
Ο Κ Τ Ω Ρ Α Τ Ο Σ - ΚΟΥΚΙΑ Σ O.E.
Λεονάρδου 4, Περιστέρι, τηλ. 57.16.473
Κεντρική διάθεση: Δ ΙΑ Χ ΡΟ Ν ΙΚ Η Α.Ε.
Λυκαβηττού Ια, τηλ. 36.11.447/36.35.376
Περιεχόμενα
’ Εμπόρευμα καί χρ ή μ α 7
Κεφάλαιο καί εργασία 16
' Η βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής 22
' Η ημερήσια εργασία 27
'Ο καταμερισμός τής εργασίας 35
' Η μεγάλη βιομηχανία 42
Οί επιδράσεις τής αναπτυγμένης έργοσ τασ ιοβιομηχα-
νίας 49
Τό ημερομίσθιο 56
' Η διαδικασία δια τή ρ η σ ης καί συσσώ ρευσης τού κεφα
λαίου 63
' Ο καπιταλιστικός πληθυσμιακός νόμος 69
Οί διάφορες μορφές τής κ α π ιτα λισ τική ς αύξησ ης του
πληθυσμοΰ. Μ αζική φτώ χεια 76 *
Οί καταβολές τοΰ σύγχρονου κεφαλαίου 81
Συμπερασματικές παρατηρήσεις 92
Π Α ΡΑ ΡΤΗ Μ Α
Π ρόλογος σ τή ν πρώτη έκδοση 96
’ Ε πίλογος σ τή ν πρώτη έκδοση 99
Βιογραφικό σημείω μα τοΰ συγγραφέα 102
’Εμπόρευμα καί χρήμα
Μ έρ ο ς π ρ ώ το , κ εφ ά λ α ιο 1. σ ελ. 4 9 - 5 3 7
κειμενικοποιεϊται»* σ ’ αότά. Πρέπει δμως να γίνει σαφέ
στερο, γιά ποιό λόγο θεωρούμε τήν εργασία σάν τή μοναδική
πηγή αξίας.
Σέ ύποανάπτυκτες φάσεις τής κοινωνίας, δ Ίδιος άνθρω
πος έκτελει διαδοχικά τις πιό διαφορετικές εργασίες· τή μιά
φορά καλλιεργεί τούς αγρούς, τήν άλλη υφαίνει, υστέρα είναι
πεταλάς, μαραγκός κλπ. ’Αλλά δσο ποικίλες καί αν είναι οι
άσχολίες του, παραμένουν πάντα διαφορετικοί τρόποι χρησι
μοποίησης του μυαλού του, των νεύρων του, των μυών του,
των χεριών του κλπ., δηλαδή διαφορετικοί τρόποι κατανάλω
σης τής εργατικής του δύναμης. Ή εργασία του παραμένει
κατανάλωση δύναμης - κοινώς εργασία - ενώ ή χρήσιμη
μορφή αυτής τής κατανάλωσης, τό είδος εργασίας, άλλάζει
ανάλογα μέ τό έργο ηού επιδιώκει. Με τήν κοινωνική πρόοδο
μειώνεται σιγρ,-σιγά δ αριθμός τών διαφόρων ειδών χρήσιμης
εργασίας, πού τό ίδιο πρόσωπο έκτελει διαδοχικά· τά είδη
αύτά ό παραγωγός δέν παράγει εξαρχής γιά δικές του άλλά γιά
ξένες άνάγκες, δηλαδή γιά τήν αγορά, καί τά προϊόντα είναι
προορισμένα νά παίξουν τό ρόλο τού έμπορεύματος, χρησι
μεύοντας στόν 'ίδιο μόνο άφοϋ ή παραγωγή ’έχει άναπτυχτεϊ
κιόλας σέ πολυπλόκαμο σύστημα αυτοτελών καί παράλληλων
ειδών χρήσιμης εργασίας καί έχουμε φτάσει σέ πολύκλαδο
κοινωνικό καταμερισμό τής ’εργασίας.
"Ο, τι δμως ϊσχυε παλιότερα γιά ένα άτομο πού έκτελούσε
διαδοχικά διαφορετικές εργασίες, ’ισχύει τώρα γι ’ αύτή τήν
κοινωνία μέ τό διαρθρωμένο της καταμερισμό εργασίας. Ό
ωφέλιμος χαρακτήρας κάθε ξεχωριστού εϊδους εργασίας
καθρεφτίζεται στήν ’ιδιαίτερη άξια χρήσης τού προϊόντος της,
δηλαδή στήν ιδιαίτερη άλλαγή μορφής, μέσω τής οποίας μιά
Σ .τ .Μ : Ά ν τ ικ ε ιμ ε ν ικ ο π ο ίη σ η είνα ι ό ρ ο ς τής χ ε γ κ ελ ια ν ή ς κ α ί μ α ρ ξ ισ τ ικ ή ς
δ ια λ ε κ τ ικ ή ς κ α ί σ η μ α ίνει τήν ε ξ ω τ ε ρ ίκ ευ σ η του υ π ο κ ειμ ενικ ο ύ (ερ γα σ ία ), π ού
η α ίρ νει ά ν τ ικ ε ιμ εν ικ ή μ ο ρ φ ή (εμ π ό ρ ευ μ α ).
8 Μ έρ ο ς π ρ ώ τ ο
ορισμένη φυσική ΰλη φτάνει νά εξυπηρετεί μιά ορισμένη
άνθρώπινη άνάγκη. "Ομως ή αυτοτελής εκτέλεση καθεμιάς
άπό τά τόσα διαφορετικά είδη χρήσιμης εργασίας δέν αλλάζει
τό χαρακτήρα αυτών τών ειδών εργασίας, πού παραμένουν
κατανάλωση άνθρώπινης εργασίας, γιατί σ ’ αύτήν Ανάγεται
τό κοινό γνώρισμα, δηλαδή ή εμπορευματική άξια. Ή τελευ
ταία , δέν δηλώνει παρά μόνο δτι ή παραγωγή αυτών τών πρα
γμάτων κόστισε κατανάλωση άνθρώπινης εργατικής δύναμης
καί μάλιστα κοινωνικής εργατικής δύναμης, γιατί σέ άναπτυγ-
μένο καταμερισμό εργασίας κάθε άτομική εργασία - σάν
κατανάλωση δύναμης - καθορίζεται άπό τόν κοινωνικό μέσο
δρο εργασίας, δηλαδή άπό τή μέση κατανάλωση τής κοινωνι
κής εργατικής δύναμης. "Οσο περισσότερη μέση εργασία
άντικειμενικοποιήθηκε σ ' ενα εμπόρευμα, τόσο μεγαλύτερη
είναι ή άξία του.
’Ά ν ή μέση εργασία πού απαιτείται γιά τήν παραγωγή
ενός έμπορεύματος έμενε σταθερή, θά έμενε αμετάβλητη
καί ή άξία του. Αύτό όμως δέν συμβαίνει, γιατί ή παραγω
γική δύναμη τής έργασίας καθορίζεται άπό τό μέσο
βαθμό έπιδεξιότητας τών εργατών, τή βαθμίδα ανάπτυξης
τής έπιστήμης καί τής τεχνικής έφαρμογής της, τόν κοι
νωνικό συνδυασμό τής παραγωγικής διαδικασίας, τό
ποσοτικό καί ποιοτικό δυναμικό τών μέσων παραγωγής
καί άπό τίς φυσικές συνθήκες, πού μπορούν να διαφέρουν
μεταξύ τους κατά πολύ. "Οσο μεγαλύτερη είναι ή παρα
γωγική δύναμη τής έργασίας, τόσο μικρότερος είναι ό
άναγκαΐος εργάσιμος χρόνος γιά τήν παραγωγή ενός
προϊόντος, τόσο μικρότερη ή ποσότητα έργασίας πού
αποκρυσταλλώθηκε σ ’ αύτό, τόσο μικρότερη ή άξία του.
’ Αντίστροφα, όσο μικρότερη είναι ή παραγωγική δύναμη
τής έργασίας, τόσο μεγαλύτερος είναι ό άναγκαΐος εργά
σιμος χρόνος γιά τήν παραγωγή τοϋ προϊόντος, τόσο
κ εφ ά λ α ιο π ρ ώ το , σ ελ. 5 3 - 5 7 9
μικρότερη είναι ή άξία του. Είναι αυτονόητο δτι ’εδώ
μιλάμε γιά τήν εκάστοτε κοινωνικά κανονική παραγωγική
δύναμη καί τόν αντίστοιχο κοινωνικά άναγκαϊο εργάσιμο
χρόνο. Ό εργάτης χειροκίνητου υφαντήριου π.χ. χρειάζεται
περισσότερο χρόνο άπό τόν εργάτη μηχανοκίνητου υφαντή
ριου γιά τήν παραγωγή ίσων μέτρων υφάσματος. ' Ωστόσο,
δέν παράγει ψηλότερη άξία, όταν είσαχθεϊ ή μηχανοκίνητη
ύφανση. Ή διαφορά χρόνου εργασίας, τό πλεόνασμα ’εργα
σίας του χειροκίνητου σέ σύγκριση μέ τό μηχανοκίνητο τρόπο
ύφανσης, θά θεωρηθεί ανώφελη κατανάλωση δύναμης χωρίς
άξιογόνο χαρακτήρα.
Τά πράγματα πού δεν έγιναν μέ εργασία , π.χ. ό άέρας,
έχουν βέβαια άξία χρήσης, δχι δμως έμπορευματική άξία.
Ά π ό τήν άλλη μεριά, τά πράγματα πού παράχθηκαν μέ
άνθρώπινψ. εργασία, δέν μεταβάλλονται σέ εμπόρευμα, άν
χρησιμεύουν μόνο στήν ικανοποίηση άναγκών τών άμεσων
παραγωγών τους. Γιά νά γίνει 'εμπόρευμα ένα πράγμα, πρέπει
νά ικανοποιεί ξένες άνάγκες, νά έχει δηλαδή κοινωνική άξία
χρήσης.
"Ας ξανάρθουμε τώρα στή συναλλακτική άξία, δηλαδή
στή μορφή πού εκφράζει τήν έμπορευματική άξία. Αύτή ή
μορφή άξίας άναπτύσσεται σιγά-σιγά μέσα, άπό καί μέ τήν
άνταλλαγή τών προϊόντων.
'Εφόσον ή παραγωγή στοχεύει αποκλειστικά στήν αυτο
συντήρηση, δέν συντ ελεϊτάι άνταλλαγή, π,αρά σπάνια καί μόνο
μεταξύ προϊόντων πού εκείνη τή στιγμή ξεπερνούν τό μέτρο
άναγκών τών άνταλλαγέων. ’Ανταλλάσσονται π.χ, προβιές
έναντι αλατιού, άρχικά μάλιστα σέ τυχαία άναλογία. "Οταν οί
άντ αλλαγές ’επαναλαμβάνονται συχνά, τότε καθορίζεται άκρι-
βέστερα ή άναλογία άνταλλαγής, οπότε μία προβιά άντιστοι-
χεϊ σέ μία ορισμένη ποσότητα αλατιού. Σ ’ αύτή τήν κατώτερη
βαθμίδα συναλλαγών τό προϊόν του άλλου χρησιμεύει σάν
10 Μ έρ ο ς π ρ ώ τ ο
ισάξιο, δηλαδή σάν πράγμα άξίας, πού σάν τέτοιο δέν είναι
μόνο ανταλλάξιμο μέ τό είδος τής δικής του παραγωγής, άλλά
καί δ καθρέφτης πού εμφανίζει τήν άξία του εϊδους του.
Ή επόμενη βαθμίδα συναλλαγών υπάρχει ακόμη καί
σήμερα, π.χ. σε μερικά φύλα τής Σιβηρίας πού ασχολούνται
μόνο μέ τό κυνήγι■οί κυνηγοί αυτοί διαθέτουν γιά ανταλλαγή
μόνο τά δέρματα ζώων. "Ολα τά ξένα εμπορεύματα πού προ
μηθεύονται (μαχαίρια, δπλα, οινοπνευματώδη, αλάτι κλπ.),
τούς χρησιμεύουν σάν ισάξια του δικού τους εϊδους. Ή πολ
λαπλότητα τών εκφράσεων τής άξίας τών δερμάτων, δημι
ούργησε τή συνήθεια νά φαντάζονται τήν άξία τών δερμάτων
άνεξάρτητα άπό τήν άξία χρήσης τους, ενώ άπό τήν άλλη
μεριά ή αναγκαιότητα νά υπολογίζουν τήν ίδια άξία σέ μονά
δες τών πιό διαφορετικών προϊόντων οδήγησε στόν καθορι
σμό σταθερής άξίας. Ή συναλλακτική άξία τών δερμάτων
εμφανίζεται σ ’ αυτή κιόλας τή φάση μέ πιό χαρακτηριστική
μορφή άπό τήν παλιότερη βαθμίδα τών μεμονωμένων συναλ
λαγών καί τά ϊδια τά προϊόντα έχουν σέ μεγαλύτερο πιά βαθμό
τό χαρακτήρα εμπορευμάτων.
"Ας παρατηρήσουμε τώρα τό εμπόριο άπό τήν πλευρά τών
ξένων ιδιοκτητών τού εμπορεύματος. Καθένας τους πρέπει,
άπέναντι στους κυνηγούς τής Σιβηρίας, νά εκφράζει τήν άξία
του εϊδους του σέ δέρματα. Τά τελευταία γίνονται έτσι γενικό
μέτρο, γιατί δέν είναι μόνο άμεσα άνταλλάξιμα μέ δλα τά ξένα
προϊόντα, άλλά χρησιμεύουν και σάν γενική έκφραση τής
άξίας δλων τών προϊόντων. 'Έτσι γίνονται μέτρο άξίας καί
σύγκρισης. Μέ άλλα λόγια: στήν περιοχή άνταλλαγής αυτών
τών προϊόντων τό δέρμα γίνεται χ ρ ή μ α . Μέ τόν ίδιο τρόπο
έπαιξαν τό ρόλο του χρήματος, σέ μικρότερες ή μεγαλύτερες
περιοχές, τά πιό διαφορετικά εμπορεύματα. Μέ τή γενίκευση
τής άνταλλαγής εμπορευμάτων ό ρόλος αύτός μεταβιβάζεται
στό χρυσό καί τόν άργυρο, δηλαδή σέ είδη εμπορευμάτων πού
κεφ. π ρ ώ το , σελ. 5 7 - 81 11
είναι άπό τή φύση τους κατάλληλα γι ’ αυτή τή λειτουργία.
Γίνονται τό γενικό ισότιμο (μέτρο), πού Ανταλλάσσεται άμεσα
μ έ δλα τά άλλα ’εμπορεύματα καί επιτρέπει τήν έκφραση, τή
μέτρηση καί τή σύγκριση τής αξίας τους. Ή άξία ενός εμπο
ρεύματος, εκφρασμένη σέ χρήμα, λέγεται τιμή. Ή άξία 300
μέτρων πανιού ’εκφράζεται π.χ. στήν τιμή 4.000 μάρκων, δταν
300 μέτρα πανί είναι ίσα πρός 800 γραμμάρια χρυσού καί 400
μάρκα είναι ή χρηματική έκφραση 800 γραμμαρίων χρυσοΰ.
' Η άξία τοΰ χρήματος μπορεί νά εκφραστεί μόνο σέ
άλλα εϊδη, όπως έξαλλου καί ή άξία κάθε εμπορεύματος.
Ή άξία του ορίζεται άπό τήν εργασία πού άπαιτεΐται γιά
τήν Παραγωγή του καί έκφράζεται σέ ποσότητες κάθε
άλλου εμπορεύματος, γιά τήν παραγωγή τοΰ οποίου χρει
άστηκε ϊσος χρόνος έργασίας. ”Αν διαβάσει κανείς έναν
τιμοκατάλογο άπό αριστερά πρός τά δεξιά, θά βρει τήν
άξία τοΰ χρήματος εκφρασμένη σέ κάθε εμπόρευμα.
Μέσω τοΰ χρήματος ή άνταλλαγή προϊόντων απαρτίζεται
άπό δύο διαφορετικές διαδικασίες πού άλληλοσυμπληρώνον-
ται. Τό εμπόρευμα, ή άξία του όποιου είναι ήδη εκφρασμένη
στήν τιμή του, μεταβάλλεται σέ χρήμα καί κατόπιν ξαναμετα-
βάλλεται άπό χρήμα σέ νέο εμπόρευμα, ισότιμο τοΰ πρώτου.
Σχετικά μέ τά συναλλασσόμενα πρόσωπα: ενας κάτοχος
εμπορεύματος μεταβιβάζει τό εμπόρευμά του πρώτα σέ εναν
κάτοχο χρημάτω ν πουλώντας εισπράττει χρήματα καί μ ’
αυτά αγοράζει εμπορεύματα ενός άλλου κατόχου ’εμπορευμά
των. Πουλάει, γιά ν ’ άγοράσει. Ή συνολική διακίνηση τών
εμπορευμάτων λέγεται έμπορευματική κυκλοφορία.
Σέ πρώτη παρατήρηση φαίνεται πώς ή ποσότητα τοΰ
χρήματος πού κυκλοφορεί μέσα σέ ενα διάστημα, καθορί
ζεται σάν άθροισμα τιμών όλων τών εμπορευμάτων πού
πουλιούνται στίς άγορές. "Ομως συμβαίνει κάτι διαφορε
τικό. "Αν πουληθούν π.χ. ενάμισι κιλό βούτυρο, μία
12 Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ το.
'Α γία Γραφή, μία φιάλη τσίπουρο καί ενα άναμνηστικό
νόμισμα, άπό τέσσερις διαφορετικούς πωλητές σέ τέσσε
ρις διαφορετικούς αγοραστές ταυτόχρονα, στην τιμή των
20 μάρκων, τότε γιά τήν πραγματοποίηση αύτών των τεσ
σάρων πωλήσεων άπαιτοΰνται συνολικά 80 μάρκα. "Αν
όμως ό ενας πουλήσει τό βούτυρό του καί μέ τήν
είσπραξή του πάει στόν πωλητή 'Α γίας Γραφής, ό
όποιος μέ τή σειρά του άγοράσει μέ τά 20 μάρκα τσί
πουρο καί ό τσιπούρας προμηθευτεί μέ τά 20 μάρκα τό
άναμνηστικό νόμισμα, τότε γ ι ’ αύτή τήν κυκλοφορία
εμπορευμάτων, πού κόστισαν συνολικά 80 μάρκα, απαι
τούνται μόνο 20 μάρκα. "Ο,τι συμβαίνει στίς καθημερινές
μικροδουλειές, τό ’ίδιο συναντάμε καί σ ’ ολόκληρη τήν
οικονομία. ' Η ποσότητα, λοιπόν, του χρήματος πού
κυκλοφορεί, ορίζεται άπό τό άθροισμά των τιμών όλων
των πωλουμένων προϊόντων, διαιρεμένο διά τού άριθμοΰ
των ταυτόχρονων συναλλαγών τών ’ίδιων νομισμάτων.
Γιά τήν άπλοποίηση τής κ υκ λοφ ορ ική ς διαδικασίας
χαράχτηκαν νομίσματα διαφόρων μονάδων βάρους, άπό
υλικά πού αναγνωρίστηκαν σάν χρήμα καί πήραν διαφο
ρετικά ονόματα καί σταθερή μορφή.
’Επειδή τά χρυσά καί τά άσημένια νομίσματα μέ τόν
καιρό φθείρονται, τά αντικαθιστούν μέ μέταλλα χαμηλό
τερης αξίας. Τά πιό μικρά χρυσά νομίσματα π.χ., εκπρο
σωπούνται άπό μάρκες χάλκινες καί άλλα κέρματα.
Τελικά, τυπώνονται σχεδόν άχρηστα πράγματα σέ χαρτο
νομίσματα, πού παρασταίνουν συμβολικά μιά ορισμένη
ποσότητα χρυσού ή άσημιού. Αύτό συμβαίνει κανονικά
μέ τά κρατικά άξιόγραφα πάγιας τιμής.
"Οταν άποσύρονται χρήματα άπό τήν κυκλοφορία καί
φυλάγονται, τότε γίνεται άποθησαύριση. "Οποιος που
λάει εμπορεύματα, χωρίς νά άγοράζει αλλα, κάνει άποθη-
16 Μ έρ ο ς δ εύτερ ο,
κρατήσει κανείς τά 100 μάρκα άποφεύγοντας τήν περιπέ
τεια. "Ομως ποτέ δέν κάνει κανείς μιά τέτοια άσκοπη
ανταλλαγή, παρά μόνο άνταλλάσσει χρήμα μέ περισσό
τερο χρήμα, δηλαδή αγοράζει, γιά νά πουλήσει ακριβό
τερα.
Στήν άπλή κυκλοφορία εμπορευμάτων, τόσο τό αγο
ραζόμενο δσο καί τό πωλούμενο εμπόρευμα εγκαταλεί
πουν τήν κυκλοφορία, καταναλώνονται. "Οταν δμως τό
χρήμα αποτελεί αφετηρία καί τέρμα τής κυκλοφορίας,
τότε τό χρήμα πού κινήθηκε τελευταίο μπορεί νά ξανακά
νει τήν ’ίδια κίνηση. Τό χρήμα διατηρβϊ τό χαρακτήρα
τοϋ κεφαλαίου, δσο μένει στήν κυκλοφορία. Μόνο ό
κάτοχος χρήματος πού θέτει τό χρήμα του σ ’ αύτό τό
είδος κυκλοφορίας είναι καπιταλιστής.
'Η άξία χρήσης δέν μπορεί ποτέ νά θεωρηθεί σάν
άμεσος σκοπός τοϋ καπιταλιστή ουτε τό έκάστοτε κέρδος
του, παρά μόνο ή άκατάπαυτη κίνηση τοϋ κέρδους. Αύτή
ή απόλυτη παρόρμηση γιά πλουτισμό, τό παθιασμένο
κυνηγητό τής συναλλακτικής άξίας είναι κοινά γνωρί
σματα τοϋ καπιταλιστή καί τοϋ άποθησαυριστή· άλλά
ενώ ό άποθησαυριστής είναι ένα είδος τρελού καπιταλι
στή, ό καπιταλιστής είναι ένας έξυπνος άποθησαυριστής.
Η τάση νά άγοράζει κανείς, γιά νά πουλήσει άκριβότερα,
είναι πιό χτυπητή στήν περίπτωση τοϋ έμπορικοϋ κεφα
λαίου· τό ϊδιο συμβαίνει καί μέ ολόκληρο τό βιομηχα
νικό κεφάλαιο.
Οί περισσότεροι υποθέτουν δτι ή υπεραξία δημιουρ-
γεΐται, εφόσον οί καπιταλιστές πουλοΰν τά έμπορεύματά
τους πάνω άπό τήν πραγματική τους άξία. "Ομως οί ίδιοι
καπιταλιστές πού πουλοΰν, είναι υποχρεωμένοι καί νά
αγοράζουν, δηλαδή νά πληρώνουν τιμές πάνω άπό τήν
πραγματική τους άξία, ώστε ή τάξη των καπιταλιστών δέν
18 Μ έ ρ ο ς δεύτερο.
Λέγοντας εργατική δύναμη ή εργατικό δυναμικό,
εννοούμε τό σύνολο των σωματικών καί πνευματικών ικα
νοτήτων, πού συνιστοΰν τή ζωντανή προσωπικότητα ενός
άνθρώπου καί πού αύτός θέτει σέ κίνηση κάθε φορά πού
παράγει αξία χρήσης, όποιασδήποτε μορφής.
Γιά νά προσφέρει τήν εργατική του δύναμη σάν εμπό
ρευμα, ό άνθρωπος πρέπει προπάντων νά τή διαφεντεύει,
δηλαδή νά είναι ελεύθερο πρόσωπο· καί γιά νά παραμεί-
νει ελεύθερο πρόσωπο, δέν επιτρέπεται παρά να τήν που
λάει μέ δόσεις. ”Αν τήν πουλούσε ολόκληρη μεμιάς, θά
μεταβαλόταν άμεσα από ελεύθερος σέ σκλάβο, δηλαδή
άπό τή θέση του σάν κάτοχος εμπορεύματος, σέ εμπό
ρευμα.
'Έ νας ελεύθερος άνθρωπος είναι άναγκασμένος νά
προσφέρει τή δική του εργατική δύναμη στήν άγορά σάν
εμπόρευμα, όταν δέν είναι σέ θέση νά πουλάει άλλο εμπό
ρευμα, στό όποιο ή εργασία του έχει ήδη άντικειμενικο-
ποιηθεί. ”Αν κανείς θέλει νά ένσαρκώσει τήν εργασία του
σέ εμπόρευμα, πρέπει νά κατέχει παραγωγικά μέσα (πρώ
τες ϋλες, εργαλεία κλπ.) καί κοντά σ ’ αύτά καί τρόφιμα,
γιά νά συντηρηθεί ώσότου πουλήσει τό εμπόρευμά του.
’Απογυμνωμένος άπό τέτοια άντικείμενα, δέν μπορεί
βέβαια νά παράγει τίποτε καί δέν τοϋ άπομένει γιά πού
λημα, παρά μόνο ή προσωπική του εργατική δύναμη.
Γιά τή μεταβολή τοϋ χρήματος σέ κεφάλαιο ό κάτο
χος χρημάτων πρέπει νά βρει στήν άγορά εμπορευμάτων
τόν ελεύθερο εργάτη· έτοιμο καί ελεύθερο μέ διπλό
νόημα: νά διαθέτει τή δική του εργατική δύναμη, σάν
ελεύθερο πρόσωπο, μέ τή μορφή εμπορεύματος καί νά
μήν έχει άλλα εμπορεύματα γιά πούλημα· ελεύθερος καί
ξεκομμένος άπό κάθε βοηθητικό μέσο γιά τήν παραγω
γική διάθεση τής εργατικής του δύναμης. Μ ’ άλλα λόγια,
22 Μ έρ ο ς τρίτο.
πού αποτελεί καί πρώτη ϋλη του κρασιού. 'Ό τα ν ενα
προϊόν χρησιμοποιηθεί γιά τήν παραγωγή άλλων προϊόν
των, μεταβάλλεται σέ παραγωγικό μέσο.
”Ας έπιστρέψουμε δμως, μετά από αυτούς τούς γενι-
Ιίούς προσδιορισμούς, στήν καπιταλιστική διαδικασία
παραγωγής.
Μόλις ό κάτοχος χρημάτων αγοράσει παραγωγικά
μέσα καί εργατική δύναμη, άναθέτει στήν τελευταία τήν
κατανάλωση των παραγωγικών μέσων, δηλαδή τή μετα
βολή τους σέ προϊόντα. 'Ο εργάτης καταναλώνει, ας
ποϋμε, τά παραγωγικά μέσα μεταποιώντας τα. ’Αποτέλε
σμα αύτής τής διαδικασίας είναι τά μεταποιημένα παρα
γωγικά μέσα- σ ’ αύτά προστέθηκε νέα εργασία κατά τή
μεταποίησή τους- ή εργασία αύτή άντικειμενικοποιή-
θηκε, δηλαδή πήρε μορφή αντικειμένου.
Αύτά δμως τά μεταποιημένα πράγματα, τά προϊόντα,
δέν ανήκουν στούς εργάτες πού τά κατασκεύασαν , άλλά
στόν καπιταλιστή. Γιατί αύτός δέν ργόρασε μόνο τά
παραγωγικά μέσα, άλλά καί τήν εργατική δύναμη· μέ τήν
προσθήκη τής εργατικής δύναμης ό καπιταλιστής προκα-
λεΐ, θά λέγαμε, τή ζύμωση των παραγωγικών μέσων. Σ ’
αύτή τή διαδικασία ό εργάτης παίζει μόνο τό ρόλο ενός
αύτοτελοδς παραγωγικού μέσου.
'Ο καπιταλιστής δέν παράγει προϊόντα γιά δική του
κατανάλωση άλλά γιά τήν άγορά, δηλαδή εμπορεύματα.
Τό άπλό αύτό γεγονός δμως δέν θά τόν ωφελούσε
πολύ. Στόχος του είναι νά παράγει εμπορεύματα, πού ή
άξία τους είναι ψηλότερη άπό τό άθροισμα τής άξίας
δλων των παραγωγικών μέσων καί τής εργατικής δύναμης
πού χρειάστηκαν γιά τήν παραγωγή τών εμπορευμάτων
μέ λίγα λόγια, δ καπιταλιστής ζητάει υπεραξία.
'Η απόκτηση τής υπεραξίας είναι κατά βάθος τό
.24 Μ έρ ο ς τρ ίτο.
μάρκα γιά εργατική δύναμη. Είναι φανερό ότι σέ μιά
τέτοια περίπτωση δεν προκύπτει υπεραξία. ' Ο καπιταλι
στής δέν θά τή δ ε χ ό τα ν .θέλει νά αποκτήσει υπεραξία,
άλλιώς δέν συμπράττει. 'Υ λικά καί εργατικά μέσα είναι
αμετάθετα. ’Εμπεριέχουν τόσο καί τόσο χρόνο εργασίας
καί έχουν την ορισμένη άξία τους, πού ό καπιταλιστής
είναι ύποχρεωμένος νά πληρώσει· επίσης, δέν αύτοπολ-
λαπλασιάζονται. ’Απομένει, λοιπόν, ή εργατική δύναμη
πού αγοράζεται. 'Ο καπιταλιστής κατανοεί οτι ό εργάτης
χρειάζεται καθημερινά δσα μέσα συντήρησης ( τρόφιμα
κλπ.) μπορούν νά παραχθοϋν σέ έξι ώρες· αύτά κοστίζουν
20 μάρκα. Δέν κατανοεί δμως, γιατί νά άπασχολήσει την
εργατική δύναμη μόνο έξι ώρες καθημερινά. ’Απαιτεί μιά
καθημερινή άπασχόληση δώδεκα ώρών, πού στήν περί
πτωσή μας θά παρήγαγε άξία 40 μάρκων. Το αίνιγμα
λύνεται. Είδαμε δτι μέσα σέ έξι ώρες ύλικά 60 μάρκων καί
εργατικά μέσα 20 μάρκων μεταβλήθηκαν, μέσω τής έργα-
τικής δύναμης πού κόστισε επίσης 20 μάρκα, σέ ένα
προϊόν πού αξίζει 100 μάρκα, ήτοι εμπεριέχει 2 '/ 2 μέρες
εργασίας. Χωρίς δμως νά δαπανήσει γιά τήν εργατική
δύναμη περισσότερα από 20 μάρκα, ό πονηρός καπιταλι
στής βάζει τόν εργάτη νά εργάζεται όχι έξι, άλλά δώδεκα
ώρες, όπότε καταναλώνονται ύλικά αξίας δχι 20, άλλά 40
μάρκων έτσι άποκτα ένα προϊόν δπου άντικειμενικοποι-
ήθηκαν 2Χ2’/ 2 μέρες εργασίας καί τό όπόΐο έχει άξία 200
μάρκων. Ό καπιταλιστής ξόδεψε: γιά ύλικά 120 μάρκα,
γιά εργατικά μέσα 40 μάρκα καί γιά εργατική δύναμη 20
μάρκα, σύνολο 180 μάρκα. Τό τελικό προϊόν περιέχει
τώρα υπεραξία 20 μάρκων.
Βλέπουμε, λοιπόν, δτι ή υπεραξία μπορεί νά δημιουρ-
γηθεΐ μόνο αν ή έργατική δύναμη άπασχοληθεΐ περισσό
τερο άπό δσο χρειάζεται γιά τήν άντικατάσταση τής
26
'Η ήμερήσια εργασία
'28 Μ έρ ο ς τρίτο.
πώλησης της, ώστε νά μπορώ νά την ξαναπουλώ. ’Εκτός
άπό τη φυσική φθορά μέ τήν αύξηση τής ήλικίας κλπ.,
είμαι υποχρεωμένος νά έργάζομαι καί αύριο, διατηρούμε
νος στήν ϊδια όμαλή κατάσταση, σχετικά μέ τίς δυνάμεις,
τήν υγεία καί τή φρεσκάδα, όπως.σήμερα. Μου κηρύχνεις
πάντα τό ευαγγέλιο τής «άπόταμιευτικότητάς» καί τής
«εγκράτειας». Καλά, λοιπόν! Θά διαχειρίζομαι τή μόνη
μου περιουσία, τήν εργατική δύναμη, σάν συνετός καί
συγκρατημένος οικονόμος, άποφεύγοντας κάθε παρά
λογη κατασπατάλησή της. Θά μετατρέπω καθημερινά σέ
κίνηση, σέ εργασία, μόνο τόση δύναμή μου, δση ταιριά
ζει στήν κανονική αντοχή της καί τήν ύγιή ανάπτυξή της.
Μέ άσυλλόγιστα άμετρη επέκταση τοϋ εργάσιμου χρόνου
μπορείς νά ρευστοποιήσεις σέ μιά μέρα μεγαλύτερη
ποσότητα τής εργατικής μου δύναμης άπό όση εγώ
μπορώ νά άντικαταστήσω σέ τρεις μέρες. 'Ό σ η εργασία
κερδίζεις εσύ, τόση χάνω έγώ. 'Η χρησιμοποίηση τής
εργατικής μου δύναμης καί ή καταλήqτευσή της είναι
δύο διαφορετικά πράγματα. Ά ν ό μέσος όρος ζωής ενός
μέσου εργάτη, πού δουλεύει μέ λογικό ώράριο, είναι τρι
άντα χρόνια, τότε ή άξία τής δικής μου εργατικής δύνα
μης, πού μου πληρώνεις καθημερινά, είναι 1: 365 επί 30
ήτοι 1/10,950 τής συνολικής της άξίας. ’Ά ν όμως μου τήν
καταναλώσεις σέ δέκα χρόνια, τότε μου πληρώνεις καθη
μερινά μόνο 1/10,950 τής συνολικής της άξίας, δηλαδή
μόνο ένα τρίτο τής ημερήσιας άξίας της· μου κλέβεις,
λοιπόν, καθημερινά τά δύο τρίτα τής άξίας του εμπορεύ
ματος μου. Μου καταβάλλεις άντίτιμο ενός μεροκάματου,
ένώ μου καταναλώνεις τριήμερη εργατική δύναμη. “Ετσι,
παραβιάζεις τό συμφωνητικό μας καί τό νόμο τής άνταλ-
λαγής των εμπορευμάτων. Ζητώ, λοιπόν, ώράριο κανονι
κής διάρκειας καί τό ζητώ χωρίς εκκλήσεις στήν καρδιά
κεφ. ό γδ ο ο , σ ελ. 2 4 4 - 2 4 5 29
σου, γιατί τά συναισθήματα δεν έχουν θέση σέ χρηματο-
δουλειές. Μπορεί νά είσαι ύποδειγματικός πολίτης, ϊσως
καί μέλος κάποιου συλλόγου γιά τήν κατάργηση του
βασανισμού ζώων καί επιπλέον νά έχεις τη φήμη αγίου,
αλλά αύτό πού είσαι κι εκπροσωπείς απέναντι μου, δέν
έχει καρδιά στά σπλάχνα του. Αύτό πού φαίνεται νά χτυ
πάει μέσα του, είναι τό δικό μου καρδιοχτύπι. Ζητώ τήν
κανονική εργάσιμη μέρα, γιατί ζητώ τήν αξία του εμπο
ρεύματος μου, όπως κάθε άλλος πωλητής.
Βλέπουμε, λοιπόν, πώς τόσο ό καπιταλιστής όσο καί
ό εργάτης επικαλούνται τό νόμο τής άγορας, τό νόμο τής
ανταλλαγής εμπορευμάτων μεταξύ των άντίθετων νομί
μων άπαιτήσεών τους, αποφασίζει μόνο ή βία. ’Έ τσ ι,
στήν ιστορία τής καπιταλιστικής παραγωγής ό διακανο
νισμός τής διάρκειας τής ήμερήσιας εργασίας παίρνει τή
μορφή αγώνα γιά τό ώράριο. Είναι μία πάλη μεταξύ του
συλλογικού καπιταλιστή, δηλαδή τής τάξης των καπιτα
λιστών καί του συλλογικού εργάτη, δηλαδή τής εργατι
κής τάξης. ’Από τίς εκθέσεις τών ’Ά γγλω ν εργοστασια
κών επιθεωρητών βγαίνει τό συμπέρασμα ότι οί έργοστα-
σιάρχες δέν θεωρούν κανένα μέσο μικροπρεπές ή κακό,
όταν πρόκειται νά παραβιαστούν ή νά καταστρατηγηθούν
νόμοι πού διακανονίζουν τή διάρκεια τού ώραρίου. Λιμα-
σμένοι, μαίνονται γιά τό τελευταίο λεπτό τής ώρας καί οί
’ί διοι οί έπιθεωρητές τούς κατηγορούν γιά «λεπτοπλοκή».
Οί σχετικές εκθέσεις είναι πέρα γιά πέρα φρικιαστικές.
Οί επίτροποι ύγείας δήλωναν συχνότατα ότι θά προκύ-
ψουν σωματικές καί πνευματικές άναπηρίες, άν δέν μποϋν
γεροί φραγμοί στήν εκμετάλλευση τών εργατών άπό τό
κεφάλαιο.
'Ο καπιταλιστής θά προτιμούσε, άν ήταν δυνατόν νά
καθιερωθεί τό 24ωρο ώράριο. Μας τό μαρτυράει τό
30 Μ έ ρ ο ς τρίτ ο,
σύστημα ήμερήσιας καί νυχτερινής βάρδιας. Τό κεφά
λαιο δέν νοιάζεται γιά τό όριο ζωής τής εργατικής δύνα
μης. Αύτό πού τόν ενδιαφέρει είναι μόνο ή μεγιστο
ποίηση τής εργατικής δύναμης πού μπορεί νά ρευστο-
ποιηθεΐ καθημερινά. Προαισθάνεται μέν ότι ή άνθρωπο-
κτόνα συμπεριφορά του θά έχει κακό τέλος, σκέφτεται
όμως πώς αυτό τό τέλος θ ’ αργήσει νά έρθει. Σέ κάθε
περίπτωση χρηματιστηριακής απάτης καθένας ξέρει ότι
κάποτε θά πέσει κακοκαιρία, άλλά καθένας ελπίζει πώς
θύμα θά είναι ό άλλος, άφου ό ίδιος μάζεψε τή βροχή
χρημάτων καί τής εξασφάλισε αποθήκη. Γ ι ’ αύτό, τό
κεφάλαιο δέν νοιάζεται γιά τήν ύγεία καί τό όριο ζωής
του εργάτη, όταν δέν εξαναγκάζεται από τήν κοινωνία νά
κάνει υποχωρήσεις.
’Από τά μέσα του Μου ως τό τέλος του Που αιώνα ή
ήμερήσια εργασία των ’Ά γγλω ν έργατών έπεκτάθηκε μέ
νομοθετικά διατάγματα. 'Η κοινωνία έχει τώρα τουλάχι
στον τό ’ί διο δικαίωμα νά περικόψει τή διάρκεια τοϋ
ώραρίου. ·
Τί συνέβαινε σχετικά μέ τόν έργάσιμο χρόνο πρίν άπό
τή μεγάλη εκβιομηχάνιση, προκύπτει π.χ. άπό τό γεγονός
ότι άκόμη στά τέλη τοϋ 18ου αιώνα διατυπώνονταν παρά
πονα ότι οί εργάτες εργάζονταν μόνο τέσσερις μέρες τή
βδομάδα. "Ενας ένθερμος πρόμαχος τής κεφαλαιοτυραν-
νίας πρότεινε, τό 1770, νά ιδρυθεί ένα Σπίτι ’Εργασίας
γιά όσους γίνονται τρόφιμοι τής δημόσιας πρόνοιας, πού
θά γινόταν τό Σπίτι τοϋ Τρόμου καί οί έγκλειστοι θά
υποχρεώνονταν σέ δωδεκάωρη ή μερήσια εργασία. "Ενα
τέτοιο ίδρυμα μέ δωδεκάωρη εργασία εμφανιζόταν τότε
απειλητικά σάν Σπίτι Τρόμου, ένώ 63 χρόνια άργότερα ή
εργάσιμη μέρα γιά παιδιά μεταξύ 13 καί 18 χρόνων, σέ
τέσσερις κλάδους, μειώθηκε νομοθετικά σέ δώδεκα ώρες
κεφ. ό γ δ ο ο , σελ . 2 45 - 2 90 31
καί αύτό προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών άπό τή μεριά
των καπιταλιστών!
'Ο αγώνας γιά τή μείωση του ωραρίου, μετά τό 1802,
ήταν σκληρός. ’ Επί τριάντα ολόκληρα χρόνια οί εργάτες
τής ’Αγγλίας αγωνίστηκαν μάταια, επέβαλαν πέντε
νόμους σχετικά μέ τή λειτουργία των εργοστασίων, αλλά
αύτοί οί νόμοι δέν περιείχαν τίς απαραίτητες διατάξεις
γιά τήν αναγκαστική τους εφαρμογή! Μετά τό 1833 επι
κράτησε σιγά-σιγά ή ιδέα τοϋ κανονικού ωραρίου.
Στήν άρχή, περιορίστηκε τό ώράρίφ παιδιών καί νεα
ρών μέχρι 18 χρόνων. Οί έργοστασιάρχες καταπολέμη
σαν μέ λύσσα αυτούς τούς νόμους καί όταν ή άντίστασή
τους δέν είχε καμιά επιτυχία, έπιδόθηκαν στή μεθόδευση
παραβιαστικών τεχνασμάτων.
’Από τό 1838 ή διεκδίκηση δεκάωρου κανονικού ωρα
ρίου άπό τούς εργοστασιακούς εργάτες έντάθηκε καί
γενικεύτηκε. Τό 1844 μειώθηκε καί τό ωράριο δλων τών
γυναικών πάνω άπό 18 χρονών σέ δώδεκα ώρες καί απα
γορεύτηκε ή νυχτερινή άπασχόλησή τους. Ταυτόχρονα,
μειώθηκε τό ώράριο παιδιών κάτω άπό 13 χρονών σέ
έξίμισι-έπτά ώρες. Πάρθηκαν, επίσης, προληπτικά (;)
μέτρα κατά τών παραβάσεων καί άποφασίστηκε γυναίκες
καί παιδιά νά μήν παίρνουν τά γεύματά τους στούς
χώρους εργασίας.
'Ο περιορισμός τής εργασίας παιδιών καί γυναικών
είχε σάν συνέπεια τήν επικράτηση τοϋ δωδεκάωρου στά
εργοστάσια δπου ϊσχυαν αύτοί οί κανονισμοί. 'Ο εργο
στασιακός νόμος τής 8ης ’Ιουλίου 1847 καθόριζε άρχικά
έντεκάωρη εργασία γιά παιδιά μεταξύ 13 καί 18 χρονώ ν
καθώς καί γιά δλες τίς εργάτριες· άπό τήν 1η Μαΐου 1848
επικράτησε τό δεκάωρο γιά τίς παραπάνω κατηγορίες.
Αύτή ή διάταξη προκάλεσε αληθινές εξεγέρσεις στούς
32 Μ έρ ο ς τρίτο.
καπιταλιστικούς κύκλους. Ά φ ο δ οί κρατήσεις καί τά
παρόμοια δεν κατάφεραν νά παρακινήσουν τούς εργάτες
σέ εθελοντικό «περιορισμό τής ελευθερίας τους» καί
άφοΰ δλα τά τεχνάσματα καί οί επινοήσεις γιά καταστρα-
τήγηση του ελέγχου δέν ωφέλησαν, οί έργοστασιάρχες
προχώρησαν σέ ανοιχτές παραβιάσεις τοΰ νόμου. Τά
δικαστήρια, πού απαρτίζονταν καί άπό καπιταλιστές,
δικαίωναν συχνά τούς παραβάτες- καπιταλιστές παρά τίς
χειροπιαστές αποδείξεις. Καί ένα άπό τά τέσσερα άνώ-
τατα δικαστήρια κύρηξε παράλογες τίς διατυπώσεις τοΰ
νόμου.
Τελικά, οί εργάτες έχασαν τήν υπομονή τους. ' Η
στάση τους έγινε τόσο άπειλητική, ώστε οί καπιταλιστές
αναγκάστηκαν νά προχωρήσουν σέ συμβιβασμό. ' Ο συμ
πληρωματικός νόμος τής 5ης Αύγούστου 1850 έθεσε
τέρμα, μιά γιά πάντα, στίς βάρδιες.
Στό εξής, τό ώράριο έγινε άντικείμενο νομοθετικών
ρυθμίσεων, μολονότι διατηρήθηκαν πολλές εξαιρέσεις
σέ σημαντικές κατηγορίες εργατών.
’Ενώ στήν ’Αγγλία, λίκνο τής καπιταλιστικής παρα
γωγής, τό κανονικό ώράριο άποκτήθηκε σταδιακά χάρη
στήν άξιοθαύμαστη άντοχή τών εργατών καί παρά τή
λυσσαλέα άντίσταση τών καπιταλιστών, στή Γαλλία
έλειψαν κυριολεκτικά τέτοιοι διεκδικητικοί άγώνες, ώσ
που ή επανάσταση τοΰ Φεβρουάριου 1848 έπέβαλε μεμιάς
τό δωδεκάωρο σάν κανονικό ώράριο γιά όλες τίς κατηγο
ρίες εργατών. Στίς 'Ηνωμένες Πολιτείες τής Β. ’Αμερι
κής ό άγώνας γιά τό κανονικό ώράριο άρχισε μετά τήν
κατάργηση τής δουλείας. Τό Γενικό ’Εργατικό Συνέδριο
τής Βαλτιμόρης ζήτησε στίς 16 Αύγούστου 1866 οχτάωρο
κανονικό ώράριο καί άπό τότε γίνονται άδιάκοποι άλλά
ώς τή· στιγμή ανεπιτυχείς άγώνες γιά τήν επιβολή του.
κεφ. ό γδ ο ο , σ ελ . 291 - 3 1 6 33
Τ όν'ίδιο χρόνο διακήρυξε τό αίτημα γιά οχτάωρη ήμερή-
σια εργασία καί τό συνέδριο τής Διεθνούς τών ’ Εργατών.
Μιά σοσιαλιστική κοινωνία ξεκινάει άπό τήν υπόθεση
ψηλότερων βιοτικών άξιώσεων τών εργατών καί κατά συνέ
πεια δέν μπορεί νά περιορίσει τήν ημερήσια εργασία στον αρι
θμό ώρών πού άπαιτοϋνται γιά τήν παραγωγή τών άναγκαίων
μέσων συντήρησης. "Ομως τότε οί παραγωγοί εργάζονται
μόνο γιά τόν εαυτό τους καί όχι γιά τούς ιδιοκτήτες -
καπιταλιστές καί τούς εύγενείς χασομέρηδες- π α ρ’ όλα αύτά,
ή ημερήσια έργασία θά είναι άσύγκριτα μικρότερη άπό εκείνη
τής σημερινής κοινωνίας, άφοΐ> θά εργάζονται όλοι οι ικανοί
γιά έργασία , θά καταργηθοϋν οί σπατάλες δυνάμεων πού
χαρακτηρίζουν άναγκαστικά τόν καπιταλισμό καί μέ τήν ολό
πλευρη μόρφωση τών εργατών ή παραγωγικότητα τής κοινω
νικής εργασίας θά αναπτυχτεί σέ απροσδόκητο σήμερα
βαθμό.
'Ο καταμερισμός τής εργασίας
36 Μ έ ρ ο ς τέταρτο.
τόσο αυταρχικότερη ή διεύθυνση.
’Από την.απλή συνεργατικότητα πηγάζει ό καταμερι
σμός τής εργασίας στό συνεργείο, πού χαρακτηρίζει τήν
περίοδο τής χειροβιοτεχνίας.
Ή μία μορφή χαρακτηριζόταν άπό τή συνένωση σ ’ 'ένα
εργοτάξιο τεχνιτών άπό διάφορα επαγγέλματα , π.χ. τροχο-
ποιών, σιδηρουργών, εφαρμοστών, σαμαράδων, έπιπλοστιλ-
βωτών κλπ., γιά νά παραχτει ενα σύνθετο προϊόν, όπως είναι
ή άμαξα. Τό είδος ‘εργασίας σέ καθέναν άπό αυτούς τούς τεχνί
τες χάνει τήν αυτοτέλειά του καί μεταβάλλεται σέ επί μέρους
εργασία τής άμαξοχειρο βιοτεχνίας.
Ή δεύτερη μορφή συγκέντρωνε πολλούς τεχνίτες τού
ϊδιου επαγγέλματος, π.χ. βελονοποιούς, στον ίδιο χώρο εργα
σίας· αύτοί εργάζονταν ό ένας πλάι στόν άλλον, ταυτόχρονα ,
καί άργότερα κάθε ομάδα εργατών έφτιαχνε ένα μέρος τοΰ
προϊόντος, οπότε δούλευαν «χέρι-χέρι». Αύτή ή μέθοδος
εργασίας οδήγησε, όπως είναι γνωστό, στόν εκατοντα
πλάσιο καταμερισμό τής συνολικής εργασίας σέ μερι
κούς κλάδους καί αύξησε τήν παραγωγικότητα μέ πολύ
εντυπωσιακό τρόπο.
Ό καταμερισμός τέτοιου είδους δέν προωθεί μόνο
τήν εξοικονόμηση μεγάλου χρόνου, πού άλλιώς σπατα-
λιέται μεταξύ των επί μέρους εργασιακών διαδικασιώ ν ό
’ίδιος οδήγησε καί στήν άπίστευτη έπιδεξιότητα καί γρη
γοράδα των εργατών μέ τήν προοδευτική ομοιομορφία
τής διαδικασίας.
Μιά άλλη συνέπεια αύτών των μεθόδων παραγωγής
ήταν ότι τή θέση εργαλείων, πού προηγουμένως χρησιμο
ποιούνταν σέ διαφορετικές δουλειές, παίρνουν τώρα
εργαλεία γιά τελείως έξειδικευμένες διαδικασίες καί γ ι ’
αύτό είναι πολύ πιό κατάλληλα" αύτά διευκολύνουν τήν
εργασία, μέ επακόλουθο τήν αύξηση τής παραγωγικότη-
.38 Μ έρ ο ς τέταρτο.
τεχνιτών. ’Έ τσ ι, πέφτει ή άξία τής εργατικής δύναμης
στίς χειροβιοτεχνίες σέ σύγκριση μέ τήν άξία τής εργατι
κής δύναμης των τεχνιτών καί βελτιώνεται ή αξιοποίηση
του κεφαλαίου.
Δέν θά έπρεπε νά παραλείψουμε εδώ τή σχέση μεταξύ
του χειροβιοτεχνικοΰ καί του κοινωνικού καταμερισμού
τής εργασίας. Σχετικά μέ τήν ’ίδια τήν εργασία μπορούμε
νά θεωρήσουμε τή διαίρεση τής παραγωγής σέ κατηγο
ρίες δπως γεωργία, βιομηχανία κλπ. σάν γενικό καταμε
ρισμό τής εργασίας, τίς υποδιαιρέσεις αύτών τ.ών κατη
γοριών στούς διάφορους κλάδους σάν μερικό ή ειδικό
καταμερισμό τής εργασίας καί τόν καταμερισμό τής
εργασίας μέσα στό ’ίδιο τό εργοτάξιο σάν καταμερισμό
κατά μονάδες. Βάση ολόκληρου του άναπτυγμένου κατα
μερισμού τής εργασίας, πού ρυθμίζεται μέ τή βοήθεια τής
άνταλλαγής τών εμπορευμάτων, είναι ό χωρισμός σέ
χωριά καί πόλεις.
Ό χειροβιοτεχνικός καταμερισμός τής εργασίας
προϋποθέτει τήν ύπαρξη ενός ήδη άναπτυγμένου κοινω νι
κού καταμερισμού εργασίας. ’Από τήν άλλη μεριά προω
θείται ή παραπέρα άνάπτυξη τού κοινωνικού καταμε
ρισμού εργασίας μέσω τού άντίστοιχου χειροβιοτεχνι-
κοϋ.
' Η διαφορά μεταξύ αύτών τών δύο ειδών καταμερι
σμού τής εργασίας βρίσκεται κυρίως στό γεγονός ότι
κάθε αύτοτελής κλάδος παράγει εμπορεύματα, ενώ οί επί
μέρους εργάτες τής χειροβιοτεχνίας τελικά δέν παράγουν
εμπορεύματα- μόνο τά προϊόντα τής κοινής εργασίας
μεταβάλλονται σέ εμπορεύματα. 'Ο χειροβιοτεχνικός
καταμερισμός τής εργασίας βασίζεται στήν άπόλυτη
αύθεντία τοϋ καπιταλιστή άπέναντι σέ άνθρώπους πού
αποτελούν απλούς κρίκους ενός γενικοΰ μηχανισμού, τόν
κεφ. δ ω δ έκ α το , σ ελ. 3 5 5 - 3 7 1 39
όποιο ό καπιταλιστής αντιμετωπίζει σάν δικό του. Ό
κοινωνικός καταμερισμός τής εργασίας φέρνει αντιμέτω
πους ανεξάρτητους παραγωγούς εμπορευμάτων, οι όποιοι
δέν άναγνωρίζουν αλλη αυθεντία άπό τό συναγωνισμό,
δηλαδή τήν πίεση πού ασκούν επάνω τους συμφέροντα
τους πού βρίσκονται σέ άλληλοεξάρτηση. Είναι χαρα
κτηριστικό πώς οί πιό ενθουσιώδεις απολογητές τού
εργοστασιακού συστήματος δέν έχουν νά πουν τίποτε
αλλο κατά τής γενικής οργάνωσης τής κοινωνικής εργα
σίας, παρά δτι ή τελευταία θά μετέβαλε ολόκληρη τήν
κοινωνία σέ ενιαίο εργοστάσιο.
Κάτω άπό τούς συντεχνιακούς νόμους, πού όριζαν
ακριβώς μέχρι πόσους κάλφες μπορούσε νά άπασχολεΐ
ένας μάστορας καί γενικά τήν όλη δραστηριότητα των
ξεχωριστών συντεχνιών, δέν μπορούσε νά αναπτυχτεί ό
χειροβιοτεχνικός καταμερισμός εργασίας.
'Ό σ ο περισσότερο αναπτύσσεται ό χειροβιοτεχνικός
καταμερισμός τής εργασίας, τόσο πιό μονόπλευρα πρέπει
νά άναπτύσσεται καί ή εργατική δύναμη τών ξεχωριστών
εργατών, ώστε ή ϊδια αρχίζει νά γίνεται παραγωγική μόνο
όταν τήν αγοράσει ο καπιταλιστής καί τήν τοποθετήσει
σέ ένα ορισμένο σημείο. 'Ο ξεχωριστός εργάτης γίνεται
ανίκανος νά παραγάγει κάτι καί ξεπέφτει σέ εξάρτημα
έργοτάξιου ενός καπιταλιστή. "Οπως ό «εκλεκτός λαός»
είχε σημάδι στό μέτωπο ότι είναι «ιδιοκτησία τοϋ
’Ιεχωβά», έτσι σημαδεύει καί ό καταμερισμός τής εργα
σίας τό χειροβιοτεχνικό εργάτη, πού τόν στιγματίζει σάν
Ιδιοκτησία τοϋ καπιταλιστή. Αύτή ή μέθοδος εργασίας
επιφέρει ακόμη καί μιά μικρότερη ή μεγαλύτερη πνευμα
τική ή σωματική αναπηρία στούς εργάτες· ή τελευταία
φανερώνεται μέ τή μορφή μιας σειράς επαγγελματικών
ασθενειών, ενώ ή πρώτη εμφανίζεται σάν πνευματική
47 Μ έρ ο ς τέταρτο,
στήριο μεταβάλλεται σέ μηχανοκίνητο εργοστάσιο.
Στήν έργαλειομηχανή ξαναβρίσκουμε γενικά τά εργα
λεία τόΰ χειρώνακτα καί του χειροβιοτεχνικοδ έργάτη· ή
διαφορά ι.ίναι ότι στά τελευταία ό αριθμός καί τό μέγεθος
των εργαλείων περιορίζονται άπό τά άνΟρώπινα όργανα,
ενώ στήν έργαλειομηχανή δέν υπάρχουν αύτά τά Λρια.
’Ή δη ή πρώτη μηχανή κλωστηρίου έθεσε σέ κίνηση 12
ώς 18 αδράχτια, ένώ ό καλτσοπλεκτικός αργαλειός πλέ
κει μέ χιλιάδες βελόνες ταυτόχρονα κλπ.
’Αρχικά οί μηχανές έμπαιναν σέ κίνηση άπό τούς ’ί δι
ους ιούς ανθρώπους, πού αργότερα άντικαταστάθηκαν
άπό άλογα κλπ. ή, σπανιότερα, άπό τόν άσταθή άνεμο·
σιγά-σιγά όμως άρχισε νά χρησιμοποιείται τό νερό.
’Αλλά καί ή χρησιμοποίηση του νεροϋ παρουσίαζε
πολλά ενεργειακά προβλήματα, πού παραμερίστηκαν μέ
την έφεύρευση τής άτμομηχανής. 'Η εδρα του εργοστα
σίου άνεξαρτοποιήθηκε πιά τοπικά καί απομακρύνθηκε
άπό τόν καταρράκτη. Ή ποσότητα τής κινητήριας δύνα
μης, έξαρτημένη ώς τώρα άπό τίς φυσικές συνθήκες πού
έπικρατοϋσαν, αρχίζει νά ρυθμίζεται ολοένα τελειότερα,
σύμφωνα μέ τίς ανάγκες τοϋ άνθρώ πον έτσι, έγινε δυνατό
νά μπαίνουν σέ κίνηση οί πιό εκτεταμένοι μηχανισμοί
μεταβίβασης, καθώς καί πολυάριθμες μηχανές εργασίας
άπό την ίδια κινητήρια μηχανή.
Τά εργοστάσια χωρίζονται σέ δύο κατηγορίες: α) συγ
κεντρώνονται πολλά όμοια μηχανήματα, πού παράγουν
όλα τό ’ί διο πρ οϊόν β) τό εργοστάσιο άπαρτίζεται άπό
σύστημα διαφορετικών μηχανών, ή καθεμιά άπό τίς
όποιες κατασκευάζει ένα μέρος τοϋ προϊόντος, οπότε τό
τελευταίο πρέπει νά περάσει μέσα άπό τίς διάφορες μηχα
νές, ώσότου τελειοποιηθεί. Τήν άναπτυγμένη μορφή του
μηχανοκίνητου εργοστασίου συναντούμε στό διαρθρω
44 Μ έ ρ ο ς τέταρτο,
ηση μιας μηχανής, πρέπει νά είναι περισσότερη άπό την
εργασία πού απαιτείται γιά την κατασκευή τής μηχανής.
' Η παραγωγικότητα τής μηχανής μετριέται κατά συνέ
πεια μέ βάση τήν έργασία πόύ εξοικονομείται. Μέ τη.
βοήθεια μιας αυτόματης μηχανής κλωστηρίου π.χ. κλώ
θεται σέ 150 ώρες έργασίας (συνυπολογίζουμε έδώ καί τίς
ώρες έργασίας των χειριστών), τόση ποσότητα κλωστής,
δση καί μέ τή βοήθεια του χειροκίνητου ροδανιού σέ
27.000 ώρες έργασίας.
’Εφόσον οί μηχανές κάνουν περιττή τή μυϊκή δύνα
μη, γίνονται κατάλληλες γιά τήν απασχόληση εργατών
χωρίς ιδιαίτερη σωματική δύναμη καί ανάπτυξη, άλλά μέ
μεγαλύτερη ευκινησία μελών. Κατά συνέπεια, τό πρώτο
σύνθημα μετά τήν καπιταλιστική χρησιμοποίηση τών
μηχανών ήταν: δουλειά στά παιδιά καί τίς γυναίκες. Τό
πιό ρωμαλέο υποκατάστατο τής έργασίας καί τών εργα
τών μεταβλήθηκε έτσι, έμεσα, σέ μέσο αύξησης τοϋ άριθ-
μοδ τών μισθωτών, μέ τήν ένταξη όλων τών μελών τής
έργατο-οικογένειας, χωρίς διάκριση φύλου καί ηλικίας,
στήν άμεση ύποτέλεια τοϋ κεφαλαίου. 'Η καταναγκα-
στική έργασία γιά λογαριασμό τών καπιταλιστών δέν
εξαφάνισε μόνο τό παιχνίδι τών παιδιών, άλλά καί τήν
ελεύθερη έργασία στούς κόλπους τής ’ίδιας τής οικογέ
νειας.
Ή άξία τής εργατικής δύναμης καθοριζόταν άπό τόν
εργάσιμο χρόνο πού άπαιτοΰνταν γιά τήν άτομική συντή
ρηση όχι τοϋ ηλικιωμένου εργάτη, άλλά καί ολόκληρης
τής οίκογένειάς του. Οί ιιηχανές έσυραν όλα τά μέλη τής
έργατικής οικογένειας στήν άγορά έργασίας καί μοίρα
σαν έτσι τήν άξία τής έργατικής δύναμης του άντρα σ ’
ολόκληρη τήν οικογένεια του. Ή μηχανή υποβαθμίζει
μ ’ αύτόν τόν τρόπο τήν εργατική δύναμη. Ό έργάτης
46 Μ έρ ο ς τέταρτο,
χρειάζεται νά αυξήσουν τό μερίδιο του κεφαλαίου πού
έχει έπενδυθεΐ σέ κτίρια καί μηχανές.
"Οταν οί μηχανές χρησιμοποιούνται σ ’ έναν κλάδο
παραγωγής άρχικά μόνο άπό λίγους καπιταλιστές, αυτοί
έχουν στά χέρια τους ένα μονοπώλιο καί φυσικά «κάνουν
καλές δουλειές». Μόλις όμως ή μηχανοποιημένη παρα
γωγή γενικευτεί, τό μέγεθος τής υπεραξίας έξαρταται
μόνο άπό τό βαθμό εκμετάλλευσής τους. Αύτό εξηγεί τήν
άδάμαστη όρμή τοϋ κεφαλαίου νά επεκτείνει τό ήμερήσιο
ωράριο.
'Η καπιταλιστική χρησιμοποίηση των μηχανών επε
κτείνει άπό τή μιά πλευρά τό ήμερήσιο ώράριο καί εξα
ναγκάζει πλήθη νέων εργατικών δυνάμεων (γυναίκες,
παιδιά) νά μπαίνουν στήν υπηρεσία τής παραγωγής, ενώ
άπό τήν άλλη πλευρά ρίχνει στό περιθώριο εργάτες μέ τή
συνεχιζόμενη ύποκατάστασή τους καί έτσι δημιουργεί
εφεδρείες εργατικής δύναμης, πού ό συναγωνισμός τους
κατεβάζει τήν τιμή τής εργατικής δύναμης (ήμερομί-
σθιο). ·
' Η μηχανοποίηση, πού έδωσε στόν έργάτη τή δυνατό
τητα νά παράγει περισσότερο σέ λιγότερο χρόνο, στά
χέρια των καπιταλιστών έγινε τό όργανο υπέρμετρης επέ
κτασης τοϋ ωραρίου. Μόλις όμως ή τόσο ριζικά άπειλού-
μενη κοινωνία καθόρισε νομοθετικά τή λεγάμενη όμαλή
ήμερήσια εργασία, τό κεφάλαιο άρχισε νά καταβάλλει
προσπάθειες όσο τό δυνατόν εντατικότερης έκμετάλλευ-
σης, νά εξαναγκάζει δηλαδή τόν έργάτη νά άναπτύσσει
σέ συντομότερο διάστημα τόση δραστηριότητα, όση δέν
άνέπτυσσε πρίν σέ πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Πώς επιτυγχάνεται αύτός ό στόχος; Μέ διάφορες
μεθόδους, μοχλός τών οποίων είναι ορισμένοι τρόποι
πληρωμής, π.χ. ή άμοιβή μέ τό κομμάτι.
50 Μ έρ ο ς τέταρτο.
Τί τραβούν οί εργάτες, όταν ένας κλάδος άπό χό χ ει
ρωνακτικό ή χειροβιοτεχνικό του στάδιο περνάει στό
εργοστασιακό! Εϊτε τό πέρασμα γίνεται άργά καί ή χει
ρωνακτική εργασία προσπαθεί νά συναγωνίζεται τή
μηχανική παραγωγή εϊτε τό πέρασμα γίνεται ραγδαία
ρίχνοντας ξαφνικά στό πεζοδρόμιο τίς εργατικές μάζες.
Στην πρώτη περίπτωση, μιά ολόκληρη κατηγορία εργα
τών παλεύει μέ τό θάνατο χρόνια καί χρόνια, δπως οί
’Ά γ γλ ο ι χειροϋφαντουργοί βαμβακερών στίς αρχές του
19ου αιώνα - μιά τραγωδία πού επαναλαμβάνεται άνά-
μεσα στούς σημερινούς συναδέλφους τους τής Σαξονίας,
Σιλεσίας, Βοημίας κλπ. Στή δεύτερη περίπτωση λιμοκτο
νούν χιλιάδες επί τόπου. ’Έ γραφε στά 1834 - 1835 ό
κυβερνήτης τών ’Ανατολικών ’Ινδιών, δπου ή μηχανοκί
νητη βαμβακουφαντουργική τής ’Αγγλίας έβγαλε ξαφνι
κά στό περιθώριο τά ντόπια χειροποίητα εργαστήρια:
« 'Η άθλιότητα δέν έχει προηγούμενο στήν ιστορία τοϋ
εμπορίου. Οί πεδιάδες τών ’Ινδιών καλύπτονται μέ τό
ξεθωριασμένο χρώμα τών σκελετών -«δν βαμβακοϋφαν-
τουργών».
Κάθε βελτίωση τών μηχανημάτων ρίχνει στό πεζο
δρόμιο ένα μέρος τών εργατών ή εξωθεί τούς άντρες,
άντικαθιστώντας τους μέ γυναίκες κι εκείνες μέ παιδιά.
Γιά νά έξασθενήσει κάθε αντίσταση τών εργατών καί νά
θεμελιώσει στερεότερα τή δουλεία τους, τό κεφάλαιο
μελετά αδιάκοπα πώς θά ύποκαταστήσει τήν έπιδεξιό-
τητα τών εργατών μέ νέες μηχανές.
Γ ι’ αύτό, δέν πρέπει ν ’ άπορεί κανείς πού οί έργάτες
γιά πολύ καιρό καταπολέμησαν φανατικά τίς μηχανές, τά
βασικά δηλαδή θεμέλια τής έργοστασιοβιομηχανίας καί
συχνά τίς κατέστρεψαν. ( Τό λάθος τους ήταν μόνο, δτι
δέν διέκριναν πόσα προτερήματα είχαν οί μηχανές καθε-
52 Μ έ ρ ο ς τέταρτο,
παρεμβάλλονται πολλοί μεσίτες ανάμεσα σ ’ αύτούς καί
τούς καπιταλιστές, όπότε ή εκμετάλλευση είναι μεγαλύ
τερη.
Σιγά-σιγά όμως ή «κατ’ οικον» εργασία κατά κανόνα
μεταβάλλεται σέ χειροβιοτεχνική κι εκείνη πάλι σέ εργο
στασιακή. Τό κανονικό ωράριο, πού επιβλήθηκε μέ άναγ-
καστικό νόμο, υπονομεύει τή ν« κ α τ’ οίκον» εργασία, πού
γίνεται πιά αβάσταχτη άφοϋ ή εκμετάλλευση είναι
τελείως απεριόριστη.
Τά νομοθετήματα πού ρυθμίζουν τή λειτουργία των
εργοστασίων, είχαν σάν επακόλουθο αναρίθμητες εφευ
ρέσεις, πού έπέτρεψαν όχι μόνο τήν άμεση καί ξαφνική
έναρξη καί παύση τής έργασίας σύμφωνα μέ τό κανονικό
ωράριο, αλλά καί έκαναν φτηνότερη ολόκληρη τήν
παραγωγική διαδικασία, δπως π.χ. στά κεραμοποιεΐα, στά
ταπετσαριοχρωμεΐα, στά σπιρτάδικα κλπ.
Οί εργοστασιακοί νόμοι ισχύουν συνήθως μετά τή
λήξη μιας ορισμένης μεταβατικής προθεσμίας· στό μεσο
διάστημα οί καπιταλιστές δίνουν εντολές στούς προλετά
ριους επιστήμονες νά μεθοδεύσουν νέες ρυθμίσεις, εφευ
ρέσεις κλπ., ώστε μαζί μέ τούς νέους νόμους καί τό
μειωμένο ώράριο νά μπουν σέ εφαρμογή καί τά νέα οργα
νωτικά καί τεχνικά μέτρα, πού συχνά άποφέρουν στόν
καπιταλιστή μεγαλύτερα κέρδη άπό πριν.
Οί μικροί καπιταλιστές, κατά κανόνα δέν μπορούν νά
συμβαδίζουν μέ τούς μεγάλους καί εξαφανίζονται. Συνέ
πεια αυτής τής εξέλιξης είναι ή συνεχιζόμενη συγκεντρο-
ποίηση του κεφαλαίου.
"Οτι τό κεφάλαιο κατακραυγάζει κάθε νέο εργοστασι
ακό νόμο καί κηρύχνει άπόλυτα αδύνατη τήν εφαρμογή
του, ώσπου ό νόμος γίνεται αναγκαστικός, είναι επακό
λουθο τής ' βρυκολακικής’ του φύσης. Καί όμως, ή έργο-
.54 Μ έρ ο ς τέταρτο.
τις μεταβατικές μορφές πού συγκάλυπταν ώς ένα σημείο
την κυριαρχία του κεφαλαίου καί τίς αντικαθιστά μέ τήν
άμεση καί απροκάλυπτη κυριαρχία του. 'Έ τσ ι γενικεύει
καί τήν άμεση πάλη ένάντια σ ’ αύτή τήν κυριαρχία!
Οί μεταβολές πού επιφέρει ή βιομηχανία στή γεωρ
γία, δέν συνεπάγονται γιά τούς εργάτες μόνο τίς σωματι
κές βλάβες πού χαρακτηρίζουν τήν εργοστασιακή δου
λειά, άλλά δημιουργεί καί πολλούς «υπεράριθμους»,
χωρίς νά τούς δίνει άλλες δυνατότητες άπασχόλησης.
Στό γεωργικό χώρο ή μεγάλη βιομηχανία εχει τίς πιό
επαναστατικές επιδράσεις, εφόσον εξουθενώνει τό προ
πύργιο τής παλιάς κοινωνίας, τούς «άγρότες», κάνοντας
νά περεισφρύσει σ ’ αυτούς ό μισθωτός εργάτης. Ε ξ ι
σορροπείται έτσι ή άντίθεση πόλη-ϋπαιθρος καί γίνεται
κοινή ή ανάγκη γιά κοινωνικές αλλαγές.
"Οσο περισσότερο έκβιομηχανίζεται ή γεωργία, τόσο
άποφαστικότερη είναι ή εκμετάλλευση δχι μόνο τοϋ
εργάτη άλλά καί τοϋ εδάφους. ' Ο καπιταλιστικός τρόπος
παραγωγής αναπτύσσει έτσι τήν τεχνική καί τούς συνδυ
ασμούς τής κοινωνικής παραγωγικής διαδικασίας, ύπο-
νομεύοντας ταυτόχρονα τίς δύο πηγές κάθε πλούτου: τή
γή καί τόν εργάτη.
56 . Μ έρ ο ς 'έκτο.
λες υπηρεσίες όσο αυτή ή μορφή εξωτερίκευσης, δηλαδή τό
ημερομίσθιο. 'Ο εργάτης παίρνει, δπως είδαμε, τήν άδεια νά
εργάζεται, δηλαδή νά ζεΐ, μόνο δταν μπει στήν (καταναγκα-
στική) υπηρεσία του καπιταλιστή, άφοΰ κάθε εργασία πού
έκτελεϊ ένας άνθρωπος δωρεάν, γιά λογαριασμό άλλων
άνθρώπων, άπειλούμενος με λιμοκτονία ή φυλάκιση έξαιτίας
αλητείας, εχει τό χαρακτήρα καταναγκαστικών έργων καί
φανερώνει δτι αυτός ό άνθρωπος έγινε υποτελής άλλων άτό-
μων ή μιας ορισμένης τάξης άνθρώπων, δηλαδή δτι στήν
πραγματικότητα είναι δούλος καί δχι ελεύθερος. "Ας δοΰμε
τώρα πώς αυτή ή πραγματική κατάσταση καμουφλάρεται μέ
τή συνηθιζόμενη μορφή τού ημερομισθίου.
Θά χρησιμοποιήσουμε πάλι τό παράδειγμά μας, σύμφωνα
μέ τό όποιο ό εργάτης είναι υποχρεωμένος νά εργάζεται
δώδεκα ώρες τήν ημέρα, δηλαδή έξι ώρες γιά νά κερδίσει τά
μέσα συντήρησής του, ήτοι νά αποζημιώσει τόν καπιταλιστή
γιά τά 20 μάρκα πού του καταβάλλει σάν αντίτιμο τής ημερή
σιας άξίας τής εργατικής του δύναμης, κφ εξι ώρες γιά νά
αποδώσει στόν ίδιο καπιταλιστή τήν υπεραξία 20 μάρκων.
"Αν τά 20 μάρκα εκφράζουν τήν ήμερήσια άξια ή τήν τιμή τής
εργατικής του δύναμης, αύτά τά 20 μάρκα Αντιπροσωπεύουν
τό ημερομίσθιο γιά δωδεκάωρη εργασία: ή άξια δηλαδή ολό
κληρου τοΰ μεροκάματου εκφράζεται μέ τό άντίτιμο τού μισού
μεροκάματου. Ό εργάτης εμφανίζεται εξοφλημένος γιά τή
δωδεκάωρη εργασία του, σάν νά μήν είχε εργαστεί ούτε ένα
λεπτό δωρεάν. "Ετσι έχει εξαφανιστεί κάθε ίχνος καταναγκα-
στικότητας καί ύποτέλειας. ‘Αλλά δέν είναι μόνο αύτό. "Οταν
ή εργασία μεταβάλλεται ή ίδια σέ άξια, άντί νά είναι δημιουρ
γός άξίας, τότε, σάν κάθε άλλο παραγωγικό μέσο, δέν μπορεί
πιά νά προσθέσει περισσότερη άξια στό προϊόν - γιά τήν
παραγωγή τοΰ όποιου καταναλώθηκε - άπό κείνη πού έχει ή
ίδια, στό δικό μας παράδειγμα τήν άξία των 20 μάρκων. Τά
58 Μ έρ ο ς 'έκτο.
πτώση τής αμοιβής μέ τό κομμάτι ή εργασία φαίνεται νά
αμείβεται σέ αναλογία πρός τά παραγόμενα προϊόντα της.
Γιά τή σωστή εκτίμηση τής τιμής εργασίας στήν
περίπτωση τής αμοιβής κατά μονάδες χρόνου, παίρνουμε
σάν μέτρο τήν ώρα, δηλαδή διαιρούμε τό ημερομίσθιο
διά του αριθμού ώρών τής ημερήσιας εργασίας. "Αν δέν
κάνουμε αύτή τή διαίρεση, φτάνουμε σέ εσφαλμένο απο
τέλεσμα. "Αν π.χ. ένας εργάτης εργάζεται δέκα καί ένας
άλλος δώδεκα ώρες τήν ήμέρα, ενώ κερδίζουν καί οί δύο
άπό 20 μάρκα, τό ημερομίσθιό τους είναι μέν ϊσο, άλλά ή
τιμή εργασίας διαφορετική, άφοΰ τό ωρομίσθιο του ενός
είναι 2 μάρκα καί του άλλου 1,66.
'Ό που επικρατεί τό λεγόμενο ωρομίσθιο, εΰκολα μπο
ρεί νά δημιουργηθει κατάσταση επικίνδυνη γιά τούς
εργάτες. ' Ο καπιταλιστής ενδέχεται νά ζητεί τή μιά φορά
ασυνήθιστα πολύωρη καί τήν άλλη ασυνήθιστα λιγόωρη
εργασία, οπότε άλλοτε οί εργάτες εξαντλούνται άπό
υπερκόπωση καί άλλοτε δέν κερδίζουν παρά μόνο τά από
λυτα άναγκαΐα γιά τή συντήρησή τους.
'Ό τα ν έχει εΐσαχθεΐ ένα κανονισμένο ώράριο καί
εκτός αϋτοϋ υπάρχουν καί οί υπερωρίες, κάτι πού αρέσει
στούς καπιταλιστές, τότε τό συνολικό ήμερομίσθιο μαζί
μέ τήν αμοιβή των ύπερωριών δέν είναι μεγαλύτερο,
συχνά μάλιστα είναι μικρότερο άπό τήν ήμερήσια άξία
τής εργατικής δύναμης.
'Ό σ ο μεγαλύτερο είναι τό ήμερήσιο ώράριο (άδιά-
φορο άν ένα μέρος του θεωρείται ύπερωριακό), τόσο
χαμηλότερος είναι ό μισθός. "Οσο περισσότερο δηλαδή
παράγει ένας εργάτης, τόσο λιγότεροι εργάτες είναι άπα-
ραίτητοι γιά τήν παραγωγή μιας ορισμένης ποσότητας
εμπορευμάτων όταν αύξάνεται ή προσφορά εργατικής
δύναμης, μειώνεται ή τιμή της. Στούς κλάδους δπου τό
60 Μ έ ρ ο ς έκτο.
παράγει οπωσδήποτε μιά συγκεκριμένη ποσότητα εμπο
ρευμάτων, γιά νά είσπράξει τό συμφωνημένο μισθό. Τό
ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν ποιότητά, πού δεν πρέπει νά
ξεφεύγει άπό τά όρια ανοχής. Τά παράπονα σχετικά μέ
τήν ποιότητα καί οί κρατήσεις είναι σύμφυτες μέ τήν
αμοιβή κατά τεμάχιο καί συχνά παίρνουν μορφή συστη
ματικής απάτης. Πάντως, ό καπιταλιστής μειώνει στό
ελάχιστο τά έξοδα έπόπτευσης.
Στήν περίπτωση τής εργασίας «κατ’ οίκον», πού άνα-
φέραμε παραπάνω, επικρατεί ό τύπος αμοιβής μέ τό κομ
μάτι- εδώ τά έξοδα έπόπτευσης μηδενίζονται, εφόσον ή
’ίδια είναι άδύνατη.
Στίς βιοτεχνίες καί στά εργοστάσια ό καπιταλιστής
κλείνει συμβόλαια μέ βάση τήν αμοιβή μέ τό κομμάτι, μέ
εργολάβους συνεργείων, οί όποιοι, μέ τή βοήθεια εργα
τών πού προσλαμβάνουν, παράγουν μιά ορισμένη ποσό
τητα έμπορευμάτων συμφωνημένης αξίας- σ ’ αύτή τήν
περίπτωση οί εργολάβοι εκμεταλλεύονται τούς βοηθούς -
εργάτες. 'Ο εργάτης εκμεταλλεύεται έτσι τόν εργάτη καί
ό καπιταλιστής καί τούς δύο, μέ συγκαλυμμένο τρόπο.
'Ο εργάτης μέ τό κομμάτι, καταβάλλει ακραίες προ
σπάθειες γιά νά μεγαλώσει τίς αποδοχές του καί προτιμά
τήν επέκταση τού έργάσιμου χρόνου- αύτό όμως τελικά
έχει σάν επακόλουθο τή μείωση του μισθού του στή βάση
του ώρομισθίου, όπως συμβαίνει καί στήν περίπτωση τής
άμοιβής κατά μονάδες χρόνου. Οί εργάτες μέ τό κομμάτι,
εκθέτουν μακροπρόθεσμα τήν ύγεία τους σέ κίνδυνο,
άρρωσταίνουν, πεθαίνουν πρόωρα καί τό τελικό αποτέλε
σμα είναι πενιχρότερο άπό τήν περίπτωση τής άμοιβής
κατά μονάδες χρόνου. Κύριο αϊτιο του κακοΰ είναι ή
έλλειψη πληροφόρησης των έργατών σχετικά μέ τούς
νόμους τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο . κι:φ. ο ίκ ο α τό π ρ ώ το , σ ελ. 5 8 4 - 5 88 63
δέν είχε αντικαταστήσει τήν αξία του αυτή μέ απλήρωτη
εργασία, θά είχε εξανεμιστεί ολόκληρο τό κεφάλαιό του
ή τά χρέη του άπέναντι σέ τρίτους θά είχαν άνέλθει στό
ποσό του άρχικοϋ κεφαλαίου. Σ ’ αυτή, λοιπόν, τήν περί
πτωση τό κεφάλαιο άναπαράχθηκε σέ πέντε χρόνια. ' Η
αρχική αξία, άν διαιρεθεί διά τής ετήσιας καταναλωμέ
νης υπεραξίας, θά μας δώσει τόν άριθμό ετών ή τήν περί
οδο αναπαραγωγής, μετά τή λήξη τής όποιας κατανα-
λίόθηκε ή αρχική αξία τοϋ κεφαλαίου πού τοποθέτησε ό
καπιταλιστής καί, κατά συνέπεια, εξαφανίστηκε. Εϊτε τό
κεφάλαιο προέρχεται άπό προσωπική εργασία εϊτε από
άλλη πηγή, γίνεται - ένωρίτερα ή αργότερα — ή ενσάρ
κωση απλήρωτης, ξένης εργασίας.
Πρωταρχικές προϋποθέσεις γιά τή μεταβολή τοϋ χ ρ ή
ματος σέ κεφάλαιο δέν ήταν μόνο ή παραγωγή καί ή κυρι
αρχία εμπορευμάτων. Στήν άγορά χρειάστηκε νά άντι-
παραταχτοϋν οί κάτοχοι άξιών ή χρήματος καί οί
κάτοχοι άξιογόνων ειδών, οί κάτοχοι μέσων παραγωγής
καί βιοτικών μέσων καί οί κάτοχοι εργατικής δύναμης,
σάν αγοραστές ή πωλητές. Αύτή ή δοσμένη βάση τής
καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας αύτοσυντηρεΐ-
ται. Ό εργάτης, λοιπόν, παράγει διαρκώς τόν πλοϋτο
αγαθών σάν κεφάλαιο, δήλαδή σάν δύναμη ξένη πρός
αύτόν, κυριαρχική καί εκμεταλλευτική του εξουσία, καί ό
καπιταλιστής παράγει, επίσης, διαρκώς τήν εργατική
δύναμη σάν πηγή πλούτου, καθαρά προσωπική καί άπο-
χωρισμένη άπό τά μέσα άντικειμενικοποίησης καί πρα
γματοποίησης, μιά πλουτοφόρα πηγή πού περιορίζεται
στήν άπλή σωματικότητα τοϋ εργάτη.
’Ακόμη καί ή άτομική κατανάλωση τοϋ εργάτη ανή
κει στή σφαίρα παραγωγής καί άναπαραγωγής, εφόσον
συντελεί μόνο στή συντήρηση τής εργατικής δύναμης,
64 Μ έρ ο ς 'έβδομο
\
όπως π.χ. συντήκουν τίς μηχανές τό λάδωμα, ιό καθάρι
σμα κλπ.
"Ο,τι καταναλώνει ό εργάτης προσωπικά, γιά νά μπο
ρεί νά εργάζεται, τό καταναλώνει πρός όφελος τοΰ καπι
ταλιστή, όπως καί τά μεταγωγικά ζώα τρώνε πρός όφελος
τοΰ ιδιοκτήτη τους.
’Από κοινωνική άποψη ή εργατική τάξη είναι, άκόμη
καί έξω άπό τήν άμεση διαδικασία τής εργασίας, εξάρ
τημα τοΰ κεφαλαίου άκριβώς όπως τά νεκρά εργαλεία. ' Ο
δοΰλος των Ρωμαίων είναι δεμένος μέ τόν ιδιοκτήτη του
μέ αλυσίδες, ό μισθωτός εργάτης μέ άόρατα νήματα.
Παλιότερα, τό κεφάλαιο κατακύρωνε τόν «ελεύθερο
εργάτη» σάν ιδιοκτησία του μέ τη βοήθεια αναγκαστικών
διατάξεων, όταν τό θεωροΰσε άπαραίτητο. Π.χ. στήν
'Α γγλία τό 1815 είχε απαγορευτεί ή μετανάστευση των
μηχανοποιών. Κατά τή διάρκεια τοΰ άμερικανικοϋ εμφύ
λιου πολέμου, όταν ή άγγλική βαμβακοβιομηχανία βρι
σκόταν σέ έξουθενωτική κρίση, οί,εργάτες ζητούσαν
εθνική βοήθεια γιά νά τούς διευκολυνθεί ή μετανά
στευση. Οί λόρδοι βαμβακοβιομήχανοι πρότειναν τότε
νά χορηγηθεί στούς εργάτες, σάν άμοιβή γιά κάποια άπα-
σχόληση (πλύσιμο πετρών κλπ.), ένα μικρό «επίδομα»,
ώστε νά μήν πεθάνουν, νά μήν τούς διευκολύνουν όμως μέ
κανέναν τρόπο στή μετανάστευση. Χαρακτήρισαν, χωρίς
περιστροφές καί διπλωματικές διατυπώσεις, τούς εργάτες
σάν γαλακτοφόρες άγελάδες πού θά ξαναχρειαστοϋν
άργότερα, γιατί ήξεραν ότι χωρίς αύτές είναι άδιανόητη
ή άπομύζηση ύπεραξίας. Τό Κοινοβούλιο των καπιταλι
στών δέν λησμόνησε τό ρόλο του καί ένέκρινε τίς επιθυ
μίες των βαμβακοευγενών.
' Η καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής άναπαρά-
γει, λοιπόν, στήν ’ίδια της τήν πορεία τό διαχωρισμό
\
έρχονται τά πρώτα 200.000 μάρκα, αλλά θά μπορούσαμε
νά υποθέσουμε δτι ό ιδιοκτήτης τους (πού είναι ϊσως ενας
σύγχρονος 'Η ρακλής), τά δημιούργησε μέ προσωπική
του εργασία. Ξέρουμε όμως πολύ καλά πώς δημιουργή-
θηκε ή ύπεραξία των 40.000 μάρκω ν δτι, δηλαδή, πρόκει
ται γιά ξένη κι απλήρωτη εργασία πού μεταβλήθηκε σέ
χρήμα. ’Ακόμη καλύτερα ξέρουμε πώς δημιουργήθηκαν
τά 8.000 μάρκα! Γιά νά τά παραγάγει ό καπιταλιστής
χρειάστηκε νά «βάλει» (ρισκάρει;) μόνο δσα, φανερά πιά,
άπόχτησε άπό ξένη εργασία. Κατά συνέπεια, δσο περισ
σότερη ξένη κι απλήρωτη εργασία βάζει στήν υπηρεσία
του ό καπιταλιστής, τόσο πιό πολλές δυνατότητες έχει νά
απασχολεί στό εξής άπλήρωτη εργασία. Μέ άλλα λόγια:
δσο πιό αδιάντροπα εκμεταλλεύεται ό καπιταλιστής τόν
εργάτη, τόσο εύκολότερα είναι σέ θέση νά εκμεταλλεύε
ται ολοένα πιό πολλούς εργάτες. « Ή εργασία», λέει ό
Wakefield, «δημιουργεί τό κεφάλαιο, προτού τό κεφάλαιο
χρησιμοποιήσει τήν εργασία». ,
Στήν πρώτη περίπτωση κάναμε τήν υπόθεση πώς ό
καπιταλιστής καταναλώνει ολόκληρο τό ποσό τής ύπερα-
ξίας γιά τή δική του συντήρηση, ενώ στη δεύτερη υποθέ
σαμε δτι μεταβάλλει ολόκληρη τήν ύπεραξία σέ πρόσθε
το κεφάλαιο. Στήν πραγματικότητα δμως δέν συμβαίνει
οϋτε τό άλλο αποκλειστικά, γιατί ή ύπεραξία κατά ένα
μέρος προστίθεται στό έργαζόμενο κεφάλαιο καί κατά
ένα μέρος καταναλώνεται ιδιωτικά.
Τό ποσό τής παραγόμενης σέ μιά χώρα ύπεραξίας πού
θά μπορούσε νά μεταβληθεΐ σέ κεφάλαιο, είναι λοιπόν
πάντοτε μεγαλύτερο άπό εκείνο πού τελικά κεφαλαιοποι-
εΐται. "Οσο πιό αναπτυγμένη είναι ή καπιταλιστική
παραγωγή, δηλαδή δσο περισσότερη ύπεραξία δημιουρ-
γεΐται, τόσο μεγαλύτερες είναι ή πολυτέλεια καί ή σπα
68 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο ,
' Ο καπιταλιστικός πληθυσμιακός νόμος
70 Μ έρ ο ς ϊβ δομο .
κινητό μέρος διατίθεται γιά την εργατική δύναμη.
Αύτή ή προοδευτική μεταβολή τής άναλογίας των δύο
συστατικών μερών του κεφαλαίου ’έχει σάν άναγκαία συνέπεια
δτι στόν 'ίδιο βαθμό πού αυξάνεται ή παραγωγικότητα τη::
κοινωνικής εργασίας καί πού ή εργατική τάξη πολλαπλασιά
ζει τόν κεφαλαιοκρατικό πλούτο, ή ’ίδια ή εργατική τάξη προ
σφέρει ταυτόχρονα τά μέσα, γιά νά περισσεύει ένας ολοένα
μεγαλύτερος άριθμός δικών της μ ελώ ν αύτοί πού περισσεύ
ουν αποτελούν τόν άποκαλούμενο υπερπληθυσμό.
Πρόκειται γιά έναν πληθυσμιακό νόμο, σύμφυτο τοϋ
καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως έξαλλου κάθε
ιστορική περίοδος ενός ιδιαίτερου τρόπου παραγωγής
εμφανίζεται μέ τούς δικούς της πληθυσμιακούς νόμους,
πού ισχύουν μόνο σ ’ αύτή τήν ιστορική φάση. Μόνο στίς
περιπτώσεις των φυτών καί των ζώων υπάρχει ένας άφη-
ρημένος νόμος τοϋ πληθυσμού κι αύτό εφόσον ό άνθρω
πος δέν επεμβαίνει ιστορικά.
Οί υπεράριθμοι όμως εργάτες, πού δημιουργεί ή συσ
σώρευση τοϋ κεφαλαίου, μεταβάλλονται μέ τή σειρά τους
πάλι σέ μοχλό συσσώρευσης τοϋ κεφαλαίου. ’Επειδή ή
μεγάλη βιομηχανία βρίσκεται σέ συνεχή αλλαγή καί
επειδή συχνά χρειάζεται νά επεκτείνει ξαφνικά τό δο
σμένο πεδίο δράσης της κατακτώντας ολοένα καί νέα
πεδία δράσης, έχει άμεση άνάγκη διαθεσίμων, δηλαδή
λίγο ως πολύ μή απασχολούμενων εργατικών μαζών.
Δηλαδή, τό κεφάλαιο δέν χρειάζεται μόνο ενεργητικούς
εργάτες, άλλά καί μία βιομηχανική στρατιά εφεδρείας,
πού μπορεί κάθε στιγμή νά τοποθετεί στήν παραγωγή καί
νά τούς ξαναβγάζει στό περιθώριο, πάντοτε ανάλογα μέ
τίς ανάγκες του. Είναι φυσικό πώς αύτή ή εφεδρική στρα
τιά δέν άποτελεΐται μόνιμα άπό τούς ’ίδιους εργάτες. Σ ’
αύτήν ανήκει κάθε εργάτης κατά τή διάρκεια τής άνερ-
72 Μ έρ ο ς 'έβδομο,
εφεδρικής στρατιάς στό μέτρο τής προοδευτικής αύξη
σης του κοινωνικού κεφαλαίου.
Γενικά* οί κεντρικοί νόμοι κίνησης του εργατικού
μισθού είναι συναρτήσεις τής αύξομείώσης τής βιομηχα
νικής εφεδρικής στρατιάς πού αντιστοιχεί στην περιο
δική εναλλαγή μέσης παραγωγής (πού εχει έναν ορισμέ
νο ρυθμό αλληλοδιαδοχής), υπερπαραγωγής, ανακοπής,
κρίσης, μέσης παραγωγής κ.ο.κ., μιά εναλλαγή, πού μέ
τήν ανάπτυξη τής μεγάλης βιομηχανίας συντελεΐται σέ
ολοένα ταχύτερο ρυθμό καί κάθε ξεχωριστή φάση της
χαρακτηρίζεται άπό μικρές ανώμαλες διακυμάνσεις.
Οί αυξομειώσεις του εργατικού μισθού δέν ορίζονται,
λοιπόν, άπό τήν κίνηση ολόκληρου του εργατικού πλη
θυσμού, αλλά άπό τή μεταβαλλόμενη άναλογία τής ενερ
γητικής στρατιάς πρός τήν εφεδρική στρατιά τής έργα-
τικής τάξης καί τόν κυμαινόμενο βαθμό άπασχόλησης
των εφεδρικών.
'Η σύγχρονη βιομηχανία θά πήγαινε πολύ άσχημα,
εάν ή ζήτηση καί ή προσφορά εργασίας δέν συμμορφω
νόταν πρός τίς έκάστοτε άνάγκες άξιοποίησης τοϋ κεφα
λαίου καί ή κίνηση τοϋ κεφαλαίου ήταν, άπεναντίας,
εξαρτημένη άπό τό ύψος τοϋ πληθυσμού.
’Έ τσ ι δμως φαντάζονται τή διαδικασία οί καθηγητές
τής οίκονομολογίας. Σύμφωνα μέ αύτούς, ή αύξηση τοϋ
κεφαλαίου συνεπάγεται τήν αύξηση τοϋ εργατικού μι
σθού, ή οποία μέ τή σειρά της έχει σάν επακόλουθο μιά
τόσο μεγάλη αύξηση τοϋ εργατικού πληθυσμού, ώστε ή
αύξηση τού κεφαλαίου δέν μπορεί νά συμβαδίζει μέ αύτή,
όπότε πολλοί εργάτες άναγκάζονται τελικά νά μείνουν
άνεργοι καί τό ήμερομίσθιο ξαναπέφτει. ’Αντίστροφα,
υποστηρίζουν, τό χαμηλό ήμερομίσθιο προκαλεί μέ τόν
καιρό τόση μείωση τού έργατοπληθυσμοϋ, πού ή ζήτηση
76 Μ έρ ο ς 'έβδομο,
στέυση των εργατών, ή άγορά έφοδιάζεται μέ ολοένα φρέ
σκες δυνάμεις. Αύτό όφείλεται στούς πρόωρους γάμους,
πού είναι αναγκαία συνέπεια των δρων ζωής των βιομη
χανικών εργατών, καί στό γεγονός δτι τά παιδιά τών
εργατών γίνονται νωρίς αντικείμενα εκμετάλλευσης
μπαίνοντας στή βιοπάλη καί συμπληρώνοντας τό πενι
χρό εισόδημα τών γονέων: ό ρόλος αύτός τών παιδιών
προτρέπει τούς γονείς σέ γεννήσεις ή τουλάχιστον δέν
τούς άποτρέπει.
Μ όλις ή καπιταλιστική παραγωγή καταλάβει τή
γεωργία, ή ζήτηση αγροτικών εργατικών χεριών σημειώ
νει πτώση στό βαθμό πού αυξάνεται τό κεφάλαιο σ ’
αύτόν τόν κλάδο. 'Ό σ ο περισσότερο μηχανοποιείται ή
γεωργία, τόσο λιγότεροι εργάτες απαιτούνται γιά τις καλ
λιέργειες- κι έδώ δέν συμβαίνει αύτό πού παρατηρεΐται
στή βιομηχανία, δπου οί «περιττοί» ξαναβρίσκουν του
λάχιστο μερική απασχόληση σέ νεοϊδρυόμενα εργοστά
σια. ’Απεναντίας, ή μηχανοποιημένη καλλιέργεια μετα
βάλλει ένα ολοένα μεγαλύτερο μέρος του εδάφους σέ
βοσκότοπους. 'Έ να ποσοστό άγροτοεργατών εγκαταλεί
πει, λοιπόν, τή γεωργία καί ζητάει απασχόληση στή βιο
μηχανία- αυτοί οί ως τώρα αγρότες αποτελούν τήν
αστείρευτη πηγή πού εφοδιάζει τις αστικές περιοχές μέ
εργάτες.
Αύτό προϋποθέτει, βέβαια, ένα μόνιμο, μολονότι συγ
καλυμμένο, πλεόνασμα εργατών στίς αγροτικές περιοχές,
πού μόνο τότε φανερώνεται σέ δλες του τίς διαστάσεις,
όταν ή βιομηχανία χρειάζεται, ξαφνικά καί παροδικά, ά-
συνήθιστα πολλά εργατικά χέρια. ( Ό υπερπληθυσμός
τών άγροτοεργατών καί ή άκατάπαυτη εισροή τους στά
βιομηχανικά κέντρα παρατηρεΐται ως τώρα μόνο στήν
’Αγγλία, δπου τό φαινόμενο είναι ιδιαίτερα χτυπητό. Μέ
78 Μ έρ ο ς ίίβόομο.
εργατών, καί κατά ενα μέρός για ανάπηρους, άρρώστους,
χήρες κλπ., θύματα δηλαδή των έπικίδυνων μηχανών, των
μεταλλείων, τών χημικών εργοστασίων.
'Ο πολλαπλασιασμός, δηλαδή ή διαιώνιση αυτών τών
άθλιων, είναι γνώρισμα σύμφυτο μέ τήν άναπαραγωγή
τοϋ πληθυσμοϋ’ άποτελοΰν μαζί εναν δρο λειτουργίας τής
καπιταλιστικής παραγωγής καί τής άνάπτυξης του πλού
του. Τό κεφάλαιο όμως καταφέρνει πάντα νά φορτώνει τά
βάρη συντήρησης αύτών τών θυμάτων τής εκμετάλλευ
σης, στίς πλάτες του εργαζόμενου λαοϋ.
"Οταν εξηγούσαμε τήν παραγωγή τής υπεραξίας,
εγινε φανερό ότι δλες οί μέθοδοι ύψωσης τής κοινωνικής
παραγωγικότητας τής εργασίας συνοδεύονται άπό μειο
νεκτήματα γιά τούς ατομικούς εργάτες καί δλα τά μέσα
άνάπτυξης τής παραγωγής μεταβάλλονται σέ μέσα κατα
δυνάστευσης καί εκμετάλλευσης τοϋ παραγωγού, δηλαδή
τοϋ εργάτη, πού γίνεται άνάπηρος, ήμιάνθρωπος καί
ξεπέφτει σέ εξάρτημα κάποιας μηχανής. Ή άφόρητη
εργασία χάνει τό νόημά της, ό εργάτης άλλοτριώνεται
άπό τήν πνευματική πλευρά τής εργασιακής διαδικασίας,
ένώ ή επιστήμη ενσωματώνεται στήν παραγωγή σάν
παραγωγική δύναμη. Οί γενικές συνθήκες εργασίας μετα
βάλλονται αλλοπρόσαλλα καί ό ελεγχος κατά τήν εκτέ
λεση τών εργασιών είναι μικρόπρεπα άπεχθής καί τυραν
νικός. 'Η εργασία κατατρώει τή ζωή τοϋ εργάτη. Οί
γυναίκες καί τά παιδιά τών εργατών σπαράζονται άπό τό
κεφάλαιο. "Ομως δλες οί μέθοδοι παραγωγής τής ύπερα-
ξίας είναι καί μέθοδοι συσσώρευσης τοϋ κεφαλαίου καί,
άντίστροφα, ή συσσώρευση τοϋ κεφαλαίου γίνεται μέσο
άνάπτυξης καί εφαρμογής αύτών τών μεθόδων.
Μέ τήν αύξηση τοϋ κεφαλαίου χειροτερεύει, λοιπόν,
ή κατάσταση τοϋ εργάτη, όποιαδήποτε κι άν είναι ή
82 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο .
νικής πόλης βρισκόταν σέ περίοδο παρακμής.
Στήν ιστορία τής διαχωριστικής διαδικασίας άφησε
εποχή τό γεγονός δτι μεγάλες άνθρώπινες μάζες, βίαια
καί ξαφνικά, αποχωρίστηκαν άπό τά μέσα τους βιοπορι
σμού καί παραγωγής καί ρίχτηκαν στήν άγορά εργασίας
σάν ξεριζωμένοι προλετάριοι. Ή βίαιη άπόσπαση των
εργατών άπό τό δικαίωμα γαιοκτησίας αποτελεί τό θεμέ
λιο ολόκληρης τής διαδικασίας, πού πήρε τίς πιό διαφο
ρετικές μορφές. Παίρνουμε σάν παράδειγμα τήν ’ Αγγλία,
γιατί έκεΐ ή διαδικασία αύτή ήταν ή πιό εντυπωσιακή.
Στήν ’Αγγλία είχε έκλείψει ή δουλοπαροικία στά
τέλη του Μου αιώνα. Τό μεγαλύτερο μέρος τών κατοίκων
ασχολούνταν μέ τή γεωργία. Οί πιό πολλοί αγρότες ήταν
ανεξάρτητοι- λίγοι ήταν οί μισθωτοί άγροτοεργάτες, πού
όμως είχαν στή διάθεσή τους μερικά στρέμματα γιά τή
δική τους καλλιέργεια, καθώς καί ένα μερίδιο κανονικών
άγροκτησιών. 'Η σχέση τών άγροτών πρός τούς φεου
δάρχες μπορεί νά χαραχτηριστεΐ σάν,πολιτική υπηκοό
τητα.
Στά τέλη του 15ου ως τίς άρχές τού 16ου αιώνα ή βασι
λεία, όταν έγινε άπολυταρχική, διέταξε τήν κατάργηση
τής φεουδαρχικής υπηκοότητας· αύτό ανάγκασε ένα πλή
θος άνθρώπων νά ριχτεί στήν άγορά εργασίας. Αύτό δμως
ήταν ένα μικρό επεισόδιο μπροστά στίς άλλαγές πού προ
ανάγγειλε. "Ενα ογκωδέστερο προλεταριάτο δημιούργη
σαν οί φεουδάρχες μέ τό κυνηγητό πού έξαπόλυσαν:
άγρότες - γαιοκτήμονες διώχνονταν άπό τή γη τους καί ή
κοινοτική ιδιοκτησία κηρύχτηκε ιδιοκτησία τών φεου
δαρχών, οί όποιοι έπιδόθηκαν σέ κλοπές καί βίαιους σφε-
τερισμούς χωρίς προηγούμενο.
'Η ζωηρή άνθηση τής φλαμανδικής εριουργίας προ-
κάλεσε αύξηση στίς τιμές μαλλιού καί οί φεουδάρχες
84 Μ έρ ο ς 'έβδομο.
χώρες, για νά τούς άλυσοδέσουν στη βιομηχανία.
’Έ τσ ι οί αρπαγές των «βακουφίων», (πού ή εκκλησία
είχε Αποκτήσει, βέβαια, επίσης μέ δόλο καί άπατη), οί
υποκλοπές των δήμόσιων κτημάτων, οί κλοπές τής κοινο
τικής ιδιοκτησίας καί ή μετατροπή τής φεουδαρχικής σέ
σύγχρονη άτομική ιδιοκτησία, μαζί μέ την αντίστοιχη
εκδίωξη τοϋ άγροτικοΰ πληθυσμού, ήταν πολύ ευγενικές,
μέθοδοι πρωταρχικής διαμόρφωσης κεφαλαίου. Μέσω
αύτών κατακτήθηκε τό έδαφος γιά τόν καπιταλιστικό
τρόπο παραγωγής στόντομέα τής γεωργίας, ή γή ένσωμα-
τώθηκε στό κεφάλαιο καί εξασφαλίστηκε ό αναγκαίος
εφοδιασμός τής βιομηχανίας των πόλεων μέ. ξεριζωμένο
προλεταριάτο.
Οί ξεριζωμένοι αγρότες, προϊόν τής διάλυσης τής
φεουδαρχικής υπηκοότητας καί τών γαιοαρπαγών, αύτοί
οί «πτηνοποιημένοι» προλετάριοι δέν μπορούσαν νά
άπορροφηθοΰν άπό τήν άναπτυσσόμενη χειροβιοτεχνία
μέ τό γρήγορο ρυθμό πού ξεριζώθηκαν. Οϋτε ήταν δυνα
τόν νά πειθαρχήσουν τόσο ξαφνικά στούς νέους κανονι
σμούς, αύτοί οί τόσο ραγδαία εκσφενδονισμένοι άπό τό
συνηθισμένο τρόπο ζωής τους. Μεταβλήθηκαν μαζικά σέ
ζητιάνους, ληστές, άλητόβιους κλπ. Στά τέλη τοϋ 15ου
καί κατά τή διάρκεια ολόκληρου τοϋ 16ου αιώνα, σέ ολό
κληρη τή δυτική Εύρώπη ψηφίστηκαν πολλά δρακόντεια
νομοθετήματα κατά τής άλητείας. Οί ξεριζωμένοι άπό τά
χωράφια τους στιγματίστηκαν, μαστιγώθηκαν, βασανί
στηκαν, έγιναν σκλάβοι καί έκτελέστηκαν «λόγω έργασι-
οφοβίας». Οί γαιοληστές όμως ήταν σεβάσμια πρόσωπα!
Δεν άρκεΐ δτι οί σχέσεις εργασίας εμφανίζουν στόν έναν
πόλο τό κεφάλαιο καί στόν άλλον άνθρώπους πού δέν
έχουν νά πουλήσουν τίποτε άλλο άπό τήν εργατική τους
δύναμη. Δέν άρκεΐ, επίσης, ότι έξαναγκάζονται νά που-
86 Μ έρ ο ς 'έβδομο.
Ά φ ο δ έξετάσαμε τή βίαιη «πτηνοποίηση» (ξεκλήρι-
σμα άπό τη. γη) τών προλετάριων, τη σιδερένια πειθαρχία
πού επιβλήθηκε στους μισθωτούς εργάτες, τή βρωμερή
κρατική δράση, πού μέ αστυνομικά μέτρα αϋξησαν τήν
κεφαλαιοποίηση στό μέτρο τής εκμετάλλευσης τής εργα
σίας, ρωτάμε τώρα: άπό που προέρχονται οί πρώτοι καπι
ταλιστές; Οΐ γαιοληστεϊες, βέβαια, δημιούργησαν άρχικά
μόνο μεγαλογάιοκτήμονες.
Οί μισθωτοί πού Αντικατέστησαν τούς Ανεξάρτητους
αγρότες, ήταν κατά κανόνα χωρίς περιουσία καί οί άγροτο-
λόρδοι τούς προκατέβαλλαν σπόρους, ζώα καί άροτρα , επι
φυλάσσοντας στόν εαυτό τους ένα προκαθορισμένο μερίδιο
τής σοδειάς. Μόλ.ις ό μισθωτής, μέ τήν εκμετάλλευση εργα
τών καί τήν Αξιοποίηση τών κοινοτικών κτημάτων πού
άρπαξε ό ιδιοκτήτης - εκμισθωτής, κατάφερνε νά δημιουργή
σει ένα δικό του κεφάλαιο έργασίας, ό πρωταρχικός τρόπος
άμοιβής τού ιδιοκτήτη άντικαταστάθηκε μέ έναν τόκο χρή
σης, πού καθοριζόταν μέ συμβόλαιο. Διάφορες ευνοϊκές συν
θήκες έδωσαν τή δυνατότητα πλουτισμού σ ’ αύτούς τούς
μισθω τές- ενοικιαστές νέου τύπου. Τέτοιες συνθήκες ήταν
πχ. τά συμβόλαια διάρκειας 33 ετών, πού συνηθίζονταν στό
16ο αιώνα, ή ταυτόχρονη υποτίμηση τών εύγενών μετάλλων,
ή άλληλένδετη μέ αύτά Ανατίμηση τών γεωργικών προϊόντων
καί τό χαμήλωμα τών ημερομισθίων κλπ. Τέλος, ή μεγάλη
βιομηχανία έψοδιάζει τήν καπιταλιστική γεωργία μέ μηχανές,
δίνοντάς της τό γερό θεμέλιο αυτοτέλειας. "Ενα μέρος τών
μισθωτών - ενοικιαστών μεταβάλλεται σέ « κεφαλαίομισθω
τές», ένα άλλο μέρος προλεταριοποιεϊται.
' Η γένεση τών βιομηχανικών καπιταλιστών δέν ήταν
τόσο βαθμιαία διαδικασία. Χωρίς αμφιβολία, μεταβλήθη
καν σέ μικρούς καπιταλιστές αρκετοί μάστορες συντε
χνιών, αυτοτελείς τεχνίτες ή ακόμη καί μισθωτοί έργά-
88 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο .
θέτουν την αύγή τής καπιταλιστικής εποχής. Αύτές οί
παστρικές ένέργε.ιες συνέβαλαν ουσιαστικά στην πρω
ταρχική δημιουργία κεφαλαίου. ’Ακολουθούν, σάν κρί
κος, οί έμπόρικοί πόλεμοι των ευρωπαϊκών εθνών σέ δλα
τά πεδία μαχών τής υδρογείου. Οί μέθοδοι τής πρωταρχι
κής κεφαλοποίησης έφαρμόστηκαν, κατά χρονολογική
σχεδόν σειρά, στίς ακόλουθες χώρες: ’Ισπανία, Πορτο
γαλία, ’Ολλανδία, Γαλλία καί ’ Αγγλία. Στην τελευταία,
οί μέθοδοι κεφαλαιοποίησης συγκροτήθηκαν στά τέλη
του 17όυ αιώνα σέ συστήματα: άποικιακό, δημοσιονο
μικό (σύστημα γιά τά φορολογικά καί τά δημόσια χρέη)
καί προστατευτικό. Μερικά έπί μέρους συστήματα θεμε^
λιώθηκαν πάνω στήν πιό βάναυση βία, όπως τό άποικι-
ακό, δλα όμως χρησιμοποιούν τήν κρατική εξουσία, τή
συγκέντρωτική καί οργανωμένη βία τής κοινωνίας, γιά
νά επιταχύνουν «θερμοκηπιακά» τή μετατροπή του φεου-
δαρχικοϋ σέ καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, συντομεύ-
οντας τά μεταβατικά στάδια. 'Η βία είναι ή μαιευτική
βοηθός κάθε παλιας κοινωνίας, πού εγκυμονεί μιά και
νούρια.
'Η άποικιοκρατία βοήθησε νά ωριμάσουν τό έμπόριο
καί ή άτμοπλοΐα καί έξασφάλισε άγορές καί ψηλές τιμές
στήν άνερχόμενη χειροβιοτεχνία. Οί θησαυροί πού άπο-
σπάστηκαν μέ λεηλασία, υποδούλωση καί δολοφονίες
στίς έξω-ευρωπαϊκές χώρες μεταφέρονταν στίς μητρικές
χώρες καί έκεΐ μεταβάλλονταν σέ κεφάλαιο.
Μέ τά δημόσια χρέη άναδύθηκε ταυτόχρονα ένα διε
θνές πιστωτικό σύστημα, πού συγκάλυπτε συχνά τήν
πηγή τής πρωταρχικής γένεσης του κεφαλαίου σέ ορι
σμένες χώρες. Οί χυδαιότητες του βενετσιάνικου ληστρι
κού συστήματος π.χ., άποτέλεσαν ένα καμουφλαρισμένο
θεμέλιο κεφαλαιικοϋ πλούτου στήν ’Ολλανδία, πού
96
δέν μπορεί νά έπινοηθεΐ καί νά οΐκοδομηθεΐ πάνω σέ ατο
μικά σχέδια, άπό την άλλη όμως μεριά εμψυχώνει κάθε
σκεφτόμενο σοσιαλδημοκράτη έμπνέρντάς του την πε
ποίθηση γιά την τελική νίκη, καθώς αποδείχνει ότι ό
καπιταλισμός φέρνει μέσα του τό σοσιαλιστικό καί κομ
μουνιστικό σπόρο: ό πρώτος θά έξελιχτεΐ μέ φυσική
αναγκαιότητα στό σοσιαλισμό, ακολουθώντας δική του
νομοτέλεια.
«Τό Κεφάλαιο» είχε κιόλας πλατιά διάδοση, μολονότι
είχε έκδοθεΐ μόνο ό πρώτος τόμος. "Ομως δέν μπόρεσε νά
διεισδύσει άκόμή στίς μάζες τοϋ εργαζόμενου λαοϋ. 'Η
τιμή τοϋ βιβλίου εμπόδισε μιά πλατύτερη διάδοση, παρ’
όλο πού ήταν δυσανάλογα φτηνή σέ σύγκριση μέ τόν
όγκο καί τή γιγαντιαία εργασία πού απαιτήθηκε. ’Εκτός
άπό τήν άξιοθρήνητη οικονομική κατάσταση των εργα
τών μπορώ, σάν προλετάριος πού είμαι κι εγώ, νά τονίσω
καί τήν άμάθεια τοϋ λαοϋ, ή οποία βάζει φραγμούς στήν
κατανόηση τοϋ βιβλίου. Είναι άλήθεια ότι ό Μάρξ προ
σπάθησε νά γράψει άπλά, όσο έπέτρεπέ φυσικά ό επιστη
μονικός χαρακτήρας τοϋ θέματος- ή προπαίδεια όμως,
πού προϋπόθετε, δέν είναι γενικά δοσμένη, έξαιτίας τής
συστηματικής άποβλάκωσης στήν όποία είναι εκτεθειμέ
νος ό λαός.
Γιά νά κάνω προσιτά στούς εργάτες, τουλάχιστον τά
ούσιαστικότερα περιεχόμενα αύτοϋ τοϋ πολύ σημαντικού
έργου, σέ φτηνή τιμή καί μέ κατανοητό τρόπο, διέθεσα
μεταξύ άλλων καί τήν «άναγκαστική μου σχόλη»· έτσι
έγραψα τήν εκλαϊκευμένη περίληψη τοϋ «Κεφαλαίου».
Χ ρησιμοποίησα πολλές φράσεις άπό τό πρωτότυπο
κατά λέξη ή μέ μικροαλλαγές, άποφεύγοντας κυρίως τίς
ξενογενεΐς λέξεις πού δέν είναι πολύ διαδομένες. "Εκανα
συντομεύσεις πολλών διεξοδικών εκθέσεων, καθώς καί
97
παραλείψεις οσωνμοΰ φάνηκαν περιττά. Μέ πολλή δυσα
ρέσκεια παρέλειψα άρκετά στοιχεία πού τεκμήριώνουν
τή σημερινή κατάσταση τών εργαζομένων τάξεων, πού
δμώς ό περιορισμένος χώρος-ένός έγχειριδίου μέ διαφω-
τιστικούς στόχους δέν μου έπέτρεπε περισσότερες λεπτο
μέρειες. Κάθε έργάτης, έξαλλου, γνωρίζει άπό δική του
πείρα τήν κατάσταση των έργαζομένων. Χώρισα τήν
έργασία σέ κεφάλαια, μέ τρόπο λίγο ως πολύ αυθαίρετο,
μέ κριτήριο τήν εύκολη κατανόηση τοϋ έργου.
Ά ν τό εγχειρίδιο αύτό βοηθήσει ν ’ Ανοίξουν τά
μάτια μερικών, θά εχω επιτύχει τούς στόχους πού έβαλα.
Τέλος, δέν μπορώ νά παραλείψω τήν παρότρυνση πρός
τόν καθένα πού έχει τά άνάλογα μέσα, νά Αποκτήσει τά
έργα τοϋ Μάρξ· είναι καί αύτός ένας άπό τούς σκοπούς
τοϋ βιβλίου μου.
Καί τώρα, ένας χαιρετισμός καί μιά θερμή χειραψία
στούς Αναγνώστες!
99
κούς καί μπόρουσιακικούς πράκτορες. Είναι ϊόα-Χσα
απαραίτητο νά εχει ό λαός τήν άμεση νομοθετική εξουσία
στά χέρια του. Μιά τέτοια πολιτική έξουσία θά κερδιστεί
τόσο πιό σίγουρα, όσο καλύτερα διαγνωστεΐ ή φύση τής
σημερινής κοινωνίας καί οσο πιό έτΐίμονά έπιδιοχτεΐ
αυτός ό στόχος. Κάθε άνθρωπος πού συμμερίζεται Από
λυτα τήν πεποίθηση ότι ή σημερινή κοινωνία πρέπει νά
καταρρεύσεν παραχωρώντας τή θέση της σέ ψηλότερη κι
εύγενέστερη μορφή καί ότι οί Εργαζόμενες τάξεις είναι
εκείνες πού θά γκρεμίσουν τό τωρινό οικοδόμημα μέ τόν
πανίσχυρο μοχλό τής πολιτικής εξουσίας, δέν μπορεί
οΰτε επιτρέπεται νά ακολουθήσει στή ζωή άλλο επάγ
γελμα, γιατί καθήκον του είναι νά έμφυτεύει στούς
άλλους τίς δικές του αρχές, νά τίς διατυμπανίζει αδιά
κοπα, νά προσφέρει άκατάπαυτα στήν κόκκινη σημαία -
τό σύμβολο τής γενικής συναδέλφωσης των ανθρώπων -
στρατιώτες τής κοινωνικής επανάστασης καί νά φυτεύει
στίς καρδιές τους τόν ένθερμο ενθουσιασμό γιά τό έπιδι-
ωκόμενο ιδανικό.
Σέ εργοστάσια καί σέ βιοτεχνίες, τά ρετιρέ καί υπό
γεια του προλεταριάτου, σέ ταβέρνες καί στή βόλτα,
γενικά όπου ύπάρχουν εργάτες, πρέπει νά γίνεται διαφω-
τιστική κινητοποίηση καί ή γνώση πρέπει από τίς πόλεις
νά μεταλαμπαδεύεται στήν ύπαιθρο. ' Ο προλετάριος μέ
τή φόρμα νά βοηθάει τόν άδερφό του στό χακί νά άνοίξει
τά μάτια του. Οί άντρες νά διαφωτίζουν σχετικά τίς γυναί
κες τους, οί γονείς τά παιδιά τους. "Ολες οί προκαταλή
ψεις πού στοχεύουν στήν υποδούλωση του λαοΰ καί πού
δημιουργήθηκαν έντεχνα από τούς εχθρούς τής ανθρωπό
τητας, όπως π.χ. ή άπάτη τοϋ εθνικισμού, πρέπει νά ξερι
ζωθούν καί στή θέση τους νά μπει ή αδερφική αγάπη. Οί
εργάτες πρέπει νά δώσουν τά χέρια τους πέρα άπό εθνικά
100
σύνορα καί βασιλικές κορόνες καί νά τά σφίγγουν ολο
ένα πιό γερά, ώσότου γίνει πραγματικότητα ή Διεθνής.
"Ενώση Εργατών.
"Οταν έχει πραγματοποιηθεί ή γενική άδερφοποίηση,
ποιός θά μπορεί νά αντιμετωπίσει τούς λαούς; Ποιός θά
τολμοδσε νά τούς εμποδίσει στό σάρωμα δλων των προ
νομίων, πού θά άντικατασταθοΰν άπό τό φυσικό δίκαιο;
Κανένας. ' Η ταξική, κυριαρχία κρατιέται μόνο, δσο ένα
μέρος του λαου επιτρέπει νά τό καταχρώνται γιά τήν υπο
δούλωση του υπόλοιπου μέρους, δηλαδή δσο κυριαρχεί
μαζική βλακεία. "Ολοι οί άνθρωποι τής προόδου πρέπει νά
κάνουν μαζική διαφώτιση μέ όλες τους τίς δυνάμεις, ώσό
του εξαφανιστεί ή μ α ζ ικ ή βλακεία καί ποτέ δέν επιτρέπε
ται π α ύ σ η τοϋ α γ ώ ν α , π ού π ο λ ε μ ι κ ή του ί α χ ή είν α ι:
Π ρ ο λ ε τ ά ρ ι ο ι δ λ ω ν τω ν χ ω ρ ώ ν , ενω θείτε!
Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα
102
Marx-Stadt) κι έξέδωσε δική του εφημερίδα, τόν -Ελεύ
θερο Τύπο τού Χέμνιτς. Σύντομα έγινε γνωστός γιά τήν -
πολιτική του δράση καί Ιδιαίτερα την όργανωση Απερ
γιών. ’Απαγορεύτηκε ή εφημερίδα του καί ό ίδιος Αναγ
κάστηκε τό 1873 νά έγκαταλείψει τό Χέμνιτς. Έ ξέδω σε
στό Μάιντς τή Νότιογερμανική Φωνή τού Λαοί) καί αργό-,
τερα τόν ‘Ελεύθερο Τύπο του Βερολίνου, στή γερμανική
πρωτεύουσα. Τό 1874 έκλέχτηκε γιά πρώτη και τό 1877
γιά δεύτερη φορά βουλευτής στήν Ε θ ν ικ ή Βουλή (Reich
stag). 'Η βουλευτική του ασυλία δέν τόν κάλυπτε πιά
άπό τίς αλλεπάλληλες διώξεις. Τό 1874 καταδικάστηκε
σέ φυλάκιση 26 μηνών λόγω προσβολής τής «μεγαλειό
τητας» καί βλασφημίας τών «θείων». Στή φυλακή έγραψε
δύο βιβλία: Τό φρούριο στήν Πλίτσενσεε. Φύλλα άπό τό ημε
ρολόγιο τής φυλακής (1876), καθώς καί τό Βιβλίο μέ προλε-
τάρικα τραγούδια, πού γνώρισε πολλές έπανεκδόσεις. Στή
φυλακή έβρισκε τό χρόνο γιά εντατικές σπουδές· έκεΐ
γράφτηκαν καί τά περισσότερα βιβλία.του.
'Η ριζοσπαστικότητα καί ιδιαίτερα ό συνεπής αθεϊ
σμός του τόν έφεραν σέ ρήξη μέ τό Σοσιαλδημοκρατικό
Κόμμα Ε ργα τώ ν, όπου ανήκε άπό τό 1871. "Οταν άρχισε
νά προπαγανδίζει τή μαζική άποχώρηση άπό την εκκλη
σία, άπελάθηκε άπό τό Βερολίνο. ’Αναγκάστηκε νά μετα
ναστεύσει. Πήγε στή Γαλλία, οί ’Αρχές όμως γρήγορα
τόν έδιωξαν καί τό 1879 πήγε στό Λονδίνο, πού στέγαζε
πολλούς πολιτικούς φυγάδες. 'Ίδρυσε άμέσως δική του
εφημερίδα, τήν ’Ελευθερία. Στό άκόμα ριζοσπαστικότερο
ϋφος του ταίριαζε τό κόκκινο χρώμα πού διάλεξε γιά ολό
κληρη τήν εφημερίδα.
' Η μεγαλύτερη στροφή του πρός τά Αριστερά μπορεί
νά εξηγηθεί σάν άντίδραση στήν όππορτουνιστική στά
ση του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, πού
103
βιάστηκε νά αύτοδιαλυθεΐ, προτού μπει σε Ισχύ ό γνω
στός άντισοσιαλιστικός νόμος. Είναι τά χρόνιά τής πρώ
της ενσωμάτωσης των μαρξιστικών κομμάτων στήν
έθνική πολιτική ζωή τών ευρωπαϊκών -χωρών, μετά τή
διάλυση τής Πρώτης Διεθνούς. Τό δικαίωμα ψήφου καί ή
κοινοβουλευτικοποίηση των σοσιαλιστικών κομμάτων
συμβάδιζε συχνά μέ βάναυσα κατασταλτικά μέτρα κατά
τής επαναστατικής δράσης. Στή Γερμανία τοδ Μπίσμαρκ
ξεπήδησαν μικρο-ομάδες άμεσης δράσης, πού καταπολε
μούσαν τήν κοινοβουλευτική πολιτική. 'Ιδεολογική
βάση τους ήταν ό αναρχισμός, πού τότε έπαιζε μεγάλο
ρόλο στό διεθνές εργατικό κίνημα, ιδιαίτεραχττήν 'Ισ π α
νία, Γαλλία καί ’Ιταλία. Ή εφημερίδα ’Ελευθερία έγινε
όργανο των ριζοσπαστικών ομάδων τής Γερμανίας καί ό
Μόστ πέρασε στήν αναρχία.
Τό 1880 διαγράφτηκε άπό τό κόμμα, στό συνέδριο του
Βύντεν. Μετά τήν πολιτική δολοφονία του τσάρου ’Αλέ
ξανδρου του II, ό Μόστ τάχτηκε υπέρ τής τυραννοκτο-
νίας. Σέ πρωτοσέλιδο άρθρο μέ πηχιαίο τίτλο « ’Επιτέ
λους!» έγραψε: «Αύτό γιά τό όποιο θά μπορούσε νά
θρηνεί κανείς, είναι μόνο ή σπανιότητα τών λεγομένων
τυραννοκτονιών. Ά ν κάθε μήνα καθαριζόταν έστω ένας
εστεμμένος λεχρίτης, σέ λίγο δεν θά ήταν κανένας πιά
πρόθυμος νά παίζει τό μονάρχη». Αύτός ό βαθύς αναστε
ναγμός, του «πρόσφερε» δεκαέξι μήνες φυλάκιση μέ
καταναγκαστικά έργα.
Μετά τήν άποφυλάκισή του δέν μπορούσε νά σταθεί
στήν ’Αγγλία. Τό 1882 μετανάστευσε στήν ’Αμερική.
’Εκεί συνάντησε πολύ διαφορετικό κοινωνικό κλίμα. Ό
ταξικός αγώνας στίς ΗΠΑ δέν είχε σχεδόν κανένα θεω
ρητικό υπόβαθρο καί έπαιρνε συχνά βιαιότατες μορφές.
Κ,άθε τόσο σημειώνονταν κανονικές μάχες μεταξύ τών
104
εργατών καί τής οπλισμένης ιδιωτικής αστυνομίας των
επιχειρηματιών. Οί αναρχικοί άσκοδσαν σημαντική
έπιρρσή στό εργατικό κίνημά' πολλοί άπό αύτούς ήταν
μετανάστες άπό τή Ρωσία καί τήν *Ιταλία.
' Ο Μόστ £ξέδώσε καί εδώ άμέσως τήν έφημερίδα του.
Μέ διαφωτιστική καί οργανωτική δουλειά προώθησε τή
δημιουργία .συνδικάτων. Στίς δικές του προσπάθειες
καταλογίζεται ή ίδρυση τής International Working Peo
ple’s Association, πού σημειώθηκε τό 1883 στό Σικάγο.
Καταπολέμησε , έ.ξαρχής τίς οίκονομιστικές τάσεις του.
άμερικανικοΰ κινήματος καί τήν πολιτική τής ενσωμάτω
σης τών εργατών στό κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Χα
ρακτηριστικό για τήν όξυνση τών έργατικών αγώνων
είναι ότι ό Μόστ μπήκε μέ ψευδώνυνο σέ εργοστάσιο
εκρηκτικών ύλών καί εργάστηκε μερικούς μήνες. "Υστε
ρα κυκλοφόρησε ενα μικρό βιβλίο, πού προκάλεσε
θόρυβο. « Ή επιστήμη του επαναστατικού πολέμου. ’Εγχει
ρίδιο μέ οδηγίες κατασκευής καί χρήσης νιτρογλυκερίνης,
δυναμίτη, βαμβακοπυρίτιδας, ύδραργυροκροτίδων, βομβών,
πυροδοτικών μηχανισμών, δηλητηρίων κλπ.». Φυσικά τόν
συνέλαβαν πάλι καί τόν φυλάκισαν.
Γρήγορα όμως έγκατάλειψε τήν τρομοκρατική τακτι
κή. Καταδίκασε τίς άτομικές εξορμήσεις καί εργάστηκε
γιά τή σύσταση εργοστασιακών πυρήνων. Μέ τήν τελευ
ταία του στροφή ή δράση του πήρε χαρακτήρα άναρχο-
συνδικαλιστικό. ’Ανάλογη ήταν καί ή εξέλιξη του
ατομικού καί μικρο-ομαδικοϋ άναρχισμοϋ στήν Εύρώπη.
Στό άμερικανικό όμως κίνημα δέν επιφυλάχτηκε ή ϊδια
μαζική άνάπτυξη πού σημείωσε ό άναρχοσυνδικαλισμός
στή Γαλλία καί ιδιαίτερα στήν ’Ισπανία.
' Η αγωνιστικότητα του Μόστ δέν μειώθηκε καθόλου'
ούτε σταμάτησαν καί οί διώξεις, πού τόσο πολύ σημάδε-
105
ψαν τή ζωή του. ’Ακόμη καί τό 1902 καταδικάστηκε σέ
δύο μηνών φυλάκιση γιά ενα άρθρο του. Ή άποκήρυξη
όμως των βομβιστικών ενεργειών τοΰ κόστισε τήν άπώ-
λεια καί των λίγων συντρόφων πού τόν είχαν Ακολουθή
σει στήν τρομοκρατική φάση. ' Ο συνεπής μαρξιστής καί
φλογερός αναρχικός Γιόχαν Μόστ πέθανε τό 1906 στήν
πόλη Cincinnati άπογοητεύμενος,καί άπομονωμένος;. μή
•έλπίζοντας οΰτέ στήν αναγνώριση πού τοΰ επιφυλάχτηκε
στό δικό μας αιώνα.
Π ολλοί θέλουν νά γνωρίσουν τήν οικονομική θεωρία
του Κάρλ Μάρξ, λίγοι δμως μπορούν νά άφοσιωθοϋν γιά
πολλούς μήνες στή μελέτη του κύριου έργου του, Τό
Κεφάλαιο. Στούς "Ελληνες αναγνώστες έλειπε ώς τώρα
μιά εύχρηστη περίληψη αύτοϋ τοϋ βιβλίου, κατάλληλη
γιά γενικό προσανατολισμό, διδασκαλία καί διαφώτιση.
'Ο γερμανός σοσιαλιστής Γιόχαν Μόστ (1846 - 1906)
μελέτησε στή φυλακή τόν πρώτο τόμο τοϋ Κεφαλαίου καί
σύνταξε μιά περίληψη. Ό Βίλχελμ Λίμπκνεχτ παρουσί
ασε στόν Μάρξ καί στόν Έ νγκ ελς, στό Λονδίνο, αντί
τυπα τής πρώτης έκδοσης τοϋ εγχειριδίου καί αύτοί
εξέτασαν τό κείμενο καί τό επεξεργάστηκαν. Μετά από
85 χρόνια μεταφράζουμε στά ελληνικά τήν έκδοση αύτή,
αναθεωρημένη καί έπεξεργασμένη από τούς Μάρξ καί
'Έ νγκελς. Ό ’Έ νγκελς, τό 1882, συνέστησε τό βιβλίο,
τονίζοντας ότι «διατηρεί άκόμη τά πλεονεκτήματά του
καί θά μποροϋσε νά ξανατυπωθεΐ».
Οί προσθήκες καί οί αλλαγές των Μάρξ καί ’Έ νγκελς
είναι στοιχειοθετημένες μέ πλάγια στοιχεία. Οί συνεχείς
παραπομπές στά αντίστοιχα κεφάλαια τής ελληνικής με
τάφρασης τοϋ Κεφαλαίου (εκδόσεις ΜΟΡΦΩΣΗ, 'Α θ ή
να 1963), μεγαλώνουν τή χρησιμότητα τής περίληψης
τοϋ Μόστ σάν όδηγό μελέτης καί βοήθημα γιά πολιτικές
ομάδες καί γιά κάθε ενδιαφερόμενο αναγνώστη.