You are on page 1of 285

Τίτλος Βιβλίου: ΑΡΙΠΟΤΕΛΗΣ

Συ γγραφε ύ ς:J.-Μ. ΖΕΜΒ Jean-MarieZemb

Έπιμέλεια: ΒΑΣΙΛΗΣ Α. ΚΥΡΚΟΣ


Διόρθωση: ΗΛΙΑΣ ΛΙΒΑΝΗΣ
Φωτοσύνθεση: ΑΘΑΝ. ΠΡΟΒΟΣ. Μπόταση 4 ΑΘΗΝΑ
τηλ. 36.27.885
Έξώφυλλο: ΠΑΘΗΣ ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
Βιβλιοδεσία: Κ. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ, Γερανίου 24
τηλ. 52.48 .244
Έκτύπωση Έξωφύλλου: ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΑΡΜΠΗΣ, Γερανίου 24
τηλ. 52.47.10 3
Έκτύπωση: ΜΑΡΙΑ ΣΠΥΡΟΥ, Κύπρου 1 ΟΙ Σεπόλια
τηλ. 5 7.19.389
Χαρτί: 58Χ86 100 γραμ.
Σελίδες: 287

Copyright: ΑΝΤ. ΛΙΒΑΝΗΣ & Σία Ε.Ε. «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ»


Σόλωνος 94, τηλ. 36.10 .589 ΑΘΗΝΑ 1979.

Τίτλος Πρωτοτύπου: ARISTOTELES. ΙΝ


SELBSTZEUGNISSEN UND BILDDOKUMENTEN
Veroffentlicht im Rowohlt Taschenbuch Verlag GmbH, Reinbek bei Hamburg,
August 1961. (Άνατυπ. 1969).
(C) Rowohlt Taschenbuch Verlag GmbH, Reinbek bei Hamburg 1961.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Σ

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
J.-M. ΖΕΜΒ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ
ΜΕΣΑ ΆΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

Έπιμέί.Fιrι.
; - Πρόλογος: ΒΑΣ. Α. ΚΥΡΚΟΥ
Μετάφραση: ΑΓΓΕΛΑ ΒΕΡΥΚΟΚΑΚΗ - ΑΡΤΕΜΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Α. ΛΙΒΑΝΗΣ & Σία Ε.Ε. «ΝΕΑ ΣγΝΟΡΑ"


ΣΟΛΩΝΟΣ 94. ΤΗΛ. 36.10.589. ΑΘΗΝΑ 1979.
Π Ε Ρ/ΕΧΟ Μ ΕΝΑ

ΣελΙς
ΠΡ Ο Λ Ο Γ Ο Σ (Ε. τ.Ε. ) . .......................... 13
Η ΑΝ Α Β Λ Η Θ Ε /Σ Α Δ /Κ Η ................... 23
Ή φυγή άπό τήν 'Αθήνα . ........ .................. 23
Ή Δ ιαθήκη .................................... ... 29
ΟΙΚληρονόμοι.. .................................. 33
Τό πρόσωπο τού Ίανού ........................... 39
Ή άκμή τής άπικής Φ ιλο σοφίας ...... ............
. 47
Α Π Ο Π Ο γ; ............................... ;..... 49
Μ ύθος, θρύλος, καΙ ποίηση.. ...................... 51
ΟΙ προγενέ στεροι φιλόσοφοι . ..................... 57
Ό Πλάτων........................................ 65
'Αλέξανδρος .............................. ......
. 73
ΟΙ πέντε αΙσθή σεις.. ........... ............. ...... 81
Ή έμπειρία . ....... ............ ................... 85
Ή σκέψη......................................... 89
Ή έννοια......................................... 95
Ή κρί ση.......................................... 99
Ή άρχή τής άντιφά σεως. .......................... 103
Π ΩΣ;............................................ 109
Τυπική Λ ογική ....... ...........................
. . 109
ΟΙ κατηγορίες .................................... 113
Ή πρότα ση (κρί ση). ............... ....... ......... 117
Ό συλλογι σμός.. .............. ................... 121
Ή γλώσ σα. . .. ................. ...... . ............ 127
Ή πλάνη ......................................... 135
Ή έρευνα ................... ................ .... . 141
Ό Ά σκληπιάδης .................................
. 147
ΤΙ;. .... .. .......................................
. 153
Ή αΙτιότητα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 155
Ή πολύμορφη φύ ση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 167
Ή ένάρετη ζωή ................................... 173
Ή εύτυχι σμένη συμΒίω ση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 189
Ή τραΥωδ{α . . . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 197
Ή προ σευχή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 203
ΓΙ Α Π ΟΙ Ο ΣΚ Ο Π Ο; . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 211
XPONOΛOΓlKO ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . 215
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . . . . . . . 219
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 225
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ό Ά ριστοτέλης εζησε καί εγραψε σέ μιά έποχή πού ό κό­


σμος τή ς πόλεως εδεIχvε εμφανή τά σημάδια τής παρακμής.
Ή μακρόχρονη μαθητεία του κοντά στ όν Πλάτωνα καί ή τρι­
βή του μ έ τίς συζη τήσεις στ ούς κόλπ ους τής Άκαδημίας τού
εδωσαν τή γεΙJση ένός αισθήματος εγκαρτέρησης καί ψύχραΙ­
μης θεώρησης τών άVΘρώΠI νων πραγμάτων. Ό πλατωνικός
ενθουσιασμός και ή θεϊκή μανί α τής πλ ατωνικής ψυχής δέν
ε χουν θέση aτή σκέψη καί στό εργο του. Ό Άριστοτέλης 6λέ­
π ει τόν κόσμο στί ς ά VΘρώπινες διαστάσεις του καί στήν ίστο­
ρική του προβολή. Ή πολιτική κατάσταση τού καιρού του δέ
μέ νει βέβαια εfp) άπ ό τά ενδιαφέροντά του, δέν έ πιζητεί δμως
ν ά θέσει ίδ ανικά πρό τυπα πολιτικής ζωής, δπως ό μεγάλος δά­
σκαλός του, άλλά πρώτα νά σταθμίσει τά αιτια τή ς κακοδαιμο­
νί ας τών έλληνικών πραγμάτων καί ϋστερα νά προτείνει λύ­
σεις πρακτικές μέσα στί ς δυνατότητες των άνθρώ πων. Τόν
ενδ ιαφέρει ή μελέτη τής ίστορικής πορείας τού άνθρώπου ώς
π ολιτικού και γνωστικού όντος. Ή έποχή του εχει ήδη έ πισω­
ρεύσει γνώση και σαρία, ώστ όσο ό ιδιος σάν γνήσια φιλοσαρι­
κή διάνοια έπαναθέτει τά προβλήματα, άκριβώς γιά νά διαπι­
στώ σει, αν και πόσο άντέχουν στή ν άναrnυyμένη λογική
σκέψη καί aτήν κρίση τών νέων καιρών. Ή ίστορικότητα τού
στοχασμού του εξάλλου δέν τόν παρασύρει στόν ίστορισμό.
Μετρά ει τό βηματισμό τού φιλοσαρΙΚΟύ λόγου ως τίς μέρες
του, νοηματοδοτεί τό χρόνο του καί άμέσως επειτα προσπαθεί
ν ά προσπελάσει τά προβλήματα άπό δύσβατους άλλά καί γοη­
τευτικούς δρόμους. Αύτή ή «μέθοδος .. στήν κυριολεξία χαρα-

13
κτηρίζει δ λα τά εργα τ ού φιλοσόφου καί γίνεται εμφανέστερη,
μ όλις άρχίζει τήν ερευνα ενός προβλήματος.
'Όπως είναι γνωστό ό Άριστοτέλης κάλυψε μ έ τήν ερευ­
νά τ ου σχεδόν δλους τούς τ ομείς τού επιστητού. Σέ πολλές
μάλιστα περιπτώσεις προχώρησε άποφασιστικά πολύ πέρα
άπό τά επι στημονικά δεδομένα τής εποχής τ ου μέ προσωπικές
ερευνες η μέ τή δική τ ου κ αθοδήγηση καί ε πο πτεία. Αύτό
άφορά κ υρί ως τά βιολογικά κ αί τά λογικά προβλήμ ατα. Σέ όλ­
λο υς τ ομείς ό Σταγιρίτης φιλόσοφος συστηματοποίησε καί με­
θόδευσε δ,τι είχε κ ατακτήσει ως τότε ό ερευνητικό<;καί φιλο­
σ ο φικός ν ούς τών 'Ελλήνων' κι αυτό βέβαια άπό τήν αποψη
τής ε πισ τήμης συνιστα επίσης πρόοδο εξίσου μ εγάλη καί άπο­
φασιστική ' γιατί άκριβώς χαρακτηριστικό τής επιστήμης καί
τής όρθής γνώσης είναι τό σύστημα καί ή μέθοδος. Μ' αύτούς
τ ούς δύο «τρόπους» ή γν(�ση γίνεται διδακτή, άπ οκτ α δηλαδή
κοινωνικό χαρακτήρα καί διανθρωπίζεται. Ή μεγάλη καί
ά ναμ φισβήτητη πλατωνική κλη ρονομία εξάλλου εί ναι σέ όλό­
κληρη τή σκέψη τ ού φιλοσόφου φανερή. 'Εξίσου δμως φανε­
ρή είναι καί ή αυτ ονομία τ ού στοχασμού του. Ό Πλάτων
ά σφαλώς ύπήρξε ή φιλοσοφική διάνοια πού "π υ Ρ ο δ ό τ η -

σ ε » τή σκ έψη τού Σ ταγιρίτη φιλοσόφου. Άλλά δπως συμβαί­


νει σέ κ άθε γνήσιο φιλόσοφο καί σέ κάΘε άληθινή φιλοσοφία,
ή φίλοσοφική διδασ καλία δέν άποβλέπει στή μετάδοση,ένός φι­
λοσ οφικού σκ έπτεσθαι, μιας νοοτρο πίας, άλλά στήν πνευματι­
κή αυτ ο νομία καί τήν αύτ οδυναμία τού ό.λλο υ, τού μαθητή.
Ή γνησ ιότητα τής φιλοσοφίας,μετριέται μέ τήν άνυστεροβου­
λία της καί τήν άνιδι ότελειά της κατά τή στιγμή τής διδακτι­
κής πράξεως, δηλαδή τού διαλόγο υ. "Ετσ ι καταλαβαίνουμε,
π ώς τό δ ιδακτικό εργο τής . Ακαδημ ίας τού Πλάτωνα γονιμο­
π οίησε καί καρποφόρησε σέ τόσο ύψηλό βαθμό ενα ρωμαλέο
ν ο ύ, δ πως τό ν Ά ριστοτέλη. Μόν ο ά πό τή γνησ ιότητα τής πλα­
τωνικής φιλοσ οφίας μ πορούσε νά διαμο ρφωθεί μία τόσο καθα­
ρά ελληνική συνέχεια καί πρόοδος.
Μέ τόν Άριστοτέλη, ό φιλοσ οφικός διάλογος δέν ε πιβίωσε
πέρα άπό τά πρώτα σέ διαλογική μορφή εργα του, πού σώθη-
14
καν μόνο σέ άποσπασματική μορφή. Ό διάλογος ήταν σύμφυ­
το ς μέ τήν πλατωνική φΙλοσοφία καί σκέψη. Ό 'Αριστ οτέ λης
ήταν ενας ι'ίλλος, διαφορετικός φιλοσοφικός νούς. Ή πρώτη
περ ίοδος τής φΙλοσοφίας το υ, αύτή πού χαρακτηρίζετω άπό
τόν ε ντονο πλατωνισμό της, μας είνω σήμερα πολύ λίγο προ­
σηή. Τά λίγα άπoσuάσματα άπό τούς διαλόγους τής περιόδου
α ύτής δέν έπαρκούν γιά νά μας βοηθήσουν στήν άνασύστ αση
τ ο ύ φΙλοσοφΙΚΟύ του σκέmεσθω, μπορούμε μόνο νά κερδί­
uΌυμε μερικά γενικά χαρακτηριστικά, δπως π.χ. τή δεσμευτι­
κή άκόμα έπίδραση τής πλατωνικής φΙλοσοφίας στή σκέψη
τ ο ύ 'Αρ ιστ οτέλη, ή όποία έκφράζετω άκριβώς μέ τό διά λογο.
Ή ωριμ η περίοδος τής φΙλοσοφίας τ ού 'Αριστοτέ λη άρχίζει μέ
τις βlOλογικέ ς ερευνες, πού εκανε μέ τή βοήθεια τών φίλων
και μαθητών του στήν περιοχή τής Τρωά δας στή Μικρά 'Ασία
και κυρίως aτή Μυτιλήνη. Τά πορίσματα τών έρευνών αύτών
θά περιληφθούν άργότερα στά βιολογικά του συγγράμματα,
π ού άποτε λούν τήν πρώτη συστηματική μελέτη τών βιολογι­
κών φαι νομένων στήν ε ύρωπαϊκή ήπειρο . Μπορούμε νά ύπο­
θέσου με μέ βεβαιότητα στι παράλληλες ερευνες εκανε ό φΙλό­
σο φος καί στή διάρκεια τής παραμονής του στή Μ ακεδονία
(343-335 π .χ. ), είτε ώς παιδαγωγός τού νεαρού 'Αλεξάνδρου
είτε καί άμέσως μετά τό τέλος τών ύΠΟ χΡεώσεών του στήν
α ύλή το ύ ΦΙλΙππου . Ξέρουμε στι γιά ενα διάστημα ό 'Αριστο­
τέλης παρέμεινε στή Μακεδονία. Μαζί μέ τό Θεόφραστο καί
μερικούς άλλους μαθητέc του συνέχι σε τίς ερευνές του aτή
γενέτειρά του, τά Στάγιρα, καί στήν Πέλλα, περιμένοντας τήν
έξέλιξη τών πολιτικών πραγμάτων στή νότια Έλλάδα. Πράγ­
ματι μετά τήν κατα στροφή τών Θηβών (335 π.χ.) ό 'Αριστοτέ­
λης έπέστρεψε και έγκαταστάθηκε μόνιμα καί γιά 13 χρόνια
aτήν Άθήνα, άφού οί Μακεδόνες διαμόρφωσαν ήδη τήν πολι­
τική κατάσταση τών έλληνικών πόλεων κατά τό δοκούν.
Τ ά δέκα τρία αύτά χρόνια συνιστούν τήν κατ' έξοχήν δη­
μlOυργική περίοδο τού 'Αριστοτέ λη. Είνω έκπ ληκτικό νά
σκέφτετω κανείς, πώς σέ τόσο λίγο χρόνο ό φιλόσοφος αυτ ός
15
π ρόφθασε νά γράψει ενα εργο μέ τόση πολυμέρεια καί εκτα­
ση.
Νηφάλια; άνατόμα; τών φιλοσαρ ικών προβλημάτων καί
συστημα τι κός νούς τού φιλ οσαρΙΚΟύ ε ίδέναι, έρεύνησε καί
«δ ιέτα ξε» τ ή φιλοοαρ ική σκέψη καί τή μεθοδική γνώση, ωστε
ν ά θεμελι ώ σει την έπιστημονική πιά άντιμετώπιση τής φιλο­
σοφία ς. Ξαναmάνει τόν προβλημα τισμό τού φιλοσοφΙΚΟύ γίγνε­
σθαι ά πό τήν άρχή καί άκα ταπόνητα; διανοητής πορεύεται
στί ς αίχμηρές κορυφές τού πνεύ ματος χωρί ς διακοπή. Π ορεία
έ πίμοχθη, δταν ξέρει ς πώς ή μεγαλαρυία τού Πλάτωνα κα­
τ αύ γασε τόν έλληνικό ούρανό' ώστόσο μεγαλαρυής καί ό μα­
θ ητή ς είδε τήν άθέατη άπό τόν Δ άσκαλο πλευρά τών πραγμά­
των .
Ή φιλ οσοφία τής φύσεως, ή έννοια τού όντος, τό πρόβλη­
μα τών ρχών κα τών α τ ων, ή αίσθητι κή άποτίμηση τής τέ­
ά ι ι ί
χνης, ή κ α ταγραφή τών λογικών κατακτήσεων καί δλων τών
λεπτών άποχρώσεων τής γλώσσας καί τού έλληνικού λόγου
γενι κά, ή γνώση τών λειτουργιών τής ψυχής καί τών αίσθή ­
σεων, ή θεμελiωση τής πρακτικής φιλοσαρίας, δηλαδή τής ή­
θ ι κής, καί ή πολιτική του φιλ οσαρία, παράλληλα μ έ τήν ίστο­
ρ ι κή ά νασκ όπηση τής πολιτικ ής ζωής τών έλληνικών πόλ εων
καί πολλών Ef;νων λαών όδήγησε τό νο ύ στήν καθολική διά­
σταση τού άνθρώπου και τού ίστορικού Είναι. Ή σκέψη του
εγινε τό μεγάλο ποτάμι, πού άρδευσε τό στοχασμό τών μεταγε­
ν έστερων, παράλληλα βέβαια μ έ τήν πλατωνική φιλοσοφ ία.
'Όλ
οι οί κατοπι νοί αιώνες ως τά νε ώτερα χρόνια κινού­
'
νται κα στοχάζονται άνάμεσα σ αύτ ά τά δυό μεγέθη τής έλ­
ί
ληνικ ής φιλοσοφία ς. Ό Άρ ιστοτέλης πρακτικότερος ώστόσο
ά πό τό δάσκαλό του δαπάνησε τ ή φιλ οσοφική του δι άθεση γιά
την ερευνα τού αίσθητού κόσμου. Δέν μπορεί νά άποδεχθεί
τις ίδέες το ύ Πλάτωνα έξω άπό τά πράγματα' ή έννοια τής
ϋλης καί τ ής μορφής γίνεται ό άξονας τής μελέτης τού φυσι­
κού-ενυλου κόσμου. Τά πάθη δέν καταδικάζονται, άλλά με­
τρι άζονται (θα.>ρία τής μεσό τητος)' ή τ έχνη και ίδιαί τερα ή
16
τραγωδία καί ή ποίηση γενικά δέν έξ06ελίζοντω άπό τήν KUl­
νωνία, αλλά άπoτψoOvτω μέ κριτήρια οίκεία καί έπομένως
κρίνοντω κατάλληλες νά ύπηρετήσουν τήν άνθρώπινη KOI­
,ότητα' ό ανθρωπος είνω ζ Q ο ν μ ι μ η Τ Ι κ ό ν καί μάλωτα
μιμη Τ Ι κ ώ τ α τ ο ν τ ώ ν ζ � ω ν, δηλαδή ον καλλιτεχνι­
κό από τή φύση του' δέν ένδωφέρεl τόν Άριστοτέλη ή ίδανl­
κή αλλά ή αρίστη πολιτεία, αύτή πού είνω έφικτή στά μέτρα
τών ανθρώπων. Ή πωδεία καί ή σωστή αγωγή συνιστούν τίς
καλύτερες πρ:>ϋποθέσεις γιά τήν έπlωωση καί τήν προκοπή
τής ανθρώπινης ΚOlνότητας. Ή θεωρητική πολιτική φιλοσο­
φία καί ΟΙ άπόπεφες, συνήθως άποτυχημένες, τών 'J<.;λλιίνων
νά εύνομηθοϋν 6ρίσκουν στό εργο τού Σταγφίτη σοφού τιίν
iστορική τους άποτίμηση. Ό στοχασμός του διάνOlξε τόν όρί­
ζοντα τής φιλοοαρίας άπό τήν αντίθεση πρός τόν ΙΙλάτωνα
κατεύθυνση. Ό μελετητής τής φιλοσοφίας εχει τιίν έντύπωση
πώς ή «τελείωση» τής φιλοσοφίας συντελέσθηκε μέ τόν Άρl­
στοτέλη. ιΓιά νά παραφράσουμε μιά δική του φράση, lί φι.ιο­
οοφία εσχε πίν ί'αυctίς φύσιν). Ή μορφή του κλείνει τήν ακ­
μή τής έλληνικής φιλοσοφίας και συγχρόνως μιά όλόκλη- .
ρη έποχή. Μετά τό θάναΊ:ό του ή έλληνική φιλοσοφία καί ή
έλληνική iστopia καί όλόκληρος ό γνωστός τότε κόσμος απο­
κτούν iiλλες διαστάσεις. Μέ τόν Άριστοτέλη εδυσε ό κλασικός
κόσμος τών 'Ελλήνων' ή φιλοσοφία ήιαν ή τελευταία καί ή
κορυφαία τού τραγικού χορού nOu τρά6ηξε τήν αύλαία.
... ... ...
Oi όριστοτελικές σπουδές στά νεώτερα χρόνια γνώρωαν
μιάν αδιάκοπη ανθωη στίς χώρες τής Ευρώπης πού κλιιρονό­
μησαν τήν παράδοση τών Σχολαστικών. Μέ τόν Άριστοτέλη
καί τή φιλοσαρία του δέν καταπιάστηκαν μόνο συστηματικοί
φιλόσοφOl η φιλόλογOl, γιά νά δοϋν καί νά σπουδάσουν τό
εΡΥΟ του από τίς πλευρές που ένδιέφεραν τήν έπωτήμη τους,
αλλά καί κορυφαϊOl έκπρόσωπOl ιών ιiλλων έπιστημών. υ
Γαλιλαϊος, c Κέπλερ, ό Νευτων σέ καήοω φάση τών έρευνών
καί τών πειραματισμών τους Υυρωαν καί συμ60υλεύτι}Κα ν ίί .
17
ξανακοίταξαν τήν έΠΙστημονlκή μέtιοδο τού μεγάλου �τ;αγφί­
τη σοφού. Πρίν απ' αυτούς ώστόσο, αν έξαφέσουμε ιή "λα­
τρεία» τού 'ΑΡlστοτέλη άπό τή Σχολαστlκή φlλοσοφία, πολλοί
λόγlOl στα XΡΌVla τής 'Αναγέννησης μελέιησαν μέ έξαφετική
έμ6ρίθεω τα «φ!λολογlκα" κυρίως εργα τού 'ΑΡlστοτέλη.
'Από τήν 'Αναγέννηση ως τόν περασμένο αίώνα καμιά Παl­
δεία οέν ήταν πλήρης χωρίς τή γνώση τής άΡΙστοτελlκής
"ΠOlητlκής» η τά στοιχεϊα τής .. ΡηΤΟΡlκής" του.
Τήν ιοω έποχή έπίσης κίνησαν τό ένοωφέρον ιών έρευ­
νητών καί τά βιολογικα συγγραμματα τού 'ΑΡlστοτέλη. 'Από
τήν πλευρα των φlλοσόφων ή νεώτερη φlλοσοφία, μολονότι
προσπαtlησε νά άποδεσμευθεϊ από τόν άΡlστοτελΙσμό ιών�xo­
λαστικών, αφlέρωσε λαμπρές σελίοες στή μελέιη τής άρΙσΤΟ­
τελlκής φlλοσοφίας. Ό αγγλlκός έμπεφlσμός είδε στό πρόσω­
πο τού 'Αρχαίου σοφού τή 6έ6αlη άναφορά τών QlKWV του
γ νωσlOθεωρηΤlΚών κατευθύνσεων , άλλά καί φlλοδόξησε νά
γίνει ό ανανεωτής τών AOYlKWV κατακτήσεων τού 'ΑΡlστοτέ­
λη μέ τό ΝονΙΙll1 ()Γ�,1I1U111 τού rΓ.lllLiS I),KOll. Τό Qλλo μεγάλο
ρεύμα τής νεώτερης φlλοσοφίας ό όρθολογΙσμός, πού έγKαl­
νIαζεΤαl από τόν ΚαρτέσlO ως τόν 1\,1111. εβλεπε στόν 'ΑΡlστοτέ­
λη οίκεϊα έρείσματα τών θέσεών του.

'Από τόν 190 αΙ ως τά χρόνlα μας ό 'ΑΡΙστοτέλης καί οί


άΡlστοτελlκές σπουδές γίνOνΤαl κεντΡlκό tιέμα μελέτης πολυ­
άΡlθμων σοφών καί ξεχωΡlστών ίδρυμάτων ii ίνστnούτων.
Μέ τή μεγάλη εκδοση τής AcacJenlia regia I)urussica \1�J1-
1870) εχουμε τό «σώμα» τών άΡlστοτελlκών εργων σέ μιά οχε:
τlKά καθαρή μορφή. 'Ακολουθούν από τό ϊοlο 'ίδρυμα ή εκδο­
ση τών αρχαίων Σχολίων στά συγγράμματα τού 'ΑΡlστοτέλη
(25 τόμοι) κω tWl όλoκληρώνεΤαl ή γραπτή αρχαία παράδοση
τoίj" 'APlmOτέAη καί ανOίγεΤαl ό δρόμος γlά ιή συστηματική
σπουδή τής αριστοτελlκής φlλοσοφίας. Χlλlάδες αύτοτελεϊς
έργασίες καί αρθρα γιά τήν προσωΠlκότητα, ιό εργο καί τή
σκέψη τού Σταγφίτη φlλοσόφου γεμίζουν σήμερα 6l6λlOtιή­
κες, καί είδlκά ίνστnουτα έφοδlασμένα μέ σύγχρονα ιεχνολο-
18
γικά μέσα, ταξΙνομούν, πρoω�oύν καί έρευνούν τήν άΡΙστοτε­
λική παράδοση πού μας κληροδότησαν oi αiώνες, από τήν
αΡΧGlότητα ως τίς μέρες μας. ·Η imopia τών αΡΙστοτελικών
σπουδών αντIΚαθρεφτίζεI τήν πορεία τού φιλοσοφΙΚΟύ στοχα­
σμού, συνειδητή καί έπώδυνη, όπως Kά�ε γνήσια έκφραση
τού πνεύματα;.
·Η φιλοοαρία τού Άριστοτέλη δέν έπαψε ουτε στιγμή νά
άσκεϊ άμείωτη γοητεία καί νά χαρίζει στούς μελετητές της
απερίγραπτή χαρά καί ό.πόλαυση πνευματική, αύτήν ακριtJώς
πού πηγάζει ό.πό τήν εiλικρινή ένασχόληση μέ όποιαοήποτε
περιοχή τής φιλοοοφίας iί τής έπιστήμης.
Οί αριστοτελικές σπουδές στόν έλληνικό χώρο εΙχαν μιά
περίεργη μοίρα. Στά χρόνια τής μακραίωνης δουλείας τού γέ­
νους δέν ύπάρχει σχεδόν κανένας από τούς μεγάλους Δασκά­
λους iί τούς λογίους πού νά μήν ασχολήtJηκε καί νά μήν
έγραψε κάτι γιά τόν ΆΡΙστοτέλη. Ui πνευματικοί αύτοί
αντρες μας αφησαν λαμπρά δείγματα τής αγάπης τους καί τής
μελέτης τής αριστοτελικής σκέψης. 'Ιδιαίτερα μελετήtJηκαν
τά λογικά συγγράμματα τού Άριστοτέλη. Άπηχούσαν tJέtJαια
ως ενα βαθμό τήν καλλιέργεια τών αριστοτελικών σπουοών
στήν έλεύθερη Εύρώπη, δέν πρέπει όμως νά παραγνωρίζουμε
ότι ήταν καί συνεχιστές μιας παράδοσης ριζωμένης στίς έλλη­
νικές κοιτίδες τής ανατολικής Μεσογείου καί κυρίως στούς
τελευταίους αιώνες τής βυζαντινής αύτοκρατορίας ιέποχή Ι Ια­
λαlOλόγων). Ή συμβολή τών λογίων αύτών ανδρών τού ύπό­
δουλου έλληVlσμού περιμένει ακόμα τόν iστορικό καί τόν
συστηματικό έρευνητή της. Άπό τότε πού ό νεώτερος έλληνι­
σμός ό.πόδιωξε ων κατακτητή καί llPOallatJeI νά δημιουργήσει
κράτος καί παιδεία έλληνική, ό Άριστοτέλης καί ή φιλοσοφία
του δέ μελετήθηκαν ούτε σημαντικά ούτε σωστά. Μερικοί, λι­
γοστοί μελετητές μας έδωσαν τόν καρπό τού μόχtJου τους σέ
μικρές καί ό.ποοπασματικές έργασίες. Ui μεγάλες συνtJέσεις
λείπουν. Πολλές ήταν oi αίτίες. Άπό τό ενα μέρος ή αtJερά­
πευτη κακοδαιμονία της έλληνικής ΠGlοείας ως τις μέρες μας
19
καί οί γενικές ΚOlνωνικές καί οίκονομικές συνθήκες δέν ευ­
νόησαν τίς άΡΙστοτελικές σπουδές. Άπό τό ό.λλο μέρος οί άπο­
λήξεις τού νεOKαvτωνIσμoύ στή χώρα μας μετέφεραν έδω
καί τίς πλατωνiζoυσες άVΤIλήψεIς τού φιλοσοφΙΚΟύ αυτού
ρεύματος. 'Έλειψε, λOlπόν, ή συστηματΙκή σπουδή τής άρι­
στοτελικής φΙλοσοφίας, άλλά σίγουρα καί τής πλατωνικής.
Ά ν έξωρέσουμε ενα βιβλίο έποπτικό τής φιλοσοφίας τού Άρι­
στοτέλη, γραμμένο τό 1962 άπό τόν Κ. Γεωργούλη -- ϊσως
μάλιστα δέν πρέπει νά τό έξαφέσουμε, γωτί οί εμμονες άVΤI­
λήψεις τού συγγραφέα του γιά μιά προσέγγΙση τού φιλοσό­
φου σύμφωνη μέ μιά συγκεκριμένη πολπική ίδεολογία, δέν
τού έπέτρεψαν νά δεί έπιστημονικά, δηλ. στά μέτρα καί στίς
διαστάσεις του τήν προσφορά τού Άριστοτέλη - στόν τόιιο
μας δέν εχουμε κανένα συστηματικό εργο γιά τόν Άριστοτέλη
καί τή φιλοσοφία του.

Τό βιβλίο τού J l'ν\' Zemb exel μlά πρωτοτυπία σέ σχέση


καί σύγκριση μέ τίς ι'iλλες συνθεΤlκές έργασίες γlά τόν 'APl­
στοτέλη: προοπαθεϊ νά μάς δώσεl τή σκέψη καί τή φlλοσοφία
τού μεγάλου φΙλοσόφου μέ άποσπάσματα καί συνεχείς nePl­
κυπές άπό τό έργο του. 'Έτσι εχουμε ενα είδος αυτοπαρουσία­
σης τού Άριowτέλη. Δέν είνω βέβαω εργο γlά είδικούς, άλλά
άπευθύνετω σ' αύτό πού λέμε ,.μέσο άναγνώστη.., χωρίς νά
τού λείπει ή έrnστημOνIKή ένημέρωση καί ή άκρίβεια.
Ό έκδότης είχε τήν ευσυνεlδησία νά μήν έππρέψεl τή
μετάφραση τcί>ν άποσπασμάτων τού ΆΡlστοτέλη πού καταχώ­
ρησε στό βιβλίο τού ό. Zemb άπό τό γερμανlκό κείμενο, όπότε
θά ειχαμε μlά μετάφραση τής μετάφρασης τού άριστοτελlκού
κειμένου. Άνέθεσε στόν έπιμελητή τής έκδόσεως αύτής νά
άποδώσει στά νέα έλληνικά τά άποσπάσματα (σχεδόν τό μl­
σό τού βlβλίου) άπό τό πρωτότυπο κείμενο τού ΆΡlστοτέλη.
Στήν έλληνική μετάφραση έπίσης CYlve προσπάθεια νά συμ­
πληρωθεί και νά άνανεωθεϊ ή βιβλlOγραφία, CΤOl ωστε καί γlά
τόν είδικό έπιστήμονα νά χρησιμεύεl ώς ενα πρώτο έργαλείο
καί προσανατολισμός. Είδικά γιά τό σπουδαστή καί τόν έκπαι-

20
δευτικό-φιλόλογο μπορούμε βάσιμα νά ίOXUΡlOθούμε πώς
βιβλlOγραφικά μέ τό βιβλίο τούτο θά εχει στά χέρια του μιά
σχετικά πλήρη ενημέρωση γιά τόν Άριστοτέλη. Παράλληλα
δίνουμε καί γιά τόν .. εiδικό μιά έλληνική βιβλιογραφία γιά
τόν Άριστοτέλη Ιαυτοτελεϊς εργασίες καί αρθραΙ καί μιά επι­
λογή μεταφράσεων. Φυσικά επιλογή εγινε καί στήν ξένη καί
στήν έλληνική βιβλlOγραφία. Γιά τήν εξαντλητική βιβλlOγρα­
φική ενημέρωση στόν ΆΡlOτοτέλη δέν φτάνουν σίγουρα οϋτε
δύο τόμοι' 000 γιά τήν έλληνική βιβλlOγραφία καί είδικά γιά
τίς μεταφράσεις πού κυκλοφορούν, βρίσκεται κανείς σέ δύσκο­
λη θέση: ή άναφορά τους θά παραπλανούσε τόν άναγνώστη.
Άναγκαστικά, λοιπόν, εγινε μιά επιλογή, καί πάλι όμως τά
πράγματα, εEι-u άπό λίγες εξαιρέσεις, εξακολουθούν νά είναι
άπελπιστικά. Δέν είναι ωρα τώρα, ουτε 6 κατάλληλος χώρος,
νά πούμε, τί χρειάζεται γιά νά δούμε τά εργα τού ΆΡlOτοτέλη
μεταφρασμένα σωστά στά νέα έλληνικά. Τό βιβλίο αύτό tJέλει
νά προσφέρει στόν Έλληνα άναγνώστη μιά πρώτη έπαφΙ1 μέ
τήν προσωπικότητα καί τό φιλοσοφικό στοχασμό τού ΆρlOΤΟ­
τέλη. 'Από κεϊ καί πέρα ό δρόμος γίνεται δύσκολος άλλά καί
γοητευτικός.

ΒΑΣ. Α. KYPK()�

21
Η ΑΝΑΒΛΗΘΕΙΣΑ ΔΙΚΗ

Ή Φυγή από τήν Άθήνα


1 1 Ίο υνίο υ , 323 πρό Χριστού. Στή Βαβυλώνα πεθαίνει άπό
ύ ψηλό έλώδη πυ ρετό, σέ ήλικία τριάντα τριών χρόνων, ό Μέγας
Άλέξανδρος . Κληροδοτεί τήν αύτοκρατορία του τψ κρατίστψ.
Μ ετά άπά μέρες ή έκπληκτική ε'ίδηση φτάνει στόν Πειραιά.
ΟΙ έθνικιστές Άθηναίοι βλέπουν πώς πλησιάζει ή ωρα γιά τό
ξεκαθάρισμα τών λογαριασμών · άκάμα δμως έπιβάλλεται προσο­
χή . Π ρίν δώδεκα μόλις χρόνια, ή σημαντικότερη πάλη τής Βοιω­
τίας, ή Θήβα, είχε πληρώσει άκριβά μιά ψεύτικη ε'ίδηση . ΟΙ άνυ­
πόμονοι Θηβαίοι είχαν άρχίσει νά γιορτάζουν τήν άπελευθέρωσή
τους, χωρίς νά περιμένουν τήν έπιβεβαίωση τής φήμης δτι « έκεί­
νος ό μικρός Μακεδόνας», δπως τόν άποκαλούσε περιφρονητικά
ό Δημοσθένης, είχε βρεί τό θάνατο στά βόρεια τού Δούναβη. Μέ
μιά τρομερή προέλαση δμως ό ·Αλέξανδρος είχε φτάσει μέσα σέ
δέκα τέσσερις μέρες μπροστά στίς έφτά πύλες τής Θήβας. Ό
δάσκαλός του ό · Αριστοτέλης είχε διδάξει στόν · Αλέξανδρο τό
σεβασμό Υιά το ύς ποιητές : ό Μακεδόνας μετέβαλε σέ σωρό έρει­
πίων τή Θήβα, αφησε δμως άνέπαφα τούς ναούς καί τό σπίτι τού
Π ινδάρο υ . Κανένας ··Ελληνας δέν είχε ξεχάσει τήν καταστροφή
τής Θήβας, δμως οί περισσότεροι είχαν συμβιβαστει, καθώς οί
νικηφόρες έ κστρατειες τού βασιλιά είχαν κόψει τά φτερά τής
πολιτικής άντιστάσεως. Γιά τίς έκστρατειες αύτές ό νεαρός ·Αλέ­
ξανδρος είχε ξεκινήσει μέ λιγότε ρους άπά 40.000 έθελοντές, μέ

23
όδεια τά ταμεία, άλλά μέ τό δοκιμασμένο συνδυασμό τού βαρέος
ίππικού καί τής λοξής, κατάφρακτης φάλαγγας ' στίς άποσκευές
του είχε ενα άντίτυπο τής"' 1λιάδας » μέ ίδιόχειρες παρατηρήσεις
τού Άριστοτέλη.
"Αν καί οί 'Έλληνες πού κατοικούσαν νοτιότερα άπό τόν 'Ό­
λυ μπο δέν μπορούσαν "νά πάρουν ούτε ενα σκλάβο τής προκο­
πής άπ' αύτήν τήν περιοχή , άπ' αύτή τή μακεδονική πανούκλα»,
όπως τούς ελεγε γιά νά τούς κολακέψει ό Δημοσθένης, είχαν
άναγκαστεί όμως ν' άποδεχτούν ενα Μακεδόνα άφέντη καί προ­
στάτη . 'Όταν στή Βαβυλώνα χρειάστηκε νά άποδοθούν στό νέο
κυ ρίαρχο άνατολίτικες τιμές σύμφωνα μέ τήν περσική έθιμοτυ­
πία, άρκετοί άπ' αί:τούς τούς 'Έλληνες ταπεινώθηκαν ως τό ση­
μείο νά γίνουν αύλικοί. Άνάμεσα σ' αύτούς δμως πού δέν ήταν
πρόθυμοι νά έγκαταλι::ί ψουν τήν περηφάνεια καί τήν άξιοπρέπεια
τού έλεύθερου 'Έλληνα καί πού άντιστέκονταν σ' αύτά τά νέα
εθιμα καί στήν πολιτική τους σημασία, ήταν καί ό βασιλικός χρο­
νικογράφος, άνηψ ιός τού Άριστοτέλη καί έκπρόσωπός του aτή
βασιλική αύλή , ό Καλλισθένης, πού πλήρωσε μέ τή ζωή του τήν
τόλμη καί τίς προθέσεις του . Ή έπιτυχία συχνά διαφθείρει ΤQύς
νεαρούς στρατηγούς. Ώστόσο ό Άλέξανδρος δέν άρνήθηκε ποτέ
τήν έλληνική καταγωγή του , αν καί διακήρυξε τή θε'ίκή του προ­
έλε υση στήν αίγυπτιακή όαση Σίβα καί ενα χρόνο πρίν άπό τό
θάνατό του άπαίτησε τήν έπικύρωση τής ενταξής του στό πάνθεο
τών Έλλήνων. Μ ετά άπό μιά μάχη στόν ' Ινδό ποταμό, πού στοίχι­
σε στόν άντίπαλό του 200 έλέφαντες, ό Άλέξανδρος στέναξε:
,,"Ω Άθηναίοι, πόσα βάσανα τραβάω γιά νά κερδίσω τόν επαινό
σας » ,-
Ό Άριστοτέλης δέν ύποστήριζε τήν πολιτική τής "Μ εγάλης
δ υνάμεως » καί τήν έξισωτική πολιτική τού Άλεξάνδρου ' σύμφω­
να μέ τή δική του πεποίθηση ή ελλειψη μέτρου είναι κακό εδαφος
γιά νά χτίσει κανείς. Παρ� δλα αύτά θεωρείται εύνοούμενος τού
μακεδονικού βασιλικού οϊκου . Μήπως ό Άλέξανδρος δέν έπέτρε­
ψε νά ξαναχτίσου ν τά Στάγιρα, τήν πατρίδα τού δασκάλου του ,
π ο ύ τήν είχαν καταστρέψει τά στρατεύ ματα τού Φίλιππου στόν
πόλεμο μέ τή Χαλκιδική ; Πολλοί ζηλόφθονοι καί ταπεινωμένοι

* Ώ Άθηναίοι, άρα Υε πιστεύσαιτε όν ήλίκους ύπομένω κινδύνους tνεκα


τής παρ' ήμίν εύδοξίας, Τό αναφέρε ι ό Ιστορικός 'Ονησίκριτος καί τό παρα­
δίδει ό Πλούταρχος (Άλέξ, 60). (Σ.τ,Ε.),

24
Άθηναίοι θέλο ύ ν τώρα νά σύρουν σέ δίκη αύτόν τό μέτοικο, πού
δέν εχει πολιτικά δικαιώματα. Εύπρόσδεκτους βοηθούς βρίσκουν
στούς συντηρητικούς κύκλους, πού άπό τή χρυσή έποχή τού Πε­
ρικλή , βλέπουν σάν κίνδυνο, έσωτερικό κι έξωτερικό, τήν έλληνι­
κή άνοχή στά θρησκευτικά πράγματα καί άντιδρούν σέ κάθε προ­
σπάθεια διαφωτισμού . Ό Άναξαγόρας, πού πρίν άπό εναν αίώνα
είχε φέρει τή φιλοσοφία στήν ' Αθήνα, έξορίστη κε. Μ ιά γενιά άρ­
γότερα ό Σωκράτης είχε κι αύτός κατηγορηθεί γιά άθεία. Δέν
βρήκε όμως κανένα σημαντικό ύποστηρικτή άνάμεσα στούς δικα­
στές του καί άναγκάστηκε νά πιεί τό κώνειο. Καταδιώχθηκε άκό­
μα καί ό λαμπρός ύπέρμαχος τής όρθοεπείας, ό Πρωταγόρας:
Μ έ άπόφαση τού δικαστηρίου κάηκε τό βιβλίο του πού αρχιζε μέ
τά λόγια : ,'-0 ανθρωπος είναι τό μέτρο όλων τών πραγμάτων »:'
Ό ' Αριστοτέλης όμως οϋτε συμμεριζόταν τίς άπόψεις τού
Π ρωταγόρα οϋτε δίδασκε τίς θεωρίες του ' αύτός ποτέ δέν είχε ύ­
ποστηρίξει ότι « δέν μπορούσε νά πεί αν ύπάρχουν θεοί καί πώς
είναι. » ' " Δέν ήταν εϋ κολο νά κατηγορήσει κανείς γιά άθεία τόν
πιό βαθυστόχαστο άπ' όλους τούς 'Έλληνες Θεολόγους. Περισ­
σότερες πιθανότητες είχε μιά καταγγελία γιά βλασφημία, καθώς
δέν ελειπε άπό τό «σώμα τού έγκλήματος» ή πολιτική χροιά. Πρό­
κειται γιά τόν συγκινητικό ϋμνο στήν άρετή πού είχε συνθέσει
πρίν άπό χρόνια ό Άριστοτέλης γιά νά τιμήσει τόν φίλο καί προ­
στάτη του Έρμία, πού τόν είχε σταυρώσει ό Πέρσης σατράπης
Μ έ ντωρ . Αύτός ό Έρμίας ύποστήριξε ένεργητικά καί εξυπνα τίς
πολιτικές διεκδικήσεις τού Φίλιππου Β' τής Μακεδονίας. Μέ τήν

• Ό Πρωταγόρας άπό τά Α6δηρα τής Θράκης, άπό τούς κορυφαίους έκπρο­


σώπους τής Σοφιστικής, ήταν ό εΙσηγητής τής όρθοεπείας, δηλ. τού όρθώς 6-
μιλείν: Π6. Πλάτ., Φαιδρ. 267 c. ΟΚ 11 262,5 (Σ.τ.Ε.).
•• Τήν περίφημη αυτή γνώμη τού μεγάλου σοφιστή γνωρίζουμε εμμεσα άπό
τόν Πλάτωνα: Θεαίτ. 151 e: φησί γάρ (δηλ. 6 Πρωταγόρας) πάντων χρημά­
των μέτρον δνθρωπον εΙναι, τών μέν δντων ώς έστι, τών δέ μήν δντων ώς
ούκ έοτιν(6 Πρωταγόρας δηλ. λέγει δτι μέτρο δλων τών πραγμάτων εΙναι 6
άνθρωπος, γιά δσα εΙναι δτι εΙναι, γιά δσα δέν εΙναι δτι δέν εΙναι). (Σ.τ.Ε.) .
••• DK. 11 265,7: περΙ μέν θεών ούκ έχω εΙδέναι, οΟθ' ώς εΙσΙν ούθ' ώς ούκ
ε/σίν· ούθ' όποίοΙ τινες Ιδέαν· πολλά γάρ τό κωλύοντα εΙδέναι it τ' όδηλό­
της καί Βραχύς ό Βίος τού όνθρώπου (γιά τούς θεούς δέν μπορώ νά ξέρω
ούτε δτι ύπάρχουν ούτε δτι δέν ύπάρχουν, ούτε καί μέ τί μο.ιάζουν, γιατί πολ­
λά εΙναι τά έμπόδια γιά νά τούς γνωρίσουμε, κι άκόμα γιατί τά ίδια τά πράγ­
ματα ε Ιναι άσαφή καί ή ζωή τών άνθρώπων σύντομη). (Σ.τ.Ε.).

25
ό θλια λογική πού ή Άθήνα είχε ηδη πολλές φορές έπιδείξει στόν
όνταγωνισμό της μέ έλληνικές πόλεις, ό έχθρός τού έχθρού, δηλ.
ό Άρταξέρξης Γ 'Ώχος, ό έχθρός τών έλληνικών όποικιών της Μι­
κρός Άσίας καί τού μακεδονικού βασιλείου , αρχισε τώρα νά έξυ­
μνείται σάν έπιφανής φίλος της Άθήνας, ένώ ό Έρμίας, πού ή ό­
νηψ ιά καί θετή κόρη του Πυθιάς ήταν ή πρώτη γυναίκα τού Ά­
ρ ιστοτέλη , όνακηρύχτηκε ϋποπτος, όκόμα καί προδότης. Σ' αύτόν
τόν έξυπνο καί έντιμο μαικήνα, πού πρίν όπό τήν τρομερή του έ­
κτέλεση μήνυσε στούς φίλους του δτι «δέν έκανε τίποτε ανάξιο η
άνάρμοστο στή φιλοσοφία», ό Άριστοτέλης έστησε τό ακόλουθο
λογοτεχνικό μνημείο :
, Αρετή, τού ανθρώπου πολύμοχθο απόκτημα,
θήραμα τής ζωης ακριΟό,
γιά σένα, κόρη, αν πεθάνει κανείς,
ζηλευτή στήν Έλλάδα ή μοίρα του θάναι'
καί μύριους, ακατάπαυστους κόπους γιά σένα αψηφούν.
Τέτοια στό νού μας Οάζεις αθάνατη όρμή
κι απ' τό χρυσάφι πιό καλή
κι απ' τούς γονιούς κι από τή γλύκα τού ϋπνου.
Γιά χάρη σου κι ό Ήρακλης, ό γιός τού Δία,
καί οΙ γιοί της Λήδας
οάσανα τράοηξαν πολλά καί πάθη
τή δική σου θηρεύοντας δύναμη.
Ό Άχιλλέας κι ό Αίαντας στόν 'Άδη κατεδήκαν
γιά τό δικό σου πόθο'
γιά τή δική σου τή γλυκειά μορφή
καί τού Άταρνέα ό δλαστός
τού ηλιου τό φώς δέν ξαναδλέπει'
μά γιά τά εργα του θά μείνει ξακουστός
καί οΙ Μούσες, της Μνημοσύνης κόρες,
αθάνατη τή δόξα του θά κάνουν,
αυτές πού τού Ξένιου Δία τό σέοας μεγαλύνουν
καί της πιστής φιλίας τό δώρο. 1
Ό Άριστοτέλης, ώς έρευνητής καί δάσκαλος είχε τήν ύπο­
στήριξη τής κοινής γνώμης. Στούς Άθηναίους είναι πολύ γνωστή
ή λεπτή μορφή τού προσεκτικά ντυμένου έξηντάχρονου φιλοσό­
φ ο υ . Άγαπούσαν τόν άπλό κι δμως πνευματικό τρόπο μέ τόν ό­
ποίο κάνει έρωτήσεις στούς τεχνίτες, στούς χωρικούς καί στούς
ψαράδες. Παρόλο πού δέν πιστεύει καί πολύ στίς φανταστικές

26
τους ίστορίες, ποτέ δέν μοιάζει άλαζονική ή σκωπτική, πι κρή εκ­
φραση πού παίρνουν τά χείλη του.

. περ. 3()()
Άλέξανδρος ό Μέγας. Βασιλιάς τιίς Μαλ'εδονiα-. Άττικό τετράδραχμο
π.Χ.

Ό Άριστοτέλης όμως δέν ύπερτιμά τή δημοτικότητά του. Ξέ­


ρει ώς ποιό βαθμό μιά πολιτική άνατροπή κάνει νά φουντώνουν ό
φθόνος καί ή δειλία. Δέν λείπουν οί προειδοποιήσεις . Ή πόλη τών
Δελφών άνακαλεϊ τίς τιμές πού τού είχε άποδώσει παλαιότερα ' ό
φιλόσοφος τό δέχεται άτάραχα άλλά καί προσεχτικά. Άποφεύγει
τή δ ίκη έπί άθείςι πού τού έτοιμάζεται, Υι ά νά μή δώσε ι στούς Ά­
θηναίοuς τήν εύκαι ρία νά άσχημονήσοuν Υι ά δεύτερη φορά είς
Βάρος τής φι λοσοφίας». 2

27
Η ΔΙΑ ΘΗΚΗ

Κι όλλη μιά φορά είχε έγκαταλείψει τήν Άθήνα. Τότε ήταν


τριανταεφτά χρονών, είχε σπουδάσει καί ζήσει ε'ί κοσι σχεδόν
χρόνια στήν Άκαδη μ ία τού Πλάτωνα, δέν είχε δμως έκλεγει διά­
δοχος τού Δάσκάλου · ετσι έγκαταστάθηκε μέ μερικούς φίλους
στήν έποικισμένη άπό Αίολούς άκτή τής Μικράς Άσίας, δπου
β ρήκε τήν πραγματική όνθισή της ή σταδιοδρομία του. Τούτη τη
φορά παραμένει στήν έδώ πλευρά τού Αίγαίο υ , στήν ίωνική, δπως
κα ί ή Άττική , Εϋβοια. Σ' αύτό τό μεγάλο νησί άπέναντι άπό τη
Βοιωτία ή μητέρα του είχε ενα κτήμα, δπου ό φιλόσοφος θά ζήσει
τώρα στόν κύ κλο τής οίκογένειάς του. 'Ότα ν ό όνεμος είναι εύ­
νοϊκός φθάνει μέ μιάς μέρας θαλασσινό ταξίδι. Ή δίκη έπ ί άθείC;Ι
δέν εγινε. Παρόλο πού αύτή ή έξορία διακόπτει όναπάντεχα τη
σταδιοδρομία του , ό 'ίδιος παραμένει πιστός στ ίς όρχΙς του . Δέν
είχε πε ι παλαιότερα γιά τή φιλοσοφία, πώς είναι «στολίδι στήν εύ­
τ υχία καί καταφύγιο στή δυστυχία» ; Μετά όπό λίγους μήνες πε­
θα ίνει όπό μιά άρρώστια τού στομάχου . Ή γενέτειρά του , τά Στά­
γιρα, όποδίδει στό νεκρό τιμές ηρω α κα ί όποφασίζει νά δώσει τ'
ό νομά του σέ μιά γιορτή καί σέ μιά πλατεία. Ό φ ίλος του Θεό­
φραστος, πού τόν διαδέχτηκε στή διεύθυνση τής περιπατητι κής
σχολής, στήνει τό όγαλμά του στό ί ερό τών μουσών τού Λυκε ίου.
Άπό τή διαθή κη του , πού τήν είχε συντάξει στή Χαλκίδα, μιλάει
τό ε ύγενικό φρόνημα τού φιλοσόφου. Καμιά μαρτυρία δέν ζωντα -

29
νεύει πιό εντονα καί πιό άνθρώπινα τήν παρουσία τού άνθρώπου,
πού ό Μωϋσής Μαιμονίδης καί οί σχολαστικοί πού έπηρεάζονταν
άπ ' αύτόν ό ν ό μαζαν «ήγεμόνα τών φιλοσόφων ,, :
Είθε τά πράγματα νά πάνε καλά. Στήν περίπτωση δμως πού θά
συμοεί κάτι, εγώ, ό Άριστοτέλης, αφήνω τήν ακόλουθη Διαθήκη. 'Ε­
κτελεστή τής Διαθήκης γιά δλα τά ύπάρχοντά μου καί γιά καθένα απ'
αυτά όρίζω τόν Άντίπατρο. 'Έως δτου ό Νικάνωρ (ενηλικιωθεί) καί
αναλάοει τή διαχείρηση τής περιουσίας μου, νά εχει τή φροντίδα τών
παιδιών, τής Έρπυλλίδας καί τών περιουσιακών στοιχείων πού αφή­
νω ό Άριστομένης, ό Τίμαρχος, ό 'Ίππαρχος, ό Διοτέλης καί ό Θεό­
φραστος, εφόσον αυτός επιθυμεί καί μπορεί νά αναλάΟει. 'Όταν ή κό­
ρη μου ερθει σέ ήλικία γάμου, νά τή δώσουν ώς γυναίκα στό Νικάνο­
ρα· άν δμως συμοεί κάτι στό κορίτσι δ μή γένοιτο καί εύχομαι νά μή
συμοεί - πρίν νά παντρευτεί ή μετά τό γάμο της, καί πρίν ακόμη κά­
νουν παιδιά, ό Νικάνωρ νά έχει τήν κυριότητα καί τού παιδιού καί δ­
λων τών άλλων, γιά νά τά διαχειρίζεται δπως αξίζει σ' αότόν καί σ' ε­
μάς. 'Επιπλέον ό Νικάνωρ νά φροντίζει καί γιά τό κορίτσι καί γιά τό
αγόρι τό Νικόμαχο, δπως νομίζει καλύτερα γιά τό συμφέρον τους,
σάν νά ήταν πατέρας καί αδελφός τους. "Αν δμως πρίν συμοεί κάτι
στόν Νικάνορα - δ μή γένοιτο -, δηλαδή είτε πρίν παντρευτεί τό
κορίτσι είτε μετά, καί πρίν ακόμα γεννήσουν παιδιά, (στήν περίπτωση
αυτή) δ,τι όρίσει εκείνος αυτό νά Ισχύσει. 'Εάν ό Θεόφραστος θέλει
νά πάρει μαζί του τό κορίτσι, νά Ισχύσου\" δσα είπα γιά τόν Νικάνο­
ρα, διαφορετικά δσους δρισα επιτρόπους τής Διαθήκης μαζί μέ τόν
Άντίπατρο νά διαχειρισθούν τά σχετικά μέ τό κορίτσι καί μέ τό αγό­
ρι, δπως αυτοί νομίζουν καλύτερα. ΟΙ επίτροποι καί ό Νικάνωρ, γιά
χάρη τής μνήμης μου, νά φροντίζουν καί γιά τήν Έρπυλλίδα, γιατί
μού φέρθηκε πάρα πολύ καλά, γιά δσα προολήματα εχει καί κυρίως
άν θελήσει νά παντρευτεί, (νά φροντίσουν) νά μήν παντρευτεί εναν α­
νάξιο τού όνόματός μας. Άκόμη νά τής δώσουν επιπλέον αύτών πo�
τής άφησα πρίν καί ενα αργυρό τάλαντο από τήν περιουσία πού αφή­
νω καί τρείς ύπηρέτριες, άν θέλει, καθώς καί τήν ύπηρέτρια πού εχει
ήδη καί τόν ύπηρέτη τόν Πυρραίο. Στήν περίπτωση πού θέλει (ή Έρ­
πυλλίς) νά κατοικήσει aτή Χαλκίδα, νά πάρει τόν ξενώνα πού είναι
κοντά στόν κήπο, άν δμως θέλει νά μείνει στά Στάγιρα, . νά πάρει τό
πατρικό μου σπίτι. 'Όποιο από τά δύο σπίτια θελήσει,οΙ επίτροποι ύ­
ποχρεούνται νά τό επιπλώσουν μέ έπιπλα πού νομίζουν αύτοί πώς εί­
ναι κατάλληλα καί ή Έρπυλλίς θεωρεί δτι τήν Ικανοποιούν. Ό Νικά­
νωρ επιπλέον νά φροντίσει καί γιά τό μικρό αγόρι τό Μύρμηκα, ωστε

30
νά έπιτροπεύσει, σπως αξίζει σέ μάς τούς ϊδιους, τήν περιουσία του
μαζί μ' αυτά πού εχουμε πάρει απ' αότόν. Ή ΆμΌρακίς νά γίνει έλεύ­
θερη καί σταν παντρευτεί ή κόρη μου νά τής δώσουν πεντακόσιες
δραχμές καί τήν ύπηρέτρια πού εχει. Νά δώσουν ακόμη στό Θαλή, έ­
κτός από τήν ύπηρέτρια πού αγόρασε καί εχει, χίλιες δραχμές καί μία
ακόμη ύπηρέτρια. Καί στό Σίμωνα, χωριστά από τά χρήματα πού τού
δόθηκαν πρίν γιά ν' αγοράσει εναν άλλον ύπηρέτη, η νά τού αγορά­
σουν ενα ύπηρέτη η νά τού δώσουν χρήματα αντί γι' αότό. Τόν Τύχω­
να νά τόν αφήσουν έλεύθερο, σταν ή κόρη μου παντρευτεί, καθώς καί
τόν Φίλωνα καί τόν 'Ολύμπιο καί τό μικρό παιδί του. Νά μήν πωλή­
σουν κανένα από τούς δούλους πού μέ ύπηρετούν, αλλά νά τούς κρα­
τήσουν γιά τή χρήση τού σπιτιού. 'Όταν σμως ένηλικιωθούν τά παιδιά
μου, τότε νά τούς αφήσουν έλεύθερους κατά τήν αξία τους. Νά μερι­
μνήσουν ακόμη οΙ έπίτροποι τής Διαθήκης μου οΙ ανδριάντες πού ε­
χουν παραγγελθεί στό Γρυλλίωνα νά τελειώσουν καί σταν όλοκληρω­
θούν νά φροντίσουν νά στηθούν στόν κατάλληλο τόπο: ό ανδριάντας
τού Νικάνωρα δηλαδή καί τού Προξένου, τόν όποίο εΙχα σκεφθεί νά
παραγγείλω, καθώς καί ό ανδριάντας τής μητέρας τού Νικάνωρα.
Καί τού 'Αριμνήστου τόν ετοιμο ηδη ανδριάντα νά φροντίσουν νά
σωθεί, γιά νά θυμίζει τή μνήμη του, έπειδή πέθανε άτεκνος. Έπίσης
καί τό άγαλμα τής μητέρας μου νά τό αφιερώσουν στή Δήμητρα στή
Νεμέα η σπου νομίσουν αυτοί. Στόν τάφο σπου θά θάψουν τό σώμα
του έκεί νά οάλουν καί τά δστά τής Πυθίας, αφού τά ξεθάψουν, σπως
άλλωστε ή ίδια ε Ιχε παραγγείλει. Τέλος ό Νικάνωρ, δταν έπιστρέψει
σώος στήν πατρίδα, νά έκπληρώσει τό τάμα πού εκανα γι' αυτόν, δη­
λαδή ν' αφιερώσει λtθινα αγάλματα, τέσσερις πήχεις μεγάλα, στό Δία
Σωτήρα καί στήν 'Αθηνά Σώτειρα στά Στάγιρα 3.
Γιά τήν έρμηνεία αύτής τής μαρτυρίας θά άρκούσαν έδώ λίγα
μόνο λόγια. Ό Άντίπατρος, πού ό Άριστοτέλης τόν διορίζει έκτε­
λεστή τnς τελε υταίας του έπιθ υμίας, είναι κατά κάποιο τρόπο ό
προστάτης τών Περιπατητικών καί ταυτόχρονα ό κυρίαρχος τής
Έλλάδας. Ό Άλέξανδρος τού είχε δώσει έκτεταμένες έξουσίες,
τόν είχε κάνε ι τοποτηρητή του καί άνώτατο στρατιωτικό διοικητή.
Σ' όντίθεση μέ τόν Έρμία όπό τόν Άταρνέα, ό Άντίnατρος δέν
εχει επιστη μονικές φιλοδοξίες. Ή στενή φιλία πού τόν συνδέει μέ
τόν Άριστοτέλη δέν βασίζεται σέ κοινά ένδιαφέροντα, έκτός ϊ­
σως από τήν πολιτική, άλλά στήν αμο ιβαία έκτίμηση. Π ρίν ακόμα
από τό θάνατο τού Άλέξανδρου ό Άντίπατρος είχε χάσει τήν έ­
ξουσία του . Ό βασιλιάς τόν είχε καλέσει στήν αύλή του γιά νά

31
μπορέσε ι νά έντάξει πιό άποτ ελεσματ ικά τήν Έλλάδα στά νέα
σχέδιά του . Τίς μέρες πού ό Άριστοτέλης έφευγε άπό τήν Άθή­
να, ό φίλος του έκανε άκόμα τό δύσκολο ταξίδι του μέσα άπό τή
Μ ικρά Άσία.
' Ο Άρισ ο έλης γεμάτος εύγνωμοσύνη , θέλε ι νά γίνουν ά­
τ τ
γάλματα πρός τ ιμή των γονιων το υ , πού ε ίχαν πεθάνει πρόωρα,
καί το ύ θετο ύ του πατ έρα, το ύ Πρόξενο υ . Τό γιό το ύ Πρόξενου τό
Ν ικάνωρα, τόν υ ίοθέτησε ώς μελλοντ ικό γαμπρό του · αύτός είχε
άποκτήσει έ μπιστη θέση στό στρατόπεδο το ύ Άλεξάνδρου, δπως
δείχνει ή άποστ ολή πού το ύ ε ίχε άνατεθεϊ τόν προηγούμενο χρό­
νο : ήταν έκεϊνος πο ύ είχε άνακο ινώσε ι στούς 'Έλληνες τούς συγ­
κεντρωμένους στούς ' Ολυμπιακούς άγωνες, δ τ ι ό κύριός του ά­
παιτούσε μιά θέση καί στό έλληνικό πάνθεο. Αύτό ήταν Ι κανός
λόγος νά κάνει ένας Άριστοτέλης τάμα γιά τήν άσφαλή έπιστρο­
φή το υ . Ή κόρη πού προόριζε ό Άριστοτ έλης γιά τόν Νικάνωρα, ή
Π υ θιάς, έχει τό δνομα της μη τέρας της, τη ς πρώτης γυναίκας τού
φ ιλοσόφου , πού τήν είχε γνωρίσει aτό σπίτι το ύ Έρμία. Μετά τό
θάνατό της ό Άριστοτέλης πη ρε στό σπίτι του μιά γυναίκα πού
λεγόταν Έρπυλλίς. Ή Έρπυλλίς το ύ χάρισε ένα γιό, τό Νικόμαχο.
'Ο Άρίμνηστ ος, πού πέθανε ατεκνος, ήταν ό μοναδικός άδελφός
τ ο ύ φιλοσόφο υ .

32
ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ

Ο ί Άθηναίοι δέν κατάφεραν νά κάνουν τήν προμελετημένη


δίκη . Άντί γι' αύτούς, έδω κα ί αίωνες άστρονόμοι, φυσικοί, ήθικο­
λόγοι, φιλόσοφοι καί θεολόγοι ύπερασπίζο υν μέ έπιτυχία τήν άνα­
ληφθείσα δίκη έναντίον τού Άριστοτέλη, δέν μπορούν δμως νά
βγάλου ν μιά γενικά άποδεκτή άπόφαση , αν καί ή έρευνα σήμερα
βρίσκεται κ υ ρίως στά χέρια των φιλολόγων καί των ίστορικων. Ό
Άριστοτέλης είναι πιό μακρόβιος άπό τούς δικαστές του καί πιό
ζωντανός άπό τίς σχολές πού καμαρώνουν μέ τό όνομά του.
Τί σημαίνει άριστοτελικός ; Κάποιος πού ύποστηρίζει τίς θεω­
ρίε ς , η τή μέθοδο , η τό πνεύμα τού Π εριπάτου; Τά ύπερασπίζει η
τά άναπτ ύσσε ι ; Άπροσδόκητα παρουσιάζονται κατήγοροι καί, ύπε­
ρασπιστές τού Άριστοτέλη στά διάφορα στρατόπεδα. Οί μαθητές
του άντιτάσσουν τήν αύθεντία του στούς νεώτερους. Οί νεώτεροι
πιστεύουν πώς μ' αύτό ή άκαδημα'ί κή φιλοσοφία προσφέρει στ όν
Άριστοτέλη κακή ύπηρεσία καί έπικαλούνται τήν έλευθερία τού
χειραφετη μένου πλατωνικού. Ό Άριστοτέλης διαβάστη κε, πι­
στεύτη κε, κατανοήθηκε, μεταφράστηκε, παρανοήθηκε, θαυμά­
στηκε, χλευάστη κε όσο κανένας αλλος φιλόσοφος στήν ίστορία.
« Ε ίκοστό πέμmο » , παραγγέλλει ό Μαρτίνος Λο ύθηρος6τή
χριστιανική άριστοκρατία τού γερμανικού έθνους, «τά πανεπιστή­
μιο χρε ιάζονται κι αύτά μιά καλή, γερή ilεταρρύθμιση . . . Έδω ή
συ μβουλή μου θά ήταν νά καταργηθούν έντελως τά άριστοτελικά

33
"Ο Θεοφραστος : ο σπουδα ιο τερΟζ ίσω; μαυη τι;; lωι φιί.υ; rυιί Αμιστυτι:ι.η . . Ι ι. τι;;
δ ιαδεχτηκε το φ ιλοσοφο στή διεύθυ νση τού Λ υκειου

34
β ιβλία. Φυσικά, Μετά τά Φυσικά, Περί Ψυχής καί Ήθι κά, πού ως
τώρα τά θεωρούσαν τά καλύτερά του , μαζί μέ δλα τά αλλα, πού
εχουν τή φήμη πώς άσχολούνται μέ φυσικά πράγματα, ώστόσο
άπ' αύτά δέν μπορεί κανε ίς νά μάθει τίποτε, οϋτε γιά τά φυσικά
οϋτε γιά τά πνε υματικά πράγμα'τα, έπί πλέον κανείς μέχρι σή μερα
δέν μπόρεσε νά καταλάβει τή γνώμη του· κι ετσι πολύς πολύτιμος
χρόνος ε ύγενικων ψυχων φορτώθηκε μάταια μέ πολλή αχρηστη
έ ργασία, μελέτη καί δαπάνες. Μπορω νά πω πώς ενας. άγγειοπλά­
στης ξέρει περισσότερα γιά τά φυσικά πράγματα άπό δσα γρά­
φουν έκείνα τά βιβλία. Μού πονάει ή καρδιά μου πού ό καταραμέ­
νος, άλλαζονικός, δόλιος είδωλολάτρης παρέσυρε μέ τά ψεύτικα
λόγια του τόσους πολλούς άπό τούς καλύτερους Χριστιανούς καί
το ύς ξεγέλασε. Ό Θεός μάς βασάνισε τόσο πολύ μέ δαύτον γιά
τίς άμαρτίες μας . . . Κανείς δέν μπορεί νά μέ κατηγορήσει δτι λέω
πολλά, Γι νά μέ κατηγορήσει δτι δέν ξέρω τίποτε. Άγαπητέ φίλε,
ξέρω καλά τί λέω. Ό Άριστοτέλης μού είναι τόσο γνωστός δσο
καί σέ σένα καί στούς όμοίους σου . Κι έγώ τόν διάβασα καί τόν α­
κουσα μέ περισσότερη κατανόηση άπ' δ,ΤΙ τόν 'Άγιο Θωμά η τόν
Σκότους. Γι' αύτό μπορω νά καυχιέμαι χωρίς άλαζονεία καί, αν
χρε ιαστεί, μπορω νά τό άποδείξω. Δέν μ' ένδιαφέρει αν τόσες έ­
κατοντάδες χρόνια τόσο πολλή ύψηλή νόηση καταναλώθηκε μέ
δαύτον. Δέν μέ ένοχλούν καθόλου τέτοιες άντιρρήσεις, πού προ­
βάλλουν μερικοί. Γιατί είναι φανερό δτι καί αλλες πλάνες εχουν
παραμείνει γιά πολλο ύς αίωνες στόν κόσμο καί στά πανεπιστή­
μια » .
Πάνω άπό χίλια χρόνια πρίν έγείρει αύτήν τήν άπαίτηση ό ό­
παδός τού Αύγουστίνου Λούθηρος, ό 'ίδιος ό Αύγουστίνος διάβα­
ζε τόν ,, 'Ορτένσιο » , δπου ό Κικέρων άπολαμβάνει τίς βασικές
σκέψεις τού νεαρού Άριστοτέλη , δπως τίς βρίσκουμε τόν " Προ­
τρεπτικό» πού μόνο άποσπάσματά του εχουν διασωθει, κι εγραφε
στά ,, 'Απομνημονεύ ματά» του ( 1 1 1 , 4,7) : "Αύτό τό βιβλίο αλλαξε τή
σκέψη μου κι εστρεψε τήν προσευχή μου σέ Σένα, Κύριε ' εδωσε
μιά αλλη κατεύθυνση στίς έπιθυμίες καί τούς πόθους μου . Χωρίς
άξία μού φάνηκε ξαφνικά κάθε μάταιη έλπίδα · μέ άπίστευτη φλό­
γα στήν καρδιά πόθησα τήν άθάνατη σοφία καί δρμησα νά γυρίσω
σέ Σένα » .
'Όταν ό Γκασσέντι (βλ. χρονολογικό πίνακα) άμφισβήτησε τή
θεωρία των τεσσάρων στοιχείων, ενας «δόκτωρ» τού άπάντησε ά­
γανακτισμένος δτι δέν έπιτρεπόταν νά άνοίξει κανείς συζήτηση

35
μέ κάποιον πού δέν άναγνώριζε τίς άρχές (τής άριστοτελικής φι­
λοσοφίας) . Ό Γκασσέντι προσπάθησε μάταια νά ύπενθυμίσει μιάν
αλλη άρχή , ότι δηλαδή κανένας σοφός δέν πέφτει άπό τόν ούρα­
νό : Τριανταδύο χρόνια μετά τό θάνατό του ή Σορβόννη άνανέ.:ι.Jσε
τήν άπαγόρευση τής άπόκλισης άπό τίς άριστοτελικές θεωρίες .
Ό Μολιέρος είχε πάρει στό ψιλό τούς περιπατητικούς : « Δίκιο δέν
εχει κανείς, μέ έξαίρεση έμας καί τούς φίλους μας ". Στήν ίστορία
του τού 170υ αίώνα ό Βολταίρος εύχαριστούσε ενα φιλόσοφο γιά
τόν όποίο ποτέ μέχρι τότε δέν τού είχε ξεφύγει επαινος , τόν Ντε­
κάρτ , γιά τό ότι μέ τό δικό του φάντασμα, πού ήταν άνίκανο νά έ­
πιβιώσει , είχε τουλάχιστον νικήσει όριστικά τό άριστοτελικό φάν­
τασμα .

Στό χρονολογικό πίνακα μπορεί κανείς νά βρεί μερικά στοι­


χεία γι ' αύτή τή γεμάτη έναλλαγές διαμάχη . · Εδώ ένδιαφέρει μό­
νο αύτός πού τήν προκάλεσε . Γιατί ό · Αριστοτέλης άνασταίνεται
κάθε φορά όπως ό φοίνικας άπό τίς στάχτες ; · Ασφαλώς όχι μόνο
έπειδή ή φιλοσοφία του έξακολουθεί νά διδάσκεται σάν προετοι­
μασία γιά τίς θεολογικές σπουδές στά έκκλησιαστικά σεμινάρια
καί στίς θεολογικές σχολές. Οϋτε μόνο έπειδή οί άντίπαλοί του
δέν μπόρεσαν νά συμφωνήσουν μεταξύ τους . ·0 · Αρ ιστοτέλης εί­
ναι άκριβώς μιά άρχή. Μιά άρχή δέν μπορεί κανείς νά τήν έξορί­
σει άπό τήν περιοχή τής φιλοσοφίας . Κι ε νας φιλόσοφος δέν μπο­
ρεί ν ά φέρει στόν κόσμο πολλά περισσότερα άπό μιά άρχή , εϊτε
δοκιμάζει κι αλλες άρχές, συνήθως σέ περιορισμένο χώρο ε·ίτε έ­
παναλαμβάνει τήν ϊδια άρχή μέ την έπιμονή τού άλχημιστή η τού
δεομένου μοναχού . Πολλά εγιναν γιά νά καταρριφθεί ή άριστοτε­
λική άρχή . Στή νεώτερη έποχή μερικοί σκέφτηκαν δτι ή άπόδειξη
τής έξέλιξης τής άριστοτελικής φιλοσοφίας μπορούσε νά άναιρέ­
σει τό έρεθιστικό στοιχείο τής άκατάλυτης σκέψης . Σήμερα γίνε­
ται σαφές ότι τό βιβλίο τού Werner Jaeger (Aristoteles-Grundlegung
einer Geschichte seiner Entwicklung, Βερολίνο 19552)* γιά τόν · Αρι­
στοτέλη άποκάλυψε καί έδραίωσε τήν πρωτοτυπία καί τήν έλευ­
θερία τής άριστοτελικής σκέψης . Πόσο μπερδεύει ό ·Αριστοτέλης
τούς φιλόσοφους τού 200ύ αίώνα τό εδειξε ό Γάλλος μεταφρα­
στής τού Πλάτωνα Robin, στήν κατεξοχήν σολομώντια κρίση του ,
πού θά ηθελε κανείς νά τήν προσυπογράψει , αν δέν ήταν σόφι-

* ( Άριστοτέλη ς. Θεμελίωση μιάς Ιστορίας τής έξέλιξής του) .

36
σμα : '' ' 0 Άριστοτέλης ή ταν πάρα πολύ καί ταυτόχρονα πάρα πο­
λύ λίγο φιλόσοφος ! » .

37
ΤΟ Π ΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΑΝΟ Υ

Ή δ ίκη ύφίσταται κι αύτή τήν παράξενη μοίρα πού έπιφυλά­


χθηκε στά πρακτικά της στά κείμενα δηλαδή τού Άριστοτέλη . Ό
αριθμός τους ύπολογίζεται γύρω στά 400 βιβλία. 'Έχουν διασωθεί
οί τίτλοι 1 43 εργων. 'Ένα μέρος απ' αύτά ήταν γνωστό στήν αρ­
χαιότητα, εχο υν χαθεί όμως για μας έ κτός από μιά σειρά άποσπα­
σμάτων. 'Ένα αλλο τμήμα τών εργων τού φιλοσόφου εμεινε άπρό­
σιτο γιό δυόμιση αίώνες, άπό τότε όμως πού άνακαλύφθη καν α­
ποτελούν τή βάση τών γνώσεών μας σχετικά μέ τήν άριστοτελική
σκέψη . Π ρέπει νό προσεχθεί ότι οί δυό αύτές όμάδες κειμένων
παρουσιάζου ν σημαντικές διαφορές στό ϋφος καί στό περιεχόμε­
ν ο . Οί απόψεις τού Λούθηρου καί τού Αύγουστίνου πού άναφέρα­
με, δείχνουν τή διαφορετική έπίδραση πού ασκούσαν αύτά τά, ό­
πως όνομόστηκαν αργότερα, έσωτερικά καί έξωτερικά εργα τού
Άριστοτέλη. Δυό χαρακτηριστικά σημεία άπό αύτές τίς δυό κατη­
γορίες τής φιλοσοφ ικής σκέψης θά δείξουν αύτή τή διαφορά κα­
λύτερα άπ' ό,τι μιά περιγραφή της :
Άν κάποιος κατείχε δλα τά αγαθά, ώς πρός τή φρόνηση δμως ή­
ταν ενας άνθρωπος χαλασμένος καί άρρωστος, τότε δέν θάξιζε νά ζεί
κανείς μιά τέτοιά ζωή, γιατί σέ μιά παρόμοια περίπτωση δέν υπάρχει
κανένα όφελος συτε από τά υπόλοιπα αγαθά. Γι' αΌτό δλοι δσοι κα­
ταλαβαίνουν καί μπορούν νά γευθούν αΌτό τό πράγμα πού είναι ή
φρόνηση, νομΙζουν πώς τά άλλα δέν αξίζουν τίποτε καί αΌτός είναι 6
39
λόγος πού κανένας δέ θάθελε νά περάσει μιά ζωή όλόκληρη μεθυσμέ­
νος ή παιδί. Αυτός άλλωστε εΙναι ό λόγος πού καί ό ϋπνος �Ιναι μέν
πάρα πολύ ευχάριστο πράγμα, ώστόσο κανένας δέ θά τόν προτιμού­
σε, ακόμα κι άν ύποθέσουμε πώς στόν κοιμισμένο προσφέρονται δλες
οΙ aπoλαύσεις γιατί δσα συμδαίνουν στόν ϋπνο μας εΙναι aπατηλές

'ό Π λάτων κ αί ό Άριστοτέλης διαλεγόμενοι. Ά νάγλυφο τού Luca de la Robbia


( 1399-1482 ). Φλωρεντία. Κωδονοστάσιο τού καθεδρικΟύ ναού .

40
παραστάσεις, ενώ δταν είμαστε ξυπνητοί είναι αληθινά. Διότι δέδαια
ό ϋπνος από τήν εγρήγορση δέν διαφέρει σέ τίποτε άλλο εκτός από τό
δτι ή ψυχή στήν εγρήγορση συχνά δρίσκεται στήν αλήθεια, ενώ στόν
ϋπνο πάντοτε βρίσκεται σέ πλάνη, δηλαδή τό περιεχόμενο τών όνεί­
ρων εΙναι δλωσδιόλου απάτη καί πλάνη .
Έπίσης τό γεγονός δτι οΙ περισσότεροι άνθρωποι αποφεύγουν τό
θάνατο εΙναι απόδειξη δτι ή ψυχή αγαπά τή γνώση. Ή ψυχή αποφεύ­
γει δσα δέν ξέρει, δηλαδή δ,τι εΙναι σκοτεινό καί ακαθόριστο, ενώ
από τη φύση της επιδιώκει τά σαφή καί δσα μπορούν νά γίνουν γνω­
4
στά.
' Ως άντίθετο παράδειγμα θά χρησιμεύσει ή άρχή του βιβλίου
γιά τήν άπόδειξη, ένώ πρέπει νά σημειωθεϊ δτι ό Λούθηρος, πού
αρχισε τή διδακτική του δραστηριότητα τό 1 508 μ' ενα μάθημα
γιά τά Ήθι κά Νι κομάχε ια, δέν άπορρίπτει δλα τά εργα του Άρι­
στοτέλη, άλλά συνιστά στά πανεπιστήμια νά διδάσκουν τά μεθο­
δ ικά β ιβλία , στά όποϊα άνήκουν καί τά 'Αναλυτι κά: «Θά εβλεπα μέ
ε ύχαρίστηση τά β ιβλία του Άριστοτέλη γιά τή λογική , τή ρητορι­
κή καί τήν ποιητική νά διατηρουνται η νά διασκευάζονται σέ μιά
αλλη , πιό συνεπτυγμένη μορφή καί νά διαβάζονται μέ ώφέλεια,
γιά νά έξασκουνται οί νέοι δνθρωποι στήν καλή όμιλία καί στό κή­
ρυγμα . » Άπό τυπική δποψη δμως τό άκόλουθο κείμενο δείχνει
ά ρ κετά καλά, πόσο λείπει άπό τά έσωτερικά συγγράμματα ή λάμ­
ψη καί ό ένθουσιασμός.
Πρώτα πρέπει νά πούμε γιά ποιό πράγμα καί γιατί γίνεται ή ε­
ρευνα αυτή, δτι δηλαδή αφορά τήν απόδειξη καί τήν αποδεικτική μέ­
θοδο. Έπειτα νά 6ρίσουμε, τί εΙναι πρόταση καί τί είναι δρος μιάς
προτάσεως καί τί είναι ό συλλογισμός, καί μάλιστα ποι6ς λέγεται
άρτιος καί ποιός ατελής συλλογισμός. Μετά απ' αΌτά τί σημαίνει, (δ­
ταν λέμε) πώς αυτό τό συγκεκριμένο ανήκει σ' αΌτό τό δλο ή δεν ανή­
κει, επιπλέον τί εννοούμε (δταν λέμε), αΌτό κατηγορείται σ' 6ποιοδή­
ποτ ε πράγμα ή σέ κανένα.
Πρόταση, λοιπόν, είναι λόγος πού καταφάσκει ή αποφάσκει κάτι
( εναν χαρακτηρισμό) σέ κάτι (σέ κάποιο πράγμα) αΌτός (6 λόγος) εί­
τ ε εχει γενική Ισχύ είτε μερική είτε εΙναι ακαθόριστος..... Ή αποδεικτι­
κή πρόταση είναι διαφορετική από τή διαλεκτική πρόταση, γιατί ή α­
ποδεικτική είναι ή συναγωγή συμπεράσματος από καθένα μέλος μιάς
αντιφατικής προτάσεως (γιατί αΌτός πού προσπαθεί ν' αποδείξει κά­
τι δέ ρωτάει αλλά συμπεραίνει), ενώ ή διαλεκτική πρόταση εΙναι
ελεγχος μιάς αντιφατικής. Αυτή ή διαφορά δμως δέ θά εμποδίσει κα-

41
θόλου νά γίνει συλλογισμός από κάθε μιά απ' αότές τίς προτάσεις.
Γιατί οέοαια τόσο αυτός πού προσπαθεί ν' αποδείξει κάτι δσο κι αυ­
τός πού ρωτάει συμπεραίνουν, αφού λάοουν αις δεδομένο δτι κάτι
μπορεί νά κατηγορείται ή νά μήν κατηγορείται σέ κάποιο ("δποκείμε­
νο). 'Έτσι ή πρόταση ένός συλλογισμού θά είναι γενικά κατάφαση ή
απόφαση (αποδοχή ή αρνηση) ένός κατηγορουμένου σ' ενα ύποκεί­
μενο σύμφωνα μέ τόν τρόπο πού είπαμε· αντίθετα αποδεικτική πρό­
ταση είναι δταν είναι αληθινή καί έχει προκύψει από τίς αρχικές προ­
κείμενες. Δ ιαλεκτική πρόταση δμως είναι γι' αυτόν μέν πού ρωτάει ό
έλεγχος τής αντιφατικής προτάσεως, ένώ γι' αυτόν πού συνάγει μέ
συλλογισμούς είναι ή συναγωγή τού φαινομενικά αληθινού καί τού
κοινώς αποδεκτού, δπως εχουμε εκθέσει στά « Τοπικά».
Τί είναι, λοιπόν, πρόταση καί σέ τί διαφέρουν ή συλλογιστική
καί ή αποδεικτική καί ή διαλεκτική πρόταση αυτό θά τό αναπτύξου­
με μέ ακρίοεια στά έπόμενα. Πρός τό παρόν, ας θεωρηθούν αρκετά
5
αυτά πού έχουμε εκθέσει.
Καί γιά μας , προσωρινά, αύτά είναι αρκετά, γιατ ί έδώ μας έν­
δ ιαφέρει μόνο νά έξηγήσο υ με έκείνη τήν περίεργη κακοτυχία
των πρακτικων της δίκης, πού είχε αλλόκοτες συνέπειες. Πραγ­
ματικά ένας από τούς σημαντικότερους 'Έλληνες σχολιαστές, ό
Άλέξανδρος ό Άφροδισιεύς , έφτασε στό σημείο νά ίσχυρίζεται
δτι μόνο τά διδακτικά συγγράμματα περιέχουν τίς απόψεις τού
Δασκάλου, ένω τά έξωτερικά εργα, συνήθως διάλογοι κατά τό
πλατωνικό πρότυπο, αποδίδουν τίς λαθεμένες απόψεις αλλων.
Λές κι ό Άριστοτέλης δέν πίστευε δτι τό πληθος γιό τό όποίο
προορίζονταν τά δημόσια μαθή ματά του μπορούσε νό κατανοήσει
τήν όλήθεια , κι είχε καταφύγει στό δοκιμασμένο μέσο τών σκο­
τεινών μυστικών κειμένων, πού ή όρολογία τους ήταν γνωστή μό­
νο στούς μυημένους τών ίδιωτικών του μαθημάτων. Δέν πρόκει­
ται δμως μόνο γιά τήν όρολογία. Τό πρόβλημα ήταν ό Πλάτωνας,
ή σχέση τού Άριστοτέλη μέ τό δάσκαλό του . Βλέπει κανείς πώς ή
ματαιωθείσα δίκη μεταβλήθηκε σέ μιά δίκη-μαμμούθ. Ό Werner
Jaeger εγραψε, χωρίς νά ύπερβάλλει, τό 1 923 : « Στήν πραγματι­
κότητα, έ κείνος ό μύθος τού ακαμπτου , αμετακίνητου , ψυχρού
καί αύστηρού, τού όνθρώπου χωρίς ψευδαισθήσεις καί βιώματα,
τού ατυχου Άριστοτέλη , διαλύεται κάτω από τό βάρος τών γεγο­
νότων, πού μέχρι σήμερα καλύφθηκαν τεχνητά γι' αύτόν όκριβως
τό μύθο. Είναι πραγματικό έκπληκτικό, πώς οί αρχαίοι όριστοτελι­
κοί, πού είχαν άκόμα γι' αύτό συμφέρον, νά θέτουν αύστηρά δρια
όνάμεσα στόν Πλάτωνα κα ί τόν Άριστοτέλη καί νά κατανοούν δ-
42
Ό Άριστοτέλης γράφει. Άπό μικρο γρα φiα σέ χειρόγραφο κώδll.:α πού περιέχει σχό­
ί.ια στόν Άριστοτέλη ( Έθ ν. ΒιθλlOθl;κ,l τής Βιέννης) σ . 15.

43
σο τό δ υνατόν σαφέστερα τή διδασκαλία τού τελευταίου , δέν η­
ξεραν νά καταπιαστούν μέ τούς διαλόγους ; Αύτοί άντιμετώπιζαν
τή μάζα τών διδακτικών εργων σάν μιά χρονολογικά άδιάρθρωτη,
συστηματική ένότητα. Δέν ηξεραν άκόμα νά έφαρμόζουν στήν ί­
στορία μιας φιλοσοφίας, ένός άνθρώπινου άτόμου, τήν εννοια
τής έξέλιξης, πού άκριβώς ό ·Αριστοτέλης θά μπορούσε νά τούς
είχε δώσεΙ. ·Έτσι δέν τούς άπόμενε τίποτε αλλο παρά νά άπορρί­
ψουν τό περιεχόμενο τών διαλόγων σάν άπόδοση μή άριστοτελι­
κών άπόψεων καί νά τούς άνακηρύξουν λα"ίκό συγγραφικό κατα­
σκεύασμα. » •

Αύτή ή όλέθρια παρεξήγηση δέν θά συνέβαινε ώστόσο, παρά


τίς διαφορές στό περιεχόμενο καί στή μορφή των δυό όμάδων
τών εργων, αν δέν ·είχαν μείνει γιά πολύν καιρό χαμένες οί σοφές
ση μειώσεις, πού ό ·Αριστοτέλης δέν τίς προόριζε γιά δημοσίευση.
Τά φιλολογικά κατάλοιπα τού ίδρυτή τού Λυκείου τή διαφύλαξε ό
διάδοχός του , ό Θεόφραστος, στήν ·Αθήνα. Μετά τό θάνατό του
τά παρέλαβε ενας δλλος σύντροφος τού φιλοσόφου άπό τόν άκα­
δημα"ίκό κύκλο τής ·Άσσου , ό Νηλεύς, πού καταγόταν άπό τή Σκή­
ψη τής Τρωάδας. Οί κληρονόμοι του φοβήθηκαν τή βιβλιοφιλία
τών ·Ατταλιδών, πού είχαν δημιουργήσει στήν Πέργαμο μιά άπό
τίς σημαντικότερες βιβλιοθήκες τής άρχαιότητας. Τά διδακτικά
εργα τού ·Αριστοτέλη κρύφτηκαν σ' ενα ύπόγειο δωμάτιο. Γύρω
στό 1 00 πΧ τά άνακάλυψε ενας πλούσιος βιβλιόφιλος, ό ·Απελλι­
κών άπό τήν Τέω, πού τά άγόρασε καί τά ξανάφερε άπό τή Μικρή
·Ασία στήν ·Αθήνα. Δεκατέσσερα χρόνια άργότερα ό Σύλλας τά
πήρε μαζί του στή Ρώμη σάν πολεμικό λάφυρο, κι έκεί ενας φιλό­
λογος άναγνώρισε τήν άξία αύτων των κειμένων, πού φυσικά δέν
ήταν πιά σέ καλή κατάσταση, καί παρότρυνε τόν ·Ανδρόνικο τό
Ρόδιο, τόν πρώτο άπό τούς πολλούς σχολιαστές τού ·Αριστοτέλη,
νά τακτοποιήσει καί νά δημοσιεύσει τό εϋρημα. Γύρω στά μέσα
τού πρώτου πΧ αίώνα εγινε ή πρώτη εκδοση τού ·Αριστοτέλη .
Στό χρονολογικό πίνακα θά βρεί κανείς άναφορές γιά τήν παρα­
πέρα μοίρα το ύ φιλοσοφικού εργου τού Σταγιρίτη , ένω ό κατάλο­
γος τών εργων του βρίσκεται στή βιβλιογραφία. ··Ας θυμίσουμε
μόνο δη μόλις πρός τό τέλος τού περασμένου αίώνα άνακαλύ­
φθηκε ή Ά θηναίων Πολι τεία καί δη οί έρευνητές τού ·Αριστοτέλη
προσπαθούν άκόμα έντατικά νά διαχωρίσουν τά γνήσια άπό τά μή

* Στό οιολίο πού αναφ έρα με η δη .

44
γνήσια κομμάτια καί νά καθορίσουν τή χρονολογία τών μεμονω­
μένων β ιβλίων η κεφαλαίων. Μόνο δνθρωποι χωρίς πείρα τολ­
μούν νά έλπίσου ν δτι θά ύπάρξουν καί νέα εύρήματα.

45
Η ΑΚΜΗ Τ ΗΣ Α ΤΤ ΙΚΗΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Μ έ τόν Άριστοτέλη ή έλληνική φιλοσοφία εφτασε στό άπό­


γειό της καί κατά μιά όρισμένη εννοια στό τέλος της, μερικοί μά­
λιστα ύποστηρίζουν στήν κατάπτωσή της . Στήν έλληνιστική έπο­
χή , πού τίς κοινωνιολογικές της προϋποθέσεις δημιούργησε τήν
αύτο κρατορία τού Άλεξάνδρου, δέν κυριαρχούσε πιά ό φιλόσο­
φος, άλλά ό λόγιος. Ό Κικέρων άναφέρει δτι ό Αριστοτέλης είχε
κάποτε έκφράσει τήν έλπίδα δτι θά εβλεπε τή φιλοσοφία όλοκλη­
ρωμένη σέ εναν προβλεπτό χρόνο. Δέν βρισκόταν ό "ίδιος στό τέ­
λος της μακριάς όλυσίδας τών Ίώνων φυσικών φιλοσόφων, τών
Π υθαγορείων, τών Έλεατών, τών Σοφιστών, τών Σωκρατικών;
Πώς μπορεί κgνείς νά μιλάει γιά τόν Άριστοτέλη σάν άρχή εχον­
τας ύπόψη αύτά τά αύτονόητα καί ίστορικά δεδομένα ; Κακεντρε­
χείς σύγχρονοι φιλόσοφοι θά χαμογελάσουν καί θά πούν δτι αύτή
ή άρχή πρέπει βέβαια νά νοηθεί «μεταφυσικά » . Καί δέν θά εχουν
αδικο. Μόνο πού στή λεγόμενη μεταφυσική, πού δλο καί άναγ­
γέλλεται ό θάνατός της, ύπάρχει ενας τυραννικός νόμος, σύμφω­
να μέ τόν όποίο μιά μεταφυσική πρόταση τήν καταλαβαίνει μόνο
έκείνος πο ύ είναι σέ θέση μά βάζει στίς λέξεις περισσότερα άπ'
όσα βρίσκονται σ' αύτές, δπο πολλά καί διαφορετικά κι αν βρί­
σκονται. Τό δτι ό κίνδυνος είναι μεγαλύτερος έκεί πού πλησιάζει
κανείς !lερισσότερο στή φωτιά, άφαιρεί σίγου ρα άπό τή φιλοσο­
φ ία τήν εύ κολία, δχι δμως τήν άπόλαυση καί τήν τέχνη της. Ά-

47
σφαλως μπορεί κανείς νά χαρακτηρίσει μερικά ερωτήματα άπαρά­
δε κτα, δπως στίς συζητήσεις στή βουλή , η δπως έκαναν οί γλωσ­
σολόγοι στό καταστατικό τους σχετικά μέ τό πρόβλημα τής προέ­
λευσης τής άνθρώπινης γλώσσας ' δμως ή άπαγόρευση ερωτήσε­
ων δέν κάνει πιό εϋκολη τή δύσκολη ύπόθεση τής φιλοσοφίας,
άλλά τήν κάνει άδύνατη, στό βαθμό πού μιά τέτοια άπαγόρευση
δέν παραμένει ούτοπία.
' Όχι ή ίστορία τής ζωής τού Άριστοτέλη , άλλά τά τέσσερα βα­
σικά ερωτή ματα πού έθεσε καί σύστησε ό 'ίδιος θά μάς δώσουν τή
δυνατότητα, στά πλαίσια τούτης τής μονογραφίας, νά συγκεν­
τρώσουμε μαρτυρίες τού 'ίδιου τού φιλόσοφου γιά νά συνθέσου­
με τήν προσωπογραφία το ύ , Ή φιλοσοφία τού Άριστοτέλη άποτε­
λεί μιά ενότητα, επειδή έχει άναmυχθεί, όργανικά, είναι αύστηρά
δουλεμένη, δέν άποκλείει κανένα πιθανό άντικείμενο καί επειδή
σ' αύτήν ό ανθρωπος επιδιώκει ένα στόχο . 'Ότι σ' δλα αύτά τά χα­
ρακτη ριστικά τού άριστοτελικού έργου ύπάρχουν άτέλειες πλά­
νες, κρίσεις, πειρασμοί καί πειράματα, δτι ή φιλοσοφία τού Άρι­
στοτέλη άναmύσσεται μέσα άπό εντάσεις καί μέχρι τό τέλος δέν
παρατείται άπ' αύτές τίς εντάσεις, αύτό άκριβως θαπρεπε νά ύπο­
νοηθεί μέ τή λέξη άρχή,
Τό φως πού ρυθμίζει καί διαφωτίζει βγαίνει μέσα άπό τά ερω­
τήματα, Αύτός ό ίσχυρισμός, πού μοιάζει σύγχρονος, άνάγεται
στή μακρότερη φιλοσοφική παράδοση πού ύπάρχει. Ό Πλάτων έ­
βαζε τό Σωκράτη νά κάνει ερωτήσεις , κι ό Κικέρων σχολιάζει τή
σωκρατική μέθοδο μέ τή διαπίστωση , δτι εκείνος πού ξέρει νά
ρωτάει " καλά" θά καταφέρει νά κατακτήσει καί νά μεταδώσει τή
γνώση . Αύτά τά ερωτή ματα άσφαλως δε βρίσκονται σέ άντίθεση
μέ τήν «αίώνια φιλοσοφία" (Phi losophia Perennis), παρά είναι ή
καρδιά καί τά νεύρα της, άκριβως ή άρχή της, άκόμα κι αν σήμερα
μερικοί προτιμούν τήν πιό δύσκαμπτη μορφή "άμφισβητείν" , πού
κατά βάθος δέν είναι πιό εϋστοχο καί πιό κριτικό άπ' δ ,ΤΙ τό άπλό
" ερωτάν " ,
Τά ερωτή ματά μας γιά τήν άριστοτελική φιλοσοφία ε ίναι: Ά­
πό πού ; πως ; Τί; Π ρός τί;

48
Α ΠΟ ΠΟΥ ;

Στήν άρχή τής φιλοσοφίας ύπάρχει ή εκπληξη , ό θαυμασμός


καί ή έ ρώτηση , 'ίσως καί ή περιουσία, γιατί ενας φιλόσοφος πρέπει
νά εχε ι χρόνο. Πέρα άπ' αύτά aτόν Άριaτoτέλη διακρίνονται
τ ρείς πηγές τής φιλοσοφίας : ή παράδοση, ή έμπειρία καί ή σκέ­
ψη.

49
Μ ΥΘΟΣ , ΘΡΥ Λ ΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ

ΕΙναι πιθανό κάθε τεχνική επιδεξιότητα καί φιλοσοφική γνώση


νά εΙχαν εξευρεθεί πολλές φορές στό παρελθόν, δσο μποροϋσε νά γί­
νει αΌτό κάθε φορά, αλλά εξαφανιζόταν πάλι' αΌτές οΙ δοξασίες (γιά
τόν κόσμο) εχουν διασωθεί ώς τίς μέρες μας σάν υπολείμματα τής
6
πανάρχαιας εκείνης σοφίας .
ΟΙ παροιμίες εΙναι υπολείμματα παλαιάς φιλοσοφίας, πού χάθη­
κε μέ τίς μεγάλες άναστατώσεις στούς άνθρώπους, διασώθηκαν δμως
7
χάρη στή συντομία καί στήν εΌστοχία τους.
'Όποιος ζεί μέ την άπορία καί την εκπληξη πιστεύει πώς άγνοεί
κάτι, γι' αΌτό τό λόγο καί δποιος άγαπάει τούς μύθους είναι κατά
κάποιο τρόπο φιλόσοφος, γιατί ό μύθος συνίσταται άπό εκπληκτικά
πράγματα' ωστε, αν οΙ ανθρωποι φιλοσόφησαν γιά νά ξεφύγουν την
αγνοια, εΙναι φανερό δτι επιδιώκουν τη σωστή γνώση γιά � ίδια τη
γνώση καί όχι γιά μιά όποιαδήποτε πρακτική χρησιμότητα.
Βασιζόμενος aτόν πλατωνικό μύθο τού σπηλαίου ό νεαρός
Ά ριaτoτέλης χρησιμοποίησε τήν κλασική μορφή τού μύθου. γιό
νό δ ιατυπώσει τήν κριτική του aτίς άντιλήψεις γιό τή δημιουργία
πού περιέχονται aτόν ΤιμαΊο τού Πλότωνα :
•Ας υποθέσουμε, πώς υπήρχαν κάποτε ανθρωποι πού ζοϋσαν πάντοτε
κάτω άπό τη γή σέ ώραίες καί μεγαλοπρεπείς κατοικίες, στολισμένες
μέ άγάλματα καί εΙκόνες καί εφοδl.ασμένες μέ δλα εκείνα τά πράγμα­
cα, πού κάνουν την πολυτέλ"ια τών λεγόμενων εΌτυχισμένων άνθρώ­
πων. Άλλό (οΙ ανθρωποι αΌτοί) δέν εΙχαν 6γεί άκόμα στήν επιφάνεια

51
Μ /α σελ /δα άπ ό χε ιρό γραφο κώδ ικα τής ιι Ποιη τικ'ίς ιι τού Ά ρισ τοτέλη

52
τής γής, ώστόσο εΙχαν άκούσει κάτι από φήμες καί διηγήσεις γιά τό
μεγαλεϊο καί τή δύναμη τών θεών. Μιά μέρα, λοιπόν, άνοιξε τό στόμα
τής γής καί οΙ άνθρωποι α'ότοί σγήκαν εξω από τά καταχωνιασμένα
σπίτια τους καί ήρθαν στούς τόπους δπου κατοικούμε εμείς. (Άν
ύποθέσουμε), λοιπόν, πώς ξαφνικά άντίκρυζαν τή γή καί τή θάλασσα
καί τόν ο'όρανό, αΙσθάνονταν τό μέγεθος τών νεφών καί τή δύναμη
τών άνέμων, άν εσλεπαν τόν ηλιο, τό μέγεθος καί τήν όμορφιά του καί
. καταλάσαιναν τήν επίδρασή του, πού διαπερνά μέ τό φώς του 6λό­
κληρο τόν ο'όρανό καί γεννάει τή μέρα, καί άν θάσλεπαν επειτα, άφού
οΙ σκιές τής νύχτας άπλωθούν πάνω aτή γή, 6λόκληρο τόν ο'όρανό
σπαρμένο καί στολισμένο μέ άστέρια, τήν εναλλαγή τού φωτός τού
φεγγαριού πού μιά α'όξάνει μιά λιγοστεύει, τήν άνατολή καί τό σασί­
λεμα τού ηλιου καί τήν αιώνια 6ρισμένη καί απαράλλαχτη τροχιά τών
άστέρων, άν, λοιπόν, εσλεπαν δλα α'ότά, τότε σίγουρα θά εΙχαν πιστέ­
9
ψει, πώς ύπάρχουν θεοί καί πώς α'ότά τά μεγαλεία εΙναι εργα τους.

'Η κατανόηση τής μυθολογίας καί τής προφορικής παράδο­


σης δέν άποκλείει τήν κριτική . 'Ακόμα περισσότερο δέν είναι δε­
μένος μέ τίς παραδόσεις αύτές ό φιλόσοφος. Φρόνιμο δμως κρί­
νει νά σκεφτεί πάνω σ' αύτές καί νά όρίσει τά δρια πού θέτει
άνάμεσα στήν άπλή γνώμη καί στή γνώση . . .
Ο Ι ποιητές δέν εΙναι άνάγκη νά επίζητούν 6πωσδήποτε νά παρα­
μένουν προσκολλημένοι στούς παραδομένους μύθους, στούς 6ποίους
άναφέρονται συνήθως οΙ τραγωδίες. 1 0 ,
Γι' α'ότό άκρισώς δέν πρέπει νά νομίζουμε πώς τά πράγματα
εΙναι δπως τά παριστάνουν οΙ μύθοι τών παλαιών, πού λένε πώς (6
ο'όρανός) εΙχε άνάγκη από κάποιον Άτλαντα γιά νά σωθεί. Γιατί
εκείνοι πού επινόησαν α'ότή τή μυθική διήγηση φαίνεται πώς εΙχαν
τήν ιδια γνώμη μέ τούς μεταγενέστερους. 'Επειδή δηλ. ύπέθεσαν δτι
δλα γενικά τά ουράνια σώματα εΙχαν δήθεν σάρος καί αποτελούνταν
άπό γήινη ϋλη, γι' αυτό απέδωσαν σ' α'ότόν (τόν οΌρανό) μέ μυθικό
ΙΙ .
τρόπο άνθρώπινες άνάγκες.
Ό Άριστοτέλης δμως καταφέρνει νά θυμάται στήν κατάλλη­
λη στιγμή τούς μύθους μέ ήθικό περιεχόμενο. 'Όταν θέλει ν' άπο­
σαφηνίσει τή διαφορά άνάμεσα στήν τέχνη τού πλουτισμού καί
τόν πλούτο καί άρχίζει νά μιλάει γιά τό χρήμα, γράφει: . . .
Καί πράγματι πολλές φορές ο Ι άνθρωποι εξαρτούν τόν πλούτο
άπό τό πλήθος tών χρημάτων, γιατί μ' αυτά άσχολούνται ή χρηματι­
στική καί τό εμπόριο Αλλοτε πάλι τό νόμισμα φαίνεται πώς εΙναι
. •

53
μόνο μιά πλασματική αξία καί Όπόθεση άπλώς τού νόμου, ένώ στήν
πραγματικότητα δέν εΙναι τίποτε. Γιατί δταν μεταοάλλεται ή αξία τών
χρεωδών πραγμάτων, τότε (τό νόμισμα) δέν εχει καμιά αξία ουτε
μπορεί κανείς νά τό χρησιμοποιήσει σέ τίποτε από τά αναγκαία, ετσι
πού μολονότι εχει κανείς αφθονα χρήματα πολλές φορές δέν μπορεί
νά εξοικονομήσει ουτε τά απαραίτητα γιά νά ζήσει. Καί δμως εΙναι
παράλογος ενας τέτοιος πλούτος, πού ενώ κανείς τόν εχει αφθονο
ώστόσο κινδυνεύει νά πεθάνει από τήν πείνα, δπως λένε γιά τό μυθι­
κό εκείνο Μίδα, πού εξ αΙτίας τής ακόρεστης απληστίας του δλα δσα
τού εοαζαν στό τραπέζι του γινόταν χρυσός (μόλις ταγγιζε). Γι' αfnό
τό λόγο οΙ ανθρωποι ζητούν νά διαχωρίσουν τόν πλούτο από τήν
απόκτηση χρημάτων, καί σωστά τό ζητούν. 1 2

Συμβαίνε ι έπίσης ή συμβολική έκφραστική δύναμη ένός μύ­


θου νά έπιτρέπει νά διατυπώνοντα ι σκέψεις, πού δέν θό δικαιώ­
νονταν μέ μ ιά ξερή δ ιατύπωση . Ή άκόλουθη άφήγηση ήταν στήν
είσαγωγή τού διαλόγου «Εϋδημος Γι περί ψυχής, δπου, ό Άρ ιστο­
τέλης σέ πλήρη συ μφωνία άκόμα μέ τήν πλατωνική δ ιδασκαλία
περί ψυχης, έπιδιώκει νά κάνει σαφές δτι οί παθολογικές κατα­
στάσεις, οί κρίσεις κ.λ.π. μπορούν ν' άνοίξουν γιό τόν δνθρωπο
μιά άναπάντεχη πρόσβαση σέ μιά άνώτερη γνώση , μιά ύπόθεση
πού στίς μέρες μας εκανε τόν Gabriel Marcel ν' άσχοληθεί μέ
τόν πνευματιστικό κόσμο.
Σ' ενα ταξίδι στή Μακεδονία ό EiJδημoς εφθασε στίς Φερές, μ:ά
από τίς μεγαλύτερες πόλεις τής Θεσσαλίας, ή όποία δμως τότε ορι­
σκόταν κάτω από τή φριχτή κυριαρχία τού τυράννου ' Αλεξάνδρου. Σ'
αύτή τήν πόλη ό EiJδημoς επεσε σέ οαριά αρρώστια, ωστε δλοι οΙ
γιατροί τόν εγκατέλειψαν. 'Ενώ, λοιπόν, αύτός ήσύχαζε στή κλίνη
του, τού παρουσιάστηκε ενας νεαρός, εξοχης όμορφιάς, καί τού ανε­
κοίνωσε πώς σέ λίγο χρόνο θά γινόταν καλά' μετά απ' αύτό ό τύραν­
νος 'Αλέξανδρος θά επεφτε καί ό ίδιος δμως θά γύριζε στήν πατρίδα
του ϋστερα από πέντε χρόνια. Πράγματι καί οΙ δύο πρώτες προφη­
τείες ογήκαν αληθινές: ό EiJδημoς εγινε καλά καί ό τύραννος δολο­
φονήθηκε από τά αδέλφια τής γυναίκας του. 'Όταν, λοιπόν, τό πέμ­
πτο ετος τελείωνε κι εκείνος ηλπιζε σύμφωνα μέ τό όνειρό του εκείνο
δτι από τή Σ ικελία θά επιστρέψει στήν πατρίδα του τήν Κύπρο, τότε
σκοτώθηκε σέ μιά μάχη κοντά στίς Συρακούσες. Τό όνειρο, λοιπόν, δέ
δήλωνε τίποτε αλλο παρά δτι ή ψυχή τού EiJδημoυ, δταν εγκατέλειπε
τό σώμα του, προφανώς επέστρεψε στήν πατρίδα της. 13 'Ο EiJδημoς
από τήν Κύπρο Εγινε φίλος τού 'Αριστοτέλη στήν 'Ακαδημία' σκο-
54
τώθηκε τό 354 Π.χ. aτή μάχη, πολεμώντας γιά τόν Δίωνα τών Συρα­
κουσών.
Δέν πρέπει νά παραβλέπεται ή συγγένεια τής ίστορίας μέ τήν
ποίηση :
Δ ιότι ή ποίηση ασχολείται περισσότερο μέ πράξεις πού Εχουν γενικό
κύρος, ενώ ή Ιστοριογραφία εκθέτει γεγονότα μέ μερική Ισχύ. . . Ό
Ιστορικός εκθέτει τί πράγματι εγινε, 6 ποιητής τί θά μπορούσε νά εΙχε
γίνει. Γι' αυτό ή ποίηση ορίσκεται πιό κοντά aτή φιλοσοφία καί εΙναι
σπουδαιότερη παρά ή Ιστορία. 1 4
'Άν σκεφτεί κανείς τό μεγάλο πλήθος καί τήν πο ικιλία τών λο­
γοτεχνικων νύξεων στά άρ ιστοτελικά κείμενα, δέν βρίσκει κανένα
λόγο ν' άμφιβάλλει γιά τήν παράδοση , σύμφωνα μέ τήν όποία ό
Πλάτων ύ μνούσε δχι μόνο τή δ ιαλεκτική όξύτητα, άλλά καί τη
μόρφωση τού πιό διάσημου άπό τούς μαθητές του. 'Ο Άριστοτέ­
λης γνώριζε τούς ποιητές, καί κυρίως τόν 'Όμηρο, γιά τόν όποίο
ηξερε νά ένθουσιάζει καί τό μαθητή του τόν Άλέξανδρο. Ή σχέ­
ση τού Άριστοτέλη μέ τόν 'Όμηρο δείχνει μ' ενα φυσικότερο,
άπλούστερο τρόπο άπό δ,ΤΙ ή σχέση του μέ τόν Πλάτωνα, πώς ό
φ ιλόσοφος μπορεί νά ε ίσαγάγε ι τήν αύθεντία στή ζωή . Μερικά
άποσπάσματα θά δείξουν, πόση φυσικότητα καί πόσο λίγη σπα­
σμωδικότητα συνοδεύουν τή λατρεία τού 'Ομήρου στό φιλοσοφι­
κό «savoir vivre» τού Άριστοτέλη. Τό πρώτο άπ' αύτά τά άπο­
σπάσματα άφορά τό προαναφερόμενο πρόβλημα τής προαίσθη­
σης καί τή θεμελίωσή της.
Ή αντίληψη τών ανθρώπων γιά τούς θεούς εχει δύο πηγές: τά
οιώματα τής ψυχής καί τή θεώρηση τών ουρανίων σωμάτων. Ψυχικά
οιώματα εΙναι καταστάσεις ενθουσιασμού καί προφητικής προαισθή­
σεως, πού σχηματίζονται μέ οάση τίς εμπειρίες τών όνείρων. "Οταν
δηλαδή ή ψυχή κατά τή διάρκεια τού υπνου εΙναι συγκεντρωμένη
στόν έαυτό της, άποχωρίζεται άπό τήν ίδια τή φύση της, προαισθά­
νεται καί προλέγει τά μέλλοντα. Στήν ίδια κατάσταση ορίσκεται fπί­
σης, δταν κατά τό θάνατο χωρίζεται άπό τό σώμα. Αυτό τό εΙχε ήδη
παρατηρήσει 6 'Όμηρος, πού στό ποίημά του οάζει τόν πεθαμένο
Πάτροκλο νά προλέγει τό θάνατο τού 'Έκτορα καί τόν πεθαμένο
αργότερα 'Έκτορα τό θάνατο τού 'Αχιλλέα. 1 5
Στή ζωή συμοαίνουν πολλές αναστατώσεις καί παντός είδους
ατυχίες καί εΙναι ενδεχόμενο κάποιος πού εζησε πολύ εΌτυχισμένιι.;
στά γηρατειά του νά πέσει σέ μεγάλες συμφορές, δπως ακριοώς λένε
, , , , . * 6
για τον Π ριαμο τα 6 μηρικα επη. 1
'

• ' Ι λ . Ω 543
κΙ 55
Μ ε μονωμένες στροφές τών όμηρικών τραγουδιών έρχονται
στό νού τού φ ιλόσοφου τήν κατάλληλη στιγμή :
. . . . δταν δύο άνθρωποι συνεργάζονται, δπως λέγει ό 'Όμηρος, είναι
δυνατότεροι καί στό λόγο καί στήν πράξη . . .
ή εξουσία τού πατέρα πάνω στά παιδιά του μοιάζει μ έ τήν εξουσία
τού βασιλιά (πάνω στούς "όπηκόους του), γιατί ή εξουσία τού γεννή­
τορα στηρίζεται στήν αγάπη καί στήν ήλικία του, καί αυτό ακριβώς
αντιστοιχεί στό είδος τής βασιλικής εξουσίας. Γι' αυτό είναι ώραίο
πού ό 'Όμηρος όνομάζει τό Δ ία «πατέρα τών ανθρώπων καί τών
17
θεών» (πατήρ ανδρών τε θεών τε).
Συ μβαίνει έπίσης ό 'Αριστ οτέλης νά κάνει λάθος στά παρα­
θέματά το υ κι αύτό δείχνει ίδιαίτερα καθαρά, δτι άντλεϊ όπό όλό­
κληρο τό έ ργο :
Τό δτι, λοιπόν, ή αρετή είναι μιά μέση κατάσταση καί μέ ποιά Εννοια
εννοούμε αυτό, δηλαδή ώς μέσο ανάμεσα σέ δύο πού τό ενα προκύ­
πτει από τήν "όπερβολή καί τό άλλο από τήν έλλειψη, . . . . τό έχουμε
αναπτύξει ηδη αρκετά. . . . Σ' όποιαδήποτε περίπτωση είναι δύσκολο
.

νά επιτύχουμε τό σωστό μέτρο . . , γι' αυτό εκείνος πού σκοπεύει τό μέ­


σο, πρέπει πρώτα βέβαια νά απομακρύνεται περισσότερο από τό αν­
τίθετο, δπως ακριβώς καί ή Καλυψώ συμβουλεύει τόν 'Οδυσσέα,
κράτησε τό καράβι μακριά απ' τό κύμα καί τόν καπνό πού
βλέπεις. 1 8
Έννοεϊ τ ή Σκύλλα καί τή Χάρυβδη (Όδ. 1 2, 2 1 9) , ομως ή συμ­
βουλή προέρχεται οχι όπό τήν Καλυψώ όλλά όιiό τήν Κίρκη ,
Έπίσης στό έργο του « Π ερί τό ζώα ίστορίαι » ύπενθυ μίζει σέ
πέντε σημεϊα όρισμένους στίχους η έκφράσεις τού Όμήρου, 'Όχι
δτι ό ζωολόγος χρησιμοποίησε τήν Ίλιάδα ώς πηγή, γιά νά μπορέ­
σει ν' όναφερθεϊ σέ μιά αύθεντία σχετικά μέ τόν κάπρο, τό γερά­
κι, τό βόδι καί τό λιοντάρι, η όκόμα καί γιά μιά όρισμένη όρτηρία
τού λαιμο ύ , Ή σχέση τού Άριστ οτέλη μέ τόν 'Όμηρο καί αλλους
ποιητές χαρακτηρίζεται πολύ περισσότερο όπό τήν όνεξαρτησία
καί τήν κομψότητά της - είναι τό έλεύθερο παιχνίδι ένός μορφω­
μένου 'Έλληνα,

56
Ο Ι ΠΡΟΓΕΝΕΣΤΕΡΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

Ό 'Όμηρος καί 6 'Εμπεδοκλής δ έν εχουν τίποτε κοινό εξω από


τό μέτρο, γι' αύτό τόν πρώτο σωστό είναι νά τόν λέ ε ποιητή, ενώ τόν

αλλο φιλόσοφο τής φύσεως μάλλον παρά ποιητή. 1
Ό τρόπος μέ τόν όποίο ό Άριστοτέλης άναφέρει τούς έρευ­
νητές τής φύσεως καί τούς φιλοσόφους, δείχνει δτι παίρνει τά
κείμενά τους περισσότερο σοβαρά άπ' δ,ΤΙ τών ποιητών, πού λένε

πολλά μυθεύματα. . Παίρνει πολύ στά σοβαρά τήν ίστορία τής
"
φ ιλοσοφίας. Αν ό Πλάτων είχε συγκεντρώσει ηδη στή β ιβλιοθήκη
τής Άκαδημίας τά εργα τών παλαιοτέρων Έλλήνων φιλοσόφων, ό
Άριστοτέλης προχώρησε ενα βήμα πιό πέρα : άσχολήθηκε μέ τήν
ίστορία τών προβλημάτων. 'Έτσι εγινε πατέρας τής ΔοξΟΥραφίας,
τής διερεύ νησης τών άπόψεων τών προσωκρατικών. 'Ως έπικεφα­
λής τού Λυκείου παρότρυνε τούς μαθητές του νά συγκεντρώ­
σουν καί νά έξετάσουν τίς παλαιότερες θεωρίες. Στόν Εϋδημο ά­
νέθεσε νά γράψει τήν ίστορία τών άρχαιότερων έλληνικών μαθη­
ματικών καί τής άστρονομίας. Ό Μένων άνάλαβε νά συγκεντρώ­
σει μεθοδικά τίς διδασκαλίες τών παλαιότερων Έλλήνων YIOc
τρών. Ό Θεόφραστος τέλος άνέλαβε τή δημοσίευση στή μορφή
έγκυ κλοπαιδείας τού εργου " Φυσικών δόξαι" , ενα τεράστιο εργο
άπό δεκαέξι η δεκαοχτώ βιβλία, πού δυστυχώς διασώθηκε ενα πο­
λύ μικρό μέρος του . Στόν 'ίδιο τόν Άριστοτέλη δρεσε νά διαφωνεί
μέ τίς άπόψεις τών προγενεστέρων του κατά τή συζήτηση έπιστη­
μονικών προβλημάτων. Άκόμα κι δταν προχωρεί δμεσα στό χειρι­
σμό τού προβλήματος, τό θεωρεί σκόπιμο νά κοιτάζει πίσω.

57
Έχουμε μιλήσει οέοαια γι' αυτά (τά πρώτα αίτια) άρκετά στά έρ­
γα μας γιά τή Φύση, ώστόσο άς προσέξουμε κι αυτούς πού πρίν άπό
μάς άσχολήθηκαν μέ τήν έρευνα τών όντων (=τού κόσμου) καί φιλο­
21
σόφησαν γιά τό πρόολημα της άλήθειας.
Τά κείμενα τού Άριστοτέλη είναι σήμερα μιά άπό τίς κύριες
πηγές γιά τήν έρευνα τών προσωκρατικών. Ή έπιλογή πού άκο­
λουθεϊ δέν έγινε μόνο γιά τυπικούς λόγους, ώς άπόδειξη τής
δουλειάς τού Άριστοτέλη στήν ίστορία τής φιλοσοφίας, άλλά καί
άπό τήν όποψη τού περιεχομένου , γιά ν' άποκαλυφθεϊ έκεϊνος ό
κόσμος πού όλοκληρωτές του αίσθάνονταν οί άποστάτες τής Ά­
καδημίας, πού κατάφερναν νά συνδέσουν τήν έξέγερσή τους έ­
ναντίον τού Πλάτωνα μέ μιά περιεκτική αϊσθηση τής συνέχειας
καί τής παράδοσης.
Φερεκύδης άπό τή Σύρο: 'Εκείνοι άπό τούς άρχαίους «θεολό­
γους», πού έπαιρναν μιά μέση θέση καί δέν τά έλεγαν δλα μέ τή μορ­
φή τού μύθου, δπως 6 Φερεκύδης καί μερικοί άλλοι, θεωρούσαν τήν
πρώτη γενετική άρχή ώς τό ϋψιστο άγαθό. 2 1
Θαλής: 'Απ' αυτούς πού πρώτοι φιλοσόφησαν, οΙ περισσότεροι
πίστευαν πώς 6 κόσμος συνίσταται μόνο άπό ύλικές άρχές. Δηλαδή
άπ' αυτό πού συνίστανται δλα τά όντα καί άπ' αυτό πού άρχικά προ­
έρχονται καί σ' αυτό πού τελικά καταλήγουν καταστρεφόμενα, ενώ ή
σΩσία παραμένει σταθερή καί άλλάζει μόνο καταστάσεις αυτό τό ό­
νόμασαν στοιχείο καί λένε πώς είναι άρχή τών όντων (τού κόσμου) . . .
γιά τόν άριθμό δμως καί τό είδος της άρχής αυτής δέν εχουν δλοι τήν
ίδια γνώμη, άλλά 6 Θαλής 6 άρχηγός τη ς φιλοσοφικής αυτη ς άπόψε­
ως λέγει δτι τό νερό είναι ή πρώτη άρχή τού κόσμου (γι' αυτό έλεγε
πώς καί ή γή στηρίζεται πάνω στό νερό) . . . Φαίνεται δμως δτι 6 θα­
λής, σύμφωνα μ' αυτά πού έχουν παραδοθεί γι' αΌτόν, θεωρούσε τήν
ψυχή σάν κάτι πού κινείται, άφού έλεγε δτι καί 6 μαγνήτης έχει ψυχή,
επειδή τραδάει τό σίδηρο. 'Ακόμα μερικοί (άπό τούς πρώτους φιλο­
σόφους) λένε δτι ή ψυχή είναι άναμιγμένη μέσα στόν κόσμο' ίσως 2Ι'
αυτό καί 6 Θαλής πίστευε, πώς σ' δλα τά πράγματα ύπάρχει θεός. 3
Άναξίμανδρος: 'Υπάρχουν μερικοί, δπως π.χ. άπό τούς παλαιούς
6 'Αναξίμανδρος, πού Ισχυρίζονται δτι ή γη επειδή είναι επίπεδη, γι'
αυτό μένει σταθερή στή θέση της. ?Αλλά αέοαια δέν μπορεί διόλου νά
κινείται πρός τά άνω η πρός τά κάτω η πρός τά πλάγια αΌτό πού στη­
ρίζεται στή ι.ιέση (τό σημείο στηρίξεως) άπέχει εξ ίσου άπό τά άκραία
- 24
σημεια του.
Ό Άναξίμανδρος θεώρησε ώς πρώτη άρχή τών όντων τό a­
25
πειρον, τό άπέραντο. Γιατί ; Υιά νά μήν έξαντλειται ή ζωή.
58
Άναξιμένης: Ό 'Αναξιμένης Ισχυρίζεται δτι ή γή, δταν ύγραίνε­
ται πολύ καί επειτα ξηραίνεται απότομα, ανοίγει καί από τίς χωμάτι­
νες μάζες πού ξεκόοουν καί πέφτουν στό εσωτερικό της προκαλΟύν­
ται σεισμοί. Γι' αυτό οΙ σεισμοί γίνονται είτε στίς μεγάλες ξηρασίες
2
ειτε σταν εχουμε ύπεροολικές Οροχές. 6
Ό 'Αναξιμένης καί 6 Διογένης (6 'Απωλλωνιάτης) οάζουν τόν
αέρα πρίν από τό νερό καί τόν θεωρούν ώς τήν κύρια αρχή τής γένε­
2
σης τών άπλών σωμάτων. 7
Άρχαίοι Πυθαγόρειοι: Ό 'Ίππασος από τό Μεταπόντιο καί 6 'Η­
ράκλειτος από τήν Έφεσο θεωρούν τή φωτιά (ώς πρώτη αρχή τού κό­
28
σμου). "Αλλοι πάλι απ' αυτούς τούς (παλαιούς) φιλοσόφους Ισχυ­
ρίζονται στι οΙ αρχές τών όντων εΙναι δέκα, τίς 6ποίες ελεγαν ζευγα­
ρωτά: πέρας-απειρο, περιττό-άρτιο, ενα-πλήθος, δεξιό-αριστερό, αρ­
σενικό-θηλυκό, ηρεμο-κινούμενο, εύθύ-καμπύλο, φώς-σκοτάδι, αγα­
θό-κακό, τετράγωνο-έτερόμηκες (τετράγωνο μέ ίσες καί άνισες πλευ­
ρές). Αυτήν ακριοώς τήν αντίληψη φαίνεται πώς ε[χε 6 'Αλκμαίων
από τόν Κρότωνα. Έτσι είτε αυτός τήν πήρε από εκείνους αυτή τή
θεωρία ειτε εκείνοι απ' αυτόν, αφού μάλιστα 6 'Αλκμαίων ήταν νεα­
ρός σταν 6 Πυθαγόρας ήταν νέος καί εΙχε παραπλήσιες αντιλήψεις μ'
29
εκείνους.
Ξενοφάνης: Ό Ξενοφάνης δμως μολονότι πρώτος απ' αυτούς
(τούς Έλεάτες) συνέλαοε τήν Ιδέα τού ένισμού (τού ένός όντος) (γιατί
6 Παρμενίδης λένε στι ύπήρξε μαθητής του) δέν τήν διασαφήνισε κα­
tJολου ... , αλλά αφού αντίκρυσε 6λόκληρη τήν ουράνια σφαίρα εΙπε
30
στι' τό ενα εΙναι 6 θεός.
Ήράκλειτος: 'Όπως λέΥει ό Ήράκλε ι τος, όλα κάποτε θά Υί­
31
νουν φωτιά. ΕΙναι ακόμη πιό δύσκολο νά αντισταθεί κανεις στήν
32
ήδονή παρά στήν όργή, σπως λέγει 6 'Ηράκλειτος. Ό 'Ηράκλειτος
λέγει τά αντίθετα ταιριάζουν καί από τά διαφορετικά προκύπτει ή ώ­
ραιότερη ά oνία, καθώς καί δτι δλα γεννιούνται από τόν ανταγωνι­
��
σμό (εριν). .
Ζήνων: Αυτό μάλιστα πού ρωτούσε 6 Ζήνων, δτι δηλαδή, άν 6
χώρος εΙναι κάτι πού πρέπει νά εΙναι, σ' αυτή τήν ερώτηση δέν εΙναι
δύσκολο ν' απαντήσουμε, γιατί δέν εμποδίζει τίποτε 6 πρώτος χώρος
νά ήταν μέσα σ' εναν αλλον, όχι δέοαια δπως (tννόoύμε ενα πράγμα)
34
σ' ενα χώρο . . . . Δέν είναι όμως τόσο εϋ κολη ή άπάντηση . 'Η απο­
ρία τού Ζήνωνα απαιτεί κάποια συγκεκριμένη έρμηνεία' γιατί αν κά­
θε ον ορίσκεται σ' ενα χώρο, εΙναι προφανές δτι πρέπει νά ύπάρχει
καί 6 χώρος τού χώρου καί ή αποδοχή αυτού τού συλλογισμού θά
3s
τραοούσε επ' απειρον.
59
Άπό τά τέσσερα περίφημα έπιχειρήματα τού Ζήνωνα, μέ τά
όποία ό Άριστοτέλης άοχολήθηκε διεξοδικά, ας άναφέρουμε έδώ
μόνο τό δεύτερο : είναι τό λεγόμενο Άχιλλεύς: ΑΌτό τό επιχείρη­
μα λέγει τά έξής: τό πιό αργό ζώο δέ πρόκειται νά ξεπεραστεί ποτέ
τρέχοντας από τό πιό γρήγορο (Άχιλλεύς). Γιατί αναγκαστικά αΌτό
πού ακολουθεί διώκοντας πρέπει νά φθάσει στό σημείο εκείνο μπρο­
στά, από δπου ξεκίνησε τό διωκόμενο ζώο �� χελώνα)' ετσι τό πιό αρ­
γό ζώο πάντοτε θά προπορεύεται κατά τι.
Έμπεδοκλής: ΑΌτό ακριδώς πού φαίνεται πώς θά ελεγε 6 'Εμπε­
δοκλής, δτι δηλαδή κατ' ανάγκη ή συμπάθεια (φιλία) καί fι διαμάΥη
(νείκος) τό καθένα μέ τη σειρά του κυριαρχούν καί δίνουν κίνηση στά
3
πράγματα, ενώ στό χρόνο πού παρεμδάλλεται επικρατεί ήρεμία 7 . Σ'
ένα αλλο ση μείο βρίσκουμε έναν έντελώς είρηνικό καί εύγενικό
τ ρόπο έξέτασης τών άπόψεων τού Έ μπεδοκλή : . . . διότι αν 'κανείς
άκολουθούσε τη λογική τών πραγμάτων καί ταΒλεπε σύμφωνα μέ
τό νόημά τους καί όχι μέ τόν τρόπο πού λέγει ψελλίζοντας ό
'Εμπεδοκλής, τότε θά Βρεί τη «φιλία» νά είναι Γι αΙτία τών όγαθών
38
πραγμάτων καί τό «νείκος" ή αΙτία τών κακών. Γιά ένα πρόβλη­
μα, γιά τό όποίο καί ό Άριστοτέλης αλλαζε τή γνώμη του : Ό
'Εμπεδοκλής φαίνεται πιστεύει τη μιά φορά, ότι Βλέπουμε μέ την
έξοδο τού φωτός όπό τά μάτια μας' .... τή μιά έξηγεί μ' αύτό τόν
τρόπο την όραση, αλλοτε όJ,lως μέ τά «κύματα» πού έκπέμπουν τά
39
πράγματα πού Βλέπουμε.
Ό Λεύκιππος καί ό ύποτιθέμενος μαθητής του Δημόκριτος: Ό Δη­
μόκριτος καί 6 Λεύκιππος Ισχυρίζονται δτι από αδιαίρετα σωματίδια
(άτομα) συνίστανται τά άλλα πράγματα, ένώ αΌτά τά άτομα είναι ά-
. πειρα κατά τόν αριθμό καί τη μορφή, τά ίδια τά πράγματα δμως δια­
φέρουν μεταξύ τους ανάλογα μέ τά άτομα, από τά 6ποία συνίστανται,
40
από τη θέση καί τη διάταξη αΌτών (τών ατόμων). Γιά τό «πάντο­
τε» Όμως (6 Δημόκριτος) δέν τό θεωρεί απαραίτητο νά αναζητήσει
41
τήν πρώτη αΙτία του (αρχή του). 'Ο Δημόκριτος καί οΙ περισσότε­
ροι από τούς φιλοσόφους τής φύσεως, στό μέτρο πού μιλούν γιά αΙ­
σθητηριακές αντιλήψεις, κάνουν κάτι τό παράδοξο: εξαρτούν δηλαδη
Όλες τίς αΙσθήσεις από τήν άψή. "Αν δέδαια εΙχαν τά πράγματα ετσι,
είναι προφανές Ότι κάθε μιά από τίς άλλες αΙσθήσεις θά ήταν ενα εί­
42
δος άφής. 'Ως πρός αΌτό δέν εχει δίκαιο 6 Δημόκριτος, Όταν νομί­
ζέι πώς άν τό διάστημα (από τό μάτι μας ως τό αντικείμενο) γινόταν
κενό από αέρα, θά μπορούσαμε νά δλέπουμε μέ τό9Tl ακρίδεια, ακόμα
43
κι αν ήταν ενα μυρμήγκι στό θόλο τού οΌρανού . Γι' αΌτό (6 Δημό-

60
.. . WΙ~ι" lι oι.
~
''Ο
. -.
Ό·

Ilι ,~

,,
• ο,

ιι AK -IJJ I",II::t,1
ΚΛ1 τυ ,IHJIOJ.'IO,\' 2.,1,".1

"[Ι Α καδήμεια hai τό δημόσιον Σήμα ( Σ ' αύτόν τό χώρο ό Π λάτων ίδρυσε τήν σχο­
ί.ή του οπου ό Αρ ιστοτέλης φοiτησε είκοσι σχεδόν χρόνια , ( Ίστορiα . Έλλην. ε­
θνΟlJς , τόμ, Γα. σεί.. 472 ΈκδΟΤΙλ'tί Αθηνιυν Α,Ε .),

61
-

κριτος) άρνείτqι τήν ϋπαρξη χρώματo . (πιστεύει) δηλ. δτι τό χρώμα



4
προκύπτει άπό τή §έση τών άτόμων.
'Ο Άριστοτέλης δέν περιορίζεται στήν έρευνα τής άλυσίδας
τών Ίώνων φιλόσοφων. Προσπαθεί νά άποκτήσει μιά συνολική ε ί­
κόνα τής ίστορίας τού πνεύ ματος, ταυτόχρονα δμως έπιδιώκει νά
διαπιστώσει συγκεκριμένες χρονολογίες : Στην άρχή, λοιπόν, δπως
ηταν φυσικό, δποιος έπινοούσε μιά όποιαδήποτε τέχνη πού ξεπερ­
νούσε τά κοινά μέτρα αυτός προκαλούσε τό θαυμασμό τών άνθρώ­
πων, όχι μόνο έπειδή ήταν χρήσιμο κάτι άπό τά έπινοηθέντα, άλλά
τόν θαύμαζαν ώς σοφό καί άνώτερο άπό τούς αλλους άνθρώπους. 'Ό­
ταν μάλιστα άργότερα έπινοούνταν περισσότερες τέχνες, άπό τίς ό­
ποίες αλλες ύπηρετούσαν χρηστικούς σκοπούς καί αλλες την ποιοτική
οελτίωση τής ζωής, θεωρούσαν πάντοτε πιό σοφούς αυτούς τούς τε­
λευταίους (πού έορισκαν τέχνες γιά την έξύψωση τής ζωής) άπό τούς
αλλους, άκριοάJς διότι οΙ δικές τους γνώσεις δέν άπέ6λεπαν σέ χρη­
στικούς σκοπούς. Γι' αυτό δταν δλα αυτά εΙχαν ήδη τακτοποιηθεί, τό­
τε έπινοήθηκαν οΙ έπιστήμες πού δέν άπο6λέπουν ούτε στήν άπόλαυ­
ση συτε στήν έκπλήρωση πρακτικών άναγκών, καί αυτό οέ6αια έγινε
πρώτα στίς χώρες έκείνες, δπου οΙ ανθρωποι εΙχαν έλεύθερο χρόνο.
Γι' αυτό αλλωστε οΙ μαθηματικές έπιστήμες καλλιεργήθηκαν πρώτα
στήν ΑΙΥυΠΤΟ, γιατί οέοαια έκεί τό Ιερατικό γένος εΙχε τό προνόμιο
45
τού έλεύθερου χρόνου.
'Ακόμη πιό παλαιοί άπό τούς Αιγύπτιους (ιερείς) εΙναι οΙ μάγοι
(τού Μίθρα). Κατ' αλλους ύπάρχουν δυό άρχές τών όντων, ενας άγα­
θός θεός καί ενας κακός θεός ό πρώτος όνομάζεται Ζεύς ή Ώρομάσ­
46
δης ένώ ό αλλος "Αδης ή 'Αρειμάνιος. Τά προβλήματα γνησιότη­
τας τών έ ργων ό Άριστοτέλης τά θεωρεί σοβαρά: τά λεΥόμενα
'Ορφικά έπη δέν είναι τού 'Ορφέα' άπ' αύτόν προέρχονται μόνο
τά (όρφικά) δόΥματα. Αύτά τά έχει άναmύξει περισσότερο ό 'Ονο­
47
μάκριτος ατά ποιήματά του.
Μαζί μέ τούς μάγους, τούς θεολόγους καί τούς φυσικούς ά
Άριστοτέλης γνωρίζει καί τούς σοφιστές, πού μέ δισταγμό συμ­
μερίζεται τήν έχθρα τής Άκαδημίας έναντίον τους. Ή σοφιστική ,
πού οί πιό περίφημοι εK�ρόσωπoί της ήταν ό Π ρωταγόρας καί ά
Γοργίας , δέν ύπήρξε επιστημονικό κίνημα, άλλά, μέ τά λόγια τού
Γαίγκερ, « μιά πλημμυρίδα τής επιστήμης» πού πρόκυψε άπά τήν
προσέγγιση τού επιστημονικού στοιχείου μέ παιδαγωγικά, πολιτι­
κά καί κοινωνικά ενδιαφέροντα. Ό Άριστοτέλης γράφει βέβαια ά­
κολουθώντας τόν Πλάτωνα :

62
Ή σοφιστική φαίνεται σάν γνώση στήν ουσία δμως δέν είναι, καί
ό σοφιστής έπομένως είναι μεταπράτης φαινομενικών γνώσεων καί
48 "
όχι πραγματικών, Εχει κάθε λόγο σέ μερικά σημεια νά έπιτίθε­
ται εντονα, έναντίον τών σοφιστών, γιατί ή διδασκαλία τού Πρω­
ταγόρα θεωρειται σάν κατάργηση τής άρχής τής άντιφάσεως :
"Αν συγχρόνως δλοι οΙ αντιφατικοί ισχυρισμοί γιά τό ίδιο πράγ­
μα εΙναι αληθινοί, τότε είναι προφανές δτι δλα γενικά τά πράγματα
θά είναι ενα, Δηλαδή τό ίδιο πράγμα θά ήταν τριήρης, τοίχος καί άν­
θρωπος, εφόσον μπορεί κανείς σ' όποιοδήποτε πράγμα νά κατηγορή­
σει κάτι η νά τού τό αρνηθεί, δπως οέοαια αναγκαστικά συμοαίνει μέ
δσους χρησιμοποιούν τό έπιχείρημα τού Πρωταγόρα, Γιατί άν κάποι­
ος νομίζει δτι ό άνθρωπος δέν είναι τριήρης, είναι φανερό δτι δέν εί­
ναι τριήΡ ' θά είναι, λοιπόν, τριήρης, άν ή αντιφατική πρόταση είναι
nf
αληθινή, �
Τήν πολιτιστική καί πολιτική σημασία τής Σοφιστικής δμως
τ ν επαιρνε πολύ στά σοβαρά ό Άριστοτέλης, ίδιαίτερα τό ζεύ­
η
γος τών άντιθέσεων φύσις καί νόμος, πού έγινε άξίωμα ( = φ ιλοσο­
φικό), Στά ή θικά καί πολιτικά συγγράμματα έξευγενίζει τίς δύο
αύτές εννοιες καί τίς έπεξεργάζεται κριτικά σέ σχέση μέ τήν έν­
νοια τής θεωρίας τής κίνησης καί τή διδασκαλία γιά τήν ούσία· έ­
πιπλέον οί 'ίδιες έννοιες άποτελούν βασικό συστατικό τής άριστο­
τελικής φιλοσοφίας τού δικαίου. Τόσο πολύ έπηρεάστη καν άπό
τούς σοφιστές, ωστε ή άπερίσκεmη έπίκληση τής όριστοτελικής
διάκρισης μεταξύ τού φυσικού καί θετικού δικαίου συχνά δέν εί­
ναι παρά μιά άπλή ύποτροπή τής Σοφιστικής. Ό Άριστοτέλης ό­
ναγνώριζε άκόμα τίς γνωσιοθεωρητικές προσπάθειες τών σοφι­
στών γιά τή γλώσσα, μιά καί ό 'ίδιος βέβαια δίδασκε ρητορική τήν
έποχή πού ήταν στήν Άκαδημία. Τό δτι έπίσης πάντοτε, άπό λό­
γους μιας πραγματικής συγγένειας μέ τή Σοφιστική , παραμένει
εύαίσθητος άπέναντί της, αύτό δέ σημαίνει πώς τήν άποδοκιμά­
ζε ι, άφού ό 'ί διος γράφει δτι καί ο/ Έmά Σοφοί ήταν σοφιστές, 5ο
Άνάμεσα στόν Ζαρατούστρα καί τόν Πλάτωνα ζούσαν οί στο­
χαστές , πού ο ί διδασκαλίες τους γοήτευαν πάντοτε τόν Άριστο­
τέλη . Τό πιό παράξενο άπό τά άποσπάσματα τού διαλόγου πού έ­
γραφε ό Άριστοτέλης ώς προγραμματικό κείμενο γιά τή φιλοσο­
φ ι κή σχολή του στήν 'Άσσο τής Τρωάδας περιέχει τήν παράξενη
φράση : Ό Ζαι:!.ατούστρας εζησε 6,000 χρόνια πρίν άπό τό θάνατο
51
τού Πλάτωνα, Μ ' αύτό ό 'Αριστοτέ λης έννοει μιά τομή στήν ί­
στορία τής σκέψης, καθώς καί στό « όπό πού ; » τής 'ίδιας του τής

63
φ ιλοσοφίας , το μή πού στ ά μάτ ια του δέν θά μπορούσε νά ή ταν
δ ραματ ικότ ερη : Γιά νά έκτ ιμήσει κανείς τήν πρόταση αυτή , πρέ­
πει νά θ υ μηθει δτ ι μιά περσική κοσμική περίοδος διαρκούσε δώ­
δ ε κα χιλιάδες χρόνια. 'Άν ό Ζαρατούστρας βρισκό ταν στήν άρχή
μιας κοσμικής έποχής, μέ τόν Πλάτωνα, πού ζούσε στό μέσο τής
περιόδου, δρχιζε ενας νέος αίώνας.

64
Ο ΠΛΑΤΩΝ

Ή σχέση τού Άριστοτέλη μέ τόν Πλάτωνα είναι προφανώς τό


σημαντικότερο καί τό πιό δύσκολο πρόβλημα στήν ίστορία τής έ­
ξέλιξης τής άριστοτελικής σκέψης. Οί γνώμες σχετικά μ' αύτό τό
πρόβλημα διίστανται σημαντικά. Γιά Ολλους ή μεγαλύτερη ύπηρε­
σία τού Άριστοτέλη είναι δτι έγκατέλειψε τόν Πλάτωνα. Γιά αλ­
λους αύτό ύπήρξε ή μεγαλύτερη άδυναμία του , πού συνδέεται μέ
μιά τυφλή άχαριστία: τό πουλάρι, όπό μόλις γεννιέται δίνει κλω­
τσιές στήν κοιλιά τής μητέρας του ! 'Άλλοι πάλι τόν έκτιμούν πολύ
επειδή ή « φ ιλοσοφία του τής μορφής» δέν ήταν παρά μιά επεξερ­
γασία τής πλατωνικής κληρονομιας, * καί ύποστηρίζονται άπό ε­
κείνους πού κατηγορούν τόν Άριστοτέλη , δτι παρότι εκανε πολ­
λές μεμονωμένες προσπάθειες νά άντισταθή δέν κατώρθωσε νά
άπελευθερωθεϊ άπό τό δίχτυ τών πλατωνικών άντιλήψεων.
Δυό μαρτυρίες δείχνουν παραστατικά τήν στάση τού Σταγιρί­
τη πρός τό μεγάλο Άθηναϊο δάσκαλο, ή όποία ήταν ταυτόχρονα
γεμάτη σεβασμό καί κριτική. Ή πρώτη μαρτυρία είναι ενα άπόσ­
πασμα άπό τήν ελεγεία στόν Εϋδημο, πού είχε στήσει στήν Ά­
θήνα πρός τιμή τού Πλάτωνα εναν βωμό τής φιλίας :
. . . . . ϊδρυσε σωμό σεμνής φιλίας
γιά τόν άντρα πού ούτε νά τόν παινεύουν οΙ κακοί δέν έπιτρέπεται.
Α l'Jτός μόνος καί πρώτος από τό γένος τών θνητών έδειξε καθαρά,

• Δηλ. τών πλατωνικών Ιδεών. (Σ.τ.Ε.).

65
καί μέ τήν ίδια του ζωή καί τά σοφά του λόγια,
πώς 6 ανθρωπος καλός μαζί κι εύτυχισμένος γίνεται·
2
. κανένας τώρα καί ποτέ δέ θά μάς πεί τά ίδια. 5 .
Ή δε ύτερη μαρτυρία έχει γίνει ρητό τής φιλοσοφίας amicus
Plato, magis amica veritas (φίλος μέν Πλάτων, φιλτέρα δέ άλή­
θεια ! ) .
Θ ά ηταν ίσως σκοπιμότερο νά πραγματευθούμε τό ανώτερο αγα­
θό στή γενική του Εννοια καί νά σκεφτούμε, πώς τό εννοούμε. Είναι
οασανιστικό νά γίνει ή ερευνα αύτή, γιατί άνδρες αγαπητοί σέ μάς
εχουν εΙσηγηθεί τίς Ιδέες. 'Ωστόσο θά ήταν ίσως καλύτερα καί θάπρε­
πε, προκειμένου νά διαφυλάξουμε τήν αλήθεια, νά παραμερίσουμε α­
κόμη καί τά προσφιλή μας πράγματα, τόσο περισσότερο μάλιστα α­
φού πιστεύουμε στην αποστολή τού φιλοσόφου. Γιατί μολονότι καί τά
δύο (6 Πλάτων 6 εΙσηγητής τών Ιδεών καί ή αλήθεια) μά είναι αγα­

πητά, είναι Ιερό καθήκον νά προτιμήσουμε την αλήθεια. 3
Θά πρέπει νά άναγνωρίσει κανείς δτι δέν μειώνεται ή άξιο­
πρέπεια, ή δ ύναμη καί ή εύγένεια τής όμολογίας αύτής, αν θυμη­
θεί κανείς τή δήλωση τού Πλάτωνα γιά τόν ·Όμηρο : «μολονότι Βέ­
βαια ένα αϊσθημα άΥάπης καί σεβασμού πού έχω άπό παιδί Υιά
τόν 'Όμηρο μέ έμποδίζει νά μιλήσω.. . άλλά όμως δέν πρέπει νά τι­
μούμε περισσότερο τόν ανθρωπο άπό τήν άλήθεια. » ·
Ό Άριστοτέλης ήταν δεκαεφτά χρόνων δταν ήρθε στήν Ά­
θήνα καί μπή κε στήν κοινότητα τής Άκαδημίας. Ή σχολή αύτή εί­
χε ηδη εϊκοσι χρόνων ζωή ως τότε . Ό ίδρυτής της Πλάτων, πού έ­
κείνο τόν καιρό, τριαντατρία χρόνια μετά τό θάνατο τού Σωκρά­
τη , βρισκόταν στίς Συρακούσες τής Σικελίας, ήταν στά έξήντα
του χρόνια. Πώς μπορούσε ό ωριμος ηδη ·Αριστοτέλης νά μήν
έντυπωσιαστει άπό τήν προσωπικότητα τού Πλάτωνα, τήν έσωτε­
ρική ματιά του , τίς έντονες έπιδιώξεις του, τήν περίτεχνη λεmό­
τητά του ; Στά εϊκοσι χρόνια πού ό Άριστοτέλης ζούσε αμεσα ατό
περιβάλλον τής ·Ακαδημίας ό Πλάτων έγραψε τά τελευταια του
έργα, άνοίχτη κε πρός τήν πυθαγορίζουσα θεωρία τής έπιστήμης
καί τή σοφία τής ·Ανατολής. ··Ολα αύτά έρέθιζαν τό νεαρό Άρι­
στοτέλη . ·Από τούς διαλόγους, πού έγραψε δσο άκόμα ήταν ατήν
·Αθήνα, προβάλλει τό πάθος τής έσωτερικής πεποίθησης καί ή ά-
- -

* Πλάτων, Πολ. Χ '595 c. .

66
Π ί.άτων. Ρωμαίι.:ό ά ντίγραφο άπό ρωμαίι.:ό όρειχάί,,-"ινο πρωτότυπο ( περ. 360 π λ.

67
ριστοτεχνικότητα τής μορφής, μιά καί στήν Άκαδημία τού είχε ά­
νατεθει τό μάθημα τής ρητορικής.
'Όταν ό Πλάτωνας πέθανε στά όγδόντα του , ό Άριστοτέλης
ήταν τριανταεφτά έτών. Γιά τό έργο του πού θά διακοπεί τό 323
τού άπόμεναν ε ίκοσιπέντε χρόνια. Ή πρώτη άπογοήτευση ήταν
γι' αύτόν ή έ κλογή τού Σπεύσιππου ώς διαδόχου τού Πλάτωνα
στή διεύθυνση τής Άκαδημίας. 'Ωστόσο ή δυσαρέσκεια πού δη­
μιουργήθηκε άπ' αύτό δέν είχε καμιά έπίδραση στίς φιλοσοφικές
θ έσεις τού πραγματικού διαδόχου . Ό Άριστοτέλης βαθμιαία μό­
νο θ' άπομακρυνόταν άπό τίς διδασκαλίες τού Πλάτωνα γιά τήν
ψ υχή καί τίς ίδέες. Μαζί μέ τόν Ξενοκράτη έφυγε άπό τήν Άθήνα
καί πήγε στήν 'Άσσο στή νότια παραλία τής Τρωάδας (άπέναντι
άπό τή Λέσβο), δπου ό ήγεμόνας τού Άταρνέως, ό Έρμίας , πού ό
Πλάτων τόν άναφέρει στήν έπιστολή του είχε πάρει κοντά του
δυό φιλοσόφους άπό τήν Άκαδημία τόν 'Έραστο καί τόν Κορίσκο
άπό τήν Τρωάδα, ώς φιλόσοφους τής αύλής του . Ό Έρμίας χάρι­
σε στό παρακλάδι τής Άκαδημίας τούς οίκονομικούς πόρους τής
·Άσσο υ .
Ό Άριστοτέλης, πού μαζί του είχαν έρθει ν ά ζήσουν άρκετοί
'
νέοι ανθρωποι, ίδιαίτερα ό Θεόφραστος άπό τήν Έρεσό τής Λέ­
σβο υ , μπορούσε πιά νά άνοίξει τή δική του σχολή , νά κάνει παρα­
δόσεις, νά γράφει πραγματείες. Οί νέες άπαιτήσεις πού θέτει
στόν έαυτό του, τόν άπομακρύνουν σιγά σιγά άπό τόν Πλάτωνα.
Σέ λίγο έγκαταλείπει καί τόν τύπο « έμείς οί πλατωνικοί» καί άπυ­
δ ίδει στόν Πλάτωνα δ ,ΤΙ τού άνήκει. Δέν είναι πολύ δύσκολο νά
καταλάβει κανείς αύτή τή μεταβολή , αν σκεφτεΙ σέ ποιά ΚΡ
σιμη κατάσταση φέρνει τόν φιλόσοφο ή έντολή καί ή δραστη­
ρ ιότητα τής διδασκαλίας. Ή 9ιλοσοφία καί ή ζωή άπό τή μιά πλευ­
ρά συμπεριφέρονται μεταξύ τους δπως ή φωτιά μέ τό νερό, άπό
τήν αλλη πλε υ ρά δμως ίσχύει περισσότερο ϊσως άπ' δ,ΤΙ θέλουν
νά παραδεχτούν όρισμένοι σύγχρονοι, δτι ή μορφή έπικοινωνίας
τής φιλοσοφίας , άκόμα καί μέ τόν μανδύα τής μαιευτικής τού
Σωκράτη , είναι σέ τελευταία άνάλυση δογματική. "Αν αύτό είναι
λυπηρό είναι ένα δεύτερο έρώτημα, ένα έρώτημα πού θά τό είχε
θ έ σει στόν έαυτό του ό Άριστοτέλης δχι μόνο ώς μαθητής καί
όπαδός τού Πλάτωνα, άλλά καί ώς δάσκαλος τού Αλεξάνδρου καί
έπικεφαλής τού Π εριπάτο υ . Κατεύθυνε τή φιλοσοφία του , δπως
τό διατυπώνει ό Ραφφαέλ σέ αλλες «άρχές » , μέ τίς όποίες δέν
συμβιβαζόταν οϋτε ή διδασκαλία τών ίδεών οϋτε ή διδασκαλία
περί ψ υχής του Πλάτωνα. Έδώ βρίσκεται, λοιπόν, τό δριο τής
68
Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ
(ΤΟ ΛΥΚΕΙΟ)

Α. ΟΙ αμεσοι μαθηταί τοϋ · Αριστοτέλους

Θεόφραστος ό ΈρέσLος ( 37 2 - 286 π.Χ. )


Eϋ8Ύj μoς ό Ρό8ιος ( β', .ημισυ το;; 40υ αΙ π.Χ. )
Άριστόξενος ό Ταραντ'i:νος ( 375 /60 - ; )
ΔικαΙ!Χρχο ς ό Mεσσ�νιoς ( &κμ� περ . 326 - 296 π.Χ. )
ΔYJμ�τριος ό ΦαλYJρεuς (περ. 350 - 297 ; π.Χ. )
• Η ρακλεΙΟYJς
'� ο• π οντικος
' ( ανYJκεt
" και\ σΤYJν
, 'Ακα-
8YJμΙα, περ . 322 π .Χ. )
.
Διoκλ�ς ό Kαρύ�τιoς ( 384 - 322 π.Χ. )
ΦαινΙας ό Έ ρέσιος ( &κμ� 320 π.Χ. )
Κλέαρχος ό Σολεδς ( Κύ προς, περ . 340 - 250 π.Χ. )

Β. Στη διεύθυνση τοϋ Λυκείου

Θεόφραστος ό ΈρέσLος ( 322 - 286 π.Χ . )


Στράτων ό Λαμψακ·ηνΟς ( 286 - 270 π.Χ. )
Λύκων ό Τρωα8Ιτης ( 270 - 225 π.Χ. )
'ΑρΙστων ό Κε'i:ος (225 - 180 π.Χ. )
Κ ρ ιτόλαος ό ΦασYJλΙτης ( 1 80 - 1 7(1 π.Χ. )
Διό8ωρος δ Τύριος ( &πο το 1 70 π . Χ . - ; )
'Έρ μιππος ό Σμυρνα'i:� ς ( α' � μισυ 2ου αΙ π.Χ. )
Σ ωτΙων ό Άλεξαν8ρεδς ( 20ς αΙ π.Χ. )

Πil,άκll:; HVI' )/αυηrιίιl' λ:αi JIιIJVI.UJ I' rotj Αμισrυrεί.η. ( 1arυpill rού Εί.ί.ψιιωι;
EIII·:)u,:;. ro)/. Ε. . σεί.. 2')8) .
69
έ ρμηνείας τής άριστοτελικής φιλοσοφίας άπό τήν πλευρά τής
ίστορίας τής έξέλιξής της . Ό μοιραίος πυρήνας τής θεωρίας των
ίδεών δέν β ρισκόταν μέσα σ' αύτήν τήν ϊδια · βρισκόταν κάπου
άλλού .
Ό Πλάτων μ έ τίς ιδέες έννοούσε τίς αιώνιες, άμετάλλακτες,
πρωταρχικές μορφές των πραγμάτων τού κόσμου των φαινομέ­
νων άλλά καί τών άφηρημένων έννοιων, δπως τού καλού καί τής
άρετής. Οί ίδέες ζούν μιά πραγματική ζωή σ' εναν αιώνιο καί τέ­
λειο κόσμο , στόν κόσμο τού Είναι, καί ό δικός μας κόσμος των
φαινομένων δέν είναι παρά μιά άτελής μίμησή του . Ό Άριστοτέ­
λης έξεγείρεται γι' αύτό τό αδειασμα τού κόσμου μας. Γι' αύτόν
τούτος ό κόσμος είναι ό κόσμος τού Είναι. 'Όχι δτι άντιστρέφει τή
σχέση καί άπορρίmει τίς ιδέες σάν όπλά έπιφαινόμενα. Άγαπάει
βέβαια νά φέρνει σέ δυσκολία τούς πλατωνικούς: εΙναι εϋκολο νά
συναγάγει κανείς πολλά καί άδύνατα σημεία έναντίον αύτής τής
έκδοχής. 54 Ξέρει δμως δτι χωρίς εναν παράγοντα παρόμοιο μέ
τίς ίδέες, δηλαδή τή μορφή , δύσκολα θά τά εβγαζε πέρα : 'Όταν
εχουμε τήν παράσταση ένός ανθρώπου ή ένός πεζού ή από ενα όποιο­
δήποτε ζωντανό όν, ΕVVOύμέ κάτι από τά όντα γενικά καί όχι από ενα
όρισμένο εΙδος γιατί καί στήν περίπτωση πού εξαφανισθούν αυτά τά
ζωντανά είδη παραμένει ή ίδια παράσταση. ΕΙναι, λοιπόν, φανερό δτι
πλάι στά επιμέρους καί αισθητά πράγματα ύπάρχει κάτι πού εχουμε
τήν παράστασή του (τήν έννοιά του), ανεξάρτητα άν εκείνα εΙναι
στήν πραγματικότητα ή δέν εΙναι. Στήν περίπτωση, αυτή, λοιπόν, δέν
εννοούμε κάτι πού δέν μπορεί νά εΙναι (μή ον). Αυτό ακριδως εΙναι ή
μορφή καί ή ιδέα. 55
Άσφαλώς ό Άριστοτέλης προσπάθησε νά άρχίσει τήν κριτική
του έναντίον τής θεωρίας τών ίδεων τού Πλάτωνα άπό μεμονω­
μένες δυσκολίες αύτής τής θεωρίας. Αύτό ήταν τό νόημα τής
διαφωνίας γιά τόν «τρίτο ανθρωπο» Γι γιά τόν «άριθμό των ίδεων » .
Τό ν ά συμπεράνει κανείς δτι ή κριτική του δέν ήταν παρά μιά
συνεπής παραπέρα έξέλιξη τής διδασκαλίας τού Πλάτωνα, πού ·
ετσι κι άλλιως άμφιταλαντευόταν, δέν άνταποκρίνεται στήν πραγ­
ματικότητα καί όδηγεί στό άνιαρό έρώτημα, αν ό Άριστοτέλης
κατανόησε καί έρμήνευσε σωστά τόν Πλάτωνα. Βέβαιο είναι δτι
τό έρώτημά μας σχετικά μέ τό «άπό πού ; » προσκρούει έδω σ' ενα
δ ριο ώς πρός τήν ίστορική σύλληψή του. 'Ένας άπό μηχανής θεός
μπορεί ϊσως νά μάς λυτρώσει άπό μιά πολύ σκληρή καί αδικη
έναλλακτική λύση . Πρόκειται γιά τή θέση πού πήρε ώς πρός αύτό
τό πρόβλημα ό Θωμάς ό Άκινάτης.
70
Ή γνησιότητα του αποσπάσματος πού όκολουθεΙ είνα έξ'
'ί σου βέβαιη όσο καί τό γεγονός, ότι όγνοεΙται όπό τούς φιλοσό­
φους της θωμιστικης σχολης, γιατί τούς είναι δυσάρεστο. Βρί­
σκεται στό «Quaestiones disputatae de veritate, quaestio 3, de ideis, art.
8, utrum s i ngularia habeant ideam ί π deo » � W Ό Θωμας έξετάζει στήν
όρχή τούς λόγους πού εκαναν ιόν Πλάτωνα νά μή μπορεΙ νά
βάλει ίδέες στά μερικά πράγματα, ϋστερα όναφέρει τήν όντίληψη
τών γενικών έννοιών όπό τό «φιλόσοφο» (δηλ. ιόν Άριστοτέλη),
δηλώνει όμως στό τέλος μέ μιά εξοχη κατηγορηματικότητα:
« ' Ε μεΙς όμως ίσχυριζόμαστε, ότι ό Θεός είναι ή αίτία τοΟ μερικοΟ,
τόσο ώς πρός τή μορφή του όσο καί ώς πρός τό ύλικό του. ' Ισχυ­
ριζόμαστε όκόμα ότι όλα τά μερικά πράγματα καθορίζονται όπό
τόσο ώς πρός τή μορφή του όσο καί ώς πρός τό ύλικό του. '1σχυ­
ριζόμαστε όκόμα ότι όλα τά μερικά πράγματα καθορίζονται όπό
τήν πρόνοια τοΟ ΘεοΟ. Κι αύτό μας όδηγεΙ στό νά βάλου με ίδέες
στά έπιμέρους (πράγματα) >> .
Άσφαλώς αύτός ό ίσχυρισμός δίνει όρχικά τήν έντύπωση , ότι
ό Άριστοτέλης βρίσκεται στό μέσο, όνάμεσα στόν Πλάτωνα καί
στό Θωμα. 'Όμως γιά ποιούς λόγους νά έγKαταλείψouμε έδώ τόν
τρόπο παρατήρησης άπό τή σκοπια της ίστορίας της έξέλιξης καί
νά άποδώσουμε αύ θεντικό κύρος καί έρμηνευτική δυνατότητα
στή σχολαστική φιλοσοφία, ένώ αύτή ή σιωπηρή « ίδέα τοΟ μερι­
κού » μπορεΙ νά νοηθεΙ σάν έντελέχεια της άριστοτελικης φιλο­
σοφίας, η τουλάχιστον σάν τό πιό άποφασιστικό σημεΙο εντασής
της , πού άντιτίθεται στό έπιστημονικό σύστημα ;

* Ζητήματα εξετασθέντα Περί αληθείας. Ζήτημα 30, Περί Ιδεών, αρθ. 8. Πό­
τερον τά καθ' εκαστον μετέχει τψ θεψ;

71
Α ΛΕΞΑΝΔ ΡΟΣ

'Ο Άριστοτέλης άπόκτησε κι αύτός τήν έμπειρία δτι μερικές


φορές οί μαθητές διαμορφώνονται διαφορετικά άπ' δ,ΤΙ πίστευε
καί η θελε ό δάσκαλος. 'Ο Θεόφραστος, πού επεισε τό δάσκαλό
του νά μετοικήσει άπό τήν 'Άσσο στή Μυτιλήνη τής Λέσβου, πού
Kαθoδηγo � σε στό τ:!λευρό τ�υ 'Aρ�στo�έλτ:ι τήν έρευνητική έργα­
σία στό Λ ύ κε ιο καί διαδέχτηκε τό Δάσκαλο στή διεύθυνση τής
σχολής ήταν ενας άνεξάρτητος έπιστήμονας' παρέλαβε τή φιλο­
σοφική άρματωσιά του Άριστοτέλη κα ί πραγματοποίησε ό 'ίδιος
σέ πολλού ς τομείς έ κπληκτικά έπιτεύγματα. 'Έχει γίνει ηδη λόγος
γιά τήν έ κτενέστατη Δοξογραφ ία του · οί ζωολόγοι του όφείλουν
πολυάριθμα βοτανολογικά κείμενα, καί οί Χαρακτήρες του έπη­
ρέασαν μέσω του Λά Μπρυγιέρ (La Bruyere) τήν παγκόσμια λογο­
τεχviα . Ή σχέση άνάμεσα στό Θεόφραστο καί τόν Άριστοτέλη
δέν τραυματίστηκε οϋτε άπό τό δογματικό χαρακτήρα τής φιλο­
σοφικής διδασκαλίας οϋτε άπό τήν ΤΊάλη πού διεξάγουν δυό προ­
σωπικότητες, δταν δέν προβλέπουν πρός τήν 'ίδια κατεύθυνση .
Τ ό λογαριασμό γιά τ ή ρήξη του μ έ τήν Άκαδημία ό Άριστοτέλης
δέν τό πλήρωσε στό Λύ κειο άλλά στή μακεδονική αύλή.
'Ο πατέρας του Άριστοτέλη Νικόμαχος, πού πέθανε νέος,
ήταν ό προσωπικός γιατρός του βασιλιά Άμύντα τής Μακεδονίας,
πατέρα του Φίλιππου Β :. Ή γυναίκα του Φαιστίς προερχόταν κι
α ύτή άπό ίατρική οίκογένεια. 'Ορφανός σέ μικρή ήλικία, ό Άρι­
στοτέλης πήγε γιά πρώτη φορά στόν Άταρνέα , στά μικρασιατικά

73
παράλια, στόν Π ρόξενο, πού τόν μνημονεύει τιμητικά στή διαθή­
κη του. Στήν Π έλλα δέν είχε σβύσει ή άνάμνηση τού Σταγιρίτη,
δταν ό Έ ρμίας πρότεινε στόν ίσχυρό σύμμαχό του Φίλιππο νά
καλέσει στήν αύλή τόν άνοιχτό στόν κόσμο καί πολιτικά άδέσμευ­
το φιλόσοφο τής Άκαδημίας καί νά τού έμπιστευθεί τήν έκπαί­
δευση τού γιού του Άλέξανδρου , πού ήταν δεκατριών χρόνων
τότε.
Στά σαράντα του χρόνια 6 Άριστοτέλης έφτανε στήν ήλικία,
δπου χάνει κανείς τούς μεγαλύτερους φίλους του . Σέ λίγο θρή­
νησε τόν φρικτό θάνατο τού μεγάλου του φίλου Έρμία. Άγανα­
κτισμένος καί συγκλονισμένος έστησε στούς Δελφούς ένα αγαλ­
μα τού ήγεμόνα τού Άταρενέα, καί άνέλαβε νά συντάξει 6 'ίδιος
τήν έπιγραφή του :
Αι'nόν εδώ τόν σκότωσε δ 6ασιλιάς τών τοξοφόρων Περσών
καταπατώντας άνόσια τόν Ιερό νόμο τών θεών,
γιατί δέν τόν νίκησε φανερά σέ φονικό άγώνα μέ τή . λόγχη,
άλλά στηριγμένος στήν πίστη ένός δόλιου άνθρώπου. 56
Ή έχθ ρική πρός τούς Πέρσες στάση τού Άριστοτέλη , πού
στά τρία χρόνια πού πέρασε στήν 'Άσσο άπέκτησε τήν καλύτερη
καλλιέργεια ρεαλιστικής πολιτικης πού ύπήρχε τότε, άνταποκρι­
νόταν στή μακεδονική πολιτική . 'Έτσι ό παιδαγωγός Άριστοτέλης
κατόρθωσε νά πείσει τό νεαρό Άλέξανδρο γιά τήν άναγκαιότητα
καί για τή δ υνατότητα μιάς κρατικής μεταρρύθμισης στήν Έλλά­
δα. Οί γονείς τού Άλέξανδρου έδειχναν μεγάλο σεβασμό γιά τό
φ ιλόσοφό τους καί τόν δ.φηναν νά άσκεί πλατιά έπιρροή στίς πο­
λιτικές τους άποφάσεις. "Αν 6 Πλάτων .ίQχυριζόταν δτι «6 κόσμος
δέν πρόκειται νά καλυτερέψει, πρίν οί φιλόσοφοι κυβερνήσουν η
ο ί κυβερνήτες άσχοληθούν σοβαρά μέ τή φιλοσοφία,, : Ό Αρι­
στοτέλης ηξερε νά, κρίνει ρεαλιστικότερα η νά διαπιστώνει δ ,ΤΙ:
Όχι μόνο δέν είναι άναγκαίο άλλά είναι καί εμπόδιο ν' άσχολείται
ενας 6ασιλιάς μέ τή φιλοσοφία. 'Αντίθετα πρέπει νά άκούει καί νά

• Πολ. Ε 473 d. Ό Zemb μεταφράζει «ελεύθερα». Ή πλήρης μορφή εΙναι ή d­


κόλουθη : έάν δέν κυΌερνήσουν οΙ φιλόσοφοι στίς πόλεις ή άν δέν dπoκτησoυν
γνήσια καί Ικανή φιλοσοφική παιδεία οΙ λεγόμενοι Όασιλιάδες τώρα καί οΙ
δυνάστες, καί μάλιστα νά συμπέσει ή πολιτική δύναμη καί ή φιλοσοφία .... δέν
μπορεί νά εξαλειφθεί ή δυστυχία μέσα στίς πόλεις, νομίζω μάλιστα ούτε σ'
σλο τόν κόσμο. ΠΌ. καί Ζ' επιστολή, 326 b. (Σ.τ.Ε.).

74
Οί δύο όψεις άπό τό άναμνηστικό μετάλλιο γιά τό Παγκόσμιο Συνέδριο τού Αρι­
στοτέλη ( Θεσσαλονiκη 7- 14 Αύγ. 1 9 78 ) . Δεξιά: άναμνηστικιί στιίχη πού έστησε ό
Α ί.έςα νδρος στά Στάγειρα, γιά νά τιμήσει τό Δ άσκαλό του στό έπιγραφικό Τμήμα
τοιj Εθν. Αρχ. Μουσει·ου. Εδώ άναπαράστασηJ .

ακολουθεί τούς πραγματικούς φιλοσόφους (παρά νά ασχολεϊται 6


ίδιος μέ τή φ ιλοσοφία) 57
'Ένα τέτοιο βασιλιά θέλει νά διαπαιδαγωγήσει ό Άριστοτέ­
λης. Ή μόρφωση πού δίνει στόν Άλέξανδρο είναι άσφαλώς μάλ­
λr.'i λογοτεχνικ ή καί πολιτική παρά φιλοσοφική . Σάν παιδαγωγός
καταφέρνε ι νά συνδυάζει τά έρευνητικά ένδιαφέροντά του μέ
τήν πρακτική άποστολή του . 'Έτσι έμβαθύνει στίς 'Ομηρικές έρευ­
νές' του, στή διπλή λυδία λίθο τής πράξης καί τού χρόνου. Άπό
τά έφηβικά του κιόλας χρόνια ό Άλέξανδρος άναλάμβανε τίς
κυβερνητικ ές ύποθέσεις , στα ν ό πατέρας του έλειπε σέ έκστρα­
τεϊες. Στά δεκαοχτώ του χρόνια, στή μάχη τής Χαιρώνε ιας, δια
­
κρίθηκε σάν άρχηγός τής άποφασιστι κής (τής δεξιας) πτέρυγας
τού στρατε ύματος. Στά ε'ίκοσι βρισκόταν στό θρόνο. ' Ο Άριστο­
τέλη ς μπορούσε νά έλπίζει στι ό Άλέξανδρος θ ' ακουγε πάντα
καί θ ' άκολουθούσε τούς άληθινούς φιλόσοφους ! ' Ο Άλέξανδρος
αρχισε βέβαια νά τόν άκολουθεϊ . Μ ετά άπό μερικά χρόνια σμως
πήρε δικούς του δρόμους, σπου δέν μπορούσε πιά νά ύπολογίζει
στή συναίνεση τού Άριστοτέλη. Τό λαμπρό έγχείρημα τού Άλέ-

* Πρόκειται γιά τό εργο τού Άριστοτέλη Άπορήματα 'Ομηρικά, από τό ό­


ποίο μόνο λίγα αποσπάσματα σώθηκαν. (Σ. τ.Ε.).

75
ξανδρου όπέτυχε , ή αύτοκρατορία του διαλύθηκε' ή όποστολή
του ώς πρός τήν Έλλάδα δμως δέν είχε έKπληρωθεϊ� Ό Άριστο­
τέλης είχε διαπαιδαγωγήσει. εναν όπό τούς μεγαλύτερους στρα­
τηγούς καί πολιτικούς τής ίστορίας, οχι δμως αύτόν πού ηθελε.
Μερικές όπό τίς παρατηρήσεις του πάνω σέ παιδαγωγικά προβλή­
ματα όντικατοmρίζουν τίς έμπειρίες πού είχε συγκεντρώσει aτή
διάρκεια τής έξάχρονης έκπαιδευτικής δραστηριότητάς του :
'Επειδή κάθε ανθρώπινη κοινότητα συνίσταται από διοικούντες
καί διοικουμένου,;, γι' αύτό πρέπει νό ερευνήσουμε, άν πρέπει αύτοί
πού διοικούν καί αύτοί πού διοικούνται νά είναι διαφορετικοί Τι νά
είναι οΙ ϊδιοι σ' δλη τή ζωή τους, γιατί είναι προφανές δτι θά χρεια­
στεί νά ΠζΙοσαρμοσθεί καί ή παιδεία σ' αύτή τή διάκριση .... , αλλά τό
δτι έπιοάλλεται οΙ διοικούντες νά διαφέρουν από τούς διοικουμέ­
νους, αύτό είναι αναμφισΟήτητο . .. κανείς δέν αγανακτεί, δταν σύμ­
φωνα μέ τήν ήλικία του πρέπει νά ύπακούει, ούτε νομίζει δτι αύτός
είναι ανώτερος, καί μάλιστα δταν πρόκειται νά απολαύσει καί ό ίδιος
τά ϊδια δικαιώματα, δταν φθάσει στήν κατάλληλη ήλικία. Έτσι μπο­
ρούμε νά πούμε δτι στήν πραγματικότητα οΙ ίδιοι ανθρωποι διοικούν
καί διοικούνται, αλλά σέ διαφορετικό χρονικό διά<r.ημα τής ζωής
τους. 'Ώστε καί ή παιδεία πρέπει νά είναι ή ίδια καί ώστόσο διαφο­
ρετική, γιατί αύτός πού πρόκειται νά ασκήσει σωστά τήν εξουσία,
πρέπει πρώτα, καθώς λένε, νά περάσει από τήν κατάσταση τού διοι­
κουμένου. 58
'Υπολείπεται νά εξετάσουμε ακόμη, μέ ποιό από τά δύο πρέπει ν'
αρχίζει ή αγωγή των νέων, μέ τήν καλλιέργεια τής λογικής Τι μέ τόν
εθισμό, γιατί αύτά τά δύο πρέπει νά ορίσκονται μεταξύ τους σέ πλη­
ρέστατη όρμονία.59
'Ώστε τό ώραίο καί όχι τό ζωώδες πρέπει νά παίζει τόν πρώτο ρόλο
στήν αγωγή τών νέων, γιατί ούτε ό λύκος ούτε κανένα αλλο αγριο ζώο
θά μπορούσε νά αναλάοει εναν ώραίο αγώνα, αλλά μόνο ενας γεν­
ναίος αντρας. 'Όσοι, λοιπόν ασκούν ύπεροολικά τούς νέους σ' αύτά
καί τούς αφήνουν ανεκπαίδευτους στά αναγκαία, τούς κάνουν στ'
αλήθεια στενοκέφαλους. .. (Γιά τή Γυμναστική): "Ως τήν εφηοεία πρέ­
πει νά δίνουμε στά παιδιά ελαφρότερες γυμναστικές ασκήσεις, νά
αποφεύγουμε τήν αναγκαστική τροφή καί τίς αναγκαστικές καταπο­
νήσεις, γιό νό μήν εμποδίζουν τήν ανάπτυξή τους. Τρανή απόδειξη

·ΟΙ προσωπικές αύτές άπόψεις τού Zemb δέν [χουν Ιστορική δάση. Τό άντί­
θετο άκριοώς συμοαίνει (Σ.τ.Ε.).

76
Προτομιί τού Άριστοτέλη. Μουσείο Ίστοριας rιί; Τέχ\'η, ( Βιέννη )

77
Ότι αΌ τή ή ταK�ΙKή i.ι.πoρεί νά έχει αΌτές τ ίς συνέπειες εΙναι τό γεγο­
νός, Ότ ι από τούς όλυμπιονίκες θά έορισκε κανείς μόνο δύο ή τρείς
πού έχουν νικήσει ώς παιδιά καί συνέχεια ώς άνδρες καί τούτο επει­
δή οΙ αναγκαστικές ασκήσεις, στίς όποίες ύποοάλλονταν Όταν ήταν
νέοι, τούς στέρησαν τή δύναμη στήν ανδρική ήλικία. 'Όταν δμως μετά
τήν ηοη ασχολούνται τρία χρόνια συνεχώς μέ τά άλλα μαθήματα, τότε
είναι επιτρεπτό τά έπόμενα χρόνια νά τά καλύπτουμε καί μέ σκλη­
' ;
ραγωγίες καί μέ τήν αναγκαία γι αΌτές τροφή 60
Τίθεται, έπομένως τό ερώτημα, άν ή εΌτυχία είναι κάτι πού μπορεί ν'
αποκτηθεί μέ τη μάθηση ή μέ τόν εθισμό ή μέ όποιαδήποτε άλλη
άσκηση, ή μήπως ή εΌτυχία έρχεται στούς ανθρώπους σάν κάποιο
δώρο από τό θεό ή από τήν τύχη. 61
'Υπάρχουν, λοιπόν, δύο είδη αρετής, ή διανοητική καί ή ήθική' καί ή
μέν διανοητική γεννιέται καί αναπτύσσεται κυρίως μέ τή διδασκαλία,
γι' αΌτό ακριοώς χρειάζετcμ πείρα καί χρόνο, ένώ ή ήθική αρετή εΙναι
τό αποτέλεσμα εθισμού . . . ... 'Όσα πρέπει νά μάθουι:ιε νά κάνουμε, αΌτά
τά μαθαίνουμε κάνοντάς τα, Όπως Π.χ. οΙκοδόμος γίνεται κανείς χτί­
ζοντας . .. . γιατί άν δέν ήτα'; έτσι, τότ ε δέ θά χρειαζόταν κανείς δά­
σκαλο, αλλά Όλοι θά γίνονταν εκ φύσεως είτε καλοί τεχνίτες είτε
κακοί .. .. Γι' αΌτό πρέπει ν' αρχίζει κατά κάποιο τρόπο ή αγωγή από
τήν τρυφερή ήλικία τού παιδιού, δπως συνιστά ό Πλάτων, ωστε (νά
μάθουν τά παιδιά) νά χαίρωνται καί νά λυπούνται μ' αΌτά πού πρέ­
πει, γιατί αΌτό είναι ή όρθή παιδεία.62
Τό σπουδαιότερο μάλιστα από Όλα Όσα έχουμε πεί ως τώρα γιά τή
σταθερότητα τού συνταγματικού νόμου, τό όποίο σήμερα δλοι τό πα­
ραμελούν, είναι ή σύμφωνη πρός τούς κρατούντες νόμους αγωγή .. ,
γιατί δέν πρέπει νά νομίζουμε δτι τό νά ζούμε σύμφωνα τό νόμο είναι
δουλεία, αλλά Ότι αΌτό είναι σωτήριο (γιά τόν πολίτη καί τήν πολι­
τεία). 63
Τό δτι, λοιπόν, δέν επιτρέπεται νά εκπαιδεύουμε τούς νέους άπλώς
γιά διασκέδqση, αΌτό είναι φανερό - δταν δηλαδή μελετούμε δέν
παίζουμε, γιατί ή μάθηση συνοδεύεται από κόπους. οι νέοι εξ αΙτίας
τή ς ήλικί αι:; :τους δέν δέχονται τίποτε μέ τή θέλησή τους, άν δέν τούς
εΌχαριστεί. 64
Στή λαμπρή συνηγορία του Υιό τό θέμα πού άπαοχολοϋσε
τούς κύκλους τής 'Ακαδημίας : «γιατί είναι προτιμητέο τό νά μήν
εχει κανείς γεννηθεί" είχε ηδη άναφωνήσει μέ άναστεναγμό : καί
τί εϊδους ζωή κάνει κανείς στήν παιδική ήλικία. Κανένας φρόνιμος
ανθρωπος δέ θαθελε νά ξαναΥυρίσει σ' αύτήν: 65
Θό είχε πολλές φορές αίσθανθεί τό δρια τής παιδαγωγικής
78
προσπάθειας. Ό παιδαγωγός δέν εχει νά κάνει μόνο μέ μιάν άν ­
θ ρώπινη φύση ' βέβαια, άπό τή φύση τους οί ανθρωποι είναι δια­
φορετικοί, δπως λέμε. Ό Άριστοτέλης ξέρει πόση ίστορία ύπάρ­
χει ηδη μέσα σ' ενα νεογέννητο : 'Επίση ς καί οΙ εγκυες γυναίκες
πρέπει νά φροντίζουν τό σώμα του ς, νά μήν εΙναι δηλαδή ράθυμις
καί νά παίρνουν συχνά τροφή. 'Αντίθετα από τό σώμα του ς τή διά­
θεσή του ς πρέπει νά τήν κρατούν σέ ϋφεση ' γιατί ή πείρα διδάσκει
δτι τά παιδιά πού γεννιούνται παίρνουν πολλά από τήν κυοφορούσα
μητέρα, δπως τά φυτά από τό χώμα πού φυτρώνουν. 66
'Ωστόσο οϋτε οί νέοι ανθρωποι οϋτε οί μεγάλοι φιλόσοφοι
δέν θά μποροUσαν νά μάθουν, αν δέν μποροUσαν νά βλέπουν, ν'
άκούουν καί νά ψαύουν. Τό έρώτημα σχετικά μέ τό ό πό πού; της
φ ιλοσοφίας μας όδηγεί κατευθείαν σ ' έκείνη τή δεύτερη άρχή ,
πού μοιάζει ριζοσπαστικότερη άπό τήν παράδοση , έπειδή χωρίς
τήν αίσθητηριακή άντίληψη δέν μπορεί νά έπιτευχθεί καμιά μετα­
β ίβαση άπόψεων, καί έπειδή ή μετάδοση της γνώσης δέν κάνει
περιττή τήν αύτόνομη έμπειρική έργασία. Χωρίς παράδοση θά
μποροUσε κανείς νά φιλοσοφήσει, χωρίς έμπειρία ομως Οχι.

79
ΟΙ Π ΕΝΤΕ ΑΙΣΘΗ ΣΕΙΣ

Μ ιά δυσκολία έγκειται στό ερώτημα, γιατί δέν εχουμε αίσθηση τών


ίδιων αΙσθητηριακών λειτουργιών, καί γιατί οΙ αΙσθήσεις χωρίς εξω­
τερικούς ερεθισμούς δέν λειτουργούν. . . Σ υμ6αίνει δηλαδή δπως στά
πράγματα πού μπορούν νά καούν άλλά μόνα τους δέν καίγονται,
χωρίς νά τά αναφλέξουμε.67
Πρώτα δμως πρέπει νά μιλήοουμε γιά τά αντικείμενα τών αΙσθη­
τηριακών αντιλήψ εων, πού αναφέρονται σέ κάθε μιά αίσθηση. Μέ
τρείς εκδοχές λέγεται τό αΙσθητό· οΙ δυό απ' αυτές δεχόμαστε δτι
δηλώνουν πράγματα πού γίνονται καθαυτά αΙσθητά, καί ή άλλη, ή
τρίτη, πράγματα πού γίνονται αΙσθητά κατά περίσταση. Άπό τίς δυό
πρώτες ή μιά δηλώνει εκείνο πού εΙναι Ιδιαίτερο σέ κάθε αίσθηση,
ενώ ή αλλη εκείνο πού εΙναι κοινό σ' δλες τίς αΙσθήσεις. 'Ιδιαίτερο
εννοώ εκείνο πού δέν εΙναι δυνατόν νά γίνει αΙσθητό από μιά άλλη
αισθηση, καί γιά τό όποίο δέν εΙναι δυνατόν νά απατηθεί ή αίσθηση,
δπως Π.χ. ή δραση Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εχει τό χρώμα, ή
ακοή τόν ήχο καί ή γεύση τή γευστικότητα. Ή άφή δμως εχει πολλές
ποιότητες. 'Ωστόσο κάθε αίσθηση οέοαια ξεχωρίζει τά Ιδιαίτερα σ'
αότήν αντικείμενα καί δέν γελιέται, δτι τούτο π.χ. εΙναι χρώμα ουτε
δτι ε{ναι ήχος μπορεί δμως νά πλανηθεί στίς έξής περιπτώσεις: τί
ε{ναι τό αντικείμενο τό χρωματισμένο ij πού ορίσκεται, καί τί εΙναι τό
αντικείμενο πού παράγει ήχο ij πού Ορίσκεται. Αυτού τού είδους τά
αΙσθητά, λοιπόν, λέγονται Ιδιαίτερα σέ κάθε αίσθηση, ένώ κοινά λέ­
γονται ή κίνηση, ή ηρεμία, ό αριθμός, τό σχήμα, τό μέγεθος .. : Κάποια
κίνηση, πράγματα, εΙναι αΙσθητή από τήν άφή καί τήν όψη. 68
81
·0 Αριστοτέλης σκεφτόμενος. ιφατιυντας τό Kεφιiλι τού ·Ομιίρου (Rembrandt 1606
-1669). Μητροπολιτικό Μουσείο τής Τέχνης. Νέα γόρκη).

Ό ·Αριστοτέλης καταβάλλει μεγάλη φροντίδα νά οίκοδομή­


σει μιά άρμονική θεωρία τού αίσθητηριακοϋ αίσθήματος. Ή όρα­
ση καί τά όρατά, ή άφή καί τά άmά κ.τ.λ. άνταποκρίνονται τόσο
θεμελιακά τό ενα στό όλλq, ωστε δέν ύπάρχει πιό κανένα άντι-

82
κείμενο γιά μιά εκτη α'ίσθηση, άκριβέστερα : καμιά ίδιότητα τών
άντικειμένων. Μ ιά ύποδειγματική περίπτωση αύτής τής άρμονι­
κής θεωρίας είχε βρεί στίς συζητήσεις τής Άκαδημίας γιά τήν
κατάταξη τών τεσσάρων, δηλ. πέντε στοιχείων σέ συγκεκριμένες
μορφές, πού νά συνθέτουν ενα όλο κληρωμένο σύστημα. Ή δια­
μόρφωση τής θεωρίας τών στοιχείων. Ό Άριστοτέλης προσπαθεί
νά διατυπώσει μιά καθαρή θεωρία. "Αν σκεφτεί κανείς τίς όξιο­
θρήνητες έπιπτώσεις τού σχεδίου το υ , τού παιχνιδιού μέ πρωταρ­
χικές καί δευτερεύουσες ίδιότητες, δτι τό σύστημα ύπη ρξε δυ­
στυχώς ύπερβολικά τέλειο. Ή ταν πραγματικά ενα πρότυπο σύ­
στημα, καλά έπεξεργασμένο καί έφαρμοσμένο σέ μεγαλύτερες
συναρτήσεις, κι άπό τήν αλλη πλευρά δοκιμασμένο στό ύλικό τών
δ εδομένων, δηλ. κυρίως στό πρόβλημα τής πλάνης τών αίσθή­
σεων. Ό σκοπός αύτού τού συστήματος ήταν προφανώς ή θε­
μ ελίωση μιάς άναντίρρητης έμπιστοσύνης στίς έμπειρικές δυνα­
τότητες τής άνθρώπινης πρόσβασης πρός τίς δομές τού κόσμου
μας. Πόσο λίγο μπορούσαν νά τά βγάλουν πέρα μ' αύτή τήν άπο­
θέωση της έμπειρίας οί άριστοτελικοί τής Σορβόννης τήν έποχή
τού Γκασσέντι, φαίνεται άπό τό γεγονός δτι ή πρόοδος τής σύγ­
χρονης φυσικής έπιστήμης καί όπό τίς έμπειρικές πλευρές της,
χρειάστηκε νά όλοκληρωθεί σέ διαμάχη μέ μιά όριστοτελική σχο­
λή , πού δέν ηθελε πιά νά απτεται καί νά βλέπει, άλλά πίστευε δτι
γνώριζε τί είναι ή άφή καί ή δραση καί κατά συνέπεια ποιές έμπει­
ρίες εχει κανείς κατά τήν άφή καί τήν δραση. Πώς μπορούσαν οί
άριστοτελικοί νά παραβλέπουν δτι « είναι καλύτερα νά βασίζεται
κανείς στήν α'ίσθηση παρά στά λόγια ; » . Δέν θά πρέπει νά ήταν
τόσο στενοκέφαλοι, δσο φαίνονται σήμερα σέ μερικούς.
Ό λόγος γιά τόν όποίο έπιμένανε σέ ξεπερασμένα καί άμφί­
βολα τμήματα τού άριστοτελικού συστήματος εγκειται μάλλον
στή σχέση τών μερών πρός τό δλο. Άπό τή μιά μεριά τά τμή ματα
είναι γερά ένσωματω μένα στό δλο καί μέ τήν πληθώρα τών όνα­
λόγων διασυνδέσεών τους πλουτίζονται τόσο, ωστε συχνά φαίνε­
ται πώς ή έγκατάλειψη ένός όρισμένου τμήματος προκαλεί άθέ­
λητες ζημιές άλλού. Άπό τήν αλλη πλευρά φαίνεται δύσκολο νά
πιστέψουμε, πώς τό δλο είναι όνεξάρτητο άπό δλα τά μέρη του ,
πώς δέν ύπάρχουν μέρη πάνω στά όποία νά βασίζεται σέ ίδιαίτε­
ρο βαθμό τό δλο. Ή διάκριση άνάμεσα σ' αύτά τά τμήματα-φορείς
καί στά φερόμενα τμήματα δέν είναι άπλή ύπόθεση καί καταλα­
βαίνει κανείς τήν έπιφύλαξη τών δασκάλων τού Ντεκάρτ νά πε­
τάξο υν στά αχρηστα τή φυσική γιά νά σώσουν μόνο τη μεταφυσι-
83
κή. 'Ιδιαίτερα καθώς, χάρη στό κατόρθωμα τού Θωμά τού 'Ακινά­
τη , τό δλο τής άριστοτελικής φιλοσοφίας είχε ένσωματωθεϊ σ'
ενα μεγαλύτερο σύνολο, πού γιά τά μέρη του ίσχύει καί πάλι τό
παιχνίδι τών φορέων καί τών φερόμενων ' καί πού οί κανόνες του ,
είναι γνωστοί - αν είναι γενικά γνωστοί, - μόνο στόν έφευρέτη
η στό δη μιουργό .

84
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Ή αίσθητηριακή α'ίσθηση καί άντίληψη άποτελούν μόνο τήν


κατώτερη βαθμίδα τής γνώσης. Τό ότι ή κλιμάκωση τής γνώσης
πρέπει νά θεωρείται σάν ένσωματωμένο τμήμα τής κλιμάκωσης
τής φύσης, αύτό άποτελεί ενα άκόμα παράδειγμα γιά τό θέμα τής
συστηματικής γνώσης πού άναφέραμε ηδη. Μερικές άπόψεις τού
φ ιλόσοφου γι' αύτές τίς βαθμίδες θά καταστήσουν σαφή τήν άν­
τίληψη του γιά τή δομή τής έμπειρικής γνώσης.
Ή κοινή αϊσθηση: 'Αλλά αέααια δέν εΙναι δυνατόν νά ύπάρχει
μιά ιδιαίτερη άντιληπτική Ικανότητα (α ισθητήριο) γιά τά κοινά χαρα­
κτηριστικά τών πραγμάτων, εκείνα πού άντιλαμαανόμαστε μέ τά αΙ­
σθητηριακά όργανα τή ς κάθε αισθήσεως κατά περ ίσταση, δπως εΙναι
ή κίνηση , ή στάση, τό σχήμα, τό μέγεθος, ό άριθμός, ή ένότητα' γιατί
δλα αυτά, πράγματι, τά αισθανόμαστε μέ κάποια κίνηση .. . . (426 12-
1 6) : 'Επειδή δμως τό λευκό καί τό γλυκό καί κάθε αΙσθητό τό διακρί­
νουμε άπό κάθε άλλο, προκύπτει τό ερώτημα, μέ τί άντ ιλαμαανόμαστε
καί δτι διαφέρουν. 'Αναγκαστικά αέααια μέ κάποια αίσθηση, διότι
πρόκειται γιά αισθητά άντικείμενα.... ούτε αέααια εΙναι δυνατόν μέ
διαφορετ ικές άρχές νά διακρίνουμε δτι τό γλυκό εΙναι διαφορετικό
από τό λευκό, αλλά πρέπει καί τά δυό νά γίνονται φανερά μέ μιά
άρχή. Γιατί αυτό θά συνέααινε στην περίπτωση πού έγώ α Ισθανό­
μουν τό ενα καί σύ τό άλλο, όπότε θά ήταν φανερό δτι διαφέρουν
μεταξύ τους. Πρέπει, λοιπόν, ενα καί μόνο νά λέγει δτι διαφέρουν'
γιατί διαφορετικό εΙναι τό γλυκό από τό λευκό. Έπομένως τή δια-

85
φορά τή λέγει ή ίδια άρχή, καί δπως λέγει έτσι καί αΙσθάνεται καί
άντίστοιχη εΙκόνα σχηματίζει. Τό δτι, λοιπόν, δέν είναι δυνατόν νά
δ ιακρίνουμε τά χωριστά αΙσθητά μέ χωριστές α Ισθήσεις, εγινε φανε­
ρό. 69
'Ως τόπο τής κοινής αύτής α"ίσθησης στό σωμα ό 'Αριστοτέ­
λης προσδιόρισε τήν καρδιά ! 'Άν ή μερική α"ίσθηση ήταν έκτεθει­
μένη στόν κίνδυνο τής πλάνης, ή θεωρία τής κοινής α"ίσθησης
δίνει τήν πολύτιμη εύ καιρία νά είναι δυνατή ή πλάνη , χωρίς νά γί­
νεται άδύνατη ή άλήθεια. Γι' αύτό αλλωστε ό Άριστοτέλης άπαι­
τεί ηδη έδω τήν χρησιμοποίηση τού έλέγχου , τής κριτικης, καί
προσπαθεί έπανειλημμένα νά έξηγήσει τή διαφορά άνάμεσα στόν
ανθρωπο καί στά ζωα, δπου προφανως τόν ένοχλεί τό γεγονός δτι
όρισμένα ζωα ξεπερνούν κατά πολύ τόν ανθρωπο σέ μερικά ε"ίδη
αίσθήσεων. Ή βασική άρχή τής έπιχειρηματολογίας του δμως πα­
ραμένει ή διαπίστωση δτι αύτά πού βλέπουν δέν είναι τά μάτια
τού άετού καί τά μάτια τού άνθρωπου, άλλά ό άετός καί ό ανθρω­
πος, καί μάλιστα όλόκληρος ό ανθρωπος, καί ό σκεmόμενος.
Ή μνήμη: 'Από τή φύση, λοιπόν, γεννιούνται τά ζωντανά οντα έ­
χοντας αίσθηση· άπ' αυτή πάλι (τή φύση) σέ μερικά άπ' αυτά τά ζων­
τανά οντα δέν άναπτύσσεται μνήμη, σ' άλλα δμως άναπτύσσεται. Αυ­
τός είναι ό λόγος πού αυτά τά τελευταία εχουν μεγαλύτερη άντίληψη
καί μαθαίνουν ευκολότερα άπό εκείνα πού δέν έχουν τή δύναμη τή ς
μνήμης . 'Αντίληψη έχουν, χωρίς δμως τήν Ικανότητα νά μαθαίνουν,
αυτά πού δέν μπορούν ν' άκούσουν τούς ήχους, Π.χ. ή μέλισσα καί
δ,τι άλλο ον ύπάρχει πού ν' άνήκει σ' ενα τέτοιο γένος ζώων' ευκολα
μαθαίνουν δμως μόνο δσα έξω άπό τή μνήμη έχουν καί τήν αίσθηση
αυτή (τής άκοής). Τά άλλα ζωα, λοιπόν, ζούν μέ τίς αΙσθητικές παρα­
στάσεις καί τίς εντυπώσεις τής μνήμης καί μόνο μικρή συμμετοχή έ­
χουν στίς εμπειρίες. Τό γένος δμως τού άνθρώπου ζεί μέ τέχνη καί λο­
γισμό . ΊΟ
Τά "ίχνη τής αίσθητηριακής άντίληψης στόν ανθρωπο παροδη­
γούν τόν Άριστοτέλη στόν προσεχτικό διαχωρισμό άνάμεσα στήν
ίκανότητα νά άναπαριστάνει κανείς τά περασμένα, πού ό ανθρω­
πος τή μοιράζεται μέ πολλά (Cιλλα) ζωα, καί στήν ηδη νοητική ίκα­
νότητα νά κατατάσσει κανείς αύτά τά άναπαριστάμενα σάν πα­
ρελθόν, δηλ. νά τά προσδιορίζει χρονικά, πράγμα πού φαίνεται
δτι μπορεί νά τό κάνει μόνο ό ανθρωπος.
Οϊ Παραστάσεις: Αν, λοιπόν, παράσταση είναι μιά λειτουργία,
ή

σύμφωνα μέ τήν όποία δεχόμαστε δτι δημιουργείται μέσα μας εΙκό­


ή
να ένός πράγματος ... (α έπειτα αίσθηση άναφέρεται πάντοτε σέ
9) ή
86
-

παρόντα, ο Ι εΙκόνες τής παράστασης δμως όχι . . . (b. 2 κ.έ.). 'Υπάρχουν


ώ στόσο καί <'tπατηλά αΙσθήματα γιά πράγματα γιά τά όποία συγχ\?ό­
νως ύπάρχει όρθή γνώμη Π.χ. ό ηλιος. . . (b 1 1 κ.έ.) επικρατεί ή εντύ­
πωση δτι ή παράσταση εΙναι κάποια κίνηση καί δέ λειτουργεί χωρίς
τήν αίσθηση, αλλά ύπάρχει μόνο στά όντα πού αΙσθάνονται καί γιά
πράγματα πού εΙναι αΙσθητά . . . καί τό προικισμένο μ' αυτήν όν μπορεί
νά κάνει πολλά, πού ενδέχεται νά εΙναι αληθινά ή εσφαλμένα .. ; (429α
4 κ.έ.) επειδή οΙ εΙκόνες τής παράστασης διατηρούνται καί εΙναι δ­
μοιες μέ τίς αΙσθητηριακές παραστάσεις, τά ζωντανά όντα κάνουν
πολλές πράξεις επηρεασμένα από αυτές, άλλα γιατί δέν Εχουν νού, δ­
πως Π.χ. τά ζώα, άλλα γιατί τό νού τους τόν σκοτίζει κάποτε τό πά­
θος, οΙ αρρώστιες ή ό ϋπνος, δπως γίνεται Π.χ. στούς ανθρώπους.7 1
Ή Έπιδεξιότητα: 'Από τή μνήμη σχηματίζεται στούς ανθρώπους
ή εμπειρία, γιατί οΙ πολλές μνήμες γιά τό ίδιο πράγμα επιδρούν καί
δ ιαμορφώνουν τή δύναμη μιάς εμπειρίας. 'Επικρατεί μάλιστα ή Εντύ­
πωση πώς ή ε μπειρική γνώση δέ διαφέρει πολύ <'tπό τή συστηματική
καί τή θεωρητική γνώση, ώστόσο ή συστηματική καί ή θεωρητική
γνώση αναπτύσσονται στούς ανθρώπους <'tπό τήν εμπειρική γνώση -
καί αντίθετα ή ελλειψη εμπειρίας εκτρέφει στή ζωή τήν τύχη. Θεωρη­
τική γνώση δμως αναπτύσσεται, δταν από πολλές εμπειρικές έννοιες
προκύψει μιά γενική άποψη γιά δμοιες περιπτώσεις.72
Δέ βρίσκει κανείς σχεδόν κανένα σημείο, όπου ό Άριστοτέ­
λης νά μιλάει γ ιά έμπειρική γνώση , χωρίς νά τεντώνει τό σκοινί
πιό πολύ, ως έκείνη τήν τρίτη άρχή τής φιλισοφίας, πού τήν χαρα­
κτηρίσαμε προσωρινά «σκέψη » . Είναι ή σκέψη πραγματικά πρω­
ταρχική , καί τί νά σημαίνει αύτό στήν προοπτική τής κλιμάκωσης
τής γνώση ς : "Ας διαβάσουμε πρώτα, σάν κατακλείδα καί σάν με­
τάβαση , τή συνέχεια τού άποσπάσματος πού διακόψαμε, γιά τήν
έ πιδεξιότητα :
Στήν πρακτική ζωή, λοιπόν, δέ φαίνεται νά διαφέρει καθόλου ή
ε μπ ειρική από τή θεωρητική γνώση' ίσα-ίσα 6λέπουμε τούς εμπειρι­
κούς νά τά καταφέρουν καλύτερα <'tπό αυτούς πού εχουν μέν θεωρη­
τική κατάρτιση τούς λείπει δμως ή πείρα. Ό λόγος εγκειται στό δτι ή
ε μπ ειρία εΙναι ή γνώση τού μερικού - ή εμπειρική γνώση αφορά εΙ­
δικές περιπτώσεις, αντίθετα ή θεωρητική γνώση αντιμετωπίζει τά
πράγματα καθολικά, άλλωστε κάθε πρακτική ενέργεια καί δημιουρ­
γία αναφέρονται σέ εΙδικές περιπτώσεις, στό μερικό . Άν, λοιπόν, κά­
ποιος κατέχει τή θεωρία τού λείπει δμως ή εμπειρία, επιπλέον ξέρει ν'
αντιμετωπίζει γενικές καταστάσεις, αγνοεί δμως τίς εΙδικές περιπτώ­
σεις πού περικλείνονται σ' αυτές (τίς γενικές), τότε πολλές φορές θά
87
πέσε ι εξω στη θ εραπ εία Π .χ. μιάς όρ ισμένη ς άσθένε ιας, γιατί θερα­
π ε ία έπ ιδ έχονται ο Ι ε Ιδ ικές περ ιπτώσε ις. 'Ωστόσο νομίζου με πώς ή
γνώση καί ή άντίληψη ύπάρχουν σέ μεγαλύτερο οαθ μό στη θ εωρητική
γνώση πα ρά στην ε μπε ιρ ία, γι' αυτό θ εωρού με τού ς κατόχου ς μιάς τέ­
χνη ς σοφότερους άπό τού ς ε μπε ιρ ικού ς, μέ τη σκέψη δτι ή σοφία σ'
δλα τά π ράγ ματα μετ ριέται π ερ ισσότερο σύμφωνα μέ την καθαρή
γνώση, καί αυτό οέοαια επε ιδή οΙ κάτοχοι τή ς τέχνη ς γνωρίζουν καί
μπορούν νά μά ς πούν τήν αΙτία (τό γιατί) οΙ ε μπ ε ιρικοί δμως σχι.73

ΒΒ
Η ΣΚΕΨΗ

Ό Άριστοτέλης εκανε τή μεγαλύτερη προσπάθεια νά ε ντάξει


τούς άνθρώπους στή σειρά τών έμβίων όντων. Προσπάθησε νά
θε μελιώσει τήν ίδιαίτερη θέση του τελειότερου ζώου μέ άνατομι­
κά καί φυσιολογικά στοιχεία. Καί όχι μόνο έπισημαίνει όη ή άνα­
λογία του όγκου του έγκεφάλου πρός τόν όγκο του σώματος του
άνθρώπου είναι ή μεγαλύτερη aτόν ανθρωπο άπό τά αλλα ζώα,
άλλά προχωρεί ά κόμη πιό πέρα, νά άποδείξει τή διαφορά του άν­
θρώπου όπό τόν πιό όναπτυγμένο πίθηκο , ώς πρός τή σχέση του
μήκους του πήχυ του χεριου καί του συνολικου μήκους του βρα­
χίονα. Μ ιά άπό τίς ώραιότερες σελίδες γι' αύτό τό θέμα άφορα τό
άνθρώπινο χέρι:
Ό 'Αναξαγόρας, λοιπόν, λέγει δτι ό ανθρωπος είναι τό π ιό συνε­
τό από τά ζωντανά όντα, γ ιατί εχει χέρια' π ιό λογ ικό δμως είναι νά
π ού με, π ώς επ ειδή είναι τό π ιό συνετό όν, γ ι' αυτό Εχει χέρια. Πράγ­
ματι τά χέρια είναι εργαλείο καί ή φύση κατανέμει, δπως ενας συνε­
τός ανθρωπ ος, κάθε εργαλείο σ' εκείνο τό όν πού μπορεί νά τό χρησι­
μοπ οιήσει. Γιατί άρμόζει π ιό πολύ νά δώσουμε σ' ενα πραγ ματικό αυ ­
λητή εναν αυλό, π αρά σ' εναν ανθρωπο πού εχει αυλό νά τού προσθέ­
σουμε τήν τέχνη τού αυλητή . Έτσι δηλαδή ή φύση δίνει στά ανώτερα
καί σπουδαιότερα όντα τά λιγότερα προσόντα, όχι στά κατώτερα όν­
τα τά πολυτιμότερα καί ση μαντικότερα π ροσόντα. Άν δεχθούμε, λοι ­
πόν, πώς ετσι ε ίναι π ιό σωστό, ή φύση δημιουργ εί τό καλύτερο από
αυτό πού είναι δυνατόν νά γ ίνει, καί γ ι' αυτό ό ανθρωπος δέν είναι τό
89
Τά χερια. Ό Άριστοτεί..ης λέγει στι τό άνθρώπινο χέρι ει'ναι «εργαί..είο στη θέση
πολλών εργαί..εiω v».

90
π ιό συνετό αν επε ιδή έχει χέρια, αλλά επε ιδή είναι τό π ιό συνετό ζωσ
έχε ι χέρια. Γιατί αυτός πού είναι π ιό συνετός θά μπ ορούσε νά χρησι­
μοποιήσε ι καί τά έργαλεία σωστά. Τό χέρι ώστόσο δέ μοιάζει νά είναι
μόνο ενα έργαλείο αλλά πολλά μαζί ένωμένα σ' ενα' είναι δηλαδή σάν
ενα έργαλείο aτή θ έση πολλών έργαλε ίων. Σ ' αυτό, λοιπόν, τό αν πού
είναι Ικανό νά αναλάοε ι τ ίς περισσότ ερες τεχνικ ές δεξιότη τες ή φύση
χάρισε τό χέρι, τό έργαλείο πού μπορεί νά χρησιμοποιη θεί γιά περισ­
σό τερου ς σκοπούς. 'Όσο ι δμως Ισχυρίζονται δτι ό άνθρωπος είναι έ­
ξοπλισμένος από τή φύση χε ιρότερα από δλα τά αντα - λέν ε δηλαδή
π ώς είναι ξυπόλη τος καί γυ μνό ς καί δέν έχει « δπλα » γιά τήν άμυνά
του - δ έν έχουν δίκαιο. Γιατί τά άλλα ζωντανά αντα έχουν ενα μόνο
οοη θη τικό μέσο καί δέν μπορούν μάλ ιστα νά τό αλλάξουν μέ ενα άλ­
λο , αλλά είναι αναγκασμένα κατά κάποιο τρόπο νά κο ιμούνται πάν­
τοτε καί δλα νά κάνουν μέ τά παπούτσια τους, ακό μα δέν μπορούν
π οτέ ν ' αποοάλλουν τό κάλυ μμα τού σώματός του ς ούτε ν' αλλάξουν
τά «όπλα » πού έτυχε νά έχουν. Ό άνθρωπος, αντίθ ετα, έχε ι τή δυνα­
τότητα νά αποκτά πολλά π ροστατευτικά μέσα, πού μπ ορ εί μάλιστα
'
π άντοτ ε νά τ ' αλλάζε ι , επ ιπλέον μπορ εί νά έχει δποιο δπλο θ έλε ι 74.
Ή φ υσιολογική ίδιοτυπία τού άνθρώπου δέν είναι, λοιπόν, αί­
τία άλλά άποτέλεσμα τής άνώτερης θέσης του στή σειρά τών όν­
των. Δέν ύπάρχει όμως μιά άπέραντη άπόσταση άνάμεσα στό Σω­
κράτη καί τόν πίθη κο ; Πώς θά ξεφύγει ό Άριστοτέλης όπό τόν
κίνδυνο τού δυαδισμού , χωρίς ταυτόχρονα νά έγκαταλείψει αύτό
τό πρωταρχικό, τό όσύγκριτο τού άνθρώπο υ ; Ή παρεξηγημένη
πολλές φορές διδασκαλία του γιά τήν ψυχή, πού όδηγεί πχ τό
Λούθηρο στήν άγανα κτισμένη διαπίστωση , ότι δηλαδή ό Άριστο­
τέλ η ς δέν πιστεύει στήν άθανασία τής " ψυχής » , προσφέρει τή
δ υνατότητα νά διαφυχθεί ή συνέχεια άνάμεσα στό σώμα καί τό
πνεύμα, νά μή χρειαστεί νά θυσιασθεί σέ καμιά θεωρία ή ένότητα
τού σωματικού-πνευματικού άνθρώπου, θά ήταν κωμικό νά κατη­
γορήσει κανείς τόν Άριστοτέλη γιά περιφρόνηση τού πνεύματος ,
άφού στό πνεύμα βρίσκεται όχι μόνο ή τρίτη άπάντηση στήν έρώ­
τησή μας γιά τό " άrτό πού ; » τής φιλοσοφίας, άλλά καί ή άπάντηση
πού μέ τή διπλή εννοια τής λέξεως α'ίρει τίς αλλες :
Ή αίσθη ση δ έν μπορεί νά λε ιτου ργήσε ι μετά από μιά πολύ δυνα­
τ ή αΙσθ ητηριακή έντύπωση, Π. χ. δέν μπορεί νά αΙσθανθ εί ήχο μετά
από υ δ νατο ύ ς ήχου ς, ούτε μετά από έντονα χρώματα κα ί δυνατές
σμ
ό έ ς μπ ορ εί νά δ εί καί νά όσμισθ εί . 'Αντίθ ετα ό νού ς όταν συλλάοει
κάτ ι δύσκολα νοητό, δέ σκ έφτεται μέ μικρότερη δύναμη καί τά ευκο­
λώτερα, αλλά μέ περισσότερη μάλιστα δύναμη, γιατί ή δύναμη τής
91
σ' αυτόν άθάνατο κα ί ά ίδ ιο. Δ έν θυμό μαστε δμως τ ίποτε άπά την
π ροηγούμενη ϋπαρξή του, γιατί αυτό πού μένει μετά θάνατο δ έν δέχε ­
ται ερ εθισμούς . Τό μέρος τού νού δ μω ς πού δέχεται ερεθισμούς κα ί
άντιδρά ε ίναι φθαρτό κα ί χωρί ς αυτό τό ον δέν μπορεί νά σκεφθεί . 79
'Ενεργητ ικότητα καί παθητικότητα θά βοηθήσο υν στή διατύ­
πωση μιάς ίσόρροπης θεωρίας έκείνης της άρχης, στήν όποία ό
Άριστοτέλης εχει ε νσωματώσει τήν αίσθητηριακή άρχή, χωρίς νά
όδηγεϊ στήν έγκατάλε ιψη τού άπριορικο ύ παράγοντα της θεωρίας
του γιά τίς άρχές. Καί ή σχέάη τής λειτουργίας της άπεικόνισης
των πραγμάτων μ' έκείνη της έπινόησης, της σύνδεσης κα ί της
προβολης δημιουργεί όρισμένες δυσκολίες , έπειδή κι έδω δέν εί­
ναι ή φαντασία έ κείνη πού φαντάζεται κάτι καί ή κρίση πού κρίνει,
άλλά πάντοτε μόνο ό όνθρωπος.

Ό σοφΟ.:; Αρι σ τοτέί.ης. "Ά γι ος ΓΙΙΙJργι ος Νεγάδων Z-ayopaiov ( 1 792) ΕΙΧ'ονiζεται


μέ ύστεροΒυζα ντ ι νιί άμφιεση και ι,ρατεί εiί.ητάριο, οπου διαlJάζουμε: Α κάματα φύσει
Θεού γέ ννησll1 έξ ά ιιθριvπου γάρ ό αύτος ούσιούται ί.ό γος ».

92
..

αισθησης εΙναι ακριοώς συνυφασμένη μέ τό σώμα, τό πνεύμα (6 νούς)


δμως εΙναι χωριστό απ ' αυτό. (b 3 1 -430 α 5) . Πρέπει νά τό σκεφτούμε
αυτό γιά τό νού, έτσι δπως συμοαίνει μέ τήν περίπτωση μιάς πλάκας,
δπου στήν πραγματικότητα δέν εΙναι ακόμα τίποτε γραμμένο' αυτό
ακριοώς συμοαίνει καί μέ τό νού. 'Επιπλέον 6 ίδιος 6 νούς μπορεί,
δπως κάθε νοητό πράγμα, νά εΙναι αντικείμενο νοήσεως. Πράγματι
στά χωρίς ϋλη πράγματα αυτό πού νοεί (τό ύποκείμενο) καί τό νού­
μερο (αντικείμενο) ταυτίζονται, δηλαδή ή θεωρητική γνώση καί αυτόΊ
(τό αντικείμενό της) πού γίνεται γνωστό μ' αυτήν εΙναι τό ίδιο πράγ­
μα. Τό γιατί τώρα 6 νούς δέ σκέφτεται πάντοτε, πρέπει νά αναζητή­
σουμε τό λόγο του. 75
Έδώ δέν πρόκειται νά παρακολουθήσο υμε τήν έπεξεργασία
τής σχέσης άνάμεσα στό σώμα, τήν ψ υχή καί τό πνεύμα, άλλά ά­
ποκλειστικά νά μάθουμε μέ ποιάν εννοια μπορεί νά τεθεί ώς άρχή
ή σκέψη. Καταρχήν φαίνεται σάν νά κατευθύνονταν οί δυό δυνα­
τότητες γνώσης άπλώς πρός διαφορετικούς, χωριστούς κόσμους:
Τά όντα, πράγματι, εΙναι είτε αΙσθητά είτε νοητά, καί ή έπιστη­
μονική γνώση αναφέρεται σ' αυτά πού κατά κάποιο τρόπο μπορούν
νά γίνουν γνωστά, ένώ ή αίσθηση στά αΙσθητά. 76
Τί είναι όμως τό αίσθητό καί τό γνώριμο : Άναγκαστικά Τι τά ί­
δια τά πράγματα Τι οΙ μορφές τους. Τά ίδια τά πράγματα προφανώς
όχι, γιατί μέσα στήν ψυχή μας (στό νού μας) δέν εΙναι ή πέτρα αλλά ή
μορφή της μόνο. 'Ώστε μοιάζει ή ψυχή μέ τό χέρι: δπως δηλαδή τό χέ­
ρι εΙναι τό έργαλείΟ δλων τών έργαλείων, έτσι καί 6 νούς εΙναι ή μορ­
φή δλων τών μορφών καί ή αίσθηση ή μορφή δλων τών αΙσθητών. 77
Ή μορφή όλων τών μορφών δέν είναι πιά ή πλατωνική ίδέα.
Γιατί ό Άριστοτέλης κάνει καί τό άποφασιστικό 6ημα:
'Επειδή δμως, δπως φαίνεται, δέν ύπάρχει κανένα πράγμα χωρι-
στό έξω από τά αΙσθητά μεγέθη, γι' αυτό τά νοητά περιέχονται μέσα
στίς αΙσθητές μορφές, τόσο αυτά πού έκφράζουμε μέ αφηρημένες έν­
νοιες, δσο καί έκείνα πού αναφέρονται στίς ποιότητες καί στίς αλλοι­
ώσεις τών αΙσθητών πραγμάτων. Γι' αυτό χωρίς τήν αίσθηση δέν μπο­
ρεί κανείς ουτε νά μάθει ουτε νά αντιληφθεί, καί δταν συλλαμοάνει
κάτι παραστατικά, αυτό συνοδεύεται πάντοτε αναγκαστικά από μιά
παραστατική εΙκόνα. 78
Άκόμα καί στή θεωρία τού πνεύματος μπορεί κανείς νά παρα­
κολουθήσει τήν άποστροφή τού Άριστοτέλη στό νά ύποκύψει
στόν πειρασμό τής δυαρχίας καί τής εύ κολίας πού συνδέεται μ '
αύτήν, πού είναι όλλωστε προσωρινή : Άφού 6 νούς αποχωρισθεί
μέ τό θάνατο από τό σώμα εΙναι αυτό πού εΙναι καί μόνο αυτό εΙναι
93
Η ΕΝΝ ΟΙΑ

Ό νούς στην πραγματικότητα εΙναι ετσι πού μπορεί νά γίνει τά


πάντα καί άλλοτε ετσι πού αυτός κάνει τά πάντα. 80
Αύτή ή δημιουργία δέν είναι δυσκολότερη γιά τούς νέους άπ'
ό,τι γιά τούς μεγαλύτερους, σ' άντίθεση μέ τήν έμπειρία. Μήπως
ό Σωκράτης δέν μπόρεσε νά κάνει μέ τίς επιδέξιες έρωτήσεις του
νεώτατους άνθρώπους νά κατανοούν πολύ γενικούς όρισμούς ;
Δέν ίσχυρίζονται όλοι δη ύπάρχει κίνηση ; Δέν μιλούμε δλοι γιά
τόν δνθρωπο ; Δέν άσχολεϊται κάθε έπιστήμη μέ τό γενικό ; Ό Ά­
ριστοτέλης φαίνεται δτι ξεκίνησε άπό τό πώς χρησιμοποιούμε τήν
εννοια τού γενικού . Τόν ένδιαφέρει πολύ περισσότερο νά ταξινο­
μήσει τό γενικό, νά τό ερμηνεύσει όντολογικά στή σχέση εννοι­
ας-ούσίας, νά ε κθέσει διεξοδικά τούς κανόνες της χρησιμοποίη­
σής του στή συμπερασματική διαδικασία, παρά νά καθορίσει, πώς
ά κ ρ ιβώς εφτασε ό δνθρωπος στήν άφηρημένη σκέψη .
Ή άσάφεια αύτης της διαρθρωηκης θέσης στήν άριστοτελική
δ ιερεύνηση της προέλευσης της γνώσης όδήγησε σέ σκληρύν­
σεις , στή Σχολαστική φιλοσρφία, ίδιαίτερα στή διδασκαλία τών
τριώ ν βαθμίδων της άφαίρεσης. Ό άντίκτυπος αύτης της διδα­
σκαλίας στήν άκαδημαϊκή μεταφυσική είχε παράδοξες έπιπτώσεις
ως τίς μέρες μας. "Αν εντάξει κανείς, στό λεγόμενο Είναι, σάν άν­
τικείμενο της μεταφυσικης, τή λεγόμενη άνώτατη βαθμίδα άφαί­
ρεσης, πριονίζει τό κλαδί στό όποϊο κάθεται, ii πιστεύει δη κάθε­
ται. Ό Άριστοτέλης παρ' δλα αύτά καταβάλλει πάντοτε τίς μεγα-

95
λύτερες προσπάθειες γιά νά διαπιστώσει μέ σαφήνεια τί άνήκει
σέ μιά έννοια, καί τί έπομένως συγκρατεί ό έννοών, καί τί δέν
άνή κει πιά σ' αύτήν, δηλαδή αύτό άπό τό όποίο γίνεται άφαίρεση .
•Αν κανείς κατασκευάσει μιά χάλκινη σφαίρα, θά κάνει. από ενα 6ρι­
σμένο ύλικό, Π .χ. τό χαλκό, ενα 6ρισμένο πράγμα, Π.χ. τή σφαίρα. Άν
τώρα εφτιανε 6 ίδιος τή μορφή τή ς σφαίρας, εlναι φανερό δτι καί πά­
λι θά επρεπε νά τήν φτιάξει από κάτι' ετσι θά τραοούσε μέ τίς κατα­
σκευές έπ' απειρο. ElvaL φανερό έπομένως, δτι ή μορφή η 6ποιοδή­
ποτε όνομα πρέπει νά δώσουμε στή μορφή ένός αΙσθητού πράγματος,
δέ γίνεται καί ουτε ύπάρχει καμιά γένεση τής μορφή ς η τής νοητική ς
οΌσίας . 8 1
Τ ό γίγνεσθαι, λοιπόν, είναι κάτι τό όποίο παραβλέπουμε στό
σχηματισμό γενικών έννοιών. 'Όπως καί τό μερικό, τό σχήμα έ­
τούτης η έ κείνης τής μύτης π χ , δταν πρόκειται γιά τή μύτη γε­
νικ ά.
Ό Άριστοτέλης όφησε άνοιχτό τό έρώτημα πώς ή όμεση άν­
τίληψη, ή δ ιαίσθηση , πού ή 'ίδια παρουσιάζεΎαι ταυτόχρονα, ώς
παθητική καί ένεργητική , μοιράζεται μέ τήν έπαΥωΥή τήν ύπόθε­
ση τής άφαίρεσης . Στήν άκραία περίmωση θά έπρεπε νά καταλή­
γει νά είναι τό ϊδω νά διατυπώσει κανείς μιά πρόταση Υιά "δλα"
τά θηλαστικά καί μιά γιά «τό " θηλαστικό . Ή έπίτευξη αύτής τής
άκραίας περίπτωσης είναι ένα όλλο πρόβλημα, μέ τό όποίο ό ζωο­
λόγος Άριστοτέλης ήταν άναγκασμένος νά άσχολείται άδιάκοπα.
Πώς μπορεί κανείς νά διαμορφώσει μιά εννοια τών ζώων χωρίς
χολή, καί μάλιστα μιά θετική έννοια, πού νά μπορεί νά τή συσχε­
τίσει μέ τήν έννοια τής μακροβιότητας ; Τό έλάφι, τό μουλάρι, ή
φώκια, ό έλέφαντας καί μερικά όλλα ζώα άπαριθμοϋνται πάντα
σάν ζώα χωρίς χολή ' γιά τό πρόβατο καί τόν όνθρωπο άβέβαιο,
καί αύτό άπαγορεύει έπομένως τό όλμα πρός τό γενικό. Αύτές οί
δυσκολίες δ μως δέν θά μπορέσουν νά έμποδίσουν τό φιλόσοφο
τής λογικής νά παρουσιάσει τά χαρακτηριστικά τής έννοιας μέ
τέτοιο τρόπο, ωστε νά γίνεται όρατό τό διπλό όνοιγμά της πρός
τήν ούσία ένός πράγματος καί πρός τό πλήθος τών 'ίδιων πραγμά­
των. Τί είναι τό γενικό ; Τό ενα πού άντιστοιχεϊ στά πολλά, αι'Jτό πού
ώ ς ενα εΙναι συγχρόνως σέ δλα. 82
Ή άριστοτελική άντίληψη γιά τήν προέλευση τής γνώσης καί
τής φιλοσοφίας σέ καμιά περίπτωση δέν έξαντλείται μέ τό σχήμα
τής συνέχειας τών βαθμίδων τής γνώσης. Παρ' δλα αύτά ό Άρι­
στοτέλης τονίζει διαρκώς δτι ή σκέψη μας εχει τή ρίζα της στά αί­
σθητά, καί βρίσκει διαρκώς νέες είκόνες Υιά νά άποσαφηνίσει
96
aτούς μαθητές του αύτή τή θεμελιακή αντίθεση πρός τή θεωρία
τών ίδεών , πού έξακολουθεί να διδάσκεται aτήν Άθήνα : ΟΙ συζη­
τούμενες δεξιό τητες (α'ίσθηση, μνήμη, έμπειρία, αντίληψη τού γε­
νικού, «τέχνη » καί έ πιaτήμ η) οϋτε ύπάρχουν έκ τών προτέρων
χωριστά στήν ψυχή οϋτε γεννιούνται άπό ιΊλλες ποιότητες τής
ψυχής, πού θά διευκόλυναν τήν άπόκτηση γνώσεων, άλλά έχουν
τήν άφετηρία τους στίς αΙσθήσεις' τό ϊδιο όπως γίνεται στή μάχη,
σ ταν όλοι φεύγουν καί κάποιος σταματήσει καί έπειτα έ νας ιΊλλος
καί σι νέχεια ιΊλλος προστίθεται , έως ότου ξαναΒρεί τό στράτευμα
τήν άρχική του τάξη. 83

97
Η ΚΡΙ ΣΗ

Ό Άριστοτέλης μέ δυσκολία παραδεχόταν δη ή αίσθητηρια­


κή άντίληψη δέν άποκλείει τήν πλάνη. Ή θεωρία του γιά τή κοινή
α'ίσθηση καί τή φαντασία άποσκοπούσε στό νά άναγάγει τή δυνα­
τότητα τής πλάνης σέ μιά έπιπόλαια μίμηση άνώτερων λειτου ργι­
ών, Αύτή ή άρχικά παράξενη διέξοδος γίνεται κατανοητή , δταν έ­
πεκτείνει κανείς τό έρώτημα γιά τήν προέλευση τής φιλοσοφίας
πρός τήν κατεύθυνση τού έρωτήματος γιά τήν άλήθεια, δηλαδή
Υιά τήν πρόσβαση τού άνθρώπου πρός τό άληθινό.
Οί σκέψεις γεννιούνται aτή ψυχή, χωρίς νά εlναι άληθινές Γι
ψευδεϊς, 84
Άπό πού προέρχεται, λοιπόν, τό άληθινό η τό άπατηλό ;
Ή αλήθεια καί τό ψεύδος δέν εΙναι aτά πράγματα, δπως Π,χ. σάν
νά λέγαμε δτι τό καλό εΙναι αληθινό ένώ τό κακό εΙναι ψεύδος, αλλά
ατή σκέψη. 85
Γιά τό δη ύπάρχει άληθινό καί άπατηλό δέν ύπάρχει καμιά
άμφ ιβολία. Ό Άριστοτέλης συνήθιζε νά λέε ι : 'Ως τώρα φ06όμουν
γιά τό σπίτι μου, μήπως κάποτε πέσει από σφοδρό άνεμο Τι από φο­
οερή καταιγίδα, μήπως έπειδή πάλιωσε Τι από τή σαθρότητα τών ύλι­
κών· τώρα δμως ύπάρχει από τήν πλευρά τών ανθρώπων ενας πολύ
μεγαλύτερος κίνδυνος, μήπως γκρεμίσουν όλόκληρο τόν κόσμο μέ τίς
θεωρίες τους,8 6
Τό άληθινό καί τό άπατηλό ύπάρχει στό λόγο . 'Όχι δμως σέ

99
κάθε λόγο. ΚαΙ ή εύχή πχ είναι βέβαια λόγος, άλλά οϋτε άληθής
οϋτε ψευδ ής.87
Γ ιά ποιό λόγο πρόκειται; Πρόκειται γιά λόγο μέ τήν έννοια τής
κατάφαση ς. Γιατί ή αλήθε ια καί τό ψεϋδος ορίσκονται στη σύνθεση
καί στό χωρ ισμό τών λέξεων μέσα στην πρόταση τοϋ λόγου.88 Αύτή ή
σύνδεση καΙ ό χωρισμός έκφράζεται μέ τήν κατάφαση η τήν δρ­
νηση ένός κατηγορούμενου πρός ενα άντικεΙμενο. Ή διερεύνηση
τής διάρθρωσης μιάς λογικής πρότασης, ίδιαΙτερα τής σχέσης
της πρός τόν χρόνο, άπαιτεί όλόκληρη τήν προσοχή τού λογικού
φιλόσοφου . Ή γένεση της λογικής πρότασης δμως βασίζεται σέ
μιά δραστηριότητα έκείνου πού συνδέει καί διαχωρίζει. ΟΙ πα­
λαιοί Όποστηριζαν δτι ή σκέψη καί ή αίσθηση εΙναι τό ίδιο... 'Ωστόσο
θά επρεπε νά είχαν μιλήσει συγχρόνως καί γιά τήν πλάνη, γιατί αΌτή
προσιδιάζει σέ μεγαλύτερο οαθμό στά ανώτερα όντα, αλλωστε ή ψυχή
σ' αυτή τήν πλάνη περνάει τόν περ ισσότερο κα ιρό της. . . (b 6 κ. έ. )
φαίνεται δμως πώς τόσο ή πλάνη δσο καί ή όρθή θεώρηση τών αντι­
θ έτων πραγμάτων πηγάζουν από τήν ίδια διανοητ ική εργασία. Τό δτι,
λο ιπόν, ή αίσθηση καί ή φρόνη ση δ έν εΙναι τό ίδιο, αΌτό Εγινε φανε­
ρό, γ ιατί τήν αίσθηση τήν έχουν δλα τά ζωντανά όντα, ένώ aτή φρό­
νηση λίγα μόνο μετέχουν. Άλλά ούτε καί τή νόηση, πού περιέχει την
όρθή καί τήν μή όρθή σκέψη, ταυτίζονται · όρθή σκέψη εΙναι ή φρόνη­
ση , ή καθαρή γνώση καί ή σωστή γνώμη, ένώ μέ όρθή εννοώ τά αντί-ο
θετα απ' αυτά - ούτε αΌτή ή νόηση, λο ιπόν, ταυτίζετα ι μέ τήν αίσθη ­
ση . Ή αίσθηση δμως τών εΙδικών αΙσθητών αντικειμένων κάθε αΙσθη­
τηρίου είναι πάντοτε αληθινή καί Όπάρχε ι σ' δλα τά ζωντανά όντα,
ενώ εΙναι δυνατόν νά σκέφτεται κανείς καί εσφαλμένα· αΌτή ή δυνα­
τότητα (δηλ. νά κάνε ι κανείς καί λάθη) δέν Όπάρχει σέ' κανένα ον πού
δ έν εχει λόγο . 89
Ό Άριστοτέλης εχει φτάσει σ' ενα σημείο, δπου εϊτε τό έγ­
χείρημά του θά άνακοπεί άναγκαστικά, κι ϋστερα, άνάλογα μέ τη
σκοπιά πού τό βλέπει κανείς, θά μπορεί νά θεωρηθεί όπλοϊκcι ii
χωρίς έλπίδα, εϊτε θά πρέπει νά εΙσαγάγει τό άποφασιστικό στοι­
χείο, πού θά μπορεί νά ρυθμίσει τήν κριτική, δηλαδή τή σωστή
σύνδεση καί τό σωστό χωρισμό. Τό δτι κατά κάποιο τρόπο ή άλή­
θεια είναι άνεξάρτητη όπό μάς, καί άπό τήν κρίση μας, είναι τόσο
βέβαιο στή άριστοτελική φιλοσοφία, δσο καί τό γεγονός δη μόνο
μέ τή δραστηριότητά μας φτάνουμε στό άληθινό· καί στό ψευδές.
Χωρίς αύτόνομη άρχή δέν γίνεται τ[ποτα. Αύτήν τήν άρχή ό Άρι­
στοτέλης τήν άνύψωσε σέ κύρια κατηγορία τής φιλοσοφίας του.
Είναι άκριβώς οΙ άρχές, τό άξιώματα.
1 00
Ή τιί.ατωνική Λ καδημiα Ψηφιδωτό δατιεδο στήν Πομnηiα. lος ai. μ.χ. ( ΡΙύμη)

Στόν Άριστοτέλη ύπάρχει μεγάλος άριθμός αρχών. Άνάμεσα


σ ' αύτές τίς πάντα αληθινές προτάσεις ξεχωρίζει έκεϊνες πού
αφορούν εναν ίδιαίτερο τομέα, από έ κεϊνες πού πρέπει νά ίσχύ­
ο υ ν σάν πρώτες ιϊ ανώτατες αρχές, έπειδή δέν ύπάρχουν δρια
στήν περιοχή τής έννοίας καί τής ίσχύος τους. Οί αρχές αναγνω­
ρ ίζονται ακριβώς από τήν 'ίδια διανοητική δύναμη πού κατορθώνει
νά συλλάβει τό γενικό . Δέν χρειάζεται νά μάς απασχολήσει έδώ

10 1
-
τό πλήθος των άρχων. Στίς άρχές α ύτές άναγνωρίζει κανείς τήν
προσπάθεια τού φιλόσοφο υ , άφενός νά τά βγάλει πέρα εξυπνα
μέ λίγα στοιχεία στή διάθεσή του , καί άφετέρου νά μήν έγκατα­
λείψει τήν πρωτοτυπία τού πραγματικού, δπως τό συναντά κανείς
στήν έ μπειρία. Πολλές άρχές μοιάζουν νά εχουν διατυπωθεί μέ έ­
παγωγικό τρόπο καί ετσι σάν νά μή μπορούν νά δώσουν ενα άναν­
τίρρητο θεμέλιο. Άμφίβολες είναι καί οί άρχές πού άφορούν άν­
τιλήψεις ε ίδ ικων πραγμάτων : οί άρχές τής κίνησης ίσχύουν γιά
μ ιά είδική φυσική τής κίνησης. 'Ωστόσο ό Άριστοτέλης έδω εχει
φτάσει ως τό εσχατο δριο των δυνατοτήτων του , καί ίσχυρίζεται
δτι μιά τουλάχιστον άρχή εχει άπόλυτη ίσχύ.

1 02
Η Α ΡΧ Η ΤΗ Σ ΑΝ ΤΙΦ Α Σ ΕΩ Σ

Ή δύναμη πού κάνει τό στράτευμα πού ύποχωρεί νά σταμα­


τά, πού φέρνει τάξη στό σωρό, πού ένισχύει άποτελεσματικά τήν
αμυνα, πού φτερώνει τούς κυ κλωτικούς έλιγμούς, πού ή 'ίδια δέν
μπορεί νά ύποχωρήσει ' ή πέτρα πού πάνω της μπορεί κανείς νά
χτίσε ι' τό δεδομένο πού άντιστέκεται σέ όποιαδήποτε έρώτηση
καί άμφιβολία, αύτή είναι ή άρχή της άντιφάσεως : Δηλαδή τό ίδιο
χαρακτηριστικό δέν είναι δυνατόν νά ύπάρχει' καί νά μήν ύπάρχει στό
ίδιο πράγμα στόν ίδιο χρόνο καί ύπό τίς ίδιες συνθήκες (νά συμααίνει
καί νά μή συμααίνει).90
Είναι αδύνατο δύο αντιφατικές προτάσεις γιά τό ίδιο πράγμα νά
είναι συγχρόνως αλη θ ινές καί οΙ δύο.9 1
Είναι, λοιπόν, &δύνατο τήν ίδια στιγμή νά αεααιώνουμε καί νά
αρνούμαστε κάτι καί συγχρόνως νά λέμε τήν αλή θεια. 92
Αστό τό αξίωμα είναι τό πιό αέααιο απ' δλα.93
Κι αν άκόμα πολλές ίδιαίτερες άρχές είναι τό άποτέλεσμα έ­
παγωγης καί χρειάζονται έπιβεβαίωση άπό τά γεγονότα, αν όχι ό­
πό τίς αίσθητηριακές όντιλήψεις, ή άρχή της άντιφάσεως βρίσ. ­
ται πραγματικά στήν όφετηρία (τών όποδεικτικών έπιχειρημάτων, .
Γι , αύτό δλοι δσοι επιχειρούν ν' αποδείξουν κάτι ανάγουν τίς αποδεί­
ξεις τους σ' αύτή τήν αρχή, σάν τήν έσχατη γνώμη, γιατί από τή φύση
της ή αρχή αύτή είναι αφετηρία δλων τών άλλων αξιωμάτων. 94
Στήν άρχή τής άντιφάσεως ό Άριστοτέλης προσθέτει τήν άρ­
χή «τής τού τρίτου αποκλίσεως» . Άναγκαστικά τό ενα μέλος τής

1 03
αντίφασης είναι αληθινό. 'Επιπλέον, αν είμαστε αναγκασμένοι δλα ή
νά τά δεχθούμε Τι νά τά αρνηθούμε, εΙναι αδύνατο καί τά δύο μέλη τής
αντίφασης νά είναι ψευδή.95 Θυμάται ώστόσο τήν έπίπτωση τής
χρονικής στιγμης πάνω στήν κρίση καί δέν τρομάζει μπροστά στίς
.
δυσκολίες τών μελλοντικών άλλά όχι άναγκαίων γεγονότων:
Γιά δσα αναφέρονται στό παρόν καί στό παρελθόν αναγκαστικά
ή κατάφαση ή ή αρνηση είναι αληθινή ή ψευδής καί μάλιστα γιά τίς
γενικές προτάσεις πού λαμβάνονται ώς καθολικές. Πρέπει πάντοτε ή
μιά νά είναι αληθινή καί ή αλλη ψευδής, μέ τόν ιδιο τρόπο εκφέ­
ρονται οΙ προτάσεις καί σχετικά μέ τό μερικό (τό καθ' εκαστο), δπως
εχουμε πεί. Γιά τίς γενικές προτάσεις δμως πού δέν εκλαμβάνονται ώς
καθολικές, δέν είναι ανάγκη νά εΙναι ή μιά αληθινή καί ή αλλη ψευ­
δής. Έχουμε μιλήσει αλλωστε καί γι' αΌτές σέ αλλη θέση. 'Αντίθετα
γιά τίς προτάσεις πού εκφράζουν εΙδικές περιπτώσεις καί αναφέρον­
ται στό μέλλον δέν συμβαίνει το ίδιο. Γιατί αν κάθε κατάφαση ή αρ­
νηση είναι αληθινή ή ψευδής, τότε πρέπει δλα γενικά νά ύπάρχουν ή
νά μήν ύπάρχουν' δηλαδή αν ό ενας ύποστηρίζει δτι κάτι θά γίνει,
ενώ ό αλλος αυτό τό ίδιο τό αμφισβητεί, είναι προφανές δτι αναγκα­
στικά ό ενας από τούς δυό νά λέγει τήν αλήθεια, εφόσον βέοαια δεχό­
μαστε δτι κάθε κατάφαση εΙναι αληθινή ή ψευδής, γιατί σέ τέτοιες πε­
ριπτώσεις, δέν είναι δυνατόν νά ύπάρχουν καί τά δύο συγχρόνως . . . .
( 1 9α 23 κ.έ.) Τό δτι εΙναι λοιπόν, τ ό ον δταν είναι, καί τό μή ον δέν
είναι, δταν δέν εΙναι, αυτό συμβαίνει αναγκαστικά. 'Επίσης δέν είναι
ανάγκη ουτε 6λόκληρο τό ον νά εΙναι, ουτε τό μή ον νά μήν είναι. Για­
τί δέν είναι τό ίδιο όλόκληρο τό ον νά είναι κατ' ανάγκη, δταν είναι,
καί άπλώς νά εΙναι κατ' ανάγκη. Τό ίδιο Ισχύει καί γιά τό μή ον.
Καί μέ τήν αντίφαση εχουμε τήν ίδια περίπτωση. Δηλαδή είναι
ανάγκη ν' αποδείξουμε δτι γενικά ενα πράγμα είναι ή δέν εΙναι, καί
δτι θά είναι Τι δέ θά εΙναι. Δέ χρειάζεται δμως νά τά διαχωρίσει
κανείς, γιά νά πεί δτι ενα από τά δυό εΙναι αναγκαίο. Άν πώ Π.χ.,
κατ' ανάγκη αυριο θά γίνει ναυμαχία ή δέ θά γίνει, δέν εΙναι δμως
αναγκαίο νά γίνει αυριο ναυμαχία ή νά μή γίνει, είναι ώστόσο αναγ­
καίο νά γίνει Τι νά μή γίνει.
Έπομένως, επειδή οΙ προτάσεις κατά τόν ίδιο τρόπο εΙναι αληθι­
νές δπως ακριβώς τά πράγματα, είναι φανερό δτι σ' δλες τίς περιπτώ­
σεις πού εχουν αυτή τή σχέση ωστε καί στή μιά καί στήν αλλη περί­
πτωση νά είναι δυνατό καί τό αντίθετο, αναγκαστικά καί ή αντιφατι­
κή πρόταση βρίσκεται στήν ίδια σχέση. Αυτό ακριβώς εφαρμόζεται σ'
αυτά πού εΙναι πάντοτε ή πού συμβαίνει πάντοτε νά μή συμβαίνουν.

1 04
Στίς περιπτώσεις α'ότές δηλαδή ενα μέλος τής αντιφατικής πρότασης
πρέπει νά είναι αληθινό η ψευδές, όχι δέδαια α'ότό η εκείνο τό συγκε­
κρ ιμένο μέλος, αλλά αδιάφορα τό ενα η τό άλλο από τά δύο, καί ίσως
τό ενα πρέπει νά είναι περισσότερο αληθινό από τό άλλο, αλλά όχι
δέσαια ετσι πού θά ήταν ηδη αληθινό η ψευδές. 1 9 b κ.έ. Βλέπουμε,
λοιπόν, δτι δέν είναι ανάγκη σέ κάθε περίπτωση κατάφασης η άρνησης
νά είναι ή μιά από τίς αντίθετες προτάσεις αληθινή καί ή άλλη ψευ­
δής. Α'ότό πού συμδαίνει σ' α'ότά πού ύπάρχουν δέν συμσαίνει μέ τόν
ϊδιο τρόπο καί σ' α'ότά πού δέν ύπάρχουν, μπορούν ώστόσο νά ύπάρ­
ξουν η νά μήν ύπάρξουν, αλλά μέ τόν τρόπο πού έχουμε αναπτύξει
πιό πάνω. 96
Καί ό φιλόσοφος θά έπιφυλαχθεί νά μιλήσει γι' αύτά τά πράγ­
ματα, έκτός αν πρόκειται νά άναmύξει μιά γενική θεωρία γιά τήν
τύχη. 'Όμως ή όρχή τής όντιφόσεως δέν ταιριάζει σέ πράγματα
στά όποία παραμένει όκαθόριστο , ποιό όπό τίς όντιφάσκουσες
προτάσεις είναι ή όληθινή . Ό φιλόσοφος μπορεί νά μιλήσει γιά
τήν όρχή τής όντιφάσεως, μάλιστα αύτή ή αίτία πού κατοχυρώνει
τά πάντα δέν είναι όποκλεισμένη όπό στοχασμό. Ή διαύγειά του
μάλιστα δ ίνει στή σκέψη πού έφησυχάζει μέσα του μιά κριτική
όξία. Τό όπό πού γίνεται τό τί τής φιλοσοφίας, χωρίς νά πάψει νά
είναι τό όπό πού. Γι' αύτό ώς όλοκλή ρωση αύτής τής ερευνας γιά
τήν προέλευση τής φιλοσοφίας στόν Άριστοτέλη μπορεί νά χρη­
σιμεύ ε ι ή θέση , δπου αναφέρεται στήν πρώτη άρχή, χωρίς τήν
όποία δέν μπορούμε οϋτε νά σκεφτούμε, οϋτε νά αίσθανθούμε
σαν ανθρωποι, οϋτε νά μαθου με τό παραμικρό άπό τούς αλλους,
στήν όρχή χωρίς τήν όποία κανείς δέν μπορεί νά καταπιαστεί μέ
τήν όλήθεια.
Βλέπουμε, λοιπόν, δτι στήν άρμοδιότητα τού φιλοσόφου καί α'ό­
τού πού εξετάζει γενικά ποιά φύση εχει ο'όσία, ανήκει καί ή ερευνα
τών συλλογιστικών αρχών. Α'ότός μάλιστα είναι πού σέ ϋψιστο σαθμό
είνα ι εΙδήμων γιά ενα είδος πραγμάτων, σ' α'ό�όν άρμόζει νά μπορεί
νά μιλήσει γιά τίς πιό δασικές αρχές τού πράγματος α'ότού' έπομένως
κι α'ότός πού θεωρεί τά όντα ώς όντα είναι άρμόδιος νά εκθέσει τίς
πιό σταθερές απ' δλες τίς αρχές α'ότός δέσαια είναι ό φιλόσοφος, καί
ή πιό σέδαιη αρχή είναι α'ότή πού είναι αδύνατο νά διαψευσθεί.
Μιά τέτοια αρχή πρέπει νά είναι πάρα πολύ προσιτή στή γνώση
- γιατί δλοι πλανώνται σέ θέματα πού δέν γνωρίζουν - καί ανυ πό­
θετη. Γιατί ή αρχή, πού πρέπει νά κατέχει α'ότός πού θέλει νά κατα­
νοήσει όποιοδήποτε από τά όντα, α'ότή δέν είναι μιά άπλή ύπόθεση.
Α 'ότό δμως, πού είναι ανάγκη ηδη νά γνωρίζει α'ότός πού θέλει νά μά-
1 05
Η Ε Ν Ν Ο ΙΑ ΤΗΣ Α ΡΧΗΣ

άρχα"

ούο,ών

άλ'ivητο/ ΚIΊΙοώαι
( μαθημα τικά )

μή έlιδέχεται αλί.ως έχειν έ" δέΧΙΤαJ ,,:οί γίγΊ!ισΟαι


( θεό,) ,....ai μή
( ά,'θρωπος)

άκοιίσιa έκούσια
ούκ αίτιο,; (λ:ύριος τού Ει'ναι KfJi
ούκ εφ' έαυτι!) τού μη εΛ'αι
αίτιος έφ' έαυτψ)

θει ό,τιδήποτε, αυτό ακριοώς εΙναι ανάγκη νά τό κατέχει ήδη δταν


έπιχειρεί νά έρευνήσει τά πράγματα. ΕΙναι, λοιπόν, φανερό, δτι μιά
τέτοια αρχή εΙναι ή πιό οέοαιη από δλες. Ποιά δμως εΙναι αυτή, αυτό
θά τό αναφέρουμε aτή συνέχεια. ΕΙναι δηλαδή αδύνατο τό ίδιο κατη­
γορούμενο νά αναφέρεται καί συγχρόνως νά μήν αναφέρεται στό ίδιο
ύποκείμενο καί μέ τίς ίδιες περιστάσεις. Ή αρχή αυτή εΙναι ή πιό οέ­
οαιη από δλες τίς αρχές . . . .. γιατί δποιος πλανη θεί σ' αυτή, αυτός θά
'
είχε νά αντιμετωπίσει συγχρόνως καί τίς αντίθετες γνώμες.
'Υπάρχουν οέοαια μερικοί άνθρωποι, δπως είπαμε, πού καί αυ­
τοί οΙ ίδιοι μπορούν νά Ισχυρίζονται πώς τό ίδιο πράγμα εΙναι καί
δέν είναι, καί πώς οΙ άνθρωποι μ' αυτόν τόν τρόπο σΚέφτονται.
Τόν ίδιο Ισχυρισμό μάλιστα μεταχειρίζονται καί πολλοί από τούς φι­
λοσόφους τής φύσεως. 'Αντίθετα έμείς έχουμε ήδη αποδεχθεί τήν αρ­
χή, δτι είναι αδύνατο νά ύπάρχει καί συγχρόνως νά μήν ύπάρχει ενα
πράγμα, καί ακριοώς γι' αυτό τό λόγο δείξαμε δτι ή λογική αυτή αρχή
εΙναι ή οασικότερη από δλcς τίς αρχές. Μερικοί δπως εΙναι γνωστό,
απαιτούν αποδείξεις καί γι' αυτή τή λογική πρόταση, καί τό κάνουν
αυτό έπειδή τούς λείπει ή κατάλληλη μόρφωση. Γιατί έλλειψη μόρφω­
σης είναι τό νά μήν ξέρει κανείς γιά ποιές προτάσεις πρέπει νά ζητεί
απόδειξη καί γιά ποιές όχι, διότι οέοαια εΙναι αδύνατο νά ύπάρχουν

1 06
αποδείξεις γιά δλα γενικά - κάτι τέτοιο θά τραδούσε επ" απειρο καί
έτσι δέν θά μπορούσαμε ν' αποδείξουμε τίποτε. "Αν δμως, πράγματι,
ύπάρχουν προτάσεις, γιά τίς όποίες δέν πρέπει νά ζητάμε μιά απόδει­
ξη, αυτοί δέν θά μπορούν νά μάς πούν, ποιά αρχή κρίνουν πώς εΙναι
ή πιό κατάλληλη γι' αυτό.
'Ωστόσο μπορεί κανείς νά φέρει ελεγκτικές αποδείξεις δτι αυτό
πού εΙ.αμε εΙναι αδύνατο, αρκεί δέδαια αυτός πού αμφισδητεί (τίς
δικές μας λογικές προτάσεις) νά μας πεί κάτι' αν δμως δέν φέρνει κα­
νένα επιχείρημα, εΙναι γελοίο νά ζητάει κανείς τό λόγο απ' αυτόν πού
δέν μπορεί νά έχει λόγο γιά τίποτε, εφόσον πράγματι δέν μπορεϊ. Γιατί
ενας τι�τoιoς αν�ρωπoς, αν τόν πάρουμε δπως εΙναι, μοιάζει πιά μέ
φυτό (κούτσουρο απελέκητο). Σημειώνω δμως δτι ή ελεγκτική από­
δειξη διαφέρει από τήν καθαυτό απόδειξη' διότι δποιος θέλει ν' απο­
δείξει τήν πρόταση αυτή, τήν ελεγκτική, θά έδινε τήν εντύπωση δτι
προϋποθέτει ήδη αυτό πού θέλει ν' αποδείξει (<<τό εν αΡΧή αΙτεί­
σθαι»)· αν, αντίθετα, αποδείξει δτι ενας αλλος εΙναι αΙτία γι' αυτό (τό
λάθος), τότε αυτό πού προκύπτει απ' αυτή τή λογική διαδικασία ε{ναι
έλεγχος καί όχι απόδειξη .
'Αρχή, λοιπόν, γιά τήν αντίκρουση δλων τών επιχειρημάτων αυ­
τού τού είδους- bt:;. ElvaL νά απαιτεί κανείς από τόν αντίπαλό του νά
λέγει (',ν ε{ναι ή δέν ε{ναι κάτι, - γιατί αυτό θά μπορούσε νά τό
θεωρήσει κανείς σάν νά προϋποθέτεις αυτό πού πάς ν' αποδείξεις (τό
Εν αΡΧή αΙτείσθαι), - αλλά νά παραδεχθεί δτι τά λόγια του έχουν μιά
όρισμένη σημασία, πού Ισχύει καί γιά τόν έαυτό του καί γιά τόν (iλ­
λον, γιατί αυτό εΙναι ανάγκη νά τό κάνει γιά δ,τι δήποτε κι άν έλεγε·
αν δέν γίνει αυτ�, τότε ενας τέτοιος άνθρωπος δέν θά μπορούσε νά
πεί τίποτε, ούτε γιά τόν έαυτό του τόν ίδιο ούτε γιά εναν άλλον. "Αν
δμως κάνει αυτή τήν παραχώρηση, τότε θά ε{ναι δυνατή μιά απόδει­
ξη, διότι θά ύπάρχει ήδη κάτι ξεκαθαρισμένο γιά νά προχωρήσουμε.
Τήν εόθύνη δμως θά τήν έχει όχι αυτός πού εΙσάγει τήν απόδειξη,
αλλά αυτός πού λογοδοτεί, γιατί μολονότι αναιρεί τό λόγο, (θέλει)
καί νά λογοδοτεί. 'Επιπλέον αυτός πού έκαμε αυτή τήν παραχώρηση,
έχει ήδη συμφωνήσει δτι κάτι εΙναι αληθινό χωρίς νά χρειάζεται από­
δειξη, καί έπομένως δτι δέν μπορεί δ,τιδήποτε τή μιά νά εΙναι ετσι
καί τήν liλλη όχι.97

1 07
ΠΩΣ ;

Τυπ ική Λογ ική


Γιά τήν κατάκτηση της γνώσης πρέπει κανείς νά κατατάσσει
α ύστηρά τίς γενικές έννοιες καί τίς προτάσεις πού φανερώνουν
τήν αίτία της σύνδεσής τους. Ό Άριστοτέλης έπιθυμούσε βέβαια
τήν όλοκλήρωση της γνώσης, δηλαδή, αν ε"ίμαστε άναγκασμένοι
νά παραιτηθούμε άπό τίς μεσολαβητικές έννοιες καί άρχές, του­
λάχιστον νά έχουμε τή βεβαιότητα τών στοιχείων καί τών σχέσε­
ων. Ό Άριστοτέλης φυσικά δέν πίστευε, δτι ό "ίδιος είχε όλοκλη­
ρώσει τή φιλοσοφία καί τίς έπιστημες. Τήν περιγραφή τού συστή­
ματος τήν έπιχείρησε ώστόσο δχι άπό άνυπομονησία, άλλά νομί­
ζοντας πώς είχε άνακαλύψει η άναγνωρίσει τίς δομές της γνώσης
καί της σκέψης. Άλλά πώς πρέπει κανείς ν' άρχίζει νά σκέφτεται,
δέ θά τό έχει μάθει οϋτε ό Άριστοτέλης, ώσπου πρίν άρχίσει νά
σκέφτεται. 'Όμως δέν πέρασε πολύς καιρός ωσπου νά τό μάθεΙ.
Στήν Άκαδημία είχε ηδη συζητήσει τή θεωρία τών όρισμών καί τίς
άρχές της μεθόδου της διαίρεσης. Τι',ν έξέταση της συμπλοκης
τού λόγου δμως τήν πηρε πιό σοβαρά άπό δσο οί περισσότεροι
τρόφιμοι της Άκαδημίας. Δέν έγκατέλειψε αύτή τή μεταβαθμίδα
της σκέψης, ωσπου μπόρεσε νά παρουσιάσει, σέ τρία στάδια, μιά
έπεξεργασμένη θεωρία γι' αύτήν. Μ έ αύτή τή θεωρία έγινε ό θε­
μελιωτής της τυπικης λογικης, ένα έπίτευγμα πού κανείς δέν
σKέπιτιUΙ νά τού τό άμφισβητήσει, άκόμα κι αν μερικοί δέν συμ­
μ ερίζονται τήν αποψη τού Κάντ γιά τό δημιούργημα τού Άριστο­
τέλη , δτι δηλαδή ή λογική δέν μπόρεσε νά κάνει οϋτε 6ημα
1 09
-
μπρός η π Ισω όπό τόν καιρό τού Άριστοτέλη (<< Κριτική τού Καθα­
ρού Λόγο υ » , 87).
Τόν ε κτο αίώνα μ. χ . τό κύρια λογικό συγγράμματα τού Άρι­
στοτέλη συγκεντρώθηκαν μέ τόν τίτλο ·Όργανον. 'Άν ή Λογική
τώρα είναι ενα μέρος τής φιλοσοφίας η μόνο τό έργαλείο της,
αύτό δέν τό είχε συζητήσει ό Άριστοτέλης, δσο τό ξέρουμε άπό
τό σωζόμενα ε ργα του. Δέν είναι, λοιπόν, νά θαυμάζει κανείς, δτι
αύτό τό έρώτημα εγινε μέ θλιβερό τρόπο εμμονη ίδέα τής φιλο­
σοφικής προπαίδειας. 'Όπως τόσο συχνά, δταν πρόκειται γιά κοι­
νότοπες συμβατικότητες, διακυβεύονται σημαντικά συμφέροντα.
Καί δπως τόσο συχνά, δταν πρόκειται γιά τόν Άριστοτέλη, τό
όποτέλεσμα είναι μιά άμφίβολη συμμαχία. Δυό κατά τά δλλα έχ­
θρικό στρατόπεδα μεταξύ τους συμφωνούν εύχαρίστως, γιά νά
ύποστηρίξου ν τήν άνεξαρτησία τής όριστοτελικής λογικής, Άπό
μιά θετικιστική σκοπιά, όρισμένοι πιστεύουν δτι όποκτούν τό
πλεονέκτημα μέ τό νά όποδέχονται τή λογική δτι μπορούν συγ­
χρόνως νά ίδιοποιούνται καί τό θεμελιωτή της, καί, πράγμα όκόμα
πιό σημαντικό, δτι μπορούν νά τοποθετήσουν τήν όρχή τής ίσχύος
τών λογικών νόμων σέ ενα αλλο σημείο παρά στό λυκόφως τής
όντολογίας. Οί όριστοτελικοί πού εχουν λιγότερο θετικιστικές τά­
σεις πιστεύουν ώστόσο, δτι όπ' αύτό τό θεμελιακό ίσχυρισμό όν­
τλούν πολλαπλά ώφέλη : πρώτα μιά έξασφάλιση τής λεγόμενης
όντικειμενικότητας τής μεταφυσικής, στήν όποία ή λογική τουλά­
χιστον ύπολογίζεται, αν δχι καί έφαρμόζεται, επειτα μιά εϋνοια
τής ένορατικής φιλοσοφίας, πού όπό τή χειραφέτηση τής λογικής
μπορεί νά προσδοκά τό πλεονέκτημα μιάς δχι όσήμαντης δικής
της χειραφέτησης, καί τέλος εναν παραμερισμό τών κριτικών συλ­
λογισμών, πού καμιά φορά όπαγορεύονται ώς διαλυτικοί.
Κανείς δέν θά πρέπει νά όμφισβητεί, δτι δέν είναι δυνατό νά
όναγνωρισθεί στή λογική , στό πλαίσιο τής φιλοσοφίας, ό ρόλος
τού μέρους, μέ τήν εννοια δτι δίπλα στό λογικό μέρος ύπάρχει
ενα μή λογικό η παράλογο μέρος. Τό πώς δμως μπορεί κανείς,
μπροστά στήν ίδέα τής «σκεπτομένης διανοίας» καί στήν έπικρα­
τούσα όντίληψη τής μορφής ώς «αίτίας » , νά όνακουφίσει τή φιλο­
σοφία όπό τή λογική, αύτό παραμένει έξ ϊσου αίνιγματικό, δσο
καί, όντίστροφα, ή όντίστοιχη όπόφαση νά ξεριζώσει κανείς τή
λογική , εστω καί τήν όνεξάρτητη λογική, όπό τό εδαφος πού τήν
εθρεψε δηλ. τή φιλοσοφία. Άποτελεί κυρίως συμβατική ύπόθεση
τό αν θέλει η δέν θέλει κανείς νά συνυπολογίσει aτή φιλοσοφία
τή θεωρία τών μεθοδικών όρχών. Είναι λάθος νά πιστεύουμε , δτι
1 10
Σ ΥΛ Λ Ο ΓΙΣ Μ Ο Σ

- · .• 1 . δε .
σταν δε χρε,α�ετaι σπο lκτικα
χριιό.ζετal έπιχεφήματα
έπιχειρήματα
Ιό π ό δ e ι ς ι ς)

όπό φα ινομενικi:ς γνώμες συνάγει άπό έγ",:υρες γVΏμε;


άπό άληOινi.ς όφετηρίa: (έρισηκός συλ.;.ογισμός) (διαί.ι;κτι1t.:ός συί.λ.ογισμό:;)
προτάσεις μr.μι",.-ές άληθlνές
προτάσεις

κοινός (J' όί.oVΙ; στούς περ/σ- στούς σοφούς


σότερouι; Ι
σ' όλους στούι; πιρισ- σέ μερικούς
σότερους

δέν θά πρέπει κανείς νά διαπληκτίζεται γιά συμβατικότητες. Ή


δ ιαμάχη γιά τή σχέση λογικής καί φιλοσοφίας ομως δέν έξαντλεί­
ται 'ίσως στήν άντίθεση τών συμβατικοτήτων. Τότε τά πράγματα
γίνονται σοβαρότερα. Γιατί κατά βάθος δέν είναι φιλοσοφικό έ­
ρώτημα, αν μιά πρόταση είναι φιλοσοφική η Οχι. Τό νόημα αύτής
τής διατύπωση ς , πού σχεδόν όδηγεί στήν άντίφαση , εγκειται στό
ότι ή φιλοσοφ ία άρχίζει καί τελειώνει (ασχετα μέ καί παρά τήν
ε ίρωνεία, πού μερικο ί τή θεωρούν έντελώς αδικα χαρακτηριστικό
τής σύγχρονης συνείδησης, παρά τίς έπιφανειακές άμφιβολίες
π ο ύ , καί πάλι αδικα, μερικοί τίς θεωρούν σάν τήν ταυτότητα τής
σύγχρονης συνείδησης), ή φ ιλοσοφία άρχίζει καί τελειώνει θέτον­
τας τό έρώτημα, αν μιά όρισμένη πρόταση , πού τήν κάνουμε
έ μ είς οί 'ίδιοι η πού τή συναντούμε είναι άληθινή η όχι. Τό έρώτη­
μα δέ ν είναι καθόλου τόσο άπλοϊ κό οσο φαίνεται. Γιατί περιορι­
σμένο καί άπλοϊκό, αν όχι άπελπιστικά άνόητο, φαίνεται μόνο σ'
έκείνους πού τούς λείπει αύτό πού διαλύει τήν όμίχλη κάθε άνοη­
σίας, δηλαδή ό χρόνος.
Ή λογική μπορεί νά όριστεί σάν θεωρία γιά τίς άληθινές μορ­
φές τών προτάσεων, σάν θεωρία γιά τήν όρθότητα τής σκέψης:
"Αν τό Α ίσχύει γιά όλα τά Β κα ί τό Β γιά όλα τά Γ, τότε τό Α
'
ίσχύει Υιά όλα τά Γ, ε'ίτε πρόκειται γιά 'Έλληνες καί Πέρσες, ε ίθ ε ,
Υ ι ά φιλοσόφους κ α ί σατράπες, ε'ίγε γιά άνθρώπους καί θηλαστικά.
Αύτή ή άνεξαρτησία τού λογικού τύπου σχετίζεται καί μ' εναν

111
αλλο τρόπο μέ τά περιεχόμενα τών λογικών προτάσεων: αυτα
μπορούν νά ε ίναι άληθινά ιϊ μόνο πιθανά, ιϊ άκόμα καί έσφαλμένα.
Ποιός ό μως είναι ό τυπικός σκελετός, πού σ' αύτόν επαιξε καί
κέρδισε ό 'Αριστοτέλης ;

1 12
ΟΙ ΚΑ ΤΗΓΟΡΙΕΣ

ο ι εννοιες φαίνεται οη είναι ετσι άρθρωμένες,ωστε ή σχέση


στήν όποία βρίσκονται ή μιά μέ τήν αλλη νά μπορεί νά έκφραστεί
μέ τή μορφή τού κατηγορείσθαι. Ή λογική άρέσκεται νά μεταχει­
ρ ίζεται στούς ύπολογισμούς της μεταβλητές. Αύτή ή χρήση άνά­
γεται στόν Άριστοτέλη. 'Έχει, λοιπόν, νόημα νά τήν άσκήσουμε
έΟώ. Τό Α θά κατηγορείται στό Β η δέν θά κατηγορείται στό Β, σέ
ολα τά Β η οχι σέ ολα τά Β, κι άκόμα μέ άναγκαιότητα η Οχι. Ό
Ά ριστοτέλης ομως δέν Ικανοποιείται μ' αύτή τήν τυπική διαπί­
στωση : Τό νά κατηγορήσουμε κάτι σέ ενα ύποκείμενο καί νά 6ε6αιώ­
σουμε τήν αλήθεια ένός πράγματος εναντι ένός αλλου, αυτό μπορούμε
νά τό κάνουμε μέ τόσους τρόπους, σέ δσους εχουν διαιρεθεϊ οΙ κατη­
γορίε ς. 98
. ΟΙ Kατηγoρ�ε� εlναι δέκι:χ :ό� αRιθμό:_τί εΙναι κάτι (oυσί�),�όσo
μεγάλο εΙναι (ποσότητα), πώς εΙναι (ποιότητα), ή σχέση του πρός ενα
αλλο (αναφορά), πού εΙναι (τόπος), πότε εγινε (χρόνος), πώς 6ρίσκε­
ται ( κατάσταση), τό έχειν, τί κάνει τό ύποκείμενο (ποιεϊν), τί πα­
θαίνει (πάσχειν). 99
"Αν τό Ν κατηγορείται στό Μ, αύτό γίνεται πάντα μέ τόν τρό­
πο μιας άπ' αύτές τίς κατηγορίες. Στά πλαίσια αύτών τών κατηγο­
ριών προκύmει τώρα μιά νέα άρχή διακρίσεως : Σέ κάθε μιά από
τίς κατηγορίες αυτές θά ύπάρχει πάντοτε τό περιστασιακό (τό συμ6ε-
6ηκός), τό γένος ένός ύποκειμένου, τό Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του
καί ό όρισμός . 100
113
άλλος
τύ πο
ς .

γένος διαφορά εlδος ίδιον συμβεβηιcός

Οί δει.:α σχεσεις μεταξιί τών πεντε ι.:ατηΥορουμενων. Ή διαiρεση αύτιί άπειχεί άντι­
ί.ιί ψεω, τών Σχοί.ασΤΙλ·ών.

Αύτά τά κατηγορούμενα, αύτοί οί τρόποι τού νά κατηγορειται


κάτι, δέν είναι μόνο τυπικές διαβαθμίσεις κατηγορουμένων. Μά­
λιστα κατά κάποιον τρόπο δέν είναι καθόλου τυπικές , παρά θεμε­
λιωμένες ως πρός τό περιεχόμενο : τό είναι κόκκινο δέν άλλάζει
μορφή , αν τοποθετήσω έναλλακτικά στήν θέση τού ύποκείμενου
τό αίμα, τό κόκκινο χρώμα, τό ήλιο8ασίλεμα, ό 80υλευτής , τό στό­
μα, η τό μελάνΙ. Τό ότι έδώ ό ΆΡΙUίoτέλης προσανατολιζόταν,
πρός τό περιεχόμενο, αύτό γίνεται έξαιρετικά σαφές όπό μεμο­
νωμένες προτάσεις του : 'Ορισμός εΙναι μιά πρόταση, πού μάς πλη­
ροφορεί γιά τήν σόσία ένός πράγματος. 1 01 'Ή : 'Ιδιαίτερο χαρακτηρι­
στικό (ρroρrium) εΙναι αυτό πού δέ φανερώνει οέοαια τήν ουσί.α ένός
πράγματος, αλλά κατηγορείται μόνο σ' αυτό τό πράγμα καί στήν κα­
ταφατική πρόταση μπορεί νά εναλλάσσεται μ' αυτό. Έτσι π.χ. ιδιαίτε­
ρο χαρακτηριστικό τού ανθρώπου εΙναι τό ότι μπορεί νά μάθει γραμμα­
τική, δηλαδή αν εΙναι ανθρωπος, επεται ότι μπορεί νά μάθει γραμμα­
τική, καί αντίστρφα: αν μπορεί νά μάθει γραμματική, επεται ότι εΙναι
ανθρωπος. 1 02
Ή θεωρία τής διαίρεσης τών λογικών προτάσεων θεωρούν­
ταν όνέκαθεν θεμελιακή . Άπό αίώνες στήν άρχή τού 'ΟΡΥάνου
ύπάρχει μιά μικρή πραγματεία είσαγωγικής φύσης, ή ΕΙσαΥωΥή>,

i 14
τού Πορφύριο υ , γραμμένη γύρω στό 275 μ.Χ., πού ό όπλός τόνος
της δύσκολα όφήνει νά καταλάβει κανείς, πόσο έκρηκτικό ύλικό
περιέχεΙ. Παρά τήν προσοχή τού συγγραφέα τό είσαγωγικό αύτό
'
κείμενο εδωσε τροφή στήν άνεξάντλητη διαμάχη γιά τά κατηγο­
ρούμενα. Ό Πορφύριος άρχίζει ώς έξής:
'Επειδή, Χρυσαόριε, γιά τή θεωρία τών αριστοτελικών κατηγοριών
είναι ανάγκη νά ξέρουμε, τί είναι γένος καί τί διαφορά καί τί είδος,
ιδιον καί συμοεοηκός, καί επειδή ή θεώρηση αυτών τών εννοιών είναι
πολύ χρήσιμη γιά τόν καθορισμό τών όρισμών καί γενικά γιά τή
θεωρία τής διαιρέσεως καί τής αποδείξεως, γι' αυτό επιθυμώ νά γρά­
ψω γιά σένα μιά σύντομη έκθεση, στην όποία προσπαθό> μέ λίγα
λόγια, δπως κάνουμε σέ μιά εΙσαγωγή, νά διεξέλθω δσα σχετικά μας
κληροδότησαν οΙ παλαιοί' έτσι δέν ύπεισέρχομαι στά 6αθύτερα θέ­
ματα καί έρμηνεύω σύντομα μόνο τά άπλούστερα.
'Ό,τι αφορά, γιά ν' αρχίσουμε αμέσως μ' αυτά, τά γένη καί τά
ειδη, αν δηλ. είναι κάτι πραγματικό ή 6ασίζονται μόνο στίς παραστά­
σεις μας καί αν, εφόσον είναι κάτι πραγματικό, είναι σωματικά ή
ασώματα, τέλος αν είναι χωριστά ή καθαυτά καί μέσου τών αΙσθητών,
αυτό αρνούμαι νά τό αναπτύξω στη θέση αυτή ' γιατί μιά παρόμοια
έρευνα πάει πολύ μακριά καί απαιτεί μιά εκτενέστερη συζήτηση, απ'
αΌτή πού μπορεί νά γίνει εδώ. 'Αντίθετα θέλω τώρα νά προσπαθήσω
νά σού εξηγήσω, τί δίδαξαν γι' αυτά (τά γένη καί τά ειδη), από τήν
αποψη τής λογικής κυρίως, καί γιά τά αλλα κατηγορήματα οΙ παλαιοί
καί Ιδιαίτερα οΙ Περιπατητικοί. '
Τό σχεδίασμα όπό τά σχόλια τού J u l i us Pacius · δείχνει, ποιά
έ ρωτήματα πρέπει νά τίθενται γιά τά κατηγορούμενα, όταν θέλει
κανείς νά έξετάσει διεξοδικά τή σχέση τού ένός μέ τό αλλο.
"Αν όμως οί κατηγορίες παρουσιάζονται σάν τά άνώτατα γέ­
νη , πού δέν μπορούν νά άναχθούν σέ κανένα αλλο, τότε τί ση μαί­
νει τό νά τίς χαρακτηρίζει κανείς όλες μαζί μέ μία εκφραση, δη­
λαδή κατηγορίες; Καί πώς νά έννοήσει κανείς τά λόγια τού Άρι­
στοτέλη , όταν λέγει: δταν ενας, προκειμένου γιά τό λευκό χρώμα,
εξηγεί δτι τό προκείμενο είναι λευκό ή χρώμα, λέγει τό «τί είναι», τήν
οΌσία καί δηλώνει τήν ποιότητα. 1 03
Τ6 τί έστι δ ίνει ενα είδος «διακατηγορικής .. κατηγορίας, αν βέ­
βαια παραβλέψει κανείς, ότι στή φυσιολογική χρήση της γλώσσας

* Ε Ισαγωγή εΙς τάς δέκα κατηγορίας (Σχόλια τού Πορφυρίου στίς ΚατηΥορίες
τού 'Αριστοτέλη) Βερολίνο 1887 (άνατύπ.).

1 15
ή θέση μιας κατηγορίας συνδέεται μέ μιά έναλλακτική κατηγορία :
Δ έν εΙναι δυνατόν τ ό ΕΙναι καί τό ενα νά εΙναι γένη τού όντος. Γιατί
εΙναι ανάγκη σέ κάθε γένος οΙ διαφορές νά περικλε ίουν τό ΕΙναι καί
τό ενα. 1 Ο4
Αύτό άναmύχθηκε άπό τή σχολαστική φιλοσοφία σέ ύπερβατική
εννοια, πού τό ίδιάζον χαρακτηριστικό της συνίσταται στό ότι τό
μεγαλύτερο πλάτος της δέν άντιστοιχεί μέ μιά άπώλεια στό πε­
ριεχόμενο. Αύτό τό χαρακτηριστικό δέν τό συμμερίζονται οί μή
άνάλογες γενικές εννοιες. " Οσο πιό γενικές, τόσο πιό στενές καί
άντίστροφα, Αύτή ή σχέση άνάμεσα στήν εκταση καί στήν άντίλη­
ψη παραπλάνησε δ υ στυχώς όρισμένας ως τό σημείο τού νά παρα­
τηρούν μόνο έκτατικά, πράγμα πού μπορεί νά έπαρκεί γιά τίς
όπλές όνάγκες τού ύπολογισμού , παρόλο πού ετσι χάνει κανείς
όπό τό μάτια του αύτό πού είναι γιά τή δομή τού λόγου καθορι­
στικό , Γι' αύτό στίς έ κφράσεις (έδώ τό «τί είναι» , στό όποίο άργό­
τερα προστέθηκε τό ενα, άληθινό καί καλό), γιά τίς όποίες δέν
έπαρκού ν πιά οΙ κανόνες της άντίστροφης σχέσης, όρχισαν κατά
συνέπεια να προσέχουν μόνο τήν αύξανόμενη ε κταση . Ή έπιτυ­
χία ήταν ή όδυναμία της όντολογίας, της όποίας τό « καταστατι­
κό» της βασίζεται στήν ϋπαρξη τού τί έστιν, πού φέραμε λίγο πρίν
μέ τήν ύπερβατική της εννοια.
Γιατί άναφέρουμε έδώ αύτή τή διαμάχη γιά τήν έννοια τού
ΕΤναι καί τήν έννοια τού μερικού; Έπειδή πρό κειται έκείνο πού
χαρακτηρίσαμε σάν διανοητικό οίκοδόμημα νά μήν τό άναγάγου­
με στό σύστημα τών γενικών έννοιών, στό όποϊο φαίνεται νά διαρ­
θρώνεται στήν πυραμίδα τών δέκα έννοιών. "Αν ή ε ίκόνα της πυ­
ραμίδας είναι χρήσιμη , αύτό συμβαίνει μόνο έπειδή ύπαινίσσεται
τίς σχέσεις ποσότητας τών λίθων στό άνεγειρόμενο κτίσμα πού
στενεύει πρός τά πάνω καί έπειδή ύπενθυμίζει ότι αύτή ή πυραμί­
δα στέκεται πάνω στή γη . Κι αν δέν ύπάρχει καμιά μερική εννοια,
κάθε έννοια εϊδοuς όφορα ώστόσο μερικά όντα, πού άκριβώς
είναι αύτού η έκείνου τού εϊδους.
Αύτές ο Ι όριοθετήσεις πρός πολλές κατευθύνσεις θά έπιτρέ­
ψουν νά περιγράψουμε τό «πώς» τών στοιχείων τού Είδέναι καί
τού σκέmεσθαι στόν Άριστοτέλη σάν ενα άνοιχτό σύστημα, όπου
μπορεί νά ένταχθεί κάθε νέο στοιχείο · ενα σύστημα πού στηρίζε­
ται στό εδαφος τών ύπαρκτών πραγμάτων, στό εδαφος έκείνου
πού ίσχύει πάντοτε καί γιά κάθε πράγμα, άδιάφορο τίνος εϊδους,
δηλαδή τού ΕίναΙ.

1 16
Η ΠΡ Ο ΤΑΣ Η ( ΚΡΙΣΗ )

"Αν προηγουμένως εγινε λόγος γιά στοιχεία καί σχέσεις, αύτή


ή εκφραση "σχέση » , πού σήμερα συνηθίζουμε νά τή μεταχειριζό­
.μαστε άνενδοίαστα, εχει ανάγκη από μερικές περιοριστικές σκέ­
ψ εις, γιά να παραμείνει αποδοτική στήν περιγραφή τής αριστοτε­
λικής λογικής. "Αν πρόκειται μόνο γιά μιά ούσιαστικοποιημένη
ε κφραση γιά νά συνδέουμε καί νά αποχωρίζουμε , τότε μπορούμε
νά τή μεταχειριζόμαστε . "Αν όμως κατά βάθος έννοούμε τήν κα­
τηγορία τής αναφοράς (πρός τι), τότε βρισκόμαστε εξω από τό
cωστό δρόμο. Γιατί ή σύνδεση καί ό χωρισμός αντιστοιχούν στό
κατηγορείσθαι καί στό μή κατηγορείσθαι. 'Όπως έκείνα, τό 'ίδιο
συ μβαίνει μέ τά ε'ίδη τών κατηγοριών. Άπό αύτό προκύmει ότι ή
σχέση , πού προσδιορίζει τήν κατάσταση ένός κατηγορουμένου σ'
ενα ύποκείμενο, τόσο λίγο δικαιώνεται από τά πράγματα όσο καί
ή εννοια τής ποιότητας. Ή συζήτηση , πού δέν εχει ακόμα κλείσει,
γιά τήν άντίθεση ανάμεσα στήν ποιότητα καί τή σχέση , ανταπο­
κρίνεται έπομένως τόσο λίγο στήν ούσία τής αριστοτελικής λογι­
κής καί στήν πρόθεση πού διακρίνεται μέσα απ ' αύτήν, όσο καί ή
σύγχρονη πολιτιστικοφιλοσοφική διάσταση ανάμεσα στήν ποσό­
τητα καί τήν ποιότητα.
Έδώ πρόκειται κατ' αρχήν γιά προτάσεις. Κάθε σχέση έν­
νοιών μεταξύ τους , όταν 'διατυπώνεται, διατυπώνεται μέ μιά πρό­
ταση. Άκόμα καί ή σχέση τών γ έ νικών όνομάτων πρός τά είδικά
όνόματα έκφράζεται μέ προτάσεις. Τό ότι καί οί αρχές θά πρέπει

�17
νά έκφράζονται μέ προτάσεις, αύτό θά επρεπε νά είναι σαφές οχι
μόνο στίς περιmώσεις οπου πρόκειται ξεκάθαρα γιά βασικές άρ­
χές , άλλά κι έκεί οπου Π.χ. στίς άρχές κατατάσσονται καί ή μορφή
η ή φ ύση ένός πράγματος. Ή έπιστήμη θά πρέπει νά μπορεί νά
έ κ φράζεται μέ εναν σκελετό προτάσεων, σέ τέτοιο βαθμό ωστε
ξεκινώντας άπ' αύτό τό σημείο οί διάφορες έπιστήμες νά φαίνον­
ται σωστότερα ίεραρχη μένες . Γιατί καί οί άρχές διακρίνονται άπό
ενα μεγαλύτερο η μικρότερο βαθμό γενικότητας. Άκόμα ύπάρ­
χουν άρχές πού ίσχύουν παντού καί πού πρέπει νά χαρακτηρί­
ζονται πρώτες άρχές. Αύτές άποτελούν τό άντικείμενο τής φιλο­
σοφίας, λέει ό Άριστοτέλης, ή όποία «πρέπει νά εΙναι ή ερευνα
γιά τΙς πρώτες άρχές καί αΙτίες τών πραγμάτων. . . .
. . . . . γιατί μ' αυτές καί άπ' αυτές ξεκινώντας μπορούμε νά γνωρί­
σουμε καί τά ύπόλοιπα, καί όχι αυτές από εκείνα πού εξαρτώνται άπ'
αυτές. Ή αρχόντισα τών επιστημών (δηλ. ή φιλοσοφία), καί πού τής
ταιριάζει περισσότερο νά τήν ύπηρετούν καί όχι νά ύπηρετεί, αυτή
εΙναι πού ξέρει γιά ποιό σκοπό πρέπει νά κάνουμε τό κάθε τι. 1 05
Άλλά καί οί έπιμέρους έπιστήμες θά πρέπει νά μπορούν νά
έ κ φράζονται μέ προτάσεις καί όμάδες προτάσεων. Μπορεί ομως
νά έπιτευχθεί αύτό ; θά μπορούσε ν' όντιτάξει κανείς. Ό έπιστή­
μονας δέν εχει νά κάνει μέ προβλήματα ; Σχετικά μ' αύτό ό Άρι­
στοτέλης λέει:
Τό πρό6λημα καί ή πρόταση διαφέρoυ� ώς πρός τή μορφή τής
διατύπωσης. Έτσι Π.χ. δταν πούμε: «αραγε όρισμός τής εννοίας αν­
θρωπος εΙναι: ζώο, πεζό, δίποδο;» ή «τό ζώο εΙναι έννοια γένους γιά
τόν ανθρωπο; » . Αυτή ή διατύπωση κάνει μιά πρόταση (κρίση). Άν
δμως πούμε: «τό ζώο, πεζό δίποδο, εΙναι όρισμός τού ανθρώπου ή
όχι ; » . Στήν διατύπωση αυτή έχουμε πρό6λημα: Τό ίδιο συμδαίνει καί
μέ ω.λα παραδείγματα. Εϋκολα, λοιπόν, καταλαδαίνει κανείς δτι τά
προ6λήματα καί οΙ προτάσεις εΙναι ίσες κατά τόν αριθμό, δηλαδή
άπό κάθε πρόταση μπορείς νά κάνεις ενα πρόδλημα αλλάζοντας τή
διατύπωση. 106
Ό Άριστοτέλης μπορεί πιά νά δώσει μιά τυπική θεωρία τής
προτάσεως (κρίσεως). Πρόταση εΙναι λόγος καταφατικός ή άποφα­
τικός, πού καταφάσκει ή άποφάσκει κάτι (ενα κατηγορούμενο), σέ
κάτι (σ' ενα ύποκείμενο)' διακρίνονται όμως ο/ προτάσεις εϊτε σέ
γενικές εϊτε σέ εΙδικές εϊτε εΙναι άπροσδιόριστες. 1Ο7
Τά ε'ίδη τών προτάσεων καθορίζονται τώρα όκριβέστερα.
'Έτσι φτάνουμε στό λεγόμενο λογικό τετράγωνο : Τονίζω δμως δτι
κατά τή λεκτική διατύπωση ύπάρχουν τέσσερα είδη αντιθέτων προτά-
118
Τ Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Τ Ε Τ ΡΑ ΓΩΝ Ο

άντίθετες γενικές

ούδέποτε συναληθεύουν - μπορεί νά συμψεύδονται

νά συναληθεύουν -ούδέποτε συμψεύδονται

συμπληρωματικές άτομικές

άόριστες άντιφaΤΙKές

μπορεί νά συναληθεύουν - ούδέποτε συμψεύδονται

άτομικές όv.τιφατικές

δταν ή μία άληθεύει, ή άλλη ψεύδεται

119
σεων, δηλαδή (α) νά αναφέρεται σέ όλα καί σέ Kα�ένα, (6) στό καθέ­
να καί όχι στό καθένα, (γ) σ' ενα καί σέ κανένα, (δ) σ' ενα καί σ' ενα
όχι' στήν πραγματικότητα όμως ύπάρχουν μόνο τρία είδη, γιατί στό
σχήμα «σ' ενα καί σ' ενα όχι» μόνο λεκτικά ύπάρχει αντίθεση. * 'Απ '
α'ότές τίς προτάσεις αντίθετες εΙναι όσες έκφράζουν τό γενικό, δπως
τό νά κατηγορείται σέ όλα καί σέ όλα καί σέ κανένα, Π.χ. ή πρόταση
κάθε έπιστήμη έχει ηθικό χαρακτήρα, εΙναι αντίθετη στήν πρόταση:
καμιά έπιστήμη δέν εχει ηθικό χαρακτήρα. ΟΙ άλλες προτάσεις έκφέ­
ρονται αντιφατικά. 108
Αύτό τό λογικό τετράγωνο έκφράζει τυπικές Ιδιότητες τών
προτάσεων: 'Όταν πρόκειται γιά αντιφατικές γενικές προτάσεις πού
έκφράζουν τό γενικό, τότε αναγκαστικά ή μία εΙναι αληθινή Τι ψευ­
δής. 1 09
Ό Άριστοτέλης έξετάζει μέ τή μεγαλύτερη προσοχή τήν δρνη­
ση , διερευνώντας όλόκληρες σειρές άρνήσεων, Ιδιαίτερα σέ προ­
τάσεις μέ ύποδειγματικές συναρτήσεις, ετσι ωστε νά μπορεί πχ
νά διαπιστώνει τήν Ισοτιμία τών έκφράσεων : δυνατό-όχι αδύνατο,
όχι μή αναγκαίο Τι όχι μή δυνατό, όχι αδύνατο-αναγκαίο. 1 1 0
'Έχουν παρατηρήσει πολλές φορές δτι ή άρ ιστοτελικη λογική
εΤναι στήν πραγματικότητα μιά συνοmική θεωρία της άπόδειξης
καί δτι τά κεφάλαια τά άφιερωμένα στήν εννοια καί στήν κρίση
πρέπει νά τά θεωρούμε, δτι έξετάζουν αύτό στό όποίο άναλύεται
ενας συλλογισμός, δηλαδή τίς προτάσεις, καί αύτό στό όποίο
άναλύεται μιά πρόταση , δηλαδή τούς δρους . Ή θεωρία γιά τό
συμπέρασμα έπιτρέπει πράγματι, πολύ περισσότερο άπό δ,Τ Ι οΙ
ύπαγόμενες σ' αύτήν θεωρίες της εννοιας καί της κρίσης, τήν σύ­
σταση μιας τυπικης λογικης. Ή διερεύνηση της εννοιας καί της
πρότασης παρουσιάζει βέβαια ηδη διαρθρωτικά στοιχεία, δμως μ'
αύτά δέν μπορεί κανείς σχεδόν καθόλου νά έργαστεί. Άντίθετα,
στή θεωρία γιά τό συμπέρασμα γίνεται έξαιρετικά άποδοτική ή
χρησιμοποίηση μεταβλητών.

• Πρόκειται γιά τή κλασική διαίρεση τών προτάσεων ή τών κατηγορικών


κρίσεων σέ (α) γενικές καταφατικές, (6) μερικές καταφατικές, (γ) γενικές
ό.ποφατικές καί (δ) σέ μερικές ό.ποφατικές προτάσεις (ή κατηγορικές κρί­
σεις) Βλ. Θ. Βορέα 63-64, Παπανούτσου 78-79. (Στ.Ε.).

1 20
Ο Σ Υ ΛΛΟΓΙΣΜ ΟΣ

Ή δημιου ργία τής Συλλογιστικής άποτελει ενα άπό τά ρηξι­


κέλευθα έπιτεύγματα τού Άριστοτέλη. Μ' αύτήν ό Άριστοτέλης
ε θεσε τό θεμέλιο τής λογικής ερευνας γιά αίωνες. Πρόσφατα ό
lukasiewicz καί ό Patzig άοχολήθη καν διεξοδικά μέ τήν άριστοτε­
λική θεωρία τού συλλογισμού . Έδω θά άναφερθει μόνο περί τί­
νος πρόκειται' Άντίθετα πρός τη στάση του άπέναντι σέ δλλα
προβλήματα, στήν περίmωση αύτή ό Άριστοτέλης δέν άρ κ έσθη­
κ ε μόνο σέ μιά άναφορά των άρχων: έπεξεργάστηκε μέ έπιμονή
τό κατηγορικό καί τυπικό συλλογιστικό του σύστημα ως τίς λε­
πτομέρειες, δηλ. ως τήν παραδειγματική χρησιμοποίηση των όνο­
μάτων γιά τίς μεταβλητές. Ή συνεκτικότητα των σκ έψεων γιά τίς
συμπλοκές τής πρότασης έκφράζεται μέ τή διατύπωση των νόμων
τής άντιστροφής : Άν τό Α δέν κατηγορείται στό Β, ούτε τό Β θά
κατηγορείται στό Α, γιατί άν �ταν δυνατόν νά κατηγορηθεί σέ ενα
άλλο, Π.χ. στό Γ, δέν θά �ταν αλήθεια δη τό Α δέν κατηγορείται στό
Β , γιατί τό Γ εΙναι ενα από τά Β. 1 1 1 '
"Αν τό Α κατηγορείται σέ κάθε Β , καί τό Β θά κατηγορείται σέ
καθένα Α . Γιατί στην περίπτωση πού δέν κατηγορείται σέ κανένα,
τότε ούτε τό Α θά κατηγορείται σέ κανένα Β· θά τό θεωρούσαμε δμως

· Πρόκειται γιά τόν άπλό κατηγορικό συλλογισμό: Βλ. Βορέα, Λ ογική 94.
( Σ . τ .Ε.).

121
ώς δεδομένο, δτι κατηγορείται σ' δλα. Άν Α κατηγορείται σ' ενα Β,
πρέπει καί Β νά κατηγορείται σ' ενα Α. Γιατί αν δέν κατηγορείται σέ
κανένα, τότε ουτε τό Α θά κατηγορείται στό Β . 1 1 2
'Όταν αύτό τό Γ παύει νά είναι πλασματικό, σταν δηλαδή
εχουμε νά κάνουμε μέ τρείς σρους, πού κάθε φορά οί δύο άπ'
αύτούς παρουσιάζονται σέ μία πρόταση , εχουμε νά κάνουμε μέ
ενα συλλογισμό :
•Αν Α κατηγορείται σέ κάθε Β καί Β σέ κάθε Γ, τότε αναγκαστικά τό
Α κατηγορείται σέ κάθε Γ (αν Α = Β καί Β = Γ, τότε καί Α = Γ). 1 13
'Όταν, λοιπόν, τρείς δροι τού συλλογισμού εχουν μεταξύ τους τέτοια
σχέση, ωστε ό τελευταίος (ελάσσων δρος) νά περιέχεται ώς δλον στό
μέσο καί ό μέσος ώς δλον νά περιέχεται είτε νά μή περιέχεται στόν
πρώτο (μείζων δρος), τότε αναγκαστικά από τούς ακραίους δρους
προκύπτει ενας τέλειος συλλογισμός. 1 14

ΡΗΤΟΡΙΚΟΣ ΣYΛΛOIΊΣMOΣ

Τούς ακραίους σρους τού συλλογισμού μπορούμε νά τούς


χαρακτηρίσου με ώς Α καί Β, τόν μεσαίο Μ. Προκύmουν διάφορες
δ υνατότητες μεταKίν�''Jης από τό Α στό Β, δηλαδή πρός τό συμ­
πέρασμα : «Α ϊσον Β " , ανάλογα μέ τόν τρόπο τής μεσολάβησης
τού Μ , καί μάλιστα, σπως λέει ό Άριστοτέλης, τρείς δυνατότη­
τες :

Α-Μ-Β
Α-Β-Μ
Μ -Α-Β

1 22
Σ' αύτό τό σχήμα τό κατηγορούμενο βρίσκεται πάντοτε δε­
ξιά. Ό πρώτος τύπος χαρακτηρίζει τήν πιό αμεση διανοητική κί­
νηση , τήν πιό κομψή μορφή άπόδειξης. Στόν δεύτερο καί τόν
τρίτο ό μεσολαβητικός όρος παρουσιάζεται δύο φορές σάν κατη­
γορούμενο, δηλαδή σάν ύποκείμενο. Αύτό σημαίνει ότι στούς
δ υ ό τελευταίους τύπους οί άκραίοι όροι Α καί Β δέν άσκούν καί οί
δ ύ ο στίς μείζονες προτάσεις τή λειτουργία πού άσκούν στό συμ­
πέρασμα. Αύτοί οί τρείς τύποι άποδίδουν τά σχήματα τού συλλο­
γισμού.
Τό σχήμα τού συλλογισμού έπιτρέπει πράγματι ηδη όρισμέ­
νες τυπικές σκέψεις. Ή άκρίβειά του όμως δέν άρκεί γιά τήν
όριστικότητα μιας άπόδειξης , γιατί ή δομή τού συλλογισμού είναι
σύνθετη, βασίζεται άφενός στή σχέση τών όρων, στό βαθμό πού
αύτό μπορεί νά νοηθεί μέ κατηγορική εννοια σάν σύμmωση τών
τριών όρων πού άπαρτίζουν τό συλλογισμό. Άφετέρου καθορίζε­
ται άπό τή ρητή σχέση τών δρων αύτών, ετσι δπως αύτή ή σχέση
ύπάρχει στίς προτάσεις καί μόνο σ' αύτές . Γι' αύτό τό λόγο δέν
είναι σωστό νά ίσχυριστεί κανείς ότι τό πρώτο σχήμα είναι τέλειο.
Γιά τόν Άριστοτέλη δέν ύπάρχουν τέλεια σχήματα, άλλά τρόποι
έ κ φράσεως, συλλογιστικοί τρόποι Σ' εναν έκφραστικό τρόπο εγ­
κειται, αν τό κατηγορείσθαι η τό μή κατηγορείσθαι, καθώς καί τό
νά έ κλαμβάνουμε κάτι γενικά η όχι γενικά εχει θέση στά πλαίσια
ένός συλλογιστικού σχήματος. Στούς πρακτικούς τρόπους χαρα­
κτηρισμού τών Σχολαστικών α σημαίνει γενικές καί καταφατικές,
προτάσεις, ε γενικές καί άποφατικές, ι μερικές καί καταφατικές
καί ο μερικές καί άποφατικές. 'Άν τώρα βάλουμε Α καί Β γιά τούς
όρους τού συμπεράσματος 5 καί Ρ, τότε προκύmουν οί τρόποι
τού συλλογισμού . 'Όλοι οί τρόποι τού πρώτου σχήματος δέν είναι
όριστικοί. 'Όσοι όμως είναι όριστικοί χαρακτηρίζονται άπό τόν
Άριστοτέλη ώς αρτιοι. Αύτό δέ συμβαίνει στόν 'ίδιο βαθμό μέ
τούς όριστικούς τρόπους τών αλλων δύο σχημάτων τού συλλο­
γισμού .
Μερικά παραδείγματα θ ά διασαφηνίσουν τά πράγματα.

1 23
γράμματα : " Κάθε δνθρωπος είναι ζων όργανισμός ,
όλοι 'Έλληνες είναι δνθρωποι ,

δρα όλοι οί 'Έλληνες είναι ζώντες όργανισμοί 1 15

εγραψε : ούδείς δνθρωπος είναι λίθος ,


όλοι οί 'Έλληνες είναι δνθρωποι ,

δρα ούδείς 'Έλληνας είναι λίθος 1 1 6

γραφίδι: όλοι οί Άθηναίοι είναι 'Έλληνες ,


ενας Άθηναίος είναι φιλόσοφος ,

δρα ό φιλόσοφος είναι 'Έλληνας 1 1 ?

τεχνικός : ούδείς Αίγύπτιος είναι 'Έλληνας ,


ό φιλόσοφος είναι 'Έλληνας ,

δρα ό φιλόσοφος δέν είναι Αίγύmιος 1 18

Στό πρώτο σχημα του συλλογισμου ύπάρχουν τέσσερις όριοτικοί


τρόποι, α, ε , ι καί ο. Τά δλλα σχήματα δέν είναι τόσο άξιόλογα.
Μ ιά α- πρόταση μπορουμε νά τήν άποδείξουμε μόνο μέ τόν πρώ­
το συλλογισμό. Οί όριοτικοί τρόποι του δεύτερου καί τρίτου σχή­
ματος άποφέρουν μόνο άρνητικές προτάσεις οτό δεύτερο : ε καί
ο, καί μόνο μερικές προτάσεις οτό τρίτο σχημα : ι καί ο. Σέ κάθε

• Άπό τόν Θεόφραστο ήδη οΙ Έλληνες μεταχειρίσθηκαν μνημονικές λέξεις,

γιά νά παραστήσουν τούς τρόπους τών συλλογιστικών σχημάτων. Ό Νικηφόρος


Βλεμμύδης ( 120ς αΙ) δμως συστηματοποίησε τίς μνημονικές λέξεις πού αντι­
στοιχούν στούς τρόπους τών τεσσάρων σχημάτων τού συλλογισμού. Άργότερα
( 1 30ς αΙ) οΙ Δυτικοί εκαναν παρόμοια προσπάθεια καί ό Πέτρος 6 'Ισπανός
εγραψε σέ στίχους τίς μνημονικές λέξεις (στά λατινικά). Π.χ. οΙ στίχοι τών .
τεσσάρων τρόπων τού πρώτου συλλογιστικού σχήματος πού αναφέρει 6 Zemb
εδώ εΙναι οΙ έξείς: Barbara, Celarent (primae), Darri,Ferioque. Βλ. Βορέα, Λογι-
κή 103- 104. (Σ.Τ.Ε.).
.

1 24
όριστικό τρόπο ύπάρχουν, τουλάχιστον τυπικά, μιά άπόδειξη μέ­
σω μιας α αμεσης η εμμεσης έπαναφορας σ' εναν άπό τούς τέσ­
σερις όριστικούς τρόπους τού πρώτου σχήματος. Συνολικά ύπάρ­
χουν 1 τρόπος μέ τόν α- συλλογισμό, 3 τρόποι μέ τόν ε- συλλογι­
σμό, 4 τρόποι μέ τόν ι- συλλογισμό (αν βέβαια παραβλέψουμε τήν
άντιστροφή τού α- συλλογισμού. καί 6 τρόποι μέ ο- συλλογισμό
(αν δέν κάνουμε χρήση τής ύπαγωγής ε-ο).
Έδώ δέν είναι ό κατάλληλος τόπος νά περιγράψουμε διεξο-

Α Π Ο ΤΑ ΑΝΑΛΥΤ Ι Κ Α Π ΡΟΤΕΡΑ

ίινθρωπος

ά· , πάς άνθρωπος λογ ικός

::>Ζ
πα - Ι πάς ά�θρωπ()(: (ιiXJv.
.. - - - - - - 1 -­
γρο-

,
- _. _ -

όρο: (I jJU:

σι. ,

ζψον 1'1 λογικόν.
...,.ς "".
ούδcί ,.,,�
άνθρωπος λογικ ιΚ; :
Ι
: ψε

Συλλογισμοί. Σχεδίασμα τού Pacius

δικότερα τή διάρθρωση τής Συλλογιστικης τού Άριστοτέλη . 'Ένα


άπό τά έρωτήματα πού τίθενται συχνά, καί άφορά τό τέταρτο
σχήμα, πού μέ τόν τρόπο πού τό έ κθέσαμε πιό πάνω, θά είχε τόν
άκόλουθο πολύπλοκο τύπο: Μ - Α - Β - Μ . Δέν άμφισβητείται δτι
οί όριστικοί τρόποι τού λεγόμενου Γαληνικού σχήματος' είναι

* Τά τρία πρώτα σχήματα τού συλλογισμού εξέτασε καί διατύπωσε ό 'Αρι­


στοτέλης, τό τέταρτο ό γνωστός Ιατροφιλόσοφος Γαληνός (20ς μ.χ.), γι' αύτό
λέγεται καί Γαληνικό σχήμα. (Σ.τ.Ε.) . .
1 25
άποφασιστικοί. Αύτό πού άντίθετα δέν είναι σαφές είναι, ή γνη­
σιότητα τής έπιτυχίας των. Αύτό μπορεί νά άποδειχτεί μέ τή βοή­
θεια τών τρόπων τού τέταρτου σχήματος, μπορεί ν' άποδειχθεί
όποτεδήποτε καί μέ τή βοήθεια όποιουδήποτε τρόπου τών τριών
πρώτων σχημάτων, πράγμα πού έκφράζεται σαφέστατα καί μέ μιά
καθαρά άξιωματική περιγραφή . Αύτή ή άντίρρηση πού όδηγεί
στήν ύποτίμηση τού τέταρτου σχήμ ατος μπορεί νά προταχθεί σάν
έπιχείρημα έναντι στό δεύτερο καί στό τρίτο σχήμα, στήν περί­
πτωση πού τό δεύτερο καί τό τρίτο σχήμα άντιστοιχούν σέ μιά
ίδιότυπη κατάσταση ' μιά τέτοια κατάσταση θά παρουσιαζόταν, αν
κάποιος άπο τούς δρους μπορούσε νά χρησιμοποιηθεί μόνο πε­
ριορισμένα, δηλαδή η σάν κατηγορούμενο η σάν ύποκείμενο. Αύ­
τό συμβαίνει συχνά στόν Άριστοτέλη : τά άνώτατα ε"ίδη μπορούν
νά χρησιμοποιηθούν μόνο σάν Κ (Ρ) τά κύρια όνόματα άντίθετα
μόνο σάν γ (5). Συνήθως, λέει ό Άριστοτέλης, ό συλλογισμός
περιέχει γενικές έννοιες, πού μπορούν νά παρουσιάζονται τόσο
σάν ύποκείμενα δσο καί σάν κατηγορούμενα. Οί περισσότεροι
θεωρητικοί τού συλλογισμού δμως ίσχυρίζονται τολμηρά δτι aτή
συλλογιστική κάθε όρος πρέπει νά λειτουργεί τόσο σάν ύποκεί­
μενο δσο καί σάν κατηγορούμενο. Αύτή ή έπιπόλαιη έπαγωγή
μπορεί ώστόσο νά όδηγήσει σέ μιά παρανόηση τής άριστοτελικής
θεωρίας τού συλλογισμού . Ό Άριστοτέλης ρωτά κατά πρώτο λό­
γο, πώς μπορεί κάτι ν' άποδειχθεί:
Άν, λοιπόν, εΙναι ανάγκη νά θεωρήσουμε κάτι κοινό καί στίς
δυό προτάσεις, αυτό μπορεί νά γίνει μόνο μέ τρείς τρόπους: (α) είτε
νά κατηγόρήσουμε τό Α στό Γ καί τό Γ στό Β, η (6) τό Γ στά δύο άλλα
η. (γ) τά δύο πρώτα στό Γ. Αυτά εΙναι τά συλλογιστικά σχήματα πού
εχουμε αναπτύξει. ΕΙναι φανερό, λοιπόν, δτι κάθε συλλογισμός αναγ­
καστικά διατυπώνεται μέ ενα από αυτά τά σχήματα. 1 1 9
Μόνο ϋ στερα άπό αύτό θέτει ό Άριστοτέλης τό έρώτημα, αν
άπό ένα δεδομένο ζεύγος προτάσεων, πού δέν εχει τή μορφή
ένός άπό τά συζητηθέντα σχήματα, μπορεί νά έξαχθεί κάποιο
άναγκαίο συμπέρασμα. Παρόλο πού άπαντά καταφατικά σ' αύτό
τό έρώτημα, δέν άλλάζει τό συλλογιστικό του σύστημα, πράγμα
πού ένισχύει τήν ύπόθεση δτι aτή συλλογιστική δέν εχουμε προ­
κατασκευασμένες προτάσεις άλλά προτάσεις κατασκευασμένες
ε ίδικά γι' αύτήν.

1 26
Η Γ Λ Ω ΣΣ Α

Ό συλλογισμός είναι ενας λόγος, ή προκείμενη μιά πρόταση ,


ό όρος ενα όνομα, μιά λέξη. Τό 1 70 αίώνα οί άντιαριστοτελικοί
πίστευαν πώς βρήκαν τήν 'Αχίλλειο πτέρνα τού φιλοσόφο υ , δηλα­
δή τό κοινότοπο λογοπαίγνιο. Οί κομπογιαννίτες τού Μολιέρου
τό δείχνουν καλύτερα άπ' Ο,τι ολοι οί συγγραφείς πραγματειών.
"Αν ό μως σή μερα ό Ίονέσκο έξακολουθεί νά άνεβάζει στή σκηνή
τέτοιους φιλοσόφους, αύτό όφείλεται λιγότερο στήν πείσμονα
έπιβίωση τού περιπατητικού φιλοσοφικού τρόπου , οσο στήν δια­
τή ρηση έ κε ίνου πού διαθέτει αύτή τήν ίδιότητα σέ μεγαλύτερο
βαθμό άπ' ό ,τι ή φιλοσοφία, δηλαδή τής σοφιστικής -τουλάχιστον
στό βαθμό πού ό ίοχυρισμός, δτι ή φιλοσοφία βρίσκεται στή μέση ,
άνάμεσα στή σιωπή καί τή σοφιστική , δέν άποτελεί σόφισμα.
Στά νεώτερα χρόνια ή σχέση τού ' Αριστοτέλη μέ τή γλώσσα
έ ρμηνεύτηκε σάν ενα είδος άπριοριστικής έξάρτησης' αύτό άπο­
σκοπούσε στό νά κλονίσει τήν όντολογία του η τουλάχιστον στό
νά τήν περιορίσει στόν έλληνικό η , στήν καλύτερη περίmωση,
στόν ίνδογερμανικό γλωσσικό κύκλο. 'Όταν δμως άκούμε δτι ή
σύγχρονη γλωσσολογία έτοιμάζεται νά πετάξει στά αχρηστα τό
βάρος τής άριστοτελικής γραμματικής, πού βασίζεται στά μέρη
τού λόγου , καί άναζητά νέες «άρχές .. , άρχίζουμε νά γινόμαστε
καχύποπτοι. Βέβαια δέν μπορούμε νά έ μποδίσουμε κανένα άπά
τό νά συμπεράνει στά γρήγορ.:ι, γιά νά καθησυχάσει τίς άμφιβο­
λίες του, ότι αν ό άριστοτελισμός είναι μιά γλωσσική φιλοσοφία,

1 27
κ ι αύτή λαθεμένη , ή δίκη τού μ έτοικου άφορά στή ν πραγματικό­
τητα πιά μόνο τούς ίστορικούς.
Άπό τά ντοκουμέντα δμως φαίνεται νά προκύπτει, δτι ή σχέ­
ση τού Άριστοτέλη μέ τή γλώσσα είχε τρία χαρακτηριστικά, τά
'
όποία καλύτερα θά εκανε νά μήν έγκαταλείψει ή φιλοσοφία: ήταν
συνειδητή , ήταν κριτική καί ήταν εύχρηστη, δηλ. πρακτική.
Ό ζωολόγος Άριστοτέλης δέ φιλοσοφεί μέσα σ' εναν έλε­
φάντινο πύργο : Περιγράφει πάνω άπό πεντακόσια ε'ίδη ζώων. 'Ένα
ίδιαίτερο είδος, ό όνθρωπος , διακρίνεται χάρη στήν ίκανότητα
της γλώσσας. Ό ρήτορας ξέρει δτι μπορεί κανείς νά μιλάει καλά
η όσχημα . Ό ίστορικός Άριστοτέλης συνηθίζει νά άφορμαται άπό
μιά καθαρά φ ιλολογική άντίληψη τής άνεπαρκείας τών έκφράσε­
ων, γιά νά έρευνήσει τίς προθέσεις τών προσώπων. Ό ψυχολόγος
Άριστοτέλης διατυπώνει τήν άρχή της Σημαντικής: ΟΙ φθόγγοι,
λοιπόν, μέ τούς όποίους σχηματίζεται ή φωνή, εΙναι σύμδολα τών εν­
τυπώσεων πού προκαλούνται στήν ψυχή, καί ή γραφή πάλι εΙναι ενα '
σύμ60λο τών φθόγγων, 120
Τό δτι αύτές οί παραστάσεις άποτελούν η πρέπει ν' άποτε­
λούν μέ τή σειρά τους σύ μβολα τών πραγμάτων, όδηγεί τόν Άρι­
στοτέλη σέ κλασικές διαιρέσεις : 'Ομώνυμα λέγονται πράγματα πού
εχουν μόνο τό όνομα κοινό, ενώ τό περιεχόμενο πού ανήκει aτό κάθε
όνομα είναι διαφορετικό ... Συνώνυμα λέγονται πράγματα, τά όποία
καί τό όνομα εχουν κοινό καί τό περιεχόμενό τους εΙναι τό ίδιο, 1 2 1
Ό φιλόσοφος παρατηρεί τ ή χρήση της γλώσσας: Ή έννοια «αγα­
θός» χρησιμοποιείται μέ πολλές σημασίες, τόσες δσες καί ή έννοια
τού όντος, 1 22 Ή θεωρία της άναλογίας ζεί όπό τή γλωσσική συνεί­
δηση , πού έδώ πρέπει νά ύψωθεί σέ μιά σχεδόν έγρήγορση :
,Απυ τίς σημασίες αυτές 8σες μέν λέγονται άπλώς μέ τό ίδιο όνο­
μα «δυνάμεις», άς τίς παραλείψουμε, γιατί μερικές λέγονται «δυνά­
μεις», από κάποια όμοιότητα, δπως ακριδώς στή Γεωμετρία μιλάμε
γιά δυνατά καί αδύνατα, μέ τήν έννοια δτι κάτι μπορεί κατά κάποιο
τρόπο νά 'όπάρχει η νά μήν 'όπάρχει, Στό δαθμό δμως πού αναφέρον­
ται στήν ϊδια έννοια, δλες εκφράζουν κάποιες αρχές καί λέγονται σ'
αναφορά πρός μιά πρώτη αρχή, ή όποία είναι καί ή αΙτία τής μεταδο­
λής, είτε σέ κάποιο άλλο είτε σ' αυτό τό ίδιο τό πράγμα, εφόσον αυτό
θεωρείται ώς άλλο, 123
Γιά μιά θεωρία της Σημαντικης δέν λείπουν οί έκπληκτικές θέ­
σεις. Ό Άριστοτέλης παρατηρεί Π.χ. δτι τό ποιοτικό όλμα άπό τήν
όμιλία στή σκέψη μπορεί ν' άποδειχθεί στήν ποσοτική άναλογία
τού συγκεκριμένου πλήθους τών γλωσσικών μορφών καί στοιχεί-
1 28
ων πρός τήν άπειρία τών νοητών. Ή έμπειρία τής όνεπόρκειας
τής γλώσσας διαφαίνεται όπό όρκετές πλευρές.
'Εκείνο στό όποίο αναφέρεται ή δραση εΙναι τό όρατό. Όρατό δέ
καταρχήν εΙναι τό χρώμα καί έπιπλέον κάτι πού μπορεί κανείς νά τό
περιγράψει, δέν εχει δμως ακόμα εΙδική όνομασία. Αυτό πού έννοού­
με θά γίνει φανερό aτή συνέχεια τής ερευνάς μας αυτής. Τό όρατό σέ­
οαια εΙναι χρώμα. . . '.Αλλά τ6 χρώμα τό 6λέπει κανείς μόνο μέ τό φώς.
Γι' αύτό πρέπει πρώτα πρώτα νά μιλήσουμε γιά τό φώς, δηλ. τί εΙναι
φώς. Ύπάρχει, λοιπόν, κάτι τό διάφανο' μέ τή λέξη διάφανο έννοώ
κάτι πού εΙναι μέν όρατό, όχι δμως, γιά τήν ακρίσεια, από μόνο του
όρατό, αλλά χάρη σ' ενα ξένο χρώμα. . . Φώς εΙναι ή ενεργή παρουσία
αύτής τής φύσεως τού διάφανου, ώς διάφανου. ''Οπόυ δμως ύπάρχει
μόνο δυνάμει τό διάφανο, έκεί κυριαρχεί τό σκοτάδι... Σκοτάδι αντί­
θετα εΙναι ή στέρηση τής κατάστασης έκείνης πού προκύπτει από τό
διάφανο. Κι ετσι ό Άριστοτέλης μπορεί νό τονίσει τίς έλλείψεις
τής γλώσσας : ΕΙναι, λοιπόν, φανερό δτι τό φως εΙναι ή παρουσία
έκείνου τού aΥνωστου (καί άνώνυμου) στοιχείου μέσα στό διάφα­
νο. 124 Άκριβώς τό νό παρουσιάζει κανείς τέτοια σημεία σάν βερ­
μπαλισμό, δείχνει βέβαια χιούμορ, δπως όποδεικνύει όπολαυστι­
κά ό Βολταίρος στήν περίmωση τής ένδελέχειας στόν «Μικρομέ­
γα .. , δέν λύνει δμως τό πρόβλημα.
Ή φροντίδα γιά μιά διαφοροποιημένη, κριτική έξέταση της
γλώσσας δέν έγκαταλείπει ποτέ τόν έλεγκτή τών σοφιστικών πα­
ραλογισμών (σοφισμάτων) . Ή φαινομενική όρθότητα τών έσφαλ­
μένων όποδείξεων εχει διάφορες αίτίες . Άπ' αυτές τίς αΙτίες ενας
«τόπος», ό πιό φυσικός καί ό πιό διαδεδομένος, εΙναι ή λανθασμένη
χρήση τών λέξεων. 'Επειδή δηλαδή δέν μπορούμε νά φέρουμε τά ίδια
τά πράγματα aτή συζήτηση, μεταχειριζόμαστε αντί γι' αυτά τίς λέξεις
ώς σύμοολα, γιατί πιστεύουμε πώς δ,τι Ισχύει γιά τίς λέξεις θά Ισχύει
καί γιά τά πράγματα, δπως ακριΟώς συμσαίνει μέ τίς ψηφίδες σ' αυ­
τούς πού κάνουν λογαριασμούς. Δέν εΙναι δμως τό ίδιο. L2S
ΟΙ τρόποι τών παραπλανητικών έλέ:Υχων, πού οφείλονται aτή
χρήση τής γλώσσας καί παραπλανούν τήν παραστατική δύναμη τού
νού, εΙναι εξι τόν αριθμό: όμωνυμία, αμφισολία, σύνθεση, διαίρεση,
προσωδία καί ή μορφή τού λόγου. Γιά δλα αύτά ό Άριστοτέλης δί­
νει παραδείγματα. Άκόμα σημαντικότερο όπ' αύτά δμως είναι έ­
δώ τό γεγονός, δτι ό Άριστοτέλης όναφέρει στό "ίδιο σημείο έmά
ε 'ίδη σοφισμάτων, πού τά α'ίτιά τους βρίσκονται έξω τής λέξεως
(δηλ. στά πράγματα ) , πχ. ή λήψις τού ζητουμένου (petitio pri ncipii),

1 29
Ό σοφός Αριστοτέ;.ης. Στό ναό τού Προφl;τη Hi.ia συ; Σιάτιστll ( 1 744)

1 30
η έκείνη πού συνίσταται σέ τούτο, δηλ. άπό περισσότερε ς έρωτή­
σε ι ς νά σχηματίσουμε μι ά έρώτηση.
' 0 'Αριστοτέλης δέν άρκεϊται νά έπικρίνει μόνο μ' αύτά τούς
σοφιστές. Ή κριτική του είναι θετική , τήν ένσωματώνει στή θεω­
ρία του γιό τή μέθοδο: "Αν Π.χ. δέν διαφέρει καθόλου νά πούμε: Τό
« θεωρούμενο» δέν είναι έννοια γένους τού «νομιζόμενου», ή νά πού­
με, δτι δέν είναι αυτό ακριοώς πού είναι «θεωρούμενο» κάτι τό «νο­
μιζόμενο», - γιατί τό νόημα είναι τό ϊδιο, - τότε πρέπει νά οάλουμε
στή θέση τού λόγου πού εϊπαμε ώς δρους τό θεωρούμενο καί τό νομι­
ζόμενο. l27
'Επειδή δμως δέν είναι τό ϊδιο τό νά πούμε δτι ή ήδονή είναι κα­
λό καί ή ήδονή είναι τό καλό, γι' αυτό δέν πρέπει νά μεταχειριζόμα­
στε τούς δρους σάν ναχουν τήν ϊδια σημασία, αλλά πρέπει, δταν Π.χ. ό
συλλογισμός είναι: «ή ήδονή είναι τό καλό», νά παίρνουμε τό καλό
ώς εννοια, καί δταν ό συλλογισμός είναι, δτι είναι κάτι καλό, νά τό
παίρνουμε ώς κάτι καλό. Μέ τόν ϊδιο τρόπο καί γιά τούς ι'iλλoυς δ­
ρους. 128
Θό ρωτήσει δμως κανείς, αν δέν είναι άναχρονισμός νά μι­
λάει κανείς γιά «εύχρηστία" σχετικά μέ τή γλωσσική άντίληψη
τού ·Αριστοτέλη. Κατ' άρχήν μιά τέτοια άντίρρηση δίνει τήν εύ­
καιρία νά ύπενθυ μίσουμε δη γιά τόν 'Αριστοτέλη ή γνώση καί ή
σκέψη είναι δραστηρ ι ότητες, κι δη κατά συνέπεια ύπάρχουν δρό­
μοι καί μέσα, δπως αλλωστε δείχνει ή θεωρία της μέσης έννοίας
στή συλλογιστική , πού μέ τόν τίτλο έξεύ ρεσης τού μέσο υ , (i nven­
tio med i i ) I έφερε στή ζωή μιά πλούσια φιλολογία καί όδήγησε
στούς περίπλοκους «τυφλοσύρτες " .
Είναι άξιοσημείωτο δτι ή σημερινή έρευνα πάνω στόν 'Αρι­
στοτέλη άσχολεϊται κατά τό μεγαλύτερο μέρος μέ προβλήματα ό­
ρολογίας. Δέν είναι έδώ ό κατάλληλος χώρος γιά νά άσχοληθού­
με μέ λεmομέρειες. Τό γεγονός καθαυτό άρκεϊ "ίσως γιά τήν δια­
σαφήνιση αύτού πού έννοούμε. '0 'Αριστοτέλης διαρκώς έρευνά
τίς όνομασίες πού συναντά, π χ : Ό δ.νθρωπος γεννά έναν δ.λλον
α νθρωπο, αν βέβαι α δέ συμβεί κάτι παρά φύση , όπως πχ aτή
γέννηση ένό ς μουλαρι ού άπό δ.λογο. Άλλά καί δώ πρόκει ται γιό
όμοι ότητα, γι ατί αύτό πού θό ήταν τό κοι νό χαρακτηριστι κό γιό τό
αλογο καί τό μουλάρι , τό έπόμενο είδος, δέν έχε ι άπλώς όνομα­
σία. Θά μπορούσαν όμως καί τά δύο νό περι έχονται ϊσως aτή λέξη
ήμίονος . 129
'Έχει τό θάρρος νά κάνει καί ετυ μολογικές παρατηρήσεις : Ή
γένεση καί ή ανάπτυξη τών διανοητικών αρετών στηρίζεται κατά κύ-
1 31
ριο λόγο στή διδασκαλία, γι' αΌτό χρειάζεται εμπειρία καί χρόνο ' οΙ
ηθ ικές αρετές, αντίθετα, εΙναι τό αποτέλεσμα συνή θειας, από δπου
πήρε καί τό όνομά τη ς ή ηθ ική, μέ μιά μικρή φωνητική παρέκκλιση
από τή λέξη έθο ς (=συνήθεια) (έθος-ηθική). 130
Μ ιά άπό τίς χαρακτηριστικές όποστροφές τών διδακτικών
συγγραμμάτων είναι τό "ήμείς λέΥομεν ού ν» . 'Αξιοσημείωτο είναι
δτι ό ' Αριστοτέλης όρέσκεται νά μιλά γιά μεγάλο χρονικό διάστη­
μα όόριστα, περίπου αύτοσχεδιάζοντας , γιά νά φτάσει όργότερα
σέ όκριβείς όρισμούς. Αύτή ή όποδοτική μέθοδος όδήγησε δυ­
στυχώς σέ δ υσκολίες μερικούς σχολιαστές, συγκεκριμένα στήν
ό καδημαϊκή φ ιλοσοφία, πού γιά όνεξήγητους λόγους παραιτείται
όπό τήν έπινόηση, δηλαδή όπ' αύτό πού ό 'Αριστοτέλης όνόμασε
ύψίστη τέχνη. "Αν έξετάσου με δμως τίς ειδικές φιλοσοφικές έκ­
φ ράσεις του 'Αριστοτέλη , πού γεννήθηκαν βαθμιαία, δέν μπορου­
με παρά νά θαυμάσουμε τήν τολμηρότητα τών δημιουργημάτων
του, πού δέν ξεπεράστη κε οϋτε όπό τούς μεταχεγκελιανούς Γερ­
μανούς φ ιλοσόφους. Ό όναγνώστης πού γνωρίζει όρχαία έλληνι­
κά θά μπορέσει νά τό διαπιστώσει ό 'ίδιος. Ό κατάλογος τών κα­
τηγοριών πού ηδη παραθέσαμε δίνει ενα μικρό παράδειγμα. Τά
δ ιδακτικά συγγράμματα του Άριστοτέλη δχι μόνο εχουν γραφτεί
γιά ενα διαφορετικό κοινό όπ ' δ ,ΤΙ οί διάλογοι : εχουν γραφτεί καί
πολύ όργότε ρα , καί δέν είναι πολύ πιθανό δτι ό Άριστοτέλης έν­
διαφερόταν νά όποδώσει τό περιεχόμενό τους μέ μιά αλλη , ώ­
ραία, όχι τόσο κριτική καί ζωντανή , δχι τόσο όποδοτική ύψηλών
δ ιανοημάτων γλώσσα,
Άποτελεί κοινό τόπο δτι ό Άριστοτέλης δημιούργησε ενα
σύστημα των συντακτικών κατηγοριών καί έξήγησε ιδιαίτερα εϋ­
στοχα τήν όντίθεση όνάμεσα στά όνόματα καί στά ρήματα μέσα
στήν πρόταση, τόσο εϋστοχα μάλιστα ωστε οί γραμματικοί νά φο­
ρουν πάνω όπό δυό χιλιάδες χρόνια αύτόν τόν (όπως τόν όνομά­
ζουν σήμερα) «ζουρλομανδύα». Δυστυχώς ή συζήτηση αύτης της
ε ύ καιρίας συσκοτίστη κε όπό μιά μοιραία παρανόηση. Ή «λογική
γραμματική » , δπως συνηθίζεται νά χαρακτηρίζεται ή όριστοτελική
θεωρία, δέν έξαρτάται δηλαδή καθόλου όπό τό αν «ή γραμματική
είναι η δέν είναι λογική » , οϋτε κάν όπό τό αν ή «γλώσσα» είναι η
δέν είναι λογική . Οϋτε ή σκέψη αλλωστε είναι σέ δλους καί πάν­
τοτε λογική , λέει ό Άριστοτέλης , καί δμως ύπάρχει ή Λογική. 'Ό­
σο ψηλότερα βρίσκονται τά όντα στήν κλίμακα του Είναι, τόσο
μεγαλύτερος ό κίνδυνος της πλάνης ' δσο όνώτερη ή περιοχή της
σκέψης, τόσο πιό δύσκολη είναι αύτή ή δραστηριότητα. Ό Πα-
1 32
σκάλ άπόδωσε λαμπρά έδώ τήν άριστοτελική πρόθεση μέ τό
« πνεύ μα λεmότητας » (espritde de fi nesse) καί τήν παρατήρηση Υιά
τήν «πολλ .)πλότητα τών προφανών άρχών» .

1 33
Η ΠΛΑΝΗ

'Όταν ενας φιλόσοφος κατηγορεί τούς προγενέστερούς του,


δτι σκέφτηκαν πολύ λίγο πάνω σ' ενα όρισμένο θέμα, αύτό δέν εί­
ναι άναγκαστικά μιά ίστορική πληροφορία, άλλά ή καλύτερη ύπο­
γράμμιση της φροντίδας πού όπαοχολούσε τόν ϊδιο. Ό Άριστοτέ­
λης κατηγορεί τούς παλαιότερους δτι δέν στοχάστηκαν όρκετά
πάνω στήν πλάνη.
Κατηγόρησαν τόν Άριστοτέλη γιά πολλές πλάνες του , γιά με­
ρ ικές δμως δδικα. Ό Γκαίτε νόμιζε πώς μπορούσε νά τίς έξηγήσει
άνάγοντας αύτές στήν άνυπομονησία τού θεωρητικού φ ιλοσό­
φ ο υ : ,."Άν έξετάσει κανείς τά προβλήματα τού Άριστοτέλη, έκ­
πλήσσεται μέ τό χάρισμα της παρατήρησης καί μέ τόν όριθμό των
πραγμάτων πού μπορούσαν νά βλέπουν οί 'Έλληνες. Μόνο πού
πέφτουν στό σφάλμα της ύπερβολικης βιασύνης, καθώς προχω­
ρούν άμέσως άπό τό φαινόμενο στήν έξήγηση , κι ετσι προκύ­
mouv έντελως άνεπαρκείς θεωρητικοί ίοχυρισμοί . . . Ό 'Αριστοτέ­
λης είδε τή φ ύση καλύτερα άπό δ,ΤΙ όποιοσδήποτε νεώτερος, ή­
ταν δμως πολύ β ιαστικός στή διατύπωση των άπόψεών του . "
Άπό τά προηγούμενα προκύmει πως ό Άριστοτέλης ξεπερ­
νάει θεωρητικά τήν πλάνη , δίνοντάς της μιά θέση στίς άντιλήψεις
τού κοινού νού , στό παιχνίδισμα της φαντασίας, στίς ύποθέσεις
των σοφισμάτων. Άξίζει δμως νά ρίξουμε μιά ματιά στήν πράξη
καί νά δούμε ταυτόχρονα καί μερικά άπολαυστικά περίεργα.
Στά κείμενα πού άκολουθούν θά μπορούσε κανείς νά άντιπα-

1 35
ραθέσει ενα άσύγκριτα μεγαλύτερο πλήθος άπό εϋστοχες, εξυ­
πνες καί έλεγμένες παρατηρήσεις καί διορατικά συμπεράσματα,
πού ό πλούτος τους δέν έντυπωσίασε μόνο τήν Άρχαιότητα καί
τό Μ εσαίωνα, άλλά όδήγησαν άκόμα κι εναν έπιστήμονα σάν τόν
Δαρβίνο στόν ίοχυρισμό, ότι ό Λινναίος καί ό Cuvier ήταν βέβαια
θεοί, άλλά δ ίπλα στόν Άριστοτέλη δέν ήταν παρά οχολιαρόπαι­
δα. Άπό τό δλλο μέρος θά μπορούσαμε νά πλουτίσουμε τούτο
τό κεφάλαιο μέ την πιό όλέθρια «πλάνη» , δηλαδή μέ την άριστο­
τελική άντίληψη γιά τήν κίνηση καί τή στάση .
'Όλα τά θηλυκά εΙναι λιγότερο θαρραλέα από τά αρσενικά εκτός
από την αρκούδα καί τη λεοπάρδαλη. Τό θηλυκό αυτών τών δύο ζώ­
ων φα ίνεται νά εΙναι γενναιότερο από τό αρσενικό. Στά αλλα είδη
ζώων δμως τά θηλυ κά εΙναι μαλθακότερα καί δολιότερα καί λιγότερο
εΙλικρινή καί πιό απερίσκεπτα καί φροντίζουν περισσότερο τη δια­
τροφή τών παιδιών τους.
( . . . . ) Ίχνη αυτών τών φρονημάτων ορίσκουμε σ' δλα τά ζώα, θά
λέγαμε, περισσότερο δμως εΙναι εμφανή σέ δσα εχουν ανεπτυγμένο σέ
μεγαλύτερο οαθμό τό ή θος καί κατ ' εξοχήν στόν ανθρωπο ' γιατί ώς
πρός αυτό fι φύση του εχει αναπτυχθεί σέ μέγιστο οαθμό, ωστε καί οΙ
Ιδιότητες αυτές νά εΙναι πιό εμφανείς σ' αυτούς (τούς ανθρώπους).
Γι' αυτό ακριοώς fι γυναίκα εΙναι πιό συμπονετική από τόν ανδρα καί
πιό ευσυγκίνητη, επιπλέον φθονερότερη καί πιό μεμψίμοιρη, πιό φι­
λολοίδωρη καί πιό επιθετική . 'Ακόμα τό θηλυκό εΙναι πιό μελαγχολι­
κό καί πιό δύσκολα πιστεύει στίς ελπ ίδες, εΙναι αναιδέστερο από τό
αρσενικό καί λέει περισσότερα ψέματα, εξαπατάται πιό εύκολα καί ε­
χει Ισχυρότερη μνήμη, επιπλέον κοιμάται λιγότερο καί εΙναι λιγότερο
αποφασιστικό καί γενικά τό θηλυκό εΙναι λιγότερο δραστήριο από τό
αρσενικό, τέλος χρειάζεται λιγότερη τροφή. 'Όπως είπαμε τό αρσενι­
κό εΙναι πιό πρόθυμο καί γενναιότερο από τό θηλυκό' στίς σουπιές
μάλιστα, δταν fι θηλυκή χτυπηθεί μέ την τρίαινα (τό καμάκι) , τό αρ­
σενικό σπεύδει νά τη οοηθήσει, ένώ τό θηλυκό φεύγει όταν χτυπηθεί
τό αρσενικό. 1 3 1
'Αλήθεια εΙναι κι αυτό πού λένε, πώς τό λιοντάρι παρατηρεί αυ­
τόν πού οάλλει εναντίον του καί σ' αυτόν επιτίθεται. Στην περίπτωση
πού δέν τό χτυπήσει κάποιος, αλλά τό ενοχλεί κατά κάποιο τρόπο, αν
πηδήσει καί τόν πιάσει, δέν τόν κάνει τίποτε ουτε τόν πληγώνει μέ τά
νύχια του, αλλά τόν τινάζει πέρα-δώθε ι:αί τόν αφήνει μέ τόν τρόμο
του . 1 38
Γιατί, αίφνης, μόνο στό γένος τών ανθρώπων συμοαίνει τά φυσι­
κά μέρη τού σώματος νά [χουν την άρμόδια στή φύση τους θέση, καί
1 36
τό ανω μέρος τού ανθρώπινου σώματος δείχνει πρός τό «ανω» τού
σύμπαντος κόσμου, γιατί από δλα τά ζώα μόνο ό άνθρωπος ααδίζει
όρθιος ... καί ό εγκέφαλος, ώς γνωστόν, δέν επΙ,δρά σέ καμιά από τίς
αΙσθήσεις, γιατί καί ό ιδιος αέααια είναι χωρίς δύναμη αΙσθήσεως, δ­
πως όποιαδήποτε έκκριση. Τό δτι, λοιπόν, ή πηγή τών αΙσθήσεων εί­
ναι ή περιοχή γύρω από τήν καρδιά, αυτό τό έχουμε αναπτύξει πρω­
τύτερα στό έργο μας γιά τίς αΙσθήσεις (Περί αΙσθήσεως καί αΙσθη­
τών, 438b25 κέ.), καί δτι δύο απ' αυτές είναι φανερά συναρτημένες
πρός τήν καρδιά, δηλαδή ή άφή καί ή γεύση, ενώ από τίς άλλες τρείς
ή όσφρηση αρίσκεται στό μέσο διάστημα ανάμεσα στόν εγκέφαλο καί
στην καρδιά. Ή ακοή καί ή δραση τέλος είναι τοποθετημένες κυρίως
στό κεφάλι εξ αΙτίας τής φύσεως των αΙσθητηρίων όργάνων τους. 133
'Επίσης δσα ζώα έχουν μεγάλες ουρές κι αυτές ή φύση τίς στόλι­
σε μέ τρίχες, καί_μάλιστα μέ (μακριές τρίχες) δσα έχουν κοντή ουρά,
δπως τά άλογα, ενώ δσα έχουν μακριά ουρά μέ κοντές, σύμφωνα μέ
τή φυσική κατατομή τών ύπόλοιπων μερών τού σώματος τού ζώου.
Γιατί παντού ή φύση προικίζει τό ενα μέρος πλουσιότερα, αφού πά­
ρει από ενα άλλο μέρος. Έτσι σέ δσα ζώα έχει δώσει πολύ δασύ τρί­
χωμα στό σώμα τους, αυτά έχουν στην ουρά τους φτωχό, δπως Π.χ.
συμααίνει μέ τίς αρκούδες. 134
'Όλα τά δυσάρεστα καί τά ευχάριστα συνδέονται γενικά μέ τήν
ψυχρότητα καί τή θερμότητα τού σώματος, πράγμα πού μπορούμε νά
τό διαπιστώσουμε στά αΙσθήματα. 'Εμπιστοσύνη καί φόαος, αΙσθήμα­
τα αγάπης καί άλλοι τέτοιοι σωματικοί ερεθισμοί, όδυνηροί ή ευχάρι­
στοι, συνδέονται εν μέρει μέ τοπική θερμότητα ή ψυχρότητα, καί εν
μέρει μέ θερμότητα όλόκληρου τού σώματος. ΟΙ ίδιες επιδράσεις εί­
ναι δυνατόν νά φέρουν επίσης λίγο-πολύ αναμνήσεις καί ελπίδες, οΙ
όποίες κατά κάποιο τρόπο ύπηρετούν τίς απεικονίσεις παρόμοιων αΙ­
σθη μάτων. 135
Ύπάρχουν μερικοί πού Ισχυρίζονται πώς ό λεγόμενος αέρας, δ­
ταν κινείται καί κάνει ρεύματα, σχηματίζει τόν άνεμο, δταν δμως πυ­
κνώνει ό ιδιος γίνεται πάλι σύννεφα καί νερό -, σάν νά είχαν τήν ι­
δια φυσική σύσταση τό νερό καί ό αέρας, - καί όρίζουν τόν άνεμο
σάν αέρα κινούμενο. Γι' αυτό καί άνθρωποι πού θέλουν νά μιλούν μέ
σοφία ύποστηρίζουν πώς άνεμος είναι τό σύνολο τών ανέμων (δλοι οΙ
ανεμοι είναι αασικά ενας), γιατί συμααίνει ό κινούμενος αέρας νά εί­
ναι ενας καί ό αυτός πάντοτε. Φαίνεται δμως νά διαφέρει μόνο, χωρίς
νά διαφέρει στην πραγματικότητα, εξαιτίας τού τόπου, από δπου τυ­
χαίνει νά φυσάει' ύποστηρίζουν δηλ. κάτι παρόμοιο, σάν νά νόμιζε
κανείς δτι δλα τά ποτάμια είναι ενα ποτάμι. Γι' αυτό, χωρίς νά ψά-
1 37
χνει, δίκαιο έχει ό λαός παρά δσοι Όποστηρίζουν τέτοια πράγματα ώς
αποτέλεσμα αναζητησεων. 1 36
'Εμείς, αντίθετα, πιστεύουμε πώς ή ίδια φυσική ούσία πάνω άπό
τήν επιφάνεια τής γης προκαλεί τόν άνεμο, κάτω από τη γη τό σεισμό
καί στά σύννεφα τη Οροντη. 'Όλα αύτά τά φαινόμενα ούσιαστικά
είναι τό ίδιο, δηλαδή ξηρή αναθυμίαση πού γίνεται άνεμος δταν κι­
νείται μ' ενα όρισμένο τρόπο, ένώ δταν κινείται μ' εναν άλλον τρόπο
προκαλεί τούς σεισμούς στά σύννεφα δμως, ένώ αύτή αλλάζει σχήμα
καί αποχωρίζεται, εκεί νά σμίγουν καί πυκνώνουν σέ νερό, προκαλεί
οροντές καί αστραπές καί δσα άλλα φαινόμενα έχουν την ίδια φύση
μ ' αυτά. 1 37
Είναι, λοιπόν, φανερό δτι εκ φύσεως δλα μπορούν νά γεννηθούν
από δλα καί δέν είναι πιά δύσκολο νά δούμε, πώς συμδαίνει αύτό
στίς επιμέρους περιπτώσεις. Γιατί δλα χωρίς εξαιρέσεις θά γίνονται
από δλα, θά διαφέρουν μόνο ώς πρός τό χρόνο, γρηγορότερα ή αργό­
τερα, καί ώς πρός τόν τρόπο, εύκολότερα ή δυσκολότερα. Γιατί δσα
έχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους μεταλλάσσονται γρήγορα,
δσα δμως σχι, αργά, επειδή είναι πιό ευκολο νά άλλάζει τό ενα χαρα­
κτηριστικό ιδιότητα παρά τά πολλά. Έτσι π.χ. από τή φωτιά γίνεται
αέρας, δταν μεταοάλλεται ή μία μόνο ιδιότητα· τό ενα δηλ. ήταν ζε­
στό καί ξερό, τό άλλο εΙναι τώρα ζεστό καί Όγρό, ωστε άν κατορθώσει
νά Όποταχθεί τό ξερό από τό Όγρό, γίνεται άέρας. Καί πάλι από τόν
αέρα γίνεται νερό, εάν τό ψυχρό Όπερισχύσει στό θερμό· τό ενα δηλα­
δή ήταν θερμό καί Όγρό, τό άλλο είναι τώρα ψυχρό καί Όγρό, ωστε δ­
ταν μεταοάλλεται ή θερμότητα, γίνεται νερό. Μέ τόν ίδιο τρόπο γίνε­
ται από νερό χώμα καί από τό χώμα φωτιά, γιατί ανάμεσα στά δύο Ό­
πάρχουν κοινές ιδιότητες (αντίστοιχες) πρός τά άλλα δύο. 138
.
'Επιπλέον επειδή τά άστρα έχουν σφαιρική μορφή, δπως οέοαια
Όποστηρίζουν καί άλλοι καί δεχόμαστε κι εμείς.... καί έπειδή δλα τά
σφαιροειδή καθαυτά έχουν μόνο δύο κινήσεις, δηλ. περιστροφική καί
στροοιλώδη κίνηση, άν λοιπόν, τά άστρα εΙχαν μιά δική τους κί­
νηση, θά έπρεπε νά κινούνταν σύμφωνα μέ τη μιά από τίς δύο κι­
νήσεις. Παρατηρούμε δμως πώς καμιά από τίς δύο κινήσεις δέ γί­
νεται. Γιατί άν στροοιλίζονταν τά άστρα, θά έμεναν σταθερά στό
ίδιο σημείο καί δέ θά άλλαζαν θέση, πράγμα οέοαια πού φαίνε­
ται καί μέ τό μάτι καί δλοι τό δέχονται. . . (α 25). 'Επίσης εΙναι
φανερό δτι τά άστρα δέν έχουν περιστροφική κίνηση, γιατί αέοαια τό
σώμα πού έχει παρόμοια κίνηση αναγκαστικά περιστρέφεται, aτή σε­
λήνη δμως φαίνεται πάντοτε τό λεγόμενο πρόσωπό της, άρα δέν κινεί­
ται. 'Ώστε, λοιπόν, άν τά άστρα εΙχαν δική τους κίνηση, θά ήταν ευλο-
1 38
γο νά κάνουν τίς φυσικές τους κινήσεις, επειδή δμως δέ φαίνονται νά
κάνουν α'ότές τίς κινήσεις, προκύπτει τό συμπέρασμα δτι δέν έχουν
δική τους κίνηση. Έκτός α'ότού θά ήταν παράλογο τό νά μήν τούς εί­
χε δώσει ή φύση κανένα μηχανικό δργανο γιά νά κινούνται - γιατί
ο έοαια ή φύση δέν κάνει τίποτα τυχαία - ούτε νά φροντίζει γιά τά
ζώα, ένώ π αραολέπει α'ότά τά τόσο πολύτιμα δντα (δηλ τά άστρα) ,
αλλά φαίνεται σάν νά αφαίρεσε απ ' α'ότά επίτηδες δλους τούς μηχα­
ν ισμούς, μέ τούς όποίους θά ήταν δυνατή ή δική τους κίνηση, καί ε­
π ιπλέον δτι τά τοποθέτησε πάρα πολύ μακριά από εκείνα τά δντα
πού έχουν μηχανισμούς γ ιά νά κινούνται . 1 39
Μερικά απ' α'ότά τά ζώα (τά έντομα τών ζώων) γεννιούνται από
τά άλλα τού ϊδιου γένους. . . άλλα δμως δέν γεννιούνται από ζώα αλλά
μέ α'ότογέννηση' άλλα από τή δροσιά πού πέφτει στά φ1;λλα τών δέν­
δρων, συνήθως τήν άνοιξη, αλλά πολλές φορές καί τό χειμ(l.Jνα, δταν
είναι καθαρός καιρός καί φυσούν νότιοι άνεμοι γιά κάμποσο καιρό'
άλλα πάλι γεννιούνται μέσα στό 6άρ6αρο καί στίς Koπρι�ς δταν σαπί­
ζουν' άλλα μέσα aτά ξύλα, άλλα μέσα στά χόρτα, άλλυ. σέ μαραγκια­
σμένους ηδη καρπούς, άλλα στό τρίχωμα κι άλλα aτίς σάρκες τών ζώ­
ων, άλλα στά περιττώματα τών ζώων, κι απ' αύτά μερικά γεννιούνται
δταν τά περιττώματα χωρισθούν από τό σώμα τών ζώων, ένώ άλλα δ­
ταν ακόμη τά περιττώματα 6ρίσκονται μέσα στό σώμα τών ζώων, δ­
πως Π.χ. τά σκουλήκια πού λέγονται λε6ίθες ( ελμινθες). 140
Άν δηλαδή δεχθούμε δτι καί ή γυναίκα προσφέρει τή συμ60λή
της στό σπέρμα καί aτή γέννηση, τότε εΙναι προφανές δτι πρέπει καί
από τά δύο μέρη νά ύπάρξει μιά παράλληλη πορεία κατά τή συνου­
σία. Στήν περίπτωση, λοιπόν, πού ό άντρας εκσπερματώσει γρήγορα
ενώ ή γυναίκα δέν προφθάσει - επειδή οΙ γυναίκες εΙναι γενικά 6ρα­
δύτερες, - τούτο αποτελεί εμπόδιο. Γι' αύτό άλλωστε δταν ζευγαρώ­
νουν α'ότοί οΙ τύποι γεννούν παιδιά' αντίθετα δέν γεννούν δταν σμί­
γουν μέ δσους ερεθίζονται στόν ίδιο χρόνο κατά τή συνουσία. "Αν δη­
λαδή ή μέν γυναίκα 6ρίσκεται σέ όργασμό καί εΙναι ετοιμη καί στήν
κατάλληλη ψυχική κατάσταση, ένώ ό άντρας είναι κιόλας άκεφος καί
ψυχρός, τότε αναγκαστικά θά πετύχουν μιά Ισοδρομία ανάμεσά
τους. 14 1
Μερικοί δηλαδή πιστεύουν δτι ή γη έχει σχήμα σφαίρας, άλλοι
δτι είναι πεπλατυσμένη καί έχει σχήμα τυ μπάνου . . . (294α8 κέ). Αύτοί
οΙ τελευταίοι επικαλούνται καί άλλα επιχειρήματα καί ύποστηρίζουν
δτι είναι ανάγκη νά έχει ή γη α'ότό τό σχήμα δηλ. τό τυμπανοειδές,
γιά νά μπορεί νά ηρεμεί. "Αλλωστε καί γιά τήν κίνηση καί τήν ηρεμία
τής γης τυχαίνει νά έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες. 'Αναγκαστικά,
1 39
λοιπόν, γεννήθηκαν απορίες γιο. δλα' γιατί πραγματικά θά πρόδινε α­
οασάνιστη σκέψη τό νά μήν απορεί κανείς, πώς γίνεται ενα μικρό
κομμάτι χώματος, δταν τό σηκώσουμε ψηλά καί τό αφήσουμε, νά πέ­
φτει κάτω καί νά μή θέλει νά μείνει πάνω, μάλιστα δσο μεγαλύτερο
εΙναι τόσο γρηγορότερα πέφτει κάτω, ένώ όλόκληρη τή γή αν τή ση­
κώνουμε ψηλά καί τήν αφήνουμε, δέ θαπεφτε. Άντίθετα μάλιστα, ενα
τόσο μl:.Ύάλο Οάρος ηρεμεί. Άλλά ο έοαια καί στήν περίπτωση πού κά­
ποιος αφαιρούσε τό χώμα από το. κομματάκια πού πέφτουν καί πρίν
πέσουν, πάλι θά πέσουν κάτω, εφόσον δέ θαορισκαν κανένα εμπόδιο.
'Ώστε, λοιπόν, ή αμφιοολία δικαιολογημένα ύπήρξε ή αΙτία νά ερευ­
νήσουμε το. πάντα (αρχή τής γνώσεως). 'Ωστόσο εΙναι ν' απορεί κα­
νείς, πώς δέ φαίνονται πιό περίεργες από τό ίδιο τό πρόολημα οΙ λύ ­
σεις πού εδωσαν οΙ ανθρωποι γι' αύτό. 142

1 40
Η Ε ΡΕΥ ΝΑ

Τ ά μισά όπό τά τελευταία είκοσιπέντε χρόνια τής ζωής του ό


Ά ριστοτέλης τά πέρασε μακριά όπό τήν Άθήνα. Στό λιμάνι τής
" Ασσου καί στή Λέσβο εχει ηδη
στραφεί πρός τή θετική γνώση .
Κατά τή διάρκεια τής παραμονής του στή Μακεδονία οί έρωτή­
σεις του εξυπνου καί τυραννικου νεαρου 'Αλέξανδρου ένίσχυσαν
τήν έ μφυτη τάση του 'Αριστοτέλη πρός τόν έμπειρισμό καί τόν
έγκυ κλοπαιδισμό. 'Όταν 'τό 335 ξαναγυρίσει στήν 'Αθήνα, γιά νά ί­
δ ρύσει έ κεί ενα πανεπιστήμιο μέ τήν προστασία των Μακεδόνων,
δέν ζητά έκδίκηση οϋτε όπό τήν Άκαδημία πού έξακολουθεί νά
ζεί, ο ϋτε όπό τούς συνασπισμένους γύρω όπό τό Δημοσθένη έ­
θνικιστές. Ό Άριστοτέλης φαίνεται πώς ήταν ύπεράνω τέτοιων
αίσθημάτων. Ό στόχος του είναι πολύ πιό θετικός : θέλει έπί τέ­
λους νά παρουσιάσει στόν κόσμο τό εργο τής ζωής του . Γι' αύτό
τό σκοπό του όπομένουν δώδεκα χρόνια. 'Άν ελπιζε νά φτάσει
τήν ήλικία του Πλάτωνα, θά πρέπει νά είχε μπροστά του ενα διά­
στημ α τριάν τα περίπ ου χρόνων.
Ή νέα σχολή όρχισε νά λειτου ργεί στούς διαδρόμους τής πα­
λαίστρας του Λυ κείου καί όργότερα μεταφέρθηκε σ' ενα, προφα­
νώς χαρισμένο, οίκόπεδο πού βρισκόταν στά όνατολικά τής πό­
λης, μπροστά στήν πύλη του Διοχάρους. Έκεί σ' ενα μ εγάλο κήπο
ύπήρχε ενα ίερό των μουσών καί ενας βωμός καθώς καί όρκετές
αϊθουσες, στίς όποίες, έκτός όπό τίς τόξεις, ύπήρχε μιά πλούσια
βιβλιοθήκη καί πάρα πολλοί χάρτες, ίδιαίτερα όνατομικοί πίνακες.
141
Τό μάθημα γινόταν τό πρωί. Τό όπόγευμα ό Άριστοτέλης έδινε
δ ιαλέξεις στούς ενδιαφερόμενους Άθηναίους γιό ένα είδος «γε­
νικών σπουδών " . Ό Θεόφραστος , πού ή ρητορική του ενθουσίαζε
τούς όκροατές του , οπως καί τόν 'ίδιο τόν Άριστοτέλη , καί ό Εύ­
δη μος είχαν κι αύτοί παραδόσεις.
Ή διδασκαλία καί ή έρευνα δέν ήταν οΙ μόνοι κοινοί δεσμοί
τού Περιπάτου : κάθε μήνα γινόταν ένα συμπόσιο. Σ' ένα καταστα­
τικό σημειώνονται τά σερβίτσια πού χρησιμοποιούναν σ' αύτό.
Στήν Άθήνα ό Άριστοτέλης όπολαμβόνει πιά τήν ελευθερία
τής διδασκαλίας , δηλ. τήν προϋπόθεση γιά τήν επινοητική μετά­
δοση τής φιλοσοφίας του . Διδάσκει, σχολιάζει, ερευνα, διευθύνει
καί συντονίζει τήν έρευνα τών μαθητών του , διορθώνει παλαιότε­
ρες όπόψεις , επεξεργάζεται τή θεωρητική του μέθοδο , όναθέτει
ε κτεταμένες έρευνες, κάνει όρχειακές έρευνες πάνω στήν Ιστο­
ρ ία τής λογοτεχνίας καί τού πολιτισμού . Μέ δική του εντολή καί
ύπό τήν προστασία του συντάσσονται πχ οί κατάλογοι τών νικη­
τών τών Π υ θ ικών καί τών Όλυ μπιακών άγώνων, συγκεντρώνονται
τά πολιτεύ ματα 1 58 πόλεων-κρατών καί έρευνώνται άπό ίστορική,
νομική καί κοινωνιολογική αποψη εξετάζονται καί κατατάσσονται
χρονολογικά οΙ ελληνικές τραγωδίες. 'Όσο μεγαλώνει ό Άριστο­
τέλης δέν στρέφεται όπό τίς φυσικές έπιστημες πρός τίς πνευ­
ματικές έπιστή μες. Δέν παραμελεϊ βέβαια τή φιλοσοφία. Ζεϊ μαλ­
λον τόσο εντατικά μ' αύτήν , ωστε ακριβώς ή εξέλιξη της φιλοσο­
φικής του όντίληψης είναι αύτή πού τόν ώθεϊ στίς είδικές έπιστη­
μες, αν οχι στά εΙδικά προβλήματα.
Τί θά μπορούσε νά. τόν αφήσει αδιάφορο : Τίποτε απ' αύτά
πού ε κπλήσσο υ ν : Οϋτε οί πλημμύρες τού Νείλου , ούτε ή έκλειψη
τής σελήνης, ούτε ή μαγειρική τέχνη, ούτε οί παλίρροιες τών
πορθμών. Άσφαλώς, έχει τίς προτιμήσεις του . 'Όπως οΙ σημερινοί
επισκέmες τών ζωολογικών κήπων σταματα μπροστά στή γάτα
τού σπιτιού δυσανάλογα λιγότερη ωρα από ο,ΤΙ μπροστά στό βό­
νασο η στήν καμήλα. Οί όράχνες τόν ενδιαφέρουν λιγότερο από
ο,ΤΙ οΙ μέλισσες. Άκόρεστα μαζεύει πληροφορίες όπό ταξιδιώτες,
από ψαράδες , από πολεμιστές πού γυ ρίζουν στήν πατρίδα. Θέλει
νά μάθει οσο γίνεται περισσότερα κι ολα οσο γίνεται ακριβέστε­
ρα, Άνατέμνει, σχεδιάζει, περιγράφει, είναι ακού ραστος. Περι­
γράφει πάνω όπό 500 ε'ίδη ζώων, ενα επίτευγμα μεγαλύτερο όπό
τού Πλίνιου τού Πρεσβύτε ρο υ , πού ή Φυσική 'Ιστορία του, (Historia
NaΙUralis) αν καί γράφεται 400 χρόνια αργότερα , δέν έχει τήν ακρί­
βεια καί τήν όξύνοια τών αριστοτελικών βιβλίων.
1 42
Ό Άριστοτέλης δέν παρατηρεί μόνο μέ τά μάτια ' μεταχειρί­
ζεται τήν άφή του μέ έκπληκτικό τρόπο. Στά πλαίσια τής παρατή­
ρησης προχωρεί στό πείραμα, πράγμα γιά τό όποίο τού είναι ε ύ­
γνώμονες οί έμβρυολόγοι. Ώστόσο παραμένει ξένο γι' αύτόν τό
φ υσικό πείραμα πού θά συστήσει τό 1 620 ό Francis Bacon στό Νέο
όργανο τών έπιστημών (Novum Qrganum Scientiarum), παίρνει μά­
λιστα πολύ στά σοβαρά τά δευτερεύοντα αϊτια καί θεωρεί άποφα­
σιστικότερη τή γνώση τής « φύσεως» άπό δ,ΤΙ τή γνώση τών «νό­
μων» . Δέν είναι άλήθεια δτι άγνόησε τή γενική κατηγορία τής
« σχέσεως » . Τό δτι δέν είδε τήν πρακτική της δυνατότητα, άκρι­
βώς δπως δέν έκτίμησε άρκετά γενναιόδωρα τίς δυνατότητες
τών μαθηματικών, αύτό θά πρέπει νά είναι σωστότερο: Στούς ση­
μερινούς φιλοσόφους τά μαθηματικά εχουν πάρει τη θέση τής φιλο­
σοφίας, μολονότι 'όποστηρίζουν πώς πρέπει νά ασχολείται κανείς μ'
αΌτά γιά ν' ανοίξει τό δρόμο στίς αλλες επιστήμες. 1 43
Γενικά, ένώ ή φιλοσοφία άναζητεϊ νά 6ρεϊ τήν έξήΥηση τών
πραγμάτων, αύτήν άκρι6ώς έχουμε παραμελήσει. 144 Αύτή τήν
πρόταση δυό χιλιάδες χρόνια άργότερα τήν άντιτάσει ό Γκασσέν­
τι στούς περιπατητικούς, πού έπιμένουν στήν θεωρία τού πλή­
ρους χώρου, άντί νά ένδιαφέρονται γιά τά δεδομένα τού κενού.
Ό Άριστοτέλης ταξινομεί τά φαινόμενα μέ πολύ μεγάλη
φροντίδα. Οί ζωολογικές ταξινομήσεις του παρέμειναν άποτελε­
σματικές ως τά νεώτερα χρόνια. Σάν παράδειγμα αύτης της μεθό­
δου μπορεί νά χρησιμέψει ενα άπόσπασμα, στό όποίο διαφαίνεται
καθαρά ή εννοια τού τυπικού μέρους αύτης της έργασίας : Μερι­
κά από τά στερεά 'όλικά αντικείμενα είναι δυνατόν νά κομματιάζον­
ται (κατακτά), καί liλλα νά θρυμματίζονται (θραυστά) καί μερικά καί
τά δύο μαζί ή τό ενα από τά δύο. Τό ξύλο Π.χ. κομματιάζεται αλλά
δέν θρυμματίζεται, ένώ ό πάγος καί ή πέτρα θρυμματίζονται καί δέν
κομματιάζονται, τό κεραμίδι δμως καί θρυμματίζεται καί κομματιά­
ζεται. Ή διαφορά έγκειται στό δτι κομμάτιασμα (κάταξις) σημαίνει
τή διαίρεση σέ μεγάλα κομμάτια καί τό χωρισμό τους, ένώ θρυμμάτι­
σμα (θραύσις) τό σπάσιμο σέ ακανόνιστα καί σέ περισσότερα από
δύο κομμάτια . . . (386bl 1 κέ.) : Έλκτά πράγματα είναι δλα δσων τό
έπίπεδο μπορεί νά μετατοπισθεί πρός τά πλάγια. Γιατί τό νά ελκεται
κάτι σημαίνει δτι τό επίπεδό του μετατοπίζεται πρός την κατεύθυνση
δπου τό τρα6άμε, καί συγχρόνως διατηρεί τη συνοχή του. Έλκτά
πράγματα είναι Π.χ. μιά τρίχα, ενας Ιμάντας, ενα νεύρο, τό ζυμάρι, ό
Ιξός ανελκτα είναι τό νερό καί ή πέτρα. Μερικά πράγματα είναι δυ�
νατόν συγχρόνως καί νά ελκονται καί νά πιέζονται, δπως τό μαλλί,
αλλα όχι, δπως Π.χ. ή 6λέννα δέν μπορεί νά πιεσθεί αλλά τεντώνει, ' ή
1 43
τό σφουγγάρι, αντίθετα, πιέζεται αλλά δέν τεντώνει. 145
Ή δουλε ιά πάνω στίς λεmομέρειες δέν έμποδίζει τόν Άρι­
στοτέλη νά άναζητα τή μέt:Jοδό του , δηλαδή τό σωστό δρόμο όνά­
μεσα στήν έ μπειρία, τήν παρατήρηση , τό πείραμα, τήν ύπόθεση,
τήν έπαγωγή , τή συζήτηση καί τό cηJστημα. Τό δτι οί όριστοτελι­
κοί τού 1 60 υ καί 1 70υ αίώνα δέχονταν χωρίς κριτική τήν αίσθητη­
ρ ιακή έμπειρία, δηλαδή άποδέχτηκαν τήν περιγραφή της, είναι
ενα έ μπόδιο γιά τό όποίο δέν μπορεί κανείς νά θεωρήσει ύπεύθυ ­
νο τόν κριτικό Άριστοτέλη : αν όλα δέν ε Τναι σχετικά άλλά ύπάρ­
χουν μάλλον καί πράγματα πού ε Τναι καθαυτά, τότε δέν μπορεί
όλα όσα φαίνονται νά ε Τναι άληθινά. Γι ' αύτό όποιος λέγει πώς
όλα όσα φαίνονται ε Τναι άληθινά, αύτός άνάγει τά πάντα aτή σχε­
τικότητα. 146
Ή έρμηνεία τού Είναι καί τού φαινομένο υ , της γλώσσας καί
τού Είναι καί στήν 'ίδια κλίμακα τού λόγου καί της γνώσης, είναι
μιά άπό τίς πρώτες φροντίδες τού φιλόσοφου.
Πέρα όπ' αύτό, δηλαδή όπό τό νά έρευνά τό πώς της γνώσης
καί της σκέψης μόνο στό τυπικό τους μέρος, στή λογική του μορ­
φή , αύτό εδινε στόν Άριστοτέλη τήν όφορμή νά γράψει μιά όπό
τίς συναρπαστικότερες σελίδες πού ύπάρχουν πάνω σ' αύτό τό
θ έ μα , μιά «πραγματεία περί μεθόδου " , πού όντηχεί σάν αίώνια
ύποθ ή κη :
'Από τά όντα πού έχουν φυσική σύσταση άλλα εΙναι αγέννητα
καί άφθαρτα αΙωνίως καί άλλα μετέχουν aτή γένεση καί aτή φθορά.
Έχει συμοεί μάλιστα γι' αυτά, μολονότι εΙναι πολύτιμα καί θεϊκά, νά
έχουμε μόνον πολύ περιορισμένες γνώσεις - άλλωστε από τά μέσα
πού διαθέτουμε γιά τήν έρευνά τους καί γιά νά γνωρίσουμε αυτά πού
λαχταράμε, εΙναι έλάχιστα όσα εΙναι προσιτά στίς αΙσθήσεις μας - αντί­
θετα γιά τά φθαρτά πράγματα, τόσο γιά τά φυτά όσο καί γιά τά ζώα
έχουμε aτή διάθεσή μας άφθονα μέσα γιά νά τά γνωρίσουμε, αφού
άλλωστε εΙναι καθημερινοί μας σύντροφοι. Πράγματι, θά μπορούσε
κανείς νά μάθει πολλά γιά τό καθένα εΙδος πού ύπάρχει, εφόσον οέ­
οαια έπιθυμεί νά εργασθεί σοΟαρά. Ή έρευνα καί γιά τά άφθαρτα
καί τά φθαρτά εχει, πράγματι, γοητεία. Γ ιατί τά πρώτα (τά αΙώνια
καί άφθαρτα), μολονότι σ' ενα μικρό μέρος τους τά γνωρίζουμε, ώστό­
σο εξ αΙτίας τής ανώτερης γνώσης πού αποκτού με μέ τή σπουδή τους
μά ς δίνουν μεγαλύτερη ευχαρίστηση παρά όλα μαζί τά πράγματα πού
μά ς περιοάλλουν, όπως ακριοώς συμοαίνει καί μέ όσους είμαστε ερω­
τευμένοι, μάς ε{ναι δηλ. πιό ευχάριστο νά ανακαλύπτουμε σ' αtJτούς τό
όποιοδήποτε πραγματάκι παρά νά παρατηρούμε μέ προσοχή άλλα
1 44
πολλά καί σπουδαία. Τά ωJ...α αντικείμενα επειδή είναι σέ ύψηλό
ο αθ μό καί σέ μεγαλύτερο αριθμό προσιτά στή γνώση μας αποκτούν
από επιστη μονική άποψη τά πρωτεία , επιπλέον καί επειδή ορίσκον­
ται πιό κοντά σέ μάς καί είναι πιό οΙκεία στή φύση μας μπορούν νά
αναπληρώνουν έν μέρει τήν ελλείπουσα γνώση μας γιά τό θεϊ κό κό­
σμο τών όντων.
'Αφού , λοιπόν , ασχολη θήκαμε μ' ε κείνα καί δ ιατυπώσαμε τίς α ­
πόψεις μας , ύ πολείπεται νά μιλήσου με γιά τή ζωική φύση , χωρίς νά
παραλε ίψουμε τίποτε, δσο είναι δυνατό αυτό , ουτε ασήμαντο ουτε
σημαντικό . Γ ιατ ί καί σ' εκείνα από τά όντα αυτά πού δέν εχουν γοη­
τευτική ε μφάνιση , κατά τήν επιστημονική του ς εξέταση δμως ή δη­
'
μιουργό ς φύ ση παρέχει απερ ίγραπτες απολαύσεις σ αυτούς πού μπο­
Ι ί
ρούν νά γνωρ ίσουν τίς α τ ες τους καί χε ουν ε μφ υ τήν αγάπη γιά τή
τη
ή
μάθηση . Γ ιατί θά ταν πράγματι παρ άλογο κα ί ακατανόητο , αν δταν

Η ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΚΑΙ Η ΤλΞIΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Ι Ι
ΠΟΙΗΤΙΚΕΕ
θΕΩΡlΙΤΙΚΕΣ

Δ ιαiρεση καi ταξινόμηση τών Επιστημών ( Ίστορiα τού Ελλην. 'Έθνους. τόμ ο Γ2.
σελ. 500. Εκδοτική Α θηνών Α .Ε. )

ολέπουμε τίς απεικονίσεις αυτών τών όντων νιώθου με χαρά , επειδή


μαζί μέ τά απεικονιζό μενα αντι κείμενα ολέπουμε καί τήν τέχνη πού
τά παράστησε, Π . χ. τή ζωγραφική ή τήν πλαστική , ένώ δέν μάς αρέσει
περισσότερο ή παρατήρηση τών ίδ ιων τών φυσικών όντων , εφόσον
ο έοαια είμαστε σέ θέση νά δ ιακρίνου με καί τίς αΙτίες τους. Γι' αυτό
πρέπει νά μήν αηδιάζουμε σάν ναμαστε παιδ ιά κατά τήν ερευνα τών
πιό ασήμαντων ε μο ίων όντων ; Γ ιατί σ' δλα τά δημιουργήματα τής φύ­
σεως ύπάρχει κάτι τό αξιοθαύμαστο' καί δπως λένε δτι είπε ό Ήρά­
κλειτος στούς ξένους πού ήθελαν νά τού μιλήσουν κα ί μπαίνοντας στό
σπ ίτι τόν είδαν νά ζεσταίνεται στό τζά Κί καί γι' αυτό κοντοστάθηκαν
- τούς φώναξε δη λαδή νά προχωρήσουν μέ θάρρος, γιατί καί κεί ύ -
1 45
πήρχαν θεοί - ετσι πρέπει κανείς νά προχωρεί καί στην ερευνα τού
καθενός από τά όντα χωρίς νά ντρέπεται, αλλά μέ τήν πεποίθηση δτι
σ' δλα γενικά Όπάρχει κάτι τό ανεπιτήδευτο καί ώραίο.
Γιατί στά εργα τής φύσεως, καί κατ' εξοχήν σ' αυτά, δέν κυριαρ­
χεί τό τυχαίο αλλά ή σκοπιμότητα. Ό τελικός σκοπός δμως, γιά τόν
όποίο ενα πράγμα Εχει συσταθεί όπό τή φύ ση ή εγινε όπό τόν άνθρω­
πο, ανήκει στην περιοχή τού ώραίου. Άν ώστόσο κάποιος φαντάστη­
κε, πώς ή σπουδή τών άλλων εμοίων όντων εΙναι κάτι κατώτερο, μέ
τόν ιδιο τρόπο θάπρεπε νά σκέφτεται καί γιά τόν έαυτό του. Γ ιατί
τότε δέ θά μπορούσε χωρίς πολλή αηδία νά δει, ποιά εΙναι ή φυσική
σύσταση τού ανθρώπου, δηλ. αΙμα, σάρκες, κόκκαλα, φλέοες κα ί τά
παρόμοια. Έτσι πρέπει νά σκέφτεται κι ' αυτός πού εξετάζει όποιο­
δήποτε όπό τά μέρη ένός ζώου ή τά αντικείμενα, πρέπει δηλ. νά κα­
ταλάοει δτι δέν ερευνά τήν ϋλη άπλώς ουτε γιά χάρη της μιλάει, αλλά
όλόκληρο τό πρόολημα τής μορφής, δπως συμοαίνει καί μ' ενα σπίτι,
δπου δέν μάς ενδιαφέρουν μόνο τά τούολα, 6 πηλός ή τά ξύλα. Έτσι
καί ό ερευνητής τής φύ σεως εχει νά κάνει μέ τή σύνθεση καί τήν κα­
θολική αντίληψη τού όντος καί όχι μέ τά μέρη εκείνα πού δέ λογαριά­
ζονται διόλου, άν χωρισθούν κάποτε όπό τό όν δπου ανήκουν. 14 7

1 46
Ο ΑΣΚΛΗΠΙΑΔΗΣ

'Ωστόσο ό γεννημένος έμπειρικός δέν κατόρθωσε ν ά πραγ­


ματώσει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Οί περισσότερες βιογραφίες τού
Σταγιρίτη άρχίζουν μέ τή διαπίστωση , δη ό ·Αριστοτέλης ήταν γό­
νος μιας εϋπορης οίκογένειας γιατρών καί δη όπό τό πολύ νεανι­
κό του χρόνια είχε άνακαλύψει τήν όπόλαυση τής άκριβούς παρα­
τήρησης τής φύσης καί δη τήν ίδιοσυγκρασία του ό φιλόσοφος
μπόρεσε νά τήν όναπτύξει σωστό ηδη στήν ωριμη ήλικία του. Γιά
τή μή σχολαστική καί ζωντανή παρατήρηση, πού έγινε δεύτερη
φύση τού ·Αριστοτέλη , μαρτυρούν μερικά όποσπάσματα ξεκομμέ­
να όπό τό συμφραζόμενά του ς :
ΟΙ αχανείς εκτάσεις τού ουρανού δημιουργούν τήν εντύπωση τού
οάθους, δταν τό φώς προΟάλλει από τό δαθύ γαλάζιο καί τό μαύρο.
Γενικά τό λευκό στό σκοτεινό φόντο προκαλεί ποικίλες εντυπώσεις,
δπως π.χ. ή φλόγα στόν καπνό. 148
Στίς περιοχές έξω από τήν πόλη μπορεί κανείς συχνά νά παρατη­
ρήσει, δτι οΙ πηγές δγάζουν ατμούς περισσότερο μέ τούς δόρειους α­
νέμους παρά μέ τούς νοτιάδες. 1 49
Άλλά καί ή Μαιώτιδα λίμνη (= Άζοφική θάλασσα) τόσο πολύ έ­
χει ύποχωρήσει ηδη από τίς προσχώσεις τών ποταμών, ωστε τώρα πη­
γαίνουν γιά ψάρεμα πολύ μικρότερα κατά τό μέγεθος πλεούμενα πα­
ρότι πρίν από έξήντα χρόνια. 1 50
Ή λάμψη τής αστραπής φαίνεται πιό γρήγορα από τό ακουσμα
τής δροντης, γιατί ή δραση προπορεύεται από τήν ακοή. Αυ τό τό δια-

1 47
πιστώνει κανείς καί στήν κωπηλασία τών τριήρων, δηλ. δταν ήδη ση­
κώνουν τά κουπιά, τότε φτάνει ό πρώτος ήχος τής πρόσκρουσης aτό
νερό. 1 5 1
Τά ψητά εΙναι πάντοτε πιό ξηρά απέξω παρά από μέσα,aτά ορα­
aτά συμοαίνει δμως τό αντίθετο. 152
'Όταν κανείς χτυπάει τά δάχτυλα τό ενα πάνω aτό αλλο, εχει τό
αίσθημα τής όφής δύο αντικειμένων, ενώ γιά τήν αίσθηση τής όρά­
σεως εΙναι ενα. 1 53
Ό αχινός Εχει εσωτερικά πέντε κυρτά δόντια καί ανάμεσα απ'
αΌτά ενα σαρκώδες σώμα γιά γλώσσα. Μετά απ ' αΌτό είναι τό
στομάχι, επειτα ή κοιλιά χωρισμένη σέ πέντε τμήματα καί είναι γεμά­
τη περιττώματα' δλοι οΙ πέντε κόλποι τής κοιλιάς προεκτείνονται καί
σχηματίζουν ενα αγωγό πρός τό σημείο εξόδου τών περιττωμάτων, δ­
που τό όστρακο είναι τρυπημένο. Κάτω από τήν κοιλιά σέ μιά ξεχω­
ριστή μεμοράνη ύπάρχουν τά λεγόμενα αυγά του, σ' δλα τά είδη aτόν
ίδιο αριθμό, καί μάλιστα όχι αρτια, δηλαδή πέντε. 154
ΟΙ τελευταίοι γομφίοι aτoύς ανθρώπους, πού τούς λένε καί φρο­
νιμίτες, φυτρώνουν γύρω aτά είκοσι, καί aτoύς ανδρες καί στίς γυναί­
κες. Σέ μερικές γυναίκες μάλιστα οΙ τελευταίοι γομφίοι φύτρωσαν
στά όγδόντα τους χρόνια, . · έ μεγάλους πόνους ωσπου νά ογούν, τό ί­
διο συνέοη καί σέ ανδρες. Αυτό οέοαια συμοαίνει μόνο σ' δσους δέν
φυτρώσουν φρονιμίτες aτήν κανονική ήλικία. 155
Ή γέννηση από τό αΌγό σ' δλα τά πτηνά γίνεται μέ τόν ίδιο
τρόπο, μόνο ό χρόνος τής επωάσεως, διαφέρει, δπως είπαμε. Στίς
κότες, λοιπόν, τό πρώτο ίχνος φαίνεται μόλις περάσουν τρείς μέρες
καί τρείς νύχτες. Στά μεγαλύτερα πουλιά χρειάζεται περισσότερος
χρόνος καί στά μικρότερα λιγότερος. Στή διάρκεια αυτού τού χρόνου
μετακινείται ήδη ό κρόκος πρός τά πάνω πρός τήν κορυφή τού αυ­
γού, πού εΙναι ή αρχή τού αΌγού καί δπου επίσης σκάζει τό αυγό γιά
νά ογεί ό νεοσσός καί φαίνεται ή καρδιά τού εμορύου σάν αΙμάτινη
τελεία μέσα aτό ασπράδι. ΑΌτό τό σημαδάκι πάλλεται καί κινείται
σάν νά είναι ζωντανό. 1 56
Κατά τήν εφηυι-:ία τά κορίτσια πρέπει νά τά προσέχουμε Ιδιαίτε­
ρα, επειδή εχουν εμφυτη τάση aτήν αρχή νά δοκιμάσουν τήν ερωτική
τους Ικανότητα. Έτσι αν δέν τά προφυλάξουμε, μπορεί νά προχωρή­
σουν περισσότερο από τήν ανάπτυξη τού σώματός των, ωaτε αν δέν
συγκρατήσουν καθόλου :τήν ερωτική τους επιθυμία, τότε ύπάρχει
κίνδυνος νά τά ακολουθήσει αυτή ή συνήθεια ως τήν προχωρημένη
ήλικία. 1 57
'Επίσης καί τούτο εχει συμοεί, δηλαδή κάποια γυναίκα μοιχαλί-
' 1 48
δα γέννησε δίδυμα καί από αυτά τό ενα έμοιαζε μέ τόν άντρα της καί
τό άλλο μέ τό μοιχό. 1 58
Ό ελέφαντας καταοροχθίζει σέ κάθε γεύμα τό πολύ εννέα μακε­
δονικούς μεδίμνους (εννέα στατήρες: 50Χ9 = 450 κιλά)' μιά τόσο με­
γάλη ποσότητα οέοαια εΙναι επικίνδυνη γι' αυτόν... Κάποτε μάλιστα
ενας ελέφαντας ήπιε σέ μιά φορά 14 μακεδονικούς « μετρητές» νερού
( 14Χ3 6 = 504 λίτρα) καί τό οράδυ άλλους όχτώ (8Χ36 = 288 λί­
τρα),1 59

Ψ ΥΧΗ

ψυχ ι;

;.0'101' έχον

ού μεrίχoυσα ί.ό ϊου ( ά",:ουστικό


με τέχο/)συ. ί.δγο,) λ'υριίυ.; νι
ειι,Ουμητιl\:όι' ίl' αύτιΙ)
φυτιll:ό,ι
υμεπ τι,..:ό ν διαl'oηrι",:έι;
(ί,ρετί:; ,jo,,,..i.; «μπε:;

ούλ' cil'Upωniv" (ί.μετιί

ΎπάΡΧ€L μάλιστα διαφορά κατά τήν εγκυμοσύνη στούς ανθρώ­


πους καί στά άλλα ζώα' γιατί τά ζώα αισθάνονται καλά σχεδόν δλο
τό χρόνο πού κυοφορούν, ενώ οΙ περισσότερες γυναίκες ύποφέρουν
κατά την εγκυμοσύνη. Μιά αιτία, λοιπόν, γι' αυτές τίς διαφορές ορί­
σκεται aτόν τρόπο τής ζωής οΙ γυναίκες δηλαδή κάθονται πολύ καί
γεμίζει τό σώμα τους εκκρίσεις. Στούς λαούς δμως δπου οΙ γυναίκες
εργάζονται πολύ καί ή εγκυμοσύνη γιά πολύ καιρό δέ φαίνεται καλά
καί οΙ γυναίκες σ' αυτούς γεννούν ευκολότερα, καθώς καί παντού
δπου οΙ γυναίκες εΙναι συνηθισμένες νά εργάζονται χειρωνακτικά. Ή
σωματική εργασία δηλαδή αναλίσκει καί διαλύει τίς εκκρίσεις τού
σώματος αντίθετα σέ δσες γυναίκες κάθονται ύπεροολικά συσσωρεύ­
ονται πολλές τέτοιες εκκρίσεις εξ αιτίας τής αδράνειάς τους, καί επει-

1 49
- -

δή δέν γίνονται οΙ φυσικές άποκαθάρσεις τού σώματος στή διάρκεια


τής εγκυμοσύνης, γι' αΌτό οΙ (Μίνες τού τοκετού εΙναι πιό μεγάλες. Ή
χειρωνακτική tργασία, ώς γνωστόν, γυμνάζει τήν αναπνοή, ωστε νά
μπορούν οΙ γυναίκες νά τήν ρυθμίζουν, ό τοκετός άλλωστε γίνεται πιό
εύ κολος ή πιό δύσκολος ανάλογα μέ τή ρύθμιση τής αναπνοής. 1 60
Σκοπός τής ανδρείας δέν εΙναι νά συγκεντρώνει πλούτο αλλά νά
αναδείχνει τό θάρρος, bτίσης ούτε αντικείμενο τής στρατηγικής τέ­
χνης καί τής Ιατρικής εΙναι τά πλούτη, αλλά τής πρώτης ή bτίτευξη
τής νίκης καί τής δεύτερης ή ύγεία. 'Υπάρχουν ώστόσο άνθρωποι πού
δλες τίς τέχνες τίς κάνουν μέσα πλουτισμού, σάν νά ήταν αυτός ό
σκοπός, πρός τόν όποίο θάπρεπε νά κατευθύνονται τά πάντα. 1 6 1
Νομίζω πώς ή ψυχή καί τό σώμα Εχουν αμοιδαίες bτιδράσεις.
Δηλαδή δταν αλλάζει ή κατάσταση τής ψυχής, αΌτή ή αλλαγή bτιδρά
καί αλλάζει συγχρόνως καί τήν δψη τού σώματος, καί αντίθετα· δταν
αλλάζει ή δψη τού σώματος, αλλάζει συγχρόνως καί ή κατάσταση τής
ψυχής. Έπομένως bτειδή ή στενοχώρια καί ή χαρά εΙναι ψυχικές
καταστάσεις, γίνεται όλοφάνερο δτι δσοι στενοχωριούνται εΙναι πιό
σκυθρωποί καί δσοι χαίρονται έχουν χαρούμενη δψη. 1 62
Τό μαλακό τρίχωμα φανερώνει δειλό ζώο, tνώ τό σκληρό αν­
δρείο. ΑΌτό τό χαρακτηριστικό μπορούμε νά τό διαπιστώσουμε σ'
δλα γενικά τά ζώα. Δηλαδή τά πιό δειλά ζώα τό tλάφι, ό λαγός καί
τά πρό6ατα, Εχουν καί τήν πιό μαλακή τρίχα. Άντίθετα τό λιοντάρι
καί τό αγριογούρουνο εΙναι τά πιό θαρραλέα ζώα, γι' αΌτό ή- τρίχα
τους εΙναι σκληρότερη. Άλλά καί στά πουλιά μπορούμε νά παρατη­
ρήσουμε τό Ιδιο. Γενικά δηλαδή δσα Εχουν σκληρά φτερά εΙναι θαρ­
ραλέα, δσα δμως έχουν μαλακά φτερά δειλά, πράγμα πού τό δλέπου­
με καί στά όρτύκια καί στά κοτόπουλα. Τό ιδιο συμδαίνει καί στίς
φυλές τών ανθρώπων' δσοι δηλαδή κατοικούν στά 6όρεια εΙναι γεν­
ναίοι καί σκληρότριχοι, tνώ δσοι κατοικούν στά νότια εΙναι δειλοί
καί μαλακότριχοι ... Σχετικά τώρα μέ τούς μυώνες, οΙ σκληροί καί δυ­
νατοί άπό τή φύση τους φανερώνουν αναισθησία, tνώ ή λεπτή σάρκα
φανερώνει άνθρωπο εΌφυή αλλά καί ασταθή ... Άπό τίς κινήσεις οΙ
ήπιες φανερώνουν πράο άνθρωπο, αντίθετα οΙ άπότομες φανερώνουν
φλογερή Ιδιοσυγκρασία. 'Όσο γιά τή φωνή, ή δαριά καί γεμάτη φανε­
ρώνει θαρραλέο άνθρωπο, tνώ ή λεπτή καί αδύνατη δειλό ... Γενικά
εΙναι λάθος νά στηρίζεται κανείς σ' ενα μόνο χαρακτηριστικό' μονάχα
δταν κανείς 6ρίσκει δτι περισσότερα χαρακτηριστικά φανερώνουν
τήν ιδια Ιδιότητα, τότε μπορεί μέ πιθανότητα νά ύποθέσει δτι αντα­
ποκρίνονται στήν αλήθεια. 1 63

1 50
-

Είναι σ' δλους γνωστά αυτά πού συμοαίνουν συχνά στόν ϋπνο
μας, δτι δηλ. τά μικρά φαίνονται μεγάλα. 'Επίσης δταν κι ενας άσθε­
νής ήχος προσοάλλει τό άφτί μας, νομίζουμε δη άκούμε κεραυνούς
καί Οροντές. Άν καταπιεί κανείς λίγο φλέγμα στόν ϋπνο του, νομίζει
πώς δοκίμασε μέλι η κάτι γλυκό· καί δταν μερικά μέλη τού σώματος
ζεσταθούν λίγο περισσότερο, νομίζουμε πώς καιγόμαστε η πώς περ­
πατάμε στή φωτιά. Μόλις δμως ξύπνήσουμε, καταλαοαίνουμε άμέσως
πώς έχουν τά πράγματα. 164
Πολλές φορές ό ϋπνος έρχεται άπό τή λήψη τής τροφής, γιατί
πολλά ύγρά καί ή στερεά τροφή όδηγούνται πρός τά πάνω Αν δμως
. •

αότά σταματήσουν νά άνέρχονται, νιώθουμε ενα οάρος στό κεφάλι


καί νυστάζουμε. 'Όταν δμως στραφεί πρός τά κάτω καί άπωθήσει τό
θερμό πρός τά πάνω, τότε έρχεται ό ϋπνος καί τό ζωντανό ον κοιμά­
ται. 'Απόδειξη γι' αυτές τίς καταστάσεις είναι ή επίδραση τών ύπνω­
ηκών· δλα δηλαδή φέρνουν οάρος στό κεφάλι καί δσα πίνονται καί
δσα τρώγονται, δπως είναι π.χ. ή «παπαρούνα», ό μανδραγόρας, τό
κρασί, ή ήρα. Φαίνεται πώς αυτά συμοαίνουν τόσο μέ τή χρήση τών
ύπνωτικών δσο καί στή φυσική κατάσταση τής νύστας, δηλαδή δέν
είναι σέ θέση νά σηκώσει κανείς τό κεφάλι καί τά ολέφαρά του. 1 65
Τό νά μήν αΙσθανόμαστε καθόλου τό άντικείμενο, δταν τό 6άλου­
με άκριοώς πάνω στό αΙσθητήριο οργανο, αυτό είναι κοινό σ' δλα τά
ζώα· άλλά νά αΙσθανόμαστε τήν όσμή μόνο μέ τήν εΙσπνοή, αυτό είναι
χαρακτηριστικό τού άνθρώπου, δπως γίνεται φανερό σέ δσους τά
δοκιμάσουν. 166
'Όπως οΙ τρόποι ενεργείας σ' δλα τά ζώα είναι άντίστοιχοι μέ τά
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, έτσι πάλι άλλάζουν καί οΙ συνήθειές
τους άνάλογα μέ τούς τρόπους ενεργείας τους, μερικές φορές μάλιστα
επηρεάζουν καί τή διαμόρφωση μερικών μελών τους, δπως π.χ. συμ­
οαίνει στά πουλιά. Άν δηλαδή μιά κότα νικήσει εναν πετεινό, προ­
σπαθεί νά λαλήσει, μιμείται τό άρσενικό καί δοκιμάζει νά οατεύσει
τίς αλλες θηλυκές φουσκώνει άκόμη καί τό λειρί της καί ή ουρά της,
έτσι πού είναι δύσκολο νά άναγνωρίσουμε δτι είναι θηλυκιά. Σέ μερι­
κές μάλιστα φύτρωσαν καί κάτι μικρά πλήκτρα στά πόδια τους. Έ­
χουν παρατηρήσει άκόμα καί πετεινούς πού δταν χάνεται τό θηλυκό
άντικαθιστούν τή μάνα aτή φροντίδα τών νεοσσών, τά σεργιανούν
καί τά ταίζουν, έτσι πού παύουν πιά νά λαλούν ούτε προσπαθούν νά
οατεύσουν τίς κότες. 'Υπάρχουν μάλιστα καί μερικά άρσενικά που­
λιών μέ προδιάθεση πρός τή θηλυκότητα εκ φύσεως, τόσο πού δέν
άντιδρούν αν επιχειρήσει ενα αλλο νά τά Οατεύσει. 167

151
Φαίνεται, λοιπόν, δτι τό πολύ κρασί, κατά τό πρώτο στάδιο,
όδηγεί σέ τέτοιες καταστάσεις σάν αύτές πού δλέπουμε στούς μελαγ­
χολικούς κrxί πώς συχνά εκδηλώνονται τέτοιες Ιδιοτροπίες τού χαρα­
κτήρα, δπως Π .χ. εξοργιζόμαστε, ή γινόμαστε φιλάνθρωποι καί σπλα­
χνικοί ή ριψοκίνδυνοι. Άντίθετα δέν έχουν τέτοιες επιδράσεις ούτε
τό μέλι ούτε τό γάλα ούτε τό νερό ούτε κανένα αλλο παρόμοιο ποτό.
"Αν κανείς έδλεπε πώς τό κρασί αλλάζει σιγά σιγά δσους τό πίνουν,
τότε θά παρατηρούσε πόσο διαφορετικές εΙναι οΙ ένέργειές του : αν­
θρωποι δηλαδή ντροπαλοί, πού τούς δρίσκει τό κρασί σέ μιά νηφάλια
κατάσταση καί σιωπηλούς, σέ λίγο, αν πιούν κάτι παραπάνω, γίνον­
ται όμιλητικοί, κι αν πιούν περισσότερο φλύαροι καί θρασείς αν
συνεχίσουν πίνοντας γίνονται ριψοκίνδυνοι, κι αν εξακολουθήσουν
νά πίνουν ακόμα πιό πολύ, γίνονται δίαιοι καί στή συνέχεια μανια­
κοί, καί δταν πιούν 'όπερδολική ποσότητα παθαίνουν παράλυση καί
ανοια, δπως οΙ επιληπτικοί από παιδιά ή δσοι 'όποφέρουν από 'όπερ­
δολική μελαγχολία. "Οπως, λοιπόν, αλλάζει ό χαρακτήρας τού ανθρώ­
που δταν πίνει μιά όρισμένη ποσότητα κρασιού, ετσι είναι μερικοί
ανθρωποι ώς πρός τίς Ιδιότητες τού χαρακτήρα τους. 'Όπως δηλαδή
είναι ενας μεθυσμένος τώρα, ενας αλλος είναι τέτοιος ό.πό τή φύση
του : ό ενας φλύαρος, ό ό.λλΟς εύερέθιστος κι ό τρίτος εύσυγκίνητος.
Μερικούς τό κρασί τούς κάνει τέτοιους δπως λέει καί ό 'Όμηρος:
« μού λέει πώς τό κρασί, μέ χτύπησε καί μέ πνίγουν τά δάκρυα. » . ΟΙ
ανθρωποι δηλαδή γίνονται αλλοτε σπλαχνικοί, αλλοτε αγριοι κι αλλο­
τε πάλι σιωπηλοί. Μερικοί μάλιστα δουδαίνονται καί προπάντων
δσοι από τούς μελαγχολικούς έχουν τάση πρός τήν έκσταση. Τό κρασί
δμως κάνει μερικούς καί τρυφερούς αύτό τό 6λέπει κανιίς στούς
μεθυσμένους, πού παρασύρονται καί φιλούν ανθρώπους, πού ξεμέθυ­
στος δέ θά τούς φιλούσε κανένας ειτε επειδή είναι ασχημοι ειτε γιά
τήν ήλικία τους. Τό κρασί, λοιπόν, προκαλεί προσωρινά, μιά έξαρση
τών Ιδιοτήτων μας, πού ή φύση δμως τό κάνει γιά δλη τή ζωή μας. 168

1 52
ΤΙ· ,

"Αν έδώ ρωτάμε σχετικά μέ τό άντικείμενο τής όριστοτελικής


φιλοσοφίας στή στενότερη έννοια, αύτό δέ σημαίνει καθόλου
δτ ι δλα δσα ε'ίπαμε ως τώρα δέν ήταν παρά μιά έκτεταμένη είσα­
γωγή, Πέρα άπό τό δτ ι άναγκαστικά έχουν έκτεθει ηδη όρισμένα
πράγματα πού μπορούν νά θεω ρηθούν σάν περ ιεχόμενο , μάς έν­
δ ιαφέρει έδώ ν ci' καταπιαστούμε καί πάλι μέ τίς μέχρι τώρα παρα­
τη ρήσεις μας άπό όποψη άρχής καί όπό τή σκοπιά τού περιεχο­
μένου . Αύτή ή ό ρχή είναι ή όντίληψη τού Άρ ιστοτέλη γιά τήν
αίτ ιότητα.

1 53
Η ΑΙΤΙΟΤ ΗΤΑ

ΑΙτία λέγεται, από μιά άποψη, αυτό, πού ενυπάρχει σ' ενα αντι­
κείμενο καί από τό όποίο γίνεται αυτό τό αντικείμενο· ετσι Π.χ. ό χαλ­
κός εΙναι αΙτία τού χάλκινου ανδριάντα καί τό ασήμι τού ασημένιου
κυπέλλου, δπως επίσης καί τά εϊδη τών μετάλλων, aτά όπ�ία ανήκουν
α'ότά (ό χαλκός καί τό ασήμι). Μέ μιά άλλη σημασία αΙτία λέγεται ή
μορφή καί τό πρότυπο, δηλαδή ή Εννοια τής ουσίας ένός πράγματος
καί τά εϊδη πού ύπάγονται σ' αυτό, Π.χ. aτή μουσική γιά τήν όκτά6α
(τή διαπασών) αΙτία είναι ή σχέση 2 : 1 καί γενικότερα ό αριθμός,
αλλά καί τά μέρη τής σχέσεως αυτής. Τρίτον, αΙτία λέγεται τό σημείο,
από δπου αρχίζει ή μεταοολή ή ή ηρεμία' π.χ. αϊτιος είναι αυτός πού
συμοούλεψε νά γίνει κάτι, καθώς καί ό πατέρας είναι αϊτιος τού
παιδιού καί γενικά αυτός πού φτιάχνει κάτι είναι αΙτία γι' αυτό πού
φτιάχνει καί αυτό πού προκαλεί μιά αλλαγή είναι αΙτία αυτού πού
μεταΟάλλεται. Τέταρτο, αΙτία λέγεται κάτι μέ τήν Εννοια τού σκοπού,
δηλαδή τό γιατί γίνεται κάτι (oiJ ενεκα), δπως Π.χ. ή ύγεία είναι
σκοπός τού περιπάτου. Στήν ερώτηση, γιατί δηλαδή κάποιος κάνει
περίπατο; απαντούμε «γιά νά διατηρεί τήν ύγεία του » . Καί μέ τήν
απάντηση αυτή νομίζουμε δτι εϊπαμε τήν αΙτία (τό σκοπό), Έτσι
αΙτία επίσης λέγεται αυτό πού ορίσκεται ανάμεσα aτήν διαδικασία
γιά μιά κίνηση καί aτό σκοπό πού επιδιώκεται μ' αυτήν, Π.χ. τό αδυ­
νάτισμα εΙναι αΙτία τής ανάρρωσης ή ή κάθαρση τού όργανισμού ή τά
φάρμακα ή τά Ιατρικά εργαλεία' δλα αυτά δηλαδή είναι μέσα πρός τό
σκοπό, διαφέρουν δμως μεταξύ τους ,έπειδή άλλα είναι εργαλεία καί
άλλα ενέργειες. 1 55
Π ερί:του μέ τόσες πολλές σημασίες, λοιπόν, μιλάμε γιά τήν αΙτία. Γι'
αυ τό συ μοαίνει, επειδή ή α Ιτία χρησιμοποιείται μέ πολλές σημασίες,
ενα καί τό αυ τό πράγμα νά εχει πολλές αΙτίες καί αυτό όχι περιστα­
σιακά. 1 69

Εί.ί.ην ΑριστοτΙλη;;. Mol'r; Φιί.ΙlΙ'(}jJUJ7!ιl,οjl', σ'τό νησα/{ι τι;ς Λ Ιlll'ης τιύν Ίωαvl'i­
l'uJI' ( 1560 j : Εί_λην Σόλων - Ελί.ην Αριστοτέί.ης,

Μπορούμε νά πούμε δτι καταλαβαίνουμε κάτι, μόνον δτον


πιστέψουμε δτι γνωρίζουμε σωστά τά α'ίτιά του, Ή κατανόηση , ή
όλοκληρωμένη γνώση , συνδέεται γιά τόν Άριστοτέλη μέ τήν αί­
τία, μέ τό λόγο. Μέ τή γνώση τού γενικού δέν σβήνει άκόμη ή
δίψα της γνώσης, παρά μόνο μέ τή γνώση έκείνου πού , διά μέσου
της έμπειρίας , μπορεί νά άναλάβει τή λειτουργία τού αίτίου. Άνά­
μεσα στήν έμπειρία καί στή γνώση βρίσκεται τό έρώτημα, πού ή
λογική του φαίνεται στόν Άριστοτέλη εϋλογα όλοκληρωμένη . Ή
έ ρώτηση , γιατί ενας ανθρωπος είναι ανθρωπος, είναι μιά παράλο­
γη τονίζει, άπλώς γραμματική έρώτηση , Αύτός ό παράξενος ίσχυ­
ρισμός μπορεί νά μάς δώσει έκείνη τήν άπόσταση άπέναντι στίς
σύγχρονες άντιλήψεις περί αίτιότητας, πού είναι άναγκαία γιά νά
διεισδύσουμε στή φιλοσοφία τών άριστοτελικών αίτίων. Γιά τόν
Άριστοτέλη ή αίτιότητα κάνει γνωστή τήν όντολογική συνοχή
έ νός απειρα ποικίλου καί κινούμενου κόσμου .
Σ ' αύτό τόν κόσμο ή έρώτηση ξεπερνάει τά δρια έ ν ός πράγ­
-
ματος, τό τοποθετεί σ' ενα χώρο. Μέ τίς άπλές ούσίε ς δέν θά

1 56
ήταν ετσι. Τό θεϊκό στοιχείο θά γέμιζε τήν άντίληψη καί θά καταρ­
γούσε τήν έρώτηση , δπως θά άναπτύξει αύτή τή θέση ή χριστια­
νική θεολογία. Οί ούσίες δμως πού συναντά ή έμπειρία μας είναι
σύνθετες, πράγμα πού έκφράζεται καί στή διάρθρωση τού όρι­
σμού τους (είδος καί διαφορά).
Ή άποφασιστική αίτία είναι ή ούσία, ή μορφή . Έδώ δημιουρ­
γείται ηδη μιά διάσταση , πού Π.χ. ό Παρμενίδης ηθελε νά τή λύσει
μονόπλευρα, δηλαδή άπό τή μιά μεριά ή διάσταση άνάμεσα στήν
άτομική ύπόσταση καί έπομένως καί στήν ϋπαρξη , καί άπό τήν
αλλη στίς ο ύσίες πού έπιδέχονται όρισμό καί πέρα άπ' αύτό στή
γενική μορφή. Ό Άριστοτέλης εμαθε άπό τόν Πλάτωνα νά άνα­
γνωρίζει αύτή τή δ ιάσταση .
'Ένα παράδειγμα έδώ θά μάς κάνει γνωστή τή σύνδεση τής
άριστοτελικής συλλογιστικής μέ τή φιλοσοφία του . Γιά τό ενα, ώς
ενα, Όπάρχει μόνο γνώση, δηλ. καμιά απόδειξη .... 'Επιπλέον οΙ όρι­
σμοί εΙναι οΙ αρχές τών αποδείξεων, γιά τίς όποίες προηγουμένως
εχει αποδειχθεί δτι γι' αύτές δέν μπορεί νά Όπάρχουν αποδείξεις.
Δ ιαφορετικά θά έπρεπε οΙ αρχές νά αποδειχθοϋν καί θά επρεπε νά
Όπάρχουν αρχές τών αρχών καί αύτό θά τρα60ϋσε έπ' άπειρο' ή οΙ
πρώτες αρχές θά γίνονται όρισμοί αναπόδεικτοι. . . . γιατί όρισμό,; α­
φορά τό «τί εΙναι» καί τήν ούσία ένός πράγματος. ΟΙ αποδείξεις
δμως δλες φαίνεται νά προϋποθέτουν γενικά καί νά λαμ6άνουν συμ­
περασματικά τό «τί εΙναι» κάτι . .. (89 38 κέ.): Άν, λοιπόν, γνωρίσου­
.

με ειτε τό δτι εΙναι κάτι ειτε άν εΙναι κάτι, ή άν εΙναι εν μέρει ή


γενικά, καί ρωτήσουμε πάλι γιά τό γιατί ή γιά τό «τί εΙναι», τότε
ρωτάμε ποιά εΙναι ή ενδιάμεση εννοια. . . Έπεται, λοιπόν, δτι σ' δλες
τίς ερωτήσεις ρωτάει κανείς ειτε άν Όπάρχει κάτι ενδιάμεσο ή ποιό
εΙναι τό ενδιάμεσο αύτό, γιατί τό ενδιάμεσο αύτό είναι ή αΙτία καί γι'
αύτή ρωτάμε σ ' δλες γενικά τίς περιπτώσεις , 1 70
Έφαρμόζοντας στήν πράξη τήν ίδανική περίπτωση τού πρώ­
του τρόπου τού πρώτου συλλογιστικού σχήματος, πού είναι τό
μόνο πού έπιτρέπει τό θετικό συμπέρασμα σχετικά μέ γενικά
πράγματα, αύτή ή αίτιότητα τής μορφής σημαίνει τό άκόλουθο:
Στήν μείζονα πρόταση βρίσκεται ή ο ύσία πού άναγνωρίζεται δμε­
σα σάν άρχή , τής όποίας τό χαρακτηριστικό της κατηγορεΙται ώς
ο ύ σία της. Στήν έλάσσονα πρόταση δηλώνεται, πού άνήκει μιά
ο ύσιαστική μορφή ώς πρός ενα φορέα ούσίας, πού κατέχει τη
θ έση τού ύποκειμένου . Αύτές οί δυό προτάσεις δέν άπαιτούν
καμιά άποδεικτική μέθοδο. Τό συμπέρασμα άντίθετα δέν είναι
α μεσα κατανοητό· μέ τόν συλλογισμό ώστόσο κερδίζει τή βεβαιό-
1 57
τητα ιϊ τήν άναγκαιότητα πού πηγάζει άπό τίς προκείμενες. Μ '
αύτή τήν εννοια στήν κατάφαση τού θνητός πρός τό 'Έλληνας ή
μεσαία εννοια «tίνθρωΠOς» παρουσιάζεται σάν αίτία.
Ή διάσταση άνάμεσα στήν ούσία καί στό γενικό όξύνεται
στήν άνανεωμένη σύνθεση , πού παρουσιάζεται στήν εννοια τού
γενικού μέ τούς παράγοντες είδος καί διαφορά ' αύτοί όλοκληρώ­
νονται στό παιχνίδι ϋλη - μορφή , ενα παιχνίδι πού θ' άνοίξει πολύ
ε ύρύτερους χώρους. Γιατί ό Άριστοτέλης δέν είναι πρόθυμος νά
άποκλείσει τό γίγνεσθαι άπό τήν όντολογία. Έδώ δμως συναντά
κι tίλλες δυσκολίες, πού άπό τη μιά πλευρά δέν θέλει νά τίς
όγνοήσει κι όπό τήν tίλλη θέλει νά τίς έντάξει στήν άντίληψή του
γιό τήν κυριαρχούσα αίτία, δηλαδή τή μορφή. Αύτό τό βήμα, πού
δέν τό τόλμησαν οϋτε ό Παρμενίδης οϋτε ό Πλάτων, θά όδηγήσει
τόν Άριστοτέλη στά Φυσικά καί στά Μετά τά Φυσικά (έξ ού δρος
Μ εταφυσική) του , όλλά καί στίς διαρθρωτικές άντιλήψεις τής
θεωρίας του γιά τή ζωή , γιά τήν ήθική καί την πολιτική , ιϊ γιά τήν
τέχνη .
'Όπως δείχνει μέ ίδιαίτερη εμφαση ή δημιουργία ένός εργου
τέχνης ιϊ ή γέννηση ένός όντος, γιά νά ύπάρξουν χρειάζεται ή
κίνηση ένός ζεύγους άρχών , δηλ. τού κινούντος καί της ϋλης. Τό
δτι ή ϋλη βγαίνει άπό τή σχέση της πρός τή μορφή , διαφαίνεται
εϋ κολα άπό τήν έξέταση τής μεταβολής ένός ύποκειμένου καί
όπό τή διαπίστωση δτι στήν ϋλη κατηγορείται μιά δραστική λει­
τουργία : άνάλογα μέ τό έπίπεδο τής παρατήρησης ή ϋλη μετα­
τρέπεται σέ μορφή καί ή μορφή σέ ϋλη. Αύτό τό παιχνίδι βέβαια
δέν μπορεί νά τραβήξει έπ' tίπε ιρo. Κάποτε αύτός πού ρωτά
συναντά τήν πρώτη ϋλη - φυσικά όχι μέ τήν εννοια τής πρωτο­
γενούς ϋλης τής σύγχρονης φυσικής. Έδώ δμως άρκεί νά διαπι­
στωθεί δτι ή ϋλη , ώς άρχή τής παθητικότητας ιϊ τής δυνητικότη­
τας, δέν άπειλεί τόν κυρίαρχο ρόλο τής μορφής ώς άρχής τού
όντος , ώς άπάντησης στίς συνδυαστικές έρωτήσεις «πώς ; » καί
(ιτ ί ; » .
Τ ό δτι ό κινών, έδώ μ έ τήν εννοια τού λεγόμενου ποιητικού
αίτίου , όχι μόνο δέν άπειλεί τή μορφή άλλά καί τή σταθεροποιεί,
είναι φανερό άπό τό γεγονός δτι ό κινών παρουσιάζεται σάν έ­
νεργητικό στοιχείο , δηλ. ώς πράξη, ώς μορφή ένός tίλλOυ . Ή πη­
γή τής ένεργείας είναι κατά συνέπεια καί πάλι ή μορφή , Π.χ. ό
tίνθρωΠOς στήν πατρότητα. Άκόμα- καί δταν ό Άριστοτέλης τοπο­
θετεί αύτήν τήν πηγή στό δν , στά εμψυχα όντα δηλαδή , έπιβεβαι­
ώνει τήν άσυνέχεια στήν άνάλυση τής κίνησης: ή ψυχή άναλαμ-
1 58
βάνει τή διπλή λειτουργία τής μορφής τού σώματος καί τής πη­
γής τής ένέργειας. Μάλιστα ή διάσταση άνάμεσα σέ ένεργητικό
καί παθητικό στοιχείο θά ε ίσχωρήσει ως τή διδασκαλία γιά τίς ίκα­
νότητες τής ψυχής καί τή θεωρία τού νού.
Παρόλο πού ή άντίληψή του γιά τή φύση ώς έμφανής άρχή
τής κίνησης όδήγησε τόν 'Αριστοτέλη στά πρόθυρα τής άπο?ο­
χής μιας «αμεσης» συνάρτησης της κίνησης, ώς γεγονός καί ώ,:
ένέργεια, μέ τή συγκεκριμένη φύση , δέν εκανε αύτό τό βήμα. 'Η
έ ρώτηση γιατί ενας ανθρωπος είναι ανθρωπος, ήταν στά μάτια
του παράλογη . Τού φαινόταν άντίθετα πολύ λογικό, αν όχι καί
άναγκαίο νά ρωτα γιατί ενα κινούμενο είναι κινούμενο. 'Ό,ΤΙ κινεί­
ται, κινείται άπό κάποιο αλλο, 171 Σ' αύτήν τήν πρώτη άρχή θά προ­
στεθεί μιά δεύτερη : Σέ κάθε εΙδος κίνησης πρέπει αύτό πού κινεί
νά βρίσκεται σ ' έπαφή μ ' αύτό πού κινείται 1 72 Καταλαβαίνει κα­
ν ε ίς ποιά ε ύ ρεία προοπτική δημιουργείται άπ' αύτά. Ό Άριστοτέ­
λης τή διαπορεύτηκε μέ συνέπεια καί έπιδεξιότητα.
Άπό τά διάφορα ε'ίδη κίνησης, πού άντιλαμβανόμαστε μέ τή\<
έ μπειρία, ξεχωρίζουν δύο, ή κίνηση στό χώρο καί ή ποιοτική μετα­
βολή , πού τήν συναντούμε διαρκώς καί σέ αλλα ε'ίδη κίνησης,
δηλ. στήν αϋξηση καί τήν μείωση, στή γένεση καί aτή φθορά. Ή
κίνηση στό χώρο άπαιτεί ώς άρχή , μιά καί τό κινούμενο δέν κι­
νείται άπό μόνο του , εναν κινούντα. Έδώ ό Άριστοτέλης παραμέ­
νει όπαδός τού Πλάτωνα, Ή φυσική αίτιότητα όδηγεί τό φιλόσο­
φο αμεσα σχεδόν άπό τά σώματα πρός τό πνεύμα, ε'ίτε μέ τή
μορφή τών ψυχών στήν ύποσελήνια περιo�ή , ε'ίτε, στά αστρα,
στίς καθαρές μορφές τού κινούντος τίς σφαίρες,
Ή ποιοτική κίνηση εχει αλλα χαρακτηριστικά. Άναφέραμε
ηδη τό παιχνίδι τών στοιχείων καί τών βασικών ίδιοτήτων τής
φ ύ σης. Τά σώματα πού προσβάλλονται όπό τίς άντίθετες ποιότη­
τες (θερμό καί ψυχρό, ξερό καί ύγρό) συμπεριφέρονται ταυτό­
χρονα ένεργητικά καί παθητικά. Έδώ άναπτύσσεται πλήρως τό
ζε ύγος άρχών ϋλη καί έπενεργούσα αίτία.
Ή ζωτική άλληλεγγύη τών πραγμάτων στήν άνταλλαγή όπως
καί στή διαπάλη, στό δούναι καί λαβείν καθώς καί στό ποιείν καί
πάσχειν, είναι μία όπό τίς βασικές άντιλήψεις τού Άριστοτέλη,
πού βρήκε τό έρέθισμα γι' αύτήν στούς 'Ίωνες φυσικούς φιλοσό­
φους. Θά μπορούσε κανείς νά ρωτήσει, γιατί αύτή ή όνταλλαγή
δέν σταματάει μέ τόν καιρό, γιατί αύτή ή ένεργητικότητα καί ή
παθητικότητα δέν σταθεροπούνται σ' ενα σωστό μέτρο. Ό κύ­
κλος τής όνταλλαγής θά όδηγούσε πράγματι σέ μιά σταθερή
1 59
ίσορροπία, αν δέν ύπήρχε αιωνια κίνηση . Άλλά αύτή ύπάρχει:
είναι ή ού ράνια κίνηση , πού μέ τη σταθερότητά της άναπτύσσει
δ ιαρκώς τήν κίνηση τών ποιοτήτων στήν ύποσελήνια περιοχή . Ό
άναγνώστης μέ τό δίκιο του θά θυ μηθεί έδώ τήν κυ κλική άντίλη­
ψη τής Ιστορίας, δπως άναφέρθηκε στήν άρχή .
'Άλλη μιά θεωρία έρχεται έδώ στό σωστό φως, δηλαδή ή θεω­
ρία γιά τίς βαθμίδες τής σύστασης τής ϋλης ως τά πρόθυρα των
έμβίων δντων.
_
Δυό παρατηρήσεις μπορουν νά διακόψουν έδω τήν περιγρα­
φή τής άριστοτελικής αίτιότητας. Πρώτο, ή σύνδεση τής τοπικής
καί τής ποιοτικής κίνησης φαίνεται σάν νά δίνουν άρκετές άρχές
γιά ν' άνοίξουν στή γνώση καί στήν έπιστήμη τά ποικίλα συμβαί­
νοντα αύτου του κόσμου : τή διαρκως συνεχιζόμενη κανονικότητα
καί τήν τά πάντα καλύmουσα πρωτοτυπία, του άτέλειωτου παιχνι­
διου του πήγαινε-έλα. Καί οΙ δυό αίτιακές άλυσίδες έρμηνεύονται
μέ τή βοήθεια τών 'ίδιων άρχών : μέ βάση τή μορφή σάν αύτόνομη
πράξη μπορουμε νά παρατηρήσουμε τό παιχνίδι του κινουντος
καί τής ϋλης, ένα παιχνίδι πού σέ καμιά περίπτωση δέν άποκλείει
μιά τέταρτη αίτία, δηλ. τό σκοπό, άκριβως δπως ό σκοπός δέν
ύπονομεύει τήν αύτονομία του ένεργουντος στοιχείου .
Ή δεύτερη παρατήρηση άφορά έναν προληπτικό σκοπό . Ή
. φ υ σική είκόνα του κόσμου είναι σήμερα διαφορετική άπό δ ,ΤΙ τόν
καιρό του Άριστοτέλη. Ή νεώτερη έποχή έκανε τό βήμα πού δέν
είχε όλοκληρώσει ό Άριστοτέλης καί ίσχυρίζεται δτι τά πράγματα
αρχισαν νά κινουνται άπό τή στιγμή πού ύπάρχουν, δπως ό Άρι­
στοτέλης έλεγε πάντοτε σάν παράδειγμα γιά τήν αίτιότητα δτι τά
πράγματα είναι μέ άναγκαιότητα αύτό πού είναι, άπό τή στιγμή
πού είναι Γιά τόν Άριστοτέλη δέν ύπήρχε, αν έπιτρέπεται προ­
σωρινά αύτός ό μή όρθός τρόπος έκφρασης, κανένας «κινημένος
είναι» άλλά μόνο « κινημένος-γίγνεσθαι » . Ή φιλοσοφική προσπά­
θεια, πού ήταν άναγκαία γιά νά ένταχθεί αύτή ή άντίληψη στήν
όντολογία, ϊσως ήταν μεγαλύτερη άπό έκείνη πού γίνεται άναγ­
καία στίς δικές μας μέρες γιά νά κατανοήσει κανείς τό « κινου­
μαι » .
Ό Άριστοτέλης άσχολήθη κε διεξοδικά μ έ τόν παράγοντα
χρόνο . Ή αίτιότητα είναι γι' αύτόν μιά ένεργητική ϋπαρξη αίτίων,
μιά ϋπαρξη πού βασίζεται στίς δομές τής πραγματικότητας, δηλ .
.:πή φ ύση καί στίς φύσεις. Άκούραστα άναφέρει τόν άρχιτέκτονα
πού φτιάχνει ένα σπίτι, τό γιατρό πού δίνει ένα φάρμακο : αύτό
πού θά γίνει, η έστω πού πρέπει νά γίνει, γίνεται σημαντικότερο
1 60
άπ' αύτό πού είναι τώρα. Σέ μιά πρωτόγονη όντολογία αύτό θά
σήμαινε : κάτι πού « δέν είναι» θεωρείται «ώς πρός τό Είναι» ση­
μαντικότερο ό η ό κάτι πού « είναι». Στήν άριcΠoτελΙKή όντολογία
αύτό ση μαίνει οτι τό Είναι ξεπερνά τήν έπισφαλή σύνδεση μέ τό
χρόνο ώς τό τώρα τού παρατηρητή , καί άποκτά μιά νέα σύνδεση
μέ τό χρόνο ώς διάρκεια τής ουσίας. ('Ο Άριστοτέλης δέν άσχο­
λήθηκε χωρίς λόγο μέ τή διάρκεια τής ζωής τών ζώων) .
Ή τελευταία αίτία είναι, λοιπόν, ό σκοπός (τό τέλος) : τό πρός
τί γίνεται κάτι (τό ο ύ ένεκα). Οί έξηγήσεις γιά τή λειτου ργική
σύνδεση ϋλη + δύναμη ένεργείας δείχνουν δτι ό Άριστοτέλης
δέν πρέπει άκόμα νά μεταχειρίζεται τήν έρώτηση γιά τήν έρμη­
νεία, δπως σκέφτονταν μερικοί προσωκρατικοί- άλλά έπίσης δτι ή
παρέμβαση τής έντελεχείας δέν θά προκαλέσει καμιά άνατροπή ,
άπεναντίας θά έπιβεβαιώσει τήν κυριαρχία τής μορφής καί άπό
τή θεωρία τής αίτιότητας θά δημιου ργήσει ενα φιλοσοφικό δργα­
νο, πού θά μπορεί, μολονότι άναλογικά, νά χρησιμοποιείται άπε­
ριόριστα. Στήν πραγματικότητα οϋτε ή είρωνεία γιά τήν αίτιώδη
σκέψη δέν βρήκε τό στόχο της : σύ μφωνα μέ τόν Άριστοτέλη,
ελεγαν οί ε'ίρωνες, τό βέλος πού ρίχνει κάποιος δέν βρίσκει τόν
έχθρό , δχι τόσο γιατί ό τοξότης δέν τένΤμ)σε δυνατά καί έπιδέξια
τό τόξο , άλλά έπειδή τό στήθος τού έχθρικού πολεμιστή είναι ό
φ υ σικός τρόπος γιά τό βέλος, δπως καί ή φορά πρός τά κάτω γιά
τήν πέτρα, πού τή σηκώνουμε καί τήν άφήνουμε νά πέσει! Ή
συστη ματικότητα δμως τής άριστοτελικής αίτιότητας εχει αύτό
τό άστείο της, άκριβώς γιά ν' άποφ ύγει μιά τέτοια άντίθεση : γιά
τήν εύστοχία τού βέλους υπάρχουν άκριβώς καί οί δύο αίτίες -
καί μερικές αλλες έπί πλέον. Ό σκοπός δμως άπέχει πολύ άπό τό
νά παρέχει μόνο ενα είδος έποικοδομήματος στή φιλοσοφία του ,
Ό Άριστοτέλης βλέπει σ ' αύτόν σέ Τ ιολλές περιπτώσεις τήν άπο­
φασιστική άρχή , έκείνη άπό τήν όποία καί μόνο πηγάζει ή άναγ­
καιότητα τής κίνησης καί ταυτόχρονα έκείνη πού νομιμοποιεί τήν
παύση τής κίνησης, μέ τήν τελειότητα τής μορφής πού εχει ηδη
έπιτευχθεϊ καί σχηματισθεί. Αυτή ή άναγκαιότητα παίρνει μερικές
φ ο ρές τό χαρακτήρα μιάς προϋπόθεσης : 'Όπως τό τσεκούρι πρέπει
νά είναι σκληρό, γιά νά σχίζει κανείς ξύλα, άν είναι δμως σκληρό
πρέπει νά είναι ι'ιπό όρείχαλκο ή σίδηρο, ετσι καί τό σώμα αφού είναι
εργαλείο - κάθε μέρος τού σώματος εχει οέοαια ενα όρισμένο σκοπό,
καθώς καί δλο τό σώμα - κατ' ανάγκη πρέπει νά είναι τέτοιο καί ι'ιπό
τό ανάλογο ύλικό φτιαγμένο, γιά νά εκπληρώνει αυτό τό σκοπό, 173
Ό Άριστοτέλης τονίζει δτι άκριβώς ύπάρχοuν δύο εϊδη αί-
161
τίων καί στήν διδασκαλία του τό καλύτερο είνα ι νά τά άναφέρει
κανείς καί τά δύο. 1 74 Τό δεύτερο είδος τής αίτίας μπορεί πολύ
καλά νά διέρχεται μέσα όπό τήν πρώτη χωρίς νά τήν όναιρεί.
Έδω ό Άριστοτέλης θά βρεί τό δρόμο γιά νά προσθέσει τήν
όνθρώπίνη έλευθερία τής βούλησης στά πλαίσια τής σκέψης του
γιά τήν αίτιότητα. Τό δτι δέ συμβιβάζεται εϋκολα καί δέν �ξαντλεί
έπιπόλαια τίς τυπικές δυνατότητες τής όνάλογης καί σύνθετης
αίτιακής σκέψης, αύτό φαίνεται όπό τό ένδιαφέρον πού δείχνει
γιά τά φαινόμενα «χωρισμου » , δηλαδή γιά τή λεγόμενη σύμπτωση
καί ίδιαίτερα στά έκτρώματα, στίς τερατώδεις μορφές.
Ό σκοπός δέν βρίσκεται γιά τόν Άριστοτέλη όναγκαστικά
στήν όφετηρία του Είναι των πραγμάτων, καί γι' αύτό καί ή θεολο­
γία του δέν μιλάει γιά θεϊκή δημιουργία. Βρίσκεται δμως στήν
ό ρχή τής κατανόησης, πού μπορούμε νά εχουμε γιά τόν κόσμο,
καθώς καί ένός νοήματος σύ μφυτου μέ τόν κόσμο. Γι' αύτό ό
κόσμος στήν όριστοτελική θεολογία κατευθύνεται πρός αύτό πού
είναι τό τελειότερο ώς Είναι, πνεύμα καί ένέργεια : πρός τό Θεό.
Ό σκοπός δέν όντικαθιστα τή μορφή ώς όρχή των πραγμά­
των-, όλλά συνδέεται μ ' αύτήν, δπως μπορεί κανείς νά συμπεράνει
όπό τή θεωρία τής κίνησης, στήν όποία ό σκοπός παίρνει τό σχή­
μα τής μορφής. Ό Άριστοτέλης προσπαθεί νά γεμίσει αύτή τήν
« οίκονομία» των όρχων μέ νόημα πού τό άντλεί όπό τήν πραγμα­
τικότητα. Αύτό τόν όδηγεί σέ παράξενες διατυπώσεις : ή αΙτία τού
σκοπού κινεί όπως τό άντι κείμενο τής άγάπης κινεί τόν έρωτευμέ­
νο. 1 75 Μ ιλάει όκόμα γιά «πόθο » , γιά « κατάκτηση » καί παρόμοιες
όνθρωπομορφικές κατηγορίες. Ή συγγένεια αύτων των διακριβώ­
σεων μέ τήν πλατωνική κληρονομιά είναι όπαραγνώριστη . Ό Άρι­
στοτέλης δμως δέν όκολουθεί αύτή τήν ύπερβατικότητα τού σκο­
πού . Τόν έντυπωσιάζει περισσότερο τό σύμφυτο μέ τόν κόσμο,
εστω καί αν έπικαλύmει τό χρόνο . Τό όποτέλεσμα αύτου τού
προσανατολισμού είναι αύτό πού όνόμασαν αίσιοδοξία τού Άρι­
στοτέλη . Ή φύση άπό όλες τίς δυνατότητες πραγματοπο ιεί πάν­
τοτε τήν καλύτερη. 1 76
Θά μπορούσαν ν' όναφερθουν πολλές φράσεις παράλληλες
πρός αύτήν. Γιά τή σωστή κατανόησή της θά μπορούσαν 'ίσως νά
μας χρησιμεύσουν ώς μοντέλλο οί μηχανές τής Κυβερνητικής,
aτό βαθμό πού ή σύνδεση τού ποιητικού καί του τελικού αίτίου
aτούς αύτορυθμιζόμενους μηχανισμούς μπορεί νά διασαφηνίσει
έ κε ίνη τήν σύμmωση των διάφορων αίτίων, πού τονίζεται συχνά
όπό τόν Άριστοτέλη. Μιά όχι λιγότερο όξιοσημείωτη συνέπεια
1 62
-

της άνώτερης συναφείας των αίτίων είναι δτι ό φυσικός επιστή-


μονας είναι άπόλυτα δικαιολογη μένος νά αναβάλλει προσωρινα
τήν άναγωγή στά τελικά φαινόμενα, δπως κάνει καί ό Άριστοτέ­
λης σέ μεγάλα τμήματα των βιολογικων εργασιων του : 'Όσα δηλα­
δή γενικά δέν είναι έργα τής φύσεως ούτε συνιστούν ενα Ιδιαίτερο
χαρακτηριστικό ένός γένους, σ' αυτά δέν ύπάρχει ούτε μπορεί νά
υπάρξει κανένας σκοπός. Τά μάτια π.χ. έχουν εναν :όρισμένο σκοπό,
άλλά τό νά είναι γαλανά δέν έχει κανένα, εκτός αν αυτή ή Ιδιότητα
είναι τό ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μιάς φυλής. Σέ μερικές περιπτώ­
σεις τά χαρακτηριστικά αυτά δέ οοηθούν νά όρίσουμε τό λfY(o τής
ουσίας ένός πράγματος, άλλά στίς περιπτώσεις αυτές, επειδή αυτά
συμοαίνουν άναγκαστικά, πρέπει νά άναγάγουμε τίς α Ιτίες τής γένε­
σής τους στήν ϋλη καί στήν κινητική άρχή. Γιατί δπως εΙΠα μ ε στίς
πρωτες εργασίες μας, όχι επειδή κάθε πράγμα γίνεται έτσι ή άλλιώς,
γι' αυτό είναι τέτοιο, δ.ταν πρόκειται γιά έργα τής φύσεως ΠvιJ έχουν
μιά τάξη καί ενα όρισμένο σκοπό, άλλά μάλλον επειδή είναι τέτοια
γίνονται έτσι· γιατί ή γένεση προσαρμόζεται στήν ουσία καί ύπάρχει
γιά χάρη τής ουσίας καί όχι ή ουσία γιά τή γένεση. 1 77
Τό δτι αύτό τό Είναι είναι ενα περιεκτικό είναι, στό όποίο ή
μορφή λειτουργεί σάν σκοπός, θά πρέπει νά γίνεται φανερό από
τόν χαρακτήρα τού τελικού αίτίου πού εχει ηδη αναφερθεί. Ό
Άριστοτέλης δέν εχει γράψει βέβαια κανένα ίδιαίτερο βιβλίο γιά
τήν αίτιότητα. ·Όμως μπορούμε σ' όλόκληρο τό εργο του νά πα­
ρακολουθήσου με τή διερεύνηση, πραγμάτωση της σκέψης τής
αίτιότητας σάν ενα πρόγραμμα, πού ή σταθερότητά του εχει τίς
ρίζες της στήν όντολογία λαμβανόμενη ώς θεωρία τού τελικού
αίτίου πού συνοψίζει όλόκληρη τή διαvικασία, δηλαδή τού Είναι
δπως ύπάρχει, σάν δεδομένο. Τό Είναι μπορεί νά συνε νώσει τή
φύση , τήν τέχνη καί τήν τύχη, ακριβώς δπως μπορεί, αν όχι νά
καταργεί, άλλά τουλάχιστον νά φέρνει τή διάσταση άνάμεσα στήν
ϋ παρξη καί στό λόγο.
Τό πρόγραμμα της συμφωνίας των αίτιων σ' δλη του τή διάρ­
κεια μπορούμε νά τό παρακολουθήσουμε μέσα στή φιλοσοφία καί
στίς επιστημες - όχι δτι ό ·Αριστοτέλης θά εκανε τήν προσπάθεια
νά καταργήσει τήν αναλογία τού ενός καί νά δημιουργήσει μιά
καθολική συνταγή άπαγωγης γιά τό περιεχόμενο καί νά τήν ακο­
λουθήσει. Καί ή φύση στήν καθολική της εννοια δέν θά κατόρθω­
νε κάτι τέτοιο . Ό ·Αριστοτέλης άναζητεί μάλλον μεμονωμένες
συσπειρώσεις τού Είναι, στίς όποίες αναγνωρίζει περιορισμένους,
σάν νά λέμε τοπικούς, συντονιστές αίτιότητας : σ' αύτό όφείλεται
1 63
ή θεωρία του γιά τούς άναβαθμούς τής γνώσης καί ή διδασκαλία
του γιά τίς έπιμέρους φύσεις. Αύτές οί φύσεις, μοιάζουν σάν
μικρογραφίες τού κόσμου, δέν είναι δμως κλειστές μονάδες, πα­
ρά βρίσκονται, τουλάχιστον στόν ύποσελήνιο κόσμο μας, σέ μιά
ζωηρή έπικοινωνία. Τό δτι οί ού ράνιες σφαίρες έπιδρούν παρέ­
χοντας ένέργεια καί κρατώντας ενα ρυθμιστικό ρόλο, αύτό εχει
ηδη άναφερθεί. Τόν ανθρωπο τόν γεννα ό ανθρωπος καί ό ηλιος !
Ή ύπαγωγή τού ύποσελήνιου κόσμου στόν ούράνιο δίνει στόν
Άριστοτέλη καί τή δυνατότητα νά συνδέσει τή θεωρία τών άνα­
βαθμών τής γνώσης μέ τό πεπερασμένο τού κόσμου καί μέ τήν
ίδιαίτερη ζωή τού πρώτου κινούντος, χωρίς ό πρώτος κινήσας καί
τελικός σκοπός τού ύλικού κόσμου νά πρέπει νά είναι καί ό δη­
μιου ργός του · χωρίς άκόμη ή γεμάτη συνέπειες άρχή μιας θείας
πρόνοιας νά ύπονομεύει τή φιλοσοφία τών άναντικατάστατων πη­
γών τής αίτιότητας καί νά ώθεί στό χώρο μιας νέας έρώτησης τό
διπλό γεγονός τού πραγματικού Είναι καί της όρθολογιστικότη­
τάς του .
Ό άναγνώστης θ' άναρωτιέται, γιατί ό συγγραφέας αύτης
έδώ τής πραγματείας έπιτρέπει στόν έαυτό του , στά πλαίσια αύ­
της της προσωπογραφίας, αύτή τή μεταφυσική παρένθεση καί
τήν άλλαγή τού ϋψους, άφού δέν στάθηκε σέ τόσα πολλά, φιλο­
σοφ ικά γόνιμα σημεία. Ύπάρχουν πολλοί λόγοι γι' αύτή τήν εκθε­
ση της άριστοτελικής φιλοσοφίας της αίτιότητας. Άφενός επρε­
πε νά γίνει σαφές μέ ποιά έπιπόλαιη εννοια έλήφθησαν ώς ρυθμι­
στική άρχή τούτης της μονογραφίας τά τέσσερα βασικά έρωτήμα­
τα - ένώ πρέπει βέβαια νά λεχθεί δτι ή άναλογία τών αίτιών μπο­
ρεί κάποτε νά δικαιολογήσει καί τήν έπιπόλαιη χρησιμοποίηση .
'Ύστερα θεώρησα σημαντικό νά άποσαφηνίσω τή φιλοσοφική με­
σότητα, πού γιά τόν Άριστοτέλη ήταν άναμφίβολα πηγή φωτός,
πρίν στραφώ στίς έπιμέρους μαρτυρίες τού φιλοσόφου γιά τόν
ανθρωπο.
Π ιό σημαντικό είναι νά όμολογήσω δτι ή θεωρία τής αίτιότη­
τας δέν βρίσκεται πιά σέ άρμονία μέ τή σκέψη της όρχής πού
παρουσίασα στήν άρχή ώς ύπόθεση. Τό παιχνίδι τών τεσσάρων
αίτιών, μορφή καί σκοπός, ϋλης καί κινούντος, άντιστοιχεί μάλλον
στήν άντίληψη ένός «συστήματος» παρά μιας φιλοσοφικης άρ­
χής . Καί δέν θά μπορούσε κανείς ν' άποφύγει τό έ ρώτη μα, μήπως
αύτό τό σύστημα, δσο τέλεια όργανωμένο καί έ κτελεσμένο καί αν
είναι, δέν βασίζεται σέ μιά άντίληψη της κίνησης πού δέν ίσχύει
πιά σήμερα.
1 64
Προφανώς δύσκολα καταλαβαίνει κανείς, πώς μέ τά λεγόμε­
να μεταφυσικά προγνωστικά γιά τήν άπόδειξη τού Θεού, ή όποία
στηρίζετα ι στή βασική όρχή δτι δλα τά κινούμενα κινούντα ι όπό
όπό κάπο ιον αλλο, παρά τήν όπώλε ια της όντίστοιχης φυσικης,
καί πώς ή παραίτηση όπό τήν πρώτη αύτή όπό τίς πέντε θωμιστι­
κές όποδείξεις τού Θεού δέν μπορεΊ σέ καμιά περίmωση νά όδη­
γήσει σέ μ ιά όποδύνάμωση της θεολογίας. ΤρεΊς όποδείξεις δέν
είνα ι ίσχυρότερες όπό μία η δύο. Αύτό τό ξέρε ι καί κάθε θωμι­
στής . Ό δ ισταγμός μέ τόν όποΊο όντ ι μετωπίζεται τό εργο ένός
μεταφυσικού συστήματος πρέπει, λοιπόν, νά εχει πιό σημαντικές
ρ ίζες. 'Άν ήταν τόσο όπλό νά διαιρεθεΊ μιά φιλοσοφία σέ « όρχές»
καί «σύ στη μα» , σέ « όποτελέσματα» καί « μέθοδο » , σέ «όξιώματα»
καί « πνεύμα» , αύτό βέβα ια θά είχε γίνε ι όπό πολύ κα ιρό. Καί οί
ύπέρμαχο ι της παράδοσης δέν θά είχαν ποτέ νά νοιαστούν γιά τί­
ποτε αλλο έ κτός όπό τήν ύπεράσπιση τού πνεύ ματος όπό τό
γράμμα. Π ροφανώς όλλού βρίσκεται τό πρόβλημα. Οί έπαναλαμ­
βανόμενες όνακο ινώσε ις γιά τό θάνατο της μεταφυσικης δέν κα­
λύmουν παρά ενα έλλειμα στό ληξιαρχικό βιβλίο τών γεννήσεων.
Ό Άριστοτέλης κατόρθωσε νά τοποθετήσε ι όλόκληρη τή φι­
λοσοφία του καί τήν ερευνά του στά πλαίσια της όντολογίας. Τό
'ίδιο έπιδ ιώκεται καί σήμερα, δέν φαίνεται δμως νά έπιτυγχάνετα ι
που θενά. 'Έτσι οί φλόγες γυρίζουν πίσω. Στό σημεΊο δπου ό Άρι­
στοτέλης μοιάζει τρωτός , όκόμα καί ξεπερασμένος, έκεΊ όκρ ιβώς
προκαλεΊ έντονότερα ή σκέψη του τόν σύγχρονο ανθρωπο. 'Όχι
γιά όντίρρηση όλλά γιά θετ ι κά έπιτεύγματα, καί αύτά στή φιλοσο­
φ ία δέν είνα ι παρά φ ιλοσοφία.
'Έχουμε ηδη όσκηθεΊ στόν όρθολογισμό , ξαναφέραμε στή
μνήμη μας όρκετά έντονα τήν πρωταρχικότητα της ϋπαρξης, άπο­
κτήσαμε τήν έ μπειρία τόσο της αύτονομίας, της έννοίας, τού τυ­
π ι κού δσο καί τό ρίζωμά μας στή γλώσσα . Τώρα ήρθε ή ωρα νά
φ ιλοσοφήσουμε. Ό Δάντης όνόμαζε τόν Άρ ιστοτέλη Δάσκαλο.
Τό δτι όξίζει τουλάχιστον τόν τίτλο τού Δασκάλου έκείνων τών
σοφών της μάθησης είναι βέβαιο , καθώς δυό πλευρές τού συστή­
ματός του μοιάζουν νά ύπερβαίνουν τήν κατάρρευση της θεω­
ρίας της κ ίνηση ς . Ή πρώτη είναι όντολογ ική διάσταση της θεω­
ρ ίας της αίτιότητας, ή δεύτερη ή άναλογία καί ή συνδεόμενη μ'
αύτήν θεωρία τών βαθμίδων της γνώσης, πού ό πλούτος της δέν
φαίνεται νά πηγάζει όπό μιά αίτιακή όρχή όπαγωγης, όλλά όπό
τήν έντονη φροντίδα γιά τήν όλήθε ια της κάθε φύσης, τού κάθε
δεδομένο υ , τού κάθε πράγματος πού ύπάρχε ι . Γι' αύτό δέν όπο-
1 65
τελεί ενα όπλό ρητορικό λόγο ό ίοχυρισμός ότι καί τό σύστημα
είναι όρχή .
Άφορμές γιά τήν όναβίωση της όντολογίας φαίνονται σήμε­
ρα νά γεννιούνται όπό έν μέρει όντιμεταφυσικούς στοχασμούς,
όπως πχ όπό τή μεγαλύτερη σημασία πού όποδίδεται στίς Βαθμί­
δες τής όμιλίας καί της σκέψης, καί όπό τό διαδομένο ένδιαφέ­
ρον πού ύπάρχει γιά τίς δομές. Ή όντολογία όμως θά μπορέσει
καί θά θελήσει νά ξαναπάρει τό όνομα " μεταφυσική » , όταν θά
ύπάρχει καί πάλι μιά " Φυσική » , γιά τήν όποία θά τίθενται πολλά
νόμιμα καί όχι προσωρινά καί ούτε όπολογητικά έρωτήματα.
Δέν θά έ κτεθεί έγκυ κλοπαιδικά, ποιές φύσεις η δομές περι­
έγραψε ό Άριστοτέλης. Τά τελευταία τμήματα τούτου τού κεφα­
λαίου δίνουν όπλώς μιά έποπτεία στίς φιλοσοφικές σκέψεις τού
Σταγιρίτη , πού πρίν όπό δυό χιλιάδες χρόνια στοχάστηκε τόν κό­
σμο τού όνθρώπο υ . 'Ώς ποιό βαθμό ξεπεράστη καν, ως ποιό βαθ­
μό έξακολουθούν νά ίοχύουν, μπορεί καθένας νά τό κρίνει μόνος
του .

1 66
Η Π ΟΛΥ Μ ΟΡΦΗ ΦΥ ΣΗ

'Έχει άναφερθεΊ ηδη ή έπιστημονική ερευνα τής φύσεως καί


ή διδακτική δραστηριότητα τού Άριστοτέλη. Έδω θά έκτιμηθούν
μέ συντομία τά έπιτεύγματα τού φιλοσόφο υ , όπως παρουσιάζον­
ται στό φως τής ' Ιστορίας τής δυτικής έπισrήμης.
Άπό ίδιοσυγκρασία ό Άριστοτέλης δέν ήταν μαθηματικός.
Φαίνεται δμως πώς ήταν άρκετός έξοικειωμένος μέ τά Μαθηματι­
κά, τή μοναδική συγκροτημένη έπιστήμη τού καιρού, ωστε νά
Άπό ίδιοσυγκρασία ό Άριστοτέλης δέν ήταν μαθηματικός.
Φαίνεται δμως πώς ήταν άρκετά έξοικειωμένος μέ τά Μαθηματι­
κά, τή μοναδική συγκροτημένη έπιστήμη τού καιρού του , ωστε νά
μπορεΊ νά παρακολουθεΊ τίς είδικές συζητήσεις των μαθηματικων
καί τίς νέες έξελίξεις τής μαθηματικής έπιστήμης πού αρχιζαν
τότε. Άκόμα δέν τού ελειπε ή ίκανότητα γιά τυπικές, διαδικασίες
σκέψης , δπως άποδεικνύουν οί λεmές έπεξεργασίες τής θεωρίας
του γιά τίς ούράνιες σφαΊρες καί ή διαπραγμάτωση τής Λογικής.
Ό Άριστοτέλης πλούτισε άπό τήν όποψη αύτή τή θεωρία των
στοιχείων μέ τήν ε ίσαγωγή τής άρχής των ίδιοτήτων καί των συν­
δέσεών τους καί μπόρεσε ετσι νά περιγράψει πιό εϋστοχα τήν κο­
σμολογική τάξη. Μιά καί άποκλείονται οί συζεύξεις θερμό - ψυχρό
καί ύγρό - ξερό , παρα;..: ένουν οί συνδυασμοί θερμό - ξερό, ψυχρό
- ξερό, θερμό - ύγρό καί ψυχρό - ύγρό, στίς όποΊες άντιστοιχούν
τά τέσσερα στοιχεΊα. Τό πέμmο στοιχεΊο πού τήν άποδοχή του εί­
χαν ύποστηρίξει οί φυσικοί πού άσχολούνταν μέ τά Μαθηματικά,
1 67
τό άπόδιδε στά ούράνια σώματα, πράγμα πού νόμιζε δτι θά τού
πρόσφερε μέ μιας περισσότερα πλεονεκτήματα.
Τή θεωρία του γιά τόν ούρανό τήν άνάmυξε στηριζόμενος
στίς έ ργασίες τών Άθηναίων άστρονόμων. 'Έτσι στή διάρκεια τής
τελευταίας άθηναϊκής περιόδου του άκολούθησε τίς διορθώσεις
πού ε κανε ό Κάλλιππος στίς θεωρίες τού ίδρυτή τής μαθηματικής
Άστρονομίας : τού Εϋδοξου τού Κνίδιου, πού ήταν φίλος τού
Πλάτωνα. 'Ο Άριστοτέλης άμφισβητούσε άκόμη καί τήν άξία τής
άστρολογίας, έπειδή οί βασικές της άρχές τού φαινόταν δτι προ­
σέκρουαν στήν άρχή τών αύτόνομων άρχών τής αιτιότητας.
Στήν άριστοτελική Φυσική ή Δυναμική επαιξε τόν όλέθριο ρό­
λο πού ηδη άναφέραμε. Ή Φυσική τής νεώτερης έποχής άναmύ­
χθηκε ο ύσιαστικά άντίθετα πρός τήν άριστοτελική θεωρία τής κί­
νηση ς . Στή Στατική άντίθετα οί έρευνητές τής πρώτης γενιάς τών
περιπατητικών εφτασαν σέ άξιοσημείωτα άποτελέσματα. Ή άρχή
τού παραλληλογράμμου τών δυνάμεων διατυπώνεται στό εργο
του ΠροΒλήματα, πού βασίζεται στή διδακτική δραστηριότητα τού
Άριστοτέλη.
Οί συμβολές του στή θεωρία τής μεθόδου, ιδιαίτερα άπό τήν
αποψη τής έ μπειρικής ερευνας , άναφέρθη καν ηδη. Τούς ώραιό­
τερους καρπούς της δμως εδωσε στά εργα τού Θεόφραστου καί
τού δ ιαδόχου του Στράτωνα, καθώς καί στίς έργασίες όρισμένων
γιατρών. Γιατί ή έμπειρική κλίση τού Άριστοτέλη έκφυλίστηκε τό­
σο πολύ στόν κατοπινό άριστοτελισμό, είναι ενα έρώτημα πού ή
άπάντησή του θά πρέπει ν' άναζητηθεί σ' ενα εύρύτερο πλαίσιο
τής 'Ιστορίας τού πολιτισμού.
Στή Μ ετεωρολογία, γεωγράφοι καί όρυκτολόγοι βρίσκουν με­
μονωμένες εϋστοχες παρατηρήσεις, πού άφορούν τήν ειδικότητά
τους καί πού άναmύχθηκαν άπό τούς μεταγενέστερους Περιπα­
τητικούς. Άξιοσημείωτο είναι τό γεγονός δτι άνάμεσα στή 'Ορυ­
κτολογία τού Θεόφραστου καί στόν 1 50 αιώνα δέν εγινε σχεδόν
καμιά πρόοδος σ' αύτή τήν έπιστήμη' ιδιαίτερα έπειδή ή περιέρ­
γεια έκείνων πού άσχολούνταν μέ τά πετρώματα τούς όδήγησε,
μέ εναν αλλωστε έντελώς άντιεπιστημονικό καί μαγικά θεμελιω­
μένο τρόπο , στήν άποκλειστική ένασχόληση μέ τούς πολύτιμους
λίθους:

'
* Εννοεί τούς 'Αλχημιστές κα ί τήν 'Α λχη μεία τού Μ εσα ίωνα.

1 68
Τό πιό έκτεταμένο καί μέ τή μεγαλύτερη ίστορική έπίδραση έ­
πίτευγμα τού Άριστοτέλη ανήκει στήν περιοχή τής Βιολογίας.
,, 'Ακόμα μεγαλύτερο θαυμασμό» , γράφει ό Heidberg, " άπό δ,ΤΙ ή
εκταση τού ύλικού πού κατάκτησε , προκαλεί ή όξύνοια μέ τήν ό­
ποία τό διορατικό πνεύμα του τήν ταξινόμησε καί τήν διάρθρωσε.
Ή ταξινόμηση τού ζωικού βασιλείου βασιζόταν πράγματι πάνω σέ
ο ύσιαστικά χαρακτηριστικά καί οί βιολογικές απόψεις του, ίδιαίτε­
ρα ώς πρός τή γέννηση καί τήν άναπαραγωγή ξεπερνούσαν κατά
πολύ τήν έποχή του καί εβρισκαν μέ μεγαλοφυή διαίσθηση τό σω­
στό. » Άναφέρθηκε ηδη πόσο πολύ τόν ένδιέφερε ή καρδιά, δταν
γινόταν λόγος γιά τήν παλινδρόμηση σχετικά μέ τήν έκτίμηση τού
έγκεφάλο υ . Ή άντίληψη δτι στήν καρδιά ύπάρχει ενα είδος εδρας
άρχών έπιβεβαιώθηκε γιά τόν Άριστοτέλη μέ τίς έμβρυολογικές
έ ργασίες του . Θά πρέπει νά σημειωθεί μέ συντομία ό σκελετός
τουλάχιστον τής διαίρεσης τού ζωϊκού βασιλείου : Ή άνώτατη άρ­
χή της είναι ή ϋπαρξη η ή ανυπαρξία κόκκινου α'ίματους (ενναιμα
καί δναιμα) .
Α ' Τέσσερις όμάδες ένναίμων:
1 . Τά τετράποδα πού γεννούν ζωντανά μικρά, στά όποία συγ­
καταλέγονται δλα τά θηλαστικά, καθώς καί οί φάλαινες, οί φώκιες
καί οί νυχτερίδες. Ή παρατήρηση τού σκελετού καί τών δκρων ό­
δηγεί σέ νέες ταξινομήσεις.
2. Τά ώοτόκα τετράποδα (σαύρες, χελώνες καί αμφίβια), στά
όποία συγκαταλέγονται καί τά φίδια.
3. Τά mηνά, πού διακρίνονται σέ όχτώ τάξεις, ανάλογα μέ
τήν κατασκευή τών δκρων (νύχια, σχιστά πόδια η μέ νηκτικές
μεμβράνες) καί άνάλογα μέ τόν τρόπο διατροφής (σπόροι, σκου­
λήκια κ .τ.λ.) .
4 . Τά ψάρια, πού χωρίζονται σέ δύο τάξεις ανάλογα μ έ τήν
κατασκευή τού σκελετΟύ (χόνδροι η κόκκαλα).
Β ' . Καί τά δναιμα χωρίζονται σέ τέσσερεις όμάδες :
1 . Τά μαλάκια (π.χ. χταπόδια καί σουπιές) .
2. Τά όστρακοειδή (π.χ. γαρίδες καί καραβίδες).
3. Τά όστρακόδερμα (π.χ. στρείδια καί αχινοί).
4. Τά εντομα (πού ό Άριστοτέλης τά ταξινομεί σέ γένη καί εϊ­
δη, αλλά ,καί τά σκουλήκια).
Οί έμβρυολόγοι έ κτιμούν πολύ τόν Άριστοτέλη , έπειδή απέρ­
ρ ιψε τήν ίπποκράτεια γενετική, πού αρχή της ήταν ή προδιαμόρ­
φωση τού ζώου στό σπέρμα. Σύμφωνα μ' αύτή τή θεωρία δλα τά
μέλη είναι συγκροτημένα στό σπέρμα σέ μικροσκοπικό μέγεθος
1 69
καί δέν μένει παρά νά μεγαλώσουν. Ή άντίθεσή του μ' αύτή τή
θεωρία έδωσε στόν Άριστοτέλη τήν άφορμή νά καταγράψει Ιδιαί­
τερα προσεκτικά τίς περιmώσεις, δπου έμφανίζονταν τερατογε­
νέσεις σέ συνθήκες φυσιολογικές καί δπου παρουσιαζόταν τό
άντίστροφο φαινόμενο, π,χ. ή γέννηση ένός φυσιολογικού παι­
διού άπό έναν μονόχειρα. Παράλληλα μέ τίς έρευνές του γιά τίς
κληρονομικές συνθή κες οΙ γενικές βιολογικές καί μεταφυσικά θε­
μελιωμένες σκέψεις του εδωσαν στόν Άριστοτέλη τήν ωθηση νά
κηρύξε ι μιά νέα Γενετική. Σύμφωνα μέ τήν άντίληψη τών έπιγενι­
στών, πού έπικαλούνταν τόν Άριστοτέλη , τό σπέρμα δέν ήταν μιά
μικρογραφία τού ωριμου σώματος, άλλά σχετιζόταν μέ τό ωριμο
σώμα δπως ή δύναμη μέ τήν ένέργεια, δηλ. χωρίς νά ύπόκειται σέ
μιά προδιαμορφωμένη διάταξη όργάνων.
Τέλος ό Άριστοτέλης μέ τή διδασκαλία του περί ψυχής καί
μέ τή θεωρία του γιά τίς διάφορες ίκανότητες (διατροφής άναπα­
ραγωγής, κίνησης, άντίληψης) εθεσε τά θεμέλια γιά μιά θεωρητι­
κή Β ιολογία, πού παρουσίαζε δυό πλεονεκτήματα : όπό τή μιό
πλε υ ρά μιό Ισσόροπη άντίληψη τής αύτονομίας τών βαθμίδων καί
τής συνέχειάς τους στό πλαίσιο τής μεγαλύτερης τελειότητας
τών άνώτερων βαθμίδων, όπό τήν δλλη τή δυνατότητα νά καταλά­
βει κανείς τή στενή σύνδεση φυσιολογικών καί ψυχολογικών δια­
δικασιών καί νά τήν έρμηνεύσει, π,χ. στό πλαίσιο τής Φυσιογνωμι­
κής.
Δύσκολα καταλαβαίνει κανείς, πώς αύτό τό έπίτευγμα πού τό
θ α ύμαζε ό Γκα1τε καί ό Δαρβίνος , μπόρεσε νά περάσει τόσο όπα­
ρατήρητο στή μεγάλη διαμάχη πάνω στή σύΥΧρονη Δυναμική τού
1 70 υ αΙώνα. Άπό τήν εΙρωνεία, μέ τήν όποία άντιμετωπιζόταν τό­
τε ό Άριστοτέλης, εχει άπομείνει όρκετή , άναμφίβολα δδικα.
Ό Άριστοτέλης είχε παρατηρήσει μέ μεγάλη προσοχή τό εί­
δος τού ψαριού σίλουρος ή γλανίς (Si l u rus glanis) - τό γουλιανό ­
, δπως δείχνουν όχτώ διαφορετικές όναφορές στό εργο του, Περί
ιά ζφα Ιστορία/. Άπό τήν Άναγέννηση ως τόν 1 90 αΙώνα οί άνα­
φ ορές του σ' αύτό τό είδος τού σίλουρου θεωρούνταν χαρακτη­
ριστικό παράδειγμα τής όντιεπιστημονικής Ζωολογίας-παραμυ­
θιού τού Άριστοτέλη : 'Από τά ποταμίσια ψάρια 6 αρσενικός γου­
λ ιανός φροντίζει πολύ γ ιά τά παιδιά του. Τό θη λυκό δη λαδή μόλις
γεννήσει τ' αυγά του, κολυμπάει καί εξαφανίζεται, ενώ τό αρσενικό
παραμένει στή θέση , δπου εχουν μαζευτεί τά περισσότερα αύγά, καί
τά φυλάει, χωρίς νά προσφέρει καμιά ωφέλεια παρά μόνο νά εμποδί­
ζει τά μικρά ψάρια νά φάνε τό γόνο. Κι αύτό τό κάνει σαράντα ή πε-
1 70
νήντα μέρες συνέχεια, εως δτου ό γόνος μεγαλώσει καί μπορεί νά !;ε­
φεύγει άπό τά άλλα ψάρια. ΟΙ ψαράδες τόν ανακαλύπτουν έκε ί δπου
τύχει νά φυλάει τό γόνο, γιατί διώχνοντας τά μικρά ψάρια φυσάει καί
πλαταγίζει καί μουγγρίζει. Τόσο μάλιστα φιλόστοργα, μένει κοντά στ'
αόγά, ωστε οΙ ψαράδες πάντοτε τόν τραοούν στά ρηχά δσο μπορούν
π ιό γρήγορα μαζί μέ τίς οαθιές ρίζες δπου κρέμονται τά αυγά' αυτός
δ μως δέν έγκαταλείπει τό γόνο, αλλά άν τύχει καί εΙναι νέος γρήγορα
πιάνεται άπό τό αγκίστρι, στήν προσπάθειά του νά πιάσει τά ψαρά­
κια πού πλησιάζουν ' άν αντίθετα εΙναι συνηθισμένρς καί ξανάχει τσι­
μπήσει αγκίστρι, τότε δέν έγκαταλείπει τό γόνο αλλά μέ τό σκληρότε­
ρο δόντι του μαγκώνει τήν πετονιά καί τήν καταστρέφει. 178
" Ενας Έλβετός σοφός, ό Louis Agassiz, παρατήρησε δη καί
στά αμερικανικά ποτάμια όρισμένοι σίλουροι παρουσιάζουν τή
συ μπεριφορά των ψαριων πού είχε παρατηρήσει ό Άριστοτέλης.
Τό 1 906 οί ζωολόγοι αναγνώρισαν έπίσημα αύτό τό είδος τού γου­
λιανού , πού φέρει πιά τό ονομα τού Σταγιρίτη : Παρασίλουρος Ά­
ρ ιστοτέλειος ( Parasi l u rus aristote l is).

1 71
Η ΕΝΑΡΕ ΤΗ Ζ Ω Ή

"Αν κάποιος μπορούσε νά αλέπει μέ τόση όξύτητα δπως ό Λυγκέ­


ας πού έαλεπε, λένε, πίσω από τοίχους καί δένδρα, νομίζει δτι θά ή­
ταν ποτέ άνεκτός στά μάτια του, δταν έαλεπε από τί ευτελή στοιχεία
εΙναι πλασμένος. Γ ιατί τιμές καί δόξες, πού τά κυνηγάμε περισσότερο
από τά αλλα, συνίστανται από άνεκδιήγητη μηδαμινότητα, επειδή σ'
εκείνον πού θεάται κάτι από τά αΙώνια φαίνεται ηλιθιότητα νά κο­
πιάζει κανείς γιά τέτοια πράγματα. 179 ·Η γλώσσα τού Πλάτωνα δέν
ήταν ποτέ όξύτερη άπό τού ·Αριστοτέλη, γιά τόν όποιο ελεγε δτι
επρεπε νά τόν χαλιναγωγήσει, σέ άντίθεση μέ τόν Ξενοκράτη πού
επρεπε μάλλον νά τόν παροτρύνει Αύτός ό ριζοσπαστισμός είχε
τήν έξυγιαντική του έπιρροή καί στόν άκόμα κάθε αλλο παρά αγιο
Αύγουστίνο : «Λοιπόν πρέπει κανείς εϊτε νά άσχολεϊται μέ τη φιλο­
σοφία, εϊτε νά άποχαιρετησει τη ζωή, μιά καί όλα τ ' αλλα εΙναι ά­
σημαντότητες καί φλυαρία.» 180
Μ ετά τό θάνατο τού Πλάτωνα ό Άριστοτέλης δέν αίσθανό­
ταν πιά τόσο προορισμένος νά άντιπαραθέτει μέ χρυσά λόγια καί
πάθος στούς σοφιστές τήν άπολογία τού φιλοσοφικού τρόπου ζω­
ης. Είχε περάσει πιά ό καιρός πού μπορούσε νά άπολαμβάνει τά
προνόμια τού τρομερού παιδιο ύ . Στήν ·"Ασσο καί τή Μυτιλήνη φυ­
σούσε ενας ύγιής ανεμος . Ή άπειλή τών έλληνικών άποικιών άπό
τόν περσικό συνασπισμό καί τά τολμηρά καί ρεαλιστικά πολιτικά
σχέδια τού Έ ρμία καί τών συμβούλων του εδιναν μιά νέα ύπευθυ­
νότητα στούς ήθικούς στοχασμούς τού ·Αριστοτέλη . Αύτό πού ε-

1 73
πρεπε νά ύπερασπιστεϊ δέν ήταν ή φιλοσοφία άλλά τό καλό , καί
μάλιστα μ' εναν τρόπο πού νά άφορα δλους. Στά λεγόμενα Ήθικά
Εύδήμεια, έ κπλήσσει ό τόνος, παρ ' δλο πού μερικές σκέψεις θυ­
μίζουν αμεσα Πλάτωνα:
Πρώτα πρέπει νά ερευνήσουμε, σέ τί συνίσταται ή ευτυχισμένη
ζωή καί πώς μπορεί νά τήν κατακτήσει κανείς, αν αοτοί πού τούς λέ­
με ευτυχισμένους γίνονται από τή φύση ευτυχισμένοι, δπως δηλαδή
είναι κανείς ψηλός η κοντός, η διαφέρει στό χρώμα τής επιδερμίδας
του, η μέ τή μάθηση, σάν νά είναι δηλαδή ενα είδος γνώσης ή ευτυχία
η τέλος κατακτάται μέ κάποια ασκηση . . η μήπως μέ κανένα από αυτά
.

τά μέσα δέν κατακτάται ή ευτυχία αλλά μέ μία από τίς δύο δυνατό­
τητες: δηλαδή είτε μέ θεϊκή εμπνευση, δπως ακριοώς οΙ εκστατικοί,
ενθεοι καί θεόπνευστοι ανθρωποι, είτε μέ τήν τύχη. Γιατί πολλοί αν­
θρωποι ύποστηρίζουν δτι ή εύτυχία καί ή καλοτυχία είναι τό ίδιο
πράγμα.
Τήν ευτυχισμένη, μακάρια καί εύγενική ζωή θά μπορούσε νά επι­
τύχει κανείς, αν ύπήρχαν τρείς κυρίως προϋποθέσεις, πού αναγνωρί­
ζονται γενικά σάν τίς πι6 �πιθυμητές. Μερικοί δηλαδή θεωρούν με­
γαλύτερο αγαθό τή φρόνηση, αλλοι τήν αρετή καί αλλοι τέλος τήν ή­
δονή. Άλλοι πάλι διαφωνούν σχετικά μέ τή σημασία πού εχει κάθε
μιά απ' αυτές τίς προϋποθέσεις γιά τήν ευτυχία ύποστηρίζοντας δτι
αλλοτε ή μιά καί αλλοτε ή αλλη συμδάλλουν περισσότερο σ' αυτήν τήν
ευτυχία. ΟΙ πρώτοι λένε δτι ή φρόνηση είναι μεγαλύτερο αγαθό από
τήν αρετή, οΙ αλλοι αντίθετα δτι είναι ή αρετή, καί οΙ τρίτοι δτι καί
από τίς δύο αυτές ύπερτερεί ή ήδονή. Μερικοί ακόμα νομίζουν πώς
γιά νά ζεί κανείς ευτυχισμένα είναι απαραίτητες καί οΙ τρείς αυτές
προϋποθέσεις, αλλοι οΙ δύο μόνο καί τέλος οΙ τρίτοι, τή μιά μόνο απ'
αυτές.
Σχετικά, λοιπόν, μ' αυτά επιοάλλεται νά σκεφτούμε δτι κάθε αν­
θρωπος, πού μπορεί νά ρυθμίσει τη ζωή του σύμφωνα μέ τήν προτί­
μησή του, θέτει ενα σκοπό γιά μιά εύτυχισμένη ζωή, δηλαδή ν' απο­
κτήσει η τιμές είτε δόξα είτε χρήματα είτε παιδεία, καί σ' αναφορά μ'
αυτόν τό σκοπό ρυθμίζει έπειτα δλες τίς ενέργειές του (γιατί οέοαια
μιά ζωή πού δέν εχει κάποιο σκοπό είναι μεγάλη ανοησία). Γι' αυτό,
. λοιπόν, πρέπει πρώτα πρώτα νά καθορίσουμε μέ τόν έαυτό μας, χωρίς
επιπολαιότητα καί απερισκεψία, μέ ποιό πράγμα απ' αύτά πού εξαρ­
τώνται από τή θέλησή μας κατακτάται ή ευτυχισμένη ζωή καί ποιά
συνιστούν τίς απαραίτητες προϋποθέσεις, πού χωρίς αυτές δέν είναι
δυνατόν νά ύπάρχει ή ευτυχισμένη ζωή . 181
'Ωστόσο ύπάρχουν διάφορες μορφές ζωής, γιά τίς όποίες μερι-
1 74
κοί δέν δέχονται τήν ευτυχισμένη κατάσταση δπως τήν εννοούμε ε­
μείς, αλλά εξαντλούν τό ενδιαφέρον τους στήν απόκτηση μόνο τών α­
ναγκαίων γιά τή συντήρηση αγαθών, Π.χ. αυτοί πού ασχολούνται μέ
ταπεινά επαγγέλματα, η μέ κερδοσκοπικές επιχειρήσεις καί χειρωνα­
κτικές εργασίες. Ταπεινά επαγγέλματα εννοώ δσα έχουν ώς στόχο
τους μόνο τήν κοινωνική προ60λή, ενώ χειρωνακτικά εννοώ τά κα­
θ ιστικά καί τά 6ιοποριστικά καί κερδοσκοπικά δσα ασχολούνται μέ
τόν μεταπρατισμό. 'Επειδή τώρα τρία εΙναι τά αγαθά πού συντελούν
γιά μιά ευτυχισμένη ζωή, αυτά πού αναφέραμε προηγουμένως σάν τά
μεγαλύτερα γιά τούς ανθρώπους, δηλαδή αρετή, φρόνηση καί ήδονή,
γι ' αυτό 6λέπουμε νά ύπάρχουν αντίστοιχα καί τρείς μορφές ζωής, τίς
όποίες προτιμούν νά ζήσουν δλοι δσοι τυγχάνουν νά εχουν δικαίωμα
επιλογής: τήν πολιτική δραστηριότητα, τήν ενασχόληση μέ τή φιλοσο­
φία καί τή ζωή τών ύλικών απολαύσεων. 'Από αυτές τίς μορφές ζωής
δηλαδή ή φιλοσοφία εχει ώς σκοπό της τή θεωρητική γνώση καί τήν
ερευνα γιά τήν αλήθεια, ή πολιτική ενδιαφέρεται γιά τίς όρθές ενέρ­
γειες (αυτές εΙναι οΙ σύμφωνες μέ τήν αρετή), τέλος ό απολαυστικός
τρόπος ζωής ενδιαφέρεται γιά τίς ήδονές τών αΙσθήσεων. 182

Η ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ

(6εωΡ'ι'ϊ,:,ιχος νους) (πρ:ιχτιχος νους)

Η διαιρεση τώl'. άρετών ( Ίστορ/α τού Έί.ί.ψ. Έθνους , τΟμ. Γ2 , σεί.. 505: Έι...δοτι­
ιοί Ά θιιι'ιίJl' Α . Ε. ) ,

1 75
Μερικσί άλλσι πάλι δέ θά πρστιμσύσαν καμιά μσρφή τής θεωρη­
τικής γνώσεως συτε περισσότερΟ' τίς ήδσνές τών αισθήσεων, αλλά μιά
πρακτική δραστηριότητα πσύ εμπνέεται από τήν αρετή. Μερικσί μά­
λιστα επιλέγσυν τή δραστηριότητα αυτή όχι τόσΟ' γιά τήν απόκτηση
κσινωνικής πρσοσλης αλλά ακόμα κι δταν δέν εχσυν καμιά πρσσπτική
επιτυχίας. 'Αλλά σΙ περισσότερσι από τσύς πσλιτικσύς άνδρες στήν
πραγματικότητα δέν αξίζσυν αυτόν τόν χαρακτηρισμό (δηλ νά λέγσν­
ται πσλιτικσί), γιατί δέν εΙναι αληθινά πσλιτικσί· γιατί ό σωστός πσ­
λιτικός άντρας επιλέγει τίς εντιμες πράξεις γι' αυτές τίς ιδιες χωρίς ύ­
στερσοσυλία, σΙ περισσότερσι δμως στρέφσνται σ' αυτή τή μσρφή ζω­
ή ς από πλεσνεξία καί φιλαργυρία. 'Από δσα εΙΠαμε, λσιπόν, γίνεται
φανερό δτι δλσι σΙ άνθρωπσι ανάγσυν τήν εύτυχία σέ τρείς δασικέ;
μσρφές ζωής: στήν πσλιτική, στη φιλσσσφική καί στήν ήδσνιστική. 183
Ό Σωκράτης, λσιπόν, κατά τή γερσντική τσυ ήλικία πί.στευε, πώς
σκσπός τής ζωής εΙναι ή γνώση τής αρετής, γι' αυτό ζητούσε νά όρί­
σει, τί εΙναι ή δικαιοσύνη, τί εΙναι ή ανδρεία καί τί καθένα μέρος τής
αρετής. Ευλογα οέοαια εκανε αυτές τίς ερωτήσεις, πίστευε δηλαδή
πώς δλες οΙ αρετές εΙναι ύπόθεση θεωρητικής γνώσεως, ετσι πσύ νά
συμπίπτσυν· τό νά ξέρουμε τί εΙναι δικαιοσύνη καί τό νά ειμαστε δί­
καιοι· μόλις μάθσυμε τή γεωμετρία καί τή χτιστική, νά γινόμαστε αμέ­
σως χτίστες καί μαθηματικσί. Γι' αυτό ακριοώς ζητούσε νά μάθει, τί
εΙναι αρετή καί όχι πώς κατακτάται ή αρετή καί μέ πσιές πρσϋποθέ­
'
σεις πραγματώνεται. Αυτό δμως συμοαίνει μόνΟ' μέ τίς θεωρητικές ε­
πιστή μες. . . Γιατί δέ θέλσυμε νά μάθσυμε τί εΙναι ανδρεία, αλλά νά ει­
μαστε ανδρείσι, συτε τί εΙναι δικαισσύνη, αλλά νά ειμαστε δίκαιοι, δ­
πως ακριοώς θά πρστιμσύσαμε νά ειμαστε ύγιείς παρά νά μάθουμε τί
εΙναι ύγεία καί τέλος νά αισθανόμαστε καλά παρά νά μάθσυμε, τί ση­
μαίνει νά εχει κανείς ώραία διάθεση. 184
Καί γιά τό γιατρό οέοαια ύπάρχει ενα όρισμένο μέτρΟ', καί σ' α­
ναφσρά μ ' αυτό κρίνει, τί εΙναι ύγιεινό γιά τό σώμα καί τί όχι, καθώς
καί πσιά πρέπει νά εΙναι ή ποσστική αναλσγία (τών φαρμάκων) σέ
κάθε περίπτωση, ωστε νά διατηρείται ή καλή ύγεία· γιατί άν εΙναι με­
γαλύτερη Τι μικρότερη, τότε δέν εχει καμιά ευεργετική επίδραση. Έ­
τσι πρέπει καί ό ενάρετσς άνθρωπος νά εχει ενα μέτρΟ' στίς πράξεις
τσυ καί στίς προτιμήσεις τσυ σχετικά μέ τά φυσικά αγαθά πσύ δέν εΙ­
ναι άξια επαίνσυ, πώς νά τά εχει καί πώς νά τά επιλέγει, καθώς επί­
σης καί άν πρέπει ν' απσφεύγει Τι νά επιδιώκει τά πσλλά Τι λίγα χρή­
ματα καί τά άλλα εξωτερικά αγαθά. Στά πρσηγσύμενα, λοιπόν, εΙΠα­
με πώς μέτρΟ' εΙναι ή λσγική. Αυτό σημαίνει σάν νά ελεγε κανείς δτι
στά θέματα πού αφορούν τή διατροφή μέτρΟ' πρέπει νά εΙναι ή ιατρι-
1 76
κή επιστήμη καί οΙ εντολές της. 'Ωστόσο α'ότό είναι οέοαια σωστό,
αλλά δέν είναι σαφές. Πρέπει κανείς, δπως καί στά αλλα ζητήματα,
νά ρυθμίζει τή ζωή του σύμφωνα μέ τήν ενέργεια α'ότής τής κυρίαρ­
χης αρχής, δπως 6 δούλος ρυθμίζει τή συμπεριφορά του σύμφωνα μέ
τήν επιθυμία τού κυρίου του καί γενικά καθένας σύμφωνα μέ τήν
ανώτερη απ' α'ότόν αρχή. 'Επειδή, λοιπόν, καί 6 ανθρωπος από τή
φύση του συνίσταται από δύο μέρη, από τό κυρίαρχο καί τό κυριαρ­
χούμενο, γι' α'ότό καθένα όφείλει νά ζεί σύμφωνα μέ τήν κοινή κυ­
ρίαρχη αρχή. Α'ότή δμως (ή αρχή) εχει δύο μορφές γιατί διαφορετικό
πράγμα εΙναι 6 ρόλος τής Ιατρικής καί αλλο εΙναι ή f.ιγεία, δηλαδή ή
Ιατρική f.ιπάρχει γιά χάρη τής f.ιγείας. Τό ίδιο συμοαίνει καί μέ τή
θεωρητική αρχί] τής ψυχής. Ό Θεός δηλαδή εΙναι μιά κυρίαρχη αρχή,
δέν εξουσιάζει δμως α'όθαίρετα, αλλά εκφράζει α'ότό πού ή φρόνηση
επιτάσσει. Έτσι 6 σκοπός τών πράξεων είναι διπλός - α'ότά δμως τά
εχουμε αναπτύξει σέ αλλη θέση, - αλλά οέοαια ό Θεός δέν εχει κα­
μιά ανάγκη. 'Εκείνη, λοιπόν, ή επιλογή καί ή απόκτηση τών φυσικών
αγαθών, είτε α'ότά αναφέρονται στό σώμα, είτε είναι χρήματα η φίλοι
η 6,τιδήποτε από τά αλλα αγαθά, πού θά καταστήσει δυνατή κατά
τόν καλύτερο τρόπο τή γνώση τού Θεού, α'ότή ακριοώς είναι ή αριστη
εκλογή καί α'ότό τό ώραιότερο μέτρο. 'Αντίθετα κάθε αλλη εκλογή,
πού είτε από f.ιπερooλή είτε από ελλειψη εμποδίζει τή λατρεία καί τή
γνώση τού Θεού, εΙναι κακή. Α'ότό είναι τό αριστο μέτρο τής ψυΧlϊ �.
δηλ. νά προσέχουμε δσο γίνεται λιγότερο τό αλλο (α-λογο) μέρος τής
ψυχής, εφόσον οέί>αια είναι τέτοιο. Ποιό είναι, λοιπόν, τό μέτρο τών
καλών καί ώρα ίων πράξεων καί ποιός 6 σκοπός τών f.ιλΙKών αγαθών,
ας θεωρηθούν δσα είπαμε αρκετά. 185
Οί φ υσικοεπιστημονικές πρόοδοι καί ή μεταφυσική τους ύπο­
δομή έπέδρασαν ση μαντικά στίς θεωρίες γιά τήν όρθή πράξη καί
τήν ε ύτυχισμένη ζωή. 'Όσο μεγάλωνε ό Άριστοτέλης γινόταν σλο
καί πιό έπιφυλακτικός, σταν έπρόκειτο νά έκφρασθεί γιά τούς
θ εϊκούς κανόνες. Ή έπεξεργασία τής θεωρίας τής αίτιότητας δί­
νει τή δυνατότητα νά μιλήσει κανείς πιό αμεσα γιά κανόνες, μιά
καί ό ανθρωπος παρουσιάζεται σάν μία άπό τίς πιό εύνοϊκές συ­
σπειρώσεις του Είναι. Ή Ήθ ική συμπεριφορά είναι ενα μέρος του
άνθρώπινου Είναι. Ή Ήθική γίνεται έπομένως άνάmυξη τής φύ­
σεως του άνθρώπο υ . Σ' αύτή τήν μετατόπιση τών προοmικών, ο­
πως παρουσιάζεται στήν Ήθική πού πήρε τ' σνομά της άπό τό γιό
του Άριστοτέλη Νικόμαχο, δέν διαφαίνεται καμιά άποστροφή άπό
τό θ ρησκευτικό στοιχείο, άλλά μάλλον μιά αύξανόμενη φιλοσοφι­
κή συγκέντρωση. Κανείς δέν θά έκπλαγεί γιά τό στι ό Άριστσrέ-
1 77
λης έκμεταλλευόμενος τήν εννοια τής φύσεως παραχώρησε με­
γάλο χωρο στήν παρατήρηση τής πραγματικής συμπεριφορας των
άνθρώπων. Στόν δύσλυτο κόμπο τού πραγματικού καί τού κανό­
να, πού παρουσιάζεται ώς «φύση » , βρίσκεται καί ή αίτία τής διαρ­
κούς συζήτησης, αν τά Ήθι κά Νι κομάχει α, δέν έξαντλούνται στό
θετικό , στό περιγραφικό η στή φαινομενολογία. 'Ωστόσο κι έδω
σίγου ρα τό καλύτερο θά είναι νά άποδώσουμε χωρίς σχόλια τίς ά­
ποδε ίξε ις τής ήθικής σκέψης τού φιλοσόφου. Γιά νά διατηρήσου­
με τή συνοχή τής σκέψης του θά παραθέσουμε καί πάλι μεγάλα
άποσπάσματα.
Τό Καλό : Κάθε τεχνική ενασχόληση καί κάθε επιστημονική γνώ­
ση, κάθε ηθική ενέργεια καί κάθε επιλογή, δπως πιστεύεται γενι­
κά, έχουν ώς στόχο τους κάποιο καλό. Έπομένως σωστά δρισαν τό
καλό, σάν τό σκοπό πού επιδιώκουν δλα τά Οντα. 'Ωστόσο φαίνεται
νά ύπάρχει κάποια διαφορά στούς σκοπούς .... 'Επειδή δμως ύπάρ­
χουν πολλων εΙδών δραστηριότητες, τέχνες καί επιστημονικές εΙδικό­
τητες, ύπάρχουν καί πολλοί σκοποί· π.χ. σκοπός τής Ιατρικής επιστή­
μης βέβαια είναι ή ύγεία, ενώ τής ναυπηγικής τό πλοίο, τής στρατηγι­
κής ή νίκη καί τής οΙκονομικής επιστήμης 6 πλούτος. 'Όσες τώρα από
τίς τεχνικές εΙδικότητες αύτές ύπάγονται σέ μιά 6ρισμένη τέχνη, δπως
π.χ. στην Ιππική τέχνη ύπάγεται ή τεχνική τής κατασκευής χαλινών
καί δποια αλλη εΙδικότητα κατασκευάζει διάφορα πράγματα γιά τά
αλογα, ενώ ή ίδια ή Ιππική τέχνη καί κάθε αλλη εΙδική τέχνη πού α­
φορά τόν πόλεμο ύπάγονται στή στρατηγική τέχνη . Μέ τήν ίδια, λοι­
πόν, μέθοδο ύπαγωγής ό.λλες τέχνες ύπάγονται σ' ό.λλες, σ' δλες δμως
γενικά οΙ σκοποί δλων τών αρχικών τεχνών είναι σπουδαιότεροι από
τούς σκοπούς τών ύποδεέστερων τεχνών, γιατί αύτές ύπάρχουν χάριν
εκείνων (δηλ. τών αρχικών) ... Άν, λοιπόν, πράγματι στήν ηθική ενέρ­
γεια ύπάρχει κάποιος σκοπός, πού τόν επιδιώκουμε καθαυτόν καί
. δλοι οΙ ό.λλοι είναι μόνο μέσο γιά τό σκοπό αύτό, καί έτσι επιλέγου­
με τά πάντα γιά κάτι ό.λλο, - επειδή αύτό θά τραβούσε βέδαια στό
ό.πειρο, έτσι πού κάθε επιδίωξή μας θά γινόταν κενή καί .μάταιη, -
είναι προφανές δτι αύτός ακριοώς 6 τελικός σκοπός θά πρέπει νά εί­
ναι τό καλό καί μάλιστα τό μεγαλύτερο καλό. Άραγε, λοιπόν, έχει ή
γνώση τού σκοπού αύτού μεγάλη σημασία καί, δπως οΙ τοξότες έχουν
ενα στόχο, θά μπορούσαμε μέ τή οοήθειά της νά πετύχουμε εύκολό­
τερα τό όρθό ; 186
'Επειδή είναι φανερό πώς ύπάρχουν πολλοί σκοποί καί απ' αύ­
τούς επιλέγουμε μερικούς ώς μέσο γιά νά επιτύχουμε ό.λλους, δπως
π.χ. χρήματα, αύλούς καί γενικά δ,τι είναι μέσο γιά ενα σκοπό, έτσι
1 78
είναι πρόδηλο δτι δέν είναι δλοι οΙ σκοποί αυτοσκοποί. Τό ϋψιστο α­
γαθό δμως φαίνεται πώς είναι κάτι σάν αυτοσκοπός. Άν, λοιπόν, -υ­
πάρχει ενας μόνο πραγματικό αυτοσκοπός, αυτός θά επρεπε νά είναι
τό ζητούμενο, αν -υπάρχουν περισσότεροι, τότε αυτός πού είναι πλη­
ρέστερος. 'Ως πληρέστερον εννοούμε αυτόν πού τόν έπιδιώκουμε κα­
θαυτόν σέ σύγκριση μ' αυτόν πού είναι μέσο γιά νά έπιτύχουμε κάτι
αλλο· έπίσης αυτόν πού δέν τόν έπιλέγουμε ποτέ γιά κάποιον αλλον,
σέ σύγκριση μ' έκείνους πού τούς προτιμούμε καθαυτούς αλλά καί ώς
μέσο γιά κάτι αλλο. Καί γενικά ώς αυτοσκοπό θεωρούμε αυτό πού
πάντοτε τό έπιλέγουμε καθαυτό καί σέ καμιά περίπτωση σάν μέσο γιά
εναν αλλο σκοπό. 'Ένα τέτοιο αγαθό φαίνεται πώς είναι κατ' έξοχήν ή
εΌτυχία. 18 Ί
Γιά τούς πολλούς ανθρώπους, λοιπόν, τά ευχάριστα πράγματα
ορίσκονται σέ μιά διαμάχη μεταξύ τους, γιατί δέν είναι από τη φύση
τους τέτοια. Γιά τούς λάτρες τού ώραίου δμως ευχάριστα είναι δσα
είναι φύσει εΌχάριστα. 188
"Αν δμως είναι ετσι, τότε οΙ σύμφωνες μέ την αρετή ένέργειες θά
ήταν καθαυτές εΌχάριστες, αλλά οέοαια συγχρόνως θά ήταν καί κα­
λές καί ώραίες. 1 89
'Ωστόσο δμως ή εΌτυχία φαίνεται δτι χρειάζεται (γιά νά όλοκλη­
ρωθεί) καί τά έξωτερικά -υλικά αγαθά, δπως είπαμε, γιατί είναι αδύ­
νατο η τουλάχιστον δύσκολο νά κάνουμε τό καλό, χωρίς κανένα οΙκο­
νομικό μέσο. Πράγματι πολλά πράγματα τά κατορθώνουμε μέ τη οοή­
θεια τών φίλων, τών χρημάτων η τής πολιτικής έπιρροής, πού τά χρη­
σιμοποιούμε ώς όργανα. Έπίσης μειώνει τήν ευτυχία ή ελλειψη όρι­
σμένων αγαθών, δπως ή ευγενική καταγωγή, τά πολλά παιδιά καί ή ό­
μορφιά. 190
Άλλά νά αποδώσουμε στην τύχη τά μεγαλύτερα καί ώραιότερα
πράγματα, θά ήταν πράγματι πολύ άστοχο. 191
Δ ιότι εχόυμε χαρακτηρίσει ήδη τήν ευτυχία σάν μιά χαρακτηρι­
στική ένέργεια τής ψυχής σύμφωνη μέ τήν αρετή. 192
Στούς έγκρατείς καί στούς μή έγκρατείς ανθρώπους, έπαινούμε
τή λογική καί τό λογικό μέρος τής ψυχής τους. . . Προφανώς δμως
κοντά σ' αΌτά -υπάρχει από τη φύση καί μιά άλλη δύναμη αντίθετη
στό λογικό στοιχείο τής ψυχής, ή όποία τό αντιμάχεται καί αντιδρά σ'
αΌτό . . . Φαίνεται μάλιστα πώς κι αΌτη ή δύναμη εχει συμμετοχή στό
λογικό μέρος τή ς ψυχής, δπως είπαμε, όπωσδήποτε στόν έγκρατή άν­
θρωπο -υπακούει αΌτη ή δύναμη σ' αυτό. Έπιπλέον ισως είναι πιό -υ­
πάκουη στούς φρόνιμους ανθρώπους καί στούς γενναίους, γιατί σ'
αΌτούς -υπάρχει πλήρης άρμονία μέ τό λογικό στοιχείο. Είναι, λοιπόν,
1 79
προφανές δτι καί τό ά-λογο μέρος τής ψυχής έχει δυό δψεις (είδη ) :
δηλαδή τό (νευρο)φυτικό μέρος δέν έχει καμιά επικοινωνία μέ τό
λογικό μέρος, ένώ τό επιθυμητικό μέρος καί γενικά οΙ όρμές ως ενα
οαθμό έχουν μιά σχέση μέ τό λογικό, εφόσον ύπακούουν σ' αυτό καί
πει θαρχούν . . . Τό δτι τώρα τό ά-λογο στοιχείο τής ψυχής κατά κάποιο
τρόπο πείθεται από τό λογ ι κό, αυτό μάς φανερώνει ή νουθεσία, κάθε
μορφή επιτίμησης καί ή ενθάρρυνση Αν, λοιπόν, χρειάζεται νά πού­
. •

με πώς καί τό μέρος αυτό έχει μέσα του ενα λογικό στο ιχείο, τότε
πρέπει καί τό λογικό μέρος τής ψυχής νά έχει διττό χαρακτήρα: ενα
μέρος πού είναι στήν κυριολεξία λογικό καί καθαυτό καί τό άλλο πού
ύπακούει στό πρώτο, δπως τό παιδί στόν πατέρα του. 193
Ή Άρετή : τίς επαινετές εξεις όνομάζουμε αρετές. 194
'Ωστόσο δέν είναι αρκετό νά πούμε δτ ι ή αρετή εΙναι εξις ( Ιδιό­
τητα καί στάση ήθική), αλλά πρέπει νά όρίσουμε καί τί είδους εΙναι
αυτή ή εξις... ποιά εΙναι ή ουσία (φύσις) τής αρετής. 195
Κάθε ανθρώπινη γνώση, λοιπόν, όλοκληρώνει τό έργο της μόνο
. άν αποολέπει στό μέτρο καί κατευθύνει πρός αυτό τίς προσπάθειές
της. Γ ι' αυτό οΙ άνθρωποι συνηθίζουν νά επιλέγουν τά όλοκληρωμένα
έργα τέχνης, γιατί σ' αυτά δέν είναι δυνατόν ούτε ν' αφα ιρέσουμε ού­
τε νά προσθέσουμε τίποτε, επειδή οέοαια σ' αυτό ή ύπεροολή η ή έλ­
λειψη καταστρέφουν τήν άρμονία τού έργου, ενώ τό μέτρο τή σώζει·
από τό άλλο μέρος καί οΙ καλοί μαστόροι, δπως λέμε, φτιάχνουν τά
έργα τους αποολέποντας σ' αυτό (δηλ. στήν επίτευξη τού μέτρου), ­
καί άν ή αρετή επίσης είναι ευγενέστερη καί ώραιότερη, δπως καί ή
φύσις, από όποιαδήποτε τέχνη, τότε θά πρέπει νά αποολέπει καί αυτή
στό μέτρο. 'Εννοώ οέοαια τήν ήθική αρετή. 196
Ή αρετή, λοιπόν, εΊναι μιά στάση ζωής πού στηρίζεται στήν αδέ­
σμευτη οούληση τού ανθρώπου καί έγκε ιται στό μέσο κατά τή δική
μας κρίση, αυτό πού εχει προσδιοριστεί μέ τή νόηση καί πού θά μπο­
ρούσε νά τό όρίσει καί ενας λογικός άνθρωπος. Αυτή ή αρετή, είναι
τό μέσο ανάμεσα σέ δύο κακά, από τά όποία τό ενα προκύπτει
από τήν ύπεροολή καί τό άλλο από τήν έλλε ιψη. Καί επιπλέον στό δτι
τό ενα ύπολείπεται τού δέοντος ένώ τό άλλο τό ξεπερνάει κι αυτό
(φαίνεται) στίς εκδηλώσεις τών παθών καί στά ήθ ι κά ενεργήματα τού
ανθρώπου. Ή αρετή δμως εξευρίσκει καί επιλέγει τό μέσο ανάμε­
σα σ' αυτές τίς καταστάσεις. Γ ι ' αυτό ή αρετή από τήν άποψη τής ου­
σίας καί τής θεωρητικής αντιλήψεως είναι τό μέσο ανάμεσα σέ δύο α ­
κραίες θέσεις, δταν δμως τή θεωρήσουμε από τήν άποψη τού τί είναι
τό καλύτερο καί τό όρθό, είναι ακραία θέση. 197
'Από τά δύο άκρα τό ενα είναι περισσότερο καί τό άλλο λιγότερο
1 80
λανθασμένο. 'Επειδή δμως είναι πολύ δύσκολο νά επιτύχουμε τό μέ­
σο, γι' αυτό πρέπει, δπως λέει ή παροιμία, νά αρκεσθούμε από τούς
δυό δρόμους στόν καλύτερο καί νά επιλέξουμε τό λιγότερο κακό,
πράγμα πού θά γίνει άπλούστατα μ' αυτό τόν τρόπο πού προτείνουμε.
Πρέπει επίσης νά προσέχουμε, πρός ποιά πράγματα εμείς οΙ ίδιοι ε­
χουμε μιά Ιδιαίτερη φυσική κλίση, γιατί δλοι από τή φύση μας εχουμε
διαφορετικές προτιμήσεις. Αυτό μπορούμε νά τό διαπιστώσουμε από
τά πράγματα πού μάς ευχαριστούν ή μάς δυσαρεστούν. Στίς περιπτώ­
σεις αυτές, λοιπόν, πρέπει νά αποτραοιούμαστε στό αντίθετο άκρο,
γιατί θά πετύχουμε τό μέσο, άν απομακρύνουμε τόν έαυτό μας αρκετά
όπό τή λανθασμένη πλευρά, δπως ακριοώς κάνουν δσοι προσπαθούν
νά Ισάξουν τά στραοά ξύλα. Προπάντων πρέπει παντού νά φυλαγό­
μαστε από τή γοητεία πού όσκεί τό ευχάριστο καί ή ήδονή, γιατί δέν
είμαστε όδέκαστοι στήν κρίση μας απέναντί της. Αυτό ακριοώς πού
αΙσθάνθηκαν οΙ δημογέροντες τής Τροίας δταν αντίκρυ σαν τήν Έλέ­
νη, αυτό πρέπει νά νιώσουμε κι εμείς μπροστά στήν ήδονή, καί σ' δλες
τίς περιπτώσεις νά επαναλαμοάνουμε τά λόγια τους. Γιατί άν κατορ­
θώσουμε νά τήν απομακρύνουμε μ' αυτό τόν τρόπο, θά σφάλουμε λι­
γότερο. "Αν, λοιπόν, κάνουμε αυτά, γιά νά τό πούμε όύντομα, τότε
πολύ γρήγορα θά μπορέσουμε νά επιτύχουμε τό μέσο μέτρο. 198

Άρ ισ το τέ;.ης κα ι Π;.ού τ αΡχος . Οί άρχω'οι Έ;.;.ηνες σοφο ι ειΊωl,iζοl' ται μαζi μέ τούς
Ά γιΌυς τι;ς έκκ Λ.ησΙας ( Μο νιί Βελλάς. Ήπειρου;

181
Ή Έλευθερία : Άν ώς ακούσιες χαρακτηρίζονται οΙ πράξεις πού
γίνονται μέ τή οία ή από άγνοια, έκούσιες έπομένως θά επρεπε νά εί­
ναι δσες έχουν τήν αρχή τους στόν ίδιο τόν πράττοντα, πού γνωρίζει
τίς περιστάσεις (τά καθέκαστα) ύπό τίς όποίες έγινε ή πράξη. 1 99
"Αν, λοιπόν, εξαρτάται από μάς νά κάνουμε ή νά μή κάνουμε τό
καλό καί τό κακό, κι αυτό εϊπαμε δτι είναι τό ίδιο μέ τό νά είμαστε
καλοί ή κακοί, σέ μάς έπομένως έγκειται νά είμαστε σπουδαίοι ή ασή­
μαντοι. 2ΟΟ
Γιά τίς πράξεις μας είμαστε εμείς κύριοι (ύπεύθυνοι) από τήν αρ­
χή ως τό τέλος, επειδή γνωρίζουμε δλα τά καθέκαστα της εκτέλεσής
των, ενώ γιά τίς έξεις μας είμαστε ύπεύθυνοι μόνο γιά τήν αρχή τους,
γιατί τή οαθμιαία ανάπτυξή τους σ' δλα τά στάδια δέν μπορούμε νά
τήν παρακολουθήσουμε, δπως ακριοώς συμοαίνει μέ τίς αρρώστιες.
'Επειδή δμως ήταν στό χέρι μας νά διαμορφώσουμε τήν αρχή τους
δπως θέλαμε ετσι ή αλλιώς, γι' αυτό ακριοώς οΙ πράξεις μας είναι έ­
κούσιες (ελεύθερες). 20 1
Τό Χρέος καί τό Ή θος : Μεγαλόψυχος, δπως είναι γνωστό, θεωρείται
αυτός πού θεωρεί τόν έαυτό του άξιο γιά μεγάλα έργα, καί μάλιστα
νά είναι πράγματι άξιος γιατί δποιος νομίζει κάτι τέτοιο χωρίς νά τό
αξίζει είναι ηλίθιος, αλλά οέοαια κανείς ενάρετος άνθρωπος δέν είναι
ηλίθιος ούτε ανόητος. Αυτός, λοιπόν, είναι ό μεγαλόψυχος άνθρωπος.
Γιατί δποιος είναι Ικανός γιά μικρές πράξεις καί θεωρεί τόν έαυτό
to u ίκανό γι' αυτές, αυτός είναι μετριόφρων δέν είναι δμως μεγαλό­

ψυχος, γιατί ή μεγαλοψυχία έγκειται στό μέγεθος τών πράξεων, δπως


ακριοώς καί ή ώραιότητα φαίνεται στό μεγάλο ανάστημα, ενώ οΙ μι­
κρόσωμοι άνθρωποι μπορεί νά είναι κομψοί καί συμμετρικοί, δέν εί­
ναι δμως ώραίοι. Άντίθετα τώρα δποιος θεωρεί τόν έαυτό του Ικανό
γιά μεγάλες πράξεις ενώ είναι ανάξιος, αυτός είναι φαντασμένος. 'Ω­
στόσο δέν χαρακτηρίζουμε όπωσδήποτε φαντασμένο δποιον νομίζει
τόν έαυτό του Ικανό γιά μεγαλύτερες πράξεις από αυτές πού μπόρεσε
νά κάνει. 'Όποιος δμως νομίζει τόν έαυτό του Ικανό γιά μικρότερες
πράξεις από αυτές πού μπορεί νά κάνει αυτός είναι ταπεινόφρων, ά­
σχετα άν είναι πράγματι άξιος γιά μεγάλα fι κανονικά έργα ή γιά μι­
κρά, αφού αυτός θεωρεί τόν έαυτό του Ικανό γιά μικρότερα. 202
'Επιπλέον χαρακτηριστικά τού μεγαλόψυχου είναι νά μή επιδιώ­
κει πράγματα πού φέρνουν μέν τιμές τήν πρωτοοουλία δμως έχουν
άλλοι· επίσης νά είναι επιφυλακτικός καί φλεγματικός, εκτός άν πρό­
κειται γιά πράγματα πού συνεπάγονται μεγάλη αναγνώριση fι κάποια
εξαιρετική πράξη· αναλαμοάνει μόνο νά κάνει λίγα έργα, αλλά αυτά

1 82
νά εΙναι μεγάλα καί όνομαστά. Άναγκαστικά ενας τέτοιος χαρακτή­
ρας δπως ό μεγαλόψυχος, δέν μπορεί παρά νά εκδηλώνει φανερά τό
μίσος καί τά αΙσθήματα τής φιλίας, - γιατί ή απόκρυψη αυτών τών
αΙσθημάτων χαρακτηρίζει τόν ανθρωπο πού φοδάται, - καί ενδιαφέ­
ρεται γιά τήν αλήθεια περισσότερο παρά γιά τή γνώμη τών πολλών·
επιπλέον μιλάει καί ενεργεί φανερά, - μιλάει ελεύθερα γιατί ξέρει
δτι εΙναι ανώτερος, καί περιφρονεί τούς αλλους γι' αυτό εΙναι εΙλικρι­
νής, εκτός από τίς περιπτώσεις πού θέλει νά εΙρωνευθεί τούς ανθρώ­
πους. 'Επίσης δέν μπορεί νά συγχρωτίζεται μέ αλλους ανθρώπους
εξω από τούς φίλους του. 203
'Επειδή δμως στή ζωή ύπάρχει καί χρόνος γιά ανάπαυση καί Ρ'
αυτήν εχει τή θέση του ή διασκέδαση μέ τρόπο ευχάριστο, γι' αυτό πι­
στεύουμε δτι καί στήν περίπτωση αυτή ύπάρχει ενας ευπρεπής τρό­
πος συναναστροφής, δηλαδή τί πρέπει νά λέει κανείς καί πώς πρέπει
νά τό λέγει, καθώς επίσης καί τί ν' ακούει. 'Οπωσδήποτε ύπάρχει
διαφορά, αν θά μιλάει κανείς ή θ' ακούει στίς περιπτώσεις αυτές. εΙ­
ναι δέδαια προφανές δτι καί στίς περιπτώσεις αυτές ύπάρχει ύπερ60-
λή καί ελλειψη σέ σχέση μέ τό μέσο.... Αυτούς πού διασκεδάζουν μέ
ευπρέπεια κατά τό χρόνο τής ανάπαυσης τούς όνομάζουμε ευφυολό­
γους δηλαδή εύστροφους .. 'Ο ευτράπελος δμως ύποκύπτει στόν πει­
ρασμό νά προξενήσει τό γέλοιο καί δέν λυπάται ουτε τόν έαυτό του
ούτε τούς αλλους προκειμένου νά κάνει τή συντροφιά νά γελάσει. 204
Άν οΙ πολίτες δέν εΙναι ίσοι, τότε δέν θά εχουν επίσης ίσα μερί­
δια, αλλά από δώ ακριδώς αρχίζουν οΙ διαμάχες καί οΙ αντεγκλήσεις,
δταν δηλαδή εχουν ή νέμονται είτε ίσοι σχι ίσα είτε σχι ίσα οΙ ίσοι. 2Ο5
Ή αντεκδίκηση σέ πολλές περιπτώσεις δέ συμφωνεί μέ τή δικαι­
οσύνη. 'Εάν Π.χ. ενας δημόσιος λειτουργός, χτυπήσει κάποιον, δέν
πρέπει νά τού ανταποδώσουμε τό χτύπημα, καί αντίθετα: αν κάποιος
χτύπησε ενα όργανο τής εξουσίας, αυτός σχι μόνο πρέπει νά χτυπηθεί
αλλά καί νά τού έπιδληθεί ποινή. Πέρα απ' αυτό εχει μεγάλη διαφορά
αν μιά πράξη Εγινε εκ προθέσεως ή σχι. Άλλά δέδαια στίς σχέσεις
πού στηρίζονται στήν αμοιδαιότητα τό δίκαιο αυτό τής αντεκδίκησης
εχει μεγάλη Ισχύ, μέ τήν Εννοια δμως, τής αναλογίας καί όχι τής Ισό­
τητας γιατί ή αναλογική Ισχύ τού νόμου αυτού τής αντεκδίκησης εξα­
σφαλίζει τή σταθερότητα τής πόλεως. ΟΙ πολίτες δηλαδή ζητούν νά
ξεπληρώνεται τό κακό μέ τό κακό, διαφορετικά νομίζουν πώς δρί­
σκονται στήν κατάσταση τών δούλων, αν δέν μπορούν ν' ανταποδώ­
σουν τό κακό· ή ζητούν νά ανταποδίδουν τό καλό, κι αν δέν μπορούν,
δέν ύπάρχει αμοιδαιότητα' ακριδώς στήν αμοιδαιότητα στηρίζεται ή
συμδίωσή τους ... Αυτό εΙναι τό χαρακτηριστικό τής ευγνωμοσύνης,
1 83
δηλαδή δτι πρέπει νά ανταποδώσουμε τήν ύπηρεσία πού μας πρόσφε­
ρε κάποιος, καί τήν προσεχή φορά νά προσθάσουμε εμείς νά τόν εξυ­
πηρετήσουμε. 206
Γι' αυτό δλα δσα μπορούν νά ανταλλάσσονται πρέπει νά εΊναι
κατά κάποιο τρόπο συγκρίσιμα. Γι' αυτό τό σκοπό εχει γίνει απο­
δεκτό τό νόμισμα, πού από μιά άποψη αποτελεί μιά ενδιάμεση αξία.
Γιατί δλα μετριούνται σύμφωνα μ' αυτό, έπομένως καί δ,τι είναι ύ­
περοολικό καί δ,τι εΊναι λίγο, πόσα παπούτσια π.χ. χρειάζεται μιά οΙ­
κογένεια η πόσα τρόφιμα. Πρέπει, λοιπόν, aτή διαφορά πού ύπάρχει
ανάμεσα στό χτίστη καί στόν τσαγκάρη νά αντιστοιχεί καί ό αριθμός
τών παπουτσιών καί τών τρorρίμων πού χρειάζεται ενα σπίτι, δηλ. ό
ενας χρειάζεται περισσότερα παπούτσια καί ό άλλος περισσότερη
τροφή. Γιατί χωρίς αυτή τήν αναλογία, δέν μπορεί νά ύπάρξει ούτε
συναλλαγή ούτε συμΟίωση· καί αυτά δέδαια θά μπορούσαν νά ύπάρ­
ξουν μόνο άν θά επικρατούσε μιά όρισμένη Ισότητα. 'Επομένως πρέ­
πει, δπως είπαμε πρίν, νά ύπάρχει ενα κάποιο μέτρο μέ τό όποίο θά
μετριούνται δλα. Αυτό εΊναι στήν πραγματικότητα ή ανάγκη πού
συγκρατεί τά πάντα στήν κοινωνία· γιατί άν οΙ άνθρωποι δέν εΊχαν
καμιά ανάγκη η δέν εΊχαν κατά τόν ίδιο τρόπο ανάγκες, τότε δέ θά
μπορούσε νά ύπάρξει καμιά ανταλλαγή η άν θά ύπήρχε θά ήταν άνι­
ση. 'Ως ανταλλάξιμο τής ανάγκης Εχει γίνει τό νόμισμα καί μάλιστα
μέ κοινή συναίνεση. 207
Μερικοί νομίζουν δτι τέτοιο εΊναι δλο τό δίκαιο, δηλ. θετό, γιατί
δλα τά φυσικά πράγματα εΊναι αμετάδλητα καί παντού εχουν τήν ίδια
επίδραση . . . , ενώ ή αντίληψη γιά τό δίκαιο δλέπουν δτι συνεχώς αλλά­
ζει. Αυτό δμως δέν εΊναι όρθό η τουλάχιστον εΊναι εν μέρει μόνο
όρθό. Γιά δσα αφορούν τούς θεούς δέδαια ίσως ύπάρχει κάποια στα­
θερότητα, στούς ανθρώπους δμως ύπάρχει δέδαια κάτι πού εΊναι φυ­
σικό, αλλά δλα ύπόκεινται aτή μεταδολή . 'Ωστόσο ύπάρχει διάκριση
γιά πράγματα πού είναι φυσικά καί άλλα πού δέν εΊναι. Ποιό δμως
από τά πράγματα πού ύπόκεινται σέ αλλαγή εΊναι δίκαιο από τή φύ­
ση καί ποιό όχι, αλλά είναι αποτέλεσμα νόμου καί κοινής συναινέ­
σεως, άν καί τά δύο αυτά αλλάζουν, αυτό εΊναι προφανές . . . Μέ τά δί­
καια πού οασίζονται στό νόμο καί στό συμφέρον συμδαίνει τό ίδιο δ­
πως στίς μονάδες μετρήσεως. Δηλαδή τά μέτρα γιά τά κρασιά καί γιά
τά δημητριακά δέν είναι παντού τά ίδια, αλλά εκεί δπου αγοράζει
κανείς αυτά τά προϊόντα εΊναι μεγαλύτερα, εκεί δμως δπου τά που­
λάει μικρότερα. 208
Τρία είναι τά πράγματα γιά τά όποία αγαπούν καί κάνουν φιλίες
οΙ άνθρωποι: τό καλό, τό ευχάριστο καί τό ωφέλιμο. Τήν αγάπη πού
1 84
-
εχσυμε στά αψυχα πράγματα σέσαια δέν τή λέμε φιλία, γιατί δέν
ύπάρχει ανταπόκριση aτή φιλία συτε επιθυμία γιά τό καλό τσύ αλλου
μέρσυς. Θά ήταν δηλαδή γελσίο νά ευχόμαστε στό κρασί κάτι καλό'
μά αν πρόκειται νά εκφράσσυμε καμιά ευχή στήν περίπτωση αυτή, θά
ζητσύσαμε μόνΟ' νά διατηρείται καλά, γιά νά τό έχσυμε εμείς οΙ Ιδισι.
Στό φίλΟ' δμως πρέπει, καθώς λένε, νά ευχόμαστε τό καλό γι' αυτόν
τόν ίδιο. 2 09
Γιά νά γεννηθεί μιά ευγενική καί μεγάλη φιλία χρειάζεται ακόμη
χρόνο καί α μοισαία συνήθεια ( εμπιστοσύνη). Γιατί, δπως λέει καί ή
παρσιμία, δέν εΙναι δυνατό νά γνωρισθσύν σΙ ανθρωπσι καλά μεταξύ
τσυς πρστσύ νά φάνε μαζί ψωμί κι άλάτι.21Ο
Τό δτι δλσ γενικά σΙ ανθρωπσι επιδιώκσυν τήν ήδσνή, θά μπσ­
ρσύσε κανείς νά νομίσει δτι συμσαίνει αυτό, επειδή ολσι ανεξαίρετα
αγαπσύν τή ζωή. Ή ζωή δμως εΙναι μιά όρισμένη δραστηριότητα καί
καθένας αναπτύσσει τή δραστηριότητά του στήν περιοχή καί σ' εκεί­
να πσύ τσύ αρέσσυν περισσότερο. Π.χ. ό μουσικός μέ τήν ακοή γιά νά
κατακτήσει τίς μελωδίες, ό φιλσμαθής μέ τή δύναμη τού νσύ τσυ τά
επιστημσνικά πρσσλήματα, τό ιδιο συμσαίνει καί στίς αλλες εΙδικότη­
τες. Ή ήδσνή δμως όλσκληρώνει τίς δραστηριότητες τού ανθρώπσυ
καί τή ζωή σέσαια πού επιθυμεί κανείς. ΕΙναι, λοιπόν, κατανοητό, αν
σΙ ανθρωπσι αγαπσύν τήν ήδσνή, γιατί όλοκληρώνει τή ζωή τσύ καθε­
νός, αυτή πσύ καί καθαυτή αξίζει - τό ερώτημα, αν επιλέγουμε τή
ζωή γιά χάρη τής ήδσνής ή τήν ήδονή γιά χάρη τής ζωής, πρός τό πα­
ρόν ας τό αφήσσυμε, γιατί αυτά τά δύΟ' εΙναι, φαίνεται, τόσο στενά
δεμένα μεταξύ τσυς, πσύ δέ γίνεται νά τά χωρίσσυμε. Άλλά σέσαια
χωρίς δραστηριότητα δέν ύπάρχει ήδσνή καί κάθε δραστηριqτητα τήν
όλσκληρώνει ή ήδονή . 2 \ \
Ή ένέργεια τσύ νσύ, ώ ς εκφραση τής θεωρητικής του δυνάμεως,
χαρακτηρίζεται πρσφανώς από τή σπσυδαιότητά της καί δέν επιδιώ­
κει κανέναν αλλσ σκοπό έξω από αυτήν, επιπλέον συνοδεύεται από
τήν οΙκεία σ' αυτήν ήδσνή, πσύ από τήν πλευρά της σσηθεί τήν επαύ­
ξηση τής ένέργειας τσύ νού. Έτσι, λοιπόν, φαίνεται νά ύπάρχσυν δλα
σ' αυτή τήν ένέργεια τσύ νσύ, ή ανεξαρτησία, ή ανάπαυση καί ή ακα­
τάσλητη δύναμη, οσο εΙναι δυνατό αυτό, καί δλα δσα πρσσγράφουμε
σ' εναν ευτυχισμένΟ' ανθρωπο. Αυτή, λσιπόν, θά �oρoύσε νά ήταν ή
ϋψιστη ευτυχία τόύ ανθρώπου, αν διαρκσύσε όλόκληρη τή ζωή, γιατί
σέσαια από τήν ευτυχία δέν επιτρέπεται νά λείπει τίποτε. Άλλά μιά
τέτσια ζωή θά ήταν ασφαλώς ανώτερη από τόν ανθρωπο, καί δέν
μπσρεί σέσαια νά τήν ζήσει δσο εΙναι ανθρωπος, παρά μόνΟ' έφόσον
εχει μέσα του κάτι τό θε"ίκό. Καί δσσ αυτό τό θεϊκό στοιχείο ύπερτε-
1 85
Προτομl; τού Άριστοτελη. Εθν. Άρχ. Μουσείο Ά θηνών, .

1 86
ρ εί aτή σύνθετη ούσία τού άνθρώπου, τόσο άνώτερη εΙναι καί ή δρα­
στηριότητά του άπό τή δύναμη των άλλων άρετων.
Άν, λοιπόν, 6 νούς σέ σχέση μέ τόν άνθρωπο εΙναι κάτι θεϊκό,
τότε καί ή σύμφωνη μ' αύτόν ζωή εΙναι θεϊκή σέ σχέση πρός τή
συνηθισμένη άνθρώπινη ζωή. Έπομένως δέν πρέπει νά πιστεύουμε
δσους (ποιητές) προτρέπουν νά άρκούμαστε στά άνθρώπινα, επ ειδή
είμαστε άνθρωποι, καί ούτε 6 θνητός νά σκέφτεται σάν θνητός, άλλά
πρέπ ει, δσο μάς εΙναι δυνατό, νά πλησιάζουμε τήν άθανασία καί νά
κάνουμε τά πάντα, γιά νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό καλύτερο στοιχείο
πού ύπάρχει μέσα μας. Γιατί, μολονότι εΙναι μικρό στό μέγεθος (6
νούς δηλ.), aτή δύναμη καί στήν άξία ύπερέχε ι πολύ άπό δλα τά άλλα.
στοιχεία μέσα μας. Θά μπορούσε κανείς μάλιστα νά Ισχυρισθ εί πώς
σ' αύτό Εγκε ιται ή ούσία τού άνθρώπου, άφού αύτό άποτελεί τό κύριο
καί τό καλύτερο στοιχείο τής φύσεώς μας. Θά ήταν, λοιπόν, παράλο­
γο, άν κανείς δέν ήθελε νά επιλέξει γιά τή δική του τή ζωή άλλά γιά
τή ζωή ένός άλλου. Καί αυτό πού είπαμε πρωτύτερα άρμόζε ι καί δω,
δηλαδή αυτό πού εΙναι οΙκείο aτή φύση τού καθενός, αύτό εΙναι τό
άριστο καί τό πιό ευχάριστο γιά τόν καθένα. 'Επομένως γιά τόν άν­
θρωπο αυτό εΙναι ή σύμφωνη μέ τό πνεύμα ζωή, έφόσον σύμφωνα μ'
αυτό άποτιμάται κατ' έξοχήν 6 άνθρωπος. Αύτή, λοιπόν, ή ζωή εΙναι
ή καθαυτό εύτυχισμένη. 2 1 2

1 87
Η Ε ΥΤΥ Χ Ι ΣΜ ΕΝΗ Σ ΥΜΒΙΩΣΗ

Γιά τήν Ή θ ική ό Άριστοτέλης ύποστηρίζει δτι άνή κει στήν


σημαντικότερη καί άνώτερη άπό όλες τίς έπιστήμες, τήν πολιτική.
Αύτή τή σκέψη τή θεμελιώνει στό γεγονός δτι ό όνθρωπος είναι
άπό τή φ ύση του πολιτικό όν. 2 1 3 "Αν οί είσηγήσεις γιά τό τόσο
μικρό σέ δγκο άλλά κυ ρίαρχο γιά τήν άνθρώπινη εύτυχία θε"ίκό
στοιχείο μΌς φeρ νουν στή μνήμη μερικούς στοχασμούς (pensees)
τού Πασκάλ, αύτό δέν ίσχύει πιά έδώ. Ό Άριστοτέλης έπαιρνε έξ
'ί σου στά σο Βαρά τήν κοινωνική καί πολιτική φύση τού άνθρώπου
όπως καί τήν πνευ ματική του . Τό δτι αύτό δέν ήταν εύ κολο νά
έπιτευχθεί, τό δείχνει ό άκόλουθος στοχασμός τού Πασκάλ:
« Φαντάζεται κανείς τόν Πλάτωνα καί τόν Άριστοτέλη μόνο μέ
τόν έπίση μο μανδύα τού δασκάλου . Ήταν εύπατρίδες, πού δπως
ο ί όλλοι όνθρωποι γελούσαν μέ τούς φίλους τους' καί δταν γιά νά
δ ιασκεδάσουν έφτιαχναν τούς νόμους τους καί τήν πολιτική
του ς , αύτό δέν ήταν γι' αύτούς παρά μόνο ένα παιχνίδι' ήταν τό
λιγότερο φιλοσοφικό καί τό λιγότερο σοβαρό τμήμα τής ζωής
τους' τό φ ιλοσοφικότερο ήταν νά ζούν άπλά καί ηρεμα. 'Όταν
έγραφαν γιά τήν πολιτική , ήταν σάν νά τό έκαναν γιά νά βάλουν
τάξη σ ' ένα τρελλοκομείο· καί δταν φαινομενικά μιλούσαν γι' αύ­
τήν σάν νά ήταν μεγάλη ύπόθεση, αύτό γινόταν μόνο έπειδή ηξε­
ραν, δτι οί τρελλοί στούς όποίους μιλούσαν πίστευαν πώς ήταν
βασιλιάδες καί αύτοκράτορες. Άποδέχονταν τίς άρχές τους γιά
νά κάνουν δσο γινόταν πιό άβλαβή τήν τρέλλα τους .. .

1 89
Έδώ ό Πασκάλ φαίνεται πώς μετέφερε δδικα τή δική του
εχθρα έναντίον τών αύλικών στούς 'Έλληνες φιλοσόφους. 'Όπως
ό Άριστοτέλης επαιρνε στά σοβαρά τήν πλατωνική θεωρία περί
ίδεών καί περί ψυχής πού καταπολεμούσε, ετσι διαθέτει καί τή
μεγαλύτερη φροντίδα καί γιά νά μελετήσει διεξοδικά τά ύπέρ καί
τά κατά τής πλατωνικής πολιτικής ούτοπίας :
Ό Σωκράτης στην « Πολιτεία» τού Πλάτωνα λέγει, δτι πρέπει νά
εΙναι κοινά οΙ γυναίκες, τά παιδιά καί δλη ή περιουσία, Τί εΙναι,
λοιπόν, καλύτερο, δπως έχουν τώρα τά πράγματα η αυτό πού στην
« Πολιτεία» τού Πλάτωνα καθορίζεται ώς νόμος; Άλλά ή γνώμη νά
εΙναι οΙ γυναίκες κοινές γιά δλους παρουσιάζει πολλές άλλες δυσκο­
λίες, Ιδιαίτερα δμως ό λόγος γιά τόν όποίο ό Σωκράτης ύποστηρίζει
δτι πρέπει νά γίνει νόμος αυτό, δέ φαίνεται νά προκύπτει από τά
επιχειρήματά του. 'Επιπλέον φαίνεται αδύνατον νά επιτευχθεί καί ό
σκοπός, πού κατά τούς Ισχυρισμούς του πρέπει νά επιδ ιώκει ή πόλη,
δπως αμέσως πρίν Εχουμε πεί, πώς δμως πρέπει νά γίνει ή δ ιανομή
τών κοινών πραγμάτων, γι' αυτό δέν εχει καθορίσει τίποτε, Μ' αυτό
εννοώ τήν <'iπoψη τού Σωκράτη, δτι μιά Ιδανική πόλη πρέπει νά σχη­
ματίζει κατά τό δυνατόν μιά ένότητα, γιατί ό Σωκράτη ς αυτή τήν
προϋπόθεση τή θεωρεί δεδομένη, Καί δμως εΙναι φανερό, δτι μιά
πολιτεία δσο προχωρεί πρός μιά ένότητα θά καταλήξει νά μήν εΙναι
δ ιόλου πολιτεία, γιατί δέδαια μιά πολιτεία εΙναι από τή φύση της
πολλαπλότητα, 2 14
'Όχι μόνο ή φύση τού κράτους φαίνεται στόν Άριστοτέλη
άσυ μβίβαστη μέ τήν κοινοκτημοσύνη τής πλατωνικης ούτοπίας.
Ό λόγος γιά τόν όποίο πρόκειται γιά ουτοπία δέν έγκειται μόνο aτό
μειονέκτημα τής κοινοκτημοσύνης, αλλά καί aτήν ανθρώπινη κακία'
γιατί δλέπουμε δτι άνθρωποι πού εχουν ενα πράγμα κοινό καί συμ­
μετέχουν δλοι μαζί σέ κάτι δ ιαπληκτίζονται περισσότερο από εκεί­
νους πού εχουν καθένας τή δ ική του περιουσία. 21 5
Ό Άριστοτέλης κι έδώ δέ φιλοσοφεί μέσα όπό έλεφάντινο
πύ ργο . Σκέφτεται τό πολίτευμα της Λακεδαίμονας, τής Κρήτης,
τής Καρχηδόνας , τής Άθήνας. Σκέφτεται τήν άναπόδραστα έπι­
κείμενη άνανέωση τού έλληνικού πολιτεύματος. "Αν τή δούμε άπ'
αύτό τό ρεαλιστικό πολιτικό βάθος, ή κριτική της πλατωνικης πο­
λιτείας άποκτό μιά νέα διάσταση : Δέν επιτρέπεται επίση ς νά αγνο­
ούμε καί τούτο, πρέπει δηλαδή νά προσέχουμε δτι κατά τό μακρό
παρελθόν καί aτά τόσα πολλά χρόνια πού πέρασαν, δέν θά περνούσε
απαρατήρητο, άν πράγματι τέτοιες πoλΙΤΙK�ς ρυθμίσεις εΙχαν κάτι
καλό. Γ ιατί οΙ άνθρωποι Εχουν σχεδόν εξεύρει δλες τίς δυνατότητες,
1 90
αλλά άλλες απ' αυτές δέν έχουν συγκεντρωθεί καί διασωθεί, καί άλ­
λες δέν τίς πραγματοποιούν, μολονότι τίς ξέρουν. Τό πράγμα θά γινό­
ταν σαφέστατο, αν θά μπορούσε κανείς νά δεί μιά φορά στην πράξη
μιά τέτοια πολιτεία πραγματοποιούμενη. 216
Τό δτι ό 'Αριστοτέλης δέν παρασύρεται σάν άμέτοχος θεατής
σέ φτηνές συ μβουλές, άλλά θεωρεί τήν πολιτική σάν τελείωση -
τουλάχιστον άπό μία αποψη - της ήθικης, φαίνεται καθαρά άπό
έ ντελώς άντιπλατωνικές θέσεις δπως ή άκόλουθη : ΟΙ λαοί πού
κατοικούν στίς ψυχρές περιοχές καί στην Ευρώπη, έχουν δέδαια με­
γάλο θάρρος, μειονεκτούν δμως στην πνευματική καί καλλιτεχνική
Ικανότητα, γι' αυτό ακριδώς διατηρούν μέ τήν ελευθερία τους εύκο­
λότερα, δέν μπορούν δμως νά σχηματίσουν πολιτικές κοινότητες καί
νά εξουσιάσουν τούς γειτονικούς λαούς. 'Αντίθετα οΙ ασιατικοί λαοί
εΙναι μέν προικισμένοι μέ διανοητικά καί καλλιτεχνικά χαρίσματα,
τούς λείπει δμως τό θάρρος, γι' αύτό ακριδώς ζούν διαρκώς στην
κατάσταση ύποτελείας καί δουλείας. Τό γένος τών Έλλήνων δμως
συμμετέχει στά προτερήματα καί τών δύο αυτών όμάδων, δπως αλλω­
στε κατέχει τό μέσο καί από τήν αποψη τού κλίματος. Ειναι πράγματι
προικισμένο μέ θάρρος καί έχει συγχρόνως μεγάλες διανοητικές Ικα­
νότητες. Γι' αυτό ακριδώς καί ζεί διαρκώς ελεύθερο καί έχει τήν
καλύτερη πολιτική κοινωνία· θά μπορούσε μάλιστα νά κυριαρχήσει σ'
όλους τούς λαούς, αν σχημάτιζε ενα ένιαίο κράτος. 217
'"Όπως στήν ήθική έτσι καί στήν πολιτική, τά γεγονότα καί οί
κανόνες είναι άλληλένδετα. Ό 'Αριστοτέλης ρωτάει γιά τήν ούσία
καί τή φ ύση τού κράτους. Ή θεωρία της μεσότητος άνάμεσα σέ
ά κραίες δυνατότητες, πού έπακόλουθό τους έχουν μιά ποιοτική
κατάmωση , είναι ίδιαίτερα άποδοηκή καί στήν έπιστήμη της εύ­
τυχισμένης συ μβίωσης : 'Επειδή, λοιπόν, ό σκοπός κάθε «πρακτι­
κής» επιστήμης καί τέχνης εΙναι τό καλό, τό μεγαλύτερο δμως καλό
έχει ώς σκοπό της ή κατ' εξοχήν σπουδαιρτερη από δλες τίς «πρακτι­
κές» τέχνες τού ανθρώπου, καί αυτή δέδαια εΙναι ή πολιτική' πολιτι­
κό αγαθό όμως εΙναι τό δίκαιο, καί αυτό πάλι εΙναι δ,ΤΙ συμφέρει
γενικά σ' δλους τούς πολίτες, Τό δίκαιο επίσης φαίνεται πώς σημαίνει
κατά κάποιο τρόπο τήν Ισότητα δλων τών πολιτών.218
'"Όπως στήν ήθική , έντυπωσιάζει ή συνένωση άνεξάρτητων
άπόψεων καί συστηματικών θέσεων. Τό δη ό σκοπός θά καθορί­
σει τή μορφή , αύτό δέ χρειάζεται άπόδειξη : Πρώτα-πρώτα, λοιπόν,
πρέπει νά θέσουμε τό δασικό ερώτημα, γιά ποιό σκοπό έχει συσταθεί
τό κράτος, καί πόσα είδη εξουσίας ύπάρχουν γιά τόν άνθρωπο χωρι­
στά καί γιά τήν κοινή ζωή τών ανθρώπων. Ήδη aτά πρώτα κεφάλαια,
191
δπου εγινε λόγος γιά τή διοίκηση τού οίκου καί τήν εξουσία τού οΙκο­
δεσπότη, είπαμε δτι ό άνθρωπος εΙναι άπό τή φύση του ενα ον Ικανό
νά δημιουργεί κοινωνία' γι' αυτό οΙ άνθρωποι δέν παύουν νά επιδιώ­
κουν α κατάπαυστα τή συμοίωση, ακόμα καί δταν δέν χρειάζονται
διόλου ό ενας τή οοήθεια τού άλλου' εννοείται οέοαια δτι καί τό
κοινό συμφέρον ένώνει τούς ανθρώπους, καθόσον επιοάλλει τήν
προσφορά τού καθενός γιά τή οελτίωση της ζωής. Αυτός, λοιπόν,
εΙναι ό υψιστος σκοπός της πολιτείας καί γιά τήν κοινότητα όλόκλη­
ρη καί γιά τόν καθένα πολίτη χωριστά. Ένώνονται δμως οΙ άνθρωποι
καί γιά χάρη τη ς ίδιας τής ζωής καί δημιουργούν τή συνοχή της πολι­
τ ικής κοινότη τας. Γιατ ί στήν ίδια τη ζωή καθαυτή ίσως ύπάρχει ενα
μέρος άπό τό ώραίο, άν οέοαια στή ζωή μας δέν περισσεύουν τά
Οάσανα. 219
Ο ί μορφές τής συμβίωσης ώθούν τόν Άριστοτέλη νά σκεφθεί
ενα είδος μεταφυσικού όμοσπονδιακού συστή ματος : έκείνο πού
θά πρέπει νά συμβιβάζεται είναι οί φύσε ι ς. Γι' αύτό περιγράφει
καί σκέφτεται διεξοδικά πάνω στά προβλήματα τού γάμου, τού
νοικοκυριο ύ , τής δουλείας, τών διαφόρων πολιτευ μάτων (βασι­
λεία, άριστο κρατία καί «πολιτεία " , πού σάν παρεκβάσεις τους ά­
ναφέρονται ή τυ ραννίδα, ή όλιγαρχία καί ή δημοκρατία). Δέν πα­
ραλείπει έπίσης νά έρευνήσει τή γένεση, τήν άλλαγή καί τήν
παρακμή τών διάφορων πολιτευ μάτων. Ή δολοφονία τού Φιλίπ­
που τής Μακεδονίας, πού ποτέ δέν διαλευκάνθηκε έντελώς , έδι­
νε στό πρόβλημα τής τυ ραννοκτονίας μιά όχι άκίνδυνη πραγμα­
τικότητα.
Ή πολιτική δείχνει, όσο καν ενας όλλΟς τομέας τής άριστοτε­
λικης σκέψης, πώς ό φιλόσοφος συνδέει τή θεωρία τής αίτιότη­
τας μέ τόν ασβηστο πόθο του γιά τήν διερεύνηση τών γεγονότων,
πώς καταφέρνει ταυτόχρονα νά άσκεί τήν κριτική μιας ούτοπίας
καί νά σχεδιάζει ενα ίδανικό πρότυπο, τέλος πόσο πολύ ένδιαφέ­
ρεται νά μετρήσει τίς έπινοήσεις του μέ τό διπλό μέτρο τής όντο­
λογίας καί της συστηματικής έμπειρίας. "Αν άφήνει τήν ήθική νά
καταλήγει στήν πολιτική, δέν ξεχνάει όμως καθόλου νά έξαρτή­
σει τήν πολιτική όρετή όπό τήν ή θική έντιμότητα. Άκόμα καί στά
τελευταία μέρη τών Πολιτικών κυριαρχεί ή μέριμνα γιά τή σχέση
τού κράτους πρός τούς πολίτες. Ό Άριστοτέλης διαισθάνεται
τόν κίνδυνο πού όπειλεί τούς όνθρώπους όπό τήν πλευρά ένός
κράτους, όταν ή ένότητά του δέν κατανοείται πιά όνάλογα πρός
τούς πολίτες : 'Όταν τό κράτος βλέπει τόν έαυτό του έτσι ωστε ή
τελείωσή του νά καταργεί τήν ποικιλία τών όνθρώπων, τότε αύτο-
1 92
καταστρέφεται, αφ Ο ύ από τή φύ ση του πρέπει να είναι ένό τητα
διαφερόντων.

Αριστοτέί.ης , JraAIKO όρειχαλκινο α ναγί.υφο , τού 148ΙJ μΧ. ( Μουσείο τού braun­
sohweig)
Π έ ρα όπ' αύτό, τό παράδειγμα τού κράτους είναι σέ ίδιαίτερο
βαθμό κατάλληλο, γιά νά μάς προειδοποιήσει έντονα ό φιλόσο­
φος, νά μήν άναμίξου με όστόχαστα καί βάναυσα τήν έννοια τής
φύσεως στή συζήτηση , ε'ίτε , όπως στόν Σάρτρ, γιά νά όνατραπεί
τό ύποτιθέ μενο αύτό ίερό θυσιαστήριο, ε'ίτε γιά νά όποφεύγονται
τά δραματικά έρωτηματικά καί νά λύνονται μονομιάς οί γόρδιοι
δεσμοί, πράγμα πού τό έκανε βέβαια ό Μέγας Άλέξανδρος, όχι
όμως καί ό παιδαγωγός του ό Άριστοτέλης.
'Ένα κείμενο όπό τά τελευταία κεφάλαια τών .. Πολιτικών» θά
δείξει τή σύνδεση τής θεωρίας μέ τήν παρατήρηση :
Σ' όλες τίς κοινωνίες ύπάρχουν τρείς τάξεις πολιτών: οΙ πολύ
πλούσιοι, οΙ πολύ φτωχοί καί όσοι ορίσκονται οΙκονομικά ανάμεσα σ'
αυτά τά δύο ακρα. 'Αφού, λοιπόν, δεχόμαστε ότι τό μέτριο καί τό
μέσο εΙναι τό καλύτερο σέ κάθε πράγμα, εΙναι προφανές πώς καί ή
σύμμετρη κατοχή αγαθών εΙναι ή καλύτερη aπό όλες τίς περιπτώσεις,
γιατί στήν περίπτωση αυτή ύπόκειται ευκολότερα στήν πειθαρχία τού
λογικού' αντίθετα εΙναι δύσκολο νά ύποταχθεί κανείς aτή λογική,
όταν εΙναι σέ ύπεροολικό οαθμό ώραίος ή Ισχυρός ή ευγενής ή πλού­
,
σιος, η τά αντίθετα aπ αυτά, δηλαδή ύπεροολικά φτωχός η ασθενι­
κός η έντελώς ασημος. οι πρώτοι δηλαδή γίνονται ευκολότερα αλα­
ζόνες καί μεγαλοαπατεώνες, ένώ οΙ δεύτεροι συχνά πανούργοι καί μι­
κροαπατεώνες, καί τά αδικήματα, ώς γνωστόν, άλλα διαπράττονται
από αλαζονεία καί άλλα aπό κακοήθεια. 'Επιπλέον οΙ ανθρωποι αυ­
τοί εΙναι αρχομανείς καί θεσιθήL,ες - καί τά δύο αυτά ζημιώνουν τίς
κοινωνίες. Πέρα aπ , αυτά οΙ άνθρωποι πού εχουν σέ ύπεροολικό
οαθμό αγαθά, είτε δύναμη εΙναι αυτά είτε πλούτος είτε φίλοι είτε
όποιοδήποτε αλλο, δέ θέλουν ούτε νά πειθαρχούν σέ μιά αρχή αλλά
ούτε καί ξέρουν νά πειθαρχούν, - γιατί αυτή τή στάση τήν εχουν
κληρονομήσει από τό σπίτι τους, aπό τήν παιδική ήλικία' επειδή
μάλιστα εΙναι κακοαναθρεμμένοι ούτε στά σχολεία συνηθίζουν νά
πειθαρχούν. -
'Όσοι όμως στερούνται σέ ύπεροολικό οαθμό αυτά τά αγαθά, αυτοί
εΙναι πολύ καΤΓ'πιεσμένοι. Έτσι, λοιπόν, οΙ μέν ύπεροολικά φτωχοί
δέν ξέρουν νά ασκούν καμιά εξουσία, αλλά μόνο νά ύπακούουν καί
μάλιστα μέ τρόπο δουλικό, ένώ οΙ άλλοι δέν πειθαρχούν σέ καμιά
εξουσία καί οΙ ίδιοι μπορούν ν' ασκήσουν μόνο δεσποτική εξουσία.
Έτσι θά γινόταν μιά κοινωνία δούλων ή τυράννων, (όχι όμως ελεύ­
θερων πολιτών), δπου οΙ φτωχοί θά φθονούν καί οΙ πλούσιοι θά περι­
φρονούν. Μιά τέτοια κατάσταση aπέχει πάρα πολύ από τή φιλία καί
τήν επικοινωνία πού πρέπει νά συνδέει τά μέλη μιάς κοινότητας,
1 94
για1Οί ή ανθρώπινη κοινότητα συνδέεται μέ δεσμούς φιλίας τών ι-ελών
της - μέ τούς εχθρούς του δέ θάθελε κανείς ούτε στόν ίδιο δρόμο νά
Οαδ ίζει . 22Ο
Πόσο βλέπει ό ·Αριστοτέλης νά άπειλείται ό «λόγος» του κρά­
τους πρός τή φύση του κράτους, φωτίζεται καί όπό τό στι γι'
αύτόν οϋτε ή άστυνομία οϋτε τό πολίτευμα δέν έξασφαλίζουν μέ
άποφασιστικό τρόπο τήν ϋπαρξη του κράτους: Σπουδαιότερο δμως
από δλα δσα έχουμε πεϊ (δηλ. δτι οΙ δημόσιοι ύπάλληλοι δέν πρέπει
νά παίρνουν αμοιοή) γιά τή σταθερότητα τού πολιτεύματος εΙναι αύ ­
τό πού ως τώρα δλοι τό παραμελούν, δηλ. ή εκπαίδευση σύμφωνα μέ
τό πνεύμα τού πολιτεύματος. 22 1
Ή τελολογική σκέψη όδήγησε τόν Άριστοτέλη σέ μιά διορα­
τική καί πολύ ίσόρροπη παιδαγωγική , στήν όποία μπορεί νά έντά­
ξει τίς πλατωνικές άπόψεις, χωρίς νά συμμερίζεται τήν βασική
τους άρχή , δηλαδή τήν άνάμνηση μιάς παλαιότερης καί άνώτερης
ϋπαρξης. Περιγράφει διεξοδικά τή λειτουργία τής μουσικής καί
τής γυμναστικής στή γενική έκπαίδευση του πολίτη . Τή φιλοσο­
φ ία του γιά τήν τέχνη τήν ένσωματώνει στήν πολιτική καί στήν
παιδαγωγική . Πόσο δυσχερής είναι αύτή ή προσπάθεια, μάς τό
εχει διδάξει ή ίστορία · πόση παρανόηση τής όριστοτελικής φιλο­
σοφίας κρύβεται πίσω άπό τήν κρατική έπέμβαση στίς είκαστικές
τέχνες, θά έπισημαν,θεί μέ μιά μόνο φράση , στήν όποία ή όριστο­
τελική πρόθεση μεταφράζεται σέ πιό σύγχρονη γλώσσα : Ή τέχνη
δέν είναι καλή , έπειδή καί σταν ύπηρετεί τό κράτος , άλλά ή τέχνη
ύπηρετεί τό κράτος σταν είναι καλή .

1 95
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ

Δέν εχουμε κανένα κείμενο του Άριστοτέλη γιά τίς ε ίκαστι­


κές τέχνες. Τό δτι χαιρόταν τήν όνθιση της άθηνα"ίκης τέχνης καί
σκεφτόταν γι' αύτήν, τό μαρτυ ρουν δυό ομάδες αποδείξεων πού
ε ίναι σκορπισμένες σ' όλόκληρο τό εργο του . Άφενός είναι οί
παρατηρήσεις του γιά τή ζωγραφική πού αντηχουν σάν πολύ προ­
σωπικές : Πάντοτε ό καλλιτέχνης λογοδοτεί, άπό τί καί γιά ποιό
σκοπό πχ ζωγράφισε κάτι. 222 Ό Άριστοτέλης έπικαλειται πάντο­
τε τήν έ μπειρία, δταν μιλάει μ' αύτό τόν τόνο. Άρκετά συχνά λέει
μέ ε μφαση : 'Απόδειξη γι ' αύτό (δηλ. γιά τήν ίδιάζουσα εύχαρίστη­
ση πού νιώθει ό όνθρωπος μέ τή μίμηση) είναι αύτό πού μας
συμβαίνει μέ τά καλλιτεχνικά εργα (κυρίως της ζωγραφ ικης) . Δη­
λαδή όσα πράγματα τά βλέπουμε στήν πραγματικότητα μέ δυσαρέ­
σκεια, όταν παρατηρούμε τήν άκριβή άπεικόνισή τους στά εργα
τής ζωγραφικής νιώθουμε εύχαρίστηση, όπως πχ τίς εΙκόνες τών
πιό όσχημων ζώων καί τών νεκρών. Ό λόγος γι ' αύτό είναι ότι
ή γνώση δέν δίνει μόνο στούς φιλοσόφους μέγιστη εύχαρίστη­
ση, άλλά τό ϊδιο Ισχύει καί γιά τούς όλλους άνθρώπους, μέ τη
διαφορά ότι αύτοί γεύονται αύτή τήν εύχαρίστηση γιά μικρό μόνο
χρονικό διάστημα . 223
Δέν μπορει νά είναι μόνο ή μιμητική απόδοση αύτό πού μας
ε ύ χαριστει, άλλά είναι άκριβώς καί ή έπεξεργασία τής εΙκόνας, τά
χρώματα Γι μιά όλλη παρόμοια αΙτία. 224 Παρόλο πού είναι πρόθυ­
μος νά παραχωρήσε ι τή μεγαλύτερη έλευθερία στόν καλλιτέχνη

197
στά πλαίσια μιάς δημιουργικής μίμησης, καί πιστεύει δτι είναι κα­
λύτερα νά βάλει κανείς κέρατα σέ ενα θηλυκό ελάφι παρά νά
ζωγραφίσει ασχημα τά κέρατα ενός άρσενικού , μπλεκεται σέ επί­
καιρες συζητήσεις καί παρατηρεί πχ δτι : οΙ νέοι δέν πρέπει νά
ολέπουν τά εργα (ζωγραφικής) τού Παύσωνος (πιθανόν πρόκειται
γιά εναν σκιτσογράφο τού πρώτου μισού τού 4ου αι. π.χ.), αλλά τού
Πολύγνωτου η αλλων ζωγράφων η γλυπτών , πού τά εργα τους εχουν
ηθικό χαρακτήρα. 225
Οί αλλες άποδείξεις είναι πολυάριθμες. Ό Άριστοτέλης εχει ,
πάντοτε ετοιμα δυό παραδείγματα: τό γλύmη καί τό γιατρό , Μέ τί
αλλο θά μπορούσε νά καταδείξει ώραιότερα τί εννοεί στήν πραγ­
ματικότητα, δταν μιλάει γιά μορφή καί ϋλη , γιά ενέργεια καί δύ­
ναμη , γιά κατευθυντήρια ίδέα καί τό κινούν; Άπό τή σκοπιά τών
πραγμάτων ή τέχνη παρουσιάζεται σάν όπόδοση μορφής, καί τό
ίδανικό της είναι αύτοσκοπός. Έπομένως καί οί τέχνες πού δέν
επιδιώκουν κανένα πρακτικό σκοπό βρίσκονται ψηλότερα όπό δ,ΤΙ
οί αλλες, πού σήμερα εν μέρει τίς χαρακτηρίζουμε καλλιτεχνική
β ιομηχανία, χειροτεχνία η τεχνική . Ό Άριστοτέλης εχει δώσει
μιά σημαντική θέση στήν τέχνη καί στήν ίστορία του τού πολιτι­
σμο ύ , πού είναι εμπνευσμένη όπό τό Δημόκριτο : Μετά τήν κατα­
στροφή καί τόν κατακλυσμό (σύ μφωνα μέ τήν πλατωνική θεωρία
περί καταστροφών) οί ανθρωποι βρέθηκαν στήν άνάγκη νά σκε­
φτούν πρώτα γιά τη διατροφή τους' έπειτα, όταν κάλυψαν τίς ά­
νάγκες τους οίκονομικά, δημιούργησαν τίς τέχνες γιά ψυχαγω­
γία, ό πως πχ τή μουσική καί ίά παρόμοια, καί μόνο όταν άπέκτη­
σαν περισσότερα όπό όσα τούς χρειάζονταν γιά νά ζήσουν, τότε
έπιχείρησαν νά όσχοληθούν μέ τη φιλοσοφία. 226
'Όχι μόνο ή ελευθερία της φέρνει τήν τέχνη κοντά στή φιλοσο­
φία, άλλά καί τό γεγονός δτι είναι διαποτισμένη όπό τό πνεύμα.
Έπειδή ό μορφοποιητικός σκοπός είναι πνευματικός, γίνεται
πνευ ματική καί ή εύχαρίστησή μας όπό τό καλλιτέχνημα, καί αύτό
είναι γιά τόν Άριστοτέλη «όρθολογικό» σέ μεγάλο βαθμό, 'Όχι
δτι παραγνωρίζει τόν κόσμο τού συναισθήματος. 'Όμως τό συν­
αίσθημα δ-t-ν είναι γι' αύτόν τό δεσπόζον, οϋτε καί στήν τέχνη ,
Έδω δέ θά πρέπει νά προχωρήσουμε περισσότερο, Γιατί ό ε­
θ ισμός μας στίς διαφορές όνάμεσα στό σιδερά καί στό γλύπτη ,
άνάμεσα στόν όρχιτέκτονα καί στόν ποιητή , κάνει άδύνατο νά
διεισδύσο υ με μέ τή σκέψη μας στόν κόσμο των μιμητικων καί τών
μή μιμητικων τεχνων. Γι' αύτό θά όναφερθεί μόνο ή μεριστική όρ­
χή των μιμητικων τεχνων δπως τήν άναφέρει ό Άριστοτέλης στήν
1 98
άρχή τής Ποιητικής του : τά μέσα (χρώματα, μορφές. μουσικοί
τόνοι κλπ.) , τά άντικείμενα (ζώα, πράξεις ήρώων κλπ.), ό τρόπος
τής παράστασης (πχ εύθύς καί πλάγιος λόγος στό επος). 227
Γιά μία τέχνη εγραψε ό Άριστοτέλης ενα βιβλίο, τού όποίου
μας εχει διασωθει ενα σημαντικό μέρος. Αύτή ή τέχνη , γιά τήν
όποία ό Άριστοτέλης παρατηρει οτι στήν έποχή του δέν είχε Βρεί
άκόμη ένα κοινό ονομα, 228 είναι ή ποιητική τέχνη, πού ή έκτετα­
μένη διερεύνησή της άρχίζει μέ τίς άκόλουθες πολλά ύnοσχόμε­
νες φράσε ις . Τό αντικ είμενο αυτού τού εργου εΙναι ή )ωιητική τέ­
χνη καί τά είδη της, καθώς καί ή επίδραση πού ασκεί καθένα απ'
αυτά. 'Επιπλέον τό ερώτημα, πώς πρέπε ι νά μεταχειριζόμαστε τούς
μύθους προκε ιμένου ενα ποίημα νά εχει καλλιτεχνικές αξιώσεις, καί
α κόμα από πόσα καί ποιά μέρη αποτελείται ενα ποίημα, καθώς καί
γ ιά δσα άλλα προολήματα εντάσσονται στήν περιοχή αύτή ς τής ερευ­
νας. 229
Τά ρωζόμενα κεφάλαια αύΤΟ ύ τού βιβλίου είναι άφιφωμένα
στό επος καί στήν τραγωδία. 'Όπως εγινε μέ τή διαμάχη τών φυσι­
κών τού 1 70υ αίώνα γύρω άπό τόν Άριστοτέλη , ετσι καί τόν 1 80
ξέσπασε μιά διαμάχη τών λογοτεχνών γύρω άπό τόν Άριστοτέλη,
σέ συνάρτηση μέ τήν άποδέσμευση τού γερμανικού θεάτρου άπό
τό γαλλ,ικό κλασσικισμό. Έδώ οπως κι έκει οί σύγχρονοι άντιτά­
χτηκαν στούς παλαιο ύ ς . Έδώ οπως κι έκει δέν είχαν ολοι οσοι
συμμετειχαν στ ίς διαμάχες τή συνετή έξυπνάδα τού Λέσσιγκ, πού
στήν « Άμβουργιανή Δραματουργία" εγραφε στίς 1 5 Ίανουα­
ρίου 1 768 τά άκόλουθα: « Στό πράγμα. - Ό χαρακτήρας τού Ριχάρ­
δου είναι κυρίως αύτός γιά τόν όποιο θά έπιθυ μoιJσα τήν έξήγηση
τού ποιητή (άναφέρεται στήν τραγωδία τού κυρίου Waisse: Ριχάρ­
δος 1 1 1 , πού είχε παιχτει γιά «τεσσαρακοστή ογδοη βραδιά ,, ). - Ό
Άριστοτέλης θά τόν άπέρριπτε άμέσως . Βέβαια θά ηθελα νά τε­
λειώνω κάποτε μέ τήν αποψη τού Άριστοτέλη , αν ηξερα πώς νά
τελειώσω καί μέ τίς αίτίες της " . Ποιές είναι, λοιπόν, αύτές οί αί­
τίες πού όδήγησαν στό άριστοτελικό δόγμα της τραγωδίας ;
Σύ μφωνα μέ τίς γενικές έπιστημονικές όρχές του ό Άριστο­
τέλης ρωτάει πρώτα «άπό πού ,, : 'Αφού, λοιπόν, ή τραγωδία ύπήρξε
στήν αρχή αυτοσχεδιαστική - προήλθ ε από τούς προεξάρχοντες τών
διθυραμο ικών θιάσων - αναπτύχθηκε οαθμιαία, μιά καί ο ί ποιητές
ανέπτυσσαν κάθε φορά περισσότερο δποιο μέρος τη ς διαμορφωνόταν,
καί μόνο αφού δέχθηκε πολλές αλλαγές στή μορφή έπαψ ε τελικά νά
μεταΟάλλεται, επειδή εΙχε όλοκληρωθεί ή φύση της. 230 Τό έρώτημα
γιά τήν ούσία τής τραγωδίας είναι έπομένως ενα αλλο . Καί ό
1 99
Άριστοτέλης τό τονίζει: Τό ερώτημα τώρα, άν δήθεν ή τραγωδία
εχει ηδη διαμορφώσει σέ Ικανοποιητικό δαθμό τά συστατικά της
στοιχεία, η όχι, γιά νά σταθμίσουμε τό θέμα αυτό καθαυτό καί σέ
σχέση μέ τίς παραστάσεις τής τραγωδίας πάνω στή σκηνή τού θεά­
τρου, αυτό αποτελεί αντικείμενο άλλης ερευνας. 231 Τί σημαίνει έδώ:
καθαυτό η πάνω aτή σκηνή; Ό Άριστοτέλης δέν έννοει μιά άνε­
ξάρτητη όπό μας όντότητα. Έπισημαίνει μόνο δτι ή τραγωδία καί
χωρίς σκηνική παράσταση καί ήθοποιούς μπορεί νά άσκήσει την
έπίδρασή της. 232 Αύτή ή έπίδραση είναι βέβαια ό σκοπός τού δλου
πράγματος. Σήμερα θά μιλούσαμε γιά άντιδράσεις καί γιά ψυχο­
λογική έ κφόρτιση τών συναισθημάτων . Ποιών συναισθημάτων; Ό
'Αριστοτέλης μιλάει γιά τόν έλεο καί γιά παρόμοια συναισθήματα,
κυ ρίως δμως γιά τό φόβο. Τό εύεργετικό, λοιπόν, στήν τραγωδία
έγκειται στήν συμπύκνωση τού φόβου καί στήν έπαύξησή του , ως
τό σημειο δπου τό συναισθηματικό ξέσπασμα λειτουργει λυτρωτι­
κά. Ή έκφραση πού χρησιμοποιει ό Άριστοτέλης γι' αύτή τή δια­
δικασία, κάθαρσις, προέρχεται άπό τήν έλληνική ίατρική , δπου
χαρακτήριζε τήν τεχνητή άπομάκρυνση βλαβερών ούσιών άπό τό
σώμα. Τό περιεχόμενο τής τραγωδίας είναι ή παράσταση μιας σο­
βαρής καί όλοκληρωμένης πράξεως. Σέ άντίθεση πρός τό έπος, ή
τραγωδία δέν διηγειται, άλλά παρουσιάζει δρώντα πρόσωπα. Ή
γλώσσα της πρέπει νά είναι έντεχνη καί ταιριαστή στά μέρη τής
τραγωδίας, τό 'ίδιο ίσχύει καί γιά τή μουσική σύνθεση.
"Αν παραβλέψουμε τόν ήθικό σκοπό, ή ύπόθεση θά πρέπει νά
φαίνεται σάν τελικός στόχος τής τραγωδίας. Ό ποιητής δέν παρι­
στάνει τούς άνθρώπους νά δρούν γιά νά άναπαραστήσει χαρα­
κτήρες η νοοτροπίες. Τό άντίθετο : Περικλείνει aτή μίμηση καί τό
χαρακτήρα τών προσώπων, ωστε άπ' αύτήν νά φανεί ή πράξη τού
δρώντος προσώπου. 233 Στή χειρότερη περίmωση μπορει μάλιστα
ό ποιητής τραγωδιών νά άγνοήσει τούς χαρακτή ρες, όπως κά­
νουν οί περισσότεροι νέοι ποιητές. 234 Μιά τραγωδία μπορει νά
έχει πολλές όδυναμίες , φτάνει νά είναι ένδιαφέρουσα ή έξέλιξη
τής ύποθέσεως , τά έπεισόδια νά είναι καλοδεμένα καί νά είναι
πετυχημένες οί μεταβολές τών καταστάσεων καί οί λύσεις.
'Ένα πρώτο είδος ένότητας βρίσκεται στήν πληρότητα τής
ύπόθεσης τού μύθου. Πρέπει νά έχει άρχή, μέση καί τέλος. Άρχή
είναι αύτό πού τό 'ίδιο δέν όκολουθει όναγκαστικά κάποιο όλλο,
μετά όπ' αύτό δμως κάποιο όλλο ύπάρχει κατά τή φυσική τάξη η
γίνεται (όπό τούς όνθρώπους). Τέλος δμως είναι αύτό πού έρχε­
ται άπό τή φύση μετά όπό κάποιο όλλο εϊτε κατ' άνάγκη πάντοτε
200
ε 'ίτε τίς περισσότερες φορές, ένώ μετά άπ' αύτό δέν ύπάρχει
τίποτε. Μ έσο είναι αύτό πού τόσο αύτό τό 'ίδιο άκολουθεί μετά
άπό κάποιο tίλλo, όσο καί μετά άπ' αύτό άκολουθεί κάποιο αλ­
λο. 235 Γιά τήν άναγκαιότητα στήν τέχνη ό Άριστοτέλης εχει μιά
άντίληψη , πού θέτει μεγάλες άπαιτήσεις στόν ποιητή : Καί τά επι­
μέρους στοιχεία τής ύποθέσεως (τού μύθου) πρέπει νά εχουν τέτοια
συνοχή (μέσα στό ποίημα), ωστε αν μετακινήσουμε κάποιο στοιχείο ή
τό άφαιρέσουμε, όλο τό έργο νά άναταράζεται καί νά συγκλονίζε­
ται. 236
Δέν άρκεί, λοιπόν, νά δρα ό 'ίδιος ανθρωπος γιά ν' άποκτήσει
ένότητα ή ύπόθεση. Οϋτε είναι άπαραίτητο νά περιορίζεται ό ποι­
ητής στά παραδοσιακά θέματα, γιατί τ ίποτε δέν εμποδίζει μερικά
άπ'αύτά πού εχουν πράγματι συμ6εί νά εΙναι τέτοια δπως πιθανόν
θά μπορούσαν νά εΙχαν συμ6εί. 237 Ό Άριστοτέλης βλέπει τό ίδα­
νικό σ ' ενα μίγμα άναγκαιότητας καί φύσης, πού τό χαρακτη­
ρίζει πιθανότητα, μιά άναγκαιότητα πού άναγνωρίζεται άφοΟ συν­
τελεσθεί ή ύπόθεση. Αύτή ή άπαίτηση έπιτρέπει στόν Άριστοτέλη
νά παραθέσει μιά σειρά είδών άπό σκηνές άναγνώρισης: άνάλογα
μέ τά μέσα τους τίς ταξινομεί σέ πέντε τάξεις: έξωτερικά σημά­
δια (ούλές) η άντικείμενα (κοσμήματα) ' καθαρά εύρή ματα τοΟ
ποιητή , χωρίς ν' άναφέρεται ό λόγος ' έκμετάλλευση τής άνάμνη­
σης' συμπέρασμα (άκόμα καί αν εχει βγεί αοχη μα) ' τήν έξέλιξη
τής δράσης πού νά όδηγεί μέ πιθανότητα σέ μιά ξαφνική άποκά­
λυψη.
Ό Άριστοτέλης παραθέτει άφειδώς συγκεκριμένα παραδείγ­
ματα καί ύπαινιγμούς. Γιατί τό γράψιμο τραγωδιών ανθ ιζε στήν 'Α­
θήνα περισσότερο άπ' δ ,ΤΙ σέ μας τό γράψιμο κινη ματογραφικών
σεναρίων. Τό δτι άπό τή μαζική παραγωγή δέν ήταν δλα τά εργα
καλά, αύτό κανέναν δέν πρέπει νά έκπλήσσει. Γιά τά κακά εργα ό
φ ιλόσοφος πιστεύει δτι τέτοια κάνουν οΙ κακοί ποιητές άπό άνι­
κανότητα, ένώ οί καλοί έπειδή τό άπαιτοϋν οί ήθοποιοί η σύ μφωνα
μέ μιά αλλη άνάγνωση τών χειρογράφων, οί 'Ελλανοδίκες .
Ό ποιητής δέν πρέπει τούς έξαιρετικά σπουδαίους άνθρώ­
πους νά τούς παριστάνει νά πέφτουν άπό τήν εύτυχία στή δυστυ­
χία -γιατί αύτό δέν προκαλεί οϋτε φόΒο οϋτε έλεον, άλλά είναι
άπλώς φρικτό 239 η νά τούς βάζει νά περνοΟν άπό τη δυστυχία
στήν εύτυχία γιατί αύτό θά ήταν τό πιό άταίριαστο στήν τραγωδία .
-

Καί ή πρόκληση φόβου μέ σκηνικά μέσα δέν εχει μεγάλη καλλιτε­


χνική άξία. Ό Άριστοτέλης παραδέχεται βέβαια δτι οί ποιητές κα­
τευθύνονται άνάλογα μέ τίς έπιθυμίες τών θεατών. Δέν εχει δ-
20 1
μως μεγάλη έκτίμηση στήν κριτική Ικανότητα τού θεατρικού κοι­
νού. Αύτή ή έπιφύλαξη δέν τόν έμποδίζει άπό τό νά δίνει στούς
ποιητές καί στούς κριτικούς καλοθεμελειωμένες συμβουλές. Δέν
φτάνει πχ ν' άρχίζει η νά τελειώνει καλά μιά ύπόθεση . Μόνο καί
τά δυό μαζί δίνουν ποιότητα σέ μιά τραγωδία. "Αν φτάνει ως τίς
μικρότερες λεmομέρειες καί συμβουλεύει τόν ποιητή, τίς χειρο­
νομίες τών παριστανωμένων προσώπων νά τίς έπεξεΡΥόζεται ό ϊ­
διος όσο τού εΙναι δυνατόν, 240 δέν ξεχνάει δμως ποτέ δτι ή τρα­
γωδία είναι μιά μαρτυρία γιά τή φύση καί τό πεπρωμένο. Ό άνα­
γνώστης τής Ποιητικής θά διαπιστώσει χωρίς κόπο , δτι ό 'Αριστο­
τέλης σέ καμιά περίπτωση δέν έμψυχώνεται άπό τήν τυφλή αίσιο­
δοξία, γιά τήν όποία τόν κατηγόρησαν οΙ άντίπαλοι τής θεωρίας
του γιά τή φύση. Μ άλιστα τό τραγικό στοιχείο πηγάζει άκριβώς
άπά τή φ ύση , στό βαθμό δηλαδή πού έκείνες οί συσπειρώσεις τού
Είναι, η τά κέντρα τής αίτιότητας, γιά τά όποία εγινε λόγος παρα­
πάνω, ύπάρχουν άνεξάρτητα τό ενα άπό τόCΊΛλO, ε'ίτε σέ άνοιχτή
διαμάχη , ε'ίτε άπροσδόκητα καί χωρίς προθέσεις.

202
Η ΠΡΟΣΕΥ ΧΗ

Στήν Ποιητική ύπάρχει έπίσης μιά παράξενη Ψι.-άση . ' Αναψέ­


ρεται στίς ίστορίες θεων τού επους : άλλά ϊσως δέν εΙναι καλύτε­
ρο νά παριστάνουμε τούς θεούς μ ' αύτό τόν τρόπο (δπως δηλαδή
τούς θέλει ή κοινή πίστη καί οί μύθοι) οϋτε σύ μφωνα μέ τήν άλή­
θεια (πού βέβαια δέν τήν ξέρουμε), άλλά τό πράγμα έχει όπως νό­
μιζε ό Ξενοφάνης. 24 1 Ό Ξενοφάνης, πού εζησε τόν 60 αίώνα π. χ .
είχε έ κφράσει άγανάκτηση γιά τόν άνθρωπομορφισμό τού όμηρι­
κού πανθέο υ . 'Ένα άπό τά σωζόμενα άποσπάσματα τού εργου του
λέε ι :
Ποτέ δέν έζησε άνθρωπος κι οϋτε ποτέ θά ζήσει,
πού γιά τούς θεούς καί όλα όσα λέγω θά γνώριζε τό όρθό.
'Ακόμα κι άν έλεγε κάποιος τά πιό σωστά πράγματα γι ' αύτά,
ό ϊδιος όμως δέ θά ήταν βέβαιος' μόνο (άπατηλές) γνωμες ύπάρ­
χουν γιά όλα ( καμιά βεβαιότητα):
Ή έπιφυλακτικότητα τού Άριστοτέλη δέν έξηγειται άπό τό
σκεmικισμό του , άφού έπιση μαίνει μέ εμφαση δτι ή άληθινή η
σωστή παρουσίαση των θεων δέν εχει θέση στήν ποιητική τέχνη .
'Ήδη στό προγραμματικό του εργο « Περί Φιλοσοφίας» είχε γρά­
ψ ε ι : Ποτέ δέν πρέπει νά δείχνουμε ύπερβολικό σεβασμό παρά
μόνο όταν πρόκειται γιά τούς θεούς, 242

* DK. Β 34. '

203
Τό δτι μ' αύτό τό σεβασμό δέν έννοοΟμε μόνο τή λογική, πού
πρέπει νά μας δίνει τή δυνατότητα τίποτε άΒάσιμα, άστόχαστα η
άπό αγνοια νά Ισχυριζόμαστε, 243 άλλά μιά είδική θρησκευτική
έ μπειρία, βγαίνει άπό άρκετά σημεΊα τοΟ εργου του . 'Έτσι άναφέ­
ρει δτι κατά τήν εϊσοδό μας σ ' ένα ναό συγκεντρωνόμαστε στόν
έαυτό μας. 244
'Οπαδός τοΟ Πλάτωνα, πού σέ μεγάλη ήλικία άφέθηκε στίς έ­
πιρροές τής θρησκευόμενης Άνατολής, ό μεθοδικός όρθολογι­
σμός δέν τοΟ έπιτρέπει νά ένταχθεΊ στό σοφιστικό στρατόπεδο
τοΟ ΔιαφωτισμοΟ . 'Όχι ό νεαρός ένθουσιώδης τρόφιμος Άκαδη­
μίας, άλλά ό κηρυγμένος διάδοχος ΤΟΟ Πλάτωνα είναι έκεΊνος
πού όμολογεί τήν πίστη του σ' ενα νόμο , στό όποΊο δχι μόνο θά
βασιστεΊ ή άπολογητική τοΟ Πασκάλ, άλλά καί πού θ' άποτελέσει
στούς νεώτερους χρόνους τήν ψυχή τών θρησκευτικών δραμά­
των τοΟ Κλωντέλ : δποιος θέλει νά μυηθεϊ στά μυστήρια δέ χρειάζε­
ται νά μάθει αλλά νά ο ιώσει κάτι καί νά αποκτήσει μιά τέτοια διάθε­
ση, ωστε νά γίνει κατάλληλος γι' αυτή τήν κατάσταση. 245 'Όταν ό 'Α­
ριστοτέλης εγραφε αύτή τήν πρόταση , πλησίαζε στά σαράντα του
χρόνια. 'Έχει σημασία νά τό θυ μόμαστε αύτό, γιατί ή παραδοσιακή
χρήση τής γλώσσας τοποθετεΊ άργότερα τήν ώριμότητα τής άρι­
στοτελικής μεταφυσικής καί, χωρίς καμιά τέτοια πρόθεση, μας
παρασύρει στό νά έξισώνουμε τήν προσωπική ώριμότητα ΤΟΟ 'Α­
ριστοτέλη , αν μπορεΊ νά χρησιμοποιηθεΊ έδώ αύτή ή εκφ ραση γιά
λόγους σαφήνε ιας , μέ τήν ώριμότητα τοΟ συστήματός του . Τά λε­
γόμενα ένός σαραντάχρονου δέν είναι τά ονειρα ένός νεαροΟ,
καί δέν γίνονται νεανικότερα αν ό συγγραφέας τους εχει μπρο­
στά του αλλα εϊκοσι η σαράντα χρόνια γιά νά τά διορθώσει.
« Δυό πράγματα γεμίζουν τήν ψυχή μέ πάντα νέο καί αύξανό­
μενο θαυ μασμό καί δέος, δσο πιό συχνά καί σταθερά άσχολείται
μαζί τους ό στοχασμός : ό εναστρος ούρανός πάνω μου καί ό ήθι­
κός νόμος μέσα μου . " Άσφαλώς , αύτό είναι άπό τήν « Κριτική τοΟ
Π ρακτικοU Λόγου " τοΟ Κάντ. Ποιός θυμαται δμως ενά' παρόμοιο
άπόσπασμα στόν Άριστοτέλη ; Ή άντίληψη τών άνθρώπων Υιά
τούς θεούς εχει διπλή πηΥή: τά Βιώματα τής ψυχής καί τη θέαση
τών αστρων, 246 Έπειδή ό Άριστοτέλης έννοοΟσε, μιλώντας γι' αύ­
τά τά βιώματα τής ψυχής, προφητικές καί έκστατικές καταστά­
σεις , μ' αλλα λόγια ενα είδος θρησκευτικής έμπειρίας, θά ήταν
λάθος νά άποδοθεΊ ή τονισμένη πολλές φορές ελλειψη «συγκε­
κ ριμένης θρησκευτικότητας" η ελλειψη « θρησκευτικοΟ αίσθήμα­
τος " τής θεολογίας του σέ άνεπαρκή αϊσθηση αύτών τών πραγμά­
των.
204
Ό Άριστοτέί.η.; Μον" Λαύρας, Λ ί'. ·Ορου;. Η παράδοση υί.; ιiριστoτεί.ΙΙΩί; φιλο­
σοφiας παρέμεινε συίν έλί.η νιι\lί Λ ,'ατοί.ιί πάντοτε ζωl'τανl;'

205
Άσφαλώς ό Άριστοτέλης δέχεται τό άρχαιοελληνικό θρη­
σκευτικό τυπικό μέ μιά διακριτική σύνεση. Σέβεται απλώς τά εθι­
μα. Δέν μπορεί νά ύπολογιστεί στούς έπιγόνους τού Πρωταγόρα:
ή πόλη πρέπει (πέμπτο καί κυριότερο) νά φροντίζει Υιά τη λα­
τρεία τών θεών. 247
Άπό τήν αλλη πλευρά μπορεί νά άφιερώνει βωμούς καί άγάλ­
ματα, δηλαδή δέν είναι άναγκασμένος νά κηρύξει τό θάνατο τού
Θεού, γιά νά μπορέσει νά έλπίσει, δπως ό Νίτσε, δτι μερικοί θά
θελήσουν νά τόν άκούσουν. Τό τελετουργικ ο της θρησκείας καί ή
ε ύλάβεια δέν είναι τό 'ίδιο πράγμα. Ή εύλάβεια δέν παρουσιάζε­
ται μόνο άνάμεσα στίς γραμμές τών άποσπασμάτων πού παραθέ­
σαμε. Γίνεται ρητά λόγος γι' αύτήν. Συγκεκριμένα στίς κατηγορί­
ες πού έκτοξεύει ό Άριστοτέλης έναντίον τών όπαδών της διδα­
σκαλίας περί δημιουργίας : Ό κόσμος εΙναι αγέννητος καί άφθαρ­
τος. 'Όποιος αμφισοητεί αυτό καί νομίζει δτι μιά τόσο έπιολητική καί
όρατή θεότη τα δπως ό ηλιος, ή σελήνη καί ό ουρανός μέ τούς πλανη­
τ ες καί απλανείς αστέρες, πού στήν παραγματ ικότητα περιέχει ενα
πάνθεο καί δέν διακρίνεται από τά χειροποίητα πράγματα, αυτός εΙ­
ναι Ενοχος φ�oερής αθείας. 248 'Ή ακόμα όξύτερα: Μάς απομένει,
λοιπόν, νά δεχθούμε, δτ ι ή κίνηση τών άστρων προέρχεται από τή
θέλησή τους. 'Όποιος τό ολέπει αυτό πράττει δχι μόνο αντιεπιστημο­
νικά αλλά δείχνει καί έλλειψη ευλαο είας, άν αμφισ6ητεί τήν ϋπαρξη
τών Α εών. 249
Τό διφορούμενο βέβαια μιας τέτοιας έπιχειρη ματολογίας θα
αναβιώσει αργότερα δχι μόνο στήν μοίρα τού έβδομηντάρη Γαλι­
λαίο υ , άλλά καί σέ μερικές μυστικές δίκες νεώτερων έποχών. "Ε­
μας μας ένδιαφέρει δμως έδώ μόνο η διαπίστωση , δτι η θρησκευ­
τικότητα γιά τόν Άριστοτέλη ήταν σαφώς μιά εννοια, δτι έπομέ­
νως δέν έπιτρέπεται σέ κανέναν νά διανοηθεί νά δώσει μιά συναι­
σθη ματική χροιά στή θεωρούμενη τόσο νηφάλια θεολογία τού
Σταγιρίτη , γιά νά κάνει τό πράγμα νά φανεί πιό «προσωπικό " . Ή
βάmιση τού Άριστοτέλη , αν γινόταν ποτέ, θά ήταν μιά έντελώς
διαφορετική ύπόθεση καί �ά πρέπει νά θύμιζε περισσότερο τόν
προσηλυτισμό τών Σαξώνων παρά τήν έκπλήρωση μιας άρχαίας
προσδοκίας.
Ό Άριστοτέλης φιλοσόφησε γιά τούς θεούς, μάλιστα άνακή­
ρυξε τή θεολογία σάν ενα όπό τά σημαντικότερα τμήματα της φι­
λοσοφίας. Πάντως δέν κάνει λόγο γιά τό δτι ή φιλοσοφία θά πρέπει
νά καταλήγει στή θεολογία. Ό θεός κατέχει στήν τελειότητά του
τό Είναι καί γι' αύτό είναι κατά τόν πληρέστερο τρόπο όντικείμε-
206
νο τής φιλοσοφίας, ϋψ ιστο μέτρο δλων των πραγμάτων. "Αν ό
άναγνώστης μού έπιτρέπει εναν άναχρονισμό (γιατί ό Άρχιμήδης
έζησε εναν αίώνα μετά τόν Άριστοτέλη ) , θά μπορούσα νά πω δτι
ή άναλογία ήταν γιά τόν Άριστοτέλη ό μοχλός μέ τόν όποίο προ­
σπάθησε νά σηκώσει τόν κόσμο, χωρίς νά τόν άφήσει νά ξαναπέ­
σει κάτω κομμάτια. Τό σημείο στήριξης δμως γι' αύτήν τήν έπιχεί­
ρηση ήταν γιά τόν Άριστοτέλη ή έννοια τού θεού .
Μ έσα στήν άριστοτελική φιλοσοφία - δχι έξω άπ' αύτήν - ό
στοχασμός γιά τό θεό άναλαμβάνει τρείς σημαντικές λειτου ργί­
ες. Άπό τή μιά πλευρά είναι ή θεμελίωση τής τάξης των φύσεων
η των βαθμίδων τού Είναι: Παντού δπου ύπάρχει κάτ ι τό καλύτερο
ύπάρχει καί κάτι άλλο πού εΙναι τό άρ ιστο. 'Επειδή, λοιπόν, στά
πράγματα ύπάρχουν οΙ διαοαθμίσεις καλό καί καλύτερο, επεται δτι
ύπάρχει κάτι πού εΙναι τό άριστο καί αυτό εΙναι τό θεϊκό. 250 'Ύστερα
ή θεμελίωση τής πρωταρχικής κίνησης πάνω σέ μιά καθαυτήν ό­
κίνητη καί αΙώνια ούσία. Τέλος ή έρμηνεία τής τάσης τής φύσεως
πρός τό άνώτερο. Αύτή ή τάση βρίσκει τό στόχο της στόν ανθρω­
πο , γιατί αύτός μπορεί νά λατρεύει τό θεό καί νά τόν 8λέπει, 25 1
κ α ί ν ά βρίσκει σ ' αύτό τήν εύδαιμονία του .
Ό στοχασμός, γιά τ ό θεϊκό Είναι δέν έξαντλείται δμως σ' αύ­
τό τό άνάστροφο σχέδιο τής αίτιότητας. Ό Άριστοτέλης, πού
φ ροντίζει τόσο πολύ νά μήν πεί τίποτε έσφαλμένο γιά τούς θε­
ο ύ ς , γράφ ε ι : θεός είναι εϊτε πνεύμα εϊτε ένα όν, πού Βρίσκεται
πιό πάνω όπό τό πνεύμα. 252 Ό θεός γίνεται άπόλυτη ένέργεια, ή
τελείωσή του έκφράζεται μέ τό δτι σκέφτεται ό ϊδιος τόν έαυτό
του , πράγμα πού ση μαίνει είδικότερα δτι στό θεό ή άνώτατη έ­
νέργεια καί μαζί ή πηγή τής εύδαιμονίας δέν συνδέεται μέ τίποτε
όλλο παρά μέ τό 'ίδιο του τό Είναι. Στό θεό δμως ό ανθρωπος
συ μμετέχει μ' ενα μοναδικό τρόπο, καθόσον δηλαδή τό άθάνατο
πνεύμα πού κατοικεί μέσα στόν ανθρωπο έχει iΊ είναι κάτι τό θεϊ-
κό.
Τόσο τολμηρές διατυπώσε ις σ' ενα τόσο προσε κτικό φιλόσο­
φο δε ίχνου ν δη ή θεολογία αύτή δέν ήταν μιά προπαίδευση γιά
τίς θρησκείες των μυστηρίων. Φαίνεται μάλλον δτι ό ';-φιστοτέλης
κατέληξε νά έπεξεργαστεί μιά θεολογία πού νά περιέχει καί δχι
νά διαλύει τόν κόσμο τού άνθρώπο υ , ετσι δπως τόν συλλάμβανε
έ κ είνος στά πλαίσια τής θεωρίας τής αίτιότητας καί των φύσεων.
Έ ξασφαλίζει τήν έλευ θερία τού άνθρώπου άπέναντι στήν άπελπι­
στική ύπεροχή τού θεού. Κατά συνέπεια ή θεολογία τού πρώτου
κ ινούντος καί τού τελικού σκοπού τής φύσης δέν είναι μιά προ-
207
βαθμίδα γιά τήν « πλήρηn θεολογία, πού θά πλούτιζε τό Είναι τού
θεού μέ τή δημιουργία καί μέ τήν έννοια τής προνοίας. Γι ' αύτό
είναι πολύ άμφίβολο, αν ή άποδοχή τού άριστοτελισμού άπό τήν
χριστιανική θ εολογία καί τών δύο δογμάτων βασίζεται στή άδιά­
κοπη συνέχεια η άκόμα περισσότερο στήν παρρησία.
Οί νεώτερες έργασίες γιά τή διαμάχη άνάμεσα στόν Θωμά
τόν ·Ακινάτη καί στούς μεγάλους ··Αραβες άριστοτελικούς, καθώς
καί γιά τή γενναιοδωρία τής πίστης στήν αύθεντία καί στούς κα­
νόνες της στήν έφαρμοσμένη μεθοδολογία τού Θωμά, φανερώ­
νουν δτι δέν είναι τόσο εϋκολα τά πράγματα, δπως διδάσκονται
μερικές φορές. ·Η διάκριση το υ Πασκάλ άνάμεσα στό θεό τών φι­
λοσόφων καί στό θεό τών προφητών μας καί ή άγανάκτηση τού
Λούθηρου γιά τούς ··Ελληνες είδωλολάτρες είναι στήν πραγματι­
κότητα εϋστοχες άντιδράσεις σέ μιά έκ προθέσεως έρμητικά οί­
κοδομημέ νη θεολογία. Αύτό τό έρώτημα είναι άπό τά δυσκολό­
τερα πού έχουν τεθεί μέσα στήν άριστοτελική παράδοση καί κα­
θ ένας θά έπιφυλασσόταν νά έκφράσει μιά έπιπόλαια γνώμη σχε­
τικά. Ή άκόλουθη παρατήρηση δέν άποσκοπεί στό νά λύσει τό
πρόβλημα, άλλά μόνο νά άναφερθεί σέ μιά στάση , γιά τήν όποία
μπορεί νά ύποτεθεί δτι δέν λύνει τό πρόβλη μα.
Στή ση μερινή έρευνα πάνω στόν ·Αριστοτέλη έχει γίνει άναγ­
καία συνήθεια νά λαμβάνονται ύπόψη οί σχολαστικές έρμηνείες
κατά τήν έρευνα τών άριστοτελικών θεωριών. Συχνά διαπιστώ­
ν ο υ με λαθεμένες έρμηνείες, πράγμα πού δέν θά πρέπει νά έκ­
πλήσσει κανένα. Π ιό παράξενο είναι ότι ύψώνονται φωνές γιά νά
ύπερασπιστούν αύτές τίς καταδικασμέ ν ες έρμηνείες. Λές καί
στόν 1 30 α ίώνα είχε σημασία, τί έννοούσε στήν πραγματικότητα ό
Άριστοτέλης ! "Αν έξακολουθεί νά ζεί στήν εύσυνειδησία τής σύγ­
χρονης ίστορίας τής φιλοσοφίας μιά σπίθα τής τολμηρής άγάπης
γιά τήν άλήθεια, πού χαρακτήριζε πάντοτε τή φιλοσοφία, αύτό
ένισχύει τή σκέψη δτι ή "ίδια αύτή άλήθεια τού σημερινού έρευνη­
τη τού ·Αριστοτέλη άνή κει στό είδος έκείνος τής άγάπης γιά τήν
άλήθεια. Κάνει λάθος δποιος τό θεωρήσει αύτό σάν μιά ένθάρ­
ρ υνση γιά ένα συγκεχυμένο καί άόριστο σχολαστικό άριστοτελι­
σμό. Οϋτε (ό ίσχυρισμός) δτι πρόκειται γιά σοφιστική δέν άντέχει
στή σκέψ η . Άντίθετα ό έντελώς άνηαριστοτελικός ίσχυρισμός,
δη σήμερα δέν μπορεί πιά κανείς νά κάνει τίποτε μέ τήν άλήθεια
καί πρέπει σέ δλα τό πράγματα , ίδιαίτερα στή φιλοσοφία (διάβα­
ζε στήν « ίστορία τής φιλοσοφίας ,,) νά περιορίζεται πιά μόνο στήν

208
όρθότητα , δέν όδηγεί πολύ μακριά - σίγουρα όχι πιό μακριά άπ '
ό ,Τ Ι οί έρευνηθείσες φιλοσοφίες, καί 'ίσως ο ϋ τε κάν σ' αύτές .
Αύτές οί παρατηρήσεις γιά την ε ίδική θεολογία τού Άριστο­
τέλη θά εχαναν τό στόχο τους , αν ό άναγνώστης έξακολουθού σε
νά θεωρεί τή φιλοσοφία τού Άριστοτέλη σάν μιά συλλογή αύτο­
νόητων πραγμάτων, . πού κατά βάθος είναι κατανοητά άπό κάθε
ύγιή άνθρώπινο νού . Κι ώστόσο πρόκειται γιά μιά αύτοκατανόηση .
Καί κάτι παραπάνω, αύτή ή φιλοσοφία άρχων στη ρίζεται σχεδόν
όσο κ αμ ιά αλλη στήν ύγε ία τού φιλ οσο φικού πν εύ ματος .

209
Γ ΙΑ ΠΟ ΙΟ ΣΚΟ ΠΟ ;

Στά προηγούμενα κεφάλαια εχει έκτεθεί δτι ή φιλοσοφία πη­


γάζει άπό τήν όμεση άγάπη γιά τήν άλήθεια καί είναι ριζωμένη
στήν έπιδίωξη τής δσο τό δυνατόν τέλειας εύδαιμονίας. Ό προ­
σεκτικός άναγνώστης, πού προσπαθεί νά παρακολουθήσει τήν
πορεία τής σκέψης τού Άριστοτέλη , θά πρέπει νά εχει προσέξει
δτι άνάμεσα στή φιλοσοφία σάν αύτοσκοπό καί στήν οίκονομία
τών άγαθών δέν δημιου ργείται καμιά κοινότοπη όρμονία, άλλά δτι
όρισμένες δυσκολίες παρεμβαίνουν στή θεωρία τής φιλοσοφίας.
Μ ερικές άπ' αύτές τίς δυσκολίες τίς ελυσε πολύ εντεχνα ό 'Αρι­
στοτέλης. 'Έτσι δίνει Π.χ. τή συμβουλή τής «γκρίζας έξοχότητας » :
ή φ ιλοσοφίά είναι βασίλισσα � ό φιλόσοφος δμως δέν πρέπει νά
είναι βασιλιάς - , παρά ό βασιλιάς πρέπει ν' άκούει τίς συμβουλές
του.
Κλείνοντας αύτό τ ό δοκίμιο πού , χρησιμοποιώντας πλούσιες
αύτομαρτυρίες, άποσκοπούσε στό νά σχεδιάσει μιά προσωπογρα­
φία τού Άριστοτέλη , θά ήταν σκόπιμο νά στρέψου με τήν προσο­
χή μας λιγότερο στό θεωρητικό φιλόσοφο καί περισσότερο στόν
όνθρωπο καί νά θ υ μηθούμε όρισμένα σημεία όπό τή φιλοσοφία
του , στά όποία ό Άριστοτέλης μιλάει Υιά τήν φιλοσοφική ϋπαρξη
μέσα άπό τήν έμπειρία του καί άπό τήν 'ίδια τήν ψυχή του . Γιατί ή
φιλοσοφία του ύπήρξε γιά νά όδηγήσει ένεργά αύτή τήν ϋπαρξη
στήν τελείωσή της.
Πρέπ ει κανείς νά ασχολείται μ έ τή φιλοσοφία, αφού αυτή απο-

21 1
6λέπει στήν άπόκτηση καί τήν ασκηση τής παιδείας. 'Η παιδεία δμω ς
εΙναι άπό τά μεγαλύτερα αγαθά. Καί δέν έπιτρέπεται δέδαια γιά νά
κερδίσει κανείς χρήματα νά φθάνει ως τήν ακρη τού κόσμου (τίς στή­
λες τού Ήρακλέους), γιά ν' άποκτήσει δμως φρόνηση δέν εΙναι διατε­
θειμένος νά κουρασθεί καί νά κάνει θυσίες. 253
Δέν εΙναι δέδαια διόλου κακό, αν ή φιλοσοφία δέ φαίνεται νά εΙ­
ναι χρήσιμη καί ώφέλιμη. Γιατί έμείς δέν ύποστηρίζουμε δτι εΙναι ώ­
φέλιμη αλλά άπλώς καλή καί δτι δέν άρμόζει νά τήν προτιμάει κανείς
γιά κάτι αλλο παρά μόνο γι' αυτή τήν ιδια (καθαυτή). Γιατί δπως τα­
ξιδεύουμε γιά νά παρακολουθήσουμε τούς 'Ολυμπιακούς αγώνες, α­
κόμα καί δταν δέν έχουμε νά κερδίσουμε τίποτε, γιατί τό ιδιο τό θέα­
μα τών αγώνων αξίζει πιό πολύ άπό τά χρήματα, - καί δπως παρα­
κολουθούμε τίς θεατρικές παραστάσεις στά Διονύσια, όχι δέδαια μέ
τήν πρόθεση νά κερδίσουμε κάτι άπό τούς ηθοποιούς αλλά αντίθετα
ξοδευόμαστε άπό πάνω, καί πολλά ωJ..α θεάματα θά τά προτιμούσα­
με άπό τά χρήματα, έτσι πρέπει νά προτιμούμε καί τή θέα τού ουρα­
νού περισσότερο παρά δσα φαίνονται άπλώς χρήσιμα. Δέν έπιτρέπε­
ται, λοιπόν, κανείς νά σκοτώνεται νά πάει νά δεί ανθρώπους πού
παίζουν τούς ρόλους γυναικών καί δούλων, ή μονομαχούν καί τρέ­
χουν (καί νά παθαίνεται), καί άπό τί ωJ..o μέρος νά νομίζει πώς δέν
πρέπει νά σπουδάζει τή φύση τών όντων καί τής αλήθειας. 254
Μόνο οΙ φιλόσοφοι κατορθώνουν νά φθάσουν σέ μιά ευτυχισμέ­
νη ζωή. 255
'Ενθαρρύνει κανείς γενικά τίς ωJ..ες τέχνες καί έπιστήμες, έφό­
σον αυτούς πού τίς ασκούν τούς τιμάει καί τούς πληρώνει μισθό. Αυ­
τούς δμως πού ασχολούνται μέ τή φιλοσοφία όχι μόνο δέν τούς έν­
θαρρύνουμε αλλά συχνά τούς έμποδίζουμε. 256
Γενικά χαρακτηριστικά τού εΙδήμονος εΙναι ή Ικανότητά του νά
μπορεί νά μεταδίδει (διδάσκει) τίς γνώσεις του. 25 7
'Επειδή τώρα προσπαθούμε νά όρίσουμε αυτή τή θεωρητική έπι­
στήμη (δηλ. τή φιλοσοφία), θά έπρεπε νά έρευνήσουμε τό άκόλουθο
έρώτημα, τί ειδους αΙτίες καί αρχές έχει ώς αντικείμενό της ή έπιστη­
μονική γνώση, πού άποτελεί τό περιεχόμενο τής φιλοσοφίας. Άν
πάρουμε τίς συνηθισμένες αντιλήψεις πού εχουμε γιά τό σοφό, ισως
τότε τό πράγμα νά γινόταν ευκολότερα κατανοητό. Πρώτα πρώτα,
λοιπόν, νομίζουμε πώς ό σοφός τά ξέρει δλα, δσο εΙναι δυνατό αυτό,
χωρίς ώστόσο νά έχει ακριδή γνώση γιά τό καθένα πράγμα χωριστά.
Έπειτα αυτός πού εΙναι σέ θέση νά καταλαδαίνει τά δύσκολα πράγ­
ματα (προ6λήματα), πού δέν εΙναι εύκολο νά τά αντιληφθεί 6 οΙοσδή­
ποτε ανθρωπος, αυτός εΙναι έπίσης σοφός. Γιατί ή αΙσθητηριακή ι'ιν-
212
τίληψη εΙναι κοινή σέ Όλους, γι' αυτό εΙναι ευκολη καί δέν αποτελεί
καμιά σοφία. 'Επιπλέον σοφότερο θεωρούμε αυτόν πού μπορεί νά
έκθέτει μέ περισσότερη ακρίδεια καί έπαγωγικότερα τίς αΙτίες γιά
κάθε έπιστήμη · καί από τίς έπιστήμες πάλι αυτή πού τήν έπιλέγουμε
γι' αυτή τήν ίδια καί γιά τήν καθαρή γνώση καί σχι γιά τά πρακτικά
της ωφελήματα, αυτή θεωρούμε Ότι εΙναι σέ μεγαλύτερο δαθ ό σοφία'
;
έπομένως αι'τή πού εχει τόν πρώτο λόγο παρά έκείνη πού ύπηρετεί
εΙναι μάλλον σοφία' γιατί δέδαια 6 σοφός δέν πρέπει νά δέχεται άλλά
νά δίνει έντολές, ουτε αυτός νά ύπακούει σ' εναν άλλο, άλλά 6 λιγό­
τερο σοφός σ' αυτόν. 258
Γιά τόν Άριστοτέλη ή φιλοσοφία σημαίνει μιά ριζική διάνο ιξη
τού κόσμου η τού Είνα ι καί, σάν άναγκαίο άντίβαρο, σημαίνε ι καί
τήν όντοχή των έμφαν ιζόμενων διαστάσεων. Γιατί καί ή φ ιλοσο­
φ ία του δέν είναι φτωχή σέ διαστάσεις: 'Ύπαρξη καί λογική , ' Ιστο­
ρία καί αίωνιότητα, γνώση κα! θεώρηση , μερικό καί γενικό, γνώμη
καί λόγος , προσωπική εύτυχία καί γενικό καλό, φύση
, ' ,. κι έλευθε-
.

ρ ία . Μάλιστα, όκόμα, ή φύση πρός τήν φύση .


Αύτό πού είσέρχεται στόν εύρύ κόσμο τής φιλοσοφίας είναι
κατ' όρχήν όφετηρί<? Καί τό σύστημα, λοιπόν, ό άριστοτελ ισμός ώς
σύστημα μπορεί νά κατανοηθεί σάν μιά όκατάλυτη σύνδεση των
άρχων. Βέβαια μιά γερά άσφαλισμένη σύνδεση. 'Όμως καί ή πιό
σταθερή σύνδεση είναι μέ τη σειρά της μιά άρχή πού στηρίζε ι ό­
λόκληρη τή φιλοσοφία, όπό τήν όπορία καί τήν έρώτηση ως τήν
όπόδειξη καί τή διδασκαλία. Αύτή ή όρχή τής φιλοσοφίας τού 'Α­
ριστοτέλη είνα ι ή πεποίθηση , δτ ι στήν πραγμάτωση τής φιλοσοφ ι­
κής γνώσης, « ενα είναι» τό προορισμένο νά κυριαρχήσει στόν αν­
-
θ ρωπο θεϊκό πνεύμα καί ό πραγματικός κόσμος' έκείνος δηλαδή
στόν όποίο ό ανθρωπος μπορεί ν' όναmύξεΙ,γεμάτος έπιθυ μία,τή
δ ραστηριότητά του καί νά τή δ ιευρύνει καί νά τήν τελε ιοπο ιήσει,
προσδίδοντας στήν ϋπαρξή του μορφή, χωρίς ώστόσο νά παύ­
σουν οί ανθρωποι νά ερχονται καί νά παρέρχονται αίών ια .

213
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟ ΔIΑΓΡΑΜΜΑ

Π.χ.
399 Ό Σωκράτης πίνει τό κώνιο.
383 Ό Άριστοτέλης γεννιέται στά Στάγιρα.
367 Ό Άριστοτέλης γίνεται δεκτός στήν Άκαδημία.
356 Γεννιέ ται ό Άλέξανδρος, ό μετέπειτα « Μέγας •.

347 Ό Άριστοτέλης προτιμά άπό τήν όρφανή πιά Άκαδημια τή φιλο­


ξενία τού εύνούχου Έρμία στήν Ασσο τής μικρασιατικής άκτής.

(Τρωάδα).
345 Ό νιόπαντρος 'Αριστοτέλης μεταφέρει τήν εδρα τής σχολής του
στήν πατρίδα τού κατοπινού διαδόχου του Θεόφραστου, ση]
Λέσβο.
342 Ό ' Α ριστοτέλης καλείται νά διαπαιδαγωγήσει έλλίινικά τόν
' Αλέξανδρο. Δέχεται καί μετακομίζει στι] μακεδονική αύλή ηϊς
Πέλλας.
338 Ό δεκαοχτάχρονος Άλέξανδρος κρίνει, ώς άρχηγός τού μακεδο­
νικού ίππικού, τή μάχη τής Χαιρώνειας. Ή άντίσταση 7ών έλλη­
VIKUJV πόλεών-κραΤών μέ μ ιά ένιαία μετωπική άντιμετώJ " Jη τής
περσικής ύπερδύναμης καταρρέει.
336 Ό Φίλιππος τής Μακεδονίας δολοφονείται κατά τήν τελετή τού
� τελευταίου γάμου του. Τόν διαδέχεται ό 'Αλέξανδρος.
335 Ό Άλέξανδρος έδραιώνει τήν έξουσία του μέ τήν παραδειγμα­
τική έπιχείρηση τιμωρίας τής Θήβας.
334 Ό Άλέξανδρος περνάει τόν Έλλήσποντο, θυσιάζει στόν τάφο
τού όμηρικού Άχιλλέα καί άρχίζει τή νικηφόρα έκστρατεία του.
Κατανικάει τούς Πέρσες σατράπες τής Μ ικράς ' Ασίας στό Γρανικό.
' () 'Αριστοτέλης πηγαίνει στήν Άθήνα καί ίδρύει, μέ τιΊν ύποστή­
ριξη τού τοποτηρητιϊ Άντίπατ ρου, τό Λύκειο.

215
333 ' Η τ ύ χ η βοηθά τά έλληνικά στρατεύματα στή μάχη τιiς 'lσσού.
Τό αστρο τού Δαρείου σtlύνει.
330 Ό Δα ρε ίος δολοφονείται όπό τό σατράπη Βήσσο, καθώς προελαύ­
νει ό ' Α λέξανδρος.
327 Ό Ά λ έ ξανδρος φτάνει στόν ' Ι νδό.
324 Μ ετά τ ή ν ίiγρια καταστολι] πϊς 'όντα ρσίας τού ε ύ ρωπαϊκού τμή­
ματος τού στρατεύματος ό Ά λέξανδρος όργανώνει υτά Σούσα ΤΙ]
μεγαλύτερη γαμήλια γιορn\ δλων τών έποΧών.
323 Ό Άλέ ξανδρος πεθαίνει άπό πρόωρη έξάντληυη στή Βαβυλώνα.
'() Ά ρ ιστοτέλης φεύγει όπό π]ν Άθήνα καί καταφεύγει σπ\
Χαλκίδα τής Εϋtlοιας- έκεί πεθαίνει όπό μιά όρρώστια τού υτομά­
χου.
322 . Η έκδίκηση τών ' Ε λλήνων έναντίον τής μακεδονι κιϊς κυρια ρΧί­
α ς άποτυγχά νει. Ό Δη μοσθέν η ς γλυτών � ι άπό τίς διώξεις πί­
νοντας δη λητήριο.
287 Πεθα ί ν ε ι ό Θεόφραστος. Ό διάδοΧός του Στράτων (ό Λαμψα κ η ­
νός) συγκεντρώνει τ ό ένδιαφέ ρον τού Πε ριπcΊτου υπ] φυυικι].
272 Τά έπόμενα 4-! χρόνια ό Λύκων ίιπό n\ν Τρωάδα διευθύνει τόν
παρακμάζοντα Περίπατο.
70 ' () Ά νδρόνικος ό Ρόδιος, ό δέκα τος διάδοχος τού Άριοτοτέλη τα­
ξινομεί καί σχολιάζει τά κείμενα τού Ιδρυπϊ τιϊς σχολιϊς του πού
ξαναή ρθαν στό φώς. Πέντε γεν ιές ίιργότερα ενας αλλος σχολάρ­
χ ης , ό Ά λέξανδρος Άφροδισιεύς, έρμηνεύει καί ύπεμιιοπίζεται
τήν ά ρ ιστοτελική φιλοσοφία, ένώ ό Γαλη νός ύπoυτl]μί�ει εναν
έκλεκτικό όριστοτελισμό στωϊκής Cιπόχμωσης.
μ,Χ.
525 Π εθαίνει ό Βοήθιος, πού μετάφρασε τ ά εργα τ ο ύ Άριοτοτέλη
στά λ α τ ι ν ικά
749 Πεθα ί ν ε ι ό 'Έλληνας έκκλησιαστικός πατέρας ' Ιωάννης Δαμα­
σκηνός. Ήταν γραμματέας τού μωα μεθανού δΙUΙKητή τής Δαμα­
σκού καί στό εργο του . Π η γl] Γνώσεως . ε!χε δώσει μιά ση μαντι­
κ ή , γ ι ά τήν όνάπτυξη τού ά ρα tl ΙΚΟύ ό ριστοτελισμΟύ, περιγ ραφι\
τής λογικής καί πϊς όντολ ογίας τού ' Αριστοτέλη.
950 Πεθαίνει στή Δαμασκό ό "Αλ Φα ράμπι, (Άλφαρίιμπης), πού
π ροσπάθησε στή Βαγδάτη ν ά συμφιλιώσει π\ν πλα τωνικlΊ μέ τιΊν
ά ρ ιοτοτελικι\ πα ράδοση.
1037 Πεθα ί ν ε ι στά πενηνταοχτώ του χρόνια ό Άμπού Άλή ίiλ Χο-

216
σά!ν 'Ίμπν ΆμπταλλάΧ 'Ίμπν Σινά, πού άπό τούς Λατίνους όνο­
μαζόταν Άβικέννα. Πρίν οί άναλύσεις τού Άλ Φαράμπι τού ά­
ποκαλύψουν τό νόημα τής όντολογίας, εΙχε διαβάσει σαράντα
φορές τά «Μετά τά Φυσικά . τού Ά ριστοτέλη καί γνώριζε τά
βιβλία του ΟΟέξω, πρίν όρΧ ίσει νά τά καταλαβαίνει. Άργότερα
έγινε ό πιό έγκυρος 00' δλους τούς σχολιαστές. 'Ένας « νέος Ά­
ριστοτέλης •.

1 126 Γεννιέται σrήν Κόρδοβα ό ·Ιμπν Ρόσντ, ό Άβερ ρόης τών Λατί­
τίνων. θεωρεί σάν όποστολή τής ζωής του νά όποκαταστήσει τόν
« καθαρό » ' Α ριστοτέλη. Τό ' Ισλάμ πού αίσθάν εται ση άπειλεί­
ται θά έξορίσει τόν 'Ίμπν Ρόovτ καί μαζί του καί τή φιλοσοφία.
Στό χρισηανικό Μεσαίωνα ό Άβερρόης γίνεται πυρήνας αίρε-
ηκών κινημάτων .
1 135 Στήν Κόρδοβα γεννιέται ό Μαιμονίδης, πού στό ε ργο του « ' ()δη-
γός τών όμφιγνωμόνων» κάνει τήν όπόπειρα νά συνδέσει τόν Cι­
ριστοτελισμό μέ τή θεηκή θρησκεία. Κατηγορείται γιά άθεια όπό
τήν έβραϊκή καί Ισλαμική όρθοδοξία.
1 187 Πεθαίνει ό Γεράρδος τής Κρεμόνας, πού σπως ό ' Ιωάννης ό ' Ι ­
σπανός, κ α ί ό Δομήνικος Γ κουνησαλίνος, μετάφρασε όραβικές
μεταγ ραφές τών όριστατελικών βιβλίων στά λαηνικά.
1215 Ό όπεσταλμένος τού Πάπα 'Ιννοκένηου Γ ', Ρομπέρ ντέ Κουρ­
σόν, άπαγορεύει στό παρισινό πανεπιστήμιο ηΊ διδασκαλία τών
.Φυσικών » καί τών « Μετά τά Φυσικά » τού Άριστοτέλη.
1260 Ό Γουλιέλμος φόν Μέρμπεκε μεταφράζει γιά τό θωμά τόν 'Α­
κινάτη τά .Πολιηκά. τού Άριστοτέλη κατευθείαν όπό τά έλλη­
νικά.
1277 Ό έπίσκοπος τού Παρισιού Στέφανος Τεμπιέ καταδικάζει 2 1 9 ό­
ριστοτελικές θέσεις, πού οί περισσότερες ήταν όβερροϊκής όπό­
χ ρωσης.
1464 Ό Γεώργιος Τραπεζούνηος δημοσιεύει μιά προγραμμαηκή
Comparatio Platonis et Aristotelis (Σύγκρισις Πλάτωνος καί
, Α ριστοτέλους).
1524 Πεθc.ίνει σrή Μπολόνια ό Πέτρος Πομπονάηος όπό τή Μάντουα,
ό τολμηρότερος όριστοτελικός τής ' Ιταλικής Άναγέννησης.
1560 Πεθαίνει οτή Βιττεμβέργη ό φΙΧος τού Λούθηρου ΜελάγΧθων.
Αύτός ό .δάσκαλος τής Γερμανίας. δέν όρνήθηκε τόν Άριστο-

21 7
τέλη καί θεμελίωσε τήν προτεστανTlκή άκαδημαϊκή φιλοσοφία
'
πάνω σέ άριοτοτελικό έδαφος.
1577 Ό Πένφο ντέ Φονσέκα έγκαινιάζει μέ τή « Μ εταφυσική » τό με­
γάλο ύπομνημαTlοτικό έργο τών έκδόσεων τού Πανεπιστημίου
τής Κόϊμπρας ('Ισπανία), πού δίνει τίς κατευθύνσεις γιά τήν εύ­
ρωπα ϊκ ή άκαδημαϊκή φιλοσοφίο- τών δυό έπόμενων αίώνων.
1619 Στήν Τουλούζη καίγεται ζωντανός ώς αίρεTlκός, σέ ήλικία 37
χρόνων, ό άριοτοτελικός ' Ιούλιος Καίσαρ Βανίνι.
1637 Ό Ντεκάρτ μέ τό έργο . Λόγος περί τής μεθόδου . , (Disc o u rs de
la m e t h ode), άρΧίζει τόν άγώνα έναντίον τού όκαδημαϊκού ό­
ριστοτελισμού.
1655 Πεθαίνει οτό Παρίσι 'ό ΓκασσένTl, .ό μεγαλύτερος σοφός όπό
τούς φ ιλοσόφους καί ό μεγαλύτερος φιλόσοφος όπό τούς σο­
φούς» ( Bayle), όντίπαλος τόσο τού Ντεκάρτ δσο καί τού Άριστο­
τέλη.
1716 Πεθαίνει ό Λάϊμπνιτς, πού θεωρήθηκε ώς όνανεωτής τού όριστο­
τελισμΟύ.
1879 Ό Πάπας Λέων ΙΓ' συνιστά μέ τήν έγκύκλιο .Aeterni Pa t r i s »
στούς καθολικούς έπιστήμονες ν ά υίοθεπ\σουν τόν όριστοτελι­
σμό τής νεοθωμισTlκής όπόχρωσης.
1923 Δημοσιεύεται τό βιβλίο τού Werner Jaeger « 'Αριστοτέλης. θεμε­
λίωση μιάς ίοτορίας τής έξέλιξής του ».

218
IΊ Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ

1 . ·Αποοπ. 675 (ROSE). 33. » » Θ2, 1 1 55b4 - 6.


2. 667 34. Φυσ. Δ4, 2 1 0b22.
3. Διογ. Λαέρτ. V 1 1 . 35. » Δ9, 209-23 κέ.
4. ·Αποοπ. 55. 36. » Ζ9, 239b 1 0 κέ.
5. ·Αναλ. προ Α1 , 24- 1 - b 1 5. 37. » Θ 1 , 252-7 κέ.
6. Μ εταφ . Λ8, 1 074b 1 0 - 1 4 . 38. Μ εταφ. Α4, 985-3 - 7. ι
7. ·Αποοπ. 1 3. 39. Περί αίσθ. αίσθητ. 2,
8. Μεταφ . Α2, 982b1 7 - 21 . 437b24 κέ.
9. ·Αποοπ. 1 2. 40. Περί γεν. φθορ. Α 1 ,
1 0. Ποιητ. 4, 1 45 1 b23. 3 1 4-21 κέ.
1 1 . Περί ο ύ ρ . Β 1 , 284- 1 8 - 23. 4 1 . Φυσ. Θ 1 , 252b1 .
1 2. Πολιτ. Α9, 1 257b8 - 1 9. 42 . Περί αίσθ. αίσθητ. 4,
1 3. ·Αποοπ. 37. 442-29 κέ .
1 4. Ποιητ. 9, 1 45 1 b5 - 8. 43. Περί ψυχ. Β7, 4 1 9- 1 5 κέ.
1 5 . ·Αποοπ. 1 0. 44. Περί γεν. φθορ. Α2, ι

1 6. ·Ηθ. Νικ. Α9, 1 1 00-5 - 8. 3 1 6- 1 κέ.


1 7. » » Θ 1 2, 1 1 60b23 Kt. 45. Μ εταφ . Α1 , 981 b 1 3 - 25.
1 8. » Β2, 1 1 09-20 κέ. 46. ·Αποοπ. 6.
1 9. Ποιητ. 1 , 1 447b 1 7 κέ. 47. 7.
20. Μεταφ. Α2, 983-3. 48. Σοφ. ελεγχ. Α 1 , 1 65-21 κέ.
21. Α3, 983-33 κέ. 49. Μ εταφ. Γ4 , 1 007b1 8 - 25.
·
22. Ν4, 1 09 1 b8 κέ. 50. ·Αποοπ . 5.
23. Α3, 983b6 κέ. 51. 34.
24. Περί ούρ. B 1 3, 295b1 1 κέ. 52. 673
25. Φυσ. Γ8, 208-8. 53. ·Ηθ. Νικ. Α6, 1 096' 1 1 - 1 7.
26. Μ ετεωρ. Β 7 , 365b6 - 1 0. 54. Μ εταφ . Α9, 991 - 1 8.
27. Μ εταφ . Α3, 984-5. 55. ·Αποοπ. 1 87.
28. Α3, 984-7. 56. 674.
29. Α5, 98&22 - 3 11. 57. 647.
30. Α5, 986b21 κέ. 58. Πολιτ. Η 1 4 , 1 332b1 2 κέ.
3 1 . Φυσ. Γ5, 205-3. 59. Η 1 5, 1 334b3 κέ.
32. ·Ηθ. Νικ. Β2, 1 1 05- 1 0. 60. Θ4, 1 338,b31 κ έ .

219
6 1 . Ή θ . Νικ. Α1 0, 1 099b9 κέ. 97. Μεταφ. Γ3, 1 005b5 -
62. » » Β 1 , 1 1 03a 1 4 κέ. 1 00&28.
63. Πολιτ. Ε9, 1 3 1 Qa 1 2 κέ. 98. :Αναλ. πρότ. Α37, 4906 κέ.
64. 85, 1 339026 κέ. 99. Τοπ. Α9, 1 03b21 κέ.
65. Ή θ . Εύδ. Α5, 1 2 1 5b22 κέ. 1 00. " " b23 κέ.
66. Πολιτ. Η 1 6, 1 335b 1 2 κέ. 101 . " Α5, 1 02- 1 .
67. Περί ψυχ. Β5, 41 7-2 κέ. 1 02. " " - 1 9 κέ.
68. Β6, 41 &7 - 20. 1 03. " Α9, 1 03 b 31 κέ.
69. Γ1 , 425- 1 6 κέ. 1 04. Μ εταφ . Δ6, 1 0 1 6- 1 3.
70. Μεταφ. Α 1 , 98Qa27 - b27. 1 05. Α2, 982b 2 κέ.
7 1 . Περί ψυχ. Γ3, 428 - 1 κέ. 1 06. Τοπ. Α4, 1 Ο Ι b 29 κέ.
72. Μ εταφ . Α 1 , 980b27 κέ. 1 07. Άναλ. πρότ. Α 1 , 24, - 1 6 κέ
73. Α1 , 98 1 - 1 2. 1 08. » B 1 5, 63b 23 Kt
74. Περί ζψων μορ. Δ 1 0, 1 09. Π ερί έρμ. 7, 1 7b26.
687-8 - b4. 1 1 0. 1 3, 22-23.
75. Περί ψυχ. Γ4, 429-31 - "9. 1 1 1 . Άναλ. πρότ. Α2, 25- 1 5 κέ .
76. Γ8, 431 b21 κέ. 1 1 2. " »1 7 κέ.
77. Γ8, 431 b 28 κέ. 1 1 3. » Α4, 25b 37.
78. Γ8, 432-3 κέ. 1 1 4. » » b 32 κέ.
79. Γ5 , 43Qa22 κέ. 1 1 5. Πβ. Άναλ. πρότ. Α4,
80. r4, 429b25. 25b 37 κέ.
8 1 . Μ εταφ . l8, 1 033b 1 - 7. 1 1 6. όπου πιό πόνω .
82. Άναλ. ϋστ. Β 1 9, 1 0Qa7.
83. " Β 1 9, 1 00-1 0κέ. 1 1 7. όπου πιό πόνω.
84. Περί έρμ. 1 , 1 6-. 1 1 8. όπου πιό πόνω .
85. Μεταφ. Ε4, 1 027b26 κέ. 1 1 9. Άναλ. πρότ. Α23, 4 1 - 1 3 κέ
86. Άποοπ. 1 8. 1 20. Περί έρμ. 1 , 1 6-3 κέ.
87. Περί έρμ. 4, 1 7-2. 1 2 1 . Κατηγ. 1 , 1 - 1 κέ.
88. 1 , 1 6- 1 2. 1 22. Ή θ . εύδ. Α8, 1 2 1 7b 25.
89. Περί ψυχ. Γ3, 427-21 . 1 23. Μ εταφ . 8 1 , 1 046- 6 κέ.
90. Μ εταφ . Γ3, 1 005b 1 9. 1 24. Περί ψυχ. Β7, 41 8a26 κέ.
91 . Γ6, 1 0 1 1 b 1 6. 1 25. Σοφ. ελεΥΧ. Α 1 , 1 65 ' 4 κέ.
92. Γ6, 1 0 1 1 b20. 1 26. » Α4, 1 65 b 24 κέ.
93. Γ3, 1 005b22. 1 27. Άναλ. πρότ. Α3, 49b6 κέ.
94. Γ8, 1 0 1 2b1 0 κέ. 1 28. » » Α 4, 49b 1 0 κέ.
95. Γ3, 1 005b32 κέ. 1 29. Μ εταφ . Ζ8, 1 033b 32 κέ.
96. Περί έρμ. 9, 1 &28 κέ. 1 30. Ή θ . Νικ. Β 1 , 1 1 03' 1 5.
220
1 3 1 . Περί τό ζφα [στορ. Ι Χ , 1 5 7. » Η1,
608a33 - blQ. 581 a 1 1 κέ.
1 32. » Ι Χ44, 1 58. »
. Η4,
629b24 κέ. 585a 1 4 κέ.
1 33. Περί ζψων μορ. 8 1 0, 1 59. » Θ9,
655b 1 1 κέ. 595b3 κέ.
1 34. » 8 1 4,
»
1 60. Περί ζψων γεν. Δ6,
658a31 κέ. 775a27 κέ.
1 35. Μ ετεωρ. Δ8, 384b24 κέ. 1 6 1 . Πολιτ. Α9, 1 258a 1 0 κέ.
1 36. Α 1 3, 349a 1 7 κέ. 1 62. Φυσιογν. 4, 808b 1 1 κέ.
1 37. 89, 370a25 κέ. 1 63. 2, 806b6 κέ.
1 38. Περί γεν. φθορ. 84, 1 64. Περί τής καθ' ϋπνου μαντ.
3 3 1 a 20 - 35. 1 , 463a 1 1 κέ.
1 39. Περί ούρ. 88, 290a7 κέ. 1 65. Περί ϋπνου καί έγρηγ. 3,
1 40. Περί τό ζφα [στορ. Ε 1 9, 456b25.
550b31 κέ. 1 66 . Περί ψυχ. 89, 421 b 1 7 κέ.
141. » Χ5, 1 67. Περί τό ζφα ίστορ. Α49,
636b 1 5 - 23. 631 b5 κέ.
1 42. Περί ούρ. 8 1 3, 293b33 κέ. 1 68. Π ροβλ. ΧΧΧ 1 , 953a34-b23
1 43. Μ εταφ. Α9, 992a32 κέ. 1 69. Μ εταφ. Δ2, 1 01 3a24-b6.
1 44. 992a24. 1 70. Άναλ. ϋστ. 83, 90b20 Kt.
1 45. Μετεωρ. Δ9, 386a9 κέ. 1 71 . Φυσ. Η 1 , 241 b 34.
1 46. Δ6, 383a4 κέ. 1 72. » Η3, 245b 1 .
1 47. Περί ζψων μορ. Α5, 1 73 . Περί ζψων μορ. Α 1 ,
644b22 - 645a36. 642a9 κέ.
1 48. Μ ετεωρ. Α5, 342b 1 5 κέ. 1 74 . Περί ζψων μορ. Α 1 ,
1 49. Α 1 0, 347b7 κέ. 642a 1 4.
1 50. Α14, 355a2 κέ. 1 75 . Μ εταφ . Λ7, 1 072b3.
151. 89, 369b9 κέ. 1 76 . Περί ζψων μορ. Δ 1 Ο ,
1 52. Δ3, 380b2 1 κέ. 687a 1 6.
,
1 53 . Μεταφ. Δ6, 1 0 1 6a6 κέ. 1 77, Περί ζψων γεν. Ε 1 ,
1 54. Περί τό ζφα ίστορ. Δ5, 778a30 κέ.
530b24 κέ. 1 78. Περί τό ζφα ίστορ, ΙΧ37,
1 55. » 84, 621 "21 - b 2.
501 b24 - 30. 1 79. Άποσπ. 59.
1 56. » 23, 1 80. 61 .
560b4 κέ. 1 8 1 , Ήθ. Εύδ. Α 1 , 1 2 1 4 a 14- b 1 4
221
1 82. " " Α4, 1 2 1 5 2 1 7. Η7, 1 327b23- 32.,
' 25- b 5. 2 1 8. Γ1 2, 1 282b 1 4 κέ.
1 83. " " Α5, 1 2 1 6' 1-9-29. 2 1 9. Γ6, 1 278 b 1 5 κέ.
1 84. " » Α5, 1 2 1 6b2 κέ. 220. Δ 1 1 , 1 295 b 1 - 25.
1 85. » » Θ3, 1 249' 21 - b 25. 22 1 . Ε9, 1 3 1 0' 1 2 κέ.
1 86. Ήθ. Νικ. Α1 , 1 094'·1 -25. 222. Ίάμβλιχ. Π ροτρ.
1 87. » Α5, 1 097'25 κέ.
»
223. Ποιητ. 4, 1 448b9 κέ.
1 88. " » Α9, 1 099' 1 1 κέ. 224. » » b 1 8.
1 89. » » » 1 099' 21 κέ. 225. Πολιτ. Θ5, 1 340'35 κέ.
1 90. » » » 1 099' 31 κέ. 226. Άποσπ. 53.
191. " » Α 1 0, 1 099b 24. 227. Ποιητ. 1 , 1 447' 1 8.
1 92. » » » 1 099b 26. 228. 1 , 1 447b 2.
1 93. » » Α 1 3 , 1 1 02b 1 4 - 30. 2,2 9. 1, 1 447'8- 1 2.
1 94. » » Α 1 3 , 1 1 03'9. 230: 4, 1 449' 9- 1 5.
1 95. » » 85, 1 1 06' 1 4 κέ. 23 1 . 4, 1 449' 7.
1 96. » » 85, 1 1 06b8- 1 6. 232. 6, 1 450b 1 8.
'86, 1 1 07' 1 - 8.
1 97. » »
· 233. 6, 1 450' 2 1 .
1 98. »
» 89, 1 1 09'33-b 1 3. 234. 6, 1 450'25.
1 99, » » Γ3, 1 1 1 1 ' 22 κέ. 235. 7, 1 450b 27Kt.
200. » » Γ4, 1 1 1 3b 1 1 κέ. 236. 8, 1 45 1 '32 κέ.
" Γ8, 1 1 1 4b 3 1 κέ.
.
201 . »
237. 9, 1 45 1 b30 κέ.
202. » »Δ7, 1 1 23 b· 1 - 1 1 . 238. 9, 1 45 1 b 35.
203. " »Δ7, 1 1 24b23 κέ. 239. 1 3, 1 452b35 κέ.
204. " »Δ 1 4, 1 1 27b33 κέ. 240. 1 7, 1 455'29.
205. » »Ε6, 1 1 31 ' 22 κέ. 24 1 . 25, 1 460b 35.
206. » »Ε8, 1 1 32b28 κέ. 242 . .'Αποσπ. 14 . .
207. » »Ε8, 1 1 33' 19 κέ. 243.
208. » »Ε 1 0, 1 1 34b24 κέ. 244.
209. » »Θ2, 1 1 55b27 κέ. 245. 1 5.
21 0. Θ4, 1 1 56b25 κέ.
» »
246. 1 0.
21 1 . » Χ4, 1 1 75' 1-0-21 .
»
247. Πολιτ. Η8, 1 328b 1 1 .
2 1 2. Χ7, 1 1 πb 1-9-
» »
. 248. Άποσπ. 1 8.
1 1 78' 8. b 249. 24.
2 1 3. Πολιτ. Α2, 1 253'2. 250. 1 6.
2 1 4. 8 1 , 1 26 1 ' 6- 1 8. 25 1 . Ή θ . Εύδ. Η 1 5, 1 249b20.
2 1 5. 85, 1 263b22 κέ. 252. Άποσπ. 1 5.
2 1 6. 85, 1 264' 1 κέ. 253. 52.
222 '
254. » 58.
255. Ίάμβλιχ., Π ροτρ.
256. Άποσπ. 53.
257. Μεταφ . Α 1 , 981 b 7.
258. Μεταφ. Α2, 982'4 - 1 9.

223
Β Ι ΒΛΙΟ ΓΡΑΦ Ι Α .

Α : ΣΕ ΕΛΛΗ Ν Ι ΚΗ ΓΛΩΣ ΣΑ*

1. Γ ε ν ι κ ά.

Άγγελι νό ρας , Γ. ,

Σχέσεις μουσικης καί παιδείας κατά Πλάτωνα καί Άρι­


στοτέλη ν : στόν τόμο : Συ μβολαί είς τήν ' Ιστορίαν της άγω­
γης, Άθηγαι 1 969 , σελ . 1 05- 1 32 .

Ά γ ιοαοφ ί της, Πα ν. Α . ,

Άριστοτέλους θεωρία περ ί τών ήθικών καί τών δια­


νοητικών διαφορών τών άνθ ρώπων. Έν Άθήναις 1 886.

Άλατζόγλο υ - θέ μελ η, Γραμματική ,

Οί αμφω Γι άντικεΙμενοι λόγοι στά Μετά τά Φυσικά τού


Ά ριστοτέλου ς , Φιλοσοφία 3 ( 1 9 76) , σελ. 226-245.
- Π άντων χρημάτων μέτρον ανθρωπος. Ή πλατωνική καί
ά ριστοτελική μαρτυρία . Άθήνα 1 976 . (Διατρ.) .

• Άπό τήν έλληνική βιβλιογραφία έγινε έπιλογή αύτοτελών έργασιών καί


όρθρων. Τό "ίδιο ίσχύει καί γιά τίς μεταφράσεις . Καί στίς δύο περιπτώσεις
δέν προβάλλονται άξιώσεις β ιβλιογραφικής πληρότητας . (Σ.τ. Ε . ) .

225
Άν εμογι άνν η ς - Σινανίδ ης , Σπ. Γ.,

Ένδείξεις γενετικής παραγωγής τών Άρ ιaτoτελΙKών


κατηγοριών. Άθήναι 1 9 76.

Άνδ ρεάδ ης , Άνδ . Μ. ,

Π ε ρ ί τών δη μοσιονομικών θεωριών τού Άριaτoτέλoυς


καί τής σχολής αύτο ύ , ίδίςι δέ περί το ύ Β: βιβ . τών Οίκονο­
μικών. Έν Άθήναις 1 9 1 5 ( Έπετηρίς τού Πανεπιστημίου
=

Άθη νών 1 9 1 5) .

'Απο στο λόπου λος , Δ. ,

Ό Άλέξανδρος Μαυρο κορδάτος καί τό « ' γπόμνημα»


τού Κορυ δαλέα aτό « Π ε ρ ί γενέσεως καί φθοράς » τού Άρι­
στοτέλη (cod. Athen. 1 1 73 , ff. 1 46 r - 1 54ν), στό περιοδ . Έλλη­
νικά. 29 ( 1 9 76) , σελ . 3 1 1 -3 1 5.

Ά ρ �o υ δo γ ιάνν ης , Κ. Ν .,

Οί παραγωγικοί κλάδοι καί αί παραγωγικαί τάξεις ε ίς


τά Π ολιτικό τού Άριστοτέλους. Θεσσαλονίκη 1 955 (Διατρ.).

'Άσμους , Β . Φ . ,

Άρ ιστοτέλης, μτφ . Άνν ίκα Χαραλαμπίδη . Άθήνα 1 9 78.

Αύ γε λ η ς , Ν . Γ. ,

Ή ύπέρβαση τής Φυ σικής στόν Άριστοτέλη . Φιλοσο­


φ ία 2 ( 1 972) , σελ. 284-304 .

Βά γ κν ερ, Χ. (Wagner, Η.).,

Ή ε ννοια τού οντος παρ ' Άριaτoτέλε ι. Περίληψις

226
Σωκ ρ . Γκίκας, στό « Άρχεϊον Κοινων ιολογίας καί Ή θ ικής»
20, χ.χ.

Β ο υρβέ ρης, Κ.,

Παιδιά καί παιδεία. Σωκράτης , Πλάτων , Άριστοτέλης.


Άθήναι 1 956.

Γ εωΡΥούλ ης, Κ. Δ .,

Άριστοτέλης ό Σταγιρίτης. Θεσσαλον ίκη 1 962 (εκδ.


τής ' Ι στορικής καί Λαογραφικής Έταιρε ίας Χαλκιδικής) ,
435 σελ.

- Άριστοτέλης καί Kant, στό πε ρ . Έλληνική Δημιου ργία


1 0 7 ( 1 952) , σελ. 73-80.

Γιαννακ όπο υ λ ος, Κ. Θ . ,

Ό Άριστοτέλης ώς παιδαγωγός καί διδάσκαλος . Θεσ­


σαλον ίκη 1 96 1 .
- Άριστοτελική Ψ υχολογία . Τό πρόβλημα τής ψυχής
π α ρ ' Άριστοτέλει καί αί σύγχρονοι περί ψυχής άντιλήψεις .
Θ ε σσαλονίκη 1 96 1 .

Γ ιερ ός , Χαρ.,

Ή μεταφ υ σική καί ψυχική όλότης παρ' Άριστοτέλει.


Έν Άθή ναις 1 935. (Διατρ . ) .
- Άριστοτέλης. 'Άρθρο στή Γενική Παγκόσμια Έγκυ κλο­
παίδεια Πάπ υ ρος - Larοusse, τόμο r : ( 1 964) , σελ. 66-99,
- 'Άρθρο Ά ρ ιστοτέλης, στήν Έγκυκλ. Πάπυ ρος-Λαρούς,
τόμο 3 ( 1 963) , σελ . 607- 6 1 7.

Δασκα λά κη, Άν θ ή Α .,

Τό νόημα τής φ ιλίας στόν Άριστοτέλη . Άθήνα 1 940.


227
Δε δο ύ σης, Β ασ. ,

Μορφωτικές όρχές στόν Άριστοτέλη . Θεσσαλονίκη


1 949.

Δερτιλή ς, Παν . Β .,

Ό Ά ριστοτέλης ώς οίκονομολόγος, στό περιοδ . «Σπου­


δαί » , τής Α . Β .Σ . Π . , τόμο Ι Θ : ( 1 969) , τεύχ. 4 .

Δεσποτόπο υλος, Κ.,

Περί τής προαιρέσεως κατ' Άριστοτέλη , στόν τόμο


« ' Ε ρόνιον » , Γ . Σ. Μαριδόκη, 2 ( 1 963) , σ. 63-9 1 .

- Άριστοτέλης . Ε ίσήγηση καί έκλογή κειμένων άπό τόν


Κ . Ι . Δεσποτόποuλο , μετάφρ . όπό τόν Λ. Ζενόκο, Έποχές 9
( 1 964) , σελ. 86-99.
- Τό κοινωνικό πρόβλημα κατ' Άριστοτέλη , στό περ.
« Νέα Έστία » 52 ( 1 9 78) , σελ. 1 54 1 -48.

Ζ ή ση , Χρ ιστίνα.,

Αί περ ί χρόνου όντιλήψεις τού Άριστοτέλους, πρόλ.


Κ . Δ . Γεωργούλη . Άρχ. κε ίμ . , είσαγ ., μετόφρ . , σχόλια. Άθή­
ναι 1 965, σελ. 6 1 .
- Τό πρώτον κινού ν άκίνητον παρ' Άριστοτέλει. «Φυσι­
κής Άκροάσεως » , Θ : Βιβλίον. Άθήναι 1 969, 1 52 σελ.
- Τό πρόβλημα τού χρόνου είς τόν Άριστοτέλη . Φιλοσο­
φ ία 3 ( 1 9 73 ) , σελ. 246-26 1 .

Ζο ύ μπος, Α . Ν .,

Ή έν Tfl σχολαστικπ φιλοσοφία «άριστοτέλειος » , δια­


τύπωσις « u n iversa l i a ίπ rebus » . Άνατύπ. άπό τό περιοδ.
« Πα ρνασσός » 5, όρ. 1 . ( 1 964) .

228
Θεοδωρακόπουλος, Ι. Ν . ,

Ή έννοια τής ψυχής στόν Άριστοτέλη . Άρχ. Φιλοσ.


Θεωρ. Έπιστ. 1 0 ( 1 939) , σελ. 1 73-2 1 6 , 422-443, 1 1 ( 1 940) ,
σελ. 3 7-60.
- Ό ό ρ ισμός τής Τραγωδίας κατά τόν Άριστοτέλη .
Άνάτ. άπό τά Π ρακτ. τής Ά καδ . Άθη νών 47 ( 1 972) , σελ. 77
- 78.
- Ά ριστοτέλη ς , Ίστορία τού Έλλην. 'Έ θνους, τόμο Γ2 ,
σελ. 486-5 1 1 ( 1 9 73) .

Ί ση γόνης, Άντ. Μ.,

Ή τελεολογική κατ' Άριστοτέλει έκδοχή τού ψυχικού


β ίο υ . Ρόδος 1 95 1 (Διατρ . ) .

Κατσιμάνης, Κ.,

Τό «γνώθι σαυτόν» καί ό πλατωνικός Άριστοτέλης, Φι­


λοσοφία 7 ( 1 9 7 7 ) , σελ . 29 1 -304 .

Κοραής, 'Αδ.,

Άριστοτέλο υς, Πολιτικών σωζόμενα. Έ κδ ίδοντος καί


δ ιορθο ύ ντος Ά. Κοραή . Παρίσιοι 1 82 1 . (' Ελληνική Βιβλιο­
θ ή κ η , Τόμο 1 3) . (
= Γ. Βαλέτα, Κοραής, 'Άπαντα τά πρωτό­
τυπα έργα , Άθήναι 1 964, τόμο Α 1 , σ. 277-362 : Πολιτικαί
παραινέσεις πρός τούς 'Έλληνας. Προλεγόμενα στήν tK­
δοση τών Πολιτικών τού Ά ριστοτέλους) .
- Ήθ ικά Ν ικομάχεια. Έκδ ίδοντος καί δ ιορθούντος Ά.
Κοραή , Π αρ ίσιοι 1 822 (Έλληνική Β ιβλιοθήκη, όρ. 1 4) .

Κουμόκης, Γ.,

Ή δ ιδασκαλία τού Άρ ιστοτέλη γιό τό γ � I!JQς .άπό κοι­


νωνική απο ψ η . Φ ιλοσοφία 4 ( 1 974) , σελ. 274-285 .

229
Κουράκης, Ν . ,

Πλάνη καί Ιδιότητες παρ ' Άριστοτέλει, στό περ. « Ν έον


Δίκαιον 27 ( 1 97 1 ) , σελ. 81 -84 καί 1 65- 1 69 .

Κουσουλάκος, Γ.,

Μεσότης καί μέτρον έν Tfl έλληνΙΚfl διανοήσε ι. Στόν


τιμ. τόμο « Ξέ ν ιο ν ·· Παν. Ζέπο υ . ·Αθήναι 1 973, τόμο Α: σελ.
203-264.

Κούτρας, Δ .,

Ή κο ινωνική η θ ική το ύ Άρ ιστοτέλη . Άθήναι 1 973 .

Κυριαζόπουλος, Σπ. ,

Πολιτικά α'ίτια τής ηθ ικής τού ·Αριστοτέλο υς . ϊωάννι­


να 1 97 1 .

- Ά ρ ιστοτέλης ό φ ιλάλληλος , στήν έπετη ρ . τής Φιλοσ .


Σχολ. το ύ Πανεπ. ϊωαννίνων «Δωδώνη » 1 ( 1 972) , σελ.
63-84.
- Ή κοινωνική σημασία τής « Π οιητικής τού Άριστοτέ­
••

λη , στόν τόμο «Δωδώνη » 6 ( 1 977) , σελ. 89-97.

Κυριακίδης, Στιλ.,

Έπίκαιρα διδάγματα έκ τών Πολιτικών τού ·Αριστοτέ­


λο υ ς . Θεσσαλονίκη 1 952 (Δημοσιεύ ματα τής Έταιρε ίας
Μ α κεδονικών Σπουδών) .

Κωστόπουλος, Άρι στ. Χ ρυ σ.,

Μ έγας ·Αλέξανδρος καί ·Αριστοτέλης. Θεσσαλονίκη


1 974.

230
Λα μέρας, Ίω. Κ.,

Αί περί Ίατρικής γνώσεις τού Άριστοτέλους. Διατριβή


έπί ύ φηγεσί<;1. Άθήναι 1 962.

Λορεντζάτος, Ζήσι μ.,


.
Άρχαίοι Κριτικοί. Άθήνα 1 9 78 (σελ. 7-88) .

Λυπουρλ η ς, Δ. Δ. ;

Ά ρ ιστοτελικά Α : Κριτικά καί διορθωτικά. Στό περιοδ.


Έλληνικά 20 ( 1 967) , σελ. 297-3 1 0.
- Ά ρ ιστοτελικά Β : ( Ή θ ικά Ν ικο μάχεια) . Έπιστ. ΈπεJηρ .
Φ ιλοσ. Σχολής Πανεπιστη μίου Θεσσαλονίκης, τόμο Ι Α : 1 971 .

Μάνιου - Β α καλη, Μαρία,

Ά ριστοτελικαί άπόψεις γιά τήν μνήμη στό φως τής


ν εώτερης πε ιραματικής ψυχολογίας. Διατρ. Θεσσαλονίκη
1 968.

Μ ητρόπουλος, Κ.,

Ί ατρικά Άριστοτέλους. Στόν τόμο : Ποικίλα Άρχαίας


Ίατρική ς , Άθήναι 1 962 (άνατ . άπό τό περιοδ. Πλάτων, σελ.
17-6 1 ) .

Μ ι χα ηλίδης, Κ.,

Τό πρόβλη μα τού καθ ' εκαστον στόν Άριστοτέλη .


« Χάρις » Κ . Β ο υ ρβ έ ρη . Άθήναι 1 964, σελ. 273-288.

Μ ιχελάκης, Έμμ . ,

Ή θεωρία τού Άρ ιστοτέλο υς περί των πρακτικων άρ­


χων. Άθήναι 1 96 1 .
231
Μούκανος , Δημ. Δ. ,

Πλάτων , Άριστοτέλης καί σύγχρονος Φυσική . 'Οντο­


λογική Π ροβλη ματική. Άθήναι 1 968.
- Ό τ ρόπος τοϋ Είναι των μαθη ματικών άντικειμένων
κατά τόν Πλάτωνα καί τόν Άριστοτέλη . 'Αθήναι 1 979
(Διατ ρ . ) .

Moraux, Ρ.,

Ό Ά ριστοτέλη ς , φ ιλόσοφος καί έπιστήμων. Παράδοση


καί πρωτοτυπία, στό περ. « Νέα Έστία., 52 ( 1 978) , σελ. 9 1 8-
9 2 7 ( μτφ. 'Έρση Παπαχρυσάνθου - Βουτσίνου ) .

Μπαγιόνας, Αύγ.,

Ή περί δουλε ίας θεωρία τοϋ Άριστοτέλους, στό πε­


ρ ιοδ . « 'Α θ η νά ., 67 ( 1 964 ) , σελ. 47-86.
- Μαθή ματα ή θ ικής Φιλοσοφίας τοϋ Άριστοτέλη. Μέ­
ρος Α : 1 . Θ εσσαλονίκη , 1 976.

Μπενόκης , Λ. Γ. ,

Ή Σύν.οψις ε ίς τήν Άριστοτέλους λογικήν καί ό Μι­


χαήλ Ψελλός , στό περ. Έλληνικά 1 6 ( 1 958) , σελ. 222-26.
- Ή γένεση τής λογικής ψυχής στόν Άριστοτέλη καί
στή χριστιανική σκέψη. Μέ άφορμή ενα νέο κείμενο τοϋ
Άρέθα. Φ ιλοσοφία 2 ( 1 972 ) , σελ. 327-336.
- Άπό τήν ίστορ ία τοϋ μεταβ υζαντινοϋ Άριστοτελισμοϋ
στόν έλληνικό χώρο. Άμφισβήτηση καί ύπεράσπιση τοϋ
φ ιλοσόφου στόν 1 80 αίώνα. Νικόλαος Ζερζούλης - Δωρό­
θεος Λέσβ ιος . Φιλοσοφία 7 ( 1 977) , σελ. 4 1 6-454.

Μπιτσόκης, Εύτ.,

Ή Φ υ σική φ ιλοσοφία τοϋ Άριστοτέλη , στό πε ριοδ. Πο­


λίτης 22 ( 1 978) , σελ. 46-55.
232
Νούλας, Β. Κ.,

Φ ύση καί Τέχνη στόν Άριστοτέλη . Ή κατάσταση τής


σύγχρονης τέχνης καί ό Άριστοτέλης. Άθήνα 1 967, σελ.
93.
- Ή πολιτική σκέψη τ ο ύ ·Αριστοτέλη . 'Αθήνα 1 978.

Οίκονομό κος, Γρ.,

Έμμενετικός καί έκστατικός παρ' 'Αριστοτέλει Πλά­


των Ζ : ( 1 955) , τεύχ. Β :

Πολίτης, Ν.,

Άριστοτέλους, Άθηναίων Πολιτεία. Τρία είσαγωγικά


ση μειώματα ε ίς τήν έρμηνε ίαν τού Β: μέρους τής άριστο­
τελείου συγγραφής. Άθήναι 1 893.

Παπανοίιτσος, Εύ.,

Ή κάθαρση τών παθών μέσα στόν άριστοτελικό όρι­


σμό τής τραγωδίας. 'Αθήναι 1 953.
- Ό φόβος καί τό έλεος τής τραγωδίας. «Χαριστή ριον » ,
Α . Όρλάνδον 1 . Άθήναι 1 964.

Ροίδης, Έμμ.,

'Αριστοτέλης, δρθρο στήν ' Εγκυκλοπαίδεια Λε ιψίας ,


τόμος 2 ( 1 890/ 9 1 ) , σελ. 2 78-289, ( = Έμμ. Ροίδη , " Απαντα,
έπιμ. 'Άλ κ . Άγγέλου , Άθήνα 1 978, τόμο Δ: σελ. 30-53).

Σα κορρόφος, Δ.,

Άριστοτέλους Κο ινωνιολογικαί - Παιδαγωγικαί άρχαΙ


Χανιά 1 955.

233
Σκαρδέσης, Ι. Γ.,

Πλάτων καί Άριστοτέλης τού Ραφαήλ καί τού Γκαίτε .


Στό περιο δ . Πλάτων 1 4 ( 1 962) , σελ. 1 32- 1 37 .

Σ μ υ ρνιάδης , Βιων. ,

Ή είσαγγελία εν τι) Άθηναίων Πολιτείζ1 . Π ρόλ. Γ. Π.


Οίκονόμο υ . Έν Άθήναις 1 952.

Στα μάτης, Ε. Σ .,

Ό Ά ριστοτέλης καί ή ση μερ ινή επιστή μη . Άθηναι


1 974.
- Άρ ιστοτέλης. Άθηναι 1 978.

Στ ε φαν ί δης, Μ. Κ.,

Ό Αρ ιστοτέλης ώς φ υ σιοδίφης. Έν Άθήναις 1 925


( Άνατ. ε κ τού Α: τόμο της επιστ . επετ. της Σχολης Φυσ. καί
Μ αθημ. Έπιστημών) .
- Ό άριστοτελικός όρ ισμός τής τραγωδίας καί ή άριστο­
τελική φ υ σική φιλοσοφία. Άθηναι 1 941 . ( Άνατ. Ilρακτ.
Άκαδ. Άθ ηνών).
- Τά περί «λέξεως» κεφάλαια εν τι) Ποιητικπ τού Άρι­
στοτέλο υς. Άθηναι 1 942. ( Άνατ. Π ρακτ. Άκαδ. Άθηνών).
- Ό Άριστοτέλης ώς πο ιητής. Έν Άθήναις 1 950. (Π ρακτ.
Άκαδ. Άθηνών, τόμο 1 8, 1 943) .

Τα μ6ά κης, Κ.,

Τ ό νόημα της τραγικης κάθαρση ς . Άθήνα 1 960.

234
Τούλ, Χ .,

Άνατομικαί καί φυσιολογικαί γνώσεις ιϊ δοξασίαι τού


Άριστοτέλους έπί τού καρδιαγγειακού συστήματος. Άθή­
ναι 1 972. ( Άνατ. όπό τό πε ρ . , Έλληνική Χειρου ργική , 44
( 1 975) , σελ. 1 05 - 1 22.

Τσα μαδός , Μ.,

Πλάτων καί Άριστοτέλης. Άρχ. Φιλοσ. Θεωρ. Έπιστ.


1 0 ( 1 939), σελ. 444 - 464.

Τσότσος , Δ. Θ .,

Γιά τήν καταγωγή των θεσμων. Μεθοδολογική όναζή­


τηση μέ όφορμή τήν όρχή τής διακρίσεως των έπιστημων ,
στό περισ δ . Πολίτης 22 ( 1 978) , σελ. 40 - 45.

Τσότσος, Κ.,

Ε ίσαγωγή στήν κοινωνική φ ιλοσοφία τού Άριστοτέλη .


Α : μέρος , στό Άρχ. Φιλοσ. Θεωρ. Έπιστ. 1 1 ( 1 940) , σελ.
1 09 - 1 75 . ( Ή κοινωνική Φιλοσοφία των Άρχαίων Έλλή­
=

νων, Άθήναι 1 9702 , σελ. 1 80 - 237 καί Β: μέρος : σελ.238-


272) .

Τσι τσόπο u λος , 'Αλ. ,

Ή φ ύ σις τού έπιεικούς παρ' Άριστοτέλει, στό περιοδ.


Πλάτων 1 9 ( 1 967) , σελ. 249 - 257) .

Φίλιππας, 'Άγγ. ,

Τί λέγει πράγματι ή Άριστοτέλους Ποιητική . Άθήναι


1 955.

235
Φοuρμούσης, Εύδ. Ν .,

Ή πολιτική φιλοσοφία τού 'Αριστοτέλη . Α: Τό οίκονο­


μικόν πρόβλημα. Β: Τό οίκογενε ιακόν. Γ : Τό πολιτειακόν
έν ττϊ πολιτικτϊ κοινωνίςι. Σμύ ρνη 1 922.

ΦρόΥκος, Βaσ., .

Φιλοσοφία τής κοσμικής έποχής. Δοκίμιον συγχρόνου


έρμηνείας τής 'Αριστοτελικής όντολογίας . 'Αθήνα 1 972.

ΧaτζηκaκΙδη ς, Άθ . Δ. ,

Θεώρησις φυσικων καί χημικων τινων έννοιων παρ' 'Α­


ρ ιστοτέλει. 'Αθήναι 1 958.

Χ α τζ ή ς, Α. Χ .,

'Αριστοτέλης ό Σταγιρίτης καί τό Περί Ποιητικής εργον


α ύ τ ο ύ , στό περιοδ. Πλάτων 4 ( 1 952), σελ. 3-1 8.

Χ ρηστ ίδης, Γερμ.,

Θεολογία τού 'Αριστοτέλου ς . Έν Έδέσσπ 1 923.

Χ ρόνης, Ν. Δ.,

Τό πρόβλημα των κατηγοριων έν τπ φ ιλοσοφίςι τού


'Αρ ιστοτέλους. Άθήναι 1 975 (Διατρ.).

2 . Μ ε τ α φ Ρ ά σ ε ι ς.

Γ ε ωΡΥ ο ύ λης, Κ . Δ.,

'Αριστοτέλους, Π ρώτη Φ ιλοσοφία. Τά Μ ετά τά Φυσικά.


236
Ε ίσαγ. καί έρμηνεία. Θεσσαλονίκη 1 935 (Άνατύπ. Άθήναι
1 973) .
- 'Αριστοτέλους, Φυσική 'Ακρόασις (τά Φυσικά) . Μετάφρ.
είσαγωγικά ση μειώματα. 'Αθήναι 1 973.

Γ ρα τσιό τος, π.,

'Αριστοτέλου ς , Μ ικρά Φυσικά. 'Αθήναι 1 91 2 (Βιβλ. Άρχ.


Έλλήν . Συγγρ. Φέξη , άρ. 1 5) .

Δαλ tζιoς , Α .,

'Αριστοτέλους, Ήθικά Ν ικομάχεια. Άρχ. κείμ . , είσαγ.,


μετάφρ . , σημ. Άθήναι 1 950 ( Βιβλιοθήκη Παπύ ρου 1 35- 1 40) .

Ιό μπας, Κυ ρ.,

Άριστοτέλους, Ήθικά Ν ι κομάχεια. Μ.ετάφρ., τόμο Β;


α.ε., ανατύπ. Άθήναι 1 97 1 . ( Βιβλιοθήκη Φέξη Άρχαίων Έλ­
λlΊνων Συγγραφέων, άρ. 92) .

Ζ ωγρά φο υ, ΕUyενία,

'Αριστοτέλους, Περί ποιητικής τέχνης. Μ ετάφρασις.


'Αθήναι 1 970.

Ή λιο ύ , Ήλ.,

'Αριστοτέλους, Ρητορική. Κείμ., μτφ . , είσαγ. , σχόλια.


'Αθήναι. ( Βιβλιοθήκη Άρχαίων Συγγραφέων 5. Ι. Ζαχαρό­
πουλο υ ) .

237
Θ εοδωροπο ύλοu , Π . 1 . ,

Άριστοτέλους, Τά Πολιτικά. Π ρόλ., είσαγ . , μετάφρ.,


κείμ., σημε ιώσεις, τόμο 1 . Άθή ναι 1 933.

Κάλαράς, Κ . ,

Άριστοτέλο υς, Ή θ ικά Ν ικο μάχεια. Κείμ . , μετάφ ρ . , έρ­


μηνεία , τόμο 1 0ς. Άθήναι 1 953.

Κοτ ζι ούλά ς, Γ.,

Άριστοτέλους, Άθηναίων Πολιτεία. Κε ίμ., ε ίσαγ., με­


τάφ ρο Άθήναι (Βιβλιοθήκη Άρχαίων Συγγραφέων 5. Ι . Ζα­
χαρόπουλου).

Κ UΡΥιόπο uλος, Ν ι κ.,

Άρ ιστοτέλους, Τά Φυσικά. Άρχ. κείμ . , είσαγ., μετάφ ρ . ,


ση μ . Άθή ναι 1 963. (Βιβλιοθήκη Παπύ ρου , ά ρ . 3 1 7) .
- Άριστοτέλους, Ήθικά Ε ύ δή μεια, κείμ . , μετάφρ., ση μ.
τόμο Α: Ά θήναι 1 964 (Β ιβλιοθήκη Παπύρο υ , 343, 350, 358).

Λεκατσά ς , Παν. ,

Άριστοτέλους, Πολιτικά. Κείμ . , είσαγ., μετάφρ., σχό­


,
λ ια. ( Β ιβλιοθήκη Άρχαίων Συγγραφέων 1 3. Ι . Ζαχαρόπου­
λου ) .

Μα ΥΥίνας, Σπ. Χ . ,

Άριστοτέλους, Ήθ ικά Ν ικομάχεια. Τόμο Α; Β; r: Ε ίσαγ.,


μετάφ ρ . , έρμην. , ση μ. Άθήναι 1 972. (Βιβλιοθήκη Τών Έλ­
.
λήνων, άρ. 1 51 , 1 52, 1 53).
238
Μόλαινος, Έπα μ. - Φίλιππας, Σπ.,

Άριστοτέλους, Ρητορική Τέχνη. Ε ίσαγ. ύπό Α. Σ. ·Αρ­


βανιτοπο ύλου, μετάφρ. , ση μ. β ιβλ. Α: καί Β: Έπαμ. Μαλαί­
ν ο υ , Άθήναι 1 937, βιβλ. Γ: ύπό Σπ. Φίλιππα, Άθήναι 1 939.
( Β ιβλιοθή κ η Παπύ ρου 3).

Μ ενάρδος, Σ. - Συκουτρης , 1 . ,

Ά ριστοτέλους, Π ε ρ ί Ποιητικής. Μ ετάφρ. Σ. Μ ενάρδοu .


Ε ίσαγ . , κείμ. καί έρμ. ύπό ϊ . Συκουτρή. Άθήναι 1 937 ( Άκα­
δη μία ·Αθηνων, Έλληνική Β ιβλιοθήκη 2).

Μ ητ ρό πουλος, Κ. ,

Ά ριστοτέλους, Περί ζώων γενέσεως, τόμο Α-Β : Ε ίσαγ . ,


μετάφρ . , σχόλια, α . ε . (Βιβλιοθήκη των Έλλήνων, τόμο 76-77).
- Άριστοτέλους, Περί ζψων ίστορίαι. Άθήναι τό μο 1 -5.
( Β ιβλιοθήκη των Έλλήνων, τ. 1 30).
- Π ε ρ ί ζιiJων μορίων, τόμο Α:-Β : Είσαγ . , μετάφρ . , σχόλια, .
α . ε . ( Β ιβλιοθήκη των Έλλή νων, τόμο ).

Περογιαννάκης, Χ . Γ.,

·Αριστοτέλους, Μετεωρολογικά, τόμο Α: βιβλ. Α:-Β:


·Αρχ. κείμ., έρμ . , σχόλια. ·Αθήναι 1 963.

Τατάκ ης , Βασ. - Σωτ η ρά κ ης , Ν. - Εύσταθίοu, Α . ,

·Αριστοτέλης, Περί Ψυχής - Μ ικρά Φυσικά. Ε ίσαγ . ,


μ ετάφ ρ . , σχόλια. Άθήνα 1 978 (άνατύπ.) (Β ιβλιοθήκη ·Αρ­
χαίων Συγγραφέων 1 1 . ι. Ζαχαρόπουλο υ).

239
Φα ραντ ά τος, Ν . Ση . ,

Άριστοτέλους, Πολιτικά, βιβλ. Γ: τόμο 1 , μετάφρ. ύπό


Άθήναι 1 923. (Φιλοσοφ ική καί Κοινωνική Βιβλιοθήκη Ι.
Βασιλείο υ , άρ. 1 6) .
- Άριστοτέλους , Πολιτεία Άθηναίων. Είσαγ . , κείμ . , ση­
με ιώσεις ύπό
Μ έ ρος Α: ( κεφ. 1 -4 1 ) . Άθήναι 1 91 7 ( Μ . Σαλίβερος).

Χάλος, Άντ.,

Άριστοτέλους, Φυσιογνωμικά. Ε ίσαγ . , μετάφρ., σημ.


Άθήναι 1 940. (Βιβλιοθήκη Παπύρου 8 1 ) .

Β : Σ Ε Ξ Ε Ν Η ΓΛΩΣΣΑ* .

1 . Έ κ δ ό σ ε ι ς.

Aristote l is Opera. Ed i d i t Acadenlia Regia Borussica. Τόμ.


1 -5 . Berl i n 1 831-1 870, άπό_ τόν I nlnlanuel Bekker.
Τόμ. 1 -2 : Aristoteles gruece, 1 83 1 . Τόμο 3: Aristoteles
Idti tle, Τόμο 4: Scllol i a ίπ Aristoteles, 1 836. Τόμ. 5: Fragnlenta
.
1 870 ( Άνατύπ. 1 960) .

S u senl i h l , Fr.,

(Aristotelis Eth ica E udenl iaI Eudetlli Pll0d i i Etll ica. L i psiae
1 884. ( Άνατύπ. Anlsterdunl 1 967) .
- Aristoteles, Oeconom ica. Leipzig (Τeubtler) 1 88/.

*Ή βιβλιογραφία τού πρωτοτύπου tχει συμπληρωθεί καΙ έκσυγ­


χρονισθεί μέ νεώτερες έ ργασΙες, πού δημοσιεύθηκαν άπό την έκ­
τύπωση ( 1 96 1 ) τού βιβλίου tως σήμερα.

240
Στή σειρά: Scriptorum C lasSiCOrUnl B i b l iotfleCd. Oxon iel1sis
(Uxford C lassical Texts) έχουν έκδοθεϊ άπό τό 1 894 έως σή­
μερα, καί άνατυπώνονται συνεχώς, τά έξής έργα τού
Ά ριστοτέλη : Ήθικά Ν ικομάχε ια ( 1 894, Ethica N icomachea, ι.
B ywater) , Ποιητική ( 1 897, De arte Poetica, f. Bywater) , Άθη­
ν α ίων Π ολιτεία ( 1 925, Atheniensium respu blica, F. G. Kenyon),
Περί ού ρανού ( 1 936, De Caelo, D. J . Al lan), Κατηγορίαι, Περί
έ ρ μηνείας ( 1 949, Categoriae, De i n terρetatiOl1e, L. M i l1 iopa l uel-
10), Φ υσική άκρόασις ( 1 950, Physica, W. D. Ross) , Άποσπά­
σματα ( 1 955, Fragmenta Selecta, W. Ο. Ross) , Περί ψυχής
( 1 956, De an ima, W. D. Ross) , Μ ετά τά Φυσικά ( 1 957, Meta­
physica, W. D. Ross ) , Πολιτικά ( 1 957, Pol itica, W. D. Ross) , Το­
πικοί καί Σοφιστικοί έλεγχοι ( 1 958, W. D. Ross) , Ρητορική
( 1 959, Ars Rhetorica, W. D. Ross), Άναλυτικά, πρότ. καί ϋστε­
ρα, ( 1 964, Analytica priora et Posteriora, W. D. Ross) , Περί
ζφων γενέσεως ( 1 965, De generatione Animal i um), στή σειρά
Teubner (Leipzig - Stuttgart). (Bibl iotheca Teubneriana).
- Aristotelis Organon, νοl . 1-11, Th. Walz, Leipz ig 1 844-46
(άνατύπ., Aalen 1 962).
- Meteorologica, νοΙ 1-11, 1 834/36, J. L. Ideler.
- Purva Natura l ia, G. B ieh l , 1 898.
- De partibus An i ma l i um, Β. Langkavel, 1 868.
- Ethica N icomachea, F. Susem i h l 1 880, 3. Auf l . 1 9 1 2.
- Magna Mora l i a, Fr. Susemi h l 1 883.
- F ragmenta. Col legit V. Rose 1 883. ( Άνατ.Ι:Ι π. Stuttgurd iae
1 96 1 ) .
- Aristotelis, 'Αθηναίων Πολιτεία, Η. Opρerman n . Stuttgurd iae
1 96 1 .
- Aristote l is" Privatorum Scri ptorum Fragmenta. Lei pzig 1 977.

Kassel, Α.,

Aristoteles, Ars Rhetorica. Berl i n / N . York 1 976.

24 1
2. Β ο η θ ή μ α τ α.

ΒοnίιΖ, Η.,

I n tex Aristotel icus. Berl i n 1 870. (Άνατύπ. 1 955).

Schwab, Μ .,

B ibl iograghie d' Aristote, Paris 1 886-(συ νεχίζεται) .

Zeller, Ε. ,

Die Phi losophie der G riechen i n ihrer gesch ichtl ichen E nt­
w i c k l ung, 6 εκδ. Lei pz i g 1 922 (άνατύπ. Darr:ηstadt 1 963) . Τόμο
; 1 1 , 2, σελ. 1 -806.

F. Ueberweg •
Κ . Praechter,

G r u nd riss, der Gesch ichte der Phi losoph ie, 1 2 εκδ. Berl i n
1 926 (άνατύπ. Darnlstadt 1 967) , τόμο 1 , σελ. 347-40 1 .

Cooper, Ι. - Gudeman, Α . ,

Α B i b l iograp/1Y οί the Poetics οί Aristot/e. New HaveIll


1 928.

Coρleston, Fr.,

Α H i story oi Ph i /osop/Ίy. Londo11 1 946, 7. εκδ. 1 976, τόμ. I ,


σελ. 265-378.

242
Wilpert, Ρ.,

[)je Lage der Ari stoteies - F O rscIl u ll g . Στό : Zei t t . ΡΙι ί Ι . Fur­
.

sCI1 U Ilg 1 ( 1 946), σελ. 1 23- 1 40.

Phίlippe, Μ. - D.,

Ari stuteies. Berll Ι ':J-I11 ( B i bl iugrapIl isc Ile Είιι t ϋ l ι ιυιιgel1 ί ιι


cJas StucJ i u nl der Ph i IOsopIl ie 11 ) .

Verbeke, G .,

B u l let i n de I i tterature aristote I i cienne, aτό : Rev. pIl i IUS . d.


Louva i ll 5 6 ( 1 958) 1 2 3 - 1 4U.

Totok, W.,

H an dbuch der Gescil ichte der PIl i IOsopIlie, τόμο 1 . FraIl k­


fu rt/M. 1 964, σελ. 2 14-264 (β ιβλιογραφία).

De Vogel, C. J.,

G reek Phi Iosophy. Α Col lectioI1 ot Texts ννίιΙι Nutes aIld Εχ­
p i anations, τόμ. 11. Leiden 1 96U.
- Ph i Iosophia, μέρος ι. Assen 1 969, σελ. 295-35 1 .

3 . ·Α Ρ Χ α ϊ α Σ Χ ό λ ι α.

- COn i nlel1taria ί ll AristoteleI)) L raeω. Ει/ίιίο L UIl S i / i U l't


a u c tut·itate Αωden ι ί ae Ι ί ι Regiae !30russ ίωe, τόμο 1 -23. ί3ι>ι Ι ί ιι
1 882-1 909. (Ανατυπώθηκε) .

SupplenleIltulll, τόμο 1 : Spyr. Laιηbrus, l3eru I i Il i 1 885 (άνα-


243
τυπώθη κε)' τόμο 2: lνο Bruns, 1 887· τόμο 3 : Η. Oiels, 1 893.

Γιά τά Σχόλια των Άράβων άριστοτελιστων, των Σχο­


λαστικων καί των Ού μανιστων τής Άναγεννήσεως βλ. στό
έ ργο τού Μ. - D. Ph i I i ppe, Aristoteles. Bern 1 948, σελ. 18-26.

4. Μ ε τ α φ Ρ ά σ ε ι ς.

α) Μ ε τ α φ Ρ α σ τ ι κ έ ς σ ε ι Ρ έ ς.

Στά Άγγλικά.

Loeb C lassical Library, London.


G reek Autors.
Aristutle :
- A r t of Rhetoric. J . Η. Freese.
- Atllen ian Constitution, E udenl ial1 Eth ics, Vices al1d Virtues.
Η. Rackhanl 1 96 1 ( 1 9 3 5 ) .
- Genaration of Al1 i nlals. Α. Ι. Peck. 1 95 3 ( 1 943).
- H i stor i a Allil11a l i unl, Α. Ι. Peck. VOI . Ι ( Ι %5), VOI . 1 1 ( 1 11 70).
- ιvletaphysics, Vols 1 -2 . Η. TredeIlIlick Ι % Ι ( Ι (1 3 3 ) .
- Meteorologica. Η.Ο.Ρ. . Lee. 1 %2 ( 1 11 5 2 ) .
- Μ ί l10Γ Works. W.5. Heet. 1 95 5 ( 1 936).
- N iconlacheal1 Etll iCS. Η. Rackllal11.
- UeCΟl1αιιίca and Magna Mora l i a . G .C . AΓIllstroIlg (νν ί ιlι
Metaphysics, Vol . 1 1) . 1 95 8 ( 1 9 3 5 ) .
- Un tlle Heavens. W.K.C. Guthrie 1 %0 ( 1 939).
- UI1 the Sou l, Parva Natu ra l i a , υπ Breath. W.5. Hett. 1 :15 7
( 1 \) 3 6).
- Categories, Un I nterpretation, ΡΓίΟΓ Analytics. Η . Ρ. Cooke -
Η . Trede n ll ick. 1 962 ( 1 938).
- Posteri or Ana l ytics, Topics. Η. TredeIl Ilick - Ε.5. Forster.
1 %0 .
- Un 50phistical Refutati ons. Ε.5. Forster - O.J. Fu rley. 1 :15 5 .
Parts of An i nlals. Α.Ι. Peck. Motion al1d Progressiol1 of
244
A n i ma ls. Ε . 5. Forster. Ι % Ι ( Ι ':J 3 7).
- Physics, 2 . Vols. Rev. Ρ. 'vV icksteecl a lKI F.M. Lurlliurd. Ι ':Jl>U
( 1 95 7 2 ) .
- Poetics and LOngillUS. W. Hanl i lton Fyle. l)elnetrius υπ
5ty le. W. R hys. Roberts.
- Pol i tics. Η. Rackhanl . Ι ':J 5 ':J ( Ι ':J 3 2 ) .
- Problenls. W . s . Hett, ν ο l . ι . 1 96 Ι Ι Ι 9 3 b), νυl . 11 Ι ':J 5 ϊ Ι Ι 'J 3 ϊ).

Στά Γαλλικά .

Col lection les bel les lettres, (G . Hude), Paris.


- Constitution d ' Athelles. Par G. Matll i eu et Haussuu l ier.
1 96 7 ( 1 9 2 2 ) .
- Petits traites d ' H isto i re Naturel le. Par R. Muugn ier. 1 ':J5 3 .
- De l a- generation des an imauχ. Par Ρ . lou is.
- H isto i re des A n i nlnlauχ. Par Ρ. Lou is, Tullle Ι , l ίνΓ. I-IV
( 1 964). Tome 1 1, l ίνΓ. ν-ν ι ι ( 1 968). Tonle 1 1 1, l ίνΓ. VIII-X ( 1 %9).
- Marche des a n i mauχ. Mouvement des all i nlauχ. l πdeχ des
trai tes biologiques. Par Ρ. lou i s 1 9 7 3 .
- Tra i te d u cie l . Par Ρ. Morauχ, 1 % 5 .
- Phys i q ue. Par Η . Carteron. Tonle Ι, l ί νΓ. I-IV. Tonle 1 1, l ίνΓ.
ν-χ. 2. ed. 1 95 6 ( 1 952).
- De l a generation et de la corru ption. Par Ch. Mugler. 1 %6.
- Τ rai te de Ι ' ame. Par J an none e t Ε. Bardotin. 1 966.
- Topique. Par J . Bru n schwig. Tonle Ι, l ί νΓ. 1-IV. - I 96 7 .
- Econom ique. Par Β.Α. va n Gron i ngen et Α. Vartelle 1 968.
- Pol i tique. Par J. Aubonnet. Tome Ι; I n trod., l ίνΓ. 1-11 ( 1 %0).
Tome 1 1 , 1 er pa rtie l ί νΓ. I I I- I V ( 1 9 7 1 ), 2e partie, l ίνΓ. V-VI ( 1 973).
- Poetiq ue. Par J . Hardy. 1 9 5 2 .
- Rhetorique. P a r Μ. Dufour. Tonle Ι , l ίνΓ. 1 ( 1 960). Tonle 11,
l ίνΓ. 1 1 ( 1 960). Tσme 111, l ίνΓ. 111 ( 1 973).(Α. Wartel le).

L i bra i rie Phi losophique J. νΓίπ, Pari s. Aristote :


- Organon. Τ raduction nouve l le et notes par J . Τ ricot. Ι :
Categories. 1 1 : De Ι ' i n terpretations 1 977. 1 1 1 : Les prenl iers Ana l y-
245
tiq ues 1 97 1 . lν: Les seconds Analytiques 1 970. ν: Les Topiques.
ν ι : Les Refutations sophistiques. 1 977.
- La Metaphysiques. Tome 1-1 1 . j. Tricot 1 974.
- H i stoi re des u n i mauχ. Tome 1 - 1 1 . 1 95 7 .
- D e l a generation e t d e l a corruption. j. Tricot. 1 97 1 .
- De Ι ' Ame. j . Tricot. 1 97 7 .
- Les Meteorologiques. j . Tricot. 1 976.
- T ra i te du c iel su i v i du Tra i te Pseudo - Aristotelicien du
monde. j . Tricot. 1 949. (Tome 1 ).
- Parva Natura l i a suivi d u Tra i te Pseudo - Aristotel icien de
Spiritu. j . Tricot. 1 95 1 .
- Ethique a N icomaque, j. Tricot. 1 967.
- Les Εconαηίques. j . Τ ricot. 1 958.
- La Pol itique. j. Tricot. 1 97 7 3 ( 1 95 7).
- Physique 1 1 : Traduction e t commenta i re Ο. Hanlel i n . 1 972.
- Eth ique a Eudeme. Trad . de ν. Decarie. 1 979.

Στά Γερμανικά.

P h i losophi sche Bibl iothek, τόμο 1 - 1 3 . Leipzig 1 920 Κ . έ . (κεί­


μενο - μετάφραση ) .
Ph i losophische Werke, έκδ. όπό τόν Ε. Rolfes.
1 . U ber d ie Dichtkunst. Neu ϋbers. und πι ί ι Ε ί π l . und erkl .
von Α . G udeman, 1 92 1 .
2 / 3 . Metaρhys i k . U bers. und erl . νοπ Ε . Rolfes, 2 εκδ. σέ 2
τόμο 1 920/22, 3. εκδ. 1 928. Νέα εκδ. όπό τόν Η. Seidl :
1 978/79.
4. U ber d ie Seele. Neu ϋ bers. und erl . νοπ Α. Busse, 2. εκδ.
1 922, έπανέκδ. 1 937.
5. N i komach ische Eth i k . U bers. und mit ei ner E i n l . und erk l .
A n m . ν ο π Ε. Rolfes,. 1 92 1 , 3. εκδ. 1 933.
6. K l e i ne Naturw issenschaftl iche Schriften. U bers. und πι ίι
e i ner E i n l . und erkl. Anm. Ε . Rolfes, 1 924.
7 . Pol i tik. U bers. und m i t erk l . Anm. und Reg. νοπ Ε. Rolfes.
246
1 922, άνατύπ. 1 948 καί 1 965.
θ/ Ι 3 . UrgaIloIl ι ϋ bers. u Ild nlit Ε ί ιι l . sowie erk l . ΑΠΙl1. νοπ Ε .
Rolies, σ έ 5 τόμους 1 920-23ι. Πε ριλαμβάνει:
ω/<;ιι. KategorieIl uIld Lehre vonl Satz (Peri herm eneias)
(Organon ι-ιιι. Porpllyrius, Ε ί l1 l . ί l1 d ie Kategoriel1 1 958 �
( " Ανατύπ. 1 974).
( 1 0) . Lehre nom Sch l uss oder E rste Ana lyti k (Organon 1 1 1).
·Ανατύπ. 1 975.
(/ 1 Ι. Lehre nom Beweis oder Zwe i te AIl a l yt i k ( Urga I loI l lνι.
Μέ ε ίσαγωγή καί β ιβλιογραφία άπό τήν U. Hutie. Άνατύπ.
1 976.
( 1 2 Ι . Topik (Urga l1ol1 νι. ·Ανατύπ. 1 968.
( Ι 3 ι . SOPllist i sclle W ider l egu l 1 ge l 1 ( U rga I lo I l νι). Άνατύπ.
1 968.

H a uptwerke. Ausgew . , ϋ I)ers. u l1d e i l 1 ge l . ί Ι l1 \ V . Nestle.


Leiρzig 1 934. (Kroner Taschenausgabe 1 29). 5 . εκδ. 1 958.

U i e Lellrscllritte I l . H rsg., ϋI)er·tI·. U I 1CI ί l1 i /l I'er' [ l ltStt'/1 U l1g L'rl.


ν ο ι ι Ρ. <"';oll l ke r'<ldeI·I)oI." / L) � ;- κέ.

Stich, Η .,

A r i stoteles . υίι:' /Juetik. U I )L'''�. Ll Ill/ L'I / . Lt' i iJLi� / ' ) � ; \ I<L'C-
1 <1111, U I l i ver'SJ/ - ί3 ί Ι ) / ί υ t l ιL'!-; � . J 3 ;- ) .

8alls, Η.,

AI'i stote/L'S , ί3 ί υ l υ gίs cίι e SC/l I·i ite I l . (� I'ieL l l iSUl - l l L' u t sL l l .
J'vI ϋrιc /lel1 / ι) υ ( ruSC U / U Ill - ι3ϋc /ιeιΊ.

Αήemίs Verlag, LϋΙ'ίc/ι : ι3 ί l ) l ί υ t l ι e k (/e,. J l ter \ VL' / t, ι..;,- ί eC Ι I Ι Sl ΙΙL'


�t:'i /le :
A r i s to te/ es :
247
- VOnl H illll11el, νυl1 cJer See l e , νυΙ1 Llel' U ί u 1 tιω Ι 1St. E i I 1ge l .
υ π α π e u ϋbertr. νυπ υ. L i gUl1 Ι �jιJ.
- Ε ί n ίϋhrungsschrίίte n : lambl ίchos, Protrept i kos ; Aristoteles,
Kdtegoriell ; Μeta ρl Ι Υ s ί k, jj u c I 1 1 -2 ; u- 1 ιJ . VOl1 ιI�11 re i lel1 ιJer
T i ere, l3 ucl1 Ι . Ε ί πge l . υ π ιJ ϋ lJertr. νυΙ1 υ. L i g0 1 1 . L ύ " ί U 1 Ι l}l> Ι .

- D i e N i kuιlldCI1 i c lle E t l 1 i k . Neu ϋ i Jers . , l η ί ι e i I 1eI' Ε ί n l . U l KI


e r k l d r A nmerk. vers.
. νυπ υ. G igon, 2, ϋ IJer. cΗΙ), λ uι l . l 'J u ,- . (3.
άνατύπ., cltv. 1 978) .
- fJol i t i k. E i llge l . , ϋ IJers. u πcJ erl . νυΙ1 U. L i g011, 2 , vl.! rI). λ υ t l .
lϋrίc lι Ι L)7 Ι .

Aristoteles \!Verke i n Deutscher LJ bersetzu ng.

Sdllltl iclle Verke ί'1 (leutscI1eI' LJ bersetz u ng. 1 m Aui.trage der


cJeutsclleI) ΑkacJelη ί e ιJer \!V issenschaiten L LI jjI.!I· l i , 1 , Ι 1 ΓSg. νυl1 Ε.
G ru ll ldC ll , τόμο 1 κέ. - Darmstadt Ι �ju κε.

Dirlmeier, Fr.,

Ari stoteles, Ν ί kυιηdCl1 ί S C Ι 1 e E tl1 i k . LJ IJers. υ l κl "υι η ι η . Akιlcle­


m i e Verlag Berl i n/ Darmstadt 1 9 74() ( 1 956).
- Ari stoteles, Μagπιl MυΓd l ί ιI . U I Jers. Ll IXJ "υι η ι η . Α",ΙΙΙ e ι η ί e

Verl a�, Berl i l1 / Darmstadt l 9 7 3 3 Ι Ι 'λ) ($) .

Theiler, W . ,

Aristoteles, LJ ber d i e Seele. LJ bers., Ε ί nleίΙ, Anmerk. Darnl­


stadt 1 969 3 ( 1 959).

Schmidt, Ε.,

248
Wagner, Η.,

Ari stoteies, PI1ys i kvorIesul1g. ϋ bers. U l1cJ Κυιηιη . UdΓIllStdcIt


I LJ 72 ( 1 % 7 ) .

Dirlmeier, Fr.,

AristoteIes, EucJenliscI1e EtI1 i k. ϋ l)ers. U l1cJ Κυιηιη. Ucι πηsωcJt


I L)bLJ .

Flashar, Η.,

Aristote Ies, ProbIeIllata PI1ysic a . ϋ l)ers. Uι1rπιsωcJt 1 9752


( I L)bLJ).

Strohm, Η.,

Ari stoteies, MeteoroIogie, ϋ ber cJ ie 'vVelt. ϋ l)ers. Ucl ΓIllstdclt


Ι LJ 7 U .

Flashar, Η. - Klein, υ:,

AI'istoteIes, M i u bi I ia � H . F Iaslldr), U e cl ucJ i l)i I i l)us ( U . ,," l e i I l ) .


A kacJeJll i e VerIag, Berl i l 1 / DaΓIllstacIt I LJ ϊ 2 .

β:) Μ ε μ ο v ω μ έ v α ε ρ γ α.

Ross, W. D.,

A r i stotie s, PI1YSiCS. Α revi secJ Text νν ί ιlι LOIllIll. υχιυι'ΙI Ι L)ut>


( I LJ J b) .
- A r i stotie. ΡΓίΟΓ a l1cJ Posterior AI1<1 I ytiCS. I I lΙI'uΙI . cll1CI LUIllIll.
UxtorcJ Ι %,) ( Ι :J ..t:J).

249
Barker, Ε.,

Ari stotle' s, Tlle Ροl itics. Τ ranslatioIl νν ί ιlι I I1trod uctiun, Nutes
and Appendices, Uxiord 1 96 1 2 . '

Longo, Od.,

Ari stotele, De Caelo. I ntrod . , test. (Γίι trad ., F i rel1ze Ι% Ι.

Ross, W. D.,

Ari stotle, De aIl in1a. Edid. ννίιlι I l1trod. aIld CUIl1Il 1 . Uxturcl
1%1.

Ostwald, Μ.,

Aristotle, N iconlaclleal1 Eth ics. TraIls l . ννίιlι I Iltrud . aIKI


Notes. N ew York 1 %2.

Uπtersteiπer, Μ.,

Aristotele, Del la F i losuiia. I ntrod . , testo, trud uz. e CUIl1Ille­


I1tario esegetico. Roma 1 %3.

Voilquiπ, J.,

Aristote. Etllique de N iconlaque. Tracl . , JJrei. et Il0tes PdΓiS


1 %5 .

Aρostle, Ηίρρ .,

Ari stotle' s, MetapllysiCS. Τ ransatioIl νν ί ιlι CUIl1Il1eIltdry .1 l1cl


(; Iussary, LondoIl 1 97 3 3 , ( 1 %6).

250
Burnet, J.,

Ari stotle. υπ Ed ucatioll bei Ilg eχtracts (ιυιη Ιll� Etll i L S ..1 11(1
tJol i t i c s TraIlslated aIld Ed i t , Canlbridge 1 % 7.

Dϋrίng, ι.,

Der P rotrepti kos des Ari stoteles. Ε ί π l . , U I)�rs. υ l κl Κοιη l l 1 .


F r u Il kfu rt/ Μ . Ι % � .

Charlton, W.,

Ari stot l e ' s PllYSiCS. Books Ι al1d 1 1 . TrJllSI. \νί ιlι I IΨυιl . ..1 lld
N otes. Uχford 1 � 7 υ .

Gauthier, Α, - Jolif, J. Υ.,

Ι' Etll i que a N i cunlaque. I lltrod . , trad . �I CUιηιη . , Γ O l l 1 � Ι .


l o u va i l1 Ι � 7υ.

Danns, Ρ.,

Ari stoteles, Der 5taat der Atllel1er. U bers. uιKI 11�ru usg.
5tuttgart Ι � 7 2 .

Lucas, D. W.,

Ari stotle, Poetics. IIldrod . , Cοιηιη . .111C1 Appel1Cl . Uχtul'(l


Ι �72 (επανέκδ. τής εκδ. 1 963) .

Else, G.,

A r i stotle' s, tJoeti cs. Τ rJ I l s l . w ί ιlι I lltrucl. ,1 1)(1 N()t�s. '-\ 1 1 1 1


Arl)or l φ J .

25 1
Barnes, J.,

A r i stotl e ' s, Posterior AI1a lytics, TraIlsatiuIl \ν ί ιlι Nutes, Ux­


ίυΓιl I Ij 7 5 ,

5. Γ ε ν ι κ ά ε ρ γ Q.

Biese, F.,

D i e P ll i l osupll ie des Ari stote l es, ΒιΙ 1 -2 . Berl iIl Ι U J 5 / -I 2 .

Lewes, G. Η .,

Ari stutle. Α Cllapter ίΓυΙll tlle H i stury υί ScieIlCe. Lυικlυιι


1 86-1.

Boutroux, Ε.,

Siebeck, Η.,

Ari stoteles. Stuttgart 1 9 1 0 3 ( Ι U Ψ :J ) .

Alfaric, Ρ.,

Ari stute. Paris Ι ':J U 5 ,

Gomperz, Th.,

(.;rieCll i sclle Del1ker, τόμο 3 . Le i pz i g Ι ':JU':J ( Άνατύπ. ί)eΙ' l ί l1


1 964) .

252
Brentano, Fr.,

Aristoteles ul1d sei lle VVeltansc h a u u ng. [)JlΊl1 StdcJt

1 %7 (άνατύπ. τής έκδ. 1 9 1 1 ) .

Hamelin, ο.,

Le systenle d ' Ari stote. Paris 1 9 3 1 Ί. ( ι LJ 2 U ) .

Goedeckemeyer, Α.,

Aristoteles. Μϋnclιell 1 92 2 .

Lalo, Ch.,

Ari stote. Paris 1 92 2 .

Jaeger, W.,

Aristotele� . Grund legullg ei ller (;θ!!c lιίcllte se i ller E Iltwi ck­


I u ng. Berl i ll 1 95 5 2 ( 1 9 2 3 ) :

Ross, W. ο.,

Aristotle. LOlldoll 1 92 3 , 5 . εκδ. New Yurk Ι 9 5 3 . (ά νατύπ.


LOlldon 1 9 74).

Roland - Gosselin, Μ. ο.,

Ari stote. Paris 1 92 8 .

M ure, G. R . G.,

Ari stotie. LOlldoll 1 9 3 2 .


253
· Pauler, Α . νοη,

Aristoteles. Paderborn 1 93 3 .

Broker, W.,

Ari stoteles. Frankfurt/ M . I 9 64 J ( 1 935).


.

Taylor, Α . Ε.,

Ari stotle. London 1 94 3 .

Robin, Ι.,

Ari stote. Paris 1 944.

Gohlke, Ρ.,

Aristoteles und sei n Werk. Paderborn 1 948. (Aristoteles, Die


Prosasc h r i ften, τόμο 1 ), 2. εκδ. 1 952.

Meulen, J. van der,

Aristoteles. Die M i tte in sei nenl Denken. Meisel111einl 1 95 Ι .

AIIan, D. J.,

The Ph i losophy of Ari stotle. Oxford 1 95 2 .

Zurcher, J.,

Ari stotele' s Werk u l1d Geist. Paderborn 1 95 2 .

254
Giacon, C.,

Aristotele. Στήν E/1C ic loped ia ii losoiia τόμ ο 1 . Ronla 1 1:)5 7 ,


στ. 339-365.

Sichirollo, Ι.,

Aristotel ica. U rbi no ι% Ι.

Randall, J. Η.,

Ari stotle. New York 1 %2 .

Millet, Ι.,

Aristote. Textes C I10iSiS et presentes. Paris 1 % 7 .

Dϋring, l.,

Aristoteles. Darste l l ung und Interpretation sei Iles Dellkells.


Heidelberg 1 966.

Moraux, Ρ.,

Ari stoteles ίπ der neueren Forschung. Damlstaclt Ι %8 (συλ­


λογικό ε ργο).

Moraνcsik, J. Μ. Ε. ,

Aristotle. Α Col l ection οί Cri tical Essays. LO/ldoll Ι %8 (συλ­


λογικό εργο).

255
Voegelin, Ε.,

Order and H i story, τόμ 3: PIato a l1d Aristotie. Lou i s i alla


1 9 72.

McKeon, R.,

I l1 d roductίon to Ari stotie. C ll icago / Lo l1doll 1 973 2 .

Veatch, Η.,

Ari stotie. Α Contenlρorary Aρρoc iation. B loom i l1gton/ Lon­


don 1 974.

Moraνcsik, J. Μ. Ε . ,

Aristotie. Α Col lection o f Cri ticai Essays. LOlldull 1 %6 (συλ­


λογικό έργο).

Dϋrίng, 1.,

Ari stoteies: 'Άρθρο στή R.E. S u pp I . β: χι. ι ι %θ), στ.


1 59-336.

6. Μ ο v ο γ Ρ α φ ί ε ς.

Trendeleburg, Α.,

Gesctl i c Ilte der Kategurien Iellre. Η ί Idesllei Ill ι %3 Ι Ι ι3�ω.

Thurot, Ch.,

Etudes sur Ari stote. La d i a iectique et Ia rlletoriq ue. Paris


l θω.
256
Brentano, Fr.,

νοιι der nlanll igiacllell l3edeutullg (Ies SeieIldell Ilacll A r i stu­


teles. OarIllstadt Ι %U (άνατύπ. τής έκδ. 1 862).

Onken, W"

O ie Staatslell re des Ari stuteles ί ll Il isturiscll - IJuliti scllen


U Illrissell , τόμο /-/ 1 . Aalell Ι %.t (άνατύπ. τής έκδ. 1 870-75).

Eucken, Α.,

LJie Metllude der aristute l i sc llell FursclluIlg. l3erl i Il Ι θ7 2 .

Pouchet, G.,

La l3 iu l ugie Jri stuteliCjUe. I-'aris Ι θθ5 .

Brentano, Fr.,

Die I-,sycholugie (/es Ari stuteles, ί πsl)es. Sei lle Lellre νυll
νοϋς ποιητικός. Darnlstadt 1 %7 (άνατύπ. τής έκδ. 1 887).

Cope, Ε. Μ.,

Απ l πtruductίull tu Aristutle ' s Rlleturic. H i ldeslleiIl1 / N . Yurk


I LJ 7U (άντύπ. τής έκδ. 1 867) ,
- TIle Rlleturik υί Aristotle ννί ιlι a CuπιnιelltarΥ. Kev. alld Ed.
Ι)Υ J . Ε . Sandys, νοl. 1 - 1 1 1 . H i ldeslleiIl1 / N . Yurk Ι l:I7υ (άνατύπ.
ϊς έκδ. 1 877).

Wilamowitz - Moellendorff, U. νοη,

Ari stoteles und Atllen, τόμο 1 - 1 1 Ber l i n 1 89 3 . ( Ανατύπ. Ber-


257
I i n Dubl i n lϋrίch 1 966).

Maier, Η.,

Die S y l l ogistik des Ari stoteies, τόμο 1 -2. Τϋbί l1geΙ1 Ι θ%-
1 9UU. Άνατύπ. 1 936.

Gorland, Α.,

Aristoteies ul1d d ie Matllen1atik. Marburg Ι θΨ).

Meyer, Η.,

Der Entwicklul1gsgedal1ke bei Aristoteles. 1301111 Ι �υ�.

Willmann, Ο.,

Aristoteies a l s Padagoge Ul1d Dialectiker. 13er l i n Ι �υ�.

Tatarkiewicz, W.,

D i e D isposition der aristotel i sc l1el1 Pri n z i pien. G iessel1 Ι � Ι υ .

Werner, Fr.,

Ari stote et Ι' idea l isn1e pIatol1 iciel1. Paris Ι � Ι υ . .

Brentano, Fr.,

Ari stoteles' LeI1re von1 U rspru l1g des lηel1scI1 I ίc l1t�11 Gei stes.
Le i pz i g 1 9 1 Ι .

258
Goedeckemeyer, Α.,

Die G l iederung der ari stotel i scllen Phi losop/l ie. H a I Ie 1 9 1 2 .

Jaeger, W.,

Studien zur Entstehungsgesch ic/lte der Metap/lysi k der ΑΓί­


stote/es. Ber/in 1 9 1 2 .

Makarewicz, Μ.,

D i e Grundproblenle der Eth i k bei Aristote/es. Leipzig 1 9 1 4 .

Boehm, Α. ,

Die Gottesidee bei Aristote/es aui i /l reIl re/ igiuseIl C lla rakter
u ntersucht. Ko/n 1 <) 1 5 .

Geyser, J.,

Die E rkenntnistheorie des Aristote/es. Μϋ πc/ιeπ 1 9 1 7 .

Wittmann, Μ.,

Die Eth i k des Ari stote/es. l π i h rer systenlatischen E i Il/leit u Ild


1 11 i h rer geschicht/ichel1 SteI I ung untersucht. Regensburg 1 92U.

Goedeckemeyer, Α.,

Ari stote/es' praktische Phi /Osop/l ie. Leipz ig 1 9 1 2 .

Rolfes, Ε.,

Die Ph i /osophie des Aristote/es a/s NaΙUrerk /Jrullg ulld vVe/t-


259
al1 sC /lau u l1g. Leipzig 1 <)23.

Arnim, Η. νοη,

Z u r E lltste/lullgsgesc/l ic/lte der ari stote/isc/lel1 Pu/ itik. 'YVieIl


1 1)2 4 . (Sitz u l1gsb. d . Akad . d. W iss. ί ιι Wiel1 2U2, Ι ).
- O i e d rei aristote/ i sc/lel1 Et/l i kel1 . Wiel1 1 '::1 2 4 . (Si tzuιlgsb. (Ι .
Akad . d . W i ss. ίιι WieIl, 2U2, 2 ) .

Casteron, Η.,

La 110ιίοl1 de torce daIls /e systenle d Ari stute. PcHiS 1 '::1 2 -1 .

Defourny, Μ.,

Ari stote. Ι' evo/ utioIl soc ia/e. Στό : AI1 11J les (Ι I I1St i tu t SLI I JeJ'
de P/l i 1osop/lie Louva i l1 .J (,::1 2 4), σ. 529-696.

Schlze - Soelde, W.,

Metaphysik ul1d E rkel1 l1tl1 i s bei Aristute/es. Γϋbί l1geιι 1 '::1 2 6 .


( P/l i /OSop/l ie υ πd Gesc/lic/lte 9).

Calogero, G.,

Ι tOl1d anlel1ti del l a /ogica ari stote/ icd. F i reIlze 1 '::1 2 7 .

Keller, Ι.,

Ari stote/es ul1d d ie nloderl1e PSYC/lu/ogie. Frei buι'g/ ί. l3 ι .


1 ':)2 7 .

260
Solmsen, Fr.,

Oie E nt\-vicklung der aristotelischen Logik u rld Rlleturik.


l3er l i rl 1 92U. (Neue Phi losophi scherl Urltersuchurlgerl 4).

Arnim, Η. νοη,

Oie E rltstehurlg der Gotteslehre des Aristoteles. \!\'ίerl 1 93 Ι .


(Sitz urlgsb. d . Akad. d . Wiss. ί π Wierl 2 1 2, 5 ) .

Oggioni, Ε . ,

La fi losofia pri n1a di Aristotele. M i larlo 1 93 1 .

Cassirer, Η.,

Aristoteles' Schrift « Υοπ der Seele» u nd ihre Stel l ul1g ί l1-


rlerhalb der ; aristote l i scherl Ph i losophie. Darnlstadt 1 %8 (άνα­
τ ύ πο τής έ κδ. 1 932).

Croissant, J.,

Ari stote et les mysteres. Liege (Paris 1 (32).

Defouny, Μ.,

Aristote. Etudes sur la pol itique. Paris 1 93 2 .

Franken, J.,

Oer Begriff der reinen Vernu nft bei Aristoteles. Anlsterdanl


1 932.

26 1
Manquat, Μ.,

Ari stote natura l i ste. Paris 1 93 2 . (Cah iers de Pll i l osopll ie de


la Ilature .5 ) .

Bignone, Ε.,

Ι' Aristotele perduto e la ForIllaz ione fi losofia di Epicuro, Τ.


- 1 -2 . F i renze 1 9 7 3 2 ( 1 93 .5 ) .

Cherniss, Η.,

Ari stotle' s Criti cisnl of Presocratic Pll i losopl1Y. Ne\v Yurk


1 9 7 1 (άνατύπ. τής έκδ. 1 935) .

Corte, Μ. de,

La doctri ne de Ι ' iIltel igence chez Aristote. Paris 1 9 3 4 .

DreschIer, J.,

LJie Erkellntll istlleoretisclle/l G ru/ldlagell u/ld P rillzipieIl der


ari stutl'l isc llell Dialektik. Berl i Il 1 93 5 . (Neue deutsclle Furscl1U Il­
geIl -Ι ) .

Moser, 5.,

Zu r Lellre ναιι der Defi /l i tioll bei Aristoteles, μέρος 1 . 1 /1-


Ilsbruck 1 93 5 .

5trohm, Η.,

U /l tersucllullgell zur Elltvv i c k l u/lgsgescll icllte d e r ari stute l i ­


sche/l Meteorologie. Leipzig 1 93 5 . (Pll i lologus Suppl . 2θ, Ι ) .
262
Antweiler, Α.,

Der Begriff der Wissensc/1ait bei Aristote/es. I3Ul111 Ι ':J 3 t,


tG renzfragen Zvvisc/1el1 Theo/ugie u l1d f>/l ί /ο<;' φ/1 ίe Ι ).

Badareau, D.,

Ι' i l1ti vidue/ chez Ari stote. f>aris 1 1)3 6 .

Gohlke, Ρ.,

Die E l1 tste/1ul1g der aristote/isc/1el1 Logik. l3er/ il1 Ι ':J36.

Hartmann, Ν .,

Der n1egarische und der aristute/ i sc/1e Mog / i chkeitsbegriff.


Berl i n 1 93 7 ( =- K/ei ne Schriften 1 1 . Ber/ i n 1 95 7, σ. 85- 1 00) . '

Salomon, Μ.,

Der Begriff der Gerechtigkeit bei Ari stute/es. Leidel1 Ι ':J 3 7 .

Fritz, Κ. νοη,

P h i /osophie und sprac/1 / ic/1er Ausdruck bei Denlokrit, f>/a�o


u n d Aristote/es. Darn1astadt 1 %6 (άνατύπ. τής έκδ. 1 938).

MiIler, J.,

The Structure ο ί Aristote/idl1 Logic. LOl1dol1 Ι ':J 3 8 .

Le Blond, J. Μ.,

Logique et n1ethode c/1ez Ari stute. Paris Ι ':J31).


263
Dirlmeier, Fr.,

Κάθαρσις παθη μάτων Hermes 1 940, σ. <3 1 -92.

Kroll, W.,

Zur Geschicht der ari stotel i sclleIl Zoologie. \ΙY ieIl / Leipzig
1 94U.

Schacher, Ε.,

Stud ien Ζυ den Eth i kel1 des Corpus Ari stotel icuIll, τόμο 1 - 1 1 .
Paderborl1 1 94U.

Hartmann, Ν.,

Zur Lehre vonl E idos bei Platol1 ul1d Aristoteles. Abll . d.


Preuss. Akad. d. Wiss. Berl i n 1 94 1 , Νο 8.

Weiss, Helene,

Kausa l i tat und Zufa l l in der Pll i losopll ie des Aristoteles.


Oarnlstadt 1 967 ( 1 942).

Brzoska, Κ .,

Oie Fornlen des aristotel ischeIl Oenkerns.Fral1 kiurtl Μ. Ι tJ43.

Cherniss, Ch.,

Aristotle' 5 CritiC iSI11 αί Plato a l1d tlle AC<1deIllY. ναl . Ι, Balti-


1110re 1 944. ('Ανατύπ. 1 962) .

264
Dϋrίng, 1.,

Aristotle' s Cllenl ical Treatise. Goteborg 1 944.

Gohlke, Ρ.,

Die Elltstehullg der aristote l i sc llell Etll ik, Pol itik, Rlleturi k .
W iell 1 944.

Festugier, Α. J., -

Aristote. Le ρlaisir. Paris 1 946.

Mansion, Α.,

Le j ugenlellt d ' existellce cllez Ari stote. Louva i Il 1 946.

Siegfried, W.,

Der Rechtsgedallke bei Aristoteles. lϋrίclι 1 94 7 .

Ross, W. D.,

Aristotle, Metaphysics. Α revised Text with I lltrod . alld (0111-


nlentary, νοl : 1-11. Oxtord 1 95 8 2 ( 1 948).

Heath, Th.,

Mathematics ίπ Aristotle. Oxtord 1 9 70. (άνατύπ. τής έκδ.


1 949).

Wilpert, Ρ.,

lwei aristote l ische Frϋhschrίtten ϋber die Ideenlehre. Re-


265
gensburg l 94 9 .

Joachim, Η. Η.,

The Ν ίcαllaclιean Etll iCS. Uχford 1 95 1 .

Apostle, Η. G.,

Aristotle ,; Pll i l osopllY of Matllenlatics. Cll icago 1 95 2 .

Paρanoutsos, Ε . Ρ.,

La catllarsis des passiolls d ' apres Aristote. AtlleIles 1 95 3 .

Tatakis, Β . Ν.,

Ari stote critique par Theodoros Metoch i tes ( 1 2 60- 1 3 3 2 ) ,


σ τ ό Melal1ges offertes a Melpo Merl ier. Atllenes 1 95 3 .

Ulmer, Κ.,

Wallrllei t, Ku nst u n d Natu r bei Aristoteles. Τϋbί ιιgell 1 95 3 .

Wundt, Μ.,

U Il tersuclluIlgeIl zur Metapll ys i k des Ari stoteles. Stuttgart


1 95 3 (Τϋbί πger Beitrage z u r AltertunlswisseIlscllaft 3θ).

Gohlke, Ρ.,

Die E ntsteilung der ari stotel i sclleIl Pri Ilz i pieIl lellre. Τϋbί ιιgell
1 ') 5 4 .

266
Stark, Α.,

Ari stoteles - Stud ieIl. Ph i losop/l i Sc lle UntersUcllu l1gel1 zur


E ll tw i c k l u n g der ari stote / i SC /lel1 Eth i k . Μϋl1c/ιel1 Ι 9j4 (leteιηata
8).

Butcher, S. Η . ,

Aristotle' 5 Theory of Poetry al1d F i Ile ΑΓΙ (LOIldol1 Ι 9 Ι Ι)


New York 1 %7.

Dubarle, Dominique.

La Causalite dans /a phi /Osop/l ie d' Aristote. Paris Ι 9jj


( H i stoire de la P/l i /osoph ie εΙ de /a nletap/lysique; recllerc/les de
ph i losoph i e 1 ).

lannone, Α.,

Ι logoi essoterici d i Aristote/e. Vel1ez ia l 9Sj.

Trude, Ρ.,

Der Begriff der Gerechti gke i k in der ari stote/ isc/lel1 Recl1ts -
u nd Staatsph i losoph ie. Ber / i n 1 95 5 (Νευε KO/l1er rec/1tswissel1-
schaft / iche Abhand/u ngen 3).

Υίβηο , C . ;

La logica di Aristote/es. ΤΟΓί l10 1 95 5 .

267
Cooρer, Ι.,

The Poetics of Ari stotle. Its MCdll i llg dlld I ll tl uellce. 1tI1JCJ
1 <.::1 5 6 .

House, Α. Η.,

Ari stotle' 5 Poetics. LOlldoll 1 <.::1 5 6.


- Α l a recherche de Ι ' Ari stote perdu. Le d i a loq ue « Sur la
j u stice » . Louvaill 1 <.::1 5 7 .

Lukasiewicz, J.,

Ari stotle ' s Syl logi stic. Frolll tlle Stalldpuillt υί Muderιl FurIll­
αl Logic. Uxtord Ι <.::ι7 2 (επανεκδ. τής εκδ. 1 9 5 7 2 ),

Schneider, Α.,

Seele u I1d Sei ll . Ulltolugie I)ei Augusti Il ulld Ari stuteles.


Stuttgart 1 <.::1 5 7 .

Heidegger, Μ.,

Von1 Wesell ulld Begriit der f>11YSiS. Aristuteles' I'>hysik Β Ι :


1 1 Pellsiero 3 ( 1 958) 1 3 1 -56 καί 2 5 7-89. = Weglllarkell . Frallkiurt
1 %7, σελ. 309-371 .

Lieberg, G.,

D i e Lellre νοll der Lust ί ll dell Eth i kell des Ari stuteles.
Μϋ ΠCl1ell 1 958 (Zetellldtd 1 9) .

268
Tugendhat, Ε.,

Τί κατά τινος. E i lle U IltersucI1Ullg zur Struktur υικΙ U rsJJ­


rUllg ari stoteI iscIler G ru l1dbegri tte. FreiI)urg Ι <J5U lSYIllJJOSiOIl 2 ) .

Patzig, G.,

Die ari stoteIiscile Syl logisti k . LOgiSIl - pIl i IoIogisc Ile U IlIeI'­
suctlul1gel1 ϋber das BUCIl Α der « Erstell Al1aIytikel1 » , Gί.ίtti l1geIl
ι <J 5 <J .

Stallmach, J.,

DYl1 a l11 is ulld E l1ergeia. U l1tersucIluIlgell <lΙ11 \Nerk cIes ΑΓί­


stoteles zur Problel11gesch ic ll te VΟIl M6gI icIlkeit u l1d W i rkI ics­
kei t . Meiselllleinl / G I . Ι <J5<J.

Stenzel, J.,

Zah l ul1d Gestal t I)ei Pl atoll u lld Aristoteies. Ιλ11Ί11JstJdt


I lJ 5 <J J .

Buchheit, V.,

U l1 tersucllul1gell zur Tlleorie des Gel10s E picleikti kol1 VΟI1


Gorgias b i s Aristoteles. ΜϋΙ1Chell Ι %u.

Solmsen, F.,

Aristotle' s Systenl οί tIle PllysicaI Vνorld. Α COI11p<lrisoIl ννίιΙι


IliS Predecessors. ItIΊaca / N . York I %U.

269
Dϋrίng, ι',

Ari stotle' s, Protreρticus. An Attemρt at Recollstructioll .


Loteborg 1 % 1 ,1

Benakis, Ι. G.,

Studien ΖU dell Aristoteles - Kommentaren des Michael Psel-


10s. l . Ε ί ll u nedirter Komn1elltar zur « Physik» des Aristoteles,
Arc h i v ί. Geschichte der Ph i l osoρh ie 43 ( 1 % 1 ) 215-38. « 1 1 . Die
aristot. Begri ite Physi s, Materie, Forn1 nach Micl1ael Psel los » ,
Ο.Π., 4 4 ( 1 962) 33-61 .

Βeήί, Ε.,

La iilosoiia del ρrimo Aristotele, Padova 1 %2.

Buchanan, Ε.,

Ari stotle' 5 Theory οί Bei ng. Canlbridge J %2.

Gohlke, Ρ.,

Moderne Logik und Natu rρh i losophie πι ί ι Aristoteles. Pader­


I)OrI1 1 %2 .

Kouretas, Ο.,

La catharsis d' apres H i pρocrate, Aristote et Breuer - Freud.


Atflenes 1 %2 .

Schramm, Μ.,

Die Bedeutung der Bewegungslehre des Aristotles iϋ Γ seille


270'
I)e i den Losungen der zenon i schen Paradoxie. Frankiurt /M. 1 %2.

Warry, J. G.,

G reek Aesthetic T11eory. Α Study of Ca l l istic and Aestlletic


COIlCepts ί π the Works οί Plato and Aristotle. LOlldoll 1 %2 .

Wieland, W.,

Die ari stotelische PI1YSi k . Gotti ngell 1 %2 .

Ackrill, J . C.,

Ari stotle. Categories a lld tlle I llterpretation, vvitll Notes alld


Comnlenta ry, Oxiord 1 963.

Aubenque, Ρ.,

La prudence cllez Aristote, Paris 1 %3.

Benakis, ι.,

« M icllael Psel los' Kriti k an Ari stoteles ulld sei lle eigelle
Lehre z u r « Physis» und « Materie - Fornl » - Problenlati k. l3yzallt.
Ze i tsch r. 53 ( 1 963) 2 13-27.

Gauthier, R. Α.,

La mora l d' Aristote. Paris 1 963.

M cCall, 5t.,

Aristotle' 5 Modal Syl logisnls. Anlsterdanl 1 %3 .

271
Oates, W. J.,

Aristotle and tl1e Problen1 ot Va l ue. Pri llcetoll 1 %3 .

Benakis, ι.,

Doχographische Angaben ϋ ber d ie VorsokΓdti ker in1 ufle­


d ierten komn1entar zur " Physi k " des Ari stoteles VΟIl Micl1clel
Pse l l os, aτό Χάρις Κ. Βοu ρβέρη. 'Αθήναι 1 964, σελ. 345-54.

Conen, Ρ. F.,

Die Zeittheorie des Aristoteles. ΜϋΙlCf1ell 1 %4 (ZeteIl1,1ta


35).

Ebbinghaus, Κ.,

Ε ί ll torll1a les Moclel l der Syl logistik des Ari stoteles. �otti llgell
1 �64. \
- E ntretiells sur Ι· allti q u i te c lassique, TOIl1e χι: La " Pol i tique ,)
d ' Ari stote. Gelleve, Fodatioll H a rdt 1 %4.

Eνans, Μ. G.,

The Physical PI1 i losopl1Y ot Ari stotle. Albuquerque 1 %4.

Seek, G . Α.,

ϋ ber d ie E lemente 1 11 der KosIl1ologie des Ari stoteles. ΜϋΙ1-


c l1 e n 1 964.

Berti, Ε.,

ι ' u ll i ta del sapare in Ari stotel e, Padova 1 %5.


272
Bohm, Α.,

Das G rundlegende und das Wesel1tl iche. Zur Aristoteles'


Abhand l u n g « ϋber das Sei n und das Seiende» (Metapll . Ζ), Den
H aag 1 %5 .

Braun, Ε.,

Das Dritte Buch der aristotelischel1 « Politik» . I n terpretation,


W i en 1 %5 .

Pater, W. Α. de,

Les Topiques d ' Ari stote et la d i iιlectique pl atofl icienne.


Methodologie de la Defi n ition. Friburg Τ 965.

Vanier, J.,

Le bonlleur. Priflcipe e t fi n d e la nlora le aristotel icienfle.


Pa ris/ Bruges 1 965.

Elders, Ι.,

Ari stotle' 5 Cosnlology. Α Conlnlentary on tlle de Caelo.


Assen 1 966.

GόmeΖ - Lobo, Α.,

Συμβεβηκός in der Metaphysi k des Aristotetes Μϋnclιeπ


1 %6.

273
Sichirollo, Ι.,

Διαλέγεσθαι - DiiιIektik. VOIl HOnler bis Aristoteies. Η i Ides­


Ile i m 1 966.

Verdenius, W. J.,

AristotIe. On conl i ng-to-be and passi llg Away. LeideIl Ι <Jbb.

Day, J. - Chambers, Μ.,

Ari stotie' 5 H i story of Atheniall Democraty. AnlsterdaIll 1 %7.

Fragstein, Α. νon,

D i e D i a i resis bei Aristoteies. Anlsterdanl 1 %7 .

Kramer, Η . J.,

Arete bei PIaton und Ari stoteies. Zunl vVesell ulld' zur
Gesc h icht der piatonischen OntoIogie. AnlsterdaIll 1 967 2

Morpurgo - Tagliabue, G.,

L i ngu i stica e sti I i stica di Aristoteie. Ronla 1 %7 .

Anton, J . Ρ.,

The Meaning of ό λόγος τής σύσίας ί η AristotIe' 5 Catego­


ries 1 a . Στό περ. Mon ist 5 2 ( 1 %8), σ. 252-267.

Despotopoulos, Const.,

La notion de SynaI I agnla cIlez Ari stote. Arc/l ives de Ρ/ιί /ο-
274
sop h i e de ΟΓοίι 1 3 ( 1 %8).

Owen, G. Ε. Ι.,

Aristotle, On Dialectic. T11e Topics. Uxiord Ι %8 (συλλογι­


κό έ ργο).

Solmsen, F.,

U rSΡrϋnge und Methoden der aristotelischell " Poeti k » . Darnl­


stadt 1 968.

Bremer, J . Μ.,

Hanl a rtia. Tragic Error i n the Poetics οί Aristotle aI1CJ ί ll


G reek T ragedy. Amsterdam 1 969.

Despotopoulos, Const.,

Le concept de juste et de jystice selon Aristote. Arcllives de


Pll i l osop h i e de ΟΓοίι 1 4 ( 1 %9).

Hager, f.. - Ρ.,

Metaphysik und Theologie des Aristoteles. Darlllastadt Ι %\)


(συλλογικό έργο).

Vollrath, Ε.,

Studien z u r Kategorien lehre des Ari stoteles. Rati llgell bei


D ϋsseldοrf 1 969.

275
Dreizenter, Α.,

Ari stoteles, Pol iti k. Μϋl1clιel1 Ι <)7U.

Niceν, Α.,

L' el1 i gl11e de la catllarsis tragique dal1s Ari stote. Soiia Ι <)7U.

Schutrumpf, Ε.,

Die Bedeutul1g des Wortes EtllOS ί ll der Poetik des Aristote­


les. Μ ϋικlιel1 1 <)7U.

DirImeier, Fr.,

Zur gegellwartigell StaIld der aristotelisclleIl - Forscllul1g;


στό : Au sgewahl te Scllriftell Ζ υ Diclltu llg u lld Ρlι ί lοsομllίe der
G riechell . Heidel berg Ι <)7U.

Happ, Η.,

H yle. Stud iel1 zur aristote l i scllell Materie-Begri ff. Ber l i l1 1 Ν.


York 1 <) 7 1 .

Hentschke, Α. Β.,

Pol i t i k ul1d Ρlιί lοsομhίe bei Pl atoll u lld Ari stoteles. FraIlk­
fu rt/ M . 1 9 7 1 .

Hoffe, ο.,

Prakti sclle Ι->lι ί lοsομllίe. Das Model l des Ari stote­


l es. Μ ϋ l1clιel1 /SalΖburg 1 <) 7 1 .

276
Kassel, Α.,

Der Teχt der ri stote l i scllen Rlletori k. Berl ill 1 1) 7 1 .

Kyrkos, Β. Α.,

Der tragische Mythos u ll d d ie' Gescll ichte. Φιλοσοφία 1


( 1 97 1 ), σελ. 31 5-338.

Lanza, D. - Vegetti, Μ.,

Upere B iologiclle d i Aristole. ΤΟΓίllΟ Ι CJ7 1 .

Larkin, Therese.,

Lallguage ίll tlle Ph ί 10sopllY of Aristotle. T11e H<lgue Ι fJd Γ i S


Ι CJ 7 1 .

Moraux, Ρ·. - Harfinger, D.,

U n tersucllungell zur E udenl iscllell Etll i k. (Aktell des ο. Synl­


pos i u nl Ari stotel icu lll 1 1)0CJ). Berl i ll 1 1) 7 1 .

Wiplinger, Ι. - Μ.,

Physis ulld Logos. Z u nl K6rperlldllonlerl ί ll sei ser l3edeutullg


iϋΓ dell U rsprullg der MetaPllys i k bei Ari stoteles. Freί l)u rg/Μϋll­
cllell 1 9 7 1 .

Aubenque, Ρ.,

Le problerlle de Ι' etre chez Ari stote, Paris 1 1)7 2 .

277
Elders, ι.,

Aristotle' 5 T11eology. Α ComnleIltary ΟΠ Book Λ of the Meta­


ρhysics. Assen 1 97 2 .

Hager, Fr·. - Ρ.,

Logi k und Erkenntn islehre des Ari stoteles. Darmstadt 1 972


(συλλογικό έργο).

- Eth i k und Pol itik des Aristoteles. Darnlstadt Ι (j7 2 ( σ υλλογ ι ­

κό έ ργο).

Kouloubaritsis, ι., .

Le ρroblerne de la ρroai resis cllez Aristote, AIll1ales de Ι '


I nstitut d e Phi losoρh ie, Bruχel les 1 (j72.

Kyrkos, Β. Α.,

Die Dichtung als W issensproblenl bei Aristoteles. Atllel1


1 97 2 (μέ έλλην. περίληψη) .

Strangas, J.,

Gedanken zur ari stotel i scheIl B i l l igkeitslehre, στόν Άναμν.


τόμο Ε. Μ ιχελάκη Άθήνα 1 972.
,

Βίθn, G.,

Die G rundlegung der pol i t i sclleIl Phi losoPllie bei Aristoteles,


Fre ί b u rg/ Μϋnchen 1 (j7 3 .

278
Bos, Α. Ρ.,

()n the E lements Ari stotle' 5 Early Cosnl010gy, ,Δ.ssen 1 Υ 7 J .

Chroust, Α . Η.,

Aristotle. New Light on his Life and son οί his Ιast vVorks,
νοl . 1 - 1 1 . London 1 973.

Hintikka, J.,

T i me and Necessity. Styd ies i n Aristotle' 5 Theory ο ί Modali­


ty. Uχiord 1 973.

Trimis, D.,

Das h i storische Denden der G riechen von Aristoteles und


I)esonders des Aristoteles sel bst. Πλάτων 25 ( 1 973) 7 1 -8 1 .

Beeretz, F. - Ι.,

Die Aufgabe der « Metaphysi k » bei Aristoteles, aτό περ.


Φιλοσοφία 4 ( 1 974) , σελ. 247-258.

Βόhme, G.,

Zeit und Zah l . Stud ien zur Zeittheorie bei Platon, Aristoteles,
Leibniz und Kant. Frankfurt 1 974.

Braun, Ε.,

Aristoteles und die Paideia. Paderborn 1 974.

279
Dolezal, J. Ρ.,

Aristoteles und d ie Demokratie. Frankfu rt/M. 1 9 74.

Ganter, Μ.,

M i ttel und Ziel i n der praktischen Ph i losoph ie des Ari stote­


les. F reίbυrg/Μϋnchen 1 974.

Barnes, J.,

Art icles on Aristotle. 1 . Sctince. London 1 9 75 (συλλογικό


έ ργο).

Despotopoulos, Const.,

S u r la fam i l le d ' apres Ari stote, στό : Arc/l i ves de P/l i /Osop/l ie
du ΟΓοίι 20 ( 1 975), σ. 71 -87.

Fοήenbauch, W. W.,

Ari stotle, On Enlotion. LOlldoll 1 975.

Gigon, Ο.,

Phrollesis Ulld Soph i a i n der N i komachisc /1eIl Et/l i k des


Ari stoteles : C . ) . De Voge/ Kepha/a ioll, Assell 1 975, σελ. 9 1 - 1 04 .

Moore, J. Μ.,

Ari stotle alld Xellophon, ()n DeIllocracy aIlc/ ()/ igarc /1Y.
LoJldoll 1 975.

280
Moraux, Ρ.,

Frϋhschrίιteπ des Aristoteles. Darnlstaclt 1 ι,) 7 3 (συλλογικό


έργο) .

Leszl, W.,

Aristotle' 5 COl1ceptiofl οΙ Ufltology. Padova 1 <) 7 3 .

Seeck, G. Α.,

Die Naturpll i losopll ie des Aristoteles. LJarnlstadt Ι <) 7 3 (συλ­


λογικό έ ργο).

Someνille, Ρ.,

Essai sur la Poetique d' Ari stote. Paris 1 <) 7 3 .

Zoepffel, Renate . ,

Η i storia ul1d Gescllicllte bei Ari stoteles. Heidel berg Ι L)7 3 .

Ffeischer, Margot.,

Hermeneutische A l1thropologie, Platon - Ari stoteles.


Berl i fl / N . York Ι ι,)76.

Fraisse, J. - CI.,

Ari stote, Al1thropol ogie. Textes C I10iSiS. Paris 1 <) 76.

Noulas, Β. Κ.,

Eth i k u n d Pol i t i k bei Aristoteles. Ε ί π Beitrclg zur Rellabil i-


281
tierung der a ri st. prakt. Ph i losoph ie. Achenbach 1 977.

Sicherl, Μ.,

H andschriftl iclle Vorlagell der Edi tio Pri Ilceps des Ari stote­
les. Mainz /Wiesbaden 1 976.

Evans, J. D. G.,

Aristotle' 5 COllceptioIl Dί lectίc. Canlbridge 1 9 7 7 .

Georgopoulou - Nlkolakakou , Nikolitsa. ,

Das Prob)enl der Metaphysik. MarksteiIle seiIler gescl1 icl1tl i ­


c heIl E Iltwicklullg. AtlleIl 1 97 7 .

Koutougos, Α. , '

T/le Relevallcy ΟΙ Ari stotle' 5 Tlleory ΟΙ 01aIlge to ModerIl


Issus (e.g. COIlCeptial Cllange). Φιλοσοφία 7 ( 1 977), 315-322.

M ulgan, R. G.,

Aristotle' s Pol itical Theory. Απ I Iltrod uctioIl lor StudeIlts ΟΙ


Pol i tical Theory. Uxlord 1 97 7 .

Papadimitriou , Ε.,

Der Materie-Fornl-Dual isnlUS u lld d ie aristotel isclle Lel1 re


νοπι Mell schell. Φιλοσοφία 7 ( 1 977), σελ. 305-3 1 4.

Adler, Μ. J.,

Aristotle lor Everybody. D i ffic u l t T/lought Made Easy. New


York 1 978.
282
Contogeorgis, G. D.,

La theorie des revolutioI1S cllez Aristote. Paris 1 '::1 78.

Couloubaritsis ι., Couloubaritsis, Ι.,

Couloubaritsis ι., Sophia et Phi losophia chez Aristote, Anna les


de Ι' i nstitut de Phi losophie. σελ. ·7-38 Bruχelles 1 975.

Kenny, Α.,

The Ari stotelian Ethics. Oχford 1 '::1 78.

Sullivan, R. J.,

Mora l i ty and the Good L i fe. Α Conlnlentary οπ Ari stotle ' s


N i comachean Eth ics. Mempll i s υ π . Pr. 1 '::1 78.

7. Έ π ι δ Ρ ά σ ε ι ς τ ο ϋ Ά Ρ ι σ τ ο τ έ λ η.

Schneid, Μ.,

Aristoteles ίπ der Schoiastik. E ichstϋdt 1 87 5 .

Grabmann, Μ.,

Forsc h ungen ϋ ber d ie l ateί n ί schen Aristoteles - ϋ bersetΖun­


gen des 1 3 . Jahrhu nderts. M u nster 1 9 1 6 .

Hartmann, Ν . ,

Aristoteles und Hege l . Erfurt 1 '::1 2 3 , 2 . ·Έκδ. 1 933.

283
Grabmann, Μ.,

Studien ϋber den E i nfl uss der ari stotelischen Pll i losophie auf
d i e nl i tte l a rterl ichen T11eorien u l1 d das Verll a l tl1 is VO/1 Kirche u Ild
Staat. Μϋnclιen 1 93 4 .

Lazzati, G.,

Ι' Ari stotelisnlo perd uto e gl i scri ttori cristial1 i . M i laIlo 1 9 38.

Grabmann, Μ.,

Methoden u nd H i l fsmittel des Aristoteles-Stud i ums im Mitte­


l a l ter. Μϋ nchen 1 93 9 .

Komerell, Μ.,

Less i n g und Ari stoteles., Fral1 kfurt/M. 1 94Ο, 2 . εκδ. 1 957.

Wehrli, F.,

O i e Schu le des Ari stoteles. Texte und KonlnleIltare, τόμο


1 -6 : O i ka i a rchos, Aristoxenos, Klearcllos, Oenletrios νοl1 Plla le­
ΓΟΠ, Straton νοl1 Laρsakos, Lykon und Ariston νοl1 Keos. Τόμο
- : Ο: Hera k leid.es Ponti kos, Eudemos νοπ Rhodos, Pha inia νοπ
Eresos, Chamai leon, Praxi ρha nes., H ieronynlos νοπ Rll0dos, ΚΓί­
tol aos u n d seil1er SCll ϋ 1er. Basel 1 944- 1 95 2 , 1 967-(σu νεχίζετα ι) .

Steenberghem, F.νan . ,

Ari stotl e ί l1 the West. T 11e Origins of lat i n Ari stotelisl11 .


louva i l1 1 95 1 .

284
Moraux, Ρ.,

Les L istes anciennes des ouvrages d ' Ari stote. louva i n 1 95 1 .

Bloch, Ε.,

Avicenna und die aristotel i sche Linke. Berl i n 1 95 2 .

Barbotiπ, Ε.,

La Theorie Ari stotel icienne de Ι' i l1tel lectuel le d' apres


Theophraste, louvai n 1 954.

Duriπg, 1.,

Von Aristoteles bis Leibn iz. Στό : Anti ke und Abendland 4


( 1 954), σ. 1 18-1 54.

- Ari stotle in the Al1c ient B i ograph ical Trad ition. G6teborg
1 95 7 .

Moraux, Ρ.,

Ari stote et Sai n t Thomas d' Aq u i l1 . Louva i l1 / Paris 1 95 7


(συλλογικό εργο) .

Moraux, J.,

Ari stote et son Ecole. Paris 1 962.

Vollrath, Ε.,

Die These der Metaphysi k . Zur Gestalt der Metaphysik bei


Ari stoteles, Kant und Hegel. Wuppertal 1 969.
285
Breidert, W.,

Das aristotelisc lle Konti n u u m ίπ der Scholastik. AscheI1dorff


1 970.

Lynch, J. Ρ.,

Aristotle' 5 Schoo l . Α Study of a G reek Educational I l1stίtutίon.


Ber keley / Los Angeles 1 972.

Flynn, J . ,

H um a n ism a n d Ideology. A n Aristotel ian View. London/ Bo­


ston 1 97 3 .

Lloyd, G. Ε . Α.,

G reek Science after Aristotle. London 1 97 3 .

Moraux, Ρ.,

Der Ari stote l i smus bei den G riechen. Von Andronikos bis
A leχander von Aph rod isias, Ι . Berl i n 1 97 3 .

Tomberg, Fr.,

Pol i s u nd Nationa lstaat. E i ne vergleichende ϋ bera nalΥse i n1


A nsch l u s$ an Aristoteles. Darmstadt 1 973.

Caνarnos. Const.,

The Classical Theory of Relation. Α Study i n the Metaphysics


of Pl ato, Ari stotle and Thom isnl . Bel mout Mass. 1 97 5 .

286
Moraux, Ρ.,

Aristoteles Graecus, Ι. Berl i n / N . York 1 976.

Natali, C.,

Aristotele in Marχ ( 1 83 7- 1 846). Στό περιοδ. RCSF 3 1


( 1 9 76), σ. 1 64-1 92.

287

You might also like