You are on page 1of 31

Ταξίδια του τελευταίου καιρού

(Απρίλης – Μάης 2019)

Το δίμηνο που πέρασε έκανα διάφορα ταξίδια στο εσωτερικό. Διαπίστωσα για μια ακόμη φορά μια
κοινότοπη αλήθεια. Πόση ποικίλη ομορφιά έχει αυτός ο τόπος. Όταν οδηγείς δεν έχεις απόλυτη
απόλαυση του τοπίου. Όταν οδηγούν άλλοι η αίσθηση της στιγμής και του τόπου παίρνουν άλλη
διάσταση και σημασία. Πιο ουσιαστική και βιωματική, πιο γνωστική και απολαυστική. Επειδή πάντα
ήμουν στο τιμόνι του αυτοκινήτου, είτε σε ταξίδια οικογενειακά, που ήταν και τα περισσότερα, είτε
με φίλους, η απόλαυση της διαδρομής ήταν μειωμένη. Και για ένα λάτρη της φύσης και της
ομορφιάς της αυτό αποτελεί έλλειμμα, όσο κι αν οδηγώντας, σήκωνα συχνά το μάτι από την
κορδέλα της ασφάλτου και χάζευα στιγμιαία τη γύρω φύση, κάνοντας τη Φρανσελίνα, μια φορά στη
Γαλλία, όταν της είπα “βλέπεις εκείνο τον πύργο στο λόφο τι ωραίος που είναι, για περιέγραψέ τον
καλύτερα!”, να διαμαρτυρηθεί: “Αφού οδηγείς πώς είδες τον πύργο, αφού εγώ, που δεν οδηγώ,
ούτε καν τον πήρε το μάτι μου;”. Γι’ αυτό, εδώ και καιρό, αποφεύγει τέτοιου είδους ταξίδια, που έτσι
κι αλλιώς την ταλαιπωρούν.

Αναφέρομαι στις τάσεις ενός συνειδητού ταξιδευτή, που αραδιάζει κάπως πρόχειρα και βιαστικά τις
γραμμές αυτές, ίσως για να διατηρήσει σε διαρκέστερο χρόνο κάποιες αναμνήσεις. Κι αυτό, όμως,
προς τι; Αφού, όπου νάναι, εγγύς είναι η ψυχή για να κάνει πανιά, όπως περίπου το είπε ο Γιώργος
Σεφέρης. Από την άλλη έχω από καιρό την εσωτερική ανάγκη να καταγράψω κάποια πράγματα, όχι
λίγα, που θα είναι χρήσιμα και ευρύτερα. Mια κυπριακή παροιμία περιγράφει ως εξής αυτή τη
στάση: “Αφήσαμε τα θέρη μας και ξεκανναουρίζουμε”, που σημαίνει “αφήσαμε το θερισμό και
ξεκαθαρίζουμε το κανναβούρι”. Καθαρίζουμε δηλαδή αυτόν τον σπόρο που χρησιμοποιείται στο
νησί σαν ξηρός μικρός καβουρδισμένος καρπός, σε πίτες, κάποτε και σαν πρόσθετη γεύση στις
φλαούνες, το γνωστό κυπριακό πασχαλινό έδεσμα. Παρόλο, λοιπόν, που έχω πολλά άλλα πράγματα
στο μυαλό μου, να εκδόσω κάποιες άγνωστες μαρτυρίες μιας ζωής και μιας εποχής, ξοδεύομαι, άνευ
σχεδόν λόγου, αλλού. Οι ροπές, όταν υπάρχουν, όταν προσφέρουν μια ικανοποίηση της στιγμής,
είναι συχνά ακατανίκητες …

Ένα τριήμερο στη Δυτική Θεσσαλία και τη Νότια Πίνδο

Από την πρώτη έως τις τρεις Απριλίου, καταμεσής σχεδόν της άνοιξης, επισκεφθήκαμε μια ευρεία
περιοχή όπου η γειτνίαση της πεδιάδας με το βουνό προσφέρει ποικίλες δυνατότητες. Μια περιοχή
η οποία ορίζεται από πολιτείες της νότιας Θεσσαλίας με επίκεντρο τα Τρίκαλα και ανηφορίζει ως το
Νεραϊδοχώρι στην νότια Πίνδο. Ήταν ένα τριήμερο κοντά στη φύση, σε μικρές και μεγαλύτερες
κοινωνίες της ελληνικής επαρχίας, και σε έργα που άφησαν οι άνθρωποι, αλλοτινά και τωρινά.

Το ταξίδι δεν αποτελεί αναζωογόνηση μόνο, αλλαγή και πρόσκαιρη απαλλαγή από τη ρουτίνα, είναι
και μέσο μάθησης, ένα πανεπιστήμιο γνώσεων, αν επιδίωξη δεν είναι μόνο η απόλαυση ενός καλού
φαγητού, που έτσι κι αλλιώς είναι ευχάριστο και αναγκαίο συμπλήρωμα. Την υπόμνηση αυτού του
είδους τη μάθηση τη δίνει, ως γνωστόν, ο Όμηρος μέσα από τα πάθη του μυθικού του ήρωα στην
“Οδύσσεια”, από την αρχή κιόλας του σημαντικότερου μαζί με την Ιλιάδα και αρχαιότερου
ελληνικού έπους: “… πολλών δ’ ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω ...“ Η γνωριμία με άλλους
ανθρώπους, με τους τρόπους, τις συνήθειες και τη σκέψη τους, όπως και με άλλες πολιτείες και την
ιστορία τους, παρών εδώ και ο Κωνσταντίνος Καβάφης με την “Ιθάκη” του, συνιστά την πιο
αποτελεσματική μέθοδο γνώσης, αφού προκύπτει μέσα από προσωπικές προσλήψεις βιωματικών
εντυπώσεων …

H λίμνη Πλαστήρα υπάρχει από το 1959 όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος είχε
αναμορφώσει την Ελλάδα κατά την πρώτη οκταετή περίοδο της πρωθυπουργίας του με έργα
μεγάλης πνοής σε όλη τη χώρα, έκανε πραγματικότητα το όραμα του Νικόλαου Πλαστήρα, που είχε
την ιδέα να αποκτήσει η ευρύτερη περιοχή επάρκεια νερού που θα σηματοδοτούσε την πρόοδό της.
Η καταγωγή του «Μαύρου Καβαλλάρη», όπως έγινε γνωστός για τη στρατιωτική του δράση και ο
οποίος κυβέρνησε την Ελλάδα, ήταν από το Μορφοβούνι, ένα χωριό κοντά στη λίμνη, γι’ αυτό και
είχε ιδιαίτερη ευαισθησία. Ό,τι οραματίστηκε ο Πλαστήρας το έκανε πράξη ο «Πρωθυπουργός των
μεγάλων έργων» όπως αποκλήθηκε, συν τοις άλλοις, ο πολιτικός που ξεκίνησε από την Πρώτη
Σερρών. Το μήκος της λίμνης φτάνει τα 12 χιλιόμετρα, το μέγιστο πλάτος της τα 4 χιλιόμετρα και το
μέγιστο βάθος της τα 60 μέτρα. Σε ορισμένα σημεία της η λίμνη έχει ανώτατο υψόμετρο 750 μέτρα.
Η λίμνη είναι πανέμορφη με τους κόλπους της, τα μικρά φιόρδ που σχηματίζει η μορφολογία του
εδάφους, τις διαβαθμίσεις του μπλε από τη φωτεινότητα του ουρανού και τις σκιές από τα σύννεφα,
ενός χρώματος που δένει γοητευτικά με το πράσινο της πυκνής βλάστησης, που οργιάζει γύρω από
τη λίμνη και που, ανάλογα με το υψόμετρο, ποικίλλει από τα έλατα έως τις καστανιές, τις βελανιδιές
και την πυκνή θαμνώδη χαμηλή βλάστηση, ενώ στο βάθος του νότου υψώνονται οι κορυφές των
Αγράφων, χιονισμένες και επιβλητικές σε όγκο, με χρώμα που αλλάζει συνεχώς ανάλογα με το φως
της μέρας. Ο δρόμος δεν ακολουθεί από κοντά την ακτή. Η διαδρομή συνεχίζεται περιμετρικά αλλά
δεν την πλησιάζει πολύ για ν’ απολαύσεις από κοντά τη θέα. Πολλές και μικρές κοινότητες
βρίσκονται γύρω, γραφικές, με έργα προσεγμένης, πολλές φορές, υποδομής, με εγκαταστάσεις
διαφόρων αθλημάτων και με μικρά πάρκα για παιδιά, που σημαίνει ότι στους μήνες που υπάρχουν
παραθεριστές ή επισκέπτες λόγω εορτών, υπάρχει κίνηση και ζωή. Η εποχή της επίσκεψής μας
θεωρείται νεκρή κι έτσι όλα τα καταλύματα, τα πιο πολλά, έδιναν εκείνη τη θλιβερή εικόνα της
εγκατάλειψης. Ζωντανό κομμάτι η επιφάνεια της λίμνης, που έμοιαζε με κοιμισμένο γίγαντα, όπως
και τα ύψη των δένδρων, που παράστεκαν ορθόκορμα στο τοπίο με το παρθένο τους πράσινο.

Η λίμνη εμπλουτίζεται με τα νερά του Ταυρωπού ποταμού που πηγάζει από τα βουνά της Πίνδου.
Έχει επίσης το όνομα Μέγδοβας, προφανώς από γλωσσική προέλευση γειτονικής χώρας, ενώ στην
αρχαιότητα ονομαζόταν Κάμπυλος από τον τρόπο που είναι χαραγμένη η πορεία του.
Τo φράγμα εξωτερικά. Πίσω απ’ αυτό εκτείνεται η λίμνη των 12 χιλιομέτρων

Ο Καριτσιώτης είναι το ένα από τα δυο ρέματα που σχηματίζουν το μεγάλο ποτάμι. Ρέει στη λίμνη.
Πλάι σ’ ένα κομψό γεφυράκι του ρέματος αυτού υπάρχει ένα εστιατόριο και το ιχθυοτροφείο
Εύρυτος με πέστροφες, όπου γευματίσαμε. Η γεωγραφία όπως και η ιστορία της περιοχής είναι
πολύπλοκη και πολύμορφη και δεν αντέχει σε συνοπτική αναφορά.

Το ρέμα του Καριτσιώτη με το γεφυράκι και πλάι το εστιατόριο και το ιχθυοτροφείο Εύρυτος

Κατηφορίσαμε από τα ήρεμα χαμηλά βουνά με τις πλαγιοκάθετες στο βάθος ψηλοκορφές, όπως έτσι
τις βλέπουμε από μακρυά, που κάνουν κλειστό τον ορίζοντα προς τον νότο, και το απόγευμα
είμασταν στα Τρίκαλα. Πριν πολλά χρόνια επιστρέφοντας οδικώς από τη Θεσσαλονίκη από ένα
οικογενειακό ταξίδι, την επισκεφθήκαμε από περιέργεια για λίγη ώρα και μου άρεσε από πρώτη
ματιά η αστική ομορφιά της και το ποτάμι που τη διέσχιζε. Την ίδια εντύπωση σχημάτισα και τώρα.

Oι κορυφές των Αγράφων, όπως φαίνονται από τη λίμνη Πλαστήρα

Το ποτάμι είναι ο Ληθαίος, παραπόταμος του Πηνειού. Οι αρχαίοι, που με τη μυθολογία τους
προσωποποίησαν τα πάντα, έδωσαν στον Πηνειό μια κόρη, την Τρίκκη, από την οποίαν πήρε το
όνομά της η αρχαία, κατά την τρίτη χιλιετία π. Χ., πόλη Τρίκκα ή Τρίκκη. Απ’ εκεί προέρχεται και η
ρίζα της σημερινής ονομασίας της πόλης των Τρικκάλων. Το ταξίδι ωθεί σε περιέργεια κι ένα είδος
έρευνας που οδηγεί στη μάθηση, όσο κι αν όλ’ αυτά είναι για πολλούς άχρηστες γνώσεις. Η ίδια
λογική υπάρχει και σε όσους θεωρούν περιττό το μάθημα των αρχαίων ελληνικών. Ό, τι από πρώτη
ματιά φαίνεται πρακτικό δεν είναι πάντα και το ενδεδειγμένο. Μείναμε σ’ ένα ξενοδοχείο στο κέντρο
της πόλης, όπου είναι οι πλατείες, με το ποτάμι απέναντι. Βολική θέση για τις κινήσεις μας.

3 φωτογραφίες από το διαδίκτυο

Διάφορες όψεις του Ληθαίου με μερικές από τις γέφυρες. Τα Χριστούγεννα φωταγωγούνται όλα εντυπωσιακά.

Δεν γνωρίζω άλλη ελληνική πόλη που να τη διασχίζει ένα ποτάμι με νερό ολόχρονα, να είναι καλά
φροντισμένο, καθαρό, με κτισμένες τις όχθες του και με πράσινο παντού. Η κομψή κεντρική γέφυρα
κατασκευάστηκε από τους Γάλλους το 1886, κοντά στη μεγάλη πλατεία την οποίαν και συνδέει με
τον πεζόδρομο της οδού Ασκληπιού. Ο περίφημος θεραπευτής της αρχαιότητας έζησε εδώ, υπήρξε
βασιλιάς της πόλης και είχε ιδρύσει ένα από τα σημαντικότερα Ασκληπιεία. Σήμερα κυριαρχεί με
συχνές αναφορές στην αρχαία παρουσία του μέσα από ονομασίες χώρων και με αγάλματά του που
κοσμούν την πόλη, ενώ έγινε και έμβλημα του Δήμου. Το Ασκληπιείο του βρισκόταν στη διατηρητέα
συνοικία Βαρούσι. Είναι ακόμη κάτω από την επιφάνεια του εδάφους της. Βρέθηκαν μόνο
απομεινάρια κτηρίου των χρόνων της Ελληνιστικής περιόδου και ρωμαϊκά λουτρά, με ψηφιδωτά και
στις δυο περιπτώσεις.

Το Βαρούσι είναι το ένα από τα δυο τμήματα της παλιάς πόλης. Το άλλο είναι τα Παλιά Μανάβικα.
Συνορεύουν μεταξύ τους. Και στα δυο υπάρχουν πολλά διατηρητέα κτίσματα, ιδιαίτερα στο Βαρούσι
με τα πολλά αρχοντικά, που κρατούν από τον 17ο αιώνα. Για δυο αιώνες ήταν η αρχοντογειτονιά της
πόλης, δείγμα της ευημερίας που επικρατούσε τότε από το εμπόριο και τις βιοτεχνίες. Το όνομα
Βαρούσι παραπέμπει στο Βαρώσι της Κύπρου, που στα τουρκικά σημαίνει προάστιο. Η κυπριακή
πόλη η οποία άρχισε να κτίζεται εκτός των τειχών, εθεωρείτο προάστιο. Η ονομασία απαντάται και
στον πληθυντικό: Βαρώσια. Την ονομασία Βαρούσι στα Τρίκαλα την απέδωσε, ο ξεναγός που είχαμε,
στην ιρανική γλώσσα κι έδωσε την ίδια ερμηνεία με την τουρκική. Στα Παλιά Μανάβικα κυριαρχούν
οι ταβέρνες. Η μια δίπλα στην άλλη με μερικές ντόπιες ιδιαίτερες γεύσεις, για όσους επιδιώκουν
αλλαγές αυτού του είδους.
Το ποτάμι είναι που δίνει, νομίζω, τον χαρακτήρα της πόλης, όπως και ο πύργος με το ρολόι, που
υπάρχει από το 1936, στο Βυζαντινό Κάστρο που κτίστηκε επί Ιουστινιανού. Οι Οθωμανοί επέφεραν
σ’ αυτό αλλαγές για τις δικές τους χρήσεις. Το πρώτο ρολόι το τοποθέτησαν αυτοί, τον 17ον αιώνα,
με μια τεράστια καμπάνα, λέγεται πως ζύγιζε 650 κιλά. Ο λόφος δεν είναι ψηλός, εξέχει πάντως
αρκετά πάνω από την πόλη για να προσφέρει ωραία θέα, κι έχει εμπλουτιστεί με υπαίθριο θέατρο
και άλλα κτίσματα.

Ο πύργος με το ρολόι στο κάστρο των Τρικάλων. Πλάι μια σύγχρονη καφετέρια.

Από τα άλλα αξιοθέατα που επισκεφθήκαμε είναι το τζαμί Οσμάν Σαχ, μνημείο της παγκόσμιας
πολιτιστικής κληρονομιάς, κτίσμα του Μιμάρ Σινάν (1489-1588), ο οποίος γεννήθηκε ορθόδοξος με
ελληνική καταγωγή από την περιοχή της Καππαδοκίας. Με βάση τη διαδικασία “ντεβσιρμέ”, που
προέβλεπε την επισήμανση ταλέντων στην αυτοκρατορία για την αξιοποίησή τους προς όφελος του
Σουλτάνου, τον έφεραν έφηβο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και εκπαιδεύτηκε σ’ αυτό που έδειξε
πως είχε τα προσόντα: σε αρχιτέκτονα. Πολλοί τον θεωρούν γενίτσαρο, ενώ υπάρχουν και μελέτες
Τούρκων που τον θεωρούν δικό τους. Εντούτοις ο τάφος του, επιβλητικός έτσι κι αλλιώς, μου
φάνηκε σ’ ένα από τα ταξίδια μου στην Πόλη, πως είναι έξω από το Σουλεϊμανιγιέ, που έκτισε ο
ίδιος, και όχι στην αυλή του περίφημου τεμένους, όπου υπάρχουν πολλοί τάφοι προσωπικοτήτων.

φωτογραφία από το διαδίκτυο

Η πρόσοψη του κομψού τεμένους Οσμάν Σαχ. Πϊσω από το τζαμί βρίσκεται το μαυσωλείο του Οσμάν Σαχ, που
υπήρξε αναψιός του Σουλτάνου Σουλεϊμάν και διοικητής του Σαντζακίου των Τρικάλων.
Αυτό δείχνει, νομίζω, πως δεν τον θεωρούσαν απόλυτα δικό τους. Δική μου αυθαίρετη ερμηνεία που
έχει κάποια λογική. Ο Σινάν συγκαταλέγεται διεθνώς ανάμεσα στους σπουδαίους αρχιτέκτονες
μνημειακών έργων. Δημιούργησε πάνω από 100 τζαμιά και πολλά άλλα μνημεία διαφορετικού
είδους. Εκτός Τουρκίας είχα επισκεφθεί το λεγόμενο τζαμί του Ιμπραήμ Πασά στη Δαμασκό, κοντά
στο αρχαιολογικό μουσείο της μαρτυρικής πρωτεύουσας από τον συριακό εμφύλιο.

Από τα εκθέματα του τεμένους με φωτογραφίες και σχεδιαγράμματα. Πάνω δεξιά εικονίζεται, πλάι στο τέμενος,
το μαυσωλείο • Ένα τμήμα με το εσωτερικό του “Κουρσούμ Τζαμί” όπως αλλιώς ονομάζεται, επειδή ο θόλος
είναι μολυβδοσκέπαστος. Η λέξη κουρσούμ σημαίνει μόλυβδος. Το τέμενος χρησιμοποιείται σήμερα για
εκδηλώσεις.

Κοντά στο τζαμί του Μιμάρ Σινάν βρίσκεται κι άλλο μνημείο που αποδίδεται σ’ αυτόν. Το δίδυμο
οθωμανικό λουτρό -για άνδρες και γυναίκες ξεχωριστά- που έχει το ίδιο όνομα με το τέμενος:
Χαμάμ Οσμάν Σαχ. Το 1893 ο χώρος είχε μετατραπεί για να λειτουργήσει ως φυλακές για 113
χρόνια. Όλο το συγκρότημα του οθωμανικού μνημείου ανακαινίστηκε πρόσφατα υποδειγματικά,
προβλήθηκαν τα αρχιτεκτονικά του μέλη, όπως και διάφορες λεπτομέρειες από την πρωταρχική του
χρήση, συντηρήθηκε, και αναδείχθηκε τελικά, ως σύνολο, σε αξιόλογο χώρο που παρουσιάζει
ενδιαφέρον να το επισκεφθεί κανείς. Ένα τμήμα του λειτουργεί ως ιδιαίτερο μουσείο με εκθέματα
των φυλακισμένων, τα οποία αποκαλύπτουν ανθρώπινες μαρτυρίες, ενίοτε συναισθηματικές, των
απόκληρων της κοινωνίας που κατέληξαν εκεί.

Η είσοδος του λουτρού, όπως έχει διαμορφωθεί μετά τη συντήρηση του όλου μνημείου κι ένα χαρακτηριστικό
δείγμα της λιθοδομής. Δεξιά περάσματα που ενώνουν τα διάφορα διαμερίσματα.
Ανάλογοι πίνακες με τον εικονιζόμενο παρουσιάζουν διάφορα στοιχεία ιστορικής και άλλης μορφής για το χαμάμ.

Στον ανώγειο χώρο του ανακαινισμένου κτηρίου λειτουργεί από το 2017 σε τέσσερις αίθουσες το
Μουσείο Τσιτσάνη (1915 – 1984). Ο συνθέτης της “Συννεφιασμένης Κυριακής” γεννήθηκε στις 18
Ιανουαρίου και πέθανε 69 χρόνια αργότερα, την ίδια μέρα του χρόνου. Το μουσείο αποτελεί ένα
οφειλόμενο φόρο τιμής στον κορυφαίο δημιουργό του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, που
γεννήθηκε στα Τρίκαλα από γονείς με καταγωγή από την Ήπειρο.

Όπως συνέβη και με άλλους συνθέτες, μεταξύ αυτών και ο Μίκης Θεοδωράκης, τα πρώτα του
ακούσματα υπήρξαν οι βυζαντινοί ήχοι στις εκκλησίες. Επιπλέον ο Βασίλης Τσιτσάνης άκουγε και
τον πατέρα του ο οποίος, αν και κατασκεύαζε τσαρούχια, είχε κι ένα μαντολίνο και τραγουδούσε
κλέφτικα τραγούδια της Ηπείρου. Τον έχασε μόλις στα 11 του χρόνια και το μαντολίνο, που το
μετέτρεψε κάποιος σε μπουζούκι, κατέληξε στα χέρια του. Έτσι έμαθε να παίζει από μικρός
μαντολίνο, μπουζούκι και βιολί.
Πρώτη φωτογραφία αριστερά, μέρος του κτηρίου του οθωμανικού λουτρού, όπως έχει συντηρηθεί για να γίνει
μουσειακός χώρος. Από πλάι η είσοδος. Στον πάνω όροφο, φυλακές άλλοτε, είναι τώρα το Μουσείο Τσιτσάνη,
όμορφα και λειτουργικά διαρρυθμισμένο με πίνακες γραφικών τεχνών που αξιολογούν μέσα από κείμενα των
Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Μπιθικώτση και άλλων τη μουσική προσφορά του Τστσάνη, του οποίου συνθέσεις
έφτασαν να τις ερμηνεύουν συμφωνικές οσχήστρες της Δυτικής Ευρώπης. Ο Στέλιος Καραγιώργος, ο
καλλιτεχνικός διευθυντής του Μουσείου Τστσάνη, ο οποίος είχε συλλάβει την ιδέα της δημιουργίας αυτού του
Μουσείου, μας μίλησε για μισή ώρα για τον συνθέτη που είχε εναντιωθεί στις επιρροές μιας εποχής ινδικών και
αραβογενών τραγουδιών. Στο Μουσείο εκτίθεται, μεταξύ αλλων, και μια μεγάλη συλλογή δίσκων και πάνω σε
ταινίες σε μια πρωτότυπη σύνθεση φιγουράρουν οι τίτλοι τραγουδιών του Τσιτσάνη, στο χώρο που συνδέει
τους δυο μεγάλους εκθεσιακούς χώρους. (Τελευταία φωτογραφία).
Τα Τρίκαλα είναι μια πόλη που αναπνέει άνετα από πλευράς οδικού δικτύου. Πιο άνετοι ακόμη είναι
οι περιφερειακοί δρόμοι γύρω από την πόλη, από την οποίαν οδηγηθήκαμε προς τα νότια και
νοτιοδυτικά με επίσκεψη πρώτα στην Πύλη, μια κοινότητα περίπου 2 χιλιάδων κατοίκων.

Η Πύλη βρίσκεται στην άκρη του θεσσαλικού κάμπου και στην αρχή του ορεινού όγκου της Πίνδου,
τοποθεσία στην οποίαν οφείλει και την ονομασία της. Είναι η πύλη ανάμεσα σε δυο βουνά που
παραστέκονται στην κωμόπολη και μέσα από το φαράγγι που δημιουργούν ρέει ο Πορταϊκός,
παραπόταμος κι αυτός του Πηνειού. Περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με μνημεία που είναι κι
αυτά ιδιαίτερου κάλλους. Ένα απ’ αυτά είναι η Πόρτα Παναγιά, πλάι στο ποτάμι, βυζαντινή
εκκλησία η οποία ιδρύθηκε το 1283 από τον ηγεμόνα της Θεσσαλίας Ιωάννη Δούκα. Η γεωγραφία
είναι αυτή που καθορίζει τις ονομασίες της περιοχής στις οποίες κυριαρχούν οι έννοιες του
περάσματος.

Η εκκλησία, όπως την πήρα από το λεωφορείο μας, την ώρα που φεύγαμε. Το πίσω μέρος του ναού με τον
εικονιζόμενο τρούλο, είναι μεταγενέστερο, χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, είναι κάπου ένα
αιώνα νεώτερο κτίσμα.
Η κάτω φωτογραφία είναι από το διαδίκτυο

Ο εξωτερικός τοίχος του ιερού • Ένας κιονίσκος από το εικονοστάσι • Το ένα από τα δυο ψηφιδωτά με την
Παναγία δεξιά, όπως βλέπουμε την Άγια Πύλη, ενώ αριστερά είναι στο ίδιο μέγεθος το ψηφιδωτό με τον
Χριστό, μια τοποθέτηση αντίθετη με ό,τι συνηθίζεται. Και τα δυο ψηφιδωτά αξιολογούνται ως σπουδαία
καλλιτεχνικά. Στην κόγχη γύρω από το ψηφιδωτό που είναι σε κοίλη επιφάνεια, οι άνθρωποι της εκκλησίας
τοποθέτησαν μια γιρλάντα με λουλούδια που αλλοιώνουν την εντύπωση φωτογραφικά • Η φωτογραφία από
ψηλά, που πέτυχα στο διαδίκτυο, δείχνει τη σχέση της εκκλησίας με το ποτάμι κιαι το γενικότερο περιβάλλον.

Είναι περίτεχνη η τοιχοδομία, όσο κι αν μέρος του παλαιότερου ναού είχε καταστραφεί από
πυρκαγιά το 1855 περίπου. Διαφορετικά είναι τα υλικά και η δόμηση στο μετραγενέστερο κτίσμα,
ωστόσο θαυμάζει κανείς την τέχνη των οικοδόμων, τον τρόπο που λάξευαν και έκτιζαν την πέτρα,
την ικανότητα για διακοσμητικό αποτέλεσμα που μπορούσαν να πετύχουν.

Η παλαιότητα στο εσωτερικό, που τονίζεται σε διάφορους τόνους από το ημίφως που εισχωρεί από
ψηλά, μαζί με τις φυσιογνωμίες των τοιχογραφιών που κοιτάζουν ταλαιπωρημένες από την
πολυκαιρία, υποβάλλουν μια υποταγή στη σιωπή, μια περισυλλογή και μια ενατένιση στα στοιχεία
που ποικίλλουν από επιφάνεια σε επιφάνεια. Ο χρόνος, πετρωμένος σε διαβρωμένους τοίχους, είναι
απτός στην όραση, η πνευματική εσωτερικότητα διαχέεται σαν υγρασία στις αισθήσεις.
Πιο αξιόλογο μνημείο είναι το γεφύρι του Αγίου Βησσαρίωνα, ο οποίος είχε γεννηθεί στην Πύλη
(1490-1540) και το ανήγειρε ως Μητροπολίτης Λάρισας γι’ αυτό και φέρει το όνομά του. Έχει
ανακηρυχθεί πολιούχος άγιος των Τρικάλων, της Καλαμπάκας και της Πύλης. Τιμάται ως σήμερα για
τη φιλανθρωπία του και για τα κοινωφελή έργα που έχει δημιουργήσει, παρόλο που έζησε μόλις 50
χρόνια. Το συγκεκριμένο γεφύρι, το δεύτερο σε μέγεθος στην Ελλάδα, έχει μέγιστο ύψος 30,5 μέτρα.
Έως τις αρχές του 20ού αιώνα ήταν το μοναδικό οδικό πέρασμα από τη Θεσσαλία στην Ήπειρο. Αυτό
και μόνο δείχνει τη σημασία του. Από τους ειδικούς θεωρείται ως ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα
μονότοξα γεφύρια, πιθανώς σε όλα τα Βαλκάνια.

Οι εκδρομείς του Συλλόγου Συνταξιούχων της Ραδιοφωνίας και τηλεόρασης της ΕΡΤ και του ΕΟΤ

Θαυμάζει κανείς τα έργα της φύσης, αλλά πιο θαυμαστά θεωρώ τα έργα των ανθρώπων όταν αυτά
είναι μεγαλόπνοα και εξυπηρετούν βασικές ανάγκες του συνόλου μιας κοινωνίας. Η φύση
αυτοεξυπηρετείται, αυτοδημιουργείται, οι δυνάμεις της συμβάλλουν από κοινού στο να αναδείξουν
ένα τοπίο, όμορφο ή λιγότερο όμορφο, αυτό άλλωστε είναι θέμα προσωπικής αισθητικής, φτάνει να
την σεβόμαστε και να την συντηρούμε. Αντίθετα στα έργα των ανθρώπων δεν υπάρχει το αυτονόητο,
χρειάζονται άλλες κινητοποιήσεις, εκεί η βούληση και μόνο του ανθρώπου είναι που θα φέρει τα
επιθυμητά αποτελέσματα.
Ακολούθησε η ανάβαση σε ορεινές περιοχές της νότιας Πίνδου. Πρόκειται, όντως, για ανάβαση,
στην Πίνδο μάλιστα, όπου, και το όνομα μόνο, υποδηλώνει άγρια φύση, δυσκολοπέραστη. Ωστόσο η
ομαλή χάραξη του δρόμου από σωστά περάσματα έκαναν τη διαδρομή καθόλου επικίνδυνη, ούτε
καν δύσκολη. Έτσι απολαμβάναμε ξέγνιαστα τη θέα με τις γύρω χιονισμένες βουνοκορφές, τις πυκνά
δασώδεις πλαγιές και τα πρασινισμένα διάσελα, με αγροτικές ή παραθεριστικές κατοικίες εδώ κι
εκεί, όλα μια οπτική χαρά, τραχειά μεν, σαν αλπικό τοπίο, αλλά τόσο προσιτή κι ευχάριστη, δροσερή
και παρθενική σαν αίσθηση. Πρώτη στάση η Ελάτη, στα 950 μέτρα υψόμετρο, η πιο μεγάλη και
κοσμοπολίτικη κοινότητα της περιοχής. Από ψηλά, σαν τοίχος αδιαπέραστος, προβάλλουν οι
βραχώδεις βουνοκορφές οι οποίες μοιάζουν απάτητες, τόσο δυσπρόσιτες φαίνονται, με έλατα που
φύτρωσαν εδώ κι εκεί πάνω στις σκληρές επιφάνειες μέσα από το χιόνι, σαν να ξέκοψαν από το
πυκνό ελατοδάσος στα χαμηλότερα, που στεφανώνει με σκουροπράσινο χρώμα το όμορφο χωριό.

Το λεωφορείο των μετακινήσεών μας Πάνω από τα έλατα οι βραχώδεις κορυφές

Το εσωτερικό μιας καφετέριας στην Ελάτη Τουριστικά μαγαζιά με τοπικά προϊόντα

Μνημείο πεσόντων. Παρούσα η Κύπρος. Στην τελευταία στήλη κάτω από τα ονόματα του 1940-1949
κι ένας που έπεσε μαχόμενος στη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, στις 14 Αυγούστου 1974.

Ιδεώδης προορισμός για τα Χριστούγέννα και το Πάσχα, κυρίως, όχι μόνο για τις θεσσαλικές πόλεις,
των οποίων θεωρείται η ορεινή νύμφη, αλλά και για όλη την Ελλάδα. Ελάτη, όνομα και πράγμα.
Τα άφθονα νερά και η πυκνή βλάστηση, οι ορίζοντες γύρω που κλείνονται από τις βουνοκορφές, σε
απόσταση όμως που να μην πλακώνεται η ματιά του ανθρώπου, κι από πάνω ένας ουρανός στον
οποίον αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι πιο κοντά αφού πάνε να τον ξύσουν οι κορφές των βουνών, με τον
αέρα να περνά στα πλεμόνια σου φιλτραρισμένος από δροσερή καθαρότητα, αποτελούν όλα μαζί
ένα καταστάλαγμα αδιαίρετων εντυπώσεων.

Από την αρχή αυτής της διαδρομής οδεύαμε παράλληλα με τις κορυφογραμμές του Κόζιακα, που
είναι η ανατολικότερη βουνοσειρά της Πίνδου και ο ορεινός όγκος των Τρικάλων. Περάσαμε, χωρίς
να το επισκεφθούμε, το χωριό Περτούλι, που βρίσκεται ξαπλωμένο στην αγκαλιά της ορεινής αυτής
περιοχής, που κρύβει χωριά, τοπία και χαρές, που ήταν αδύνατο να τις υποψιαστούμε πριν. Πλάι
στην οδική αρτηρία που ακολουθούσαμε, συναντήσαμε στην περιοχή αυτή ομαλά πλατώματα γης
με ρυάκια να τρέχουν και πρόσκαιρες λιμνούλες λόγω εποχής. Εκεί ξεκούραζαν την περήφανη
παρουσία τους πολλά άλογα με χαίτες που γυάλιζε το τρίχωμά τους στο φως του ανοιξιάτικου ήλιου,
σκηνή που θύμισε κινηματογραφικές ταινίες σε σκηνοθεσία “γουέστερν”. Στην περιοχή που είναι το
Περτούλι υπάρχει πανεπιστημιακό δάσος με έργα συντήρησης και άλλα τεχνικά έργα, όπου
εκπαιδεύονται φοιτητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Λειτουργεί ακόμη χιονοδρομικό κέντρο,
που συγκεντρώνει οπαδούς χειμερινών σπορ απ’ όλη την Ελλάδα. Πρόκειται για έργα που
συμβάλλουν στην τοπική οικονομική ανάπτυξη, για την οποία γίνεται σωστή διαχείριση και
ορθολογική αξιοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος κι αυτό είναι εφικτό λόγω της παρουσίας
ανθρώπων με πανεπιστημιακή ευθύνη.

Συνεχίζοντας την πορεία μας φτάνουμε στο Νεραϊδοχώρι σε υψόμετρο 1.140 μέτρων. Ούτε κι εδώ
μπήκαμε στο χωριό, που συνορεύει με το βουνό Νεράιδα, από το οποίο, ίσως, απέκτησε το όνομά
του, αν και υπάρχουν πολλές άλλες εκδοχές, κυρίως για τις δυο άλλες ονομασίες Βετερνίκο και
Χατζηπέτριο, που είχε παλαιότερα. Στην ταβέρνα του Νιαβή, με την κορυφή Αυγό να υψώνεται
χιονισμένο απέναντι, στα 2.148 μέτρα, είμασταν μέσα στη φύση παρόλο που το κτίσμα ήταν πλάι
στο δρόμο. Εκεί η μαγεία του τοπίου και η ποιότητα του φαγητού αποτέλεσαν ένα συνδυασμό
εξαιρετικής απόλαυσης. Η ταβέρνα εντυπωσιακή για μια απομακρυσμένη ορεινή περιοχή προσφέρει
παραδοσιακά τοπικά φαγητά μεγάλης ποικιλίας και ειδικεύεται σε κυνήγια όπως το αγριογούρουνο,
το ελάφι και το ζαρκάδι. Πιθανότατα από τα γύρω δάση. Και φυσικά κατσικάκι στη γάστρα.

Το λεωφορείο μας, μπροστά στην ταβέρνα του Νιαβή, και η κορυφή Αυγό, στο βάθος.

Μια άποψη της θέας από την ταβέρνα και ξυλεία από το δάσος για τα τζάκια του μαγαζιού
Η ταβέρνα, με την απεριόριστη θέα προς όλες τις κατευθύνσεις, βλέπει, κάτω από την κόκκινη στέγη
της, τις εποχές του χρόνου να αλλάζουν. Τον τραχύ χειμώνα με τη γοητεία του άσπρου, τη μυρωδάτη
άνοιξη με την πολυχρωμία της φύσης, τη δροσιά του καλοκαιριού με τους ψίθυρους του δάσους, το
χλιαρό φθινόπωρο με τις κιτρινίζουσες φυλλωσιές. Ιδεώδης χαλάρωση, μοναδική αναζωογόνηση,
φυσική απόλαυση. Το βουνό στο βάθος, που οι ντόπιοι θεώρησαν πως έχει το σχήμα του αυγού κι
έτσι το ονομάτισαν, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των περιηγητών και των οδοιπόρων. Εδώ βρίσκουν
καταφύγιο πολλά είδη άγριας ζωής, ακόμη και αρκούδες. Δυτικά από το βουνό κυλάει ο Αχελώος, ο
δεύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας, με μια διαδρομή που κρατάει 220 χιλιόμετρα, κατά την
οποίαν δέχεται και τα νερά άλλων ποταμών, για να καταλήξει στο Ιόνιο Πέλαγος. Τα νερά του στο
Φράγμα των Κρεμαστών, που δημιουργήθηκε μεταξύ του 1962 και 1966 και εξακολουθεί να είναι
ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης, ενώ η λίμνη των Κρεμαστών είναι η μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη
της Ελλάδας, χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Θρυλικό ποτάμι και από τις
σελίδες ακόμη της Μυθολογίας.

“Εις ανάμνησιν”, όπως θα έλεγαν οι παλαιοί.


Κατά την επιστροφή μας στην Αθήνα είχαμε, ως επίλογο αυτού του τριήμερου ταξιδιού, δυο
γρήγορες επισκέψεις. Η πρώτη ήταν στην Καλαμπάκα, με το γεωλογικό φαινόμενο των Μετεώρων,
η οποία βρίσκεται κάπου στο κέντρο της ηπειρωτικής Ελλάδας. Από ένα βράχο που λειτουργεί ως
εξέδρα, λιγότερο επικίνδυνο για τους επισκέπτες, οι οποίοι πλησιάζουν τα τρία εκατομμύρια το
χρόνο, είδαμε με διαιολογημένη περιέργεια, όσο κι αν γνωρίζαμε το τι θα δούμε, τους απόκοσμους
βράχους με τα βυζαντινά μοναστήρια.

Πλάι στο δρόμο, ο βράχος αριστερά, αποτελεί ένα είδος εξέδρας για τους επισκέπτες για να ατενίσουν μια
γενική εικόνα του φαινομένου

Μετά περιηγηθήκαμε την περιοχή μέσα από το λεωφορείο. Ένα φροντισμένο οδικό δίκτυο είναι
διακλαδωμένο με τρόπο που σου επιτρέπει να βλέπεις, από το παράθυρο του λεωφορείου έστω,
τους βράχους να διαδέχονται ο ένας τον άλλο, από δεξιά και αριστερά, και να χαζεύεις -αυτή είναι η
λέξη- το φυσικό φαινόμενο, αλλά και τα έργα των ανθρώπων που έφτασαν ως εκεί απάνω για να
ζήσουν αυτό που πίστευαν. Φαινόμενα και τα δυο.

Τελευταία στάση η Καρδίτσα. Σταθμεύσαμε πλάι στο πάρκο Παυσίλυπο, έκτασης 50 στρεμμάτων,
που κοσμεί το κέντρο της πόλης από το 1901. Μετά την ανάταση των εντυπώσεων στα Μετέωρα
προγειωθήκαμε για ένα βαριεστημένο μεσημέρι στην πόλη με τους ποδηλατόδρομους. Στο κέντρο,
όπου κινηθήκαμε, πρώτη διαπίστωση είναι τα έργα γλυπτικής με τα οποία τιμούνται σημαντικά
πρόσωπα της νεώτερης ιστορίας. Πρώτα και κύρια ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, που γεννήθηκε εδώ.

Η παλιά μαρμάρινη προτομή του Γεώργιου Καραϊσκάκη και ο πρόσφατος ορειχάλκινος ανδριάντας του που
τοποθετήθηκε στην κεντρική πλατεία το 2017. Φιλοτεχνήθηκε από τη γλύπτρια Νικολίτσα - Λητώ Λεοντή με τη
βοήθεια του γλύπτη πατέρα της Ευστάθιου Λεοντή. Κάτω τμήμα του πάρκου, όπως το είδαμε.
Από τα άλλα διακοσμητικά με τέχνη σημεία στο κέντρο της πόλης είναι το άγαλμα της μάνας, έργο
του Χρήστου Καπράλου, αείμνηστο φίλο από τα χρόνια της Αίγινας. Το γλυπτό αυτό των νεανικών
χρόνων του σπουδαίου γλύτπτη έχει τοποθετηθεί και σε άλλα σημεία της χώρας. Στην παραλία της
Αίγινας μπροστά από το σπίτι του που λειτουργεί τώρα ως μουσείο και στον εσωτερικό χώρο της
Βουλής των Ελλήνων στην Αθήνα.

Η Μάνα του Χρήστου Καπράλου, κι είναι η μάνα του Η μια από τις εννιά Μούσες, η Θάλεια

Το άλλο γλυπτό είναι η Θάλεια, μια από τις εννιά Μούσες που στόλιζαν τη δεκαετία του ’30 την
πλατεία Ομονοίας, στην Αθήνα. Το ιστορικό των γλυπτών, που είναι έργα άγνωστου καλλιτέχνη, έχει
μυθιστορηματική πλοκή για να μεταφερθεί ολόκληρο εδώ. Όταν απομακρύνθηκαν και μπήκαν σε
αποθήκες ο τότε δήμαρχος Καρδίτσας τις ζήτησε από τον Δήμο της Αθήνας και του παραχωρήθηκαν
τα τέσσερα από τα εννιά γλυπτά για να γίνουν έκτοτε χαρακτηριστικό γνώρισμα της πόλης.

Άλλο ένα ταξίδι οδηγεί στην επανάληψη αυτού που ξανάγραψα. Οδοιπορώντας στην Ελλάδα είσαι
πάντα αντιμέτωπος με την Ιστορία. Και όχι απλά την ιστορία. Kαι τον Μύθο. Τον αστείρευτο και
πολυδιάστατο Ελληνικό Μύθο. Κι αυτό ερεθίζει περισσότερο τη συμμετοχή σε μια περιήγηση, δίνει
επιπλέον ενδιαφέρον, ευχαρίστηση και γοητεία •••
Μια μέρα στον Ελικώνα
και σε χωριά της Βοιωτίας

Προορισμός ο Ελικώνας. Με το άκουσμα και μόνο της λέξης ένα κλικ στη μνήμη. Ανακάλεσε αμέσως
το όνομα του Ησίοδου, που έζησε εκεί. Είναι ο δεύτερος, μετά τον Όμηρο, σημαντικότερος ποιητής
της αρχαιότητας. Με την τέχνη του στάθηκε κοντά στον άνθρωπο αντλώντας τα θέματά του από τη
ζωή κι όχι μόνο από τον μύθο. Ο Ησίοδος συνήθιζε να λέει ότι τις εμπνεύσεις του τις έδωσαν οι
Μούσες, που κατοικούσαν στον Ελικώνα και είχαν εκεί τα ιερά τους. Γι’ αυτό και ο Ελικώνας, έκτοτε,
επικράτησε να είναι το διαχρονικό σύμβολο της ποίησης.

Αν το όνομα του Ελικώνα σχετίζονταν με τον έλικα, που δεν συμβαίνει, η διαδρομή μας ήταν όντως
ελικοειδής κατά το ταξίδι αυτό, έτσι που αντικρίσαμε το βουνοσειρά από διάφορες απόψεις,
ανάλογα με τα χωριά που επισκεφθήκαμε. Αν προέρχεται από την “ελίκη”, όπως θεωρείται, σήμερα
έχει περισσότερα έλατα παρά ιτιές, όπως τα αντικρίσαμε στις πλαγιές, ακόμη και στις κορυφές του,
σε ύψος 1748 μέτρων, από το χωριό Αγία Άννα, από χαμηλά δηλαδή, όπου καταλύσαμε το μεσημέρι.

Η Βοιωτία θυμίζει αρκετά τοπίο της Αττικής, με την οποίαν, άλλωστε, συνορεύει. Περνώντας έξω από
τη Θήβα μπήκαμε στο αρκετά καλό επαρχιακό οδικό δίκτυο με προορισμό το “Κτήμα Μουσών”, ένα
ονομαστό οινοποιείο της περιοχής. Το μόνο που επιπλέον χρειάστηκε να κάνει ο οδηγός ήταν
κάποιες μανούβρες στους εσωτερικούς δρόμους των χωριών από τα οποία περάσαμε, λόγω του
μήκους του λεωφορείου.

Στη διαδρομή για το χωριό Άσκρη συναντήσαμε ευθυγραμμισμένους αμπελώνες, με πολύ καλή
περιποίηση, σε υψόμετρο λίγο κάτω και λίγο πάνω από τα 500 μέτρα, ενώ στο βάθος μπροστά, και
προς τα αριστερά μας μετά, πρόβαλλαν κάποιες από τις βουνοκορφές της οροσειράς του Ελικώνα,
που διέγραφαν τις ομαλές γραμμές τους, σε μια φύση ολοπράσινη, με την όραση να θωπεύει ήρεμες
μικρές πεδιάδες και χαμηλούς λοφίσκους, καλλιεργημένη σε πολλά μέρη της, να έχει γενικά την
ανθρώπινη φροντίδα που κάνει ένα τόπο όμορφο και οικείο. Στον ορίζοντα προς τα νοτιοανατολικά,
κοιτώντας πίσω μας προς την Αττική, πρόβαλλε τον όγκο του, ομαλό κι αυτό, ένα άλλο μυθικό
βουνό, ο Κιθαιρώνας, όπου ένας βοσκός, εκτελώντας εντολές, πήγε να εγκαταλείψει τον Οιδίποδα
όταν ήταν βρέφος και τελικά παράκουσε για να καταλήξει στο ανάκτορο της Κορίνθου, σύμφωνα με
τον πασίγνωστο μύθο που αποτελεί τη ρίζα του Θηβαϊκού Κύκλου των αρχαίων τραγωδιών.

Πριν την Άσκρη περάσαμε από νοικοκυρεμένα χωριά, μεταξύ αυτών και τις Θεσπιές. Άλλο κλικ της
μνήμης: Στις Θερμοπύλες και στη Μάχη των Στενών τους. Τότε, μαζί με τους 300 Σπαρτιάτες του
Λεωνίδα, πολέμησαν και 700 Θεσπιείς. Πήγαν, αυτοβούλως αυτοί, να σταθούν ανάχωμα, μαζί με
τους Λακεδαίμονες, στην επέλαση του Ασιάτη εισβολέα. Μετά την πράξη του Εφιάλτη δεν υπήρχε
λόγος να χάσουν τη ζωή τους. Αρκούσε ο Λεωνίδας και οι γενναίοι του. Αυτοί είναι που έδωσαν
εσαεί νόημα στη θυσία, “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι”, τη συνέπεια στις εντολές της πατρίδας.

Οι Θεσπιείς αφού έκαναν το καθήκον τους, έφυγαν, για αξιοποίηση της ζωής του επωφελώς αλλού.
Η συμμετοχή τους και μόνο στη Μάχη των Θερμοπυλών αποτελεί την πρώτη, στην παγκόσμια
Ιστορία, περίπτωση εθελοντών για το κοινό καλό. Κάτι που ως τώρα δεν τονίστηκε όσο θάπρεπε.
Λέγεται ότι υπάρχει οργανωμένη κίνηση, όχι για απλή προβολή αυτής της πραγματικότητας, που
έτσι κι αλλιώς υπάρχει ως λεπτομέρεια της Μάχης, αλλά για ανάδειξη του μοναδικού αυτού
παραδείγματος στις σωστές του διαστάσεις και στη σημασία που αξιολογικά του ανήκει.

Στο χωριό Άσκρη, όπου έζησε ο Ησίοδος, βρίσκεται το “Κτήμα Μουσών”, ονομασία που παραπέμπει
στις αρχαίες πνευματικές παρακαταθήκες της περιοχής. Η αμπελοκαλλιέργεια εδώ αριθμεί 2.500
χρόνια συνέχεια.

Στην “πολυστάφυλη” και “πολύκαρπη” γη, κατά τον Ησίοδο, στην ονομαζόμενη “Κοιλάδα των
Μουσών”, τα σταφύλια ωριμάζουν με τη δροσιά του αέρα που κατεβαίνει από τον Ελικώνα, πράγμα
που τους δίνει ιδαίτερα χαρακτηριστικά, την ξεχωριστή εκείνη γεύση που έχει ο οίνος μιας περιοχής
για να διακρίνεται. Το συγκεκριμένο οινοποιείο έχει αναπτύξει μια ποικιλία κρασιού με αναφορές
στην αρχαιότητα, η οποία δεν απαντάται αλλού. Έχει την ίδια ονομασία με την ομώνυμη ποικιλία
που ευδοκιμεί στην κοιλάδα αυτή και στις χαμηλές πλαγιές του Ελικώνα. Λέγεται “Μούχταρο”.
Το οινοποιείο δημιούργησε το 1946 ο Νικόλαος Ζαχαρίας. Συνέχισε ο γιός του Αθανάσιος και τώρα είναι τα
εγγόνια του, οι οινολόγοι Νίκος και Παναγιώτης, που μας ξενάγησαν σε μια οικογενειακή επιχείρηση
που προβάλλει ένα προϊόν ταιριαστό με πανάρχαιες ντόπιες καταβολές • Στις ετικέτες η ονομασία “9”
επελέγη έξυπνα για να συμπέσει με τον αριθμό των Μουσών • Ακολούθησε γευσιγνωσία.

Το “Μούχταρο” έχει πυκνό πορφυρό χρώμα, εξαιρετικά ξηρό, με πλούσια αρώματα, κι έχει
εγκωμιαστικά περιγραφεί από γευσιγνώστες. Επιζεί πλέον σαν ταυτότητα κρασιού, χάρη στο
συγκεκριμένο κτήμα, ενώ άλλοι παραγωγοί καλλιέργησαν διαφορετικές ποικιλίες, πιο αποδοτικές
οικονομικά. Κρασιά του “Κτήματος Μουσών” εξάγονται σε πολλές χώρες, κοντινές και μακρυνές.
Στην Ελλάδα αποφεύγουν να τα προβάλουν σε σούπερ μάρκετ.

Αποτελεί και ο οίνος στοιχείο του πολιτισμού ενός τόπου, πολύ περισσότερο όταν παραπέμπει σε
μια παράδοση που πάει κατευθείαν στην αρχαιότητα και σε αγέραστα κείμενα που τον έχουν
εξυμνήσει.

Αφήνοντας την Άσκρη με τους αμπελώνες και τα κρασιά της, που αποτελούν ξεχωριστό κομμάτι του
ελληνικού αμπελώνα που εκτιμήθηκε διεθνώς, ακολουθήσαμε νότια και νοτιοδυτική κατεύθυνση
για την ορεινή καρδιά του Ελικώνα. Περάσαμε από το Νεοχώρι Θεσπιών, μετά διήλθαμε τα
κράσπεδα της Δομβραίνας και διασχίσαμε το χωριό Θίσβη. Όλα όμορφα, με ωραία βλάστηση, με
έργα υποδομής ακόμη και με γήπεδα, δείγματα όλα μιας ανάπτυξης, για την οποίαν πολλά
οφείλονται στην εργατικότητα των κατοίκων και τη νοικοκυροσύνη που τους χαρακτηρίζει, αλλά και
στα ταμεία στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κίνηση ανθρώπων από αραιή έως καθόλου. Και νέες
εκκλησίες πολύ κοντά σε παλιές, οι οποίες όχι μόνο λόγω παλαιότητας αλλά και αρχιτεκτονικά είναι
πιο ενδιαφέρουσες. Προβληματίζει αν υπάρχει λογική σε κάτι που δεν υπάρχει ανάγκη. Αντίθετα η
διάθεση των χρημάτων αυτών σε άλλου είδους έργα θα είχε πολύ ευεργετικά αποτελέσματα για την
οικονομική προκοπή και πνευματική καλλιέργεια των κατοίκων.

Από τη Θίσβη αρχίσαμε να ανηφορίζουμε πάλι προς την οροσειρά του Ελικώνα, δυτικά αυτή τη
φορά, οπότε, από υψηλότερη πλέον βαθμίδα, κοιτάζοντας πίσω, αντικρύσαμε από μακρυά τη
θάλασσα. Ήταν ο Κορινθιακός. Ολημερίς μέσα στα όρη και τις πεδιάδες την ξεχάσαμε, κι ήρθε μια
γαλάζια επιφάνεια στο βάθος να μας τη θυμίσει, να δώσει άλλη νότα στο πράσινο και τα χρώματα
της γης, να φέρει στη μνήμη τον Ελύτη, που περιγράφοντας την αλληλουχία γης και θάλασσας που
επιφυλάσσει στον ταξιδιώτη το ελληνικό τοπίο είχε πει, περίπου, πως εκεί που είσαι μέσα στα
βουνά, σε μια στροφή του δρόμου είσαι ξαφνικά αντιμέτωπος με τη θάλασσα. Με την καθαρότητα
συνείδησης και λόγου που τον χαρακτήριζε τα έβλεπε όλα με τη διάσταση του χρόνου, της
διάρκειας, του αιώνιου, του λιτού, του ουσιώδους και του αληθινού. Ακόμη και στα απλά στοιχεία
της φύσης έβλεπε το θαύμα γράφοντας στο πεζό του κείμενο “Τα δημόσια και τα ιδιωτικά” πως: “ο
κόσμος των φυτών με γοήτευε. Αείποτε με εξέπληξε. Περισσότερο κι από τον κόσμο των άστρων
κατάφερνε να μου υποβάλλει το μυστήριο της ζωής”.
Είμασταν και πάλι μέσα στη χλωρίδα της περιοχής. Ακόμη δεν είχαμε πλησιάσει δάση. Η βλάστηση
ήταν χαμηλή, αλλά πυκνή, γεμάτη με τα χρώματα και τα αγριολούλουδα της άνοιξης. Κάπου ένα
νταμάρι, σαν πληγή σε κορμί. Με ενόχλησε και δεν με ενόχλησε. Ήταν μια ανθρώπινη χειρονομία, το
“δραματικό” στοιχείο στην ηρεμία του πράσινου τάπητα, που ήταν, κάποια στιγμή, πλημμυρισμένος
από την έκρηξη ενός κίτρινου λουλουδιού που δεν μπόρεσα να προσδιορίσω. Το τοπίο έχει μιλιά,
έχει μουσική, είναι πρόκληση και ηδονή. Και πάλι ο Νομπελίστας ποιητής από το ίδιο κείμενο: “ένα
τοπίο δεν είναι, όπως το αντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο, απλώς, σύνολο γης, φυτών και υδάτων.
Είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού επάνω στην ύλη”.

Φτάσαμε στο χωριό Αγία Άννα, στους πρόποδες του Ελικώνα, από άλλη πλευρά όμως, μετά την
ημικυκλωτική διαδρομή που κάναμε. Τα σπίτια του χωριού είναι κτισμένα με πέτρα και οι πολλές
ταβέρνες, που προσφέρουν κυρίως αρνάκι στα κάρβουνα, είναι απόδειξη για τη συχνή παρουσία
επισκεπτών. Πολλοί έρχονται από τη Χαλκίδα, ακόμη και το καλοκαίρι, που η ορεινή δροσιά και το
καλό φαγητό είναι δεδομένα. “Είμαι τσοπάνος”, είπε ο άνδρας της γυναίκας που μας περιποιήθηκε
στο μεσημεριανό τραπέζι. “Πως να μην είναι καλό το τυρί μου”, ήταν το επιχείρημά του για μια
σκληρή νόστιμη μυζήθρα που γευτήκαμε, με γεύση γάλακτος, μυρωδάτη.

φωτο διαδίκτυο
Χωριό Αγία Άννα. Αριστερά η πλαγιά για την Παλιοβούνα. Η ψηλότερη κορυφή του Ελικώνα

φωτο διαδίκτυο
Η Παλιοβούνα του Ελικώνα στα 1.748 μέτρα Κτίσμα με πέτρα στην εκκλησία του χωριού

Φύγαμε προς τα βόρεια και περνώντας μέσα ή κοντά από πανέμορφα χωριά μέσα σε παραδεισένια
οργιώδη βλάστηση, άγρια ή με καλλιέργειες, φτάσαμε στο κεντρικό δρόμο Λειβαδιάς – Θηβών στην
άκρη της πεδιάδας της Κωπαϊδας με προορισμό τους καταρράκτες του χωριού Πέτρα, που
ελάχιστοι γνωρίζουν. Η τεράστια εύφορη πεδινή έκταση της Κωπαϊδας δημιουργήθηκε στη θέση της
παλιάς ομώνυμης λίμνης, ύστερα από την αποξήρανσή της, που κράτησε 50 χρόνια, από το 1880 ως
το 1930.
Τοπίο από τη διαδρομή για την πεδιάδα της Κωπαϊδας

Για να φτάσουμε στους καταρράκτες, που είναι τρεις και ενώνονται σε ένα, κάναμε μια μικρή
διαδρομή πεζοί μέσα σε πυκνή παρθένα βλάστηση. Από αριστερά μας υψώνονταν πανύψηλα
πλατάνια πλάι στο ποτάμι που δημιουργήθηκε από τους καταρράκτες, ενώ ακούγαμε τη δροσερή
κελαρυστή ροή του νερού και τον ευχάριστο ψίθυρο των δένδρων σε μια απαράμιλλη μουσική της
φύσης.

Η περιοχή που είναι ο καταρράκτης διαμορφώθηκε πρόσφατα με μια ωραία λειτουργική ανάπλαση
προς όφελος των κοινοτήτων της Πέτρας και της Αλιάτρου, που το αποφάσισαν, για άνετη
περιήγηση του τοπίου. Πριν ήταν άγνωστος. Από τότε που έγινε γνωστός αυξήθηκε και ο κόσμος που
έρχεται από παντού να απολαύσει το φαινόμενο. Ο επισκέπτης βλέπει ουσιαστικά ένα καταρράκτη,
ο οποίος πέφτει με ορμή από πολύ ψηλά, από τις πλαγιές του Ελικώνα. Δεν έχει αντίληψη του
πραγματικού ύψους, λόγω της πυκνής βλάστησης που οργιάζει. Και όσο βλέπει όμως είναι αρκετό
για να τον εντυπωσιάσει. Μνημείο της φύσης. Μια ακόμη απόδειξη για τη φήμη που είχε ο Ελικώνας
από πολύ παλιά ως τόπος με πλούσια νερά.

Ο καταρράκτης από μακρυά από το δρόμο όταν ερχόμασταν, κι από πιο κοντά.
Χώρος ξεκούρασης κι από κάτω νερό της πηγής.
Ένα τεχνητό πέρασμα γεφυρώνει το ποτάμι που δημιουργείται εκεί που πέφτει το νερό.
Οι καταρράκτες της Πέτρας του Δήμου Αλιάρτου - Θεσπιέων είναι φυσικό κάλλος της Βοιωτίας, που
δημιουργείται από τα νερά που αφήνει ελεύθερα ο Ελικώνας.

Πριν την επιστροφή μας στην Αθήνα σταματήσαμε για καφέ στην Αλίαρτο, μια κωμόπολη 4.500
κατοίκων, στην οποίαν λειτουργεί πάρκο με τα γραφεία και τις κατοικίες του προσωπικού της
αγγλικής εταιρείας που αποξήρανε τη λίμνη. Με την αποξήρανση δεν δημιουργήθηκε μόνο μια
μεγάλη πεδιάδα για καλλιέργειες, απαλλάχτηκαν επίσης οι κάτοικοι από την ελονοσία που, λόγω
των νερών, μάστιζε την περιοχή. Το Ελληνικό Δημόσιο εξαγόρασε τη γη της Κωπαϊδας το 1953, και
την πρόσφερε στους αγρότες.

Κλείνω με την επωδό που χρησιμοποιώ κάθε φορά που γράφω για ένα ταξίδι στον ελληνικό χώρο.
Οδοιπορώντας στην Ελλάδα είσαι πάντα αντιμέτωπος με τον Μύθο και την Ιστορία. Το ταξίδι αποκτά
επιπλέον ομορφιά, για όσους μπορούν να την δουν •••

Ο χάρτης με τις περιοχές που επισκεφθήκαμε

ΤΕΛΟΣ

***
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟN EΛΙΚΩΝΑ 11 Μαϊου 2019 (επιλογή πληροφοριών)

Ο Ελικώνας είναι βουνό της Βοιωτίας με υψόμετρο 1.748 μέτρα. Απλώνεται κατά μήκος
των δυτικών ακτών της Βοιωτίας. Περικλείεται στα βόρεια από την Κίρφη (απόληξη του
Παρνασσού), στα νότια από τον Κιθαιρώνα, ενώ στα ανατολικά καταλήγει στην πεδιάδα
της Κωπαΐδας.

Μυθολογία. Ο Ελικώνας είναι γνωστός από την Ελληνική μυθολογία διότι υπήρχαν σε
αυτόν δύο πηγές αφιερωμένες στις Μούσες: η Αγανίππη και η Ιπποκρήνη, και οι δύο έχουν
τη λέξη "άλογο" (ίππος) στο τοπωνύμιο τους. Κατά τον ύστερο έβδομο αιώνα π.Χ., ο
ποιητής Ησίοδος εξύμνησε τη νεότητά του όταν βοσκούσε τα πρόβατά του στις πλαγιές του
Ελικώνος (Θεογονία, 23), όπου ο Έρως και οι Μούσες ήδη είχαν ιερά και ένα χορευτικό
πεδίο κοντά στην κορυφή, όπου "τα παλλόμενα πόδια τους ξυπνούν την ερωτική επιθυμία"
(Ησίοδος, 8). Εκεί οι Μούσες τον ενέπνευσαν και άρχισε να τραγουδά την απαρχή των
θεών. Έτσι ο Ελικών έγινε το έμβλημα της ποιητικής εμπνεύσεως. Ο Ησίοδος αναφέρει
άλλες πηγές που ήταν άντρα των Μουσών: "Λούζουν τα μικρά τους σώματα στο νερό του
Περμεσσού ή της Ιπποκρήνης ή του στοιχειωμένου Ολμειού". Στον Ελικώνα ευρίσκετο
επίσης η πηγή όπου ο Νάρκισσος εμπνεύστηκε από την ίδια του την ομορφιά.

Μονοήμερη στον Ελικώνα: Ανακαλύψτε το άγνωστο βουνό της διπλανής πόρτας


Ο γειτονικός Παρνασός μπορεί να έχει το όνομα, αλλά ο Ελικώνας κρατάει για τον εαυτό
του την χάρη ενός παρθένου βουνίσιου προορισμού, ανέγγιχτου από τις μάζες που
ορθώνεται ανάμεσα στις όχθες του Κορινθιακού και τις πεδιάδες της Βοιωτίας και σε 16
καταπράσινες κορυφές γεμάτες έλατα και δρυς.
Σε περίπου 1,5 ώρα από την Αθήνα και αφήνοντας πίσω σας τον επαρχιακό δρόμο Θήβας-
Λιβαδειάς λίγο μετά την Αλίαρτο (ταμπέλα προς Άγιο Γεώργιο και Αγία Άννα) θα βρεθείτε
να σκαρφαλώνετε στην Παλιοβούνα, την ψηλότερη από τις κορυφές του Ελικώνα (1748 μ.).
Πρώτη στάση στην Αγία Άννα, ένα από τα παλαιότερα χωριά της περιοχής, με σπίτια
χτισμένα από ντόπια πέτρα και ένα ελατοσκέπαστο τοπίο να δίνει τον τόνο. Οι μυρωδιές
από παϊδάκια αρνιού και προβατίνας θα σας οδηγήσουν κατευθείαν στις ταβέρνες του
χωριού, όπως το «Μαραμπού». Το πανέμορφο οροπέδιο της Αρβανίτσας απέχει γύρω στα
5 χλμ. από την Αγία Άννα και, αυτή την εποχή, σας φέρνει για χιονιές στην καρδιά του
Ελικώνα, ενώ το καλοκαίρι αποτελεί δημοφιλή τόπο αναψυχής.

Το Κυριάκι είναι το κεφαλοχώρι του Ελικώνα. Στην κεντρική πλατεία υπάρχει ο


γεροπλάτανος και η Εκκλησία του Ιωάννη του Προδρόμου. Και εδώ θα βρείτε αξιόλογες
ταβέρνες αλλά και τυροκομεία για τις απαραίτητες προμήθειες. Στα 11 χλμ. Είναι ο Όσιος
Λουκάς στο Στείρι. Πρόκειται για το καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα της
μεσοβυζαντινής περιόδου στη χώρα μας, με τον παλαιότερο ναό να χρονολογείται από το
δεύτερο μισό του 10 αι., ενώ το καθολικό των αρχών του 11ου αι. εντυπωσιάζει με τα
ψηφιδωτά και τα μάρμαρα που το κοσμούν.

Αν αποφασίσετε να διανυκτερεύσετε, προτείνουμε τον ανακαινισμένο ξενώνα «Ελικώνιο»


(€40 με πρωινό, €35 για δύο διανυκτερεύσεις και άνω, 2261094444) στην Αγία Άννα. Πολύ
καλή και η ταβέρνα του, που σερβίρει από ντολμαδάκια, γαρδουμπάκια, κρεατόσουπα και
κρεμμυδόπιτα μέχρι αρνάκι σε κληματόφυλλα και κόκορα κρασάτο.

Ελικώνας: Προικισμένη Βοιωτική γη (από σημειώσεις της Τζούλιας Κλήμη)

Η πεδιάδα της Οινόης


Η κλασική διαδρομή για τον Ελικώνα είναι από εθνική οδό, μέσω Θήβας-Αλιάρτου. Πανέμορφο το
τοπίο με τους λόφους, τις εύφορες καλλιεργήσιμες εκτάσεις δημητριακών, ελαιόδεντρων και
αμπελιών, που οριοθετείται από τα βουνά Κιθαιρώνας και Πάστρα.

Πολυστάφυλος γη
Στο οινοποιείο Κτήμα Μουσών, στην είσοδο του χωριού Άσκρη, μας υποδέχεται ο οινολόγος Νίκος
Ζαχαρίας. Η οινική παράδοση εδώ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και του πολιτισμού
της περιοχής, «όπου υπάρχει συνεχόμενη αμπελοκαλλιέργεια επί 2.500 χρόνια», λέει ο Νίκος. Η
πρώτη αναφορά έγινε από τον Ησίοδο, που περιγράφει τον τόπο του ως «πολυστάφυλο» και
«πολύκαρπο». Σε 2-3 χλμ. Είναι η περίφημη Κοιλάδα των Μουσών, η οποία έχει ανακηρυχθεί
αρχαιολογικός χώρος. Οι ευθυγραμμισμένοι αμπελώνες, σε υψόμετρο 450-600 μ., σε συνδυασμό με
τον ψυχρό αέρα που κατεβαίνει από τον Ελικώνα και δροσίζει τα αμπέλια, επιτρέποντας την αργή
ωρίμαση των σταφυλιών, δημιουργούν ένα ιδανικό μικροκλίμα, που δίνει στα κρασιά τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά της εντοπιότητάς τους. Ο Νίκος Ζαχαρίας μάς προτρέπει να κοιτάξουμε απέναντι,
όπου τα τρία βουνά σχηματίζουν το πρόσωπο μιας ξαπλωμένης γυναίκας Προς τιμήν των Μουσών
διεξάγονταν στην περιοχή τα Μούσια, τα οποία διοργανώνονταν κάθε πέμπτο χρόνο, με γιορτές και
αγωνίσματα ισοπύθια, παρόμοια δηλαδή με αυτά των Πυθίων. Επειτα από μια σύντομη βόλτα στην
αίθουσα με τις δεξαμενές, το κελάρι με τα βαρέλια παλαίωσης και τη σύγχρονη γραμμή εμφιάλωσης,
περάσαμε στην αίθουσα γευσιγνωσίας των κρασιών. Ολόγυρα βλέπουμε παλιά εργαλεία
αμπελοκαλλιέργειας και οινοποίησης, αφού το οινοποιείο δημιουργήθηκε το 1946 από τον παππού
Νικόλαο Ζαχαρία. Ο γιος του Αθανάσιος το εξέλιξε σταδιακά, ενώ η νεότερη γενιά, με τους Νίκο,
Στέλιο και Παναγιώτη, η οποία έχει αναλάβει από το 2005, κατάφερε με τις γνώσεις της να εξαγει το
κρασί τους σε δέκα χώρες. Μια οινογευσία ολοκληρώνεται με τη δοκιμή εννέα σπουδαίων κρασιών,
αλλά, καθώς εμείς δεν έχουμε αρκετό χρόνο, δοκιμάζουμε μόνο το Μούχταρο, της ομώνυμης
τοπικής ποικιλίας, που διασώθηκε χάρη στο πείσμα του Αθανάσιου και του παππού Νικόλαου, οι
οποίοι επέμεναν να το καλλιεργούν όταν όλοι οι υπόλοιποι οινοποιοί το αντικαθιστούσαν με πιο
αποδοτικές ποικιλίες. Ενα σπάνιο κρασί παλαίωσης, που, ανάμεσα στα άλλα, μου άφησε και
αρώματα φράουλας.

Το χωριό της Αγίας Άννας


Κατηφορίζοντας τον φιδωτό δρόμο προς τα παράλια υπάρχουν παντού ολόγυρα λιβάδια με
κατακίτρινα λουλουδάκια και θέα που αφήνει το μάτι να απλωθεί στον Κορινθιακό Κόλπο και
απέναντι στην Πελοπόννησο. Ετσι «κυκλώνουμε» τον Ανατολικό Ελικώνα. Για τους ορειβάτες ο
Ελικώνας αποτελούσε ανέκαθεν ένα ευχάριστο και ενδιαφέρον πεδίο για σύντομες πεζοπορικές
εξορμήσεις. Μάλιστα, όταν δεν έχει χιόνι, μπορεί κανείς να πάρει το μονοπάτι που ξεκινά από το
πανέμορφο χωριό της Αγίας Αννας για την ψηλότερη κορυφή του βουνού, την Παλιοβούνα (1.748 μ.
υψόμετρο, 3 ώρες πορεία). Επίσης, στην περιοχή της Αγίας Αννας, στον οικισμό Κούκουρα, το
καλοκαίρι σχηματίζονται πολύ μικρές λίμνες (δολίνες), που δημιουργούνται από τα χιόνια που
λιώνουν.

Λιβαδειά
Η Λιβαδειά ή Λεβαδειά (παλαιότερα) ή Λεβάδεια (κατά το επισημότερο παλαιότερα) είναι πόλη
της Στερεάς Ελλάδας. Διοικητικά, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Καλλικράτης, υπάγεται
στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, ειδικότερα στην Περιφερειακή Ενότητα Βοιωτίας και αποτελεί
έδρα του Δήμου Λεβαδέων. Σύμφωνα με την προηγούμενη διοικητική οργάνωση, αποτελούσε
πρωτεύουσα του Νομού Βοιωτίας, της άλλοτε ομώνυμης επαρχίας και έδρα του Καποδιστριακού
Δήμου Λεβαδέων. Ακόμη, αποτελεί έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας.
Η πόλη βρίσκεται σε υψόμετρο 160 μέτρων, στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού, 130 χιλιόμετρα
βορειοδυτικά της Αθήνας και 30 περίπου χιλιόμετρα από την πλησιέστερη ακτή του νομού (Παραλία
Διστόμου, όπου βρίσκεται ο οικισμός Άσπρα Σπίτια που αποτελούν το επίνειο αυτής).
Ως προς το φυσικό τοπίο, η θέση της πόλης βρίσκεται στο δυτικό άκρο της πεδιάδας της Κωπαΐδας,
παρά την αποξηρανθείσα ομώνυμη λίμνη και στους πρόποδες του όρους Ελικώνα, ο οπόιος
υψώνεται νοτίως της πόλης, ενώ αρκετά βορειοδυτικότερα σχηματίζεται o Παρνασσός. Εξαιρετικά
σημαντικός στην δημιουργία και εξέλιξη της πόλης είναι ο μικρός ποταμός της Έρκυνας, ο οποίος
διαρρέει την πόλη σε άξονα νότο προς βορρά, για να ενωθεί με τον Μακρισσό ποταμό και αργότερα
με τον βοιωτικό Κηφισό.
Οι τέσσερις κυριότερες πλατείες της πόλης της Λιβαδειάς είναι οι εξής: Λάμπρου Κατσώνη (ή
Ζάππειο), Εθνικής Αντιστάσεως (η Κεντρική Πλατεία), η πλατεία Ταμπάχνας και η πλατεία Αγίου
Μελετίου στον προσφυγικό συνοικισμό. Εκ των κυρίων οικοδομών της πόλης είναι το Άσυλο
Ανιάτων, το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και οι τέσσερις κύριοι ναοί: της Παναγίας
Θεοτόκου, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Γεωργίου και της Ευαγγελίστριας. Ο πληθυσμός της
Λιβαδειάς είναι 21.379 σύμφωνα με την απογραφή του 2011.
Ιστορία
Με την σημερινή ονομασία δεν την αναφέρει ο Όμηρος πολλοί όμως ιστορικοί μεταξύ των οποίων
και ο Παυσανίας θεωρούν ότι υπήρχε επί Ομήρου όπου και την ταυτίζουν με τη Μίδεια που
πιθανότερο να ήταν το ομηρικό όνομά της. Με αυτό το όνομα αναφέρεται από τον Όμηρο ανάμεσα
στις βοιωτικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο. Κατά τους ιστορικούς χρόνους, η
Λιβαδειά ήταν περίφημη για το πανάρχαιο Μαντείο του Τροφωνίου, το οποίο είχαν επισκεφθεί και
συμβουλευθεί ο Κροίσος, ο Μαρδόνιος, ο Αιμίλιος Παύλος κ.ά. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη
δεξιά όχθη της Έρκυνας, και ερείπιά της ήλθαν στο φως μετά από ανασκαφές. Ο σημαντικότερος
όμως αρχαιολογικός χώρος είναι το μαντικό ιερό του Τροφωνίου, το οποίο εντοπίστηκε και
ανασκάφηκε στην αριστερή όχθη της Έρκυνας, στο όρος του Αϊ Λια. Στο ιερό αυτό άλσος, το οποίο
περιγράφει αναλυτικότερα ο Παυσανίας, πιθανόν να λειτουργούσε και μέχρι την εποχή του
Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδοσίου Α΄.

Βυζαντινή περίοδος
Κατά τους πρώτους αιώνες της βυζαντινής περιόδου η πόλη της Λιβαδειάς δεν παρουσίασε ιδιαίτερη
ανάπτυξη, μετά τις καταστροφές που είχε υποστεί. Παρακολούθησε τις τύχες του Ανατολικού
Ιλλυρικού, μεταξύ Ανατολής και Δύσης, τόσο στις πολιτικές όσο και στις εκκλησιαστικές μεταβολές,
μέχρι την τελική εκκλησιαστική υπαγωγή στη δικαιοδοσία του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Η αγροτική οικονομία της πόλης αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα από τις βαρβαρικές επιδρομές
του 4ου και των αρχών του 5ου αιώνα, ιδίως υπό του Αλάριχου και κατά τη μεταβατική περίοδο του
7ου αιώνα λόγω σεισμών όπου και τελικά ερημώθηκε. Κατά τη διοικητική μεταρρύθμιση με την
εισαγωγή του θεσμού των θεμάτων εντάχθηκε, όπως ήταν φυσικό, στο θέμα της Ελλάδος και από
τον 9ο αιώνα γνώρισε αξιόλογη οικονομική ανάπτυξη μέσα στα πλαίσια της γενικότερης οικονομικής
προόδου του θέματος του ελλαδικού χώρου. Η οικονομική ακμή της πόλης των Θηβών ευνόησε την
ακμή και της Λιβαδειάς μέχρι τα μέσα του 12ου αιώνα, αλλά οι ληστρικές επιδρομές των
Νορμανδών αποδυνάμωσαν την καλλιέργεια και τη βιομηχανία μέταξας στην ευρύτερη περιοχή και
περιόρισαν την εμπορική κίνηση.

Φραγκοκρατία
Μετά την κατάληψη της νότιας Ελλάδας από τους Φράγκους της Δ΄ Σταυροφορίας (1204), η
Λιβαδειά παραχωρήθηκε στον «κύριο των Αθηνών» Όθωνα ντε Λα Ρος και, έναν αιώνα αργότερα,
μετά την ήττα των Φράγκων από τους Καταλανούς στη Μάχη του Κηφισού (1311), οι κάτοικοι
παρέδωσαν το κάστρο της πόλης στους νικητές με αντάλλαγμα την παραχώρηση προνομίων. Την
περίοδο αυτή η Λιβαδειά γνωρίζει μεγάλη εμπορική ακμή. Η καταλανική κυριαρχία συνεχίστηκε υπό
την επικυριαρχία του βασιλιά της Σικελίας Φρειδερίκου ως τον Μάιο του 1388, οπότε η περιοχή του
Δουκάτου των Αθηνών περιήλθε στον Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι, μέλος φλωρεντινού τραπεζικού οίκου.

Οθωμανική περίοδος
Δύο χρόνια μετά την παράδοση της Αθήνας στον Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή (1458), η Λιβαδειά
περιήλθε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και αποτέλεσε καζά, διοικητική υποπεριφέρεια. Από τις
αρχές του 18ου αιώνα οι συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί βοήθησαν στην ανάπτυξη της
οικονομικής δραστηριότητας: χορηγήθηκαν στους κατοίκους ιδιαίτερα προνόμια αυτοδιοίκησης, με
συνέπεια την ενίσχυση του κοινοτικού θεσμού και τη δημιουργία μιας τάξης αρχόντων. Ο βοεβόδας,
για παράδειγμα, δεν μπορούσε να λάβει καμία απόφαση χωρίς τη συγκατάθεση των προκρίτων της
πόλης. Δέκα περίπου οικογένειες αποτελούσαν την αριστοκρατία της γης και της πόλης, των οποίων
τη σύμπνοια δεν μπόρεσε να διασπάσει ούτε ο Αλή πασάς, παρά την πίεση που ασκούσε στον Καζά
της Λιβαδειάς, όταν είχε περιέλθει στο Πασαλίκι του. Έτσι η πόλη, η οποία στα τέλη του 18ου αιώνα
χαρακτηριζόταν ως «η μεγαλύτερη της Βοιωτίας», καθώς βρισκόταν στον εμπορικό δρόμο
(ανατολική διάβαση) Πελοποννήσου-Μακεδονίας, είχε «αξιόλογη πραγματεία εις μαλλιά, σιτάρι,
ρύζι, τα οποία χορηγούσε σε άλλα μέρη της Ελλάδος και του εξωτερικού. Παρά το γεγονός ότι το
ρεύμα της μετανάστευσης υπήρξε περιορισμένο, από τη Λιβαδειά προήλθαν άνδρες οι οποίοι
διακρίθηκαν στις ελληνικές παροικίες της Ρωσίας και της κεντρικής Ευρώπης. Εκτός από τον Λάμπρο
Κατσώνη, από τη Λιβαδειά και την περιοχή της ("Χώρα της Λιβαδειάς") κατάγονταν κληρικοί, λόγιοι
και έμποροι της διασποράς.

Επανάσταση του 1821


Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821, η "Γκιαούρ Λιβαδειά", όπως την ονόμαζαν οι Τούρκοι
για τον πολυάριθμο ελληνικό πληθυσμό της, είχε 10.000 Έλληνες κατοίκους, που επιδίδονταν στη
γεωργία, το εμπόριο και τη βιοτεχνία. Το 1820 η πόλη ήταν το κέντρο των ενεργειών της Φιλικής
Εταιρείας στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, στην οποία και είχαν μυηθεί οι πρόκριτοί της Νικόλαος
Νάκος, Ιωάννης Λογοθέτης και Ιωάννης Φίλων. Οι πρόκριτοι της Λιβαδειάς συνέχισαν την
προετοιμασία της εξέγερσης ορίζοντας τον κάτοικο της Λιβαδειάς Αθανάσιο Διάκο, (που είχε στο
μεταξύ αποστατήσει από την Αυλή του Αλή πασά και είχε αναλάβει υπαρχηγός του αρματολού
Οδυσσέα Ανδρούτσου και την ανάληψη της αρχηγίας των όπλων στη περιοχή σε συνεργασία με τον
από Αράχοβα σύντροφό του Βασίλη Μπούσγο. Η έκρηξη της Επανάστασης στη περιοχή της
Λιβαδειάς εκδηλώθηκε τη νύκτα της 25ης προς την 26η Μαρτίου του 1821 όταν έπεσε το "πρώτο
βόλι" από τον Βασίλη Μπούσγο και τους ένοπλους άνδρες του. Τη νύχτα της 28ης προς την 29η
Μαρτίου ο Α. Διάκος ηγούμενος των στρατολογημένων από τον ίδιο επαναστατών κατέλαβε τον
λόφο του Προφήτη Ηλία κατ΄ απέναντι θέση από το κάστρο της Λιβαδειάς στο οποίο καθώς και στον
Πύργο Ώρα, στο μέσον της πόλης, είχαν καταφύγει οι Τούρκοι έχοντας μαζί τους ως ομήρους τους
προεστώτες Ν. Νάκο και Λογοθέτη μόλις έμαθαν τον ξεσηκωμό της Άμφισσας. Από εκεί μετά την
άρνηση του Χασάν αγά να παραδώσει την πόλη ο Α. Διάκος άρχισε την επίθεση. Στις 31 Μαρτίου,
κατελήφθη η πόλη ενώ οι Τούρκοι, που είχαν κλειστεί στον πύργο Ώρα, παραδόθηκαν και στις 1
Απριλίου (13 Απριλίου ν.ημ.) παραδόθηκε το κάστρο. Σε πανηγυρική δοξολογία που φέρεται ν΄
ακολούθησε στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, οι επίσκοποι Σαλώνων, Ταλαντίου (Αταλάντης)
και Αθηνών ευλόγησαν την επαναστατική σημαία του Διάκου. Δύο μήνες περίπου μετά στις 26
Ιουνίου διερχόμενος από την περιοχή ο Ομέρ Βρυώνης καταλαμβάνοντας την πόλη, εκτός του
κάστρου πυρπόλησε μεγάλο μέρος της αυτής. Γενικά κατά τη διάρκεια της Επανάστασης η πόλη
δοκιμάστηκε επανειλημμένα από τις τουρκικές στρατιές που κατευθύνονταν στην Πελοπόννησο, και
στην περιοχή δόθηκαν οι τελευταίες μάχες του Αγώνα. Κατά τις επιχειρήσεις του 1828 στην
Ανατολική Στερεά, με επικεφαλής τον Δημήτριο Υψηλάντη, οι Τούρκοι που βρίσκονταν στη Λιβαδειά
πολιορκήθηκαν από το σώμα του Βάσου Μαυροβουνιώτη και από άτακτο ιππικό, και στις 5
Νοεμβρίου 1828 παρέδωσαν την πόλη. Νέο όμως τουρκικό σώμα υπό τον Μαχμούτ πασά κατέλαβε
και πάλι τη Λιβαδειά, που αναγκάστηκε όμως να την εγκαταλείψει τις 8 Φεβρουαρίου 1829, για να
αποφύγει την κύκλωση με το σχέδιο που εφάρμοζε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Μετά δε τη μάχη της
Πέτρας εξαφανίστηκαν και όλοι οι Τούρκοι από την Βοιωτία.

Νεότερη περίοδος
Με τη συγκρότηση του υποτυπώδους ελληνικού "κράτους κατ' εντολή", επί Ι. Καποδίστρια, η
Λιβαδειά άρχισε να ανασυγκροτείται. Οι κάτοικοι που είχαν καταφύγει σε άλλες περιοχές
επανήλθαν και το 1841 η πόλη ήταν πλέον ένα από τα εύρωστα οικονομικά κέντρα του νεοπαγούς
Ελληνικού Βασιλείου. Η Λιβαδειά αποτέλεσε διοικητικό κέντρο της περιοχής. Αποτελεί έδρα του
νομού Βοιωτίας και του Δήμου Λεβαδέων, ενώ υπήρξε έδρα της Επαρχίας Λεβαδείας. Ο πληθυσμός
της παρουσιάζει συνεχή αύξηση με εξαίρεση τη δεκαετία του 1930 και 1940 που παρουσίασε
ελαφριά μείωση.

=============================================================

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΜΕΤΣΟΒΟ 20.10 – 22.10.2017 με πούλμαν • για την εκδήλωση


“Μεταμορφώσεις της ύλης” στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, το Σάββατο 21.10.2017

ΠΑΡ 20/10 • 12:00 Αναχώρηση με πούλμαν που διαθέτει η Πινακοθήκη από την πρώτη
πλατεία Ψυχικού (κόμβος Φάρου). Διαδρομή μέσω Τρικάλων, 410 χλμ): Εθνική Αθηνών-
Λαμίας, Δομοκός, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Καλαμπάκα, Μέτσοβο. Διάρκεια με μια στάση 6 ώρες.

ΣΑΒ 21/10 • 12:00 Πινακοθήκη Αβέρωφ. Εγκαίνια: “Δημιουργικές Συναντήσεις 2017”:


Μιχάλης Κατζουράκης, Πέγκυ Κλιάφα, Βασίλης Γεροδήμος – “Μεταμορφώσεις της ύλης”.
• 13:30 Συνέχεια της έκθεσης στους Αμπελώνες Γινιέτς Μετσόβου. – Υπαίθριες Γλυπτικές
Εγκαταστάσεις.
Από το διαδίκτυο: Οι αμπελώνες στο Γινιέτς είναι οι πιο ορεινοί αμπελώνες της Ελλάδας και
βρίσκονται σε υψόμετρο από 950 ως 1050 μέτρα. Σκαρφαλωμένοι στις πλαγιές της Πίνδου, τα κλήματα
ακολουθούν ένα δικό τους ρυθμό και τα σταφύλια αργούν να ωριμάσουν. Στο Γινιέτς, που στη βλάχικη
τοπική διάλεκτο σημαίνει «αμπελότοπος», καλλιεργούνται πολλές γηγενείς και διεθνείς ποικιλίες όπως
Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah, Pinot Noir, Traminer, Βλάχικο και Ντεμπίνα. Ο τρύγος γίνεται
συνήθως κατά τις αρχές ή τα μέσα Οκτωβρίου.

Η ιστορία της εταιρείας Κατώγι Αβέρωφ ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν ο Ευάγγελος
Αβέρωφ φυτεύει, τα πρώτα στην Ελλάδα, κλήματα της ποικιλίας Cabernet Sauvignon στις απόκρημνες
πλαγιές της Πίνδου και εμφιαλώνει στο κατώγι του σπιτιού του στο Μέτσοβο το κρασί που παίρνει το
όνομα Κατώγι Αβέρωφ. ”Κλήματα από τη Γαλλία σε χώμα ελληνικό ορεινό...”, έγραφε η ετικέτα του
πρώτου εκείνου κρασιού που ο ίδιος είχε σχεδιάσει με μεράκι. Όμως το εγχείρημα ήταν περισσότερο
από ένα απλό μεράκι. Ενταγμένο σε μια ευρύτερη προσπάθεια, με ένα τεράστιο ήδη έργο για την
οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιοχής, η οινοπαραγωγική δραστηριότητα του Αβέρωφ,
γεννιέται από το όραμα της αναμπέλωσης των εγκαταλειμμένων πλαγιών της Πίνδου και της αναβίωσης
της παλιάς αμπελουργικής παράδοσης που ανθούσε στην περιοχή τον 18ο και 19ο αιώνα.

• 14:00 Δεξίωση. Ο τόπος θα ανακοινωθεί ανάλογα με τον καιρό.


• 20:00 Πινακοθήκη Αβέρωφ. Εκδήλωση τιμής στον Μιχάλη Κατζουράκη. Ξενάγηση στην
έκθεση από την δρ. Λίνα Τσίκουτα-Δεϊμέζη και τους τρεις καλλιτέχνες.
• 21:30 Ξενοδοχείο-Οινοποιείο Κατώγι Αβέρωφ. Δείπνο.

ΚΥΡ 22/10 •
12:30 Αναχώρηση με πούλμαν που διαθέτει πάλι η Πινακοθήκη από την κεντρική πλατεία
του Μετσόβου με προορισμό την πρώτη πλατεία Ψυχικού με την ίδια διαδρομή της
αναχώρησης.

Ξενοδοχείο “Απόλλων” 2 δωμάτια για δυο νύκτες: €45 το διπλό, €40 το μονό.
Στοιχεία από το διαδίκτυο: Το Apollon είναι ένα παραδοσιακό κτήριο με φιλόξενη, οικογενειακή
ατμόσφαιρα. Βρίσκεται στο κέντρο του Μετσόβου. Ο εσωτερικός ανελκυστήρας του χώρου
στάθμευσης παρέχει άμεση πρόσβαση στο δωμάτιό σας. Όλα τα δωμάτια διαθέτουν
τηλεόραση και ιδιωτικό μπάνιο, ενώ ορισμένα έχουν επίσης τζάκι. Οι επισκέπτες μπορούν να
απολαύσουν τον καφέ τους ή ένα ποτό στο παραδοσιακά διακοσμημένο σαλόνι, δίπλα στο
τζάκι. Στο ισόγειο, υπάρχουν 2 υπολογιστές που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε δωρεάν. Το
κατάλυμα αυτό βρίσκεται σε μία από τις τοποθεσίες με την καλύτερη βαθμολογία στο
Μέτσοβο! – τη βαθμολόγησαν με 9,7 για ταξίδι δύο ατόμων.

ΧΡΗΣΙΜΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ
• Ίδρυμα Αβέρωφ, Αθήνα-γραμματεία: κ. Mπέττυ Καρατζά 210-6778.244, 6946.652.352
• Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο: 26560-41.210, 26560-42.617
• Ξενοδοχείο Απόλλων 26560-41833, 41844 (www.metsovohotel.com)
• Κώστας Σερέζης 210-3631.805, 6977- 48 21 10
• Σπύρος & Μάρω Βλασοπούλου 210-8954.818, 6948-177.167

Μηνύματα μετά το ταξίδι στο Μέτσοβο 20, 21, 22.10.2017


23 Οκτωβρίου 2017: Απέστειλα σε συνταξιδιώτες φωτογραφίες που πήρα. Σταχυολόγηση
από τις απαντήσεις:

ΚΩΣΤΑ ΜΟΥ Σ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗ ΕΚΔΡΟΜΗ-ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΡΟΣΦΕΡΕΣ ΜΑ
ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΟΥ ΤΗ ΦΙΛΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ! ΜΕ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ, ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΩ.

Απάντηση στον Σπύρο και τη Μάρω Βλασόπουλου:
Με πολλούς χαιρετισμούς. Ευχαριστώ για το δικό σας μήνυμα. Το αντεπιστρέφω με τα ίδια λόγια για
σας. Ευχάριστο τριήμερο. Ωραία απόδραση. Λέξη του κινηματογράφου που χρησιμοποιήθηκε για
φυλακισμένους. Ήταν όντως μια απόδραση από τα δεσμά της καθημερινότητας. Μόνο που εκεί
δεθήκαμε με τα δεσμά των αδήριτων αναγκών κατά τη διαδρομή ιδίως της επιστροφής. Τελικά τίποτε
δεν είναι τέλειο. Και σε άλλα με υγεία, όσην έχουμε. Κώστας

Μήνυμα της Μάρως για μια εξαίρετη τραγουδίστρια που πρωτάκουσα στην εκπομπή “Στην υγειά μας
βρε παιδιά”:
ΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΚΟΥΣΕΣ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΣΤΟΝ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ ΑΚΟΥΣΕ ΤΗΝ ΚΑΙ ΜΕ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ,
Μάρω.

Απάντηση στους Βλασόπουλους για τη σύνθεση του Σπύρου:


Αποκάλυψη... Σπύρο έδωσες φτερά στην ποίηση Σαπφώς και Ελύτη. Στάθηκες αντάξιος της ποίησής
τους. Την απογείωσες με μουσικό λυρισμό, που αγγίζει τον άλλο, ιδίως με τον τρόπο που το ερμήνευσε
η μέχρι χθες άγνωστή μου Δήμητρα Σελεμίδου. Τι να πω. Θα κοιμηθώ καλύτερα, με τις νότες σου στ’
αυτιά μου. Κώστας

Στη Χριστίνα Γίτσιου, πολιτική μηχανικό
Με θερμούς φιλικούς χαιρετισμούς. Κ.=
-Ακολουθεί άλλο μέιλ: Αγαπητή Χριστίνα, συμπληρώνω επί το ακριβέστερο τους χαιρετισμούς μου που
πρέπει να είναι: Με θερμούς προβοκατόρικους χαιρετισμούς. Κ.=

Χαίρομαι πολύ που δεν ξεχάσατε το πνεύμα σας κ. Σερέζη στο Μέτσοβο. Θα ήταν κρίμα να το
χαίρονται μόνο τα εκεί αρκουδάκια... (επισυνάπτονται).

Σε άλλο μέιλ:
Αγαπητέ κ. Σερέζη, στα + σας, η ταχύτητα αποστολής των φωτογραφιών κσι η φωτεινότητα του
υποκείμενου/(αντικείμενου) της φωτογράφισης σας!!! στα - της φωτογράφισης σας: το μη α-λα-
Μάρω και μάγκα καδράρισμα κατά τα άλλα, πάντα τέτοια να έχουμε και ακόμη καλύτερα. Κάνατε το
ταξίδι μας ακόμη πιο απολαυστικό με όλες τις ενδιαφέρουσες αφηγήσεις και τα εκτός πλαισίου (!)
ανέκδοτα σας! Με φιλικούς χαιρετισμούς, Χριστίνα

ΥΓ. Οι φωτογραφίες σας σάς επιστρέφονται με τόκο...έχουν φυσικά και αυτές τα (-) τους, καθώς, οι
πρώτες, προσπάθησαν να αποτυπώσουν ένα γρήγορο ινσταντανέ, οπότε το καδράρισμα ή/και η
εστίαση θυσιάστηκαν...αλλά το υποκείμενο είναι αυτό που μετράει.-ΥΓ2. Σας στέλνω και έναν
μπιστικομπουναμά...για ένα δροσερό κλείσιμο της επίσκεψης μας στο Μέτσοβο

Αγαπητή Χριστίνα, σου γράφω στον ενικό, όχι γιατί είμαι κατά πολύ μεγαλύτερός σου και όχι γιατί
δείχνει οικειότητα αλλά, κυρίως, γιατί έτσι σε καλούσα στο λεωφορειάκι, και θα ήταν ανακόλουθο να
αλλάξω τώρα… Τελικά από το μήνυμά σου διαπιστώνω, για μια ακόμη φορά, ότι κοντά στην ανοικτή
καρδιά και το χιούμορ φέρνει κοντά τους ανθρώπους. Όσο για τις φωτογραφίες σου, τι να πω, εκεί
κρύβεται ο … προβοκάτορας. Κινείται αποκαλύπτοντας τα “μυστικά" των άλλων, εν αγνοία τους… Με τη
διαφορά ότι το αποτέλεσμα υπήρξε για μένα ένα ευχάριστo ξάφνιασμα. Πολύ τις χάρηκα τις
φωτογραφίες αυτές, σαν στιγμιότυπα και μόνο μιας εμπειρίας, γιατί πλέον δεν είναι να φωτογραφίζομαι,
αλλά τουλάχιστον ν’ ακούομαι, έστω και σε μερικούς, ευχάριστα. Με πολλές ευχαριστίες Κώστας Σ.=
ΥΓ. Το μέιλ αυτό το στέλνω ταυτόχρονα και στη Μάρω Βλασόπουλου.

Στον ζωγράφο Μιχάλη Κατζουράκη:
Κύριε Κατζουράκη μαζί με τις 5 φωτογραφίες που σας στέλνω σας διαβιβάζω την εκτίμησή μου για τον
τρόπο που μεταφέρετε στο χώρο της τέχνης τα ερεθίσματά σας όπως και για το σύνολο της δουλειάς
σας, που μας δόθηκε η ευκαιρία να χαρούμε σε μια έξοχη οργάνωση στην Πινακοθήκη και στον
Αμπελώνα Αβέρωφ στο Μέτσοβο. Σας χαιρετώ εγκάρδια, Κώστας Σερέζης

Κύριε Σερέζη, Ευχαριστώ πάρα πολύ για τις φωτογραφίες και χάρηκα που συναντηθήκαμε μετά από
τόσα χρόνια. Φιλικά, Μιχάλης

Στην άλλοτε επιμελήτρια και νυν μέλος του ΔΣ της Εθνικής Πινακοθήκης & της Πινακοθήκης Αβέρωφ:
Αγαπητή κυρία Μεντζαφού, σας στέλνω 4 φωτογραφίες από την έκθεση στην Πινακοθήκη Αβέρωφ στο
Μέτσοβο που άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις, ως περιεχόμενο, ως οργάνωση, ως εκδήλωση. Οι τρεις
είναι τυχαία ενσταντανέ, η άλλη είναι ένα πορτρέτο σας με φόντο μέρος του αμπελώνα και τη γέφυρα.
Με εκτίμηση Κώστας Σερέζης

Αγαπητέ κύριε Σερέζη. Σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια και τις φωτογραφίες. Καλό
απόγευμα Όλγα Μεντζαφού

Από την Ναταλία Αβέρωφ
Ευχαριστώ πάρα πολύ, Κύριε Σερέζη, για τις ωραιότατες φωτογραφίες ! Κανείς δεν με πετυχαίνει
έτσι ! Πρέπει να έχετε ταλέντο, και εξαιρετική μηχανή! Με θερμές ευχαριστίες και πολλή φιλία,
Ναταλία

Φωτογραφίες στη Μπέττυ Καρατζά, της γραμματείας του Ιδρύματος Αβέρωφ στην Αθήνα:
Στη Μπέττυ, με τη χαρά της γνωριμίας, τις ευχαριστίες για την εξυπηρέτηση και την ευγένεια, την ωραία
αισιόδοξη και χαρούμενη παρουσία. Με θερμούς χαιρετισμούς Κώστας Σερέζης
Αγαπητέ κύριε Σερέζη, Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια! Είναι πάντα χαρά μας να σας
έχουμε κοντά μας στην Πινακοθήκη και ελπίζω γρήγορα να ταξιδέψουμε και πάλι για το
Μέτσοβο. Με εκτίμηση Μπέττυ Καρατζά

Στη Μαρίνα Μπίστικα για την Ελένη Μπίστικα:
Αγαπητή Μαρίνα, η φωτογραφία είναι για την Ελένη, τραβηγμένη από δύσκολη θέση με τον τοίχο του
πάνω ορόφου να περιορίζει τη σύνθεση. Ωστόσο κάτι λέει ... Χάρηκα που είδα τη μητέρα σου μετά από
καιρό και χάρηκα εξίσου τον “αντιρρησιακό” της λόγο, πάντα με νόημα και θέση. Να μου την
χαιρετήσεις. Νά 'στε καλά. Κώστας Σερέζης

Από τη Χριστίνα Γύτσιου, νέο μήνυμα στις 28/10
Αγαπητέ Κώστα καλημέρα, κατ' αρχήν, σε συνέχεια του προηγούμενου μέιλ σου, καθώς βλέπεις
παίρνω το θάρρος να σου απευθυνθώ κι εγώ στον ενικό, όχι φυσικά γιατί αλλιώς θα είμαι
ανακόλουθη ως προς πρότερη συμπεριφορά ούτε βέβαια από έλλειψη σεβασμού αλλά γιατί νομίζω
ότι η ηλικία μας, που είμαι σίγουρη ότι μετριέται με την ψυχή και όχι με το σώμα, πρέπει να είναι
περίπου ίδια...για να μην πω ότι μου ρίχνεις (ή σου ρίχνω;) χρόνια...(δεν θυμάμαι πως πάει η
έκφραση, το γκουγλαρα αλλά δεν το βρήκα!!)

Κατά δεύτερον, χάρηκα που διάβασα το τελευταίο σου μέιλ, και, αν και δεν με εκφράζουν ιδιαίτερα
τα αντίστοιχου τύπου μέιλ (παλιά λάμβανα από γνωστούς ή/και φίλους πολλά τέτοια και τα έσβηνα
πάραυτα,) το είδα και γέλασα με αρκετούς συνδυασμούς που τους βρήκα πολύ πετυχημένους
(ανάμεσα σ' αυτούς και του τραμπ με ό,τι άλλο και του σακκιού με τα κρεμμύδια με την καλίγραμμη
γυνή).

Κατά τρίτον, σε ενδεχόμενη επόμενη αλληλογραφία θα προτιμούσα να διάβαζα περισσότερο Σερέζη


και λιγότερο τρίτους και ας ήταν αυτοί ίσως πιο 'αστείοι' στα όποια δημοσιεύματα. Επίσης, καθώς
δεν έχω ιδιαίτερα διαθέσιμο 'ελεύθερο' χρόνο, δεν σε έψαξα στο διαδίκτυο παρά μόνο ελάχιστο
σήμερα! Σε θυμήθηκα από τις φωτογραφίες σου ως δημοσιογράφο-παρουσιαστή των ειδήσεων της
ΕΡΤ (πότε άραγε ήταν αυτό;). Και διάβασα τις 30 ερωτήσεις από τα ΝΕΑ, από σχεδόν πριν μια
εικοσαετία! Έκανες πολλά, έζησες περισσότερα, εγραψες και πιθανώς γράφεις ακόμη. Γι' αυτό και θα
προτιμούσα να διαβάσω περισσότερο Σερέζη, κάτι μικρό κατά προτίμηση, ένα απόσπασμα, μια
σκέψη, κάτι παλιότερο ή και πιο φρέσκο. Θα ανταποκριθώ αντίστοιχα, αν και τα δικά μου σημεία
γραφής και περάσματος από αυτή τη ζωή και αυτόν τον κόσμο τον μικρό τον μέγα είναι μικρά,
ελάχιστα. Και τόσα θα παραμείνουν. Δεν πειράζει, ο καθείς με το βίο του και τα δικά του στιγμιότυπα
και αποτυπώματα...

Και φυσικά αποτελείς πάντα ενδιαφέρον υποκείμενο φωτογράφισης (και όχι μόνο ακούσματος)
ακόμη και από τη νότια πλευρά σου (!), καθώς λοιπόν μέσα στο σύνολο των στιγμιότυπων της
Μετσοβίτικης εμπειρίας του 2017 ανακάλυψα και κάτι που δεν σου έστειλα, στο στέλνω συνημμένο
(κομμένο δυστυχώς στο καδράρισμα του αντικειμένου, το είπα ήδη βέβαια ότι ουδείς τέλειος...). Και
δυο άλλα στιγμιότυπα του αντικειμένου. Μαζί με ένα άλλο, οπου διακρίνεται το υποκείμενο σε
μερική αυτοπροσωπογραφία μαζί με τη φωτογραφίζουσα και άλλα ενδιαφέροντα. Κάτι σα μυστική
εικόνα...

Καλό ΣΚ και νέα βδομάδα να έχουμε, Χριστίνα


ΥΓ. Μπορεί να αργώ να απαντήσω ή ενίοτε και να μην απαντώ σε μέιλ αλλά η σκέψη πάντα υπάρχει
εντός μου
ΥΓ2. Μπορεί να είναι λιγότερο χιουμοριστικό το σημερινό μέιλ, θα ρίξω όλο το φταίξιμο στην εθνική
επετειο και τη σοβαρότητα που εμπνέει...

Χριστίνα καλημέρα, Το μήνυμά σου και χιούμορ είχε και σοβαρότητα, με τον τρόπο το δικό σου. Το
χάρηκα. Και σ’ ευχαριστώ για τις αναφορές σου σε μένα. Βρίσκομαι αυτό τον καιρό υπό το κράτος
πολλών υποχρεώσεων. Γι’ αυτό θα είμαι σύντομος. Την 1η Νομεβρίου συντονίζω μια εκδήλωση στο
Θέατρο “Τζένη Καρέζη” για μια έκδοση σωματείου της Μήθυμνας (Μολύβου) Λέσβου. Είσαι καλεσμένη
αν έχεις το χρόνο κι αν σ’ ενδιαφέει. Ώρα 7:30 μμ. Διαρκεί μόνο μια ώρα κι έχει και καλλιτεχνικό
ενδιαφέρον. Είσοδος ελεύθερη βέβαια. Την επόμενη μέρα, 2 Νοεμβρίου, αναχωρώ για Κύπρο για να
πάρω μέρος σ’ ένα 3ήμερο Συμπόσιο για τον Γιώργο Σεφέρη (3, 4, 5/11) στην Αγία Νάπα της περιοχής
Αμμοχώστου, οργανωμένο από τον Δήμο και πανεπιστημιακούς. Τίτλος της εισήγησής μου: "Οι
ανησυχίες του Γιώργου Σεφέρη για την Κύπρο, 1969-1970”. Τα πιο άμεσα είναι αυτά. Αν δεν με
απασχολούσαν οι εισηγήσεις αυτές θα απαντούσα στις αφορμές που προσφέρονται στο μήνυμά σου.
Το πιο πρόχειρο που έχω, πρόσφατο διαθέσιμο κείμενο, όχι ατυχώς σύντομο, είναι από μια επίσκεψή
μου στη Λέσβο, όπου καλεσμένος εκεί, συντόνισα ανάλογη εκδήλωση με αυτήν της 1ης Νοεμβρίου στην
Αθήνα. Είναι ένα οδοιπορικό που μου έδωσε την αφορμή να διατυπώσω μνήμες και συγκινήσεις μιας
εποχής. Το έστειλα σε φίλους.

Σ’ έβαλα στη λίστα των παραληπτών (πάνω από 100) στους οποίους αποστέλλω συχνά, μηνύματα και
επιλογές από διαβάσματά μου. Αν τα βρίσκεις ενδιαφέροντα τα διαβάζεις, αλλιώς το delete είναι θέμα
δευτερολέπτων. Δεν σημαίνει ότι χρειάζεται απάντηση σ’ αυτά που στέλνω, ότι επιβάλλεται… Ακολουθεί
το οδοιπορικό "Συνάντηση με τον Ηλία Βενέζη στην Εφταλού”. Εκεί θα βρεις και προσωπικά μου
στοιχεία. Αν είχα το χρόνο θα έγραφα κάτι ανάλογο για το Μέτσοβο. Με διασκεδάζει αυτό. Το του
Βενέζη συνοδεύεται με φωτογραφίες δικές μου. •

• Πήρα την εξής απάντηση:


“Μονάχα με την έννοια της αέναης αναζήτησης που υπάρχει στην ανθρώπινη μοίρα θα
μπορούσες να δεχθείς πως το ύφος ίσως είναι ο άνθρωπος”. Επειδή μου είναι πραγματικά
δύσκολο να εκφράσω αυτή τη στιγμή με λίγες λέξεις, με το ύφος που του ταιριάζει, το σύνολο ή
ακόμη και ένα υποσύνολο από τις σκέψεις, τις αισθήσεις και τα συναισθήματα που μoυ υποδαύλισε
το πρώτο, δυστυχώς πολύ γρήγορο, διάβασμα ενός τόσο όμορφου και προσωπικού κειμένου, ενός
κειμένου που δικαιούται ασυμπίεστο χρόνο και ευλαβική προσήλωση, αρκούμαι προς το παρόν στο
παραπάνω απόφθεγμα και φυσικά σ' ενα μεγάλο Ευχαριστώ. Ευχαριστώ πολύ και για την πρόσκληση
για την εκδήλωση της Τετάρτης. Πραγματικά θα με ενδιέφερε, πόσο μάλλον μετά την ανάγνωση
αυτού του κειμένου, αλλά μάλλον δεν θα μπορέσω να παραβρεθώ. Θα το προσπαθήσω πάντως. Σε
κάθε περίπτωση καλή επιτυχία Κώστα σε όλες τις παρουσιάσεις-ομιλίες σου αυτής της βδομάδας και
όσες ακολουθήσουν, στο πλαίσιο της δικής σου αέναης αναζήτησης, και καλο κατευόδιο στα πατρικά
σου εδάφη. Χριστίνα

You might also like