You are on page 1of 104

Γιόχαν Μόστ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ


«Τό Κεφάλαιο»
σε εύχρηστη περίληψη
άναθεωρημένη καί επεξεργασμένη
από τούς Μάρξ καί ’Ένγκελς

Λ ?'
Μετάφραση: ^
Λευτέρης ’ Αναγνώστου-’ηφΦελη'γκ,^ '
Γ ιόχ αν Μόστ
ΚΕ Φ Α Λ Α ΙΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ
Μετάφραση: Λεύτερης ’ Αναγνώστου - Έ σ σ ε λ ι γ κ
'Ε π ιμ έλ εια κειμένου καί τυ πογραφική διόρθωση:
Κάκια Γ ρ η γο ρ ίο υ - Τ σάτσου
' Επιμέλεια παραγωγής:
Ευγενία Χριστοπούλου
Φ ωτοσ τοιχειοθεσ ία : Δ ΙΑ Χ ΡΟ Ν ΙΚ Η Α.Ε.
Λ υκαβηττού Ια, τηλ. 36.11.447/36.25.376
'Ε κ τ ύ π ω σ η - Βιβλιοδεσία:
Ο Κ Τ Ω Ρ Α Τ Ο Σ - ΚΟΥΚΙΑ Σ O.E.
Λεονάρδου 4, Περιστέρι, τηλ. 57.16.473
Κεντρική διάθεση: Δ ΙΑ Χ ΡΟ Ν ΙΚ Η Α.Ε.
Λυκαβηττού Ια, τηλ. 36.11.447/36.35.376
Περιεχόμενα

’ Εμπόρευμα καί χρ ή μ α 7
Κεφάλαιο καί εργασία 16
' Η βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής 22
' Η ημερήσια εργασία 27
'Ο καταμερισμός τής εργασίας 35
' Η μεγάλη βιομηχανία 42
Οί επιδράσεις τής αναπτυγμένης έργοσ τασ ιοβιομηχα-
νίας 49
Τό ημερομίσθιο 56
' Η διαδικασία δια τή ρ η σ ης καί συσσώ ρευσης τού κεφα­
λαίου 63
' Ο καπιταλιστικός πληθυσμιακός νόμος 69
Οί διάφορες μορφές τής κ α π ιτα λισ τική ς αύξησ ης του
πληθυσμοΰ. Μ αζική φτώ χεια 76 *
Οί καταβολές τοΰ σύγχρονου κεφαλαίου 81
Συμπερασματικές παρατηρήσεις 92

Π Α ΡΑ ΡΤΗ Μ Α
Π ρόλογος σ τή ν πρώτη έκδοση 96
’ Ε πίλογος σ τή ν πρώτη έκδοση 99
Βιογραφικό σημείω μα τοΰ συγγραφέα 102
’Εμπόρευμα καί χρήμα

'Ο πλούτος των κοινωνιών στίς όποιες επικρατεί ό


καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, εμφανίζεται σάν τε­
ράστια συλλογή εμπορευμάτων, ενώ τό μεμονωμένο
εμπόρευμα σάν στοιχειώδης μονάδα του.
"Ενα πράγμα, κατάλληλο νά ικανοποιεί όποιεσόήποτε
άνθρώπινες άνάγκες καί νά χρησιμεύει σάν διαρκές αγαθό,
εχει αξία χρήσης. Γιά νά γίνει εμπόρευμα, πρέπει νά έχει μία
ακόμη ιδιότητα, τη συναλλακτική αξία.
Ή συναλλακτική άξια είναι ή αναλογία στήν οποία τά
χρήσιμα πράγματα θεωρούνται ισάξια καί κατά συνέπεια
ανταλλάξιμα, π.χ. 300 μέτρα πανί -1 τόνος σίδερο. ’Αλλά,
διαφορετικά πράγματα είναι συγκρίσιμα μεγέθη μόνο όταν
είναι ομώνυμα, δηλαδή πολλαπλάσια ή μέρη τής ίδιας μονά­
δας, πού είναι κοινή βάση. Καί στό παράδειγμά μας, λοιπόν,
300 μέτρα πανί μπορούν νά είναι ισάξια πρός έναν τόνο
σίδερο, μόνο εφόσον πανί καί σίδερο εκφράζουν κάτι κοινό,
πού εμπεριέχεται εξίσου σέ 300 μέτρα πανί καί σε εναν τόνο
σίδερο. Αυτό τό τρίτο, τό κοινό, είναι ή άξια πού περιέχει
καθένα άπό τά δύο πράγματα, άνεξάρτητα άπό τό άλλο. ’Από
αύτό συμπεραίνουμε δτι ή συναλλακτική άξια των εμπορευμά­
των είναι μόνο μιά έκφραση τής άξίας τους, μόνο ή μορφή πού
έξωτερικεύει τήν άξια τους καί έτσι συντελεί στήν πραγματο­
ποίηση τής άνταλλαγής τους. θά επανέλθουμε άργότερα σ ’
αυτή τή μορφή άξίας, άφοϋ πρώτα άσχοληθοΰμε μέ τό περιε­
χόμενό της, τήν έμπορευματική άξία.
Ή άξία τών εμπορευμάτων πού εκφράζεται στή συναλλα­
κτική τους άξία, δέν συνίσταται σέ τίποτε άλλο παρά στήν
εργασία πού χρησιμοποιείται γιά τήν παραγωγή του ή «άντι-

Μ έρ ο ς π ρ ώ το , κ εφ ά λ α ιο 1. σ ελ. 4 9 - 5 3 7
κειμενικοποιεϊται»* σ ’ αότά. Πρέπει δμως να γίνει σαφέ­
στερο, γιά ποιό λόγο θεωρούμε τήν εργασία σάν τή μοναδική
πηγή αξίας.
Σέ ύποανάπτυκτες φάσεις τής κοινωνίας, δ Ίδιος άνθρω­
πος έκτελει διαδοχικά τις πιό διαφορετικές εργασίες· τή μιά
φορά καλλιεργεί τούς αγρούς, τήν άλλη υφαίνει, υστέρα είναι
πεταλάς, μαραγκός κλπ. ’Αλλά δσο ποικίλες καί αν είναι οι
άσχολίες του, παραμένουν πάντα διαφορετικοί τρόποι χρησι­
μοποίησης του μυαλού του, των νεύρων του, των μυών του,
των χεριών του κλπ., δηλαδή διαφορετικοί τρόποι κατανάλω­
σης τής εργατικής του δύναμης. Ή εργασία του παραμένει
κατανάλωση δύναμης - κοινώς εργασία - ενώ ή χρήσιμη
μορφή αυτής τής κατανάλωσης, τό είδος εργασίας, άλλάζει
ανάλογα μέ τό έργο ηού επιδιώκει. Με τήν κοινωνική πρόοδο
μειώνεται σιγρ,-σιγά δ αριθμός τών διαφόρων ειδών χρήσιμης
εργασίας, πού τό ίδιο πρόσωπο έκτελει διαδοχικά· τά είδη
αύτά ό παραγωγός δέν παράγει εξαρχής γιά δικές του άλλά γιά
ξένες άνάγκες, δηλαδή γιά τήν αγορά, καί τά προϊόντα είναι
προορισμένα νά παίξουν τό ρόλο τού έμπορεύματος, χρησι­
μεύοντας στόν 'ίδιο μόνο άφοϋ ή παραγωγή ’έχει άναπτυχτεϊ
κιόλας σέ πολυπλόκαμο σύστημα αυτοτελών καί παράλληλων
ειδών χρήσιμης εργασίας καί έχουμε φτάσει σέ πολύκλαδο
κοινωνικό καταμερισμό τής ’εργασίας.
"Ο, τι δμως ϊσχυε παλιότερα γιά ένα άτομο πού έκτελούσε
διαδοχικά διαφορετικές εργασίες, ’ισχύει τώρα γι ’ αύτή τήν
κοινωνία μέ τό διαρθρωμένο της καταμερισμό εργασίας. Ό
ωφέλιμος χαρακτήρας κάθε ξεχωριστού εϊδους εργασίας
καθρεφτίζεται στήν ’ιδιαίτερη άξια χρήσης τού προϊόντος της,
δηλαδή στήν ιδιαίτερη άλλαγή μορφής, μέσω τής οποίας μιά

Σ .τ .Μ : Ά ν τ ικ ε ιμ ε ν ικ ο π ο ίη σ η είνα ι ό ρ ο ς τής χ ε γ κ ελ ια ν ή ς κ α ί μ α ρ ξ ισ τ ικ ή ς
δ ια λ ε κ τ ικ ή ς κ α ί σ η μ α ίνει τήν ε ξ ω τ ε ρ ίκ ευ σ η του υ π ο κ ειμ ενικ ο ύ (ερ γα σ ία ), π ού
η α ίρ νει ά ν τ ικ ε ιμ εν ικ ή μ ο ρ φ ή (εμ π ό ρ ευ μ α ).

8 Μ έρ ο ς π ρ ώ τ ο
ορισμένη φυσική ΰλη φτάνει νά εξυπηρετεί μιά ορισμένη
άνθρώπινη άνάγκη. "Ομως ή αυτοτελής εκτέλεση καθεμιάς
άπό τά τόσα διαφορετικά είδη χρήσιμης εργασίας δέν αλλάζει
τό χαρακτήρα αυτών τών ειδών εργασίας, πού παραμένουν
κατανάλωση άνθρώπινης εργασίας, γιατί σ ’ αύτήν Ανάγεται
τό κοινό γνώρισμα, δηλαδή ή εμπορευματική άξια. Ή τελευ­
ταία , δέν δηλώνει παρά μόνο δτι ή παραγωγή αυτών τών πρα­
γμάτων κόστισε κατανάλωση άνθρώπινης εργατικής δύναμης
καί μάλιστα κοινωνικής εργατικής δύναμης, γιατί σέ άναπτυγ-
μένο καταμερισμό εργασίας κάθε άτομική εργασία - σάν
κατανάλωση δύναμης - καθορίζεται άπό τόν κοινωνικό μέσο
δρο εργασίας, δηλαδή άπό τή μέση κατανάλωση τής κοινωνι­
κής εργατικής δύναμης. "Οσο περισσότερη μέση εργασία
άντικειμενικοποιήθηκε σ ' ενα εμπόρευμα, τόσο μεγαλύτερη
είναι ή άξία του.
’Ά ν ή μέση εργασία πού απαιτείται γιά τήν παραγωγή
ενός έμπορεύματος έμενε σταθερή, θά έμενε αμετάβλητη
καί ή άξία του. Αύτό όμως δέν συμβαίνει, γιατί ή παραγω­
γική δύναμη τής έργασίας καθορίζεται άπό τό μέσο
βαθμό έπιδεξιότητας τών εργατών, τή βαθμίδα ανάπτυξης
τής έπιστήμης καί τής τεχνικής έφαρμογής της, τόν κοι­
νωνικό συνδυασμό τής παραγωγικής διαδικασίας, τό
ποσοτικό καί ποιοτικό δυναμικό τών μέσων παραγωγής
καί άπό τίς φυσικές συνθήκες, πού μπορούν να διαφέρουν
μεταξύ τους κατά πολύ. "Οσο μεγαλύτερη είναι ή παρα­
γωγική δύναμη τής έργασίας, τόσο μικρότερος είναι ό
άναγκαΐος εργάσιμος χρόνος γιά τήν παραγωγή ενός
προϊόντος, τόσο μικρότερη ή ποσότητα έργασίας πού
αποκρυσταλλώθηκε σ ’ αύτό, τόσο μικρότερη ή άξία του.
’ Αντίστροφα, όσο μικρότερη είναι ή παραγωγική δύναμη
τής έργασίας, τόσο μεγαλύτερος είναι ό άναγκαΐος εργά­
σιμος χρόνος γιά τήν παραγωγή τοϋ προϊόντος, τόσο

κ εφ ά λ α ιο π ρ ώ το , σ ελ. 5 3 - 5 7 9
μικρότερη είναι ή άξία του. Είναι αυτονόητο δτι ’εδώ
μιλάμε γιά τήν εκάστοτε κοινωνικά κανονική παραγωγική
δύναμη καί τόν αντίστοιχο κοινωνικά άναγκαϊο εργάσιμο
χρόνο. Ό εργάτης χειροκίνητου υφαντήριου π.χ. χρειάζεται
περισσότερο χρόνο άπό τόν εργάτη μηχανοκίνητου υφαντή­
ριου γιά τήν παραγωγή ίσων μέτρων υφάσματος. ' Ωστόσο,
δέν παράγει ψηλότερη άξία, όταν είσαχθεϊ ή μηχανοκίνητη
ύφανση. Ή διαφορά χρόνου εργασίας, τό πλεόνασμα ’εργα­
σίας του χειροκίνητου σέ σύγκριση μέ τό μηχανοκίνητο τρόπο
ύφανσης, θά θεωρηθεί ανώφελη κατανάλωση δύναμης χωρίς
άξιογόνο χαρακτήρα.
Τά πράγματα πού δεν έγιναν μέ εργασία , π.χ. ό άέρας,
έχουν βέβαια άξία χρήσης, δχι δμως έμπορευματική άξία.
Ά π ό τήν άλλη μεριά, τά πράγματα πού παράχθηκαν μέ
άνθρώπινψ. εργασία, δέν μεταβάλλονται σέ εμπόρευμα, άν
χρησιμεύουν μόνο στήν ικανοποίηση άναγκών τών άμεσων
παραγωγών τους. Γιά νά γίνει 'εμπόρευμα ένα πράγμα, πρέπει
νά ικανοποιεί ξένες άνάγκες, νά έχει δηλαδή κοινωνική άξία
χρήσης.
"Ας ξανάρθουμε τώρα στή συναλλακτική άξία, δηλαδή
στή μορφή πού εκφράζει τήν έμπορευματική άξία. Αύτή ή
μορφή άξίας άναπτύσσεται σιγά-σιγά μέσα, άπό καί μέ τήν
άνταλλαγή τών προϊόντων.
'Εφόσον ή παραγωγή στοχεύει αποκλειστικά στήν αυτο­
συντήρηση, δέν συντ ελεϊτάι άνταλλαγή, π,αρά σπάνια καί μόνο
μεταξύ προϊόντων πού εκείνη τή στιγμή ξεπερνούν τό μέτρο
άναγκών τών άνταλλαγέων. ’Ανταλλάσσονται π.χ, προβιές
έναντι αλατιού, άρχικά μάλιστα σέ τυχαία άναλογία. "Οταν οί
άντ αλλαγές ’επαναλαμβάνονται συχνά, τότε καθορίζεται άκρι-
βέστερα ή άναλογία άνταλλαγής, οπότε μία προβιά άντιστοι-
χεϊ σέ μία ορισμένη ποσότητα αλατιού. Σ ’ αύτή τήν κατώτερη
βαθμίδα συναλλαγών τό προϊόν του άλλου χρησιμεύει σάν

10 Μ έρ ο ς π ρ ώ τ ο
ισάξιο, δηλαδή σάν πράγμα άξίας, πού σάν τέτοιο δέν είναι
μόνο ανταλλάξιμο μέ τό είδος τής δικής του παραγωγής, άλλά
καί δ καθρέφτης πού εμφανίζει τήν άξία του εϊδους του.
Ή επόμενη βαθμίδα συναλλαγών υπάρχει ακόμη καί
σήμερα, π.χ. σε μερικά φύλα τής Σιβηρίας πού ασχολούνται
μόνο μέ τό κυνήγι■οί κυνηγοί αυτοί διαθέτουν γιά ανταλλαγή
μόνο τά δέρματα ζώων. "Ολα τά ξένα εμπορεύματα πού προ­
μηθεύονται (μαχαίρια, δπλα, οινοπνευματώδη, αλάτι κλπ.),
τούς χρησιμεύουν σάν ισάξια του δικού τους εϊδους. Ή πολ­
λαπλότητα τών εκφράσεων τής άξίας τών δερμάτων, δημι­
ούργησε τή συνήθεια νά φαντάζονται τήν άξία τών δερμάτων
άνεξάρτητα άπό τήν άξία χρήσης τους, ενώ άπό τήν άλλη
μεριά ή αναγκαιότητα νά υπολογίζουν τήν ίδια άξία σέ μονά­
δες τών πιό διαφορετικών προϊόντων οδήγησε στόν καθορι­
σμό σταθερής άξίας. Ή συναλλακτική άξία τών δερμάτων
εμφανίζεται σ ’ αυτή κιόλας τή φάση μέ πιό χαρακτηριστική
μορφή άπό τήν παλιότερη βαθμίδα τών μεμονωμένων συναλ­
λαγών καί τά ϊδια τά προϊόντα έχουν σέ μεγαλύτερο πιά βαθμό
τό χαρακτήρα εμπορευμάτων.
"Ας παρατηρήσουμε τώρα τό εμπόριο άπό τήν πλευρά τών
ξένων ιδιοκτητών τού εμπορεύματος. Καθένας τους πρέπει,
άπέναντι στους κυνηγούς τής Σιβηρίας, νά εκφράζει τήν άξία
του εϊδους του σέ δέρματα. Τά τελευταία γίνονται έτσι γενικό
μέτρο, γιατί δέν είναι μόνο άμεσα άνταλλάξιμα μέ δλα τά ξένα
προϊόντα, άλλά χρησιμεύουν και σάν γενική έκφραση τής
άξίας δλων τών προϊόντων. 'Έτσι γίνονται μέτρο άξίας καί
σύγκρισης. Μέ άλλα λόγια: στήν περιοχή άνταλλαγής αυτών
τών προϊόντων τό δέρμα γίνεται χ ρ ή μ α . Μέ τόν ίδιο τρόπο
έπαιξαν τό ρόλο του χρήματος, σέ μικρότερες ή μεγαλύτερες
περιοχές, τά πιό διαφορετικά εμπορεύματα. Μέ τή γενίκευση
τής άνταλλαγής εμπορευμάτων ό ρόλος αύτός μεταβιβάζεται
στό χρυσό καί τόν άργυρο, δηλαδή σέ είδη εμπορευμάτων πού

κεφ. π ρ ώ το , σελ. 5 7 - 81 11
είναι άπό τή φύση τους κατάλληλα γι ’ αυτή τή λειτουργία.
Γίνονται τό γενικό ισότιμο (μέτρο), πού Ανταλλάσσεται άμεσα
μ έ δλα τά άλλα ’εμπορεύματα καί επιτρέπει τήν έκφραση, τή
μέτρηση καί τή σύγκριση τής αξίας τους. Ή άξία ενός εμπο­
ρεύματος, εκφρασμένη σέ χρήμα, λέγεται τιμή. Ή άξία 300
μέτρων πανιού ’εκφράζεται π.χ. στήν τιμή 4.000 μάρκων, δταν
300 μέτρα πανί είναι ίσα πρός 800 γραμμάρια χρυσού καί 400
μάρκα είναι ή χρηματική έκφραση 800 γραμμαρίων χρυσοΰ.
' Η άξία τοΰ χρήματος μπορεί νά εκφραστεί μόνο σέ
άλλα εϊδη, όπως έξαλλου καί ή άξία κάθε εμπορεύματος.
Ή άξία του ορίζεται άπό τήν εργασία πού άπαιτεΐται γιά
τήν Παραγωγή του καί έκφράζεται σέ ποσότητες κάθε
άλλου εμπορεύματος, γιά τήν παραγωγή τοΰ οποίου χρει­
άστηκε ϊσος χρόνος έργασίας. ”Αν διαβάσει κανείς έναν
τιμοκατάλογο άπό αριστερά πρός τά δεξιά, θά βρει τήν
άξία τοΰ χρήματος εκφρασμένη σέ κάθε εμπόρευμα.
Μέσω τοΰ χρήματος ή άνταλλαγή προϊόντων απαρτίζεται
άπό δύο διαφορετικές διαδικασίες πού άλληλοσυμπληρώνον-
ται. Τό εμπόρευμα, ή άξία του όποιου είναι ήδη εκφρασμένη
στήν τιμή του, μεταβάλλεται σέ χρήμα καί κατόπιν ξαναμετα-
βάλλεται άπό χρήμα σέ νέο εμπόρευμα, ισότιμο τοΰ πρώτου.
Σχετικά μέ τά συναλλασσόμενα πρόσωπα: ενας κάτοχος
εμπορεύματος μεταβιβάζει τό εμπόρευμά του πρώτα σέ εναν
κάτοχο χρημάτω ν πουλώντας εισπράττει χρήματα καί μ ’
αυτά αγοράζει εμπορεύματα ενός άλλου κατόχου ’εμπορευμά­
των. Πουλάει, γιά ν ’ άγοράσει. Ή συνολική διακίνηση τών
εμπορευμάτων λέγεται έμπορευματική κυκλοφορία.
Σέ πρώτη παρατήρηση φαίνεται πώς ή ποσότητα τοΰ
χρήματος πού κυκλοφορεί μέσα σέ ενα διάστημα, καθορί­
ζεται σάν άθροισμα τιμών όλων τών εμπορευμάτων πού
πουλιούνται στίς άγορές. "Ομως συμβαίνει κάτι διαφορε­
τικό. "Αν πουληθούν π.χ. ενάμισι κιλό βούτυρο, μία

12 Μ έ ρ ο ς Π ρ ώ το.
'Α γία Γραφή, μία φιάλη τσίπουρο καί ενα άναμνηστικό
νόμισμα, άπό τέσσερις διαφορετικούς πωλητές σέ τέσσε­
ρις διαφορετικούς αγοραστές ταυτόχρονα, στην τιμή των
20 μάρκων, τότε γιά τήν πραγματοποίηση αύτών των τεσ­
σάρων πωλήσεων άπαιτοΰνται συνολικά 80 μάρκα. "Αν
όμως ό ενας πουλήσει τό βούτυρό του καί μέ τήν
είσπραξή του πάει στόν πωλητή 'Α γίας Γραφής, ό
όποιος μέ τή σειρά του άγοράσει μέ τά 20 μάρκα τσί­
πουρο καί ό τσιπούρας προμηθευτεί μέ τά 20 μάρκα τό
άναμνηστικό νόμισμα, τότε γ ι ’ αύτή τήν κυκλοφορία
εμπορευμάτων, πού κόστισαν συνολικά 80 μάρκα, απαι­
τούνται μόνο 20 μάρκα. "Ο,τι συμβαίνει στίς καθημερινές
μικροδουλειές, τό ’ίδιο συναντάμε καί σ ’ ολόκληρη τήν
οικονομία. ' Η ποσότητα, λοιπόν, του χρήματος πού
κυκλοφορεί, ορίζεται άπό τό άθροισμά των τιμών όλων
των πωλουμένων προϊόντων, διαιρεμένο διά τού άριθμοΰ
των ταυτόχρονων συναλλαγών τών ’ίδιων νομισμάτων.
Γιά τήν άπλοποίηση τής κ υκ λοφ ορ ική ς διαδικασίας
χαράχτηκαν νομίσματα διαφόρων μονάδων βάρους, άπό
υλικά πού αναγνωρίστηκαν σάν χρήμα καί πήραν διαφο­
ρετικά ονόματα καί σταθερή μορφή.
’Επειδή τά χρυσά καί τά άσημένια νομίσματα μέ τόν
καιρό φθείρονται, τά αντικαθιστούν μέ μέταλλα χαμηλό­
τερης αξίας. Τά πιό μικρά χρυσά νομίσματα π.χ., εκπρο­
σωπούνται άπό μάρκες χάλκινες καί άλλα κέρματα.
Τελικά, τυπώνονται σχεδόν άχρηστα πράγματα σέ χαρτο­
νομίσματα, πού παρασταίνουν συμβολικά μιά ορισμένη
ποσότητα χρυσού ή άσημιού. Αύτό συμβαίνει κανονικά
μέ τά κρατικά άξιόγραφα πάγιας τιμής.
"Οταν άποσύρονται χρήματα άπό τήν κυκλοφορία καί
φυλάγονται, τότε γίνεται άποθησαύριση. "Οποιος που­
λάει εμπορεύματα, χωρίς νά άγοράζει αλλα, κάνει άποθη-

κεφ. τρίτο, σ ελ. 10 7 - 142 13


σαύριση. Σέ λαούς μέ ύποανάπτυκτη παραγωγή, π.χ.
στούς Κινέζους, ή αποθησαύριση γίνεται μέ πολύ ζήλο,
άλλά άσχεδίαστα: χώνουν στή γή χρυσό καί ασήμι.
Ή αποθησαύριση δμως είναι αναγκαία καί στίς κοι­
νωνίες μέ καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. ‘Επειδή
μέτρα, τιμές καί κυκλοφοριακή ταχύτητα των εμπορευμάτων
ΰπόκεινται σέ συνεχείς άλλαγές καί ή κυκλοφορία τους απαι­
τεί άλλοτε λιγότερα καί άλλοτε περισσότερα χρήματα. Χρειά­
ζονται, λοιπόν, εφεδρείες πού αύξομειώνονται μέ τήν εισροή
καί τήν εκροή χρηματικών ποσών, άνάλογα με τίς ανάγκες.
Ή ριό Αναπτυγμένη μορφή τέτοιων οχετών εισροής καί
εκροής του χρήματος, τά σύγχρονα άποθησαυριστήρια, είναι
οί Τράπεζες.
Τέτοια ιδρύματα άποδείχνονται τόσο πιό αναγκαία,
δσο πιό έμμεσα διαδραματίζεται ή κυκλοφορία εμπό­
ρευμα - χρήμα - εμπόρευμα, άπό τήν άποψη του χρήμα­
τος. Στήν άναπτυγμένη αστική κοινωνία, εκτός άπό τό
μικροεμπόριο, τό χρήμα λειτουργεί κατά κύριο λόγο σάν
βοήθημα λογαριασμού καί τελικά σάν μέσο πληρωμής.
’Αγοραστές καί πωλητές γίνονται χρεώστες καί πιστω­
τές. Οί χρεωστικές - πιστωτικές σχέσεις κατακυρώνονται
μέ πιστοποιητικά, μέ τή βοήθεια των όποιων τά διάφορα
πρόσωπα πού συμμετέχουν στήν κυκλοφορία εμπορευμά­
των, άλλοτε σάν άγοραστές καί άλλοτε σάν πωλητές,
συμψηφίζουν τά αμοιβαία χρέη τους. Μόνο οί διαφορές
εξοφλούνται κατά καιρούς μέ κανονικά χρήματα. ”Αν σ ’
αύτή τή διαδικασία εμφανιστούν γενικότερες συμφορή­
σεις, αύτές λέγονται χρηματικές κρίσεις· γίνονται αισθη­
τές, όταν καθένας ζητάει κανονικά χρήματα καί δέν
άρκεΐται σέ άφηρημένες μορφές.
’Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οί θησαυριστικές εφε­
δρείες γιά τό παγκόσμιο εμπόριο, γιατί οί συναλλαγές

14 Μ έρ ο ς π ρ ώ το, κεφ. τ ρ ίτο , σ ελ. ¡4 2 - 158


γίνονται, κατά κύριο λόγο, μέ ράβδους χρυσού ή άση-
μιοϋ.
Κεφάλαιο καί εργασία

“Ας δούμε τώρα πώς μεταβάλλεται τό χρήμα σέ


κεφάλαιο.
Γιά κεφάλαιο μπορεί νά γίνεται λόγος μόνο σέ μία
κοινωνία πού παράγει εμπορεύματα, πού υπάρχει έμπο-
ρευματική κυκλοφορία, εμπόριο. Μόνο κάτω άπ’ αύτές
τίς ιστορικές προϋποθέσεις μπορεί να δημιουργηθεΐ
κεφάλαιο. 'Η σύγχρονη ιστορία του κεφαλαίου εγκαινιά­
στηκε μέ τή διαμόρφωση του μοντέρνου παγκόσμιου
εμπορίου καί τής παγκόσμιας άγορας, στό δέκατο έκτο
αιώνα.
' Ιστορικά, τό κεφάλαιο άντιπαρατάχτηκε στή γεω-
κτημοσύνη, παντού μέ τή μορφή τού χρήματος, τής χ ρ η ­
ματικής περιουσίας, τού εμπορικού καί τού τοκογλυ-
φικοϋ κεφαλαίου. Χρήμα σάν χρήμα καί χρήμα σάν
κεφάλαιο διαφέρουν άρχικά μόνο σχετικά μέ τή διαφορε­
τική μορφή κυκλοφορίας.
Π λάι στήν άμεση μορφή έμπορευματικής κυκλοφο­
ρίας: πουλώ γιά ν ’ άγοράσω (εμπόρευμα - χρήμα - εμπό­
ρευμα), έχουμε μιά δεύτερη μορφή κυκλοφορίας: αγορά­
ζω γιά νά πουλήσω (χρήμα - εμπόρευμα - χρήμα). Τό
χρήμα εδώ παίζει κιόλας τό ρόλο τού κεφαλαίου. ’Ενώ
στήν άπλή κυκλοφορία εμπορευμάτων άνταλλάσσεται
εμπόρευμα μέ εμπόρευμα μέ τή μεσολάβηση τού χρήμα­
τος, στήν κυκλοφορία τού χρήματος άνταλλάσσεται
χρήμα μέ χρήμα μέ τή μεσολάβηση τού έμπορεύματος.
”Αν μ ’ αύτόν τόν τρόπο αντάλλαζε κανείς χρήμα μέ
ισόποσο χρήμα, π.χ. 100 μάρκα μέ 100 μάρκα, αύτό θά
ήταν μιά πολύ ανούσια πράξη. Λογικότερο θά ήταν νά

16 Μ έρ ο ς δ εύτερ ο,
κρατήσει κανείς τά 100 μάρκα άποφεύγοντας τήν περιπέ­
τεια. "Ομως ποτέ δέν κάνει κανείς μιά τέτοια άσκοπη
ανταλλαγή, παρά μόνο άνταλλάσσει χρήμα μέ περισσό­
τερο χρήμα, δηλαδή αγοράζει, γιά νά πουλήσει ακριβό­
τερα.
Στήν άπλή κυκλοφορία εμπορευμάτων, τόσο τό αγο­
ραζόμενο δσο καί τό πωλούμενο εμπόρευμα εγκαταλεί­
πουν τήν κυκλοφορία, καταναλώνονται. "Οταν δμως τό
χρήμα αποτελεί αφετηρία καί τέρμα τής κυκλοφορίας,
τότε τό χρήμα πού κινήθηκε τελευταίο μπορεί νά ξανακά­
νει τήν ’ίδια κίνηση. Τό χρήμα διατηρβϊ τό χαρακτήρα
τοϋ κεφαλαίου, δσο μένει στήν κυκλοφορία. Μόνο ό
κάτοχος χρήματος πού θέτει τό χρήμα του σ ’ αύτό τό
είδος κυκλοφορίας είναι καπιταλιστής.
'Η άξία χρήσης δέν μπορεί ποτέ νά θεωρηθεί σάν
άμεσος σκοπός τοϋ καπιταλιστή ουτε τό έκάστοτε κέρδος
του, παρά μόνο ή άκατάπαυτη κίνηση τοϋ κέρδους. Αύτή
ή απόλυτη παρόρμηση γιά πλουτισμό, τό παθιασμένο
κυνηγητό τής συναλλακτικής άξίας είναι κοινά γνωρί­
σματα τοϋ καπιταλιστή καί τοϋ άποθησαυριστή· άλλά
ενώ ό άποθησαυριστής είναι ένα είδος τρελού καπιταλι­
στή, ό καπιταλιστής είναι ένας έξυπνος άποθησαυριστής.
Η τάση νά άγοράζει κανείς, γιά νά πουλήσει άκριβότερα,
είναι πιό χτυπητή στήν περίπτωση τοϋ έμπορικοϋ κεφα­
λαίου· τό ϊδιο συμβαίνει καί μέ ολόκληρο τό βιομηχα­
νικό κεφάλαιο.
Οί περισσότεροι υποθέτουν δτι ή υπεραξία δημιουρ-
γεΐται, εφόσον οί καπιταλιστές πουλοΰν τά έμπορεύματά
τους πάνω άπό τήν πραγματική τους άξία. "Ομως οί ίδιοι
καπιταλιστές πού πουλοΰν, είναι υποχρεωμένοι καί νά
αγοράζουν, δηλαδή νά πληρώνουν τιμές πάνω άπό τήν
πραγματική τους άξία, ώστε ή τάξη των καπιταλιστών δέν

κεφ. τέταρτο, σ ελ. 159 - 1 7 4 17


θά πετύχαινε ποτέ τούς στόχους της, ά ν ή παραπάνω υπό­
θεση ήταν σωστή. "Αν τώρα παραβλέψουμε τήντάξη τών
καπιταλιστών καί στραφούμε πρός τούς μεμονωμένους
καπιταλιστές, θά διαπιστώσουμε τά εξής: "Ενας καπιτα­
λιστής μπορεί, βέβαια, νά ανταλλάξει π.χ. κρασί συνολι­
κής αξίας 800 μάρκων μέ σιτάρι αξίας 1.000 μάρκων, ώστε
νά κερδίσει 200 μάρκα' ή συνολική άξια αύτών τών δυό
εμπορευμάτων ανέρχεται σέ 1.800 μάρκα, αύτά δμως είναι
μοιρασμένα άλλιώς. ”Αν ό ένας είχε κλέψει κατευθείαν
200 μάρκα άπό τόν άλλον, θά ε’ίχαμε τό ’ί διο άποτέλεσμα.
«'Ο πόλεμος είναι ληστεία», λέει ό Φράνκλιν, «τό εμπό­
ριο είναι απάτη». Μ ’ αύτόν τόν τρόπο, λοιπόν, δέν δημι-
ουργεΐται υπεραξία. Καί ό τοκογλύφος, πού ανταλλάσσει
κατευθείαν χρήματα μέ περισσότερα χρήματα, δέν δημι­
ουργεί ύπεραξία. ’Αποσπά μόνο μιά προϋπάρχουσα άξία
άπό ξένη τσέπη στή δική του. ’Έ τσ ι, όσο κι άν έξαπα-
τιοϋνται οί καπιταλιστές μεταξύ τους, μέ άγοραπωλησία
μόνο δέν δημιουργεϊται ύπεραξία. ’Αντίθετα, αύτή γεν­
νιέται έξω άπό τή σφαίρα κυκλοφορίας, στήν όποία όμως
πραγματώνεται, χρηματοποιεΐται.
Τό χρήμα δέν κλωσά χρήμα καί τά εμπορεύματα δέν
πληθαίνουν άπό μόνα τους, όσα χέρια καί άν άνταλλά-
ξουν. Τό εμπόρευμα, μόλις άγοραστεΐ καί πρίν ξαναπου-
ληθεΐ, πρέπει νά ύποστεΐ κάτι πού θά αυξήσει τήν άξία
του. Πρέπει νά καταναλωθεί στόν ενδιάμεσο σταθμό.
‘Γιά νά άποσπάσει όμως συναλλακτική άξία άπό τήν
κατανάλωση, ό κάτοχος χρημάτων θά έπρεπε νά βρει
στήν άγορά ένα έμπόρευμα μέ τή θαυμαστή ιδιότητα: νά
μεταβάλλεται σέ άξία κατά τή διάρκεια τής κατανάλωσής
του- δηλαδή ή κατανάλωσή του θά έπρεπε νά είναι άξιο-
γόνα. Καί πράγματι, ό κάτοχος χρημάτων βρίσκει στήν
άγορά αύτό τό έμπόρευμα: τήν εργατική δύναμη.

18 Μ έ ρ ο ς δεύτερο.
Λέγοντας εργατική δύναμη ή εργατικό δυναμικό,
εννοούμε τό σύνολο των σωματικών καί πνευματικών ικα­
νοτήτων, πού συνιστοΰν τή ζωντανή προσωπικότητα ενός
άνθρώπου καί πού αύτός θέτει σέ κίνηση κάθε φορά πού
παράγει αξία χρήσης, όποιασδήποτε μορφής.
Γιά νά προσφέρει τήν εργατική του δύναμη σάν εμπό­
ρευμα, ό άνθρωπος πρέπει προπάντων νά τή διαφεντεύει,
δηλαδή νά είναι ελεύθερο πρόσωπο· καί γιά νά παραμεί-
νει ελεύθερο πρόσωπο, δέν επιτρέπεται παρά να τήν που­
λάει μέ δόσεις. ”Αν τήν πουλούσε ολόκληρη μεμιάς, θά
μεταβαλόταν άμεσα από ελεύθερος σέ σκλάβο, δηλαδή
άπό τή θέση του σάν κάτοχος εμπορεύματος, σέ εμπό­
ρευμα.
'Έ νας ελεύθερος άνθρωπος είναι άναγκασμένος νά
προσφέρει τή δική του εργατική δύναμη στήν άγορά σάν
εμπόρευμα, όταν δέν είναι σέ θέση νά πουλάει άλλο εμπό­
ρευμα, στό όποιο ή εργασία του έχει ήδη άντικειμενικο-
ποιηθεί. ”Αν κανείς θέλει νά ένσαρκώσει τήν εργασία του
σέ εμπόρευμα, πρέπει νά κατέχει παραγωγικά μέσα (πρώ­
τες ϋλες, εργαλεία κλπ.) καί κοντά σ ’ αύτά καί τρόφιμα,
γιά νά συντηρηθεί ώσότου πουλήσει τό εμπόρευμά του.
’Απογυμνωμένος άπό τέτοια άντικείμενα, δέν μπορεί
βέβαια νά παράγει τίποτε καί δέν τοϋ άπομένει γιά πού­
λημα, παρά μόνο ή προσωπική του εργατική δύναμη.
Γιά τή μεταβολή τοϋ χρήματος σέ κεφάλαιο ό κάτο­
χος χρημάτων πρέπει νά βρει στήν άγορά εμπορευμάτων
τόν ελεύθερο εργάτη· έτοιμο καί ελεύθερο μέ διπλό
νόημα: νά διαθέτει τή δική του εργατική δύναμη, σάν
ελεύθερο πρόσωπο, μέ τή μορφή εμπορεύματος καί νά
μήν έχει άλλα εμπορεύματα γιά πούλημα· ελεύθερος καί
ξεκομμένος άπό κάθε βοηθητικό μέσο γιά τήν παραγω­
γική διάθεση τής εργατικής του δύναμης. Μ ’ άλλα λόγια,

ΚΓ.φ. τ έ τ α ρ τ ο , σ ελ . 175 - 181 19


ό εργάτης δέν επιτρέπεται νά είναι σκλάβος οϋτε νά κατέ­
χει άλλης μορφής ιδιοκτησία, εκτός από την εργατική
του δύναμη. Πρέπει νά είναι «επί ξύλου κρεμάμενος», γιά
νά τόν βρει ό κάτοχος χρημάτων στην ανάγκη νά πουλή­
σει την εργατική του δύναμη.
Δέν πρόκειται, βέβαια, γιά σχέσεις πού θεμελιώνονται
πάνω σέ φυσικούς νόμους, γιατί ή γή δέν γεννάει άπό τή
μιά πλευρά κατόχους χρημάτων καί εμπορευμάτων καί
άπό την άλλη κατόχους σκέτης εργατικής δύναμης.
Αύτές οί συνθήκες είναι δημιουργήματα τής ιστορικής
έξέλιξης καί πολλών οικονομικών κοινωνικών εξελί­
ξεων.
Τό εμπόρευμα 'εργατική δύναμη’ έχει - σάν κάθε
άλλο εμπόρευμα - καί άξία, πού προσδιορίζεται άπό τό
χρόνο εργασίας πού άπαιτεΐται γιά την παραγωγή του,
στήν περίπτωση δέ αύτή καί γιά τήν αναπαραγωγή του.
' Η άξία τής έργατικής δύναμης είναι, λοιπόν, ’ίση πρός
τήν άξία των άναγκαίων μέσων συντήρησης τών κατόχων
της. Λέγοντας συντήρηση εννοούμε εδώ, φυσικά, μόνιμη
συντήρηση, πού συμπεριλαμβάνει καί τήν άναπαραγωγή
τού είδους. ’Έ τσ ι προσδιορίζεται ή συναλλακτική άξία
τής έργατικής δύναμης- ή άξία χρήσης γίνεται σαφής,
κυρίως κατά τήν κατανάλωσή της.
' Η κατανάλωση τής έργατικής δύναμης - όπως κάθε
άλλου εμπορεύματος - συντελεϊται έξω άπό τό πεδίο τής
κυκλοφορίας τών εμπορευμάτων, γιά τούτο έγκαταλεί-
πουμε τό χώρο αύτό, γιά νά άκολουθήσουμε τόν κάτοχο
χρημάτων καί τόν κάτοχο έργατικής δύναμης στόν τόπο
τής παραγωγής. Θά φανεί έκεΐ, όχι μόνο πώς τό κεφάλαιο
παράγει, άλλά καί πώς παράγεται.
”Αν ως τώρα είδαμε νά συναλλάσσονται μόνο έλεύθε-
ροι, ϊσ οι καί ισοδύναμοι άνθρωποι, πού διαθέτουν δ,τι

20 Μ έ ρ ο ς ό εύ τερο, κ εφ . τέταρτο, σ ελ 182 - 189


έχουν κατά βούληση, αγοράζουν καί πουλοΰν, παρατη­
ρούμε τώρα, πού εγκαταλείπουμε τή σκηνή τής κυκλοφο­
ρίας καί άκολουθοΰμε τά δρώντα πρόσωπα στόν τόπο
παραγωγής, ότι οί φυσιογνωμίες τους άλλάζουν. 'Ο
πρώην κάτοχος χρημάτων προχωρεί μέ τό βήμα τοϋ καπι­
ταλιστή καί ό κάτοχος εργατικής δύναμης τόν ακολουθεί
σάν έργάτης του: ό ένας μέ βαρυσήμαντο μειδίαμα καί
πολυπραγμοσύνη, ό άλλος ντροπαλός καί διατακτικός,
σάν κάποιος πού πουλάει τό τομάρι του καί δέν περιμένει
τίποτε άλλο, παρά τό βυρσοδέψη!
' Η βάση του καπιταλιστικού τρόπου
παραγωγής

Κατανάλωση τής εργατικής δύναμης είναι ή ϊδια ή


εργασία. ' Ο αγοραστής τής εργατικής δύναμης τήν κατα­
ναλώνει άναθέτοντας στόν πωλητή της νά εργάζεται.
'Η εργατική διαδικασία συνίσταται αρχικά στή μετα­
ποίηση φυσικών υλικών, σύμφωνα μέ τούς σκοπούς τοϋ
ανθρώπου. Οί φυσικές ΰλες προϋπάρχουν. "Ο,τι ό άνθρω­
πος αποσπά άμεσα άπό τό γνήσιο σύνολο, είναι άπό φύση
έτοιμα αντικείμενα εργασίας, ενώ τά πράγματα πού περι­
κλείουν κιόλας ανθρώπινη εργασία καί τώρα πρόκειται
νά ύποστοϋν μιά παραπέρα έπεξεργασία, λέγονται πρώτες
ϋλες. Στήν πρώτη κατηγορία τοποθετούμε π.χ. τά ορυκτά
στήν κατάσταση πού τά εντοπίζουμε καί στή δεύτερη, τά
ορυκτά μέταλλα πού έχουν έξαχθεΐ καί πού οδηγούνται
στήν υψικάμινο.
’Εργατικά μέσα είναι τά πράγματα πού χρησιμοποιεί
ό άνθρωπος γιά τήν έπεξεργασία των αντικειμένων εργα­
σίας. Τά εργατικά μέσα μποροϋν νά είναι άπλά φυσικά
προϊόντα ή νά περικλείουν κιόλας ανθρώπινη εργασία.
Γενικό έργατικό μέσο είναι καί μένει ή ’ίδια ή γή.
’Αποτέλεσμα τής εργατικής διαδικασίας είναι τό
προϊόν. Τά προϊόντα τής εργατικής διαδικασίας εμφανί­
ζονται μέ διαφορετικές μορφές. Μερικά προορίζονται γιά
κατανάλωση, άλλα χρησιμοποιούνται σάν εργατικά μέσα
καί άλλα σάν ήμιπροϊόντα πού απαιτούν μιά παραπέρα
επεξεργασία· υπάρχουν προϊόντα πού καταναλώνονται
άμεσα ή χρησιμεύουν καί σάν προϊόντα, π.χ. τό σταφύλι,

22 Μ έρ ο ς τρίτο.
πού αποτελεί καί πρώτη ϋλη του κρασιού. 'Ό τα ν ενα
προϊόν χρησιμοποιηθεί γιά τήν παραγωγή άλλων προϊόν­
των, μεταβάλλεται σέ παραγωγικό μέσο.
”Ας έπιστρέψουμε δμως, μετά από αυτούς τούς γενι-
Ιίούς προσδιορισμούς, στήν καπιταλιστική διαδικασία
παραγωγής.
Μόλις ό κάτοχος χρημάτων αγοράσει παραγωγικά
μέσα καί εργατική δύναμη, άναθέτει στήν τελευταία τήν
κατανάλωση των παραγωγικών μέσων, δηλαδή τή μετα­
βολή τους σέ προϊόντα. 'Ο εργάτης καταναλώνει, ας
ποϋμε, τά παραγωγικά μέσα μεταποιώντας τα. ’Αποτέλε­
σμα αύτής τής διαδικασίας είναι τά μεταποιημένα παρα­
γωγικά μέσα- σ ’ αύτά προστέθηκε νέα εργασία κατά τή
μεταποίησή τους- ή εργασία αύτή άντικειμενικοποιή-
θηκε, δηλαδή πήρε μορφή αντικειμένου.
Αύτά δμως τά μεταποιημένα πράγματα, τά προϊόντα,
δέν ανήκουν στούς εργάτες πού τά κατασκεύασαν , άλλά
στόν καπιταλιστή. Γιατί αύτός δέν ργόρασε μόνο τά
παραγωγικά μέσα, άλλά καί τήν εργατική δύναμη· μέ τήν
προσθήκη τής εργατικής δύναμης ό καπιταλιστής προκα-
λεΐ, θά λέγαμε, τή ζύμωση των παραγωγικών μέσων. Σ ’
αύτή τή διαδικασία ό εργάτης παίζει μόνο τό ρόλο ενός
αύτοτελοδς παραγωγικού μέσου.
'Ο καπιταλιστής δέν παράγει προϊόντα γιά δική του
κατανάλωση άλλά γιά τήν άγορά, δηλαδή εμπορεύματα.
Τό άπλό αύτό γεγονός δμως δέν θά τόν ωφελούσε
πολύ. Στόχος του είναι νά παράγει εμπορεύματα, πού ή
άξία τους είναι ψηλότερη άπό τό άθροισμα τής άξίας
δλων των παραγωγικών μέσων καί τής εργατικής δύναμης
πού χρειάστηκαν γιά τήν παραγωγή τών εμπορευμάτων
μέ λίγα λόγια, δ καπιταλιστής ζητάει υπεραξία.
'Η απόκτηση τής υπεραξίας είναι κατά βάθος τό

κεφ. π έμ π το , σ ελ. 1 9 0 - 198 23


μοναδικό κίνητρο πού ωθεί τόν κάτοχο χρημάτων νά
μεταβάλλει τά χρήματά του σε κεφάλαιο καί νά παράγει.
Ά ς δοΰμε, λοιπόν, πως. πετυχαίνει αυτόν τό στόχο του.
"Οπως παρατηρήσαμε, ή αξία κάθε εμπορεύματος
προσδιορίζεται άπό τό χρόνο εργασίας πού απαιτείται
γιά τήν παραγωγή του. Γ ι’ αύτό πρέπει νά υπολογίζουμε
καί τό χρόνο εργασίας πού ενσωματώθηκε στό προϊόν.
’Ά ς υποθέσουμε ότι τά υλικά γιά τήν κατασκευή ενός
προϊόντος κόστισαν 60 μάρκα καί οι δαπάνες γιά τά εργα­
τικά μέσα ανέρχονται σέ 20 μάρκα· άς υποθέσουμε ακόμη
ότι αύτά τά 80 μάρκα αντιπροσωπεύουν τό προϊόν άξίας
δύο δωδεκάωρων ήμερων εργασίας· τό αποτέλεσμα είναι
ότι στό τελικό προϊόν έχουν άντικειμενικοποιηθεϊ δύο
μέρες εργασίας. "Ομως τά υλικά καί τά εργατικά μέσα δεν
μεταβάλλονται άπό μόνα τους σέ εμπορεύματα, άλλά μέ
τή μεσολάβηση τής εργασίας' πρέπει, λοιπόν, νά υπολο­
γίσουμε πόσο χρόνο εργασίας απαιτεί αυτή ή παραγω­
γική διαδικασία. ’Ά ς ύποθέσουμε ότι αυτή διαρκεΐ μόνο
έξι ώρες καί ότι απαιτούνται, επίσης, ακριβώς έξι ώρες
γιά νά άντικατασταθεϊ ή άξία τής εργατικής δύναμης πού
χρησιμοποιήθηκε. Ή ήμερήσια άξία τής εργατικής
δύναμης προσδιορίζεται άπό τήν άξία των εμπορευμάτων
πού άπαιτοΰνται γιά τήν καθημερινή παραγωγή της,
δηλαδή εδώ, γιά τή συντήρησή της. "Αν ή παραγωγή -
συντήρηση τής έργατικής δύναμης κοστίζει έξι ώρες
εργασίας, τότε ή ήμερήσια άξία τής έργατικής δύναμης
άντικαθίσταται σέ έξι ώρες καί, σύμφωνα μέ τήν παρα­
πάνω υπόθεσή μας, εκφράζεται στήν τιμή των 20 μάρκων.
Στό τελικό προϊόν, λοιπόν, ενυπάρχουν συνολικά δυό­
μισι μέρες εργασίας (μεροκάματα), ήτοι ή συνολική τιμή
του άνέρχεται σέ 100 μάρκα. "Ομως ό καπιταλιστής πλή­
ρωσε κιόλας 80 μάρκα γιά υλικά καί εργατικά μέσα καί 20

.24 Μ έρ ο ς τρ ίτο.
μάρκα γιά εργατική δύναμη. Είναι φανερό ότι σέ μιά
τέτοια περίπτωση δεν προκύπτει υπεραξία. ' Ο καπιταλι­
στής δέν θά τή δ ε χ ό τα ν .θέλει νά αποκτήσει υπεραξία,
άλλιώς δέν συμπράττει. 'Υ λικά καί εργατικά μέσα είναι
αμετάθετα. ’Εμπεριέχουν τόσο καί τόσο χρόνο εργασίας
καί έχουν την ορισμένη άξία τους, πού ό καπιταλιστής
είναι ύποχρεωμένος νά πληρώσει· επίσης, δέν αύτοπολ-
λαπλασιάζονται. ’Απομένει, λοιπόν, ή εργατική δύναμη
πού αγοράζεται. 'Ο καπιταλιστής κατανοεί οτι ό εργάτης
χρειάζεται καθημερινά δσα μέσα συντήρησης ( τρόφιμα
κλπ.) μπορούν νά παραχθοϋν σέ έξι ώρες· αύτά κοστίζουν
20 μάρκα. Δέν κατανοεί δμως, γιατί νά άπασχολήσει την
εργατική δύναμη μόνο έξι ώρες καθημερινά. ’Απαιτεί μιά
καθημερινή άπασχόληση δώδεκα ώρών, πού στήν περί­
πτωσή μας θά παρήγαγε άξία 40 μάρκων. Το αίνιγμα
λύνεται. Είδαμε δτι μέσα σέ έξι ώρες ύλικά 60 μάρκων καί
εργατικά μέσα 20 μάρκων μεταβλήθηκαν, μέσω τής έργα-
τικής δύναμης πού κόστισε επίσης 20 μάρκα, σέ ένα
προϊόν πού αξίζει 100 μάρκα, ήτοι εμπεριέχει 2 '/ 2 μέρες
εργασίας. Χωρίς δμως νά δαπανήσει γιά τήν εργατική
δύναμη περισσότερα από 20 μάρκα, ό πονηρός καπιταλι­
στής βάζει τόν εργάτη νά εργάζεται όχι έξι, άλλά δώδεκα
ώρες, όπότε καταναλώνονται ύλικά αξίας δχι 20, άλλά 40
μάρκων έτσι άποκτα ένα προϊόν δπου άντικειμενικοποι-
ήθηκαν 2Χ2’/ 2 μέρες εργασίας καί τό όπόΐο έχει άξία 200
μάρκων. Ό καπιταλιστής ξόδεψε: γιά ύλικά 120 μάρκα,
γιά εργατικά μέσα 40 μάρκα καί γιά εργατική δύναμη 20
μάρκα, σύνολο 180 μάρκα. Τό τελικό προϊόν περιέχει
τώρα υπεραξία 20 μάρκων.
Βλέπουμε, λοιπόν, δτι ή υπεραξία μπορεί νά δημιουρ-
γηθεΐ μόνο αν ή έργατική δύναμη άπασχοληθεΐ περισσό­
τερο άπό δσο χρειάζεται γιά τήν άντικατάσταση τής

κεφ. π έμ π το , σ ελ. 1 9 9 - 211 25


αξίας της. Π ιό άπλά: ή υπεραξία πηγάζει άπό απλήρωτη
εργασία.
Γιά νά διαπιστώσουμε τό βαθμό πού ή εργατική
δύναμη παράγει υπεραξία, πρέπει νά άναλύσουμε τό
κεφάλαιο πού χρησιμοποιήθηκε στήν παραγωγή, σέ δύο
μέρη: τό ένα μέρος επενδύθηκε σέ ύλικά καί εργατικά
μέσα, τό άλλο σέ εργατική δύναμη. Ά ν π.χ. δαπανηθούν
100.000 μάρκα γιά τήν παραγωγή, έτσι ώστε 82.000 νά
τοποθετηθούν γιά ύλικά καί εργατικά μέσα καί 18.000 γιά
τήν εργατική δύναμη καί αν ή άξία του τελικού προϊόντος
ανέρχεται σέ 118.000 μάρκα, τότε έχουμε τήν εντύπωση
πώς έχει παραχθεΐ ύπεραξία 18%, καθώς φανταζόμαστε
ότι ή ύπεραξία πού αποκτήθηκε προκύπτει άπό τό κεφά­
λαιο πού δαπανήθηκε συνολικά. "Ομως, τά ύλικά καί τά
εργατικά μέσα διατήρησαν τήν άξία των 82.000 άμετά-
βλητη, άφου άλλαξε μόνο ή μορφή τους. 'Η εργατική
δύναμη, άπεναντίας, πού μισθώθηκε μέ 18.000 μάρκα,
κατά τή χρησιμοποίηση των υλικών καί τών έργατικών
μέσων πρόσθεσε σ ’ αύτά τήν άξία τών 36.000 μάρκων καί
παρήγαγε έτσι τήν ύπεραξία τών 18.000 μάρκων. ' Ο καπι­
ταλιστής άπόσπασε, λοιπόν, άπό τήν εργατική δύναμη
μία ύπεραξία 100%, άφοϋ ή τελευταία άντικατέστησε
διπλά τά έξοδα δημιουργίας της, άλλά πήρε μόνο τά άπλά
έξοδα. 'Ο μισός χρόνος εργασίας δαπανήθηκε άμί-
σθωτος.
"Οσο κι άν προσπαθούν οϊ καπιταλιστές καί οί καθη­
γητές του νά διαστρεβλώνουν τά πράγματα πρός τό συμ­
φέρον τους καί νά φλυαρούν γιά τήν τόλμη καί τούς
κινδύνους τών επιχειρηματιών κλπ., όλα είναι μάταια.
'Υ λικά καί εργατικά μέσα μένουν ό,τι είναι καί δέν δημι­
ουργούν μόνα τους νέες άξίες' ή εργατική δύναμη καί
μόνο αύτή είναι σέ θέση νά παράγει ύπεραξία.

26
'Η ήμερήσια εργασία

Κάτω άπό σταθερές συνθήκες παραγωγής, ό άναγκαϊος


εργάσιμος χρόνος πού χρειάζεται ό εργάτης γιά νά αντικατα­
στήσει την άξια ή τήν τιμή πού τού πλήρωσε δ καπιταλιστής,
είναι ενα μέγεθος πού προσδιορίζεται άπό τήν ϊδια τήν άξια.
Ό εργάσιμος χρόνος (διάρκεια τού μεροκάματου) Ανέρχεται
π.χ. σε εξι ώρες,' αν ή παραγωγή τού μέσου δρου τών καθημε­
ρινών τροφίμων καί τών ειδών συντήρησης του εργάτη άπαι-
τεϊ εξι ώρες εργασίας. "Αν ή ύπερεργασία, πού άποδίδει στόν
καπιταλιστή τήν υπεραξία, διαρκεϊ τέσσερις, εξι κλπ. ώρες,
τότε ή ήμερήσια εργασία άνέρχεται σέ δέκα, δώδεκα κλπ.
ώρες. Ό σο περισσότερο διαρκεϊ ή ύπερεργασία, τόσο περισ­
σότερο διαρκεϊ καί τό ήμερήσιο ωράριο.
"Ομως ή ύπερεργασία καί μαζί μ ’ αυτή καί ή διάρκεια τής
ημερήσιας εργασίας, δέν μπορούν νά έπεκταθούν πάνω άπό
ορισμένα χρονικά δρια. "Οπως π.χ. ενα άλογο δέν μπορεί
νά δουλεύει κατά μέσο δρο πάνω άπό όχτώ ώρες τήν
ημέρα , έτσι καί ό άνθρωπος δέν είναι σέ θέση νά εργάζε­
ται άπεριόριστα. Αύτό δέν έξαρταται μόνο άπό σωματικά
άλλά καί άπό ήθικά δεδομένα. Τό ερώτημα δέν άφορα,
επίσης, μόνο τό χρόνο πού χρειάζεται ό άνθρωπος γιά
ϋπνο, φαγητό, καθαριότητα κλπ., άλλά καί τίς πνευματι­
κές, κοινωνικές κλπ. άνάγκες, πού πρέπει νά ικανοποιεί·
οί τελευταίες προσδιορίζονται άπό τήν πολιτιστική στά­
θμη μιας κοινωνίας. Αύτά τά δρια του ώραρίου εμφανί­
ζονται τόσο ελαστικά, ώστε συναντοϋμε σήμερα ήμερή­
σια ώράρια 8, 10, 12, 14, 16, καί 18 ώρών, δηλαδή τώ νπιό
διαφορετικών μεγεθών.
Πάντως, ενα ήμερήσιο ώράριο είναι άναγκαστικά

Μ έρ ο ς τρίτο, κεφ. δ γδ ο ο , σ ελ. 2 4 2 - 2 4 3 27


μικρότερο του εικοσιτετραώρου, άλλά τό ερώτημα είναι:
κατά πόσο μικρότερο; 'Ο καπιταλιστής έχει δικές του
απόψεις, σχετικά. Σάν καπιταλιστής είναι προσωποποίη-
μ^νο κεφάλαιο. Ή ψυχή του είναι ψυχή κεφαλαίου. Τό
κεφάλαιο όμως έχει μόνο μία ζωτική ορμή: τήν όρμή νά
πολλαπλασιάζεται, νά δημιουργεί υπεραξία καί μέ τό
σταθερό μέρος του - τά παραγωγικά μέσα - νά αιχμαλω­
τίζει όσο τό δυνατόν περισσότερη ύπερεργασία. Τό κεφά­
λαιο είναι νεκρωμένη ύπερεργασία, πού ζωντανεύει μόνο
σάν τό βρυκόλακα μέ τό ρούφηγμα ζωντανής εργασίας -
καί τόσο περισσότερο ζωντανεύει, όσο περισσότερη ζων­
τανή εργασία ρουφάει. 'Ο καπιταλιστής αγοράζει τήν
έργατική δύναμη σάν έμπόρευμα καί, όπως κάθε άλλος
αγοραστής, έπιδιώκει νά άποσπάσει όσο τό δυνατόν
μεγαλύτερη ωφέλεια άπό τήν άξία χρήσης του εμπορεύ­
ματος του. "Ομως καί ό κάτοχος τής εργατικής δύναμης,
ό εργάτης, έχει δικαίωμα λόγου καί αντιμετωπίζει τόν
καπιταλιστή περίπου έτσι:
Τό έμπόρευμα πού σου πούλησα, διαφέρει άπό τόν
υπόλοιπο συρφετό των εμπορευμάτων, εφόσον ή χ ρ η σ ι­
μοποίησή του δημιουργεί άξία καί μάλιστα άξία μεγαλύ­
τερη άπό τό κόστος της. Γ ι’ αύτό τό άγόρασες. "Ο,τι άπό
τήν πλευρά σου εμφανίζεται σάν άξιοποίηση κεφαλαίου,
άπό τή δική μου πλευρά είναι πλεόνασμα άπασχόλησης
τής εργατικής μου δύναμης. ’Εσύ κι εγώ γνωρίζουμε
μόνο ένα νόμο στήν άγορά: τό νόμο άνταλλαγής εμπορευ­
μάτων. Καί ή κατανάλωση του εμπορεύματος δέν είναι
δικαίωμα του πωλητή πού τό άποχωρίστηκε, άλλά του
άγοραστή πού τό άπόχτησε. Ή χρησιμοποίηση τής
καθημερινής μου εργατικής δύναμης, λοιπόν, άνήκει στή
δική σου δικαιοδοσία. Ά λ λ ά εγώ πρέπει νά τήν άναπα-
ράγω καθημερινά μέ τή βοήθεια τής καθημερινής τιμής

'28 Μ έρ ο ς τρίτο.
πώλησης της, ώστε νά μπορώ νά την ξαναπουλώ. ’Εκτός
άπό τη φυσική φθορά μέ τήν αύξηση τής ήλικίας κλπ.,
είμαι υποχρεωμένος νά έργάζομαι καί αύριο, διατηρούμε­
νος στήν ϊδια όμαλή κατάσταση, σχετικά μέ τίς δυνάμεις,
τήν υγεία καί τή φρεσκάδα, όπως.σήμερα. Μου κηρύχνεις
πάντα τό ευαγγέλιο τής «άπόταμιευτικότητάς» καί τής
«εγκράτειας». Καλά, λοιπόν! Θά διαχειρίζομαι τή μόνη
μου περιουσία, τήν εργατική δύναμη, σάν συνετός καί
συγκρατημένος οικονόμος, άποφεύγοντας κάθε παρά­
λογη κατασπατάλησή της. Θά μετατρέπω καθημερινά σέ
κίνηση, σέ εργασία, μόνο τόση δύναμή μου, δση ταιριά­
ζει στήν κανονική αντοχή της καί τήν ύγιή ανάπτυξή της.
Μέ άσυλλόγιστα άμετρη επέκταση τοϋ εργάσιμου χρόνου
μπορείς νά ρευστοποιήσεις σέ μιά μέρα μεγαλύτερη
ποσότητα τής εργατικής μου δύναμης άπό όση εγώ
μπορώ νά άντικαταστήσω σέ τρεις μέρες. 'Ό σ η εργασία
κερδίζεις εσύ, τόση χάνω έγώ. 'Η χρησιμοποίηση τής
εργατικής μου δύναμης καί ή καταλήqτευσή της είναι
δύο διαφορετικά πράγματα. Ά ν ό μέσος όρος ζωής ενός
μέσου εργάτη, πού δουλεύει μέ λογικό ώράριο, είναι τρι­
άντα χρόνια, τότε ή άξία τής δικής μου εργατικής δύνα­
μης, πού μου πληρώνεις καθημερινά, είναι 1: 365 επί 30
ήτοι 1/10,950 τής συνολικής της άξίας. ’Ά ν όμως μου τήν
καταναλώσεις σέ δέκα χρόνια, τότε μου πληρώνεις καθη­
μερινά μόνο 1/10,950 τής συνολικής της άξίας, δηλαδή
μόνο ένα τρίτο τής ημερήσιας άξίας της· μου κλέβεις,
λοιπόν, καθημερινά τά δύο τρίτα τής άξίας του εμπορεύ­
ματος μου. Μου καταβάλλεις άντίτιμο ενός μεροκάματου,
ένώ μου καταναλώνεις τριήμερη εργατική δύναμη. “Ετσι,
παραβιάζεις τό συμφωνητικό μας καί τό νόμο τής άνταλ-
λαγής των εμπορευμάτων. Ζητώ, λοιπόν, ώράριο κανονι­
κής διάρκειας καί τό ζητώ χωρίς εκκλήσεις στήν καρδιά

κεφ. ό γδ ο ο , σ ελ. 2 4 4 - 2 4 5 29
σου, γιατί τά συναισθήματα δεν έχουν θέση σέ χρηματο-
δουλειές. Μπορεί νά είσαι ύποδειγματικός πολίτης, ϊσως
καί μέλος κάποιου συλλόγου γιά τήν κατάργηση του
βασανισμού ζώων καί επιπλέον νά έχεις τη φήμη αγίου,
αλλά αύτό πού είσαι κι εκπροσωπείς απέναντι μου, δέν
έχει καρδιά στά σπλάχνα του. Αύτό πού φαίνεται νά χτυ­
πάει μέσα του, είναι τό δικό μου καρδιοχτύπι. Ζητώ τήν
κανονική εργάσιμη μέρα, γιατί ζητώ τήν αξία του εμπο­
ρεύματος μου, όπως κάθε άλλος πωλητής.
Βλέπουμε, λοιπόν, πώς τόσο ό καπιταλιστής όσο καί
ό εργάτης επικαλούνται τό νόμο τής άγορας, τό νόμο τής
ανταλλαγής εμπορευμάτων μεταξύ των άντίθετων νομί­
μων άπαιτήσεών τους, αποφασίζει μόνο ή βία. ’Έ τσ ι,
στήν ιστορία τής καπιταλιστικής παραγωγής ό διακανο­
νισμός τής διάρκειας τής ήμερήσιας εργασίας παίρνει τή
μορφή αγώνα γιά τό ώράριο. Είναι μία πάλη μεταξύ του
συλλογικού καπιταλιστή, δηλαδή τής τάξης των καπιτα­
λιστών καί του συλλογικού εργάτη, δηλαδή τής εργατι­
κής τάξης. ’Από τίς εκθέσεις τών ’Ά γγλω ν εργοστασια­
κών επιθεωρητών βγαίνει τό συμπέρασμα ότι οί έργοστα-
σιάρχες δέν θεωρούν κανένα μέσο μικροπρεπές ή κακό,
όταν πρόκειται νά παραβιαστούν ή νά καταστρατηγηθούν
νόμοι πού διακανονίζουν τή διάρκεια τού ώραρίου. Λιμα-
σμένοι, μαίνονται γιά τό τελευταίο λεπτό τής ώρας καί οί
’ί διοι οί έπιθεωρητές τούς κατηγορούν γιά «λεπτοπλοκή».
Οί σχετικές εκθέσεις είναι πέρα γιά πέρα φρικιαστικές.
Οί επίτροποι ύγείας δήλωναν συχνότατα ότι θά προκύ-
ψουν σωματικές καί πνευματικές άναπηρίες, άν δέν μποϋν
γεροί φραγμοί στήν εκμετάλλευση τών εργατών άπό τό
κεφάλαιο.
'Ο καπιταλιστής θά προτιμούσε, άν ήταν δυνατόν νά
καθιερωθεί τό 24ωρο ώράριο. Μας τό μαρτυράει τό

30 Μ έ ρ ο ς τρίτ ο,
σύστημα ήμερήσιας καί νυχτερινής βάρδιας. Τό κεφά­
λαιο δέν νοιάζεται γιά τό όριο ζωής τής εργατικής δύνα­
μης. Αύτό πού τόν ενδιαφέρει είναι μόνο ή μεγιστο­
ποίηση τής εργατικής δύναμης πού μπορεί νά ρευστο-
ποιηθεΐ καθημερινά. Προαισθάνεται μέν ότι ή άνθρωπο-
κτόνα συμπεριφορά του θά έχει κακό τέλος, σκέφτεται
όμως πώς αυτό τό τέλος θ ’ αργήσει νά έρθει. Σέ κάθε
περίπτωση χρηματιστηριακής απάτης καθένας ξέρει ότι
κάποτε θά πέσει κακοκαιρία, άλλά καθένας ελπίζει πώς
θύμα θά είναι ό άλλος, άφου ό ίδιος μάζεψε τή βροχή
χρημάτων καί τής εξασφάλισε αποθήκη. Γ ι ’ αύτό, τό
κεφάλαιο δέν νοιάζεται γιά τήν ύγεία καί τό όριο ζωής
του εργάτη, όταν δέν εξαναγκάζεται από τήν κοινωνία νά
κάνει υποχωρήσεις.
’Από τά μέσα του Μου ως τό τέλος του Που αιώνα ή
ήμερήσια εργασία των ’Ά γγλω ν έργατών έπεκτάθηκε μέ
νομοθετικά διατάγματα. 'Η κοινωνία έχει τώρα τουλάχι­
στον τό ’ί διο δικαίωμα νά περικόψει τή διάρκεια τοϋ
ώραρίου. ·
Τί συνέβαινε σχετικά μέ τόν έργάσιμο χρόνο πρίν άπό
τή μεγάλη εκβιομηχάνιση, προκύπτει π.χ. άπό τό γεγονός
ότι άκόμη στά τέλη τοϋ 18ου αιώνα διατυπώνονταν παρά­
πονα ότι οί εργάτες εργάζονταν μόνο τέσσερις μέρες τή
βδομάδα. "Ενας ένθερμος πρόμαχος τής κεφαλαιοτυραν-
νίας πρότεινε, τό 1770, νά ιδρυθεί ένα Σπίτι ’Εργασίας
γιά όσους γίνονται τρόφιμοι τής δημόσιας πρόνοιας, πού
θά γινόταν τό Σπίτι τοϋ Τρόμου καί οί έγκλειστοι θά
υποχρεώνονταν σέ δωδεκάωρη ή μερήσια εργασία. "Ενα
τέτοιο ίδρυμα μέ δωδεκάωρη εργασία εμφανιζόταν τότε
απειλητικά σάν Σπίτι Τρόμου, ένώ 63 χρόνια άργότερα ή
εργάσιμη μέρα γιά παιδιά μεταξύ 13 καί 18 χρόνων, σέ
τέσσερις κλάδους, μειώθηκε νομοθετικά σέ δώδεκα ώρες

κεφ. ό γ δ ο ο , σελ . 2 45 - 2 90 31
καί αύτό προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών άπό τή μεριά
των καπιταλιστών!
'Ο αγώνας γιά τή μείωση του ωραρίου, μετά τό 1802,
ήταν σκληρός. ’ Επί τριάντα ολόκληρα χρόνια οί εργάτες
τής ’Αγγλίας αγωνίστηκαν μάταια, επέβαλαν πέντε
νόμους σχετικά μέ τή λειτουργία των εργοστασίων, αλλά
αύτοί οί νόμοι δέν περιείχαν τίς απαραίτητες διατάξεις
γιά τήν αναγκαστική τους εφαρμογή! Μετά τό 1833 επι­
κράτησε σιγά-σιγά ή ιδέα τοϋ κανονικού ωραρίου.
Στήν άρχή, περιορίστηκε τό ώράρίφ παιδιών καί νεα­
ρών μέχρι 18 χρόνων. Οί έργοστασιάρχες καταπολέμη­
σαν μέ λύσσα αυτούς τούς νόμους καί όταν ή άντίστασή
τους δέν είχε καμιά επιτυχία, έπιδόθηκαν στή μεθόδευση
παραβιαστικών τεχνασμάτων.
’Από τό 1838 ή διεκδίκηση δεκάωρου κανονικού ωρα­
ρίου άπό τούς εργοστασιακούς εργάτες έντάθηκε καί
γενικεύτηκε. Τό 1844 μειώθηκε καί τό ωράριο δλων τών
γυναικών πάνω άπό 18 χρονών σέ δώδεκα ώρες καί απα­
γορεύτηκε ή νυχτερινή άπασχόλησή τους. Ταυτόχρονα,
μειώθηκε τό ώράριο παιδιών κάτω άπό 13 χρονών σέ
έξίμισι-έπτά ώρες. Πάρθηκαν, επίσης, προληπτικά (;)
μέτρα κατά τών παραβάσεων καί άποφασίστηκε γυναίκες
καί παιδιά νά μήν παίρνουν τά γεύματά τους στούς
χώρους εργασίας.
'Ο περιορισμός τής εργασίας παιδιών καί γυναικών
είχε σάν συνέπεια τήν επικράτηση τοϋ δωδεκάωρου στά
εργοστάσια δπου ϊσχυαν αύτοί οί κανονισμοί. 'Ο εργο­
στασιακός νόμος τής 8ης ’Ιουλίου 1847 καθόριζε άρχικά
έντεκάωρη εργασία γιά παιδιά μεταξύ 13 καί 18 χρονώ ν
καθώς καί γιά δλες τίς εργάτριες· άπό τήν 1η Μαΐου 1848
επικράτησε τό δεκάωρο γιά τίς παραπάνω κατηγορίες.
Αύτή ή διάταξη προκάλεσε αληθινές εξεγέρσεις στούς

32 Μ έρ ο ς τρίτο.
καπιταλιστικούς κύκλους. Ά φ ο δ οί κρατήσεις καί τά
παρόμοια δεν κατάφεραν νά παρακινήσουν τούς εργάτες
σέ εθελοντικό «περιορισμό τής ελευθερίας τους» καί
άφοΰ δλα τά τεχνάσματα καί οί επινοήσεις γιά καταστρα-
τήγηση του ελέγχου δέν ωφέλησαν, οί έργοστασιάρχες
προχώρησαν σέ ανοιχτές παραβιάσεις τοΰ νόμου. Τά
δικαστήρια, πού απαρτίζονταν καί άπό καπιταλιστές,
δικαίωναν συχνά τούς παραβάτες- καπιταλιστές παρά τίς
χειροπιαστές αποδείξεις. Καί ένα άπό τά τέσσερα άνώ-
τατα δικαστήρια κύρηξε παράλογες τίς διατυπώσεις τοΰ
νόμου.
Τελικά, οί εργάτες έχασαν τήν υπομονή τους. ' Η
στάση τους έγινε τόσο άπειλητική, ώστε οί καπιταλιστές
αναγκάστηκαν νά προχωρήσουν σέ συμβιβασμό. ' Ο συμ­
πληρωματικός νόμος τής 5ης Αύγούστου 1850 έθεσε
τέρμα, μιά γιά πάντα, στίς βάρδιες.
Στό εξής, τό ώράριο έγινε άντικείμενο νομοθετικών
ρυθμίσεων, μολονότι διατηρήθηκαν πολλές εξαιρέσεις
σέ σημαντικές κατηγορίες εργατών.
’Ενώ στήν ’Αγγλία, λίκνο τής καπιταλιστικής παρα­
γωγής, τό κανονικό ώράριο άποκτήθηκε σταδιακά χάρη
στήν άξιοθαύμαστη άντοχή τών εργατών καί παρά τή
λυσσαλέα άντίσταση τών καπιταλιστών, στή Γαλλία
έλειψαν κυριολεκτικά τέτοιοι διεκδικητικοί άγώνες, ώσ­
που ή επανάσταση τοΰ Φεβρουάριου 1848 έπέβαλε μεμιάς
τό δωδεκάωρο σάν κανονικό ώράριο γιά όλες τίς κατηγο­
ρίες εργατών. Στίς 'Ηνωμένες Πολιτείες τής Β. ’Αμερι­
κής ό άγώνας γιά τό κανονικό ώράριο άρχισε μετά τήν
κατάργηση τής δουλείας. Τό Γενικό ’Εργατικό Συνέδριο
τής Βαλτιμόρης ζήτησε στίς 16 Αύγούστου 1866 οχτάωρο
κανονικό ώράριο καί άπό τότε γίνονται άδιάκοποι άλλά
ώς τή· στιγμή ανεπιτυχείς άγώνες γιά τήν επιβολή του.

κεφ. ό γδ ο ο , σ ελ . 291 - 3 1 6 33
Τ όν'ίδιο χρόνο διακήρυξε τό αίτημα γιά οχτάωρη ήμερή-
σια εργασία καί τό συνέδριο τής Διεθνούς τών ’ Εργατών.
Μιά σοσιαλιστική κοινωνία ξεκινάει άπό τήν υπόθεση
ψηλότερων βιοτικών άξιώσεων τών εργατών καί κατά συνέ­
πεια δέν μπορεί νά περιορίσει τήν ημερήσια εργασία στον αρι­
θμό ώρών πού άπαιτοϋνται γιά τήν παραγωγή τών άναγκαίων
μέσων συντήρησης. "Ομως τότε οί παραγωγοί εργάζονται
μόνο γιά τόν εαυτό τους καί όχι γιά τούς ιδιοκτήτες -
καπιταλιστές καί τούς εύγενείς χασομέρηδες- π α ρ’ όλα αύτά,
ή ημερήσια έργασία θά είναι άσύγκριτα μικρότερη άπό εκείνη
τής σημερινής κοινωνίας, άφοΐ> θά εργάζονται όλοι οι ικανοί
γιά έργασία , θά καταργηθοϋν οί σπατάλες δυνάμεων πού
χαρακτηρίζουν άναγκαστικά τόν καπιταλισμό καί μέ τήν ολό­
πλευρη μόρφωση τών εργατών ή παραγωγικότητα τής κοινω­
νικής εργασίας θά αναπτυχτεί σέ απροσδόκητο σήμερα
βαθμό.
'Ο καταμερισμός τής εργασίας

"Αν πληρωθεί ολόκληρη ή άξια τής εργατικής δύναμης χωρίς


τις κρατήσεις πού συνηθίζουν νά κάνουν οί καπιταλιστές καί
τό ωράριο είναι δεδομένο, τότε πέρα από τόν άριθμό ωρών
πού άπαιτοΰνται γιά τήν κάλυψη αυτής τής άξίας, άπομένει
ένας αυστηρά καθορισμένος αριθμός ώρών, κατά τίς οποίες
παράγεται υπεραξία, Γιά νά αυξηθεί όμως κάτω άπό αϋτές τίς
συνθήκες ή ύπερεργασία, δηλαδή ή υπεραξία, πρέπει νά μειω­
θεί ό χρόνος εργασίας πού άπαιτείται γιά τή συντήρηση τής
εργατικής δύναμης. Αυτό μπορεί νά γίνει μόνο μέ τήν αύξηση
τής παραγωγικότητας· ό εργάτης πρέπει, δηλαδή, νά εχει τή
δυνατότητα παραγωγής τών ίδιων μέσων συντήρησής του σέ
λιγότερο χρόνο.
Στούς κλάδους δπου παράγονται τά αναγκαία τρόφιμα καί
μέσα συντήρησης ή τά απαραίτητα παραγωγικά μέσα γιά τήν
παρασκευή τροφίμων καί μέσων συντήρησης, ή αυξημένη
παραγωγικότητα τής εργασίας δεν μειώνει μόνο τίς άξιες τών
προϊόντων, άλλά ταυτόχρονα καί τήν άξια τής εργατικής
δύναμης, άφοϋ αυτή ή άξια καθορίζεται άπό τήν άξια τών
προϊόντων . Σέ δλους τούς άλλους κλάδους κατεβαίνει ή τιμή
τής εργατικής δύναμης, τουλάχιστον άναλογικά μέ τήν τιμή
τών εμπορευμάτων πού παράγει καί μάλιστα σέ δλο τό χρο­
νικό διάστημα πού χρειάζεται ό συναγωνισμός, γιά νά κατεβά­
σει σιγά-σιγά αΰτά τά εμπορεύματα στό νέο επίπεδο τής
μειωμένης άξίας έξαιτίας τής υψωμένης παραγωγικότητας.
’Ακάθεκτη όρμή καί μόνιμη τάση του κεφαλαίου είναι,
λοιπόν, νά μεγαλώνει τήν παραγωγικότητα τής εργασίας,
ώστε τό εμπόρευμα νά γίνεται φτηνότερο καί μαζί μ ’ αύτό
καί ό εργάτης.

Μ έρ ο ς τέτα ρτο, κεφ . ενδέκα το, σ ελ . 3 3 7 - 3 4 0 35


(Γιά νά άποφευχτοϋν τυχόν πλάνες, προσθέτω εδώ δτι
δέν πρέπει νά προσανατολίζεται κανείς στην έκφραση
τιμών καί άξιών μέ βάση τό χρήμα. Σήμερα, σχεδόν κάθε
εμπόρευμα είναι φτηνότερο άπό κάθε προηγούμενη επο­
χή , ιδιαίτερα τό εμπόρευμα 'εργατική δύναμη’ , δμως οί
τιμές τών έμπορευμάτων εκφρασμένες σέ χρήμα φαίνον­
ται, απεναντίας, ψηλότερες άπό κάθε άλλη φορά. Φαίνον­
ται! Στην πραγματικότητα πρόκειται μόνο γιά επίφαση,
άφοΰ ή άξία του χρήματος έπεσε, επίσης, πολύ).
' Η ανάπτυξη τής παραγωγικότητας τής εργασίας στό
καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής έχει σάν σκοπό νά
μειώσει τό μέρος του εργάσιμου χρόνου δπου ό εργάτης
εργάζεται γιά τά δικά του έξοδα, ώστε νά αυξηθεί τό άλλο
μέρος, δπου ό εργάτης δουλεύει γιά τόν καπιταλιστή
χωρίς αμοιβή.
’Αρχίζουμε τώρα τή θεώρηση τών ιδιαίτερων μεθό­
δων παραγωγής πού επιφέρουν αύτό τό άποτέλεσμα.
Μιά τέτοια μέθοδος παραγωγής είναι ή συνεργατικό-
τητα. Αύτή προϋποθέτει δτι άρκετά σημαντικά κεφάλαια
έχουν συγκεντρωθεί κιόλας στά χέρια βιομηχανικών επι­
χειρηματιών καί άναπτύσσεται άπό μόνη της μέ τήν απα­
σχόληση πολλών μισθωτών εργατών κάτω άπό έναν
προϊστάμενο. Ή παραγωγικότητα τών συνεργαζομένων
υψώνεται μέ τή συγκέντρωση καί τή συνενεργοποίηση
τών μερικών δυνάμεων. Τά παραγωγικά μέσα γίνονται
φτηνότερα. ("Ενας χώρος εργασίας γιά 100 εργάτες
κοστίζει πολύ λιγότερο άπό 50 χώρους άνά δύο εργάτες.
Τό ίδιο συμβαίνει μέ τίς άποθήκες καί τούς άλλους
χώρους καθώς καί μέ διάφορα έργαλεΐα).
'Η συνεργατικότητα μεταβιβάζει στόν καπιταλιστή
τό ρόλο τοΰ διευθυντή, πού στά χέρια του παίρνει δεσπο-
τικό χαρακτήρα· δσο πιό περίπλοκη είναι ή συνεργασία,

36 Μ έ ρ ο ς τέταρτο.
τόσο αυταρχικότερη ή διεύθυνση.
’Από την.απλή συνεργατικότητα πηγάζει ό καταμερι­
σμός τής εργασίας στό συνεργείο, πού χαρακτηρίζει τήν
περίοδο τής χειροβιοτεχνίας.
Ή μία μορφή χαρακτηριζόταν άπό τή συνένωση σ ’ 'ένα
εργοτάξιο τεχνιτών άπό διάφορα επαγγέλματα , π.χ. τροχο-
ποιών, σιδηρουργών, εφαρμοστών, σαμαράδων, έπιπλοστιλ-
βωτών κλπ., γιά νά παραχτει ενα σύνθετο προϊόν, όπως είναι
ή άμαξα. Τό είδος ‘εργασίας σέ καθέναν άπό αυτούς τούς τεχνί­
τες χάνει τήν αυτοτέλειά του καί μεταβάλλεται σέ επί μέρους
εργασία τής άμαξοχειρο βιοτεχνίας.
Ή δεύτερη μορφή συγκέντρωνε πολλούς τεχνίτες τού
ϊδιου επαγγέλματος, π.χ. βελονοποιούς, στον ίδιο χώρο εργα­
σίας· αύτοί εργάζονταν ό ένας πλάι στόν άλλον, ταυτόχρονα ,
καί άργότερα κάθε ομάδα εργατών έφτιαχνε ένα μέρος τοΰ
προϊόντος, οπότε δούλευαν «χέρι-χέρι». Αύτή ή μέθοδος
εργασίας οδήγησε, όπως είναι γνωστό, στόν εκατοντα­
πλάσιο καταμερισμό τής συνολικής εργασίας σέ μερι­
κούς κλάδους καί αύξησε τήν παραγωγικότητα μέ πολύ
εντυπωσιακό τρόπο.
Ό καταμερισμός τέτοιου είδους δέν προωθεί μόνο
τήν εξοικονόμηση μεγάλου χρόνου, πού άλλιώς σπατα-
λιέται μεταξύ των επί μέρους εργασιακών διαδικασιώ ν ό
’ίδιος οδήγησε καί στήν άπίστευτη έπιδεξιότητα καί γρη­
γοράδα των εργατών μέ τήν προοδευτική ομοιομορφία
τής διαδικασίας.
Μιά άλλη συνέπεια αύτών των μεθόδων παραγωγής
ήταν ότι τή θέση εργαλείων, πού προηγουμένως χρησιμο­
ποιούνταν σέ διαφορετικές δουλειές, παίρνουν τώρα
εργαλεία γιά τελείως έξειδικευμένες διαδικασίες καί γ ι ’
αύτό είναι πολύ πιό κατάλληλα" αύτά διευκολύνουν τήν
εργασία, μέ επακόλουθο τήν αύξηση τής παραγωγικότη-

κεφ. ενδ έκ α το , δ ω δ έκ α το , σελ. 341 - 3 5 4 37


τας. Ταυτόχρονα, δημιουργήθηκαν μ ’ α ύτόντόντρόπο οί
υλικοί όροι ανάπτυξης των μηχανών, πού αποτελούν συν­
δυασμό απλών εργαλείων.
Ά φ ο ΰ στη χειροβιοτεχνία τά διάφορα συνθετικά ενός
εμπορεύματος κατασκευάζονται άπό εξίσου διαφορετικές
κατηγορίες εργατών καί κάθε μέρος δέν α πα ιτεί’ίση εργα­
σία, πρέπει, φυσικά, γιά τήν κατασκευή ενός μέρους νά
τοποθετηθούν περισσότεροι εργάτες άπό εκείνους πού
άπαιτοΰνται γιά τήν κατασκευή ενός άλλου μέρους. 'Ό σ ο
περισσότεροι εργάτες είναι συγκεντρωμένοι σέ ένα εργο­
τάξιο, τόσο εύκολότερα μπορεί νά βρίσκεται κάθε φορά ή
σωστή άναλογία. Αύτό είναι ένας άπό τούς πολλούς
λόγους γιά τήν όσο τό δυνατόν μεγαλύτερη συγκεντρο-
ποίηση τοϋ κεφαλαίου.
Μ ερικές άπλές μηχανές, κυρίως γιά διαδικασίες πού
άπαιτοΰν φυσική δύναμη, εμφανίζονται ήδη στήν περί­
οδο τής χειροβιοτεχνίας, όπως π.χ. στή χαρτοποιία οί
χαρτόμυλοι γιά τήν κονιορτοποίηση ρακών, δμως χαρα­
κτηριστική μηχανή τής χειροβιοτεχνικής περιόδου πα­
ραμένει ένα είδος συλλογικού εργάτη, πού άποτελεΐται
άπό πολλούς επί μέρους εργάτες.
Μεταξύ τών ξεχωριστών εργατών, μερικοί έχουν
περισσότερη δύναμη, άλλοι είναι πιό επιδέξιοι καί άλλοι
άναπτύσσουν παρατηρητικότητα καί άλλες πνευματικές
ικανότητες ή ιδιαίτερες ικανότητες, σάν επακόλουθο
ειδικής εκπαίδευσης. 'Ο συλλογικός έργάτης όμως έχει
όλες τίς ιδιότητες πού άπαιτοΰνται γιά τίς διάφορες μερι­
κές έργασίες καί έκτελεΐ τήν κάθε μία άπό αύτές μέσω
ενός οργάνου πού προορίζεται άποκλειστικά γιά τήν κάθε
συγκεκριμένη εργασία.
Τά έξοδα επαγγελματικής εκπαίδευσης κάθε χειροβι-
οτεχνικοΰ εργάτη είναι χαμηλότερα άπό εκείνα τών

.38 Μ έρ ο ς τέταρτο.
τεχνιτών. ’Έ τσ ι, πέφτει ή άξία τής εργατικής δύναμης
στίς χειροβιοτεχνίες σέ σύγκριση μέ τήν άξία τής εργατι­
κής δύναμης των τεχνιτών καί βελτιώνεται ή αξιοποίηση
του κεφαλαίου.
Δέν θά έπρεπε νά παραλείψουμε εδώ τή σχέση μεταξύ
του χειροβιοτεχνικοΰ καί του κοινωνικού καταμερισμού
τής εργασίας. Σχετικά μέ τήν ’ίδια τήν εργασία μπορούμε
νά θεωρήσουμε τή διαίρεση τής παραγωγής σέ κατηγο­
ρίες δπως γεωργία, βιομηχανία κλπ. σάν γενικό καταμε­
ρισμό τής εργασίας, τίς υποδιαιρέσεις αύτών τ.ών κατη­
γοριών στούς διάφορους κλάδους σάν μερικό ή ειδικό
καταμερισμό τής εργασίας καί τόν καταμερισμό τής
εργασίας μέσα στό ’ίδιο τό εργοτάξιο σάν καταμερισμό
κατά μονάδες. Βάση ολόκληρου του άναπτυγμένου κατα­
μερισμού τής εργασίας, πού ρυθμίζεται μέ τή βοήθεια τής
άνταλλαγής τών εμπορευμάτων, είναι ό χωρισμός σέ
χωριά καί πόλεις.
Ό χειροβιοτεχνικός καταμερισμός τής εργασίας
προϋποθέτει τήν ύπαρξη ενός ήδη άναπτυγμένου κοινω νι­
κού καταμερισμού εργασίας. ’Από τήν άλλη μεριά προω­
θείται ή παραπέρα άνάπτυξη τού κοινωνικού καταμε­
ρισμού εργασίας μέσω τού άντίστοιχου χειροβιοτεχνι-
κοϋ.
' Η διαφορά μεταξύ αύτών τών δύο ειδών καταμερι­
σμού τής εργασίας βρίσκεται κυρίως στό γεγονός ότι
κάθε αύτοτελής κλάδος παράγει εμπορεύματα, ενώ οί επί
μέρους εργάτες τής χειροβιοτεχνίας τελικά δέν παράγουν
εμπορεύματα- μόνο τά προϊόντα τής κοινής εργασίας
μεταβάλλονται σέ εμπορεύματα. 'Ο χειροβιοτεχνικός
καταμερισμός τής εργασίας βασίζεται στήν άπόλυτη
αύθεντία τοϋ καπιταλιστή άπέναντι σέ άνθρώπους πού
αποτελούν απλούς κρίκους ενός γενικοΰ μηχανισμού, τόν

κεφ. δ ω δ έκ α το , σ ελ. 3 5 5 - 3 7 1 39
όποιο ό καπιταλιστής αντιμετωπίζει σάν δικό του. Ό
κοινωνικός καταμερισμός τής εργασίας φέρνει αντιμέτω­
πους ανεξάρτητους παραγωγούς εμπορευμάτων, οι όποιοι
δέν άναγνωρίζουν αλλη αυθεντία άπό τό συναγωνισμό,
δηλαδή τήν πίεση πού ασκούν επάνω τους συμφέροντα
τους πού βρίσκονται σέ άλληλοεξάρτηση. Είναι χαρα­
κτηριστικό πώς οί πιό ενθουσιώδεις απολογητές τού
εργοστασιακού συστήματος δέν έχουν νά πουν τίποτε
αλλο κατά τής γενικής οργάνωσης τής κοινωνικής εργα­
σίας, παρά δτι ή τελευταία θά μετέβαλε ολόκληρη τήν
κοινωνία σέ ενιαίο εργοστάσιο.
Κάτω άπό τούς συντεχνιακούς νόμους, πού όριζαν
ακριβώς μέχρι πόσους κάλφες μπορούσε νά άπασχολεΐ
ένας μάστορας καί γενικά τήν όλη δραστηριότητα των
ξεχωριστών συντεχνιών, δέν μπορούσε νά αναπτυχτεί ό
χειροβιοτεχνικός καταμερισμός εργασίας.
'Ό σ ο περισσότερο αναπτύσσεται ό χειροβιοτεχνικός
καταμερισμός τής εργασίας, τόσο πιό μονόπλευρα πρέπει
νά άναπτύσσεται καί ή εργατική δύναμη τών ξεχωριστών
εργατών, ώστε ή ϊδια αρχίζει νά γίνεται παραγωγική μόνο
όταν τήν αγοράσει ο καπιταλιστής καί τήν τοποθετήσει
σέ ένα ορισμένο σημείο. 'Ο ξεχωριστός εργάτης γίνεται
ανίκανος νά παραγάγει κάτι καί ξεπέφτει σέ εξάρτημα
έργοτάξιου ενός καπιταλιστή. "Οπως ό «εκλεκτός λαός»
είχε σημάδι στό μέτωπο ότι είναι «ιδιοκτησία τοϋ
’Ιεχωβά», έτσι σημαδεύει καί ό καταμερισμός τής εργα­
σίας τό χειροβιοτεχνικό εργάτη, πού τόν στιγματίζει σάν
Ιδιοκτησία τοϋ καπιταλιστή. Αύτή ή μέθοδος εργασίας
επιφέρει ακόμη καί μιά μικρότερη ή μεγαλύτερη πνευμα­
τική ή σωματική αναπηρία στούς εργάτες· ή τελευταία
φανερώνεται μέ τή μορφή μιας σειράς επαγγελματικών
ασθενειών, ενώ ή πρώτη εμφανίζεται σάν πνευματική

40 Μ έ ρ ο ς τέταρτο, κεφ. δ ω δ έκ α τ ο , σ ελ. 3 7 2 - 3 8 5


νωθρότητα, άβουλία ή καί πλήρης ήλιθιότητα.
Ή χειρο βιοτεχνία, τεχνικό θεμέλιο τής οπαίας είναι ή χει­
ρωνακτική επιδεξιότητα , όσο καί αν μονοπλευροποιήθηκε,
μας ανοίγει τό δρόμο πρός τίς μηχανές, μέ τή βοήθεια των
οποίων ό τρόπος παραγωγής μπορεί νά άνατραπεΐ ριζικά καί
νά δημιουργηθεϊ ή μεγάλη βιομηχανία.
Ή μεγάλη βιομηχανία

Έ νώ στή χειροβιοτεχνία οί ραγδαίες αλλαγές στήν


παραγωγική διαδικασία 'έχουν σάν αφετηρία την εργα­
τική δύναμη, στή μεγάλη βιομηχανία ξεκινούν άπό τά
εργατικά μέσα. Τή θέση των χειρωνακτικών εργαλείων
παίρνουν οί μηχανές.
"Ολες οί αναπτυγμένες μηχανές αποτελούνται άπό
τρία τελείως διαφορετικά μέρη: τήν κινητήρια μηχανή,
τό μηχανισμό μεταβίβασης καί τήν έργαλειομηχανή ή
μηχανή εργασίας. 'Η κινητήρια μηχανή παίζει τό ρόλο
τής κινητήριας δύναμης ολόκληρου τοΰ μηχανισμού.
Παράγει τή δική της κινητήρια ενέργεια, όπως ή ατμομη­
χανή, ή ήλεκτρομαγνητική μηχανή κλπ. ή δέχεται τήν
ώθηση άπό μιά φυσική ενέργεια έξω άπό αυτή, όπως ό
τροχός άπό τήν όρμή τού νερού, ή φτερωτή τού μύλου
άπό τόν άνεμο κλπ. 'Ο μηχανισμός μεταβίβασης, πού
απαρτίζεται άπό σφονδύλους, ελατήρια, οδοντωτούς τρο­
χούς, ράβδους, λουριά, καλώδια καί άλλα μεταδοτικά
εξαρτήματα, ρυθμίζει τήν κίνηση, μεταβάλλει, δπου χρει­
άζεται, τή μορφή της, π.χ. άπό κατακόρυφη σέ κυκλική,
τή μοιράζει καί τή μεταδίδει στόν έργαλειομηχανισμό.
Καί τά δύο μέρη τού μηχανισμού υπάρχουν γιά νά μεταβι­
βάσουν τήν κίνηση στήν έργαλειομηχανή, πού συλλαμ­
βάνει τό αντικείμενο εργασίας καί τό μεταβάλλει σύμφω­
να μέ τό σχέδιο. Αύτό τό μέρος τής μηχανής, ή
έργαλειομηχανή, είναι ή αφετηρία τής βιομηχανικής
επανάστασης τού Ι8ου αιώνα. Ή ’ίδια αποτελεί άκόμη
καί σήμερα, κάθε μέρα άπό τήν άρχή, τό στόχο άναφοράς
κάθε φορά πού ενα χειροκίνητο ή χειροβιοτεχνικό έργα-

47 Μ έρ ο ς τέταρτο,
στήριο μεταβάλλεται σέ μηχανοκίνητο εργοστάσιο.
Στήν έργαλειομηχανή ξαναβρίσκουμε γενικά τά εργα­
λεία τόΰ χειρώνακτα καί του χειροβιοτεχνικοδ έργάτη· ή
διαφορά ι.ίναι ότι στά τελευταία ό αριθμός καί τό μέγεθος
των εργαλείων περιορίζονται άπό τά άνΟρώπινα όργανα,
ενώ στήν έργαλειομηχανή δέν υπάρχουν αύτά τά Λρια.
’Ή δη ή πρώτη μηχανή κλωστηρίου έθεσε σέ κίνηση 12
ώς 18 αδράχτια, ένώ ό καλτσοπλεκτικός αργαλειός πλέ­
κει μέ χιλιάδες βελόνες ταυτόχρονα κλπ.
’Αρχικά οί μηχανές έμπαιναν σέ κίνηση άπό τούς ’ί δι­
ους ιούς ανθρώπους, πού αργότερα άντικαταστάθηκαν
άπό άλογα κλπ. ή, σπανιότερα, άπό τόν άσταθή άνεμο·
σιγά-σιγά όμως άρχισε νά χρησιμοποιείται τό νερό.
’Αλλά καί ή χρησιμοποίηση του νεροϋ παρουσίαζε
πολλά ενεργειακά προβλήματα, πού παραμερίστηκαν μέ
την έφεύρευση τής άτμομηχανής. 'Η εδρα του εργοστα­
σίου άνεξαρτοποιήθηκε πιά τοπικά καί απομακρύνθηκε
άπό τόν καταρράκτη. Ή ποσότητα τής κινητήριας δύνα­
μης, έξαρτημένη ώς τώρα άπό τίς φυσικές συνθήκες πού
έπικρατοϋσαν, αρχίζει νά ρυθμίζεται ολοένα τελειότερα,
σύμφωνα μέ τίς ανάγκες τοϋ άνθρώ πον έτσι, έγινε δυνατό
νά μπαίνουν σέ κίνηση οί πιό εκτεταμένοι μηχανισμοί
μεταβίβασης, καθώς καί πολυάριθμες μηχανές εργασίας
άπό την ίδια κινητήρια μηχανή.
Τά εργοστάσια χωρίζονται σέ δύο κατηγορίες: α) συγ­
κεντρώνονται πολλά όμοια μηχανήματα, πού παράγουν
όλα τό ’ί διο πρ οϊόν β) τό εργοστάσιο άπαρτίζεται άπό
σύστημα διαφορετικών μηχανών, ή καθεμιά άπό τίς
όποιες κατασκευάζει ένα μέρος τοϋ προϊόντος, οπότε τό
τελευταίο πρέπει νά περάσει μέσα άπό τίς διάφορες μηχα­
νές, ώσότου τελειοποιηθεί. Τήν άναπτυγμένη μορφή του
μηχανοκίνητου εργοστασίου συναντούμε στό διαρθρω­

Κί.ψ. ό ίκ α τυ τρίτο. σζλ. 386 - 401 43


μένο σύστημα αυτόματων μηχανημάτων, πού δέχονται
την κίνηση από μ ιά . κεντρική αυτόματη μηχανή μέσω
μεταβιβαστικών μηχανισμών. Στη θέση τής μεμονωμένης
μηχανής εχουμε τώρα ενα μηχανικό θηρίο, ή σάρκα του
οποίου γεμίζει ολόκληρα εργοστασιακά κτίρια, ενώ ή
δαιμονική του δύναμη, συγκαλυμμένη αρχικά άπό τή
σχεδόν τελετουργικά μετριασμένη κίνηση των γιγάντιων
μελών του, ξεσπάει σέ πυρετικά τρελό, ίλιγγιώδη χορό
των άναρίθμητων εργατικών οργάνων του.
Οί 'ίδιες οί μηχανές κατασκευάζονταν αρχικά άπό χει-
ρώνακτες καί χειροβιοτεχνικούς εργάτες, γρήγορα όμως
φάνηκαν οί ανεπάρκειες τέτοιων κατασκευών καί οί
μηχανές άρχισαν νά κατασκευάζονται άπό άλλες μη­
χανές.
Οί μετατροπές πού έπέφερε στόν τρόπο παραγωγής ή
μεγαλοβιομηχανία, έπικράτησαν σιγά-σιγά καί στόν
κλάδο επικοινωνιών καί μεταφορών. Δημιουργήθηκαν
σιδηρόδρομοι, ατμόπλοια, τηλέγραφοι κλπ.
Τό κεφάλαιο ιδιοποιείται, δωρεάν μπορούμε νά πούμε,
όλες τίς ανακαλύψεις καί τίς εφευρέσεις. Γιά την εκμε­
τάλλευση τής επιστήμης ό καπιταλιστής πρέπει νά θέσει
σέ κίνηση μόνο τά ακριβά μηχανήματα, πού όμως είναι
πολύ φτηνότερα άπό έκεΐνο τό πλήθος εργαλείων τής
προ-επιστημονικής φάσης.
Τό μέρος τής άξίας πού χάνουν οί μηχανές έξαιτίας τής
φθοράς, μεταφορτώνεται στό προϊόν. Καί αύτό τό μέρος τής
άξίας είναι μικρότερο στή μηχανοκίνητη παραγωγή, άν συγ-
κριθεϊ μέ τίς άπώλειες στή χειρωνακτική παραγωγή, άφοϋ
μοιράζεται σέ μιά πολύ μεγαλύτερη μάζα προϊόντων, ενώ ταο-
γάχρονα τά εργατικά μέσα τοποθετούνται μέ οικονομικότερο
τρόπο καί είναι φτιαγμένα άπό ανθεκτικότερα υλικά.
'Η εργασία πού εξοικονομείται άπό τή χρησιμοποί-

44 Μ έ ρ ο ς τέταρτο,
ηση μιας μηχανής, πρέπει νά είναι περισσότερη άπό την
εργασία πού απαιτείται γιά την κατασκευή τής μηχανής.
' Η παραγωγικότητα τής μηχανής μετριέται κατά συνέ­
πεια μέ βάση τήν έργασία πόύ εξοικονομείται. Μέ τη.
βοήθεια μιας αυτόματης μηχανής κλωστηρίου π.χ. κλώ­
θεται σέ 150 ώρες έργασίας (συνυπολογίζουμε έδώ καί τίς
ώρες έργασίας των χειριστών), τόση ποσότητα κλωστής,
δση καί μέ τή βοήθεια του χειροκίνητου ροδανιού σέ
27.000 ώρες έργασίας.
’Εφόσον οί μηχανές κάνουν περιττή τή μυϊκή δύνα­
μη, γίνονται κατάλληλες γιά τήν απασχόληση εργατών
χωρίς ιδιαίτερη σωματική δύναμη καί ανάπτυξη, άλλά μέ
μεγαλύτερη ευκινησία μελών. Κατά συνέπεια, τό πρώτο
σύνθημα μετά τήν καπιταλιστική χρησιμοποίηση τών
μηχανών ήταν: δουλειά στά παιδιά καί τίς γυναίκες. Τό
πιό ρωμαλέο υποκατάστατο τής έργασίας καί τών εργα­
τών μεταβλήθηκε έτσι, έμεσα, σέ μέσο αύξησης τοϋ άριθ-
μοδ τών μισθωτών, μέ τήν ένταξη όλων τών μελών τής
έργατο-οικογένειας, χωρίς διάκριση φύλου καί ηλικίας,
στήν άμεση ύποτέλεια τοϋ κεφαλαίου. 'Η καταναγκα-
στική έργασία γιά λογαριασμό τών καπιταλιστών δέν
εξαφάνισε μόνο τό παιχνίδι τών παιδιών, άλλά καί τήν
ελεύθερη έργασία στούς κόλπους τής ’ίδιας τής οικογέ­
νειας.
Ή άξία τής εργατικής δύναμης καθοριζόταν άπό τόν
εργάσιμο χρόνο πού άπαιτοΰνταν γιά τήν άτομική συντή­
ρηση όχι τοϋ ηλικιωμένου εργάτη, άλλά καί ολόκληρης
τής οίκογένειάς του. Οί ιιηχανές έσυραν όλα τά μέλη τής
έργατικής οικογένειας στήν άγορά έργασίας καί μοίρα­
σαν έτσι τήν άξία τής έργατικής δύναμης του άντρα σ ’
ολόκληρη τήν οικογένεια του. Ή μηχανή υποβαθμίζει
μ ’ αύτόν τόν τρόπο τήν εργατική δύναμη. Ό έργάτης

κεφ. δ έκ α το τρίτο, σελ. 401 - 410 45


πουλούσε παλιότερα μόνο τη δική του εργατική δύναμη,
πού διέθετε σάν τυπικά ελεύθερο πρόσωπο. Τώρα πουλάει
γυναίκα καί παιδί' μεταβάλλεται σέ δουλέμπορο.
Τί ζημία προκαλεΐ ή εργασία γυναικών, άποδείχει τό
γεγονός ότι ή θνησιμότητα των παιδιών κάτω τού ενός
χρόνου, στις «καλύτερες» περιοχές τής ’Αγγλίας είναι
9%, ένώ στις χειρότερες, δηλαδή στις βιομηχανικές, τό
ποσοστό ανέρχεται σέ 25 - 26%. Οί γυναίκες δέν μπορούν
νά περιποιούνται τά παιδιά- αντί νά τά θηλάζουν, τούς
δίνουν βλαβερά μίγματα καί γιά νά τά κοιμήσουν, κατα­
φεύγουν σέ όπιούχα φάρμακα.
’Εμπλουτίζοντας τό εργατικό προσωπικό μέ γυναίκες
καί παιδιά, πού τώρα άποτελούν τήν πλειοψηφία τών
εργατών, οί μηχανές σπάζουν τελικά τήν αντίσταση πού
πρόβαλαν οί αρσενικοί εργάτες κατά τη χειροβιοτεχνική
περίοδο στό δεσποτισμό τού κεφαλαίου. Οί εργάτες
σκλαβώνονται ολοένα περισσότερο.
Οί μηχανές δέν φθείρονται μόνο μέ τη χρήση· φθεί­
ρονται καί μέ τήν πάροδο τού χρόνου καί άπό άλλες στοι­
χειώδεις επιρροές, ακόμη καί όταν δέν βρίσκονται σέ
ενέργεια. Κάθε βελτιωμένη μηχανή υποβαθμίζει τήν ατε­
λέστερη, στό βαθμό πού ύπερτερεΐ μετά τή βελτίωση ή
επιδιόρθωση. Γ ι' αύτό, ό καπιταλιστής επιδιώκει νά
έκμεταλλεύεται τά μηχανήματά του σέ όσο τό δυνατόν
συντομότερο χρόνο, δηλαδή σέ ένα δεδομένο διάστημα
επιδιώκει νά εξοικονομεί τό μέγιστο τής εργατικής δύνα­
μης. Αύτό τόν προστατεύει άπό μειονεκτήματα καί τού
παρέχει ούσιαστικά οφέλη.
Τό έπεκταμένο ώράριο, χωρίς πολλές περιστροφές ή
μέ τήν επωνυμία «υπερωρίες», γιά τούς καπιταλιστές έχει
τό προτέρημα ότι παράγονται περισσότερα εμπορεύματα
καί, κατά συνέπεια, μεγαλύτερη υπεραξία, ένώ αύτοί δέν

46 Μ έρ ο ς τέταρτο,
χρειάζεται νά αυξήσουν τό μερίδιο του κεφαλαίου πού
έχει έπενδυθεΐ σέ κτίρια καί μηχανές.
"Οταν οί μηχανές χρησιμοποιούνται σ ’ έναν κλάδο
παραγωγής άρχικά μόνο άπό λίγους καπιταλιστές, αυτοί
έχουν στά χέρια τους ένα μονοπώλιο καί φυσικά «κάνουν
καλές δουλειές». Μόλις όμως ή μηχανοποιημένη παρα­
γωγή γενικευτεί, τό μέγεθος τής υπεραξίας έξαρταται
μόνο άπό τό βαθμό εκμετάλλευσής τους. Αύτό εξηγεί τήν
άδάμαστη όρμή τοϋ κεφαλαίου νά επεκτείνει τό ήμερήσιο
ωράριο.
'Η καπιταλιστική χρησιμοποίηση των μηχανών επε­
κτείνει άπό τή μιά πλευρά τό ήμερήσιο ώράριο καί εξα­
ναγκάζει πλήθη νέων εργατικών δυνάμεων (γυναίκες,
παιδιά) νά μπαίνουν στήν υπηρεσία τής παραγωγής, ενώ
άπό τήν άλλη πλευρά ρίχνει στό περιθώριο εργάτες μέ τή
συνεχιζόμενη ύποκατάστασή τους καί έτσι δημιουργεί
εφεδρείες εργατικής δύναμης, πού ό συναγωνισμός τους
κατεβάζει τήν τιμή τής εργατικής δύναμης (ήμερομί-
σθιο). ·
' Η μηχανοποίηση, πού έδωσε στόν έργάτη τή δυνατό­
τητα νά παράγει περισσότερο σέ λιγότερο χρόνο, στά
χέρια των καπιταλιστών έγινε τό όργανο υπέρμετρης επέ­
κτασης τοϋ ωραρίου. Μόλις όμως ή τόσο ριζικά άπειλού-
μενη κοινωνία καθόρισε νομοθετικά τή λεγάμενη όμαλή
ήμερήσια εργασία, τό κεφάλαιο άρχισε νά καταβάλλει
προσπάθειες όσο τό δυνατόν εντατικότερης έκμετάλλευ-
σης, νά εξαναγκάζει δηλαδή τόν έργάτη νά άναπτύσσει
σέ συντομότερο διάστημα τόση δραστηριότητα, όση δέν
άνέπτυσσε πρίν σέ πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Πώς επιτυγχάνεται αύτός ό στόχος; Μέ διάφορες
μεθόδους, μοχλός τών οποίων είναι ορισμένοι τρόποι
πληρωμής, π.χ. ή άμοιβή μέ τό κομμάτι.

κεφ. δ έκ α το τρίτο, σ ελ. 4 1 1 - 4 3 3 41


Οί βιοτεχνικοί εργάτες τής ’Αγγλίας εμφάνισαν μετά
τή μείωση του ωραρίου γενικά μεγαλύτερη άηοδοτικό-
τητα. Στά εργοστάσια, δπου ή δραστηριότητα των εργα­
τών καθορίζεται άπό τίς μηχανές, άρχικά πίστευαν πώς
είναι άδύνατο νά αυξηθούν ή εντατικοποίηση τής εργατι­
κής δύναμης μέ τήν ώραρίακή μείωση- όμως τό άμεσο
μέλλον δίδαξε ότι πρόκειται γιά εσφαλμένη υπόθεση.
'Ό τα ν τό ωράριο μειώθηκε, κατά ενα μέρος αύξήθηκε ή
ταχύτητα των μηχανών καί κατά ένα μέρος διευρύνθηκε
τό πεδίο επιτήρησης ή εργασίας κάθε εργάτη. Καί τά δύο
απαιτούν βελτιώσεις καί μεταρρυθμίσεις τών μηχανη­
μάτων.
'Ο Μάρξ αποδείχνει στατιστικά ότι στήν ’ Αγγλία,
μετά τή νομοθετική μείωση τού ήμερήσιου ωραρίου, ή
εργατική δύναμη κάθε εργάτη έντατικοποιήθηκε σέ
τέτοιο βαθμό, ώστε μετά άπό λίγα χρόνια ό άριθμός τών
απασχολούμενων εργατών, σέ σύγκριση μέ τήν κολοσσι­
αία αύξηση καί επέκταση τών εργοστασίων, μειώθηκε
σημαντικά. ’Από κάθε έργάτη εκβιάστηκε, δηλαδή,
πολλή περισσότερη εργασία καί άποδοτικότητα άπό
πρίν.
Οί επιδράσεις τής αναπτυγμένης
εργοστάσιο βιομηχανίας

’ Ενώ στή χειροβιοτεχνία συναντοΰμε μιά μεγάλη κλί­


μακα εργατών μέ διαφορετική έπιδεξιότητα, τέτοιες άνο-
μοιότητες εξαφανίζονται στόν εργοστασιακό τρόπο πα­
ραγωγής· βρίσκουμε τώρα γενικά μόνο μέσους εργάτες,
πού διακρίνονται μόνο σχετικά μέ τά γνωρίσματα του
φύλου καί τής ηλικίας καί, κατά συνέπεια, αμείβονται
σύμφωνα μέ τή σωματική τους δύναμη, δηλαδή όχι σύμ­
φωνα μέ τό βαθμό έπιδεξιότητας.
Τό εργοστάσιο χρησιμοποιεί βασικά μόνο δύο ειδών
εργάτες: αυτούς πού άπασχολοΰνται στά ϊδια τά μηχανή­
ματα (χειριστές, συντηρητές κλπ.) καί τούς χειρώνακτες,
πού τροφοδοτούν τίς μηχανές μέ πρώτες υλες (συνήθως
παιδιά). Πλάι σ ’ αύτές τίς κύριες κατηγορίες βρίσκουμε
ακόμη τό προσωπικό πού άπασχολεΐται μέ τόν έλεγχο καί
τίς επισκευές τών μηχανών, τούς μηχανικούς, τούς εφαρ­
μοστές κλπ.
”Αν ό εργάτης τής χειροβιοτεχνίας χειριζόταν σέ
ολόκληρη τή ζωή του ένα εργαλείο, τώρα τό εργοστάσιο
του επιβάλλει νά υπηρετεί ισόβια μία μηχανή! Γίνεται
κατάχρηση τών μηχανών, γιά νά μεταβληθεΐ ό εργάτης,
άπό τήν παιδική του κιόλας ήλικία, σέ εξάρτημα μέρους
τής μηχανής. Τά έξοδα συντήρησης τής εργατικής δύνα­
μης ελαττώνονται, μέ αύτά δέ καί ή τιμή της (ημερομί­
σθιο), όπότε ή εξάρτηση του εργάτη άπό τόν καπιταλιστή
φτάνει στό άποκορύφωμα. Μέ τή μεταβολή του σέ αυτό­
ματο, τό εργατικό μέσο (μηχανή) άντιπαρατίθεται κατά
τήν έργασιακή διαδικασία στόν εργάτη σάν κεφάλαιο,

Μ έρ ο ς τέταρτο, κεφ. δ έκ α το τρίτο, σελ. 4 3 4 - 4 3 8 49


σάν νεκρή εργασία, ή όποία δεσπόζει καί στραγγίζει τή
ζωντανή εργατική δύναμη.
Η χειρωνακτική καί ή πνευματική εργασία είναι
τέλεια διαχωρισμένες στό εργοστάσιο' υπάρχουν χειρώ-
νακτες καί επόπτες.· Κυριαρχεί ή πειθαρχία του στρα­
τώνα, ένα καθεστώς δεσποτικό. Ό καπιταλιστής κυβερ­
νάει σάν άπολυταρχικός μονάρχης, οί διάφοροι αξιωμα­
τικοί (διευθυντές, τμηματάρχες) διατάζουν καί οί «κοι­
νοί», δηλαδή οί εργάτες, πρέπει νά ύπακούουν σιωπηλά.
Τή θέση του μαστίγιου του δουλοφύλακα παίρνει τό ποι­
νολόγιο του επόπτη. "Ολες οί ποινές εκφράζονται,
φυσικά, σέ χρήμα καί κρατήσεις- ή νομοθετική οξύνοια
τών ειδικών τον ’Εργατικού Δικαίου προκαλεί περισσό­
τερο τήν παραβίαση τών νόμων τους παρά τήν τήρησή
τους.
Αύτές όμως δέν είναι οί μοναδικές άσχημες πλευρές
του εργοστασίου. ' Ο εργάτης ζημιώνεται έκεΐ μέ τούς πιό
διαφορετικούς τρόπους. Ή ψηλή θερμοκρασία, οί θόρυ­
βοι καί ή σκόνη επιδρούν βλαβερότατα σ ’ όλα τά αισθη­
τήρια όργανα. Κοντά σ ’ αύτά, πρέπει να σημειωθεί ό
μόνιμος κίνδυνος θανάτου πού διατρέχει ό εργάτης. Τά
αμέτρητα ατυχήματα κάθε χρόνο μας δίνουν μιά σχετική
εικόνα αύτών τών κινδύνων. Κάτω άπό αύτές τίς συνθήκες
ή καπιταλιστική παραγωγή δέν γίνεται μόνο μέσο εκμε­
τάλλευσης, αλλά καί συστηματική καταλήστευση τών
ζωτικών όρων του εργάτη κατά τή διάρκεια τής εργασίας,
ήτοι του χώρου, του άέρα, τού φωτός καί τών προσωπι­
κών μέσων προστασίας άπό τίς ζωοκτόνες ή άνθυγιεινές
παραγωγικές εγκαταστάσεις- οϋτε λόγος γιά μέτρα πού θά
προωθούσαν τήν άνεση στούς εργάτες. Μήπως είχε άδικο
ό Φουριέ, όταν άποκαλούσε τά εργοστάσια «μετριασμένα
κάτεργα;».

50 Μ έρ ο ς τέταρτο.
Τί τραβούν οί εργάτες, όταν ένας κλάδος άπό χό χ ει­
ρωνακτικό ή χειροβιοτεχνικό του στάδιο περνάει στό
εργοστασιακό! Εϊτε τό πέρασμα γίνεται άργά καί ή χει­
ρωνακτική εργασία προσπαθεί νά συναγωνίζεται τή
μηχανική παραγωγή εϊτε τό πέρασμα γίνεται ραγδαία
ρίχνοντας ξαφνικά στό πεζοδρόμιο τίς εργατικές μάζες.
Στην πρώτη περίπτωση, μιά ολόκληρη κατηγορία εργα­
τών παλεύει μέ τό θάνατο χρόνια καί χρόνια, δπως οί
’Ά γ γλ ο ι χειροϋφαντουργοί βαμβακερών στίς αρχές του
19ου αιώνα - μιά τραγωδία πού επαναλαμβάνεται άνά-
μεσα στούς σημερινούς συναδέλφους τους τής Σαξονίας,
Σιλεσίας, Βοημίας κλπ. Στή δεύτερη περίπτωση λιμοκτο­
νούν χιλιάδες επί τόπου. ’Έ γραφε στά 1834 - 1835 ό
κυβερνήτης τών ’Ανατολικών ’Ινδιών, δπου ή μηχανοκί­
νητη βαμβακουφαντουργική τής ’Αγγλίας έβγαλε ξαφνι­
κά στό περιθώριο τά ντόπια χειροποίητα εργαστήρια:
« 'Η άθλιότητα δέν έχει προηγούμενο στήν ιστορία τοϋ
εμπορίου. Οί πεδιάδες τών ’Ινδιών καλύπτονται μέ τό
ξεθωριασμένο χρώμα τών σκελετών -«δν βαμβακοϋφαν-
τουργών».
Κάθε βελτίωση τών μηχανημάτων ρίχνει στό πεζο­
δρόμιο ένα μέρος τών εργατών ή εξωθεί τούς άντρες,
άντικαθιστώντας τους μέ γυναίκες κι εκείνες μέ παιδιά.
Γιά νά έξασθενήσει κάθε αντίσταση τών εργατών καί νά
θεμελιώσει στερεότερα τή δουλεία τους, τό κεφάλαιο
μελετά αδιάκοπα πώς θά ύποκαταστήσει τήν έπιδεξιό-
τητα τών εργατών μέ νέες μηχανές.
Γ ι’ αύτό, δέν πρέπει ν ’ άπορεί κανείς πού οί έργάτες
γιά πολύ καιρό καταπολέμησαν φανατικά τίς μηχανές, τά
βασικά δηλαδή θεμέλια τής έργοστασιοβιομηχανίας καί
συχνά τίς κατέστρεψαν. ( Τό λάθος τους ήταν μόνο, δτι
δέν διέκριναν πόσα προτερήματα είχαν οί μηχανές καθε-

κεφ. δ έκ α το, σ ελ. 4 3 9 - 454 51


αυτές γιά τήν ανθρωπότητα καί ότι τό κακό έπρεπε ν ’
άναζητηθεΐ μόνο στίς διαστραμμένες σχέσεις ιδιοκτη­
σίας πού επικρατούν οί τελευταίες, επιτρέπουν σέ ορι­
σμένους νά χρησιμοποιούν τίς μηχανές αποκλειστικά
γιά όφελος τους).
Μέ τήν τεράστια διάδοση τού εργοστασίου καί τήν
εξάρτησή του άπό τήν παγκόσμια αγορά ή πυρετική
παραγωγή γιά τή γρήγορη κάλυψη εναλλάσσεται μέ τήν
ύπερπαραγωγή καί τή συμφόρηση των αγορών. Γ ι’ αύτό
ή απασχόληση καί ή βιοτική κατάσταση των έργατών
παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις.
Μεταξύ τών καπιταλιστών ξεσπάει ένας σφοδρότατος
αγώνας γιά τήν κατάκτηση τομέων τής άγορας, πού διε­
ξάγεται μέ τό όπλο τής όσο τό δυνατόν εύνοϊκότερης
προσφοράς τών εμπορευμάτων. "Αν οί βελτιώσεις τών
μηχανών κλπ. δέν επιτρέπουν μειοδοτήσεις, τότε πιέζεται
ό εργάτης, τό ήμερομίσθιο τού όποιου μειώνεται. Σέ
ανθηρές περιόδους ό αγώνας αυτός υποχωρεί.
'Ό τα ν ένας κλάδος αρχίζει νά μηχανοποιείται, σάν
άμεση συνέπεια παρατηρούμε ότι ό αριθμός όσων απα­
σχολούνται σ ’ αύτόν τόν κλάδο μειώνεται, ένώ σέ άλλους
κλάδους, πού προμηθεύουν τόν πρώτο μέ τίς πρώτες ϋλες
ή αναλαμβάνουν τήν παραπέρα επεξεργασία τών προϊόν­
των του, ό αριθμός τών έργατών αυξάνεται.
Πλάι στή χειροβιοτεχνική καί τήν εργοστασιακή
εργασία, συναντούμε καί τή λεγάμενη εργασία «κατ’
οίκον», ένα είδος μέ τήν πιό έξαλλη εκμετάλλευση τών
έργατών. Οί εργάτες αύτοί, όντας σκορπισμένοι, δέν είναι
σέ θέση νά άμύνονται καί νά υπερασπίζονται τά συμφέ­
ροντα τους μέ τήν ίδια άντοχή πού χαρακτηρίζει όσους
άπασχολούνται στή βιοτεχνία καί τά εργοστάσια. ’Εξάλ­
λου, έργάζονται συχνά μέ έργαλεΐα παλιού τύπου· έπίσης,

52 Μ έ ρ ο ς τέταρτο,
παρεμβάλλονται πολλοί μεσίτες ανάμεσα σ ’ αύτούς καί
τούς καπιταλιστές, όπότε ή εκμετάλλευση είναι μεγαλύ­
τερη.
Σιγά-σιγά όμως ή «κατ’ οικον» εργασία κατά κανόνα
μεταβάλλεται σέ χειροβιοτεχνική κι εκείνη πάλι σέ εργο­
στασιακή. Τό κανονικό ωράριο, πού επιβλήθηκε μέ άναγ-
καστικό νόμο, υπονομεύει τή ν« κ α τ’ οίκον» εργασία, πού
γίνεται πιά αβάσταχτη άφοϋ ή εκμετάλλευση είναι
τελείως απεριόριστη.
Τά νομοθετήματα πού ρυθμίζουν τή λειτουργία των
εργοστασίων, είχαν σάν επακόλουθο αναρίθμητες εφευ­
ρέσεις, πού έπέτρεψαν όχι μόνο τήν άμεση καί ξαφνική
έναρξη καί παύση τής έργασίας σύμφωνα μέ τό κανονικό
ωράριο, αλλά καί έκαναν φτηνότερη ολόκληρη τήν
παραγωγική διαδικασία, δπως π.χ. στά κεραμοποιεΐα, στά
ταπετσαριοχρωμεΐα, στά σπιρτάδικα κλπ.
Οί εργοστασιακοί νόμοι ισχύουν συνήθως μετά τή
λήξη μιας ορισμένης μεταβατικής προθεσμίας· στό μεσο­
διάστημα οί καπιταλιστές δίνουν εντολές στούς προλετά­
ριους επιστήμονες νά μεθοδεύσουν νέες ρυθμίσεις, εφευ­
ρέσεις κλπ., ώστε μαζί μέ τούς νέους νόμους καί τό
μειωμένο ώράριο νά μπουν σέ εφαρμογή καί τά νέα οργα­
νωτικά καί τεχνικά μέτρα, πού συχνά άποφέρουν στόν
καπιταλιστή μεγαλύτερα κέρδη άπό πριν.
Οί μικροί καπιταλιστές, κατά κανόνα δέν μπορούν νά
συμβαδίζουν μέ τούς μεγάλους καί εξαφανίζονται. Συνέ­
πεια αυτής τής εξέλιξης είναι ή συνεχιζόμενη συγκεντρο-
ποίηση του κεφαλαίου.
"Οτι τό κεφάλαιο κατακραυγάζει κάθε νέο εργοστασι­
ακό νόμο καί κηρύχνει άπόλυτα αδύνατη τήν εφαρμογή
του, ώσπου ό νόμος γίνεται αναγκαστικός, είναι επακό­
λουθο τής ' βρυκολακικής’ του φύσης. Καί όμως, ή έργο-

κεφ. δ έκ α το τρίτο, σ ελ. 4 5 4 - 4 9 8 53


στασιακή νομοθεσία είναι εντελώς φυσικό προϊόν του
καπιταλισμού, δηλαδή όρος επιβίωσής του.
’Εδώ πρέπει νά θυμίσουμε πώς πολλοί άπό αυτούς
τούς νόμους μπορούν εύκολα νά παραβιαστοΰν - καί σέ
αναρίθμητες περιπτώσεις παραβιάζονται πραγματικά -
ότι ελάχιστα μέτρα παίρνονται γιά τήν προστασία τής
ύγείας των εργατών καί τήν ανατροφή τών παιδιών καί
ότι υπάρχουν πολλές κακοτοπιές, γιά τίς όποιες ή σ χε­
τική νομοθεσία δέν μέριμνα. ( Ό Μάρξ έχει ύπόψη του
κυρίως τήν ’Αγγλία' στίς περισσότερες άλλες χώρες ή
εκμετάλλευση τού εργάτη δέν προσκρούει σέ κανέναν
περιορισμό).
Είναι γνωστό ότι στήν περίοδο τών συντεχνιών κατα­
βαλλόταν μεγάλη προσπάθεια προφύλαξης τών παραγω­
γικών μεθόδων άπό όποιεσδήποτε μετατροπές. ’Απε­
ναντίας, ή μεγάλη βιομηχανία δέν άναγνωρίζει καμιά
παραγωγική μέθοδο σάν οριστική καί τείνει νά έπανα-
στατικοποιεΐ συνέχεια όλους τούς παραγωγικούς κλά­
δους.
Δέν εκτοπίζονται μόνο οί παλιότερες μηχανές ακατά­
παυτα άπό νεώτερες, άλλά καί ό κοινωνικός καταμερι­
σμός τής εργασίας ύπόκειται σέ διαρκείς μεταρρυθμίσεις.
’Ενώ άπό τή μιά μεριά ή γενίκευση τής εργοστασια­
κής νομοθεσίας έγινε άπαραίτητο μέσο σωματικής καί
πνευματικής προστασίας τής εργατικής τάξης, άπό τήν
άλλη μεριά ή ’ίδια γενικεύει καί επιταχύνει, όπως είδαμε
πιό πάνω, τή διαδικασία συγκεντροποίησης τών διασκορ­
πισμένων εργασιακών λειτουργιών στόν πιό μικρό χώρο·
οί συνδυασμένες εργασιακές διαδικασίες μεγάλης κλίμα­
κας συμβαδίζουν μέ τή συγκεντροποίηση τού κεφαλαίου
καί τήν εργοστασιακή υπόσταση τής παραγωγής. ' Η
εργοστασιακή νομοθεσία καταστρέφει τίς άρχαϊκές καί

.54 Μ έρ ο ς τέταρτο.
τις μεταβατικές μορφές πού συγκάλυπταν ώς ένα σημείο
την κυριαρχία του κεφαλαίου καί τίς αντικαθιστά μέ τήν
άμεση καί απροκάλυπτη κυριαρχία του. 'Έ τσ ι γενικεύει
καί τήν άμεση πάλη ένάντια σ ’ αύτή τήν κυριαρχία!
Οί μεταβολές πού επιφέρει ή βιομηχανία στή γεωρ­
γία, δέν συνεπάγονται γιά τούς εργάτες μόνο τίς σωματι­
κές βλάβες πού χαρακτηρίζουν τήν εργοστασιακή δου­
λειά, άλλά δημιουργεί καί πολλούς «υπεράριθμους»,
χωρίς νά τούς δίνει άλλες δυνατότητες άπασχόλησης.
Στό γεωργικό χώρο ή μεγάλη βιομηχανία εχει τίς πιό
επαναστατικές επιδράσεις, εφόσον εξουθενώνει τό προ­
πύργιο τής παλιάς κοινωνίας, τούς «άγρότες», κάνοντας
νά περεισφρύσει σ ’ αυτούς ό μισθωτός εργάτης. Ε ξ ι ­
σορροπείται έτσι ή άντίθεση πόλη-ϋπαιθρος καί γίνεται
κοινή ή ανάγκη γιά κοινωνικές αλλαγές.
"Οσο περισσότερο έκβιομηχανίζεται ή γεωργία, τόσο
άποφαστικότερη είναι ή εκμετάλλευση δχι μόνο τοϋ
εργάτη άλλά καί τοϋ εδάφους. ' Ο καπιταλιστικός τρόπος
παραγωγής αναπτύσσει έτσι τήν τεχνική καί τούς συνδυ­
ασμούς τής κοινωνικής παραγωγικής διαδικασίας, ύπο-
νομεύοντας ταυτόχρονα τίς δύο πηγές κάθε πλούτου: τή
γή καί τόν εργάτη.

κεφ. δ έκ α το τρίτο, σ ελ. 4 9 8 - 2 5 3 55


Τό ήμερομίσθιο

Τό εμπόρευμα πού αγοράζει ό καπιταλιστής από τόν


εργάτη, είναι μιά ορισμένη ποσότητα εργασίας' πληρώνει σάν
αντίτιμο ενα χρηματικό ποσό, ακριβώς δπως συμβαίνει με
δλα τά άλλα εμπορεύματα· τόσους τόνους σίδερο, τόσα μέτρα
ύφασμα, τόσους στατήρες σιτάρι κλπ. Τά χρήματα πού
εισπράττει ό εργάτης, φαίνονται νά ίσοδυναμοΰν μέ τήν άξία,
ήτοι τήν τιμή του εμπορεύματος πού πρόσφερε στόν καπιταλι­
στή, όπως δηλαδή γίνεται καί σέ κάθε περίπτωση προμήθειας
εμπορευμάτων. Ά ξ ία ή τιμή του εμπορεύματος είναι ή άξία ή
ή τιμή τής εργασίας πού δαπανήθηκε, δηλαδή τό ημερομί­
σθιο. "Αν λάβουμε ύπόψη μας, πόσο άνεξάλειπτες είναι οί
παραστάσεις πού πηγάζουν άμεσα άπό τίς καθημερινές συναλ­
λακτικές διαδικασίες καί ισχύουν σάν αυτονόητες αλήθειες,
τότε θά κατανοήσουμε γιατί, τόσο οί καπιταλιστές δσο καί οί
εργάτες, τόσο οί οικονομολόγοι όσο καί οί σοσιαλιστές, δέν
έθεσαν ποτέ τό ερώτημα: είναι πραγματικά δεδομένη ή άξία
τής εργασίας ή ή τιμή του μεροκάματου; ’Αποτελεί, δηλαδή,
έξαργύρωση ή χρηματοποίηση αυτής τής δεδομένης άξίας τό
ήμερομίσθιο του εργάτη;
Ό άναγνώστης μας ξέρει κιόλας ότι τό ήμερομίσθιο δέν
είναι τίποτε άλλο παρά μόνο μία μορφή εξωτερίκευσης· είναι
ένας άντιστραμμένος τρόπος έκφρασης του ισότιμου πού
καταβάλλεται σάν τιμή τής εργατικής δύναμης καί όχι τής
ίδιας τής έργασίας· στήν πραγματικότητα ή εργατική δύναμη
έχει άξία, γιατί κι αυτή είναι προϊόν τής έργασίας, ή παραγωγή
καί συντήρηση τής όποιας κοστίζουν έργασία. "Ομως πρέπει
νά γίνει σαφές ότι τό σύνολο τών εισαγγελέων, άστυνομικών
καί στρατιωτικών δέν προσφέρει στήν «κοινωνία» τόσο μεγά-

56 . Μ έρ ο ς 'έκτο.
λες υπηρεσίες όσο αυτή ή μορφή εξωτερίκευσης, δηλαδή τό
ημερομίσθιο. 'Ο εργάτης παίρνει, δπως είδαμε, τήν άδεια νά
εργάζεται, δηλαδή νά ζεΐ, μόνο δταν μπει στήν (καταναγκα-
στική) υπηρεσία του καπιταλιστή, άφοΰ κάθε εργασία πού
έκτελεϊ ένας άνθρωπος δωρεάν, γιά λογαριασμό άλλων
άνθρώπων, άπειλούμενος με λιμοκτονία ή φυλάκιση έξαιτίας
αλητείας, εχει τό χαρακτήρα καταναγκαστικών έργων καί
φανερώνει δτι αυτός ό άνθρωπος έγινε υποτελής άλλων άτό-
μων ή μιας ορισμένης τάξης άνθρώπων, δηλαδή δτι στήν
πραγματικότητα είναι δούλος καί δχι ελεύθερος. "Ας δοΰμε
τώρα πώς αυτή ή πραγματική κατάσταση καμουφλάρεται μέ
τή συνηθιζόμενη μορφή τού ημερομισθίου.
Θά χρησιμοποιήσουμε πάλι τό παράδειγμά μας, σύμφωνα
μέ τό όποιο ό εργάτης είναι υποχρεωμένος νά εργάζεται
δώδεκα ώρες τήν ημέρα, δηλαδή έξι ώρες γιά νά κερδίσει τά
μέσα συντήρησής του, ήτοι νά αποζημιώσει τόν καπιταλιστή
γιά τά 20 μάρκα πού του καταβάλλει σάν αντίτιμο τής ημερή­
σιας άξίας τής εργατικής του δύναμης, κφ εξι ώρες γιά νά
αποδώσει στόν ίδιο καπιταλιστή τήν υπεραξία 20 μάρκων.
"Αν τά 20 μάρκα εκφράζουν τήν ήμερήσια άξια ή τήν τιμή τής
εργατικής του δύναμης, αύτά τά 20 μάρκα Αντιπροσωπεύουν
τό ημερομίσθιο γιά δωδεκάωρη εργασία: ή άξια δηλαδή ολό­
κληρου τοΰ μεροκάματου εκφράζεται μέ τό άντίτιμο τού μισού
μεροκάματου. Ό εργάτης εμφανίζεται εξοφλημένος γιά τή
δωδεκάωρη εργασία του, σάν νά μήν είχε εργαστεί ούτε ένα
λεπτό δωρεάν. "Ετσι έχει εξαφανιστεί κάθε ίχνος καταναγκα-
στικότητας καί ύποτέλειας. ‘Αλλά δέν είναι μόνο αύτό. "Οταν
ή εργασία μεταβάλλεται ή ίδια σέ άξια, άντί νά είναι δημιουρ­
γός άξίας, τότε, σάν κάθε άλλο παραγωγικό μέσο, δέν μπορεί
πιά νά προσθέσει περισσότερη άξια στό προϊόν - γιά τήν
παραγωγή τοΰ όποιου καταναλώθηκε - άπό κείνη πού έχει ή
ίδια, στό δικό μας παράδειγμα τήν άξία των 20 μάρκων. Τά

κεφ. δ έκ α το 'έβδομο, σ ελ. 5 5 2 - 5 5 6 57


άλλα 20 μάρκα πού προστέθηκαν στήν άξια τού προϊόντος καί
διοχετεύτηκαν σάν υπεραξία στήν τσέπη τοϋ καπιταλιστή, δέν
μπορούν κάτω άπό αυτές τις προϋποθέσεις νά πηγάζουν άπό
τή δωδεκάωρη εργασία τοϋ εργάτη, γιατί αύτή αποζημιώθηκε
κιόλας ολοκληρωτικά μέ τό ημερομίσθιο τών 20 μάρκων: ή
υπεραξία τών 2 0 μάρκων πρέπει να προέρχεται άπό άλλη
πηγή είτε άπό κρυφή 'αυτογονιμοποίηση \ του κεφαλαίου είτε
άπό ' τιτάνια εργασία’ του καπιταλιστή, οπότε θά ήταν συνώ­
νυμο τοϋ δικού του ημερομισθίου.
Στίς συνθήκες αγγαρείας (Fronarbeit) ή κατάσταση
τών πραγμάτων είναι αύτή. 'Ο ύποκείμενος σέ σχέση
άγγαρείας εργάζεται τόσες μέρες γιά λογαριασμό του καί
τόσες έκτελεί καταναγκαστική εργασία. Στό δουλοκτη­
τικό σύστημα εμφανίζεται απλήρωτο καί τό μέρος εργα­
σίας μέ τό όποιο ό δούλος άποζημιώνει τό αφεντικό του
γιά τά μέσα συντήρησης. ’Ενώ στήν τελευταία περί­
πτωση ή σχέση ιδιοκτησίας, κάτω άπό τή νόποία βρίσκε­
ται ό δούλος, συγκαλύπτει τήν εργασία γιά λογαριασμό-
συντήρησή του, στή μισθωτή εργασία καμουφλάρεται ή
εργασία χωρίς άποδοχές κάτω άπό τή σχέση χρηματικής
μίσθωσης.
"Οταν δμως άποκαλυφτεΐ τό μυστικό τής αξίας ή τής
τιμής τής εργασίας καί κατά συνέπεια καί τού ήμερομι-
σθίου, τότε μπορούμε νά εκθέσουμε τούς νόμους πού
καθορίζουν τήν αξία ή τήν τιμή τής εργατικής δύναμης,
παρά τόν άντιστραμμένο χαρακτήρα έκφρασης αύτών
τών δεδομένων. Οί επικρατέστερες μορφές μισθού είναι ή
άμοιβή κατά μονάδες χρόνου καί ή άμοιβή μέ τό κομμάτι.
’Επειδή ή εργατική δύναμη πουλιέται πάντοτε γιά μιά
ορισμένη διάρκεια εργασίας, άρχικά παίρνει καί ό μισθός
τή μορφή τού ήμερομισθίου (μισθός μιας ήμέρας), τού
βδομαδιάτικου (μισθός μιας εβδομάδας) κλπ. Στήν περί-

58 Μ έρ ο ς 'έκτο.
πτώση τής αμοιβής μέ τό κομμάτι ή εργασία φαίνεται νά
αμείβεται σέ αναλογία πρός τά παραγόμενα προϊόντα της.
Γιά τή σωστή εκτίμηση τής τιμής εργασίας στήν
περίπτωση τής αμοιβής κατά μονάδες χρόνου, παίρνουμε
σάν μέτρο τήν ώρα, δηλαδή διαιρούμε τό ημερομίσθιο
διά του αριθμού ώρών τής ημερήσιας εργασίας. "Αν δέν
κάνουμε αύτή τή διαίρεση, φτάνουμε σέ εσφαλμένο απο­
τέλεσμα. "Αν π.χ. ένας εργάτης εργάζεται δέκα καί ένας
άλλος δώδεκα ώρες τήν ήμέρα, ενώ κερδίζουν καί οί δύο
άπό 20 μάρκα, τό ημερομίσθιό τους είναι μέν ϊσο, άλλά ή
τιμή εργασίας διαφορετική, άφοΰ τό ωρομίσθιο του ενός
είναι 2 μάρκα καί του άλλου 1,66.
'Ό που επικρατεί τό λεγόμενο ωρομίσθιο, εΰκολα μπο­
ρεί νά δημιουργηθει κατάσταση επικίνδυνη γιά τούς
εργάτες. ' Ο καπιταλιστής ενδέχεται νά ζητεί τή μιά φορά
ασυνήθιστα πολύωρη καί τήν άλλη ασυνήθιστα λιγόωρη
εργασία, οπότε άλλοτε οί εργάτες εξαντλούνται άπό
υπερκόπωση καί άλλοτε δέν κερδίζουν παρά μόνο τά από­
λυτα άναγκαΐα γιά τή συντήρησή τους.
'Ό τα ν έχει εΐσαχθεΐ ένα κανονισμένο ώράριο καί
εκτός αϋτοϋ υπάρχουν καί οί υπερωρίες, κάτι πού αρέσει
στούς καπιταλιστές, τότε τό συνολικό ήμερομίσθιο μαζί
μέ τήν αμοιβή των ύπερωριών δέν είναι μεγαλύτερο,
συχνά μάλιστα είναι μικρότερο άπό τήν ήμερήσια άξία
τής εργατικής δύναμης.
'Ό σ ο μεγαλύτερο είναι τό ήμερήσιο ώράριο (άδιά-
φορο άν ένα μέρος του θεωρείται ύπερωριακό), τόσο
χαμηλότερος είναι ό μισθός. "Οσο περισσότερο δηλαδή
παράγει ένας εργάτης, τόσο λιγότεροι εργάτες είναι άπα-
ραίτητοι γιά τήν παραγωγή μιας ορισμένης ποσότητας
εμπορευμάτων όταν αύξάνεται ή προσφορά εργατικής
δύναμης, μειώνεται ή τιμή της. Στούς κλάδους δπου τό

κεφ. δ έκ α το έβ δ ο μ ο , δ έκ α το όγδοο, σ ελ. 5 5 7 - 5 68 59


ήμερήσιο ωράριο είναι έκτακτα μεγάλο καί ό καπιταλι­
στής αποκομίζει άσυνήθιστα κέρδη, τόσο μέ τήν επέ­
κταση τής ύπερέργασίας όσο καί μέ την πτώση του
κανονικού ήμερομισθίου, σέ τέτοιους κλάδους, λοιπόν,
πέφτουν σιγά-σιγά καί οί τιμές των εμπορευμάτων, έξαι-
τίας του συναγωνισμού, κάτω άπό τό κανονικό τους ϋψος'
γ ι’ αύτό οί καπιταλιστές καταπολεμούν μέ ιδιαίτερο πεί­
σμα τήν επιστροφή σέ μικρότερο ωράριο καί ψηλότερα
ημερομίσθια.
Ή αμοιβή μέ τό κομμάτι είναι ή αλλαγμένη μορφή
τής αμοιβής κατά μονάδες χρόνου, μολονότι δημιουργεΐ-
ται ή εντύπωση ότι σ ’ αύτό τό είδος μισθού ή τιμή τής
εργασίας ορίζεται άπό τήν ποσότητα τοϋ προϊόντος πού
παράγεται. Στόν καθορισμό τοϋ μισθού κατά τεμάχια
τίθενται πάντοτε τά ερωτήματα: Πόσο διαρκεΐ τό κανο­
νικό ωράριο; Πόσο εμπόρευμα παράγει ένας εργάτης μέ
μέση έργατικότητα καί έπιδεξιότητα σ ’ αύτό τό διά­
στημα; Πόσο είναι τό ημερομίσθιο κάτω άπό αύτές τίς
συνθήκες; ’ Εάν π.χ. διαπιστωθεί ότι ένας εργάτης σέ
δώδεκα ώρες παράγει 20 τεμάχια ενός εμπορεύματος καί
παίρνει 20 μάρκα, τότε ή άμοιβή μέ τό κομμάτι άνέρχεται
σέ ένα μάρκο γιά κάθε τεμάχιο, ήτοι σέ 20 μάρκα γιά 20
τεμάχια. Γιά τόν έργάτη, λοιπόν, άπό αύτή τήν αλλαγή
μορφής τής άμοιβής δέν προκύπτουν διόλου πλεονεκτή­
ματα, ένώ ό καπιταλιστής είναι σέ θέση νά άποσπά
μερικά οφέλη άπό τέτοιες άλλαγές.
’ Ενώ στήν περίπτωση τής άμοιβής κατά μονάδες χρό­
νου είναι δυνατό στόν έργάτη νά παράγει καμιά φορά
λιγότερα εμπορεύματα άπό δσα παράγονται κατά μέσο
δρο, ένώ δηλαδή ό εργάτης μπορεί μερικές φορές νά
«έξαπατήσει» τόν καπιταλιστή, στήν περίπτωση τής
άμοιβής μέ τό κομμάτι ό εργάτης είναι ύποχρεωμένος νά

60 Μ έ ρ ο ς έκτο.
παράγει οπωσδήποτε μιά συγκεκριμένη ποσότητα εμπο­
ρευμάτων, γιά νά είσπράξει τό συμφωνημένο μισθό. Τό
ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν ποιότητά, πού δεν πρέπει νά
ξεφεύγει άπό τά όρια ανοχής. Τά παράπονα σχετικά μέ
τήν ποιότητα καί οί κρατήσεις είναι σύμφυτες μέ τήν
αμοιβή κατά τεμάχιο καί συχνά παίρνουν μορφή συστη­
ματικής απάτης. Πάντως, ό καπιταλιστής μειώνει στό
ελάχιστο τά έξοδα έπόπτευσης.
Στήν περίπτωση τής εργασίας «κατ’ οίκον», πού άνα-
φέραμε παραπάνω, επικρατεί ό τύπος αμοιβής μέ τό κομ­
μάτι- εδώ τά έξοδα έπόπτευσης μηδενίζονται, εφόσον ή
’ίδια είναι άδύνατη.
Στίς βιοτεχνίες καί στά εργοστάσια ό καπιταλιστής
κλείνει συμβόλαια μέ βάση τήν αμοιβή μέ τό κομμάτι, μέ
εργολάβους συνεργείων, οί όποιοι, μέ τή βοήθεια εργα­
τών πού προσλαμβάνουν, παράγουν μιά ορισμένη ποσό­
τητα έμπορευμάτων συμφωνημένης αξίας- σ ’ αύτή τήν
περίπτωση οί εργολάβοι εκμεταλλεύονται τούς βοηθούς -
εργάτες. 'Ο εργάτης εκμεταλλεύεται έτσι τόν εργάτη καί
ό καπιταλιστής καί τούς δύο, μέ συγκαλυμμένο τρόπο.
'Ο εργάτης μέ τό κομμάτι, καταβάλλει ακραίες προ­
σπάθειες γιά νά μεγαλώσει τίς αποδοχές του καί προτιμά
τήν επέκταση τού έργάσιμου χρόνου- αύτό όμως τελικά
έχει σάν επακόλουθο τή μείωση του μισθού του στή βάση
του ώρομισθίου, όπως συμβαίνει καί στήν περίπτωση τής
άμοιβής κατά μονάδες χρόνου. Οί εργάτες μέ τό κομμάτι,
εκθέτουν μακροπρόθεσμα τήν ύγεία τους σέ κίνδυνο,
άρρωσταίνουν, πεθαίνουν πρόωρα καί τό τελικό αποτέλε­
σμα είναι πενιχρότερο άπό τήν περίπτωση τής άμοιβής
κατά μονάδες χρόνου. Κύριο αϊτιο του κακοΰ είναι ή
έλλειψη πληροφόρησης των έργατών σχετικά μέ τούς
νόμους τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.

κι:φ. όίικατο ί.νατο, σελ. 5 6 9 - 5 7 7 61


Ή άμοιβή μέ τό κομμάτι εμφανίστηκε σποραδικά
ήδη στό 14ο αιώνα, ή γενική δμως διάδοσή της σημειώ­
θηκε μέ τήν εφαρμογή μεγαλοβιομηχανικών μεθόδων
παραγωγής· ή βιομηχανία εφάρμοσε αύτό τό είδος άμοι­
βής στήν περίοδο των πρώτων επιδρομών της, κυρίως σάν
μοχλό επέκτασης του ώραρίου καί μείωσης τοϋ ημερο­
μισθίου.
'Η διαδικασία διατήρησης
καί συσσώρευσης του κεφαλαίου

Μιά κοινωνία δέν παύει ποτέ νά παράγει, εφόσον δεν


μπορεί νά σταματήσει τήν κατανάλωση. Κάθε κοινωνική
διαδικασία παραγωγής, άν τή δοϋμε σάν μόνιμη υπό­
σταση καί σάν ακατάπαυτη ροή ανανέωσής της, είναι
ταυτόχρονα διαδικασία άναπαραγωγής καί αύτοδιατήρη-
σης. Κάθε διαδικασία παραγωγής έχει σήμερα καπιταλι­
στικό χαρακτήρα.
'Η διαδικασία παραγωγής άρχίζει μέ τήν αγορά τής
εργατικής δύναμης γιά μιά ορισμένη περίοδο, πού ανανε­
ώνεται συνέχεια κάθε φορά πού λήγουν οί αντίστοιχες
προθεσμίες. ' Ο εργάτης αμείβεται πάντα μετά τήν τέλεση
τών καθηκόντων του. 'Έ να μέρος του προϊόντος πού
παρήγαγε ό εργάτης, επιστρέφει στόν^ίδιο μέ κανονικό
ρυθμό παίρνοντας τή μορφή μισθού.
Ά ς ύποθέσουμε τώρα ότι ένας καπιταλιστής κατέχει
άρχικά 20.000 μάρκα, χωρίς νά εξετάσουμε ποϋ τά βρήκε-
τά άξιοποιεΐ όμως μέ καπιταλιστικό τρόπο, πού του άπο-
φέρει μιά υπεραξία 4.000 μάρκων τό χρόνο. ’Ά ν κατανα­
λώνει ολόκληρη τήν υπεραξία, σέ πέντε χρόνια θά ’έ χει
καταναλώσει ένα ποσό ϊσο πρός τό αρχικό του κεφάλαιο.
’Ά ν τώρα ό καπιταλιστής φαντάζεται πώς έφαγε μόνο τά
κέρδη, άλλά διατήρησε τό αρχικό κεφάλαιό του καί άν
μέρη αύτοϋ τοϋ κεφαλαίου, π.χ. κτίρια, μηχανές κλπ.,
ύπάρχουν ακόμη στήν πρώτη τους μορφή, όλα αύτά δέν
έχουν σημασία. 'Ο καπιταλιστής κατανάλωσε τήν άρχι-
κή άξία κεφαλαίου, πού άνερχόταν σέ 20.000 μάρκα. ’Ά ν

Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο . κι:φ. ο ίκ ο α τό π ρ ώ το , σ ελ. 5 8 4 - 5 88 63
δέν είχε αντικαταστήσει τήν αξία του αυτή μέ απλήρωτη
εργασία, θά είχε εξανεμιστεί ολόκληρο τό κεφάλαιό του
ή τά χρέη του άπέναντι σέ τρίτους θά είχαν άνέλθει στό
ποσό του άρχικοϋ κεφαλαίου. Σ ’ αυτή, λοιπόν, τήν περί­
πτωση τό κεφάλαιο άναπαράχθηκε σέ πέντε χρόνια. ' Η
αρχική αξία, άν διαιρεθεί διά τής ετήσιας καταναλωμέ­
νης υπεραξίας, θά μας δώσει τόν άριθμό ετών ή τήν περί­
οδο αναπαραγωγής, μετά τή λήξη τής όποιας κατανα-
λίόθηκε ή αρχική αξία τοϋ κεφαλαίου πού τοποθέτησε ό
καπιταλιστής καί, κατά συνέπεια, εξαφανίστηκε. Εϊτε τό
κεφάλαιο προέρχεται άπό προσωπική εργασία εϊτε από
άλλη πηγή, γίνεται - ένωρίτερα ή αργότερα — ή ενσάρ­
κωση απλήρωτης, ξένης εργασίας.
Πρωταρχικές προϋποθέσεις γιά τή μεταβολή τοϋ χ ρ ή ­
ματος σέ κεφάλαιο δέν ήταν μόνο ή παραγωγή καί ή κυρι­
αρχία εμπορευμάτων. Στήν άγορά χρειάστηκε νά άντι-
παραταχτοϋν οί κάτοχοι άξιών ή χρήματος καί οί
κάτοχοι άξιογόνων ειδών, οί κάτοχοι μέσων παραγωγής
καί βιοτικών μέσων καί οί κάτοχοι εργατικής δύναμης,
σάν αγοραστές ή πωλητές. Αύτή ή δοσμένη βάση τής
καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας αύτοσυντηρεΐ-
ται. Ό εργάτης, λοιπόν, παράγει διαρκώς τόν πλοϋτο
αγαθών σάν κεφάλαιο, δήλαδή σάν δύναμη ξένη πρός
αύτόν, κυριαρχική καί εκμεταλλευτική του εξουσία, καί ό
καπιταλιστής παράγει, επίσης, διαρκώς τήν εργατική
δύναμη σάν πηγή πλούτου, καθαρά προσωπική καί άπο-
χωρισμένη άπό τά μέσα άντικειμενικοποίησης καί πρα­
γματοποίησης, μιά πλουτοφόρα πηγή πού περιορίζεται
στήν άπλή σωματικότητα τοϋ εργάτη.
’Ακόμη καί ή άτομική κατανάλωση τοϋ εργάτη ανή­
κει στή σφαίρα παραγωγής καί άναπαραγωγής, εφόσον
συντελεί μόνο στή συντήρηση τής εργατικής δύναμης,

64 Μ έρ ο ς 'έβδομο

\
όπως π.χ. συντήκουν τίς μηχανές τό λάδωμα, ιό καθάρι­
σμα κλπ.
"Ο,τι καταναλώνει ό εργάτης προσωπικά, γιά νά μπο­
ρεί νά εργάζεται, τό καταναλώνει πρός όφελος τοΰ καπι­
ταλιστή, όπως καί τά μεταγωγικά ζώα τρώνε πρός όφελος
τοΰ ιδιοκτήτη τους.
’Από κοινωνική άποψη ή εργατική τάξη είναι, άκόμη
καί έξω άπό τήν άμεση διαδικασία τής εργασίας, εξάρ­
τημα τοΰ κεφαλαίου άκριβώς όπως τά νεκρά εργαλεία. ' Ο
δοΰλος των Ρωμαίων είναι δεμένος μέ τόν ιδιοκτήτη του
μέ αλυσίδες, ό μισθωτός εργάτης μέ άόρατα νήματα.
Παλιότερα, τό κεφάλαιο κατακύρωνε τόν «ελεύθερο
εργάτη» σάν ιδιοκτησία του μέ τη βοήθεια αναγκαστικών
διατάξεων, όταν τό θεωροΰσε άπαραίτητο. Π.χ. στήν
'Α γγλία τό 1815 είχε απαγορευτεί ή μετανάστευση των
μηχανοποιών. Κατά τή διάρκεια τοΰ άμερικανικοϋ εμφύ­
λιου πολέμου, όταν ή άγγλική βαμβακοβιομηχανία βρι­
σκόταν σέ έξουθενωτική κρίση, οί,εργάτες ζητούσαν
εθνική βοήθεια γιά νά τούς διευκολυνθεί ή μετανά­
στευση. Οί λόρδοι βαμβακοβιομήχανοι πρότειναν τότε
νά χορηγηθεί στούς εργάτες, σάν άμοιβή γιά κάποια άπα-
σχόληση (πλύσιμο πετρών κλπ.), ένα μικρό «επίδομα»,
ώστε νά μήν πεθάνουν, νά μήν τούς διευκολύνουν όμως μέ
κανέναν τρόπο στή μετανάστευση. Χαρακτήρισαν, χωρίς
περιστροφές καί διπλωματικές διατυπώσεις, τούς εργάτες
σάν γαλακτοφόρες άγελάδες πού θά ξαναχρειαστοϋν
άργότερα, γιατί ήξεραν ότι χωρίς αύτές είναι άδιανόητη
ή άπομύζηση ύπεραξίας. Τό Κοινοβούλιο των καπιταλι­
στών δέν λησμόνησε τό ρόλο του καί ένέκρινε τίς επιθυ­
μίες των βαμβακοευγενών.
' Η καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής άναπαρά-
γει, λοιπόν, στήν ’ίδια της τήν πορεία τό διαχωρισμό

κτ.φ. εικ ο σ τ ό π ρ ώ το , σ ελ. 5 8 9 - 5 9 7 65


μεταξύ τής εργατικής δύναμης καί των όρων εργασίας.
’Αναπαράγει καί διαιωνίζει έτσι τούς δρους εκμετάλλευ­
σης τους εργάτη. ’Εξαναγκάζει τόν εργάτη νά πουλάει
συνέχεια τήν εργατική του δύναμη, γιά νά ζήσει καί δίνει
στόν καπιταλιστή διαρκώς τή δυνατότητα νά τήν αγορά­
ζει, γιά νά πλουτίζει. Δέν είναι πιά κάποια σύμπτωση πού
οδηγεί στήν άγορά τόν καπιταλιστή σάν αγοραστή καί
τόν εργάτη σάν πωλητή. Είναι οί συμπληγάδες τής ’ί διας
τής διαδικασίας, πού εξαναγκάζουν τόν ενα νά πουλάει
συνέχεια τήν εργατική του δύναμη στήν άγορά,στήν
όποία τόν εξακοντίζει πάλι μόλις πάει νά άπαλλαγεΐ, καί
πού μεταβάλλουν τό δικό του προϊόν σέ άγοραΐο μέσο ιού
άλλου. Στήν πραγματικότητα, ό έργάτης ανήκει στό
κεφάλαιο, προτού πουληθεί στόν καπιταλιστή. ' Η ύποτέ-
λεια - υπηκοότητά του είναι ταυτόχρονα ρυθμισμένη καί
συγκαλυμμένη άπό τήν περιοδική άνανέωση τής αύτοπώ-
λησής του - δηλαδή τήν άλλαγή του άτομικοϋ του
άφέντη - καί άπό τις διακυμάνσεις τής άγοραίας τιμής
τής εργασίας. ' Η καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής
καί άναπαραγωγής δέν παράγει μόνο εμπόρευμα, δέν
παράγει μόνο υπεραξία, άλλά παράγει καί συντηρεί τις
’ίδιες τις καπιταλιστικές σχέσεις, δηλαδή άπό τή μιά
μεριά τόν καπιταλιστή καί άπό τήν άλλη τό μισθωτό
εργάτη.
Μ έχρι τώρα πραγματευτήκαμε τό έρώτημα, πώς άπό
τό κεφάλαιο δημιουργεΐται ή ύπεραξία- άς δούμε τώρα
πώς άπό τήν υπεραξία δημιουργεΐται τό κεφάλαιο. ’Έ στω
ένα κεφάλαιο 200.000 μάρκων, πού άποφέρει ύπεραξία
40.000 μάρκων τό χρόνο, ή όποία ξανατοποθετεΐται συνέ­
χεια στήν παραγωγή, κάτω άπό σταθερές συνθήκες,
όπότε άπό αύτές τίς 40.000 προκύπτει ή ύπεραξία 8.000
μάρκων τό χρόνο. Δέν μας απασχολεί τώρα άπό πού προ-

6£ Α1 ί:/> ο ς / ' / ) <) ο μ ο ,

\
έρχονται τά πρώτα 200.000 μάρκα, αλλά θά μπορούσαμε
νά υποθέσουμε δτι ό ιδιοκτήτης τους (πού είναι ϊσως ενας
σύγχρονος 'Η ρακλής), τά δημιούργησε μέ προσωπική
του εργασία. Ξέρουμε όμως πολύ καλά πώς δημιουργή-
θηκε ή ύπεραξία των 40.000 μάρκω ν δτι, δηλαδή, πρόκει­
ται γιά ξένη κι απλήρωτη εργασία πού μεταβλήθηκε σέ
χρήμα. ’Ακόμη καλύτερα ξέρουμε πώς δημιουργήθηκαν
τά 8.000 μάρκα! Γιά νά τά παραγάγει ό καπιταλιστής
χρειάστηκε νά «βάλει» (ρισκάρει;) μόνο δσα, φανερά πιά,
άπόχτησε άπό ξένη εργασία. Κατά συνέπεια, δσο περισ­
σότερη ξένη κι απλήρωτη εργασία βάζει στήν υπηρεσία
του ό καπιταλιστής, τόσο πιό πολλές δυνατότητες έχει νά
απασχολεί στό εξής άπλήρωτη εργασία. Μέ άλλα λόγια:
δσο πιό αδιάντροπα εκμεταλλεύεται ό καπιταλιστής τόν
εργάτη, τόσο εύκολότερα είναι σέ θέση νά εκμεταλλεύε­
ται ολοένα πιό πολλούς εργάτες. « Ή εργασία», λέει ό
Wakefield, «δημιουργεί τό κεφάλαιο, προτού τό κεφάλαιο
χρησιμοποιήσει τήν εργασία». ,
Στήν πρώτη περίπτωση κάναμε τήν υπόθεση πώς ό
καπιταλιστής καταναλώνει ολόκληρο τό ποσό τής ύπερα-
ξίας γιά τή δική του συντήρηση, ενώ στη δεύτερη υποθέ­
σαμε δτι μεταβάλλει ολόκληρη τήν ύπεραξία σέ πρόσθε­
το κεφάλαιο. Στήν πραγματικότητα δμως δέν συμβαίνει
οϋτε τό άλλο αποκλειστικά, γιατί ή ύπεραξία κατά ένα
μέρος προστίθεται στό έργαζόμενο κεφάλαιο καί κατά
ένα μέρος καταναλώνεται ιδιωτικά.
Τό ποσό τής παραγόμενης σέ μιά χώρα ύπεραξίας πού
θά μπορούσε νά μεταβληθεΐ σέ κεφάλαιο, είναι λοιπόν
πάντοτε μεγαλύτερο άπό εκείνο πού τελικά κεφαλαιοποι-
εΐται. "Οσο πιό αναπτυγμένη είναι ή καπιταλιστική
παραγωγή, δηλαδή δσο περισσότερη ύπεραξία δημιουρ-
γεΐται, τόσο μεγαλύτερες είναι ή πολυτέλεια καί ή σπα­

κι:φ. εικ ο σ τ ό π ρ ώ το , εικ ο σ τ ό δ εύτερ ο, σ ε λ .5 9 8 - 6 12 67


τάλη των καπιταλιστών.
'Ο καπιταλιστής όμως έχει κάποιά ιστορική απο­
στολή καί έναν ιστορικό λόγο ύπαρξης μόνο έφόσόν ό
ίδιος καταναλώνει όσο τό δυνατόν μικρότερο καί κεφα-
λαιοποιεϊ όσο τό δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο τής παρα-
γόμενης υπεραξίας. ’Εάν τό έκανε, θά ανάγκαζε τήν
ανθρωπότητα νά παράγει γιά χάρη τής παραγωγής καί νά
συντελεί στή δημιουργία τέτοιων συνθηκών παραγωγής,
πού θά αποτελούσαν τό γνήσιο θεμέλιο ενός ψηλότερου
κοινωνικού συστήματος. ’Εξάλλου, ό καπιταλιστής εξα­
ναγκάζεται νά διευρύνει συνέχεια τό κεφάλαιό του, έξαι-
τίας τού συναγωνισμού.. Μέ τήν αύξηση τού κεφαλαίου
του διευρύνεται καί ή εξουσία τού καπιταλιστή, όπότε ή
άρχομανία συνενώνεται μέ τήν πλουτομανία.
Στά πρώτα στάδια τού καπιταλιστικού τρόπου παρα­
γωγής - καί κάθε νεοφώτιστος κεφαλαιοκράτης περνάει
ατομικά μεσα άπό αύτά τά στάδια - ή πλουτομανία καί ή
φιλαργυρία κυριαρχούν σάν άνυποχώρητα πάθη.
’Αλλά ή πρόοδος τής καπιταλιστικής παραγωγής δέν
δημιουργεί μόνο έναν κόσμο απολαύσεων. Μέ τήν κερδο­
σκοπία καί τό πιστωτικό σύστημα ανοίγει χίλιους κρου­
νούς ξαφνικού πλουτισμού. Σέ ένα ορισμένο επίπεδο
εξέλιξης ένας εθιμικός βαθμός σπατάλης, πού σημαίνει
ταυτόχρονα επίδειξη πλούτου καί, κατά συνέπεια, φερεγ-
γυότητα, γίνεται επιχειρησιακή αναγκαιότητα τού κεφα­
λαιοκράτη.
Φιλαργυρία καί φιληδονία είναι ή δικέφαλη ψυχή τού
κεφαλαιοκράτη. ' Η φιλαργυρία δέν εξωθεί τόν καπιταλι­
στή τόσο πολύ στίς διαβόητες στερήσεις, τή λιτότητα
κλπ., άλλά κυρίως σέ ολοένα μεγαλύτερη εκμετάλλευση
τών εργατών, καθήλωση τών μισθών καί τά παρόμοια.

68 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο ,
' Ο καπιταλιστικός πληθυσμιακός νόμος

Ά φ ο ϋ , όπως είδαμε, ένα μέρος τής υπεραξίας προστί­


θεται συνέχεια στό κεφάλαιο, δηλαδή επενδύεται στήν
παραγωγική διαδικασία (μέ αλλα λόγια τό κεφάλαιο
μεγαλώνει καί ή παραγωγή έπεκτείνεται), πρέπει νά μεγα­
λώνει συνέχεια καί εκείνο τό μέρος του κεφαλαίου, πού
διατίθεται γιά τήν αγορά εργατικής δύναμης: τό κοντύλι
τών μισθών.
"Αν λάβουμε ύπόψη μας τώρα δτι ό καπιταλιστικός
τρόπος παραγωγής αύτοαναπαράγεται, δηλαδή από τή
μιά μεριά παράγει τόν καπιταλιστή καί από τήν άλλη τό
μισθωτό εργάτη, τότε κατανοούμε πιά ότι μέ τήν οινοπα­
ραγωγή του κεφαλαίου σέ προχωρημένη κλίμακα πρέπει
νά δημιουργοϋνται άπό τή μιά μεριά περισσότεροι ή
μεγαλύτεροι καπιταλιστές καί άπό τήν άλλη περισσότε­
ροι μισθωτοί εργάτες. Μερικές φορές εμφανίζονται,
βέβαια, συνθήκες (μέ τό άνοιγμα νέων άγορών, τή δημι­
ουργία νέων παραγωγικών κλάδων κλπ.), πού προωθούν
τήν αύξηση του κεφαλαίου σέ βαθμό πού δέν συμβαδίζει
μέ τήν εισροή εργατικής δύναμης στήν παραγωγική δια­
δικασία' σ ’ αύτές τίς περιπτώσεις αυξάνεται τό ήμερομί-
σθιο. "Ομως τέτοιες έξαιρέσεις δέν αναιρούν τόν κανόνα.
(Καί σ ’ αύτές τίς περιπτώσεις ό καπιταλιστής δέν περιμέ­
νει τήν πληθυσμιακή αύξηση τών εργατών, γιά νά ξανα-
πέσει ή τιμή τής εργατικής δύναμης. ’Αφήνει τούς
θεωρητικούς νά περιμένουν άπό κείνον τέτοια ιώβεια
υπομονή! Σάν άετονύχης πρακτικός προτιμά νά τάζει πρι­
μοδοτήσεις σέ όσους θά επινοήσουν ένα μηχάνημα, πού
θά αντικαταστήσει εργάτες).

κεφ. ε ικ ο σ τ ό δεύτερο, εικ ο σ τ ό τρίτο. σελ. 6 1 2 - 646 69


Π ιό πάνω δείξαμε ότι οί μέθοδοι πού υψώνουν τήν
παραγωγικότητα τής εργασίας, προϋποθέτουν παραγωγή
ολοένα ψηλότερων επιπέδων καί είναι αυτονόητο δτι μιά
τέτοια παραγωγή αναπτύσσεται μόνο δταν τά μέσα παρα­
γωγής καί συντήρησης συσσωρεύονται στά χέρια ατομι­
κών καπιταλιστών, εφόσον μιλούμε γιά μιά κοινωνία
δπου τά παραγωγικά μέσα είναι ατομική ιδιοκτησία.
Ή μετάβαση άπό τόν ατομικό τεχνίτη καί τή μικρο-
βιοτεχνία γενικά, στόν καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής,
μπόρεσε νά συντελεστεΐ, γιατί άπό τά πρώτα κιόλας
βήματα τής καπιταλιστικής περιόδου σημειώθηκε μιά
ορισμένη συσσώρευση κεφαλαίου στά χέρια άτομικών
έμπορευματοπαραγωγών. Αύτή μπορεί νά ονομαστεί πρω­
ταρχική κεφαλαιοποίηση· θά δούμε άργότερα πώς έγινε.
'Η συσσώρευση κεφαλαίου, λοιπόν, δίνει τή δυνατό­
τητα νά άναπτυχτεϊ ό καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής,
ό όποιος μέ τή σειρά του διευκολύνει τή συσσώρευση
κεφαλαίου. Οί ξεχωριστοί καπιταλιστές δμως άλληκατα-
πολεμούνται συνέχεια φτηναίνοντας τά εμπορεύματα.
"Οσο μεγαλύτερο είναι τό κεφάλαιο, τόσο ορθολογικό­
τερα μπορεί νά χρησιμοποιηθεί. ’Έ τσ ι οί μικρότεροι
καπιταλιστές θά ύποκύψουν σιγά-σιγά στούς μεγαλύτε­
ρους μή άντέχοντας τό συναγωνισμό. Τά μικρότερα κεφά­
λαια θά άπορροφηθοΰν άπό τά μεγαλύτερα· τό κεφάλαιο
ολοένα συγκεντροποιεΐται, ή παραγωγή γίνεται σέ ολο­
ένα ψηλότερα επίπεδα, ή ’ίδια ή παραγωγική διαδικασία
υποβάλλεται σέ διαρκείς άλλαγές, δλοι οί κλάδοι παρα­
γωγής περνούν σιγά-σιγά στόν καπιταλιστικό τρόπο
παραγωγής καί ή παραγωγικότητα αυξάνεται συνέχεια,
έτσι δπως προωθείται άπό δλα αύτά. Μέ τήν άνάπτυξη
τού κεφαλαίου ένα ολοένα μεγαλύτερο μέρος του τοποθε­
τείται πάγια στά μέσα εργασίας καί ένα μικρότερο,

70 Μ έρ ο ς ϊβ δομο .
κινητό μέρος διατίθεται γιά την εργατική δύναμη.
Αύτή ή προοδευτική μεταβολή τής άναλογίας των δύο
συστατικών μερών του κεφαλαίου ’έχει σάν άναγκαία συνέπεια
δτι στόν 'ίδιο βαθμό πού αυξάνεται ή παραγωγικότητα τη::
κοινωνικής εργασίας καί πού ή εργατική τάξη πολλαπλασιά­
ζει τόν κεφαλαιοκρατικό πλούτο, ή ’ίδια ή εργατική τάξη προ­
σφέρει ταυτόχρονα τά μέσα, γιά νά περισσεύει ένας ολοένα
μεγαλύτερος άριθμός δικών της μ ελώ ν αύτοί πού περισσεύ­
ουν αποτελούν τόν άποκαλούμενο υπερπληθυσμό.
Πρόκειται γιά έναν πληθυσμιακό νόμο, σύμφυτο τοϋ
καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως έξαλλου κάθε
ιστορική περίοδος ενός ιδιαίτερου τρόπου παραγωγής
εμφανίζεται μέ τούς δικούς της πληθυσμιακούς νόμους,
πού ισχύουν μόνο σ ’ αύτή τήν ιστορική φάση. Μόνο στίς
περιπτώσεις των φυτών καί των ζώων υπάρχει ένας άφη-
ρημένος νόμος τοϋ πληθυσμού κι αύτό εφόσον ό άνθρω­
πος δέν επεμβαίνει ιστορικά.
Οί υπεράριθμοι όμως εργάτες, πού δημιουργεί ή συσ­
σώρευση τοϋ κεφαλαίου, μεταβάλλονται μέ τή σειρά τους
πάλι σέ μοχλό συσσώρευσης τοϋ κεφαλαίου. ’Επειδή ή
μεγάλη βιομηχανία βρίσκεται σέ συνεχή αλλαγή καί
επειδή συχνά χρειάζεται νά επεκτείνει ξαφνικά τό δο­
σμένο πεδίο δράσης της κατακτώντας ολοένα καί νέα
πεδία δράσης, έχει άμεση άνάγκη διαθεσίμων, δηλαδή
λίγο ως πολύ μή απασχολούμενων εργατικών μαζών.
Δηλαδή, τό κεφάλαιο δέν χρειάζεται μόνο ενεργητικούς
εργάτες, άλλά καί μία βιομηχανική στρατιά εφεδρείας,
πού μπορεί κάθε στιγμή νά τοποθετεί στήν παραγωγή καί
νά τούς ξαναβγάζει στό περιθώριο, πάντοτε ανάλογα μέ
τίς ανάγκες του. Είναι φυσικό πώς αύτή ή εφεδρική στρα­
τιά δέν άποτελεΐται μόνιμα άπό τούς ’ίδιους εργάτες. Σ ’
αύτήν ανήκει κάθε εργάτης κατά τή διάρκεια τής άνερ-

κι:ψ. ά κ ο ο τ ό τρίτο. σ ελ. 6 4 7 - 6 5 7 71


γίάς του.
"Ολος ό τρόπος κίνησης τής σύγχρονης βιομηχανίας
συμπεριλαμβάνει, λοιπόν, καί τή διαρκή μετατροπή ενός
μέρους του εργατικού πληθυσμού, σέ άνεργα ή μισοαπα-
σχολούμενα «χέρια». Αύτός ό χαρακτηριστικά καπιταλι­
στικός νόμος ύπερπληθυσμού είναι ζωτικός δρος τής
καπιταλιστικής παραγωγής.
Ε’ίδαμε δτι ή ανάπτυξη τού καπιταλιστικού τρόπου
παραγωγής καί τής παραγωγικότητας τής εργασίας -
αιτία καί αποτέλεσμα τής αύξησης τού κεφαλαίου - δίνει
στόν καπιταλιστή τή δυνατότητα νά ρευστοποιεί περισ­
σότερη εργασία μέσω μεγαλύτερης εκμετάλλευσης των
μονάδων εργατικής δύναμης (εργατών), χρησιμοποιώ ν­
τας τό ’ίδιο ποσοστό κινητού κεφαλαίου. Ε’ίδαμε ακόμη
ότι ό καπιταλιστής μέ ’ίσο κεφάλαιο άγοράζει περισσό­
τερα έργατικά χέρια, άφού καταφέρνει νά αντικαθιστά
ολοένα περισσότερους επιδέξιους μέ άδεξιότερους, ώρι­
μους μέ ανώριμους, άρσενικούς μέ θηλυκούς καί ηλικιω ­
μένους μέ νεαρούς έργάτες. ’Από αυτά προκύπτει δτι ή
εξώθηση εργατών σέ διαθεσιμότητα προχωράει γρηγορό­
τερα άπό δσο επιβάλλουν αντικειμενικά ή τεχνική πρόο­
δος, πού επιταχύνεται μέ τήν επέκταση τού κεφαλαίου,
καί ή άντίστοιχη αύξηση τού πάγιου (σέ έργατικά μέσα
επενδυμένου) μέρους τού κεφαλαίου σέ βάρος τού κ ινη ­
τού μέρους του, πού διατίθεται γιά τήν εργατική δύναμη.
"Ενα μέρος των έργατών έργάζεται πιό μακρόχρονα
καί πιό κοπιαστικά άπό τό μέσο δρο. Αύτό τό μέρος πολ­
λαπλασιάζει μ ’ αύτόν τόν τρόπο τούς υπεράριθμους καί
οί τελευταίοι εξαναγκάζουν τούς πρώτους σέ ύπερεργα-
σία (γιά λόγους συναγωνισμού). Αύτό τό δεδομένο είναι
τεράστιο μέσο πλουτισμού των άτομικών καπιταλιστώ ν
επιταχύνει, εξάλλου, τή δημιουργία τής βιομηχανικής

72 Μ έρ ο ς 'έβδομο,
εφεδρικής στρατιάς στό μέτρο τής προοδευτικής αύξη­
σης του κοινωνικού κεφαλαίου.
Γενικά* οί κεντρικοί νόμοι κίνησης του εργατικού
μισθού είναι συναρτήσεις τής αύξομείώσης τής βιομηχα­
νικής εφεδρικής στρατιάς πού αντιστοιχεί στην περιο­
δική εναλλαγή μέσης παραγωγής (πού εχει έναν ορισμέ­
νο ρυθμό αλληλοδιαδοχής), υπερπαραγωγής, ανακοπής,
κρίσης, μέσης παραγωγής κ.ο.κ., μιά εναλλαγή, πού μέ
τήν ανάπτυξη τής μεγάλης βιομηχανίας συντελεΐται σέ
ολοένα ταχύτερο ρυθμό καί κάθε ξεχωριστή φάση της
χαρακτηρίζεται άπό μικρές ανώμαλες διακυμάνσεις.
Οί αυξομειώσεις του εργατικού μισθού δέν ορίζονται,
λοιπόν, άπό τήν κίνηση ολόκληρου του εργατικού πλη­
θυσμού, αλλά άπό τή μεταβαλλόμενη άναλογία τής ενερ­
γητικής στρατιάς πρός τήν εφεδρική στρατιά τής έργα-
τικής τάξης καί τόν κυμαινόμενο βαθμό άπασχόλησης
των εφεδρικών.
'Η σύγχρονη βιομηχανία θά πήγαινε πολύ άσχημα,
εάν ή ζήτηση καί ή προσφορά εργασίας δέν συμμορφω­
νόταν πρός τίς έκάστοτε άνάγκες άξιοποίησης τοϋ κεφα­
λαίου καί ή κίνηση τοϋ κεφαλαίου ήταν, άπεναντίας,
εξαρτημένη άπό τό ύψος τοϋ πληθυσμού.
’Έ τσ ι δμως φαντάζονται τή διαδικασία οί καθηγητές
τής οίκονομολογίας. Σύμφωνα μέ αύτούς, ή αύξηση τοϋ
κεφαλαίου συνεπάγεται τήν αύξηση τοϋ εργατικού μι­
σθού, ή οποία μέ τή σειρά της έχει σάν επακόλουθο μιά
τόσο μεγάλη αύξηση τοϋ εργατικού πληθυσμού, ώστε ή
αύξηση τού κεφαλαίου δέν μπορεί νά συμβαδίζει μέ αύτή,
όπότε πολλοί εργάτες άναγκάζονται τελικά νά μείνουν
άνεργοι καί τό ήμερομίσθιο ξαναπέφτει. ’Αντίστροφα,
υποστηρίζουν, τό χαμηλό ήμερομίσθιο προκαλεί μέ τόν
καιρό τόση μείωση τού έργατοπληθυσμοϋ, πού ή ζήτηση

κεφ. εικ ο σ τ ό τρίτο, σελ. 658 - 661 73


του εργατικού δυναμικού ξεπερνά τη ν προσφορά, ήτοι τό
μειωνόμενο ημερομίσθιο καί ή ταυτόχρονη εντονότερη
εκμετάλλευση τού εργατικού δυναμικού επιταχύνει τήν
αύξηση τού κεφαλαίου, ενώ ή αύξηση τού έργατοπληθυ-
σμού συγκροτείται μέσω τού χαμηλού μισθού. Καί οί δύο
περιπτώσεις προκαλοϋν τελικά νέες αύξήσεις τού ήμερο-
μισθίου, ώσότου οί συνέπειες αύτών των αυξήσεων οδη ­
γήσουν σέ νέες μειώσεις.
Ποτέ όμως μέχρι σήμερα δέν παρατηρήθηκε μιά
τέτοια πτώση τού έργατοπληθυσμού έξαιτίας μιας επιδεί­
νωσης τής θέσης των εργατών, μολονότι ή αθλιότητα σέ
μερικές περιοχές εμφανίζεται μέ πραγματικά δυσάρεστη
μορφή καί συχνά διαρκεϊ πολλές δεκαετίες, ώστε σίγουρα
θά έπρεπε κανείς νά αναμένει τίς προβλεπόμενες αυξή­
σεις τού ημερομισθίου. 'Ο άνθρωπος είναι ’ί σα-ϊσα σέ
θέση νά υπομένει τά πιό απίστευτα, μέχρι νά εξοντωθεί
τελειω τικ ά .Ά ν πάει κανείς στις ύφαντουργικές περιοχές,
δέν θά συναντήσει παρά, σχεδόν αποκλειστικά, πολύτε­
κνες οικογένειες, παρά τήν αξιοθρήνητη αθλιότητα πού
επικρατεί! Στήν άνάγκη, τούς χορηγείται ένα επίδομα
απορίας πού κρατάει τούς πιό φτωχούς τών φτωχών
μεταξύ ζωής καί θανάτου. Καί ή ελειψη εργατικών χεριώ ν
δέν προκαλεΐ αύξηση μισθών. 'Ό που παρατηρεΐται έλ­
λειψη εργατών, προκύπτει ή επιτακτική άνάγκη βελτίω­
σης τών εργατικών μέσων, επινοούνται νέες μηχανές
κλπ., μέ λίγα λόγια, ή διαδικασία παραγωγής άναδιοργα-
νώνεται ετσι ώστε νά άρκούν οί διαθέσιμοι εργάτες καί νά
περισσεύουν μερικοί άπό όσους ήδη απασχολούνται. Τό
κεφάλαιο δέν άσχολεΐται ποτέ, ούτε τώρα ούτε μελλον­
τικά, μέ τέτοια άνιαρά πράγματα, δηλαδή δέν περιμένει
ώσότου οί εργάτες γλυκαθούν άπό τούς ψηλούς μισθούς
καί παρασυρθοϋν σέ άκόμη περισσότερες γεννήσεις.

74 Μ έρ ο ς 'έβδομο, κεφ. εικ ο σ τ ό τρίτο, σελ. 661 - 66 3


δηλαδή σέ τόσο γρήγορη άναπαραγωγή του έργατοπλη-
θυσμοΰ, ώστε νά ξαναπέσουν οί μισθοί. "Οταν τό.κεφά-
λαιο χρειάζεται περισσότερους εργάτες, τούς χρειάζεται
αμέσως καί όχι σέ δέκα ώς είκοσι χρόνια.
' Ο αριθμός των απασχολούμενων εργατών δέν αυξάνεται
μέ τόν ίδιο ρυθμό δπως τό κεφάλαιο, άλλά αντίστροφα: μέ τήν
άνάπτυξη τής μεγάλης βιομηχανίας μειώνεται προοδευτικά.
’Εάν άπό τή μιά μεριά ή συσσώρευση κεφαλαίου προκαλεϊ
αύξηση στή ζήτηση εργατικών χεριών, άπό τήν άλλη μεριά
μεγαλώνει - ταυτόχρονα - τήν προσφορά των «εφεδρικών»
καί τήν πίεσή τους πάνω στούς ήδη απασχολούμενους,
έξαιτίας τής έπετακτικής καί εξελικτικής ώθησης πού
δίνει ή συσσώρευση κεφαλαίου στήν καπιταλιστική δια­
δικασία παραγωγής. 'Η νομοτελειακή κίνηση προσφο­
ράς καί ζήτησης σ ’ αύτή τή βάση ολοκληρώνει τό
δεσποτισμό τοϋ κεφαλαίου.
Οί διάφορες μορφές τής καπιταλιστικής
αύξησης του πληθυσμοϋ.
Μαζική φτώχεια

Ή παραγωγή υπεράριθμων έργατφν διαδραματίζεται


μέ διαφορετικούς τρόπους. Σέ πολλούς βιομηχανικούς
κλάδους τοποθετούνται αρσενικοί εργάτες μαζικά’ μόλις
φτάσουν σέ μιά ορισμένη ήλικία, διώχνονται πολλοί από
αύτούς καί άντικαθιστώνται άπό νεώτερους. "Ενα μέρος
άπό τούς «περιττούς» μεταναστεύει ακολουθώντας τό
μετακινούμενο κεφάλαιο. ’ Επακόλουθο αυτών τών μετα­
ναστεύσεων είναι ή δυσανάλογη αύξηση τού θηλυκού
πληθυσμοϋ.
Καί ή φαινομενική άντίφαση ταυτόχρονης έλλειψης
καί αφθονίας εργατικών χεριών μπορεί νά εξηγηθεί άπό
τίς ιδιομορφίες τοΰ καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Ά π ό τή μιά μεριά, τό κεφάλαιο χρειάζεται άναλογικά
περισσότερους νεαρούς άπό ήλικιωμένους άρσενικούς
εργάτες καί άπό τήν άλλη, ό καταμερισμός τής εργασίας
αλυσοδένει τούς εργάτες σέ ορισμένους κλάδους. ’Έ τσ ι,
τό 1866, βρίσκονταν στό Λονδίνο 80.000 μέχρι 90.000
εργάτες στό πεζοδρόμιο καί ταυτόχρονα παρατηρούνταν
έλλειψη εργατικών χεριών στίς βιομηχανικές περιοχές.
Μέ τή γρήγορη «κατανάλωση» τής εργατικής δύνα­
μης άπό τό κεφάλαιο, οί μεσόκοποι εργάτες «έχουν φάει
τό ψωμί τους» καί μπαίνουν στή χορεία τών υπεραρίθμων,
άν δεν δεχτούν κατώτερες δουλειές μέ μειωμένο ήμερομί-
σθιο. Αύτή ή γρήγορη διαδοχή τών γενεών τής εργατιάς
συμφέρει στό κεφάλαιο, γιατί, παρά τήν πρόωρη άχρή-

76 Μ έρ ο ς 'έβδομο,
στέυση των εργατών, ή άγορά έφοδιάζεται μέ ολοένα φρέ­
σκες δυνάμεις. Αύτό όφείλεται στούς πρόωρους γάμους,
πού είναι αναγκαία συνέπεια των δρων ζωής των βιομη­
χανικών εργατών, καί στό γεγονός δτι τά παιδιά τών
εργατών γίνονται νωρίς αντικείμενα εκμετάλλευσης
μπαίνοντας στή βιοπάλη καί συμπληρώνοντας τό πενι­
χρό εισόδημα τών γονέων: ό ρόλος αύτός τών παιδιών
προτρέπει τούς γονείς σέ γεννήσεις ή τουλάχιστον δέν
τούς άποτρέπει.
Μ όλις ή καπιταλιστική παραγωγή καταλάβει τή
γεωργία, ή ζήτηση αγροτικών εργατικών χεριών σημειώ­
νει πτώση στό βαθμό πού αυξάνεται τό κεφάλαιο σ ’
αύτόν τόν κλάδο. 'Ό σ ο περισσότερο μηχανοποιείται ή
γεωργία, τόσο λιγότεροι εργάτες απαιτούνται γιά τις καλ­
λιέργειες- κι έδώ δέν συμβαίνει αύτό πού παρατηρεΐται
στή βιομηχανία, δπου οί «περιττοί» ξαναβρίσκουν του­
λάχιστο μερική απασχόληση σέ νεοϊδρυόμενα εργοστά­
σια. ’Απεναντίας, ή μηχανοποιημένη καλλιέργεια μετα­
βάλλει ένα ολοένα μεγαλύτερο μέρος του εδάφους σέ
βοσκότοπους. 'Έ να ποσοστό άγροτοεργατών εγκαταλεί­
πει, λοιπόν, τή γεωργία καί ζητάει απασχόληση στή βιο­
μηχανία- αυτοί οί ως τώρα αγρότες αποτελούν τήν
αστείρευτη πηγή πού εφοδιάζει τις αστικές περιοχές μέ
εργάτες.
Αύτό προϋποθέτει, βέβαια, ένα μόνιμο, μολονότι συγ­
καλυμμένο, πλεόνασμα εργατών στίς αγροτικές περιοχές,
πού μόνο τότε φανερώνεται σέ δλες του τίς διαστάσεις,
όταν ή βιομηχανία χρειάζεται, ξαφνικά καί παροδικά, ά-
συνήθιστα πολλά εργατικά χέρια. ( Ό υπερπληθυσμός
τών άγροτοεργατών καί ή άκατάπαυτη εισροή τους στά
βιομηχανικά κέντρα παρατηρεΐται ως τώρα μόνο στήν
’Αγγλία, δπου τό φαινόμενο είναι ιδιαίτερα χτυπητό. Μέ

κεφ. εικ ο σ τ ό τρίτο, σ ελ. 6 6 4 - 665 77


την επέκταση όμως του καπιταλιστικού τρόπου παραγω­
γής, σιγά-σιγά θά εκδηλωθεί παντού μέ τόν ίδιο τρόπο).
Οί «υπεράριθμοι» άποτελοΰν στό βάθος ένα μέρος τής
ενεργητικής στρατιάς εργατών,Γ απασχολούνται όμως
σποραδικά και μέ ακαθόριστο ρυθμό. Ή γενική κατά­
στασή τους είναι χειρότερη άπό τό μέσο επίπεδο των
εργαζόμενων τάξεων καί έτσι γίνονται ή πλάτιά βάση ιδι­
αίτερων κλάδων εκμετάλλευσης. Χαρακτηριστικά γνωρί­
σματα τέτοιων κλάδων είναι τό πολύ μεγάλο ώράριο καί δ
πολύ χαμηλός μισθός. ' Η εργασία «κατ’ οίκον» είναι ένα
χτυπητό παράδειγμα αύτής τής κατηγορίας.
’Ακριβώς αύτό τό στοιχείο τής εργατικής τάξης πολ-
λαπλασιάζεται μέ τόν πιό γρήγορο ρυθμό. 'Ό σ ο παρά­
ξενο κι άν είναι, παραμένει πραγματικότητα ότι οί
πολυπληθέστερες οικογένειες συναντιούνται στίς κατη­
γορίες εργατών μέ τό πιό χαμηλό ημερομίσθιο. Αύτό
θυμίζει τή μαζική αναπαραγωγή αδύνατων καί κατατρε-
χόμενων ειδών ζώων.
Στόν πυθμένα τοϋ υπερπληθυσμού βασιλεύει ή φτωχο­
λογιά. ’Εκτός άπό τούς άλητόβιους, τούς εγκληματίες,
τίς πόρνες κλπ., βρίσκουμε έδώ, κυρίως τρεις διαφορετι­
κές κατηγορίες ανθρώπων. Πρώτον, τούς ικανούς γιά
εργασία, δηλαδή εκείνους πού δέν βρίσκουν τακτικά δου­
λειά καί συχνά ζοϋν άπό επικουρικά έπιδόματα, μ ’ άλλα
λόγια ζητιανεύουν. Δεύτερον, ορφανά καί φτωχόπαιδα,
γνήσιους υποψήφιους τής βιομηχανικής έφεδρικής στρα­
τιάς, πού σέ περιόδους μεγάλης ζήτησης περισυλλέγον-
ται άπό τή βιομηχανία. Τρίτον, τούς ξεπερασμένους
κουρελιάρηδες, τούς άνίκανους γιά εργασία κλπ. Κατά
ένα μέρος πρόκειται γιά θύματα παραμορφωτικών συνε­
πειών του καταμερισμού τής εργασίας, κατά ένα μέρος
γιά κείνους πού ζοΰν πέρα άπό τό μέσο δρο ζωής τών

78 Μ έρ ο ς ίίβόομο.
εργατών, καί κατά ενα μέρός για ανάπηρους, άρρώστους,
χήρες κλπ., θύματα δηλαδή των έπικίδυνων μηχανών, των
μεταλλείων, τών χημικών εργοστασίων.
'Ο πολλαπλασιασμός, δηλαδή ή διαιώνιση αυτών τών
άθλιων, είναι γνώρισμα σύμφυτο μέ τήν άναπαραγωγή
τοϋ πληθυσμοϋ’ άποτελοΰν μαζί εναν δρο λειτουργίας τής
καπιταλιστικής παραγωγής καί τής άνάπτυξης του πλού­
του. Τό κεφάλαιο όμως καταφέρνει πάντα νά φορτώνει τά
βάρη συντήρησης αύτών τών θυμάτων τής εκμετάλλευ­
σης, στίς πλάτες του εργαζόμενου λαοϋ.
"Οταν εξηγούσαμε τήν παραγωγή τής υπεραξίας,
εγινε φανερό ότι δλες οί μέθοδοι ύψωσης τής κοινωνικής
παραγωγικότητας τής εργασίας συνοδεύονται άπό μειο­
νεκτήματα γιά τούς ατομικούς εργάτες καί δλα τά μέσα
άνάπτυξης τής παραγωγής μεταβάλλονται σέ μέσα κατα­
δυνάστευσης καί εκμετάλλευσης τοϋ παραγωγού, δηλαδή
τοϋ εργάτη, πού γίνεται άνάπηρος, ήμιάνθρωπος καί
ξεπέφτει σέ εξάρτημα κάποιας μηχανής. Ή άφόρητη
εργασία χάνει τό νόημά της, ό εργάτης άλλοτριώνεται
άπό τήν πνευματική πλευρά τής εργασιακής διαδικασίας,
ένώ ή επιστήμη ενσωματώνεται στήν παραγωγή σάν
παραγωγική δύναμη. Οί γενικές συνθήκες εργασίας μετα­
βάλλονται αλλοπρόσαλλα καί ό ελεγχος κατά τήν εκτέ­
λεση τών εργασιών είναι μικρόπρεπα άπεχθής καί τυραν­
νικός. 'Η εργασία κατατρώει τή ζωή τοϋ εργάτη. Οί
γυναίκες καί τά παιδιά τών εργατών σπαράζονται άπό τό
κεφάλαιο. "Ομως δλες οί μέθοδοι παραγωγής τής ύπερα-
ξίας είναι καί μέθοδοι συσσώρευσης τοϋ κεφαλαίου καί,
άντίστροφα, ή συσσώρευση τοϋ κεφαλαίου γίνεται μέσο
άνάπτυξης καί εφαρμογής αύτών τών μεθόδων.
Μέ τήν αύξηση τοϋ κεφαλαίου χειροτερεύει, λοιπόν,
ή κατάσταση τοϋ εργάτη, όποιαδήποτε κι άν είναι ή

κεφ. ε ικ ο σ τ ό τρίτο, σ ελ. 6 6 6 - 671 79


αμοιβή του (δηλαδή ακόμη καί όταν έπέρχονται φαινομε­
νικές βελτιώσεις). Τέλος, ό νόμος ό όποιος κρατάει σέ
Ισορροπία τή βιομηχανική εφεδρική στρατιά μέ τό ρυθμό
αύξησης τοϋ κεφαλαίου, αλυσοδένει τόν εργάτη στο
κεφάλαιο πιό σφιχτά άπό όσο σφήνωσε ό 'Ή φ αιστος τόν
Προμηθέα στούς βράχους. Ή αΰξηση του κεφαλαίου
συμβαδίζει μέ τήν αΰξηση τής αθλιότητας, τόΰ άφόρητου
μόχθου, τής δουλείας, τής αγραμματοσύνης, τής βαναυ­
σότητας καί τής ηθικής ύποβάθμισης. Κεφάλαιο καί
έργατική τάξη, συσσώρευση τοϋ κεφαλαίου καί εξαθλί­
ωση τής εργατιάς, είναι δύο πόλοι τής ίδιας σφαίρας.
’Εργασία καί κεφάλαιο άλληλοσπαράζονται.
Οί καταβολές του σύγχρονου κεφαλαίου

Είδαμε πώς τό χρήμα μεταβάλλεται σέ κεφάλαιο, πώς


από τό κεφάλαιό παράγεται ή υπεραξία καί πώς άπό τήν
υπεραξία παράγεται νέο κεφάλαιο. ' Ωστόσο, ό σχηματίτ
σμός (=διαμόρφωση) κεφαλαίου προϋποθέτει τήν υπερα­
ξία, ή ύπεραξία τόν καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής κι
αύτός τήν προΰπαρξη σχετικά μεγάλων ποσοτήτων κεφα­
λαίου καί εργατικής δύναμης στά χέρια των έμπορευμα-
τοπαραγωγών.'Ο λόκληρη ή διαδικασία προϋποθέτει,
λοιπόν, τή διαμόρφωση κεφαλαίου, ή όποία δέν είναι
αποτέλεσμα τοΰ καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλ­
λά άφετηρία του: μία πρωταρχική συγκέντρωση κεφα­
λαίου.
Οί αστοί οικονομολόγοι απλοποιούν συνήθως τά πρά­
γματα. Δηλώνουν άπλώς δτι κάποτε υπήρχε ένας άριθμός
εργατικών ανθρώπων, πού σιγά-σιγά άπόχτησαν πλούτη
μέ σκληρή δουλειά, ενώ οί ύπόλοιποι άνθρωποι ήταν τεμ­
πέληδες καί γ ι’ αύτό εξαθλιώθηκαν σέ τέτοιο σημείο πού
δέν τούς άπόμεινε τίποτε άλλο άπό τήν εργατική τους
δύναμη· γιά νά μπορέσουν νά έπιζήσουν άναγκάστηκαν
τελικά νά τήν πουλούν καί έτσι περιήλθαν σέ σχέση
εξάρτησης. Καί αύτή ή σχέση εξάρτησης κληροδοτή­
θηκε στίς επόμενες γενιές μέχρι σήμερα. "Ολα τά σ χε­
τικά μέ τίς οικονομικές εξελίξεις διαδραματίστηκαν -
έτσι μας λένε - μέ ειδυλλιακό τρόπο, ενώ είναι γνωστό
δτι οί κατακτήσεις, υποδουλώσεις, δολοφονίες, ληστείες,
γενικά ή βία, έπαιξαν άποφασιστικό ρόλο στήν ιστορία.
Οί πρωταρχικοί δροι του καπιταλιστικού τρόπου
παραγωγής είναι γνωστοί στούς άναγνώστες: είναι άπα-

Μ έρ ο ς 'έβδομο, κεφ. εικ ο σ τ ό τέταρτο, σ ελ. 738 - 739 81


ραίτητη ή άντιπαράταξη κατόχων παραγωγικών μέσων
από τη μιά μεριά καί κατόχων εργατικής δύναμης άπό την
αλλη, οί όποιοι μπορούν νά διαθέτουν έλεύθεροι, όχι
μόνο άπό την άποψη ότι δεν άνήκοϋν - σέ σχέση δούλου,,
δουλοπάροικου κλπ. - σέ κανέναν, αλλά καί ελεύθεροι,
δηλαδή απαλλαγμένοι άπό άλλη ιδιοκτησία, γιατί αλλιώς
δέν θά ήταν εξαναγκασμένοι νά πουλούν τήν εργατική
τους δύναμη εθελοντικά. Είναι, επίσης, γνωστό πώς αύτή
ή σχέση διατηρείται μέ τό διαχωρισμό του εργάτη άπό
τά μέσα παραγωγής. Σ ’ αυτόν οφείλεται, λοιπόν, ή «πρω­
ταρχική» διαμόρφωση κεφαλαίου, ή όποία περιλαμβάνει
μιά ολόκληρη σειρά ιστορικών διαδικασιών καί μάλιστα
μιά διπλή σειρά: άπό τή μιά πλευρά, διάλυση τών σ χέ­
σεων πού μεταβάλλουν τό ν ϊδιο τόν εργάτη σέ ιδιοκτησία
τρίτων προσώπων καί άπό τήν άλλη, κατάλυση τής ιδιο­
κτησίας τών εργατών, δηλαδή διαχωρισμός τών άμεσων
παραγωγών άπό τά εργατικά μέσα τους.
Αύτή ή διαχωριστική διαδικασία διαπερνά ολόκληρη
τήν εξελικτική ιστορία τής σύγχρονης αστικής κοινω­
νίας· ή ιστορία θά ερμήνευε σωστά αυτό τό πλέγμα, άν οί
ιστοριογράφοι δέν έπέμεναν μόνο στό θέμα τής χειραφέ­
τησης του έργάτη άπό τή φεουδαρχική ύποτέλεια, άλλά
προχωρούσαν στήν παρουσίαση τής μεταβολής τού
φεουδαρχικού σέ σύγχρονο τρόπο έκμετάλλευσης. ’Αφε­
τηρία αύτής τής εξέλιξης ήταν ή δουλεία τού έργάτη. ' Η
πορεία της μάς οδήγησε στήν άλλαγή μορφής αύτής τής
δουλείας.
Μ ολονότι ό καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είχε
εγκατασταθεί προσωρινά στίς μεσογειακές χώρες ήδη τό
14ο καί 15ο αιώνα, ή κύρια εποχή του άρχίζει τό 16ο
αιώνα. ’Εκεί πού άνθεΐ, έχει συντελεστεϊ κιόλας ή κατάρ­
γηση δουλοπαροικίας καί ό τύπος τής κυρίαρχης μεσαιω-

82 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο .
νικής πόλης βρισκόταν σέ περίοδο παρακμής.
Στήν ιστορία τής διαχωριστικής διαδικασίας άφησε
εποχή τό γεγονός δτι μεγάλες άνθρώπινες μάζες, βίαια
καί ξαφνικά, αποχωρίστηκαν άπό τά μέσα τους βιοπορι­
σμού καί παραγωγής καί ρίχτηκαν στήν άγορά εργασίας
σάν ξεριζωμένοι προλετάριοι. Ή βίαιη άπόσπαση των
εργατών άπό τό δικαίωμα γαιοκτησίας αποτελεί τό θεμέ­
λιο ολόκληρης τής διαδικασίας, πού πήρε τίς πιό διαφο­
ρετικές μορφές. Παίρνουμε σάν παράδειγμα τήν ’ Αγγλία,
γιατί έκεΐ ή διαδικασία αύτή ήταν ή πιό εντυπωσιακή.
Στήν ’Αγγλία είχε έκλείψει ή δουλοπαροικία στά
τέλη του Μου αιώνα. Τό μεγαλύτερο μέρος τών κατοίκων
ασχολούνταν μέ τή γεωργία. Οί πιό πολλοί αγρότες ήταν
ανεξάρτητοι- λίγοι ήταν οί μισθωτοί άγροτοεργάτες, πού
όμως είχαν στή διάθεσή τους μερικά στρέμματα γιά τή
δική τους καλλιέργεια, καθώς καί ένα μερίδιο κανονικών
άγροκτησιών. 'Η σχέση τών άγροτών πρός τούς φεου­
δάρχες μπορεί νά χαραχτηριστεΐ σάν,πολιτική υπηκοό­
τητα.
Στά τέλη του 15ου ως τίς άρχές τού 16ου αιώνα ή βασι­
λεία, όταν έγινε άπολυταρχική, διέταξε τήν κατάργηση
τής φεουδαρχικής υπηκοότητας· αύτό ανάγκασε ένα πλή­
θος άνθρώπων νά ριχτεί στήν άγορά εργασίας. Αύτό δμως
ήταν ένα μικρό επεισόδιο μπροστά στίς άλλαγές πού προ­
ανάγγειλε. "Ενα ογκωδέστερο προλεταριάτο δημιούργη­
σαν οί φεουδάρχες μέ τό κυνηγητό πού έξαπόλυσαν:
άγρότες - γαιοκτήμονες διώχνονταν άπό τή γη τους καί ή
κοινοτική ιδιοκτησία κηρύχτηκε ιδιοκτησία τών φεου­
δαρχών, οί όποιοι έπιδόθηκαν σέ κλοπές καί βίαιους σφε-
τερισμούς χωρίς προηγούμενο.
'Η ζωηρή άνθηση τής φλαμανδικής εριουργίας προ-
κάλεσε αύξηση στίς τιμές μαλλιού καί οί φεουδάρχες

κεφ. ε ικ ο σ τ ό τέτα ρτο, σ ελ. 740 - 7 4 7 83


μετατρέψανε σέ βοσκότοπους τεράστιες εκτάσεις καλλι­
εργήσιμου εδάφους. ’Αμέτρητα αγροτόσπιτα κατέρρεαν
ή κατεδαφίζονταν, άλλά ή κτηνοτροφία άνθοΰσε.
'Η εργατική τάξη εκσφενδονίστηκε, χωρίς καμιά
μεταβατική περίοδο, από τή χρυσή εποχή.στή σιδερένια.
Οί νομοθέτες τρόμαξαν μέν μπροστά στίς συνέπειες
αύτής τής μεταβολής, τά μέτρα όμως πού εφάρμοσαν γιά
τήν καταπολέμησή τους, ήταν ακατάλληλα καί άνεπι-
τυχή.
Στήν περίοδο τής εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης οϊ
φεουδάρχες έκλεψαν καί τά καθολικά «βακούφια» διώ-
χνοντας τούς καλόγερους, πού πέρασαν στό προλεταρι­
άτο. Κάτω από τή βασιλεία του Γουλιέλμου του Γ -
κέρδισαν καί οί κεφαλαιούχοι μεγάλη δύναμη· ή κυριαρ­
χία τους εγκαινιάστηκε μέ τίς κλοπές (=βίαιες ιδιοποιή­
σεις) δημόσιων γαιοκτημάτων, σέ κολοσσιαία πιά κλίμα­
κα. Τελευταίο βήμα ήταν ή νομιμοποίηση των κλοπών,
δηλαδή ή κατακύρωση κοινοτικών γαιοκτημάτων στούς
άγροτολόρδους. Μέ άλλα λόγια, οί λόρδοι πού κατασκεύ­
αζαν αύτούς τούς νόμους, χάριζαν στούς εαυτούς τους
λαϊκές ιδιοκτησίες!
Τή θέση τών ανεξάρτητων αγροτών πήραν μερικοί
μεγάλοι, άλλά κυρίως πολλοί μικροί δουλοπρεπεΐς άγρο-
τομισθωτές. Οί συστηματικές γαιοκλοπές δημιούργησαν
τά επιβλητικά αγροκτήματα τών άγροτολόρδων, άλλά καί
τή μετατροπή τοϋ άγροτοπληθυσμοϋ σέ βιομηχανικό
προλεταριάτο τών πόλεων. Προλεταριοποίηση τών άγρο-
τών, σφετερισμοί τών γαιοκτημάτων καί συγκεντροποί-
ηση τής ιδιοκτησίας είναι φαινόμενα πού βρίσκονται σέ
άλληλοεξάρτηση. « ’Αραίωση» ονόμασαν τό μαζικό κυ­
νηγητό τοϋ άγροτοπληθυσμοϋ. Στό 18ο αιώνα άπαγόρε-
ψαν στούς κυνηγημένους καί τή μετανάστευση σέ ξένες

84 Μ έρ ο ς 'έβδομο.
χώρες, για νά τούς άλυσοδέσουν στη βιομηχανία.
’Έ τσ ι οί αρπαγές των «βακουφίων», (πού ή εκκλησία
είχε Αποκτήσει, βέβαια, επίσης μέ δόλο καί άπατη), οί
υποκλοπές των δήμόσιων κτημάτων, οί κλοπές τής κοινο­
τικής ιδιοκτησίας καί ή μετατροπή τής φεουδαρχικής σέ
σύγχρονη άτομική ιδιοκτησία, μαζί μέ την αντίστοιχη
εκδίωξη τοϋ άγροτικοΰ πληθυσμού, ήταν πολύ ευγενικές,
μέθοδοι πρωταρχικής διαμόρφωσης κεφαλαίου. Μέσω
αύτών κατακτήθηκε τό έδαφος γιά τόν καπιταλιστικό
τρόπο παραγωγής στόντομέα τής γεωργίας, ή γή ένσωμα-
τώθηκε στό κεφάλαιο καί εξασφαλίστηκε ό αναγκαίος
εφοδιασμός τής βιομηχανίας των πόλεων μέ. ξεριζωμένο
προλεταριάτο.
Οί ξεριζωμένοι αγρότες, προϊόν τής διάλυσης τής
φεουδαρχικής υπηκοότητας καί τών γαιοαρπαγών, αύτοί
οί «πτηνοποιημένοι» προλετάριοι δέν μπορούσαν νά
άπορροφηθοΰν άπό τήν άναπτυσσόμενη χειροβιοτεχνία
μέ τό γρήγορο ρυθμό πού ξεριζώθηκαν. Οϋτε ήταν δυνα­
τόν νά πειθαρχήσουν τόσο ξαφνικά στούς νέους κανονι­
σμούς, αύτοί οί τόσο ραγδαία εκσφενδονισμένοι άπό τό
συνηθισμένο τρόπο ζωής τους. Μεταβλήθηκαν μαζικά σέ
ζητιάνους, ληστές, άλητόβιους κλπ. Στά τέλη τοϋ 15ου
καί κατά τή διάρκεια ολόκληρου τοϋ 16ου αιώνα, σέ ολό­
κληρη τή δυτική Εύρώπη ψηφίστηκαν πολλά δρακόντεια
νομοθετήματα κατά τής άλητείας. Οί ξεριζωμένοι άπό τά
χωράφια τους στιγματίστηκαν, μαστιγώθηκαν, βασανί­
στηκαν, έγιναν σκλάβοι καί έκτελέστηκαν «λόγω έργασι-
οφοβίας». Οί γαιοληστές όμως ήταν σεβάσμια πρόσωπα!
Δεν άρκεΐ δτι οί σχέσεις εργασίας εμφανίζουν στόν έναν
πόλο τό κεφάλαιο καί στόν άλλον άνθρώπους πού δέν
έχουν νά πουλήσουν τίποτε άλλο άπό τήν εργατική τους
δύναμη. Δέν άρκεΐ, επίσης, ότι έξαναγκάζονται νά που-

κεφ. εικ ο σ τ ό τέτα ρ το, σ ελ. 748 - 762 85


λοΰν τόν εαυτό τους «εθελοντικά». Στη συνέχεια τής
καπιταλιστικής παραγωγής αναπτύχτηκε μια εργατική
τάξη, τά μέλη τής οποίας άπό τή γέννησή τους περιέρ­
χονται σέ σχέση εξάρτησης. *Η οργάνωση του κεφα­
λαίου εξουδετερώνει κάθε αντίσταση καί ή συνεχής
παραγωγή «υπεραρίθμων» καθηλώνει τούς μισθούς στίς
πιό χαμηλές βαθμίδες. Έ τ σ ι ή κυριαρχία του καπιταλι­
στή πάνω 'σ τόν εργάτη διατηρείται μέ τούς «φυσικούς
νόμους» τής καπιταλιστικής παραγωγής, ενώ ή δημιουρ­
γία τής τελευταίας έγκαινιάστηκε μέ άλλον τρόπο. Ή
άνερχόμενη αστική τάξη (μπουρζουαζία) χρειάζεται καί
μεταχειρίζεται τήν κρατική εξουσία, γιά νά «ρυθμίσει» τά
μισθολογικά, δηλαδή γιά νά καθηλώσει τούς μισθούς στό
πιό χαμηλό επίπεδο, νά επεκτείνει τό ωράριο καί νά δια­
τηρήσει τόν εργάτη σέ ύποτέλεια. Καί αύτά παίζουν ένα
βασικό, κύριο ρόλο στή λεγάμενη πρωταρχική διαμόρ­
φωση του κεφαλαίου.
Στό 14ο καί τό 15ο αιώνα οί μισθωτοί εργάτες ήταν
άκόμη λιγοστοί καί κοινωνικά δέν απείχαν πολύ άπό τά
αφεντικά τους. "Ομως, ή νομοθεσία σχετικά μέ τή
μισθωτή εργασία ήταν πάντα άντιεργατική καί υποβοη­
θούσε τήν εκμετάλλευση.
Γιά τή βίαιη επέκταση τού ήμερήσιου χρόνου εργα­
σίας μιλήσαμε καί πιό πάνω, γ ι ’ αύτό περιοριζόμαστε
έδώ στήν παρατήρηση ότι στήν αρχική περίοδο καπιτα­
λιστικής παραγωγής καί τό ήμερομίσθιο ήταν αντικεί­
μενο «ρυθμιστικών» διατάξεων. Οί νόμοι όριζαν, δηλαδή,
τό μέγιστο όριο καί πρόβλεπαν βαριές ποινές γιά κείνους
πού έδιναν ή δέχονταν ψηλότερους μισθούς. "Ομως επ ί­
τρεπαν όσοδήποτε μικρότερους μισθούς. Στήν ’Αγγλία,
άπό τό 14ο αιώνα ώς τό 1825,τιμωρούνταν σάν βαρύ
έγκλημα ή οργάνωση εργατών σέ σωματεία.

86 Μ έρ ο ς 'έβδομο.
Ά φ ο δ έξετάσαμε τή βίαιη «πτηνοποίηση» (ξεκλήρι-
σμα άπό τη. γη) τών προλετάριων, τη σιδερένια πειθαρχία
πού επιβλήθηκε στους μισθωτούς εργάτες, τή βρωμερή
κρατική δράση, πού μέ αστυνομικά μέτρα αϋξησαν τήν
κεφαλαιοποίηση στό μέτρο τής εκμετάλλευσης τής εργα­
σίας, ρωτάμε τώρα: άπό που προέρχονται οί πρώτοι καπι­
ταλιστές; Οΐ γαιοληστεϊες, βέβαια, δημιούργησαν άρχικά
μόνο μεγαλογάιοκτήμονες.
Οί μισθωτοί πού Αντικατέστησαν τούς Ανεξάρτητους
αγρότες, ήταν κατά κανόνα χωρίς περιουσία καί οί άγροτο-
λόρδοι τούς προκατέβαλλαν σπόρους, ζώα καί άροτρα , επι­
φυλάσσοντας στόν εαυτό τους ένα προκαθορισμένο μερίδιο
τής σοδειάς. Μόλ.ις ό μισθωτής, μέ τήν εκμετάλλευση εργα­
τών καί τήν Αξιοποίηση τών κοινοτικών κτημάτων πού
άρπαξε ό ιδιοκτήτης - εκμισθωτής, κατάφερνε νά δημιουργή­
σει ένα δικό του κεφάλαιο έργασίας, ό πρωταρχικός τρόπος
άμοιβής τού ιδιοκτήτη άντικαταστάθηκε μέ έναν τόκο χρή­
σης, πού καθοριζόταν μέ συμβόλαιο. Διάφορες ευνοϊκές συν­
θήκες έδωσαν τή δυνατότητα πλουτισμού σ ’ αύτούς τούς
μισθω τές- ενοικιαστές νέου τύπου. Τέτοιες συνθήκες ήταν
πχ. τά συμβόλαια διάρκειας 33 ετών, πού συνηθίζονταν στό
16ο αιώνα, ή ταυτόχρονη υποτίμηση τών εύγενών μετάλλων,
ή άλληλένδετη μέ αύτά Ανατίμηση τών γεωργικών προϊόντων
καί τό χαμήλωμα τών ημερομισθίων κλπ. Τέλος, ή μεγάλη
βιομηχανία έψοδιάζει τήν καπιταλιστική γεωργία μέ μηχανές,
δίνοντάς της τό γερό θεμέλιο αυτοτέλειας. "Ενα μέρος τών
μισθωτών - ενοικιαστών μεταβάλλεται σέ « κεφαλαίομισθω­
τές», ένα άλλο μέρος προλεταριοποιεϊται.
' Η γένεση τών βιομηχανικών καπιταλιστών δέν ήταν
τόσο βαθμιαία διαδικασία. Χωρίς αμφιβολία, μεταβλήθη­
καν σέ μικρούς καπιταλιστές αρκετοί μάστορες συντε­
χνιών, αυτοτελείς τεχνίτες ή ακόμη καί μισθωτοί έργά-

κεφ. ε ικ ο σ τ ό τέταρτο, σ ελ. 762 - 774 87


τες.'Ο ί μικροί καπιταλιστές εκμεταλλεύονταν τούς εργά­
τες εντατικά, μεγάλωναν έτσι τό κεφάλαιό τους καί
έγιναν τελικά καπιταλιστές μέ τό αληθινό νόημα τής
λέξης. Στην παιδική ήλικία της καπιταλιστικής παραγω­
γής παρατηρούνταν συχνά τό ϊδιο φαινόμενο μέ τήν αντί­
σ τοιχη περίοδο τής λεγόμένης μεσαιωνικής-πόλης, όπου
τό ερώτημα: «ποιός άπό τούς δραπέτες -δουλοπάροικους
θά γίνει μάστορας καί ποιός ύπηρέτης;» λύθηκε συχνά μέ
βάση τήν ένωρίτερη ή αργότερη ήμερομηνία διαφυγής
τους. "Ομως ή καρκινοβασία αυτής τής μεθόδου δέν
άνταποκρινόταν διόλου στίς εμπορικές άνάγκες τής νέας
παγκόσμιας άγορας, πού διαμορφώθηκε μετά τίς ανακα­
λύψεις στά τέλη του 15ου αιώνα. 'Ο μεσαίωνας κληροδό­
τησε δύο διαφορετικές μορφές κεφαλαίου, τίς όποιες
συναντούμε σχεδόν σέ όλες τίς ιστορικά γνωστές κοινω­
νίες: τό τοκογλυφικό καί τό εμπορικό κεφάλαιο.
Τό κεφάλαιο, πού διαμορφώθηκε μέ τοκογλυφία καί
εμπόριο αλλά καί μέ κάθε δόλο καί απάτη, εμποδίστηκε
στή μετατροπή του σέ βιομηχανικό κεφάλαιο άπό τό
φεουδαρχικό καθεστώς τής υπαίθρου καί άπό τά συντε­
χνιακά καταστατικά των πόλεων. Αύτά τά φράγματα έπε­
σαν μέ τή διάλυση τής φεουδαρχικής ύπηκοότητας, τήν
άγροληστεία καί τή μερική εκδίωξη του άγροτοπληθυ-
σμου, καθώς καί μέ τήν «παρακμή» των συντεχνιακών
πόλεων. Στά λιμάνια εξαγωγών καί στήν ύπαιθρο, όπου οί
συντεχνίες ήταν αδύνατες, στήθηκαν οί πρώτες χειροβιο-
τεχνίες.
' Η άνακάλυψη των χρυσοφόρων καί άργυροφόρων
χωρών τής άμερικανικής ήπείρου, ή έξόντωση καί ύπο-
δούλωση των έκεί ιθαγενών, ή κατάκτηση καί καταλή-
στευση των άνατολικών ’Ινδιών, ή μετατροπή τής
’Αφρικής σέ σωματεμπορικό κυνηγότοπο μαύρων, συν­

88 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο .
θέτουν την αύγή τής καπιταλιστικής εποχής. Αύτές οί
παστρικές ένέργε.ιες συνέβαλαν ουσιαστικά στην πρω­
ταρχική δημιουργία κεφαλαίου. ’Ακολουθούν, σάν κρί­
κος, οί έμπόρικοί πόλεμοι των ευρωπαϊκών εθνών σέ δλα
τά πεδία μαχών τής υδρογείου. Οί μέθοδοι τής πρωταρχι­
κής κεφαλοποίησης έφαρμόστηκαν, κατά χρονολογική
σχεδόν σειρά, στίς ακόλουθες χώρες: ’Ισπανία, Πορτο­
γαλία, ’Ολλανδία, Γαλλία καί ’ Αγγλία. Στην τελευταία,
οί μέθοδοι κεφαλαιοποίησης συγκροτήθηκαν στά τέλη
του 17όυ αιώνα σέ συστήματα: άποικιακό, δημοσιονο­
μικό (σύστημα γιά τά φορολογικά καί τά δημόσια χρέη)
καί προστατευτικό. Μερικά έπί μέρους συστήματα θεμε^
λιώθηκαν πάνω στήν πιό βάναυση βία, όπως τό άποικι-
ακό, δλα όμως χρησιμοποιούν τήν κρατική εξουσία, τή
συγκέντρωτική καί οργανωμένη βία τής κοινωνίας, γιά
νά επιταχύνουν «θερμοκηπιακά» τή μετατροπή του φεου-
δαρχικοϋ σέ καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, συντομεύ-
οντας τά μεταβατικά στάδια. 'Η βία είναι ή μαιευτική
βοηθός κάθε παλιας κοινωνίας, πού εγκυμονεί μιά και­
νούρια.
'Η άποικιοκρατία βοήθησε νά ωριμάσουν τό έμπόριο
καί ή άτμοπλοΐα καί έξασφάλισε άγορές καί ψηλές τιμές
στήν άνερχόμενη χειροβιοτεχνία. Οί θησαυροί πού άπο-
σπάστηκαν μέ λεηλασία, υποδούλωση καί δολοφονίες
στίς έξω-ευρωπαϊκές χώρες μεταφέρονταν στίς μητρικές
χώρες καί έκεΐ μεταβάλλονταν σέ κεφάλαιο.
Μέ τά δημόσια χρέη άναδύθηκε ταυτόχρονα ένα διε­
θνές πιστωτικό σύστημα, πού συγκάλυπτε συχνά τήν
πηγή τής πρωταρχικής γένεσης του κεφαλαίου σέ ορι­
σμένες χώρες. Οί χυδαιότητες του βενετσιάνικου ληστρι­
κού συστήματος π.χ., άποτέλεσαν ένα καμουφλαρισμένο
θεμέλιο κεφαλαιικοϋ πλούτου στήν ’Ολλανδία, πού

κεφ. εικ ο σ τ ό τέταρτο, σ ελ. 774 - 781 89


δανείστηκε μεγάλα ποσά άήό τήν καταρρέουσα Βενετία.
Τό ’ίδιο συνέβη καί μεταξύ ’Ολλανδίας καί Α γ γ λ ία ς, τό
18ο αιώνα, καθώς καί μεταξύ ’Αγγλίας καί ‘ Ηνωμένων
Π ολιτειών τής ’Αμερικής, στίς μέρες μας. ’Αρκετά κεφά­
λαια, πού εμφανίζονται σήμερα χωρίς ληξιαρχική πράξη
στίς ΗΠ Α , είναι μόλις χθέςκεφ α λαιοποιη μένο αιμα
άγγλόπαιδων.
Τό σύστημα προστατευτισμού ήταν ενα εντεχνο μέσο
κατασκευής εργοστάσιάρχών, προλεταριοποίησης άνε-
ξάρτητων εργατών πού έχαναν τίς ιδιοκτησίες τους,
κεφαλαιοποίησης τών εθνικών μέσων κατανάλωσης καί
παραγωγής, καθώς καί βίαιης συντόμευσης του περάσμα­
τος άπό τόν πατροπαράδοτο στό σύγχρονο τρόπο παρα­
γωγής. Στήν εύρωπαϊκή ήπειρο μάλιστα, τό πρωταρχικό
κεφάλαιο τών βιομηχάνων κυλούσε κατά ένα μέρος
κατευθείαν άπό τό κρατικό θησαυροφυλάκιο. «Γιατί»,
φωνάζει ό Μιραμπώ, «άναζητατε τόσο μακριά τά αϊτια
τής βιοτεχνικής άνθησης τής Σαξονίας πρίνάπό τό λεγό­
μενο έφταετή πόλεμο; 180 εκατομμύρια δημόσιο χρέος!».
’Αποικιοκρατία, δημόσια χρέη, φορολογίες, προστα­
τευτισμός, εμπορικοί πόλεμοι: αύτοί οι βλαστοί τής
κύριας χειροβιοτεχνικής εποχής φουντώνουν γιγαντιαΐα
κατά τήν παιδική ήλικία τής μεγάλης βιομηχανίας. Ή
γέννηση τής τελευταίας, πανηγυρίζεται μέ τήν ήρώδεια
παιδαρπαγή. Τά παιδιά τών φτωχοκομείων καί ορφανο­
τροφείων πουλήθηκαν όσο-όσο, κατά κοπάδια, στούς
έργοστασιάρχες καί λιμοκτόνησαν ή πέθαναν κάτω άπό
τά μέρα καί νύχτα βασανιστήρια τής δουλειάς. Μέ τήν
άνάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, σιγά-
σιγά χάθηκε κάθε αίσθημα ντροπής τής κοινής γνώμης.
’Εξυμνήθηκε καθετί πού έπέφερε αύξηση τού κεφαλαίου,
ακόμη καί τό άδιάντροπο σωματεμπόριο νέγρων. ' Η έπί-

90 Μ έρ ο ς έβ δ ο μ ο , κεψ. εικ ο σ τ ό τέτα ρτο, σελ. 781 - 785


τευξη του διαχωρισμού των έργατών από τά μέσα έργα-
σίας μέ τή μετατροπή, άπό τή μιά μεριά των κοινωνικών
μέσων .κατανάλωσης καί παραγωγής σέ κεφάλαιο καί άπό
τήν άλλη των λαϊκών μαζών σέ ακτή μονές μισθωτούς
σκλάβους («ελεύθερους έργάτες»), είνάί εντεχνο προϊόν
τής σύγχρονης ιστορίας. "Αν τό χρήμα, κατά τόν Αι^ίεΓ,
«γεννιέται μέ φυσικούς λεκ.έδες αίματος στό ενα μάγου­
λο», τότε τό κεφάλαιο κολυμπάει άπό τήν κορφή ως τά
νύχια στή βρωμιά καί στό αιμα πού στάζει άπό όλους
τούς πόρους.
Που βασίζεται, λοιπόν, ή πρωταρχική γένεση του
κεφαλαίου; "Οπου δέν είναι άμεση μετατροπή δούλων καί
δουλοπάροικων σέ μισθωτούς έργάτες, δηλαδή απλή
άλλαγή μορφής, σημαίνει πράγματι μόνο κεφαλαιοποί­
η σ η ατομικής ιδιοκτησίας, π ού δ η μ ο υ ρ γ ή θ η κ ε ά π ό π ρ ο ­
σωπική εργασία.
Συμπερασματικές παρατηρήσεις

Τά ιδιόκτητα παραγωγικά μέσα του εργάτη είναι ή


βάση τής μικροεπιχείρησης, ό αναγκαίος δρος ανάπτυ­
ξης ΐή ς κοινωνικής παραγωγής καί τής άνεξάρτητης ατο­
μικότητας του ίδιου του εργάτη. Μέ τόν καιρό όμως ή
μικροεπιχείρηση γίνεται εμπόδιο στήν παραπέρα άνά-
πτυξη τής παραγωγής πού προωθούσε ή ϊδια. Πρέπει νά
άντικατασταθεΐ από μεγαλοβιομηχανικές μονάδες. Ή
βιομηχανία δέν δέχεται τή διαρκόρπιση των παραγωγι­
κών μέσων, άλλά χρειάζεται καί ευνοεί τή συγκεντροποί-
ησή τους. Οί νάνες ιδιοκτησίες των πολλών περνούν στά
χέρια των λίγων, πού δέν διστάζουν νά χρησιμοποιήσουν
καί τήν πιό ώμή βία.
Μόλις ή συγκεντρωτική αύτή διαδικασία προχωρήσει
ώς ένα βαθμό, τότε αρχίζει μιά νέα μορφή καταλήστευ-
σης των ατομικών ιδιοκτητών, σύμφωνα μέ τούς νόμους
τής καπιταλιστικής παραγωγής. Ά ν ά ένας καπιταλιστής
εξοντώνει πολλούς άλλους. Στή θέση πολλών μικρών
καπιταλιστών μπαίνουν ολοένα λιγότεροι μεγάλοι καπι­
ταλιστές.
Ταυτόχρονα, μεγαλώνουν οί πιέσεις, ή έξαθλίωση, ή
υποδούλωση, ό μαρασμός καί ή εκμετάλλευση, άλλά καί
ή εξανάσταση τής ολοένα έξογκωνόμενης, ενωμένης
καί οργανωμένης εργατικής τάξης, πού έκπαιδεύτηκε μέ­
σα στούς μηχανισμούς τής ’ίδιας τής καπιταλιστικής
διαδικασίας.
Τά προνόμια του κεφαλαίου γίνονται δεσμά τοΰ τρό­
που παραγωγής, ό όποιος αναπτύχτηκε καί άνθισε μέ τή
βοήθεια αύτών των προνομίων. ' Η συγκεντροποίηση των

92 Μ ίμ ο ς έβ δ ο μ ο , κεψ. εικ ο σ τ ό τέταρτο, σ ελ. 785 - 788


μέσων παραγωγής καί ή κοινωνικοποίηση τής έργασίάς
φτάνουν σέ ένα σημείο πού δέν μπορούν πιά νά συμβαδί­
ζουν μέ τό καπιταλιστικό τους περίβλημα. Τό περίβλημα
άνατινάζεται. Οί άπαλλοτριωΐές ξένης ιδιοκτησίας άπαλ-
λοτριώνονται. Γεννιέται μιά ένωση ελεύθερων εργατών,
οί όποιοι κατέχουν άπό κοινοϋ τή γή καί τά παραγωγικά
μέσα, πού είναι προϊόντα τής εργασίας.
Ή μετατροπή των σκόρπιων ιδιοκτησιών σέ καπιτα­
λιστικές είχε άπαιτήσει πολύ χρόνο, γιατί έπρόκειτο γιά
τήν Απαλλοτρίωση, τής ιδιοκτησίας, τών λαϊκών μαζών
άπό λίγους έξουσιαστές. Ή μεταβολή τής καπιταλιστι­
κής ιδιοκτησίας σέ κοινωνική θά γίνει γρηγορότερα,
γιατί πρόκειται μόνο γιά τήν έκτόπιση λίγων έξουσια-
στών άπό τίς λαϊκές μάζες.
Παράρτημα
Πρόλογος στην πρώτη έκδοση

'Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής Αντιμετώπισε


εξαρχής ρεύματα πού επιδίωκαν τόν παραμερισμό καί τήν
αντικατάστασή του μέ δικαιότερες καί κοινωφελέστερες
μορφές. Τέτοιες φωνές άκούγονταν παντού. "Ομως τίς πιό
πολλές φορές ήταν μοιρολόγια γιά τήν κατάσταση πού
έπικρατοδσε, ζευγαρωμένα μέ φανταστικές ονειροπολή­
σεις γύρω από τή μελλοντική κοινωνική διαμόρφωση,
σχέδια κατάλληλα νά έμφυσοΰν στό φτωχό καί βασανι­
σμένο λαό παρηγοριά καί ελπίδα. Τέτοια σχέδια δέν
είχαν καμιά παραπέρα σημασία καί, κατά κανόνα, περ­
νούσαν στή λησμονιά.
Μ όλις στούς νεώτερους χρόνους εμφανίστηκαν ρεύ­
ματα άλλαγής τοϋ σημερινού τρόπου παραγωγής καί
κατά συνέπεια καί τής σημερινής κοινωνίας, μέ γερά
θεμέλια καί πρακτικά στηρίγματα - πού τρόμαξαν τούς
εχθρούς του λαου. ’Εμφανίζονται, βέβαια, άκόμη μερικά
θολά κεφάλια ή δωροδοκημένα πλάσματα, πού παίζουν
ένα βρώμικο παιχνίδι κατά του λαοϋ, σερβίροντας άπατη-
λές ούτοπίες. "Ομως ή γνώση κερδίζει ολοένα περισσό­
τερο έδαφος μέσα στίς εργαζόμενες τάξεις, ώστε δέν θ ’
άργήσει ή μέρα πού καί ό πιό άπλός προλετάριος θά
εκφράζεται μέ οίκτο γιά κωμικοτραγικά φαντάσματα
τύπου Λασάλ. Μόνο ό επιστημονικός σοσιαλισμός έχει
μέλλον.
Μέ τήν έκδοση τοϋ «Κεφαλαίου» τοϋ Κ. Μάρξ, ό σύγ­
χρονος σοσιαλισμός άπόχτησε ένα στέρεο θεμέλιο, ένα
άκατανίκητο όπλο. Αύτό τό έργο διαλύει μέν όλες τίς
αισιόδοξες αύταπάτες, γιατί εξηγεί ότι καμιά κοινωνία

96
δέν μπορεί νά έπινοηθεΐ καί νά οΐκοδομηθεΐ πάνω σέ ατο­
μικά σχέδια, άπό την άλλη όμως μεριά εμψυχώνει κάθε
σκεφτόμενο σοσιαλδημοκράτη έμπνέρντάς του την πε­
ποίθηση γιά την τελική νίκη, καθώς αποδείχνει ότι ό
καπιταλισμός φέρνει μέσα του τό σοσιαλιστικό καί κομ­
μουνιστικό σπόρο: ό πρώτος θά έξελιχτεΐ μέ φυσική
αναγκαιότητα στό σοσιαλισμό, ακολουθώντας δική του
νομοτέλεια.
«Τό Κεφάλαιο» είχε κιόλας πλατιά διάδοση, μολονότι
είχε έκδοθεΐ μόνο ό πρώτος τόμος. "Ομως δέν μπόρεσε νά
διεισδύσει άκόμή στίς μάζες τοϋ εργαζόμενου λαοϋ. 'Η
τιμή τοϋ βιβλίου εμπόδισε μιά πλατύτερη διάδοση, παρ’
όλο πού ήταν δυσανάλογα φτηνή σέ σύγκριση μέ τόν
όγκο καί τή γιγαντιαία εργασία πού απαιτήθηκε. ’Εκτός
άπό τήν άξιοθρήνητη οικονομική κατάσταση των εργα­
τών μπορώ, σάν προλετάριος πού είμαι κι εγώ, νά τονίσω
καί τήν άμάθεια τοϋ λαοϋ, ή οποία βάζει φραγμούς στήν
κατανόηση τοϋ βιβλίου. Είναι άλήθεια ότι ό Μάρξ προ­
σπάθησε νά γράψει άπλά, όσο έπέτρεπέ φυσικά ό επιστη­
μονικός χαρακτήρας τοϋ θέματος- ή προπαίδεια όμως,
πού προϋπόθετε, δέν είναι γενικά δοσμένη, έξαιτίας τής
συστηματικής άποβλάκωσης στήν όποία είναι εκτεθειμέ­
νος ό λαός.
Γιά νά κάνω προσιτά στούς εργάτες, τουλάχιστον τά
ούσιαστικότερα περιεχόμενα αύτοϋ τοϋ πολύ σημαντικού
έργου, σέ φτηνή τιμή καί μέ κατανοητό τρόπο, διέθεσα
μεταξύ άλλων καί τήν «άναγκαστική μου σχόλη»· έτσι
έγραψα τήν εκλαϊκευμένη περίληψη τοϋ «Κεφαλαίου».
Χ ρησιμοποίησα πολλές φράσεις άπό τό πρωτότυπο
κατά λέξη ή μέ μικροαλλαγές, άποφεύγοντας κυρίως τίς
ξενογενεΐς λέξεις πού δέν είναι πολύ διαδομένες. "Εκανα
συντομεύσεις πολλών διεξοδικών εκθέσεων, καθώς καί

97
παραλείψεις οσωνμοΰ φάνηκαν περιττά. Μέ πολλή δυσα­
ρέσκεια παρέλειψα άρκετά στοιχεία πού τεκμήριώνουν
τή σημερινή κατάσταση τών εργαζομένων τάξεων, πού
δμώς ό περιορισμένος χώρος-ένός έγχειριδίου μέ διαφω-
τιστικούς στόχους δέν μου έπέτρεπε περισσότερες λεπτο­
μέρειες. Κάθε έργάτης, έξαλλου, γνωρίζει άπό δική του
πείρα τήν κατάσταση των έργαζομένων. Χώρισα τήν
έργασία σέ κεφάλαια, μέ τρόπο λίγο ως πολύ αυθαίρετο,
μέ κριτήριο τήν εύκολη κατανόηση τοϋ έργου.
Ά ν τό εγχειρίδιο αύτό βοηθήσει ν ’ Ανοίξουν τά
μάτια μερικών, θά εχω επιτύχει τούς στόχους πού έβαλα.
Τέλος, δέν μπορώ νά παραλείψω τήν παρότρυνση πρός
τόν καθένα πού έχει τά άνάλογα μέσα, νά Αποκτήσει τά
έργα τοϋ Μάρξ· είναι καί αύτός ένας άπό τούς σκοπούς
τοϋ βιβλίου μου.
Καί τώρα, ένας χαιρετισμός καί μιά θερμή χειραψία
στούς Αναγνώστες!

Τσβίκαου, ’Οκτώβριος 1873. Γιόχαν Μόστ


Ε πίλογος στήν πρώτη έκδοση

' Η περιληπτική άνταπόδοση του έργου τφΰ. Μάρξ


δίδαξε, ελπίζω, στόν αναγνώστη ότι ό καπιταλιστικός
τρόπος παραγωγής κατά βάθος είναι .μία μεταβατική
μορφή, μέσα άπό τήν όποία αναγκαστικά θά προκύψει
μιά ψηλότερη μορφή, ένας κοινωνικός τρόπος παραγω­
γής, ό σοσιαλισμός.
Γεννιέται δμως τό εδλογο έρώτημα: μέ ποιόν τρόπο θά
πραγματοποιηθεί τελικά αυτό τό μεγάλο βήμα πού συνέ­
λαβε ή σκέψη; 'Η μετεξέλιξη τής καπιταλιστικής παρα­
γωγής οδηγεί, βέβαια, μέ ταχύ ρυθμό πρός αύτό τό
στάδιο, άλλά δεν πρόκειται νά πέσει σάν ώριμος καρπός
στά χέρια τής άνθρωπότητας· αύτός ό καρπός πρέπει ισα-
ϊσα νά κοπεί στήν ώρα του.
Αν ή κοινωνία προτιμήσει τή σταδιακή αντικατά­
σταση τής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας ή τήν κατάληψη
τοϋ κεφαλαίου μέ ξαφνικό πλήγμα, δηλαδή μέ ποιόν
τρόπο θά σημειωθεί ή αλλαγή καί θά εγκαινιαστεί ή νέα
εποχή πολιτισμού, θά φανεί στό μ έλλον αύτό θά έξαρτη-
θεϊ άπό δρους καί συνθήκες πού δέν μπορούν νά
προβλεφτοΰν.
"Ενα όμως είναι βέβαιο: ό λαός πρέπει οπωσδήποτε νά
εχει στά χέρια του ολόκληρη τήν πολιτική δύναμη, προτού
συντελέσει τήν κοινωνική του αναγέννηση. Αύτή ή πολι­
τική παντοδυναμία του δέν επιτρέπεται νά εξαντλείται
στό δικαίωμα ψήφου καί εκλογής, γιατί ή «ελευθερία τού
κράτους, πού βασίζεται στό δικαίωμα ψήφου καί εκλογής
όλων των πολιτών», δέν είναι παρά δόλωμα γιά νά άγκι-
στρώνονται οί ευκολόπιστοι κι άνίδεοι άπό βοναπαρτι-

99
κούς καί μπόρουσιακικούς πράκτορες. Είναι ϊόα-Χσα
απαραίτητο νά εχει ό λαός τήν άμεση νομοθετική εξουσία
στά χέρια του. Μιά τέτοια πολιτική έξουσία θά κερδιστεί
τόσο πιό σίγουρα, όσο καλύτερα διαγνωστεΐ ή φύση τής
σημερινής κοινωνίας καί οσο πιό έτΐίμονά έπιδιοχτεΐ
αυτός ό στόχος. Κάθε άνθρωπος πού συμμερίζεται Από­
λυτα τήν πεποίθηση ότι ή σημερινή κοινωνία πρέπει νά
καταρρεύσεν παραχωρώντας τή θέση της σέ ψηλότερη κι
εύγενέστερη μορφή καί ότι οί Εργαζόμενες τάξεις είναι
εκείνες πού θά γκρεμίσουν τό τωρινό οικοδόμημα μέ τόν
πανίσχυρο μοχλό τής πολιτικής εξουσίας, δέν μπορεί
οΰτε επιτρέπεται νά ακολουθήσει στή ζωή άλλο επάγ­
γελμα, γιατί καθήκον του είναι νά έμφυτεύει στούς
άλλους τίς δικές του αρχές, νά τίς διατυμπανίζει αδιά­
κοπα, νά προσφέρει άκατάπαυτα στήν κόκκινη σημαία -
τό σύμβολο τής γενικής συναδέλφωσης των ανθρώπων -
στρατιώτες τής κοινωνικής επανάστασης καί νά φυτεύει
στίς καρδιές τους τόν ένθερμο ενθουσιασμό γιά τό έπιδι-
ωκόμενο ιδανικό.
Σέ εργοστάσια καί σέ βιοτεχνίες, τά ρετιρέ καί υπό­
γεια του προλεταριάτου, σέ ταβέρνες καί στή βόλτα,
γενικά όπου ύπάρχουν εργάτες, πρέπει νά γίνεται διαφω-
τιστική κινητοποίηση καί ή γνώση πρέπει από τίς πόλεις
νά μεταλαμπαδεύεται στήν ύπαιθρο. ' Ο προλετάριος μέ
τή φόρμα νά βοηθάει τόν άδερφό του στό χακί νά άνοίξει
τά μάτια του. Οί άντρες νά διαφωτίζουν σχετικά τίς γυναί­
κες τους, οί γονείς τά παιδιά τους. "Ολες οί προκαταλή­
ψεις πού στοχεύουν στήν υποδούλωση του λαοΰ καί πού
δημιουργήθηκαν έντεχνα από τούς εχθρούς τής ανθρωπό­
τητας, όπως π.χ. ή άπάτη τοϋ εθνικισμού, πρέπει νά ξερι­
ζωθούν καί στή θέση τους νά μπει ή αδερφική αγάπη. Οί
εργάτες πρέπει νά δώσουν τά χέρια τους πέρα άπό εθνικά

100
σύνορα καί βασιλικές κορόνες καί νά τά σφίγγουν ολο­
ένα πιό γερά, ώσότου γίνει πραγματικότητα ή Διεθνής.
"Ενώση Εργατών.
"Οταν έχει πραγματοποιηθεί ή γενική άδερφοποίηση,
ποιός θά μπορεί νά αντιμετωπίσει τούς λαούς; Ποιός θά
τολμοδσε νά τούς εμποδίσει στό σάρωμα δλων των προ­
νομίων, πού θά άντικατασταθοΰν άπό τό φυσικό δίκαιο;
Κανένας. ' Η ταξική, κυριαρχία κρατιέται μόνο, δσο ένα
μέρος του λαου επιτρέπει νά τό καταχρώνται γιά τήν υπο­
δούλωση του υπόλοιπου μέρους, δηλαδή δσο κυριαρχεί
μαζική βλακεία. "Ολοι οί άνθρωποι τής προόδου πρέπει νά
κάνουν μαζική διαφώτιση μέ όλες τους τίς δυνάμεις, ώσό­
του εξαφανιστεί ή μ α ζ ικ ή βλακεία καί ποτέ δέν επιτρέπε­
ται π α ύ σ η τοϋ α γ ώ ν α , π ού π ο λ ε μ ι κ ή του ί α χ ή είν α ι:

Π ρ ο λ ε τ ά ρ ι ο ι δ λ ω ν τω ν χ ω ρ ώ ν , ενω θείτε!
Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα

'Ο Γιόχαν. Μόστ πρωτοστάτησε στούς αγώνες τής


γερμανικής καί τής αμερικανικής εργατικής τάξης άπό τό
1870 ώς τά τέλη του αιώνα. Ή πολυτάραχη καί ανειρή­
νευτη ζωή του, αφιερωμένη στήν ύπόθεσή του σοσιαλι­
σμού καί τής ελευθερίας, άρχισε μέ παιδικές πίκρες καί
τελείωσε σε ζοφερή απομόνωση.
Γεννήθηκε στό Ά ουγκσμπουργκ τής Βαυαρίας τό
1846 καί ήταν ό εξώγαμος γιός ενός ξεπεσμένου μικροϋ-
πάλληλου καί μιας γκουβερνάντας. Σ ’ όλη του τή ζωή
δέν ξεπέρασε τό μίσος γιά τήν κοινωνική καταφρόνια καί
τήν άστοργη γιαγιά του πού τόν ανάθρεψε. Δεκατριών
χρονών ύποβλήθηκε σέ εγχείρηση προσώπου, πού τόν
παραμόρφωσε οριστικά. Γιά νά κρύβει τά σημάδια,
άφησε μούσι.
’Έμαθε τό επάγγελμα του βιβλιοδέτη, πού έξάσκησε
στίς περιοδείες του στήν Αύστρία, Ούγγαρία, Ιτα λ ία ,
’Ελβετία καί σ ’ ολόκληρη τή Γερμανία. Οί σοσιαλιστι­
κές ιδέες ήταν πολύ διαδομένες στούς τυπογράφους· άπό
τόν κλάδο αύτόν ξεπήδησαν πολλοί επαναστάτες. 'Ο
Μόστ ήρθε σέ επαφή μέ νόμιμες καί παράνομες οργανώ­
σεις τους καί τό 1867 προσχώρησε στό ελβετικό τμήμα
τής Πρώτης Διεθνούς. Τόν ’ Ιούλιο τού 1870 δικάστηκε
στή Βιέννη γιά έσχατη προδοσία, άλλά τόν επόμενο
Φεβρουάριο άμνηστεύτηκε καί άπελάθηκε. ' Η άπαρί-
θμηση των φυλακίσεων του θά κάλυπτε σελίδες. ' Η ζωή
του είναι μία άλυσίδα κύκλων έντονης πάλης καί προπα­
γάνδας, πού έκλειναν κάθε φορά μέ μιά φυλάκιση.
^ Ά π ό τή Βιέννη πήγε στό Χέμνιτς (σήμερα Κηιϊ-

102
Marx-Stadt) κι έξέδωσε δική του εφημερίδα, τόν -Ελεύ­
θερο Τύπο τού Χέμνιτς. Σύντομα έγινε γνωστός γιά τήν -
πολιτική του δράση καί Ιδιαίτερα την όργανωση Απερ­
γιών. ’Απαγορεύτηκε ή εφημερίδα του καί ό ίδιος Αναγ­
κάστηκε τό 1873 νά έγκαταλείψει τό Χέμνιτς. Έ ξέδω σε
στό Μάιντς τή Νότιογερμανική Φωνή τού Λαοί) καί αργό-,
τερα τόν ‘Ελεύθερο Τύπο του Βερολίνου, στή γερμανική
πρωτεύουσα. Τό 1874 έκλέχτηκε γιά πρώτη και τό 1877
γιά δεύτερη φορά βουλευτής στήν Ε θ ν ικ ή Βουλή (Reich­
stag). 'Η βουλευτική του ασυλία δέν τόν κάλυπτε πιά
άπό τίς αλλεπάλληλες διώξεις. Τό 1874 καταδικάστηκε
σέ φυλάκιση 26 μηνών λόγω προσβολής τής «μεγαλειό­
τητας» καί βλασφημίας τών «θείων». Στή φυλακή έγραψε
δύο βιβλία: Τό φρούριο στήν Πλίτσενσεε. Φύλλα άπό τό ημε­
ρολόγιο τής φυλακής (1876), καθώς καί τό Βιβλίο μέ προλε-
τάρικα τραγούδια, πού γνώρισε πολλές έπανεκδόσεις. Στή
φυλακή έβρισκε τό χρόνο γιά εντατικές σπουδές· έκεΐ
γράφτηκαν καί τά περισσότερα βιβλία.του.
'Η ριζοσπαστικότητα καί ιδιαίτερα ό συνεπής αθεϊ­
σμός του τόν έφεραν σέ ρήξη μέ τό Σοσιαλδημοκρατικό
Κόμμα Ε ργα τώ ν, όπου ανήκε άπό τό 1871. "Οταν άρχισε
νά προπαγανδίζει τή μαζική άποχώρηση άπό την εκκλη­
σία, άπελάθηκε άπό τό Βερολίνο. ’Αναγκάστηκε νά μετα­
ναστεύσει. Πήγε στή Γαλλία, οί ’Αρχές όμως γρήγορα
τόν έδιωξαν καί τό 1879 πήγε στό Λονδίνο, πού στέγαζε
πολλούς πολιτικούς φυγάδες. 'Ίδρυσε άμέσως δική του
εφημερίδα, τήν ’Ελευθερία. Στό άκόμα ριζοσπαστικότερο
ϋφος του ταίριαζε τό κόκκινο χρώμα πού διάλεξε γιά ολό­
κληρη τήν εφημερίδα.
' Η μεγαλύτερη στροφή του πρός τά Αριστερά μπορεί
νά εξηγηθεί σάν άντίδραση στήν όππορτουνιστική στά­
ση του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, πού

103
βιάστηκε νά αύτοδιαλυθεΐ, προτού μπει σε Ισχύ ό γνω­
στός άντισοσιαλιστικός νόμος. Είναι τά χρόνιά τής πρώ­
της ενσωμάτωσης των μαρξιστικών κομμάτων στήν
έθνική πολιτική ζωή τών ευρωπαϊκών -χωρών, μετά τή
διάλυση τής Πρώτης Διεθνούς. Τό δικαίωμα ψήφου καί ή
κοινοβουλευτικοποίηση των σοσιαλιστικών κομμάτων
συμβάδιζε συχνά μέ βάναυσα κατασταλτικά μέτρα κατά
τής επαναστατικής δράσης. Στή Γερμανία τοδ Μπίσμαρκ
ξεπήδησαν μικρο-ομάδες άμεσης δράσης, πού καταπολε­
μούσαν τήν κοινοβουλευτική πολιτική. 'Ιδεολογική
βάση τους ήταν ό αναρχισμός, πού τότε έπαιζε μεγάλο
ρόλο στό διεθνές εργατικό κίνημα, ιδιαίτεραχττήν 'Ισ π α ­
νία, Γαλλία καί ’Ιταλία. Ή εφημερίδα ’Ελευθερία έγινε
όργανο των ριζοσπαστικών ομάδων τής Γερμανίας καί ό
Μόστ πέρασε στήν αναρχία.
Τό 1880 διαγράφτηκε άπό τό κόμμα, στό συνέδριο του
Βύντεν. Μετά τήν πολιτική δολοφονία του τσάρου ’Αλέ­
ξανδρου του II, ό Μόστ τάχτηκε υπέρ τής τυραννοκτο-
νίας. Σέ πρωτοσέλιδο άρθρο μέ πηχιαίο τίτλο « ’Επιτέ­
λους!» έγραψε: «Αύτό γιά τό όποιο θά μπορούσε νά
θρηνεί κανείς, είναι μόνο ή σπανιότητα τών λεγομένων
τυραννοκτονιών. Ά ν κάθε μήνα καθαριζόταν έστω ένας
εστεμμένος λεχρίτης, σέ λίγο δεν θά ήταν κανένας πιά
πρόθυμος νά παίζει τό μονάρχη». Αύτός ό βαθύς αναστε­
ναγμός, του «πρόσφερε» δεκαέξι μήνες φυλάκιση μέ
καταναγκαστικά έργα.
Μετά τήν άποφυλάκισή του δέν μπορούσε νά σταθεί
στήν ’Αγγλία. Τό 1882 μετανάστευσε στήν ’Αμερική.
’Εκεί συνάντησε πολύ διαφορετικό κοινωνικό κλίμα. Ό
ταξικός αγώνας στίς ΗΠΑ δέν είχε σχεδόν κανένα θεω­
ρητικό υπόβαθρο καί έπαιρνε συχνά βιαιότατες μορφές.
Κ,άθε τόσο σημειώνονταν κανονικές μάχες μεταξύ τών

104
εργατών καί τής οπλισμένης ιδιωτικής αστυνομίας των
επιχειρηματιών. Οί αναρχικοί άσκοδσαν σημαντική
έπιρρσή στό εργατικό κίνημά' πολλοί άπό αύτούς ήταν
μετανάστες άπό τή Ρωσία καί τήν *Ιταλία.
' Ο Μόστ £ξέδώσε καί εδώ άμέσως τήν έφημερίδα του.
Μέ διαφωτιστική καί οργανωτική δουλειά προώθησε τή
δημιουργία .συνδικάτων. Στίς δικές του προσπάθειες
καταλογίζεται ή ίδρυση τής International Working Peo­
ple’s Association, πού σημειώθηκε τό 1883 στό Σικάγο.
Καταπολέμησε , έ.ξαρχής τίς οίκονομιστικές τάσεις του.
άμερικανικοΰ κινήματος καί τήν πολιτική τής ενσωμάτω­
σης τών εργατών στό κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Χα­
ρακτηριστικό για τήν όξυνση τών έργατικών αγώνων
είναι ότι ό Μόστ μπήκε μέ ψευδώνυνο σέ εργοστάσιο
εκρηκτικών ύλών καί εργάστηκε μερικούς μήνες. "Υστε­
ρα κυκλοφόρησε ενα μικρό βιβλίο, πού προκάλεσε
θόρυβο. « Ή επιστήμη του επαναστατικού πολέμου. ’Εγχει­
ρίδιο μέ οδηγίες κατασκευής καί χρήσης νιτρογλυκερίνης,
δυναμίτη, βαμβακοπυρίτιδας, ύδραργυροκροτίδων, βομβών,
πυροδοτικών μηχανισμών, δηλητηρίων κλπ.». Φυσικά τόν
συνέλαβαν πάλι καί τόν φυλάκισαν.
Γρήγορα όμως έγκατάλειψε τήν τρομοκρατική τακτι­
κή. Καταδίκασε τίς άτομικές εξορμήσεις καί εργάστηκε
γιά τή σύσταση εργοστασιακών πυρήνων. Μέ τήν τελευ­
ταία του στροφή ή δράση του πήρε χαρακτήρα άναρχο-
συνδικαλιστικό. ’Ανάλογη ήταν καί ή εξέλιξη του
ατομικού καί μικρο-ομαδικοϋ άναρχισμοϋ στήν Εύρώπη.
Στό άμερικανικό όμως κίνημα δέν επιφυλάχτηκε ή ϊδια
μαζική άνάπτυξη πού σημείωσε ό άναρχοσυνδικαλισμός
στή Γαλλία καί ιδιαίτερα στήν ’Ισπανία.
' Η αγωνιστικότητα του Μόστ δέν μειώθηκε καθόλου'
ούτε σταμάτησαν καί οί διώξεις, πού τόσο πολύ σημάδε-

105
ψαν τή ζωή του. ’Ακόμη καί τό 1902 καταδικάστηκε σέ
δύο μηνών φυλάκιση γιά ενα άρθρο του. Ή άποκήρυξη
όμως των βομβιστικών ενεργειών τοΰ κόστισε τήν άπώ-
λεια καί των λίγων συντρόφων πού τόν είχαν Ακολουθή­
σει στήν τρομοκρατική φάση. ' Ο συνεπής μαρξιστής καί
φλογερός αναρχικός Γιόχαν Μόστ πέθανε τό 1906 στήν
πόλη Cincinnati άπογοητεύμενος,καί άπομονωμένος;. μή
•έλπίζοντας οΰτέ στήν αναγνώριση πού τοΰ επιφυλάχτηκε
στό δικό μας αιώνα.
Π ολλοί θέλουν νά γνωρίσουν τήν οικονομική θεωρία
του Κάρλ Μάρξ, λίγοι δμως μπορούν νά άφοσιωθοϋν γιά
πολλούς μήνες στή μελέτη του κύριου έργου του, Τό
Κεφάλαιο. Στούς "Ελληνες αναγνώστες έλειπε ώς τώρα
μιά εύχρηστη περίληψη αύτοϋ τοϋ βιβλίου, κατάλληλη
γιά γενικό προσανατολισμό, διδασκαλία καί διαφώτιση.
'Ο γερμανός σοσιαλιστής Γιόχαν Μόστ (1846 - 1906)
μελέτησε στή φυλακή τόν πρώτο τόμο τοϋ Κεφαλαίου καί
σύνταξε μιά περίληψη. Ό Βίλχελμ Λίμπκνεχτ παρουσί­
ασε στόν Μάρξ καί στόν Έ νγκ ελς, στό Λονδίνο, αντί­
τυπα τής πρώτης έκδοσης τοϋ εγχειριδίου καί αύτοί
εξέτασαν τό κείμενο καί τό επεξεργάστηκαν. Μετά από
85 χρόνια μεταφράζουμε στά ελληνικά τήν έκδοση αύτή,
αναθεωρημένη καί έπεξεργασμένη από τούς Μάρξ καί
'Έ νγκελς. Ό ’Έ νγκελς, τό 1882, συνέστησε τό βιβλίο,
τονίζοντας ότι «διατηρεί άκόμη τά πλεονεκτήματά του
καί θά μποροϋσε νά ξανατυπωθεΐ».
Οί προσθήκες καί οί αλλαγές των Μάρξ καί ’Έ νγκελς
είναι στοιχειοθετημένες μέ πλάγια στοιχεία. Οί συνεχείς
παραπομπές στά αντίστοιχα κεφάλαια τής ελληνικής με­
τάφρασης τοϋ Κεφαλαίου (εκδόσεις ΜΟΡΦΩΣΗ, 'Α θ ή ­
να 1963), μεγαλώνουν τή χρησιμότητα τής περίληψης
τοϋ Μόστ σάν όδηγό μελέτης καί βοήθημα γιά πολιτικές
ομάδες καί γιά κάθε ενδιαφερόμενο αναγνώστη.

You might also like