You are on page 1of 18

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΠΕΣ ΤΟ ΣΕ ΜΕΝΑ
Ι

Ο γυρολόγος της ευτυχίας

Ελπίζω να μην ανήκετε στην κατηγορία εκείνων που


αγοράζουν βιβλία στα τυφλά. Να ενημερώνεστε πριν
αγοράσετε. Να ξεφυλλίζετε έστω το βιβλίο που βάλατε
στο μάτι. Συγγνώμη για την επίπληξη. Μπορεί εσείς να
γνωρίζετε μια χαρά τι βιβλίο κρατάτε στα χέρια σας κι
εγώ να ηχώ σαν υστερικός. Οφείλω πάντως να σας προ-
ειδοποιήσω ότι, αν επιλέξατε αυτό το βιβλίο, με μοναδι-
κό γνώμονα τα προηγούμενά μου, υποπέσατε σ’ ένα
τεράστιο, ίσως και μοιραίο σφάλμα. Δεν κινδυνολογώ.
Ούτε και σας συμβουλεύω να το επιστρέψετε. Υπάρχουν
άλλωστε ελάχιστες πιθανότητες ο βιβλιοπώλης, όσο κα-
λοπροαίρετος, να δείξει κατανόηση και να σας δώσει
πίσω το αντίτιμο. Για κάτι τύπους σαν κι εσάς, απερί-
σκεπτους, προνόησε ο βιβλιοπώλης: «Τα βιβλία δεν επι-
στρέφονται». Μπορείτε όμως κάλλιστα να το κάνετε
δώρο σε κάποιον που απεχθάνεστε. Ακόμα καλύτερα, να

[ 13 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

το θάψετε πάραυτα στη βιβλιοθήκη σας, δίπλα στα υπό-


λοιπα αδιάβαστα πτώματα, σε κάποιο από τα ράφια που
δεν φτάνει ο μπόμπιρας, αν έχετε μπόμπιρα. Να είστε
στο μέλλον προσεκτικότεροι με τις επιλογές σας· συγ-
γνώμη και πάλι για τον τόνο.
Εάν τώρα με ρωτήσετε ποιο από τα προηγούμενα βιβλία
μου σας προτείνω να διαβάσετε πρώτο, εν είδει συστατι-
κής επιστολής, θα σημαίνει μάλλον ότι δεν έχετε ενημε-
ρωθεί για τις εξελίξεις του τελευταίου τετραμήνου στην
ιδιωτική μου ζωή (παρά την εκτενή δημόσια κάλυψη) και
σχεδόν σίγουρα δεν έχετε προετοιμαστεί για τη δική μου
απάντηση. Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Θα σας ενθαρ-
ρύνω ν’ αγοράσετε και τα επτά βιβλία μου –εξακολουθώ,
μην το ξεχνάτε, να εισπράττω πνευματικά δικαιώματα–,
να ξηλώσετε τις ράχες τους, να στοιβάξετε τα φύλλα τους,
να τα διαπεράσετε ανά δύο ή τρία τυπογραφικά σ’ ένα
τσιγκέλι, όπως έκαναν κάποτε στο χωριό του παππού μου,
να στερεώσετε το τσιγκέλι δίπλα στη χέστρα, να χέζετε
και να σκουπίζετε τον κώλο σας. Το χαρτί είναι εξαιρε-
τικής ποιότητας, εισαγόμενο από την Ισπανία, υποκίτρι-
νο, στη διακριτική απόχρωση μιας θαλερής κουράδας. Για
τους ευαίσθητους κώλους συνιστώ το chamois των 80
γραμμαρίων –θα το βρείτε κυρίως στις πρώτες εκδόσεις–,
ενώ για τους πιο σκληραγωγημένους δεν αντενδείκνυνται
και οι ανατυπώσεις με το chamois των 100. Η ψηφιακή

[ 14 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

εκτύπωση εκμηδενίζει πλέον το ενδεχόμενο να μουντζου-


ρώσετε τα κωλομέρια σας. Πιθανόν οι πιο μερακλήδες
ανάμεσά σας να νοσταλγήσουν το παλιό καλό μελάνι,
όμοια με τις σφραγίδες εξόδου και εισόδου στα διαβατή-
ρια, προτού καταργηθούν από τη συνθήκη του Σένγκεν,
τα αδιαμφισβήτητα πάλαι ποτέ πιστοποιητικά για ένα
αλησμόνητο ταξίδι στην Ευρώπη ή για ένα αλησμόνητο
χέσιμο. Παραληρώ, το ξέρω. Υποθέτω πάντως ότι ανή-
κετε στον σκληρό πυρήνα του πληθυσμού. Δεν χέζετε
τέσσερις φορές την ημέρα, ούτε μία φορά το δεκαήμερο.
Δεν σπαταλάτε επίσης το χαρτί αβασάνιστα. Εν τοιαύτη
περιπτώσει, το συγγραφικό μου έργο θα καλύψει τις ανά-
γκες σας για έναν χρόνο, ίσως και για ενάμιση. Δεν το
συζητώ. Με το αυθεντικό κωλόχαρτο θα σας έρθει μία η
άλλη· χώρια η επιμόρφωση.
Εάν με ρωτούσατε ωστόσο τέσσερις μήνες νωρίτερα
–τέσσερις δεκαετίες, αδέρφια, τέσσερις αιώνες– η απά-
ντησή μου θα ήταν ολότελα διαφορετική, αρχής γενομέ-
νης από τη διατύπωση. Τότε δεν θα διατύπωνα ως κώλο
τον κώλο, ούτε ως κουράδα την κουράδα. Εν ανάγκη θα
έκανα λόγο για πρωκτό ή κόπρανα, αν και ήταν ολωσδι-
όλου απίθανο ν’ ασχοληθώ με κάτι τόσο ποταπό όσο η
αφόδευση. Ο νοερός μου αναγνώστης, εκείνος που υπα-
γόρευε ουσιαστικά τη διατύπωση στα γραπτά μου, ήταν
ένα πλάσμα άκωλο. Δεν έχεζε ποτέ, τουλάχιστον εν επι-

[ 15 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

γνώσει. Θέλω να πω, και την ώρα που έχεζε –αν δεχτού-
με ότι αραιά και πού έχεζε– ο νους του έτρεχε μίλια μακριά
από τον σφιγκτήρα του, στις συναισθηματικές του διατα-
ραχές και στα ανοικονόμητα ψυχολογικά του προβλήμα-
τα. Μπορεί αυτές οι διαταραχές και αυτά τα προβλήμα-
τα να κατρακυλούσαν ενίοτε ως τον κώλο του, να έβρισκαν
έκφραση ως ευκοιλιότητα ή ως δυσκοιλιότητα, ως εσω-
τερικές ή ως εξωτερικές αιμορροΐδες, ακόμα και ως ογκί-
δια του παχέος εντέρου, αλλά ανάλογες αποκρουστικές
λεπτομέρειες δεν πρόκειται να εντοπίσετε σε κανένα από
τα επτά βιβλία μου (σας υπενθυμίζω πάντως ότι τώρα
διαβάζετε το όγδοο). Τα βιβλία μου είναι βιβλία άσαρκα.
Βιβλία ιδεών. Βιβλία συμβουλών. Παπαροβιβλία.
Η απάντησή μου εξάλλου –τότε, προ τετραμήνου–
ούτε θα σας ξάφνιαζε, ούτε θα σας τρόμαζε. Θα ήταν
κομμένη και ραμμένη στα μέτρα σας. Κυριολεκτώ. Έπαιρ-
να πάντα τα μέτρα σας. Δεν ήμουν συγγραφέας. Ήμουν
ράφτης· ένας μόδιστρος της γειτονιάς. Αυτή η ερώτηση
(που εσείς τη θεωρούσατε, αν όχι αρκούντως πρωτότυπη,
όχι εντούτοις κι ενοχλητική) ήταν η πιο τετριμμένη από
τις τετριμμένες ερωτήσεις: «Ποιο από τα βιβλία σας θα
μου προτείνατε να διαβάσω πρώτο;». Εγώ θα έκρυβα επι-
δέξια τη βαρεμάρα μου, θα έδειχνα αιφνιδιασμένος από
την ερώτησή σας –για τρισχιλιοστή φορά αιφνιδιασμένος,
ένας καρατερίστας πια του αιφνιδιασμού–, θα έπαιρνα

[ 16 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

τα μέτρα σας στο άψε σβήσε –δείχνετε συμφιλιωμένοι με


την ηλικία σας, νεανίζετε επιδεικτικά, ρέπετε στην κατά-
θλιψη ή στη σαχλαμάρα;–, θα καθυστερούσα επίτηδες να
γνωματεύσω –διότι εσείς, ό,τι και αν είστε, δεν είστε εύ-
κολοι, δεν είστε απλοϊκοί, δεν είστε συνηθισμένοι, είστε
πολύπλοκοι, είστε συναρπαστικοί, είστε ακαταμάχητοι–
κι έπειτα θα σας πρότεινα το κατάλληλο κουστουμάκι:
«Νομίζω πως πρέπει να ξεκινήσετε με το Δεν αποταμιεύω
τις ανασφάλειές μου. Μπορεί να σας ξενίσει λίγο στην
αρχή, αλλά μετά θα του πάρετε τον αέρα». Ή: «Γιατί δεν
δοκιμάζετε το Καλωσόρισες, γαλήνη; Δείτε το σαν βατήρα
για τα επόμενα». Ή: «Στη θέση σας θα προτιμούσα τη
Συμβίωση χωρίς συμβιβασμούς. Θα το συνιστούσα και στον
σύζυγό σας. Διαβάστε το παράλληλα – ο καθένας το δικό
του αντίτυπο. Ακόμα και το τέμπο, ξέρετε, ή και η δυσα-
νεξία κατά την ανάγνωση μαρτυρούν περισσότερα από
το ίδιο το βιβλίο».
Ήμουν ικανός λοιπόν να σκάψω τόσο βαθιά στο βλέμ-
μα σας –το υπέροχο, το σαγηνευτικό βλέμμα σας, το βλέμ-
μα της πιο ερωτικής αγελάδας– και να προβλέψω πώς θα
σας φανεί το βιβλίο που σας προτείνω, αν θα το διαβά-
σετε απνευστί ή αν θα το παρατήσετε; Όχι, δεν ήμουν.
Όπως κάθε αξιοπρεπής μόδιστρος, ήθελα κι εγώ να ξε-
φορτωθώ το στοκ στην αποθήκη μου. Εάν δεν τρέφατε
τυφλή εμπιστοσύνη στο πρόσωπό μου, εάν ήσαστε μια

[ 17 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

στάλα φιλύποπτοι (ευτυχώς δεν εντόπιζα συχνά ανάλο-


γους παρείσακτους στο πιστό μου ακροατήριο), θα πα-
ρατηρούσατε ότι επιχειρούσα πολύ άγαρμπα, απροκάλυ-
πτα, σχεδόν ξετσίπωτα, να σπρώξω τους λιγότερο πετυ-
χημένους τίτλους μου –εκτός από τον πρώτο, δυσεύρετο
άλλωστε στην αγορά– και ουδέποτε θα σας συνιστούσα
τα εκδοτικά μου γκανιάν, τίτλους όπως το Δεν το βάζω
κάτω ή το αξεπέραστο (μονάχο του πούλησε όσο όλα τα
άλλα μαζί), το σούπερ ντούπερ Δικαιούμαι να ευτυχήσω.
Χέστηκα τι ταίριαζε και τι δεν ταίριαζε στον πελάτη μου.
Εν συντομία; Χέστηκα για τον πελάτη μου.
Θέλετε και τη δεύτερη τετριμμένη από τις τετριμμένες
ερωτήσεις; «Μα πότε προλαβαίνετε και τα γράφετε;».
Εδώ αναστέναζα. Εδώ πάντοτε αναστέναζα, λες και δια-
κριτικά άφηνα να ξεμυτίσει από ένα αόρατο σακβουαγιάζ
ο σταυρός του μαρτυρίου. «Δεν είναι εύκολο» παραδεχό-
μουν στωικά· «όταν όμως κάνεις αυτό που κάνεις με αγά-
πη, αντλείς δύναμη από την ίδια την αγάπη». Πάντοτε
εντυπωσίαζε αυτός ο διπλός πλεονασμός. Οι πλεονασμοί
εν γένει. Οι επαναλήψεις μέχρι λιποθυμίας.
Μια μέρα που κωλοβάραγα, έδωσα εντολή στον υπο-
λογιστή μου να καταμετρήσει πόσες φορές επαναλαμβά-
νω λέξεις σαν την αγάπη στα βιβλία μου. Ξεκίνησα την
καταμέτρηση αυτονόητα από το Αγάπη πέρα από τα όρια,
το τέταρτο πόνημά μου, όπου το απεχθές ουσιαστικό έχει

[ 18 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

παρεισφρήσει ακόμα και στον τίτλο. Ο υπολογιστής απο-


κάλυψε ότι εδώ σπάω κάθε ρεκόρ. Σε σύνολο εβδομήντα
πέντε χιλιάδων λέξεων, η αγάπη εμφανίζεται περίπου
δυόμισι χιλιάδες φορές. Εντούτοις, η Αγάπη πέρα από τα
όρια δεν κόβει το νήμα στο ταμείο· έρχεται τρίτη και κα-
ταϊδρωμένη. Την προσπερνάει τόσο το Δεν το βάζω κάτω,
με την αγάπη να σκάει μύτη σχεδόν χίλιες εννιακόσιες
φορές, παρότι συνολικά προσεγγίζω τις ογδόντα χιλιάδες
λέξεις, όσο και το Δικαιούμαι να ευτυχήσω, με την αγάπη
βία χίλιες εξακόσιες στις ενενήντα τόσες χιλιάδες. Συ-
μπέρασμα; Οι αναγνώστες μου σαφώς και υποφέρουν
από υπογλυκαιμία. Προτιμούν ωστόσο μια ποικιλία ζα-
χαρωτών –την αγάπη, λόγου χάριν, να εναλλάσσεται με
τη θέληση ή την ευτυχία– παρά ένα ταψί κανταΐφια ξε-
ροσφύρι. Κατανοητό.
Ποτέ και κανένας δεν είχε υπεκφύγει την ουσία μιας
ερώτησης με τόσα πολλά φούμαρα. Είναι παραπάνω από
προφανές, εάν δεν έχεις τη νοημοσύνη σαλαμάνδρας, πως
ούτε η αγάπη, ούτε η θέληση, ούτε η ευτυχία, ούτε καμία
άλλη παπαριά ήταν υπεύθυνη για τη διάρροια δύο χιλιά-
δων τριακοσίων σελίδων. Ακόμα και η θαυμαστή παρα-
γωγικότητά μου –αν λάβετε υπόψη σας ότι φέτος κλείνω
μόλις τα σαράντα ένα μου χρόνια– είναι μια καλοστημέ-
νη απάτη, λιγότερο και ταυτόχρονα περισσότερο εντυ-
πωσιακή από την αλήθεια. Στατιστικά δίνω τη λανθασμέ-

[ 19 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

νη εντύπωση ότι γράφω ένα βιβλίο κάθε δυόμισι χρόνια


– αν συνυπολογίσουμε ότι το πρώτο κυκλοφόρησε στα
είκοσι τέσσερά μου και το έβδομο στα τριάντα εννέα μου.
Στην πραγματικότητα, το πρώτο μου βιβλίο, με τον
κρυόκωλο τίτλο Η μεταβατική περίοδος της εφηβείας, ήταν
και το μόνο που με βασάνισε. Άρχισα να το σκαρώνω στα
είκοσι ένα μου, τελειόφοιτος στο Τμήμα Ψυχολογίας του
Πανεπιστημίου της Κρήτης και δεν το ολοκλήρωσα παρά
τρία χρόνια αργότερα. Βρίσκεται εκτός αγοράς εδώ και
καιρό, αλλά δεν αποκλείεται να το εντοπίσετε σε κανένα
συνοικιακό βιβλιοπωλείο, σκονισμένο και ξεχασμένο, πα-
ρέα με άλλα αγνοούμενα συναδέλφων από τη Συμβουλευ-
τική ή την Αυτοβελτίωση. Από πολλές απόψεις ήταν το
μοναδικό έντιμο βιβλίο που έγραψα ποτέ (αν εξαιρέσου-
με, θέλω να ελπίζω, αυτό που διαβάζετε τώρα) και ίσως
έτσι εξηγείται πώς πήγε άπατο. Ψαρωμένος με τις σπου-
δές μου, ευλαβικά προσηλωμένος στην επιστημονική δεο-
ντολογία, αλλεργικός με την εκλαΐκευση – ό,τι απέφυγα
εν ολίγοις να επαναλάβω στη συνέχεια.
Ακολουθούν εννέα χρόνια συγγραφικής βουβαμάρας
– και μετά ο κατακλυσμός: ένα βιβλίο τον χρόνο. Δεν
μιλάμε όμως για έξι διαφορετικά βιβλία, ούτε για βιβλία
καν. Σε μια δυο δεκαετίες από σήμερα, ανάλογα βιβλία
–πιθανόν και καλύτερα– θα γράφει ο υπολογιστής μου
χωρίς την ελάχιστη δική μου παρέμβαση. Θ’ ανακατεύει

[ 20 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

στο σέικερ την αγάπη με τη θέληση και την ευτυχία, όπως


ανακατεύουν οι πιτσιρικάδες τα χρώματα στο λούνα παρκ,
και θα προκύπτει πάντοτε διαφορετικό αποτέλεσμα. Βα-
ρετό, ανούσιο, άχρηστο, μα διαφορετικό. Ένας τραβηχτι-
κός τίτλος για το αμπαλάζ, άλλοτε επιτακτικός, άλλοτε
εγκάρδιος, σε πρώτο ή σε δεύτερο ενικό, μια φωτογραφία
που να συνάδει με το μητρικό φίλτρο, τίποτε τρομαχτικό,
τίποτε μακάβριο – και βουρ στα βιβλιοπωλεία.
Θα ήμουν πάντως αγνώμων εάν δεν αναγνώριζα την
τεράστια συμβολή τού Πες το σε μένα στην πανελλήνια
δημοτικότητα που απολαμβάνω την τελευταία τετραετία
– μολονότι, εδώ και τέσσερις μήνες, ως δίκοπο μαχαίρι.
Τα μισά και πλέον από τα αντίτυπα που πούλησε το Δι-
καιούμαι να ευτυχήσω οφείλονται στο Πες το σε μένα. Ήταν
ευτυχής συγκυρία –και όχι διαβολικός προσχεδιασμός,
όπως ισχυρίζονται ορισμένοι κακόβουλοι– που έριξα στην
αγορά το Δικαιούμαι να ευτυχήσω, ενόσω το Πες το σε
μένα βρισκόταν ήδη στον δεύτερο χρόνο προβολής και άγ-
γιζε το πικ της τηλεθέασης (ύστερα το περίμενε μονάχα
η κατηφόρα). Ακόμα και σήμερα, οι δύο στους τρεις που
προσέρχονται στις ομιλίες μου, δεν έχουν διαβάσει ούτε
μία από τις δύο χιλιάδες τριακόσιες σελίδες μου· με έχουν
δει αποκλειστικά σ’ εκείνο το μεσημεριάτικο ψυχόδραμα.
Μπορεί το Πες το σε μένα ν’ αξιώθηκε σχεδόν εξακο-
σίων πενηντάλεπτων, καθώς προβαλλόταν από Δευτέρα

[ 21 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

έως Παρασκευή στο ιδιωτικό κανάλι Kronos, επί τρεις


συνεχόμενες τηλεοπτικές περιόδους (τα καλοκαίρια δεί-
χναμε επαναλήψεις), αλλά ο θεματικός του καμβάς ήταν
μάλλον περιορισμένος. Χοντρικά θα λέγαμε ότι αναλύαμε
παραλλαγές πάνω στο ίδιο πάντα καταραμένο τρίγωνο: ο
Άνδρας, η Γυναίκα και ο Εισβολέας. Πάρτε μια γεύση,
όσοι δεν έτυχε να το παρακολουθήσετε: α) Η Γυναίκα
υποφέρει που τη χώρισε ο Εισβολέας, αφού για χάρη του
εγκατέλειψε τον Άνδρα της. β) Ο πρώην Άνδρας της Γυ-
ναίκας απειλεί κάθε Εισβολέα που πλησιάζει την πρώην
Γυναίκα του. Η πρώην Γυναίκα του φοβάται πολύ. γ) Η
Γυναίκα βαριέται τον Άνδρα της. Ψάχνει έναν καθωσπρέ-
πει Εισβολέα για να τον αντικαταστήσει. δ) Ο βίαιος
Άνδρας πλήγωσε τη Γυναίκα. Από τότε φοβάται όλους
τους Άνδρες. Όλοι οι Άνδρες είναι Εισβολείς…
Δεν έχει νόημα να συνεχίσουμε επ’ άπειρον – παρότι
αυτός ακριβώς ήταν ο στόχος της παραγωγής. Η συντα-
γή δεν τα πήγε κι άσχημα – καθόλου άσχημα για ανάλογη
παπάρα με χαμηλές απαιτήσεις από τους συντελεστές
της. Εγώ, ο κεντρικός παρουσιαστής, δεν είχα παρά να
πετάξω κάθε μεσημέρι με τον αυτόματο πιλότο. Θα άκου-
γα υπομονετικά τον Άνδρα ή τη Γυναίκα στην τηλεφωνι-
κή γραμμή –δεν ήταν όλες οι γραμμές σικέ– και θα κατα-
δίκαζα στο τέλος τον Εισβολέα. Παρόμοια αντιμετώπιση
περίμενε και όσους δύσμοιρους κουβαλούσαμε στο στού-

[ 22 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

ντιο του Kronos. Ζητούμενο ήταν πάντοτε να επανέλθει


η οικογενειακή γαλήνη. Ν’ αποκατασταθεί το status quo
ante. Τα υπόλοιπα; Φτου κακά.
Όσο και αν το χλευάζω σήμερα, με το προνόμιο της
ύστερης γνώσης, το Πες το σε μένα οικοδόμησε το επαγ-
γελματικό μου προφίλ. Ο Ισίδωρος Ζουγανέλης, ένας από
τους αναρίθμητους οικογενειακούς συμβούλους, όχι ιδιαί-
τερα καταρτισμένος ψυχολόγος, με παρουσιαστικό αδιά-
φορο έως αόρατο, θρονιάστηκε εδώ και τέσσερα χρόνια
στο σαλόνι κάθε ελληνικής οικογένειας. Πριν από το
πέρας της δεύτερης σεζόν, είχα ήδη ανοίξει το γραφείο
μου στο Νέο Ψυχικό, δέκα στενά από το σπίτι μου –ο
απαραίτητος καθημερινός μου ποδαρόδρομος–, είχα ήδη
προσλάβει την Αναστασία για γραμματειακή υποστήριξη,
είχα ήδη εγκαινιάσει την ιστοσελίδα μου στο διαδίκτυο
–www.isizuga.gr– και είχα ήδη βάλει να δουλεύει για πάρ-
τη μου η κότα με τα χρυσά αυγά.
Σύντομα έπεσα στην παγίδα της πλεονεξίας. Καθώς
ήμουν εργασιομανής, εχθρικός και ως προς αυτήν ακόμα
την ιδέα του ελεύθερου χρόνου, βρέθηκα νωρίς νωρίς αντι-
μέτωπος με τις μόνες δυνατές επιλογές: ή θα έστρωνα τον
κώλο μου να γράψω ένα καινούργιο παπαροβιβλίο ή θα
τόκιζα και θα ανατόκιζα τα κέρδη από τα προηγούμενα.
Δεν μου ήταν αρκετό να αρμέξω την πρωτεύουσα· έπρεπε
να αρμέξω και την επαρχία.

[ 23 ]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Δείτε την και ως φυγή προς τα εμπρός. Έπαιρνα τα


βουνά και τα λαγκάδια από τις αρχές Οκτωβρίου έως τα
τέλη Μαΐου, κάθε δεύτερο ή κάθε τρίτο Σαββατοκύριακο.
Γνώριζα πως ήμουν ευπρόσδεκτος. Εκατοντάδες συμπα-
τριώτες μας ανά νομό της χώρας –θηλυκού γένους στη
συντριπτική τους πλειονότητα– ζητούσαν να δουν τον
Ζουγανέλη από κοντά, να τον αγγίξουν και να πάρουν
την ευλογία του. Όχι και τόσο διακριτικά –αμέσως μετά
την είσοδο, για την ακρίβεια– τοποθετούσε κάποιος από
τους τοπικούς βιβλιοπώλες τον πάγκο με την πραμάτεια
μου· τη σκαρταδούρα φάτσα κάρτα, τα καλά καρπούζια
στα ενδότερα. Ευχαρίστως θα υπογράψω το αντίτυπο που
θ’ αγοράσετε –στη Βάσω, στη Στέλλα, στη Μαρίκα–, ευ-
χαρίστως θ’ ακούσω επί τροχάδην το προσωπικό σας
πρόβλημα, ευχαρίστως θα σας δώσω μια συμβουλή από
τον αστείρευτο τσελεμεντέ μου, γενική και αόριστη, προ-
ορισμένη να εγείρει πιο πολλές απορίες απ’ όσες θα λύσει
(ορίστε και η κάρτα μου επ’ ευκαιρία). Δυστυχώς, ένα
επίμονο έλκος μού επιβάλλει αυστηρή δίαιτα, δεν τρώω
και δεν πίνω ποτέ το βράδυ –χάνετε έτσι το πρόσχημα,
ξεφτιλισμένοι τζαμπατζήδες, για έναν δεύτερο γύρο δω-
ρεάν συμβουλών– και πέφτω πάντα στο κρεβάτι πριν από
τις έντεκα. Καληνύχτα.
Το σύστημα θα λειτουργούσε υποδειγματικά, εάν κα-
θετί κυλούσε σε ενεστώτα διαρκείας. Εάν δεν υπήρχε η

[ 24 ]
Η ΚΥΡΙΑ ΠΟΥ ΛΥΠΑΤΑΙ

προηγούμενη ημέρα. Εάν δεν υπήρχε η επόμενη. Οι ώρες


πριν την εκδήλωση, οι ώρες μετά την εκδήλωση. Πρωτί-
στως; Εάν δεν υπήρχα εγώ. Βλέπετε, το μεγάλο μυστικό
–αυτό που δεν μάθατε σε εξακόσιες εκπομπές και σε δύο
χιλιάδες τριακόσιες σελίδες– ήταν πως ο Ισίδωρος Ζου-
γανέλης, ο γυρολόγος της ευτυχίας, ήταν ένας άνθρωπος
αθεράπευτα δυστυχισμένος.

[ 25 ]
Ισίδωρος Ζουγανέλης, ένας σαραντάχρονος ψυχολό-
γος με τραυματικό παρελθόν, οικογενειακός σύμβου-
λος, συγγραφέας βιβλίων Αυτοβελτίωσης και τηλεο-
πτική περσόνα, χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του όταν η
σύμβασή του με το ιδιωτικό κανάλι Kronos δεν ανανεώνεται.
Η δεύτερη ευκαιρία που θα του προσφέρει μια κυρία της υψη-
λής κοινωνίας με πλούσιο φιλανθρωπικό έργο αλλά κι έντονα
αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, θα τον οδηγήσει στα παρα-
σκήνια μιας σαγηνευτικής όσο κι επικίνδυνης υπόθεσης, σε
απόσταση αναπνοής από το χείλος της αβύσσου.

Μετά από απουσία χρόνων, ο Πέτρος Τατσόπουλος επιστρέφει στα γνώ-


ριμα εδάφη του μυθιστορήματος. Στην Κυρία που λυπάται συνδυάζει
στοιχεία από το σύγχρονο ψυχολογικό θρίλερ και την αχαλίνωτη μαύρη
κωμωδία με τον αισθησιασμό και το μυστήριο ενός παραδοσιακού pulp
fiction. Κλείνει το μάτι στις θεωρίες συνωμοσίας και ρίχνει ένα διεισδυτικό
όσο και συμπονετικό βλέμμα σ’ έναν κόσμο που αρνείται πεισματικά ν’
αναγνωρίσει το είδωλό του στον καθρέφτη.

ISBN: 978-618-03-1636-0

ΒΟΗΘ. ΚΩΔ. MHX/ΣΗΣ 81636

You might also like