Professional Documents
Culture Documents
Κάμερες Στις Αίθουσες Των Σχολείων
Κάμερες Στις Αίθουσες Των Σχολείων
Η παρούσα υγειονομική συστημική, πολιτική και οικολογική κρίση δε θα ήταν φυσικά δυνατόν
να μείνει έξω από το κατώφλι της εκπαίδευσης. Η κρίση δεν δοκιμάζει μόνο την πολιτική των από
πάνω αλλά και των από κάτω. Μια προκαταρκτική παρατήρηση θα ήταν λοιπόν αναγκαία: Τόσο
στην κρίση του 2013 όσο και στη σημερινή, οι άνθρωποι της εκπαίδευσης και τα συνδικάτα τους,
σαν τη γυναίκα του Λωτ, στη θέα της κρίσης μεταβληθήκαμε σε στήλη άλατος. Ας αφήσουμε
προσώρας ανοιχτή αυτή την παρατήρηση.
Η σημερινή κρίση στην εκπαίδευση συνοψίζεται σε ένα μπαράζ νομοθετημάτων που συγκροτούν
μια βίαιη μηχανική νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης και γίνονται στο έδαφος μιας
υγειονομικής καταστροφής που δεν έχει ορατή διέξοδο, ενώ αποτελούν το πρελούδιο ενός νέου
επαχθέστερου μνημονίου που θα φέρει η νέα κρίση κερδοφορίας του κεφαλαίου την οποία δεν
έφερε μεν, αλλά πάντως βάθυνε και ήδη παροξύνει το ξέσπασμα του covid19. Μια
αντιμεταρρύθμιση, που δεν επιδιώκει απλώς την πραγματική υπαγωγή1 της εκπαίδευσης στις
ανάγκες της συσσώρευσης του κεφαλαίου – αυτό έχει προ πολλού καθιερωθεί 2 – και την προϊούσα
εμπορευματοποίησή της – κατά τα νεοφιλελεύθερα μάντρα. Η πραγματική υπαγωγή επιδιώκεται
πλέον σε ένα ανώτερο και πιο αυτονομημένο επίπεδο, αυτό της πλήρους εργαλειοποίησης της
εκπαίδευσης για τις πολιτικές σκοπιμότητες του «Διοικητικού Συμβουλίου των καπιταλιστών» που
είναι η κυβέρνηση. Στις γραμμές αυτές χωρίς να υποτιμούμε καθόλου τα υπόλοιπα, θέλουμε να
εστιάσουμε σε αυτό το τελευταίο.
Από το κλείσιμο των σχολείων στα μέσα του Μαρτίου μπήκε – ίσως αναπάντεχα για τους
λιγότερο πληροφορημένους – με επιτακτικό τρόπο το ζήτημα της τηλεκπαίδευσης. Ως
Εκπαιδευτική Αριστερά διαβλέψαμε τον κίνδυνο και τοποθετηθήκαμε αρνητικά. Το ίδιο έκαναν
και άλλοι συνάδελφοι, όπως επίσης και η παράταξη των Παρεμβάσεων. Είχαμε επίσης εντοπίσει το
κομβικό σημείο της κρατικής επιτήρησης επισημαίνοντας ότι η λεγόμενη εξ αποστάσεως
εκπαίδευση ήταν μια «κρατικά επιτηρήσιμη, ταξικά καραμπογιατισμένη και πολιτικά
εργαλειοποιημένη δομή που στήθηκε επί τούτω από το κράτος (αλλά εική και ως έτυχε) μέσα σε ένα
κλειστό πλέον αστικό σχολείο. Και αυτή η μέχρι αυτοαναίρεσης του δράστη της προχειρότητα είναι ο
ασφαλέστερος μάρτυρας της εργαλειακής και επικοινωνιακής χρήσης της τηλεκπαίδευσης».
Η απήχηση που βρήκε η αντίληψη αυτή μέσα στον κόσμο της εκπαίδευσης ήταν όμως ελάχιστη.
Τόσο λίγη που δυστυχώς μόλις κατάφερε να περιλάβει – και πάλι όχι χωρίς εξαιρέσεις – το χώρο
των Παρεμβάσεων. Αυτό δεν οφείλεται καθόλου σε κάποιες υποτιθέμενες υψιπετείς από μέρους
μας θεωρήσεις. Αυτό που δικαιώθηκε δυστυχώς από τα πράγματα και τις εξελίξεις, ήταν η πολιτική
μας ευθύτητα να πούμε με το όνομά του εκείνο που όλοι οι συνάδελφοι και όλες οι συναδέλφισσες
έβλεπαν ή τουλάχιστον ψυχανεμίζονταν αλλά δεν ήθελαν να ομολογήσουν στον εαυτό τους. Μια
συλλογική αυταπάτη επικράτησε, την οποία έκαναν δυνατή και ενίσχυσαν γενικά η υποχώρηση των
1 Για την «υπαγωγή» βλέπε το ενδιαφέρον άρθρο του Chris Arthur «Η έννοια της υπαγωγής» στο περιοδικό Θέσεις
Τεύχος 100, περίοδος Ioύλιος - Σεπτέμβριος 2007 διαθέσιμο στο διαδίκτυο http://www.theseis.com/index.php?
option=com_content&task=view&id=988
2 Οι εξαιρετικά συχνές σε όλο τον κόσμο και φυσικά στην Ελλάδα μείζονες και ελάσσονες εκπαιδευτικές
μεταρρυθμίσεις είναι ακριβώς η πρακτική πολιτική έκφραση αυτής της «θεσμοθετημένης» πραγματικής υπαγωγής.
εργατικών αγώνων μετά την ήττα του 2015 αλλά και, πρωτίστως και ειδικότερα, η στάση των
παρατάξεων της συνδικαλιστικής και κομματικής γραφειοκρατίας.
Αν εξαιρέσουμε από την κριτική μας τις γραφειοκρατίες των δεινοσαύρων της ΔΑΚΕ και της
ΠΕΚ για τις οποίες πάντως η υποστήριξη της τηλεκπαίδευσης ήταν πολιτικός μονόδρομος και
προαναγγελθέν ξεπούλημα των συμφερόντων του κλάδου, μένουν οι δύο παρατάξεις με την
ιδιαίτατη διαχρονικά ευαισθησία στα προσκλητήρια εθνικής ομοψυχίας που κατά καιρούς έχει
απευθύνει η εγχώρια μπουρζουαζία3. Έτσι και τώρα ΣΥΝΕΚ και ΠΑΜΕ ανταποκρίθηκαν ασμένως
στην κατά sisco (τρισκατάρατο κατά τα άλλα ολιγοπώλιο) τηλεκπαίδευση της Κεραμέως ζητώντας
όμως tablet και δωρεάν ίντερνετ, πράγμα που επίσης βόλεψε επικοινωνιακά το υπουργείο σε εκείνη
την εικονική διανομή tablet και την διαφήμιση της γενναιοδωρίας των εταιρειών κινητής
τηλεφωνίας. Μάλιστα το σπουδαστικό του ΠΑΜΕ έφτασε να διαμαρτύρεται γιατί οι
πανεπιστημιακοί δεν βιντεοσκοπούσαν τις παραδόσεις τους στο webex για να τις βλέπουν, λέει,
όσοι φοιτητές δεν είχαν την ευκαιρία να τις παρακολουθήσουν ζωντανά! Και πρὶν ἀλέκτορα
φωνῆσαι, να που αξιοποίησε την πάσα η τροπολογία της Κεραμέως: «κάμερες και μικρόφωνα στις
αίθουσες διδασκαλίας».
3 Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το 2008 του ΚΚΕ; Το 2011 και πάλι του ΚΚΕ; Την άνοιξη 2013 του ΣΥΡΙΖΑ; Το
φθινόπωρο του 2013 των ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ; Το καλοκαίρι του 2015; Είναι μακρύς ο κατάλογος...
4 Βλέπε για παράδειγμα, Education for a Bright Future in Greece, σελ. 127.
Επιτήρηση
Τελικά, όλες οι λειτουργίες του κρατικού μηχανισμού μπορούν να αναχθούν σε
αυτό: στην παρακολούθηση, στον έλεγχο της κοινωνίας προς τα συμφέροντα της
κυρίαρχης τάξης. Ernest Mandel: H Μαρξιστική Θεώρηση του Κράτους σ. 19
Το νεωτερικό (αστικό) σχολείο με την καθολική υποχρεωτική εκπαίδευση δεν είναι μια απλή
παραχώρηση της κυρίαρχης τάξης κάτω από την πίεση των εργατικών διεκδικήσεων. Είναι επίσης
η συγκεκριμένη μορφή αυτής της παραχώρησης ώστε να υπηρετεί τα ταξικά συμφέροντα της
κυρίαρχης τάξης. Έτσι, η φοίτηση στο αστικό σχολείο είναι ο μόνος δρόμος πρόσβασης στη γνώση
αλλά ταυτόχρονα είναι και ο τόπος και ο τρόπος παραγωγής ενός ομοιογενούς εργατικού δυναμικού
πειθαρχημένου και εφοδιασμένου με τα γνωστικά εφόδια των τρεχουσών αναγκών της
καπιταλιστικής παραγωγής, δηλαδή της παραγωγής με σκοπό το κέρδος. Ένα αυταρχικό σχολείο
λοιπόν, προσομοίωση του εργοστασίου με το δάσκαλο σε ρόλο επιστάτη, τα παιδιά-εργάτες/τριες
καθηλωμένα στο πόστο τους και υπό αέναη αναπροσαρμογή των εκπαιδευτικών μεθόδων και
προγραμμάτων, ώστε να αντιστοιχούν στις τρέχουσες επιλογές του κεφαλαίου. Με μαρξιστική
ορολογία, μια πραγματική υπαγωγή του τρόπου λειτουργίας του εργοστασίου-σχολείου στις
ανάγκες της αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Προκειμένου όμως να πραγματοποιηθούν τέτοιου
είδους προσαρμογές πρέπει να ξεπεραστούν οι, αναπόφευκτες άλλωστε, εργατικές αντιστάσεις.
Και εδώ μπαίνει στο λογαριασμό η επιτήρηση. Οι κάμερες στις αίθουσες διδασκαλίας είναι
εργαλείο επιτήρησης και απόλυτης συμμόρφωσης των εκπαιδευτικών στο κυρίαρχο ιδεολογικό
κουστούμι που καλούνται να φορέσουν οι ίδιοι και να φορέσουν στους μαθητές τους. Και αυτό,
είτε λειτουργούν οι κάμερες είτε όχι˙ φτάνει και μόνο να υπάρχουν. Το όποιο κριτικό πνεύμα, η
όποια αμφισβήτηση της καθεστωτικής αλήθειας θα αυτολογοκριθεί. Αυτό, για όσους η
μεταπολίτευση μας βρήκε στο σχολείο είναι βιωμένη αλήθεια. Ο γράφων δεν θα ξεχάσει ποτέ το
σεβαστό του καθηγητή φυσικής +Ιωάννη Πενταφρόνιμο να υπαγορεύει «Δίδεται αβαρής, άκαμπτη
ράβδος ΚΚ’» και να σταματάει στη μέση της φράσης του για να μονολογήσει: «δεν μπορούσαμε να
βάλουμε δύο κάπα στη σειρά!». Εκεί μας οδηγούν οι κάμερες: ούτε δύο κάπα στη σειρά…
Ναι, οι κάμερες είναι παράνομες στα σχολεία. Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έχει
ρητά απαγορεύσει τη χρήση τους. Έχει μονότονα απορρίψει ακόμα και αιτήματα για κάμερα στην
είσοδο του περιβόλου του σχολείου για την αποθάρρυνση βανδαλισμών. Αλλά να που η υπουργός
έφερε την τροπολογία της στη βουλή με τις ευλογίες της Αρχής Προστασίας Προσωπικών
Δεδομένων! Μάλλον η ρήση του Μαρξ πρέπει να επεκταθεί και στους απλούς νόμους. Αλλά ο
εύπιστος αυτός λεγκαλισμός θεωρεί ότι οι νόμοι δεν έρχονται από την κυβέρνηση αλλά από το όρος
Σινά ή έστω κάποια δήθεν ανεξάρτητη νομοθετική εξουσία. Τι φενάκη! Αν σ’ αδικήσει ο κατής, σε
ποιον θα πας να δικαστείς; ρωτάει η λαϊκή σοφία. Περί αυτού πρόκειται.
Ναι, να επικαλεστούμε τους νόμους και να υπερασπιστούμε τη δημοκρατική λειτουργία των
θεσμών χωρίς δεύτερη σκέψη, αλλά αν περιμένουμε να υποχωρήσουν η άρχουσα τάξη και η
κυβέρνησή της από σεβασμό στους νόμους, καήκαμε. Αυτό που θα τους πείσει να αποσύρουν τις
κάμερες του Μεγάλου Αδελφού– παρουσιάζοντάς το φυσικά, η υποκρισία πάντα περισσεύει, ως
σεβασμό στη δημοκρατική νομιμότητα – είναι ο φόβος τους μήπως στην κονίστρα της ταξικής
πάλης, χάσουν πολύ περισσότερα από τις κάμερες. Θα υποχωρήσουν, μόνο αν μας φοβηθούν!
Και στις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας; Δεν έχουμε ευθύνη απέναντι στους
μαθητές και στις μαθήτριές μας;
Οι ιστορικές στιγμές των κρίσεων δεν είναι παρά οι ιστορικές στιγμές της κατάρρευσης των
διαμεσολαβήσεων που κρύβουν από την κοινή θέα τις αντιφάσεις της ολότητας που σπαράσσεται
από αυτές τις κρίσεις. Στη δική μας περίπτωση, είναι η στιγμή που η αντίφαση δάσκαλος –
δημόσιος υπάλληλος, ή δασκάλα – δημόσια υπάλληλος, θα προβάλει σε όλη της τη γύμνια. Το
φαινομενικά ένα και μοναδικό πρόσωπο του/της εκπαιδευτικού θα διχαστεί σε δύο αντιφατικά
πρόσωπα και μαζί του το φαινομενικά ένα και μοναδικό σχολείο θα χωριστεί σε δύο
αλληλοαποκλειόμενα σχολεία.
Ποιο σχολείο έκλεισε τον περασμένο Μάρτη; Η παιδαγωγική ευθύνη του της εκπαιδευτικού,
πραγματώνεται υπό κανονικές σχολικές συνθήκες σε μια παιδαγωγική σχέση του/της εκπαιδευτικού
ως πρόσωπο με τον μαθητή και τη μαθήτρια επίσης ως πρόσωπα. Μια παιδαγωγική σχέση
προσώπου προς πρόσωπο όχι αυτοτελής, αλλά ως μέρος της πολλαπλότητας με την οποία η ίδια
επαναλαμβάνεται στους αμέτρητους συλλογικούς διαπροσωπικούς συνδυασμούς της σχολικής
τάξης και κοινότητας. Στην έκτακτη πάντως συνθήκη του αποκλεισμού των μερών της
παιδαγωγικής σχέσης μεταξύ τους, η ίδια η σχέση δεν μπορεί να υπάρξει παρά το πολύ ως οιονεί
παιδαγωγική σχέση, ως μια υπόσχεση επανασύνδεσης και μια δήλωση παρουσίας.
Αντίθετα, η δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα του/της εκπαιδευτικού αναφέρεται στη διατήρηση της
αντίστοιχης σχέσης εξουσίας που ο/η δημόσιος/α υπάλληλος εκπαιδευτικός διεκπεραιώνει για
λογαριασμό του κράτους. Το σχολείο που έκλεισε το Μάρτη λοιπόν δεν είναι το σχολείο των
δημοσίων υπαλλήλων ΠΕ-τάδε αλλά το σχολείο του δάσκαλου και της δασκάλας˙ δεν έκλεισε το
συγκεντρωτικό αυταρχικό εργαλείο αναπαραγωγής του ελληνικού κεφαλαιοκρατικού κοινωνικού
σχηματισμού, το σχολείο του κράτους, αυτό συνέχισε ως διοικητική μονάδα και ως τηλεκπαίδευση.
Εκείνες που έκλεισαν ήταν οι όποιες εναπομείνασες χαραμάδες δημοκρατίας και συλλογικότητας,
το σχολείο δηλαδή (ή καλύτερα τα ψήγματα του σχολείου) των προσδοκιών της μαθησιακής
κοινότητας που κοπιάζει μέσα στο σχολικό κατάστημα. Και, δυο μήνες μετά, αυτό που «άνοιξε»
δεν είναι το σχολείο του δάσκαλου και της δασκάλας. Αυτό που άνοιξε είναι μια διαδικασία
πειθάρχησης των εκπαιδευτικών, επιβεβαίωσης του ποιος κάνει κουμάντο στο δημόσιο σχολείο και,
το κυριότερο, άνοιξε το εργοτάξιο της πιο ριζικής εκπαιδευτικής αντιμεταρρύθμισης που έχουμε δει
ως τώρα, προπομπού άλλωστε του φθινοπωρινού καταιγισμού μνημονιακών μέτρων λιτότητας που
μας περιμένει, πολύ σκληρότερων από όσα έχουμε γνωρίσει. Και αυτό μας οδηγεί στη μεγαλύτερη
εικόνα: