Professional Documents
Culture Documents
1. Α Ν Τ Ι Σ Θ Ε Ν Η Σ
τον Κυνικόν τρόπον ζωής., Καί άπεδείκνυε οτι ό κόπος κι’ ό αγώ
νας (πόνος) είναι αγαθόν μέ απόδειξη τον μεγάλον Ηρακλή καί
rov' Kupo, "παίρνοντας έτσι ενα υπόδειγμα άπό τον έλληνικό κό
σμο καί ενα άλλο άπό τον βαρβαρικό.
3. Πρώτος ώρισε τον λ ό γ ο ν είπών, «λόγος είναι αυτό πού·
δηλώνει τό τι ενα πράγμα ήταν ή είναι». Συνήθιζε δε νά λέη δτι
«καλύτερα νά τρελλαθή παρά νά παραδοθη στήν ηδονή»,, καί δτι
πρέπει νά πλησιάζωμε εκείνες τις γυναίκες πού θά αισθανθούν εύ-
γνωμοσύνη»50. Στο παιδί άπό τον Πόντο πού έπρόκειτο νά φο'ΐτήση
στη σχολή του καί τον’ ρωτούσε τί σύνεργα χρειάζονται του απάν
τησε δτι χρειάζεται «ενα καινούργιο βιβλίο (βιβλιαρίου καινού) ,
μία καινούργια πέννα (γραφείου καινού) καί μία καινούργια πλά
κα» (πινακιδίου καινού) ύπονοών (μέ την έπανάληψιν τής λέ-
ξεως καινού) την ανάγκην καί νοΰ καί μυαλού. Προς εκεί
νον πού τον ρωτούσε τί γυναίκα νά πάρη (όμορφη ή άσχημη) ,,
απάντησε «αν πάρης όμορφη,, θά την εχης «κοινήν»,, αν άσχημη·
«ποινήν1».. Σάν ακούσε δτι ό Πλάτων τον κακολογεί,, είπε δτι «είναι
βασιλικό προνόμιο,, νά κάνης καλό καί νά κατακρίνεσαι»51.
4. Μυούμενος κάποτε στά ’Ορφικά μυστήρια, σάν τού είπε ό
ίερεύς δτι οι μυούμενοι σ’ αυτά θά άπολαύσουν πολλά καλά στον
άλλον κόσμο, «τί κάθεσαι,, τού ειπε, καί δεν πεθαίνεις!» Ό νειδι-
ζόμενος γιατί δεν ήταν άπό δύο- ελευθέρους γονείς52, είπε «μά ούτε
άπό παλαιστάς είμαι,, καί δμως είμαι παλαιστής»., Έρωτηθείς γιατί
εχει ολίγους μαθητάς, «γιατί με ασημένιο ραβδί, είπε, τούς πε-
τάω εξω». "Όταν πάλιν τον ρώτησαν γιατί τόσο αυστηρά μαλώνει
τούς μαθητάς του, «μά κι’ οί γιατροί, είπε,, τό ίδιο κάνουν στους
άρρωστους». Βλέποντας μιά μέρα εναν μοιχό πού ετρεχε γιατί κιν
δύνευε ή ζωή του, «νΑ, κακομοίρη,, φώναξε, τί μεγάλο κίνδυνο
χρειάστηκε νά διαφυγής γιά εναν όβολό». Καλύτερα, ελεγε, δπως
αναφέρει, δ Έκάτων στά. «’Ανέκδοτά» του,, νά πέσης σέ κόρακες
παρά σέ κόλακες* γιατί οί πρώτοι σέ τρών νεκρόν, οι δεύτεροι
δμως, σέ τρών ζωντανόν.
5. Έρωτηθείς ποιά είναι ή ύψίστη ανθρώπινη μακαριότης,
«τό νά πεθάνη κανείς ευτυχών», άποκρίθηκε53. 'Όταν κάποτε ένας
φίλος του τού παραπονιόταν δτι είχε χάσει τις σημειώσεις,, «επρεπε
νά τις καταγράφεις στο μυαλό σου, του είπε, κι’ όχι στά χαρτιά».
"Οπως ή σκουριά κατατρώγει τό σίδερο, έτσι, ελεγε, καί οί φθο
νεροί κατατρώγονται άπό τό δικό τους τό πάθος. ’Εκείνοι πού Θέ
λουν νά γίνουν άθάνατοι, πρέπει, είπε, εύσεβώς καί δικαίως νά.
ζούν. Τότε, είπε, τά κράτη άφανίζονται, όταν δέ μπορούν νά ξεχω-
37 ΑΝΤΙΣΘΕΝΗΣ
νη τήν απάθεια καί στοΰ Κράτη· τήν εγκράτεια καί στου- Ζήνωνος
τήν καρτερία:, θέσας δ ίδιος τά θεμέλια της καταστάσεώς των. Ό
Ξενοφών τον λέει εξαιρετικά ευχάριστο στήν δμιλία,, καί έγκρα-
τέστατο στα άλλα.
Ό πέμπτος περιλαμβάνει:
Κΰρος ή περί κυριαρχίας.
Ασπασία,
41 ΑΝΤΙΣΘΕΝΗΣ
Ό έκτος:
Α λή θεια.
Περί τοο διαλέγεσθαι: εγχειρίδια περί συζητήσεως.
Σάθο>ν ή περί τοο αντιλέγειν, τρία βιβλία69.
Περί ομιλίας..
Περί ’Αμφιαράου.
Περί τοο Όδυσσέως, της Πηνελόπης καί του κυνος.
Δέκατος τόμος:
Ηρακλής ή Μίδας.
Η ρακλής ή περί φρονήσεως η ουνάμεως.
Κύρος, ή ό πολυαγαπημένος.
Κύρος ή οί πρόσκοποι.
Μενέξενος ή περί του άρχειν.
’Αλκιβιάδης.
’Αρχέλαος ή' περί βασιλείας.
Αυτά είναι τά δσα εγραψε.
Ό Τίμων τον επικρίνει πού εγραψε τόσα πολλά καί τον λέει.
«γόνιμον μικρολόγο». ΙΙέθανε άπό αρρώστια τήν ώρα ακριβώς πού
είχε μπή ό Διογένης καί του είπε: «Μήπως εχης ανάγκην φί
λου;»., Μια άλλη· φορά μπήκε ό Διογένης έχοντας ενα ξιφίδιο*
Καί σαν φώναξε ό ’Αντισθένης,, «ποιος θά μέ γλυτώση άπό τούς
πόνους;»,, «Τούτο δώ» του είπε,, δείχνοντας τό μαχαίρι. «’Από τούς:
πόνους είπα,, παρετήρηισε δ ’Αντισθένης, δχι άπό τη ζωή».
19. Φαινόταν νά ύποφέρη εύκολώτερα τήν άρρώστια μέ τή:
φιλοζωία., Γράψαμε γ ι’ αυτόν τούς έξης στίχους:
2. Δ Ι Ο Γ Ε Ν Η Σ
οακκούλι πού έ'βαζε τά τρόφιμά του,, καί δέν τον ενοιαζε νά έκ-
πληρώνη κάθε ανάγκη του δπου τύχαινε, νά τρώη δηλαδή,, νά κοι
μάται καί νά συζητή. Ό πότε καί ελεγε, δείχνοντας τή στοά τού
Διός καί τό· ΙΙομπείο, δτι οι Αθηναίοι τάφκιασαν γιά νά κάθεται
αυτός.,
23. 'Ύστερα άπό κάποια αρρώστια του,, περπατούσε, μέ μπα
στούνι. Αργότερα όμως τό είχε πάντοτε, ογι μόνο μέσα στην πό
λη άλλα δέν τό άφηνε καί όταν οδοιπορούσε,, καθώς καί τό σακ-
•κούλι του, βπως αναφέρει δ διατελέσας άρχων τών Αθηναίων Ό -
λυμπιόδωρος72,, καί δ Πολύευκτος δ ρήτωρ, καί δ Αυσανίας τού
Αίσχρίωνος., Είχε γράψει σέ κάποιον νά τού βρη ενα καλύβι, άλλά
επειδή εκείνος άργησε, πήγε καί εγκαταστάθηκε στό πιθάρι πού
ήταν στην αυλή τού Μητρώου73*, όπως δ ίδιος διασαφηνίζει στις
επιστολές του. Καί τό μέν καλοκαίρι συνήθιζε νά κυλιέται επάνω
στη ζέστη άμμο, τό δέ χειμώνα Αγκάλιαζε τά χιονισμένα άγάλ-
ματα, χρησιμοποιών κάθε μέσον1γιά νά άσκή τον εαυτό του.
24. Προς τούτοις, ήταν καί δεινός νά καταφρονή τούς συγ
χρόνους του.. Τή σχολή τού Εύκλείδου τήν ελεγε χολή, τή διατρι
βή (τά μαθήματα) τού Πλάτωνος κατατριβή ( = χασομέρια) , τούς
Διονυσιακούς αγώνες μεγάλα τσιρίγματα καί επιδείξεις γιά μω
ρούς καί τούς δημαγωγούς υπηρέτες τού· όχλου., Ε πίσης συνήθιζε
νά λέη πώς όταν εβλεπε γιατρούς, φιλοσόφους καί πλοηγούς επί
τό έργον των, θεωρούσε τον1 άνθρωπο σάν τό εξυπνότερο άπό τά
ζώα. 'Όταν εξ άντιθέτου εβλεπε έρμηνευτάς ονείρων καί μάντεις
καί κείνους πού έδιναν σημασία σ αύτά, ή κείνους, πού κορδώ
νονταν γιά τή δόξα ή τά πλούτη τους.,, τίποτε, δέ θεωρούσε πιό χα
μένο πλάσμα άπό· τον άνθρωπο. Καί συνήθιζε νά λέη δτι γιά τή
ζωή μάς χρειάζεται ορθός λόγος ή βρόχος (θηλειά) .
25. Βλέποντας κάποια μέρα τον Πλάτωνα νά τρώη ελιές σ’
ενα πολυτελές δείπνο, «Πώς γίνεται αυτό, τού· είπε, εσύ δ φιλόσο
φος πού πήγες ώς τή Σικελία γ ι’ αύτά τά πλούσια τραπέζια,, τώρα
πού είναι μπροστά σου δέν τά γλεντάς;».. «’Ό χ ι, μά τούς θεούς,
Διογένη, άποκρίθηκε δ Πλάτων, κι* εκεί μέ ελιές ώς επί τό πλεί-
-στον περνούσα καί μέ τέτοια». «’Αλλά τότε, ποιά άνάγκη νά πάς
ώς τις Συρακούσες τού είπε δ Διογένης’ μήπως δέν έβγαζε τότε
ή ’Αττική ελιές;». Ό Φαβωρΐνος όμως λέει στην «Παντοδαπή Ι
στορία» τοο δτι δ ’Αρίστιππος τήν είπε αυτή τήν κουβέντα74., Μιά
άλλη φορά ετυχε νά τρώη σύκα (ξερά) όταν τον συνάντησε δ
Πλάτων. «Μπορείς νά συμμετάσχης, τού είπε». Κ ι” όταν εκείνος
45 ΔΙΟΓΕΝΗΣ