Professional Documents
Culture Documents
ΝΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ PDF
ΝΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ PDF
ΝΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Ὡς γνωστὸν ἡ «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» συνέταξε
καὶ ἐκυκλοφόρησε τὸ 2009 τὴν ἱστορικὴ πλέον γιὰ τὴν ἀπήχηση ποὺ εἶχε
«Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ἡ ὁποία ὑπεγράφη ἀπὸ με-
γάλο ἀριθμὸ ἀρχιερέων, λοιπῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν, καὶ ἀπὸ χιλιάδες
Ὀρθοδόξων πιστῶν ἀνὰ τὴν οἰκουμένη.
Ἡ ἀφύπνιση ποὺ προεκάλεσε εἶναι ἐντυπωσιακή. Ἐνῶ σκεπτόμασταν
ὅτι μετὰ παρέλευση τόσων ἐτῶν ἐχρειάζετο μία ἀνανέωση καὶ ἐνίσχυση ἐ-
κείνου τοῦ κειμένου, ὡς ἀπὸ Θεοῦ ἀπάντηση καὶ δωρεὰ μᾶς ἦλθε ἕνα ἐξαι-
ρετικὸ κείμενο «Ὁμολογίας», ποὺ συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε ἡ Ρουμανικὴ
Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ ὁποία ἀνήκει στὴν Ἱερὰ
Μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας. Τὸ κείμενο ὑπογεγραμμένο, ἀπὸ ὅλους τοὺς
μοναχοὺς τῆς Σκήτης, πάνω ἀπὸ τριάντα, μετὰ τῶν προεστώτων καὶ πνευ-
ματικῶν της, ἐκυκλοφορήθη ρουμανιστὶ στὴν Ρουμανία, προκαλέσαν εὐ-
φροσύνη στοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ καὶ ὀργὴ καὶ καταισχύνη στοὺς Οἰκου-
μενιστάς.
Αὐτὸ τὸ κείμενο, μεταφρασμένο στὰ ἑλληνικά, ἀπεδέχθη καὶ ἐπήνεσε ἡ
«Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν», τὸ ὑπογράφει διὰ τῶν ἐκ-
προσώπων της καὶ ὡς ἰδικόν της κείμενο καὶ θὰ χαρεῖ, ἂν ὑπογραφεῖ στὴν
συνέχεια καὶ ἀπὸ ἄλλους κληρικοὺς καὶ μοναχούς, τῶν ὑπογραφῶν ἀπο-
στελλομένων εἰς: synaxisorthkm@gmail.com
Ἀκολουθεῖ τὸ κείμενο τῆς Ὁμολογίας:
ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Εἰς τόό ὄνοµμα τοῦ Πατρόός καίί τοῦ Υἱοῦ καίί τοῦ Ἁγίίου Πνεύύµματος.
Ὅλοι ὅσοι λάάβαµμε τόό Βάάπτισµμα στήήν Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία καίί πιστεύύ-‐‑
ουµμε Ὀρθόόδοξα εἴµμαστε πλήήρη µμέέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίίας, Καθολικῆς καίί Ἀπο-‐‑
στολικῆς Ἐκκλησίίας, πούύ εἶναι µμόόνον ἡ Ὀρθόόδοξος Ἐκκλησίία, δηλ. τοῦ Σώώ-‐‑
µματος τοῦ Χριστοῦ, πούύ ἔχει κεφαλήή τόόν ἴδιο τόόν Θεάάνθρωπο Κύύριον ἡµμῶν
1
Ἰησοῦν Χριστόόν. Διάά τοῦ Μυστηρίίου τοῦ Ἁγίίου Χρίίσµματος λάάβαµμε τήήν
Σφραγίίδα τῆς Δωρεᾶς τοῦ Ἁγίίου Πνεύύµματος καίί διάά τῆς θείίας Μεταλήήψεως
τοῦ Τιµμίίου Σώώµματος καίί Αἵµματος τοῦ Χριστοῦ ἑνωνόόµμαστε µμέέ τόόν Χριστόό καίί
γινόόµμαστε µμέέλη τοῦ Σώώµματόός Του.
Ὡς µμέέλη τῆς Ἐκκλησίίας τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποίία ἀποκλειστικῶς καίί µμόόνον
εἶναι ἡ Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία, µμόόνο στήήν ὁποίία ἑνωνόόµμαστε µμέέ τόόν Ἀληθινόό
Θεόό καίί µμόόνο µμέέσα στήήν ὁποίία ὁ ἄνθρωπος µμπορεῖ νάά σωθεῖ, ἀποκηρύύττου-‐‑
µμε καίί ἀπορρίίπτουµμε δηµμόόσια τίίς ποικίίλες αἱρέέσεις, οἱ ὁποῖες µμόόλυναν ἀρ-‐‑
κετάά µμέέλη τῆς Ἐκκλησίίας. Ἡ αἵρεση δέέν βλάάπτει µμόόνο ἐκεῖνον, πούύ πιστεύύει
σ'ʹ αὐτήήν, ἀλλάά καίί τάά µμέέλη τῆς Ἐκκλησίίας, ἐφόόσον ἐκεῖνοι, πούύ ἔχουν αἱρε-‐‑
τικόό φρόόνηµμα στήήν Ἐκκλησίία, διακηρύύττουν τήήν αἵρεση καίί στάά ὑπόόλοιπα
µμέέλη λόόγω καίί ἔργω, διασκορπίίζοντας ἔτσι τόό µμικρόόβιο τῆς αἱρέέσεως σ'ʹ ὁλόό-‐‑
κληρο τόό σῶµμα τῆς Ἐκκλησίίας. Ἡ αἵρεση, ὅταν διακηρύύττεται ἀπόό ἐπίίσκοπο
ἤ ἱερέέα, βλάάπτει καίί τούύς πιστούύς. Ὁ ἐπίίσκοπος καίί ὁ ἱερεύύς ὀφείίλει νάά
φροντίίζει, ὥστε τάά µμέέλη τοῦ ποιµμνίίου του νάά µμήήν διδάάσκουν αἱρέέσεις. Ἄν οἱ
ἠθικέές ἁµμαρτίίες χωρίίζουν τόόν ἄνθρωπο ἀπόό τόόν Θεόό, ἀκόόµμη περισσόότερο ἡ
αἵρεση. Τόό καθῆκον τοῦ ἐπισκόόπου εἶναι νάά ὀρθοτοµμεῖ τόόν λόόγον τῆς Ἀλη-‐‑
θείίας, ἐφόόσον ἡ ἁγιόότης συνδέέεται ὀργανικάά µμέέ τήήν Ἀλήήθεια1. Ὁ Χριστόός
εἶναι ἡ Ὁδόός, ἡ Ἀλήήθεια καίί ἡ Ζωήή. Ἡ αἵρεση εἶναι ψέέµμα καίί βλασφηµμίία
ἐναντίίον τοῦ σεσαρκωµμέένου Λόόγου, τοῦ Θεανθρώώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ
αἵρεση δηµμιουργεῖται ὡς πνευµματικήή πλάάνη καίί διαµμορφώώνεται ὡς ἰδεολο-‐‑
γίία, πούύ ἐναντιώώνεται στήήν Ἀλήήθεια, µμηδενίίζοντας τήή δυνατόότητα ἁγιόότη-‐‑
τος καίί σωτηρίίας.
Ὅπως µμιάά ἀρρώώστια δέέν βλάάπτει µμόόνο τόό ἄρρωστο ὄργανο, ἀλλάά ὁλόό-‐‑
κληρο τόόν ὀργανισµμόό, µμέέ τόόν ἴδιο τρόόπο καίί ἡ αἵρεση, ἐφόόσον δηλητηριάάζει
κάάποια µμέέλη τῆς Ἐκκλησίίας, προκαλεῖ πόόνο σέέ ὁλόόκληρο τόό σῶµμα της καίί
τόό βλάάπτει. Γι'ʹ αὐτόόν τόόν λόόγο, κάάθε φοράά πούύ ἐµμφανιζόόταν µμίία αἵρεση, ἡ
ὁποίία ἀπειλοῦσε τόό Σῶµμα τῆς Ἐκκλησίίας, συνέέρχονταν Οἰκουµμενικέές καίί
Τοπικέές Σύύνοδοι, πούύ ἀναθεµμάάτιζαν καίί τήήν αἵρεση καίί τούύς αἱρετικούύς, οἱ
ὁποῖοι τήήν ὑπεράάσπιζαν. Μέέ τόόν τρόόπο αὐτόόν, ἀπέέκοπταν ἀπόό τόό Σῶµμα τῆς
Ἐκκλησίίας καίί τήήν αἱρετικήή διδασκαλίία καίί αὐτούύς, πούύ τήήν προωθοῦσαν.
Ὁ Ἀπόόστολος Παῦλος, στήήν πρόός Ρωµμαίίους ἐπιστολήή, λέέγει: «καθάάπερ
γὰρ ἐν ἑνὶ σώώµματι πολλὰ µμέέλη ἔχοµμεν, τὰ δὲ µμέέλη πάάντα οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει
πρᾶξιν, οὕτως οἱ πολλοὶ ἓν σῶµμάά ἐσµμεν ἐν Χριστῷ, τὸ δὲ καθ'ʹ εἷς ἀλλήήλων
µμέέλη. ἔχοντες δὲ χαρίίσµματα κατὰ τὴν χάάριν τὴν δοθεῖσαν ἡµμῖν διάάφορα, εἴτε
προφητείίαν, κατὰ τὴν ἀναλογίίαν τῆς πίίστεως»2. Καίί στήήν Α΄ πρόός Κοριν-‐‑
θίίους ἐπιστολήή: «οὐ δύύναται δὲ ὁ ὀφθαλµμὸς εἰπεῖν τῇ χειρίί·∙ χρείίαν σου οὐκ
ἔχω·∙ ἢ πάάλιν ἡ κεφαλὴ τοῖς ποσίί·∙ χρείίαν ὑµμῶν οὐκ ἔχω·∙ ἀλλὰ πολλῷ µμᾶλλον
1. Ἰω. 17, 17 «Ἁγίίασον αὐτούύς ἐν τῇ ἀληθείίᾳ σου·∙ ὁ λόόγος ὁ σὸς ἀλήήθειάά ἐστι».
2. Ρωµμ. 12, 4-‐‑6.
2
τὰ δοκοῦντα µμέέλη τοῦ σώώµματος ἀσθενέέστερα ὑπάάρχειν ἀναγκαῖάά ἐστι»3,
ἐπισηµμαίίνοντας ἀκολούύθως ὅτι «εἴτε πάάσχει ἓν µμέέλος, συµμπάάσχει πάάντα τὰ
µμέέλη, εἴτε δοξάάζεται ἓν µμέέλος, συγχαίίρει πάάντα τὰ µμέέλη. Ὑµμεῖς δέέ ἐστε σῶµμα
Χριστοῦ καὶ µμέέλη ἐκ µμέέρους»4.
Ἔχοντας ὑπ'ʹ ὄψιν µμας ὅτι µμέέχρι σήήµμερα δέέν συνῆλθαν Τοπικέές Σύύνοδοι,
γιάά νάά καταδικάάσουν ἐκείίνους, πούύ παραβιάάζουν ἐδῶ καίί ἕνα περίίπου
αἰώώνα τόόσο τούύς Ἀποστολικούύς Κανόόνες, ὅσο καίί τίίς ἀποφάάσεις τῶν Ἁγίίων
Οἰκουµμενικῶν καίί Τοπικῶν Συνόόδων, ἐµμεῖς, ὡς ζωντανάά µμέέλη τοῦ Σώώµματος
τοῦ Χριστοῦ, ἀπορρίίπτουµμε καίί ἀποστασιοποιούύµμαστε ἀπόό ὅλες τίίς πράά-‐‑
ξεις, τίίς ὁποῖες καταδικάάζει ἡ Ἐκκλησίία , δηλ.:
• τίίς συµμπροσευχέές µμέέ τούύς αἱρετικούύς, ὅπως τήήν λεγοµμέένη «ἑβδοµμάάδα
προσευχῆς ὑπέέρ τῆς ἑνόότητος τῶν χριστιανῶν», τούύς «ἑσπερινούύς ὑπέέρ τῆς
ἑνόότητος τῶν χριστιανῶν» καίί ἄλλες παρόόµμοιες ἐκδηλώώσεις, πούύ λαµμβάά-‐‑
νουν χώώρα σέέ ὀρθόόδοξες ἐκκλησίίες, κατάά τήήν «ἑβδοµμάάδα προσευχῆς ὑπέέρ
τῆς ἑνόότητος τῶν χριστιανῶν», στίίς ὁποῖες προσκαλοῦνται αἱρετικοίί νάά κη-‐‑
ρύύξουν ἀπόό τόό Ἱερόό καίί Φοβερόό Ὀρθόόδοξο Βῆµμα, ὅπου θυσιάάζεται Χριστόός ὁ
Θεόός,
• τήήν συµμµμετοχήή σέέ συγκρητιστικέές διαθρησκευτικέές καίί διαχριστιανι-‐‑
κέές συναντήήσεις, στίίς ὁποῖες οἱ συµμµμετέέχοντες προβαίίνουν σέέ συγκρητιστι-‐‑
κέές συµμβολικέές πράάξεις καίί γίίνονται συµμπροσευχέές µμέέ τούύς αἱρετικούύς.
Ἀποκηρύύττουµμε ὡς παναίίρεση καίί ἀπορρίίπτουµμε δηµμόόσια τόόν Οἰκου-‐‑
µμενισµμόό ὑπόό ὅλες τίίς µμορφέές του:
α΄. Τήήν παρουσίία τῆς Ρουµμανικῆς Ὀρθόόδοξης Ἐκκλησίίας καίί τῶν ὑπο-‐‑
λοίίπων Ὀρθοδόόξων Ἐκκλησιῶν στόό λεγόόµμενο «Παγκόόσµμιο Συµμβούύλιο τῶν
Ἐκκλησιῶν»,
β΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ἡ Ὀρθοδοξίία ἀποτελεῖ µμόόνο ἕνα µμέέρος
τῆς Ἐκκλησίίας,
γ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ὅλες οἱ χριστιανικέές ὁµμολογίίες εἶναι
κλάάδοι τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίίας,
δ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ἡ Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία εἶναι µμίία Ἐκκλη-‐‑
σίία µμεταξύύ πολλῶν ἄλλων «οἰκογενειῶν Ἐκκλησιῶν», οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν
µμαζίί τήήν Μίία Ἐκκλησίία,
ε΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ἡ ἑνόότης τῆς Ἐκκλησίίας ἔχει ἀπολεσθεῖ.
Ἡ Ἐκκλησίία, σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὀρθόόδοξη διδασκαλίία, εἶναι Μίία καίί Μοναδι-‐‑
κήή, ἐπειδήή ἡ Κεφαλήή της εἶναι Μίία, ὁ Κύύριος Ἰησοῦς Χριστόός. Ἡ ἑνόότης τῆς
Ἐκκλησίίας ἐκφράάζεται διάά τῆς ἑνόότητος τῆς πίίστεως, τῆς λατρείίας καίί τῆς
διοικήήσεως καίί διάά τῆς ὑπακοῆς τῶν πιστῶν στήήν ἱεραρχίία της, ἐφ’ὅσον ἡ
ἱεραρχίία διατηρεῖ τήήν ἑνόότητα τῆς πίίστεως.
3
στ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ἡ Ἐκκλησίία εἶναι «διηρηµμέένη σέέ χρι-‐‑
στιανικέές ὁµμολογίίες», καίί ὅτι τώώρα ἐµμεῖς, ὡς δῆθεν «νέέοι πατέέρες», θάά
πρέέπει νάά «ἐπανεύύρουµμε τήήν ἑνόότητάά της» διάά τοῦ «δογµματικοῦ µμινιµμαλι-‐‑
σµμοῦ», µμέέ τόό νάά ἀποδεχτοῦµμε δηλ. ὡς βάάση τῆς ἑνώώσεως τῶν ὀρθοδόόξων µμέέ
τίίς αἱρέέσεις µμίία µμινιµμαλιστικήή πίίστη, δηλ. µμόόνο τήήν πίίστη στήήν Ἁγίία Τριάάδα
καίί στόόν Ἰησοῦ Χριστόό ὡς Σεσαρκωµμέένο Θεόό καίί Σωτήήρα, παραβλέέποντας
ὅλα τάά ὑπόόλοιπα δόόγµματα τῆς Ἐκκλησίίας, συµμπεριλαµμβανοµμέένης τῆς µμυ-‐‑
στηριακῆς ἱερωσύύνης, τῶν ἱερῶν εἰκόόνων, τῆς ἀκτίίστου Χάάριτος, τῆς τιµμητι-‐‑
κῆς προσκυνήήσεως τῶν Ἁγίίων κλπ.
ζ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ὑπάάρχει µμίία «ἀόόρατη ἑνόότητα» τῆς Ἐκ-‐‑
κλησίίας, µμέέσω τῆς κοινῆς πίίστεως στήήν Ἁγίία Τριάάδα καίί στόόν Ἰησοῦ Χριστόό,
ὡς Κύύριο καίί Σωτήήρα, καίί ὅτι αὐτήήν (τήήν «ἀόόρατη ἑνόότητα») θάά ἀκολουθήή-‐‑
σει µμίία «ὁρατήή ἑνόότητα», ἡ ὁποίία θάά ἐκπληρωθεῖ διάά τῆς ἑνώώσεως τῶν
«ὁµμολογιῶν» (ἑνόότης ἐν τῆ ποικιλίία τῶν δογµμάάτων καίί παραδόόσεων).
η΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ἀρκεῖ νάά πιστεύύει κανείίς στήήν Ἁγίία
Τριάάδα καίί στόόν Κύύριο Ἰησοῦ, ὡς Θεόό καίί Σωτήήρα, γιάά νάά ἀνήήκει στήήν Ἐκ-‐‑
κλησίία. Δηλ. ἡ Ἐκκλησίία θεωρεῖται ὡς σύύναξη ὅλων τῶν χριστιανικῶν «ὁ-‐‑
µμολογιῶν».
θ΄. Τήήν αἵρεση, σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὁποίία ἡ Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία καίί ἡ αἵ-‐‑
ρεση τοῦ Παπισµμοῦ εἶναι «ἀδελφέές ἐκκλησίίες» καίί «οἱ δύύο πνεύύµμονες», µμέέ
τούύς ὁποίίους ἀναπνέέει ἡ Μίία Ἐκκλησίία.
ι΄. Τήήν αἵρεση, σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὁποίία µμεταξύύ τῆς Ὀρθοδόόξου Ἐκκλη-‐‑
σίίας καίί τῆς αἱρέέσεως τοῦ Παπισµμοῦ δέέν ὑπάάρχει καµμίία δογµματικήή δια-‐‑
φοράά, ὑποστηρίίζοντας ὅτι ἡ µμόόνη διαφοράά εἶναι τόό παγκόόσµμιο πρωτεῖο
ἐξουσίίας τοῦ «πάάπα» Ρώώµμης ἐπίί τῆς Καθόόλου Ἐκκλησίίας.
ια΄. Τίίς ἀνορθόόδοξες συµμφωνίίες, τίίς ὁποῖες ὑπέέγραψαν οἱ ἐκπρόόσωποι
τῶν Ὀρθοδόόξων Ἐκκλησιῶν στόό πλαίίσιο τοῦ διαχριστιανικοῦ διαλόόγου. Στόό
σηµμεῖο αὐτόό θέέλουµμε νάά τονίίσουµμε ὅτι δέέν εἴµμαστε ἐναντίίον τοῦ διαλόόγου,
µμέέ τήήν προϋπόόθεση, ὅµμως, ὅτι αὐτόός διεξάάγεται µμέέ ὀρθόόδοξες βάάσεις καίί
ἔχει ὡς σκοπόό τήήν ἐπιστροφήή τῶν αἱρετικῶν στήήν Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία διάά
τῆς κατηχήήσεως, τῆς ἀποκηρύύξεως τῆς αἱρέέσεώώς τους καίί τῶν ἱερῶν µμυστη-‐‑
ρίίων τοῦ Βαπτίίσµματος, τοῦ Χρίίσµματος καίί τῆς Θείίας Εὐχαριστίίας.
ιβ΄. Τήήν συγκατάάθεση τῆς Ρουµμανικῆς Ὀρθόόδοξης Ἐκκλησίίας στόόν διάά-‐‑
λογο τοῦ Chambesy, βάάσει τοῦ ὁποίίου οἱ ἀντιχαλκηδόόνιοι αἱρετικοίί, οἱ µμονο-‐‑
φυσίίτες, οἱ λεγόόµμενοι µμιαφυσίίτες, διάάδοχοι τῆς αἱρέέσεως τοῦ Σεβήήρου Ἀν-‐‑
τιοχείίας ἀναγνωρίίζονται ὡς ὀρθόόδοξοι. Οἱ µμονοφυσίίτες / µμιαφυσίίτες διδάά-‐‑
σκουν ὅτι ὁ Χριστόός, µμετάά τήήν ἕνωση, ἔχει µμόόνο µμίία σύύνθετη φύύση, καίί
ἀπορρίίπτουν τόό γεγονόός ὅτι οἱ δύύο φύύσεις στόόν Χριστόό εἶναι ἑνωµμέένες
ἀσυγχύύτως, ἀτρέέπτως, ἀδιαιρέέτως καίί ἀχωρίίστως στόό ἕνα Πρόόσωπο τοῦ
Θεοῦ Λόόγου, διατηρώώντας ἡ κάάθε φύύση τήήν δικήή της θέέληση καίί ἐνέέργεια.
Οἱ ἐν λόόγω αἱρετικοίί δέέν ἀποδέέχονται τήήν διδασκαλίία τῶν Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄ καίί Ζ΄
4
Ἁγίίων καίί Οἰκουµμενικῶν Συνόόδων καίί παραµμέένουν σέέ πλάάνη καίί ἐκτόός
Ἐκκλησίίας. Ἐπίίσης, τόό κείίµμενο τοῦ Chambesy ἰσχυρίίζεται ὅτι ὁ ἀναθεµμα-‐‑
τισµμόός τους ὀφείίλεται ἁπλῶς σέέ µμίία παρεξήήγηση ὅρων καίί ὅτι, ἀκολούύθως,
δέέν ὑπάάρχει καµμίία δογµματικήή διαφοράά µμεταξύύ τῆς Ὀρθόόδοξης Ἐκκλησίίας
καίί τῶν µμονοφυσιτικῶν αἱρετικῶν κοινοτήήτων (Κοπτῶν, Ἀρµμενίίων, Συροϊα-‐‑
κωβιτῶν, Μαλαµμπαριῶν καίί Αἰθιόόπων), πράάγµμα ἐντελῶς ἀπαράάδεκτο.
ιγ΄. Τήήν συµμφωνίία τοῦ Μπαλαµμάάντ, βάάσει τῆς ὁποίίας οἱ ἐκπρόόσωποι
τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόόξων Ἐκκλησιῶν ἀποδέέχτηκαν ἕνα νέέο εἶδος Οὐνίίας
καίί ἀναγνώώρισαν τάά ψευδῆ Μυστήήρια τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν. Ἡ ἐν λόόγω
συµμφωνίία ἀπορρίίφθηκε ἀπόό τούύς ἐκπροσώώπους τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόόξων
Ἐκκλησιῶν, πούύ συνῆλθαν στήή Baltimore τόό 2000.
ιδ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία τόό Filioque (ἡ ἐκπόόρευση τοῦ Ἁγίίου Πνεύύ-‐‑
µματος «καίί ἀπόό τόόν Υἱόό») εἶναι µμόόνο µμίία ἁπλήή παρεξήήγηση ὅρων, καίί ὄχι
µμίία ἀλλοίίωση τοῦ δόόγµματος τῆς Ἁγίίας Τριάάδος, τόό ὁποῖο µμᾶς ἀπεκάάλυψε ὁ
ἴδιος ὁ Θεόός διάά τοῦ σεσαρκωµμέένου Υἱοῦ του, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ5.
ιε΄. Τήήν λεγοµμέένη «ἄρση τῶν ἀναθεµμάάτων» µμεταξύύ Ὀρθοδόόξων καίί
Παπικῶν, ἀλλάά καίί τῶν µμονοφυσιτῶν, µμονοθελητῶν καίί µμονοενεργητῶν,
τάά ὁποῖα ἀπήήγγειλαν οἱ Ἅγιες καίί Οἰκουµμενικέές Σύύνοδοι. Σύύµμφωνα µμέέ την
ὀρθόόδοξη διδασκαλίία, ἕνα δογµματικόό ἀνάάθεµμα δέέν ἀκυρώώνεται κατάά µμαγι-‐‑
κόό τρόόπο, ἄν δέέν ἐκλείίψουν πρῶτα οἱ λόόγοι του ἀναθεµματισµμοῦ.
ιστ΄. Τήήν αἵρεση, κατάά τήήν ὁποίία ὑπάάρχει σωτήήρια Χάάρις καίί ἐκτόός τῆς
Μιᾶς, Ἁγίίας, Καθολικῆς καίί Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόόξου Ἐκκλησίίας καίί ὅτι
ὑπάάρχει ἔγκυρο βάάπτισµμα καίί ἐνεργοῦσα Χάάρις τῆς ἱερωσύύνης καίί ἐκτόός τῆς
Ὀρθοδόόξου Ἐκκλησίίας. Ὅµμως, καθώώς εἶναι γνωστόόν, ἡ ἁπλήή ἱστορικήή καίί
τυπικήή ὕπαρξη µμιᾶς διαδοχῆς ἀπόό τούύς Ἀποστόόλους ἕως σήήµμερα καίί ἡ ἁπλήή
ἐκφώώνηση µμιᾶς φόόρµμουλας τῆς Ἁγίίας Τριάάδος δέέν ἐπικυρώώνει τάά «µμυστήή-‐‑
ρια» τῶν αἱρετικῶν.
ιζ΄. Τήήν γνώώµμη, κατάά τήήν ὁποίία δέέν εἶναι δυνατόόν οἱ Ἅγιοι καίί Θεοφόόροι
Πατέέρες νάά εἶναι ἐπίίκαιροι στίίς ἡµμέέρες µμας, ἡ ὁποίία (αἵρεση) ἀρνεῖται στήήν
οὐσίία τήήν παρουσίία τοῦ Ἁγίίου Πνεύύµματος στούύς Ἁγίίους καίί Θεοφόόρους
Πατέέρες τῶν Ἁγίίων καίί Οἰκουµμενικῶν Συνόόδων καίί, ἀκολούύθως, τήήν ἴδια
τήήν συνέέχεια τῆς ὑπάάρξεως τῆς Ἐκκλησίίας ὡς Θεανθρωπίίνου θεσµμοῦ.
ιη΄. Τήήν γνώώµμη, ἡ ὁποίία ἰσχυρίίζεται ὅτι δέέν γνωρίίζουµμε ποιάά εἶναι τάά
ὅρια µμεταξύύ τῆς Ὀρθοδόόξου Ἐκκλησίίας καίί τῆς αἱρέέσεως, σύύµμφωνα µμέέ τήήν
ὁποίία ὅλη ἡ ἀνθρωπόότης εἶναι ἐνσωµματωµμέένη σέέ µμίία «ἀόόρατη Ἐκκλησίία».
Κατάά τήήν ὀρθόόδοξη διδασκαλίία, ἡ Ἐκκλησίία εἶναι ἡ ἱστορικήή, ὁρατήή Ἐκκλη-‐‑
σίία, ἡ ὁποίία κατέέχει τήήν ἀποστολικήή διαδοχήή καίί διατηρεῖ τήήν Ὀρθήή Πίίστη,
δηλ. τάά δόόγµματα, τάά ὁποίία διατυπώώθηκαν στίίς Ἅγιες καίί Οἰκουµμενικέές Συν-‐‑
όόδους, καίί τάά ἀναθέέµματα, πούύ ὁριοθετοῦν τήήν δογµματικήή Ἀλήήθεια ἀπόό τόό
5
αἱρετικόό ψέέµμα, καίί τήήν µμεταδίίδει ἕως συντελείίας τῶν αἰώώνων. Αὐτήή ἡ
Ἐκκλησίία εἶναι ἡ Ὀρθόόδοξη.
ιθ΄. Τήήν αἵρεση, σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὁποίία καίί οἱ αἱρετικοίί ἐνσωµματώώνονται
κατάά κάάποιο τρόόπο στήήν Ἐκκλησίία.
κ΄. Τήήν ἀντίίληψη, κατάά τήήν ὁποίία ὁ ἀριθµμόός τῶν πιστῶν ἀποτελεῖ τόό
κριτήήριο τῆς Ἀληθοῦς Ἐκκλησίίας. Σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὀρθόόδοξη διδασκαλίία,
τόό κριτήήριο τῆς Ἀληθοῦς Ἐκκλησίίας εἶναι ἡ ἀναλλοίίωτη διατήήρηση τῆς
ἀποκαλυπτικῆς Ἀληθείίας.
κα΄. Τήήν µμετατροπήή τῆς οἰκονοµμίίας σέέ δόόγµμα καίί κανόόνα. Σύύµμφωνα µμέέ
τήήν ὀρθόόδοξη διδασκαλίία, ἡ οἰκονοµμίία εἶναι ἡ πρόός καιρόόν παρέέκκλιση ἀπόό
τήήν ἀκρίίβεια, τόόν κανόόνα τῆς πίίστεως, λόόγω τῶν ἀνθρωπίίνων ἀδυναµμιῶν
σέέ ἐξαιρετικέές περιστάάσεις, ἔχοντας ὡς σκοπόό τήήν ἐπιστροφήή τῶν ἀνθρώώ-‐‑
πων στήήν ὀρθήή πίίστη, παράά τάά ἀντικειµμενικάά ἐµμπόόδια. Ἡ οἰκονοµμίία ἐφαρ-‐‑
µμόόζεται µμόόνο σέέ ἐξαιρετικέές περιπτώώσεις, προκειµμέένου νάά ἐκπληρωθεῖ ἕνας
καλόός σκοπόός σέέ δυσµμενεῖς καταστάάσεις. Ἐφόόσον, ὅµμως, ἐκλείίψουν οἱ ἐξαι-‐‑
ρετικέές περιστάάσεις, ἡ συνέέχιση τῆς ἐφαρµμογῆς τῆς οἰκονοµμίίας διασαλεύύει
καίί καταστρατηγεῖ τήήν κανονικήή τάάξη, καίί µμ'ʹ αὐτόόν τόόν τρόόπο δέέν συνιστᾶ
σοφήή προσαρµμογήή, ἀλλάά περιφρόόνηση τῶν ἱερῶν θεσµμῶν, καίί ἑποµμέένως
ὁδηγεῖ στήήν περιφρόόνηση τῆς Ὀρθοδοξίίας.
κβ΄. Τούύς λεγοµμέένους «µμικτούύς γάάµμους» µμεταξύύ ὀρθοδόόξων καίί ἑτεροδόό-‐‑
ξων, ἐπειδήή δέέν δύύνανται νάά ἑνωθοῦν τάά ἀντίίθετα, δεδοµμέένου ὅτι ἡ βασικήή
προϋπόόθεση τοῦ µμυστηρίίου τοῦ Γάάµμου εἶναι ἡ κοινήή ὀρθόόδοξη πίίστη τῶν
ὑποψηφίίων νεονύύµμφων, οἱ ὁποῖοι ὀφείίλουν νάά εἶναι βαπτισµμέένοι κλπ. Τόό
µμυστήήριο τοῦ Γάάµμου εἶναι τόό µμυστήήριο τῆς ἀγάάπης καίί τῆς ἑνώώσεως βάάσει
τῆς ὀρθῆς πίίστεως. Δέέν εἶναι δυνατόόν νάά ἰσχύύσει τόό µμυστήήριο µμόόνο γιάά ἕνα
µμέέλος τοῦ ζευγαριοῦ, δηλ. γιάά τόό ὀρθόόδοξο. Γι'ʹαὐτόόν τόόν λόόγο, ὁ µμικτόός γάά-‐‑
µμος καθίίσταται ἄκυρος καίί ἀνυπόόστατος καίί συνάάµμα συνιστᾶ συµμπροσευχήή
µμέέ τούύς ἑτεροδόόξους.
κγ΄. Τήήν ἀπάάρνηση τῆς ἰσόότητος τῶν Προσώώπων τῆς Ἁγίίας Τριάάδος.
Σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὀρθόόδοξη διδασκαλίία, τάά ὑποστατικάά ἰδιώώµματα, δηλ. τόό ὅτι
ὁ Πατήήρ εἶναι ἀγέέννητος, ὁ Υἱόός γενητόός καίί τόό Ἅγιον Πνεῦµμα ἐκπορευτόό,
ἀποδεικνύύει τόόν τρόόπο ὑπάάρξεως κάάθε Προσώώπου. Ταυτοχρόόνως τάά Πρόόσω-‐‑
πα εἶναι ἰσοδύύναµμα σέέ δόόξα καίί λατρείία, ἔχοντας τήήν ἴδια οὐσίία.
κδ΄. Τήήν γνώώµμη, σύύµμφωνα µμέέ τήήν ὁποίία ὁ ἑκάάστοτε Οἰκουµμενικόός Πα-‐‑
τριάάρχης εἶναι πρῶτος ἄνευ ἴσων. Αὐτήή ἡ γνώώµμη ἔχει ὡς βάάση τήήν αἵρεση,
πούύ ἀρνεῖται τήήν ἰσόότητα τῶν Προσώώπων τῆς Ἁγίίας Τριάάδος.
Ἡ Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία εἶναι Οἰκουµμενικήή, καίί ὄχι οἰκουµμενιστικήή, καίί
γι'ʹ αὐτόόν τόόν λόόγο περιµμέένουµμε ἀπόό τάά µμέέλη της νάά ἐφαρµμόόζουν καίί νάά κη-‐‑
ρύύττουν τήήν Ὀρθοδοξίία σέέ ὅλη τήήν κτίίση, φέέρνοντας πολλούύς ἀνθρώώ-‐‑πους
στήήν Κιβωτόό τῆς Σωτηρίίας, πούύ εἶναι ἡ Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία, ἡ Μίία, Ἁγίία,
Καθολικήή καίί Ἀποστολικήή Ἐκκλησίία, καθώώς ὁµμολογοῦµμε στόό Σύύµμβολο τῆς
6
Πίίστεως Νικαίίας -‐‑ Κωνσταντινουπόόλεως. Γι'ʹ αὐτόόν τόόν λόόγο ἀποστασιο-‐‑
ποιούύµμαστε ἀπόό τίίς θέέσεις ὅλων ἐκείίνων, πούύ διδάάσκουν καίί ἐφαρµμόόζουν
τίίς προαναφερθεῖσες αἱρέέσεις, εἴτε διατυπωµμέένες σέέ πανορθόόδοξες καίί το-‐‑
πικέές συνόόδους, εἴτε διακηρυγµμέένες ἀπόό πατριάάρχες, ἱεράάρχες, ἱερεῖς, δια-‐‑
κόόνους, ὑποδιακόόνους, ἀναγνῶστες, µμοναχούύς, µμοναχέές ἤ ἁπλούύς πιστούύς.
Ὁ Σωτήήρ Ἰησοῦς Χριστόός µμᾶς παροτρύύνει νάά ἐπιπλήήττουµμε τούύς ἀδελ-‐‑
φούύς µμας, µμέέ στόόχο τήήν ἐπανόόρθωσήή τους, καίί ὑποδεικνύύει τόό καθῆκον τῆς
ἐκκλησιαστικῆς συνάάξεως νάά συνεχίίσει τίίς ἐπιπλήήξεις, ὅταν χρειαστεῖ:
«Ἐὰν δὲ ἁµμαρτήήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφόός σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν µμεταξὺ σοῦ καὶ
αὐτοῦ µμόόνου·∙ ἐάάν σου ἀκούύσῃ, ἐκέέρδησας τὸν ἀδελφόόν σου·∙ ἐὰν δὲ µμὴ ἀκούύσῃ,
παράάλαβε µμετὰ σοῦ ἔτι ἕνα ἢ δύύο, ἵνα ἐπὶ στόόµματος δύύο µμαρτύύρων ἢ τριῶν
σταθῇ πᾶν ῥῆµμα»6. Ὁ οε΄ (75ος) Ἀποστολικόός Κανώών δέέν κάάνει καµμιάά διαφο-‐‑
ροποίίηση µμεταξύύ λαϊκῶν καίί κληρικῶν, ὅταν πρόόκειται γιάά µμάάρτυρες τῶν
ἐκτροπῶν τοῦ ἐπισκόόπου: «Εἰς µμαρτυρίίαν τήήν κατάά Ἐπισκόόπου, αἱρετικόόν µμήή
προσδέέχεσθαι, ἀλλάά µμηδέέ πιστόόν ἕνα µμόόνον·∙ ἐπίί στόόµματος γάάρ δύύω ἤ τριῶν
µμαρτύύρων σταθήήσεται πᾶν ρῆµμα»7. Ὁ ἅγιος Ἰωάάννης ὁ Χρυσόόστοµμος τονίίζει
ὅτι ὑπάάρχει ὑποχρέέωση τῶν µμελῶν τῆς Ἐκκλησίίας νάά ἐπιπλήήττουν τόόν κλῆ-‐‑
ρο, πούύ διδάάσκει ἀνορθόόδοξα: «Πρέέπει νάά κάάνουµμε ὑπακοήή στούύς διδασκάά-‐‑
λους καίί ἱερεῖς καίί νάά µμήήν τούύς κατακρίίνουµμε, ἀκόόµμα κίί ἄν ἔχουν ἀσεβήή ζωήή·∙
ἄν ὅµμως ἡ πίίστη τους εἶναι λανθασµμέένη, τόότε ὄχι µμόόνο δέέν πρέέπει νάά τούύς
ὑπακούύσουµμε, ἀλλάά καίί νάά φύύγουµμε ἀπ’ αὐτούύς καίί νάά τούύς κατακρίίνουµμε»8.
Γι᾽ αὐτόό ἀποστασιοποιούύµμαστε ἀπόό τίίς θέέσεις τους καίί, προσευχόόµμενοι
στόόν Ἀγαθόό Θεόό µμέέ πόόνο καίί µμέέ τήήν ἐλπίίδα ἐπανορθώώσεώώς τους, ἐπικρίί-‐‑
νουµμε:
• τούύς ἐκπροσώώπους τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖοι κάάνουν δογµμα-‐‑
τικούύς συµμβιβασµμούύς καίί ὑποστηρίίζουν ἐκκλησιολογικέές αἱρέέσεις στόόν
διαχριστιανικόό καίί διαθρησκευτικόό διάάλογο,
• τόόν Παναγιώώτατο Οἰκουµμενικόό Πατριάάρχη κ. Βαρθολοµμαῖο Α΄, ὁ ὁ-‐‑
ποῖος συµμπροσευχήήθηκε µμέέ τόόν αἱρεσιάάρχη «πάάπα» Φραγκίίσκο Α΄ στόόν
Πανάάγιο Τάάφο, στήή Ρώώµμη καίί στόό Φανάάρι, ποδοπατώώντας τούύς Ἱερούύς Κα-‐‑
νόόνες τῶν Ἁγίίων Ἀποστόόλων, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύύουν µμέέ τόό ἐπιτίίµμιο τῆς
καθαιρέέσεως τίίς συµμπροσευχέές µμέέ τούύς ἑτεροδόόξους,
• τούύς Ἱεράάρχες διαφόόρων τοπικῶν συνόόδων, µμεταξύύ τῶν ὁποίίων καίί
τούύς ἱεράάρχες, πούύ ἐστάάλησαν ὡς ἐκπρόόσωποι τῆς Ρουµμανικῆς Ὀρθόόδοξης
Ἐκκλησίίας, γιάά νάά συγχαροῦν τόόν αἱρεσιάάρχη «πάάπα» Φραγκίίσκο Α΄ στήήν
ἐνθρόόνισήή του ὡς ἡγέέτου τοῦ κράάτους τοῦ Βατικανοῦ καίί τῆς παπικῆς αἱρέέ-‐‑
σεως.
7
Ἐπικρίίνουµμε, ἐπίίσης, καίί
• τίίς ἐκκλησιαστικέές συνόόδους, πούύ στάάλθηκαν νάά συµμµμετάάσχουν σέέ µμιάά
τέέτοια ἐπαίίσχυντη ἐκδήήλωση.
• τούύς ἱεράάρχες, ἱερεῖς, διακόόνους, ὑποδιακόόνους, ἀναγνῶστες, µμονα-‐‑
χούύς, µμοναχέές καίί πιστούύς τῆς Ὀρθόόδοξης Ἐκκλησίίας, οἱ ὁποῖοι συµμµμετεῖ-‐‑
χαν σέέ συγκρητιστικέές διαθρησκευτικέές καίί διαχριστιανικέές συναντήήσεις
καίί ἔκαναν συγκρητιστικέές συµμβολικέές πράάξεις καίί συµμπροσευχέές µμέέ τούύς
αἱρετικούύς καίί κοινώώνησαν µμαζίί τους.
• ἐκείίνους, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίίζουν ὅτι στήήν Ρουµμανικήή Ὀρθόόδοξη Ἐκ-‐‑
κλησίία δέέν ὑπάάρχει πλέέον ἡ Χάάρις τοῦ Ἁγίίου Πνεύύµματος, ἐπειδήή κάάποια
µμέέλη της ἔπεσαν στήήν οἰκουµμενιστικήή πλάάνη, σάά νάά ἀποσύύρθηκε αὐτοµμάά-‐‑
τως ἡ Χάάρις ἀπόό τήήν Ἐκκλησίία τοῦ Χριστοῦ. Δέέν εἴµμαστε ἐµμεῖς οἱ σωτῆρες
τῆς Ἐκκλησίίας, ἀλλάά ἡ Ἐκκλησίία σώώζει ἐµμᾶς.
Ἀποστασιοποιούύµμαστε ἀπόό τήήν ἐπαίίσχυντη ἐνέέργεια τοῦ Οἰκουµμενικοῦ
Πατριαρχείίου νάά προσκαλέέσει στόό Φανάάρι τόόν ψευδεπίίσκοπο τῆς Ρώώµμης,
Βενέέδικτο ΙΣΤ΄, τόό 2006, ἀλλάά καίί τόόν ψευδεπίίσκοπο Φραγκίίσκο Α΄, τόό 2014.
Ἀποστασιοποιούύµμαστε, ἐπίίσης, καίί ἀπόό τήήν µμνηµμόόνευση τοῦ «πάάπα»
Βενεδίίκτου ΙΣΤ΄ στήήν αἴτηση «Ὑπέέρ τοῦ ἀρχιεπισκόόπου…» τῶν εἰρηνικῶν.
Ἀποστασιοποιούύµμαστε, παραλλήήλως, ἀπόό τίίς ψευδευλογίίες, τίίς ὁποῖες
ἔδωσε ὁ «πάάπας» Βενέέδικτος ΙΣΤ΄ στήήν Ἐκκλησίία τοῦ ἁγίίου ἐνδόόξου µμεγα-‐‑
λοµμάάρτυρος Γεωργίίου στόό Φανάάρι καίί ἀπόό τήήν ἐκφώώνηση τῆς Κυριακῆς
Προσευχῆς ἀπ᾽ τόόν ἴδιο.
Ἀποστασιοποιούύµμαστε, ταυτοχρόόνως, καίί ἀπόό τήήν ἐνέέργεια τοῦ Πανα-‐‑
γιωτάάτου Οἰκουµμενικοῦ Πατριάάρχου κ. Βαρθολοµμαίίου Α΄ νάά προσκαλέέσει
στάά Ἱεροσόόλυµμα τόόν ψευδεπίίσκοπο τῆς Ρώώµμης, Φραγκίίσκο Α΄, γιάά νάά ἑορτάά-‐‑
σουν µμαζίί τήήν ψευδήή ἄρση τῶν ἀναθεµμάάτων, πούύ ἀπαγγέέλθηκαν τόό 1054,
καθώώς καίί ἀπόό ὅλες τίίς ἐνέέργειες ὑπέέρ τῆς ψευδοενώώσεως µμέέ τήήν αἱρετικήή
παπωσύύνη.
Δηλώώνουµμε δηµμόόσια ὅτι οἱ ἐκπρόόσωποι τῆς Ὀρθόόδοξης Ἐκκλησίίας, οἱ ὁ-‐‑
ποῖοι κάάνουν δογµματικούύς συµμβιβασµμούύς καίί λειτουργικέές πράάξεις, οἱ ὁ-‐‑
ποῖες ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπόό τούύς Ἱερούύς Κανόόνες τῆς Ἐκκλησίίας, ἐκπρο-‐‑
σωποῦν µμόόνο τόόν ἑαυτόό τους καίί ὄχι ἐµμᾶς, τούύς πιστούύς τῆς Ὀρθόόδοξης
Ἐκκλησίίας, τόό πλήήρωµμάά της.
Δηλώώνουµμε, ἐπίίσης, ὅτι ἀποστασιοποιούύµμαστε ἀπόό ὅλες τίίς οἰκουµμενι-‐‑
στικέές καίί συγκρητιστικέές ἐνέέργειέές τους καίί περιµμέένουµμε νάά δηλώώσουν
δηµμόόσια µμετάάνοια, ἐπειδήή καίί ἡ αἱρετικήή καίί ἑτερόόδοξήή τους ἐνέέργεια ἔγινε
δηµμόόσια.
Σέέ µμίία ζῶσα Ἐκκλησίία, ὅταν ἕνας ἐπίίσκοπος διδάάσκει µμιάά διδασκαλίία
ἀλλόότρια ὡς πρόός τήήν Ὀρθόόδοξη Ἐκκλησίία, οἱ ἱερεῖς ἐκείίνης τῆς ἐπαρχίίας
ἔχουν τήήν δυνατόότητα νάά διακόόψουν τήήν µμνηµμόόνευση τοῦ ἐπισκόόπου, ὁ
ὁποῖος διδάάσκει δηµμόόσια καίί γυµμνῇ τῇ κεφαλῇ τήήν αἵρεση, ἕως ὅτου θάά
8
κριθεῖ ἀπόό τήήν Σύύνοδο, σύύµμφωνα µμέέ τόόν ιε΄ Κανόόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόόδου τῆς
Κωνσταντινουπόόλεως9. Γι'ʹ αὐτόό, ἐµμεῖς, κλῆρος καίί λαόός, διάά τῆς παρούύσης
ὁµμολογίίας ἐπικρίίνουµμε τούύς πατριάάρχες, τούύς ἐπισκόόπους καίί τούύς πιστούύς,
πούύ διδάάσκουν τήήν αἵρεση, µμέέ πόόνο καίί µμέέ ἐλπίίδα ἐπανορθώώσεώώς τους, γιάά
τήήν ὁποίία προσευχόόµμαστε στόόν Ἀγαθόό Θεόό. Ἐπίίσης, ἐπικρίίνουµμε καίί
ἐκείίνους, πούύ δέέν προσπαθοῦν νάά διορθώώσουν τούύς ἀδελφούύς τους, οἱ
ὁποῖοι ἔπεσαν στήήν οἰκουµμενιστικήή πλάάνη, υἱοθετώώντας µμιάά παθητικήή, ἐφη-‐‑
συχαστικήή καίί σιωπηλήή στάάση, τήήν ὁποίία ὁ ἅγιος Γρηγόόριος ὁ Παλαµμᾶς
βλέέπει ὡς τόό τρίίτο εἶδος ἀθεΐας, µμετάά τόόν ἀθεϊσµμόό καίί τήήν αἵρεση.
Εὐχόόµμαστε ὑπέέρ τῆς παράά τοῦ ἐν Τριάάδι δοξαζοµμέένου καίί προσκυνουµμέέ-‐‑
νου Θεοῦ βοηθείίας! Ἀµμήήν.
Ἐάάν συµμφωνεῖτε µμέέ τίίς θέέσεις τοῦ κειµμέένου τῆς ὁµμολογίίας, ἀποστείίλατε
τόό ἐπώώνυµμο, τόό ὄνοµμα, τήήν περιοχήή καίί τόό λειτούύργηµμα / ἐπάάγγελµμάά σας
στόό e-‐‑mail: synaxisorthkm@gmail.com
Κάάθε κληρικόός καίί λαϊκόός, πούύ ὑπογράάφει τήήν παροῦσα ὁµμολογίία, τήήν
ἀναλαµμβάάνει καίί ὡς προσωπικήή του ὁµμολογίία.
Διάά τήήν «Σύύναξη Ὀρθοδόόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»
Ἀρχιµμ. Ἀθανάάσιος Ἀναστασίίου
Προηγούύµμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώώρου
Ἀρχιµμ. Σαράάντης Σαράάντος
Ἐφηµμέέριος Ἱ. Ν. Κοιµμήήσεως Θεοτόόκου, Ἀµμαρούύσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιµμ. Γρηγόόριος Χατζηνικολάάου
Καθηγούύµμενος Ἱ. Μ. Ἁγίίας Τριάάδος, Ἄνω Γατζέέας Βόόλου
Γέέρων Εὐστράάτιος Ἱεροµμόόναχος
Ἱ. Μ. Μεγίίστης Λαύύρας Ἁγ. Ὄρους
9. «Τάά ὁρισθέέντα περίί πρεσβυτέέρων καίί Ἐπισκόόπων καίί Μητροπολιτῶν πολλῷ µμᾶλλον
ἐπίί Πατριαρχῶν ἁρµμόόζει. Ὥστε εἴ τις Πρεσβύύτερος ἤ Ἐπίίσκοπος, ἤ Μητροπολίίτης τολµμήήσοι
ἀποστῆναι τῆς πρόός τόόν οἰκεῖον Πατριάάρχην κοινωνίίας, καίί µμήή ἀναφέέροι τόό ὄνοµμα αὐτοῦ κατάά
τόό ὡρισµμέένον καίί τεταγµμέένον, ἐν τῆ θείίᾳ Μυσταγωγίίᾳ, ἀλλάά πρόό ἐµμφανείίας συνοδικῆς καίί
τελείίας αὐτοῦ κατακρίίσεως σχίίσµμα ποιήήσοι·∙ τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγίία Σύύνοδος πάάσης ἱερατείίας
παντελῶς ἀλλόότριον εἶναι εἴ µμόόνον ἐλεγχθείίη τοῦτο παρανοµμήήσας. Καίί ταῦτα µμέέν ἐσφράάγι-‐‑
σταίί τε καίί ὥρισται περίί τῶν προφάάσει τινῶν ἐγκληµμάάτων τῶν οἰκείίων ἀφισταµμέένων προέέ-‐‑
δρων, και σχίίσµμα ποιούύντων καίί τήήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίίας διασπώώντων. Οἱ γάάρ δι’ αἵρεσίίν τι-‐‑
να παράά τῶν ἁγίίων Συνόόδων, ἤ Πατέέρων, κατεγνωσµμέένην, τῆς πρόός τόόν πρόόεδρον κοινωνίίας
ἑαυτούύς διαστέέλλοντες, ἐκείίνου δηλονόότι τήήν αἵρεσιν δηµμοσίίᾳ κηρύύττοντος, καίί γυµμνῇ τῇ κε-‐‑
φαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίίας διδάάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ µμόόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιµμήήσει οὐχ ὑπόόκεινται
πρόό συνοδικῆς διαγνώώσεως ἑαυτούύς τῆς προς τόόν καλούύµμενον Ἐπίίσκοπον κοινωνίίας ἀποτειχίί-‐‑
ζοντες, ἀλλάά καίί τῆς πρεπούύσης τιµμῆς τοῖς ὀρθοδόόξοις ἀξιωθήήσονται. Οὐ γάάρ Ἐπισκόόπων,
ἀλλάά ψευδεπισκόόπων καίί ψευδοδιδασκάάλων κατέέγνωσαν, καίί οὐ σχίίσµματι τήήν ἕνωσιν τῆς
Ἐκκλησίίας κατέέτεµμον, ἀλλάά σχισµμάάτων καίί µμερισµμῶν τήήν ἐκκλησίίαν ἐσπούύδασαν ρύύσασθαι».
9
Πρωτοπρ. Γεώώργιος Μεταλληνόός
Ὁµμόότιµμος Καθηγητήής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστηµμίίου Ἀθηνῶν
Πρωτοπρ. Θεόόδωρος Ζήήσης
Ὁµμόότιµμος Καθηγητήής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστηµμίίου Θεσσαλονίίκης
Δηµμήήτριος Τσελεγγίίδης
Καθηγητήής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστηµμίίου Θεσσαλονίίκης (Σύύµμβουλος)
10