You are on page 1of 30

Μεταπτυχιακή Εργασία

ARCH517: Η αντιπαράθεση για τις γυναίκες στην πρώιμη νεότερη Δύση


Ε.Ε 2014 – 2015
επιβλέπων καθηγητής: Κώστας Γαγανάκης

Φτωχές γυναίκες της υπαίθρου

εγκατεστημένη και περιπλανώμενη φτώχεια

στον γερμανικό χώρο κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα

Αλεξάντερ – Κρίστιαν Κάντζιας -Ρόντε

1561201315
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Πρόγραμμά Μεταπτυχιακών Σπουδών
Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου
157 84 Αθήνα
Τηλ 210 7277319
www.arch-uoa.gr
Πίνακας περιεχομένων

Εισαγωγή ................................................................................................................................. 3
1. Η ύπαιθρος των φτωχών ............................................................................................... 5
1.1 Φτώχεια και γυναίκες.............................................................................................. 7
1.2 Τρόποι θεώρησης και αντιμετώπισης της φτώχειας .......................................... 9
2. Έμφυλοι ρόλοι κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα ..................................................... 11
3. Ο γάμος και η οικογένεια ως στρατηγικές επιβίωσης ................................................ 13
3.1 Ο γάμος ως ένωση συμφερόντων ........................................................................... 13
3.2 Γάμος και Εκκλησία ............................................................................................... 15
4. Γυναίκες και περιπλάνηση .............................................................................................. 18
4.1 Εκδιδόμενες γυναίκες της υπαίθρου. ...................................................................... 19
4.2 Ζώντας από την επαιτεία. ........................................................................................ 21
4.3 Ακολουθώντας τον στρατό. Ο ρόλος των γυναικών στις πολεμικές εκστρατείες
της πρώιμης Νεοτερικότητας .......................................................................................... 22
4.4 Οι Τσιγγάνες ............................................................................................................... 26
Επίλογος ................................................................................................................................ 28
Βιβλιογραφία.......................................................................................................................... 29

2
Εισαγωγή

Η πρώιμη Νεοτερικότητα χαρακτηρίζεται από την πολύπλοκη κοινωνική


πραγματικότητα και διαστρωμάτωση της που καθιστούν δύσκολο το «διαχωρισμό» και
την «κατηγοριοποίηση» των ανθρώπων σε τάξεις, στρώματα και ομάδες. Τα δίπολα
φεουδάρχης – δουλοπάροικος, πλούσιος – φτωχός, πόλη – ύπαιθρος δεν επαρκούν
για να ορίσουν με ακρίβεια την πραγματικότητα αυτή και να περιλάβουν στην ολότητα
τους όλες τις κοινωνικές κατηγορίες.

Αν κάτι ήταν χαρακτηριστικό για τις κοινωνίες της περιόδου αυτό ήταν ο διαρκής
αγώνας που διεξαγόταν γύρω από την γη και τα προϊόντα της. Φεουδάρχες και
βασιλείς, πλούσιοι και φτωχοί αγρότες, έμποροι των πόλεων και ακτήμονες,
ανταγωνίζονταν ο ένας εναντίον του άλλου, αλλά και αναμεταξύ τους για τον έλεγχο και
την νομή τους, καθιστώντας την ύπαιθρο τον βασικό χώρο στον οποίο διεξαγόταν η
κοινωνική αντιπαράθεση.

Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν φτωχό, η φτώχεια όμως είχε πολλά
πρόσωπα και οι φτωχοί δεν αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο. Ο κόσμος τους υπήρξε
για πολύ καιρό αγνοημένος από την επίσημη ιστοριογραφία που προτιμούσε να
εστιάζει τις έρευνες τις στις ζωές και τις πράξεις των επιφανών αντρών. Το ίδιο
αγνοημένες υπήρξαν και οι γυναίκες εξαιτίας της υποδεέστερης θέσης που κατείχαν και
των αποκλεισμών που γνώριζαν βάσει φύλου, αν και κατά τον Μεσαίωνα υπήρχαν
περισσότεροι αποκλεισμοί που είχαν να κάνουν με την τάξη από ότι με το φύλο, αλλά
και του σεξισμού των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών και της συνακόλουθης οπτικής με
την οποία οι ιστορικοί τους μελετούσαν παλαιότερες εποχές.

Κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα η θέση των γυναικών θα γνωρίσει σημαντικές


μεταβολές. Οι θεσμικές και πολιτικές αλλαγές που συνδέονται με την Μεταρρύθμιση
περιόρισαν τις δυνατότητες κίνησης τους στην δημόσια σφαίρα και μείωσαν τις
δυνατότητες υπέρβασης των προκαθορισμένων τους ρόλων. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει
ότι όλες οι γυναίκες επηρεάστηκαν στον ίδιο βαθμό από τις αλλαγές αυτές. Ιδίως στην
ύπαιθρο, σε χώρους όπου η κεντρική εξουσία δεν είχε πρόσβαση, η ζωή των φτωχών
γυναικών επηρεάστηκε λιγότερο από αυτή των γυναικών που άνηκαν στα εύπορα
στρώματα των πόλεων και της αριστοκρατίας. Η ανάπτυξη των gender studies τις
τελευταίες δεκαετίες έχει προσφέρει σημαντικές αναλύσεις στον τομέα αυτό και έχει
ανοίξει νέα πεδία για την ιστορική έρευνα αφού πλέον επιχειρείται να συμπεριληφθεί και
η «γυναικεία πλευρά» κατά την συγγραφή της ιστορίας.

3
Έτσι και σε αυτήν την εργασία οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως δρώντα
κοινωνικά υποκείμενα, άτομα που διαμορφώνουν τα ίδια τη ζωή και το περιβάλλον τους
και με την εφευρετικότητα τους παλεύουν για την επιβίωση μέσα σε συνθήκες
εξαιρετικά δυσμενείς, έχοντας να αντιμετωπίσουν πολλαπλούς κινδύνους και απειλές.
Ενταγμένες και λειτουργώντας μέσα σε κοινωνικά σύνολα συνεργάζονται αλλά και
έρχονται σε αντιπαράθεση μεταξύ τους αλλά και με τους άντρες και τον περίγυρο τους.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα ασχοληθώ με κάποιες από τις κατηγορίες των
φτωχών γυναικών της γερμανικής υπαίθρου διακρίνοντας ανάμεσα στην εγκατεστημένη
και την περιπλανώμενη φτώχεια καθώς το κριτήριο της μόνιμης κατοικίας αποτελεί έναν
βασικό διαχωριστικό παράγοντα διχασμού των φτωχών, χωρίς και εδώ τα κριτήρια να
μπορούν να είναι απόλυτα.

4
1. Η ύπαιθρος των φτωχών

Κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα το φαινόμενο της φτώχειας αφορούσε


κυρίαρχα τις πόλεις καθώς μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων τους ήταν φτωχό ή
κινδύνευε να γίνει, σε σχέση με την ύπαιθρο. Διαθέτοντας πολύ περισσότερες πηγές
για το τι συνέβαινε στα αστικά κέντρα η ιστοριογραφία έχει εστιάσει εκεί τις έρευνες της.
Όμως οι περισσότεροι φτωχοί (όπως άλλωστε και η πλειοψηφία του πληθυσμού)1
κατοικούσαν στην ύπαιθρο. Οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων αυτών και οι πρακτικές
που υιοθετούσαν προκειμένου να επιβιώσουν δεν έχουν ακόμα μελετηθεί διεξοδικά

Οι αγροτικές κοινότητες της πρώιμης Νεοτερικότητας δεν ήταν σε καμία


περίπτωση ομοιογενείς κοινωνίες αποτελούμενες από ίσους μεταξύ τους αγρότες
αλλά παρουσίαζαν εξίσου έντονες εσωτερικές διαφοροποιήσεις με αυτές των πόλεων
με τις κοινωνικές ανισότητες να ανήκουν από την αρχή στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά
όχι μόνο του γερμανικού αλλά και του ευρωπαϊκού χωριού γενικότερα. Στον ίδιο χώρο
κατοικούσαν πολλές κοινωνικές ομάδες που είχαν διαφορετικά δικαιώματα και
υποχρεώσεις και διαφορετικούς βαθμούς νομικής, πολιτικής και οικονομικής
εξάρτησης. Αλλά ακόμα και στο εσωτερικό των ομάδων αυτών παρατηρούνται
έντονες αποκλίσεις. Σημαντικό τμήμα του πληθυσμού αποτελούσαν οι αγρότες οι
οποίοι καλλιεργούσαν ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι γης το οποίο είτε το
νοίκιαζαν είτε το κατείχαν οι ίδιοι. Στα λεγόμενα «υποαγροτικά στρώματα» ανήκαν
όλοι εκείνοι που αναγκάζονταν να συμπληρώνουν το εισόδημα της αγροτικής τους
δραστηριότητας με άλλες πηγές και όλοι όσοι δεν διέθεταν καθόλου γη. Η σχέση με
τη γη ήταν το βασικό κριτήριο καθορισμού της κοινωνικής θέσης: οι σιδεράδες,
μυλωνάδες, μαραγκοί και ταβερνιάρηδες μπορεί να βρίσκονταν συχνά σε καλύτερη
οικονομική κατάσταση από τους κυρίως αγρότες, κοινωνικά όμως βρίσκονταν σε
υποδεέστερη θέση και σε πολλές περιοχές οι δραστηριότητες τους θεωρούνταν
απαξιωτικές. 1

1
Οι ιστορικοί δεν είναι σύμφωνοι για την ακριβή κατανομή του πληθυσμού μεταξύ πόλης και
υπαίθρου. Ο Moeller για παράδειγμα υπολογίζει ότι τουλάχιστον το 90% του πληθυσμού του
γερμανικού χώρου ζει και εργάζεται στην ύπαιθρο, ενώ ο Wagner μιλάει για 80% Ακόμα και σε
περιοχές υψηλής (σχετικά) αστικοποίησης πάντως, όπως ήταν η Σαξονία κυριαρχούν οι νόρμες
εργασίας και ζωής της υπαίθρου.
Moeller Bernd: Deutsche Geschichte 4. Deutschland im Zeitalter der Reformation. Göttingen:
van den Hoeck & Ruprecht Verlag. Σ. 25
Wagner Andreas: Geschichte und gesellschaftliche Voraussetzungen der Reformation.
Dissertation Σ. 16

5
Σε ακόμα χαμηλότερη κοινωνική θέση βρίσκονταν άνθρωποι όπως οι
υπηρέτες, οι μεροκαματιάρηδες και οι παραγιοί. Αυτές οι επαγγελματικές ομάδες δεν
είχαν δικαίωμα πρόσβασης στις κοινοτικές γαίες και δάση, ούτε τους επιτρεπόταν η
συμμετοχή στην πολιτική ζωή της κοινότητας. Μέχρι και τον 15ο αιώνα σε πολλές
περιοχές (όπως σε τμήματα της Βαυαρίας) τους απαγορευόταν να κατέχουν ακόμα
και δικό τους σπίτι κάτι που τους υποχρέωνε να νοικιάζουν δωμάτια στο σπίτι
κάποιας οικογένειας.

Οι ανισότητες της υπαίθρου θα οξυνθούν από τις οικονομικές, πολιτικές και


δημογραφικές εξελίξεις που συντελούνται κατά τον ύστερο Μεσαίωνα. Ο εντεινόμενος
εκχρηματισμός της οικονομίας και η ανάδυση του απολυταρχικού κράτους αυξάνουν
και στον αγροτικό χώρο τις πιέσεις που ασκούνται στα κατώτερα στρώματα. Ειδικά
από τον 16ο αιώνα και μετά αυτό το γεγονός οδηγεί σε όξυνση των αντιπαραθέσεων
και των διαπληκτισμών εντός του χωριού καθώς η κοινωνική ψαλίδα αρχίζει πλέον να
ανοίγει αισθητά. Η υποχρεωτική απαλλοτρίωση αγροκτημάτων στην οποία
καταφεύγουν οι φεουδάρχες για να επεκτείνουν τις κτήσεις τους, και το πέρασμα σε
κοσμική ιδιοκτησία μεγάλου μέρους των εκκλησιαστικών γαιών ως συνέπεια της
Μεταρρύθμισης αυξάνουν την δύναμη των φεουδαρχών. Οι αγρότες αντίθετα
απειλούνται να μετατραπούν ξανά σε δουλοπάροικους χάνοντας σταδιακά πολλά
από τα δικαιώματα που είχαν κατακτήσει τους προηγούμενους αιώνες.2 Επιπλέον
αναγκάζονται να καταβάλουν και υψηλότερες εισφορές, που όλο και συχνότερα
παίρνουν χρηματική μορφή, κάτι που ανάγεται άνθησης του εμπορίου.

Ήδη από τον 16ο αιώνα η παραγωγή αγροτικών προϊόντων στον γερμανικό
χώρο προσανατολίζεται στην εξυπηρέτηση μιας διεθνοποιημένης αγοράς: το
γερμανικό κρασί και σιτάρι και τα γερμανικά φρούτα και λαχανικά κατευθύνονται μέσα
από ένα ευρύ εμπορικό δίκτυο ακόμα και σε περιοχές εκτός της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Η στροφή από μια παραγωγή βασισμένη στην εξυπηρέτηση των τοπικών αγορών σε
μια 2 παραγωγή σύμφωνη με τις απαιτήσεις των διεθνών αγορών προσέφερε μεγάλες
ευκαιρίες πλουτισμού για τους εμπόρους.

2
όπως το να κληροδοτούν τα αγροκτήματα τους στους απογόνους τους ενώ επανέρχονται και
μια σειρά περιορισμών σε βάρος τους, όπως η ανάγκη έγκρισης από μεριάς του φεουδάρχη
ενός γάμου μεταξύ υποτελών του.

6
Η πλειοψηφία του πληθυσμού βέβαια δεν ευνοήθηκε καθόλου από την εξέλιξη
αυτή, αντίθετα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια εκρηκτική αύξηση στην τιμή των τροφίμων,
ιδίως των σιτηρών. Στο β’ μισό του 16ου αιώνα ο ευρωπαϊκός μέσος όρος των
αυξήσεων στο βασικό αυτό διατροφικό αγαθό αγγίζει το 306%,3 κάτι που επέφερε μια
επιδείνωση της διατροφής του πληθυσμού τόσο των πόλεων, όσο και της υπαίθρου
που θα οδηγήσει στην μείωση του αριθμού των γάμων και των γεννήσεων και στην
αύξηση της θνησιμότητας, καθώς τα εξασθενημένα από την πείνα σώματα ήταν πιο
ευάλωτα στις επιδημίες.

Αυτή η διαδικασία φτωχοποίησης σε καμία περίπτωση δεν ήταν ένα


φαινόμενο με γραμμική εξέλιξη, γνωρίζοντας περιόδους ιδιαίτερης έξαρσης και άλλες
στις οποίες έμοιαζε να σταθεροποιείται, όπως φυσικά και πολλές τοπικές
ιδιαιτερότητες.

1.1 Φτώχεια και γυναίκες

Όντας σε μεγάλο βαθμό αποκλεισμένες από την αγορά εργασίας και


βιώνοντας και μια σειρά άλλων περιορισμών που είχαν να κάνουν με το φύλο τους οι
γυναίκες πλήττονταν πολύ περισσότερο από την φτώχεια από ότι οι άντρες. Ιδίως σε
περίπτωση θανάτου του συζύγου τους η οικονομική τους κατάσταση μπορούσε να
παρουσιάσει ραγδαία επιδείνωση, τα φτωχότερα νοικοκυριά στις μικρές πόλεις και
στα χωριά άλλωστε ήταν αυτά που είχαν επικεφαλής μια ηλικιωμένη χήρα.

Για την αντιμετώπιση καταστάσεων ανέχειας οι γυναίκες ανέπτυσσαν μια


σειρά πρακτικών που τις έφερναν στο κέντρο της κοινότητας και τους προσέδιδαν
κύρος. Οι μαίες, οι θεραπεύτριες, οι πνευματίστριες, και οι γυναίκες που πουλούσαν
βότανα και παρασκεύαζαν φίλτρα διέθεταν μια σταθερή πελατεία αποτελούμενη όχι
μόνο από γυναίκες αλλά και από άντρες. Ήταν αυτές που γνώριζαν το μυστηριακό
3

3
Στο γερμανικό χώρο βέβαια αυτές οι αυξήσεις θα κινηθούν σε χαμηλότερα επίπεδα, κατά μέσο
όρο γύρω στο 255%. Στη Γαλλία αντίθετα το ποσοστό αυτό θα αγγίξει το 651%.. Wagner : Σ. 25

7
και απειλητικό δάσος κατοικώντας καμιά φορά και μέσα σε αυτό αναπτύσσοντας όλες
εκείνες τις πρακτικές που κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα θα στιγματιστούν και θα
διωχθούν ως «μαγικές» και «διαβολικές».

Μια ακόμα μορφή εργασίας (την οποία βέβαια έβρισκαν και άντρες) ήταν η
μόνιμη ή περιστασιακή απασχόλησης σαν υπηρέτριες στα σπίτια πλουσίων αγροτών
ή στις αυλές φεουδαρχών. Οι κόρες και τα δευτερότοκα αγόρια των φτωχότερων
αγροτών ήταν οι συνηθέστεροι υποψήφιοι για τέτοιες θέσεις. Κάποια από αυτά τα
παιδιά κατέληγαν να εργάζονται στο ίδιο σπίτι για όλη τους την ζωή, ο κανόνας όμως
ήταν ότι το υπηρετικό προσωπικό έβρισκε μόνο περιστασιακή απασχόληση, ιδίως
κατά τους μήνες του καλοκαιριού που οι ανάγκες για βοηθητικά χέρια ήταν
μεγαλύτερες. Μετά την απόλυση τους ήταν σύνηθες τα άτομα αυτά να καταφεύγουν
στην επαιτεία προκειμένου να επιβιώσουν τους μήνες κατά τους οποίους δεν υπήρχε
ζήτηση για τις υπηρεσίες τους. Βέβαια το υπηρετικό προσωπικό αποτελούσε βασικά
μια κοινωνική κατηγορία με ηλικιακό προσδιορισμό: η επαγγελματική τους
δραστηριότητα ξεκινούσε από μικρή ηλικία, το αργότερο από την ηλικία των 12-14 και
διαρκούσε μέχρι να καταφέρουν να συγκεντρώσουν τους απαραίτητους πόρους για
την δημιουργία της δικής τους οικογένειας..4

Η αυγή της πρώιμης Νεοτερικότητας είναι επίσης μια εποχή ραγδαίας


ανάπτυξης της υφαντουργίας. Η παραγωγή ήταν οργανωμένη σε οικιακή βάση
εμπλέκοντας ολόκληρες οικογένειες αλλά και ευρύτερα σόγια που αναλάμβαναν
παραγγελίες από μεσάζοντες που κατόπιν προωθούσαν τα προϊόντα στην παγκόσμια
αγορά. Ειδικά για τα υποαγροτικά κόμματα οι νέες αυτές παραγωγικές
δραστηριότητες άνοιγαν πρωτόγνωρες ευκαιρίες οικονομικής ανεξαρτησίας και
οικογενειακής αποκατάστασης καθώς οι υφαντουργοί με το κομπόδεμα που μάζευαν
εργαζόμενοι από νηπιακή ηλικία είχαν την δυνατότητα να παντρεύονται σε πολύ
νεαρότερη ηλικία από τους υπόλοιπους κατοίκους τις υπαίθρου.
4

4
von Hippel Wolfgang: Armut, Unterschichten, Randgruppen in der frühen Neuzeit.
Enzyklopädie der deutschen Geschichte Band 34. München: Oldenburg Verlag 2013. Σ. 23

8
Ο ρόλος των γυναικών στην παραγωγή ήταν τόσο σημαντικός που οδήγησε
σε σημαντικούς μετασχηματισμούς των σχέσεων των δύο φύλων ανάμεσα στους
υφαντουργούς. Η κοινή εργασία στον ίδιο χώρο σε μια απασχόληση στην οποία δεν
ξεχώριζε η ανδρική μυϊκή υπεροχή αλλά και επέτρεπε την μεταξύ τους επικοινωνία
οδήγησαν αν σε όχι σχέσεις «ισότητας», σίγουρα σε μεγαλύτερο αλληλοσεβασμό και
συνεργασία μεταξύ τους.

Μια άλλη επιλογή για τις φτωχές κοπέλες, αν και ίσως όχι η προσφιλέστερη,
ήταν αυτή της μοναστικής ζωής. Η ασφάλεια που προσέφερε συνεπαγόταν βέβαια
ένα υψηλό τίμημα, άνοιγε όμως και ευκαιρίες. Η ηγουμένη ενός μεγάλου και πλούσιου
μοναστηριού μπορούσε να είναι το ίδιο ισχυρή όσο μια δούκισσα ή μια βαρόνη
συνδιαλεγόμενη με τις επιφανείς προσωπικότητες της περιοχής της ενώ η
μοναστηριακή βιβλιοθήκη πρόσφερε ευκαιρίες μόρφωσης που δεν υπήρχαν έξω από
τα τείχη του.

1.2 Τρόποι θεώρησης και αντιμετώπισης της φτώχειας

Η μεσαιωνική αντίληψη για την φτώχεια σύμφωνη με τις χριστιανικές επιταγές


της ευσπλαχνίας όριζε ότι κάθε επαίτης ήταν άξιος να λάβει ελεημοσύνη, χωρίς να
εξετάζεται αν πράγματι την είχε ανάγκη. Ήδη όμως από τα μέσα του 14ου και την αρχή
του 15ου αιώνα παρατηρείται μια αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης της φτώχειας. Η
παραδοσιακή ελεημοσύνη σταδιακά καταργείται και οι ζητιάνοι που μέχρι τότε
αποτελούσαν ενσωματωμένα μέλη των κοινοτήτων περιθωριοποιούνται και
ο
αποκλείονται. Τον 16 αιώνα πλέον η επαιτεία έχει απαγορευτεί σε πολλές περιοχές
της Ευρώπης και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα που διαχειρίζονταν το φαινόμενο της
φτώχειας αρχίζουν να παραχωρούν τις αρμοδιότητες τους στα δημοτικά συμβούλια
των πόλεων.

Για πρώτη φορά εμφανίζεται η συλλογικά οργανωμένη, κεντρικά ελεγχόμενη


και με ανταποδοτικά κριτήρια εφαρμοζόμενη παροχή βοήθειας σε επιλεγμένους
φτωχούς σε συνδυασμό με την αυξανόμενη απώθηση και αποκλεισμό των «άτιμων»
φτωχών, μια διαδικασία στην οποία συνεργάζονταν δημοτικές εξουσίες, ιδιωτικές
αρχές και Εκκλησίες. Ταυτόχρονα μεταξύ των κατοίκων των πόλεων κερδίζει έδαφος
η αντίληψη ότι οι φτωχοί ευθύνονται οι ίδιοι για τα δεινά τους και ότι η έξοδος από την
ανέχεια ήταν μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσω της σκληρής τους εργασίας. Για το
σκοπό αυτό πολλοί από τους οίκους που ιδρύθηκαν για τους φτωχούς σκόπευαν
στην εργασιακή τους απασχόληση και στην «ηθικοποίηση» τους μέσω της εργασίας.
Σε μια εποχή όμως κραδασμών και κρίσεων που προκαλούνταν από τον σταδιακό

9
εκχρηματισμό της οικονομίας οι δομές για την περίθαλψη των φτωχών στις πόλεις
δεν ήταν ποτέ επαρκείς για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο, ενώ στην ύπαιθρο
τέτοιοι θεσμοί εξέλειπαν εντελώς. Εδώ η μέριμνα παίρνει κυρίαρχα την μορφή της
αλληλοβοήθειας μεταξύ των φτωχών και λαμβάνει χώρα κατά κύριο λόγο στα πλαίσια
της ευρύτερης οικογένειας και του νοικοκυριού. Για να επιβιώνει μια οικογένεια ήταν
αναγκασμένη να βασίζεται σε διαφορετικές πηγές εισοδήματος, με την γυναικεία
εργασία να συνεισφέρει σημαντικό του μέρος και να αποκτά αποφασιστική βαρύτητα
σε περιπτώσεις που εξέλιπε η αντρική. Μεγάλη σημασία για τα χαμηλότερα
στρώματα είχε η δυνατότητα υψηλής κινητικότητας και ο συνδυασμός διαφορετικών
εποχικών δραστηριοτήτων, ανάλογα βέβαια και με την περιοχή.

Μια ακόμη διαδεδομένη πρακτική που υιοθετούσαν οι φτωχοί ήταν και αυτή
της αναζήτησης ενός πλούσιου κουμπάρου ή νονού. Ένα τέτοιο άτομο με την
περιουσία και το δίκτυο γνωριμιών που διέθετε μπορούσε να επηρεάσει καθοριστικά
την τύχη του ζευγαριού σε περιόδους κρίσεων και να εξασφαλίσει έναν καλό γάμο ή
μια θέση μαθητείας για τα παιδιά του κάτι που συνεπαγόταν την κοινωνική τους
άνοδο.

Εν τέλει είναι αμφίβολο το κατά πόσο αυτές οι νέες πολιτικές που


εφαρμόζονταν στις πόλεις επηρέασαν με έναν άμεσο και θεσμικό τρόπο και τον
κόσμο της υπαίθρου. Αυτό που σίγουρα υπήρξε ήταν μια μετατόπιση της φτώχειας
των πόλεων προς τις αγροτικές περιοχές, ενώ οι νέες αυτές συμπεριφορές των
κατοίκων των πόλεων άσκησαν επιρροή και στις συμπεριφορές των κατοίκων της
υπαίθρου απέναντι στους φτωχούς.

10
2. Έμφυλοι ρόλοι κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα

Δεν υπάρχει αμφιβολία στο γεγονός ότι στις κοινωνίες της πρώιμης
Νεοτερικότητας η θέση των δύο φύλων ήταν άνιση. Οι γυναίκες δεν είχαν τα ίδια
νομικά και πολιτικά δικαιώματα με τους άντρες, ούτε διέθεταν τις ίδιες ευκαιρίες
απόκτησης και διαχείρισης περιουσίας και πρόσβασης στην αγορά εργασίας με την
εξάσκηση των περισσότερων επαγγελμάτων να είναι γι’ αυτές απαγορευμένη. Αλλά
μπορεί από όλες τις απόψεις να αντιμετωπίζονταν ως υποδεέστερες των αντρών,
αυτές όμως οι διακρίσεις, ιδίως στον αγροτικό χώρο, δεν ήταν ούτε απόλυτες ούτε και
ασφυκτικές. Όπως αναφέρει και ο Kamen:

«η αντρική κυριαρχία σε καμία περίπτωση δεν ήταν καθολική στις λιγότερο


σύνθετες κοινωνίες του χωριού και της υπαίθρου οι γυναίκες επωμίζονταν το
μεγαλύτερο μερίδιο των καθημερινών καθηκόντων και το status τους ήταν λιγότερο
υποδεέστερο, ενώ στις σύνθετες αστικές κοινωνίες έτειναν να κατέχουν πιο
μειονεκτική θέση»1

Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η δημόσια σφαίρα και η λήψη των αποφάσεων
αποτελούσε προνόμιο των αντρών. Στα αστικά ,αλλά και στα αγροτικά νοικοκυριά ο
άντρας θεωρούνταν η κεφαλή της οικογένειας, όντας ο κατεξοχήν υπεύθυνος για την
διασφάλιση της κοινωνικής της θέσης και της οικογενειακής περιουσίας Όπως
αναφέρει και πάλι ο Kamen:

«παρ’ όλο που η εξουσία στις παραδοσιακές κοινωνίες βρισκόταν στα χέρια των
αντρών, αυτή δεν αποτελούσε πάντα όργανο κατά των γυναικών»2

Ιδίως στα κατώτερα στρώματα, όπου η σημασία της διαφύλαξης του οικογενειακού
πλούτου και της οικογενειακής περιουσίας δεν έπαιζαν τον καθοριστικό ρόλο που
διαδραμάτιζαν στα ανώτερα στρώματα, οι δυνατότητες κίνησης που διέθεταν ήταν

1
Kamen Henry: Πρώιμη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία. Αθήνα: εκδόσεις Μεταίχμιο 2002 Σ. 279
2
Kamen 2002: Σ. 281

11
μεγαλύτερες. Βέβαια και εδώ τα βασικά τους πεδία δραστηριοποίησης ήταν η
οικογένεια, το νοικοκυριό και η ανατροφή των παιδιών, ρόλοι για τους οποίους
προετοιμάζονταν για όλη τους την ζωή.
Παρ’ όλα αυτά δεν ήταν δεδομένο ότι όλες οι γυναίκες ακολουθούσαν το πρότυπο
της συζύγου και της νοικοκυράς. Οι ανύπαντρες, οι μοναχές και οι περιπλανώμενες
αποτελούσαν μια σημαντική μειοψηφία γυναικών που ξέφευγαν από αυτές τις επιταγές
και σε σημαντικό βαθμό και από τον έλεγχο των αντρών αναπτύσσοντας διαφορετικές
σχέσεις με το αντίθετο φύλο. Όλες αυτές οι κατηγορίες θα βρεθούν με τον έναν ή τον
άλλο τρόπο στο στόχαστρο των κοσμικών και των εκκλησιαστικών αρχών στην
προσπάθεια εξώθησης των γυναικών από τον δημόσιο χώρο που λαμβάνει χώρα κατά
την πρώιμη Νεοτερικότητα.
Η θρησκευτική Μεταρρύθμιση θα επηρεάσει πολύπλευρα την θέση της γυναίκας
στον γερμανικό χώρο. Σύμφωνα με την θεωρία των «δύο κόσμων» που ανέπτυξε ο
Λούθηρος, η κοσμική εξουσία ήταν μέρος του φυσικού νόμου σύμφωνα με τον οποίο ο
άνθρωπος ήταν υποτελής του επίγειου κόσμου υποκείμενος στην εξουσία των
κοσμικών αρχών, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες υπόκειντο στην εξουσία
των συζύγων τους. Βλέποντας στην ιεραρχική δομή της οικογένειας το μοντέλο για την
οργάνωση και του κράτους και τονίζοντας την αξία της εργασίας και τη σημασία της
τήρησης του δόγματος ο Προτεσταντισμός επιχείρησε να περιορίσει τους ρόλους που
οι γυναίκες εξασκούσαν παραδοσιακά μέσα στις κοινότητες τους και να τις
απομακρύνει από την δημόσια σφαίρα, να εξαλείψει τις κοινοτικές γιορτές και τις
εξώγαμες σεξουαλικές σχέσεις.
Το κατά πόσο αυτές οι προσπάθειες επέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα
είναι αμφίβολο, αυτό που σίγουρα πάντως επέφεραν ήταν μια ριζική αναθεώρηση στο
τρόπο αντιμετώπισης των γυναικών αλλά και του τρόπου με τον οποίο οι ίδιες
αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους και το περιβάλλον τους.

12
3. Ο γάμος και η οικογένεια ως στρατηγικές επιβίωσης
3.1 Ο γάμος ως ένωση συμφερόντων

Ο τρόπος οργάνωσης της παραγωγής στην προβιομηχανική ευρωπαϊκή


ύπαιθρο βασιζόταν στην εργασία στα πλαίσια οικογενειακών μονάδων, καθιστώντας
δύσκολη, αν όχι αδύνατη την ύπαρξη αυτόνομων ατομικών καλλιεργητών εκτός των
μονάδων αυτών. Υπό αυτή την έννοια η αγροτική οικογένεια δεν αποτελούσε ή δεν
αποτελούσε κυρίαρχα μια κοινότητα ατόμων που είχε προκύψει από την ελεύθερη
επιλογή ενός άντρα και μιας γυναίκας, αλλά μια μονάδα που καλούνταν να επιτελέσει
συγκεκριμένες εργασίες προκειμένου να συγκεντρωθούν οι πόροι εκείνοι που θα
εξασφάλιζαν την κοινή επιβίωση.
Ο γάμος αποκτούσε έτσι καθοριστική σημασία για την λειτουργικότητα των
μονάδων αυτών. Όπως στον Μεσαίωνα, έτσι και κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα δεν
αποτελούσε ιδιωτική υπόθεση των άμεσα ενδιαφερομένων, δηλαδή του ζευγαριού,
αλλά ήταν ένα ζήτημα που επικαθοριζόταν από οικογενειακά συμφέροντα, κοινοτικές
επιταγές και παρεμβάσεις των φιλικών δικτύων. Η επιλογή του κατάλληλου συζύγου
ήταν για τις οικογένειες μια υπόθεση εξαιρετικά σοβαρή ώστε να αφεθεί στη βούληση
των νεαρότερων μελών της. Οι επαφές ανάμεσα στις δυο οικογένειες συχνά
ξεκινούσαν πολύ πριν η νύφη και ο γαμπρός φτάσουν σε ηλικία γάμου, δηλαδή στα
12 ή στα 14 χρόνια, μια ηλικία στην οποία στην πραγματικότητα λίγοι παντρεύονταν. 1
Η μέση ηλικία σύναψης γάμου κατά την πρώιμη Νεοτερικότητα είναι σαφώς
μεγαλύτερη καθώς έπρεπε πρώτα να επιτευχθεί η οικονομική ανεξαρτησία του
μελλοντικού ζευγαριού, με το μέγεθος του κλήρου και την κοινωνική θέση να
αποτελούν βασικά κριτήρια επιλογής του συζύγου. Ο πρωτότοκος γιος ενός πλούσιου
αγρότη ήταν για παράδειγμα πολύ καλύτερος υποψήφιος γαμπρός από τον
δευτερότοκο αδερφό του, το μέλλον του οποίου ήταν συχνά αβέβαιο.
Έτσι συνήθως η γνώμη του μελλοντικού ζευγαριού δεν λαμβανόταν σημαντικά
υπόψη και συχνά οδηγούταν προ τετελεσμένων γεγονότων. Θεωρητικά οι υποψήφιοι

1
Σύμφωνα και με τον Wagner η μέση ηλικία σύναψης (του πρώτου) γάμου είναι και για τα δύο
φύλα αυτή των 25. Wagner: Σ. 16

13
σύζυγοι είχαν πάντα την δυνατότητα να αρνηθούν τον μελλοντικό τους σύντροφο
κατά την διάρκεια της γαμήλιας τελετής και το γεγονός ότι πολλοί βίοι αγίων ξεκινούν
με ένα τέτοιο περιστατικό δείχνει ότι τέτοια περιστατικά όντως υπήρχαν. Όμως οι
συνέπειες μιας τέτοια ρήξης με την οικογένεια και τις επιλογές της, ιδίως για τις
γυναίκες, σήμαιναν ότι η εναλλακτική που τους απέμενε ήταν μια ζωή στο μοναστήρι.
Αυτό δεν πρέπει να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι περισσότεροι γάμοι της
εποχής προέκυπταν από καταναγκασμό. Το ιδανικό του γάμου από αγάπη είναι
κοινωνικό προϊόν κατοπινών εποχών και οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν
ικανοποιημένοι αν η οικογένεια τους αναλάμβανε να τους βρει τον κατάλληλο σύζυγο.
Ιδίως για την ζωή των γυναικών ο γάμος είχε καθοριστική σημασία. Σύμφωνα
με τις κοινωνικές πεποιθήσεις της εποχής μόνο μέσω αυτού μια γυναικά μπορούσε να
κατακτήσει το μέγιστο της κοινωνικής της αποδοχής. Μια εγκυμοσύνη εκτός γάμου,
αποτέλεσμα είτε συναινετικών σεξουαλικών σχέσεων, είτε βιασμού επέφερε αρνητικές
συνέπειες τόσο για την γυναίκα όσο και για το παιδί της, η έκταση των οποίων
ποικίλει από περιοχή σε περιοχή. Σε τέτοιες περιπτώσεις ήταν σύνηθες οι γυναίκες να
καταφεύγουν στα δικαστήρια ζητώντας την αποκατάσταση του ονόματος τους και
αυτού του αγέννητου παιδιού τους με το να αναγκάσουν τον πατέρα είτε να την
αποζημιώσει οικονομικά. Προκειμένου να μην στιγματιστούν ως ανύπαντρε μητέρες
οι γυναίκες κατέφευγαν σε μια σειρά πρακτικών, συχνά επικίνδυνων για την υγεία
τους και σίγουρα γι αυτήν του παιδιού τους, όπως η προσπάθεια πρόκλησης
αποβολής, η εγκατάλειψη ή ακόμα και η θανάτωση του νεογέννητου. Όλες αυτές οι
πρακτικές ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες μεταξύ των γυναικών της υπαίθρου, τόσο που
προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι το ποσοστό του πληθυσμού που είχε προκύψει
από σχέσεις εκτός γάμου προκύψει από εξώγαμες σχέσεις ήταν ιδιαίτερα υψηλό.2 Η
τύχη των ανθρώπων αυτών δεν είναι ενιαία και σε καμία περίπτωση δεν κατέληγαν
όλοι οι νόθοι στο κοινωνικό περιθώριο, αν και γνώριζαν διάφορους αποκλεισμούς.3
7

2
Υπολογίζεται ότι κατά τον ύστερο Μεσαίωνα ως και 30% του πληθυσμού είχε προκύψει από
σεξουαλικές επαφές εκτός γάμου.
Eickels van Klaus: Ehe und Familie im Mitelalter. Festrede zum „Dies academicus“ der Otto-
Friedrich-Universität Bamberg. Bamberg: 12.11.2007
3
Τέτοιοι αποκλεισμοί αφορούσαν πχ. κληρονομικά ζητήματα. Επιπλέον πολλοί από όσους
κατέληγαν στο περιθώριο είχαν να αντιμετωπίσουν και άλλες διακρίσεις. Υπήρχαν ακόμα και
συγκεκριμένοι νόμοι που έθεταν εμπόδια στους γάμους μεταξύ των φτωχών, των υπαλλήλων
και των υπηρετών ώστε να μην προκύψουν οικογένειες που θα ήταν αναγκασμένες να
προσφεύγουν στην ελεημοσύνη προκειμένου να επιβιώσουν.

14
Η μεγάλη σημασία που είχε ο γάμος για τους κατοίκους των αγροτικών
περιοχών φαίνεται και από το γεγονός ότι σε ότι σε όλη την Ευρώπη οι κάτοικοι της
υπαίθρου παντρεύονταν σε νεαρότερη ηλικία από όσους έμεναν στα αστικά κέντρα,
ενώ ήταν σύνηθες να ζουν και σε πιο σύνθετα νοικοκυριά. Κάτω από την ίδια στέγη
μπορούσαν να κατοικούν πολλές γενιές ή πολλοί αδερφοί με τις συζύγους και τα
παιδιά τους, μαζί με παιδιά από προηγούμενους γάμους, ενώ σε πολλά αγροκτήματα
υπήρχε βοηθητικό προσωπικό που έμενε μαζί με την οικογένεια. Στην ύπαιθρο
επίσης καταγράφονται υψηλότερα ποσοστά σύναψης δεύτερου γάμου που συνήθως
συναπτόταν σε σύντομο διάστημα μετά το τέλος του προηγούμενου. Ο θάνατος ήταν
πανταχού παρών αποτελώντας τον κυριότερο παράγοντα που χώριζε τα ζευγάρια με
τις επιδημίες, τις σιτοδείες τους πολέμους και τα ατυχήματα να αποτελούν μόνιμες
απειλές τόσο που μια γυναίκα κινδύνευε να μείνει αρκετές φορές χήρα κατά την
διάρκεια της ζωής της, όπως και να χάσει πολλά από τα παιδιά που γεννούσε.4

3.2 Γάμος και Εκκλησία

Η Εκκλησία θεωρούσε ότι ένας γάμος δεν μπορούσε να διαλυθεί και


θεωρητικά τουλάχιστον δεν αποδεχόταν την έννοια του διαζυγίου. Στην
πραγματικότητα βέβαια «όπως και κάθε άλλη μορφή κοσμικού συμβολαίου ο γάμος
μπορούσε να ακυρωθεί εάν δεν τηρούνταν κάποιες συμφωνίες»5 Ο αριθμός των
διαζυγίων βέβαια παρέμεινε καθ’ όλη την διάρκεια της περιόδου εξαιρετικά χαμηλός
με τους περισσότερους να χωρίζουν ανεπίσημα εξαιτίας των δυσκολιών και των
περιπλοκών της όλης διαδικασίας.
Ο 16ος αιώνας βέβαια είναι μια εποχή που η έννοια του γάμου δεν είχε
αποκτήσει ακόμη την κατοπινή της σημασία. Ακόμη και ο αρραβώνας θεωρούνταν
αρκετός για να θεωρηθεί ένα ζευγάρι παντρεμένο χωρίς να απαιτείται η επικύρωση
του από θρησκευτική τελετή, αν και κάτι τέτοιο συνηθιζόταν, αν και ειδικά στις

4
Υπολογίζεται ότι λιγότερο από το 50% των παιδιών έφταναν σε αναπαραγωγική ηλικία. Αν
κάποιος κατάφερνε να επιβιώσει την επικύνδινη αυτή ηλικία είχε καλές πιθανότητες να φτάσει
στην ηλικία των 60 ετών ή ακόμη και να την ξεπεράσει, παρά τους πολλούς κινδύνους που
καραδοκούσαν.Wagner: Σ. 15
5
Μια σοβαρή ασθένεια, η ατεκνία, η υπερβολική κακοποίηση και κατά την περίοδο της
Μεταρρύθμισης η ασυμφωνία στο δόγμα μπορούσαν να επιφέρουν το πολυπόθητο διαζύγιο.
4
Και το γεγονός ότι η καθολική Εκκλησία απαγόρευε όλους τους γάμους μεταξύ συγγενών μέχρι
ου
και 7 βαθμού σήμαινε πρακτικά – ιδιως για τις αγροτικές περιοχές- ότι όλοι οι γάμοι θα
μπορούσαν να ακυρωθούν με την επίκληση αυτού του κανόνα.

15
αγροτικές περιοχές συχνά πραγματοποιούνταν μόνο όταν αναμενόταν η γέννηση
ενός παιδιού.
Έτσι μέχρι και την πρώιμη Νεοτερικότητα ο γάμος ως διαδικασία δεν
επικαθοριζόταν ή δεν επικαθοριζόταν μόνο από τις επιταγές τις Εκκλησίας. Συχνά
τελούνταν «μυστικά» εντός της οικίας με την παρουσία λίγων ή και καθόλου
μαρτύρων και πολλές φορές χωρίς να παρίσταται και ιερέας (montrimonium
clandedinum), αν και οι γάμοι με την παρουσία και των δύο ήταν δημοφιλέστεροι.
Κατά τον 15ο και τον 16ο αιώνα η γαμήλια τελετή μπορούσε ακόμη να τελεστεί
από έναν λαϊκό και ο γάμος θεωρούνταν μια υπόθεση κοσμική, αν και υπόκειντο στην
εκκλησιαστική εξουσία. Ειδικά κατά τον 16ο αιώνα τέτοιοι γάμοι ήταν πολύ
διαδεδομένοι, ιδίως μεταξύ των απόρων, χρησίμευαν όμως και για την παράκαμψη
της γονικής παρέμβασης στην επιλογή του συζύγου. Το πρόβλημα βέβαια με τους
γάμους που τελούνταν χωρίς την παρουσία μαρτύρων ήταν ότι ήταν πρακτικά
αδύνατο για την γυναίκα να αποδείξει σε περίπτωση συζυγικής εγκατάλειψης ότι τα
παιδιά της είχαν γεννηθεί εντός μιας νόμιμης σχέσης.
Ενάντια σε αυτές τις πρακτικές η Εκκλησία, έχοντας και την υποστήριξη των
κοσμικών αρχών, θα προωθήσει μια μετατόπιση από τον κοσμικό αρραβώνα στην
τελετή που λάμβανε χώρα μέσα στο ναό σε δημόσια θέα,6 ως την καθ’ εαυτό
διαδικασία επικύρωσης της γαμήλιας ένωσης.7 Ιδιαίτερα εντός της κοσμοθεώρησης
των Προτεσταντών η σημασία του γάμου θα αποκτήσει ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο
Λούθηρος πίστευε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να παντρεύονταν και ότι ο
έγγαμος βίος ήταν η ιδεατή από θρησκευτική άποψη κατάσταση, σε αντίθεση με τους
καθολικούς που μέχρι και τον 17ο αιώνα προέτασσαν ως ιδεατή κατάσταση την
αγνότητα. Στις προτεσταντικές περιοχές τα νέα πρότυπα γύρω από τον γάμο, την
οικογένεια και την σεξουαλικότητα άρχισαν να το θέτουν ο πάστορας και η γυναίκα
του που ως ζευγάρι έπρεπε να θέτουν ένα αψεγάδιαστο πρότυπο για την κοινότητα.
Κατοικώντας μέσα σε ένα «γυάλινο σπίτι», καθώς τα μάτια της κοινότητας ήταν
συνεχώς στραμμένα απάνω τους στερούνταν το δικαίωμα της ιδιωτικής σφαίρας. Για
τη σύζυγο του πάστορα όλα αυτά σήμαιναν ότι έπρεπε να αποτελεί πρότυπο
γυναικείας συμπεριφοράς όντας υπομονετική, εγκρατής, πιστή, ευλαβής, καλοσυνάτη
και καλή νοικοκυρά και μητέρα.9

6
Η τέλεση των γάμων δημόσια αποσκοπούσε όμως και στην αποτροπή περιπτώσεων διγαμίας
και τέλεσης γάμων μεταξύ συγγενών και ατόμων πολύ μικρής ηλικίας.
Dülmen von Richard: Gesellschaft in der frühen Neuzeit. Kulturelles handeln und sozialer
Prozess. Wien-Köln-Weimar: Βöhlau Verlag 1993 Σ. 211
7 ο
Θα χρειαστεί όμως να φτάσουμε στον 18 αιώνα για να μετατραπεί σε ένα καθαρά
εκκλησιαστικό ζήτημα με το κράτος να εγγυάται την νομιμότητα του. Με κάποιες λίγες εξαιρέσεις
όλοι οι γάμοι τελούνται πλέον στο εσωτερικό των ναών και ο αρραβώνας έχει υποβαθμιστεί σε
απλή υπόσχεση για μελλοντικό γάμο. Dülmen:1993 Σ. 209

16
Το αν βέβαια και σε ποιο βαθμό οι αλλαγές αυτές επηρέασαν και την θέση της
γυναίκας στις αγροτικές κοινότητες δεν έχει διερευνηθεί ακόμη διεξοδικά, αν και
σίγουρα υπήρξε μια ποινικοποίηση ερωτικών συμπεριφορών που εξακολουθούσαν
να είναι διαδεδομένες. Διαθέτοντας πάντως μεγαλύτερο εύρος επιλογών και
δυνατοτήτων ελιγμού σε σχέση με τις γυναίκες των πόλεων και των ανώτερων
στρωμάτων οι φτωχές γυναίκες της υπαίθρου δεν επηρεάστηκαν το ίδιο έντονα από
τις προσπάθειες της Μεταρρύθμισης και της Αντιμεταρρύθμισης να ενισχύσουν την
αντρική κυριαρχία, αντιμετωπίζοντας την ως την βάση ως βάση της οικογενειακής
αλλά και συνολικότερα της κοσμικής σταθερότητας. Σε επόμενα σημεία της εργασίας
πάντως θα επιστρέψω στο ζήτημα του γάμου αναφερόμενος στην στάση που
κρατούσαν απέναντι του οι κοινωνικές ομάδες του περιθωρίου που εξετάζω εδώ.

17
4. Γυναίκες και περιπλάνηση

Οι δρόμοι της μεσαιωνικής και της πρώιμης Νεωτερικής Ευρώπης ήταν γεμάτοι
από ταξιδευτές και περιπλανώμενους κάθε είδους με διαφορετικά κίνητρα και
προορισμούς. Μοναχοί, προσκυνητές και ιεραπόστολοι απαντιόντουσαν με πόρνες,
θεατρίνους και μουσικάντηδες, θεραπευτές μάντεις και ζητιάνους, εμπόρους
πρόσφυγες και εκτοπισμένους, μάστορες και ράφτες, χτίστες και τεχνίτες που
βρίσκονταν σε περιοδική περιπλάνηση αλλά και με ληστές, στρατιώτες και λιποτάκτες
τσιγγάνους και Εβραίους, σπουδαστές και ευγενείς, υπηρέτες και αγγελιοφόρους.

Ο περιπλανώμενος είναι ο ξένος του Μεσαίωνα, ο άνθρωπος που συχνά δεν


έχει τόπο καταγωγής, και κοινωνικές ρίζες, άρα δεν υπάγεται και σε αρχές και σε
κανόνες. Πολλοί από αυτούς δεν διαθέτουν ούτε επώνυμο προσδιοριζόμενοι από την
επαγγελματική τους ιδιότητα. Η έλλειψη αυτή σήμαινε ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν
μπορούσαν να προσφύγουν στα προστατευτικά δίκτυα της ευρύτερης οικογένειας και
της κοινότητας, ανέπτυσσαν όμως δικά τους επαγγελματικά δίκτυα, που πολλές φορές
κάλυπταν ολόκληρη την ήπειρο.

Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι αναζητούσαν την προστασία που τους


παρείχε η ομαδική μετακίνηση, κάτι που συχνά τους έφερνε να ταξιδεύουν μαζί. Τα
όρια μεταξύ των διαφόρων ομάδων είναι πολλές φορές δυσδιάκριτα καθώς η ανάγκη
της επιβίωσης οδηγούσε στην υιοθέτηση ενός ευρέως φάσματος πρακτικών που
χαρακτηριζόταν από μεγάλη δυνατότητα προσαρμογής στο εκάστοτε περιβάλλον και
τις απαιτήσεις του, αλλά και τις ευκαιρίες που προσέφερε. Έτσι περιπλανώμενοι
τεχνίτες μπορούσαν περιστασιακά να περάσουν στην επαιτεία, πλανόδιοι καλλιτέχνες
να συντηρηθούν με μικροκλοπές, ενώ η πορνεία αποτελούσε μαζί με την επαιτεία τη
βασική μορφή περιστασιακής απασχόλησης των γυναικών.

Η επαφή με τους ταξιδιώτες ήταν ο τρόπος με τον οποίο κυκλοφορούσαν τα


νέα και συχνά και η μόνη επικοινωνία των κατοίκων του χωριού με τον «έξω κόσμο».
Επιπλέον οι περιπλανώμενοι επιτελούσαν λειτουργίες που εκλαμβάνονταν ως
απαραίτητες από τις κοινότητες, ενώ δεν είναι σπάνιο και το φαινόμενο φτωχές
οικογένειες να πωλούν τα παιδιά τους στους περιπλανώμενους, οι τάξεις των οποίων
επανδρωνόταν από τους οι φτωχότερους των φτωχών. Σημαντικό ποσοστό τους
αποτελούσαν οι νεαρότεροι γιοι των δουλοπάροικων, οι οποίοι διώχνονταν εκτός του
κοινωνικού πλαισίου της φεουδαλικής κοινωνίας, κάτι που τους έκανε να αποτελούν
και την πρώτη ύλη επάνδρωσης των μισθοφορικών στρατών.

18
Αν η χαρακτηριστική μορφή του φτωχού της υπαίθρου που διαθέτει μόνιμη
κατοικία είναι αυτή της ηλικιωμένης συνήθως χήρας γυναίκας, η περιπλανώμενη
φτώχεια είναι ένα φαινόμενο που αφορά βασικά άρρενες σχετικά νεαρής ηλικίας. Για
τις γυναίκες η ζωή στο δρόμο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Οι σκληρές συνθήκες
διαβίωσης, η πείνα και οι ασθένειες όχι μόνο καταρράκωναν σωματικά αλλά είχαν και
σημαντικές επιπτώσεις στον ψυχισμό των γυναικών που μπορούσαν να οδηγήσουν
ως την εκδήλωση σοβαρών ψυχικών ασθενειών.

Συχνά επέλεγαν την συνένωση τους σε μικρές ομάδες ατόμων του φύλου τους
που τους παρείχαν μεγαλύτερη προστασία προσφέροντας και αλληλοϋποστήριξη.
Τέτοιες ομάδες ζούσαν από την επαιτεία, την μαντεία, την πώληση αυτοσχέδιων
μικροαντικειμένων αλλά και τις μικροκλοπές, με την κλοπή τροφίμων να είναι το
συνηθέστερο αδίκημα για το οποίο κατηγορούνταν τα μέλη τους.

Παρά το γεγονός ότι οι περιπλανώμενοι αποτελούν μια πολύ μικρή μειοψηφία


εκλαμβάνονται από την εξουσία ως απειλή για την κοινωνική τάξη. Οι φτωχοί, οι τρελοί
και οι περιπλανώμενοι που καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα απολάμβαναν το
δικαίωμα της φιλοξενίας και της ελεημοσύνης και που κινούνταν εκμεταλλευόμενοι τα
κενά του μεσαιωνικού χώρου τα είδαν να στενεύουν σημαντικά κατά την πρώιμη
Νεοτερικότητα, στην αυγή της οποίας ο αριθμός τους αυξάνει σημαντικά. Οι
επαρχιακές οδοί γίνονται το σπίτι ανθρώπων πολλοί από τους οποίους έχουν χάσει
κάθε δυνατότητα για μετάβαση σε μια ζωή μόνιμης εγκατάστασης. Στη συνέχεια θα
προσπαθήσω να αναφερθώ αναλυτικότερα σε κάποιες από αυτές τις κατηγορίες των
περιπλανώμενων με βασικό κριτήριο επιλογής τους την παρουσία γυναικών εντός
αυτών.

4.1 Εκδιδόμενες γυναίκες της υπαίθρου.

Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα και στην αυγή της πρώιμης Νεοτερικότητας
πολλές φτωχές νεαρές κοπέλες αναζητώντας μια καλύτερη τύχη εγκατέλειπαν την
ύπαιθρο και κατέφευγαν στις πόλεις όπου συχνά κατέληγαν στην πορνεία,
εργαζόμενες συνήθως κάτω από συνθήκες ακραίας φτώχειας, εκμετάλλευσης και
κακοποίησης. Η ανέχεια δεν ήταν ο μόνος παράγοντας που ωθούσε τις γυναίκες σε μια
τέτοια επιλογή: η απώλεια της παρθενίας, μια εγκυμοσύνη εκτός γάμου ή ένας βιασμός
ήταν γεγονότα που πολλές φορές άφηναν μόνο δύο επιλογές, είτε το μοναστήρι, είτε
την πορνεία. Η στρατολόγηση των κοριτσιών αυτών συνήθως γινόταν από γυναίκες
μαστροπούς που με ψεύτικες υποσχέσεις τις οδηγούσαν στις πόλεις ενώ υπήρχαν και
αυτές που απλά έπεφταν θύματα απαγωγής. Άλλες πάλι ακολουθούσαν αντίστροφη

19
πορεία φεύγοντας από τις πόλεις για περιστασιακή ή μόνιμη εργασία στην ύπαιθρο ή
ακόμα και αυτές που δεν την εγκατέλειπαν ποτέ.

Οι περιπλανώμενες πόρνες ήταν αναπόσπαστο τμήμα των προσκυνηματικών


ομάδων, συνόδευαν συχνά τους τροβαδούρους ενώ προσφιλής τους προορισμός
ήταν οι τόποι των μεγάλων θρησκευτικών εορτών. Ταξιδεύοντας σε μικρές ομάδες
κατασκήνωναν έξω από τα τείχη των πόλεων, συνήθως σε σταυροδρόμια, ενώ
αποτελούσαν σταθερούς επισκέπτες των φεουδαρχικών αυλών. Η περιπλανώμενη, η
venus vulgivaga,1 είναι έτσι η χαρακτηριστική πόρνη του Μεσαίωνα που συχνά ήταν
ταυτόχρονα και χορεύτρια και αρτίστα. Αυτή η μορφή πορνείας είναι αρκετά
παλαιότερη των δημοσίων πορνείων που στόχευαν ακριβώς στον έλεγχο της
σεξουαλικής συμπεριφοράς του αντρικού πληθυσμού.

Από την στιγμή που μια γυναίκα γινόταν επαγγελματίας πόρνη δύσκολα
μπορούσε να αλλάξει την θέση της με βασική διέξοδο να αποτελεί γι αυτήν ο γάμος.
Αναγνωρίζοντας τις κοινωνικές αιτίες που οδηγούσαν στην πορνεία, ο πάπας
Ιννοκέντιος ο Γ΄ χαρακτήρισε το 1198 ως θεάρεστο έργο να παντρεύεται κανείς μια
πόρνη σώζοντας την έτσι από την αμαρτία, ενώ αργότερα θα ιδρυθούν και ειδικές
μονές, όπως ο Άγιος Δομίνικος της Βασιλείας για τις εκδιδόμενες που ήθελαν
να10εγκαταλείψουν το επάγγελμα τους. Τον 16ο αιώνα αντίθετα θα είναι οι
Προτεστάντες θεολόγοι αυτοί που θα πρωτοστατήσουν στην ίδρυση «ιδρυμάτων
αποκατάστασης» για τέτοιες γυναίκες.

Οι πόρνες είχαν μια σταθερή θέση εντός των μεσαιωνικών κοινωνιών.


Θεωρητικά διέθεταν το δικαίωμα προσφυγής στα δικαστήρια και μπορούσαν να
καταθέτουν και ως μάρτυρες, με πολλές να είναι διάσημες προσωπικότητες των
πόλεων τους. Η Μεταρρύθμιση σηματοδοτεί το τέλος της μεσαιωνικής «χαλαρότητας»
που έδειχναν οι αρχές απέναντι στις εκδιδόμενες γυναίκες και μπαίνουν και γι’ αυτές σε
κίνηση οι ίδιοι μηχανισμοί που ενεργοποιούνται και εναντίων των υπολοίπων
περιθωριακών ομάδων, στα πλαίσια της γενικότερης προσπάθειας πειθάρχησης και
ελέγχου του πληθυσμού. Το κλείσιμο των δημοτικών πορνείων κατά τον 16ο αιώνα
αποτελεί έτσι κάτι περισσότερο από ένα απλό διοικητικό μέτρο, αλλά αποτέλεσμα μιας
διαδικασίας κοινωνικού μετασχηματισμού που βρισκόταν παντού σε εξέλιξη. Ο
διαχωρισμός των κοινωνικών ομάδων, ο αποκλεισμός των «ατιμασμένων», η νέα
ηθική της εργασίας και οι νέες αντιλήψεις γύρω από την θέση της γυναίκας θα

1
vulgivaga→ ονοματοποιημένο θηλυκό παράγωγο του λατινικού vulgivagus (vulgivag)
που δηλώνει την περιπλανώμενη, σύμφωνα με το ηλεκτρονικό λεξικό του Duden:
http://www.duden.de/rechtschreibung/Vulgivaga 6.12.2015

20
οδηγήσουν στην αντιμετώπιση των εκδιδόμενων γυναικών ως απειλητικών για την
κοινωνική συνοχή και ηθική.

4.2 Ζώντας από την επαιτεία.

Μια άλλη χαρακτηριστική φιγούρα του Μεσαίωνα είναι εκείνη του ζητιάνου. Οι
ζητιάνοι στην προσπάθεια τους να εκμαιεύσουν ελεημοσύνη συχνά παρουσιάζονται ως
προσκυνητές, ανάπηροι και φορείς σωματικών ή ψυχικών ασθενειών κάθε είδους. Η
μεσαιωνική κοινωνία τους αντιμετωπίζει αν όχι με οίκτο, τουλάχιστον με ανεκτικότητα,
οι ζητιάνοι κινούνται με άνεση στις πόλεις και την ύπαιθρο βρίσκοντας τους κενούς
εκείνους χώρους που τους επιτρέπουν να επιβιώσουν,

Κατά τα τέλη του Μεσαίωνα όμως, ο διαχωρισμός των φτωχών σε «άξιους» και
«ανάξιους» υποστήριξης πλήττει και την θέση των επαιτών. Στα πλαίσια αυτών των
πολιτικών οι πόλεις επιχείρησαν και τον εκτοπισμό των ξένων ζητιάνων εκτός των
τειχών τους, κάτι που οδήγησε σε μια σημαντική μετατόπιση του προβλήματος της
φτώχειας στην ύπαιθρο. Χάνοντας το δικαίωμα παραμονής και περίθαλψης οι ζητιάνοι
αυτοί μετατρέπονται σε ανέστιους βιώνοντας τις εκτεταμένες συνέπειες που έφερνε
μαζί της μια ζωή στην παρανομία. Πλέον αναγκάζονται να οργανώνουν την ζωή τους
στην άκρη των επαρχιακών δρόμων και μέσα σε απομονωμένα δάση από τα οποία
εξορμούν στις κοντινές πόλεις και τα χωριά.

Η επιβίωση κάτω από τέτοιες συνθήκες απαιτούσε ιδιαίτερες μορφές


συνεργασίας μεταξύ των επαιτών. Για το σκοπό αυτό οργανώνονταν σε ομάδες που
συνήθως συγκροτούνταν περιστασιακά, στο εσωτερικό των οποίων όμως
δημιουργούνταν στενές, θα λέγαμε οικογενειακού τύπου σχέσεις με τα μέλη τους να
μεριμνούν το ένα για το άλλο, αναλαμβάνοντας από κοινού την ανατροφή των παιδιών
και την φροντίδα των ηλικιωμένων, να επιλύουν τις διαμάχες που προέκυπταν και
θέτουν κανόνες που ρύθμιζαν σεξουαλική συμπεριφορά. Συντονίζονταν ακόμα για την
εξεύρεση τροφίμων, κάτι που βασικά επιτυγχανόταν μέσω μικροκλοπών και με
περιστασιακές εργασίες στους χώρους εκείνους στους οποίους δεν είχε πρόσβαση η
εξουσία.
Οι γυναίκες μπορεί να μην αποτελούσαν την πλειοψηφία, είχαν όμως ιδιαίτερα
σημαντικούς ρόλους να επιτελέσουν στο εσωτερικό των ομάδων αυτών καθώς ήταν
υπεύθυνες για τα παιδιά, που αποτελούσαν βασική πηγή εισοδήματος. Πολλά από τα
βρέφη και τα νήπια που χρησιμοποιούσαν δεν ήταν δικά τους καθώς ήταν διαδεδομένη

21
πρακτική για τις φτωχές οικογένειες της υπαίθρου να νοικιάζουν ή να πωλούν παιδιά
τους σε περιπλανώμενους ζητιάνους

Οι ομάδες αυτές μπορούσαν κατά τις μετακινήσεις τους να καλύψουν μεγάλες


αποστάσεις, κινούμενες συχνά και εκτός του γερμανόφωνου χώρου. Συνήθως πάντως
παρέμεναν εντός των ορίων μιας γνώριμης περιοχής, κάτι που επέτρεπε και την
σύναψη σχέσεων με την τοπική εξουσία και την ιδιοκτήτρια τάξη, σχέσεις που ήταν
απαραίτητες για την επιβίωση τους.

Εκτός από τους επαγγελματίες ζητιάνους, υπήρχαν και πολλοί που κατέφευγαν
περιστασιακά σε επαιτικές περιστασιακά. Περιοδικές κρίσεις και διαταράξεις τους
αγροτικού κύκλου που μπορεί να προκαλούνταν από παρατεταμένους χειμώνες ή
σιτοδείες, το ξέσπασμα επιδημιών και πολέμων αύξαναν τον αριθμό των
εξαθλιωμένων και άρα και των επαιτών. Τα θύματα των φυσικών καταστροφών, οι
εκτοπισμένοι των θρησκευτικών πολέμων, οι απελευθερωμένοι αιχμάλωτοι και οι
άνεργοι στρατιώτες βασίζονταν σε τέτοιες πρακτικές για να επιβιώσουν αλλά και για να
καταφέρουν να επιστρέψουν στον τόπο καταγωγής ή για να φτάσουν στον προορισμό
τους.

Γενικά πάντως η προσπάθεια αποκλεισμού των ξένων ζητιάνων δεν επέφερε


τα αποτελέσματα που επεδίωκαν οι αρχές των πόλεων καθώς αυτές προσέφεραν
πολλές δυνατότητες καταφυγής, ιδίως στις συνοικίες των φτωχών και των «ντόπιων»
ζητιάνων αλλά και επειδή πολλοί κάτοικοι τους είχαν να κερδίσουν από την παρουσία
των ξένων και των περιπλανώμενων εντός των τειχών τους.

4.3 Ακολουθώντας τον στρατό. Ο ρόλος των γυναικών στις


πολεμικές εκστρατείες της πρώιμης Νεοτερικότητας

Από την αρχαιότητα ακόμα τα εκστρατευτικά σώματα αποτελούσαν πόλο έλξης


για κάθε λογής τυχοδιώκτες με αποτέλεσμα να σχηματίζεται κάθε φορά ένας
σημαντικός αριθμός ακολούθων, πολλοί από τους οποίους ήταν γυναίκες. Κατά την
πρώιμη Νεοτερικότητα όμως εξαιτίας της μεγέθυνσης των στρατών και της έξαρσης
των πολεμικών συγκρούσεων το φαινόμενο θα λάβει πρωτόγνωρες διαστάσεις.
Μεροκαματιάρηδες, μάστορες, και έμποροι δημιουργούσαν ένα ετερόκλητο πλήθος

22
(που προσδιορίζεται ως Tross) που μπορούσε να αποκτήσει εντυπωσιακά μεγέθη.2
Επρόκειτο για ένα «σώμα» με μεταβαλλόμενη σύνθεση στο οποίο προσχωρούσαν και
από το οποίο αποχωρούσαν συνεχώς άτομα καθώς ο στρατός προχωρούσε. Ιδιαίτερη
αύξηση θα γνωρίσει και ο αριθμός των γυναικών με αποτέλεσμα η μαζική τους
παρουσία να αποτελέσει μαζί με την εισαγωγή των πυροβόλων όπλων το βασικό
χαρακτηριστικό των επαγγελματικών στρατών της εποχής.

Ο υποστηρικτικός ρόλος που επιτελούσαν μπορούσε να είναι κομβικός για την


έκβαση μιας πολεμικής αναμέτρησης καθώς παρείχαν ζωτικές για τη λειτουργία ενός
στρατεύματος υπηρεσίες. Αρμοδιότητες όπως το μαγείρεμα, το πλύσιμο, το ράψιμο και
η περίθαλψη των τραυματιών, που στην σύγχρονη εποχή αποτελούν καθήκοντα
ειδικών στρατιωτικών σωμάτων, επαφίονταν τότε στον κάθε ένοπλο ξεχωριστά, που
ανέθετε την διεκπεραίωση τους σε γυναίκες. Οι γυναίκες επίσης έσκαβαν χαρακώματα,
μάζευαν ξύλα, σαλιγκάρια και χόρτα από τα δάση, έφερναν νερό στο στρατόπεδο,
φρόντιζαν τα άλογα ,συμμετείχαν στην λεηλασία των κατειλημμένων πόλεων ενώ μετά
από την μάχη ελάφρυναν τους νεκρούς από τα επίγεια τους υπάρχοντα.

Οι γυναίκες αυτές συνήθως δεν διέθεταν συγκεκριμένη ειδίκευση, αλλά


αναλάμβαναν διάφορες αρμοδιότητες ανάλογα με τις ανάγκες και τις ευκαιρίες που
προέκυπταν. Αναπόσπαστο κομμάτι της γυναικείας δραστηριότητας αποτελούσε και η
πορνεία, την οποία δεν εξασκούσαν μόνο επαγγελματίες, αλλά αποτελούσε και
περιστασιακή καταφυγή για όλες σχεδόν τις γυναίκες του Tross όταν η οικονομική τους
κατάσταση παρουσίαζε ιδιαίτερη επιδείνωση.
11
Η καθημερινή επιβίωση εντός του Tross απαιτούσε ιδιαίτερο ταλέντο και
μεγάλες ικανότητες αυτοσχεδιασμού και εφευρετικότητας. Σε δύσκολες εποχές, που
κάθε άλλο παρά σπάνιες ήταν, οι γυναίκες επιδίδονταν σε μικροκλοπές ή
οργανώνονταν σε ομάδες που λεηλατούσαν τα κοντινά χωριά. Οι φόβοι των χωρικών
για την καταστροφή που μπορούσαν να προκαλέσουν μόνο αβάσιμοι δεν ήταν. Αν μια
περιοχή είχε καταφέρει να επιβιώσει από το πέρασμα ενός στρατού, ερχόταν
αντιμέτωπη με το κύμα των ακολούθων του, που συχνά της έδιναν το τελειωτικό
χτύπημα.
Η προέλευση των γυναικών αυτών ποικίλει. Δίπλα σε εκείνες που ήταν νόμιμες
σύζυγοι των επαγγελματιών στρατιωτών ακολουθώντας τους άντρες τους σε μια
περιπλάνηση που μπορούσε να διαρκέσει για χρόνια ή ακόμα και για δεκαετίες

2
Στα τέλη του τριακονταετούς πολέμους ο αυτοκρατορικός στρατός αριθμούσε 40.000 άντρες
στους οποίους έρχονταν να προστεθούν και άλλοι 140.000 ακόλουθοι.
Frauen im Tross. Mutter Courage und ihre Schwestern
http://www.kriegsreisende.de/krieger/tross-frauen.htm 11.10.2015

23
υπήρχαν και πολλές φτωχές γυναίκες των πόλεων και της υπαίθρου που είχαν
εγκαταλείψει την μόνιμη εγκατάσταση σε αναζήτηση μιας καλύτερης επιβίωσης (που
βέβαια μπορούσε να είναι ιδιαίτερα σύντομη) αλλά και της σχετικής αυτονομίας που
προσέφερε η ζωή εντός του Tross. Υπήρχαν βέβαια και αυτές που γίνονταν μέρος των
ακολούθων παρά την θέληση τους, έχοντας πέσει θύματα επιδρομών, απαγωγής ή
βιασμού. Θύματα τέτοιων επιθέσεων έχοντας χάσει την υλική και ηθική τους υπόσταση
βρίσκονταν συχνά αναγκασμένα να ακολουθήσουν τον ίδιο εκείνο στρατό που
ευθυνόταν για την δυστυχία τους.

Η στενή συνύπαρξη αντρών και γυναικών δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει και
στην σύναψη προσωρινών ή και μόνιμων σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ των δύο
φύλων. Αυτές οι σχέσεις πέρα από την κάλυψη των σαρκικών επιθυμιών αποτελούσαν
και μια σημαντική στρατηγική επιβίωσης, διευκολύνοντας την μεταξύ τους συνεργασία
αλλά λειτουργώντας και ως ένα απαραίτητο σημείο κοινωνικής αναφοράς μέσα στις
ακραίες συνθήκες του πολέμου. Όταν τραυματιζόταν ο πολεμιστής, ήταν η συμβία του
αυτή που αναλάμβανε να τον περιθάλψει ενώ από πηγές που διαθέτουμε διαφαίνεται
ότι αντίστοιχη υποχρέωση αναλάμβανε και ο άντρας.3 Η γυναίκα επίσης αναλάμβανε
την οργάνωση του νοικοκυριού του συντρόφου της και την φύλαξη των περιουσιακών
του στοιχείων όσο αυτός βρισκόταν στην μάχη,12ενώ στις πορείες μπορούσε να
κουβαλήσει ως και 30 κιλά στην πλάτη της.4 Σε δύσκολους πάλι καιρούς δεν ήταν
σπάνιο οι στρατιώτες πουλούσαν τις ερωτικές υπηρεσίες των συντρόφων τους. σε
συναδέλφους τους.
Η σύναψη τέτοιων σχέσεων μπορεί να παρείχε στις γυναίκες ένα βαθμό
ασφάλειας καθώς τις προστάτευε από τις επιβουλές των άλλων αντρών, ταυτόχρονα
όμως συνεπαγόταν και την εξάρτηση τους από την ικανότητα του πολεμιστή τους να
επιτελέσει τα στρατιωτικά του καθήκοντα. Πιθανή του αδυναμία ή ο θάνατος του
σήμαιναν μια αυτόματη χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης της συντρόφου του
που την έστρεφαν στην αναζήτηση νέου. Ιδιαίτερα περιζήτητοι γαμπροί ήταν οι

3
Πόσο σημαντική μπορούσε να είναι η «Τροσσερίνα» για τον σύντροφο της δείχνεi και η
περίπτωση του Peter Hegendorf, οποίος όταν η σύντροφος του αρρώστησε πούλησε το
απαραίτητο για κάθε έφιππο άλογο προκειμένου να καλύψει τα έξοδα της θεραπείας της. Από
την περίπτωση του ίδιου στρατιώτη διαφαίνεται επίσης ότι συχνά ολόκληρες οικογένειες
εντάσσονταν στους ακολούθους, καθώς καταγράφει στο ημερολόγιο του ότι ήταν αυτός που
πλήρωσε τα έξοδα της κηδείας της πεθεράς του που ήταν και αυτή μέλος του Tross
Feichtner Daniel: „Trosserinnen“: Die Rolle von Frauen in den Söldnerheeren der frühen
Neuzeit. PS-Arbeit WS 2009/10 Σ. 10
4
Frauen im Tross. Mutter Courage und ihre Schwestern
http://www.kriegsreisende.de/krieger/tross-frauen.htm 11.10.2015

24
νεοσύλλεκτοι που δεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα στην ανεύρεση συζύγου καθώς όσον
αφορά αυτούς οι στρατιωτικές διοικήσεις θυμούνταν ακόμα την υποχρέωση τους να
καταβάλλουν μισθοδοσία. Οι παλαιότεροι στρατιώτες αντίθετα έρχονταν πολύ
συχνότερα αντιμέτωποι με παρατεταμένες περιόδους σκληρής ανέχειας που
διακόπτονταν από τις σύντομες περιόδους ευημερίας που έφερνε μαζί της μια
στρατιωτική επιτυχία.

Η εξωτερική εμφάνιση των γυναικών αυτών διαφέρει πολύ από τον τρόπο που
έχουν αναπαρασταθεί από την τέχνη, που τις εμφανίζει με φανταχτερά ρούχα,
προκλητική θηλυκότητα και ανέμελη συμπεριφορά. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για
γυναίκες ταλαιπωρημένες που ήταν σημαδεμένες από τις κακουχίες και τις αρρώστιες
που φορούσαν φθαρμένα και βρώμικα ρούχα και ήταν απεριποίητες. Η ζωή εντός του
Tross άλλωστε συνεπαγόταν πολλούς κινδύνους καθώς αποτελούσε προσφιλή στόχο
των εχθρικών επιθέσεων, που τον αντιλαμβάνονταν ως τμήμα του αντίπαλου στρατού.

Σταδιακά οι στρατιωτικές διοικήσεις θα καταβάλλουν προσπάθειες για τον


περιορισμό του αριθμού των ακολούθων που επικεντρώνονται στην διάθεση για
απομάκρυνση των πορνών και των ανύπαντρων γυναικών. Όποτε όμως
κυκλοφορούσε η είδηση ότι μια στρατιωτική διοίκηση ετοιμαζόταν να επιβάλλει ένα
τέτοιο μέτρο τελούνταν μαζικοί γάμοι, μέσω των οποίων οι πόρνες μετατρέπονταν σε
αξιοσέβαστες συζύγους στρατιωτών. Από τα τέλη του 17ου αιώνα τα εθνικά κράτη
αρχίζουν πλέον να αναπτύσσουν τις δικές τους υπηρεσίες τροφοδοσίας, επισιτισμού
και υγειονομίας, γεγονός που πλήττει σοβαρά τους ακόλουθους που βλέπουν τις
διαθέσιμες ευκαιρίες απασχόλησης να στενεύουν σημαντικά. Επιπλέον η σκλήρυνση
της στρατιωτικής πειθαρχίας και ο εντεινόμενος έλεγχος της ζωής των στρατιωτών και
του ελεύθερου τους χρόνου θα περιορίσει τις δυνατότητες διασκέδασης και
συγχρωτισμού τους με το άλλο φύλο. Οι γυναίκες βίωσαν έτσι έναν διαχωρισμό
ανάμεσα σε ανύπαντρες, που αντιμετωπίζονταν συλλήβδην ως πόρνες και
ανεπιθύμητες και στις νόμιμες συζύγους, στις οποίες συνέχιζαν να ανατίθονται
καθήκοντα όπως το πλύσιμο των ρούχων και μπορούσαν να εξασκούν δραστηριότητες
όπως η εμπορεία καπνού και αλκοόλ, ουσίες που θεωρούνταν σημαντικές για την
διατήρηση του φρονήματος των στρατιωτών σε υψηλό επίπεδο.

25
4.4 Οι Τσιγγάνες

Στις αρχές του 15ου αιώνα μια νέα κοινωνική ομάδα κάνει την εμφάνιση της στη
δυτική Ευρώπη. Ανεβαίνοντας από τα Βαλκάνια, οι εθνοτικές ομάδες που θα γίνουν
γνωστές κάτω από το όνομα «Τσιγγάνοι» φτάνουν στον γερμανικό χώρο και γρήγορα
γίνονται κομμάτι της υπαίθρου περιπλανώμενοι σε αυτήν ως έμποροι, τσουκαλάδες και
τροχιστές, μουσικοί θεατρίνοι και μάντεις. Ο αριθμός τους, σε αντίθεση με την
εντύπωση που προκαλεί το παρουσιαστικό τους δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλος.5 Αρχικά
απολάμβαναν της προστασίας διαφόρων εκκλησιαστικών και κοσμικών αρχών
εκλαμβανόμενοι ως Χριστιανοί που είχαν πέσει θύματα των διώξεων των
μουσουλμάνων ή ως αμαρτωλοί που βρίσκονταν σε καθαρτικό ταξίδι. Αυτές τις
αντιλήψεις τις εκμεταλλεύονταν και οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι παρουσιαζόμενοι συχνά ως
προσκυνητές για να επιτύχουν ευνοϊκότερη υποδοχή.

Αυτή η θετική προδιάθεση των αρχών όμως πολύ γρήγορα θα ανατραπεί και οι
ομάδες αυτές βρίσκονται χωρίς δικαιώματα και γίνονται στόχος διώξεων καθώς κατά
τις τρείς τελευταίες δεκαετίες του αιώνα μια σειρά από πόλεις εκδίδουν διατάγματα
απέλασης τους. Η ριζική όμως μεταστροφή έρχεται το 1498 όταν το αυτοκρατορικό
κοινοβούλιο από την πόλη του Freiburg που συνεδρίαζε εξέδωσε διάταγμα με το οποίο
όλοι οι Τσιγγάνοι απελαύνονταν από την γερμανική επικράτεια, νομιμοποιώντας
ταυτόχρονα τυχόν δολοφονία τους.

Οι αιτίες γι’ αυτή την μεταστροφή των αρχών δεν θα πρέπει να αναζητηθούν
μονάχα στην διαφορετική εξωτερική εμφάνιση τους, τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής τους και
την προέλευση τους από την ανατολή που γεννούσε την υποψία ότι ήταν κατάσκοποι
των Τούρκων (σε μια εποχή άλλωστε που αυτοί είχαν φτάσει μέχρι τις πύλες της
Βιέννης) αλλά θα πρέπει να τοποθετηθεί μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των νέων
πολιτικών απέναντι στην φτώχεια, μέσα στο οποίο οι Τσιγγάνοι τύχαινε να είναι ο πιο
αδύναμος κρίκος.13

Στην πραγματικότητα αυτά τα διατάγματα ποτέ δεν εφαρμόστηκαν στην


ολότητα τους και οι απαγορεύσεις δεν επέφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα
καθώς ο πληθυσμός έδειχνε από πολλές απόψεις ενδιαφέρον για την σύναψη
σχέσεων μαζί τους. Η διαδεδομένη πίστη ότι διέθεταν υπερφυσικές δυνάμεις με τις
οποίες μπορούσαν να αποτρέψουν δεινά όπως οι επιζωοτίες, η φωτιά, οι σιτοδείες, να
εντοπίζουν θησαυρούς, να προβλέπουν το μέλλον, να θεραπεύουν ασθένειες αλλά και

5
Αν και οι υπολογισμοί που μιλούν για περίπου 1.000 άτομα στον γερμανικό χώρο κατά τον
ο
πρώιμο 17 αιώνα θα πρέπει να αναθεωρηθούν σημαντικά προς τα πάνω μιλάμε σίγουρα για
τέτοιας τάξεως μεγέθη. Von Hippel 2013: Σ. 41-42

26
να προκαλούν καταστροφές σε περιπτώσεις που δεν τύγχαναν ευνοϊκής
αντιμετώπισης. Ταυτόχρονα υπήρχε και έντονο ενδιαφέρον για την σύναψη εμπορικών
σχέσεων μαζί τους καθώς θεωρούνταν ιδιαίτερα καλοί ζωέμποροι (ιδίως αλόγων), ενώ
θεωρούνται και ιδιαίτερα ταλαντούχοι μουσικοί και θεατρίνοι.

Οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι υιοθετούσαν ένα πλήθος στρατηγικών επιβίωσης


δείχνοντας μεγάλη προσαρμοστικότητα στο εκάστοτε περιβάλλον. Συνήθως κινούνταν
σε μικρές ομάδες συχνάζοντας σε δυσπρόσιτα μέρη και συνοριακές περιοχές που
καθιστούσαν ευκολότερη την διαφυγή τους, αλλά και την ένωση τους σε μεγαλύτερες
ομάδες σε περίπτωση διώξεων, που αποτελούσαν γι’ αυτούς έναν διαρκή κίνδυνο.

Οι αποκλεισμοί που βίωναν οδήγησαν και στον συγχρωτισμό τους με τις άλλες
ομάδες του κοινωνικού περιθωρίου. Οι Yenish 6 που αποτελούν ακόμη και σήμερα μια
από τις μεγαλύτερες νομαδικές μειονότητες της Ευρώπης, προέκυψαν από τις επαφές
μεταξύ των φτωχών και των περιθωριακών ομάδων, μεταξύ των οποίων και των
Τσιγγάνων, από την πρώιμη Νεοτερικότητα ως και τον 19ο αιώνα.

Οι Τσιγγάνες παρουσιάζονται από τους συγχρόνους τους ως γυναίκες


αδάμαστες και ανήθικες, ακατάστατες και βρώμικες ενώ τους καταλογίζεται η ευθύνη
για μια σειρά δεινών που πλήττουν τον αγροτικό κόσμο όπως η πανώλη και η ξηρασία.
Αποτελούν τις πρώτες υπόπτους όταν σημειώνονται κάπου κλοπές, ακόμη και αν δεν
υπάρχουν Τσιγγάνοι στην περιοχή, ενώ η υποτιθέμενη κατοχή μαγικών δυνάμεων θα
οδηγήσει πολλές από αυτές στην πυρά κατά την περίοδο του κυνηγιού των
μαγισσών.14

6
Ο όροςYenish ή Yeniche ή Jenische προσδιορίζει έναν κατά βάση περιπλανώμενο πληθυσμό
που είναι διασκορπισμένος σε όλη την (κεντρική) Ευρώπη, ιδίως στην περιοχή του Ρήνου. Ως
άνθρωποι ανέστιοι οι Yenish ήταν για αιώνες οικονομικά, νομικά και κοινωνικά αποκομμένοι
από την υπόλοιπη κοινωνία. Παραδοσιακά πολλοί από αυτούς κατοικούσαν σε βαγόνια που τα
έσερναν άλογα και εργάζονταν ως εποχικοί αγρεργάτες, μουσικοί του δρόμου και
πανηγυριώτες. Η γλώσσα τους, αν και δεν αποτελεί δομημένη γλώσσα στην οποία μπορούν να
εκφραστούν σύνθετες έννοιες βασίζεται κυρίως στα Rotwelsch, στη γερμανική μεσαιωνική
αργκό της επαρχιακής οδού από και ανά περιοχές και στα γαλλικά με χαρακτηριστικό της να
είναι τα πολλά δάνεια από γλώσσες όπως τα Yiddish, τα Judeo-Latin και τα Romani.
Rotwelsch. https://en.wikipedia.org/wiki/Rotwelsch 4.12.2015
Yenish people. https://en.wikipedia.org/wiki/Yenish_people 4.12.2015
Jenische. https://de.wikipedia.org/wiki/Jenische 4.12.2015

27
Επίλογος
Ο κόσμος των περιπλανώμενων και των φτωχών της πρώιμης Νεοτερικότητας
είναι ένας κόσμος στον οποίο σήμερα μόνο κλεφτές ματιές μπορούμε να ρίξουμε. Οι
τσιγγάνες δεν κράταγαν ημερολόγιο, οι ζητιάνες δεν διέθεταν βιβλία εσόδων και
εξόδων και οι «τροσσερίνες» δεν συνήθιζαν να καταγράφουν τον τρόπο με τον οποίο
βίωναν τον πόλεμο. Σχεδόν ότι ξέρουμε για αυτές τις γυναίκες προέρχεται από
διηγήσεις άλλων, που τις περισσότερες φορές τις αντιμετώπιζαν με απαξίωση και
προκατάληψη. Επιπλέον οι λίγοι μορφωμένοι του καιρού δεν συνήθιζαν να συχνάζουν
μέσα στα υγρά δάση, τα βρώμικα πανδοχεία και τα συνοριακά έλη, ούτε μοιράστηκαν
ποτέ τις φτωχικές μερίδες του φαγητού τους και τις αγωνίες που έφερνε μαζί του το
ξημέρωμα, ακόμα και αν κάποτε μπορεί να βρέθηκαν να ταξιδεύουν μαζί τους.

Οι δυσκολίες που επιφέρει έτσι η προσπάθεια προσέγγισης και μελέτης του


είναι προφανείς: μας έχει στερηθεί η δική τους ματιά στον κόσμο γύρω τους, ειδικά σε
μια εποχή που αυτός αφήνει όλο και λιγότερα περιθώρια για την δράση τους. Οι νέες
πολιτικές διαχείρισης της φτώχειας δεν θα πλήξουν έτσι μόνο τους ζητιάνους, αλλά
γενικότερα τους φτωχούς και τους περιπλανώμενους. Οι καλλιτέχνες του δρόμου, οι
πανηγυριώτες, οι θεραπευτές και οι τσουκαλάδες θα επηρεαστούν το ίδιο αρνητικά
από την επέκταση των κρατικών εξουσιαστικών δομών και έρχονται και αυτοί
αντιμέτωποι με τους εντεινόμενους κινδύνους της απέλασης, της φυλάκισης και της
εκτέλεσης.

Αν και οι προσπάθειες των κοσμικών και των θρησκευτικών αρχών υπήρξαν


ιδιαίτερα επίμονες, και εκτεταμένες δεν θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα
ότι αυτή η πειθάρχηση έγινε κατορθωτό να επιβληθεί με έναν απόλυτο και γραμμικό
τρόπο. Η περιπλάνηση συνέχισε και κατά τους επόμενους αιώνες να αποτελεί
πρακτική για σημαντικό τμήμα των υποστρωμάτων. Άλλωστε ακόμα και στις μέρες μας
οι δρόμοι της Ευρώπης εξακολουθούν να φιλοξενούν τέτοιους αν και σίγουρα όχι σε
τόσο μεγάλους αριθμούς. Οι καλλιτέχνες του τσίρκου, οι τσιγγάνοι, οι οδοιπόροι
τεχνίτες, οι πλανόδιοι μεροκαματιάρηδες και οι πλανόδιοι αλήτες μας υπενθυμίζουν ότι
μια ζωή μόνιμης εγκατάστασης δεν είναι καθόλου δεδομένη ή επιθυμητή επιλογή για
όλους τους ανθρώπους, ακόμη και κατά την λεγόμενη «ψηφιακή εποχή»

Σε αυτήν την εργασία όπως προσπάθησα να μην αντιμετωπίσω τις φτωχές


γυναίκες της υπαίθρου ξεκομμένα από τους άντρες, έτσι προσπάθησα να μην
αντιμετωπίσω και τις περιπλανώμενες αποκομμένες από την κοινωνία των μόνιμα
εγκατεστημένων. Το αν αυτή η προσπάθεια στέφθηκε από επιτυχία επαφίεται στην
κρίση του αναγνώστη.

28
Βιβλιογραφία

Begerow Stefanie: Frauen der Unterschicht in der frühen Neuzeit


http://suite101.de/article/frauen-der-unterschicht-in-der-fruehen-neuzeit-
a120001#.VmZ53MuhfoY 10.10.2015

Bender Benjamin Karl Nikolai: Die Roma. Zwischen Antiziganismus und


Integration.
https://www.uni-
kassel.de/fb05/fileadmin/datas/fb05/FG_Politikwissenschaften/FG_Didaktikderp
olitischenBildung/Dieter_pdf/ZwischenAntiziganismusundIntegration__OnlinePu
b_.pdf 10.10.2015

Braudel Fernand: A history of civilizations. London: Penguin Books. 1993

Brauer Helmut: Armut in Mitteleuropa 1600 bis 1800


http://vgs.univie.ac.at/_TCgi_Images/vgs/20100112092242_2Br_uer13-34.pdf
21.10. 20.10.2015

Cord Meckseper, Schraut Elisabeth (Hrsg.): Mentalität und Alltag


im Spätmittelalter. Göttingen: Vandehoeck & Ruprecht.1985

Dinges Martin Aushandeln von Armut Selbsthilfspotential, Bürgervorstellungen


und Verwaltungslogiken Hamburg: Ergebnisse Verlag. 1995

Duden online Lexikon http://www.duden.de/rechtschreibung/Vulgivaga


6.12.2015

Eickels van Klaus: Ehe und Familie im Mitelalter. Festrede zum „Dies
academicus“ der Otto-Friedrich-Universität Bamberg. Bamberg: 12.11.2007

Dülmen von Richard: Gesellschaft in der frühen Neuzeit. Kulturelles handeln


und sozialer Prozess. Wien-Köln-Weimar: Βöhlau Verlag. 1993

Feichtner Daniel: „Trosserinnen“: Die Rolle von Frauen in den Söldnerheeren


der frühen Neuzeit. PS-Arbeit WS 2009/10

Frauen im Tross. Mutter Courage und ihre Schwestern


http://www.kriegsreisende.de/krieger/tross-frauen.htm 11.10.2015

Infoblatt: Minderheiten, Randgruppen und Außenseiter 1500 – 1800


http://www2.klett.de/sixcms/media.php/229/DO01_3-12-
430001_Kap2_online_ry7j9c_Mind_RG.pdf 10.10.2015

Jenische. https://de.wikipedia.org/wiki/Jenische 4.12.2015

Moeller Bernd: Deutsche Geschichte 4. Deutschland im Zeitalter der


Reformation. Göttingen: van den Hoeck & Ruprecht Verlag.

29
Moxey Keith: Peasants, warriors and wives. Popular imagenary in the
Reformation. Chicago, London: University of Chicago Press 1989

Roger Jean: Prostitution im Basel des 14. Bis 16. Jahrhundert.


http://altbasel.ch/downloads/altbasel_prostitution.pdf 03.11.2015

Romano Centro ROMA – DAS UNBEKANNTE VOLK? http://www.romano-


centro.org/downloads/Unterlagen-RiB.pdf 23.10.2015

Rotwelsch. https://en.wikipedia.org/wiki/Rotwelsch 4.12.2015

Schilling Heinz: Das Reich und die Deutschen. Aufbruch und Krise. Deutschland
1517-1648. Berlin: Siedler Verlag. 1988

Scribner W. Robert: Popular culture and popular Movements in Reformation


Germany. London, Ronceverte: Hamblenton Press. 1987

Sczesny Anke: Ländliche Sozialstruktur in Schwaben (Spätmittelalter/Frühe


Neuzeit) in: historisches Lexikon Bayerns https://www.historisches-lexikon
bayerns.de/Lexikon/L%C3%A4ndliche_Sozialstruktur_in_Schwaben_(Sp%C3%
A4tmittelalter/Fr%C3%BChe_Neuzeit) 10.10.2015

Troßbach Werner, Zimmerman Clemens: Die Geschichte des Dorfes. Von den
Anfängen in Frankreich zu bundesdeutschen Gegenward Stuttgart: Eugen
Ulmer Verlag. 2006

von Hippel Wolfgang: Armut, Unterschichten, Randgruppen in der frühen


Neuzeit. Enzyklopädie der deutschen Geschichte Band 34. München:
Oldenburg Verlag. 2013

Yenish people. https://en.wikipedia.org/wiki/Yenish_people 4.12.2015

Wagner Andreas: Geschichte und gesellschaftliche Voraussetzungen der


Reformation. Dissertation

Werner Jenny: Das stets zur Neige gehende Brot. Seminar Armut,
Arbeitslosigkeit und Wohnungslosigkeit, SoSe 2010, WiSe 2010/11
http://www.armutszeugnisse.de/themen/themen_16.pdf 11.10.2015

Wiesner-Hanks Merry: Πρώιμη Νεότερη Ευρώπη 1450-1789 Αθήνα: Εκδόσεις


Ξιφαράς. 2008

30

You might also like