You are on page 1of 16

Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ

ΤΗΣ THELMA ROWELL


´
ΣΑ
ΡΟ

Τα πρόβατα έχουν άποψη ¥


ΜΕ

της Vinciane Despret

tags: θέλμα ρόουελ, ηθολογία, πρόβατα, πίθηκοι, ανταγωνισμός,


ιεραρχία, ιεραρχικό σκάνδαλο.

Εκδόσεις Αβοκάντο
Αντί εισαγωγής, κάποιες (όχι και πολύ)
άσχετες παρατηρήσεις

Έχω ακούσει πολύ κόσμο να λέει «δεν τρώω μεταλλαγμένα», δεν έχω ακούσει
κανέναν να λέει «αρνούμαι να φάω οικόσιτα ζώα επειδή τροποποιούνται
γενετικά επί δέκα χιλιάδες χρόνια τώρα». Οι αντιθέσεις που προκύπτουν από
αυτή την πραγματικότητα, δημιουργούν ιδιαίτερες προβληματικές.
Αν και ο «αγώνας» ενάντια στους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς δεν
είναι παρά μια εγωιστική μόδα των τελευταίων δεκαετιών, η γενετική τροπο-
ποίηση μόνο καινούργια διαδικασία δεν είναι: συμβαίνει επί δέκα χιλιάδες
χρόνια, με την ανθρώπινη βιολογία να προσαρμόζεται στις επιπλοκές της. Τα
πράγματα όμως άλλαξαν τις τελευταίες δεκαετίες, όταν μπήκε στη μέση η
σύγχρονη τεχνολογία κάνοντας μέσα σε μια στιγμή τροποποιήσεις που κάποτε
χρειάζονταν εκατοντάδες χρόνια, χωρίς όμως να δίνει χρόνο προσαρμογής
ούτε στον ανθρώπινο οργανισμό ούτε σε αυτό που αφηρημένα αποκαλείται
«φύση».
Κάπου εκεί άρχισαν να προκύπτουν ουσιαστικά προβλήματα βιοποι-
κιλότητας και πρωτόγνωροι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία, και κάπου εκεί
άρχισε να αναδύεται ένας αγώνας προς υπεράσπιση αυτών – ένας αγώνας
που θυμίζει ξεπεσμένο αριστοκράτη που διεκδικεί τη χαμένη του αίγλη, ένας
αγώνας που κατακρίνει τη μέθοδο και όχι τον σκοπό, ένας αγώνας που
αρνείται να αναγνωρίσει τα πραγματικά θύματα. Ωστόσο, είτε είναι αρεστό
είτε όχι, ως συνεπή πολιτικά υποκείμενα, οφείλουμε να πούμε τα πράγματα
με το όνομά τους: εξημέρωση σημαίνει υποδούλωση, σημαίνει κυριαρχία.
Ιστορικά, η πορεία της γενετικής τροποποίησης ταυτίζεται με την πορεία της
εξημέρωσης. Αυτό δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη, καθώς η γενετική
τροποποίηση δεν είναι κάτι περισσότερο από τη διασταύρωση ατόμων με
σκοπό να παραχθούν νέα άτομα που θα καλύψουν συγκεκριμένες ανθρώπινες
ανάγκες. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας μέσα στο χρόνο;
Η αντικατάσταση των ζώων από τις σκιές τους, που όσο περνάει ο καιρός
τόσο πιο σκοτεινές γίνονται.
Κι όμως, ακόμα και μέσα στη διαχρονική υποταγή τους, τα πλάσματα αυτά
παραμένουν ξεχωριστές και μοναδικές οντότητες. Οντότητες που αν βγουν
από το αυστηρά προκαθορισμένο -κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό-
πλαίσιο που τους όρισε ο ανθρώπινος παράγοντας, είναι τόσο ιδιαίτερες όσο
εγώ κι εσύ. Για να τις δούμε όμως πραγματικά έξω από αυτό το πλαίσιο,
πρέπει να βγούμε κι εμείς από αυτό. Η εργασία της Θέλμα Ρόουελ κατέδειξε
κάποια μονοπάτια προς αυτή την κατεύθυνση που παρουσιάζουν ενδιαφέρον.
Ένα τεράστιο ευχαριστώ στη Γιώτα για τη μετάφραση του κειμένου.

Αθήνα, Νοέμβρης 2013

Ντάριλ Χάνα

1
¥
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ οι κάτοικοι ενός οικισμού στις παρυφές του χωριού
Ίνγκλετον στο Γιόρκσαϊρ της Αγγλίας, έχουν γίνει μάρτυρες μια παράξενης
δραστηριότητας που συμβαίνει κάθε πρωί. Μια γυναίκα, η οποία λέγεται ότι
είναι μια απ’ τις πιο γνωστές μελετήτριες πρωτευόντων θηλαστικών στον
αγγλόφωνο κόσμο, περνάει τη μέρα της στο κτήμα μπροστά από το σπίτι της,
παρατηρώντας τα ζώα που έχει βάλει εκεί. Όπως έκανε και κατά τη διάρκεια
πολυετών ερευνών πεδίου στην Αφρική μελετώντας πιθήκους, η πρωτευο-
ντολόγος Thelma Rowell αφιερώνει το χρόνο της καταγράφοντας υπομονετικά
όλες τις κινήσεις, τα ανέκδοτα και τα μικρά γεγονότα που συνθέτουν την
καθημερινή κοινωνική ζωή των ζώων.
Βέβαια, αυτά τα ζώα είναι διαφορετικά από εκείνα που μελετούσε παλιά: οι
σχέσεις τους δεν διακρίνονται από την ίδια ένταση, οι συμπεριφορές τους είναι
χαρακτηριστικές του είδους τους, η επικοινωνία τους δεν περνάει πάντα από
τα ίδια κανάλια και τα γεγονότα φαίνεται να συμβαίνουν με άλλο ρυθμό. Όσον
αφορά όμως την κοινωνική τους πραγματογνωμοσύνη, αυτά τα ζώα είναι
ισάξια με τους πιθήκους. Με απλά λόγια, είναι τόσο πολύ οργανωμένα που
πραγματικά θα δικαιολογούσαν τον τίτλο του «επίτιμου πρωτεύοντος» -ένας
τίτλος που δόθηκε πρόσφατα στα δελφίνια, στις ύαινες και στους ελέφαντες-,
παρόλο που δεν έχουν καμία σχέση με τους πιθήκους. Αυτά τα «επίτιμα
πρωτεύοντα» που έχουν γίνει τόσο συναρπαστικά από τότε που άρχισε να τα
μελετά η Thelma Rowell, είναι τα πρόβατα· και χάρη στην υπομονετική δουλειά
της επιστήμονος, αυτά τα πρόβατα έχουν αλλάξει σημαντικά.
Η ζωολόγος συνήθως αρχίζει τις παρατηρήσεις της κάθε μέρα νωρίς το
πρωί με το ίδιο τελετουργικό: δίνει σε καθένα από τα είκοσι δύο της πρόβατα
μια λεκάνη με το πρωινό του. Αυτό που θα μπέρδευε όμως κάποιον εξωτερικό
παρατηρητή, είναι ότι δεν υπάρχουν είκοσι δύο λεκάνες αλλά είκοσι τρεις,
δηλαδή μία επιπλέον.
Γιατί όμως να υπάρχει μια επιπλέον λεκάνη; Μήπως είναι ένα αστείο κατά
το οποίο η ερευνήτρια μοιράζεται το γεύμα εκείνων που μελετά μαζί τους;
Όχι, δεν είναι αυτό. Μήπως όμως αυτή η «γενναιόδωρη» στρατηγική μαρτυρά
μια νέα στάση των ερευνητών; Και μήπως η άρνηση πρόκλησης ανταγωνισμού
στα ζώα σχετίζεται μ’ ένα νέο είδος ερώτησης, η οποία εξαρτάται από μια
πολιτική συνειδητοποίηση; Η Rowell επιβεβαιώνει ότι η επικέντρωση στον
ανταγωνισμό -χαρακτηριστικό των ηθολογικών ερευνητικών μελετών για
χρόνια-, όντως ανταποκρίνεται σε ορισμένα πολιτικά πλαίσια 1, αλλά ο τρόπος
¥ Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από ένα σχόλιο της Thelma Rowell (Συνέντευξη,
30/05/2003): «Οι άνθρωποι που εκτρέφουν ζώα (στην εντατική κτηνοτροφία) αποφεύγουν να
παραδεχτούν ότι αυτά τα ζώα έχουν σχέσεις και απόψεις· τα ζώα σίγουρα έχουν απόψεις ».
[στμ: Η αναφορά γίνεται για τη συνέντευξη «Non-sheepish sheep» που έδωσε η Rowell στη
Despret.]
1 «Υπήρχε μια πραγματικά πολύ θλιβερή περίοδος κατά την οποία κανείς δεν μιλούσε για
τίποτα άλλο εκτός από τον ανταγωνισμό, και αυτό σίγουρα συμπίπτει με την εξαιρετικά
συντηρητική κυβέρνηση αυτής της χώρας [στμ: Αγγλία]. Ο ανταγωνισμός ήταν τα πάντα».
Συνέντευξη 06/30/2003. Η ιδέα της σύνδεσης της γκάμας των ερωτημάτων που τίθενται στα
ζώα με μια πολιτική συνειδητοποίηση, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από ορισμένους ερευνητές
και με επιφυλακτικότητα από άλλους. Για το θέμα αυτό, βλέπε, για παράδειγμα, τα πρακτικά
των συζητήσεων μεταξύ πρωτευοντολόγων σχετικά με την επίδραση της φεμινιστικής
συνειδητοποίησης στα πρωτεύοντα θηλαστικά. Strum S. and Fedigan L., Primate Encounters:
Models of Science, Gender and Society, University of Chicago Press, Chicago, 2000.

2
που ταΐζει τα πρόβατά της δεν έχει να κάνει με αυτό. Η εικοστή τρίτη λεκάνη
είναι μέρος ενός τεχνάσματος το οποίο, σύμφωνα με τον Bruno Latour 2, θα
δώσει στα πρόβατα κάθε ευκαιρία που δικαιούνται, επιτρέποντάς τους να
γίνουν πιο ενδιαφέροντα. Φυσικά αυτό απαιτεί κάποια περαιτέρω εξήγηση,
αλλά θα επανέλθω σ’ αυτό παρακάτω. Πρώτα, θα ήθελα να αναδομήσω τα
πολλαπλά γεγονότα που οδήγησαν σταδιακά στην ανάγκη για αυτή την
επιπλέον λεκάνη.
Το γεγονός ότι διάλεξα ένα τόσο ασήμαντο και συγκεκριμένο στοιχείο για να
αρχίσει αυτή η αναδόμηση, δεν είναι άσχετο· επιβεβαιώνει μια συγκεκριμένη
επιστημολογική θέση στην οποία είμαι αφοσιωμένη και την αποκαλώ αρετή:
την αρετή της ευγένειας. Προσπαθώ να κατέχω αυτή την αρετή κατά τη
διάρκεια της εργασίας μου, στην οποία ως ηθολόγος μελετώ το έργο άλλων
ηθολόγων και το κάνω αυτό σε επαφή μαζί τους. Όπως θα το έθετε και η
πρωτευοντολόγος Shirley Strum, αυτή η ευγένεια με ωθεί, όσο είναι δυνατόν,
να αποφεύγω την «κατασκευή γνώσης πίσω από την πλάτη αυτών που
μελετώ». Οι ερωτήσεις που βάζει στους μπαμπουίνους η Strum στην έρευνά
της, εξαρτώνται πάντα από το «τι έχει σημασία για αυτούς».
Αυτή η ευγένεια του «να μπει κάποιος στη διαδικασία να γνωρίσει», για μένα
έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα επαρκής και γι' αυτό την προτείνω κι εγώ. Αν οι μπα-
μπουίνοι ή τα πρόβατα γίνονται τόσο ενδιαφέροντα όταν η επιστήμονας
υποβάλλει τον εαυτό της σε αυτό τον περιορισμό, δικαιούμαι να ελπίζω πως
υιοθετώντας την ίδια απαίτηση και εξερευνώντας πώς το «τι έχει σημασία για
αυτά» επέτρεψε τις αλλαγές, μπορώ κι εγώ να καταστήσω ενδιαφέρουσα
μέσα στη μελέτη μου την ίδια την ερευνήτρια. Μέσα από τα πράγματα που
έχουν σημασία για τη Rowell έμαθα ότι τα πρόβατα μπορούν να γίνουν
εξαιρετικά ενδιαφέροντα και αυτός είναι και ο λόγος που βρίσκονται στην
ανάλυση μου3. Επίσης, υιοθέτησα την επιθυμία της για τις μικρές συγκεκριμένες
αιτίες που παράγουν απρόβλεπτες συνέπειες και πρωτότυπες υποθέσεις,
πράγματα μέσω των οποίων -όπως τονίζει συχνά- «προκύπτουν διαφορές»,
χωρίς να χρειάζεται να ανατρέξω σε μεγάλες θεωρίες, επιρροές, αναπαρα-
στάσεις, ιδεολογίες, κλπ4. Μερικές φορές μια λεκάνη αρκεί.
2 B. Latour, «A Well Articulated Primatology: Reflections of a Fellow Traveler», στο Strum S. And
Fedigan L., Primate Encounters: Models of Science, Gender and Society , ο.π., σ. 358-382.
3 Θα μπορούσα, ακολουθώντας τον Bruno Latour, να ασκήσω κριτική στη Thelma Rowell
σχετικά με την έννοια της «σκοπιάς»: «Αν μια φιλόσοφος μελετάει μια πρωτευοντολόγο η οποία
μελετάει πρόβατα και εμμένει σ’ αυτή, τότε η φιλόσοφος θα καταλήξει να μελετάει πρόβατα,
γιατί η πρωτευοντολόγος που μελετάει πρόβατα ενδιαφέρεται πολύ για τα πρόβατα!» Αυτό
στο οποίο ο Latour εφιστά την προσοχή μας δεν είναι ότι «πρέπει να απαλλαγούμε από αυτή
την έννοια της σκοπιάς»: αντιθέτως, πρέπει να αναζητήσουμε έναν τρόπο με τον οποίο «νέες
πρωτότυπες σκοπιές θα εισάγουν μια διαφορά που θα οδηγεί μακριά από τη σκοπιά». Για την
πρωτότυπη αναφορά για «γυναίκες επιστήμονες που μελετούν θηλυκούς μπαμπουίνους» και τα
σχόλια τού Latour βλέπε, B. Latour «A well articulated Primatology: Reflections of a Fellow Traveler»,
ο.π., σ. 380.
4 Ελπίζω ότι αυτή η μεταμόρφωση θα είναι ευανάγνωστη σε σχέση με τη σειρά συνεντεύξεων
που αποτελούν τη βάση για το ντοκιμαντέρ που έχω δημιουργήσει με τον Didier Demorcy, για
την έκθεση. Όσον αφορά τις «μεγάλες αιτίες» στις οποίες επικεντρώθηκαν η έρευνα και τα
ερωτήματά μου, η Thelma Rowell απάντησε με αφοπλιστική απλότητα, αναφέροντας συνεχώς
αυτό που καθιστά η έρευνα ορατό. Όταν τη ρώτησα πώς ο φεμινισμός επηρέασε το γεγονός
ότι ενδιαφερόταν για τα θηλυκά (η βάση της υπόθεσης αποτελούσε ένα μέρος των συζητήσεων

3
Θα επανέλθω σε αυτό το σημείο παρακάτω. Σ’ αυτό το στάδιο το μόνο που
χρειάζεται να έχουμε κατά νου, είναι ότι αυτή η επιπλέον λεκάνη δίνει μια
ευκαιρία τόσο στα πρόβατα (μ’ αυτό τον τρόπο κανείς δεν θα τα αμφισβη-
τήσει) όσο και στον ερευνητή που τα παρατηρεί. Από όλα τα ζώα, αυτά στα
οποία έχουν δοθεί οι λιγότερες ευκαιρίες είναι τα πρόβατα. Έχουν πέσει
θύματα αυτού που στην ηθολογία η Rowell αποκαλεί «ιεραρχικό σκάνδαλο»5:
«έχουμε δώσει πολλές ευκαιρίες στα πρωτεύοντα, για τα υπόλοιπα ζώα δεν
ξέρουμε σχεδόν τίποτα». Φυσικά, γνωρίζουμε πράγματα γι’ αυτά αλλά δεν
συγκρίνονται με αυτά που γνωρίζουμε για τους πιθήκους. Όσο προοδεύει η
έρευνα, τόσο πιο ενδιαφέρουσες γίνονται και οι ερωτήσεις για τους πιθήκους
και τόσο αυτά τα ζώα αποδεικνύονται προικισμένα με περίτεχνες κοινωνικές
και γνωστικές ικανότητες. Αντιθέτως, οι ερωτήσεις σχετικά με τα υπόλοιπα
ζώα αφορούν κυρίως το τι τρώνε.
Οι λόγοι γι’ αυτές τις διαφορές στα ερωτήματα είναι πολλαπλοί. Πρώτον, «ο
τρόπος με τον οποίο μελετάμε τα πρωτεύοντα είναι αρκετά διαφορετικός από
τις μεθόδους της κλασικής ηθολογίας, καθώς περιλαμβάνει μακροχρόνιες
έρευνες και μελέτες αναφορικά με τις σχέσεις των ατόμων και τους τρόπους
επικοινωνίας τους»6. Με άλλα λόγια, σταδιακά η πρωτευοντολογία έχει υιο-
θετήσει τις μεθόδους και τα ερωτήματα της ανθρωπολογίας. Από την άλλη
πλευρά, η κλασική ηθολογία εστιάζει κυρίως στις σχέσεις που περιφέρονται
γύρω από την τροφή: ποιος τρώει τι, πώς τα ζώα οργανώνονται γύρω από
τις προμήθειες, κλπ. Αυτές οι μεθοδολογικές διαφορές συνδέονται με διάφορα
θέματα τα οποία κατά βάση σχετίζονται με τα ίδια τα ζώα, με διαφορετικά
ερωτήματα σχετικά μ’ αυτά, με προβλήματα πρακτικά, εδαφικά, κλπ. Τα
πρωτεύοντα, τα οποία θεωρούνται στενοί μας συγγενείς και πρόγονοι του
ανθρώπινου είδους, έχουν κινητοποιήσει τους ερευνητές γύρω από κοινωνικά
ερωτήματα. Από την οπτική της έρευνας πεδίου, οι μπαμπουίνοι, οι μακάκοι
και οι χιμπατζήδες παρουσιάζουν ένα συγκεκριμένο πλεονέκτημα: τα περισ-
σότερα από αυτά τα ζώα περνούν πολύ χρόνο χωρίς να κάνουν τίποτα.
Αντιθέτως, με τα άλλα ζώα πάντα κάτι συμβαίνει: «Έχουν ενδιαφέρον γιατί
συνεχώς κάνουν κάτι, συνεχώς αλληλεπιδρούν, το κάνουν έντονα και απρο-
κάλυπτα, και είναι εύκολο να τα παρακολουθεί κάποιος, είναι διασκεδαστικό
να τα βλέπει»7. Όχι μόνο είναι διασκεδαστικό να τα παρακολουθεί κάποιος,
αλλά η συλλογή στοιχείων που απαιτούνται για την έρευνα (η οποία είναι κάτι
περισσότερο από μια σειρά ανεκδότων) ποικίλλει σημαντικά. Από την οπτική
της δυνατότητας δημοσίευσης αποτελεσμάτων και της πρόκλησης του ενδια-
φέροντος των συναδέλφων, σίγουρα κάνει τη διαφορά.
Η εστίαση της κλασικής ηθολογίας στα προβλήματα που σχετίζονται με τη
διάθεση τροφής, μπορεί να εξηγηθεί με τον ίδιο σχεδόν τρόπο: «Το πρόβλημα
είναι ότι μπορείς πολύ εύκολα να παρακολουθείς ένα ζώο να τρώει. Η όλη
δράση γύρω από την τροφή και ο ανταγωνισμός γι’ αυτή έχουν μεγαλο-
του Primate Encounters), απάντησε ευγενικά ότι ήταν πολύ απλό: ό,τι είδε δεν αντιστοιχούσε σε
αυτό που είχε διδαχτεί, αν και παραδέχτηκε ότι η ενσυναίσθηση μπορεί να προκαλέσει κάποιον
να δώσει περισσότερη προσοχή σε αυτόν/ή που νιώθει πιο κοντά του.
5 «A Few Peculiar Primates», στο Strum S. and Fedigan L., ο.π., σ. 57-70.
6 Συνέντευξη, 30/05/2003.
7 Συνέντευξη, 29/05/2003.

4
ποιηθεί γιατί είναι εύκολο να δούμε αυτές τις διαδικασίες, ενώ, αντιθέτως, το
πραγματικά σημαντικό πράγμα είναι αν καταλήγεις εσύ ο ίδιος τροφή. Αυτό
που είναι πολύ πιο σημαντικό για τα ζώα δεν είναι τόσο συνηθισμένο, και αυτό
είναι η θήρευση». Η Rowell προσθέτει: «Και έχει υποτιμηθεί γιατί κανείς δεν το
βλέπει! Και δεν το βλέπεις εν μέρει επειδή βρίσκεσαι εκεί. Είναι μια κατάσταση
αυτοπραγμάτωσης. Όταν είμαστε μαζί τους, αποτελούμε γι’ αυτά ένα είδος
προστασίας (και από τη στιγμή που το γνωρίζουν θέλουν να το εκμεταλλευ-
τούν· αυτό λέγεται εξοικείωση)»8.
Πηγαίνοντας πίσω στο ιεραρχικό σκάνδαλο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι
τα πρόβατα έχουν γίνει -πιο πολύ από τα άλλα ζώα- θύματα ερωτημάτων
μικρής σημασίας σε σχέση με την ικανότητα τους γύρω από την κοινωνική
οργάνωση. Πρώτον, η επικέντρωση στο ερώτημα «τι τρώνε» είναι ιδιαίτερα
αποκλειστική και έντονη, και ανταποκρίνεται σε αυτό που συνήθως περιμένει
κάποιος από τα πρόβατα: να μετατρέπουν τη βλάστηση σε κρέας. Δεύτερον,
η αδιαφορία των ίδιων των προβάτων στο ζήτημα της θήρευσης, καθιστά
αδύνατη τη μετάφραση συμπεριφορών που έχουν νόημα σε σχέση με αυτή.
Από την οπτική της θήρευσης, η συμπεριφορά ενός προβάτου ως «πρόβατο»,
η οποία στις πολιτικές μας μεταφορές φαίνεται να είναι εμβληματική της
βλακείας τους, μπορεί να είναι η βάση της κοινωνικής συμπεριφοράς των
περισσότερων προβάτων: μια στρατηγική συντονισμού και συνοχής που τα
προστατεύει από τα αρπακτικά. Όσο πιο προσεκτικά και πιο κοντά παρα-
μένουν τα ζώα μεταξύ τους, τόσο πιο γρήγορα ανιχνεύεται ο εχθρός. Τέλος, η
ίδια η οργάνωση της εκτροφής αφήνει ελάχιστες πιθανότητες να εμφανιστούν
οι κοινωνικές συμπεριφορές που βρέθηκαν στα πρωτεύοντα. Για παράδειγμα,
ξέρουμε πολύ λίγα για τα αρσενικά, εφόσον ελάχιστα εξ αυτών ζουν παρα-
πάνω από τρεις μήνες. Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε τίποτα ούτε για τον τρόπο
που τα θηλυκά επιλέγουν τα αρσενικά κατά την περίοδο αναπαραγωγής ούτε
για το πώς οι σχέσεις οργανώνουν αυτή την επιλογή, αφού η επιλογή γίνεται
εξ ολοκλήρου από τον άνθρωπο. Στην πραγματικότητα, η επιλογή των
κτηνοτρόφων ευνοεί «το πρόβατο που είναι περισσότερο “πρόβατο”»: «Περι-
στασιακά εμφανίζεται ένα πρόβατο που είναι εφευρετικό. Οι περισσότερες
φάρμες θα επιλέξουν αυτό το πρόβατο για σφαγή, γιατί αυτό είναι που θα
βρει την τρύπα στο φράχτη»9.
Σε σχέση με τα περισσότερα από τα άλλα οικόσιτα ζώα, τα πρόβατα έχουν
μια επιπλέον δυσκολία: «Δεν μπορούν να διαμαρτυρηθούν πραγματικά. Σε μια
αγελάδα πρέπει να φέρεσαι με περισσότερο σεβασμό, γιατί είναι μεγαλύτερη
από σένα. Αλλά με τα πρόβατα μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, δεν κάνουν
κάποια προφανή ένδειξη διαμαρτυρίας, απλά δυστυχούν»10.
8 Συνέντευξη, 30/05 και 02/07/2003. Για παράδειγμα, οι μικρές μπλε μαϊμούδες που παρατη-
ρούσε στην Αφρική, αποτελούν λεία των αετών που πετούν συνεχώς πάνω απ΄ τα δέντρα στα
οποία ζουν οι μαϊμούδες. Αναφέρει ότι για τους αετούς που κοιτάζουν από τον ουρανό προς τα
δέντρα, η ανθρώπινη παρουσία που βλέπει προς τον ουρανό με κυάλια, είναι αρκετή για να
τους αποτρέψει και να τους πείσει να αναζητήσουν αλλού τη λεία τους. Ο Kummer συγκρίνει
παρόμοιες υποθέσεις: Οι μπαμπουίνοι Hamadryas τους οποίους παρατηρούσε, είχαν μάθει να
τον χρησιμοποιούν για προστασία από τους θηρευτές τους όπως και εναντίον άλλων ομάδων
μπαμπουίνων που συναντούσαν στις περιπλανήσεις τους.
9 Συνέντευξη, 29/05/2003.
10 Συνέντευξη, 29/05/2003.

5
Όπως μας θυμίζει η ετυμολογία της λέξης, το να διαμαρτύρεται κάποιος
σημαίνει πάνω απ’ όλα να μαρτυρά. Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται
το πρόβλημα των προβάτων: δεν ήταν ποτέ σε θέση να καταθέσουν αυτό που
τα ενδιαφέρει, εφόσον οτιδήποτε κι αν είναι αυτό που τα ενδιαφέρει δεν έχει
καμία πιθανότητα να ειπωθεί με τα ενδιαφέροντα αυτών που τους εκπρο-
σωπούν. Μέχρι τώρα δεν είχαν κάποιον αξιόπιστο εκπρόσωπο 11. Βέβαια, η
έννοια του εκπροσώπου όπως την προτείνει ο Latour, πάντα συνεπάγεται μια
αμφιβολία. Το ερώτημα «ποιος μιλάει» αντικαθίσταται από ένα διαφορετικό
είδος κατανομής. Τώρα η ιδέα είναι να υπάρξει μια καταγραφή και να εκτιμη-
θούν οι πολλαπλές συνθήκες μέσω των οποίων το άτομο που θέτει τα ερωτή-
ματα μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει την έγκριση του ατόμου που δέχτηκε τα
ερωτήματα να μιλήσει για λογαριασμό του. Το ίδιο το γεγονός ότι αυτή η
αξιοπιστία τίθεται πάντα υπό αμφισβήτηση, ήταν προφανές όταν η Thelma
Rowell αναφέρθηκε στην έρευνά της στο ζήτημα της θήρευσης: «Θέλεις να
μάθεις τι είναι σημαντικό για αυτούς που μελετάς; Το γεγονός ότι η παρουσία
σου γίνεται αντιληπτή από τα αρπακτικά ως απειλή, θα καταστήσει την
εμφάνιση ορισμένων σημαντικών γεγονότων σπανιότερη· και αν η παρουσία
σου δεν γινόταν αντιληπτή από τα εν λόγω αρπακτικά, τα ζώα δεν θα σε
άφηναν αρκετά κοντά τους ώστε να μπορείς να τα παρατηρήσεις». Το γεγονός
ότι έρευνα σού δίνει τη δυνατότητα να μιλήσεις γι’ αυτά, οφείλεται στο ότι ο
συλλογισμός σου αρθρώνεται πάνω στα ενδιαφέροντά τους. Ωστόσο, αυτό
δεν σημαίνει ότι είμαστε καταδικασμένοι να χάνουμε συστηματικά ό,τι είναι
σημαντικό γι’ αυτά. Υπάρχει κι άλλος τρόπος να μεταφράσουμε την κατά-
σταση κι αυτός είναι να συλλογιστούμε το γεγονός ότι ο ερευνητής λαμβάνει
ενεργά υπόψιν τις επιπτώσεις της παρουσίας του – όπως κάνει η Thelma
Rowell. Έτσι, στο ρεπερτόριο των συμπεριφορών μέσω των οποίων τα ζώα
οργανώνονται γύρω από τη θήρευση, προστίθεται ένα νέο χαρακτηριστικό:
αυτό που τους επιτρέπει να αντιληφθούν τον ερευνητή ως σύμμαχο εναντίον
του αρπακτικού. Οι επιστήμονες ίσως έχουν περιορίσει την πρόσβασή τους
στο ρεπερτόριο αυτών των αρμοδιοτήτων, συγχρόνως όμως έχουν διευρύνει
αυτό το ρεπερτόριο.
Το πλεονέκτημα της εξήγησης της εργασίας που απαιτείται για την κατα-
σκευή μιας μαρτυρίας κατ’ αυτό τον τρόπο, είναι τριπλό: Πρώτον, είναι σχετι-
κιστικό -με την αυστηρή έννοια του όρου-, γιατί μας αναγκάζει να πολλα-
πλασιάσουμε τις συνθήκες που θα αρθρώσουν ολόκληρο το επινόημα. Θα
αναφέρω μόνο όσες σημειώθηκαν μέχρι τώρα από τη Thelma Rowell (ξεκινάω
με τις κύριες αιτίες, δεδομένου ότι αυτές δεν θα ήταν δυνατές χωρίς τις άλλες):
ένα πολιτικό πλαίσιο που ευνοεί τις υποθέσεις γύρω από τον ανταγωνισμό·
αλλά αυτό το πρόβλημα είναι ορατό μόνο επειδή οι ερευνητές έχουν επι-
κεντρωθεί σε συμπεριφορές που αφορούν την τροφή· ωστόσο, αυτές οι
συμπεριφορές ήταν πιο εύκολο να παρατηρηθούν, μόνο επειδή η παρουσία
των ερευνητών προσέφερε κάποια ασφάλεια σε αυτούς που παρατηρούσαν.
Σε αυτό μπορούν να προστεθούν τα πρακτικά προβλήματα του πεδίου που
καθιστούν ορισμένες παρατηρήσεις πιο εύκολες και πιο διασκεδαστικές· τα
11 Σχετικά με το θέμα, βλέπε την έννοια του «ομιλητή» και του «αξιόπιστου μάρτυρα» στο
Bruno Latour, Politics of Nature. How to bring the Sciences into democracy , Harvard University
Press, Cambridge, 2004.

6
κριτήρια των δημοσιεύσεων και των συστημάτων που επιχορηγούν τους
ερευνητές τα οποία ευνοούν ορισμένα ζώα που είναι πιο δραστήρια και πιο
εξωστρεφή από άλλα· ζώα που λαμβάνουν την παρουσία του ερευνητή τους
ενεργά υπόψιν· πρωτότυπες στρατηγικές που διευρύνουν το ρεπερτόριο των
ζώων, κλπ.
Δεύτερον, αυτός ο τρόπος αναφοράς επιτρέπει την αντικατάσταση της
αφάνειας από την ορατότητα: αυτό που κάνει κάποια πράγματα ορατά, την
ίδια στιγμή αποκλείει κάποια άλλα και δημιουργεί κάποια νέα. Ο ορισμός της
εξοικείωσης της Rowell το απεικονίζει σαφώς αυτό, πράγμα το οποίο σημαίνει
ότι ο παλιός διαχωρισμός μεταξύ πειραματικής και «φυσικής» έρευνας δεν
είναι πλέον έγκυρος. Όλα είναι πειράματα πάνω στις συνθήκες και τα
θεωρήματα.
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο πλεονέκτημα αυτού του τρόπου υποβολής του
έργου των ερευνητών: δεν είναι σχετικιστικός, αυτή τη φορά όμως υπό την
ειρωνική έννοια της λέξης, καθώς το «όλα τα πράγματα είναι ίσα» απαγορεύει
οποιαδήποτε μορφή αξιολόγησης. Ενδιαφέρουσα έρευνα είναι η έρευνα πάνω
στις συνθήκες που καθιστούν κάτι ενδιαφέρον. Μόλις κάποιος εστιάζει στις
συνθήκες, το ερώτημα «ποιος» έχει ενδιαφέρον γίνεται περιττό. Ενδιαφέρον
έχει αυτός ή αυτή που δίνει ενδιαφέρον σε κάποιον ή κάποια. Στην περίπτωση
των ζώων, κάποιος μπορεί να μελετήσει ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας
της πρωτευοντολογίας με ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες ερωτήσεις που
κινητοποιούν όλο και περισσότερες δραστηριότητες μεταξύ των πρωτευό-
ντων. Με τη σειρά τους, τα πρωτεύοντα κάνουν τους ερευνητές να λένε
περισσότερα.
Αυτή είναι η διαδικασία που συμμετείχε ουσιαστικά στην δημιουργία του
ιεραρχικού σκανδάλου που κατήγγειλε η Thelma Rowelll. Κατέληξε στο συμπέ-
ρασμα ότι αν θέλουμε πραγματικά να συγκρίνουμε τα πρωτεύοντα με τα
πρόβατα, θα πρέπει να μάθουμε να θέτουμε ερωτήματα που επιτρέπουν τη
σύγκριση των δύο πλευρών. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται, είναι το αν τα
πρόβατα -όπως και τα πρωτεύοντα-, είναι ικανά να δημιουργήσουν μακρο-
χρόνιες σχέσεις.
Ορισμένες έρευνες έχουν ήδη εξετάσει αυτό το ζήτημα και έχουν δώσει
αρνητική απάντηση. Αλλά με μια πιο προσεκτική εξέταση, θα δούμε αμέσως
ότι αυτές οι συνθήκες καθιστούσαν πολύ απίθανο να καταδειχθεί ότι τα
πρόβατα μπορούν να έχουν εξελιγμένες κοινωνικές συμπεριφορές. Πρώτον, το
μεγαλύτερο μέρος της έρευνας διεξήχθη σε ομάδες που είχαν συσταθεί γι’
αυτό το πείραμα, οι οποίες αποτελούνταν από ζώα που αγοράστηκαν γι’
αυτόν το σκοπό και δεν είχαν συναντηθεί ποτέ στο παρελθόν. Μόνο ένα
θαύμα θα μπορούσε να επιτρέψει τη δημιουργία μακροχρόνιων δεσμών μεταξύ
τους.
Πολλές έρευνες έχουν μονοπωλήσει το ερώτημα της ερευνάς τους, έχοντας
την ιεραρχία ως κριτήριο της κοινωνικής οργάνωσης. Όπως και στη μελέτη
του Geist στα αγριοπρόβατα της Βόρειας Αμερικής [στμ: Ovis Canadensis],
αυτό οδηγεί σε μια σχετικά απλή περιγραφή συμπεριφορών στις οποίες η
μόνη οργανωτική αρχή είναι η ιεραρχία. Το κυρίαρχο αρσενικό οδηγεί το
κοπάδι, μετά ακολουθούν τα υπόλοιπα αρσενικά και έπειτα τα θηλυκά. Οι

7
σχέσεις μεταξύ των ατόμων καθορίζονται από το μέγεθος των κεράτων τους,
το οποίο με τη σειρά του καθορίζεται από την ηλικία και το φύλο. Σ’ αυτό το
σύστημα δεν είναι απαραίτητη η ατομική αναγνώριση. Όπως αναφέρει η
Rowell, αυτό θυμίζει τις πρώτες περιγραφές για την οργάνωση των πρω-
τευόντων12, όπου γενικά οι συμπεριφορές περιορίζονταν σε συγκρούσεις
μεταξύ των αρσενικών. Εν συντομία, αυτά τα πρόβατα κάνουν ό,τι αναμένεται
από ένα πρόβατο να κάνει -ακολουθούν το ένα το άλλο μ` έναν τρόπο πολύ
προβλέψιμο-, και ό,τι αναμένεται από ζώα που ανταποκρίνονται στη θεωρία
της ιεραρχίας – αποκτούν το δικαίωμα να κάνουν κουμάντο με τα κέρατα
τους, τα αρσενικά μπροστά και τα θηλυκά πίσω.
Η Rowell όμως αναφέρει επίσης, ότι αυτά τα πρόβατα σίγουρα
συμπεριφέρονται με αυτό τον τρόπο ... για ένα μήνα το χρόνο, κατά την
περίοδο του ζευγαρώματος. Ο Geist επέλεξε αυτή την εποχή επειδή τα
πρόβατα είναι πιο δραστήρια. Παρόλα αυτά, αν τα παρατηρήσουμε τους υπό-
λοιπους έντεκα μήνες, αυτό που περιγράφει ως συνηθισμένη συμπεριφορά
των προβάτων είναι τελείως διαφορετικό. Το κοπάδι οδηγείται από το πιο
ηλικιωμένο θηλυκό, ενώ τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν διαφορετικά
κοινωνικά συστήματα που κατά βάση είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους.
Ο Lawrence ήθελε να διερευνήσει την πιθανότητα διατήρησης δεσμών
μεταξύ των θηλυκών κατά την περίοδο απογαλακτισμού. Εδώ πάλι, η απά-
ντηση του ερευνητή ήταν αρνητική και γενικευμένη σε όλα τα πρόβατα 13. Τα
ευρήματα, ωστόσο, των ερευνητικών μελετών της Rowell σε πρόβατα [Texan
Barbado], δείχνουν το αντίθετο: οι μακροχρόνιες σχέσεις μεταξύ μητέρας και
κόρης ήταν τόσο προφανείς που εν τέλει ήθελε να ανακαλύψει σε ποιες
περιπτώσεις αυτές δεν διατηρήθηκαν. Ανακάλυψε ότι αυτό συνήθως
συνέβαινε όταν οι κόρες είχαν δικά τους παιδιά. Έτσι, η Rowell ανέτρεψε το
ερώτημα: αντί να ρωτήσει, «Μπορούν οι προβατίνες να διατηρήσουν δεσμούς
με τις κόρες τους;» ρώτησε, «Σε ποιες ειδικές συνθήκες δεν το κάνουν;»
Η αντιστροφή του ερωτήματος δεν σηματοδοτεί μόνο μια αλλαγή του
αντικειμένου· το ίδιο το καθεστώς και η λειτουργία του ερωτήματος αλλάζουν.
Η αναζήτηση των συνθηκών που αποτρέπουν ορισμένα γεγονότα από το να
συμβούν, γενικά είναι μέρος των αποτελεσμάτων αυτού που διευκρινίζεται
μέσω συσχετισμών και αντιθέσεων: «τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η τάδε
μεταβλητή καθορίζει το δείνα γεγονός και ότι η απουσία της οδηγεί στην
εξαφάνιση του». Στην εργασία της Rowell το ερώτημα αυτό ανέρχεται από μια
χαμηλή θέση σε μια υψηλή, χάνει την ιδιότητα του ως μεταβλητή και γίνεται
προϋπόθεση: «Υπό ποιες συνθήκες είναι πιθανότερο να γίνει ορατό αυτό που
μέχρι στιγμής δεν θα μπορούσε να υπάρξει;» Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που
χρειάζονται τα πρόβατα για να επεκτείνουν το ρεπερτόριο των συμπε-
ριφορών τους; Πώς θα τους δοθεί η ευκαιρία να μας δώσουν τη δυνατότητα
να μιλήσουμε διαφορετικά για αυτά; Είναι αυτές οι προϋποθέσεις η αιτία της
αποτυχίας του συναδέλφου να κάνει ορατό αυτό το οποίο επιτρέπουμε να
υπάρξει;
12 T. Rowell and C.A. Rowell, «The organization of feral Ovies Aries Ram Groups in the Pr é-rut
Period», Ethology, 95, 1993, σ. 213-232.
13 T. Rowell, «Till death us do part: long-lasting bonds between ewes and their daughters». Anim.
Behav., 42, 1991, σ. 681-682.

8
Πρέπει να θέσουμε ένα ερώτημα που να επιτρέπει μια πλήρη σύγκριση:
«Όσον αφορά την κοινωνική συμπεριφορά, μπορούν να κάνουν ό,τι και οι
μαϊμούδες;» Η σχέση μητέρα-κόρης είναι πολύ προφανής (ή πολύ εύκολη,
όπως λέει η Rowell), για να επωμιστεί αρκετό βάρος, πράγμα που σημαίνει ότι
αυτά που πρέπει να μελετηθούν είναι τα αρσενικά.
Πώς μπορούμε να μάθουμε να εντοπίζουμε τους δεσμούς που προτιμούνται
σε ένα ηθόγραμμα; Το πρώτο κριτήριο εμφανίζεται με την παρατήρηση: τα
αρσενικά συνεχώς ρυθμίζουν τις αποστάσεις μεταξύ τους. Μπορεί αυτός ο
κανονισμός να καταστήσει ευανάγνωστες τις προτιμήσεις και τις σταθερές
συγγένειες;
Πρώτον, δεν είναι όλα τα πρόβατα κατάλληλα. Για παράδειγμα, αυτά στη
μελέτη του Lawrence, είναι αδύνατο να καταθέσουν – ή μπορούν να κατα-
θέσουν μ` έναν τρόπο που μας είναι δυσανάγνωστος. Η οργάνωση των προ-
βατίνων του λόφου Blackface στη Σκοτία οδηγεί σε συνδέσεις λιγότερο ορατές.
Οι συνήθειές τους έχουν σφυρηλατηθεί σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, χωρίς
θηρευτές και με τους πόρους να είναι σπάνιοι και διασκορπισμένοι. Κατά
συνέπεια, η ρύθμιση της απόστασης δεν είναι πρόβλημα για αυτές· αντίθετα,
τείνουν να παραμένουν σε απόσταση μεταξύ τους, ασκώντας ελάχιστο συντο-
νισμό υπό τη μορφή της ακολουθητικής συμπεριφοράς. Επομένως, θα έχουν
πρόβλημα να απαντήσουν τις δύο ερωτήσεις που κινούν την έρευνα και πάνω
στις οποίες βασίζεται το ηθόγραμμα: Πώς η ρύθμιση της απόστασης κάνει
τους δεσμούς ευανάγνωστους και πώς το κοπάδι οργανώνει συντονισμένες
κινήσεις; Παραδόξως, τα πρόβατα που είναι λιγότερο «πρόβατα» δεν είναι
καλοί μάρτυρες.
Η θεωρία της ιεραρχίας, η οποία πηγάζει από την κλασική ηθολογία και
αποτέλεσε την παραδειγματική βάση πολλών ερευνητικών μελετών 14, φαίνεται
να είναι μια προϋπόθεση που προσφέρει κάποια ορατότητα συγκεκριμένων
φαινομένων, όπως π.χ. της ηγεσίας15, αλλά δεν μας επιτρέπει να δικαιολογή-
σουμε εξελιγμένες κοινωνικές συμπεριφορές. Μια αποσπασμένη οργανωτική
αρχή είναι εξίσου αρκετή και ελάχιστη, καθώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί
παντού και να φράξει έτσι το δρόμο σε άλλες υποθέσεις. Αυτό το μοντέλο
αφήνει λίγες πιθανότητες στα πρόβατα: εδώ είναι πιο «πρόβατα» από ποτέ,
όχι μόνο αιώνια υποχρεωμένα να ακολουθούν τα υπόλοιπα, αλλά και αιωνία
υποχρεωμένα να ακολουθούν αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται από το
μέγεθος των κεράτων. Η ιδέα μιας ομάδας ατόμων που προσδιορίζεται από
μια αυστηρά ιεραρχική οργάνωση, δεν αφήνει πολύ χώρο για ευελιξία και
πολυπλοκότητα. Δύο πρόβατα που μαλώνουν με τα κέρατα τους είναι ένα
ζήτημα ιεραρχίας· το γεγονός ότι ένα πρόβατο καθοδηγεί τα άλλα, σηματο-
δοτεί τη θέση του στην ιεραρχία. Μεταξύ των θηλυκών παρατηρήθηκε μια
οργάνωση παρόμοια με την αποκαλούμενη ιεραρχία, κατά την οποία το
μεγαλύτερο σε ηλικία είναι αυτό που πάντα δίνει το σήμα να ξεκινήσει η ομάδα
και τα άλλα ακολουθούν. Ωστόσο, η έννοια της ιεραρχίας, η οποία είναι γενικά
αντιληπτή ως η λειτουργία που ενώνει την ομάδα, δεν λαμβάνει υπόψιν τον
τρόπο που έχει υλοποιηθεί αυτή η οργάνωση μεταξύ των προβατίνων (όπως
14 Βλέπε Donna Haraway, Primates Visions, Verso, London, 1992.
15 O Geist, ωστόσο, «ξεχωρίζει αυτή τη σημασία της ηγεσίας· “ποιος πηγαίνει πρώτος” είναι
ένας ρόλος σημαντικός». Συνέντευξη, 29/06/2003.

9
συμβαίνει στην περίπτωση των χιμπατζήδων, για τους οποίους η Margaret
Power16 έχει προτείνει την αντικατάσταση του όρου «κυρίαρχος» με τον όρο
«χαρισματικός ηγέτης»). Δεν υπάρχει κάποιος καταναγκασμός.
Ο τρόπος με τον οποίο αυτοοργανώνονται τα αρσενικά έχει αποδειχθεί πιο
απρόβλεπτος. Για να γίνει αυτό ορατό απαιτείται συνεχής προσοχή στις
επαναλήψεις. Μόνο ύστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο ερευνητής
παρατήρησε ότι κάθε φορά που το κοπάδι είναι έτοιμο να μετακινηθεί, ένα
από τα αρσενικά κάνει ένα νόημα -σχεδόν ανεπαίσθητο στους ανθρώπους-
σηκώνοντας ελαφρώς το κεφάλι του και δείχνοντας με το στόμα του προς μια
συγκεκριμένη κατεύθυνση. Μερικές φορές η ομάδα ξεκινά να περπατά· άλλες
όχι, μέχρι ένα άλλο αρσενικό να αναπαράγει μια παρόμοια χειρονομία και να
οδηγήσει την ομάδα στην αντίστοιχη κατεύθυνση.
Όσον αφορά τα αρσενικά, αν απορρίψουμε την εξήγηση που προκύπτει
από όρους ιεραρχίας ή την περιορίσουμε σε κάποιες μόνο συμπεριφορές,
αρχίζουν να γίνονται ορατά πολλά πράγματα που είναι όχι μόνο καινούρια,
αλλά και πρωτότυπα. Όπως και οι ερευνητές, τα ζώα χωρίς ιεραρχία είναι
πιο ελεύθερα, πιο εφευρετικά και πιο πολύπλοκα· δεν περιορίζονται πλέον
από την επανάληψη – και οι επιστήμονες, εξίσου απελευθερωμένοι, μπορούν
να κινητοποιηθούν από άλλα προβλήματα. Εν τέλει, τα πρόβατα πραγματικά
κινητοποιούνται από άλλα προβλήματα και μπορούν να κινητοποιηθούν μέχρι
το σημείο που οι συμπεριφορές του επηρεάζονται από «άλλα» προβλήματα
που προκύπτουν όταν τίθεται ζήτημα της κυριαρχίας του χώρου.
Όταν προκύπτει αυτό το ερώτημα την περίοδο πριν το ζευγάρωμα, όλα
όσα συνέβησαν τους προηγούμενους έντεκα μήνες και ό,τι πρόκειται να συμβεί
στη συνέχεια θα δώσει στις διαμάχες μια συγκεκριμένη μορφή. Ένα πρόβατο
δεν θα μαλώσει με ένα κοντινό του πρόσωπο του όπως θα μάλωνε με ένα
πρόβατο με το οποίο δεν συγγενεύει. Οι μήνες που πέρασαν στο λιβάδι το ένα
δίπλα στο άλλο, με το κεφάλι του ενός μερικές φορές να στηρίζει την πλάτη
του άλλου, ακόμα και οι στρατηγικές που χρησιμοποιήθηκαν από το ένα για να
αποτρέψουν τη φυγή ή την προσέγγιση του άλλου από ένα τρίτο, δεν θα
ξεχαστούν. Η Thelma Rowell εστίασε την προσοχή της σε μια ιδιαίτερη χειρο-
νομία: Κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης, κάποια πρόβατα σταμάτησαν και
άρχισαν να τρίβουν τα μαγουλά τους, μαζί με το μέτωπο και τα κέρατα τους.
Ο Geist τα ερμηνεύει αυτά ως χειρονομίες κυριαρχίας-υποταγής. Η Rowell
προσθέτει ότι αυτή η συμπεριφορά συνάδει με μια άποψη της κλασικής
ηθολογίας, δεδομένου ότι είναι πολύ πιο συχνή κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης
και συνδέεται διαδοχικά με επιθετικές συμπεριφορές. Αλλά, λέει, αυτό είναι το
σημείο που οι χιμπατζήδες του De Waal17 μας έχουν διδάξει κάτι. Η πιο κοντινή
συμπεριφορά -χρονικά- σε μια επιθετική συμπεριφορά, δεν είναι απαραίτητα
και αυτή επιθετική. Αντιθέτως, μπορεί να είναι μια κίνηση συμφιλίωσης, ειδικά
από τη στιγμή που αυτές οι φιλικές συμπεριφορές αυξάνονται όσο πλησιάζει
η περίοδος του ζευγαρώματος και η ένταση κορυφώνεται. Επίσης, η Rowell
επισημαίνει κάτι το οποίο δεν φαίνεται να έχει παρατηρηθεί στις μαϊμούδες:

16 Margaret Power, The Egalitarian: Human and Chimpanzee , Cambridge University Press,
Cambridge, 1991.
17 F. De Waal, De la réconciliation chez les primate, Trad. M. Robert, Flammarion, Paris, 1992.

10
τους ελιγμούς «προ-συμφιλίωσης». Πριν τη διαμάχη, τα πρόβατα τρίβουν τα
κεφάλια και τα μάγουλα μεταξύ τους. «Είναι σχεδόν σαν να δουλεύουν πολύ
σκληρά να διατηρήσουν φιλίες κατά τη διάρκεια της περιόδου του ζευγαρώ-
ματος. Δεν είναι φίλοι αυτή την περίοδο, αλλά έχω την εντύπωση ότι είναι
πολύ σημαντικό να κρατηθεί η ομάδα μαζί και αυτός είναι ένας τρόπος να πεις
“Πρέπει να μαλώσω μαζί σου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σε συμπαθώ”» 18.
Οι διαμάχες θα μπορούσαν να έχουν μια άλλη εξήγηση, η οποία να
συμπληρώνει αυτή που προβάλλεται γενικότερα και όχι να έρχεται σε αντί-
θεση μαζί της. Πρώτον, μια σειρά από ανέκδοτα φαίνεται να αμφισβητεί την
ιδέα ότι ο μόνος σκοπός της διαμάχης είναι η απειλή. Πώς μπορούμε να ερμη-
νεύσουμε το γεγονός ότι κάθε νεαρό αρσενικό λίγων μηνών προτείνει σε έναν
ενήλικα που έχει διπλάσιο μέγεθος από αυτό να χτυπήσουν τα κέρατα τους;
Το μεγάλο αρσενικό μπορεί είτε να το αγνοήσει είτε να συμφωνήσει. Αν κάνει
το δεύτερο, χαμηλώνει το κεφάλι του και προτάσσει τα κέρατα του. Το νεαρό
αρσενικό βάζει όλη του τη δύναμη και -πολύ προβλέψιμα-, καταλήγει
απωθημένο μερικά μέτρα παρακάτω. Μπορεί αυτό να θεωρηθεί μια σκόπιμη
απειλή ή μια σύγκρουση κυριαρχίας; Φαίνεται εξαιρετικά απίθανο. Επιπλέον, η
Thelma Rowell μας λέει ότι τα θηλυκά ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τις
συγκρούσεις και προσελκύονται από το δυνατό θόρυβο που κάνουν τα κέρατα
όταν τρίβονται μεταξύ τους. Πώς όμως θα κάνατε εσείς θόρυβο αν είχατε
μόνο ένα χέρι; Πώς θα μπορούσε μόνο του ένα πρόβατο να κάνει τόσο δυνατό
θόρυβο; Αντιθέτως, αν είστε δύο μπορείτε να κάνετε ένα δυνατό, εντυπωσιακό
θόρυβο. Φαίνεται ότι είναι ένα είδος ήχου και εικόνας που αποσκοπεί στη
συνοχή της ομάδας. «Είναι πολύ συναρπαστικό για τις προβατίνες και
έρχονται όλες. Και τρώνε μαζί».
Με αυτή την υπόθεση θα μπορούσαμε φυσικά να υποπτευτούμε μια
αισιόδοξη προκατάληψη α λα Konrad Lorenz. Σύμφωνα με αυτό τον ηθολόγο,
πολλές μάχες είναι τελετουργικά που σκοπεύουν να περιορίσουν ή να
διοχετεύσουν την επιθετικότητα μεταξύ των ειδών, όπως αποδεικνύεται από
το γεγονός ότι σπάνια οδηγούν στο θάνατο (τουλάχιστον στις περιπτώσεις
που έχουν παρατηρηθεί). Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι αυτό το θέμα. Το
ερώτημα εδώ είναι ποια από τις δύο υποθέσεις είναι πιο ενδιαφέρουσα: εκείνη
ενός ζώου που καθορίζεται αυστηρά από τις ορμόνες του και από τους
ιεραρχικούς κανόνες, πολεμώντας τυφλά για τα προβλήματα του ανταγω-
νισμού, ή εκείνη ενός ζώου που αρθρώνει το σώμα του σε άλλα σώματα, τόσο
στο πνεύμα του ανταγωνισμού όσο και του συντονισμού για να βρει μια λύση
σε αρκετά προβλήματα; Αυτό είναι σίγουρα μια πολιτική επιλογή, άλλα όχι
πολιτική με την έννοια ότι προτιμούμε το συνεργάσιμο πρόβατο από το
ανταγωνιστικό, γιατί ηθικά αυτό δεν είναι αποδεκτό. Είναι πολιτική με την
έννοια ότι θέτει το πρόβλημα της συλλογικότητας που αποτελούμε:
προτιμούμε να ζούμε με πρόβατα προβλέψιμα ή με πρόβατα που μας
εκπλήσσουν και προσθέτουν άλλους ορισμούς στο τι σημαίνει να «είσαι
κοινωνικός»; Όλο το έργο της Thelma Rowell το μαρτυρά. Η ιδέα δεν είναι να
καταγγείλουμε το ιεραρχικό σκάνδαλο για την ευχαρίστηση της αποκάλυψης
μεθοδολογικών προκαταλήψεων, αλλά να επεκτείνουμε τη συλλογικότητα σε
18 Συνέντευξη, 29/05/2003.

11
αυτούς που ενδέχεται να ενδιαφέρονται. Νομίζω ότι η συνεργασία είναι πολύ
πιο ενδιαφέρουσα. Και αυτό είναι που καθιστά τα κοινωνικά ζώα
ενδιαφέροντα και διαφορετικά, κάτι που όλοι συμφωνούμε ότι είναι.
Όλα αυτό γίνεται πιο ενδιαφέρον, από την εύρεση εργαλείων που δίνουν μια
ευκαιρία: εδώ είμαστε, πίσω στις αντιλήψεις που ξεκινήσαμε, και στο ζήτημα
της εικοστής τρίτης λεκάνης που προσφέρεται σε είκοσι δύο πρόβατα.
Μιλώντας γενικά, η ίδια η μέθοδος της προσέλκυσης των προβάτων μέσω της
τροφής, είναι παρόμοια με την τροφοδοτική πρακτική. Σε ορισμένες
περιπτώσεις Καθιστά δυνατή την προσέγγιση των ζώων και κατ' επέκταση
την παρατήρηση συμπεριφορών που διαφορετικά θα ήταν λιγότερο ορατές
(διότι τα ζώα δεν θα επέτρεπαν στον ερευνητή να έρθει κοντά τους). Σήμερα
οι μέθοδοι αυτές κατακρίνονται γιατί τονίζουν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα
ζώα, στα οποία συχνά δεν διαθέτονται αρκετοί πόροι αναλογικά με το μέγεθός
τους. Κατά συνέπεια, αυτό το οποίο προοριζόταν να γίνει ορατό, όχι μόνο
περιορίζει το ρεπερτόριο των ζώων που παρατηρούνται 19 αλλά διαταράσσει
και σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο αυτά οργανώνουν τον εαυτό τους 20.
Η εικοστή τρίτη λεκάνη είναι σημαντική σε σχέση με αυτό το πρόβλημα.
Σκοπός της δεν είναι μόνο να αποφύγει τη διατάραξη των σχέσεων, αλλά
πάνω απ’ όλα να επεκτείνει το ρεπερτόριο των υποθέσεων και των ζητη-
μάτων που απευθύνονται στα πρόβατα. Η ιδέα δεν είναι να τα αποτρέψει να
ανταγωνιστούν για την τροφή, είναι να τους αφήσει την επιλογή να το πρά-
ξουν – να διασφαλίσει ότι ο ανταγωνισμός δεν είναι η μόνη πιθανή απάντηση
σε έναν περιορισμό, αλλά μια ενδεχόμενη απάντηση. Αν τα πρόβατα επιλέξουν
τον ανταγωνισμό, η υπόθεση της σπανιότητας του πόρου δεν θα μπορεί να
δικαιολογήσει τη συμπεριφορά τους. Είναι πλέον απαραίτητο να συλλάβουμε
άλλες εξηγήσεις περισσότερο περίπλοκες και να θέσουμε στο πρόβατα άλλες
ερωτήσεις σχετικά με την κοινωνική συμπεριφορά τους. Έτσι, αν ένα πρόβατο
αφήσει τη λεκάνη του, σπρώξει το διπλανό του για να του πάρει τη θέση και
αμέσως επιστρέψει στη δική του λεκάνη ή επιμείνει και ακολουθήσει το άλλο
για να το διώξει ξανά, μπορεί να δημιουργηθεί ένας μεγάλος αριθμός υπο-
θέσεων, εκτός από τη λιγότερο ενδιαφέρουσα και προβλέψιμη, αυτή που
αποκλείει το δρόμο σε όλες τις άλλες: την υπόθεση του ανταγωνισμού για το
φαγητό. Φυσικά μπορεί να υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά η επέκταση του
ρεπερτορίου σε πιθανά κίνητρα επιτρέπει πολύ πιο εξελιγμένες εξηγήσεις.

19 Βλέπε, για παράδειγμα, την κριτική της Thelma Rowell στους Washburn και Devore, οι
οποίοι για να βιντεοσκοπήσουν μπαμπουίνους τους πετούσαν φιστίκια. Δημιούργησαν έτσι μια
εικόνα που διήρκησε για δεκαετίες: αυτή των κυρίαρχων αδέξιων αρσενικών που σπρώχνουν τα
θηλυκά και καταλαμβάνουν συστηματικά το κέντρο της ομάδας (όπου έπεσαν φυσικά τα
λεγόμενα φιστίκια). Βλέπε «A Few Peculiar Primates», (ο.π.).
20 Το πρόβλημα αυτό τέθηκε κυρίως για τους χιμπατζήδες του Γκόμπε [στμ: εθνικό πάρκο
της Τανζανίας]. Σύμφωνα με την Margaret Power (ο.π.), η πλήρης υποβάθμιση της ομάδας που
παρατηρήθηκε από την αποστολή της Goodall, ήταν συνέπεια της πίεσης του ανταγωνισμού
και των απογοητεύσεων. Οι κοινωνικές αναταραχές που προκαλούνται από την τεχνική
προμήθειας τροφίμων οδηγούν σε αυξανόμενες παθολογικές συμπεριφορές μεταξύ των
χιμπατζήδων, που φτάνουν μέχρι τα δυστυχή, διάσημα περιστατικά βρεφοκτονιών και
κανιβαλισμού της δεκαετίας του ‘70 (J. Goodall, «Intercommunity interactions in the chimpanzee
population of the Gombe national park» στο Hamburg and Mc Cown (eds), The Great Apes, B.
Cummings publications, New-York, 1979, σ. 13-53).

12
Μήπως αυτό το πρόβατο θέλει απλά να δείξει στο διπλανό του και στα
υπόλοιπα ότι το υποβλέπει; Αν ναι, τότε έχουμε μια υπόθεση που μας δείχνει
ότι τα πρόβατα, όπως τα πρωτεύοντα, τα κοράκια του Bernd Heinrich 21 και οι
φλύαροι του Zahavi22 [στμ: Turdoides squamiceps], έχουν μια εξαιρετικά
περίπλοκη αντίληψη της κυριαρχίας που σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται
με την άκαμπτη οργάνωση που καθορίζει προβλέψιμα τις συμπεριφορές. Σε
αυτή την προοπτική, η υποσκέλιση είναι ένας τρόπος διαπραγμάτευσης και
διεκδίκησης μια θέσης (ή κύρους, ανάλογα με το συγγραφέα) που είναι πολύ
πιο αποτελεσματική και αξιόπιστη από τη σύγκρουση. Αν έρθεις σε σύγκρουση
με κάποιον άλλο, αυτό σημαίνει ότι ο άλλος δεν δέχεται το αίτημα σου.
Αντιθέτως, αν απομακρυνθεί κατά την άφιξη σου, σημαίνει ότι το έχει
αποδεχτεί. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η εικοστή τρίτη λεκάνη μου επιτρέπει να
ομαδοποιήσω τα κοράκια, τους φλύαρους και τα πρωτεύοντα, τον Bernd
Heinrich, τον Amotz Zahavi και τους πρωτευοντολόγους κάτω από το σύμβολο
μιας κοινής νοημοσύνης. Όλοι έχουν βιώσει (μερικοί πιο πρόσφατα),
ενδιαφέρουσες εξελίξεις που τους έδωσαν τη δυνατότητα να αποσπαστούν
από τη θέση τους στην ιεραρχία – τη δική μας ιεραρχία αυτή τη φορά. Όλοι σε
κάποιο βαθμό μαρτυρούν τον πολιτικό ρόλο της ηθολογίας: «το να
δημοσιοποιήσεις τα πράγματα» δεν σημαίνει μόνο να τα κάνεις γνωστά,
σημαίνει επίσης να διερευνάς τις συνθήκες για νέους τρόπους οργάνωσης των
εαυτών μας. Ο ρόλος της ηθολογίας είναι ευανάγνωστος σε αυτή την
εμβληματική εικοστή τρίτη λεκάνη: είναι υπεύθυνη για την επινόηση -με τη
γενναιοδωρία της νοημοσύνης-, ευγενικών τρόπων για να συνάπτουμε σχέση
με τους μη ανθρώπους.

21 B. Heinrich, Ravens in Winter, Vintage Books, New York, 1991· και Mind of the Raven, Harper
Collins, New York, 2000.
22 Οι φλύαροι είναι πουλιά που έχουν αλλάξει αισθητά την άποψή μας για το είδος τους από
τότε που τα παρατήρησε ο Ισραηλινός ορνιθολόγος Zahavi. Amotz Zahavi and Avishag Zahavi,
The Handicap Principle: a Missing Piece of Darwin’s Puzzle , Oxford University Press, Oxford, 1997.
Βλέπε επίσης V. Despret, Naissance d’une théorié éthologique. La danse du cratérope écaillé, les
Empêcheurs de penser en rond, Paris, 1996.

13
www.avocado.squat.gr

You might also like