Οι Στατικές Διορθώσεις

You might also like

You are on page 1of 49

Στατικές διορθώσεις

επιφανειακών ανωμαλιών

Μάριος Τριανταφύλλου
1/6/2019
Περιεχόμενα
ΕΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................................................... 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Residual statics corrections- Short wavelength statics corrections................. 6
1.1. Εισαγωγή ....................................................................................................................... 6
1.2. Μεθοδολογία............................................................................................................... 11
1.3. Μέγιστες επιτρεπόμενες μετατοπίσεις ...................................................................... 18
1.4. Παράθυρο ετεροσυσχέτισης ....................................................................................... 23
1.5. Πολλαπλές διορθώσεις ............................................................................................... 27
1.6. Τρόποι εκτίμησης μέγιστης ετεροσυσχέτισης ............................................................ 28
1.7. Μεθοδολογία κατασκευής βέλτιστου pilot trace ...................................................... 30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Long wavelength statics corrections ............................................................... 36
2.1. Εισαγωγή ..................................................................................................................... 36
2.2. Field statics corrections ............................................................................................... 37
2.3. Μέθοδος συν-πλην...................................................................................................... 41
2.4. The time-term technique ............................................................................................ 45
2.5. The least-squares method ........................................................................................... 46
ΕΣΑΓΩΓΗ

Οι στατικές διορθώσεις αποτελούν ένα επιπρόσθετο βήμα επεξεργασίας σεισμικών


δεδομένων στεριάς ή αβαθούς θάλασσας πριν την δημιουργία της τομής υπέρθεσης αν
κριθεί απαραίτητο για να βελτιωθεί την ποιότητα της. Ο στόχος τους είναι η διόρθωση των
μετατοπίσεων των σεισμικών ιχνών, οι οποίες οφείλονται στις πλευρικές διακυμάνσεις της
ταχύτητας ρηχούς αποσαθρωμένης ζώνης (weathering layer, low velocity layer ) και στις
υψομετρικές διαφορές της γραμμής μελέτης. Δηλαδή προσδιορίζουν τον χρόνο διαδρομής
που θα παρατηρούνταν σε οριζόντιο επίπεδο αναφοράς χωρίς την ύπαρξη της weathering
layer. Το έντονο τοπογραφικό ανάγλυφο και η ύπαρξη ρηχού αποσαθρωμένου στρώματος
προκαλεί μείωση της ταχύτητας των σεισμικών κυμάτων, με αποτέλεσμα ο χρόνος
διαδρομής των κυμάτων να είναι μικρότερος σε γεώφωνα μεγάλων offsets από ότι σε
μικρών offsets. Επομένως, οι χρόνοι διαδρομής των ανακλώμενων δεν μπορούν να
περιγράφουν από μία υπερβολή (σε Common source gathers, Common receiver gathers και
σε Common midpoint gathers) όπως φαίνεται στην εικόνα 1. Έτσι μετά την διόρθωση NMO
δεν ευθυγραμμίζονται. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την αλλοίωση ή την μη συνοχή των
ανακλαστήρων στην τομή υπέρθεσης. Για παράδειγμα, στην εικόνα2α απεικονίζονται
NMO διορθωμένα CMP gathers χωρίς στατικές διορθώσεις και στην εικόνα2β
απεικονίζονται NMO διορθωμένα CMP gathers με στατικές διορθώσεις. Παρατηρούμε ότι
από το CMP 95 μέχρι το CMP 216 οι χρόνοι των κύριων ανακλάσεων δεν είναι
ευθυγραμμισμένοι, ενώ στα ίδια CMPs αν πριν την NMO διόρθωση εφαρμοστεί και στατική
διόρθωση οι χρόνοι των ανακλάσεων ευθυγραμμίζονται. Το velocity spectrum (εικόνα 3)
του CMP 188 πριν την στατική διόρθωση παρατηρούμε ότι είναι αρκετά θορυβώδες και ότι
η τάση της ταχύτητας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Αντίθετα το CMP 297 δεν παρουσιάζει
αυτό το πρόβλημα. Μετά την εφαρμογή των στατικών διορθώσεων το velocity spectrum
του CMP 188 είναι λιγότερο θορυβώδες και το velocity spectrum του CMP 297 παρέμεινε
το ίδιο. Ομοίως η ποιότητα της σεισμικής τομής υπέρθεσης, η οποία δημιουργήθηκε από
την άθροιση των ιχνών των παραπάνω NMO και στατικός διορθωμένων CMPS έχει
βελτιωθεί (εικόνα 4α +β). Πιο συγκεκριμένα στον ορίζοντα από το CMP 149 μέχρι το CMP
197 παρατηρούμε ότι οι συνοχή των ανακλαστήρων έχει βελτιωθεί αρκετά με την
εφαρμογή της στατικής διόρθωσης. Άρα οι στατικές διορθώσεις διορθώνουν τις
μετατοπίσεις των σεισμικών ιχνών, την ποιότητα των velocities spectrums, το αποτέλεσμα
της NMO διόρθωσης και ως συνέπεια αυξάνεται η ποιότητα της τομής υπέρθεσης.

Εικόνα 1
Εικόνα 2α

Εικόνα 2β

Εικόνα 3
Εικόνα 4α(πάνω) και 4β(κάτω)

Δυο κατηγορίες στατικών διορθώσεων χρησιμοποιούνται οι elevation statics ή long


wavelength statics corrections και οι residual statics corrections ή short wavelength statics
corrections. Πρώτα εφαρμόζονται οι long wavelength statics corrections και ακολουθούνε
οι residual statics corrections, όπως φαίνεται και στο processing flowchart (εικόνα 5). Οι
long wavelength statics corrections βασίζονται σε διαθλώμενα κύματα και διορθώνουν τις
μετατοπίσεις των χρόνων διαδρομής των ανακλώμενων κυμάτων που οφείλονται κυρίως σε
υψομετρικές διάφορες μεταξύ πηγών και γεωφώνων. Συνήθως οι long wavelength statics
corrections διορθώνουν μεγάλες χρονικές μετατοπίσεις των ιχνών. Τα residual statics
βασίζονται σε ανακλώμενα κύματα και διορθώνουν τις υπολειμματικές μικρές
καθυστερήσεις των χρόνων διαδρομής των ανακλώμενων κυμάτων που οφείλονται στην
επίδραση της low velocity zone. Στην εικόνα 6α φαίνεται μια τομή υπέρθεσης από ίχνη
CMPS με την εφαρμογή των long wavelength statics corrections και στην εικόνα 6β
φαίνεται η ίδια τομή υπέρθεσης με την πρόσθετη εφαρμογή και των residual statics
corrections. Παρατηρούμε ότι η ποιότητα της τομής έχει βελτιωθεί ειδικά στα ρηχά
στρώματα με εξαίρεση στον ορίζοντα Α, οποίος δεν έχει διορθωθεί λόγω κακής εκτίμησης
των απαιτούμενων μεγάλων στατικών διορθώσεων από τις elevation statics corrections .
Εικόνα 5

Εικόνα 6α και 6β
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:
Residual statics corrections- Short wavelength statics
corrections

1.1. Εισαγωγή

Οι χρόνοι διαδρομής των ανακλώμενων κυμάτων επηρεάζονται από τοπογραφικές


διακυμάνσεις της επιφάνειας και από χαμηλού βάθους ανομοιογένειες. Για παράδειγμα
στην εικόνα 7 παρουσιάζονται shot gathers από πραγματικά δεδομένα. Στα αριστερά οι
ανακλάσεις περιγράφονται από υπερβολές ενώ στα δεξιά αποκλίνουν από αυτή την ιδανική
τους μορφή. Σε αυτά τα δεδομένα έχουν εφαρμοστεί long wavelength statics corrections, οι
οποίες δεν έχουν διορθώσει ικανοποιητικά τις μετατοπίσεις των σεισμικών ιχνών
ανάκλασης που οφείλονται στις ραγδαίες υψομετρικές διαφορές στην επιφάνεια, το έντονο
ανάγλυφο της weathering zone και στις διακυμάνσεις στην ταχύτητα της. Οι εικόνες 8α και
9α αποτελούνται από CMP gathers στα οποία έχουν εφαρμοστεί long wavelength statics
corrections και η NMO διόρθωση έχει γίνει από τα velocity picks που προέρχονται από τα
αρχικά velocities spectrums (εικόνα 10). Το velocity spectrum του CMP 188 παρατηρούμε
ότι είναι αρκετά θορυβώδες σε σχέση με τα άλλα CMPs. Επίσης παρατηρούμε από τα CMP
gathers (εικόνες 8α ) ότι και η περιοχή γύρο του αποτελείται από μη ευθυγραμμισμένα
σεισμικά ίχνη ανάκλασης. Αυτό σημαίνει ότι και τα ίχνη των ανακλάσεων αποκλίνουν από
την ιδανική μορφή της υπερβολής πριν την NMO διόρθωση. Άρα οι αποκλίσεις των χρόνων
διαδρομής των ανακλάσεων από την ιδανική μορφή της υπερβολής οδηγούνε σε
θορυβώδεις Velocities spectrums. Αυτό έχει ως επακόλουθο, την δημιουργία
παραπλανητικής τομής υπέρθεσης (εικόνα 11α) εξαιτίας των ελλιπών στατικών
διορθώσεων, δηλαδή χωρίς residual statics corrections.

Εικόνα 7
Εικόνα 8α και 8β

Εικόνα 9α
Εικόνα 9β

Εικόνα 10
Εικόνα 11α και 11β

Προφανώς μία πιο σωστή τομή υπέρθεσης θα παραχθεί από τα CMP gathers άμα
εφαρμοστούν οι υπολειμματικές στατικές διορθώσεις (residual statics corrections). Μετά
την εφαρμογή των residual statics corrections στα αρχικά και ήδη διορθωμένα με long
wavelength statics corrections CMP gathers παρατηρούμε καλύτερη ευθυγράμμιση των
ανακλάσεων (εικόνα 8β), ενώ αυτά που δεν χρειάζονταν επιπλέον διορθώσεις δεν άλλαξαν
(εικόνα 9β). Επίσης μετά τα residual statics corrections διορθώθηκε και η τομή
υπέρθεσης(εικόνα 11β).

Μετά τα residual statics corrections επαναλαμβάνεται η velocity analysis. H ποιότητα των


velocities spectrums μετά την εφαρμογή των field statics και residual statics corrections θα
πρέπει να έχει βελτιωθεί. Συγκρίνοντας τις εικόνες 10 και 12, οι οποίες απεικονίζουν τα
velocities spectrums πριν και μετά την εφαρμογή και των δύο στατικών διορθώσεων
παρατηρούμε ότι όντως ο θόρυβος έχει μειωθεί αρκετά και η τάση τους είναι πιο
ευδιάκριτη. Η μεγαλύτερη βελτίωση παρατηρείται στο CMP 188. Στην εικόνα 13
παρουσιάζεται το flowchart που συμπεριλαμβάνει τα residual statics corrections και
velocities analysis με σκοπό την βελτιστοποίηση της τομής υπέρθεσης.

Τα residual statics corrections εφαρμόζονται σε δεδομένα στεριάς, αλλά και σε περιπτώσεις


ρηχών θαλάσσιων (βάθους μικρότερο των 25m) δεδομένων, όπου ο πυθμένας δεν είναι
επίπεδος και αποτελείται από θαλάσσιες αποθέσεις ιζημάτων διαφορετικών ταχυτήτων, τα
residual statics corrections είναι πολύ χρήσιμα.

Εικόνα 12

Εικόνα 13
1.2. Μεθοδολογία

Οι αποκλίσεις των χρόνων ανάκλασης από την τέλεια υπερβολή φαίνονται στην εικόνα 16.
Αυτές οι αποκλίσεις οφείλονται στην λανθασμένη ευθυγράμμιση των χρόνων ανάκλασης
μετά την διόρθωση NMO, το οποίο συνεπάγεται σε κακής ποιότητας τομής υπέρθεσης. Άρα
πρέπει να εκτιμηθούν οι χρονικές μετατοπίσεις των σεισμικών ιχνών για επιτευχθεί η τέλεια
ευθυγράμμιση τους μετά την NMO διόρθωση. Για να προσδιοριστούν οι προαναφερθείσες
διορθώσεις χρειάζεται να προσδιοριστεί ένα μοντέλο (εικόνα 17) που να προσδιορίζει τις
διορθώσεις των χρόνων διαδρομής των κυμάτων που παράγονται από μία πηγή,
ανακαλούνται σε ένα συγκεκριμένο σημείο πάνω στον ανακλαστήρα και μετά
καταγράφονται από γεώφωνα. Η βασική υπόθεση για την δημιουργία αυτού του μοντέλου
είναι ότι οι υπολειμματικές μετατοπίσεις (residual statics) σχετίζονται άμεσα με την
επιφάνεια. Δηλαδή είναι χρονικές καθυστερήσεις εξαρτούνται μόνο από τις θέσεις των
πηγών και των γεωφώνων στην επιφάνεια. Αυτή η υπόθεση είναι έγκυρη αν όλες οι
raypaths (οι πορείες των σεισμικών ακτινών), ανεξαρτήτως των offsets, είναι κάθετες στην
weathering zone. Όμως επειδή στην weathering zone έχει συνήθως χαμηλές ταχύτητες
διάδοσης των σεισμικών κυμάτων τα κύματα διαθλώνται και διαδίδονται κάθετα.

Εικόνα 16

Εικόνα 17
Η μετατόπιση στον χρόνο διαδρομής tijh που σχετίζεται με την j θέση της πηγής, την i θέση
του γεωφώνου και το k [k=(i+j)/2] ενδιάμεσο σημείο μοντελοποιείται ως:
2
tijh=sj+ri+Gkh+Mkh*x ij (1)

, όπου το sj είναι η υπολειμματική χρονική μετατόπιση που σχετίζεται με την j θέση της
πηγής, το ri είναι η υπολειμματική χρονική μετατόπιση που σχετίζεται με την i θέση του
γεωφώνου, το Gkh είναι οι διαφορά του χρόνου διαδρομής ενός CMP αναφοράς (συνήθως
το πρώτο) με τον χρόνου διαδρομής που σχετίζεται με το k CMP. Ο όρος αναφέρεται σε
δομικές διακυμάνσεις κατά μήκος του ορίζοντα h (γραμμή μελέτης) και ονομάζεται
2
structural term. Ο τελευταίος όρος Mkh*x ij είναι η υπολειμματική χρονική μετατόπιση
(residual moveout) που εξηγεί την μη τέλεια NMO διόρθωση στον h ορίζοντα.

Ο σκοπός είναι η αποσύνθεση των επιλεγμένων χρόνων διαδρομής t'ijh (μετατοπίσεις) από
τα δεδομένα σε συνιστώσες όπως ορίζονται από την εξίσωση 1. Αν NS είναι οι θέσεις των
σεισμικών πηγών, NR οι θέσεις των γεωφώνων, NG οι θέσεις των ενδιάμεσων κοινών
σημείων και NF το fold o αριθμός των αγνώστων στην εξίσωση 1 είναι NS+ NR+ NG+NG και
NG* NF είναι ο αριθμός των εξισώσεων και ισχύει ότι NG* NF> NS+ NR+ NG+NG. Άρα
υπάρχουν περισσότερες εξισώσεις από αγνώστους. Άρα για να λυθούν η εξισώσεις πρέπει
να ελαχιστοποιηθεί το άθροισμα των τετραγωνικών διαφορών μεταξύ των επιλεγμένων
χρονικών μετατοπίσεων t'ijh από τα δεδομένα και των χρονικών μετατοπίσεων tijh του
μοντέλου, σύμφωνα με την εξίσωση 2.

(2)

Η διαδικασία των residual statics corrections περιλαμβάνει 3 βήματα:

1. Επιλογή χρόνων t'ijh από τα δεδομένα


2
2. Αποσύνθεση των t'ijh σε συνιστώσες: sj, ri, Gkh και Mkh*x ij
3. Εφαρμογή των στατικών διορθώσεων των πηγών sj και των γεωφώνων
ri, που προκύπτουν από τις λύσεις της εξίσωσης 2, σε κάθε ίχνος του CMP
gathers πριν την διόρθωση ΝΜΟ.

Η πρώτη φάση περιλαμβάνει την επιλογή των χρόνων t'ijh. Η τεχνική που χρησιμοποιείτε
βασίζεται στην κατασκευή του pilot trace και στην συνέχεια στην επιλογή των χρόνων t'ijh
για κάθε ίχνος των CMP gathers. Η “pilot trace στρατηγική” περιλαμβάνει τα παρακάτω
βήματα:
1. Επιλογή ΝΜΟ διορθωμένου CMP gather με την χρήση του αρχικού velocity
spectrum. Το CMP gather πρέπει να έχει υψηλό S/N ratio.
2. Άθροιση των ιχνών του CMP gather για να προκύψει το stack trace (εικόνα 18)
3. Ετεροσυσχέτιση κάθε ίχνους του CMP gather με το stack trace
4. Προσδιορισμός χρονικής μετατόπισης t'ijh(1), η οποία αντιστοιχεί στο lag που η
ετεροσυσχέτιση παρουσιάζει την μέγιστη τιμή για κάθε ίχνος.
5. Μετατόπιση κάθε ίχνους του CMP gather σύμφωνα χρονική μετατόπιση του
βήματος 4
6. Προσδιορισμός pilot trace 1 από την άθροιση των μετατοπισμένων ιχνών από το
βήμα 5
7. Ετεροσυσχέτιση του pilot trace 1 με τα μετατοπισμένα ίχνη από το βήμα 5.
8. Προσδιορισμός χρονικής μετατόπισης t'ijh(2) η οποία αντιστοιχεί στο lag που η
ετεροσυσχέτιση παρουσιάζει την μέγιστη τιμή για κάθε ίχνος. Ο προσδιορισμός
των χρόνων t'ijh (χρονικών μετατοπίσεων) κάθε ίχνους για αυτό το CMP gather
ισούται με την άθροιση του t'ijh(1) και του t'ijh(2).
9. Μετατόπιση κάθε ίχνους του CMP gather σύμφωνα με την χρονική μετατόπιση από
το βήμα 8.
10. Προσδιορισμός pilot trace 2 από την άθροιση των δυο φορές μετατοπισμένων
ιχνών.
11. Ετεροσυσχέτιση pilot trace 2 με τα με τα ίχνη του επόμενου CMP gather για να
δημιουργηθεί το καινούργιο pilot trace 1 για αυτό το CMP gather.

Εικόνα 18

Η διαδικασία επαναλαμβάνεται για όλα τα CMP gathers και οι επιλεγμένες χρονικές


μετατοπίσεις t'ijh από το βήμα 1 για κάθε ίχνος παίρνανε στο επόμενο βήμα της
αποσύνθεσης σύμφωνα με την σχέση 1. Για την κατανόηση της αποσύνθεσης και για την
διευκόλυνση των υπολογισμών, έστω ότι έχουμε τέσσερις επιλεγμένους χρόνους
(μετατοπίσεις) t'i που μετρήθηκαν στις θέσεις γεωφώνων xi , όπου i=1,2,3,4 και θέλουμε να
τους προσαρμόσουμε στην ευθεία γραμμή t(x)=a+b*x. Αρχικά έχουμε τέσσερις εξισώσεις.

(3)

Παρατηρούμε ότι έχουμε 2 αγνώστους, α και b, για 4 εξισώσεις. Το πρόβλημα είναι


παρόμοιο με την αποσύνθεση των t'ijh όπως περιγράφονται από την εξίσωση 1. Ορίζουμε
τα λάθη και το άθροισμα των τετραγωνικών λαθών.

(4)

(5)

Για παράδειγμα το τετραγωνικό λάθος από την i εξίσωση είναι:

(6)

O σκοπός είναι να βρεθούν οι παράμετροι α και b ώστε το άθροισμα των τετραγωνικών


λαθών Ε (εξίσωση 5) να ελαχιστοποιείται. Το ανάπτυγμα του αθροίσματος μας δίνει την
παρακάτω σχέση.

(7)
Το άθροισμα Ε θα πάρει την μικρότερη τιμή όταν ισχύουν ταυτόχρονα:

(8)

(9)

Άρα προκύπτουν 2 εξισώσεις με 2 αγνώστους, οι οποίες μπορούν να περιγράφουν από τον


πίνακα:

(10)

Από τον πίνακα 10 υπολογίζουμε τα α και b ώστε το σφάλμα μεταξύ των παρατηρούμενων
μετατοπίσεων t'ijh από τα δεδομένα και των μετατοπίσεων tijh του μοντέλου να
μειώνεται.

Έστω ότι έχουμε επιλέξει τις μετατοπίσεις με την “pilot trace στρατηγική” για κάθε ίχνος
(δηλαδή για κάθε απόσταση πηγής γεωφώνου, offset) και οι τιμές που προέκυψαν
περιγράφονται από τον παρακάτω πίνακα:

Δημιουργούμε τον πίνακα 10 για να βρούμε τα α και b.

(11)

Oι λύσεις είναι α= 1,8 και b= 0,58. Παρατηρούμε ότι με αυτή την τεχνική δεν μας περιορίζει
ο αριθμός των παρατηρήσεων.
Στις residual static corrections πρέπει να ελαχιστοποιήσουμε το άθροισμα των
τετραγωνικών λαθών μεταξύ των παρατηρούμενων μετατοπίσεων t'ijh από τα δεδομένα
και των μετατοπίσεων tijh του μοντέλου για να βρούμε τις στατικές διορθώσεις των πηγών
και των γεωφώνων (sj,ri). Άρα από την εξίσωση 2 σύμφωνα με την παραπάνω τεχνική
έχουμε :

(12)

Η σχέση 12 οδηγεί σε NS+ NR+ NG+NG αριθμό εξισώσεων και σε πολλούς αγνώστους
(Yilmaz). Η λύση της εξίσωσης 12 σχετίζεται με τον αριθμό των θέσεων των πηγών και των
γεωφώνων, με τον αριθμό των structural terms και με τον αριθμό των residual moveout
terms. Στα σεισμικά δεδομένα ο αριθμός αυτών των όρων είναι πάρα πολύ μεγάλος και
δεν είναι τόσο εύκολο να βρούμε τις παραπάνω παραμέτρους (sj,ri,structural term,residual
moveout) όπως στο προηγούμενο παράδειγμα που ήταν μόνο δύο. Για την λύση σε τέτοιου
είδους προβλήματα χρησιμοποιείται η επαναληπτική διαδικασία Gauss-Seidel την οποία
πρότεινε ο Wiggins το 1976. Για την διευκόλυνση της παρουσίαση της θα χρησιμοποιηθεί ο
πίνακας 11, ο οποίος γράφεται με μορφή εξισώσεων.

(13)

λύνοντας ως προς α και b έχουμε

(14)

Η επαναληπτική διαδικασία είναι η ακόλουθη. Στην πρώτη επανάληψη θέτουμε b=0 στην
πρώτη εξίσωση και παίρνουμε α=3,25. Βάζουμε α=3,25 στην δεύτερη και παίρνουμε
b=0,0977. Στην δεύτερη επανάληψη θέτουμε b=0,0977 στην πρώτη εξίσωση και
παίρνουμε α=3,0075. Βάζουμε α=3,0075 στην δεύτερη και παίρνουμε b=0,1785. Στον
παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται ο αριθμός των επαναλήψεων, οι τιμές των παραμέτρων α
και b και οι πραγματικές τιμές τους.

Παρατηρούμε ότι οι τιμές των παραμέτρων α και b συγκλίνουν προς τις πραγματικές τιμές
τους. Η επαναληπτική διαδικασία σταματάει όταν ο βαθμός που αλλάζουν οι τιμές των
παραμέτρων σε κάθε επανάληψη ξεπεράσει ένα ορισμένο επιθυμητό όριο.

Η εφαρμογή της επαναληπτικής διαδικασίας Gauss-Seidel στα σεισμικά δεδομένα είναι


παρόμοια με το προηγούμενο παράδειγμα. Η διαφορά της είναι στον όγκο των δεδομένων.
Επομένως οι αρχικές τιμές των παραμέτρων για την επίλυση της εξίσωσης 12 είναι
sj=ri=Gkh=Mkh=0. Οι λύσεις των εξισώσεων επηρεάζονται από την σειρά που υπολογίζονται
οι παράμετροι. Η πιο συνηθισμένη σειρά είναι: Υπολογισμός του δομικού όρου G, του
residual moveout Μ, της στατικής διόρθωσης που σχετίζεται με τη θέση της πηγής s και
τέλος ο υπολογισμός της στατικής διόρθωσης που σχετίζεται με τη θέση του γεωφώνου r.
Σε κάθε επανάληψη διατηρείται η σειρά των υπολογισμών και η διαδικασία σταματάει
όταν η σύγκλιση των λύσεων είναι ικανοποιητική. Η συγκεκριμένη σειρά υπολογίζει τις
παραμέτρους του μοντέλου με βάση την δομή της weathering zone. Θεωρητικά η σειρά
μπορεί να αλλάξει, αλλά το πλεονέκτημα της είναι ο μικρός αριθμός των επαναλήψεων.
Συνήθως η σύγκλιση επιτυγχάνεται με δύο ή τρείς επαναλήψεις για διορθώσεις ιχνών που
το offset τους είναι μικρότερο του μισού του μέγιστου offset που παρατηρείται σε ένα CMP
gather.

Αφού υπολογίσουμε στο δεύτερο βήμα τις υπολειμματικές στατικές διορθώσεις που
σχετίζονται με κάθε θέση των πηγών sj και με κάθε θέση των γεωφώνων ri, στο τρίτο βήμα
τις εφαρμόζουμε σε κάθε ίχνος των CMP gathers πριν την εφαρμογή της NMO διόρθωσης.

Το ερώτημα που προκύπτει από την παραπάνω διαδικασία εύρεσης των υπολειμματικών
στατικών διορθώσεων είναι αν οι λύσεις είναι μοναδικές. Για να είναι οι λύσεις μοναδικές
πρέπει οι εξισώσεις που προκύπτουν από την σχέση 1 να είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους.
Έστω ότι έχουμε βρει λύσεις για δύο θέσεις των πηγών (j=1,2) και για δύο γεώφωνα (i=1,2)
και ότι οι structural terms και οι residual moveout terms είναι μηδενικοί.
(15)

Ισχύει ότι t11 + t22= t12 + t21, δηλαδή οι εξισώσεις δεν είναι ανεξάρτητες και μία εξίσωση
είναι περιττή. Δηλαδή απομένουν τρείς ανεξάρτητες εξισώσεις για την εύρεση τεσσάρων
άγνωστων παραμέτρων. Επομένως, αφού έχουμε λιγότερες ανεξάρτητες εξισώσεις από
άγνωστους οι λύσεις δεν είναι μοναδικές . Δηλαδή οι λύσεις που δίνονται από την
επαναληπτική διαδικασία Gauss-Seidel για τις παραμέτρους sj και ri δεν είναι έμπιστες.
Επομένως, οι λύσεις που προκύπτουν μπορεί να μην είναι φυσικά αποδεκτές. Ο Gulunay
(1985) πρότεινε ότι στην διαδικασία πρέπει να προστεθούν περιορισμοί για να αναιρεθεί η
αβεβαιότητα της. Πιο συγκεκριμένα, η διαφορά της στατικής διόρθωσης μεταξύ του
γεωφώνου και τις αντίστοιχης πηγής πρέπει να είναι η μικρότερη δυνατή.

Oι διαδικασία των short statics corrections περιλαμβάνει 3 βήματα: την επιλογή των
απαιτούμενων διορθώσεων από τα δεδομένα t'ijh , την αποσύνθεση των διορθώσεων σε
συνιστώσες όπως ορίζονται από την εξίσωση 1 και την εφαρμογή τους στα δεδομένα. Το
σημαντικότερο βήμα που προσδιορίζει την αποτελεσματικότητα των διορθώσεων είναι η
επιλογή t'ijh, δηλαδή των απαιτούμενων μετατοπίσεων. Οι επιλεγμένοι χρόνοι t'ijh, οι
οποίοι προκύπτουν με την στρατηγική pilot trace, πρέπει να είναι αξιόπιστοι. Η αξιόπιστα
τους εξαρτάται κυρίως από την κατασκευή του pilot trace, την επιλογή των παραθύρων
ετεροσυσχέτισης (correlation windows), από τον τρόπο προσδιορισμού του lag που η
ετεροσυσχέτιση παρουσιάζει την μέγιστη τιμή της, από τις μέγιστες επιτρεπόμενες
μετατοπίσεις των ιχνών (maximum allowable shifts) , από τον S/N ratio κάθε ίχνους .

1.3. Μέγιστες επιτρεπόμενες μετατοπίσεις

Οι μέγιστες επιτρεπόμενες χρονικές μετατοπίσεις (maximum allowable shifts) των ιχνών


στην pilot trace στρατηγική θα πρέπει να είναι μεγαλύτερες από όλες τις πιθανές στατικές
διορθώσεις της πηγής (sj) και των γεωφώνων (ri) σε οποιαδήποτε θέση κατά μήκος της
τομής υπέρθεσης και να είναι μικρότερες από την θεμελιώδη περίοδο κάθε ίχνους, ειδικά
όταν το S/N ratio του ίχνους είναι μικρό.
Εικόνα 19

Για παράδειγμα, στην εικόνα 19 παρουσιάζεται μία τομή υπέρθεσης, η οποία έχει
δημιουργηθεί από CMP ίχνη συνθετικών δεδομένων. Στα ίχνη έχει προστεθεί τυχαίος
θόρυβος διαφορετικών εντάσεων, οποίος στα άκρα της τομής είναι μηδενικός. Στην εικόνα
20 παρουσιάζεται η ίδια τομή υπέρθεσης με την εφαρμογή των residual statics corrections
(στο πάνω μέρος της εικόνας είναι η στατική διόρθωση των πηγών, των γεωφώνων και των
structural terms για κάθε σημείο) . Η τομή στην εικόνα 20 έχει την καλύτερη δυνατή
ποιότητα και η μέγιστη στατική διόρθωση που χρειάστηκε είναι 64msec. Στην εικόνα 21
φαίνεται η διορθωμένη τομή υπέρθεσης της εικόνας 19 με residual statics corrections με
maximum allowable shifts 24 msec, στην εικόνα 22 με maximum allowable shifts 80 msec
και στην εικόνα 23 με maximum allowable shifts 192 msec. Όλες οι τομές δημιουργήθηκαν
με τα ίδια CMP ίχνη. Η διαφορά τους είναι στο maximum allowable shifts στη “pilot trace
στρατηγική”. Παρατηρούμε ότι όταν η maximum allowable shift είναι μικρότερη από την
ιδανική οι στατικές διορθώσεις είναι μικρότερες από τις ιδανικές. Όταν η maximum
allowable shift είναι μεγαλύτερη από την ιδανική οι στατικές διορθώσεις είναι ίσες με τις
ιδανικές. Στην εικόνα 24 φαίνονται ΝΜΟ διορθωμένα CMP gathers από πραγματικά
δεδομένα. Η μέγιστη και ιδανική στατική διόρθωση που χρειάστηκε είναι 80msec.
Παρατηρούμε ότι όταν η maximum allowable shift (24 και 40 msec) είναι μικρότερη από το
ιδανική η στατική διόρθωση είναι ανεπιτυχής. Όταν η maximum allowable shift είναι
μεγαλύτερη από το ιδανική η διόρθωση είναι σωστή. Στην εικόνα 25 παρατηρούμε τις
τομές υπέρθεσης από τα ίδια CMP gathers με διαφορετικά maximum allowable shift.
Φαίνεται ότι η maximum allowable shift πρέπει να είναι μεγαλύτερη από την ιδανική
στατική διόρθωση (80msec) για να είναι αποτελεσματική η τομή υπέρθεσης.
Εικόνα 20(64ms)

Εικόνα 21 (24ms)
Εικόνα 22(80ms)

Εικόνα 23 (192ms)
Εικόνα 24

Εικόνα 25
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μέγιστες επιτρεπόμενες μετατοπίσεις πρέπει να έχουν μόνο ένα
κατώτερο όριο. Σε ίχνη που έχουν πολλαπλές ανακλάσεις ή υψηλά επίπεδα θορύβου το lag
στο οποίο η ετεροσυσχέτιση τους με τα pilot traces παρουσιάζει την μέγιστη τιμή μπορεί
να είναι παραπλανητικό, δηλαδή να μην αντιπροσωπεύει της κύριες ανακλάσεις. Επομένως
αν δεν οριστεί ένα ανώτερο όριο στην διαδικασία οι μετατοπίσεις των ιχνών μπορεί να
είναι ασυνήθιστα μεγάλες και τα residual statics corrections θα οδηγήσουν σε κακής
ποιότητας ή σε λανθασμένη τομή υπέρθεσης. Για να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα οι
maximum allowable shifts πρέπει να είναι μικρότερες από τις θεμελιώδεις περιόδους κάθε
ίχνους.

Μια άλλη τεχνική για να αποφύγουμε τα λάθη στην ετεροσυσχέτιση των pilot traces με τα
CMP ίχνη είναι να εφαρμόσουμε επαναληπτικές στατικές διορθώσεις με μικρά maximum
allowable shifts αντί για μία residual statics correction με ένα μεγάλο maximum allowable
shift. Για παράδειγμα αντί να χρησιμοποιήσουμε residual statics correction με maximum
allowable shifts 80 msec για την διόρθωση της τομής υπέρθεσης της εικόνας 19
χρησιμοποιούμε τέσσερα περάσματα (passes) residual statics corrections correction με
maximum allowable shifts 24 msec.

1.4. Παράθυρο ετεροσυσχέτισης

Το παράθυρο της ετεροσυσχέτισης των ιχνών (correlation window) με τα pilot traces πρέπει
να περιέχει μέρη των ιχνών με υψηλό S/N ratio , να είναι όσο μεγαλύτερο γίνεται και να
μην περιέχει την mute zone. Στην εικόνα 27 παρουσιάζονται NMO διορθωμένα CMP
gathers, τα οποία αναφέρονται στην ίδια περιοχή. Πάνω αριστερά τα CMP gathers δεν
έχουν διορθωθεί με residual statics corrections. Στα άλλα CMP gathers έχουν εφαρμοστεί
residual statics corrections με την ίδια maximum allowable shift 80 msec και με
διαφορετικά correlation windows. Με την χρήση του correlation window 400-1200
msec,παρατηρούμε ότι τα ίχνη που αντιπροσωπεύουν τις κύριες ανακλάσεις δεν έχουν
ευθυγραμμιστεί μετά την NMO διόρθωση. Το correlation window 400-1200 msec (mute
zone) δεν υπολογίζει ικανοποιητικά τις απαιτούμενες στατικές διορθώσεις εξαιτίας του
μικρού εύρους (800msec) των ιχνών όταν ετεροσυσχετίζονται με τα pilot traces και του
υψηλού επιπέδου θορύβου. Τα άλλα correlation windows, μικρού ή μεγάλου εύρους και
βάθους, παρατηρούμε ότι έχουν καταφέρει τη ευθυγράμμιση των κύριων ανακλάσεων.
Αυτό οφείλεται στο υψηλό S/N ratio των δεδομένων. Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγουμε
συγκρίνοντας και τις αντίστοιχες τομές υπέρθεσης (εικόνα 28). Άρα ο πιο σημαντικός
παράγοντας στην επιλογή του correlation window είναι ο S/N ratio. Για παράδειγμα στην
εικόνα 29, η εφαρμογή residual statics corrections σε CMP gathers της ίδιας περιοχής με
correlation window 1200-400msec, το οποίο αντιστοιχεί στην mute zone και έχει και το
μικρότερο εύρος, όχι μόνο δεν έχει βελτιώσει την ευθυγράμμιση των κύριων ανακλάσεων
άλλα έχει μείωση και την ποιότητα των αρχικών CMP gathers (χωρίς διόρθωση).
Εικόνα 27

Εικόνα 28
Εικόνα 29

Εικόνα 30
Εικόνα 31

Στην εικόνα 30 και στην εικόνα 31 φαίνονται οι τομές από CSP και από CRP. Παρατηρούμε
ότι έκτος του correlation window που αντιστοιχεί στην mute zone και το πιο στενό
correlation window(1500-1700msec) παρέχει κακής ποιότητας τομές υπέρθεσης. Στα ίδια
συμπεράσματα καταλήγουμε συγκρίνοντας τις τομές υπέρθεσης των CMP gathers me
διαφορετικά correlation windows στην εικόνα 32.

Εικόνα 32
1.5. Πολλαπλές διορθώσεις

Σε CMP gathers με υψηλά επίπεδα θορύβου μία residual static correction (first pass) μπορεί
να μην είναι αποτελεσματική και να χρειάζεται και δεύτερη διόρθωση (second pass).
Δηλαδή η δεύτερη διόρθωση θα διορθώσει τις υπολειμματικές μετατοπίσεις της πρώτης
διόρθωσης. Για την δεύτερη διόρθωση θα χρησιμοποιηθούν τα ήδη διορθωμένα CMP
gathers από την πρώτη διόρθωση. Όμως τα velocity spectrums για την NMO διόρθωση θα
πρέπει να υπολογιστούν ξανά μετά την δεύτερη διόρθωση από τις καινούργιες υπερβολές
για να βελτιωθεί η ποιότητα της τομής υπέρθεσης. Για παράδειγμα στην εικόνα 33
φαίνεται μία τομή υπέρθεσης χωρίς την εφαρμογή των residual static corrections. Στην
εικόνα 34 φαίνεται η τομή υπέρθεσης της ίδιας περιοχής μετά από δύο residual static
corrections (second pass). Για την NMO διόρθωση χρησιμοποιήθηκαν τα velocities
spectrums μετά την ολοκλήρωση και των δύο διορθώσεων. Στην εικόνα 35 φαίνονται οι
στατικές διορθώσεις και των δύο περασμάτων. Παρατηρούμε ότι το second pass των
residual statics corrections έχει μικρότερες στατικές διορθώσεις από το first pass. Δηλαδή
το first pass εφάρμοσε το μεγαλύτερο μέρος των απαιτούμενων μετατοπίσεων των ιχνών
των CMP gathers και το second τις ολοκλήρωσε.

Εικόνα 33

Εικόνα 34
Εικόνα 35

1.6. Τρόποι εκτίμησης μέγιστης ετεροσυσχέτισης


Οι εκτιμώμενες χρονικές μετατοπίσεις t'ijh κάθε ίχνους προσδιορίζονται από το lag που η
ετεροσυσχέτιση τους με το pilot trace παρουσιάζει την μέγιστη τιμή. Οι μέγιστες τιμές
ετεροσυσχέτισης μπορεί να θεωρηθούν οι μέγιστες θετικές τιμές ή οι μέγιστες απόλυτες
τιμές. Η επιλογή των μέγιστων θετικών τιμών καταπολεμάει το φαινόμενο της
ευθυγράμμισης των ιχνών σε lag που δεν αντιπροσωπεύουν κύριες ανακλάσεις. Στην
εικόνα 36 παρουσιάζονται NMO διορθωμένο CMP gather χωρίς την εφαρμογή των residual
statics corrections ,στο οποίο παρατηρούνται τέσσερις κύριες ανακλάσεις. Παρατηρούμε
ότι τα ίχνη είναι μετατοπισμένα κατά των ορίζοντα των ανακλάσεων B,C και D κυρίως στα
μεγάλα offsets. Επίσης το ίχνος υπέρθεσης (stack trace) τους δεν έχει καμία ομοιότητα κατά
των ορίζοντα της ανάκλασης C με τα ίχνη των κοντινών offsets. Για την εκτίμηση των
στατικών διορθώσεων χρησιμοποιήθηκαν pilot traces τα οποία δημιουργήθηκαν από την
ετεροσυσχέτιση τους με τα ίχνη σύμφωνά με την παραπάνω διαδικασία. Στην πρώτη
περίπτωση (εικόνα 37) προσδιορίστηκαν τα μέγιστα lag ετεροσυσχέτισης θεωρώντας
μέγιστες θετικές τιμές ετεροσυσχέτισης και στην δεύτερη (εικόνα 38) περίπτωση
θεωρώντας μέγιστες απόλυτες τιμές ετεροσυσχέτισης. Η θεμελιώδης συχνότητα των
δεδομένων είναι 40Hz (αντιστοιχεί σε περίοδο 25msec). Οι μέγιστες χρονικές μετατοπίσεις
περιορίστηκαν μέχρι τα 8msec. Οι ευθυγράμμιση των ιχνών πραγματοποιήθηκε επιτυχώς
για τον ορίζοντα Α και τον ορίζοντα D και στις δύο περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση
χρησιμοποιώντας μέγιστες θετικές τιμές ετεροσυσχέτισης τα ίχνη του ορίζοντα B είναι
καλύτερα ευθυγραμμισμένα ενώ στην δεύτερη περίπτωση χρησιμοποιώντας της μέγιστες
απόλυτες τιμές ετεροσυσχέτισης η ευθυγράμμιση έχει αποτύχει. Η ευθυγράμμιση των
ιχνών κατά των ορίζοντα C απέτυχε και στις δύο περιπτώσεις. Η αποτυχία ευθυγράμμισης
των ιχνών οφείλεται στον τρόπο δημιουργίας του pilot trace. Στη συνέχεια παρουσιάζεται
ένας πιο αποτελεσματικός τρόπος κατασκευής των pilot traces.

Εικόνα 36

Εικόνα 37
Εικόνα 38

1.7. Μεθοδολογία κατασκευής βέλτιστου pilot trace

Όπως ειπώθηκε προηγουμένως οι χρονικές μετατοπίσεις κάθε ίχνους, t'ijh, προσδιορίζονται


από την ετερoσυσχέτιση τους με το pilot trace. Σκοπός είναι η ανάδειξη των βέλτιστων
χρονικών θέσεων των ιχνών ,ώστε να ευθυγραμμιστούν για να αυξηθεί η ποιότητα της
τομής υπέρθεσης. Η ακρίβεια της μεθόδου στον προσδιορισμό των μετατοπίσεων
εξαρτάται κατά κύριο λόγο από το pilot trace. Το pilot trace που παράγεται από την
παραπάνω διαδικασία (κεφάλαιο 1.2.) δεν διασφαλίζει την αποτελεσματικότητα της, όπως
παρουσιάστηκε στην εικόνα 38 . Επομένως, μια νέα μέθοδος για την κατασκευή των pilot
traces εξολοκλήρου από τα χαρακτηριστικά των ιχνών για κάθε CMP gather θα κατοχυρώνει
βελτιωμένες και πιο ακριβείς χρονικές μετατοπίσεις κατά την διάρκεια της
ετεροσυσχέτισης του με τα ίχνη και οι στατικές διορθώσεις θα προσδιορίζονταν καλύτερα.

Ο Hinkley επινόησε μια μέθοδο προσδιορισμού των στατικών διορθώσεων, η οποία


βασίζεται στην κατασκευή των βέλτιστων pilot traces για την ακριβέστερη εκτίμηση
χρονικών μετατοπίσεων των ιχνών. Η βασική ιδέα της μεθόδου είναι η κατασκευή του
βέλτιστου pilot trace για κάθε CMP gather το οποίο προσδιορίζεται από το διάνυσμα με
την μικρότερη δυνατή απόσταση από όλα τα ίχνη του CMP gather. Μετά την κατασκευή του
βέλτιστου pilot trace οι στατικές διορθώσεις προσδιορίζονται από τον ετεροσυχετισμό τους
με τα ίχνη. Όμως κατά την κατασκευή του pilot trace η μεθοδολογία παρέχει κατευθείαν τις
χρονικές μετατοπίσεις των ιχνών, οι οποίες ταυτίζονται με τις μετατοπίσεις που
προσδιορίζονται από την συνηθισμένη διαδικασία ετεροσυσχέτισης.

Πιο συγκεκριμένα, το βέλτιστο pilot trace προσδιορίζεται από το διάνυσμα το οποίο


ελαχιστοποιεί το άθροισμα των L2 αποστάσεων (ή Ευκλείδειες αποστάσεις) μεταξύ του pilot
trace και των ιχνών σε κάθε gather. Η κατασκευή του βέλτιστου pilot trace περιλαμβάνει
τον προσδιορισμό της κυματομορφής του S(t), τις μετατοπίσεις των ιχνών ti (=t'ijh,) και τον
προσδιορισμό των amplitude scales factors ai κάθε ίχνους. Άρα το pilot trace αποτελεί ένα
ίχνος που κατασκευάζεται για να έχει την μικρότερη Ευκλείδεια απόσταση από όλα τα
μετατοπισμένα ίχνη του CMP gather.Ακολουθεί η διαδικασία κατασκευής του αναλυτικά.

Αν Si(t), όπου i=1…N, είναι τα ίχνη του gather, S(t) είναι το βέλτιστο pilot trace προς
προσδιορισμό, ai και ti είναι οι scales factors και οι χρονικές μετατοπίσεις κάθε ίχνους, τότε
η Ευκλείδεια απόσταση μεταξύ του scaled pilot trace aiS(t) και του χρονικά μετατοπισμένου
ίχνους Si (t- ti) ορίζεται ως:

(30)

,όπου τα όρια ολοκλήρωσης ορίζονται από επιθυμητό time window(πχ 500 msec), το οποίο
αντιστοιχεί σε μέρος του ίχνους. Για τον προσδιορισμό του βέλτιστου pilot trace το
άθροισμα των L2 αποστάσεων,d, είναι

(31)

,το οποίο σχετίζεται με τις άγνωστες παραμέτρους S(t), ai και ti και πρέπει να
ελαχιστοποιηθεί για να προσδιοριστούν οι βέλτιστες τιμές των παραμέτρων. Στην ιδανική
περίπτωση που τα δεδομένα δεν έχουν θόρυβο η απόσταση d θα ισούται με μηδέν. Όμως
d≥0, επειδή τα ολοκληρώματα di≥0 για κάθε i. Επομένως, για να διασφαλίσουμε την
μοναδικότητα της λύσεις της εξίσωσης 31 θέτουμε τους παρακάτω περιορισμούς.

(32)

Ο περιορισμός 32α κανονικοποιεί την ενέργεια του pilot trace και ο 32β διορθώνει τις
τυχαίες χρονικές μετατοπίσεις των ιχνών. Η εξίσωση 31, η οποία πρέπει να ελαχιστοποιηθεί
για να προσδιοριστεί το βέλτιστο pilot trace, ξαναγράφεται στον χώρο των συχνοτήτων:
(33)

, όπου S(w), Si(w) είναι οι μετασχηματισμοί Fourier του S(t) και των Si(t) αντίστοιχα και τα
όρια ολοκλήρωσης αντιστοιχούν στο επιθυμητό εύρος συχνοτήτων στον θετικό άξονα
συχνοτήτων. Η εξίσωση 33 πρέπει να ελαχιστοποιηθεί για να προσδιοριστεί το βέλτιστο
pilot trace S(w), οι scales factors ai και οι χρονικές μετατοπίσεις ti κάθε ίχνους. Με αυτή την
μεθοδολογία προσδιορίζονται οι βέλτιστες χρονικές μετατοπίσεις και οι scale factors για
κάθε ίχνος.

Το flowchart τις διαδικασίας παρουσιάζεται στην εικόνα 39 και εκτελείται από αλγορίθμους
με την χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η εξίσωση 33 περιέχει 3 άγνωστες παραμέτρους
προς προσδιορισμό το βέλτιστο pilot trace S(w) και τους scales factors ai και τις χρονικές
μετατοπίσεις ti για κάθε ίχνος. Το πρώτο βήμα 101 στο flowchart περιλαμβάνει τον
μετασχηματισμό Fourier S(w) του αρχικού επιλεγμένου pilot trace S(t) και την επιλογή των
αρχικών ai, ti κάθε ίχνους για το επιλεγμένο gather. Το αρχικό pilot trace S(w) μπορεί να
προσδιοριστεί από άλλη μέθοδο ή να επιλεχθεί κάποιο ίχνος από το gather.

Εικόνα 39

Αφού έχει επιλεχθεί ένα αρχικό pilot trace (βήμα101) και έχει μετασχηματιστεί στο χώρο
τον συχνοτήτων, στο επόμενο βήμα 103 του flowchart υπολογίζονται οι scales factors για
κάθε ίχνος σύμφωνα με την σχέση:
(34)

Στην συνέχεια στο βήμα 105 υπολογίζονται οι χρονικές μετατοπίσεις κάθε ίχνους του
gather από την εξίσωση 35.

(35)

Η εξίσωση υπολογίζεται για ένα εύρος χρονικών μετατοπίσεων, Tmin≤T≤Tmax, για κάθε
ίχνος. Οι χρονικές μετατοπίσεις ,Τ, οι οποίες ελαχιστοποιούν την εξίσωση 35 ισούται με τις
χρονικές μετατοπίσεις των ιχνών, ti .

Στο βήμα 107 υπολογίζεται το καινούργιο pilot trace από την εξίσωση 36 για το επιλεγμένο
gather.

(36)

Ακολουθεί ο υπολογισμός της Ευκλείδειας απόστασης (βήμα 109) από την εξίσωση 33 με
την χρήση του καινούργιου pilot trace S(w) και των τελευταίων τιμών των παραμέτρων ai
και ti κάθε ίχνους. Αν η τιμή d έχει ελαχιστοποιηθεί η διαδικασία επαναλαμβάνεται από το
βήμα 103, όπου υπολογίζονται οι νέες τιμές των scales factors και των χρονικών
μετατοπίσεων κάθε ίχνους και νέα τιμή για το pilot trace. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται
μέχρι η τιμή d σταματήσει να βελτιώνεται, δηλαδή να μειώνεται.

Το πλεονέκτημα της μεθόδου εκτός από τον υπολογισμό του βέλτιστου pilot trace S(w)
είναι και ο ταυτόχρονος υπολογισμός των χρονικών μετατοπίσεων των ιχνών ti. Αυτό
συμβαίνει στο βήμα 105, όπου οι χρονικές μετατοπίσεις ti μεταξύ του pilot trace και των
ιχνών υπολογίζονται. Όταν η επαναληπτική διαδικασία βελτιστοποίησης ολοκληρωθεί και
έχει κατασκευαστεί το βέλτιστο pilot trace οι χρονικές μετατοπίσεις ti κάθε ίχνους μπορούν
να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό των στατικών διορθώσεων των γεωφώνων και
των πηγών. Αφού η διαδικασία επαναληφθεί για κάθε CMP gather και εφαρμοστούν οι
στατικές διορθώσεις των ιχνών πραγματοποιούνται οι NMO διορθώσεις και δημιουργείται
η τομή υπέρθεσης.

Στην εικόνα 40 παρουσιάζονται 10 ίχνη(1…10) συνθετικών δεδομένων χωρίς την προσθήκη


θορύβου, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για να κατασκευαστεί το βέλτιστο pilot trace(12). Το
αρχικό pilot trace της επαναληπτική διαδικασίας είναι το ίχνος 11. Οι αρχικές τιμές των
scales factors και των χρονικών μετατοπίσεων ήταν 1 για όλα τα ίχνη. Παρατηρούμε ότι η
κυματομορφή του βέλτιστου pilot trace 12 ταιριάζει με την κυματομορφή των ιχνών. Στην
εικόνα 41 παρουσιάζονται τα ίδια συνθετικά δεδομένα με την προσθήκη Γκαουσιανού
λευκού θορύβου, με signal/noise ratio 1/0,25. Το βέλτιστο pilot trace κατασκευάστηκε με
πέντε επαναλήψεις. Παρατηρούμε ότι και σε αυτή την περίπτωση η κυματομορφή του
βέλτιστου pilot trace ταιριάζει με την κυματομορφή των ιχνών.

Άρα η μέθοδος κατασκευάζει το pilot trace του gather και υπολογίζει τις στατικές
μετατοπίσεις κάθε ίχνους χρησιμοποιώντας όλα τα ίχνη του CMP gather, τα οποία
προέρχονται από πληθώρα θέσεων πηγών και γεωφώνων. Στη συνέχεια παρατίθενται
συνοπτικά τα βήματα της διαδικασία για ένα CMP gather.

Εικόνα 40

Εικόνα 41

1. Επιλογή αρχικού pilot trace S(t), αρχικών χρονικών μετατοπίσεων ti και αρχικών scales
factors ai των ιχνών ενός CMP gather.
2. Υπολογισμός καινούργιων τιμών των scales factors ai, από την εξίσωση 34
χρησιμοποιώντας το αρχικό pilot trace και τα ίχνη του gather.
3. Υπολογισμός καινούργιων χρονικών μετατοπίσεων των ιχνών ti από την σχέση 35,
χρησιμοποιώντας τους scales factors ai από το βήμα 2.
4. Υπολογισμός του τελικού pilot trace από την εξίσωση 36 χρησιμοποιώντας τα ai από το
βήμα 2 και τα ti από το βήμα 3.
5. Έλεγχος βελτίωσης του αθροίσματος των Ευκλείδειων αποστάσεων από την εξίσωση
33, χρησιμοποιώντας το pilot trace από το βήμα 4, τα ai από το βήμα 2 και τα ti από το
βήμα 3.
6. Αν η απόσταση έχει μειωθεί επαναλαμβάνονται τα βήματα 2 έως 5 με τις τελικές τιμές
των ai, ti και S(w) μέχρι η Ευκλείδεια απόσταση να αυξηθεί. Αν η απόστασή αυξηθεί στο
βήμα n το βέλτιστο pilot trace S(t) και οι χρονικές μετατοπίσεις των ιχνών ti
αντιστοιχούν στο βήμα n-1.

Η διαδικασία επαναλαμβάνεται για όλα τα CMP gathers και οι χρονικές μετατοπίσεις ti


κάθε ίχνους παίρνανε στο επόμενο βήμα της αποσύνθεσης σύμφωνα με την σχέση 1. Αυτή
η μεθοδολογία περιλαμβάνει την ετεροσυσχέτιση των ιχνών με το pilot trace για να
εκτιμηθούν οι χρονικές μετατοπίσεις τους t'ijh .
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2:
Long wavelength statics corrections

2.1. Εισαγωγή
Οι long wavelength statics corrections διορθώνων μεγάλες χρονικές μετατοπίσεις των
ιχνών, μέχρι 200msec. Οι residual static corrections αποδίδουν αποτελεσματικά σε
απαιτούμενες υπολειμματικές διορθώσεις μικρών μετατοπίσεων, οποίες δεν έχουν
διορθωθεί από τις long wavelength statics corrections σε προηγούμενο βήμα επεξεργασίας
(εικόνα 5). Στην εικόνα 42 φαίνεται μια τομή υπέρθεσης διορθωμένη μόνο με long
wavelength statics corrections για την διόρθωση χρονικών μετατοπίσεων των ιχνών από
CMP gathers που οφείλονται σε υψομετρικές διαφορές κατά μήκος της γραμμής μελέτης.
Παρατηρούμε ότι η τομή δεν έχει καλή ποιότητα εξαιτίας των υπολειμματικών μικρών
μετατοπίσεων των ιχνών που δεν έχουν διορθωθεί. Με την εφαρμογή και των residual
static corrections στα ήδη διορθωμένα από field statics corrections ίχνη των CMP gathers η
ποιότητα της τομής υπέρθεσης έχει βελτιωθεί (εικόνα 43). Στον ορίζοντα Α παρατηρούμε
ότι η συνοχή των ανακλαστήρων δεν βελτιώθηκε. Το αποτέλεσμα οφείλεται σε ελλιπείς
μεγάλες διορθώσεις. Δηλαδή οι field statics corrections ήταν ανεπαρκείς.

Εικόνα 42

Εικόνα 43
Άρα οι residual static corrections χρειάζονται επειδή οι long wavelength statics corrections
σχεδόν πότε δεν καταφέρνουν να επανορθώσουν εξολοκλήρου τις μετατοπίσεις στα
σεισμικά ίχνη ανάκλασης που οφείλονται στις διακυμάνσεις της ταχύτητας των σεισμικών
κυμάτων στην weathering zone. H αποτυχία οφείλεται στην κακή εκτίμηση της μεταβολής
της ταχύτητας στην weathering zone. Επομένως οι residual static corrections διορθώνουν
αποτελεσματικά μικρές μετατοπίσεις αλλά αποτυγχάνουν στη διόρθωση μεγάλων
μετατοπίσεων, επειδή χρησιμοποιούν αλγορίθμους που βασίζονται σε μικρές χρονικές
διαφορές σεισμικών ιχνών ανάκλασης. Ενώ οι long wavelength statics corrections είναι
αποτελεσματικές σε διορθώσεις μεγάλων μετατοπίσεων επειδή βασίζονται σε χρόνους
αφίξεων διαθλώμενων κυμάτων.

Με την προϋπόθεση ότι η τοπογραφικές διακυμάνσεις της γραμμής μελέτη και η ταχύτητα
και το πάχος της weathering zone είναι γνωστά μπορούν να υπολογιστούν οι αρχικές
στατικές διορθώσεις. Οι διορθώσεις θεωρητικά τοποθετούν την πηγή και τα γεώφωνα στο
ίδιο επίπεδο αναφοράς μετά την εφαρμογή τους κάτω από την weathering layer.

2.2. Field statics corrections

To μοντέλο του εδάφους για της στατικές διορθώσεις πεδίου φαίνεται στο εικόνα 44. Το
μοντέλο αποτελείται από ένα αποσαθρωμένο στρώμα (weathering, low velocity layer) με
ταχύτητα vw και από το βραχώδες υπόβαθρο ή το sub-weathered layer με ταχύτητα vsw ή
Vb. Oι διορθώσεις γίνονται για επίπεδο αναφοράς που βρίσκεται κάτω από το
αποσαθρωμένο στρώμα. Αν γνωρίζουμε το πάχος της αποσαθρωμένης ζώνης, τις ταχύτητες
vsw, Vb και το βάθος της πηγής και των γεωφώνων μπορούμε να υπολογίσουμε τις στατικές
τους διορθώσεις. Ο χρόνος διόρθωσης κάθε ίχνους ισούται με τον χρόνο που διανύει το
κύμα από τη θέση της πηγής στο επίπεδο αναφοράς (στατική διόρθωση πηγής tS) συν το
χρόνο από το επίπεδο αναφοράς στο γεώφωνο (στατική διόρθωση γεωφώνου tR). Μετά τον
υπολογισμό τους οι διορθώσεις αφαιρούνται από το αντίστοιχο ίχνος. Επόμενος ο χρόνος
διόρθωσης αποτελείται από τον λόγο της κάθετης διαδρομής που διανύει (vertical
raypaths) το κύμα προς την αντίστοιχη ταχύτητα. Για το συγκεκριμένο σχήμα, στο οποίο η
πηγή είναι θαμμένη κάτω από την low velocity layer η στατική διόρθωση της πηγής ισούται
με την διαίρεση της απόστασης μεταξύ της πηγής και του επίπεδου αναφοράς προς την
ταχύτητα vsw . Η στατική διόρθωση του γεωφώνου ισούται με την διαίρεση του πάχους της
αποσαθρωμένης ζώνης προς την ταχύτητα vw συν την διαίρεση της απόστασης μεταξύ του
επιπέδου αναφοράς και της βάσης της αποσαθρωμένης ζώνης προς την ταχύτητα vsw . Η
συνολική στατική διόρθωση για κάθε ίχνος ισούται με το άθροισμα της στατικής διόρθωσης
της πηγής με την στατικά διόρθωση του γεωφώνου.
Εικόνα 44

+*+

Εικόνα 45

Για να υπολογίσουμε τις στατικές διορθώσεις χρειάζεται πρώτα να υπολογίσουμε το πάχος


της αποσαθρωμένης ζώνης dw και της ταχύτητες vsw και vw . Οι τεχνικές που
χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των παραπάνω παραμέτρων δεν είναι ακριβείς και για
αυτό το λόγο τα field statics corrections αφήνουν υπολειμματικές διορθώσεις. Μία τεχνική
παρουσιάζεται στην εικόνα 45. Η τεχνική (uphole survey) περιλαμβάνει την τοποθέτηση
γεωφώνων σε μία γεώτρηση σε διαφορετικά βάθη και την καταγραφή των πρώτων αφίξεων
των απευθείας και των διαθλώμενων κυμάτων (στο σχήμα φαίνονται λανθασμένα σαν
απευθείας) από μία πηγή στην επιφάνεια. Στη συνέχεια δημιουργείται διάγραμμα πρώτων
αφίξεων-βάθους (γεωφώνων). Η κλίση της πρώτης ευθείας (20/0,04=500m/sec) ισούται με
την ταχύτητα του πρώτου στρώματος vw . Η κλίση της δεύτερης ευθείας (50-20/0,07-
0,04=1000m/sec) ισούται με την ταχύτητα του δεύτερου στρώματος vsw. Η ταχύτητα της
sub-weathered layer δεν υπολογίζεται σωστά και προκύπτει η αβεβαιότητα της μεθόδου.

Εικόνα 46

Εναλλακτικά, μπορεί να τοποθετηθεί η πηγή μέσα σε γεώτρηση σε διαφορετικά βάθη και


να καταγραφούν οι αφίξεις των κυμάτων από γεώφωνα τοποθετημένα σε κοντινή
απόσταση επιφάνεια (ένα γεώφωνο (uphole geophone) πρέπει να είναι τοποθετημένο
κολλητά στην γεώτρηση), όπως φαίνεται στο εικόνα 46. Στη συνέχεια δημιουργείται
διάγραμμα πρώτων αφίξεων-βάθους (θέσης πηγής). Η αλλαγή στην κλίση (Ds/Dt) των
ευθειών μας προδίδουν το βάθος της weathering zone. H πρώτη κλίση ισούται με την
ταχύτητα της weathering zone και από την εξίσωση 16 υπολογίζεται η ταχύτητα της sub-
weathering zone( VH= vsw).

(16) Πάλι προκύπτει η αβεβαιότητα για την εκτίμηση της


ταχύτητας VH.

Βρίσκοντας την ταχύτητα vsw με αυτή την uphole survey θεωρούμε το μοντέλο του
εδάφους της εικόνας 47. Η πηγή συμβολίζεται με S και είναι θαμμένη κάτω από την
weathering zone. ED είναι το υψόμετρο του επιπέδου αναφοράς, ES είναι το υψόμετρο της
πηγής, ER είναι το υψόμετρου του γεωφώνου, DS είναι το βάθος της πηγής, DR είναι η
υψομετρική διαφορά της πηγής με το γεώφωνο στην επιφάνεια και tUH είναι ο uphole time,
δηλαδή ο χρόνος που σχετίζεται με την απόσταση DR και υπολογίζεται από την παραπάνω
uphole survey από το γεώφωνο που είναι τοποθετημένο δίπλα στην γεώτρηση. Η ολική
στατική διόρθωση για κάθε ίχνος δίδεται από την εξίσωση 17.
Εικόνα 47

(17)

Για να εκτιμηθούν οι ταχύτητες σε όλη την γραμμή μελέτης πρέπει η πηγή να τοποθετείται
κοντά στην επιφάνεια και η uphole survey πρέπει να γίνεται σε πολλές θέσεις κατά μήκος
της γραμμής μελέτης με χρήση εκρηκτικών. Αυτό δεν συμβαίνει εξαιτίας του υψηλού
κόστους και του πολύ χρόνου που απαιτεί η διαδικασία. Αλλιώς αντί για θαμμένες
εκρηκτικές πηγές χρησιμοποιούνται vibroseis ή επιφανειακές πηγές. Με αυτή την τεχνική
μετριούνται οι χρόνοι διαδρομής διαθλώμενων κυμάτων για να υπολογιστεί η ολική
στατική διόρθωση κάθε ίχνους tD για ένα επίπεδο αναφοράς.

Εικόνα 48

Στην εικόνα 48 φαίνεται η γεωμετρία της έρευνας διάθλασης με επιφανειακή πηγή και το
αντίστοιχο δρομοχρονικό διάγραμμα πρώτων αφίξεων. T είναι η επιφάνεια και είναι
επίπεδη, Β είναι η βάση της weathering zone, D το επίπεδο αναφοράς, vw η ταχύτητα της
weathering zone και Vb η ταχύτητα του βραχώδους υποβάθρου (sub-weathering layer), zw
το βάθος της weathering zone, θc η ορική γωνιά και xc η ορική απόσταση (από αυτήν και
πέρα οι πρώτες αφίξεις είναι μετωπικά κύματα). Στο δρομοχρονικό διάγραμμα πρώτων
αφίξεων η αντίστροφη κλίση της πρώτης ευθείας ισούται με την ταχύτητα vw και η
αντίστροφη κλίση της δεύτερης ευθείας (των μετωπικών) ισούται με την ταχύτητα Vb. Ο
χρόνος t intercept είναι ο χρόνος διαδρομής των μετωπικών κυμάτων για μηδενικό offset.
Από την εξίσωση 18 υπολογίζουμε το πάχος της αποσαθρωμένης ζώνης και από την
εξίσωση 19 την ολική στατική διόρθωση για το αντίστοιχο ίχνος (γεώφωνο).

(18) (19)

Πάλι προκύπτει η αβεβαιότητα της εκτίμησης της ταχύτητας Vb.

2.3. Μέθοδος συν-πλην

Επειδή είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ο t intercept και οι ταχύτητες και τα πάχη των
στρωμάτων με την χρήση των πρώτων αφίξεων από δρομοχρονικά διαγράμματα και η
εκτίμηση τους δεν είναι ακριβής ,χρησιμοποιείται η μέθοδος συν-πλην. Αυτό συμβαίνει
επειδή η βάση της weathering zone είναι κυματοειδής και επειδή η γραμμή μελέτης δεν
έχει σταθερό υψόμετρο και αρκετά γεώφωνα όντως της ορικής απόστασης.

Εικόνα 49

H μέθοδος συν-πλην δημιουργήθηκε από τον Hagedoorn (1959) για να εκτιμώνται


ευκολότερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια οι ταχύτητες των στρωμάτων και το πάχος της
weathering zone. Στη μέθοδο τα γεώφωνα παραμένουν σταθερά και η πηγή στις πρώτες
μετρήσεις τοποθετείτε στο δεξί άκρο της γραμμής μελέτης και στις δεύτερες στο αριστερό
άκρο. Στην εικόνα 49 φαίνονται τρείς διαδρομές σεισμικών κυμάτων για την μέθοδο συν-
πλην και η εξίσωση 20 δίνει την στατική διόρθωση για το γεώφωνο D.

(20)

Μία διαδικασία για να υπολογίσουμε την στατική διόρθωση tD από τον Hagedoorn
περιλαμβάνει τα εξής βήματα:

1. Επιλογή πρώτων αφίξεων από τις διπλές μετρήσεις και δημιουργία δρομοχρονικού
διαγράμματος.
2. Από το διάγραμμα προκύπτει ο t intercept (= t+) και η ταχύτητα Vb του δεύτερου
στρώματος (ισούται με την αντίστροφη κλίση των μετωπικών και είναι φαινόμενη)
3. Υπόθεση της ταχύτητας vw του πρώτου στρώματος
4. Υπολογισμός του βάθους κάτω από το γεώφωνο D ΖD από την εξίσωση 18
5. Υπολογισμός στατικής διόρθωσης για το γεώφωνο D από την σχέση 20

Για καλύτερη ακρίβεια της εκτίμησης των ταχυτήτων μπορούν να γίνουν τα εξής βήματα:
1. Επιλογή πρώτων αφίξεων από τις διπλές μετρήσεις και δημιουργία δρομοχρονικού
διαγράμματος.
2. Υπολογισμός της ταχύτητας του πρώτου στρώματος α1 (=vw) που ισούται με τις
κλίσεις των ευθειών των απευθείας κυμάτων
3. Υπολογισμός της αντίστροφης κλίσης των ευθειών των μετωπικών κυμάτων, η οποία
ισούται με τις φαινόμενες ταχύτητες διάδοσης (VΑ2,VΒ2) των σεισμικών κυμάτων στο
βραχώδες υπόβαθρο.
4. Υπολογισμός διπλού αντιστρέψιμου χρόνου T12.
5. Υπολογισμός ορικής γωνίας i12, από την εξίσωση 21
6. Υπολογισμός της ταχύτητας του δεύτερου στρώματος α2(=Vb) από την εξίσωση 22
7. Υπολογισμός της κάθετης απόστασης κάθε γεωφώνου από την βάση της weathering
zone από τις εξισώσεις 23 και 24. Τα T1 και Τ2 είναι οι χρόνοι διαδρομής των
μετωπικών και από της δύο πηγές για το ίδιο γεώφωνο και τα DD ο χρόνος
καθυστέρησης τους.

(21) (22)
(23) (24)

8. Για να υπολογίσουμε το πάχος της weathering zone κάτω από κάθε γεώφωνο
χρειαζόμαστε τα πάχη κάτω από τις πηγές από τις εξισώσεις 25,26,27 και 28. Τα Α1
και Β1 είναι οι γωνίες που σχηματίζουν η αναδυόμενη και καταδυόμενη ακτίνα σε
σχέση με το οριζόντιο επίπεδο. Τα zA1 και zB1 είναι το πάχη της weathering zone
κάτω από τις πηγές και οι χρόνοι Τ2Α και Τ2Β είναι οι intercept για κάθε μετωπικό.
𝐳𝐗 είναι το πάχος της weathering zone κάτω από κάθε γεώφωνο. θ είναι η κλίση
της weathering zone και x το offset.

(25) (26)

(27) (28)

9. Από την εξίσωση 20 (zX =Zw)υπολογίζουμε την στατική διόρθωση κάθε ίχνους.

Εικόνα 50
Στην εικόνα 50 παρουσιάζεται συνοπτικά η δημιουργία του δρομοχρονικού διαγράμματος
της μεθόδου. Η μέθοδος συν-πλην μας δίνει ένα αξιόπιστο υπεδαφικό μοντέλο. Η
αποτελεσματικότητα της στην εκτίμηση των ταχυτήτων και του πάχους βασίζεται στην
επιλογή των πρώτων αφίξεων για την δημιουργία του δρομοχρονικού διαγράμματος. Η
επιλογή τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη και σε σεισμογράμματα με χαμηλό S/N ratio μπορεί
να οδηγήσει σε λάθος επιλογές πρώτων αφίξεων, οι οποίες θα επηρεάσουν αρνητικά τα
αποτελέσματα. Με την μέθοδο συν-πλην καταφέρνουμε μία πιο ακριβής προσέγγιση των
ταχυτήτων και του πάχους της weathering zone. Παρόμοια αποτελέσματα θα μας έδινε και
η μέθοδος GRM,η οποία έχει καλύτερη οριζόντια κάλυψη, δηλαδή μπορούμε να βρούμε το
πάχος της weathering zone και εκεί που δεν έχουμε γεώφωνα.

Στην εικόνα 42 φαίνεται διορθωμένη τομή υπέρθεσης μόνο με field statics corrections για
την διόρθωση χρονικών μετατοπίσεων των ιχνών από CMP gathers που οφείλονται σε
υψομετρικές διαφορές κατά μήκος της γραμμής μελέτης. Στην εικόνα 51 είναι η ίδια τομή
μετά την εφαρμογή στατικών διορθώσεων με την μέθοδο GRM και στην εικόνα 52
εφαρμόστηκαν διορθώσεις και για την απαλοιφή των μικρών χρονικών μετατοπίσεων των
ιχνών με την residual static μέθοδο. Συγκρίνοντας τις τομές υπέρθεσης παρατηρούμε ότι η
μέθοδος GRM ή συν-πλην έχει βελτιώσει την ποιότητα της τομής επειδή διόρθωσε τις
μετατοπίσεις των ιχνών που οφείλονται στις καθυστερήσεις των χρόνων διαδρομής των
σεισμικών κυμάτων εξαιτίας της ανώμαλης βάσης της weathering zone. Με την εφαρμογή
και των residual statics corrections η ποιότητα της τομής βελτιώθηκε περισσότερο επειδή
διορθώθηκαν και οι υπολειμματικές μετατοπίσεις.

Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τις στατικές διορθώσεις πεδίου (έκτος των residual
statics corrections) χρησιμοποιούν χρόνους διαδρομής διαθλώμενων κυμάτων από την
βάση της weathering zone. Αν πάνω από το αποσαθρωμένο στρώμα υπάρχει και άλλο
στρώμα (π.χ. παγετώνας ή στρώμα άμμου) εφαρμόζεται generalized linear inversion (GLI)
για την εύρεση των στατικών διορθώσεων. Σκοπός της μεθόδου είναι να φτιάξει ένα
αντιπροσωπευτικό υπεδαφικό μοντέλο για να υπολογιστούν οι στατικές διορθώσεις. Η
διαδικασία της αντιστροφής αρχίζει με την υπόθεση ενός αρχικού υπεδαφικού μοντέλου με
υποτιθέμενα πάχη στρωμάτων και ταχύτητες, τα οποία αποτελούν τις αρχικές παραμέτρους
του μοντέλου. Μετά υπολογίζονται οι χρόνοι διαδρομής των διαθλώμενων κυμάτων για το
μοντέλο και συγκρίνονται με τους χρόνους διαδρομής των πραγματικών δεδομένων. Στη
συνέχεια αλλάζουν οι παράμετροι του μοντέλου, επαναϋπολογίζονται οι χρόνοι διαδρομής
των διαθλώμενων κυμάτων και συγκρίνονται ξανά με τους χρόνους διαδρομής των
πραγματικών δεδομένων. Αυτή η επαναληπτική διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι να
επιτευχθεί η επιθυμητή σύγκλιση των χρόνων διαδρομής των ανακλώμενων κυμάτων του
μοντέλου και των πραγματικών δεδομένων.
Εικόνα 51

Εικόνα 52

2.4. The time-term technique

Οι προηγούμενες δύο μέθοδοι και η least-squares method (κεφάλαιο 2.5.) βασίζονται στην
δημιουργία δρομοχρονικού διαγράμματος από την επιλογή των πρώτων αφίξεων, η οποία
μπορεί να είναι λανθασμένοι και να οδηγήσει σε κακές εκτιμήσεις των στατικών
διορθώσεων και σε υπεδαφικό μοντέλο που δεν αντιπροσώπευε επαρκώς την δομή του
εδάφους. Η time term technique (J.H. Chun and C.A. Jacewitz) υπολογίζει τις στατικές
διορθώσεις με στατιστική ανάλυση των πρώτων αφίξεων διαθλώμενων κυμάτων.

Η στατιστική λύση προέρχεται από την αποσύνθεση των χρόνων διαδρομής των
διαθλώμενων κυμάτων. Οι χρόνοι διαδρομής των διαθλώμενων κυμάτων από την πηγή j
στο γεώφωνο k μπορεί να εκφραστεί ως γραμμικός συνδυασμός τριών όρων (Farrell και
Euwema, 1984):

(29)

,όπου Sj είναι η στατική διόρθωση της πηγής, Rk είναι η στατική διόρθωση του γεωφώνου,
Χjk είναι το offset και Vswk είναι η ταχύτητα του βραχώδους υποβάθρου (sub-weathering
layer). Από τις θέσεις των πηγών και των γεωφώνων δημιουργείται ένα σύστημα γραμμικών
εξισώσεων το οποίο λύνεται με την επαναληπτική διαδικασία Gauss-Seidel, η οποία
αναλύθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο.
2.5. The least-squares method

Από τους επιλεγμένους χρόνους πρώτων αφίξεων μετωπικών κυμάτων μπορούμε να


εκτιμήσουμε το πάχους της weathering zone με την χρήση υπεδαφικού μοντέλου και την
generalized linear inversion (GLI). Η παράμετροι του μοντέλου είναι η ταχύτητα του
διαθλαστήρα(sub-weathered layer), η ταχύτητα της weathering zone και το πάχος της. Η
εκτίμηση αυτών των παραμέτρων παρέχεται όταν η διαφορά των επιλεγμένων χρόνων
διαδρομής των μετωπικών των δεδομένών με τους χρόνους διαδρομής των μετωπικών του
μοντέλου ελαχιστοποιηθεί. Παρακάτω παρουσιάζεται μία σύντομη περιγραφή της
μεθόδου.

Στη μέθοδο ο χρόνος διαδρομής των διαθλώμενων κυμάτων περιγράφεται από μοντέλο
όπως παρουσιάζεται στην εικόνα 53. Στο μοντέλο υποθέτουμε ότι ο διαθλαστήρας έχει
μηδενική κλίση και άγνωστη ταχύτητά και ότι η ταχύτητα της αποσαθρωμένης ζώνης είναι
γνωστή και μεταβάλλεται και ότι το πάχος της μεταβάλλεται. Ο χρόνος διαδρομής των
διαθλώμενων κυμάτων δίνεται από την εξίσωση 30.

Εικόνα 53

(30)

Ο πρώτος και ο τρίτος όρος της εξίσωσης 30 σχετίζονται με την διαδρομή των κυμάτων στην
weathering zone και ο δεύτερος όρος με την διαδρομή του βραχώδους υποβάθρου. Θc
είναι η κρίσιμη γωνία και ισούται με sin−1(vw/vb). Επομένως η εξίσωση 30 μπορεί να
γραφτεί ως:

(31)
ή

(32)

(33)

(34)

,όπου

(35)

Οι χρόνοι Tj και Ti είναι οι διπλοί κατακόρυφοι χρόνοι στις θέσεις των πηγών και των
γεωφώνων. Για πολλές μετρήσεις ,n, με διαφορετικές θέσεις της πηγής και του γεωφώνου
ορίζεται το διάνυσμα p : (T1, T2, …, Tn; sb) . Όταν εκτιμηθούν οι παράμετροι του τα πάχη της
weathering zone κάτω από τις πηγές και τα γεώφωνα μπορούν να υπολογιστούν από τις
εξισώσεις 35. Για m επιλεγμένους χρόνους πρώτων αφίξεων μετωπικών κυμάτων tij
ορίζεται ένα σύστημα εξισώσεων που περιγράφεται από τον πίνακα
, ο οποίος εναλλακτικά περιγράφεται από την εξίσωση 36

(36)

Ο πίνακας L εκτός από τα τρία κύρια στοιχεία του περιλαμβάνει και μηδενικά. Η λύση της
εξίσωσης 36 επιτυγχάνεται όταν τα λάθη μεταξύ των χρόνων του μοντέλου(t’) και των
επιλεγμένων χρονών πρώτων αφίξεων των μετωπικών ελαχιστοποιηθεί (t) (εξίσωση 37). Η
εξίσωση 36 ελαχιστοποιείται όταν ισχύει:

(37)

(38)

Η μέθοδος περιλαμβάνει τα εξής βήματα:

1. Υπόθεση της weathering velocity vw ή υπολογισμός της από κάποια άλλη


μέθοδο(π.χ. uphole survey).
2. Εκτίμηση των παραμέτρων του διανύσματος p : (T1, T2, …, Tn; sb)
3. Επίλυση των εξισώσεων 35 για την εύρεση του πάχους της weathering layer κάτω
από τις θέσεις των πηγών και των γεωφώνων.

Η μέθοδος μας δίνει ένα αξιόπιστο υπεδαφικό μοντέλο. Η αποτελεσματικότητα της στην
εκτίμηση του πάχους της weathering zone βασίζεται στην επιλογή των πρώτων αφίξεων
μετωπικών και στην υπόθεση ή εκτίμηση της ταχύτητας της αποσαθρωμένης ζώνης. Η
επιλογή των πρώτων αφίξεων είναι ιδιαίτερα δύσκολη σε σεισμογράμματα με χαμηλό S/N
ratio και μπορεί να οδηγήσει σε λάθος επιλογές πρώτων αφίξεων. Επίσης πάλι η
αβεβαιότητα της μεθόδου πηγάζει από την υπόθεση της vw.

You might also like