«Δεν υπάρχει τέτοιο πράγµα, σε αυτή τη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας
που να αποκαλείται ανεξάρτητος τύπος. Το γνωρίζετε και το γνωρίζω. Ούτε ένας ανάµεσά σας θα τολµούσε να εκστοµίσει µια έντιµη γνώµη. Και αν τολµούσατε να την εκφράσετε γνωρίζετε εκ των προτέρων ότι ποτέ δεν θα εµφανιζόταν τυπωµένη στο χαρτί.Πληρωνόµαστε αρκετά ώστε να κρατάµε την τίµια άποψή µας, έξω από την εφηµερίδα για την οποία γράφω. Εσείς επίσης παίρνετε ικανοποιητικούς µισθούς για παρόµοιες υπηρεσίες. Και αν κάποιος τολµούσε ή ήταν τόσο τρελός ώστε να γράψει την τίµια γνώµη του, θα βρισκόταν πολύ σύντοµα στο δρόµο….Είναι δουλειά και καθήκον κάθε δηµοσιογράφου να καταστρέφει την αλήθεια, να ψεύδεται, να διαστρεβλώνει, να εξυβρίζει, να κολακεύει γονυπετής το Μαµωνά και να πουλάει τη Πατρίδα του για τον άρτο τον επιούσιο….Είµαστε υποτελείς. Όργανα των πλουσίων που βρίσκονται στο παρασκήνιο. Είµαστε καραγκιόζηδες. Αυτοί οι άνθρωποι κινούν τα νήµατα και εµείς χορεύουµε στο ρυθµό τους. Ο χρόνος, η ζωής µας, οι ικανότητές µας είναι ιδιοκτησία αυτών των ανθρώπων. Είµαστε διανοούµενες πόρνες.” Τζών Σουΐντον, πρώην αρχισυντάκτης των New York Times. Η ανείπωτη ιστορία της εργασίας, του Richard O. Bayer, εκδόσεις United Electrical, Radio & Machine Workers of America, NY 1979.
ΑΝΤΊΒΑΡΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΊΑ ΠΟΛΥΤΟΝΙΚΌ ENGLISH ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΊΑ
“Το Στρατόπεδο των
Αγίων”: η µεταναστευτική κρίση, όπως την προέβλεψε ο Ζαν Ρασπάιγ το 1973 Posted on 18 November 2016 by Θεόδωρος Ορέστης
του Νικολάου Στεφανίδη*
Η Ευρώπη βιώνει εδώ και πάνω από έναν χρόνο
περίπου την µεγαλύτερη µεταναστευτική της κρίση µετά τον Δεύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο. Περισσότεροι από ένα εκατοµµύριο µετανάστες, προερχόµενοι από µη ευρωπαϊκές χώρες, πήραν το δρόµο τους προς τη Γερµανία µόνο κατά το παρελθόν έτος. Μερικοί είναι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο από τη Συρία και το Ιράκ, αλλά τώρα φαίνεται ότι ένας σηµαντικός αριθµός, το 60 τοις εκατό περίπου, είναι οικονοµικοί µετανάστες από τη Βόρεια Αφρική, το Αφγανιστάν και τη Μέση Ανατολή, οι οποίοι απλά αναζητούν καλύτερες προοπτικές στην Ευρώπη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, χάρη στην κοινή συνοριακή
πολιτική της, είναι συγκλονισµένη και παράλυτη, διότι στα σύνορά της έχει αποδειχθεί ότι είναι τόσο ισχυρή όσο το πιο αδύναµο µέλος της. Μόλις εισέλθουν στο εσωτερικό της Ε.Ε., οι µετανάστες µπορούν να ταξιδέψουν σε όποια χώρα επιθυµούν εντός του φιλόξενου εσωτερικού της περιοχής Σένγκεν των 26 κρατών. Ορισµένες χώρες, σε πείσµα των κανόνων της Ε.Ε., έχουν επιβάλει ελέγχους µονοµερώς στα σύνορα, καθώς χιλιάδες άλλοι µετανάστες φτάνουν καθηµερινά από την Τουρκία και αλλού.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, φυσικά, προσπαθούν να
υποβαθµίσουν τη σοβαρότητα της κρίσης, της οποίας τις διασπαστικές επιδράσεις της είναι αδύνατον να αγνοήσουµε. Την παραµονή της Πρωτοχρονιάς του 2016 σε πόλεις σε όλη τη Γερµανία, συµµορίες µουσουλµάνων Αράβων και Βορειοαφρικανών, µερικοί από τους οποίους αργότερα ανακαλύφθηκε ότι είναι αιτούντες άσυλο, λήστεψαν και κακοποίησαν σεξουαλικά εκατοντάδες γυναίκες. Πριν ολοκληρώσει την έρευνά της η αστυνοµία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να δηλώσει ότι δεν υπήρχε «καµία σχέση» µεταξύ της µεταναστευτικής κρίσης και των επιθέσεων, καθώς τα περιστατικά ήταν απλώς “ένα θέµα δηµόσιας τάξης”. Φοβούµενη δε µια ξενοφοβική αλυσιδωτή εξάπλωση η ίδια η Επιτροπή αυτονακηρύχθηκε “η φωνή της λογικής”.
Τέτοιες συζητήσεις έγιναν κατά κόρον στην
Ευρώπη κατά το παρελθόν έτος. Αλλά είναι πλέον η εδραία πεποίθηση ενός ολοένα αυξανόµενου αριθµού Ευρωπαίων το ότι οι κυβερνήσεις τους µπορούν, αλλά δεν επιθυµούν να σταµατήσουν τη ροή των µεταναστών. Μια δηµοσκόπηση του περασµένου Φεβρουαρίου έδειξε ότι το 58 τοις εκατό των Γερµανών θέλουν συνοριακούς ελέγους για να κρατήσουν έξω τους µετανάστες, ακόµη και αν αυτό πλήττει την οικονοµία, και περισσότεροι από τους µισούς δεν πιστεύουν ότι θα είναι δυνατή η ενσωµάτωση των µεταναστών στη γερµανική κοινωνία. Σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, οι πολιτικοί ηγέτες χάνουν τη λαϊκή υποστήριξη και το ποσοστό έγκρισης. Η Γερµανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ φερ’ ειπείν ήδη τον περασµένο Μάρτιο βρισκόταν σε ένα ιστορικό χαµηλό τεσσάρων ετών, µε µόνο το 46 τοις εκατό των Γερµανών να την υποστηρίζουν (από το υψηλότατο 75 τοις εκατό τον Απρίλιο του 2015), ενώ σήµερα το αντιµεταναστευτικό εθνικιστικό κόµµα Εναλλακτική για τη Γερµανία (AfD) καταγράφει ποσοστά της τάξης του 15% σε παγγερµανικό επίπεδο και οι Χριστιανοδηµοκράτες της Μέρκελ πέφτουν σε νέα δηµοσκόπηση στην περιοχή του 29,5%, µε τα ποσοστά τους να εµφανίζονται στο ναδίρ των τελευταίων ετών. Στη Γαλλία όλο και περισσότερες δηµοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Φρανσουά Ολάντ θα µπορούσε ενδεχοµένως να χάσει τις προεδρικές εκλογές του 2017 από την δεξιά εθνικίστρια ηγέτιδα του Εθνικού Μετώπου, Μαρίν Λεπέν, υπό το βάρος της µεταναστευτικής κρίσης. Το πρόβληµα για τους ηγέτες της Ευρώπης, όπως ο Βρετανός συγγραφέας Douglas Murray έγραψε πρόσφατα στο συντηρητικό εβδοµαδιαίο βρετανικό περιοδικό “The Spectator”, είναι ότι οι ψηφοφόροι απλά δεν πιστεύουν ότι θέλουν ή ότι µπορούν να καταφέρουν κάτι.
Όλα αυτά φέρνουν στο νου ένα µυθιστόρηµα του
Γάλλου συγγραφέα Ζαν Ρασπάιγ (Jean Raspail), το “Στρατόπεδο των Αγίων”, µια αποκαλυπτική ιστορία για την κατάρρευση του ευρωπαϊκού πολιτισµού. Ο Ζαν Ρασπάιγ γεννήθηκε στη Γαλλία το 1925. Στη µακρά διαδροµή της ζωής του υπήρξε ταξιδιώτης, εξερευνητής και βραβευµένος συγγραφέας. Το 1950- 52 οδήγησε την γαλλική εξερευνητική αυτοκινητοποµπή που διέσχισε την αµερικανική ήπειρο από τη Γη του Πυρός έως την Αλάσκα, ενώ το 1954 ηγήθηκε της γαλλικής εξερευνητικής και ανθρωπολογικής αποστολής στη Γη των Ίνκας στη Ν. Αµερική. Τον έχουν πολλές φορές περιγράψει ως ένα ψηλό άντρα µε στρατιωτικό παράστηµα και παραδοσιοκράτη. Έχει συγγράψει πολλά βιβλία εµπνευσµένα από τον παραδοσιακό συντηρητικό ρωµαιοκαθολικισµό (ο ίδιος είναι πιστός παραδοσιοκράτης ρωµαιοκαθολικός και φιλοβασιλικός), στα οποία καταδεικνύεται η ιδεολογική αποτυχία του κοµµουνισµού και του φιλελευθερισµού και τελικώς η παραδοσιακή ρωµαιοκαθολική µοναρχία παλινορθώνεται. Για παράδειγµα στο µυθιστόρηµά του “Sire” (1990) ένας Γάλλος βασιλιάς, ο 18χρονος Φίλιππος Φαραµόνδος των Βουρβόνων, στέφεται στον καθεδρικό της Ρενς τον Φεβρουάριο του 1999, ως απευθείας απόγονος των τελευταίων Γάλλων βασιλέων. Το 1981, το µυθιστόρηµά του “Εγώ, ο Αντουάν ντε Τουνέν, βασιλιάς της Παταγονίας” κέρδισε το βραβείο Grand Prix du Roman της Γαλλικής Ακαδηµίας. Ο Ρασπάιγ ανήκει στη λογοτεχνική “οικογένεια” συγγραφέων, όπως ο Ροζέρ Νιµιέ, ο Ντίνο Μπουτζάτι και ο Μισέλ Ντεόν. Το 2000 υπήρξε υποψήφιος για τη Γαλλική Ακαδηµία και έλαβε τις περισσότερες ψήφους, ωστόσο δεν κατάφερε να κερδίσει την απαιτούµενη πλειοψηφία για την εκλογή του. Άλλα σηµαντικά έργα του είναι το “North” και το “Το δαχτυλίδι του ψαρά”. Ωστόσο αναµφισβήτητα το πιο γνωστό του έργο είναι “Το Στρατόπεδο των Αγίων (Le Camp des Saints)”, στο οποίο προέβλεψε την κατάρρευση του δυτικού πολιτισµού εξαιτίας της ανεξέλεγτης πληµµυρίδας µεταναστών από τον Τρίτο Κόσµο.
Αρχικά το “Στρατόπεδο των Αγίων” δηµοσιεύθηκε
το 1973 και το 1975 µεταφράστηκε και στα αγγλικά. Μεταφράστηκε επίσης στα ισπανικά, ιταλικά, ολλανδικά, πολωνικά και πορτογαλικά και µέχρι το 2006 πούλησε πάνω από 500.000 αντίτυπα. Είναι γεγονός ότι σήµερα πάνω από σαράντα χρόνια µετά τη πρώτη δηµοσίευσή του, το βιβλίο, το οποίο επηρέασε τον Ρόναλντ Ρέιγκαν και τον Φρανσουά Μιτεράν, επέστρεψε στον κατάλογο των µπεστ-σέλερ ήδη από το 2011. Το θέµα του βιβλίου βασίζεται σε ένα ηθικό δίληµµα: Ποια µέτρα θα λάβει µια φιλελεύθερη δυτική κοινωνία να διατηρήσει τον καθιερωµένο τρόπο ζωής της; Είναι µία φιλελεύθερη κοινωνία πολύ ανθρώπινη και συµπονετική για να προστατεύσει τον εαυτό της από εκείνους που την υπονοµεύουν και θα ήθελαν να την καταστρέψουν; Η Δύση ή η Ευρώπη ευρύτερα µπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό της; Σε αυτό το έργο, ο “κόσµος των λευκών” (συµπεριλαµβανοµένης και της τότε Σοβιετικής Ένωσης) είναι συγκλονισµένος και τελικά καταρρέει από µια πληµµύρα µεταναστών αρχικά από χώρες του Τρίτου Κόσµου επειδή δεν είναι πλέον σε θέση να επιβάλει τις αναγκαίες πράξεις µεµονωµένης σκληρότητας που απαιτούνται για τη διατήρηση των συνόρων. Αυτή είναι η σηµαντικότερη αδυναµία της Ευρώπης που ο Jean Raspail µε τόση οξυδέρκεια εντόπισε το 1973, όταν δηµοσίευσε το κλασικό µυθιστόρηµα του, δηλαδή η ανθρωπιστική αδυναµία µας να υπερασπιστούµε την ταυτότητά µας.
Η ιστορία ξεκινά µε µία λίαν συµπονετική και
ανθρωπιστική πρωτοβουλία της βελγικής κυβέρνησης, η οποία ανακοινώνει στους Βέλγους πολίτες ότι, για να µετριασθεί ο υπερπληθυσµός της Ινδίας, θα υιοθετήσει µικρά παιδιά από τη χώρα αυτή, ώστε να µεγαλώσουν στο Βέλγιο. Αµέσως όµως το βελγικό προξενείο στην Ινδία κατακλύζεται από εξαθλιωµένους και πάµπτωχους γονείς και το Βέλγιο ανακαλεί την απόφαση.
Τότε όµως σχεδόν ταυτόχρονα, περίπου ένα
εκατοµµύριο λιµοκτονούντες και µαστιζόµενοι από επιδηµίες Ινδοί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά επιβιβάζονται σε παλιά φορτηγά και άλλα πλοία, δηµιουργώντας µια τεράστια αρµάδα µεταναστών, η οποία ξεκινά από το Δέλτα του Γάγγη για να κατευθυνθεί στην Ευρώπη. Η Δύση µαθαίνει πολύ σύντοµα την αναχώρηση του µεταναστευτικού στόλου και για τον προορισµό του. Τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, οι εκκλησίες (συµπεριλαµβανοµένης της Καθολικής Εκκλησίας, µε επικεφαλής έναν Βραζιλιάνο Πάπα !), ο Γάλλος πρόεδρος, τα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ιδρύµατα, τα συνδικάτα, οι περισσότεροι από την ίδια την κυβέρνηση, όλοι είναι σύσσωµοι κα ενωµένοι στην αποφασιστικότητά τους να χαιρετίσουν αυτό που ο εκδικητικός Μπεν Σαούντ (ένας Αλγερινός µετανάστης ο ίδιος και εγγονός ενός µαύρου σκλάβου, τώρα απολαµβάνει µια εξαιρετικά προσοδοφόρα καριέρα ως αριστερός δηµοσιογράφος µε το ψευδώνυµο Clément Dio) αποκαλεί “αρµάδα της έσχατης ελπίδας” στο όνοµα της ανθρώπινης αδελφοσύνης, της χριστιανικής φιλανθρωπίας και της αγάπης.
Τα πλοία φτάνουν στη γαλλική Ριβιέρα την
Κυριακή του Πάσχα. Ο Ρασπάιγ καθιστά σαφές στο βιβλίο του ότι αυτή η ορδή δεν έχει καµία διάθεση να αφοµοιωθεί από τον γαλλικό πολιτισµό. Τουναντίον, οι παράνοµα αφιχθέντες Ινδοί µετανάστες αναζητούν την πληθώρα των υλικών αγαθών που οι Ευρωπαίοι έχουν παραγάγει και απολαµβάνουν, ενώ οι κάτοικοι των Ινδιών όχι.
Στο διήγηµα του Ρασπάιγ, η αυτοπεποίθηση της
Δύσης, η οποία κάποτε καλείτο Χριστιανοσύνη (Christendom) – έχει υπονοµευτεί από τον πολυπολιτισµό και τις συναφείς νεωτερικές και µεταµοντέρνες απόψεις. Έτσι, δύσκολα ο οποιοσδήποτε θα έπαιρνε την πρωτοβουλία να πει ότι αυτός ο στόλος των προσφύγων πρέπει να ανακοπεί. Αντίθετα µάλιστα, φιλελεύθεροι και Χριστιανοί, βλακωδώς υιοθετούν την ιδέα ότι η εισβολή των µεταναστών πρέπει να καλωσοριστεί για το καλό της οικονοµικής ανάπτυξης της Ευρώπης. Πράγµατι, ο γαλλικός στρατός αντί να υπερασπιστεί το γαλλικό έδαφος από την εισβολή των Ινδών, διατάζεται να επιτεθεί σε όσους προσπαθούν να αντιδράσουν και να αναχαιτίσουν την εισβολή των µεταναστών.
Ο τίτλος του µυθιστορήµατος προέρχεται από το
Βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννου της Αγίας Γραφής και συγκεκριµένα από το κεφάλαιο 20:9: “… καὶ ἀνέβησαν ἐπὶ τὸ πλάτος τῆς γῆς, καὶ ἐκύκλευσαν τὴν παρεµβολὴν τῶν ἁγίων (=στρατόπεδο των αγίων) καὶ τὴν πόλιν τὴν ἠγαπηµένην· … (γαλλ., “Elles montèrent sur la surface de la terre, et elles cernèrent le camp des saints et la ville bien-aimée;)”. Κι όχι τυχαία, καθώς µετά την άφιξη των Ινδών µεταναστών στο γαλλικό νότο, ακολουθούν αποκαλυπτικές σκηνές πρωτοφανούς αναρχίας. Η ορδή των Ινδών (που εν τω µεταξύ έχει µειωθεί σε 800.000 λόγω ασθενειών και βίας εν πλω) µε το που αποβιβάζεται στη Νότια Γαλλία προβαίνει παντού σε βιασµούς και καταστροφές. Χιλιάδες χίπηδες, αριστερόστροφοι ιερείς και άλλοι φιλοµετανάστες κατευθύνονται νότια για να υποδεχθούν το πλήθος των µεταναστών. Τα έγχρωµα γκέτο του Παρισιού και άλλων µεγάλων πόλεων εξεγείρονται. Το µεγαλύτερο µέρος του στρατού αυτοµολεί σε οργανωµένες συµµορίες ριζοσπαστών φοιτητών και άλλων νέων. Οι δεσµοφύλακες απελευθερώνουν τους κρατουµένους. Τα συνδικάτα εξεγείρονται στο όνοµα της δηµιουργίας ενός νέου κόσµου. Η κυβέρνηση των Παρισίων καταρρέει και αντικαθίσταται από έναν πολυφυλετικό συνασπισµό στον οποίο οι λευκοί έχουν µια συµβολική εκπροσώπηση. Οι πλέον ένθερµοι υποστηρικτές των µεταναστών, ο Clément Dio και άλλοι δύο αριστεροί δηµοσιογράφοι – παρουσιαστές ραδιοφώνου, δολοφονούνται άγρια από τους ίδιους τους ανθρώπους που µε τόσο πάθος υπερασπίστηκαν. Οι λευκές γυναίκες απαγάγονται και στέλνονται σε οίκους ανοχής που ελέγχουν έγχρωµοι µαστρωποί. Ο αφηγητής (που όπως µαθαίνουµε, γράφει κάποια στιγµή µετά τον κατακλυσµό που γκρέµισε το λευκό κόσµο, σε µια εποχή κατά την οποία η ιστορία έχει ξαναγραφεί µε τα πρότυπα της πολιτικής ορθότητας) εξηγεί ότι, “µε τη Γαλλία του Διαφωτισµού, που εφηύρε τα δικαιώµατα του ανθρώπου γονατισµένη, καµιά δυτική κυβέρνηση δεν τόλµησε να υπογράψει την γενοκτονική πράξη αυτοάµυνας ενόψει των φυλετικών επιδροµών σε όλη την Ευρώπη και τις Η.Π.Α.”. Εν συνεχεία Αφρικανοί κατακλύζουν ανενόχλητοι την αντίπερα όχθη του ποταµού Λιµπόπο και επιτίθενται στη Νότια Αφρική του “Απαρτχάιντ”. Οι Κινέζοι εισβάλλουν στη Σοβιετική Ένωση, πέρα από τον ποταµό Αµούρ. Στην Αγγλία έγχρωµοι µετανάστες από την Κοινοπολιτεία καταφτάνουν στο Λονδίνο και µε χαρακτηριστική βρετανική αβρότητα απαιτούν η βασιλική οικογένεια να παντρευτεί κάποιο µέλος της πακιστανικής κοινότητας. Στην Αµερική, η Νέα Υόρκη καταλαµβάνεται από επαναστατηµένους µαύρους. Η Δύση ηττάται και καταρρέει.
Το βιβλίο είναι γεµάτο από ιστορικές αναφορές, µε
ιδιαίτερη έµφαση στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Ένας χαρακτήρας που διαφωνεί µε την αρµάδα – και απεικονίζεται στον γαλλικό Τύπο ως κακοποιός – φέρει το όνοµα του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα, ο συνταγµατάρχης τεθωρακισµένων Κονσταντίν Ντραγκασές (Constantin Dragasès, δηλαδή Κωνσταντίνος Δραγάτσης, εκ του Κωνσταντίνος Παλαιολόγος – Δραγάτσης) ! Ο Ντραγκασές (Δραγάτσης) οργανώνει µια οµάδα Γάλλων πατριωτών αποφασισµένων να σταµατήσουν τους τριτοκοσµικούς µετανάστες. Δυστυχώς όµως αυτοί εξολοθρεύονται από την γαλλική αεροπορία σε βοµβαρδισµό. “Θα προτιµούσα να σκοτωθώ από τους δικούς µας. Είναι πιο καθαρός αυτός ο τρόπος. Έχει κάτι το έσχατο” είναι τα τελευταία λόγια που ο συγγραφέας βάζει στο στόµα του συνταγµατάρχη Ντραγκασές (Δραγάτση) ενώ αυτός περιµένει τα γαλλικά αεροπλάνα να τον βοµβαρδίσουν στην ταράτσα µιας ιστορικής βίλας όπου έχει καταφύγει µε τους φίλους του, παραφράζοντας ουσιαστικά τα τελευταία λόγια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ΙΑ’: “Δεν υπάρχει ένας χριστιανός να µου πάρει το κεφάλι;”. Κι όπως εξηγεί ο αφηγητής: “Ο δυτικός κόσµος κατέρρευσε, όταν η γαλλική Αεροπορία έριξε µια βόµβα σε µια βίλα του δέκατου έβδοµου αιώνα, µε θέα στην παραλία, όπου η αρµάδα είχε αποβιβασθεί, σκοτώνοντας τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, τον κ. Calguès, συνταξιούχο καθηγητής της φιλολογίας και δεκαεννέα άλλους αντιστασιακούς, µεταξύ των οποίων έναν πρώην υφυπουργό εξωτερικών, έναν πρώην βουλευτή, τον διοικητή τεθωρακισµένων Ντραγκασές, έναν δούκα και τους δυο υπηρέτες του και έναν ιδιοκτήτη ενός κοµψού οίκου ανοχής, οι οποίοι κατόρθωσαν να κρατήσουν µία ζώνη εδάφους της “Ελεύθερης Γαλλίας” προοριζόµενη για την επιβίωση αποκλειστικά και µόνον των λευκών µε πόλεµο ελευθέρων σκοπευτών που εξαπολύουν κατά των εισβολέων του Γάγγη και των Γάλλων συνεργατών τους. Σηµειωτέο είναι ότι ο Calguès είναι τελευταίος άνθρωπος που παραµένει στο χωριό του το προηγούµενο βράδυ πριν ο “στόλος του Γάγγη” προσεγγίσει την ξηρά. Όλοι οι άλλοι κάτοικοι έχουν προ πολλού διαφύγει, αλλά αυτός όχι. Ζει σε ένα σπίτι που χτίστηκε από τους προγόνους του το 1673 και κατοικείται από την οικογένειά του αδιαλλείπτως από τότε. Το βιβλίο τελειώνει όπως αρχίζει, µε την αίσθηση της βαθιάς προσωπικής απώλειας. Ο αφηγητής γράφει από την Ελβετία, την τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που θα συνθηκολογήσει µε τους µετανάστες εισβολείς. Κάθεται µόνος του, τη νύχτα πριν τα σύνορα ανοίξουν, σιγά-σιγά επαναλαµβάνοντας, ξανά και ξανά, τα µελαγχολικά λόγια του Ρουµάνου πρίγκιπα και λογοτέχνη, Antoine Bibesco:”Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης είναι µια προσωπική ατυχία που συνέβη σε όλους µας µόλις την περασµένη εβδοµάδα.”
Ο Ρασπάιγ ήταν µπροστά από την εποχή του,
αποδεικνύοντας ότι ο δυτικός πολιτισµός είχε χάσει από τότε την αίσθηση του σκοπού και της ιστορίας – την “ιδιαιτερότητά” του. Όπως παρατηρεί και ένας από τους βασικούς ήρωες του µυθιστορήµατος, ο καθηγητής Calguès, βαθύς γνώστης της Ιστορίας: “… οι γαλλικές ελίτ δεν διαθέτουν την απαιτούµενη πατριωτική συνείδηση, ήτοι τη πεποίθηση ότι το δικό µας είναι το καλύτερο, την θριαµβική χαρά του να αισθάνεται κάποιος ότι µετέχει στο ωραιότερο κοµµάτι της ανθρωπότητας …”. Μία τέτοια εθνική και πολιτιστική περηφάνεια είναι µεν φυσική για έναν λαό και θεµιτή, όµως στο δυτικό κόσµο, σύµφωνα µε τον Ρασπάιγ, έχει τσαλαπατηθεί µετά από δεκαετίες συστηµατικής καλλιέργειας αισθηµάτων ενοχής. Κι αν η απώλεια της πολιτιστικής αυτοπεποίθησης από την πλευρά της δυτικής φιλελεύθερης κοινωνίας ήταν εµφανής το 1973, είναι πολύ περισσότερο σήµερα. Οι δε ευσεβείς ανοησίες που εκστοµίζονται στο µυθιστόρηµα από τους διάφορους “απολογητές” της µεταναστευτικής πληµµυρίδας που κατακλύζει τη Γαλλία, εν πολλοίς σκιαγραφεί αυτό που σήµερα έχει γίνει η επικρατούσα ή καλύτερα η άνωθεν επιβαλλόµενη πολιτικά ορθή “άποψη”.
Φυσικά, ο Ρασπάιγ καταγγέλθηκε αµέσως ως
ρατσιστής και ξενοφοβικός από τα κατεστηµένα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, την ακαδηµαϊκή αριστερίζουσα ελίτ και τους απανταχού τιµητές της πολιτικής ορθότητας. Οι New York Times έγραψαν χαρακτηριστικά ότι το να διαβάζει κανείς το µυθιστόρηµα του Ζαν Ρασπάιγ, είναι σαν έχει παγιδευτεί κανείς σε ένα κοκτέιλ πάρτι µαζί µε έναν φαινοµενικά φυσιολογικό τύπο, ο οποίος ξαφνικά σου αρχίζει την ανάπτυξη µιας ρατσιστικής διατριβής. Πράγµατι η έµφαση του Ρασπάιγ στην λευκή φυλή µπορεί πράγµατι να είναι εκ πρώτης ανάγνωσης απωθητική για τους σύγχρονους αναγνώστες που έχουν ανατραφεί µε τα κηρύγµατα της “πολιτικής ορθότητας”. Αλλά το κεντρικό θέµα του µυθιστορήµατος δεν είναι η φυλή, αλλά ο πολιτισµός και οι πολιτικές αρχές. Στην πραγµατικότητα, ο Ρασπάιγ δεν έχει τίποτα να πει πολλά για τη φυλή. Μόνο ένας προκατειληµµένος αναγνώστης που ψάχνει για έναν εύκολο τρόπο να απορρίψει τον µείζονα συλλογισµό του Ρασπάιγ, θα έβρισκε ρατσισµό ή φασισµό στην καρδιά του µυθιστορήµατος. Οι Ινδοί του Γάγγη είναι µάλλον ένα προφανές συµβολικό υποκατάστατο για τους εξαθλιωµένους µετανάστες από αυτό που σήµερα ευγενικά ονοµάζεται «αναπτυσσόµενος» κόσµος και ο Ρασπάιγ δεν ασχολείται κυρίως µε αυτούς, αλλά µε τη Γαλλία και τον ευρωπαϊκό πολιτισµό γενικότερα. Στην εισαγωγή της επανέκδοσης του 1985, ο Ρασπάιγ εξηγεί ότι επέλεξε ως µετανάστες τους Ινδούς, και όχι τους εγγύτερους Βορειοαφρικανούς και Άραβες, λόγω της «άρνησης να εισέλθει στην ψεύτικη αντιπαράθεση για το ρατσισµό και την καταπολέµηση του ρατσισµού στη γαλλική καθηµερινή ζωή.”
Οι προσεκτικοί αναγνώστες το έχουν καταλάβει
αυτό. Όταν το συντηρητικό αµερικανικό περιοδικό “Νational Review” κάλυψε δηµοσιογραφικά την έκδοση του “Στρατοπέδου των Αγίων” κατά την πρώτη δηµοσίευσή του στην αγγλική γλώσσα, το 1975, ο κριτικός Jeffery Hart υποστήριξε η ετικέτα του ρατσισµού ήταν ακατάλληλη για το µυθιστόρηµα. Ο Ρασπάιγ στην πραγµατικότητα δεν γράφει σχετικά µε τη φυλή. Γράφει για τον πολιτισµό, και ιδίως τον πολιτισµό της Δύσης, έγραψε ο Hart. Ο πολιτισµός περιλαµβάνει συγκεκριµένες ζωντανές µορφές ύπαρξης. Δεν είναι µια άµορφη µάζα. Ο Ρασπάιγ δεν ασχολείται µε την λευκή “υπεροχή”, αλλά για το πώς πεθαίνουν οι πολιτισµοί. Το επιχείρηµά του Ρασπάιγ είναι ότι πεθαίνουν από αµέλεια. Για να µιλήσουµε σωστά για έναν πολιτισµό, θα πρέπει να τον περιγράψουµε ως κάτι ζωντανό, αλλά η γαλλική κοινωνία (αντιπροσωπευτική της ευρύτερης σύγχρονης δυτικής κοινωνίας) την οποία σκιαγράφησε στο “Στρατόπεδο των Αγίων” ο Ρασπάιγ έχει χάσει τη θέλησή της να ζήσει, έχει απωλέσει την αυτοεκτίµησή της και ως εκ τούτου την ικανότητά της να αµυνθεί από εκείνους που επιδιώκουν να την κατακτήσουν. ‘Οπως όταν κανείς δεν νοιάζεται αρκετά για να ποτίσει έναν κήπο, τότε αυτός µαραίνεται. Για να χρησιµοποιήσουµε ένα σύγχρονο όρο, θα µπορούσαµε να πούµε ότι ο Ρασπάιγ απορρίπτει την πολυπολιτισµικότητα, όχι ως προτίµηση, αλλά ως δυνατότητα. Σε µακροπρόθεσµη βάση, η Ευρώπη µπορεί είτε να προτιµήσει τον δικό της πολιτισµό και την κουλτούρα της, και να την υπερασπιστεί, ή να συνθηκολογήσει µε έναν άλλο. Αλλά δεν µπορεί, όπως το µυθιστόρηµα λέει, να απορροφά µάζες των µη αφοµοιωθέντων µελών ενός άλλου πολιτισµού και να αναµένει να επιβιώσει. Θα αλλάξει για πάντα, και η αλλαγή θα είναι προς την κατεύθυνση του πολιτιστικού προτύπου των µεταναστών και µακριά από εκείνη της φυσικής της διαδροµής. Αυτή είναι µια δύσκολη αλήθεια να δεχθούµε στην εποχή της “ισότητας”.
Ένα βασικό στοιχείο (εκ των πολλών) που ο
Χριστιανισµός έχει κληροδοτήσει προς τη Δύση είναι η σαφήνεια ως προς την ανθρώπινη φύση. Και φυσικά εννοούµε την αυστηρή αποδοχή της χριστιανικής άποψης για την ανθρώπινη φύση: “Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι”. Κι αυτή η θεµελιώδης ηθική αρχή διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Απόστολο Παύλο: “ … πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑµεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ …” (Προς Γαλάτας, κεφ. 3, 26-28). Αλλά ξέρουµε από τη σκληρή εµπειρία µας ότι αυτό δεν είναι µια “οικουµενική αξία.” Δεν είναι αυτόχθονη σε όλους τους πολιτισµούς του κόσµου. Οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν θέλουν να το παραδεχτούν, αλλά αυτό δεν µπορεί να αµφισβητηθεί: Το τι πιστεύουν οι µετανάστες έχει πολλά να κάνει µε το αν και το πώς θα αφοµοιωθούν. Η Ευρώπη θα πρέπει να το γνωρίζει αυτό. Η Ε.Ε. έχει δεκαετίες εµπειρίας µε µη αφοµοιωθείσες µουσουλµανικές κοινότητες µεταναστών, ολόκληρες γειτονιές που εκτείνονται σε δύο και τρεις γενιές, η πιο πρόσφατη από τις οποίες είναι αναµφισβήτητα λιγότερο αφοµοιωµένη από αυτή των γονέων τους. Στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. αποτελούν µια αποµονωµένη κατώτερη τάξη µε πολύ λίγους δεσµούς ή υποταγή στη χώρα υποδοχής τους.
Το 2009, ο Αµερικανός δηµοσιογράφος και
εκδότης του έγκριτου συντηρητικού περιοδικού “The Weekly Standard”, Christopher Caldwell έγραψε ένα λαµπρό, ανησυχητικό βιβλίο µε τίτλο: “Reflections on the Revolution In Europe: Immigration, Islam and the West” για το τι προµηνύει ο κοχλάζων µουσουλµανικός πληθυσµός για την Ευρώπη . Ειδικότερα αυτό που εξετάζεται µε ιδιαίτερη προσοχή στο βιβλίο είναι η οικογενειακή συµπεριφορά των µουσουλµάνων µεταναστών, εν µέρει επειδή καταδεικνύει το βάθος του πολιτιστικού προβλήµατος. Ο Caldwell το θέτει ξεκάθαρα: “Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο γάµος δεν είναι µόνο µια πτυχή του προβλήµατος της µετανάστευσης. Είναι το πρόβληµα της µετανάστευσης.” Αυτό συµβαίνει γιατί πολλοί µουσουλµάνοι µετανάστες δεν παντρεύονται Ευρωπαίες ή ακόµη και οι επί ευρωπαϊκού εδάφους γεννηµένοι “δυτικού τύπου” µουσουλµάνοι εισάγουν συζύγους, συχνά ανήλικα κορίτσια, που προέρχονται από τις εθνοτικές πατρίδες τους. Στη Γερµανία, το ήµισυ των εθνοτικά Τούρκων Γερµανών ζητούν οι σύζυγοί τους να είναι από την Τουρκία. Στη Δανία, η µεγάλη πλειονότητα των Τούρκων και οι Πακιστανοί κάνουν τα ίδια, και όχι µόνο οι µετανάστες, αλλά και η δεύτερη και η τρίτη γενιά απογόνων των µεταναστών. Στη Γαλλία, η µετανάστευση που σχετίζεται µε την οικογένεια αποτελεί το 78 τοις εκατό της µόνιµης νόµιµης µετανάστευσης! Ίσως αυτό δεν θα ήταν πρόβληµα αν όλες αυτές οι σύζυγοι είχαν αφοµοιωθεί, αλλά δυστυχώς η πραγµατικότητα δεν είναι έτσι. Τέτοιες τάσεις διαψεύδουν τις κενές κοινοτοπίες των ευρωπαίων ηγετών όπως ο πρώην πρόεδρος της ιταλικής Γερουσίας Μαρτσέλο Πέρα, ο οποίος είπε ότι κάθε µετάβαση από τη θέση Α στο µέρος Β αποδεικνύει την ανωτερότητα του µέρους B. Το αδιαµφισβήτητο γεγονός ότι οι Μουσουλµάνοι µεταναστεύουν στην Ευρώπη µαζικά αλλά απορρίπτουν τις Ευρωπαίες ως κατάλληλες συζύγους, «δείχνει ότι µπορεί να µεταναστεύουν σε ένα µέρος, ενώ είναι εχθρικοί προς αυτό, ή τουλάχιστον, ενώ διατηρούν κάποια ειδική σχέση µε αυτό», γράφει ο Caldwell. Ναι, οι µετανάστες «απλά θέλουν µια καλύτερη ζωή», όπως υποστηρίζουν τα κλισέ της “πολιτικής ορθότητας”. Αλλά δεν θέλουν απαραιτήτως µια ευρωπαϊκή ζωή µε την πολιτισµική έννοια. Μπορεί να θέλουν µια ζωή του Τρίτου Κόσµου σε ευρωπαϊκό βιοτικό επίπεδο.
Η αφοµοίωση δεν συµβαίνει ούτε είναι απαραίτητη
σε έναν κόσµο που παγκοσµιοποιείται. Η “παγκόσµια πόλη” µε την ανάγκη για ένα πειθαρχηµένο και χαµηλόµισθο εργατικό δυναµικό, λειτουργεί καλύτερα από µία εθνικά διαχωρισµένη οικουµένη. Έτσι είναι δυνατό η ανεξέλεγκτη µετανάστευση να µετατρέψει ένα έθνος που κάποτε ήταν ένας ποταµός ελπίδας για την ανθρωπότητα, σε έναν υπόνοµο απελπισίας. Παρ’ όλα αυτά, ο Ρασπάιγ ως πιστός Χριστιανός πιστεύει ότι υπάρχει ένας ηθικός σκοπός των γεγονότων. Εάν φερ’ ειπείν η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωµανούς το 1453, είναι µέρος του σχεδίου του Θεού, τότε είναι δύσκολο να προσεγγίσουµε µε την ανθρώπινη λογική τα στοιχεία του εν λόγω θεϊκού σχεδίου. Απλώς θα περιµένουµε για το πλήρωµα του χρόνου. Η κοσµική αποκάλυψη που φαντάστηκε ο Ρασπάιγ περιλαµβάνει οπωσδήποτε την µαταιότητα της ηθικής δράσης. Όµως για το άτοµο που πιστεύει βαθιά και ειλικρινά, η µαταιότητα είναι ανήθικη. Κάθε πιστός αναµένεται να κάνει ό,τι είναι σωστό, το καθήκον του, ακόµα κι αν δεν κατανοεί τις πλήρεις συνέπειες των πράξεών του. Τουλάχιστον, µαρτυρεί την πίστη του. Στην χριστιανική παραδοσιοκρατική κοσµοαντίληψη του Ρασπάιγ τα ανθρώπινα έθνη δηµιουργήθηκαν από τον Θεό, που ευλόγησε την ύπαρξή τους, όπως µας λέει ο Απόστολος Παύλος: “Ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσµον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, (…) ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵµατος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγµένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν …”(Πράξεις των Αποστόλων, Ὁµιλία τοῦ Παύλου ἐπὶ τοῦ ᾿Αρείου Πάγου, κεφ. ΙΖ, 24-26) και όπως διαβάζουµε στο Δευτερονόµιο της Παλαιάς Διαθήκης:“… Ὅτε διεµέριζεν ὁ Ὕψιστος ἔθνη, ὡς διέσπειρε υἱούς Ἀδάµ, ἔστησε ὅρια ἐθνῶν κατά ἀριθµόν ἀγγέλων Θεοῦ …” (Δευτ. Κεφ. λβ’, 8). Για το σκοπό αυτό, ένας άνθρωπος της χριστιανικής πίστης αναγνωρίζει ότι τα έθνη αποτελούν ουσιαστικό µέρος της οργανωµένης ανθρώπινης ζωής. Τα έθνη παίζουν έναν ουσιώδη ρόλο στο να µας κάνουν πλήρεις ανθρώπους και εποµένως αξίζουν να τα υπερασπίζεται κανείς ακόµη και µε την θυσία της ζωής του. Στο µυθιστόρηµα ο γηραιός καθηγητής Calguès, ο συνταγµατάρχης Ντραγκασές (Δραγάτσης) και οι άλλοι δεκαοκτώ “Ελεύθεροι Γάλλοι”, υπηρετούν αυτό ακριβώς το ηθικό καθήκον και γίνονται εθνοµάρτυρες, ως άλλοι Παλαιολόγοι.
Το µυθιστόρηµα µας υπενθυµίζει ότι υπάρχουν
δρώσες δυνάµεις στην Ιστορία τις οποίες δεν µπορούµε να ελέγξουµε και ότι ο πολυπολιτισµός είναι η µάστιγα του σύχρονου ευρωπαϊκού κόσµου, που έχει χάσει την πίστη του, έχει απωλέσει την πολιτισµική του υπερηφάνεια και διαγράφει το παρελθόν του, χάριν ενός αβέβαιου και θολού µέλλοντος γκρίζου “πολυπολιτισµικού” συγχρωτισµού. Το όραµα του Ρασπάιγ στο “Στρατόπεδο των Αγίων” είναι µια φανταστική απεικόνιση του πως µπορεί να καταλήξει η εκκοσµικευµένη πολυπολιτισµική Δύση. Σύµφωνα µε τον Ρασπάιγ “η Δύση είναι κενή από πνεύµα και δεν έχει ψυχή πλέον” και “είναι πάντοτε η ψυχή εκείνη που κερδίζει τις µάχες”. Το πολεµικό – ενίοτε ξέφρενο – µυθιστόρηµα του Ρασπάιγ πραγµατεύεται αυτή ακριβώς τη συλλογική απώλεια της ψυχής και του πνεύµατος. Ένας πολιτισµός είναι εν τέλει ένας τρόπος ζωής, ακόµα και µια συλλογική ταυτότητα. Όταν κάποιος µεγαλώνει αγαπώντας όλα τα ιδιαίτερα έθιµα και τις παραδόσεις του πολιτισµού του, είναι σαν να αγαπά ένα πρόσωπο. Είναι κάτι µοναδικό στον κόσµο, και ανήκει σε εµάς.
Σε κάθε περίπτωση “Το Στρατόπεδο των Αγίων”
του Ρασπάιγ παραµένει οπωσδήποτε ένα κλασικό και επίκαιρο όσο ποτέ βιβλίο, το οποίο αξίζει να µεταφραστεί και στα ελληνικά. Η Ιστορία δικαίωσε τον φιλοβασιλικό και παραδοσιοκράτη Γάλλο συγγραφέα και διανοούµενο που επί 40 χρόνια δεχόταν τα βέλη της οργισµένης και σφοδρής κριτικής του έργου του από αριστερίζοντες διανοούµενους και φανατικούς υποστηρικτές της πολιτικής ορθότητας. Σχετικά δε µε τις αυξανόµενες µεταναστευτικές ροέςο Ρασπάιγ ρωτήθηκε σε συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό “Valeurs Actuelles” τον Νοέµβριο του 2013 πώς µπορεί η Ευρώπη να ασχοληθεί µε αυτές τις µεταναστεύσεις, για να απαντήσει ευθύς αµέσως ότι: “Υπάρχουν µόνο δύο λύσεις. Είτε τους φιλοξενούµε και η Γαλλία – ο πολιτισµός της, η κουλτούρα της – τελειώνει οριστικά χωρίς καν µια κηδεία. Κατά την άποψή µου, αυτό είναι που πρόκειται να συµβεί. Είτε δεν τους φιλοξενούµε καθόλου – αυτό σηµαίνει ότι σταµατούµε να ‘ιεροποιούµε’ τον «Άλλον» και “ξαναβρίσκουµε” τον «πλησίον» µας, δηλαδή τον διπλανό µας. Πράγµα που σηµαίνει ότι σταµατάµε κάποια στιγµή να δίνουµε δεκάρα για αυτές τις «χριστιανικές ιδέες που έχουν ξεφύγει», όπως είπε ο Βρετανός συγγραφέας και θεολόγος Chesterton (1874–1936), ή αυτά τα διεφθαρµένα ανθρώπινα δικαιώµατα και ότι θα λάβουµε τα απαραίτητα µέτρα για να αποστασιοποιηθούµε, χωρίς να κάνουµε πίσω, για να αποφευχθεί η διάλυση της χώρας µας και να µετατραπούµε σε µια γενική επιµειξία. Δεν βλέπω κάποια άλλη λύση. Έχω ταξιδέψει πολύ στα νιάτα µου. Όλοι οι λαοί είναι συναρπαστικοί, αλλά όταν τους ανακατεύουµε πάρα πολύ, αναπτύσσεται πιο πολύ µια εχθρότητα παρά µια συµπάθεια. Η επιµειξία δεν είναι ειρηνική. Είναι µια επικίνδυνη ουτοπία. Κοιτάξτε στη Νότια Αφρική! Στο σηµείο που βρισκόµαστε τώρα, τα µέτρα που θα πρέπει να ληφθούν θα πρέπει να είναι υποχρεωτικά πολύ καταναγκαστικά. Δεν πιστεύω ότι θα συµβεί και δεν βλέπω κανέναν που να έχει το θάρρος να το κάνει. Θα πρέπει να βάλουν την ψυχή τους να ισορροπήσει, αλλά ποιος είναι έτοιµος για αυτό; Πάνω σε αυτό θέλω να πω, ότι δεν πιστεύω ούτε στο ελάχιστο, ότι οι υποστηρικτές της µετανάστευσης είναι πιο φιλάνθρωποι από µένα: µάλλον δεν υπάρχει ούτε ένας από αυτούς που προτίθεται να υποδεχθεί έναν από αυτούς τους δυστυχείς στο σπίτι του … Όλα αυτά είναι απλώς µια συναισθηµατική προσποίηση, µια ανεύθυνη δίνη που θα µας καταπιεί.”. Για την εξελισσόµενη δε µεταναστευτική κρίση που πλήττει την Ευρώπη και πρωτίστως την Ελλάδα ως κύρια πύλη εισόδου µεταναστών και προσφύγων από τον Τρίτο Κόσµο, ο Ζαν Ρασπάιγ δήλωσε σε συνέντευξή του τον περασµένο Σεπτέµβριο στη γαλλική εφηµερίδα “Le Point” πως “βρισκόµαστε µόνον στην αρχή” …
* Ο Νικόλαος Στεφανίδης είναι Δικηγόρος, Δ.Μ.Σ.
Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας του Δικαίου Νοµικής Α.Π.Θ.
(351) αναγνώσεις
Share 27 Tweet 0 Share Email
Related
Στην ΕΕ από Πού και πώς Συζήτηση στη
την... πίσω πόρτα χάθηκε ο έλεγχος Βουλή 8 15 August 2010 στο Φεβρουαρίου In "Διεθνή" µεταναστευτικό 2010 για τη 22 February 2016 χορήγηση In "Άγγελος ιθαγένειας σε Συρίγος" µετανάστες 10 February 2010 In "Αρχείο"
featured / Ευρώπη / Μεταναστευτικό / Νικόλαος
Στεφανίδης 2 comments
« Ο υπέροχος κ. Τράµπ ή η µετεξέλιξη του ψυχρού
πολέµου Μπορούµε να αναπροσανατολίσουµε την αµερικανική στάση απέναντί µας »
2 COMMENTS
brigita says: 19 November 2016 at 11:27
Εξαίρετο! Ευχαριστώ για την επισήµανση. Αγνοούσα
και το βιβλίο και τον συγγραφέα. Θα προσπαθήσω να το βρω. Υπήρξαν, και υπάρχουν ασφαλώς, πάντα άνθρωποι µε “ευαίσθητες κεραίες”, που σαν την Κασσάνδρα διακρίνουν τα µελλούµενα