Professional Documents
Culture Documents
Μουσεία Και Κοινό Απόσπασμα Βιβλίου
Μουσεία Και Κοινό Απόσπασμα Βιβλίου
ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
νικής κοινωνίας με το ιστορικό παρελθόν, διερευνώντας θέμα- ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – ΑΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
τα όπως οι μηχανισμοί διαμόρφωσης συλλογικής μνήμης, η
προνομιακή μεταχείριση κάποιων ιστορικών περιόδων, η αλλη-
λεπίδραση των πολιτών με τα υλικά κατάλοιπα του παρελθόντος
κ.ά. Ο τόμος έχει στόχο να φέρει σε επαφή το ευρύ κοινό με σύγ-
χρονες θεωρητικές εξελίξεις στον τομέα των ανθρωπιστικών ε-
πιστημών, να αναδείξει τις ιδεολογικές παραμέτρους της μελέ-
της του παρελθόντος και να ανασκευάσει ορισμένες στρεβλώ-
σεις που χαρακτηρίζουν τον δημόσιο περί αρχαιολογίας λόγο.
ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΑΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
ΓΡΑΦΟΥΝ
ΑΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΑΦΝΗ ΒΟΥΔΟΥΡΗ,
ΕΛΕΑΝΑ ΓΙΑΛΟΥΡΗ, ΑΓΓΕΛΟΣ ΔΕΛΗΒΟΡΡΙΑΣ, ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΤΣΑΣ, ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΛΟΥΡΗ, ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ,
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΑΒΙΛΑΣ, ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΛΑΝΤΖΟΣ,
ΟΛΓΑ ΣΑΚΑΛΗ, ΤΑΣΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΛΕΝΗ ΣΤΕΦΑΝΟΥ,
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥΡΤΑ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΜΗΛΑΚΗΣ
Εικόνα εξωφύλλου (Ακρόπολη): ©flickr/Robert Anders
ISBN 978-960-03-6265-7
www.kastaniotis.com
e-mail: info@kastaniotis.com ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ΑΝΑΤΥΠΟ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
CMYK
ΟΛΓΑ ΣΑκΑΛη
py
Από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα έχει ξεκινήσει ένας έ-
co
ντονος προβληματισμός για την πολιτική φύση της λειτουργίας
των μουσείων και των ερμηνευτικών διαδικασιών που λαμβά-
νουν χώρα σε αυτά, καθώς και για τον κοινωνικό και εκπαι-
δευτικό ρόλο τους. Στον διεθνή χώρο καθοριστική στη σταδια-
κή αλλαγή του ρόλου των μουσείων, από τη δεκαετία του 1960
w
και μετά, υπήρξε η επίδραση των νέων θεωρητικών αναζητή-
σεων, κυρίως στην ιστορική και αρχαιολογική επιστήμη, και η
αξιοποίηση των μεθόδων τους προκειμένου τα μουσεία να επι-
ie
py
δίου εναλλακτικών τρόπων μάθησης.
Στο παρόν κείμενο παρουσιάζεται μια σύντομη περιγραφή
των αλλαγών που υιοθετήθηκαν τα τελευταία χρόνια από τα ελ-
co
ληνικά μουσεία, υπό την επιρροή του διεθνούς μουσειακού πα-
ραδείγματος και των νέων πολιτικών και ιδεολογικών μετασχη-
ματισμών της ελληνικής κοινωνίας. Οι αλλαγές αυτές αφορούν
κυρίως τον τομέα της μουσειακής εκπαίδευσης και είχαν ως α-
ποτέλεσμα τον ριζικό επαναπροσδιορισμό του κοινωνικού, εκ-
w
παιδευτικού και ψυχαγωγικού ρόλου των ελληνικών (κρατι-
κών και μη) μουσείων.
ie
σα του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, άνοιγαν τις συλλογές
τους στο κοινό. Στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται η ραγδαία
ανάπτυξη ποικίλων δραστηριοτήτων από τα μουσεία με στόχο
την προσέγγιση των επισκεπτών τους, ανάπτυξη η οποία ση-
ματοδοτεί τη στροφή του ενδιαφέροντός τους, από την απο-
κλειστική ενασχόληση με τις συλλογές, στη διερεύνηση των ι-
διαιτεροτήτων και των αναγκών του κοινού τους. Παράλληλα
η αποκαλούμενη νέα μουσειολογία (ο όρος χρησιμοποιήθηκε
από τον P. Vergo σε μια συλλογή δημοσιευμάτων που εκδόθη-
ΜΟΥΣΕΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟ: ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΣ...
py
και του μουσειακού λόγου, ιστορίες για το παρελθόν (Σακαλή
2015). Η παραπάνω προσέγγιση χαρακτηρίζει το λεγόμενο επι-
σκεπτοκεντρικό (visitor-centered) μουσείο, όρος ο οποίος δη-
co
λώνει το ενδιαφέρον του μουσείου να απευθυνθεί όχι μόνο σε
όσους το επισκέπτονται, αλλά και στους μη επισκέπτες, τους εν
δυνάμει καθώς και τους εικονικούς επισκέπτες μέσω των τεχνο-
λογιών εικονικής πραγματικότητας (Hooper-Greenhill 1994).
Ιδιαίτερη βαρύτητα στο παραπάνω πλαίσιο απόκτησε η α-
w
ναθεώρηση των εννοιών του κοινού, της επικοινωνίας και της
μάθησης στο μουσειακό περιβάλλον. Το κοινό των μουσείων ε-
πιχειρείται πλέον να ιδωθεί στην πολλαπλότητά του, με βάση
ie
py
α) το προσωπικό (οι γνώσεις, οι αντιλήψεις, οι εμπειρίες και οι
απαιτήσεις του), β) το κοινωνικό (η σχέση και η αλληλεπίδρα-
ση με την ομάδα και τους άλλους επισκέπτες), γ) το φυσικό (το
co
περιβάλλον του μουσειακού χώρου, που καθορίζει την ποιότη-
τα της επίσκεψης). Τα παραπάνω πλαίσια λειτουργούν συμπλη-
ρωματικά κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στους μουσειακούς
χώρους, καθορίζοντας τελικά τη φύση και την ποιότητα της μου-
σειακής μαθησιακής εμπειρίας.
w
Κλασικό επίσης είναι και το μοντέλο του Hein (2006) για τη
διάκριση των μουσείων ανάλογα με τις θεωρίες για τη γνώση
και τη μάθηση που αντανακλώνται στον τρόπο οργάνωσής τους.
ie
py
ξαν εμφατικά μια σειρά ζητημάτων σχετικά με τις πολύπλοκες
μουσειακές λειτουργίες. Πρώτα από όλα επηρεάστηκε η ίδια η
εκθεσιακή πρακτική, της οποίας η φύση καθορίζεται είτε απε-
co
ρίφραστα είτε υπαινικτικά από το θέμα ή τον στόχο της έκθε-
σης (Vergo 1989). Νέοι τρόποι θέασης, ερμηνείας και κατανόη-
σης των μουσειακών αντικειμένων και των ιστοριών που κάθε
φορά αυτά αφηγούνται έχουν επιφέρει μια θεαματική αλλαγή
στους μουσειακούς χώρους, ανατρέποντας τη διαιώνιση παρω-
w
χημένων εκθεσιακών πρακτικών. Με την εντυπωσιακή αύξη-
ση του αριθμού των μουσείων κατά τις τελευταίες δεκαετίες συμ-
βαδίζει και η ποικιλία του περιεχομένου των συλλογών τους,
ie
py
αιώνα, με την οικονομική κρίση σε παγκόσμια κλίμακα, την υ-
ποχώρηση του κράτους πρόνοιας και τον μετασχηματισμό του
ελεύθερου χρόνου (σημαντικό μέρος του οποίου διεκδικούν τα
co
μουσεία) σε εμπόρευμα, ο κοινωνικός ρόλος του μουσείου και
τα ριζοσπαστικά προτάγματα της νέας μουσειολογίας μοιάζουν
συχνά να υποχωρούν προς όφελος των μηχανισμών της αγο-
ράς (Παπαντωνίου και Σακαλή 2005).
w
Ο εκπαιδευτικός ρόλος του μουσείου
py
co
Εικόνα 1. Εκπαιδευτική δραστηριότητα στο μουσείο και
τον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού με θέμα την τεχνολογία και
την τεχνική της κεραμικής, 2016. φωτ.: Τμήμα Εκπαιδευτικών
Προγραμμάτων και Επικοινωνίας, Υπουργείο Πολιτισμού.
w
γνωρίζεται ως μια περιοχή απολύτως εξειδικευμένης μουσεια-
κής εργασίας, που απαιτεί ειδική κατάρτιση και γνώσεις, καθώς
ie
py
κεί στο σύνολο σχεδόν των μουσειακών δραστηριοτήτων (σχε-
διασμό, παρουσίαση και ερμηνεία των εκθέσεων). Αποτελεί κοι-
νό τόπο εξάλλου η διαπίστωση ότι, όσο καλοσχεδιασμένη κι αν
co
είναι μια μουσειοπαιδαγωγική δράση, τα αποτελέσματά της ε-
λαχιστοποιούνται ή ακυρώνονται όταν οι μουσειακές εκθέσεις
παραμένουν ασαφείς και συγκεχυμένες ως προς τους στόχους
και το περιεχόμενό τους.
Το πεδίο των εργασιών της μουσειακής εκπαίδευσης είναι
w
πολυσχιδές και πολύμορφο, καλύπτοντας όλο το φάσμα της εκ-
θεσιακής, εκπαιδευτικής και επικοινωνιακής πολιτικής των σύγ-
χρονων μουσείων (Τσιτούρη 2010). Το αντικείμενό της, εκτός α-
ie
που απευθύνονται τόσο στο ευρύ όσο και στο ειδικό κοινό (π.χ.
θεματικές και εξειδικευμένες δράσεις σε ομάδες ειδικών ενδια-
re
py
ση, προκρίνοντας τη χρήση εναλλακτικών και καινοτόμων μα-
θησιακών πρακτικών. Πρωτοπόρα στα γενέθλια βήματα της ελ-
ληνικής μουσειακής εκπαίδευσης υπήρξαν επίσης το Μουσείο
co
Μπενάκη, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και το Πελοποννη-
σιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, καθώς ήταν από τα πρώτα μη κρα-
τικά μουσεία που δημιούργησαν ειδικά τμήματα εκπαιδευτι-
κών προγραμμάτων και εκπόνησαν εκπαιδευτικές δραστηριό-
τητες για σχολικές ομάδες και ενήλικες. Συγκεκριμένα, το Πε-
w
λοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα ξεκίνησε τα εκπαιδευτικά
του προγράμματα το 1974, το Μουσείο Μπενάκη το 1978, ενώ
το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης σχεδιάζει τα πρώτα μουσειο-
ie
py
δευτικά Πολιτιστικά Δίκτυα). H τελευταία δεκαετία (2005-2015)
αντανακλά μια σειρά αλλαγών, πολιτικών και εκπαιδευτικών,
που χαρακτηρίζονται αφενός από την υιοθέτηση ολοένα και
co
περισσότερων φιλόδοξων εκπαιδευτικών προγραμμάτων από
τα μουσεία (π.χ. θεματικές δράσεις που απευθύνονται σε oμά-
δες που παρακολουθούν προγράμματα απεξάρτησης ή συμ-
μετέχουν σε προγράμματα αντιμετώπισης προβλημάτων ψυχι-
κής υγείας, ή ακόμη και σε ανήλικους κρατούμενους), και αφε-
w
τέρου από τη συστηματική κρατική απαξίωση, που δυσχεραί-
νει την ευόδωση τέτοιου είδους πρωτοβουλιών. Είναι ενδεικτι-
κό το γεγονός ότι οι περισσότεροι μουσειακοί χώροι αλλά και
ie
py
co
Εικόνα 2. «Η βασιλική Λεχαίου αφηγείται ιστορίες για τη νέα θρησκεία»,
εκπαιδευτική δραστηριότητα, 2015. φωτ.: Εφορεία Αρχαιοτήτων
Κορινθίας, Υπουργείο Πολιτισμού.
w
λικό κοινό των μουσείων. Τέτοιου είδους προγράμματα απευθύ-
νονται συνήθως σε κοινότητες που διαφοροποιούνται γλωσσι-
ie
py
co
Εικόνα 3. «Ψηλαφώντας το ρωμαϊκό παρελθόν της Κορίνθου»,
εκπαιδευτική δραστηριότητα στο μουσείο Αρχαίας Κορίνθου
w
για ενήλικες με προβλήματα όρασης, 2015. φωτ.: Εφορεία Αρχαιοτήτων
Κορινθίας, Υπουργείο Πολιτισμού.
ie
Επιλογικά
py
Η προσέγγιση, η εκπαίδευση και η συμμετοχή ενός ολοένα διευ-
ρυμένου κοινού στη μουσειακή μαθησιακή εμπειρία έχουν κα-
ταστεί πλέον κοινοί τόποι για τα περισσότερα (μεγάλα τουλά-
co
χιστον) μουσεία της χώρας. Καθοριστική υπήρξε όχι μόνο η αλ-
λαγή, όπως αναφέρθηκε, στο διεθνές μουσειολογικό παρά-
δειγμα, αλλά και η δυναμική διεκδίκηση εκ μέρους ποικίλων κοι-
νωνικών κατηγοριών (εθνοπολιτισμικές ομάδες, κοινωνικές και
έμφυλες συλλογικότητες, ηλεκτρονικές κοινότητες) της ενερ-
w
γούς συμμετοχής τους στη μουσειακή εμπειρία, διαμορφώνο-
ντας παράλληλα νέες μεθόδους και εναλλακτικούς τρόπους
πρόσληψής της.
ie
py
και καινοτόμες δράσεις στα μουσεία όλης της επικράτειας, τα
οποία σε πολλές περιπτώσεις μοιάζουν να μην μπορούν να α-
νταποκριθούν στην ανάγκη για δημιουργικό διάλογο με την
co
κοινωνία που τα περιβάλλει;
• Πώς θα μπορούσε η εκπαιδευτική αξιοποίηση του υλικού
πολιτισμού να ενταχθεί σε έναν μακρόπνοο και εμπνευσμένο
σχεδιασμό ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη τη σύγχρονη διεθνή
μουσειολογική και μουσειοπαιδαγωγική πρακτική, θα απευθύ-
w
νεται σε όλες τις ομάδες κοινού και κυρίως σ’ αυτές που βιώνουν
τον αποκλεισμό τους από το δημόσιο αγαθό του πολιτισμού;
• Ποιες προοπτικές, τέλος, ανιχνεύονται για τον κοινωνικό
ie
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑφΙΑ
py
to Museum Studies, Οxford: Wiley-Blackwell, 340-352.
Hooper-Greenhill E. (1994). The Educational Role of Museum, London & New
York: Routledge.
––. (1999). «Σκέψεις για τη μουσειακή εκπαίδευση και επικοινωνία στη μετα-
μοντέρνα εποχή», Αρχαιολογία και Τέχνες 72: 47-49.
Lowenthal D. (1998). The Heritage Crusade and the Spoils of History, Cam-
bridge: Cambridge University Press.
Νάκου Ειρ. (2001). Μουσεία: Εμείς, τα πράγματα και ο πολιτισμός. Από τη σκο-
πιά της θεωρίας του υλικού πολιτισμού, της μουσειολογίας και της μουσειο-
w
παιδαγωγικής, Αθήνα: Νήσος.
Παπαντωνίου φ. και Σακαλή Ό. (2005). «Υπαίθρια μουσεία και οικομου-
σεία: Μια προσπάθεια οριοθέτησης», στο Α.Δ. Γεωργόπουλος (επιμ.),
Περιβαλλοντική εκπαίδευση. Ο νέος πολιτισμός που αναδύεται..., Αθήνα:
ie
Gutenberg, 591-605.
Σακαλή Ό. (2014, 28 Απριλίου). «Έντυπα των εκπαιδευτικών δραστηριοτή-
των στα ελληνικά αρχαιολογικά μουσεία και μνημεία (1985-2010). Ιδεο-
v