You are on page 1of 52

Επικοινωνίες και Δίκτυα Η/Υ

Τεχνικός Εφαρμογών Ιατρικής Πληροφορικής

ΟΕΕΚ ΙΕΚ Ηρακλείου 2010-2011

email: info@ekoletsou.gr
web: http://www.ekoletsou.gr
Επιμέλεια: Κωλέτσου Ευτυχία

Μέρος Α'
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Οι σημειώσεις είναι βασισμένες στο σύγγραμμα: Αρβανίτης Α., Κόλυβας Γ., Ούτσιος Σ.,
Τεχνολογία Δικτύων Επικοινωνιών, ΕΠΑΛ Β’ Τάξη, Τομέας Ηλεκτρονικών, ΟΕΔΒ, Αθήνα

Αρχές Δικτύων Επικοινωνιών

O
ι νέες τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας αλλάζουν ραγδαία τον τρόπο εργασίας, διασκέδασης,
επικοινωνίας και συναλλαγής και οδηγούν στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Τα δίκτυα επικοινωνίας
αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την Κοινωνία της Πληροφορίας. Σε αυτή την ενότητα θα σας δοθούν
οι βασικές αρχές και τεχνικές ανάπτυξης δικτύων επικοινωνίας.

Τα επικοινωνιακά δίκτυα και οι ανάγκες που εξυπηρετούν

Η ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνούν μεταξύ τους ξεκινάει από πολύ παλιά. Για την επικοινωνία δύο συσκευών
απαιτείται να υπάρχει μεταξύ τους σύνδεση από σημείο σε σημείο. Η σύνδεση αυτή μπορεί να υλοποιείται με καλώδιο,
οπτική ίνα ή ραδιοζεύξη. Όταν ο αριθμός των συσκευών αυξάνει και πρέπει να είναι δυνατή η επικοινωνία μεταξύ δύο
οποιονδήποτε συσκευών, προφανώς δεν είναι πρακτική λύση να υπάρχουν συνδέσεις από σημείο προς σημείο για όλες
αυτές τις συσκευές. ‘Έτσι, με την αύξηση των συνδρομητών, έγινε προφανής η ανάγκη του τηλεφωνικού δικτύου (telephone
network), όπου δεν υπάρχουν άπειρες πολλαπλές συνδέσεις από σημείο σε σημείο αλλά γίνεται από κοινού εκμετάλλευση
του υπάρχοντος εξοπλισμού και των τηλεπικοινωνιακών γραμμών.

Σύνδεση από σημείο σε σημείο

Εικόνα 1: Αριθμός συνδέσεων για 4, 5 συνδρομητές

è Όσο ο αριθμός των χρηστών αυξάνεται, οι γραμμές πολλαπλασιάζονται.


è Στην πράξη είναι αδύνατη αυτή η υλοποίηση.

Σύνδεση κοινής χρήσης


Διαμοιρασμός
κοινής γραμμής
επικοινωνίας

Εικόνα 2: Σύνδεση κοινής χρήστης

Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στις συνδέσεις υπολογιστών. Στην αρχή υπήρχαν συνδέσεις από σημείο σε σημείο. Όταν,
όμως, ο αριθμός των υπολογιστών άρχισε να αυξάνεται και έγινε αντιληπτό το όφελος από τη διασύνδεση των
υπολογιστών, άρχισαν να δημιουργούνται τα δίκτυα δεδομένων (data networks). Γενικότερα, η λύση στο πρόβλημα της
επικοινωνίας είναι η ύπαρξη επικοινωνιακού δικτύου του οποίου τις γραμμές, τους κόμβους και γενικότερα τους πόρους
(resources) να μπορεί να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε συσκευή που θέλει να επικοινωνήσει.
2|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Επικοινωνιακά Δίκτυα
Επικοινωνιακό δίκτυο είναι ένα σύνολο κόμβων διασυνδεδεμένων με γραμμές επικοινωνίας, έτσι ώστε να επιτρέπεται η
ανταλλαγή πληροφορίας. Οι κόμβοι μπορεί να είναι τερματικές συσκευές, όπως τηλεφωνικές συσκευές, υπολογιστές,
εκτυπωτές, εξυπηρετητές αρχείων. Μπορεί, επίσης, να είναι συσκευές επικοινωνίας, όπως τηλεφωνικά κέντρα, πύλες,
δρομολογητές, επαναλήπτες. Γενικά, υπάρχουν δύο είδη κόμβων: οι τερματικοί και οι επικοινωνιακοί κόμβοι. Οι
τερματικοί κόμβοι παράγουν ή καταναλώνουν την πληροφορία που μεταφέρεται στο δίκτυο. Οι επικοινωνιακοί κόμβοι
μεταφέρουν την πληροφορία, αλλά ούτε την παράγουν ούτε την καταναλώνουν.
Μερικά από τα οφέλη από τη χρήση δικτύων επικοινωνίας είναι:
o Διαμερισμός πόρων
o Υψηλή αξιοπιστία
o Εξοικονόμηση χρημάτων
o Επικοινωνία

Εικόνα 3: Τερματικοί και επικοινωνιακοί κόμβοι σε ένα επικοινωνιακό δίκτυο

Υπηρεσίες δικτύου επικοινωνίας

Ένα δίκτυο επικοινωνιών έχει σκοπό να παρέχει υπηρεσίες στους χρήστες του. Τέτοια υπηρεσία είναι, για παράδειγμα, η
υπηρεσία τηλεφωνικής επικοινωνίας, με την οποία γίνεται εφικτή η σύνδεση μιας τηλεφωνικής συσκευής με οποιαδήποτε
άλλη, όπου κι αν βρίσκεται.
Τα δίκτυα δεδομένων παρέχουν και αυτά πολλές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, στον περιορισμένο γεωγραφικά χώρο ενός
τοπικού δικτύου, η υπηρεσία εξυπηρέτησης εκτυπώσεων επιτρέπει σε όλους τους υπολογιστές του τοπικού δικτύου να
χρησιμοποιούν από κοινού ένα διαθέσιμο εκτυπωτή. Η υπηρεσία εξυπηρέτησης αρχείων επιτρέπει σε όλους τους χρήστες
του τοπικού δικτύου να χρησιμοποιούν αρχεία που βρίσκονται σε ένα διαθέσιμο για το σκοπό αυτό υπολογιστή (file server).
Αλλά και στον ευρύτερο χώρο, π.χ. του Internet, παρέχονται διάφορες υπηρεσίες, όπως η υπηρεσία ηλεκτρονικού
ταχυδρομείου (e-mail), η οποία επιτρέπει στους χρήστες της να ανταλλάσσουν μηνύματα, η υπηρεσία μεταφοράς αρχείων
(file transfer), η οποία επιτρέπει την μεταφορά αρχείων από έναν υπολογιστή σε έναν άλλο, κοκ. Συνεπώς, ένα δίκτυο
επικοινωνία προσφέρει ποικίλες και αρκετά διαφοροποιημένες υπηρεσίες.

1
Θεμελιώδης αρχή: Η πληροφορία μεταφέρεται και αποθηκεύεται στο δίκτυο επικοινωνίας με τη μορφή bits .

Ανάλογα με την υπηρεσία, η μεταφορά των bits μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο αξιόπιστη και να διαρκεί
περισσότερο ή λιγότερο χρόνο. Τις διαφορετικές αυτές απαιτήσεις εξυπηρετεί το δίκτυ χρησιμοποιώντας λίγες μόνο
διαφορετικές κατηγορίες υπηρεσιών επικοινωνίας.
1
Το bit είναι ένα δυαδικό ψηφίο, το οποίο μπορεί να πάρει τις τιμές 0 ή 1. Οι υπολογιστές εργάζονται με το δυαδικό σύστημα αρίθμησης και
χρησιμοποιούν δυαδικά ψηφία για να συμβολίζουν εντολές και δεδομένα. Στους υπολογιστές χρησιμοποιούμε συνήθως τα bit σε ομάδες των 8, 16,
32, 64, 128 κλπ., δηλαδή δυνάμεις του 2. Μια λέξη 8 bit αντιστοιχεί σε ένα byte. Υπάρχουν πολλά πολλαπλάσια του Bit όπως KBit, MBit, GBit, TBit, PBit
κλπ.
3|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Κατηγορίες Υπηρεσιών Επικοινωνίας


Από την πλευρά του χρήστη οι υπηρεσίες επικοινωνία μπορεί να είναι είτε σύγχρονες είτε ασύγχρονες.

Σύγχρονη υπηρεσία επικοινωνίας


Ø Σταθερός ρυθμός μετάδοσης της πληροφορίας
Ø Κάθε bit φτάνει στο δέκτη με την ίδια καθυστέρηση που φεύγει από τον πομπό
Ø Παράδειγμα: τηλεφωνία

Εικόνα 4: Στην υπηρεσία σύγχρονης επικοινωνίας κάθε bit καθυστερεί το ίδιο

Ασύγχρονη υπηρεσία επικοινωνίας


Ø Η σειρά από bits διαιρείται σε πακέτα
Ø Το κάθε πακέτο μεταδίδεται ανεξάρτητα από το άλλο

Εικόνα 5: Στην υπηρεσία ασύγχρονης επικοινωνίας μεταφέρονται πακέτα με μεταβλητή καθυστέρηση

(i) Ασύγχρονη υπηρεσία με σύνδεση


Ø Αξιόπιστη σύνδεση
Ø Τα πακέτα μεταφέρονται με τη σειρά που στάλθηκαν
Ø Μπορεί να υπάρχει εγγύηση
Ø Παράδειγμα: επικοινωνία Η/Υ (chat)

Εικόνα 6: Στην υπηρεσία με σύνδεση μεταφέρονται πακέτα στη σωστή σειρά

(ii) Ασύγχρονη υπηρεσία χωρίς σύνδεση


Ø Μεταφορά με τυχαία σειρά
Ø Απώλειες-λάθη κατά τη μεταφορά
Ø Δυνατότητα ύπαρξης μηχανισμού επιβεβαίωσης λήψης
Ø Παραδείγματα: ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail), ομάδες συζητήσεων (forum, wiki,blogs)

Εικόνα 7: Στην υπηρεσία χωρίς σύνδεση τα πακέτα μεταφέρονται με τυχαία σειρά


και δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα παραληφθούν χωρίς λάθη

Υπάρχουν δύο βασικές τεχνικές για τη μεταφορά της πληροφορίας μέσα από το δίκτυο και βοηθούν στην αξιοποίηση των
διαθέσιμων πόρων του δικτύου. Αυτές είναι η μεταγωγή και η πολυπλεξία.

4|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Μεταγωγή

Με τη μεταγωγή (switching), η πληροφορία που στέλνει ένας σταθμός περνάει από διαδοχικούς κόμβους του δικτύου, για
να φθάσει τελικά στο σταθμό προορισμού.
Έτσι, χωρίς να είναι ανάγκη να υπάρχουν γραμμές που να συνδέουν όλους τους σταθμούς μεταξύ τους, παρέχεται από το
δίκτυο μια υπηρεσία επικοινωνίας, όπου κάθε σταθμός είναι δυνατό να ανταλλάξει πληροφορία με οποιοδήποτε σταθμό
του διαδικτύου. Οι κόμβοι μεταγωγής δεν ασχολούνται με το περιεχόμενο της πληροφορίας, αλλά μόνο με το πώς θα
προωθήσουν την πληροφορία κατάλληλα από κόμβο σε κόμβο, μέχρι αυτή να φθάσει στον προορισμό της.

Εικόνα 8: Σε ένα δίκτυο μεταγωγής, η πληροφορία που στέλνει ένας σταθμός,


περνάει από διαδοχικούς κόμβους του δικτύου, για να φθάσει τελικά στο σταθμό προορισμού

Υπάρχουν δυο τεχνικές μεταγωγής:


Ø Μεταγωγή κυκλώματος
Ø Μεταγωγή πακέτου

Μεταγωγή κυκλώματος: Αποκαθίσταται μια αποκλειστική φυσική σύνδεση μεταξύ δυο κόμβων, που διατηρείται σε όλη τη
διάρκεια της επικοινωνίας. Περιλαμβάνει τρεις φάσεις:
1. Αποκατάσταση κυκλώματος
2. Μεταφορά πληροφορίας
3. Τερματισμός κυκλώματος

Πλεονεκτήματα:
ü Αξιοπιστία
ü Ταχύτητα
ü Σταθερός ρυθμός

Μειονεκτήματα:
ü Δέσμευση πόρων à μπλοκάρισμα κλήσεων
ü Χαμηλή αξιοποίηση πόρων
ü Καθυστέρηση κατά την αποκατάσταση κυκλώματος
ü Δυσκολία σύνδεσης κόμβων διαφορετικών προδιαγραφών

5|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Εικόνα 9: Οι τρεις φάσης της τεχνικής μεταγωγής κυκλώματος

Μεταγωγή πακέτου:
§ Τεμαχισμός πληροφορίας σε πακέτα
§ Κάθε πακέτο περιέχει:
o Τμήμα της προς μετάδοση πληροφορίας
o Μια διεύθυνση προορισμού
o Έναν αριθμό σειράς
§ Κάθε κόμβος, αφού λάβει ολόκληρο το πακέτο, το προωθεί στον επόμενο
§ Κάθε πακέτο μπορεί να ακολουθεί τον ίδιο ή διαφορετικό δρόμο

Πλεονεκτήματα:
ü Αξιοποίηση των τηλεπικοινωνιακών γραμμών (ανάλογα των αναγκών)
ü Μεταβλητός ρυθμός μετάδοσης δεδομένων (πομπού και δέκτη)
ü Σε αυξημένη χρήση του δικτύου συνεχίζει να δέχεται πακέτα αλλά καθυστερεί στην παράδοσή τους
ü Εφαρμογή προτεραιοτήτων στα πακέτα
ü Αν υπάρξει βλάβη σε κάποια επικοινωνιακή γραμμή τα πακέτα χρησιμοποιούν τις υπόλοιπες γραμμές

6|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

ü Στις επικοινωνίες Η/Υ η μετάδοση γίνεται σποραδικά à η μεταγωγή κυκλώματος δεν είναι αποδοτική à πλεονεκτεί η
μεταγωγή πακέτου

Μειονεκτήματα:
Κάθε επικοινωνιακός κόμβος χρειάζεται να επεξεργαστεί τα πακέτα (αποθήκευση, απόφαση δρομολόγησης). Στην
περίπτωση της μεταγωγής κυκλώματος ο κάθε επικοινωνιακός κόμβος απλά προωθεί το πακέτο στο επόμενο κόμβο με
βάση το κύκλωμα / διαδρομή που έχει επιλεχθεί.

Εικόνα 10: Στην τεχνική μεταγωγής πακέτου η πληροφορία τεμαχίζεται σε πακέτα. Κάθε κόμβος του δικτύου, αφού λάβει ολόκληρο το
πακέτο, το προωθεί στον επόμενο κόμβο, μέχρι να φθάσει στον προορισμό

Όπως είδαμε και πιο πριν, όταν ένας σταθμός θέλει να στείλει ένα μήνυμα μέσα από δίκτυο μεταγωγής πακέτων, το οποίο
είναι μεγαλύτερο από το μέγιστο μέγεθος του πακέτου που υποστηρίζει το δίκτυο, το τεμαχίζει σε πακέτα και τα στέλνει
ένα-ένα στο δίκτυο. Το ερώτημα που προκύπτει είναι με ποιον τρόπο το δίκτυο θα διαχειρισθεί τη ροή αυτή των πακέτων,
ώστε να τα δρομολογήσει κατάλληλα και να τα παραδώσει τελικά στον προορισμό τους. Υπάρχουν δύο μέθοδοι
δρομολόγησης των πακέτων σε ένα δίκτυο μεταγωγής πακέτων: το αυτοδύναμο πακέτο και το νοητό κύκλωμα.

Αυτοδύναμο πακέτο (datagram): το κάθε πακέτο ακολουθεί το δικό του δρόμο στο δίκτυο.

Παράδειγμα: Μαθητές που μετακινούνται με λεωφορεία.


Τα λεωφορεία επιλέγουν (ανάλογα με κυκλοφοριακές συνθήκες) διαφορετική διαδρομή το καθένα για να
φτάσουν στο προορισμό (με διαφορετική σειρά από ότι ξεκίνησαν).

Εικόνα 11: Δίκτυο μεταγωγής πακέτων. Προώθηση πακέτων με τη μέθοδο αυτοδύναμου πακέτου

Όπως βλέπουμε στην Εικόνα 11, το κάθε πακέτο ακολουθεί το δικό του δρόμο στο δίκτυο. Εδώ ο καταχωρητής Κ6 συλλέγει
τα πακέτα που έρχονται με διαφορετική σειρά από ότι στάλθηκαν και τα βάζει σε σωστή σειρά.

7|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Νοητό κύκλωμα (virtual circuit): πριν αρχίσει η ανταλλαγή των πακέτων, επιλέγεται η καλύτερη διαδρομή. Αυτή την
διαδρομή ακολουθούν όλα τα πακέτα και έρχονται ταξινομημένα με τη σειρά που αποστάλθηκαν.

Παράδειγμα: Μαθητές που μετακινούνται με λεωφορεία.


Όλα τα λεωφορεία ακολουθούν τον ίδιο δρόμο το ένα πίσω από τον άλλο.

Εικόνα 12: Δίκτυο μεταγωγής πακέτων. Προώθηση πακέτων με τη μέθοδο νοητού κυκλώματος

Όπως παρατηρούμε και στην Εικόνα 12 το κάθε πακέτο έρχεται με την σειρά που αποστάλθηκε, ακολουθώντας την
διαδρομή που επιλέχθηκε (νοητό κύκλωμα).

Πολυπλεξία

Πολυπλεξία (multiplexing) είναι η τεχνική που επιτρέπει δεδομένα από πολλές πηγές να μεταδίδονται μέσα από την ίδια
γραμμή επικοινωνίας.

Πολυπλέκτης: Συνθέτει (πολυπλέκει) τα δεδομένα από τις ν γραμμές εισόδου και τα μεταδίδει μέσα από γραμμή
μεγαλύτερης χωρητικότητας.
Αποπολυπλέκτης: Λαμβάνει την πολυπλεγμένη ροή δεδομένων, χωρίζει τα δεδομένα ανάλογα με το κανάλι, στο οποίο
ανήκουν και τα οδηγεί στις αντίστοιχες γραμμές εξόδου.

Στην Εικόνα 13 ο πολυπλέκτης παίρνει ως είσοδο τις γραμμές του τηλεφωνικού δικτύου. Κατόπιν αναλύει τα σήματα φωνής
σε συχνότητες και τα σήματα αυτά μεταφέρονται στην γρήγορη γραμμή επικοινωνίας σε υψηλότερες συχνότητες (σε
ζώνες).

Γρήγορη γραμμή
(π.χ. οπτική ίνα)
Καλώδια όπου
περνάνε σήματα
φωνής με συχνότητες
300..3.400Hz
Αργές γραμμές (π.χ. απλά
τηλεφωνικά καλώδια)

Εικόνα 13: Με την πολυπλεξία δεδομένα από πολλές πηγές μεταδίδονται μέσα από την ίδια γραμμή επικοινωνίας
8|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Συνεπώς, για την καλύτερη εκμετάλλευση φυσικής ζεύξης (τηλεπικοινωνιακής γραμμής), απαιτείται μια μορφή
πολυπλεξίας. Η ανάγκη για πολυπλεξία εμφανίστηκε αρχικά στο τηλεφωνικό δίκτυο. Καθώς το τηλεφωνικό δίκτυο
μεγάλωνε και οι συνδρομητές διαρκώς αυξανόταν, χρειάστηκαν επιπλέον κυκλώματα για να ικανοποιήσουν τις αυξημένες
ανάγκες. Τότε έγινε αντιληπτό ότι υπήρχε φυσικό όριο στον αριθμό καλωδίων που μπορούσαν να τοποθετηθούν τόσο μέσα
στα τηλεφωνικά κέντρα όσο και μεταξύ τους μέσω υπόγειων φρεατίων. Έγινε φανερό ότι θα έπρεπε περισσότερα από ένα
τηλεφωνικά κανάλια να μπορούν να μεταφέρονται από το ίδιο φυσικό κύκλωμα την ίδια στιγμή. Έτσι, αναπτύχθηκε μια
τεχνική πολυπλεξίας, η οποία επέτρεπε το αρχικό φάσμα του τηλεφωνικού καναλιού (300 Hz έως 3400 Hz) να μεταφέρεται
σε άλλη υψηλότερη συχνότητα. Τοποθετώντας πολλά τηλεφωνικά κανάλια, με την τεχνική της πολυπλεξίας το ένα δίπλα
στο άλλο (στο πεδίο συχνοτήτων), έγινε τελικά εφικτό μεγάλος αριθμός τηλεφωνικών καναλιών να μεταδίδεται μέσα από
την ίδια γραμμή. Υπάρχουν δύο συγκεκριμένες τεχνικές πολυπλεξίας: η πολυπλεξία διαίρεσης συχνότητας και η
πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου.

Η πολυπλεξία διαίρεσης συχνότητας (frequency division multiplexing, FDM) χρησιμοποιείται για την μετάδοση
αναλογικών σημάτων. Αριθμός σημάτων μεταδίδεται ταυτόχρονα από το ίδιο μέσο. Κάθε σήμα καταλαμβάνει διαφορετική
ζώνη η οποία καθορίζεται από τον πολυπλέκτη. Για να μετατεθεί κάθε σήμα στην κατάλληλη ζώνη συχνοτήτων, απαιτούνται
κατάλληλοι διαμορφωτές και για να συνδυασθούν τα διαμορφωμένα σήματα, απαιτούνται πολυπλέκτες.

Εικόνα 14: Τεχνική πολυπλεξίας διαίρεσης συχνότητας. Η γρήγορη γραμμή επικοινωνίας χωρίζεται σε κανάλια, όπου
σε κάθε κανάλι περνάνε ένα σύνολο συχνοτήτων.

Παράδειγμα χρήσης διαίρεσης συχνότητας:


Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί (π.χ. στα fm)
• Οι σταθμοί εκπέμπουν χρησιμοποιώντας ηλεκτρομαγνητικά κύματα στην ατμόσφαιρα
ανάμεσα από τα 88MHz – 108MHz.
• Ο κάθε σταθμός εκπέμπει σε μια συγκεκριμένη συχνότητα / κανάλι / ζώνη. Π.χ. στο
90,9Mhz εκπέμπει το Τρίτο Πρόγραμμα, στο 93,6Mhz εκπέμπει ο Kosmos FM.

Η πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου (time division multiplexing, TDM) χρησιμοποιείται για την μετάδοση ψηφιακών σημάτων.
Κάθε σήμα χρησιμοποιεί την γραμμή μεταφοράς για ελάχιστο χρόνο αλλά αυτό γίνεται τόσο γρήγορα που εμείς νομίζουν
ότι τα σήματα στέλνονται παράλληλα. Στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές η μετάδοση δεδομένων γίνεται σποραδικά, άρα η
πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου είναι καταλληλότερη.

Πιο αναλυτικά, στην πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου, ο χρόνος διαιρείται σε χρονοθυρίδες (timeslots). Τα σήματα εισόδου
δειγματοληπτούνται το ένα μετά το άλλο με υψηλό ρυθμό. Σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μπορεί να μεταδίδεται ένα
δείγμα μόνο ενός σήματος εισόδου. Τα δείγματα από τα διάφορα σήματα εισόδου μεταφέρονται σε διαδοχικά πλαίσια.
Κάθε πλαίσιο περιέχει αριθμό χρονοθυρίδων και σε κάθε σήμα εισόδου μπορεί να αφιερώνεται μία ή και περισσότερες
χρονοθυρίδες σε κάθε πλαίσιο. Έτσι τελικά τα δεδομένα διαφορετικών πηγών πολυπλέκονται χρονικά και μεταδίδονται
στην ίδια γραμμή.

9|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Παραλλαγή της πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου, η οποία κάνει καλύτερη εκμετάλλευση του τηλεπικοινωνιακού καναλιού και
επιτρέπει την ύπαρξη ρυθμού μετάδοσης μικρότερου από το συνολικό ρυθμό μετάδοσης των πηγών, είναι η στατιστική
πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου (statical time division multiplexing, statical TDM).

Εικόνα 15: Τεχνική πολυπλεξίας διαίρεσης χρόνου. Η γρήγορη γραμμή επικοινωνίας χωρίζεται σε χρονοθυρίδες. Σε κάθε χρονική περίοδο,
που διαρκεί η χρονοθυρίδα, μια μόνο γραμμή εισόδου επιτρέπεται να στέλνει δεδομένα. Αυτό γίνεται τόσο γρήγορα που μας δίνει την
αίσθηση ότι στέλνουν δεδομένα όλες οι γραμμές εισόδου μαζί.

Εικόνα 16: Στατιστική πολυπλεξία. Η πολυπλεξία διαίρεσης χρόνου όπως εφαρμόζεται


από την επικοινωνία Η/Υ όπου ο κάθε υπολογιστής μπορεί να στέλνει δεδομένα με διαφορετική ταχύτητα

Πρωτόκολλα και Αρχιτεκτονική Δικτύου

Για να ανταλλάξουν δεδομένα δύο σταθμοί, εκτός από την ύπαρξη διαδρομής μεταξύ τους, είτε απευθείας είτε μέσω
δικτύου επικοινωνιών, χρειάζεται να ακολουθήσουν επιπλέον κάποιες συγκεκριμένες διαδικασίες, οι οποίες βασίζονται σε
ένα σύνολο κανόνων.

Πρωτόκολλο επικοινωνίας (communication protocol) ή απλά πρωτόκολλο (protocol): Για την επικοινωνία των σταθμών σε
ένα δίκτυο χρησιμοποιείται ένα σύνολο κανόνων, το οποίο αποτελεί κοινή γλώσσα (κοινό κώδικα επικοινωνίας) μεταξύ
τους.

Παραδείγματα:
– TCP/IP (Transmission Control Protocol/Internet Protocol): Πρωτόκολλο Ελέγχου Μετάδοσης και πρωτόκολλο Internet
– HTTP (Hyper Text Transfer Protocol): Πρωτόκολλο Μεταφοράς Υπερκειμένου
– Torrent: Πρωτόκολλο μεταφοράς αρχείων

Ο ρόλος των διαφόρων τμημάτων του λογισμικού και του υλικού στη διεργασία της επικοινωνίας, η μεταξύ τους σχέση, και
τα πρωτόκολλα τα οποία πρέπει να ακολουθούνται, καθορίζονται από την αρχιτεκτονική δικτύου (network architecture).
Μάλιστα, με σκοπό να γίνει πιο εύκολη η σχεδίαση και η υλοποίηση ενός δικτύου, χρησιμοποιούνται ανεξάρτητα δομικά

10 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

στοιχεία, τα στρώματα (layers) ή επίπεδα (levels). Στην περίπτωση αυτή έχουμε στρωματοποιημένη αρχιτεκτονική
δικτύου. Ο αριθμός των επιπέδων, τα ονόματα, το περιεχόμενο και η λειτουργία τους διαφέρουν από αρχιτεκτονική σε
αρχιτεκτονική. Όμως σε κάθε περίπτωση, ο σκοπός του κάθε επιπέδου είναι να προσφέρει συγκεκριμένες υπηρεσίες στα
υψηλότερα επίπεδα, με τρόπο διαφανή, απομονώνοντάς τα δηλαδή από τις λεπτομέρειες σχετικά με το πώς πραγματικά
υλοποιούνται οι παρεχόμενες υπηρεσίες.
Με τη στρωματοποιημένη αρχιτεκτονική πετυχαίνουμε:
ü Διαχωρισμό του προβλήματος της επικοινωνίας σε μικρότερα και πιο εύκολα διαχειρίσιμα προβλήματα.
ü Εύκολη προσθήκη ή βελτίωση υπηρεσιών, αφού οι απαιτούμενες αλλαγές περιορίζονται σε ένα συγκεκριμένο
επίπεδο.
Οι σχεδιαστές αφού αποφασίσουν τον αριθμό των επιπέδων, που θα συμπεριλάβουν σε ένα δίκτυο, το ρόλο του
καθενός και τα πρωτόκολλά τους, σχεδιάζουν και τη διεπαφή (interface) ανάμεσα στα γειτονικά επίπεδα. Η διεπαφή
καθορίζει τις βασικές λειτουργίες και υπηρεσίες που προσφέρει κάθε επίπεδο στο ανώτερό του και τα μηνύματα που
ανταλλάσσουν δυο γειτονικά επίπεδα.

Εικόνα 17: Αρχιτεκτονική δικτύου σε επίπεδα

Παράδειγμα επικοινωνίας επιχειρηματιών σε επίπεδα


Έστω 2 επιχειρηματίες, ένας Κινέζος και ένας Έλληνας που βρίσκονται ο
καθένας στην χώρα του και θέλουν να επικοινωνήσουν τηλεφωνικά για
να συνεργαστούν. Οι επιχειρηματίες αποτελούν το 3ο επίπεδο
επικοινωνίας (επίπεδο επιχειρηματιών). Και οι δύο χρησιμοποιούν
μεταφραστές (2ο επίπεδο) οι οποίοι συμφωνούν να επικοινωνήσουν στα
αγγλικά. Οι μεταφραστές χρησιμοποιούν γραμματείς (1ο επίπεδο) οι
οποίοι συμφωνούν να στέλνουν τα έγγραφα μέσω fax.

Εικόνα 18: Επικοινωνία


επιχειρηματιών σε επίπεδα

Το μοντέλο OSI

Η τυποποίηση είναι αναγκαία για να εξασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα μεταξύ συσκευών διαφόρων κατασκευαστών και
να προωθείται ο ανταγωνισμός. Το 1984, ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (International Standard Organization, ISO)
δημοσίευσε ένα μοντέλο στρωματοποιημένης αρχιτεκτονικής δικτύου, με στόχο την τυποποίηση της επικοινωνίας
συσκευών διαφορετικών κατασκευαστών. Το μοντέλο αυτό ονομάστηκε μοντέλο αναφοράς διασύνδεσης ανοικτών
συστημάτων (Open Systems Interconnection Reference Model, OSI RM).

11 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Η αρκετά διαδεδομένη τεχνική δόμησης, η στρωματοποίηση, έγινε αποδεκτή και από τον ISO. Οι λειτουργίες της
επικοινωνίας τμηματοποιούνται σε ιεραρχικό σύνολο επιπέδων. Κάθε επίπεδο εκτελεί μικρό υποσύνολο λειτουργιών, που
απαιτούνται για την επικοινωνία με άλλο σύστημα. Στηρίζεται στο αμέσως χαμηλότερο επίπεδο, το οποίο εκτελεί τις
πρωτογενείς λειτουργίες και παρέχει υπηρεσίες στο αμέσως ανώτερο. Στην ιδανική περίπτωση, τα επίπεδαθα πρέπει να
είναι έτσι προσδιορισμένα ώστε οι αλλαγές σε ένα επίπεδο να μην απαιτούν αλλαγές και σε άλλα επίπεδα. Έτσι, το
πρόβλημα της επικοινωνίας χωρίζεται σε πιο εύκολα διαχειρίσιμα μικρότερα προβλήματα.
Ο ISO έπρεπε να καθορίσει ένα σύνολο επιπέδων και τις υπηρεσίες που θα παρέχει κάθε επίπεδο. Προέκυψε έτσι το
μοντέλο OSI, που αποτελείται από επτά επίπεδα, τα οποία καλύπτουν διάφορες δικτυακές λειτουργίες, εξοπλισμό και
πρωτόκολλα. Το χαμηλότερο επίπεδο βρίσκεται πλησιέστερα στο υλικό και το υψηλότερο στην εφαρμογή. Κάθε επίπεδο
επικοινωνεί με τα επίπεδα που βρίσκονται αμέσως πάνω και κάτω από αυτό και προσφέρει υπηρεσίες στο ανώτερό του
επίπεδο.

- Το σύνολο των επιπέδων, των πρωτοκόλλων και των διεπαφών μεταξύ των επιπέδων αποτελούν την αρχιτεκτονική του
δικτύου.
- Ανοικτά συστήματα (open systems) είναι τα συστήματα στα οποία η αρχιτεκτονική δεν αποτελεί μυστικό. Τα
συστήματα αυτά μπορούν να συντεθούν από συσκευές διαφορετικών κατασκευαστών που ακολουθούν τα ίδια
πρωτόκολλα και πρότυπα.
- Το μοντέλο αναφοράς OSI είναι μια αρχιτεκτονική δικτύου επτά επιπέδων, που περιγράφει όλα τα θέματα που
αφορούν την επικοινωνία μεταξύ των συσκευών ενός δικτύου.

Εικόνα 19: Το μοντέλο αναφοράς OSI

12 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Τα επτά επίπεδα του OSI


Επίπεδο εφαρμογής (Application layer)
Το υψηλότερο επίπεδο του μοντέλου OSI είναι το επίπεδο εφαρμογής. Είναι ουσιαστικά το επίπεδο το οποίο περιέχοντας
τις κατάλληλες εφαρμογές κάνει το δίκτυο χρήσιμο. Παρέχει λειτουργίες και μηχανισμούς για την υποστήριξη και
διαχείριση κατανεμμημένων εφαρμογών. Το επίπεδο αυτό προσδιορίζει το πρωτόκολλο στο οποίο αναφέρονται οι
εφαρμογές και δημιουργεί τα κατάλληλα μηνύματα για να διαπιστώσει αν είναι διαθέσιμη η αντίστοιχη εφαρμογή από την
άλλη πλευρά του δικτύου. Εφαρμογές όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail), η μεταφορά αρχείων (file transfer), η
πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων (data access), ανήκουν στο επίπεδο της εφαρμογής.

Επίπεδο παρουσίασης (Presntantion layer)


Τα δεδομένα ναπαριστώνται με διαφορετικούς τρόπους στους διάφορους σταθμούς. Έτσι ένας σταθμός δεν είναι δυνατόν
να επεξαργαστεί δεδομένα που προέρχονται από έναν άλλο σταθμό όπου χρειάζεται μία διαφορετική μορφή
αναπαράστασης δεδομένων. Το επίπεδο παρουσίασης είναι αρμόδιο για την επίλυση αυτού του προβλήματος, είναι
δηλαδή ο «μεταφραστής» του δικτύου. Κάτι ανάλογο έχουμε και στην ανθρώπινη επικοινωνία, όπου οι ιδέες και οι σκέψεις
εκφράζονται από λέξεις και προτάσεις μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Στο επίπεδο παρουσίασης γίνεται επίσης η συμπίεση
των δεδομένων για καλύτερη εκμετάλευση των πόρων του δικτύου και η κρυπτογράφηση τους για λόγους ασφάλειας.

Επίπεδο συνόδου (Session layer)


Το επίπεδο συνόδου επιτρέπει σε δύο εφαρμογές, που εκτελούνται σε διαφορετικούς υπολογιστές, να δημιουργήσουν, να
χρησιμοποιήσουν και να τερματίσουν μιας σύνδεση, που λεγεται σύνοδος (session).Κάτι ανάλογο έχουμε στη δομή μιας
επιστολής, όπου ξεκινάμε με έναν πρόλογο, μετά γράφουμε το κύριο μέος της επιστολής και κλείνουμε με τον επίλογο και
την υπογραφή μας. Όταν δύο άνθρωποι συζητούν, υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες που ακολουθούν ώστε η επικοινωνία
τους να είναι πλήρης και επιτυχής: συμφωνούν να μιλούν ο ένας προς τον άλλο, αποφεύγουν να μιλούν ταυτόχρονα,
χωρίζουν τη συζήτηση σε μέρη, τελειώνουν τη συζήτηση με κάποια σειρά. Παρόμοια, το επίπεδο συνόδου, παρέχει στα
υψηλότερα επίπεδα υπηρεσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία συνόδων, όπως:
ü Τη δυνατότητα να ξεκινήσουν μία σύνοδο.
ü Τη δυνατότητα να υπάρξει διάλογος, εμποδίζοντας τα δύο μέρη να μεταδίδουν ταυτόχρονα.
ü Τη δυνατότητα να διαχειρίζονται τη σύνδεση, να διαχωρίζουν δηλαδή τη σύνοδο σε δύο μέρη. Έτσι είναι δυνατόν αν
πάει κάτι στραβά κατά τη μετάδοση των δεδομένων μιας συνόδου, να επαναληφθεί η μετάδοση από ένα σημείο και
μετά και η σύνοδος να επαναφερθεί στην ομαλή κατάσταση.
ü Τη δυνατότητα να τερματίζουν τη σύνοδο με επιτυχία (και τα δύο μέρη συμφωνούν να σταματήσουν).
Να τονιστεί ότι κατά την περίοδο της συνδιάλεξης μιας εφαρμογής, μπορεί να πραγματοποιούνται και συνδιαλέξεις άλλων
εφαρμογών. Το επίπεδο συνόδου τις υποστηρίζει όλες ταυτόχρονα.

Επίπεδο μεταφοράς (Transport layer)


Το επίπεδο μεταφοράς είναι το τέταρτο επίπεδο του μοντέλου αναφοράς OSI. Είναι το χαμηλώτερο επίπεδο που παρέχει
από άκρη σε άκρη επικοινωνία. Πράγματι, τα επίπεδα μεταφοράς των δύο σταθμών που επικοινωνούν και βρισκονται στα
δύο άκρα του δικτύου θεωρούνται ότι είναι γειτονικά (δίπλα-δίπλα), αφήνοντας στα τρία χαμηλώτερα επίπεδα το έργο της
μετάδοσης των δεδομένων μέσω των ενδιάμεσων κόμβων του δικτύου. Έτσι το επίπεδο μεταοράς είναι επίπεδο «κλειδί»
στην ιεραρχεία των επτά επιπέδων, αφού μπορεί να θεωηθεί ότι βρίσκεται στα σύνορα του υποδικτύου και των σταθμών
του δικτύου. Οι λειτουργίες που εκτελούνται σε αυτό το επίπεδο περιλαμβάνουν τεμαχισμό των μηνυμάτωνσε πακέτα,
ελέγχους αρτιότητας των πακέτων μετά τη μεταφορά, ελέγχους μη απώλειας ή διπλής εκπομπής τους (δηλαδή πακέτα στη
σωστή σειρά, χωρίς λάθη και χωρίς απωλειες). Ακόμα, αυτό το επίπεδο παρέχει τη ζητούμενη ποιότητα υπηρεσίας στο
επίπεδο συνόδου (π.χ. μέγιστος αποδεκτός ρυθμός λαθών, μέγιστη αποδεκτή καθυστέρηση, προτεραιότητα, επίπεδο
ασφάλειας), παρακολουθεί τη ροή των πακέτων προς το δίκτυο και φροντίζει να αποφεύγεται η υπερφώρτωση των πόρων
του δικτύου. Το μέγεθος και η πολυπλοκότητα του πρωτοκόλλου μεταφοράς εξαρτάται από το πόσο αξιόπιστο ή
αναξιόπιστο είναι το υποδίκτυο που χρησιμοποιείται καθώς και οι υπηρεσίες του επιπέδου δικτύου.

Επίπεδο δικτύου (Network layer)


Ο ρόλος του επιπέδου δικτύου είναι η μετάδοση της πληροφορίας από τον σταθμό πηγής στον σταθμό προορισμού μέσω
του δικτύου. Για να επιτύχει το σκοπό αυτό, αποδίδει διευθύνσεις στα πακέτα και μετατρέπει τις λογικές διευθύνσεις και τα
ονόματα σε φυσικές διευθύνσεις. Κάτι ανάλογο έχουμε στην ταχυδρομική υπηρεσία όπου για να πάει ένα ταχυδρομικός
φάκελος στον προορισμό του χρησιμοποιείται η διεύθυνση που αναγράφεται σε συγκεκριμένο σημείο του φακέλου. Το
επίπεδο δικτύου χειρίζεται όλα τα προβλήματα που αφορούν τη μετάδοση πακέτων από ένα σταθμό σε έναν άλλο, όταν οι
σταθμοί δεν συνδέονται απευθείας αλλά μέσω άλλων ενδιάμεσων κόμβων. Φροντίζει να ακολουθήσουν τα πακέτα την
καλύτερη διαδρομή μέσα στο δίκτυο ανάλογα με την κατ΄σταση των επικοινωνιακών γραμμών, την προτεραιότητα στου
σταθμού και των μηνυμάτων του, την καλλήτερη εκμετάλλευση των πόρων του δικτύου και την κυκλοφοριακή συμφόρηση.

13 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Χαρακτηριστικό του επιπέδου δικτύου είναι ότι απομονώνει τα υψηλώτερα επίπεδα από τις τεχνικές μετάδοσης και
μεταγωγής δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τη διασύνδεση διαφορετικών συστημάτων.

Επίπεδο σύνδεσης δεδομένων (Data link layer)


Το επίπεδο σύνδεσης δεδομένων έχι σκοπό να κάνει αξιόπιστη τη φυσική γραμμή σύνδεσης μεταξύ δύο σταθμών. Από τα
πακέτα του επιπέδου δικτύου φτιάχνει πλαίσια δεδομένων (data frames). Ορίζει που αρχίζει και που τελειώνει κάθε
πλαίσιο προσθέτωντας την κατάλληλη επικεφαλίδα (header) και ουρά (tailer), ανιχνεύει σφάλματα μετάδοσης,
επιδιορθώνει τα αλλοιωένα δεδομένα ή ζητά την επανεκπομπή τους στην πείπτωση που δεν μπορεί να κάνει επιδιόρθωση.
Ακόμη, ελέγχει το πότε μπορεί να δεσμεύσει το φυσικό μέσο για την αποστολή πλαισίων, ώστε να μη γίνει ταυτόχρονη
εκπομπή με άλλο σταθμό, και τέλος, μεταβάλλει κατά περίπτωση τη ροή των πλαισίων ανάλογα με τους ρυθμούς που
μπορεί να δεχτεί ο σταθμός παραλήπτης. Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην περίπτωση δύο σταθμών που συνδέονται μέσω
δικτύου, μεσολαβούν πολλές φυσικές γραμμές και συνεπώς ο έλεγχος και η διόρθωση λαθών θα πρέπει να γίνεται και σε
επίπεδο ανώτερο του επιπέδου σύνδεδης δεδομένων (από άκρη σε άκρη).

Φυσικό επίπεδο (Physical layer)


Το χαμηλότερο επίπεδο του μοντέλου του OSI είναι το φυσικό επίπεδο. Αυτό το επίπεδο είναι υπεύθυνο για τη μετάδοση
bits από το τηλεικοινωνιακό κανάλι, το οποίο μπορεί να είναι απλή δισύρματη γραμμή, ομοαξονικό καλώδιο, οπτική ίνα
ή/και ασύρματη ζεύξη. Έτσι, το φυσικό επίπεδο, καθορίζει τα ηλεκτρικά και μηχανικά χαρακτηριστικά της σύνδεσης του
σταθμού με το μέσο μετάδοσης. Αν, για παράδειγμα, χρησιμοποιείται καλώδιο ως μέσο μετάδοσης, οι προδιαγραφές του
φυσικού επιπέδου καθορίζουν πόσους ακροδέκτες έχει ο συνδετήρας, το ρόλο του κάθε ακροδέκτη, τις διαστάσεις του, τις
ανοχές κάθε διάστασης, κ.ά. Στο επίπεδο αυτό καθορίζεται ο τρόπος αναπαράστασης των bits, 0 και 1, η διάρκεια κάθε bit,
η αρχή και το τέλος της μετάδοσης, καθώς και το αν η μετάδοση μπορεί να γίνεται μόνο προς την μία κατεύθυνση ή και τις
δύο κατευθύνσεις ταυτόχρονα. Αξίζει να σημειωθεί, ότι για το φυσικό επίπεδο τα bits (0 και 1) δεν έχουν καμία σημασία,
δηλαδή το φυσικό επίπεδο δεν το απασχολεί καθόλου το αν μεταφέρει bytes των 8 bits ή χαρακτήρες ASCII2 των 7 bits.

Κατηγορίες δικτύων ανάλογα με τη γεωγραφική τους έκταση

Τοπικά δίκτυα

Εικόνα 20: Στα τοπικά δίκτυα οι συσκευές βρίσκονται η μία κοντά στην άλλη

2
Ο ASCII (American Standard Code for Information Interchange, Αμερικανικός Πρότυπος Κώδικας για Ανταλλαγή Πληροφοριών) είναι ένα
κωδικοποιημένο σύνολο χαρακτήρων του λατινικού αλφάβητου όπως αυτό χρησιμοποιείται σήμερα στην Αγγλική γλώσσα και σε άλλες
δυτικοευρωπαικές γλώσσες. Χρησιμοποιείται κυρίως στους υπολογιστές και άλλες συσκευές τηλεπικοινωνίας για αναπαράσταση κειμένου, καθώς
επίσης για έλεγχο συσκευών που δουλεύουν με κείμενο. Οι εκτυπώσιμοι χαρακτήρες του ASCII (με κωδικούς από 32 μέχρι 126) είναι σε αριθμητική
σειρά οι(συμπεριλαμβανομένου του κενού χαρακτήρα "space"):
!"#$%&'()*+,-./0123456789:;<=>?
@ABCDEFGHIJKLMNOPQRSTUVWXYZ[\]^_
`abcdefghijklmnopqrstuvwxyz{|}~
14 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Ένα τοπικό δίκτυο υπολογιστών (Local Area Network, LAN) είναι ένα σύνολο συνδεδεμένων υπολογιστών που εκτείνονται
σε περιορισμένη γεωγραφική περιοχή. Τοπικό μπορεί να είναι ένα δίκτυο ενός ή περισσότερων δωματίων, ενός κτιρίου ή
ακόμα και κοντινών κτιρίων.

Ένα τοπικό δίκτυο υπολογιστών χαρακτηρίζεται από υψηλούς ρυθμούς μεταφοράς δεδομένων (10 έως 100 Mbps3), μικρή
καθυστέρηση μετάδοσης δεδομένων και μικρό αριθμό σφαλμάτων. Επίσης, έχει μικρό σχετικά αριθμό συνδεδεμένων
συσκευών και χρησιμοποιεί ιδιωτικά μέσα μετάδοσης. Τοπικά δίκτυα συναντάμε σε σχολεία, πανεπιστήμια, εταιρίες,
οργανισμούς, ιδρύματα και αλλού. Τα τοπικά δίκτυα μπορεί να συνδέονται μεταξύ τους με ειδικό εξοπλισμό σχηματίζοντας
είτε μεγαλύτερα τοπικά δίκτυα είτε, αν η απόσταση είναι μεγάλη, δίκτυα ευρείας περιοχής.
Το λειτουργικό σύστημα των τοπικών δικτύων υπολογιστών μπορεί να είναι ένα ολοκληρωμένο λειτουργικό σύστημα
δικτύου ή συνδυασμός λειτουργικών συστημάτων με δικτυακές δυνατότητες ή επεκτάσεις. Οι υπολογιστές αυτοί μπορούν
να είναι οποιασδήποτε κατηγορίας μεγέθους και δυνατοτήτων.
Ακόμη, στα τοπικά δίκτυα χρησιμοποιείται ειδική παραλλαγή της στατιστικής πολυπλεξίας, αντί της μεθόδου
μεταγωγής, που προτιμάται στα δίκτυα ευρείας περιοχής. Συγκεκριμένα, η μέθοδος που χρησιμοποιείται λέγεται πολλαπλή
πρόσβαση (multiple access). Στη μέθοδο αυτή δεν υπάρχουν ενδιάμεσοι κόμβοι μεταγωγής, σε κάθε σταθμό υπάρχει ένας
πομπός/δέκτης που επικοινωνεί μέσω κοινού μέσου μετάδοσης με όλους τους άλλους σταθμούς. Τα δεδομένα
μεταδίδονται με τη μορφή πακέτων. Επειδή το ίδιο μέσο χρησιμοποιείται από όλους τους σταθμούς, μόνο ένας σταθμός
είναι δυνατόν να εκπέμπει σε κάθε χρονική στιγμή.

Δίκτυα ευρείας περιοχής


Ένα δίκτυο ευρείας περιοχής (Wide Area Network, WAN) είναι ένα σύνολο υπολογιστών που εκτείνονται σε μια ευρεία
γεωγραφική περιοχή και δημιουργούν μεταξύ τους ένα δίκτυο επικοινωνίας (π.χ. η δικτύωση των υποκαταστημάτων μιας
πολυεθνικής επιχείρησης στην ίδια πόλη ή πόλεις που βρίσκονται στο ίδιο ή σε διαφορετικά κράτη).

Εικόνα 21: Ένα δίκτυο ευρείας περιοχής μπορεί να εκτείνεται σε μία χώρα ή σε ολόκληρο τον κόσμο

3
1) Mbps σημαίνει megabits per second, μονάδα μέτρησης ταχύτητας μεταφοράς δεδομένων, όπου 1 megabit= ένα εκατομμύριο bits.
2)MBps, σημαίνει megabytes per second, όπου 1 megabyte= 1 εκατομμύριο bytes και συγκεκριμένα 1.024ΚΒ.
15 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Τυπικά, ένα δίκτυο ευρείας περιοχής διασυνδέει μεταξύ τους τοπικά δίκτυα υπολογιστών. Για τη διασύνδεση αυτή
χρησιμοποιούνται σχεδόν πάντα μισθωμένες δημόσιες τηλεπικοινωνιακές γραμμές ή, μερικές φορές, και δορυφορικές
τηλεπικοινωνίες. Το γνωστότερο δίκτυο ευρείας περιοχής είναι το Διαδίκτυο (Internet). H δικτύωση των υπολογιστών
μπορεί να ακολουθεί τα πρότυπα ενός τοπικού δικτύου ή τα πρότυπα του Διαδικτύου. Οι δύο βασικές αρχιτεκτονικών στα
δίκτυα ευρείας περιοχής είναι:
ü Δίκτυα Πελάτη-Διακομιστή (Client-Server)
ü Ισότιμα Δίκτυα (peer-to-peer)
Για τη διασύνδεση δικτύων ευρείας περιοχής απαιτείται η χρήση ειδικών συσκευών, επειδή ανακύπτουν προβλήματα,
όπως:
è Διαφορές στη δόμηση (αρχιτεκτονική) των επιμέρους τοπικών δικτύων.
è Διαφορές στα πρωτόκολλα επικοινωνίας των επιμέρους τοπικών δικτύων.
è Τις διαφορετικές ταχύτητες διακίνησης δεδομένων.
è Θέματα ασφάλειας στη διακίνηση δεδομένων.
Οι κυριότερες συσκευές που χρησιμοποιούνται στα σύγχρονα δίκτυα ευρείας περιοχής είναι: Γέφυρα (Δίκτυο) (Bridge),
Δρομολογητής (Router), Πύλη (Δίκτυο) (Gateway).

Σύγκριση τοπικού δικτύου και δικτύου ευρείας περιοχής


Ø Το τοπικό δίκτυο (LAN) ανήκει σε κάποιο οργανισμό (π.χ. σχολείο, εταιρία) όπου αυτός ασχολείται με την συντήρηση
του εξοπλισμού κλπ.
Ø Ένα δίκτυο ευρείας περιοχής (WAN) είναι ένα δίκτυο από τοπικά δίκτυα (LAN).
Ø Οι ταχύτητες μετάδοσης σε ένα τοπικό δίκτυο είναι πάρα πολύ μεγαλύτερες από ότι σε ένα ευρείας περιοχής.

Επικοινωνίες Δεδομένων

M
ε τη βοήθεια επικοινωνιακού σήματος, κάθε μορφή πληροφορίας (κείμενο, μορφή, εικόνα) είναι
δυνατόν να μεταδοθεί σε απόσταση. Ανάλογα με το μέσο μετάδοσης και το περιβάλλον στο οποίο
αναπτύσσεται το επικοινωνιακό σύστημα είναι δυνατόν, για τη μετάδοση, να χρησιμοποιούνται
αναλογικά και ψηφιακά σήματα. Σε αυτή την ενότητα θα εξετάσουμε την επίδραση των ψηφιακών
τεχνικών και του μέσου μετάδοσης στην επιτυχή μετάδοση δεδομένων.

Ψηφιακή τεχνολογία
Για να εκµεταλλευτούµε τα πλεονεκτήµατα των ψηφιακών επικοινωνιακών συστηµάτων, ψηφιοποιούµε τις αναλογικές
πηγές πριν από τη µετάδοσή τους. ∆ηλαδή, µετατρέπουµε το αρχικό αναλογικό σήµα της πηγής πληροφορίας σε ψηφιακό
σήµα, το οποίο µεταδίδεται µέσω του δικτύου επικοινωνίας. Στον προορισµό, το ψηφιακόσήµα το µετατρέπουµε ξανά σε
αναλογικό και έτσι η µεταβιβαζόµενη πληροφορία επαναδοµείται στην αρχική της µορφή.

Στην ψηφιακή τεχνολογία η πληροφορία είναι αποθηκευμένη ψηφιακά, δηλαδή παίρνει συγκεκριμένες, διακριτές τιμές
(αριθμούς). Στη φύση όλα τα μεγέθη είναι αναλογικά, π.χ. ο ήχος, το φως, το ηλεκτρικό ρεύμα κλπ., δηλαδή παίρνουν
άπειρες τιμές.

(α) Το αρχικό αναλογικό σήμα . Το αναλογικό σήμα περιέχει (β) Δειγματοληψία. Κατά την διάρκεια της δειγματοληψίας
τιμές σε κάθε χρονική στιγμή. παίρνουμε τιμές του σήματος ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

16 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

(γ) Κβάντιση και κωδικοποίηση. Το ψηφιακό σήμα εδώ προέρχεται από το αναλογικό σήμα και κωδικοποιείται με δυαδικούς αριθμούς (0
ή 1). Πριν γίνει το σήμα ψηφιακό οι διακριτές τιμές της δειγματοληψίας “στρογγυλοποιούνται” δηλαδή κβαντίζονται.

(δ) Το μεταβιβαζόμενο δυαδικό σήμα (ε) Το επαναδομημένο σήμα στον προορισμό


Εικόνα 22: Ένα παράδειγμα ψηφιοποίησης αναλογικού σήματος

Πλεονεκτήματα ψηφιακών μέσων επικοινωνίας


Ø Χρησιμοποιούν σχετικά φθηνά ψηφιακά κυκλώματα.
Ø Μπορούν να εφαρμόζονται εύκολα τεχνικές ολοκληρωμένων κυκλωμάτων.
Ø Παρέχουν μεγάλη ασφάλεια, μέσω της κρυπτογράφησης δεδομένων.
Ø Ενοποιούν τη μετάδοση, μέσα από το ίδιο ψηφιακό σύστημα, ποικιλίας μορφών δεδομένων, όπως φωνή, εικόνα,
βίντεο, κείμενο.
Ø Το πρόβλημα της αλλοίωσης του σήματος, καθώς μεταδίδεται μέσα από το επικοινωνιακό κανάλι, είναι πιο εύκολο να
λυθεί με τη χρήση αναγεννητικών σταθμών και κατάλληλης κωδικοποίησης.

Μειονεκτήματα ψηφιακών μέσων επικοινωνίας


Ø Μεγάλο εύρος ζώνης.
Ø Απαιτείται συγχρονισμός πομπού και δέκτη.

Κωδικοποίηση δεδομένων

PCM: Τεχνική
παλμοκωδικής
διαμόρφωσης

Εικόνα 23: Οι τέσσερις περιπτώσεις κωδικοποίησης δεδομένων

17 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Το μοντέλο ψηφιακού επικοινωνιακού συστήματος

Απλουστευμένο Μοντέλο Συστήματος Επικοινωνίας

Εικόνα 24: (α) Απλουστευμένο μοντέλο επικοινωνιακού συστήματος, (β) Παράδειγμα επικοινωνιακού συστήματος

Αναλυτικό Μοντέλο Συστήματος Επικοινωνίας


Η ψηφιακή πηγή χρησιµοποιεί ένα πεπερασµένο πλήθος συµβόλων για την αναπαράσταση της πληροφορίας. Η βασική
λειτουργία του κωδικοποιητή πηγής είναι η µετατροπή µιας ακολουθίας συµβόλων σε ακολουθία δυαδικών ψηφίων ή bits
(binary digits). Για παράδειγµα, ένας απλός τρόπος κωδικοποίησης ψηφιακής πηγής είναι η αντιστοίχιση του κάθε
συµβόλου µε µια µοναδική ακολουθία bits σταθερού µήκους. Η αντίστροφη διαδικασία εκτελείται από τον
αποκωδικοποιητή πηγής.

Εικόνα 25: Λειτουργικά τμήματα ψηφιακού συστήματος επικοινωνίας

Το γενικό µοντέλο ενός ψηφιακού επικοινωνιακού συστήµατος.


Σε ένα ψηφιακό επικοινωνιακό σύστηµα, η εισερχόµενη ψηφιακή ακολουθία κωδικοποιείται σε δυαδική µορφή,
κρυπτογραφείται για λόγους ασφαλείας, εξοπλίζεται µε πληροφορία κατάλληλη για έλεγχο σφαλµάτων και διαµορφώνεται
σε σήµα κατάλληλο προς διάδοση µέσω του φυσικού µέσου. Το λαµβανόµενο σήµα υπόκειται την αντίστροφη
επεξεργασία, δηλαδή αποδιαµορφώνεται σε δυαδικούς παλµούς, ελέγχεται για σφάλµατα µετάδοσης,
αποκρυπτογραφείται και αποκωδικοποιείται σε ψηφιακή ακολουθία, πριν µεταβιβαστεί στον προορισµό.

Αλλοίωση σήματος μέσα στο μέσο μετάδοσης.


Οι κυριότεροι παράγοντες αλλοίωσης του σήματος εμφανίζονται κατά την διέλευση του σήματος μέσα από το μέσο
μετάδοσης και επηρεάζουν την ποιότητα του συστήματος επικοινωνίας:
§ Εξασθένιση σήματος
§ Καθυστέρηση μετάδοσης
§ Θόρυβος: ανεπιθύμητα σήματα που προστίθονται στο σήμα μας κατά την διάρκεια μετάδοσης στο κανάλι επικοινωνίας

18 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Ρυθμοί μετάδοσης δεδομένων

Στα δίκτυα δεδομένων υπάρχει η έννοια του πόσο γρήγορα μπορούν να μεταδίδονται τα δεδομένα. Για να αποδοθεί αυτή η
έννοια, χρησιμοποιούνται διάφοροι όροι με διαφορετική σημασία ο καθένας.

Ρυθμός μετάδοσης bit


Ο ρυθμός μετάδοσης bit, είναι ο αριθμός των bits, που περνά από σημείο του τηλεπικοινωνιακού δικτύου δεδομένων σε
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Συνήθως μετριέται σε bits ανά δευτερόλεπτο (bits per second, bps) ή και τα πολλαπλάσια
kbps (103 bps) και Mbps (106 bps). Για την περίπτωση της δυαδικής μετάδοσης, όπου το μεταδιδόμενο σήμα έχει δύο
δυνατές καταστάσεις (0 και 1), ο ρυθμός μετάδοσης bit R εξαρτάται από τον χρόνο Τ που διαρκεί το bit και συγκεκριμένα
είναι: = .

Ρυθμός μετάδοσης συμβόλων


Ο ρυθμός μετάδοσης συμβόλων, είναι ο αριθμός των συμβόλων (bauds), που μεταδίδονται κάθε δευτερόλεπτο και
χρησιμοποιείται, κυρίως, στις περιπτώσεις μετάδοσης μέσω modem. Ο ρυθμός μετάδοσης συμβόλων δεν εκφράζει κατ’
ανάγκη το ρυθμό μετάδοσης των bits. Αν η τεχνική διαμόρφωσης που χρησιμοποιείται αντιστοιχεί ένα bit σε κάθε μεταβολή
του διαμορφωμένου σήματος, τότε ο ρυθμός μετάδοσης συμβόλων ταυτίζεται με τον ρυθμό μετάδοσης bit. Συχνά όμως ο
ρυθμός μετάδοσης συμβόλων είναι μεγαλύτερος του ρυθμού μετάδοσης bit και αυτό επιτυγχάνεται με διαμορφώσεις,
όπου σε κάθε μεταβολή του διαμορφωμένου σήματος αντιστοιχούν περισσότερα από ένα bits.
Για παράδειγμα, αν το modem έχει ρυθμό baud 100 κάθε baud αντιστοιχεί σε 2 bits, τότε ο ρυθμός μετάδοσης
συμβόλων είναι 200 bps. Φυσικά, επειδή 2 bits μπορούν να δώσουν 4 διαφορετικούς συνδυασμού, το modem θα πρέπει να
μπορεί να στέλνει 4 διαφορετικά σύμβολα.

Εικόνα 26: Ρυθμός μετάδοσης bit διπλάσιος του ρυθμού μετάδοσης συμβόλων.
Κάθε ζευγάρι bit αναπαρίσταται από τις αντίστοιχες κυματομορφές του πίνακα.

Ρυθμός μετάδοσης πληροφορίας


Στις μεταδόσεις δεδομένων, εκτός από τα bits, που αφορούν την πληροφορία, συνήθως μεταδίδονται και επιπλέον
χαρακτήρες ελέγχου, όπως π.χ. τα bits έναρξης και τέλους. Έτσι, όταν σε μετάδοση το ζητούμενο είναι με ποιο ρυθμό
μεταδίδεται η καθαρή πληροφορία, χρησιμοποιείται ο ρυθμός μετάδοσης πληροφορίας, ο οποίος μετριέται σε bps και
είναι μικρότερος από το ρυθμό μετάδοσης bit.

19 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Μέσα Μετάδοσης

T
ο μέσο μετάδοσης αποτελεί τη φυσική σύνδεση μεταξύ του αποστολέα και του παραλήπτη της πληροφορίας σε
οποιοδήποτε σύστημα επικοινωνίας. Είναι ο δρόμος από τον οποίο περνάει το σήμα που στέλνει ο πομπός μέχρι
να το λάβει ο δέκτης. Τα μέσα μετάδοσης διακρίνονται σε ενσύρματα και ασύρματα. Τα ενσύρματα
σχηματίζονται από μεταλλικούς αγωγούς, ενώ στα ασύρματα το μέσο μετάδοσης είναι ο ελεύθερος χώρος
μεταξύ πομπού και δέκτη. Στα ενσύρματα μέσα μετάδοσης συμπεριλαμβάνονται τα χάλκινα, τα ομοαξονικά
καλώδια και οι οπτικές ίνες και στα ασύρματα οι επίγειες και δορυφορικές μικροκυματικές ζεύξεις. Τα τελευταία χρόνια
με την εξέλιξη της τεχνολογίας, χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση δεδομένων και τα συστήματα κυψελωειδούς
τηλεφωνίας.

Ενσύρματα μέσα μετάδοσης

Δισύρματο Χάλκινο Καλώδιο


Το παλαιότερο μέσο για μετάδοση πληροφορίας: Απλά χάλκινα καλώδια στηριγμένα
σε μονωτήρες πορσελάνης πάνω σε ξύλινους στύλους. Οι γραμμές των πρώτων τηλεφώνων.

Χάλκινο Καλώδιο Συνεστραμμένο


o Καλώδιο από συμπαγές χάλκινο σύρμα, είτε από νήματα χάλκινου σύρματος, τοποθετημένα σε πλαστικό περίβλημα
(μόνωση).
o Πλέξιμο των ζευγών με τέτοιο τρόπο ώστε να αναγνωρίζεται σε ποιο καλώδιο ανήκει το ζευγάρι και όχι για να
αντιμετωπιστούν προβλήματα μετάδοσης.
o Χιλιάδες χιλιόμετρα καλωδίων, σχεδιασμένα να λειτουργούν ως κατωδιαβατά φίλτρα (για μετάδοση φωνής και όχι
δεδομένων).

Εικόνα 27: Χάλκινα καλώδια.


Ομοαξονικό Καλώδιο
o Στον εσωτερικό αγωγό μεταφέρεται το σήμα με μεγαλύτερη ταχύτητα από τα απλά χάλκινα καλώδια.
o Χρήση στην καλωδιακή τηλεόραση / υπεραστικές συνδέσεις τηλεφώνου.

Εικόνα 28: Ομοαξονικό καλώδιο.


Καλώδιο Οπτικών Ινών
o Οι οπτικές ίνες μεταφέρουν με πολύ υψηλή ταχύτητα δεδομένα.
o Χρησιμοποιούνται από τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς για επίγειες και υποθαλάσσιες συνδέσεις μεγάλων
αποστάσεων.

20 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

o Υπάρχουν καλώδια οπτικών ινών που συνδέουν ηπείρους όπως το καλωδιακό σύστημα SEA-ME-WE 3 (South East Asia
– Middle East –West Europe). Ξεκινά από δυτική Ευρώπη (Γερμανία-Αγγλία), περνά από το Γιβραλτάρ στη Μεσόγειο
(Ιταλία, Ελλάδα και Κύπρο) και συνεχίζει μέσω του Σουέζ για Ασία (Ινδία, Σιγκαπούρη) και στο τέλος χωρίζεται στα δύο
καταλήγοντας στην Ιαπωνία και Αυστραλία!
o Μέσα στην οπτική ίνα μεταφέρονται παλμοί φωτός (όπου κωδικοποιούνται τα bits 0 ή 1) και πετυχαίνουμε πολύ
μεγαλύτερες ταχύτητες μεταφοράς από ότι τα χάλκινα καλώδια ή τα ομοαξονικά.
o Η μετάδοση του φωτός μέσα στην ίνα γίνεται με διαδοχικές ανακλάσεις στα τοιχώματά της. Οι ανακλάσεις είναι
ολικές, έτσι η ενέργεια της φωτεινής δέσμης παραμένει εγκλωβισμένη μέσα στην οπτική ίνα.

Εικόνα 29: Καλώδιο οπτικών ινών.

Εικόνα 30: Λειτουργία οπτικής ίνας.

Ασύρματα Μέσα Μετάδοσης

Ø Βασικό πλεονέκτημα: δεν χρειάζεται φυσική/υλική σύνδεση πομπού και δέκτη αφού ως μέσο μετάδοσης
χρησιμοποιείται ο ελεύθερος χώρος.
Ø Μειονεκτήματα: Οι πομποί χρειάζονται μεγάλη ισχύ για να μεταδοθεί το σήμα, ευαισθησία στο θόρυβο, χαμηλός
βαθμός ασφάλειας.
Ø Περιορισμοί: Οι διαθέσιμες συχνότητες είναι περιορισμένες, έτσι το φάσμα των συχνοτήτων θεωρείται σπάνιος
εθνικός πόρος και για να γίνει εκπομπή θα πρέπει να ανατεθεί από την αρμόδια αρχή της κάθε χώρας.

Επίγειες Μικροκυματικές Ζεύξεις


o Μετάδοση με κατευθυντική μετάδοση μικροκυμάτων.
o Οπτική επαφή πομπού και δέκτη με παραβολικά πιάτα.
o Απαιτούνται σταθμοί αναμετάδοσης κάθε 40-50 χιλιόμετρα.
o Μετάδοση κυρίως τηλεοπτικών σημάτων και φωνής.

Επίγειες - Δορυφορικές Μικροκυματικές Ζεύξεις

Εικόνα 30: Γεωστατικός δορυφόρος


21 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Εικόνα 31: Καμπυλότητα γης.

o Χρήση σταθμών αναμετάδοσης (δορυφόρους) για αναμετάδοση σημάτων σε μεγάλες αποστάσεις.


o Ανοδικές ζεύξεις (uplink) / Καθοδικές Ζεύξεις (downlink).
o Πρώτες δορυφορικές επικοινωνίες (1958): Λόγω μειωμένης ισχύος των πυραύλων, τίθονταν σε τροχιά σε ύψος όχι
μεγαλύτερο από 10 χιλιόμετρα à κινούνταν με ταχύτητα περιστροφής μεγαλύτερη από την γη έτσι δεν βρισκόντουσαν
πάντα στο ίδιο σημείο à οι γήινοι σταθμοί έπρεπε να περιστρέφονται συνεχώς για να παρακολουθούν τους
δορυφόρους.
o Γεωστατικοί δορυφόροι: σε ύψος 35.880Km, και ίδια γωνιακή ταχύτητα με τη γη (11.040 χλμ/ώρα).

Εικόνα 32: Κάλυψη γεωστατικών δορυφόρων

Κυψελοειδής Τηλεφωνία
o Κινητή ραδιοτηλεφωνία (π.χ. Ασύρματοι αστυνομίας, πυροσβεστικής) εξελίχθηκε στα σύγχρονα κινητά τηλέφωνα.
o Το πρώτο εμπορικό σύστημα κινητής τηλεφωνίας (1946): μια κεντρική κεραία εξυπηρετούσε του συνδρομητές μέσω
των διαθέσιμων καναλιών. Όσο μεγάλωνε ο αριθμός των συνδρομητών παρουσιάστηκαν προβλήματα γιατί τα
διαθέσιμα κανάλια ήταν περιορισμένα à λύση η κυψελοειδής τηλεφωνία à οι περιοχές διαιρούνται σε περιοχές /
κυψέλες με μια μικρή κεραία ανά περιοχή. Κεντρικός Η/Υ παρατηρεί όταν ένας συνδρομητής κινείται και αλλάζει
κεραία.

Επιλογή Μέσου Μετάδοσης

Στόχος σε κάθε τηλεπικοινωνιακή ζεύξη είναι η μετάδοση της πληροφορίας με τις λιγότερες δυνατές αλλοιώσεις και το
χαμηλότερο κόστος. Κριτήρια επιλογής μέσου μετάδοσης:
è Εύρος ζώνης συχνοτήτων
è Μέγιστο μήκος μέσου μετάδοσης
è Ευαισθησία στο θόρυβο
è Ευκολία χρήσης
è Ασφάλεια
22 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Εύρος ζώνης συχνότητας


§ Κάθε μέσο μετάδοσης επιτρέπει σε ορισμένη περιοχή συχνοτήτων (ζώνη συχνοτήτων) την μετάδοση του σήματος
χωρίς παραμόρφωση.
§ Από την ζώνη συχνοτήτων εξαρτάται ο ρυθμός μετάδοσης (ταχύτητας) και επομένως ο όγκος της πληροφορίας που
μπορεί να μεταφέρεται.
Μέγιστο μήκος μέσου μετάδοσης
§ Προσδιορίζει την μέγιστη απόσταση που μπορεί να μεταφερθεί η πληροφορία χωρίς να γίνει χρήση αναμεταδοτών ή
άλλων ενεργειών που ενισχύουν το σήμα.
§ Το σήμα εξασθενείται (π.χ. Θερμικές απώλειες σε ένα χάλκινο καλώδιο) στο μέσο μετάδοσης.
Θόρυβος – Ευκολία Χρήσης - Ασφάλεια
§ Ένα ασύρματο μέσο μετάδοσης έχει ευκολία στην χρήση αλλά μειονεκτεί στην ασφάλεια (υποκλοπή σήματος)και στην
επίδραση θορύβου.
§ Μια οπτική ίνα υπερτερεί στην ταχύτητα και στην απόσταση που μπορεί να διανύσει το σήμα χωρίς να χρειαστεί
αναμεταδότης-ενίσχυση αλλά είναι πιο δύσκολη στην εγκατάσταση (ευκολία χρήσης).
§ Σε ένα χάλκινο καλώδιο (εύκολο στην χρήση και διαδεδομένο) για να γίνει γρήγορη μετάδοση θα πρέπει να
χρησιμοποιηθούν οι υψηλές συχνότητες οι οποίες παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαισθησία στον θόρυβο και
χρειάζονται συνεχώς αναμεταδότες.

Μέσο Μετάδοσης Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα


Χάλκινο Καλώδιο 1) Εύκολο στη χρήση και εγκατάσταση 1) Ευαισθησία στο θόρυβο
2) Μειωμένο κόστος 2) Μικρότερη χωρητικότητα από το
3) Ευρέως διαδεδομένο ομοαξονικό καλώδιο
Ομοαξονικό 1) Μεγαλύτερη χωρητικότητα από τα χάλκινα 1) Υψηλοί ρυθμοί εξασθένησης το καθιστούν
Καλώδιο καλώδια ακριβό για μεγάλες αποστάσεις
2) Μικρότερη ευαισθησία στις παρεμβολές από τα 2) Περισσότερο ογκώδες και πιο ακριβό από
χάλκινα καλώδια το χάλκινο καλώδιο
3) Μεγαλύτερη ασφάλεια από τα χάλκινα καλώδια 3) Μηχανική δυσκαμψία και δυσκολία
συνδέσεων
Οπτική Ίνα 1) Μεγαλύτερη χωρητικότητα της τάξης των Gbps 1) Δυσκολία στη σύνδεση, με συνέπεια την
2) Με νέες τεχνικές πολυπλεξίας με διαίρεση μήκους ανάγκη ύπαρξης επιδέξιων εγκαταστατών
κύματος επιτυγχάνονται ταχύτητες της τάξης των Tbps 2) Δυσκολία διασύνδεσης πολλών χρηστών
3) Μικρό μέγεθος και βάρος πάνω σε ένα καλώδιο
4) Χαμηλή εξασθένηση 3) Ακριβές για μικρές αποστάσεις
5) Απρόσβλητη σε περιβαλλοντικές παρεμβολές
6) Υψηλή ασφάλεια – δυσκολία στις υποκλοπές
7) Μεγάλες εγκαταστάσεις μειώνουν το κόστος
Επίγειες – 1) Δε χρειάζεται καλωδίωση 1) Απαιτείται οπτική επαφή
Δορυφορικές 2) Μεγάλη χωρητικότητα 2) Ακριβοί πύργοι και αναμεταδότες
Μικροκυματικές 3) Μετάδοση πολλαπλών καναλιών 3) Παρεμβολές από διερχόμενα αεροπλάνα
Ζεύξεις και βροχή
4) Μικρή ασφάλεια, εύκολη υποκλοπή
Δορυφορικές 1) Καλύπτουν μεγάλη γεωγραφική περιοχή 1) Μεγάλο αρχικό κόστος
Μικροκυματικές 2) Προσφέρουν μεγάλη χωρητικότητα της τάξης των 2) Ευαισθησία στο θόρυβο και παρεμβολές
Ζεύξεις 45 Mbps, η οποία όμως συγκρινόμενη με τη 3) Καθυστέρηση μετάδοσης με αποτέλεσμα
χωρητικότητα των οπτικών ινών είναι μικρή να δημιουργούνται σημαντικές
3) Είναι ανεξάρτητες από την απόσταση των σημείων καθυστερήσεις στις επικοινωνίες
που θέλουμε να διασυνδέσουμε υπολογιστών
4) Είναι φθηνές για επικοινωνίες μεγάλων 4) Χαμηλη ασφάλεια
αποστάσεων, αφού είναι ανεξάρτητες της απόστασης

23 | Σ ε λ ί δ α
Επικοινωνίες και Δίκτυα Η/Υ
Τεχνικός Εφαρμογών Ιατρικής Πληροφορικής

ΟΕΕΚ ΙΕΚ Ηρακλείου 2010-2011

email: info@ekoletsou.gr
web: http://www.ekoletsou.gr
Επιμέλεια: Κωλέτσου Ευτυχία

Μέρος B'
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ
Οι σημειώσεις είναι βασισμένες στα συγγράμματα:
[1] Μάργαρης Αθ., Μετάδοση Δεδομένων-Δίκτυα Υπολογιστών, ΤΕΕ, Τομέας Πληροφορικής – Δικτύων Η/Υ, ΟΕΔΒ, Θεσσαλονίκη 2001
[2] Αρβανίτης Α., Κόλυβας Γ., Ούτσιος Σ., Τεχνολογία Δικτύων Επικοινωνιών, ΕΠΑΛ Β’ Τάξη, Τομέας Ηλεκτρονικών, ΟΕΔΒ, Αθήνα
[3] Φούσκας Γ., Δίκτυα Υπολογιστών Ι, ΕΑΠ, Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας, ΠΣ Πληροφορικής, Πάτρα 2002

Εισαγωγή στα Τοπικά Δίκτυα

T
οπικό δίκτυο υπολογιστών (LAN: Local Area Network) είναι ένα δίκτυο επικοινωνίας του οποίου η γεωγραφική
εμβέλεια δεν υπερβαίνει μερικές δεκάδες χιλιόμετρα, ενώ ο ρυθμός μετάδοσης που μπορεί να πετύχει είναι,
θεωρητικά, απεριόριστος. Αποτελείται από ένα σύνολο τερματικών, υπολογιστών και άλλων διατάξεων και
χρησιμοποιεί γραμμές επικοινωνίας προκειμένου να διαμοιράσει δεδομένα, πληροφορίες, υλικό και λογισμικό.
Το δίκτυο αυτό μπορεί:
ü Να είναι ενσύρματο ή ασύρματο.
ü Να παρέχει μετάδοση σημείου προς σημείου ή μετάδοση εκπομπής.
ü Να παρέχει μικρό ρυθμό σφαλμάτων με εύρος που κυμαίνεται ανάλογα με τις δυνατότητες του μέσου μετάδοσης.
ü Να είναι πλήρως ιδιόκτητο.
Αν και τεχνολογικά είναι δύσκολο, και ίσως ανώφελο, να καθοριστεί ένα συγκεκριμένο όριο όσον αφορά το μήκος της
εγκατεστημένης καλωδίωσης των σημερινών ενσύρματων τοπικών δικτύων, εντούτοις αυτή δεν υπερβαίνει τα 100 km, ενώ
οι ρυθμοί μετάδοσης αυτών των δικτύων μπορούν στην πράξη να καλύψουν το 1 Gbps. Συνήθως τα δίκτυα αυτά καλύπτουν
τις ανάγκες ενός ή περισσοτέρων γραφείων, ακόμη και ενός οργανισμού του οποίου τα κτίρια εκτείνονται σε μία μικρή
περιοχή.

Χρήση Τοπικών Δικτύων

Οι λόγοι που επιβάλλουν την εγκατάσταση των τοπικών δικτύων υπολογιστών είναι πολλοί. Αρκεί να αναφέρουμε ότι σε
όλους τους τομείς της κοινωνίας μας (οικονομία, υγεία, παιδεία, άμυνα, ψυχαγωγία κτλ.) οι εργαζόμενοι χρησιμοποιούν τον
προσωπικό υπολογιστή ως κύριο εργαλείο. Η οικονομία, μάλιστα, όλων των βιομηχανοποιημένων χωρών βασίζεται ολοένα
και περισσότερο στην ηλεκτρονική επεξεργασία και διακίνηση της πληροφορίας μέσω των δικτύων των υπολογιστών.
Ειδικότερα, τα τοπικά δίκτυα υπολογιστών είναι εκ των πραγμάτων οι βασικοί μηχανισμοί μέσω των οποίων ομάδες
εργαζομένων μπορούν να διασυνδέονται στο πλαίσιο μιας οποιασδήποτε επιχείρησης, οργανισμού ή ερευνητικού κέντρου,
προκειμένου να μοιράζονται, να μεταβιβάζουν και να αποθηκεύουν πληροφορίες.

Εικόνα 1: Ένα τοπικό δίκτυο


Σε μικρά τοπικά δίκτυα οι σταθμοί εξυπηρέτησης μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να λειτουργήσουν οι εφαρμογές μαζί
με άλλους υπολογιστές του δικτύου. Σε μεγαλύτερα τοπικά δίκτυα οι σταθμοί εξυπηρέτησης χρησιμοποιούνται
αποκλειστικά για την παροχή υπηρεσιών δικτύου, όπως είναι ο διαμοιρασμός του υλικού, του λογισμικού, των
πληροφοριών κτλ.

ü Διαμοιρασμός υλικού: ένα τοπικό δίκτυο παρέχει στους χρήστες του τη δυνατότητα διαμοιρασμού των συσκευών που
είναι φυσικά συνδεδεμένες με το δίκτυο ή με το σταθμό εργασίας κάποιου χρήστη. Τέτοιες συσκευές είναι οι εκτυπωτές,
οι σχεδιογράφοι, οι συσκευές αποθήκευσης δεδομένων κτλ. Γενικότερα, στους πόρους ενός τυπικού δικτύου
συμπεριλαμβάνονται όλες οι διατάξεις οι οποίες μπορούν να συνδεθούν με το δίκτυο και στις οποίες έχουν πρόσβαση
οι χρήστες. Επομένως, το δίκτυο επιτρέπει σε κάθε χρήστη να έχει πρόσβαση και σε διατάξεις που θεωρούνται πολύ
ακριβές, ώστε να δικαιολογούν την περιοδική χρησιμοποίησή τους από έναν και μόνο χρήστη.
2|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

ü Διαμοιρασμός λογισμικού: αφορά την αποθήκευση στο σκληρό δίσκο ου σταθμού εξυπηρέτησης του
χρησιμοποιούμενου λογισμικού, όπως είναι προγράμματα, οι εφαρμογές και τα δεδομένα, ώστε να μπορούν να έχουν
πρόσβαση σε αυτό όλοι οι χρήστες του δικτύου. Ειδικότερα, σε ένα τοπικό δίκτυο είναι δυνατή η τοποθέτηση ενός
κεντρικού σταθμού εξυπηρέτησης αρχείων και δεδομένων μαζί με όλους τους άλλους πόρους λογισμικού
(προγράμματα, πακέτα, εφαρμογές κτλ.) κατά το πρότυπο πελάτης-σταθμός εξυπηρέτησης. Η δυνατότητα αυτή επιφέρει
σημαντική μείωση του κόστους προμήθειας και εγκατάστασης λογισμικού και αφορά όλες σχεδόν τις εκδόσεις
διαδικτυακού λογισμικού που προσφέρονται από τους κατασκευαστές. Όταν εγκαθίσταται σε κάποιο δίκτυο ένα
λογισμικό, προβλέπονται συμφωνίες για την παραχώρηση ειδικών αδειών χρήσης με μειωμένο κόστος στον επιθυμητό
αριθμό χρηστών. Σημειώνουμε ότι σε όλες τις περιπτώσεις εγκατάστασης διαδικτυακού λογισμικού οι διαδικασίες
ασφάλειας, αναβάθμισης και δημιουργίας αντιγράφων προστασίας δεδομένων καθίστανται ευκολότερες.
ü Διαμοιρασμός πληροφοριών: Μία βάση δεδομένων που είναι εγκατεστημένη σε ένα τοπικό δίκτυο επιτρέπει σε όλους
τους χρήστες του δικτύου να τη χρησιμοποιούν με τον ωφελιμότερο τρόπο. Το δίκτυο μπορεί να «κλειδώνει» τις
εγγραφές της βάση, ώστε να επιτρέπει σε πολλούς χρήστες την ταυτόχρονη πρόσβασή τους σε ένα αρχείο, χωρίς να
καταστρέφονται δεδομένα. Το «κλείδωμα» εγγραφών εγγυάται ότι δεν μπορούν δύο χρήστες να τροποποιήσουν
ταυτόχρονα την ίδια εγγραφή.
ü Υπηρεσίες Διαδικτύου: Ένα τοπικό δίκτυο παρέχει σήμερα όλες τις βασικές υπηρεσίες του Διαδικτύου, όπως είναι το
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, η μεταφορά αρχείων, οι υπηρεσίες Web κτλ. Ως αποτέλεσμα αυτού, τα τοπικά δίκτυα
μετεξελίχθηκαν από μικρά συστήματα επικοινωνίας σε κάποια επιχείρηση, σε ένα κατανεμημένο και δυναμικά
μεταβαλλόμενο περιβάλλον παγκόσμιου ιστού, που υποστηρίζει εταιρικές-επιχειρηματικές υπολογιστικές εφαρμογές
του σχήματος πελάτης-σταθμός εξυπηρέτησης.
ü Ομάδες συνεργασίας χρηστών: Στο πλαίσιο των επιχειρήσεων ή των οργανισμών τα τοπικά δίκτυα δίνουν ευκαιρίες
σχηματισμού ομάδων συνεργασίας χρηστών, οι οποίοι, ανεξάρτητα από το χώρο εργασίας τους στον οργανισμό,
διεκπεραιώνουν από κοινού μέσω του υπολογιστή κάποιες εργασίες.
ü Επέκτασης της εγκατεστημένης βάσης σταθμών εργασίας: τα τοπικά δίκτυα προσφέρουν, εντός κάποιων ορίων, τη
δυνατότητα επέκτασης του αριθμού των συνδεόμενων σταθμών εργασίας με οικονομικό τρόπο. Αυτό γίνεται γιατί
υπάρχει η δυνατότητα εναλλακτικών επιλογών διασύνδεσης με συγκρίσιμο κόστος προμήθειας διεπαφών και λοιπού
υλικού επικοινωνίας.

Φυσικά Μέσα Τοπικών Δικτύων

Κάθε φυσικό μέσο μετάδοσης έχει διαφορετικές δυνατότητες, οι οποίες επηρεάζουν τη μετάδοση του σήματος. Σε ένα
τοπικό δίκτυο η μετάδοση μπορεί να είναι βασικής ή ευρείας ζώνης.

Δομημένη καλωδίωση στα τοπικά δίκτυα


Στα ενσύρματα μέσα μετάδοσης ανήκουν τα ζεύγη συνεστραμμένων καλωδίων, τα ομοαξονικά καλώδια, καθώς και τα
καλώδια οπτικών ινών. Η δομημένη καλωδίωση αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις μελλοντικές φυσικές επεκτάσεις του
δικτύου, για τις αναδιατάξεις των δομικών στοιχείων του, καθώς και για την αναβάθμιση των προσφερόμενων υπηρεσιών
του. Παρόλο το σχετικά υψηλό κόστος εγκατάστασης, η υλοποίησή της πρέπει να υποστηρίζεται και λόγω των μεγάλων
δυνατοτήτων που παρέχει για υψηλότερους ρυθμούς μετάδοσης, καθώς και για μετάδοση φωνής, δεδομένων και βίντεο
από το ίδιο φυσικό μέσο. Ανεξάρτητα από το φυσικό μέσο που θα επιλεχθεί, η καλωδιακή εγκατάσταση θα πρέπει να είναι
τέτοια, ώστε να διευκολύνει τη διαχείριση του δικτύου και να μπορεί να επεκταθεί χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, όταν αυτό
απαιτηθεί.
Ασύρματα μέσα μετάδοσης
Διαφορετική είναι η θεώρηση των ασύρματων τοπικών δικτύων. Τα ασύρματα δίκτυα, πέρα από τη διευκόλυνση που
προσφέρουν, ιδιαίτερα στην κινητή επικοινωνία σε θέματα πιθανού ανασχεδιασμού ή επέκτασης του δικτύου, έχουν και
μειωμένο κόστος εγκατάστασης και συντήρησης. Στα ασύρματα τοπικά δίκτυα η μετάδοση γίνεται διαμέσου ραδιοφωνικών
συχνοτήτων (στο εύρος των 104 έως 109 Hz), των μικροκυματικών συχνοτήτων(στο εύρος των 109 έως 1012 Hz) και των
υπέρυθρων ακτινοβολιών (στο εύρος των 1012 έως 1014 Hz του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος συχνοτήτων).

3|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Αρχιτεκτονική Τοπικών Δικτύων

T
οπικά και μητροπολιτικά δίκτυα (LAN/MAN) εμπεριέχουν τυποποιήσεις, οι οποίες καθορίζονται από την ομάδα
εργασίας 802 της IEEE (Institute of Electrical and Electronics Engineers), ενός διεθνούς μη κερδοσκοπικού
επαγγελματικού συλλόγου, που απαριθμεί εκατοντάδες χιλιάδες μέλη (ηλεκτρολόγους και ηλεκτρονικούς
μηχανικούς) σε πάνω από 150 χώρες στον κόσμο. Η επιτροπή ΙΕΕΕ 802 είναι οργανωμένη σε υπο-επιτροπές κάθε
μία των οποίων είναι αρμόδια να προτείνει πρότυπα για κάθε εχνολογία δικτύου.

Τοπολογίες
Η τοπολογία ενός δικτύου επικοινωνιών καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η φυσική σύνδεση των κόμβων του.
Επομένως, η τοπολογία προσδιορίζει τους αγωγούς διέλευσης των πληροφοριών και κατά συνέπεια τους δυνατούς τρόπους
διασύνδεσης των κόμβων (ένας προς έναν ή ένας προς πολλούς), καθώς και η κατηγορία του μέσου (ενσύρματο ή
ασύρματο) αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την ταξινόμηση των τοπολογιών ενός τοπικού δικτύου.

Τοπολογίες Ενσύρματων Τοπικών Δικτύων

Οι βασικές τοπολογίες τοπικών δικτύων είναι ο δίαυλος, ο δακτύλιος και το άστρο. Υπάρχουν όμως και τοπολογίες που
προκύπτουν από τροποποίηση, επέκταση ή συνδυασμό των βασικών τοπολογιών, όπως είναι για παράδειγμα η τοπολογία
του διπλού δακτυλίου (επέκταση του δακτυλίου), του δέντρου (τροποποίηση του διαύλου), του άστρου-δακτυλίου
(συνδυασμός των δύο βασικών τοπολογιών), καθώς και πιο πολύπλοκες τοπολογίες (δικτυωτά), οι οποίες δεν εντάσσονται
σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες και αφορούν κυρίως περιπτώσεις δικτύων ευρείας περιοχής. Στη συνέχεις θα
εξεταστούν αναλυτικότερα οι κυριότερες τοπολογίες που αφορούν τα ενσύρματα τοπικά δίκτυα, καταγράφοντας τα κύρια
πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματά τους.

Τοπολογία διαύλου
Με την τοπολογία αυτή όλοι οι κόμβοι του δικτύου συνδέονται άμεσα, χωρίς τη μεσολάβηση άλλων διατάξεων,
διαμέσου του κατάλληλου προσαρμοστικού υλικού (συνδετήρες, βύσματα, τερματισμοί, κτλ.) σε μια κοινή γραμμή
επικοινωνίας που λέγεται δίαυλος (bus). Τα πακέτα μεταδίδονται σε όλο το μήκος του φυσικού μέσου και μπορεί να
παραληφθούν από όλους τους άλλους κόμβους (Εικόνα 2). Κάθε κόμβος βλέπει το μήνυμα, ελέγχει τη διεύθυνση του
παραλήπτη και αν τον αφορά το αντιγράφει. Επειδή οι κόμβοι βρίσκονται κοντά σε αυτόν που εκπέμπει, λαμβάνουν
ισχυρότερο σήμα από αυτούς που βρίσκονται μακρύτερα, τίθεται περιορισμοί που αφορούν το υλικό του καλωδιακού
μέσου, το μήκος του, τον αριθμό των συνδεδεμένων κόμβων και τα προσαρμοστικά υλικά που χρησιμοποιούνται στις
συνδέσεις, ώστε να μην αποδυναμώνεται η ισχύς των σημάτων. Τα δίκτυα διαύλου δεν παρουσιάζουν κατασκευαστική
πολυπλοκότητα και μπορούν εύκολα να αναδιαταχτούν ή να επεκταθούν προσθέτοντας ή αφαιρώντας διατάξεις. Επίσης,
βλάβη σε κάποιον κόμβο δεν επηρεάζει το δίκτυο, αφού αυτός μπορεί εύκολα να απομονωθεί.

Εικόνα 2: Τοπολογία διαύλου


Τα δίκτυα διαύλου αποτελούν καλή επιλογή όταν:
ü Ο αριθμός των κόμβων που είναι συνδεδεμένοι στο δίκτυο είναι μικρός.
ü Η κυκλοφορία είναι μικρή.
Τέλος, τα δίκτυα διαύλου παρουσιάζουν χαμηλή απόδοση σε κάθε ενέργεια που προκαλεί αύξηση της κυκλοφορίας.
Τοπολογία δένδρου
Η τοπολογία δένδρου αποτελεί τροποποίηση της τοπολογίας διαύλου. Το διάγραμμά της μοιάζει με αυτό ενός
ανεστραμμένου δένδρου, στο οποίο τόσο ο κορμός όσο και τα κλαδιά αποτελούνται από δίκτυα διαύλου (Εικόνα 3). Στην
τοπολογία δένδρου το μέσο μετάδοσης είναι ένα διακλαδιζόμενο καλώδιο χωρίς κλειστούς βρόχους, το οποίο ξεκινάει από
έναν κόμβο που λέγεται κεφαλή ή ρίζα. Η ρίζα μεταδίδει σε όλο το δίκτυο το σήμα το οποίο λαμβάνει από κάθε κόμβο που
4|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

εκπέμπει, με αποτέλεσμα ο δίαυλος που περνά από τη ρίζα να έχει συνήθως και μεγάλο φόρτο κίνησης. Κάθε δίαυλος που
περνά από τη ρίζα μπορεί να έχει διακλαδώσεις, οι οποίες μπορούν με τη σειρά τους να έχουν άλλες διακλαδώσεις,
δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο πολύπλοκα σχεδιαγράμματα.
Η τοπολογία δένδρου παρουσιάζει τα ίδια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα μ την τοπολογία διαύλου, αφού
ουσιαστικά αποτελεί παράγωγό της. Πρόσθετο όμως μειονέκτημα αποτελεί ο καθοριστικός ρόλος της ρίζας στη μετάδοση,
αφού σε περίπτωση βλάβης της προκαλείται κατάρρευση ολόκληρου του τμήματος του δικτύου που ελέγχει.

Εικόνα 3: Τοπολογία δένδρου Εικόνα 4: Τοπολογία δακτυλίου

Τοπολογία δακτυλίου
Στην τοπολογία δακτυλίου το δίκτυο αποτελείται από ένα σύνολο διαδοχικών κόμβων με συνδέσεις σημείου προς
σημείο, ώστε να σχηματίζεται ένας κλειστός βρόχος (Εικόνα 4). Κάθε κόμβος συνδέεται στο δίκτυο διαμέσου μιας διάταξης
που λέγεται αναμεταδότης. Η διάταξη αυτή έχει στόχο την ενίσχυση του σήματος και την αποστολή του στον κόμβο με τον
οποίο είναι συνδεδεμένη.
Οι συνδέσεις είναι μίας κατεύθυνσης, δηλαδή η ροή των πληροφοριών έχει την ίδια πάντα φορά επάνω στο δίαυλο (είτε
αυτήν των δεικτών του ρολογιού είτε την αντίστροφη). Τα πακέτα μεταδίδονται από κόμβο σε κόμβο χωρίς ιδιαίτερη
καθυστέρηση και χωρίς επιβάρυνση του δικτύου με πληροφορίες δρομολόγησης, όπως η διεύθυνση του παραλήπτη. Κάθε
κόμβος που βλέπει το μήνυμα ελέγχει τη διεύθυνση του παραλήπτη και αν τον αφορά το αντιγράφει. Από τη στιγμή που
πολλοί κόμβοι μοιράζονται το ίδιο μέσο μετάδοσης, απαιτείται έλεγχος προκειμένου να καθοριστεί πότε κάθε σταθμός
μπορεί να μεταδώσει πακέτα. Ο έλεγχος αυτός μπορεί να είναι κεντρικός ή κατανεμημένος. Καταστροφή ενός κόμβου δε
σημαίνει απαραίτητα και διακοπή της κυκλοφορίας, αφού υπάρχουν μέθοδοι απομόνωσής τους.
Η τοπολογία δακτυλίου αποτελεί καλή επιλογή όταν:
ü Απαιτείται ισοκατανομή της χωρητικότητας στους κόμβους του δικτύου.
ü Υπάρχει σε μικρές αποστάσεις μικρός αριθμός κόμβων οι οποίοι απαιτούν υψηλούς ρυθμούς μετάδοσης.
ü Κάθε κόμβος πρέπει να μεταδώσει οπωσδήποτε πριν από κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα
Τα δίκτυα δακτυλίου παρουσιάζουν:
ü Σημαντική μέση καθυστέρηση μετάδοσης, ακόμη και στην περίπτωση μικρών φορτίων κίνησης.
ü Μη αναλογική με το φορτίο αύξηση της μέσης καθυστέρησης μετάδοσης.
ü Σταθερή χρησιμοποίηση του καναλιού της μέσης καθυστέρησης μετάδοσης.
Επέκταση της τοπολογίας του δακτυλίου αποτελεί ο διπλός δακτύλιος, με αντίθετες κατευθύνσεις μετάδοσης σε κάθε
δακτύλιο που χρησιμοποιείται στα δίκτυα υψηλών επιδόσεων.
Τοπολογία άστρου
Στην τοπολογία άστρου κάθε κόμβος συνδέεται άμεσα με έναν κεντρικό
σταθμό εξυπηρέτησης διαμέσου δύο συνδέσεων σημείου προς σημείου, μιας
ανά κατεύθυνσης μετάδοσης (Εικόνα 5). Η τοπολογία αυτή έχει όλα τα
χαρακτηριστικά της τοπολογίας διαύλου, επειδή η μετάδοση κάποιου κόμβου
γνωστοποιείται σε όλους τους άλλους κόμβους και επειδή μόνο ένας κόμβος
μπορεί να μεταδώσει επιτυχημένα κάθε χρονική στιγμή. Τα μηνύματα των
κόμβων μεταδίδονται στον κεντρικό κόμβο, ο οποίος ενεργεί ανάλογα με τη
μορφή ελέγχου που ασκείται.
Υπάρχουν τρεις μορφές ελέγχου που μπορούν να υλοποιηθούν σε μία
τοπολογία άστρου. Στην πρώτη μορφή ο κεντρικός κόμβος είναι υπεύθυνος για Εικόνα 5: Τοπολογία άστρου

5|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

όλες τις διαδικασίες δρομολόγησης των μηνυμάτων. Τα μηνύματα που φθάνουν στον κεντρικό κόμβο υφίστανται
επεξεργασία και αποστέλλονται σε κάποιον από τους κόμβους προκειμένου να σταλούν στον παραλήπτη. Στη δεύτερη
περίπτωση ο έλεγχος ασκείται από κάποιον περιφερικό κόμβο, ενώ ο κεντρικός κόμβος λειτουργεί σαν διακόπτης
μεταγωγής (επαναλήπτης), που εγκαθιστά συνδέσεις μεταξύ των κόμβων, αποστέλλοντας τα μηνύματα σε όλους τους
κόμβους. Στην Τρίτη περίπτωση ο έλεγχος είναι ισοκατανεμημένος στους κόμβους, ενώ ο κεντρικός κόμβος είναι υπεύθυνος
για τη δρομολόγηση και την αποφυγή των συγκρούσεων. Η τοπολογία άστρου αποτελεί καλή επιλογή όταν:
ü Απαιτούνται ολοκληρωμένες υπηρεσίες φωνής-δεδομένων.
ü Απαιτούνται υψηλοί ρυθμοί μετάδοσης.
Η υλοποίηση των δικτύων άστρου είναι πολύπλοκη, αφού ορισμένοι κόμβοι μπορεί να είναι απλές περιφερειακές
μονάδες και άλλοι να ασκούν έλεγχο. Σε περίπτωση κεντρικού ελέγχου ο κεντρικός κόμβος λειτουργεί παρόμοια με ένα
ιδιωτικό κέντρο μεταγωγής, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται στην τηλεφωνία. Πολλά χαρακτηριστικά του δικτύου
εξαρτώνται από τις δυνατότητες του κεντρικού κόμβου. Τέτοια χαρακτηριστικά είναι η χωρητικότητα του δικτύου, η
δυνατότητα επέκτασής του όσον αφορά τον αριθμό των κόμβων που μπορεί να υποστηρίξει, ο ρυθμός μεταφοράς των
γραμμών επικοινωνίας, η αξιοπιστία του κτλ.

Τοπολογίες Ασύρματων Τοπικών Δικτύων

Οι τοπολογίες των ασύρματων τοπικών δικτύων διακρίνονται ανάλογα με το αν χρησιμοποιούν συνδέσεις εκπομπής ή
συνδέσεις σημείου προς σημείο. Στην περίπτωση των συνδέσεων εκπομπής τρία είναι τα βασικά σχήματα τοπολογιών. Το
πρώτο, που είναι και το παλαιότερο, χρησιμοποιεί χαμηλής συχνότητας ραδιοκύματα, στη θέση των σταθερών και
ενσύρματων γραμμών επικοινωνίας, προκειμένου να συνδέσει έναν κόμβο επικοινωνίας, ο οποίος είναι γνωστός και ως
σταθμός βάσης, με ένα μεγάλο αριθμό από τερματικούς σταθμούς κατανεμημένους συνήθως σε μια μικρή περιοχή γύρω
από τη βάση (Εικόνα 6). Επικοινωνία αυτής της μορφής είναι η κινητή ραδιοτηλεφωνία, της οποίας οι εφαρμογές ανάγονται
αρκετά χρόνια πριν (ραδιοταξί, υπηρεσίες πρώτων βοηθειών, παράκτια επικοινωνία κτλ.), ενώ η επέκτασή της αποτελεί η
ψηφιακή κινητή τηλεφωνία.
Προκειμένου οι χρήστες να μοιραστούν τη διαθέσιμη χωρητικότητα ομαδοποιούνται σε μικρές κυψέλες. Οι χρήστες κάθε
κυψέλης επικοινωνούν με το μοναδικό κεντρικό κόμβο της κυψέλης, που λέγεται και βάση. Η βάση κάθε κυψέλης
συντονίζει της μεταδόσεις των χρηστών της διαμέσου ενός σταθερού, ενσύρματου δικτύου που συνδέει όλες τις βάσεις. Οι
μεταδόσεις κρατιούνται σε χαμηλά επίπεδα ισχύος, έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται η διακίνηση σε γειτονικές κυψέλες
(Εικόνα 7). Σε φυσιολογικές συνθήκες ο ρυθμός μετάδοσης κάθε τερματικής διάταξης μέσα στην κυψέλη είναι της τάξης
λίγων δεκάδων Kbps. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να επεκταθεί η γεωγραφική κάλυψη του δικτύου σε μεγαλύτερες
περιοχές.

Εικόνα 6: Επίγεια ραδιοεπικοινωνία –Δομή κυψέλης Εικόνα 7: Επίγεια ραδιοεπικοινωνία –Επαναχρησιμοποίηση συχνοτήτων

Η Εικόνα 8 αφορά την περίπτωση επίγειας μικροκυματικής ή υπέρυθρης επικοινωνίας, κατά την οποία μία μονάδα
πρόσβασης φορητών ή σταθερών τερματικών διατάξεων συνδέεται ασύρματα με έναν αριθμό κατανεμημένων τερματικών
διατάξεων, ενώ το σύνολο συνδέεται μέσω της βάσης και με ενσύρματη γραμμή σε ένα τρίτο τοπικό δίκτυο. Οι αποστάσεις
των διατάξεων από το σταθμό βάσης, εξαρτώνται από την ισχύ του σταθμού, το τυπικό εύρος του οποίου κυμαίνεται από
50 έως 100 μέτρα. Μεγάλες εγκαταστάσεις καλύπτονται από πολλές τέτοιες μονάδες, που συνδέονται σε σταθερά τοπικά
δίκτυα.
Τέλος, η τρίτη περίπτωση αφορά την άμεση σύνδεση κάποιων τερματικών διατάξεων που βρίσκονται εγκατεστημένες σε
ένα μικρό χώρο, όπως είναι ένας χώρος συνεδρίων και συσκέψεων, ένα αεροδρόμιο κτλ. (Εικόνα 9). Υπενθυμίσουμε ότι
όλες οι παραπάνω τοπολογίες αφορούν συνδέσεις εκπομπής.
6|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Αν οι συνδέσεις που χρησιμοποιούνται στο τοπικό δίκτυο είναι σημείου προς σημείο, τότε η ασύρματη επικοινωνία
πραγματοποιείται είτε μεταξύ δύο σταθερών σημείων είτε μεταξύ δύο σημείων από τα οποία το ένα ή και τα δύο
βρίσκονται σε κίνηση. Επικοινωνίες αυτής της μορφής αφορούν κυρίως τα ραδιοκύματα ή τα μικροκύματα, τα οποία
χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην επικοινωνία μεγάλων αποστάσεων. Νεότερες εφαρμογές στηρίζονται τόσο στα επίγεια
συστήματα οπτικών κυμάτων (laser) με οπτική επαφή (Εικόνα 10) όσα και στα επίγεια συστήματα μικροκυμάτων.
Μικροκύματα χρησιμοποιούνται και σε ορισμένες εφαρμογές της ασύρματης δικτύωσης μικρής εμβέλειας, όπως είναι το
άνοιγμα θυρίδων ή θυρών ασφαλείας, τα συστήματα ασφάλειας, τα συστήματα ενεργοποίησης ηλεκτρικών συσκευών, οι
βομβητές κτλ.

Εικόνα 8: Ασύρματα τοπικά δίκτυα συνδεδεμένα Εικόνα 9: Ασύρματα τοπικά δίκτυα άμεσης σύνδεσης
σε τοπικό δίκτυο

Εικόνα 10: Ασύρματα τοπικά δίκτυα οπτικής επαφής

Μηχανισμοί και Μέθοδοι Τοπικών Δικτύων


Μηχανισμοί ελέγχου προσπέλασης του φυσικού μέσου

Οι σύνδεσμοι πολλαπλής πρόσβασης έχουν τον εξής λειτουργικό περιορισμό: σε μία αυθαίρετη χρονική στιγμή,
επιτρέπουν μόνο σε έναν από τους διασυνδεδεμένους κόμβους να έχει την αποκλειστική χρήση του για τη μετάδοση
δεδομένων. Έτσι, καθώς περιμένουμε να υπάρχουν περισσότεροι του ενός κόμβοι που να έχουν δεδομένα προς μετάδοση
την ίδια χρονική στιγμή, τα τοπικά δίκτυα πρέπει να είναι εξοπλισμένα με μηχανισμούς οι οποίοι θα ρυθμίζουν την
προσπέλαση των κόμβων στο φυσικό μέσο. Τρεις είναι οι κύριοι μηχανισμοί ελέγχου προσπέλασης του φυσικού μέσου:
ü η Πολλαπλή Πρόσβαση με Ακρόαση Φέροντος και Ανίχνευση Συγκρούσεων (Carrier Sense Multiple Access with Collision
Detection – CSMA/CD),
ü η Πολλαπλή Πρόσβαση με Ακρόαση Φέροντος και Αποφυγή Συγκρούσεων (Carrier Sense Multiple Access with Collision
Avoidance – CSMA/CA), και
ü το Πέρασμα Κουπονιού (token passing).

7|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Ο μηχανισμός CSMA/CD
Ο μηχανισμός CSMA/CD βασίζεται σε μία ιδιότητα που πρέπει να διαθέτουν οι διασυνδεδεμένοι κόμβοι, η οποία
ονομάζεται ακρόαση φέροντος. Αν ένας κόμβος διαθέτει αυτή την ιδιότητα, τότε μπορεί να παρατηρεί το μέσο πολλαπλής
πρόσβασης και, σε κάθε χρονική στιγμή, να αναγνωρίζει αν μεταφέρονται δεδομένα στο δίκτυο ή αυτό είναι αδρανές. Αν
δύο ή περισσότεροι κόμβοι μεταδώσουν δεδομένα στο δίκτυο την ίδια χρονική στιγμή (έχοντας προηγουμένως ανιχνεύσει ο
καθένας ότι το φυσικό μέσο είναι ελεύθερο), τότε έχουμε το φαινόμενο της σύγκρουσης (collision). Στη σύγκρουση, τα δύο
ή περισσότερα πλαίσια, που μεταδίδονται ταυτόχρονα, επικαλύπτονται χρονικά και το σήμα που προκύπτει είναι
παραποιημένο και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί περαιτέρω. Η σύγκρουση μπορεί να ανιχνευθεί από όλους τους κόμβους.
Όταν υλοποιείται ο μηχανισμός CSMA/CD, τότε ο κόμβος του τοπικού δικτύου, που έχει δεδομένα προς μετάδοση,
ακολουθεί την ακόλουθη διαδικασία:
1) Περιμένει μέχρις ότου το κανάλι καταστεί αδρανές.
2) Όταν διαπιστώσει ότι το κανάλι είναι αδρανές, τότε μεταδίδει τα δεδομένα του και ταυτόχρονα παρατηρεί το μέσο
πολλαπλής πρόσβασης.
3) Στην περίπτωση που ανιχνεύσει σύγκρουση, τότε σταματάει τη μετάδοση δεδομένων, περιμένει για ένα τυχαίο
χρονικό διάστημα και ξεκινά πάλι από το βήμα 1.

Ο μηχανισμός CSMA/CA
Ο μηχανισμός CSMA/CD που περιγράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο δεν μπορεί να υλοποιηθεί, όταν οι κόμβοι δεν
έχουν τη δυνατότητα να μεταδίδουν και να ανιχνεύουν συγκρούσεις την ίδια χρονική στιγμή. Για παράδειγμα, στα
ασύρματα τοπικά δίκτυα, όταν ένα κόμβος μεταδίδει δεδομένα στο δίκτυο, το σήμα του «πνίγει», λόγω της ισχύος του,
οποιοδήποτε άλλο σήμα φτάνει σ’ αυτόν τον κόμβο. Έτσι, δεν μπορεί να ακούσει τους άλλους κόμβους του δικτύου, που
ενδέχεται να μεταδίδουν την ίδια χρονική στιγμή και κατά συνέπεια δεν μπορεί να ανιχνεύσει τις συγκρούσεις. Σε τέτοιες
περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός Πολλαπλής Πρόσβασης με Ακρόαση Φέροντος και Αποφυγή
Συγκρούσεων (CSMA/CA). Ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτού του μηχανισμού είναι ότι απαιτεί την επιβεβαίωση λήψης ενός
πλαισίου, υλοποιώντας ένα σχήμα παύσης και αναμονής.
Στα δίκτυα CSMA/CA, όταν ένας κόμβος έχει δεδομένα προς μετάδοση, ελέγχει αρχικά εάν το κανάλι είναι αδρανές. Εάν
είναι, τότε μεταδίδει τα δεδομένα. Εάν δεν είναι, τότε επιλέγει με τυχαίο τρόπο ένα χρόνο αναμονής και καταχωρεί την τιμή
του σ’ έναν απαριθμητή υποχώρησης. Όσο χρόνο το κανάλι είναι αδρανές, ο απαριθμητής υποχώρησης μειώνεται. Όσο
χρόνο το κανάλι είναι απασχολημένο, η τιμή του απαριθμητή υποχώρησης δε μεταβάλλεται. Όταν μηδενιστεί η τιμή αυτού
του απαριθμητή, ο κόμβος επιχειρεί ξανά τη μετάδοση των δεδομένων του. Καθώς η πιθανότητα να έχουν επιλέξει δύο
διαφορετικοί κόμβοι την ίδια τιμή για τον απαριθμητή υποχώρησης είναι μικρή, η πιθανότητα εμφάνισης σύγκρουσης είναι
επίσης μικρή. Όχι όμως και μηδενική. Πώς λοιπόν οι κόμβοι αναγνωρίζουν ότι υπήρξε σύγκρουση και ότι πρέπει να
αναμεταδώσουν τα πλαίσιά τους; Αυτός ακριβώς ο σκοπός εξυπηρετείται με την απαίτηση της επιβεβαίωσης λήψης
πλαισίων. Εάν ένας κόμβος δε λάβει την αντίστοιχη επιβεβαίωση λήψης για το πλαίσιο που μετέδωσε, τότε θεωρεί ότι αυτό
είναι αποτέλεσμα σύγκρουσης και ξεκινά τη διαδικασία επανεκπομπής του.

Το Πέρασμα Κουπονιού
Στα τοπικά δίκτυα που ελέγχουν την προσπέλαση του φυσικού μέσου με το πέρασμα κουπονιού (token passing), ένα
ειδικό πλαίσιο ελέγχου, το οποίο καλείται κουπόνι, μεταφέρεται συνεχώς από κόμβο σε κόμβο του δικτύου. Όταν ένας
κόμβος έχει δεδομένα προς μετάδοση, τότε θα πρέπει να περιμένει να φτάσει το κουπόνι σε αυτόν. Μόλις λάβει το
κουπόνι, αυτόματα σηματοδοτείται το πράσινο φως για τη μετάδοση και αποστέλλει το πλαίσιο δεδομένων στο δίκτυο.
Όταν η μετάδοση του πλαισίου ολοκληρωθεί, αποδεσμεύει το κουπόνι, έτσι ώστε να μπορέσει να αξιοποιηθεί από κάποιον
άλλον κόμβο του δικτύου.
Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτού του μηχανισμού είναι το ότι μπορεί να υπολογιστεί ένα άνω όριο στο χρόνο που ένας
κόμβος πρέπει να περιμένει, μέχρις ότου του δοθεί η ευκαιρία να αποστείλει τα δεδομένα του στο δίκτυο. Γι’ αυτό και τα
τοπικά δίκτυα που υλοποιούν τεχνικές περάσματος κουπονιού χρησιμοποιούνται ευρέως σε περιβάλλοντα πραγματικού
χρόνου όπως π.χ. στη βιομηχανία, όπου τα διάφορα συστήματα παραγωγής πρέπει να είναι σε θέση να επικοινωνούν σε
προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα.

Μέθοδοι μετάδοσης στα τοπικά δίκτυα

Εκτός από την τυπική μετάδοση δεδομένων, όπου κάθε πλαίσιο που αποστέλλεται στο δίκτυο προορίζεται για έναν μόνο
παραλήπτη, υπάρχουν και άλλοι δύο τύποι μεταδόσεων που έχουν εφαρμογή στα τοπικά δίκτυα: (α) η πολλαπλή αποστολή
(multicasting) και (β) η καθολική εκπομπή (broadcasting). Στην πολλαπλή αποστολή, το πλαίσιο που μεταδίδεται δεν έχει
έναν παραλήπτη, αλλά ένα υποσύνολο των διασυνδεδεμένων κόμβων του δικτύου. Αντίστοιχα, στην καθολική εκπομπή,
παραλήπτες είναι όλοι οι κόμβοι του δικτύου.
8|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Για την υλοποίηση της πολλαπλής αποστολής και της καθολικής εκπομπής έχουν οριστεί κάποιες ειδικές διευθύνσεις στο
τοπικό δίκτυο, οι οποίες ονομάζονται διευθύνσεις πολλαπλής αποστολής και διευθύνσεις καθολικής εκπομπής αντίστοιχα.
Αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι ο αποστολέας κόμβος μεταδίδει ένα μόνο πλαίσιο στο δίκτυο, στο οποίο έχει
προσδιορίσει ως διεύθυνση παραλήπτη μία από τις ισχύουσες διευθύνσεις πολλαπλής αποστολής ή τη διεύθυνση
καθολικής εκπομπής του δικτύου. Την υποχρέωση δημιουργίας των απαραίτητων αντιγράφων του πλαισίου, όπου αυτά
χρειάζονται, την αναλαμβάνει το δίκτυο. Κάθε κόμβος που είναι συνδεδεμένος στο κοινό μέσο πολλαπλής πρόσβασης
λαμβάνει όλα τα μεταφερόμενα πλαίσια. Εάν το πλαίσιο προορίζεται γι’ αυτόν, το προωθεί για περαιτέρω επεξεργασία,
αλλιώς το αγνοεί. Για να διαπιστώσει ότι προορίζεται γι’ αυτόν, διαβάζει τη διεύθυνση παραλήπτη που είναι προσαρτημένη
στην επικεφαλίδα του πλαισίου. Αποδεκτές διευθύνσεις είναι η διεύθυνση που έχει αποκλειστικά εκχωρηθεί σ’ αυτόν τον
κόμβο, η διεύθυνση καθολικής εκπομπής και οι διευθύνσεις των ομάδων πολλαπλής αποστολής στις οποίες ο κόμβος έχει
δηλώσει συμμετοχή.

Πρότυπα Τοπικών Δικτύων


Τα πρωτόκολλα LAN και το μοντέλο αναφοράς OSI

Τα πρωτόκολλα τοπικού δικτύου λειτουργούν στα δύο χαμηλότερα επίπεδα του μοντέλου αναφοράς OSI, δηλαδή στο
Φυσικό Επίπεδο και στο Επίπεδο Σύνδεσης Δεδομένων. Όπως γνωρίζουμε, τα ηλεκτρικά και μηχανικά χαρακτηριστικά του
μέσου μετάδοσης καθορίζονται στο Φυσικό Επίπεδο. Επίσης, το Επίπεδο Σύνδεσης Δεδομένων φροντίζει για την ανταλλαγή
πλαισίων μεταξύ των υπολογιστών που διασυνδέονται στο ίδιο τοπικό δίκτυο. Οι υπολογιστές σε ένα τοπικό δίκτυο
επικοινωνούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας έναν κοινό σύνδεσμο πολλαπλής πρόσβασης αντί για συνδέσμους σημείο με
σημείο και αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αποτελεί μία ειδοποιό διαφορά των δικτύων LAN/MAN από τα δίκτυα ευρείας
περιοχής. Για τον αποδοτικό χειρισμό αυτού του χαρακτηριστικού, το Επίπεδο Σύνδεσης Δεδομένων στα τοπικά δίκτυα
χωρίζεται σε δύο υποεπίπεδα: στον Έλεγχο Προσπέλασης Μέσων (Media Access Control – MAC) και στον Έλεγχο Λογικής
Σύνδεσης (Logical Link Control – LLC) (Εικόνα 11).
Οι λειτουργίες που εκτελούνται στο υποεπίπεδο MAC ρυθμίζουν την προσπέλαση στον κοινό σύνδεσμο. Για κάθε
συνομιλία μεταξύ δύο κόμβων στο τοπικό δίκτυο, ο Έλεγχος Προσπέλασης Μέσων υλοποιεί έναν ιδεατό σύνδεσμο σημείου
με σημείο μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, δίδοντάς τους έτσι την ψευδαίσθηση ότι επικοινωνούν διαμέσου απευθείας
συνδέσμου και όχι διαμέσου του διαμοιραζόμενου συνδέσμου πολλαπλής πρόσβασης.
Ο Έλεγχος Λογικής Σύνδεσης υλοποιεί τις υπηρεσίες μετάδοσης πλαισίων μεταξύ των κόμβων του τοπικού δικτύου. Έτσι,
μπορεί να υλοποιήσει μία υπηρεσία αξιόπιστης μετάδοσης πλαισίων, ζητώντας την επανεκπομπή όλων των πλαισίων που
αλλοιώθηκαν κατά τη μεταφορά τους. Επίσης, μπορεί να υλοποιήσει μία υπηρεσία κατά την οποία να απορρίπτει απλώς τα
πλαίσια που υπέστησαν σφάλμα μεταφοράς και να προωθεί στο Επίπεδο Δικτύου τα υπόλοιπα πλαίσια.

Εικόνα 11: Σχέση μοντέλων αναφοράς OSI και IEEE 802.

Δίκτυα IEEE 802.3 (Ethernet)

Μεταξύ των προτύπων IEEE 802, η οικογένεια IEEE 802.3 έχει καθιερωθεί ως η επικρατέστερη τεχνολογία για την
ανάπτυξη τοπικών δικτύων. Περιλαμβάνει μία μεγάλη ποικιλία πρωτοκόλλων, με ταχύτητες μετάδοσης από 10 Mbps έως 10
Gbps, τα οποία έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: χρησιμοποιούν το CSMA/CD ως τη μέθοδο προσπέλασης του φυσικού
μέσου, γι’ αυτό και συχνά αναφέρονται ως πρωτόκολλα CSMA/CD. Το πρότυπο 802.3 βασίστηκε στο Ethernet, ένα σύστημα
CSMA/CD που ανέπτυξαν οι Metcalfe και Boggs (1976), μηχανικοί της Xerox.
Ανάλογα με την ταχύτητα μετάδοσης πλαισίων, τα τοπικά δίκτυα 802.3 χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:
9|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

ü στα δίκτυα Ethernet, με ταχύτητα μετάδοσης 10 Mbps,


ü στα δίκτυα Fast Ethernet, με ταχύτητα μετάδοσης 100 Mbps, και
ü στα δίκτυα Gigabit Ethernet, με ταχύτητα μετάδοσης 1 Gbps.
Στις μέρες μας, τα δίκτυα 802.3 υλοποιούνται, είτε με καλώδια συνεστραμμένων ζευγών, είτε με οπτικές ίνες. Η φυσική
τοπολογία που επιλέγεται είναι του αστέρα, αν και μπορούμε να συναντήσουμε και συνδέσμους Ethernet σημείου με
σημείο. Τα πρότυπα δικτύων 802.3 ονομάζονται μ’ έναν ειδικό τρόπο, ο οποίος συνοψίζει τα χαρακτηριστικά του. Το όνομα
ενός δικτύου αποτελείται από τρία τμήματα (Εικόνες 12-13). Το πρώτο τμήμα αντιστοιχεί στην ταχύτητα μετάδοσης, το
δεύτερο στην περιοχή συχνοτήτων όπου εκτελείται η μετάδοση του σήματος και το τρίτο στο φυσικό μέσο μετάδοσης που
χρησιμοποιείται για την υλοποίηση του δικτύου.

Εικόνα 12: Ο τρόπος ονομασίας των τοπικών δικτύων 802.3.


Το παράδειγμα του σχήματος αντιστοιχεί σ’ ένα δίκτυο 10 Mbps που υλοποιείται με καλώδια συνεστραμμένων ζευγών.

Εικόνα 13: Τα χαρακτηριστικά των πιο συχνά χρησιμοποιούμενων τοπικών δικτύων 802.3.

Υλοποίηση δικτύων Ethernet με μεταγωγείς

Σύμφωνα με όσα έχουμε πει μέχρι τώρα, τα τοπικά δίκτυα Ethernet υλοποιούνται συνήθως σε τοπολογία αστέρα. Στο
κέντρο του αστέρα βρίσκεται μία ειδική συσκευή, η οποία ονομάζεται συγκεντρωτής (hub). Ο συγκεντρωτής είναι
εξοπλισμένος με πολλές θύρες και υλοποιεί το διαμοιρασμό του μέσου πολλαπλής πρόσβασης προωθώντας το πλαίσιο που
λαμβάνει από μία θύρα του σε όλες τις υπόλοιπες θύρες. Ως άμεση συνέπεια του μηχανισμού CSMA/CD, μόνο ένας κόμβος
μπορεί να μεταδίδει δεδομένα στο δίκτυο σε μία αυθαίρετη χρονική στιγμή.
Η απόδοση ενός δικτύου Ethernet μπορεί να βελτιωθεί, εάν υλοποιηθεί με μεταγωγέα (switch) αντί για συγκεντρωτή
(Εικόνα 14). Ο μεταγωγέας, αντί να προωθεί ένα εισερχόμενο πλαίσιο σε όλους τους κόμβους που διασυνδέονται σ’ αυτόν,
το προωθεί μόνο προς τον παραλήπτη του. Συγκεκριμένα, κατά την άφιξη ενός πλαισίου σε κάποια από τις θύρες του, ο
μεταγωγέας εκτελεί τα παρακάτω βήματα:
1. Διαβάζει τη διεύθυνση προορισμού του πλαισίου.
2. Προσδιορίζει τον κατάλληλο εξερχόμενο σύνδεσμο.
3. Εάν ο εξερχόμενος σύνδεσμος είναι αδρανής, τότε προωθεί το πλαίσιο σ’ αυτόν προς μετάδοση. Αν είναι
απασχολημένος, τότε υποχωρεί και επιχειρεί τη μετάδοση του πλαισίου μετά από τυχαίο χρόνο, σύμφωνα με το CSMA/CD.

10 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Οι μεταγωγείς Ethernet σχεδιάζονται έτσι ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα πολλαπλών μεταδόσεων ανά χρονική στιγμή,
αρκεί τα μεταδιδόμενα πλαίσια να εκπέμπονται από διαφορετικό σύνδεσμο. Έτσι, με αυτές τις ταυτόχρονες μεταδόσεις
πλαισίων, επιτυγχάνεται η προαναφερόμενη βελτίωση στην απόδοση του δικτύου. Η απαιτούμενη καλωδίωση και η
διεπαφή των υπολογιστών με το δίκτυο είναι ακριβώς οι ίδιες στα δύο σενάρια υλοποίησης του τοπικού δικτύου: και στην
περίπτωση που χρησιμοποιηθεί μεταγωγέας, και στην περίπτωση του συγκεντρωτή.

Εικόνα 14: Υλοποίηση Ethernet με μεταγωγέα (switch)

Hubs, Switches και Routers: Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις συσκευές δικτύωσης;
Πολλές φορές οι συζητήσεις των τεχνικών μπορεί να μπερδέψουν κάποιον με μικρή εμπειρία στα δίκτυα. Οι λειτουργίες
μεταξύ των δικτυακών συσκευών διαφέρουν, ακόμα και αν ενσωματώνονται στο ίδιο μηχάνημα. Ας εξετάσουμε το hub και το
switch μια και αυτές οι δύο συσκευές έχουν τον ίδιο ρόλο στο δίκτυο. Καθεμιά υπηρετεί ως η κεντρική σύνδεση όλων των
εξαρτημάτων του δικτύου (υπολογιστές, εκτυπωτές κ.λ.π.) και χειρίζονται δεδομένα, γνωστά ως frames (πακέτα/πλαίσια) . Τα
frames μεταφέρουν τα δεδομένα. Όταν λαμβάνεται ένα frame, γίνεται κάποια επεξεργασία και στη συνέχεια μεταδίδεται στην
πόρτα/είσοδο του προς παραλαβή υπολογιστή. Η μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο συσκευών είναι η μέθοδος με την οποία
μεταβιβάζονται τα δεδομένα.
Hub: Στο hub, ένα frame μεταδίδεται ("broadcast") σε όλες τις πόρτες/εισόδους του. Δεν ενδιαφέρει ότι το frame είναι για μια πόρτα
μόνο. Το hub δεν έχει τρόπο να διακρίνει σε ποια πόρτα πρέπει να σταλεί το frame. Μεταδίδοντας το σε κάθε πόρτα βεβαιώνει ότι
σίγουρα θα παραληφθεί. Αυτό δημιουργεί μεγάλη κίνηση στο δίκτυο και μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις. Μεγάλες καθυστερήσεις
μπορεί επιπρόσθετα να υπάρξουν όταν δύο ή περισσότεροι υπολογιστές μεταδίδουν δεδομένα ταυτόχρονα.
Switch: Το switch κρατά αρχείο των διευθύνσεων MAC addresses (Media Access Control: διεύθυνση hardware-μοναδική στο δίκτυο) όλων των
συσκευών του δικτύου. Με αυτές τις πληροφορίες μπορεί να αναγνωρίσει ποιος υπολογιστής είναι συνδεδεμένος με ποια πόρτα/είσοδό
του. Έτσι όταν παραλαμβάνει κάποιο frame γνωρίζει επακριβώς σε ποια πόρτα να το στείλει, κάτι το οποίο βελτιώνει σημαντικά την
ταχύτητα του δικτύου. Στην περίπτωση που δύο ή περισσότεροι υπολογιστές μεταδίδουν ταυτόχρονα δεδομένα, δεν υπάρχει καμία
καθυστέρηση.
Routers: Οι Routers είναι τελείως διαφορετικές συσκευές. Ενώ το hub ή το switch μεταδίδει frames στο τοπικό δίκτυο, ο router's
δρομολογεί πακέτα δεδομένων σε άλλα δίκτυα και παρακολουθεί την κίνηση μέχρι την παράδοση. Ένα από τα χαρακτηριστικά του
πακέτου δεδομένων είναι ότι εκτός από τα δεδομένα περιέχει και την διεύθυνση του παραλήπτη. Ένας router τυπικά συνδέεται
τουλάχιστον με δύο δίκτυα, κοινά δύο τοπικά δίκτυα (LANs) ή απομακρυσμένα δίκτυα (WAN) ή ενός LAN και το δίκτυο του ISP (παροχέα
υπηρεσιών Internet). Οι Routers χρησιμοποιούν επικεφαλίδες και πίνακες προώθησης για να καθορίσουν την καλύτερη διαδρομή που θα
επιλέξουν για να προωθήσουν το πακέτο δεδομένων. Χρησιμοποιούν πρωτόκολλα όπως το ICMP για να επικοινωνούν μεταξύ τους και
διαμορφώνουν την καλύτερη διαδρομή επικοινωνίας δύο υπολογιστικών συστημάτων.
Οι Routers σήμερα παρέχουν μια ποικιλία υπηρεσιών. Ένας router τυπικά περιλαμβάνει και 4 - 8 πόρτες Ethernet (switch ή hub) και το
Network AddressTranslator (NAT). Επιπρόσθετα περιλαμβάνουν Dynamic Host Configuration Protocol (DHCP) server, Domain Name
Service (DNS) proxy server και hardware firewall για προστασία από κακόβουλη εισβολή στο δίκτυο από το Internet. Όλοι οι routers έχουν
μια είσοδο WAN Port που συνδέεται με DSL ή μισθωμένο κύκλωμα, ενώ το ενσωματωμένο switch επιτρέπει την εύκολη δημιουργία του
τοπικού δικτύου LAN. Με αυτό το τρόπο όλοι οι συνδεδεμένοι υπολογιστές έχουν άμεση πρόσβαση στο Internet και στους λοιπούς
πόρους του δικτύου.
Περιληπτικά, ένα hub συνδέει ένα δίκτυο Ethernet, ένα switch κάνει το ίδιο με ποιο αποτελεσματικό τρόπο και ένας router κάνει ότι
και τα δύο αυτά, συν τη δρομολόγηση πακέτων TCP/IP μεταξύ πολλών LANs ή/και WANs; και πολλά περισσότερα.

Δίκτυα αρτηρίας με κουπόνι (ΙΕΕΕ 802.4)

Το πρωτόκολλο αυτό αφορά γραμμική τοπολογία χρησιμοποιώντας ομοαξονικό καλώδιο σαν μέσο μεταφοράς και
επιτρέπει σηματοδότηση για φωνή και εικόνα με ταχύτητες 1 Mb/s, 5 Mb/s και 10 Mb/s. Επίσης έχει την ικανότητα να
διακρίνει διάφορες προτεραιότητες στη μετάδοση δεδομένων. Στην περίπτωση αυτή αναγνώριση συγκρούσεων δεν είναι
απαραίτητη διότι μόνο ένα τερματικό εκπέμπει πακέτα κάθε φορά μέχρι να εξαντληθεί το απόθεμα πακέτων ή να
εξαντληθεί ο χρόνος κράτησης του κουπονιού (Εικόνα 15).

11 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Εικόνα 15: Αρτηρία με κουπόνι (IEEE 802.4)

Δίκτυα δακτυλίου με κουπόνι (ΙΕΕΕ 802.5)

Η τεχνολογία του δακτυλίου με κουπόνι (token ring) αναπτύχθηκε από την IBM στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και
αποτελούσε μέχρι πρόσφατα την κύρια επιλογή της για τις εγκαταστάσεις τοπικών δικτύων. Η αποδοχή των δικτύων τύπου
δακτυλίου με κουπόνι ήταν μεγάλη και αυτό οδήγησε την IEEE να θεσπίσει το πρότυπο 802.5, το οποίο είναι σχεδόν
ταυτόσημο και συμβατό με το πρωτόκολλο της IBM. Τα δίκτυα IEEE 802.5 έχουν τη λογική τοπολογία του δακτυλίου, ενώ
πλέον υλοποιούνται ως αστέρας χρησιμοποιώντας ως φυσικό μέσο καλώδια συνεστραμμένων ζευγών ή οπτικές ίνες. Ο
ρυθμός μετάδοσης δεδομένων στο δίκτυο μπορεί να είναι 4 Mbps ή 16 Mbps, ενώ υπάρχει ο περιορισμός των 250 κόμβων
ανά δακτύλιο.

Τρόπος λειτουργίας
Όπως άλλωστε διαφαίνεται από το όνομά τους, στα δίκτυα τύπου δακτυλίου με κουπόνι ο έλεγχος προσπέλασης του
φυσικού μέσου διενεργείται με το πέρασμα κουπονιού. Ο τρόπος λειτουργίας των δικτύων τύπου δακτυλίου με κουπόνι
δίδεται παραστατικά στην Εικόνα 16. Ένα ειδικό πλαίσιο, το οποίο ονομάζεται κουπόνι, περιστρέφεται γύρω από δακτύλιο.
Όταν ένας κόμβος έχει δεδομένα προς μετάδοση, περιμένει πότε θα φτάσει το κουπόνι σε αυτόν. Τότε, δεσμεύει το κουπόνι
και το αντικαθιστά με μία άλλη ειδική ακολουθία bits που υποδηλώνει την αρχή ενός πλαισίου δεδομένων, ενώ ακολουθεί
η μετάδοση του υπόλοιπου πλαισίου. Η δέσμευση και απομάκρυνση του μοναδικού κουπονιού από τον κόμβο που
μεταδίδει δεδομένα στο δίκτυο, εξασφαλίζει τη μοναδικότητα της προσπέλασης στο φυσικό μέσο.
Εξαιτίας του μικρού μήκους του δακτυλίου και της υψηλής ταχύτητας μετάδοσης δεδομένων σ’ αυτόν, ένα πλαίσιο δεν
εμφανίζεται ποτέ ολόκληρο στο δακτύλιο σε μία αυθαίρετη χρονική στιγμή. Αυτό διευκολύνει το χειρισμό των
επιβεβαιώσεων λήψης σ’ ένα δακτύλιο. Για παράδειγμα, ο κόμβος προορισμού μπορεί να ενσωματώσει την επιβεβαίωση
λήψης στο τέλος του πλαισίου, ελέγχοντάς το «στον αέρα», δηλαδή κατά το χρόνο που διέρχεται από αυτόν.

(β) Ο κόμβος Α δεσμεύει το κουπόνι


(α) Το κουπόνι κ περιστρέφεται στο
κ και το μετατρέπει σε πεδίο
δακτύλιο και ο κόμβος Α έχει
έναρξης πλαισίου SF
δεδομένα προς μετάδοση

(ε) Μετά την παρέλευση


προκαθορισμένου χρόνου ο κόμβος
Α αποδεσμεύει το κουπόνι

(γ) Ο κόμβος Α
μεταδίδει το πλαίσιο

(δ) Συνήθως, το πρώτο bit του πλαισίου κινείται


γύρω στο δακτύλιο και επιστρέφει στον αποστολέα
πριν ολοκληρωθεί η μετάδοση του πλαισίου

Εικόνα 16: Ο τρόπος λειτουργίας του δακτυλίου με κουπόνι (IEEE 802.5)


12 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Διαχείριση του δακτυλίου


Η διαχείριση του δακτυλίου με κουπόνι δεν είναι κατανεμημένη. Αντίθετα, σε κάθε δακτύλιο υπάρχει ένας κόμβος
επόπτης, ο οποίος εποπτεύει την ορθή λειτουργία του δακτυλίου. Ο κόμβος επόπτης επιβεβαιώνει την ύπαρξη του
κουπονιού και την απουσία κατεστραμμένων ή «ορφανών» πλαισίων. Το ορφανό πλαίσιο εμφανίζεται στην περίπτωση που
ένας κόμβος καταρρεύσει, πριν προλάβει να απορροφήσει πλήρως το πλαίσιο που μετέδωσε. Σ’ αυτήν την περίπτωση, εάν
δεν επέμβει ο επόπτης του δακτυλίου, το ορφανό πλαίσιο θα εκτελεί κύκλους για πάντα.
Εάν ο επόπτης εντοπίσει ένα πλαίσιο που δεν ακολουθεί την προκαθορισμένη μορφή του IEEE 802.5, τότε θεωρεί ότι το
πλαίσιο αλλοιώθηκε και το απομακρύνει, εισάγοντας ένα νέο κουπόνι στο δίκτυο. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση
που αποδειχθεί σφάλμα μεταφοράς κατά τον έλεγχο του κώδικα κυκλικού πλεονασμού του πλαισίου.
Τα ορφανά πλαίσια εντοπίζονται με την ακόλουθη τεχνική. Όταν ένα πλαίσιο περνάει από τον επόπτη κόμβο, τότε αυτός
το μαρκάρει θέτοντας μία συγκεκριμένη τιμή στην επικεφαλίδα του. Εάν περάσει από τον επόπτη ένα πλαίσιο
μαρκαρισμένο ως ανωτέρω, τότε χαρακτηρίζεται ως ορφανό και ο επόπτης το απομακρύνει από το δακτύλιο και εισάγει ένα
νέο κουπόνι.
Κάθε κόμβος που διασυνδέεται σ’ ένα δακτύλιο με κουπόνι έχει, εκ κατασκευής, εποπτικές δυνατότητες. Ο επόπτης ενός
δακτυλίου στέλνει περιοδικά κάποια ειδικά πλαίσια ελέγχου (AMP – active monitor present), τα οποία υποδηλώνουν την
παρουσία επόπτη. Η απουσία πλαισίων AMP υποδηλώνει την κατάρρευση του επόπτη. Σε αυτή την περίπτωση, όλοι οι
κόμβοι στέλνουν ένα άλλο ειδικό πλαίσιο ελέγχου (CT – claim token), με το οποίο δηλώνουν την επιθυμία τους να γίνουν ο
επόπτης του δακτυλίου. Ένα πρωτόκολλο διαιτησίας εξασφαλίζει τη γρήγορη επιλογή του νέου επόπτη.

There are only 10

types of people in

the world —those

who understand

binary, and those

who don't!

13 | Σ ε λ ί δ α
Επικοινωνίες και Δίκτυα Η/Υ
Τεχνικός Εφαρμογών Ιατρικής Πληροφορικής

ΟΕΕΚ ΙΕΚ Ηρακλείου 2010-2011

email: info@ekoletsou.gr
web: http://www.ekoletsou.gr
Επιμέλεια: Κωλέτσου Ευτυχία

Μέρος Γ'
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ
Οι σημειώσεις είναι βασισμένες στα συγγράμματα:
[1] Αρβανίτης Α., Κόλυβας Γ., Ούτσιος Σ., Τεχνολογία Δικτύων Επικοινωνιών, ΕΠΑΛ Β’ Τάξη, Τομέας Ηλεκτρονικών, ΟΕΔΒ, Αθήνα
[2] Κιαγιάς Μ., Δίκτυα Υπολογιστών II – Το Ανεπίσημο Βοήθημα, 2010

Δίκτυα Ευρείας Περιοχής

H
επικράτηση της χρήσης των μικροϋπολογιστών (προσωπικών υπολογιστών) στις επιχειρήσεις, οδήγησε
γρήγορα στη δημιουργία πολλών τοπικών δικτύων, μικρού ή μεγαλύτερου μεγέθους. Ωστόσο, καθώς κάθε
επιχείρηση αναπτύσσεται, γρήγορα δημιουργείται η ανάγκη για επικοινωνία και μετάδοση δεδομένων
μεταξύ των υποκαταστημάτων της. Η ανάγκη αυτή καλύπτεται σήμερα από τα Δίκτυα Ευρείας Περιοχής
(Wide Area Networks, WAN).

Επεκτείνοντας το Δίκτυο

Τα τοπικά δίκτυα αποτελούν μια πολύ καλή λύση επικοινωνίας σε περίπτωση που το μέγεθος του δικτύου είναι σχετικά
μικρό και καταλαμβάνει περιορισμένη γεωγραφικά έκταση. Για παράδειγμα μια εταιρία που διαθέτει μόνο ένα πολυόροφο
κτίριο σε μια πόλη, εξυπηρετείται αποτελεσματικά από ένα τοπικό δίκτυο. Όταν όμως η δραστηριότητα της επεκταθεί σε
γειτονικές πόλεις, η ανάγκη επικοινωνίας μεταξύ των υποκαταστημάτων της, απαιτεί τη χρήση ενός WAN. Τα WAN είναι
γνωστά και με τον Αγγλικό όρο Wide Area Networks (WAN). Χρησιμοποιώντας ένα WAN, είναι δυνατόν να διασυνδέσουμε
μεταξύ τους τα τοπικά δίκτυα κάθε υποκαταστήματος. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται κατάλληλος δικτυακός
εξοπλισμός (γραμμές σύνδεσης, modem, δρομολογητές κ.α.). Στις γραμμές ενός WAN μπορεί να χρησιμοποιούνται δίκτυα
μεταγωγής (κυκλώματος ή πιο συχνά πακέτου), δορυφορικές και μικροκυματικές συνδέσεις, οπτικές ίνες, ή ακόμα και
συστήματα καλωδιακής τηλεόρασης. Ο χρήστης που χρησιμοποιεί ένα WAN δεν πρέπει να καταλαβαίνει καμιά διαφορά ως
προς τον τρόπο χρήσης του σε σχέση με ένα τοπικό δίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι το WAN είναι διάφανο ως προς τη λειτουργία
του.
Είναι αρκετά δύσκολο (ειδικά από άποψης κόστους) για μια εταιρεία να εγκαταστήσει και να διαχειρίζεται από μόνη της
τις γραμμές ενός WAN. Συνήθως είναι ευκολότερο να νοικιάσει τη χρήση τους από κάποιο φορέα που ειδικεύεται στις
επικοινωνίες (π.χ. τον ΟΤΕ) ο οποίος συνήθως έχει ήδη έτοιμη την καλωδιακή υποδομή και μπορεί να καλύψει κάθε σημείο
της χώρας. Οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται στις υπηρεσίες δικτύων ευρείας περιοχής (υπηρεσίες WAN) όπως
παρέχονται από τους φορείς τηλεπικοινωνιών μπορεί να είναι:
Α) Οι κλασικές:
– Επιλεγόμενες τηλεφωνικές γραμμές (το κλασικό τηλεφωνικό δίκτυο)
– Μόνιμες ή μισθωμένες γραμμές
– Γραμμές που χρησιμοποιούν το πρότυπο Χ.25
Β) αλλά και οι πιο σύγχρονες:
– Frame Relay
– ISDN
– ATM
– xDSL

Σημείωση: Από το 2001, υπάρχει στη χώρα μας πλήρη απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών. Έτσι πλέον κάθε εταιρία
μπορεί να εγκαθιστά και να διαχειρίζεται εξοπλισμό και γραμμές κατάλληλες για WAN. Λόγω του αυξημένου
ανταγωνισμού, υπάρχει και αντίστοιχη βελτίωση στην ποιότητα (και το κόστος) των παρεχόμενων
τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

Επιλεγόμενες Τηλεφωνικές Γραμμές

Το γνωστό μας τηλεφωνικό δίκτυο, το οποίο χρησιμοποιούμε εδώ και πολλά χρόνια για μετάδοση φωνής, μπορεί επίσης
να χρησιμοποιηθεί για μετάδοση δεδομένων. Το τηλεφωνικό δίκτυο είναι γνωστό διεθνώς και με την ονομασία PSTN, Public
Switched Telephone Network, το οποίο θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε ως Δημόσιο Τηλεφωνικό Επιλογικό (ή
Μεταγωγής) Δίκτυο. Η έννοια του “επιλογικού” σχετίζεται με την δυνατότητα που έχουμε να επιλέξουμε με ποιο
συνδρομητή θα συνομιλήσουμε, σχηματίζοντας τον κατάλληλο αριθμό κλήσης. Θεωρώντας το ως δίκτυο μεταγωγής, θα
λέγαμε ότι ανήκει στην κατηγορία της μεταγωγής κυκλώματος ενώ οι συνδέσεις που δημιουργούμε είναι προσωρινές.
Μέσω του τηλεφωνικού δικτύου, μπορούμε να έχουμε μετάδοση δεδομένων μεταξύ υπολογιστών, χρησιμοποιώντας τις
γραμμές του για να δημιουργήσουμε ένα WAN. Υπάρχουν ωστόσο κάποιοι περιορισμοί: Το τηλεφωνικό δίκτυο σχεδιάστηκε
για τη μετάδοση φωνής, αναλογικών δηλ. δεδομένων, και μάλιστα με μικρό εύρος συχνοτήτων (όσο χρειάζεται για να
μεταδίδεται και να αναγνωρίζεται η ανθρώπινη φωνή) ενώ οι υπολογιστές μεταδίδουν γενικά ψηφιακά σήματα. Για να

2|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

ξεπεράσουμε αυτό τον περιορισμό, χρησιμοποιούμε ειδικές συσκευές για την σύνδεση των υπολογιστών με το τηλεφωνικό
δίκτυο, τα γνωστά μας modem.
Τα modems είναι συσκευές οι οποίες μετατρέπουν το ψηφιακό σήμα των υπολογιστών σε αναλογικό το οποίο μπορεί να
μεταδοθεί μέσω της τηλεφωνικής γραμμής. Το modem που βρίσκεται στην άλλη μεριά της σύνδεσης αναλαμβάνει την
ακριβώς αντίστροφη διαδικασία. Αν έχετε χρησιμοποιήσει modem για την σύνδεση σας στο Internet θα έχετε πιθανόν
ακούσει τον χαρακτηριστικό ήχο που παράγεται από την μετατροπή (διαμόρφωση) του σήματος σε αναλογικό. Ουσιαστικά
το modem μετατρέπει το ψηφιακό σήμα σε ήχο που μπορεί να μεταδοθεί μέσω της τηλεφωνικής γραμμής.

Εικόνα 1: Σύνδεση υπολογιστών μέσω δικτύου PSTN

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Υψηλή Διαθεσιμότητα Μικρή Ταχύτητα Απομακρυσμένη Πρόσβαση
Mικρό Κόστος Μεταβλητή Ποιότητα και Αξιοπιστία Εφαρμογές χωρίς απαιτήσεις υψηλής
ταχύτητας
Πίνακας 1: Χαρακτηριστικά επιλεγόμενων γραμμών

Ο άλλος περιορισμός των επιλογικών τηλεφωνικών συνδέσεων είναι ο σχετικά μικρός ρυθμός μετάδοσης δεδομένων που
μπορεί να επιτευχθεί. Η ταχύτητα δεν είναι σταθερή καθώς εξαρτάται από παράγοντες όπως η ποιότητα της γραμμής και
του κυκλώματος που έχει σχηματιστεί μεταξύ των δύο υπολογιστών που επικοινωνούν.
Η μέγιστη πρακτική ταχύτητα μετάδοσης που έχει επιτευχθεί σε δίκτυο PSTN είναι σήμερα τα 56Kbps. Πρέπει να
σημειώσουμε ότι η τεχνολογία αυτή έχει σταματήσει να αναπτύσσεται, καθώς έχει αντικατασταθεί από πιο σύγχρονες και
έτσι δεν αναμένεται να αυξηθεί η ταχύτητα της στο μέλλον.
Σήμερα, οι επιλογικές συνδέσεις χρησιμοποιούνται για μετάδοση δεδομένων περιορισμένης χρονικά διάρκειας, όταν δεν
δικαιολογείται το επιπλέον κόστος χρήσης αφιερωμένης γραμμής ή κάποιας άλλης πιο σύγχρονης τεχνολογίας. Γνωστές
εφαρμογές της είναι η πρόσβαση στο Internet ή σε άλλες online υπηρεσίες χαμηλής ταχύτητας, η σύνδεση κάποιου
απομακρυσμένου υπολογιστή (π.χ. ενός φορητού) με το τοπικό δίκτυο μιας εταιρίας, καθώς και η τηλεργασία. Ακόμα, οι
επιλογικές συνδέσεις χρησιμοποιούνται συχνά ως εφεδρικές σε περίπτωση βλάβης μιας μόνιμης γραμμής.

Μισθωμένες Γραμμές

Αντίθετα από τις επιλεγόμενες γραμμές, που πρέπει να δημιουργούνται κάθε φορά που απαιτείται σύνδεση μεταξύ δύο
σημείων, οι μισθωμένες ή μόνιμες γραμμές παρέχουν μια επικοινωνιακή γραμμή έτοιμη να χρησιμοποιηθεί ανά πάσα
στιγμή. Υπάρχουν αναλογικές και ψηφιακές μισθωμένες γραμμές, οι οποίες προσφέρονται από τους διάφορους
τηλεπικοινωνιακούς φορείς.
Η αναλογική μισθωμένη γραμμή είναι περισσότερο γρήγορη και αξιόπιστη από την επιλεγόμενη γραμμή. Επίσης είναι
σχετικά ακριβή, γιατί ο τηλεπικοινωνιακός φορέας δεσμεύει πολύτιμους πόρους του δικτύου του για τη μισθωμένη γραμμή,
είτε αυτή χρησιμοποιείται είτε όχι. Οι αναλογικές μισθωμένες γραμμές, όπως και οι αναλογικές επιλεγόμενες γραμμές,
απαιτούν τη χρήση modem, ενώ θέτουν όρια στην ποιότητα και στην ταχύτητα μετάδοσης.
Όταν απαιτείται υψηλότερη ποιότητα επικοινωνίας και ευκολότερη διαχείσιη, χρησιμοποιούνται οι ψηφιακές
μισθωμένες γραμμές. Οι ταχήτητες των ψηφιακών γραμμών κυμαίνονται από 19,2 Kbps μέχρι 45 Kbps (για την Ευρώπη) ή
οι γραμμές Τ1 στα 1,544 Mbps (για τη Β. Αμερική και την Ιαπωνία).
Επειδή η μετάδοση είναι από άκρη σε άκρη ψηφιακή, για τη σύνδεση του δικτύου με τη γραμμή δε χρησιμοποιείται
Modem αλλά άλλη συσκευή που ονομάζεται μονάδα εξυπηρέτησης καναλιού-δεδομένων (Channel Service Unit/Data
Service Unit, CSU/DSU). Αυτή, αφενός, μετατρέπει το ψηφιακό σήμα, που παράγουν οι διάφοροι σταθμοί του δικτύου, σε
ψηφιακό σήμα κατάλληλης μορφής, ώστε να μπορεί να μεταδοθεί στη γραμμή, αφετέρου περιέχει ειδικά ηλεκτρονικά
κυκλώματα προστασίας των εγκαταστάσεων του παροχέα της υπηρεσίας.

3|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Βασικό μειονέκτημα των ψηφιακών μισθωμένων γραμμών είναι ότι, αν παρουσιάσουν πρόβλημα, διακόπτεται η
λειτουργία τους. Δεν υπάρχει, δηλαδή, η δυνατότητα να κρατηθεί η σύνδεση ανοιχτή σε χαμηλότερη ταχύτητα (κάτι που
μπορεί να γίνει σε αναλογική γραμμή).
Η τιμολόγηση μισθωμένης γραμμής είναι συνάρτηση της ταχύτητας και της απόστασης μεταξύ των δύο ακραίων σημείων
και όχι του όγκου δεδομένων που διακινούνται μέσα σε αυτή. Αν πρόκειται να συνδέσουμε με αφιερωμένες γραμμές μικρό
αριθμό σημείων και οι συνδέσεις να χρησιμοποιούνται πολλές ώρες την ημέρα, μπορεί η επιλογή τους να αποτελεί την πιο
συμφέρουσα λύση από άποψη κόστους.

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Υψηλή Διαθεσιμότητα Μεγάλο μηνιαίο πάγιο τέλος Διασύνδεση τοπικών δικτύων, που
Ασφάλεια, ανήκει αποκλειστικά στο Αν η γραμμή είναι ψηφιακή, βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση
χρήστη δύσκολη η εφεδρεία σε περίπτωση
Mικρό κόστος, στην περίπτωση προβλήματος στη γραμμή Μόνιμη σύνδεση στο Internet
διαρκούς μετάδοσης μεγάλης
ποσότητας δεδομένων
Υψηλές ταχύτητες
Πίνακας 2: Χαρακτηριστικά μισθωμένων γραμμών

Χ.25

Το Χ.25 είναι τεχνολογία μεταγωγής πακέτου, όπου τα δεδομένα μεταδίδονται στο δίκτυο μεταγωγής σε μικρά κομμάτια,
τα πακέτα. Το δίκτυο Χ.25 αποτελείται, ουσιαστικά, από κόμβους μεταγωγής πακέτων (Packet Switching Nodes, PSNs), οι
οποίοι δρομολογούν κατάλληλα τα πακέτα, ώστε να φθάσουν στον προορισμό τους.
Η διεπαφή μεταξύ του εξοπλισμού του χρήστης και του δικτύου μεταγωγής πακέτων περιγράφεται από το πρότυπο Χ.25,
που αφορά τα τρία κατώτερα επίπεδα του μοντέλου του OSI. Στο πρότυπο Χ.25, ο ακραίος εξοπλισμός του χρήστη
αναφέρεται σαν τερματικός εξοπλισμός δεδομένων (Data Terminal Equipment, DTE), και ο κόμβος μεταγωγής πακέτων, με
τον οποίο συνδέεται ένα DTE, αναφέρεται σαν εξοπλισμός επικοινωνίας δεδομένων (Data Communication Equipment, DCE).
Αν κάποιες από τις συσκευές του χρήστη δεν έχουν τη δυνατότητα διαχείρισης πακέτων Χ.25 (π.χ. ασύγχρονα τερματικά),
υπάρχει δυνατότητα σύνδεσής τους σε τέτοιο δίκτυο μέσω της μονάδας συναρμολόγησης-αποσυναρμολόγησης πακέτων
(Packet Assembler-Disassembler, PAD).

Εικόνα 2: Δίκτυο Χ.25

Τα πρώτα δίκτυα Χ.25 χρησιμοποιούσαν απλές τηλεφωνικές γραμμές για τη μετάδοση δεδομένων, που αποτελούσαν
αρκετά αναξιόπιστο μέσο μετάδοσης και επέτρεπαν την εμφάνιση αρκετών λαθών. Για το λόγο αυτό το Χ.25
χρησιμοποιούσε ειδικές μεθόδους ανίχνευσης λαθών και επαναμετάδοσης δεδομένων. Με τις σημερινές τηλεπικοινωνιακές
γραμμές, που εμφανίζουν πολύ μικρότερη πιθανότητα σφαλμάτων και είναι πολύ περισσότερο αξιόπιστες, ο εκτεταμένος
έλεγχος λαθών του Χ.25 δεν είναι πια απαραίτητος και επιπλέον επιδρά αρνητικά στην ταχύτητα μετάδοσης των
δεδομένων. Για το λόγο αυτό σήμερα χρησιμοποιούνται πολύ πιο «χαλαρά» πρωτόκολλα όσον αφορά τον έλεγχο λαθών και
τις επαναμεταδόσεις.
Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση
Αξιοπιστία Μικρή Ταχύτητα Εφαρμογές τερματικού προς κεντρικό
Mικρό κόστος, στην περίπτωση Αργή απόκριση υπολογιστή
σποραδικής κίνησης
Διαθέσιμη παντού Μόνο για δεδομένα
Διαχείριση του WAN από το φορέας
Πίνακας 3: Χαρακτηριστικά Χ.25
4|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Το κόστος της υπηρεσίας Χ.25 είναι πολύ προσιτό. Η τιμολόγηση γίνεται ανάλογα με το ποσό δεδομένων που
διακινήθηκε, κάνοντας αρκετά ελκυστική τη χρήση της στην περίπτωση μετάδοσης μικρού ποσού δεδομένων σποραδικά. Αν
και έχουν εμφανισθεί καινούριες τεχνολογίες, όπως το ISDN και το Frame Relay, σε αρκετά μέρη του κόσμου
χρησιμοποιείται η τεχνολογία Χ.25, γιατί είναι η πιο φθηνή ή ακόμη και η μόνη διαθέσιμη.

ISDN

Εκτός από τις κλασικές υπηρεσίες τηλεφωνίας (φωνής), τα τελευταία χρόνια παρουσιάστηκε μεγάλη ζήτηση για παροχή
και άλλων υπηρεσιών (μετάδοση δεδομένων, εικόνας, video), Οι διάφοροι φορείς τηλεπικοινωνιών αναγκάστηκαν να
δημιουργήσουν εξειδικευμένα δίκτυα (εκτός από το τηλεφωνικό που υπήρχε) για την μετάδοση των αντίστοιχων
δεδομένων. Για παράδειγμα, ο ΟΤΕ ανέπτυξε τα δίκτυα Hellaspac και Hellascom για μετάδοση δεδομένων υπολογιστών.
Ακόμα δημιουργήθηκαν δίκτυα για μετάδοση δεδομένων κειμένου telex (το οποίο όμως έχει πλέον καταργηθεί), δίκτυα
καλωδιακής τηλεόρασης κ.α. Η ανάπτυξη ξεχωριστών δικτύων για κάθε διαφορετικό είδος υπηρεσίας, έχει μειονεκτήματα
όπως:
ü Μεγάλο κόστος διαχείρισης και συντήρησης των διαφορετικών τεχνολογιών από κάθε τηλεπικοινωνιακό φορέα.
ü Αυξημένο κόστος για τον τελικό χρήστη, ο οποίος πρέπει να συντηρεί διαφορετικό εξοπλισμό για κάθε υπηρεσία, και να
πληρώνει συνδρομή στον τηλεπικοινωνιακό φορέα. Με δεδομένο ότι ο φορέας έχει πολλά έξοδα για τα δίκτυα αυτά, οι
τιμές των συνδρομών είναι αντίστοιχα αρκετά αυξημένες.
ü Τα παραπάνω οδηγούν συνήθως σε αποθάρρυνση της εμπορικής ανάπτυξης.
Τα παραπάνω προβλήματα έρχεται να λύσει το Ψηφιακό Δίκτυο Ενοποιημένων Υπηρεσιών (Integrated Services Digital
Network, ISDN). Το ISDN επιτρέπει τη μετάδοση φωνής, εικόνας, video και δεδομένων σε ψηφιακή μορφή χρησιμοποιώντας
την υπάρχουσα υποδομή δισύρματων τηλεφωνικών καλωδίων. Με την βοήθεια του ISDN, το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο
γίνεται ανεξάρτητο από το είδος της πληροφορίας που διακινείται, αφού μέσα από αυτό (και με καθαρά ψηφιακή μορφή),
μπορεί πλέον να διακινηθούν δεδομένα υπολογιστών, φωνή, video. Αντίστοιχα, τυποποιείται και το είδος της διασύνδεσης
διάφορων συσκευών (από διάφορους κατασκευαστές) στο δίκτυο, και δεν χρειάζεται ειδικός (και ενδεχομένως ακριβός)
εξοπλισμός για την προσαρμογή τους. Τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν το ISDN είναι:
• Ψηφιακή Μετάδοση: Όλα τα δεδομένα στο δίκτυο ISDN κινούνται σε ψηφιακή μορφή. Ακόμα και η φωνή (τηλεφωνική
συνδιάλεξη) ψηφιοποιείται πριν σταλεί στη γραμμή.
• Η σηματοδοσία γίνεται μέσω ιδιαίτερου καναλιού (common channel signaling). Η σηματοδοσία περιλαμβάνει τα
βοηθητικά σήματα με τα οποία γίνεται η διαχείριση μιας επικοινωνίας (π.χ. το κουδούνισμα σε μια τηλεφωνική κλήση, η
διαδικασία έναρξης και λήξης μιας σύνδεσης κ.λ.π.)
• Ο ενιαίος τρόπος με τον οποίο συνδέονται συσκευές και χρήστες στο δίκτυο: Οι υπηρεσίες του δικτύου είναι όλες
διαθέσιμες μέσω ενός και μόνο τύπου σύνδεσης (από την ίδια απόληξη (πρίζα)).
Αν και το ISDN χρησιμοποιεί την ήδη υπάρχουσα τηλεπικοινωνιακή υποδομή (τα ίδια χάλκινα τηλεφωνικά καλώδια που
χρησιμοποιούνται στην κλασικό τηλεφωνικό σύστημα), ωστόσο απαιτεί την εγκατάσταση μιας ειδικής συσκευής στη μεριά
του χρήστη. Πρόκειται για την συσκευή τερματισμού δικτύου NT1. Ο παροχέας της υπηρεσίας ISDN (π.χ. ΟΤΕ) εγκαθιστά τη
συσκευή αυτή στο χώρο του συνδρομητή και την συνδέει στον κόμβο ISDN στο τηλεφωνικό κέντρο που μπορεί να βρίσκεται
αρκετά χιλιόμετρα μακριά. Η σύνδεση γίνεται με το κανονικό καλώδιο (συνεστραμμένων ζευγών) του συνδρομητή που
χρησιμοποιούνταν παλιότερα για το απλό τηλέφωνο. Η κίνηση έπειτα δρομολογείται στο δίκτυο του τηλεπικοινωνιακού
φορέα με καθαρά ψηφιακό τρόπο (χρησιμοποιώντας τεχνικές μεταγωγής πακέτων, νοητού κυκλώματος κλπ). Η συσκευή
τερματισμού NT1 μπορεί να συνδεθεί με μέχρι 8 συσκευές σε απόσταση μέχρι 150 μέτρα. Οι συσκευές αυτές μπορεί να
είναι είτε ειδικές για ISDN (μη ξεχνάμε ότι πρόκειται για ψηφιακά δεδομένα), είτε οι κλασικές αναλογικές τηλεφωνικές
συσκευές μέσω του ειδικού τερματικού προσαρμογέα ΤΑ. Οι ειδικές συσκευές μπορεί να είναι ψηφιακά τηλέφωνα, FAX,
εικονοτηλέφωνα κλπ.

Τερματικός Προσαρμογέας (ΤΑ): Όπως είπαμε ήδη, για να συνδέσουμε ένα κλασικό αναλογικό τηλέφωνο σε μια
γραμμή ISDN, χρειάζεται ειδικός προσαρμογέας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Καθώς το ISDN χρησιμοποιεί ψηφιακή
μετάδοση, το κλασικό τηλέφωνο δεν μπορεί να συνδεθεί απευθείας – τα δεδομένα φωνής είναι αναλογικά. Ο
προσαρμογέας TA διαθέτει ένα μετατροπέα αναλογικού σε ψηφιακό (ADC, Analog to Digital Converter) ο οποίος
μετατρέπει τη φωνή από τη συσκευή σε ψηφιακά δεδομένα, καθώς και μετατροπέα ψηφιακού σε αναλογικό (DAC,
Digital to Analog Converter) ο οποίος κάνει την αντίστροφη διαδικασία. Στην πραγματικότητα ο προσαρμογέας αυτός
βρίσκεται συνήθως ενσωματωμένος στη συσκευή NT1 που μας δίνει ο παροχέας. Για παράδειγμα ο ΟΤΕ δίνει τη
συσκευή Netmod η οποία περιέχει μέσα και το ΤΑ.

Μπορούμε να συνδυάσουμε το βασικό και τον πρωτεύοντα ρυθμό για να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο με μια κεντρική
θέση και πολλές περιφερειακές. Στην κεντρική θέση μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σύνδεση πρωτεύοντος ρυθμού και
στις περιφερειακές βασικού ρυθμού. Έτσι μπορούμε για παράδειγμα να συνδέσουμε ταυτόχρονα ένα κεντρικό υπολογιστή
σε 30 περιφερειακούς υπολογιστές (23 για Αμερική και Ιαπωνία). Η υπηρεσία ISDN είναι χρήσιμη όταν η μετάδοση
δεδομένων δεν είναι συνεχής και οι ανάγκες σε ταχύτητα κυμαίνονται. Καθώς γίνεται κλήση για την αποκατάσταση της
5|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

σύνδεσης, ο συνδρομητής πληρώνει για όση ώρα μεταφέρει δεδομένα (σε αντίθεση με την ADSL που η μετάδοση είναι
συνεχής και η χρέωση είναι πάγια). Καθώς σήμερα χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο άλλες τεχνολογίες με μόνιμη
σύνδεση (ADSL), το ISDN συνήθως περιορίζεται για χρήση ως εφεδρική σύνδεση σε απομακρυσμένα μηχανήματα/δίκτυα,
σε περίπτωση βλάβης της κύριας γραμμής.

Εικόνα 4: Ο εξοπλισμός του ISDN

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Κόστος ανάλογο με την κίνηση Αν και αναπτύσσεται διαρκώς δεν Σποραδική κίνηση που
είναι ακόμα παγκόσμια διαθέσιμο περιλαμβάνει φωνή, εικόνα,
δεδομένα
Μεταφορά φωνής, εικόνας και Υψηλό κόστος για συνεχή Σαν εφεδρική γραμμή μαζί με τις
δεδομένων μεταφορά δεδομένων ασύγχρονες επιλεγόμενες
Γρήγορη εγκαθίδρυση σύνδεσης τηλεφωνικές γραμμές

Πίνακας 4: Χαρακτηριστικά ISDN

Frame Relay

Καθώς η ανάπτυξη δικτύων βασίζεται όλο και περισσότερο στη χρήση οπτικών ινών και ψηφιακών μεθόδων μετάδοσης,
εμφανίστηκαν νέες τεχνολογίες μεταγωγής πακέτων, όπως για παράδειγμα το Frame Relay, που απαιτούν πολύ λιγότερο
έλεγχο σφαλμάτων από ότι οι παλιότερες τεχνολογίες. Το Frame Relay, είναι σύγχρονη τεχνολογία γρήγορης μεταγωγής
πακέτων μεταβλητού μεγέθους. Σε αυτή την τεχνολογία έχουν αφαιρεθεί αρκετές λειτουργίες ελέγχου οι οποίες δεν είναι
απαραίτητες σε αξιόπιστο και ασφαλές ψηφιακό περιβάλλον. Επίσης, έχει προδιαγραφεί η διεπαφή μεταξύ τερματικής
συσκευής (DTE) και δικτύου (DCE).
Τα δίκτυα τεχνολογίας Frame Relay είναι αρκετά δημοφιλή γιατί εκτελούν πολύ πιο γρήγορα από άλλα συστήματα
μεταγωγής πακέτου βασικές λειτουργίες προώθησης πακέτων. Αυτό συμβαίνει επειδή με τη χρήση μόνιμων νοητών
κυκλωμάτων είναι εκ των προτέρων καθορισμένη η διαδρομή που θα ακολουθήσουν τα πακέτα μιας σύνδεσης από άκρη σε
άκρη. Δεν είναι ανάγκη να υπάρχουν συσκευές που να τεμαχίζουν και να επανασυναρμολογούν τα πακέτα ή να
αποφασίζουν για την καλύτερη διαδρομή.
Επίσης, τα δίκτυα Frame Relay είναι δυνατό να παρέχουν στους χρήστες τους εύρος ζώνης ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Υποστηρίζουν ταχύτητες από 64 Kbps έως 2,048 Mbps. Η τιμολόγηση της χρήσης του δικτύου Frame Relay εξαρτάται από το
επιθυμητό εύρος ζώνης. Για την πρόσβαση τοπικού δικτύου σε δίκτυο Frame Relay απαιτείται μισθωμένη ψηφιακή γραμμή
για τη σύνδεση με τον πλησιέστερο κόμβο, δρομολογητής με κάρτα Frame Relay και συσκευή CSU/DSU για τον
μετασχηματισμό του ψηφιακού σήματος.
Η υπηρεσία Frame Relay είναι οικονομικότερη από τη χρήση αφιερωμένων γραμμών, όταν πρόκειται να διασυνδεθούν
αρκετά τοπικά δίκτυα σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές. Απαιτείται λιγότερο υλικό στα κεντρικά γραφεία του χρήστη-
πελάτη της υπηρεσίας, αφού αρκεί μία μόνο γραμμή Ε1/Τ1 (μεταξύ του πελάτη και του παροχέα της υπηρεσίας) για το
σύνολο των απαιτούμενων γραμμών. Ακόμη, ο φορέας της υπηρεσίας είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση και καλή
λειτουργία του δικτύου Frame Relay, αντίθετα με τις αφιερωμένες γραμμές, όπου υπεύθυνος είναι ο χρήστης-πελάτης.

6|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Εικόνα 5: Ένα δίκτυο Frame Relay, είναι ένα σύστημα από σημείο σε σημείο
αφού χρησιμοποιεί μόνιμα νοητά κυκλώματα

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Υψηλές ταχύτητες και μικρότερες Σχετικά υψηλό αρχικό κόστος Διασύνδεση πολλών
καθυστερήσεις λόγω περιορισμένου (μισθωμένη γραμμή για την απομακρυσμένων τοπικών δικτύων
ελέγχου ροής και σφαλμάτων πρόσβαση στον κόμβο Frame
Αξιοποίηση των σύγχρονων Relay) Η καλύτερη εναλλακτική λύση ως
μεθόδων ψηφιακής μετάδοσης προς τις ψηφιακές αφιερωμένες
Διαχείριση του WAN από το φορέα γραμμές (από άκρη σε άκρη)
και όχι από το χρήστη
Φθηνότερη μόνιμη σύνδεση σε
σχέση με την αφιερωμένη γραμμή
Πίνακας 5: Χαρακτηριστικά Frame Relay

ATM

Ο ασύγχρονος τρόπος μεταφοράς (Asynchronous Transfer Mode, ATM) είναι σύγχρονη και πολλά υποσχόμενη
εφαρμογή της τεχνικής της μεταγωγής. Συνδυάζει την αποδοτικότητα της μεταγωγής πακέτων με την αξιοπιστία της
μεταγωγής κυκλώματος. Για τη μετάδοση των δεδομένων, χρησιμοποιεί σταθερού μεγέθους πακέτα των 53 bytes, τις
κυψέλες (cells). Από αυτά, τα 5 πρώτα bytes αποτελούν της ΑΤΜ επικεφαλίδα (header) και τα υπόλοιπα 48 bytes την
ωφέλιμη πληροφορία του χρήστη (payload). Το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται κυψέλες σταθερού μεγέθους, επιβαρύνει
πολύ λιγότερο τις διεργασίας μεταγωγής και δρομολόγησης που εκτελούνται σε κάθε κόμβο του δικτύου ΑΤΜ. Έτσι,
μπορούν να επιτευχθούν πολύ υψηλές ταχύτητες μεταγωγής των δεδομένων, που μπορούν να φθάσουν και στα 622 Mbps.
Η τεχνολογία ΑΤΜ προδιαγράφτηκε αρχικά για τη δημιουργία του ISDN ευρείας ζώνης και αναμένεται να παίξει πολύ
σημαντικό ρόλο στο μέλλον των επικοινωνιών υψηλής ταχύτητας. Ένα δίκτυο ΑΤΜ αποτελείται από μεταγωγείς ΑΤΜ
υψηλής ταχύτητας, οι οποίοι δρομολογούν χωρίς καθόλου καθυστέρηση τις εισερχόμενες κυψέλες. Έτσι, η τεχνολογία ΑΤΜ
προσφέρει πολύ υψηλές ταχύτητες ακόμη και κάτω από συνθήκες ιδιαίτερα αυξημένης κίνησης στο δίκτυο.
Σα μέσο μετάδοσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε από τα διαθέσιμα μέσα, όπως συνεστραμμένο ζεύγος
καλωδίων, ομοαξονικό καλώδιο, οπτική ίνα. Ο εξοπλισμός, που απαιτείται στο ΑΤΜ, προσφέρεται σήμερα από
περιορισμένο αριθμό κατασκευαστών. Η μετατροπή της υπάρχουσας υποδομής σε καθαρά ΑΤΜ περιβάλλοντα απαιτεί σε
μεγάλο βαθμό αντικατάσταση του εξοπλισμού, κάτι που αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην ταχεία και σε μεγάλη
κλίμακα εξάπλωση της τεχνολογίας ΑΤΜ. Έχει όμως ήδη αρχίσει να αποτελεί κύρια επιλογή στην ανάπτυξη δικτύων κορμού.

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Πολύ υψηλές ταχύτητες Πρότυπα που ακόμη Κίνηση μεγάλου όγκου φωνής,
(έως και 2,4 Gbps) αναπτύσσονται εικόνας και δεδομένων
Μεταφορά φωνής, εικόνας και δεδομένων Όχι ευρέως διαθέσιμη
ακόμη και σε πραγματικό χρόνο
Βέλτιστη αξιοποίηση του διαθέσιμου
εύρους ζώνης
Πίνακας 6: Χαρακτηριστικά ΑΤΜ

xDSL

Η τεχνολογία xDSL (Digital Subscriber Line) αποτελεί μια εξέλιξη της τεχνολογίας ISDN και συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα
χάλκινα τηλεφωνικά καλώδια που χρησιμοποιούνται ήδη για τη μετάδοση φωνής. Το τμήμα του καλωδίου που ξεκινάει από
τον συνδρομητή και καταλήγει στον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό του παροχέα, ονομάζεται συνδρομητικός (τοπικός)
βρόχος (local loop). Η γραμμή DSL υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές, έτσι το x στην ονομασία μπορεί να συμβολίζει το

7|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

ADSL, R-ADSL, HDSL, SDSL, VDSL. Η τεχνολογία γενικά αποτελεί εξέλιξη του ISDN βασικού ρυθμού που παρέχει δύο κανάλια
δεδομένων με ταχύτητα 64Kbps και ένα κανάλι σηματοδοσίας ταχύτητας 16Kbps. Ο βασικός λόγος που ώθησε την ανάπτυξη
της τεχνολογίας DSL είναι η χαμηλή ταχύτητα που επιτυγχάνονταν με τις προηγούμενες τεχνολογίες, ειδικά όσο αφορά τους
οικιακούς χρήστες. Για παράδειγμα, η τυπική σύνδεση με τη βοήθεια modem σε PSTN γραμμή φτάνει μέχρι την ταχύτητα
των 56Kbps (θεωρητικά) η οποία όμως δεν μπορεί να μεταφέρει το είδος των δεδομένων (πολυμέσα όπως ήχος και video,
τηλεδιάσκεψη κλπ) που απαιτούνται στις σύγχρονες εφαρμογές Internet. Πράγματι, τα 56Kbps σήμερα μόλις που επαρκούν
για απλές χρήσεις όπως το email. Μεγάλες ταχύτητες μπορούν φυσικά να επιτευχθούν με τεχνολογία οπτικών ινών (Fiber to
Home), το κόστος της όμως είναι γενικά απαγορευτικό για οικιακή χρήση.
Η τεχνολογία xDSL μπορεί να προσφέρει ταχύτητες της τάξης των Mbps. Χρησιμοποιεί τον συνδρομητικό βρόχο ως μέρος
του κυκλώματος μεταφοράς των δεδομένων. Η χρήση αυτής της τεχνολογίας δεν απαιτεί επαναλήπτες ή ενισχυτές, και
υποστηρίζει ταχύτητες προτύπων Ε1 (2,048 Mbps) και Τ1 (1,544 Mbps) για μετάδοση δεδομένων. Ταυτόχρονα είναι δυνατή
και η μετάδοση φωνής για λειτουργία ως κανονικό τηλεφωνικό δίκτυο. Σε κάθε άκρο της σύνδεσης χρησιμοποιείται μια
συσκευή τερματισμού (baseband modem). Η συσκευή αυτή λειτουργεί όπως το modem, λαμβάνοντας ροή ψηφιακών
δεδομένων και μετατρέποντας τη σε αναλογικό σήμα το οποίο είναι κατάλληλο για τη μεταφορά μέσω του συνδρομητικού
βρόχου. Το σήμα αυτό είναι σημαντικά υψηλότερου ρυθμού (μεγαλύτερης συχνότητας) από το κλασικό τηλεφωνικό σήμα
(φωνή).

Εικόνα 6: Πρόσβαση τοπικού δικτύου σε δίκτυο ευρείας περιοχής μέσω τεχνολογίας SDSL

Ανάλογα με το αν η ταχύτητα μετάδοσης προς τις δύο κατευθύνσεις είναι ίδια ή διαφορετική έχουμε τις παραλλαγές της
σύγχρονης DSL (SDSL, ίδια ταχύτητα upstream και downstream) και ασύγχρονης DSL (ADSL, διαφορετικές ταχύτητες
upstream / downstream). Υπάρχουν διάφορες παραλλαγές xDSL που υποστηρίζουν αυτά τα είδη μεταδόσεων. Αν για
παράδειγμα μας ενδιαφέρει η οικιακή χρήση, είναι σημαντικό να έχουμε μεγαλύτερη ταχύτητα στη λήψη δεδομένων, οπότε
χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ταχύτητα downstream (για να βλέπουμε ιστοσελίδες, να κατεβάζουμε αρχεία κλπ). Υπάρχουν
περιπτώσεις που μας ενδιαφέρει να έχουμε μεγάλη ταχύτητα μετάδοσης (upstream) όπως για παράδειγμα αν παρέχουμε
υπηρεσίες στο διαδίκτυο (web server κλπ) ή για τηλεδιάσκεψη. Μια τέτοια γραμμή DSL μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως
υποκατάστατο μιας μισθωμένης γραμμής E1 ή Τ1.

Τεχνολογία Σημασία Αριθμός Ζευγών Ταχύτητα Μέγιστη Απόσταση


ADSL Assymetric DSL 1 8 Mbps downstream 3 Km
1,5 Mbps upstream 6,6 – 7,5 Km
ADSL Lite 1 1 Mbps downstream
384 Kbps upstream
HDSL High-bit-rate DSL 2 2 Mbps Full Duplex (E1) 3,5 – 4,5 Km
3 1,5 Mbps Full Duplex (T1)
SDSL Single Line DSL 1 2 Mbps Full Duplex (E1) 3 Km
1,5 Mbps Full Duplex (T1)
VDSL Very-high-bit rate DSL 1 13 – 52 Mbps downstream 0,3 – 1,4 Km
1,5 – 2,3 Mbps upstream
Πίνακας 7: Τεχνολογίες xDSL

Οι διάφορες παραλλαγές της τεχνολογίας DSL είναι σε διαρκή εξέλιξη ενώ ταυτόχρονα και το κόστος εγκατάστασης και
λειτουργίας τους όλο και μειώνεται. Για το λόγο αυτό αναμένεται ότι στα επόμενα χρόνια η τεχνολογία DSL θα έχει όλο και
μεγαλύτερη εφαρμογή και θα αποτελεί την πλέον διαδεδομένη τεχνολογία για παροχή υπηρεσιών όπως η πρόσβαση
τελικών χρηστών στο Διαδίκτυο και σε online υπηρεσίες, η τηλεδιάσκεψη, το video κατά απαίτηση (video on demand), η
δικτυακή τηλεόραση, μετάδοση φωνής, IP telephony κ.α.

8|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα Βασική Χρήση


Αξιοποίηση υπάρχουσας υποδομής Μικρή Απόσταση Πρόσβαση σε Internet, intranet,
τηλεφωνία μέσω IP (VoIP, Voice
Over IP)
Πολύ υψηλές ταχύτητες. Χαμηλό κόστος Διασύνδεση τοπικών δικτύων,
εγκατάστασης και λειτουργίας υποκατάστατο γραμμών Ε1 και Τ1.
Υποστήριξη μετάδοσης δεδομένων και Video κατά παραγγελία(Video on
φωνής μέσα από την ίδια τηλεφωνική Demand), τηλεόραση υψηλής
γραμμή ευκρίνειας
Πίνακας 8: Χαρακτηριστικά xDSL

Εικονικά ιδιωτικά δίκτυα

Συνήθως οι εταιρίες, οργανισμοί, αναπτύσσουν τα ιδιωτικά δίκτυά τους σε μεγάλη έκταση κάνοντας χρήση
αποκλειστικών συνδέσεων. Αυτό γιατί έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις σε ασφάλεια, εύρος ζώνης, ποιότητα υπηρεσίας. Το
κόστος σε αυτή την περίπτωση είναι υψηλό. Από την άλλη, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί δημόσιο δίκτυο δεδομένων,
διατηρώντας την ιδιωτικότητα και το χαμηλόκόστος. Σαν δημόσιο δίκτυο δεδομένων έχει επικρατήσει η χρήση του
Διαδικτύου, λόγω της μεγάλης εξάπλωσής και την φθηνής πρόσβασης. Προκύπτουν έτσι τα εικονικά ιδιωτικά δίκτυα
(Virtual Private Networks, VPN), όπου με τη βοήθεια της τεχνολογίας tunneling τα δεδομένα κρυπτογραφούνται ώστε να
μην είναι δυνατόν να υποκλαπούν και να αναγνωριστούν από άλλους και μετά περικλείονται σε πακέτα TCP/IP και
μεταδίδονται μέσω Διαδικτύου. Όταν φθάνουν στον προορισμό ακολουθείται η αντίστροφη διαδικασία ώστε να
επιστρέψουν στην αρχική τους μορφή. Η δημιουργία των VPN μπορεί να παραλληλισθεί με τη χρήση μισθωμένων γραμμών,
οι οποίες στην πραγματικότητα προσομοιώνονται με τη χρήση των πρωτοκόλλων tunneling στο Διαδίκτυο.

Διαδικτύωση- Internet

T
ο επίπεδο δικτύου ασχολείται με τη μεταφορά των πακέτων από την αφετηρία στον προορισμό τους και
καθορίζει τη διαδρομή που θα ακολουθήσουν. Στα δίκτυα ευρείας περιοχής, τα πακέτα για να φτάσουν στον
προορισμό τους χρειάζεται να περάσουν από ένα αριθμό ενδιάμεσων κόμβων. Οι κόμβοι αυτοί συμμετέχουν στη
διαδικασία παράδοσης. Το επίπεδο δικτύου παρέχει μια νοητή γραμμή επικοινωνίας μεταξύ δύο υπολογιστών
ενός δικτύου. Το σημαντικό σημείο είναι ότι το επίπεδο δικτύου δεν χρησιμοποιείται μόνο στους κόμβους πηγής
και προορισμού αλλά και σε όλους τους ενδιάμεσους κόμβους που συμμετέχουν στην επικοινωνία. Για να μπορέσει να
παραδοθεί ένα πακέτο θα πρέπει να συνεργαστούν μεταξύ τους όλα τα επίπεδα δικτύου των ενδιάμεσων και των αρχικών
κόμβων (πηγής και προορισμού). Αυτό σημαίνει ότι οι ενδιάμεσοι κόμβοι θα πρέπει να διαθέτουν και να μπορούν να
χρησιμοποιήσουν όλα τα κατώτερα επίπεδα του OSI, τουλάχιστον μέχρι το επίπεδο δικτύου. Το σύνολο των ενδιάμεσων
κόμβων που εξασφαλίζει την επικοινωνία μεταξύ των τελικών υπολογιστών ονομάζεται επικοινωνιακό υποδίκτυο. Σκοπός
του υποδικτύου αυτού είναι η μεταφορά των πακέτων από την πηγή στον προορισμό. Με τον τρόπο αυτό γίνεται λογικός
διαχωρισμός μεταξύ των θεμάτων επικοινωνίας και των θεμάτων των εφαρμογών.
Το επίπεδο δικτύου σε κάθε κόμβο αποφασίζει για τη διαδρομή που θα ακολουθήσει κάθε πακέτο μέχρι να φτάσει στον
επόμενο κόμβο. Η διαδρομή αυτή βασίζεται στα στοιχεία που έχει ο κόμβος στη διάθεση του και τα οποία αφορούν
συνήθως την τοπολογία του δικτύου καθώς και την κατάσταση των γραμμών επικοινωνίας. Γίνεται πάντοτε προσπάθεια να
επιλεχθεί η καλύτερη δυνατή διαδρομή: Για παράδειγμα καλύτερη μπορεί να είναι η συντομότερη (αυτή που περνάει από
τον μικρότερο δυνατό αριθμό ενδιάμεσων κόμβων) ή αυτή που τη δεδομένη στιγμή χρησιμοποιεί τους κόμβους που έχουν
τη μικρότερη κίνηση (εξασφαλίζοντας έτσι ότι η κατανομή του φορτίου στο δίκτυο είναι ομοιόμορφη, και δεν υπάρχουν
υπερφορτωμένες και άδειες γραμμές).
Το επίπεδο δικτύου προσφέρει γενικά δύο κατηγορίες υπηρεσιών:
ü Υπηρεσίες χωρίς σύνδεση
ü Υπηρεσίες προσανατολισμένες σε σύνδεση
Ανεξάρτητα από τον τύπο υπηρεσιών που υποστηρίζει το επίπεδο δικτύου, το επικοινωνιακό υποδίκτυο μπορεί να
βασίζεται σε δύο διαφορετικές φιλοσοφίες:
• Νοητού Κυκλώματος (Virtual Circuit, VC)
• Αυτοδύναμων πακέτων (datagrams)
Τα νοητά κυκλώματα χρησιμοποιούνται κυρίως για υπηρεσίες με σύνδεση. Στην περίπτωση αυτή, όλες οι αποφάσεις
που αφορούν τη διαδρομή που θα ακολουθήσουν τα πακέτα μέσα από το επικοινωνιακό δίκτυο λαμβάνονται από την αρχή,
και πριν ξεκινήσει η κανονική μετάδοση των δεδομένων. Όλα τα πακέτα που ανήκουν στην ίδια επικοινωνία θα
ακολουθήσουν την ίδια διαδρομή. Φαίνεται έτσι σαν να υπάρχει ένα συγκεκριμένο μονοπάτι μέσα από τους κόμβους, το
οποίο όμως δεν έχει δημιουργηθεί από πραγματικές φυσικές γραμμές αλλά από συμφωνία των κόμβων μεταξύ τους.
9|Σελίδα
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Φυσικά, αυτό σημαίνει ότι για μια συγκεκριμένη σύνδεση κάθε κόμβος που μετέχει θα πρέπει να μπορεί να αναγνωρίσει
ότι το εισερχόμενο πακέτο ανήκει σε αυτήν και να θυμάται σε ποιο επόμενο κόμβο πρέπει να το στείλει (καθώς όλα τα
πακέτα μιας τέτοιας σύνδεσης πρέπει να ακολουθούν την ίδια διαδρομή). Για να γίνει αυτό, κάθε κόμβος του
επικοινωνιακού υποδικτύου διαθέτει ένα πίνακα με μια καταχώριση για κάθε νοητό κύκλωμα στο οποίο μετέχει (ένας
κόμβος μπορεί κάθε φορά να μετέχει σε ένα αριθμό από νοητά κυκλώματα και πρέπει να αναγνωρίζει ποιο πακέτο ανήκει
σε ποιο κύκλωμα). Τα στοιχεία που περιλαμβάνει μια τέτοια καταχώριση είναι:
§ Αριθμός εισερχόμενου νοητού κυκλώματος
§ Γραμμή εισόδου
§ Αριθμός εξερχόμενου νοητού κυκλώματος

Εικόνα 7: Γενική εικόνα δικτύου υπολογιστών Εικόνα 8: Λειτουργία νοητών κυκλωμάτων

Σε κάθε περίπτωση, όταν γίνεται εγκατάσταση μιας σύνδεσης δικτύου ανατίθεται σε αυτήν ένας μοναδικός
αναγνωριστικός αριθμός, ο αριθμός νοητού κυκλώματος. Ο αριθμός αυτός παράγεται τοπικά από τον κόμβο που ξεκινάει
την αποστολή και δεν μπορεί να είναι ίδιος με κανένα άλλο που χρησιμοποιείται τη δεδομένη στιγμή από τον ίδιο κόμβο
για κάποια άλλη σύνδεση. Ο αναγνωριστικός αριθμός γίνεται γνωστός και αποθηκεύεται στους πίνακες κατάστασης όλων
των ενδιάμεσων κόμβων που μετέχουν στη συγκεκριμένη επικοινωνία. Βέβαια, μπορεί σε κάποιο ενδιάμεσο κόμβο ο
αριθμός αυτός να χρησιμοποιείται ήδη από μια άλλη σύνδεση και να μην είναι ελεύθερος. Για αυτό το λόγο οι κόμβοι αυτοί
έχουν την δυνατότητα να τροποποιούν την πληροφορία αυτή (ποιος αριθμός έχει τροποποιηθεί και με ποιο τρόπο) στον
πίνακα κατάστασης τους. Στην Εικόνα 8 φαίνεται μια τέτοια περίπτωση: Τα πακέτα από τον κόμβο Α με αναγνωριστικό
αριθμό νοητού κυκλώματος 3, μεταδίδονται στο Β με αναγνωριστικό αριθμό 2, καθώς το 3 χρησιμοποιείται ήδη για την
επικοινωνία D και V.
Στα υποδίκτυα αυτοδύναμων πακέτων δεν επιλέγεται διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσουν όλα τα πακέτα μιας
επικοινωνίας, ακόμα και αν χρησιμοποιούμε υπηρεσίες με σύνδεση. Κάθε πακέτο μπορεί να ακολουθήσει διαφορετική
διαδρομή για να φτάσει στον προορισμό του. Στην περίπτωση αυτή, οι πίνακες των κόμβων περιέχουν στοιχεία που
προσδιορίζουν σε ποια γραμμή (κόμβο) πρέπει να σταλεί κάθε εισερχόμενο πακέτο ώστε να φτάσει στον προορισμό του.
Τόσο στην περίπτωση που ένα δίκτυο χρησιμοποιεί αυτοδύναμα πακέτα, όσο και στη περίπτωση που χρησιμοποιεί
νοητά κυκλώματα, μπορούμε να έχουμε υπηρεσίες με σύνδεση και υπηρεσίες χωρίς σύνδεση.

Τεχνολογία TCP/IP

Αν και στις μέρες μας ο όρος TCP/IP χρησιμοποιείται για να περιγράψει πολλές διαφορετικές έννοιες, η ερμηνεία που
έχει επικρατήσει περισσότερο αναφέρεται σε ένα πρωτόκολλο επικοινωνίας για μεταφορά δεδομένων. To TCP/IP σημαίνει
Transmission Control Protocol / Internet Protocol και θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι πρόκειται για συνδυασμό αυτών των
δύο πρωτοκόλλων. Στην πραγματικότητα ωστόσο, το TCP και το IP είναι δύο χωριστά πρωτόκολλα (χρησιμοποιούνται όμως
πάρα πολύ συχνά σε συνδυασμό όπως θα δούμε, καθώς το ένα χρειάζεται για να μεταφέρει τα δεδομένα που δημιουργεί
το άλλο). Ακόμα το TCP/IP αποτελεί στην πραγματικότητα μια τεχνολογία επικοινωνίας η οποία περιλαμβάνει και πλήθος
άλλων πρωτοκόλλων που δεν περιέχονται στο όνομα του. Το όνομα TCP/IP έχει επικρατήσει επειδή πρόκειται για τα δύο
πιο γνωστά πρωτόκολλα της ομάδας. Η ελληνική απόδοση των όρων είναι Πρωτόκολλο Ελέγχου Μετάδοσης/Πρωτόκολλο
Διαδικτύου. Η ανάγκη για τη δημιουργία του TCP/IP προέκυψε από το γεγονός ότι πριν από αυτό, συσκευές διαφορετικών

10 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

κατασκευαστών ή με διαφορετικά λειτουργικά δεν μπορούσαν (εύκολα) να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Η επικράτηση του
TCP/IP οφείλεται στους παρακάτω λόγους:
è Είναι πρωτόκολλο ανοικτό και διαθέσιμο σε όλους
è Υπήρχε ανάγκη για ένα μόνο κοινό πρότυπο
Το πρωτόκολλο TCP/IP έχει σήμερα καθολική αναγνώριση και λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο στις συσκευές όλων των
κατασκευαστών, εξασφαλίζοντας έτσι εύκολη επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών υπολογιστικών συστημάτων. Μάλιστα
όταν χρησιμοποιείται TCP/IP, δεν χρειάζεται καμιά διαδικασία μετατροπής δεδομένων για τη μεταφορά από ένα σύστημα
σε ένα άλλο (ακόμα και αν αυτά είναι διαφορετικών κατασκευαστών, αποτελούνται από διαφορετικό υλικό (hardware) ή
χρησιμοποιούν διαφορετικά λειτουργικά συστήματα).
Τα δίκτυα που χρησιμοποιούν τα πρωτόκολλα TCP/IP, αναφέρονται και ως διαδίκτυα TCP/IP (TCP/IP internets). Δεν θα
πρέπει ωστόσο να μπερδεύουμε την έννοια των TCP/IP διαδικτύων με το Παγκόσμιο Διαδίκτυο (Internet). Ένα διαδίκτυο
TCP/IP μπορεί να είναι ένα οποιοδήποτε δίκτυο βασίζεται στην τεχνολογία TCP/IP. Το Διαδίκτυο (Internet) όμως είναι το
μεγαλύτερο παγκόσμιο δίκτυο υπολογιστών το οποίο εκτείνεται σε όλες τις ηπείρους και συνδέει μεταξύ τους εκατομμύρια
υπολογιστών. Η τεχνολογία του βασίζεται φυσικά στα πρωτόκολλα TCP/IP (στην πραγματικότητα δημιουργείται ενώνοντας
μεταξύ τους πολλά μικρότερα δίκτυα υπολογιστών). Είναι επίσης δυνατόν να σχεδιάσουμε το εσωτερικό (τοπικό) δίκτυο
μιας εταιρίας ώστε να λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο με το Internet. Θα μπορούσαμε π.χ. να δημιουργήσουμε τις
εφαρμογές της εταιρίας μας με τέτοιο τρόπο ώστε ο χειρισμός τους να γίνεται μέσω ιστοσελίδων Παγκόσμιου Ιστού (World
Wide Web, WWW). Ένα τέτοιο ιδιωτικό δίκτυο που μοιάζει στη λειτουργία του με το Internet, ονομάζεται εσωτερικό
ιδιωτικό δίκτυο τεχνολογίας TCP ή intranet.
Σχέση OSI και TCP/IP
Το TCP/IP και το OSI ουσιαστικά αναπτύχθηκαν ταυτόχρονα. Δεν υπάρχει στην πραγματικότητα σύγκρουση μεταξύ των
δύο προτύπων, ωστόσο υπάρχουν κάποιες ουσιαστικές διαφορές. Το πρότυπο OSI χωρίζει τη λειτουργία του δικτύου σε
επίπεδα. Το TCP/IP χρησιμοποιεί επίσης το ίδιο μοντέλο. Μια από τις βασικές διαφορές των δύο είναι ότι το OSI
χρησιμοποιεί επτά επίπεδα ενώ το TCP/IP μόνο τέσσερα. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία των επιπέδων ένα –
προς –ένα. Όπως μπορείτε να δείτε στην Εικόνα 9, πλήρης αντιστοιχία υπάρχει στα επίπεδα μεταφοράς και δικτύου. Τα
επίπεδα εφαρμογής, παρουσίασης και συνόδου του OSI συνδυάζονται στο επίπεδο εφαρμογής του TCP/IP, ενώ και τα
επίπεδα σύνδεσης δεδομένων και φυσικό συνδυάζονται στο επίπεδο πρόσβασης δικτύου. Ο συνδυασμός των επιπέδων
σύνδεσης δεδομένων και φυσικού στο TCP/IP είναι απαραίτητος, καθώς βασική αρχή της τεχνολογίας TCP/IP είναι η
υλοποίηση πρωτοκόλλου χωρίς σύνδεση. Στην πραγματικότητα ωστόσο, ακόμα και στο μοντέλο OSI το επίπεδο σύνδεσης
δεδομένων και το φυσικό επίπεδο συνδυάζονται σε ένα έξυπνο ελεγκτή (κάρτα) δικτύου.
Στην Εικόνα 10 παρουσιάζονται τα επίπεδα του TCP/IP σε σχέση με τα επίπεδα του OSI ενώ παρουσιάζονται και τα
πρωτόκολλα που χρησιμοποιούνται για την υλοποίηση κάθε επιπέδου. Πάνω από τα πρωτόκολλα TCP/IP, βρίσκονται τα
πρωτόκολλα που χρησιμοποιούνται στο επίπεδο εφαρμογής. Τα πρωτόκολλα αυτά έχουν δημιουργηθεί με τέτοιο τρόπο
ώστε να χρησιμοποιούν για την επικοινωνία είτε το Πρωτόκολλο Ελέγχου Μετάδοσης TCP είτε το Πρωτόκολλο Αυτοδύναμων
Πακέτων Χρήστη, User Datagram Protocol, UDP στο επίπεδο μεταφοράς. Στο επίπεδο δικτύου χρησιμοποιείται το
Πρωτόκολλο Διαδικτύου, IP καθώς και το Πρωτόκολλο Μηνύματος Ελέγχου Διαδικτύου, Internet Control Message Protocol,
ICMP. Καθώς τα πρωτόκολλα αυτά υλοποιούνται με λογισμικό (προγράμματα) το σχήμα δείχνει και τη σχέση των
προγραμμάτων μεταξύ τους.
Μοντέλο OSI Μοντέλο TCP/IP (Internet)
Επίπεδο Εφαρμογής
Επίπεδο Παρουσίασης Επίπεδο Εφαρμογής
Επίπεδο Συνόδου
Επίπεδο Μεταφοράς Επίπεδο Μεταφοράς
Επίπεδο Δικτύου Επίπεδο Δικτύου
Επίπεδο Σύνδεσης Δεδομένων Επίπεδο Πρόσβασης Δικτύου
Φυσικό Επίπεδο (Φυσικές Συνδέσεις)
Εικόνα 9: Μοντέλα OSI και TCP/IP

Εφαρμογές Εφαρμογές
Επίπεδο Εφαρμογής (Telnet, FTP, SMTP) (TFTP)
Επίπεδο Μεταφοράς TCP UDP
Επίπεδο Δικτύου IP/ICMP
Εικόνα 10: Στοίβα πρωτοκόλλων του μοντέλου TCP/IP

Επεξήγηση των Πρωτοκόλλων: Τα πρωτόκολλα εφαρμογής που φαίνονται στην αριστερή στήλη χρησιμοποιούν το
πρωτόκολλο TCP στο επίπεδο μεταφοράς. Τα πρωτόκολλα εφαρμογής της δεξιάς στήλης χρησιμοποιούν το πρωτόκολλο

11 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

UDP στο επίπεδο μεταφοράς. Και στις δύο περιπτώσεις, στο επίπεδο δικτύου χρησιμοποιούνται τα πρωτόκολλα IP και
ICMP. Τα πρωτόκολλα που αναφέρονται στο σχήμα είναι:
ü Telnet (Teletype Network): χρησιμεύει για την απομακρυσμένη σύνδεση και χειρισμό (σε περιβάλλον γραμμής εντολών)
ενός υπολογιστή από ένα άλλο. Στις μέρες μας έχει αντικατασταθεί από το πολύ πιο ασφαλές SSH (Secure Shell).
ü FTP (File Transfer Protocol ή Πρωτόκολλο Μεταφοράς Αρχείων): χρησιμοποιείται για τη μεταφορά αρχείων από ένα
υπολογιστή σε ένα άλλο. Το χρησιμοποιούμε και σήμερα για να “κατεβάσουμε” αρχεία από τους λεγόμενους
εξυπηρετητές FTP.
ü SMTP (Simple Mail Transfer Protocol ή Απλό Πρωτόκολλο Μεταφοράς Ταχυδρομείου): το χρησιμοποιούν μεταξύ τους οι
εξυπηρετητές ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) στο Internet για να μεταφέρουν τα μηνύματα που στέλνουμε μέχρι
τον παραλήπτη.
ü TFTP (Απλό Πρωτόκολλο Μεταφοράς Αρχείων –Trivial FTP): χρησιμοποιείται για μεταφορά αρχείων όπως και το FTP
αλλά έχει πολύ μικρότερες δυνατότητες και πολυπλοκότητα και χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις όπου δεν
μπορεί (ή δεν χρειάζεται) να χρησιμοποιηθεί το κανονικό FTP.

Βασικές Αρχές Επικοινωνίας στην Τεχνολογία TCP/IP και στο Διαδίκτυο


Για να αντιληφθούμε την επικοινωνία σύμφωνα με το μοντέλο TCP/IP, αρκεί να κατανοήσουμε την Εικόνα 11. Όπως
βλέπουμε, στο υψηλότερο επίπεδο (εφαρμογών) του TCP/IP βρίσκονται οι εφαρμογές οι οποίες χρησιμοποιούν τα επίπεδα
που βρίσκονται κάτω από αυτό, δηλαδή τα μεταφοράς, δικτύου και πρόσβασης δικτύου. Το επίπεδο εφαρμογών του δικού
μας υπολογιστή μπορεί να θεωρηθεί ότι επικοινωνεί με το αντίστοιχο επίπεδο εφαρμογών του απομακρυσμένου
προκειμένου να ολοκληρωθεί μια εργασία (για παράδειγμα η αποστολή ενός μηνύματος Ηλεκτρονικού Ταχυδρομείου με
βάση το πρωτόκολλο SMTP το οποίο ανήκει στο επίπεδο εφαρμογής). Τα ενδιάμεσα επίπεδα προσαρμόζουν και
μεταφέρουν τα δεδομένα που παράγονται από το επίπεδο εφαρμογής. Στο παράδειγμα μας χρησιμοποιούμε το
πρωτόκολλο SMTP:
1) Τα αρχικά δεδομένα παράγονται από την εφαρμογή του χρήστη και παραδίδονται στο πρωτόκολλο που εκτελείται στο
επίπεδο εφαρμογής. Το SMTP προσθέτει τις εντολές και τα μηνύματα που απαιτούνται για να γίνει η επικοινωνία με τον
απομακρυσμένο εξυπηρετητή SMTP
2) Τα δεδομένα από το επίπεδο εφαρμογής παραδίδονται στο επίπεδο μεταφοράς στο οποίο μετατρέπονται σε πακέτα
TCP ή UDP ανάλογα με την εφαρμογή. Για το SMTP χρειαζόμαστε επικοινωνία TCP.
3) Τα πακέτα από το επίπεδο μεταφοράς εισέρχονται στο επίπεδο δικτύου όπου προστίθενται οι πληροφορίες διεύθυνσης
IP που απαιτούνται για τη δρομολόγηση.
4) Τέλος, μεταφέρονται στο επίπεδο πρόσβασης δικτύου όπου προσαρμόζονται στο πρωτόκολλο του φυσικού μέσου
(Ethernet, ADSL, token ring κλπ) και παραδίδονται μέσα από τη δικτυακή συσκευή (π.χ. την κάρτα δικτύου) στο φυσικό
μέσο.
Προφανώς, στην μεριά του παραλήπτη ακολουθείται η αντίστροφη διαδικασία. Τα δεδομένα εισέρχονται από το φυσικό
μέσο (επίπεδο πρόσβασης δικτύου) και ανεβαίνουν τα επίπεδα προς τα πάνω, όπου διαδοχικά ανασυνθέτονται μέχρι να
φτάσουν στο επίπεδο εφαρμογής και να παραληφθούν από το πρωτόκολλο SMTP. Το πρωτόκολλο SMTP θεωρεί ότι η
μετάδοση είναι αξιόπιστη (μη ξεχνάμε ότι γίνεται μέσω TCP, το οποίο είναι αξιόπιστο πρωτόκολλο). Ο έλεγχος λαθών (π.χ.
πακέτα που χάθηκαν ή αλλοιώθηκαν) γίνεται στο επίπεδο μεταφοράς από το πρωτόκολλο TCP.

Εικόνα 11: Επικοινωνία στο Διαδίκτυο

Η τεχνολογία TCP/IP βασίζεται σε μοντέλο που θεωρεί ότι οι υπολογιστές συνδέονται μεταξύ τους διαμέσου ενός
μεγάλου αριθμού δικτύων. Με λίγα λόγια, τα δεδομένα από τον υπολογιστή πηγής θα περάσουν από ένα αριθμό
ενδιάμεσων μηχανημάτων μέχρι να φτάσουν στον υπολογισμό προορισμού. Τα δίκτυα αυτά συνδέονται μεταξύ τους με τη
12 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

βοήθεια ειδικών μηχανημάτων που ονομάζονται δρομολογητές. Η αποστολή των πακέτων πρέπει να γίνεται με τέτοιο
τρόπο ώστε ο χρήστης να μην αντιλαμβάνεται την διαδικασία (πρέπει να είναι διάφανη). Έτσι ο χρήστης δεν χρειάζεται να
γνωρίζει από ποια ενδιάμεσα μηχανήματα και δρομολογητές θα περάσουν τα πακέτα για να φτάσουν στον προορισμό τους.
Το μόνο που χρειάζεται να γνωρίζει πρακτικά, είναι η διεύθυνση IP του παραλήπτη.
Συνήθως μας είναι πιο εύκολο να θυμόμαστε ονόματα παρά αριθμούς, για το σκοπό αυτό υπάρχει κατάλληλο λογισμικό
και μια βάση δεδομένων με την οποία αντιστοιχίζονται τα ονόματα στις IP διευθύνσεις τους (πρόκειται για την υπηρεσία
DNS). Χρησιμοποιώντας απλώς το όνομα, γίνεται η κατάλληλη αναζήτηση και η σύνδεση στην αντίστοιχη IP διεύθυνση. Τα
πρωτόκολλα TCP/IP έχουν δημιουργηθεί με βάση την τεχνολογία χωρίς σύνδεση. Τα πακέτα μεταδίδονται στο δίκτυο
αυτόνομα, καθένα από αυτά μπορεί να ακολουθεί διαφορετική διαδρομή μέχρι να φτάσει στον προορισμό του.

Το Domain Name System ή DNS (Σύστημα Ονομάτων Τομέα) είναι ένα σύστημα με το οποίο αντιστοιχίζονται οι
διευθύνσεις IP σε ονόματα τομέων (Domain Names). Τα ονόματα τομέων όπως και οι διευθύνσεις IP που
αναπαριστούν είναι μοναδικά, έχουν μια ιεραρχία και διαβάζονται από αριστερά προς τα δεξιά. Η σχέση μεταξύ ενός
ονόματος και της διεύθυνσης IP δεν είναι 1 προς 1. Δηλαδή σε ένα όνομα μπορεί να αντιστοιχούν πολλές IP
διευθύνσεις. Για παράδειγμα, η διεύθυνση www.google.gr αντιστοιχεί σε τρεις IP διευθύνσεις, την 66.102.9.99, την
66.102.9.104 και την 66.102.9.147. Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε τρεις εξυπηρετητές που λειτουργούν ταυτόχρονα
εκτελώντας την ίδια εργασία, αλλά μοιράζονται τον φόρτο εργασίας διά τρία. Σε αυτήν την περίπτωση ο διακομιστής
DNS εκτελεί εξισορρόπηση φορτίου μεταξύ των τριών άλλων διακομιστών.
Σημασία του DNS: Το σύστημα DNS επιτρέπει την ανεύρεση ενός διακομιστή (server) με βάση το όνομά του. Ο
διακομιστής μπορεί να υποστηρίζει έναν αριθμό από υπηρεσίες, όπως http, ftp, smtp κλπ., δίνοντας μας τη
δυνατότητα να συνδεθούμε σε μια ιστοσελίδα (HTTP), σε μια αποθήκη αρχείων (FTP), ή να πάρουμε το mail μας
(POP). Έτσι είναι ευκολότερο να θυμόμαστε την ιστοσελίδα www.google.gr παρά τη διεύθυνση 66.102.9.99.

Οι δρομολογητές που χρησιμοποιούνται στο Internet πρέπει να λειτουργούν μέχρι το επίπεδο δικτύου. Θα θυμάστε ότι
και στο μοντέλο OSI λέγαμε ακριβώς το ίδιο, απλώς το OSI έχει ένα επιπλέον επίπεδο πριν το επίπεδο δικτύου. Γιατί όμως
συμβαίνει αυτό; Ο δρομολογητής όταν λαμβάνει κάποιο πακέτο μιας μετάδοσης πρέπει να αποφασίσει σε ποιον επόμενο
δρομολογητή θα το στείλει. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται μέχρι το πακέτο να φτάσει στον προορισμό του. Για να το
αποφασίσει όμως αυτό ο δρομολογητής θα πρέπει να κοιτάξει την διεύθυνση IP προορισμού. Γνωρίζουμε ότι οι
διευθύνσεις IP προστίθενται στο επίπεδο δικτύου, άρα και για να τις διαβάσουμε από ένα πακέτο πρέπει να το
“αποκωδικοποιήσουμε” μέχρι το επίπεδο δικτύου.
Παράδειγμα: Έστω ότι μια εφαρμογή στον υπολογιστή πηγής θέλει να επικοινωνήσει με την αντίστοιχη στον υπολογιστή
προορισμού:
1) Τα δεδομένα δημιουργούνται στο επίπεδο εφαρμογής του υπολογιστή από στολής και κατεβαίνουν τα επίπεδα προς τα
κάτω, σχηματίζοντας το πακέτο που πρόκειται τελικά να μεταδοθεί. Φτάνοντας στο επίπεδο πρόσβασης δικτύου, το
πακέτο μεταβιβάζεται στο τοπικό δίκτυο του υπολογιστή αποστολής.
2) Το πακέτο κατευθύνεται στο δρομολογητή του τοπικού δικτύου ο οποίος αναγνωρίζει ότι έχει προορισμό το Internet και
το προωθεί.
3) Το πακέτο κινείται από δρομολογητή σε δρομολογητή μέσω του επικοινωνιακού υποδικτύου (των ενδιάμεσων
δρομολογητών) μέχρι να φτάσει στο δίκτυο προορισμού. Ο κάθε δρομολογητής από τον οποίο περνάει το πακέτο,
αναλύει την επικεφαλίδα του και βρίσκει αν προορίζεται για το δικό του δίκτυο. Αν αυτό δεν συμβαίνει το στέλνει σε
άλλο δρομολογητή, ανάλογα με τη διεύθυνση IP που βρήκε στην επικεφαλίδα.
4) Όταν το πακέτο βρεθεί στο δίκτυο προορισμού, παραλαμβάνεται από τον αντίστοιχο δρομολογητή και παραδίδεται στο
τοπικό δίκτυο. Από εκεί οδηγείται στον υπολογιστή προορισμού όπου και ανεβαίνει ανάποδα τα επίπεδα μέχρι να
φτάσει στο επίπεδο εφαρμογής. Τελικά, το επίπεδο εφαρμογής θα δώσει το πακέτο στην κατάλληλη εφαρμογή
ολοκληρώνοντας έτσι τη διαδικασία μεταφοράς του πακέτου.

Πρωτόκολλο TCP

Το Πρωτόκολλο Ελέγχου Μετάδοσης, Transmission Control Protocol ή TCP αποτελεί το βασικό πρωτόκολλο που
βρίσκεται στο επίπεδο μεταφοράς της τεχνολογίας TCP/IP. Το TCP παρέχει αξιόπιστες υπηρεσίες, προσανατολισμένες σε
σύνδεση, με επικοινωνία από άκρο σε άκρο. Το πρωτόκολλο TCP λαμβάνει τα προς μετάδοση δεδομένα από τα πρωτόκολλα
του ανώτερου επιπέδου (Εφαρμογής). Για παράδειγμα λαμβάνει από το SMTP τα δεδομένα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
που πρέπει να αποσταλούν στον απομακρυσμένο αντίστοιχο εξυπηρετητή. Το TCP μεταδίδει μόνο όταν το πλήθος των
δεδομένων που έχει λάβει είναι επαρκές για να συμπληρωθεί το μέγεθος του πακέτου που έχει συμφωνηθεί κατά την
εγκατάσταση της σύνδεσης. Από την άλλη όταν λάβει δεδομένα τα οποία υπερβαίνουν αυτό το μέγεθος πακέτου, τα σπάει
σε μικρότερα. Τα μικρότερα αυτά πακέτα στην ορολογία του TCP ονομάζονται τμήματα ή segments. Το τμήμα αποτελεί την
μονάδα μεταφοράς στο πρωτόκολλο TCP. Κάθε τμήμα αποτελείται από την Επικεφαλίδα (Header) και τα προς μετάδοση
Δεδομένα (Data). Η επικεφαλίδα γενικά αποτελείται από τα βοηθητικά δεδομένα που προσθέτει το TCP και είναι

13 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

απαραίτητα για τη μετάδοση. Τα δεδομένα είναι φυσικά κομμάτι των πραγματικών δεδομένων του χρήστη που θα
μεταφερθούν από το συγκεκριμένο τμήμα.

Εικόνα 12: Επικοινωνία στο επίπεδο δικτύου Εικόνα 13: Διάσπαση δεδομένων σε TCP τμήματα

Η επικεφαλίδα περιέχει αρκετά πεδία, αλλά αυτά που θα μας απασχολήσουν εδώ είναι:
§ Ο Αριθμός Σειράς ή Sequence Number
§ Ο Αριθμός Επιβεβαίωσης ή Acknowledgment number
§ Το Παράθυρο ή Window Size
§ Οι Θύρες (ports) TCP αφετηρίας και προορισμού
Τα δεδομένα που έχουν χωρισθεί σε τμήματα πρέπει όταν φτάσουν στον προορισμό τους να ενωθούν ξανά για να
δημιουργήσουν το αρχικό μεγαλύτερο πακέτο. Για να γίνει αυτό πρέπει να μπουν στη σωστή σειρά. Αυτή είναι και η
λειτουργία του πεδίου που ονομάζεται Αριθμός Σειράς. Κάθε τμήμα έχει το δικό του αριθμό σειράς, ο οποίος δηλώνει σε
ποια θέση πρέπει να μπει το συγκεκριμένο τμήμα μαζί με τα υπόλοιπα για να δημιουργηθεί ξανά το αρχικό πακέτο. Για
παράδειγμα, αν ο αριθμός σειράς έχει την τιμή 3, σημαίνει ότι πρόκειται για το τρίτο σε σειρά τμήμα από αυτά που
διασπάσθηκε το αρχικό πακέτο. Καθώς η επικοινωνία βρίσκεται σε εξέλιξη, ο παραλήπτης πρέπει να μπορεί να
επιβεβαιώνει στον αποστολέα ότι λαμβάνει δεδομένα. Για το σκοπό αυτό ο παραλήπτης στέλνει τμήματα επιβεβαίωσης
λήψης χρησιμοποιώντας στην επικεφαλίδα τους τον Αριθμό Επιβεβαίωσης. Ο αριθμός επιβεβαίωσης δηλώνει ότι έχουν
ληφθεί όλες οι οκτάδες (bytes) μέχρι και αυτό τον αριθμό. Αν ο αποστολέας δεν λάβει επιβεβαίωση μέσα σε ένα λογικό
χρονικό διάστημα, θα επαναλάβει τη μετάδοση των δεδομένων.
Το πρωτόκολλο TCP ελέγχει επίσης την ποσότητα των δεδομένων που μεταδίδονται κάθε φορά. Η λειτουργία αυτή είναι
γνωστή ως έλεγχος ροής και πραγματοποιείται με τη βοήθεια του πεδίου επικεφαλίδας τμήματος που ονομάζεται
Παράθυρο (Window size). Για να έχουμε την καλύτερη δυνατή απόδοση η μετάδοση είναι συνεχής, δηλαδή ο αποστολέας
δεν περιμένει να λάβει επιβεβαίωση λήψης ενός τμήματος για να στείλει το επόμενο (διαφορετικά θα είχαμε πολύ μικρό
ρυθμό μετάδοσης). Από την άλλη βέβαια δεν μπορεί να γίνεται συνέχεια αποστολή χωρίς κάποιο είδος επιβεβαίωσης
λήψης. Αν στέλνουμε με ταχύτητα πολύ μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να δεχθεί ο απομακρυσμένος υπολογιστής,
κάποια στιγμή θα γεμίσει η ενδιάμεση μνήμη που χρησιμοποιείται για την προσωρινή αποθήκευση των δεδομένων και ο
παραλήπτης θα αρχίσει να απορρίπτει τα εισερχόμενα δεδομένα αφού δεν θα έχει που να τα αποθηκεύσει. Για το λόγο
αυτό και τα δύο άκρα της σύνδεσης πρέπει να υποδεικνύουν πόσα δεδομένα μπορούν να δεχθούν κάθε φορά, βάζοντας
τον αντίστοιχο αριθμό οκτάδων στο πεδίο “Παράθυρο” της επικεφαλίδας.
Τέλος υπάρχει η έννοια των θυρών ΤCP (TCP ports). Αν θέλαμε να δώσουμε ένα ορισμό για τη θύρα TCP θα λέγαμε ότι
είναι ένας αριθμός που χαρακτηρίζει πλέον μέσα στο μηχάνημα του αποστολέα (ή του παραλήπτη) την ίδια την εφαρμογή
που πρόκειται να λάβει τα δεδομένα του συγκεκριμένου TCP τμήματος. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, σκεφτείτε ότι ένα
TCP τμήμα που λαμβάνεται σαν τμήμα μιας μετάδοσης δεν ξέρει σε ποια εφαρμογή να κατευθυνθεί. Το πρόβλημα δεν θα
υπήρχε προφανώς αν ένας υπολογιστής εκτελούσε κάθε φορά μόνο μια εφαρμογή επικοινωνίας (π.χ. αν μπορούσαμε να
δούμε μόνο μια σελίδα στο Internet κάθε φορά, και να μην εκτελούμε ταυτόχρονα καμιά άλλη δικτυακή εφαρμογή), αλλά
αυτό δεν συμβαίνει. Το πρόβλημα λύνεται αν κάθε τμήμα περιέχει μέσα του ένα αριθμό θύρας που θα το κατευθύνει στην
εφαρμογή για την οποία προορίζεται.

Πρωτόκολλο UDP

Το πρωτόκολλο TCP μεταξύ άλλων είναι υπεύθυνο για το τεμαχισμό των μηνυμάτων σε τμήματα και την επανασύνδεση
τους στον προορισμό. Είδαμε επίσης ότι το TCP είναι πρωτόκολλο με σύνδεση και προσφέρει αξιόπιστη επικοινωνία.
Εξασφαλίζει ότι τα δεδομένα θα ληφθούν σωστά και στην αντίθετη περίπτωση φροντίζει για την επαναμετάδοση τους. Η
διαδικασία αυτή είναι διάφανη όσο αφορά τα πρωτόκολλα εφαρμογής που εξυπηρετούνται από το TCP: Αν κάνουμε μια
μεταφορά αρχείου μέσω FTP και κάποια TCP τμήματα δεν φτάσουν, το TCP θα τα μεταδώσει ξανά και η εφαρμογή FTP δεν

14 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

θα ενημερωθεί για αυτό. Τα σημαντικά αυτά πλεονεκτήματα του πρωτοκόλλου TCP έρχονται με κάποιο κόστος: Εκτελώντας
τόσες λειτουργίες (τεμαχισμός, έλεγχος λαθών, έλεγχος σειράς, κλπ) το TCP είναι σχετικά πολύπλοκο πρωτόκολλο στη
λειτουργία του. Ένα αποτέλεσμα αυτής της πολυπλοκότητας είναι ότι εισάγει κάποιες καθυστερήσεις στην επικοινωνία.
Καθώς μάλιστα είναι πρωτόκολλο με σύνδεση, πρέπει να έχει και αρχική επικοινωνία με τον υπολογιστή στην άλλη μεριά
πριν καν ξεκινήσει η μετάδοση. Όταν χρειαζόμαστε όλες αυτές τις λειτουργίες που παρέχει, το TCP είναι το κατάλληλο
πρωτόκολλο. Υπάρχουν όμως εφαρμογές που ένα πιο απλό πρωτόκολλο θα μας εξυπηρετούσε καλύτερα. Τέτοια είδη
εφαρμογών είναι:
ü Εφαρμογές που τα μηνύματα τους χωράνε κάθε φορά σε ένα μόνο τμήμα. Προφανώς σε αυτή την περίπτωση δεν
χρειαζόμαστε τη λειτουργία τεμαχισμού που μας παρέχει το TCP.
ü Εφαρμογές που δεν έχει σημασία αν χαθούν κάποια δεδομένα στη μετάδοση, ή δεν έχει νόημα η επαναμετάδοση
τους: Για παράδειγμα σε εφαρμογές φωνής δεν έχει νόημα να μεταδώσουμε ξανά δεδομένα που χάθηκαν, μας
ενδιαφέρει ωστόσο η μετάδοση να προχωράει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και χωρίς καθυστερήσεις. Διαφορετικά θα
έχουμε φωνή πολύ κακής ποιότητας.
ü Γενικά εφαρμογές που έχει περισσότερη σημασία να μπορούμε να μεταδώσουμε με τις μικρότερες δυνατές
καθυστερήσεις και μεγαλύτερη ταχύτητα παρά με ακρίβεια και αξιοπιστία.
Για τις περιπτώσεις αυτές, έχει σχεδιαστεί ένα ακόμα πρωτόκολλο στο
επίπεδο μεταφοράς, το UDP, User Datagram Protocol ή διαφορετικά
Πρωτόκολλο Αυτοδύναμων Πακέτων Χρήστη. Γενικά για το UDP
μπορούμε να πούμε:
è Είναι πολύ απλούστερο από το TCP: Δεν διαθέτει τεμαχισμό, για το
λόγο αυτό κάθε μήνυμα που μεταδίδεται από μια εφαρμογή μέσω
UDP πρέπει να χωράει εξ’ολοκλήρου σε ένα τμήμα UDP.
è Είναι πρωτόκολλο αυτοδύναμου πακέτου χωρίς σύνδεση: Η
αποστολή ξεκινάει αμέσως χωρίς να γίνει επικοινωνία με την άλλη
μεριά. Δεν έχει έτσι επιπλέον καθυστερήσεις.
è Δεν διαθέτει έλεγχο λαθών. Δεν κάνει επαναμετάδοση δεδομένων
και δεν κρατάει αντίγραφο των δεδομένων που στάλθηκαν για
επιβεβαίωση. Δεν εξασφαλίζει επίσης ότι τα τμήματα θα φτάσουν Εικόνα 14: Δημιουργία UDP τμήματος
στον προορισμό τους με τη σωστή σειρά.
Αν μια εφαρμογή που χρησιμοποιεί UDP χρειάζεται να εξασφαλίσει ότι τα δεδομένα της δεν έχουν επηρεαστεί από τα
παραπάνω προβλήματα, θα πρέπει να τα ελέγξει η ίδια. Μεταφέρεται ο έλεγχος λαθών από το επίπεδο μεταφοράς στο
επίπεδο εφαρμογής. Όπως και με το πρωτόκολλο TCP, το UDP χρησιμοποιεί θύρες (ports), τα UDP ports. Η χρήση τους είναι
ακριβώς ίδια με του πρωτοκόλλου TCP και προσδιορίζονται από ένα ακέραιο αριθμό 16 bits (παίρνουν δηλ. τιμές από 0 –
65535). Ο αριθμός αυτός γράφεται στην επικεφαλίδα του UDP τμήματος.

Πρωτόκολλο IP

Στο επίπεδο δικτύου της τεχνολογίας TCP/IP, συναντάμε το πρωτόκολλο IP, Internet Protocol. Η λειτουργία του IP
βασίζεται αποκλειστικά στην ιδέα του αυτοδύναμου πακέτου ή datagram, το οποίο σημαίνει ότι τα πακέτα μεταφέρονται
από την πηγή στον προορισμό χωρίς να ακολουθούν συγκεκριμένη διαδρομή (το κάθε ένα μπορεί να ακολουθήσει
διαφορετική). Οι έλεγχοι για αξιόπιστη μετάδοση γίνονται από το επίπεδο μεταφοράς, εφόσον χρησιμοποιείται το
πρωτόκολλο TCP. Κάθε φορά που το TCP ή το UDP πρωτόκολλο από το επίπεδο μεταφοράς θέλει να μεταδώσει κάποιο
τμήμα, το παραδίδει στο πρωτόκολλο IP. Η μόνη άλλη πληροφορία που χρειάζεται το IP (και η οποία του παρέχεται από το
επίπεδο μεταφοράς) είναι η διεύθυνση του υπολογιστή προορισμού. Αυτό είναι και το μόνο στοιχείο που ενδιαφέρει το
πρωτόκολλο IP. Το IP δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το περιεχόμενο του τμήματος ή για το πως (και αν) σχετίζεται με το
προηγούμενο ή επόμενο τμήμα που λαμβάνει. Απλώς τα προωθεί στον προορισμό τους. Για να γίνει αυτό βέβαια, θα
πρέπει το IP αφού παραλάβει το τμήμα από το επίπεδο μεταφοράς να προσθέσει τη δική του επικεφαλίδα με τα
απαραίτητα στοιχεία, σχηματίζοντας έτσι ένα αυτοδύναμο IP πακέτο. Το μέγιστο μήκος του πακέτου αυτού έχει ορισθεί στα
64 Kbytes. Μετά το σχηματισμό του πακέτου, αποστολή του IP είναι να βρει την κατάλληλη διαδρομή που θα το οδηγήσει
στον προορισμό του.
Μετά τον προσδιορισμό της διαδρομής του πακέτου, γίνεται η μετάδοση του μέσω των φυσικών δικτύων (που
αντιστοιχούν στο επίπεδο πρόσβασης δικτύου της τεχνολογίας TCP/IP – ή στα επίπεδα σύνδεσης δεδομένων και φυσικό του
OSI – και περιγράφονται από τα αντίστοιχα πρωτόκολλα π.χ. Ethernet και τα φυσικά μέσα και συσκευές – καλώδια, κάρτες
δικτύου – τα οποία χρησιμοποιούνται). Ένα φυσικό δίκτυο μπορεί ωστόσο να χρησιμοποιεί διαφορετικό μέγιστο μήκος
μονάδας μεταφοράς σε σχέση με τα 64 Kbyte που χρησιμοποιεί το IP.
Η διάσπαση των πακέτων σε fragments γίνεται όταν το πακέτο φτάσει στον πρώτο δρομολογητή του δικτύου. Ο
δρομολογητής αντιλαμβάνεται ότι το φυσικό δίκτυο που συνδέεται σε αυτόν δεν μπορεί να μεταδώσει ολόκληρο το πακέτο
που έλαβε και το διασπά σε κομμάτια. Μη ξεχνάμε ότι ο δρομολογητής είναι μια συσκευή που λειτουργεί στο επίπεδο
δικτύου και άρα αντιλαμβάνεται τις πληροφορίες της επικεφαλίδας IP. Τα κομμάτια που δημιουργούνται είναι και αυτά
15 | Σ ε λ ί δ α
Επιμέλεια: ΚΩΛΕΤΣΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

εντελώς αυτοδύναμα και ανεξάρτητα μεταξύ τους και μπορεί πάλι το καθένα να ακολουθήσει διαφορετική διαδρομή μέχρι
τον προορισμό.
Το πεδίο Αναγνώριση στην επικεφαλίδα του πακέτου IP χρησιμοποιείται ώστε το IP να αναγνωρίζει σε ποιο αυτοδύναμο
IP πακέτο ανήκει το fragment που λαμβάνει τη δεδομένη στιγμή. Όλα τα κομμάτια που έχουν την ίδια τιμή σε αυτό το
πεδίο, ανήκουν στο ίδιο αυτοδύναμο πακέτο.
Το πεδίο Δείκτης Εντοπισμού Τμήματος στην επικεφαλίδα του πακέτου IP χρησιμοποιείται ώστε το IP να αναγνωρίζει σε
ποια θέση πρέπει να τοποθετηθεί το συγκεκριμένο fragment που λαμβάνεται για να δημιουργηθεί ξανά το αυτοδύναμο IP
πακέτο. Προφανώς το IP χρειάζεται και ένα τρόπο να γνωρίζει αν το πακέτο που λαμβάνει τη δεδομένη στιγμή είναι ένα
κανονικό ξεχωριστό αυτοδύναμο πακέτο ή αν αποτελεί τμήμα (fragment) κάποιου πακέτου. Για το σκοπό αυτό
χρησιμοποιείται το πεδίο More Fragments (MF) ή Ένδειξη Ύπαρξης Περισσότερων Κομματιών. Αν αυτό το πεδίο έχει την τιμή
1, σημαίνει ότι τη δεδομένη στιγμή λαμβάνουμε ένα fragment ενός μεγαλύτερου πακέτου. Αν έχει την τιμή 0 σημαίνει είτε
ότι λαμβάνουμε το τελευταίο fragment ή ότι το πακέτο είναι αυτοδύναμο. Σε κάθε πακέτο που έχει κομματιαστεί, όλα τα
κομμάτια έχουν MF=1 εκτός από το τελευταίο.
Είναι πιθανόν ο υπολογιστής προορισμού να μην μπορεί για οποιοδήποτε λόγο να δεχθεί δεδομένα τα οποία έχουν
κομματιαστεί. Αν συμβαίνει αυτό, θέτει την τιμή του πεδίου Don’t Fragment, (DF), Ένδειξης Απαγόρευσης Διάσπασης
Αυτοδύναμου Πακέτου στην τιμή 1. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να βρεθεί διαδρομή μέσα από το φυσικό δίκτυο η
οποία να είναι ικανή να περάσει τα αυτοδύναμα IP πακέτα χωρίς να τα κομματιάσει. Αν δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, το
αυτοδύναμο πακέτο απορρίπτεται.
Τα υπόλοιπα πεδία που υπάρχουν στην επικεφαλίδα είναι τα εξής:
• Έκδοση: Προσδιορίζει την έκδοση του πρωτοκόλλου που χρησιμοποιείται. Για να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ πηγής και
προορισμού πρέπει οπωσδήποτε να χρησιμοποιείται η ίδια έκδοση πρωτοκόλλου.
• Μήκος Επικεφαλίδας: Δηλώνει το μήκος της επικεφαλίδας του πακέτου σε λέξεις των 32 bits. Η μικρότερη τιμή που
μπορεί να έχει το πεδίο αυτό είναι 5.
• Είδος Εξυπηρέτησης: Με το πεδίο αυτό δηλώνει ο υπολογιστής το είδος της υπηρεσίας που ζητάει από το επικοινωνιακό
υποδίκτυο. Τα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν την υπηρεσία που προσφέρει το υποδίκτυο και που
χρησιμοποιούνται από το IP για να περιγράψουν τις απαιτήσεις του είναι: Η ρυθμοαπόδοση, η αξιοπιστία και η
καθυστέρηση (=Μεγαλύτερος ρυθμός μετάδοσης, όσο το δυνατόν καλύτερη αξιοπιστία ή τη μικρότερη δυνατή
καθυστέρηση).
• Συνολικό Μήκος: Δίνει το συνολικό μήκος του συγκεκριμένου IP πακέτου, στο οποίο περιλαμβάνεται τόσο η
επικεφαλίδα όσο και τα δεδομένα.
• Χρόνος Ζωής: Πρόκειται για ένα μετρητή που μειώνεται κατά 1 κάθε φορά που το πακέτο διέρχεται από ένα
δρομολογητή. Όταν φτάσει την τιμή μηδέν, το πακέτο απορρίπτεται (το καταστρέφει ο δρομολογητής στον οποίο
βρίσκεται εκείνη τη στιγμή). Με αυτό τον τρόπο αποφεύγεται να περιφέρονται στο δίκτυο “χαμένα” πακέτα που έχουν
χάσει τον προορισμό τους και κάνουν κύκλους ή απλά έχουν καθυστερήσει πάρα πολύ να φτάσουν στον προορισμό
τους λόγω λανθασμένης διαδρομής ή διεύθυνσης.
• Αριθμός Πρωτοκόλλου: Πρόκειται για ένα αριθμό που χαρακτηρίζει το πρωτόκολλο του επιπέδου μεταφοράς στο οποίο
θα πρέπει το IP να παραδώσει το εισερχόμενο αυτοδύναμο πακέτο.
• Άθροισμα Ελέγχου: Επιτρέπει στο πρωτόκολλο IP στην απέναντι πλευρά (προορισμός) να ελέγξει την ορθότητα των
δεδομένων της επικεφαλίδας. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς η επικεφαλίδα τροποποιείται κάθε φορά που περνάει από
κάποιο δρομολογητή αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα να συμβεί κάποιο σφάλμα.
• Διεύθυνση Πηγής: Πρόκειται για τη διεύθυνση IP του υπολογιστή πηγής.
• Διεύθυνση Προορισμού: Πρόκειται για τη διεύθυνση IP του υπολογιστή προορισμού. Η διεύθυνση αυτή διαβάζεται από
τους ενδιάμεσους δρομολογητές (ή τον αντίστοιχο δικτυακό εξοπλισμό) προκειμένου να προωθήσουν το πακέτο στον
προορισμό του.
• IP Επιλογές: Χρησιμοποιείται για ειδικές λειτουργίες του πρωτοκόλλου.
• Συμπλήρωση: Χρησιμοποιείται ώστε το μέγεθος της επικεφαλίδας να είναι πάντα πολλαπλάσιο των 32 bits.

Εικόνα 15: ΙΡ αυτοδύναμο πακέτο


16 | Σ ε λ ί δ α

You might also like