You are on page 1of 10

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

100

Ανίχνευση και καταγραφή του μετα- Aλληλογραφία


Ασημίνα Γαλλή-Τσινο-
βολικού συνδρόμου σε εφηβικό σχο- πούλου
Περιφεριακή Οδός,
Νέα Ευκαρπία, 56403,
λικό πληθυσμό της Δυτικής Θεσσα- Θεσσαλονίκη
e-mail: gallitsin@gmail.

λονίκης com
agalli@auth.gr.
Τ.-F.: 2310991537

Ελένη Π. Κοτανίδου, Αγγελική Κλεισαρχάκη, Κωνσταντίνα Μουζάκη, Παρασκευή Κόκκα, Ιωάννης


Κύργιος, Ηρώ Τσάρα, Ευθυμία Ευστρατίου, Άννα-Μπεττίνα Χάιδιτς, Βάγια Παπαγεωργίου, Μαρία
Εμποριάδου-Πετικοπούλου, Ασημίνα Γαλλή-Τσινοπούλου

Περίληψη
Εισαγωγή: Η εφηβική παχυσαρκία αποτελεί πρόβλημα με επιδημικό χαρακτήρα. Επακόλουθο
της επιδημίας αυτής αποτελεί η αύξηση του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου, με τελική
συνέπεια την αύξηση του κινδύνου νοσημάτων φθοράς στην εφηβική ηλικία. Η παρούσα μελέτη
παρουσιάζει τα πρωταρχικά αποτελέσματα ενός ολοκληρωμένου πρωτοκόλλου παρέμβασης για
τον έλεγχο του μεταβολικού συνδρόμου σε σχολικό δείγμα εφήβων της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Ελένη Π. Κοτανίδου
Μέθοδοι: Σκοπός είναι η καταγραφή του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου σε εφηβικό Αγγελική Κλεισαρχάκη
πληθυσμό σύμφωνα με τα τρέχοντα θεσπισμένα κριτήρια του International Diabetes Federation Κωνσταντίνα Μουζάκη
(IDF). Μελετήθηκαν 424 έφηβοι, ηλικίας 14.10±1.78 ετών. Καταγράφηκαν τα σωματομετρικά Παρασκευή Κόκκα
τους δεδομένα και διενεργήθηκαν λιπομέτρηση, έλεγχος γλυκόζης, χοληστερόλης και Ιωάννης Κύργιος
τριγλυκεριδίων με τη χρήση τηλεματικών ιατρικών συσκευών. Ηρώ Τσάρα
Αποτελέσματα: Στο σύνολο του δείγματος (59% κορίτσια), ο δείκτης μάζας σώματος ήταν Ευθυμία Ευστρατίου
21.82±3.25 kg/m2 ενώ η περίμετρος μέσης 78.78±9.29cm. Η συστολική αρτηριακή πίεση Μαρία Εμποριάδου-
(ΣΑΠ) ήταν 121.21±11.89mmHg και η διαστολική (ΔΑΠ) 73.88±10.54mmHg. Η μέση Πετικοπούλου1
χοληστερόλη ήταν 172.42±27.48mg/dl, τα τριγλυκερίδια 88.07±40.15mg/dl και η μέση Ασημίνα Γαλλή-
γλυκόζη 100.89±15.11mg/dl. Διερευνώντας τα επιμέρους στοιχεία του μεταβολικού συνδρόμου, Τσινοπούλου
το 24.4% του δείγματος παρουσίαζε κοιλιακή παχυσαρκία (περίμετρος μέσης: κορίτσια >80cm, Δ’ Παιδιατρική Κλινική,
αγόρια >94cm). Αυξημένη γλυκόζη (≥100mg/dl) ανευρέθηκε στο 52.2%, υπερχοληστερολαιμία Ιατρικό Τμήμα,
(≥200mg/dl) στο 15% και υπερτριγλυκεριδαιμία (≥150mg/dl) στο 6.3% των εφήβων. Η ΣΑΠ Σχολή Επιστημών
βρέθηκε αυξημένη (≥130mmHg) στο 22%, ενώ η ΔΑΠ (≥85mmHg) στο 11.7% του δείγματος. Υγείας, Αριστοτέλειο
Σχεδόν 1 στους 6 έφηβους (15.9%) παρουσίαζε μεταβολικό σύνδρομο. Πανεπιστήμιο
Συμπεράσματα: Σημαντικό ποσοστό του εφηβικού σχολικού πληθυσμού της Δυτικής Θεσσαλο- Θεσσαλονίκης, Γενικό
νίκης, πληροί τα κριτήρια του μεταβολικού συνδρόμου. Για την πρόληψη ανάπτυξης νοσημάτων Νοσοκομείο
φθοράς δράσεις πρόληψης-παρέμβασης για το μεταβολικό σύνδρομο στην εφηβική ηλικία Παπαγεωργίου,
κρίνονται καίριας σημασίας. Θεσσαλονίκη

Λέξεις κλειδιά: μεταβολικό σύνδρομο, έφηβοι, παχυσαρκία Άννα-Μπεττίνα Χάιδιτς


Εργαστήριο Υγιεινής,
Ιατρικό Τμήμα,
Σχολή Επιστημών
Υγείας, Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο Θεσσα-
λονίκης, Θεσσαλονίκη

Βάγια Παπαγεωργίου
τ. Επίκουρη Καθηγήτρια
Παιδοψυχιατρικής
ORIGINAL ARTICLES

101

Correspondence
Assimina Galli-Tsino-
Screening tests and record of meta-
poulou
Ring Road Nea Efkar- bolic syndrome in adolescents school
pia, 56403, Thessa-
loniki, Greece
e-mail: gallitsin@gmail.
population of Western Thessaloniki
com
agalli@auth.gr Eleni P. Kotanidou, Aggeliki Kleisarchaki, Konstantina Mouzaki, Paraskevi Kokka, Ioannis Kyrgios,
T.-F.: +302310991537 Iro Tsara, Efthimia Eustratiou, Anna-Bettina Haiditc, Vagia Papageorgiou, Maria Eboriadou-Pe-
tikopoulou, Assimina Galli-Tsinopoulou

Abstract
Background: Adolescent obesity constitutes a phenomenon with epidemic characteristics. In-
creased rates of metabolic syndrome represent a consequence of this epidemic, leading to high
risk for chronic diseases in adolescence. The study herein, presents the primary outcomes of a
school-based intervention trial regarding the control of the metabolic syndrome among adoles-
cents of Western Thessaloniki.
Methods: The aim of the study was to identify the metabolic syndrome in the school adolescent
Eleni P. Kotanidou population and to record it according to the current established criteria of the International
Aggeliki Kleisarchaki Diabetes Federation (IDF). A total of 424 adolescents, aged 14.10 ± 1.78 years were recruited.
Konstantina Mouzaki Anthropometric values were recorded. All participants underwent a school-based laboratory in-
Paraskevi Kokka vestigation including glucose cholesterol and triglyceride levels and body composition determi-
Ioannis Kyrgios nation, via telematics health care devices.
Iro Tsara¹ Results: In the total sample (59% girls), body mass index was 21.82±3.25kg/m2 while waist
Efthimia Eustratiou circumference was 78.78±9.29 cm. Systolic (SBP) and diastolic (DBP) blood pressure were
Maria Eboriadou-Petiko- 121.21±11.89mmHg and 73.88±10.54mmHg, respectively. Mean cholesterol levels were
poulou 172.42±27.48mg/dl, triglycerides levels 88.07±40.15mg/dl and glucose levels 100.89±15.11mg/
Assimina Galli-Tsinop- dl. After examining the components of the metabolic syndrome in adolescents, 24.4% of the sam-
oulou ple presented abdominal obesity (waist circumference: girls>80cm, boys>94cm). Hyperglycemia
4th Department of (≥100mg/dl) was found in 52.2% of the sample, hypercholesterolemia (≥200mg/dl) in 15%
Pediatrics, Faculty of and elevated triglycerides (≥150mg/dl) in 6.3% of adolescents. Increased SBP (≥130mmHg)
Medicine, Aristotle Uni- presented the 22% of participants, while increased DBP (≥85mmHg) was apparent in 11.7% of
versity of Thessaloniki, them. Finally, almost one out of six adolescents (15.9%) presented metabolic syndrome.
Papageorgiou General Conclusions: A significant percentage of the adolescent school population of Western Thes-
Hospital, Thessaloniki saloniki fulfills the criteria of the metabolic syndrome. In order to avoid the development of
chronic diseases, implementation of prevention and intervention strategies are considered in
Anna-Bettina Haiditc adolescence as priority actions.
Department of Hygiene,
Faculty of Medicine, Ar- Keywords: metabolic syndrome, adolescents, obesity
istotle University of Thes-
saloniki, Thessaloniki
Εισαγωγή
Ο πρώτος διεθνής ορισμός για την παχυσαρκία στα παιδιά και τους εφήβους, ο οποίος
Vagia Papageorgiou
καθιερώθηκε από τη Διεθνή Ομάδα Εργασίας για την Παχυσαρκία (International Obesity
Former Assistant Profes-
Task Force-IOTF) το έτος 2000, βασίστηκε σε διεθνή στοιχεία για τη διακύμανση του δείκτη
sor of Child Psychiatry
μάζας σώματος (ΔΜΣ) και καθιέρωσε ανά φύλο και ηλικία εκείνη την κριτική τιμή του ΔΜΣ η
οποία αντιστοιχεί στο όριο των 30kg/m2 που ορίζει την παχυσαρκία των ενηλίκων (1). Έκτοτε,
ο επιπολασμός της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας μετράται να αυξάνει δραματικά
λαμβάνοντας τη μορφή επιδημικού κύματος, αναδεικνύοντας τη συγκράτηση του φαινομένου
ως άξονα προτεραιότητας κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2). Σύμφωνα με τα πιο
πρόσφατα ετήσια διεθνή επιδημιολογικά δεδομένα, κατά το έτος 2013, το 23.8% των αγοριών
και το 22.6% των κοριτσιών των χωρών του αναπτυγμένου κόσμου ήταν παχύσαρκα ή υπέρβαρα
Το μεταβολικό σύνδρομο στην εφηβεία

102

(3). Η έκταση του φαινομένου στον εθνικό Ελληνικό πληθυσμό, κατέχει από τις υψηλότερες
θέσεις στην Ευρώπη. Τα παχύσαρκα ελληνόπουλα αποτελούν το 10.2% των παιδιών, ενώ η
συνολική συχνότητα του υπερβάλλοντος σωματικού βάρους (παχύσαρκα/ υπέρβαρα) σε εθνικό
επίπεδο αγγίζει το 34% (4).
Η πλειοψηφία των ανεπιθύμητων συνεπειών του υπερβάλλοντος σωματικού βάρους, οφείλονται
στη διαταραχή του μεταβολισμού που προκαλεί η συσσώρευση του σωματικού λίπους. Η
περίσσεια αυτή σε λίπος οδηγεί τελικά στην ανάπτυξη χρόνιων νοσημάτων φθοράς όπως ο
σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (ΣΔ2), η αρτηριακή υπέρταση και η καρδιαγγειακή νόσος ήδη
από την εφηβική ηλικία (5). Οι επιδημικές διαστάσεις της παχυσαρκίας των παιδιών και των
εφήβων έχουν πλεον οδηγήσει σε σημαντική αύξηση και του επιπολασμού των μεταβολικών
διαταραχών που τη συνοδεύουν στον ίδιο ευαίσθητο πληθυσμό (6).
Το μεταβολικό σύνδρομο αποτελεί μια από τις εκτενέστερα περιγραφείσες κλινικές καταστάσεις
που συσχετίζονται με την παχυσαρκία. Παρότι περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1988 από τον
Reaven και τους συνεργάτες του, εως και το 2007 υπήρξε μια πληθώρα ετερόκλητων ορισμών
και κριτηρίων που προσπαθούσαν να το περιγράψουν στα παιδιά και τους εφήβους (7-12).
Σύμφωνα με την ομοφωνία της Διεθνούς Ομοσπονδίας για το Διαβήτη (International Diabetes
Federation-IDF) το μεταβολικό σύνδρομο αποτελεί την κλινική εκείνη κατάσταση κατά την
οποία επιπρόσθετα της παχυσαρκίας συναθροίζονται στο παιδί ή τον έφηβο διαταραχές των
λιπιδίων (υπερτριγλυκεριδαιμία ή χαμηλή HDL), διαταραχές της αρτηριακής πίεσης (αυξημένη
συστολική ή διαστολική αρτηριακή πίεση) ή υπεργλυκαιμία νηστείας (13).
Η παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου αποτελεί κλασικό παράγοντα καρδιαγγειακού
κινδύνου για τους παχύσαρκους ενήλικες. Ομοίως, υπάρχουν ολοένα και περισσότερα
δεδομένα τα οποία συνηγορούν υπερ του ότι τα παχύσαρκα παιδιά και έφηβοι με συνoδές
μεταβολικές διαταραχές παρουσιάζουν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο ως ενήλικες σε σχέση
με τα μεταβολικώς φυσιολογικά παχύσαρκα παιδιά (14,15). Ειδικότερα, όταν η μεταβολική
εκτροπή της υπερτριγλυκεριδαιμίας ή της αρτηριακής υπέρτασης συνοδά της παχυσαρκίας
δεν ξεκινούν στην ενήλικη ζωή αλλά συνοδεύουν σταθερά το άτομο από την παιδική ή την
εφηβική του ηλικία, ο κίνδυνος εμφάνισης ΣΔ2 ή καρδιαγγειακής νόσου μετά την ενηλικίωση
παρουσιάζει αντίστοιχα τριπλασιασμό ή πενταπλασιασμό, σε σύγκριση με τον κίδυνο των
ατόμων που πρωτοεμφανίζουν μεταβολικές διαταραχές ως παχύσαρκοι ενήλικες (15). Είναι
πλέον καταφανές ότι ο ρόλος των μεταβολικών διαταραχών ήδη από την παιδική και εφηβική
ζωή είναι καταλυτικός στη διαμόρφωση του μετέπειτα καρδιομεταβολικού προφίλ των ενηλίκων
(15).

Μέθοδοι
Φύση της μελέτης
Η παρούσα εργασία παρουσιάζει τμήμα των πρωταρχικών αποτελεσμάτων μιας ολοκληρωμένης
κλινικής μελέτης παρέμβασης, η οποία εφαρμόζεται από τον Οκτώβριο 2014, στα πλαίσια του
Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007 - 2013. Η κλινική μελέτη με τίτλο
“Ολοκληρωμένο σύστημα δράσεων προαγωγής και αγωγής της υγείας του Δήμου Αμπελοκήπων -
Μενεμένης για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας και των διαταραχών πρόσληψης τροφής στους
εφήβους” έχει ως φυσικό αντικείμενο τμήμα του σχολικού εφηβικού πληθυσμού της Δυτικής
Θεσσαλονίκης και ειδικότερα του δήμου Αμπελοκήπων-Μενεμένης. Το επιστημονικό έργο
σχεδιάστηκε και εφαρμόζεται σταδιακά ως ένα σύνολο δράσεων καταγραφής, αξιολόγησης,
παρέμβασης και επαναξιολόγησης των δημογραφικών, σωματομετρικών και εργαστηριακών
παραμέτρων που σχετίζονται με το μεταβολικό σύνδρομο στους εφήβους. Τελικό σκοπό
και στόχο του ολοκληρωμένου επιστημονικού έργου αποτελούν η προαγωγή της υγείας του
εφηβικού πληθυσμού μέσω της καταπολέμησης της εφηβικής παχυσαρκίας και των διαταραχών
πρόσληψης τροφής. Η παρούσα μελέτη έχει ως σκοπό την παρουσίαση των αποτελεσμάτων
της πρώτης φάσης του προαναφερθέντος πειραματικού πρωτοκόλλου, τα οποία αφορούν στην
καταγραφή του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου στο προαναφερθέν δείγμα.
103

Υλικό
Στην παρούσα μελέτη συμμετέχουν 424 έφηβοι μέσης ηλικίας 14.1±1.8 ετών, οι οποίοι φοιτούν
στις μονάδες Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου Αμπελοκήπων-Μενεμένης. Η μελέτη
διενεργήθηκε από το ειδικό Παιδοενδοκρινολογικό Ιατρείο της Δ’ Παιδιατρικής Κλινικής του
Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου και εκπονήθηκε στις προαναφερθείσες σχολικές μονάδες κατά
το χρονικό διάστημα Οκτωβρίου 2014-Δεκεμβρίου 2014. Για τη διεξαγωγή της οι έφηβοι και
οι κηδεμόνες τους ενημερώθηκαν με λεπτομέρεια για τους σκοπούς και το περιεχόμενο της
μελέτης και έδωσαν την πλήρη συγκατάθεσή τους για τη συμμετοχή τους σε αυτήν.

Καταγραφή σωματομετρικών και κλινικών στοιχείων


Στο σύνολο του δείγματος των εφήβων διενεργήθηκε καταμέτρηση των σωματομετρικών
στοιχείων, προκειμένου να οριστούν οι διαταραχές του σωματικού βάρους. Το βάρος και
ύψος των συμμετεχόντων αξιολογήθηκε, με τη χρήση ζυγαριάς W100b (Foracare Suisse)
και αναστημόμετρου Seca 206 (Seca). H περίμετρος της μέσης καταγράφηκε με τη χρήση
κοινής μετροταινίας μετρώντας την περίμετρο ως στο μέσον της απόστασης τελευταίας
πλευράς και κορυφής λαγονίου άκανθας που περνά από τον ομφαλό. Η αρτηριακή πίεση των
συμμετεχόντων εκτιμήθηκε σε καθιστή θέση και κατάσταση ηρεμίας, στο αριστερό άνω άκρο,
με τη χρήση ηλεκτρονικού σφυγμομανόμετρου FORA d40b (Foracare Suisse) εφοδιασμένου με
εφαρμογή ιατρικής τηλεμετρίας. Τέλος διενεργήθηκε αξιολόγηση της σωματικής σύστασης με
τη διενέργεια λιπομέτρησης με τη χρήση της τηλεματικής ιατρικής συσκευής W100b (Foracare
Suisse).

Βιοχημικές μετρήσεις
Ακολούθως όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε εργαστηριακό έλεγχο ο οποίος διενεργήθηκε
στο σχολικό περιβάλλον με τη χρήση ιατρικών συσκευών με εφαρμογές τηλεματικής. Αρχικά
διενεργήθηκε σε τριχοειδικό δείγμα αίματος έλεγχος γλυκόζης με τη χρήση του μετρητή
σακχάρου FORA d40b (Foracare Suisse). Ακολούθως εκτιμήθηκαν σε τριχοειδικό δείγμα
αίματος οι τιμές ολικής χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων ορού με τη χρήση της τηλεματικής
συσκευής Med-Care (Biochemical Systems International Srl).

Ορισμοί
Υπολογίστηκε ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ως το πηλίκο του βάρους σε χιλιόγραμμα
(kg) προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα (m). Η παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου
διαγνώσθηκε με βάση τα τρέχοντα κριτήρια ορισμού του IDF για την εφηβική ηλικία (13).
Πιο ειδικά, ως αυξημένες τιμές περιμέτρου μέσης (κοιλιακή παχυσαρκία) ορίστηκαν οι τιμές
≥94cm για τα αγόρια και ≥80cm για τα κορίτσια. Ως τιμή αναφοράς για τα επίπεδα των
τριγλυκεριδίων ορίστηκε η τιμή των 150mg/dl, ενώ για την εκτίμηση των επιπέδων ολικής
χοληστερόλης χρησιμοποιήθηκε ως τιμή διαλογής αυτή των 200mg/dl. Ως τιμές αυξημένης
συστολικής αρτηριακής πίεσης (ΣΑΠ) ορίστηκαν τιμές ≥130mmHg. Αντίστοιχα αυξημένες
τιμές διαστολικής αρτηριακής πίεσης (ΔΑΠ) ορίστηκαν τιμές ≥85mmHg. Τέλος, ως τιμή
αναφοράς για την εκτίμηση της γλυκόζης σε τυχαίο δείγμα ορίστηκαν τα επίπεδα των 100mg/
dl.
Σε όλους τους συμμετέχοντες, η παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου διαγνώσθηκε όταν
αυτοί εμφάνιζαν κοιλιακή παχυσαρκία και ταυτόχρονα τουλάχιστον άλλους δύο από τους εξής
τέσσερις παράγοντες κινδύνου: υπερτριγλυκεριδαιμία, υπερχοληστερολαιμία, υπεργλυκαιμία,
αυξημένη ΣΑΠ ή ΔΑΠ.

Στατιστική Ανάλυση
Για τη διενέργεια της στατιστικής ανάλυσης χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό PASW-SPSS®
έκδοση 18.0. Οι συνεχείς μεταβλητές εκφράστηκαν ως μέση τιμή±τυπική απόκλιση (SD). Για
τον έλεγχο της κανονικότητας των μεταβλητών εφαρμόστηκαν οι δοκιμασίες Kolmogorov-
Smirnov και Shapiro-Wilk. Η σύγκριση των μέσων όρων μεταξύ ομάδων έγινε με τη δοκιμασία
t-test για ανεξάρτητα δείγματα ή Mann-Whitney U-test, με βάση την κανονικότητα της
κατανομής. Οι συχνότητες των κατηγορικών μεταβλητών καθώς και τα ποσοστά πιθανοτήτων
Το μεταβολικό σύνδρομο στην εφηβεία

104

συγκρίθηκαν με τη δοκιμασία x2. Το επίπεδο της στατιστικής σημαντικότητας ορίστηκε στο


5%.

Aποτελέσματα
Το συνολικό δείγμα αποτελούνταν από 424 εφήβους, ηλικίας 14.10±1.79 ετών. Σε ότι αφορά
στην κατανομή του φύλου το δείγμα συγκροτήθηκε κατά 59% από κορίτσια και κατά 41% από
αγόρια (Πίνακας 1).

Πίνακας 1: Κλινικά χαρακτηριστικά και εργαστηριακά δεδομένα του δείγματος, σε σχέση με


την παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ
p-value
ΣΥΝΔΡΟΜΟ

ΝΑΙ ΟΧΙ
(15.9%) (84.1%)

ΦΥΛΟ (Α/Κ) 4.7%/24.2% 95.3%/75.8% <0.001

ΗΛΙΚΙΑ (έτη) 14.61±1.91 14.00±1.76 0.014

ΔΕΙΚΤΗΣ ΜΑΖΑΣ ΣΩΜΑΤΟΣ (kg/m2) 24.97±3.2 21.21±2.90 <0.001

ΠΕΡΙΜΕΤΡΟΣ ΜΕΣΗΣ (cm) 89.37±8.71 76.78±7.96 <0.001

ΣΥΣΤΟΛΙΚH ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΠΙΕΣΗ (mmΗg) 125.02±12.29 120.29±11.61 0.004

ΔΙΑΣΤΟΛΙΚΗ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΠΙΕΣΗ (mmΗg) 76.33±10.85 73.29±10.42 0.039

ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ (mg/dl) 177.36±29.43 171.30±26.96 0.127

ΤΡΙΓΛΥΚΕΡΙΔΙΑ (mg/dl) 98.66±45.65 85.48±38.36 0.032

ΓΛΥΚΟΖΗ (mg/dl) 103.59±13.97 100.28±15.31 0.117

Μεταξύ των συμμετεχόντων ο μέσος δείκτης μάζας σώματος ήταν 21.82±3.25kg/m2 ενώ η
μέση τιμή της περιμέτρου μέσης ήταν 78.78±9.29cm. Το κριτήριο της κοιλιακής παχυσαρκίας
κατά IDF με αυξημένη περίμετρο μέσης (κορίτσια >80cm, αγόρια >94cm) πληρούσε το 24.4%
των συμμετεχόντων. Η μέση τιμή της συστολικής αρτηριακής πίεσης ήταν 121.21±11.89
mmHg ενώ η μέση τιμή της διαστολικής αρτηριακής πίεσης 73.88±10.54 mmHg. Με βάση
τις παραπάνω μετρήσεις, η ΣΑΠ βρέθηκε παθολογικά αυξημένη (≥130mmHg) στο 22% του
δείγματος. Ομοίως η ΔΑΠ μετρήθηκε ως παθολογικά αυξημένη (≥85mmHg) στο 11.7% του
δείγματος. Σε ότι αφορά στο λιπιδαιμικό προφίλ, η μέση χοληστερόλη του δείγματος ήταν
172.42±27.48mg/dl. Με βάση τις παραπάνω τιμές των μετρήσεων των συμμετεχόντων, το
15% εξ αυτών παρουσίαζε υπερχοληστερολαιμία (≥200mg/dl). Αντιστοίχως, η μέση τιμή
των τριγλυκεριδίων ορού ήταν 88.07±40.15mg/dl και ως εκ τούτου υπερτριγλυκεριδαιμία
(≥150mg/dl) εμφάνιζε το 6.3% των εφήβων. Τέλος η μέση τιμή της γλυκόζης ανευρέθηκε
να είναι 100.89±15.11mg/dl. Αυξημένα επίπεδα γλυκόζης σε τυχαίο δείγμα (≥100mg/dl)
διαγνώσθηκαν στο 52.2% του δείγματος.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ο επιπολασμός του μεταβολικού συνδρόμου στο υπό μελέτη
δείγμα ήταν 15.9%. Σχεδόν 1 στους 6 έφηβους παρουσίαζε μεταβολικό σύνδρομο. Αναλύοντας
τα δεδομένα ανά φύλο, η συχνότητα του μεταβολικού συνδρόμου στο σύνολο των κοριτσιών
ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με τη συχνότητά του μεταξύ των αγοριών (24.2%
κορίτσια/4.7% αγόρια, p<0.01). Η μέση ηλικία των εφήβων με μεταβολικό σύνδρομο ήταν
14.61±1.91 έτη ζωής ενώ η μέση τιμή του δείκτη μάζας σώματός τους 24.97±3.21kg/m2.
Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στις υποομάδες του φύλου (αγόρια vs κορίτσια με μεταβολικό
σύνδρομο) ως προς την ηλικία (p=0.421).
105

Συζήτηση
Η εφηβεία αποτελεί μια από τις πιο κριτικές μεταβατικές περιόδους της ανθρώπινης
φυσιολογίας. Κατά τη διάρκειά της το άτομο καλείται να περάσει από την παιδική ηλικία στην
ενηλικίωση. Προκειμένου να επιτευχθεί ορθά αυτή η μετάβαση διαδραματίζονται σημαντικές
χαρακτηριστικές φυσιολογικές μεταβολές που αφορούν: στη σωματική σύσταση με αύξηση του
σωματικού λίπους, στην αρχιτεκτονική του σώματος με ανακατανομή του σωματικού λίπους και
στο βασικό μεταβολισμό με μείωση της ινσουλινοευαισθησίας. Εκτός από τη φυσιολογία της
αύξησης η εφηβεία έχει αντίκτυπο και στη συμπεριφορά. Οι αλλαγές στη συμπεριφορά είναι
έκδηλες αφού ο έφηβος επανεξετάζει και υιοθετεί νέες καθημερινές συνήθειες, συχνά αλλάζει
τις διατροφικές του επιλογές και τροποποιεί το επίπεδο της φυσικής του δραστηριότητας, είτε
αυτοβούλως είτε λόγω των σχολικών υπευθυνοτήτων που προκύπτουν κατά τη χρονική αυτή
περίοδο (16). Ως εκ τούτου, το επίπεδο της υγείας κατά την εφηβεία καθορίζεται από μια
ποικιλία διαφορετικών παραμέτρων, οι οποίες συνδυαμορφώνουν το τελικό αποτέλεσμα που
δεν είναι άλλο από την επίτευξη της μετάβασης στον υγιή ενήλικα.
Παρά την πληθώρα των βιολογικών και ψυχολογικών αλλαγών, η χρονική περίοδος της
εφηβείας αποτελεί ένα ορόσημο υψίστης σημασίας για τους επαγγελματίες υγείας εξαιτίας
της προσαρμοστικής πλαστικότητας που τη συνοδεύει (17). Η εφηβική ηλικία αποτελεί την
τελευταία ευκαιρία να αρθούν οι παράγοντες που επέδρασαν αρνητικά στην υγεία του ατόμου
ως παιδιού και μέσω της πλαστικότητας που παρουσιάζει ο οργανισμός και ιδίως ο εγκέφαλος,
στην τελευταία αυτή φάση της εφηβικής αύξησης και ανάπτυξης, να οδηγηθεί στην ενηλικίωση
δίχως απώτερες συνέπειες. Η συναρπαστική αυτή δυνατότητα της αναπροσαρμογής του
οργανισμού σε νέες παραμέτρους προς όφελος της υγείας του έχει ήδη αποδειχθεί στην εφηβική
νευροβιολογία (18). Πρόσφατα, μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες με διαχρονικό σχεδιασμό
απέδειξαν την ύπαρξη αυτής της προσαρμοστικής ευμεταβλητότητας των εφήβων και στη
διαμόρφωση του καρδιομεταβολικού προφίλ τους (15, 19). Η μεταανάλυση των δεδομένων των
τεσσάρων μεγαλύτερων μελετών κοόρτης που ερεύνησαν την παιδική και εφηβική παχυσαρκία
και τις απώτερες επιπλοκές τους διεθνώς (μελέτη “Bogalusa” στις Ηνωμένες Πολιτείες της
Αμερικής (20), μελέτη “Muscatine” στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (21), μελέτη “Car-
diovascular Risk in Young Finns” στην Φιλανδία (22) και μελέτη “Childhood Determinants
of Adult Health” στην Αυστραλία (23)) απέδειξε ότι τα παχύσαρκα παιδιά και οι έφηβοι οι
οποίοι ομαλοποίησαν το σωματικό τους βάρος και εισήλθαν στην ενήλικη ζωή με φυσιολογικό
σωματικό βάρος, δεν παρουσιάζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν κάποιο από τα
νοσήματα φθοράς (ΣΔ2, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία) ως ενήλικες, σε σχέση με τα παιδιά και
τους εφήβους που δεν υπήρξαν ποτέ παχύσαρκα (19). Ακόμη περισσότερο, η πιο πρόσφατη
παιδιατρική κοόρτη “the Princeton Lipid Research Clinics Follow-up Study” επιβεβαίωσε τη
σημασία της μεταβολικής ισορροπίας στην εφηβική ηλικία (15). Σύμφωνα με τα αποτελέσματά
της, οι ενήλικες που εμφανίζουν παράγοντες μεταβολικού κινδύνου όπως υπερτριγλυκεριδαιμία
ήδη από την εφηβική τους ηλικία, διατρέχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης
ΣΔ2 αλλά και καρδιαγγειακής νόσου σε σχέση με τους ενήλικες που πρωτοεμφάνισαν τους
παράγοντες αυτούς μετά την ενηλικίωση (15). Σύμφωνα με τη μελέτη οικογενειών “the Québec
Family Study” οι δείκτες του μεταβολικού συνδρόμου στην πλειονότητα των ατόμων τείνουν να
παραμένουν μετρίως σταθεροί κατά τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην εφηβεία και από
την εφηβεία στην νεαρή ενήλικη ζωή (20). Ως εκ τούτου υπάρχει ανάγκη για εγρήγορση και
ανάληψη δράσεων παρέμβασης κατά την ήβη, ώστε να αναπροσαρμοστεί στο φυσιολογικό ο
εφηβικός μεταβολισμός και να αποτραπούν οι πολλαπλές συνέπειες των επίμονων παραγόντων
κινδύνου που έχουν την έναρξή τους στην εφηβική ηλικία (15).
Ο επιπολασμός του μεταβολικού συνδρόμου στους εφήβους, παρουσιάζει σημαντική
διακύμανση μεταξύ των διαφορετικών λαών. Η μελέτη NHANES στις Ηνωμένες Πολιτείες
της Αμερικής έδειξε οτι το 9.2% του συνόλου των εφήβων πάσχει από μεταβολικό σύνδρομο,
ποσοστό που ανέρχεται στο 31.2% μεταξύ των εφήβων με παχυσαρκία ή σωματικό υπέρβαρο
(25). Αντίθετα οι Καναδοί έφηβοι εμφανίζουν μεταβολικό σύνδρομο σε συχνότητα 3.5%
(26). Σε κοινότητες που παρουσιάζουν χαμηλότερη ανάπτυξη όπως ο Μαλαισιανός εφηβικός
πληθυσμός η συχνότητα του μεταβολικού συνδρόμου μετράται πολύ χαμηλότερα φθάνοντας
το 2.6% του συνόλου των εφήβων της Μαλαισίας και σε μόλις το 10% των παχύσαρκων ή
υπέρβαρων Μαλαισιανών εφήβων (27). Αντιθέτως στην Κίνα και στην Κορέα, μεταβολικό
Το μεταβολικό σύνδρομο στην εφηβεία

106

σύνδρομο παρουσιάζει το 7.6% και το 9.2% των εφήβων της κάθε χώρας αντίστοιχα (28,
29). Υψηλά ποσοστά επιπολασμού που αγγίζουν το 13%, αναφέρονται για τους εφήβους των
Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (30). Μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, μελέτη που διεξήχθη
στη Γερμανία ανέδειξε τη συχνότητα του μεταβολικού συνδρόμου να αγγίζει το 9% (31) ενώ
οι Φιλανδοί έφηβοι εμφανίζουν ποσοστά της τάξης του 2.4% (32). Στον Τουρκικό εφηβικό
πληθυσμό το μεταβολικό σύνδρομο επηρεάζει το 2.2% του συνόλου του (33). Στον ελληνικό
πληθυσμό έχουν διενεργηθεί ελάχιστες επιδημιολογικές μελέτες επιτήρησης του μεταβολικού
συνδρόμου, οι οποίες αναφέρουν ποσοστά επιπολασμού 23.6% μεταξύ των Ελλήνων ενηλίκων
και ποσοστά που κυμαίνονται από 0.7% (35), 3% (36) 5.4% (37) εως και το 12% (38) των
εφήβων του εθνικού μας πληθυσμού. Σύμφωνα με την παρούσα μελέτη σχεδόν ένας στους
έξι Έλληνες εφήβους παρουσιάζει μεταβολικό σύνδρομο, τοποθετώντας τη χώρα μας μεταξύ
αυτών με τα υψηλότερα ποσοστά του συνδρόμου, παράλληλα με τα υψηλά ποσοστά του
υπερβάλλοντος σωματικού βάρους.

Η δυσλιπιδαιμία αποτελεί καίρια μεταβολική διαταραχή που συνεισφέρει σημαντικά στη


διαταραχή της καρδιαγγειακής ομοιόστασης (39). Ιδιαίτερα η υπερτριγλυκεριδιαμία έχει
αναγνωριστεί ως παράγοντας που αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής
νόσου (39) ενώ και τα χαμηλά επίπεδα της HDL έχουν συνδεθεί με αύξηση του επιπολασμού
των καρδιαγγειακών συμβαμάτων (40). Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα, οι διαταραχές του
λιπιδαιμικού προφίλ που αφορούν στη χαμηλή HDL και την υπερτριγλυκεριδιαιμία αποτελούν
εκείνα τα στοιχεία του μεταβολικού συνδρόμου με το μεγαλύτερο επιπολασμό στην εφηβική
παχυσαρκία (41). Η ισχυρή συσχέτιση της δυσλιπιδαιμίας με την ανάπτυξη του μεταβολικού
συνδρόμου αποδεικνύεται και ανάστροφα μέσα από την προστατευτική επίδραση που ασκούν
τα υψηλά επίπεδα HDL ορού. Στα παχύσαρκα παιδιά και εφήβους έχει δειχθεί ότι οι υψηλές
τιμές HDL αποτελούν σημαντικό παράγοντα πρόληψης της εμφάνισης του μεταβολικού
συνδρόμου παρά την περίσσεια του σωματικού τους λίπους (42). Στη βάση όλων των παραπάνω
δεδομένων, έλαβε χώρα το 2011 η αλλαγή στις κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τον έλεγχο
του λιπιδαιμικού προφίλ των εφήβων (43). Πλέον οι παιδίατροι καλούνται να διενεργούν
καθολικό προληπτικό προσδιορισμό των επιπέδων της non-HDL χοληστερόλης σε όλο τον
πληθυσμό ηλικία 9-11 ετών, με σκοπό την αναγνώριση των εφήβων σε κίνδυνο ανάπτυξης
καρδιαγγειακής νόσου (43).
Τέλος η αρτηριακή υπέρταση, μέσω των επιπλοκών που σχετίζονται με τη νεφρική και την
καρδιακή λειτουργία, αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα αύξησης τόσο της νοσηρότητας όσο
και της θνησιμότητας στο γενικό πληθυσμό (44). Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μεταανάλυση
σε συγκεντρωτικό δείγμα 122.053 εφήβων, βρέθηκε οτι η υπέρταση επιπολάζει το 11.2%
του φαινομενικά υγιούς εφηβικού πληθυσμού (45). Δεδομένα από διαχρονική ανάλυση
εφηβικού πληθυσμού της Κρήτης, υποδεικνύουν μείωση του επιπολασμού της υπέρτασης
την τελεταία δεκαετία (46). Παρόλα αυτά η αρτηριακή υπέρταση κατά την εφηβεία τείνει να
υποδιαγιγνώσκεται (47) με συνέπεια ο πληθυσμός να παραμένει εκτεθειμένος σε ένα σημαντικό
παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.
Η ανίχνευση του μεταβολικού συνδρόμου αποτελεί σημείο κλειδί για τη διαφύλαξη και προαγωγή
της δημόσιας υγείας. Ιδιαίτερα για την ομάδα των εφήβων, τόσο η εφαρμογή δράσεων πρόληψης
του μεταβολικού συνδρόμου όσο και η υιοθέτηση στρατηγικών παρέμβασης για την αναστροφή
του, τελεσφορούν επιτυχώς στη διαμόρφωση της υγείας του μελλοντικού ενήλικου πληθυσμού.
Με δεδομένα τα ποσοστά επιπολασμού των παραγόντων του μεταβολικού συνδρόμου στον
εθνικό εφηβικό πληθυσμό, ο συστηματικός τους έλεγχος πρέπει να συγκαταλεχθεί μεταξύ των
επιδημιολογικών στόχων που καλείται να εκπληρώσει η κοινωνία μας.

“Ολοκληρωμένο σύστημα δράσεων προαγωγής και αγωγής της υγείας του Δήμου Αμπελοκήπων
- Μενεμένης για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας και των διαταραχών πρόσληψης τροφής
στους εφήβους”, Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013. Ηλεκτρονικός
Ιστότοπος: www. diatrofi-efivoi.gr

Βιβλιογραφία
1. Cole TJ, Bellizi MC, Flegal KM, Dietz WH. Establishing a standard definition for child
107

overweight and obesity worldwide: international survey. BMJ 2000;320:1240-1243.


2. World Health Organization. Report: World Health Statistics 2014. Geneva, Switzerland,
2014.
3. Ng M, Fleming T, Robinson M, Thomson B, Graetz N, Margono C, et al. Global, regional,
and national prevalence of overweight and obesity in children and adults during 1980-2013: a
systematic analysis for the Global Burden of Disease Study 2013. Lancet 2014;384:766-781.
4. Kotanidou EP, Grammatikopoulou MG, Spiliotis BE, Kanaka-Gantenbein C, Tsigga M,
Galli-Tsinopoulou A. Ten-year obesity and overweight prevalence in Greek children: a system-
atic review and meta-analysis of 2001-2010 data. Hormones (Athens) 2013;12:537-549.
5. Park MH, Falconer C, Viner RM, Kinra S: The impact of childhood obesity on morbidity
and mortality in adulthood: a systematic review. Obes Rev 2012;13:985–1000.
6. Girvalaki C, Vardavas C, Papandreou C, Christaki G, Vergetaki A, Tsiligianni IG et al.
Trends in metabolic syndrome risk factors among adolescents in rural Crete between 1989 and
2011. Hormones (Athens) 2014;13(2):259-267.
7. Raven GM: Banting Lecture 1988: role of insulin resistance in human diseases. Diabetes
1988;37(12):1595-1607.
8. Third Report of the National Cholesterol Education Program (NCEP) Expert Panel on De-
tection, Evaluation and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults (Adult Treatment Panel
III) Final Report: National Cholesterol Education Program. 2002, National Heart, Lung and
Blood Institute, National Institute of Health, NIH Publication No. 02-5215.
9. Einhorn D, Reaven GM, Cobin RH, Ford E, Ganda OP, Handelsman Y, et al. American
College of Endocrinology position statement on the insulin resistance syndrome. Endocrinol
Pract 2003;9:237-252.
10. World Health Organization: Definition, diagnosis and classification of diabetes mellitus and
its complications. Geneva, Switzerland; 1999.
11. Alberti KG, Zimmet PZ: Definition, diagnosis and classification of diabetes mellitus and
its complications. Part 1: diagnosis and classification of diabetes mellitus provisional report of a
WHO consultation. Diabetes Med 1998;15:539-553.
12. Balkau B, Charles MA: Comment on the provisional report from the WHO consultation.
European Group for the Study of Insulin Resistance (EGIR). Diabetes Med 1999;16:442-443.
13. The IDF Consensus Definition of the Metabolic Syndrome In Children and Adolescents.
International Diabetes Federation 2007.
14. Magnussen CG, Koskinen J, Juonala M, Chen W, Srinivasan SR, Sabin MA, et al. A diagno-
sis of the metabolic syndrome in youth that resolves by adult life is associated with a normaliza-
tion of high carotid intima-media thickness and type 2 diabetes mellitus risk: the Bogalusa heart
and cardiovascular risk in young Finns studies. J Am Coll Cardiol 2012;60:1631–1639.
15. Morrison JA, Glueck CJ, Woo JG, Wang P. Risk factors for cardiovascular disease and type
2 diabetes retained from childhood to adulthood predict adult outcomes: the Princeton LRC
Follow-up Study. Int J Pediatr Endocrinol 2012;2012:6.
16. Alberga AS, Sigal RJ, Goldfield G, Prud’homme D, Kenny GP, 2012 Overweight and obese
teenagers: why is adolescence a critical period? Pediatr Obes 7:261-273.
17. Hochberg Z. Evolutionary perspective in child growth. Rambam Maimonides Med J
2011;2:e0057.
18. Cohen Kadosh K, Linden DE, Lau JY. Plasticity during childhood and adolescence: innova-
tive approaches to investigating neurocognitive development. Dev Sci 2013;16:574-583.
19. Juonala M, Magnussen CG, Berenson GS, Venn A, Burns TL, Sabin MA, et al. Childhood
adiposity, adult adiposity, and cardiovascular risk factors. N Engl J Med 2011;365:1876–1885.
20. Berenson GS, Srinivasan SR, Bao W, Newman WP 3rd, Tracy RE, Wattigney WA. Asso-
ciation between multiple cardiovascular risk factors and atherosclerosis in children and young
adults: the Bogalusa Heart Study. N Engl J Med 1998;338:1650-1656.
21. Davis PH, Dawson JD, Riley WA, Lauer RM. Carotid intimal-medial thickness is related to
cardiovascular risk factors measured from childhood through middle age: the Muscatine Study.
Circulation 2001;104:2815-2819.
22. Raitakari OT, Juonala M, Kahonen M, Taittonen L, Laitinen T, Mäki-Torkko N et al. Car-
diovascular risk factors in childhood and carotid artery intima-media thickness in adulthood: the
Το μεταβολικό σύνδρομο στην εφηβεία

108

Cardiovascular Risk in Young Finns Study. JAMA 2003;290:2277-2283.


23. Magnussen CG, Raitakari OT, Thomson R, Juonala M, Patel DA, Viikari JS et al. Utility
of currently recommended pediatric dyslipidemia classifications in predicting dyslipidemia in
adulthood: evidence from the Childhood Determinants of Adult Health (CDAH) study, Car-
diovascular Risk in Young Finns Study, and Bogalusa Heart Study. Circulation 2008;117:32-42.
24. Katzmarzyk PT, Pérusse L, Malina RM, Bergeron J, Després JP, Bouchard C. Stability of
indicators of the metabolic syndrome from childhood and adolescence to young adulthood: the
Québec Family Study. J Clin Epidemiol 2001;54:190-195.
25. De Ferranti SD, Gauvreau K, Ludwig DS, Neufeld EJ, Newburger JW, Rifai N. Prevalence
of the metabolic syndrome in American adolescents: findings from the Third National Health
and Nutrition Examination Survey. Circulation 2004;110: 2494-2497.
26. Setayeshgar S, Whiting SJ, Vatanparast H. Metabolic syndrome in canadian adults and ado-
lescents: prevalence and associated dietary intake. ISRN Obes 2012;2012:816846.
27. Fadzlina AA, Harun F, Nurul Haniza MY, Al Sadat N, Murray L, Cantwell MM et al. Meta-
bolic syndrome among 13 year old adolescents: prevalence and risk factors. BMC Public Health
2014;14:S7.
28. Li P, Jiang R, Li L, Liu C, Yang F, Qiu Y. Prevalence and risk factors of metabolic syndrome
in school adolescents of northeast China. J Pediatr Endocrinol Metab 2014;27:525-532.
29. Kim HM, Park J, Kim HS, Kim DH. Prevalence of the metabolic syndrome in Korean ado-
lescents aged 12-19 years from the Korean National Health and Nutrition Examination Survey
1998 and 2001. Diabetes Res Clin Pract 2007;75:111-114.
30. Mehairi AE, Khouri AA, Naqbi MM, Muhairi SJ, Maskari FA, Nagelkerke N et al. Meta-
bolic syndrome among Emirati adolescents: a school-based study. PLoS One. 2013;8:e56159.
31. Reihner T, de Sousa G, Toschke AM, Andler W. Comparison of metabolic syndrome preva-
lence using eight different definitions: A critical approach. Arch Dis Child 2007;92:1067–1072.
32. Pirkola J, Tammelin T, Bloigu A, Pouta A, Laitinen J, Ruokonen A et al. Prevalence of meta-
bolic syndrome at age 16 using the International Diabetes Federation paediatric definition. Arch
Dis Child. 2008;93:945-951.
33. Agirbasli M, Cakir S, Ozme S, Ciliv G. Metabolic syndrome in Turkish children and adoles-
cents. Metab Clin Exp 2006;55:1002–1006.
34. Athyros VG, Bouloukos VI, Pehlivanidis AN, Papageorgiou AA, Dionysopoulou SG, Syme-
onidis AN, et al. The prevalence of the metabolic syndrome in Greece: the MetS-Greece Multi-
centre Study. Diabetes Obes Metab 2005;7:397–405.
35. Papoutsakis C, Yannakoulia M, Ntalla I, Dedoussis GV. Metabolic syndrome in a Mediter-
ranean pediatric cohort: prevalence using International Diabetes Federation-derived criteria and
associations with adiponectin and leptin. Metabolism 2012;61:140-145.
36. Hatzis CM, Papandreou C, Sifaki-Pistolla D, Jildeh C, Kafatos AG. The metabolic syn-
drome among preschool and school age children and adolescents in Crete in the first decade of
the 21st century. Hormones (Athens). 2014;13:588-590.
37. Christodoulos AD, Douda HT, Tokmakidis SP. Cardiorespiratory fitness, metabolic risk,
and inflammation in children. Int J Pediatr 2012;2012:270515.
38. Flouris AD, Bouziotas C, Christodoulos AD, Koutedakis Y. Longitudinal preventive-screen-
ing cutoffs for metabolic syndrome in adolescents. Int J Obes (Lond) 2008;32(10):1506-1512.
39. Chapman MJ, Ginsberg HN, Amarenco P, Andreotti F, Borén J, Catapano AL, et al. Tri-
glyceride-rich lipoproteins and high-density lipoprotein cholesterol in patients at high risk of car-
diovascular disease: evidence and guidance for management. Eur Heart J 2011;32:1345-1361.
40. Emerging Risk Factors Collaboration, Di Angelantonio E, Sarwar N, Perry P, Kaptoge S,
Ray KK, et al. Major lipids, apolipoproteins, and risk of vascular disease. JAMA 2009;302:1993-
2000.
41. Zaki ME, El-Bassyouni HT, El-Gammal M, Kamal S. Indicators of the metabolic syndrome
in obese adolescents. Arch Med Sci 2015;11:92-98.
42. Özer S, Yılmaz R, Özlem Kazancı N, Sönmezgöz E, Karaaslan E, Altuntaş B et al. Higher
HDL levels are a preventive factor for metabolic syndrome in obese Turkish children. Nutr
Hosp 2014;31:307-312.
43. Expert Panel on Integrated Guidelines for Cardiovascular Health and Risk Reduction in
109

Children and Adolescents; National Heart, Lung, and Blood Institute. Expert panel on integrat-
ed guidelines for cardiovascular health and risk reduction in children and adolescents: summary
report. Pediatrics 2011;128:S213-256.
44. Ford ES. Trends in mortality from all causes and cardiovascular disease among hypertensive
and nonhypertensive adults in the United States. Circulation 2011;123:1737-1744.
45. de Moraes AC, Lacerda MB, Moreno LA, Horta BL, Carvalho HB. Prevalence of high blood
pressure in 122,053 adolescents: a systematic review and meta-regression. Medicine (Baltimore)
2014;93:e232.
46. Girvalaki C, Vardavas C, Papandreou C, Christaki G, Vergetaki A, Tsiligianni IG, et al.
Trends in metabolic syndrome risk factors among adolescents in rural Crete between 1989 and
2011. Hormones (Athens) 2014;13:259-267.
47. Riley M, Bluhm B. High blood pressure in children and adolescents. Am Fam Physician
2012;85:693-700.

You might also like