You are on page 1of 6

- Κεντρί; μουρμουρίζει ο Καπετανάκης ενώ χαμογελάει πονηρά.

- Τσάκαλε που είναι αυτή την στιγμή; ρωτά με αυστηρό τόνο ο Μαυρομιχάλης
- Φτάνουν στην Ελευσίνα κύριε... απαντά ο Τσάκαλος γρήγορα.
- Κεντρί ... τότε απαντά ο Μαυρομιχάλης ,μετά απο 1 δευτερόλεπτο,αφού οι άντρες κοιτάζονταν
στα μάτια σαν να σχεδίαζαν τι θα κάνουν, σηκώθηκαν να βγούν έξω αποφασισμένοι να πιάσουν και
να σκοτώσουν τον Ακρίτα. Βγαίνοντας από το καταφύγιο του Παναχαικού βρίσκουν τον Άλεξ που
μόλις είχε φτάσει.
- Ο Ακρίτας θα είναι σε λίγο στα διόδια της Ελευσίνας θα έρθεις; ρωτά ο Καπετανάκης.
- Στην Πόλη έχουμε πρόβλημα... κάτι ξύπνησε το νιώθω... πρέπει να πάμε στην πόλη απαντά ο
Άλεξ
- Όχι πρέπει να πάμε να χτυπήσουμε και να φύγουμε ... Κεντρί ! Λέει αποφασισμένος ο
Καπετανάκης.
- Τι είναι το Κεντρί;
- Πάμε και χτυπάμε κατευθείαν τον Ακρίτα με ότι έχουμε και δεν έχουμε και φεύγουμε ελπίζοντας
οτι σκοτώθηκε, εξηγεί ο Καπετανάκης στον Άλεξ.
- Εντάξει πηγαίνετε μπροστά και εγώ θα σας φτάσω λέει κουρασμένος ήδη ο Άλεξ.
- “ Είσαι σίγουρος; “ λέει γελώντας ο Μαυρομιχάλης
- “ Μπορείς να ακολουθήσεις; ” και πριν προλάβει ο Άλεξ να απαντήσει είχαν γίνει καπνός μέσα
από το χρονικό κενό που ανοίγει και υποχρεώνεται από το αίμα του να υπηρετήσει.
Μερικά λεπτά μετά Καπετανάκης και Μαυρομιχάλης φτάνουν στα διόδια περιμένοντας τα
αμάξια να έρθουν. Λίγα δευτερόλεπτα μετά βλέπουν πέντε τζιπ μαύρου χρώματος να φτάνουν τα
“ Φέι “ αποκαλύπτουν σε πιο αμάξι είναι ο Ακρίτας. Χωρίς να σκεφτούν καν τον Άλεξ που έρχεται
με μικρότερη ταχύτητα ,οι δύο μεγάλοι βρικόλακες χυμάνε σαν αρπακτικά , με το που τα Τζιπ
πληρώνουν το αντίτιμο των διοδίων.
Ο Καπετανάκης με την δύναμη της ζοφερότητας αναγκάζει το Τζιπ του Ακρίτα να ντελαπάρει και
πηδάει πάνω σε αυτό. Ξηλώνει με μανία την πόρτα και βλέπει τον Ακρίτα μαζί με άλλους 2 άνω
κάτω , μέσα στο αναποδογυρισμένο Τζίπ. Σηκώνει τα πλοκάμια της αβύσσου και πριν προλάβει να
αποτελειώσει τον Ακρίτα ακούγονται πυροβολισμοί. Μια σφαίρα τον χτυπά απο πίσω στην πλάτη
και χάνει για μερικά δευτερόλεπτα την συγκέντρωση του. Ο Μαυρομιχάλης φτάνει με ευκολία στα
τζίπ και ακουμπώντας τα 3 / 4 , τα υποχρεώνει σε χρονική στάση εγκλωβίζοντας αυτούς που είναι
μέσα και αναγκάζοντας τους να παραμείνουν εκεί για μια ώρα.
Ο Μαυρομιχάλης τέλος φτάνει κοντά στους κυνηγούς που πρόλαβαν να βγουν και να
πυροβολήσουν τον αδερφό του και αρχίζει να τους σπάει τα κρανία τον έναν μετά τον άλλο.
Ο Καπετανάκης παράλληλα διατάζει τα πλοκάμια της αβύσσου να τρυπήσουν τον Ακρίτα όμως ένα
λευκό φως που αναδύεται από το κορμί του κάνει τα πλοκάμια να μην έχουν καμία δύναμη πάνω
του. Έτσι ο Καπετανάκης αποφασισμένος τον βουτάει με το χέρι του και τον πετάει έξω από το
τζιπ. Ο Ακρίτας τινάχτηκε πραγματικά 3 μέτρα πάνω από την άσφαλτο και σαν κούκλα πέφτει με
δύναμη στο έδαφος ενώ ο Μαυρομιχάλης αποτελειώνει τους σαστισμένους εναπομείναντες
κυνηγούς. Κατευθείαν ο Τσάκαλος από την άλλη βλέποντας τον Καπετανάκη να χρησιμοποιεί τις
δυνάμεις του στο αμάξι κλείνει τα φώτα , τις κάμερες και τα διόδια για να αποτρέψει περαιτέρω το
σπάσιμο της μεταμφίεσης. Ο Μαυρομιχάλης σαν σφαίρα φεύγει πάνω στον Ακρίτα. Ο Ακρίτας
σηκώνεται απο την άσφαλτο με παραφυσικό τρόπο , λες και μια δύναμη τον σηκώνει απο την
πλάτη για να σταθεί στα πόδια του. Ο Ακρίτας αποφεύγει τον Μαυρομιχάλη για να έρθει ο
Καπετανάκης να τον χτυπήσει με δύναμη και να τον πετάξει λίγα μέτρα παρα πέρα. Ο
Μαυρομιχάλης βρίσκει την ευκαιρία να τρέξει απο πάνω του για να τον αποτελειώσει.
Ο Ακρίτας πετάγεται πάνω με τον ίδιο παραφυσικό τρόπο αποφεύγει το χτύπημα του
Μαυρομιχάλη ενώ ο Καπετανάκης σκεπτικός δεν μπορεί να χονέψει την σθεναρότητα του
Ακρίτα.Ο Καπετανάκης φεύγει πάνω στον Ακρίτα προσπαθώντας να τον χτυπήσει με δύναμη με τα
νύχια του αυτή την φορά,γνωρίζει όμως ότι κάτι του διαφεύγει αλλά ο χρόνος της μάχης είναι
πιεστικός , καθώς δεν διαθέτη υπερταχύτητα για να μπορεί να ακολουθεί τον αδερφό του. Ο
Ακρίτας βρίσκει χώρο,δυνατότερος, ταχύτερος και με πιο καθαρό μυαλό καταφέρνει να αποφύγει
τον Καπετανάκη και αμέσως τον βουτάει από τον αυχένα και τον σηκώνει ψηλά. Φτάνει και ο
Μαυρομιχάλης που προσπαθεί να τον χτυπήσει στο πρόσωπο. Ο Ακρίτας αφήνει τον Καπετανακη
από τον αυχένα αποφεύγει τα χτυπήματα του Μαυρομιχάλη και τον χτυπάει πίσω με απίστευτη
δύναμη και ξαναπιάνει τον Καπετανάκη στον αέρα απο τον αυχένα ξανά, μιας και κινήθηκε λόγω
της βαρύτητας μερικά χιλιοστά μόνο, ένας άνθρωπος θα ορκιζόταν οτι ο Ακρίτας ποτέ δεν άφησε
τον Καπετανάκη, τόσο μεγάλες είναι οι ταχύτητες. Ο Μαυρομιχάλης καταλαβαίνει οτι η ταχύτητα
του είναι απίστευτη και προσπαθεί να βρει τρόπο πως θα ξεκολλήσει τον Καπετανάκη απο το χέρι
του. Ο Ακρίτας κινείται με παραφυσική ταχύτητα για άνθρωπο. Ο Καπετανάκης νιώθει απότομα
όλο του το κορμί να μουδιάζει και τέλος να χάνει τις αισθήσεις του. Ο Μαυρομιχάλης είναι έτοιμος
να επιτεθεί όμως πρώτα παρατηρεί ότι ο Καπετανάκης είναι σε μεγάλο κίνδυνο καθώς διέκρινε τον
Ακρίτα να επικαλείται μια δύναμη και ο Καπετανακης να αρχίζει με μεγάλη ταχύτητα να μοιάζει με
δοχείο νερού που βράζει από μέσα προς τα έξω. Καταλαβαίνει ότι ο αδερφός του θα γίνει στάχτη
αν δεν επιτεθεί τώρα.
Και έτσι έγινε μέσα από το χρονικό κενό φτάνει κοντά στον Ακρίτα. Η γροθιά του περνάει
και πιάνει δυστυχώς αέρα ενώ μια γονατιά αποκρούεται απο τον Ακρίτα με δυσκολία καθώς κρατά
ψηλά τον Καπετανάκη. Ο Ακρίτας όπως και πριν, αφήνει τον Καπετανάκη απο τον αυχένα , χτυπάει
τόσο όσο χρειάζεται για να πάρει χώρο από τον Μαυρομιχάλη και φέρνει στο χέρι του μια πύρινη
ρομφαία όπου προσπαθεί στην συνέχεια να διαπεράσει τον Μαυρομιχάλη. Τελευταία στιγμή
πραγματικά περνάει από τον κορμό του Μαυρομιχάλη και βρίσκει μόνο τα ρούχα του που κόβονται
σαν βούτυρο με πυρωμένο μαχαίρι. Ο Μαυρομιχάλης βρίσκει τότε την ευκαιρία μιας και ο Ακρίτας
δεν έπιασε ξανά τον Καπετανάκη. Ανοίγει ακόμα μια φορά χρονικό κενό πιάνει τον αδερφό του που
φαινομενικά αιωρείται και προσπαθεί να διαφύγει για να τον προστατέψει.
Η πύρινη λόγχη όμως σταματά την προσπάθεια του Μαυρομιχάλη καθώς γύρισε πλάτη και δεν
μπόρεσε να αποφύγει το χτύπημα του Ακρίτα. Το φλεγόμενο δόρυ διαπερνά τον Μαυρομιχάλη από
πίσω προς τα μπροστά χάνει τον έλεγχο της ταχύτητας του και σαν να μην έφταναν όλα αυτά ο
Ακρίτας γυρνά απότομα την λόγχη προς τα πίσω και δεξιά και ξηλώνει όλα τα σωθικά του
Μαυρομιχάλη πετάγοντας τον σαν κούκλα στην άσφαλτο , ανοίγοντας τρύπα από την πρόσκρουση.
Ο Ακρίτας τότε φτάνει πάνω από το σώμα του Καπετανάκη και σηκώνει την Ρομφαία να τον
αποτελειώσει. Ο Μαυρομιχάλης το βλέπει και σπάει άλλη μια φορά το χρονικό κενό.
Σαν απομηχανής Θεός η ξιφολόγχη του Αλεξ κάνει την Κασσάνδρα να φύγει από το σώμα της με
σκοπό να την δώσει στα χέρια του Μαυρομιχάλη καθώς χρειάζεται ένα “ όργανο “ για να μπορέσει
να χτυπήσει θανάσιμα τον Ακρίτα. Η Κασσάνδρα φτάνει στον αιματηρό τόπο και βλέπει με τα
μάτια της ψυχής της τον Μαυρομιχάλη αργά αργά καρέ καρέ να τρέχει να σώσει τον Καπετανάκη.
Νιώθει την ζεστασιά για άλλη μια φορά στο παλτό της. Κάτι μέσα της ξυπνάει φωνάζει, τραβάει
την ξιφολόγχη του Άλεξ και αμέσως αυτή παίρνει φωτιά , κάτι από το παρελθόν... Ξυπνά ... Βλέπει
κάτι από το παρελθόν....Αλλά είναι όλα τόσο θολά.
- “ ΜΙΧΑΛΗ !!! Μιχαλη !!!! μιχαλη !!! μιχαλ !!! μιχ !!! .... “
Ο Μαυρομιχάλης έχοντας της σύνδεση του Ενοραρις με την Κασσάνδρα δεν την βλέπει
γνωρίζει ότι είναι εκεί άλλα το μυαλό του χάνεται , τα βιώματα τους είναι τόσο δυνατά και οι
εκλάμψεις του μυαλού του τον κάνουν να χάσει την συγκέντρωση της πράξης , η ξιφολόγχη είναι
στον αέρα , όπως και τότε η Κασσάνδρα έδωσε το ξίφος της για να σωθεί ο Μιχάλης , όμως πέθανε
ο μικρός στην αγκαλιά της λίγες στιγμές μετά , ταξιδεύει σαν τότε για άλλη μια φορά. Ένα χέρι
πρέπει να την πιάσει όπως τότε. Δεν γίνεται όμως ο Μαυρομιχάλης έχει αργήσει χρονικά η
Κασσάνδρα δεν έχει καταλάβει την υπόσταση της . Τα μάτια και των δύο είναι στραμμένα στην
ξιφολόγχη του Άλεξ ενώ ο χρόνος σιγά σιγά και αμείλικτος αρχίζει να τρέχει κανονικά. Μερικά
εκατοστά πριν φτάσει η πύρινη λόγχη του Ακρίτα τον Καπετανάκη σαν τον Άνεμο κάποιος πιάνει
την ξιφολόγχη του Άλεξ και χτυπάει με κόντρα το δόρυ του Ακρίτα. Το χτύπημα των δύο
παραφυσικών οργάνων δημιουργούν ένα οστικό κύμα συνοδευόμενο από ένα απότομο φλας μπλε
χρώματος και μια βροντή νομίζοντας ότι έπεσε κεραυνός ακριβώς διπλά σου. Ο Μαυρομιχάλης και
η Κασσάνδρα προσπαθώντας να δουν καλύτερα αφού συνέλθουν απο το δυνατό φαινόμενο
αντικρίζουν τον Άλεξ , να ξιφομαχεί με τον Ακρίτα. Η ψυχή μπήκε ξανά στο σώμα τους, και θάρρος
φούντωσε ξανά , τίποτα δεν είχε χαθεί, ο Άλεξ άλλη μια φορά ήταν στην ώρα του.
-” Ήρθες προετοιμασμένος αυτή την φορά Άλεξ. Τίποτα όμως δεν θα σε σώσει καθώς η
δύναμη του Θεού είναι μεγάλη και θα σε στείλω στο πυρ το εξώτερο , εσένα και όλους τους
ομόαιμους σου , δαίμονα. “
Ο Άλεξ δεν μιλάει είναι συγκεντρωμένος 100% σε αυτό που έχει να γίνει.
Ο Ακρίτας χτυπά και καρφώνει την Ρομφαία του στην άσφαλτο , λευκό φως ακόμα πιο δυνατό από
πριν τον αγκαλιάζει και δυο μεγάλα λευκά φτερά βγαίνουν από την πλάτη του, ενώ τα μάτια του
γίνονται κατάλευκα. Ο Μαυρομιχάλης με την Κασσάνδρα καταλαβαίνουν ότι ο εχθρός δεν είναι
καθόλου απλό πράγμα και ούτε τους είχε περάσει από το μυαλό , για την πραγματική φύση του
Ακρίτα. Το Σοκ της έκληξης είναι μεγάλο. Ο Μαυρομιχάλης ήξερε ότι όπως υπάρχουν δαίμονες
στην γη που έχουν τον σκοτεινό σκοπό τους έτσι υπάρχουν και Άγγελοι σταλμένοι σε υλική
υπόσταση για να φέρουν κάθαρση στον κόσμο. Το πρόβλημα είναι ”Πως επιβιώνουμε σήμερα;“.
Απόλυτη σιγή πέφτει, ενώ ο ουρανός ξεκινάει να βρέχει αίμα. Το φαινόμενο κάνει την
κατάσταση ακόμα πιο απόκοσμη , μη διαχειρίσιμη και φόβος φωλιάζει στους πρωταγωνιστές μας
καθώς κάθε φορά που ακούγονται βροντές μπλε χρώμα φωτίζει τον ουρανό, κανείς δεν
καταλαβαίνει αν υπάρχουν όντως σύννεφα ή ο ουρανός βρέχει μόνος αίμα. Ξαφνικά ο Άλεξ αρχίζει
να ουρλιάζει και μεταμορφώνεται σε έναν μαύρο άγγελο. Δυο Μαύρα φτερά έχουν βγει από την
πλάτη του. Τα μαλλιά του έχουν μακρύνει και έχουν γίνει κατάμαυρα. Τα μάτια του είναι
κατακόκκινα και τα ζυγωματικά του προσώπου του τερατώδεις . Η ξυφολόγχη του που ήταν
πυρωμένη , πίανει ολόκληρη φωτιά και η φλεγόμενη λάμα φτάνει στο ένα μέτρο.
Σιγή ! ... ο Ακρίτας και ο Άλεξ κοιτάζονται με μίσος. Μια βροντή ακούγεται απο τον ουρανό
και μόλις ο ουρανός λούζεται απο μπλε φώς οι δύο εχθροί τρέχουν ο ένας πάνω στον άλλο για την
τελευταία σύγκρουση. Ο Άλεξ χτυπάει πρώτος χωρίς αποτέλεμα καθώς ο Ακρίτας είναι πολυ πιο
γρήγορος . Κάθε φορά που τα δύο όργανα χτυπάνε το ένα το άλλο , σαν απο φωτογραφικό φλας
ενοχλούν τα μάτια της Κασσάνδρας και του Μαυρομιχάλη ενώ βροντές ακούγονται απο τον ουρανό
που είναι λες και θα πέσει να τους πλακώσει όλους.Ο Ακρίτας χτυπάει, ο Άλεξ σταθερός αποφεύγει
τα χτυπήματα και γυρνάει στην αντεπίθεση όμως ο Ακρίτας έχει πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Ο
Μαυρομιχάλης αξιολογεί την κατάσταση του και προσπαθεί να σκεφτεί κάτι , τίποτα όμως δεν
έρχεται στο κεφάλι του , μαζεύει το θάρρος του , την δύναμη της ψυχής του και μπαίνει στην μάχη
Επιτίθεται στον Ακρίτα όπου τα βρίσκει δύσκολα πια. Η Κασσάνδρα καταλαβαίνει ότι δεν είναι
εκεί πραγματικά αλλά είναι η ψυχή της, έτσι ρίχνεται και αυτή στην μάχη προσπαθώντας να
χαλάσει από την σκοπιά της , τις κινήσεις του Ακρίτα. Ο Μαυρομιχάλης καταφέρνει μετά από ένα
μπαράζ επιθέσεων και αντεπιθέσεων να δώσει ένα χτύπημα στον Ακρίτα. Ό Άλεξ βρίσκει τον χώρο
και πληγώνει όχι σοβαρά τον εχθρό του. Ο Ακρίτας μαζεύει το σώμα του και μετριάζει το κέντρο
βάρους του. Ξεκινάει με τον Άλεξ που για την ώρα με την βοήθεια της Κασσάνδρας δεν τον
χτυπάει. Ο Μαυρομιχάλης φτάνει, χτυπάει ανελέητα τον Ακρίτα ελπίζοντας να του περάσει κάποιο
χτύπημα.Το 3ο και φαρμακερό χτύπημα το αποκρούει ο Ακρίτας με την δυναμική του.
Οι δύο εχθροί για δευτερόλεπτα κοιτάζονται στα μάτια προσπαθώντας ο ένας να κάνει τον άλλο να
πισωπατήσει. Δυστυχώς για τον ήρωα μας ο Ακρίτας γυρνάει το κορμί του και λογχίζει τον
Μαυρομιχάλη από την αριστερή πλευρά τον σηκώνει μπροστά και τον σκάει στο έδαφος με μεγάλη
δύναμη. Ό Άλεξ μπαίνει ανάμεσα για να μην υπάρξει κάποια αντεπίθεση. Ο Μαυρομιχάλης μέσα
στην σπασμένη άσφαλτο νιώθει ότι τα ψυχικά του τραύματα είναι τόσα που νιώθει ότι δεν μπορεί
να σηκωθεί. Τα χέρια του τρέμουν από φόβο. Η παρουσία , το φως και η ρομφαία του Ακρίτα είναι
κάτι που δεν μπορεί κανείς να περιγράψει με λόγια και κάθε στιγμή που περνάει ο φόβος και η
αδυναμία σε κατατρώνε.Η Κασσάνδρα προσπαθεί να τον εκτρέψει άλλη μια φορά για να κάνει την
ζωή του Άλεξ ακόμα καλύτερη δεν γίνεται κάτι καθώς ο Ακρίτας φαίνεται ακλόνητος.
Ο Μαυρομιχάλης κοιτώντας την μάχη νιώθει οτι ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει τον Άλεξ με τον
μυαλό του. Έτσι προσπαθεί να ανατρέψει τον Ακρίτα , η Κασσάνδρα το ίδιο , όλοι αποτυγχάνουν
και ό Άλεξ γλιτώνει τελευταία στιγμή την ρομφαία.Ο Άλεξ κάνει επίθεση και τον πληγώνει ,
κόβοντας τον χαμηλά στο στομάχι. Ο Ακρίτας χτυπά και βρίσκει στόχο και τις δύο φορές τον Άλεξ.
Την πρώτη φορά του κόβει το ένα του μαύρο φτερό από τον κόμπο της πλάτης του και το επόμενο
χτύπημα τον βρίσκει στο στομάχι. Ο Άλεξ σιγά σιγά γονατίζει ενώ η ξιφολόγχη του αρχίζει να
αργοσβήνει. Η Πύρινη ρομφαία αναγκάζει τον Άλεξ να χαμηλώσει. Είναι πια γονατιστός μπροστά
στον Ακρίτα με την Θειική φωτιά να του καίει το στομάχι. Τα χέρια του τρέμουν και τα δόντια του
τα έχει σφίξει τόσο πού , που αν ήταν άνθρωπος θα είχαν σπάσει από την πίεση και η γνάθος δεν θα
άνοιγε ξανά . Ο Ακρίτας τραβάει απότομα την ρομφαία του , ο Άλεξ γονατιστός μπροστά σκέφτεται
αν υπάρχει κάποια επιλογή. Δεν υπάρχει τίποτα, το μυαλό του παραδομένο στον φόβο του φωτός
που εκπέμπει το σώμα του Ακρίτα αλλά και του Θεού που τον προστατεύει και έχει κάνει τον
νυχτερινό ουρανό να είναι τόσο ξένος και αφιλόξενος. Ξαφνικά μπλε λάμψη και μια βροντή μετά
από λίγο.Ο Μαυρομιχάλης που έχει σηκωθεί στα πόδια του βλέπει γονατιστό τον Άλεξ να περιμένει
ήρεμος τον Θάνατο του ενώ η Κασσάνδρα είναι βουλιαγμένη στις σκέψεις των οραμάτων της.
Τότε ο Μαυρομιχάλης κλείνει τα μάτια του, σκέφτεται εκείνη την νύχτα στο Μάτζικερτ
( Αύγουστος του 1071 ). Ο φίλος του με το πρόσωπο της Κασσάνδρας τον φωνάζει...
.... όλα θόλωσαν ξανά... “ - ΜΙΧΑΛΗ !!! Μιχάλη !!!! μιχαλη !!! μιχαλ !!! μιχ !!! “
...να προσέξει και του πετάει το σπαθί της. Ο Μαυρομιχάλης πιάνει το σπαθί και γυρίζει
απότομα αποκεφαλίζοντας τον εισβολέα. Μερικά δευτερόλεπτα μετά ένας εχθρός θα προσπαθήσει
να σκοτώσει την Κασσάνδρα , μιας και είναι άοπλη , το μικρό αγόρι θα πέσει με αυτοθυσία
μπροστά στο δόρυ του εχθρού , θα σώσει την Κασσάνδρα , θα πεθάνει ο μικρός Άλεξ και με την
σειρά της, θα σκοτώσει τον εχθρό με το μαχαίρι από την ζώνη της, παίρνοντας εκδίκηση για τον
μικρό Άλεξ. Όπως τα βλέπει ο Μαυρομιχάλης όλα αυτά τα γεγονότα του παρελθόντος , των
προηγούμενων ζωών τους , του έρχεται μια ιδέα. Ίσως οι ζωές μας και όσα γίνονται σήμερα να
έχουν σχέση με τότε. Εξάλλου είναι η 2η φορά που βλέπει τον Άλεξ σε όνειρο να τον παίρνει ο
θάνατος σε προηγούμενη ζωή του για το κοινό καλό.Έτσι μια ιδέα ξεπηδάει καθώς είναι μέσα στο
όνειρο μιας περασμένης εμπειρίας, να χρησιμοποιήσει το χρονικό κενό για να αλλάξει την ιστορία.
Αναλογίζεται για μια στιγμή ξανά και ξανά την έκβαση των γεγονότων και αποφασίζει να μην
αποκεφαλίσει τον εχθρό του αλλά να κόψει το πόδι του αλόγου που είναι πάνω ως αναβάτης . Στην
συνέχεια θα προειδοποιούσε την Κασσάνδρα ώστε να μην χρειαστεί ο Άλεξ να θυσιαστεί για
αυτή.Έτσι υπάρχει ισορροπία. Δεν θα πεθάνει ο εχθρός μου από το χέρι μου αλλά ούτε και ο Άλεξ.
Και έτσι γίνεται, ο Μαυρομιχάλης ανοίγει χρονικό κενό μέσα στο όνειρο. Ο Μαυρομιχάλης δίνει
ένα πεσμένο σπαθί στον εαυτό του ενώ με το που κόβει το πόδι του αλόγου γυρνάει να φωνάξει
στην Κασσάνδρα να προσέχει αυτή.Ο Άλεξ δεν πεθαίνει ... Ο Αναβάτης δεν πεθαίνει... το άλογο θα
πεθάνει γιατί θα το σκοτώσουν στο τέλος της μάχης, ποιος θέλει ένα κουτσό άλογο; Άρα η
ισορροπία δεν υπάρχει μια άλλη ψυχή θα πεθάνει και ο Μαυρομιχάλης μεταξύ πραγματικότητας
και ονείρου ακούει τις κραυγές του Άλεξ. Εν το μεταξύ ο Ακρίτας σήκωσε ψηλά την ρομφαία του
και προσπάθησε να αποτελειώσει τον Άλεξ κόβοντας του το κρανίο στην μέση. Ο Άλεξ σηκώνει το
πύρινο σπαθί του προσπαθεί να κρατήσει κόντρα, δεν θα πεθάνει παραδομένος , δεν θα πεθάνει
γονατιστός και αυτό κάνει , κρατάει με ότι έχει απομείνει μέσα του, την ρομφαία του Ακρίτα ενώ
σιγά σιγά το σπαθί του πέφτει και σε λίγα δευτερόλεπτα η ρομφαία θα του κάψει το κεφάλι.
Βλέποντας αυτό το γεγονός ο Μαυρομιχάλης κάνει ένα βήμα μπροστά ασυναίσθητα , ενστικτωδώς
να τρέξει να βοηθήσει τον Άλεξ. Όμως τα μάτια του γουρλώνουν όταν κάνοντας το βήμα, το
γόνατο του σπάει και το κόκαλο πετάγεται από την θέση του. Γονατιστός κοιτάει τα χέρια του με
έκληξη και τρόμο , καταλαβαίνει ότι η κατάρα του χρόνου για την κατάχρηση και την ανισορροπία
που είχε κάνει πριν το πλήρωνε μόλις. Η Κασσάνδρα μη γνωρίζοντας τι να κάνει με τον Άλεξ
γυρνάει να κοιτάξει τον Μαυρομιχάλη που μέχρι πριν μια στιγμή ήταν ο δυνατός σωματώδης
πειρατής και πια στην θέση του βλέπει ένα ζωντανό κουφάρι γέρου που έχει ζαρώσει και όλες του
οι αρθρώσεις είναι έτοιμες να σπάσουν σαν γυαλί. Έκπληκτη τον βλέπει να καταρρέει στο γόνατο
του που αν και η βροχή αίματος από τους ουρανούς πνίγει τον ήχο, τα κόκαλα του ακούγονται να
σπάνε ένα ένα με την πτώση του.Η κατάσταση είναι παραπάνω από δραματική , είναι ένας
εφιάλτης που θα μας ξυπνήσει η ρομφαία του έκπτωτου αγγέλου Ακρίτα και θα μας
μετατρέψει στο τίποτα.
Ο Μαυρομιχάλης πεσμένος στην άσφαλτο να τον λούζει η θειική βροχή κοιτάει τον Άλεξ και
αποφασίζει να πεθάνει μια ώρα νωρίτερα δίνοντας και αυτός ότι έχει και δεν έχει για να κρατήσει
την θειική ρομφαία με το μυαλό του , τόσο όσο χρειαστεί για να σηκωθεί ο Άλεξ και ίσως να
καταφέρει να δραπετεύσει.Κοιτάει τα φτερά του Ακρίτα και αναλογίζεται ότι ναι... το δέχομαι ...
πέθανα από έναν άγγελο , είναι ο θάνατος που μου αξίζει μονολογόντας μέσα από τα δόντια του.
- “ Σέλωσε μαύρε μου το άλογο σου σήμερα θα πιούμε κρασί μαζί και θα πούμε ιστορίες
πολέμου, σέλωσε το και έλα γρήγορα δεν θα φοβηθώ , είμαστε ίσιοι πια και υπόσχομαι να σε
αγκαλιάσω σαν αδερφό μου. “
Από την άλλη πλευρά σοκαρισμένη , φοβισμένη και μη γνωρίζοντας τι να κάνει στην μορφή που
είναι η Κασσάνδρα δεν αντέχει να βλέπει τις σκηνές και αποφασίζει να επιτεθεί μια τελευταία
φορά καθώς δεν έχει να χάσει τίποτα πραγματικά μιας και οι άλλες δύο επιθέσεις ήταν ανεπιτυχείς.
- “ Τρίτη και φαρμακερή ... λυπάμαι Άλεξ , συγγνώμη Μαυρομιχάλη δεν μπορούσα να κάνω
πολλά. Τώρα θα ζήσω βλέποντας σας μπροστά στα μάτια μου να σας κάνει σκόνη ο άγγελος.
Τρίτη και φαρμακερή και ότι γίνει. “
Και έτσι έγινε. Η Κασσάνδρα τρέχει πάνω στον Ακρίτα αποφασισμένη να του βγάλει τα
μάτια , ο Μαυρομιχάλης συγκεντρώνεται πιστεύοντας πραγματικά ότι πιάνει γερά την ρομφαία του
Ακρίτα και την απομακρύνει από το κεφάλι του Άλεξ. Ξαφνικά τα χέρια του Ακρίτα αρχίζουν τα
τρέμουν και το πρόσωπο του φουσκώνει προσπαθώντας να σφίξει τα δόντια μην πιστεύοντας στην
δύναμη που βρήκε ξαφνικά ο Άλεξ.
Η Κασσάνδρα τρέχει κατά πάνω του και το χέρι της περνάει μέσα από το κεφάλι του Ακρίτα
,νιώθοντας ότι δεν κατάφερε να τον χτυπήσει ξανά, είναι έτοιμη να φύγει μην αντέχοντας να δει το
τέλος , γυρνώντας όμως κοιτάει καλύτερα και τρεις σχετικά βαθιές γρατζουνιές υπάρχουν στο
πρόσωπο του Ακρίτα.Από την άλλη πλευρά ο Μαυρομιχάλης βάζει τα χέρια του στην φωτιά και
την ψυχή του να χτυπήσει την πόρτα της κόλασης.Τότε είναι που ο Άλεξ χτυπάει και αυτός με την
σειρά του τόσο όσο χρειάζεται την ρομφαία προς τα πάνω. Ο Μαυρομιχάλης αφήνει απότομα την
ρομφαία πιστεύοντας ότι ή τώρα ή τίποτα. Ο Ακρίτας δεν μπόρεσε να φέρει σε ισορροπία την
απότομη απώλεια πίεσης καθώς τα μάτια του θόλωσαν και έχασαν το φως για μια πολύ πολύ μικρή
στιγμή που σαν επακόλουθο ήταν ο Μαυρομιχάλης να αφήσει απότομα την Ρομφαία και ο Άλεξ
σαν μοχλός “ τόσο πάνω όσο και κάτω” να γυρίσει το κορμί του εκτός της ρομφαίας. Ο Ακρίτας
χτυπάει απότομα την ρομφαία στο έδαφος και αυτόματα την σηκώνει για να χτυπήσει τον Άλεξ ,
ένα χτύπημα άτσαλο με άγχος για τυχόν ανατροπή, ένα χτύπημα που ο Άλεξ ήξερε ότι θα το έκανε
και το περίμενε. Η ρομφαία κατεβαίνει , χτυπάει το έδαφος ,και σηκώνετε δέξια διαγώνια ψηλά να
χτυπήσει τον Άλεξ στο στήθος. Ο Άλεξ γυρνάει το κορμί του και αποφεύγει την ρομφαία
περνώντας το κεφάλι του από κάτω. Ο Ακρίτας αυτή την φορά γυρνάει την ρομφαία του διαγώνια
αριστερά κάτω, ο Άλεξ όμως δεν κάνει αποφυγή πίσω δεξιά αλλά μπαίνει γυρνώντας περιστροφικά
το κορμί του , μέσα στην επίθεση γνωρίζοντας ότι θα υποχρεώσει τον Ακρίτα να τραβήξει όλο το
κορμί του πίσω για να μπορέσει να τον χτυπήσει, μιας και η ρομφαία μην ξεχνάμε ότι είναι ένα
δόρυ. Εκεί είναι που ο Άλεξ σηκώνει το φλεγόμενο σπαθί και χτυπάει τον Ακρίτα στον δεξί ώμο
από πάνω προς τα κάτω κόβοντας τον Ακρίτα στην μέση έως το δεξί ισχίο. Ο Άλεξ έβαλε τόση
δύναμη στο χτύπημα , όπου τα χέρια του έχασαν την ξιφολόγχη και αυτός έσκασε στο έδαφος με
τον πισινό του.
Ο Ακρίτας κοιτάει τον Άλεξ και μουρμουρίζει.
- “ Σε συγχωρώ πανούργε δαίμονα . “ Ενώ ο Άλεξ έντρομος κοιτάζει με γουρλωμένα μάτια τον
όμορφο , φωτεινό σαν από όνειρο Ακρίτα να ξεψυχά.
Ο Ακρίτας τραβάει την ξιφολόγχη του Άλεξ καίγοντας τα χέρια του. Με το που βγαίνει από το
κορμί του,την αφήνει δίπλα του με μια παράλογη ηρεμία. Σηκώνει τα μάτια του στον ουρανό ενώ
ακόμα βρέχει και οι βροντές τώρα πια κοντεύουν να ρίξουν τον ουρανό στην γη.Θα μπορούσε να
είναι μια σκηνή για το πως θα μπορούσε να είναι η αποκάλυψη είτε του θεού των βρικολάκων είτε
των ανθρώπων.
Ο Ακρίτας σηκώνει τα μάτια του στον ουρανό ενώ αυτά γυρνάνε στην φυσιολογική τους εμφάνιση
και ψελλίζει:
- “,αι κατά ανατολάς του παραδείσου της Εδέμ έθεσε (ο Κύριος ο Θεός) τα Χερουβείμ
και την ρομφαία την φλόγινην, την περιστρεφομένην, διά να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου
της ζωής”.
{ Γένεσις 3:24. }
Τελειώνοντας τα λόγια του ξαπλώνει στην άσφαλτο και αφήνει την ψυχή του να φύγει με
έναν αναστεναγμό. Ο Άλεξ δεν μπορεί να πιστέψει το κακό που έκανε. Σκότωσε κάτι τόσο όμορφο
κάτι τόσο αγνό κάτι τόσο κόντα σε Θειικό.
Τότε μέσα απο τα σύννεφα ένα ζεστό φως σκίζει στην μέση το σκοτάδι και την βροχή την
υποχρεώνει να σταματήσει. Τα μάτια όλων κλείνουν ενστικτωδώς καθώς το φως είναι άκρως
εκτυφλωτικό για το είδος των βρικολάκων. Το φως χαμηλώνει, ένα πλάσμα απαράμιλλης ομορφιάς
χωρίς να ξέρεις πως να το προσδιορίσεις ως φίλο στέκει εκεί φωτεινό με αυστηρό ύφος. Έιναι
τέσσερα μέτρα ύψος . Ο Άλεξ κοιτάει με γουρλωμένα μάτια και ενώ θέλει να σουρθεί προς τα πίσω
δεν έχει κανένα κουράγιο η δύναμη να το κάνει. Ο Μαυρομιχάλης κοιτάει και δεν νιώθει τίποτα.
- “ Τώρα μπλέξαμε χειρότερα “ Η ομορφιά του πλάσματος και το έγκλημα που έγινε πριν
λίγες στιγμές τους έκει καθηλώσει. Το πλάσμα χαμηλώνει σε ύψος και φτάνει κοντά στον άψυχο
Ακρίτα. Τον πέρνει αγκαλιά. Κοιτάει μια τελευταία φορά τον Άλεξ και τον Μαυρομιχάλη και
εξαφανίζεται με ταχύτητα φωτός προς τον ουρανό αφήνοντας πίσω του μια ιδέα ίχνους
χρυσόσκονης.
Ο Μαυρομιχάλης αναγνώρισε το πλάσμα καθότι σαν άνθρωπος υπήρξε Ορθόδοξος Χριστιανός.
- “ Ήταν Αρχάγγελος Γαβριήλ με σάρκα και οστά... “ ψελλίζει μην μπορώντας να πιστέψει στα
μάτια του. Τότε είναι που η Κασσάνδρα γυρνάει στο σώμα της. Φτάνοντας δεν μπορεί να
περιγράψει ούτε να μιλήσει για αυτά που είδε και βίωσε.Πιάνει τον εαυτό της να τρέμουν τα χέρια
της και το μυαλό της να είναι ένα βήμα πριν τρελαθεί.
- “ Ο Άλεξ; που είναι ο Άλεξ; “ σκέφτεται και μέσα απο το παλτό της νιώθει με έκπληξη ότι
έχει πάνω της ,την ξιφολόγχη του Άλεξ.
- “ Πως βρέθηκε πάλι πάνω μου; “ αναρωτιέται και την βγάζει. Τα μάτια της γουρλώνουν
καθώς βλέπει ότι η ξιφολόγχη είναι βουτηγμένη στα αίματα του αγγέλου.
Απο την άλλη τον Μαυρομιχάλη τον Καπετανάκι και τον Άλεξ τους μαζεύουν οι παρατρεχάμενοι
και τους γυρνάνε στην Πάτρα.
Στις κατακόμβες της Εγλυκάδας είναι ο προορισμός. Οι απόκληροι έχουν ετοιμαστεί να
υποδεχτούν τους ήρωες τους. Με φορεία και μεγάλη προσοχή τον Καπετανάκι και τον
Μαυρομιχάλη τους πάνε στο εσωτερικό του φρούριου που έχτισε ο Πανουργιάς για αυτούς και όλο
τον οίκο.
Οι στρατιώτες της σιδηράς φρουράς διατάζουν τον Άλεξ να κατέβει. Ο Παναγιώτης ρωτάει με
ψυχρότητα τον Πατριάρχη
- “ Κ Αβέρωφ τι θα κάνουμε με τον Άλεξ;
Ο Αβέρωφ απαντά κοφτά και με αυστηρότητα σαν στρατιωτικός.
-” Μόνο οι Απόκληροι μέσα. “
Ο Παναγιώτης κάνει νόημα και οι φρουροί κατεβάζουν με βία τον σαστισμένο Άλεξ ενώ
ξεκινάνε να τον κλωστούνε σαν σκυλί. Ο Μαυρομιχάλης είναι μάρτυρας αυτού του γεγονότος αλλά
είναι αδύνατο να μιλήσει ή να δώσει κάποια διαταγή. Η Κασσάνδρα και η Αβέρωφ μην μπορώντας
να αντέξουν τέτοια άδικη σκηνή φεύγουν να πάνε να βοηθήσουν καθώς η ώρα είναι πέντε τα
ξημερώματα. Ο Αβέρωφ με το που αντιλαμβάνεται την δυσαρέσκεια τις βάζει στην θέση τους με
ένα τελεσίγραφο που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.

Τον Άλεξ τον άφησαν τελικά σαν τον σκυλί στην ΑΒΕΞ ...

Τέλος

Θεόδωρος Μπούσιας

You might also like