You are on page 1of 120

Professor

R. K. HARRISON
Ph. D., D.D.

Η ΒΙΒΛΙΚΗ ΕΒΡΑΪΚΗ ΑΝΕΥ ΔΙΔΑΣΚΑΟΥ


(Teach Yourself Hebrew)

Μετάφραση: Χατζησταματίου Σταμάτιος


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τὸ μικρὸ αὐτὸ βιβλίο ἀπευθύνεται κυρίως πρὸς τοὺς φοιτητὲς τῆς Θεολογίας, ἀλλὰ καὶ πρὸς
ὅλους ὅσους θὰ ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἔλθουν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸ
πρωτότυπο. Στὶς σελίδες τοῦ βιβλίου καλύπτεται κατὰ τρόπο εὔληπτο ὁλόκληρη ἡ βασικὴ
Γραμματικὴ τῆς κλασσικῆς βιβλικῆς ἑβραϊκῆς γλώσσης κατανενεμημένη σὲ εἴκοσι τέσσερα μόλις
κεφάλαια. Κάθε κεφάλαιο ἀποτελεῖται ἀπὸ γραμματική, λεξιλόγιο καὶ ἀσκήσεις ἐπὶ τοῦ λεξιλογίου
μὲ φράσεις ποὺ εἰσάγουν τὸν σπουδαστὴ βαθμιαῖα στὴν ἴδια τὴν γλῶσσα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἡ ἑβραϊκὴ γλῶσσα δὲν εἶναι εὔκολη, τουλάχιστον στὴν ἀρχή. Ὁ σπουδαστὴς πρέπει κατ᾿
ἀρχὴν νὰ ἐξοικειωθεῖ μὲ τὸ ἑβραϊκὸ ἀλφάβητο, ἀλλὰ καὶ νὰ προσαρμοσθεῖ στὴν σημιτικὴ
γλωσσικὴ ἀντίληψη καὶ νοοτροπία. Ὅπως ὅλες οἱ σημιτικὲς γλῶσσες, ἡ ἑβραϊκὴ εἶναι ἐντελῶς
διαφορετικὴ ἀπὸ τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες ἰδίως ὡς πρὸς τὴν σύνταξη. Ἡ σπάνις τῶν
δευτερευουσῶν προτάσεων καὶ κατὰ συνέπεια ἡ συνήθως κατὰ παράταξη σύνδεση τῶν προτάσεων
ξενίζει τὸν εὐρωπαῖο σπουδαστή, ἀλλὰ πολὺ γρήγορα θὰ διαπιστώσει ὅτι αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ
θὰ τὸν διευκολύνει μᾶλλον παρὰ θὰ τὸν δυσκολέψει στὴν ἐκμάθηση τῆς ἑβραϊκῆς. Ἡ κλίση τῶν
ῥημάτων εἶναι ἀλήθεια ὅτι εἶναι τὸ πιὸ περίεργο καὶ τὸ πιὸ δύσκολο κομμάτι στὴν ἐκμάθηση τῆς
γλώσσης, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸν ἀποθαρρύνει. Ἡ ἐμπειρία θὰ δείξει ὅτι, μόλις κατανοήσει τὶς
βασικὲς ἀρχὲς ποὺ διέπουν τὸ ἑβραϊκὸ ῥῆμα, θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀναγνωρίζει τοὺς γραμματικοὺς
τύπους, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν θυμᾶται τὴν κλίση τους ἐπακριβῶς. Ὁ σπουδαστὴς θὰ διαπιστώσει στὴν
πράξη ὅτι τὸ μόνο πρόβλημά του θὰ εἶναι μᾶλλον νὰ συγκρατεῖ στὴν μνήμη του τὸ λεξιλόγιο παρὰ
ἡ ἴδια ἡ γραμματική.
Ἡ μετάφραση τοῦ βιβλίου δὲν εἶναι πάντοτε αὐτολεξεί. Θεωρήσαμε σκόπιμο ἐδῶ κι ἐκεῖ νὰ
προβοῦμε σὲ λίγες προσθαφαιρέσεις, εὐεργετικὲς ἐλπίζουμε, γιὰ τὸν σπουδαστή. Οἱ ὑποσημειώσεις
ἐπίσης εἶναι ὅλες δικές μας. Ἡ γλῶσσα τοῦ βιβλίου στὶς ἀπαντήσεις τῶν ἀσκήσεων εἶναι μικτὴ ἀπὸ
ἐπιλογή, ἐπειδὴ πιστεύουμε ὅτι κατὰ περίπτωση μιὰ λιγώτερο ἀναλυτικὴ γλῶσσα ἀπὸ τὴν δημοτικὴ
θὰ διευκολύνει περισσότερο τὸν σπουδαστὴ στὴν μετάφραση ἀπὸ τὰ ἑβραϊκά. Ἐλπίζουμε ὅτι τὸ
μικρὸ αὐτὸ βιβλίο θὰ συμβάλει σὲ κάποιο βαθμὸ στὴν προώθηση τῶν βιβλικῶν σπουδῶν στὴν
χώρα μας.

Σταμάτιος Ν. Χατζησταματίου
1. Τὸ ἀλφάβητο.

Ἀρχικὸ καὶ Τελικὸ Ὀνομασία Προφορὰ Ἀριθμὸς


μεσαῖο
‫א‬ ἆλεφ δὲν προφέρεται (’) 1
‫ב‬, ‫ב‬ μπὲθ β (bh), μπ (b) 2
‫ג‬, ‫ג‬ γκῖμελ γ (gh), γκ (g) 3
‫ד‬, ‫ד‬ ντᾶλεθ δ (dh), ντ (d) 4
‫ה‬ χὲ h 5
‫ו‬ βὰβ β (w) 6
‫ז‬ ζάγιν ζ (z) 7
‫ח‬ χὲτ χ (ḥ) 8
‫ט‬ τὲτ τ (ṭ) 9
‫י‬ γιὼδ γ(ι) (y) 10
‫כ‬, ‫כ‬ ‫ך‬ κὰφ χ (kh), κ (k) 20
‫ל‬ λᾶμεδ λ (l) 30
‫מ‬ ‫ם‬ μὲμ μ (m) 40
‫נ‬ ‫ן‬ νοῦν ν (n) 50
‫ס‬ σᾶμεχ σ (ṣ) 60
‫ע‬ ἅγιν δὲν προφέρεται (῾) 70
‫פ‬, ‫פ‬ ‫ף‬ πὲ φ (ph), π (p) 80
‫צ‬ ‫ץ‬ τσάδε τς (ҫ) 90
‫ק‬ κὼφ κ (q) 100
‫ר‬ ῥὲš ρ (r) 200
‫ש‬ σὶν σ (s) 300
‫ש‬ šὶν š (š) 300
‫ת‬, ‫ת‬ τὰβ θ (th), τ (t) 400

Τὸ ἑβραϊκὸ ἀλφάβητο περιλαμβάνει εἴκοσι δύο γράμματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ὅλα σύμφωνα. Τὰ
σχήματά τους προέρχονται ἀπὸ συμβατικὴ σχηματοποίηση πραγματικῶν εἰκόνων ἀντικειμένων
(εἰκονοργράμματα – pictographs). Ἡ ἀρχικὴ ἀπεικόνιση π.χ. τοῦ ἄλεφ (= βόδι) ἦταν κεφαλὴ βοδιοῦ
A. Ἀπὸ τὴν ὕστερη σχηματικὴ ἀπεικόνισή του ὡς ' προῆλθε καὶ τὸ ἑλληνικὸ Α, στὸ ὁποῖο ὅμως
οἱ Ἕλληνες πολὺ ἔξυπνα σκέφθηκαν νὰ τοῦ ἀποδώσουν τὸν ἦχο «α», διότι ὡς σύμφωνο τοὺς ἦταν

1
ἐντελῶς ἄχρηστο.
Ἡ ἑβραϊκὴ ἀνήκει στὸ βορειοδυτικὸ κλάδο τῶν σημιτικῶν γλωσσῶν, ὁ ὁποῖος περιλαμβάνει
ἐπίσης τὴν Φοινικική, Καρχηδονιακή, Μωαβιτικὴ καὶ τὴν Ἀραμαϊκή. Ὡς σημιτικὴ γλῶσσα ἡ
ἑβραϊκὴ ἔχει προφανῶς μεγάλη συγγένεια καὶ μὲ τὴν ἀραβική.
Ἂς πάρουμε τώρα ἕνα πρὸς ἕνα τὰ γράμματα τῆς ἑβραϊκῆς ἀλφαβήτου λεπτομερῶς, γιὰ νὰ
δοῦμε πῶς ἀκριβῶς προφέρονται καὶ πῶς μεταγράφονται σὲ λατινικὸ φωνητικὸ ἀλφάβητο.
Τὸ ‫ א‬δὲν εἶναι «α», καθ’ ὅτι εἶναι σύμφωνο. Ὅποιο φωνῆεν τὸ συνοδεύει προφέρεται μὲ τὴν
συμμετοχὴ τοῦ λάρυγγος καὶ ψηλὰ πίσω ἀπὸ τὸν οὐρανίσκο σὰν ἕνα εἶδος λαρυγγικοῦ στόπ.
Ἀγνοῆστε το ὅμως, διότι μόνον οἱ Ἄραβες εἶναι σὲ θέση νὰ τὸ προφέρουν σωστά. Στὴν πράξη τόσο
ἐμεῖς ὅσο καὶ οἱ σημερινοὶ Ἰσραηλῖτες στὸ κράτος τοῦ Ἰσραὴλ δὲν τὸ προφέρουμε καθόλου·
προφέρουμε μόνον τὸ τυχὸν φωνῆεν ποὺ τὸ συνοδεύει. Συμβατικὰ μεταγράφεται ὡς ψιλὴ (’).
Τὸ ‫ ב‬προφέρεται «β» καὶ μεταγράφεται bh (= β). Ὅταν ἔχει τελεία, ‫ב‬, προφέρεται «μπ»
(ὅπως μπάλλα) καὶ μεταγράφεται b.
Τὸ ‫ ג‬προφέρεται «γ» καὶ μεταγράφεται gh (= γ). Ὅταν ἔχει τελεία, ‫ג‬, προφέρεται «γκ» (ὅπως
γκαρὰζ) καὶ μεταγράφεται g.
Τὸ ‫ ד‬προφέρεται «δ» καὶ μεταγράφεται dh (= δ). Ὅταν ἔχει τελεία, ‫ד‬, προφέρεται «ντ»
(νταντὰ) καὶ μεταγράφεται d.
Τὸ ‫ ה‬προφέρεται ὅπως τὸ ἀγγλικὸ ἢ τὸ γερμανικὸ h καὶ μεταγράφεται h.
Τὸ ‫ ו‬προφέρεται «β» καὶ μεταγράφεται w (γερμανικό, δηλ. β).
Τὸ ‫ ז‬προφέρεται «ζ» καὶ μεταγράφεται z.
Τὸ ‫ ח‬εἶναι ἕνα ἠχηρὸ «χ», ὅπως τὸ ἑλληνικὸ χ, καὶ μεταγράφεται ḥ.
Τὸ ‫ ט‬προφέρεται «τ», ἀλλὰ λίγο πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὰ δόντια πρὸς τὸν οὐρανίσκο.
Μεταγράφεται ṭ.
Τὸ ‫ י‬προφέρεται «γι», ὅπως τὸ γι στὴν λέξη «γιαγιὰ» ἢ ὅπως τὸ j στὰ λατινικά.
Μεταγράφεται y.
Τὸ ‫ כ‬προφέρεται «χ» ἐλάχιστα πιὸ ἐλαφρὰ ἀπὸ τὸ ‫ ח‬καὶ μεταγράφεται kh (= χ). Ὅταν ἔχει
τελεία, ‫כ‬, προφέρεται «κ» καὶ μεταγράφεται k.
Τὸ ‫ ל‬προφέρεται «λ» καὶ μεταγράφεται l.
Τὸ ‫ מ‬προφέρεται «μ» καὶ μεταγράφεται m.
Τὸ ‫ נ‬προφέρεται «ν» καὶ μεταγράφεται n.
Τὸ ‫ ס‬προφέρεται «σ» (ὄχι τόσο ἠχηρὸ ὅσο τὸ ‫ )ש‬καὶ μεταγράφεται ṣ.
Τὸ ‫ ע‬εἶναι σύμφωνο ὅπως τὸ ‫א‬, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ μόνον οἱ Ἄραβες τὸ προφέρουν σωστά. Ὁ

2
ἦχός του κανονικὰ βγαίνει βαθειὰ μέσα ἀπὸ τὸν λάρυγγα, ὅπως περίπου ὅταν καθαρίζουμε τὸ λαιμό
μας. Ἀγνοῆστε το καὶ αὐτό. Θὰ προφέρετε μόνον τὸ τυχὸν φωνῆεν ποὺ τὸ συνοδεύει.
Μεταγράφεται ὡς «δασεῖα» (῾).
Τὸ ‫ פ‬προφέρεται «φ» καὶ μεταγράφεται ph (ἢ καὶ f). Ὅταν ἔχει τελεία, ‫פ‬, προφέρεται «π»
καὶ μεταγράφεται p.
Τὸ ‫ צ‬κανονικὰ ἠχεῖ ὡς ἕνα πολὺ ψιλὸ «τσσσσ», ὅπως στὰ Ἀραβικὰ, ἀλλὰ συμβατικὰ
προφέρεται ὡς «τσ» καὶ μεταγράφεται ҫ.
Τὸ ‫ ק‬προφέρεται «κ» καὶ μεταγράφεται q.
Τὸ ‫ ר‬προφέρεται «ῥ» καὶ μεταγράφεται r.
Τὸ ‫( ש‬μὲ τὴν τελεία δεξιὰ) προφέρεται ὡς παχὺ σ, δηλ. ὅπως τὸ ἀγγλικὸ sh ἢ τὸ γερμανικὸ
sch, καὶ μεταγράφεται š. Τὸ ‫( ש‬μὲ τὴν τελεία ἀριστερὰ) προφέρεται «σ» καὶ μεταγράφεται s.
Τὸ ‫ ת‬προφέρεται «θ» καὶ μεταγράφεται th. Ὅταν ἔχει τελεία, ‫ת‬, προφέρεται «τ» καὶ
μεταγράφεται t.

Οἱ Σημῖτες δὲν μποροῦν νὰ προφέρουν δύο ἢ τρία σύμφωνα μαζί. Ἀσυναίσθητα θὰ


παρεμβάλουν κάτι σὰν φωνῆεν ἀνάμεσα στὰ σύμφωνα, π.χ. τὴν λέξη «στρατὸς» τείνουν νὰ τὴν
προφέρουν «σετερατός».

Πέντε ἀπὸ τὰ γράμματα τῆς ἀλφαβήτου ἔχουν διπλὴ μορφή. Ὅταν βρίσκονται ἐν ἀρχῇ ἢ
στὸ μέσον τῆς λέξεως, γράφονται ‫( כ מ נ פ צ‬μνημοτεχνικά: καμνέφετς). Ὅταν ὅμως εἶναι στὸ τέλος
τῆς λέξεως, γράφονται ‫ ך ם ן ף ץ‬ἀντιστοίχως.

Ἕξι γράμματα, τὰ ‫( ב ג ד כ פ ת‬μνημοτεχνικά: μπεγαδκεφάθ), ἔχουν διπλὴ προφορά.


Κανονικὰ μεταγράφονται bh gh dh kh ph th καὶ προφέρονται β γ δ χ φ θ, ὅταν ὅμως ἔχουν μιὰ
τελεία στὴν μέση (‫)ב ג ד כ פ ת‬, μεταγράφονται b g d k ph t καὶ προφέρονται σκληρά: μπ γκ ντ κ π τ.
Σημ. Σύμφωνα μὲ τὴν προφορὰ ποὺ εἶναι ἐν χρήσει σήμερα στὸ κράτος τοῦ Ἰσραὴλ τὰ ‫ג ד ת‬
προφέρονται πάντοτε σκληρά (g d t) εἴτε ἔχουν τελεία στὴν μέση εἴτε ὄχι, καὶ μόνον τὰ ‫פ כ ב‬
διατηροῦν τὴν διπλὴ προφορά.
Ὅπως ἔχουμε πεῖ, ὅλα τὰ γράμματα εἶναι σύμφωνα. Οἱ ἑβραϊκὲς λέξεις ἀνέκαθεν ἐγράφοντο
χωρὶς φωνήεντα, καὶ τοῦτο ἦταν ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἀναγνωρίζονται οἱ λέξεις, διότι οἱ Ἑβραῖοι γνώριζαν
ἀπὸ τὴν προφορικὴ παράδοση καὶ ἀπὸ τὴν διδασκαλία ποιά φωνήεντα ἀντιστοιχοῦσαν στὶς
διάφορες λέξεις. Τὰ φωνήεντα ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὴν Βίβλο εἶναι ἐφεύρεση πολὺ

3
μεταγενέστερη.
Ἡ ἑβραϊκὴ γλῶσσα γράφεται ἀνάποδα, ἀπὸ δεξιὰ πρὸς τὰ ἀριστερά. Ἂς πάρουμε τώρα ἕνα
σύνολο συμφώνων σὲ φωνητικὴ γραφὴ καὶ ἂς τὸ μεταγράψουμε στὴν ἑβραϊκὴ γραφὴ προσέχοντας
νὰ γράφουμε ἀπὸ δεξιὰ πρὸς τὰ ἀριστερά:

1. nphš. 2. mwn῾. 3. ph’rҫ. 4. ṭzṣr. 5. šyrm.


‫ נפש‬1. ‫ מונע‬2. ‫ פארץ‬3. ‫ טזסר‬4. ‫ שירם‬5.

Καὶ ἀντιστρόφως:
‫ עלמות‬5. ‫ קארא‬4. ‫ חלמיסא‬3. ‫ צדיק‬2. ‫ הן‬1.
5. ῾mwth. 4. q’r’. 3. ḥlmyҫ’. 2. ҫdhyq. 1. hn.

Ἄσκηση 1.
Μεταγράψτε σὲ φωνητικὴ γραφή:
12. ‫ תלטמעין‬11. ‫ זרגחם‬10. ‫ צלעפא‬9. ‫ כלותי‬8. ‫ זפשלן‬7. ‫ ערבינו‬6. ‫ משלך‬5. ‫ שלחיני‬4. ‫ קטלם‬3. ‫ בלנו‬2. ‫ אתפ‬1.
.‫ חזקהמש‬20. ‫ כץפעיל‬19. ‫ סמטשב‬18. ‫ עלישמו‬17. ‫ דפטאנין‬16. ‫ שלקאלו‬15. ‫ טיראש‬14. ‫ חפעזיק‬13. ‫הוכלעים‬
Καὶ ἀντιστρόφως:
1. ḥṭšm. 2. lph’š. 3. ҫrmyw. 4. ṣnṭḥ. 5. t’ql῾my. 6. abhwy. 7. qphṣ῾ṭҫ. 8. dh῾rm’ly. 9. pmḥṭš’nwn. 10.
krm῾ṣphqy. 11. ’zw῾ghn’. 12. ṭršdhmw. 13. bghlṣḥ῾. 14. ҫhwghl῾. 15. qmthwy. 16. ’nҫ῾lyn. 17.
ḥnbhṭs. 18. thҫ’nṣ’m. 19. ’myn῾ṭw. 20. grql’myw.

4
2. Φωνήεντα.
Μέχρι τοὺς πρώτους μ.Χ. αἰῶνες ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἐγράφετο χωρὶς φωνήεντα. Ὁ
ἀναγνώστης πρόφερε τὰ φωνήεντα ἀπὸ μνήμης. Καθὼς ὅμως ἡ κλασσικὴ ἑβραϊκὴ (δηλ. ἡ βιβλικὴ)
γλῶσσα περιέπεσε σε ἀχρηστία ὡς ὁμιλουμένη γλῶσσα, προέκυψε ἡ ἀνάγκη νὰ ἐπινοηθεῖ ἕνα
σύστημα φωνηεντισμοῦ τοῦ κειμένου, ὥστε νὰ διαβάζεται σωστὰ χωρὶς προηγουμένη ἐκ μέρους
τοῦ ἀναγνώστη γνώση τοῦ ἤχου τῆς ἐκφορᾶς τῶν λέξεων. Ἡ ἀνάγκη αὐτὴ εἶναι ἀκόμη περισσότερο
ἐμφανὴς, ἂν ἀναλογισθοῦμε τὴν διαφορὰ ἀναγνώσεως ποὺ παρατηρεῖται μερικὲς φορὲς μεταξὺ τοῦ
ἑβραϊκοῦ κειμένου καὶ τῆς μεταφράσεως τῶν Ο΄ (Ἑβδομήκοντα). Οἱ Ο΄ εἶχαν πρὸ ὀφθαλμῶν
ἀφωνηέντιστο κείμενο. Στὸ Γεν. 47,31, γιὰ παράδειγμα, τὸ ἑβραϊκὸ ἔχει «ὁ Ἰσραὴλ (δηλ. ὁ Ἰακὼβ)
προσκύνησε στὴν ἄκρη τοῦ κρεββατιοῦ (του)», ἐνῷ οἱ Ο΄ ἀνέγνωσαν «ὁ Ἰσραὴλ (δηλ. ὁ Ἰακὼβ)
προσεκύνησε ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου αὐτοῦ». Οἱ μὲν Ο΄ ἀνέγνωσαν «ματτὲ – maṭṭe)», ἐνῷ τὸ
φωνηεντισμένο ἑβραϊκὸ ἔχει «μιττὰ – miṭṭa»· πρβλ. Ἑβρ. 11,21 «πίστει Ἰακὼβ ἀποθνῄσκων
ἕκαστον τῶν υἱῶν Ἰωσὴφ εὐλόγησεν καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου αὐτοῦ». Στὸ
Ἀμὼς 9,12 τὸ φωνηεντισμένο ἑβραϊκὸ ἔχει «τὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἐδώμ», ἐνῷ οἱ Ο΄ διαβάζοντας
«ἀδὰμ» μετέφρασαν «οἱ κατάλοιποι τῶν ἀνθρώπων», ὅπως ἀκριβῶς μεταφέρει τὸ ἴδιο κείμενο καὶ
ὁ Λουκᾶς στὶς Πράξεις 15,21.1
Ἡ δυσκολία τῆς σωστῆς προφορᾶς τῶν λέξεων ἀντιμετωπίσθηκε ἀρχικὰ μὲ τὴν χρήση
μερικῶν ἐκ τῶν συμφώνων σὲ ῥόλο φωνηέντων ἢ φωνηεντικῶν γραμμάτων, τουλάχιστον γιὰ τὰ
βασικὰ μακρὰ φωνήεντα τῶν λέξεων. Τὰ σύμφωνα αὐτὰ ἦταν τὸ ‫ה‬, τὸ ‫ י‬καὶ τὸ ‫ו‬.
Τὸ ‫ ה‬ἀντιπροσώπευε τὸ μακρὸ α· ἑπομένως τὸ ‫ לה‬διαβαζόταν lā.
Τὸ ‫ י‬ἀντιπροσώπευε τὸ μακρὸ ε ἢ τὸ μακρὸ ι· ἑπομένως τὸ ‫ לי‬διαβαζόταν lē ἢ lī.
Τὸ ‫ ו‬ἀντιπροσώπευε τὸ ω ἢ τὸ ου· ἑπομένως τὸ ‫ לו‬διαβαζόταν lō ἢ lū.
Ὅταν τὰ φωνηεντικὰ αὐτὰ γράμματα παραλείπονται, π.χ. γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ τυχὸν διπλὴ
γραφὴ δύο ὁμοίων γραμμάτων, τότε λέμε ὅτι ἡ ἀναγραφὴ τῶν φωνηέντων εἶναι ἐλλιπής. π.χ. τὸ ‫עון‬
(῾āwōon - ῾αβὼν) εἶναι ἐλλειπτικὴ γραφὴ ἀντὶ τῆς πλήρους γραφῆς ‫עוון‬, ὅπου τὸ δεύτερο βὰβ εἶναι
ἁπλῶς φωνηεντικὸ γράμμα ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὸ φωνῆεν ω. Αὐτὸ στὴν ἑβραϊκὴ Βίβλο συμβαίνει
συχνὰ.
Περὶ τὸν 7ο αἰ. μ.Χ. ἀπὸ μιὰ ὁμάδα εἰδημόνων, τοὺς λεγόμενους Μασσωρῖτες, εἰσήχθησαν
οἱ τόνοι. Οἱ Μασσωρῖτες ἐνδιαφερόμενοι νὰ διατηρήσουν τὴν σωστὴ ἐκφορὰ τοῦ παραδοσιακοῦ
ἑβραϊκοῦ κειμένου τῆς Βίβλου ἀνέπτυξαν ἕνα ὁλόκληρο σύστημα ὄχι μόνον φωνηέντων, ἀλλὰ καὶ
τόνων. Οἱ Μασσωρῖτες ἔλαβαν τὸ ὄνομά τους ἀπὸ τὴν ἑβραϊκὴ λέξη ‫ּסורה‬
ָ ‫( מ‬μασσωρὰ - maṣṣorah),

1. A. B. Davidson – J. Mauchline, An Introductory Hebrew Grammar, Edinburgh 196225, σ. 14.

5
ἡ ὁποία σημαίνει «παράδοση». Τὸ σύστημα ποὺ ἐπινόησαν συνίστατο σὲ εἰδικὰ σημάδια ἢ στιγμές,
τὰ ὁποῖα ἐγράφοντο ἐντὸς ἢ περὶ τὰ γράμματα κατὰ τέτοιον τρόπο ποὺ νὰ μὴν ἀγγίζουν τὴν ἐκ
παραδόσεως ἁγιότητα τῶν γραμμάτων τοῦ ἱεροῦ κειμένου.

Μακρὰ φωνήεντα Βραχέα φωνήεντα


Φωνῆεν Ὄνομα Προφορὰ Φωνῆεν Ὄνομα Προφορὰ
ָ Κᾶμετς α [ā] ַ Πάθαχ α [ă]

ֵֵ ἢ ‫ֵי‬ Τσέρε ε [ē], [ê] ֶ Σεγὼλ ε [ĕ]

‫ִי‬ Χῖρεκ (μακρὸ) ι [î ] ִ Χῖρεκ (βραχὺ) ι [ĭ]

ֵֹ ἢ ‫ו‬ Χῶλεμ ω [ō], [ô] ָ Κᾶμετς χατοὺφ ο [ŏ]


‫ו‬ Šοῦρεκ (μακρὸ) ου [û] ֻ Κιμπμποὺτς ου (βραχὺ) [ŭ]

Ὁ διάστικτος κύκλος δείχνει τὴν θέση τοῦ συμφώνου ὑπὸ ἢ ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἐτίθετο τὸ
φωνῆεν. Τὸ ‫( ו‬ω) καὶ τὸ ‫( ו‬ου) ἕπονται τοῦ συμφώνου. Ἀπὸ τὸν πίνακα προκύπτει ὅτι ὑπάρχουν δύο
χῖρεκ, ἕνα μακρὸ (ἢ πλῆρες χῖρεκ, μὲ ‫ )י‬καὶ ἕνα βραχύ. Ἐπίσης τὸ ἴδιο σύμβολο ֵָ ἄλλοτε εἶναι
κᾶμετς (συνήθως), δηλ. ā (μακρὸ) καὶ ἄλλοτε (σπανιώτερα) εἶναι κᾶμετς χατούφ, δηλ. ŏ (βραχύ).
Ἂν καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ προκαλέσει σύγχυση, προσεχῶς θὰ μάθουμε τρόπους, γιὰ νὰ διακρίνουμε
πότε τὸ κᾶμετς εἶναι ā καὶ πότε εἶναι κᾶμετς χατοὺφ ŏ.
Οἱ τρεῖς τελεῖες τοῦ κιμπμποὺτς γράφονται ὑπὸ γωνίαν, ἐνῶ τὸ γιὼδ στὸ πλῆρες τσέρε ( ‫י‬..)
καὶ στὸ πλῆρες χῖρεκ ( ‫י‬.) γράφονται πάνω ἀριστερὰ ἀπὸ τὸ φωνῆεν. Ὅταν τὰ σύμφωνα γιὼδ καὶ
βὰβ χρησιμοποιοῦνται γιὰ νὰ ἐκφράσουν φωνήεντα, τὸ μὲν γιὼδ τὰ φωνήεντα «ι» καὶ «ε», τὸ δὲ
βὰβ τὸ πλῆρες ω [ō], τότε λέμε ὅτι τότε περιέχουν τὰ «ὁμογενῆ» πρὸς αὐτὰ συγκεκριμένα
φωνήεντα. Γιὰ τὴν μεταγραφή τους χρησιμοποιοῦμε γαλλικὴ περισπωμένη (accent circonflexe).
Ἔτσι τὸ πλῆρες χῶλεμ (‫ )ו‬παρίσταται διὰ τοῦ ô, ἐνῷ τὸ ἐλλειπτικὸ διὰ τοῦ ō. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ
τὸ τσέρε· τὸ πλῆρες τσέρε (‫י‬..) παρίσταται διὰ τοῦ ê, ἐνῷ τὸ ἐλλειπτικὸ διὰ τοῦ ē. Ὁμοίως τὸ πλῆρες
μακρὸ «ι» παρίσταται διὰ τοῦ î, ἐνῷ τὸ ἐλλειπτικὸ καὶ βραχὺ «ι» διὰ τοῦ ĭ. Τὰ πλήρη τσέρε καὶ
χῖρεκ θεωροῦνται ὡς «μονίμως μακρὰ» φωνήεντα, διότι δὲν βραχύνονται ποτὲ ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ
«τονικῶς μακρὰ» φωνήεντα, τὰ ὁποῖα, μεταβαλλομένης τῆς θέσεως τοῦ τόνου, δύνανται σὲ ἄλλους
τύπους τῆς ἰδίας λέξεως νὰ ὑποστοῦν βράχυνση.
Ὅλες οἱ ἑβραϊκὲς λέξεις ἀρχίζουν ἀπὸ σύμφωνο. Τὰ φωνήεντα τοποθετοῦνται σὲ ἄμεση
σχέση πρὸς τὰ σύμφωνα μὲ τὰ ὁποῖα συμπροφέρονται καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ

6
κάθε σύμφωνο. Ἔτσι, γιὰ νὰ γράψουμε «μπα», θὰ πρέπει νὰ χρησιμοποιήσουμε ‫ ב‬καὶ ἕνα κᾶμετς
ἀκριβῶς ἀπὸ κάτω, δηλ. ָ‫ב‬. Μιὰ πιὸ σύνθετη λέξη, ὅπως π.χ. μπαρα᾿ – bara᾿ (μπαρά), θὰ γραφεῖ
‫ב ָָרא‬. Τὸ σύμφωνο πάντοτε προηγεῖται τοῦ φωνήεντος καὶ κατὰ συνέπεια ἀποκλείεται νὰ
προφέρουμε «μπααρ». Τὸ χώλεμ τοποθετεῖται εἴτε πάνω ἀπὸ τὸ σύμφωνο, ὅπως στὸ ‫( מ ֹר‬μὼρ) εἴτε
ὡς πλῆρες χῶλεμ ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὸ σύμφωνο, π.χ. ‫( דור‬ντώρ).
Ὅταν τὸ χῶλεμ προηγεῖται τοῦ ‫א‬, ἡ στιγμή του τοποθετεῖται στὸ ἄκρο δεξιὸ τοῦ ἄλεφ, ὅπως
π.χ. στὸ ‫( י ֹאמּר‬γιωμάρ). Ὅταν ἕπεται τοῦ ἄλεφ, ἡ στιγμὴ τοποθετεῖται στὸ ἄκρο ἀριστερό, ὅπως στὸ
‫᾿( אֹבֵד‬ωβέδ). Ὅταν τὸ χῶλεμ προηγεῖται τοῦ ‫ש‬, οἱ δύο στιγμὲς συμπίπτουν, ὅπως στὸ ‫( שטֵן‬šֹοτέν).
Τὸ γράμμα ‫ ש‬συνοδευόμενο ἀπὸ χῶμεμ, ֹ ‫ש‬, θὰ προφερθεῖ šo, π.χ. ‫( שֹמּע‬šομά). Ἐὰν τοῦ ‫ ש‬προηγεῖται
χῶμεν, ὅπως π.χ. στὴν λέξη ‫שה‬
ֶ ֹ ‫( מ‬μωšέ – Μωυσῆς), ἡ στιγμὴ τοῦ χῶλεμ δὲν γράφεται, καὶ ἡ λέξη
γράφεται ‫ ·משֶ ה‬οἱ δύο στιγμὲς συμπίπτουν πάνω στὸ γράμμα ‫ש‬.

Ἄσκηση 2
Διαβάστε δυνατὰ καὶ μεταγράψτε σὲ λατινικὴ φωνητικὴ γραφὴ τὶς ἀκόλουθες λέξεις. Ὅλα
τὰ ֵָ νὰ τὰ ἐκλάβετε ὡς κᾶμετς.
15. ‫ הוא‬14. ‫ גָדול‬13. ‫ ֵספֶר‬12. ‫ ָחשיים‬11. ‫ קֹטֵל‬10. ‫ ֶאמֶת‬9. ‫ ֵמחֶן‬8. ‫ אייש‬7. ‫ צָפון‬6. ‫ אכּל‬5. ‫ מֵם‬4. ‫ גור‬3. ‫ בֵן‬2. ‫ בֶן‬1.
‫ בּת‬27. ‫ עייר‬26. ‫ צָפונָה‬25. ‫ מיימֵי‬24. ‫שלום‬
ָ 23. ‫ א יֶרת‬22. ‫ אדָ ם‬21. ‫ ֶאבֶן‬20. ‫ עֵינֵי‬19. ‫ הייא‬18. ‫ ָעפָר‬17. ‫ מֹלֵינו‬16. ‫שורק‬
ֶ
40. ‫ שור‬39. ‫ כֹפֶר‬38. ‫ י ֵָרא‬37. ‫ עָצום‬36. ‫ אלֶם‬35. ‫ ּג ָמנו‬34. ‫ יֶלֶד‬33. ‫ כו ָכביים‬32. ‫ ק ָָרא‬31. ‫ ּמי ים‬30. ‫ לָנו‬29. ‫ אֶ לומיי‬28.
.‫מָחָה‬

7
3. Ἡ συλλαβὴ καὶ τὸ šεβά.
Ὡς συλλαβὴ ὁρίζεται τὸ τμῆμα μιᾶς λέξεως ποὺ περιέχει ἕνα φωνῆεν καὶ ἕνα σύμφωνο πρὸ
αὐτοῦ ἢ ἕνα φωνῆεν μὲ ἕνα σύμφωνο πρὸ αὐτοῦ καὶ ἀκόμη ἕνα μετὰ ἀπ᾿ αὐτό. Ὡς ἐκ τούτου
προκύπτουν δύο τύποι συλλαβῶν, ἡ «ἀνοικτὴ» καὶ ἡ «κλειστὴ» συλλαβή.
Ἀνοικτὴ εἶναι ἡ συλλαβὴ ποὺ λήγει σὲ φωνῆεν (φωνηεντόληκτη), ἐνῷ κλειστὴ εἶναι ἡ
συλλαβὴ ποὺ λήγει σὲ σύμφωνο (συμφωνόληκτη). Παράδειγμα τῆς πρώτης εἶναι τὸ ָ‫( ב‬μπά), τὸ
ὁποῖο ἀποτελεῖται ἀπὸ ἕνα σύμφωνο καὶ ἀπὸ ἕνα φωνῆεν. Παράδειγμα τῆς δευτέρας εἶναι ἡ λέξη ‫בּת‬
(μπάθ), ἡ ὁποῖα περιλαμβάνει δύο σύμφωνα μὲ ἕνα φωνῆεν ἀνάμεσά τους. Ἔτσι ἡ λέξη ‫שָמּר‬
(šαμὰρ) ἔχει την πρώτη της συλλαβὴ ἀνοικτὴ ( ָ‫ )ש‬καὶ τὴν δεύτερη κλειστὴ (‫)מּר‬.
Οἱ ἑβραϊκὲς λέξεις ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τονίζονται στὴν λήγουσα. Ὁ τόνος στὰ λεξιλόγια
ὑποδηλώνεται μὲ τὸ σημεῖο > ἐπὶ τῆς τονιζομένης συλλαβῆς, π.χ. ‫( זָקֵֵן‬ζακέν). Ὅταν ὁ τόνος εἶναι
στὴν λήγουσα, ὁ τονισμὸς ἀποκαλεῖται μιλρὰ᾿ (‫ ימל ְּרע‬, ποὺ σημαίνει «ἀπὸ κάτω»). Ἐν τούτοις
ὑπάρχουν ἀρκετὲς λέξεις ποὺ τονίζονται στὴν παραλήγουσα, π.χ. ‫( חֵֶסֶד‬ḥέṣεδ)· ὁ τονισμὸς αὐτὸς
ὀνομάζεται μιλ῾ὲλ (‫מילְעֵל‬, ποὺ σημαίνει «ἀπὸ πάνω»). Ἡ προπαραλήγουσα δὲν τονίζεται ποτέ.
Ὁ τόνος σχετίζεται στενὰ μὲ τὶς ἰδιότητες τοῦ φωνήεντος τῆς συλλαβῆς. Μιὰ ἀνοικτὴ
συλλαβὴ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἔχει μακρὸ φωνῆεν, ἀλλά, ἂν φέρει τὸν τόνο, μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ βραχὺ
φωνῆεν. Ἡ λέξη γιὰ τὸν «οὐρανό», ‫( שָמֵּיים‬šαμάγιμ), θὰ μᾶς ξεκαθαρίζει τὸ ζήτημα αὐτὸ κατὰ τρόπο,
ἐλπίζουμε, πολὺ κατανοητό. Ἡ πρὸ τοῦ τόνου συλλαβὴ τῆς λέξεως, δηλ. ἡ συλλαβὴ ‫ש‬
ָ , εἶναι
ἀνοικτὴ καὶ ἔχει μακρὸ φωνῆεν, ἀλλὰ ἡ τονιζόμενη συλλαβὴ ֵּ‫ מ‬ἔχει βραχὺ φωνῆεν, παρ᾿ ὅλο ποὺ
εἶναι καὶ αὐτὴ ἀνοικτὴ.
Ἀντιστοίχως μιὰ κλειστὴ συλλαβὴ ἔχει συνήθως βραχὺ φωνῆεν, ἀλλά, ὅταν τονίζεται,
μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ μακρό. Ἔτσι στὸ ‫ דָבֵָר‬ὁ τονισμὸς εἶναι μιλρὰ᾿ καί, παρ᾿ ὅλο ποὺ ἡ συλλαβὴ εἶναι
κλειστή, ἔχει μακρὸ φωνῆεν.
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ μποροῦμε νὰ καταλήξουμε τὸν ἑξῆς πολὺ σημαντικὸ κανόνα:
Ἡ κλειστὴ καὶ ταυτοχρόνως ἄτονη συλλαβὴ ἔχει πάντοτε βραχὺ φωνῆεν.
Πέραν τῶν μακρῶν καὶ βραχέων φωνηέντων ὑπάρχει ἐπὶ πλέον καὶ ἕνας ἀριθμὸς ἀκόμη
βραχύτερων φωνηέντων, ποὺ ἀντιστοιχοῦν περίπου στὸ ἥμισυ ἑνὸς κανονικοῦ βραχέως φωνήεντος.
Ἕνα τέτοιο φωνῆεν οἱ παλαιοὶ Ἑβραῖοι τὸ ἀποκαλοῦσαν š εβὰ (šewa, ‫שוָא‬
ְ ἀπὸ ῥίζα ποὺ σημαίνει
«τίποτε»), γιὰ νὰ δείξουν ὅτι πρόκειται γιὰ ἕναν φευγαλέο καὶ ταχύτατο στὴν ἐκφορά του
φωνηεντικὸ ἦχο.
Τὸ šεβὰ μπορεῖ νὰ εἶναι εἴτε ἁπλὸ εἴτε σύνθετο. Τὸ ἁπλὸ š εβὰ τίθεται κάτω ἀπὸ τὰ γράμματα
ὐπὸ μορφὴ ְֵ. Τὸ λεγόμενο χατὲφ (ḥātēph) ἢ σύνθετο šεβὰ συνδυάζει ἕνα ἁπλὸ šεβὰ μαζὶ μὲ ἕνα ἀπὸ

8
τὰ τρία βραχέα φωνήεντα τοποθετημένο στὰ ἀριστερά του ὡς ἑξῆς:

Σημεῖο Ὀνομασία Προφορὰ


ְ Ἁπλὸ šεβὰ Βραχύτατο ε ἢ τίποτε.

ֲ Χατὲφ πάθαχ Βραχύτατο α, π.χ. ‫ חממור‬χαμώρ.

ֱ Χατὲφ σεγὼλ Βραχύτατο ε, π.χ. ‫ לאלהיים‬ελωχίμ.

ֳ (Χατὲφ) Κᾶμετς χατοὺφ Βραχύτατο ο, π.χ. ‫ חֳליי‬χολί.

Ἡ δυσκολία τῶν Ἑβραίων νὰ προφέρουν δύο συνεχόμενα σύμφωνα ἐξηγεῖ τὴν συχνὴ
παρουσία τοῦ šεβὰ ὑπὸ ὅλες του τὶς μορφές.
Τὸ šεβά, ἁπλὸ ἢ σύνθετο, τίθεται ὑπὸ γράμματα τὰ ὁποῖα δὲν διαθέτουν δικό τους κανονικὸ
φωνῆεν ἢ ὅταν πρέπει νὰ προφερθοῦν καὶ δὲν εἶναι τελικά. Ἔτσι ἡ λέξη ‫( ניקט ֹל‬νικτὼλ) εἶναι
γραμμένη λανθασμένα, ἐπειδὴ τὸ γράμμα ‫ ק‬προφέρεται· ἑπομένως ἀπαιτεῖται νὰ συνοδεύεται ἀπὸ
šεβά, γιὰ νὰ διασφαλισθεῖ ἡ προφορά του· ἔτσι ἡ σωστὴ γραφὴ εἶναι ‫ניקְתֹל‬.
Τὸ ἁπλὸ šεβὰ εἶναι ἔμφθογγο, δηλ. προφέρεται ὡς βραχύτατο ε, ὅταν εἶναι κάτω ἀπὸ τὸ
ἀρχικὸ γράμμα μιᾶς συλλαβῆς, ἡ ὁποία βρίσκεται εἴτε ἐν ἀρχῇ (π.χ. ‫ קְת ֹל‬κετὼλ) εἴτε στὸ μέσον μιᾶς
λέξεως (π.χ.‫ קָטְלו‬κατελού). Ὅταν μὲ τὸ šεβὰ κλείνει μιὰ συλλαβὴ στὸ μέσον μιᾶς λέξεως, τότε εἶναι
ἄφθογγο, δηλ. δὲν προφέρεται καθόλου, καὶ ἑπομένως δὲν θὰ καταγραφεῖ οὔτε καὶ στὴν φωνητικὴ
ְ ‫( י י‬yišmerû - γιšμερού).
μεταγραφή, π.χ. ‫שמְרו‬
Ὅπου ὑπάρχουν δύο συνεχόμενα šεβά, προφέρεται μόνον τὸ δεύτερο. Ἔτσι στὸ
προηγούμενο παράδειγμα τὸ πρῶτο šεβὰ ὑπὸ τὸ ‫ ש‬δὲν προφέρεται, ἐνῷ τὸ δεύτερο šεβὰ ὑπὸ τὸ ‫מ‬
προφέρεται. Ἐπίσης, ὅταν τοῦ šεβὰ προηγεῖται μακρὸ φωνῆεν, τότε προφέρεται, π.χ. ‫קָמְרו‬
(καμερού)· ἀντίθετα, ὅταν τοῦ šεβὰ προηγεῖται βραχὺ φωνῆεν, τὸ šεβὰ δὲν προφέρεται, π.χ. ‫ייכְבּר‬
(γιχμπάδ).
Τὰ γράμματα ‫ א ה ח ע‬εἶναι λαρυγγόφωνα καὶ λόγῳ τῆς ἰδιαίτερης λαρυγγικῆς προφορᾶς τους
δὲν δέχονται ἁπλό šεβά· δέχονται μόνον σύνθετο, χατέφ (‫« ָחטֵף‬βιαστικό») šεβά. Τὸ ‫ א‬προτιμᾷ ὡς ἐπὶ
τὸ πλεπιστον χατὲφ σεγὼλ (ֵ‫)ל‬, ἀλλὰ τὰ ὑπόλοιπα λαρυγγόφωνα δὲν ἔχουν ἰδιαίτερες προτιμήσεις.
Μερικὲς σπάνιες λέξεις ποὺ λήγουν σὲ δύο σύμφωνα ἔχουν ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ šεβὰ στὸ καθένα·
στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν προφέρεται κανένα ἀπὸ τὰ šεβὰ, π.χ. ‫ש ְק‬
ְ ּ ‫( י‬γιάσκ). Τὸ τελικὸ κὰφ (‫ )ך‬φέρει
πάντοτε ἕνα ἁπλὸ šεβά, τὸ ὁποῖο γράφεται ἐντός του κὰφ καὶ ὄχι ἀκριβῶς ἀπὸ κάτω, π.χ. ‫( לָך‬λάχ).
Σημαντικὴ λειτουργία τοῦ ἄφθογγου šεβὰ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὑποδεικνύει κλειστὴ
συλλαβή, ἡ ὁποία κατὰ συνέπεια, ἂν εἶναι καὶ ἄτονη, θὰ ἔχει βραχὺ φωνῆεν. Αὐτὸ μᾶς διευκολύνει

9
νὰ διακρίνουμε ἕνα κᾶμετς (μακρὸ α) ἀπὸ ἕνα κᾶμετς χατούφ (βραχὺ ο), διότι, ἐὰν τὸ φωνῆεν ἦταν
α μακρό, ἡ συλλαβὴ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ὡς κλειστή· ἄρα τὸ ‫ יָקְטּל‬θὰ ἀναγνωσθεῖ
«γιοκτὰλ» καὶ ὄχι «γιακετάλ».
Ἐὰν δύο συνεχόμενα ἁπλὰ šεβὰ εὑρεθοῦν ἐν ἀρχῇ λέξεως, τὸ πρῶτο μεταβάλλεται σὲ χῖρεκ,
ἐνῷ τὸ δεύτερο παραμένει ἔμφθογγο καὶ προφέρεται. Αὐτὸ συμβαίνει συχνά, ὅταν σὲ μιὰ λέξη
προσαρτᾶται πρόθεση, ὅπως π.χ. στὴν περίπτωση ποὺ θέλουμε στὴν λέξη ‫«( ב ְָרכָה‬εὐλογία») νὰ
προσαρτήσουμε τὴν ἀχώριστη πρόθεση ְ‫«( ל‬εἰς» ἢ «γιὰ» κάποιον). Κανονικὰ θὰ ἀναμέναμε νὰ γίνει
ָ ‫ ְלב‬, ἀλλά, ἐφ᾿ ὅσον δὲν δυνατὸν δύο šεβὰ νὰ σταθοῦν μαζὶ ἐν ἀρχῇ λέξεως, τὸ ְ‫ ל‬θὰ γίνει ‫לי‬
ἔτσι: ‫ְררכָה‬
καὶ θὰ προκύψει ‫«( ילב ְָרכָה‬γιὰ εὐλογία»)· ἡ τελεία ἐντὸς τοῦ ‫ ב‬θὰ ἀπαλειφθεῖ καὶ αὐτή, ἀλλὰ τὸν
λόγο θὰ τὸν μάθουμε στὸ ἑπόμενο κεφάλαιο.
Ἡ ὕπαρξη ἑνὸς προφερόμενου ἔμφθογγου šεβὰ μέσα στὶς λέξεις ἔχει θεωρηθεῖ ἐκ μέρους
πολλῶν εἰδικῶν ὡς ἔνδειξη παρουσίας μιᾶς «ἡμιανοικτῆς συλλαβῆς», δηλαδὴ οὔτε ἐντελῶς
ἀνοικτῆς οὔτε ἐντελῶς κλειστῆς. Ὑπ᾿ αὐτὴν τὴν ἔννοια ἕνα σύμφωνο μὲ ἔμφθογγο š εβὰ συνιστᾷ
συλλαβή· κατὰ συνέπεια τὸ ‫ קְטּלְתֶם‬χωρίζεται κε-ταλ-τὲμ καὶ ὄχι κεταλ-τέμ, καὶ τὸ ‫ יְליידֵי‬χωρίζεται γιε-
λι-δὲ καὶ ὄχι γιελι-δέ. Πρέπει νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι, ἂν τὸ š εβὰ διατηρεῖ τὸ ἴχνος ἑνὸς πραγματικοῦ
φωνήεντος, ποὺ προϋπῆρχε σὲ ἄλλο τύπο τῆς ἰδίας λέξεως, τότε κανονικὰ θὰ πρέπει νὰ θεωρ εῖται
ἔμφθογγο καὶ νὰ προφέρεται, ἀσχέτως ἂν προηγεῖται βραχὺ φωνῆεν. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι
ἡ λέξη ‫( שימְעו‬ἀκοῦστε), στὴν ὁποία τὸ šεβὰ ἀντικαθιστᾷ ἕνα ἀρχικὸ πάθαχ, ποὺ βρίσκεται στὸ γ΄
ἑνικὸ ‫( שָמּע‬αὐτὸς ἤκουσε). Ἡ λέξη προφέρεται šιμεοὺ καὶ ὄχι šιμού. Ἂν ἐκλαμβάναμε τὸ šεβά ὡς
ἄφθογγο, ποὺ ἁπλῶς κλείνει τὴν συλλαβὴ καὶ δὲν ἔχει φωνητικὴ ἀξία, τότε δὲν θὰ φαινόταν ὅτι
ἀντικατέστησε ἕνα πρώην κανονικὸ φωνῆεν. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα ἴσως δικαιολογεῖ καὶ τὸν ὅρο
«ἡμιανοικτὴ συλλαβή», τὸν ὁποῖο ἐν τούτοις ἄλλοι εἰδικοὶ ἀπορρίπτουν. Τέτοιες περιπτώσεις θὰ
συναντήσουμε ἀργότερα, ὁπότε καὶ θὰ τὶς ἐπισημάνουμε· πρὸς τὸ παρὸν δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν.

Ἄσκηση 3
Διαβάστε δυνατὰ καὶ μεταγράψτε τὶς ἀκόλουθες λέξεις.
13. ‫ י ְדָ מֵר‬12. ‫ כ ֹ מהניים‬11. ‫ גְדולֵי‬10. ‫ אלמור‬9. ‫ ָעמֶדו‬8. ‫ ֳחלֵינו‬7. ‫ ּמ ְלכְך‬6. ‫ ָחנּנ‬5. ‫ י י ְקבֶרו‬4. ‫ טוביים‬3. ‫שפָט‬
ְ ‫ ימ‬2. ‫ אמדֹניי‬1.
‫ ְבנֵי‬24. ‫ דְבּר‬23. ‫ ייקְטְלו‬22. ‫שלמיי‬
ְ 21. ‫ ּמ מחנֶה‬20. ‫ מאשֶר‬19. ‫ תֶ נָה‬18. ‫ הֶחלטיים‬17. ‫ לאלהיים‬16. ‫ מאנָשיים‬15. ‫ שָאמלו‬14. ‫ְל ָבבָם‬
35. ‫ ב ְְרכּת‬34. ‫שמּר‬
ְ ‫ ימ‬33. ‫ מא ֵּנחנו‬32. ‫ ּהחמלום‬31. ‫ אחמרֹניי‬30. ‫ מחז ָ ָקה‬29. ‫ יּעמקז ֹב‬28. ‫ י ְָראו‬27. ‫ ְכ ֵּנעּן‬26. ‫ אמ לֵיכֶם‬25.
.‫ְכורי‬
ֵ ‫ ב‬40. ‫ עמדּ ת‬39. ‫שה‬
ֶ ‫ י ּ מע‬38. ‫ אלָיו‬37. ‫ ְבעֵינֵי‬36. ‫מחז ָקות‬

10
4. Τὸ dαγὲš (dagheš ).
Μὲ τὴν λέξη dαγὲš (προφέρεται χωρὶς ἐνδιάμεσο ἰωτακισμὸ τοῦ γ, dαγ|ὲš καὶ ὄχι dαγιὲš)
χαρακτηρίζουμε τὴν τελεία ποὺ τίθεται ἐντὸς τῶν γραμμάτων· ἡ λέξη dαγὲš (‫ )דָ גֵש‬σημαίνει
«τρύπημα, νύξη». Ὑπάρχουν δύο εἴδη, τὸ τραχυντικὸ dαγὲš καὶ τὸ διπλωτικὸ dαγέš. Θὰ
ἀσχοληθοῦμε πρῶτα μὲ τὸ τραχυντικό.
Εἶναι ἤδη γνωστὸ ὅτι τὰ ἕξι γράμματα ‫ ב ג ד כ פ ת‬ἐνίοτε περιέχουν ἐσωτερικὰ τὴν στιγμὴ
ποὺ ὀνομάζεται dαγὲš καὶ τραχύνει τὴν προφορά τους. Τώρα προσθέτουμε ὅτι τὸ τραχυντικὸ dαγὲš
τίθεται, μόνον στὴν περίπτωση ποὺ προηγεῖται σύμφωνο καὶ ὄχι φωνῆεν, καὶ μάλιστα ὑποχρεωτικά.
Ὁ μνημοτεχνικὸς τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο θυμόμαστε τὰ γράμματα αὐτά, δηλ. τὸ ‫ְבגּדְ ְכפּת‬
(«μπεγαδκεφάθ»), μᾶς δείχνει ταυτόχρονα καὶ τρόπο χρήσεως τοῦ τραχυντικοῦ dαγέš. Τὸ ἀρχικὸ ‫ב‬
ἔχει dαγὲš, ἐπειδὴ προφανῶς εἶναι ἀπομονωμένο ἀπὸ προηγούμενο ἦχο φωνήεντος, ἀφοῦ μὲ αὐτὸ
ἀρχίζει ἡ λέξη. Τὸ ὑπ᾿ αὐτὸ šεβὰ εἶναι ἔμφθογγο, καὶ ἑπομένως τὸ ‫ ג‬δὲν θὰ πάρει dαγέš, διότι τὸ
ἔμφθογγο šεβά, ἁπλὸ ἢ σύνθετο, ἰσοδυναμεῖ μὲ φθόγγο φωνήεντος. Τὸ ‫ ג‬δὲν θὰ πάρει οὔτε καὶ αὐτὸ
dαγέš, διότι προηγεῖται φωνῆεν (πάθαχ). Καὶ συνεχίζουμε. Ἔχουμε πεῖ ὅτι ἐπὶ δύο συνεχομένων
šεβὰ τὸ πρῶτο μὲν εἶναι ἄφθογγο, ἀλλὰ τὸ δεύτερο προφέρεται. Ἑπομένως σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα
περὶ τοῦ dαγὲš τὸ ‫ כ‬θὰ πάρει ὑποχρεωτικὰ τραχυντικὸ dαγέš, ἀφοῦ δὲν προηγεῖται φωνῆεν, ἀλλὰ
ἄφθογγο ἁπλὸ šεβὰ ὑπὸ τὸ ‫ד‬. Τὰ ‫ פ‬καὶ ‫ ת‬δὲν θὰ πάρουν τραχυντικὸ dαγέš, διότι καὶ τῶν δύο
προηγεῖται φωνῆεν.
Συνοψίζοντας τὰ ἀνωτέρω μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι στὰ μπεγαδκεφὰθ θὰ βάζουμε πάντοτε
τραχυντικὸ dαγέš, ὅταν βρίσκονται ἐν ἀρχῇ λέξεως καὶ δὲν προηγεῖται φωνῆεν ἢ ὅταν βρίσκονται
ἐν ἀρχῇ συλλαβῆς καὶ ἡ προηγούμενη συλλαβὴ εἶναι κλειστή.
Τὸ διπλωτικὸ dαγὲš διακρίνεται ἀπὸ τραχυντικό, ἐπειδὴ τίθεται σὲ ὁποιοδήποτε γράμμα καὶ
ἐκτὸς τοῦ ὅτι τραχύνει καὶ αὐτὸ τὴν προφορὰ τουλάχιστον τῶν μπεγαδκεφάθ, διπλασιάζει τὸ
γράμμα ἐντὸς τοῦ ὁποίου τίθεται. Ἔτσι π.χ. τὸ ‫ קיטֵל‬ἰσοδυναμεῖ μὲ ‫קיטְטֵל‬. Εἶναι προφανὲς ὅτι γιὰ νὰ
εἶναι διπλωτικὸ τὸ dαγέš, πρέπει νὰ προηγεῖται φωνῆεν. Τὰ γράμματα ‫ י‬καὶ ‫ו‬, ὅταν εἶναι σύμφωνα,
μποροῦν καὶ αὐτὰ νὰ δέχονται διπλωτικὸ dαγέš, π.χ. ‫( צייון‬τσιγιών - ҫiyyon). Τὰ λαρυγγόφωνα
γράμματα ‫א ה ח ע‬, ἀλλὰ καὶ τὸ ‫ר‬, λόγῳ ἰδιάζουσας προφορᾶς δὲν εἶναι ἐπιδεκτὰ διπλασιασμοῦ καὶ
ἑπομένως δὲν δέχονται ποτὲ διπλωτικὸ dαγέš. Ὅταν τὸ διπλωτικὸ dαγὲš βρεθεῖ σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ
μπεγαδκεφάθ, ἐξυπακούεται ὅτι τραχύνει καὶ τὴν προφορά του· ἔτσι τὸ ‫( כיפֵר‬ποὺ στὴν οὐσία εἶναι
‫ כיפְפֵר‬μὲ δύο ‫ )פ‬διαβάζεται κιππὲρ καὶ ὄχι κιφφέρ. Δὲν τίθεται θέμα συγχύσεως μεταξὺ διπλωτικοῦ
καὶ τραχυντικοῦ dαγέš, καθ᾿ ὅτι τοῦ πρώτου προηγεῖται πάντοτε φωνῆεν, ἐνῷ τοῦ δευτέρου
σύμφωνο.

11
Σὲ μερικὰ γράμματα, ὅταν γράφονται μὲ š εβά, τὸ διπλωτικὸ dαγὲš συχνὰ παραλείπεται. Τὰ
γράμματα αὐτὰ εἶναι τὰ ‫( מ נ ק י ל ו‬φωνηεντιζόμενα ‫ מינְקיילו‬γιὰ εὔκολη ἀπομνημόνευση). Ὡς
παραδείγματα ἀναγράφουμε τὰ ἑξῆς: τὸ ‫( וּיְהיי‬βαγιεχὶ) δὲν γράφεται ‫( וּיְהיי‬wayyehí) οὔτε τὸ ‫הּלמלו‬
(halalú) γράφεται ‫( ּהלמלו‬hallalú). Κανονικὰ μάλιστα τὸ ‫ וּיְהיי‬γράφεται μὲ μέθεγ, γιὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ
προφορὰ τοῦ šεβά, ποὺ ἐννοεῖται ὅτι ἔχει διπλωτικὸ dαγέš, ‫ וּיְהיי‬.
Τὸ διπλωτικὸ dαγὲš ἀποτελεῖ καὶ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα μερικῶν γραμματικῶν τύπων·
π.χ. στοὺς «ἐπιτατικοὺς» τύπους τοῦ ῥήματος, ὅπως θὰ δοῦμε, γράφουμε ‫ קיטֵל‬μᾶλλον παρὰ ‫ קיטֵל‬ἢ
‫קיטְטֵל‬. Καμμιὰ φορὰ τίθεται διπλωτικὸ dαγέš, γιὰ νὰ προσδώσει περισσότερη δύναμη στὸ φωνῆεν
ποὺ προηγεῖται, ὅπως στὸ ‫( לֵָמָה‬λάμμα) ἢ (λιγώτερο συχνὰ) σὲ σύμφωνο μὲ ἔμφθογγο š εβά, γιὰ νὰ
διασφαλίσει ὅτι τὸ šεβὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ προφερθεῖ, π.χ. ‫ עיקְבות‬ἀντὶ ‫עיקְבון‬. Τὴν τελευταία
περίπτωση μερικοί την ἀποκαλοῦν dagheš forte dirimens (διπλωτικὸ dαγὲš ἀναιρετικό: ἀναιρεῖ τὸ
ἄφθογγον τοῦ šεβὰ καὶ τὸ καθιστᾷ ἔμφθογγο), ἐνῷ ἄλλοι τὸ ἀποκαλοῦν «διπλωτικὸ dαγὲš
διαχωριστικὸ (διαχωρίζει τὸ šεβὰ ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ προηγουμένου φωνήεντος, ποὺ εἶναι βραχύ).
Μιὰ παρατήρηση ὡς πρὸς τὴν προφορὰ ἢ μὴ τοῦ ἁπλοῦ š εβά. Ὑπάρχουν τύποι, ὅπως π.χ. τὸ
‫ יב ְלבָבו‬. Ἔδῶ τοῦ šεβὰ προηγεῖται βραχὺ φωνῆεν καὶ κανονικὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ προφερθεῖ. Ἐν
τοιαύτῃ περιπτώσει ὅμως τὸ ‫ ב‬θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει ὑποχρεωτικὰ τραχυντικὸ dαγέš· ἐν τούτοις δὲν
ἔχει. Αὐτὸ ἀπὸ μόνο του δείχνει ὅτι τοῦ ‫ ב‬προηγεῖται ἦχος φωνήεντος. Ἄρα τὸ šεβὰ ἐδῶ εἶναι
ἔμφθογγο, καὶ ἡ λέξη πρέπει νὰ προφερθεῖ «μπιλ εβαβὼ» καὶ ὄχι «μπιλβαβώ». Παρόμοιες
περιπτώσεις εἶναι καὶ οἱ λέξεις ‫ מּלְכֵי‬καὶ ‫ יבנְפ ֹל‬. Τὸ ὅτι δὲν ἐγράφησαν ‫ מּלְכֵי‬καὶ ‫ יבנְפ ֹל‬σημαίνει ὅτι τὸ
šεβὰ εἶναι ἔμφθογγο, καὶ πρέπει νὰ τὶς προφέρουμε «μαλεχὲ» καὶ «μπινεφὼλ» ἀντιστοίχως.

Ἄσκηση 4
α) Διορθῶστε τὶς παρακάτω λέξεις:
.‫ ָכ ְלפָם‬10. ‫ בְתורו‬8. ‫ א ָמד ֹנָם‬7. ‫ גָדול‬6. ‫ י ידְ גְתֵ י‬5. ‫ שירמים‬4. ‫ קֶרֶב‬3. ‫ יישְכְלו‬2. ‫ ְבנֵי‬1.

Λύση.
.‫ כָלְפָם‬10. ‫ בְתורו‬9. ‫ כְבּדְתֶן‬8. ‫ אמדֹנָם‬7. ‫ גָדול‬6. ‫ י ידְ גְתֵ י‬5. ‫ שיריים‬4. ‫ קֶרֶב‬3. ‫ יישְכְלו‬2. ‫ ְבנֵי‬1.

β) Γράψτε στὰ ἑβραϊκά:


1. hăllê. 2. mĕlqekhăth. 3. mĕkhĕbh. 4. šĭggēr. 5. mălkekhû. 6. bekhĕm. 7. lă῾arăth. 8. yĭbbām. 9.
mĭdhberû. 10. kĭppēnî.

12
5. Τὰ λαρυγγόφωνα καὶ τὰ ἄφωνα γράμματα.
Ἔχουμε ἐπισημάνει ἤδη ὅτι τὰ γράμματα ‫ א ה ח ע‬εἶναι λαρυγγόφωνα· σ᾿ αὐτὰ πρέπει να
προσθέσουμε καὶ τὸ ‫ר‬, τὸ ὁποῖο πρακτικὰ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἀνήκει καὶ αὐτὸ στὴν ἴδια
κατηγορία. Τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν λαρυγγοφώνων εἶναι τὰ ἑξῆς:
Κανένα ἀπὸ τὰ γράμματα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ διπλωτικὸ dαγέš, καὶ ὅπου θὰ ἔπρεπε
νὰ ὑπάρχει dαγέš, ἀντ᾿ αὐτοῦ γίνεται ἀντέκταση, δηλαδὴ τὸ προηγούμενο τυχὸν βραχὺ φωνῆεν
ἐκτείνεται σὲ μακρό. Γιὰ παράδειγμα, ἐνῷ ἕνας γραμματικὸς τύπος τοῦ ὁμαλοῦ ῥήματος ‫ קָטּל‬εἶναι
‫קיטֵל‬, ὁ ἀντίστοιχος γραμματικὸς τύπος τοῦ ῥήματος ‫ בָרּך‬δὲν εἶναι ‫ב ֵיר ְכ‬, ἀλλὰ ‫בֵרֵך‬, ἐπειδὴ τὸ χῖρεκ
ἐκτείνεται σὲ τσέρε, ἀφοῦ τὸ ‫ ר‬δὲν μπορεῖ νὰ διπλασιασθεῖ. Τέτοιου εἴδους ἀντέκταση γίνεται
πάντοτε πρὸ τοῦ ‫ א‬καὶ τοῦ ‫ר‬, καὶ συχνὰ πρὸ τοῦ ‫ע‬. Μὲ τὰ ‫ ה‬καὶ ‫ ח‬ὅμως σπανίως ἀπαιτεῖται
ἀντέκταση, διότι ὁ ἦχος τους ἀπὸ τὴν φύση του εἶναι ἐξ ἴσου ἰσχυρὸς ὅσο καὶ τῶν συμφώνων ποὺ
διπλασιάζονται κανονικά. Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς τὸ λαρυγγόφωνο θεωρεῖται ὅτι ἔχει «ἀφανῆ»
δίπλωση κι ἔτσι τὸ ‫ הּהוא‬π.χ., ποὺ ἔχει «ἀφανῆ» δίπλωση στὸ δεύτερο ‫ה‬, δὲν χρειάζεται νὰ γίνει
‫הָהוא‬. Σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἡ δίπλωση θεωρεῖται ὅτι γίνεται μὲ διπλωτικὸ dαγὲš «implicitum»
(δηλ. κρυφό, λανθάνον).
Τὰ λαρυγγόφωνα δὲν δέχονται ἔμφθογγο šεβά, παρὰ μόνον ἂν αὐτὸ εἶναι σύνθετο, καὶ
συχνὰ ἀντὶ γιὰ ἁπλὸ ἄφθογγο šεβὰ προτιμοῦν κάποιο σύνθετο šεβά. Ἔτσι, γράφουμε ‫ לאלהיים‬μᾶλλον
παρὰ ‫אְ להיים‬, καὶ ‫ יּחמזייק‬ἀντὶ ‫יּחְזייק‬. Τὸ ‫ א‬προτιμᾷ φωνῆεν τύπου ε (σεγὼλ ἢ χατὲφ σεγώλ), ἀλλὰ τὰ
ὑπόλοιπα λαρυγγόφωνα ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον προτιμοῦν πάθαχ εἴτε ὑπ᾿ αὐτὰ εἴτε πρὸ αὐτῶν. Ἔτσι,
ἐνῷ ἡ λέξη ‫ ֵֶמלֶך‬γράφεται μὲ σεγώλ, ἡ λέξη ‫ ֶמלּח‬, ποὺ λήγει σὲ λαρυγγόφωνο, γράφεται μὲ πάθαχ.
Χῖρεκ ὑπὸ λαρυγγόφωνο εἶναι σπάνιο. Ὁποιοδήποτε βραχὺ φωνῆεν πρὸ τελικοῦ λαρυγγοφώνου
πλὴν τοῦ ‫ א‬γίνεται πάθαχ. Ἐὰν ἑνὸς λαρυγγοφώνου προηγεῖται φωνῆεν βραχύ, τὸ ὑπὸ τὸ
λαρυγγόφωνο τυχὸν šεβὰ θὰ πάρει καὶ αὐτὸ τὸ ἴδιο φωνῆεν ὑπὸ μορφὴν χατέφ, π.χ.‫ ּב מעליי‬, ‫יֶאלמור‬, ‫ ָל ֳחליי‬.
Ὅπως δείχνει ἡ πράξη, φαίνεται ὅτι, ὅπου καὶ ὅποτε ὑπῆρχε μακρὸ φωνῆεν πλὴν κᾶμετς
πρὸ ἑνὸς τελικοῦ λαρυγγοφώνου, αὐτὸ προκαλοῦσε κάποια δυσκολία στὴν ἄρθρωση, τὴν ὁποία
ὑπερνικοῦσαν μὲ τὴν παρεμβολὴ ἑνὸς ἐνδιάμεσου πάθαχ μεταξὺ τοῦ μακροῦ φωνήεντος καὶ τοῦ
τελικοῦ λαρυγγοφώνου. Τὸ πάθαχ αὐτὸ γράφεται κάτω ἀπὸ τὸ λαρυγγόφωνο, ἀλλὰ προφέρεται
πρὶν ἀπ᾿ αὐτό· ἔτσι π.χ. τὸ ‫( רו ּח‬πνεῦμα) προφέρεται «ῥοῦαχ» καὶ ὄχι «ῥοῦχα». Τὸ πάθαχ αὐτὸ
ὀνομάζεται «πάθαχ ὑπείσακτο» (δηλ. πάθαχ ποὺ ἔχει ὑπεισέλθει). Ὅταν μιὰ τέτοια λέξη παύει νὰ
λήγει σὲ λαρυγγόφωνο, τὸ πάθαχ δὲν χρειάζεται πλέον καὶ ἐξαλείφεται, π.χ. ‫( רוחיי‬ῥουχί – τὸ πνεῦμά
μου).

13
Ἄσκηση 5
Διορθῶστε καὶ ἀναγνῶστε τὶς ἀκόλουθες λέξεις:
.‫ לְעמבייר‬10. ‫ בּעְליי‬9. ‫ זֶבֶח‬8. ‫ מיאדָם‬7. ‫ ְהיֵלֵך‬6. ‫ רוחּו‬5. ‫שחְדו‬
ְ ‫ ימ‬4. ‫ ש מָרים‬3. ‫ חְכָמיים‬2. ‫ לְאל מֶת‬1.

Λύση.
.‫ לּעמבייר‬10. ‫ בּעמליי‬9. ‫ זֶבּח‬8. ‫ מֵאדָם‬7. ‫ מהיֵלֵך‬6. ‫ רוחו‬5. ‫שחמדו‬
ְ ‫ ימ‬4. ‫ ש יָרים‬3. ‫ חמכָמיים‬2. ‫ לֶאל מֶת‬1.

Τὰ γράμματα ‫ א ה ו י‬κάποιες φορὲς εἶναι ἄφωνα. Συχνὰ ἐγκαταλείπουν τὴν ἰδιότητά τους ὡς
συμφώνων, γιὰ νὰ συγχωνευθοῦν ἢ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὰ περὶ αὐτὰ φωνήεντα ὡς φωνηεντικὰ
γράμματα· τότε καθίστανται ἄφωνα καθ᾿ ἑαυτά. Αὐτὸ ὅμως μπορεῖ νὰ συμβεῖ μόνον στὸ τέλος μιᾶς
λέξεως ἢ στὸ τέλος μιᾶς συλλαβῆς. Ὅταν βρίσκονται ἐν ἀρχῇ λέξεως ἢ ἐν ἀρχῇ συλλαβῆς, εἶναι
πάντοτε σύμφωνα. Τὸ τελικὸ ‫ א‬εἶναι πάντοτε ἄφωνο, ἐνῷ τὰ ‫ י‬καὶ ‫ ו‬εἶναι ἄφωνα, μόνον ὅταν
συνοδεύονται ἀπὸ ὁμογενὲς φωνῆεν. Τὰ ‫ י‬καὶ ‫ ו‬συγχωνεύονται μὲ μακρὰ φωνήεντα· τὸ μὲν ‫י‬, γιὰ νὰ
μᾶς δώσει τὸ πλῆρες χῖρεκ ἢ τὸ πλῆρες τσέρε, τὸ δὲ ‫ו‬, γιὰ νὰ μᾶς δώσει τὸ πλῆρες χῶλεμ ἢ τὸ
šοῦρεκ, δηλ. ‫ו ו ֵֵ י ֵי י‬. Ἔτσι τὸ ‫ עֵינֵי‬προφέρεται «ενὲ» καὶ ὄχι «εϊνέϊ», καὶ τὸ ‫« הוא‬χοῦ» καὶ ὄχι
«χοῦβ». Ἀλλά, ὅταν προηγεῖται ὁποιοδήποτε ἄλλο εἶδος φωνήεντος ἐκτὸς τῶν ὁμογενῶν πρὸς αὐτὰ
φωνηέντων, τότε διατηροῦν τὴν ἰδιότητα τοῦ συμφώνου καὶ προφέρονται. Ἔτσι τὸ ‫ הּו‬προφέρεται
«hάβ», καὶ τὸ ‫« גוי‬gόι». Οἱ παρακάτω συνδυασμοὶ μὲ τὰ ‫ י‬καὶ ‫ ו‬σχηματίσουν διφθόγγους:

‫ַי‬ ‫ָי‬ ‫וי‬ ‫ָיו‬


άϊ άϊ όϊ αβ
‫( סוסּי‬σουσάϊ) ‫( אמדֹנָי‬αδωνάϊ) ‫( חוי‬χόϊ) ‫( סוסָיו‬σουσὰβ)

Τὰ ἄφωνα γράμματα δὲν παίρνουν šεβά, π.χ. ‫יֹאמֵר‬, ὄχι ‫י ֹ ְאמֵר‬, καὶ ὅταν παρεμβάλλονται
μεταξὺ φωνήεντος καὶ συμφώνου, δὲν προφέρονται, π.χ. ‫( רֹאש‬ῥώš). Ὅταν βρίσκονται στὸ τέλος τῆς
λέξεως, τὸ προηγούμενο φωνῆεν εἶναι κατὰ κανόνα μακρό, π.χ. ‫ ָמצָא‬, ὄχι ‫מָצּא‬.

14
6. Εἰδικὰ σημάδια καὶ τόνοι.
Τὸ μαππὶκ (‫ ּמפייק‬ἐπέκταση) εἶναι ἡ ὀνομασία ἑνὸς dαγὲš ποὺ τίθεται στὸ ‫ ה‬καὶ ἀπαιτεῖ τὴν
προφορά του ὡς κανονικοῦ συμφώνου h. Ἔτσι, ἐνῷ τὸ ‫ מָה‬θὰ προφερόταν «μά», τὸ ‫ דָ ָמה‬θὰ
προφερθεῖ «dαμάh/χ», μὲ τὸ ‫ ה‬προφερόμενο κανονικά. Ὁμοίως τὸ ‫ גבּה‬προφέρεται «gαβάχ».
Τὸ ῥαφὲ (‫ רָפֶה‬ἁπαλὸ) εἶναι μιὰ μικρὴ ὁριζόντια γραμμή, ποὺ τοποθετεῖται πάνω ἀπὸ ἕνα
γράμμα ὡς προειδοποιητικὸ σημεῖο, ποὺ ἐφιστᾷ τὴν προσοχή μας στὴν ἀπουσία διπλωτικοῦ dαγὲš
ἢ μαππίκ, προκειμένου νὰ ἐξασφαλισθεῖ ὅτι θὰ προφέρουμε ἁπαλά, π.χ. ‫( ו ְל ימ ְ ֿקצֵה‬ουλεμικτσέ), μήπως
καὶ προφέρουμε κατὰ λάθος ‫( ו ְל ימ ְקצֵה‬ουλεμικετσέ).
Τὸ μακκὲφ (‫ מּקֵף‬δεσμὸς) εἶναι μιὰ μικρὴ ὁριζόντια γραμμὴ ποὺ ἑνώνει δύο ἕως τέσσερις
λέξεις σὲ ἑνιαία τονικὴ ἑνότητα. Ἔτσι, ἐνῷ οἱ λέξεις ‫ כֹל‬καὶ ‫ אדָם‬ἔχουν ἡ κάθε μία τὸν δικό της τόνο,
ὅταν ἑνωθοῦν μὲ μακκέφ, ὁ τονισμὸς τοῦ συνόλου γίνεται μιλρά῾, δηλ. ‫( כָל־אדֵָ ם‬ἕνας τόνος καὶ γιὰ
τὶς δύο λέξεις). Λόγῳ τοῦ καταβιβασμοῦ τοῦ τόνου στὴν τελευταία λέξη τὸ χῶλεμ τοῦ ‫כֹל‬
μεταβάλλεται ἀπὸ μακρὸ σὲ βραχὺ κᾶμετς χατούφ, ἐπειδὴ τώρα πλέον εἶναι σὲ κλειστὴ ἄτονη
συλλαβή. Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τὸ μόριο τῆς αἰτιατικῆς ‫אֵת‬. Ὅταν συνδέεται μέσῳ
μακκὲφ μὲ ἄλλη λέξη, χάνει τὸν τόνο του καὶ τὸ τσέρε μεταβάλλει σὲ σεγώλ., π.χ. ‫שב‬
ֶ ‫᾿( אֶת־כָל־ ֵֵע‬εθ-
κολ-῾έσεβ) ὡς μία λέξη μὲ ἑνιαῖο τόνο ἐπὶ τοῦ ‫ ֵע‬. Ὅταν τὸ ‫ זֶה‬καὶ τὸ ‫ מָה‬συνδέονται μέσῳ μακκὲφ μὲ
τὴν ἑπομένη λέξη, παρεντίθεται πάντοτε ἕνα «συνδετικὸ» διπλωτικὸ dαγὲš στὸ ἀρχικὸ γράμμα τῆς
ἑπομένης λέξεως, π.χ. ‫ זֶה־סוסיי‬ἢ ‫ ּמה־לָך‬.
Τὸ μέθεγ (‫ מֶתֶג‬χαλινὸς) εἶναι μιὰ μικροσκοπικὴ κάθετη γραμμή, ἡ ὁποία τίθεται στὰ
ἀριστερὰ ἑνὸς φωνήεντος, ποὺ βρίσκεται στὴν δεύτερη πρὸ τοῦ τόνου συλλαβή, μὲ σκοπὸ νὰ
ἐξασφαλισθεῖ ὅτι τὸ φωνῆεν, μακρὸ (π.χ. ‫ )הָ אדָ ם‬ἢ βραχὺ (π.χ. ‫ )הֶ ה יָרים‬θὰ προφερθεῖ εὐκρινῶς καὶ δὲν
θὰ παραμεληθεῖ ὑπὲρ τοῦ φωνήεντος ποὺ φέρει τὸν τόνο. Μέθεγ τίθεται μόνον σὲ ἀνοικτὴ
συλλαβή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, ἂν ἀκολουθεῖ ἁπλὸ šεβά, αὐτὸ θὰ εἶναι ἔμφθογγο καὶ πρέπει νὰ
προφερθεῖ κανονικά, π.χ. ‫( קָטְלֵָה‬κατελά, ὄχι κοτλά), διότι, ἐφ᾿ ὅσον ἡ προηγούμενη συλλαβὴ λόγῳ
τοῦ μέθεγ εἶναι ἀνοικτή, τὸ šεβά βρίσκεται πλέον ἐν ἀρχῇ ἄλλης συλλαβῆς (ἡμιανοικτῆς). Ἐπίσης
τὸ μέθεγ μᾶς βοηθᾷ νὰ διακρίνουμε μεταξὺ μακροῦ α (κᾶμετς) καὶ βραχέως ο (κᾶμετς χατούφ),
ὅπως π.χ. μεταξὺ ‫᾿( א ְכלָה‬οχλὰ) καὶ ‫᾿( אָ ְכלָה‬αχελά)· στὴν δεύτερη λέξη τὸ š εβὰ μαζὶ μὲ τὸ ְ‫ כ‬ἐπέχει
θέση κανονικῆς συλλαβῆς. Μὲ ἄλλα λόγια τὸ μέθεγ εἶναι χωριστικὸ σημεῖο μεταξὺ δύο συλλαβῶν.

Ἡ βιβλικὴ ἑβραϊκὴ ἔχει ἕνα ὁλόκληρο σύστημα τόνων. Οἱ τόνοι δὲν δείχνουν μόνον τὴν
θέση τοῦ τόνου σὲ κάθε ἐπὶ μέρους λέξη, ἀλλὰ καὶ τὴν σχέση ἑκάστης λέξεως πρὸς τὸ σύνολο τῆς
προτάσεως. Ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τόνους ἐμᾶς μᾶς ἐνδιαφέρουν κυρίως οἱ ἑξῆς δύο:

15
Ὁ τόνος (ֵ) ) «ἀθνὰχ» (‫ )אתְ נָח‬τίθεται ἐπὶ τῆς λέξεως, μετὰ ἀπὸ τὴν ὁποία ἐμεῖς θὰ βάζαμε
ἄνω τελεία, δηλ. ἐκεῖ ὅπου τελειώνει τὸ πρῶτο κῶλον μιᾶς περιόδου ἢ ἕνα ἡμιστίχιο.
Ὁ τόνος «σιλλοὺκ» (‫ )סילוק‬εἶναι μιὰ μικροσκοπικὴ κάθετη γραμμή, ἀκριβῶς ὅπως τὸ μέθεγ,
καὶ τίθεται πάντοτε στὴν τελευταία λέξη τῆς περιόδου ἢ τοῦ στίχου. Στὴν Βίβλο ἀκολουθεῖται ἀπὸ
τὸ (‫)׃‬, τὸ λεγόμενο «σὼφ πασοὺκ» (‫)סוף פָסוק‬, τὸ ὁποῖο ἀντιστοιχεῖ στὴν δική μας τελεία, π.χ. ‫הָאָ ֶרץ׃‬.
Ὅταν ἡ λέξη ἔχει ἀθνὰχ ἢ σιλλούκ, θεωρεῖται ὅτι βρίσκεται «ἐν τῇ παύλῃ», δηλ. σὲ σημεῖο
τομῆς, καὶ τὸ φωνῆεν τῆς τονιζομένης συλλαβῆς, ἂν τυχὸν εἶναι βραχύ, ἐκτείνεται σὲ μακρό. Ἔτσι
τὸ ‫מֵּיים‬, ὅταν εὑρεθεῖ ἐν τῇ παύλῃ, θὰ γίνει ‫( מָ י ים‬μὲ σιλλούκ) ἢ ‫( מָ ) יים‬μὲ ἀθνάχ).
Διαβάζοντας προσεκτικὰ τὴν ἑβραϊκὴ Βίβλο θὰ παρατηρήσουμε ὅτι στὸ περιθώριο ἢ στὸ
κάτω μέρος τῆς σελίδος ὑπάρχουν ἐναλλακτικὲς γραφές ἀποτελούμενες ἀπὸ σύμφωνα, οἱ ὁποῖες
θεωροῦνται προτιμότερες ἀπὸ τὶς γραφὲς τοῦ κειμένου. Ἐπειδὴ τὸ ἀρχαῖο ἑβραϊκὸ κείμενο
ἐθεωρεῖτο ἱερό, καὶ τὰ γράμματά του ἀπαραβίαστα, οἱ ἐναλλακτικὲς προτεινόμενες γραφές
ἐσημειώνοντο στὰ περιθώρια. Ἡ ἀρχικὴ γραφὴ τοῦ κειμένου ἐλέγετο κεθὶβ (‫« כְתי יב‬γεγραμμένον»),
ἐνῷ ἡ προτεινόμενη ὀνομαζόταν κερὲ (‫« קְרֵי‬ἀναγνωστέον»). Ἕνας ἀστερίσκος ἤ ἕνας μικρὸς
κύκλος στὸ κείμενο προειδοποιεῖ ὅτι ὑπάρχει ἐναλλακτικὴ γραφή. Σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση
διαβάζονται τὰ σύμφωνα τοῦ κερὲ ἀπὸ τὸ περιθώριο, ἀλλὰ μὲ τὰ φωνήεντα ποὺ ἤδη ὑπάρχουν στὸ
κεθὶβ τοῦ κειμένου. Στὸν Ψ. 11,13 γιὰ παράδειγμα τὸ κεθὶβ εἶναι ‫עמנָייים‬, ἐνῷ ἡ ἐναλλακτικὴ γραφὴ
εἶναι ‫ ·ענוים קרי‬αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ἀναγνώσουμε ‫ענוים‬. Συνδυάζοντας τὰ φωνήεντα τοῦ
κεθὶβ μὲ τὰ σύμφωνα τοῦ κερὲ θὰ προφέρουμε ‫עמנָויים‬.
Ὑπάρχουν κάποιες περιπτώσεις συχνῶν λέξεων ποὺ ἀπαιτοῦν μονίμως κ ερέ, καί, ἐπειδὴ θὰ
ἦταν κουραστικὸ κάθε φορὰ ποὺ ἀπαντοῦν νὰ ἀναγράφεται ἐκ νέου τὸ ἴδιο κ ερέ, ἀφήνονται ὡς
ἔχουν στὸ κείμενο, καὶ ἐναπόκειται στὸν ἀναγνώστη νὰ ἀντικαθιστᾷ ἀπὸ μνήμης τὰ σωστὰ
σύμφωνα, χωρὶς νὰ προειδοποιεῖται ἀπὸ ἀστερίσκο ἢ ἀπὸ κυκλάκι ἐπὶ τῆς λέξεως. Τέτοιες
περιπτώσεις λέξεων συνιστοῦν κερὲ perpetuum (συνεχὲς καὶ μόνιμο). Ὁ ἀναγνώστης ὀφείλει νὰ
τὶς γνωρίζει ἀπὸ μνήμης, διότι στὸ περιθώριο δὲν ἀναγράφεται τὸ ἀντίστοιχο κερέ.
Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα κερὲ perpetuum, τὸ πλέον γνωστό. Τὸ ‫יהוה‬, τὸ ὄνομα τοῦ
Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ, κατὰ κανόνα φωνηεντίζεται ὡς ‫יְהוָה‬, τὸ ὁποῖο μεταγραφόμενο σὲ λατινικὴ γραφὴ
μᾶς δίδει τὸν «ὑβριδικὸ» τύπο Jehovah. Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐθεωρεῖτο πολὺ ἱερὸ, γιὰ νὰ
προφέρεται χωρὶς λόγο στὴν πραγματική του μορφὴ (ἡ ὁποῖα πρέπει νὰ ἦταν μᾶλλον Yahweh-
Γιαχβέ), ἔτσι ἀντικαθιστοῦσαν τὰ φωνήεντα τοῦ ‫ יהוה‬μὲ τὰ φωνήεντα τῆς λέξεως ‫( אמדֹנָי‬αδωνάι =
κύριος) κατασκευάζοντας ἕναν ἀνύπαρκτο τύπο ‫( יְהוָה‬τὸ χατὲφ πάθαχ τοῦ ‫ א‬μεταβάλλεται σὲ ἁπλὸ
šεβὰ ὑπὸ τὸ ‫)י‬. Στὴν πράξη τόσο τὸ ‫ יהוה‬ὅσο καὶ τὸ ‫ י ְהוָה‬διαβάζονται «αδωνάι».

16
Ἕνα ἄλλο παράδειγμα κερὲ perpetuum εἶναι τὸ γ΄ ἑνικὸ πρόσωπο τῆς ἀντωνυμίας
«αὐτή». Στὴν Πεντάτευχο ἀπαντᾷ συχνὰ ὡς ‫( היוה‬κεθὶβ) ἀντὶ ‫( הייא‬κερέ), καὶ ἐνίοτε μπορεῖ νὰ
προκαλέσει σύγχυση μὲ τὸ γ΄ ἑνικὸ ἀρσενικὸ ‫הוא‬. Ἐπειδὴ τὸ κεθὶβ τῆς θηλυκῆς ἀντωνυμίας εἶναι
πολὺ συχνό, δὲν δίδεται κερὲ στὸ περιθώριο.

17
ֹ7. Ὁριστικὸ ἄρθρο.
Ἀόριστο ἄρθρο στὰ ἑβραϊκὰ δὲν ὑπάρχει. Ἔτσι ‫( מּיים‬μάyιμ) σημαίνει «ὕδωρ» ἢ «ὕδατα»,
καὶ ‫( יום‬yom) «ἡμέρα». Ὅταν θέλουμε νὰ ποῦμε «τὰ ὕδατα», ἢ «ἡ ἡμέρα», πρέπει νὰ
χρησιμοποιήσουμε ἕνα πρόθημα, τὸ σύμφωνο ‫ ה‬συνοδευόμενο ἀπὸ κάποιο φωνῆεν. Ἀρχικῶς τὸ
ὁριστικὸ ἄρθρο ἦταν μᾶλλον ‫( הל‬ὅπως τὸ ἀραβικὸ ἄρθρο al, στὴν ἄλγεβρα), ἀλλὰ τὸ ‫ל‬
ἀφομοιώθηκε πρὸς τὸ ἑπόμενο σύμφωνο. Αὐτὸς πρέπει νὰ εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο συχνὰ τὸ
μετὰ τὸ ἄρθρο σύμφωνο φέρει διπλωτικὸ dαγέš.
Ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ ἄρθρο ‫ ה‬φωνηεντίζεται μὲ πάθαχ, καὶ παράλληλα τὸ πρῶτο σύμφωνο
τῆς λέξεως, στὴν ὁποία προστίθεται, παίρνει διπλωτικὸ dαγέš. Ὅταν ἡ λέξη ἀρχίζει ἀπὸ
λαρυγγόφωνο (‫ )א ה ח ע‬ἢ ‫ר‬, τὸ διπλωτικὸ dαγὲš δὲν μπορεῖ νὰ τεθεῖ, διότι τὰ γράμματα αὐτὰ ὡς
λαρυγγόφωνα δὲν ἐπιδέχονται δίπλωση· ἀντ’ αὐτῆς τὸ πάθαχ τοῦ ἄρθρου πρὸ λαρυγγοφώνου
ἐκτείνεται σὲ κᾶμετς (ἀντέκταση), ὄχι ὅμως καὶ πρὸ τῶν ‫ח‬, ‫ה‬. Ὅταν τὰ ἀρχικὰ ‫ ע‬καὶ ‫ ה‬ἔχουν κᾶμετς
καὶ εἶναι τονούμενα, τὸ φωνῆεν τοῦ ἄρθρου παίρνει καὶ πάλι κᾶμετς, ἀλλά, ὅταν ἔχουν κᾶμετς καὶ
εἶναι ἄτονα, τὸ ἄρθρο παίρνει σεγώλ. Πρὸ ָ‫ ח‬καὶ ֳ‫ ח‬τὸ ἄρθρο παίρνει πάντοτε σεγώλ.
Οἱ κανόνες ἀπεικονίζονται μὲ εὐκρίνεια στὸν ἀκόλουθο πίνακα:

Πρὸ τῶν συμφώνων Φωνηεντισμὸς Παραδείγματα


τοῦ ἄρθρου
Κανονικὸς .‫ה‬ ‫ ּה ּמי ים‬,‫הּקול‬
‫אער‬ ‫ָה‬ ‫ הָר ֹאש‬,‫ ָהעייר‬,‫הָאור‬
‫הח‬ ‫ּה‬ ‫ הּחשֶך‬,‫הּהוא‬
‫ֵָע ֵָה‬ ‫ָה‬ ‫ ָה ֵָהר‬,‫ָה ֵָעם‬
‫ָע ָה‬ ‫ֶה‬ ‫ ֶהה יֵָרים‬,‫ֶה ָע ֵָפר‬
‫ָח ֳח‬ ‫ֶה‬ ‫ ֶה ֳחליי‬,‫ֶה ָחכָם‬

Σὲ μερικὲς πολὺ κοινὲς λέξεις τὸ φωνῆεν τοῦ ἀρχικοῦ συμφώνου ἐκτείνεται, ὅταν
προστίθεται τὸ ἄρθρο. Τέτοιες λέξεις εἶναι π.χ. ‫( אֵֶרֶץ‬ἔρετς), ‫( הּר‬χάρ), ‫῾( עּם‬άμ) καὶ ‫( ּרע‬ῥ῾ά), οἱ ὁποῖες
γίνονται ‫( הָאֵָ ֶרץ‬hαάρετς), ‫( ָההָר‬hαhάρ), ‫( הָעָם‬hα῾ὰμ) καὶ ‫( ה ָָרע‬hαρὰ῾) ἀντιστοίχως.
Τὸ ὁριστικὸ ἄρθρο μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ καὶ μὲ σημασία δεικτικὴ, π.χ. ‫ הּיום‬δύναται νὰ
σημαίνει «τὴν ἡμέραν ταύτην», δηλαδὴ «σήμερα». Μὲ τὸ ἄρθρο μπορεῖ ἐπίσης κατὰ περίπτωση νὰ
ἀποδοθεῖ καὶ ἡ κλητικὴ προσφώνηση, π.χ. ‫« ּה ּבעּל‬ὦ Βάαλ». Καμμιὰ φορὰ μπορεῖ νὰ ἐκφράζεται
ἐνάρθρως τὸ ἐπὶ μέρους μέλος ἑνὸς συνόλου, γιὰ τὸ ὁποῖο στὰ ἑλληνικὰ χρησιμοποιοῦμε ἀόριστο
ἄρθρο ἢ ἀόριστη ἀντωνυμία, π.χ. τὸ «ἕνας ἐκ τῶν ἐχθρῶν» ἢ «ἐχθρός τις» στὰ ἑβραϊκὰ εἶναι ‫הָאֹי ֵב‬

18
(hαοyέβ). Τὸ ἄρθρο ἐπίσης προσαρτᾶται στὸν ἐπιθετικὸ προσδιορισμό ἑνὸς οὐσιαστικοῦ. Ἔτσι «ὁ
καλὸς ἄνθρωπος» θὰ γίνει «ὁ ἄνθρωπος ὁ καλός». Μιὰ ἐπὶ πλέον χαρακτηριστικὴ χρήση τοῦ
ἄρθρου εἶναι, ὅταν συνάπτεται μὲ κύρια ὀνόματα· ἐκεῖ ἀποσκοπεῖ νὰ δείξει ὅτι τὸ συγκεκριμένο
πρόσωπο εἶναι τὸ ἀνώτερο στὴν κατηγορία του, π.χ. «ὁ (κατ᾿ ἐξοχὴν) Θεὸς» εἶναι ‫הָאל להיים‬
(hα᾿ελοhίμ).

‫ אֶרֶץ‬γῆ (θ.). ‫ שָמּיים‬οὐρανοί. ‫ טוב‬καλός.


‫ יום‬ἡμέρα. ‫ עּם‬λαός. ‫ ּרע‬κακός.
‫ אייש‬ἀνήρ, ἄνθρωπος. ‫ לאלהיים‬θεός (πλ.). ‫ ּעי ין‬ὀφθαλμός.
‫ קול‬φωνή. ‫ בֹקֵר‬πρωί. ‫ ָעפָר‬χῶμα, σκόνη.
‫ מֶ לֶך‬βασιλεύς. ‫ מּיים‬ὕδωρ. ‫ ָרקייע‬στερέωμα.
‫ אישָה‬γυναῖκα. ‫ עייר‬πόλη. ‫ גָדול‬μέγας.
‫ רָם‬ὑψηλός. ‫ חשֶך‬σκότος. ‫ אור‬φῶς.

Ἄσκηση 6
13. ‫ יום‬12. ‫שה‬
ָ ‫ אי‬11. ‫ הבֹקֶר‬10. ‫ ָה ּעי ין‬9. ‫ הּחשֶך‬8. ‫ הּקול‬7. ‫ ה ָָרקיי ּע‬6. ‫ ּה ֶמלֶך‬5. ‫ הּיום‬4. ‫ ּה ּמי ים‬3. ‫ ָהעָם‬2. ‫ הָאי יש‬1.
.‫ הָאור‬14.‫ֶה ָעפָר‬

1. Ὁ ἄνδρας. 2. Ὁ λαός. 3. Τὸ ὕδωρ. 4. Σήμερα (ἢ ἡ ἡμέρα). 5. Ὁ βασιλεύς. 6. Τὸ στερέωμα. 7. Ἡ


φωνή. 8. Τὸ σκότος. 9. Ἡ πόλη. 10. Τὸ πρωὶ (ἡ πρωία). 11. Γυναῖκα. 12. Ἡμέρα. 13. Τὸ χῶμα (ἢ
σκόνη). 14. Τὸ φῶς.

19
8. Ὁ σύνδεσμος «καί». Ἐπίθετα.
Ὁ συμπλεκτικὸς σύνδεσμος στὰ ἑβραϊκὰ εἶναι συνήθως ἕνα βὰβ μὲ ἁπλὸ ἔμφθογγο šεβά·
ὑπάρχουν ἐν τούτοις καὶ μερικὲς παραλλαγές του:
Ὑπὸ κανονικὲς συνθῆκες εἶναι ‫ ְו‬, π.χ. ‫שה‬
ָ ‫( אייש ְו יא‬ἄνδρας καὶ γυναῖκα). Ἐπειδὴ ὅμως τὸ βὰβ
εἶναι χειλικό, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει šεβά πρὸ ἑνὸς ἄλλου χειλικοῦ, καὶ ἔτσι πρὸ τῶν χειλικῶν ‫ מ ו ב‬καὶ ‫פ‬
μεταβάλλεται σὲ ‫ו‬, π.χ. ‫( ופָרָה‬καὶ [μιὰ] ἀγελάδα). Αὐτὴ εἶναι ἡ μοναδικὴ ἐξαίρεση του κανόνα ποὺ
ἔχουμε μάθει, ὅτι καμμιὰ ἑβραϊκὴ λέξη δὲν ἀρχίζει ἀπὸ φωνῆεν· ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴν ἀκόμη τὴν
περίπτωση τὸ βὰβ ἐξακολουθεῖ κατὰ κάποιον τρόπο νὰ θεωρεῖται σύμφωνο, παρ᾿ ὅτι προφέρεται
ου.
Ὅταν ὅμως τὸ συμπλεκτικὸ ‫ ו‬βρίσκεται ἀμέσως πρὸ τοῦ τόνου, τότε το ‫ ו‬μπορεῖ νὰ πάρει
κᾶμετς ἀντὶ νὰ παραμείνει šοῦρεκ, π.χ. ‫ ֶלכֶם ָו ֵּמי ים‬, ψωμὶ καὶ νερό. Πρὸ ἑτέρου šεβὰ γίνεται καὶ πάλι
šοῦρεκ, π.χ. ‫( ודְבָריים‬καὶ λόγοι), ἀλλὰ πρὸ χατέφ παίρνει τὸ βραχὺ φωνῆεν ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὸ
χατέφ, π.χ. ‫שור ּוחממור‬, βοῦς καὶ ὄνος.
Ὅταν βρεθεῖ πρὸ ְ‫ י‬, τότε τὸ ‫ י‬καθίσταται ἄφωνο (δὲν προφέρεται) καὶ τὸ βὰβ παίρνει χῖρεκ,
π.χ. τὸ ‫ וְיְהודָה‬γίνεται ‫וייהודָה‬. Πρὸ τοῦ ‫ יהוה‬παίρνει πάθαχ, δηλ. ‫( וּיהוָה‬διαβάζεται «βααδωνάι»), ἀλλὰ
πρὸ τοῦ ‫ אל להיים‬παίρνει τσέρε, τὸ ὁποῖο μάλιστα ἀφομοιώνεται πρὸς τὸ ὑπὸ τὸ ἄλεφ φωνῆεν καὶ
προκύπτει ὁ τύπος ‫( וֵאלהיים‬καὶ Θεὸς) ἀντὶ ‫ ֶו לאלהיים‬. Ὅταν ἡ λέξη περιέχει καὶ ἄρθρο, ὁ συμπλεκτικὸς
σύνδεσμος δὲν ἐκτοπίζει το ‫ ה‬τοῦ ἄρθρου, π.χ. ‫וְהָאייש‬, καὶ ὁ ἄνθρωπος ἢ ἄνδρας.

Ἐπίθετα.
Ὅταν ἕνα ἐπίθετο προσδιορίζει ἕνα οὐσιαστικό, ἕπεται τοῦ οὐσιαστικοῦ στὰ ἑβραϊκά. Ἔτσι
τὸ «ἕνας καλὸς ἄνθρωπος» θὰ γίνει «ἕνας ἄνθρωπος καλός», δηλ. ‫אייש טוב‬. Τὸ ἐπίθετο συμφωνεῖ
πάντα κατὰ γένος καὶ ἀριθμὸ μὲ τὸ οὐσιαστικό, ὅπως σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες. Ὅταν τὸ ἐπίθετο
χρησιμοποιεῖται ὡς κατηγορούμενο, π.χ. «ὁ ἄνθρωπος εἶναι καλός», δὲν παίρνει ἄρθρο καὶ ὡς ἐπὶ
τὸ πλεῖστον προηγεῖται τοῦ οὐσιαστικοῦ, ‫( טוב ָהאייש‬καλὸς ὁ ἄνθρωπος).
Ὁ ἐνεστὼς τοῦ ῥήματος «εἰμὶ» κανονικὰ δὲν δηλώνεται στὰ ἑβραϊκά. Ἔτσι ἡ πρόταση «ὁ
ἄνθρωπος εἶναι καλὸς» θὰ γίνει «ὁ ἄνθρωπος καλός» (‫ ) ָהאייש טוב‬ἢ συνηθέστερα «καλὸς ὁ
ἄνθρωπος» (‫)טוב ָהאייש‬. Ὅταν ἕνας ἐπιθετικὸς προσδιορισμὸς προσδιορίζει ἔναρθρο οὐσιαστικό,
παίρνει κι αὐτὸς ἄρθρο. Ἔτσι «ὁ καλὸς ἄνθρωπος» θὰ γίνει ‫ ָהאייש הּטוב‬, δηλ. «ὁ ἄνθρωπος ὁ καλός».
Ἐὰν ὑπάρχουν περισσότερα ἀπὸ ἕνα ἐπίθετα, τὸ ἄρθρο ἐπαναλαμβάνεται σὲ κάθε ἐπίθετο, π.χ. «ἡ
μεγάλη καὶ καλὴ ἡμέρα» θὰ γίνει ‫הּיום ּהגָדול ְוהּטוב‬.

20
‫ הּר‬ὄρος. ‫ זָהָב‬χρυσός. ‫ כֶסֶף‬ἄργυρος.
‫ ר ֹאש‬κεφαλή. ‫ ָקצֵר‬βραχύς, κοντός. ‫ יָד‬χέρι (θ.)
‫ דָבָר‬λόγος. ‫ אֵֶבֶן‬πέτρα (θ.). ‫ בּת‬θυγάτηρ.
‫ ֵֶע ֶרב‬ἑσπέρα. ‫ חֳליי‬ἀσθένεια. ‫ נָביא‬προφήτης.
‫ לֵּיְלָה‬νύχτα. ‫ הֵיכָל‬ναός· ἀνάκτορο. ‫ חֵֶרֶב‬ξίφος (θ.).
‫ יּרְכָה‬πλευρὰ (θ.). ‫ קָרָא‬καλῶ. ‫ ָראה‬βλέπω.

Ἄσκηση 7
8. ‫ ּהלּילָה ְוהּיום‬7. ‫ ּההֵיכָל גָדול וְטוב‬6. ‫ ָהאיש ְו ּהנָבייא‬5. ‫ ָרם ָההָר‬4. ‫ הּבֹקֶר ּהגָדול ְוהּטוב‬3. ‫ ּהנָביי הּטוב‬2. ‫ טוב ּהנָביא‬1.
‫ ּה ֶמלֶך גָדול‬15. ‫ זָהָב ְו ֶכסֶף‬14. ‫ ָה ֵֶע ֶרב ְוהּבֹקֶר‬13. ‫ הּיום‬12. ‫ ָהאייש ּהגָדול‬11. ‫ טוב ּהזָהָב‬10. ‫ ָהאייש ּה ֶמלֶך‬9. ‫שה‬
ָ ‫ּהבּת ְו ָה יא‬
.‫ הּיום ּהגָדול ְו ּה ּליְלָה ה ָָרע‬20. ‫ ֶה ֳהליי ְו ּהנָבייא‬19. ‫ גָדול ָהעָם‬18. ‫שה ְו ָהאייש‬
ָ ‫ ָה יא‬17. ‫ ּהי ָד ְו ָה ּעי ין‬16. ‫וְטוב‬

1. Ὁ προφήτης εἶναι καλός. 2. Ὁ καλὸς προφήτης. 3. Ἡ μεγάλη καὶ (ἡ) καλὴ πρωία. 4. Τὸ βουνὸ
εἶναι ψηλό. 5. Ὁ ἄνδρας καὶ ὁ προφήτης. 6. Ὁ ναὸς (ἡ τὸ ἀνάκτορο) εἶναι μεγάλος καὶ καλός. 7. Ἡ
νύχτα καὶ ἡ ἡμέρα. 8. Ἡ θυγατέρα καὶ ἡ γυναῖκα. 9. Ὁ ἄνδρας εἶναι ὁ βασιλεύς. 10. Ὁ γέρων εἶναι
καλός. 11. Ὁ μέγας ἀνήρ. 12. Σήμερα. 13. Ἡ ἑσπέρα καὶ τὸ πρωί. 14. Χρυσὸς καὶ ἄργυρος. 15. Ὁ
βασιλεύς εἶναι μεγάλος καὶ καλός. 16. Τὸ χέρι καὶ ὁ ὀφθαλμός. 17. Ἡ γυναῖκα καὶ ὁ ἄνδρας. 18. Ὁ
λαὸς εἶναι μεγάλος. 19. Ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ προφήτης. 20. Ἡ μεγάλη ἡμέρα καὶ ἡ κακὴ νύκτα.

21
9. Τὸ ὄνομα. Πληθυντικὸς καὶ δυϊκὸς ἀριθμός.
Ἡ ἑβραϊκὴ ἔχει μόνον δύο γένη, ἀρσενικὸ καὶ θηλυκό, καὶ τρεῖς ἀριθμούς, ἑνικό,
πληθυντικὸ καὶ δυϊκό. Ὁ δυϊκὸς χρησιμοποιεῖται κυρίως σὲ ὀνόματα ποὺ ἀπαντοῦν κατὰ ζεύγη.
Τὰ ἀρσενικὰ ὀνόματα δὲν ἔχουν χαρακτηριστικὴ κατάληξη γένους, ἐνῷ τὰ θηλυκὰ ἔχουν
χαρακτηριστικὲς θηλυκὲς καταλήξεις.

Τὰ ἀρσενικὰ ὀνόματα μποροῦν νὰ ταξινομηθοῦν ὡς ἑξῆς:


(α΄) Ὀνόματα ἀρσενικῆς ἰδιότητος, π.χ. ‫ דָ ויד‬Δαυίδ, ‫( סוס‬ἀρσ.) ἵππος, ‫ שֹפֵט‬κριτής.
(β΄) Ὀνόματα βασιλείων καὶ λαῶν, π.χ. ‫ אּשור‬Ἀσσυρία ἢ Ἀσσύριος/ιοι, ‫ יישְרָאֵל‬Ἰσραήλ/ῖτες.
(γ΄) Ὀνόματα βουνῶν, ποταμῶν, μετάλλων, μηνῶν, π.χ. ‫ ְלבָנון‬Λίβανος, ‫ פְרָת‬Εὐφράτης, ‫ ֵֵכסֵף‬ἄργυρος,
‫ אבייב‬Ἀβίβ (μῆνας).

Ἡ κατάληξη τοῦ πληθυντικοῦ τῶν ἀρσενικῶν εἶναι ‫ ־ִים‬ἢ (ἐλλειπτικῶς) ‫ ־ִם‬καὶ προσαρτᾶται
στὴν μορφὴ τοῦ ἑνικοῦ, π.χ. ‫ סוסיים‬ἵπποι. Ἡ κατάληξη ‫ ־ֶה‬τροποποιεῖται σὲ ‫ ־ִים‬στὸν πληθυντικό, π.χ.
τὸ ‫ רֹעֵה‬γίνεται ‫ ר ֹעים‬ποιμένες. Ἐν τούτοις δὲν ἔχουν ὅλα τὰ ἀρσενικὰ τὴν κανονικὴ κατάληξη· τὸ ‫אב‬
πατήρ, ἔχει πληθ. ‫אבות‬, ἐνῷ ἄλλα ἔχουν ἀνώμαλο πληθυντικό, π.χ. ‫ אייש‬ἀνήρ, ‫ מאנָשיים‬ἄνδρες.

Τὰ ὀνόματα ποὺ λήγουν εἰς ‫־ָה‬ καὶ ‫ ת‬εἶναι κατὰ κανόνα θηλυκά. Ἡ κατάληξη αὐτὴ ἦταν
ἀρχικὰ ‫ ־ַת‬ἢ ‫־ֶת‬. Ἡ πρώτη διασώζεται σὲ κάποια ὀνόματα, π.χ. ‫ אֵילּת‬ἡ Ἐλὰθ (ἢ Ἐλάτ), ‫נּחּת‬
ἀνάπαυση. Πάρα πολλὰ ἐν τούτοις θηλυκὰ ὀνόματα δὲν ἔχουν χαρακτηριστικὴ θηλυκὴ κατάληξη.

Τὰ θηλυκὰ ὀνόματα μποροῦν νὰ ταξινομηθοῦν ὡς ἑξῆς:


(α΄) Ὀνόματα θηλυκῶν ἰδιοτήτων, π.χ. ‫ מירְיָם‬Μιριάμ, ‫ אֵם‬μήτηρ, ‫ כּלָה‬νύμφη.
(β΄) Ὀνόματα στοιχείων τῆς φύσεως: ‫ אֵש‬πῦρ, ‫ אֵֶרֶץ‬γῆ, ‫ ֵֶאבֶן‬πέτρα.
(γ΄) Χῶρες (ὡς μητέρες τῶν λαῶν): ‫ פָרָס‬Περσία, ‫ צייון‬Σιών.
(δ΄) Ὄργανα τοῦ σώματος ποὺ ἀπαντοῦν κατὰ ζεύγη, π.χ. ‫ י ָד‬χείρ, ‫ רֵֶגֶל‬ποῦς, ‫ קֵֶרֶן‬κέρας.
(ε΄) Ὀνόματα ἀφῃρημένα: ‫ נֵֶפֶש‬ψυχή, ‫ְכורה‬
ָ ‫ ב‬τὰ πρωτοτόκια, ‫ טובָה‬καλωσύνη.
(στ΄) Ἐργαλεῖα καὶ σκεύη: ‫ כוס‬κύπελλο, ‫ חֶרֶב‬ξίφος, ‫שכָב‬
ְ ‫ ימ‬κλίνη.

Ἡ κατάληξη πληθυντικοῦ τῶν θηλυκῶν εἶναι ‫ות‬- (ἢ ἐλλειπτικῶς ‫)ֹ ת‬, π.χ. ‫ בְאֵר‬φρέαρ, ‫בְאֵרות‬
φρέατα. Ἡ κανονικὴ θηλυκὴ κατάληξη τοῦ ἑνικοῦ ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὴν κατάληξη τοῦ
πληθυντικοῦ, π.χ. ‫ ש ָָרה‬ἀρχόντισσα, ἄρχουσα, πριγκίπισσα, ‫ שָרות‬πριγκίπισσες.

22
Οἱ καταλήξεις τῶν ὀνομάτων ἀποσαφηνίζονται στὸν πίνακα ποὺ ἀκολουθεῖ:

Ἑνικὸς Ἑνικὸς Πληθυντικὸς Πληθυντικὸς


ἀρσενικῶν θηλυκῶν ἀρσενικῶν θηλυκῶν
‫( סוס‬ὁ) ἵππος ‫( סקסָה‬ἡ) ἵππος, φοράδα ‫ סוסיים‬ἵπποι ‫ סוסות‬φοράδες
‫ נָבייא‬προφήτης ‫( נְבייאה‬ἡ) προφῆτις ‫ נְבייאיים‬προφῆτες ‫ נְבייאיות‬προφήτισσες
‫ דָ ג‬ἰχθὺς (ἀρσ.) ‫ דָגָה‬ἰχθὺς (θηλ.) ‫ דָ גיים‬ἰχθύες (ἀρσ.) ‫ דָ גות‬ἰχθύες (θηλ.)

Ὁ δυϊκὸς ἀριθμὸς τοῦ ‫ סוס‬εἶναι ‫סו ּסי ים‬, ἐνῷ τοῦ ‫ סוסָה‬εἶναι ‫סוסָתּ י ים‬.
Ἡ κατάληξη τοῦ δυϊκοῦ ‫ ־ַיִם‬εἶναι κοινὴ γιὰ τὰ ἀρσενικὰ καὶ τὰ θηλυκὰ ὀνόματα.
Χρησιμοποιεῖται σὲ οὐσιαστικὰ καὶ σὲ ζεύγη ἀντικειμένων:
(α΄) Ὄργανα τοῦ σώματος: ‫( אזְנּי ים‬οζνάγιμ) ὦτα, ‫ ּרגְ ּלי ים‬δύο πόδες.
(β΄) Ἀντικείμενα ἐμφανιζόμενα ὡς διπλά: ‫ מֶלְקָחּיים‬λαβίδα, τσιμπίδα, ‫ דְלָתּיים‬δίφυλλη θύρα.
(γ΄) Διπλὰ καὶ πολλαπλασιαστικὰ ἀριθμητικά: ‫שנּי ים‬
ְ δύο, ‫ שיבְעָתּיים‬ἑπταπλάσιος.

Τὰ ἐπίθετα, ὅπως ἔχουμε δεῖ, συμφωνοῦν κατὰ γένος καὶ ἀριθμὸ μὲ τὰ ὀνόματα ποὺ
προσδιορίζουν, π.χ. ἡ καλὴ γυναῖκα ‫שה הּטובָה‬
ָ ‫ ָה יא‬, καλὰ χρόνια ‫שניים טובות‬
ָ .
Μερικὰ ὀνόματα ἀπαντοῦν μόνον στὸν πληθυντικὸ ἀριθμό· τὰ πιὸ κοινὰ εἶναι: ‫שָמּ י ים‬
οὐρανός, ‫ מּיים‬ὕδωρ, ‫ ָפניים‬πρόσωπο, ‫( חּייים‬καὶ στὸν ἑνικὸ ‫ )חּי‬ζωή, ‫ עמלומיים‬νεότης, ‫ ז ְ ֻקניים‬γῆρας.
Κοινὰ ἀρσενικὰ ὀνόματα μὲ θηλυκὴ κατάληξη ‫ות‬- στὸν πληθυντικό:
‫אב‬ πατέρας. ּ‫ מיזְבֵח‬θυσιαστήριο. ‫עור‬ δέρμα.
‫חמלום‬ ὄνειρο. ‫ מָקום‬τόπος. ‫קול‬ φωνή
‫ ֵלבָב‬,‫ לֵב‬καρδιά. ‫ ְבאֵר‬πηγάδι. ‫ש ְלחָן‬
ֻ τραπέζι.
‫ּליְלָה‬ νύκτα. ‫אות‬ σημεῖον· θαῦμα. ‫שֵם‬ ὄνομα
‫שופָר‬ σάλπιγξ ‫ מּקֵל‬βακτηρία. ‫ יכסֵא‬θρόνος, κάθισμα.

Κοινὰ θηλυκὰ ὀνόματα μὲ ἀρσενικὴ κατάληξη στὸν πληθυντικό:


‫ ֵֶאבֶן‬πέτρα. ‫ עייר‬πόλη. ‫ְעורה‬
ָ ‫ ש‬κριθή.
‫שה‬
ָ ‫ יא‬γυναῖκα. ‫ חיטָה‬σῖτος. ‫ימלָה‬ λόγος.
‫ יונָה‬περιστέρι. ‫ ֵאלָה‬τερέβινθος. ‫תְ ֵאנָה‬ συκῆ.

23
‫ אֵֹזֶן‬οὖς, αὐτὶ (θ.). ‫ כוכָב‬ἄστρο. ‫ רֵֶגֶל‬πόδι.
‫ פּר‬βοῦς, βόδι. ‫ מידְ בָר‬ἔρημος. ‫ נֵּעּל‬σανδάλι.
‫ שָמּע‬ἀκούω. ‫ עֵץ‬δένδρο, ξύλο. ‫ דָג‬ψάρι.
‫ יֵֶלֶד‬ἀγόρι, παιδί. ‫שפָה‬
ָ χεῖλος (θ.). ‫ לָקָח‬παίρνω, λαμβάνω.
‫ עּל־‬ἐπί. ‫ קָדוש‬ἅγιος. ‫שב‬
ּ ָ ‫ י‬κάθομαι.
‫ אֶל־‬εἰς, πρός. ‫ צּדי יק‬δίκαιος. ‫שבָת‬
ּ Σάββατο.
‫ אֵש‬πῦρ. ‫ קֵֶרֶן‬κέρας, κέρατο. ‫ המלם‬πρὸς τὰ ἐδῶ, ἐδῶθε.
‫ ז ְקֻ ניים‬τὸ γῆρας. ‫ אב‬πατήρ. ‫ סוס‬ὁ (ἀρσ.) ἵππος.
‫ ֵלבָב‬,‫ לֵב‬καρδιά. ‫ בְאֵר‬φρέαρ, πηγάδι. ‫ש ְלחָן‬
ֻ τραπέζι.
‫ שְנּיים‬δύο. ‫ שָרָה‬ἀρχόντισσα, πριγκίπισσα. ‫ שופָר‬σάλπιγξ.
‫ שְנָתּיים‬ἑπταπλάσιος. ‫ בֵן‬υἱός. ‫ בָנות‬θυγατέρες.

Ἄσκηση 8
12. ‫ שֻ ְלחָנות‬11. ‫ ּרגְ ּלי ים‬10. ‫ ע יָרים‬9. ‫ ְבאֵרות‬8. ‫ ְלבָבות‬7. ‫ ז ְקֻ ניים‬6. ‫ ּהי ְּרכָתּ י ים‬5. ‫ ּהי ָדּ י ים‬4. ‫ אבות‬3. ‫ סו ּסי ים‬2. ‫ דְ ב יָרים‬1.
‫ טוביים‬19. ‫ עֵינּי ים וְאזְנּי ים‬18. ‫ גְדולָה ּהש ָָרה‬17. ‫ אבות טוביים‬16. ‫ הּסוס ְוהּסוסָה‬15. ‫ שופָרות‬14. ‫שנָתּ י ים‬
ְ 13. ‫אמ ָבניים‬
.‫ ָבניים ובָנות‬20 ‫וְטובות‬

1. Λόγοι (λόγια). 2. Δύο ἄλογα. 3. Πατέρες. 4. Τὰ δύο χέρια. 5. Οἱ δύο πλευρές. 6. Γηρατειά. 7.
Καρδιές. 8. Πηγάδια. 9. Πόλεις. 10. Δύο πόδια. 11. Τραπέζια. 12. Πέτρες. 13. Ἑπταπλάσιος. 14.
Σάλπιγγες. 15. Ὁ ἵππος καὶ ἡ ἵππος. 16. Καλοὶ πατέρες. 17. Μεγάλη (εἶναι) ἡ ἀρχόντισσα. 18. Δύο
μάτια καὶ δύο αὐτιά. 19. Καλοὶ καὶ καλές. 20. Υἱοὶ καὶ θυγατέρες.

24
10. Ἀντωνυμίες.
Ὑπάρχουν ἀντωνυμίες χωριστὲς καὶ ἀντωνυμίες ἀχώριστες. Ἡ προσωπικὴ ἀντωνυμία
χρησιμοποιεῖται μόνον γιὰ ἐκφράσει τὴν ὀνομαστικὴ πτώση, ἀλλὰ σὲ ἀποσπασματικὴ μορφὴ
προσαρτᾶται σὲ ἄλλες λέξεις γιὰ νὰ ἐκφράσει τὶς πλάγιες πτώσεις.
Οἱ τύποι τῆς προσωπικῆς ἀντωνυμίας εἶναι οἱ ἑξῆς:

Ἑνικὸς Πληθυντικὸς
‫ מאניי‬ἢ ‫ אנֹכיי‬ἐγὼ ‫ מא ֵּנחְנו‬ἐμεῖς
‫ אּתָ ה‬ἐσὺ (ἀρσ.) ‫ אּתֶם‬ἐσεῖς (ἀρσ.)
ְ‫ אּת‬ἐσὺ (θηλ.) ‫ אּתֵֵ נָה‬,‫ אּתֶ ן‬ἐσεῖς (θηλ.)
‫ הוא‬αὐτὸς ‫ ֵֵה ָמה‬,‫ הֵם‬αὐτοὶ
‫ הייא‬αὐτὴ ‫ )הֵן( ֵֵהנָה‬αὐτὲς

«Ἐν τῇ παύλῃ» γίνονται τροποποιήσεις, π.χ. α΄ ἑνικὸ ‫אניי‬, β΄ ἀρσ, ἑνικὸ ‫אָתָ ה‬, β΄ θηλ. ἑνικὸ
ְ‫אָת‬, α΄ πληθ. ‫ מא ֵָנחְנו‬. Οἱ δεύτεροι θηλυκοὶ τύποι τοῦ πληθυντικοῦ εἶναι καὶ οἱ δύο σπάνιοι.
Τὸ γ΄ πρόσωπο τῆς προσωπικῆς ἀντωνυμίας ἐνίοτε χρησιμοποιεῖται ὡς copula, δηλαδὴ ὡς
συνδετικὸ ῥῆμα ἀντὶ τοῦ «εἰμὶ» στὸ κατάλληλο, ἐννοεῖται, γένος καὶ ἀριθμό:
Ἡ γυναῖκα εἶναι καλὴ – ‫שה הייא טובָה‬
ָ ‫ ָה יא‬.
Τὰ ὄρη εἶναι ὑψηλὰ – ‫ ֶהה יָרים הֵם ָרמיים‬.
Ὁ Κύριος (ὁ Γιαχβὲ) εἶναι Θεὸς – ‫יהוה הוא ָה לאלהיים‬.
Κάποιες φορὲς τὸ γ΄ πρόσωπο χρησιμοποιεῖται μὲ ὑποκείμενο β΄ προσώπου, π.χ. σὺ εἶσαι ὁ Θεὸς
‫אּתָ ה הוא הָאל להיים‬.

Δεικτικὲς ἀντωνυμίες

Ἀρσενικὸ Θηλυκὸ
αὐτὸς ‫זֶה‬ ‫זֹאת‬
αὐτοὶ ‫ֵאלֶה‬ ‫ֵאלֶה‬
ἐκεῖνος ‫הוא‬ ‫הייא‬
ἐκεῖνοι ‫ ֵֵה ָמה‬,‫הֵם‬ ‫)הֵן( ֵֵהנָה‬

Ὅταν ἡ δεικτικὴ ἀντωνυμία χρησιμοποιεῖται σὰν ἐπίθετο, ἕπεται τοῦ ὀνόματος ποὺ
προσδιορίζει καὶ παίρνει καὶ ἄρθρο, π.χ. τὸ «ἐκείνη τὴν ἡμέρα» θὰ γίνει ‫הּיום הּהוא‬. Ὅταν

25
χρησιμοποιεῖται ὡς κατηγορούμενο, δὲν παίρνει ἄρθρο, π.χ. αὐτὸς εἶναι ὁ καλὸς ἄνθρωπος, ‫ז ֶה הָאי יש‬
‫הּטוב‬. Ὅταν ἡ ἐγγὺς δεικτικὴ ἀντωνυμία (αὐτὸς ἐδῶ) ἐπαναλαμβάνεται, δημιουργεῖ ἀντιθετικὴ
σύνταξη, «ὁ/ἡ μὲν ... ὁ/ἡ δὲ» (‫ זֶה‬... ‫ זֶה‬ἢ ‫ זֹאת‬... ‫ )זֹאת‬καὶ «μερικοὶ ... (ἐνῷ) ἄλλοι» (‫ ֵאלה‬... ‫) ֵאלה‬.

Τὸ ἐρωτηματικὸ μόριο ‫ה‬.


Ἡ ἀπουσία ἐρωτηματικοῦ σημείου στὴν βιβλικὴ ἑβραϊκὴ καθιστᾷ ἀναγκαῖο κάποιου εἴδους
ἐρωτηματικὸ πρόθημα στὶς ἁπλὲς ἐρωτήσεις. Ἕνα τέτοιο πρόθημα εἶναι τὸ ἐρωτηματικὸ μόριο ‫ה‬,
τὸ ὁποῖο φωνηεντίζεται ὡς ἑξῆς:
(α΄) Πρὸ τῶν κοινῶν συμφώνων φωνηεντίζεται ‫המ‬, π.χ. ‫ מהז ֶה‬εἶναι αὐτός;
(β΄) Πρὸ ἁπλοῦ šεβὰ φωνηεντίζεται ‫ ּה‬, π.χ. ‫ ּה ְמא ֹד‬πολύ;
(γ΄) Πρὸ λαρυγγοφώνου δίχως κᾶμετς φωνηεντίζεται ּ‫ה‬, π.χ. ‫ ּהאּתָ ה‬ἐσὺ εἶσαι;
(δ΄) Πρὸ λαρυγγοφώνου μὲ κᾶμετς φωνηεντίζεται μὲ σεγώλ, ‫ ֶה‬, π.χ. ‫ הֶ ָחז ָק‬εἶναι ἰσχυρός;

Ἐρωτηματικὲς ἀντωνυμίες
Δύο ἀκόμη ἐρωτηματικὲς ἀντωνυμίες εἶναι ἐν χρήσει: ἡ ‫ מיי‬ποιός, ά, ό/ποιοί, ές, ά(;), καὶ ἡ
‫ מָה‬τί; Καὶ οἱ δύο εἶναι ἄκλιτες, ἐνῷ συνήθως προτάσσονται τῆς προτάσεως. Ὁ φωνηεντισμὸς τῆς ‫מָה‬
εἶναι ἀκριβῶς ὅπως τοῦ ἄρθρου· συνδέεται μέσῳ μακκὲφ μὲ τὴν ἑπομένη λέξη, ἡ ὁποία παίρνει καὶ
διπλωτικὸ dαγέš, ἂν δὲν ἀρχίζει ἀπὸ λαρυγγόφωνο ἢ ‫ר‬, π.χ. ‫ ָמה־ז ֶה‬τί εἶναι αὐτό; ‫ ָמה־ מאניי‬ποιός εἶμαι
ἐγώ;
Ἡ ‫ מָה‬μπορεῖ νὰ ἐκφράζει καὶ θαυμασμό, π.χ. ‫ה־נורא ּה ָמקום ּהז ֶה‬
ָ ‫ ָמ‬τὶ φοβερὸς αὐτὸς ὁ τόπος!
(Γεν. 28,17). Πρὸ ῥημάτων καὶ ἐπιρρημάτων ἐπέχει θέση ἐπιρρήματος, π.χ. ‫ ָמה־טוב‬πόσο καλά! Οἱ
ἀντωνυμίες ‫ מי י‬καὶ ‫ מָה‬μποροῦν νὰ εἶναι καὶ ἀόριστες, «ὅποιος» καὶ «ὅ,τι».

Ἀναφορικὲς ἀντωνυμίες
Ἡ ἄκλιτη λέξη ‫ מאשֶר‬λειτουργεῖ ὡς ἀναφορικὴ ἀντωνυμία γενικοῦ τύπου· τὸ νόημά της
ἐξειδικεύεται ἀπὸ τὴν συνάφεια. Ἔτσι, ἐνῷ στὰ ἑλληνικὰ λέμε «τὸ σπίτι ὅπου κατοικοῦσε (‫»)שָ כּן‬,
αὐτὸ στὰ ἑβραϊκὰ ἀποδίδεται μὲ ἰδιωματισμό, «τὸ σπίτι ὅπου κατοικοῦσε ἐκεῖ», δηλ. ‫שכּן‬
ָ ‫ּה ֵּבי ית מאשֶר‬
‫שָ ם‬. Ὁμοίως «τὸ σπίτι ἀπ᾿ ὅπου ἦλθε (‫ »)בָא‬γίνεται ‫ ּה ֵּבי ית מאשֶר בָא ימשָם‬, δηλ. «τὸ σπίτι ἀπὸ ἐκεῖ ἀπ᾿
ὅπου ἦλθε» (τὸ σπίτι [ἀπ᾿ ὅ]ποὺ ἦλθε ἀπὸ ἐκεῖ).
Προσέξτε τοὺς παρακάτω συνδυασμούς:
‫ שָם‬ἐκεῖ. ‫ שָם‬... ‫ מאשֶר‬ὅπου.
‫ שֵָמָה‬πρὸς τὰ ἐκεῖ, ἐκεῖσε. ‫ ֵָש ָמה‬... ‫( מאשֶר‬πρὸς) ἐκεῖ ὅπου.

26
‫שם‬
ָ ‫ מי‬ἀπὸ ἐκεῖ, ἐκεῖθεν. ‫ ימשָם‬... ‫ מאשֶר‬ἀπὸ ὅπου.

Ἄλλες ἀντωνυμικὲς ἐκφράσεις:


‫ שָם‬... ‫ שָם‬ἐδῶ (μὲν) ... ἐκεῖ (δέ).
‫ אי יש‬... ‫ לא‬οὐδεὶς (οὔτε ἕνας ἄνδρας).
‫ כ ֹל‬... ‫ לא‬ἢ ‫ לא‬... ‫ כֹל‬οὐδείς.
‫ אייש‬... ‫ אייש‬ὁ μὲν ... ὁ δέ.
‫ אֵ לֶה‬... ‫ אֵ לֶה‬ἄλλοι μὲν ... ἄλλοι δὴ ἢ οἱ μὲν ... οἱ δέ.

‫ עָשָ ה‬ποιῶ, κάνω. ‫תורה‬


ָ νόμος, διδαχή. ‫ גיבור‬δυνατός, παλληκάρι,
‫ ֵשֶ מֶש‬ἥλιος. ‫ פֶה‬στόμα. πολεμιστής· ἥρωας.
‫ נֵֶפֶש‬ψυχή· ζωὴ (θ.). ‫ נָתּן‬δίδω· θέτω. ‫ שייר‬ᾆσμα· τραγούδι.
‫ בּיית‬οἶκος. ‫ זָכּר‬ἐνθυμοῦμαι. ‫ רו ּח‬ἄνεμος· πνεῦμα (θ.).
‫ בֵן‬υἱός. ‫שכּח‬
ָ λησμονῶ. ‫שמּר‬
ָ φυλάσσω· τηρῶ· ἐπιτηρῶ.
‫ י ָּרד‬κατεβαίνω. ‫ דָם‬αἷμα. ‫ יָם‬θάλασσα.
‫ סוס‬ὁ ἵππος. ‫ אסּף‬συναθροίζω. ‫ ּמ ְלכָה‬βασίλισσα.
‫ מי ְצוָה‬ἐντολή. ‫ לא‬ὄχι· δέν. ‫ דֵֶ ֶרך‬ὁδός.
‫ אמ הָה‬ἀλίμονο! φεῦ! ‫ בְרָכָה‬εὐλογία. ‫ מָקום‬τόπος.
‫ עָצום‬ἰσχυρός. ‫ ְמא ֹד‬σφόδρα, πολύ. ‫ חָכָם‬σοφός.

Ἄσκηση 9
‫ מּ ה־ז ֹאת‬7. ‫יבורים הָאֵ לֶה‬
‫ ּהג י‬6. ‫ ּמ־הייא‬5. ‫ הוא אייש טוב‬4. ‫ אּתְ ּהבּת הּטובָה‬3. ‫ הּחשֶך ּהגָדול הוא הּלָ יְלָה‬2. ‫ אמ ניי ָהאייש‬1.
‫ ּהשָמּ י ים ּה ֵה ָמה‬12. ‫ ֵאלֶה ָה מאנָשיים ּה מח ָכמיים‬11. ‫ ֶהעָצום ְמא ֹד הוא‬10. ‫ה־רם ּה ָמקום ּהז ֶה‬
ָ ‫ ָמ‬9. ‫ ּהבּת הּטובָה ּההייא‬8. ‫שה‬
ָ ‫אמשֶר ָע‬
‫ הוא הָאי יש אמשֶר‬18. ‫ ּמ־הֵיכָל‬17. ‫ ָמה־עייר‬16. ‫ ז ֶה ָהאייש הּטוב ְו ֶהעָצום‬15. ‫ ָהאייש הּטוב ּהז ֶה‬14. ‫שה הּז ֹאת‬
ָ ‫ טובָה ָה יא‬13.
.‫ָארץ ְו ּהי ָם‬
ֶ ‫ש ּמי ים ְוה‬
ָ ‫ ֵאלֶה ּה‬20. ‫ָארץ ּהגְדולָה‬
ֶ ‫ מאניי ּה ֶמלֶך ֶהעָצום מאשֶר עּל־ה‬19. ‫עּל־הּבָ י ית‬

1. Ἐγὼ εἶμαι ὁ ἄνδρας. 2. Τὸ μέγα σκότος εἶναι ἡ νύκτα. 3. Ἐσὺ εἶσαι ἡ καλὴ θυγατέρα. 4. Αὐτὸς
εἶναι καλὸς ἄνθρωπος. 5. Τί εἶναι αὐτό; 6. Αὐτοὶ οἱ ἥρωες (ἢ δυνατοὶ πολεμιστές). 7. Τί εἶναι αὐτὸ
ποὺ ἔκανε; 8. Αὐτή ἡ καλὴ κόρη. 9. Τλι ψηλὸ (ποὺ) εἶναι αὐτὸ τὸ μέρος! 10. Αὐτὸς εἶναι πολύ
δυνατός; 11. Αὐτοὶ εἶναι οἱ σοφοὶ ἄνδρες. 12. Αὐτοὶ οἱ οὐρανοί.13. Αὐτὴ ἡ γυναῖκα εἶναι καλή. 14.
Αὐτὸς ὁ καλὸς ἄνθρωπος. 15. Αὐτὸς εἶναι ὁ καλὸς καὶ (ὁ) δυνατὸς ἄνδρας. 16. Τί πόλη! 17. Τί
ἀνάκτορο! 18. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἄνδρας ποὺ εἶναι ἐπὶ (κεφαλῆς) τοῦ σπιτιοῦ. 19. Ἐγὼ εἶμαι ἰσχυρὸς

27
βασιλεύς, ποὺ εἶναι ἐπὶ κεφαλῆς τῆς μεγάλης χώρας. 20. Αὐτὰ εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ καὶ τὸ
ὕδωρ.

28
11. Ἀχώριστες προθέσεις.
Οἱ προθέσεις ποὺ πρόκειται νὰ ἐξετάσουμε ἦσαν ἀρχικῶς ὀνόματα. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ
χρόνου ὅμως ἀπέκτησαν προσφηματικὴ μορφὴ καὶ πάντοτε προστίθενται στὴν ἀρχὴ τῆς λέξεως
ποὺ ἀκολουθεῖ. Εἶναι οἱ ἑξῆς:
‫ ב‬ἐν (ἐντός)· διὰ (τοῦ), μὲ (τόν)· ἴσως ἀπὸ ἀρχικὸ ‫( בֵית‬οἶκος).
‫ כ‬ὡς, σάν· συμφώνως πρὸς (= κατὰ)· περίπου· ἴσως ἀπὸ ἀρχικὸ ‫( כֵן‬οὕτω, ἔτσι).
‫ ל‬εἰς· γιὰ (λογαριασμὸ τινός), πρὸς (= μὲ σκοπό)· ἴσως ἀπὸ ἀρχικὸ ‫( אֶל־‬πρός).
Οἱ κανόνες τοῦ φωνηεντισμοῦ τους ἔχουν ὡς ἑξῆς:
(α΄) Ἡ συνήθης στίξη εἶναι ἁπλὸ šεβά, π.χ. ‫ ְבעייר‬ἐν τῇ πόλει, ‫ ְכ ֵֶאבֶן‬σὰν πέτρα.
(β΄) Πρὸ ἑτέρου šεβά παίρνουν χῖρεκ μὲ τὶς γνωστὲς συνέπειες, π.χ. ‫( ילב ְָרכָה‬ὡς εὐλογία)· ὄχι ‫ ְלב ְָרכָה‬.
(γ΄) Πρὸ λαρυγγοφώνου μὲ χατὲφ τὸ šεβὰ ἀντικαθίσταται μὲ τὸ ἀντίστοιχο βραχὺ φωνῆεν τοῦ
χατέφ, π.χ. ‫ כּאמריי‬ὡς λέων. Ἐξαίρεση συνιστοῦν ὀνόματα ὅπως τὸ ‫ לאלהיים‬γιὰ παράδειγμα, ποὺ
ἀπαντοῦν συχνὰ στὸ κείμενο τῆς Γραφῆς· σ᾿ αὐτὰ τὸ ‫ א‬καθίσταται ἄφωνο, φεύγει καὶ τὸ χατὲφ
σεγώλ, καὶ ἡ πρόθεση παίρνει τσέρε, δηλ. ‫לֵאלהיים‬. Στὸ θεῖο ὄνομα ‫יהוה‬, ποὺ ἔχει τὰ φωνήεντα τοῦ
‫אמדֹנָי‬, ἡ πρόθεση παίρνει πάθαχ, δηλ. ‫לּ יהָֹה‬, ὅπως καὶ ‫( לּאדונָי‬ὄχι ‫)לּאמדונָי‬.
(δ΄) Πρὸ τοῦ τόνου τὸ φωνῆεν τῶν προθέσεων εἶναι συχνὰ κᾶμετς, π.χ. ‫ בָמֵּיים‬ἐν ὕδατι, ‫ לָבֵֶטח‬μὲ
ἀσφάλεια, ἐν ἀσφαλείᾳ.
(ε΄) Πρὸ τοῦ ἄρθρου ἡ πρόθεση ἐκτοπίζει τὸ ‫ ה‬τοῦ ἄρθρου καὶ παίρνει ὄχι μόνο τὴν θέση του, ἀλλὰ
καὶ τὸ φωνῆεν του, π.χ. τὸ ‫ ְל ָהאייש‬γίνεται ‫ ָלאייש‬, καὶ τὸ ‫ ְב ּה ֵֵספֶר‬γίνεται ‫בּסֵפֶר‬.

Ἡ πρόθεση ְ‫ ל‬ὑποδεικνύει συχνὰ δοτικὴ κτητική, ὅπως στὴν φράση «ὁ ἄνδρας ἔχει μιὰ
κόρη», ὁ ὁποία ἀποδίδεται διὰ τοῦ ‫( בּת ָלאייש‬θυγάτηρ τῷ ἀνδρί ἐστι).
Οἱ ἀχώριστες προθέσεις προσκολλῶνται συχνὰ στὸ ‫מה‬, γιὰ νὰ διαμορφώσουν ἐπιρρήματα,
ὅπως ‫ ֵָל ָמה‬ἢ ‫ ָל ֵָמה‬εἰς τί; ἵνα τί; γιατί; ‫ בּמָה‬ἢ ‫ ּב ֶמה‬ἐν τίνι; μὲ τί; ‫ ּכ ָמה‬ἢ ‫ ּכ ֶמה‬πόσο; ‫ עּד־ ָמה‬,‫ עּד־ ֶמה‬ἕως πότε;
‫ עּל־מָה‬,‫ עּל־מֶה‬γιατί; γιὰ ποιόν λόγο;

Ἡ πρόθεση ‫ מין‬ἄλλοτε εἶναι χωριστὴ καὶ ἄλλοτε ἀχώριστη. Ὅταν ἀκολουθεῖ ἄρθρο, μπορεῖ
νὰ παραμένει χωριστὴ καὶ συνδεόμενη μὲ μακκέφ, π.χ. ‫( םין־ ָהעייר‬ἀπὸ τὴν πόλη) ἢ νὰ προσαρτᾶται
ἀπ᾿ εὐθείας στὴν ἑπομένη λέξη· σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ τελικὸ ‫ ן‬ἐκπίπτει, καὶ τὸ χῖρεκ
ἐκτείνεται σὲ τσέρε (ἀντέκταση), π.χ. ‫( מֵהָעיר‬ἀπὸ τὴν πόλη). Τὸ ‫ מין‬δὲν ἐκτοπίζει τὸ ἄρθρο.
Πρὸ μὴ λαρυγγοφώνου τὸ τελικὸ ‫ ן‬ἀφομοιώνεται πρὸς τὸ ἑπόμενο σύμφωνο, τὸ ὁποῖο
παίρνει διπλωτικὸ dαγέš, π.χ. ‫( ימ ֶמלֶך‬ἀπὸ ἕναν βασιλέα) ἀντὶ ‫מינְמֶלֶך‬. Τὸ dαγὲš μπορεῖ νὰ

29
παραλείπεται, ὅταν τὸ γράμμα ἔχει ἁπλὸ šεβά, π.χ. ‫( מימְליילות‬ἐκ στάχεων) ἀντὶ ‫ ימ ְמליילות‬. Ὅταν τὸ
ἀρχικὸ εἶναι ְ‫ י‬, παραλείπεται τόσο τὸ dαγὲš ὅσο καὶ τὸ šεβά, τὸ δὲ γιὼδ συγχωνεύεται μὲ τὸ χῖρεκ σὲ
πλῆρες μακρὸ χῖρεκ, π.χ. ‫ייריחו‬
‫( מ י‬ἀπὸ Ἰεριχὼ) ἀντὶ ‫ ימי יְריחו‬. Πρὸ λαρυγγοφώνου ἢ ‫ ר‬μπορεῖ νὰ
χρησιμοποιηθεῖ ἡ πλήρης μορφή, ‫( מין־עייר‬ἀπὸ πόλεως) ἢ νὰ ἐκπέσει τὸ ‫ ן‬καὶ νὰ γίνει ἀντέκταση τοῦ
χῖρεκ σὲ τσέρε, π.χ. ‫( מֵעֵץ‬ἀπὸ δένδρο) ἀντὶ τοῦ ἐπίσης ὀρθοῦ ‫מין־עֵץ‬, μὲ τὴν πρόθεση χωριστά.

‫ אמריי‬λέων. ‫ ְב ֵה ָמה‬κτῆνος, ζῷον. ‫ ב יְרית‬διαθήκη.


‫ חממור‬ὄνος. ‫ שָבּת‬ἡσυχάζω, ἀναπαύομαι. ‫ עּד־עולָם‬αἰωνίως.
‫ אדָם‬ἄνθρωπος (γενικῶς). ‫שפּך‬
ָ χέω. (ְ‫ מָשּל )ב‬κυβερνῶ.
‫ אמדָמָה‬ἔδαφος, ἐπιφάνεια τῆς γῆς. ‫ שָאל‬ἐρωτῶ. ‫ פָעּל‬ποιῶ.
‫ כָתּב‬γράφω. ‫ תְפילָה‬προσευχή. ‫ שְמו ֵאל‬Σαμουήλ.
‫ כָרּת‬κόπτω. ‫ עּד־‬ἕως. ‫ יוסֵף‬Ἰωσήφ.
‫ י ְהוישֻ ּע‬Ἰησοῦς. (‫ רּב )רּביים‬πολύς. ‫ אח‬ἀδελφός.
‫ מי צ ְּרי ים‬Αἴγυπτος. ‫ מֵעולָם‬ἔκπαλαι. ‫שלום‬
ָ εἰρήνη· ὑγεία· ἀσφάλεια.
‫ ע יולָם‬αἰών, διάρκεια. (‫ אֶרֶץ )הָארֶץ‬γῆ. ‫ יהוה‬Γιαχβέ, ὁ Κύριος.
‫ לֵֶחֶם‬ἄρτος.

Ἄσκηση 10
‫ מֵחשֶך‬8. ‫ ֶלחֶם ָו ּמי ים הֵם טוביים מְ א ֹד‬7. ‫ בֵן ּל ֶמלֶך‬6. ‫ יום ָו ּליְלָה הֵם ּבשָמָ י ים‬5. ‫ ילשְמו ֵאל‬4. ‫ לָ ֳחליי‬3. ‫ כּיהוָה‬2. ‫ בְשָ לום‬1.
‫ יהוה הוא בּשָ מָיים‬14. ‫ש ּע‬
ֻ ‫ לייהו‬13. ‫ כּאמריי‬12. ‫ בֵאלהיים‬11. ‫ ָה לאלהיים הוא ּבהֵיכָל ּהז ֶה‬10. ‫ ָעפָר מין־ ָהאמדָ ָמה מאנָ חנו‬9. ‫עּד־הּיום‬
‫ בּת ובֵן‬20. ‫ ָהעָם ֶה ָחכָם הוא ּבהֵיכָל ָבע ֶֶרב‬19. ‫ ּההֵיכָל הוא ּל ֶמלֶך‬18. ‫ ָבהָר ה ָָרם בּבֹקֶר‬17. ‫ ּהבֵן הוא ּכ ֶמלֶך‬16. ‫ מי ן־ ָההָר‬15.
.‫ּלנָבייא‬

1. Ἐν εἰρήνῃ. 2. Ὅπως ὁ Κύριος. 3. Εἰς ἀσθένειαν (= γιὰ νὰ προκληθεῖ ἀρρώστια). 4. Στὸν


Σαμουήλ. 5. Ἡ ἡμέρα καὶ ἡ νύχτα εἶναι στοὺς οὐρανούς. 6. Ὁ βασιλεὺς ἔχει υἱόν (= υἱὸς τῷ βασιλεῖ
ἐστι). 7. (Τὸ) ψωμί καὶ (τὸ) νερὸ εἶναι πολὺ καλά. 8. Ἀπὸ τὸ σκοτάδι μέχρι τὴν ἡμέρα. 9. Χῶμα ἀπὸ
τὸ ἔδαφος εἴμαστε. 10. Ὁ Θεὸς εἶναι μέσα στὸν ναό. 11. Ἐντὸς τοῦ Θεοῦ. 12. Σὰν λιοντάρι. 13.
Στὸν Ἰησοῦ. 14. Ὁ Κύριος εἶναι στοὺς οὐρανοὺς (ἢ στὸν οὐρανό). 15. Ἀπὸ τοῦ ὄρους. 16. Ὁ υἱὸς
εἶναι ὅπως ὁ βασιλεύς. 17. Στὸ ψηλὸ βουνὸ τὸ πρωί. 18. Τὸ ἀνάκτορο εἶναι τοῦ βασιλέως (τῷ
βασιλεῖ ἐστι). 19. Ὁ σοφὸς λαὸς (= οἱ σοφοὶ ἄνθρωποι) εἶναι (= βρίσκονται) στὸν ναὸ (κατὰ) τὴν
ἑσπέρα. 20. Ὁ προφήτης ἔχει μιὰ κόρη καὶ ἕναν γιό.

30
12. Τὸ ῥῆμα· ἡ σειρὰ τῶν λέξεων.
Τὸ ῥῆμα τίθεται πρῶτο στὴν πρόταση καὶ γενικῶς προηγεῖται τοῦ ὑποκειμένου. Τὸ ἄμεσο
ἀντικείμενο στὸ πεζό λόγο ὁρίζεται μὲ τὸ μόριο ‫אֵת‬, τὸ ὁποῖο δεικνύει τὴν αἰτιατική. Ἐὰν τὸ ὄνομα
εἶναι ἀόριστο ἢ εἶναι ἔμμεσο ἀντικείμενο, τότε δὲν χρησιμοποιεῖται τὸ μόριο τῆς αἰτιατικῆς. Στὸν
ποιητικὸ λόγο ἡ χρήση τοῦ μορίου τῆς αἰτιατικῆς εἶναι περιορισμένη. Ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ ‫אֵת‬
συνδέεται μὲ τὸ ἀκολουθοῦν ὄνομα μὲ μακκέφ· σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ τσέρε βραχύνεται
μεταβαλλόμενο σὲ σεγώλ, ‫אֶת־‬. Ἐὰν ὑπάρχουν περισσότερα τοῦ ἑνὸς ἄμεσα ἀντικείμενα, τὸ μόριο
τῆς αἰτιατικῆς ἐπαναλαμβάνεται γιὰ τὸ καθένα χωριστά.
Ἡ ἁπλούστερη μορφὴ τοῦ ῥήματος στὰ ἑβραϊκὰ εἶναι τὸ γ΄ ἑνικὸ πρόσωπο τοῦ
τετελεσμένου χρόνου τῆς ἐνεργητικῆς φωνῆς. Σ’ αὐτὸ τὸ πρόσωπο ἀναζητοῦμε τὰ ῥήματα στὰ
λεξικά. Ἔτσι, π.χ. ‫ קָטּל‬δὲν σημαίνει στὴν πραγματικότητα «φονεύω», ὅπως γράφεται στὰ λεξιλόγια
ἢ στὰ λεξικά, ἀλλὰ «αὐτὸς ἐφόνευσε». Ἡ κλίση τοῦ ῥήματος ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς προσθήκης τῶν
καταλήξεων τῆς προσωπικῆς ἀντωνυμίας στὴν ῥίζα τοῦ ῥήματος, τηρουμένων τῶν συνήθων
τροποποιήσεων τοῦ φωνηεντισμοῦ λόγῳ τῆς μεταθέσεως τοῦ τόνου. Τὸ ῥῆμα ‫ קָטּל‬χρησιμεύει ὡς
πρότυπο στὴν κλίση τοῦ ῥήματος, καθὼς ἀπεικονίζει μὲ μεγάλη ἀκρίβεια τὸν τρόπο τῆς κλίσεως,
μολονότι εἶναι μιὰ σπάνια λέξη, ποὺ ἀπαντᾷ μόνον στὴν ποίηση.
Τὸ ἑβραϊκὸ ῥῆμα στὴν πραγματικότητα δὲν ἔχει χρόνους· ἔχει δύο «τύπους», τὸν
τετελεσμένο καὶ τὸν μή τετελεσμένο. Ὁ τετελεσμένος τύπος ἐκφράζει πράξη συντελεσθεῖσα, ἐνῷ ὁ μὴ
τετελεσμένος τύπος ἐκφράζει πράξη μὴ συντελεσθεῖσα. Οἱ διάφορες ἀποχρώσεις τῆς ὑποτακτικῆς
ἐντάσσονται στὸν μὴ τετελεσμένο. Ὁ τετελεσμένος «χρόνος» τῆς ἐνεργητικῆς διαθέσεως, τῆς
γνωστῆς ὡς Qal διαθέσεως, κλίνεται ὡς ἑξῆς:

‫קָטּל‬ ἐφόνευσε, ἔχει φονεύσει 3ο ἑνικὸ ἀρσενικὸ


‫קָטְלָה‬ ἐφόνευσε, ἔχει φονεύσει 3ο ἑνικὸ θηλυκὸ
ָ‫ קָטֵּלְת‬ἐφόνευσες, ἔχεις φονεύσει 2ο ἑνικὸ ἀρσενικὸ
ְ‫ קָטֵּלְת‬ἐφόνευσες, ἔχεις φονεύσει 2ο ἑνικὸ θηλυκὸ
‫קָטֵּלְתיי‬ ἐφόνευσα, ἔχω φονεύσει 3ο ἑνικὸ κοινὸ

‫קָטְלו‬ ἐφόνευσαν, ἔχουν φονεύσει 3ο πληθυντικὸ κοινὸ


‫קְטּלְתֶם‬ ἐφονεύσατε, ἔχετε φονεύσει 2ο πληθυντικὸ ἀρσενικὸ
‫קְטּלְתֶן‬ ἐφονεύσατε, ἔχετε φονεύσει 2ο πληθυντικὸ θηλυκὸ
‫קָטּלְנו‬ ἐφονεύσαμε, ἔχουμε φονεύσει 3ο πληθυντικὸ κοινὸ

31
Ἡ κλίση τοῦ μή τετελεσμένου ἔχει ὡς ἑξῆς:

‫ייקְטֹל‬ θὰ φονεύσει 3ο ἑνικὸ ἀρσενικὸ


‫תיקְטֹל‬ θὰ φονεύσει 3ο ἑνικὸ θηλυκὸ
‫תיקְטֹל‬ θὰ φονεύσεις 2ο ἑνικὸ ἀρσενικὸ
‫תיקְטְליי‬ θὰ φονεύσεις 2ο ἑνικὸ θηλυκὸ
‫ֶאקְט ֹל‬ θὰ φονεύσω 1ο ἑνικὸ κοινὸ

‫ייקְטְלו‬ θὰ φονεύσουν 3ο πληθυντικὸ ἀρσενικὸ


‫תי ק ְֵט ֹ ְלנָה‬ θὰ φονεύσουν 3ο πληθυντικὸ θηλυκὸ
‫תיקְטְלו‬ θὰ φονεύσετε 2ο πληθυντικὸ ἀρσενικὸ
‫תי ק ְֵט ֹ ְלנָה‬ θὰ φονεύσετε 2ο πληθυντικὸ θηλυκὸ
‫ניקְט ֹל‬ θὰ φονεύσουμε 1ο πληθυντικὸ κοινὸ

Ἡ ἄρνηση γίνεται μὲ τὸ μόριο ‫ לא‬πρὸ τοῦ ῥήματος. Ἔτσι ἡ πρόταση «ὁ ἄντρας δὲν φώναξε
τὸ ἀγόρι» θὰ γίνει ‫לא ק ָָרא ָהאייש אֶת־ ּהיֶלֶד‬.

‫ בָרָא‬δημιουργῶ. ‫ ֵּנעּל‬νεαρός. ‫ הָרּג‬φονεύω.


‫ אמּר‬λέγω. ‫ נּע ָמרה‬νεαρά, κορίτσι. ‫ אֹי ֵב‬ἐχθρός.
‫ ָהי ָה‬εἶμαι· γίγνομαι. ‫ עוף‬ὅ,τι πετάει, τὰ πτηνά. ‫ יהנֵה‬, ‫ הֵן‬ἰδού.
‫ סֵפֶר‬βιβλίο. ‫ אכּל‬τρώγω. ‫ י י ְצחָק‬Ἰσαάκ.
‫ סוסָה‬ἡ φορβάς,1 ἡ φοράδα. ‫ ש ָָרף‬σαράφ, τὸ φίδι ἀσπίς. ‫ מידְבָר‬ἔρημος.
‫ חָכָם‬σοφός. ‫ ָמחָר‬αὔριο. ‫ ָמחָה‬ἐξαλείφω.
‫ צָפון‬βορρᾶς. ‫ אצום‬ἰσχυρός.

Ἄσκηση 11
‫ כָתּ בְתי י‬4. ‫שפּך אֶת־הּדָ ם ּבמידְ בָר‬
ָ ‫ זָכ ְּרתי י אֵת ָהאייש מאשֶר‬3. ‫שה אֶת־הּקול ּבגּן ּהגָדול‬
ָ ‫ לא ׁשמ ְׁעה ָה יא‬2. ‫ ָשמּ עְתי י אֶת־ ּהנָביי‬1.
‫ ְו יהנֵה לָקּח הָאי יש‬7. ‫ יישְמ ֹר אֵת ּה ּמ ְלכָה הּטובָה ּבהֵיכָל‬6. ‫ ֵאלֶה הּסוסות הָ ָרעות מאשֶר הָ ּרגְנו ָבאמדָ ָמה‬5. ‫ּב ֵספֶר בּיום ּהז ֶה‬
‫ הָאי יש אמשֶר ב ָָרא‬10. ‫שמְרו אֶת־ ּה ימצְות מאשֶר נָתּ ן ָה לאלהיים‬
ְ ‫ תי‬9. ‫ָארץ‬
ֶ ‫ ְו ָהאייש י י ְצחָק גָדול ְמא ֹד ב‬8. ‫שה‬
ָ ‫שה הּז ֹאת ְל יא‬
ָ ‫אֶת־ ָה יא‬
ְ‫ א ּכלְת‬14. ‫ ק ָּרא ז ֶה ֶאל־ז ֶה וְאמּר גָדול יהוה‬13. ‫יבורים ְו ּהנְבייאיים ָה ֵאלֶה‬
‫ מיי ּהג י‬12. ‫ ֶאכְת ֹב ְב ֵספֶר‬11. ‫הָאל להיים הוא טוב‬

1. Οἱ ἢ αἱ «φορβάδες ἵπποι» στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἦταν τὰ ἄλογα (ἀσχέτως φύλου) ἐλευθέρας βοσκῆς ἐν ἀντιθέσει πρὸς
ὅσα τρέφονται (= φέρβονται) σὲ σταῦλο. «Φορβὰς» ἐχαρακτηρίζετο καὶ ἡ αὐτοσυντηρούμενη ἐκ πορνείας γυναῖκα.

32
‫ תי שְמ ְֹרנָה אֶת־הּדְ ב יָרים אמשֶר‬17. ‫ המלא נָתּ ן ָה לאלהיים בֵן ובּת ּלנָביי‬16. ‫שפּך דָ ם‬
ְ ‫שמּע יהוה אֶת־ ָהאייש מאשֶר לא־י י‬
ְ ‫ י י‬15. ‫מי ן־ ָהעֵץ‬
‫ לא יישְמ ֹר אֶת־הּדֶ ב יָרים אמשֶר נָתּ ן ּהנָבייא‬20. ‫שמּעתי י ּבהֵיכּ ל‬
ָ ‫ זָכ ְּרתי י אֶת־ מאשֶר‬19. ‫ ב ָָרא לאלהיים טוב ו ָָרע וְיום וָלָ יְלָה‬18. ‫ּב ֵספֶר‬
.‫לָעָם בּמידְבָר‬

1. Ἄκουσα τὸν προφήτη. 2. Ἡ γυναῖκα δὲν ἄκουσε τὴν φωνὴ στὸν μεγάλο κῆπο. 3. Ἐνθυμοῦμαι 1
τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχυσε τὸ αἷμα στὴν ἔρημο. 4. Ἔγραψα στὸ βιβλίο αὐτὴν τὴν ἡμέρα. 5. Αὐτὲς
εἶναι οἱ κακὲς (δηλ. οἱ ἄγριες) φοράδες ποὺ σκοτώσαμε ἐπὶ τοῦ ἐδάφους (δηλ. ἐπὶ τόπου). 6. (Ἔχει
ὑποχρέωση νὰ)2 φυλάει (δηλ. νὰ φρουρεῖ) τὴν καλὴ βασίλισσα μέσα στὸ ἀνάκτορο. 7. Καὶ ἰδού, ὁ
ἄνδρας πῆρε τὴν γυναῖκα αὐτὴ ὡς (= γιὰ) σύζυγο. 8. Καὶ ὁ ἀνὴρ Ἰσαὰκ (ἔγινε) πολὺ μεγάλος (δηλ.
σπουδαῖος) μέσα στὴν χώρα. 9. (Πρέπει νὰ) τηρεῖτε τὶς ἐντολὲς ποὺ ἔχει δώσει ὁ Θεός. 10. Ὁ
ἄνθρωπος, τὸν ὁποῖο ἐδημιούργησε ὁ Θεὸς εἶναι (ἢ ὑπῆρξε) καλός. 11. Θὰ γράψω σὲ βιβλίο. 12.
Ποιοί εἶναι αὐτοὶ οἱ δυνατοὶ (ἄνδρες) καὶ αὐτοὶ οἱ προφῆτες; 13. Φώναξε (= φώναξαν) ὁ ἕνας στὸν
ἄλλο (δηλ. πρὸς ἀλλήλους) καὶ εἶπε (= εἶπαν)· μεγάλος εἶναι ὁ Κύριος. 14. Ἔχεις (θηλ.) φάει ἀπὸ
τὸ δένδρο. 15. Ὁ Θεὸς ἀκούει τὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν χύνει αἷμα. 16. Ἔχει δώσει ὁ Θεὸς γιὸ καὶ
θυγατέρα στὸν προφήτη; 17. Νὰ τηρεῖτε (θηλ.) τὰ λόγια ποὺ εἶναι στὸ βιβλίο. 18. Ὁ Θεὸς
δημιούργησε (τὸ) καλὸ καὶ (τὸ) κακὸ (καθὼς) καὶ (τὴν) ἡμέρα καὶ (τὴν) νύχτα. 19. Θυμήθηκα (ἢ
θυμᾶμαι) αὐτὸ ποὺ ἄκουσα στὸν ναό. 20. Δὲν τηρεῖ (ἢ δὲν θὰ τηρήσει) τὰ λόγια ποὺ ἔδωσε ὁ
προφήτης στὸν λαὸ στὴν ἔρημο.

1. Ὁ τετελεσμένος ἀνάλογα μὲ τὰ συμφραζόμενα μπορεῖ νὰ μεταφρασθεῖ μὲ ἐνεστῶτα, διότι ἐκφράζει πράξη ποὺ εἶναι
ἤδη γεγονός· τὸν «θυμήθηκα», τὸν «ἔχω θυμηθεῖ» ἄρα καὶ αὐτὴ τὴν στιγμὴ τὸν «θυμᾶμαι».
2. Τὸ γ΄ καὶ τὸ β΄ ἑνικὸ τοῦ μὴ τετελεσμένου μπορεῖ νὰ ἀποδώσει καὶ αὐτὴν τὴν σημασία· βλ. κεφ. 15 (jussivum).

33
13. Οἱ πτώσεις.
Κανονικὲς πτωτικὲς καταλήξεις δὲν διασώζονται στὰ ἑβραϊκὰ περισσότερο ἀπ’ ὅσο στὰ
σύγχρονα ἀραβικά. Στὴν πραγματικότητα εἶναι δύσκολο νὰ μιλήσουμε γιὰ πτώσεις στὰ ἑβραϊκὰ
ὑπὸ τὴν αὐστηρή ἔννοια τοῦ ὅρου. Σὲ κάποιο προγενέστερο στάδιο τῆς γλώσσας πιθανώτατα νὰ
ὑπῆρχαν τρεῖς· ὀνομαστική, αἰτιατικὴ καὶ γενική. Ἡ πρώτη ἐξ αὐτῶν δὲν ἔχει κανένα διακριτικό·
ἀναγνωρίζεται μόνον ἀπὸ τὴν θέση της ὡς πρὸς τὸ ῥῆμα ἢ ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα.
Ἡ αἰτιατικὴ εἶναι ἐνίοτε πιὸ εὐδιάκριτη, καθὼς συχνὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὸ μόριο ‫את‬, τὸ
ὁποῖο εἶναι τὸ συνηθισμένο σημεῖο τῆς αἰτιατικῆς. Πιθανὸ ἴχνος ἀρχαίας αἰτιατικῆς εἶναι ἡ ἄτονη
κατάληξη ‫ה‬, τὸ λεγόμενο he locale (he τοῦ τόπου), τὸ ὁποῖο ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὑποδηλώνει τὴν
«πρὸς τόπον κίνηση», π.χ. «πρὸς βορρᾶν» ‫צ ֵָפונָה‬, «πρὸς Βαβυλῶνα» ‫ ָב ֵֶבלָה‬.
Ἡ γενικὴ πτώση δὲν ἔχει κατάληξη· χαρακτηριστικὸ της εἶναι ἡ στενή σχέση μεταξὺ τῶν
ἐμπλεκομένων ὀνομάτων, ἡ λεγόμενη συνεζευγμένη κατάσταση. Ὅταν στὰ ἑλληνικὰ λέμε «ὁ λόγος
τοῦ ἀνθρώπου», στὰ ἑβραϊκὰ ἐκλαμβάνουμε τὸ «ὁ-λόγος-τοῦ» ὡς ὄνομα εὑρισκόμενο σὲ
συνεζευγμένη κατάσταση πρὸς τὸ «ἀνθρώπου», τὸ ὁποῖο εἶναι σὲ ἀπόλυτη (δηλ. φυσιολογική,
κανονικὴ) κατάσταση. Ἡ γραφὴ ἢ διατύπωση ἑνὸς ὀνόματος σὲ συνεζευγμένη κατάσταση
φανερώνει τὴν ἐξάρτησή του πρὸς τὸ ὄνομα ποὺ ἀκολουθεῖ, ἔτσι ὥστε τὰ δύο νὰ συναποτελοῦν
οἰονεὶ μία λέξη.
Ἡ ἀπόλυτη κατάσταση ἑνὸς ὀνόματος δὲν ὑφίσταται ἀπολύτως καμμία τροποποίηση·
ἀντίθετα ἡ συνεζευγμένη κατάσταση ὑφίσταται βράχυνση τῶν φωνηέντων της, ὅσο τὸ ἐπιτρέπει ἡ
γλῶσσα, ἔτσι ὥστε νὰ προφέρεται γρήγορα, καὶ ὁ κύριος τόνος τῆς φράσεως νὰ πέφτει στὸ δεύτερο
ὄνομα, ποὺ βρίσκεται σὲ ἀπόλυτη κατάσταση. Οἱ τροποποιήσεις ποὺ ἐπιφέρει στὸ ὄνομα ἡ
συνεζευγμένη κατάσταση μποροῦν νὰ φανοῦν μὲ χαρακτηριστικὸ τρόπο στὴν λέξη ‫דָבָר‬:
ἀπόλυτη κατ. ἑνικοῦ ‫( דָבָר‬λόγος)· συνεζ. κατ. ἑνικοῦ ‫( דְבּר‬λόγος τοῦ/τῆς),
ἀπόλυτη κατ. πληθυντικοῦ ‫( דְבָריים‬λόγοι)· συνεζ. κατ. πληθυντικοῦ ‫( דיבְרֵי‬λόγοι τοῦ/τῶν).
Ἡ συνεζευγμένη κατάσταση ἑνικοῦ βραχύνει τὴν κανονικὴ – ἀπόλυτη κατάσταση ὅσο
γίνεται περισσότερο, ἐνῷ ἡ συνεζευγμένη κατάσταση πληθυντικοῦ ἀποβάλλει τὸ τελικὸ μὲμ καὶ
μετατρέπει τὸ μακρὸ πλῆρες χίρεκ σὲ πλῆρες τσέρε. Τὸ θηλυκό ὄνομα «κλίνεται» ὡς ἑξῆς:
ἀπόλυτη κατ. ἑνικοῦ ‫( סוסָה‬φοράδα)· συν. κατ. ἑνικοῦ ‫( סוסּת‬φοράδα τοῦ/τῆς)
ἀπόλυτη κατ. πληθ. ‫( סוסות‬φοράδες)· συν. κατ. πληθ. ‫( סוסות‬φοράδες τοῦ/τῶν).
Ἐνῷ ἡ ἀπόλυτη καὶ ἡ συνεζευγμένη κατάσταση τοῦ πληθυντικοῦ τῶν θηλυκῶν ἔχουν τὴν
ἴδια κατάληξη, ἡ βράχυνση τῆς συνεζευγμένης πρέπει νὰ εἶναι ὅσο τὸ δυνατὸν μεγαλύτερη. Ἔτσι,
ἐνῷ ἡ ἀπόλυτη κατάσταση πληθυντικοῦ τῆς λέξεως ‫( צְדָ ָקה‬δικαιοσύνη) εἶναι ‫צְדָ קות‬, ἡ συνεζευγμένη

34
κατάσταση εἶναι ‫( צידְקות‬μορφὴ προερχόμενη ἀπὸ ‫ ·)צְדְ קות‬τὸ šεβὰ εἶναι ἔμφθογγο, γιατὶ
ἀντιπροσωπεύει ἀρχικὸ μακρὸ φωνῆεν· ἑπομένως «τσιδεκώθ».

(ὁ) ἵππος (ἡ) ἵππος υἱὸς ἄστρο εὐθὺς βασίλισσα


Ἀπ. κατ. ἑν. ‫סוס‬ ‫סוסָה‬ ‫בֵן‬ ‫כוכָב‬ ‫יָשָר‬ ‫מּלְכָה‬
Ἀπ. πληθ. ‫סוסיים‬ ‫סוסות‬ ‫ָבניים‬ ‫כוכָביים‬ ‫יְשָריים‬ ‫מְ לָכות‬
Συν. κατ. ἑν. ‫סוס‬ ‫סוסּת‬ ‫בֵן‬ ‫כוכּבֵי‬ ‫יְשּר‬ ‫מּלְכָת‬
Συν. κατ. πλ. ‫סוסֵי‬ ‫סוסות‬ ‫ְבנֵי‬ ‫כוכְבֵי‬ ‫יישְרֵי‬ ‫מּ לְכות‬
Ἀπ. δυϊκοῦ ‫סוסּיים‬ ‫סוסָתּ י ים‬
Συν. κατ. δ. ‫סוסֵי‬ ‫סוסָתֵ י‬

Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ συνεζευγμένη κατάσταση πρέπει να εἶναι ὅσο τὸ δυνατὸν βραχεῖα,
ἐξυπακούεται ὅτι δὲν παίρνει ποτὲ καὶ ἄρθρο. Τὸ ἄρθρο τίθεται μόνον στὴν ἀπόλυτη κατάσταση
τοῦ ὀνόματος ποὺ ἀκολουθεῖ, ἂν αὐτὸ εἶναι συγκεκριμένο, καὶ ἐπαρκεῖ καὶ γιὰ τὰ δύο ὀνόματα. Γιὰ
παράδειγμα ‫ סוס ּה ֶמלֶך‬σημαίνει «ὁ ἵππος τοῦ βασιλέως» (κατὰ λέξιν «ἵππος τοῦ βασιλέως») καὶ ‫אייש‬
‫« ּה ימ ְלחָמָ ה‬ὁ ἄνθρωπος τοῦ πολέμου» («ἄνθρωπος τοῦ πολέμου»). Λόγῳ τῆς πολὺ στενῆς σχέσεως
ποὺ ὑφίσταται μεταξὺ ἑνὸς ὀνόματος σὲ συνεζευγμένη κατάσταση καὶ ἑνὸς ὀνόματος σὲ ἀπόλυτη
κατάσταση εἶναι φυσικὸ τυχὸν ἐπίθετα ποὺ προσδιορίζουν τὴν συνεζευγμένη κατάσταση νὰ
ἕπονται μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη κατάσταση καὶ νὰ συμφωνοῦν μὲ αὐτὴν κατὰ κατὰ γένος καὶ
ἀριθμό. Ἔτσι ἡ φράση «οἱ καλὲς φοράδες τοῦ βασιλέως» θὰ γίνει ‫סוסות ּה ֶמלֶך הּטובות‬, δηλ. «οἱ
φοράδες τοῦ βασιλέως οἱ καλές».
Ὅταν ὑπάρχουν δύο ἀπόλυτες καταστάσεις, ἡ συνεζευγμένη ἐπαναλαμβάνεται γιὰ κάθε μία
ἀπὸ αὐτὲς χωριστά, π.χ. «οἱ υἱοὶ τοῦ βασιλέως καὶ τῆς βασίλισσας», ‫ ְבנֵי ּה ֶמלֶך ו ְבנֵי ּה ּמ ְלכָת‬. Ἐκτὸς ἀπὸ
οὐσιαστικὰ μποροῦν καὶ ἐπίθετα ἢ μετοχὲς σὲ συνεζευγμένη κατάσταση νὰ προηγοῦνται ἑνὸς
ὀνόματος σὲ ἀπόλυτη κατάσταση, π.χ. «ὁ πτωχὸς λαὸς» θὰ γίνει «οἱ πτωχοὶ τοῦ λαοῦ», ‫אֶ בְתונֵי ָהעָם‬,
πρᾶγμα ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι ἡ συνεζευγμένη κατάσταση δὲν εἶναι πραγματικὴ γενική.
Ἡ ἔλλειψη ἐπιθέτων στὴν ἑβραϊκὴ παρακάμπτεται συχνὰ μὲ τὴν βοήθεια τῆς συνεζευγμένης
καταστάσεως. Ἔτσι ἡ φράση «ἱερὸ ὄρος» ἀποδίδεται ὡς «ὄρος ἁγιότητος», ‫הּר־קֹדֶש‬, καὶ τὸ
«εὐσεβὴς ἄνθρωπος» διὰ τοῦ «ἄνθρωπος (τοῦ) Θεοῦ», ‫אייש־ לאלהיים‬.
Ἡ πρόθεση ְ‫ ל‬λύνει τὴν προφανῆ σύγχυση ποὺ μπορεῖ νὰ προκύψει μεταξὺ τοῦ «ὁ ἵππος τοῦ
βασιλέως» καὶ τοῦ «ἵππος βασιλέως», διότι, ἐὰν ἐτίθετο ἄρθρο στὸ δεύτερο ὄνομα, καὶ τὰ δύο
ὀνόματα θὰ φέρονταν ὡς συγκεκριμένα· ἄλλωστε, ὅπως ἐξηγήσαμε ἤδη, ἡ συνεζευγμένη
κατάσταση δὲν παίρνει ἄρθρο. Οἱ παραπάνω φράσεις θὰ ἀποδίδονταν ‫« סוס ּל ֶמלֶך‬ἵππος ἀνήκων στὸν

35
βασιλέα (τῷ βασιλεῖ)», καὶ ‫« הּסוס ְל ֶמלֶך‬ὁ ἵππος ὁ ἀνήκων στὸν βασιλέα (τῷ βασιλεῖ)».

‫ שָ לומ‬εἰρήνη· ὑγεία· ἀσφάλεια. ‫ דָ ויד‬Δαυίδ. ‫ עֶבֶד‬δοῦλος.


‫ פּרְעֹה‬Φαραώ. ‫שנָה‬
ָ ἔτος. ‫ יּעמק ֹב‬Ἰακώβ.
‫ עּל־‬ἐπί. ‫שאול‬
ָ Σαούλ. ‫ יָשָר‬εὐθύς, τίμιος.
‫( חּייים‬πληθ.) ζωή. ‫ תָ מייד‬τέλειος. ‫ בָשָר‬σάρξ.
‫ אב ְָרהָם‬Ἀβραάμ. ‫ קָדוש‬ἅγιος. ‫ ָקבּץ‬συναθροίζω.
‫ שָכּן‬κατοικῶ.

Ἄσκηση 12
‫ נָתּ ן לאלהיים אֶת־ ּהשֶמֶש ב ְירקי י ּע‬4. ‫שנֵי ּחי ֵי ּה ֶמלֶך הָ ָרע‬
ְ ‫ ֵאלה יְמֵי‬3. ‫ ָלקּך ּהנָבייא סוס מאשֶר ּל ֶמלֶך‬2. ‫ סוסות ּה ֶמלֶך הּטובות‬1.
‫ לא שָמּע ָהעָם‬8. ‫שמ ְּרתָ אֶת־ ְלבּב ּה ֶמלֶך ּהגָדול מ ֵָרע‬
ָ 7. ‫ ְועּל־ ְפנֵי כָל־ ָהנְבייאיים יישְכ ֹן‬6. ‫ אמּר ֵֶעבֶד אב ְָרהָם אנֹכיי‬5. ‫ה ָּשמּ י ים‬
‫ אל להֵי‬11. ‫ לא זְכ ְּרתֶ ם אֵת הּדְ ב יָרים מאשֶר אָ מְרו ְבנֵי נֶבייאֵי הָאל להיים‬10. ‫ ֵֶח ֶרב ּהזָהָב ְבי ּד ּהגיבור‬9. ‫אֶת־די ב ְֵרי נְבייאֵי ָה לאלהיים‬
‫ די ב ְֵרי ָהעָם הֵם ָרעיים מְ א ֹד בְאזְנֵי ּהנָבייא‬14. ‫ עֵינֵי ָהאייש עּל־סוסֵי פ ְּרע ֹה‬13. ‫ קול הָ לאלהיים ְבעייר דָ ויד‬12. ‫ּהשָמּ י ים וֵאלהֵי ָה ֵָא ֶרץ‬
‫ לא נָבייא אמ ניי וְלא‬17 . ‫שב דָ ויד שָם‬
ּ ָ ‫שאול אֶת־נְבייאֵי יהוה ּב ָמקום מאשֶר י‬
ָ ‫ ה ָּרג גיבור‬16. ‫ הּסוס מאשֶר ּל ֶמלֶך הּטוב ּבמידְ בָ ר‬15.
‫ הֶא ּכלְתְ מי ן־ ָהעֵץ‬20. ‫תורת יהוה הייא טובָה ְבעֵינֵי ָהעָם‬
ּ 19. ‫ אמּר אנֹכיי לאלהֵי אב ְָרהָם לאלהֵי י י ְצחָק וֵאלהֵי יּעמק ֹב‬18. ‫בֶן־נָבייא‬
.‫אמשֶר ְבגּן יהוה‬

1. Οἱ καλὲς φοράδες τοῦ βασιλέως. 2. Ὁ προφήτης πῆρε ἕνα ἄλογο τοῦ βασιλέως. 3. Αὐτὲς εἶναι οἱ
ἡμέρες τῶν ἐτῶν ζωῆς τοῦ κακοῦ βασιλέως. 4. Ὁ Θεὸς ἔθεσε τὸν ἥλιο στὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ
(ἢ στὸ οὐράνιο στερέωμα). 5. Εἶπε· εἶμαι δοῦλος τοῦ Ἀβραάμ. 6. Καὶ ἐνώπιον τῶν προφητῶν θὰ
κατοικεῖ. 7. Φύλαξες τὴν καρδιὰ τοῦ μεγάλου βασιλέως ἀπὸ κακοῦ. 8. Ὁ λαὸς δὲν ἄκουσε τὰ λόγια
τῶν προφητῶν τοῦ Θεοῦ. 9. Τὸ χρυσὸ σπαθὶ (τὸ ξίφος τοῦ χρυσοῦ) εἶναι στὸ χέρι τοῦ ἰσχυροῦ (ἢ
τοῦ πολεμιστῆ ἢ τοῦ παλληκαριοῦ). 10. Δὲν θυμηθήκατε τὰ λόγια ποὺ εἶπαν οἱ υἱοὶ τῶν προφητῶν
(δηλ. οἱ προφῆτες)1 τοῦ Θεοῦ. 11. Ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. 12. Ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι
(δηλ. ἀντηχεῖ) μέσα στὴν πόλη τοῦ Θεοῦ. 13. Τὰ μάτια τοῦ ἀνδρὸς εἶναι (ἐνν. ἐστραμμένα) πάνω
στοὺς ἵππους τοῦ Φαραώ. 14. Τὰ λόγια τοῦ λαοῦ εἶναι (δηλ. ἠχοῦν) πολὺ κακὰ στὰ αὐτιὰ τοῦ
προφήτη. 15. Τὸ ἄλογο τοῦ καλοῦ βασιλέως εἶναι στὴν ἔρημο. 16. Ὁ πολεμιστὴς τοῦ Σαοὺλ
σκότωσε τοὺς προφῆτες τοῦ Κυρίου στὸ μέρος, ὅπου κατοικοῦσε ὁ Δαυίδ. 17. Ἐγὼ δὲν εἶμαι
προφήτης οὔτε υἱὸς προφήτη (ταὐτολογία γιὰ ἔμφαση). 18. Εἶπε· ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ,
τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ. 19. Ὁ νόμος τοῦ Κυρίου εἶναι καλὸς στὰ μάτια τοῦ λαοῦ. 20. Ἔφαγες
(μήπως) ἀπὸ τὸ δένδρο ποὺ εἶναι στὸν κῆπο τοῦ Κυρίου;
1. Ἑβραϊκὸς ἰδιωματισμός, π.χ. υἱὸς ἀνθρώπου = ἄνθρωπος.

36
14. Ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα.
Ἡ ἴδια σχέση ποὺ διέπει ὀνόματα ποὺ βρίσκονται σὲ συνεζευγμένη κατάσταση μεταξύ τους,
ἡ ἴδια διέπει καὶ τὰ ὀνόματα μὲ τὶς κτητικὲς ἀντωνυμίες. Γιὰ νὰ ποῦμε στὰ ἑβραϊκὰ «ὁ λόγος μου»,
πρέπει τὸ ὄνομα νὰ εἶναι σὲ συνεζευγμένη κατάσταση καὶ ἡ ἀντωνυμία σὲ ἀπόλυτη. Πρὸς τοῦτο
ἕνα ἀπόσπασμα τῆς προσωπικῆς ἀντωνυμίας προσαρτᾶται στὸ τέλος τοῦ ὀνόματος ὡς ἐπίθημα.
Ὑπάρχουν ἐπιθήματα ἑνικοῦ καὶ πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ καὶ διακρίνονται σὲ «ἐλαφρά», ὅταν
περιλαμβάνουν ἕνα σύμφωνο, ἢ σὲ βαρέα, ὅταν περιλαμβάνουν δύο. Τὰ ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα
προστίθενται στὴν συνεζευγμένη κατάσταση τοῦ ὀνόματος ὡς ἑξῆς:
Σὲ ἀρσενικὸ ὄνομα

Ἑνικὸς ‫( סוס‬ἵππος) ‫( ָפקייד‬ἐπόπτης) ‫( דָבָר‬λόγος)


1ο κοινὸ μου ‫סוסיי‬ ‫ְפקיידי י‬ ‫דְבָריי‬
2ο ἀρσ. σου ‫סוסְך‬ ‫ְפקיידְ ך‬ ‫דְבָרְך‬
2ο θηλ. σου ‫סוסֵך‬ ‫ְפקיידֵ ך‬ ‫דְבָרֵך‬
3ο ἀρσ. του ‫סוסו‬ ‫ְפקיידו‬ ‫דָ בָרו‬
3ο θηλ. της ‫סוסָה‬ ‫פְקיידָה‬ ‫דְ ב ָָרה‬
1ο κοινὸ μας ‫סוסֵֵנו‬ ‫ְפקיידֵֵ נו‬ ‫דְבָרֵֵנו‬
2ο ἀρσ. σας ‫סו ְסכֶם‬ ‫פְקיידְכֶם‬ ‫דְבָרְכֶם‬
2ο θηλ. σας ‫סו ְסכֶן‬ ‫פְקיידְכֶן‬ ‫דְבָרְכֶן‬
3ο ἀρσ. τους ‫סוסָם‬ ‫פְקיידָם‬ ‫דְבָרָם‬
3ο θηλ. τους ‫סוסָן‬ ‫פְקיידָן‬ ‫דְבָרָן‬

Πληθυντικὸς ‫( סוסיים‬ἵπποι) ‫( פְקיידיים‬ἐπόπτες) ‫( דְבָריים‬λόγοι)


1ο κοινὸ μου ‫סוסּי‬ ‫ְפקיידּ י‬ ‫דְבָרּי‬
2ο ἀρσ. σου ‫סוסֵֶיך‬ ‫ְפקיידֵֶ יך‬ ‫דְבָרֵֶיך‬
2ο θηλ. σου ‫סוסֵּייך‬ ‫ְפקיידֵּ י יך‬ ‫דְבָרֵּייך‬
3ο ἀρσ. του ‫סו ֵָסיו‬ ‫ְפקיידָ יו‬ ‫דָ ב ָָריו‬
3ο θηλ. της ָ‫סוסֵֶיה‬ ָ‫פְקיידֵֶיה‬ ‫דְ ב ֵֶָרי ָה‬
1ο κοινὸ μας ‫סוסֵֵינו‬ ‫ְפקיידֵֵ ינו‬ ‫דְבָרֵֵינו‬
2ο ἀρσ. σας ‫סוסֵיכֶם‬ ‫פְקיידֵיכֶם‬ ‫דְבָרֵיכֶם‬
2ο θηλ. σας ‫סוסֵיכֶן‬ ‫פְקיידֵיכֶן‬ ‫דְבָרֵיכֶן‬
3ο ἀρσ. τους ‫סוסֵיהֶם‬ ‫פְקיידֵיכֶן‬ ‫דְבָרֵיהֶם‬
3ο θηλ. τους ‫סוסֵיהֶן‬ ‫ְפקיידֵ יהֶן‬ ‫דְבָרֵיהֶן‬

37
Σὲ θηλυκὸ ὄνομα

Ἑνικὸς ‫( סוסָה‬φοράδα) ‫שנָה‬


ָ (ἔτος) ‫( צְדָ ָקה‬δικαιοσύνη)
1ο κοινὸ μου ‫סוסָתיי‬ ‫שְנָתיי‬ ‫צידְ קָתי י‬
2ο ἀρσ. σου ‫סוסָתְך‬ ‫שְנָתְך‬ ‫צידְ קָתְ ך‬
2ο θηλ. σου ‫סוסָתֵך‬ ‫שְנָתֵך‬ ‫צידְ קָתֵ ך‬
3ο ἀρσ. του ‫סוסָתו‬ ‫שְנָתָו‬ ‫צידְ קָת‬
3ο θηλ. της ‫סוסָתָ ה‬ ‫שנָתָ ה‬
ְ ‫צידְ קָת‬
1ο κοινὸ μας ‫סוסָתֵנו‬ ‫שנָתֵ נו‬
ְ ‫צידְ קָת‬
2ο ἀρσ. σας ‫סוסּתְ כֶם‬ ‫שנּתְ כֶם‬
ְ ‫צידְ קָת‬
2ο θηλ. σας ‫סוסּתֶ ן‬ ‫שנּתְ כֶן‬
ְ ‫צידְ קָת‬
3ο ἀρσ. τους ‫סוסָתָ כֶם‬ ‫שנָתָ ם‬
ְ ‫צידְ קָת‬
3ο θηλ. τους ‫סוסָתָ כֶן‬ ‫שנָתָ ן‬
ְ ‫צידְ קָת‬

Πληθυντικὸς ‫( סוסות‬φοράδες) ‫( שָנות‬ἔτη) ‫( צְדָ קוד‬δικαιοσύνες)


1ο κοινὸ μου ‫סוסותּ י‬ ‫שָנותּי‬ ‫צְדָ קודּ י‬
2ο ἀρσ. σου ‫סוסותֵֶ יך‬ ‫שָנותֵֶיך‬ ‫צְדָ קודֵֶ יך‬
2ο θηλ. σου ‫סוסותֵּ י יך‬ ‫שָנותֵּייך‬ ‫צְדָ קודֵּ יך‬
3ο ἀρσ. του ‫סוסותָ יו‬ ‫שנותֵָ יו‬
ָ ‫צְדָ קודֵָ יו‬
3ο θηλ. της ָ‫סוסותֵֶיה‬ ָ‫שָנותֵֶיה‬ ‫צְדָ קודֵֶ י ָה‬
1ο κοινὸ μας ‫סוסותֵֵ ינו‬ ‫שָנותֵֵינו‬ ‫צְדָ קודֵֵ ינו‬
2ο ἀρσ. σας ‫סוסותֵיכֶם‬ ‫שָנותֵיכֶם‬ ‫צְדָ קודֵ יכֶם‬
2ο θηλ. σας ‫סוסותֵיכֶן‬ ‫שָנותֵיכֶן‬ ‫צְדָ קודֵ יכֶן‬
3ο ἀρσ. τους ‫סוסותֵ יהֶם‬ ‫שנותֵ יהֶם‬
ָ ‫צְדָקודֵיהֶן‬
3ο θηλ. τους ‫סוסותֵ יהֶן‬ ‫שנותֵ יהֶן‬
ָ ‫צְדָ קודֵ יכֶן‬

Θὰ παρατηρήσατε ὅτι στὸ ἀρσενικὸ ὄνομα τὸ šεβὰ στὸ β΄ ἀρσ. ἑνικὸ καὶ στὸ β΄ ἀρσ. καὶ
θηλ. πληθυντικὸ εἶναι ἔμφθογγο, καὶ ὡς ἐκ τούτου, ἂν τυχὸν ἀκολουθεῖ μπεγαδκεφάθ, δὲν θὰ πάρει
τραχυντικὸ dαγέš. Τὸ γράμμα γιὼδ ὑπάρχει σὲ ὅλα τὰ ἐπιθήματα τῶν πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ
ὀνομάτων. Τὰ ἐπιθήματα τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ εἶναι ἀκριβῶς ἴδια μὲ τὰ ἐπιθήματα τῶν ὀνομάτων
τοῦ πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ, π.χ. ‫ שְפָתּו‬τὰ χείλη μου, ‫ שְפָתֵֶיך‬τὰ χείλη σου (ἐπὶ ἀρσ.) κ.λ.π.
Οἱ προθέσεις παίρνουν ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα ἀκριβῶς ὅπως καὶ τὰ ὀνόματα· ὡστόσο

38
μερικοὶ τύποι μὲ θηλυκὰ ἐπιθήματα ἐλλείπουν.
Σημειῶστε ὅτι τὰ ὀνόματα μὲ ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα δὲν παίρνουν ἄρθρο, διότι εἶναι σὲ
συνεζευγμένη κατάσταση.

Ἑνικὸς ‫מין‬ ְ‫ל‬ ‫עּל‬ ‫בֵין‬ ‫אֶת־‬ ‫אחמרֵי‬ ‫( אֵת‬μαζὶ)


1ο κοινὸ ‫ימ ֵֶמנו‬ ‫ליי‬ ‫ָעלּי‬ ‫בֵיניי‬ ‫אֹתיי‬ ‫אחמרּי‬ ‫איתיי‬
2ο ἀρσ. ‫יממְך‬ ‫לְך‬ ‫ָע ֵֶליך‬ ‫בֵינְך‬ ‫אֹתְך‬ ‫אחמרֵֶיך‬ ‫איתְך‬
2ο θηλ. ‫יממֵך‬ ‫לָך‬ ‫ָע ֵּלי יך‬ ‫אֹתֵָך‬ ‫אחמרֵּייך‬ ‫איתָך‬
3ο ἀρσ. ‫מימֵנו‬ ‫לו‬ ‫ָעלָיו‬ ‫בֵינו‬ ‫אֹתו‬ ‫אח ָמריו‬ ‫איתו‬
3ο θηλ. ‫מימֶ נָה‬ ‫לָה‬ ָ‫עָלֵֶיה‬ ‫אֹתָה‬ ָ‫אחמרֵֶיה‬ ‫איתָה‬
Πληθ.
1ο κοινὸ ‫ימ ֵֶמנו‬ ‫ֵָלנו‬ ‫ָע ֵֵלינו‬ ‫בֵי ֵֵנינו‬ ‫א ֹתֵָ נו‬ ‫אחמרֵֵינו‬ ‫איתֵָ נו‬
2ο ἀρσ. ‫ימכֶם‬ ‫לָכֶם‬ ‫עמלֵיכֶם‬ ‫בֵינֵיכֶם‬ ‫אֶתְכֶם‬ ‫אחמרֵיכֶם‬ ‫איתְכֶם‬
2ο θηλ. ‫לָכֶן‬ ‫אֶתְכֶן‬ ‫אחמרֵיכֶן‬ ‫איתְכֶן‬
3ο ἀρσ. ‫מֵהֶם‬ ‫ָלהֶם‬ ‫עמלֵיהֶם‬ ‫בֵינֵיהֶם‬ ‫אֹתָם‬ ‫אחמרֵיהֶם‬ ‫איתָם‬
3ο θηλ. ‫ָלהֶן‬ ‫אֹתָן‬ ‫אחמרֵיהֶן‬ ‫איתָן‬

Προσοχή! Ὑπάρχουν δύο ὁμόηχα ‫( אֵת‬ἢ ‫)אֶת־‬. Τὸ ἕνα εἶναι πρόθεση καὶ σημαίνει «μαζὶ μὲ ἢ
μετά τινος». Ὅταν παίρνει ἐπιθήματα, εἶναι συνήθως τῆς μορφῆς ‫אית‬, ὅπως δείχνει ὁ πίνακας, καὶ
σπανιώτερα ‫( אות‬μὲ πλῆρες χῶλεμ, π.χ. ‫ אותְך‬μαζί σου). Τὸ ἄλλο ‫( אֵת‬καὶ ‫ )אֶת־‬εἶναι τὸ γνωστό μας
ἐνδεικτικὸ σημεῖο τῆς αἰτιατικῆς. Ὅταν αὐτὸ δέχεται ἐπιθήματα, εἶναι τῆς μορφῆς ‫אֹת‬, π.χ. ‫אֹתיי‬
ἐμένα, ‫ אֹתְך‬ἐσένα, κ.λ.π.

‫( אֵת‬καὶ ‫ אית[ )אֶת־‬ἢ ‫ ]אות‬μαζὶ μέ. ‫ כיי‬ὅτι· διότι. ‫ חָדָ ש‬καινούργιος.


‫( אֵת‬καὶ ‫ ]אֹת[ )אֶת־‬μόριο αἰτιατικῆς. ‫ תּחּת‬ὑποκάτω, κάτω ἀπό. ‫ יֵֶלֶד‬ἀγόρι, παιδί.
‫ אחמרֵי‬μετὰ ἀπό ἢ πίσω ἀπό. ‫ ָרדּ ף‬καταδιώκω. ‫ יָשּב‬κάθομαι.
‫ פָניים‬πρόσωπο (πληθ. μόνον). ‫ ָמכּר‬πωλῶ. ‫ בֵין‬μεταξύ.
‫ ליפְנֵי‬ἐνώπιον. ‫ שור‬βοῦς, βόδι. ‫ לֵֶחֶם‬ἄρτος.
‫ דָ ג‬ἰχθύς, ψάρι. ‫ כֹהֵן‬ἱερεύς. ‫( ָחז ָק‬τὸ θ. ‫ ) מחז ָ ָקה‬δυνατός.
‫ אֶל־‬πρός, εἰς. ‫שפָט‬
ְ ‫ ימ‬ἐτυμηγορία, κρίση.

39
Ἄσκηση 13
10. ‫ש ּמעְתי י אֶת־די ב ְֵריהֶם‬
ָ 9. ‫ צידְ קותֵ יכֶן‬8. ‫ סוסותֵ יהֶם‬7. ‫ סוסֵיהֶן‬6. ‫ יל ְפנֵי ָהאייש‬5. ‫ איתָ ה‬4. ‫ אח ֵּמרי יך‬3. ‫ ימ ֵֶמנו‬2. ‫ מי כֶם‬1.
‫ שָמּ עְנו אֶת־קולְך‬14 . ‫שלּך ּהנָבייא אֶת־ ָבנָיו ְואֶת־ בְנותָ יו ֶאל־ ּהמידְ בָר‬
ָ 13 . ‫ די ב ְֵריהֶם הֵם ָרעיים ְבעֵינֵי יהוה‬12. ‫ ָלהֶם‬11. ‫י ְדֵ יכֶם‬
‫ ְב ֵספֶר‬18. ‫ישְראֵ ל‬
ָ ‫שמ ְּרתי י אֶת־דּ ְרכֵי יהוה לאלהֵי י‬
ָ ‫ כיי‬17. ‫ וְלא ָרדּ פְתי י אח ֵמרי ְבנֵי יּעמקוב‬16. ‫ בֵיניי ובֵינְך‬15. ‫ְבהֵיכּל הָ לאלהיים‬
23. ‫ אח ֵמריהֶן‬22. ‫ ְל ָפנּי‬21. ‫ש ָפטָיו ְל ָפנֶיך‬
ְ ‫ ְוכָל־ ימ‬20 . ‫ לא ָשמְרו אֶת־ ימצְות יהוה מאשֶר נָתּ ן ָבהָר‬19. ‫ישר ֵאל וייהודָ ה‬
ָ ‫מּ ְלכֵי י‬
34. ‫ סוסָם‬33. ‫ דְבָרֵינו‬32. ‫ צידְ קותֵ יהֶן‬31. ‫ שְפָתּייך‬30. ‫ י ָדֵ ינו‬29. ‫ ָפנֵי‬28. ‫ לְפָנֵֵיך‬27. ‫ יל ְפנֵיכֶם‬26. ‫ מאלֵיכֶם‬25. ‫ ימ ֵֵמך‬24. ‫ָעלָיו‬
.‫ ָידְ ך ּה מחז ָ ָקה הייא ָבעָם‬40. ‫שפְתֵ יהֶם‬
‫ י‬39. ‫ יה ֵֵנניי‬38. ‫ תּחְתָיו‬37. ‫ בֵינֵינו‬36. ‫ סוסותֵ יכֶן‬35. ‫סוסֵיכֶן‬

1. Ἀπὸ σᾶς (ἀρσ.). 2. Ἀπ᾿ αὐτὸν ἢ ἀπὸ μᾶς. 3. Ἀπὸ σένα (θηλ.). 4. Μαζί της. 5. Μπροστὰ στὸν
ἄνδρα. 6. Τὰ ἄλογά τους (θηλ.). 7. Οἱ φοράδες τους (ἀρσ.). 8. Οἱ δικαιοσύνες (= δίκαιες, σωστὲς
πράξεις) σας (θηλ.). 9. Ἔχω ἀκούσει τὰ λόγια τους (ἀρσ.). 10. Τὰ χέρια σας (ἀρσ.). 11. Σ᾿ αὐτούς.
12. Τὰ λόγια τους (ἀρσ.) εἶναι κακὰ στὰ μάτια (δηλ. ἐνώπιον) τοῦ Κυρίου. 13. Ὁ προφήτης ἔστειλε
τοὺς υἱούς του καὶ τὶς θυγατέρες του στὴν ἔρημο. 14. Ἀκούσαμε τὴν φωνή σου στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ.
15. Μεταξὺ ἐμοῦ καὶ σοῦ. 16. Καὶ δὲν κατεδίωξα ὀπίσω (ἢ ξωπίσω) τῶν υἱῶν τοῦ Ἰακώβ. 17. Διότι
ἐφύλαξα τὰς ὁδοὺς τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ. 18. Στὸ βιβλίο τῶν βασιλέων τοῦ Ἰσραὴλ
καὶ τοῦ Ἰούδα. 19. Δὲν ἐτήρησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, τὶς ὁποῖες τοὺς ἔδωσε ἐπὶ τοῦ ὄρους. 20.
Καὶ ὅλες οἱ κρίσεις του εἶναι ἐνώπιόν του. 21. Ἐνώπιόν μου. 22. Ὀπίσω αὐτῶν ἢ ξωπίσω τους
(θηλ.) ἢ μετὰ ἀπὸ αὐτές. 23. Ἐπ᾿ αὐτοῦ ἢ ἐπ᾿ αὐτόν. 24. Ἀπὸ σοῦ ἢ ἀπὸ σένα (θηλ.). 25. Πρὸς ἐσᾶς
(ἀρσ.). 26. Ἐνώπιόν σας (ἀρσ.). 27. Ἐνώπιόν σου (ἀρσ.). 28. Τὸ πρόσωπό μου. 29. Τὰ χέρια μας.
30. Τὰ χείλη σου (θηλ.). 31. Οἱ δικαιοσύνες τους (θηλ.) 32. Τὰ λόγια μας. 33. Τὸ ἄλογό τους (ἀρσ.).
34. Τὰ ἄλογά σας (θηλ.). 35. Οἱ φοράδες σας (θηλ.). 36. Μεταξύ μας. 37. Κάτω ἀπ᾿ αὐτόν. 38. Ἰδοὺ
ἐγώ. 39. Τὰ χείλη τους (ἀρσ.). 40. Ἡ χείρ σου ἡ ἰσχυρὰ εἶναι ἐν τῷ λαῷ (= ἐντὸς ἢ μεταξὺ τοῦ
λαοῦ).

40
15. Ἄλλοι ῥηματικοὶ τύποι.
Σὲ προηγούμενο κεφάλαιο ἐξετάσαμε ἐν συντομίᾳ δύο ἀπὸ τοὺς σημαντικώτερους τύπους
τοῦ ὁμαλοῦ ῥήματος. Ἐκεῖ εἴδαμε ὅτι δὲν ὑπάρχουν χρόνοι τοῦ ῥήματος στὴν ἑβραϊκὴ ὑπὸ τὴν
κυριολεκτικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου. Ἀντ᾿ αὐτῶν ὑπάρχουν δύο τύποι ἢ «καταστάσεις»: ὁ τετελεσμένος,
ποὺ ἐκφράζει ὁποιοδήποτε εἶδος πράξεως συντελεσθείσης, καὶ ὁ μὴ τετελεσμένος, ὁ ὁποῖος
ἐκφράζει πράξη ποὺ δὲν ἔχει συντελεσθεῖ οὔτε στὸ παρελθὸν οὔτε στὸ παρὸν οὔτε στὸ μέλλον.
Ἔτσι, γιὰ νὰ ἀποδώσουμε φράσεις ὅπως «ἐμίσησα», «μᾶλλον θὰ ἔχει φάει», «ἔχει φάει», θὰ
μεταχειρισθοῦμε τὸν τετελεσμένο, ἐνῷ φράσεις ὅπως «θὰ φάει», «τρώει», «ἔτρωγε», «μπορεῖ νὰ
φάει» κ.λ.π θὰ ἀποδοθοῦν μὲ μὴ τετελεσμένο. Γιὰ τὴν ἔκφραση τῶν διαθέσεων μιᾶς βασικῆς
ῥηματικῆς ἰδέας ὑπάρχουν ἑπτὰ διαθέσεις· ἐνεργητική, παθητική, ἐπιτατική ἐνεργητική, ἀναθετικὴ-
αἰτιατικὴ1 καὶ αὐτοπαθής.
Τὰ ῥήματα χωρίζονται σὲ «ἰσχυρά», τὰ τρία ῥιζικὰ τῶν ὁποίων δὲν ἀλλάζουν, καὶ σὲ
«ἀσθενῆ», ὅταν λήγουν σὲ ἀσθενὲς σύμφωνο, π.χ. σὲ ‫ה‬, ἢ ὅταν ἕνα ἀπὸ τὰ ῥιζικὰ γράμματα
παθαίνει ἀφομοίωση. «Στατικὰ» λέγονται τὰ ῥήματα τὰ ὁποῖα ἐκφράζουν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον
κατάσταση, σωματικὴ ἢ πνευματικὴ τοῦ ὑποκειμένου, π.χ. εἶμαι βαρύς, εἶμαι γέρων. Συνήθως εἶναι
ἀμετάβατα, ἂν καὶ ὄχι πάντοτε· οἱ ὅροι «στατικὰ» καὶ «ἀμετάβατα» δὲν πρέπει νὰ ἐκληφθοῦν ὡς
συνώνυμοι.

Ἡ προστακτικὴ

2ο ἑνικὸ ἀρσ. ‫קְטֹל‬


2ο ἑνικὸ θηλ. ‫קיטְליי‬

2ο πληθ. ἀρσ. ‫קיטְלו‬


2ο πληθ. θηλ. ‫ק ְֵט ֹ ְלנָה‬

Ἐὰν ἀφαιρεθοῦν τὰ προθήματα, ἡ προστακτικὴ τῆς λεγομένης Qal διαθέσεως εἶναι ἴδια μὲ
τὸν μὴ τετελεσμένο. Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι τὸ šεβὰ τῆς πρώτης συλλαβῆς εἶναι
ἔμφθογγο καὶ καθιστᾷ σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις τὴν συλλαβὴ ἀνοικτή. Ἡ προστακτικὴ δὲν
χρησιμοποιεῖται ποτὲ ἀρνητικά, δηλαδὴ δὲν δέχεται ἀρνητικὸ μόριο καὶ ἐκφράζει μόνον θετικὴ
ἀπαγόρευση, π.χ. ‫שלו‬
ְ ‫ ימ‬κυβερνῆστε!

1. Σημαίνει «ἀναθέτω μιὰ πράξη» ἢ «γίνομαι αἰτία γιὰ μιὰ πράξη».

41
Jussivum (ἐπιτακτικὸς τύπος)
Πρόκειται γιὰ συντετμημένο τύπο τοῦ μὴ τετελεσμένου, ὁ ὁποῖος ἀποσκοπεῖ νὰ ἐκφράσει
μιὰ ἀπότομη ἀντίδραση τοῦ νοῦ πρὸς μιὰ κατάσταση ὡς ἐπιθυμία ἢ ὡς διαταγή. Συμπίπτει ἀκριβῶς
μὲ τὸν μὴ τετελεσμένο σὲ ὅλους τοὺς τύπους ῥήματος πλὴν τῆς διαθέσεως Hiphil (αἰτιατικῆς-
ἀναθετικῆς διαθέσεως), ἀλλὰ χρησιμοποιεῖται μόνο στὸ β΄ καὶ στὸ γ΄ πρόσωπο. Ἡ ἄρνηση γίνεται
μὲ τὸ ‫ אל‬καὶ ὄχι μὲ τὸ ‫לא‬. Χρησιμοποιεῖται κυρίως:
(α΄) Γιὰ νὰ ἐκφράσει θετικὴ διαταγὴ στὸ γ΄ πρόσωπο, π.χ. ‫ יְהיי אור‬γενηθήτω φῶς, νὰ γίνει φῶς.
(β΄) Ὡς αἴτημα ἢ ὡς ἱκεσία, π.χ. ‫ אל תיקְטֹל‬οὐ φονεύσεις.
(γ΄) Ὡς ἀπαγόρευση, π.χ. ‫ אל־תי ְקטְלו‬μὴ φονεύετε.
Ὅταν καταγράφονται ἐκ Θεοῦ ἀπαγορεύσεις, ἡ ἄρνηση γίνεται μὲ ‫ לא‬μὲ τὴν ἔννοια τοῦ «νὰ
μή», συχνὰ δὲ μὲ ἁπλὸ μὴ τετελεσμένο, π.χ. ‫( לא תי ְרצּח‬Δευτ. 5,17) «οὐ φονεύσεις», «δὲν θὰ
φονεύσεις» ὡς μόνιμη ἀπαγόρευση.

Cohortativum (προτρεπτικὸς τύπος)


Ὁ τύπος αὐτὸς περιορίζεται στὸ α΄ πρόσωπο ἑνικοῦ καὶ πληθυντικοῦ καὶ ἔχει τὴν τάση νὰ
ἁπαλύνει στὸν λόγο τὴν ἐπιτακτικότητα μιᾶς διαταγῆς καὶ νὰ τὴν ἐκφράσει περισσότερο ὡς
προτροπή, ὡς παραίνεση ἢ ὡς εὐχὴ τοῦ ὁμιλοῦντος. Χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ jussivum εἶναι

ἡ κατάληξη ‫־ָה‬ προστιθέμενη σὲ χρόνο μὴ τετελεσμένο, π.χ. ‫ נישְמְרָה‬ἂς φυλάξουμε ἢ ἂς τηρήσουμε.


Συχνὰ μετὰ τὸ cohortativum, τὸ jussivum καὶ τὴν προστακτικὴ ἀκολουθεῖ τὸ ἐπιτακτικὸ μόριο ‫ נָא‬ἢ
κάποιο παρόμοιο, ὅπως τὸ ‫( יהנֵה‬ἰδού!), ποὺ ἐπιτείνει τὴν παραίνεση, π.χ.‫ ב ֹא־נָא‬σὲ παρακαλῶ,
πήγαινε, μὰ πήγαινε, πήγαινε λοιπόν!

Τὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας


Ἡ σχετικὴ σπάνις δευτερευουσῶν προτάσεων στὰ ἑβραϊκὰ ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν
περιορισμένη ἀποτύπωση τῶν χρόνων κατέστησαν τὸν τρόπο συνδέσεως τῆς διαδοχῆς τῶν
γεγονότων σὲ προτάσεις κατ᾿ ἀνάγκην ἐντελῶς ἰδιάζοντα. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὰ διαδοχικὰ
ῥήματα νὰ συνδέονται μεταξύ τους κατὰ τρόπο ποὺ νὰ ὑποδηλώνει ἐξάρτηση ἀπὸ ἕνα ἀρχικὸ
βασικὸ ῥῆμα, ποὺ βρίσκεται ἐπὶ κεφαλῆς στὴν διαδοχὴ τῶν γεγονότων. Σ᾿ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν
σύνταξη μιὰ διαδοχικὴ ἔκθεση γεγονότων τοῦ παρελθόντος, ποὺ ἀρχίζει μὲ τετελεσμένο,
συνεχίζεται μὲ μιὰ διαδοχὴ ἀπὸ μὴ τετελεσμένους συνδεδεμένους μὲ βάβ, τὸ ὁποῖο στὴν
προκειμένη περίπτωση φωνηεντίζεται βάσει τῶν κανόνων τοῦ ἄρθρου. Καὶ ἀντιστρόφως, ὅταν μιὰ
τέτοια πρόταση ἀρχίζει μὲ ἁπλὸ μὴ τετελεσμένο, ἡ διαδοχὴ τῶν λοιπῶν γεγονότων ἐκφέρεται μὲ

42
ῥήματα σὲ τετελεσμένο συνδεόμενα μὲ βάβ, τὸ ὁποῖο αὐτὴν τὴν φορὰ φωνηεντίζεται ὅπως τὸ
συμπλεκτικὸ ְ‫ו‬.
Ἔτσι σὲ μιὰ πρόταση, ὅπως π.χ. «βγῆκε ἔξω καὶ κατεδίωξε καὶ αἰχμαλώτισε», τὸ ἀρχικὸ
ῥῆμα εἶναι στὸν τετελεσμένο, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὰ ἑπόμενα γεγονότα εἶναι στενὰ συνδεδεμένα μὲ αὐτό,
ἐκφέρονται μὲ μὴ τετελεσμένους καὶ βὰβ τῆς ἀκολουθίας τῶν χρόνων, ‫יָצָא ּוי ְירד ֹף ּויילְכ ֹד‬. Ἐν τούτοις,
ὅταν ἡ διαδοχὴ τῶν γεγονότων διακόπτεται, ὁ χρόνος ἐπανέρχεται στὸν τετελεσμένο, ὅπως
φαίνεται ἀπὸ τὴν συνέχεια τῆς παραπάνω προτάσεως· «... καὶ (= ἀλλὰ) δὲν ἐπαναπαύθηκε μέσα
στὴν πόλη», δηλ. ‫שבּט ָבעייר‬
ָ ‫יָצָא ּוי ְירד ֹף ּויילְכ ֹד וְלא‬. Ἐδῶ παρεμβάλλεται τὸ ἀρνητικὸ μόριο ἀνάμεσα στὸ
βὰβ καὶ στὸ «ἐπαναπαύθηκε» (‫)שָבּט‬, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ χρόνος νὰ ἐπανέρχεται σὲ τετελεσμένο.
Ὁμοίως σὲ πρόταση ποὺ ἀρχίζει μὲ μὴ τετελεσμένο τὰ ἑπόμενα ῥήματα εἶναι σὲ
τετελεσμένο, ἐὰν βρίσκονται σὲ ἄμεση σύνδεση μὲ τὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας, π.χ. «θὰ ἐνθυμηθεῖ τοὺς
προφῆτες καὶ θὰ ἐξέλθει καὶ θὰ τοὺς ἀκούσει στὸν ναό», ‫שמּע א ֹתָ מ ּבהֵכָ ל‬
ָ ‫ייז ְכ ֹר אֶת־ ּהנְבייאיים ְויָצָא ְו‬. Καὶ
πάλι, ὅταν παρεμβληθεῖ μία λέξη μεταξὺ τοῦ βὰβ καὶ τοῦ ῥήματος, ὁ χρόνος τοῦ ῥήματος
ἐπανέρχεται στὸν χρόνο τοῦ ἀρχικοῦ ῥήματος.
Εἶναι σημαντικὸ νὰ κατανοήσουμε πλήρως τὸ ζήτημα αὐτό, διότι τὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας
χρησιμοποιεῖται εὐρύτατα στὰ ἑβραϊκὰ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Συνοψίζοντας μποροῦμε νὰ τὸ
διατυπώσουμε ὡς ἑξῆς:
(α΄) Μετὰ ἀπὸ ἁπλὸ τετελεσμένο τὰ συνδεόμενα πρὸς αὐτὸν ῥήματα εἶναι μὴ τετελεσμένοι μὲ βὰβ
τῆς ἀκολουθίας.
(β΄) Μετὰ ἀπὸ ἁπλὸ μὴ τετελεσμένο τὰ συνδεόμενα πρὸς αὐτὸν ῥήματα εἶναι τετελεσμένοι μὲ βὰβ
τῆς ἀκολουθίας.
Στὴν διήγηση τὸ ῥῆμα ‫( ָהי ָה‬εἶμαι ἢ γίνομαι) ἀκολουθεῖται συνήθως ἀπὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας,
ὅταν μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ ἑπομένου ῥήματος παρεμβάλλονται καὶ ἄλλες λέξεις. Ὁ μὴ
τετελεσμένος ‫ י י ְהי ֶה‬τοῦ ‫ ָהי ָה‬ἔχει συντετμημένο τύπο ‫יְהיי‬, ὅταν ἔχει βὰβ καὶ τῆς ἀκολουθίας, δηλ. ‫וּיְהיי‬
(τὸ διπλωτικὸ dαγὲš συνήθως παραλείπεται στὸ ְ‫) י‬. Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς τὸ ῥῆμα «εἰμὶ»
ἀποδίδεται «καὶ ἐγένετο ἢ καὶ συνέβη», π.χ. ‫וּיֵָקָם‬1 ‫ ּויְהיי אח ֵמרי הּדְ ב יָרים ָה ֵאלֶה‬, «καὶ ἐγένετο μετὰ τοὺς
λόγους τούτους καὶ ἠγέρθη ...».
Στὸν μὴ τετελεσμένο μὲ βὰβ καὶ τῆς ἀκολουθίας ὁ τονισμὸς εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μιλ῾έλ,
ὅταν ἡ παραλήγουσα εἶναι ἀνοικτή, π.χ. ‫שב‬
ֶ ‫ ּו ֵֵי‬καὶ κατῴκησε (κατοίκησε). Ἀντιθέτως ὁ τετελεσμένος
μὲ βὰβ καὶ τῆς ἀκολουθίας ἔχει τονισμὸ μιλρά῾, ὅποτε αὐτὸ εἶναι ἐφικτό, π.χ. ֵָ‫ ו ְָשמ ְּרת‬καὶ νὰ
φυλάξεις. Ἐνίοτε τὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας ὁρίζει τὸ σημεῖο, ἀπ᾿ ὅπου ἀρχίζει ἡ ἀπόδοση ἑνὸς

1. Τὸ κᾶμετς ὑπὸ τὸ ָ‫ ק‬εἶναι κᾶμετς χατούφ, διότι ἡ συλλαβὴ ‫ קָם‬ὡς συμφωνόληκτη (κλειστὴ) ἄτονη συλλαβὴ ἔχει βραχὺ
φωνῆεν (βαγιάκομ, ὄχι βαγιάκαμ).

43
ὑποθετικοῦ λόγου, π.χ. ‫« אים ָעב ְּרתָ איתי י ְו ָהי ייתָ ָעלּי‬ἐὰν περάσεις μαζὶ μου, θὰ μοῦ εἶσαι (βάρος)» (Β΄
Σαμ. 15,33).
«Ἀσθενὲς» βάβ, δηλαδὴ βὰβ ποὺ δὲν ἐπηρεάζει τὴν μορφὴ τοῦ ῥήματος, κανονικὰ
εὑρίσκεται μόνον στὸ γ΄ πρόσωπο τοῦ jussivum (‫ ְוי יקט ֹל‬καὶ νὰ φονεύσει), καθὼς καὶ στὸ
cohortativum (‫ ֶא ְק ְטלָה‬καὶ ἂς φονεύσω).

Ἀπαρέμφατο
Ὑπάρχουν δύο ἀπαρέμφατα στὰ ἑβραϊκά, τὸ ἀπόλυτο καὶ τὸ συνεζευγμένο:

Συνεζευγμένο ‫קְטֹל‬
Ἀπόλυτο ‫קָטול‬

Τὸ συνεζευγμένο εἶναι πολύ πιὸ συχνό. Τὸ ἀπόλυτο ἀπαρέμφατο ἵσταται μόνο του, χωρὶς
ἐπιθήματα, καὶ ἡ χρησιμότητά του εἶναι νὰ προσθέτει ἔμφαση στὸ ῥῆμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξαρτᾶται.
Ἔτσι ἡ πρόταση «πράγματι ἐτήρησε τὶς ἐντολές μου» ἀποδίδεται στὰ ἑβραϊκὰ ‫שמּר אֵת ימצְבויתּ י‬
ָ ‫שָמ ֹר‬.
Ἔχει δηλαδὴ ἐπιρρηματικὴ ἔννοια, «ἀληθῶς», «ὄντως», «βεβαίως», «ὁπωσδήποτε» καὶ ὡς ἐπὶ τὸ
πλεῖστον προηγεῖται τοῦ ῥήματος. Σὲ περίπτωση ποὺ ἕπεται τοῦ ῥήματος ἐκφράζει διάρκεια ἢ
συνέχεια χωρὶς διακοπή, π.χ. ‫שמְעו שָמו ּע‬
‫« י‬νὰ ἀκοῦτε διαρκῶς, συνεχῶς, ἀδιάκοπα». Ὄχι καὶ τόσο
συχνὰ τίθεται καὶ ἀντὶ προστακτικῆς, ὅπως στὴν προσταγὴ «νὰ τηρεῖτε τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου»,
‫שבָת‬
ּ ‫שָמו ּע אֶת־יום ּה‬.
Ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι τὸ ἀπόλυτο, τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο μπορεῖ νὰ ἔχει ἀντωνυμικὰ
ἐπιθήματα καὶ νὰ εἶναι συνδεδεμένο μὲ προθέσεις. Πολύ συχνὰ παίρνει τὴν πρόθεση ְ‫ל‬, π.χ. ‫לישְפֹט‬
(λιšπὼτ) «εἰς τὸ κρίνειν», γιὰ νὰ ἐκφράσει τὸν σκοπό, π.χ. «γιὰ νὰ κρίνει (τις)». Τὸ τραχυντικὸ
dαγὲš τίθεται στὸ β΄ ῥιζικὸ (‫)פ‬, μόνον ὅταν συνυπάρχει ἡ πρόθεση ְ‫ל‬, ἐνῷ, ἂν ὑπάρχουν ἄλλες
ְ ‫( בי‬bιšεπώτ). Ἡ ἄρνηση μὲ συνεζευγμένο
προθέσεις, ἡ πρώτη συλλαβὴ παραμένει ἀνοικτή, π.χ. ‫שפ ֹט‬
ἀπαρέμφατο γίνεται μὲ τὴν ἀποβολὴ τοῦ ְ‫ ל‬καὶ τὴν προσάρτησή του στὸ ‫( בילְתיי‬ἵνα μή), τὸ ὁποῖο
τίθεται πρὸ τοῦ ἀπαρεμφάτου, δηλ. ‫ ְל יבלְתי י שְמ ֹ ּע‬τοῦ μὴ ἀκοῦσαι, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσει (τις). Τὸ
ἀπαρέμφατο συχνὰ συνδέεται μέσῳ μακκὲφ μὲ τὸ ἀντικείμενό του, π.χ. ‫ ליכְרֹת־עֵציים‬γιὰ νὰ κόψει (τις)
ξύλα. Ἡ μορφή του εἶναι ἴδια μὲ αὐτὴν τοῦ β΄ ἑνικοῦ τῆς προστακτικῆς. Τὰ ἐπιθήματα τοῦ
συνεζευγμένου ἀπαρεμφάτου ἀπεικονίζονται μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ῥήματος ‫ כָתּב‬γράφω:

44
Ἑνικὸς Πληθυντικὸς
1ο κοινὸ ‫כָתְ ביי‬ ‫כָרְבֵנו‬
‫כָתְ ֵבניי‬ ‫כָתְ ְבכֶם‬
2ο ἀρσ. ‫כָתְבְך‬ ‫כְתָ ְבכֶם‬
‫כְתָבְך‬ ‫כָתְ ְבכֶן‬
2ο θηλ. ‫כָתְבֵך‬ ‫כְתָ בכֶן‬
3ο ἀρσ. ‫כָ תְ בו‬ ‫כָתְ בָם‬
3ο θηλ. ‫כָתְ בָה‬ ‫כָתְ בָן‬

Στὰ ἑβραϊκὰ λέμε «ἐν τῷ γράφειν με» ἀντὶ «ὅταν ἔγραφα».

Ἡ μετοχὴ
Στὰ ὁμαλὰ ῥήματα ὑπάρχουν δύο μετοχές, ἐνεργητικὴ (‫ קֹטֵל‬φονεύων) καὶ παθητικὴ (‫קָטול‬
φονευόμενος). Κλίνονται κατὰ γένος καὶ ἀριθμό, ὅπως τὰ ὀνόματα:

Ἑνικὸς Πληθυντικὸς
Ἀπόλυτος τύπος Συνεζευγμένος Ἀπόλυτος τύπος Συνεζευγμένος
Ἐνεργητικὴ ἀρσ. ‫קֹטֵל‬ ‫קֹטֵל‬ ‫ק ֹ ְטליים‬ ‫קֹטְלֵי‬
Ἐνεργητικὴ θηλ. ‫ ק ֹ ֵֶטלֶת‬,‫ק ֹ ְטלָה‬ ‫קֹטֶלֶת‬ ‫קֹטְלות‬ ‫קֹטְלות‬
Παθητικὴ ἀρσ. ‫קָטול‬ ‫קְטול‬ ‫קְטוליים‬ ‫קְטולֵי‬
Παθητικὴ θηλ. ‫קְטולָה‬ ‫קְטולּת‬ ‫קְטולות‬ ‫קְטולות‬

Τὸ χῶλεμ εἶναι σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις μακρό.


Οἱ μετοχὲς χρησιμοποιοῦνται συχνὰ σὰν κανονικὰ ὀνόματα καὶ ὡς πρὸς αὐτὸ ἀνήκουν σὲ
συγκεκριμένο τύπο ὀνομάτων, ὅπως θὰ δοῦμε σὲ προσεχὲς κεφάλαιο. Οἱ μετοχὲς ὑποδηλώνουν
διάρκεια, καὶ μάλιστα αὐτὸ ἰσχύει ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ἐνεργητικὴ μετοχή. Ὡς πρὸς τὴν σημασία τους
εἶναι σὰν ῥηματικὰ ἐπίθετα καὶ συμφωνοῦν κατὰ γένος καὶ ἀριθμὸ μὲ τὰ ὀνόματα ἢ μὲ τὶς
ἀντωνυμίες, π.χ. ‫שליים‬
ְ ‫ מא ֵּנחְנו מ‬εἴμαστε κυβερνῶντες, κυβερνοῦμε. Ὅταν τὸ γ΄ ῥιζικὸ ἑνὸς ῥήματος
εἶναι λαρυγγόφωνο, στὴν παθητικὴ μετοχὴ ἐμφανίζεται πάθαχ ὑπείσακτο, π.χ. ‫ י ָדו ּע‬γνωριζόμενος.
Κατὰ περίπτωση ἡ παθητικὴ μετοχὴ μπορεῖ ἐνδεχομένως νὰ ἔχει σημασία μέλλοντος, π.χ. ‫שָדוד‬
(καταστρεψόμενος) καταστρεπτέος, ποὺ πρέπει νὰ καταστραφεῖ. Στὴν ἄρνηση ἀντὶ τὸ ‫ לא‬ὡς ἐπὶ τὸ
πλεῖστον χρησιμοποιεῖται τὸ ἀρνητικὸ μόριο ‫( אֵין‬οὐκ ἔστι) μὲ τὶς μετοχὲς.

45
‫( אל‬+ jussivum) οὐ, μή. ‫ נָהָר‬ποταμός. ‫ פָקּד‬ἐπισκέπτομαι.
‫ קָ צּף‬θυμώνω. ‫ סָפּר‬μετρῶ. ‫ ֵא ֹכֶל‬τροφή.
‫ כיי אים‬ἐκτὸς ἐάν· ἐκτὸς ἀπό. ‫ כָבוד‬δόξα. ‫ ָהלּך‬πηγαίνω, βαδίζω.
‫ יָצָא‬ἐξέρχομαι. ‫ ָגנּב‬κλέπτω. ‫ נָפּל‬πίπτω, πέφτω.
‫ קום‬ἐγείρομαι, σηκώνομαι. ‫ נָשָא‬ἐγείρω, σηκώνω ‫ מֵת‬πεθαμένος, νεκρός.
‫ ָעבּר‬περνῶ, διαβαίνω. ‫ פֶן־‬μήπως. ‫ ֶאבְיון‬πτωχός.
‫ חָדּ ל‬παύω. ‫שָבּר‬1 ἀγοράζω (τρόφιμα, ποτά). ‫ זָכָר‬ἄρρην, ἀρσενικός.
‫ שָ לּח‬ἀποστέλλω· (ἐκ)τείνω.

Ἄσκηση 14
‫ אל ייכְת ֹב‬6. ‫ ירדְ פו אח ָמריו‬5. ‫ ו ֵּי ֹאמֶר לאלהיים נְפ ֹל ְל ָפנּי וְלא ֶאקְצ ֹף בְך עּד־עולָם‬4. ‫ יאמ יְרי־נָא‬3. ‫ לא תי גְנ ֹב‬2. ‫ אל תי ְקצְפו‬1.
‫וּייתֵן‬1 9. ‫ֶת־תורת יהוה‬
ּ ‫שמּר א‬
ָ ‫שכּח ָהאייש די ב ְֵרי ּהנָבייא וְלא‬
ָ 8. ‫ ָה ּלכְתי י ָו ֶאמְכ ֹר אֶת־ ּה ֵֶילֶד‬7. ‫תורת יהוה לאלהֵי ייש ְָר ֵאל‬
ּ ‫ְב ֵספֶר‬
‫ ְו יכז ְכ ֹר ּהנָבייא אֶת־הּדְ ב יָרים ָה ֵאלֶה וּיומֶר ְרד ֹף אח ֵמריהֶם‬11. ‫ֶת־תורת לאלהיים‬
ּ ‫ שָמור יישְמ ֹר א‬10. ‫א ֹתו עּל־כָל־ ֵֶא ֶרץ ימצ ְָרי ים‬
. ‫ תי שְמ ֹר אֶת־מי צְותּ י‬14. ‫ירה‬
ָ ‫ יהנְניי ש ֹ ֵל ּח אֶת־ ּהנָבייא ָה יֵע‬13. ‫ אּתֶ ם זֹכ יְרים אֶת־די ב ְֵרי הָ לאלהיים מאשֶר אמ ְּרתי י בּיום ּהז ֶה‬12. ‫צָפוֵ נָה‬
‫ ּו ֵּיעּש לאלהיים אֶת־ה ָָרקיי ּע בֵין ּה ּמי ים אמשֶר תּ חּת לָ ָרקי י ּע‬3 17. ‫ ֵא ְלכָה־נָא ֶאל־בֵית ּהנָבייא‬2 16. ‫ָל־רע ָב ֵָא ֶרץ‬
ּ ‫ י ישְמ ֹר א ֹתְ ך ימכ‬15
‫ ָחדְ לו ילסְפ ֹר‬21. ‫ ֶאשְמ ֹר שָמור אֶת־ ימצְותֶ יך‬20. ‫ ָחלּך הָלוך ֶאל־בֵית יוסֵף‬19. ‫שמ ְָרה אֶת־ ימצְותֶ יך‬
ְ ‫ ֶא‬18. ‫ובֵין ּה ּמי ים עּל־ה ָָרקיי ּע‬
‫ יהוה‬24. ‫יבורים‬
‫שלּח אֶת־ ּהיֶלֶד ילשְמור אֶת־עייר ּהג י‬
ָ ‫ ְו יהנֵה‬23. ‫שב ֹר־אֹכֶל ּב ָמקום הּהוא‬
ְ ‫ ָי ְרדו ימצ ְֵּרי ְ ָמה יל‬22. ‫אֶת־כו ְכבֵי ּהשָמָ י ים‬
.‫ָארץ‬
ֶ ‫של ָבעָם ב‬
ֶ ‫ ּה ֶמלֶך מ‬26. ‫ ּהנְבייאיים שֹמ יְרים אֶת־תותּ ת יהוה לאלהֵי ייש ְָרֵל‬25. ‫הוא שֹמ ְֶרך בְיום ה ָָרע‬

1. Μὴ θυμώνεις. 2. Μὴν κλέβεις. 3. Μὰ πὲς ἢ πές, σὲ παρακαλῶ. 4. Καὶ εἶπε ὁ Θεός· πέσε ἐνώπιόν
μου, καὶ δὲν πρόκειται νὰ θυμώσω μαζί σου ποτέ. 5. Καταδίωξέ τον. 6. Νὰ μὴ γράφει στὸ βιβλίο
τοῦ νόμου τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ. 7. Πῆγα καὶ πούλησα τὸ παιδί (ἀγόρι). 8. Ὁ ἄνδρας
λησμόνησε τὰ λόγια τοῦ προφήτη καὶ δὲν ἐτήρησε τὸν νόμο τοῦ Κυρίου. 9. Καὶ ἔθεσε αὐτὸν ἐπὶ
κεφαλῆς τῆς χώρας τῆς Αἰγύπτου. 10. Νὰ φυλάξει ὁπωσδήποτε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. 11. Καὶ μόλις
(= ὡς) ἀναλογίσθηκε ὁ προφήτης (= καὶ ἐν τὸ ἐνθυμεῖσθαι τὸν προφήτην) τοὺς λόγους τούτους,
(καὶ) εἶπε· καταδιῶξτε τους βόρεια. 12. Ἐνθυμεῖσθε (= εἶστε ἐνθυμούμενοι) τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, τὰ
ὁποῖα εἶπα τὴν ἡμέρα ἐκείνη. 13. Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω (= εἶμαι ἀποστέλλων) τὸν προφήτη στὴν
πόλη. 14. Νὰ τηρεῖς τὶς ἐντολές μου. 15. Νὰ σὲ φυλάει ἀπὸ κάθε κακὸ ἐπὶ τῆς γῆς (= ἐν τῇ γῇ). 16.
Ἂς πάω ἢ πρέπει νὰ πάω στὸ σπίτι τοῦ προφήτη. 17. Καὶ ἐποίησε ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα μεταξὺ τῶν
ὑδάτων ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὸ στερέωμα καὶ μεταξὺ τῶν ὑδάτων ποὺ ἦταν πάνω ἀπ᾿ τὸ στερέωμα.

1. Ὑπάρχει καὶ ὁμόηχο πολὺ πιὸ συχνὸ ῥῆμα ‫ שָבּר‬σπάζω, θραύω.


1. Μὴ τετελεσμένος μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας τοῦ ‫נָתּ ן‬. Τὸ νοῦν ἔχει ἀφομοιωθεῖ.
2. Τὸ ῥῆμα ‫ ָהלּך‬στὸν μὴ τετελεσμένο χάνει τὸ ἀρχικὸ ‫ ·ה‬βλ. κεφ. 24.
3. Τὸ ῥῆμα ‫ עָשָה‬στὸ γ΄ ἑνικὸ τοῦ μὴ τετελεσμένου μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας χάνει τὸ τελικὸ ‫ה‬.

46
18. Ὀφείλω νὰ τηρῶ τὶς ἐντολές σου. 19. Συνέχισε νὰ βαδίζει πρὸς τὸ σπίτι τοῦ Ἰωσήφ. 20. Θὰ
τηρῶ συνεχῶς τὶς ἐντολές σου. 21. Ἔπαυσαν νὰ μετροῦν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. 22. Κατέβηκαν
στὴν Αἴγυπτο, γιὰ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα (= τροφὴ) στὸ μέρος ἐκεῖνο. 23. Καὶ ἰδοὺ ἔστειλε τὸ παιδὶ
νὰ ἐπιτηρεῖ τὴν πόλη τοῦ δυνατοῦ (πολεμιστῆ). 24. Ὁ Θεὸς σὲ προφυλάσσει κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ
κακοῦ. 25. Οἱ προφῆτες φυλάσσουν (= εἶναι φυλάσσοντες) τὸν νόμο τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ τοῦ
Ἰσραήλ. 26. Ὁ βασιλεὺς κυβερνᾷ (= εἶναι κυβερνῶν) ἐπὶ τοῦ λαοῦ τῆς χώρας.

47
16. Τὸ ὁμαλὸ ῥῆμα.
Στὸ προηγούμενο κεφάλαιο εἴπαμε ὅτι ὑπάρχουν διαθέσεις τοῦ ῥήματος, οἱ ὁποῖες
ἀναπτύσσουν περαιτέρω τὴν βασική του σημασία. Τὰ ὀνόματά τους θυμίζουν τὴν ἐποχὴ ποὺ οἱ
Γραμματικοὶ χρησιμοποιοῦσαν τὸ ῥῆμα ‫( פָעּל‬ποιῶ, κάνω) ὡς πρότυπο γιὰ τὴν κλίση τῶν ῥημάτων.
Τὰ ὀνόματα τῶν διαθέσεων τοῦ ῥήματος δὲν εἶναι παρὰ τὸ γ΄ ἑνικὸ πρόσωπο τοῦ τετελεσμένου τῶν
διαθέσεων τοῦ ‫פָעּל‬. Ἀπὸ τὴν παθητικὴ διάθεση τοῦ ‫פָעּל‬, ἡ ὁποία εἶναι ‫ניפְעל‬, προῆλθε τὸ ὄνομα τῆς
παθητικῆς διαθέσεως Niphal. Τὸ ῥῆμα ‫ פָעּל‬ἔχει πλέον ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ ῥῆμα ‫( קָטּל‬φονεύω),1
διότι τὸ ‫ פָעּל‬ἔχει τὸ β΄ ῥιζικὸ λαρυγγόφωνο, μὲ ἀποτέλεσμα σὲ τρεῖς βασικὲς διαθέσεις νὰ μὴν
μπορεῖ νὰ πάρει διπλωτικὸ dαγὲš στὸ β΄ ῥιζικό. Οἱ διαθέσεις τοῦ ῥήματος εἶναι οἱ ἑξῆς:

Qal, ἐνεργητική. ‫ קָטּל‬ἐφόνευσε.


Niphal, παθητικὴ τῆς Qal. ‫ ני ְקטּל‬ἐφονεύθη.
Piel, ἐνεργητικὴ μετ᾿ ἐπιτάσεως. ‫ קיטֵל‬ἐφόνευσε, κατασκότωσε.
Pual, παθητικὴ τῆς Piel. ‫ קֻטּל‬ἐφονεύθη.
Hiphil, ἐνεργητικὴ αἰτιατικὴ-ἀναθετική. ‫ יה ְקטייל‬ἔβαλε νὰ φονεύσουν.
Hophal, παθητικὴ τῆς Hiphil. ‫( ָה ְקטּל‬χοκτὰλ) τὸν ἔβαλαν νὰ φονεύσει.
Hithpael, αὐτοπαθής. ‫ היתְ ּקטֵל‬αὐτοκτόνησε.

Οἱ κλίσεις τῶν διαθέσεων βρίσκονται στὸ τέλος τοῦ βιβλίου.


Τὸ β΄ ῥιζικὸ τῶν διαθέσεων Piel, Pual, Hithpael ἔχει διπλωτικὸ dαγὲš, τὸ ὁποῖο ἐπιτείνει τὴν
σημασία τους. Οἱ Piel καὶ Hophal δὲν ἔχουν προστακτικὴ καὶ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο. Οἱ
μετοχὲς μὲ ἐξαίρεση τὴν Qal καὶ Niphal ἔχουν ὅλες πρόθημα ‫מ‬.

Niphal.
Στὸν τετελεσμένο προστίθεται τὸ γράμμα ‫ נ‬ὡς πρόθημα φωνηεντισμένο μὲ χῖρεκ. Στὸν μὴ
τετελεσμένο προστίθεται τὸ πρόθημα ‫יינ‬, ἀλλὰ τὸ ‫ נ‬ἀφομοιώνεται πρὸς τὸ α΄ ῥιζικό, τὸ ὁποῖο ὡς ἐκ
τούτου παίρνει διπλωτικὸ dαγέš, δηλ. ‫ייקָטֵל‬. Ἡ προστακτικὴ ἔχει πρόθημα ‫הינ‬, τὸ ὁποῖο
ἀφομοιούμενο μᾶς δίνει ‫ יה ָקטֵל‬. Πρὸ φωνήεντος στὴν κατάληξη τὸ τσέρε τοῦ β΄ ῥιζικοῦ γίνεται
ἔμφθογγο šεβά, ἐκτὸς ἂν εἶναι ἐν τῇ παύλῃ, δηλ. ‫היקָ טְליי‬, ἐνῷ στὸ β΄ θηλυκὸ τοῦ πληθυντικοῦ ἀλλάζει
σὲ πάθαχ, δηλ. ‫ יה ָק ֵּט ְלנָה‬, τὸ ὁποῖο ἐν τῇ παύλῃ γίνεται κᾶμετς. Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο εἶναι
ἴδιο μὲ τὴν προστακτική, ἐνῷ στὸ ἀπόλυτο τὸ τσέρε ἀντικαθίσταται ἀπὸ χῶλεμ, ‫ היקָטֹל‬καὶ μὲ

1 Τὸ ῥῆμα αὐτὸ ἐν τούτοις ἀπαντᾷ μόνον τρεῖς φορὲς στὴν Π.Δ. καὶ δὴ μόνον στὴν Qal διάθεση.

48
ἐναλλακτικὸ τύπο ‫ניקְט ֹל‬. Ἡ μετοχὴ τῆς Niphal μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ σὰν ῥηματικὸ ἐπίθετο μὲ
παθητικὴ σημασία, π.χ. οἱ συντετριμμένοι τῇ καρδίᾳ, ‫שב ְֵרי־לֵב‬
ְ ‫ני‬. Σ᾿ αὐτὴν τὴν φράση προτιμᾶται ὁ
συντομευμένος τύπος τῆς «καρδίας», ‫לֵב‬, ἀντὶ τοῦ ‫ ֵלבָב‬. Ἡ Niphal κλίνεται ὅπως ἡ Qal. Ἡ
πρωταρχικὴ σημασία τῆς Niphal εἶναι αὐτοπαθής, π.χ. ‫ ניסְתּר‬κρύφθηκε (ἔκρυψε ἑαυτόν), ἀλλὰ
ἀπαντᾷ καὶ μὲ ἀλληλοπαθῆ σημασία, π.χ. ‫ ני ְלחממו‬πολέμησαν (ἀλλήλους, ὁ ἕνας τὸν ἄλλο). Ἡ κύρια
ὅμως σημασία τῆς Niphal εἶναι ὅτι εἶναι παθητικὴ τῆς Qal. Ὡς ποιητικὸ αἴτιο, ὅταν ἡ Niphal ἔχει
παθητικὴ σημασία, χρησιμοποιοῦνται οἱ προθέσεις ‫מין‬, ‫ ְב‬καὶ ְ‫ל‬. Μερικὰ ῥήματα ἀπαντοῦν μόνο στὴν
Niphal διάθεση, π.χ. ‫« נילְחּם‬ἐπολέμησε», χωρὶς αὐτοπαθῆ ἢ παθητικὴ σημασία.

Piel
Χαρακτηριστικὸ τῆς Piel εἶναι ἡ δίπλωση τοῦ μεσαίου ῥιζικοῦ. Στὴν πρώτη συλλαβὴ τὸ
φωνῆεν εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον χῖρεκ, ἐνῷ ἡ δεύτερη συλλαβὴ μπορεῖ νὰ ἔχει πάθαχ ἢ τσέρε. Σὲ
τρία ῥήματα, ‫ כיבס‬ἔπλυνε, ‫ כיפֶר‬ἐξιλέωσε, καὶ ‫ דיבֶר‬ὁμίλησε, τὸ σεγὼλ ἀντικαθιστᾷ τὸ τσέρε. Ὁ μὴ
τετελεσμένος κλίνεται ὁμαλά, στὰ δὲ ἀπαρέμφατα ὁ τύπος ‫ קּטֶל‬τοῦ ἀπολύτου ἀπαρεμφάτου, ποὺ
εἶναι πανομοιότυπος μὲ τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο, εἶναι συνηθέστερος ἀπὸ τὸν τύπο ‫קּטֹל‬. Ἡ
μετοχὴ ἔχει τὸ πρόθημα ‫ ְמ‬. Ἡ Piel κλίνεται ὅπως ἡ Qal.
Ἡ Piel εἶναι ἐπιτατικὴ μορφὴ τῆς Qal, π.χ. ‫ ָרדּ ף‬ἀκολουθῶ, ‫ ירדֵ ף‬καταδιώκω. Ὅταν ἡ ἐπίταση
εἶναι ἐξακολουθητική, ἡ σημασία γίνεται αἰτιατικὴ-ἀναθετική, π.χ. ‫ גָדּ ל‬εἶμαι μεγάλος, ‫ שידֵ ל‬προκαλῶ
μεγέθυνση, μεγαλύνω, γίνομαι αἰτία ἢ κάνω κάποιον νὰ γίνει μεγάλος, ‫ קָדּ ש‬εἶμαι ἅγιος (δηλ. εἶμαι
ἀφιερωμένος στὸν Θεὸ ἢ ξεχωρισμένος γιὰ νὰ ἀνήκω κατ᾿ ἀποκλειστικότητα στὸν Θεό), ‫קידֵ ש‬
ἁγιάζω, καθιστῶ κάτι ἅγιον.

Pual
Ἡ Pual, ὅπως καὶ ἡ Piel, ἔχει διπλωτικὸ dαγὲš στὸ β΄ ῥιζικό καὶ κλίνεται ὁμαλά. Στὸν
τετελεσμένο τὸ α΄ ῥιζικὸ ἔχει κιμπμπούτς, τὸ δὲ πάθαχ τοῦ β΄ ῥιζικοῦ γίνεται ἔμφθογγο šεβὰ πρὸ
φωνήεντος στὴν κατάληξη. Τὸ τελευταῖο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸν μὴ τετελεσμένο. Προστακτική δὲν
ὑπάρχει, διότι ἡ Pual εἶναι παθητικὴ τῆς Piel ὡς πρὸς τὴν σημασία.

‫ לחם‬πολεμῶ (Niph.). ‫ זֵֶבּח‬θυσιαστήριο, βωμός. ‫ יְאֹר‬ποταμός (ἰδίως ὁ Νεῖλος).


‫ אלמ יֹרי‬Ἀμορίτης, Ἀμορῖτες. ‫ חָבּש‬δένω, περιζώνω. ‫ בְכור‬πρωτότοκος.
‫ נחם‬μετανοῶ (Niph.). ‫ארר‬
ּ καταρῶμαι. ‫ כ ֹה‬ἔτσι, οὕτω(ς).
‫ קָטון‬μικρός. ‫ בקש‬ζητῶ, ἀναζητῶ (Pi.). ‫ זָקֵן‬γέρων.

49
‫ כסה‬ἀποκρύπτω, (συγ)καλύπτω. ‫ סתר‬κρύπτω (Pi.). ‫ זָבּח‬θυσιάζω.
‫ שָבּר‬συντρίβω, σπάζω, θραύω.1 ‫ יָכֹל‬δύναμαι, μπορῶ. ‫ אהמרון‬Ἀαρών.
‫ צֵֶלֶם‬εἰκών, εἰκόνα. ‫ שָתָה‬πίω, πίνω. ‫ כָבֵד‬εἶμαι βαρύς· Pi. βαρύνω.
‫ ז ְרו ּע‬βραχίων. ‫ דבר‬Pi. λέγω, ὁμιλῶ. ‫( שָלּח‬Pi.) ἀφήνω, ἐπιτρέπω νὰ
φύγει· ξεπροβοδίζω· ἐκτείνω.

Ῥήματα ὅπως τὸ ‫ כָבֵד‬μὲ τσέρε ἀντὶ κᾶμετς στὸ β΄ ῥιζικὸ εἶναι «στατικά».

Ἄσκηση 15
4. ‫שה אֶת־הָאדָ ם בָאֵָ ֶרץ‬
ָ ‫ ּוי ינָחֵם יהוה כיי ָע‬3. ‫ש ּכבְנו ּב ָמקום הּהוא יָמיים ָרביים‬
ָ ‫ ְו‬2 . ‫ ו ֵּי ֹאמֶר יהוה ֵאלּי אלמ ֹר ָלהֶם לא תי ָלחממו‬1.
‫שלּך ְל ּעבְדְ ך לֵב ש ֹמֵ ּע לישְ פ ֹט אֶת־ ּעמְך‬
ְ ‫ תי‬6. ‫שב ָָרה‬ ָ ‫ ּויְכֻסו כָל־ ֶהה יָרים ּהגְדוליים מאשֶר־תּ חּת כָל־ ּה‬2
ְ ‫ ז י ְבחֵי לאלהיים רו ּח ני‬5. ‫ש ָמי ים‬
‫ ְועּתָ ה ארור ָ )אתָ ה‬9. ‫ אמ ְָרתָ ּבקְשו פָנָ י אֶת־ ָפנֶיך מא ּבקֵש‬8. ‫שה‬
ָ ‫שב ְּרתי י אֶת־ז ְר ֹ ּע פ ְּרע ֹה ֶמלֶך ימצ ְּרי ים ְו יהנֵה לא ֻח ְב‬
ָ ‫ בֶן־אדָ ם‬7. ‫ּהז ֶה‬
. ‫שלּח הָ אלמ יֹרי ָבהָר הּהוא ּוי ְירדְ פו אֶתְ כֶם‬
ּ ְ ‫ ּוי‬11. ‫שלּח אֶת־ ָהעָם‬
‫ ּוי ְ ּכבֵד פ ְּרע ֹה אֶת־ליבו וְלא י‬10. ‫מי ן־הָאמדָ ָמה מאשֶר ב ָָרה הָ לאלהיים‬
‫ שֹפּך דּ ם‬14. ‫ וּי ֹאמֶר יהוה ּה ְמ ּכסֶה ֵמאב ְָרהָם מאשֶר עָשי יתי י‬13. ‫ לא תי ָלחממו אֶת־קָטון ְואֶת־גָדול כיי אים־אֶת־ ֶמלֶך ייש ְָר ֵאל‬12
‫ש ּלחְתָ א ֹתי י הּיום מֵ עּל‬
ָ ‫ הֵן‬16 . ‫ ו ְב יספ ְֵרי בֵית־ייש ְָר ֵאל לא ייכָתי בו‬15 . ‫שה אֶת־הָאדָ ם‬
ָ ‫שפֵך כיי ְב ֵֶצלֶם לאלהיים ָע‬
ָ ‫הָאדָ ם בָאדָ ם דָ מו י י‬
ָ ‫ וְאמ ְּרתָ ֶאל־ פ ְּרע ֹה כ ֹה אמּר יהוה ְבניי בְכ יֹרי י‬18. ‫ ילשְת ֹת ימ ּמי ים ּהי ְא ֹר‬3 ‫ לא ָיכְלו‬17. ‫ְפנֵי ָהאמדָ ָמה ו ימ ָפנֶיך ֶאסָתֵ ר‬
19 . ‫ישראֵ ל‬
‫ ּוי ְדּ בֵר אהמר ֹן‬20 . ‫ו ְָשמְעו לְק ֶֹל)ך ובָאתָ ה אּתָ ה ְוז י ְקנֵי ייש ְָר ֵאל ֶאל־ ֶמלֶך ימצ ְּרי ים ּו מאמ ְּרתֶ ן ֵאלָיו נֵ ְלכָה ּבמידְ בָר ְוניז ְ ְבחָה לּיהוה לאלהֵינו‬
.‫שה‬
ֶ ‫אֶת־כָל־הּדְ ב יָרים מאשֶר די בֶר יהוה ֶאל־מ‬

1. Καὶ μοῦ εἶπε ὁ Κύριος· πές τους· μὴν πολεμᾶτε (ἢ νὰ μὴν πολεμήσετε). 2. Καὶ καθήσαμε σ᾿
ἐκεῖνον τὸν τόπο πολλὲς ἡμέρες. 3. Καὶ μετανόησε ὁ Κύριος, ποὺ (= γιὰ τὸ ὅτι) ἐποίησε τὸν
ἄνθρωπο ἐπὶ τῆς γῆς (= ἐν τῇ γῇ). 4. Καὶ ἐκαλύφθησαν ὅλα τὰ μεγάλα ὄρη τὰ ὑπὸ τὸν οὐρανό. 5. Οἱ
θυσίες τοῦ Θεοῦ (δηλ. πρὸς τὸν Θεὸ) εἶναι πνεῦμα συντετριμμένο. 6. Εἴθε νὰ στείλεις στὸν δοῦλο
σου καρδιὰ ἀκούουσα (δηλ. ἱκανὴ νὰ ἀκούει προσεκτικὰ τὰ προβλήματα), γιὰ νὰ (ἢ ὥστε νὰ) κρίνει
(ὡς κριτὴς) τὸν λαό σου. 7. Υἱὲ τοῦ ἀνθρώπου, ἔχω συντρίψει τὸν βραχίονα τοῦ Φαραώ, τοῦ
βασιλέως τῆς Αἰγύπτου, καὶ δὲν ἔχει ἐπιδεθεῖ. 8. Εἶχες πεῖ· ἐκζητῆτε τὸ πρόσωπό μου, καὶ ἐγὼ θὰ
ἀναζητῶ τὸ πρόσωπό σου. 9. Καὶ τώρα εἶσαι καταραμένος ἀπὸ τὴν γῆ ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός. 10.
Καὶ ἐβάρυνε ὁ Φαραὼ τὴν καρδιά του καὶ ἄφησε τὸν λαὸ νὰ φύγει (Piel τοῦ ‫)שָלּח‬. 11. Καὶ ἔστειλε ὁ
Ἀμοραῖος (ἐνν. ὁ κατοικῶν) στὸ ὅρος ἐκεῖνο, καὶ σᾶς κατεδίωξαν. 4 12. Μὴν πολεμᾶτε μὲ μικρὸν ἢ
1. Διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ ὁμόηχο ‫( שָבּר‬ἀγοράζω [τρόφιμα ἢ ποτά]). Ὑπάρχουν ἀρκετὰ ὁμόηχα ῥήματα στὰ ἑβραϊκὰ μὲ
διαφορετικὴ σημασία.
2. Τὸ ‫ ה‬τοῦ ‫ כסה‬εἶναι ἀσθενὲς καὶ ἐκπίπτει ἐδῶ.
3. Συν. ἀπαρέμφατο τοῦ ‫שָתָה‬.
4. Τέτοιου εἴδους σύνταξη μὲ ξαφνικὴ ἀλλαγὴ τοῦ ὑποκειμένου ἀπὸ ἑνικὸ σὲ πληθυντικὸ εἶναι συνήθης στὴν Παλαιὰ
Διαθήκη.

50
μὲ μεγάλον παρὰ μόνον μὲ τὸν βασιλέα. 13. Καὶ εἶπε ὁ Κύριος· νὰ κρυφτῶ ἐγὼ (νὰ εἶμαι
κεκρυμμένος) ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, τὸν ὁποῖον ἔπλασα; 14. Αὐτὸς ποὺ χύνει αἷμα, δι᾿ ἀνθρώπου θὰ
χυθεῖ τὸ αἷμά του, διότι κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησε (ἢ ἔπλασε) τὸν ἄνθρωπο. 15. Καὶ στὰ βιβλία τοῦ
οἴκου Ἰσραὴλ δὲν πρόκειται νὰ ἐγγραφοῦν. 16. Ἰδοὺ μὲ ἔστειλες (δηλ. μὲ ἔδιωξες, μὲ ἐξαπέστειλες)
σήμερα ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς, καὶ ἀπὸ τὸ πρόσωπό σου θὰ κρύβομαι. 17. Δὲν μπόρεσαν νὰ
πιοῦν ἀπὸ τὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ. 18. Καὶ θὰ (ἢ νὰ) πεῖς στὸν Φαραώ· ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος· ὁ υἱός μου,
ὁ πρωτότοκός μου εἶναι ὁ Ἰσραήλ. 19. Καὶ θὰ ἀκούσουν τὴν φωνή σου, καὶ θὰ ἔλθεις ἐσὺ καὶ οἱ
πρεσβύτεροι τοῦ Ἰσραὴλ πρὸς τὸν βασιλέα τῆς Αἰγύπτου, καὶ θὰ τοῦ πεῖτε· ἂς πᾶμε στὴν ἔρημο καὶ
ἂς κάνουμε θυσία στὸν Κύριο, τὸν Θεό μας. 20. Καὶ ὁ Ἀαρὼν εἶπε ὅλους τοὺς λόγους ποὺ εἶχε πεῖ ὁ
Κύριος στὸν Μωυσῆ.

51
17. Τὸ ὁμαλὸ ῥῆμα.
(συνέχεια)
Hiphil
Αὐτὴ εἶναι ἀναθετικὴ ἢ αἰτιατικὴ διάθεση. Ἐκφράζει εἴτε ἀνάθεση (π,χ. βάζω νὰ
σκοτώσουν) εἴτε αἰτιώδη σχέση τοῦ ὑποκειμένου πρὸς τὸ ρῆμα (π.χ. γίνομαι αἰτία νὰ γίνει κάτι ἢ
προκαλῶ μιὰ πράξη). Στὸν τετελεσμένο παίρνει τὸ πρόθημα ‫( יה‬τὸ χῖρεκ ἐνίοτε γίνεται σεγώλ), καὶ
μεταξὺ β΄ καὶ γ΄ ῥιζικοῦ ἀναπτύσσει πλῆρες χῖρεκ, π.χ. ‫היקְטייל‬.
Ὁ μὴ τετελεσμένος ἔχει ἐπίσης πλῆρες χῖρεκ στὴν λήγουσα, ἀλλὰ στὸ ἀρχικὸ γράμμα ἔχει
πάθαχ, π.χ. ‫יּקְטייל‬. Στὴν Hiphil, καὶ μόνο σ᾿ αὐτήν, ὁ μὴ τετελεσμένος μὲ σημασία jussivum ἔχει
ἰδιαίτερο τύπο ‫יּקְטֵל‬. Τὸ τσέρε μπορεῖ νὰ τραπεῖ σὲ σεγώλ, ὅταν ὁ τόνος ἀλλάξει θέση, π.χ. ἀπὸ ‫יּקְטֵל‬
σὲ ‫י ּקְ טֶל־‬. Ἡ κλίση τῆς Hiphil εἶναι ὁμαλή.
Ἡ χαρακτηριστικὴ σημασία τῆς Hiphil εἶναι αἰτιατικὴ-ἀναθετικὴ τῆς Qal, π.χ. ‫ קָדּש‬εἶμαι
ἅγιος, ‫ היקְדייש‬ἁγιάζω, προσδίδω ἁγιαστικὴ ἰδιότητα, συντελῶ ἢ γίνομαι αἰτία, ὥστε κάτι νὰ καταστεῖ
ἅγιο. Μπορεῖ ἐπίσης νὰ ἔχει ἀναδεικτικὴ σημασία, ‫( יהצְדי יק‬τὸν) ἐδικαίωσε = (τὸν) ἀνέδειξε δίκαιον.
Ἡ Hiphil συχνὰ ἐμφανίζεται σὲ στατικὰ ῥήματα, π.χ. ‫שמיין‬
ְ ‫ יה‬παχύνω, λιπαίνω, ἀλλὰ καὶ παχαίνω,
λιπαίνομαι (ἐνῷ στὴν Qal ‫שמֵן‬
ָ εἶμαι ἢ γίνομαι παχύς). Ἐὰν ἡ Qal τοῦ ῥήματος ἔχει μεταβατικὴ
σημασία, ἡ Hiphil μπορεῖ νὰ συντάσσεται μὲ δύο ἀντικείμενα, π.χ. ‫ָארץ‬
ֶ ‫ יהנְחייל א ֹתָ ם אֶת־ה‬ἔκανε αὐτοὺς
ἢ τοὺς ἔβαλε νὰ κληρονομήσουν (= νὰ πάρουν στὴν κατοχή τους) τὴν γῆ (= τὴν χώρα).

Hophal
Στὴν Hophal ἡ πρώτη συλλαβὴ εἶναι πάντοτε κλειστή, ὅπως καὶ στὴν Hiphil, ἂν καὶ τὸ
κᾶμετς χατοὺφ ἐνίοτε ἀντικαθίσταται ἀπὸ κιμπμπούτς, ἰδίως μάλιστα στὴν μετοχή, π.χ. ‫ מֻקְטָל‬ἀντὶ
τοῦ ἀναμενομένου ‫( מָקְטָל‬μοκτάλ).
Ἡ Hophal κλίνεται ὁμαλά, καὶ ἐπειδὴ εἶναι παθητική, δὲν ἔχει προστακτική.

Hithpael
Ἡ Hithpael εἶναι σὰν τὴν Piel, ἀλλὰ μὲ πρόθημα ‫ הית‬καὶ πάθαχ ὑπὸ τὸ α΄ ῥιζικό, π.χ. ‫היתְקּטֵל‬.
Ὅταν μετὰ ἀπὸ τὸ ‫ הית‬ἀκολουθεῖ συριστικό, τὸ ‫ ת‬καὶ τὸ συριστικὸ ἀλλάζουν ἀμοιβαίως θέση, ἔτσι
τὸ ‫ היתְ שּ מֵר‬γίνεται ‫ יהשְתּ מֵר‬προφυλάσσεται (προφυλάσσει τὸν ἑαυτό του). Μὲ τὸ ‫ צ‬ὡς α΄ ῥιζικὸ τὸ ‫ת‬
ἀλλάζει πρὸς τὸ σκληρότερο σὲ ‫ט‬, ἐνῷ μὲ ‫ ז‬ὡς α΄ ῥιζικό, τὸ ‫ ת‬γίνεται ‫ד‬, π.χ. τὸ ‫ היתְ צּדֵ ק‬γίνεται ‫היצְטּדֵק‬,
καὶ τὸ ‫ היתְ ז ּ ּמן‬γίνεται ‫ יהז ְדּ מֵן‬.
Ὡς πρὸς τὴν σημασία της ἡ Hithpael εἶναι αὐτοπαθὴς τῆς Piel, π.χ. ‫ ניקֵם‬ἐκδικεῖται, ‫היתְ נּ ֵקם‬

52
ἔγινε ἐκδικητικὸς (ἔκανε τὸν ἑαυτό του ἐκδικητικό). Ἐπίσης μπορεῖ νὰ ἐκφράζει ἀλληλοπάθεια, π.χ.
‫ היתְרָאו‬κοιτοῦσαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (‫ רָאה‬βλέπω), ἐνῷ σπανιώτερα μπορεῖ ἁπλῶς νὰ ἔχει τὴν σημασία
ποὺ θὰ εἶχε ἕνα συνηθισμένο ἀμετάβατο ῥῆμα στὴν Qal, π.χ. ‫ היתְ ּאבֵל‬θρηνῶ. Μιὰ ἄλλη ἀπόχρωση
τῆς Hithpael μπορεῖ νὰ δηλώνει «προσποίηση» ἢ «ῥόλο» ἢ «συμπεριφορά», π.χ. ‫ היתְחּכֵם‬παρίστανε
τὸν σοφό· ‫ היתְ נּבֵא‬συμπεριφερόταν σὰν προφήτης.
Πέραν τῶν κανονικῶν διαθέσεων τοῦ ῥήματος εἶναι σκόπιμο νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι
ὑπάρχουν καὶ ἄλλα εἴδη ἐπιτατικῶν καὶ αἰτιολογικῶν τύπων, οἱ ὁποῖοι ὡστόσο εἶναι σπάνιοι.
Ἐνίοτε ἕνα πλῆρες χῶλεμ παρεμβαλλόμενο μεταξὺ α΄ καὶ β΄ ῥιζικοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς δώσει
τύπους Poel (‫)קוטֵל‬, Poal (‫)קוטּל‬, καὶ Hithpoel (‫)היתְ קוטֵל‬. Μερικοὶ ἐπιτατικοὶ τύποι ἔχουν τὸ γ΄ ῥιζικὸ
διπλὸ ἀποδίδοντας τύπους Pilel (‫)קיטְלֵל‬, Pulal (‫)קֻטְלּל‬ καὶ Hithpalel (‫)היתְ ּק ְטלֵל‬. Ὅταν
ἐπαναλαμβάνονται τὰ δύο τελευταῖα ῥιζικά, ὁ τύπος καλεῖται Pealal (‫) ְק ּט ְלטּל‬. Ἡ Pilpel
ἐπαναλαμβάνει τὸ α΄ καὶ τὸ γ΄ ῥιζικὸ παραλείποντας τὸ β΄ (‫) יק ְל ֵקל‬. Οἱ τύποι αὐτοὶ εἶναι σχετικὰ
σπάνιοι, ἐνῷ ἀκόμη πιὸ σπάνιοι εἶναι δύο ἐπὶ πλέον τύποι ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν Hiphil.

‫ שחת‬καταστρέφω, ἐξολοθρεύω ‫ כָשּל‬προσκόπτω, σκοντάφτω. ‫ ָרשָע‬φαῦλος, κακοποιός· ἔνοχος·


(Hiph.). ‫ אדון‬κύριος. ἀσεβής, ἁμαρτωλός.
‫ בוא‬εἰσέρχομαι, ἔρχομαι. ‫ קֵֶבֶר‬τάφος (κιβούρι). ‫ ָקבּר‬θάπτω.
‫ עֵץ‬δένδρο· κλαδί, ξύλο. (‫ י ֶש )י ֶש־‬ὑπάρχει. ‫ כֵן‬ἔτσι, οὕτω· ναί.
‫ פֵֶתּח‬ἄνοιγμα, πύλη, θύρα. ‫( שלך‬Hiph.) ῥίπτω. ‫( הבא‬Hithp.) κρύπτομαι.
‫ קָשּש‬συλλέγω, μαζεύω. ‫ בְתוך‬ἐν (τῷ) μέσῳ. ‫ תֵָוֶך‬τὸ μέσον, ἡ μέση.
‫ מות‬θανατώνω. ‫ קָדּ ש‬εἶμαι ἅγιος· (Pi.) ἁγιάζω. ‫ אי ין‬δέν, ὄχι.
‫ מָ לּך‬εἶμαι βασιλεύς· (Hiph.) ‫ רָאה‬βλέπω. ‫ חָזּק‬εἶμαι ἰσχυρός· (Hithp.)
κάποιον τὸν κάνω βασιλέα. ‫ עמון‬ἀνομία, ἁμαρτία, σφάλμα. ἐνθαρρύνομαι, παίρνω θάρρος.
‫ מָ אור‬ἀρσ. (πλ. ‫) ְמאורור‬ ‫ בדל‬διαχωρίζω (Hiph.). ‫שכּב‬
ָ κεῖμαι, κατακλίνομαι.
φωτιστικὸ σῶμα («φωστήρ»). ‫ גּן‬κῆπος. ‫ נבא‬προφητεύω, συμπεριφέ-
ρομαι ὡς προφήτης [μέχρι
παραφορᾶς] (Hithp.)

Ἄσκηση 16
‫ וְאּתֶ ם‬3. ‫שה ְמקשֶשֶת ֵעציים‬
ָ ‫ ּוי ָב ֹא ֶאל־פֶתּ ח ָהעייר ְו יהנֵה שָם יא‬2. ‫שמּע בְקולָם ְו יה ְמ ֵּלכְתָ ָלהֶם ֵֶמלֶך‬
ְ ‫ ו ֵּי ֹאמֶר יהוה ֶאל־שְמו ֵאל‬1.
6 . ‫ש ּמי ים ְבכָל־ מאשֶר עָשָ ה אֵת ה ָָרע‬
ָ ‫ש ּלכְתָ מיין־ ּה‬
ְ ‫ ְואּתָ ה ָה‬5. ‫ארצָה מֵת‬
ְ ‫ ְו יהנ ֵה אמדֹנֵיהֶם נֹפֵל‬4. ‫ְתורת יהוה‬
ּ ‫יהכְשּ לְתֶ ם ּרביים ב‬
‫ הייא‬8. ‫ישֶ בֶת‬
ֵ ‫ָארץ‬
ֶ ‫ וּי ֹאמְרו היתְ ֵּלכְנו ָב ֵָא ֶרץ ְו יהנֵה כָל־ה‬7. ‫ש ּמעְתי י כיי י ֶש־ ֵֶלחֶם ְב ימצ ְָרי ים‬
ָ ‫ו ֵּי ֹאמֶר יּעמק ֹב ְל ָבנָיו ָל ָמה תי תְ ָראו יהנֵה‬

53
‫שעיים קְ ב יֻרים ּוי ישְתּ כְחו‬
ָ ‫ ָראייתי י אֶת־הָ ְר‬10 . ‫ ְו יכשְמ ֹ ּע ּהנָביי אֵת הּדְ ב יָרים ָה ֵֵאלֶה היתְ ּחז ֵק‬9. ‫ָהעייר ָה ְפקְדָ ה ְבי ּד יהוה לאלהֵי ייש ְָר ֵאל‬
‫ אֵ לֶה‬13. ‫ו ְל ָהמיית אֶת־ ְבניי‬2 ‫ בָאתָ ֵאלּי ְל ּהזְכייר אֶת־עמוניי‬12. ‫שחיית אֶת־ ּה ֵֶמלֶך‬
ְ ‫בָא אייש ֵמ ָהעָם ְל ּה‬1 11. ‫ָבעייר מאשֶר־כֵן־עָשו שָם‬
‫ש ּע‬
ֻ ‫ ו ֵּי ֹאמֶר י ְהו‬15 . ‫שכּב ְב יקבְרו ּב ָמקום מאשֶר נָתּ ן ּה ֵֶמלֶך לו‬
ְ ‫ ְו ָה‬14 . ‫ש ּמי ים ְל ּהבְדי יל בֵין הּיום ובֵין הּלָ יְלָה‬
ָ ‫הּמְ אורות ב ְירקיי ּע ּה‬
18. ‫שמְעו אֶת־קול יהוה מיתְ ּהלֵך בּגָ ן‬
ְ ‫ ּוי י‬17. ‫שלָך ר ֹאשו עּל־ ָהאמדָ ָמה ְבי ּד ּהגיבור‬
ְ ‫ ָמ‬16. ‫אֶ ל־ ָהעָם היתְ קּדְ שו כיי יהוה ּב ָמקום ּהז ֶה‬
‫שבּתֶ ם א ֹתָ ם ּב ָמקום ּהז ֶה‬
ְ ‫ ו ֵּי ֹאמֶר פ ְּרע ֹה הֵן ּרביים עּם ָה ֵָא ֶרץ ְו יה‬19. ‫ּוי יתְ ּחבְאו הָאדָ ם ְו יאשְתו ימ ְפנֵי יהוה לאלהיים בְתוך מעצֵי ּהגָן‬
.‫ ּוי יתְ נּבֶאו עּד־ ָה ֵֶע ֶרב ְואֵין־קול‬20.

1. Καὶ εἶπε ὁ Κύριος πρὸς τὸν Σαμουήλ· ἄκουσε τὴν φωνή τους καὶ κάν᾿ τους ἕναν βασιλέα. 2. Καὶ
ἦλθε στὴν πύλη τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ ὑπῆρχε μιὰ γυναῖκα ποὺ μάζευε (συλλέγουσα) ξύλα (ἢ
κλαδιά). 3. Ἀλλὰ ἢ ὅμως (= καὶ) ἐσεῖς κάνατε πολλοὺς νὰ σκοντάψουν στὸν νόμο τοῦ Κυρίου. 4.
Καὶ ἰδοὺ ὁ κύριός τους ἔπεφτε (ἦν πίπτων) στὸ ἔδαφος νεκρός. 5. Καὶ ἐσὺ ἀπερρίφθης ἀπὸ τὸν
οὐρανὸ μαζὶ μὲ ὅλους ὅσους ἔκαναν (τὸ) κακό. 6. Καὶ εἶπε ὁ Ἰακὼβ στοὺς υἱούς του· γιατὶ
κοιτάζετε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον; Ὁρίστε (= ἰδού), ἄκουσα ὅτι ὑπάρχει ψωμὶ στὴν Αἴγυπτο. 7. Καὶ εἶπαν·
περιδιαβήκαμε τὴν περιοχὴ (= τριγυρίσαμε, περπατήσαμε μπρὸς – πίσω στὴν γῆ), καὶ ἰδοὺ ὅλη ἡ
περιοχὴ (= ἡ γῆ) εἶναι ἥσυχη (= κάθεται). 8. Αὐτὴ εἶναι ἡ πόλη ποὺ ἐπισκέφθηκε τὸ χέρι τοῦ
Κυρίου (= ποὺ ἐδέχθη ἐπίσκεψη ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Κυρίου), τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ. 9. Καὶ μόλις (=
ὡς) ἄκουσε ὁ προφήτης αὐτοὺς τοὺς λόγους, πῆρε θάρρος. 10. Εἶδα τοὺς κακοποιοὺς θαμμένους,
καὶ εἶχαν ξεχασθεῖ στὴν πόλη, ὅπου ἔπραξαν (δηλ. συμπεριφέρθηκαν) κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο. 11.
Ἦλθε ἢ μπῆκε ἕνας ἄνδρας τοῦ λαοῦ, μὲ σκοπὸ νὰ ἐξολοθρεύσει τὸν βασιλέα. 12. Ἦλθες σ᾿ ἐμένα,
γιὰ νὰ (μοῦ) θυμίσεις τὴν ἀνομία μου καὶ νὰ σκοτώσεις τὸν γιό μου. 13. Αὐτὰ εἶναι τὰ φωτιστικὰ
σώματα στὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ νὰ κάνουν διαχωρισμὸ μεταξὺ τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νύχτας.
14. Καὶ θὰ κατακλιθεῖ στὸν τάφο του στὸν τόπο ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ βασιλεύς. 15. Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς
(τοῦ Ναυῆ) πρὸς τὸν λαό· ἁγιασθεῖτε, διότι στὸν τόπο αὐτὸ εἶναι ὁ Κύριος. 16. Ῥίχτηκε τὸ κεφάλι
του στὸ ἔδαφος ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ πολεμιστῆ. 17. Καὶ ἄκουσαν τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου περιπατοῦντος
(πέρα – δῶθε) μέσα στὸν κῆπο. 18. Καὶ κρύφτηκαν ὁ Ἀδὰμ (ἢ ὁ ἄνθρωπος) καὶ ἡ γυναῖκα του ἀπὸ
τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ, ἀνάμεσα στὰ δέντρα τοῦ κήπου. 19. Καὶ εἶπε ὁ Φαραώ· ἰδού,
εἶναι πολὺς (= πολλοὶ) ὁ λαὸς τῆς χώρας, καὶ βάλ᾿ τους ν᾿ ἀναπαυθοῦν σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος. 20. Καὶ
συμπεριφέρονταν σὰν προφῆτες μέχρι τὴν ἑσπέρα (δηλ. μέχρι τὸ βράδυ), ἀλλὰ (= καὶ) φωνὴ δὲν
ὑπῆρξε (δηλ. ὁ Βάαλ δὲν ἀπάντησε) (Α΄ Βασιλέων 18,29).

1. Γ΄ ἑνικὸ τετελεσμένου Qal τοῦ ῥήματος ‫בוא‬.


2. Συν. ἀπαρέμφατο Hiphil τοῦ ῥήματος ‫מות‬.

54
18. Κλίσεις τῶν ὀνομάτων.
Ἀνάλογα μὲ τὶς ἀλλαγὲς τῶν φωνηέντων τῶν ὀνομάτων λόγῳ τῆς μετατοπίσεως τοῦ τόνου
μποροῦμε νὰ τὰ κατατάξουμε σὲ τρεῖς κλίσεις. Ἡ πρώτη κλίση, τὴν ὁποία ἤδη ἔχουμε γνωρίσει,
περιλαμβάνει ὀνόματα ποὺ ἔχουν κᾶμετς πρὸ τοῦ τόνου ἢ ἐπί τοῦ τόνου. Τὰ ὀνόματα αὐτὰ εἶναι
παρόμοια μὲ τὸν τετελεσμένο τῶν ῥημάτων.
Ἡ δευτέρα κλίση παρουσιάζει συγγένεια μὲ τὸν μὴ τετελεσμένο. Περιλαμβάνει ὀνόματα τὰ
ὁποῖα ἀρχικῶς μὲν ἔληγαν σὲ δύο σύμφωνα, ἀλλὰ στὴν συνέχεια ἀνέπτυξαν ἕνα ἐνδιάμεσο
ἐπιβοηθητικὸ φωνῆεν, ποὺ συνήθως εἶναι σεγώλ, καὶ γι᾿ αὐτὸν τὸ λόγο ὀνομάσθησαν «σεγωλικά».
Κατατάσσονται σὲ τρεῖς ὑποκατηγορίες· στὴν κατηγορία «α», π.χ. ‫ יֵֶלֶד‬προερχόμενο ἀπὸ ְ‫יּלְד‬, στὴν
κατηγορία «ι», π.χ. ‫ סֵפֶר‬προερχόμενο ἀπὸ ְ‫סיפְר‬, καὶ στὴν κατηγορία «ο», π.χ. ‫( ֵח ֹדֶ ש‬μῆνας)
προερχόμενο ἀπὸ ‫ש‬
ְ ְ‫( חָד‬χόδš).
Ὡς πρὸς τὴν κλίση ἡ συνεζευγμένη κατάσταση τοῦ ἑνικοῦ εἶναι ἴδια μὲ τὴν ἀπόλυτη. Στὸν
ἑνικὸ τὰ ἐπιθήματα, καθὼς καὶ ἡ κατάληξη τοῦ δυϊκοῦ προστίθενται ἀπ᾿ εὐθείας στὸ ὄνομα ὡς ἔχει.
Στὸν πληθυντικὸ ὅμως ἡ ἀπόλυτη κατάσταση ἔχει κᾶμετς στὸ β΄ ῥιζικὸ καὶ šεβὰ στὸ α΄.
Οἱ μεταβολὲς φαίνονται στὸν ἀκόλουθο πίνακα:

κατηγορία «α» κατηγορία «ι» κατηγορία «ο»


Ἑνικὸς ἀπόλ. κατ. ‫יֵֶלֶד‬ ‫סֵפֶר‬ ‫ֵח ֹדֶ ש‬
ἐλαφρὸ ἐπίθημα ‫יּלְדיי‬ ‫סיפְריי‬ ‫חָדְ שיי‬
βαρὺ ἐπίθημα ‫יּלְדְכֶם‬ ‫סיפְרְכֶם‬ ‫שכֶם‬
ְ ְ‫חָד‬

Πληθ. ἀπόλυτη κατ. ‫יְלָדיים‬ ‫סְפָריים‬ ‫חֳדָ שיים‬


συνεζ. κατ. ‫יּלְדֵי‬ ‫סיפְרֵי‬ ‫חָדְ שֵי‬
ἐλαφρὸ ἐπίθημα ‫יְלָדּי‬ ‫סיפְרּי‬ ‫חֳדְ שּי‬
βαρὺ ἐπίθημα ‫יּלְדֵיכֶם‬ ‫סיפְרֵיכֶם‬ ‫חָדְ שֵיכֶם‬

Δυϊκὸς ἀπόλυτη κατ. ‫רּגְלּיים‬ ‫ב ְיר ּכי ים‬ ‫אזְנּי ים‬


συνεζ. κατ. ‫ּרגְלֵי‬ ‫בירְכֵי‬ ‫אזְנֵי‬
ἐλαφρὸ ἐπίθημα ‫ּרגְלּי‬ ‫בירְכּי‬ ‫אזְנּי‬
βαρὺ ἐπίθημα ‫רּגְלֵיכֶם‬ ‫ב ְירכֵיכֶם‬ ‫אזְנֵיכֶם‬

Ἡ κλίση τῶν ὀνομάτων αὐτῶν εἶναι ὁμαλή· χρειάζεται μόνο προσοχὴ στὴν διάγνωση τοῦ

55
κατὰ πόσον τὸ šεβὰ εἶναι ἔμφθογγο ἢ ὄχι. Ὅταν τὸ τελικὸ σύμφωνο εἶναι λαρυγγόφωνο, προτιμᾶται
παντοῦ τὸ πάθαχ, π.χ. ‫ ז ֶרע‬σπέρμα, σπόρος, ‫ז ְּרעיי‬, τὸ σπέρμα μου, ‫ ז ְּרעמך‬τὸ σπέρμα σου, κ.λ.π. Ἡ
ἀπουσία βοηθητικοῦ σεγὼλ σ᾿ αὐτὸν τὸν τύπο τῶν ὀνομάτων δείχνει ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς
«σεγωλικὰ» ὀνόματα εἶναι γιὰ κάποιες περιπτώσεις ἀνεπαρκής.
Στὰ θηλυκὰ σεγωλικὰ προστίθεται ἡ κατάληξη ‫־ָה‬ στὴν ἀρχικὴ μορφή τοῦ ὀνόματος, π.χ.
‫( מּ ְלכָה‬βασίλισσα), καὶ ὁ ἑνικὸς διαμορφώνεται κανονικά. Στὸν πληθυντικὸ ὅμως ἡ κατάληξη ‫ות‬
προστίθεται στὸν ἑνικὸ τῆς ἀρσενικῆς μορφῆς, π.χ. ‫ ְמלָכות‬, ἡ συν. κατ. ὅμως σχηματίζεται ὁμαλά,
δηλ. ‫מּלְכות‬. Μερικὰ θηλυκὰ ἔχουν κατάληξη ‫ת‬, π.χ. ‫ש ֵֶמ ֶרת‬
ְ ‫( ימ‬φύλαξη, τήρηση)· τὰ ἐπιθήματα
προστίθενται κανονικά, π.χ. ‫שמ ְּרתי י‬
ְ ‫ ימ‬, κ.λ.π. Μιὰ ὁμάδα θηλυκῶν μὲ πρόθημα ‫ מ‬ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον,
ἔχει κατάληξη ‫ ־ָ־ָה‬π.χ. ‫ מּמְלָכָה‬βασιλεία. Ἡ συν. κατ. τοῦ ἑνικοῦ γίνεται σεγωλική, δηλ. ‫ ּמ ְמ ֶלכֶת‬, καὶ μὲ
ἐπίθημα ‫מּמְ ּלכְתי י‬, ἐνῷ ὁ πληθυντικὸς εἶναι ‫מּמְלָכות‬.
Ἡ τρίτη κλίση προσομοιάζει στὴν μορφὴ τῶν ἐνεργητικῶν μετοχῶν. Τέτοια ὀνόματα ὡς ἐπὶ
τὸ πλεῖστον ἔχουν ἕνα μόνιμο φωνῆεν στὴν παραλήγουσα, ποὺ δὲν ἀλλάζει, καθὼς καὶ ἕνα τσέρε
στὴν λήγουσα ἐπὶ τοῦ τόνου. Κλίνονται ὅπως οἱ μετοχὲς κατὰ τὸν τρόπο ποὺ εἴδαμε στὸ κεφάλαιο
15. Μερικὰ ὀνόματα δὲν ἀκολουθοῦν τὸν τύπο τῶν μετοχῶν καὶ συνήθως ἀποβάλλουν τὸ τσέρε,
ὅταν κλίνονται, π.χ. ‫( ימז ְ ֵב ּח‬θυσιαστήριο, βωμός), συν. κατ. ‫ ימזְבּח‬, καὶ μὲ ἐπίθημα ‫ ימז ְ ְבחיי‬, πληθ. ‫מי זְבְחות‬
καὶ μὲ ἐπίθημα ‫ ימזְבְחותּ י‬, κ.λ.π.
Ἂς δοῦμε τώρα τὶς κλίσεις μερικῶν ἀνωμάλων ὀνομάτων. Ὅπου ὑπάρχει συσχετισμὸς πρὸς
τὶς γνωστές μας κλίσεις, σημειώνεται μὲ ἀριθμητικό.

ΕΝΙΚΟΣ
πατὴρ υἱὸς (3) θυγάτηρ (2) ἀδελφὸς ὄνομα οἶκος (2)
Ἀπόλυτη ‫אב‬ ‫בֵן‬ ‫בּת‬ ‫אח‬ ‫שֵם‬ ‫בּיית‬
συν. κατ. ‫מאביי‬ ‫בֶן־‬ ‫בּת‬ ‫אמחיי‬ ‫ שֶם־‬,‫שֵם‬ ‫בּיית‬
μὲ ἐπίθημα ‫אביי‬ ‫ְבניי‬ ‫ביתי י‬ ‫אחיי‬ ‫שמיי‬
ְ ‫בֵיתיי‬
‫אבייך‬ ‫יבנְך‬ ‫ביתְך‬ ‫אחייך‬ ‫שמְך‬
‫י‬ ‫בֵיתְ ך‬
‫אבייו‬ ‫בְנו‬ ‫ביתו‬ ‫אחייו‬ ‫שֶמו‬ ‫בֵיתו‬

56
‫‪ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ‬‬
‫‪πατὴρ‬‬ ‫‪υἱὸς‬‬ ‫‪θυγάτηρ‬‬ ‫‪ἀδελφὸς‬‬ ‫‪ὄνομα‬‬ ‫‪οἶκος‬‬
‫‪Ἀπόλυτη‬‬ ‫אבות‬ ‫ָבניים‬ ‫בָנות‬ ‫אחיים‬ ‫שֵמות‬ ‫בָ תי ים‬
‫‪συν. κατ.‬‬ ‫מאבות‬ ‫ְבנֵי‬ ‫בְנות‬ ‫אמחֵי‬ ‫שְמות‬ ‫בָתֵי‬
‫‪μὲ ἐπίθημα‬‬ ‫מאבותּ י‬ ‫ְבנּי‬ ‫בְנותי ּי‬ ‫אחּי‬ ‫שְמותּ י‬ ‫בָתּי‬

‫‪ΕΝΙΚΟΣ‬‬
‫‪γυνὴ‬‬ ‫‪ἀδελφὴ‬‬ ‫)‪στόμα (ἀρσ.‬‬ ‫‪ἀνὴρ‬‬ ‫)‪ἡμέρα (2‬‬ ‫)‪πόλις (2‬‬
‫‪Ἀπόλυτη‬‬ ‫אישָה‬ ‫אחות‬ ‫פֶה‬ ‫אייש‬ ‫יום‬ ‫עייר‬
‫‪συν. κατ.‬‬ ‫אֵשֶת‬ ‫אמחות‬ ‫פיי‬ ‫אייש‬ ‫יום‬ ‫עייר‬
‫‪μὲ ἐπίθημα‬‬ ‫אישְתיי‬ ‫אמחותי י‬ ‫פיי‬ ‫איישיי‬ ‫יומיי‬ ‫יירי‬
‫ע י‬
‫יאשְתְ ך‬ ‫פייך‬ ‫יומֶך‬ ‫יירך‬
‫ע ְ‬

‫‪ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ‬‬
‫‪γυνὴ‬‬ ‫‪ἀδελφὴ‬‬ ‫‪στόμα‬‬ ‫‪ἀνὴρ‬‬ ‫‪ἡμέρα‬‬ ‫‪πόλις‬‬
‫‪Ἀπόλυτη‬‬ ‫אבות‬ ‫) מאחָיות(‬ ‫פייות‬ ‫אמנָשיים‬ ‫יָמיים‬ ‫עיירים‬
‫‪συν. κατ.‬‬ ‫מאבות‬ ‫אחְיות‬ ‫פייפייות‬ ‫אנְשֵי‬ ‫יְמּי‬ ‫יירי‬
‫ע ֵ‬
‫‪μὲ ἐπίθημα‬‬ ‫מאבותּ י‬ ‫אחְיותּ י‬ ‫מאנָשּי‬ ‫יָמּי‬ ‫ע ָּרי‬

‫‪ֵֶ ἡ δικαιοσύνη, τὸ ὀρθόν.‬צדֶ ק‬ ‫‪ֵ μεγαλωσύνη.‬ג ֹדֶ ל‬ ‫‪ ἀγγελιαφόρος, ἄγγελος.‬מּלְאָך‬


‫‪ τόξο.‬קֵֶשֶת‬ ‫‪ (χοχμὰ) σοφία.‬חָכְמָה‬ ‫‪ δύναμη· στρατός.‬חֵּייל‬
‫‪ ὁ ἀμπελὼν (χωράφι μὲ‬כֵֶרֶם‬ ‫‪ֵ συμβουλή.‬עצָה‬ ‫‪ μοσχάρι, μόσχος.‬עֵגֶל‬
‫‪ἀμπέλια).‬‬ ‫‪ ἐκδίκηση.‬נְקָמָה‬ ‫ש ְפחָה‬
‫‪ θεραπαινίδα, δούλη.‬י‬
‫‪ τώρα· σὲ λίγο.‬עּתָה ‪ֵֶ πόδι (κάτω ἀπὸ τὴν κνήμη).‬רגֶל‬ ‫‪ γόνυ, γόνατο.‬בֵֶרֶך‬
‫)‪ χεῖλος (θηλ.‬שָ פָה‬

‫‪Ἄσκηση 17‬‬
‫שוריהֶן ‪11.‬‬
‫שנֵיהֶם ‪ְ 4.‬מקומותֵ יכֶם ‪ 5.‬יב ְלבָבו ‪ֶ 6.‬עגְלֵך ‪ 7.‬עמצותֵֵ ינו ‪ 8.‬נְשֵיהֶם ‪ 9.‬מֵימֵיהֶן ‪ֵ 10.‬‬
‫‪ּ 1.‬רגְ ּלי ים ‪ּ 2.‬מלְאכָיו ‪ְ 3.‬‬
‫שי פְחותֶ יך ‪ 12.‬פייכֶם ‪ 13.‬ע ֵָריהֶן ‪ 14.‬כ ְּרמיי ‪ 15.‬ב ְיר ּכי ים ‪ 16.‬עֵינּי ים ‪ 17.‬אזְנּי ים ‪ 18.‬י ְדֵ יהֶם ‪ 19.‬ב ְירכּתְ כֶם ‪ 20.‬די ב ְֵריהֶם ‪21.‬‬
‫אמחייכֶם ‪ 22.‬בָתֵ יהֶן ‪ 23.‬בְנ ֹתֵ יהֶם ‪ 24.‬אחיי ‪ָ 25.‬ראשֵיהֶן ‪ 26.‬צידְ קו ‪ 27.‬עֶגְלֵיהֶם ‪ 28.‬גָדְליי ‪ 29.‬מּלְכְכֶם ‪ 30.‬חמיָלֵינו‪.‬‬

‫‪57‬‬
1. Δύο πόδια. 2. Οἱ ἀγγελιαφόροι του. 3. Τὰ ἔτη τους (ἀρσ.). 4. Οἱ τόποι σας (ἀρσ.). 5. Στὴν καρδιά
του. 6. Τὸ μοσχάρι σου (ἀρσ.). 7. Οἱ συμβουλές μας. 8. Οἱ γυναῖκες τους (ἀρσ.). 9. Τὰ ὕδατά τους
(ἀρσ.). 10. Τὰ βόδια (οἱ βόες) τους (θηλ.). 11. Οἱ θεραπαινίδες σου (ἀρσ.). 12. Τὸ στόμα σας (ἀρσ.).
13. Οἱ πόλεις τους (θηλ.) 14. Τὸ ἀμπέλι1 (= ὁ ἀμπελών) μου. 15. Δύο γόνατα. 16. Δύο μάτια. 17.
Δύο αὐτιά. 18. Τὰ χέρια τους (ἀρσ.). 19. Ἡ εὐλογία σας (ἀρσ.). 20. Τὰ λόγια τους (ἀρσ.). 21. Ἡ
μητέρα σας (ἀρσ.). 22. Τὰ σπίτια τους (θηλ.). 23. Οἱ κόρες τους (ἀρσ.). 24. Οἱ ἀδελφοί μου. 25. Τὰ
χέρια τους (ἀρσ.). 26. Ἡ δικαιοσύνη του. 27. Τὰ μοσχάρια τους (ἀρσ.). 28. Ἡ μεγαλωσύνη μου. 29.
Ὁ βασιλιᾶς σας. 30. Τὰ στρατεύματά μας.

1. Στὰ νέα ἑλληνικὰ ὡς «ἀμπέλι» συνήθως ἐννοοῦμε ὁλόκληρο χωράφι μὲ «ἀμπέλια»· στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ὅμως «ἡ
ἄμπελος» εἶναι ἕνα μεμονωμένο φυτὸ «ἀμπέλου», ἐνῷ τὸ χωράφι μὲ «τὰς ἀμπέλους» λέγεται «ὁ ἀμπελών, τοῦ
ἀμπελῶνος», π.χ. «ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα» (Ἰω. 15,5) σημαίνει «ἐγὼ εἶμαι τὸ φυτὸ ἄμπελος, καὶ ἐσεῖς
τὰ κλαδιά του».

58
19. Βαθμοὶ συγκρίσεως – Ἀριθμητικά.
Σὲ μιὰ σχετικὰ πρωτόγονη καὶ ἁπλῆ γλῶσσα ὅπως τὰ ἑβραϊκὰ θὰ ἦταν ἐκτὸς τόπου νὰ
περιμένουμε πραγματικοὺς βαθμοὺς συγκρίσεως διατυπωμένους λεκτικά. Ἐν τούτοις εἶναι ἐφικτὸ
νὰ ἐκφρασθοῦν τέτοιες ἰδέες, ἂν καὶ κατὰ τρόπο μᾶλλον περιφραστικό.
Ὁ συγκριτικὸς βαθμὸς ἀνωτερότητος ἢ κατωτερότητος δηλώνεται μὲ τὴν προσάρτηση τῆς
προθέσεως ‫ מין‬στὸ ὄνομα πρὸς τὸ ὁποῖο γίνεται ἡ σύγκριση, π.χ. ‫ גָדול מין־דָ ויד‬μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν
Δαυίδ· ‫ טוב מֵ אב ְָרהָם‬καλύτερος ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ. Ἡ ‫ מין‬ἐδῶ ἔχει τὴν ἔννοια «ἐν συγκρίσει πρός».
Ὁ ὑπερθετικὸς βαθμὸς δηλώνεται μὲ διάφορους τρόπους, ὡς ἑξῆς:
(α΄) Μὲ τὸ ὁριστικὸ ἄρθρο τόσο στὸ ἐπίθετο ὅσο καὶ στὸ οὐσιαστικό, π.χ. ‫ ּהבֵן ּהגָדול‬ὁ μεγαλύτερος
γιὸς (δηλ. ὁ μεγάλος ἀνάμεσα τοὺς γιοὺς ποὺ προανεφέρθησαν).
(β΄) Μὲ τὴν τοποθέτηση τῆς συν. κατ. τοῦ ἐπιθέτου πρὸ τοῦ οὐσιαστικοῦ, π.χ. ‫ קְטון ָבנָיו‬ὁ μικρότερος
γιός του (δηλ. ὁ μικρὸς ἀνάμεσα στοὺς γιούς του).
(γ΄) Μὲ τὴν πρόθεση ְ‫( ב‬ἐν, μεταξύ), π.χ. ‫( ָהאייש ֶה ָחז ָק ָב ֵָא ֶרץ‬ὁ δυνατώτερος ἄντρας στὴ γῆ) ἢ μὲ
συγκριτικὸ ‫כֹל‬, π.χ. ‫( גָדול מיכ ֹל ָהעָם‬ὁ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους τοὺς λαούς ἢ μεταξὺ ὅλων τῶν λαῶν) ἢ
μὲ ἀντωνυμικὸ ἐπίθημα στὸ ἐπίθετο, π.χ. ‫( גְדולָם‬ὁ μεγαλύτερος [ἐνν. μεταξὺ] αὐτῶν).
(δ΄) Μὲ ἐπιρρήματα ὅπως τὸ ‫ מְאֹד‬μετὰ τὸ ἐπίθετο, π.χ. ‫ גָדול עּד־ ְמא ֹד‬πάρα πολὺ μεγάλος (μεγάλος ἕως
σφόδρα) ἢ μὲ δύο ἴδια ὀνόματα συνεζευγμένα μεταξύ τους, π.χ. ‫יירים‬
‫ שייר ּהש י‬τὸ καλύτερο ἢ
ὡραιότερο τραγούδι (τὸ ᾆσμα τῶν ἀσμάτων).

Ἀριθμητικὰ
Οἱ ἀριθμοὶ μέχρι τὸ 19 ἔχουν ἀρσενικοὺς καὶ θηλυκοὺς τύπους, οἱ δὲ ἀριθμοὶ ἀπὸ τὸ 1 ἕως
τὸ 10 ἔχουν καὶ ἀπόλυτη καὶ συνεζευγμένη κατάσταση. Οἱ ἀριθμοὶ ὡς γνωστὸν κατατάσσονται σὲ
ἀπόλυτους (ὅταν ἀπαντοῦν στὴν ἐρώτηση «πόσο, πόσοι, πόσες, πόσα»;) καὶ σε τακτικοὺς (ὅταν
ἀπαντοῦν στὴ ἐρώτηση «σὲ ἢ μὲ ποιά σειρά»;). Οἱ ἀπόλυτοι ἀριθμοὶ εἶναι οἱ ἑξῆς:

Μὲ ἀρσενικὰ ὀνόματα Μὲ θηλυκὰ ὀνόματα


Ἀπόλυτη κατ. Συνεζευγμ. κατ. Ἀπόλυτη κατ. Συνεζευγμ. κατ.
1 ‫אֶחָד‬ ‫אחּד‬ ‫אחּת‬ ‫אחּת‬
2 ‫ש ֵּני ים‬
ְ ‫שְנֵי‬ ‫שְתֵּ י ים‬ ‫שְתֵ י‬
3 ‫שה‬
ָ ‫של‬
ְ ‫שה‬
ֶ ‫של‬
ְ ‫שָלש‬ ‫שְלש‬
4 ‫אר ָבעָה‬ ‫ארְבֵּעּת‬ ‫ארבּע‬
ְ ‫ארבּע‬
ְ
5 ‫שה‬
ָ ‫מח ימ‬ ‫מח ֵֵמשֶת‬ ‫חָמֵש‬ ‫חממֵש‬

59
6 ‫שה‬
ָ ‫ש‬
‫י‬ ‫שה‬
ָ ‫ש‬
ֵ ‫שֵש‬ ‫שֵש‬
7 ‫ש ְבעָה‬
‫י‬ ‫שיבְעּת‬ ‫שֶבּע‬ ‫שְֵבּע‬
8 ‫שְמֹנָה‬ ‫שְמֹנּת‬ ‫שְמֹנֶה‬ ‫שְמֹנֶה‬
9 ‫שעָה‬
ְ ‫תי‬ ‫שעּת‬
ְ ‫תי‬ ‫תֵ שּע‬ ‫תְ שּע‬
10 ‫מעש ָָרה‬ ‫מעש ֶֶרת‬ ‫ֵֶעשֶר‬ ‫ֵֶעשֶר‬

11 ‫אחּד ָעשָר‬ ‫אחּת ֶעש ְֵרה‬


‫ּעשְתֵ י ָעשָר‬ ‫ּעשְתֵ י ֶעש ְֵרה‬
12 ‫שנֵים ָעשָר‬
ְ ‫שְתֵ ים ֶעש ְֵרה‬
‫שנֵי ָעשָר‬
ְ ‫שְתֵ י ֶעש ְֵרה‬
13 ‫שה ָעשָר‬
ָ ‫של‬
ְ ‫שלש ֶעש ְֵרה‬
ְ
14 ‫אר ָבעָה ָעשָר‬
ְ ‫ארבּע‬
ְ
κ.λ.π. κ.λ.π.
20 ‫ֶשרים‬
‫ע י‬ 60 ‫שישיים‬
30 ‫שְלשיים‬ 70 ‫שיבְעיים‬
40 ‫ארְבָעיים‬ 80 ‫שְמֹניים‬
50 ‫מח ימשיים‬ 90 ‫שעיים‬
ְ ‫תי‬
100 ‫( ֵמאה‬θ.) συν. κατ. ‫מְאת‬ πληθ. ‫מֵאוית‬
200 ‫( מָאתּיים‬δυϊ. ἀντὶ ‫)מְאתּיימ‬
300 ‫שלש ֵמאות‬
ְ 400 ‫ארבּע ֵמאות‬
ְ 500 ‫ ָחמֵש ֵמאות‬κ.λ.π.
1000 ‫אֵֶלֶף‬ 2000 ‫( א ְל ּפי ים‬δυϊ.) 3000 ‫שה מא ָלפיים‬
ֶ ‫של‬
ְ
4000 ‫ארְבּעּת אמלָפיים‬ 10.000 ‫ְר ָבבָה‬ 20.000 ‫( ריבותּיים‬δυϊ.)

Ὁ ἀριθμὸς «ἕνα» εἶναι ἐπίθετο καὶ γενικῶς ἕπεται τοῦ οὐσιαστικοῦ καὶ φυσικὰ συμφωνεῖ μὲ
αὐτὸ κατὰ γένος, π.χ. ‫שנָה אחּד‬
ָ ἕνα ἔτος. Ὁ ἀριθμὸς «δύο» εἶναι δυϊκοῦ ἀριθμοῦ καὶ συμφωνεῖ κατὰ
γένος μὲ τὰ οὐσιαστικά, π.χ. ‫ שְתֵ י נָשיים‬δύο γυναῖκες. Ὅταν δημιουργεῖ ἀντίθεση, προηγεῖται τοῦ
οὐσιαστικοῦ, ἀλλὰ ὡς ἀπόλυτος ἀριθμὸς ἕπεται σὰν παράθεση.
Οἱ ἀπόλυτοι ἀριθμοὶ ἀπὸ τὸ 3 ἕως τὸ 10 εἶναι ὀνόματα ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὸ
οὐσιαστικὸ κατὰ γένος, ὁ ἀρσενικὸς τους τύπος πηγαίνει μὲ θηλυκὸ καὶ ἀντιστρόφως, π.χ. ‫שְ לשֶ ה‬
‫ ָבניים‬τρεῖς υἱοί· ‫שלש בָנות‬
ָ τρεῖς κόρες. Οἱ ἀριθμοὶ ἀπὸ 11 ἕως 19 ἔχουν τὶς μονάδες πρὶν ἀπὸ τὶς
δεκάδες, καὶ τὸ οὐσιαστικὸ γενικῶς στὸν πληθυντικό, ἂν καὶ μετὰ ἀπὸ μερικὰ κοινὰ ὀνόματα ὅπως
ἡμέρα, ἔτος, ἄνδρας, χρησιμοποιεῖται μόνο πληθυντικός. Οἱ δεκάδες ἀπὸ τὸ 30 ἕως τὸ 90
δηλώνονται μὲ τὸν πληθυντικὸ τῶν ἀντιστοίχων μονάδων, ἐνῷ τὸ 20 εἶναι ὁ πληθυντικὸς τοῦ 10.

60
Δεκάδες καὶ μονάδες συνδέονται ἐνίοτε μὲ βάβ, π.χ. ‫ש ְבעָה‬
‫ש ְבעיים ְו י‬
‫ י‬ἑβδομήντα ἑπτά. Μερικὲς φορὲς
οἱ ἀριθμοὶ ἔχουν ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα, ὅπως τὸ ‫ שְלָשְתָם‬οἱ τρεῖς τους, αὐτοὶ οἱ τρεῖς.
Τὰ τακτικὰ ἀριθμητικὰ ἔχουν διακριτοὺς τύπους μόνον γιὰ τοὺς ἀριθμοὺς ἀπὸ 1 ἕως τὸ 10:
Ἀρσενικὸ Θηλυκὸ
πρῶτος ‫ריאשון‬ ‫יראשונָה‬
δεύτερος ‫שֵניי‬ ‫שנֵית‬
ֵ
τρίτος ‫שליישיי‬
ְ ‫שליישיית‬
ְ
τέταρτος ‫רְבייעיי‬ ‫רְבייעיית‬
πέμπτος ‫מח ימשיי‬ ‫ששיית‬
‫י‬
ἕκτος ‫ששיי‬
‫י‬ ‫שבייעיית‬
ְ
ἕβδομος ‫שבייעיי‬
ְ ‫שמייניית‬
ְ
ὄγδοος ‫שְמייניי‬ ‫שמייניית‬
ְ
ἔνατος ‫תְ שייעיי‬ ‫תְ שייעיית‬
δέκατος ‫יירי‬
‫מעש י‬ ‫יירית‬
‫מעש י‬

Τὰ τακτικὰ ἀριθμητικὰ εἶναι ἐπίθετα, ἕπονται τοῦ τῶν οὐσιαστικοῦ ποὺ προσδιορίζουν καὶ
συμφωνοῦν κατὰ γένος καὶ ἀριθμὸ πρὸς αὐτό. Μετὰ το 10 τὰ τακτικὰ δὲν ἔχουν διακριτὸ τύπο καὶ
ἀντ᾿ αὐτῶν χρησιμοποιοῦνται τὰ ἀπόλυτα ἀριθμητικά. Ἡ ἡλικία δηλώνεται μὲ τὸ ‫« בֶן־‬υἱὸς» ἢ τὸ ‫בּת‬
«κόρη», π.χ. ‫שנָה‬
ָ ‫שלשיים‬
ְ ‫ אייש בֶן־‬ἄνδρας 30 ἐτῶν [= ἔτος!]. Στὶς ἡμερομηνίες τὰ ἀπόλυτα συχνὰ
ἀντικαθιστοῦν τὰ τακτικά, π.χ. ‫ ְב ֶאחָד לּח ֹדֶ ש‬στὴν πρώτη τοῦ μηνός.
Γύρῳ στὴν μακκαβαϊκὴ ἐποχὴ ἄρχισαν τὰ σύμφωνα νὰ χρησιμοποιοῦνται ὡς ἀριθμοὶ μὲ τὶς
ἀξίες ποὺ ἔχουν ἤδη ἀναγραφεῖ στὸν πίνακα τῆς ἀλφαβήτου. Τὰ γράμματα ἀπὸ ‫ א‬μέχρι ‫ט‬
ἀντιπροσωπεύουν τοὺς πρώτους 9 ἀριθμούς, τὰ γράμματα ἀπὸ ‫ י‬ἕως ‫ צ‬τις δεκάδες, ἐνῷ οἱ
ἑκατοντάδες δηλώνονται μὲ τὰ γράμματα ἀπὸ ‫ ק‬μέχρι ‫ת‬. Στοὺς συνδυασμοὺς τῶν ἀριθμῶν ὁ
μεγαλύτερος προηγεῖται τοῦ μικρότερου, π.χ. ‫ יב‬ἰσοῦται μὲ 12, δηλ. 2 σὺν 10, μὲ τὸ 10 νὰ γράφεται
πρῶτο. Τὸ ‫ לג‬ἑπομένως ἰσοῦται μὲ 3+30, ‫ רייא‬μὲ 1+200, ‫ תר‬μὲ 200+400 κ.ο.κ. Ἐξαιρέσεις εἶναι οἱ
ἀριθμοὶ 15 καὶ 16, ποὺ δὲν συμβολίζονται μὲ ‫ יה‬καὶ ‫יו‬, διότι αὐτὰ τὰ γράμματα εἶναι
ἀποσπασματικὲς μορφὲς τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ δυσκολία αὐτὴ παρεκάμπτετο μὲ τὴν χρήση
τοῦ (6+9) ‫ טו‬γιὰ τὸ 15 καὶ τοῦ (7+9) ‫ טז‬γιὰ τὸ 16.

ּ‫ גבֹה‬ὑψηλός. ‫ אהֵב‬ἀγαπῶ. ‫ פֵֶקּח‬Πέκαχ, Ο΄ Φακεέ.


‫ ֵֶעבֶד‬δοῦλος. ‫ שֵבֶט‬φυλή· σκῆπτρο. ‫ ָבבֶל‬Βαβέλ.

61
‫ ָרחֵל‬Ῥαχήλ (ἀμνάς). ‫ שְלמֹה‬Σολωμῶν (Ο΄ Σαλωμῶν). ‫ י ָדּ ע‬γνωρίζω.
‫ לֵאֵָ ה‬Λεία (ἴσως ἄγρια ἀγελάδα). ‫ ֵח ֹדֶ ש‬μήν, μῆνας. ‫ ָבטּל‬ἐμπιστεύομαι.
‫ ֵֶחסֶד‬καλωσύνη· ἔλεος. ‫ ֵּבעּל‬κύριος· σύζυγος· ὁ Βάαλ. ‫ מילְחָמָה‬μάχη· πόλεμος.
‫ גָדּ ל‬εἶμαι ἢ γίνομαι μεγάλος.

Ἄσκηση 18
‫ שְ לשֶת‬8. ‫ אחּד שְ ָבטייך‬7. ‫ גָב ֹ ּה אנֹכיי ימ ֵֶמנו‬6. ‫ ֶאגְדּ ל יממְך‬5. ‫ ֵֶעבֶד מעבָדי ים‬4. ‫ בְנו ּהקָטון‬3. ‫ דָ ויד ּהגָדול מֵ ֶאחָיו‬2. ‫קָטון ימן־אחייו‬
. ‫שליישי ית‬
ְ ‫שנָה ּה‬
ָ ‫שנֵים ָעשָר ּב‬
ְ ‫ ב ְֵח ֹדֶ ש‬12. ‫שנּת שְתּ י ים ְל ֶפקּח‬
ְ ‫ יב‬11. ‫שלמ ֹה‬
ְ ‫שנּת שְמֹנֶה ֶעש ְֵרה יל‬
ְ 10. ‫שה ָעשָר יום‬
ֶ ‫ ּב מח ימ‬9. ‫ָבנָיו‬
. ‫ גָב ֹ ּה הוא מֵ אישְתו‬18. ‫ ביתו ּה ְק ּטנָה‬17. ‫ טוב ימזָהָב‬16. ‫שנָי ים‬
ְ ‫שנּי ים‬
ְ 15. ‫שנֵיהֶם‬
ְ 14. ‫ישר ֵאל‬
ָ ‫שנּת שְמֹנֶה ֶעש ְֵרת ְל ֶמלֶך י‬
ְ ‫ יב‬13
24. ‫ שְ לש בְנותֶ י ָה‬23. ‫שנֵי ֶהה יָרים‬
ְ 22. ‫ לא־טוב אנֹכיי ֵמ מאב ָֹתי‬21. ‫ֶת־רחֵל ימלֵאה‬
ָ ‫ ֶי לאהּב יּעמק ֹב א‬20. ‫ מי גְדולָם ְועּד־ ְק ּטנָם‬19
‫ הָאֵָ ֶרץ ה יָראשונָה‬28. ‫שנָה‬
ָ ‫ אחּת ֶעש ְֵרה‬27. ‫ש ְבעָה ְו ֶעש יְרים‬
‫ י‬ἢ ‫ש ְבעָה‬
‫ ֶעש יְרים ְו י‬26. ‫שנָה‬
ָ ‫ששיים‬
‫ שְתּ י ים ְו י‬25. ‫שה ָעשָר ָבניים‬
ָ ‫חממי‬
.‫שניית‬
ֵ ‫שנָה ּה‬
ָ ‫ ּב‬30. ‫יירי‬
‫ ה ֵּח ֹדֶ ש ָה מעש י‬29.

1. Μικρότερος ἀπὸ τὸν ἀδελφό του. 2. Ὁ Δαυὶδ εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς του. 3. Ὁ
μικρότερος γιός του. 4. Ὁ πιὸ δουλικὸς μεταξὺ τῶν δούλων (ὁ δοῦλος τῶν δούλων). 5. Θὰ γίνω
μεγαλύτερος ἀπὸ σένα. 6. Εἶμαι ψηλότερος ἀπ᾿ αὐτόν. 7. Μία τῶν φυλῶν σου. 8. Οἱ τρεῖς γιοί του.
9. Στὴν 15η ἡμέρα. 10. Τὸ 18ο ἔτος τοῦ Σολωμῶντος. 11. Στὸ 2ο ἔτος τοῦ Φακεὲ (Πέκαχ). 12. Στὸν
12ο μῆνα τοῦ τρίτου ἔτους. 13. Στὸ 18ο ἔτος τοῦ βασιλέως τοῦ Ἰσραήλ. 14. Αὐτοὶ οἱ δύο (οἱ δυό
τους). 15. Δύο – δύο (ἀνὰ δύο). 16. Καλύτερο ἀπὸ χρυσάφι. 17. Ἡ μικρότερή του κόρη. 18. Εἶναι
ψηλότερος ἀπ᾿ τὴν γυναῖκα του. 19. Ἀπὸ τὸ μικρότερο ἐξ αὐτῶν μέχρι τῶν μεγαλύτερο ἐξ αὐτῶν.
20. Ὁ Ἰακὼβ ἀγαποῦσε τὴν Ῥαχὴλ περισσότερο ἀπὸ τὴν Λεία. 21. Δὲν εἶμαι καλύτερος ἀπὸ τοὺς
πατέρες μου. 22. Τὰ δυὸ βουνά. 23. Οἱ τρεῖς κόρες της. 24. Δέκα πέντε γιοί. 25. Ἑξῆντα δύο χρόνια.
26. Εἴκοσι ἑπτά. 27. Ἕνδεκα ἔτη. 28. Ἡ γῆ ἡ πρώτη (ἡ ἀρχικὴ γῆ). 29. Ὁ δέκατος μῆνας. 30. Στὸ
δεύτερο ἔτος.

Μεταφράστε ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὸ Ἰερ. 52,28-32.


‫לשה׃‬
ָ ‫ש‬ְ ‫שלם שֶת מאלָפי ים ְו ֶעש י םְרים ו‬
ְ ‫שנּת־ ֶָשבּע י ְהודיָ ים‬
ְ ‫( יב‬Ναβουχοδονόσορ) ‫אצר‬ ‫ה ָה ָהעם א ֶ ם‬δ‫ ֶז‬28
) ּ ‫משר ֶהגְלָ ה נְבוכּדְ ֶר‬
‫שנָ י ים׃‬
ְ ‫לשים ו‬
‫ש ים‬ ָ ‫יירו‬δ ‫מ‬1 ‫אצר‬
ְ ‫ש הלּ ים ֶָנפֶש שְמ ֹנֶ םה ֵמאות‬ ) ּ ‫ בישְ נּ ְת שְמונֶ םה ֶעש ְֵרה ילנְבוכּדְ ֶר‬29
‫ָעים‬δ ‫ארב י‬
ְ ‫שבּ םע מֵ אות‬
ְ ‫( ּרב־ ּט ָב יהחים י ְהודיָ ים ֶָנפֶש‬Νεβουζαραδὰν) ‫ים ילנְבוכּדְ ֶראצ ְּר ֶהגְ ָ֒לה נְבוז ְּראמדָ זן‬ ָ ‫ בישְ ּזנת‬30
ׂ ‫ ש ְו ֶעש יְר‬δ‫של‬
‫ארבּ ם עּת מאלָפי ים ו ֵ םְשש ֵמאות׃ פ‬
ְ ‫ממישה כָל־ ֶָנפֶש‬
) ָ ‫ּוח‬

1. Qere perpetuum ἀντὶ ‫ י ְרושָ ֵּלי ים‬Ἱερουσαλήμ.

62
‫יל מְר ֹדּ ְך ֶזמלֶך ָב ֶַבל‬δ‫א ילו‬2 ‫שא‬
ָ ‫ש זר הח ֹדֶ ש ְב ֶעש י םְרים ּו מחמ ָישה ל )ּח ֹדֶ ש נָ א‬ ְ ‫ן מֶ לֶך־י ְהודָה ה יב‬δ‫י ְהוי יָכ‬1 ‫ש ָ֒נה ְלגָלו זת‬
ָ ‫ש ֵנרים ָע‬ ָ ‫שזים ָו ֶַשבּע‬ ְ ‫ ּוי ְ יה ְי יב‬31
‫של י‬
‫) ּה ְכלייא( ] ּהכְלוא[׃‬3 ‫ין מֶ לֶך־י ְהודָה ה וּי ֹצֵ םא אותו ימבֵ םית‬δ‫ש י ְהוי יָכ‬
‫ת ּמ ְלכ ֻ֒תו אֶת־ר ֹא ז‬δ‫בישְ ּנ‬
‫)מְלָכיים( ] ּה ְמל יָכְים[ א ֶ ם‬4 ‫ ּוי ְדּ בֵ םר איתו ט )ֹבות ּוי יתֵ זן אֶת־ יכס הְאו ימ ּ֒מעּל ְלכ ֵ ֧יסא‬32
‫משר איתו ְבבָבֶ ל׃‬

‫ ָגלָה‬Qal ἀποκαλύπτω· ἐξαφανίζομαι· ἐξορίζομαι· Hiph ἐκτοπίζω, ἐξορίζω, ἀπελαύνω.


‫« רּב‬ὁ πολύς», διδάσκαλος, ἀξιωματοῦχος, διοικητής.
‫ טּבָח‬σφαγεὺς (καὶ μάγειρος)· ‫ ּרב־ ּט ָבחיים‬ἀρχηγὸς τῆς φρουρᾶς τῶν σωματοφυλάκων (ἀρχισφαγέας).
‫ וּיְהיי‬καὶ ἐγένετο· γ΄ ἑνικὸ μὴ τετελεσμένου Qal τοῦ ‫ ָהי ָה‬μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας.
‫ גָלות‬ἐξορία, ἐκτόπιση.
‫ יְהודָה‬Ἰούδας.
‫ נָשָ א‬ὑψώνω, ἀνυψώνω, σηκώνω· μεταφέρω.
‫ מּלְכות‬βασιλεία.
‫ יָצָא‬ἐξέρχομαι, βγαίνω· Hiph. ἐξάγω· ‫ וּיֹצֵא‬καὶ ἐξήγαγε.
‫ ֵֶכלֶא‬ἢ ‫ כְלוא‬φυλάκιση, φυλακή.
‫ וּיתֵן‬καὶ ἔδωσε ἢ ἔθεσε· γ΄ ἑνικὸ μὴ τετελεσμένου Qal τοῦ ‫נָתּ ן‬5 μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας.
‫ מֵּעּל‬ὑπεράνω, πάνω ἀπό.

Μετάφραση:
28
Αὐτὸς εἶναι ὁ λαὸς τὸν ὁποῖο ἐκτόπισε ὁ Ναβουχοδονόσορ· στὸ 7ο ἔτος (του) 3.023 Ἰουδαῖοι,
29
στὸ 18ο ἔτος τοῦ Ναβουχοδονόσορος 832 ψυχὲς ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ·
30
στὸ 23ο ἔτος τοῦ Ναβουχοδονόσορος ὁ Νεβουζαραδάν, ὁ ἀρχηγὸς τῆς φρουρᾶς, ἐκτόπισε 745
Ἰουδαίους· ὅλες μαζὶ οἱ ψυχὲς 4.600.6
31
Καὶ συνέβη κατὰ τὸ 37ο ἔτος (ἀπὸ) τῆς ἐκτοπίσεως τοῦ Ἰωακείμ, τοῦ βασιλέως τοῦ Ἰούδα, τὸν
12ο μῆνα, τὴν 25η τοῦ μηνός, (καὶ) ἀνύψωσε ὁ Ἐβὶλ Μερωδάχ, ὁ βασιλεὺς τῆς Βαβὲλ
(Βαβυλῶνος), κατὰ τὸ (ἐνν. πρῶτο) ἔτος τῆς βασιλείας του τὴν κεφαλὴ τοῦ Ἰωακείμ, τοῦ βασιλέως
τοῦ Ἰούδα, καὶ τὸν ἔβγαλε ἀπὸ τὴν φυλακὴ (ἀπὸ τὸν οἶκο τῆς φυλακίσεως).
32
Καὶ μίλησε μαζί του εὐγενικὰ (καλὰ [λόγια]) καὶ ἔθεσε τὸν θρόνο του ὑπεράνω τοῦ θρόνου (ἢ
ψηλότερα ἀπὸ τὸν θρόνο) τῶν βασιλέων ποὺ ἦταν μαζί του στὴν Βαβὲλ (Βαβυλῶνα).

1. Ο΄ Ἰωακείμ. Τὸ ὄνομα σημαίνει «ὁ Γχβ ἐστερέωσε».


2. Ἐβὶλ Μερωδάχ, ὁ γιὸς καὶ διάδοχος τοῦ Ναβουχοδονόρορος. Τὸ ὄνομα στὰ βαβυλωνιακὰ (ἀκκαδικὰ) σημαίνει
«λάτρης τοῦ Μαρδούκ».
3. Κεθὶβ (γεγραμμένον): ‫הּכְלייא‬. Κερὲ (ἀναγνωστέον): ‫הּכְלוא‬.
4. Κεθίβ: ‫מְ ָלכיים‬. Κερέ: ‫הּמְלָכיים‬.
5. Τὸ ‫ נ‬ἀφομοιώθηκε πρὸς τὸ ‫ת‬.
6. Κατὰ πάγια τακτικὴ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη μετρῶνται μόνον οἱ ἄρρενες χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ ἀνήλικα τέκνα.

63
20. Ῥήματα μὲ ἀντωνυμικὰ ἐπιθήματα.
Μιὰ ἀντωνυμία ὡς ἀντικείμενο ῥήματος διατυπώνεται εἴτε μὲ τὸ μόριο ‫ את‬καὶ τὸ κατάλληλο
ἐπίθημα εἴτε μὲ ἐπίθημα ἀπ᾿ εὐθείας προσηρτημένο στὸ ῥῆμα. Κανονικὰ μόνον τὸ ἔμμεσο
ἀντικείμενο προσαρτᾶται σὲ ῥῆμα.
Ὁ τύπος τῶν ῥηματικῶν ἐπιθημάτων εἶναι ὅμοιος μὲ αὐτὸν τῶν ὀνομάτων μὲ τὴν διαφορὰ
ὅτι στὸ α΄ ἑνικὸ πρόσωπο προτιμᾶται τὸ ἐπίθημα ‫ניי‬, καὶ στὸ γ΄ πληθυντικὸ ἔχουμε ‫ ם‬καὶ ‫ן‬
συχνότερα ἀπ᾿ ὅτι ‫הֶן‬- καὶ ‫הֶן‬-. Ἡ προσάρτηση τοῦ ἐπιθήματος ἐπηρεάζει φυσικὰ τὸν τόνο, ὁ ὁποῖος
μετακινεῖται πρὸς τὸ ἐπίθημα καὶ μεταβάλλει τὸν φωνηεντισμὸ ἀναλόγως.
Οἱ κλίσεις γίνονται κατὰ τὸν ἀκόλουθο πίνακα:

Ὁμαλὸ ῥῆμα

ΤΕΤΕΛΕΣΜΈΝΟΣ QAL ΕΝΙΚΟΣ


γ΄ ἀρσ. γ΄ θηλ. β΄ ἀρσ. β΄ θηλ. α΄ κοινὸ
Ἑνικὸς
α΄ κοινὸ ‫קְטָלֵּניי‬ ‫קְטָלֵּתְניי‬ ‫ְק ּטלְתֵּ ניי‬ ‫קְטּלְתיֵניי‬ -
β΄ ἀρσ. ‫קְטָלְך‬ ‫קְטָלּתְך‬ - - ‫קְטּלְתיֵיך‬
β΄ θηλ. ‫קְטָלֵך‬ ‫קְטָלָתֶך‬ - - ‫קְטּלְתייך‬
γ΄ ἀρσ. ‫ קְטָלָהו‬,‫קְטָלו‬ ‫ ְק ָטלּתְ הו‬,‫ְק ָטלּתו‬ ‫ קְטּלְתָהו‬,‫) ְק ּטלְתי יו( ְק ּטלְתי יהו קְטּלְתו‬ ‫ קְטּלְתייהו‬,‫קְטּלְתייו‬
γ΄ θηλ. ‫קְטָלָה‬ ‫קְטָלּתָה‬ ‫ְק ּטלְתָ ה‬ ‫ְק ּטלְתי י ָה‬ ‫ְק ּטלְתי י ָה‬

Πληθυντικὸς
α΄ κοινὸ ‫ְק ָט ֵָלנו‬ ‫קְטָלֵּתְנו‬ ‫ְק ּטלְתָ נו‬ ‫קְטּלְתיינו‬ -
β΄ ἀρσ. ‫קְטּלְכֶם‬ (‫)קְטָלּתְכֶם‬ - - ‫ְק ּטלְתי יכֶם‬
β΄ θηλ. ‫קְטּלְכֶן‬ (‫)קְטָלּתְכֶן‬ - - ‫ְק ּטלְתי יכֶן‬
γ΄ ἀρσ. ‫קְטָלָם‬ ‫קְטָלָתּם‬ ‫ְק ּטלְתֶ ם‬ ‫קְטּלְתיים‬ ‫ְק ּטלְתי ים‬
γ΄ θηλ. ‫קְטָלָן‬ ‫קְטָלָתּן‬ ‫ְק ּטלְתֶ ן‬ ‫קְטּלְתין‬ ‫ְק ּטלְתין‬

ΤΕΤΕΛΕΣΜΈΝΟΣ QAL ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ


γ΄ κοινὸ β΄ κοινὸ α΄ κοινὸ
α΄ κοινὸ ‫קְטָלֵוניי‬ ‫קְטּלְתֵוניי‬ -
β΄ ἀρσ. ‫קְטָלוך‬ - ‫ְק ּטלְנוך‬
β΄ θηλ. ‫קְטָלוך‬ - ‫ְק ּטלְנוך‬

64
γ΄ ἀρσ. ‫קְטָלוהו‬ ‫קְטּלְתוהו‬ ‫ְק ּטלְנוהו‬
γ΄ θηλ. ָ‫קְטָלוה‬ ָ‫קְטּלְתוה‬ ָ‫קְטּלְנוה‬
α΄ κοινὸ ‫קְטָלֵונו‬ ‫קְטּלְתֵונו‬ -
β΄ ἀρσ. (‫)קְטָלוכֶם‬ - ‫קְטּלנוכֶם‬
β΄ θηλ. (‫)קְטָלוכֶן‬ - ‫קְטּלְנוכֶן‬
γ΄ ἀρσ. ‫קְטָלום‬ ‫קְטּלְתום‬ ‫קְטּלְנום‬
γ΄ θηλ. ‫קְטָלון‬ ‫קְטּלְתון‬ ‫קְטּלְנון‬

Ὁ σπουδαστὴς δὲν θὰ ἀντιμετωπίσει ἰδιαίτερη δυσκολία στὴν ἐκμάθηση αὐτῶν τῶν τύπων,
καθὼς κλίνονται ὁμαλά. Κανονικὰ μόνο τὰ ἐνεργητικὰ ῥήματα δέχονται ἐπιθήματα, ἀπὸ τὴν στιγμὴ
ποὺ τὰ αὐτοπαθῆ καὶ παθητικὰ δὲν συντάσσονται μὲ ἀντικείμενο. Ὅπου οἱ τύποι εἶναι ἀκριβῶς
ὅμοιοι, ὅπως π.χ. τὸ β΄ θηλ. ἑνικὸ μὲ τὸ α΄ κοινὸ ἑνικό, ὅταν φέρουν ἐπιθήματα τοῦ γ΄ ἀρσ., ἡ
συνάφεια καθορίζει τὸ νόημα.
Ἡ Piel καὶ ἡ Hiphil ἀκολουθοῦν τὰ ἴδια πρότυπα, ὅπως δείχνει ὁ πίνακας ποὺ ἀκολουθεῖ:

Piel Hiphil
γ΄ ἀρσ. ἑν γ΄ κ. πληθ. γ΄ ἀρσ. ἑν. γ΄ ἀρσ. πληθ.
α΄ κοινὸ ‫קיטְלֵּניי‬ ‫קיטְלֵוני‬ ‫יה ְקטיי ֵּלניי‬ ‫יילוניי‬
ֵ ‫יה ְקט‬
β΄ ἀρσ. ‫קיטֶלְך‬ ‫יקטְלוך‬ ‫יה ְקטיילְך‬ ‫יה ְקטיילוך‬
β΄ θηλ. ‫קיטְלֵך‬ ‫יקטְלוך‬ ‫יה ְקטיילֵך‬ ‫יה ְקטיילוך‬
γ΄ ἀρσ. ‫קיטְלו‬ ‫קיטְלוהו‬ (‫היקְטיילו )ֵָהו‬ ‫יה ְקטיילוהו‬
γ΄ θηλ. ‫קיטְלָה‬ ָ‫קיטְלוה‬ ‫יה ְקטיילָה‬ ‫יה ְקטיילו ָה‬

α΄ κοινὸ ‫יק ְט ֵָלנו‬ ‫קיטְלֵונו‬ ‫יה ְקטיי ֵָלנו‬ ‫יילונו‬


ֵ ‫יה ְקט‬
β΄ ἀρσ. ‫קיטֶלְכֶם‬ ‫קיטְלוכֶם‬ ‫יה ְקטיי ְלכֶם‬ ‫יה ְקטיילוכֶם‬
β΄ θηλ. ‫קיטֶלְכֶן‬ ‫קיטְלוכֶן‬ ‫ה ְיקיי ְלכֶן‬ ‫יה ְקטיילוכֶן‬
γ΄ ἀρσ. ‫קיטְלָם‬ ‫קיטְלום‬ ‫היקְטיילָם‬ ‫יה ְקטיילום‬
γ΄ θηλ. ‫קיטְלָן‬ ‫קיטְלון‬ ‫היקְטיילָן‬ ‫יה ְקטיילון‬

Τὰ ἐπιθήματα τοῦ μὴ τετελεσμένου προτιμοῦν γενικῶς φωνῆεν «ε», ἐκεῖ ὅπου ὁ


τετελεσμένος ἔχει φωνῆεν «α». Ὁ μὴ τετελεσμένος ἐπισυνάπτει τὶς καταλήξεις τῶν ἐπιθημάτων
ὁμαλά. Τόσο ὁ μὴ τετελεσμένος ὅσο καὶ ἡ προστακτικὴ ἔχουν συχνὰ ἕνα ‫ נ‬πρὸ τοῦ ἐπιθήματος,

65
‫‪γνωστὸ ὡς nun energicum, τὸ ὁποῖο ἀφομοιούμενο πρὸς τὸ σύμφωνο τοῦ ἐπιθήματος προκαλεῖ‬‬
‫שמ ְֵֶר ָך ‪διπλωτικὸ dαγέš, π.χ.‬‬
‫שמ ְֵֶרנְך ‪ ἀντὶ‬י י ְ‬
‫‪. Αὐτὸ συμβαίνει συχνὰ «ἐν τῇ παύλῃ».‬י י ְ‬
‫‪Οἱ πίνακες ποὺ ἀκολουθοῦν δείχνουν τὰ ἐπιθήματα στὸν μὴ τετελεσμένο καὶ στὴν‬‬
‫‪προστακτική:‬‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ Qal‬‬ ‫‪ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ‬‬


‫‪γ΄ ἀρσ. ἑν.‬‬ ‫‪γ΄ ἀρσ. ἑν.‬‬ ‫‪γ΄ πληθ.‬‬ ‫‪β΄ ἀρσ. ἑν.‬‬ ‫‪β΄ ἀρσ. ἑν.‬‬ ‫‪β΄ ἀρσ.‬‬
‫‪μὲ nun‬‬ ‫‪μὲ nun‬‬ ‫‪πληθ.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫י י ְק ְט ֵֵלניי‬ ‫ייקְטְלֵֶניי‬ ‫ייקְטְלֵוניי‬ ‫קָטְלֵֵנו‬ ‫ָק ְט ֵֶלניי‬ ‫קיטְלֵוניי‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטָלְך‬ ‫ייקְטְלֶךָ‬ ‫י י ְקטְלוך‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ייקְטְלֵך‬ ‫‪-‬‬ ‫י י ְקטְלוך‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְק ְטלֵהו‬ ‫ייקְטְלֶנו‬ ‫ייקְטְלוהו‬ ‫קָטְלֵהו‬ ‫ָק ְטלֶנו‬ ‫קיטְלוהו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫)י י ְק ְט ֶלהָ(‬ ‫י י ְק ְט ֶלנָה‬ ‫ייקְטְלוהָ‬ ‫)קָטְלָה(‬ ‫ָק ְט ֶלנָה‬ ‫קיטְלוהָ‬

‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫י י ְק ְט ֵֵלנו‬ ‫ייקְטְלֵֶנו‬ ‫ייקְטְלֵונו‬ ‫קָטְלֵֵנו‬ ‫ָק ְט ֵֶלנו‬ ‫קיטְלֵונו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְק ָט ְלכֶם‬ ‫‪-‬‬ ‫ייקְטְלוכֶם‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫י י ְק ָט ְלכֶן‬ ‫‪-‬‬ ‫ייקְטְלוכֶן‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬ ‫‪-‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְק ְטלֵם‬ ‫‪-‬‬ ‫ייקְטְלום‬ ‫קָטְלֵם‬ ‫‪-‬‬ ‫קיטְלום‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫י י ְק ְטלֵן‬ ‫‪-‬‬ ‫ייקְטְלון‬ ‫קָטְלֵן‬ ‫‪-‬‬ ‫קיטְלון‬

‫‪Συνεζ. ἀπαρέμφατο‬‬ ‫‪Piel γ΄ ἀρσ. ἑν.‬‬ ‫‪Hiphil γ΄ ἀρσ. ἑν.‬‬


‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ָק ְטליי ) ָק ְט ֵלניי(‬ ‫יְקּטְלֵניי‬ ‫יּקְטיילֵניי‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטְלְך )קָטָלְך(‬ ‫יְקּטֶלְך‬ ‫יּקְטיילְך‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קָטְלֵך‬ ‫יְקּטְלֵך‬ ‫יּקְטיילֵך‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטְלו‬ ‫י ְ ּק ְטלֵהו‬ ‫י ּ ְקטיילֵהו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ָק ְטלָה‬ ‫יְקּטְלֶהָ‬ ‫י ּ ְקטיי ֶל ָה )י ּ ְקטיילָה(‬

‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קָטְלֵֵנו‬ ‫י ְ ּק ְט ֵֵלנו‬ ‫יּקְטיילֵֵנו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטְלְכֶם‬ ‫יְקּטֶלְכֶם‬ ‫יּקְטיילְכֶם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קָטְלְכֶן‬ ‫יְקּטֶלְכֶן‬ ‫יּקְטיילְכֶן‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטְלָם‬ ‫יְקּטְלֵם‬ ‫יּקְטיילֵם‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫קָטְלָן‬ ‫יְקּטְלֵן‬ ‫יּקְטיילֵן‬

‫‪66‬‬
Ὁ σπουδαστὴς θὰ ὄφειλε νὰ παρατηρήσει ὅτι τὸ φωνῆεν κάτω ἀπὸ β΄ ἀρσ. ἑνικοῦ καὶ
πληθυντικοῦ τοῦ μὴ τετελεσμένου της Qal εἶναι κᾶμετς χατούφ, ὅπως ἄλλωστε καὶ στὶς κλειστὲς
συλλαβὲς τοῦ συνεζευγμένου ἀπαρεμφάτου. Οἱ μετοχὲς γενικῶς ἔχουν τὰ ἐπιθήματα τῶν ὀνομάτων
μᾶλλον παρὰ τὰ ἐπιθήματα τῶν ῥημάτων, π.χ. ‫ ְמבּקשָיו‬μᾶλλον παρὰ ‫« מְבּקְשֵהו‬οἱ ἐκζητοῦντες αὐτόν».
Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο παίρνει ὑποκείμενο ὑπὸ μορφὴν ἀντωνυμικοῦ ἐπιθήματος.
Ἔτσι ἡ φράση «ὅσην ὥρα (αὐτὸς) φύλαγε τὸν ἄνδρα» μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ ‫שמְרו אֶת־ ָהאייש‬
ָ ‫( ְב‬ἐν τῷ
φυλάττειν αὐτὸν τὸν ἄνδρα) μὲ τὴν πρόθεση ְ‫ ב‬προσηρτημένη στὸ ἀπαρέμφατο. Ἐὰν τὸ ἀντικείμενο
εἶναι ἀντωνυμία, χρησιμοποιεῖται τὸ ‫ את‬μὲ ἐπίθημα.
Ἡ χρήση ῥηματικῶν ἐπιθημάτων μπορεῖ ἐκ πρώτης ὄψεως νὰ δείχνει περίπλοκη, ἀλλὰ μὲ
τὴν ἐξοικείωση θὰ φανεῖ ὅτι εἶναι ἕνας ἔξυπνος τρόπος ἐκφράσεως ποὺ συνδέει ἀπ᾿ εὐθείας
ὑποκείμενο, ῥῆμα, ἀντικείμενο, ἐνῷ ἡ γλωσσικὴ οἰκονομία ποὺ προκύπτει εἶναι χαρακτηριστικὸ
γνώρισμα τοῦ ἑβραϊκοῦ ἰδιώματος. Ἔτσι μία μόνο λέξη, π.χ. ἡ ‫שמ ָָרתּ ם‬
ְ , σημαίνει «αὐτὴ τοὺς
φύλαξε», ἐνῷ ἡ λέξη ‫ יּמְלייכוניי‬ἰσοδυναμεῖ μὲ τὴν φράση «αὐτοὶ θὰ μὲ κάνουν βασιλέα». Μιὰ ματιὰ
στὸ ἐπίθημα εἶναι ἀρκετὴ γιὰ νὰ δείξει τὸ πρόσωπο τοῦ ἀντικειμένου, ἐνῷ τὸ ὑποκείμενο καὶ τὸ
εἶδος τοῦ ῥήματος τεκμαίρονται ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη λέξη.

‫( בקש‬Piel) ζητῶ, ἀναζητῶ. ‫ קֵֶדֶם‬ἀνατολή. ‫שה‬


ֶ ‫ מ‬Μωυσῆς.
‫( שמד‬Hiph.) καταστρέφω. ‫ ְל ֵּמעּן‬ἵνα, γιὰ νά. ‫ עולָה‬ὁλοκαύτωμα.
‫ מָצָא‬εὑρίσκω. ‫ אּיֵה‬ποῦ; ‫ ֵֶז ּרע‬σπέρμα, σπόρος.
‫ ָרעָב‬λιμός, πεῖνα. ‫ אֵיך‬πῶς; ‫ לָשון‬γλῶσσα.
‫שָרף‬
ּ καίω. ‫ רֹעֶה‬ποιμήν, βοσκός. ‫ ימנְחָה‬προσφορὰ (σὲ τρόφιμα).
‫ אלמֶת‬ἀλήθεια. ‫ שָפּט‬κρίνω. ‫ ָבנָה‬κτίζω.
‫ יָרֵא‬φοβᾶμαι. ‫ ָבחּר‬ἐκλέγω, ἐπιλέγω. ‫ אף‬ἐπίσης, ἐπὶ πλέον.
‫ כָרּת‬κόπτω. ‫ מָאס‬ἀπορρίπτω, περιφρονῶ. ‫ ֵר ּע‬ὁ φίλος, ὁ πλησίον.
‫ ב יֶרית‬διαθήκη, συνθήκη. ‫ כָרּת בְריית‬συνάπτω διαθήκη.

Ἄσκηση 19
‫ ביקְשְ נוך ּבהֵיכָ ל‬9. ‫ אחמרֵי כָרְתָם בְריית‬8. ‫שמ ָָרן‬
ְ 7. ‫ שְמּרְתיֵיניי‬6. ‫שמ ְּר ֵתוניי‬
ְ 5. ‫שמְרוכֶן‬
ְ ‫ י י‬4. ‫ יּמְלייכֵניי‬3. ‫שמ ְֵרנו‬
ָ 2. ‫שניי‬
ֵ ‫ י ְ ּב ְק‬1.
‫שמיידֵֵ יניי בּיום הּהוא‬
ְ ּ ‫ י‬14. ‫ ּמצְדי יקיי הוא לאלהיים‬13. ‫ייכוהו עּל־ ָהעָם ּהז ֶה‬
ֵ ‫ ּה ְמל‬12. ‫ ְבשָמרו אֵת דְ ב ֶָריך‬11. ‫שהו בּבֹקֶר‬
ֵ ‫ ּב ְק‬10.
23. ‫שְמּרנוך‬
ְ 22. ‫ יב ּקש ְֵתוניי‬21. ‫ י ְ ּבק ְֵשוניי‬20. ‫ ּה ְמליי ֵֵכניי‬19. ‫שמָרום‬
ְ 18. ‫שמּרתי יך‬
ְ 17. ‫ יה ְמליי ֵּכתְ ניי‬16. ‫ כיי־ ְמ ּכבְדּ י מא ּכבֵד‬15.
‫ שְ ָל ֵּחניי אל להיים‬28. ‫ש ְפטֵך כידְ ָר ּכי יך‬
ְ ‫ ֶא‬27. ‫ י ְ ּכבְדֵֵ ניי ָבעייר ּההייא‬26. ‫ בְיום ָפקְדי י א ֹתָ ם‬25. ‫ֶת־תור ֶתך‬
ָ ‫ יכז ְכ ֹר ָהאייש א‬24. ‫ְשָמָרך‬
ֵ ‫ב‬

67
.‫ ּה ְמצָאתּ ניי אויְביי‬30. ‫ יב ְק ֵֻשהו ְבכָל־ ְל ָבבָם‬29. ‫יל ְפנֵיכֶם‬

1. Θὰ μὲ ἀναζητήσει. 2. Τὸ φυλάττειν ἡμᾶς. 3. Θὰ μὲ κάνει βασιλέα. 4. Θὰ σὲ (θηλ.) φυλάξουν


(αὐτές). 5. Μὲ φυλάξατε (θηλ.) 6. Μὲ φύλαξες (θηλ.). 7. Ἐφύλαξε αὐτές. 8. Ἀφ᾿ ὅτου ἔκαναν
διαθήκη. 9. Σὲ ἀποζητήσαμε στὸν ναό. 10. Ζήτησέ τον τὸ πρωί. 11. Ὅταν τήρησε ἢ τηροῦσε τὰ
λόγια σου. 12. Κάντε τον βασιλέα ἐπὶ τὸν λαὸ τοῦτον. 13. Ὁ δικαιώνων με εἶναι (ὁ) Θεός. 14. Θὰ
μὲ καταστρέψει τὴν ἡμέρα ἐκείνη. 15. Ὅτι τιμῶντές με (ἐνν. εἰσί), τιμήσω (ἐνν. αὐτοὺς) = ἐπειδὴ
μὲ τιμοῦν, θὰ (τοὺς) τιμήσω. 16. Αὐτὴ μὲ ἔκανε βασιλέα. 17. Σὲ φύλαξα. 18. Τοὺς ἐφύλαξαν ἢ τοὺς
ἐτήρησαν. 19. Κάνε με βασιλέα. 20. Θὰ μὲ ἀναζητήσουν. 21. Μὲ ἀναζητήσατε. 22. Σὲ φυλάξαμε.
23. Ἐν τῷ φυλάξαι ἢ ἐν τῷ φυλάττειν σε = ἐπειδὴ φυλάττεις (ἢ ἐφύλαξες) ἢ ἐπειδὴ σὲ φυλάττει (ἢ
σὲ φύλαξε). 24. Ὅταν (= ὡς) ἐνεθυμήθη (δηλ. ἀναλογίσθηκε) τὴν διαθήκη σου. 25. Τὴν ἡμέρα ποὺ
θὰ τοὺς ἐπισκεφθῶ (ἐν ἡμέρα τοῦ ἐπισκεφθῆναί με αὐτούς). 26. Θὰ μὲ τιμήσει στὴν πόλη ἐκείνη.
27. Θὰ σὲ (θηλ.) κρίνω κατὰ τὶς ὁδούς σου (δηλ. σύμφωνα μὲ τὴν συμπεριφορά σου). 28. Ὁ Θεὸς
μὲ ἔστειλε ἐνώπιόν σας. 29. Τὸν ἀναζήτησαν μὲ ὅλη τους τὴν καρδιά. 30. Μὲ βρῆκες, ἐχθρέ μου;

Μεταφράστε τὸ Ἠσ. 41,8-12.


‫אֹהמבי י׃‬1 ‫משר ְבח ְּר י )תיך ֶז ּרע אב ְָרהָ םם‬
δ ֶ ‫אל ּעבְדיה י יּעמק ֹב א‬δ ֵ ‫ וְאּתָ הז ייש ְָר‬8
‫ו רָא ֹמּר ְל זך ּעבְדי י־ ּהאתָ ה ְבח ְּרתי יך וְלם א ְמאסְתי יך׃‬3 ‫הָאָהרֶץ ומֵאמציילֶיהָ קְרָאתי ) יך‬2 ‫ ות‬δ‫אמשר ֶה לחזּק יְתזי זך ימקְצ‬
‫ ֶר‬9
‫יימםין צידְ יקי׃‬
‫להיך יא ּמצ יְתזי זך אף־ מעז ְּרתיה יך אף־תְ ּמכְתי יך ב י‬ ָ ‫ אל־תי‬10
) ֶ ‫י לא‬δ‫י יעמְך־ ָהאניי אל־תי ש ְָתע כי י־ מא ינ‬δ‫יר זא יכ‬
‫ יי ְהיםו כְאּ ְ י ין וְי ֹאבְדו אנ ֵ םְשי יריבֶ ך׃‬4 ‫לרים ָ )בך‬δ ‫יכל הְמו כ ֹל ּהנֶח י‬δ ָ ‫ ֵ רהן י ֵב ֹזש זו ְוי‬11
‫ א תי ְמ ָצ ֵהאם אנ ְֵשי ּמצ ֶ )ֻתך י י ְהיםו כְאּ ְ י ין וכְאֶ פֶס אנ ֵ םְשי ימ ְל ּחמ ְֶתך׃‬δ‫תְ ּב ְקשֵםז וְל‬5 12

‫ חָזּק‬εἶμαι ἢ γίνομαι δυνατός· Hiph. πιάνω σταθερά, κρατῶ.


‫ קָ צָה‬τὸ ἄκρο.
‫ אצייל‬ἔσχατο ἄκρο.
‫ עים‬μαζί. Ὅταν συνδέεται μὲ ἐπίθημα, παίρνει διπλωτικὸ dαγὲš στὸ ‫מ‬.
‫ שָתּ ע‬φοβᾶμαι, ἀγχώνομαι (σπανιώτατο ῥῆμα· ἀπαντᾷ μόνον στὸ Ἠσ. 41,10 καὶ Ἠσ. 41,23).
‫ אמּץ‬εἶμαι δυνατός· Pi. ἐνισχύω, ἐνδυναμώνω, στερεώνω.
‫ ָעז ּר‬βοηθῶ.
1. Τὸ ἐπίθημα ἐδῶ εἶναι ὑποκείμενο τῆς μετοχῆς.
2. Ἡ γῆ, ‫אֵֶ ֶרץ‬, συνήθως εἶναι ὄνομα θηλυκό· πληθ. ‫אמרָצות‬.
3. Α΄ ἑνικὸ μὴ τετελεσμένου τῆς Qal μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας τοῦ ‫אמּר‬. Τὸ ‫ א‬ἐδῶ εἶναι ἁπλῶς τὸ πρόθημα τοῦ α΄ ἑνικοῦ·
τὸ ἀρχικὸ γράμμα, ‫א‬, τοῦ ῥήματος ἔχει ἐκπέσει· βλ. ἑπόμενο κεφάλαιο.
4. Γ΄ πληθ. μὴ τετελεσμένου Qal τοῦ ‫הָיָה‬. Τὸ τελικὸ ‫ ה‬ἔχει ἐκπέσει.
5. Piel β΄ ἀρσ. ἑνικό. Το διπλωτικὸ dαγὲš εἰδικὰ στὸ γράμμα ְ‫( ק‬μὲ šεβὰ) συνήθως παραλείπεται.

68
‫ תָמּך‬πιάνω, κρατῶ, στηρίζω.
‫ יָמיין‬τὸ δεξὶ μέρος, δεξὶ χέρι· στὰ δεξιὰ (ἐπιρρηματικῶς).
‫ בוש‬αἰσχύνομαι. ‫ י ֵב ֹשו‬γ΄ πληθ. μὴ τετελεσμένου Qal· τὸ ‫ ו‬ἔχει ἐκπέσει.
‫ כלם‬Niph. ἀτιμάζομαι, ταπεινώνομαι.
‫ חָרָה‬ἐξάπτομαι, ἀνάβω (ἐγὼ ὁ ἴδιος)· Niph. θυμώνω, ὀργίζομαι. Τὸ ‫ ה‬ἔχει ἐκπέσει.
‫ אֵּ י ין‬ἡ μὴ ὕπαρξη, τὸ μηδέν.
‫ אבּד‬χάνομαι, ἀπόλλυμαι, ἀφανίζομαι.
‫ רייב‬ἀντιδικία, ἔρις, διαμάχη.
‫ מּצות‬ἀντιδικία, ἔρις, διαμάχη (σπανιώτατη ποιητικὴ λέξη).
‫ אֵֶסֶף‬ἄκρο, πέρας, τέρμα (π.χ. τῆς γῆς)· τέλος, μηδέν· ἐν τούτοις, μολονότι.
‫ מילְ חָמָה‬μάχη, πόλεμος.

Μετάφραση.
8
Ἀλλὰ (= καὶ) ἐσύ, Ἰσραήλ, δοῦλε μου, Ἰακώβ, ἐσὺ τὸν ὁποῖο ἐγὼ ἐξέλεξα, σπέρμα Ἀβραάμ ποὺ
ἐγὼ ἀγαπῶ (= εἶμαι ἀγαπῶν),
9
ἐγὼ ποὺ σὲ ἔπιασα (δηλ. σὲ ἀνέλαβα) ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς καὶ ἀπὸ τὰ ἄκρα της σὲ ἐκάλεσα καὶ
σοῦ εἶπα· ἐσὺ εἶσαι ὁ δοῦλος μου, ἐγὼ σὲ ἐπέλεξα καὶ δὲν σὲ ἔχω ἀπορρίψει (ἢ ἀπαρνηθεῖ).
10
Μὴ φοβᾶσαι, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι μαζί σου, μὴν ἀγχώνεσαι, γιατὶ ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεός σου· ἐγὼ σὲ ἔχω
ἐνισχύσει (ἄρα ἐξακολουθῶ νὰ σὲ ἐνισχύω καὶ τώρα: σὲ ἐνισχύω [μὲ ἐνεστῶτα]) καὶ σὲ ἔχω
βοηθήσει (ἢ σὲ βοηθῶ) καὶ σὲ κράτησα (ἢ σὲ κρατῶ) μὲ τὸ δεξὶ χέρι τῆς δικαιοσύνης μου (= μὲ τὸ
δίκαιο δεξί μου χέρι).1
11
Ἰδοὺ θὰ αἰσχυνθοῦν καὶ θὰ ἀτιμασθοῦν ὅλοι οἱ ὀργισθέντες (ἢ ὀργιζόμενοι) κατὰ σοῦ (= ἐν σοί)·
θὰ ἐκμηδενισθοῦν (= θὰ γίνουν ὡς μηδέν, ὡς μὴ ὑπάρχοντες) καὶ θὰ ἀφανισθοῦν οἱ ἄνθρωποι ποὺ
σὲ ἀντιμάχονται (= τῆς ἔριδός σου, τῆς πρὸς ἐσένα ἔριδος).
12
Θὰ τοὺς ζητᾷς (ἢ ψάχνεις) καὶ δὲν θὰ τοὺς βρίσκεις ὅσους εἶναι σὲ ἀντιδικία μαζί σου (= τοὺς
ἀνθρώπους τῆς ἀντιδικίας σου)· θὰ ἐκμηδενισθοῦν καὶ ὡς μὴ ὑπάρχοντες (= ὡς μηδὲν) (ἐνν. θὰ
γίνουν ἢ θὰ εἶναι) οἱ ἄνθρωποι ποὺ σὲ πολεμοῦν (= τοῦ πολέμου σου).

1. Ἐδῶ ἡ «δικαιοσύνη» ἔχει τὴν ἔννοια τῆς δικαιώσεως ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, ποὺ πρακτικὰ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς παίρνει
τὸ μέρος τοῦ Ἀβραάμ καὶ τὸν σῴζει σὲ κάθε δυσκολία.

69
21. Ἀσθενῆ ῥήματα.
Ῥήματα ‫( פ״ן‬πὲ νοῦν), α΄ λαρυγγοφώνου καὶ ‫( פ״א‬πὲ ἆλεφ).
Τὰ ἀσθενῆ ῥήματα κατατάσσονται ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ παλαιοῦ ῥήματος ‫פעל‬, τὸ ὁποῖο εἶχαν ὡς
πρότυπο ῥῆμα οἱ παλαιοὶ γραμματικοί, καὶ ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸ ‫ קטל‬λόγῳ τοῦ ὅτι περιέχει
λαρυγγόφωνο, ὅπως ἔχουμε δεῖ. Ἔτσι τὸ πρῶτο ῥιζικὸ οἱουδήποτε ῥήματος χαρακτηρίζεται ‫פ‬, τὸ
δεύτερο ῥιζικὸ ὡς ‫ ע‬καὶ τὸ τρίτο ῥιζικὸ ὡς ‫ל‬. Ἐπὶ τῇ βάσει αὐτοῦ ‫ פ״ן‬ῥήματα εἶναι ὅλα ὅσα ἀρχίζουν
ἀπὸ ‫נ‬, ἐνῷ ‫ ע״ו‬εἶναι ὅσα ἔχουν βὰβ ὡς δεύτερο ῥιζικό. Ἐπειδὴ τὰ ‫ א‬καὶ ‫ ה‬εἶναι λαρυγγόφωνα ἐν
ἀρχῇ λέξεως, ἀλλὰ ἄφωνα στὸ τέλος τῆς λέξεως, χαρακτηρίζονται καὶ μὲ τὶς δύο ὑποστάσεις τους,
π.χ. τὸ ‫( ָבכָה‬κλαίω) εἶναι ῥῆμα ‫ל״ה‬, ἀλλὰ τὸ ‫ הָלּך‬εἶναι ῥῆμα α΄ λαρυγγοφώνου. Ὅταν ἕνα ῥῆμα ἔχει
τὸ β΄ καὶ τὸ γ΄ ῥιζικό ὅμοια, χαρακτηρίζεται ὡς ῥῆμα διπλοῦ ἅγιν, π.χ. ‫( ָסבּב‬στρέφομαι).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ῥήματα χαρακτηρίζονται «ἀσθενῆ» λόγῳ τῶν τροποποιήσεων ποὺ ὑφίστανται,
ὅπου ὑπάρχει δίπλωση γραμμάτων. Ὡς γνωστὸν τὰ λαρυγγόφωνα γράμματα δὲν δέχονται δίπλωση·
ὡς ἐκ τούτου πρέπει νὰ ἀποφεύγεται ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν ῥημάτων αὐτῶν ὡς ἀνωμάλων, καθ᾿
ὅσον οἱ προκύπτοντες τύποι εἶναι ἀπόλυτα σύμφωνοι μὲ ὅσα ἤδη γνωρίζουμε περὶ τῶν
λαρυγγοφώνων.

Ῥήματα ‫פ״ן‬
Στὰ ῥήματα αὐτὰ τὸ ‫נ‬, ὅταν κλείνει συλλαβή, ἀφομοιώνεται, καθὼς δὲν φέρει δικό του
φωνῆεν. Ἡ ἀφομοίωση γίνεται στὸν μὴ τετελεσμένο τῆς Qal, στὸν τετελεσμένο καὶ τὴν μετοχὴ τῆς
Niphal, σὲ ὅλη τὴν Hiphil καὶ τὴν Hophal. Ἔτσι τὸ ‫ נָגּש( יינְגּש‬προσεγγίζω) γίνεται ‫ייגּש‬, τὸ ‫נינְגּש‬
(Niph.) γίνεται ‫ ניגּש‬κ.ο.κ. Στὴν Hophal στὴν θέση τοῦ κᾶμετς χατοὺφ τίθεται κιμπμπούτς.
Τὸ ‫ נ‬ἐκπίπτει στὴν προστακτικὴ τῶν στατικῶν ῥημάτων καὶ ὅσων ἔχουν πάθαχ ὑπὸ τὸ β΄
ῥιζικό, π.χ. ‫( גּש‬πλησίασε!) ἀντὶ ‫נְגּש‬. Ἂν τὸ ῥῆμα ἔχει χῶλεμ στὸ β΄ ῥιζικό, τὸ ‫ נ‬γενικῶς διατηρεῖται,
π.χ. ‫( נְפֹל‬πέσε!). Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο ἀποβάλλει τὸ ‫נ‬, ἀλλὰ παίρνει τὴν μορφὴ σεγωλικοῦ
θηλυκοῦ ὀνόματος, π.χ. ‫( ֵֶגשֶת‬τὸ προσεγγίζειν). Μὲ τὴν προσάρτηση στὸ ְ‫ ל‬τὸ ‫ ל‬παίρνει κᾶμετς, π.χ.
‫( לָגֵֶשֶת‬γιὰ νὰ πλησιάσει τις). Μὲ ἐπίθημα γίνεται ‫( ְלגישְתי‬γιὰ νὰ πλησιάσω). Ὅσα ὅμως ῥήματα ἔχουν
χῶλεμ στὴν προστακτικὴ σχηματίζουν τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο κανονικά, διατηρῶντας τὸ ‫נ‬,
π.χ. ‫( ילנְפ ֹל‬τοῦ πίπτειν τινά, γιὰ νὰ πέσει τις).
Τὸ ῥῆμα ‫( לָקּח‬παίρνω· πιάνω) συμπεριφέρεται ὡς ‫ פ״ן‬στὴν Qal καὶ στὴν Hophal. Ἔτσι ὁ μὴ
τετελεσμένος τῆς Qal εἶναι ‫ייקּח‬, καὶ ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς Hophal εἶναι ‫יֻקּח‬. Στοὺς ἄλλους τύπους
ὅμως τὸ ‫ ל‬διατηρεῖται καὶ δὲν ἀφομοιώνεται, π.χ. ‫( נילְקּח‬Νiph. ἐλήφθη, πάρθηκε). Στὸ ῥῆμα ‫נָתּ ן‬
(δίδω· θέτω) τὸ τελικὸ ‫ נ‬ἀφομοιώνεται ὅπου παίρνει ἄφθογγο šεβά, π.χ. τὸ ָ‫ נָתֵּ נְת‬γίνεται ָ‫( נָתֵּ ת‬ἔδωσες·

70
ἔθεσες). Ἐπίσης ἀφομοιώνεται καὶ τὸ ἀρχικὸ ‫ נ‬στὸν μὴ τετελεσμένο τῆς Qal, καὶ στὸ β΄ ῥιζικὸ
τίθεται τσέρε, π.χ. ‫( ייתֵן‬δίδει· θέτει). Ἡ προστακτικὴ ἔχει καὶ αὐτὴ τσέρε, τὸ ὁποῖο ὅμως γίνεται
σεγὼλ πρὸ μακκέφ, δηλ. ‫( תֶן־‬δῶσε· θέσε). Ὁ ἐμφατικὸς τύπος τῆς προστακτικῆς εἶναι ‫ תְ ֵָנה‬καὶ μὲ
ἐπίθημα ‫תְ ֵֵנהו‬. Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο εἶναι ‫( תֵת‬ἀπὸ ‫ )תֶ נֶת‬καὶ μὲ ἐπίθημα ‫תיתיי‬, κ.λ.π. Μὲ τὴν
πρόθεση ְ‫ ל‬εἶναι ‫לָתֵת‬. Πλήρης κλίση στὸ τέλος τοῦ βιβλίου.

Ῥήματα α΄ λαρυγγοφώνου
Σ᾿ αὐτὰ τὰ ῥήματα οἱ τροποποιήσεις ὀφείλονται στὶς ἰδιότητες τῶν λαρυγγοφώνων. Ὅπως
ἔχουμε δεῖ τὰ λαρυγγόφωνα δὲν δέχονται δίπλωση καὶ προτιμοῦν σύνθετο šεβὰ ἀντὶ ἐμφθόγγου
ἁπλοῦ šεβά. Στὸν μὴ τετελεσμένο τῆς Niphal καὶ στοὺς συναφεῖς τύπους τὸ πρόθημα ἐκτείνει τὸ
χῖρεκ σὲ τσέρε κατ᾿ ἀντέκταση, π.χ. ‫י ֵעמָד‬. Στὸ τετελεσμένο τῆς Qal τὸ β΄ πληθυντικό, ἀρσενικὸ καὶ
θηλυκό, ἔχουν χατὲφ πάθαχ στὸ α΄ ῥιζικό, ποὺ εἶναι λαρυγγόφωνο, π.χ. ‫ מעזּבְתֶ ם‬καὶ ‫ מעזּבְתֶ ן‬, ἐκεῖ ὅπου
τὸ ὁμαλὸ ῥῆμα θὰ εἶχε ἁπλὸ šεβά. Στὸν μὴ τετελεσμένο ἔχει σχεδὸν συνεχῶς σύνθετο šεβὰ
ἀντίστοιχο τοῦ φωνήεντος τοῦ προθήματος, π.χ. ‫אֶעלזֹב‬. Κανονικὰ τὸ φωνῆεν ποὺ προτιμᾷ τὸ
λαρυγγόφωνο εἶναι διαφορετικοῦ εἴδους ἀπὸ τὸ φωνῆεν τῆς τελευταίας συλλαβῆς. Ἔτσι στὸν μὴ
τετελεσμένο τῆς Qal μὲ χῶλεμ στὴν τελευταία συλλαβὴ τὸ λαρυγγόφωνο εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον
πάθαχ, π.χ. ‫יּעממ ֹד‬, ἐνῷ μὲ πάθαχ στὴν τελευταία συλλαβή, τὸ φωνῆεν ἐπιλογῆς εἶναι συνήθως σεγώλ,
π.χ. ‫ ֶי לחז ּק‬. Ἐν τούτοις τακτικὰ βρίσκουμε σεγὼλ στὸ α΄ ἑνικὸ τοῦ μὴ τετελεσμένου τῆς Qal, ‫אֶ עלמ ֹר‬,
ἐνῷ στὴν προστακτικὴ τὸ χατὲφ εἶναι συνήθως χατὲφ πάθαχ, π.χ. ‫עממ ֹד‬. Σὲ ὅσους τύπους λήγουν σὲ
φωνηεντικὸ γράμμα τὸ χατὲφ πρὸ šεβὰ γίνεται πλῆρες φωνῆεν. Ἔτσι, ἐνῷ τὸ γ΄ ἀρσ. ἑνικὸ τοῦ μὴ
τετελεσμένου τῆς Qal τοῦ ‫( ָעמּד‬ἵσταμαι) εἶναι ‫יּעממ ֹד‬, τὸ γ΄ πληθυντικὸ εἶναι ‫ ּי ּעמְדו‬, μὲ τὸ šεβὰ ὑπὸ τὸ
‫ מ‬νὰ εἶναι ἔμφθογγο, παρὰ τὸ ὅτι προηγεῖται βραχὺ φωνῆεν. Προφανῶς ὁ τύπος ‫ י ּ מעמְדו‬θὰ ἦταν
ἀδύνατος, καθὼς δύο συνεχόμενα ἔμφθογγα šεβὰ δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν.

Ῥήματα ‫פ״א‬
Ἐπειδὴ τὸ ‫ א‬εἶναι καὶ φωνηεντικὸ γράμμα καὶ πραγματικὸ λαρυγγόφωνο, ἀποβάλλει τὴν
ἰδιότητα τοῦ συμφώνου στὴν περίπτωση πέντε ῥημάτων, τὰ ὁποῖα ἔτσι συνιστοῦν ὑποπερίπτωση
τῶν ‫ פ״ן‬ῥημάτων. Πρόκειται γιὰ τὰ ῥήματα ‫ אבּד‬χάνομαι, ‫ אמּר‬λέγω, ‫ אכּל‬τρώγω, ‫ אפָה‬ψήνω, καὶ ‫אבָה‬
προθυμοποιοῦμαι. Τὰ δύο τελευταῖα εἶναι ταυτοχρόνως καὶ ῥήματα τύπου ‫ל״ה‬. Μερικὰ ῥήματα,
ἐλάχιστα τὸν ἀριθμό, ἔχουν καὶ τύπους α΄ λαρυγγοφώνου καὶ τύπους ‫פ״א‬, π.χ. τὸ ‫ אחּז‬πιάνω, καὶ τὸ
‫ אסּף‬συλλέγω.
Στὸν τετελεσμένο τῆς Qal εἶναι σὰν τὰ ῥήματα α΄ λαρυγγοφώνου, ἀλλὰ στὸν μὴ

71
τετελεσμένο τὸ ‫ א‬καθίσταται ἄφωνο φωνηεντικὸ γράμμα, ποὺ στηρίζει χῶλεμ, π.χ. ‫ יאֹכּל‬ἀντὶ γιὰ
‫ ֶיאל כ ֹל‬. Στὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο ὑπὸ τὸ ‫ א‬ἔχουμε εἴτε χατὲφ πάθαχ εἴτε χατὲφ σεγώλ, π.χ. ‫אמכֹל‬
καὶ ‫אלמ ֹר‬. Ἐνῷ τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο, ὅταν συνδέεται μὲ ְ‫ל‬, ἔχει κανονικὰ χατὲφ σεγώλ, ἕνα
ῥῆμα μόνο, τὸ ‫ אמּר‬ἔχει συνεσταλμένο τύπο ‫ לֵאמֹר‬ἀντὶ ‫ ֶלאלמ ֹר‬. Στὸ μὴ τετελεσμένο μὲ βὰβ τῆς
ἀκολουθίας τὸ ‫ אמּר‬ἔχει σεγώλ, ‫( ו ֵּי ֹאמֶר‬καὶ εἶπε), ἀλλὰ στὸ α΄ πρόσωπο ἔχει πάθαχ, ‫וָאֹמֵּר‬.

‫( נגש‬Niph.) προσεγγίζω. ‫( נבא‬Niph.) προφητεύω. ‫ שָכּב‬κοιμᾶμαι.


‫ נָקּם‬ἐκδικοῦμαι. ‫ חָטָא‬ἁμαρτάνω· ἀστοχῶ. ‫ ֵק ֹדֶ ש‬ἁγιωσύνη, ἁγιότητα.
‫ נָשּק‬φιλῶ, δίνω φιλὶ ְ‫( ל‬σέ). ‫ חָלּם‬ὀνειρεύομαι. ‫ יְהונָתֵָן‬Ἰωνάθαν.
‫ חָלּק‬διαμοιράζω, διαιρῶ. ‫ ָענָה‬ἀπαντῶ. ‫ נָגּע‬ἀγγίζω· (Hiph.) φθάνω ἕως.
‫( דבר‬Pi.) λέγω, ὁμιλῶ. ‫ עמנָתות‬ἡ Ἀναθώθ.1 ‫ ָעבּד‬ὑπηρετῶ
‫ חָכּם‬εἶμαι ἢ γίνομαι σοφός. ‫( נכה‬Hiph.) πατάσσω, σκοτώνω. ‫ סָפּר‬μετρῶ· γράφω (Pi.) μετρῶ·
‫ נּחמלָק‬ἰδιοκτησία, κληρονομία. ‫ נָטּש‬ἀφήνω, ἐπιτρέπω· παρατῶ. ἀναμετρῶ, διηγοῦμαι, ἀφηγοῦ-
‫ ָרחּק‬εἶμαι μακριά, ἀπέχω. ‫ חמציי‬τὸ ἥμισυ, τὸ μισό. μαι.
‫( נצל‬Hiph.) σῴζω, γλυτώνω. ‫ ָעמּד‬ἵσταμαι, στέκομαι. ‫ שֵם‬ὄνομα.

Ἄσκηση 20
‫ ו ְָשלְחו ז י ְקנֵי עיירו וְלָ קְחו א ֹתו‬3. ‫שניים ב ְָרחֵל ביתְ ך ּה ְק ּטנָה‬
ָ ‫שבּע‬
ֶ ‫ ֶא לעבָדְ ך‬2. ‫ּל־רגְלֶיך ּואמדּ בֵר א ָיתך‬
ּ ‫ וּי ֹאמֶר ֵאלּי בֶן־אדָ ם עממ ֹד ע‬1.
‫ ופ ְּרע ֹה חֹלֵם‬5. ‫ ּה ְמ ּב ְקשיים אֶת־נּ ְפשְך לֵאמ ֹר לא תי נָבֵא ְבשֵם יהוה‬2 ‫ כ ֹה אמּר יהוה לְאנְשֵי מענָתות‬4. ‫שם וְנָ תְ נו א ֹתו ְבי ּד־ ּה ֶמלֶך‬
ָ ‫מי‬
‫ ְו ָע ֵּבדְ תָ אֶת־אֹיְבֶיך‬7 . ‫שאול אבייו וּי ֹאמֶר ֵאלָיו אל־י ֶ לחטָא ּה ֵֶמלֶך ְב ּעבְדו‬
ָ ‫ ּוי ְדּ בֵר י ְהונָתָ ן בְדָ ויד טוב ֶאל־‬6. ‫ְו יהנֵה עֹמֵד עּל־ ּהי ְא ֹר‬
‫ ּוי ֵ ָחלֵק מעלֵיהֶם ֵּליְלָה הוא ּו מעבָדָ יו‬10. ‫שק ְל ָבנּי ְו ילבְנ ָֹתי‬
ֵ ּ‫ לא נְ ּטשְתֵּ ניי ְלנ‬9. ‫ בְיום ה ָָרע ֶאק ְָר ֶא ָך כיי תּ מע ֵֵנניי‬8. ‫ש ְלחֵם בְך יהוה‬
ּ ֶ ‫אמשֶר י‬
‫ וּי ֹאמֶר‬14. ‫ ּו יי ּחלְמו חמלום ְב ֵּליְלָה אֶ חָד‬13. ‫ ְואּתָ ה בֶן־אדָ ם יהנָבֵא ֶאל־ה ֵָרי ייש ְָר ֵאל‬12. ‫ ּת ּעבְדון אֶת־ לאלהיים עּל־ ָההָר ּהז ֶה‬11.
‫ וְלא תּ מחטייא אֶת־ ָה ֵָא ֶרץ מאשֶר יהוה אל להֶיך נָתּ ן לְך‬16. ‫ּת־ק ֹדֶ ש הייא‬
ֵ ‫ כיי ּה ָמקום מאשֶר אּתָ ה עֹמֵד ָעלָיו אדְ מ‬15. ‫גְשו המלם כ ֹל ָהעָם‬
‫ ְבכָל הּדְ ב יָרים הָאֵֵ לֶה‬19. ‫ ְו ָענָה יהוה וְאמּר ְלעּמו יהנְ יֵני ש ֹ ֵל ּח ֵֶלחֶם ּבמידבָ ר‬18. ‫שלּח אֶת־ ּעמיי ְוי ּ ּעבְדֵֻ ניי‬
ּ ‫ כ ֹה אמּר יהוה‬17. ‫נּ מחלּה‬
.‫ש ָקה־ליי ְבניי‬ ָ ‫ ְג‬3 ‫ וּי ֹאמֶר ֵאלָיו אבייו‬20. ‫שפָתָ יו‬
ְ ‫שה־נָה ו‬ ְ ‫לא ָחטָא יב‬

1. Καὶ εἶπε πρὸς ἐμένα· υἱὲ ἀνθρώπου, στάσου στὰ πόδια σου, καὶ ἐγὼ θὰ μιλήσω μαζί σου. 2. Θὰ
σὲ ὑπηρετήσω ἑπτὰ χρόνια γιὰ τὴν Ῥαχήλ, τὴν κόρη σου τὴν μικρή. 3. Καὶ θὰ στείλουν οἱ
πρεσβύτεροι τῆς πόλεώς του καὶ θὰ τὸν πάρουν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ θὰ τὸν ἐπιδώσουν στὸ χέρι τοῦ
βασιλέως. 4. Ἔτσι μίλησε ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἄνδρες τῆς Ἀναθὼθ τοὺς ζητοῦντες τὴν ψυχὴ (δηλ.

1. Ἡ πατρίδα τοῦ προφήτου Ἰερεμία. Ἡ ἀρχαία Ἀναθὼθ ἦταν στὸν λόφο Ras el-Kharrubeh νοτίως τοῦ σημερινοῦ
χωριοῦ Anata 4,5 χλμ. ΒΑ τῆς Ἱερουσαλήμ. Κατὰ τὴν περσικὴ καὶ ἑλληνιστικὴ ἐποχὴ ὅμως μετεφέρθη στὴν Anata.
2. Τὸ διπλωτικὸ dαγὲš συχνὰ παραλείπεται στὸ ְ‫מ‬.
3. Ἐμφατικοὶ τύποι προστακτικῆς ἀνεπτυγμένοι μὲ ‫ ה‬συνήθεις στὰ Πὲ νοῦν.

72
τὴν ζωή) καὶ (ἐνν. μοῦ) ἔλεγαν (= εἰς τὸ λέγειν = μὲ τὸ νὰ μοῦ λένε = λέγοντάς μου) μὴν
προφητεύεις στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου (Ἰερ. 11,21). 5. Καὶ ὁ Φαραὼ ὀνειρεύθηκε καὶ ἰδοὺ (ἐνν. στὸ
ὄνειρό του) στεκόταν μπροστὰ ἢ δίπλα στὸν ποταμὸ (Νεῖλο). 6. Καὶ μίλησε ὁ Ἰωνάθαν γιὰ τὸν
Δαυὶδ καλὰ (= εἶπε καλὸ) πρὸς τὸν Σαούλ, τὸν πατέρα του καὶ τοῦ εἶπε· ἂς μὴν ἁμαρτήσει ὁ
βασιλεὺς κατὰ τοῦ δούλου του. 7. Καὶ θὰ ὑπηρετεῖς τοὺς ἐχθρούς σου, αὐτοὺς ποὺ θὰ στείλει ὁ
Κύριος κατὰ σοῦ. 8. Κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ κακοῦ ἐγὼ θὰ σὲ καλέσω, ἐπειδὴ ἐσὺ θὰ μοῦ ἀποκριθεῖς.
9. Δὲν μὲ ἄφησες νὰ φιλήσω τοὺς γιοὺς καὶ τὶς θυγατέρες μου. 10. Καὶ διαμοιράσθηκε (δηλ.
μοίρασε τὶς δυνάμεις του) ἐναντίον τους (τὴν) νύχτα, αὐτὸς καὶ οἱ δοῦλοι του (Γεν. 14,15). 11. Θὰ
ὑπηρετεῖτε (= θὰ λατρεύετε ἢ θὰ τιμᾶτε) τὸν Κύριο ἐπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ὄρους. 12. Καὶ ἐσύ, υἱὲ
ἀνθρώπου, προφήτευε στὰ βουνὰ τοῦ Ἰσραήλ. 13. Καὶ ὀνειρεύθηκαν ὄνειρο μιὰ νύχτα. 14. Καὶ
εἶπε· πλησιάστε πρὸς τὰ ἐδῶ, ὅλος ὁ λαός. 15. Διότι ὁ τόπος ποὺ στέκεσαι πάνω του εἶναι ἔδαφος
ἁγιότητος (= τόπος ἅγιος). 16. Καὶ δὲν θὰ κάνεις τὴν γῆ ποὺ σοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος (ὡς) ἰδιοκτησία (ἢ
κληρονομία) νὰ ἁμαρτάνει (Hiphil). 17. Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος· ἄφησε τὸν λαό μου νὰ φύγει, καὶ νὰ
μὲ ὑπηρετήσουν (= γιὰ νὰ ἢ ὥστε νὰ μπορέσουν νὰ μὲ λατρεύσουν). 18. Καὶ θὰ ἀπαντήσει ὁ
Κύριος καὶ θὰ πεῖ στὸν λαό του· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ἄρτον στὴν ἔρημο. 19. Σὲ (ἢ μὲ) ὅλα αὐτὰ τὰ
λόγια δὲν ἁμάρτησε μὲ τὸ στόμα του. 20. Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ πατέρας του· πλησίασε, σὲ
παρακαλῶ, καὶ φίλησέ με, παιδί μου (γιέ μου).

Μεταφράστε τὸ Γεν. 28,11-15.


‫י ּה ָמ הקום ּו ָישֶם מ ְּראמש ָ )ֹתיו ּויישְכּ ב ּב ָמ םקום הּהוא׃‬δ‫שמֶש ּוי יקּחז ֵמאב ְֵנ‬ δ ָ ‫ ּוי י ְפ ּזגע ּב ָמ ַקום ּו ָירלֶן שָםז כ‬11
ֶ ‫יי־בא ּה ה‬
‫י לאל יההים ע יֹלםים וְי ְֹרדי ים בו׃‬δ‫י ּע ּהש ָ )ָמי ְ ָמה ְו יהנֵהז ּמ ְלא ֵמכ‬δ‫ֻצב ּהא ְרצָה וְר ֹאשו ּמ יג‬δ ָ ‫ וּ יּח ֒מלם ְוה ֵינרה ֻסלָםז מ‬12
‫הם א יהביך וֵאלהֵ י ייצ ָ )ְחק ָה ָ֒א ֶרץ א ֶ ר‬δ ָ ‫י י ְה ֒ ָוה לאל ֵה זי אב ְָר‬δ‫יצב ָעלָיוׂ וּי ֹאמ ְּר מא ינ‬δ ָ ‫ ְו יה ֵזנה י ְה ַ ָוה נ‬13
‫ב ָע ֶהלי ָה לְךם אֶתְ נֶ נָה ו ְלז ְּר ֶעך׃‬δ‫משר אּתָ הז ש ֵֹכ‬
ְ ‫ָפ ֹנָה ו ֶ )ָנגְבָה ְוניב מְרכם ו בְךְ כָל־ ימ‬δ ‫ר ָה ָהא ֶרץ ופ ָּרצ ָ ְְת ָי ם ָמה ו ֵָקדְ ָמה ְוצ‬δ‫ ְו ָה ָירה ז ְּר מע זך ּכע ּמפ‬14
‫שפ םְח ֹת ָהאמדָ מָ ה ו ְבז ְּר ֶעך׃‬
ְ ‫ ְו יה ֵזנה אנ ֹ יַכי יע ָ֒מך ו‬15
.‫ א אֶ לעזָב הְך ֚ ּעד‬δ‫משב ֹתיה יך ֶאל־ ָהאמדָ מָ ה ה )ּז ֹאת ֚ יכי ל‬δ ‫ְכ ֹל מאשֶר־תֵ ֵהלך ּוה י‬δ ‫שמ ְּר יתזי זך ב‬

‫ פָגּע‬μὲ ְ‫ ב‬συναντῶ· ἐπιπίπτω· προσεγγίζω παρακαλῶντας.


‫( לייל‬ῥῆμα ‫ ע״י‬βλ. κεφ. 23) διανυκτερεύω· ‫ וּיֵָלֶן‬γ΄ ἑν. μὴ τετ. Qal μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας.
‫( בוא‬ῥῆμα ‫ ע״ו‬βλ. κεφ. 23) ἔρχομαι, εἰσέρχομαι· ‫ בָא‬γ΄ ἑν. τετ. Qal.
‫ ֵשֶ מֶש‬ἥλιος.
‫ לָקּח‬παίρνω.
‫ שום‬,‫ שיים‬θέτω, βάζω. ‫ ּו ֵָישֶם‬γ΄ ἑν. μὴ τετ. Qal μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας.
‫( מְ רּאמשות‬θ.) προσκέφαλο.

73
‫ סֻלָם‬σκάλα (πέτρινη).
‫( נצב‬Niph.) τοποθετοῦμαι, ἵσταμαι.
‫ עָלָה‬ἀνεβαίνω.
‫ יָרּד‬κατεβαίνω.
‫ פָרּץ‬διαρρηγνύω, διασπῶ· ξεσπῶ· ξεχειλίζω· πολλαπλασιάζομαι.
‫ יָם‬θάλασσα· ἡ Δύση.
‫ צָפון‬ὁ Βορρᾶς.
‫ ֵֶנגֶב‬ἡ Νέγκεβ (περιοχὴ νότια τῆς Ἰουδαίας)· ξηρό, ἄγονο ἔδαφος· ὁ Νότος.
‫ בָרּך‬εὐλογῶ· (Niph.) εὐλογῶ, εὔχομαι, διατυπώνω εὐχὴ ἢ εὐλογία μὲ ‫ ְב‬συγκρίσεως (ἐν συγκρίσει).
‫ מישְ ָפחָה‬οἰκογένεια ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ, πατριά, ὑποδιαίρεση τῆς φυλῆς.
‫ ָהלּך‬βαδίζω, περιπατῶ, πορεύομαι· διαβαίνω (περνάω, πεθαίνω)· ῥέω· ἀκολουθῶ ἀπὸ πίσω.
‫( שוב‬ῥῆμα ‫ ע״ו‬βλ. κεφ. 23) ἐπιστρέφω (ὁ ἴδιος)· (Hiph) ἐπαναφέρω.
‫ עָזּב‬ἐγκαταλείπω.
‫ אי ם‬ἐάν· ὅταν, τότε ποὺ ...

Μετάφραση.
11
Καὶ συνάντησε ἕναν τόπο καὶ διανυκτέρευσε ἐκεῖ, διότι ἔδυε ὁ ἥλιος («εἰσερχόταν» στὸ πίσω
μέρος τῆς γῆς). Καὶ πῆρε (μία) ἀπὸ τὶς πέτρες τοῦ τόπου καὶ (τὴν) ἔβαλε προσκέφαλό του καὶ
κοιμήθηκε στὸ μέρος ἐκεῖνο.
12
Καὶ ὀνειρεύθηκε, καὶ ἰδοὺ (στὸν ὕπνο του) μιὰ σκάλα τοποθετημένη στὴν γῆ καὶ ἡ κορυφή της (=
κεφαλὴ) νὰ φθάνει στὸν οὐρανό. Καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι ἀναβαίνοντες καὶ καταβαίνοντες ἐπ᾿ αὐτῆς.
13
Καὶ ἰδοὺ ὁ Κύριος στάθηκε ἐπ᾿ αὐτῆς καὶ εἶπε· ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ
πατρός σου, καὶ ὁ Θεὸς τοῦ Ἰακώβ· τὴν γῆ ἐπὶ στὴν ὁποία ἐσὺ κοιμᾶσαι θὰ τὴν δώσω σ᾿ ἐσένα καὶ
στὸ σπέρμα σου.
14
Καὶ τὸ σπέρμα σου θὰ γίνει σὰν τὴν ἄμμο (πολυάριθμο ὅσο οἱ κόκκοι τῆς σκόνης) τῆς γῆς καὶ θὰ
ἁπλωθεῖ πρὸς τὴν δύση καὶ πρὸς τὴν ἀνατολὴ καὶ πρὸς τὸν βορρᾶ καὶ πρὸς τὸν νότο καὶ ὅλες οἱ
οἰκογένειες τῆς γῆς θὰ εὔχονται νὰ γίνουν σὰν ἐσένα καὶ σὰν τὸ σπέρμα σου.
15
Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ εἶμαι μαζί σου καὶ θὰ σὲ προφυλάσσω παντοῦ ὅπου πηγαίνεις καὶ σὲ φέρω πίσω σ᾿
αὐτὴν τὴν γῆ, καθὼς δὲν πρόκειται νὰ σὲ ἐγκαταλείψω, μέχρι νὰ πραγματοποιήσω (μέχρι τότε ποὺ
θὰ πραγματοποιήσω) ὅσα σοῦ ἔχω πεῖ (δηλ. ὑποσχεθεῖ).

74
22. Ῥήματα β΄ καὶ γ΄ λαρυγγοφώνου καὶ ‫( ל״א‬λάμεδ ἄλεφ).

Ῥήματα β΄ λαρυγγοφώνου
Καθὼς σ᾿ αὐτὰ τὰ ῥήματα τὸ β΄ ῥιζικὸ εἶναι λαρυγγόφωνο, προκύπτουν τροποποιήσεις ποὺ
σχετίζονται μὲ τὶς ἰδιότητες τῶν λαρυγγοφώνων. Ἔτσι τὸ ἔμφθογγο šεβὰ κάτω ἀπὸ λαρυγγόφωνο
γίνεται χατέφ, καὶ ἐπειδὴ τὰ «α» προτιμῶνται, συνήθως γίνεται χατὲφ πάθαχ, π.χ. ‫ בָ חמרו‬ἀντὶ ‫בָ חְרו‬, καὶ
σπανίως χατὲφ κᾶμετς. Ὁ τετελεσμένος τῆς Qal ἀκολουθεῖ τὴν ὁμαλὴ κλίση ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γ΄ θηλ.
ἑνικὸ καὶ τὸ γ΄ πληθυντικό, τὰ ὁποῖα ἔχουν χατὲφ πάθαχ ὑπὸ τὸ λαρυγγόφωνο. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ
γιὰ τὸ β΄ θηλ. ἑνικό, γ΄ ἀρσ. πληθυντικό καὶ β΄ ἀρσ. πληθυντικὸ τοῦ μὴ τετελεσμένου καὶ τοῦ
cohortativum. Στὸ θηλυκὸ ἑνικοῦ καὶ ἀρσενικὸ πληθυντικοῦ τῆς προστακτικῆς τὸ α΄ ῥιζικὸ παίρνει
βραχὺ φωνῆεν ἀντίστοιχο τοῦ χατέφ, π.χ. ‫שחמטו‬
ּ ἀντὶ ‫שחמטו‬
‫ י‬.
Στὴν Piel, Pual, Hithpael τὸ διπλωτικὰ dαγὲš φυσικὰ παραλείπεται ἀπὸ τὸ μεσαῖο ῥιζικό,
καθὼς αὐτὸ εἶναι λαρυγγόφωνο. Ὡς ἀντιστάθμισμα τὸ προηγούμενο βραχὺ φωνῆεν ἐκτείνεται πρὸ
τοῦ ‫ר‬, π.χ. ‫ ב ֵֵרך‬ἀντὶ ‫בירֵך‬, καὶ συχνὰ πρὸ τοῦ ‫א‬, π.χ. ‫ מֵאֵן‬ἀντὶ ‫( מיאֵן‬ἡ δίπλωση αἴρεται). Πρὸ τῶν ‫ ה‬,‫ח‬
καὶ ‫ ע‬γενικῶς δὲν χρειάζεται τέτοιου εἴδους ἀντέκταση (ἀφανὴς δίπλωση).

Ῥήματα γ΄ λαρυγγοφώνου
Σ᾿ αὐτὸν τύπο ῥημάτων τὸ γ΄ ῥιζικὸ εἶναι λαρυγγόφωνο, συμπεριλαμβανομένου καὶ ‫ ה‬μὲ
μαππίκ. Τὰ τελικὰ ‫ א‬καὶ ‫ ה‬εἶναι ἄφωνα καὶ ἀποτελοῦν ἰδιαίτερες κατηγορίες ῥημάτων, ποὺ θὰ
ἐξετάσουμε χωριστά. Τὰ ῥήματα τῆς γενικῆς αὐτῆς κατηγορίας παρουσιάζουν μιὰ ἰδιοτυπία λόγῳ
τοῦ κανόνος ὅτι ὅλα τὰ τελικὰ λαρυγγόφωνα πρέπει νὰ ἔχουν ἦχο «α». Ὁ μὴ τετελεσμένος καὶ ἡ
προστακτικὴ τῆς Qal, καθὼς καὶ ἡ Niphal ἔχουν πάθαχ πρὸ τοῦ λαρυγγοφώνου, ἐνῷ ἀναπτύσσεται
καὶ πάθαχ ὑπείσακτο μετὰ ἀπὸ τονιζόμενο φωνῆεν στὰ ἀπαρέμφατα τῆς Qal καὶ στὴν ἐνεργητικὴ
μετοχή. Ὅταν τὸ λαρυγγόφωνο εἶναι τελικὸ καὶ προηγεῖται μόνιμο μακρὸ φωνῆεν, παρεμβαίνει
ἀνάμεσά τους πάθαχ ὑπείσακτο, π.χ. ‫שליי ּח‬
ְ ‫ יה‬. Στὸ β΄ θηλ. ἑνικὸ τοῦ τετελεσμένου τῆς Qal, ἀλλὰ καὶ
ἀλλοῦ τίθεται βοηθητικὸ πάθαχ ὑπὸ τὸ λαρυγγόφωνο, χωρὶς νὰ ἀλλάζει ὁ φωνηεντισμὸς τοῦ ‫ת‬, π.χ.
ְ‫ שָלּחּת‬ἀντὶ ְ‫שָלּחְת‬.

Ῥήματα ‫ל״א‬
Σ᾿ αὐτὴν τὴν κατηγορία ῥημάτων εἶναι σημαντικὸ νὰ ἔχουμε στὸ νοῦ μας ὅτι τὸ τελικὸ
λαρυγγόφωνο εἶναι ἄφωνο, ὅπως ἤδη ἔχουμε πεῖ. Πέραν τῶν γ΄ καὶ β΄ θηλυκῶν τοῦ πληθυντικοῦ
τοῦ μὴ τετελεσμένου τὸ πρὸ τοῦ ἀφώνου ‫ א‬φωνῆεν εἶναι πάντοτε μακρό, διότι ἡ συλλαβὴ εἶναι

75
ἀνοικτή.
Στὸν τετελεσμένο τῆς Qal τὸ κᾶμετς τοῦ β΄ ῥιζικοῦ διατηρεῖται παντοῦ μὲ ἐξαίρεση τὰ
στατικὰ ῥήματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν τσέρε, δηλ. ‫ ָמצָאתא‬ἀλλὰ καὶ ָ‫מָלֵאת‬. Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο
τῆς Qal μπορεῖ νὰ εἶναι κανονικό, π.χ. ‫מְלאת‬. Ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς Qal ἔχει κᾶμετς ὡς δεύτερο
φωνῆεν, ἀλλὰ πρὸ τοῦ ‫ א‬στὰ γ΄ καὶ β΄ θηλυκὰ τοῦ πληθυντικοῦ τίθεται τονιζόμενο σεγώλ, π.χ.
‫תי מְ ֵֶצאנָה‬.
Ὑπάρχει μιὰ τάση συγχύσεως μεταξὺ τύπων αὐτῆς τῆς κατηγορίας ῥημάτων καὶ τῶν
ἀντιστοίχων τῆς ‫ ל״ה‬κατηγορίας, ὅπως στὸ Α΄ Σαμ. 14,33, ὅπου συναντοῦμε ‫ חֹטיאים‬ἀντὶ ‫חֹטְאיים‬. Τὸ ‫א‬
μπορεῖ νὰ προκαλεῖ συναίρεση καὶ ἀπαλοιφὴ φωνήεντος, π.χ. ‫ מֹצֵאת‬ἀντὶ ‫מֹצֶאֶת‬, ἢ νὰ ἀπαλείφεται καὶ
τὸ ἴδιο κατὰ τὴν γραφή, π.χ. ‫ ָמצָתי י‬ἀντὶ ‫מָצָאתיי‬.

‫ ברך‬Pi. εὐλογῶ. ‫ מָלֵא‬εἶμαι γεμᾶτος· Pi. γεμίζω. ‫ חָמָס‬βία.


‫ שען‬Niph. στηρίζομαι. ‫שלּח‬
ָ στέλνω· ἀφήνω νὰ φύγει. ‫ שחת‬Niph. εἶμαι διεφθαρμένος,
‫ שבע‬Niph. ὁρκίζομαι. ‫ נָתּץ‬γκρεμίζω. κατεστραμμένος· Pi. καταστρέφω.
‫ שָ בּע‬χορταίνω (ὁ ἴδιος). ‫ ָמשּח‬χρίω. ‫ אדון‬κύριος.
‫ שָ נֵא‬μισῶ. ‫ יָצּק‬ἐκχέω. ‫ רָעָה‬τὸ κακό.
‫ מאן‬Pi. ἀρνοῦμαι, εἶμαι ‫שחָה‬
ְ ‫ ימ‬χρίση. ‫ נָבּט‬κοιτάζω (Hiph.).
ἀπρόθυμος. ‫ חמניית‬δόρυ. ‫ אֵשֶת‬συν. κατ. τοῦ ‫ אשָה‬γυναῖκα.
‫ אים‬ἐάν, κατὰ πόσον. ‫( ימ יל ְפנֵי‬ἀπὸ ἢ ἐκ προσώπου) ἐξ ‫ ֵֶזבּח‬θυσία.
‫ זָעּק‬βοῶ, κράζω. αἰτίας. ‫ שֵֶמֶן‬λίπος, λάδι.

Ἄσκηση 21
‫ וְאּתָ ה‬3. ‫שחֵת ָה ֵָא ֶרץ יל ְפנֵי לאלהיים וּתי ָמלֵא הָאֵָ ֶרץ הָמָס‬
ָ ‫ וּתי‬2. ‫שלּח אֵת ָהעָם‬
ּ ‫שה ָכבֵד־לֵב פ ְּרע ֹה ֵמאֵן ְל‬
ֶ ‫ ו ֵּי ֹאמֶר יהוה ֶאל־מ‬1.
‫ ּוי ְ ָמאֵן ו ֵּי ֹאמֶר ֶאל־ ֵֵאשֶת אמדונָיו הֵן לא־י ָדּ ע אמדֹניי וְכ ֹל אמשֶר־י ֶש־לו נָתּ ן ְבי ָדי י‬4 . ‫תְ דּ בֵר ֶאל־כָל־ ּח ְכמֵי־לֵב מאשֶר ימלֵאתי יו רו ּח ָחכְמָ ה‬
‫ ְואים ּרע ְבעֵינֵיכֶם ּלעמב ֹד‬7. ‫שנֵאתי יו כיי לא י יתְ נּבֵא ָעלּי טוב‬
ְ ‫ ּו מאניי‬6. ‫שה אֵת ה ָָרעָה ּהגְדולָה ְו ָח ֵָטאתי י לֵאלהיים‬
ֶ ‫ וְאֵ יך אֶ לע‬5.
‫ לא י ּשְ חייתְ ך וְלא י ְשְ כּח‬9. ‫ וז ְ ּעקְתֶ ם בּיום הּהוא ימ יל ְפנֵי ּמ ְל ְככֶם מאשֶר ְבח ְּרתֶ ם ָלכֶם‬8. ‫תּ עמב ֹדון‬1 ‫אֶת־יהוה ּבחמרו ָלכֶם הּיום אֶת־מיי‬
12. ‫ש יבעיי ּוי ְקּדֵ ש א ֹתו‬
ְ ‫ ּויְב ֶָרך לאלהיים אֶת־יום ּה‬11. ‫ ו ָמ ֵּשחְתָ ליי אֵת מאשֶר־אֹמּר ֵאלֶיך‬10. ‫שבּע ָלהֶם‬
ְ ‫אֶת־ב יְרית מאב ֹתֶ יך מאשֶר ני‬
‫ ְו יהנֵה שָ אול נישְ עָן‬15. ‫שבּע לו עּל־הּדְ ב יָרים ָה ֵֵאלֶה‬
ָ ‫ ּוי י‬14. ‫שלּח אֵת ּמלְאכו ְל ָפנֶיך‬
ְ ‫ י י‬13. ‫לא י ינָחֵם כיי לא אדָ ם הוא ְל יהנָחֵם‬
‫ וּי ֹאמֶר אֶ ל־יּעמק ֹב לא‬18. ‫שביי ּע לָ חֶם‬
ְ ‫ ֶאבְיונֶי ָה ּא‬17 . ‫שפֵך עּל־ ימזְבּח יהוה לאלהֶיך ְו ּה ָבשָר ת ֹאכּ ל‬
ָ ‫ וְדּ ם־ז ְ ָבחֶיך י י‬16. ‫עּל־ מחנייתו‬
.‫שחְתָ א ֹתו‬
ּ ֵ ‫שחָה ְוי ָ ֵּצקְתָ עּל־ר ֹאשו ו ָמ‬
ְ ‫ ְו ָל ֵּקחְתָ אֶת־ ֵֶשמֶן ּה ימ‬20. ‫שנָא אֶת־אהייך יב ְלבָבֶ ך‬
ְ ‫ לא תי‬19. ָ‫מְצָאתייה‬

1. Β΄ ἀρσ. πληθ. Qal μὲ «παραγωγικὸ» ‫ן‬. Ἐνίοτε οἱ τύποι τοῦ μὴ τετελεσμένου ποὺ λήγουν σὲ μακρὸ φωνῆεν παίρνουν
ἕναν πρόσθετο νοῦν, γνωστὸ ὡς nun paragogicum.

76
1. Καὶ εἶπε ὁ Κύριος πρὸς τὸν Μωυσῆ· ἐβαρύνθη (ἢ εἶναι βαρειὰ) ἡ καρδιὰ τοῦ Φαραώ, εἶναι
ἀπρόθυμος (ἢ ἀρνεῖται) νὰ ἀφήσει τὸν λαὸ νὰ φύγει. 2. Καὶ εἶχε διαφθαρεῖ ἡ γῆ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ,
καὶ ἡ γῆ εἶχε γεμίσει βία. 3. Καὶ ἐσὺ θὰ μιλήσεις πρὸς ὅλους τοὺς σοφοὺς στὴν καρδιὰ (= σοφοὺς
τῆς καρδίας), τοὺς ὁποίους ἐγὼ ἐπλήρωσα μὲ πνεῦμα σοφίας. 4. Καὶ ἀρνήθηκε καὶ εἶπε στὴν
σύζυγο τοῦ κυρίου του· ἰδοὺ ὁ κύριός μου δὲν γνωρίζει, καὶ πᾶν ὅ,τι ἔχει τὸ ἔχει δώσει στὸ χέρι
μου. 5. Καὶ πῶς νὰ κάνω αὐτὸ τὸ μεγάλο κακὸ καὶ νὰ ἁμαρτήσω στὸν Θεό; 6. Καὶ τὸν μίσησα, γιατὶ
δὲν προφήτευσε καλὸ γιὰ μένα. 7. Καὶ ἂν εἶναι κακὸ στὰ μάτια σας (δηλ. κατὰ τὴν γνώμη σας) νὰ
ὑπηρετοῦμε (ἢ νὰ λατρεύουμε) τὸν Κύριο, διαλέξτε σήμερα ποιόν θὰ ὑπηρετεῖτε (Ἰησ.Ν. 24,15). 8.
Καὶ θὰ ἀναβοήσετε ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἐξ αἰτίας τοῦ βασιλέως σας, τὸν ὁποῖο ἐκλέξατε γιὰ τὸν ἑαυτό
σας (Α΄ Σαμ. 8,18). 9. Δὲν θὰ σὲ καταστρέψει καὶ δὲν θὰ ξεχάσει τὴν διαθήκη τῶν πατέρων σου,
τὴν ὁποία ὁρκίσθηκε σ᾿ αὐτούς. 10. Καὶ θὰ μοῦ χρίσεις (= γιὰ μένα) αὐτὸν ποὺ θὰ σοῦ πῶ ἐγώ. 11.
Καὶ εὐλόγησε ὁ Θεὸς τὴν ἡμέρα τὴν ἑβδόμη καὶ τὴν ἁγίασε. 12. Δὲν θὰ μετανοιώσει, γιατὶ δὲν
ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μετανοιώσει. 13. Θὰ στείλει τὸν ἀγγελιαφόρο του (ἢ ἄγγελο) ἐνώπιόν σου. 14.
Καὶ τοῦ ὁρκίσθηκε ἐπὶ τῶν λόγων τούτων (= σχετικὰ μὲ τὰ λόγια αὐτά). 15. Καὶ ἰδοὺ ὁ Σαοὺλ
στηρίχθηκε στὸ δόρυ του. 16. Καὶ τὸ αἷμα τῶν θυσιῶν σου θὰ χύνεται πάνω στὸ θυσιαστήριο τοῦ
Κυρίου, τοῦ Θεοῦ σου, καὶ ἐσὺ θὰ τρώγεις τὴν σάρκα. 17. Τοὺς φτωχοὺς της ἐγὼ θὰ (τοὺς)
χορτάσω ψωμί (Hiphil). 18. Καὶ εἶπε στὸν Ἰακώβ· δὲν τὴν βρῆκα. 19. Νὰ μὴ μισεῖς τὸν ἀδελφό σου
μέσα στὴν καρδιά σου. 20. Καὶ θὰ πάρεις τὸ λάδι τῆς χρίσεως καὶ θὰ τὸ χύσεις ἐπὶ τῆς κεφαλῆς του
καὶ θὰ τὸν χρίσεις.

Μεταφράστε τὸ Γεν. 6,5-8.


‫ב ֹת ל היבו ּ םרק ּרע כָל־הּיום׃‬δ ‫ש‬ ָ ‫רא י ְה ה ָוה יכםי ּרבָ ְה ָרעּ םת ה‬δְ ‫ ּו ּי‬5
ְ ‫ָאדם ב ָ )ָא ֶרץ ְוכָל־ זי ֵ ֶצ זר ּמ ְח‬
‫אדם ב ָ )ָא ֶרץ ּוי יתְ עּצֵ ב ֶאל־ליבו׃‬ ‫ינחֶם י ְה ה ָוה כי י־ע ָ ם‬δ ָ ‫ ּוי‬6
ָ ָ‫ָשה אֶת־ה‬
‫ וף ּהש ָ )ָמי ים יכםי נ ּיחמְתי י יכםי‬δ‫ּד־רמֶש ְועּד־ע‬ ‫אמֶר י ְה ֒ ָוה ֶא ְמ ז ֶחה אֶת־ה ָ ר‬δֹ ‫ וּי‬7
ֶ ‫י הָ אמדָ ָהמה מֵ אדָ םז עּד־ ְב ֵה ָהמה ע‬δ‫ָאדם מאשֶר־ב ָָרזאתי זי ֵמ ּעלז פ ְֵנ‬
‫עמשי יתי ם׃‬
‫ ו ְָנ ֹ ּח מָ ם צָא ֵחן ְבעֵינֵ םי י ְהוָ ה׃‬8

‫ וּיּרְא‬γ΄ ἑν. μὴ τετ. μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας τοῦ ῥ. ‫ רָאה‬βλέπω.


‫רּב‬, θ. ‫ רּבָה‬πολύς, πολυάριθμος· μέγας.
‫ יֵצָר‬μορφή, σχῆμα· ῥοπή.
‫ מּ חמשָ בָה‬σκέψη, σχέδιο, ἐπινόηση, διανόημα.
‫ רּק‬μόνον.

77
‫ עָצּב‬ἐπιπλήττω, προσβάλλω· Hithp. αἰσθάνομαι βαθειὰ πληγωμένος, ἐνοχλημένος,
προσβεβλημένος.
‫ מָ חָה‬ἐξαλείφω.
‫ ב ָָרא‬δημιουργῶ.
‫ ֵֶרמֶש‬ἑρπετό, ὁτιδήποτε ἕρπει, ἀκόμη καὶ ἂν ἔχει πόδια.
‫ עוף‬πτηνό, ἀλλὰ καὶ ὁτιδήποτε πετάει.
‫ חֵן‬χάρις, εὔνοια· γοητεία.

Μετάφραση.
5
Καὶ εἶδε ὁ Κύριος ὅτι (ἔγινε) πολὺ τὸ κακὸ τοῦ ἀνθρώπου στὴν γῆ καὶ ὅτι οἱαδήποτε μορφὴ (ἢ
σχῆμα) τῶν διανοημάτων τῆς καρδιᾶς του (εἶναι) μόνο κακὸ ὅλη τὴν ἡμέρα (ἢ συνεχῶς).
6
Καὶ μετάνοιωσε ὁ Κύριος ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἐπὶ τῆς γῆς καὶ αἰσθάνθηκε βαθειὰ
προσβεβλημένος στὴν καρδιά του.
7
Καὶ εἶπε ὁ Κύριος· θὰ ἐξαλείψω τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἐδημιούργησα, ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς,
ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους, ἀπὸ ἑρπετοῦ ἕως πτηνοῦ τοῦ οὐρανοῦ, διότι μετάνοιωσα ποὺ τοὺς
ἔπλασα.
8
Ἀλλὰ ὁ Νῶε βρῆκε χάρη στὰ μάτια τοῦ Κυρίου.

78
23. Ῥήματα ‫ פ״י‬,‫ ע״ו‬καὶ ‫ ע״י‬,‫ע״ו‬.

Ῥήματα ‫ פ״י‬καὶ ‫פ״ו‬


Ἡ πλειονότητα τῶν ‫ פ״י‬ῥημάτων εἶχε ἀρχικὰ βάβ (‫ )ו‬ὡς πρῶτο γράμμα, ὅμως πολὺ λίγες
λέξεις ἀρχίζουν ἀπὸ βὰβ στὰ ἑβραϊκά, καὶ ὅπου τὸ βὰβ ἐμφανίζεται ὡς ῥιζικό, γίνεται γιὼδ (‫)י‬. Ἔτσι
ἡ πραγματικὴ διαφορὰ μεταξὺ ‫ פ״י‬καὶ ‫ פ״ו‬ῥημάτων δὲν εἶναι τόσο ἐμφανὴς στὴν Qal ὅσο στὴν
Niphal καὶ στὴν Hiphil. Τὸ ῥῆμα ‫( יָטּב‬εἶμαι καλὸς) π.χ. εἶναι γνήσιο ‫ פ״י‬ῥῆμα, ἐνῷ τὸ ‫( יָשּב‬κάθομαι)
προέρχεται ἀπὸ ἀρχικὸ ‫שב‬
ּ ‫ ָו‬καὶ θεωρεῖται ‫פ״ו‬. Στὴν Hiphil τὸ ἕνα γίνεται ‫ הייטייב‬διατηρῶντας τὸ
ἀρχικὸ ‫ י‬μετὰ τὸ ‫ה‬, ἐνῷ τὸ ἄλλο γίνεται ‫ הושייב‬διατηρῶντας τὸ ἀρχικὸ ‫ ו‬ὡς ἄφωνο μετὰ τὸ ‫ה‬.
Τὰ γνήσια ‫ פ״י‬ῥήματα εἶναι λίγα τὸν ἀριθμό, καὶ τὰ σπουδαιότερα ἐξ αὐτῶν εἶναι τὰ ‫יָנּק‬
(ῥουφῶ), ‫( יָלּל‬Hiph. οὐρλιάζω), ‫( יָטּב‬εἶμαι καλὸς) καὶ ‫( יָקּץ‬ξυπνῶ, ἀφυπνίζομαι).
Ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς Qal κλίνεται κανονικά, μὲ τὸ γιὼδ ὡς ἄφωνο ἐντὸς πλήρους χῖρεκ
καὶ μὲ πάθαχ ὡς τελικὸ φωνῆεν, π.χ. ‫י ייטּב‬. Τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο εἶναι ἐπίσης κανονικό, ‫י ְט ֹב‬,
ἐνῷ ὅλοι οἱ τύποι τῆς Hiphil ἔχουν τσέρε ὑπὸ τὸ πρόθημα ‫ ה‬ἀκολουθούμενο ἀπὸ ἄφωνο ‫י‬, π.χ. ‫הֵיטייב‬.
Μερικὰ ῥήματα ποὺ ἔχουν ὡς β΄ ῥιζικὸ τὸ ‫ צ‬εἶναι μὲν σὰν τὰ ‫ פ״י‬στὴν Qal, ἀλλὰ σὲ ἄλλους
τύπους εἶναι σὰν τὰ ‫פ״ן‬, διότι ἀφομοιώνουν τὸ α΄ πρὸς τὸ β΄ ῥιζικό, τὸ ὁποῖο παίρνει διπλωτικὸ
dαγέš. Τὰ ῥήματα αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς: ‫( יָצּג‬θέτω), ‫( יָצּב‬ἵσταμαι), ‫( יָצּת‬καίω, βάζω φωτιά), καὶ ‫יָצּק‬
(χύνω). Ἡ ἀφομοίωση γίνεται κυρίως στὸν τετελεσμένο τῆς Niphal, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους τοὺς τύπους
τῆς Hiphil καὶ Hophal. Ἔτσι ἡ Niphal τοῦ ‫ יָצּת‬εἶναι ‫ניצּת‬, ἡ Hiphil εἶναι ‫ יהציית‬καὶ ἡ Hophal ‫יֻצּת‬. Τὰ
ῥήματα ‫( יָצּר‬δίνω σχῆμα, μορφοποιῶ, διαμορφώνω) καὶ ‫( יָצָא‬ἐξέρχομαι) ἀποτελοῦν ἐξαιρέσεις καὶ
δὲν ὑφίστανται ἀφομοιώσεις.
Πολλὰ ἀπὸ τὰ ἀρχικῶς ‫ פ״ו‬ῥήματα ἀποβάλλουν τὸ ‫ ו‬ἢ τὸ μετατραπὲν εἰς γιὼδ (‫ )י‬βάβ, ὅταν
εἶναι ἄφωνα, σὲ πολλοὺς τύπους ποὺ ἔχουν πρόθημα, ἀλλὰ στὴν Hiphil καὶ στὴ Hophal τὸ ἀρχικὸ
βὰβ διατηρεῖται, ἀλλὰ ὡς ἄφωνο. Ἔτσι ὁ τετελεσμένος τῆς Hiphil εἶναι ‫ הושייב‬καὶ ὁ μὴ
τετελεσμένος ‫יושייב‬. Τὸ βὰβ ἐπανεμφανίζεται στὴν Niphal, ‫נושּב‬. Στὸ μὴ τετελεσμένο τῆς Niphal τὸ
βὰβ εἶναι κανονικὸ σύμφωνο, ‫שב‬
ֵ ‫( י י ָו‬γιβ-βαšὲβ - yiwwašev) μὲ διπλωτικὸ dαγέš! Τὸ α΄ ἑνικὸ τοῦ μὴ
τετελεσμένου ἔχει χῖρεκ μᾶλλον παρὰ σεγὼλ ὑπὸ τὸ πρόθημα ‫א‬. Ἡ Hophal ‫שב‬
ּ ‫ ֻה ְו‬γίνεται ‫הושּב‬
(hουšάβ).
Ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς Qal ποικίλλει. Σὲ μερικὰ ῥήματα ἀκολουθεῖ τὸ πρότυπο τῶν ‫פ״י‬
ῥημάτων, π.χ. ‫ ייירָא‬ἀπὸ ῥῆμα ‫ יָרֵא‬φοβᾶμαι. Σ᾿ αὐτὰ συμπεριλαμβάνονται τὰ ‫( י ָּרש‬κατέχω ὡς
ἰδιοκτησία, κληρονομῶ), ‫( יָעּץ‬συμβουλεύω), ‫( יָעֵף‬κουράζομαι) καὶ ‫( יָשֵן‬ἀποκοιμῶμαι). Σ᾿ αὐτὰ τὰ
ῥήματα τὸ βὰβ μεταβάλλεται σὲ γιὼδ στὸν μὴ τετελεσμένο, ὅπως γίνεται στὸν μὴ τετελεσμένο τῶν

79
ἰσχυρῶν στατικῶν ῥημάτων.
Μὲ ἄλλα λόγια τὸ ἀρχικὸ γιὼδ ἐκπίπτει καὶ ἐμφανίζεται ἕνα μόνιμο μακρὸ τσέρε ὑπὸ τὸ α΄
ῥιζικὸ μὲ ἐπίσης τσέρε ὡς τελικὸ φωνῆεν ἢ μὲ πάθαχ πρὸ λαρυγγοφώνου. Ἔτσι τὸ ‫ יָשּב‬στὸν μὴ
τετελεσμένο τῆς Qal γίνεται ‫יֵשֵב‬, καὶ τὸ ‫ י ָדּ ע‬γίνεται ‫י ֵדּ ע‬. Τὰ πιὸ σημαντικὰ ἀπὸ τὰ ῥήματα αὐτὰ εἶναι
τὸ ‫( י ָשּ ב‬κάθομαι, κατοικῶ), ‫( י ָּרד‬κατεβαίνω), ‫( יָלּד‬τίκτω), ‫( י ָדּ ע‬γνωρίζω) καὶ ‫( יָצָא‬ἐξέρχομαι). Τὸ ‫ָהלּך‬
(πορεύομαι, βαδίζω) θεωρεῖται ἐπίσης ὡς ἕνα ἐξ αὐτῶν, ἂν ἐξαιρέσουμε τὸν τετελεσμένο καὶ τὸ
ἀπόλυτο ἀπαρέμφατο τῆς Qal καὶ τὴν Hithpael.

Ἐπιρρήματα
Τὰ ἐπιρρήματα δὲν εἶναι τόσο ἀνεπτυγμένα στὴν ἑβραϊκή, ὅσο σὲ ἄλλες γλῶσσες, καὶ
πέραν τῆς παραγωγῆς τους ἀπὸ ὀνόματα ἢ ῥήματα μποροῦν νὰ ἀποδοθοῦν μὲ ἰδιωματικὸ τρόπο στὰ
ἑβραϊκὰ μὲ τὴν βοήθεια ῥημάτων. Ἔτσι ὁ τετελεσμένος τοῦ ῥήματος ‫ יָטּב‬μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ
ὡς ἐπίρρημα «καλῶς», π.χ. ‫« הֵיטיבו לְדּ בֵר‬μίλησαν καλά», κατὰ λέξιν «ἐποίησαν (τὸ) ἀγαθὸν εἰς τὸ
λέγειν»· ἡ φράση «καὶ (αὐτὴ) ξαναγέννησε» ἀποδίδεται διὰ τοῦ «καὶ προσέθηκεν εἰς τὸ τεκεῖν»
(ὅπως οἱ Ο΄), δηλ. ‫ וּתוֵ סֶף ָל ֵֶלדֶ ת‬ἢ ‫« וּתוֵ סֶף וּתֵֵ לֶד‬καὶ προσέθηκεν καὶ ἔτεκε» (‫ יָסּף‬προσθέτω).

Ῥήματα ‫ ע״י‬καὶ ‫ע״ו‬


Αὐτὲς οἱ κατηγορίας ῥημάτων ἔχουν ἄφωνο γιὼδ ἢ βὰβ ὡς μεσαῖο γράμμα, τὸ ὁποῖο ὅμως
δὲν ἐμφανίζεται στὸν τετελεσμένο τῆς Qal. Ἔτσι τὸ ἀρχικὸ ‫ קָוּם‬ἔγινε ‫קָם‬, καὶ τὸ ‫ שָוּם‬ἔχει γίνει ‫שָ ם‬.
Ἂν καὶ τὰ ‫ ע״ו‬ῥήματα ἀπαντοῦν πιὸ συχνὰ ἀπὸ τὰ ‫ע״י‬, ἀμφότεροι οἱ τύποι κλίνονται μὲ τὸν ἴδιο
τρόπο ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προστακτική, τὸν μὴ τετελεσμένο καὶ τὸ ἀπαρέμφατο τῆς Qal, ὅπου τὸ ἀρχικὸ
μεσαῖο ῥιζικὸ ἐμφανίζεται ὡς φωνῆεν, δηλ. ‫ יָשיים‬,‫י ָקום‬. Στὸν τετελεσμένο τὸ βὰβ ἐξαφανίζεται
ἐντελῶς εἴτε τὸ φωνῆεν εἶναι «a», «e», ἢ «o», π.χ. ‫ בוש‬,‫ בָן‬,‫מֵת‬. Οἱ τύποι jussivum τῶν ‫ שָם‬καὶ ‫קָם‬
εἶναι ‫ י ָשֵ ם‬καὶ ‫ יָקֹם‬ἀντιστοίχως, καὶ ὅταν προστίθεται βὰβ τῆς ἀκολουθίας, στὸν συντετμημένο τύπο
τοῦ μὴ τετελεσμένου, ὁ τόνος πίπτει ἐπὶ τοῦ γιώδ, καὶ ἔτσι ἡ τελευταῖα συλλαβὴ γίνεται κλειστή·
ἐπειδὴ δὲ εἶναι ἄτονη, θὰ ἔχει βραχὺ φωνῆεν· προκύπτει δηλαδὴ ‫( ּו ֵָיקָם‬βαγιάκομ, wayyáqom) καὶ
‫( ּו ֵָישֶ ם‬βαγιάσεμ, wayyásem).
Στὴν ἴδια κατηγορία ἀνήκει καὶ ἕνας ἀριθμὸς στατικῶν ῥημάτων, ἀλλὰ δὲν ἀκολουθοῦν
κάποιο σταθερὸ πρότυπο. Ἔτσι τὸ ‫ מות‬ἔχει τετελεσμένο τῆς Qal ‫ מֵת‬,‫ מֵתָ ה‬κ.λ.π., ἐνῷ τὸ ‫ בוש‬ἔχει
χῶλεμ ἀντὶ γιὰ šοῦρεκ στὴν Qal, ָ‫ בשְת‬, ְ‫ בשְת‬κ.λ.π. Στὸν μὴ τετελεσμένο ἐπανεμφανίζεται τὸ πλῆρες
χῶλεμ, ‫ י ֵבוש‬κ.λ.π., ὅπως καὶ στὸ ἀπαρέμφατο καὶ στὴν ἐνεργητικὴ μετοχή, ‫בוש‬. Τὸ ῥῆμα ‫בוא‬
(ἔρχομαι) κλίνεται σὰν τὸ ‫( קום‬ἐγείρομαι), ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἔχει ‫ ו‬ἀντὶ ‫ו‬. Ἔτσι ὁ μὴ τετελεσμένος

80
εἶναι ‫י ָבוא‬, καὶ τὸ συνεζευγμένο ἀπαρέμφατο ‫)לָ(בוא‬. Τὸ ‫( שוב‬ἐπιστρέφω) μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ τὴν
ἰδιωματικὴ σημασία «ξανακάνω»· ἡ φράση «ξανασηκώθηκε» ἀποδίδεται ‫שב ּו ֵָיקָם‬
ָ ‫( ּו ֵָי‬wayyášov
vayyáqom), δηλ. «καὶ ἐπέστρεψε καὶ ἠγέρθη». Μερικὰ ῥήματα ἔχουν Polel ἀντὶ Piel, π.χ. ‫( קומּם‬μὴ
τετελεσμένος ‫ )יְקומֵם‬καὶ ἐνίοτε Pilpel, ‫ כילְכֵל‬τοῦ ῥήματος ‫( כול‬κρατῶ).

‫ מות‬ἀποθνήσκω. ‫ בוא‬ἔρχομαι· Hiph. κομίζω. ‫ שוב‬ἐπιστρέφω· Hiph.


‫ יָטּב‬εἶμαι καλός. ‫ יָשֵן‬κοιμᾶμαι. ἐπαναφέρω.
‫ נֵּחּל‬ῥέμα, χείμαρρος, κοιλάδα (wadi). ‫ נְ ּבלָה‬πτῶμα. ‫ בוש‬ἐντρέπομαι.
ּ‫ נוח‬ἀναπαύομαι. ‫ קום‬ἐγείρομαι. ‫ זּיית‬ἐλαία.
‫ אֵ ילי ָהו‬Ἠλίας (θεός μου ὁ Γχβ). ‫ שֹמְרון‬Σαμάρια. ‫ יָצָא‬ἐξέρχομαι.
‫ הָלּך‬βαδίζω, περιπατῶ, πορεύομαι. ‫שב‬
ּ ָ ‫ י‬κατοικῶ· κάθομαι. ‫ ָפצּר ְב‬ἐξαναγκάζω.
‫ חָזָה‬βλέπω, διακρίνω· ἐκλέγω. ‫ יָנּק‬θηλάζω. ‫ יָרּד‬κατεβαίνω.
‫ נָשָה‬ὑψώνω. ‫( יָרֵא‬ἐπίθετο) φοβούμενος. ‫ דָגָה‬τὰ ψάρια (συλλογικῶς).

Ἄσκηση 22
‫ ו ֵּי ֹאמֶר‬4. ‫ קום אלכ ֹל כיי ּרב יממְך הּדֵָ ֶרך‬3. ‫ ּו ֵָיקָם ּו ֵֵילֶך ֵאל־נּפְשו ּוי ָבוא עּד־ ּהמידְ בָ ר‬2. ‫שב ּב ֵּנחּל מאשֶר עּל־ ְפנֵי ָהעייר‬
ֶ ‫ ּו ֵֵילֶך ּו ֵֵי‬1.
‫ ו ֵּי ֹאמֶר לא־י ֵֵרד ְבניי יע ָמכֶם כיי‬6. ‫ ְוהֵיניקייהו‬2 ‫הולייכיי אֶת־ ּה ֵֶילֶד ּהז ֶה‬1 ‫ וּת ֵֹאמֶר לָה בּת־פ ְּרע ֹה‬5. ‫יהוה ֵאלָיו לֵך שוב לְדּ ְרכֶך מידְ ֵָב ָרה‬
‫שא פ ְּרע ֹה אֶת־ר ֹאשְך ּוהמשי יבְך‬
ָ ‫ י י‬9. ‫ ְוהּדָ גָה מאשֶר ּבי ְא ֹר תָ מות‬8. ‫ ְואּתָ ה ֶת לחז ֶה ימכָל־ ָהעָם אנְשֵי־ ֵּחי יל י ְיראֵי לאלהיים‬7. ‫אחייו מֵת‬
‫מֵת ָב ֵָא ֶרץ הּז ֹאת ְואּתֶ ם עֹב יְרים ו י‬3 ‫ כיי אנֹכיי‬10. ‫עּל־ ּההֵיכָ ל‬
‫ לֵך‬12. ‫ ו ֵּי ֹאמֶר צֵא ְועָמְדְ תָ ָבהָר‬11. ‫יירשְתֶ ם אֶת־ ָה ֵָא ֶרץ הּטובָה הּז ֹאת‬
‫ ּו ֵָימָת ּה ֵֶמלֶך וּיובָא ש ֹמְרון ּוי יקְ בְרו‬15. ‫שלָ ח‬
ְ ‫ ּוי י ְפצְרו עּד־בש ו ֵּי ֹאמֶר‬14. ‫ ּו ֵָיקָם ּו ֵֵילֶך אח ֵמרי ֵא ילי ָהו‬13. ‫שוב כיי ֶמה ָע יֵשיתי י לָ ך‬
‫שה אֶת־ ּה ֵֶילֶד וּתְ נייקֵֵ הו‬
ָ ‫ וּתי קּח ָה יא‬17. ‫שאול‬
ָ ‫ ּוי ֵָקומו כָל־אנְשֵי־ ֵּחי יל ּויֵלְכו כָל־ ּה ֵּליְלָה וייקְחו אֶת־ני ְבלּת‬16. ‫אֶת־ה ֶמלֶך בְשֹמְרון‬
.‫ ו ֵּי ֹאמֶר שוב אָשוב ֵאלֶיך בְיום ה ָָרע‬20. ‫ ז ְּרעו י ֵיירש אֶת־ ָה ֵָא ֶרץ‬19. ‫ ְו ָי ְראו אֶת־שֵם יהוה ָבעייר‬4 18.

1. Καὶ πῆγε καὶ κατοίκησε κοντὰ στὸν χείμαρρο (Α΄ Βασ. 17,5) ποὺ εἶναι μπροστὰ στὴν πόλη. 2.
Καὶ σηκώθηκε καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν ψυχή (= ζωή) του (Α΄ Βασ. 19,3) καὶ ἦλθε στὴν ἔρημο. 3.
Σήκω, φάγε, γιατὶ ὁ δρόμος εἶναι πολὺ μεγάλος (δηλ. μακρὺς) γιὰ σένα (Α΄ Βασ. 19,7). 4. Καὶ τοῦ
εἶπε ὁ Κύριος· πήγαινε, γύρνα πίσω στὸν δρόμο σου πρὸς τὴν ἔρημο (Α΄ Βασ. 19,15). 5. Καὶ τῆς
εἶπε ἡ κόρη τοῦ Φαραώ· πᾶρε τὸ παιδὶ αὐτὸ ἀπὸ δῶ καὶ θήλασέ το (Ἐξ. 2,9). 6. Καὶ εἶπε· δὲν θὰ
κατεβεῖ ὁ γιός μου μαζί σας, γιατὶ πέθανε ὁ ἀδελφός του (Γεν. 42,38). 7. Καὶ ἐσὺ νὰ διαλέξεις ἀπ᾿

1. Προστακτικὴ β΄ θηλ. ἑνικοῦ Hiphil τοῦ ‫הָלּך‬. Στὴν Hiph. τὸ ῥῆμα σημαίνει «φέρνω, μετακινῶ, ὁδηγῶ, ἄγω».
2. Προστακτικὴ β΄ θηλ. ἑνικοῦ Hiphil τοῦ ‫יָנּק‬. Κατὰ λέξιν «βάλ᾿ το νὰ θηλάσει».
3. Μετοχὴ Qal τοῦ ‫מות‬. Ἔχουμε δεῖ ὅτι σημαίνει καὶ «νεκρός».
4. Προσοχή! Εὔκολα μπορεῖ νὰ γίνει σύγχυση μεταξὺ τῶν ῥημάτων ‫( יָרֵא‬φοβᾶμαι) καὶ ‫( רָאה‬βλέπω). Ἂν ἔγραφε ‫ ּוי ְיראו‬, θὰ
μεταφράζαμε «καὶ εἶδαν», καὶ στὴν Niphal ‫« ּוי ֵָראו‬καὶ θὰ ἐβλέποντο, καὶ θὰ φαίνονταν ἢ καὶ ἐφάνησαν».

81
ὅλο τὸν λαὸ ἄνδρες ἰσχυροὺς (ἰσχύος) φοβούμενους τὸν Θεό (Ἐξ. 18,21). 8. Καὶ τὰ ψάρια ποὺ εἶναι
στὸν ποταμὸ Νεῖλο θὰ πεθάνουν (Ἐξ. 7,18). 9. Καὶ ὁ Φαραὼ θὰ ὑψώσει τὴν κεφαλή σου καὶ θὰ σε
ἐπαναφέρει στὸ παλάτι (Γεν. 40,13). 10. Γιατὶ ἐγὼ θὰ πεθάνω (= εἶμαι ἀποθνήσκων) σ᾿ αὐτὴν τὴν
γῆ, ἀλλὰ ἐσεῖς θὰ διαβεῖτε καὶ θὰ κληρονομήσετε (ἢ θὰ πάρετε ὑπὸ τὴν κατοχή σας) αὐτὴν τὴν
καλὴ γῆ (Δευ. 4,22). 11. Καὶ εἶπε· ἔξελθε καὶ στάσου στὸ βουνό (Α΄ Βασ. 19,11). 12. Φύγε, γύρνα
πίσω, γιατὶ τί σοῦ ἔχω κάνει; (Α΄ Βασ. 19,20). 13. Καὶ σηκώθηκε καὶ πῆγε πίσω ἀπ᾿ τὸν Ἠλία (δηλ.
τὸν ἀκολούθησε) (Α΄ Βασ. 19,21). 14. Καὶ τὸν ἐξανάγκασαν μέχρι ποὺ ντράπηκε (= ἕως τοῦ
αἰσχύνεσθαι), καὶ εἶπε· στεῖλε (Β΄ Βασ. 2,17). 15. Καὶ πέθανε ὁ βασιλεὺς καὶ μεταφέρθηκε στὴν
Σαμάρια, καὶ ἔθαψαν τὸν βασιλέα στὴν Σαμάρια (Α΄ Βασ. 22,37). 16. Καὶ σηκώθηκαν ὅλοι οἱ
δυνατοὶ ἄνδρες (= οἱ ἄνδρες δυνάμεως) καὶ βάδισαν ὅλη τὴν νύχτα καὶ παρέλαβαν τὸ πτῶμα τοῦ
Σαούλ (Α΄ Σαμ. 31,12). 17. Καὶ πῆρε ἡ γυναῖκα τὸ παιδὶ καὶ τὸ θήλασε (Ἐξ. 2,9). 18. Καὶ θὰ
φοβηθοῦν τὸ ὄνομα Κυρίου στὴν πόλη. 19. Καὶ τὸ σπέρμα του θὰ κληρονομήσει τὴν γῆ (Ψ. 25,13).
20. Καὶ εἶπε· ὁπωσδήποτε θὰ ἐπιστρέψω σ᾿ ἐσένα τὴν ἡμέρα τοῦ κακοῦ.

Μεταφράστε τὸ Α΄ Βασ. 17,10-12.


‫ֹששֶת ע י )ֵצים ּוייק ָ רְרא ֵא ֶלזי ז ָה וּי ֹא ּהמר ְקחיי־ ָזנא יל֧י מְ עּט־מּ ְ י ים‬δ ֶ ‫ישה א ְל ָמנָ ה ְמק‬
‫ה־שם א ָ ם‬ ֶ ‫לֶך צ ְָר ּ֒פתָ ה ּוי ָב ֹ זא ֶא‬δ‫קָ ם׀ ּו ֵי‬δ‫ ּו ָי‬10
ְ ָ ֵ‫תּ ח ָה יהעיר ְוהינ‬δ‫ל־פ‬
‫ּבכְלי י ְו ֶאש ְֶתה׃‬
‫ ו ֵּתלֶך ל ּ )ָקחּת ּוייק ָ רְרא ֵא ֶלזי ז ָה וּי ֹא ּהמר לי ְקחיי־נָ םא ילְי פּת־לֶ חֶם ְבי ֵָדך׃‬11
‫ני ים ֵע י֒צים ו ָבזאתי זי‬δ ּ ְ‫ששֶת ש‬
ֶ ַ ֹ ‫ּט־שמֶן ּבצ ָ )ּפחּת ְו יהנְ יזני ְמק‬
ֶ ‫י אים־ ְמלר א כּף־ זֶקמּחז ּב ּהכד ו ְמע‬δ‫י מ הָעוג יכ‬δ‫ֶש־ל‬ ָ ‫ ו ּ֒ת ֹאמֶר חּי־י‬12
‫ְהורה לאל ז ֶהי זך אים־י י‬
‫י ְו יל ְב יהני ּו מא ּכלְנֻ הו וָמָ תְ נו׃‬δ‫יתזיה זו יל‬
‫ּועמשי י‬

‫ צָרְפּת‬Τσαρεφάθ, πόλη τῆς Φοινίκης μεταξύ Τύρου καὶ Σιδῶνος (ἐδῶ μὲ ‫ ה‬locale).
‫ פֵֶתּח‬ἄνοιγμα, εἴσοδος· πύλη.
‫ אלְמָ נָה‬χήρα.
‫ קָשּש‬μαζεύω, συλλέγω. Ἡ μετοχὴ τῆς Poel: ‫מְקשֵש‬, θηλ. ‫( מְקשֵֶשֶת‬συλλέγουσα)· βλ. κεφ. 24.
‫ מְ עּט‬λίγο.
‫ כְליי‬σκεῦος, ἀγγεῖο, κύπελλο.
‫ שָתָ ה‬πίνω.
‫ פּת‬κομμάτι.
‫ חּי‬ζωντανός· ζωή (ὁ πληθ. ‫ ּחי יים‬σημαίνει καὶ «ζωή»). ‫ חּי יְהוָה‬ζῇ Κύριος (ὅρκος).
‫ מָעוג‬ἀρτοσκεύασμα, [ὁ] ἐγκρυφίας1 (Ο΄) ἢ (κατ᾿ ἄλλους) τρόφιμα (γενικῶς), κάτι φαγώσιμο.

1. Ἐν + κρύπτω· ἀρτοσκεύασμα ψημένο (κρυμμένο) στὴν χόβολη.

82
‫ כיי אי ם‬παρὰ μόνον, ἐκτὸς ἀπό.
‫ מְלו‬,‫ מְלא‬ὅ,τι γεμίζει, ὅ,τι μπορεῖ νὰ γεμίσει, πλήρωμα, γέμισμα.
‫ כּף‬χούφτα (χειρός)· χέρι (ἀπὸ καρπὸ καὶ κάτω)· πέλμα (ποδιοῦ).
‫ קֵֶמּ ח‬ἀλεύρι.
‫ כּד‬κάδος,1 πήλινο δοχεῖο, ὑδρία, στάμνα.
‫ ּצ ֵּפחּת‬μικρὴ ὑδρία ἢ στάμνα, Ο΄ [ὁ] καψάκης (= μπουκάλι, ἡ προχοΐς [τὸ ῥωγί], φλασκί).

Μετάφραση.
10
Καὶ (ὁ Ἠλίας) σηκώθηκε καὶ πῆγε στὴν Τσαρεφθὰ (Ο΄ Σαρεπτά). Καὶ ἦλθε στὴν πύλη τῆς πόλεως
καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ μιὰ χήρα γυναῖκα μάζευε ξύλα. Καὶ φώναξε πρὸς αὐτὴ καὶ εἶπε· πᾶρε μου (δηλ. φέρε
μου ἢ δῶσε μου), σὲ παρακαλῶ, λίγο νερὸ σὲ μιὰ κούπα, καὶ θὰ πιῶ (δηλ. γιὰ νὰ πιῶ).
11
Καὶ ἐκείνη πῆγε νὰ πάρει (δηλ. νὰ τοῦ φέρει), καὶ ἐκεῖνος φώναξε πρὸς αὐτὴ καὶ εἶπε· πᾶρε μου
(δηλ. δῶσε μου ἢ μᾶλλον κόψε μου), παρακαλῶ, (καὶ) ἕνα κομμάτι ψωμὶ μὲ τὸ χέρι σου.
12
Καὶ ἐκείνη εἶπε· ζῇ Κύριος (δηλ. μάρτυς μου ὁ Κύριος), ἂν ὑπάρχει σ᾿ ἐμένα (δηλ. ἂν ἔχω) ψωμὶ
(ἢ κάτι φαγώσιμο) παρὰ μόνον ὅσο χωράει μιὰ χούφτα ἀλεύρι (ἔχω) μέσα στὴν στάμνα (μου), λίγο
λάδι στὸ ῥωγί. Καὶ νά, μαζεύω δυὸ ξύλα (καὶ θὰ πάω καὶ θὰ τὸ φτιάξω =) καὶ πάω νὰ τὸ φτιάξω (τὸ
ψωμὶ) γιὰ μένα καὶ γιὰ τὸν γιό μου, καὶ θὰ τὸ φᾶμε καὶ θὰ πεθάνουμε (ἢ γιὰ νὰ τὸ φᾶμε καὶ
[ὕστερα] νὰ πεθάνουμε).

1. Ἡ λέξη «κάδος» εἶναι δάνειο ἀπὸ τὴν ἑβραϊκή (Rob. Beekes, Etymological Dictionary of Greek, Leiden, 2010).

83
24. Ῥήματα ‫ ע״ע‬ἢ διπλοῦ ‫ע‬, ‫ ל״ה‬καὶ διττῶς ἀσθενῆ ῥήματα.

Ῥήματα διπλοῦ ‫ ע‬ἢ ἀλλιῶς ‫ע״ע‬


Στὴν κατηγορία αὐτὴ περιλαμβάνονται ῥήματα ποὺ ἔχουν τὸ β΄ καὶ τὸ γ΄ ῥιζικὸ ὅμοια, π.χ.
‫( קלל‬εἶμαι μικρός, λίγος ἢ ἀσήμαντος). Τὰ ῥήματα αὐτὰ ἔχουν ἰδιοτυπίες παρόμοιες τῶν ‫ע״ו‬. Πολλοὶ
ἐκ τῶν εἰδικῶν πιστεύουν ὅτι ἀρχικῶς τὰ ῥήματα αὐτὰ εἶχαν μόνον δύο ῥιζικά, ἐπειδὴ συχνὰ
γράφονται μὲ δύο γράμματα, π.χ. τὸ ‫ קלל‬γίνεται ‫ קּל‬στὴν Qal. Ὅπου ὑπάρχουν καταλήξεις, ἕνα
διπλωτικὸ dαγὲš ὑποδηλώνει τὴν παρουσία τοῦ διπλοῦ ῥιζικοῦ· ὡς ἐκ τούτου π.χ. τὸ ‫ ּקטּטו‬γίνεται
‫ קּטטו‬καὶ τελικῶς ‫קּטו‬, ἂν καὶ τὸ dαγὲš στοὺς ἁπλοὺς τύπους παραλείπεται.
Στὸν τετελεσμένο τῆς Qal ὑπάρχουν δύο τύποι, ὁ εὐρύτερος τρισύμφωνος καὶ ὁ
συντομευμένος δισύμφωνος. Ὁ τρισύμφωνος τύπος, π.χ. ‫ָסבּב‬ (στρέφομαι, διαγράφω
κύκλο/κύκλους) κλίνεται σὰν τὸ ‫קָטּל‬, ἀλλά, ἂν ἐξαιρέσουμε τὸ γ΄ ἑνικὸ καὶ τὸ γ΄ πληθυντικό, εἶναι
σπάνιος. Ὁ δισύμφωνος τύπος, ‫סּב‬, εἶναι ὁ πιὸ κοινὸς καί, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸν πίνακα τῶν
κλίσεων, τὸ ‫ ב‬παίρνει dαγὲš καὶ χῶλεμ πλῆρες. Ὁ τρισύμφωνος τύπος εἶναι μεταβατικὸς ὡς πρὸς
τὴν σημασία του, ἐνῷ ὁ δισύμφωνος εἶναι ἀμετάβατος.
Ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς Qal ἔχει ἐπίσης δύο τύπους, ὁ ἕνας ἐκ τῶν ὁποίων συγγενεύει μὲ τὴν
κλίση τῶν ‫ ע״ו‬ῥημάτων. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ πιὸ διαδεδομένος. Μὲ βάση τὸ ῥῆμα ποὺ
χρησιμοποιήσαμε μόλις προηγουμένως ὁ τύπος αὐτὸς εἶναι ‫י ָס ֹב‬, μὲ πρωτογενὲς αὐθεντικὸ «a» στὸ
πρόθημα, ὅπως στὰ ῥήματα ‫ע״ו‬. Μὲ βὰβ τῆς ἀκολουθίας ὁ τόνος πέφτει στὸ γιὼδ ἀφήνοντας τὴν
τελευταία συλλαβὴ κλειστή, π.χ. ‫( ּויָסָב‬βαγιάσοβ, wayyásov). Στὸν ἄλλο τύπο, ‫ייסֹב‬, μὲ διπλωτικὸ
dαγὲš στὸ α΄ ἀντὶ στὸ β΄ ῥιζικό, παρατηρεῖται ὁμοιότητα πρὸς τὰ ῥήματα ‫פ״ן‬.
Τὸ πρωταρχικὸ «a» ὑπάρχει καὶ στὸν τετελεσμένο τῆς Niphal, ἐνῷ ὁ μὴ τετελεσμένος τῆς
Niphal εἶναι ὅμοιος μὲ τὴν Qal. Ὁ τετελεσμένος τῆς Hiphil εἶναι σὰν τὸν τετελεσμένο τῆς Niphal,
ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι φέρει δύο τσέρε, ‫ ֵהסֵב‬, τὰ ὁποῖα ἐμφανίζονται καὶ στὴν μετοχή, ‫מֵסֵב‬. Ἐνίοτε
ἀπαντοῦν καὶ ἐπιτατικοὶ τύποι ὅπως ἡ Poel (‫)סובֵב‬, ἡ Pilpel (‫ )גילְגֵל‬καὶ ἡ Hithpalpel (‫)היתְגּלְגֵל‬. Σὲ
μερικὰ ῥήματα παρατηρεῖται δίπλωση τοῦ α΄ ῥιζικοῦ, ὅπως στὴν ἀραμαϊκή, π.χ. ‫ ייתּם‬ἀπὸ ῥῆμα ‫תָמּם‬,
καὶ ‫ ייקֹד‬ἀπὸ ῥῆμα ‫קָדּד‬.

Ῥήματα ‫ל״ה‬
Τὰ ῥήματα αὐτὰ ἀρχικῶς ἔληγαν σὲ γιὼδ ἢ σὲ βάβ, π.χ. τὸ ‫( ָגלָה‬ἀποκαλύπτω) προέρχεται
ἀπὸ ἀρχικὸ ‫ ָגלּי‬, ἐνῷ τὸ ‫שלָה‬
ָ (εὐημερῶ) προέρχεται ἀπὸ ἀρχικὸ ‫שָלּו‬. Τὸ τελικὸ ‫ ה‬εἶναι οὐσιαστικὰ
φωνηεντικὸ γράμμα, διαφορετικὰ θὰ εἶχε μαππίκ, καὶ τὸ ῥῆμα θὰ ὑπαγόταν στὰ ῥήματα γ΄

84
λαρυγγοφώνου.
Στὸ τετελεσμένο μόνο τὸ γ΄ ἀρσ. ἑνικὸ λήγει σὲ ‫ה‬, ἐνῷ στὰ ἄλλα πρόσωπα τὸ ‫ ה‬ἐκπίπτει.
Ὅλοι οἱ μὴ τετελεσμένοι λήγουν σὲ ‫ ־ֶה‬στὸ γ΄ ἑνικό, ἀλλὰ τὸ ‫ ה‬ἐκπίπτει πρὸ τῶν φωνηεντικῶν
καταλήξεων, π.χ. ‫ייגְלו‬. Τὸ ἀρχικὸ τρίτο σύμφωνο γιὼδ ἐπιβιώνει ὡς ἄφωνο γράμμα στὸ β΄ καὶ α΄
πρόσωπο τοῦ τετελεσμένου τῆς Qal ( ָ‫ ָג יֵלית‬,‫ ) ָג יֵליתי י‬καὶ τῆς Niphal (‫ ניגְ ֵֵליתי י‬, ָ‫)ניגְ ֵֵלית‬. Τὸ jussivum
διαμορφώνεται μὲ «ἀποκοπὴ» τοῦ ‫ ־ֶה‬ἀπὸ τὸν μὴ τετελεσμένο (‫ ה‬apocopatum). Ἔτσι τὸ jussivum
τῆς Qal γίνεται ‫ייגֶל‬, τῆς Niphal ‫ ייגָל‬κ.ο.κ. μὲ σεγὼλ ὡς βοηθητικὸ φωνῆεν, ὅπου δύο σύμφωνα
γειτονεύουν. Τὸ ‫ ־ָה‬τοῦ cohortativum δὲν προσαρτᾶται στὰ ‫ ל״ה‬ῥήματα· ἀντ᾿ αὐτοῦ χρησιμοποιεῖται
ὁ ἁπλὸς μὴ τετελεσμένος, προκειμένου νὰ ἐκφρασθεῖ προτροπή.
Μὲ β΄ ῥιζικὸ ἕνα ἀπὸ τὰ γράμματα ‫ ד‬,‫ כ‬,‫ ק‬,‫ ת‬ἐπέρχεται μονοσύλλαβη ἀποκοπή, π.χ. ְ‫( ּויֵשְת‬ῥ.
‫ )שָתָ ה‬καὶ ‫( וּיֵבְך‬ῥ. ‫) ָבכָה‬. Ῥήματα α΄ λαρυγγοφώνου ποὺ εἶναι ταυτόχρονα καὶ ‫ ל״ה‬διατηροῦν τὸ πάθαχ
στοὺς apocopatum τύπους· ἔτσι ἐπὶ παραδείγματι ὁ τετελεσμένος τόσο τῆς Qal ὅσο καὶ τῆς Hiphil
τοῦ ῥήματος ‫ עָלָה‬εἶναι ‫ יּעמלֶה‬καὶ τὸ apoc. ‫יֵּעּל‬. Τὸ ῥῆμα ‫( יָרֵא‬βλέπω, ὁρῶ) ἔχει μὴ τετελεσμένο ‫ יירְאֶה‬καὶ
jussivum ‫יֵרֶא‬, ἀλλὰ μὲ τὸ βὰβ τῆς ἀκολουθίας τὸ ‫ א‬καθίσταται ἄφωνο, ‫ ּוי ְּרא‬. Τὸ πολὺ κοινὸ ῥῆμα ‫ָהי ָה‬
(εἶναι, γίνομαι) ἔχει μὴ τετελεσμένο ‫ י י ְהי ֶה‬καὶ jussivum ‫ יְהיי‬ἢ ἐν τῇ παύλῃ ‫יֶהיי‬. Τὸ παρόμοιο ‫( חָיָה‬ζῶ)
κλίνεται ὁμοίως.
Τὸ ῥῆμα ‫( שחה‬προσκυνῶ) στὴν Hithpael ἐπανεμφανίζει τὸ ἀρχικό τελικό του βάβ. Ὁ
τετελεσμένος εἶναι ‫( יהשְתּ מחוָה‬μὲ ἀμοιβαία ἀνταλλαγὴ θέσεως μεταξὺ ‫ ת‬καὶ ‫ ש‬κατὰ τὸν κανόνα). Ὁ μὴ
τετελεσμένος εἶναι ‫י ישתּ מחוֶה‬, τὸ δὲ apocopatum ‫י ישתּ חו‬. Ἀποκοπὴ στὴν προστακτικὴ τῆς Hiphil
παρατηρεῖται κυρίως στὸ ῥῆμα ‫רָפָה‬, ὅπως δείχνει ἡ φράση ‫ ֵֶה ֶרף ימ ֵֶמניי‬ἄφησέ με μόνον.

Διττῶς ἀσθενῆ ῥήματα


Πρόκειται γιὰ τὰ ῥήματα ποὺ ἔχουν πάνω ἀπὸ ἕνα ἀσθενὲς γράμμα, ὅπως π.χ. τὸ ‫נָשָא‬
(σηκώνω, αἴρω), τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ ‫ פ״ן‬καὶ ‫ל״א‬. Μερικὰ ἀπὸ τὸ πλέον συχνὰ ἀπαντῶντα διττῶς
ἀσθενῆ ῥήματα εἶναι τὰ ἑξῆς:
‫ יָצָא‬ἐξέρχομαι. Μὴ τετ. ‫יֵצֵא‬, προστ. ‫צֵא‬, Hiph. ‫ הוצייא‬, ָ‫הוצי ֵאת‬, κ.λ.π. (‫ ל״א‬καὶ ‫)פ״ן‬.
‫ בוא‬ἔρχομαι (ἢ πηγαίνω). Τετ. ‫ בָא‬, ָ‫בָאת‬, κ.λ.π. Μὴ τετ. ‫י ָבוא‬, προστ. ‫בוא‬, Hiph. ‫ ּהבייא‬καὶ μὲ
ἐπίθημα ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον (‫ ל״א‬καὶ ‫)ע״ו‬.
‫ נָשָ א‬σηκώνω. Μὴ τετ. ‫יישָא‬. Προστ. ‫( שָא‬μὲ ἐπίθ. ‫ש ֵאהו‬
ָ κ.λ.π.), συν. ἀπαρ. ‫שאֵת( שְאֵת‬
ְ ‫ יב‬κ.λ.π.). (
‫ ל״א‬καὶ ‫)פ״ן‬.
‫ נָגּע‬ἀγγίζω. Μὴ τετ. ‫ייגּע‬. Προστ. ‫גּע‬, Hiph. τετ. ‫ יהגיי ּע‬, Hiph. μὴ τετ. ‫ פ״ן( יּגיי ּע‬καὶ γ΄ λαρ.).

85
Ἐλλειπτικὰ λέγονται τὰ ῥήματα ποὺ δὲν διαθέτουν ὅλους τύπους καὶ συμπληρώνουν τοὺς
ἐλλείποντες ἀπὸ παρεμφερῆ συγγενικὰ ῥήματα διαφέροντα μόνο κατὰ ἕνα ῥιζικό, π.χ. ‫ יָצּב‬καὶ ‫נָצּב‬
ἵσταμαι. Τὰ πλέον διαδεδομένα εἶναι τὰ ἑξῆς:
‫ חָלּך‬πηγαίνω, πορεύομαι, βαδίζω. Τετ. ‫חָלּך‬. Μὴ τετ. ‫יֵלֵך‬, προστ. ‫לֵך‬, Hiph. ‫( הולייך‬ἀπὸ
ὑποτιθέμενο ‫)ילך‬.
‫ טוב‬εἶμαι καλός. Τετ., μτχ. καὶ ἀπαρ. κανονικά, ἀπὸ τὸ ‫( טוב‬ῥ. ‫)ע״ו‬. Μὴ τετ. ‫ יייטּב‬καὶ Hiph.
‫( הֵיטייב‬ἀπὸ τὸ ‫)יטב‬.
‫ שָתָ ה‬πίνω. Κανονικὸ στὴν Qal. Ἡ Hiph. ‫שקה‬
ְ ‫ יה‬, κ.λ.π. (ἀπὸ τὸ ‫)שקה‬.
‫ יָכֹל‬δύναμαι. Ὁ τετ. ὅπως τὸ ‫קָטֹן‬, συν. ἀπαρ. ‫יְכֹלֶת‬, μὴ τετ. ‫( יוכּל‬θεωρούμενο ὡς μὴ τετ. τῆς
Hophal, ἀλλὰ μᾶλλον πρόκειται γιὰ τροποποίηση ἑνὸς ἀρχικοῦ ‫ יּוְכּל‬ἢ ‫)יוכּל‬.
‫ בוש‬αἰσχύνομαι. Μὴ τετ. ‫בוש‬, μὴ τετ. ‫י ֵבוש‬, προστ. ‫בוש‬, ἡ Hiph. (κανονικὴ) ‫ ֵהבייש‬, ἀλλὰ καὶ
‫( הובייש‬ἀπὸ ὑποτιθέμενο ‫)יבש‬.

‫ עָלָה‬ἀνεβαίνω. ‫ חָנּן‬ἐλεῶ. ‫שבָה‬


ָ αἰχμαλωτίζω.
‫ הָרָה‬συλλαμβάνω (παιδί). ‫ ָמאור‬φωτιστικό σῶμα. ‫ש ָמה‬
ָ ְ‫ נ‬πνοή, ζωή.
‫ ָסבּב‬στρέφομαι. ‫ יּבָשָה‬ξηρὰ γῆ. ‫ ָרחּף‬τρέμω. Pi. αἰωροῦμαι.
‫ ֵת ֹהו‬ἐρημιά, τὸ κενό. ‫ חָיָה‬ζῶ. ‫ פ ָָרה‬καρποφορῶ.
‫ ָהי ָה‬εἶμαι, γίνομαι. ‫ כּד‬κάδος, πήλινο δοχεῖο, ‫ יתר‬Niph. ἀφήνομαι (πίσω),
‫ קָלּל‬εἶμαι ἐλαφρύς ἄρα καὶ στάμνα. ἀπομένω.
ταχύς· εἶμαι μηδαμινός, ‫ארר‬
ּ καταρῶμαι. ‫ חלל‬Niph βεβηλώνομαι· Pi.
ἀσήμαντος· Pi. προσβάλλω, ‫שלום‬
ָ εἰρήνη, ἀσφάλεια, ὑγεία. βεβηλώνω· Hiph. ἀφήνω νὰ
περιφρονῶ, διασύρω· ‫ ֵֶע ֶרב‬ἑσπέρα, βράδυ. βεβηλωθεῖ· ἀρχίζω· παραβαίνω.
καταρῶμαι. ְ‫ קָרּא ב‬ἐπικαλοῦμαι. ‫ רעע‬εἶμαι κακός· Hiph. κάνω
‫ צָוָה‬Pi. προστάζω, ἐντέλλομαι. ‫ רָבָה‬πολλαπλασιάζομαι· εἶμαι ἢ κακό.
‫ ָבכָה‬κλαίω. γίνομαι μέγας. ‫ נבט‬Hiph. κοιτάζω.
‫ עָלָה‬ἀνεβαίνω.

Ἄσκηση 23
‫שא יהוה ָפנָיו אֵ לֶיך ְוי ָשֵ ם לְך‬
ָ ‫ י י‬3. ‫ֵאתך‬
ֶ ‫ ארור אּתָ ה בְבֹאֶך וְארור אּתָ ה ְבצ‬2. ‫ הָאי יש מאשֶר י ְ ּקלֵל אֶת־אבייו ְואֶת־אימו מות יומָ ת‬1.
‫יי־ב ֹקֶר יום‬
ֵ ‫ וּ יְהיי־ ֵֶע ֶרב וּ יְה‬6. ‫ וּי ֹאמֶר לאלהיים יְהיי )אור וּ יְהיי־אור‬5. ‫ ו ֵּת ֹאמֶר שְתּ ח אמדֹניי ו ֵּת ֹ ֶרד כּדָ ה עּל־י ָדָ ה ּב ְבאֵר‬4. ‫שָ לום‬
‫יקְרא‬
ָ ‫ כיי יהנֵה ָהעייר אמשֶר נ‬9. ‫ש ָמה‬
ָ ְ‫ וּ יְהיי ָחלְיו ָחז ָק ְמא ֹד עּד מאשֶר לא־נותְ ָרה־בו נ‬8. ‫ כי־ייבְכו ָעלּי לֵאמ ֹר תְ נָה־לָנו ָבשָר‬7. ‫הממי ישי י‬
‫יקְראו‬
ְ ‫ ּוי‬12. ‫יראיי ֵב ֹאיי מעשיי כידְ ב ָּרך‬
ְ ‫ ו ֵּי ֹאמֶר ֵאלֶי ָה אל־תי‬11. ‫ ּוי ְּרא לאלהיים כיי טוב‬10. ‫שְמי י ָעלֶי ָה אנֹכיי ֵמחֵל ְלה ָּרע בּיום ּהז ֶה‬

86
‫ ּוי ָב ֹא‬14. ‫ וּ יְהיי דְ בּר־יהוה ֵאלָיו לֵאמ ֹר קום לֵך מידְ ֵָברה‬13. ‫בְשֶ ם־ לאלהיים לֵאמ ֹר ּה ֵּבעּל מענּנו ְואֵין קול ְואֵין עֹנֶה א ֹתָ ם‬
‫ורבו ומי לְאו‬
ְ ‫ פְרו‬16. ‫ יְהיי ְמא ֹר ֹת ב ְירקיי ּע ּהשָמָ י ים‬15 . ‫שה ו ֵּי ֹאמֶר ֵאלֶי ָה יהנֵה־נָא לא יָלּדְ תְ ְוה יָרים בֵן‬
ָ ‫מּ לְאּך־יהוה ֶאל ָה יא‬
‫ וְשָמֵּ ְרתָ אֶת־כָל־אמשֶר‬18 . ‫ ו ֵּי ֹאמֶר ֶאל־יוסֵף יהנ ֵה אנֹכיי מֵת ְו ָהי ָה לאלהיים יע ָמכֶם ְו ֵהשייב אֶתְ כֶם ֶאל־ ֵֶא ֶרץ מאב ֹתֵ יכֶם‬17. ‫אֶת־ ָה ֵָא ֶרץ‬
.‫ ּו ֵּיעש ּה ֶמלֶך ְככָל־ מאשֶר יצוָה א ֹתו לאלהיים‬20. ‫ ּו ֵּיעּל ּויּבֵט ֶאל־ ּהי ָם‬19. ‫אניכיי מְ ּצוְך הּיום‬

1. Ὅποιος διασύρει (ἢ προσβάλλει ἢ καταρᾶται) τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα πρέπει
ὁπωσδήποτε νὰ θανατώνεται (Ἐξ. 21,16). 2. Καταραμένος θὰ εἶσαι, ὅταν ἔρχεσαι, καὶ καταραμένος
θὰ εἶναι, ὅταν ἐξέρχεσαι (Δευ. 28,19). 3. Εἴθε ὁ Κύριος νὰ σηκώσει τὸ πρόσωπό του ἐπὶ σὲ καὶ νὰ
σοῦ ἐναποθέσει (δηλ. νὰ σοῦ δώσει) εἰρήνη (Ἀρ. 6,26). 4. Καὶ εἶπε (ἐκείνη)· πιές, κύριέ μου. Καὶ
κατέβασε (δηλ. χαμήλωσε) τὸν κάδο της πάνω στὸ χέρι της (κοντὰ) στὸ πηγάδι (Γεν. 24,18
περίπου). 5. Καὶ εἶπε ὁ Θεός· νὰ γίνει φῶς. Καὶ ἔγινε φῶς (Γεν. 1). 6. Καὶ ἔγινε ἑσπέρα (δηλ. βράδυ)
καὶ ἔγινε πρωί, ἡμέρα πέμπτη (Γεν. 1,23). 7. Διότι ἔκλαιγαν σ᾿ ἐμένα λέγοντας· δῶσε μας κρέας
(Ἀρ. 11,13). 8. Καὶ ἡ ἀσθένειά του (ἔγινε) δυνατὴ πολύ (ἢ δυνάμωσε πολὺ), μέχρι ποὺ δὲν τοῦ
ἀπέμεινε ἀνάσα (Α΄ Βασ. 17,17). 9.Διότι νά, στὴν πόλη ποὺ φέρει τὸ ὄνομά μου (ἢ ποὺ ἐπ᾿ αὐτὴν
καλεῖται τὸ ὄνομά μου) ἐγὼ ἀρχίζω νὰ κάνω κακὸ αὐτὴν τὴν ἡμέρα (Ἰερ. 25,29 περίπου). 10. Καὶ
εἶδε ὁ Θεὸς ὅτι (ἦταν) καλό (Γεν. 1,10). 11. Καὶ εἶπε πρὸς αὐτήν· μὴ φοβᾶσαι, πήγαινε, κάνε κατὰ
τὸν λόγο σου (Α΄ Βασ. 17,13). 12. Καὶ ἐπικαλέσθησαν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ λέγοντες· Βάαλ,
ἀπάντησέ μας· καὶ οὔτε φωνὴ οὔτε ἀπάντηση πρὸς αὐτούς (Α΄ Βασ. 18,26 περίπου). 13. Καὶ ἔγινε
λόγος Κυρίου πρὸς αὐτὸν λέγων· σήκω, πήγαινε γιὰ τὴν ἔρημο (Α΄ Βασ. 19,15 περίπου). 14. Καὶ
ἦλθε ἄγγελος Κυρίου πρὸς τὴν γυναῖκα καὶ εἶπε πρὸς αὐτήν· καὶ ἰδού, ἐσὺ δὲν γεννᾷς, παρὰ ταῦτα
θὰ συλλάβεις γιό (Κρ. 13,3 περίπου). 15. Νὰ γίνουν φῶτα (φωτιστικὰ σώματα) στὸ στερέωμα τοῦ
οὐρανοῦ (Γεν. 1,14). 16. Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆ (Γεν. 1,22). 17. Καὶ
εἶπε στὸν Ἰωσήφ· ἰδοὺ ἐγὼ πεθαίνω, ἀλλὰ ὁ Κύριος θὰ εἶναι μαζί σας καὶ θὰ σᾶς ἐπαναφέρει στὴν
γῆ τῶν πατέρων σας (Γεν. 48,21). 18. Καὶ νὰ τηρήσεις (ἢ νὰ τηρεὶς) ὅλα ὅσα ἐγὼ σὲ προστάζω
σήμερα (Δευ. 7,11 περίπου). 19. Καὶ ἀνέβηκε καὶ κοίταξε πρὸς τὴν θάλασσα. 20. Καὶ ἔκανε ὁ
βασιλεὺς καθ᾿ ὅλα ὅσα τὸν διέταξε ὁ Θεός.

Μεταφράστε τὸ Γεν. 1,1-8.


‫להים אֵ םת ּהשָמּ י ים וְאֵ םת הָאָ ֶרץ׃‬ ‫ ב ְֵר י‬1
) ‫ָרא לא י‬δ ָ ‫אשית ב‬
‫ְרו ּח לאל יההים מ ְּר ֶחפֶת עּל־פְנֵ םי הּמָ י ים׃‬δ ‫י תְ )הום ו‬δ‫ ְוהָאָ֒ ֶרץ ָהי ְָתםה ת ֹזה זו ו הָב ֹהו וְח ֹשֶך עּל־פ ְֵנ‬2
‫ְהי )אור וּ יְהיי־אור׃‬δ ‫ וּי ֹםאמֶר לאלהי ים י י‬3
‫ְדל לאל יההים בֵ םין הָאור ובֵ םין הּח ֹשֶך׃‬δ ֵ ‫יי־טוב ּויּב‬ ‫ ּו ּי ְ֧רא לא י‬4
) ‫להְים אֶת־הָאור כ‬

87
‫ק ָרא ָ )ליְלָה וּ יְהיי־עֶ ֶםרב וּ יְהיי־ב ֹקֶר יםום א ֶָחד׃ פ‬δ ָ ‫להים׀ לָאו זר יה ום ְולּח ֹשֶך‬ ָ ‫ ּוי‬5
‫יקְרזא לא י ר‬
δ ‫ְתוך ה ָ )ּמי ים ו י‬δ ‫אמֶר לאל יההים י יְהםי ָר יקי ּע ב‬δֹ ‫ וּי‬6
‫ייהי ּמבְדיה יל בֵ םין מּ י ים לָמָ י ים׃‬
‫ֵעל ל ָָר י )קי ּע וּ יְהיי־כֵ ן׃‬δ ּ ‫ובין ּה ּהמי ים א ֶמשר מ‬
δ ֵ ‫יתחּת ל ָָר יהקי ּע‬δ ּ ‫ש זר מ‬ ׂ ‫עּש לאלה‬δ‫ ּו ּי‬7
ֶ ‫יים אֶת־ה ָָרקיי ְּע ּויּבְדֵ֒ ל ֵ רבין ּה ּזמי יםז מא‬
‫ש יני׃‬
ֵ ‫להְים לָ ָר יקי ּע ש ָ )ָמי ים וּ יְהיי־עֶ ֶםרב וּ יְהיי־ב ֹקֶר יםום‬ ֧ ָ ‫ ּוי‬8
‫יקְרא לא י‬

‫ רֵאשיית‬ἀρχή.
‫ ֵב ֹהו‬ἔρημος, κενό. ‫ ת ֹהו וּב ֹהו‬εἶναι ἕν διὰ δυοῖν.
‫ תְחום‬ὁ ἀρχέγονος ὠκεανός, ἡ ἄβυσσος τῆς θαλάσσης, τὸ ἀρχέγονο ὕδωρ.
‫ בדל‬Hiph. διαχωρίζω.
‫ בֵין‬μεταξύ, ἀνάμεσα.
‫קָרא ְל‬
ָ ὀνομάζω, ἀποκαλῶ.
‫ תֵָוֶך‬συν. κατ. ‫ תוך‬μέσον, κέντρο.

Μετάφραση.
1
Ἐν ἀρχῇ ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τον οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ.
2
Καὶ ἡ γῆ ἦταν ἄδεια καὶ ἔρημη καὶ (ὑπῆρχε) σκοτάδι πάνω ἀπ᾿ τὴν ἐπιφάνεια τῆς ἀβύσσου, ἀλλὰ
τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ αἰωρεῖτο (ἦταν αἰωρούμενο) πάνω ἀπὸ τὴ ἐπιφάνεια τῶν ὑδάτων.
3
Καὶ εἶπε ὁ Θεός· νὰ γίνει φῶς· καὶ ἔγινε φῶς.
4
Καὶ εἶδε ὁ Θεὸς ὅτι τὸ φῶς εἶναι καλό· καὶ ἔκανε διαχωρισμὸ ὁ Θεὸς μεταξὺ τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ
σκότους.
5
Καὶ ὀνόμασε ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέρα, καὶ τὸ σκότος τὸ ὀνόμασε νύχτα. Καὶ ἔγινε βράδυ (δηλ.
ἑσπέρα) καὶ ἔγινε πρωί, ἡμέρα μία (= πρώτη).
6
Καὶ εἶπε ὁ Θεός· νὰ γίνει ἕνα στερέωμα στὸ μέσον τῶν ὑδάτων καὶ νὰ διαχωρίζει (νὰ εἶναι
διαχωρίζον) τὰ ὕδατα μεταξύ τους.
7
Καὶ ἔφτιαξε ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα καὶ ἔκανε διαχωρισμὸ μεταξὺ τῶν ὑποκάτω τοῦ στερεώματος
ὑδάτων καὶ τῶν ὑπεράνω τοῦ στερεώματος ὑδάτων· ἔτσι καὶ ἔγινε.
8
Καὶ ὀνόμασε ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα οὐρανό. Καὶ ἔγινε ἑσπέρα καὶ ἔγινε πρωί, ἡμέρα δευτέρα.

88
‫‪ΟΜΑΛΟ ΡΗΜΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὴ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil Hophal Hithpael‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטּל‬ ‫ָכבֵד‬ ‫קָטֹן‬ ‫ניקְטּל‬ ‫‪1‬קיטֵל‬ ‫קֻטּל‬ ‫יה ְקטייל‬ ‫ָה ְקטּל‬ ‫‪2‬היתְקּטֵל‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫קָטְלָה‬ ‫כָ בְדָ ה‬ ‫ָק ְטנָה‬ ‫ני ְק ְטלָה‬ ‫קיטְלָה‬ ‫ֻק ְטלָה‬ ‫ָה ְק ְטלָה יה ְקטיילָה‬ ‫היתְ ּק ְטלָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָטֵּלְתָ‬ ‫ָכ ֵּבדְ תָ‬ ‫ק ֵָט ֹנְתָ‬ ‫ניקְטֵּלְתָ‬ ‫קיטֵּלְתָ‬ ‫קֻטֵּלְתָ‬ ‫ָה ְק ֵּטלְתָ ה היק ֵּטלְתָ‬ ‫היתְ ּט ּטלְתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קָטּלְתְ‬ ‫ָכבּדְ תְ‬ ‫קָטֹנְתְ‬ ‫ניקְטּלְתְ‬ ‫קיטּלְתְ‬ ‫קֻטּלְתְ‬ ‫יה ְק ּטלְתְ‬ ‫ָה ְק ּטלְתְ‬ ‫היתְ ּק ּטלְתְ‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קָטֵּלְתיי‬ ‫קיטֵּלְתיי ניקְטֵּלְתיי ק ֵּט ֹנְתי י ָכ ֵּבדְ תי י‬ ‫היתְ ּק ּטלְתי י ָה ְק ּטלְתי יה ְק ֵּטלְתי י קֻטֵּלְתיי‬

‫‪γ΄ κ.‬‬ ‫קָטְלו‬ ‫כָבְדו‬ ‫ני ְקטְלו‬ ‫קיטְלו‬ ‫קֻטְלו‬ ‫היקְטיילו‬ ‫שָקְטְלו‬ ‫היתְקּטְלו‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְכבּדְ תֶ ם קְטּלְתֶם‬ ‫היתְקּטּלְתֶם הָקְטּלְתֶם היקְטּלְתֶם ֻק ּטלְתֶ ם קיטּלְתֶם ני ְק ּטלְתֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קְטּלְתֶן‬ ‫ְכבּדְ תֶ ן‬ ‫קיטּלְתֶן ני ְק ּטלְתֶ ן‬ ‫היתְקּטּלְתֶן הָקְטּלְתֶן היקְטּלְתֶן ֻק ּטלְתֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ָק ֵּטלְנו‬ ‫ָכ ֵּבדְ נו‬ ‫ני ְק ֵּטלְנו‬ ‫קיטֵּלְנו‬ ‫ֻק ֵּטלְנו‬ ‫יה ְק ֵּטלְנו‬ ‫ָה ְק ֵּטלְנו‬ ‫היתְ ּק ּטלְנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטֹל‬ ‫י י ְכבּד‬ ‫ייקְטּן‬ ‫ייקָטֵל‬ ‫יְקּטֵל‬ ‫יְקֻטּל‬ ‫יּקְטייל‬ ‫יָקְטּל‬ ‫ייתְקּטֵל‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תיקְטֹל‬ ‫תיקָטֵל ‪ κ.λ.π.‬תי ְכבּד‬ ‫תְקּטֵל‬ ‫תְקֻטּל‬ ‫תּקְטייל‬ ‫תָקְטּל‬ ‫תיתְקּטֵל‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תיקְטֹל‬ ‫תי ְכבּד‬ ‫תיקָטֵל‬ ‫תְקּטֵל‬ ‫תְקֻטּל‬ ‫תּקְטייל‬ ‫תָקְטּל‬ ‫תיתְקּטֵל‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תיקְטְליי‬ ‫תי ְכבְדי י‬ ‫תְקּטְליי תיקָ טְליי‬ ‫תְקֻטְליי‬ ‫תּקְטייליי‬ ‫תָקְטְליי‬ ‫תיתְקּטְליי‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ֶאקְט ֹל‬ ‫אֶכְבּד‬ ‫‪3‬אֶקָטֵל‬ ‫מא ּקטֵל‬ ‫אמקֻטּל‬ ‫אקְטייל‬ ‫אקְטּל‬ ‫אֶתְקּטֵל‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטְלו‬ ‫ייכְבְדו‬ ‫ייקָ טְלו‬ ‫יְקּטְלו‬ ‫יְקֻטְלו‬ ‫יּקְטיילו‬ ‫יָקְטְלו‬ ‫ייתקּטְלו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי ְכ ֵּבדְ נָה תי ק ְֵט ֹ ְלנָה‬ ‫תי תְ ּק ֵּט ְלנָה תָ ְק ֵּט ְלנָה תּ ְק ֵֵט ְלנָה תְ ֻק ֵּט ְלנָה תְ ּק ֵֵט ְלנָה ת ָק ֵּט ְלנָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תיקְטְלו‬ ‫תיכְבְדו‬ ‫תְקּטְלו תיקָ טְלו‬ ‫תְקֻטְלו‬ ‫תּקְטיילו‬ ‫תָקְטְלו‬ ‫תיתְקּטְלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תי ְכ ֵּבדְ נָה תי ק ְֵט ֹ ְלנָה‬ ‫תי תְ ּק ֵּט ְלנָה תָ ְק ֵּט ְלנָה תּ ְק ֵֵט ְלנָה תְ ֻק ֵּט ְלנָה תְ ּק ֵֵט ְלנָה ת ָק ֵּט ְלנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ניקְטֹל‬ ‫ני ְכבּד‬ ‫ניקָטֵל‬ ‫נְקּטֵל‬ ‫נְ ֻקטּל‬ ‫נּ ְקטייל‬ ‫נָ ְקטּל‬ ‫ניתְ ּקטֵל‬

‫‪.‬קיטּל ‪1. ἢ‬‬


‫‪.‬היתְקּטּל ‪2. ἢ‬‬
‫אי ָקטּל ‪3. ἢ‬‬

‫‪89‬‬
‫)‪ΟΜΑΛΟ ΡΗΜΑ (συνέχεια‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὴ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal Hithpael‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫ֶא ְק ְטלָה‬ ‫ֶא ְכבְדָ ה‬ ‫יאקָ ְטלָה‬ ‫מא ּק ְטלָה‬ ‫א ְקטיילָה‬ ‫אֶתקּ ְטלָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫ייקְטֹל‬ ‫ייכְבּד‬ ‫ייקָטֵל‬ ‫יְקּטֵל‬ ‫יְקֻטּל‬ ‫יּקְטֵל‬ ‫יָקְטּל‬ ‫ייתקּטֵל‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּוייקְט ֹל‬ ‫וּייכְבּד‬ ‫וּייקָטֵל‬ ‫וּיְקּטֵל‬ ‫וּיְקֻטּל‬ ‫וּיּקְטֵל‬ ‫ּוי ָ ְקטּל‬ ‫וּייתְקּטֵל‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ְו ָק ֵּטלְתָ‬ ‫וְכָבֵּדְתָ‬ ‫וְניקְטֵּלְתָ‬ ‫וְקיטֵּלְתָ‬ ‫וְהיקְטֵּלְתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫‪1‬קְטֹל‬ ‫כְבּד‬ ‫יה ָקטֵל‬ ‫קיטֵל‬ ‫הּקְטֵל‬ ‫היתְקּטֵל‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קיטְליי‬ ‫כיבְדיי‬ ‫היקָ ְטליי‬ ‫קּטְליי‬ ‫הּקְטייליי‬ ‫היתְקּטְליי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קיטְלו‬ ‫יכבְדו‬ ‫היקָ טְלו‬ ‫קּטְלו‬ ‫הּקְטיילו‬ ‫היתְקּטְלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ק ְֵט ֹ ְלנָה‬ ‫ְכ ֵּבדְ נָה‬ ‫יה ָק ֵּט ְלנָה‬ ‫ּק ֵֵט ְלנָה‬ ‫ּה ְק ֵֵט ְלנָה‬ ‫י יתְ קּ ֵֵט ְלנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫קְטֹל‬ ‫כְבּד‬ ‫יה ָקטֵל‬ ‫קּטֵל‬ ‫הָקְטייל‬ ‫)הּקְטּל(‬ ‫היתְקּטֵל‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫קָטֹל‬ ‫כָבוד‬ ‫יהקָט ֹל‬ ‫קּטֵל‪ ,‬קּטֹל‬ ‫קֻטֹל‬ ‫הּקְטֵל‬ ‫)הּקְטּל(‬ ‫היתְקּטֵל‬
‫ניקְטֹל ‪ἢ‬‬
‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫קֹטֵל‬ ‫כָבֵד‬ ‫קָטֹן‬ ‫מְקּטֵל‬ ‫מּקְטייל‬ ‫מיתְקּטֵל‬
‫‪παθ.‬‬ ‫קָטול‬ ‫ני ְקטָל‬ ‫מְקֻטָל‬ ‫מָקְטָל‬

‫‪ (ἐμφατικὸς τύπος προστακτικῆς).‬קָטְלָה ‪1.‬‬

‫‪90‬‬
‫‪ΤΟ ΟΜΑΛΟ ΡΗΜΑ ΜΕ ΑΝΤΩΝΥΜΙΚΑ ΕΠΙΘΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ QAL‬‬
‫‪γ΄ ἑν. ἀρ.‬‬ ‫‪γ΄ ἑν. θ.‬‬ ‫‪β΄ ἑν. ἀρ.‬‬ ‫‪β΄ ἑν. θ.‬‬ ‫‪α΄ ἑν. κ.‬‬ ‫‪γ΄ πλ. κ. β΄ πλ. ἀρ. α΄ πλ. κ.‬‬
‫קָטּל‬ ‫ָק ְטלָה‬ ‫קָטּלְתָ‬ ‫קָטּלְתְ‬ ‫קָטּלְתיי‬ ‫קָטְלו‬ ‫ְק ּטלְתֶ ם‬ ‫קָטּלְנו‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קְטָלּניי‬ ‫ְק ָטלּתְ ניי‬ ‫קְטּלְתּניי‬ ‫ְק ּטלְתי יניי‬ ‫קְטָלוניי‬ ‫קְטּלְתוניי‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטָלְך‬ ‫קְטָלּתְך‬ ‫קְטּלְתייך‬ ‫קְטָלוך‬ ‫קְטּלְנוך‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטָלֵך‬ ‫קְטָלָתֶך‬ ‫קְטּלְתייך‬ ‫קְטָלוך‬ ‫קְטּלְנוך‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטָלו‬ ‫ְק ָטלּתְ הו‬ ‫קְטּלְתָהו‬ ‫קְטּלְתייהו‬ ‫ְק ּטלְתי יהו‬ ‫קְטָלוהו‬ ‫קְטּלְתוהו‬ ‫קְטּלְנוהו‬
‫קְטָלָהו‬ ‫קְטָלּתו‬ ‫קְטּלְתו‬ ‫קְטּלְתייו‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫קְטָלָה‬ ‫ְק ָטלּתָ ה‬ ‫קְטּלְתָה‬ ‫ְק ּטלְתי י ָה‬ ‫ְק ּטלְתי י ָה‬ ‫קְטָלוהָ‬

‫‪Πληθ.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קְטָלָנו‬ ‫ְק ָטלּתְ נו‬ ‫קְטּלְתָנו‬ ‫קְטּלְתיינו‬ ‫קְטָלונו‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטּלְכֶם‬ ‫ְק ּטלְתי יכֶם‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטּלְכֶן‬ ‫ְק ּטלְתי יכֶן‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קְטָלָם‬ ‫ְק ָטלָתּ ם‬ ‫קְטּלְתָם‬ ‫ְק ּטלְתי ים‬ ‫ְק ּטלְתי ים‬ ‫קְטָלום‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫קְטָלָן‬ ‫ְק ָטלּתּ ן‬ ‫קְטּלְתָן‬ ‫ְק ּטלְתי ין‬ ‫ְק ּטלְתי ין‬ ‫קְטָלון‬

‫‪91‬‬
‫)‪ΤΟ ΟΜΑΛΟ ΡΗΜΑ ΜΕ ΑΝΤΩΝΥΜΙΚΑ ΕΠΙΘΗΜΑΤΑ (συνέχεια‬‬
‫‪ΜΗ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΚΤ. ΣΥΝ. ΑΠΑΡ.‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Hiphil‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἑν. Πληθ.‬‬ ‫‪ΤΕΤ.‬‬ ‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬ ‫‪ΤΕΤ.‬‬ ‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫ייקְטֹל‬ ‫ייקְטְלו‬ ‫קְטֹל‬ ‫קיטְלו‬ ‫קְטֹל‬ ‫קיטֵל‬ ‫יְקּטֵל‬ ‫יה ְקטייל‬ ‫יּקְטייל‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ייקְטְלֵניי‬ ‫ייקְטְלוניי‬ ‫יקטְלוניי ָק ְט ֵלניי‬ ‫ָק ְטליי ָק ְט ֵלניי‬ ‫יק ְט ּלניי‬ ‫יְקּטְלֵניי‬ ‫יה ְקטיי ּלניי‬ ‫יּקְטיילֵניי‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטָלְך‬ ‫ייקְטְלוך‬ ‫קָטְלְך קְטָלך‬ ‫קיטֶלְך‬ ‫יְקּטֶלְך‬ ‫יה ְקטיילְך‬ ‫יּקְטיילְך‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטְלֵך‬ ‫ייקְטְלוך‬ ‫קָטְלֵך‬ ‫קיטְלֵך‬ ‫יְקּטְלֵך‬ ‫יה ְקטיילֵך‬ ‫יּקְטיילֵך‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְק ְטלֵהו‬ ‫ייקְטְלוהו‬ ‫קיטְלוהו קָטלֵהו‬ ‫קָטְלו‬ ‫קיטלו‬ ‫יְקּטְלֵהו‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ייקְטְלֶהָ‬ ‫יקְטְלוהָ‬ ‫‪ κ.λ.π.‬קָטְלֶהָ‬ ‫קָטְלָה‬ ‫קיטלָה‬ ‫יְקּטלֶהָ‬

‫‪Πληθ.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫י י ְק ְטלֵנו‬ ‫ייקְטְלונו‬ ‫קָטְלֵנו‬ ‫ָק ְטלֵנו‬ ‫קיטְלָנו‬ ‫יְקּטְלֵנו‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטָלְכֶם‬ ‫ייקְטְלוכֶם‬ ‫‪ָ κ.λ.π.‬ק ְט ְלכֶם ְקטָלכֶם‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטָלְכֶן‬ ‫ייקְטְלוכֶן‬ ‫ָק ְט ְלכֶן ְק ָט ְלכֶן‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייקְטְלֵם‬ ‫ייקְטְלום‬ ‫ָק ְטלֵם‬ ‫קָטְלָם‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ייקְטְלֵן‬ ‫ייקְטְלון‬ ‫ָק ְטלֵם‬ ‫קָטְלָן‬

‫‪92‬‬
‫פ״ן ‪Ῥήματα‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal Hiphil Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫)נָגּש(‬ ‫נָפּל‬ ‫ניגּש‬ ‫יהגייש‬ ‫הֻגּש‬ ‫נָתּ ן‬ ‫ָלקּח‬ ‫ניתּ ן‬ ‫נילְקּח‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫‪ὁμαλὸ ὁμαλὸ‬‬ ‫ניגְשָה‬ ‫היגיישָה‬ ‫שה‬
‫ֻה ְג ָ‬ ‫‪ ὁμαλὸ‬נָ תְ נָה‬ ‫ניתְ נָה‬ ‫‪ὁμαλὸ‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ני ֵּגשְתָ‬ ‫יה ֵּגשְתָ‬ ‫הֻגֵּשְתָ‬ ‫נָתֵתָ‬ ‫ניתֵּתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ני ּגשְת‬ ‫יה ּגשְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫נָתּתְ‬ ‫‪ὁμαλὸ‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ני ּגשְתי י‬ ‫יה ּגשְתי י‬ ‫נָתּתיי‬

‫‪γ΄ κ.‬‬ ‫ניגְשו‬ ‫יהגיישו‬ ‫נָ תְ נו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫היגּשְתֶם ניגּשְתֶם‬ ‫נְתּ תֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ניגּשְתֶן‬ ‫היגּשְתֶן‬ ‫נְתּ תֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫שנו‬
‫ני ֵּג ְ‬ ‫שנו‬
‫יה ֵּג ְ‬ ‫נָתֵּ נו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייגּש‬ ‫י יפ ֹל‬ ‫י ינָגֵש‬ ‫יּגייש‬ ‫י ֻגּש‬ ‫ייתֵן‬ ‫ייקּח‬ ‫י ינָתֵ ן‬ ‫י י ָלקּח‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי גּש‬ ‫תי פ ֹל‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תּגייש‬ ‫תֻ גּש‬ ‫תיתֵן‬ ‫תיקּח‬ ‫‪κ.λ.π. κ.λ.π.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי גּש‬ ‫תי פ ֹל‬ ‫תּגייש‬ ‫תֻ גּש‬ ‫תתֵן‬ ‫תיקּח‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תי ְגשיי‬ ‫תי ְפליי‬ ‫תּגיישיי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תיתְניי‬ ‫תיקְחיי‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ֶאגּש‬ ‫ֶאפ ֹל‬ ‫אּגייש‬ ‫אֶתֵן‬ ‫ֶאקּח‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייגְשו‬ ‫ייפְלו‬ ‫יּגיישו‬ ‫ייתְנו‬ ‫ייקְחו‬


‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫שנָה‬
‫תי ֵפ ֹ ְלנָה תי ֵּג ְ‬ ‫שנָה‬
‫תּ ֵֵג ְ‬ ‫תי ֵּק ְחנָה )תי תֵֵ נָה(‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי גְשו‬ ‫תיפְלו‬ ‫תּ גיישו‬ ‫תיתְנו‬ ‫תיקְחו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫שנָה‬
‫תי ֵפ ֹ ְלנָה תי ֵּג ְ‬ ‫שנָה‬
‫תּ ֵֵג ְ‬ ‫תי ֵּק ְחנָה )תי תֵ נָה(‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ניגּש‬ ‫ניפֹל‬ ‫נּגייש‬ ‫ניתֵ ן‬ ‫ניקּח‬

‫‪93‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬פ״ן ‪Ῥήματα‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫אֶגְשָה‬ ‫ֶאפלָה‬ ‫שה‬
‫ּאגיי ָ‬ ‫אֶתְ נָה‬ ‫אֶקְחָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫ייגּש‬ ‫ייפֹל‬ ‫ייגֵש‬ ‫י ֻגּש‬ ‫ייתֵן‬ ‫ייקּח‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּוייגּש‬ ‫וּייפֹל‬ ‫ּוייגֵש‬ ‫ּוי ֻגּש‬ ‫וּייתֵן‬ ‫וּייקּח‬
‫‪τετ.‬‬ ‫וְנָ ֵּפלְתָ‬ ‫וְנָ תֵּ תָ ה‬

‫‪Προστ.‬‬ ‫יהנָתֵ ן‬ ‫הילָקּח‬


‫‪Ἑνικὸς‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫גּש )גְשָ ה(‬ ‫נְפ ֹל‬ ‫יהנָגֵש‬ ‫הּגֵש‬ ‫תֵ ן‪ ,‬תְ נָה‬ ‫קּח‪ ,‬קְחָה‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫גְשיי‬ ‫ני ְפליי‬ ‫הינָ גְשיי‬ ‫הּגיישיי‬ ‫תְ ניי‬ ‫קְחיי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫גְשו‬ ‫ניפְלו‬ ‫הינָ גְשו‬ ‫ּהגיישו‬ ‫תְנו‬ ‫קְחו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫שנָה‬
‫ֵּג ְ‬ ‫נ ְֵפ ֹ ְלנָה‬ ‫שנָה‬
‫יהנָ ֵּג ְ‬ ‫הּגֵשְנָה‬ ‫)תֵֵ נּה(‬ ‫) ֵּקחנָה(‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫גֵֶשֶת‬ ‫נְפ ֹל‬ ‫יהנָגֵש‬ ‫הּגייש‬ ‫הֻגּש‬ ‫‪1‬תֵת‬ ‫‪2‬קּחּת‬ ‫יהנָתֵ ן‬ ‫הילָקּח‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫נָגוש‬ ‫נָפ ֹל‬ ‫יהנָגֵש‬ ‫הּגֵש‬ ‫הֻגּש‬ ‫נָתון‬ ‫לָקו ּח‬ ‫יהנָת ֹן‬ ‫הילָקֹחּ‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫)נֹגֶש(‬ ‫נֹפֵל‬ ‫ניגָש‬ ‫ּמגייש‬ ‫נֹתֵן‬ ‫לקֵחּ‬
‫‪παθ.‬‬ ‫)נָגוש(‬ ‫ֻמגָש‬ ‫נָתון‬ ‫לָקו ּח‬ ‫ניתָ ן‬ ‫נילְקָח‬

‫‪ κ.λ.π.‬תי תי י ‪1. Μὲ ἐπιθήματα‬‬


‫‪ κ.λ.π.‬קּ חְתי י ‪2. Μὲ ἐπιθήματα‬‬

‫‪94‬‬
‫‪ΡΉΜΑΤΑ Α΄ ΛΑΡΥΓΓΟΦΏΝΟΥ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬ ‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὸ‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ָעמּד‬ ‫הָזֵק‬ ‫נֶ לעמּד‬ ‫הֶ לעמייד‬ ‫הָ ֳעמּד‬ ‫אכּל‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ָעמְדָ ה‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫נֶ ֶעמְדָ ה‬ ‫הֶעלמיידָה‬ ‫הָ ָעמְדָ ה‬ ‫‪ὁμαλὸ‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ָע ֵּמדְ תָ‬ ‫נֶ לע ֵּמדְ תָ‬ ‫הֶ לע ֵּמדְ תָ‬ ‫הָ ֳע ֵּמדְ תָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ָעמּדְ תְ‬ ‫נֶ לעמּדְ תְ‬ ‫הֶ לעמּדְ תְ‬ ‫הָ ֳעמּדְ תְ‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ָע ֵּמדתי י‬ ‫נֶ לע ֵּמדְ תי י‬ ‫הֶ לע ֵּמדְ תי י‬ ‫הָ ֳע ֵּמדְ תי י‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫ָעמְדו‬ ‫נֶ ֶעמְדו‬ ‫הֶ לעמיידו‬ ‫הָ ָעמְדו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫מעמּדְ תֶ ם‬ ‫נֶ לעמּדְ תֶ ם‬ ‫הֶ לעמּדְ תֶ ם‬ ‫הָ ֳעמּדְ תֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫מעמּדְ תֶ ן‬ ‫נֶ לעמּדְ תֶ ן‬ ‫הֶ לעמּדְ תֶ ן‬ ‫הָ ֳעמּדְ תֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ָע ֵּמדְ נו‬ ‫נֶ לע ֵּמדְ נו‬ ‫הֶ לעמּדְ נו‬ ‫הָ ֳע ֵּמדְ נו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ּיעממ ֹד‬ ‫ֵי לחז ּק‬ ‫ֵי ָעמֵד‬ ‫ּי מעמייד‬ ‫ָי ֳעמּד‬ ‫י ֹאכּל‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ּתעממ ֹד‬ ‫ֶת לחז ּק‬ ‫ֵת ָעמֵד‬ ‫ּת מעמייד‬ ‫ָת ֳעמּד‬ ‫ת ֹאכּל‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ּתעממ ֹד‬ ‫ֶת לחז ּק‬ ‫ֵת ָעמֵד‬ ‫ּת מעמייד‬ ‫ָת ֳעמּד‬ ‫ת ֹאכּל‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ּתעממ ֹד‬ ‫ֶת לחזְקיי‬ ‫ֵת ָעמְדי י‬ ‫ּת מעמיידי י‬ ‫ָת ָעמָדֹי‬ ‫ת ֹא ְכליי‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ֶאעלמ ֹד‬ ‫אֶחלזּק‬ ‫אֵ ָעמֵד‬ ‫אּ מעמייד‬ ‫אָ ֳעמּדְ‬ ‫אֹכּל‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ּי ּעמְדו‬ ‫ֶי ֶחז ְקו‬ ‫י ֵעָ מְדו‬ ‫ּי מעמיידו‬ ‫ָי ָעמְדו‬ ‫י ֹאכְלו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ּתע ֵממ ֹדְ נָה‬ ‫ֶת לח ֵז ּ ְקנָה‬ ‫ֵת ָע ֵּמדְ נָה‬ ‫ּת מע ֵֵמדְ נָה‬ ‫ָת ֳע ֵּמדְ נָה‬ ‫ת ֹא ּכ ְֵלנָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ּת ּעמְדו‬ ‫ֶת ֶחז ְקו‬ ‫תֵ עָ מְדו‬ ‫ּת מעמיידו‬ ‫ָת ָעמְדו‬ ‫ת ֹאכְלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ּתע ֵממ ֹדְ נָה‬ ‫ֶת לח ֵז ּ ְקנָה‬ ‫ֵת ָע ֵּמדְ נָה‬ ‫ּת מע ֵֵמדְ נָה‬ ‫ָת ֳע ֵּמדְ נָה‬ ‫ת ֹא ּכ ְֵלנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫נּ עממ ֹד‬ ‫נֶ לחז ּק‬ ‫נֵ ָעמֵד‬ ‫נּ מעמייד‬ ‫נָ ֳעמּד‬ ‫נ ֹאכּל‬

‫‪95‬‬
‫)‪ΡΗΜΑΤΑ Α΄ ΛΑΡΥΓΓΟΦΏΝΟΥ (συνέχεια‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫אֶ ֶעמְדָ ה‬ ‫אעממיידָה‬ ‫א ֹ ְכלָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫ייעממ ֹד‬ ‫ֶי לחז ּק‬ ‫י ּ מעמֵד‬ ‫י ֹאכּל‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּו ייעממ ֹד‬ ‫ּו ֶי לחז ּק‬ ‫וּ י ּ מעמֵד‬ ‫וּיֹאכּל‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ו ְָע ֵּמדְ תָ‬ ‫וְהּ מע ֵּמדְ ָת‬ ‫וְאָ ֵכלְתָ ה‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫עממ ֹד‬ ‫מחז ּק‬ ‫הֵ ָעמּד‬ ‫הּ מעמֵד‬ ‫אלכ ֹל‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫יעמְדי י‬ ‫יחזְקיי‬ ‫הֵעָ מְדי י‬ ‫הּ מע יֵמידי י‬ ‫יא ְכליי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫יעמְדו‬ ‫יחז ְקו‬ ‫הֵעָ מְדו‬ ‫הּ מע יֵמידו‬ ‫יאכְלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ע ֵממ ֹדְ נָה‬ ‫מח ֵז ּ ְקנָה‬ ‫ֵה ָע ֵּמדְ נָה‬ ‫הּ מע ֵֵמדְ נָה‬ ‫מאכ ֹ ְלנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫עממ ֹד‬ ‫ֵה ָעמֵד‬ ‫הּ מע יֵמיד‬ ‫אלכ ֹל‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫עָמוד‬ ‫נּעממ ֹד‬ ‫הּ מעמֵד‬ ‫הָ ֳעמֵד‬ ‫אכול‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫עֹמֵד‬ ‫מּ מעמָד‬ ‫אֹכֵל‬
‫‪παθ.‬‬ ‫עָמוד‬ ‫נֶ לעמָד‬ ‫מָ ֳעמָד‬ ‫אכול‬

‫‪96‬‬
‫‪ΡΗΜΑΤΑ Β΄ ΛΑΡΥΓΓΟΦΏΝΟΥ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual Hithpael‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal Piel Pual Hithpael‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬ ‫מאבָ רכָה איבָחמרָה אֶבְחמרָה ΄‪Coh. α‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫בָחּר‬ ‫ני ְבחּר‬ ‫ב ֵֵרך‬ ‫בֹרּך‬ ‫היתְ ב ֵָרך‬ ‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫י י ְבחּר‬ ‫י י ָבחֵר‬ ‫יְב ֵָרך‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫בָחמרָה‬ ‫ני ְבח ָמרה‬ ‫ב מֵרכָה‬ ‫ב ְֹרכָה‬ ‫היתְ בָ ְרכָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫בָחֵּרתָ‬ ‫ב ֵֵּרכְתָ ה ני ְבח ְּרתָ‬ ‫בֹרּכְתָ‬ ‫‪ Βὰβ ἀκ.‬היתְ ֵָב ְרכְתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫בָחּרְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫ב ֵּרכְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪ μὴ τετ.‬היתְ ב ְ ָּרכְתְ‬ ‫וּייבְחּר‬ ‫וּייבָחֵר‬ ‫ּויְב ֶָרך‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫בָחֵּרְתיי‬ ‫ב ֵֵּרכְתי י‬ ‫‪ τετ.‬היתְ ב ֵָּרכְתי י‬ ‫ְוני ְב ֵּח ְרתָ ובָחֵּרְתָ‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫בָ חמרו‬ ‫בֵרמכו‬ ‫היתְ בָ ְרכו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְבח ְּרתֶ ם‬ ‫ב ֵּרכְתֶ ם‬ ‫היתְ ב ָּרכְתֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ְבח ְּרתֶ ן‬ ‫ב ֵּרכְתֶ ן‬ ‫היתְ ב ָּרכְתֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫בָחֵּרְנו‬ ‫ב ֵֵּרכנו‬ ‫היתְ ב ֵָּרכְנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬ ‫‪Προστ.‬‬


‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייבְחּר‬ ‫ייבָחֵר‬ ‫יְב ֵָרך‬ ‫יְבֹרּך‬ ‫י יתְ ב ֵָרך‬ ‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תיבְחּר‬ ‫תיבָחֵר‬ ‫תְ ב ֵָרך‬ ‫תְבֹרּך‬ ‫תי תְ ב ֵָרך‬ ‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְבחּר‬ ‫יה ָבחֵר‬ ‫ב ֵָרך‬ ‫היתְ ב ֵָרך‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תיבְחּר‬ ‫תיבָחֵר‬ ‫תְ ב ֵָרך‬ ‫תְבֹרּך‬ ‫תי תְ ב ֵָרך‬ ‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫בּ ח ימרי‬ ‫יה ָבח ימרי‬ ‫בָ מרכיי‬ ‫היתְ בָ ְרכיי‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תיבְחמריי‬ ‫תיבָחמריי‬ ‫תְ ב מָרכיי‬ ‫תְבֹרְכיי‬ ‫תי תְ בָ ֵרכיי‬ ‫‪Πληθ.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אֶבְחּר‬ ‫אֶבָחֵר‬ ‫מאב ֵָרך‬ ‫אמבֹרּך‬ ‫אֶתְ ב ֵָרך‬ ‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫בּ חָרו‬ ‫היבָ חמרו‬ ‫בָרמכו‬ ‫היתְ בָ ְרכו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ב ֵָר ְכנָה יה ָב ֵּח ְרנָה ְב ֵּח ְרנָה‬ ‫היתְ ב ֵָּר ְכנָה‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְבחמרו‬ ‫י י ָבחמרו‬ ‫יְבָרמכו‬ ‫י ְב ְֹרכו‬ ‫ייתְבָרְכו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי תְ ב ֵָּר ְכנָה תְ ב ֵֹּר ְכנָה תְ ב ֵָּר ְכנָה תי ָב ֵּח ְרנָה תי ְב ֵּח ְרנָה‬ ‫‪Ἀπαρ.‬‬ ‫בְח ֹר‬ ‫יה ָבחֵר‬ ‫ב ֵָרך‬ ‫בֹרּך‬ ‫היתְ ב ֵָרך‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי ְבחמרו‬ ‫תי ָבחמרו‬ ‫תְבָרמכו‬ ‫תְ ב ְֹרכו‬ ‫‪ συνεζ.‬תיתְבָרְכו‬ ‫בָחור‬ ‫ניבְח ֹר‬ ‫ב ֵָרך‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫‪ ἀπόλ.‬תי תְ ב ֵָּר ְכנָה תְ ב ֵֹּר ְכנָה תְ ב ֵָּר ְכנָה תי ָב ֵּח ְרנָה תי ְב ֵּח ְרנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ני ְבחּר‬ ‫ני ָבחֵר‬ ‫נְב ֵָרך‬ ‫נְב ֹּרך‬ ‫ניתְ ב ֵָרך‬
‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫בֹחֵר‬ ‫מֶבָרֵך‬ ‫מיתְבָרֵך‬
‫‪παθ.‬‬ ‫בָחור‬ ‫ני ְבחָר‬ ‫מְבֹרָך‬

‫‪97‬‬
‫‪ΡΗΜΑΤΑ Γ΄ ΛΑΡΥΓΓΟΦΏΝΟΥ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hiyhpael‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫שָלּח‬ ‫נישְלּח‬ ‫שלּח‬
‫י‬ ‫שֻלּח‬ ‫הישְלייחּ‬ ‫שלּח‬
‫ָה ְ‬ ‫הישתּלּח‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ָש ְלחָה‬ ‫ש ְלחָה‬
‫ני ְ‬ ‫שילְחָה‬ ‫ש ְלחָה‬
‫ֻ‬ ‫שלייחָה‬
‫יה ְ‬ ‫ש ְלחָה‬
‫ָה ְ‬ ‫הישְתּ ְלחָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שָלֵּחְתָ‬ ‫נישְלֵּחְתָ‬ ‫ש ֵּלחְתָ‬
‫י‬ ‫שֻלֵּחְתָ‬ ‫הישְלֵּחְתָ‬ ‫ש ֵּלחְתָ‬
‫ָה ְ‬ ‫הישְתּלֵּחְתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫שָלּחְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫הישְלֵּחּתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫שָלֵּחְתיי‬ ‫הישְלֵּחְתיי‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫ָשלְחו‬ ‫ש יֵליחו‬


‫יה ְ‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ש ּלחְתֶ ם‬
‫ְ‬ ‫ש ּלחְתֶ ם‬
‫יה ְ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ש ּלחְתֶ ן‬
‫ְ‬ ‫ש ּלחְתֶ ן‬
‫יה ְ‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫שָלֵּחנו‬ ‫הישְלֵּחְנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יישְלּח‬ ‫שלּח‬
‫יי ָ‬ ‫שלּח‬
‫יְ ּ‬ ‫יְשֻלּח‬ ‫שליי ּח‬
‫יּ ְ‬ ‫שלּח‬
‫יָ ְ‬ ‫ישְתּ לּח‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תישְלּח‬ ‫שלּח‬
‫תי ָ‬ ‫שלּח‬
‫תְ ּ‬ ‫תְשֻלּח‬ ‫שליי ּח‬
‫תּ ְ‬ ‫שלּח‬
‫תָ ְ‬ ‫תי שְתּ לּח‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תישְלּח‬ ‫שלּח‬
‫תי ָ‬ ‫שלּח‬
‫תְ ּ‬ ‫תְשֻלּח‬ ‫שליי ּח‬
‫תּ ְ‬ ‫שלּח‬
‫תָ ְ‬ ‫תי שְתּ לּח‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תישְלְחיי‬ ‫תי ָש ְלחיי‬ ‫ש ְלחיי‬
‫תְ ּ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫ש יֵליחיי‬
‫תּ ְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אֶשְלּח‬ ‫אֶשלּח‬ ‫אמשּלּח‬ ‫אּשְלייחּ‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫שלְחו‬


‫יי ְ‬ ‫יישָלְחו‬ ‫יְשּלְחו‬ ‫יּשְליֵיחו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תי ְ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תי ָ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תְ ּ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תּ ְ‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שלְחו‬
‫תי ְ‬ ‫תישָלְחו‬ ‫תְשּלְחו‬ ‫תּשְליֵחו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תי ְ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תי ָ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תְ ּ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫תּ ְ‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫נישְלּח‬ ‫נישָלּח‬ ‫שלּח‬
‫נְ ּ‬ ‫נּשְלייחּ‬

‫‪98‬‬
‫)‪ΡΗΜΑΤΑ Γ΄ ΛΑΡΥΓΓΟΦΏΝΟΥ (συνέχεια‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hithpael‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫ש ְלחָה‬
‫ֶא ְ‬ ‫א ָיש ְלחָה‬ ‫אמשּלחָה‬ ‫אּשְליֵיחָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫יישְלּח‬ ‫שלּח‬
‫יי ָ‬ ‫שלּח‬
‫יְ ּ‬ ‫שלּח‬
‫יּ ְ‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּוי ישלּח‬ ‫שלּח‬
‫ּוי י ָ‬ ‫שלּח‬
‫ּוי ְ ּ‬ ‫שלּח‬
‫ּוי י ְ‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ו ְָש ֵּלחתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שְלּח‬ ‫הישָלּח‬ ‫שלּח‬
‫ּ‬ ‫הּשְלּח‬ ‫הישְתּלּח‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫שילְחיי‬ ‫הישָלְחיי‬ ‫ש ְלחיי‬
‫ּ‬ ‫הּשליֵיחיי‬ ‫הישְתּלְחיי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שלְחו‬
‫י‬ ‫ה ָישלְחו‬ ‫שּלְחו‬ ‫ש יֵליחו‬
‫ּה ְ‬ ‫הישְתּ לְחו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫ְ‬ ‫ש ֵּל ְחנָה‬
‫יה ָ‬ ‫ש ֵּלחנָה‬
‫ּ‬ ‫ש ֵָל ְחנָה‬
‫ּה ְ‬ ‫הישְתּ ֵּל ְחנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫שְלחּ‬ ‫הישָלּח‬ ‫שלּח‬
‫ּ‬ ‫הּשְלייחּ‬ ‫הישְתּלּח‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫שלו ּח‬
‫ָ‬ ‫נישְלחּ‬ ‫ש ֵל ּח‬
‫ּ‬ ‫הּשְלֵחּ‬ ‫ש ּל ּח‬
‫ָה ְ‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫שֹלֵחּ‬ ‫ש ֵל ּח‬
‫ְמ ּ‬ ‫שליי ּח‬
‫ּמ ְ‬ ‫מי שְתּ ֵל ּח‬
‫‪παθ.‬‬ ‫שלו ּח‬
‫ָ‬ ‫נישְלָח‬ ‫מְשֻלָח‬ ‫שלָח‬
‫ָמ ְ‬

‫‪99‬‬
‫ל״א ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hithpael‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫מָצָא‬ ‫מָלֵא‬ ‫נימְצָא‬ ‫מיצֵא‬ ‫ֻמצָא‬ ‫הימְצייא‬ ‫ֻה ְמצָא‬ ‫היתְמּצֵא‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫מָ צְאה‬ ‫מָ לְאה‬ ‫נימְצְאה‬ ‫ימצְאה‬ ‫מֻצְאה‬ ‫הימְציֵיאה‬ ‫ֻה ְמצְאה‬ ‫היתְ ּמצְאה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫מָצֵָאתָ‬ ‫מָלֵֵאתָ‬ ‫נימְצֵֵאתָ‬ ‫מיצֵאתָ‬ ‫ֻמ ֵֵצאתָ‬ ‫הימְצֵֵאתָ‬ ‫ֻה ְמ ֵֵצאתָ‬ ‫היתְמּצֵֵאתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫מָצָאת‬ ‫מָלֵאת‬ ‫נימְצֵאת‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫הימְצֵאת‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫מָצֵָאתיי‬ ‫מָלֵֵאתיי‬ ‫נימְצֵֵאתיי‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫הימְצֵֵאתיי‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫‪ὅπως‬‬
‫‪ἡ‬‬ ‫‪ἡ‬‬ ‫‪ἡ‬‬ ‫‪ἡ‬‬
‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫מָ צְאו‬ ‫מָ לְאו‬ ‫ני ְמצְאו‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫יה ְמ יֵציאו‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Niphal‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְמצָאתֶ ם‬ ‫מְלֵאתֶם‬ ‫נימְצֵאתֶם‬ ‫הימְצֵאתֶם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ְמצָאתֶ ן‬ ‫מְלֵאתֶן‬ ‫נימְצֵאתֶן‬ ‫הימְצֵאתֶן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫מָצֵָאנו‬ ‫ָמ ֵֵלאנו‬ ‫נימְצֵֵאנו‬ ‫הימְצֵֵאנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יימְצָא‬ ‫יימְלָא‬ ‫יימָצֵא‬ ‫יְמּצֵא‬ ‫י ְ ֻמצָא‬ ‫יּמצייא‬ ‫י ֻ ְמצָא‬ ‫ייתְמּצֵא‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תימְצָא‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תימָצֵא‬ ‫תְמּצֵא‬ ‫תְ ֻמצָא‬ ‫תּמְצייא‬ ‫תֻ ְמצָא‬ ‫תיתְמּצֵא‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תימְצָא‬ ‫תימָצֵא‬ ‫תְמּצֵא‬ ‫תְ ֻמצָא‬ ‫תּמְצייא‬ ‫תֻ ְמצָא‬ ‫תיתְמּצֵא‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תימְצְאיי‬ ‫תימָצְאיי‬ ‫תְמּצְאיי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תּמְציֵיאיי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אֶמְצָא‬ ‫אֶמָצֵא‬ ‫אממּצֵא‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫אמְצייא‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫‪ὅπως‬‬
‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪ἡ‬‬ ‫‪ἡ‬‬ ‫‪ἡ‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י י ְמצְאו‬ ‫י י ָמצְאו‬ ‫‪ὅπως‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫י ּ ְמ יֵציאו‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי ְמ ֵֶצאנָה‬ ‫תי ָמ ֵֶצאנָה‬ ‫‪ἡ‬‬ ‫תּ ְמ ֵֵצאנָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי ְמצְאו‬ ‫תי ָמצְאו‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫תּ ְמ יֵציאו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תי ְמ ֵֶצאנָה‬ ‫תי ָמ ֵֶצאנָה‬ ‫תּ ְמ ֵֵצאנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫נימְצָא‬ ‫נימָצֵא‬ ‫נּמְצייא‬

‫‪100‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬ל״א ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hithpael‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫אֶמְצְאה‬ ‫אימָ צְאה‬ ‫א ְמ יֵציאה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫י י ְמצָא‬ ‫י י ָמצֵא‬ ‫י ּ ְמצֵא‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּוי י ְמצָא‬ ‫ּוי י ָמצֵא‬ ‫ּוי ּ ְמצֵא‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ְו ָמ ֵָצאתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְמצָא‬ ‫יה ָמצֵא‬ ‫מּצֵא‬ ‫יה ְמצֵא‬ ‫היתְ ּמצֵא‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ימ ְצאיי‬ ‫הימָ ְצאיי‬ ‫מּצְאיי‬ ‫ּה ְמ יֵציאיי‬ ‫היתְ ּמ ְצאיי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫מיצְאו‬ ‫הימָ צְחו‬ ‫ּמצְאו‬ ‫הּמְציֵיאו‬ ‫היתְמּצְאו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ְמ ֵֶצאנָה‬ ‫יה ָמ ֵֶצאנָה‬ ‫ּמ ֵֶצאנָה‬ ‫ּה ְמ ֵֶצנָה‬ ‫היתְ ּמ ֵֶצאנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫מְצ ֹא‬ ‫יה ָמצֵא‬ ‫מּצֵא‬ ‫ּה ְמצייא‬ ‫הישְתּלּח‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫מָצוא‬ ‫נימְצ ֹא‬ ‫מּצֹא‬ ‫ּה ְמצֵא‬ ‫הֻמְצָא‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫מֹצֵא‬ ‫ְמ ּמצֵא‬ ‫שליי ּח‬
‫ּמ ְ‬ ‫מיתְ ּמצֵא‬
‫‪παθ.‬‬ ‫מָצוא‬ ‫ני ְמצָא‬ ‫ְמ ֻמצָא‬ ‫מֻמְצָא‬

‫‪101‬‬
‫פ״י ‪ καὶ‬פ״ו ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יָשּב‬ ‫יָרֵא‬ ‫שב‬
‫נו ּ‬ ‫הושייב‬ ‫הושּב‬ ‫יָטּב‬ ‫הֵיטייב‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫שבָה‬
‫ָי ְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫שבָה‬
‫נו ְ‬ ‫הו יֵשיבָה‬ ‫שבָה‬
‫הו ְ‬ ‫יָטְבָה‬ ‫הֵי יֵטיבָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫יָשֵּבְתָ‬ ‫נו ֵּשבְתָ‬ ‫הושֵּבְתָ‬ ‫הושֵּבְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫הֵיטֵּבְתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫הֵיטּבְתְ‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫הֵיטֵּבְתיי‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫הֵי יֵטיבו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫הֵי ּטבְתֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫הֵי ּטבְתֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫הֵי ֵּטבְנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יֵשֵב‬ ‫ייירָא‬ ‫שב‬
‫י י ָו ֵ‬ ‫יושייב‬ ‫שב‬
‫יו ּ‬ ‫י ייטּב‬ ‫י ֵיטייב‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תֵשֵב‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫שב‬
‫תי ָו ֵ‬ ‫תושייב‬ ‫שב‬
‫תו ּ‬ ‫תי יטּב‬ ‫תֵ יטייב‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תֵשֵב‬ ‫שב‬
‫תי ָו ֵ‬ ‫תושייב‬ ‫שב‬
‫תו ּ‬ ‫תי יטּב‬ ‫תֵ יטייב‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תֵשְבְי‬ ‫שביי‬
‫תי ָו ְ‬ ‫תו יֵשיביי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תי י ְטביי‬ ‫תֵ י יֵטיביי‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אֵשֵב‬ ‫איוָשֵב‬ ‫אושייב‬ ‫אייטּב‬ ‫אֵ יטייב‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫שבו‬


‫יי ְ‬ ‫שבו‬
‫י י ָו ְ‬ ‫יו יֵשיבו‬ ‫יייטְבו‬ ‫יֵיטיֵיבו‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ש ְבנָה‬
‫תֵ ֵ ּ‬ ‫תי ָו ֵּש ְבנָה‬ ‫)תו ֵֵש ְבנָה(‬ ‫תי י ֵּט ְבנָה‬ ‫תֵ י ֵּט ְבנָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שבו‬
‫תי ְ‬ ‫שבו‬
‫תי ָו ְ‬ ‫תו יֵשיבו‬ ‫תי יטְבו‬ ‫תֵיטיֵיבו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ש ְבנָה‬
‫תֵ ֵ ּ‬ ‫תי ָו ֵּש ְבנָה‬ ‫)תו ֵֵש ְבנָה(‬ ‫תי י ֵּט ְבנָה‬ ‫תֵ י ֵּט ְבנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫שב‬
‫נֵ ֵ‬ ‫שב‬
‫ני ָו ֵ‬ ‫נושייב‬ ‫נייטּב‬ ‫נֵיטייב‬

‫‪102‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬פ״י ‪ καὶ‬פ״ו ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬

‫΄‪Coh. α‬‬ ‫שבָה‬


‫אֵ ְ‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫יֵשֵב‬ ‫שב‬
‫יו ֵ‬ ‫י ייטּב‬ ‫י ֵיטֵב‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫שב‬
‫ּו ֵֵי ֶ‬ ‫שב‬
‫וּיו ֶ‬ ‫וּיייטּב‬ ‫ּו ֵֵיטֶב‬
‫‪τετ.‬‬ ‫שבְתָ‬
‫ְו ָי ֵ ּ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שבָה(‬
‫שב ) ְ‬
‫ֵ‬ ‫יְרָא‬ ‫שב‬
‫יה ָו ֵ‬ ‫הושֵב‬ ‫הֵיטֵב‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫שְביי‬ ‫שביי‬
‫יה ָו ְ‬ ‫הושיֵיביי‬ ‫הֵיטייב‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫שבו‬
‫ְ‬ ‫שבו‬
‫יה ָו ְ‬ ‫הו יֵשיבו‬ ‫הֵי יֵטיבו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ש ְבנָה‬
‫ֵֵ‬ ‫יה ָו ֵּש ְבנָה‬ ‫הו ֵֵש ְבנָה‬ ‫הֵי ֵּט ְבנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫שֵֶבֶת‬ ‫יירְאה‬ ‫שב‬
‫יה ָו ֵ‬ ‫הושייב‬ ‫הושּב‬ ‫)י ְט ֹב(‬ ‫הֵיטייב‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫י ָשוב‬ ‫הושֵב‬ ‫יָטוב‬ ‫הֵיטֵב‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫ישֵב‬ ‫יָרֵא‬ ‫מושייב‬ ‫יֹטֵב‬ ‫מֵיטייב‬
‫‪παθ.‬‬ ‫י ָשוב‬ ‫שב‬
‫נו ָ‬ ‫שב‬
‫מו ָ‬ ‫יָטוב‬

‫‪103‬‬
‫ע״י ‪ καὶ‬ע״ו ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫ע״י‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫קָם‬ ‫מֵת‬ ‫בוש‬ ‫נָקום‬ ‫הֵקיים‬ ‫הוקּם‬ ‫שָם‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫קֵָמָה‬ ‫ֵֵמתָ ה‬ ‫שה‬
‫ֵבו ָ‬ ‫נָקֵומָה‬ ‫הֵקיֵימָה‬ ‫הו ְק ָמה‬ ‫שֵָמָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קֵּמְתָ‬ ‫ֵּמתָ ה‬ ‫בֵשְתָ‬ ‫נְקומֵֹתָ‬ ‫יימ ֹתָ‬
‫מהק ֵ‬ ‫הוקֵּמְתָ‬ ‫שּמְתְ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קּמְתְ‬ ‫מּתְ‬ ‫בשְתְ‬ ‫נְקומֹת‬ ‫מהקיימ ֹת‬ ‫הוקּמְתְ‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קֵּמְתיי‬ ‫ֵּמתי י‬ ‫בֵשְתיי‬ ‫נְקומֵֹתיי‬ ‫יימ ֹתי י‬
‫מהק ֵ‬ ‫הוקֵּמְתיי‬ ‫‪ὅπως τὸ‬‬
‫קָמ‬
‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫קֵָמו‬ ‫מֵֵתו‬ ‫ֵבושו‬ ‫נ ֵָקומו‬ ‫הֵיקיֵימו‬ ‫הוקְמו‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קּמְתֶם‬ ‫מּתֶם‬ ‫בשְתֶ ם‬ ‫נְקומ ֹתֶ ם‬ ‫המקיימֹתֶם‬ ‫הוקּמְתֶם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קּמְתֶן‬ ‫מּתֶן‬ ‫ָבשְתֶ ן‬ ‫נְקומ ֹתֶ ן‬ ‫המקיימֹתֶן‬ ‫הוקּמְתֶן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫קֵּמְנו‬ ‫ֵּמתְ נו‬ ‫בֵשְנו‬ ‫נְקומֵֹנו‬ ‫יימ ֹנו‬
‫מהק ֵ‬ ‫הו ֵּק ְמנו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יָקום‬ ‫יָמות‬ ‫י ֵבוש‬ ‫ייקום‬ ‫יָקיים‬ ‫יוקּם‬ ‫יָשיים‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תָקום‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫תֵ בוש‬ ‫תיקום‬ ‫תָקיים‬ ‫תוקּם‬ ‫תָשיים‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תָקום‬ ‫תֵ בוש‬ ‫תיקום‬ ‫תָקיים‬ ‫תוקּם‬ ‫תָשיים‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תָקֵומיי‬ ‫תֵ ֵבושיי‬ ‫תיקֵומיי‬ ‫תָקיֵימיי‬ ‫תי ו ְקמיי‬ ‫תָשיימיי‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אקום‬ ‫ֵאבוש‬ ‫אֶקום‬ ‫אקיים‬ ‫אוקּם‬ ‫אָשיים‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫י ֵָקומו‬ ‫י ֵֵבושו‬ ‫י יקומו‬ ‫י ָ יֵקימו‬ ‫יוקְמו‬ ‫יָשיימו‬


‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תְ קו ֵֶמינָה‬ ‫שנָה‬
‫תֵ ֵב ְ‬ ‫‪1‬תָ ֵֵק ְמנָה‬ ‫תו ֵּק ְמנָה‬ ‫‪2‬תָ ֵֵש ְמנָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תָ ֵקומו‬ ‫תֵ ֵבושו‬ ‫תי קומו‬ ‫תָ יֵקימו‬ ‫תוקְמו‬ ‫תָ שיימו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תְ קו ֵֶמינָה‬ ‫שנָה‬
‫תֵ ֵב ְ‬ ‫תָקֵמְנָה‬ ‫תו ֵּק ְמנָה‬ ‫תָ ֵֵש ְמנָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫נָקום‬ ‫נֵבוש‬ ‫ניקום‬ ‫נָקיים‬ ‫נוקּם‬ ‫נָשיים‬

‫‪.‬תְ קיֵ ימֶ ינָה ‪1. ἢ‬‬


‫‪.‬תְ ֵשי ימֶ ינָה ‪2. ἢ‬‬

‫‪104‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬ע״י ‪ καὶ‬ע״ו ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫ע״י‬
‫‪Ἐνεργ.‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Qal‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫אקוָמָה‬ ‫אמותָה‬ ‫שה‬
‫ֵאבו ָ‬ ‫אקיי ָמה‬ ‫אָשיימָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫יָקֹם‬ ‫י ָמ ֹת‬ ‫י ֵבוש‬ ‫יָקֵם‬ ‫יָשֵם‬
‫ּו ֵָישֶם‬
‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּו ֵָיקָם‬ ‫וֵּיָמָת‬ ‫ּוי ֵֵבוש‬ ‫ּו ֵָיקֶם‬ ‫ְו ֵּשמְתָ‬
‫‪τετ.‬‬ ‫וְקּמְתָ‬ ‫וְהמקיימֵֹתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫קום‬ ‫מות‬ ‫בוש‬ ‫היקום‬ ‫ָהקֵם‪ָ ,‬ה יֵקי ָמה‬ ‫שיים‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫קֵומיי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫ֵבושיי‬ ‫היקֵומיי‬ ‫ָה יֵקימיי‬ ‫שיֵימיי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ֵקומו‬ ‫ֵבושו‬ ‫ה ֵיקומו‬ ‫הָקיֵימו‬ ‫יֵשימו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ֵק ֹ ְמנָה‬ ‫שנָה‬
‫ֵב ְ‬ ‫ה ֵיק ֹ ְמנָה‬ ‫ָה ֵֵק ְמנָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫קום‬ ‫מות‬ ‫בוש‬ ‫היקום‬ ‫הָקיים‬ ‫הוקּם‬ ‫שיים‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫קום‬ ‫מות‬ ‫בוש‬ ‫נָקום‬ ‫הָקֵם‬ ‫שום‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫קָם‬ ‫מֵת‬ ‫בוש‬ ‫מֵקיים‬ ‫שָם‬
‫‪παθ.‬‬ ‫קום‬ ‫‪1‬נָקום‬ ‫מוקָם‬

‫‪.‬נְקומָה ‪1. Θηλ.‬‬

‫‪105‬‬
‫ע״ע ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργητικὰ‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫סּב‬ ‫ָסבּב‬ ‫קּל‬ ‫מּל‬ ‫נָסּב‬ ‫ֵהסֵב‬ ‫הוסּב‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫ֵּסבָה‬ ‫ָס ְבבָה‬ ‫ֵּקלָה‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫נָ ֵּסבָה‬ ‫ֵה ֵֵסבָה‬ ‫הו ֵּסבָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫סּבֵותָ‬ ‫קּלֵותָ‬ ‫נְס ֵּבותָ‬ ‫מהס ֵיבותָ‬ ‫הוסּבֵותָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫סּבות‬ ‫קּלות‬ ‫נְסּבות‬ ‫מהסיבות‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫סּבֵותיי‬ ‫קּלֵותיי‬ ‫נְס ֵּבותי י‬ ‫מהס ֵיבותי י‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫סֵּבו‬ ‫ָסבְבו‬ ‫קּלו‬ ‫נָסּבו‬ ‫ֵהסֵבו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫סּבותֶ ם‬ ‫ּקלותֶ ם‬ ‫נְסּבותֶ ם‬ ‫מהסיבותֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫סּבותֶ ן‬ ‫ּקלותֶ ן‬ ‫נְסּבותֶ ן‬ ‫מהסיבותֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫סּבֵונו‬ ‫קּלֵונו‬ ‫ניס ֵּבונו‬ ‫מהס ֵיבונו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יָסֹב‬ ‫י יס ֹב‬ ‫יֵקּל‬ ‫יימּל‬ ‫ייסּב‬ ‫יָסֵב יּסֵב‬ ‫יוסּב י ֻסּב‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תָסֹב‬ ‫תי ס ֹב‬ ‫תֵקּל‬ ‫תימּל‬ ‫תי סּב‬ ‫תָ סֵב‬ ‫תוסּב‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תָסֹב‬ ‫תי ס ֹב‬ ‫תֵקּל‬ ‫תימּל‬ ‫תי סּב‬ ‫תָ סֵב‬ ‫תוסּב‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תָסֵֹביי‬ ‫תי ְסביי‬ ‫תֵקּליי‬ ‫תימְליי‬ ‫תי ֵּסביי‬ ‫תָ ֵֵסביי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫אסֹב‬ ‫אֶס ֹב‬ ‫אֵקּל‬ ‫אֶמּל‬ ‫ֶאסּב‬ ‫אסֵב‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫יָסֵֹבו‬ ‫ייסֹבו‬ ‫יֵקֵּלו‬ ‫י י ְמלו‬ ‫י י ֵּסבו‬ ‫י ָ ֵֵסבו‬


‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תְ ֻס ֵֶבינָה‬ ‫תי ֵס ֹ ְבנָה‬ ‫תְ ֵּקלֶינָה‬ ‫תי ֵּמ ְלנָה‬ ‫תי ּס ֵֶבינָה‬ ‫תְ יס ֵֶבינָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תָסֵֹבו‬ ‫תיסֹבו‬ ‫תֵקֵּלו‬ ‫תי ְמלו‬ ‫תי ֵּסבו‬ ‫תָ ֵֵסבו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תְ ֻס ֵֶבינָה‬ ‫תי ֵס ֹ ְבנָה‬ ‫תְ ּק ֵֶלינָה‬ ‫תי ֵּמ ְלנָה‬ ‫תי ּס ֵֶבינָה‬ ‫תְ יס ֵֶבינָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫נָס ֹב‬ ‫ניס ֹב‬ ‫נֵ ּקל‬ ‫נּ ּמל‬ ‫ניסּב‬ ‫נָסֵב‬

‫‪106‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬ע״ע ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬
‫‪Ἐνεργητικὰ‬‬ ‫‪Στατικὰ‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬ ‫אסבָה‬
‫ֶא ְסבָה ֵ‬ ‫ֵא ֵּקלָה‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫י יס ֹב י ָס ֹב‬ ‫יֵקּל‬ ‫יֵמּל‬ ‫ייסּב‬ ‫יָסֵב‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫וּייסֹב וּיֵָסָב‬ ‫ּוי ֵ ּקל‬ ‫וּייסּב‬ ‫ּו ֵָיסֶב‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ְוס ֵּבתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫סֹב‬ ‫יהסּב‬ ‫ָהסֵב‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫סֵֹביי‬ ‫יה ֵּסביי‬ ‫ָה ֵֵסביי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫סֹבו‬ ‫יה ֵּסבו‬ ‫ָה ֵֵסבו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ֻס ֵֶבינָה‬ ‫יה ּס ֵֶבינָה‬ ‫מה יס ֵֶבינָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫סֹב‬ ‫ק ֹל ּקל‬ ‫יהסּב‬ ‫ָהסֵב‬ ‫הוסּב‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫סָבות‬ ‫קָלול‬ ‫היסוב‬ ‫ָהסֵב‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫סֹבֵב‬ ‫ּקל ּקלָ ה‬ ‫מֵסֵב‬ ‫מוסָב‬
‫‪παθ.‬‬ ‫סָבוב‬ ‫‪1‬נָסָב‬

‫‪.‬נֶ ּסבָה ‪1. θηλ.‬‬

‫‪107‬‬
‫)ל״ו ‪ καὶ‬ל״י( ל״ה ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hithpael‬‬
‫‪ΤΕΤΕΛ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ָגלָה‬ ‫ניגְלָה‬ ‫יגלָה‬ ‫ֻגלָה‬ ‫יהגְלָה‬ ‫ָהגְלָה‬ ‫היתְ ּגלָה‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫גָ לְתָ ה‬ ‫ניגְלְתָ ה‬ ‫גילְתָ ה‬ ‫גֻלְתָ‬ ‫יהגְלְתָ ה‬ ‫ָהגְלֶתָ ה‬ ‫היתְ ּגלְתָ ה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫גָליֵיתָ‬ ‫ניגְלֵֵיתָ‬ ‫יג יֵליתָ‬ ‫גֻלֵֵיתָ‬ ‫היגְליֵיתָ‬ ‫הָגְלֵֵיתָ‬ ‫היתְגּליֵיתָ‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫גָליית‬ ‫ניגְלֵית‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫גָליֵיתיי‬ ‫ניגְלֵֵיתיי‬

‫‪γ΄ κοινὸ‬‬ ‫גָלו‬ ‫ניגְלו‬


‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫גְלייתֶם‬ ‫ניגְלֵיתֶ ם‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫גְלייתֶן‬ ‫ניגְלֵיתֶ ן‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ָג יֵלנו‬ ‫ניגְליֵינו‬

‫‪ΜΗ ΤΕΤ.‬‬
‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייגְלֶה‬ ‫י י ָגלֶה‬ ‫יְגּלֶה‬ ‫יְגֻלֶה‬ ‫יּגְלֶה‬ ‫יָגְלֶה‬ ‫י יתְ ּגלֶה‬
‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי גְלֶה‬ ‫תי ָגלֶה‬ ‫תְ גּלֶה‬ ‫תְ גֻלֶה‬ ‫תּגְלֶה‬ ‫תָגְלֶה‬ ‫תי תְ ּגלֶה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי גְלֶה‬ ‫תי ָגלֶה‬ ‫תְ גּלֶה‬ ‫תְ גֻלֶה‬ ‫תּגְלֶה‬ ‫תָגְלֶה‬ ‫תי תְ ּגלֶה‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תיגְליי‬ ‫תיגָליי‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬ ‫‪κ.λ.π.‬‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ֶאגְלֶה‬ ‫אֶגָלֶה‬

‫‪γ΄ ἀρσ.‬‬ ‫ייגְלו‬ ‫ייגָלו‬


‫‪γ΄ θηλ.‬‬ ‫תי גְ ֵֶלינָה‬ ‫תי ָג ֵֶלינָה‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫תי גְלו‬ ‫תיגָלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫תי גְ ֵֶלינָה‬ ‫תי ָג ֵֶלינָה‬
‫‪α΄ κοινὸ‬‬ ‫ניגְלֶה‬ ‫ני ָגלֶה‬

‫‪108‬‬
‫)‪ (συνέχεια‬ל״ה ‪ΡΗΜΑΤΑ‬‬
‫‪Qal‬‬ ‫‪Niphal‬‬ ‫‪Piel‬‬ ‫‪Pual‬‬ ‫‪Hiphil‬‬ ‫‪Hophal‬‬ ‫‪Hithpael‬‬
‫΄‪Coh. α‬‬
‫΄‪Juss. γ‬‬ ‫ייגְלֶה‬ ‫ייֵגָל‬ ‫יְגּל‬ ‫יֵֶגֶל‬ ‫ייתְגּל‬

‫‪Βὰβ ἀκ.‬‬
‫‪μὴ τετ.‬‬ ‫ּוייגֶל‬ ‫ּו יֵיגָל‬ ‫וּיְגּל‬ ‫וּיְגֻלֶה‬ ‫וּיֵֶגֶל‬ ‫ּוי יתְ גּל‬
‫‪τετ.‬‬ ‫ְוגָ יֵליתָ‬ ‫וְניגְלֵֵיתָ‬

‫‪Προστ.‬‬
‫‪Ἑνικὸς‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫ְגלֵה‬ ‫יה ָגלֶה‬ ‫ּגלֵה )גּכ(‬ ‫ּהגְלֵה‬ ‫היתְ ּגלֵה‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫גְליי‬ ‫היגָליי‬ ‫ּגליי‬ ‫הּגְליי‬ ‫היתְגּליי‬
‫‪Πληθ.‬‬
‫‪β΄ ἀρσ.‬‬ ‫גְלו‬ ‫יהגָלו‬ ‫גּלו‬ ‫ּהגְלו‬ ‫היתְ גּלו‬
‫‪β΄ θηλ.‬‬ ‫ְג ֵֶלינָה‬ ‫יה ָג ֵֶלינָה‬ ‫ּג ֵֶלינָה‬ ‫ּהגְ ֵֶלינָה‬ ‫היתְ ּג ֵֶלינָה‬

‫‪Ἀπαρ.‬‬
‫‪συνεζ.‬‬ ‫גָלות‬ ‫יהגָלות‬ ‫גּלות‬ ‫גֻלות‬ ‫ּהגְלות‬ ‫הָגְלות‬ ‫היתְ גּלות‬
‫‪ἀπόλ.‬‬ ‫גָלה‬ ‫ניגְלת‬ ‫גֻלה‬ ‫ּהגְלֵה‬ ‫ָהגְלֵה‬ ‫היתְ ּגלֵה‬

‫‪Μετοχὴ‬‬
‫‪ἐνεργ.‬‬ ‫גֹלֶה‬ ‫מְגּלֶה‬ ‫מּגְלֶה‬
‫‪παθ.‬‬ ‫גָלוי‬ ‫ניגְלֶה‬ ‫ְמגֻלֶה‬ ‫מָגְלֶה‬ ‫מיתְ ּגלֶה‬

‫‪109‬‬
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

Ἆλεφ ‫ ֵא יל ֵָיהו‬Ἠλίας.
‫ אב‬πατήρ. ‫ א ְל ָמנָה‬χήρα.
‫ אבּד‬χάνομαι, ἀπόλλυμαι, ἀφανίζομαι. ‫ אים‬ἐάν, κατὰ πόσον.
‫ אֶבְיון‬πτωχός. ‫( אֵם‬θ.) μήτηρ, μητέρα.
‫( אֵֶבֶן‬θ.) πέτρα, λίθος. ‫ אמּץ‬εἶμαι δυνατός· Pi. ἐνισχύω, ἐνθαρρύνω.
‫ אב ְָרהָם‬Ἀβραάμ. ‫ אמּר‬λέγω· ὑπόσχομαι, ἐπαγγέλλομαι.
‫ אדָם‬ἄνθρωπος. ‫( אלמֶת‬θ.) ἀλήθεια.
‫( אמדָמָה‬θ.) ἔδαφος, γῆ. ‫ אמניי‬ἐγώ.
‫ אדון‬κύριος. ‫ אסּף‬συλλέγω, μαζεύω, συγκεντρώνω.
‫ אהֵב‬ἀγαπῶ· μὴ τετ. ‫י ְ לאחּב‬. ‫ ֵֶאסֶף‬ἄκρο, πέρας· ἐν τούτοις.
‫ אמ הָה‬ἀλίμονο ἢ ἀλλοίμονο. ‫ אף‬ἐπίσης, ἐπὶ πλέον.
‫ אהמרֹן‬Ἀαρών. ‫ אצייל‬ἔσχατο ἄκρο.
‫ אור‬φῶς. ‫ארבּע‬
ְ τέσσαρες, τέσσερα.
‫ אות‬σημεῖον· θαῦμα. ‫ אמריי‬λέων, λιοντάρι.
‫( אֵֹזֶן‬θ.) οὖς, αὐτί. ‫( אֵֶרֶץ‬θ.) γῆ· χώρα.
‫ אח‬ἀδελφός. ‫ארר‬
ּ καταρῶμαι.
‫ אֶחָד‬ἕνας, ἕνα. ‫ אֵש‬πῦρ, φωτιά.
‫ אחּר‬,‫ אח ֵמרי‬μετά, πίσω. ‫ מאשֶר‬ὁ ὁποῖος, ἡ ὁποῖα, τὸ ὁποῖον (καὶ πληθ.).
‫ אֹיֵב‬ἐχθρός. (‫ אֵת )אֶת־‬μόριο τῆς αἰτιατικῆς.
‫ אּיֵה‬ποῦ; ‫ אֵת‬μαζὶ μέ, μετά τινος.
‫ אֵיך‬πῶς; πόσο!
‫ איין‬μὴ ὕπαρξη, μηδέν, ὄχι, καθόλου. Μπὲθ
‫ אייש‬ἄνδρας. ‫ בְאֵר‬φρέαρ, πηγάδι.
‫ אישָה‬γυνή, γυναῖκα. ‫ ָבבֶל‬ἡ Βαβυλών.
‫ אכּל‬τρώγω. ‫ בדל‬Hiph. ἀποχωρίζω, διαιρῶ.
‫ אֵֹכֶל‬τροφή (θ. ‫)א ְכלָה‬. ‫ ֵב ֹהו‬ἔρημος, κενό.
‫ אל־‬μή. ‫ ְב ֵה ָמה‬ζῷον.
‫ אֶל‬πρός. ‫ בוא‬ἔρχομαι· πηγαίνω· Hiph. (‫ ) ֵהבייא‬φέρνω.
‫( אֵ לָה‬θ.) ἡ τερέβινθος. ‫ בוש‬αἰσχύνομαι.
‫ אל להיים‬Θεός· (σπαν. θεοί). ‫ ָבחּר‬ἐκλέγω.

110
‫ ָבטּח‬ἐμπιστεύομαι, δίνω ἐμπιστοσύνη σὲ (ְ‫)ב‬. Ντᾶλεθ
‫ בֵין‬μεταξύ, ἀνάμεσα. ‫ דבר‬Pi. λέγω.
‫ בֵּיית‬οἰκία, σπίτι. ‫ דָבָר‬λόγος· πρᾶγμα.
‫ ָבכָה‬κλαίω. ‫ דָ ג‬ἰχθύς.
‫ בְכור‬πρωτότοκος. ‫ דָ ויד‬,‫ דָ וייד‬Δαυίδ.
‫ְכורה‬
ָ ‫( ב‬θ.) τὰ πρωτοτόκια. ‫( דֵֶלֶת‬θ.) πόρτα, θύρα.
‫ בּמָה‬μὲ τί; ἐν τίνι; ‫ דָם‬αἷμα.
‫ בֵן‬υἱός. ‫ דֵֶ ֶרך‬δρόμος, ὁδός.
‫ ָבנָה‬κτίζω.
‫ ֵּבעּל‬κύριος, ἰδιοκτήτης· σύζυγος· ὁ Βάαλ. Χὲ
‫ בֵֹקֶר‬τὸ πρωινό, τὸ πρωί, ἡ πρωία. ‫ הוא‬αὐτή, ‫ הייא‬αὐτός.
‫ בקש‬Pi. ἀναζητῶ, ψάχνω. ‫ ָהי ָה‬εἶμαι, γίνομαι.
‫ בָרָא‬δημιουργῶ (ἐκ τοῦ μηδενός). ‫ הֵיכָל‬ἀνάκτορο· ναός.
‫( ב יְרית‬θ.) διαθήκη, συμφωνία, συνθήκη. ‫ הָלּך‬πορεύομαι· Hith. βηματίζω πέρα δῶθε.
‫ ֵֶב ֶרך‬γόνυ, γόνατο (δυϊκὸς ‫)ב ְיר ֵּכי ים‬. ‫ המלם‬πρὸς τὰ ἐδῶ, ἐντεῦθεν.
‫ ברך‬Pi. εὐλογῶ. ‫ הֵן‬,‫ יהנֵה‬ἰδού.
‫( בְרָכָה‬θ.) εὐλογία. ‫ הּר‬ὄρος, βουνό.
‫ בָשָר‬σάρξ. ‫ ה ָּרג‬σκοτώνω, ἐκτελῶ.
‫( בּת‬θ.) θυγάτηρ, κόρη, θυγατέρα.
‫ בְתוך‬ἐν μέσῳ, στὸ μέσον, στὴ μέση. Βὰβ
‫ ְו‬καί.
Γκῖμελ
ּ‫ גבֹה‬ὑψηλός. Ζάγιν
‫ גיבור‬ὁ δυνατός, ὁ πολεμιστής, τὸ παλληκάρι. ‫ זָבּח‬θυσιάζω, σφάζω.
‫ גָדּ ל‬εἶμαι μέγας· Pi. μεγαλώνω, μεγεθύνω. ‫ זֵֶבּח‬θυσία.
‫ ֵג ֹדֶ ל‬μεγαλωσύνη, μεγαλεῖο. ‫ זֶה‬αὐτός, αὐτή, αὐτό, οὗτος, αὕτη, τοῦτο.
‫ גָדול‬μέγας. ‫ זָהָב‬ὁ χρυσός, τὸ χρυσάφι.
‫ ָגלָה‬ἀποκαλύπτω· Hiph. ἐξορίζω. ‫( ֵּזי ית‬θ.) ἐλαία (τὸ δένδρο καὶ ὁ καρπός).
‫ גָלות‬ἐξορία, ἐκτόπιση. ‫ זָכּר‬ἐνθυμοῦμαι.
‫ ָגנּב‬κλέβω, κλέπτω. ‫ זָכָר‬ἄρρην, ἀρσενικός.
‫ זָעּק‬κραυγάζω.

111
‫ זָקֵן‬ὁ γέρων, ὁ πρεσβύτερος. ‫( חמניית‬θ.) λόγχη.
‫ ז ְקֻ ניים‬τὸ γῆρας, τὰ γηρατειά (θ. ‫)ז י ְקנָה‬. ‫ חָנּן‬ἐλεῶ, εὐσπλαγχνίζομαι.
‫ ז ְרוֵ ּע‬ὁ βραχίων. ‫ ֵֶחסֶד‬ἔλεος· εὔνοια.
‫ ֵז ֶ ּרע‬σπέρμα, σπόρος. ‫ מחציי‬ἥμισυς, μισός, τὸ μισό.
‫ חֵֶרֶב‬ξίφος.
Χὲθ ‫ חָרָה‬ἐξάπτομαι· Niph. θυμώνω.
‫ חבא‬Hith. κρύπτομαι, κρύβω ἑαυτόν. ‫ חשֶך‬σκότος, σκοτάδι.
‫ חָבּש‬δένω, περιζώνω.
‫ חָדּ ל‬παύω (ὡς μεταβατικὸ καὶ ὡς ἀμετάβατο). Τὲθ
‫ חָדָ ש‬καινός, καινούργιος. ‫ ּטבָח‬σφαγεύς· μάγειρος· ‫ רּב־טּבָחיים‬ἀρχηγὸς τῆς
‫ ֵח ֹדֶ ש‬μῆνας. φρουρᾶς.
‫ חָזָה‬βλέπω, ἀντιλαμβάνομαι· ἐκλέγω. ‫ ָטהֵר‬εἶμαι ἢ γίνομαι καθαρός.
‫ ָחז ּק‬εἶμαι ἰσχυρός· Hith. παίρνω θάρρος, ἰσχύ. ‫ טוב‬καλός.
‫ ָחז ָק‬ἰσχυρός, κραταιός, δυνατός. ‫ טוב‬τὸ καλό, ἡ καλωσύνη.
‫ חָטָא‬ἀστοχῶ· ἁμαρτάνω. ‫( טובָה‬θ.) καλωσύνη.
‫( חיטָה‬θ.) σῖτος.
‫ חָיָה‬ζῶ. Γιὼδ
‫ חּי‬ζωντανός, ζῶν. ‫ יְאֹר‬ποταμὸς (κυρίως ὁ Νεῖλος).
‫ חּייים‬ζωή. ‫ יּבָשָה‬ξηρὰ γῆ, ἄγονη καὶ ἄνυδρη γῆ.
‫ חֵּייל‬δύναμη, ἀνδρεία· στρατός. ‫( י ָד‬θ.) χέρι, ἡ χείρ.
‫ חָכּם‬εἶμαι ἢ γίνομαι σοφός. ‫ י ָדּ ע‬γνωρίζω.
‫ חָכָם‬σοφός. ‫ י ְהודָ ה‬Ἰούδας.
‫( חָכְמָה‬θ.) σοφία. ‫ יהוה‬ὁ Γιαχβέ, Ο΄ ὁ Κύριος.
‫ חֳליי‬ἀσθένεια, ἀρρώστια. ‫ יְהונָתָן‬Ἰωχανάν.
‫ חלל‬βεβηλώνω· Hiph. (‫ )חֵחֵל‬ἀρχίζω. ‫ י ְהושו ּע‬,ּ‫ י ְהו ֵֻשע‬Ἰησοῦς (τοῦ Ναυῆ).
‫ חָלּם‬ὀνειρεύομαι. ‫ יום‬ἡμέρα.
‫ חמלום‬ὄνειρο. ‫( יונָה‬θ.) περιστερά, περιστέρι.
‫ חָלּק‬μοιράζομαι· μοιράζω, διανέμω· διαιρῶ. ‫ יוסֵף‬Ἰωσήφ.
‫ חממור‬ὄνος· γάιδαρος. ‫ יָטּב‬εἶμαι καλός.
‫ חָמָס‬βία. ‫ יָכֹל‬εἶμαι ἱκανός, δύναμαι.
‫ חֵן‬χάρις, εὔνοια· γοητεία. ‫ יֵֶלֶד‬παιδί, ἀγόρι.

112
‫ יָם‬θάλασσα· ἡ δύση. ‫ ֵֶכסֶף‬ἄργυρος· ἀργύρια, χρήματα.
‫ יָמיין‬τὸ δεξὶ μέρος, δεξὶ χέρι· στὰ δεξιά. ‫ כּף‬χούφτα· πέλμα.
‫ יּעמקֹב‬Ἰακώβ. ‫ כָרָה‬σκάπτω, σκάβω.
‫ יָצָא‬ἐξέρχομαι· μὴ τετ. ‫יֵצֵא‬. ‫ כֵֶרֶם‬ἀμπέλι, ὁ ἀμπελών.
‫ ייצְחָק‬Ἰσαάκ. ‫ כָרּת‬κόπτω, κατακόπτω.
‫ יָצּק‬χέω. ‫ כָתּב‬γράφω.
‫ ֵֵיצָר‬μορφή, σχῆμα· ῥοπή.
‫ יָרֵא‬φοβᾶμαι· μὴ τετ. ‫ייירָא‬. Λᾶμεδ
‫ י ָּרד‬καταδιώκω. ‫ לא‬ὄχι, μή, δέν.
‫( יּרְכָה‬θ.) πλευρά. ‫ ֵל ֵָאה‬ἡ Λεία.
‫ י ָּרש‬κληρονομῶ, κατέχω· Hiph. (‫)הוריש‬
‫י‬ ἐκτοπίζω. ‫ ֵלבָב‬,‫ לֵב‬καρδία.
‫ י ֶש־‬,‫ י ֵש‬ὑπάρχει, ὑπάρχουν. ‫ לחם‬Niph. πολεμῶ.
‫ יָשּב‬κάθομαι· κατοικῶ. ‫ לֵֶחֶם‬ἄρτος.
‫ יָשֵן‬κοιμᾶμαι· μὴ τετ. ‫ייישּן‬. ‫ לייל‬διανυκτερεύω.
‫ י ָשָר‬ὀρθός. ‫( לּיְלָה‬θ.) νύχτα, νύξ (πληθ. ‫) ֵלי ְלות‬.
‫ יישְרָאֵל‬Ἰσραήλ. ‫ לָכד‬κυριεύω (πόλη).
‫ יתר‬Niph. ἀφήνομαι, ἀπομένω. ‫ לָמֵָה‬,‫ לֵָמָה‬γιατί; ἵνα τί;
‫ ְל ֵּמעּן‬γιὰ νά, ἵνα.
Κὰφ ‫ ליפְנֵי‬ἐνώπιον.
‫ ָכבֵד‬εἶμαι βαρύς· Pi. σκληρύνω· τιμῶ. ‫ ָלקּח‬παίρνω, λαμβάνω.
‫ כָבוד‬δόξα. ‫( לָשון‬θ.) γλῶσσα.
‫( כּד‬θ.) κάδος, πήλινο ἀγγεῖο, κανάτα.
‫ כה‬ἔτσι, οὕτω. Μὲμ
‫ כֹהֵן‬ἱερεύς. ‫ ְמא ֹד‬πολύ· ‫ טוב ְמא ֹד‬πολὺ καλός/καλῶς.
‫ כְליי‬σκεῦος, ἀγγεῖο, κύπελλο. ‫ ָמאור‬φωτιστικὸ σῶμα.
‫ כיי אים‬ἐκτὸς ἀπό· ἐκτὸς ἐάν. ‫ מאן‬Pi. ἀρνοῦμαι, δὲν θέλω.
‫ כֵֶלֶא‬φυλάκιση, φυλακή. ‫ מָאס‬ἀπορρίπτω, περιφρονῶ.
‫ כֹל‬πᾶς, ἅπας, κάθε. ‫ מידְ בָר‬ἡ ἔρημος.
‫ כּמָה‬πόσο; ‫ מות‬πεθαίνω, ἀποθνήσκω.
‫ כיסֵא‬θρόνος· κάθισμα. ‫ ימז ְ ֵֵב ּח‬θυσιαστήριο, βωμός.
‫ כסה‬Pi. καλύπτω. ‫ מָחָה‬καταστρέφω, ἐξαλείφω.

113
‫ מָ חָר‬αὔριο. (ְ‫ מָשּל )ב‬κυβερνῶ.
‫ מּ חמשָ בָה‬σκέψη, σχέδιο, ἐπινόηση, διανόημα. ‫ ימשָם‬ἀπὸ ἐκεῖ, ἐκεῖθεν.
‫ מֵּיים‬ὕδατα, ὕδωρ. ‫שפָט‬
ְ ‫ ימ‬κρίση, ἐτυμηγορία· δικαιοσύνη.
‫ מָ כּר‬πωλῶ, πουλάω. ‫ מֵת‬νεκρός.
‫ מָלֵא‬εἶμαι πλήρης· Pi. πληρῶ, γεμίζω.
‫ מְ לוא‬,‫ מְ ל‬γέμιση, πλήρωμα. Νοῦν
‫ מּלְאָך‬ἀγγελιαφόρος· ἄγγελος. ‫ נבא‬Niph. προφητεύω.
‫( מי לָה‬θ.) λόγος, λόγιο, ῥῆμα, ῥήση. ‫ נָבייא‬προφήτης.
‫( מילְחָמָה‬θ.) πόλεμος· μάχη. ‫ נבט‬Hiph. (‫ )היביט‬κοιτάζω.
‫ מָ לּך‬εἶμαι βασιλεύς· Hiph. κάνω τινὰ βασιλέα. ‫( נְ ֵבלָה‬θ.) πτῶμα.
‫ מֵֶ לֶך‬βασιλεύς. ‫ נֵֶגֶב‬ὁ νότος· ἡ νοτίως τῆς Ἰουδαίας περιοχή.
‫( מּלְכָה‬θ.) βασίλισσα. ‫ נָגּע‬ἀγγίζω· φθάνω μέχρι.
‫ מּ לְכות‬βασιλεία. ‫ נגש‬προσεγγίζω· Niph. προσεγγίζω.
‫ מֶלְקָחֵּיים‬τσιμπίδα, κηροσβέστης (δυϊκός). ‫ נָהָר‬ποταμός.
‫ מינְחָה‬προσφορὰ ἐκ τροφίμων. ‫ נֵ ו ּח‬ἀναπαύομαι.
‫ מי ְספָר‬ἀριθμός. ‫ נּחּל‬ῥέμα, χείμαρρος· κοιλάδα.
‫ מָעוג‬ἀρτοσκεύασμα. ‫ נּ מחלָה‬κληρονομία· κατοχή, ἰδιοκτησία.
‫ מֵעולָם‬ἀπ᾿ αἰῶνος, ἀνέκαθεν. ‫ נחם‬Niph. μετανοῶ.
‫ מְ עּט‬λίγο. ‫ נָטּש‬ἐγκαταλείπω· ἐπιτρέπω (μὴ τετ. ‫)י יטוש‬.
‫ מֵ עֵל‬ἄνωθεν. ‫ נָכָה‬Hiph. (‫ ) יהכָה‬πατάσσω (μὴ τετ. apoc. ‫)ייך‬.
‫ מָצָא‬εὑρίσκω. ‫ ֵּנעּר‬νεαρός.
‫( מי ְצוָה‬θ.) ἐντολή. ‫( נּע ָמרה‬θ.) κορίτσι.
‫ מּצות‬ἀντιδικία, ἔρις, διαμάχη. ‫ נָפּל‬πίπτω.
‫ מי צ ְֵּרי ים‬Αἴγυπτος. ‫ נֵֶפֶש‬ψυχή· ζωή.
‫ מָ קום‬τόπος. ‫( נצב‬Niph.) τοποθετοῦμαι, ἵσταμαι.
‫ מּקֵל‬ῥάβδος. ‫ נצל‬Hiph. (‫ ) יהצייל‬διασώζω.
‫( מְ ּראמשות‬θ.) προσκέφαλο. ‫ נָקּם‬ἐκδικοῦμαι.
‫ משֶה‬Μωυσῆς. ‫( נְקָמָה‬θ.) ἐκδίκηση.
‫ מָשּח‬χρίω. ‫( נְשָמָה‬θ.) πνοή· ζωή.
‫( מישְ חָה‬θ.) χρίσις, χρίση. ‫ נָשּק‬φιλῶ (+ ְ‫ ל‬ἐπὶ προσώπων).
‫ מישְפָחָה‬οἰκογένεια, πατριά. ‫ נָשָא‬σηκώνω, αἴρω, ἐγείρω.

114
‫ נָתּן‬δίδω· θέτω. ‫ ָענָה‬ἀπαντῶ.
‫ נָתץ‬κατεδαφίζω. ‫ מענָתות‬ἡ Ἀναθώθ.
‫ ָעפָר‬σκόνη, χῶμα, κόκκοι χώματος, ἄμμος.
Σᾶμεχ ‫ עֵץ‬δένδρο· ξύλο.
‫ ָסבּב‬στρέφομαι, διαγράφω κύκλο. ‫ ָעצּב‬προσβάλλω· Hithp. αἰσθάνομαι βαθειὰ
‫ סוס‬ἵππος. προσβεβλημένος.
‫ סֻלָם‬σκάλα (πέτρινη). ‫ ֵעצָה‬συμβουλή.
‫ סָפּר‬μετρῶ· γράφω· Pi. ἀναμετρῶ, διηγοῦμαι. ‫ עָצום‬δυνατός, ἰσχυρός.
‫ סֵפֶר‬βιβλίο. ‫ ֵֶע ֶרב‬ἑσπέρα, δηλ. βράδυ.
‫ סתר‬κρύβομαι· Hiph. κρύβω, κρύπτω. ‫ ֵֶע ֶרש‬ἀνάκλιντρο, ντιβάνι.
‫שה‬
ָ ‫ ָע‬ποιῶ.
Ἅγιν ‫ עּתָה‬τώρα.
‫ ָעבּד‬ἐργάζομαι· ὑπηρετῶ· καλλιεργῶ.
‫ ֵֶעבֶד‬δοῦλος. Πὲ
‫ ָעבּר‬περνῶ, διαβαίνω. ‫ פֶן־‬μήπως.
‫ ֵֵעגֶל‬μόσχος, μοσχάρι. ‫ ָפגּע‬μὲ ‫ ְב‬συναντῶ· ἐπιπίπτω· προσεγγίζω.
‫ עּד־‬μέχρι, ἕως. ‫ פָניים‬πρόσωπο (πληθ.).
‫( עולָה‬θ.) ὁλοκαύτωμα. ‫ פָעּל‬ποιῶ.
‫ עולָם‬αἰών, ἐποχή (‫ עּד־עולָם‬γιὰ πάντα). ְ‫ פָצּר ב‬ἐξαναγκάζω.
‫ עָון‬ἀνομία, ἁμαρτία, παράβαση. ‫ ָפקּד‬ἐπισκέπτομαι.
‫ עוף‬πτηνὰ καὶ ὁτιδήποτε ἵπταται. ‫ ֵֶפקּח‬ὁ Φακεέ.
‫ עור‬δέρμα. ‫ פָרָה‬εἶμαι καρποφόρος.
‫ ָעז ּב‬ἐγκαταλείπω. ‫ פרְעֹה‬Φαραώ.
‫ ָעז ּר‬βοηθῶ. ‫ פָרּץ‬διαρρηγνύω· ξεχειλίζω· πολλαπλασιάζομαι.
‫ ֵּעי ין‬ὀφθαλμός. ‫ פּת‬κομμάτι, τεμάχιο.
‫ עייר‬πόλη. ‫ פֵֶתּח‬ἄνοιγμα, εἴσοδος, πύλη.
‫ עּל־‬ἐπί.
‫ עָלָה‬ἀνεβαίνω. Τσάδε
‫ עמלומי ים‬νεότητα. ‫ ֵֶצדֶ ק‬δικαιοσύνη.
‫ עּם‬λαός. ‫ צוה‬προστάζω.
‫ עים‬μαζί. ‫ צֵֶלֶם‬εἰκόνα, ὁμοίωμα.
‫ עָמּד‬ἵσταμαι· Hiph. στήνω. ‫ צָפון‬βορρᾶς.

115
‫ צּפֵּחּת‬μικρὴ ὑδρία ἢ στάμνα. ‫ ֵֶרמֶש‬ἑρπετό, ὁτιδήποτε ἕρπει.
‫ רעע‬Hiph. κάνω κακό.
Κὼφ ‫ ָרחֵל‬Ῥαχήλ.
‫ קָבּץ‬συλλέγω, μαζεύω. ‫ ָרחּף‬αἰωροῦμαι.
‫ קָבּר‬θάπτω. ‫ רייב‬ἀντιδικία, ἔρις, διαμάχη.
‫ קֵֶבֶר‬τάφος. ‫ ָרחּק‬ἀπομακρύνομαι, ἀφίσταμαι, ἀποσύρομαι.
‫ קָדוש‬ἅγιος. ‫ רָם‬ὑψηλός.
‫ קֵֶדֶם‬ἀνατολή. ‫ ּרע‬κακός.
‫ קָדּ ש‬εἶμαι ἅγιος· Pi. ἁγιάζω. ‫ ֵר ּע‬φίλος, ὁ πλησίον, ἑταῖρος.
‫ ֵק ֹדֶ ש‬ἁγιότητα. ‫ ָרעָב‬πεῖνα, λιμός.
‫ קול‬φωνή. ‫( ָרעָה‬θ.) τὸ κακό.
‫ קום‬ἐγείρομαι. ‫ רֹעֶה‬ποιμήν, βοσκός.
‫ קָלּל‬εἶμαι ἐλαφρύς· Pi. καταρῶμαι. ‫ רּק‬μόνον.
‫ קֵֶמּ ח‬ἀλεύρι. ‫ ָר יֵקי ּע‬τὸ στερέωμα.
‫ קָצָה‬τὸ ἄκρο. ‫ ָרשָע‬φαῦλος, κακός· ἔνοχος.
‫ קָ צּף‬θυμώνω.
‫ קָ צֵר‬κοντός, βραχύς. Σὶν
‫ קָרָא‬καλῶ, φωνάζω κάποιον· ὀνομάζω. ‫שבּע‬
ָ χορταίνω· Hiph. κάνω κάποιον νὰ χορτάσει.
‫ קָרּב‬πλησιάζω, προσεγγίζω. ‫ שום‬,‫ שיים‬θέτω, τοποθετῶ.
‫( קֵֶרֶן‬θ.) κέρας, κέρατο. ‫שנֵא‬
ָ μισῶ.
‫ קָשּש‬συλλέγω, μαζεύω. ‫ְעורה‬
ָ ‫( ש‬θ.) κριθή, κριθάρι.
‫( קֵֶשֶת‬θ.) τόξο. ‫שפָה‬
ָ (θ.) χεῖλος.
‫ שּר‬ἡγεμών, ἀρχηγός.
Ῥὲš ‫ ש ָּרף‬καίω, βάζω φωτιά.
‫ רָאה‬βλέπω. ‫ ש ָָרף‬δηλητηριῶδες φίδι, ἀσπίς.
‫ ֵראשי ית‬ἀρχή.
‫ ר ֹאש‬κεφαλή. Šὶν
‫ רָב‬μέγας· πολύς. ‫שאול‬
ָ Σαούλ.
‫ רָבָה‬πολλαπλασιάζω, πληθύνω. ‫ שָאל‬ἐρωτῶ.
‫( ֵֶרגֶל‬θ.) κνήμη, πόδι. ‫שבָה‬
ָ αἰχμαλωτίζω.
‫ ָרדּ ף‬καταδιώκω. ‫ שֵבֶט‬ῥάβδος, σκῆπτρο· φυλή.
‫( ֵרו ּח‬θ.) πνεῦμα· ἄνεμος, ἀέρας. ‫ שבע‬Niph. ὁρκίζομαι.

116
‫ שָבּת‬ἀναπαύομαι. Τὰβ
‫ שוב‬ἐπιστρέφω. ‫( תְ ֵאנָה‬θ.) συκῆ, συκιά· τὸ σῦκο.
‫ שופָר‬σάλπιγγα. ‫ ֵתהו‬κενὸς τόπος, ἐρημιά.
‫ שור‬βοῦς, βόδι. ‫ תָ וָך‬μέσον, μέση, κέντρο.
‫ שָ חּת‬καταστρέφω, φθείρω, διαφθείρω. ‫( תותָה‬θ.) νόμος· διδασκαλία, διδαχή.
‫ שי יר‬ᾆσμα, τραγούδι. ‫ תְ חום‬ὁ ἀρχέγονος ὠκεανός, ἡ ἄβυσσος.
‫ שָכּב‬κοιμᾶμαι, πλαγιάζω. ‫ תֵּחּת‬ὑποκάτω.
‫ שָ כּח‬λησμονῶ. ‫ תָמיים‬τέλειος.
‫ שָכּן‬κατοικῶ. ‫ תָ מּך‬πιάνω, κρατῶ, στηρίζω.
‫ שָ לום‬εἰρήνη· ἀσφάλεια· ὑγεία. ‫( תְפילָה‬θ.) προσευχή.
‫ שָ לּח‬στέλνω· ἐξαποστέλλω, ἀφήνω νὰ φύγει.
‫ שֻלְחָן‬τράπεζα, τραπέζι.
‫ שְלמֹה‬Σολομῶν ἢ Σολωμῶν.
‫ שָם‬ἐκεῖ.
‫ שֵם‬ὄνομα.
‫ שמד‬Hiph. καταστρέφω.
‫ שֵָמָה‬ἐκεῖσε, πρὸς τὰ ἐκεῖ.
‫ שְמואֵ ל‬Σαμουήλ.
‫ שָמֵּ י ים‬οὐρανοί, οὐρανός (πληθ.).
‫ ֵשֶ מֶ ן‬λάδι, ἔλαιον· λίπος.
‫ שָמּע‬ἀκούω.
‫ שָמּר‬φυλάσσω· τηρῶ.
‫ ש ֹמְרון‬Σαμάρεια.
‫ ֵשֶ מֶש‬ἡλιος.
‫ שָ נָה‬ἔτος.
‫ שָ עּן‬Niph. στηρίζομαι.
‫ שיפְחָה‬θεραπαινίς, παιδίσκη, δούλη.
‫ שָפּט‬κρίνω.
‫ שָ פּך‬χέω.
‫ שָתָה‬πίνω.
‫ שָתּ ע‬φοβᾶμαι, ἀγχώνομαι.

117
118

You might also like