Professional Documents
Culture Documents
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ
τραγούδι.
Όλα αυτά, και κυρίως ο χώρος τους τραγουδιού, έχουν μια
σαφή κοινωνική λειτουργία στο ζωτικό χώρο μέσα στον οποίο
κινούμαστε και υπάρχουμε. Χρονικά το αντικείμενό μου οριοθε-
τείται από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Τοπικά σημαίνει
Ελλάδα.
Που βρίσκονται λοιπόν τα μουσικά μας πράγματα; Πριν απ’
τον πόλεμο, η Εθνική Σχολή έχει ήδη δώσει τα περισσότερα
έργα της. Κάνω μια παρέκβαση. Εθνικές σχολές εμφανίστηκαν
σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Ήταν μιά κατά κάποιον τρόπο,
αναβάπτιση της κλασικής μουσικής (στη γενική έννοια του
όρου) στους λαϊκούς θησαυρούς, απ’ όπου δεν είχε ωστόσο
τελείως αποκοπεί. Απλώς, κάποια περίοδο, το φαινόμενο του
βαπτίσματος γίνεται σχεδόν καθολικό και δημιουργεί σχολές.
Η έντεχνη μουσική μας δεν πατάει σε δική της παράδοση (όπως
αίφνης η γερμανική), που λόγω των ιδιομορφιών της εθνικής
μας ανάπτυξης δεν κατόρθωσε να δημιουργηθεί. Οι μουσικές
τάσεις μεταφυτεύονται στον τόπο μας, πάντοτε καθυστερημέ
να, κάποτε και παρεξηγημένα. Έδωσε λοιπόν η Εθνική Σχολή
(με κύριους εκπροσώπους της τον Καλομοίρη, τον Βάρβογλη
και τον Ριάδη), κάποια δυναμικά έργα και σε κάποιο βαθμό
πρωτότυπα. Αλλά μετά τον πόλεμο και κυρίως οι επίγονοί τους
δίνουν έργα-μιμήσεις των Ευρωπαίων και μάλιστα 50 χρόνια
πριν. Δεν αγνοώ το γεγονός, κυρίως στην αρχή του αιώνα,
ότι με την μεταφύτευση της ευρωπαϊκής παράδοσης τέθηκαν
κάποιες βάσεις στη μουσική παιδεία του τόπου για πρώτη φορά.
Μπήκαν δηλαδή τα θεμέλια για το χτίσιμο κάποιας τεχνικής,
που χωρίς αυτήν η μουσική δεν ξεπερνά το φολκλόρ. Τα περισ
σότερα όμως έργα ήταν και είναι ανάμιξη μιας ευρωπαϊκής
τεχνικής (τις περισσότερες φορές κακομαθημένης) και δημοτι
κών ή δημοτικοφανών μελωδιών. Είναι όμως κωμωδία ν’ ακούς
τα «40 παλληκάρια» από τη Συμφωνική ορχήστρα ή σουίτα
σημερινού ακαδημαϊκού συνθέτη καρμπόν του Χάιδν.
Μπορεί λοιπόν κάποια πρώτα έργα να είχαν δυναμισμό, κά
ποιος αέρας έστω ασθενικός να φύσηξε, αλλά η σχολή αυτή
κουβαλάει το δικό της δράμα. Η γενιά αυτή μετά τον πόλεμο
τράφηκε με τις δικές της σάρκες μέχρις ότου δεν της απόμεινε
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ II
θέτης μας που βλέπει την πηγή της λαϊκής δημιουργίας, αλλά
που την περνάει μέσα από το προσωπικό του όραμα, μέσα
από τις γνώσεις του και βάζει τις βάσεις για τον ουσιαστικό
έντεχνο μουσικό μας πολιτισμό. Δεν νομίζω πως είναι ανάγκη
να μιλήσω για τον Μάνο Χατζιδάκι και για ό,τι έφερε. Μαζί
με τον Μϊκη — αν και αντίθετοι σαν άνθρωποι και σαν καλλιτέ
χνες — αποτέλεσαν μια σχολή μόνοι τους και εδώ που τα λέμε
την ουσιαστικότερη μέχρι τώρα στο μουσικό πολιτισμό μας.
Αναφέρω ενδεικτικά τα κυριότερα έργα του, την Αχιβάδα,
Κύκλο C.N .S., Καταραμένο φίδι, Τα τραγούδια στον Λόρκα,
τον Μαρσύα, την Ρυθμολογία, τον Μεγάλο Ερωτικό και το
ακυκλοφόρητο ακόμη Παίδες επί Κολωνώ κ.λ.π. Θέλω ν’ ανα
φέρω εδώ αποσπάσματα από κάποια εφημερίδα του 1952:
γεγονός ότι κάποια έργα και αρκετά τραγούδια έχουν μια ποιό
τητα. Πιστεύω όμως πως το σύστημα αυτό, είναι τελικά αδιέξο
δο και σε μεγάλο βαθμό φολκλορικού τύπου που αγνοεί την
πρόοδο. Δεν έχω καταλάβει ακόμη γιατί προσπάθησαν σε κά
ποια περίοδο να μας επιβάλλουν το ριζίτικο και το ηπειρωτικό
σαν ακραιφνή μουσική έκφραση στην πόλη μας σήμερα. Οι
ρίζες μας, το δημοτικό τραγούδι, το ξαναλέω, είναι πολύτιμα
και πρέπει να σκύψουμε πάνω τους με σεβασμό. Αλλά αλλοίμο
νο αν θεωρήσει κανείς ότι τα πράγματα πρέπει να μείνουν στάσι
μα. Ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος είναι μεγάλοι
ποιητές. Πόση διαφορά όμως υπάρχει στη φόρμα τους. Για
το θέμα αυτό μπορούν να ειπωθούν πολλά. Κάθε φορά βέβαια
το έργο είναι εκείνο που δικαιώνει ή όχι τη θεωρία. Εγώ πάντως
κλείνοντας εδώ το θέμα της Ελληνικότητας θα ξαναδώσω για
δεύτερη φορά το λόγο στο Μίκη Θεοδωράκη.
Γράφει κάπου: «Την Ελληνικότητα στη μουσική θα την δώσει
ο τρόπος που αντιμετωπίζει το θέμα του ο συνθέτης και φυσικά
η ανάπτυξή του. Όμως δεν είναι αρκετή η οργανική συνάρτησή
του με το περιβάλλον, το λαό και την εποχή του. Χρειάζεται
ακόμη πάρα πολλή εργασία τεχνική, επιστημονική, για την
κατάκτηση των σύγχρονων εκφραστικών τρόπων της μουσικής.
Και αν φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε την καταγωγή μας,
άλλο τόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα τεχνικά και εκφραστικά
δεδομένα της σύγχρονης σύνθεσης διαγράφουν τεχνικές και
εκφραστικές προϋποθέσεις για το σύγχρονο έργο».
Και καταλήγει ο Θεοδωράκης: «Ωστόσο το γνήσιο ελληνικό
έργο θα πρέπει να είναι και γνήσιο σύγχρονο έργο. Να προωθεί
σωστά τη δομή της σύνθεσης καθ’ εαυτήν».
20 ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
φράσεων κλειδιών.
Νομίζω πως ο ποιητής — στο συγκεκριμένο πάθος του χορι
κού — και η συγκίνηση της στιγμής δεν προδόθηκαν, αλλά
αντίθετα αναδείχτηκαν μέσα από μια τέτοια επεξεργασία.
Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι την δουλειά στο αρχαίο θέατρο.
Προσωπικά δεν αρνούμαι κανέναν ήχο, οσοδήποτε σύγχρονος
ή παλιός είναι. Αρκεί να είναι λειτουργικός. Και πιστεύω ειδικά
για το θέατρο πως ό,τι είναι λειτουργικό είναι και ωραίο.
Απ’ τις πολλές επιλογές που προσφέρει εξάλλου η σύγχρονη
μουσική, νομίζω πως η εμπειρία στο θέατρο έχει δείξει ότι η
ηλεκτρονική μουσική έχει μεγάλες δυνατότητες. Η απουσία
μελωδίας εξασφαλίζει ένα «απρόσωπο» χαρακτήρα που πάει
στο βάθος της ουσίας, χωρίς να διασπά, προσθέτοντας στοι
χεία. Προσφέρει βάση, ολοκληρώνει την τραγική στιγμή, από
λυτα ενταγμένη στον ειρμό της. Όπως επίσης και η ταυτόχρονη
συνύπαρξη ηλεκτρονικού ή ατονικού υλικού, σαν βάση, με με
λωδικά στοιχεία που παραπέμπουν σε κάτι συγκεκριμένο. Σε
τελευταία ανάλυση είναι μια μίξη στοιχείων. Παράδειγμα λει
τουργικότητας ηλεκτρονικής μουσικής είναι για μένα η μουσική
του Οιδίποδα του Γιάννη Χρήστου, για την παράσταση του
Κουν. Αλλά σε σχέση με τις απόψεις μου, κυριολεκτικά μεγάλη
μουσική είναι η μουσική του ίδιου συνθέτη στους Πέρσες.
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 25
λαϊκισμός κάνει το πρώτο και από αυτή την άποψη κάνει μεγά
λη ζημιά. Ίσως μεγαλύτερη από όση φαίνεται. Δηλαδή το πρό
βλημα δεν είναι αν θα χρησιμοποιηθεί ή όχι ένας πολιτικός
λόγος και ένα αντίστοιχο λεξιλόγιο, αλλά πώς θα χρησιμοποιη
θεί' απ’ αυτό εξαρτάται και η προοδευτική ή όχι επίδρασή του.
Η ιδεολογία του λαϊκισμού συνοψίζεται στη φράση: «Αυτό
θέλει ο κόσμος», ή σε μια παραλλαγή της «ο κόσμος πρέπει
να καταλαβαίνει την Τέχνη».
Συμφωνώ ότι το κοινό πρέπει να καταλαβαίνει την Τέχνη,
πρέπει όμως να την καταλαβαίνει αναπτύσσοντας τις ανάγκες
του και τις γνώσεις του, και όχι με το να περιορίζεται η Τέχνη
από την κίνησή της, τον πλουτισμό της και μαζί με αυτήν να
περιορίζεται και το κοινό.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Τέχνη αποτελεί μία διαδικασία από
την πλευρά του καλλιτέχνη: παρατήρηση, έρευνα, δοκιμή, και
μέσω των γνώσεων και του ταλέντου του, την έκφραση. Γιατί
από την πλευρά του θεατή να μην ισχύει μια αντίστοιχη διαδικα
σία; Παρακολούθηση, διερεύνηση, προβληματισμός και μέσω
των γνώσεών του κατανόηση. Μόνο έτσι θα έχουμε ενεργητι
κούς θεατές και, επομένως, πολίτες, που όχι μόνο θα θέλουν,
αλλά, και θα μπορούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο.
Αλλά ο λαϊκισμός θεωρεί το κοινό σαν στατικό αντικείμενο.
Είτε γιατί έτσι το θέλει (λαϊκισμός άρχουσας τάξης), είτε γιατί
δεν μπορεί να παρακολουθήσει την εξέλιξή του («προοδευτι
κός» λαϊκισμός). Εδώ ο λαϊκισμός συναντιέται με μια άλλη
μορφή της αστικής ιδεολογίας, τον τεχνοκρατικό ελιτισμό. Ας
θυμηθούμε το Πολύτοκο Μυκηνών του Γιάννη Ξενάκη. Το κοι
νό, ένα πλήθος που βρισκόταν στο επίκεντρο της παράστασης,
αδύναμο να επικοινωνήσει, συρόταν και φερόταν ως αντικείμε
νο που αφήνει αδιάφορο τον καλλιτέχνη και τους λοιπούς συντε
λεστές. Το κοινό γνώρισμα λαϊκισμού και ελιτισμού είναι η
εξειδίκευση της αστικής ιδεολογίας στην τέχνη. Ο λαός, αντι
κείμενο των κοινωνικών διαδικασιών, μακριά από τη ΓΝΩΣΗ.
Ε'. Στο τέλμα του λαϊκισμού, η απάντηση μπορεί να είναι
μόνο μία: διαρκής διερεύνηση των ορίων της Τέχνης, διερεύνη-
ση των εκφραστικών μέσων και των μορφών επικοινωνίας. Η
διερεύνηση αυτή δεν μπορεί παρά να διαμεσοποιείται από τη
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 31
διεύρυνση και την κίνηση της φόρμας. Η κίνηση αυτή της φόρ
μας έχει δυο πλευρές: πρέπει να εκφράζει τη σύγχρονη εποχή
και το περιεχόμενό της και παράλληλα να παρακολουθεί την
ανάπτυξη των εκφραστικών μέσων στο διεθνή χώρο. Οι λαϊκι
στές συχνά επιτίθενται στην ξένη μουσική, στο ξένο καλλιτεχνι
κό προϊόν. Χωρίς να ξεχνάμε την ανάγκη διερεύνησης της πα
ράδοσής μας, που μπορεί να είναι και ένας σημαντικός τροφο
δότης του σύγχρονου καλλιτεχνικού έργου, πιστεύω ότι η μετα
φυσική καταπολέμηση του ξένου έργου περιέχει κινδύνους θα
νατηφόρους για την ελληνική μουσική. Πρώτα απ’ όλα, η επίθε
ση στο ξένο έργο έχει μια πολιτική συνέπεια. Πάει να κρύψει
την πραγματική τομή ανάμεσα στο προοδευτικό καιτο αντιδρα
στικό έργο τέχνης ανεξάρτητα εθνικότητας, ανάμεσα στο λαϊ
κισμό και την επανάσταση και να την μεταθέσει ανάμεσα στο
ελληνικό και στο ξένο. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι ότι οι λαϊκι
στές επιτίθενται συχνά ενάντια σε ορισμένα είδη τέχνης, απο-
φεύγοντας πάλι να τοποθετηθούν στο χαρακτήρα κάθε συγκε
κριμένου έργου τέχνης, ανεξάρτητα από το είδος. Επιτίθενται
στον πολιτικό κινηματογράφο και γενικότερα στην πολιτική
τέχνη. Όπως επίσης στο ροκ και στην αφηρημένη ζωγραφική.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στα είδη της τέχνης, αλλά στις
προοδευτικές και αντιδραστικές εκφράσεις μέσα σε κάθε είδος.
Και η ροκ, για παράδειγμα, έχει δημιουργήσει αριστουργήματα
και πέτυχε τέτοια διεύρυνση των εκφραστικών μέσων που είναι
απόλυτα γόνιμη η επαφή μαζί της. Όμως η επαφή με το ξένο
έργο είναι μέσο για την ανανέωση της φόρμας. Αυτή η ανανέωση
της φόρμας είναι μια ανάγκη ζωτική. Η φόρμα έχει μία σχέση
διαλεκτική με τον ιστορικό χρόνο. Όντας μια αποκρυσταλλω
μένη έκφραση βρίσκεται σε συστοιχία με το περιεχόμενο που
εκφράζει.Ο Μπρεχτ το είπε, κάθε νέο περιεχόμενο απαιτεί νέα
φόρμα.
Η εξέλιξη αυτή καθυστέρησε, όπως και όλη η ανάπτυξη του
κοινωνικού εποικοδομήματος. Και όταν μας ήρθε απ’ έξω, ήρθε
τελειωμένη και φυσικά κάθε νέο καλλιτεχνικό ρεύμα, το ’πάμε,
δεν αφομοιώθηκε (Εθνική Σχολή, αβανγκάρντ). Έπρεπε να εμ-
φανισθούν ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης για να επιτευχθεί
μια ουσιαστική διεύρυνση των εκφραστικών μέσων, με την εξαί
32 ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
Άρνολντ Σένμπεργκ
Σένμπεργκ — Μπρεχτ
και
οι εμπειρίες τους με γαϊδάρους
φοριά. Τον μιμήθηκα λοιπόν και τώρα μπορώ νιι ιιιυ ότι έχω
διδαχτεί από ένα γάιδαρο.
σης του Καββαδία και πολύ λιγότερο στη δική μου μουσική,
που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι καθαρά υποκρουστική.
Συνειδητά θέλησα να προβάλλεται η ποιητική δουλειά σε πρώτο
πλάνο και η μουσική να τη συνοδεύει σ’ ένα δεύτερο επίπεδο.
Εκείνο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι τό ότι, ενώ στις
μελοποιήσεις του δίσκου κινούμαι στο χώρο της μπαλάντας
— ένα χώρο που μπορεί να φαίνεται οικείος και σε ακροατές
με ηχητικές εντυπώσεις της δεκαετίας του ’60 —, μετά την
έκδοση του δίσκου άρχισα να παίζω διάφορα κομμάτια του
σε συναυλίες με συνεχείς αυτοσχεδιασμούς, φτάνοντάς τα πολ
λές φορές στην περιοχή της τζαζ μουσικής. Και το πιο σημαντι
κό: αυτή η σύζευξη της ποίησης του Καββαδία με τους ρυθμούς
της τζαζ όχι μόνο δεν κλώτσαγε, αλλά φαινότανε απόλυτα
φυσιολογική και νόμιμη. Εδώ βρίσκεται μια ακόμη απόδειξη
πως ένας παλιός στίχος, όταν είναι γνήσιος, μπορεί να δεθεί
πάρα πολύ ομαλά με μορφές εντελώς σύγχρονες, χωρίς να γίνε
ται καμιά παραβίαση ή αλλοίωσή του. Το Κουροσϊβο που περιέ-
χεται στο δίσκο και κρατάει τρία λεπτά, το έχω παίξει σε κον
σέρτο με μορφή αυτοσχεδιασμού στη τζαζ κι έχει κρατήσει
εικοσιτέσσερα ολόκληρα λεπτά! Σε κάποιες συναυλίες που έκα
να στο εξωτερικό, και σ’ άλλες που σκοπεύω να κάνω εδώ
στην Ελλάδα, υπάρχει ένα πρόγραμμα με έξι τραγούδια όλα
κι όλα, που διαρκούν δύο ώρες. Τα τρία από τα τραγούδια
αυτά είναι του Καββαδία.
Δεν ξέρω ποιό είναι το κύριο στοιχείο της γοητείας του Καβ
βαδία, εκείνο πάντως που μου κάνει εντύπωση είναι το πόσο
μεγάλη ανταπόκριση βρίσκει από τους νέους των 18-25 χρονών.
Ίσως είναι η διάθεση της φυγής που διατρέχει όλους τους στί
χους, ίσως είναι η εξωτική μαγεία των ταξιδιών που περιγράφει
— δεν ξέρω. Όπως επίσης δεν ξέρω αν η ποίησή του είναι
μια ποίηση φυγής και φαντασίας ή αν είναι μια ρεαλιστική
αναπαράσταση της ζωής, όπως τη ζούσε στο καράβι και στα
λιμάνια. Αυτό όμως που ίσως έχει μεγαλύτερη σημασία είναι
πως για τον αναγνώστη η ποίηση του Καββαδία είναι φυγή,
απόδραση σ’ ένα κόσμο όλως διόλου διαφορετικό από τον κό
σμο της καθημερινότητας. Αυτό ακριβώς το αίσθημα της φυγής
είναι που θέλησα περισσότερο να τονίσω με τις δικές μου μελό-
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 43
Να τολμάμε το καινούριο
1. Εδώ εννοείται ότι ένα ήχος ή ένα μουσικό όργανο που έχει ιστορικά λειτουργή
σει στο εσωτερικό ενός συγκεκριμένου αισθητικού-ιδεολογικού πλαισίου, που
σημαίνει δηλαδή και αναπαριστά συγκεκριμένα νοήματα, μπορεί να λάβει και
νούριες σημασίες εάν χρησιμοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο.
74 ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
Κι έτσι το 2000 μ.Χ. ίσως έχουμε μια όπερα και μια συμφωνική
ορχήστρα που θα υπολειτουργούν, ενώ εν έτει 1983 η Δ. Γερμα
νία έχει 69 ορχήστρες και η Λ. Δ. Γερμανίας 64...
Δεν αρνούμαι τη διασκέδαση, αλλά ας μη μιλάμε για πολιτι
στική πρακτική».
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 91
Ά λλο Ζάπα
καί άλλο Ζαπάτα
σύντροφοι!
Ο «μουσικός πλουραλισμός»
του Θάνου Μικρούτσικου
«Βέβαια ένα μέρος της δουλειάς μου ανήκε σ’ αυτό που λέμε
πολιτικό τραγούδι. Το ’79 όμως, έκανα το Σταυρό του Νότου
που έγινε μεγάλη επιτυχία κι έκανε ρεκόρ πωλήσεων. Ο δίσκος
αυτός με τα κομμάτια της φυγής και του ονείρου, σε ποίηση
Νίκου Καββαδία, δεν ήταν πολιτικός και δεν μπορείς να τον
πεις κι ερωτικό. Από την άλλη, το "image ” μου ολοκληρώθηκε
με την κλασική και σύγχρονη μουσική που γράφω, παράλληλα
με τα πολιτικά, από το ’70. Έτσι τώρα πια ξέρουν ότι αφ’
ενός κάνω τραγούδια και αφ’ ετέρου κλασική και σύγχρονη
μουσική».
Από το ’82 και για τρία χρόνια συνέχεια έκανε δουλειές στο
εξωτερικό. Οι κριτικές που έφτασαν μέχρι εδώ μας έδωσαν
μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των δυνατοτήτων του. Το μεγάλο
κοινό όμως εκφράζεται με το τραγούδι και ένα σπουδαίο τρα
γούδι πρέπει να έχει κάτι απ’ την ανθρώπινη ψυχή μέσα του.
Αυτό ο Θάνος Μικρούτσικος το ξέρει καλά.
«Δ εν έγραψα τραγούδι για να γίνω πιο δημοφιλής ή για να
βγάλω περισσότερα χρήματα. Έχω ανάγκη να εκφραστώ. Το
θεωρώ, μάλιστα, πολύ δύσκολη υπόθεση. Ίσως μερικές φορές
είναι περισσότερο επίπονο να γράψεις ένα απλό τραγούδι, από
το να γράψεις ένα έργο σύγχρονης μουσικής όσο κι αν το τελευ
ταίο είναι πιο πολύπλοκο τεχνικά. Το άλλο απαιτεί ιδιαίτερες
ευαισθησίες για να ’ναι πετυχημένο. Να μπορεί να συγκινεί
χωρίς να είναι απλοϊκό ή λαϊκίστικο και χωρίς να θίγει την
αισθητική».
— Δέχεσαι ότι είσαι λαϊκός συνθέτης, αφού πουλάς πολλούς
δίσκους;
«Ο ι έννοιες λαϊκός και έντεχνος και άτεχνος με μπερδεύουν.
Πάντα φοβόμουν να τις αντιμετωπίσω, παρ’ όλο που στα θεω
ρητικά τα καταφέρνω. Κάπου οι όροι θέλουν πολλή δουλειά,
από τους μουσικολόγους, που δεν την έχουν κάνει. Όμως,
εσύ συσχέτισες το λαϊκό με το δημοφιλή συνθέτη. Εγώ αρνούμαι
να το τοποθετήσω έτσι, γιατί δημοφιλή τραγούδια είναι και
μερικά άσχημα και πολύ αντιλαϊκά τραγούδια που δεν εκφρά
ζουν το κρυμμένο ήθος του λαού αλλά τις συνήθειές του, οι
οποίες του έχουν επιβληθεί, ως ένα βαθμό. Δεν υποκλίνομαι
στις συνήθειες του λαού. Υποκλίνομαι στο ήθος του κι αυτό
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 117
Ουσιαστική απελευθέρωση
μου, ακολουθώντας τις δύο ομάδες πόλο της Πάτρας, τον ΝΟΠ
και τον «Αχιλλέα». Θυμάμαι την Αθήνα του τότε μ’ ένα δέος.
Εγκατασταθήκαμε οριστικά το ’62 στην Κυψέλη. Μόλις κατε-
βήκαμε από το τραίνο, ένας φίλος της οικογένειας μας πήρε
μ’ ένα μόνιππο και μας πήγε στην Κεφαλληνίας 20. Ξαφνικά,
από το νεοκλασικό σπίτι της οδού Αράτου με τα πενήντα σκα
λιά, βρέθηκα σ’ ένα τεσσάρι διαμέρισμα της Κεφαλληνίας και
Επτανήσου, που μου φάνηκε κλουβί».
— Δεν σου έλειπε η Πάτρα;
«Στενοχωρήθηκα που έφυγα, γιατί άφηνα σπίτι, φίλους κι
όλα αυτά που με είχαν γεμίσει από τότε που γεννήθηκα ως
τα 16 μου χρόνια. Αλλά δεν είχα πολλά περιθώρια να είμαι
μελαγχολικός, γιατί στην Αθήνα είχα πολλή δουλειά. Σχολείο,
φροντιστήριο για το Πανεπιστήμιο και πολιτικοποίηση. Πρέπει
να σου πω ότι ήμουν από τους πρώτους «Λαμπράκηδες».
— Μα είσαι ποτέ μελαγχολικός;
«Μ ε μελαγχολούσε πάντα, ακόμα και τώρα, το απόγευμα
της Κυριακής».
— Πήγαινες, όλα αυτά τα χρόνια της Αθήνας, στην Πάτρα;
«Πολύ λίγο στα χρόνια του ’60, σπανιότατα στη δεκαετία
του ’70. Η πολλή δουλειά δεν μ’ άφηνε να σκέφτομαι την Πάτρα
και είχα απωθήσει την πόλη με όλα τα στοιχεία της. Αρχισα
να πηγαίνω πάλι από το ’76 - ’77 για κάποιες συναυλίες. Ξανα-
συνδέθηκα μετά το ’85, με το Φεστιβάλ... Κάνοντας τις σκέψεις
για το Φεστιβάλ, ίσως να είχα μέσα μου τη διάθεση να ξανασυν-
δεθώ με την πόλη. Όσο μεγαλώνει κανείς, νομίζω ότι θέλει
να γυρίσει πίσω, να ξαναβρεί αυτά που είναι βαθιά κρυμμένα
μέσα του. Φέτος κάνουμε μια παράσταση σ’ ένα νεοκλασικό
σπίτι, που βασίζεται σε μια ιδέα δική μου. Αν δεν μας πειράζουν
οι λέξεις, είναι μια σκηνοθεσία δική μου. Αυτή η παράσταση,
μέσα στο παλιό σπίτι, έχει να κάνει με τη διάθεσή μου να ψάξω
να βρω τα σπίτια της σιωπής ή, αν θέλεις, τα σπίτια της μνήμης.
Σ ’ όλα αυτά τα πράγματα, σ’ αυτούς τους χώρους υπάρχει
η παλιά πόλη».
— Φαίνεται πως το παρελθόν σε έλκει...
«Αν και ασχολούμαι και με την ηλεκτρονική μουσική, που
σημαίνει μια μουσική του μέλλοντος, είμαι τύπος του παρελθό
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 127
Θέατρο
10. Καντάτα για την Μακρόνησο για δύο φωνές, μικρή συμφω
νική ορχήστρα, μικρό ηλεκτρικό συγκρότημα και μαγνητο
ταινία σε ποίηση Γ. Ρίτσου (1975 - 76). (Οριστική επεξεργα
σία τρίτης version 1982)
11. Σπουδή στο Βλαδίμηρο Μαγιακόβσκι για φωνή, μικρό ηλε
κτρικό συγκρότημα και ορχήστρα πνευστών (1976)
12. Τροπάρια για φονιάδες κύκλος τραγουδιών σε στίχους Μά
νου Ελευθερίου (1977)
13. Κύκλος 3 τραγουδιών σε ποίηση Μανόλη Αναγνωστάκη
(1975 - 77)
14. Μουσική πράξη στον Μπρεχτ για 2 φωνές, δύο κλαρινέτα
και πιάνο (1975 - 78)
15. Σταυρός του Νότου κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Νίκου
Καββαδία (1978 - 79)
16. Ευριπίδης IV για φωνητικό κουαρτέτο (σοπράνο, άλτο, τε
νόρος, βαρύτονος) και φαγκότο, τρομπέτα, κόρνο, πιάνο
και αφηγητή (1979), σε κείμενα από τον Ορέστη και τον
Ίωνα του Ευριπίδη
17. «Αδελφός» έργο ηλεκτρονικής μουσικής, βασισμένο στο
ομώνυμο κείμενο του Γιώργου Χειμωνά (1979)
18. Ιχνογραφία για δύο φωνές και πιάνο σε ποίηση Κώστα Πα-
παγεωργίου (1979)
19. Κύκλος 5 τραγουδιών για τενόρο και πιάνο σε ποίηση Χρι
στόφορου Λιοντάκη (1979)
20. Τρία μικρά κομμάτια για χορωδία σε κείμενα Ευριπίδη με
ή χωρίς συνοδεία (1979)
21. 5 Αυτοσχεδιασμοί για πιάνο (1980)
22. Σονάτα του σεληνόφωτος για βαθύφωνο και πιάνο σε ποίη
ση Γ. Ρίτσου (1979-81)
23. Μικρές Τρωαδίτισσες για σοπράνο και πιάνο σε κείμενα
Ευριπίδη (1981)
24. Πρελούδια για κιθάρα (1981)
25. Τρίο No 1 για πιάνο, ηλεκτρικό μπάσο και ντραμς (1981)
26. Εμπάργκο κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Αλκή Αλκαίου
(1980 - 82)
27. Έξι εκδοχές για την παρακμή κύκλος τραγουδιών σε ποίη
ση Ά λκη Αλκαίου (1981 - 82)
28. Όπερα για έναν για σόλο φλάουτο (1983 - 84)
29. Στον Μάνο Αοΐζο κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Γ. Σεφέρη
για βαθύφωνο, φαγκότο και πιάνο (1983 - 84)
30. Νύχτα με σκιές χρωματιστές σουίτα για σοπράνο και κουαρ
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ 141
Δισκογραφία
Θάνος Μικρούτσικος