You are on page 1of 7

Η ιστορία των Κυπρίων μεταναστών: Σπαγγέτι και θαλασσινό νερό (βίντεο)

ΜΙΡΑΝΤΑ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, 07.12.2018 (τελευταία ενημέρωση 09:30) 1 Comment

Ο 92χρονος Θωμάς Κώστα έφυγε προσωρινά στα 23 του για το Σίδνεϊ και έζησε εκεί όλη του τη ζωή
- Μας αφηγείται ιστορίες της ξενιτιάς και της εργατιάς.

Facebook27TwitterViberWhatsAppEmailMore11

Ανάμεσα στους χιλιάδες Κύπριους αγρότες και στους ανειδίκευτους εργάτες που έλαβαν τη μεγάλη
απόφαση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο να μπουν σε ένα καράβι και να ταξιδέψουν σαν άψυχα
«φορτία» στον «Νέο Κόσμο» ήταν κι ο Θωμάς Κώστα. Στα 23 του χρόνια, με τη γυναίκα του Φρόσω,
έγκυο τριών μηνών τότε, και με ένα μικρό παιδί στην αγκαλιά, τη Μαίρη, τόλμησαν να αφήσουν
πίσω τους προσωρινά το σπίτι τους στο Ακάκι για να κάνουν το μακρινό ταξίδι στο άγνωστο. Ήταν
Χριστούγεννα του 1950, 26 Δεκέμβρη κατ’ ακρίβεια που βγήκαν στη θάλασσα και πάτησαν αισίως
το πόδι τους στη γη της Αυστραλίας στις 16 Φεβρουαρίου του 1951.

Ο Θωμάς πέρασε δύσκολες μέρες στη ζωή του. Ορφανός από μικρό παιδί, κι από πατέρα κι από
μάνα, βγήκε απ’ το σχολείο στα εννέα του χρόνια για να δουλέψει στα χωράφια συμβάλλοντας μαζί
με τον αδελφό του Μιχάλη στο μεγάλωμα των μικρότερων αδελφών τους. Έζησαν μεγάλη φτώχεια
και πείνα τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Η μόνη καλή περίοδος από οικονομικής απόψεως ήταν απ’
το 1940 μέχρι το 1945. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες έδιναν τότε καλά μεροκάματα για έργα
υποδομής, το χρήμα κάπως κυκλοφορούσε και οι αγρότες έβρισκαν αγορά να πουλήσουν τα
προϊόντα τους. Αλλά ακόμα και αυτές τις μέρες για τον ίδιο και τα αδέλφια του οι δυσκολίες
παρέμεναν λόγω της ορφάνιας.

Θκυό γομάρκα παττίχες

«Οι άλλοι έβρισκαν αυτοκίνητα με τα οποία διένειμαν τα καρπούζια και τις πατάτες τους. Εμείς
ήμασταν κοπελούθκια, πού να βρούμεν αυτοκίνητο… Εγώ πήγαινα στη Σιηλούρα με παττίχιες θκυό
γομάρκα πάνω στα γαϊδούρια να τις ανταλλάξω με ροβάσερον. Ζήσαμε την ανταλλαγή προϊόντων!
Ανταλλάζαμε μια καρέκλα ττόνενη με περίπου 4-5 κιλά λουβί μαυρομματί. Αγοράζαμε το σταφύλι
από τα ορεινά, περίπου έξι φορές σταφύλι σε μια ζυγαριά από λουβί. Παπούτσια δεν είχαμε. Με
τσαγκαροποΐνες τη βγάζαμε, σκισμένες με τα δάκτυλα έξω».

«Υποχρεωτική» μετανάστευση
Παρά τις δυσκολίες, για τον Θωμά η μετανάστευση δεν ήταν παρά ένα τυχαίο γεγονός στη ζωή του.
Δεν ήταν ένα ταξίδι για αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής όπως των περισσοτέρων συνταξιδιωτών
του. Η απόφαση, μας αφηγείται, λήφθηκε με πολύ συναισθηματισμό και εξ ανάγκης.

Ο αδελφός του Μιχάλης τον Νοέμβριο του 1949 μετανάστευσε στο Σίδνεϊ. Στην αρχή τού έγραφε
ότι περνούσε καλά. Δούλευε ως σερβιτόρος. Κάπου στα μέσα του 1950 του μετέφερε πως ύστερα
από ένα αυτοκινητικό δυστύχημα το χέρι του είχε γίνει θρύψαλα και χρειαζόταν βοήθεια. Ο Θωμάς
ζύγιασε την κατάσταση. Τα οικονομικά του δεν ήταν και τα καλύτερα, όπως και πολλών άλλων στο
χωριό, κι όχι από δικό τους φταίξιμο…

Ο Θωμάς Κώστα συντάχθηκε από 17 ετών με τους αγώνες της Αριστεράς, με το ΑΚΕΛ, και όταν
μετανάστευσε στην Αυστραλία εντάχθηκε στο ΚΚΑ. Συμμετείχε στους αγώνες των λιμενεργατών και
των μεταναστών για ίσο μεροκάματο. Πάλεψε επίσης για την παγκοσμιοποίηση του κυπριακού
προβλήματος από τα μέσα της δεκαετίας του ’50. «Η ζωή μου όλη αυτή ήταν», δηλώνει στον «Π».

Πατάτες και Εβραίοι

«Ήταν το 1948, Μάιος, και όλοι οι αγρότες στο Ακάκι φυτεύαμε τις καλοκαιρινές μας πατάτες. Εγώ
είχα ένα χωράφι τέσσερις σκάλες από τον πεθερό μου. Τότε ήμουνα αρραβωνιασμένος. Ήταν η
εποχή που μόλις εγκαθιδρύθηκε το Ισραήλ στην Παλαιστίνη, και οι Ισραηλινοί ήθελαν να
αγοράσουν όλες τις πατάτες της Κύπρου μέσω της Συνεργατικής. Για μας ήταν καλοχρονιά. Έβρεξε
και η καλλιέργεια είχε αποδώσει. Περιμέναμε ότι θα βγάζαμε ένα καλό μεροκάματο από αυτήν τη
συμφωνία. Έλα όμως που επενέβη η αποικιακή κυβέρνηση η οποία ζητούσε επίμονα να μάθει πώς
θα πληρώνονταν οι τόνοι πατάτες που θα αγόραζαν οι Ισραηλινοί. Τους απάντησαν με τα χρήματα
που είχαν οι Εβραίοι στις τράπεζες της Κύπρου. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Κύπρο είχαν
συγκεντρωθεί από διάφορες περιοχές του κόσμου, κυρίως από Ρωσία και Γερμανία, Εβραίοι. Αυτοί
έμεναν στον κάμπο και τα χρήματα στις τράπεζες ήταν εκείνων των Εβραίων που μετέπειτα έφυγαν
για την Παλαιστίνη για να εγκαθιδρύσουν το κράτος του Ισραήλ. Τα χρήματα όμως αυτά οι
αποικιοκράτες τα είχαν δεσμεύσει και έτσι οι πατάτες δεν μπορούσαν να αποπληρωθούν. Οι
Ισραηλινοί έφυγαν άπραγοι και εμείς εκείνη τη χρονιά δεν πουλήσαμε ούτε μιαν οκκά πατάτες!
Έμειναν να σαπίσουν μες στα χωράφια, και στους αγρότες το μόνο που έμεινε ήταν τα χρέη στη
Συνεργατική από τα λιπάσματα και τους σπόρους. Αυτό, μαζί με την έγνοια για τον αδελφό μου, με
οδήγησαν στη μετανάστευση. Είπα θα πάω, θα κάτσω, δύο-τρία χρόνια, θα μαζέψω τους ναύλους
μου και λίγα χρήματα και θα γυρίσω πίσω στο χωριό μου».

Ουδέν μονιμότερον…

Η ζωή όμως δεν έρχεται πάντα όπως την προγραμματίζεις. Τα δύο χρόνια έγιναν εβδομήντα
σχεδόν…
«Όταν πήγαμε εκεί ήρθε στον κόσμο και το δεύτερο παιδί. Ήταν δύσκολο με δύο παιδιά να βρεις
σπίτι να ενοικιάσεις. Δεν μας δέχονταν. Αναγκάστηκα κι έγραψα στο χωριό στον αδελφό μου να
πουλήσει το σπίτι μου. Μου έστειλε 750 λίρες. Τις έβαλα ντεπόζιτο κι αγόρασα σπίτι. Το γεγονός
αυτό ήταν που λέμε στα αγγλικά 'the point of no return'». Η στιγμή που καθόρισε τη μόνιμη
παραμονή της οικογένειάς του στην Αυστραλία. «Χρεώθηκα άλλες 800-900 λίρες για το σπίτι και
πλέον με τις δόσεις που είχα και την περιουσία δεν μπορούσα να επιστρέψω. Κάναμε τέσσερα
παιδιά. Πήγαν σχολείο εκεί, μορφώθηκαν, έπιασαν τις δουλειές τους, δεν μπορούσαμε να
επιστρέψουμε».

Η οικογένεια του Θωμά Κώστα στην Αυστραλία τη δεκαετία του ’50.

Με σκληρή δουλειά

Ο Θωμάς μόλις εγκαταστάθηκε στο Σίδνεϊ δούλεψε σε εργοστάσιο παραγωγής κομπόστας. Μετά
πήρε δουλειά ως λιμενεργάτης. «Όλοι πήγαμε φτωχοί, χωρίς στον ήλιο μοίρα. Πας ξυπόλητος, δεν
έχεις πού να μείνεις. Κρατιέσαι από ένα σκαλοπάτι στην ανάγκη. Μετά χρειάζεται να στεγαστείς.
Και όσοι στεγάστηκαν, γλύτωσαν τα ενοίκια. Από αυτό πιαστήκανε οι μετανάστες και σήμερα είναι
καλά εγκατεστημένοι: Σκληρή δουλειά, οικονομία και προσπάθεια στη στέγαση».

Οι γυναίκες μετανάστριες από την Κύπρο δούλευαν σχεδόν όλες στα ραφτάδικα με το κομμάτι.
«Ήταν κακές οι συνθήκες εργασίας και μεγάλη η πίεση. Κάποιες μετέπειτα αγόρασαν ραπτομηχανή
στο σπίτι».

Διερμηνέας

Τη δουλειά του λιμενεργάτη την έκανε από το 1952 μέχρι το 1963. «Είχαμε καλές συνθήκες
εργασίας στο λιμάνι, αλλά ήταν βαριά δουλειά. Έπαθα τελικά ζημιά με τη μέση μου και
αναγκάστηκα να φύγω απ’ το επάγγελμα λαμβάνοντας αποζημίωση 4.500 λίρες. Αξιοποιώντας
αυτά τα χρήματα αλλά και τις γνώσεις που απέκτησα από τη μέρα που έφτασα στην Αυστραλία -
έκανα μαθήματα αγγλικών μέσω αλληλογραφίας και έμαθα αρκετά καλά τη γλώσσα- άνοιξα
γραφείο διερμηνέα. Όσοι έπρεπε να πάνε σε γιατρούς, να αγοράσουν έπιπλα, να πάνε στα
δικαστήρια, χρειάζονταν διερμηνέα. Αυτήν τη δουλειά την έκανα μέχρι το 1970. Τότε άνοιξα
ταξιδιωτικό πρακτορείο, το οποίο δουλεύει σήμερα η κόρη μου».

Το θετό παιδί
Μία φορά τον κάλεσαν ως διερμηνέα στο δικαστήριο για μια υπόθεση ενός ζευγαριού Ελλήνων
όπου η μητέρα είχε εγκαταλείψει τη συζυγική στέγη κι ο πατέρας ζητούσε επιμέλεια του 16μηνου
βρέφους. Ο δικαστής, θυμάται, είχε θέσει ως προϋπόθεση να βρει ο πατέρας κάποια γυναίκα για
να φυλάει το παιδί όσες ώρες θα ήταν στη δουλειά. Ο πατέρας δεν κατάφερε να ανταποκριθεί και
το παιδί κινδύνευε να πάει σε ορφανοτροφείο. Τότε ο Θωμάς μαζί με τη γυναίκα του ανέλαβαν να
μεγαλώσουν αυτό το παιδί, το οποίο μέχρι σήμερα τους θεωρεί οικογένειά του.

Από τους αγώνες της παροικίας για παγκοσμιοποίηση του Κυπριακού.

Επιτροπή Αυτοδιάθεσης

Παρότι η ενημέρωση δεν ήταν άμεση και συνεχής για την κατάσταση στην Κύπρο, οι μετανάστες
ένιωθαν νόστο για τον τόπο τους. «Δεν ξεχάσαμε την Κύπρο. Οι νεομετανάστες στην Αυστραλία το
1955 ιδρύσαμε την πρώτη στον κόσμο Επιτροπή Αυτοδιάθεσης Κύπρου. Ιδρύθηκε στο Σίδνεϊ, αλλά
ήταν παναυστραλιανή. Στόχος μας η παγκοσμιοποίηση του Κυπριακού. Θέλαμε να
δημιουργήσουμε σχέσεις και συμπάθειες με την αυστραλιανή κυβέρνηση. Σε αυτήν την επιτροπή
συμμετείχα κι εγώ ως γενικός γραμματέας. Για πρόεδρο είχαμε τον αδελφό του δρος Έβαντ, ηγέτη
τότε της αντιπολίτευσης στην Αυστραλία. Και για αντιπρόεδρο τον Κεν Μπάτλι, έναν Άγγλο
καθηγητή πανεπιστημίου. Πιστεύω ότι πετύχαμε πολλά μέσα από τη δράση μας. Είχαμε
συναντήσεις με πολλούς Αυστραλούς βουλευτές του Εργατικού Κόμματος, με υπουργούς… Μια
φορά με κάλεσαν στην τηλεόραση. Εκεί στη συζήτηση κάποιοι ονόμαζαν τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ
τρομοκράτες. Απαίτησα να σταματήσουν αλλιώς θα έφευγα. Οι Κύπριοι δεν είναι τρομοκράτες,
είπα. Οι Κύπριοι προτιμούν τη φτωχή μάνα παρά την πλούσια παραμάνα»…

Το 1974

Με τη δράση της επιτροπής έγινε κατορθωτό να δεχτεί η Αυστραλία έναν μεγάλο αριθμό
μεταναστών από την Κύπρο μετά την εισβολή του 1974. «Πηγαίναμε και ζητούσαμε να ανοίξουν τις
πόρτες στους Κύπριους, όπως γίνεται τώρα με τους Αφρικανούς και τους Σύριους. Και ήρθαν
χιλιάδες»... Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 1974 εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία περίπου 11 χιλιάδες
Ε/Κ πρόσφυγες.

Ομόνοια και Μακάριος


Το 1960, δέκα χρόνια μετά τη μετανάστευσή του, ήρθε στην Κύπρο για πρώτη φορά και
παρευρέθηκε ως αντιπρόσωπος της Επιτροπής Αυτοδιάθεσης στην εκδήλωση για την ανακήρυξη
της ΚΔ.

Σε εκείνη την επίσκεψη λόγω της ιδιότητάς του συνάντησε και τον Πρόεδρο της Κύπρου. Τον
Μακάριο. Ήταν η ημέρα, θυμάται, που θα συναντούσε το διοικητικό συμβούλιο της Ομόνοιας για
να συγχαρεί έναν παίκτη της, ο οποίος είχε κερδίσει το χρυσό παπούτσι στην Ευρώπη. «Με τον
Μακάριο περάσαμε περίπου δύο ώρες στο γραφείο του. Θυμάμαι ερχόταν ο υφυπουργός παρά τω
Προέδρω, ο Πάτροκλος Σταύρου, και του έλεγε ότι περιμένει η ομάδα απ’ έξω… 'Ξέρω τι θέλουν',
μου λέει, 'ένα φιλοδώρημα για το παιδί που κέρδισε. Ε, λοιπόν θα τους δώσω. Ας περιμένουν λίγο'.
Ήπιαμε δύο φορές καφέ… Επαινούσε τη δουλειά που έγινε από τους Κύπριους της παροικίας στην
Αυστραλία. 'Εσείς βάλατε μπροστά στην επιτροπή τους Αυστραλούς', μου έλεγε, και σε αντίθεση με
άλλες παροικίες τις οποίες βοήθησα οικονομικά εσείς δεν ζητήσατε ποτέ τίποτα».

Η συνάντηση με τον Μακάριο το 1960 στην Κύπρο.

Και ένα ανέκδοτο

Όπως μας αφηγείται ο Θωμάς, το 1957 το προεδρείο της Επιτροπής Αυτοδιαθέσεως της Αυστραλίας
είχε βρεθεί στην Κύπρο. Ο ίδιος δεν κατάφερε να πάει, αλλά τα όσα διατυπώθηκαν στο δείπνο που
τους παρέθεσε ο τότε κυβερνήτης Τζον Χάρτινγκ τού τα μετέφεραν οι συνάδελφοί του: «Η γυναίκα
του Χάρτινγκ σε αυτό το τραπέζι είπε στην αντιπροσωπεία μας σχολιάζοντας τον αγώνα της ΕΟΚΑ:
«Αφού δεν αρέσει η Κύπρος τους (ενν. τους Κύπριους), γιατί δεν σηκώνονται να φύγουν»; Έμεινε
ως ανέκδοτο μεταξύ των Ε/Κ της παροικίας.

Γνωριμία με τον εφοπλιστή

Μέσα από την ενδιαφέρουσα ιστορία που ακολουθεί, ο 92χρονος Θωμάς Κώστα μάς αφηγείται
πώς γνώρισε τον Έλληνα Χιώτη, εφοπλιστή Αντώνη Χανδρή και πώς έβαλε κι ο ίδιος ένα μικρό
λιθαράκι για να αρχίσει η κάθοδος των Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία. Το περιστατικό αυτό
συνέβη το 1959. Τότε ο Θωμάς ήταν γραμματέας του Ελληνικού Εργατικού Συνδέσμου Αυστραλίας
«ΑΤΛΑΣ» και ενεργό στέλεχος της ομάδας για τα δικαιώματα των μεταναστών. Τότε, μας αφηγείται,
τα δικαιώματα των μεταναστών στην Αυστραλία ήταν σαν αυτά των σημερινών μεταναστών από
φτωχές χώρες. «Κάναμε μεγάλο αγώνα για το ίσο μεροκάματο»… Γι' αυτήν του τη δράση ήταν
γνωστός μεταξύ των συνδικάτων.
Το 1959, λοιπόν, τον προσέγγισε ο Έλιοτ, ο πρόεδρος του συνδικάτου των ναυτεργατών στο Σίδνεϊ
ζητώντας του να διαβάσει ένα τηλεγράφημα του συνδικάτου των ναυτεργατών της Ελλάδας που
διαμαρτύρονταν ότι η Αυστραλία, παρότι είχε ανάγκη από ξένους εργάτες, δεν έδινε βίζες σε
Έλληνες. Στο μεταξύ, εκείνη την εποχή ο πρόεδρος των ναυτεργατών Ελλάδας Αντώνης Αμπατιέλος,
μετέπειτα βουλευτής του ΚΚΕ, είχε συλληφθεί και είχε καταδικαστεί σε εκτέλεση για την αριστερή
του δράση.

Αναφερόμενος στο περιβάλλον που επικρατούσε εκείνη την εποχή, μας λέει: «Τότε υπήρχε ένα
τραστ καραβιών αγγλικών, βελγικών, αμερικανικών και σκανδιναβικών συμφερόντων που είχε
άδεια να μεταφέρει κατ' αποκλειστικότητα ξένους επιβάτες και να κάνει εμπόριο στην Αυστραλία.
Όταν μάλιστα έμαθε αυτή η κοινοπραξία για το αίτημα του Χανδρή να μεταφέρει κι αυτός από την
Ελλάδα εργατικό δυναμικό, προειδοποιούσαν ότι εάν του επέτρεπαν την είσοδο στα λιμάνια δεν θα
ξανάβλεπαν επιβάτη απ’ αυτούς. Όταν λοιπόν διάβασα το τηλεγράφημα, είπα στον Έλιοτ ότι οι
Έλληνες ναυτεργάτες είναι άνεργοι στον Πειραιά. Του είπα επίσης ότι θεωρούσα λάθος το τραστ
των Ευρωπαίων και πως ο Αμπατιέλο, με τον οποίο ήταν αδελφικοί φίλοι, ήταν καταδικασμένος σε
εκτέλεση λόγω των πολιτικών του φρονημάτων. Η θέση μου ήταν να δείξουμε αλληλεγγύη στο
ελληνικό συνδικάτο με τον όρο να ελευθερωθεί ο Αμπατιέλος. Η πρόταση αυτή υποστηρίχθηκε από
τα συνδικάτα ναυτεργατών και λιμενεργατών της Αυστραλίας, ο Αμπατιέλος σώθηκε και άνοιξε η
αγορά στην Αυστραλία. Έτσι επετράπη η είσοδος και στο καράβι του Χανδρή αρχές του 1960. Μαζί
σε εκείνο το ταξίδι ήταν και ίδιος ο Χανδρής, ο οποίος για να γιορτάσει αυτήν τη νίκη κάλεσε όλους
τους ηγέτες των συνδικάτων στο καράβι. Τυχαία εκείνη την ημέρα μού τηλεφώνησε ο γραμματέας
της δικής μας συντεχνίας των λιμενεργατών, ο οποίος και κανόνισε να παραβρεθώ κι εγώ σε αυτό
το πάρτι. Κι εκεί ο Έλιοτ ζήτησε από τον Χανδρή να μου δώσει ένα δωρεάν εισιτήριο για να έρθω
στην Κύπρο για την ανακήρυξη της ΚΔ ως γραμματέας της Επιτροπής Αυτοδιάθεσης. Μέχρι τότε,
λόγω των οικονομικών δυσχερειών δεν είχα καταφέρει να μαζέψω λίγα λεφτά γι' αυτό το ταξίδι.
Εκτός από το εισιτήριο, ο Έλιοτ μού έδωσε και 100 λίρες για χαρτζιλίκι».

O παραδοσιακός κυπριακός γάμος του γιου του Κώστα. Από τη νύφη κρέμονται δολάρια
Αυστραλίας.

Το ταξίδι με το παλιό πολεμικό «Ασημίνα» μέχρι το Σίδνεϊ

Του ζητάμε να θυμηθεί το ταξίδι με το καράβι. «Ασημίνα» το έλεγαν και ήταν ιταλικής ιδιοκτησίας.

«Φύγαμε απ’ εδώ και φτάσαμε στο Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου για να πάρουμε το μεγάλο καράβι.
Κάτσαμε εκεί μια βδομάδα και περιμέναμε. Αν είχαμε και 5-6 λίρες μες στις τσέπες μας τις φάγαμε.
Το καράβι ήταν ένα παλιό φορτηγό, πολεμικό πλοίο. Ήρθε τέλη Δεκέμβρη. Γέμισε από Κύπριους.
Θα ήταν πάνω από 500 οι επιβάτες. Τους άντρες μάς βάλανε μες στα αμπάρια όπου είχαν στήσει
σκαλωσιές πάνω στις οποίες τοποθέτησαν κρεβάτια για να μπορούμε να κοιμόμαστε ο ένας πάνω
από τον άλλο. Οι γυναίκες κοιμόντουσαν στις καμπίνες. Όταν φτάσαμε στον μισό δρόμο σώθηκε το
πόσιμο νερό. Κάναμε μπάνιο με το αλμυρό και πίναμε νερό από έναν πίδακα. Κάναμε γραμμή για
λίγο νερό. Το ταξίδι κράτησε ενάμιση μήνα. Τρώγαμε κυρίως μακαρόνια. Από το Πορτ Σάιντ μέχρι
το Σίδνεϊ άλλο από σπαγγέτι δεν τρώγαμε. Ήταν ένα δύσκολο, ιστορικό ταξίδι».

Ενθάρρυναν τη μετανάστευση

Η περίοδος από το 1948 μέχρι και το 1954 ήταν τα χρόνια της μαζικής μετανάστευσης των Κυπρίων
προς την Αυστραλία. Εάν αναλογιστεί κανείς πως στην Αυστραλία ζουν 25 εκατ. άνθρωποι περίπου
και από αυτούς μόνο οι 350 χιλ. είναι αυτόχθονες, μπορεί κανείς να κατανοήσει πως η πλειονότητα
των κατοίκων της ηπείρου είναι μετανάστες. Στην Αυστραλία ζουν σήμερα γύρω στις 85 χιλ.
Κύπριοι. Όπως μας εξηγεί ο κ. Θωμάς, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αυστραλία ενθάρρυνε τη
μετανάστευση από την Ευρώπη. Πολλά κεφάλαια άρχισαν να καταφθάνουν εκεί από επενδυτές και
υπήρχε έλλειψη από εργάτες. «Έτσι άνοιξαν τις πόρτες της Αυστραλίας, ειδικότερα για ανθρώπους
από τις βρετανικές αποικίες λόγω της σχέσης των δύο χωρών, για εγκατάσταση νέου πληθυσμού.
Εγώ ταξίδεψα με διαβατήριο British subject»…

Πολυεθνική, πολιτισμική

Τον ρωτήσαμε πού είναι καλύτερα να ζει κανείς. «Καλύτερα στην Αυστραλία. Δεν έχεις το
πρόβλημα των πολέμων της Μέσης Ανατολής. Στην πολυεθνική Αυστραλία με τις 183 εθνικότητες
κανείς δεν σε ρωτάει αν είσαι Τούρκος ή Έλληνας. Η εθνικότητα δεν παίζει κανέναν ρόλο».

Οι Κύπριοι και οι Έλληνες της διασποράς νιώθουν πως η Αυστραλία τους αγκάλιασε. Τα παιδιά του
Θωμά σπούδασαν με υποτροφίες, ενώ έχουν λάβει και την αυστραλιανή υπηκοότητα.

Μαζί με τη γυναίκα του Φρόσω.

Πηγή: http://politis.com.cy/article/i-istoria-ton-kiprion-metanaston-spangeti-ke-thalassino-nero-
vinteo?&utm_source=nl&utm_medium=nl&utm_campaign=nl

You might also like