You are on page 1of 1

Ερμηνευτικό σχόλιο: «Γέλια»

Το θέμα που θίγεται στο κείμενο είναι η αδυναμία του ανθρώπου να συνειδητοποιήσει το
ευμετάβλητο της τύχης, το πόσο εύκολα μπορεί να ανατραπούν όλα, το πόσο ξαφνικά μπορεί να
βρεθεί κάποιος στη θέση του άλλου, το πόσο αναπάντεχα μπορούν οι συνθήκες να κάνουν τους
φίλους εχθρούς και τους εχθρούς φίλους. Και αυτή η αδυναμία συνειδητοποίησης αγγίζει τα όρια
του γελοίου, είναι κωμικοτραγική.
Γι’ αυτό η ανθρωποποιημένη Ιστορία γελά, για τον ίδιο λόγο γελά μαζί της κι ο αφηγητής,
βλέποντας τις ευτράπελες αναλογίες ανάμεσα σ’ αυτούς που κάποτε ήταν μετανάστες και τώρα
υποδέχονται μετανάστες. Επίσης, γελά και με όσα φέρνει ο χρόνος. Γιατί οι ηλικιωμένοι γονείς
του, μετανάστες κάποτε στη Γερμανία, ευγνωμονούν σήμερα τους Γερμανούς για τη σύνταξη που
παίρνουν από τη χώρα τους. Και ο πατέρας του για πάνω από είκοσι χρόνια δούλευε δίπλα δίπλα
με τον Ιταλό και τον Τούρκο, αν και είχε πολεμήσει το ’40 τους Ιταλογερμανούς, και οι Τούρκοι
είχαν σφάξει τον δικό του πατέρα στην καταστροφή της Σμύρνης. Φτωχοί μετανάστες όμως και οι
τρεις στη Γερμανία, δεν είχε ιδιαίτερη σημασία ποιος ήταν Έλληνας, ποιος Ιταλός και ποιος
Τούρκος.
Καμία λογική εξήγηση δεν έχει για όλα αυτά τα «τρελά πράγματα» ο αφηγητής. Μόνο που
υποψιάζεται πως αυτός είναι τελικά το «παρδαλό κατσίκι» -και κατ’ επέκταση ο άνθρωπος- το
αστείο θέαμα που προκαλεί το γέλιο στην Ιστορία. Επομένως είναι ο τελευταίος που του
επιτρέπεται να γελάει.

6ο ΓΕΛ Γλυφάδας

You might also like